†.Ἀγαπητοί, εὐρισκόμεθα πάντοτε εἰς τό βιβλίον τῆς Σοφίας Σειράχ, εἴμεθα εἰς τό 24ο κεφάλαιον. Ἐκεί ὁμιλεῖ διά τόν ἑαυτό της ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία τοῦ Θεοῦ.
Λέγαμε τήν περασμένη φορά, εὑρισκόμενοι εἰς τόν 4ον στίχον, μεταξύ ἐκείνων τά ὁποία λέγει ἡ Σοφία τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία ὑπενθυμίζω καί θά ὑπενθυμίζω σέ κάθε βῆμα, ὅτι εἶναι πρόσωπον, εἶναι τό δεύτερον πρόσωπον τῆς Ἁγίας Τριάδος, καί λέγει λοιπόν εἰς τόν στίχον αὐτόν, τόν 4ον, «ἐγὼ ἐν ὑψηλοῖς κατεσκήνωσα, καὶ ὁ θρόνος μου ἐν στύλῳ νεφέλης». Καί ἡ ἀπόδοσή του. Ἐγώ, εἰς τά ὕψη τοῦ οὐρανοῦ ἔστησα τήν σκηνή μου καί ὁ θρόνος μου βρίσκεται ἐπί στύλου νεφέλης.
Εἴχαμε ἀναλύσει τό μισό χωρίον, τό πρῶτον ἡμιστίχιον, πού λέγει ὅτι «ἐγὼ ἐν ὑψηλοῖς κατεσκήνωσα». Καί εἴδαμε πράγματι, ἀνέφερα ἀρκετά χωρία, γιά νά δείξωμε καί νά καταδείξωμε ὅτι ὁ θρόνος τῆς Σοφίας εἶναι ἐν ὑψηλοῖς. Δηλ. εἶναι παρά τῷ Πατρί. Καί αὐτό δείχνει ὅτι εἶναι ὁμοούσιος μέ τόν Πατέρα ὁ Υἱός, ἡ Σοφία ἡ Ἐνυπόστατος. Μάλιστα συμπληρωματικά, κάτι πού πῆρε ἐκ τῶν ὑστέρων, τό πῆρε ἐν χρόνῳ, διότι εἶναι ὁμοούσιος βεβαίως ἔξω ἀπό κάθε χρόνο, ἔξω ἀπό κάθε χῶρο, ἐκεῖνο πού συμπληρωματικά πῆρε, εἶναι ἡ ἀνθρωπίνη φύσις. Κι ἐκεῖ εἶναι πού καταπλήσσει, ὅτι μέ τήν ἀνθρωπίνη φύση τώρα, εἶναι σύνθρονος μέ τόν Πατέρα. Σᾶς ἔλεγα, ἁπλῶς κάνω μία ὑπενθύμιση, ὁ πρωτομάρτυς Στέφανος, ἐκεῖ εἶπε εἰς τό Συνέδριον (πού λιθοβολήθηκε γι’ αὐτό): «ὑπάρχων δὲ πλήρης Πνεύματος Ἁγίου, - ὁ Στέφανος - ἀτενίσας εἰς τὸν οὐρανόν εἶδε δόξαν Θεοῦ καὶ Ἰησοῦν ἑστῶτα ἐκ δεξιῶν τοῦ Θεοῦ, καὶ εἶπεν· ἰδοὺ θεωρῶ τούς οὐρανοὺς ἀνεῳγμένους καί τόν υἱόν τοῦ ἀνθρώπου, ἐκ δεξιῶν τοῦ Θεοῦ ἑστῶτα». Βλέπει λοιπόν κανείς πράγματι ὅτι ὁ θρόνος τῆς Σοφίας εἶναι ἐν ὑψηλοῖς. Καί βέβαια ὅταν ὁ Κύριος ἀνελήφθη, ἐκάθισε εἰς τά δεξιά τοῦ Θεοῦ Πατρός. Μέ τήν ἀνθρωπίνη του φύση του. Γιατί ἀφοῦ ὁ Υἱός εἶναι ὁμοούσιος μέ τόν Πατέρα, δέν ὑπάρχει κάτι.. τό ἀριστερά καί δεξιά. Αὐτό εἶναι μόνο διά τήν ἀνθρωπίνη φύση. Κατά τά ἄλλα, ὡς ὁμοούσιος μέ τόν πατέρα, εἶναι σύνθρονος. Καί μέ τόν Πατέρα καί μέ τό Πνεῦμα τό Ἅγιον. Καί οἱ ἱεροί συγγραφεῖς τῆς Κ. Δ. μᾶς σημειώνουν ὅτι ἀνερχόμενος εἰς τόν οὐρανόν, μέ τήν Ἀνάληψή του, ἐκάθισε εἰς τά δεξιά τοῦ Πατρός. Γράφει φέρ’ εἰπεῖν ὁ ἀπ. Παῦλος στούς Ἐφεσίους· «καὶ ἐκάθισεν ἐν δεξιᾴ αὐτοῦ ἐν τοῖς ἐπουρανίοις». Κι ὅπως λέγει ὁ Μάρκος: «ἐκάθισεν ἐκ δεξιῶν τοῦ Θεοῦ». Ἀφοῦ ἀνελήφθη. Κι ὄχι μόνον ἁπλῶς ἐκάθισε, δέν εἶναι, θά λέγαμε, ἕνα θέμα ὑψομετρικό, ἀλλά εἶναι καί ἕνα θέμα ὕψους ποιότητος. Γι’ αὐτό συμπληρώνει ὁ ἀπ. Παῦλος στήν πρός Ἐφεσίους Ἐπιστολή του: «καὶ ἐκάθισεν ἐν δεξιᾴ αὐτοῦ ἐν τοῖς ἐπουρανίοις ὑπεράνω πάσης ἀρχῆς καὶ ἐξουσίας καὶ δυνάμεως καί κυριότητος καὶ παντός ὀνόματος ὀνομαζομένου οὐ μόνον ἐν τῷ αἰώνι τούτῳ, ἀλλά καὶ ἐν τῷ μέλλοντι·» δηλ. ὕψος δυσθεώρητον. Ἐκεῖ πού εἶναι ὁ Θεός. Ὁ πάνω καί ὑπεράνω πάντων. Ἀλλά ἐδῶ εἶναι τώρα τό καταπληκτικό, αὐτά λέγαμε τήν περασμένη φορά, ἀναλύοντες τό πρῶτον ἡμιστίχιον, ὅτι το καταπκηκτικόν εἶναι ὅτι συμπληροῦται αὐτό τό χωρίο μέ κάτι περίεργο. Καί λέγει: «καὶ ὁ θρόνος μου ἐν στύλῳ νεφέλης». Ἀπό τήν μία λέει «ὁ θρόνος μου εἶναι ἐν ὑψηλοῖς» κι ἀπό τήν ἄλλη λέει ὅτι ὁ θρόνος μου εἶναι ἐπάνω σέ μία κολώνα ἀπό σύννεφο. Μία στήλη νεφέλης, δηλ. ὄχι ἀπό κάτι ὑλικό ἀλλά ἀπό νέφος. Πῶς βλέπομε καμμιά φορά ἔτσι ἕνα σύννεφο ὄρθιο. Ἐκεῖ πάνω, λέει, εἶναι ὁ θρόνος μου. Περίεργο!
Ἀλλά διαβάζομε εἰς τό βιβλίο τῆς Ἐξόδου τό ἑξῆς. Εἶναι γνωστό ὅτι ὅταν οἱ Ἑβραῖοι ἔφυγαν ἀπό τήν Αἴγυπτο, ἔγιναν πολλά θαυμαστα, πολλά. Ἀλλά ἕνα ἐκ τῶν θαυμαστῶν, ἴσως τό πλέον θαυμαστόν, γιατί μπροστά σ’ αὐτό πού θά σᾶς πῶ τώρα, δέν εἶναι θαυμαστό τόσο, ὅπως τό μάνα, πού ἔπεφτε κάθε μέρα καί τάϊζε τόν λαό ἤ τό νερό πού βγῆκε ἀπό τόν βράχο κ.ο.κ., ὅσο αὐτό πού θά ἀκούσετε: «ὁ δὲ Θεός ἡγεῖτο αὐτῶν, ἡμέρας μὲν ἐν στύλῳ νεφέλης, δεῖξαι αὐτοῖς τὴν ὁδόν, τήν δέ νύκτα ἐν στύλῳ πυρός». ( Ἔξοδ. 13, 21) Κατ’ ἐντολή τοῦ Θεοῦ, δημιουργήθηκε, φτιάχτηκε, κατασκευάστηκε μία σκηνή. Μία σκηνή, ἡ γνωστή «τοῦ μαρτυρίου» στήν ὁποία σκηνή - δηλ. ἀντίσκηνο μέ κάποια ὑφάσματα κλπ. - ἐφυλάσσετο ὁ νόμος, δηλ. οἱ δύο λίθινες πλάκες, πού ἦταν γραμμένος ὁ νόμος. Ἀργότερα ἐκεῖ τοποθετήθηκε καί μία χρυσή στάμνα, πού εἶχε εἰς ἀνάμνησιν τῆς ἐρήμου, μάνα, καί ἀκόμη ἐκεῖ ἦταν τοποθετημένη καί ἡ ράβδος τοῦ Ἀαρών ἡ βλαστήσασα, πού ἀνέδειξε τόν Ἀαρών ὡς πρῶτον ἀρχιερέα τοῦ λαοῦ. Αὐτά κατοπινά. Ἀρχικά ἦταν ἁπλῶς μία κιβωτός, δηλ. ἕνα ξύλινο κουτί, ὄχι πολύ μεγάλο, γύρω στά 75 ἑκατοστά ἦταν, παραλληλόγραμμο, οἱ διαστάσεις ὕψους πλάτους, βάθους, δίνονται ἀπό τήν Ἁγία Γραφή, κατασκευασμένον ἀπό ξύλον ἀκακίας, δηλ. ξύλον ἄσηπτον καί ἐπενδεδυμένο μέσα - ἔξω τό κιβώτιον αὐτό μέ καθαρό χρυσάφι, δηλ. φύλλα χρυσοῦ. Ἐκεῖ ἦταν ὁ νόμος. Ὅλα αὐτά, πρέπει νά σᾶς πῶ, ὅπως λέει καί ὁ ἀπ. Παῦλος εἰς τήν πρός Ἑβραίους Ἐπιστολή του, ἦταν ἀντίτυπα οὐρανίων πραγματικοτήτων. Ἤ ἀκόμη καί ἐπιγείων. Φερ’ εἰπεῖν οἱ πλάκες, ὁ νόμος, εἶναι αὐτός ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ. Τό κιβώτιο τό χρυσοῦν ἦτο αὐτή ἡ Θεοτόκος - τύπος αὐτά - ἡ ὁποία ἐδέχθη μέσα της κατά ζωντανό τρόπο, τόν Υἱόν καί Λόγο τοῦ Θεοῦ.
Καί ἡ Θεοτόκος - τό ξύλον, λέει ἀπό ἀκακία, ἄσηπτον, χρυσοῦν - δείχνει τήν ἁγιότητα καί τήν ἀρετή τῆς Θεοτόκου. Ἔτσι ἔχομε τύπον καί ἐπιγείων καί ἐπουρανίων πραγματικοτήτων. Ἐπιγείων, ἐννοεῖται, ὡς πρός τό μέλλον. Ἀλλά πάντα μεσ’ τήν Ἱστορία. Ἡ Θεοτόκος θά ἔλθη εἰς τόν κόσμον αὐτόν 15 αἰῶνες μετά. Ἀλλά καί οὐρανίων πραγματικοτήτων. Γι’ αὐτό λέγει στόν Μωϋσῆ ὁ Θεός: «ὅρα - ὅρα θά πῆ δές ἀλλά καί πρόσεξε - ὅ,τι εἶδες ἀπό τίς οὐράνιες πραγματικότητες, θά τίς τηρήσης ἐπακριβῶς εἰς τόν τύπον». Γι’ αὐτό βλέπετε, ὁ τύπος ἔχει ἀξία.
Πολλοί λένε καί τί εἶναι; «τύπος εἶναι..». Ἄν καταστρέψης τόν τύπον, καταστρέφεις τήν οὐσίαν. Γι’ αὐτό λέγει ὁ Θεός: «ὅρα, πρόσεξε, θά κατασκευάσης ὅ,τι εἶδες, ὅπως τά εἶδες· οὔτε παραπάνω, οὔτε παρακάτω».
Ἔτσι, ὅταν βγῆκαν ἀπό τήν Αἴγυπτο, μεταξύ τῶν πολλῶν, ὡραίων καί ἀγαθῶν καί σπουδαίων, πού ὁ Θεός δείχνει εἰς τό λαό του, ἦτο καί αὐτό τό φαινόμενον. Δηλ. ἤτανε μία στήλη νεφέλης. Βεβαίως ἀγόμεθα νά ποῦμε ὅτι δέν ἦτο ἀπό πραγματικό σύννεφο. Δέν ἦτο. Δηλ. τό σύννεφο τί εἶναι; Εἶναι σταγονίδια πολύ ψιλά, σταγονίδια ὕδατος, αὐτό εἶναι τό σύννεφο. Καί ἐπειδή εἶναι πολύ ἐλαφρά, πολύ μικρά αὐτά τά σταγονίδια, τό σύννεφο αἰωρεῖται. Τά γνωστά μας σύννεφα εἰς τόν οὐρανόν. Αὐτό δέν εἶναι σύννεφο μέ σταγονίδια ὅπως θά τό δῆτε ἀλλά εἶναι, ἄς μοῦ ἐπιτραπεῖ νά πῶ, ἄκτιστος ἐνέργεια. Ὅπως ὅταν ἀνελήφθη ὁ Χριστός εἰς τόν οὐρανόν «…νεφέλη, λέγει, ὑπέλαβεν αὐτόν…». (Πράξεις 1,9) Νεφέλη τόν πῆρε ἀπό κάτω. Βγῆκε ἀπό τό σύμπαν, ὁ Χριστός. Τά σύννεφα ὅμως ἔχουν ὁρισμένο ὕψος πού εἶναι ἐπάνω. Δέκα.. δεκαπέντε χιλιάδες μέτρα, πιό ψηλά δέν εἶναι τά σύννεφα. Καί τό νούμερο πού εἶπα κι’αὐτό εἶναι ἕνα ἀκρότατον. Ἔτσι, δέν ἦτο σύννεφο αὐτό σύνηθες, φυσικόν σύννεφον.
Ἀλλά καί τό ἄλλο. Μᾶς ἀποκαλύπτει ὁ ἀπ. Παῦλος, «ἐν λόγῳ Κυρίου», ὅπως δηλ. ὁ Κύριος τοῦ ἀπεκάλυψε, ὅτι ὅταν θά γίνη ἡ δευτέρα Σου παρουσία, θά πάρη τούς δικούς Σου. Διότι στούς Θεσσαλονικεῖς, ἅμα γράφει αὐτά πού γράφει ὁ Παῦλος, ἐνδιαφέρεται μόνο διά τούς πιστούς, δέν κάνει ἀναφορά τῶν ἀνθρώπων τῶν ἐκτός σωτηρίας, θέλει νά μιλήσει μόνο διά τούς ἐν σωτηρία καί λέγει: «τότε ἐμεῖς οἱ περιλειπόμενοι, πού θά ἔχομε ἀλλαχθεῖ ἀπό τήν φθορά στήν ἀφθαρσία, ἀπό τήν θνητότητα στήν ἀθανασία, κι ἐκεῖνοι πού θά ἔχουν ἀναστηθεῖ, ἄφθαρτοι καί ἀθάνατοι, προσέξτε, λέει, ἁρπαγησόμεθα ἐν νεφέλαις εἰς ἀέρα». (Θεσσ. 4, 15-17) Δηλ. θ’ ἁρπαχθοῦμε «ἐν νεφέλαις». Ποιές εἶναι αὐτές οἱ νεφέλες, περί τῶν ὁποίων ὁ λόγος; Ἡ ἄκτιστος ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ. Ἡ ὁποία νεφέλη, ἡ φυσική νεφέλη, θεωρεῖται τύπος ἁμάξης τοῦ Θεοῦ, μεταφορικοῦ μέσου τοῦ Θεοῦ. Προσέξτε, ὁ Θεός εἶναι πανταχοῦ παρών. Κι ὅταν λέμε πανταχοῦ παρών σημαίνει ὅταν εἶμαι ἐδῶ, εἶμαι κι ἐδῶ. Ὅταν λέω «μεταφέρομαι» σημαίνει εἶμαι ἐδῶ ἀλλά δέν εἶμαι ἐδῶ. Ὅλα αὐτά εἶναι κατά τό ἀνθρώπινον, προσέξτε: «νεφέλη ἡ ἐπίβασις αὐτοῦ» μᾶς λέει ἡ Ἁγία Γραφή. «ὁ θεὸς… ἐπὶ πτερύγων ἀνέμων·» (Ψαλμ. 103, 3) περπατάει ἐπάνω στά φτερά τοῦ ἀνέμου. Μά, ὁ ἄνεμος, λέμε, ὅτι - παίρνουμε ἕνα μετεωρολογικό - ὅτι αὐτή τήν στιγμή εἶναι στά σύνορά μας, ἔρχεται βόρειος ἄνεμος. Σέ λίγη ὥρα θά ’ρθῆ ὁ βόρειος ἄνεμος ἐδῶ. Σέ κάποια ὥρα θά ρθῆ στήν Ἀττική. Κάποια ἄλλη ὥρα, στήν Κρήτη. Αὐτά εἶναι ἁπλῶς εἰκόνες. Ὁ Θεός εἶναι πανταχοῦ παρών. Γιά νά καταλάβωμε ὅτι μέ τίς εἰκόνες αὐτές θέλει νά δείξη ἡ Ἁγία Γραφή - εἶναι ἡ γλῶσσα τῆς Γραφῆς - νά δείξη τήν πραγματικότητα τοῦ Θεοῦ. Ὡστόσο, αὐτό τό σύννεφο, νεφέλη, λογαριάστε ἄν ἔχετε δεῖ, μία μικρή κίνησις κυκλική, ὁ γνωστός μας ἀνεμοστρόβιλος, μπορεῖ μεσ’ τήν αὐλή τοῦ σπιτιοῦ σας, ἐδῶ στή δική μας τήν αὐλή συμβαίνει πάρα πολλές φορές· ὅπως εἶναι τά ντουβάρια, κλειστός χῶρος, πνέει κάποιος ἄνεμος, κάποια στιγμή ὁ ἄνεμος κάνει ἕναν ἀνεμοστρόβιλο, παίρνει ὅ,τι βρίσκει στήν αὐλή, φύλλα κλπ. κι ἀνεβαίνει ἔτσι καί μετά χάνεται, πέφτει. Ἔτσι θά λογαριάσετε αὐτή τήν νεφέλη. Σάν ἕναν ἀνεμοστρόβιλο. Πού δέν κινεῖται ὅμως ἀνεμοστροβιλικῶς. Νεφέλη, αἰσθητή! Ἐδῶ εἶναι τό καταπληκτικό, αἰσθητή! Δηλ. τήν ἔβλεπαν οἱ Ἑβραῖοι τή νεφέλη αὐτή. Καί μᾶς λέει τώρα τό βιβλίο τῆς Ἐξόδου (13, 21), ὅτι «ὁ δὲ Θεὸς ἡγεῖτο αὐτῶν». Τίνι τρόπω; Ἐν στύλω νεφέλης. Ἦταν ἕνα σημάδι, πού τούς ἔδειχνε τήν ὁδόν· «δεῖξαι αὐτοῖς τὴν ὁδόν».. (Ἔξοδ. 13, 21) Ὅταν ἔπρεπε νά μείνουν στό στρατόπεδο, ἡ νεφέλη ἤτανε πλάϊ ἤ πάνω ἀπό τήν σκηνή τοῦ μαρτυρίου. Ὅταν ἔπρεπε νά ἀναχωρήσουν, ἡ νεφέλη ἔφευγε, ἐκινεῖτο. Καί τότε οἱ Ἑβραῖοι, ὁ Μωϋσῆς πού ἡγεῖτο, καταλάβαιναν ὅτι ἔπρεπε νά φύγουν ἀπό τό στρατόπεδο αὐτό, καί τά σήκωναν ὅλα, οἱ Λευΐται σήκωναν τήν σκηνή τοῦ μαρτυρίου καί ὅλα τά συμπαρομαρτοῦντα τῆς σκηνῆς, γιατί εἶχε ἕνα περίβολο, πάλι ἀπό ἱμάτιον - γι’ αὐτο, βλέπετε, ζωγραφίζομε πολλές φορές, ἄν ἔχετε δεῖ, στό ἱερό μέσα, ἔτσι, βάζομε κάποια κολωνάκια τρόπον τινά κι ἐκεῖ ζωγραφίζομε κάποιο ἱμάτιο, αὐτό εἶναι ἀπό τήν Π. Δ. - τά σήκωναν ὅλα αὐτά, τά ἐφορτώνοντο κι ἀναχωροῦσαν. Ποῦ πήγαιναν; Ὅπου ἡ στήλη τῆς νεφέλης τούς ἔδειχνε. Ἦταν ὁδηγός. Ὅταν στεκόνταν ἡ στήλη τῆς νεφέλης, ἐστέκονταν κι αὐτοί. Φυσικά ὁλόκληρο τό στρατόπεδο μετεκινεῖτο.
Ἐδῶ νά πῶ μία παρένθεση.
Ὁ λαός, ξέρετε, ὅτι ἔμεινε 40 χρόνια εἰς τήν ἔρημο. Ἐπλανήθησαν; Ἔχασαν τόν δρόμο; Θά’ ἦταν τό λιγότερον βλασφημία νά τό πῆ κανείς. Ὁ Θεός χάνει τό δρόμο; Δέν ξέρει τόν δρόμο ὁ Θεός; Ὅπως κι ἐκεῖνο τό ἄλλο τό ἀντιλογικότατον. Τούς ὁδήγησε ὁ Θεός, ὄχι νά περάσουν ἀπό κείνη τή γνωστή διάβαση, πού σήμερα εἶναι τό γνωστό μας Σουέζ. Αὐτή ἡ ξέρα, ἡ γλῶσσα, πού ἑνώνει τήν Ἀσία μέ τήν Ἀφρική. Μοναδική αὐτή ἡ γλῶσσα, πού ἑνώνει τάς δύο Ἠπείρους. Ἀλλά τούς «εἶπε» νά περπατήσουν πρός τόν Νότον· «ἀπό ποῦ, πῶς θά περάσωμε, ποῦ θά πᾶμε»; Γιά νά δείξη τό θαῦμα τῆς διαβάσεως τῆς Ἐρυθράς θαλάσσης. Ὁ Θεός δέν κάνει λάθος, ἀγαπητοί μου. Πολλές φορές μᾶς δείχνει πράγματα πού ἡ λογική μας δέν τά καταλαβαίνει, δέν τά σηκώνει, εἶναι ἀντιλογικά. Ἀλλά ἐκεῖ φαίνεται ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό λέει ὁ Θεός στόν Μωυσέα· «τώρα θά δεῖτε τή δόξα μου»! Ἐκεῖ δέ, ὁ μέν λαός περνᾶ τήν Ἐρυθρά θάλασσα, ὁ δέ Αἰγύπτιος λαός, οἱ στρατιῶται μέ τόν Φαραώ, ἐπνίγησαν. Εἶναι καταπληκτικόν. Ἔτσι, ἐπλανήθηκαν οἱ Ἑβραῖοι 40 χρόνια; Ξέρετε τό ρῆμα «πλανῶ», ἄν ψάξετε στήν Ἁγία Γραφή, θά τό βρεῖτε ἀρκετές φορές, καί μάλιστα ὡς ἑξῆς, μέ τήν δυναμική ἔκφραση, «ἐπλάνησεν αὐτούς 40 ἔτη». Κι αὐτό εἶναι γλῶσσα τῆς Γραφῆς. Δέν ἐπλάνησεν ὁ Θεός. Δέν ἐκρίθηκαν ἕτοιμοι πνευματικά, νά εἰσέλθουν μέσα εἰς τήν γῆ Χανααν, πού εἶναι τύπος τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
Ἔτσι, λέει ἐδῶ, ὅτι ἦτο «ἐν στύλῳ νεφέλης, δεῖξαι αὐτοῖς τήν ὁδόν, τὴν δέ νύκτα ἐν στύλω πυρός». Αὐτός ὁ στῦλος τήν νύκτα γινότανε πύρινος. Λέει παρακάτω «οὐκ ἐξέλιπε δὲ ὁ στύλος τῆς νεφέλης ἡμέρας καί ὁ στῦλος τοῦ πυρός νυκτός, ἐναντίον τοῦ λαοῦ παντός». ( Ἔξοδ. 13, 22) Δέν ἐξαφανιζόταν ὁ στύλος αὐτός τῆς νεφέλης, τήν ἡμέρα καί τήν νύκτα. Τήν ἡμέρα, ἕνα εἶδος σκέπαστρου, ὀμπρέλας, γιά νά μήν τούς καῖνε οἱ ἡλιακές ἀκτίνες. Τήν δέ νύκτα, ἕνα εἶδος φάρου, φωτός, γιά νά ἔχουνε φῶς, νά περπατοῦνε. Δηλ. θά λέγαμε ἐδῶ, δέν ξέρω ποιός δήμαρχος θά μποροῦσε νά κάνη μία πόλη, πού νά βάλη μία ὀμπρέλα πάνω ἀπό τήν πόλη καί τήν νύκτα ν’ ἀνάψη φῶτα εἰς τούς δρόμους. Εἶναι καταπληκτικά πράγματα. Κι αὐτά, λέγει, προσέξτε, «οὐκ ἐξέλιπε», 40 χρόνια κι ἀκόμη ἦτο ἐναντίον τοῦ λαοῦ αὐτοῦ. Ἐναντίον θά πῆ ἀπέναντι, δηλ. μπροστά. Δηλ. τήν ἔβλεπαν τή νεφέλη, ἦταν ὁρατή.
Κάτι ἀνάλογο βρίσκομε στόν 98ον ψαλμόν, πού λέγει: «ἐν στύλῳ νεφέλης ἐλάλει πρὸς αὐτούς·». Μιλοῦσε στόν Μωϋσῆ καί τόν Ἀαρών ἀπό τόν στύλο τῆς νεφέλης! «ὅτι ἐφύλασσον τὰ μαρτύρια αὐτοῦ καὶ τὰ προστάγματα αὐτοῦ, ἅ ἔδωκεν αὐτοῖς». (Ψαλμ. 98, 7) Ἐδῶ τί συμβαίνει; Αὐτή ἡ στήλη εἶχε λογικότητα, ὅταν ἔφευγε γιά νά εἰδοποιήση ὅτι ἔπρεπε νά φύγουν, κι ὅταν στεκόταν ὅταν ἔπρεπε νά σταθοῦν. Ἦταν ὁδηγός με μία λογικότητα. Σάν νά ἦταν ἐγκαθιδρυμένη ἐπί τῆς νεφέλης μία λογικότης. Ποιά ἦταν αὐτή ἡ ἐγκαθιδρυμένη λογικότης; Ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία τοῦ Θεοῦ. Εἶναι καταπληκτικό! Ὁπότε βλέπει κανένας, νά εἶναι ὁ θρόνος τῆς Σοφίας, «ἐν ὑψηλοῖς» ὡς ὁμοούσιος μέ τόν Πατέρα, κι ὁ θρόνος τῆς Σοφίας στήν κορυφή μιάς στήλης ἀπό νεφέλη, γιά νά ὁδηγῆ τόν λαό της. Καί ἐκεῖ θρόνος, κι ἐδῶ θρόνος.
Καί πρίν προχωρήσουμε, κάτι νά πῶ ἐδῶ, ὅτι ὁ στίχος ἀρχίζει, - θά συμπληρώσω κι ἄλλα σ’ αὐτά πού σᾶς εἶπα, ἀλλά γιά νά μήν τά ξεχάσω - ὁ στίχος ἀρχίζει· «ἐγὼ ἐν ὑψηλοῖς κατεσκήνωσα», λέει στό πρῶτο ἡμιστίχιον. Ἡ ἀντωνυμία «ἐγώ» δείχνει ὅτι ἡ Σοφία εἶναι Ἐνυπόστατος. Ποτέ ἡ γάτα δέν λέει «ἐγώ». Οὔτε ὁ παπαγάλος λέει «ἐγώ». Ἄν τό πῆ, δέν καταλαβαίνει τί θά πῆ «ἐγώ». Πολλές φορές ἡ Γραφή ἔχει τήν φράση «ἐγώ εἰμι». Ἀναρίθμητες φορές ἡ Π. Δ. ἔχει τήν φρασούλα, ἀπό δύο λέξεις «ἐγώ εἰμί». «Ἐγὼ εἰμι Κύριος ὁ Θεός σου… κλπ. κλπ». Σέ κάθε βῆμα ὁ Θεός λέγει, «ἐγώ εἰμί». Αὐτό τό «ἐγώ» ἐκφράζει πρόσωπον. Ἡ ἀντωνυμία «ἐγώ» καί τό ρῆμα «εἰμί», ἐκφράζει ὕπαρξιν. Ἐγώ εἰμί. Εἶναι ἡ σπουδαιοτέρη φράση πού θά μποροῦσε νά πῆ ὁ Θεός καί πού θά μποροῦσε νά πῆ ὁ ἄνθρωπος. Ἀπό τί ξεχωρίζει ὁ ἄνθρωπος ἀπό τήν λοιπήν δημιουργίαν τήν ὁρατήν, ἀπ’ ὅλα τά ζῶα ὅσον εὐφυῆ κι ἄν εἶναι τά ζῶα αὐτά; Ὅτι μπορεῖ νά λέγη καί νά καταλαβαίνη αὐτό πού λέγει, «ἐγώ εἰμί». Ἐγώ εἰμί. Πρόσωπον καί ὕπαρξις. Καί συνεπῶς αὐτοσυνειδησία. Ἔτσι, ὅταν ἐρωτήθηκε ὁ Θεός ἀπό τόν Μωϋσῆ «θά πάω στήν Αἴγυπτο πού μέ στέλνεις, πές μου τ’ ὄνομα σου, τί νά πῶ»; «Ἐγὼ εἰμι ὁ ὧν». Ἐγώ εἶμαι ὁ ὑπάρχων. Καί ξέρετε ποιός ὁμιλεῖ ἐκεῖ στή βάτο. Ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία. Εἶναι ἐκεῖνο πού πολλοί νομίζουν, ἀκόμη καί θεολόγοι καί πανεπιστημιακοί θεολόγοι, ὅτι ἐκεῖ ὁμιλεῖ ὁ Πατήρ. Δέν ὁμιλεῖ ὁ Πατήρ. Ὁμιλεῖ ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία, ὁ Μεγάλης Βουλῆς Ἄγγελος. Ἔχει πάρα πολλά ὀνόματα. Γι’ αὐτό, θά τό δῆτε, ἡ Ἐκκλησία, πού συνειδητοποιεῖ ὅλα αὐτά, στήν ἁγιογραφία, ἔχομε στό διακονικό δηλ. στό καθολικό μας ἀπό κεῖ, πρός Νότον - γιατί εἶναι δύο τά παρεκκλήσια, εἶναι τῆς προσκομιδῆς κι ἀπό κεῖ τό διακονικό - θά δεῖτε ἐπάνω στόν τροῦλο, τόν Μεγάλης Βουλῆς Ἄγγελον· εἶναι μέ φτερά. Μιά μικρή παρένθεση. Θυμάστε, τήν πιό - πιό πάνω φορά πού εἶχαν ἔρθει κάποιοι Ρῶσοι δημοσιογράφοι ἐδῶ, καί τούς ὑπεδείχθη ὅτι εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός, καί δέν τό πίστευαν. Δέν τό φανταζόντουσαν. Λέει: «αὐτός εἶναι ἄγγελος». Εἶναι ὁ Μεγάλης Βουλῆς Ἄγγελος. Ἄγγελος θά πῆ ἀγγελιοφόρος. Αὐτός πού φέρνει τήν Μεγάλη βουλή τοῦ Θεοῦ. Κι ἡ Μεγάλη βουλή τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Ἡ δέ ἐπιγραφή, πηγαίνετε νά τό δεῖτε, εἶναι «Ο ΩΝ». Ὁ ὑπάρχων. Εἶναι ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία. Γι’ αὐτό εἶπε στόν Μωϋσέα· «ἐγὼ εἰμί ὁ ὧν». ( Ἔξοδ. 3, 14) ὁ ὑπάρχων. Συνεπῶς ὅπου ἔχομε πρόσωπον, ἔχομε αὐτήν τήν αὐτοσυνειδησία, καί πρόσωπο δέν εἶναι οὔτε ἡ γάτα οὔτε ὁ σκύλος εἶναι μόνον ὁ ἄνθρωπος καί οἱ ἄγγελοι. Ἐπανερχόμεθα ὅμως.
Ὅταν λέγει ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία ὅτι ὁ θρόνος της εἶναι «ἐν στύλῳ νεφέλης», ἐνῶ προηγουμένως μᾶς εἶπε ὅτι εἶναι «ἐν ὑψηλοῖς», ὅτι «ἐν ὑψηλοῖς κατεσκήνωσε», αὐτό ἐκφράζει πολλά. Κατ’ ἀρχάς ὅτι ἡ Σοφία, ὁ Θεός Λόγος, μένει καί ἐνδιαφέρεται γιά τόν λαό της, τόν Ἰσραήλ. Ὑπάρχει μία θεωρία, εἶναι αὐτές οἱ θεωρίες στόν φιλοσοφικό χῶρο, πού μιλᾶνε γιά τόν Θεϊσμόν καί γιά τόν Δεϊσμόν.
Ὁ Δεϊσμός (Deismus) λέγει τά ἑξῆς: Ὅτι ὁ Θεός ναί, ἐδημιούργησε τόν κόσμον, ναί εἶναι ἔξω ἀπό τόν κόσμον, ἀλλά δέν ἐνδιαφέρεται διά τόν κόσμον. Εἶναι ἕνα μεγάλο κατασκεύασμα, ἕνα μεγάλο ρολόϊ, μία μεγάλη μηχανή, ἡ ὁποία χορδίζεται καί τήν ἄφησε ὁ Θεός αὐτή τή μηχανή, πού λέγεται «κόσμος», νά δουλεύη, νά κινεῖται. Δέν καταδέχεται, εἶναι ἀναξιοπρεπές, λέγει, διά τήν θεότητα - ὀρθολογισμός - νά σκύβη νά βλέπη τά τῆς δημιουργίας, τά τῶν ἀνθρώπων, τά τῆς Ἱστορίας κλπ. Γι’ αὐτό σας εἶπα, ἐκφράζει πολλά. Ἐδῶ λοιπόν δείχνει ὅτι ὁ Θεός ἐνδιαφέρεται. Κατοικεῖ εἰς τά ὑψηλά ἀλλά εἶναι κοντά. Καί δέν εἶναι ὁ Θεός μακριά. Ἰδίως ὁ Θεός Λόγος. Βέβαια ὁ Ἅγιος Τριαδικός Θεός. Ἐδῶ ὅμως ἐμφανίζεται ὁ Θεός Λόγος. Δέν εἶναι κάτι, πού ἀπό μακριά βλέπει κάτι καί λέει «αὐτό ἤ ἐκεῖνο». Εἶναι μέσα στά πράγματα. Αὐτό καταπλήσσει ἀκόμη περισσότερο.
Κατ’ ἀρχάς ἡ Σοφία, ὁ Θεός Λόγος, ἐνδιαφέρεται διά τόν λαόν της, τόν Ἰσραήλ. Αὐτό εἶναι ξεχωριστό. Αὐτό θά τό δοῦμε εἰς τά ἑπόμενα χωρία, πού ἀναφέρει διάφορες πτυχές αὐτοῦ τοῦ ἐνδιαφέροντός της. Τόν ἀκολουθεῖ τό λαό της, σέ κάθε ἱστορική περιπέτεια. Στόν Μωϋσῆ, πού εἶναι αὐτεξόριστος εἰς τήν γῆ Μαδιάμ, ξέρετε τί λέγει «ὁ ὧν» ἀπό τή βάτο; «Κατέβηκα, λέει, στήν Αἴγυπτον - ὅλα βέβαια εἶναι ἀνθρωπομορφικά, ἀνθρωποπαθῆ, γιατί πῶς νά μιλήση κανείς γιά τόν Θεόν; - καί εἶδα τόν λαόν μου νά κακοπαθῆ. Γι’ αὐτό λοιπόν σέ στέλνω νά τόν βγάλης ἀπό τήν κακοπάθεια». Ἐδῶ εἶναι κάτι τό καταπληκτικόν. Ἔτσι, βλέπετε, μπαίνει μέσα στήν Ἱστορία ὁ Θεός Λόγος.
Καί ἀπό ἐδῶ, ἀπ’ αὐτά ὅσα εἴπαμε, φαίνεται ὅτι ὁ ἐνεργῶν Θεός, ὁ Κύριος, ὁ ἅγιος τοῦ Ἰσραήλ, ὁ Γιαχβέ, εἶναι ὁ Θεός Λόγος, πού ἔγινε ἄνθρωπος, ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία, πού ἔγινε ἄνθρωπος· «ὁ Λόγος σάρξ ἐγένετο». Εἶναι τό ἴδιο πάντοτε πρόσωπον, μέ διαφορετικά ὀνόματα. Ὅπως τόν εἶδε, ἐπί παραδείγματι ἐπί θρόνου ὁ Ἠσαΐας στό 6ο κεφάλαιό του εἶναι καί πού δίνει τήν μαρτυρία ὅτι εἶναι ὁ ἅγιος τοῦ Ἰσραήλ. Καί τήν μαρτυρία ὅτι εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός, τή δίνει ὁ Ἰωάννης στό Εὐαγγέλιό του, σαφέστατα, ὅτι εἶναι ὁ Κύριος, τό τετραγράμματον ὄνομά του Γιαχβέ.
Εἶναι γνωστό ὅτι οἱ Ἑβραῖοι χρησιμοποιοῦσαν μόνο σύμφωνα στήν γραφή τους, ὄχι φωνήεντα. Τά φωνήεντα συνεπληροῦντο. Ἔπρεπε νά ὑπάρχει δέ μία παράδοσις γιά νά ξέρουμε πῶς θά διαβάσουμε μία λέξη μέ σύμφωνα. Λέξεις «σπαράγματα»· ἔτσι λέγονται. Φερ’ εἰπεῖν Ἰησοῦς Χριστός. ΙΣΧΡ. Αὐτό εἶναι ἕνα σπάραγμα. Ἔτσι λέγεται.
Δηλ. ὅταν δῶ ΙΣ, θά τό προφέρω βεβαίως μέ φωνήεντα Ἰησοῦς, τό ΧΡ θά τό προφέρω βέβαια Χριστός, ἀλλά στήν γραφή νά εἶναι μόνο τά σύμφωνα. Κι ἐδῶ ἐν προκειμένω εἶναι ὄχι ὅλα τά σύμφωνα στό Ἰησοῦς Χριστός, ἀλλά ἔτσι καθιερώθηκε. Ἡ Βυζαντινή γραφή, μάλιστα κάνει χρήση αὐτῶν τῶν σπαραγμάτων, γιά οἰκονομία γραφικῆς ὕλης. Οἱ Ἑβραῖοι δέν χρησιμοποιοῦσαν στή γραφή, ξαναλέγω τά φωνήεντα, παρά μόνο τά σύμφωνα. Γι’ αὐτό τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ, τό τετραγράμματον, δηλ. τέσσερα σύμφωνα. Γιαχβέ, ἔτσι τουλάχιστον ἤ Ἰαχβέ, κάπως ἔτσι - αὐτό τό «Ἰεχωβάς» πού λένε οἱ Χιλιασταί εἶναι πολύ βάναυση ἐκφορά - εἶναι τό τετραγράμματον ὄνομα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ἐπειδή λείπουν τά φωνήεντα, δέν ξέρομε σήμερα πώς ἐπροφέρετο. Χάσαμε δηλ. αὐτήν τήν φωνητικήν ἐκφορά τοῦ ὀνόματος. Εἶναι λοιπόν ὁ Ἅγιος τοῦ Ἰσραήλ, ὁ Κύριος καί Θεός, ὁ Θεός Λόγος, σᾶς εἶπα, ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία. Κι αὐτή ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία ἔδωσε τόν νόμο στό Σινά. Ἐκεῖνος ὁμιλεῖ, Ἐκείνη ὁμιλεῖ, ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία. Ὄχι ὁ Θεός Πατήρ. Αὐτή ἐνεφανίσθη εἰς τήν βάτον, πού σᾶς εἶπα προηγουμένως, «ἐγώ εἰμι ὁ ὧν». Αὐτή ἐξήγαγε ἀπό τήν Αἴγυπτο τόν λαό της. Μέ ὅλες ἐκεῖνες τίς ἐντολές πού ἔδωσε εἰς τόν Μωυσέα καί τόν Ἀαρών, πού ἐπέφερε, τίς πληγές τίς 10 εἰς τούς Αἰγυπτίους, ὅτι ἔπρεπε νά φᾶνε ἐκεῖνο τό ἀρνί, χωρίς ὀστοῦν νά συντριβῆ κλπ. γιατί αὐτά ἦταν τύποι τῆς ἰδίας Σοφίας τῆς Ἐνυποστάτου, ὅταν θά Ἐνηνθρώπιζε. Ὅλα τά ρύθμιζε Ἐκείνη. Τό αἷμα, πού εἶπαν στά ἀνώφλια τῶν θυρῶν νά μπῆ, νά χρισθῆ τό ἀνώφλιον τῆς κάθε πόρτας σπιτιοῦ, καί δέν θά ἔμπαινε ὁ ἄγγελος ὁ ὁλοθρευτής, πού πῆγε στά σπίτια τῶν Αἰγυπτίων, εἶναι τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ πού σώζει. Εἶναι ὁ ἀμνός τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό εἶπε ὁ Ἰωάννης ὁ Βαπτιστής «ἴδε,νά, ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ ὁ αἴρων τήν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου, κλπ. κλπ». ( Ἰωάν. 1, 29)
Ἡ ἴδια ἡ Σοφία ἐγκατέστησε τόν λαό της στή γῆ Χαναάν μέχρι τήν ἱστορική στιγμή τῆς Ἐνανθρωπήσεώς της. Ἕως τή στιγμή πού ἔγινε ἄνθρωπος.
Τώρα λοιπόν μποροῦμε νά κατανοήσωμε, ἀγαπητοί μου αὐτό πού λέει τό βιβλίο τῆς Ἐξόδου. Καί οἱ Ἑβραῖοι, ἄν πρόσεχαν.. τούς τύφλωσε - μυστήριο αὐτό - τούς τύφλωσε τί; Τί; Θά μποροῦσαν ἀμέσως νά ἀναγνωρίσουν τόν Ἰησοῦν Χριστόν καί τήν ταυτότητά του. Τώρα ὡστόσο μποροῦμε νά κατανοήσωμε «ὁ δέ Θεός ἡγεῖτο αὐτῶν», ὁ Θεός, λέει, ἡγεῖτο τοῦ λαοῦ του στήν ἔρημο, ἡμέρας μέν ἐν στύλω νεφέλης κλπ. Ἄρα λοιπόν ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία τί εἶναι; Εἶναι Θεός. Γιατί τί λέει; «ὁ δέ Θεός ἡγεῖτο αὐτῶν», ἄρα λοιπόν ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία εἶναι Θεός. Εἶναι λοιπόν ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία, πού ἐν ὑψηλοῖς κατοικεῖ καί ταυτόχρονα, ὡς πανταχοῦ παροῦσα, ἐπιτηρεῖ τό λαό της ἐπάνω εἰς τήν γῆν, καί προετοιμάζεται διά τήν Ἐνανθρώπηση. Ἐκεῖνο πού διαβάζομε στή Σοφία Σολομῶντος, τήν ἀδημονία τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας, πού συνδημιουργεῖ μέ τόν Πατέρα, τήν ἀδημονία της νά Ἐνανθρωπήση, γιά νά μᾶς σώση. Καί τήν ὑπερβολική της ἀγάπη πρός τόν ἄνθρωπο. Λέμε πολλές φορές· φιλάνθρωπος αὐτός ὁ κύριος ἔδωσε χρήματα, γιά νά ντυθοῦν ὀρφανά κλπ. Καταχρηστικῶς τό λέμε αὐτό. Ὅπως καί τό οὐσιαστικόν «φιλανθρωπία». Ἀγαπητοί μου, μόνον ὁ Θεός εἶναι φιλάνθρωπος. Κατ’ ἀπόλυτον ἐκτίμησιν. Ἔτσι λοιπόν προετοιμάζεται διά τήν Ἐνανθρώπισή της ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία, κι ὅλα αὐτά ἐκφράζουν τήν Θεανθρωπίνη φύση τοῦ Θεοῦ Λόγου. Καί θυμίζει ἐκεῖνο πού βρίσκομε εἰς τούς Χαιρετισμούς. Ποιός δέν τό ξέρει; Ἰδίως οἱ κυρίες, πολλές κυρίες ξέρουν τούς Χαιρετισμούς ἀπ’ ἔξω. «Ὅλος ἦν ἐν τοῖς κάτω καί τῶν ἄνω οὐδόλως ἀπήν, ὁ ἀπερίγραπτος Λόγος». ( Ἀκαθ. ὕμνος) Ὁλόκληρος ἤτανε κάτω ἐδῶ στή Γῆ. Ποῦ; Στή στήλη τῆς νεφέλης. Καί οὐδόλως ἐγκατέλειψε τά ἄνω, τόν θρόνον τοῦ Θεοῦ. Δέν ἦταν ἀπών, ὁ ἀπερίγραπτος, αὐτός πού δέν μπαίνει μέσα σέ περίγραμμα (με τη μαθηματική ἔννοια δεν περιγράφεται, εἶναι ἔξω ἀπό κάθε περίγραμμα).
Ἐδῶ λοιπόν, σ’ αὐτόν τόν στίχο τῶν Χαιρετισμῶν, καταλαβαίνουμε πῶς ὁ θρόνος τῆς Σοφίας εἶναι ἐν τοῖς ὑψηλοῖς καί ταυτόχρονα ὁ θρόνος της εἶναι ἐπάνω στή στήλη τῆς νεφέλης. Ἔτσι τό καταλαβαίνομε τώρα, δηλ. καί στά οὐράνια καί στά ἐπίγεια. Καί κεῖ μάλιστα ὡς ἄνθρωπος στόν Σταυρό πού ἦτο κλπ. οὐδόλως ἐγκατέλειψε τούς κόλπους τοῦ Πατρός. Οὐδόλως. Ἐν τούτοις, ὅλος ἦν εἰς τό ἀνθρώπινο σῶμα, στήν ἀνθρωπίνη ὕπαρξη. Το λέγει ὁ ἀπ. Παῦλος, ὅτι ὁλόκληρη ἡ θεότητα, σωματικῶς, ἦτο εἰς τόν Ἰησοῦν Χριστόν. Ὁλόκληρη ἡ θεότητα. Ἀκατανόητα. Γιά νά καταλάβωμε αὐτόν τόν διπλόν θρόνον.
Εἶναι ἀκόμη ὁ θρόνος τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας, γιατί εἶναι ἡ βασίλισσα τοῦ λαοῦ της, πού ἡγεῖται καί δείχνει στόν λαό της τί θέλει, καί κάτι πού θά εὐχόμαστε πάντοτε πραγματικά, νά συνειδητοποιοῦμε αὐτήν τήν ταυτότητα τοῦ Ἐνανθρωπήσαντος Θεοῦ Λόγου, δηλ. τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἄν συνειδητοποιοῦμε καί ξέρουμε ποιός εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός, τό πιό χοντρό πού θ’ ἀφήσουμε, νά μήν βλασφημοῦμε τόν Χριστόν. Τό πιό χοντρό! Καί μετά θ’ ἀρχίσουμε νά διεισδύουμε εἰς τίς ἔννοιες αὐτές καί νά κατανοοῦμε ποιός εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός.
Καί πηγαίνομε ἀγαπητοί εἰς τόν ἑπόμενον στίχο, τόν 5ον. Λέγει ὁ 5ος στίχος:
«γῦρον οὐρανοῦ ἐκύκλωσα μόνη καὶ ἐν βάθει ἀβύσσων περιεπάτησα».
Δηλ. μόνη μου περιῆλθον καί ἐτακτοποίησα τόν γύρον τοῦ οὐρανοῦ καί περιεπάτησα εἰς τά βάθη τῶν θαλασσῶν.
Καινούργια ἀποκάλυψις ἐδῶ. Ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία δηλ. κινεῖται μεταξύ οὐρανοῦ καί γῆς, μέ τόν πιό ἄνετο τρόπο. Ἀκριβῶς ἐπειδή εἶναι ἡ δημιουργός τοῦ παντός. Ποιός εἶναι αὐτός ὁ γύρος τοῦ οὐρανοῦ; Εἶναι ὅ,τι φαίνεται ὅταν ὁ οὐρανός ἐγγίζει στόν ὁρίζοντα τή γῆ. Ὅ,τι φαίνεται. Μή λησμονοῦμε ὅτι τά περιγραφόμενα ἀπό τήν Γραφήν εἶναι πάντοτε κατά τό φαινόμενον. Ἄν βγῆτε σ’ ἕνα ἐπίπεδο χῶρο, εἴτε θάλασσα ἔχετε μπροστά σας, εἴτε πεδιάδα, ὅ,τι εἶναι, μόνο νά εἶναι ἐπίπεδος γιά νά ἔχετε καλύτερη εἰκόνα τοῦ πράγματος, θ’ ἀντιληφθεῖτε νά ὑπάρχει ἕνας κώδωνας, ὅπως λέμε στή φυσική ὁ κώδων, δηλ. ἕνα ἠμισφαίριον, ἕνας κώδων, ὁ ὁποῖος ἔχει μπεῖ πάνω ἀπό τήν Γῆ, ἀκουμπάει στή Γῆ. Δηλ. βλέπομε τόν οὐρανό ν’ ἀκουμπάει στή θάλασσα, στήν πεδιάδα, γύρω - γύρω. Αὐτός εἶναι ὁ γύρος τῆς Γῆς. Αὐτός βέβαια ὁ γύρος τῆς Γῆς προσέξτε εἶναι κατά τό φαινόμενον. Τί θά πεῖ «κατά τό φαινόμενον»; Κατά τό φαινόμενον εἶναι ὅταν ὁ ἥλιος στρέφεται περί τήν Γῆν. Ἔτσι φαίνεται. Ἡ ἐπιστημονική ἀλήθεια εἶναι ὅτι ἡ Γῆ γυρίζει γύρω ἀπό τόν ἥλιον. Γι’ αὐτό οἱ ἄνθρωποι δυσκολεύτηκαν νά ἀνακαλύψουν αὐτά τά πράγματα, γιατί εἶχαν φαινόμενα κατά τό φαινόμενον. Νά θυμάστε αὐτή τή φρασούλα· φαινόμενα κατά τό φαινόμενον. Δηλ. ἐκεῖνα τοῦ «ὅπως φαίνονται».
Ἄς ποῦμε ὅτι ἀνατέλλει ὁ ἥλιος. Ὁ λαός ἀπό τήν ἐμπειρία του λέγει «ἄντε, κάνετε γρήγορα νά πᾶμε στό χωράφι, νά πᾶμε στήν ἐκδρομή, γιατί ὁ ἥλιος ἀνέβηκε μία καλαμιά». Δηλ. ὅσο ἕνα καλάμι, ἄς ποῦμε δύο μέτρα ἀνέβηκε ὁ ἥλιος στόν ὁρίζοντα. Ὁ λαός πάντοτε κινεῖται γύρω ἀπό τίς ἐμπειρίες του, ὅπως δηλ. βλέπει τά πράγματα. Κι ἐπειδή ἡ Γραφή πρέπει νά γίνη κατανοητή ἀπό τούς ἀνθρώπους, κινεῖται καί ἐκφράζεται σύμφωνα μέ τήν ἐμπειρία τῶν ἀνθρώπων. Θά ἦταν περίεργο νά μιλοῦσε μέ ἐπιστημονική γλῶσσα. Διότι ἐνῶ δέν λαθεύει ἡ Γραφή - ἐδῶ εἶναι τώρα τό σπουδαῖο - ἐν τούτοις μιλάει μέ τήν ἐμπειρική γλῶσσα, τήν γλῶσσα τῶν ἀνθρώπων, γιά νά γίνη κατανοητή ἡ Γραφή. Ὅπως ἐκεῖνο τό «ἀνεβαίνω καί κατεβαίνω τόν οὐρανό» κ.ο.κ. Αὐτό τί εἶναι; Εἶναι μία συγκατάβασις τῆς ἀνθρωπίνης ἀντιλήψεως. Ἔτσι, ὁ γύρος τοῦ οὐρανοῦ ταυτίζεται μέ ὅλη τήν ἐπιφάνεια τῆς Γῆς, βέβαια, τμῆμα, γιατί ἡ Γῆ εἶναι σφαιρική. Να, ἐδῶ, βλέπετε, δέν μποροῦμε νά δοῦμε ἐμείς τά φῶτα τῆς Θεσ/νίκης, παρ’ ὅλο πού ἔχομε θάλασσα μπροστά μας, γιατί μπαίνει ἡ καμπυλότητα τῆς Γῆς. Βλέπομε τά φῶτα ἀπό ἀνάκλαση. Ὅταν εἶναι συννεφιά, τά φῶτα τῆς Θεσ/νίκης φωτίζουν τά σύννεφα καί τότε λέμε: «κοίταξε φαίνεται ἡ Θεσ/νίκη». Ἡ Θεσ/νίκη δέν φαίνεται. Εἶναι ἡ καμπυλότητα τῆς Γῆς. Πάντως πιστεύω ὅτι ἔγινα κατανοητός μέ αὐτά τά παραδειγματάκια.
Ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία, μᾶς λέει, ἐδῶ λοιπόν τό ἱερό κείμενο, «μόνη ἐκύκλωσε» τήν γῆν. Δηλαδή τό γύρο τοῦ οὐρανοῦ πού εἶναι ὁ γύρος τῆς Γῆς. Τί σημαίνει «ἐκύκλωσε»; Σημαίνει τήν ἐπιτηρεῖ, τήν προστατεύει, τήν ἐλέγχει, τήν γνωρίζει. Εἶναι ἔκφρασις αὐτῶν τῶν ρημάτων πού σᾶς εἶπα. Οὔτε οἱ ἄγγελοι, οὔτε οἱ δαίμονες - πού εἶναι ἄγγελοι πεπτωκότες, μέ τίς ἴδιες ἰδιότητες, πλήν βεβαίως τῆς θεώσεως πού τήν ἔχασαν - εἶναι πανταχοῦ παρόντες. Ἐδῶ λοιπόν μᾶς λέγει, - γι’ αὐτό τονίζει, εἴδατε ἀκρίβεια; - Μόνη λέει, ἐκύκλωσε τήν Γῆν. Οἱ ἄγγελοι δέν μποροῦν νά κυκλώσουν τή Γῆ. Δηλ. ἕνας ἄγγελος νά ἔχει πλήρη γνώση ὅλου τοῦ χώρου. Ἔτσι, μόνος ὁ Θεός Λόγος, ἀνά πᾶσα στιγμή καί ἐν παντί τόπῳ εἶναι παρών.
Ἀκόμη, μόνη ἡ Σοφία τοῦ Θεοῦ, περιεπάτησε εἰς τά βάθη τῶν ἀβύσσων. Ἔτσι μᾶς εἶπε· «καὶ ἐν βάθει ἀβύσσων περιεπάτησα». Μόνη. Ἀλλά τί εἶναι ἡ ἄβυσσος; Τό γνωρίζετε, εἶναι ἀπό τήν λέξη «βυθός» ἤ «βυσσός» εἶναι τό ἴδιο, καί τό στερητικόν «α». Συνεπῶς ἄ-βυθος ἤ ἄ-βυσσος. Δηλ. αὐτό πού δέν ἔχει βυθόν! Δέν ἔχει πυθμένα. Ψάχνεις νά βρῆς τόν πυθμένα ἀλλά δέν τόν βρίσκεις. Ἄρα τεράστιον βάθος. Καί ἄβυσσος λέγεται τό ἀχανές κατ’ ἀρχάς τοῦ οὐρανίου θόλου. Ἑκατομμύρια χρόνια νά περπατᾶς μεσ’ τό σύμπαν, ποτέ δέν μπορεῖς νά πῆς ὅτι κάπου ἔφθασες στά ὅριά του καί τώρα μπορεῖς νά βγῆς ἀπό τό σύμπαν. Ἄβυσσος! Τίποτα δέν μπορεῖ νά βγῆ ἀπό τό σύμπαν. Ὅ,τι ἀποτελεῖ χῶρο - χρόνο δέν βγαίνει ἀπό τό χωροχρόνο. Ἀδύνατον. Τῶν ἀδυνάτων ἀδύνατον. Ἀλλά καί δείχνει δεύτερον καί τό ἀπύθμενον τῆς θαλάσσης. Τό λέμε καί στή γλῶσσα μας, ὅτι εἶναι ἄβυσσος ἡ θάλασσα. Σκεφθῆτε ὅτι κάπου ἐκεῖ εἰς τόν Εἰρηνικόν ὠκεανόν, ὑπάρχουν βάθη τῆς θαλάσσης 9.000 μέτρα!Σκεφθῆτε! Δέν φθάνει τό ἡλιακόν φῶς ἐκεῖ. Τό βαθύτερον σημεῖον τῆς Μεσογείου, εἶναι κάπου ἐκεῖ εἰς τό Ταίναρον. Ὅπως καί στό Ἅγιον Ὅρος, τό βαθύτερο σημεῖο. Δηλ. δύο βαθύτατα σημεῖα, εἶναι στό Ἅγιον Ὅρος στόν Ἄθωνα καί εἰς τό Ταίναρον. Κι αὐτή τήν ἄβυσσο, τήν ἔχει, ὅπως ἐδῶ μας περιγράφει, τήν ἔχει ἡ Σοφία τοῦ Θεοῦ ὡς περίπατον. Περιεπάτησα, λέγει. Ἡ ἄβυσσος τοῦ σύμπαντος, ἀγαπητοί, δέν περιέχει τήν Σοφίαν, ἀλλά ἡ Σοφία περιέχει τήν ἄβυσσον! Δηλ. νά καταλάβετε, δέν περιέχει τό σύμπαν ἤ ἡ δημιουργία τόν Θεό ἀλλά ὁ Θεός περιέχει τή δημιουργία. Εἶναι πάρα πολύ σημαντικό αὐτό, θά τό δῆτε παρακάτω.
Φερ’ εἰπεῖν, ὁ Χριστός λέγει στήν Ἀποκάλυψη: «Ἐγώ εἰμί τό Α καί το Ω, ἡ ἀρχή καί τό τέλος». Τό Α καί τό Ω εἶναι ἀπό τό Ἑλληνικό ἀλφάβητο, δηλ. τό πρῶτο καί τό τελευταῖο γράμμα, πού σημαίνει ἀκριβῶς, μέ ἄλλη εἰκόνα, ἀρχή καί τέλος. Δηλ. ἡ ἀρχή τῆς δημιουργίας καί τό τέλος τῆς δημιουργίας εἶναι, λέγει, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ἡ Σοφία, «ἐν ἐμοί». Δέν περιέχομαι στό Α
καί τό Ω ἀλλά περιέχω τό Α καί τό Ω. Εἴδατε μεγαλοπρέπεια; Τί νά πῆ κανένας; Μεγαλοπρέπεια.
Προχωροῦμε. Ὁ Ἰώβ γράφει: «Ἡ δὲ σοφία πόθεν εὑρέθη»; Ποῦθε βρέθηκε, λέει, ἡ Σοφία; «οὐκ οἶδε βροτὸς ὁδόν αὐτῆς». Βροτός θά πῆ ἄνθρωπος. Ἄνθρωπος λοιπόν, λέγει, δέν γνωρίζει τήν ὁδόν τῆς Σοφίας. Ποῦθε ἦρθε, πῶς, τί; Δέ γνωρίζει. Ἐρωτᾶται μετά ἡ δημιουργία. Ἐρωτᾶται ἡ ἄβυσσος. «ἄβυσσος εἶπεν·» - συνεχίζει νά λέει ὁ Ἰώβ, στό 28ον κεφάλαιον - καί ἡ ἄβυσσος ἀπαντάει· - δήλ. ἡ ἄβυσσος τώρα.. τό σύμπαν -, «οὐκ ἔνεστιν ἐν ἐμοί·», δέν εἶναι σέ μένα μέσα. Δηλ. δέν περιέχω τήν σοφία, περιέχομαι στή σοφία. Δέν περιέχω, περιέχομαι. Ρωτήθηκε μετά ἡ θάλασσα, «καὶ ἡ θάλασσα εἶπεν· οὐκ ἔστι μετ’ ἐμοῦ». (Ιώβ 28, 12-14) Δέν εἶναι μαζί μου. Δέν ξέρω. Οὔτε λοιπόν ἡ ἄβυσσος τοῦ σύμπαντος οὔτε ἡ ἄβυσσος τῆς θαλάσσης, περιέχουν τήν σοφία, ἀλλά περιέχονται.
Θά μοῦ πῆτε, ὅλα αὐτά γιατί σᾶς τά λέω; Κατ’ ἀρχάς γιατί τά λέει ἡ Ἁγία Γραφή. Ἀφοῦ τά λέει ἡ Ἁγία Γραφή, πρέπει νά τά ποῦμε. Εἴδατε; Δέν λέω δικά μου πράγματα. Ἀλλά αὐτό πού λέμε ἐδῶ, πού λέει ἡ Γραφή, θέτει ἕνα καίριον πλῆγμα κατά τοῦ πανθεϊσμοῦ. Νά τό πρακτικό ἐδῶ πού βγαίνει ἀμέσως. Πού θέλει ὁ Πανθεϊσμός νά ταυτίζει τόν Θεό μέ τήν δημιουργία. Ὁ Πανθεϊσμός ὑπῆρχε, ὑπάρχει καί θά ὑπάρχη μέχρι πού νά τελειώση ὁ κόσμος. Οἱ Μασσῶνοι εἶναι πανθεϊσταί. Ναί. Τί θά πῆ Πανθεϊσμός;
Ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἐντός τῆς Δημιουργίας Του, ὄχι ὡς παρουσία, ἀλλά ὡς ταυτιζόμενος μέ τήν δημιουργία. Κοροϊδεύει ὁ ἅγιος Αὐγουστίνος καί λέγει· «τότε, ἄν ταυτίζεται μέ τή δημιουργία, ἕνας χῶρος περισσότερος ἀπό ἕναν χῶρο μικρότερο, θά πρέπει νά περιέχη περισσότερον Θεό. Ἄρα, λοιπόν, ὁ ἐλέφαντας ἔχει πιό πολύ Θεό μέσα του, παρά τό ποντίκι». Κοροϊδεύει. Εἶναι στίς «Ἐξομολογήσεις» του αὐτο πού σᾶς εἶπα. Τό εἶχα διαβάσει ἔφηβος καί τό θυμάμαι ἀκόμη. Πράγματι, πράγματι, δέν περιέχεται ὁ Θεός, ὡς πανταχοῦ παρών, ἔξω ἀπό τήν οὐσία τῆς Δημιουργίας. Ὁ Θεός εἶναι ἄκτιστος· ἡ δημιουργία εἶναι κτιστή. Εἶναι ἐκεῖνο τό πολύ ἔξυπνο παράδειγμα πού ἐλέγετο, κάποτε ἐγράφετο, ὅπως ὁ ζωγράφος εἶναι ἔξω ἀπό τό μουσαμά του, πού ζωγραφίζει. Ἔτσι κι ὁ Θεός εἶναι ἔξω ἀπό τήν δημιουργία Του. Ἄρα βλέπει κανείς ἐδῶ ὅτι ὁ Θεός δέν ταυτίζεται μέ τήν δημιουργία, ἄρα δέν ὑπάρχει ὁ Πανθεϊσμός. Ὁ Πανθεϊσμός εἶναι εἰδωλολατρεία. Ἐδῶ σ’ αὐτό τό σημεῖο τουλάχιστον, γιατί ἔχουμε πλεῖστα ὅσα, πλῆγμα κατά τῆς εἰδωλολατρείας καί τοῦ Πανθεϊσμοῦ. Δηλ. ἡ Ἁγία Γραφή, ἄν καταλαβαίνομε, πλήττει ὅσα φιλοσοφικά συστήματα ὑπῆρξαν καί πού βέβαια δέν συμφωνοῦν μέ τόν λόγο τοῦ Θεοῦ. Καί μέ ἐπιχειρήματα, σαφῶς, σαφέστατα.
Ἔτσι, δέν εἶναι ὁ Θεός ἐνδοκοσμικός, ἄλλο ὅτι εἶναι πανταχοῦ παρών, ὅπως ὅλες οἱ φυσικές θρησκεῖες θέλουν τόν Θεόν ἐνδοκοσμικόν. Ὁ Βουδισμός ἐπί παραδείγματι, οἱ Ἀνατολικές θρησκεῖες, ἡ ψυχή λέει τοῦ ἀνθρώπου, πάει νά βρῆ, νά ἑνωθῆ μέ τόν Θεό. Ποῦ; Μεσ’ τό σύμπαν. Γιατί; Γιατί εἶναι ἐνδοκοσμικός ὁ Θεός. Μάλιστα παρακαλῶ. Κι ἐπειδή σήμερα ἔχομε ἀφθονοῦν στόν Δυτικόν κόσμο καί στήν πατρίδα μας, οἱ λεγόμενες «Ἀνατολικές θρησκεῖες» αὐτά πρέπει νά τά ξέρομε, γιά νά μήν μᾶς παγιδεύουν οἱ διάφοροι, μ’ ἐκεῖνες ὅλες τίς ἀνόητες καί δαιμονικές θεωρίες πού μᾶς λένε.
Ὁ Δανιήλ λέγει: «ὁ ἐπιβλέπων ἀβύσσους». (Δανιήλ. Ὕμνος των τριῶν παίδων) Ὡραία φράσις! Αὐτός πού βλέπει. Βλέπω καί ἐπιβλέπω. Μέ τήν ἔννοια «βλέπω καί ἐπιτηρῶ». Τί; Τάς ἀβύσσους. Καί τήν θάλασσαν καί τό σύμπαν.
Ὁ δέ Σοφός Σειράχ θά θέση τό ἐρώτημα· εἶναι στό 1ο κεφ. «ὕψος οὐρανοῦ καὶ πλάτος γῆς - τότε βέβαια δέν ξέρανε πόσο εἶναι ἡ γῆ· ἴσως νά τήν θεωροῦσαν ἀπέραντη ἤ χωρίς τέρματα - καί ἄβυσσον καί σοφίαν, τίς ἐξιχνιάσει». (Σοφ. Σειρ. 1, 3) Καί θά λέγαμε, τό ὕψος τοῦ οὐρανοῦ, μέχρι σήμερα δέν τό ἔχομε ἐξιχνιάσει. Οἱ ἀστρονόμοι βλέπουν· ἀλλά ὅταν φτιάξουν ἕνα τηλεσκόπιο ἀκόμη ἰσχυρότερον, πᾶνε πιό πέρα. Κι ἀκόμα ἰσχυρότερον καί πᾶνε ἀκόμη πιό πέρα. Καί πιό πέρα. Ποῦ εἶναι τό τέρμα; Δέν ὑπάρχει. Καί μάλιστα ὑπάρχει ἡ ἑξῆς ἀντιφατική διατύπωσις περί τοῦ σύμπαντος· λέγουν ὅτι εἶναι τό «πεπερασμένον ἄπειρον». Εἶναι ἀντιφατικό. Τό πλάτος τῆς Γῆς· αὐτό τό ξέρομε σήμερα, καί ἄβυσσον, τῶν θαλασσῶν τήν ἄβυσσον, τήν γνωρίζομε σήμερα. Τήν ἄβυσσον τοῦ σύμπαντος; «καί σοφίαν», Ἐκείνη πού τά ἐδημιούργησε ὅλα, ὁ Θεός Λόγος, «τίς ἐξιχνιάση»; Ποιός θά μπορέση νά ἐξιχνιάση, νά ἐξακριβώση, νά βρῆ, νά δώση ἕνα νούμερο;
Καί θά συμπληρώση ὁ Σοφός Σειράχ, στό 42ο κεφάλαιο: «ἄβυσσον καὶ καρδίαν ἐξίχνευσε». (Σοφ. Σειρ. 42, 18) Δηλ. ἡ Σοφία τοῦ Θεοῦ, καί τήν ἄβυσσο καί τήν καρδία τοῦ ἀνθρώπου - γιατί εἶναι ἄβυσσος ἡ καρδία τοῦ ἀνθρώπου, «ἄβυσσος ἄβυσσον ἐπικαλεῖται» - μόνη ἡ Σοφία ἔχει ἐξιχνιάσει. Τό ἀκοῦμε πολύ συχνά: «ἄβυσσος ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου».
Ἔτσι ἀγαπητοί μου μένομε κατάπληκτοι, γιά τήν ἀποκάλυψιν τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας κι ἔτσι μᾶς δίδεται διαρκῶς καί διαρκῶς ὑλικόν, γιά νά δοξάζομε τόν Θεόν Λόγον, πού ἦλθε τόσο κοντά μας, τόν Κύριόν μας Ἰησοῦν Χριστόν. Εὐχαριστῶ πού μέ ἀκούσατε.