†.Μιλήσαμε τήν περασμένη φορά γιά τόν Ἔνατο μακαρισμό, ἀγαπητοί, ἀλλά δέν τόν ὁλοκληρώσαμε, γιατί ὁ χρόνος μας εἶχε ἐξαντληθεῖ. Σᾶς τόν ξαναδιαβάζω γιά ὑπενθύμηση: «μακάριοί ἐστε ὅταν ὀνειδίσωσιν ὑμᾶς καί διώξωσι καί εἴπωσι πᾶν πονηρόν ῥῆμα καθ᾿ ὑμῶν ψευδόμενοι ἕνεκεν ἐμοῦ. χαίρετε καί ἀγαλλιᾶσθε, ὅτι ὁ μισθός ὑμῶν πολύς ἐν τοῖς οὐρανοῖς· οὕτω γάρ ἐδίωξαν τούς προφήτας τούς πρό ὑμῶν». (Ματθ. Ε΄ : 11-12.)
Αὐτά λέει ὁ ἔνατος μακαρισμός. Ἐδῶ, ὅπως σᾶς ἔλεγα τήν περασμένη φορά, θέλω νά σᾶς πῶ ὅτι σχετικά μέ τήν ἀξία τῶν ἀρχαίων ἑλληνικῶν –συζητούσαμε γι᾿ αὐτό τό θέμα μιά ἄλλη φορά στίς ἀπορίες πού μοῦ ὑποβάλλετε– συμπτωματικά βρῆκα ἕνα χαρακτηριστικό ἀπόσπασμα στόν Ἐπίκτητο. Αὐτός εἶναι νεοστωϊκός φιλόσοφος, ἔζησε ἀνάμεσα στόν 5ο καί 12ο μ.Χ. αἰώνα καί καταγόταν ἀπό τήν Ἱεράπολη τῆς Φρυγίας. Ἦταν θαυμάσιος ἄνθρωπος, καί λυπᾶμαι πού δέν ἔχω καιρό νά σᾶς πῶ πιό πολλά. Θά σᾶς διαβάσω τό κείμενο, γιατί συνηθίζω νά λέω τά κείμενα, γιά νά ἔχουμε μία πρόσβαση. Εἶναι πάρα πολύ σημαντικό νά συνηθίζουν τά αὐτιά μας νά ἀκοῦν τά ἀρχαῖα κείμενα· εἶναι μία θετική προσφορά· ἀλλά πρέπει βέβαια νά ὑπάρχει καί ἡ ἀπόδοση, ἡ μετάφραση. Λέει λοιπόν ὁ Ἐπίκτητος στό ἀπόσπασμα αὐτό: «Εἰ φιλοσοφίας ἐπιθυμεῖς, παρασκευάζου αὐτόθεν ὡς καταγελασθησόμενος ὡς καταμωκησομένων σου πολλῶν, ὡς ἐρούντων ὅτι “ἄφνω φιλόσοφος ἡμῖν ἐπανελήλυθε” καί “πόθεν ἡμῖν αὕτη ἡ ὀφρύς;” σύ δέ ὀφρύν μέν μή σχῇς· τῶν δέ βελτίστων σοι φαινομένων οὕτως ἔχου, ὡς ὑπό τοῦ θεοῦ τεταγμένος εἰς ταύτην τήν χώραν· μέμνησό τε διότι, ἐάν μέν ἐμμείνῃς τοῖς αὐτοῖς, οἱ καταγελῶντές σου τό πρότερον οὗτοί σε ὕστερον θαυμάσονται· ἐάν δέ ἡττηθῇς αὐτῶν, διπλοῦν προσλήψῃ καταγέλωτα».
(Ἐπίκτητος, Epicteti dissertationew ad Arriano digestae, Ἐγχειρίδιον, 22,1, 1-9, ἐκ. Teunber, Leipzig 1916.) Καί ἡ ἀπόδοση εἶναι: Ἄν θέλεις νά γίνεις φιλόσοφος, ἑτοιμάσου νά ἀκούσεις πολλές κοροϊδίες καί νά περιφρονηθεῖς ἀπό πολλούς, πού θά ποῦν: «Ἀπό ποῦ μᾶς ξετρύπωσε πάλι αὐτός ὁ φιλόσοφος;» καί «Ἀπό ποῦ μᾶς ἦλθε αὐτή ἡ ὑπερηφάνεια;».Ἐσύ ὅμως μήν ἔχεις ὑπερηφάνεια, παρά μόνο κρατήσου μέ τήν πίστη σ᾿ ἐκεῖνες τίς ἀρχές πού σοῦ φαίνονται καλύτερες, σάν νά εἶναι αὐτή ἡ θέση πού σέ ἔβαλε ὁ Θεός. Συλλογίσου δέ ὅτι ἄν μείνεις σταθερός στίς ἀρχές σου, ἐκεῖνοι πού σέ κορόϊδευαν προτύτερα θά σέ θαυμάσουν ἀργότερα· ἄν ὅμως νικηθεῖς ἀπ᾿ αὐτούς, τότε θά σέ περιγελάσουν διπλᾶ.
Καί μιά διευκρίνιση: Ἡ ὀφρύς, τό φρύδι, σημαίνει τήν ὑπερηφάνεια. Καί ὁ μέγας Βασίλειος ἀποκαλοῦσε τόν πάπα Ρώμης «ἐπηρμένην ὀφρύν», σηκωμένο φρύδι. (Βλ. Μ. Βασίλειος, Ἐπιστολές, τομ. 3, Εὐσεβίῳ ἐπισκόπῳ Σαμοσάτων, 239, 2, 14-15, ἔκδ. Les Belles Lettes, Paris1957. «Ἐάν δέ ἐπιμείνῃ ἡ ὀργή τοῦ Θεοῦ, ποία βοήθεια ἡμῖν τῆς Δυτικῆς ὀφρύος;») Ἦταν ἔκφραση τότε γιά τόν ὑπερήφανο ἄνθρωπο. Φανταστεῖτε δέ ὅτι ὁ Ἐπίκτητος ἦταν εἰδωλολάτρης· δέν ἦταν Χριστιανός. Καί ἄν αὐτά συμβαίνουν στόν φιλόσοφο, πού πρέπει νά μείνει σταθερός ὅ,τι καί ἄν τοῦ ποῦ, πόσο περισσότερο θά συνέβαιναν σ᾿ ἕναν ὁμολογητή Χριστιανό! Γι᾿ αὐτό, ὅταν τό βρῆκα αὐτό τό ἀπόσπασμα, μοῦ ἔκανε ἐντύπωση· καί εἶπα: «Θά τό πῶ στά παιδιά, στούς φίλους μας».
Λοιπόν, νά συνεχίσουμε τό θέμα μας πάνω στόν ἔνατο μακαρισμό. Ἔχουμε τό ἑξῆς ἐρώτημα: Ποιόν χαρακτηρισμό μποροῦμε νά δώσουμε σ᾿ αὐτόν τόν διωγμό τῶν εὐσεβῶν, πού ἀναφέρει ἐδῶ ὁ ἔνατος μακαρισμός;
Ὁ Κύριος εἶπε: «Εἰ ὁ κόσμος ὑμᾶς μισεῖ, γινώσκετε ὅτι ἐμέ πρῶτον ὑμῶν μεμίσηκεν. εἰ ἐκ τοῦ κόσμου ἦτε, ὁ κόσμος ἄν τό ἴδιον ἐφίλει· ὅτι δέ ἐκ τοῦ κόσμου, διά τοῦτο μισεῖ ὑμᾶς ὁ κόσμος». (Ἰωάν. Ιε΄: 18-19.) Δηλαδή: Ἄν ὁ κόσμος σᾶς μισεῖ, τοῦτο νά ξέρετε, ὅτι πιό μπροστά μίσησε ἐμένα. Προσέξτε, γιατί ἐδῶ θά δοῦμε νά ὑπάρχει ἕνα θεολογικό βάθος τοῦ φαινομένου τοῦ διωγμοῦ καί τῆς ἀποστροφῆς. Ἄν ὅμως ἤσασταν ἀπό τόν κόσμο αὐτό, δηλαδή εἴχατε συνάφεια μέ αὐτόν τόν κόσμο, τότε ὁ κόσμος θά σᾶς ἀγαποῦσε σάν δικούς του, θά ἀγαποῦσε αὐτό πού τοῦ ἀνήκει· ἐπειδή ὅμως δέν εἶστε ἀπ᾿ αὐτόν τόν κόσμο, δέν ἔχετε ποιοτική συνάφεια μαζί του, δέν τοῦ μοιάζετε, ἀλλά ἐγώ σᾶς ξεχώρισα, σᾶς διάλεξα ἀπ᾿ αὐτόν, γι᾿ αὐτόν τόν λόγο σᾶς μισεῖ ὁ κόσμος. Ἔτσι ὁ πιστός μένει ξένος ἀπό τόν κόσμο· καί ὁ κόσμος τόν μισεῖ καί τόν διώκει, ἐπειδή δέν τοῦ μοιάζει. Ὁ διωγμός γιά τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ ἔχει ἕνα θεολογικό χαρακτήρα, ἀρνητικά ὅμως. Ἀπό τή θετική δέ πλευρά, καθιστᾶ μετόχους τῶν παθημάτων τοῦ Χριστοῦ τούς ὁμολογητές. Αὐτό, ξέρετε, μᾶς ἐνδιαφέρει πάρα πολύ, ἄν τό κατανοήσουμε.
Ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος Πέτρος στήν πρώτη του ἐπιστολή, «καθό κοινωνεῖτε τοῖς τοῦ Χριστοῦ παθήμασι, χαίρετε». (Α΄Πέτρ. Δ΄ : 13.) Νά ἔχετε χαρά, ἐπειδή συμμετέχετε στά παθήματα τοῦ Χριστοῦ. Αὐτός πού δέχεται τόν διωγμό συνεχίζει τό πάθος τοῦ Χριστοῦ ἐπάνω στόν σταυρό.Ἄν ὁ Χριστός –τιμημένα γιά τούς πιστούς, ἀλλά ἄτιμα γιά τούς ἀπίστους– βρέθηκε ἐπάνω στόν σταυρό, τότε ὁ πιστός συνεχίζει τό σταυρικό πάθος Του. Κάθε πιστός συνεχίζει τό πάθος τοῦ Χριστοῦ στόν ἑαυτό του!
Ἀκοῦστε πῶς τό λέει αὐτό ὁ ἀπόστολος Παῦλος, σ᾿ ἕνα πολυτιμότατο χωρίο, πού δείχνει, ἄς μοῦ ἐπιτραπεῖ νά τό πῶ ἔτσι, τόν μυστικισμό τοῦ Χριστιανοῦ. Μυστικισμός θά πεῖ τό νά μπορεῖ νά μπεῖ κανείς μέσα στό πνεῦμα τοῦ Χριστιανισμοῦ, δηλαδή νά μυηθεῖ, νά κατανοήσει τό βαθύτερο νόημα. Αὐτό λέγεται μυστικισμός. Ἀκοῦστε λοιπόν τί γράφει ὁ ἀποστολος Παῦλος: «Ἀνταναπληρῶ τά ὑστερήματα τῶν θλίψεων τοῦ Χριστοῦ ἐν τῇ σαρκί μου ὑπέρ τοῦ σώματος αὐτοῦ, ὅ ἐστιν ἡ ἐκκλησία». Δηλαδή: Ἀναπληρώνω τά ὑστερήματα τῶν θλίψεων τοῦ Χριστοῦ στό δικό μου σῶμα, γιά χάρη τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, πού εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Ἀνταναπληρῶ θά πεῖ ἀναπληρώνω κάποιον στή θέση του πού λείπει. Συνεπῶς ὁ Χριστός σταυρώθηκε μία φορά, τελείωσε, ἀναστήθηκε, ἔφηγε. Τώρα ἐμεῖς συνεχίζουμε τή σταύρωση τοῦ Χριστοῦ, γιατί ὁ Χριστός διαρκῶς σταυρώνεται μέσα στήν Ἱστορία, ὁ κόσμος διαρκῶς σταυρώνει τόν Χριστό μέσα στήν Ἱστορία. Προσέξτε αὐτό τό μυστικιστικό σημεῖο. Ἔτσι, τώρα πού ὁ Χριστός ἀναστήθηκε, τή θέση Του ἐπάνω στόν σταυρό τήν παίρνει ὁ Χριστιανός.
Τά «ὑστερήματα τῶν παθημάτων τοῦ Χριστοῦ» εἶναι ἐκεῖνα πού δέν πρόλαβε ὁ Χριστός νά πάθει ἐπάνω στόν σταυρό. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὅμως μιλάει γιά ὑστερήματα «ἐν τῆ σαρκί του»· δέν λέει «ἐν τῇ ψυχῇ του». Ἀναφέρεται στήν ἀνθρώπινη σάρκα, αὐτήν πού βλέπουν οἱ διῶκτες, οἱ ἐχθροί, καί καταδιώκουν τόν πιστό. Καί ἡ ἀναπλήρωση αὐτή γίνεται «ὑπέρ τοῦ σώματος αὐτοῦ», γιά λογαριασμό τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ. Τό «σῶμα τοῦ Χριστοῦ» εἶναι βέβαια ἡ Ἐκκλησία. Σκεφθεῖτε ὅτι τά παθήματα τοῦ Παῦλου γιά τήν Ἐκκλησία ἦταν ὑπέρ τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ· γι᾿ αὐτό ἀκριβῶς παίρνει καί αὐτή τή θέση. Εἶναι ἰδιαίτερα σημαντικό νά συνειδητοποιήσει τό γιατί πάσχει. Πρόσεξε: Δέν ἐνδιαφέρει ἄν εἶσαι μαθητής Δημοτικοῦ, Γυμνασίου, Λυκείου, φοιτητής, στρατιώτης, ὅ,τι καί νά εἶσαι. Σέ κοροϊδεύουν οἱ ἄλλοι μόνο καί μόνο γιατί εἶσαι πιστός; Μπορεῖς νά συνειδητοποιήσεις τήν ἀρνητική θέση τοῦ διωγμοῦ – γιατί δέν μοιάζεις μέ τόν κόσμο· ἄν ἔμοιαζες μ᾿ αὐτόν, δέν θά σέ κορόϊδευαν καί δέν θά σέ δίωκαν – ἀλλά καί τή θετική θέση του, ὅτι δηλαδή σταυρώνεται μαζί μέ τόν Χριστό καί ὅτι συνεχίζεις τή σταύρωσή Του στόν παρόντα κόσμο; Ἄν τό συνειδητοποιήσεις αὐτό, τότε ὁμολογουμένως εἶσαι μακάριος!
Καί προσθέτει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «νῦν χαίρω ἐν τοῖς παθήμασί μου ὑπέρ ὑμῶν».Καί τώρα ἔχω χαρά γιά τά παθήματά μου γιά σᾶς, γιά τήν Ἐκκλησία τῶν Κολασσααίων. Στά παθήματα τοῦ Χριστοῦ γίνεται μία ταύτιση μέ τά παθήματα τοῦ πιστοῦ. Ἔχουμε ταύτιση παθημάτων Χριστοῦ καί παθημάτων πιστοῦ, γιά νά γίνει ταύτιση καί στήν ἀνάσταση τοῦ πιστοῦ μέ τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Αὐτό ὅλο ἀποτελεῖ τόν χριστιανικό μυστικισμό. Γι᾿ αὐτό ἀκριβῶς τά παθήματα ὑπέρ τοῦ Χριστοῦ θεωροῦνται ἀπό τόν ἀπόστολο Παῦλο θεῖο δῶρο. Ναί, ναί, εἶναι θεῖο δῶρο! Ἀκοῦστε πῶς τό γράφει αὐτό ὁ ἀπόστολος Παῦλος στούς Φιλιππησίους: «Ὑμῖν ἐχαρίσθη τό ὑπέρ Χριστοῦ, οὐ μόνον τό εἰς αὐτόν πιστεύειν, ἀλλά καί τό ὑπέρ αὐτοῦ πάσχειν». (Φιλιπ. Α΄ : 29.) Σέ σᾶς δόθηκε ὡς χάρη, ὄχι μόνο τό νά πιστεύετε στόν Ἰησοῦ Χριστό, ἀλλά καί νά πάσχετε ὑπέρ Αὐτοῦ. Εἴδατε τί λέει; «ἐχαρίσθη», σᾶς δόθηκε ὡς δῶρο! Δέν χαρίστηκε στούς ἐκλεκτούς μόνο τό δῶρο τῆς πίστεως –ναί, γιατί καί ἡ πίστη εἶναι δῶρο· κάπου ἀλλοῦ θά πεῖ «οὐ πάντων ἡ πίστις», δέν εἶναι γιά ὅλους ἡ πίστη, γιατί ὑπάρχουν καί ἄνθρωποι ἄπιστοι– ἀλλά τούς χαρίστηκε καί τό δῶρο τῶν παθημάτων. Μεγάλο δῶρο!…
Ἄν κάποιος, ἀγαπητοί μου φίλοι, κατανοήσει καί κινηθεῖ μέσα σ᾿ αὐτόν τόν χῶρο, θά μπορούσαμε νά ποῦμε ὅτι μπαίνει στά ἐνδότερα τοῦ Χριστιανισμοῦ. Ναί. Ἀπό ἐκεῖ καί μετά θά προέλθουν ὅλα τά ἄλλα πού θά ἔχει νά κάνει στή ζωή του. Καί ἡ ἀμοιβή αὐτῶν πού ὁμολογοῦν τόν Χριστό ποιά εἶναι; Ὁ Κύριος τήν εἶπε: «Χαίρετε καί ἀγαλλιάσθε». Εἶναι ἡ χαρά· ἡ χαρά καί ἐδῶ στόν παρόντα κόσμο, ἀλλά καί ἐκεῖ στόν Οὐρανό. «… ἵνα ἔχωσι τήν χαράν τήν ἐμήν πεπληρωμένην ἐν αὐτοῖς», γιά νά ἔχουν τή χαρά τή δική μου πεπληρωμένη, ξέχειλη! (Ἰωάν. Ιζ΄ : 13)
Ξέρετε, εἶναι περίεργο! Τό νά πάσχεις καί νά χαίρεσαι εἶναι πολύ περίεργο. Γι᾿ αὐτό, ἄν ρωτήσετε «ὑπάρχει χαρά;», ἡ ἀπάντηση εἶνα «βεβαίως ὑπάρχει χαρά». Ἡ χαρά εἶναι μία πραγματικότητα· μόνο πού ἡ χαρά δέν εἶναι ἕνα ἀντικείμενο πού μποροῦμε νά τό κατακτήσουμε, ὅπως εἶναι τά χρήματα, ἡ δόξα, ὁ πλοῦτος, τό ἀξίωμα. Ἡ χαρά εἶναι καρπός· εἶναι καρπός τῆς ἑνώσεως τοῦ πιστοῦ μέ τόν Χριστό, κι ἀκόμη εἶναι καρπός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἀναφέροντας ἐννέα καρπούς ὁ ἀπόστολος Παῦλος, μεταξύ αὐτῶν μιλάει καί γιά τή χαρά. (Βλ. Γαλ. Ε΄ : 22.)
Ἔξω ἀπό αὐτή τήν ἕνωση Χριστοῦ καί πιστοῦ δέν ὑπάρχει χαρά. Δέν ὑπάρχει. Ὅλη ἡ χαρά πού ἀπολαμβάνουμε στή ζωή μας εἶναι μία ἐπιφανειακή μορφή τῆς χαρᾶς, δέν εἶναι πραγματική χαρά. Χθές, γιά παράδειγμα, γιορτάζαμε τή μνήμη τοῦ ἁγίου Χαραλάμπους, πρός τιμήν τοῦ ὁποῖου ἀνήκει ὁ ναός ὅπου βρισκόμαστε. Ξέρετε τί θά πεῖ νά σοῦ κάνουν ἐκδορά, νά σέ γδέρνουν, νά σοῦ βγάζουν τό δέρμα, καί νά χαίρεσαι; Εἶναι καταπληκτικό! Μά δέν πονᾶ; Ἄνθρωπος εἶσαι, καί βέβαια πονᾶς· ἀλλά κάπου ὁ πόνος σβήνει μέσα στήν ἀγάπη καί στή χαρά τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι καταπληκτικό! Ὅλοι οἱ Μάρτυρες εἶχαν χαρά. Καί ἄν ὁ Χριστός ἔπαθε, τότε καί γιά τόν πιστό ἡ χαρά θά βγεῖ μέσα ἀπό τά παθήματα, μέσα ἀπό τόν διωγμό, τόν ὀνειδισμό καί τή δυσφήμιση πού μπορεῖ νά τοῦ κάνουν οἱ ἄλλοι. Καί τό θαυμαστό ξέρετε ποιό εἶναι; Τούς μαθητές τοῦ Χριστοῦ –διαβάζουμε στίς Πράξεις, στό 5ο κεφάλαιο– τούς συνέλαβαν, τούς ἔβαλαν φυλακή, ἐπειδή κήρυτταν ἐκεῖ στήν αὐλή τοῦ ναοῦ τοῦ Σολομῶντος, καί ἀφοῦ τούς ἔδειραν ἀνελέητα, τούς ἔβγαλαν ἀπό τή φυλακή καί τούς παράγγειλαν νά μή κηρύσσουν τό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ! Ἀλλά, ὅπως γράφει στό βιβλίο τῶν Πράξεων: «Οἱ μέν οὖν ἐπορεύοντο χαίροντες ἀπό προσώπου τοῦ συνεδρίου, ὅτι ὑπέρ τοῦ ὀνόματος αὐτοῦ κατηξιώθησαν ἀτιμασθῆναι». (Πραξ. Ε΄ : 41.) Αὐτοί λοιπόν, οἱ μαθητές, ἔφυγαν ἀπό τό συνέδριο, γεμᾶτοι χαρά γιατί καταξιώθηκαν – ὄχι ἀξιώθηκαν, ἀλλά καταξιώθηκαν!– νά ἀτιμασθοῦν γιά χάρη τοῦ ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ!
Σήμερα, ἄν ὑποτεθεῖ ὅτι κάποιος μᾶς ἀτιμάζει, ἀσφαλῶς δέν χαιρόμαστε καθόλου. Καί βέβαια δέν θά πρέπει νά ἔχουμε χαρά, ἄν ἀτιμαζόμαστε γιά μιά ἀτιμία μας. Ἀλλά ἄν αὐτό γίνει ἐπειδή εἴμαστε κοντά στόν Χριστό, ἐπειδή κάτι κάναμε γιά χάρη τοῦ Χριστοῦ, τότε πρέπει νά ἔχουμε αὐτή τή χαρά. Καί ὁ Χριστός δίνει ὁλόκληρη χαρά· ὄχι μισή! Λέει ὁ ἴδιος: «… ἵνα ἔχωσι τήν χαράν τήν ἐμήν πεπληρωμένην ἐν αὐτοῖς» ( Ἰωάν. Ιζ΄ : 13.) γιά νά ἔχουν τή χαρά τή δική μου πεπληρωμένη, ξέχειλη! Θά μέ ρωτήσετε: «Γιατί ὅμως τώρα, πολλοί Χριστιανοί μας δέν ἔχουν αὐτή τή χαρά;». Οἱ περισσότεροι δέν τήν ἔχουν γιατί διστάζουν νά μετέχουν στά παθήματα τοῦ Χριστοῦ, γιατί εἶναι Χριστιανοί ἀσυνεπεῖς, κουράστηκαν προτοῦ ἐργασθοῦν, ἀπόκαμαν προτοῦ τρέξουν. Σέ κάθε στιγμή, στό πρῶτο ἐμπόδιο πού βρίσκουν, προδίδουν τόν Χριστό, γιατί μέ τό ἕνα πόδι γονατίζουν στόν Χριστό καί μέ τό ἄλλο πόδι γονατίζουν στόν ἐγωισμό τους, στόν κόσμο καί στήν ἀβεβαιότητα. Ἡ ἀμοιβή αὐτή, ἀγαπητοί μου, ὑπάρχει καί στόν Οὐρανό. Ὁ μακαρισμός λέει «ὅτι ὁ μισθός ὑμῶν πολύς ἐν τοῖς οὐρανοῖς», γιατί ὁ μισθός σας εἶναι πολύς στόν Οὐρανό.
Ἄς δοῦμε ὅμως τή μορφή πού θά ἔχεις αὐτός ὁ μισθός στόν Οὐρανό.
Πρῶτα–πρῶτα, θά εἶναι ἡ δημόσια ἀνακήρυξη τῶν ὁμολογητῶν μπροστά στόν Θεό, τούς ἀγγέλους καί τούς ἁγίους. «Πᾶς ὅστις ὁμολογήσει ἐν ἐμοί ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὁμολογήσω κἀγώ ἐν αὐτῷ ἔμπροσθεν τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς» (Ματθ. Ι΄: 32.) εἶπε ὁ Χριστός. Μία μορφή λοιπόν εἶναι ἡ ὁμολογία ἀπό τόν Χριστό, εἶναι ἡ παραδοχή ὅτι ὁ ὁμολογητής ἀξίζει, στάθηκε στή ζωή του σωστός.
Ὕστερα, θά εἶναι ἐκεῖ ἡ μεγάλη δόξα, ὡς ἀντιστάθμισμα τῆς ἀδοξίας πού ὑπέστησαν οἱ ἄνθρωποι αὐτοί ἐδῶ στή γῆ, γιατί ὁ Κύριος ἐπίσης λέει «τότε ἐκλάμψουσιν ὡς ὁ ἥλιος ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ πατρός αὐτῶν» (Ματθ. Ιγ΄: 43.) θά λάμψουν σάν τόν ἥλιο! Εἶναι τό ἄκτιστο φῶς, μέ τό ὁποῖο θά γεμίσουν οἱ ὁμολογητές.
Καί τέλος, μαζί μέ τή δόξα ἔρχεται καί ἡ χαρά καί ἡ μακαριότητα. Ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης λέει στήν Ἀποκάλυψη: «Καί αὐτοί ἐνίκησαν αὐτόν διά τό αἷμα τοῦ ἀρνίου καί διά τόν λόγον τῆς μαρτυρίας αὐτῶν, καί οὐκ ἠγάπησαν τήν ψυχήν αὐτῶν ἄχρι θανάτου. διά τοῦτο εὐφραίνεσθε οὐρανοί καί οἱ ἐν αὐτοῖς σκηνοῦντες». (Ἀποκ. Ιβ΄: 11-12.) Δηλαδή:Καί αὐτοί –πού διώχθηκαν– μέ τό αἷμα τοῦ Ἀρνίου νίκησαν αὐτόν –τόν Σατανᾶ– καί γι᾿ αὐτήν ἀκριβῶς τήν μαρτυρία τους δέν ἀγάπησαν τή ζωή τους, ἀδιαφόρησαν γι᾿ αὐτήν μέχρι θανάτου. Γι᾿ αὐτό νά χαίρεσθε Οὐρανοί, καί σεῖς πού ἔχετε στήσει τήν σκηνή σας σ᾿ αὐτούς. Καί συνεχίζει ὁ ἅγιος Ἰωάννης: «Ἐβασίλευσε Κύριος ὁ Θεός ὁ Παντοκράτωρ. χαίρωμμεν καί ἀγαλλιώμεθα καί δῶμεν τήν δόξαν αὐτῷ». (Ἀποκ. Ιθ΄: 6-7.) Βασίλευσε ὁ Κύριος ὁ Θεός μας, ὁ Παντοκράτορας. Ἄς γεμίσουμε χαρά καί ἀγαλλίαση καί ἄς δώσουμε τή δόξα σ᾿ Αὐτόν. Κι ἐμεῖς τί θά κάνουμε; Τί θά κάνουμε ἐμεῖς, μέ τίς καθημερινές μας δοκιμασίες καί τούς πειρασμούς, ἀφοῦ ἀναλάβαμε, θά λέγαμε, τό μεγάλο ἔργο νά ὁμολογοῦμε μέ λόγια καί μέ ἔργα, μέ ὅλη τή ζωή μας, τό ἅγιο ὄνομα τοῦ Χριστοῦ;
Ἄς ἀκούσουμε –ἐνώ ἀκόμα εἴμαστε στόν παρόντα κόσμο– τί μᾶς συμβουλεύει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, γιά νά πάρουμε θάρρος. Γράφει στήν Πρός Ρωμαίους ἐπιστολή, στό 8ο κεφάλαιο, καί στήν Β΄ Πρός Κορινθίους, στό 4ο κεφάλαιο:«Λογίζομαι γάρ ὅτι οὐκ ἄξια τά παθήματα τοῦ νῦν καιροῦ πρός τήν μέλλουσαν δόξαν ἀποκαλυφθῆναι εἰς ἡμᾶς». Γιατί σκέπτομαι ὅτι τά παθήματα τοῦ παρόντος αἰῶνος δέν ἔχουμε ἀξία μπροστά σ᾿ ἐκεῖνα πού θά μᾶς ἀπκαλυφθοῦν καί θά ἀπολαύσουμε στό μέλλον, δηλαδή τήν αἰώνια δόξα τοῦ Θεοῦ. Καί: «Τό γάρ παραυτίκα ἐλαφρόν τῆς θλίψεως ἡμῶν καθ᾿ ὑπερβολήν ἡμῖν, μή σκοπούντων ἡμῶν τά βλεπόμενα, ἀλλά τά μή βλεπόμενα. τά γάρ βλεπόμενα πρόσκαιρα, τά δέ μή βλεπόμενα αἰώνια». (Β΄ Κορ. δ΄: 17-18.) Διότι τήν προσωρινή καί πολύ λίγη θλίψη πού ἔχουμε σ᾿ αὐτόν τόν κόσμο τήν ἀνταλλάσουμε μέ πράγματα μεγάλης ἀξίας, αἰωνίου βάρους δόξας, μήν ὑπολογίζοντας ἐκεῖνα πού παθαίνουμε, δηλαδή διωγμούς, παθήματα, ὅ,τι εἶναι, ἀλλά ἐκεῖνα πού δέν βλέπουμε, ἐκεῖνα πού ἑτοιμάζει ὁ Θεός γιά μᾶς, γιατί ἐκεῖνα πού βλέπουμε εἶναι πρόσκαιρα, ἐνῶ ἐκεῖνα πού δέν βλέπουμε εἶναι αἰώνια. Γι᾿ αὐτό, θά λέγαμε, ἄς σταθοῦμε συνεπεῖς ὁμολογητές τοῦ Χριστοῦ σέ ὅλη μας τή ζωή.
Ἐδῶ, ἀγαπητοί μου φίλοι, τελειώσαμε τούς ἐννέα μακαρισμούς τοῦ Χριστοῦ, σέ δέκα θέματα, ἀφοῦ τόν τελαυταῖο τόν ἀναλύσαμε σέ δύο μαθήματά μας. Οἱ μακαρισμοί ἀποτελοῦν μία ἁλυσίδα πνευματικοῦ βίου, χριστιανικῆς τελειότητος. Εἶναι ἡ περίληψη τοῦ εὐαγγελικοῦ νόμου, τόσο πρός τήν πίστη, ὅσο καί πρός τό ἦθος. Εἶναι ἕνας καθρέφτης τῆς ζωῆς μας, πού μᾶς δείχνει τί ἀγγίξαμε καί ποῦ ὑστεροῦμε. Οἱ ἐννέα μακαρισμοί ἀποτελοῦν ἕνα κριτήριο τῆς χριστιανικῆς μας ἰδιότητος. Καί συγκεκριμένα:
Ὁ Πρῶτος μακαρισμός δείχνει τόν βαθμό τῆς ταπεινώσεως τῆς διανοητικῆς, της ἠθικῆς καί τῆς σωματικῆς αὐτογνωσίας μας, ἀλλά καί τῆς θεληματικῆς πτωχείας γιά τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Ὁ δεύτερος μακαρισμός ἀναφέρεται στό κατά Θεόν πένθος, πού εἶναι τό ὑπόστρωμα τῆς μετανοίας, καί πού γεννᾶ τή χαρμολύπη. Στό κατά Θεόν πένθος κατοικεῖ μόνιμα καί ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ.
Ὁ τρίτος μακαρισμός ἀναφέρεται στούς πράους, στούς ἀόργητους –δηλαδή αὐτούς πού δέν ὀργίζονται καί δέν θυμώνουν– καί σ᾿ αὐτούς πού δέν μάχονται μέ τούς ἄλλους ἀνθρώπους.
Ὁ τέταρτος μακαρισμός ἀναφέρεται στήν πεῖνα καί τή δίψα τῆς ἁγιότητος.Ἐπιτρέψτε μου νά πῶ ἐδῶ ὅτι ὑπάρχουν ἀδελφοί μας καί παιδιά –νάι, ναί, καί παιδιά, μπορῶ νά σᾶς τό μαρτυρήσω αὐτό– πού πεινᾶνε καί διψάνε γιά τήν ἁγιότητα. Σᾶς τό βεβαιώνω!
Ὁ πέμπτος μακαρισμός ἀναφέρεται στούς ἐλεήμονες, πού μοιάζουν μέ τόν ἐλεήμονα Θεό. Παιδιά τοῦ Θεοῦ αὐτοί, ἐλεήμων ὁ Θεός, ἐλεήμονες κι αὐτοί.
Ὁ ἕκτος μακαρισμός ἀναφέρεται στήν καθαρότητα καί στή νηπτικότητα τῆς καρδιᾶς, ὡς βασική προϋπόθεση θεωρίας τοῦ Θεοῦ. Οἱ καθαροί στήν καρδιά θά δοῦν τόν Θεό ἀπό τόν παρόντα κόσμο!
Ὁ ἕβδομος μακαρισμός μακαρίζει τούς εἰρηνοποιούς, αὐτούς πού προσπαθοῦν νά βοηθήσουν τούς ἀνθρώπους νά μή μάχονται μεταξύ τους.
Ὁ ὄγδοός μακαρισμός ἀναφέρεται σ᾿ ἐκείνους πού διώκονται γιά λόγους πνευματικότητος.
Καί, τέλος, ὁ ἔνατος μακαρισμός, πού εἴδαμε καί τήν περασμένη φορά καί σήμερα, ἀποδίδεται σ᾿ ἐκείνους πού φέρουν τόν ὀνειδισμό τοῦ Χριστοῦ, γιατί εἶναι ὁμολογητές. Γι᾿ αὐτό γράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στήν Πρός Ἐβραίους ἐπιστολή:«Τοίνυν ἐξερχώμεθα πρός αὐτόν ἔξω τῆς παρεμβολῆς τόν ὀνειδισμόν αὐτοῦ φέροντες». (Ἑβρ. Ιγ΄: 13) Δηλαδή: Ἄς βγοῦμε λοιπόν κι ἐμεῖς πρός τήν πόλη –γιατί ὁ Χριστός σταυρώθηκε ἔξω ἀπό τήν πόλη, στόν Γολγοθᾶ– φορτωμένοι τόν ὀνειδισμό τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι καταπληκτικό!
Ἔτσι, ἄς εὐχηθοῦμε νά βρεθοῦμε ὅλοι μέσα σ᾿ αὐτόν τόν πυκνό σέ πνευματικότητα χῶρο τῶν ἐννέα μακαρισμῶν τοῦ Χριστοῦ, γιά νά ζήσουμε ὅλη τή μακαριότητα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
Κυριακή, 11 Φεβρουαρίου 1996