†.Τίθεται ὅμως τό ἐρώτημα: Ποιά θά εἶναι ἣ φύση τοῦ ἀναστημένου σώματος; Πῶς θά εἶναι αὐτό τό καινούργιο σῶμα;
Λέει ὁ ἱερός Δαμασκηνός: «οἷον τὸ τοῦ Κυρίου σῶμα μετὰ τὴν ἀνάστασιν κεκλεισμένων τῶν θυρῶν διερχόμενον, ἀκοπίαστον, τροφῆς, ὕπνου καὶ πόσεως ἀνενδεές». Ποιό θά εἶναι τό καινούργιο σῶμα μας; Τό καινούργιο σῶμα θά εἶναι σάν αὐτό τοῦ Χριστοῦ. Ὅπως ἦταν τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ μετά τήν Ἀνάστασῃ, ἔτσι θά εἶναι καί τό δικό μας. Ἐξάλλου ὁ Χριστός δέν ἔχει κάτι λιγότερο ἤ περισσότερο ἀπό ἐκεῖνο πού θά μᾶς δώσει. Γιατί; Μήπως εἶχε ἀνάγκη ὁ ἀνενδεής Θεός νά προσλάβει ἀνθρώπινη φύση; Ὄχι. Τότε γιατί τήν προσέλαβε; Τήν προσέλαβε γιά μᾶς. Καί δέν θά ἔπαιρνε κάτι παραπάνω ἀπό ἐκεῖνο πού ἐμεῖς δέν θά μπορούσαμε νά φθάσουμε, διότι αὐτό πού ἔχει ἡ ἀναστημένη ἀνθρώπινη φύση Του, αὐτό ἀκριβῶς θέλει νά ἔχουμε κι ἐμεῖς. Κατά συνέπεια ἐκεῖνο πού ἦταν τό σῶματοῦ Χριστοῦ, αὐτό θά εἶναι καί τό δικό μας.
Καί ὁ ἱερός Χρυσόστομος τό ὁρίζει αὐτό θαυμάσια ὡς ἑξῆς -καί νά τό θυμᾶστε γιατί εἶναι περίφημο: «Ποιό θά εἶναι τό καινούργιο σῶμα;» ρωτάει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, καί ἀπαντᾶ: «Αὐτό, καὶ οὐκ αὐτό».
Αὐτό τό ἴδιο θά εἶναι, ἀλλά ὄχι αὐτό. Τί σημαίνει αὖτό; ᾿Ακοῦστε πῶς τό ἀναπτύσσει περισσότερο: «Αὐτὸ μέν, ὅτι αὐτὴ ἡ οὐσία». Θά εἶναι αὐτό τό ἴδιο σῶμα -αὐτό ἐδῶ τό σῶμα πού βλέπετε!- γιατί θά εἶναι ἡ παλιά του οὐσία: δέν θά εἶναι κάποιο ἄλλο σῶμα.
Ὅταν ὁ Χριστός ἀναστήθηκε, δέν ἄφησε τό παλιό σῶμα ὡς πεπαλαιωμένο στόν τάφο καί πῆρε κάποιο ἄλλο σῶμα, ὄχι, ὁ τάφος ἦταν ἄδειος. Γι᾿ αὐτό φέτος μιλήσαμε καί γιά τήν ᾿Ανάσταση τοῦ Χριστοῦ• γιά νά τά δοῦμε αὐτά καί νά τά καταλάβουμε γιά τόν ἑαυτό μας. Συνεπῶς δέν θά πάρουμε κάποιο καινούργιο σῶμα, μέ ἄλλη ὑφή, μέ ἄλλη οὐσία• ἡ οὐσία θά εἶναι ἴδια. «Οὐκ αὐτὸ δέ, ὅτι βελτίον τοῦτο». Δέν θά εἶναι ὅμως αὐτό, γιατί θά εἶναι βελτιωμένο, καλύτερο. Δηλαδή θά εἶναι τό ἴδιο σῶμα, ἀλλά βελτιωμένο, θά εἶναι «αὐτό, ἀλλά ὄχι αὐτό». Πῶς νά σᾶς τό πῶ; Εἶναι ἀκριβῶς ὅπως τό νερό, πού εἴτε γίνεται ὑδρατμός ἤ γίνεται πάγος, δέν παύει ἀπό τό νά εἶναι τό ἴδιο πράγμα, ἡ ἴδια οὐσία, ἔστω κι ἄν ἔχει ἄλλες ἰδιότητες, ἔχει ἄλλη μορφή. Ἐδῶ ὅμως δέν θά ἔχουμε ἄλλη μορφή σωματική. Παρακάτω λέει ὁ ἱερός Δαμασκηνός «Μή βλασφημᾶς! Δέν θά πάρουμε ἄλλη μορφή• θά πάρουμε αὐτή πού ἔχουμε». Αλλά σᾶς εἶπα ἕνα παράδειγμα, γιά νά καταλάβετε ὅτι μένει ἡ οὐσία, ἀλλά βελτιώνεται ἡ φύση.
Καί ὁ ᾿Απόστολος Παῦλος, γιά νά δείξει ποιό θά εἶναι τό καινούργιο σῶμα, χρησιμοποιεῖ τό παράδειγμα τοῦ κόκκου τοῦ σίτου καί τοῦ σταχυοῦ, ἀκοῦστε τί λέει: «Ἀλλ᾽ ἐρεῖ τις• πῶς ἐγείρονται οἵ νεκροί; ποίῳ δὲ σώματι ἔρχονται; ἄφρον, σὺ ὃ σπείρεις, οὐ ζωοποιεῖται ἐὰν μὴ ἀποθάνῃ• καὶ ὃ σπείρεις, οὐ τὸ σῶμα τὸ γενησόμενον σπείρεις, ἀλλὰ γυμνὸν κόκκον, εἰ τύχοι σίτου ἤ τινος τῶν λοιπῶν». (Α' Κορ. 15, 35 - 37) Δηλαδή: Θά ρωτήσει κάποιος ἀπό ἐκείνους πού ἀρνοῦνται τήν ἀνάσταση: Πῶς θά ἀναστηθοῦνοἷ νεκροί; μέ ποιόν τρόπο θά ἀναστηθοῦν; Ποιό θά εἶναι τό καινούργιο τους σῶμα; Ἄμυαλε, ἐκεῖνο πού ἐσύ σπέρνεις δέν θά φυτρώσει, ἐάν πρῶτα δέν πεθάνει• καί αὐτό πού σπέρνεις δέν εἶναι τό σῶμα πού θά φυτρώσει, ἀλλά εἶναι γυμνός σπόρος σιταριοῦ ἤ ἄλλου ἀπό τούς ὑπόλοιπους σπόρους. ᾿Αναφέρεται τό σιτάρι. Γι᾿ αὐτό τό βάζουμε καί στά κόλλυβα, στό Μνημόσυνο, γιά νά μᾶς θυμίζει τήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν.
Ἐδῶ ὁ ᾿Ἀπόστολος Παῦλος χρησιμοποιεῖ αὐτό τό
ζωντανό παράδειγμα, γιά νά ἐξηγήσει τήν κατάσταση τοῦ ἀναστημένου νεκροῦ, ὅτι δηλαδή ὅπως συμβαίνει μέ τό σιτάρι πού πεθαίνει καί σαπίζει γιά νά βγεῖ τό στάχυ κι ἀπό αὐτό ὁ καρπός, τό ἴδιο θά συμβεῖ καί μέ τό ἀνθρώπινο σῶμα ὅταν θά ἀναστηθεῖ. Μάλιστα ὑπάρχει ἕνας πολύ ὡραῖος ὁρισμός στή Γεωπονία, πού λέει ὅτι σπόρος εἶναι ἕνα φυτό εὐκόλως μεταφερόμενο. Ὅταν πρωτοάκουσα αὐτόν τόν ὁρισμό, μέ ἐνθουσίασε. Ἕνα φυτό εὐκόλως μεταφερόμενο!
Συνεπῶς ὁ κόκκος τοῦ σίτου περιέχει μέσα του ὁλόκληρο τό στάχυ. Ἔτσι κι ἐδῶ• μέσα μας ἤδη παίρνουμε, τό σπέρμα τῆς ἀθανασίας. Ξέρετε ποιό εἶναι αὖτό; Εἶναι τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ! Αὐτό εἶναι τό σπέρμα τῆς ἀθανασίας. Γι’ αὐτό τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ λέγεται καί φάρμακο ἀθανασίας.
Γι᾿ αὐτό φροντίζουμε νά κοινωνήσει ἐκεῖνος πού φεύγει ἀπό τήν παροῦσα ζωή᾽ γιά νά πάρει μαζί του τό φάρμακο τῆς ἀθανασίας, δηλαδή γιά νά ἀναστηθεῖ «εἰς ζωὴν αἰώνιον». (Ματθ.25,46) Αλλά σύμφωνα μέ αὐτά πού εἴπαμε, ἀνάμεσα στό πρῶτο σῶμα, τό θνητό, καί τό δεύτερο, τό ἀναστημένο, ὑπάρχει καί ταυτότητα καί διαφορά. Καί ποιά εἶναι ἡ διαφορά, ἤ μᾶλλον οἱ, διαφορές;
Λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στή συνέχεια: «οὕτω καὶ ἡ ἀνάστασις τῶν νεκρῶν. σπείρεται ἐν φθορᾷ, ἐγείρεται ἐν ἀφθαρσίᾳ• σπείρεται ἐν ἀτιμίᾳ, ἐγείρεται ἐν δόξῃ• σπείρεται ἐν ἀσθενείᾳ, ἐγείρεται ἐν δυνάμει• σπείρεται σῶμα ψυχικόν, ἐγείρεται σῶμα πνευματικόν. ἔστι σῶμα ψυχικόν, καὶ ἔστι σῶμα πνευματικόν. οὕτω καὶ γέγραπται• ἐγένετο ὁ πρῶτος ἄνθρωπος ᾿Αδὰμ εἰς ψυχὴν ζῶσαν• ὁ ἔσχατος ᾿Αδὰμ εἰς πνεῦμα ζωοποιοῦν• ἀλλ᾽ οὐ πρῶτον τὸ πνευματικόν, ἀλλά τὸ ψυχικόν, ἔπειτα τὸ πνευματικόν. ὁ πρῶτος ἄνθρωπος ἐκ γῆς χοϊκός, ὁ δεύτερος ἄνθρωπος ὁ Κύριος ἐξ οὐρανοῦ. οἷος ὁ χοϊκός, τοιοῦτοι καὶ οἱ χοϊκοί, καὶ οἷος ὁ ἐπουράνιος, τοιοὔτοι καὶ οἱ ἐπουράνιοι. καὶ καθὼς ἐφορέσαμεν τὴν εἰκόνα τοῦ χοϊκοῦ, φορέσομεν καὶ τὴν εἰκόνα τοῦ ἐπουρανίου».
Δηλαδή: Ἔτσι θά εἶναι καί μέ τήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν, συνεχίζει τόν παραλληλισμό μέ τόν σίτο. Τό σῶμα, ὅπως ὁ σῖτος, σπέρνεται στόν τάφο φθαρτό, ἀφοῦ πεθάνει, καί ἀνασταίνεται ἄφθαρτο• σπέρνεται μέ ἀτιμίας, ἀνασταίνεται μέ δόξα• σπέρνεται ἀδύναμο, σηκώνεται δυνατό• σπέρνεται σῶμα φυσικό, ζωϊκό, καί ἀνασταίνεται σῶμα πνευματικό, θά τό ἀναλύσουμε λίγο πιό κάτω. Ὑπάρχει σῶμα φυσικό, ξωϊκό, ὑπάρχει καί σῶμα πνευματικό. Ἔτσι εἶναι γραμμένο: «Ἔγινε ὁ πρῶτος ἄνθρωπος, ὁ ᾿Αδάμ, ὄν ζωντανό». (Γέν. 2,7) καί ὁ ἔσχατος ᾿Αδάμ, ὁ πνευματικός, πού δίνει ζωή. Ὁ ζωϊκός ᾿Αδάμ εἶναι ὁ πρῶτος, ὁ γενάρχης μας, ἐνῶ ὁ πνευματικός ᾿Αδάμ εἶναι ὁ Κύριος ἀπό τόν Οὐρανό, ὁ ἔσχατος ᾿Αδάμ, ὁ Χριστός. Δέν εἶναι ὅμως πρῶτο τό πνευματικό, ἀλλά τό ψυχικό, τό φυσικό, ἔπειτα εἶναι τό πνευματικό. Ὁ πρῶτος ἄνθρωπος πλάσθηκε ἀπό τή γῆ, -χωματένιος ὁ πρῶτος ἄνθρωπος• ὁ Θεός πῆρε χῶμα καί ἔφτιαξε τόν ᾿Αδάμ- ἐνῶ ὁ δεύτερος ἄνθρωπος, δηλαδή ὁ Κύριος, εἶναι ἀπό τόν Οὐρανό: φόρεσε αὐτή τή χοϊκή στολή καί τήν. ἀφθαρτοποίησε. Ὅπως ἐκεῖνος ἦταν χοῖκός, τέτοιοι εἶναι καί οἱ χοῖκοί ἀπόγονοί του• καί ὅπως εἶναι ὁ ἐπουράνιος, τέτοιοι εἶναι καί οἵ ἀπόγονοι τοῦ Χριστοῦ, ἐπουράνιοι ἄνθρωποι• καί ὅπως φορέσαμε τήν εἰκόνα τοῦ γήϊνου, ντυθήκαμε τή φθορά, θά φορέσουμε καί τήν εἰκόνα τοῦ ἐπουρανίοὐ, δηλαδή τήν ἀφθαρσία καί τήν ἀθανασία του. Καί τώρα θά πεῖ ἐδῶ κάτι πολύ σπουδαίο, προσέξτε το: «Τοῦτο δέ φημι, ἀδελφοί, ὅτι σὰρξ καὶ αἷμα βασιλείαν Θεοῦ κληρονομῆσαι οὐ δύνανται, οὐδὲ ἡ φθορὰ τὴν ἀφθαρσίαν κληρονομεῖ». Τοῦτο σᾶς λέω, ἀδελφοί, ὅτι δέν μπορεῖ ἡ σάρκα καί τό αἷμα νά κληρονομήσουν τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, οὔτε ἡ φθορά
κληρονομεῖ τήν ἀφθαρσία. Ποιά «σάρκα καί αἱμα»; Εἶναι ἡ ζωϊκή μορφή. Τώρα, ὅπως εἰμαι, δέν μπορῶ νά μπῶ στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Πρέπει ἀπό ψυχικός, ἀπό ζωϊκός, ἀπό βιολογικός, νά γίνω πνευματικός, ἀλλιῶς δέν μπορῶ νά μπῶ μέσα στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Καί στή συνέχεια λέει τό περίφημο: «δεῖ γὰρ τὸ φθαρτὸν τοῦτο -Ποιό «τοῦτο»; Τοῦτο... τό σῶμα τοῦτο! Ἄν εἴχαμε τόν Παῦλο ἐδῶ, θά μᾶς τό ἔδειχνε: «τοῦτο»! -ἐνδύσασθαι ἀφθαρσίαν καὶ τὸ θνητὸν τοῦτο -πάλι «τοῦτο»!- ἐνδύσασθαι ἀθανασίαν». Διότι πρέπει αὐτό τό φθαρτό σῶμα νά ντυθεῖ τήν ἀφθαρσία καί αὐτό τό θνητό σῶμα νά ντυθεῖ τήν ἀθανασία. Ἐἶναι δύο διαφορετικά πράγματα ἡ ἀφθαρσία καί ἡ ἀθανασία. Συνεπῶς βλέπουμε ἐδῶ ὅτι τό σῶμα μας αὐτό θά γίνει ἄφθαρτο καί ἀθάνατο, ἀλλιώτικα δέν μπαίνει στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
᾿Αλλά ἂς διευκρινίσουμε μέ συντομία τί σημαίνει πνευματικό σῶμα. Τί εἶναι τό πνευματικό σῶμα; Λέει ὁ Θεοφύλακτος Βουλγαρίας τό ἑξῆς: «Τὸ μὲν σῶμα ὃ νῦν ἔχομεν ψυχικόν ἐστι, τουτέστιν ψυχῇ διοικούμενον καὶ ζωογονούμενον ταῖς φυσικαῖς καὶ ψυχικαῖς ποιότησι καὶ δυνάμεσι. τὸ δὲ μετὰ τὴν ἀνάστασιν πνευματικὸν ὁ Παῦλος ὠνόμασεν, ἤγουν πνεύματι ζωογονούμενον βίῳ καὶ διοικούμενον καὶ οὐ ψυχῇ, τρόπῳ ἀποῤῥήτῳ καὶ πνευματικῷ πρὸς ἀφθαρσίαν μεταστοιχειωθὲν καὶ ἐν
ταύτῃ συντηρούμενον». Δηλαδή: Τό σῶμα πού ἔχουμε τώρα εἶναι ζωικό, δηλαδή διοικεῖται ἀπό τίς ἀνώτερες καί κατώτερος δυνάμεις τῆς ψυχῆς καί ζωογονεῖται ἀπό τίς φυσικές καί ψυχικές δυνάμεις. Τό σῶμα ὅμως μετά τήν ἀνάστασῆ, τό «πνευματικό», ὅπως τό ὀνόμασε ὁ᾿Απόστολος Παῦλος, δέν θά διοικεῖται πλέον ἀπό τήν ψυχή, ἀλλά ἀπό τό Πνεῦμα τό Ἅγιο. Γι᾿ αὐτό καί λέγεται «πνευματικό». Προσέξτε ὅμως: Ὅταν λέμε «πνευματικό σῶμα», δέν ἐννοοῦμε ἄϋλο, αὐτή εἶναι πλατωνική πλάνη, ἀλλά ἐννοοῦμε ὅτι ἡ ὕπαρξή μας δέν διοικεῖται ἀπό ζωϊκές δυνάμεις, ἀλλά διοικεῖται πλέον καί συντηρεῖται ἀπό τό Πνεῦμα τό Ἅγιο. Ἔτσι, ἀφοῦ τό σῶμα μεταστοιχειώθηκε καί ἔγινε ἄφθαρτο κατά τρόπο μυστικό, μέσα στήν ἀφθαρσία συντηρεῖται. Θά πεῖ πάλι ὁ Ἱερός Δαμασκηνός: «...ἀκοπίαστον,
τροφῆς, ὕπνου καὶ πόσεως ἀνενδεές», δέν θά κοπιάζει τό σῶμα μας, δέν θά ἔχει ἀνάγκη οὔτε ἀπό τροφή οὔτε ἀπό ὕπνο οὔτε νά πιεῖ καί νά φάει, δέν θά ἔχει ἀνάγκη ἀπό τίποτε. ᾿Ακόμη: «Ἔσονται γάρ, φησὶν ὃ Κύριος, ὡς οἱ ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ• οὐ γάμος ἔτι, οὐ τεκνογονία. Φησὶ γοῦν ὃ θεῖος ᾿Απόστολος• Ἡμῶν γὰρ τὸ πολίτευμα ἐν οὐρανοῖς ὑπάρχει, ἐξ οὗ καὶ σωτῆρα ἀπεκδεχόμεθα Κύριον Ἰησοῦν, ὃς καὶ μετασχηματίσει τὸ σῶμα τῆς ταπεινώσεως ἡμῶν εἰς τὸ γενέσθαι αὐτὸ σύμμορφον τῷ σώματι τῆς δόξης αὖτοῦ• οὐ τὴν εἰς ἑτέραν μορφὴν μεταποίησιν λέγων -ἄπαγε- τὴν ἐκ φθορᾶς δὲ μᾶλλον εἰς ἀφθαρσίαν ἐναλλαγήν». Δηλαδή: Οἱ ἄνθρωποι θά εἶναι σάν ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ. Δέν θά εἶναι πνεύματα, ὅπως οἵ ἄγγελοι, ἀλλά δέν θά χρειάζονται αὐτά πού ἔχουν ἀνάγκη στόν παρόντα κόσμο. Δέν θά ὑπάρχει γάμος, οὔτε τεκνογονία.
Ποῦ εἶναι οἱ Χιλιαστές, πού λένε ὅτι στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἐδῶ στή γῆ, θά τρῶμε καί θά πίνουμε καί θά παντρευόμαστε, ἀλλά δέν θά κάνουμε παιδιά; Αὐτές εἶναι πλάνες. Λέει λοιπόν ὁ θεῖος ᾿Απόστολος ὅτι τό πολίτευμά μας εἶναι στόν οὐρανό, ἀπ’ ὅπου καί προσμένουμε τόν Κύριο Ἰησοῦ, ὁ ὁποῖος αὐτό τό σῶμα μας τό ταπεινωμένο -ταπεινωμένο θά πεῖ τιποτένιο, δηλαδή αὐτό πού ἔχει ὑποστεῖ φθορά- θά τό μεταποιήσει καί θά τό κάνει «σύμμορφο», τῆς ἴδιας μορφῆς μέ τό ἔνδοξο σῶμα Του. Ὅ,τι δόξα ἔχει ὁ Χριστός, θά ἔχουμε κι ἐμεῖς. Δέν ἐννοῶ βεβαίως ὅτι θά ἔχουμε μεταποίηση τοῦ σώματός μας σέ ἄλλη μορφή, ἄλλο σῶμα,
ὄχι, ἀλλά θά ἔχουμε πέρασμα ἀπό τή φθορά στήν ἀφθαρσία. Αὐτά μᾶς λέει ὁ ἱερός Δαμασκηνός. Ἀλλά ἄς δοῦμε καί στήν Ἁγία Γραφή σύντομα, ἀγαπητοί μου, τίς ἰδιότητες τοῦ ἀναστημένου σώματός μας.
Ὁ Κύριος λέει ὅτι «ἐν τῇ ἀναστάσει», στήν ἀνάσταση, «οὔτε παντρεύονται οὔτε νυμφεύονται», «ἀλλ᾽ ὡς ἄγγελοι Θεοῦ ἐν οὐρανῷ εἰσι». (Ματθ. 22,30./Μάρκ.12,25./Λουκ.20,35-36) ἀλλά εἶναι ὅπως οἱ ἄγγελοι στόν Οὐρανό.
᾿Ακόμη ὁ ᾿Απόστολος λέει: «τὰ βρώματα τῇ κοιλίᾳ καὶ ἡ κοιλία τοῖς βρώμασιν• ὁ δὲ Θεὸς καὶ ταύτην καὶ ταῦτα καταργήσει». (Α' Κορ. 6,13)
Τά φαγητά ἀνήκουν στό πεπτικό σύστημα, καί τό πεπτικό σύστημα ἀνήκει στά φαγητά, ὁ Θεός καί αὐτήν καί αὐτά θά τά καταργήσει. Δέν θά ἔχουμε, ἀνάγκη τροφῆς. Ἄν ὁ ἀναστάς Κύριος ἔφαγε, ἔφαγε κατά τρόπο ἀκατανόητο, γιά νά πιστοποιήσει ὅτι πραγματικά ἔχει σῶμα καί ὅτι δέν εἷναι φάντασμα, ὄχι ὅτι εἶχε ἀνάγκη τροφῆς.
Άκόμη στό βιβλίο τῆς Ἀποκαλύψεως βλέπουμε τό ἑξῆς: «Καὶ ἐξαλείψει, ἀπ’ αὐτῶν ὁ Θεὸς πᾶν δάκρυον ἀπὸ τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν, καὶ ὁ θάνατος οὐκ ἔσται ἔτι, οὔτε πένθος, οὔτε κραυγή, οὔτε πόνος οὐκ ἔσται ἔτι• ὅτι τὰ πρῶτα ἀπῆλθον. Καὶ εἶπεν ὁ καθήμενος ἐπὶ τῷ θρόνῳ• ἰδοὺ καινὰ ποιῶ πάντα». (Αποκ. 21,4-5) Δηλαδή, ἀπό αὐτούς πού θά ἀναστηθοῦν «εἰς ζωήν αἰώνιον» ὁ Θεός θά ἐξαλείψει κάθε δάκρυ, καί δέν θά ὑπάρχει πλέον ὁ θάνατος, οὔτε πένθος, οὔτε κραυγή, οὔτε πόνος. Αὐτά δέν θά ὑπάρχουν πλέον• πέρασαν τά πρωτινά. Αὐτά τά πρωτινά εἶναι ἣ παροῦσα ζωή, ὅπως τὴν γνωρίζουμε, ἐδῶ στήν «κοιλάδα τοῦ κλαυθμῶνος». (Ψαλμ. 83,7)
Καί ὁ Κύριος μᾶς λέει: «τότε οἱ δίκαιοι ἐκλάμψουσιν ὡς ὁ ἥλιος ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ πατρὸς αὖτῶν». (Ματθ. 13,43)
Τότε οἱ δίκαιοι θά λάμψουν σάν τόν ἥλιο. Καί ἡ ψ️υχή καί τό σῶμα τοὺς θά λάμψει σάν τόν ἥλιο! Ναί. Πῶς; Ὅπως Ἐκεῖνος μεταμορφώθηκε στό ὄρος Θαβώρ! Αὐτό εἶναι τό μέλλον τοῦ ἀνθρώπου, ἡ δόξα τοῦ ἀνθρώπου! Καταπληκτική δόξα!
Ποιός ἄνθρωπος, παρακαλῶ, ποιό φιλοσοφικό σύστημα, ποιά σκέψη ἀνθρώπινη, ἀνέβασε ποτέ τόν ἄνθρωπο σ᾽ αὐτή τή δόξα; Καί λένε μερικοί ὅτι τάχα ὁ Χριστιανισμός καταδικάζει τόν ἄνθρωπο... Τί λέτε; Τόν κατεβάζει, ἤ τόν ἀνεβάζει σέ μία ὑπέρτατη δόξα, πού ποτέ δέν συνέλαβε ἀνθρώπινο μυαλό; Καί αὐτά μέν θά συμβοῦν στούς δικαίους. ᾿Αλλά τί θά συμβεῖ στούς ἀσεβεῖς καί ἁμαρτωλούς;
Ὑπάρχει μία διάκριση, ἀγαπητοί μου, μεταξύ φύσεως καί θελήσεως, ὅπως τήν ὁρίζει ὁ Νικόλαος Καβάσιλας. Προσέξτε αὐτό τό σημεῖο. Ὡς πρός τή φύση, ἡ ἀθανασία θά δοθεῖ σέ ὅλους, ἀνεξαρτήτως τῆς θελήσεώς μας, εἴτε τό θέλουμε εἴτε δὲν τὸ θέλουμε. Επειδή ἡ ἀνθρώπινη φύση εἶναι κοινή καί δέν ρωτηθήκαμε γιά νά γεννηθοῦμε -δέν μᾶς ρώτησαν: «Θέλεις νά γεννηθεῖς;»!- κατά παρόμοιο τρόπο δέν θά ρωτηθοῦμε καί γιά νὰ αναστηθοῦμε. Ὁ Θάνατος και ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ προσφέρουν τήν ἀθανασία καί τήν ἀφθαρσία σέ ὅλους μας ἀκριβῶς μέ τόν ἴδιο τρόπο, ἀφοῦ ὅλοι ἔχουμε τή φύση τοῦ Χριστοῦ, πού ἔγινε ἄνθρωπος καί ἔμεινε ἀθάνατος καί ἄφθαρτος. Γι᾿ αὐτόν τόν λόγο ἧ ἀνάσταση θά εἶναι ἀναγκαστική! Εἴτε τό θέλει κανείς εἴτε δέν τό θέλει, θά ἀναστηθεῖ!
Λέει ὁ πατήρ Ἰουστῖνος Πόποβιτς τό ἑξῆς θαυμάσιο: «Ἐάν οἱ ἄνθρωποι καταδίκασαν τόν Θεό σέ θάνατο -εἴτε σταυρώνοντάς Τον, εἴτε διακηρύσσοντας ὅτι ὁ Θεός πέθανε!- Ἐκεῖνος τούς καταδίκασε σέ ἀθανασία!». Εἶναι φοβερό πράγμα νά θέλεις νά μήν ὑπάρχεις, καί νά μή τό μπορεῖς. Εἶναι φοβερό! Λοιπόν, αὐτό εἶναι ἀναγκαστικό, θά ἀναστηθοῦμε ὅλοι• ἀλλά ἡ εὐλογία θά δοθεῖ μόνο σ᾽ ἐκείνους τούς ὁρισμένους, πού θά ἐπιθυμήσουν τήν αἰώνια ζωή καί θά ἑνωθοῦν μέ τόν Χριστό ἀπό τήν παροῦσα ζωή. Συνεπῶς μεταξύ φύσεως καί θελήσεως ὑπάρχει αὐτή ἡ διάκριση. Ὡς πρός τή φύση, θέλουμε δέν θέλουμε, θά ἀναστηθοῦμε: ὡς πρός τή θέληση ὅμως, τό νά θέλουμε δηλαδή νά κερδίσουμε τήν αἰώνια ζωή ἤ ὄχι, αὐτό ἐξαρτᾶται ἀπό ἐμᾶς. Συνεπῶς γιά τούς εὐσεβεῖς θά γίνει «ἀνάσταση ζωῆς», γιά τούς ἀσεβεῖς θά γίνει «ἀνάσταση κρίσεως». Οἱ ἀσεβεῖς θά ἔχουν ἀθανασίαν καί ἀφθαρσία, ὅπως καί οἱ εὐσεβεῖς• ὄχι ὅμως αἰώνια ζωή, ἀλλά τήν αἰώνια κόλαση καί καταδίκη. Λέει ὃ Κύριος: «καὶ βαλοῦσιν αὐτούς εἰς τὴν κάμινον τοῦ πυρός• ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθμὸς καὶ ὃ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων». Καί: «καὶ ἀπελεύσονται οὗτοι εἰς κόλασιν αἰώνιον, οἱ δὲ δίκαιοι εἰς ζωὴν αἰώνιον». (Ματθ. 13,42./25,46)
Σημειώνει ὁ Ιερός Δαμασκηνός στό ἴδιο βιβλίο, τό 4ο, στήν 100ή παράγραφο: «Άναστησόμεθα τοιγαροῦν τῶν ψυχῶν πάλιν ἑνουμένων τοῖς σώμασιν ἀφθαρτιζομένοις καὶ ἀποδυομένοις τὴν φθορὰν καὶ παραστησόμεθα τῷ φοβερῷ τοῦ Χριστοῦ βήματι, καὶ παραδοθήσεται ὁ διάβολος καὶ οἱ δαίμονες αὖτοῦ καὶ ὁ ἄνθρωπος αὐτοῦ, ἤγουν ὁ ἀντίχριστος καὶ οἱ ἀσεβεῖς καὶ ἁμαρτωλοί, εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον, οὐχ ὑλῖκὸν οἷον τὸ παρ᾽ ἡμῖν, ἀλλ᾽ οἷον εἰδείη Θεός». Δηλαδή: Αὐτό τό αἰώνιο πῦρ δέν εἶναι ὑλικό, ὅπως εἶναι τό γνωστό μας πῦρ, ἡ γνωστή μας φωτιά, ἀλλά αἰώνιο, εἶναι ἐκεῖνο πού ξέρει ὁ Θεός. Καταλαβαίνουμε ποιό εἶναι, χωρίς νά τό ξέρουμε βέβαια, εἷναι ἡ θεία δόξα, ἡ ἄκτιστη ἐνέργεια, εἶναι ἡ θεία δόξα, πού πηγάζει ἀπό τήν οὐσία τοῦ Θεοῦ καί περνάει ἀπό τούς δικαίους ὡς φῶς καί ὄχι ὡς πῦρ, καί φθάνει στήν Κόλαση ὡς πῦρ καί ὄχι ὡς φῶς. Ἡ ἴδια θεία δόξα εἶναι, μέ τή διαφορά πῶς στοῦς εὐσεβεῖς εἶναι ὡς Φῶς καί στούς ἀσεβεῖς εἶναι ὡς πῦρ, ὡς φωτιά, ὅπως λέει καί ὁ Μέγας Βασίλειος στήν Ἑξαήμερό του.
Πάρτε καί τήν ἡλιακή ἀκτίνα. Ἔχει πολλά στοιχεῖα, δυό βασικά εἶναι ἣ φωτεινότητα καί ἡ θερμότητα.
Τήν φωτεινότητα μποροῦμε νά τήν κρατήσουμε χωρίς τή θερμότητα, ὅπως καί τή θερμότητα μποροῦμε νά τήν
ἔχουμε χωρίς τή φωτεινότητα. Αὐτό ἀκριβῶς συμβαίνει, ἀγαπητοί μου, καί μέ τή δόξα τῶν δικαίων καί τήν τιμωρία τῶν ἀσεβῶν. Αὐτό εἶναι τό «πῦρ», ἀλλά πῶς θά εἶναι αὐτό, μόνον ὁ Θεός γνωρίζει.
Καί λέει στή συνέχεια: «οἱ δὲ τὰ ἀγαθὰ πράξαντες ἐκλάμψουσιν ὡς ὁ ἥλιος, σὺν ἀγγέλοις εἰς ζωὴν αἰώνιον σὺν τῷ κυρίῳ ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστῷ, ὁρῶντες αὐτὸν ἀεὶ καὶ ὁρώμενοι καὶ ἄληκτον τὴν ἀπ’ αὐτοῦ εὐφροσύνην καρπούμενοι». Δηλαδή: Αὐτοί πού ἔπραξαν τά ἀγαθά θά λάμψουν ὅπως ὁ ἥλιος, μαζί μέ τούς ἀγγέλους, στήν αἰώνια ζωή, μαζί μέ τόν Ἰησοῦ Χριστό, τόν Ὁποῖο θά βλέπουν πάντοτε καί θά βλέπονται ἀπό Αὐτόν, ἀπολαμβάνοντας τήν χωρίς τέλος εὐφροσύνη Του, αἰνοῦντες Αὐτόν, μαζί μέ τόν Πατέρα καί τό Ἅγιο Πνεῦμα, στούς ἄπειρους αἰῶνες τῶν αἰώνων! ᾿Αμήν.
«Πῶς θά γίνει ἣ ἀνάσταση τῶν νεκρῶν»;
Καί ἀκόμα ἕνα τελευταῖο: Ποιός θά εἶναι ὁ τρόπος τῆς ἀναστάσεως; Πῶς θά ἀναστηθοῦμε; Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέει στήν Α΄ Πρός Κορινθίους ἐπιστολή του τά ἑξῆς: «Ἰδοὺ μυστήριον ὑμῖν λέγω», νά, σᾶς λέω ἕνα μυστήριο• «πάντες μὲν οὐ κοιμηθησόμεθα (βλέπετε τό ρῆμα; «κοιμηθησόμεθω» ὄχι τεθνηξόμεθα, όλοι δέν θά πεθάνουμε) πάντες δὲ
ἀλλαγησόμεθα, (ἀλλά ὅλοι θά ἀλλαχθοῦμε). Δηλαδή ὅταν θά ἔλθει ὁ Χριστός, τότε θά γίνει ἡ ἀνάσταση τῶν νεκρῶν. Βεβαίως θά ζοῦν ἄνθρωποι ἐπάνω στή γῆ, ἄς ποῦμε, ὅπως ἐμεῖς αὐτή τή στιγμή. Γι’ αὐτό μιλάει σέ πρῶτο πληθυντικό, γιατί βάζει καί τόν ἑαυτό του. Βλέπετε ἐδῶ πόσο σύμφωνο εἶναι αὐτό μέ τόν λόγο τοῦ Κυρίου, πού εἶπε «δέν εἶναι δικό σας θέμα νά ξέρετε πότε θά γίνουν αὐτά» (Πράξ. 1,6-7); Αὐτό σημαίνει ὅτι καί ὁ Παῦλος δέν ξέρει πότε θά γίνει ἡ ἀνάσταση τῶν νεκρῶν.
Λοιπόν, θά ὑπάρχουν ἄνθρωποι ἐπάνω στή γῆ, ἕκατομμύρια ἄνθρωποι. Ἐκεῖνοι πού τότε θά ζοῦν δέν θά πεθάνουν, ἀλλά θά ἀλλαχθοῦν, κι ἀπό φθαρτοί θά γίνουν ἄφθαρτοι, κι ἀπό θνητοί ἀθάνατοι, δέν θά δοκιμάσουν θάνατο. Πῶς θά γίνουν αὐτά; Ὁ ᾿Απόστολος Παῦλος λέει «ἔν ἀτόμῳ, ἕν ῥιπῇ ὀφθαλμοῦ». Τό «ἐν ἀτόμῳ» εἶναι τό ἄτομο τοῦ χρόνου, πού σημαίνει κάτι πού δέν κόβεται σέ μικρότερα κομμάτια. Δηλαδή αὐτά θά γίνουν σέ ἕνα κλάσμα τοῦ χρόνου, τόσο μικρό, πού δέν μποροῦμε νά τό συλλάβουμε, τόσο γρήγορα. Καί ἐπειδή τήν ἐποχή ἐκείνη δέν ὑπῆρχε κανένα παράδειγμα γιά νά δείξει τό ἐλάχιστο αὐτό κομματάκι τοῦ χρόνου, ὁ ᾿Απόστολος χρησιμοποιεῖ τήν «ριπή τοῦ ὀφθαλμοῦ», τὸ ἀνοιγόκλειμα τῶν ματιῶν. Αὐτό βεβαίως εἶναι μεγάλο χρονικό διάστημα, ἀλλά δέν τό ἀντιλαμβανόμαστε. Τό ἀνοιγόκλειμα τῶν ματιῶν μας δέν μᾶς ἐμποδίζει στή θέα τῶν ἀντικειμένων, βλέπουμε ἀδιάκοπα τά ἀντικείμενα. Τόσο γρήγορα λοιπόν θά γίνει αὐτή ἡ ἀλλαγή τῶν ζώντων σέ ἀθάνατους καί ἄφθαρτους, ἀλλά καί ἣ ἀνάσταση τῶν νεκρῶν. Τόσο γρήγορα! Καί συνεχίζει: «ἐν τῇ ἐσχάτῃ σάλπιγγι• σαλπίσει γάρ, καὶ οἷ νεκροὶ ἐγερθήσονται ἄφθαρτοι, καὶ ἡμεῖς ἀλλαγησόμεθα (καί οἱ νεκροί θά ἀναστηθοῦν ἄφθαρτοι, καί ἐμεῖς θά ἀλλαχθοῦμε καί θά γίνουμε ἐπίσης ἄφθαρτοι). (Α' Κορ. 15,51-52)
Λέει δέ ἀκόμα στήν Α΄ Πρός Θεσσαλονικεῖς ἐπιστολή του τά ἑξῆς: «Τοῦτο ὑμῖν λέγομεν ἐν λόγῳ Κυρίου, ὅτι ἡμεῖς οἱ ζῶντες οἱ περιλειπόμενοι εἰς τὴν παρουσίαν τοῦ Κυρίου οὐ μὴ φθάσομεν τοὺς Κοιμηθέντας• ὅτι αὐτὸς ὁ Κύριος ἐν κελεύσματι, ἐν Φωνῇ ἀρχαγγέλου καὶ ἐν σάλπιγγι Θεοῦ καταβήσεται ἀπ’ οὐρανοῦ, καὶ οἱ νεκροὶ ἐν Χριστῷ ἀναστήσονται πρῶτον, ἔπειτα ἡμεῖς οἱ ζῶντες οἱ περιλειπόμενοι ἅμα σὺν αὐτοῖς ἁρπαγησόμεθα ἐν νεφέλαις εἰς ἀπάντησιν τοῦ Κυρίου εἰς ἀέρα, καὶ οὕτω πάντοτε σὺν Κυρίῳ ἐσόμεθα». (Α' Θεσ. 4,15-17) Δηλαδή: Αὐτό σᾶς λέμε, ὅπως μᾶς τό εἶπε ὁ Κύριος, ὅτι ἐμεῖς πού θά ζοῦμε μέχρι τή Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου δέν θά πεθάνουμε, διότι ὁ ἴδιος ὁ Κύριος μέ διαταγή -εἶναι σημεῖο, δέν ξέρουμε τί ἀκριβῶς εἶναι αὐτό- μέ φωνή ἀρχαγγέλου καί μέ σάλπιγγα Θεοῦ θά κατεβεῖ ἀπό τόν οὐρανό, καί πρῶτα θά ἁναστηθοῦν οἱ νεκροί ἐν Χριστῷ• ἔπειτα ἐμεῖς που θά ζοῦμε θά ἁρπαχθοῦμε μέσα σέ νεφέλες, μαζί μ’ αὐτούς πού θά ἀναστηθοῦν, νά προϋπαντήσουμε τόν Κύριο στόν ἀέρα, καί ἔτσι θά εἴμαστε πάντοτε, στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων, μαζί μέ τόν Χριστό. Ὁ Κύριος θά κατέρχεται, κι ἐμεῖς θά ἀνερχόμαστε. Ὅπως ἀκριβῶς συνέβη καί στήν ᾿Ανάληψη τοῦ Χριστοῦ. Γι᾿ αὐτό οἱ δύο ἄγγελοι εἶπαν: «Μέ τόν τρόπο πού Τόν εἴδατε νά ἀνέρχεται, μέ τόν ἴδιο τρόπο θά ἔλθει ξανά». (Πράξ. 1,11)
Ὁ ᾿Απόστολος Παῦλος λέει «εἰς ἀέρα». Δηλαδή ποῦ; Κάπου, ὁ Θεός ξέρει. Προσέξτε ὅμως: Οἱ ἁμαρτωλοί δέν θά ἁρπαχθοῦν μέσα σέ «νεφέλες»: θά μείνουν κάτω στή γῆ. Τί θά γίνει μ᾽ αὐτούς καί πῶς θά πᾶνε στήν Κόλαση, ὁ Θεός τά ξέρει, δέν πολυπραγμονοῦμε, δέν ξέρουμε παρακάτω. ᾿Αλλά αὐτοί δέν θά ἔλθουν «εἰς ἀπάντησιν τοῦ Κυρίου. καὶ οὕτω πάντοτε σὺν Κυρίῳ ἐσόμεθα».
Καί ἔτσι θά εἴμαστε στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων, πάντοτε, μαζί μέ τόν Χριστόν.