†.Επανερχόμαστε, παιδιά, στο 6ο χωρίο του 3ου κεφαλαίου τῆς Γενέσεως, πού λέει: «καὶ εἶδεν ἡ γυνὴ ὅτι καλὸν τὸ ξύλον εἰς βρῶσιν καὶ ὅτι ἀρεστὸν τοῖς ὀφθαλμοῖς ἰδεῖν καὶ ὡραῖόν ἐστι τοῦ κατανοῆσαι». Ἡ Εὔα εἶδε ὅτι ἦταν πολύ ὡραῖο τό δένδρο γιά νά φάει κανείς τούς καρπούς του καί ἐπιθυμητό να το βλέπει στα μάτια του καί ὡραῖο νά τό δοκιμάσει γιά νά ἔχει γνώση.
Ὅπως λέγαμε τήν περασμένη φορά, πέραν τοῦ διαλόγου πού διαμείφθηκε μεταξύ τοῦ διαβόλου καί τῆς Εὔας, σημαντικότατο ρόλο στην πτώση έπαιξαν καί οἱ αἰσθήσεις τῶν πρωτοπλάστων, και συγκεκριμένα ἡ ὅραση καί ἡ γεύση. Όπως βλέπουμε, τό χωρίο αυτό εἶναι γεμᾶτο ἀπό ἐκφράσεις, ὅπως «εἶδεν», «καλόν», πού σημαίνει ὡραῖο, «ἀρεστὸν τοῖς ὀφθαλμοῖς», πάλι «ἰδεῖν» καί πάλι «ὡραῖον τοῦ κατανοῆσαι». Βλέπετε πόσες φορές ἐπαναλαμβάνει λέξεις συνώνυμες πού ἀναφέρονται στήν ὅραση; Αλλά καί τό «εἰς βρῶσιν», τό νά φάει κανείς τόν καρπό, ἀναφέρεται στήν αἴσθηση τῆς γεύσεως.
Σημαντικό ρόλο καί ἄξιο προσοχῆς, ὅπως εἴπαμε, ἔπαιξαν οἱ αἰσθήσεις στήν ὅλη αὐτή ὑπόθεση της πτώσεως τῶν πρωτοπλάστων. Ἡ αἰτία λοιπόν δέν ἦταν μόνο ὁ διάλογος πού ἀναπτύχθηκε ανάμεσα στην Εύα καί τόν διάβολο, ἀλλά ἦταν καί οἱ αἰσθήσεις, πού πρόδωσαν τους πρωτοπλάστους. Βέβαια, οἱ ἴδιοι οἱ πρωτόπλαστοι ἤθελαν καί προδόθηκαν ἀπό τίς αἰσθήσεις τους.
Ωστόσο τίθεται τό ἐρώτημα: Ποιά εἶναι ἡ θέση τῶν αἰσθήσεων στήν ὕπαρξη τοῦ ἀνθρώπου;
Ὅπως θά δοῦμε σέ ἕνα προσεχές μάθημά μας, ὁ ἄνθρωπος, προκειμένου να λάβει γνώση τοῦ ἐξωτερικοῦ περιβάλλοντος, χρησιμοποιεῖ τίς αἰσθήσεις του. Συνεπῶς οἱ αἰσθήσεις είναι τά μέσα ἐκεῖνα μέ τά ὁποῖα ὁ νοῦς πληροφορεῖται ὅ,τι συμβαίνει στο εξωτερικό του περιβάλλον. Ἐάν δέν βλέπω, ἐάν δέν ἀκούω, ἐάν δέν μυρίζω καί δέν ἀγγίζω, ἀντιλαμβάνεστε ὅτι δέν μπορῶ νά σχηματίσω εἰκόνα τοῦ ἐξωτερικού μου περιβάλλοντος.
Ὅμως, μετά ἀπό τίς αἰσθήσεις, εἶναι ἡ φαντασία, καί μετά τή φαντασία εἶναι ὁ νοῦς. Οἱ αἰσθήσεις εἶναι αὐτές πού ἔρχονται σέ ἄμεση ἐπαφή μέ ότιδήποτε ύλικο· συνεπῶς ἔχουν κάτι τό παχύ. Ἡ φαντασία εἶναι λεπτότερη ἀπό τίς αισθήσεις, ἀλλά εἶναι παχύτερη από τόν νοῦ. Καί τέλος εἶναι ὁ νοῦς. Ὥστε, γιά νά πληροφορηθῶ κάτι πού ὑπάρχει ἔξω ἀπό μένα, ὑπάρχει αυτή ἡ διαδικασία, αὐτή ἡ πορεία, κατά τήν ὁποία αυτό θα φθάσει στόν νοῦ μου διαμέσου τῶν αἰσθήσεων καί τῆς φαντασίας, καί ἔτσι θα λάβω γνώση τοῦ περιβάλλοντός μου.
Πρός τό παρόν δέν θά πῶ τίποτα γιά τή φαντασία· εἶναι ἕνα θέμα πού ἀνήκει σ' ἕνα μάθημα πιο κάτω. Σήμερα θα μιλήσουμε μόνο γιά τίς αἰσθήσεις.
Ἀφοῦ λοιπόν ὁ νοῦς γνωρίζει μέσα ἀπό τίς αἰσθήσεις τό ἐξωτερικό περιβάλλον, τότε οἱ αἰσθήσεις εἶναι τά παράθυρα τοῦ νοῦ. Ὅπως πάω στο παράθυρο και σκύβω νά δῶ τί συμβαίνει ἔξω, ἔτσι ἀκριβῶς κι ὁ νοῦς σκύβει ἀπό τά πέντε παράθυρα τῶν πέντε αισθήσεων γιά νά πληροφορηθεῖ τά περί τοῦ ἐξωτερικοῦ κόσμου.
Οἱ αἰσθήσεις ὅμως μόνο γι' αὐτό ἔγιναν; Βεβαίως ἂν ρωτήσουμε γιατί ο Θεός δημιούργησε τίς αἰσθήσεις, θα λέγαμε τά ἑξῆς. Καταρχάς οἱ αἰσθήσεις θά ὑπάρχουν καί στόν καινούργιο κόσμο τῆς Βασιλείας του Θεοῦ, διότι θα πάρουμε πάλι τό σῶμα μας πίσω, αὐτό πού μέ τόν θάνατο χάνουμε. Αὐτό δέν πρέπει ποτέ να τό ξεχνάμε. Ἄρα λοιπόν πάλι θά ἔχουμε τίς αἰσθήσεις, μέ τή διαφορά πώς θά εἶναι καινούργιες, μόνο πού δέν μποροῦμε νά ξέρουμε τί μορφή θά ἔχουν, πῶς ἀκριβῶς θα είναι.
Πρῶτος λόγος πού ὁ Θεός ἔκανε τόν ἄνθρωπο μέ τίς πέντε του αἰσθήσεις εἶναι γιά νά μπορεῖ νά ἀντιληφθεῖ τόν ἐνανθρωπήσαντα Θεό Λόγο. Δηλαδή ὁ Θεός Λόγος, πού μᾶς δημιούργησε καί κάποτε πῆρε τήν ἀνθρώπινη φύση, μᾶς ἔδωσε τίς αἰσθήσεις γιά νά μποροῦμε νά Τόν δοῦμε καί νά Τόν ἀκούσουμε. Ὁ πρῶτος καί βασικός λόγος εἶναι αὐτός.
Ἄν λοιπόν ρωτήσετε γιατί ὁ Χριστός, ὅπως διαβάζουμε στὰ εὐαγγέλια, ἄνοιγε τά μάτια τῶν τυφλῶν καί γιατί ἄνοιγε τα αφτιά τῶν κουφῶν, θά σᾶς ἀπαντήσω: γιὰ νὰ Τὸν δοῦν καί νά Τόν ἀκούσουν! Τώρα, στον κόσμο αὐτόν, σ' ἕναν κόσμο με διεφθαρμένη φύση και διεστραμμένες αἰσθήσεις, δέν μποροῦμε νά δοῦμε καθαρά τόν Χριστό· ὅταν ὅμως βρεθούμε στη Βασιλεία Του, τότε θὰ Τὸν δοῦμε μέ τά μάτια μας. Γι' αυτό λέει ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης, στην πρώτη του ἐπιστολή, στο 3ο κεφάλαιο, ὅτι «οψόμεθα αὐτὸν καθώς ἐστιν» (Α΄ Ιωάν. 3, 2. Βλ. Αποκ. 22, 4.), θὰ Τὸν δοῦμε ὅπως εἶναι.
Μή σᾶς κάνει ἐντύπωση. Πῶς εἶδαν οἱ τρεῖς μαθητές τόν Χριστό στό ὄρος Θαβώρ, στη Μεταμόρφωση; Ἔτσι θά Τόν δοῦμε κι ἐμεῖς, ἀλλά μέ τήν ἑξῆς διαφορά. Οἱ μαθητές, ἐπειδή δέν διέθεταν ἀκόμη καινούργια μάτια, Τόν εἶδαν «καθὼς ἡδύναντο», ὅπως λέει τό ἀπολυτίκιο τῆς Μεταμορφώσεως, δηλαδή ὅσο μποροῦσαν νά Τόν δοῦν· ὅταν ὅμως βρεθοῦμε στη Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, τότε βεβαίως «ὀψόμεθα αὐτὸν καθώς ἐστι», θά Τόν δοῦμε ὅπως εἶναι.
Αὐτός εἶναι ὁ πρῶτος λόγος. Υπάρχει καί ἕνας ἀκόμη λόγος. Οἱ αισθήσεις ἔγιναν, δημιουργήθηκαν, γιά νά δοῦμε τό κάλλος, τήν ὀμορφιά τῆς δημιουργίας καί ἔτσι, διά τῆς δημιουργίας, να γνωρίσουμε τόν Θεό καί νά Τόν δοξάσουμε. («Πρέπει λοιπὸν νὰ ἐνθυμηθῇς, ὦ ἀναγνῶστα, ὅτι ὁ τὸν ἀόρατον πρώτον Κόσμον καὶ τὸν ὁρατὸν δεύτερον δημιουργήσας Θεός, "διὰ νὰ δείξῃ σοφίας μείζονος γνώρισμα καὶ τῆς περὶ τὰς φύσεις πολυτελείας", ὡς εἶπεν ή θεολόγος του Γρηγορίου φωνή.» (Οσ. Νικοδήμου Αγιορείτου, Συμβουλευτικὸν Ἐγχειρίδιον, Κεφ. Α΄, Διατὶ ἐγένοντο αἱ Αἰσθήσεις, ἐπιστασίᾳ ἀρχιμ. Ανθίμου Γαζή, 1801, σ. 26.). Βλ. Γρηγορίου Ναζιανζηνού, Λόγος ΜΕ', Εἰς τὸ ἅγιον Πάσχα, PG 32, 624-664.)
Προσέξτε αὐτό τό σημεῖο πού εἶπα· ὅτι θά δοῦμε τήν δημιουργία καί τήν ὀμορφιά της· δέν θά μείνουμε ὅμως σ' αὐτή, ἀλλά διά τῆς δημιουργίας θά ἀναχθοῦμε στόν Θεό, θά Τόν γνωρίσουμε καί θά Τόν δοξάσουμε. Συνεπῶς ὁ ρόλος τῶν αἰσθήσεων, σε σχέση μέ τήν δημιουργία, εἶναι ρόλος αναγωγικός· οἱ αἰσθήσεις μᾶς ἀνάγουν, μᾶς ἀναφέρουν, δηλαδή μᾶς ἀνεβάζουν στον Θεό Δημιουργό. Δηλαδή, ἀπό τά αἰσθητά κάλλη, τίς αἰσθητές ὀμορφιές τῆς δημιουργίας, αναγόμαστε στα νοητά κάλλη. (Βλ. ὁσίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συμβουλευτικὸν Εγχειρίδιον, Κεφ. Α΄, Ὅτι διὰ τῆς θεωρίας τῶν κτισμάτων ἀναβαίνει ὁ νοὺς εἰς τὴν γνῶσιν καὶ ἀγάπην τοῦ Κτίστου, ἐπιστασίᾳ ἀρχιμ. Ανθίμου Γαζή, 1801, σ. 21. Πρβλ. Ρωμ. 1, 20,)
Βέβαια οἱ αισθήσεις στην πραγματικότητα εἶναι ἕνα μέσον· εἶναι ἀκριβῶς ὅπως οἱ σωλήνες τοῦ νεροῦ πού μᾶς φέρνουν τό νερό από τό ὑδραγωγεῖο. Ἄρα αὐτές από μόνες τους δέν εὐθύνονται γιά κάτι, καί γι' αὐτό δέν πρέπει οὔτε νὰ ἐπαινεθοῦν οὔτε νά κατηγορηθοῦν. Πίσω ἀπό τίς αισθήσεις εἶναι ὁ νοῦς· γι' αὐτό ὑπάρχει καί ἡ ἔκφραση «νοῦς ὁρᾶ καὶ νοῦς ἀκούει» (Αριστοτέλους, Προβλήματα, 9301.20.) στην πραγματικότητα δηλαδή ὁ νοῦς βλέπει καί ὁ νοῦς ἀκούει.
Νά σᾶς πῶ ἕνα πολύ απλό παράδειγμα. Πολλές φορές κοιτάζουμε ἕνα ἀντικείμενο, ἀλλά δέν τό βλέπουμε. Ἄν μᾶς δεῖ κάποιος ἄλλος δίπλα, θά βεβαιώσει πώς τό κοιτάζουμε συνεχῶς τό ἀντικείμενο αὐτό. Αναμφισβήτητα, στόν ἀμφιβληστροειδή μας σχηματίζονται οἱ εἰκόνες τοῦ ἀντικειμένου καί μάλιστα ἀλλεπάλληλες εἰκόνες, γιατί ἂν ἐμεῖς κάνουμε κάποια κίνηση ἢ τὸ ἀντικείμενο, ἔχουμε ἀλλεπάλληλες εἰκόνες. Ἀλλά ὁ νοῦς μας μπορεῖ νά εἶναι ἀπασχολημένος σέ ἄλλη σκέψη, καί νά μή καταγράφει τίς εἰκόνες πού τοῦ δίνουν τά μάτια μας. Ἄρα ποιός βλέπει στην πραγματικότητα; Τα μάτια μας; Ὄχι. Ὁ νοῦς λοιπόν ὁρᾶ, βλέπει, καί ὁ νοῦς ἀκούει.
Ἀλλά ἀπό τήν στιγμή πού ὁ νοῦς τῶν πρωτοπλάστων διαστράφηκε –καί ἀπό τί διαστράφηκε; ἀπό μία σκέψη· ὅτι μποροῦν νά θεωθοῦν· τούς ὑπέβαλε ὁ διάβολος τήν ἰδέα ὅτι μποροῦν νά γίνουν θεοί– ἀπό τήν στιγμή ἐκείνη ἀμέσως διαστράφηκαν καί οἱ αἰσθήσεις, καί δέν μποροῦσαν πιά νά βλέπουν ὅπως ἔβλεπαν πρῶτα.
Συγκεκριμένα, ὅταν ὁ Θεός εἶπε στούς πρωτοπλάστους ἀπό τούς καρπούς αὐτοῦ τοῦ δένδρου δέν θά δοκιμάσετε, ἀναμφισβήτητα οι πρωτόπλαστοι εἶδαν τό δένδρο πού τούς ἔδειξε ὁ Κύριος. Τό εἶδαν. Αλλά πῶς τό εἶδαν; Ἐδῶ θέλω να προσέξετε. Τό εἶδαν ἀπαθῶς, δηλαδή χωρίς πάθος. Ἁπλῶς τό εἶδαν. Εἶπαν: Αὐτό εἶναι ένα δένδρο. Ὁ Θεός μᾶς εἶπε νά μήν τό πλησιάσουμε. Δέν θά γευθοῦμε τίποτα από τό δένδρο αυτό. Από τήν στιγμή όμως πού τούς ὑποβλήθηκε ἀπό τόν διάβολο ἡ ἰδέα τῆς αὐτοθεώσεως, ἀπό τήν στιγμή ἐκείνη οἱ αἰσθήσεις διαστράφηκαν καί ἄρχισαν να βλέπουν ἐμπαθῶς. Από ἀπαθῶς, τώρα βλέπουν ἐμπαθῶς, δηλαδή βλέπουν πλέον μέ πάθος.
Αὐτό εἶναι ἕνα κεντρικό σημείο, γιά τό πῶς οἱ αἰσθήσεις τοῦ ἀνθρώπου ἔπαθαν αὐτήν τήν διαστροφή. Καί θέλω αὐτό νά τό προσέξουμε ἰδιαιτέρως.
Ὁ Θεόδωρος Ἐδέσσης λέει πώς ὁ Ἀδάμ «κακῶς τῇ αἰσθήσει χρησάμενος, τὸ αἰσθητὸν ἐθαύμαζε κάλλος, ὡραίου δόξαντος αὐτῷ τοῦ καρποῦ πρὸς ὅρασιν, καὶ καλοῦ εἰς βρῶσιν, οὗ γευσάμενος, ἀφῆκε τὴν ἀπόλαυσιν τῶν νοητῶν. (Φιλοκαλία τῶν ἱερῶν Νηπτικῶν, Θεωρητικόν, Ενετίησιν 1782, σελ. 285.) Ὁ Ἀδάμ, δηλαδή, κάνοντας κακή χρήση τῶν αἰσθήσεων, θαύμασε τό αἰσθητό κάλλος, εἶδε τόν καρπό, καί ἀφοῦ τοῦ φάνηκε ὡραῖος στήν ἐμφάνιση ὁ καρπός ἀλλά καί ἐκλεκτός γιά νά τόν φάει, δοκιμάζοντάς τον, ἐγκατέλειψε τήν ἀπόλαυση τῶν νοητῶν, δηλαδή τοῦ Θεοῦ. Διότι, λέει ἡ Γένεση, τότε εἶδαν οἱ πρωτόπλαστοι, εἶδε ἡ Εὐα, ὅτι ἦταν πολύ ὡραῖος αὐτός ὁ καρπός. Τάχα δέν ήταν ὡραῖος καί πρίν; Τώρα τόν βλέπουν ὅτι εἶναι ὡραῖος; Τί ἔγινε στα μάτια; ἄλλαξε κάτι; Δέν ἄλλαξε τίποτε στα μάτια τους· ἄλλαξε στόν νοῦ. Τώρα ὅμως ὁ νοῦς βλέπει χρησιμοποιώντας τά μάτια διεστραμμένα, δηλαδή ἐμπαθῶς. Καί ἔτσι, μόλις γεύθηκαν, ἄφησαν τήν ἀπόλαυση τῶν νοητῶν.
Ποιά εἶναι ἡ ἀπόλαυση τῶν νοητῶν πού ἄφησαν;
Απόλαυση τῶν νοητῶν, πρῶτα- πρῶτα, εἶναι ὁ Θεός, κι ὕστερα ὅ,τι ἄλλο. Αὐτό τό ἀφήνουν ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα, καί τελικά μένουν καί κολλούν στη δημιουργία.
Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης λέει: «Τὸ ξύλον ἐκεῖνο τὸ γνωστὸν καλοῦ καὶ πονηροῦ, ἡ ἐμπαθὴς αἴσθησίς ἐστιν τῆς φαινομένης κτίσεως» (Συμβουλευτικὸν Ἐγχειρίδιον, Κεφ. Β΄, Τίς ἡ τοῦ Ἀδὰμ πτώσις, σελ. 26.)· τό δένδρο τῆς γνώσεως εἶναι μιά ἐμπαθής αἴσθηση τῆς φαινομενικῆς φύσεως, τῆς φύσεως ὅπως φαίνεται. (Βλ. ἁγίου Μαξίμου Ὁμολογητοῦ, Κεφάλαια Θεολογικά, έκατοντάς α΄, νε΄: «Καὶ τάχα ξύλον εἶναι γνωστὸν καλοῦ καὶ πονηροῦ, τὴν φαινομένην κτίσιν εἰπών τις, οὐχ ἁμαρτήσει τῆς ἀληθείας» καί ἑκατοντάς β΄, λβ΄: «Ξύλον δὲ γνωστὸν καλοῦ καὶ πονηροῦ ἡ τοῦ σώματος αἴσθησις, ἐν ᾗ τῆς ἀλογίας υπάρχει σαφῶς ἡ κίνησις, ἧς κατὰ τὴν πεῖραν, μὴ ἅψασθαι δι' ἐνεργείας ὁ ἄνθρωπος τὴν θείαν λαβὼν ἐντολήν, οὐκ ἐφύλαξεν».)
Τι ήταν λοιπόν τό δένδρο τῆς γνώσεως ἐν προκειμένῳ; Ήταν μία ἐμπάθεια στίς αἰσθήσεις τῶν πρωτοπλάστων, που στρέφεται στην φαινομένην κτίσιν ὄχι στην νοητήν. Συνεπῶς ἐδῶ πρόκειται περί μιᾶς προσκολλήσεως τοῦ νοῦ διά τῶν αἰσθήσεων στην φαινομένην κτίσιν, ἡ ὁποία προσκόλληση εἶναι τό ποιητικό αἴτιο τῆς εἰδωλολατρίας, δηλαδή ἐκεῖνο πού δημιουργεί τήν εἰδωλολατρία.
Τί εἶναι ἡ εἰδωλολατρία; Εἰδωλολατρία εἶναι ὅταν βλέπουμε μέ τίς αἰσθήσεις μας τήν κτίση, καί δέν ἀναγόμαστε μέ τόν νοῦ μας στόν Θεό, ἀλλά μένουμε σ' αυτό που βλέπουμε. Οι πρωτόπλαστοι δέν ἔπεσαν στην εἰδωλολατρία, γιατί είχαν γνώση τοῦ Θεοῦ· ἀλλά οἱ ταλαίπωροι ἀπόγονοι τοῦ Ἀδάμ ἔπεσαν στήν εἰδωλολατρία, γιατί δέν ἔβλεπαν πιά τόν Θεό. Οἱ αἰσθήσεις τους διαστράφηκαν, καί ἄρχισαν να βλέπουν μόνο αὐτό πού ἔβλεπαν, χωρίς να κάνουν ἀναγωγή στόν Θεό. Αὐτό τό κόλλημα, αὐτή ἡ προσκόλληση τῶν αἰσθήσεων σέ ὅ,τι βλέπουμε μέσα στην κτίση, αὐτό ἀκριβῶς εἶναι ἡ ποιητική αἰτία τῆς εἰδωλολατρίας, δηλαδή αὐτό πού τήν δημιουργεῖ.
Θά ἤθελα αὐτό ἰδιαιτέρως νά τό ξέρετε καί νά τό θυμόσαστε. Γι' αὐτό ὁ ἄνθρωπος πού εἶναι ἐμπαθής γίνεται εἰδωλολάτρης. Βλέπετε τούς ἀρχαίους Έλληνες λάτρεψαν τήν Αφροδίτη, γιατί ήταν γεμάτοι ἀπό ἐπιθυμίες σαρκικές· λάτρεψαν τόν Βάκχο, τον Διόνυσο, γιατί ἦταν κολλημένοι στα οινοπνευματώδη ποτά· λάτρεψαν τόν Ἑρμῆ, γιατί ἦταν κολλημένοι στα χρήματα, στο κέρδος, καί οὕτω καθ᾿ ἑξῆς. Λάτρεψαν την κτίση διότι ἦταν ρυπαρή ή καρδιά τους, καί δέν μποροῦσαν νὰ ἀναχθοῦν στόν Θεό Δημιουργό.
Εἶναι πολύ σοβαρό αυτό. Γι' αυτό και σύγχρονοι φιλόσοφοι, ὅταν ἔχουν ὑλιστικές αντιλήψεις, δέν βλέπουν παρά μόνο την δημιουργία. Πέραν τῆς δημιουργίας, δέν βλέπουν τίποτε ἄλλο. Αν ρωτήσετε τί ἀκριβῶς εἶναι τό φαινόμενο τῆς ἀθεΐας, θά μπορούσαμε βέβαια νά ποῦμε πολλά πράγματα, αλλά κυρίως θα λέγαμε ὅτι ἡ καρδιά, ἐπειδή εἶναι ρυπαρή, βρώμικη, δέν μπορεῖ νά δεῖ τόν Θεό. Δηλαδή ἀδυνατεῖ ὁ νοῦς νά κάνει ἀναγωγή καί νά ἀνεβεῖ διά τῶν αἰσθήσεών του στόν Θεό, ἀλλά μένει σέ ὅ,τι βλέπει, κολλάει σ' αὐτά πού βλέπει καί τά θεοποιεῖ.
Γι' αὐτό, παιδιά, προσέξτε. Θέλετε νά μή φθάσετε ποτέ στήν ἀθεΐα; Προσέχετε νά μή κάνετε ἁμαρτίες, καί μάλιστα σαρκικές ἁμαρτίες. Αν κάνουμε ἁμαρτίες, μέ τίς ὁποῖες συνθηκολογοῦμε καί τίς δικαιολογούμε, τότε εἴμαστε κοντά στην ειδωλολατρία. Ὅμως μπορεῖ να κάνουμε ἁμαρτίες, αλλά νά μετανοοῦμε. Προσέξτε με, να μετανοοῦμε, καί νά μή δεχόμαστε ποτέ ὅτι αὐτό πού κάναμε ἦταν σωστό. Ανά πάσα στιγμή νά λέμε: Αὐτό εἶναι ἁμαρτία. Το κάνω, αλλά εἶναι ἁμαρτία. Τότε βεβαίως δέν πᾶμε στήν εἰδωλολατρία, γιατί ύπολογίζουμε και σκεπτόμαστε τήν ἁμαρτία, ἡ ὁποία εἶναι σε σχέση πάντα με τον Θεό.
Από την στιγμή ὅμως πού θά συνθηκολογήσουμε καὶ θὰ ἀντιτάξουμε, γιατί αὐτό νά εἶναι ἁμαρτία; τότε γλιστράμε πρός τήν ἀθεΐα. Βλέπετε, οἱ συμμαθητές σας στο σχολείο, παιδιά του Γυμνασίου καί τοῦ Λυκείου –σε λίγο θα μιλᾶμε καί γιά παιδιά τοῦ Δημοτικού!– ἀναρωτιοῦνται καί λένε: Γιατί νά εἶναι αὐτό ἁμαρτία; Ποῦ τό βλέπεις το κακό... Αυτό σημαίνει ὅτι συνθηκο λογοῦν μέ τήν ἁμαρτία. Τα παιδιά αὐτά γρήγορα θά ὁδηγηθοῦν στήν ἀθεΐα, ἐπειδή χάνουν ἀπό τόν ὀπτικό τους ορίζοντα τόν Θεό, καθώς οἱ αἰσθήσεις τους ἔχουν κολλήσει στην κτίση.
Ἔτσι, σαφῶς λέει ἐδῶ τό ἱερό κείμενο ὅτι ἡ Εὐα εἶδε τόν καρπό του δένδρου. Τί θά πεῖ εἶδε; Θά πεῖ ὅτι ἔκανε χρήση τῆς αἰσθήσεως τῆς ὁράσεως.
Γι' αυτό, καιρός εἶναι νά δοῦμε, μέ λίγα λόγια, πῶς μποροῦμε νά ξαναγυρίσουμε στήν ἐν Χριστῷ ἀπλότητα, δηλαδή οἱ αισθήσεις μας, καί ἰδιαιτέρως τά μάτια, να βλέπουν ὅπως ἔβλεπαν οἱ πρωτόπλαστοι πρίν ἁμαρτήσουν. Πρέπει να μάθουμε λοιπόν τί μετέρχεται αὐτή ἡ αἴσθηση τῆς ὁράσεως, γιά νά φυλαχτοῦμε και να προσέξουμε.
Εἶπα ἡ ἐν Χριστῷ ἁπλότης. Ναί. Ὅ,τι χάσαμε μέ τόν Ἀδάμ, τό κερδίζουμε, καί κάποτε πολλαπλῶς, μέ τόν Ἰησοῦ Χριστό. Όχι φυσικά χωρίς κόπο· ἀλλά καί μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ· κόπος και χάρη Θεοῦ. Μέ τόν Ἰησοῦ Χριστό τό κερδίζουμε πάλι. Γι' αὐτό μᾶς χρειάζεται ὁ Χριστός.
Ποῦ εἶναι ἐκεῖνοι πού λένε ὅτι ὅταν θα γεράσουν, τότε θα γίνουν Χριστιανοί, θά ἀγωνιστούν, θα μετανοήσουν;... Παιδιά, ἔχουμε πολλή δουλειά να κάνουμε. Το καταλαβαίνετε; Ἔχουμε πολλή δουλειά! Ξέρετε πόση, για όσο χρόνο μᾶς πίστωσε ὁ Θεός, δηλαδή για ὅσο θα ζήσουμε. Δέν μποροῦμε νά ἀναβάλλουμε για το μέλλον, καί νά λέμε ἅμα θα γεράσω, ἅμα θά... Ὄχι· πρέπει ν' ἀρχίσουμε. Αὐτός εἶναι ὁ σκοπός ἐξ ἄλλου πού κάνουμε τήν κατήχηση ἐδῶ καί σέ νέα παιδιά, σε νέους ἀνθρώπους· γιά νά ἀρχίσουν από τώρα τή δουλειά, τό ἔργο τῆς καθάρσεως τῆς καρδιᾶς.
Αρχικά λοιπόν ἄς ἀναφερθοῦμε στη δραση.
Ἡ αἴσθηση τῆς ὁράσεως ἔχει ἀρκετούς χαρακτηρισμούς. Λέγεται βασιλικωτάτη αἴσθησις. Διότι, ἀπό τίς πέντε αισθήσεις μας, ἂν μᾶς ἔλεγαν ὅτι θά μᾶς ἀφήσουν μόνο μία καί θά μᾶς ἀφαιρέσουν τις τέσσερις, ποιά θά προτιμούσαμε; Αναμφισβήτητα θα προτιμούσαμε νά εἴμαστε κουφοί, θα προτιμούσαμε νά μήν ἔχουμε γεύση ἢ ὄσφρηση, αλλά τά μάτια μας τά θέλουμε· γι᾿ αὐτό καί λέγεται βασιλικωτάτη αἴσθησις.
Ακόμη, ὁ ἴδιος ὁ Κύριός μας εἶπε ὅτι τά μάτια εἶναι οἱ λύχνοι τοῦ σώματος (Βλ. Ματθ. 6, 22.), εἶναι τά λυχνάρια τοῦ σώματος, μέ τά ὁποῖα μπορεῖ κανείς να βλέπει, δηλαδή σάν νά ἔχει ἀνάψει φῶς· διότι ὁ ἄνθρωπος, ὅταν ἔχει τα μάτια του, τότε έχει φῶς καί βλέπει τί γίνεται γύρω του. (Στόν ἀρχαῖο κόσμο τό φῶς εἶχε θεοποιηθεῖ, σε συνδυασμό μέ τήν ὅραση, καί τόση σημασία ἀπεδιδόταν στη σχέση αυτή, ὥστε τό ζῆν θεωρεῖτο ἰσότιμο τοῦ ὁρᾶν. Ὁ Ὅμηρος υποστήριζε πως ή ὄραση ἐπιτελεῖται διά ἀκτίνων λεπτοφυούς πυρός, τὸ ὁποῖο ἐκε πέμπεται ἀπό τό ἐσωτερικό τοῦ ὀφθαλμοῦ πρὸς τὰ ἔξω. Ὁ Ἀλκμαίων ὁ Κροτωνιάτης, γιά τήν ἑρμηνεία τῆς ὁράσεως, ὑπέθετε τήν ὕπαρξη εσωτερικοῦ πυρὸς ἐντός τοῦ ὀφθαλμοῦ, τό ὁποῖο ἐκβάλλεται πρός τά ἔξω. Ὁ Πλάτων, στο έργο του Τίμαιος, αναφέρει ὅτι οἱ ἀκτίνες τοῦ φωτός ἐκπέμπονται από τον οφθαλμό (τό οπτικό πύρ), καί μέ τό ἐξωτερικό φως (τό ρευστό πυρ) σχηματίζουν το σῶμα τῆς ὁράσεως (τον οπτικό κῶνο), τό ὁποῖο, ἀνακλώμενο πάλι στον οφθαλμό, μεταφέρεται στον εγκέφαλο. Πρβλ. «ὀφθαλμοὶ Κυρίου μυριοπλασίως ηλίου φωτεινότεροι» (Σ. Σειρ. 23, 19)
Ακόμη, τα μάτια ὀνομάστηκαν οἱ δύο φωστήρες τοῦ προσώπου. Εἶναι κατ' ἀπομίμηση, κατ' αναλογίαν τῶν δύο φωστήρων τοῦ οὐρανοῦ, τοῦ ἡλίου καί τῆς σελήνης (Βλ. Γέν. 1, 14-16). Το πρόσωπο θεωρεῖται σάν ἕνας οὐρανός, καί ἔχει δύο φωστῆρες, δηλαδή δύο ἀστέρια να φωτίζουν. Αὐτά τά δύο ἀστέρια εἶναι τά δύο μάτια.
Ακόμη, τά μάτια ὀνομάστηκαν οἱ δύο πρώτοι κλέπται τῆς ἁμαρτίας. Αὐτοί εἶναι οἱ πρῶτοι που κλέβουν τήν ἁμαρτία· θά τό δοῦμε λίγο πιο κάτω πῶς.
Ὀνομάστηκαν ἐπίσης καί οἱ πλόκαμοι τῆς ψυχῆς. Ὅπως ἀκριβῶς ὁ χαμαιλέων βγάζει μιά γλώσσα μεγάλου μήκους, ἁρπάζει τό ἔντομο καί τό φέρνει πίσω στο στόμα του, ἤ ὅπως τό χταπόδι απλώνει τα πλοκάμια του καί πιάνει τό θύμα του, τη λεία του, ἔτσι καί τά μάτια εἶναι οἱ ἀόρατοι πλόκαμοι τῆς ψυχῆς, μέ τούς ὁποίους συλλαμβάνει ή ψυχή ἐκεῖνο πού θέλει.
Ακόμη, τά μάτια ὀνομάστηκαν τα δύο ἀόρατα χέρια. Οἱ τρεῖς μάλιστα τελευταῖοι χαρακτηρισμοί εἶναι τῆς αὐτῆς κατηγορίας. Δηλαδή, σάν νά βγαίνουν από τα μάτια δυό μεγάλα χέρια καί ἀρχίζουν να κλέβουν, ὅπως σᾶς εἶπα προηγουμένως. Πῶς κλέβουν; Βλέπω τούς θησαυρούς τοῦ ἄλλου, βλέπω τίς ὀμορφιές τοῦ ἄλλου... καί τίς κλέβω. Ὅταν ὁ ἄλλος μοῦ πεῖ εἶσαι κλέφτης, θά πῶ: Μέ εἶδες να μετακινήσω κάτι; εἶδες τίποτα να κλέψω; Καί ὅμως κλέβουμε τα ξένα κάλλη, τις ξένες ὀμορφιές, τά ξένα πράγματα, τα πάντα κλέβουμε. Από τά μάτια βγαίνουν αὐτά τά δύο χέρια και κλέβουν τα πάντα.
Αλλά τά μάτια θεωροῦνται ἐπίσης ὅτι ἔχουν καί αφή λεπτότερη ἀπό τήν αφή. Εἶναι γνωστό ὅτι ὅταν πιάσω κάτι μέ τό χέρι μου, αντιλαμβάνομαι τί πιάνω. Καί τά μάτια μου πιάνουν, ἀλλά μέ μία λεπτότερη αφή. Βλέπετε, πηγαίνουν σέ πρόσωπα, σέ ἀντικείμενα, καί τά πιάνουν! Πῶς; Βλέποντας, μέ αὐτήν τή λεπτή αφή. Καί ἔτσι ἡ αἴσθηση τῶν ματιῶν εἶναι πράγματι καταπληκτική.
Τί πρέπει να κάνουμε λοιπόν, ἄν τά μάτια μας εἶναι δύο κλέφτες τῆς ἁμαρτίας, ἀφοῦ μέ αὐτά ἁμαρτάνουμε; Πρέπει νά τά φυλάξουμε τα μάτια μας. Διότι, ἄν δέν τά φυλάξουμε, τότε θα πάθουμε πολύ κακό.
Θά ἤθελα νά σᾶς πῶ μερικά παραδείγματα ἀνθρώπων ἤ λαῶν πού δέν φύλαξαν τα μάτια τους, γιά νά δεῖτε τί ἔχουν πάθει.
Σᾶς θυμίζω πρῶτα πρῶτα τόν Ἀδάμ καί τήν Εὔα· δέν φύλαξαν τα μάτια τους, καί ἔχασαν τόν παράδεισο. Ὁ ἅγιος Νικόδημος λέει: «Ακούεις; εἶδε φησίν, εἶδεν, ἔπαθεν, ἔλαβεν, ἔφαγεν, ἔθανεν (Βλ. όσ. Νικοδήμου Αγιορείτου, Συμβουλευτικὸν Ἐγχειρίδιον, Γ΄, Παραδείγματα τῶν μὴ φυλαξάντων τοὺς ὀφθαλμούς, σ. 55.). Ακούς; Εἶδε, λέει, ἡ Εὔα· εἶδε τόν καρπό, ἔπαθε, δηλαδή ἐμπαθῶς κινήθηκε, πῆρε μέ τό χέρι της, ἔφαγε καί πέθανε. Εἴδατε ἀπό που ξεκίνησε;
Ἄλλο παράδειγμα εἶναι οἱ ἀπόγονοι τοῦ Σήθ.
Ὁ Σήθ γεννήθηκε σέ ἀντικατάσταση τοῦ Ἄβελ. Όπως θα ξέρετε, ὁ Θεός εἶχε πεῖ στοὺς ἀπογόνους τοῦ Σήθ νά μή μιγοῦν μέ τούς ἀπογόνους τοῦ Κάιν, οι ὁποῖοι εἶχαν διαφθαρεῖ. Ἀλλά, λέει ἐκεῖ ἡ Γένεση, «ἰδόντες δὲ οἱ υἱοὶ τοῦ Θεοῦ τὰς θυγατέρας τῶν ἀνθρώπων ὅτι καλαί εἰσιν, ἔλαβον ἑαυτοῖς γυναῖκας...» (Γέν. 6, 2.). Εἶδαν οἱ ἄνδρες, ἀπόγονοι του Σήθ, τίς γυναῖκες τῶν ἀπογόνων τοῦ Κάιν ὅτι ἦταν ὡραῖες, καί παρά τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ νά μή μιγοῦν αὐτοί οἱ δύο κλάδοι, ἀπόγονοι τοῦ Ἀδάμ, παντρεύτηκαν τίς γυναῖκες αὐτές, ὑπέστησαν ἠθική φθορά, καί τό ἀποτέλεσμα τῆς ἀναμείξεως αὐτῆς, αὐτῶν τῶν γάμων, ἦταν ὁ κατακλυσμός τοῦ Νῶε. Ὁ Θεός, ρίχνοντας μιά ματιά μετά σ' αυτούς τοὺς ἀνθρώπους, εἶπε: «οὐ μὴ καταμείνῃ τὸ πνεῦμά μου ἐν τοῖς ἀνθρώποις τούτοις εἰς τὸν αἰῶνα διὰ τὸ εἶναι αὐτοὺς σάρκας» (Γέν. 6, 3.). Δέν θά μείνει πιά τό Πνεῦμα μου τό Ἅγιο σ' αὐτούς, γιατί ἔγιναν σαρκικοί ἄνθρωποι.
Εἴδατε; Καί ἦλθε ὁ κατακλυσμός! Θα γινόταν ὁ κατακλυσμός, ἐάν οἱ ἀπόγονοι του Σήθ πρόσεχαν, καί δέν ἔβλεπαν τίς γυναῖκες τῶν ἀπογόνων τοῦ Κάιν μέ ἐμπάθεια; Δέν θά γινόταν. Αλλά δέν πρόσεξαν. Τί δέν πρόσεξαν; Τα μάτια τους δεν πρόσεξαν γι' αὐτό ἔγινε ὁ κατακλυσμός.
Ακόμη, σᾶς θυμίζω τους κατοίκους Σοδόμων και Γομόρρας. Αὐτοί εἶδαν, λέει ἡ Γένεση, ἐκείνους τούς δύο ἀγγέλους, τούς δύο ἄνδρες, πού στην πραγματικότητα ἦταν ἄγγελοι εἰς τύπον τῆς Ἁγίας Τριάδος. Συγκεκριμένα, τα δύο πρόσωπα που κατέβηκαν στα Σόδομα ἦταν εἰς τύπον τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος (Η τριαδικότητα τοῦ Θεοῦ στὴν Παλαιά Διαθήκη δέν ἀναφέρεται ξεκάθαρα, γιά νά μή νομισθεῖ ἀπό τούς Εβραίους ὅτι υπάρχουν πολλοί θεοί, ἀλλά υπαινίσσεται ἤδη ἀπό τό πρῶτο βιβλίο της (Γέν. 1,1-2. 1,26. 3,22. 11,7. 19,24). Το εβραϊκό κείμενο στα σημεῖα αὐτά –καί σέ πολλά άλλα- γιά τή λέξη Θεός χρησιμοποιεί τή λέξη Ἐλοχείμ, πού ὅμως εἶναι σε πληθυντικό αριθμό, παρ' όλο πού τονίζεται ὅτι ἕνας μόνο Θεός υπάρχει. Βλ. Μεγ. Αθανασίου, PG 28, 1216-1227, π. Αθανασίου Μυτιληναίου, Ἡ Γένεσις, Τόμοι Α΄ και Β΄, Μαθήματα 3ο και 13ο, ἐκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Κομνηνείου, Στόμιον Λαρίσης, 2017-2018, Νικολάου Σωτηροπούλου, Ἀντιχιλιαστικών Εγχειρίδιον, ἐκδ. Ὁ Σταυρός, Αθήναι 1978, σσ. 32-34, τοῦ ἰδίου, Ἰησοῦς Γιαχβέ, ἐκδ. Ὁ Σταυρός, Ἀθῆναι 21988, σσ. 81-82, καί Τό Ἅγιον Πνεῦμα Γιαχβέ, Τα Μυστηριώδη Κεφάλαια τῆς Γενέσεως 18-19, ἐκδ. Ὁ Σταυρός, Ἀθῆναι 2006, σσ. 21-23.). Ὅταν εἶδαν λοιπόν αὐτούς τούς ωραίους ἄνδρες, πῆγαν καί χτυποῦσαν τήν πόρτα τοῦ Λώτ ζητώντας τους νά ἁμαρτήσουν! Εἶναι αὐτές οἱ ἁμαρτίες που στην ἐποχή μας γίνονται τόσο πληθωρικά!... Παιδάκια, προσέξτε πάρα πολύ!... Καί οἱ ἄγγελοι εἶπαν στον Λώτ. Ἑτοιμάσου να βγεῖς ἀπό τήν πόλη, γιατί μέχρι το πρωί οἱ πόλεις αὐτές θά ἔχουν καταστραφεί (Γέν. 19, 15.). Καί δέν σώθηκε οὔτε ἕνας!
Τί λέτε; ἐάν πρόσεχαν τά μάτια τους οἱ ἄνθρωποι αὐτοί, θά ἔπεφταν σ' αὐτά τά βαριά ἁμαρτήματα;
Σᾶς θυμίζω ἀκόμη τόν Συχέμ, πού ἦταν δίπλα στην κατασκήνωση τοῦ Ἰακώβ. Ὅπως ξέρετε, ὁ Ἰακώβ εἶχε δώδεκα αγόρια, εἶχε καί πολλά κορίτσια· ἀναφέρεται ὅμως μόνο ένα κορίτσι, γιατί έγινε μιά ἱστορία μέ τό κορίτσι αὐτό, ποὺ τὸ ἔλεγαν Δείνα. Αυτή λοιπόν εἶχε περιέργεια να πάει νὰ δεῖ τί κάνουν οἱ Συχεμίτες. Την είδε ο γιος του βασιλέως τῶν Συχεμιτῶν, πού τόν ἐλεγαν Συχέμ, καί τήν άρπαξε, τήν ἀπήγαγε. Τό ἔμαθαν τ' ἀδέλφια της, καί χωρίς να ρωτήσουν τον πατέρα τους, ἰδίως μάλιστα δύο ἀδέλφια –δέν σᾶς λέω πιό πολλά εἶναι μεγάλη ἱστορία-, πῆγαν καί ἔσφαξαν τόν Συχέμ
καί μαζί ὅλους τούς ἄνδρες τῆς πόλεως, για να πάρουν πίσω τήν ἀδελφή τους. (Βλ. Γέν. κεφ. 34).
Ἂν ἐκείνη δέν ἦταν περίεργη καί ἄν ὁ Συχέμ δέν ἔβλεπε αὐτήν ὅτι ἦταν ὡραία κοπέλα, θά γινόταν αὐτή ἡ ἱστορία; θά πάθαιναν αὐτό πού ἔπαθαν;
Καί τέλος, σᾶς θυμίζω τόν Δαβίδ, πού ἔκανε διπλό ἁμάρτημα, φόνο καί μοιχεία, γιατί κάποτε κοίταξε ἀπό την ταράτσα τοῦ σπιτιοῦ του ἕνα γυναικεῖο πρόσωπο, την Βηρσαβεέ. (Βλ. Α΄ Βασ. κεφ. 11).
Οπότε βλέπει κανείς πόσο σπουδαῖο πράγμα εἶναι το φύλαγμα τῶν ματιῶν· γι' αὐτό, παιδιά, ἂς προσέχουμε.
Υπάρχει μία ἔκφραση πού λέει ὅτι ἐκ τοῦ ὁρᾷν τίκτεται τό ἐρᾷν. Ἀπό τά μάτια γεννιέται ὁ ἔρωτας. Τό ὁρᾶν εἶναι ἀπαρέμφατο τοῦ ὁρῶ, βλέπω, καί τό ἐρᾶν εἶναι ἀπαρέμφατο τοῦ ἐρῶμαι, ἐρωτεύομαι. Δηλαδή, μέ τό νά βλέπω, ἐρωτεύομαι. (Βλ. όσ. Νικοδήμου Αγιορείτου, Συμβουλευτικὸν Ἐγχειρίδιον, Γ΄, Ὅτι ἐκ τοῦ ὁρᾷν τίκτεται τὸ ἐρᾷν· καὶ ἀντιστρόφως, σ. 56-58).
Γι' αὐτό ὁ μέγας Αλέξανδρος, ὅπως λέει ὁ μέγας Βασίλειος, ὅταν νίκησε καί κατέλαβε τούς Πέρσες, τότε, ὅταν ἐκεῖνοι τοῦ μίλησαν για τον γυναικωνίτη του βασιλέως τῶν Περσῶν, «οὐδὲ προσβλέψαι ἠξίωσε» («Ὁ τῶν Μακεδόνων Αλέξανδρος, τὰς θυγατέρας Δαρείου αἰχμαλώτους λαβών, θαυμαστόν τι οἷον τὸ κάλλος παρέχειν μαρτυρουμένας, οὐδὲ προσιδεῖν ἠξίωσεν, αἰσχρὸν εἶναι, λέγων, τὸν ἄνδρας ἑλόντα, ὑπὸ γυναικῶν ἡττηθῆναι.» (PG 32, 1345). «Αλλ Αλέξανδρος, ὡς ἔοικε τοῦ νικᾶν τοὺς πολεμίους τὸ κρατεῖν ἑαυτοῦ βασιλικώτερον ἡγούμενος, οὔτε τούτων ἔθιγεν, οὔτ᾽ ἄλλην ἔγνω γυναῖκα πρὸ γάμου ... τὰς δ᾽ ἄλλας αἰχμαλώτους ὁρῶν ὁ Αλέξανδρος, κάλλει καὶ μεγέθει διαφερούσας, ἔλεγε παίζων ὡς εἰσὶν ἀλγηδόνες ὀμμάτων αἱ Περσίδες, ἀντεπιδεικνύμενος δὲ πρὸς τὴν ἰδέαν τὴν ἐκείνων, τὸ τῆς ἰδίας ἐγκρατείας καὶ σωφροσύνης κάλλος, ὥσπερ ἀψύχους εἰκόνας ἀγαλμάτων παρέπεμπεν» (Πλουτάρχου, Αλέξανδρος καὶ Καίσαρ, 21.7-11) Βλ. Αγ. Ιωάννου Δαμασκηνοῦ, Περὶ παρθενίας... PG 96, 245) απαξίωσε να ρίξει οὔτε μιά ματιά!... Δεν θέλησε οὔτε καν να κοιτάξει, γιατί ἀκριβῶς γνώριζε ὅτι μπορούσε νά αἰχμαλωτισθεῖ ἀπό τά μάτια του.
Γι' αὐτό, παιδιά, η Αγία Γραφή, στο βιβλίο των Παροιμιῶν, μᾶς εἰδοποιεῖ: «οἱ ὀφθαλμοί σου ὀρθὰ βλεπέτωσαν» (Παρ. 4, 25), τα μάτια σου νά βλέπουν σωστά.
Ὁ δέ Ἰώβ μᾶς σημειώνει: «Διαθήκην ἐθέμην τοῖς ὀφθαλμοῖς μου καὶ οὐ μὴ συνήσω ἐπὶ παρθένον» (Ιώβ 31, 1). Εκανα συμφωνία μέ τά μάτια μου, λέει, νά τά προσέχω νά μή κοιτάξουν περίεργα τις νεαρές κοπέλες. Εἴδατε; ἔκανα συμφωνία!
Μάλιστα, ὁ ἅγιος Ἰσίδωρος ὁ Πηλουσιώτης, λέει ὅτι γι' αὐτό ἀκριβῶς ἡ ἴριδα τοῦ ματιοῦ λέγεται κόρη τοῦ ὀφθαλμοῦ –καί κόρη θά πεῖ παρθένος– γιά νά διατηροῦμε τήν κόρη του ματιού μας παρθενική. Θά ἦταν περίεργο, λέει, νά τήν ὀνομάζεις κόρη, δηλαδή παρθένα, καὶ νὰ μὴ βλέπεις παρθενικά, να μή βλέπεις σωστά, να βλέπεις βρώμικα. («Οὐ μόνον τὸ σῶμα ἀνέπαφον, ἀλλὰ καὶ τὰς βολὰς τῶν ὀ φθαλμῶν, ὡς κόρας διὰ τοῦτο καλοῦμεν, παρθένους εἶναι χρή, καὶ μὴ πιστεύειν αὐταῖς ἀναισχύντως καὶ ἀκρατῶς ἐστιάσθαι τοῖς ἀλλοτρίοις κάλλεσιν, ἵνα μὴ ἀπὸ τῆς θέας ἐπὶ τὴν πρᾶξιν παιδαγωγηθῶσιν.» (Παύλω πρεσβυτέρω, Βιβλ. Ε΄, ΜΕ, PG 78, 1353BC). «Αἱ κόραι αἱ εἴσω τῶν ὀφθαλμῶν, καθάπερ παρθένοι ἐν θαλάμοις ἱδρυμέναι καὶ τοῖς βλεφάροις καθάπερ παραπετάσμασι κεκαλυμμέναι, δίκαιαι ἂν εἶεν ὑπὸ σώφρονος λογισμοῦ ἐπιτροπεύεσθαι, ἵνα ἐρυθριῶσι μὲν ἀεὶ καὶ αἰσχύνωνται ἃ δεῖ. Εἰ γὰρ τοῦτο δράσαιεν, φυλάξαιεν ἀληθῶς τὸ πρέπον παρθένοις· εἰ δὲ ἀκρατῶς καὶ ἀναισχύντως καθορῷεν, κύνες ἀντὶ παρθένων εὑρεθήσονται, τοῖς ἀλλοτρίοις κάλλεσιν ἐπιλυττῶσαι.» (Ηλία διακόνῳ, Βιβλ. Ε΄, PMG, PG 78, 1412C)
Ὁ δὲ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος μᾶς εἰδοποιεῖ καί μᾶς λέει: «Μὴ συναρπασθῇς σοῖς βλεφάροις, εἰ δυνατόν, μέχρι καὶ παροράματος. (Λόγος ΜΔ', Εἰς τὴν καινὴν Κυριακήν, Ϛ', PG 36, 613BC). Μή παρασυρθεῖς ἀπὸ τὰ μάτια σου, οὔτε καί μέ τήν ἄκρη τοῦ ματιοῦ σου, ἂν εἶναι δυνατόν. Αὐτό εἶναι τό παρόραμα· ἡ ἄκρη τοῦ ματιού μου κάτι να πάρει.
Ἔτσι μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι ὑπάρχει τό ἁπλῶς ὁρᾶν, νὰ βλέπω ἁπλᾶ, ὑπάρχει τό ἑκατέρωθεν καί περιἔργως ὁρᾶν, να βλέπω ἀπό ἐδῶ κι ἀπό ἐκεῖ μέ περιέργεια, υπάρχει καί τό παρορᾶν, να βλέπω κάπως πλάγια, δηλαδή νά μήν προσέχω μέν, ἀλλά κάτι νά ἁρπάζω.
Πολλές φορές το κάνουμε κι αὐτό.
Τί πρέπει να κάνουμε;
Ὅπως θά ξέρετε, τα μάτια μας πολλές φορές μᾶς προδίδουν. Τα μάτια, μέσα στήν ἡμέρα πού κινούμαστε, φωτογραφίζουν χιλιάδες εικόνες. Κινοῦνται ἐλεύθερα τά μάτια. Αλλά, ἀφοῦ κινοῦνται ἐλεύθερα, καί δεν ξέρουμε πάντοτε τί θά δοῦμε, καί πολλές φορές τά μάτια μπορεῖ νά προδώσουν τόν νοῦ μας, θα πρέπει να προσέχει ἡ καρδιά. Γι' αυτό λέει ἡ Ἁγία Γραφή «πάση φυλακῇ τήρει σὴν καρδίαν» (Παροιμ. 4, 23). με κάθε τρόπο φύλαγε τήν καρδιά σου. Ναί. Μπορεί βεβαίως κάτι νά εἶδες, ὄχι γυρεύοντάς το, ἀλλά ἄθελά σου· αὐτό ὅμως πού εἶδες -προσοχή! – πέταξέ το γρήγορα μήν κατέβει στην καρδιά σου, μήν τό καλλιεργήσεις μέσα σου.
Γι' αὐτό, ὅπως ἑρμηνεύουν οἱ Πατέρες, δέν λέει πάσῃ φυλακῇ τήρει σοὺς ὀφθαλμούς, ἀλλά «πάση φυλακῇ τήρει σὴν καρδίαν» («Τούτου χάριν καὶ ἡ σοφὴ παροιμία οὐ λέγει "πάσῃ φυλακή τήρει τοὺς ὀφθαλμούς", ἀλλὰ "πάσῃ φυλακῇ τήρει σὴν καρδίαν" ἐκείνῃ μάλιστα ἐπιθεῖσα τὴν ἰατρείαν τῆς φυλακῆς, τῇ κεχρημένῃ τοῖς ὀφθαλμοῖς εἰς ἃ βούλεται» (Μεγ. Αθανασίου, Περὶ τῶν ὀκτὼ τῆς κακίας λογισμών, PG 28, 877C). Δεν λέει μέ κάθε τρόπο να φυλᾶς τά μάτια σου, γιατί εἶναι ἀδύνατον αὐτό, ἀλλά μέ κάθε τρόπο να φυλᾶς τήν καρδιά σου. Ὥστε ἐκεῖνο πού γιά μιά στιγμή εἶδες –δέν τό παρασκεύασες ἐσύ· τυχαῖο ἦταν– νά μήν κατέβει στην καρδιά σου, νά μή στηθεῖ ἐκεῖ, γιά νά μή σου κάνει κακό.
Γι' αὐτό πάλι λέει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος: «Εἴδωλον οὐκ ἔστησα τῆς ἁμαρτίας. Εἴδωλον ἔστης πρᾶξιν ἐκπεφεύγαμεν.» (Εἰς εὐγενὴ δύστροπον, PG 37, 932-933). Δηλαδή, δέν ἔστησα τό εἴδωλο τῆς ἁμαρτίας. Εἴδατε; Τό εἴδωλο τῆς ἁμαρτίας! Καί τό εἴδωλο τῆς ἁμαρτίας ξέρετε που στήνεται, στην φαντασία.
Έχασα τό ἀντικείμενο ἀπό τό ὀπτικό μου πεδίο· τό εἶδα, ἔφυγε. Τώρα είμαι μόνος μου, καί στή φαντασία μου κάνω αναπαραγωγή. Για τη φαντασία θα μιλήσουμε προσεχῶς. Κατόπιν αρχίζει να καλλιεργεῖται μέσα μας αὐτό τό κάτι, ἡ καρδιά αρχίζει νά τό ἐπιθυμεῖ, καί ἔτσι ξεκινᾶ ἡ διαδικασία τῆς ἁμαρτίας.
Ἀλλά δέν ἔστησα, λέει, τό εἴδωλο τῆς ἁμαρτίας. Ἄν ὅμως αὐτό στήθηκε, τότε ἀμέσως παίρνω δρόμο να φύγω, γιά νά μήν κάνω καμμία δοκιμή τῆς ἁμαρτίας· «πεῖραν ἐκπεφεύγαμεν», δηλαδή τήν πράξη τήν ἔχουμε ἀποφύγει. Μή δοκιμάσουμε ἐκεῖνο πού εἴδαμε.
Προσέξτε: μή δοκιμάσουμε ἐκεῖνο πού εἴδαμε! Εἶδα να καπνίζει ὁ ἄλλος; μή δώσω σημασία. Μήν πάρω κι ἐγώ τό τσιγάρο νά τό καπνίσω. Βεβαίως εἶπα τό πιό τό ἐλαφρύ παράδειγμα, το τσιγάρο· ὑπάρχουν ἄλλα πολύ πιό βαριά.
Πῶς ἀκόμη μπορῶ νά φυλαχθῶ;
Ὁ ἱερός Χρυσόστομος λέει ἕναν θαυμάσιο τρόπο ἀκοῦστε τον: «Μὴ τοίνυν μηδὲ ἐνταῦθα τῷ ἄνθει πρόσεχε· ἀλλ᾽ ἐνδότερον διάβηθι τῷ λογισμῷ, καὶ τὸ δέρμα τὸ καλὸν ἐκεῖνο περιελὼν τῷ λογισμῷ, περιεργάζου τὰ ὑπὸ τοῦτο κείμενα.» (Ομιλία Ζ΄, PG 61, 453. Βλ. καί Λόγος ΙΔ΄, Περὶ γυναικῶν καὶ κάλλους, PG 63, 659). Μήν προσέχεις λοιπόν ἐδῶ τό ἄνθος, τήν ἐμφάνισή του, αλλά να προχωρήσεις τόν λογισμό σου στα βαθύτερα, καί ἄν συλλάβεις μέ τόν λογισμό σου τό δέρμα ἐκεῖνο τό ὡραῖο, νά ἐξετάζεις αὐτά πού εἶναι κάτω ἀπό αὐτό.
Ἐδῶ ἔχουμε τό ἄνθος τῆς νεότητος· πολλές φορές ἔχουμε ὡραῖα πρόσωπα, ὡραία ἐπιδερμίδα, ὡραῖα μάτια, ὡραῖο σῶμα, ἔχουμε ὡραῖα χαρακτηριστικά. Πρόσεξε, λέει· ὅταν δεῖς ἕνα ὡραῖο πρόσωπο και νομίζεις ὅτι αυτό σέ ἐνόχλησε –γιατί, ἐπιτέλους, ὁ Θεός ἔκανε ὡραίους τούς ἀνθρώπους– τότε πρόσεξε! Είπαμε πώς ἡ αἴσθηση τῆς ὁράσεως πλέον εἶναι ἐμπαθής· δέν εἶναι ἀπαθής· γι' αυτό πρέπει να προσέξουμε. Θα γυρίσεις τά μάτια σου ἀλλοῦ· δέν θά κοιτάζεις πολύ, γιά νά μήν αἰχμαλωτισθεῖ ἡ καρδιά σου. Ωστόσο, ἄν πάει νά αἰχμαλωτισθεῖ ἡ καρδιά σου, ἂν πειράχτηκες ἀπό ἐκεῖνο πού εἶδες, τότε, λέει, προσπάθησε να δεις κάτω από τό δέρμα, πού σου φάνηκε πολύ ὡραῖο. Τί θά δεῖς; Θά δεῖς κρέας, λέει, αἷμα, σάρκες... θά δεῖς δηλαδή κάτι πού εἶναι ἄσχημο. Αν δείτε ένα πρόσωπο πολύ ὡραῖο, καί κάποια στιγμή, ἀπό ἕνα ἀτύχημα, τό δεῖτε αἱμόφυρτο καί νά εἶναι κρεμασμένα τά κρέατα ἐπάνω στό πρόσωπο, πῶς θά αἰσθανόσαστε; θα λέγατε τί ὡραῖο πρόσωπο;...
Λοιπόν, ὅταν βλέπεις ὡραῖο πρόσωπο και νομίζεις ὅτι θά σε πειράξει, κάνε αυτό· νά μεταφέρεις τη σκέψη σου καί νά πεῖς: Τί εἶναι τό ὡραῖο; Χῶμα εἶναι! Ἄν σκαλίσω λίγο πιό μέσα ἀπό τό δέρμα, είναι κάτι ἄσχημο. Ὁ μέγας Βασίλειος λέει πήγαινε κοντά νά δεῖς. Θα λέγαμε σήμερα πάρε ἕναν φακό νά δεῖς. Πόσο ἄσχημο είναι... ἔχει λακκούβες τό δέρμα! Αυτό λοιπόν εἶναι πού σέ ἔκανε νά ἐρωτευτείς;... Ἄν ἔχουμε αυτήν τήν εἰκόνα τῆς πραγματικότητος, τότε θά ἀποφύγουμε τούς πειρασμούς.
Ὅμως, ἀφοῦ καλούμαστε να φυλάξουμε τα μάτια μας, παιδιά, σύμφωνα μ' αὐτά πού εἴπαμε, σᾶς ἐρωτῶ: Τί θά εἴχαμε νά ποῦμε γιά ὅλα ἐκεῖνα τά διεφθαρμένα ἀνήθικα περιοδικά, μέ τίς βρώμικες φωτογραφίες, πού πολλές φορές τὰ ἀγοράζουμε γιά νά τά δοῦμε; Τί θα εἴχαμε ἀκόμη νά ποῦμε γιά τίς εικόνες του κινηματογράφους ἤ γιά τίς εἰκόνες τῆς τηλεοράσεως; μάλιστα καί πληρώνουμε γιά νά δοῦμε τίς εἰκόνες αυτές! Κι όμως, παιδιά, ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ μας λέει πρόσεχε τα μάτια σου, πρόσεχε μή σε προδώσουν! Σημαίνει λοιπόν ὅτι, πράγματι, πρέπει να προσέχουμε.
Θά σᾶς συνιστοῦσα, ἐάν δέν ἔχετε τηλεόραση στο σπίτι σας –εἶναι κάτι πού τό λέω μερικά χρόνια τώρα- μή ἐπιμένετε στούς γονεῖς σας νά ἀγοράσουν. Εάν τό σπίτι σας δέν ἔχει τηλεόραση, μήν πηγαίνετε να βλέπετε σέ ἕνα γειτονικό ή συγγενικό σπίτι. Ἐάν ὅμως τό σπίτι σας ἔχει τηλεόραση, καί μέ βάση αὐτά πού ἀκούσατε σήμερα, ὅτι πρέπει να προσέχουμε πάρα πολύ τις αἰσθήσεις μας, καί μάλιστα τήν αἴσθηση τῆς ὁράσεως, τότε θά πρέπει νά εἴμαστε προσεκτικοί σ' αὐτό τό διεφθαρμένο κουτί που λέγεται τηλεόραση καί νά μή βλέπουμε ἀδιάκριτα.
Θά μοῦ πεῖτε πώς χρειάζεται πολύ ισχυρή θέληση, ὅταν σήμερα δέν ὑπάρχει σχεδόν σπίτι χωρίς τηλεόραση, καί ὁ πειρασμός είναι πολύ μεγάλος. Ρίχνει κανείς μιά ματιά ἐπάνω στις ταράτσες τῶν πολυκατοικιῶν καί βλέπει τό δάσος τῶν κεραιῶν τῆς τηλεοράσεως! Αὐτά δέν εἶναι παρά τά τεχνικά ἐκεῖνα μάτια, πού κατεβάζουν τίς βρώμικες εικόνες μέσα στα διαμερίσματα, και οἱ ἄνθρωποι βλέπουν στήν ὀθόνη τῶν τηλεοράσεών τους ὅ,τι βρώμικο, γιά νά τό ἀναπαράγουν κατόπιν στη φαντασία τους και να πέφτουν στήν ἁμαρτία. (Πρώτη ή Αποκάλυψις, στο 11ο κεφάλαιο, ἐδῶ καί 1900 χρόνια, υπαινίσσεται την τηλεόραση. Αλλά καί ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰττωλός μίλησε γι' αυτήν, ἐδῶ καί 250 χρόνια, με δύο προφητείες. Ἡ πρώτη: Θα βγεῖ ἕνα μαγικό κουτί πού θά τρελλάνει τόν κόσμο! Καί ἡ δεύτερη: Θά 'ρθεῖ καιρός πού μέσα στα σπίτια θα μπεῖ ὁ καταραμένος διάβολος, καὶ τὰ κέρατά του θά εἶναι στα κεραμίδια! Προφανῶς ὁ Ἅγιος δὲν κατηγορούσε την τηλεόραση καθεαυτήν, ὡς ἕνα καταπληκτικό επίτευγμα, ἀλλά τήν κακή χρήση της, γιά ὅ,τι κακό σήμερα προβάλλεται ἀπ' αὐτήν.)
Ἐσεῖς πείτε: Δεν θέλω να δω τηλεόραση!... Ακούστε το, ἄν πραγματικά καί σοβαρά σκέπτεστε να έχετε μια καθαρή καρδιά. Σας βεβαιώνω ὅτι εἶναι ἀδύνατον, μὰ ἀδύνατον νά ἔχουμε καθαρότητα καρδιάς, ἄν ἔχουμε πλάι μας ένα κουτί τηλεοράσεως. Εἶναι ἀδύνατον...Ἐάν λοιπόν πραγματικά θέλετε νά ἔχετε καθαρότητα καρδιᾶς –γιατί ἀπό τήν ὅραση ξεκινάει ἡ καθαρότητα τῆς καρδιᾶς–, μή βλέπετε τηλεόραση. Σᾶς τό λέω μέ κάθε συνέπεια και με κάθε ευθύνη αυτό.
Ἔτσι, θα κλείσουμε το σημερινό μας μάθημα, παιδιά, στό ὁποῖο εἶδαμε πῶς ἡ Εὐα, αλλά κι ὁ Ἀδάμ στη συνέχεια, εἶδαν ἐμπαθῶς τόν καρπό, πῶς ἡ αἴσθηση τῆς ὁράσεως διεστράφη, ὕστερα ἀπό τή διαφθορά του νοῦ, πού πίστεψε στην ισοθεία, καί πῶς τελικά αποφά σισαν ν' απλώσουν το χέρι να δοκιμάσουν τον καρπό πού ὁ Θεός εἶπε νά μή δοκιμάσουν.
Ὁ σοφός Σειράχ, σέ μιά πολύ μικρή ἀλλά καί πολύ ωραία προσευχή του, μᾶς λέει: «Κύριε, πάτερ καὶ Θεὲ τῆς ζωῆς μου, μετεωρισμὸν ὀφθαλμῶν μὴ δῷς μοι καὶ ἐπιθυμίαν ἀπόστρεψον ἀπ' ἐμοῦ.» (Σοφ. Σειράχ 23, 4-5). Δηλαδή: Κύριε, Πατέρα και Θεέ τῆς ζωῆς μου, μήν ἐπιτρέψεις να ἔχω μετεωρισμό τῶν ματιῶν μου, καί διῶξε μακριά ἀπό μένα κάθε ἐπιθυμία. Μετεωρισμός εἶναι νά γυρίζουν ἀνεξέλεγκτα τά μάτια δεξιά καί ἀριστερά, καί νά βλέπουν ὅ,τι βρεθεί μπροστά τους. Ἄν λοιπόν ὑποτεθεῖ ὅτι εἴδαμε κάποια εἰκόνα ἄσχημη, παρακαλοῦμε να φύγει μακριά μας, μαζί μέ κάθε ἐπιθυμία κακή πού τυχόν δημιουργήθηκε μέσα μας ἀπό αὐτήν τήν εἰκόνα. Αὐτό εἶναι σύμφωνο μ' ἐκεῖνο τό «πάσῃ φυλακῇ τήρει σὴν καρδίαν».
Ἔχοντας λοιπόν αυτά ὑπ' ὄψιν, παιδιά, ἄς προσέχουμε πολύ τα μάτια μας. Θα συνεχίσουμε τήν ἐρχόμενη Κυριακή, πρῶτα ὁ Θεός.
Κυριακή, 7 Οκτωβρίου 1984
50η ομιλία στην κατηγορία « Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία ».
►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
" Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία " εδώ ⬇️
https://arnion.gr/index.php/palaia-diauhkh/xristianikh-kosmologia-anurvpologia
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40pgmRsIiRCioth8a5E4bM7r
Απομαγνητοφώνηση :
Ιερά μονή Κομνηνείου.
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1
🔸Λίστα ομιλιών της σειράς «Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία.».🔻
https://drive.google.com/file/d/1PKTpnYb1nptUbWKH5jo6DJwk7IVel9BA/view?usp=drivesdk
🔸📜 Απομαγνητοφωνημενες ομιλίες της σειράς «Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία.».🔻
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/search/label/%F0%9F%94%B9%CE%A7%CF%81%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B9%CE%B1%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%AE%20%CE%9A%CE%BF%CF%83%CE%BC%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1%20~%20%CE%91%CE%BD%CE%B8%CF%81%CF%89%CF%80%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1.?m=1
🔸Επεξηγηματικό βίντεο Ασπάλαθου.
https://youtu.be/8tNfAHRkTCk
__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0
📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1
📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️ https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0
__⬇️ Facebook ⬇️__
https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share
Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου. https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk
†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.