04 Δεκεμβρίου 2024

Ἐξορία τοῦ Ἀδάμ ἐκ τοῦ Παραδείσου.

†.Θυμόσαστε, παιδιά, ὅτι ὁ Θεός κατασκεύασε και ἔντυσε τούς πρωτοπλάστους μέ δερμάτινους χιτῶνες. Καί συνεχίζουμε:

   «Καὶ εἶπεν ὁ Θεός· ἰδοὺ Ἀδὰμ γέγονεν ὡς εἷς ἐξ ἡμῶν, τοῦ γινώσκειν καλὸν καὶ πονηρόν· καὶ νῦν μήποτε ἐκτείνῃ τὴν χεῖρα αὐτοῦ καὶ λάβῃ ἀπὸ τοῦ ξύλου τῆς ζωῆς καὶ φάγῃ καὶ ζήσεται εἰς τὸν αἰῶνα.» (Γέν. 3, 22 ). Δηλαδή· ὅταν ντύθηκαν οἱ πρωτόπλαστοι μέ τούς δερμάτινους χιτῶνες, εἶπε ὁ Θεός: Νά, ὁ Ἀδάμ ἔγινε σάν ἕνας ἀπό μᾶς, ἱκανός νά γνωρίζει τό καλό καί τό κακό· και τώρα, ας προσέξουμε μήπως ἁπλώσει το χέρι του και πάρει ἀπό τόν καρπό του δένδρου τῆς ζωῆς καί φάει καί ζήσει αἰωνίως· θά πρέπει νά τόν ἐμποδίσουμε.

   Κατ' αρχάς βλέπουμε ὅτι μιλοῦν περισσότερα τοῦ ἑνός πρόσωπα. Δέν ὑπάρχει ἐδῶ μονόλογος. «Εἶπεν ὁ Θεός· ἰδοὺ Ἀδὰμ γέγονεν ὡς εἷς ἐξ ἡμῶν», σάν ἕνας ἀπό μᾶς. Πράγματι, εἶναι τά τρία πρόσωπα τῆς ῾Αγίας Τριάδος. Διότι ὁ Θεός δημιούργησε βέβαια τόν Ἀδάμ· ἀλλά πῶς; ὁ Πατήρ, διά τοῦ Υἱοῦ, ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι. Καί τά τρία πρόσωπα της Αγίας Τριάδος δημιουργούν τόν Ἀδάμ· δέν δημιουργεῖ οὔτε μόνον ὁ Πατήρ, οὔτε μόνον ὁ Υἱός, οὔτε μόνο τό Πνεῦμα τὸ Ἅγιο. (Βλ. μεγ. Αθανασίου, Περὶ τῆς ἀϊδίου ὑπάρξεως τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Πνεύματος σὺν Θεῷ, καὶ πρὸς τοὺς Σαβελλίζοντας, PG 28, 117ΑΒ: «Ὅταν δὲ τὰ πάντα ἐνεργῆται ὑπὸ τοῦ Θεοῦ διὰ Χριστοῦ ἐν ἁγίῳ Πνεύματι, αχώριστον ὁρῶ ἐνέργειαν τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος.», ὅπως καί π. Αθανασίου Μυτιληναίου, Ἡ Γένεσις, Τόμος Α', Μάθημα 3ο, εκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Κομνηνείου, Στόμιον Λαρίσης 2017)

https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_34.html?m=1

   Καί πρέπει νά ποῦμε ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι δημιούργημα τοῦ Θεοῦ μόνου. Τόσο στην υπόλοιπη δημιουργία τοῦ σύμπαντος, όσο, καί πολύ παραπάνω, στη δημιουργία τοῦ ἴδιου τοῦ ἀνθρώπου, δέν μετέχει καμμία ἄλλη κτιστή φύση. Δηλαδή δεν μετέχουν ἄγγελοι για να δημιουργήσουν μαζί μέ τόν Θεό. Οἱ ἄγγελοι εἶναι μόνο θεατές· δέν είναι συνδημιουργοί μέ τόν Θεό. Μόνος λοιπόν ὁ Θεός δημιουργεί, δηλαδή τα τρία πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος. (Βλ. ἱεροῦ Χρυσοστόμου, Τα Ευρισκόμενα Πάντα, PG 47, 464-465: «Μὴ γὰρ ἄγγελοι, οἱ γενόμενοι, συνεργοὶ ἦσαν τοῦ Θεοῦ; Λειτουργοὶ μόνον, ὑμνοῦντες, εὐχαριστοῦντες, εἰδότες ὅτι ἐγένοντο, ὅτι πρὸ τούτου οὐκ ἦσαν, καὶ πνεύματι ἀγαθότητος ἐγένοντο· καὶ ἑστήκασι θεωροί, βλέποντες τὰ γινόμενα μετ᾿ αὐτούς. Ἔβλεπον οὐρανὸν ἐκ τοῦ μὴ ὄντος γινόμενον, καὶ ἐξεπλήττοντο θάλασσαν ἀφοριζομένην, καὶ ἐθαύμαζον· ἐθεώρουν γῆν κόσμουμένην, καὶ ἔφριττον». Επίσης τοῦ ἰδίου, Εἰς τὴν Γένεσιν, Ὁμιλία Η΄, ΕΠΕ 2, 198: «Τί οὖν φασιν οὗτοι οἱ τὸ κάλυμμα ἔχοντες ἔτι ἐπικείμενον ἐν ταῖς καρδίαις αὐτῶν, καὶ μηδὲν τῶν ἐγκειμένων συνιέναι βουλόμενοι; Πρὸς ἄγγελον, φησί, ταῦτα λέγει ἢ ἀρχάγγελον. Ὦ τῆς μανίας· ὢ τῆς πολλῆς ἀναισχυντίας. Καὶ πῶς ἂν ἔχοι λόγον, ὦ ἄνθρωπε, ἄγγελον κοινωνεῖν γνώμης τῷ Δεσπότη, καὶ δημιουργήματα τῷ δημιουργῷ; Ἀγγέλων οὐκ ἔστι τὸ γνώμης κοινωνεῖν, ἀλλὰ παρεστάναι, καὶ τὴν λειτουργίαν αναπληρούν»)

   Αλλά ἐδῶ ὁ Θεός είπε «ὡς εἰς ἐξ ἡμῶν» δηλαδή δέν εἶπε νά, ὁ Ἀδάμ ἔγινε ἕνας ἀπό μας, αλλά σάν ἕνας ἀπό μᾶς. Ἐδῶ ὑπάρχει μία κάποια ειρωνεία· νά, ὁ Αδάμ ἔγινε σάν ἐμᾶς!... (Βλ. Θεοδωρήτου Κύρου, Εἰς τὰ ἀπορα τῆς θείας Γραφῆς κατ' ἐκλογήν, Μ', PG 80, 141Β: «Ἐπειδὴ ὁ διάβολος εἶπεν, Ἔσεσθε ὡς θεοί, γινώσκοντες καλὸν καὶ πονηρόν, ἐδέξατο δὲ τοῦ θανάτου τὸν ὅρον τὴν ἐντολὴν παραβάς, εἰρωνικῶς τοῦτο εἰρηκεν ὁ τῶν ὅλων Θεός, δεικνὺς τῆς διαβολικῆς ἐπαγγελίας τὸ ψεύδος»)

   Αὐτός ὁ λόγος, ἐκτός ἀπό τήν κάποια εἰρωνεία πού περιέχει, περικλείει καί ἕναν δριμύ ἔλεγχο· αλλά προπαντός, ὅπως λένε πολλοί Πατέρες καί ὁ ἱερός Χρυσόστομος, δείχνει μία βαθύτατη συμπάθεια, όπως θά δοῦμε στη συνέχεια.

   Πάντως ἡ ὅλη φράση πού εἶπε ὁ Θεός, πού εἶπαν τα τρία Πρόσωπα μεταξύ τους, θέλει να δείξει ὅτι ὁ Ἀδάμ δέν πέτυχε ἐκεῖνον τόν σκοπό πού τοῦ ὑπέβαλε ὁ διάβολος· καί ὄχι μόνο δεν πέτυχε, ἀλλά καί ἔμεινε γυμνός ἀπό τή χάρη τοῦ Θεοῦ, δηλαδή ζημιώθηκε. (Βλ. ἱεροῦ Χρυσοστόμου, Εἰς τὴν Γένεσιν, Ομιλία ΙΗ΄, PG 53, 151: «Διὰ τοῦτο, φησί, κατεφρόνησας τῆς ἐντολῆς τῆς ἐμῆς ἰσοθεῖαν φαντασθείς; Ἰδοὺ γέγονας ὁ προσεδόκησας· μᾶλλον δὲ οὐχ ὁ προσεδόκησας, ἀλλ᾽ ὅπερ ἧς ἄξιος γενέσθαι.»)

   Ἐπάνω σ' αὐτό ὁ ἱερός Χρυσόστομος λέει: «Διὰ τοῦτο καὶ ὁ Θεὸς πάλιν ἐντρέψαι αὐτοὺς βουλόμενος, καὶ εἰς αἴσθησιν ἀγαγεῖν τῶν ἑπταισμένων, καὶ τῆς παρακοῆς τὸ μέγεθος δεῖξαι, καὶ τῆς ἀπάτης τὴν ὑπερβολήν, φησίν· Ἰδοὺ γέγονεν Ἀδὰμ ὡς εἰς ἐξ ἡμῶν.» (Εἰς τὴν Γένεσιν, Ὁμιλία ΙΗ', PG 53, 151. Βλ. επίσης τοῦ ἰδίου: «Εἶδες πόση τῆς λέξεως ή ταπείνωσις; Βούλεται γὰρ ἐνταῦθα διὰ τῶν ῥημάτων τούτων τῆς ἀπάτης ἡμᾶς ὑπομνήσαι, ἣν ἐπατήθησαν ὑπὸ τοῦ διαβόλου διὰ τοῦ ὄψεως.» (PG 53, 148))

   Γι' αυτό καί ὁ Θεός, ἐπειδή πάλι θέλησε να τούς προτρέψει καί νά τούς ὁδηγήσει να αισθανθοῦν τά ἁμαρτήματά τους, καί νά δείξει τό μέγεθος τῆς παρακοῆς, ἀλλά καί τήν ύπερβολή τῆς ἀπάτης, λέει Νά, ὁ Ἀδάμ ἔχει γίνει σάν ἕνας ἀπό ἐμᾶς, ὥστε νά ἀποκτήσουν αἴσθηση τῆς ἁμαρτίας τους, τοῦ πταίσματός τους.

   Αἴσθηση! Εἶναι μεγάλο πράγμα, παιδιά, νά μπορεῖ, αὐτός πού φταίει σέ κάτι, νά πάρει αἴσθηση του σφάλματός του, να συναισθανθεῖ τό σφάλμα του. Διότι δυστυχῶς, πολλές φορές, όταν γίνονται ζημίες, ἁμαρτίες, αἴσθηση δέν ὑπάρχει. Καί αὐτό εἶναι θεμελιώδους σημασίας, γιατί ἄν δέν ἔχεις αὐτήν τήν αἴσθηση, πῶς θα μετανοήσεις; πῶς θά ζητήσεις συγγνώμη;

   Ἄν, ἐπί παραδείγματι, σπάσεις κάτι στο σχολείο, σκέφτηκες να ζητήσεις συγγνώμη; Δεν νομίζω. Ξέρετε γιατί; διότι δέν ὑπάρχει ἀντίληψη του μεγέθους τῆς ζημιᾶς, δέν ὑπάρχει ὑπόδειξη του μεγέθους τῆς ζημιᾶς. Καί ἔτσι, σιγά-σιγά, αυτό γίνεται σήμερα στο σχολεῖο, γίνεται στο σπίτι... Καί δέν μᾶς μιλοῦν οἱ δικοί μας! Δέν ξέρω γιατί δέν μιλοῦν, δέν μᾶς ἐξηγοῦν καί δέν μᾶς ἐπιπλήττουν! Δέν ξέρω γιατί δέν μιλοῦν! Τό θέμα ὅμως εἶναι ὅτι τελικά δέν ἀποκτοῦμε συναίσθηση, δέν λαμβάνουμε γνώση του σφάλματος, μέ ἀποτέλεσμα να ἐπαναλαμβάνουμε καί νά ἐπαναλαμβάνουμε ἐκεῖνο τό ὁποῖο ἔχουμε κάνει. (Ἐδῶ ἀξίζει νά θυμηθοῦμε τήν ἱστορία τοῦ Ἡλί καί τῶν δύο υἱῶν του, Ὀφνί και Φινεές, οἱ ὁποῖοι «πορευόμενοι ἐπορεύοντο καὶ πονηρὰ ἡ ὁδὸς αὐτῶν ἐνώπιον Κυρίου», ἐπειδὴ ἅρπαζαν τις θυσίες πρίν ἀκόμα προσφερθούν στον Θεό, καί ὁ πατέρας ὄχι μόνο δέν τούς τιμωροῦσε, ἀλλά οὔτε κἄν τούς νουθετούσε! Ὁ Θεός ὅμως τοῦ εἶχε ἀναγγείλει, διά τοῦ προφήτου Σαμουήλ, ὅτι δέν θά ἀνεχόταν ἄλλο τήν ἀτιμωρησία τῶν παιδιῶν του, «ὅτι κακολογοῦντες τὸν Θεὸν οἱ υἱοὶ αὐτοῦ, καὶ οὐκ ἐνουθέτει αὐτού»! Τελικά τιμωρήθηκαν καί οἱ υἱοί του, φονευόμενοι σε μία μάχη, τιμωρήθηκε καί ὁ ἴδιος τήν ἴδια ἡμέρα, ἀκούγοντας το δυσάρεστο νέο ἀπό κάποιον ἀγγελιαφόρο. (Α' Βασ. κεφ. 3 - 4))

   Αὐτό τό λάθος ὅμως ὁ Θεός δέν τό κάνει. Ὁ Θεός ἔρχεται ἐδῶ, ὅπως λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, για να δείξει στους πρωτοπλάστους τῆς παρακοῆς τό μέγεθος μέ αὐτήν τήν λεπτή ειρωνεία. Αλλά τό ὅτι τούς δείχνει το μέγεθος τῆς παρακοῆς, αυτό στην πραγματικότητα εἶναι συμπάθεια, εἶναι ἀγάπη, διότι θέλει να τούς βοηθήσει να συναισθανθοῦν.

   Αλλά ακόμα θέλει να τους δείξει καί τῆς ἀπάτης τήν ὑπερβολήν, δηλαδή να βοηθήσει να καταλάβουν πόσο απατήθηκαν. Διότι δεν πραγματοποιήθηκε ἡ προσδοκία τους, ὅπως ὁ διάβολος τούς εἶχε υποσχεθεί, ὅτι θά ἀνοίξουν τα μάτια τους καί θά γίνουν σαν θεοί. Γι' αυτό λοιπόν λέει ὁ Θεός «ἰδοῦ Ἀδὰμ γέγονεν ὡς εἷς ἐξ ἡμῶν»· νά, ὁ Ἀδάμ ἔγινε σάν ἕνας ἀπό μας! Καί πάλι προβάλλεται ἡ φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ! Καί τί λέει στη συνέχεια τό χωρίο; «Καὶ νῦν μή ποτε ἐκτείνῃ τὴν χεῖρα αὐτοῦ καὶ λάβῃ ἀπὸ τοῦ ξύλου τῆς ζωῆς καὶ φάγῃ καὶ ζήσεται εἰς τὸν αἰῶνα» (Γέν. 3, 22). Καί τώρα ᾶς προσέξουμε, μήπως απλώσει τό χέρι του ὁ Ἀδάμ καί πάρει καί φάει από τον καρπό του δένδρου τῆς ζωῆς, κι ἔτσι θα ζήσει αιωνίως, δηλαδή δέν θά πεθάνει ποτέ.

   Βεβαίως δέν ὑπῆρχε κάτι τό ἰδιαίτερο στο δένδρο ἐκεῖνο –τῆς γνώσεως καλοῦ καί κακοῦ– οὔτε καί στό ἄλλο δένδρο τῆς ζωῆς. Σᾶς τό θυμίζω, γιατί ἀσχοληθήκαμε πέρυσι μέ τά θέματα αυτά. Απλῶς τό ἕνα θά ἦταν αἰτία θανάτου, ὡς παράβαση τῆς ἐντολῆς, τό ἄλλο θά ἦταν αἰτία ζωῆς, ὡς ὑπακοή. (Βλ. Θεοδωρήτου Κύρου, Εἰς τὰ ἀπορα τῆς θείας Γραφῆς κατ' ἐκλογήν, Εἰς τὴν Γένεσιν, Ερώτησις ΚϚ΄: «Ἐκ τῆς γῆς καὶ ταῦτα –τα δένδρα– βεβλαστηκέναι εἶπεν ἡ θεία Γραφή· οὐ τοίνυν ἐτέραν τινὰ φύσιν ἔχει παρὰ τὰ ἄλλα φυτά.» (PG 80, 124ΑΒ), όπως καί «... μὴ τῇ ποιότητι τοῦ ξύλου, μηδὲ τῇ καινότητι τῆς βρώσεως τὰ ἁμαρτήματα κρίνεται· ἀλλὰ τῇ δόσει τῆς ἐντολῆς, ἣν ἐφ' ὅτου δήποτε παραβῆναι ἴσην ἔχει τὴν μέμψιν» (PG 80, 125C). Επίσης βλ. π. Αθανασίου Μυτιληναίου, Ἡ Γένεσις, Τόμος Δ', Μαθήματα 39ο - 41ο, ἐκδ. Ι. Μονῆς Κομνηνείου, Στόμιον 2020)

39)https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2024/10/blog-post_26.html?m=1

40)https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2024/10/blog-post_28.html?m=1

41)https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2024/10/blog-post_53.html?m=1

   Δηλαδή, όταν λέει ὅτι ἔπρεπε νά ἐμποδισθεῖ ὁ ᾿Αδάμ, μήν ἁπλώσει το χέρι του καί φάει καί γίνει αθάνατος, τό λέει γιά νά μήν διαιωνισθεῖ τό κακό. Ὁ Αδάμ ἔπρεπε νά πεθάνει. Ὄχι μόνο γιά τιμωρία ἔπρεπε να πεθάνει, κατά τήν προειδοποίηση πού τοῦ ἔκανε ὁ Θεός, ὅταν τοῦ εἶπε «ᾗ δ᾿ ἂν ἡμέρᾳ φάγητε ἀπ' αὐτοῦ, θανάτῳ ἀποθανεῖσθε», ἀλλά καί γιά ευεργεσία, για να μή γίνει ἀθάνατος. Επειδή ὁ Ἀδάμ ξεκίνησε το κακό, θα πρόκοβε συνεχώς στο κακό, χωρίς νά ὑπάρχει τέρμα, ἀφοῦ δέν θά ὑπῆρχε ὁ θάνατος. (Ὁ ἱερός Χρυσόστομος παρατηρεῖ: «Εἰ γὰρ καὶ ἐξ ἁμαρτίας ὁ θάνατος εἰσενήνεκται, ἀλλ᾽ ὅμως εἰς εὐεργεσίαν ἡμῶν ὁ Θεὸς ἐχαρίσατο» (Εἰς τὸν ΡΙΔ' Ψαλμόν, ΕΠΕ 6, 528-530). Ο Θεοδώρητος Κύρου, στο Εἰς τὴν Γένεσιν, ἐρώτ. Μ', PG 80, 141C, λέει: «Μεταλαβεῖν δὲ αὐτὸν τοῦ καρποῦ τοῦ ξύλου τῆς ζωῆς διεκώλυσεν· οὐ φθονῶν αὐτῷ τῆς ἀθανάτου ζωῆς, ἀλλὰ τῆς ἁμαρτίας ἐπέχων τὸν δρόμον. Ἰατρεία τοίνυν ὁ θάνατος· οὐ τιμωρία. Επέχει γὰρ τῆς ἁμαρτίας τὴν ὁρμήν· ὁ γὰρ ἀποθανών, φησί, δεδικαίωται ἀπὸ τῆς ἁμαρτίας.» (Ρωμ. 6, 7). Ὁ δέ ἅγιος Θεόφιλος Αντιοχείας γράφει: «Καὶ τοῦτο δὲ ὁ Θεὸς μεγάλην εὐεργεσίαν παρέσχε τῷ ἀνθρώπῳ, τὸ μὴ διαμεῖναι αὐτὸν εἰς τὸν αἰῶνα ἐν ἁμαρτία ὄντα...» (Πρὸς Αὐτόλυκον 2, 26, PG 6, 1093Α))

   Μέ ἄλλα λόγια, ὁ θάνατος εἰσήχθη –σύμφωνα με μία πολύ γνωστή φράση που λένε οἱ Πατέρες– «ἵνα μὴ τὸ κακὸν ἀθάνατον γένηται» (Βλ. άγ. Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγος ΛΗ΄, Εἰς τὰ Θεοφάνεια: «ἵνα μὴ ἀθάνατον ᾖ τὸ κακόν» (PG 36, 324D)· καί άγ. Επιφανίου Κύπρου, Κατὰ Ὠριγένους, ΚϚ΄: «Ώσπεροῦν ἀλεξιφαρμάκου γὰρ τρόπον ὑπὸ τοῦ ἀλεξιτῆρος ἡμῶν ἀληθῶς καὶ ἰατροῦ Θεοῦ πρὸς ἐκρίζωσιν τῆς ἁμαρτίας παρελήφθη ὁ θάνατος καὶ ἀφανισμόν, ἳνα μὴ διαιωνίζον ἐν ἡμῖν εἴη τὸ κακόν, ἀθάνατον ἅτε ἐν ἀθανάτοῖς ἀνατείλαν, αὐτοὶ δὲ λελωβημένοι καὶ ἐκστάντες νοσούντων τρόπον τῆς οἰκείας ἀρετῆς ἐπὶ πολὺ διατρίβωμεν, ἅτε ἐν ὑφεστηκόσιν ἀεὶ καὶ ἀθανάτοις σώμασι τὴν κατὰ τὸ ἁμάρτημα μεγάλην τρέφοντες νόσον. διὸ δὴ καλῶς ταύτην πρὸς ἄμφω σωτηρίαν καὶ ψυχῆς καὶ σώματος φαρμακευτικῆς τρόπον καθάρσεως τὸν θάνατον ὁ Θεὸς ηὕρατο, ἵνα πανάμωμοι καὶ ἀσινεῖς οὕτως ἐξεργασθῶμεν.» (PG 41, 1112BC)), γιά νά μή γίνει τό κακό ἀθάνατο. Γι' αυτό λοιπόν ὁ Ἀδάμ ἔπρεπε νά πεθάνει. Σάν νά λέγαμε ὅτι ὑπάρχει ἕνας ἄνθρωπος πού εἶναι φορέας μιᾶς μολυσματικῆς ἀρρώστιας, καί εἶναι πάντα πρόβλημα για τους γύρω του πού εἶναι ὑγιεῖς. Ὅταν ὅμως πεθάνει, τό πρόβλημα αυτό τελειώνει. Ἔτσι καί ἐδῶ, ὁ Ἀδάμ ἔπρεπε νά πεθάνει, γιά νά μή γίνει τό κακό ἀθάνατο.

   Λέει ὁ ἱερός Δαμασκηνός κάτι πολύ ὡραῖο· εἶναι αὐτό πού σᾶς εἶπα καί προηγουμένως. (Βλέπετε τόν τρόπο πού ἀναλύουμε τα θέματά μας. Ὁ λόγος εἶναι κατοχυρωμένος από την Αγία Γραφή καί ἀπό τούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας.) (Ἕνα ἀπό τά σπουδαιότερα χαρακτηριστικά τοῦ π. Ἀθανασίου Μυτιληναίου ήταν καί ἡ ἀκρίβεια ἀλλά καί ἡ ἀπόλυτη κατοχύρωση τῶν λεγομένων του. Εἴτε στίς ἐπίσημες ομιλίες του είτε στίς κατ' ἰδίαν συζητήσεις του, πάντοτε τεκμηρίωνε τις θέσεις του, παραπέμποντας στούς ἐκκλησιαστικούς Πατέρες, στην επίσημη έρμηνεία τῆς Ἐκκλησίας. Ὡς πρός τήν ἑρμηνεία τῶν Γραφών, ποτέ δέν αυθαιρετοῦσε οὔτε καί αυτοσχεδίαζε. Πράγματι, κατά κοινή ὁμολογία, ὁ π. Ἀθανάσιος ήταν το στόμα καί ἡ φωνὴ τῶν ἁγίων Πατέρων!) Λέει: «Ἡ μὲν γὰρ γένεσις πάντων ἐκ τοῦ Θεοῦ, ἡ δὲ φθορὰ διὰ τὴν ἡμετέραν κακίαν ὑπεισήχθη προς τιμωρίαν καὶ ὠφέλειαν. "Θεὸς γὰρ θάνατον οὐκ ἐποίησεν οὐδὲ τέρπεται ἐπ᾽ ἀπωλεία ζώντων"» (Ἔκδοσις ἀκριβὴς τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως, 42, PG 94, 961BC). Ἡ μέν γένεση, ἡ δημιουργία ὅλων τῶν πραγμάτων, ἔγινε ἀπό τόν Θεό, αλλά ἡ φθορά μπῆκε στη ζωή μας ἐξαιτίας τῆς δικῆς μας κακίας, τῆς ἁμαρτίας μας, ὡς τιμωρία καί ὠφέλεια· διότι ὁ Θεός δέν ἔκανε τόν θάνατο οὔτε εὐχαριστιέται μέ τήν ἀπώλεια τῶν ζώντων. Αὐτό εἶναι. Ὁ θάνατος λοιπόν μπῆκε και για να τιμωρηθοῦμε, να μην πέσει στο κενό ὁ λόγος  τοῦ Θεοῦ πού εἶπε θα τιμωρηθεῖτε ἂν παραβεῖτε τήν ἐντολή μου, καί ταυτοχρόνως είναι μία ὠφέλεια, γιά τό ότι δεν θα γινόταν το κακό αθάνατο.

   Μά, θά μοῦ πεῖτε, δέν ἔχουμε ἐδῶ ἕνα κακό, τό ὅτι πεθαίνει ὁ ἄνθρωπος;

   Ναί, αλλά στο σχέδιο τοῦ Θεοῦ ἦταν ἡ ἀνάσταση τοῦ ἀνθρώπου. Γι᾿ αὐτόν τόν λόγο ἦταν κέρδος νά πεθάνει, ἀφοῦ ὁ Θεός, σᾶς ξαναλέω, στο σχέδιό του εἶχε τήν ἀνάσταση τοῦ ἀνθρώπου, ὅπως θὰ δοῦμε λίγο πιο κάτω.

   Ὅπως διαβάζουμε από τη Σοφία Σολομῶντος, «ὁ Θεὸς θάνατον οὐκ ἐποίησεν», ὁ Θεός δέν εἶναι δημιουργός τοῦ θανάτου, «οὐδὲ τέρπεται ἐπ᾽ ἀπωλεία ζώντων» (Σοφ. Σολ. 1, 13), οὔτε εὐχαριστιέται μέ τό νά χάνεται οτιδήποτε εἶναι ζωντανό, διότι ἀκριβῶς ὁ Θεός εἶναι ὁ δημιουργός κάθε πνοῆς, κάθε ζωῆς.

   Καί ὅπως λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος –βλέπετε, παίρνω γνῶμες διάφορες· ὅλοι ὁμιλοῦν γιά τό ἴδιο πράγμα– «ὁ θάνατος ὑπὸ τοῦ Δεσπότου  συμφερόντως ᾠκονομήθη»· δηλαδή, ο θάνατος παραχωρήθηκε από τον Δεσπότη σύμφωνα μέ τό συμφέρον τῶν ἴδιων τῶν ἀνθρώπων. «Οὐκέτι λοιπὸν ἀφίησιν ἐν τῷ παραδείσῳ τὸν Ἀδάμ, ἀλλ᾽ ἐξελθεῖν ἐκεῖθεν προστάττει, δεικνὺς ὅτι δι᾿ οὐδὲν ἕτερον τοῦτο ποιεῖ, ἢ διὰ τὴν φιλανθρωπίαν τὴν περὶ αὐτόν» (Ὁμιλίαι εἰς τὴν Γένεσιν, ΙΗ΄, γ,' PG 53, 151). Δέν θά άφηνε, λοιπόν, ποτέ ο Θεός τόν Αδάμ στον παράδεισο, αλλά προστάζει να βγεῖ ἔξω ἀπό ἐκεῖ, δείχνοντας ὅτι δέν τό κάνει αυτό από τίποτε ἄλλο παρά από φιλανθρωπία προς αυτόν. Γι' αυτό τον βγάζει από τον παράδεισο ὁ Θεός τον Αδάμ, ἀκριβῶς γιά νά δείξει τή φιλανθρωπία Του για νά μήν μείνουν δηλαδή αυτά τα πράγματα, αυτές οι καταστάσεις ἀθάνατες, ἄφθορες.

   Σᾶς θυμίζω τούς δαίμονες –εἶναι φοβερό πράγμα! Οἱ δαίμονες δέν μποροῦν να γνωρίσουν θάνατο δέν θέλει ὁ Θεός νά γνωρίσουν θάνατο. Οἱ δαίμονες ἁμάρτησαν καί ἔμειναν στήν ἁμαρτία τους θάνατος γι' αυτούς δέν ὑπῆρξε ποτέ. Απλώς σᾶς τό θυμίζω, γιά να συγκρίνετε καί νά καταλάβετε ποιά εἶναι ἡ εὐεργεσία τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο.

   Ἄν μοῦ πεῖτε γιατί δέν ἔγινε ἡ εὐεργεσία τοῦ Θεοῦ καί πρός τούς δαίμονες, θά σᾶς ἀπαντήσω ὅτι οἱ δαίμονες δέν θά μπορούσαν να μετανοήσουν ἐπειδή μόνοι τους σκέφθηκαν το κακό. Ὁ διάβολος μόνος του σκέφτηκε το κακό. Ὁ Ἀδάμ ὅμως δέν σκέφτηκε μόνος του τό κακό, αλλά παρασύρθηκε· ἡ Εὔα ἐξαπατήθηκε, ὁ Ἀδάμ παρασύρθηκε. Γι' αὐτό ὑπῆρχαν, θα λέγαμε, ποσοστά, ἴχνη μετανοίας μέσα στον Αδάμ. Ἄλλο τώρα ὅτι ὁ Ἀδάμ τήν στιγμή πού ἁμαρτάνει δέν μετανοεῖ, ὅπως λέγαμε μια περασμένη φορά. Ωστόσο όμως ὁ Θεός βλέπει ὅτι ὑπάρχουν αποθέματα μετανοίας στον Αδάμ. 

   Θέλετε μιά ἀπόδειξη; εἶναι πολύ απλή. Μέσα στην μακραίωνη ιστορία τοῦ ἀνθρώπινου γένους, πόσες ἐπιστροφές ἁμαρτωλῶν ἔχουμε; Πόσους θαυμάσιους ἀνθρώπους ἔχουμε μέ ἀγαθή συνείδηση, πού μπορούσαν να λένε τό κακό κακό, καί τό καλό καλό; Καί μέσα στη χριστιανική ιστορία, πόσοι εἶναι ἐκεῖνοι πού ἔγιναν ἅγιοι; Πολλοί. Ὅμως ποιός δαίμονας ἔγινε ἅγιος και ποιός δαίμονας μετανόησε; Κανένας! Καί τό φοβερό ξέρετε ποιό εἶναι; πώς ὅταν ἐμεῖς λέμε αὐτά καί λυπούμαστε τούς δαίμονες ὡς δυστυχισμένα πλάσματα, αὐτοί καγχάζουν ακούγοντάς μας, καί δέν ἔχουν καμμία διάθεση να μετανοήσουν!

   Γι' αὐτόν τόν λόγο ὁ Θεός σώζει τόν ἄνθρωπο, βάζοντας τέρμα στο κακό μέ αυτό που λέγεται θάνατος, δηλαδή τόν χωρισμό τῆς ψυχῆς ἀπό τό σῶμα. Καί αὐτό γιά νά μή συνεχιστεί το κακό. Διότι δέν μπορεῖ μία ψυχή στον Αδη να συνεχίσει νά ἁμαρτάνει· μένει αὐτή πού εἶναι. Καί ἐκεῖ σταματάει ὁ Θεός τό κακό, τό ὁποῖο όμως στη συνέχεια, σᾶς εἶπα, θα διορθώσει μέ τήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν.

   «Καὶ ἐξαπέστειλεν αὐτὸν Κύριος ὁ Θεὸς ἐκ τοῦ παραδείσου τῆς τρυφῆς ἐργάζεσθαι τὴν γῆν, ἐξ ἧς ἐλήφθη.» (Γέν. 3, 23) Τόν ἔδιωξε τον Αδάμ Κύριος ὁ Θεός, τόν ἔβγαλε ἔξω ἀπό τόν παράδεισο τῆς τρυφῆς, τῆς ἀπολαύσεως, γιά νά ἐργάζεται τήν γῆ, ἀπό τήν ὁποία ἐλήφθη ὁ ἴδιος ὡς πρός τήν σωματική του κατασκευή.

   «Εξαπέστειλεν» σημαίνει ἐξόρισε. Καί τί σημαίνει ἐξορίζω; βγάζω ἔξω ἀπό τά ὅρια· αὐτό σημαίνει ἐξορίζω. Δηλαδή ποιά ὅρια; Τά ὅρια τοῦ παραδείσου.

   Ἐδῶ τώρα θά ἤθελα νά προσέξετε, γιατί υπάρχει πάντα μία ἀπορία στούς ἀνθρώπους, καί θά σᾶς λυθεῖ. Δηλαδή, πῶς ὁ ᾿Αδάμ βγῆκε ἀπό τόν παράδεισο και πῆγε στή γῆ; Μά στή γῆ δέν ἦταν ὁ παράδεισος;

   Λοιπόν. Ὁ Θεός δημιούργησε τή γῆ. Ἕνα μικρό μέρος τῆς γῆς, ὅπως παλιά λέγαμε, (Βλ. π. Αθανασίου Μυτιληναίου, Η Γένεσις, Τόμος Γ΄, Μάθημα 29ο, ἐκδ. Ι. Μ. Κομνηνείου, Στόμιον Λαρίσης 2019) https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2024/10/blog-post_15.html?m=1 ἔγινε παράδεισος. Αὐτό τό μικρό κομμάτι τῆς γῆς, αὐτή ἡ μικρή περιοχή, ἦταν ἀνατολικά τῆς Ἐδέμ, δηλαδή περικλειόταν μεταξύ δύο μεγάλων ποταμῶν, τοῦ Τίγρητος καί τοῦ Εὐφράτου. Ὁ Ἀδάμ πλάστηκε ὄχι ἀπό ὕλη αὐτῆς τῆς μικρῆς περιοχῆς πού λεγόταν παράδεισος, ἀλλά ἀπό ὕλη πού ἦταν ἔξω ἀπό τόν παράδεισο. Αὐτή ἡ ὕλη λεγόταν γῆ. Ἔτσι, ἄν καί ὁ παράδεισος ἦταν πάνω στή γῆ, ἀντιδιαστέλεται ἀπό τή γῆ, ξεχωρίζει δηλαδή, καί λέμε ὁ παράδεισος καί ἡ γῆ.

   Ὄχι λοιπόν ὅτι ὁ παράδεισος ἦταν κάπου ἀλλοῦ, ἔξω ἀπό τή γῆ, καί ὁ Ἀδάμ βγαίνει ἀπό αὐτόν... Δέν ἦταν, ἄς ποῦμε, στόν Ἄρη, τήν Αφροδίτη, στον Κρόνο, κάπου σ' ἕναν πλανήτη, καί ἀπό ἐκεῖ ὁ Ἀδάμ πέφτει στή γῆ... Ὄχι. Καί τά δυό ἦταν πάνω στή γῆ μόνο πού γίνεται ἕνας διαχωρισμός. Ἔτσι, ὁ παράδεισος ἦταν μια μικρή περιοχή πάνω στη γη, και μάλιστα με συγκεκριμένα ὅρια.

   Σᾶς εἶπα ὅμως ὅτι ὁ Θεός ἔπλασε τόν Ἀδάμ από χῶμα –«χοῦν λαβὼν ἀπὸ τῆς γῆς», ὅπως λέει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ– ἀπό ὕλη που πάρθηκε ἀπό τή γῆ, καί ὄχι ἀπό τήν περιοχή τοῦ παραδείσου.

   Κατοπινά, ὁ Ἀδάμ εἰσήχθη στον παράδεισο ὡς πλήρης ἄνθρωπος. Ἐκεῖ ὅμως ἁμάρτησε καί ἐξορίστηκε ἀπό τόν χῶρο τοῦ παραδείσου, γιά νά πεθάνει ὄχι μέσα στόν χῶρο τοῦ παραδείσου ἀλλά ἔξω ἀπ' αὐτόν· δηλαδή να πεθάνει στον τόπο ἐκεῖνο, στή γῆ, ἀπό τήν ὁποία πάρθηκε ἡ ὕλη γιά τήν κατασκευή του.

   Στόν παράδεισο, ὅπως παρατηροῦμε, δέν ἔγινε οὐδεμία δημιουργική πράξη· οὐδεμία· θά γινόταν μόνο εἴσοδος –ὅπως καί ἔγινε· ὁ Ἀδάμ εἰσῆλθε στον παράδεισο– για να δειχθεῖ ὅτι ἡ προαίρεση καί ἡ πνευματική ἐργασία τοῦ ἀνθρώπου –ἐκεῖνο τὸ ἐργάζεσθε τόν παράδεισον, πού ἦταν πρωτίστως πνευματική εργασία καί λιγότερο σωματική– θά ἦταν θέμα πού θά τόν καθιστοῦσε πνευματική ύπαρξη, πνευματικό πρόσωπο.

   Το θυμόσαστε παλιά που λέγαμε –ὡραῖα μᾶς μιλάει πάνω σ' αὐτό ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός– πῶς θά ζοῦσε καί θά ἀναπτυσσόταν ὁ Ἀδάμ μέσα στόν παράδεισο. (Βλ. ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ, Περὶ Παραδείσου, PG 94, 912Α-913Α, καί Ἔκδοσις ἀκριβὴς τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως, Β΄(12) 26, Περὶ ἀνθρώπου, ΕΠΕ 19, 1, σσ. 210-212, 216. Επίσης βλ. καί π. Αθανασίου Μυτιληναίου, Ἡ Γένεσις, Τόμος Γ΄, Μαθήματα 30ο https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2024/10/blog-post_16.html?m=1 καί 32ο, https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2024/10/blog-post_12.html?m=1 ἐκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Κομνηνείου, Στόμιον 2019)

   Ἀλλά οὔτε καί θάνατος ἔπρεπε νά ὑπάρχει μέσα στον παράδεισο. Γι' αὐτό ὁ Ἀδάμ διώχνεται ἀπό τόν παράδεισο, γιά νά μή πεθάνει μέσα ἐκεῖ. Γιατί; Διότι ὁ παράδεισος ἐκεῖνος, ὁ ἐπίγειος, ἦταν μία εἰκόνα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, στήν ὁποία Βασιλεία δέν δημιουργοῦνται ἄνθρωποι, αλλά μόνο εἰσάγονται ἄνθρωποι –καί εἰσάγονται ἀφοῦ ἔγιναν ἅγιοι, μέ τή δική τους τήν προαίρεση ἀλλά καί μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ– καί ἀκόμα, ἐκεῖ, στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, δέν ὑπάρχει θάνατος. Ὅ,τι μπαίνει ἐκεῖ, μένει ἀθάνατο, μένει αἰώνιο. 

   Γι' αὐτόν τόν λόγο ὁ Ἀδάμ ἐκβάλλεται τοῦ παραδείσου, διότι ὁ Θεός βλέπει μακριά, ὅτι οἱ ἄνθρωποι θά μποῦν στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ὅταν θά ἔρθει πάλι ὁ Χριστός. Καί ὁ Ἀδάμ ἀκόμα θα μπει... καί ὁ Ἀδάμ!

   Ἔτσι, παιδιά, ὁ Ἀδάμ ἐκβάλλεται τοῦ παραδείσου, ὅπως λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, «ἵνα διηνεκῆ τὴν ὑπόμνησιν ἔχῃ τῆς ταπεινοφροσύνης τὴν ἐργασίαν», γιά νά θυμᾶται συνέχεια τήν ἐργασία τῆς ταπεινοφροσύνης –ξέρετε, ἡ πνευματική εργασία εἶναι τό κύριο ἔργο μας!– γιά νά ἔχει διαρκή τήν ὑπόμνηση ὅτι ἔφυγε ἀπό τόν παράδεισο, «καὶ εἰδέναι ἔχῃ ὡς ἐκεῖθεν αὐτῷ ἡ σύστασις, καὶ ἡ ουσία τοῦ σώματος ἐκ τῆς γῆς ἐξ ἀρχῆς γεγένηται· ἐκείνην, φησίν, ἐργάζεσθαι τὴν γῆν, ἐξῆς καὶ αὐτὸς συνέστη» (Ὁμιλίαι εἰς τὴν Γένεσιν, ΙΗ΄, γ΄, PG 53, 152), καί νά θυμᾶται ὅτι ἐλήφθη ἀπό τή γῆ, ἐκείνη τήν ὁποία θά δουλεύει τώρα μέ κόπο καί ἱδρώτα· ἀπ' αὐτό τό χῶμα, ἀπ' αὐτήν τή γῆ ἐλήφθη καί ἡ δική του ἡ σωματική κατασκευή.

   Βέβαια θά μοῦ πεῖτε, θά τό πῶ ἄλλη μία φορά, ὅτι ἡ ἐργασία ὑπῆρχε στον παράδεισο. Θυμᾶστε πού ὁ Θεός εἶχε πεῖ ἐργάζεσθε τόν παράδεισο; (Γέν. 2, 15) Ξαναλέω ὅμως, γιατί εἶναι πάρα πολύ σημαντικό, αὐτή ἦταν ἡ πνευματική εργασία· κυρίως ή πνευματική. Αν δείτε ἀσκητικά βιβλία, πολύ συχνά θα συναντήσετε τήν ἔκφραση ποιά εἶναι ἡ πνευματική σου εργασία; δηλαδή τι κάνεις;

   Θά μοῦ πεῖτε: ἀνυποψίαστα πράγματα...

   Ἕνα κύριο ἔργο εἶναι ἡ προσευχή· ἀποτελεῖ ἔργο τῆς πνευματικῆς ἐργασίας. Αλλά πάλι θά πῶ ὅτι καί σωματική εργασία στον παράδεισο γινόταν, ὄχι μόνο πνευματική. Ἐκείνη ὅμως ἡ ἐργασία ἦταν χωρίς κόπο· ἐνῶ μετά στή γῆ, στήν ὁποία ἐπέστρεψε ὁ Ἀδάμ, ἡ ἐργασία ἐκεῖ ἔγινε δουλεία, αυτό που λέμε σήμερα δουλειά. Καί δέν εἶναι καθόλου τιμητικό να λέμε δουλεύω –ἀπό τό δοῦλος– αλλά ἐργάζομαι. Τό τιμητικό καί τό σπουδαῖο εἶναι ὅτι ὁ Θεός ἔκανε τήν έργασία· ὄχι τήν δουλεία. Ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος τήν ἐργασία τήν ἔκανε δουλεία, καί τή ζωή τήν ἔκανε ἐπιβίωση. Ἐδῶ εἶναι τό δραμα τοῦ ἀνθρώπου!

   «Καὶ ἐξέβαλε τὸν Ἀδὰμ καὶ κατώκισεν αὐτὸν ἀπέναντι τοῦ παραδείσου τῆς τρυφῆς καὶ ἔταξε τὰ Χερουβὶμ καὶ τὴν φλογίνην ρομφαίαν τὴν στρεφομένην φυλάσσειν τὴν ὁδὸν τοῦ ξύλου τῆς ζωῆς.» (Γέν. 3, 24) Καί ἔβγαλε τόν Ἀδάμ ἀπό τόν παράδεισο καί τόν ἔβαλε νά κατοικήσει απέναντι ἀπό τόν παράδεισο τῆς τρυφῆς, καί διέταξε τά Χερουβείμ καί ἐκεῖνο τό σπαθί τό φλόγινο να στρέφεται γύρω-γύρω και να φυλάει τον δρόμο πού ὁδηγεῖ στό δένδρο τῆς ζωῆς.

   Μέ αυτό μάλιστα τό χωρίο τελειώνει το 3ο κεφάλαιο της Γενέσεως. Εδω τερματίζεται και η ιστορία τῶν πρωτοπλάστων μέσα στον παράδεισο, γιά νά ἀρχίσει μετά ἡ ἱστορία τους πιά πάνω στή γῆ, γεννώντας τά παιδιά τους, τόν Κάιν, τόν Ἄβελ, πού θά εἶναι μία ζωή γεμάτη από δάκρυα. Να βλέπουν κατόπιν ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα τό πρῶτο τους παιδί πού ἔκαναν, τόν Κάιν, σέ λίγο να σκοτώνει τόν ἀδελφό του τόν Ἄβελ... Καί ζοῦν μέσα σε δάκρυα ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα· ἡ ζωή τους εἶναι τυραννισμένη!

   Ἀλλά ἄς τα πάρουμε μέ τή σειρά.

   Γιατί ὁ Θεός ἔβαλε απέναντι ἀπό τόν παράδεισο τόν Ἀδάμ;

   Ξέρετε πῶς μοιάζει το πράγμα; Μοιάζει μέ τό ἑξῆς παράδειγμα.

   Γιά μιά στιγμή, ἡ μητέρα ανακαλύπτει ὅτι τό παιδί της κλέβει γλυκό. (Δέν ξέρω ἄν σήμερα τα παιδιά κλέβουν γλυκό... Δέν νομίζω να κλέβουν. Στήν ἐποχή μας τό κλέβαμε τό γλυκό. Στήν ἐποχή σας δέν τό κλέβετε· μπορεῖ ὅμως νά κλέβετε ἄλλα πράγματα...) Ωστόσο, ή μητέρα συλλαμβάνει τό παιδί της να κλέβει γλυκό. Τότε τοῦ λέει: Θά σε τιμωρήσω. Παίρνει τό γλυκό, τό βάζει σέ ἕνα ντουλάπι πού ἔχει τζάμι μπροστά καί τό κλειδώνει. Ἀκοῦστε; γιά νά τό βλέπει τό γλυκό, αλλά νά μήν μπορεῖ νά τό φάει!

   Θά μοῦ πεῖτε αὐτό εἶναι... ἕνα βάσανο!

   Σήμερα, ἐπειδή χάσαμε τον προσανατολισμό μας ἀπό τήν ἀληθινή παιδαγωγία, δέν μποροῦμε νά καταλάβουμε τί εἶναι παιδαγωγικό. Ὁ αἰώνας μας μπορεῖ να λέγεται αἰώνας τῆς παιδαγωγικῆς, αἰώνας τοῦ παιδιοῦ... ἀλλά δέν σκαμπάζουμε τίποτα, δέν καταλαβαίνουμε τίποτα, ἔχουμε ἐσφαλμένους δρόμους! Καί δέν θα μπορούσε κανείς νά πεῖ ὅτι ὁ Θεός εἶναι χειρότερος παιδαγωγός μπροστά στη δική μας τήν αυθεντία... ὅτι ἐμεῖς ἀνακαλύψαμε παιδαγωγικούς νόμους, σπουδαίους, γιά νά κάνουμε τούς ἀνθρώπους καλύτερους! Ἀπό τό ἄν ἔγιναν καλύτεροι οἱ ἄνθρωποι φαίνονται οἱ παιδαγωγικές μέθοδοι.

   Προσέξτε ὅμως... προσέξτε: Γιατί ὁ Θεός ἔβαλε τόν Ἀδάμ ἀπέναντι ἀπό τόν παράδεισο; Γιά νά τόν βλέπει!

   Νά τί γράφει πάνω σ' αυτό ὁ ἱερός Χρυσόστομος: «Οὐ γὰρ τὸ ἐκβαλεῖν μόνον φιλανθρωπίας καὶ ἀγαθότητος ἦν ἀλλὰ καὶ τὸ ἀπέναντι τοῦ παραδείσου ἐγκατοικίσαι αὐτόν, ἵνα ἀδιάλειπτον ὀδύνην ἔχῃ, καθ᾿ ἑκάστην ἡμέραν αναλογιζόμενος, οἵων ἐκπεπτωκὼς εἰς οἷαν ἑαυτὸν κατάστασιν ἤγαγεν... καὶ πρὸς τὸ ἑξῆς ἀσφάλεια τῷ ὀδυνωμένῳ ἡ συνεχὴς θέα ἐγίνετο, πρὸς τὸ μὴ τοῖς αὐτοῖς πάλιν αὐτὸν περιπεσείν.» (Ὁμιλίαι εἰς τὴν Γένεσιν, ΙΗ΄, γ΄, PG 53, 152. Βλ. Θεοδωρήτου Κύρου: «Καταντικρὺ δὲ τοῦ παραδείσου διάγειν αὐτὸν προσέταξεν· ἵνα τῆς ἀλύπου βιοτῆς εἰς μνήμην ἐρχόμενος, μισῇ τὴν ἁμαρτίαν, ὡς πρόξενον τῆς ἐπιπόνου ζωῆς.» (Εἰς τὰ ἄπορα τῆς θείας Γραφῆς κατ' ἐκλογήν, Μ', PG 80, 141C)). Τόν ἔβαλε ἀπέναντι γιά νά βλέπει κάθε μέρα τόν παράδεισο, να αἰσθάνεται τί ἔχασε καί νά πονάει κάθε μέρα. Αλλά μόνο γι' αὐτό; Ὄχι. Τόν ἔβαλε ἐκεῖ καί γιά νά τοῦ δημιουργηθεῖ ὁ πόθος να ξαναγυρίσει πίσω.

   Σήμερα δέν θέλουμε το παιδί μας νά ὀδυνᾶται, να πονάει· ὄχι ἁπλῶς μόνο μέ τό ξύλο, πού μπορεῖ νά τιμωρήσουμε σωματικά τό παιδί μας, αλλά καί μέ ἕναν πόνο ψυχικό, με μία ψυχική τιμωρία, μέ τό νά μήν τοῦ κάνουμε αὐτό πού θέλει, νά τοῦ στερήσουμε κάτι καί λοιπά, προκαλώντας του μία ψυχική οδύνη.

   Θά μοῦ πεῖτε: Να δημιουργήσουμε ψυχική οδύνη στο παιδί μας;...

   Ναί, ναί... Ναί! Είναι σπουδαῖο αὐτό.

   Θέλετε νά δεῖτε μέχρι που φθάσαμε; Ἐγώ, θυμᾶμαι παλιά, περνοῦσα ψυχική οδύνη μέχρις ὅτου βγοῦν τά αποτελέσματα τῶν ἐξετάσεων. Τώρα πιά καταργήσαμε τίς ἐξετάσεις, γιά νά μή περνᾶμε ὀδύνη, υποστηρίζοντας ὅτι δέν πρέπει τά παιδιά να περνάνε καμμία ὀδύνη... (Εἶναι ἡ ἐποχή πού βαθιές ἐκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις διαδέχονται ἡ μία τήν ἄλλη, κυρίαρχο στοιχεῖο τῶν ὁποίων εἶναι ἡ ἐπίσημη καθιέρωση τῆς δημοτικῆς ὡς ἀποκλειστικῆς γλώσσας τῆς ἐκπαιδεύσεως, ἡ κατάργηση τῆς ἀξιολογήσεως τῶν ἐκπαιδευτικῶν, ἡ κατάργηση τῆς διδασκαλίας τῶν Ἀρχαίων ἀπό τό πρωτότυπο, ἡ κατάργηση τοῦ πολυτονικού συστήματος γραφής, με ταυτόχρονη ἐφαρμογή τοῦ μονοτονικοῦ, ἡ κατάργηση εισαγωγικῶν ἐξετάσεων γιά τά Γυμνάσια καί τά Λύκεια, ὅπως καί ἡ κατάργηση τῶν ἐνδιαμέσων ἐξετάσεων τοῦ Φεβρουαρίου στη δευτεροβάθμια ἐκπαίδευση. (Από τα Πρακτικά τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἰνστιτούτου Εφαρμοσμένης Παιδαγωγικῆς καί Ἐκπαίδευσης (ΕΛΛ.Ι.Ε.Π.Ε.Κ.), 6ο Πανελλήνιο Συνέδριο, 5-7 Οκτωβρίου 2012)

   Τώρα, ἄλλο ἂν ἡ ζωή μας εἶναι ζυμωμένη μέ τήν όδύνη, γιατί –πῶς νά τό κάνουμε;– ἔχουμε τήν κατάρα, ή ὁποία εἶναι πάνω στό ἀνθρώπινο γένος! εἴμαστε ἀποστάτες! Αλλά καί αργότερα στη ζωή σας, ὅταν θά πᾶτε παραπάνω, θά εἴσαστε ὑποχρεωμένοι να δίνετε πολλές ἐξετάσεις, ὄχι μόνο σε σχολεῖα, ἀλλά καί στήν κοινωνία τήν ἴδια· καί τότε... ἔρχεται ὁ οὐρανός σφοντύλι, αφοῦ δέν μαθαίνουμε στο παιδί μας, από μικρό, νά ὀδυνᾶται, να πονάει για κάτι. Εἶναι χρήσιμο αυτό· εἶναι πάρα πολύ χρήσιμο.

   Ωστόσο, όπως λέει ἐδῶ ὁ ἱερός Χρυσόστομος, ὁ Θεός βάζει τόν Ἀδάμ ἀπέναντι ἀπό τόν παράδεισο, να τόν βλέπει, να πονάει καί νά τόν νοσταλγεί.

   Ὑπάρχει ἕνα ὡραῖο τροπάριο, πολύ ὡραῖο (εἶναι ὁ οἶκος τῆς Κυριακῆς τῆς Τυρινῆς, στο βιβλίο Τριώδιο· μπορεῖτε νά τό βρεῖτε στην Κυριακή τῆς Τυρινῆς), πού λέει ὅτι ὁ Ἀδάμ, ὅταν ἐξεβλήθη, κάθισε απέναντι από τόν παράδεισο, καί ἐκεῖ ἄρχισε νά κλαίει. Ὁ ποιητής, ὁ ὑμνογράφος, μέ πολύ ὡραῖα ζωηρά χρώματα, λέει τά ἑξῆς: Παράδεισε, σε παρακαλῶ, μή κλείσεις για πάντα τήν θύρα σου για μένα... Ὦ δένδρα, μέ τό θρόισμα τῶν φύλλων σας, καθώς τά κινεῖ ὁ ἄνεμος, κάνετε προσευχή καί παρακαλέστε τον Δημιουργό νά μήν κλείσει για πάντα τήν πόρτα τοῦ παραδείσου... («Ἐκάθισεν Ἀδὰμ τότε, καὶ ἔκλαυσεν ἀπέναντι τῆς τρυφῆς τοῦ Παραδείσου, χερσὶ τύπτων τὰς ὄψεις, καὶ ἔλεγεν... Συνάλγησον, Παράδεισε, τῷ κτήτορι πτωχεύσαντι, καὶ τῷ ἤχῳ σου τῶν φύλλων, ἱκέτευσον τὸν Πλάστην, μὴ κλείσῃ σε. Ἐλεῆμον, ἐλέησόν με τὸν παραπεσόντα.» Βλ. καί εσπερινό στιχηρό προσόμοιο: «Παράδεισε πάντιμε, τὸ ὡραιότατον κάλλος... ἤχῳ τῶν φύλλων σου, Πλάστην τὸν τῶν ὅλων ἱκέτευε, τὰς πύλας ὑπανοῖξαί μοι, ἃς τῇ παραβάσει ἀπέκλεισα..») Εἶναι κάτι πού δείχνει ὅτι μέσα στον Αδάμ δημιουργεῖτο ἡ μετάνοια, ὁ πόθος, ἡ ἐλπίδα!

   Γυρίζουμε πάλι στο κείμενο, στο δένδρο πού ἦταν στο κέντρο τοῦ παραδείσου, στο δένδρο τῆς ζωῆς, πού παρήγαγε τον καρπό τῆς ζωῆς. Διαβάζουμε ὅτι ὁ Θεός διέταξε τα Χερουβείμ να φυλάνε τήν εἴσοδο, αλλά και τήν φλογίνη ρομφαία, ἐκεῖνο τό σπαθί τό φλόγινο, που θα στρεφόταν γύρω-γύρω, ὥστε νά μήν μπορεί κανείς νά μπεῖ μέσα στόν παράδεισο.

   Λέει πάλι ὁ ἱερός Χρυσόστομος: «Οὐχ ἁπλῶς δὲ προσέθηκε, Τὴν στρεφομένην, ἀλλ᾽ ἵνα διδάξῃ ἡμᾶς ὅτι πᾶσα ὁδὸς αὐτῷ ἀποτετείχιστο, τῆς ῥομφαίας ἐκείνης διὰ τοῦ στρέφεσθαι, πάσας τὰς ἐκεῖ φερούσας ὁδοὺς ἀποφραττούσης, καὶ διηνεκῆ τὸν φόβον αὐτῷ καὶ τὴν ὑπόμνησιν παρέχειν δυναμένης.» (Ὁμιλίαι εἰς τὴν Γένεσιν, ΙΗ΄, γ΄, PG 53, 152-153). Δηλαδή, ὄχι τυχαῖα ἔγραψε ἐδῶ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ὅτι ἔβαλε ὁ Θεός τήν φλογίνη ρομφαία τήν στρεφομένη, να γυρίζει κυκλικά ἐκεῖνο τό φλόγινο σπαθί. Βεβαίως τί ἀκριβῶς ἦταν δέν γνωρίζουμε. Εἶναι μία εἰκόνα πού θέλει να μᾶς δείξει ὅτι κάθε δρόμος πρός τό δένδρο τῆς ζωῆς ἔχει ἀποκλειστεῖ ἐξαιτίας τῆς ρομφαίας τῆς στρεφομένης, ἀπ' αὐτό τό φλόγινο σπαθί που γυρίζει.

   Μέ τήν εὐκαιρία σᾶς λέω τοῦτο, ὅτι ἔχουμε περιπτώσεις στήν Ἱστορία, πού ὁ Θεός μ' ἕναν πολύ περίεργο τρόπο ἐμποδίζει τούς ἀνθρώπους να κάνουν κάτι.

   Σᾶς θυμίζω τόν Πύργο τῆς Βαβέλ. (Βλ. Γέν. 11, 1-9)

   Σᾶς θυμίζω ἀκόμη τήν περίπτωση πού, ἐπί Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτου, πῆγαν νά ἀνοικοδομήσουν τόν ναό τοῦ Σολομῶντος, ἀκριβῶς γιά νά διαψεύσει ὁ Ἰουλιανός τόν Χριστό, πού μιλώντας γιά τήν καταστροφή τοῦ ναοῦ εἶπε ὅτι δέν θά ἀνοικοδομηθεί. (Βλ. Μαρκ. 13,2· Λουκά 21,6. Πρβλ. Β' Θεσ. 2,1-12) Μάλιστα μᾶς τό βεβαιώνει αὐτό καί ὁ ἅγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων, ὅτι ὅπως ἔσκαβαν οἱ ἐργάτες ἔβγαιναν μέσα ἀπό τά θεμέλια φλόγες φωτιᾶς, καί δέν μποροῦσαν νά δουλέψουν! (Τό θαυμαστό αυτό γεγονός διασώζουν οἱ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος (Λόγοι, PG 35, 668C-669A), Ιωάννης Χρυσόστομος (Λόγοι κατά Ἰουδαίων, PG 48, 901), Αμβρόσιος (Επιστολαί, 40.12), Σωζομενός (5.22.7-11), Σωκράτης (3.20.24-34), Θεοδώρητος Κύρου (Εκκλησιαστική Ιστορία, 199.15-23), Ζωναράς (62.5-10) κ.ά. Χάρη σέ μιά ἐπιστολή τοῦ ἁγ. Κυρίλλου Ἱεροσολύμων, ή ὁποία διασώζεται σε συριακό χειρόγραφο (Harvard Syriac 99), γνωρίζουμε τήν ἀκριβή ἡμερομηνία τοῦ σεισμοῦ, πού ἰσοπέδωσε το μεγαλύτερο τμῆμα τῆς Παλαιστίνης. Αυτός συνέβη στις 19 Μαΐου του 363 μ.Χ. (Βλ. Brock, Cyril of Jerusalem, σ. 267-276, Russell, Earthquake Chronology, σ. 42). Τό ἴδιο γεγονός πιστοποιεῖται καί ἀπό τόν εἰδωλολάτρη ἱστορικό καί θαυμαστή τοῦ Ἰουλιανοῦ Αμμιανό Μαρκελλίνο, ὁ ὁποῖος γράφει: «Ἐνῷ δὲ ἐπέμενεν ὁ Αλύπιος (αξιωματτικός ευνοούμενος τοῦ Ἰουλιανοῦ, χρηματίσας Πρεφέκτος στην Βρετανία), βοηθοῦντος καὶ τοῦ τῆς Ἐπαρχίας ἡγεμόνος, πυρὸς σφαῖραι φρικώδεις, πυκνῶς ἐκκύπτουσαι πλησίον τῶν θεμελίων, πολλάκις τοὺς ἐργαζομένους κατέκαυσαν, καὶ τέλος κατέστησαν τὸν τόπον ἐκεῖνον ἀπρόσιτον.» (Ammiani Marcellini, Rerum gestarum libri qui supersunt, ed. John C. Rolfe, XXIII, 1,3)

  Ἔτσι λοιπόν φαίνεται ὅτι δέν μποροῦσε ὁ Ἀδάμ να πλησιάσει τόν παράδεισο· ἦταν ἀδύνατον· ὑπῆρχε ἕνα ἀόρατο εμπόδιο.

   Σᾶς θυμίζω ἀκόμη τήν ὄνο τοῦ Βαλαάμ, πού ὅταν πήγαινε μέ τό γαϊδουράκι του γιά νά καταραστεῖ τούς Ἰσραηλίτες, αὐτό δέν μποροῦσε νά προχωρήσει καθόλου· εἶχε στηλώσει τα πόδια του καί δέν προχωρούσε! Καί ὅταν ὁ Βαλαάμ εἶχε θυμώσει πολύ καί ἄρχισε νά τό χτυπάει, τότε ἔγινε τό ἑξῆς· ἄνοιξαν τα πνευματικά του μάτια, καί εἶδε ἕναν ἄγγελο μέ ἕνα σπαθί πού ἐμπόδιζε τό γαϊδουράκι να προχωρήσει. (Βλ. Αριθμ. κεφ. 22)

   Κάπως ἔτσι πρέπει να λογαριάσουμε καί τήν περίπτωση μέ τή ρομφαία στον Αδάμ.

   Αλλά τώρα πιά ή θύρα τοῦ παραδείσου ἔκλεισε, ὁ δρόμος τῆς ἐπιστροφῆς φράχθηκε, καί ὁ Ἀδάμ ἔμεινε ἀπ᾿ ἔξω. Αλλά μαζί του πήρε, φεύγοντας ἀπό τόν παράδεισο, τόν πόθο καί τήν ἐλπίδα τῆς ἐπιστροφῆς. (Βλ. Προκοπίου Γαζαίου, Εἰς τὴν Γένεσιν ἑρμηνεία, PG 87, 225D: «...κατώκισεν αὐτὸν ἀπέναντι τοῦ παραδείσου τῆς τρυφῆς, ὥσπερ βασιλεὺς ἀγαθὸς οὐ μακρὰν τὴν ἐξορίαν ποιούμενος, ἀλλ᾽ οἷον πρὸ τῆς βασιλίδος πόλεως ἐλπίδας αὐτῷ διδοὺς ἀνακλήσεως· καὶ ὡς ἂν ὁρῶν συνεχῶς μνήμην ἔχῃ τῆς ἐκβαλούσης αὐτὸν ἁμαρτίας, καὶ ταύτην μισῇ, ποθῇ δὲ πάλιν ὅθεν ἐξέπεσεν»)

   Ὅμως ὁ δρόμος ἐκεῖνος ἀνοίχθηκε κάποτε! ἀνοίχθηκε γιατί ἀκριβῶς ἡ ἐλπίδα δέν ἔσβησε ποτέ.

   Θυμόσαστε τί εἶχε πεῖ ὁ Θεός στον Αδάμ καί τήν Εὔα, ὅτι ἐκ τοῦ σπέρματος τῆς γυναικός θά προέλθει ἐκεῖνος πού τελικά θα λύτρωνε τους πρωτοπλάστους και τούς ἀπογόνους τους; (Βλ. Γέν. 3, 15) Γι' αὐτό ὁ δρόμος ἄνοιξε, παιδιά, μέ τήν σάρκωση τοῦ Θεοῦ Λόγου! Ἐκεῖνος πού τούς μιλοῦσε στον παράδεισο –δεν μιλοῦσε ὁ Πατήρ στόν παράδεισο· ὁ Λόγος τούς μιλοῦσε, ὁ Θεός Λόγος, το δεύτερο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος!– αὐτός ὁ ἴδιος τώρα σαρκώνεται καί ἔρχεται γιά νά ἀνοίξει τόν Παράδεισο!

   Τά Χερουβείμ ἦταν φύλακες τοῦ Θυσιαστηρίου, ὅταν ὁ Μωυσῆς κατ' ἐντολήν τοῦ Θεοῦ ἔφτιαξε τήν πλάκα τῶν ἱλασμῶν, τήν ἱλαστήριο πλάκα, πού ἦταν ἐπάνω ἀπό τήν Κιβωτό τῆς Διαθήκης, καί ἑκατέρωθεν αὐτῆς ἦταν δύο χρυσά Χερουβείμ. Φέρονται λοιπόν ὡς φύλακες τοῦ Θυσιαστηρίου. Κανείς δέν μποροῦσε νά μπεῖ ἐκεῖ. Αὐτό ἦταν τύπος τοῦ Οὐρανοῦ, τύπος τοῦ Παραδείσου, τύπος τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. (Στα Ἅγια τῶν Ἁγίων ὑπῆρχε ἡ Κιβωτός τῆς Διαθήκης, πού περιείχε τις δύο πλάκες με τον δεκάλογο, τη στάμνα μέ τό μάννα και τή ράβδο τοῦ ᾿Ααρών τή βλαστήσασα. Πάνω στην Κιβωτό τῆς Διαθήκης ὑπῆρχε μια πλάκα χρυσή, προσαρμοσμένη στις διαστάσεις τῆς Κιβωτοῦ, ἀλλά ἀνεξάρτητη ἀπ' αὐτή, που λεγόταν καpporeth, ἱλαστήριον ἐπίθεμα κατά τούς Ο΄. Στα άκρα της ὑπῆρχαν δύο Χερουβείμ, πιθανῶς μέ μορφή ανθρώπου, ὄρθια, ἀντιμέτωπα τό ένα πρός τό ἄλλο, μέ ἀνοιχτές τις φτερούγες τους. Το σύμπλεγμα συμβόλιζε τον θρόνο τοῦ Θεοῦ, καί ἦταν τό ἱερότερο αντικείμενο τῆς Σκηνῆς τοῦ Μαρτυρίου. Βλ. Εξοδ. κεφ. 25-27. Εβρ. κεφ. 8-9)

   Ξέρετε ὅτι, μέ τόν θάνατο τοῦ Χριστοῦ πάνω στον σταυρό, το καταπέτασμα πού ἔκρυβε τό Ἱερό, τά Ἅγια τῶν Ἁγίων, σχίσθηκε στη μέση! (Βλ. Ματθ. 27, 51. Μάρκ. 15, 38. Λουκά 23, 45) Τί σημαίνει αυτό; ὅτι τώρα κάποιος μπορεῖ νά μπεῖ στόν ἱερό αυτό χῶρο.

   Καί πράγματι, στην Πρός Εβραίους, ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέει: «Προσερχώμεθα οὖν μετὰ παρρησίας τῷ θρόνῳ τῆς χάριτος, ἵνα λάβωμεν ἔλεον καὶ χάριν εὔρωμεν εἰς εὔκαιρον βοήθειαν» (Εβρ. 4, 16). Ας πλησιάζουμε λοιπόν μέ θάρρος τόν θρόνο τῆς χάριτος, γιά να πάρουμε συγχώρηση τῶν ἁμαρτιῶν μας καί νά βροῦμε χάρη καί άμεση βοήθεια. Δηλαδή, τα Χερουβείμ δεν φυλάνε πιά τήν πύλη τοῦ Οὐρανοῦ, τήν εἴσοδο τοῦ νοητοῦ Παραδείσου καί τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.

   Τό δένδρον τῆς ζωῆς εἶναι τό μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Τό δένδρον, το «ξύλον», εἶναι ὁ σταυρός τοῦ Χριστοῦ. Καί ὁ καρπός αὐτοῦ τοῦ δένδρου εἶναι τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Δέν ὑπάρχει πιά φλογίνη ρομφαία. (Βλ. κοντάκιον Κυριακῆς τῆς Σταυροπροσκυνήσεως: «Οὐκέτι φλογίνη ῥομφαία φυλάττει τὴν πύλην τῆς Ἐδέμ· αὐτῇ γὰρ ἐπῆλθε παράδοξος σβέσις τὸ ξύλον τοῦ Σταυροῦ, θανάτου τὸ κέντρον καὶ Ἄδου τὸ νίκος ἐλήλαται, ἐπέστης δέ, Σωτήρ μου, βοῶν τοῖς ἐν Ἄδῃ· Εἰσάγεσθε πάλιν εἰς τὸν Παράδεισον»)

   Τι ήταν αυτή ἡ φλογίνη συμφαία ή στρεφομένη;

   Θυμηθείτε τα δρεπανηφόρα άρματα τῶν ἀρχαίων πολεμιστῶν, ὄχι Ἑλλήνων μόνο, ἀλλά καί Περσῶν καί ἄλλων. Ἦταν ἕνα ἁμάξι μέ άλογα, πού ἔβαζαν σπαθιά στις ρόδες, οριζόντια, στην προέκταση τοῦ ἄξονα τῶν τροχῶν, ὥστε, ὅπως ἔτρεχε το αμάξι, ὅ,τι εὕρισκε μπροστά του νά τό κόβει. Αν κάποιος ἔπεφτε κάτω, θά μπορούσε να γλυτώσει. Βέβαια εἶχαν καί κάθετα σπαθιά στόν ἄξονα. Καί ἀπό πάνω ήταν οἱ πολεμιστές, κρατώντας κι αὐτοί σπαθιά. Δηλαδή προς κάθε κατεύθυνση ὑπῆρχαν μυτερά κοφτερά σπαθιά· δέν μποροῦσες να γλυτώσεις.

   Σημαίνει λοιπόν ὅτι αὐτή ἡ πᾶσα ὁδός πρός τό ξύλον τῆς ζωῆς εἶχε ἀποκλειστεῖ, ἀφοῦ φυλασσόταν από τα Χερουβίμ καί τή ρομφαία την στρεφομένη, καί ἦταν ἀδύνατον ἀπ' αὐτήν νά περάσει κανείς... τίποτα!

   Ἀκοῦστε πῶς τό λέει αυτό ὁ ἱερός Χρυσόστομος· ὅτι, ἐπειδή ἀκριβῶς ἦταν στρεφομένη αὐτή ἡ ρομφαία ἡ πύρινη, δέν εἶχες ἐλπίδα ποτέ να προσεγγίσεις τόν παράδεισο καί νά μπεῖς ἐκεῖ μέσα.

   Αὐτό ξέρετε πῶς θά τό καταλάβουμε; Ακούστε. Αὐτήν τώρα τή ρομφαία μποροῦμε νά τήν ἐννοήσουμε μέ τρία σημεῖα, πού δείχνουν ὅτι ἦταν ἀδύνατον ὁ ἄνθρωπος νά ἐπιστρέψει πιά στον Παράδεισο.

   Πρῶτο σημεῖο· ἡ ἁμαρτωλότητά του. Δέν μποροῦσε ποτέ πιά να πάει κανείς ἄνθρωπος στον Παράδεισο, στη Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ὡς ἁμαρτωλός.

   Δεύτερον· ἡ ὑλικότητά του. Πῶς εἶναι δυνατόν νά ζήσει στη Βασιλεία τοῦ Θεοῦ μία ὕπαρξη πού φέρει ϋλη; (Πρέπει να σημειωθεῖ ἐδῶ ὅτι ὁ ἄνθρωπος, μετά τήν ἀνάστασή του, δέν θά πάψει νά εἶναι ἄνθρωπος, μέ ὑλικό σῶμα καί ψυχή (Μεθοδίου Ὀλύμπου, Περὶ Ἀναστάσεως ΙΙ., ΒΕΠΕΣ 18,137). Τό υλικό μας σῶμα θά ἐνδυθεῖ τήν ἀφθαρσία καί τήν ἀθανασία (Α΄Κορ. 15, 53, ἱεροῦ Χρυσοστόμου, Εἰς τὴν Α΄ Προς Κορινθίους, Ομιλία 42, 2, PG 61, 364). Μετά τήν ἀνάστασή του θα διατηρεῖ τήν φύση καί τήν ὑπόστασή του, αλλά θα γίνει λαμπρό καί φωτοειδές (Μακαρίου Αιγυπτίου, Ὁμιλίαι Πνευματικαί 50, Ι, ΒΕΠΕΣ, 41, 220). Τα σώματα τῶν πιστῶν θά εἶναι τῆς ἴδιας ουσίας, ἀλλά καλύτερα, ὡραιότερα και λαμπρότερα (Α΄ Κορ. 15,42-44, άγ. Νικοδήμου Αγιορείτου, Πνευματικά Γυμνάσματα, Μελέτη ΛΒ΄, Εἰς τὴν Ἀνάστασιν τοῦ Κυρίου, σσ. 377-398). Τα σώματα τῶν δικαίων θα είναι σύμμορφα τοῦ σώματος τῆς δόξης τοῦ Χριστοῦ (ὅ.π., Ματθ. 13,43, Φιλιπ. 3,21). Μεταξύ τοῦ σώματος ἐκείνου πού ἔχουμε τώρα καί ἐκείνου πού θά ἀναστηθεῖ θα υπάρχει ταυτότητα· θα υπάρχει ὅμως καί διαφορά (Α΄ Κορ. 15, 35-38, ἱερ. Χρυσοστόμου Εἰς τὴν Α΄ Πρὸς Κορινθίους, Ὁμιλία 41, 2, PG 61, 356)

   Τρίτον· ἡ θνητότητά του, τό ὅτι πεθαίνει.

   Θα λέγαμε ὅτι οὔτε καί στό πιό κοντινό μας ἀστέρι δέν μποροῦμε νά πᾶμε, γιατί τό ταξίδι μας θά ἦταν πολύ πέρα ἀπό τήν ἀνθρώπινη ζωή. Ξέρετε ὅτι ἕνα ταξίδι μέ τά σημερινά δεδομένα, ἔξω ἀπό τό πλανητικό μας σύστημα, ἀπαιτεῖ πολύ περισσότερα χρόνια από όσα εἶναι ἡ ἀνθρωπίνη ζωή· θά τό ξέρετε αυτό. (Το πλησιέστερο στο ηλιακό μας σύστημα ἄστρο βρίσκεται σε ἕνα τριπλό αστρικό σύστημα, σε απόσταση μόλις 4,25 ἐτῶν φωτός, καί ἀποτελεῖται ἀπό τό Α καί τό Β τοῦ Κενταύρου, πού εἶναι ἕνα διπλό αστρικό σύστημα, καί τό Γ τοῦ Κενταύρου, ἀλλιῶς γνωστό ὡς Ἐγγύτατος τοῦ Κενταύρου, ἕναν τύπο ερυθροῦ νάνου. Γιά νά κατανοήσουμε τα μεγέθη, τό 1 ἔτος φωτός εἶναι ἡ ἀπόσταση πού διανύει τό φῶς σέ ἕνα ἔτος, καί ἀντιστοιχεί σε 10 τρις χιλιόμετρα. Ἔτσι, μέ τήν παροῦσα τεχνολογία, θά ἀπαιτοῦνταν 80.000 περίπου χρόνια γιά νά φθάσουμε ὡς ἐκεῖ!) Ποῦ καί να θελήσει να πάει κανείς στη Βασιλεία τοῦ Θεοῦ! Δέν ἔχει καμμία δυνατότητα· ὁ δρόμος φυλάσσεται ἐπιμελῶς.

   Ἀκοῦστε ὅμως πῶς ἀνοίχθηκε ὁ δρόμος, καί πῆγε στήν ἄκρη ἡ ρομφαία ή φλογίνη ή δίστομος καί περιστρεφομένη. Ακούστε το.

   Ἡ ἁμαρτία, πού ἔφραζε τόν δρόμο, νικήθηκε από τόν Χριστό ἐπί τοῦ σταυροῦ· ἡ θνητότητα νικήθηκε μέ τήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ· καί ἡ ὑλικότητα, τοῦ ἀνθρώπινου σώματος, νικήθηκε μέ τήν ἀφθαρσία, ἀφοῦ ἡ θεία φύση τοῦ Χριστοῦ ἑνώθηκε μέ τήν ἀνθρώπινη. Ετσι, ὁ Χριστός, μέ τήν ἀνάληψή Του, ἀνέβηκε στον Οὐρανό. Δηλαδή; ἄνοιξε τον δρόμο! Κι ἐμεῖς, παιδιά, πίσω ἀκολουθοῦμε.

   Νικώντας ὁ Χριστός τήν ἁμαρτία, την υλικότητα καί τόν θάνατο, κάθησε στα δεξιά τοῦ Θεοῦ Πατρός. Ἔτσι, συμφιλιωνόμαστε καί ἐμεῖς μέ τόν Πατέρα, μέ τόν Ἅγιο Τριαδικό Θεό, οἱ ἁμαρτίες μας συγχωρούνται, καί γινόμαστε ἄφθαρτοι καί ἀθάνατοι, μέ τήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν, ἀφοῦ θά ἀναληφθοῦμε καί ἐμεῖς, ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, (Βλ. Α' Θεσ. 4, 15-17) καί θά βρεθοῦμε στη Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. (Προφητικά ὁ Δαβίδ ἀναφέρεται στην θριαμβευτική άνοδο τοῦ Κυρίου στον Οὐρανό: «Ἀνέβη ὁ Θεὸς ἐν ἀλαλαγμῷ, Κύριος ἐν φωνῇ σάλπιγγος» (Ψαλμ. 46, 6). Ὁ μέγ. Αθανάσιος ἑρμηνεύει τό ψαλμικό «Άρατε πύλας, οἱ ἄρχοντες ὑμῶν, καὶ ἐπάρθητε, πύλαι αἰώνιοι, καὶ εἰσελεύσεται ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης» (Ψαλμ. 23, 7-9), λέγοντας: «Οι διακονοῦντες τῷ Σωτῆρι ἐπὶ γῆς ἄγγελοι ταῖς οὐρανίαις δυνάμεσι δηλοῦσιν ἀνοίγειν τὰς πύλας. Κύριος κραταιὸς καὶ δυνατός. Ξενίζονται δὲ αἱ δυνάμεις, ὁρῶσαι μετὰ σαρκὸς αὐτὸν ἐμψυχωμένης ψυχῆς νοερᾶς, διὸ καὶ πυνθάνονται: Τίς ἐστιν οὗτος ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης; Ἐρωτώσιν αἱ ἄνω δυνάμεις, τὸ παράδοξον τῆς οἰκονομίας ἐκπληττόμεναι. Κύριος τῶν δυνάμεων, αὐτός ἐστιν ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης. Μυσταγωγοῦσι τοὺς ἄνω οἱ σὺν αὐτῷ ἀνελθόντες ἄγγελοι τὸ μυστήριον, ὅτι ὁ καταπατήσας τοὺς ἐχθροὺς τοὺς νοητοὺς δηλονότι, αὐτός ἐστιν ὁ τῶν δυνάμετων Κύριος.» (Ερμηνεία εἰς τοὺς Ψαλμούς, PG 27, 141CD). Ὁ δέ ἱερός Χρυσόστομος, αναφερόμενος στόν Χριστό, γράφει: «Ανήνεγκε τὴν ἀπαρχὴν τῆς φύσεως τῆς ἡμετέρας τῷ Πατρί· καὶ οὕτως ἐθαύμασε τὸ δῶρον ὁ Πατήρ, καὶ διὰ τὴν ἀξίαν τοῦ προσενέγκαντος, καὶ διὰ τὸ ἄμωμον τοῦ προσαχθέντος, ὡς οἰκείαις αὐτὸ δέξασθαι χερσί, καὶ θεῖναι πλησίον τὸ δῶρον, καὶ εἰπεῖν· Κάθου ἐκ δεξιῶν μου. Πρὸς ποίαν φύσιν εἶπεν ὁ Θεός, Κάθου ἐκ δεξιῶν μου; Πρὸς ἐκείνην τὴν ἀκούσασαν, Γῆ εἰ, καὶ εἰς γῆν ἀπελεύσῃ.» (Εἰς τὴν ἀνάληψιν τοῦ Κυρίου, PG 50, 446))

   Νὰ πῶς ἀνοίγει ὁ δρόμος. Μόνο ὁ Χριστός, παιδιά, ἄνοιξε τόν δρόμο. Ἰδού ἡ φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ, ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ!

   Πάρα πολύ ὡραῖα μᾶς ἐξηγεῖ ὁ ἅγιος Κύριλλος, στην 13η Κατήχησή του· ἀκοῦστε: «Διὰ τοῦτο Ἰησοῦς λαμβάνει τὰς ἀκάνθας, ἵνα λύσῃ τὴν καταδίκην· καὶ διὰ τοῦτο ἐτάφη ἐν τῇ γῇ, ἵνα ἡ κατηραμένη γῆ ἀντὶ κατάρας δέξηται τὴν εὐλογίαν.» (Αγ. Κυρίλλου Ἱεροσολύμων, Κατήχησις τρισκαιδεκάτη φωτιζομένων, ΙΗ΄, PG 33, 793CD). Γι' αὐτό ὁ Χριστός πῆρε τό ἀκάνθινο στεφάνι για να λύσει τήν καταδίκη. Καί γι' αυτό τάφηκε στή γῆ· ὥστε ἡ καταραμένη γῆ, ἀντί τῆς κατάρας, νά δεχθεῖ τήν εὐλογία.

   Καί συνεχίζει: «Ἐν παραδείσῳ ἡ ἀπόπτωσις, καὶ ἐν κήπῳ ἡ σωτηρία· ἀπὸ ξύλου ἡ ἁμαρτία, καὶ μέχρι ξύλου ἡ ἁμαρτία». Μέσα στον παράδεισο ἔγινε ἡ πτώση τῶν πρωτοπλάστων, καί σέ κῆπο μέσα ἔγινε ἡ σωτηρία (ἦταν τό μνημεῖο πού ἔθαψαν, πού ἔβαλαν τόν Χριστό). Από τό ξύλο, ἀπό τό δένδρο ξεκίνησε ἡ ἁμαρτία, καί μέχρι το ξύλο τοῦ σταυροῦ ἔφθασε· ἐκεῖ καρφώθηκε ἡ ἁμαρτία, καί κατηλλάγη ὁ Οὐρανός μέ τόν ἄνθρωπο, ἀποκαταστάθηκαν οἱ σχέσεις τους.

   Καί στή συνέχεια: «Δειλινὸν τοῦ Κυρίου περιπατοῦντος ἐκρύβησαν, καὶ δειλινὸν ὑπὸ τοῦ Κυρίου εἰς παράδεισον ὁ ληστής εἰσάγεται.» (Αγ. Κυρίλλου Ἱεροσολύμων, Κατήχησις τρισκαιδεκάτη φωτιζομένων, ΙΘ', PG 33, 796AB). Απογευματάκι ἦταν στον παράδεισο, ὅταν ὁ Κύριος, ἐνῶ περπατοῦσε, φώναξε Ἀδάμ, ποῦ εἶσαι; καί οἱ πρωτόπλαστοι κρύφτηκαν· καί πάλι ἀπόγευμα ἦταν, δηλαδή κάπου στις τρεῖς ἡ ὥρα, ὅταν ὁ Χριστός είπε στον ληστή από τώρα θά εἶσαι μαζί μου στον Παράδεισο.

   Νά πῶς ἡ σάρκωση τοῦ Θεοῦ Λόγου ἄνοιξε τόν δρόμο, ἄνοιξε τον Παράδεισο, καί ξαναμπαίνουμε πάλι μέσα! Ἐκεῖνο πού ὁ Θεός εἶχε υποσχεθεῖ στοὺς πρωτοπλάστους τό ἔκανε, γιατί ὁ Θεός εἶναι ἀξιόπιστος!

   Παιδιά, ὅπως εἴδαμε στα τρία αυτά πρῶτα κεφάλαια τῆς Γενέσεως, πού ἀναλύσαμε μέσα σε τρία χρόνια, σέ ἑβδομήντα ἕνα θέματα, φανερώνεται ἕνα ἀπέραντο μεγαλεῖο, καί ταυτόχρονα ένα δράμα. Θά ἤθελα νά σᾶς πῶ, μέ πάρα πολύ λίγα λόγια, περιληπτικότατα, ἐκεῖνα πού εἴπαμε μέσα στα τρία χρόνια. Τί ἀκριβῶς;

   «Ἐν ἀρχῇ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν, ἡ δὲ γῆ ἦν ἀόρατος καὶ ἀκατασκεύαστος, καὶ σκότος ἐπάνω τῆς ἀβύσσου... Καὶ εἶπεν ὁ Θεός· γενηθήτω φῶς· καὶ ἐγένετο φῶς.» (Γέν. 1, 1-3. Βλ. π. Αθανασίου Μυτιληναίου, Ἡ Γένεσις, Χριστιανική Κοσμολογία, Τόμος Α΄, Μαθήματα 1ο ἕως και 4ο, ἐκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Κομνηνείου, Στόμιον Λαρίσης 2017)

1)https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_22.html?m=1

2)https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_60.html?m=1

3)https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_34.html?m=1

4)https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_52.html?m=1

   Τί ὡραῖο αὐτό, τί μεγαλόπρεπο! Πως καταφέρονται μερικοί ἐναντίον τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, δέν μπορῶ νά καταλάβω... δέν μπορῶ! Η ἀγράμματοι πρέπει νά εἶναι ἐκεῖνοι που στρέφονται εναντίον τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἤ κακοήθεις, ἕνα ἀπό τά δύο.

   Ὁ Θεός, λέει τό κείμενο, εἶπε νά γίνει τό φῶς. Στήν ἀρχή δέν ὑπῆρχε τίποτε· ἦταν τό απόλυτο μηδέν· μόνος ὁ Θεός ὑπῆρχε. Καί ἐκ τοῦ μηδενός ὁ Θεός δημιούργησε τό πᾶν ὅ,τι δημιουργήθηκε ἀπό τόν ὁρατό καί ἀόρατο κόσμο, τόν κόσμο τῶν ἀγγέλων, ὁ ὁποῖος προηγεῖται, καί τόν κόσμο τόν αἰσθητό, ὁ ὁποῖος ἔπεται, ἀκολουθεῖ.

   Εἴπαμε ὅτι ὅλο τό σύμπαν ἔγινε ἀπό τό φῶς! Αὐτό το μεγαλειώδες, πού γράφηκε τότε, μόλις σήμερα στον αιώνα μας μπορέσαμε επιστημονικά να το καταλάβουμε, πως δηλαδή ή ύλη ἔγινε ἀπό τό φῶς, ἀπό τήν ἐνέργεια, στην καλύτερή της μάλιστα μορφή. (Το 1965, από τούς Penzias και Wilson, ἔγινε μια συναρπαστική ανακάλυψη ἡ ἀνίχνευση τοῦ ἀρχέγονου φωτός, πού φθάνει σήμερα στη Γη υπό τη μορφή μικροκυμάτων ἀπό ὅλες τίς κατευθύνσεις τοῦ οὐρανοῦ. Ἡ ἀκτινοβολία υποβάθρου, ὅπως ἀλλιῶς λέγεται, εἶναι ἕνας ἀψευδής μάρτυρας, μια ηχώ τῆς Δημιουργίας, πού πανηγυρικά επιβεβαιώνει τον αψευδή λόγο τοῦ Θεοῦ)

   Καί τώρα ὁ Θεός, μέσα σέ ἕξι μέρες, δηλαδή σε μεγάλα χρονικά διαστήματα, δέν δημιουργεῖ πλέον ἐκ τοῦ μηδενός, αλλά τά ἐκ τοῦ μηδενός δημιουργηθέντα τα κοσμοποιεῖ (κόσμος θά πεῖ στολίδι) τα στολίζει, τά διαμορφώνει. Ἔτσι λοιπόν διαμορφώνει ολόκληρη τή δημιουργία Του κατ' ἐξοχήν ὅμως διαμορφώνει τή Γῆ ὡς κατοικία ενός πλάσματος, πού θά ἀποτελοῦσε τήν δική Του εἰκόνα· καί αὐτό τό πλάσμα εἶναι ὁ ἄνθρωπος! Δημιούργησε λοιπόν ὁ Θεός τόν ἄνθρωπο, ἀφοῦ προηγουμένως ἔκανε τά φυτά καί τά ζῶα. Καί τόν ἔκανε τόν ἄνθρωπο κατ' εἰκόνα και καθ᾽ ὁμοίωσιν δική Του!

   Εἴδαμε αὐτό τό κατ' εἰκόνα τί πλοῦτο κρύβει! Δέν μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι τό κατ' εἰκόνα ἐξαντλεῖται οὔτε στη λογική οὔτε στήν ἐλευθερία· αλλά, αντιθέτως, αυτό ἐκτείνεται σ' ἕνα βάθος, τό ὁποῖο οὔτε αὐτοί οἱ Πατέρες μπόρεσαν να διατυπώσουν σαφῶς, διότι εἶναι ἕνα μυστήριο αὐτή ἡ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο.

   Τό δέ καθ᾽ ὁμοίωσιν δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά ἡ δυνατότητα στόν ἄνθρωπο νά ὁμοιάσει τοῦ Θεοῦ! Διότι αὐτός ἦταν ὁ σκοπός· μέ τήν ἐλευθερία, μέ τήν προαίρεσή του, μέ τήν λογική του ὁ ἄνθρωπος θά ἔκανε ἔργο πνευματικό, γιά νά φτάσει να γίνει ένας μικρός θεός πάνω στη Γη. (Βλ. ἁγίου Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, Περὶ ἀνθρώπου, ΕΠΕ 19, 1, σσ. 210-212, 216). Κατά τόν μέγα Βασίλειο, «πρόκειται ἡμῖν ὁμοιωθῆναι Θεῷ, κατὰ τὸ δυνατὸν ἀνθρώπου φύσει» (PG 32, 69). Ὁ ἱερός Χρυσόστομος λέει: «Ὥσπερ Εἰκόνα εἶπε τὴν τῆς ἀρχῆς δηλῶν εἰκόνα, οὕτω καὶ ὁμοίωσιν, ὥστε κατὰ δύναμιν ἀνθρωπίνην ὁμοίους ἡμᾶς γίνεσθαι Θεῷ... ὥσπερ καὶ ὁ Χριστός φησι, Γίνεσθε ὅμοιοι τοῦ Πατρὸς ὑμῶν τοῦ ἐν τοῖς οὐρανοῖς.» (Ὁμιλίαι εἰς τὴν Γένεσιν, Β΄, PG 53, 78). Επίσης βλ. καί π. Αθανασίου Μυτιληναίου, Η Γένεσις, Τόμος Β΄, Μαθήματα 16ο ἕως και 19ο, 

16)https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/459.html?m=1

17)https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/559.html?m=1

18)https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/659.html?m=1

19)https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/759.html?m=1

ἐκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Κομνηνείου, Στόμιον 2018, καί Μάθημα 63ο, ύποσημ. 16.

https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2024/11/blog-post_26.html?m=1

Πρβλ. «Αγαπητοί, νῦν τέκνα Θεοῦ ἐσμεν, καὶ οὔπω ἐφανερώθη τί ἐσόμεθα· οἴδαμεν δὲ ὅτι ἐὰν φανερωθῇ, ὅμοιοι αὐτῷ ἐσόμεθα.» (Α' Ιωάν. 3, 2))

   Ὁ Θεός ἔπλασε τόν ἄνθρωπο τόσο μεγαλειώδη! Τόν ἔκανε μέ ψυχή καί σῶμα. Τό σῶμα τό πῆρε ἀπό τήν ὕλη πού ὑπάρχει στον κόσμο αυτόν, καί τήν ψυχή τήν ἔκανε ἀπό τή δική Του πνοή. Ὄχι ἀπό τήν οὐσία Του, ἀλλά μέ μιά ἰδιαίτερη δημιουργική πράξη. Ἡ ψυχή του δέν εἶναι ἄκτιστη εἶναι κτιστή. (Βλ. Ἡ Γένεσις, Τόμος Β΄, Μαθήματα 23ο και 24ο, εκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Κομνηνείου, Στόμιον Λαρίσης 2018)

23)https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/1159.html?m=1

24)https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/1259.html?m=1

   Αὐτός ὅμως ὁ ἄνθρωπος, πού ὁ Θεός δημιούργησε, καί ὁ ὁποῖος θα πρέπει τώρα ελεύθερα νά ἀνέλθει πνευματικά, γνώριζε ὁ Θεός ὅτι θά ἀποτύχει. Αλλά δέν θέλει νά ἀλλάξει το σχέδιό Του· θέλει να κάνει ΰπάρξεις ἐλεύθερες. Ὤ, αὐτό τό μέγα θέμα τῆς ἐλευθερίας....! Αὐτό τό στοιχεῖο τῆς ἐλευθερίας θα λέγαμε ὅτι βάζει στην περιπέτεια ὄχι μόνο τόν ἄνθρωπο, αλλά στην περιπέτεια βάζει καί τόν Θεό! Καί ἡ περιπέτεια τοῦ Θεοῦ, θα λέγαμε, εἶναι ὄχι ἁπλῶς ἡ ἐνανθρώπηση, ἀλλά εἶναι ὅλα ὅσα μέ τήν ἐνανθρώπηση ἔπαθε ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ ἐρχόμενος στον κόσμο.

   Ἐν τούτοις, ὁ Θεός δέν ἀλλάζει το σχέδιό Του, παρά μόνο τοῦτο. Ξέρει ὅτι ὁ ἄνθρωπος θά ξεπέσει καί θα πεθάνει, καί ὅλη ἡ δημιουργία θα καταστραφεῖ ἀπό φθόνο τοῦ πονηροῦ, τοῦ διαβόλου. (Αὐτός ἔπεσε, σε κάποια ἄλλη ἐποχή, πιο μπροστά. Ὁ διάβολος ἄγγελος πεσμένος εἶναι. Αμάρτησε απέναντι στόν Θεό, καί γι' αὐτό ἔπεσε. Φωτεινός ἄγγελος ἦταν!) (Βλ. π. Αθανασίου Μυτιληναίου, Ἡ Γένεσις, Τόμος Δ', Μάθημα 42ο, ἐκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Κομνηνείου, Στόμιον 2020) https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2024/10/blog-post_30.html?m=1 Γι' αυτό λοιπόν ὁ Θεός δημιουργεῖ τόν ἄνθρωπο ὑπό τό σχῆμα-ἄρρεν θῆλυ, ἀρσενικό-θηλυκό.

   Μέ τό ἴδιο βέβαια σχέδιο κάνει καί ὁλόκληρη τήν ζωική δημιουργία, ζῶα καί φυτά, γιά νά μή χαθεῖ ἡ δημιουργία Του μέ τόν θάνατο, αλλά να διασωθεῖ. Ἔτσι, δημιουργεῖ τήν Εὔα, τή γυναίκα.

   Ἡ γυναίκα εἶναι ἰσότιμη, ισοστάσια μέ τόν Ἀδάμ, γιατί δέν πάρθηκε οὔτε ἀπό τήν κεφαλή τοῦ Ἀδάμ, για να διαφεντεύει, οὔτε ἀπό τά πόδια τοῦ Ἀδάμ, γιά να εἶναι ὑποπόδιο τῶν ποδῶν του, ἀλλά ἀπό τήν πλευρά του. (Βλ. Ἡ Γένεσις, Τόμος Γ΄, Μάθημα 36ο, υποσ. 20, ἐκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Κομνηνείου, Στόμιον 2019) https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2024/10/blog-post_20.html?m=1

   Ἡ Εὔα ἔχει ἀνθρώπινο σῶμα, ὅπως καί ὁ Ἀδάμ, 

   Ἡ Εὔα ἔχει ψυχή, ὅπως καί ὁ Ἀδάμ. Οἱ σωματικές διαφορές δέν θά ύπηρετήσουν παρά μόνο τό σχῆμα γάμος, γιά τήν ἀπόκτηση ἀπογόνων· τίποτε ἄλλο. Σχῆμα δέν εἶναι αὐτό τοῦτο τό σῶμα, ἀλλά σχῆμα εἶναι τά δύο φύλα. Καί, ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, τό σχῆμα τοῦ κόσμου τούτου παρέρχεται, περνάει. (Βλ. Α΄ Κορ. 7,31: «παράγει γὰρ τὸ σχῆμα τοῦ κόσμου τούτου») Όμως τό ἀνθρώπινο σῶμα δέν εἶναι τέτοιο σχῆμα, γιατί θά εἰσέλθει στη Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἀναστημένο καί ενωμένο πάλι μέ τήν ἀνθρώπινη ψυχή. Γι' αὐτόν τόν λόγο, λοιπόν, δέν εἶναι παροδικό σχῆμα.

   Ζοῦν εὐτυχισμένοι στον παράδεισο οἱ πρωτόπλαστοι, καί παίρνουν τήν ἐντολή νά μή δοκιμάσουν από τόν καρπό τῆς γνώσεως καλοῦ καί πονηροῦ.

   Ἐμφανίζεται ὁ διάβολος, ὑπό τήν μορφή φιδιοῦ, ἤ μπαίνει σ' ἕνα φίδι, καί ἐξαπατά τούς πρωτοπλάστους. Πρῶτα ἐξαπατᾶ βεβαίως τήν Εὔα, ἐκείνη μέ τή σειρά της παρασύρει τόν Ἀδάμ, καί παραβαίνουν τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ, πού εἶχε πεῖ, δέν θά δοκιμάσετε ἀπό τόν καρπό αὐτόν, γιατί τήν ἡμέρα πού θά δοκιμάσετε θα πεθάνετε.

   Καί γίνεται ἡ καταδίκη. Καταδικάζεται ὁ διάβολος. Καταδικάζεται ἡ Εὔα, νά γεννάει μέ λύπες τά παιδιά της, καί ἡ ἀποστροφή της νά εἶναι ὁ ἄνδρας της· νά στρέφεται δηλαδή πρός τόν ἄνδρα της, νά εἶναι κάτω ἀπό τήν προστασία τή δική του καί νά εἶναι ὁ κύριός της. Ὁ Ἀδάμ καταδικάζεται νά ἐργάζεται μέ κόπο, και μέ μόχθο καί μέ ιδρώτα να κερδίζει το ψωμί του. Και πάνω ἀπ' ὅλα αὐτά, ὁ θάνατος.

   Ἔτσι, ὁ Θεός τούς βγάζει ἀπό τόν παράδεισο, καί τοῦτο γιά νά μή γίνει τό κακό ἀθάνατο, ὅπως σᾶς εἶπα προηγουμένως. Αλλά τούς δίνει καί μία υπόσχεση, ὅτι θα τους σώσει· καί ἡ ὑπόσχεση αυτή ἦταν τό Πρωτευαγγέλιο.

   Καί πράγματι ἦρθε και πραγματώθηκε ἡ σωτηρία· ἦρθε ὁ Ἰησοῦς Χριστός, από την καινούργια Εὔα, τήν Θεοτόκο, τήν Παρθένο, και γεννήθηκε ὁ νέος Ἀδάμ, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, πού εἶναι τέλειος Θεός καί τέλειος ἄνθρωπος. Ἐκεῖνος πού τότε τούς εἶχε καταδικάσει στον παράδεισο, τώρα ἔρχεται να λύσει τήν κατάρα, να λύσει τήν καταδίκη, να λύσει τή φθορά, καί ἔτσι να ξαναβάλει τόν ἄνθρωπο ὄχι σ' ἐκεῖνον τόν παλαιό παράδεισο, πού περικλειόταν ανάμεσα στα δυό ποτάμια, τόν Τίγρη καί τόν Εὐφράτη, αλλά σ' ἕναν καινούργιο, καλύτερο Παράδεισο, ἄφθαρτο και αιώνιο Παράδεισο, πού εἶναι ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ! (Πλῆθος ἁγιογραφικών χωρίων μαρτυροῦν ὅτι ὁ Παράδεισος πού θά κληρονομήσουν οἱ πιστοί δέν θά εἶναι ὁ ἐπίγειος ἀλλά ὁ ἐπουράνιος, πού ταυτίζεται μέ τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ: «... γινώσκοντες ἔχειν ἐν ἑαυτοῖς κρείττονα ὕπαρξιν ἐν οὐρανοῖς καὶ μένουσαν» (Εβρ. 10, 34). «... πατρίδα ἐπιζητοῦσι, καὶ εἰ μὲν ἐκείνης ἐμνημόνευον, ἀφ᾿ ἧς ἐξῆλθον, εἶχον ἂν καιρὸν ἀνακάμψαι· νῦν δὲ κρείττονος ὀρέγονται, τοῦτ᾽ ἔστιν ἐπουρανίου ... ητοίμασε γὰρ αὐτοῖς πόλιν» (Εβρ. 11, 16). «Καινοὺς δὲ οὐρανοὺς καὶ καινὴν γῆν κατὰ τὸ ἐπάγγελμα αὐτοῦ προσδοκώμεν.» (Β΄ Πέτρ. 3, 13). «Καὶ εἶδον οὐρανὸν καινὸν καὶ γῆν καινήν· ὁ γὰρ πρῶτος οὐρανὸς καὶ ἡ πρώτη γῆ ἀπῆλθον» (Αποκ. 21, 1). «ἐν τῇ οἰκίᾳ τοῦ πατρός μου μοναὶ πολλαί εἰσιν· ... πορεύομαι ἑτοιμάσαι τόπον ύμῖν· καὶ ἐὰν πορευθῶ καὶ ἑτοιμάσω ὑμῖν τόπον, πάλιν ἔρχομαι καὶ παραλήψομαι ὑμᾶς πρὸς ἐμαυτόν, ἵνα ὅπου εἰμὶ ἐγώ, καὶ ὑμεῖς ἦτε.» (Ιωάν. 14, 2-3). «ἡμῶν γὰρ τὸ πολίτευμα ἐν οὐρανοῖς ὑπάρχει, ἐξ οὗ καὶ Σωτῆρα ἀπεκδεχόμεθα Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν» (Φιλιπ. 3, 18-20) κ.ά)

   Καί ἡ στολή ἐκείνη πού εἶχε ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα πρίν ἀπό τήν πτώση τους, γυμνοί βέβαια από προβιές ζώων, αὐτήν τή στολή τήν ξαναπαίρνουν πάλι. Θυμηθεῖτε τήν παραβολή τοῦ ἀσώτου υἱοῦ, ἐκεῖ πού λέει ὁ Θεός γιά τόν ἄσωτο, φέρετε την στολήν τήν πρώτην. Αὐτή ἡ πρώτη στολή εἶναι ἡ θεία δόξα! (Βλ. Λουκᾶ 15, 22. Πρβλ. ἱεροῦ Χρυσοστόμου, Εἰς τὴν παραβολὴν περὶ τοῦ ἀσώτου, PG 59, 19) Καί ὁ ἄνθρωπος, ἀφοῦ θά ἀναστηθεῖ καί θά ἐνωθεῖ πάλι ἡ ψυχή του μέ τό σῶμα, θα βρεθεῖ στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ μέ αὐτήν τή θεοΰφαντη στολή, πού εἶναι ἡ θεία δόξα. (Ὁ Χριστός εἶναι ὁ Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, ὁ «φῶς οἰκῶν ἀπρόσιτον» (Α΄ Τιμ. 6, 16), τό ἀκρότατον Φῶς τοῦ κόσμου (Ιωάν. 8, 12)· ἀλλά καί τούς μαθητές Του ἔτσι τούς ὀνομάζει (Ματθ. 5, 14). Ὁ εὐαγγελιστής Ιωάννης ὁ Θεολόγος, ὅταν στην Αποκάλυψή του περιγράφει την πλημμυρισμένη από δόξα Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, παρατηρεῖ ὅτι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός τήν φωτίζει (Αποκ. 22,5), καί οἱ πιστοί ἀνακλούν τή δόξα Του, λάμποντας σαν ἥλιοι (Ματθ. 13, 43), ὅμως κατά τό μέτρο τῆς ἁγιότητός τους, ὅπως μᾶς λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος (Α΄ Κορ. 15,41) καί ὁ μέγας Βασίλειος [«μόνοις δὲ ὄν μεθεκτὸν τοῖς ἀξίοις, οὐχ μέτρῳ μετεχόμενον, ἀλλὰ κατ᾿ ἀναλογίαν τῆς πίστεως διαιροῦν τὴν ἐνέργειαν» (PG 32, 108Α-199Α)] καί ὁ Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς («Εἰ δ᾽ ἓν ὂν τοῖς πᾶσι μεθεκτόν, οὐχ ἐνιαίῳ, ἀλλὰ διαφόρῳ μετέχεται, .. εἰ καὶ μετέχει πάντα τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ τῇ τῶν ἁγίων μεθέξει πολλὴν καὶ μεγίστην ὁρῶμεν τὴν διαφοράν.» (Αντιρρητικός 5, 3, 7-8, Συγγράμματα ΙΙ, ἐκδ. Π. Χρήστου, Θεσ/νίκη 1970, σ. 145)]. Ὁ δέ ἅγιος Νικόλαος Καβάσιλας, παρομοιάζοντας τόν Χριστό μέ τήν κεφαλή τοῦ σώματος καί τούς πιστούς μέ τά μέλη του, ἐξηγεῖ: «Καὶ μὴν μέλη Χριστοῦ ἐσμεν, καὶ τοῦτό ἐστι τὸ τοῦ Βαπτίσματος ἔργον. Συνέστηκεν δὲ ἡ λαμπρότης τῶν μελῶν καὶ τὸ κάλλος ἐν τῇ κεφαλῇ· φαίνοιτο γὰρ ἂν οὐ καλὰ τὰ μέλη μὴ τῇ κεφαλῇ συνημμένα. Τούτων δὲ τῶν μελῶν ἡ κεφαλὴ κρύπτεται μὲν ἐπὶ τοῦ παρόντος, φανεῖται δὲ κατὰ τὸν μέλλοντα βίον. Τότε δὴ καὶ τὰ μέλη λάμψει καὶ διαδειχθήσεται, ἐπειδὰν μετὰ τῆς κεφαλῆς ἀναλάμψη.» (PG 150, 548BC). Βλ. Ματθ. 13, 43. Ρωμ. 8, 21. Α' Κορ. 6, 15. κ.ά)

   Πέστε μου λοιπόν, πέστε μου· αὐτά τά τρία κεφάλαια πόση ἀξία ἔχουν!... Ἀποτελοῦν τόν ἕνα πόλο τοῦ άξονα της μεγάλης μας ὑποθέσεως. Τόν ἄλλο πόλο τοῦ ἴδιου ἄξονα τῆς ἀνθρώπινης Ἱστορίας τόν κατέχει ἡ σωτηρία πού μᾶς φέρνει ὁ Χριστός. Ὁ ἕνας πόλος του ἄξονα εἶναι ἡ πτώση, καί ὁ ἄλλος πόλος εἶναι ἡ ἀνάσταση. Δέν νοεῖται ἡ ἀνάσταση χωρίς τήν πτώση. Τί θά πεῖ ἦρθε ὁ Χριστός νά μέ σηκώσει; Τί θά πεῖ ἦρθε ὁ Χριστός νά μέ ἀναστήσει; Δέν εἶναι φυσικό πράγμα ὁ θάνατος; Ὄχι, δέν εἶναι φυσικό πράγμα. Γιατί; Διότι ἐγώ, ὁ ἄνθρωπος, πέθανα· καί πέθανα γιατί ὁ Θεός στον παράδεισο μέ εἶχε προειδοποιήσει ὅτι ἄν παραβῶ τήν ἐντολή Του θά πεθάνω. Δέν μποροῦμε νά κατανοήσουμε τό ἔργο τοῦ Χριστοῦ, ἐάν δέν κατανοήσουμε την πτώση τοῦ ἀνθρώπου.

   Έτσι λοιπόν, ἡ Παλαιά μέ τήν Καινή Διαθήκη εἶναι δεμένες, εἶναι πολύ δεμένες αὐτές οἱ διαθήκες, καί ἀποτελοῦν ἕνα ἑνιαῖο σύνολο. Η μία, ή Παλαιά Διαθήκη, δείχνει τή δημιουργία καί τήν πτώση τοῦ ἀνθρώπου, καί ἡ ἄλλη, ἡ Καινή Διαθήκη, δείχνει τήν ἀνάσταση καί τήν αἰώνια ζωή τοῦ ἀνθρώπου.

   Τί θα μπορούσαμε νά ποῦμε γιά ὅλα αὐτά, παιδιά; Τί θά μπορούσαμε νά ποῦμε; Ὄχι βεβαίως μόνο γιατί ὁ Θεός ἐπέτρεψε τρία χρόνια, ἔστω καί μέ απλό τρόπο, να αναλύσουμε αὐτά τά τρία κεφάλαια· ὄχι μόνο γιατί τώρα, μέ τό σημερινό μας μάθημα, τελειώνουμε τα θέματά μας αὐτά· ἀλλά καί γιατί πραγματικά εργάστηκε ὁ Θεός τήν σωτηρία μας. Τί θά μπορούσαμε νά ποῦμε λοιπόν; Τί ἄλλο, παρά ἐκεῖνο πού λέει ὁ ψαλμωδός: «Τί ἀνταποδώσωμεν τῷ Κυρίω περὶ πάντων, ὧν ἀνταπέδωκεν ἡμῖν;» (Ψαλμ. 115,3). Τί νά ἀνταποδώσουμε στον Κύριο γιά ὅλα ἐκεῖνα πού μᾶς ἔχει δώσει ἡ ἀγάπη Του;

   Τί θέλει ἀπό μᾶς ὁ Κύριος; Νά σᾶς πῶ τί θέλει: νά πιστέψουμε στόν Ἰησοῦ Χριστό καί νά ζήσουμε σύμφωνα μέ τό θέλημά Του! Αυτό θέλει. Καί τότε, ἀσφαλῶς, ξαναγυρίζουμε πάλι στον χαμένο μας Παράδεισο· καλύτερα: στη Βασιλεία τοῦ Θεοῦ!

   Σᾶς εὔχομαι καλό καλοκαίρι, καί ὁ Θεός πάντοτε νά σᾶς εὐλογεῖ!

Κυριακή, 31 Μαρτίου 1985


71η ομιλία στην κατηγορία « Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία ».

►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
" Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία " εδώ ⬇️
https://arnion.gr/index.php/palaia-diauhkh/xristianikh-kosmologia-anurvpologia
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40pgmRsIiRCioth8a5E4bM7r

Απομαγνητοφώνηση :
Ιερά μονή Κομνηνείου.
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

🔸Λίστα ομιλιών της σειράς «Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία.».🔻
https://drive.google.com/file/d/1PKTpnYb1nptUbWKH5jo6DJwk7IVel9BA/view?usp=drivesdk

🔸📜 Απομαγνητοφωνημενες ομιλίες της σειράς «Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία.».🔻
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/search/label/%F0%9F%94%B9%CE%A7%CF%81%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B9%CE%B1%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%AE%20%CE%9A%CE%BF%CF%83%CE%BC%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1%20~%20%CE%91%CE%BD%CE%B8%CF%81%CF%89%CF%80%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1.?m=1

🔸Επεξηγηματικό βίντεο Ασπάλαθου.
https://youtu.be/8tNfAHRkTCk

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️ https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__ 

https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου. https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.

03 Δεκεμβρίου 2024

Οἱ δερμάτινοι χιτῶνες.

†.Όλα πλέον εἶχαν τελειώσει, παιδιά, μέσα στόν παράδεισο τοῦ Θεοῦ. Ὁ διάβολος, στη μορφή του φιδιοῦ, καταδικάστηκε· τό ἴδιο καί ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα. Ακόμη δόθηκε καί ἡ μεγάλη ἐκείνη ἐλπίδα, ὅπως λέγαμε την περασμένη φορά, ὅτι δέν θά ἦταν ἡ κατάσταση αυτή αἰώνια, αλλά προσωρινή· ὅτι δηλαδή μποροῦσαν οἱ πρωτόπλαστοι νά ἐλπίζουν ὅτι θά εἶχαν τήν δυνατότητα να ξαναγυρίσουν πίσω στον παράδεισο. Ἐδῶ ἦταν ἡ μεγάλη ἐλπίδα.
   Καί, ὅπως σᾶς ἔλεγα, ὅταν ὁ Θεός Λόγος ἔγινε ἄνθρωπος, κατέβηκε ἕως αὐτόν τόν Ἅδη γιά νά συναντήσει τόν Ἀδάμ, πρός τόν ὁποῖο εἶχε ὑποσχεθεῖ ὅτι θά τόν σώσει. Γι᾿ αὐτό κατέβηκε ὁ Χριστός στόν Ἅδη· ὄχι φυσικά μόνο γιά τόν Ἀδάμ, ἀλλά καί γιά τόν Αδάμ. Ὅλα λοιπόν εἶχαν τελειώσει.

   Οἱ πρωτόπλαστοι, μετά τήν παρακοή τους, διαπίστωσαν ὅτι ἦταν γυμνοί. Ὁ Ἀδάμ εἶχε πεῖ προ ολίγου ὅτι εἶναι γυμνός, γι' αυτό και κρύφτηκε, ὅταν ὁ Θεός τόν ρώτησε Ἀδάμ, ποῦ εἶσαι; Δηλαδή κατανόησαν τήν γύμνωσή τους μετά τήν πτώση· ἐνῶ πρῶτα δέν ὑπῆρχε ἡ γύμνωση. Ὑπῆρχε βεβαίως, ἀλλά δέν τήν κατανοοῦσαν ἐπειδή εἶχαν τή θεοΰφαντη στολή τῆς θείας δόξης· ἐκείνη τή στολή τῆς ἁπλότητος, ἐκείνη τή δόξα τοῦ Θεοῦ, ἐκείνη τήν ὁποία θά ξαναπάρουμε στη Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, καί δέν θά ἔχουμε ἀνάγκη πλέον ἀπό ἐνδύματα. (Ὁ ἱερός Χρυσόστομος σημειώνει πώς οἱ πρωτόπλαστοι «τῇ ἄνωθεν ἦσαν δόξῃ ἡμφιεσμένοι... ἡ ἄνωθεν δόξα παντὸς ἱματίου μᾶλλον αὐτοὺς περιέσκεπε» (Ομιλίαι εἰς τὴν Γένεσιν, ΙΕ΄, δ΄, PG 53, 123). Ὁ ἅγ. Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός συμπληρώνει: «Ἀλλ᾿ εἰ καὶ γυμνοὶ ἦσαν τῷ σώματι, ἐσκέποντο τῇ θείᾳ χάριτι. Οὐκ ἦν αὐτοῖς σωματικὸν περιβόλαιον, ἀλλ᾽ ἦν αὐτοῖς ἔνδυμα ἀφθαρσίας ὅσον γὰρ διὰ τῆς ὑπακοῆς ᾠκειοῦντο τῷ Θεῷ, τοσοῦτον τῷ τῆς ἀφθαρσίας ἐνδύματι. Παρακούσαντες δέ, ἐμακρύνθησαν τῆς σκεπούσης αὐτοὺς χάριτος. Ἐγυμνώθησαν τῆς πρὸς Θεὸν ἐκστάσεως καὶ θεωρίας.» (PG 96, 581A). Ὁ ἅγ. Ανδρέας Κρήτης, στον Κανόνα του, κάνει λόγο για αμαύρωση του ωραίου τῆς ψυχῆς, για τήν απώλεια τοῦ πρωτοκτίστου κάλλους καί τῆς εὐπρεπείας, για σπίλωση του χιτώνος τῆς σαρκός και καταρρύπωση του κατ' εἰκόνα καί καθ᾽ ὁμοίωσιν, για διάρρηξη της πρώτης στολῆς, τήν ὁποία ἐξύφανε «ὁ Πλαστουργὸς ἐξ ἀρχῆς, καὶ ἔνθεν κείμαι γυμνός», για ἔνδυση μέ τόν «διερρηγμένον χιτώνα», για ἔνδυση μέ τούς δερματίνους χιτώνας, που κατέρραψε ἡ ἁμαρτία, ἀφοῦ προηγουμένως τόν γύμνωσε «τῆς θεοϋφάντου στολῆς» (Ωδή β΄))

   Ἐπειδή, λοιπόν, ἀφαιρέθηκε αὐτή ἡ θεοΰφαντη στολή, γι᾽ αὐτό ἀντελήφθησαν οἱ πρωτόπλαστοι ὅτι ἦταν γυμνοί, καί ἀπό τή γύμνωση προκλήθηκε ἡ ντροπή. Ντροπή δέν ἔνιωσαν μόνο μεταξύ τους –γι' αυτό και ἔραψαν φύλλα συκιᾶς καί ἔβαλαν περιζώματα–, αλλά ἔνιωσαν ντροπή καί ἀπέναντι στόν Θεό, ὅταν κάλεσε τόν Ἀδάμ γιά νά τόν ρωτήσει που βρίσκεται.

   Ἔτσι τώρα ὁ Θεός, σημειώνει η Αγία Γραφή, σάν στοργικός Πατέρας, φιλάνθρωπος Κύριος, τί ἔκανε; «Καὶ ἐποίησε Κύριος ὁ Θεὸς τῷ Ἀδὰμ καὶ τῇ γυναικὶ αὐτοῦ χιτῶνας δερματίνους καὶ ἐνέδυσεν αὐτούς.» (Γέν. 3, 21) Κατασκεύασε, ἔφτιαξε, ὁ Κύριος καί Θεός, γιά τόν Αδάμ καί τήν γυναίκα του, δερμάτινους χιτώνες, δερμάτινες φορεσιές, καί τούς ἔντυσε.

   Δεν ξέρω πως βλέπετε αὐτό τό χωρίο, καί πῶς εἶδατε μέχρι τώρα όλα τα χωρία πού ἔχουμε αναλύσει στα τρία αυτά πρῶτα κεφάλαια της Γενέσεως, τα τόσο βαθιά καί σπουδαία.

   Βρισκόμαστε σ' ἕνα χωρίο ἄκρως πλούσιο, αλλά καί δυσερμήνευτο. Ωστόσο θα κάνουμε μία προσπάθεια νά τό ἑρμηνεύσουμε, σύμφωνα μέ ὅ,τι οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, οι γνήσιοι αυτοί διερμηνεῖς τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, ἑρμηνεύουν. Γι' αυτό, νά τό γνωρίζετε, ὅταν θέλουμε να μελετήσουμε καί νά ἑρμηνεύσουμε τήν Ἁγία Γραφή, πρέπει πάντα να καταφεύγουμε στην ἑρμηνεία τήν κατατεθειμένη στήν Ἐκκλησία, πού εἶναι ἡ ἑρμηνεία τῶν ἁγίων Πατέρων. (Ἕνα ἀπό τά σπουδαιότερα χαρακτηριστικά τοῦ π. Ἀθανασίου Μυτιληναίου ήταν καί ἡ ἀκρίβεια ἀλλά καί ἡ ἀπόλυτη κατοχύρωση τῶν λεγομένων του. Εἴτε στίς ἐπίσημες ομιλίες του είτε στίς κατ' ἰδίαν συζητήσεις του, πάντοτε τεκμηρίωνε τις θέσεις του, παραπέμποντας στούς ἐκκλησιαστικούς Πατέρες, στην επίσημη έρμηνεία τῆς Ἐκκλησίας. Ὡς πρός τήν ἑρμηνεία τῶν Γραφών, ποτέ δέν αυθαιρετοῦσε οὔτε καί αυτοσχεδίαζε. Πράγματι, κατά κοινή ὁμολογία, ὁ π. Ἀθανάσιος ήταν το στόμα καί ἡ φωνὴ τῶν ἁγίων Πατέρων!)

   Τί εἶναι αὐτοί οἱ δερμάτινοι χιτῶνες;

   Μερικοί ερμηνευτές, ὄχι Ορθόδοξοι, αλλά αἱρετικοί –Γνωστικοί καί λοιποί–, εἶπαν ὅτι δερμάτινοι χιτῶνες εἶναι τό σῶμα! Δέν θά ὑπῆρχε ὅμως πιό ἀβάσιμο πράγμα. Καί τότε πῶς θά ἦταν αὐτό τό σῶμα, ἀφοῦ ὁ Θεός ἔκανε τόν ἄνθρωπο ἐξ ἀρχῆς μέ σῶμα; Δέν εἶχε λάβει χοῦν ἀπό τῆς γῆς γιά νά δημιουργήσει τόν ἄνθρωπο; Πῶς εἶναι δυνατόν τώρα οἱ δερμάτινοι χιτῶνες νά εἶναι τό ἴδιο τό ἀνθρώπινο σῶμα; (Διοδώρου Ταρσοῦ, Ἀποσπάσματα εἰς τὴν Γένεσιν, PG 33, 1569Α: «Ἔνιοι τὴν σάρκα φασὶν εἶναι τοὺς χιτῶνας τοὺς δερματίνους, κακῶς νοοῦντες. Πρὸ γὰρ τούτου φησὶν ὁ Μωϋσῆς· Καὶ ἔπλασεν ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπον χοῦν ἀπὸ γῆς· νυνὶ δὲ ἐπειδὴ τὴν γύμνωσιν συνιέντες, καὶ αἰδεσθέντες ἐπ᾿ αὐτῇ φύλλα συκῆς ἔρραψαν, δίδωσιν αὐτοῖς ὁ Θεὸς χιτῶνας ἐκ τῶν ἀῤῥήτων αὐτοῦ θησαυρῶν κατασκευάσας. Οὐδὲ γὰρ δεῖ ζητεῖν ὅθεν, ἀλλ᾽ ὅτι ἐποίησε, δείξας ὅτι χρήζει τὸ θνητὸν τῆς φύσεως τῆς ἀπὸ τῶν ἱματίων βοηθείας.»)

   Μήν ξεχνᾶτε ὅτι οἱ αἱρετικοί αὐτοί, ἰδίως οἱ Γνωστικοί ὅπως σᾶς εἶπα, ἤθελαν τόν ἄνθρωπο μόνο ὡς πνεῦμα. Θυμηθείτε τήν διδασκαλία τοῦ Πλάτωνος και τῶν Νεοπλατωνικῶν, πού ἔλεγαν ὅτι φυλακή τῆς ψυχῆς εἶναι τό σῶμα, ἐνῶ φυλακή ψυχῆς καί σώματος εἶναι ὁ Ἅδης. (Κατά τόν Πλάτωνα, ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου εἶναι αἰώνια, ἔχει θεία καταγωγή, προϋπήρχε τοῦ σώματος, ξέπεσε στή γῆ ἀπό τόν ουράνιο χώρο, τόν κόσμο τῶν ἰδεῶν, ὅπου κατοικοῦσε, καί περιβλήθηκε υλικό σώμα, στο οποίο τελικά εγκλωβίζεται (Κρατύλος, 400c. Γοργίας, 493a. Φαίδων, 62b, 82e). Γι' αὐτό ὁ ἄνθρωπος μόνο μετά τον θάνατό του ζεῖ πραγματικά, ὅταν ἡ ψυχή του ἐπιτέλους ἐλεύθερα ἀτενίζει τήν ἀλήθεια ὁλόκληρη, χωρίς νά ἐνοχλεῖται ἀπό τίς αισθήσεις, καί ἀπαλλάσσεται ἀπό τά ἐπαχθῆ δεσμά του σώματος (Κρίτων, 118a· Νόμοι, ΧΙΙ, 959b). Η ψυχή ἐπιδιώκει συνεχώς τή φυγή της από τό σῶμα: «καὶ ἡμεῖς τῷ ὄντι ἴσως τέθναμεν· ἤδη γάρ του ἔγωγε καὶ ἤκουσα τῶν σοφῶν ὡς νῦν  ἡμεῖς τέθναμεν καὶ τὸ μὲν σῶμά ἐστιν ἡμῖν σῆμα..» (Γοργίας 493a 3-3))

   Αν λοιπόν τώρα τό σῶμα εἶναι φυλακή τῆς ψυχῆς, τότε, ὑπό τήν θεώρηση της Αγίας Γραφῆς, θα λέγαμε ὅτι οἱ δερμάτινοι χιτῶνες εἶναι τά ἀνθρώπινα σώματα. Τρόπον τινά, ὁ Θεός, κατά τήν πλατωνική θεωρία, να πῆρε ψυχές καί νά τίς ἔβαλε μέσα –ᾶς μοῦ ἐπιτραπεί νά πῶ τή φράση– σε κάποια δερμάτινα σακκιά, σε κάποια τομάρια... γιατί το σακκί τό δερμάτινο λέγεται καί τομάρι! Ἔβαλε λοιπόν μέσα σέ αὐτά τά τομάρια ἀνθρώπινες ψυχές. Οπότε ἁμάρτησαν, λέει, οἱ ψυχές πού ἦταν σέ ἕναν νοητό παράδεισο –ὄχι αισθητό καί πραγματικό– καί πῆρε ὁ Θεός τώρα αὐτές τίς ψυχές καί τίς ἔβαλε μέσα σ' αὐτά τά δέρματα· καί αὐτά τά δέρματα δέν εἶναι παρά τό ἀνθρώπινο σώμα!

   Μόλις καί εἶναι ἀνάγκη νά σᾶς πῶ –ἀπό μακριά φαίνεται αὐτό– ὅτι εἶναι μία πέρα για πέρα αιρετική θέση αὐτή. Ὅλοι οἱ Πατέρες τό λένε, ἀλλά ἀντιπροσωπευτικά σᾶς ἀναφέρω τόν ἅγιο Επιφάνιο Κύπρου, πού λέει τό ἑξῆς: «Ἄνθρωπος δὲ ἀληθέστατα λέγεται κατά φύσιν οὔτε ψυχὴ χωρὶς σώματος οὔτ᾽ αὖ σῶμα χωρίς ψυχῆς, ἀλλὰ τὸ ἐκ συστάσεως ψυχῆς καὶ σώματος εἰς μίαν τὴν τοῦ καλοῦ μορφὴν συντεθέν.» (Πανάριον, Κατὰ Αἱρέσεων II, PG 41, 1097D). Δηλαδή ὁ φυσικός ἄνθρωπος ἀληθέστατα λέγεται ὅτι δέν εἶναι οὔτε μόνο ψυχή χωρίς τό σῶμα, οὔτε πάλι σῶμα χωρίς τήν ψυχή· ἀλλά καί τά δυό μαζί, ψυχή καί σῶμα, συνθέτουν τήν ἀνθρώπινη ὕπαρξη.

   Νά τό γνωρίζετε αυτό. Καί μάλιστα ποτέ μήν πεῖτε κάτι εἰς βάρος τοῦ σώματος, δίνοντας αξία στην ψυχή, διότι ὁ ἄνθρωπος είναι ολόκληρος μέ ψυχή καί σῶμα.

   Ἴσως μοῦ πεῖτε ὅτι ἡ ἴδια ἡ 'Αγία Γραφή περιέχει κάποιες ἐκφράσεις που δείχνουν ὅτι τό σῶμα εἶναι κατώτερο τῆς ψυχῆς· ὅπως, ἐπί παραδείγματι, ὁ ἴδιος ὁ Κύριος λέει: «τὸ μὲν πνεῦμα πρόθυμον, ἡ δὲ σὰρξ ἀσθενής» (Ματθ. 26, 41), ἤ, ἀλλοῦ: «ἡ σὰρξ οὐκ ὠφελεῖ οὐδέν» (Ιωάν. 6, 63), ἡ σάρκα δέν ὠφελεῖ σέ τίποτα.

   Ναί, ἀλλά δέν πρέπει να ξεχνάμε ὅτι δέν ἀναφέρεται σ' αὐτό τό σῶμα ὅπως τό δημιούργησε ὁ Θεός, αλλά στό σῶμα το μεταπτωτικό, το μετά την πτώση, τό βαρύ πιά σῶμα, ἐκεῖνο τό σῶμα που έχει τη ροπή στο κακό, στη νωχέλεια, στην τεμπελιά, καί οὕτω καθεξῆς.

   Ἔτσι, δέν πλήττει ὁ Κύριος τό σῶμα, ἀφοῦ ὁ ἴδιος ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος, (Βλ. Ιωάν. 1, 14) αλλά πλήττει την κατάσταση ἐκείνη πού δημιουργήθηκε στο ανθρώπινο σώμα μετά την πτώση τῶν πρωτοπλάστων. Να το γνωρίζετε· σῶμα καί ψυχή μαζί, ενωμένα, θα γίνουν κληρονόμοι τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Σῶμα καί ψυχή! γιατί απλούστατα ὁλόκληρος ὁ ἄνθρωπος, μέ τήν ἀναστασή του, θα κληρονομήσει τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.

   Ἕνας ἐκκλησιαστικός συγγραφέας, ο Ὡριγένης, λέει τό ἑξῆς: «Εἰ γὰρ οἱ δερμάτινοι χιτῶνες σάρκες καὶ ὀστέα εἰσί, πῶς πρὸ τούτων φησὶν ὁ Ἀδάμ Τοῦτο νῦν ὀστοῦν ἐκ τῶν ὀστέων μου, καὶ σὰρξ ἐκ τῆς σαρκός μου;» (Εἰς τὴν Γένεσιν, PG 12, 101Β). Αν υποτεθεῖ ὅτι τό ἀνθρώπινο σώμα εἶναι οἱ δερμάτινοι χιτῶνες πού ἔκανε ὁ Θεός, τότε πῶς, πρίν ἀπ' ὅλα αὐτά, εἶπε ὁ Ἀδάμ στη γυναίκα του, τήν Εὔα, είσαι ὀστοῦν ἀπό τά ὀστᾶ μου και σάρκα από τη σάρκα μου; Διότι ὅλα αὐτά ὑπῆρχαν πρό τῆς πτώσεως· ὑπῆρχαν πρίν ὁ Θεός δημιουργήσει τούς δερμάτινους χιτώνες.

   Συνεπῶς, ὅπως λέει ὁ Μεθόδιος Ὀλύμπου, «μὴ εἶν και τους δερματίνους χιτῶνας τα σώματα» (Μεθοδίου Ολύμπου, Ἐκ τοῦ περὶ Ἀναστάσεως, PG 18, 268), δέν είναι οἱ δερμάτινοι χιτῶνες τά ἀνθρώπινα σώματα.

   Ὡστόσο, τί εἶναι οἱ δερμάτινοι χιτῶνες; Δηλαδή ο Θεός κατασκεύασε δερμάτινους χιτῶνες, ὅπως οἱ γοῦνες, θα λέγαμε, πού πηγαίνετε καί ἀγοράζετε ἐσεῖς οἱ γυναῖκες; Γιατί τί εἶναι ἡ γούνα; δερμάτινος χιτώνας. Καί τό χειρότερο· καυχόμαστε γι' αὐτούς τούς δερμάτινους χιτῶνες, δηλαδή γιά τήν προβιά κάποιου ζώου πού τό γδάραμε, καί τώρα τό φορᾶμε ἐμεῖς, καί λέμε μάλιστα ὅτι εἶναι πολύ ακριβό, καί φιγουράρουμε ἔξω ὅτι ἔχουμε γούνα –περίεργο πράγμα!

   Ἄν θέλετε ὅμως νά πᾶμε καί σέ ἄλλα ἐνδύματα, τί εἶναι, παρακαλῶ, τά μάλλινα ρούχα που βάζουμε; Τά φτιάξαμε ἀπό τό μαλλί τῶν ζώων που πήραμε. Καί τί εἶναι τά μεταξωτά που φοράμε; –γιά νά πάρω τα πλέον πολύτιμα. Κάποια σκουλήκια βγάζουν κάποια ουσία πού ἔχουν, ἡ ὁποία ὅταν ἔρθει σε επαφή μέ τόν ἀέρα γίνεται κλωστή. Τό ἴδιο ἀκριβῶς συμβαίνει καί μέ τήν ἀράχνη. Ἡ ἀράχνη βγάζει ένα υγρό ἀπό τό πίσω μέρος· μόλις ἔλθει σε επαφή μέ τόν ἀέρα, ἀμέσως γίνεται κλωστή. Και καυχόμαστε, παιδιά, ὅτι φοράμε πολύτιμα ἐνδύματα! Αλλά είναι δυστύχημα να καυχάται κανείς για κάτι πού θά έπρεπε να ντρέπεται.

   Αλλά, τότε, τί εἶναι οἱ δερμάτινοι χιτῶνες;

   Θά ἤθελα νά προσέξετε πολύ το σημερινό θέμα· ἔχει βάθος, όπως σᾶς εἶπα στην αρχή.

   Οἱ δερμάτινοι χιτῶνες ἐκφράζουν τήν νεκρότητα πού περιβλήθηκε ὁ ἄνθρωπος σαν δεύτερη φύση του μετά την πτώση.

   Τί εἶναι αὐτή ἡ νεκρότητα,

   Μην ξεχνᾶτε ὅτι τό δέρμα δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά ἕνα ζῶο νεκρό. Κατ' αρχάς είναι ζῶο· ἕνα ζῶο πού μᾶς δίνει τήν προβιά του. Εἶναι ὅμως νεκρό. Ἔτσι, ἐμεῖς φορᾶμε τήν προβιά του ζώου, πού πρῶτον εἶναι άλογο, δηλαδή μή λογικό, και δεύτερον εἶναι νεκρό. Τί ἐκφράζει λοιπόν ὁ δερμάτινος χιτώνας; Εκφράζει τήν νεκρότητα που φοράει ὁ ἄνθρωπος, πραγματικά σάν δεύτερη φύση του, μετά την πτώση του στον παράδεισο τοῦ Θεοῦ. (Βλ. άγ. Γρηγορίου Νύσσης, Ἐξήγησις τοῦ Ἄσματος τῶν Ἀσμάτων, PG 44, 1021D: «Συνδιεξῆλθε ταῖς τῶν τικτομένων διαδοχαῖς ἡ νεκρότης. Ὅθεν νεκρὸς ἡμᾶς διεδέξατο βίος, αὐτῆς τρόπον τινὰ τῆς ζωῆς ἡμῶν ἀποθανούσης.». Πρβλ. Παναγιώτη Νέλλα, Ζῶον Θεούμενον, Αθήνα 1979, σ. 49)

   Ὅπως λέει πολύ περιληπτικά ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης, ὁ δερμάτινος χιτώνας εἶναι τό φρόνημα της σαρκός· «τοὺς δερματίνους χιτῶνας, τουτέστι τὸ φρόνημα τῆς σαρκός» (Αγ. Γρηγορίου Νύσσης, Περὶ παρθενίας, ΙΒ', PG 46, 376Β. Πρβλ. Ρωμ. 8, 12). Εἶναι ὁ ἄλογος καί ἐμπαθής βίος. Εἶναι ὁ βίος ὁ παράλογος. Ἤ, καλύτερα, ὄχι ὁ παράλογος· ὁ ἄλογος, ὁ μή λογικός, ὁ ἐμπαθής βίος, ὁ κατά σάρκα βίος· εἶναι ὁ νόμος τῆς ἁμαρτίας καί τοῦ θανάτου. Αυτό σημαίνει φορῶ χιτώνα δερμάτινο. Προσέξτε αὐτό τό σημεῖο.

   Τί εἶναι τό φρόνημα τῆς σαρκός; Τό νά σκέπτομαι σαρκικά. Σημειῶστε δέ ὅτι ἡ περίπτωση δέν εἶναι μόνο στό σῶμα, ἀλλά καί στήν ψυχή. Μπορεῖ καί ἡ ψυχή νά σκέπτεται σαρκικά, νά ἔχει δηλαδή σαρκικό φρόνημα. Δέν ἀναφέρεται στό σῶμα μόνο ὁ δερμάτινος χιτώνας ἀναφέρεται καί στήν ψυχή.

   Θυμηθεῖτε τί λέει ὁ Θεός ὅταν βλέπει τήν γενεά τοῦ Νῶε. Τί λέει; «Οὐ μὴ καταμείνῃ τὸ πνεῦμά μου ἐν τοῖς ἀνθρώποις τούτοις εἰς τὸν αἰῶνα διὰ τὸ εἶναι αὐτοὺς σάρκας» (Γέν. 6, 3). Δέν θά μείνει τό Πνεῦμα μου τό Ἅγιο σ' αυτούς, δέν μπορεῖ νά ἀναπαυθεῖ σ' αὐτούς, διότι εἶναι σαρκικοί ἄνθρωποι. Τί ἐννοοῦσε λέγοντας σαρκικοί; Μήπως δέν φοροῦσαν πρῶτα σάρκα, καί τώρα ἔβαλαν σάρκα; Εννοοῦσε ὅτι εἶχαν σαρκικό φρόνημα, ζωῶδες φρόνημα, νεκρό φρόνημα, φρόνημα μή ζωοποιό, πού δέν εἶχε ζωή μέσα του. Αυτό σημαίνει τώρα ὅτι ὁ Θεός ἐνδύει τούς πρωτοπλάστους μέ αὐτά τά δέρματα τῶν ζώων.

   Μήν ξεχνᾶτε ἀκόμη τό θέμα τῆς ἀλογίας. Ὁ Ἀδάμ δέν ἦταν ἄλογος· ἦταν ἔλλογος, εἶχε λογική καί, γιά τήν ἀκρίβεια, ἦταν μία εἰκόνα τοῦ Θεοῦ Λόγου. Ὁ Θεός Λόγος εἶναι ὁ λόγος τῶν πάντων, ὁ δημιουργός τῶν πάντων, ἡ αἰτία τῶν πάντων. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἕνας μικρός λόγος, εἶναι ἕνα κατασκεύασμα ἔλλογο, καί ἀνακλᾶ τόν Θεό Λόγο, καί πρίν τήν ἐνανθρώπηση ἂν θέλετε. Πολύ δέ παραπάνω, ὁ Ἀδάμ, ὡς ὁλόκληρη ϋπαρξη, ἀνακλᾶ τόν Θεό Λόγο πού ἐνανθρώπησε. Ἔτσι, ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἔλλογος, δηλαδή λογικός. Από τήν στιγμή ὅμως πού χάνει τόν παράδεισο, ἀποκτάει σαρκικό φρόνημα. Από τήν στιγμή ἐκείνη γίνεται ἄλογος, χωρίς λογική. Αλλά αυτό είναι κατάντημα... πραγματικά κατάντημα τοῦ ἀνθρώπου! (Βλ. Ψαλμ. 48, 13· 21: «ἄνθρωπος ἐν τιμῇ ὢν οὐ συνῆκε, παρασυνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καὶ ὡμοιώθη αὐτοῖς», ἱερ. Χρυσοστόμου, Περὶ τοῦ κατὰ Θεὸν πολιτεύεσθαι, γ', PG 51, 44· Εἰς τὸ Κατὰ Ματθαῖον, Ὁμιλία Δ΄, PG 57, 49· Λόγος Κ', Περὶ ὀργῆς καὶ θυμοῦ, PG 63, 692, ἁγ. Μαξίμου Ὁμολογητοῦ, Πρὸς Θαλάσσιον, PG 90, 253CD, ἁγίου Γρηγορίου Νύσσης, Διάλογος περὶ ψυχῆς καὶ ἀναστάσεως, ὁ λεγόμενος τὰ Μακρίνια, PG 46, 148CD-149Α: «δέρμα δὲ ἀκούων τὸ σχῆμα τῆς ἀλόγου φύσεως νοεῖν μοι δοκῶ, ᾧ πρὸς τὸ πάθος οἰκειωθέντες περιεβλήθημεν». Πρβλ. π. Αθανασίου Μυτιληναίου Ἡ Γένεσις, Τόμος Γ΄, Μάθημα 36ο, υποσημ. 26, ἐκδ. Ι. Μ. Κομνηνείου, Στόμιον 2019, σ. 293)

   Νά σᾶς πῶ μία ἀλογία· εἶναι ὅταν ὁ ἄνθρωπος δέν θέλει να πιστεύει στον Θεό καί οὔτε θέλει να δέχεται τά τοῦ Θεοῦ· εἶναι μία ἀλογία αὐτό τό πράγμα. Ὅπως ἀκριβῶς τά ζῶα δέν ἔχουν αἴσθηση τοῦ Θεοῦ Λόγου, ἔτσι καί ὁ ἄνθρωπος, ὅταν θεληματικά δέν θέλει να ἔχει αἴσθηση τοῦ Θεοῦ, εἶναι μέσα στήν ἀλογία.

   Προσέξτε ὅμως κάτι πολύ σημαντικό.

   Τό χωρίο λέει σαφῶς ὅτι «ἐποίησε Κύριος ὁ Θεὸς τῷ Ἀδὰμ καὶ τῇ γυναικὶ αὐτοῦ χιτῶνας δερματίνους καὶ ἐνέδυσεν αὐτούς». Ποιός ἐποίησε τους χιτῶνας; –τό ρῆμα ποιῶ σημαίνει κατασκευάζω, φτιάχνω. Ποιός; Ὁ Θεός. Ὁ Θεός έκανε τούς χιτῶνες αὐτούς; Ὥστε λοιπόν, θα λέγαμε, ὁ Θεός ὑπηρέτησε την περίπτωση τοῦ φρονήματος τῆς σαρκός; Δηλαδή, ὁ Θεός ἦταν ἐκεῖνος πού ἔκανε τόν ἄνθρωπο νά ἔχει φρόνημα σαρκικό, ἀφοῦ λένε οἱ Πατέρες ὅτι οἱ δερμάτινοι χιτῶνες εἶναι τό φρόνημα τῆς σαρκός;

   Ὄχι, παιδιά, δέν εἶναι ἀκριβῶς ἔτσι. Ἡ παρουσία τῶν δερματίνων χιτώνων ἔχει ἕναν δίμορφο χαρακτήρα. Ἐδῶ προσέξτε λίγο. Από τή μιά, εἶναι ἡ συνέπεια τῆς ἁμαρτίας. Πότε φοροῦν δερμάτινο χιτώνα οἱ πρωτόπλαστοι; Από τη στιγμή που χάνουν τόν θεοΰφαντο χιτώνα. Τόν θεοϋφαντο!

   Το ξέρετε ὅτι ὁ πρῶτος χιτώνας ἦταν ἀκατασκεύαστος; δηλαδή ἄκτιστος; Ἦταν ἄκτιστος, ἦταν ἡ θεία δόξα! Ἦταν ἄκτιστος ὁ πρῶτος χιτώνας! Χάνοντας οἱ πρωτόπλαστοι τόν πρῶτο χιτώνα, ὁ Θεός τώρα τούς δίνει δεύτερο χιτώνα, αλλά κτιστό· και όχι μόνο κτιστό, ἀλλά καί ἄλογο χιτώνα, γιατί εἶναι ἀπό ζώα νεκρά, δηλαδή ἀπό ζῶα πού ἔχουν χάσει πιά τή ζωή τους. Ἔτσι λοιπόν, ὅταν ὁ ἄνθρωπος, ἰδίᾳ προαιρέσει, μέ τή δική του προαίρεση, μέ τήν δική του ἐλευθερία, φθάνει να χάσει τόν πρῶτο χιτώνα και να ντυθεῖ τόν δεύτερο χιτώνα, αυτό σημαίνει ὅτι ἔχουμε μια έκφραση ἐξαχρειώσεως τῶν διαστάσεων τοῦ κατ' εἰκόνα (Περισσότερα γιά τήν ἀρχέγονη κατάσταση τῶν πρωτοπλάστων ἀλλά καί τήν μετέπειτα γυμνότητά τους, βλ. π. Αθανασίου Μυτιληναίου, Ἡ Γένεσις, Μαθήματα 31ο, 32ο, 33ο καί 34ο, Τόμος Γ΄, ἐκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Κομνηνείου, Στόμιον Λαρίσης 2019)

   Ὁ ἄνθρωπος ἔχει τό κατ᾿ εἰκόνα, καί πρῶτο στοιχεῖο του εἶναι ἡ λογικότητα, εἶναι τό ἔλλογον. Ἀπό τή στιγμή πού χάνει αὐτό τό στοιχεῖο, μέ τήν πτώση, μέ τήν ἁμαρτία του, ἐξαχρειώνεται, καί φοράει τόν δερμάτινο χιτώνα. Ἄρα ἡ πρώτη πλευρά τοῦ θέματος εἶναι ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὑπεύθυνος γιά τό ὅτι φοράει δερμάτινο χιτώνα.

   Ἀπό τήν ἄλλη πλευρά, πράγματι ὁ Θεός κατασκευάζει τους δερμάτινους χιτῶνες· κι αὐτό εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς σοφίας καί τῆς φιλανθρωπίας τοῦ Θεοῦ, πού ἐπεμβαίνει νά κατασκευάσει αὐτούς τούς χιτῶνες –αὐτό ὑπονοεῖ τό «ἐποίησε». Πῶς δηλαδή;

   Εἴπαμε ὅτι ὁ δερμάτινος χιτώνας ἐκφράζει τή νέκρωση· καί αὐτή ἡ νέκρωση σημαίνει ὅτι αὐτό πού θά φοράει τώρα ὁ ἄνθρωπος ἐπάνω του θά τόν κάνει νά εἶναι θνητός, να καθίσταται νεκρός, να πεθαίνει γιατί; ἀκριβῶς γιά νά μή μείνει τό κακό αθάνατο! (Βλ. άγ. Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγος ΛΗ΄, Εἰς τὰ Θεοφάνεια: «ἵνα μὴ ἀθάνατον ᾖ τὸ κακόν» (PG 36, 324D)· καί άγ. Επιφανίου Κύπρου, Κατὰ Ὠριγένους, ΚϚ΄: «Ώσπεροῦν ἀλεξιφαρμάκου γὰρ τρόπον ὑπὸ τοῦ ἀλεξιτῆρος ἡμῶν ἀληθῶς καὶ ἰατροῦ Θεοῦ πρὸς ἐκρίζωσιν τῆς ἁμαρτίας παρελήφθη ὁ θάνατος καὶ ἀφανισμόν, να μὴ διαιωνίζον ἐν ἡμῖν εἴη τὸ κακόν, ἀθάνατον ἅτε ἐν ἀθανάτοῖς ἀνατείλαν, αὐτοὶ δὲ λελωβημένοι καὶ ἐκστάντες νοσούντων τρόπον τῆς οἰκείας ἀρετῆς ἐπὶ πολὺ διατρίβωμεν, ἅτε ἐν ὑφεστηκόσιν ἀεὶ καὶ ἀθανάτοις σώμασι τὴν κατὰ τὸ ἁμάρτημα μεγάλην τρέφοντες νόσον. διὸ δὴ καλῶς ταύτην πρὸς ἄμφω σωτηρίαν καὶ ψυχῆς καὶ σώματος φαρμακευτικῆς τρόπον καθάρσεως τὸν θάνατον ὁ Θεὸς ηὕρατο, ἵνα πανάμωμοι καὶ ἀσινεῖς οὕτως ἐξεργασθῶμεν.» (PG 41, 1112BC))

   Μπορεῖτε να φανταστείτε τόν Ἀδάμ πάνω στή γῆ σε μία ἄφατη ταλαιπωρία, ἐνῶ θα κυριαρχοῦσε ἡ φθορά; Καί φθορά θά πεῖ ἀρρώστια, θά πεῖ πληγές, θά πεῖ γηρατειά, θά πεῖ πολλά πράγματα, θά πεῖ καί θάνατος. Αλλά βγάλτε τόν θάνατο ἀπό τή φθορά, καί ἀφῆστε ὅλα τ' ἄλλα. Μπορείτε να φανταστείτε τόν Ἀδάμ, ἄν ζοῦσε μέχρι σήμερα, ἕναν υπέργηρο ἄνθρωπο, πού να ὑποφέρει καί νά πονᾶ καί νά ζεῖ τόσα χρόνια σε μία κατάσταση ἀθλιότητος; Μπορεῖτε νά τό φανταστεῖτε αὐτό;... Διότι αὐτά ἐπέσυρε, προκάλεσε ἡ ἁμαρτία τοῦ Αδάμ.

   Ὁ Θεός ὅμως ἀγαπᾶ καί τόν ἀπαλλάσσει. Τί λέμε ὅταν κάποιος ἄνθρωπος πεθαίνει; Λέμε ἀναπαύτηκε. Τώρα, ἂν αὐτός εἶναι γιά τήν Κόλαση, ἄν ἀναπαύτηκε ἐκεῖ πού πῆγε ἤ ὄχι, εἶναι ἄλλη παράγραφος· ἀλλά τί λέμε; ἀναπαύτηκε. Μάλιστα, πολλές φορές, ὅταν ὁ ἄνθρωπος πονάει, ἔχει ἀρρώστιες βαριές, δέν μπορεῖ πλέον νά ὑποφέρει από τίς ἀρρώστιες, καί πεθαίνει, λέμε ἀναπαύτηκε. Συνεπῶς ὁ θάνατος τί εἶναι; Λύτρωση!

   Μή μοῦ πεῖτε ὅτι καί ἡ αὐτοκτονία εἶναι λύτρωση... να φυλάξει ὁ Θεός! Μόνο ὁ θάνατος πού δίνεται ἀπό τόν Θεό εἶναι λύτρωση. Ὄχι βεβαίως ὅτι ὁ Θεός εἶναι ποιητής τοῦ θανάτου. («Ὁ Θεὸς θάνατον οὐκ ἐποίησεν, οὐδὲ τέρπεται ἐπ' ἀπωλεία ζώντων» (Σοφ. Σολ. 1, 13)) Δέν εἶναι ποιητής τοῦ θανάτου ὁ Θεός· ὁ θάνατος εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς ἁμαρτίας τῶν πρωτοπλάστων. Ωστόσο ή φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ μεταβάλλει τόν θάνατο από στοιχεῖο τιμωρίας σε στοιχείο φιλανθρωπίας, γιά νά ἀπαλλάξει τόν ἄνθρωπο ἀπό τή φθορά τήν ἄφθαρτη, δηλαδή από την αιώνια φθορά, ὅπου θά φθειρόταν χωρίς να πεθαίνει, καί τό κακό θά γινόταν ἀθάνατο.

   Νά πῶς λέει ὁ Μεθόδιος Ολύμπου ὅλα αὐτά πού σᾶς εἶπα: «Τοὺς δερματίνους χιτῶνας διὰ τοῦτο κατεσκεύασεν (ὁ Θεός), οἱονεὶ νεκρότητι περιβαλὼν αὐτόν, ὅπως διὰ τῆς λύσεως τοῦ σώματος πᾶν τὸ ἐν αὐτῷ γενηθὲν κακὸν ἀποθάνῃ.» (Ἐκ τοῦ περὶ ἀναστάσεως λόγου, PG 18, 293C). Γι' αὐτόν τόν λόγο κατασκεύασε ὁ Θεός τούς δερμάτινους χιτῶνες, ὥστε νά περιβάλλει τόν ἄνθρωπο σαν μέ μιά νέκρωση, καί μέ τόν θάνατο, μέ τή λύση τοῦ σώματος, τή διάλυση, ὅ,τι κακό δημιουργήθηκε, να τελειώσει κι αυτό.

   Καί ὅταν θά γίνει ἡ ἀνάσταση τῶν νεκρῶν, ἀγαπητά μου παιδιά, τότε τα σώματά μας θά εἶναι ἄφθαρτα, δηλαδή δέν θά ὑπόκεινται σε φθορά, οὔτε θά ἔχουν ἀνάγκη ἀπό τίς ἀνάγκες τίς γνωστές, να φάνε, νά πιοῦν, να κοιμηθοῦν, καί ἐπιπλέον θά εἶναι καί ἀθάνατα. Άφθαρτα καί ἀθάνατα! Οὔτε πόνος θά ὑπάρχει, οὔτε κραυγή θά ἀκούγεται. Ὅπως λέει ὁ εὐαγγελιστής Ιωάννης, δέν θά ὑπάρχει πιά πόνος ή κραυγή ἤ θλίψη. Τό λέει αὐτό ὁ εὐαγγελιστής Ιωάννης στην Αποκάλυψη, τό λέει καί ὁ Ἡσαΐας σέ μιά προφητεία του. (... καὶ ἐξαλείψει ἀπ᾿ αὐτῶν ὁ Θεὸς πᾶν δάκρυον ἀπὸ τῶν ὁφθαλμῶν αὐτῶν, καὶ ὁ θάνατος οὐκ ἔσται ἔτι, οὔτε πένθος οὔτε κραυγὴ οὔτε πόνος οὐκ ἔσται ἔτι· ὅτι τὰ πρῶτα ἀπῆλθον» (Αποκ. 21, 4). «... ἀγαλλιάσομαι ἐπὶ Ἱερουσαλὴμ καὶ εὐφρανθήσομαι ἐπὶ τῷ λαῷ μου καὶ οὐκέτι μὴ ἀκουσθῇ ἐν αὐτῇ φωνῇ κλαυθμοῦ οὐδὲ φωνὴ κραυγῆς» (Ησ. 65, 19))

   Ακόμη, οἱ δερμάτινοι χιτῶνες, ὡς στοιχεῖο νεκρώσεως –ἐδῶ τώρα προσέξτε καί θά δεῖτε, θά ἐκπλαγεῖτε– εἶναι ἡ μετατροπή τῆς ζωῆς σέ ἐπιβίωση.

   Τί θά πεῖ ἐπιβίωση; Ἄλλο εἶναι τό ρῆμα ζῶ καί ἄλλο τό ἐπιβιῶ. Ζῶ θά πεῖ ζῶ μέ ὅλη τή σημασία τῆς λέξεως. Ἐπιβιῶ θά πεῖ προσπαθῶ νά ζω. Σέ μιά πόλη πού ὑπάρχουν καυσαέρια καί ἄλλα πολλά δηλητηριώδη στήν ἀτμόσφαιρα, οἱ ἄνθρωποι ἐκεῖ δέν ζοῦν· ἐκεῖ ἐπιβιώνουν, δηλαδή προσπαθοῦν νά ζήσουν.

   Γιά να καταλάβετε ποιά εἶναι ἡ διαφορά μεταξύ τοῦ ζῶ καί τοῦ ἐπιβιῶ, θά σᾶς πῶ μιά ἄλλη παράλληλη περίπτωση· εἶναι ή διαφορά πού ὑπάρχει μεταξύ τῆς ἐργασίας καί τοῦ βιοπορισμοῦ. Ἐργάζομαι, ἐλεύθερα, γιατί μ' αρέσει νά ἐργάζομαι, γιατί ὁ Θεός μέ ἔκανε να ἐργάζομαι, χωρίς να περιμένω νά ζήσω ἀπό αὐτό πού ἐργάζομαι. Ἄν πρέπει ὅμως νά ἐργάζομαι γιά νά ζήσω, καί ἄν δέν πάω στο μεροκάματο θα πεθάνω από τήν πεῖνα, αυτό λέγεται βιοπορισμός.

   Βλέπετε, ὅπως ἀκριβῶς ἡ ἐργασία, μέ τήν πτώση τῶν πρωτοπλάστων, ἔγινε βιοπορισμός –ἡ ἐργασία εἶναι προπτωτικό φαινόμενο, ὁ βιοπορισμός μεταπτωτικό– ἔτσι καί ἡ ζωή εἶναι προπτωτικό φαινόμενο, ἐνῶ ἡ ἐπιβίωση μεταπτωτικό φαινόμενο.

   Αλλά δερμάτινοι χιτῶνες ἀκόμη, παιδιά, τί νομίζετε ὅτι εἶναι; –ἄν μπορεῖτε νά τό φανταστείτε ποτέ!– εἶναι καί ἡ μάθηση! εἶναι καί ἡ ἐπαγγελματική δραστηριότητα! εἶναι, ἀκόμη, ἐν γένει ὁ πολιτισμός! Δερμάτινοι χιτῶνες εἶναι ὅλα αὐτά. Ντύνομαι δερμάτινο χιτώνα σημαίνει ὅτι πρέπει τώρα να πάω να μάθω, πρέπει να δουλέψω, νά ἔχω μία ἐπαγγελματική δραστηριότητα, καί πρέπει να μπω μέσα στα κανάλια του πολιτισμοῦ.

   Θά μοῦ πεῖτε: Πως γίνεται αυτό;

   Τα γράμματα, ὅπως ξέρετε, γιά τά ὁποῖα καυχόμαστε, –όπως καυχόμαστε καί γιά τίς γούνες μας!– τά γράμματα βεβαίως εἶναι ὡραῖα. Δέν ὑπάρχει γλυκύτερο πράγμα ἀπό τό νά εἶσαι μορφωμένος ἄνθρωπος, να ξέρεις γράμματα, γραμματιζούμενος ἄνθρωπος –νά τό πῶ ἔτσι. Ὅμως τό ξέρετε ὅτι εἶναι ἕνα κατάντημα τά γράμματα;

   Μή μοῦ πεῖ τώρα κάποιος από σᾶς, μαθητής ἤ μαθήτρια, Α, ὡραῖα λοιπόν... ὡραῖα! από δῶ κι ἐμπρός δέν θά διαβάζω πιά, γιατί είναι κατάντημα τά γράμματα! Μακριά λοιπόν τα βιβλία, μακριά καί τά σχολεία!

   Ὅμως δέν εἶναι ἔτσι.

   Στο προοίμιό του, στο Κατά Ματθαῖον Εὐαγγέλιο, ὁ ἱερός Χρυσόστομος λέει τό ἑξῆς: Εἶναι κατάντημα τό ὅτι δέν ἔχουμε τόν νόμο τοῦ Θεοῦ ἄμεσα, αλλά πρέπει νά τόν διαβάζουμε. Κατάντημα είναι! Ξέρετε γιατί ὁ Θεός ἔδωσε γραπτό νόμο; γιατί ὁ νόμος, ὁ ἐγγεγραμμένος στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ἔμφυτος νόμος τῆς συνειδήσεως, ξεθώριασε μέ τίς ἁμαρτίες τοῦ ἀνθρώπου. Καί τώρα τί κάνει ὁ Θεός; δίνει γραπτό νόμο. Αλλά, πρίν δώσει τόν γραπτό νόμο, δημιουργεῖ προϋποθέσεις νά μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος να φτιάξει τά γράμματα γιά νά τόν διαβάζει. Δεν φτάνει λοιπόν, λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, πού εἴμαστε στο κατάντημα να πρέπει να μαθαίνουμε γράμματα γιά νά διαβάζουμε τόν νόμο τοῦ Θεοῦ, ἀλλά φτάνουμε καί στό σημεῖο, ἔστω καί σ' αὐτήν τή συγκατάβαση πού κάνει ὁ Θεός, νά μήν ἀνταποκρινόμαστε, νά μή διαβάζουμε τον λόγο τοῦ Θεοῦ! («Ἐννόησον οὖν ἡλίκον ἐστὶ κακόν, τοὺς οὕτως ὀφείλοντας ζῆν καθαρῶς, ὡς μηδὲ δεῖσθαι γραμμάτων, ἀλλ᾽ ἀντὶ βιβλίων παρέχειν τὰς καρδίας τῷ Πνεύματι, ἐπειδὴ τὴν τιμὴν ἀπωλέσαμεν ἐκείνην, καὶ κατέστημεν εἰς τὴν τούτων χρείαν, μηδὲ τῷ δευτέρῳ πάλιν κεχρῆσθαι φαρμάκῳ εἰς δέον. Εἰ γὰρ ἔγκλημα τὸ γραμμάτων δεηθῆναι, καὶ μὴ τὴν τοῦ Πνεύματος ἐπισπάσασθαι χάριν, σκόπησον ἡλίκη κατηγορία, τὸ μηδὲ μετὰ τὴν βοήθειαν ταύτην ἐθέλειν κερδαίνειν, ἀλλ᾽ ὡς εἰκῆ καὶ μάτην κείμενα τὰ γράμματα περιορᾷν, καὶ μείζονα ἐπισπᾶσθαι τὴν κόλασιν.» (άγ. Ιωάννου Χρυσοστόμου, Εἰς τὸν Ἅγιον Ματθαῖον τὸν Εὐαγγελιστήν, Ὁμιλία Α', PG 57, 13))

   Θά ἔλεγα δηλαδή, μ' ἄλλα λόγια, ὅτι θά πρέπει να μάθουμε γράμματα. Θα πρέπει! Αλλά μήν ξεχνᾶμε ὅτι ἀποτελοῦν καί τά γράμματα, ἡ μάθηση, ἡ ποικίλη μάθηση, δερμάτινους χιτῶνες. Μή σᾶς ἐκπλήσσει αὐτό.

   Γιατί τό λέω αυτό; ποῦ εἶναι ἡ ἀξία τοῦ πράγματος; Γιά νά μή καυχόμαστε ὅτι ξέρουμε γράμματα, ὅτι εἴμαστε μορφωμένοι, καί γυαλίζουμε, καί λέμε στους ἄλλους, ξέρεις; ἐγώ εἶμαι μορφωμένος ἄνθρωπος! Ε, καί;... Στη Βασιλεία τοῦ Θεοῦ θά ὑπάρχουν σχολεῖα καί γράμματα; Ὄχι, παιδιά· ὄχι!

   Ἀλλά καί τό ἐπάγγελμα τό ἴδιο εἶναι. Ὅλα αὐτά εἶναι ἐπί μέρους σκοποί τῆς παρούσας ζωῆς, εἶναι σχήματα τῆς παρούσας ζωῆς. Ὅπως καί ὁ πολιτισμός, ὁ ὁποῖος, προσέξτε, εἶναι ἕνας τρόπος νά ἐπιβιώσουμε.

   Τώρα, ὅταν τρέμω από το κρύο, πρέπει να φοράω ροῦχα. Κάπου λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, ἑρμηνεύοντας αὐτά: Καί τί θά νόμιζες; ὅτι θά φορᾶς πάντα προβιές; Ὄχι. Εἶδες; ὁ Θεός σέ δίδαξε καί πῶς νά ὑφαίνεις. («Τί οὖν; δερματίνους ἡμᾶς χιτῶνας κελεύεις περιβαλέσθαι; Οὐ τοῦτο λέγω· οὐδὲ γὰρ ἐκεῖνοι εἰς τὸ διηνεκὲς ἐκείνοις τοῖς χιτῶσιν ἐκέχρηντο· ὁ γὰρ φιλάνθρωπος Δεσπότης ἀεὶ ταῖς προλαβούσαις εὐεργεσίαις ἑτέρας προστίθησιν. Ἐπειδὴ γὰρ λοιπὸν ὑπευθύνους ἑαυτοὺς κατέστησαν ταῖς σωματικαῖς ἀνάγκαις, τῆς ἀπαθείας ἐκείνης καὶ τῆς ἀγγελικής διαγωγῆς ἀποστερηθέντες, μετὰ ταῦτα ᾠκονόμησεν, ἀπὸ τῶν ἐρίων τῶν προβάτων τὰ ἐνδύματα τοῖς ἀνθρώποις κατασκευάζεσθαι, οὐδενὸς ἑτέρου ἕνεκεν, ἤ ὥστε σκέπην γενέσθαι, καὶ μὴ τὸ λογικὸν τοῦτο ζῶον κατὰ τὸ αὐτὸ τοῖς ἀλόγοις ἐν γυμνότητι καὶ ἀσχημοσύνῃ διάγειν.» (Όμιλίαι εἰς τὴν Γένεσιν, ΙΗ΄, β΄, PG 53, 150)) Διότι, βλέπουμε παρακάτω τούς ἀπογόνους τοῦ Ἀδάμ, πολύ γρήγορα νά ἐπινοοῦν τήν υφαντική. Είναι σπουδαῖο στοιχεῖο ή υφαντική πάρα πολύ σπουδαίο.

   Ἡ Νοεμά ἐπινόησε τήν υφαντική. (Κατά τήν ἑβραϊκή παράδοση, ἡ Νοεμά, ἀδελφή τοῦ σφυροκόπου χαλκέως και σιδηρουργοῦ Θόβελ, έφηὗρε τό γνέσιμο τῶν μαλλιῶν καί τήν ὕφανση. Βλ. Γέν. 4, 22 καί Ἀρχιμ. Ἰωήλ Γιαννακοπούλου Ἡ Γένεσις, Β. Ρηγόπουλος, Θεσ/νίκη 1976, σ. 72) Αλλά γιατί; Διότι τώρα κρυώνει ὁ ἄνθρωπος. Κρύωνε πρώτα στον παράδεισο; Ὄχι. Πρῶτα καλλιεργοῦσε ὁ Ἀδάμ μέσα στον παράδεισο τή γῆ; Ὄχι. Τώρα θα ὑφαίνει, θα καλλιεργεῖ. Θά δοῦμε στο προσεχές μάθημα ὅτι τόν στέλνει ὁ Θεός νά καλλιεργεῖ τή γῆ.

   Να πού πραγματικά ὅλα αὐτά τά στοιχεῖα πού τά ὀνομάζουμε σήμερα πολιτισμό εἶναι ἁπλῶς μία κάποια ἄνεση μέσα στήν κοιλάδα τοῦ κλαυθμώνος (Μ' αὐτή τήν ἁγιογραφική φράση ἐννοεῖται καί παρομοιάζεται ὁ παρών βίος τοῦ ἀνθρώπου, ὁ γεμάτος από κλαυθμό, δηλαδή θρῆνο καί κλάμα. Ὁ Μ. Αθανάσιος, ἑρμηνεύοντας τόν Ψαλμό 83, 7, λέει: «Κοιλάδα τοῦ κλαυθμῶνος τὸν θνητὸν βίον φησί.» (Ερμηνεία εἰς τοὺς Ψαλμούς, PG 27, 369 Α. Βλ. Βασ. Β' 5, 23-24)), ἔξω ἀπό τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Γι᾿ αὐτόν τόν λόγο δεν πρέπει να ξεχνοῦμε ὅτι ὅλα αὐτά ἀποτελοῦν τούς δερμάτινους χιτῶνες.

   Νὰ πῶς λέει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ὅλα αὐτὰ ποὺ σᾶς εἶπα· ὅτι ὁ ἄνθρωπος ὁ προπτωτικός ζουσε «ζωῇ τῇ ἀτέχνῳ, καὶ δίχα παντὸς ἐπικαλύμματος καὶ προβλήματος»· ζοῦσε μιά ἄτεχνη ζωή· δέν εἶχε ούτε ἐπικαλύμματα οὔτε προβλήματα –ἐμεῖς ὅμως εἶμαστε γεμάτοι από προβλήματα· ἀπό τό πρωί μέχρι το βράδυ εἴμαστε μέ προβλήματα... «τοιοῦτον γὰρ ἔπρεπεν εἶναι τὸν ἀπ᾿ ἀρχῆς» (Εἰς τὸ ἅγιον Πάσχα, Λόγος ΜΕ', η', PG 36, 632CD)· τέτοιος ἔπρεπε νά εἶναι ἄνθρωπος ἀπό τήν ἀρχή· αλλά δυστυχῶς δέν εἶναι τώρα, κι αυτό είναι κατάντημα!

   Ωστόσο, παιδιά, οἱ δερμάτινοι χιτῶνες, εἶναι μία πραγματικότητα, ὅπως ἀντιλαμβανόμαστε, μ' ὅλα αὐτά πού εἴπαμε. Πῶς ὅμως πρέπει να χρησιμοποιηθοῦν ἀπό τόν ἄνθρωπο αὐτοί;

   Στούς δερμάτινους χιτῶνες, μέ τήν ἔννοια πού δώσαμε σ' αὐτούς, ὑπάρχουν δύο ὄψεις· ἡ μία εἶναι ἀρνητική καί ἡ ἄλλη θετική. Φυσικά οι δερμάτινοι χιτῶνες σε τίποτα δεν φταῖνε· ἐξαρτᾶται ἀπό τόν τρόπο ἀσκήσεως τῆς ἐλευθερίας μας ἐπάνω σ' αὐτές τίς δύο ὄψεις, πῶς δηλαδή θα σταθοῦμε ἀπέναντι στούς δερμάτινους χιτώνες.

   Θά σᾶς πῶ ἕνα παράδειγμα, πού τό ἀναφέρει ὁ ἱερός Χρυσόστομος. Ὁ Νῶε φύτεψε αμπελώνα, ἔκανε κρασί, τό ἤπιε καί μέθυσε. Τί σημαίνει αὐτό, ὅτι ἤπιε κρασί καί μέθυσε; Σημαίνει ὅτι ἔφταιγε τό ἀμπέλι; Τό ἀμπέλι, ἐν προκειμένῳ, καί τό κρασί τί θά ἦταν γιά τόν Νῶε; Θά ἦταν ἡ ἐκπλήρωση μιᾶς ἀνάγκης του, ἕνας δερμάτινος χιτώνας. Μήπως ἔφταιγε τό κρασί, μήπως τὸ ἀμπέλι; Απαντᾶ ὁ ἱερός Χρυσόστομος: «Οὐ γὰρ τὸ φυτὸν κακόν, οὔτε ὁ οἶνος πονηρόν, αλλ' ή παρά το δέον χρήσις.» (Ὁμιλίαι εἰς τὴν Γένεσιν, ΚΘ', γ', PG 53, 265). Ούτε το φυτό ήταν κακό, ούτε το κρασί ήταν πονηρό, ἀλλά ἡ πέρα ἀπό τό πρέπον χρήση που ἔγινε ἀπό τόν Νῶε· αυτό ήταν το κακό. Αυτή είναι η αρνητική ὄψη του δερμάτινου χιτώνα· ὅταν δηλαδή κάνουμε ὄχι τήν χρήση, αλλά την παράχρηση.

   Αντιθέτως, ἡ ἄλλη ὄψη, ή θετική, στο ίδιο παράδειγμα, τό κρασί ἀποτελεῖ στοιχεῖο τῆς ἴδιας τῆς σωτηρίας μας, γιατί μέ τό κρασί ἔχουμε το μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Ὁ ἕνας μεθᾶ καί χάνεται, ὁ ἄλλος κοινωνεῖ Αἷμα Χριστοῦ καί σώζεται· τό ἴδιο πράγμα, τό γέννημα τῆς ἀμπέλου, στις δύο του ὄψεις. Υπάρχει λοιπόν ἡ ἀρνητική όψη, υπάρχει καί ἡ θετική όψη. Γι' αὐτό θά πρέπει, ανά πάσα στιγμή, νά ὑπάρχει ἡ σωστή χρήση, το μέτρο.

   Ὁ ἱερός Χρυσόστομος λέει ἕνα πανέξυπνο παράδειγμα –πού ὅταν τό διάβασα γέλασα! «Τὸ μεῖζον τῆς χρείας, περιττὸν τῆς χρείας ἐστὶ καὶ ἄχρηστον. Ὑπόδησαι ὑπόδημα τοῦ ποδὸς μείζον· ἀλλ᾽ οὐκ ἀνέξῃ ἐμὲποδίζει γάρ σοι πρὸς τὴν βάδισιν» (Εἰς τοὺς ἀνδριάντας, Ὁμιλία Β΄, PG 49, 41). Το περισσότερο ἀπό τήν ἀνάγκη σου εἶναι περιττό γιά τήν ἀνάγκη σου καί ἄχρηστο. Φόρεσε παπούτσι στο πόδι σου σε μεγαλύτερο μέγεθος· δέν θά τό ἀνεχθεῖς, γιατί θά σέ ἐμποδίσει να περπατήσεις. Από την πλεονεξία σου, πήγαινε στον τσαγκάρη και παράγγειλε παπούτσια πολύ μεγάλα, 80 νούμερο... γιατί εἶσαι πλεονέκτης! Τσαγκάρη μου, θέλω μεγάλα παπούτσια. Βάλε τα μεγάλα παπούτσια· σέ ἐμποδίζουν να περπατήσεις! Είναι πανέξυπνο παράδειγμα αὐτό, καί δείχνει ὅτι τό παραπάνω δέν μᾶς χρειάζεται. Πρέπει να μάθουμε το μέτρο. (Πρβλ. καί ἀρχαία ἑλληνικά γνωμικά: «Μέτρον ἄριστον» (Κλεοβούλου, Διογέν. Λαερτ. Βίοι Φιλ. Ι, 93). «Μέτρον δ᾽ ἐπὶ πᾶσιν ἄριστον» (Πυθαγόρα, Χρυσά Ἔπη, 38). «Τὸ μέτριον ἄριστον καὶ τὸ μέσον» (Αριστοτέλους, Πολιτικά, 1295b). «Μέτρῳ χρώ» (Πιττακού, Ανθ. Στοβ. Γ., 79δ). «Μέτρα φυλάσσεσθαι» (Ἡσιόδου, Έργα καὶ Ἡμέραι 694), «Πάντων μέτρον ἄριστον· ὑπερβασίη δ' άλγεινόν» (Φωκυλίδου, Γνώμαι, 36 ). «Έντεχνον δὲ τὸ τὴν μέσην ἐν ἅπασι τέμνειν» (Πλουτάρχου, Ἠθικά, 7β). «Παιδός, οὐκ ἀνδρὸς τὸ ἀμέτρως ἐπιθυμεῖν» (Δημοκρίτου, Απόσπ. 70). «Καλὸν ἐν παντὶ τὸ ἴσον ὑπερβολὴ δὲ καὶ ἔλλειψις ου μοι δοκέει» (Δημοκρίτου, Απόστ. 102), «Πάντων μέσ᾽ ἄριστα» (Θέογνι Ἐλεγεῖαι, 335). «Αδικοῦσί γε τὰ μέγιστα διὰ τὰς ὑπερβολὰς, ἀλλ' οὐ διὰ τὰ ἀνναγκαία» (Αριστοτέλους, Πολιτικά, 1267α). «Η μεσότης ἐν πᾶσιν ἀσφαλεστέρα» (Τραγικών, Αδ. Απόσπ. 457). «Μηδὲν ἄγαν» (Χίλωνος Λακεδαιμ. Διογ. Λαέρτ. Βίοι Φιλ. Ι. 41) κ.ά.)

   Ἐξ ἄλλου τὴν ἴδια σημασία ἔχουν κι ἐκεῖνα πού λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «οἱ χρώμενοι τῷ κόσμῳ τούτῳ ὡς μὴ καταχρώμενοι» (Α΄ Κορ. 7, 31), αὐτοί πού κάνουν χρήσση τούτου τοῦ κόσμου νά μήν κάνουν κατάχρηση. Και «ἔχοντες διατροφὰς καὶ σκεπάσματα, τούτοις ἀρκεσθησόμεθα» (Α΄ Τιμ. 6, 8), ἔχοντας τροφές για να φάμε καί σκεπάσματα για να ντυθοῦμε καί νά σκεπαστοῦμε, σ' αυτά νὰ ἀρκεστούμε· ὄχι παραπάνω.

   Ακόμη, οἱ δερμάτινοι χιτῶνες εἶναι μία ὑπόμνηση. Ὁ ἱερός Χρυσόστομος πάνω σ' αὐτό λέει: «Ἡ τῶν ἱματίων περιβολὴ ὑπόμνησις ἡμῖν γινέσθω διηνεκὴς τῆς τῶν ἀγαθῶν ἐκπτώσεως.» (Ὁμιλίαι εἰς τὴν Γένεσιν, ΙΗ΄, β΄, PG 53, 150). Να θυμᾶσαι, ἅμα βάζεις τὰ ροῦχα, ὅτι αὐτά κάποτε δέν τά φοροῦσες, οὔτε θα τα ξαναφορέσεις στη Βασιλεία του Θεού· τα φοράς γιατί είσαι τιμωρημένος, γιατί ἁμάρτησαν οι πρόγονοί σου μέσα στον παράδεισο, καί ὄχι για καύχημα.

   Πρέπει ἀκόμη, παιδιά, να δούμε τους δερμάτινους χιτῶνες καί μέ ἐντελῶς ἱστορικά κριτήρια, ή γραμματικά, ὅ,τι λέει τό ἱερό κείμενο· ὁ Θεός έκανε χιτώνες για να ντύσει τους πρωτοπλάστους. Πράγματι, ἐνδύει τους πρωτοπλάστους· γιατί; διότι οι πρωτόπλαστοι πρώτοι ἔκαναν μιά φορεσιά με φύλλα συκιάς, περιζώματα, σκεπάσματα, ανεπαρκή ὅμως. Καί ὁ Θεός τώρα κάνει δερμάτινους χιτῶνες, πού είναι πολύ επαρκέστεροι ἀπό τά φύλλα τῆς συκιᾶς, ἀκριβῶς διότι ἀπό ἐδῶ κι ἐμπρός το ἀνθρώπινο σώμα θά εἶναι εὐπαθές, κι ἔτσι θά ἔχει ἀνάγκη καλύψεως ἀπό τίς καιρικές μεταβολές.

   Ἀλλά ἄς λογαριάσουμε και κάτι ακόμη. Μεταξύ τοῦ σώματος καί τῶν δερματίνων χιτώνων υπάρχει και ἕνα ἄλλο ἔνδυμα· ὅπως θά λέγαμε, τά ἐσώρουχά μας. Φορᾶμε τά ἐξώρουχα, αλλά φοράμε καί τά ἐσώρουχα. Τά ἐσώρουχα εἶναι ἀνάμεσα στά ἐξώρουχα καί τό σῶμα. Νοητά ἐσώρουχα αυτά. Ξέρετε ποιά είναι; Εἶναι τὸ ἔνδυμα τῆς ντροπής,

   Ὁ Θεός, λοιπόν, ντύνει τους πρωτοπλάστους, να μένουν πάντα ντυμένοι, για να διατηρηθεῖ τό ἔνδυμα τῆς ντροπῆς· γιατί ἄν βγάλουμε τα ρούχα μας, μαζί με τὰ ροῦχα βγάζουμε καί τήν ντροπή! (Πρβλ. Ηροδότου, Ἱστορίας, Κλειώ, 1.8.14: «Ἅμα δὲ κιθῶνι ἐκδυσμένῳ συνεκδύεται καὶ τὴν αἰδῶ γυνή.») Καί ἄν θέλετε, γιά νά μήν ἐξαχρειωθεῖ καί τό γενετήσιο ἔνστικτό μας –πράγμα πού τό λέγαμε σέ ἕνα περασμένο μάθημα– (Βλ. Γέν. 2, 25, καί π. Αθανασίου Μυτιληναίου, Η Γένεσις, Χριστιανική Ανθρωπολογία, Τόμος Γ΄, Μάθημα 33ο, ἐκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Κομνηνείου, Στόμιον Λαρίσης 2019, σ. 216 κ.έ. Επίσης βλ. καί Μάθημα 62ο, σσ. 36-38) γι' αὐτό δέν πρέπει νά ἀπογυμνωνόμαστε. Διότι καί τό γενετήσιο ἐξαχρειώνεται, καί ὁ ἄνθρωπος γίνεται ἕνα κτήνος, ἕνα ζῶο... καί μάλιστα χειρότερος καί ἀπό ἕνα ζῶο, γιατί τα ζῶα γνωρίζουν και τους καιρούς τους, ενῶ ὁ ἄνθρωπος δεν γνωρίζει τίποτε πιά!

   Ἐξ ἄλλου τό ὅτι ἡ ντροπή πρέπει να διατηρηθεῖ, τό λέει καί ὁ ἴδιος ὁ Ἀδάμ. Ὅταν ἔπεσε καί τόν ἀναζητοῦσε ὁ Θεός, Ἀδάμ, ποῦ εἶσαι; ἐκεῖνος ἀπάντησε: «έφοβήθην, ὅτι γυμνός εἰμι, καὶ ἐκρύβην» (Γέν. 3, 10). Ὅμως γιατί εἶπε «γυμνός εἰμί»; Ντρεπόταν γιά τήν γυμνότητά του. Αυτό σημαίνει λοιπόν ότι πρέπει να ντύνεται ὁ ἄνθρωπος, γιά νά μήν ἀποβάλει την ντροπή.

   Χαρακτηριστικό ακόμα τῆς ἐποχῆς μας, δυστυχῶς, εἶναι ὅτι ἀφαιροῦμε τα ρούχα μας· καί μαζί μέ τά ρούχα μας, ἀφαιροῦμε καί τήν ντροπή! Δέν ντρεπόμαστε πιά για τίποτα... ἔχουμε γίνει ξετσίπωτοι!

   Ἀλλά θά ἤθελα νά τελειώσω μέ κάτι πολύ σημαντικό. Αὐτοί οἱ δερμάτινοι χιτῶνες μεταποιήθηκαν.

   Κάποτε, ξέρετε, δίναμε τα ρούχα μας στόν ράφτη καί λέγαμε: Γύρισε το μέσα ἔξω, γιατί πάλιωσε, τρίφτηκε τό μέσα βάλε το ἀπ᾽ ἔξω. Παλιά ἔτσι κάναμε, παιδιά. Ἄνδρες καί γυναῖκες δίναμε τα ρούχα στον ράφτη, στη μοδίστρα, νά μᾶς τά γυρίσει τό μέσα-ἔξω. Αὐτή ἡ εἰκόνα εἶναι πολύ ωραία, ὅταν λέει ὁ Θεός ὅτι τό σύμπαν θά τό γυρίσει μέσα-έξω σάν ἱμάτιο καί θά τό κάνει καινούργιο. 35 (Βλ. Ψαλμ. 101, 27. Εβρ. 1, 11)

   Λοιπόν, κι αὐτούς τούς δερμάτινους χιτώνες τώρα τούς γυρίζουμε μέσα-έξω! Πῶς γίνεται; Αυτό γίνεται, παιδιά, μέ τή σάρκωση τοῦ Λόγου, τοῦ Θεοῦ Λόγου.

   Ὁ Χριστός φόρεσε ἀνθρώπινο σώμα. Αλλά και κάτι περισσότερο φόρεσε κόκκινη χλαμύδα, ἐμπαικτικά, γιά νά ἀνανεώσει τους δερμάτινους χιτῶνες τῶν ἀνθρώπων, ὥστε στο ἑξῆς χιτώνας τῶν ἀνθρώπων να εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός!

   Γι' αυτό λέει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης: «Ἐνδύσασθαι τὸν καινὸν χιτῶνα τὸν κατὰ Θεὸν κτισθέντα ἐν ὁσιότητι καὶ δικαιοσύνη· Ἰησοῦν δὲ λέγει εἶναι τὸ ἔνδυμα.» (Εἰς τὸ Ἄσμα Ασμάτων, Ὁμιλία ΙΑ', PG 44, 1005 AB). Τό ἔνδυμα εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός· ὁ ἴδιος γίνεται ἔνδυμα! Βγάζουμε τους δερμάτινους χιτῶνες καί τούς ἀλλάζουμε μέ τό ἔνδυμα Ἰησοῦς Χριστός! (Στο μυστήριο τῆς Βαπτίσεως ψάλλουμε: «Ὅσοι εἰς Χριστὸν ἐβαπτίσθητε, Χριστὸν ἐνεδύσασθε.». Βλ. Γαλ. 3, 27)

   Καί ὁ ἅγιος Συμεών ὁ νέος Θεολόγος, ἑρμηνεύοντας τό ἁγιογραφικό χωρίο «γυμνὸς ἤμην, καὶ περιεβάλετέ με» (Ματθ. 25, 36), πού ὁ Χριστός θά πεῖ στήν ὥρα τῆς Κρίσεως, λέει ὅτι πρέπει ἐμεῖς νά ντύσουμε τόν Χριστό μέ τίς ἀγαθές μας πράξεις. Ακούστε το σε μετάφραση: Γυμνός ἤμουν ἀπό τίς δικές σου ἐνάρετες πράξεις, και δέν μέ ἔντυσες μέ αὐτές! («Γυμνὸς ἤμην τῶν σῶν ἐναρέτων πράξεων, καὶ οὐκ ἐνέδυσας με αυτάς.» (Άπαντα, Τόμος Β΄, Βίβλος τῶν ἠθικῶν, Λόγος Ι΄, Περὶ τῆς φοβερᾶς τοῦ Κυρίου ἡμέρας καὶ τῆς μελλούσης κρίσεως)

   Ἐδῶ βλέπουμε δηλαδή κάτι πολύ σημαντικό. Θυμηθεῖτε ἀκόμα τήν παραβολή τῶν βασιλικῶν γάμων. Κάποιος μπαίνει μέσα, καί τοῦ λέει ὁ οἰκοδεσπότης: «Ἑταῖρε, πῶς εἰσῆλθες ὧδε μὴ ἔχων ἔνδυμα γάμου;» (Ματθ. 22, 12) Φίλε, πῶς μπῆκες ἐδῶ, καί δέν ἔχεις ἔνδυμα, χιτώνα, γάμου; Βγάλτε τον ἔξω! διότι ὄφειλε, μπαίνοντας από την πόρτα, να ζητήσει ἔνδυμα γάμου. Δηλαδή, πῶς πᾶς νά μπεῖς στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, μέ τούς δερμάτινους χιτῶνες;... Ὄχι πρέπει πρώτα να μεταποιηθοῦν. Καί τό ἔνδυμα ἐδῶ στήν παραβολή, παιδιά, εἶναι –ἀκοῦστε– ὁ ἴδιος ὁ Χριστός! (Βλ. ἁγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου, Ἅπαντα, Τόμος Β΄, Βίβλος τῶν ἠθικῶν, Λόγος Γ΄: «Πάντα ἡμῖν ὁ Χριστὸς ὁμοῦ γένηται... στολή ... καὶ εἴ τι οὖν ἕτερον πρὸς τρυφὴν ἢ δόξαν καὶ τερπνότητα ἐπιτήδειον, ... ὁ αὐτὸς καὶ ἔνδυμα πᾶσιν ἔσται, ὡς μηδενὸς ἐν τῷ μυστικῷ γάμω εἰσερχομένου μὴ τὸν ἀπρόσιτον τοῦτον φοροῦντος χιτῶνα» καί τοῦ ἰδίου, Ἕτερα κεφάλαια γνωστικά τε καὶ θεολογικά, νθ', PG 120, 632ΑΒ: «Καθάπερ ὁ ἀπὸ πτωχείας ἐσχάτης ὑπὸ τοῦ βασιλέως εἰς πλοῦτον ἀνενεχθείς, καὶ περιφανὲς ἀξίωμα στολήν τε παρ' αὐτοῦ ἐνδυθεὶς ... βλέπει ἀεὶ τὴν χάριν τοῦ Πνεύματος τὴν περιλάμπουσαν αὐτόν, ἥτις ἔνδυμα καλεῖται καὶ βασίλειος αλουργίς· μᾶλλον δέ, ὅπερ αὐτός ἐστι Χριστὸς ὁ Κύριος, εἴπερ αὐτὸν οἱ εἰς αὐτὸν πιστεύοντες ἐπενδύονται.». Πρβλ. Γαλ. 3, 27)

   Γι' αυτό στο ἑξῆς –νά τό ξέρουμε– θα πρέπει να ἀρχίσουμε, σιγά-σιγά, να μεταβάλλουμε τους δερμάτινους χιτῶνες σε χιτώνα που λέγεται Ἰησοῦς Χριστός. (Βλ. ἱεροῦ Χρυσοστόμου, Εἰς τὴν παραβολὴν περὶ τοῦ ἀσώτου, PG 59, 519, καί Θεοφυλάκτου Βουλγαρίας, Περὶ τοῦ ἀποδημήσαντος εἰς χώραν μακράν, PG 123, 957ΑΒ: «καὶ στολὴν πρώτην περιτιθέντας, τὸν Χριστὸν αὐτὸν (ὅσοι γὰρ ἐβαπτίσθημεν εἰς Χριστόν, Χριστὸν ἐνεδυσάμεθα)», Γαλ. 3, 27. Λουκά 15, 22) Καί ἔτσι φεύγουμε, παιδιά, ἀπό ἐκείνη τήν νέκρωση, τό φρόνημα τῆς σαρκός, φεύγουμε, καί ἐνδυόμαστε τόν Χριστό· καί ἀρχίζουμε να ντυνόμαστε πάλι τήν θεία δόξα, να ντυνόμαστε τόν Ἰησοῦ Χριστό.

   Πάντως, ἄς τό ξέρουμε όλοι μας, δεν θα μπούμε στη Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ὅπως λέει ὁ ἅγιος Συμεών ὁ νέος Θεολόγος, ἄν ἀπό τήν παρούσα ζωή δέν ἔχουμε ντυθεῖ τό καινούργιο μας ἔνδυμα, τόν Ἰησοῦ Χριστό! (Βλ. άγ. Συμεών του Νέου Θεολόγου, Ἅπαντα, τόμ. Β΄, Βίβλος τῶν ἠθικῶν, Λόγος Ι΄, Περὶ τῆς φοβερᾶς τοῦ Κυρίου ἡμέρας καὶ τῆς μελλούσης κρίσεως, ὅτι καὶ πρὸ τοῦ θανάτου ἐν ἡμῖν ἔνθεν ἤδη καθαιρομένοις διὰ δακρύων ἐνεργεῖται ἐν οἷς ἂν ἐγγένηται κατὰ τὴν παροῦσαν ζωήν, κατὰ τὴν μέλλουσαν οὐχ ὑπαντᾶ)

   Βλέπετε λοιπόν τώρα πῶς ὁ Χριστός ἔρχεται να διορθώσει τους δερμάτινους χιτώνες; Ξέρετε ποιός ἀκριβῶς ἦταν ὁ Θεός ἐκεῖ στόν παράδεισο; Ὁ Θεός Λόγος ἦταν! Αὐτός ἐνανθρώπησε. (Ὁ ἅγ. Νεκτάριος Πενταπόλεως γράφει σχετικά: «Το Τριαδικὸν τῆς θεότητος διδάσκεται κεκαλυμμένως πως ὑπὸ τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης· ἐν αὐτῇ ἀποκαλύπτεται πάντοτε τὸ δεύτερον πρόσωπον τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὅπερ ἐστὶ καὶ ὁ ἀρχηγὸς τῆς Παλαιᾶς καὶ Καινῆς Διαθήκης.» (Ορθόδοξος Ἱερὰ Κατήχησις, Ἀθῆναι 1899, σ. 87). Βλ. Νικολάου Ι. Σωτηροπούλου, Ὁ Ἰησοῦς Γιαχβέ, ἐκδ. Ὁ Σταυρός, Ἀθῆναι 1976, καί π. Αθανασίου Μυτιληναίου, Η Γένεσις, Χριστιανική Κοσμολογία, Τόμος Α΄, Μάθημα 3ο, ἐκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Κομνηνείου, Στόμιον Λαρίσης 2017) Τότε ἔδωσε τους δερμάτινους χιτῶνες, ἐνῶ τώρα δίνει τόν ἑαυτό του καί λέει: Ἄνθρωποι, ντυθεῖτε ἐμένα. Καί ἐνδυόμενοι ἐμένα, σώζεστε γίνεστε πάλι ὅπως πρῶτα, καί κληρονομεῖτε τόν κρείττονα Παράδεισο, τόν καλύτερο Παράδεισο, τόν ἀγαθότερο Παράδεισο, αὐτή τήν ἴδια τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ!... Ἐκεῖ δέν θά ὑπάρχουν πλέον καθόλου ανάγκες, ὅπως ὑπῆρχαν τότε, ἔστω καί προπτωτικά, πού ὁ Ἀδάμ ἔπρεπε νά φάει καί νά πιεῖ καί να κοιμηθεῖ.

   Στήν καινούργια αυτή κατάσταση βασιλεύει ή μακαριότητα, τό ἀνενδεές καί ἡ εὐτυχία τῆς θεωρίας τοῦ προσώπου τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Θεοῦ Λόγου!

   Ἀλλά, πρῶτα ὁ Θεός, θα συνεχίσουμε.

   Κυριακή, 24 Μαρτίου 1985


70η ομιλία στην κατηγορία « Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία ».

►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
" Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία " εδώ ⬇️
https://arnion.gr/index.php/palaia-diauhkh/xristianikh-kosmologia-anurvpologia
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40pgmRsIiRCioth8a5E4bM7r

Απομαγνητοφώνηση :
Ιερά μονή Κομνηνείου.
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

🔸Λίστα ομιλιών της σειράς «Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία.».🔻
https://drive.google.com/file/d/1PKTpnYb1nptUbWKH5jo6DJwk7IVel9BA/view?usp=drivesdk

🔸📜 Απομαγνητοφωνημενες ομιλίες της σειράς «Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία.».🔻
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/search/label/%F0%9F%94%B9%CE%A7%CF%81%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B9%CE%B1%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%AE%20%CE%9A%CE%BF%CF%83%CE%BC%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1%20~%20%CE%91%CE%BD%CE%B8%CF%81%CF%89%CF%80%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1.?m=1

🔸Επεξηγηματικό βίντεο Ασπάλαθου.
https://youtu.be/8tNfAHRkTCk

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️ https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__ 

https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου. https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.