†.Θυμάστε, ἀγαπητοί μου, ὅτι εἴχαμε πεῖ πώς ὁ 21ος ψαλμός εἶναι ἐξ ὁλοκλήρου χριστολογικός. Οὔτε ἕνας στίχος, οὔτε ἕνα ημιστίχιο δέν ὑπάρχει πού νά
ἀναφέρεται στον συγγραφέα, στον ψαλμωδό. Από τόν πρῶτο στίχο μέχρι καί τόν τελευταῖο εἶναι ἐξ ὁλοκλήρου χριστολογικός. Μάλιστα εἶναι ὁ σημαντικότερος χριστολογικός ψαλμός.
Ἕως τόν στίχο 22 παρουσιάζεται ὁ πάσχων Μεσσίας. Ὅμως ἀπό τόν στίχο 23 ἕως τόν στίχο 32, δηλαδή ἕως τό τέλος, ἐμφανίζεται ἡ εὐχαριστία τοῦ σεσωσμένου Μεσσίου, δηλαδή ὁ Μεσσίας πού εὐχαριστεῖ τόν Πατέρα
γιά τή σωτηρία, γιά τήν ἐπέμβασή Του. Μ' ἄλλα λόγια, ἄν τό εἴχαμε σέ μιά ἐπιτομή, θά τό λέγαμε ὡς ἑξῆς: εἶναι ἡ ἀπάντηση τοῦ Πατρός στην επίκληση τοῦ ἐσταυρωμένου Υἱοῦ· διότι μέχρι πού ἐκπνέει ὁ Υἱός ἐπάνω στόν σταυρό, εἶναι ὁ πάσχων Μεσσίας.
Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀπάντηση. Με ρωτάς γιατί Σε εγκατέλειψα Σοῦ ἀπαντῶ. Δὲν Σε εγκατέλειψα· ήδη προχωρώ στο να Σου δείξω ὅτι θὰ εἶσαι Ἐσὺ ὁ πραγματικός Μεσσίας, που τὸ ὄνομά Σου θα κηρυχθεί στα πέρατα τῆς οἰκουμένης, καὶ θὰ εἶσαι Ἐκεῖνος ποὺ «πᾶν γόνυ κάμψῃ, ἐπουρανίων τε καὶ ἐπιγείων καὶ καταχθονίων» (Βλ. Φιλιπ. 2, 10).
Αντιλαμβάνεστε λοιπόν ὅτι τό δεύτερο αυτό μέρος, πού, με τη βοήθεια τοῦ Θεοῦ, θά ἀναλύσουμε απόψε, είναι ἡ ἀπάντηση τοῦ Θεοῦ Πατρός, στό ἐρώτημα τοῦ Κυρίου, στο παράπονο τοῦ Κυρίου, «ίνατί με ἐγκατέλιπες;».
Εἶναι τόσο καταπληκτική ή περιγραφή του 21ου ψαλμοῦ, ὥστε ἐξαιτίας αὐτοῦ ὁ Δαβίδ να χαρακτηρίζεται Ευαγγελιστής τοῦ Χριστοῦ. Θα λέγαμε ὅτι εἶναι ὁ ἕκτος Εὐαγγελιστής. Εἶναι γνωστό ὅτι ὁ πέμπτος Εὐαγγελιστής εἶναι ὁ Ἠσαΐας, μ' ἐκεῖνο τὸ καταπληκτικό κεφάλαιό του, τό 53ο, ὁ ὁποῖος ἀναφέρεται στον πάσχοντα Μεσσία μέ τέτοια ενάργεια, τέτοια σαφήνεια καί τέτοια ἀκρίβεια, σάν νά ἦταν, όπως λένε, αὐτόπτης μάρτυρας κάτω ἀπό τόν σταυρό, σάν τόν Ἰωάννη τόν Εὐαγγελιστή, καί περιγράφει ἐκεῖνα πού βλέπει. Κι ὅμως ἐκεῖνα πού βλέπει ὁ Ἡσαΐας εἶναι ὀκτώ αἰῶνες πρό Χριστοῦ. Ἀλλά καί ὁ Δαβίδ εἶναι σάν νά εἶναι κάτω ἀπό τόν σταυρό. Θυμόσαστε τί λέγαμε για τους στίχους «διεμερίσαντο τὰ ἱμάτιά μου ἑαυτοῖς καὶ ἐπὶ τὸν ἱματισμόν μου ἔβαλον κλῆρον» καί «ώρυξαν χεῖράς μου καὶ πόδας». Εἶναι ένας Ευαγγελιστής κάτω ἀπό τόν σταυρό. Κι όμως ὁ Δαβίδ ἔζησε δέκα αἰῶνες πρό Χριστοῦ.
Αρπάζω πάντοτε τήν εὐκαιρία, ὅπως ὁ Εὐαγγελιστής Ιωάννης ὅταν θέλει να τονίσει τή θεότητα τοῦ Χριστοῦ, ἐκμεταλλεύομαι κι ἐγώ τήν εὐκαιρία να τονίσω ὅτι ἡ προφητεία εἶναι τὸ ἀκαταμάχητο επιχείρημα ὑπέρ τῆς
θεανθρώπινης φύσεως τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Καί τώρα μπαίνουμε, αγαπητοί, στον 23ο στίχο: «διηγήσομαι τὸ ὄνομά σου τοῖς ἀδελφοῖς μου, ἐν μέσῳ ἐκκλησίας ὑμνήσω σε». Θα κάνω γνωστό το όνομά Σου στούς ἀδελφούς μου, και θα Σε δοξολογῶ μπροστά σε
μεγάλη συγκέντρωση ἀνθρώπων, στην Εκκλησία.
Να το ξέρουμε αυτό, ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι μία, καί μόνο μία, καί μόνο αὐτό πού εἶναι μέσα στην Εκκλησία σώζεται, ἐνῶ αὐτό πού εἶναι ἔξω δέν σώζεται. Γι' αὐτό καί ἡ Ἐκκλησία παρομοιάζεται με την κιβωτό του Νώε. Ὅ,τι μπῆκε στήν κιβωτό, σώθηκε· ὅ,τι ἔμεινε ἔξω ἀπό αὐτήν, πνίγηκε, δέν σώθηκε. Πάντως κάνει εντύπωση αὐτό πού λέει ἐδῶ ὅτι «ἐν ἐν μέσῳ ἐκκλησίας ὑμνήσω σε».
Παρακάτω, στον στίχο 26, λέει: «τὰς εὐχάς μου ἀποδώσω ἐνώπιον τῶν φοβουμένων σε». Τις υποσχέσεις μου θά τίς ἐκπληρώσω μπροστά σ' αὐτούς πού Σε σέβονται βαθειά, στούς πιστούς.
Ὅπως θα ξέρετε, εὐχή θά πεῖ τάξιμο. Τη φράση αυτή τή βρίσκουμε πολύ συχνά στην Παλαιά Διαθήκη. Αλλά τί τάξιμο θα μποροῦσε νά κάνει ἐδῶ ὁ Μεσσίας; Ποιό εἶναι τό τάξιμο;
Το τάξιμο είναι ή θυσία σωτηρίου.
Στο βιβλίο Λευϊτικό, στο 7ο κεφάλαιο, στίχοι 11 έως 17, διαβάζουμε ποιά ἦταν αὐτή ἡ θυσία τοῦ σωτηρίου. Αν κάποιος εἶχε λόγους να δοξάσει τόν Θεό για τη σωτηρία του ἀπό κάτι, γλύτωσε ἀπό ἕναν πόλεμο, ἄς ποῦμε, ἀπό
ἕναν θάνατο, ἀπό μιά ἀρρώστια, βγῆκε ἀπό ἕνα ἀδιέξοδο, τέλος πάντων σώθηκε, λέμε «με έσωσε ὁ Θεός», τότε θά ἔκανε ἕνα τάμα· τάζω στον Θεό τό καί τό. Το τάμα αὐτό λεγόταν τάξιμο ή θυσία σωτηρίου, και περιλάμβανε –ὁ κανόνας τὸ ἔλεγε– σιμιγδάλι, λάδι... καί τά λοιπά και τὰ λοιπὰ· δὲν μᾶς ἐνδιαφέρει αυτή τη στιγμή τί περιείχε αὐτὴ ἡ θυσία.
Ἐδῶ τώρα, όταν λέει ὁ Χριστός θὰ ἀποδώσω τίς εὐχές μου, ἐννοεῖ τήν προσφορά τοῦ ἴδιου τοῦ ἑαυτοῦ Του, δηλαδή τήν προσφορά τοῦ Χριστοῦ πού θά δινόταν στούς πιστούς.
Σημειώστε δέ –προσέξτε ἐδῶ ἕνα λεπτό σημεῖο– ὅτι ἀπό τήν προσφορά αυτή ἢ τή θυσία πού γινόταν ὡς θυσία σωτηρίας, ἤ σωτηρίου –πολλές φορές γράφεται ὡς οὐδέτερο, καί ὄχι ὡς θηλυκό– ἀπό τή θυσία αυτή, ἕνα μέρος θυσιαζόταν στον Θεό, καιγόταν, κάπως ἔτσι. Μετά οἱ ἱερεῖς ἔπαιρναν ἕνα ἄλλο μέρος καί ἔτρωγαν, καί ἕνα τρίτο μέρος έπαιρνε καὶ ἔτρωγε ἐκεῖνος ποὺ πρόσφερε τη θυσία, ἐνῶ ὅ,τι περίσσευε τό ἔτρωγαν οἱ φτωχοί ἤ όσοι ήσαν παρόντες.
Αν έχετε προσέξει, στον ναό ή στο νεκροταφείο, όταν κάποιος φέρει κόλλυβα να διαβαστούν στο μνημόσυνο πού κάνει, μετά τα μοιράζει στον κόσμο, καί οἱ ἄνθρωποι τα παίρνουν μετέχοντας στην προσφορά. Βέβαια ἐκεῖ δέν ἔχουμε θυσία· ἔχουμε σύμβολο τῆς ἀναστάσεως· εἶναι κάτι πολύ διαφορετικό. Ανέφερα την περίπτωση για να δείξει μόνο τό ὅτι γίνεται ένα μοίρασμα καί τρῶνε ὅλοι ἀπό ἐκεῖ. Δίνουν καί στούς ἱερεῖς, τρῶνε καί οἱ ἴδιοι, παίρνουν καί στό σπίτι τους.
Ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν ἀρτοκλασία τὸ ἴδιο γίνεται. Δίνουν στούς ἱερεῖς, παίρνουν και ένα μεγάλο κομμάτι στο σπίτι τους οἱ ἄνθρωποι πού εἶχαν τήν ἀρτοκλασία. Μή σκανδαλίζεστε γι' αὐτό, ὅταν οἱ προσφέροντες θα πάρουν ένα μεγάλο κομμάτι τούς ἀνήκει. Μην σκανδαλιστεῖτε ἐπίσης ἄν οἱ ἱερεῖς πάρουν μεγάλο κομμάτι προσφορᾶς· τοὺς ἀνήκει, κατά τον νόμο. Μικρά κομματάκια θα πάρει ὁ ὑπόλοιπος κόσμος. Βλέπετε όμως ότι όλοι παίρνουν;
Τώρα λοιπόν, για να το καταλάβετε αυτό, θυσία σωτηρίας, ἡ σωτηρίου, εἶναι ἡ προσφορά τοῦ Χριστοῦ, τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματός Του. Δηλαδή το τάξιμο του Χριστοῦ ἦταν τὸ ἑξῆς: Ἐγώ. Πατέρα μου, θα προσφέρω τὸ σῶμα μου καί τό αίμα μου ως θυσία εὐχαριστίας προς Εσένα· ἀλλὰ αὐτή τή θυσία θα τη φάνε οἱ πιστοί. Γι' αυτό καί τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ λέγεται Θεία Εὐχαριστία. Εἶναι λοιπόν από το Λευϊτικό ή θυσία του σωτηρίου.
Καὶ θὰ τὰ καταλάβουμε αυτό καλύτερα, ἂν έρθουμε στον στίχο 27: «φάγονται πένητες καὶ ἐμπλησθήσονται, καὶ αἰνέσουσι Κύριον οἱ ἐκζητοῦντες αὐτόν· ζήσονται αἱ καρδίαι αὐτῶν εἰς αἰῶνα αἰῶνος». Θα φάνε οι φτωχοί καί θά χορτάσουν, καί θά δοξάσουν τόν Θεό αυτοί που Τὸν ἀναζητοῦν μὲ πόθο, καὶ οἱ ψυχές τους θα ζήσουν αἰώνια.
Ὅπως θα ξέρετε, αὐτόν τόν στίχο τόν λέμε στο δείπνο, όταν θέλουμε να καθήσουμε να φάμε· εἶναι ἡ προσευχή που λέμε ἐκεῖ. Άραγε υποπτευόμαστε ότι πέρα ἀπό τό αἰσθητό ἐκεῖνο τραπέζι, τοῦ σπιτιοῦ μας το τραπέζι, πού λέμε αὐτήν τήν εὐχή ἀπό αὐτόν τόν στίχο, υποπτευόμαστε ότι κρύβεται το μεγαλείο της προσφοράς τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ στὴν εὐχαριστήρια Θυσία του προς τόν Πατέρα; Θά τό δοῦμε τώρα.
Ποιοί εἶναι αὐτοί οἱ πένητες που φάγονται, θα φάνε; Οἱ πένητες εἶναι οἱ ἐθνικοί, που κάθονται γύρω-γύρω στο τραπέζι τῆς Θυσίας, στην αγία Τράπεζα· εἶναι οἱ φτωχοί. Θέλετε νά σᾶς δείξω ὅτι εἶναι οἱ ἐθνικοί, με τον χαρακτηρισμό πένητες; Ὅταν λέμε εθνικοί, ἐννοοῦμε αὐτοὺς ποὺ δὲν εἶναι Ἑβραῖοι, δηλαδή είμαστε ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες, ἀλλά καί ὅλοι οἱ λαοὶ τῆς γῆς, ὅλες οἱ φυλές τῆς γῆς. Θέλετε νά τό δεῖτε αὐτό;
Θυμόσαστε την παραβολή του μεγάλου δείπνου, στην Καινή Διαθήκη; (Βλ. Λουκά 15, 14-24). Κάλεσε ο ίδιοκτήτης, ο κύριος τοῦ δείπνου, ἐκείνους πού εἶχε στο πρόγραμμά του. Τούς εἶπε: «Τό δείπνο εἶναι ἕτοιμο· ἐλατε νὰ φᾶτε». Αὐτοί δέν ἀνταποκρίθηκαν, προβάλλοντας κάποιες δικαιολογίες· ὁ πρῶτος ὅτι ἀγρὸν ἡγόρασε, ο δεύτερος ὅτι ζεύγη βοῶν ἠγόρασε, ἐνῶ ὁ τρίτος γυναῖκα ἔγημε, καὶ διὰ τοῦτο οὐ δύναται ἐλθεῖν. Ἐκεῖ, λέει, ὀργίστηκε ὁ Κύριος τοῦ δείπνου καί εἶπε: «Σας βεβαιώνει ὅτι κανείς ἀπό τούς καλεσμένους αὐτοὺς δέν θά γευθεί τοῦ δείπνου μου». Και τότε λέει στον δοῦλο του (ὁ δοῦλος του ἐδῶ εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός, εἶναι ὁ ἐνανθρωπήσας Θεός, εἶναι ὁ Μεσσίας): «Τρέξε στην πόλη, στούς δρόμους, στίς ἀγυιές, στα σοκάκια» δηλαδή να τρέξει όχι μόνο στις λεωφόρους τῆς πόλεως και στους φαρδεῖς δρόμους, αλλά και στα σοκάκια. Παρακάτω, όταν θὰ τὸν ξαναστείλει πιο πέρα, θα τοῦ πεῖ νὰ τρέξει και στούς φραγμούς. Οἱ φραγμοί τῆς πόλεως εἶναι τά χωράφια· ὅπως ἐδῶ πού εἴμαστε ἐμεῖς τώρα, εἶναι τὰ χωράφια πιά τῆς πόλεως. «Πήγαινε και μάζεψε όποιους βρεῖς· κουτσούς, στραβούς, φτωχούς, κουρελήδες, σακάτηδες... καί φέρε τους ἐδῶ, για να γεμίσει ὁ οἶκος μου».
Ποιοί εἶναι αὐτοί οἱ κουτσοί, στραβοί, κουρελήδες, φτωχοί; Εἶναι οἱ ἐθνικοί. Καί ποιοί εἶναι οἱ πρῶτοι καλεσμένοι; Εἶναι οἱ Ἰσραηλίτες. Αὐτοί δεν δέχτηκαν την πρόσκληση. Οἱ ἄλλοι εἶναι οἱ εθνικοί. Βλέπετε λοιπόν πῶς ὀνομάζονται; πένητες. Νὰ ἡ ἀκρίβεια τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τῆς προφητείας.
Ἐδῶ τώρα, στον στίχο 27, τούς ἀποκαλεῖ αὐτούς πένητες. Αὐτοί τώρα οι πένητες «φάγονται καὶ ἐμπλησθήσονται». Όχι μόνο θα φάνε, ἀλλά καί θα χορτάσουν. Εἶναι ὁ καθαυτό χορτασμός τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου μέ ουράνια τροφή, πού εἶναι τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, εἶναι ὁ Θεός, εἶναι ἡ αἰώνια ζωή.
Αγαπητοί μου, ὅσο καί νά φᾶμε, πάλι θα ξαναπεινάσουμε· ὅ,τι καί νά ἀποκτήσουμε στον κόσμο αυτό, τίποτα δέν θά γεμίσει τήν ψυχή μας. Ένα πράγμα μόνο θα τή γεμίσει –μή σᾶς κάνει εντύπωση ή φράση πού θά πῶ τώρα– όταν φᾶμε τόν Θεό! Καί ὁ Θεός έγινε βρῶσις καί πόσις γιά νά Τόν φάμε. Μή σᾶς κάνει εντύπωση. Μιλάω γιὰ τὸ Μυστήριο της Θείας Εὐχαριστίας. Ο Θεός έγινε πραγματική βρῶσις καί πόσις γιά νά Τόν φάμε! Δηλαδή μόνο ἄν ὁ ἄνθρωπος έχει μέσα του τόν Θεό, μόνο τότε χορταίνει. Εἶναι τὸ ἄκρον ἐφετών, «τῶν ἀρετῶν ἡ ἀκρότης» (Μικρός Παρακλητικός Κανών τῆς Θεοτόκου, εἱρμός γ΄ ᾠδῆς), πού λέει ή Ὑμνολογία μας. Το άκρον ἐφετόν! Εἶναι ἐκεῖνο πού ζητάει ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, όταν έχει αναζητήσεις, και βρίσκει τόν Θεό, πού εἶναι τὸ ἄκρον-ἄκρον ἐφετόν, δηλαδή τό τελευταῖο ἄς ποῦμε ζητούμενο τῆς ψυχῆς, εἶναι τὸ πάνω-πάνω, εἶναι ἡ κορυφή τῆς πυραμίδος.
Ἔτσι λοιπόν τό «ἐμπλησθήσονται» σημαίνει ὅτι μόνον ὅταν ὁ ἄνθρωπος βρεῖ τόν Θεό χορταίνει· ὅλα τὰ άλλα είναι τα χαρούπια τῆς παρούσας ζωής, που τελικά τὸν ἀφήνουν πεινασμένο. Γι' αυτό ένας σύγχρονος συγγραφέας λέει κάτι πολύ ὡραῖο: Ὅταν οἱ ἄνθρωποι σήμερα πεινοῦν, στην πραγματικότητα Ἐσένα πεινᾶνε· ὅταν διψοῦν, Ἐσένα διψᾶνε!... καί οὕτω καθ᾿ ἑξῆς. Giovanni Papini, Ἡ ἱστορία τοῦ Χριστοῦ, Προσευχή στον Χριστό, μετάφραση Ὄθ. Αργυροπούλου, ἐκδ. "Μέλισσα", Αθήνα 1960, σ. 474. «Ὁ πεινασμένος φαντάζεται πώς ζητᾶ τό ψωμί· καί ὅμως ζητᾶ Ἐσένα. Ὁ διψασμένος νομίζει πώς θέλει νερό· καί ὅμως διψᾶ Ἐσένα. Ὁ ἄρρωστος νομίζει πώς εἶναι ἄρρωστος· καί ὅμως ἡ ἀρρώστια του εἶναι ἡ ἔλλειψή Σου. Ἐκεῖνος ποὺ ζητᾶ τὴν ὀμορφιά στον κόσμο ζητὰ Ἐσένα, ζητά, χωρίς νά τό καταλαβαίνει, Εσένα, πού εἶσαι ὁλόκληρος ή τέλεια Ομορφιά!»
Καί λέει: «ζήσονται αἱ καρδίαι αὐτῶν εἰς αἰῶνα αἰῶνος»· θα ζήσουν οι καρδιές τους αιωνίως.
Πέστε μου, εἶναι δυνατόν ποτέ να αναφέρεται στην υλική τροφή; Διότι ποιός ἔφαγε ποτέ ψωμί και τυρί, καί ἔμεινε στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων; Ἐδῶ λέει «ζήσονται αἱ καρδίαι», σάν νά μήν πῆγε ἡ τροφή αὐτή στο στομάχι, ἀλλὰ νὰ πῆγε στήν καρδιά. Ἔτσι, καταλαβαίνουμε ὅτι δὲν πρόκειται για υλική τροφή, αλλά πρόκειται για πνευματική, κι αὐτή ἡ πνευματική τροφή εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Θεός, εἶναι ἡ Αἰωνιότητα.
Ἔτσι λοιπόν ἀντιληφθήκαμε τον στίχο 26, πού έξηγήθηκε, ἑρμηνεύτηκε πλατύτερα από τον στίχο 27. Ἐδῶ τελειώνει κι αὐτό τό τμῆμα. Καί τώρα μπαίνουμε σ' ἕνα ἄλλο τμήμα, ἀπό τόν στίχο 28, πού εἶναι ἡ ἐπιστροφή
τῶν ἐθνῶν.
«Μνησθήσονται καὶ ἐπιστραφήσονται πρὸς Κύριον πάντα τὰ πέρατα τῆς γῆς καὶ προσκυνήσουσιν ἐνώπιον αὐτοῦ πᾶσαι αἱ πατριαὶ τῶν ἐθνῶν». Θα θυμηθοῦν τόν Θεό καί θα γυρίσουν σ᾽ Αὐτόν ὅλοι ὅσοι κατοικοῦν στα πέρατα τῆς γῆς καί θά Τόν προσκυνήσουν ὅλες οἱ φυλές τῶν ἐθνῶν.
Τί μεγαλειώδης στίχος... «μνησθήσονται»! Σᾶς παρακαλῶ προσέξτε αὐτό τό σημεῖο. Θα μπορούσαμε πάνω σ' αὐτό τό «μνησθήσονται» να κάνουμε μιας ώρας ὁμιλία, χωρίς υπερβολή. Τί θα θυμηθοῦν;
Θα θυμηθοῦν οἱ ἄνθρωποι ὅτι κάποτε ἦσαν στον Παράδεισο. Παρακαλῶ, προσέξτε: εἶναι ἡ μνήμη τῆς ἀνθρωπότητος, αὐτή πού διατηρεῖται ὡς ἐπιθυμία τοῦ ἀνθρώπου να ζήσει αιωνίως κοντά στον Θεό. Αλλά αυτή ή μνήμη τῆς ἀνθρωπότητος ἀνάγεται στον Αδάμ.
Ο Αδάμ δεν είχε τη μνήμη· εἶχε τή γνώση, ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἕνας. Συνεπῶς, ὅταν ὁ Ἀδάμ έπεσε, διατήρησε φυσικά τή γνώση τοῦ ἑνός Θεοῦ. Τα παιδιά του λιγότερο, τα εγγόνια του ακόμη λιγότερο, κι όσο προχωρούσαμε στις γενεές, τόσο λησμονεῖτο τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ, ὅτι εἶναι ἕνας ὁ ἀληθινός Θεός. Λησμονήθηκε ὁ Θεός. Καί τότε ἦρθε ἡ λήθη, ἡ ὁποία εἶχε σαν αποτέλεσμα τήν εἰδωλολατρία.
Ἡ εἰδωλολατρία εἶναι ἡ λήθη. Κι ἐδῶ τώρα, όταν λέει «μνησθήσονται», σημαίνει ὅτι θά ἐγκαταλείψουν τήν εἰδωλολατρία. Ὥστε λοιπόν με το ρήμα «μνησθήσονται» ὑπαινίσσεται τήν ἐγκατάλειψη τῆς εἰδωλολατρίας, έπειδή ὅταν ξέχασαν τόν ἀληθινό Θεό ἔπεσαν στην ειδωλολατρία. Τώρα, ἀφοῦ θα θυμηθοῦν τόν ἀληθινό Θεό, θα μείνουν πάλι στην ειδωλολατρία; Προφανῶς ὄχι· θά ἐγκαταλείψουν οριστικά τήν εἰδωλολατρία.
Ἀλλά καί κάτι ἄλλο. Πραγματικά ὁ Θεός καί ἡ αἰώνια ζωή ἔμειναν ἀνεξίτηλα στοιχεία στην ψυχή τοῦ κάθε ἀνθρώπου, ὡς μνήμη...
Αὐτό τό «μνησθήσονται», ἀγαπητοί μου, είναι μεγαλειώδες! Καί μόνο αὐτή ἡ λέξη νά ὑπῆρχε στον ψαλμό, θα δικαιολογοῦσε τή μεγάλη αξία του. Αλλά μόνο αυτή ἡ λέξη εἶναι πού τόν κάνει μεγάλης αξίας; Όχι. Κάθε λέξη του εἶναι ἀνεκτίμητος θησαυρός!
Καί ἀφοῦ «μνησθήσονται», τότε καί «ἐπιστραφήσονται» –ἡ ἐπίπτωση– δηλαδή θα επιστρέψουν. Αὐτό σημαίνει ὅτι ξέχασαν διότι ἔφυγαν· καί τώρα, ἀφοῦ θυμήθηκαν, θα γυρίσουν πίσω. Πῶς θά γίνει ὅμως αὐτή ἡ ἀνάμνηση; πῶς θά θυμηθοῦν; Μέ τό ευαγγελικό κήρυγμα! Ὅταν θα σταλούν στα πέρατα τῆς οἰκουμένης οἱ Ἀπόστολοι, τότε οἱ ἄνθρωποι, μέ τό εὐαγγελικό κήρυγμα πού θά ἀκούσουν, θα πουν: Βρήκαμε τον Θεό τόν ἀληθινό, Ἐκεῖνον πού χάσαμε!
Εἶναι ὑπέροχο, πραγματικά υπέροχο! Καί τί δέν ὑπαινίσσεται, ἀλήθεια, ὁ στίχος αὐτός... Καί δέν ὑπαινίσσεται ἐδῶ μόνο τούς Ἰουδαίους, γιατί δέν εἶναι αὐτοί οἱ μόνοι ἀπόγονοι τοῦ Ἀδάμ εἶναι «πᾶσαι αἱ πατριαὶ τῶν ἐθνῶν», δηλαδή πάντα τά ἔθνη. Συνεπῶς «πάντα τὰ πέρατα τῆς γῆς» θά ἐπιστρέψουν στον Κύριο, ἀφοῦ θά θυμηθοῦν. Καί τί θά κάνουν τότε; «προσκυνήσουσιν ἐνώπιον αὐτοῦ».
Πρῶτα-πρώτα, ὅταν λέει «τὰ πέρατα τῆς γῆς», ἐννοεῖ μία παγκόσμια Εκκλησία. Κι ἐδῶ ἀκόμη ἔχουμε επανάλήψη τοῦ στίχου ἐκείνου που λέει καί ἀναφέρεται στη μεγάλη Εκκλησία. Αλλά δεῖτε ὅμως καί τήν ἐκπλήρωση μιᾶς ἄλλης προφητείας. Ἐδῶ περιέχεται ἡ ἀναφορά μιας προφητείας παλαιότερης, πού ἐπαληθεύεται μὲ τὸ νὰ ἐπαληθευθεῖ αὐτή ἐδῶ ἡ προφητεία. Δηλαδή, για να εἶμαι σαφής, ὁ ψαλμός αυτός γράφτηκε τον 10ο αιώνα περιέχει όμως μία προφητεία που ειπώθηκε τον 20ο αἰώνα πρό Χριστοῦ, καί τελικά πραγματοποιεῖται αὐτή στο πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ μέ τό Εὐαγγέλιο. Δηλαδή;...
Εἶχε πεῖ ὁ Θεός στον Αβραάμ, τον 20ό αιώνα προ Χριστού: «καὶ ἐνευλογηθήσονται ἐν σοὶ πᾶσαι αἱ φυλαί τῆς γῆς» (Γεν. 12, 3), και θα ευλογηθοῦν σ' ἐσένα, τον Ἀβραάμ, ὅλες οἱ φυλές τῆς γῆς. Πώς θα γινόταν αυτό; Ὁ Ἀβραάμ εἶναι ὁ γενάρχης ἑνός λαοῦ, ἤ, ἂν θέλετε, μερικῶν λαῶν, ὅπως τῶν Ἰσμαηλιτῶν καί δέν ξέρω ποιῶν ἄλλων· πῶς εἶναι δυνατόν λοιπόν νὰ εὐλογοῦντο ὅλες οἱ φυλές τῆς γῆς; Εἶναι σαφές αὐτό.
Ὁ Ἀβραάμ θά γινόταν ὁ γενάρχης τῆς πίστεως, καί συνεπῶς ὅσοι θα πίστευαν θά ἦσαν οἱ πνευματικοί ἀπόγονοι τοῦ Ἀβραάμ. Ὅταν λέει λοιπόν ὅτι θά εύλογηθοῦν ὅλες οἱ φυλές τῆς γῆς, ἐννοεῖ αὐτό πού ἀναφέρεται στον στίχο ἐδῶ, ὅτι θά προσκυνήσουν ἐνώπιον Αὐτοῦ, τοῦ Θεοῦ, «πᾶσαι αἱ πατριαί τῶν ἐθνῶν», ὅλες οἱ φυλές τῆς γῆς· εἶναι τό ἴδιο,
Αυτό όμως έγινε όταν κηρύχθηκε τὸ Εὐαγγέλιο σε ὅλον τὸν κόσμο8 διότι τότε προσκυνοῦν τὸν Κύριο όσοι, ἀπ' ὅλες τίς φυλές τῆς γῆς μέχρι σήμερα, πίστεψαν στον Ἰησοῦ Χριστό. Να λοιπόν που εκπληρώθηκε, που πραγματοποιήθηκε η προφητεία πού εἶπε ὁ Θεός στον Αβραάμ τον 20ό αιώνα π.Χ.!
Στίχος 29: «ὅτι τοῦ Κυρίου ἡ βασιλεία, καὶ αὐτὸς δεσπόζει τῶν ἐθνῶν»· γιατί ὁ Κύριος εἶναι ὁ μόνος βασιλιάς τῆς γῆς, καί ἡ βασιλεία του είναι κυρίαρχη πάνω σέ ὅλα τά ἔθνη.
Μέ ὅλους αὐτούς τούς στίχους πού ἀναλύουμε ἐδῶ, ἀντιλαμβάνεστε ότι μεγάλος θεματοφύλακας αὐτῶν τῶν θαυμασίων προφητειῶν εἶναι ἡ ἴδια ἡ Συναγωγή τῶν Ἑβραίων, ὁ ἴδιος ὁ λαός Ισραήλ. Και να φανταστείτε ὅτι εἶναι θεματοφύλακας στοιχείων πού ἦσαν ἀντίθετα πρός τίς ἀντιλήψεις πού εἶχαν οἱ Ἑβραῖοι γιά τόν Θεό καί γιά τόν Μεσσία! Αὐτό εἶναι τό καταπληκτικότερο, ὁπότε –σᾶς τό ἔχω ξαναπεῖ αὐτό– οἱ ἐχθροί τοῦ Μεσσίου γίνονται οἱ θεματοφύλακές Του!
Ὅπως συνέβη καί μέ τόν τάφο τοῦ Χριστοῦ, πού δέν τὸν φύλαξαν οἱ Μαθητές, ἀλλὰ οἱ στρατιῶτες... καί τόν σφράγισαν οἱ ἐχθροί τοῦ Χριστοῦ, οἱ Φαρισαῖοι καί οἱ Ἀρχιερεῖς! Τόν τάφο ἐκεῖνοι τόν σφράγισαν! Ἔτσι τό
ἐπέτρεψε ή πρόνοια τοῦ Θεοῦ· οἱ ἐχθροί να σφραγίσουν τόν τάφο, ὥστε νά μήν ὑπάρξει υπόνοια ἀλλοιώσεως τῆς ἀληθείας γιά τήν Ἀνάσταση.
Ἔτσι λοιπόν κι ἐδῶ τώρα, ἀγαπητοί μου, ο στίχος 29 –όπως καί ὁ 28, ἀλλὰ καὶ πλεῖστα άλλα σημεῖα τῆς Ἁγίας Γραφῆς– μιλάει γιά ὅλα τὰ ἔθνη, καί λέει ὅτι ὁ Θεός εἶναι Θεός ὅλων τῶν ἐθνῶν, καί δέν εἶναι Θεός μόνο τοῦ Ἰσραήλ. Συγκεκριμένα λέει ότι «τοῦ Κυρίου ἡ βασιλεία, καὶ αὐτὸς δεσπόζει τῶν ἐθνῶν»· ἡ Βασιλεία εἶναι τοῦ Κυρίου· Αὐτός εἶναι ὁ Δεσπότης, ὁ Κύριος ὅλων τῶν ἐθνῶν, ὄχι μόνο τῶν Ἑβραίων.
Ὅταν τὸ ἄκουγε αὐτό ὁ Ἑβραῖος, αἰσθανόταν φοβερά ἄσχημα. Θὰ σᾶς ἀναφέρω ἕναν στίχο ἀπό τόν Ἰωνᾶ, πού τόν ἔχουμε κάνει παλιά θα το θυμηθείτε.
Ὅταν ὁ Ἰωνᾶς πῆρε τήν ἐντολή ἀπό τόν Θεό νά πάει στη Νινευί, ἀναφέρει ἐκεῖ ὅτι εἶπε: «Ποῦ θὰ πάω τώρα; στοὺς ἐχθροὺς τῆς πατρίδος μου να κηρύξω μετάνοια;... Δεν πάω!». Καί τότε «ἔφυγε ἀπὸ προσώπου Κυρίου» (Ίων. 1, 3), όπως λέει, καί πῆγε στην πόλη Θαρσίς τῆς Ισπανίας, δηλαδή σε ἐντελῶς ἀντίθετη κατεύθυνση. Προσέξτε: δεν λέει ὅτι ἔφυγε ἀπό Θεοῦ, ἀλλά «ἀπὸ προσώπου Κυρίου». Τί σημαίνει αὐτό;
Οἱ Ἑβραῖοι γνώριζαν ὅτι ὁ Θεός εἶναι πανταχοῦ παρών· ἀλλά τό πρόσωπό Του όμως τό φανερώνει μόνο στους Εβραίους. Γι' αὐτό καί οἱ Ἑβραῖοι στην αἰχμαλωσία δέν αἰσθάνονταν καλά· ἔνιωθαν ὅτι ὁ Θεός ἴσως δεν τούς ἀκούει.
Για παράδειγμα, στη Βαβυλώνα, οἱ τρεῖς Παῖδες λένε: «Κύριε, πῶς νά Σου προσφέρουμε θυσία ἐδῶ πέρα; Δεν είμαστε στον ναό, στὰ Ἱεροσόλυμα, ἐκεῖ πού εἶναι τὸ πρόσωπό Σου» (Δαν. 3, 14). Δηλαδή: Είτε Σοῦ προσφέρουμε
θυσία ἐδῶ εἴτε δεν προσφέρουμε, εἶναι ἀνώφελο.
Μέ ἄλλα λόγια, ὁ Ἰωνᾶς φεύγει από προσώπου Κυρίου, γιατί ναί μέν ὁ Θεός θά εἶναι καί στήν Ισπανία, αλλά δὲν θὰ ἐνεργήσει τίποτα, επειδή το πρόσωπο τοῦ Θεοῦ δεν παρουσιάζεται ἔξω ἀπό τόν χῶρο τοῦ Ἰσραήλ.
Είδατε τί πίστευαν οἱ Ἑβραῖοι; Κι ὅμως εἶναι οἱ θεματοφύλακες σημείων μέσα στην Αγία Γραφή που ἀντιτίθενται με τις αντιλήψεις τους πού εἶχαν περί τοῦ Θεοῦ, ὅτι δηλαδή ὁ Θεός δεσπόζει πάνω σε όλα τα έθνη, ὅτι εἶναι ὁ Κύριος τῶν ἐθνῶν, ὅτι εἶναι Ἐκεῖνος πού φροντίζει τὰ ἔθνη και είναι Ἐκεῖνος πού θά Τόν προσκυνήσουν τὰ ἔθνη. Εἶναι καταπληκτικό! Γι' αὐτό ἔχουν πολύ μεγάλη αξία οι προφητεῖες... πάρα πολύ μεγάλη! Ὅλα ἔρχονται ἀντίθετα, δυσμενή θά ἔλεγα, ἀκριβῶς για να κατοχυρώσουν την αξία τῶν προφητειῶν, τήν ἀξία καί τό κῦρος τῶν προφητειών.
Ὁ στίχος 30 και πέρα εἶναι ἀνακεφαλαίωση τῶν προηγουμένων: «ἔφαγον καὶ προσεκύνησαν πάντες οἱ πίονες τῆς γῆς, ἐνώπιον αὐτοῦ προπεσοῦνται πάντες οἱ καταβαίνοντες εἰς γῆν, καὶ ἡ ψυχή μου αὐτῷ ζῆ». Ἔφαγαν καί προσκύνησαν τον Κύριο ὅλοι οἱ πλούσιοι τῆς γῆς. Μπροστά Του θα πέσουν καί θά Τόν προσκυνήσουν ὅλοι οἱ ταλαίπωροι τῆς γῆς. Καί ἡ ψυχή μου θά ζεῖ γι' Αὐτόν.
Τί συμπυκνωμένος στίχος! Εφαγαν καί Τόν προσκύνησαν, λέει, ὅλοι οἱ πλούσιοι τῆς γῆς. Τά ρήματα ἔφαγαν καί προσκύνησαν εἶναι σε Αόριστο χρόνο. Θα μποροῦσαν νά τεθοῦν ὡς Μέλλοντες· δηλαδή θα φάνε καί θά προσκυνήσουν ὅλοι οἱ πλούσιοι τῆς γῆς. Μπαίνει ὅμως Αόριστος, ὅπως καί στόν Ἡσαΐα, πού τις προφητείες του τίς βάζει σε Αόριστο. Εἶναι ὁ προφητικός Αόριστος. Όπως λέμε καί ἱστορικός Ενεστώτας. Ἐνῶ γράφει κάποιος μια ιστορία, δηλαδή, καί ἐνῶ δέν γίνονται τά γεγονότα στο παρόν, δηλαδή τώρα πού τά διηγεῖται, ἀλλὰ ἤδη ἔχουν γίνει, βάζει τη διήγηση στον Ενεστώτα, ἁπλῶς γιά νά ζωντανεύει τα πράγματα. Ὁ Ἐνεστώτας αὐτός λέγεται ἱστορικός. Έτσι λοιπόν ἐδῶ ἔχουμε τον προφητικό Αόριστο.
Χρησιμοποιεῖ ὁ Προφήτης τον προφητικό Αόριστο γιατί εἶναι τόσο βέβαιος ότι θα γίνουν αὐτά, ὥστε εἶναι σάν νά ἔχουν γίνει.
Καί κάτι ἀκόμα. Ὁ Προφήτης, όταν βλέπει αὐτά, για τόν ἴδιο εἶναι παρόντα· ὅταν ὅμως τα γράφει, είναι παρελθόντα. Για παράδειγμα, ὁ Ἠσαΐας, στο 53ο κεφάλαιο, λέει για τον Μεσσία: «καὶ εἴδομεν αὐτόν, καὶ οὐκ εἶχεν εἶδος οὐδὲ κάλλος» (Ησ. 53, 2). Καί Τον είδαμε, καί νά, δέν εἶχε κάλλος οὔτε μορφή, δέν εἶχε ομορφιά, δεν είχε ἐμφάνιση. Τί γράφει; είδαμε. Ναί, γιατί προηγουμένως είδε την προφητική εικόνα· ἀλλά ὅταν γράφει, ἐκεῖνα πού εἶδε εἶναι πλέον παρελθόν, ἀνήκουν στο παρελθόν.
Ἔτσι λοιπόν, γι' αυτούς τους δύο λόγους, ἔχουμε χρόνο Αόριστο.
Ἐδῶ λέει ὅτι ἔφαγαν και προσκύνησαν ὅλοι οἱ πλούσιοι τῆς γῆς. Πίονες θά πεῖ κατά λέξη παχείς, δηλαδή πλούσιοι. Θυμάστε από τους Χαιρετισμούς τῆς Θεοτόκου το «Χαῖρε, πῖον ὄρος καὶ τετυρωμένον ἐν Πνεύματι»;
(Βλ. Κανών Ακαθίστου Ὕμνου τῆς Θεοτόκου, Ωδή δ') «πῖον ὄρος» θά πεῖ πλούσιο βουνό, καί «τετυρωμένον» θά πεῖ πηκτό· δηλαδή εἶναι ἐκφράσεις που σημαίνουν πλοῦτο. Όταν λέει λοιπόν ὅτι θά φᾶνε καί θά προσκυνήσουν ὅλοι οἱ πλούσιοι τῆς γῆς, ἐννοεῖ ὅτι δέν θά πιστέψουν στὸ Εὐαγγέλιο και στον Μεσσία τιποτένιοι ἄνθρωποι, ἀλλά θα πιστέψουν και θα μετέχουν στην πνευματική τράπεζα τοῦ Μεσσίου ἀλλά καί θά Τόν προσκυνήσουν καί σπουδαῖοι ἄνθρωποι καί ἄρχοντες και σοφοί. Όχι μόνο άνθρωποι απλοί καί ταπεινοί, αλλά καί σπουδαῖοι ἄνθρωποι καί σοφοί καί μέ ἀξιώματα κοινωνικά, πού θά ἔχουν όμως νοῦν ὑψηλόν καί ἄλλα πνευματικά χαρίσματα.
Καί συνεχίζει ὁ 30ός στίχος: «ἐνώπιον αὐτοῦ προπεσοῦνται πάντες οἱ καταβαίνοντες εἰς γῆν»· μπροστά σ' αὐτόν, λέει, θα πέσουν να προσκυνήσουν –ἐδῶ εἶναι Μέλλοντας– ὅλοι ἐκεῖνοι που κατεβαίνουν στή γῆ, στο χώμα. Αὐτό, ἀγαπητοί μου, σημαίνει ότι θα ὠφεληθοῦν ὄχι μόνον ἐκεῖνοι που βρίσκονται πάνω στή γῆ, ἀλλά κι ἐκεῖνοι ποὺ ἔχουν πάει στον Άδη, ὡς ψυχές.
Καί πράγματι, ὅταν ὁ Χριστός πέθανε ἐπάνω στον σταυρό, ή ψυχή του, ενωμένη μέ τόν Θείο Λόγο, κατέβηκε στον Άδη καί εὐαγγελίστηκε τους νεκρούς, στους ὁποίους προηγουμένως κήρυξε κήρυγμα μετανοίας ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος. Και τότε, ὅσοι πίστεψαν στον Χριστό, ἐκεῖνο το τριήμερο, έπεσαν καί Τόν προσκύνησαν (Βλ. Α΄ Πέτρ. 3, 19). Βεβαίως δεν ήταν όλοκληρο τριήμερο· ἦταν ώρες από την πρώτη μέρα, όλοκληρο το εικοσιτετράωρο τῆς δεύτερης ἡμέρας, καί ἕνα μέρος ἀπό τήν τρίτη ημέρα. Δεν ξέρουμε πόσος ἀκριβῶς ἦταν ὁ χρόνος αὐτός· πάντως επειδή είχε μέρος καί ἀπό τίς τρεῖς ἡμέρες, λέγεται τριήμερο.
Όταν κατέβηκε ὁ Χριστός ἐκεῖ στόν Ἅδη, εὐαγγελίσθηκε τους νεκρούς, καί πίστεψαν όσοι πίστεψαν.
Καί μάλιστα ξέρετε ποιοί πίστεψαν; Πίστεψαν ἐκεῖνοι πού ἄν θά ἀκουγόταν το κήρυγμα τοῦ Χριστοῦ στήν ἐποχή τους, θά πίστευαν. Αὐτοί πίστεψαν· ὄχι οἱ ἄλλοι. Αὐτούς, ὅταν ὁ Χριστός ἔφυγε ἀπό τόν Ἅδη, τούς πῆρε μαζί Του καί τούς πήγε στον Παράδεισο, δηλαδή στον τόπο όπου τώρα βρίσκονται ὅλοι ἐκεῖνοι πού φεύγουν ἀπὸ τὴν παροῦσα ζωή, και περιμένουν τὴν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν. Εἶναι στον Άδη, όχι τον ζοφερό, ἀλλὰ ἐκεῖ ποὺ εἶναι ἡ πρόγευση τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ὁ Παράδεισος δὲν εἶναι ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ πρόγευση τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ἄλλο πράγμα εἶναι ὁ Παράδεισος, καὶ ἄλλο πράγμα εἶναι ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ...
Ἔτσι λοιπόν. Τον προσκύνησαν κι ἐκεῖνοι ποὺ εἶχαν κατεβεῖ στὴ γῆ, δηλαδή στον Άδη. Πρέπει να ξέρετε ότι στην Παλαιά Διαθήκη, πολλές φορές γῆ εἶναι ὁ Ἅδης, Λέει για τον Χριστό ένας ψαλμός, «κατῆλθες ἐν τοῖς κατωτάτοις τῆς γῆς» (Ψαλμ. 138, 15. Βλ. Κανὼν τοῦ Πάσχα, Ειρμός Γ΄ ωδής.), δηλαδή στον Άδη. Τον προσκυνάει και ὁ Ἄδης. Ἀλλὰ κι ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέει: «ἐνώπιον αὐτοῦ πᾶν γόνυ κάμψει, ἐπουρανίων τε καὶ ἐπιγείων καὶ καταχθονίων» (Φιλιπ. 2, 10-11). Καὶ τὰ ἐπουράνια καὶ τὰ ἐπίγεια καὶ τὰ καταχθόνια θα κάμψουν γόνυ προσκυνήσεως στον ένανθρωπήσαντα Θεό Λόγο. Κοιτάξτε συμφωνία τῶν Γραφών!
Καί συνεχίζει: «καὶ ἡ ψυχή μου αὐτῷ ζῇ»· ἡ ψυχή μου γι᾽ Αὐτὸν θὰ ζεῖ, γιὰ τὸν Θεό. Ὄχι θα ζήσει, ὄχι ἔζησε, ἀλλὰ «ζῇ». Δηλαδή μιλάει για την ψυχή τοῦ Μεσσίου. Αλλά όταν λέμε ἡ ψυχή τοῦ Μεσσίου, ἐννοοῦμε τή ζωή Του· ψυχή στην Αγία Γραφὴ θὰ πεῖ ζωή. Δεν λέει τὸ πνεῦμα· λέει ψυχή, λέει ζωή. Αλλά ή ζωή ὅμως τοῦ Μεσσίου εἶναι ἡ ἀνθρώπινη ζωή, ἡ ὁποία ζεῖ σ᾽ Αὐτόν, όπως λέει.
Μπορεῖτε νὰ μοῦ πεῖτε ἐδῶ τί ὑπαινίσσεται; Δέν υπαινίσσεται τήν Θεότητα τοῦ Μεσσίου, ἀλλά τήν ἀνθρωπότητα, γιατί λέει ψυχή, δηλαδή ζωή, βίος. Θα ήταν ἀδιανόητο για την Θεότητα κάποια στιγμή νά εἶναι χωρίς ζωή! Υπαινίσσεται λοιπόν τὴν ἀνάσταση τῆς ἀνθρώπιτης φύσεως τοῦ Χριστοῦ, τὴν ἀνάληψή της, ἀλλά καί τὴν στὰ δεξιὰ τοῦ Θεοῦ Πατρός καθέδρα.
Καί μάλιστα βάζει το «ζῆ» σε Ενεστώτα χρόνια, που δείχνει διάρκεια. Ξέρετε τί φανερώνει εδώ; Αὐτό φανερώνει ὅτι ἡ ἀνθρώπινη φύση, δηλαδή ο Μεσσίας ως ἄνθρωπος, κάθεται στα δεξιά τοῦ Θεοῦ Πατρός, δηλαδὴ ὅτι ἡ ἀνθρώπινη φύση ανέβηκε σ' αυτή τη Θεότητα! Πότε αὐτὸ; Αὐτό ἔγινε ἀφοῦ ἔφαγαν και προσκύνησαν οἱ πίονες τῆς γῆς, ἀφοῦ. Τον προσκύνησαν καὶ ὅσοι ἦσαν στον Άδη, όταν κατέβηκε βέβαια ο Χριστός ἐκεῖ.
Και τώρα «η ψυχή μου αὐτῷ ζῆ», δηλαδή η ψυχή μου εἶναι «αὐτῷ», σ᾽ Αὐτόν. Εδώ υπαινίσσεται λοιπών την σωματική ανάληψη τοῦ Χριστοῦ, καὶ τὴν στα δεξιά τοῦ Θεοῦ Πατρός καθέδρα. Εἶναι ἡ διδασκαλία, που ἐπανειλημμένα αναφέρονται οἱ ἱεροί συγγραφείς στην Καινή Διαθήκη (Βλ. Πράξ. 2, 33. 5, 31. Ρωμ. 8, 34. Έφεσ 1, 20. Εβρ. 1, 4. κ.ά.)
Βλέπετε πόσο καταπληκτικά σημεία έχει; Αρχίζει ἀπὸ τὰ Πάθη, τόν Σταυρό, προχωρεί στον ευαγγελισμό τῶν νεκρῶν, μετά στην Ανάσταση, και στη συνέχεια στην Ανάληψη. Περιέχονται λοιπόν όλα αυτά τα γεγονότα, τα μεγάλα γεγονότα τοῦ Μεσσίου, τοῦ σεσωσμένου Μεσσίου πλέον, όχι τοῦ πάσχοντος.
Στίχος 31: «καὶ τὸ σπέρμα μου δουλεύσει αὐτῷ· ἀναγγελήσεται τῷ Κυρίῳ γενεὰ ἡ ἔρχομένη»· καὶ οἱ ἀπόγονοί μου θὰ Τὸν ὑπηρετήσουν, καὶ θὰ ἀναγγέλλεται στον Κύριο ἡ γενεά πού ἔρχεται.
Ποιό εἶναι το σπέρμα τοῦ Μεσσίου, τοῦ Χριστοῦ; Λέει «τὸ σπέρμα μου». Ποιό εἶναι αὐτό; Το σπέρμα τοῦ Χριστοῦ, ἀγαπητοί μου, εἶναι ὅλοι ἐκεῖνοι ποὺ ἀναγεννήθηκαν διά τοῦ Βαπτίσματος καί τῆς Θείας Ευχαριστίας καί ἔγιναν παιδιά τοῦ Θεοῦ κατὰ χάρη· εἶναι ἡ υἱοθεσία τῶν ἀνθρώπων (Βλ. Ρωμ. 8, 15. 23. Γαλ. 4, 5. Έφεσ. 1, 5). Αὐτό εἶναι τό σπέρμα τοῦ Μεσσίου· εἶναι οἱ πιστοί πού ἀναγεννήθηκαν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ.
Καί «δουλεύσει αὐτῷ». Αὐτό σημαίνει ότι το σπέρμα τοῦ Χριστοῦ θὰ ὑπηρετήσει τόν Θεό, διότι ὁ πιστός πραγματικά υπηρετεῖ τόν Θεό. Καί παρακάτω: «ἀναγγελήσεται τῷ Κυρίῳ γενεὰ ἡ ἐρχομένη». Αὐτό σημαίνει ὅτι αὐτό πού θά συμβεῖ θά ἀναγεννηθεῖ καί στήν ἑπόμενη γενεά· συνεπῶς σε κάθε γενεά. Ἡ γενεά ἡ ἐρχομένη λοιπόν εἶναι ἡ κάθε γενεά που πιστεύει καί ἔρχεται προς τόν Θεό, δηλαδή ὅλη ἡ Ἐκκλησία· ή σωτηρία δηλαδή εἶναι γιά ὅλες τίς γενεές.
Καί τέλος ὁ στίχος 32, με τόν ὁποῖο καί τελειώνουμε: «καὶ ἀναγγελοῦσι τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ λαῷ τῷ τεχθησομένω, ὃν ἐποίησεν ὁ Κύριος»· καί θά ἀναγγείλουν τό θέλημα τοῦ Κυρίου στον λαό που θα γεννηθεῖ, αὐτόν πού δημιούργησε ὁ Θεός.
Εἶναι ἕνας υπέροχος ἐπίλογος τοῦ ὅλου ψαλμοῦ. Καί θὰ ἀναγείλουν τὴν δικαιοσύνην Του εἰς τόν λαόν πού πρόκειται να γεννηθεῖ ἐκ τοῦ παθήματος τοῦ θριαμβεύσαντος ἤδη ὁσίου, καί ἡ γέννησίς του αὐτή θα συντελεσθῆ διά νέας δημιουργικής επεμβάσεως τοῦ Κυρίου, ὁ ὁποῖος ἐποίησε τήν νέαν ταύτην κτίσιν αὐτοῦ, ὅπως λέει ή μετάφραση, ἀπό τό Ψαλτήρι πού ἔχω στα χέρια μου. (Παν. Ν. Τρεμπέλας. Το Ψαλτήριον μετά συντόμου ερμηνείας, ἔκδ. Ἀδελφότης Θεολόγων «Ο ΣΩΤΗΡ», Ἀθῆναι 1976.) Θα το δοῦμε πιό κοντά αὐτό.
Αὐτό ἦταν ἕνα ἄσμα, ένας ψαλμός, ἀλλά καί κάτι περισσότερο. Οι πιστοί θα υμνήσουν τόν Θεό. Αλλά μόνον οἱ πιστοί; Πρίν ὑμνήσουν οἱ πιστοί, θά ὑμνήσει ο Μεσσίας. Συνεπῶς, τό άσμα τοῦτο τοῦ Θεοῦ ἄρχισε μέ τόν Μεσσία. Εἶναι στον στίχο 23· εἶναι αὐτό πού ξεκινήσαμε στην αρχή: «διηγήσομαι τὸ ὄνομά σου τοῖς ἀδελφοῖς μου, ἐν μέσῳ ἐκκλησίας ὑμνήσω σε».
Πρῶτα λοιπόν ὁ Μεσσίας ὑμνεῖ τόν Θεό Πατέρα. Δεύτερον, στον στίχο 27, θα συνεχιστεῖ μέ τόν Ἰσραήλ: «φάγονται πένητες καὶ ἐμπλησθήσονται, καὶ αἰνέσουσι Κύριον οἱ ἐκζητοῦντες αὐτόν». Προσέξτε: οἱ πένητες ἐμπλησθήσονται, ἀφοῦ φάγονται. Ἀλλά ποιοί αίνέσουσι; Οἱ ἐκζητοῦντες αὐτόν, πού εἶναι οἱ Ἰσραηλίτες. Καί τρίτο καί τελευταῖο: ὅλα τὰ ἔθνη τῆς γῆς συνεχίζουν στους αιώνες αιώνων το άσμα αυτό. Εἶναι ὁ στίχος 32, πού σᾶς διάβασα ἐδῶ καὶ ἀναγγελοῦσι», θα ἀναγγέλουν. Ἡ ἀναγγελία εἶναι διαρκής, καί εἶναι ὁ ὕμνος ὅλων τῶν ἐθνῶν πρός τόν Θεό για το μεγάλο γεγονός, ὅτι ὁ Θεός «οὕτως ἠγάπησεν τὸν κόσμον, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς –πᾶς... εἴτε Ἰουδαῖος εἶτε εθνικός– ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ' ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον» (Ἰωάν. 3, 16).
Εἶναι ὁ αἰώνιος ὕμνος πρός τόν Ἅγιο Τριαδικό Θεό για το μεγάλο μυστήριο τῆς θείας Οικονομίας, τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, γιά τήν σωτηρία τοῦ σύμπαντος κόσμου.
Πέστε μου, ἀγαπητοί μου· ὁ ψαλμός αὐτός, ο 21ος, δέν εἶναι ὅ,τι μεγαλειωδέστερο θα μποροῦσε ποτέ να γραφτεῖ; Ἀληθινά, εἶναι μεγαλειωδέστατος!...
Σᾶς εὔχομαι καλό Πάσχα και καλό καλοκαίρι!
Δευτέρα 10 Απριλίου 1978