†. Εὐρισκόμεθα, ἀγαπητοί μου, εἰς τό βιβλίον τῆς Σοφίας Σειράχ, εἰς τό 24ον κεφάλαιον, εἰς τόν 8ον στίχον, τόν ὁποῖον ἀρχίσαμε μέν τήν περασμένη φορά ἀλλά δέν ὁλοκληρώσαμε. Ὁ στίχος μᾶς καταγράφει: «τότε ἐνετείλατό μοι ὁ κτίστης ἁπάντων, καὶ ὁ κτίσας με κατέπαυσε τὴν σκηνήν μου καὶ εἶπεν· ἐν Ἰακὼβ κατασκήνωσον καὶ ἐν Ἰσραὴλ κατακληρονομήθητι».
Δηλ. τότε μοῦ ἔδωκε ἐντολή ὁ δημιουργός ὅλων τῶν δημιουργημάτων, κι ἐκεῖνος πού ἔκτισε καί ἐμέ, λέγει ἡ Σοφία ἡ Ἐνυπόστατός τοῦ Θεοῦ· ὅρισε τόν τόπον τῆς σκηνῆς καί διαμονῆς μου καί εἶπε· στή χώρα τοῦ Ἰακώβ κατοίκησε καί λάβε κληρονομία καί ἰδιοκτησία μεταξύ τοῦ Ἰσραήλ.
Λέγαμε τήν περασμένη φορά ὅτι ἐδῶ ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία, ὁ Θεός Λόγος, ὁ μετέπειτα Ἰησοῦς Χριστός - Ἐνανθρωπήσας - ἀναζητᾶ τόπον καταπαύσεως, δηλ. ἀναπαύσεως, τόπον κατοικίας. Βέβαια αὐτό - λέγαμε τήν περασμένη φορά - εἶναι περίεργο. Ὁ δημιουργός τῶν πάντων, ζητάει κατοικία; Ἄν εἶναι δυνατόν! Ἀναφέρεται εἰς τήν Ἐνανθρώπηση. Δηλ. σέ ποιό σημεῖο τῆς γής, κι ἄν θέλετε νά προσθέσωμε, καί σέ ποιό χρονικό σημεῖο τῆς Ἱστορίας, θά Ἐνανθρωπήση. Εἶπα «χρονικό σημεῖο τῆς Ἱστορίας». Τί λέγει ὁ ἀπ. Παῦλος; «ὅτε δὲ ἦλθε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου… ». Τό πλήρωμα τοῦ χρόνου. Δηλ. τό σημεῖο πού ὅρισε ὁ Θεός. Πλήρωμα, γέμισμα, ἐκεῖ πού ἦλθε τό σημεῖον, τό χρονικό, γιά νά ἔλθη ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ νά Ἐνανθρωπήση ἐπάνω στή γῆ, «ἐξαπέστειλεν, λέει, ὁ Θεὸς τὸν υἱὸν αὐτοῦ…» (Γαλ. 4, 4) κλπ. Ἔχομε λοιπόν ἀναζήτησις χρόνου, ἀναζήτησις τόπου. Ἐδῶ στή Σοφία Σειράχ, λόγος δέν γίνεται περί τοῦ χρόνου ἀλλά γίνεται λόγος περί τοῦ τόπου. Καί μάλιστα ὁ ἴδιος ὁ ἀπ. Παῦλος λέγει ὅτι ἀπεκαλύφθη τό «σεσιγημένον μυστήριο χρόνοις αἰωνίοις». Ποιό ἦταν αὐτό τό σεσιγημένον μυστήριον; Δήλ. τό μυστήριον πού ἦταν σέ ἀπόλυτη σιωπή! Μυστήριο πού δέν τό ἐγνώριζαν οὔτε οἱ ἄγγελοι. Κανείς· μόνος ὁ Θεός. Τό σεσιγημένον μυστήριον, «χρόνοις αἰωνίοις», ἀνέκαθεν, ἀπό πρό τῆς δημιουργίας καί μέσα στήν δημιουργία. Αὐτό λοιπόν τό σεσιγημένον μυστήριον, δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά ἡ Ἐνανθρώπησις τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ.
Ἐδῶ στή Σοφία Σειράχ πού ἀναλύομε, γίνεται ἀναζήτησις, ὅπως σᾶς εἶπα, τοῦ τόπου. Καί λέγει ἐδῶ τό χωρίον ὅτι «ὁ Θεός πού μέ ἔκτισε - τό ὑπογραμμίζω - Ἐκεῖνος μοῦ εἶπε, θά πᾶς νά κατοικήσης εἰς τήν γῆν Ἰσραήλ, δηλ. εἰς τόν λαό τοῦ Ἰσραήλ, δηλ. σ’ ἐκεῖνον τόν τόπο θά Ἐνανθρωπήσης». Προσέξατέ το. Εἴδαμε ἀρκετά πράγματα τήν περασμένη φορά ἐπάνω σ’ αὐτο· θά προσπαθήσω νά μήν τά ἐπαναλάβω, παρά μόνο δύο λόγια, γιά νά συνδέσωμε τό θέμα μας.
Τί εἶχε αὐτός ὁ τόπος; Εἶχε τόν Ἁβραάμ. Καί ὁ Ἁβραάμ δέν εἶναι ἁπλῶς ὁ Γενάρχης ἑνός λαοῦ, ἀλλά εἶναι ὁ Γενάρχης τῆς διαθήκης τῆς πίστεως. Βέβαια ἡ διαθήκη τῆς πίστεως προηγεῖτο. Ἡ διαθήκη τῆς πίστεως ἔγινε μεταξύ τοῦ Θεοῦ καί πρωτοπλάστων. Ὅμως ἐπαναλαμβάνεται αὐτή ἡ διαθήκη τῆς πίστεως σέ πρόσωπα τῆς Π. Δ., σέ δικαίους, στόν Ἐνώχ, στόν Νῶε, στόν Ἁβραάμ, κι ἐπειδή ὁ λαός ἔγινε πολύς, ἀπεμακρύνθη ἀπό τόν Θεόν, δηλ. ὁ λαός τοῦ Ἁβραάμ, οἱ ἀπόγονοί του, δέν εἴχανε σαφήνεια, δέν εἴχανε μπροστά τους μία εἰκόνα, πού θά μποροῦσε νά τούς βοηθήση νά μείνουν στή διαθήκη τῆς πίστεως. Γι’ αὐτό ὁ Θεός δίνει μία καινούρια διαθήκη. Εἶναι ἡ διαθήκη τοῦ Νόμου πού πῆραν οἱ Ἑβραῖοι στό Σινά. Ἔπρεπε νά καθήσουν 40 χρόνια στήν ἔρημο, νά βιώσουν τόν νόμο τοῦ Θεοῦ, νά γίνουν καλύτεροι κι ἔτσι νά εἰσέλθουν εἰς τήν γῆν τῆς ἐπαγγελίας, δηλ. τήν γῆν τῆς ὑποσχέσεως, ἡ ὁποία γῆ ἦτο τύπος τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ὅλα αὐτά βέβαια ἀπαιτοῦσαν χρόνον πολύ, γι’ αὐτό ἀκριβῶς σᾶς εἶπα διαλέγεται αὐτός ὁ τόπος. Γιατί ὁ Ἁβραάμ ἦταν ὁ Γενάρχης τῆς διαθήκης τῆς πίστεως.
Τό ἴδιο κι ὁ Ἰσαάκ τό ἴδιο κι ὁ Ἰακώβ, σᾶς τά ’χα πεῖ τήν περασμένη φορά αὐτά, καί τώρα μποροῦμε νά κατανοήσωμε τόν Εὐαγγελιστήν Ἰωάννη, πού γράφει ὡς πρός τόν Θεόν Λόγον, ὅτι ἀναζητοῦσε ἐδῶ στή γῆ πού νά μείνη, τά ἑξῆς: «ἐν τῷ κόσμω ἦν, εἰς τόν κόσμον ἦτο, καὶ ὁ κόσμος δι’ αὐτοῦ ἐγένετο», κι ὁ κόσμος ὁλόκληρος δημιουργήθηκε ἀπό αὐτον· ἐννοεῖται τώρα ἀρσενικοῦ γένους, γιατί εἶναι ὁ Θεός Λόγος - ἐπειδή ἄρχισε - «Ἐν ἀρχή ἦν ὁ Λόγος», ἐνῶ ἔχομε τήν μετάφραση ἀπό τήν Παλαιά, ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία, πού καθ’ ἡμᾶς, στή γλῶσσα μας, εἶναι θηλυκοῦ γένους. Μή σᾶς παραξενεύει αὐτό. Ὅπως ξέρετε τό ἴδιο συμβαίνει εἰς τήν Λατινική μετάφραση, ὡς πρός τόν Υἱόν καί τό Πνεῦμα τό Ἅγιον. Δέν προχωρῶ ὅμως περισσότερο. «καὶ ὁ κόσμος αὐτὸν οὐκ ἔγνω», καί ὁ κόσμος δέν τόν ἐγνώρισε, καί δέν τόν ἀνεγνώρισε. Λέγει ὁ Ὠριγένης: ««ἐν τῷ περιγείῳ τόπῳ τό κατά τήν ἡμετέραν οἰκουμένην νοουμένῳ». Ἐδῶ στή γῆ ἦταν. Λίγοι μόνο τόν ἀνεγνώρισαν τόν Θεόν Λόγον, πρό τῆς ἐνσάρκου του Οἰκονομίας. Ὅπως ὁ Ἁβραάμ, ὁ Ἰσαάκ, ὁ Ἰακώβ, ὁ Δαυΐδ, οἱ προφῆται. Ὁ προφήτης Ἠσαΐας ὁ μεγαλοφωνότατος λέγει: «Εἶδα τόν Κύριον (στό 6ο του κεφάλαιο) ἐπί θρόνου ἐπηρμένου, εἰς τόν ναόν τοῦ Θεοῦ». Ποιός εἶναι ὁ ναός τοῦ Θεοῦ ἐδῶ; Εἶναι ὁ ναός Σολομῶντος, καί.. καί.. καί.. περιγραφή μεγαλοπρεπής, καί τά χερουβίμ ἐκεῖ νά λένε «Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος…» κλπ., ἐνθυμεῖσθε αὐτά, ὅταν τά εἴχαμε ἀναλύσει ἀπό τό βιβλίον τοῦ Ἠσαΐου. Ὅλοι αὐτοί εἶδαν, ἐγνώρισαν. Γι’ αὐτό λέγει καί τό ρῆμα - ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης - «εἶχε δίκιο ὁ Ἠσαΐας ὅταν εἶδε τήν δόξαν αὐτοῦ», ὅτι «Κύριε, τίς ἐπίστευσε τῇ ἀκοῇ ἡμῶν.. » κλπ. κλπ., καί στό κήρυγμά μας, λέει, Κύριε ποιός μᾶς πίστεψε; λέει ὁ Ησαΐας. Εἴδατε τί ρῆμα χρησιμοποιεῖ; Ὅταν λέει ὁ Ἠσαΐας «εἶδε», «εἶδε τήν δόξαν αὐτοῦ». Κι ὁ Ἁβραάμ; Περίμενε νά δῆ τήν δόξα, τήν ἡμέρα τοῦ Κυρίου, ὅπως τό ὁμολόγησε ὁ ἴδιος ὁ Ἰησοῦς Χριστός καί παραξενεύτηκαν οἱ Ἑβραῖοι. Συνεπῶς ἦτο εἰς τήν γῆν. Ἦτο στή γῆ μέ τό λαό του. Ναί. Πῶς; Μέ ποιό ὄνομα; Ὁ Κύριος. Ὁ Γιαχβέ. Ὁ Κύριος! Ὁ Κύριος τῆς δόξης. Ὁ Ἅγιος τοῦ Ἰσραήλ. Ὁ Παντοκράτωρ. Ὁ Ὕψιστος, κ.ο.κ. Τά ἐπίθετα αὐτά δέν εἶναι δικά μου, εἶναι ὀνόματα πού ἔχουν ἀποδώσει οἱ προφῆται, ὁ προφήτης Ἠσαΐας κλπ.
Καί συνεχίζει ὁ Ἰωάννης νά λέγη: «εἰς τὰ ἴδια ἦλθε καὶ οἱ ἴδιοι αὐτὸν οὐ παρέλαβον». Εἰς τά ἴδια, δηλ. στό σπίτι μας, στόν τόπο μας, αὐτό θά πῆ «εἰς τά ἴδια ἦλθε» καί οἱ δικοί του δέν τόν παρέλαβον. Ἄς τό ποῦμε, τόν ἄφησαν ἔξω ἀπό τήν πόρτα, τρόπον τινά. Ὅλη ἡ γῆ ἦταν δική του, καί μποροῦσε ὁπουδήποτε νά πάη. Ξεχωρίζει ὅμως τόν χῶρον τοῦ περιουσίου λαοῦ του. Γι’ αὐτό καί Ἐνηνθρώπησε ἐκεῖ.
Καί προχωροῦμε στό καινούριο μας θέμα ἀγαπητοί. Ἀλλά οἱ δικοί του οἱ ἄνθρωποι δέν τόν ἀνεγνώρισαν, καί δέν τόν ἐδέχθησαν. Ἦρθε ἡ Σοφία, στήν πιό μεγάλη παρακμή τοῦ λαοῦ της. Κάνει ἐντύπωση αὐτό. Αὐτό τό «ὅτε ἦλθε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου» πού λέει ὁ Παῦλος· ποιό ἦταν αὐτό τό πλήρωμα τοῦ χρόνου; Ποιά ἦταν ἐκείνη ἡ κατάλληλη στιγμή; Στό ἀποκορύφωμα τῆς παρακμῆς τοῦ λαοῦ της. Λέγει κάποιος, ὅτι τά πάντα ἐλατρεύοντο εἰς τόν κόσμον αὐτόν, καί ὁ Νεῖλος καί τά ψάρια καί οἱ γάτες, τά πάντα, ἐκτός ἀπό τόν δημιουργόν, τόν ἀληθινόν Θεόν. Κι ἄν ἀκόμη λίγο «ἀργοῦσε», λέει, ὁ Θεός Λόγος νά Ἐνανθρωπήση, θά εὕρισκε μία ἀνθρωπότητα παράλυτη. Ἦρθε στό χειρότερο σημεῖον τῆς Ἱστορίας τῶν ἀνθρώπων, καί στό χειρότερο σημεῖον τῆς Ἱστορίας τοῦ Ἰσραήλ. Θέλετε ν’ ἀπαριθμήσω; Νά, αὐτά εἶναι ἐκεῖνα τά ὁποῖα ἄν ὁ λαός τοῦ Θεοῦ γνωρίζη, μελετώντας.. μελετώντας, θά εἶναι περιττό νά γίνεται μία περισσοτέρα ἀνάλυσις, ἀλλά τί νά κάνομε;
Κατ’ ἀρχάς ὁ Ἰσραήλ ἦταν ὑπό κατοχήν, κάτω ἀπό Ρωμαϊκή κατοχή. Ἑκατοντάδες χρόνια κάτω ἀπό κατοχή. Ξεκινήσανε ἀπό τούς Βαβυλωνίους, τούς Πέρσας βεβαίως, τούς Ἕλληνας μέ τόν Μ. Ἀλέξανδρο, τούς Ρωμαίους. Ὁ λαός λοιπόν δέν εἶναι ἐλεύθερος.
Ἕνα. Δεύτερον, ἡ κατάστασις τοῦ κλήρου ἦτο ἐλεεινή! Ἀρκεῖ νά λάβετε ὑπόψιν ὅτι ἀρχιερεύς ἤ οἱ ἀρχιερεῖς - γιατί ὁ ἕνας διαδέχεται τόν ἄλλον - ἦσαν Σαδουκκαῖοι. Δέν πίστευαν ὅτι ὑπάρχει ἀθανασία ψυχῆς, δέν πίστευαν ὅτι ὑπάρχει ἀνάστασις νεκρῶν, δέν πίστευαν σέ ἀγγέλους καί δαίμονες. Δέν πίστευαν. Σαδουκκαῖοι ἐδίκασαν τόν Χριστόν, καί ὁ Ἄννας, - ὁ πεθερός τοῦ Καϊάφα - καί ὁ Καϊάφας, πού ἦταν ἐν ἐνεργεία ἀρχιερεύς, ἦσαν Σαδουκκαῖοι. Δηλ. ἄφησε τούς χειροτέρους κληρικούς νά τόν κρίνουν! Τούς χειρότερους. Ὁ λαός; Τό λένε οἱ ἴδιοι οἱ τῆς ἐποχῆς· ὅταν ὁ λαός ἐδιδάσκετο ἀπό τόν Χριστόν.. βέβαια αὐτό δέν ἄρεσε εἰς τούς ἄρχοντες, εἰς τούς κληρικούς, ἀρχιερεῖς, ἱερεῖς, Φαρισαίους, Γραμματεῖς καί ξέρετε τί εἶπαν; Ὅτι αὐτοί, λέγει, εἶναι ὄχλος, πού δέν καταλαβαίνει τίποτα, καί εἶναι ἐπικατάρατοι, ὡς ἀγνοοῦντες τόν νόμον. Ἐπικατάρατοι! Καί ὁ λαός λοιπόν, ἀνάλογα μέ τούς ἄρχοντές του, ἦταν ἀπό πλευρᾶς θρησκευτικῆς τουλάχιστον, σέ πάρα - πάρα πολύ χαμηλό ἐπίπεδο, ἔξω ἀπό κάποιες ἐξαιρέσεις. Γιατί διάλεξε αὐτή τήν ἐποχή; Ὁ Θεός τό ξέρει γιατί. Αὐτή τήν ἐποχή διάλεξε γιά νά ἔρθη στόν κόσμον αὐτόν. Δέν ἦταν σύμπτωμα. Ἄπαγε. Δέν γίνεται τίποτα τό συμπτωματικό στόν Θεό. Ἔτσι δέν τόν ἐδέχθησαν, ὁ λαός του, οἱ Ἑβραῖοι. Ὅταν εἶπε ὅτι «εἶμαι υἱός τοῦ Θεοῦ» πῆραν πέτρες νά τόν λιθοβολήσουν. Ποιός εἶσαι Ἐσύ; Ἄν κάποιος τούς ἔλεγε «εἶμαι ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία τοῦ Θεοῦ, εἶμαι ὁ Γιαχβέ», θά λέγανε, σίγουρα τρελάθηκες, δέν εἶσαι καλά. Ἤτανε πολύ ἑπόμενο, σ’ αὐτό δέν κατηγοροῦνται, παρ’ ὅτι ἐάν μελετοῦσαν τήν Π. Δ., τούς Προφήτας, βέβαια, θά ἀνεγνώριζαν πολλά πράγματα. Καί οἱ μετέπειτα μαθηταί γνώρισαν. Δέν μποροῦσαν νά ξεκινήσουν χωρίς νά ἔχουνε μία γεύση. Ἔπρεπε νά ἔρθη ὅμως ἡ ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, γιά νά μάθουν ποιός ἦταν Αὐτός πού ἔζησε ἀνάμεσά τους, πού ἐσταυρώθη, ἀνεστήθη, ἀνελήφθη, γιά νά τόν δεχθοῦν καί νά τόν δοξάσουν. Ἔστω ἐκ τῶν ὑστέρων. Τό ἔκανε ὁ λαός τοῦ Ἰσραήλ; Ὄχι.
Ἔτσι, γράφει ὁ Βαρούχ. Εἶναι μία περικοπή, πού πολλές φορές σᾶς τήν ἔχω πεῖ, ἀλλά τώρα ἐδῶ ἐξυπηρετεῖται καί κάτι ἄλλο. «ὁ ἀποστέλλων τὸ φῶς καὶ πορεύεται, …οὗτος ὁ Θεὸς ἡμῶν». Ποιός εἶναι ὁ Θεός μας; Αὐτός πού ἀποστέλλει τό φῶς καί πηγαίνει.
«οὐ λογισθήσεται ἕτερος πρὸς αὐτόν», δέν μπορεῖ νά λογαριαστῆ ἄλλος Θεός, ἔξω ἀπό Αὐτόν. Ἐδῶ τώρα: «ἐξεῦρε πᾶσαν ὁδὸν ἐπιστήμης, καὶ ἔδωκεν αὐτὴν Ἰακὼβ τῷ παιδί αὐτοῦ, - δοτική εἶναι, ὁ παῖς, τοῦ παιδός τῷ παιδί - καί Ἰσραήλ - τό ἴδιο πρόσωπο εἶναι - τῷ ἠγαπημένῳ ὑπ’ αὐτοῦ». (Βαρ. 3, 33-37)
Ἐξεῦρε πάσαν ὁδόν ἐπιστήμης! Θά δοῦμε λίγο πιό κάτω, ποιά εἶναι τά προσόντα τοῦ Ἰσραήλ, γιατί λέγει ἡ Σοφία, ὅτι, ἦρθα νά κατοικήσω σ’ ἕναν ἔνδοξο λαό. Ποῦ ἦτο ἡ δόξα τοῦ λαοῦ αὐτοῦ, ὥστε νά ἀποκαλεῖται «ἔνδοξος»; Ἐδῶ λέγει ὅτι ἔδωσε «πάσαν ὁδόν ἐπιστήμης». Ἐπιστήμη θά πῆ γνῶσις. Καί συμπληρώνει ὁ Βαρούχ: «Ὦ Ἰσραήλ, ὦ Ἰσραηλιτικέ λαέ, ὡς μέγας ὁ οἶκος τοῦ Θεοῦ καί ἐπιμήκης ὁ τόπος τῆς κτήσεως αὐτοῦ». Λέγει ὅτι ὁ οἶκος τοῦ Θεοῦ εἶναι πολύ μεγάλος καί ἐπιμήκης. Τί ἐννοεῖ ἐδῶ; Ἐννοεῖ τό σύμπαν ὁλόκληρο. «μέγας καὶ οὐκ ἔχει τελευτήν, δέν ἔχει τέλος, ὑψηλός καὶ ἀμέτρητος». (Βαρ. 3, 24-25) Προσέξτε ἐδῶ πρόκειται περί τοῦ ναοῦ Σολομῶντος. Ὁ ναός τοῦ Σολομῶντος ἤδη εἶχε κτιστεῖ, ὅταν ὁ Βαρούχ ζοῦσε. Εἶναι πολύ - πολύ μεταγενέστερος τοῦ ναοῦ τοῦ Σολομῶντος - ὁ Βαρούχ -. Ἀλλά ἐδῶ ὅταν λέγει ὅτι «μέγας ὁ οἶκος τοῦ Θεοῦ καί ἐπιμήκης ὁ τόπος τῆς κτήσεως αὐτοῦ», εἶναι ὅτι περίπου εἶπε καί ὁ πρωτομάρτυς Στέφανος, ὅτι : «λέτε καί καυχόσαστε διά τόν ναόν καί λέτε, μέ κατηγορεῖτε, ὅτι ἐγώ προσέβαλα τόν ναόν τοῦ Θεοῦ· δέν τόν προσέβαλα». Καί κάνει μία ἀνάλυση καί λέγει, ὅτι ὁ Θεός εἶπε· «ποῦ θά μοῦ χτίσετε Ἐμένα ναό; χωράω σέ ναό μέσα»; Ὡστόσο ὁ ναός τοῦ Σολομῶντος, πού ἔγινε κατ’ ἐντολήν τοῦ Θεοῦ ἤδη ἀπό τήν ἐποχή τοῦ Μωϋσῆ, κράτησαν τήν ἐντολή αὐτή γιά νά κτισθῆ ὁ ναός ὕστερα ἀπό 500 χρόνια, ἀπό τόν καιρό πού ἐπέστρεψαν ἀπό τήν Αἴγυπτο. Ὁ ναός λοιπόν τοῦ Σολομῶντος, δέν ἦταν τίποτε ἄλλο παρά μία μικρογραφία αὐτοῦ τοῦ παγκοσμίου οἴκου τοῦ Θεοῦ. Καί ἄν θέλετε, νά σᾶς πῶ καί κάτι ἄλλο, ἐπειδή ὁ προφήτης ὁμιλεῖ περί ἐπιμήκους ναοῦ, «μέγας ὁ οἶκος τοῦ Θεοῦ καὶ ἐπιμήκης ὁ τόπος», ἐπιμήκης θά πῆ κάπως ἔτσι.. Θά μοῦ πεῖτε εἶναι ἴσως κάτι παραπανίσιο, ὁ ναός Σολομῶντος ἦτο ἐπιμήκης, δηλ. ἦτο παραλληλόγραμμος. Τό πλάτος του δέν ἦταν ἴσο μέ τό μῆκος του, δηλ. δέν ἦταν τετράγωνος· ὅτι σᾶς εἶπα· παραλληλόγραμμος ἦταν. Τό πλάτος ἦτανε στενότερο καί τό μῆκος ἦταν περισσότερο. Καί ξέρετε πόσο ἦταν τό μῆκος; Γύρω στά 30 μέτρα. Ὅλο - ὅλο. Αὐτό ἦτο. Ἀλλά καί ὁ ναός τῆς Ἁγίας Σοφίας τῆς Κων/πόλεως, πού κτίστηκε πρός τιμήν τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίας, περί τῆς ὁποίας καί ὁ λόγος στά θέματά μας αὐτά, δηλ. πρός τιμήν τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, καί χρησιμοποιεῖται ἐδῶ τό ὄνομα «Σοφία» ἐνῶ ἀλλοῦ δέν τό βρίσκομε αὐτό, αὐτός ὁ ναός δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά μία μικρογραφία τοῦ σύμπαντος. Μέ τόν τροῦλλο της, πού εἶναι ὁ γνωστός τροῦλλος τῶν Ὀρθοδόξων ναῶν καί πού εἶναι τό σύμβολον τοῦ σύμπαντος ὁ τροῦλος καί ἐκεῖ ζωγραφίζουμε τή Σοφία, τόν Θεόν Λόγον, τόν Ἰησοῦν Χριστόν, ὡς Παντοκράτορα, κατά κανόνα ἐκεῖ αὐτή ἡ εἰκόνα ὑπάρχει· ὁ Παντοκράτωρ, δηλ. αὐτός πού τά πάντα κρατᾶ, δηλ. ὄχι βεβαίως τόν τροῦλλο, ἀλλά τό σύμπαν ὁλόκληρο. Ἔτσι εἶναι ὁ οἶκος τοῦ Θεοῦ, μικρογραφία, καί ὁ ναός τοῦ Σολομῶντος καί ἡ Ἁγία Σοφία τῆς Κων/πόλεως. Γιατί, λέει ὁ Θεός, θά πάρω πάλι ἐκεῖνο πού σᾶς εἶπα προηγουμένως, τό παίρνω ἀπό τήν ἀπολογία τοῦ πρωτομάρτυρος Στεφάνου, πού λέγει ὁ Θεός «ὁ οὐρανός μοι θρόνος, ἡ δὲ γῆ ὑποπόδιον τῶν ποδῶν μου·», ὁ θρόνος μου, ὁ οὐρανός, ἐκεῖ πού ἀκουμπάω τά πόδια μου εἶναι ἡ γῆ, «ποῖον οἶκον οἰκοδομήσετέ μοι». Τί οἶκο θά μοῦ οἰκοδομήσετε; «λέγει Κύριος ἤ τίς τόπος τῆς καταπαύσεώς μου»; Τί τόπος ὑπάρχει γιά ν’ ἀναπαυθῶ; «οὐχί ἡ χείρ μου ἐποίησε ταῦτα πάντα». (Πράξ. 7, 49) Τό χέρι μου δέν τά ἔκανε ὅλα αὐτά;
Καί ἐπιλέγει ἐδῶ ὁ Βαρούχ -γιά νά ξαναγυρίσω στόν προφήτην· «μετά τοῦτο, ἐπὶ γῆς ὤφθη καὶ ἐν τοῖς ἀνθρώποις συνανεστράφη». Αὐτό τό περίφημο χωρίον. Ὕστερα ἀπ’ ὅλα αὐτά, λέγει, ἔγινε ὁρατός ἐπί τῆς γῆς. Ὤφθη. Ὁρατός, ὄχι καθ’ ὑπόνοιαν, ὄχι νοητῶς, ἀλλά ὁρατός, μέ τήν αἴσθηση τῆς ὁράσεώς μας. Ὄχι τῆς ἔσω ὁράσεως ἀλλά τῆς ἔξω ὁράσεως. «καὶ τοῖς ἀνθρώποις συνανεστράφη», κι ἔκανε συντροφιά μέ τούς ἀνθρώπους. Καταπληκτικό. Αὐτός εἶναι ὁ Θεός Λόγος, ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Βέβαια δέν ὑπάρχει καμμία ἀμφιβολία ὅτι πρόκειται περί αὐτοῦ τοῦ προσώπου.
Γιά νά σημειώση ὁ Παῦλος ὅτι «ἐν αὐτῷ, -ποίω; ἐν τῷ προσώπῳ τοῦ Χριστοῦ, στήν ὕπαρξη καλύτερα ὄχι στό πρόσωπο- κατοικεῖ πᾶν τὸ πλήρωμα τῆς θεότητος, σωματικῶς». (Κολ. 2, 9) Εἴδατε; Ὅτι «πᾶν τὸ πλήρωμα», ὁλόκληρος ὁ Θεός, κατοικεῖ, λέγει, σωματικῶς εἰς τήν ὕπαρξη τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Δηλ. ἦταν ὁ ὅλος Θεός ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ ὅλος Θεός, ὄχι ἕνα κομματάκι. Δέν χωρίζει ὁ Θεός.
Καί προχωροῦμε εἰς τόν ἑπόμενον στίχον τόν 9ον. Προσέξτε, ἔγινε λόγος περί κτίσματος, γίνεται καί στό ἑπόμενον χωρίον, θά τά πάρω ὅλα μαζί.
«πρὸ τοῦ αἰῶνος ἀπ’ ἀρχῆς ἔκτισέ με, καὶ ἕως αἰῶνος οὐ μὴ ἐκλίπω».
Μετάφρασις: Προτοῦ ὑπάρξει χρόνος, εὐθύς ἐξ’ ἀρχῆς μέ ἐδημιούργησε καί δέν θά παύσω ποτέ νά ὑπάρχω. Μέ ἐδημιούργησε· «ἔκτισε με». Εἴδαμε στόν προηγούμενο στίχο τήν φράσιν, «ὁ κτίστης ἁπάντων» καί ὁ «κτίσας με», ὁ κτίστης ὅλων κι Ἐκεῖνος πού ἔκτισε κι ἐμένα. Ἐδῶ λέγει: «πρὸ τοῦ αἰῶνος ἀπ’ ἀρχῆς ἔκτισέ με». Μέ ἔκτισε.
Ἔτσι δίδεται, ἡ ἐντύπωσις ὅτι ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία τοῦ Θεοῦ, εἶναι κτίσμα. Εἶναι κτίσμα. Αὐτή ἡ ἐντύπωσις δίδεται, ἀλλά δέν εἶναι. Σέ αὐτά τά χωρία, ὅπως καί στό χωρίο τῶν Παροιμιῶν - θά τό δοῦμε - στηρίχτηκε ἀγαπητοί μου ὁ Ἄρειος, γιά νά ὑποστηρίξη ὅτι ἡ Σοφία εἶναι κτιστή, ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι κτίσμα. Ἐάν δέ ἦτο κτίσμα καί ἐλατρεύετο, τότε θά εἴχαμε εἰδωλολατρεία. Δέν μπορεῖ τό κτίσμα νά λατρεύεται. Βλέπετε ὅτι ἀνετρέπετο ἄρδην, ὁλόκληρη ἡ Καινή ὄχι ὀλιγότερον καί ἡ Παλαιά Διαθήκη. Ἰσχυρίζετο ὁ Ἄρειος καί ἔλεγε ἐκείνη τή γνωστή φράση, πού ἴσως κάπου τήν ἔχετε ἀκούσει, «ἦν ποτέ ὄτε οὐκ ἦν». Αὐτή εἶναι ἡ κλασσική, θά λέγαμε, θέσις τοῦ Ἀρείου, στήν αἵρεσή του. Εἴδατε; Κάποτε ἦτο πού δέν ὑπῆρχε, ὅταν δέν ὑπῆρχε τίποτε. Ὅμως ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς λέει: «Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος… », πού θά πῆ: ὅταν ἔγινε, ξεκίνησε ἡ ἀρχή τῆς δημιουργίας, «ἐν ἀρχῇ» αὐτό θά πῆ, εἶναι ἡ ἀρχή τῆς δημιουργίας ἤτοι καί τοῦ χώρου καί τοῦ χρόνου, «ἦν ὁ λόγος», ἦτο ὁ Λόγος, ὑπῆρχε ὁ Λόγος, δέν μπορεῖ λοιπόν νά εἶναι κτίσμα. Διότι κτίσμα, θά πῆ, κάτι πού γίνεται μέσα στό ὅλο πλαίσιο τοῦ κτιστοῦ κόσμου. Καί ὁ χρόνος εἶναι κτιστός, καί ὁ χῶρος εἶναι κτιστός. Ἀφοῦ λοιπόν ἦτο πρό τῆς δημιουργίας, ἄρα λοιπόν δέν εἶναι κτιστός ὁ Λόγος, διότι ὑπῆρχε πρό τῆς δημιουργίας. Προχωρῶ. Ὁ Ἄρειος ἠρνεῖτο δηλ. - ἐκεῖ ἦταν ὅλη ἡ ἱστορία - ἠρνεῖτο τό Τριαδικόν τῆς Θεότητος, Πατήρ, Υἱός καί Ἅγιον Πνεῦμα. Ὅπως ἐξ ἄλλου ἔχομε καί ἄλλους, ὅλοι ξεπήδησαν μέσα ἀπό τήν Ἐκκλησία δυστυχῶς, ἄλλοι ἀντιτριαδισταί, δηλ. ἐναντίον τοῦ δόγματος τῆς ἁγίας Τριάδος. Καί ὁ καθένας μέ τόν τρόπο του, δέν εἶναι ἡ ὥρα νά σᾶς πῶ τώρα, ὁ καθένας τί διετύπωσε. Ὅλους αὐτούς τούς κατεδίκασαν οἱ ἑπτά (7) Οἰκουμενικές καί τοπικές Σύνοδοι. Ὅλους. Ἔδωσε φοβερόν ἀγώνα ἡ Ἐκκλησία, νά τούς καταδικάση. Πρέπει ὅμως νά σᾶς πῶ ὅτι παρά τήν καταδίκην, ὁ Ἀρειανισμός ὑποβόσκει. Ὑποβόσκει στούς Χριστιανικούς λαούς. Στή Δύση, στήν Ἑλλάδα· ὑποβόσκει, προπαντός στή Δύση. Δύση ἐννοοῦμε τώρα Εὐρώπη καί Ἀμερική. Στόν λεγόμενον «Δυτικόν Χριστιανισμόν». Μήν ξεχνᾶτε ἐκεῖνο πού ἔγραψε ὡραιότατα, ἕνα ὁλόκληρο κεφάλαιο, στό βιβλίο του «Ἄνθρωπος καί Θεάνθρωπος», ὁ π. Ἰουστίνος Πόποβιτς, γιά τόν Νεοαρειανισμό τῆς Εὐρώπης. Δηλ. τί εἶναι αὐτό; Ἀρνοῦνται τήν θείαν φύσιν τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἐάν εἶναι κτίσμα ὁ Υἱός, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, τότε ἀρνούμεθα τήν θεία του φύση καί ἄρα δέν εἶναι Θεός. Ἀπ’ αὐτό δέ ξεκινᾶ, μετά ταῦτα, ὅλη ἡ ἀθεΐα. Τοῦ καιροῦ μας ἡ ἀθεΐα, καί ὅλα τά κακά πράγματα. Οί ἀναρχισμοί καί ὅ,τι θέλετε. Ποικίλες, ποικίλες θεωρίες ξεκινοῦν ἀπό τήν ἄρνηση τῆς θείας φύσεως τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἀκόμη, ἀντιτριαδικός, γιά νά τό ξέρετε, εἶναι καί ὁ Ἰσλαμισμός. Ἐπειδή ἀκοῦμε σήμερα περίεργα πράγματα, δημοσιεύονται αὐτά, δέν εἶναι κρυμμένα, ὀρθόδοξοι Ἱεράρχαι, Ἀρχιεπίσκοποι, Πατριάρχαι, νά ἐπαινοῦν τόν Ἰσλαμισμόν σήμερα κλπ. κλπ., ὁ ὁποῖος Ἰσλαμισμός ἁπλώνεται εἰς τήν Εὐρώπην. Ὁ Ἰσλαμισμός εἶναι ἀντιτριαδικός, γιατί ἁπλούστατα ἤθελαν νά διασώσουν τήν ἔννοια τοῦ ἑνός Θεοῦ, χωρίς βέβαια νά ἀντιλαμβάνονται τό ὁμοούσιον τῶν τριῶν θείων προσώπων. Διότι μία εἶναι ἡ οὐσία, πράγματι ,Ἕνας εἶναι ὁ Θεός. Ὁ Χριστιανισμός διδάσκει ὅτι ὁ Θεός εἶναι Ἕνας, ἀλλά ὁμολογεῖ, τό ὁμολογεῖ «Πιστεύω εἰς ἕνα Θεόν», Πατέρα, Υἱόν καί Ἅγιον Πνεῦμα. Λοιπόν, ὁ Χριστιανισμός ἀγαπητοί, βεβαίως διασώζει τήν ἔννοια τοῦ ἑνός Θεοῦ, βεβαίως. «Πιστεύω εἰς ἕνα Θεό.. », ἀλλά ὁμολογεῖ ὅμως καί τρία πρόσωπα. Μία ἡ οὐσία τρία τά πρόσωπα, κι ἐκεῖνο πού καθορίζει τήν θεότητα τό νά ποῦμε ὅτι εἶναι μία, εἶναι ἡ οὐσία. Ἔτσι, ἐνῶ οἱ ἀντιτριαδισταί μένουν στή λογική ἑρμηνεία τοῦ
δόγματος, Ἀριστοτελίζοντες.. Δύο λόγια μόνο.
Ὁ Ἀριστοτέλης ἔλεγε ὅτι σέ κάθε πρόσωπον ἀνήκει μία οὐσία καί σέ κάθε ἀντικείμενο μία οὐσία, ἀλλά κυρίως ἐπί προσώπων. Σέ κάθε πρόσωπο μία οὐσία. «Ἄρα λοιπόν» - προσέξτε ἐκεῖνο τό «ἄρα λοιπόν» - φιλοσοφικά, θά πρέπει, ἀφοῦ ἔχομε τρία πρόσωπα, νά ἔχωμε τρεῖς οὐσίες. Τρεῖς οὐσίες ὅμως σημαίνει πολυθεΐα καί τό ἀπορίπτομε, καί δέν τό καταλαβαίνομε παρακάτω. Ἀντιληφθήκατε περί τίνος πρόκειται; Πρόκειται περί λογικῆς ἑρμηνείας τοῦ δόγματος. Εἶναι τό δόγμα τῆς Ἁγίας Τριάδος, εἶναι μυστήριον! Δέν δύναται νά ἀποδοθεῖ λογικῶς. Δέν δύναται, εἶναι μυστήριον! Καί ἔτσι, ὅπου ἔχομε λογικήν ἑρμηνεία τοῦ δόγματος, ἐκεῖ ἔχομε καί αἵρεσιν, καί ἄν θέλετε, ἡ βάσις καί ἡ μάνα τῆς αἱρέσεως, εἶναι ἡ λογική ἑρμηνεία, ἡ φιλοσοφική δηλ. ἑρμηνεία. Κι αὐτό βέβαια εἶναι θεμελιώδης αἵρεσις.
Ἄς δοῦμε τώρα, ἄς προχωρήσωμε νά δοῦμε τό θέμα μας, ὅπως τό ἀναλύομε, νά δοῦμε τά χωρία ἀπό τό βιβλίο τῶν Παροιμιῶν καί ἀπό τή Σοφία Σειράχ, πού ἀναφέρονται εἰς τό ὅτι «ὁ Θεός, ὁ Πατήρ, μέ ἔκτισε». Λέγει τό βιβλίο τῶν Παροιμιῶν: «Κύριος ἔκτισέ με ἀρχήν ὁδῶν αὐτοῦ εἰς ἔργα αὐτοῦ». (Παρ. Σολομ. 8, 22) Ἡ ἀπόδοσις τοῦ χωρίου εἶν’
ἡ ἑξῆς: « Ὁ Θεός - ὁ Πατήρ μου - ὁ Κύριος, μέ ἐγέννησε πρό πάντων τῶν αἰώνων, - προσέξτε, ἡ ἑρμηνεία εἶναι τοῦ Τρεμπέλα, ἀλλά γιατί θέλει νά ξεφύγη βάζει τό «μέ ἐγέννησε»· δέν εἶναι λάθος, κάθε ἄλλο, αὐτό ἐννοεῖ, λίγο παρακάτω θά κάνη πιό πολύ ἀνάλυση τό ἴδιο βιβλίο τῶν Παροιμιῶν - ὡστόσο ἐδῶ μέ ἐγέννησε πρό πάντων τῶν αἰώνων ὡς Υἱόν καί Λόγον τοῦ Θεοῦ, κατά τήν θεότητά μου καί μέ κατέστησεν ἐν χρόνῳ, δημιουργικήν αἰτίαν πάσης τῆς δημιουργίας». Θά τό δοῦμε αὐτό.
Ἀκόμη γράφει ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας: «Ἄν περί θεότητος ἐκλάβης, ἀντί τοῦ κατέστησέ με, ὡς τό «καρδίαν καθαράν κτίσον ἐν ἐμοί ὁ Θεός» καί «ἵνα τούς δύο κτίσῃ ἐν ἐαυτῷ», δηλ. ἐδῶ παίρνει ὁ ἅγιος Κύριλλος τήν λέξη «ἔκτισεν» καί λέγει, δέν ἀναφέρεται εἰς τό «ἔκτισεν» ἀλλά στήν ἔννοια τοῦ «κατέστησε», πώς τά εἶδαν οἱ πατέρες αὐτά τά χωρία καί παίρνει δύο παραδείγματα. Ὅπως λέμε στόν 50ο ψαλμό «καρδίαν καθαράν κτίσον ἐν ἐμοί ὁ Θεός» δέν θά «ἔκτιζε», γιατί ἤδη ὑπάρχω ἐγώ, ἡ καρδιά μου ὑπάρχει, ἀλλά θά μοῦ καθιστοῦσε τήν καρδίαν μου καινούρια, καθαρή. Κι ὅπως ἐκεῖνο πού λέγει ὁ ἀπ. Παῦλος, μιλάει γιά δύο λαούς, τόν Ἰσραήλ καί τόν ἐθνικόν κόσμον, «ἵνα τοὺς δύο κτίσῃ ἐν ἑαυτῷ» ( Ἐφεσ. 2, 15) - δηλ. ὁ Χριστός - νά τούς «κτίση», πού σημαίνει νά τούς καταστήση ἕνα λαό, τό λαό του. Δηλ. βλέπετε, ἡ Γραφή ἑρμηνεύει τή Γραφή, γιατί θέλει, ἀντί τοῦ «ἔκτισε», νά χρησιμοποιήση τό ρῆμα «κατέστησε». «Οὐ γάρ οὐσιωδῶς ἵνα κτίσῃ τούς ἤδη γεγενημένους ἀλλ’ ἵνα καταστήση», (εἶναι αὐτό πού σᾶς εἶπα) ὄχι ὡς πρός τήν οὐσία νά κτίση τούς ἤδη ὑπάρχοντες, ἀλλά νά τούς καταστήση, «κατέστησεν οὖν με ἀρχήν τῶν προνοητικῶν αὐτοῦ καί ποιητικῶν ἔργων», Ἐκ τῆς ἐρμηνείας τοῦ ἁγίου Κυρίλλου εἰς τάς Παροιμίας, «Το «ἔκτισέ με» ἄν περί θεότητος ἐκλάβης, ἀντί τοῦ κατέστησέ με·, ὡς το, «καρδίαν καθαράν κτίσον ἐν ἐμοί ὁ Θεός». Καί, «ἵνα τούς δύο κτίσῃ ἐν ἐαυτῷ». Οὐ γάρ οὐσιωδῶς, ἵνα κτίσῃ τούς ἤδη γεγενημένους ἀλλ’ ἵνα καταστήση. Κατέστησεν οὖν με ἀρχήν τῶν προνοητικῶν αὐτοῦ καί ποιητικῶν ἔργων».) ἔτσι λέγει ἡ Σοφία, μέ κατέστησε - ἀντί τοῦ ἔκτισέ - ἀρχή τῶν ἔργων του. Θά τό δοῦμε πιό ἀναλυτικώτερα πιό κάτω.
Εἶναι ἐκεῖνο πού ὁ Χριστός εἶπε: «Ἐγώ εἰμί τό Α καί τό Ω». Προσέξτε αὐτό «ἀρχή ὁδῶν αὐτοῦ». Αἱ ὁδοί εἶναι μέθοδοι, δηλ. ὁ τρόπος πού ἐδημιούργησε τόν κόσμον ὁ Θεός. Ὁ Χριστός λέγει: «Ἐγώ εἶμαι τό Α καί τό Ω». Τό Α καί τό Ω τί σημαίνει; Ἡ ἀρχή καί τό τέλος. Ἐξ ἄλλου χρησιμοποιεῖται καί ἡ λέξις «ἀρχή» καί «τέλος». Εἶναι στήν Ἀποκάλυψη. Θά πῆ: ἀπό μένα ἀρχίζει ἡ δημιουργία καί σέ μένα ὁλοκληροῦται. Ἀκόμη, ἄν θέλετε, ὁλόκληρη ἡ δημιουργία ὑπάρχει σέ μένα. Συνεπῶς, ἐγώ εἶμαι ἡ ἀρχή. Ὄχι μέ τήν ἔννοια ὅτι ἐγώ τώρα ἀρχίζω. Ἀλλά ἡ ἀρχή ὑπάρχει σέ μένα, γιατί ἀπό μένα δόθηκε ἡ ἀρχή.
Ὁ Ὠριγένης λέει: «Οὐσία οὖσα ἡ τοῦ Θεοῦ σοφία πρὸ αιώνων γεγένηται καὶ πρό κτίσεως ἀΐδιος ἦν». Λέγει: ἡ σοφία τοῦ Θεοῦ, εἶναι οὐσία τοῦ Θεοῦ καί εἶναι ἀΐδιος, πρό κτίσεως, δηλ. δέν ἔχει ἀρχή. Ἄλλοτε σᾶς ἔχω ἐξηγήσει, ἄλλο τό «αἰώνιος» κι ἄλλο τό «ἀΐδιος». Αἰώνιος θά πῆ ἐκεῖνος πού κάπου ἀρχίζει ἀλλά δέν τελειώνει, ἐνῶ ἀΐδιος εἶναι ἐκεῖνος πού δέν ἔχει οὔτε ἀρχή οὔτε τέλος. Ἐδῶ εἶναι κάτι πολύ σημαντικό, λέει ὁ Ὠριγένης, «ὅτε δέ σχέσιν πρός τά γεννητά ἐδέξατο, τότε ἀρχή τῶν ὁδῶν τοῦ Θεοῦ γέγονε τῶν ποιητικῶν και προνοητικῶν· τουτέστιν ἡ πρὸς τά γεννητά σχέσις· ἡ δέ σοφία ἀΐδιος, οὐσιωδῶς πρὸ αἰώνων παρά τῷ Θεῷ ὑπάρχουσα».
( Ἐκ τῶν Ὠριγένους εἰς τάς Παροιμίας Σολ. ἐξηγήσεων (ΣLG Expositio in Proverbia 17.185.1.
Κείμενο: «Οὐσία οὖσα ἡ τοῦ Θεοῦ σοφία πρὸ αιώνων γεγένηται, καὶ πρό κτίσεως ἀΐδιος ἦν· ὅτε δέ σχέσιν πρός τά γεννητά ἐδέξατο, τότε ἀρχή τῶν ὁδῶν τοῦ Θεοῦ γέγονε τῶν ποιητικῶν και προνοητικῶν· σύζυγος οὖν ἡ ἀρχή τοῖς κτίσμασι ὤν γέγονεν ἀρχή, τουτέστιν ἡ πρὸς τά γεννητά σχέσις· ἡ δέ σοφία ἀΐδιος οὐσιωδῶς πρὸ αἰώνων παρά τῷ Θεῷ ὑπάρχουσα). Ἡ Σοφία εἶναι πρό αἰώνων, ἀΐδιος, ὑπάρχει, γιατί εἶναι οὐσία τοῦ Θεοῦ, Πατήρ, Υἱός καί Ἅγιον Πνεῦμα. Ἀλλά ὡς πρός τά γεννητά σχέσις. Ἐδῶ εἶναι τώρα τό σπουδαῖο. Πῶς ὁ Θεός δημιουργεῖ τόν κόσμον; Δηλ. πῶς; Ὁ Θεός Πατήρ χρησιμοποιεῖ τόν Θεόν Λόγον, γιά νά γίνη ὁ κόσμος καί συνεπῶς ἡ σχέσις τοῦ Θεοῦ Λόγου μέ τήν δημιουργία εἶναι αὐτό τό σημαντικό πρᾶγμα. Νά σᾶς τό ἐξηγήσω πιό πολύ. Δηλ. τό «ἔκτισε» ἀναφέρεται στή σχέση τοῦ Θεοῦ Λόγου ὡς πρός τά κτίσματα. Ὅπως ἔχομε τίς λεγόμενες ἄκτιστες ἐνέργειες.
Αὐτό τό μέγα θέμα, πού εἶχε προκύψει μετά τόν 10ον αἰῶνα, πού ἔχομε τούς Πατέρες, πού πολέμησαν τήν αἵρεση αὐτή τῆς Δύσεως καί πρό τῆς πτώσεως τῆς Κων/πόλεως, γιατί κράτησε πολλά χρόνια αὐτή ἡ διαμάχη. Οἱ Λατῖνοι ἔλεγαν ὅτι ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ ἤ οἱ ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ εἶναι κτιστές.
Ἡ Ἀνατολή ἔλεγε ὅτι οἱ ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ εἶναι ἄκτιστες. Λοιπόν τί εἶναι οἱ ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ; Οἱ ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ εἶναι ἄκτιστες, ἀποτελοῦν θεότητα, θά τό δοῦμε λίγο πιό κάτω, εὐθύς παρακάτω θά τό δοῦμε καί οἱ ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ ἔρχονται σέ ἐπαφή μέ τόν κτιστόν κόσμον. Αὐτό θέλει νά πῆ, ὅτι εἶπε καί προηγουμένως ὁ Ὠριγένης. Δηλ. εἶναι θέμα σχέσεων. Ἔτσι, ὁ ἄκτιστος Θεός Λόγος ἔρχεται σέ σχέση μέ τά κτίσματα, καί λέγεται κτιστός, διότι τό θεμέλιον τῆς δημιουργίας, σᾶς τό λέγω ἔτσι προκαταβολικῶς, θά τό ποῦμε λίγο πιό κάτω, ἴσως τήν ἐρχομένη φορά, εἶναι ἡ ἀνθρωπίνη Του φύσις! Αὐτό εἶναι τό θεμέλιόν τῆς δημιουργίας, ἡ ἀνθρωπίνη Του φύσις. Θά μοῦ πεῖτε.. «μά, προσέλαβε ἀπό τήν Παναγία σέ κάποια ἱστορική στιγμή.. » τίποτα, τίποτα, τίποτα.. θά τά δοῦμε πολύ ὡραία αὐτά.
Ἔτσι λοιπόν, ὅπως ὑπάρχουν σχέσεις, οἱ σχέσεις ἀκτίστων ἐνεργειῶν καί κτίσεως, ἔτσι κι ἐδῶ, εἶναι ἡ σχέσις τοῦ Υἱοῦ πρός τήν δημιουργία Του, δέν εἶναι ὅμως ὁ Υἱός κτίσμα.
Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης μᾶς λέγει τό ἑξῆς: Ὅτι στόν Θεό ὑπάρχουν τρεῖς οὕτως εἰπεῖν, ζῶνες. Ἡ ἐξωτάτη, πού εἶναι οἱ ἄκτιστες ἐνέργειες καί διά τῶν ὁποίων - ἡ θεία Χάρις εἶναι ἄκτιστος ἐνέργεια - και λαβαίνομε γνώση τοῦ πράγματος, γιατί πῶς θά μπορούσαμε ἀλλιώτικα νά τό ἀντιληφθοῦμε;
Ἡ θεία Χάρις εἶναι ἄκτιστος ἐνέργεια, ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ εἶναι ἄκτιστος ἐνέργεια, ἡ δικαιοσύνη εἶναι ἄκτιστος ἐνέργεια. Ὅλα αὐτά πού λέμε «ἰδιότητες τοῦ Θεοῦ» εἶναι ἄκτιστες ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ, πού ἔρχονται σέ μας, στό σύμπαν, στόν ἄνθρωπο. Αὐτή εἶναι ἡ ἐξωτάτη ζώνη, οὕτως εἰπεῖν, τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι οἱ ἄκτιστες ἐνέργειες, ἔχουν θεότητα, δηλ. εἶναι κάτι τό θεῖο. Οἱ ὑποστάσεις - τά πρόσωπα - εἶναι ἐσώτερες. Ὁ Πατήρ ὡς πρόσωπον, ὁ Υἱός ὡς πρόσωπον, τό Πνεῦμα τό Ἅγιον ὡς πρόσωπον. Εἶναι ἐσώτερες. Καί ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἐσωτάτη, ἀκατανόητος, ἄψευστος, δηλ. μή ἐγγιζομένη, δεν ψαύεται, δέν ἐγγίζεται, τό λέγει ὁ ἀπ. Παῦλος, εἶναι: «… φῶς οἰκῶν ἀπρόσιτον». (Τιμ. Α΄ 6, 16) Οὔτε γνωρίζομε, οὔτε 'μεῖς, οὔτε οἱ ἄγγελοι, οὔτε εἰς τόν αἰῶνα ποτέ θά γνωρίσωμε τήν οὐσία τοῦ Θεοῦ, ποτέ, ποτέ, ποτέ, ποτέ, ποτέ... Τό κτιστόν, δέν δύναται νά κατανοήση τήν οὐσία τοῦ Θεοῦ, μποροῦμε ὅμως νά κατανοήσωμε τά δύο ἄλλα. Τήν ἐξωτάτην, ὅπως εἶναι ἡ θεία Χάρις καί οἱ ἐνέργειες, καί τήν μεσαία, πού εἶναι τά πρόσωπα. Καί τό πρόσωπον τοῦ Θεοῦ Λόγου, τό γνωρίζομε μέσω μιάς ἀκτίστου ἐνεργείας. Πῶς συνέλαβε ἡ Θεοτόκος; Πῶς συνέλαβε; «Πνεῦμα Ἅγιον, λέγει, ἐπελεύσεται ἐπὶ σέ». (Λουκ. 1, 35)
Θά ’ρθῆ Πνεῦμα Ἅγιον. Συνεπῶς μέσω τῆς ἀκτίστου ἐνεργείας γεννᾶται, παίρνει, προσλαμβάνει τήν ἀνθρωπίνη φύση ὁ Θεός Λόγος, καί βλέπωμε τό πρόσωπό Του. Πρόσωπο ὅμως ἀνθρώπου. Τί ἄλλο νά δοῦμε; Ὁ Χριστός μᾶς εἶπε, προσέξτε, λέει, μή σκανδαλίσετε τούς μικρούς τούτους, γιατί οἱ ἄγγελοι των βλέπουν τό πρόσωπο τοῦ Πατρός μου. Ποιό πρόσωπο; Πῶς; Τήν δόξα Του, ναί. Εἶναι ἡ ἐξωτάτη ἐνέργεια ἡ δόξα. Ἡ δόξα, τό φῶς, εἶναι ἐξωτάτη ἐνέργεια, τό πρόσωπον; Ἀκοῦστε. Εἴδαμε τό πρόσωπον τοῦ Ίησοῦ Χριστοῦ. Εἴδαμε τό πρόσωπο τοῦ Υἱοῦ, «ἐν προσώπῳ Ἰησοῦ Χριστοῦ». «Κύριε δεῖξε μας τόν Πατέρα», λέει ἕνας μαθητής Του, ὁ Φίλιππος. Λέει: «Φίλιππε, τόσον καιρό εἶμαι μαζί σας καί δέν μέ εἶδες; δέν ἐγνώρισες τόν Πατέρα; Ἀκοῦστε αὐτή τή φράση. «Ὁ ἑωρακὼς ἐμὲ, ἑώρακε τὸν πατέρα·». ( Ἰωάν. 14, 9) Ἐκεῖνος πού εἶδε ἐμένα, εἶδε τόν Πατέρα. Δηλ. τί; Εἰς τό πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ βλέπομε καί τό πρόσωπο τοῦ Πατρός, ἄν θέλετε, καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Οἱ ἄγγελοι, διά πρώτην φοράν στήν ὕπαρξή τους εἶδαν τό πρόσωπο τοῦ Θεοῦ, ὅταν πῆρε τήν ἀνθρωπίνη φύση καί γεννήθηκε. Διά πρώτην φοράν. Μέχρι τότε ἀντιλαμβανόντουσαν τήν ἐξωτάτην κατάστασιν, δηλ. τίς ἄκτιστες ἐνέργειες, δηλ. τή θεία δόξα.
Ἔτσι ὁ Μ. Ἀθανάσιος μᾶς πληροφορεῖ καί μᾶς λέγει: «Οὕτως, ἔτσι - προσέξτε αὐτό - ἐἀν ἀκούσωμεν ἐν ταῖς Παροιμίαις, δηλ. στό βιβλίο τῶν Παροιμιῶν, τὸ ἔκτισεν, με ἔκτισε οὐ δεῖ κτίσμα τῇ φύσει ὅλον νοεῖν τὸν Λόγον», δέν πρέπει νά θεωρήσωμεν τόν Λόγον ὅτι εἶναι κτιστή φύσις. Μήν ξεχνᾶτε δέ ὅτι ἡ ψυχή τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, κατά τοῦ Ἀρειανισμοῦ, ἦταν ὁ Μ. Ἀθανάσιος (ποιός δέν τό ξέρει αὐτό;) «ἀλλ’ ὅτι τό κτιστόν ἐνεδύσατο σῶμα,». Τί εἶναι λοιπόν τό «ἔκτισε»; τό κτιστόν σῶμα πού πῆρε, τήν ἀνθρωπίνη φύση, «καὶ ὑπέρ ἡμῶν αὐτόν ἔκτισεν αὐτόν ὁ Θεός», καί γιά μᾶς ἔκτισε αὐτό ὁ Θεός. Ποιό; Τό σῶμα τοῦ Θεοῦ Λόγου, τό σῶμα τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας, «εἰς ἡμῆς, τό κτιστόν αὐτῷ καταρτίσας, ὡς γέγραπται, σῶμα, ἵν’ ἐν αὐτῷ ἀνακαινισθῆναι καί θεοποιηθῆναι δυνηθῶμεν»
(Μ. Ἀθανασίου κατά Ἀρειανῶν Β΄σελ. 346(Ε.Π.Ε. εκδόσεις Γρηγορίου Παλαμά)
Γιά νά μπορέσουμε νά ἀνακαινισθοῦμε καί νά θεοποιηθοῦμε. Ὥστε λοιπόν ἀναφέρεται εἰς τό σῶμα. Αὐτό λοιπόν τό «ἔκτισέ με», τό ξαναλέγω, ἀναφέρεται εἰς τήν Ἐνανθρώπηση. Προσέξτε ὅμως τώρα. Στήν Ἐνανθρώπηση δυνάμει. Ὄχι ἐνεργεία. Διότι ὁ
Θεός Λόγος ἔγινε ἄνθρωπος κάποια χρονική στιγμή. Πότε; Πρίν δύο χιλιάδες χρόνια. Πιό πίσω; Δυνάμει ὅτι θά γίνη αὐτό πού θά ἐγίνετο. Ἔχομε τό δυνάμει καί τό ἐνεργεία. Πρίν δύο χιλιάδες χρόνια ἔχομε τήν Ἐνανθρώπηση ἐνεργείᾳ, τώρα ἔχομε τήν Ἐνανθρώπηση δυνάμει, δηλ. τό τί θά γίνη εἰς τό μέλλον. Διότι τό πρωτότυπον εἶναι ἡ ἀνθρωπίνη φύσις τῆς Σοφίας, καί ὁ Ἀδάμ εἶναι τό ἀντίτυπον. Δέν ἔγινε ἡ Σοφία στά μέτρα τοῦ Ἀδάμ, ἀλλά ὁ Ἀδάμ στά μέτρα τῆς Σοφίας. Ἔστω κι ἄν ἔχομε σχῆμα πρωθύστερον. Σάν τρόπον τινά νά ἐφυλάγετο ἕνα σχέδιον. Βάσει αὐτοῦ τοῦ σχεδίου, πού ἤθελε ἡ Σοφία νά γίνη διά τόν ἑαυτόν της, ἔκανε τόν Ἀδάμ. Δέν εἶναι λοιπόν, θά τό πῶ δεύτερη φορά, ἡ Σοφία στά μέτρα τοῦ Ἀδάμ ἀλλά ὁ Ἀδάμ στά μέτρα τῆς Σοφίας, ὡς ἀνθρώπου. Ἔστω κι ἄν - θά τό δοῦμε στό ἑπόμενο χωρίο αὐτό πῶς - μπῆκε μέσα στό ἀνθρώπινο γένος ἡ Σοφία τοῦ Θεοῦ, καί λέει μάλιστα ὅτι ἐρρίζωσε εἰς τό ἀνθρώπινο γένος. Εἶναι κάτι καταπληκτικόν. Ἔτσι λέγεται ὁ νέος Ἀδάμ, τό πρωτότυπον. Αὐτό λοιπόν πού θά ἐγίνετο, ἀναφέρεται σέ χρόνο παρελθόντα, «ἔκτισέ με», μέ ἔκτισε. Σημειώσατε δέ ὅτι εἶναι συνήθεια τῆς Γραφῆς, συχνοτάτη μάλιστα καί ἰδίως στούς προφήτας, ἕνα προαναγγελόμενον γεγονός, νά καταγράφεται σέ χρόνο παρελθόντα. Ὅτι «ἔγινε αὐτό.. ἔγινε ἐκεῖνο.. ». Γιατί σέ χρόνο παρελθόντα; Ὡς πρός τόν προφήτην πού βλέπει τήν εἰκόνα πού περιγράφει ἤ πού ἐξαγγέλλει κάτι σέ σχέση μέ τό τί ἄκουσε ὁ προφήτης, εἶναι παρελθόν. Πρῶτον. Δεύτερον, γιά νά γράφεται σέ παρελθόντα χρόνον, θεωρεῖται τόσο βέβαιον ὅτι θά γίνη, ὅσο τίποτε ἄλλο. Ὅτι θά γίνη ὁπωσδήποτε, ὥστε νά γράφεται σέ χρόνο παρελθόντα.
Γι’ αὐτό προσέξατε, πάμπολλα σημεῖα, πάμπολλα, βλέπομε τά πράγματα ἔτσι, σέ χρόνο παρελθόντα. Τί λέει φερ’ εἰπεῖν ὁ Ἠσαΐας; «Εἶδα τόν Κύριον ἐπὶ θρόνου ἐπηρμένου». Εἶδα. Δέν λέει «θά δῶ», ἤ «θά δοῦμε». Ὁ Βαρούχ λέει: «Καί μετά ταῦτα ἦρθε ἀνάμεσά μας, ἔγινε ἄνθρωπος, Ἐνηνθρώπησε», σέ τί χρόνο τό γράφει; σέ παρελθόντα χρόνον. Ἐνῶ εἶναι μέλλων ὁ χρόνος πού θά γίνη αὐτό. Εἶναι συνήθεια τῆς Γραφῆς γιά τούς λόγους πού σᾶς ἐξήγησα. Ἔτσι, τό θεμέλιον τῆς κτιστῆς δημιουργίας, θά ἦτο ἡ ἀνθρωπίνη φύσις τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας. Αὐτό ἦταν τό σχέδιο ἀγαπητοί μου τοῦ Θεοῦ, νά περιβληθῆ ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία αὐτό πού ἐδημιούργησε, δηλ. τόν ἄνθρωπον καί τήν κτίσιν.
Ὅταν λέει «ἀρχή ὁδῶν αὐτοῦ», «ἀρχή», - προσέξτε! - δυνάμει τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, γίνεται ἡ γῆ γίνεται τό σύμπαν. Θυμάμαι κάποτε, ὅταν ἤμουνα μαθητής τῆς πρώτης, ὀκταταξίου Γυμνασίου, δηλ. πέμπτης Δημοτικοῦ, κάναμε στό Γυμνάσιο Φυσική, Φυτολογία κλπ καί εἴχαμε καί ἕνα πολύ ὡραῖον ἐκεῖ χημεῖον ἀμφιθεατρικόν, ὁ καθηγητής, μακαριστός τάδε, κάποια στιγμή, λέγει, ἀναφερόμενος στά φυτά καί εἰς τούς καρπούς των κλπ, λέγει: «Καί τί νομίζετε, ὅτι οἱ καρποί, τά φροῦτα κλπ ἔγιναν γιά τά μοῦτρα σας; ἀλλά γιά νά διαιωνίζεται τό εἶδος». Ἔ, λοιπόν, θά σᾶς ἔλεγα τώρα! Ἐπειδή μοῦ ἔκανε ἐντύπωση, τό κράτησα στή μνήμη μου καί τό ἐξήγησα, βέβαια, πολύ ἀργότερα. Ἔ, λοιπόν, οἱ καρποί, τά πάντα, ἔγιναν διά τόν ἄνθρωπον. Καί βέβαια γιά νά συνεχίσουν τήν ὕπαρξή τους, ὑπάρχει καί ἡ γονιμότητα. Βεβαίως ἐγώ θά φάω ὅ,τι μπορῶ νά φάω σάν ἄνθρωπος, τό ὑπόλοιπο θά πέση στή γῆ σάν σπόρος κλπ. γιά νά συνεχιστῆ τό εἶδος. Γιά μένα γίνηκαν! Θέλετε νά μιλήσω ἀκριβέστερα; Ἔγιναν ὅλα διά τόν Θεόν Λόγον! Νά πῶς τό λέει ὁ ἀπ. Παῦλος: «ὅτι εξ αὐτοῦ καὶ δι’ αὐτοῦ καὶ εἰς αὐτόν τὰ πάντα». (Ρωμ. 11, 36) Ἐκ τοῦ ὁποίου καί διά τοῦ ὁποίου καί γιά λογαριασμό τοῦ ὁποίου - Ἰησοῦ Χριστοῦ, Ἐνυποστάτου Σοφίας - ἔγιναν τά πάντα. Ἐπειδή ὅμως ὁ Θεός Λόγος πῆρε τήν ἀνθρωπίνη φύση, εἴμαστε εἰκόνες τοῦ Θεοῦ Λόγου, ὡς πρός τήν σωματική κατασκευή, ὡς πρός τήν ὑπαρξιακή μας κατάσταση, σῶμα καί ψυχή καί ἐφ’ ὅσον ἔγιναν γιά μᾶς, οὐσιαστικά εἴμεθα κάπως δευτερεύοντες, δηλ. γιά τόν Θεόν Λόγον ἔγιναν ὅλα. Γιατί; Γιά νά δοξάζεται ὁ Θεός Λόγος, καί γιά νά ὑπηρετηθῆ ἡ Ἐνανθρώπησις τοῦ Θεοῦ Λόγου.
Προσέξτε παρακαλῶ· στό οὐρανό ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία δέν εἶναι πνεῦμα. Ὁ Θεός Λόγος δέν εἶναι πνεῦμα. Προσέλαβε τήν ἀνθρωπίνη φύση, καί μένει μέ τήν ἀνθρωπίνη φύση. Δυνάμει δέ αὐτῆς τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, τά πάντα θά γίνουν καινούρια καί αἰώνια καί ἄφθαρτα. Ἀλλά ἔπρεπε ὅμως νά γίνη τό σύμπαν. Μέσ’ στό σύμπαν νά ἐνταχθῆ ἡ γῆ. Καί ἔπρεπε ἡ γῆ νά δώση τόν ἄνθρωπον. Βλέπετε, κλιμακωτά. «καὶ εἶπεν ὁ Θεός· γενηθήτω φῶς· καὶ ἐγένετο φῶς», μετά ἡ γῆ, μετά ὁ ἄνθρωπος. Βλέπετε προοδευτικά. Ἀνεμένετο ἕνας ἄνθρωπος, πού θά ἦταν ὁ τύπος τοῦ θεϊκοῦ στοιχείου. Καί ξέρετε ποιός θά ’ναι αὐτός ὁ ἄνθρωπος; Ἡ Θεοτόκος! Ἡ νέα Εὔα. Ἡ Θεοτόκος.
Ἡ Θεοτόκος ὅμως γιά νά ἔλθη, ἔπρεπε νά πλαισιωθῆ ἀπό ἕνα λαό. Τόν λαό τοῦ Ἰακώβ, τοῦ Ἰσραήλ. Ἔτσι, ὅταν εἶπε ὁ Θεός Πατήρ, «θά πᾶς νά κατοικήσης ἐκεῖ, δηλ. νά Ἐνανθρωπήσης ἐκεῖ», σάν νά ἔλεγε «ἐκεῖ θά ἔρθη τό πρόσωπον πού θά γεννηθῆς ἀπό αὐτό», δηλ. ἀπό τήν Παναγία. Ἔτσι, ὅταν ὁ Θεός ἔβλεπε τό σύμπαν καί τή γῆ, οὐσιαστικά Ἐκείνην, τήν Θεοτόκον ἔβλεπε· ἔτσι λέγουν οἱ μεγάλοι θεολόγοι τῆς Ἐκκλησίας μας, ἅγιος Ἰωάννης Δαμασκηνός, ἅγιος Νικόλαος Καβάσιλας κι ἄλλοι πολλοί πού ἔχουν γράψει θαυμάσιες ὁμιλίες στήν Παναγία. Θεολογικότατες! Καί ὅταν ὁ Θεός ἔλεγε, - ὅταν εἶδε τό σύμπαν καί τή γῆ - ὅτι ὅλα ἦσαν «καλά λίαν», πολύ καλά, οὐσιαστικά λένε οἱ Πατέρες τήν Θεοτόκον ἔβλεπε, καί εἶπε τό «καλά λίαν». Ἐκείνη λοιπόν θά ἦταν ὁ ἀνθός - ὅπως λένε οἱ Πατέρες - καί ὁ Υἱός της ὁ Θεός Λόγος, ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία, θά ’ταν ὁ καρπός. Ἐξ’ ἄλλου αὐτό εἶναι καί τό πρότερον θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀνεξάρτητα ἄν ὁ ἄνθρωπος ἁμάρτανε καί ἔπρεπε νά σωθῆ διά τοῦ Σταυροῦ. Αὐτό θά ἐγίνετο, κι ἄν ἀκόμη ὁ ἄνθρωπος δέν ἁμάρτανε. Ἁμάρτησε ὅμως, κι ἔτσι ὁ ἄνθρωπος σώζεται διά τοῦ Σταυροῦ. Ἡ σωτηρία τοῦ Σταυροῦ, εἶναι τό ὕστερον θέλημα τοῦ Θεοῦ κι ὅλα αὐτά γιατί ἡ Σοφία ἀγαποῦσε τήν κτίση της καί ἰδιαίτατα τόν ἄνθρωπον. Καί μέ βάση αὐτή τήν ἀνθρωπίνη φύση τοῦ Υἱοῦ ἔγινε ὅλο τό σύμπαν! «ἀρχήν, θεμέλιον, ὁδῶν αὐτοῦ». Τώρα τό καταλαβαίνομε αὐτό πού λέει τό βιβλίο τῶν Παροιμιῶν; Ἡ ἀρχή, τό θεμέλιον, ὁδῶν,τῶν μεθόδων τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι μικρόκοσμος μέσα στόν μεγάκοσμο, ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός ἀλλά εἶναι μεγάκοσμος μέσα στόν μικρόκοσμο. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὁ μέγας κόσμος κι ὅτι ἄλλο μᾶς περιβάλλει εἶναι ὁ μικρός κόσμος. Τά πράγματα δέν μετριῶνται μέ τήν ὀκά, μέ τήν ποσότητα. Τώρα σκεφθεῖτε ἐδῶ, ὅταν, ὅταν ἐπί παραδείγματι λέγει ἕνας σοφός - δυτικός εἶναι, ὄχι κληρικός - τό ἔλεγε ὁ Πασκάλ συγκεκριμένα, ὅτι ὁ ἥλιος, λέγει, ἀρκεῖ νά στείλη μία του ἀκτίνα, μέ ὅλη ἐκείνη τήν καυστικότητα πού μπορεῖ νά ἔχει, καί ὅ,τι,.. ὅ,τι,.. μία ὑπεριώδη ἀκτίνα, γιά νά φονεύση τόν ἄνθρωπον. Ὅταν ὁ ἥλιος φονεύει τόν ἄνθρωπον δέν τό ξέρει. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος πεθαίνει, τό ξέρει! Γιατί ὁ ἥλιος δέν ἔχει αὐτογνωσία. Ἐλᾶτε τώρα νά δεῖτε τους «φίλους μας» τούς Μασσώνους, πού ἤθελαν νά γιορτάσουνε στόν Βόλο, - γιόρτασαν τώρα, τί ἔγινε παρακάτω; - τήν ἰσημερία, πρός τιμήν τοῦ ἡλίου, γιατί αὐτός εἶναι ὁ Θεός τῶν Μασσώνων, ὁ Μ.Α.Τ.Σ. ,ὁ Μέγας Ἀρχιτέκτων Τοῦ
Σύμπαντος. Φτωχοί! Πολλές φορές φτωχοί στό μυαλό, ἀφιλόσοφοι ἄνθρωποι, ὁ ἥλιος εἶναι ὁ Θεός σας; ἐπειδή τά πάντα ζωογονοῦνται μέ τόν ἥλιον;
Ὁ ἥλιος δέν ἔχει συνείδηση. Μποροῦμε νά πιστεύουμε σ’ ἕναν Θεό χωρίς συνείδηση ἑαυτοῦ; Ἄν εἶναι δυνατόν ποτέ! Ἄν εἶναι δυνατόν! Γιά νά δεῖτε τήν τρομακτική τους πλάνη. Ναί! Ἄν εἶχαν οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί μας γνῶσιν, γνῶσιν, ὅλων αὐτῶν πού λέμε, θά ἔφθανε ποτέ νά γίνη κανένας Μασσῶνος, Τέκτων; Ἄν εἶναι δυνατόν! Ἀλλά τί νά πῆ κανείς; Πάντως αὐτός εἶναι ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ τό θεμέλιόν τῆς δημιουργίας, τῆς κτιστῆς δημιουργίας. Καί ἡ ἀνθρωπίνη του φύσις εἶναι ἐκεῖνο πού λέγει μέ «ἔκτισε» ὁ Πατήρ, κλπ. Θά γράψη ἀκόμη ὁ Παροιμιαστής, δηλ. τό βιβλίο τῶν Παροιμιῶν: «πρὸ τοῦ αἰῶνος ἐθεμελίωσέ με ἐν ἀρχῇ, πρό τοῦ αἰῶνος, πρό τοῦ χρόνου, πρὸ τοῦ τὴν γῆν ποιῆσαι καί πρὸ τοῦ τάς ἀβύσσους ποιῆσαι, πρὸ τοῦ προελθεῖν τὰς πηγὰς τῶν ὑδάτων». (Παρ. Σολ. 8, 23) Ἡ Σοφία Σειράχ θά πῆ: «πρὸ τοῦ αἰῶνος ἀπ’ ἀρχῆς ἔκτισέ με, καὶ ἕως αἰῶνος οὐ μὴ ἐκλίπω».
Οἱ Παροιμίες θά ποῦν: «πρὸ τοῦ ὄρη ἑδρασθῆναι, πρὸ δὲ πάντων βουνῶν γεννᾶ με». (Αὐτόθι 8, 25)
Τώρα βάζει τό ρῆμα «γεννῶ». Σχολιάζομε. Ὅταν λέγει: «πρὸ τοῦ αἰῶνος ἐθεμελίωσέ με, πρὸ τοῦ τάς ἀβύσσους ποιῆσαι, πρὸ τοῦ αἰῶνος ἀπ’ ἀρχῆς ἔκτισέ με» δείχνει ὅτι ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία ὑπῆρχε πρό τῆς δημιουργίας τοῦ χρόνου καί συνεπῶς καί πρό τῆς δημιουργίας τοῦ χώρου. Ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης τό γράφει ἔτσι: «Ἐν ἀρχή ἦν ὁ Λόγος…» δηλ. ὅταν ἐθεμελιοῦτο ὁ χρόνος, ὁ Λόγος ὑπῆρχε. Αὐτό τό «ἐθεμελίωσέ με».. ὁ Μέγας Ἀθανάσιος γράφει: «Ἐθεμελίωσέ με, ἴσον τῷ εἰπεῖν, εἶναι τό ἴδιο νά ποῦμε, Λόγον ὄντα με, περιέβαλε γηίνῳ σώματι»
(Μ. Ἀθανασίου κατά Ἀρειανῶν Β΄σελ. 424(Ε.Π.Ε. εκδόσεις Γρηγορίου Παλαμά) ἐνῶ εἶμαι ὁ Λόγος, ἡ Θεότητα, μέ περιέβαλε μέ ἀνθρώπινο σῶμα. Καί ὁ ἀπ. Παῦλος θά γράψη: «καὶ φωτίσαι πάντας τίς ἡ οἰκονομία τοῦ μυστηρίου τοῦ ἀποκεκρυμμένου ἀπό τῶν αἰώνων ἐν τῷ Θεῶ, τῷ τά πάντα κτίσαντι διά Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἵνα γνωρισθῆ νῦν ταῖς ἀρχαῖς καὶ ταῖς ἐξουσίαις ἐν τοῖς ἐπουρανίοις διὰ τῆς ἐκκλησίας ἡ πολυποίκιλος σοφία τοῦ Θεοῦ». ( Ἐφεσ. 3, 9-10)
Θά συνεχίσουμε, ἀγαπητοί μου, πρῶτα ὁ Θεός τήν ἐρχομένη Τρίτη.
Εὐχαριστῶ πού μέ ἀκούσατε.
200η ομιλία στο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης
« Σοφία Σειράχ ».
►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
" Σοφία Σειράχ " εδώ ⬇️
http://arnion.gr/index.php/p-thanasios-mytilina-os/milies-p-thanasiou/palaia-diauhkh/sofia-seirax
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40oRvQcJSffpry9_VIhWtola
🔸Λίστα ομιλιών της σειράς
«Σοφία Σειράχ».🔻
https://drive.google.com/file/d/15yPd5yULQpwqBdVJzrpusJNL6wa2BczM/view?usp=drivesdk
🎥 Βιντεοσκοπημένες ομιλίες της σειράς «Σοφία Σειράχ».🔻
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40o1lCOake2wwX61iRYZNi-M
🔸📜 Απομαγνητοφωνημενες ομιλίες της σειράς «Σοφία Σειράχ».🔻
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/search/label/%F0%9F%94%B9%CE%A3%CE%BF%CF%86%CE%AF%CE%B1%20%CE%A3%CE%B5%CE%B9%CF%81%CE%AC%CF%87.?m=1
🔸Επεξηγηματικό βίντεο Ασπάλαθου.
https://youtu.be/8tNfAHRkTCk
__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0
📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1
📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️
https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0
__⬇️ Facebook ⬇️__
https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share
Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk
†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.