†.Εἴχαμε πεῖ σέ προηγούμενη ὁμιλία μας ὅτι τό περιεχόμενο, ἤ μᾶλλον ἡ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο ἔχει ἕνα προορισμό. Καί ὁ προορισμός τοῦ
ἀνθρώπου εἶναι ἡ θέωση. Καί τώρα ἐρχόμεθα νά σημειώσουμε ποιό μπορεῖ νά εἶναι αὐτό τό περιεχόμενο τῆς θεώσεως. Γιατί πολλές φορές λέμε ὅλα αὐτά, ἀλλά δέν ἔχουμε συγκεκριμένη ἀντίληψη τῶν πραγμάτων. Καί ἀντιλαμβάνεσθε ὅτι πρέπει νά ἔχουμε συγκεκριμένη, σαφῆ ἀντίληψη, ὅταν λέμε κάτι. Τί εἶναι, λοιπόν, ποιό εἶναι τό περιεχόμενο τῆς θεώσεως;
Ἀρχέτυπο τοῦ ἀνθρώπου ὁ Χριστός.
Εἴπαμε ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἕλκεται ἀπό τό ἀρχέτυπό του, πού εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός, καί σ’ αὐτήν τήν ἕλξη πού ἔχει, πραγματώνει, πραγματοποιεῖ, καταξιώνει, -νά πῶ ἔτσι- αὐτό τό «κατ’ εἰκόνα», πού ἔχει, ἀπό πλευρᾶς δομῇς του ἀπό τό Θεό ὁ ἄνθρωπος, ὅπως λέγει ὁ Καβάσιλας, βυζαντινός συγγραφέας πολύ πνευματικῶν βιβλίων. Γράφει: «Καί γάρ διά τόν καινόν ἄνθρωπον ἀνθρώπου φύσις συνέστη τό ἐξ ἀρχῆς (δηλαδή ὁ Χριστός). Καί νοῦς καί ἐπιθυμία πρός Ἐκεῖνον κατεσκευάσθη (Γιατί ὁ
ἄνθρωπος ἔχει νοῦ; Γιά νά κατανοήσει τόν Χριστό!). Καί λογισμόν ἐλάβομεν, ἵνα τόν Χριστόν γινώσκωμεν. (Γιατί ἔχουμε λογισμό; Γιά νά γνωρίσουμε τό Χριστό). Ἐπιθυμίαν, ἵνα πρός Ἐκεῖνον τρέχωμεν. (Γιατί μᾶς ἔβαλε τήν ἐπιθυμία μέσα μας ὁ Χριστός; Γιά νά τρέχουμε πρός τό Χριστό).
Μνήμην ἔσχομεν, ἵνα Ἐκεῖνον φέρωμεν. (Ἔχουμε τήν μνήμη γιά νά μποροῦμε νά τόν θυμόμαστε). Ἐπεί τοῖς δεδημιουργημένοις αὐτός ἀρχέτυπος ἦν» (Ἐπειδή αὐτός ὁ Χριστός εἶναι τό ἀρχέτυπο σέ ὅλα τά δημιουργήματά του, ἰδίως στούς ἀνθρώπους).
Ἐγώ θά ἔλεγα ἀκόμη κάτι ἄλλο νά προσθέσω. Γιατί ὁ Χριστός ἄνοιγε τά μάτια τῶν τυφλῶν; Ἔτσι ἁπλῶς ὅπως θά τ΄ ἄνοιγε ἡ Ἰατρική ἐπιστήμη; Ὅσα θά μποροῦσε νά ἀνοίξει, φυσικά. Γιά ποιό λόγο λέτε; Ἔτσι ἁπλῶς γιά νά δοῦν τό φῶς τῆς ἡμέρας; Ὄχι! Διά νά δοῦν τόν Λόγο, τόν σαρκωθέντα. Γιατί ἔκανε καλά τούς μογιλάλους καί τούς κωφαλάλους. Δέν μποροῦσαν νά μιλήσουν καί νά ἀκούσουν. Γιά νά ἀκούσουν τόν σαρκωθέντα Λόγον. Καί γενικά, γιατί ἔκανε καλά τούς ἀρρώστους; Γιά νά μποροῦν νά σταθοῦν, ὅπως ἀρχικά τούς εἶχε κάνει ὁ Θεός Λόγος, πρίν σαρκωθεῖ καί πού τώρα ἀπό τήν ἁμαρτία κατήντησαν νά ἔχουν αὐτό πού λέμε ἀρρώστια.
Ὥστε πράγματι ὁ ἄνθρωπος ἔγινε γιά νά ἔχει τήν ἔφεσή του, τήν ἕλξη του πρός τό ἀρχέτυπό του, τόν Ἰησοῦν Χριστόν. Γι’ αὐτό, συνεχίζει ὁ Καβάσιλας καί λέγει· «οὐ γάρ ὁ παλαιός τοῦ καινοῦ, ἀλλ’ ὁ νέος Ἀδάμ τοῦ παλαιοῦ παράδειγμα». Ὄχι ὅτι ὁ παλιός Ἀδάμ στέκεται παράδειγμα τοῦ νέου Ἀδάμ, τοῦ Χριστοῦ. Ἔτσι λέγεται ὁ Χριστός, νέος Ἀδάμ. Ἀλλά ὁ παλιός Ἀδάμ παραδειγματίζεται ἀπό τόν νέο Ἀδάμ, τόν Χριστό, ἔστω κι ἄν ἱστορικά προηγεῖται βεβαίως ὁ Ἀδάμ ὁ παλαιός ἔναντι τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Δηλαδή μέ βάση τόν Ἰησοῦν Χριστόν ἔγινε καί ὁ παλιός Ἀδάμ.
Προορισμός μας ἡ μακαριότητα τοῦ Θεανθρώπου.
Ἔτσι βλέπουμε τό «κατ’ εἰκόνα» πού ὑπάρχει μέσα στόν ἄνθρωπο, τό περιλάλητον αὐτό θέμα, αὐτό πού κάνει τόν ἄνθρωπο ἄνθρωπο, ἀποτελεῖ στόν ἄνθρωπο μία περιουσία καί ἕναν προορισμό. Μία περιουσία. Εἶναι ἡ
περιουσία μας. Ἀλλά καί ταυτόχρονα ἕναν προορισμό. Διότι δείχνει τό «κατ’ εἰκόνα» πού προοριζόμαστε. Ποῦ προοριζόμαστε; Ἑλκόμενοι ἀπό τό πρωτότυπό μας, τό ἀρχέτυπό μας, τόν Ἰησοῦ Χριστόν, νά φθάσουμε ἐκεῖ. Ποῦ; Στήν δική του μακαριότητα. Αὐτό εἶναι ὁ προορισμός τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτό ἀποτελεῖ τήν θέωση. Αὐτό θά πεῖ θέωση. Μπαίνω μέσα στή ζωή τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Τό «κατ’ εἰκόνα» θαυμαστή περιουσία.
Ἀλλά θά ἤθελα νά μείνω σ’ αὐτό τό «περιουσία». Πολλές φορές, γιατί μου δίδεται ἡ εὐκαιρία, παρατηρῶ τά ζῷα, τά ὁποῖα ἔχουν στοιχεῖα, τά ὁποῖα εἶναι ἀνώτερα ἀπό τόν ἄνθρωπο. Συγκεκριμένα παρατηροῦσα τό μεσημέρι, ὄχι φυσικά γιά πρώτη φορά, κάτι πάπιες πού ἔχουμε, οἱ ὁποῖες ἔχουν τρεῖς δυνατότητες κινήσεως. Μποροῦν νά περπατήσουν, μποροῦν νά πετάξουν, μποροῦν καί νά κολυμπήσουν. Κολυμποῦν μάλιστα θαυμάσια οἱ πάπιες. Κάνουν κάτι νούμερα μέσα στό νερό καταπληκτικά. Ὁ
ἄνθρωπος οὔτε πετάει, οὔτε κολυμπάει, ὅπως ἡ πάπια, ἀπό φυσικοῦ του. Πρέπει νά μάθει νά κολυμπᾷ. Κυρίως περπατᾷ. εἰδικά, οἱ ἴδιες οἱ πάπιες, γιά νά μήν πάρω ὅλα τά ζῷα, ἔχουν ἕνα θαυμάσιο ἔνδυμα. Μάλιστα, ὅπως ἔχουν αὐτό τό πτέρωμα τά πουλιά, δέν κρυώνουν. Οὔτε ἔχουν ἀνάγκη νά πηγαίνουν σέ ράφτες καί δέν χρειάζονται καί ραφτικά. Τίποτα ἀπ’ ὅλα αὐτά. Ὁ ἄνθρωπος γεννιέται γυμνός. Βλέπετε τά πουλιά, παίρνω πάλι τίς πάπιες, τό ἴδιο καί τά πουλιά, ἔχουν τά μάτια τους, τό ἕνα ἀπό δῶ, ἀριστερά, καί τό ἄλλο δεξιά. Ἐνῷ ὁ ἄνθρωπος τό πολύ-πολύ μπορεῖ νά δεῖ σ’ ἕνα ὀπτικό ὁρίζοντα 180°, τά πουλιά βλέπουν περίπου σ’ ἕνα ὀπτικό ὁρίζοντα 360°. Διότι αὐτό τό μάτι βλέπει ἤδη 180° καί τό ἄλλο μάτι ἄλλες 180° καί ἔχουμε ὀπτικό ὁρίζοντα περίπου 360°. Βλέπει, λοιπόν, σέ διπλάσιο ὁρίζοντα τό πτηνό ἀπ’ ὅ,τι βλέπει ὁ ἄνθρωπος κ.ο.κ.. Βλέπετε ἄλλα ζῷα νά ἔχουν μεγάλη ταχύτητα κ.ο.κ.. Ἔχουν δηλαδή πάρα πολλά ἰδιαίτερα προσόντα πολλά ζῷα. Ὁ ἄνθρωπος φέρεται σάν γυμνός μέσα στή δημιουργία. Καί ὅμως ἔχει περιουσία, τήν ὁποία δέν φθάνει κανένα ζῷο. Εἶναι τό «κατ’ εἰκόνα». Αὐτή εἶναι ἡ μεγάλη του περιουσία. Εἶναι ἡ θαυμαστή περιουσία.
Τό «κατ’ εἰκόνα» ἀπό προορισμός μή προορισμός.
Θέλετε νά δεῖτε, πῶς ἀποτελεῖ, πῶς εἶναι αὐτή ἡ περιουσία; Ὅταν ὁ Κύριός μας στήν παραβολή τοῦ ἀσώτου υἱοῦ, εἶπε ὅτι ἐζήτησε ὁ νεώτερος τήν περιουσία πού τοῦ ἀνῆκε, αὐτή ἦταν ἡ περιουσία του, τό «κατ’ εἰκόνα». Αὐτή τήν περιουσία δυστυχῶς ὁ ἄσωτος υἱός, γι’ αὐτό καί ἄσωτος λέγεται, ἀφοῦ τήν πῆρε, (εἴδατε, ὁ Θεός δέν εἶπε δέν σοῦ τήν δίνω, διότι ἀπό πλευρᾶς δομῆς ὁ ἄνθρωπος φέρει αὐτήν τήν περιουσία,) τοῦ τήν ἔδωσε καί τήν κατασπατάλησε. Τί σημαίνει «κατασπατάλησε» αὐτή τήν περιουσία; Αὐτή τήν περιουσία τήν ξόδευσε ἐκεῖ πού ὁ Θεός δέν θά ἤθελε. Εἰς τόν μή προορισμόν. Ἐνῷ δηλαδή αὐτή ἡ περιουσία, τό «κατ’ εἰκόνα», δείχνει τόν προορισμό τοῦ ἀνθρώπου, πού εἶναι νά φθάσει τόν Χριστό, ὁ ἄνθρωπος αὐτή τήν περιουσία τήν παίρνει καί τήν κάνει μή προορισμό. Ὄχι προορισμό. Ἀλλά τί; Ὁ ἴδιος ξοδεύει αὐτή τήν περιουσία γιά λογαριασμό του, μακράν του Θεοῦ. Μακράν του ἀρχετύπου του. Τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Καί ἀρχίζει νά ροκανίζει αὐτή τήν πατρική περιουσία. Πῶς τήν ροκανίζει; Ἔχει τή διάνοια, τό νοῦ, τό λόγο, πού, ὅπως λέγει ἐδῶ ὁ Καβάσιλας, μᾶς ἔδωσε τό λόγον γιά νά γνωρίσουμε τό Λόγο. Τό Θεό Λόγο. Καί τώρα ὁ ἄνθρωπος ἀπορρίπτει τόν ἑαυτό του, ζεῖ σ΄ἕναν ναρκισσισμό, σ’ ἕναν αὐτερωτισμό. Ἀρχίζει νά καθρεπτίζεται στόν ἴδιο τό λόγο του (λόγος - λογική), νά ἐρωτεύεται τόν λόγο του. Ἀρχίζει ν’ ἀξιοποιεῖ τό δικό του τό λόγο, τήν λογική του πάντα - αὐτό θά πεῖ λόγος- γιά δικό του λογαριασμό. Καί βλέπετε τώρα χρησιμοποιεῖ τό λογικό του σέ πράγματα πού εἶναι μόνο ἐκεῖνο πού λέγει ὁ Ἀπ. Παῦλος «ἐφευρέται κακῶν»
(Ρωμ. 1, 30)
Δηλαδή ἐφευρίσκω μέ τό μυαλό μου τό κακό γιά νά κάνω στόν ἄλλο τό κακό. Πάρτε τούς κακοποιούς. Βλέπετε, ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο λῃστεύουν, κλέπτουν, διαρρηγνύουν, εἶναι θαυμαστός. Λέει κανείς· πώ πώ, κοιτάξτε τί σκέφθηκαν! Τί σκέφθηκαν νά κάνουν! Ποῦ χρησιμοποιοῦν τώρα τό λογικό τους; Στό ἔγκλημα. Φοβερό! Αὐτοί λέγονται «οἱ ἐφευρέται κακῶν». Ἀλλά τό χειρότερο, τονίζω, εἶναι ἡ χρήση τοῦ λογικοῦ στόν ὀρθολογισμό.
Ἀρρώστια τοῦ λογικοῦ ὁ ὀρθολογισμός.
Τί εἶναι αὐτός ὁ ὀρθολογισμός; Στό νά πῶ μέ τόν ἴδιο μου τό λογικό, πού κλήθηκα νά ἀναγνωρίσω τόν Θεόν Λόγον, τό ἀρχέτυπό μου, νά πῶ, δέν τό ἀναγνωρίζω καί τό ἀπορρίπτω. Αὐτό λέγεται ὀρθολογισμός. Αὐτό εἶναι μία μεγάλη ἀρρώστια τοῦ ἴδιου μου τοῦ λογικοῦ. Ὄχι ἁπλῶς μία ἀρρώστια. Εἶναι μία τρομακτική διαστροφή! Γι’ αὐτό τό λόγο, ὅπου δεῖτε αὐτό πού λέμε «ὀρθολογισμός», νά τό προσέχετε πολύ. Εἶναι ἀπιστία δηλαδή στό τέλος. Εἶναι διαστροφή. Καί ὅλα τ’ ἄλλα τή μνήμη, τήν κρίση, τή θέλησή μου, τό δημιουργικό, τό κυριαρχικό, ὅλα αὐτά τά χρησιμοποιεῖ ὁ ἄνθρωπος γιά νά στραφεῖ ἐναντίον τοῦ ἑαυτοῦ του καί ἐναντίον τοῦ Θεοῦ Λόγου τοῦ ἐνανθρωπήσαντος. Γι’ αὐτό ὅλα αὐτά, μέ μία λέξη, ὅπως σᾶς ἐξήγησα, λέγονται κατασπατάληση τῆς περιουσίας, δηλαδή τοῦ κατ’ εἰκόνα, πού μᾶς ἔδωκε ὁ Θεός.
Τό θέμα τῆς μετανοίας μεγάλο κεφάλαιο.
Ἡ παραβολή τοῦ ἀσώτου βέβαια δείχνει ὅτι ὁ ἄσωτος μετανοεῖ. Αὐτό εἶναι τό μεγάλο πρᾶγμα, ἀλήθεια. Βέβαια, θά λέγαμε, στήν πλειονότητα, ἔ, ἄς τό ποῦμε στήν πλειονότητα, ἄς τό ποῦμε, ὁ ἄνθρωπος δείχνει μία μετάνοια. Ἤ τουλάχιστον μπορεῖ νά μετανοήσει. Ὁ διάβολος δέν μπορεῖ νά μετανοήσει. Ἔχει παγιωθεῖ τό κακό σ’ αὐτόν. Δέν εἶναι τῆς ὥρας νά σᾶς πῶ, γιατί τό κακό παγιώθηκε στόν διάβολο. Ὁ ἄνθρωπος ἔχει τήν δυνατότητα νά μετανοήσει. Γι’ αὐτό καί προσεφέρθη ἡ σωτηρία. Ἀλήθεια, ρωτήσατε ποτέ σάν ἀπορία, γιατί δέν ἦλθε νά σώσει καί τούς δαίμονες ὁ Ἰησοῦς Χριστός; Μάλιστα ἡ ἐνανθρώπησή του ἀποβλέπει σ’ ὁλόκληρή τη δημιουργία. Καί μάλιστα ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ παγιώνει τήν ἁγιότητα τῶν ἀγγέλων. Τήν παγιώνει. Δηλαδή τήν σταθεροποιεῖ. Μεγάλο πρᾶγμα! Γιατί, λοιπόν, ἀφοῦ παγιώνει τήν ἁγιότητα τῶν ἀγγέλων, νά μήν δημιουργοῦσε καί μία μετάνοια στούς δαίμονες; Γιατί ἁπλούστατα οἱ δαίμονες δέν μποροῦν νά μετανοήσουν. Εἶναι τό μαρτύριό τους αὐτό. Δέν μποροῦν. Γι’ αὐτό ἡ σωτηρία στρέφεται πρός τόν ἄνθρωπο. Βέβαια εἶναι βαθύτερο τό θέμα, ἀλλά εἶναι καί αὐτό. Ὅτι στρέφεται πρός τόν ἄνθρωπο, γιατί μπορεῖ νά μετανοήσει. Καί ὁ ἄσωτος τῆς παραβολῆς μετανοεῖ. Γι’ αὐτό ἀνά πᾶσα στιγμή τίθεται τό θέμα τῆς μετάνοιας. Τό θέμα τῆς μετάνοιας μεγάλο κεφάλαιο γιά τόν ἄνθρωπο. Σημαίνει ἀποκατάσταση τῆς περιουσίας. Κοιτάξτε τί λέγει ἐκεῖ στήν παραβολή. «Ἐξανέγκατε τήν στολήν τήν πρώτην». Ποιά εἶναι αὐτή ἡ πρώτη στολή; Ἐπειδή ἡ στολή κατερρακώθη πρέπει νά ξαναβάλει ὅ,τι φοροῦσε καί πρῶτα.
Τό ἄκτιστο φῶς εἶχε ὁ Ἀδάμ.
Ἡ στολή ἡ πρώτη μάλιστα - τώρα λιγάκι τό μακραίνω τό θέμα - εἶναι ἡ δόξα, ἡ θεία δόξα πού εἶχε ὁ Ἀδάμ στόν παράδεισο. Ξέρετε τί θεία δόξα εἶχε; Ὅπως ὁ Ἰησοῦς Χριστός - ἀκούσατέ το - στό ὄρος Θαβώρ! Πῶς τόν εἶδαν οἱ μαθητές τό Χριστό ἐπάνω στό ὄρος Θαβώρ; Τόν εἶδαν μέσα σέ μία λάμψη. Αὐτή τή λάμψη, τή θεία δόξα, τό ἄκτιστο φῶς, τό εἶχε ὁ Ἀδάμ. Αὐτό τό ἄκτιστο φῶς ἔβλεπαν τά θηρία καί τόν εὐλαβοῦντο τόν Ἀδάμ. Καί καί ἦσαν φίλοι μέ τόν Ἀδάμ. Καί ἦταν ὁλόκληρη ἡ κτίση ὑποτεταγμένη εἰς τόν Ἀδάμ. Ὅταν ὅμως ἁμάρτησε ὁ Ἀδάμ ἔνιωσε τόν ἑαυτό το γυμνό. Ὅποτε ὁ Θεός ἔκανε τούς δερμάτινους χιτῶνες. Θά δοῦμε τί εἶναι αὐτοί οἱ δερμάτινοι χιτῶνες! Πού ὁ Ἀδάμ εἶπε «εἶμαι γυμνός». «Μπά», λέγει ὁ Θεός. «Καί ποιός σοῦ εἶπε ὅτι εἶσαι γυμνός; Μήπως ἔφαγες ἀπό τόν καρπόν πού σοῦ εἶπα τό ὄχι;». Δηλαδή μέ τήν παράβαση ταυτοχρόνως ἐχάθηκε ἡ θέωση. Τί ἦταν αὐτή ἡ θέωση; Ἡ ἀνά πᾶσα στιγμή ἕνωση τοῦ Ἀδάμ μέ τόν Θεόν Λόγον. Τόν Ἀδάμ ἐπεσκέπτετο ὁ Θεός Λόγος. Ἦρθε, λέει, τό δειλινό. Εἶχε ἐπισκέψεις ὁ Ἀδάμ. Εἶχε θεοφανίες ὁ Ἀδάμ. Αὐτή εἶναι ἡ στολή ἡ πρώτη! Καί τώρα τί λέγει ὁ πατέρας τῆς παραβολῆς τοῦ ἀσώτου υἱοῦ; «Φέρτε τή στολή τήν πρώτη». Μέ τήν μετάνοια καί μέ τό βάπτισμα ξαναγυρίζουμε στόν ἀρχικό μας προορισμό, πού εἶναι νά ἀξιοποιήσουμε τό «κατ’ εἰκόνα» μας, νά ξαναποκτήσουμε τήν περιουσία μας νά τή βάλουμε σωστά, στό σωστό δρόμο, καί νά φθάσουμε στή θέωση. Αὐτό εἶναι. Δέστε τί πλοῦτος ὑπάρχει! Βλέπετε ἐδῶ κάνω καί μερικές παρεκβάσεις γιά νά σᾶς βοηθήσω. Βλέπετε ὅτι πολύ φτωχό εἶναι νά λέμε ὅτι ὁ προορισμός τοῦ ἀνθρώπου εἶναι νά παντρευτεῖ, νά κάνει οἰκογένεια, νά κάνει ἐπάγγελμα καί νά σπουδάσει; Πολύ φτωχά πράγματα, ἔ; Τώρα πιστεύω τό καταλαβαίνετε. Πολύ φτωχά πράγματα.
Ἡ πραγμάτωση τῆς θεώσεως.
Ἀλλά ἄς προχωρήσουμε. Πῶς θά πραγματοποιηθεῖ τώρα αὐτή ἡ θέωση; Πῶς δηλαδή θά μπορέσουμε νά κάνουμε πραγματικότητα αὐτή τή θέωση. Γιατί τό νά μιλᾶμε ἔτσι θεωρητικά εἶναι ἕνας λόγος. Πῶς θά φθάσουμε ὅμως νά τά κάνουμε ὅλα αὐτά πραγματικότητα.
Κατ’ ἀρχάς πρέπει νά ποῦμε ὅτι ὁ σκοπός τοῦ πρώτου ἀνθρώπου, παρά τήν πτώση πού εἶχε, τήν πτώση δηλαδή τοῦ Ἀδάμ, παραμένει πάντοτε ὁ ἴδιος. Πάντα ὁ ἴδιος. Ὁ ἴδιος σκοπός. Ὁ ἴδιος προορισμός. Λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος· «ἀποδῶμεν τῇ εἰκόνι εἰκόνι τό κατ’ εἰκόνα». Νά ἀποδώσουμε εἰς τήν εἰκόνα τό «κατ’ εἰκόνα». Ποιά εἶναι αὐτή ἡ εἰκόνα; Εἶναι ὁ Χριστός! Εἶναι ἡ εἰκόνα τοῦ ἀόρατου Πατρός, γιατί ἔγινε ἄνθρωπος. Ὡς Θεός δέν εἶναι εἰκόνα τοῦ ἀοράτου Πατρός. Ὡς ἄνθρωπος εἶναι εἰκόνα τοῦ ἀοράτου Πατρός. Συνεπῶς, ἀφοῦ εἶναι εἰκόνα τοῦ ἀοράτου Πατρός, ἐμεῖς εἴμεθα εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ. Πρέπει νά ἀποδώσουμε, τήν δική μας εἰκόνα στήν εἰκόνα ἐκείνη μέ τήν ὁποία ἔχουμε γίνει. Δηλαδή στόν Χριστό. Τί θά πεῖ νά ἀποδώσω τήν εἰκόνα μου στήν εἰκόνα, τό ἀρχέτυπό μου; Θά πεῖ· νά πραγματώσω αὐτό πού λέμε τόση ὥρα, τήν θέωση.
Ἡ ἐπέκταση τῆς θεώσεως στήν καινή κτίση τοῦ ἀνθρώπου.
Ἐδῶ τώρα θά ἤθελα νά προσέξετε κάτι, γιατί εἶναι κάτι πολύ σπουδαῖο, καί πού συνήθως τό ἀγνοοῦμε. Ἴσως καί στό σχολεῖο σας ἀκόμη δέν θά μπορούσατε νά τό κάνετε αὐτό ἤ ἀκόμα καί στά κηρύγματα δέν θά τό ἀκοῦτε εὔκολα. Ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ Λόγου ὁπωσδήποτε δέν ἐξαντλεῖται στή λύτρωση τοῦ ἀνθρώπου, πού ἔχει μόνο ἕναν ἀρνητικό χαρακτῆρα. Ὅπως εἶναι ἡ νίκη κατά τοῦ θανάτου, ἡ νίκη κατά τοῦ διαβόλου καί ἡ νίκη κατά τῆς ἁμαρτίας. Ἀλλά ἐπεκτείνεται καί σέ μία θετική πλευρά, δηλαδή στή θέωση, πού εἶναι ἡ καινή κτίση τοῦ ἀνθρώπου.
Νά σᾶς τό ἐξηγήσω.
Γιατί ὁ Θεός Λόγος ἐνηνθρώπησε; Θά ἀπαντήσετε: γιά νά νικήσει τό διάβολο, τήν ἁμαρτία, τόν θάνατο. Αὐτό δέν εἶναι ἐπαρκές. Εἶναι σωστό, ἀλλά εἶναι μόνο μία πλευρά. Καί μάλιστα ἄν τό θέλετε εἶναι ἀρνητική πλευρά. Διότι, ὅταν θά ἐρχόταν ὁ ἐνανθρωπήσας Λόγος γιά νά νικήσει αὐτά τά τρία, τότε σέ μένα, ἐπειδή καί στά τρία εἶχα προσβληθεῖ, θά μοῦ δημιουργοῦσε τήν ἴαση, τήν θεραπεία. Τότε, λοιπόν, ἡ λύτρωση θά εἶχε παρά μόνο ἰαματικό χαρακτῆρα. Ἀλλά ἐκεῖ δέν ἐξαντλεῖται ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. Διότι εἶναι μόνο ἡ ἀρνητική ὄψη. Τό νά μέ κάνει καλά, αὐτό εἶναι ἡ μία πλευρά καί, ὅπως σᾶς εἶπα, ἀρνητική! Πρέπει νά γίνει κάτι περισσότερο.
Καί ποιά εἶναι αὐτή ἡ ἄλλη πλευρά, ἡ θετική; Πρέπει νά φθάσω εἰς αὐτή τή θέωση. Δηλαδή τό πρόγραμμα τοῦ Θεοῦ Λόγου δέν ἦταν νά ἐνανθρωπήσει γιά νά νικηθεῖ ὁ διάβολος, ἡ ἁμαρτία καί ὁ θάνατος. Ἀλλά ἦταν ἡ ἀρχική βουλή τοῦ Θεοῦ. Σᾶς τό ἔχω ξαναπεῖ. Εἴτε ἁμάρτανε ὁ ἄνθρωπος, εἴτε δέν ἁμάρτανε ὁ ἄνθρωπος.
Ὁ Θεός Λόγος χαιρόταν, ὅταν δημιουργούσε.
Ξέρετε, πολλές φορές κοιτάζοντας μέσα στή φύση, ἄν κανείς μπορεῖνά βλέπει μερικά πράγματα, τά χαίρεται. Σᾶς εἶπα γιά τίς πάπιες προηγουμένως. Ναί, γιατί τώρα τό μεσημέρι μου δόθηκε μία ἀφορμή νά βλέπω τίς πάπιες πώς ἐκινοῦντο μές στό νερό. Ἦταν κάτι πολύ ὡραῖο. Ρίχναμε καλαμπόκι μέσα στό νερό, ἐκεῖ πού ἦταν μία μικρή λίμνη, ἀρκετά βαθιά, μέ πολύ νερό πού ἔτρεχε ἀπό τό βουνό. Ἐκεῖ ρίχναμε καλαμπόκι καί αὐτές ἤθελαν νά πιάσουν τό καλαμπόκι στόν πυθμένα τῆς λίμνης καί ἔκαναν κάτι βουτιές χαριτωμένες. Ἦταν…..ἀληθινή ψυχαγωγία! Ὅπως, λοιπόν, ἐβουτοῦσαν καί γελούσαμε, χαιρόμαστε. Εἶπα κάτι πού πολλές φορές τό ἔχω πεῖ. Ἐγώ γελῶ καί χαίρομαι πού βλέπω τίς πάπιες, ὅπως κινοῦνται. Ὅταν ὁ Θεός Λόγος ἔκανε τίς πάπιες καί τίς ἔβλεπε νά βουτᾶνε ἔτσι στό νερό, τί ἔκανε; Θά λέγαμε ἁπλά· γελοῦσε, χαιρόταν. Λοιπόν, τό λέει ἡ Ἁγία Γραφή! Τό λέγει εἰς τό 8ο κεφάλαιο τῶν «Παροιμιῶν». Λέγει: «Ἐγώ ἡ Σοφία πού ἤμουν μέ τόν Πατέρα καί συνδημιουργοῦσα ἤμουν εὐφραινομένη». Χαιρόμουνα, ὅταν δημιουργοῦσα! Μά εἶναι δυνατόν, ἐκεῖνος πού ἔκανε αὐτά τά χαριτωμένα πράγματα μέσα στήν κτίση, πού ἐμεῖς τά κτίσματα, οἱ ἁμαρτωλοί, οἱ πεσμένοι ἄνθρωποι, χαιρόμαστε νά τά βλέπουμε, εἶναι δυνατόν ποτέ νά μήν ἐχαίρετο ὁ Θεός Λόγος, πού ἐνηνθρώπησε; Τότε πού τά δημιούργησε ὅλα νά μήν χαίρεται; Εἶναι δυνατόν ποτέ;
Ἀρχικό σχέδιο ἡ κοινωνική ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ Λόγου.
Λοιπόν, ἀρχικό σχέδιο ἦταν αὐτό τοῦ Θεοῦ Λόγου. Νά ἐνανθρωπήσει, νά μείνει μές στή δημιουργία του καί ἀφοῦ ἐντύνετο τήν δημιουργία του, νά χρησιμοποιήσω τήν ἔκφραση τοῦ ἁγίου Ἰσαάκ τοῦ Σύρου, νά ἦταν μαζί μέ τά κτίσματα πού ἔκανε, νά ἔχει μίαν - προσέξτε τή λέξη, τήν φράση πού θά πῶ - ἐμπειρική κοινωνία. Νά ἔχει μία ἐμπειρική κοινωνία καί νά χαίρεται. Τί θά πεῖ ἐμπειρική κοινωνία; Ξέρετε πόση εἶναι ἡ ἀπόσταση τοῦ Θεοῦ ἀπό τά κτίσματα; Ὁ Θεός εἶναι ἄκτιστος. Εἶναι τό ἀπόλυτο καί ἄπειρο πνεῦμα. Τά κτίσματα τί εἶναι; Εἶναι τά ἔργα του. Καί ξέρετε πόσο ἀπέχει ἡ οὐσία τῶν κτισμάτων ἀπό τήν οὐσία τοῦ Θεοῦ; Κι ἐγώ δέν ξέρω. Εἶναι ... ἀφάνταστο πόσο ἀπέχει. Συνεπῶς, ναί μέν ὁ Θεός Λόγος χαιρόταν αὐτά ὅλα πού ἔκανε, ἀλλά ἔλειπε ὅμως κάτι, ὑστεροῦσε σέ κάτι, ἄν μποροῦμε νά τό ποῦμε αὐτό στό Θεό. Ὑστεροῦσε. Μποροῦσε νά ὑστερεῖ; Βέβαια. Νά, σέ τί; Σ’ αὐτήν τήν ἐμπειρία! Εἶχε, ὅπως θά λέγαμε μία θεωρητική γνώση. Ὁ Θεός ξέρει τήν ἁμαρτία; Βεβαίως. Ἔχει ἐμπειρία τῆς ἁμαρτίας ὁ Θεός; Ὄχι! Τήν ἐμπειρία τῆς ἁμαρτίας τήν ἔχω ἐγώ ὁ ἄνθρωπος, πού ἔχω ἁμαρτήσει. Ἀλλά ὁ Θεός ἔχει θεωρητική γνώση τῆς ἁμαρτίας. Δέν ἔχει ἐμπειρική γνώση. Γιατί ὁ Θεός εἶναι ἀναμάρτητος. Πῶς, λοιπόν, ὁ Θεός, πού εἶναι ὁ δημιουργός, θά μποροῦσε νά ἔχει ἐμπειρία τῆς δημιουργίας του; Ἐδῶ εἶναι τώρα, τό «σεσιγημένον μυστήριον χρόνοις αἰωνίοις», πού λέγει ὁ Ἀπ. Παῦλος. Τό σεσιγημένο μυστήριο, τό ἀποκεκρυμμένο μυστήριο. (Εφεσ. 3, 2)
Ὅτι ὁ Θεός Λόγος θά γινόταν ἄνθρωπος, θά ἐσαρκοῦτο, γιά ν’ ἀποκτήσει αὐτήν τήν ἐμπειρία τῶν δημιουργημάτων. Καί νά χαίρεται μές στή δημιουργία του. Καταπληκτικό! Αὐτή εἶναι ἡ θετική ὄψη. Ποῦ σημαίνει ὁ Θεός, πού θά ἐγίνετο ἄνθρωπος, μένοντας μές στή δημιουργία του, θά χαιρόταν ἐμᾶς κι ἐμεῖς Ἐκεῖνον. Αὐτό λέγεται θέωση. Αὐτή εἶναι ἡ θετική πλευρά.
Μέ τό σταυρό τοῦ Χριστοῦ ἡ θεραπεία καί ἡ θέωση.
Ἐπειδή ὅμως ὁ ἄνθρωπος ἁμάρτησε, ἔπεσε, τροποποιήθηκε ὁ τρόπος τῆς σωτηρίας μας καί δημιουργήθηκε τό ἐπεισόδιο τοῦ Σταυροῦ. Ὥστε μέ τόν Σταυρό ὁ Θεός Λόγος, πού ἐνηνθρώπησε, νά μᾶς θεραπεύσει. Καί ἀφοῦ θά μᾶς θεράπευε, θά προχωροῦσε στό παρακάτω στή θετική ὄψη, νά μᾶς θεώσει. Τό καταλάβατε; Σπουδαῖο αὐτό! Εἶναι πάρα πολύ σπουδαῖο!
Περιεχόμενο τῆς θεώσεως ἡ χριστοποίηση τοῦ ἀνθρώπου.
Συνεπῶς ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ δέν περιορίζεται μόνο στήν ἀρνητική ὄψη, στήν ἴαση, στήν θεραπεία, ἀλλά ἐπεκτείνεται καί στήν θετική ὄψη, πού εἶναι ἡ θέωση. Γι’ αὐτό τό περιεχόμενο τῆς θεώσεως δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά ἡ χριστοποίηση. Ὅπως θά λέγαμε, ἔχουμε τήν σαρκοποίηση τοῦ Λόγου, ἔχουμε τήν χριστοποίηση τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Θεός Λόγος συγκαταβαίνει, ὁ δέ ἄνθρωπος ἀνέρχεται. Καί συναντᾶται ἐκεῖ. Ὁ Θεός Λόγος σαρκοῦται, ὁ ἄνθρωπος χριστοποιεῖται. Αὐτή ἡ χριστοποίηση, τό νά γίνω Χριστός, alter Christus, ἄλλος Χριστός, αὐτή ἡ χριστοποίηση εἶναι ἡ θέωση.
Τί λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γιά τή χριστοποίηση τοῦ ἀνθρώπου.
Γι’ αὐτό καί ὁ Ἀπ. Παῦλος χρησιμοποιεῖ τίς ἑξῆς εἰκόνες, τίς ἑξῆς φράσεις, γιά νά δείξει ὅτι αὐτή ἡ θέωση δέν εἶναι φιλολογία, ἀλλά εἶναι μία πραγματικότητα. Ἀκοῦστε τί λέγει γιά τό πῶς μπορεῖ νά φθάσει ὁ ἄνθρωπος στή χριστοποίηση. Εἶναι κυρίως ἀπό τήν πρός Ἐφεσίους Ἐπιστολή πού τά παίρνω αὐτά. Λέγει ὅτι ὁ Χριστός εἶναι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀοράτου, ὅτι εἶναι πρωτότοκος πάσης κτίσεως. Καί συνεπῶς καλεῖ κάθε ἄνθρωπο νά πιστέψει στό Χριστό καί νά γίνει τέλειος ἐν Χριστῷ.
Δεύτερον. Πεπληρωμένος ἐν αὐτῷ. Ἐν αὐτῷ, δηλαδή στόν Ἰησοῦ Χριστό. Πεπληρωμένος, γεμισμένος, γεμᾶτος.
Νά γίνει εἰς ἄνδρα τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ. Νά γίνει δηλαδή τέλειος ἄνθρωπος, κατά τό μέτρο τοῦ ἠθικοῦ, πνευματικοῦ ἀναστήματος - αὐτό θά πεῖ ἡλικία, ἀνάστημα - τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ. (Εφεσ. 4, 13)
Ἀκόμα καλεῖται ὁ ἄνθρωπος νά ἀποκτήσει νοῦν Χριστοῦ. Πώ πώ! Νοῦν Χριστοῦ! Καί ἀκόμα, καρδίαν Χριστοῦ! Προσέξτε! Ὄχι χριστιανικό νοῦ. Ὄχι χριστιανική καρδιά. Ἀλλά νοῦν Χριστοῦ καί καρδίαν Χριστοῦ. Μέ ἄλλα λόγια, νά γίνει τρόπον τινά μιά ταύτιση τοῦ νοῦ μου μέ τόν νοῦ τοῦ Χριστοῦ. Τῆς καρδιᾶς μου μέ τήν καρδιά τοῦ Χριστοῦ. Νά ἔχω ὅ,τι ἔχει ὁ Χριστός. Δηλαδή τί; Νά χριστοποιηθῶ! Μεγάλο πρᾶγμα, ἔ; Τεράστιο πρᾶγμα αὐτό. Ἔτσι αὐτό τό «ἐν Χριστῷ ζῆν», τό νά ζῶ ἐν Χριστῷ, οἱ Πατέρες τό ὀνομάζουν θέωση. Αὐτή εἶναι ἡ θέωση. Δέν ξέρω, ἄν μπόρεσα μέ αὐτή τήν ἀνάλυση νά γίνω κατανοητός.
Οἱ παράγοντες ἀποπροσανατολισμοῦ τοῦ ἀνθρώπου.
Ἀλλά γιά νά μπορέσουμε νά κατανοήσουμε αὐτό τό στοιχεῖο τῆς θεώσεως, θά πρέπει νά ἔχουμε ὑπερνικήσει μερικά πράγματα. Κάποιους παράγοντες. Πού αὐτοί οἱ παράγοντες ἀποπροσανατολίζουν τόν ἄνθρωπο καί δέν μπορεῖ νά κατανοήσει τό «κατ’ εἰκόνα». Τόσο πολύ, ὥστε νά φθάνει ὁ ἄνθρωπος καί νά λέγει· τί θά πεῖ εἶμαι τό κατ’ εἰκόνα, τό ἀπορρίπτω πρίν τό συζητήσω. Ἄν πεῖτε σέ ἀνθρώπους ἔξω ὅτι εἶναι πλασμένοι κατ’ εἰκόνα Θεοῦ, θά σᾶς ποῦν ἁπλά· «ἄ, αὐτά πού γράφουν τά Θρησκευτικά;». Δηλαδή ἐσύ δέν τό ἀντιλαμβάνεσαι ὅτι εἶσαι εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ; Εἶναι θέμα ὅτι τό μαθαίνεις ὅπως μαθαίνουμε ὅτι στόν Β. Πόλο ὑπάρχουν πάγοι; Ἕνα θέμα δηλαδή τό ὁποῖον ἀποτελεῖ μόνο μία ψιλή, γυμνή γνώση καί δέν εἶναι κάτι τό ὁποῖον θά μπεῖ μέσα σ’ αὐτή τή ζωή μου. Καί ὅμως πρέπει νά τό ἀνακαλύψω, διότι τό ἔχω. Δέν τό ξέρουν οἱ ἄνθρωποι. Δυστύχημα μέγα. Μέγα δυστύχημα! Πού σημαίνει ὅτι οἱ παράγοντες πού θά ποῦμε λίγο πιό κάτω ἀποπροσανατολίζουν τόν ἄνθρωπο, πού τελικά δέν μπορεῖ νά βρεῖ τόν πραγματικό του ἑαυτό, νά βρεῖ τό κατ’ εἰκόνα. Καί βρίσκοντας τό κατ’ εἰκόνα, νά τό ἀξιοποιήσει, ν’ ἀντιληφθεῖ τόν προορισμό του καί νά φθάσει στή θέωση.
Ποιοί εἶναι, λοιπόν, αὐτοί οἱ παράγοντες; Εἶναι τρεῖς. Θά σᾶς τούς πῶ σάν τίτλους καί θά προχωρήσω νά ἀναλύσω μόνον τόν ἕνα, γιατί ἡ ὥρα ἔχει περάσει. Πρέπει κατ’ ἀρχάς νά ἐλευθερωθοῦμε ἀπό τό κακό καί τήν ἁμαρτία. Αὐτό εἶναι τό πρῶτο. Τό δεύτερο εἶναι ὅτι πρέπει νά ἐλευθερωθοῦμε ἀπό τήν κυκλική ἀντίληψη τῆς Ἱστορίας. Τί εἶναι αὐτό; Θά τό ποῦμε. Πρῶτα ὁ Θεός, προσεχῶς. Καί τό τρίτον εἶναι ὅτι πρέπει νά ἐλευθερωθοῦμε ἀπό ἕναν αὐτονομισμό πού ὑπάρχει μέσα στόν ἄνθρωπο, σάν κακή κληρονομιά. Καί πού δέν εἶναι παρά αὐτός ὁ πυρήνας τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος, πού μπῆκε στόν πυρῆνα τῆς ὑπάρξεώς μας. Αὐτός ὁ αὐτονομισμός!
Ἡ ἀνάγκη ἀπελευθέρωσης ἀπό τό κακό καί τήν ἁμαρτία.
Καί μένω στό πρῶτο. Ὅτι πρέπει νά ἀπελευθερωθοῦμε ἀπό τό κακό καί τήν ἁμαρτία. Κατ’ ἀρχάς πρέπει νά ποῦμε ὅτι ὅσο μεγάλη κι ἄν εἶναι ἡ ἁμαρτία δέν παύει νά εἶναι ἕνα περιστατικό. Ἕνα συμβάν. Ἐνῷ ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ, ὅπως σᾶς εἶπα προηγουμένως, εἶναι ἡ προαιώνια βουλή τοῦ Θεοῦ καί συνεπῶς ἡ ἁμαρτία ἔχει πρό πολλοῦ ὑπερνικηθεῖ. Εἶναι ἕνα περιστατικό ἡ ἁμαρτία. Ἕνα περιστατικό. Ὅπως εἶναι μία πιστολιά μέσα σέ μία αἴθουσα συναυλίας. Πού εἶναι μία παραφωνία. Ἔτσι ἀκριβῶς καί ἡ ἁμαρτία καί τό κακό ἀπετέλεσαν μία παραφωνία μέσα στή δημιουργία, μέ τά γνωστά ἀποτελέσματα, τόν θάνατο κτλ..
Τί εἶναι ὁ θάνατος.
Τί εἶναι ὁ θάνατος; Εἶναι αὐτό τό ἀκατανόητο πρᾶγμα, τό ὁποῖο δέν ἔκανε ὁ Θεός. Ἀκατανόητο πρᾶγμα! Ἦρθε ὁ Θεός ὁ σαρκωμένος γιά νά νικήσει τό θάνατο. Ὁ θάνατος εἶναι παρείσακτος. Μπῆκε καί κατέστρεψε τόν ἄνθρωπο καί τήν δημιουργία. Εἶναι παρείσακτος ἐχθρός. Ἔσχατος ἐχθρός, λέει ὁ Ἀπ. Παῦλος, ὁ θάνατος. Ποῦ σου θάνατε τό κέντρον; Ποῦ σου Ἅδη τό νίκος; Θάνατε, λέγει, ποῦ εἶναι τό δηλητηριασμένο σου κεντρί; Ἅδη, ποῦ εἶναι ἡ νίκη σου, ποῦ τούς μάζευες ὅλους; Αὐτό ὅμως εἶναι ἕνα περιστατικό. Δέν εἶναι δημιούργημα τοῦ Θεοῦ. Ἐκεῖνο πού ἦταν στή βουλή τοῦ Θεοῦ, ἦταν νά ἔρθει νά μείνει ἀνάμεσά μας. Ἀφοῦ, λοιπόν, αὐτό εἶναι ἕνα περιστατικό, σημαίνει ὅτι μέ τόν ἐρχομό τοῦ Χριστοῦ καί τόν Σταυρό Του, αὐτό ὑπερνικήθηκε. Αὐτό πρέπει νά τό ξέρουμε.
Τό κακό εἶναι μή ὄν.
Τό κακό ἀκόμα, ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Διάδοχος Φωτικής (στήν Ἤπειρο εἶναι ἡ Φωτική, ἀρχαία ἐπαρχία, Διάδοχος εἶναι τό ὄνομα τοῦ ἁγίου), τό κακό εἶναι μή ὄν. Δέν ἔχει οὐσία τό κακό. Δέν ὑπάρχει. Ὅταν λέμε ὁ διάβολος, νά, ὁ διάβολος, εἶναι μία οὐσία τοῦ κακοῦ. Ὁ διάβολος δέν εἶναι
οὐσία τοῦ κακοῦ, γιατί ὁ Θεός τόν ἔκανε τόν διάβολο. Ἀλλά δέν τόν ἔκανε ὡς οὐσία κακή. Τόν ἔκανε ὡς οὐσία ἀγαθή! Τό κακό δέν ὑπάρχει πουθενά ὡς οὐσία. Ἀλλά ποῦ εἶναι τό κακό; Τό κακό σάν περιστατικό εἶναι τῆς ἐλευθέρας προαιρέσεως μίας λογικῆς ὑπάρξεως, τοῦ διαβόλου ἐν προκειμένῳ, τοῦ ἀνθρώπου μετά. Δηλαδή εἶναι στήν προαίρεση. Ἐγώ θέλω καί ἔχω τήν ἐλευθερία νά πραγματώσω τό κακό. Τό κακό, λοιπόν, δέν ὑπάρχει σάν οὐσία. Ἀφοῦ, λοιπόν, δέν ὑπάρχει σάν οὐσία, τότε καταλαβαίνετε ὅτι εὔκολα ὑπερνικᾶται. Θέλετε ἀκόμη;
Τό ἀγαθό ἔχει οὐσία.
Ὡς οὐσία εἶναι μόνο τό ἀγαθό. Ὁ Θεός εἶναι οὐσία. Ἀλλά ἀγαθή οὐσία. Συνεπῶς τό ἀγαθό ἔχει τήν οὐσία του μέσα στή δημιουργία ἤ καί ἐκτός δημιουργίας. Εἶναι στό Θεό. Ἡ κτίση δέν ἔγινε οὔτε κακή οὔτε καλῇ. Ἀλλά ἐπιδεκτική καί τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ, ἀνάλογα μέ τήν χρήση τῆς προαιρέσεως. Ἐφόσον ὁ ἄνθρωπος ἔκανε κακή χρήση, ἀμέσως πῆρε μορφή κακοῦ. Ἀλλά τό κακό ὅμως, σᾶς ξαναλέγω, εἶναι μή ὄν. Δέν ἔχει οὐσία. Καί συνεπῶς δύναται νά ὑπερνικηθεῖ εὔκολα. Ὁ Χριστός ὑπερνίκησε τήν ἁμαρτία. Πέρα γιά πέρα. Δέν ἔμεινε τίποτα πού νά μήν τό ὑπερνίκησε ὁ Χριστός ἐπάνω στό Σταυρό Του. Τόν διάβολο ὁ Χριστός τόν συνέτριψε, καθώς καί τόν θάνατο. Ὅλα αὐτά τά συνέτριψε ὁ Χριστός. Τήν ἁμαρτία καί τόν διάβολο ἐπάνω στόν Σταυρό καί τό θάνατο μέ τήν Ἀνάστασή του.
Ἡ πίστη στό Χριστό ἐπί τοῦ Σταυροῦ σῴζει.
Ἀλλά πρέπει νά καταλάβουμε, ὅτι ἡ ἁμαρτία θά νικηθεῖ σέ μᾶς, ἄν οἰκειωθοῦμε τόν Χριστό. Ἄν ἀρχίσουμε νά βλέπουμε πρός τόν Χριστόν. Θυμηθεῖτε τό ἀντίτυπο τοῦ Χριστοῦ καί τοῦ Σταυροῦ, πού ἦταν τό χάλκινο φίδι ἐπί κοντοῦ, ἐπί κονταριοῦ στήν ἔρημο. Τί εἶπε ὁ Θεός; Ὅποιος
ἔβλεπε τό χάλκινο φίδι, πού ἦταν ἐπάνω στό κοντάρι ὑψωμένο, αὐτός δέν θά πέθαινε ἀπό τά φίδια πού δάγκωναν στήν ἔρημο. Ὅποιος, λοιπόν, ἀτενίζει πρός τόν Ἰησοῦ Χριστό, πού εἶναι τό πρωτότυπο, καί στόν Σταυρό του, δέν πεθαίνει. Δηλαδή νικᾷ τήν ἁμαρτία. Ἤτοι πρέπει νά πιστέψουμε. Θά μποροῦσε νά πεῖ ἕνας Ἑβραῖος, ἐκεῖ στήν ἔρημο· «τί λές Μωυσῆ, τί λές, τί πράγματα εἶναι αὐτά; Τό νά δῶ ἐγώ ἕνα χάλκινο φίδι πάνω σ’ ἕνα κοντάρι, θά ὑπερνικηθεῖ τό δηλητήριο τοῦ φιδιοῦ τῆς ὀχιᾶς, πού μέ δάγκωσε στήν ἔρημο; Ἔχει καμιά σχέση τό ἕνα μέ τό ἄλλο;». Τί μένει; Ἡ πίστη! Θά μποροῦσε νά πεῖ κάποιος· ἐκεῖνος πού σταυρώθηκε πάνω σ’ ἕνα σταυρό, ἔχει τήν δύναμη ἐμένα νά μοῦ νικήσει τήν ἁμαρτία; Τί μπαίνει; Ἡ πίστη! Τότε ἐσώζοντο στήν ἔρημο; Μάλιστα. Καί τώρα σῴζομαι, ὅταν βλέπω τόν Χριστό ἐπί τοῦ Σταυροῦ. Ὅταν, λοιπόν, πῶ ὅτι εἶναι σαρκωμένος Θεός, πού ἔπαθε καί πέθανε γιά μένα, τότε οἰκειώνομαι τόν Χριστό καί ὑπερνικῶ τήν ἁμαρτία. Τήν ὑπερνικῶ.
Προϋπόθεση σωτηρίας ἡ ἀπαλλαγή ἀπό τήν ἁμαρτία.
Μήν ξεχνᾶμε ὅτι ἡ ἁμαρτία τυφλώνει. Ἅμα ἔχεις ἁμαρτίες δέν μπορεῖς νά δεῖς τίποτα. Οὔτε τό «κατ’ εἰκόνα» σου, οὔτε τίποτα. Τά πάθη δεσμεύουν. Ἡ ἄσκηση εἶναι ἀναγκαιότατη. Βλέπετε τώρα μπαίνουμε στή Σαρακοστή, ἔ; Τί εἶναι αὐτές οἱ εὐκαιρίες; Εἶναι εὐκαιρίες πού δίδει ἡ Ἐκκλησία. Καί τίς δίνει κάθε μέρα. Ἀλλά ἐπειδή οἱ ἄνθρωποι εἶναι ρᾴθυμοι, τεμπέληδες πνευματικά, γι’ αὐτό κάνει σέ κάποια χρονικά διαστήματα, μέσα στό ἔτος τό ἐκκλησιαστικό, κάποια προσκλητήρια ἀσκήσεως. Καί λέγει· ἔχουμε Μ. Σαρακοστή. Τί σημαίνει αὐτό; Πρέπει νά ἀσκηθοῦμε. Πρέπει νά διώξουμε τά πάθη μας, πρέπει νά διώξουμε τίς ἁμαρτίες μας μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ. Νά ἐπιτύχουμε τήν ἀπελευθέρωσή μας, γιά νά μπορέσουμε ἀκριβῶς νά δοῦμε πρός τόν Ἰησοῦ Χριστό. Νά τοῦ ἀναθέσουμε τή σωτηρία μας. Νά ἀναθέσουμε τή σωτηρία μας σ’ αὐτόν πού πραγματικά νίκησε τήν ἁμαρτία. Γιά νά μπορῶ κι ἐγώ ὁ ἄνθρωπος νά βλέπω τό κατ’ εἰκόνα, πού μοῦ ἔδωσε ὁ σαρκωμένος Θεός. Καί πού εἶμαι ἐγώ ἡ εἰκόνα του. Καί πού πρέπει αὐτή ἡ εἰκόνα του ν’ ἀρχίσει νά ἕλκεται ἀπό τό ἀρχέτυπό της. Ἐγώ νά ἕλκομαι ἀπό τό ἀρχέτυπό μου. Ἀλλά τότε αὐτό θά γίνει, ὅταν ἐγώ ἀρχίσω μέσα μου νά καταλαβαίνω ποιός εἶμαι. Ὅταν ἀνοίξω ἐγώ τό δρόμο, μόνον τότε. Ὅπως ἀκριβῶς, ἄν εἶμαι σίδηρος καί ἕλκομαι ἀπό τόν μαγνήτη, ἀλλά νά μήν μεσολαβεῖ, φερ’ εἰπεῖν, ἕνα ὑλικό πού ἔχει μία ἀδράνεια μαγνητική, ὅπως εἶναι ὁ χαλκός. Ἄν μεταξύ, λοιπόν, τοῦ μαγνήτου καί τοῦ σιδήρου - πού εἶμαι ἐγώ - παρεμβληθεῖ ὁ χαλκός, δέν ἕλκεται ὁ σίδηρος. Τί πρέπει νά γίνει; Πρέπει νά φύγει ἀπό τή μέση ὁ χαλκός γιά νά ἑλκυστεῖ ὁ σίδηρος. Πρέπει νά φύγει ἀπό τή μέση ἡ ἁμαρτία γιά νά ἑλκυστεῖ ἡ εἰκόνα μου ἀπό τό πρωτότυπό της, τόν Χριστό. Αὐτό εἶναι ἡ πρώτη προϋπόθεση. Ἀλλά καί οἱ ἄλλες δυό προϋποθέσεις, ὅπως εἶναι ἡ κυκλική ἀντίληψη τῆς Ἱστορίας (σπουδαῖο θέμα, θά τό δεῖτε αὐτό), καί ἡ ἀπελευθέρωσή μας ἀπό τόν αὐτονομισμό, εἶναι θέματα, τά ὁποῖα θά ἀνοίξουν τόν δρόμο γιά τήν θέωσή μας.
13-3-1983