13 Απριλίου 2021

Ἀνάγκη νά ἐξιχνιάσωμε τήν ταυτότητα τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας. ~ 6/14 ~

†.Ἀγαπητοί μου συνεχίζομε ἀπό τό βιβλίον τῆς Σοφίας Σειράχ. Εὑρισκόμεθα εἰς τό 24ο κεφάλαιον, πού ἀναφέρεται ὁλόκληρο τό κεφάλαιον εἰς τήν Ἐνυπόστατον Σοφία τοῦ Θεοῦ. Καί ἡ Ἐνυπόστατος θά πῆ προσωπική, πρόσωπον, ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία τοῦ Θεοῦ εἶναι τό δεύτερον πρόσωπον τῆς Ἁγίας Τριάδος. Αὐτό σέ κάθε θέμα μας, μέχρι πού νά τελειώση τό 24ο κεφάλαιον, γιατί ὁλόκληρο ἐκεῖ ἀναφέρεται, πάντοτε θά σᾶς τό ἀναφέρω, γιά νά σᾶς τό ὑπενθυμίζω. Πρόκειται λοιπόν γιά τό δεύτερον πρόσωπον της Ἁγίας Τριάδος, διά τόν Θεόν Λόγον, πού ἔχει εἰδικήν περίπτωσιν μέ τό ὄνομα «Σοφία τοῦ Θεοῦ». Καί διά νά μή νομισθῆ ὅτι ἡ Σοφία αὐτή εἶναι μία ἀφηρημένη ἔννοια, ὅπως εἶναι στούς Ἕλληνες, γι’ αὐτό ἀκριβῶς λέμε «Ἐνυπόστατος Σοφία». Εἶναι ὁ μετέπειτα Ἐνανθρωπήσας Θεός Λόγος. Καί στήν ἔρευνα αὐτή, πού ἡ Γραφή μᾶς προκαλεῖ καί μᾶς προσκαλεῖ, εἶναι γιά νά διαπιστώσωμε, τοῦ ποιός εἶναι ἀκριβῶς ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Σήμερα βέβαια γνωρίζουμε πλέον ὅτι ἔχομε τόν Ἰησοῦν Χριστόν, ἀλλά δέν γνωρίζουμε τήν ταυτότητά Του. Ἔτσι, τό ἐρώτημά του, δέν περιορίζεται στήν ἐποχή πού ὁ Χριστός τό ἔθεσε, ἀλλά σέ κάθε ἐποχή. «τίνα μέ λέγουσιν οἱ ἄνθρωποι εἶναι τόν υἱόν τοῦ ἀνθρώπου»; (Ματθ. 16, 13)
Τί λένε γιά μένα οἱ ἄνθρωποι; τόν υἱόν τοῦ ἀνθρώπου; Δέν εἶπε τόν «υἱόν τοῦ Θεοῦ», διότι πρέπει νά ἀνακαλύψης, διά τοῦ ἀνθρώπου, τήν Θεότητα, ἀλλά καί πρέπει νά ἀνακαλύψης διά τῆς Θεότητος τήν ἀνθρωπίνη φύση. Ἐδῶ δέ, στήν Π. Δ., ὅταν γίνεται ἀναφορά τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας, καλούμεθα διά τῆς θείας φύσεως, νά ἀνακαλύψωμε στίς ἐκφράσεις τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τήν ἀνθρωπίνη φύση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, δηλ. τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας. Θά τό δῆτε, ἐξ ἄλλου καί θέμα μας εἶναι σήμερα.
Βέβαια ἔχομε κάνει μόνον ἑπτά χωρία ἀπό τήν ἡμέρα πού ἀρχίσαμε, εἶναι τό 6ον θέμα μας σήμερα καί βλέπετε ὅτι μᾶς ἀπασχολεῖ μόνο ἕνα χωρίον ἀπό τό βιβλίον τῆς Σοφίας Σειράχ, ἀκριβῶς γιατί εἶναι ἡ Σοφία ἀπύθμενος, ἡ γνῶσις πολύ βαθειά, πολύ μεγάλη καί μετά εὐλαβείας καί προσοχῆς πρέπει νά προσερχόμεθα εἰς τήν Ἁγία Γραφή, εἰδικότερα δέ τώρα εἰς αὐτό τό κεφάλαιον εἰς τό ὁποῖον γίνεται λόγος περί τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας.

   Τό 7ον χωρίον τό εἴχαμε ξεκινήσει. Δέν τό ἀναλύσαμε ὁλόκληρο. Σᾶς τό διαβάζω ξανά : «μετά τούτων πάντων ἀνάπαυσιν ἐζήτησα καὶ ἐν κληρονομίᾳ τίνος αὐλισθήσομαι».
Ὁμιλεῖ ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία καθ’ ἑαυτήν. Ἐδῶ λέγει: «μεταξύ ὅλων αὐτῶν τῶν λαῶν καί ἐθνῶν, ἐζήτησα καταυλισμόν καί κατοικία γιά νά ἀναπαυθῶ καί διερωτήθηκα στή χώρα τίνος θά ἐγκατασταθῶ».
Βλέπετε ἐρωτᾶ ἑαυτήν, τόν ἑαυτό της ἐρωτᾶ, γιατί ποιόν ἄλλον νά ἐρωτήση; Δέν ὑπάρχει παρά μόνον ὁ Θεός Πατήρ, τόν ὁποῖον θά δοῦμε μετά τί εἶπε τῆς Σοφίας, ὁ Πατήρ. Κάνει βέβαια ἐδῶ, πολύ μεγάλη ἐντύπωση, θά ἐπαναλάβω μερικά ἀπό τήν περασμένη φορά, ὅτι ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία, ἐνῶ τά πάντα ἐξουσιάζει, καί τόν οὐρανό καί τή γῆ καί τούς λαούς, νά θέτη ἐρώτημα ἀναπαύσεως καί κατοικίας. Εἶναι περίεργο λίγο, ἀφοῦ ὅλα τῆς ἀνήκουν, ὅλα δικά της. Ἀλλά ζητᾶ ἡ Σοφία κατοικία; Θά τό δοῦμε. Καί ἡ ἀνάπαυσή της βέβαια, ὅπως λέγει, εἶναι οἱ ἄνθρωποι. Τί σημαίνει ἀνάπαυση τοῦ Θεοῦ; Τήν λέξη τήν βρίσκομε πολύ συχνά στήν Π. Δ., ὅπως καί τήν λέξη «κατάπαυση». Καί «ἀνάπαυση» καί «κατάπαυση» ἐδῶ οἱ λέξεις εἶναι συνώνυμες. Εἶναι μία ἀνθρωποπαθής ἔκφρασις, πού δείχνει ὅτι ὁ Θεός «ξεκουράζεται». Βέβαια ὁ Θεός δέν κουράζεται. Ἀναμφισβήτητα. Γι’ αὐτό σας εἶπα ὅτι εἶναι μία ἀνθρωποπαθής κατάστασις. Θέλει νά δείξη ὅτι ὁ Θεός ἀναπαύεται, ξεκουράζεται, εὐαρεστεῖται νά ὑπάρχει εἰς τούς ἁγίους ἀνθρώπους. Εἶναι αὐτό πού λέμε εἰς τήν Θεία Λειτουργία, «ὁ ἐν ἁγίοις ἀναπαυόμενος». Σύ ὁ ὁποῖος ἀναπαύεσαι εἰς τούς ἁγίους. Καί ὁ προφήτης Ἠσαΐας, ἀπ’ ὅπου βεβαίως παίρνει αὐτήν τήν θέσιν ὁ Μ. Βασίλειος καί ὁ ἱερός Χρυσόστομος: «Τάδε λέγει Κύριος ὁ Ὕψιστος, ὁ ἐν ὑψηλοῖς κατοικῶν τὸν αἰῶνα, ἅγιος ἐν ἁγίοις ὄνομα αὐτῷ, Κύριος Ὕψιστος ἐν ἁγίοις ἀναπαυόμενος …», τ’ ὄνομά του; Ὁ ἅγιος ἀνάμεσα στούς ἁγίους. Αὐτό, λέγει, εἶναι τό ὄνομά του, «ἐν ἁγίοις ἀναπαυόμενος», ὁ ὁποῖος ἀναπαύεται, λέγει, ἀνάμεσα εἰς τούς ἁγίους. Ἡ ἔννοια, λοιπόν τῆς ἀναπαύσεως τῆς Σοφίας εἶναι ὅτι ἐζήτησε ἀπό τίς ἐλεύθερες προαιρέσεις τῶν λογικῶν ὄντων, δηλ. τῶν ἀνθρώπων, ἀνταπόκρισιν, ἀναγνώρισιν, εὐχαριστία, δοξολογία.
   Θυμηθεῖτε τό ὅραμα τοῦ προφήτου Ἠσαΐου, πού εἶναι καταγραμμένο στό 6ο κεφάλαιο, πού εἶδε, λέγει, τόν Κύριο ἐπί θρόνου ἐπηρμένου καί τά Χερουβίμ κλπ. κλπ. Γιατί τά Χερουβίμ εἶναι γύρω ἀπό τόν θρόνον, κάτω ἀπό τόν θρόνον, περί τόν θρόνον; Θρόνος εἶναι ἔκφρασις ἀναπαύσεως. Ὅταν κάθομαι σέ μία καρέκλα, αὐτό δείχνει ἀνάπαυση. Ἔκφρασις λοιπόν, προσέξτε. Αὐτά εἶναι θεῖες πραγματικότητες, πέρα ἀπό κάθε περιγραφή, ἄκτιστες καταστάσεις, πού δέν μποροῦμε παρά νά τίς ἐκφράσουμε μέ κτιστά λόγια, κτιστά ρήματα, ἐνῶ αὐτά ὅλα εἶναι ἄκτιστα καί δέν δύνανται νά ἐκφρασθοῦν. Ἐκφράζονται ὅμως μέ πράγματα, θέματα, εἰκόνες, ἀπό τόν κτιστόν μας κόσμον. Τί σημαίνει λοιπόν ὅτι εἶναι ἐπί θρόνου; κι ἐκεῖ ξέρετε, εἶναι ὁ Θεός Λόγος. Ἐνθυμεῖσθε τά θέματα πού ἔχομε κάνει στή Λάρισα, πρίν ἀπό τρία χρόνια, γύρω ἀπό τό θέμα αὐτό, ὅτι εἶναι «ἐπὶ θρόνου ὑψηλοῦ καὶ ἐπῃρμένου» ( Ἡσ. 6, 1) καί ὅπως ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης μᾶς ἀποκαλύπτει, αὐτός εἶναι ὁ Θεός Λόγος. Στό Εὐαγγέλιο του μᾶς τό λέγει αὐτό: «ὅτι κινοῦνται οἱ οὐράνιες δυνάμεις καί ἐπ’ αὐτῶν ἀναπαύεται», δηλ. εὐαρεστεῖται. Γι’ αὐτό καί οἱ οὐράνιες αὐτές δυνάμεις, Χερουβίμ, Σεραφίμ, ἄγγελοι, ἀρχάγγελοι κλπ. κλπ., ὑμνοῦν καί δοξολογοῦν τόν Κύριον εἰς τό διηνεκές. Θυμηθεῖτε καί τόν ὕμνον «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ …», πού ἦταν, λέει, πλῆθος ἀγγέλων, στρατιά ἀγγέλων κλπ., δηλ. σέ ὅλα αὐτά τά πρόσωπα, τίς ὑπάρξεις, ἀναπαύεται ὁ Θεός.
Ἡ ἔννοια, λοιπόν τῆς ἀναπαύσεως εἶναι ὅτι ἐζήτησε, ὅπως σᾶς εἶπα, ἀπό ἐλεύθερες προαιρέσεις, γιατί βεβαίως δέν ἀναπαύεται εἰς τούς ἁμαρτωλούς ἀνθρώπους, δέν ἀναπαύεται εἰς τούς δαίμονες, ζήτησε τήν ἀνταπόκρισιν. Ὁ Θεός Λόγος λοιπόν ἀναπαύεται καί εἰς τούς ἀνθρώπους. Γι’ αὐτό ἔκανε τόν ἄνθρωπο. Ἀναπαύεται στήν κοινωνία τῶν πρωτοπλάστων! Αὐτό τό βλέπομε ὅταν ἐπισκέπτεται τούς πρωτοπλάστους. Καί συνομιλεῖ μαζί τους. Πῶς; δέν γνωρίζομε. Τό θέμα εἶναι ὅτι ὁ Θεός Λόγος, πάντα ὁ Θεός Λόγος, ἡ Σοφία τοῦ Θεοῦ, εἶναι Ἐκείνη πού φαίνεται· ὁ Πατήρ δέν φαίνεται. Γιατί εἰς τόν κόσμον, στόν κτιστόν κόσμον στέλλεται πάντοτε ὁ Υἱός καί τό Πνεῦμα τό Ἅγιον. Εἶναι τά πρόσωπα ἐκεῖνα, τά ὁποῖα ἔχουν τήν σχέση τους - κρατῆστε αὐτή τή λεξούλα - τή σχέση τους, μέ τόν κτιστόν κόσμον. Θά τό δοῦμε λίγο πιό κάτω ἄν ὄχι σήμερα, τουλάχιστον τήν ἐρχομένη φορά. Λοιπόν ἀνεπαύετο εἰς τούς πρωτοπλάστους. Γιατί ἀνεπαύετο; Διότι ἔκανε τόν ἄνθρωπο σύμφωνα μ’ ἐκεῖνο πού θά ἐγίνετο ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία. Θά τό δοῦμε καί παρακάτω αὐτό. Δέν πειράζει ἄν κάνω παλιλλογία, δηλ. λέω καί ξαναλέω μερικά· γιά νά ἑδραιώνονται. Δέν ἔγινε ὁ Ἀδάμ πρῶτα καί μετά ἡ ἀνθρωπίνη φύση τοῦ Χριστοῦ. Πρῶτα ἔγινε ἡ ἀνθρωπίνη φύσις τοῦ Θεοῦ Λόγου καί μετά ὁ Ἀδάμ, ἔστω κι ἄν αὐτό χρονικῶς εἶναι πρωθύστερον. Δέν ἔχει σημασία. Ἔγινε ὅμως βάσει ἑνός σχεδίου. Τό σχέδιον ἦτο, τί θά ἦτο ὁ Θεός Λόγος, τί θά ἐγίνετο.
Ἔτσι λοιπόν ἀνεπαύετο μέ τήν παρουσία τῶν πρωτοπλάστων. Δυστυχῶς, δέν μπόρεσαν νά τό βαθύνουν αὐτό οἱ πρωτόπλαστοι καί ἔχασαν αὐτήν τήν κοινωνίαν. Εἶναι γνωστή ἡ ἱστορία τῶν πρωτοπλάστων. Ἐξορίσθησαν ἀπό τόν Παράδεισον καί πιά δέν ἦταν μαζί τους ὁ Θεός, κατά αἰσθητόν - ὑπογραμμίζω τή λέξη - αἰσθητόν τρόπον. Πόσο αἰσθητόν; Δέν ξέρομε. Ἀργότερα θά εἶναι ὑπέρ αἰσθητόν τρόπον, ὅταν θά Ἐνανθρωπήση. Καί πάλι δέν κατανοήθηκε, τουλάχιστον ἀπό τό λαό του. Ὅλοι αὐτοί οἱ ἀπόγονοί τοῦ Ἀδάμ, βέβαια διεφθάρησαν. Καί ζητᾶ τώρα ὁ Θεός νά βρῆ ἄξιους τῆς κοινωνίας του. Ζητᾶ, ἀναζητᾶ: «Κύριος, λέγει ὁ 13ος ψαλμός, ἐκ τοῦ οὐρανοῦ διέκυψεν, σάν ἀπό παράθυρο ἔσκυψε γιά νά δῆ κάτω ἀπό τό παράθυρο - βλέπετε ὅλα εἶναι ἀνθρωπομορφικά - ἐπὶ τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων, τοῦ ἰδεῖν εἰ ἔστι συνιῶν ἤ ἐκζητῶν τόν Θεὸν. πάντες ἐξέκλιναν, ἅμα ἠχρειώθησαν, οὐκ ἔστι ποιῶν χρηστότητα, οὐκ ἔστιν ἕως ἑνός». (Ψαλμ. 13ος , 2) Τουλάχιστον κάποιος νά ἀναζητᾶ... τίποτα.
Εἶναι βέβαια ἀπογοητευτικό γιά τούς ἀνθρώπους αὐτό. Ἀλλά αὐτός ἦταν ὁ θλιβερός καρπός ὁπωσδήποτε τῆς πτώσεως. Κι ὁ Θεός τώρα βρίσκει κάποια μεμονωμένα πρόσωπα, μέσα στήν πορεία τῆς ἀνθρωπίνης Ἱστορίας, πού ἐκεῖ ἀναπαύεται.
Ὅπως εἶναι ὁ Ἐνώχ, ὁ ὁποῖος, λέγει, «…καὶ εὐηρέστησεν δὲ Ἐνώχ τῷ Θεῷ καὶ οὐχ εὑρίσκετο, ὅτι μετέθηκεν αὐτόν ὁ Θεὸς». (Γέν. 5, 24) Δύο πρόσωπα ἔχομε πού ἔχουν μετατεθεῖ, ἄνευ θανάτου, εἶναι ὁ Ἐνώχ καί ὁ Ἠλίας. 
Ἀκόμη ἀνεπαύθη εἰς τόν Νῶε, ἀνεπαύθη εἰς τόν Ἁβραάμ καί σέ ἄλλα πρόσωπα. Μάλιστα πρίν ἀπό τοῦ νά δημιουργηθῆ ὁ λαός τοῦ Ἁβραάμ. Φερ’ εἰπεῖν ὁ Μελχισεδέκ ἦταν σπουδαῖον πρόσωπο! Ἦτο γνώστης τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό καί ἡ ἱερωσύνη τοῦ Χριστοῦ, ὅπως μᾶς πληροφορεῖ ὁ 2ος ψαλμός, εἶναι κατά τήν τάξιν Μελχισεδέκ, δηλ. σύμφωνα μέ τόν Μελχισεδέκ καί ὄχι κατά τήν τάξιν τοῦ Ἀαρών. Γιατί ὁ Μελχισεδέκ εἶναι ὁ ἄνθρωπος τῆς πίστεως δέν εἶναι ὁ ἄνθρωπος τοῦ νόμου, ἐξ ἄλλου ὁ νόμος ἀκόμη δέν εἶχε δοθεῖ.
 Ἔτσι βλέπει κανένας ὅτι ὁ Θεός Λόγος, ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία, ἀναπαύεται σέ κάποια πρόσωπα. Σάν ἔκφραση, θά λέγαμε αὐτῆς τῆς ἀναζητήσεως, βρίσκομε τίς ἑξῆς διατυπώσεις, τό λέει ὁ ἀπ. Πέτρος στίς Πράξεις: «εὗρον Δαυΐδ, τὸν τοῦ Ἰεσσαί ἄνδρα κατά τὴν καρδίαν μου, ὅς ποιήσει πάντα τὰ θελήματά μου», πού θά κάνει ὅλα τά θελήματά μου. Βρῆκα κατά τήν καρδία μου. Ἄρα λοιπόν ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία ἀναπαύεται εἰς τόν Δαυΐδ.
Ὁ Δανιήλ ἀποκαλεῖται «ἀνήρ ἐπιθυμιῶν». Ἄν ἔπρεπε αὐτό νά τό ἀποδώσωμε, θά λέγαμε «ἀξιαγάπητος ἄνδρας». Ἀκόμη λέγει ἐκεῖ στήν Π. Δ., εἶναι καί στήν Κ. Δ. γραμμένο: «τὸν Ἰακὼβ ἠγάπησα, τὸν δὲ Ἠσαῦ ἐμίσησα». Γιατί; διότι ἡ Σοφία ἀναπαύεται ἀνάμεσα εἰς τούς ἁγίους ἐκείνους πού τηροῦν τά θελήματά της. Ἐν προκειμένω γιατί μισεῖ τόν Ἠσαῦ, πού εἶναι καί πρωτότοκος; Διότι ἐφαύλισε , λέγει, τά πρωτοτόκιά του. Εἶπε: «Τώρα ἐγώ πεινάω πεθαίνω ἀπό τήν πείνα, κι ἐσύ μοῦ μιλᾶς γιά πρωτοτόκια; Πάρτα! εἶπε στόν Ἰακώβ τόν ἀδελφό του. Ξέρετε τί σήμαινε αὐτό; «Δέν θέλω νά γίνω ἐγώ πρόγονος τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας», ὅταν θά ἐλάμβανε ἀνθρωπίνη φύση. Τό εἴδατε; Γι’ αὐτό λέγει «ἐμίσησα». Πήγαινε δηλ. ὁ Ἠσαῦ, οὕτως εἰπεῖν - γιατί ὁ πρωτότοκος ἔπρεπε νά εἶναι- πήγαινε νά ματαιώση, ναί, ναί, τό σχέδιον τῆς Ἐνανθρωπήσεως.
Ὅπως καί ὁ διάβολος, ἔβαλε τόν Κάϊν νά σκοτώση τόν Ἄβελ, γιά νά ματαιώση τό πρόγραμμα τῆς Ἐνανθρωπήσεως. Ἀλλά εἶναι ἀνόητο πρᾶγμα· ὅταν ὁ Θεός ἔχει ἕνα σχέδιο, οὐδέποτε ματαιοῦται. Μπορεῖ νά περάση ἀπό μονοπάτια ἀνύποπτα, θά πραγματώση ὅμως ὁ Θεός τό σχέδιό του. Ἔτσι ἐδῶ βλέπει κανένας ὅτι ὁ Θεός Λόγος ἀναπαύεται.
Ὁ Χριστός τό εἶπε ὡς ἑξῆς· δέν μποροῦσε νά πῆ κάτι διαφορετικό, εἶναι τό ἴδιο πρόσωπον, μήν τό ξεχνᾶτε. Δέν ἔχομε δέ δύο πρόσωπα εἰς τόν Ἰησοῦν Χριστόν. Ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι τό δεύτερον πρόσωπον. Ὅταν ἔγινε ἄνθρωπος, ἐπῆρε μέν ὁλόκληρη τήν ἀνθρωπίνη φύση, ἀλλά παρέμεινε ἕνα πρόσωπον. Αὐτό εἶναι ὁμοίως κάτι τό θαυμαστόν, τό ἀκατανόητο, τό ἀντιλογικόν. Δέν ἔχομε δύο πρόσωπα. Δέν μπῆκε μέσα σέ ἕναν ἄνθρωπο γιά νά ’χουμε δύο πρόσωπα. Ἀλλά ἔγινε ἄνθρωπος πού σημαίνει ὅτι εἶναι ἕνα πρόσωπον.
Εἶπε ὁ Χριστός: «ἐάν τις ἀγαπᾶ με, τὸν λόγον μου τηρήσει, καί ὁ πατήρ μου ἀγαπήσει αὐτόν, καὶ πρός αὐτὸν ἐλευσόμεθα, θά ’ρθοῦμε, καί μονήν παρ’ αὐτῷ ποιήσομεν». Τί θά πῆ αὐτό; δέν σημαίνει τίποτε ἄλλο, παρά ὅτι ζητάει αὐτήν τήν κατοικίαν. Νά μείνη στόν ἄνθρωπο, πού τόν ἀγαπᾶ. Καί ἔτσι ἐκεῖ, ὁ Ἅγιος Τριαδικός Θεός, ἄν τό θέλετε, κι ὄχι μόνον ὁ Θεός Λόγος, νά βρῆ ἀνάπαυση.
Κάνει ἐντύπωση ὅτι ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία φέρεται ἄοικος. Ἔκανε τά πάντα καί δέν ἔχει σπίτι. Ὁ ναός τοῦ Σολομῶντος, πού χτίστηκε, δέν ἦταν τίποτε ἄλλο παρά ἕνα ἀντίτυπον κατ’ αἰσθητόν τρόπον, πού θά ἐφαίνετο ὅτι ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία ἀπέκτησε οἶκον. Ὁ οἶκος τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά οἶκος ποιός εἶναι; Οὐσιαστικά δέν εἶναι ἐκεῖνος ὁ ναός τοῦ Σολομῶντος. Ἦτο ἀντίτυπον. Ἀληθινός οἶκος τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας, θά ἦτο ἡ Θεοτόκος! Οἶκος· ζωντανός οἶκος τοῦ Θεοῦ Λόγου! Μέ κάθε τρόπο δηλ. ζητᾶ νά εἶναι ὁ Θεός Λόγος κοντά εἰςτήν δημιουργία του καί μάλιστα κοντά εἰς τούς ἀνθρώπους. Τό βρίσκομε αὐτό εἰς τά σοφιολογικά βιβλία, πολύ καθαρά διατυπωμένο.
Ὅταν ἡ Σοφία τοῦ Θεοῦ τελικά ἐπέλεξε τόν Ἰσραήλ, μετά τήν ἐπάνοδο ἀπό τήν Αἴγυπτον, ὅταν εἶναι στό δρόμο της ἐπιστροφῆς, - δηλ. 40 χρόνια ἔμειναν στήν ἔρημο -καί τώρα ἐπιστρέφουν στήν γῆ τῆς Ἐπαγγελίας, ἐζήτησε νά τῆς ἀνοικοδομηθῆ οἶκος, ναός.
Αὐτό πραγματοποιήθηκε, 
ἐνῶ ἔφθασαν εἰς τήν γῆ τῆς Ἐπαγγελίας, πραγματοποιήθηκε ὕστερα ἀπό 500 χρόνια! Πότε; μετά πού ἔφυγαν ἀπό τήν Αἴγυπτο - ἔφυγαν τόν 15ον αἰῶνα - καί τόν 10ον αἰῶνα ὁ Σολομών κτίζει οἶκον εἰς τόν Κύριον. Εἶναι ὅμως πολύ χαρακτηριστικά ἐκεῖνα τά ὁποῖα λέγει στόν Δαυΐδ διά τοῦ προφήτου Νάθαν. Ἀκοῦστε νά δεῖτε τί λέγει: «καὶ ἐγένετο τῇ νυκτὶ ἐκείνῃ, καὶ ἐγένετο ῥῆμα Κυρίου πρὸς Νάθαν λέγων· ἐκείνη τή βραδιά, δόθηκε προφητεία εἰς τον Νάθαν ἀπό τήν Ἐνυπόστατον Σοφίαν, πορεύου, πήγαινε, καὶ εἰπὸν πρὸς τὸν δοῦλόν μου Δαυΐδ·, πήγαινε καί πές εἰς τόν δοῦλο μου τόν Δαυΐδ, τάδε λέγει Κύριος· οὐ σὺ οἰκοδομήσεις μοι οἶκον τοῦ κατοικῆσαὶ με·» (Βασ.Β΄ 7, 4-5) δέ θά μοῦ κτίσεις ἐσύ οἶκον γιά νά κατοικήσω, - τώρα λέω ἐγώ περισσότερα, γιατί κι ἀλλοῦ εἶναι γραμμένα ἔτσι - ἀλλά ὁ γιός σου ὁ Σολομών. Τό γιατί; Γιατι, λέει, εἶσαι, λέγει, ἀνήρ αἱμάτων. Σημειώσατε ὅτι ὁ Σολομών ἦτο εἰρηνικός βασιλεύς· 40 χρόνια ἐβασίλευσε καί στήν ἐποχή του δέν ἔγινε ποτέ οὔτε ἡ πιό μικρή πολεμική σύρραξις. Καί ὄχι μόνον αὐτό. Εἶναι καί πολλά ἄλλα.
Εἶναι αὐτό πού λέμε: «ἔχεις κώλυμα, ἔχεις ἐμπόδιο νά γίνης ἱερεύς». Ἕνα ἀπό τά κωλύματα τά ἐμπόδια, εἶναι, ἐάν θά γίνης ἱερεύς, δέν πρέπει νά ἔχεις φονεύσει καθ’ οἱονδήποτε τρόπον, καί ἡ ἔκτρωση, ἄν εἶσαι παντρεμένος ἄνθρωπος, εἶναι ἕνα κώλυμα γιά τήν δική σου τήν ἱερωσύνη. Δέν πρέπει νά φονεύσης. Ὅπως καί τό πρόβατο πού ἐθυσιάζετο, ἦτο ἄμωμον, δέν εἶχε μῶμον, δέν εἶχε ψεγάδι. 
Ὁ ὑποψήφιος λοιπόν ἱερέας, ἔπρεπε νά μήν ἔχει δύο τουλάχιστον ἁμαρτήματα. Εἶναι τά σαρκικά ἁμαρτήματα, πού βλέπομε ὅτι ἔχουν - προσέξτε! - ὀντολογικήν διάστασιν ἐπί τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως τοῦ μέλλοντος ἱερέως, καί ὁ φόνος. Αὐτά τά δύο.
Τώρα, τί ἐγίνετο εἰς τόν Ἰσραήλ, τί γίνεται σήμερα εἰς τήν Χριστιανική Ἐκκλησία, καλύτερα κανείς νά μήν τό σκέπτεται.. Ὡστόσο, συνεχίζει ὁ Θεός. Ἐδῶ εἶναι τώρα τό πολύ ὡραῖο: «ὅτι οὐ κατῆκηκα ἐν οἴκῳ ἀφ’ ἧς ἡμέρας ἀνήγαγον τοὺς υἱοὺς Ἰσραήλ ἐξ Αἰγύπτου ἕως τῆς ἡμέρας ταύτης». Λέγει· δέν κατοίκησα σέ σπίτι, σέ σκέπαστρο, ἕως αὐτήν τήν ἡμέρα, ἕως σήμερα, ἀπό τότε πού ἔβγαλα τόν λαό μου τον Ἰσραήλ ἀπό τήν Αἴγυπτο, δηλ. 500 χρόνια, ὅπως σᾶς ἐξήγησα προηγουμένως. «καὶ ἤμην ἐμπεριπατῶν ἐν καταλύματι καὶ ἐν σκηνῇ». (Βασ. Β΄ 7, 6)
Ἐδῶ ἔχει ἕνα ρῆμα τό «ἐμπεριπατῶ», πού δείχνει κίνηση. Ὅταν εἶμαι στό σπίτι μου, κάθομαι. Ὅταν εἶμαι ἔξω ἀπό τό σπίτι μου, περιπατῶ. Πού δείχνει ἐδῶ μίαν, θά λέγαμε, κίνησιν, τήν ὁποίαν εἶχε καί ὁ λαός. Πῶς τήν εἶχε τήν κίνηση ὁ λαός; Μά ἦταν ἐν πορεία εἰς τήν ἔρημον. Γι’ αὐτό λέγει «ἐμπεριπατῶν». Γιατί; διότι συνώδευε τό λαό ὁ Θεός Λόγος, ὡς στήλη νεφέλης. Τό ἐνθυμεῖσθε ἀπ’ τήν περασμένη φορά; Διότι, λέει, «ἔστησα τόν θρόνο μου εἰς τήν κορυφή τῆς στήλης τῆς νεφέλης»· δηλ. αὐτή ἡ κολώνα τρόπον τινά πού ἦταν ἀπό σύννεφο, ἐκεῖ, λέγει ἔστησα τόν θρόνον μου, καί ἔτσι μετεκινεῖτο, γιά νά τούς δείξη - εἰς τούς Ἑβραίους - ὅτι ἔπρεπε νά μετακινηθοῦν νά πᾶνε πιό πέρα κ.ο.κ. Τό κατάλυμα τί ἦταν; Ἦτανε ἡ σκηνή τοῦ μαρτυρίου. Δηλ. ἕνα φτωχικό ξύλινο παράπηγμα, σκεπασμένο μέ σκεπάσματα. Αὐτό εἶναι τό κατάλυμα. Εἶναι γραμμένα αὐτά στό Β΄ Βασιλειῶν, 7ο κεφ.
Ἐδῶ λοιπόν βλέπομε ὅτι δέν κατοικεῖ ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία σέ οἶκο. Δέν παραπονιέται ὅμως. Νά σᾶς πῶ κι ἕνα λιγάκι παράλληλο. Ὅταν σύρθηκε ὁ λαός στή Βαβυλώνα, πολύ ἀργότερα, δηλ. τρεῖς αἰῶνες μετά ἀπ’ τήν κατασκευή τοῦ ναοῦ, ὁ ναός κατεστράφη ἀπό τούς Βαβυλωνίους, καί βέβαια τιμωρήθηκε ὁ ἐγγονός τοῦ Ναβουχοδονόσορος, πού μετά τῶν πορνῶν, ἔπιναν κρασί ἀπό τά σκεύη τοῦ ναοῦ τά ἀργυρᾶ καί τά χρυσά κλπ., κλπ. Ἀλλά ἐκεῖ σημειοῦται τό ἑξῆς· ὅτι ὅταν ἐπέστρεψαν μετά τά 70 χρόνια, μέ τήν ἀρχηγία τοῦ Ἔσδρα, πίσω στά Ἱεροσόλυμα, βρῆκαν μία πόλη κατεστραμμένη. Ὁ ναός, βεβαίως, κατεστραμμένος. Τά σπίτια, βεβαίως, κατεστραμμένα. Καί τότε ὁ λαός ἔπιασε νά φτιάξη τά σπίτια του. Θά μοῦ πῆτε «τί φυσικώτερον»; Ἐκεῖ κάπου παρεπονέθη ὁ Θεός εἰς τόν Ἔσδρα, « ἦρθατε, κοιτάξατε τά σπίτια σας, τό δικό μου τό σπίτι ὅμως δέν τό φτιάξατε»
   Ἐδῶ νά κάνω ἕνα σχόλιο.
 Ὅταν πολλές φορές κάνωμε ἕναν συνοικισμό, ἕνα χωριό, μία καινούρια ἐνορία, βέβαια ἀφήνομε κάποιον τόπο - γιατί εἴμαστε Χριστιανοί καί τό θέλομε αὐτό - γιά ἕναν ναό. Πρῶτα κτίζομε τά σπίτια μας, μετά φροντίζομε γιά τό ναό. Τό χειρότερο ὅμως ξέρετε ποιό εἶναι; Τό χειρότερο εἶναι τό ἑξῆς· ὅτι τά μέν σπίτια μᾶς περιποιούμεθα καί καθαρίζομε καί στολίζομε, ὄχι ὅμως τό ναό τοῦ Θεοῦ. Καί τό χειρότερον ὅτι ἐμεῖς, πού ἔχομε τά καθαρά μας σπίτια, ὅταν πηγαίνομε εἰς τόν οἶκον τοῦ Θεοῦ, εἴμεθα ἀπρόσεκτοι καί τόν ρυπαίνομε. Δηλ. θά πάη ἡ ἄλλη πού ἔχει τάμα - λέω ἡ «ἄλλη», ἡ γυναίκα - νά ρίξη λάδι στό κανδήλι, κι ἐνῶ τό βλέπει ὅτι εἶναι γεμάτο - ἀρκεῖ τό λάδι της νά προσφερθῆ- κι ἐκεῖ.. κι ἄλλοτε σᾶς τά ἔχω πεῖ..  κλού, κλού, κλού, πλημμυρίζει τό κανδήλι ἀπό λάδι κι ἀρχίζη νά τρέχει κάτω. Καί βρίσκομε τούς ναούς, πολλές φορές, ἰδίως τά παρεκκλήσια, ρυπαρότατα. Κυρά μου, θά ἠνείχεσο τό σπίτι σου, τό σαλόνι σου, νά εἶναι ρυπαρό, ὅπως εἶναι ρυπαρός ὁ οἶκος τοῦ Θεοῦ; Εἶναι πολύ χαρακτηριστικό. Ἐδῶ παραπονεῖται ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία εἰς τόν Ἔσδρα, γιά τό κατάντημα αὐτό: «τρέξατε, λέει, νά φτιάξετε τά σπίτια σας, κι ἀφήσατε τόν δικό μου τόν οἶκον χωρίς νά τόν ξεκινήσετε» καί βέβαια λυπήθηκαν οἱ Ἑβραῖοι γι’ αὐτό κι ἔσπευσαν γρήγορα - γρήγορα νά δοῦν τί θά κάνουν παρακάτω. Αὐτά βέβαια τά λέμε, σάν μία ἀπάντηση ἀκόμα σ’ ἐκείνους οἱ ὁποῖοι λέγουν, ἰδίως τά τελευταία χρόνια, αὐτές τίς τελευταῖες δεκαετίες: «γιατί νά κτίσωμε Ἐκκλησία, γιατί νά κτίσωμε ναό, γιατί νά στολίσωμε τό ναό»; Εἶναι φοβερόν! Φοβερόν!
Ὅπως ἀκριβῶς, ἄν τό θέλετε, νά σᾶς τό πῶ παράλληλα, ἕνα σχολεῖο εἶναι φροντισμένο, δηλ. καλοχτισμένο, βαμμένο, στολισμένο, μία Δημαρχία, ἕνα κατάστημα Δικαστικόν κ.ο.κ. Γιατί; διότι ἐκεῖ ἐξυπηρετεῖται μία θέσις μία ἰδέα· ἡ ἰδέα τῆς παιδείας, ἡ ἰδέα τῆς δικαιοσύνης κ.ο.κ. ἤ τῆς κρατικῆς ἐξουσίας, καί βέβαια πρέπει νά εἶναι φροντισμένος ὁ οἶκος ἐκεῖνος, τό κατάστημα ἐκεῖνο, πού ἔχει κάποια ἐξουσία, κάποια προβολή. Ἔτσι καί ὁ ναός. Πρέπει νά εἶναι στολισμένος. Μήν εἴμεθα ἐκεῖνοι, πού θά μοιάζαμε τοῦ Ἰούδα «ὡς πρός τί ἡ δαπάνη αὐτή»; πού εἶπε, ὅταν ἡ Μαρία ἡ ἀδελφή τοῦ Λαζάρου, ἔδωσε κι ἀγόρασε πολύτιμο μύρο, γιά ν’ ἀλείψη τά πόδια τοῦ Χριστοῦ. Ὄχι, νά μήν τό κάνωμε αὐτό. Ὁ Ἰούδας ἔτσι σκέπτεται, κι ὁ Κύριος εἶπε: «τούς φτωχούς πάντα τούς ἔχετε, ἐμένα δέ μ’ ἔχετε πάντοτε». Δηλ. τό θέμα τῆς λατρείας, εἶναι σημαντικόν, εἶναι πάρα πολύ σημαντικό.
 Ὁ οἶκος τοῦ Θεοῦ πρέπει νά ἔχει, ὄχι βέβαια, κάποιον πλοῦτον πού νά ’ναι πολύ φορτωμένα μέσα τά πράγματα, γιατί ξέρετε, «τό πολύ καλό» λέει μία ξένη παροιμία «εἶναι ἐχθρός τοῦ καλοῦ». Ἀλλά πρέπει νά εἶναι εὐπρεπής ὁ ναός. Γι’ αὐτό λέει: «Κύριε, ἐκείνους οἱ ὁποῖοι κοπιάζουν γιά τήν εὐπρέπεια τοῦ οἶκου σου - λέμε στή θεία Λειτουργία - νά τούς ἁγιάσης». Αὐτά ὅλα ἔχουν πάρα πολύ σημασία. 

   Λοιπόν καί λέγει τώρα ἐδῶ ἡ Σοφία: «ἐν πάσιν οἷς διῆλθον ἐν παντὶ Ἰσραήλ, εἰ λαλῶν ἐλάλησα πρὸς μίαν φυλὴν τοῦ Ἰσραήλ, ᾧ ἐνετειλάμην ποιμαίνειν τὸν λαόν μου Ἰσραὴλ λέγων· ἵνα τί οὐκ ᾠκοδομήκατέ μοι οἶκον κέδρινον»; Δηλ. σ’ ὅλη τή διαδρομή πού εἶχα μέ τούς Ἰσραηλίτες, ἕως ἐδῶ, μήπως διετύπωσα παράπονο, ἔστω καί πρός μίαν φυλήν τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ, στήν ἀπορία στήν ὁποία ἐγώ, παρεχώρησα τήν ἡγεμονία ἐπί τῶν ἄλλων φυλῶν, - ὅπως εἶναι ἡ φυλή τοῦ Ἰούδα - διά τό γεγονός ὅτι δέν μοῦ εἴχατε κτίσει ναόν ἀπό πολύτιμα κέδρα; Διετύπωσα παραπόνον; λέει ὁ Θεός Λόγος. Εἰς ἀπάντησιν ὅμως ὅλων αὐτῶν, ὁ Δαυΐδ ξέσπασε σέ μία θερμοτάτη προσευχή. Εἶναι τόσο ὡραία, μά τόσο ὡραία! Ἄν θέλετε, εἶναι στό Β΄ Βασιλειῶν στό 7ον κεφάλαιον. Θά πάρω μόνον 1-2 στίχους. Καί τότε λέγει, ὁ Δαυΐδ, γονάτισε, ἔκλαψε καί λέει: «τίς εἰμι ἐγώ, Κύριέ μου Κύριε, καὶ τίς ὁ οἶκός μου, ὅτι ἠγάπησάς με ἕως τούτων». (Βασ. Β΄ 7, 18) Ποιός εἶμαι, λέει, ἐγώ, ποιό εἶναι τό σπίτι μου, ποιά εἶναι ἡ μάνα μου κι ὁ πατέρας μου, ὥστε νά μέ ἀγαπήσης τόσο πολύ καί νά μοῦ ἀναθέσης νά κτισθῆ ὁ ναός ἀπό τό παιδί μου, - τόν Σολομώντα βεβαίως - ἀλλά ἐγώ νά μαζέψω ὅλο τό ὑλικό πού θά ἐχρειάζετο ὁ ναός»; Εἶναι γνωστό αὐτό. Σέ κάθε δέ πρόταση, σ’ αὐτή τήν προσευχή, ἐπαναλαμβάνει σάν ἐπωδό, ἐκεῖνο τό τρυφερότατον, «Κύριέ μου Κύριε», «Κύριέ μου Κύριε», διαρκῶς τό ἐπαναλαμβάνει. Ἄς θυμηθοῦμε ἐδῶ τόν λόγον τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ πού ζητάει αὐτή τήν ἀγαπητικήν σχέσιν.
Τί εἶπε ὁ Χριστός; ἀκοῦστε: «ἐπιθυμίᾳ ἐπεθύμησα τοῦτο τὸ πάσχα φαγεῖν μεθ’ ὑμῶν, πρό τοῦ με παθεῖν·» (Λουκ. 22, 15) ἐπεθύμησα, λέει, - «ἐπιθυμίᾳ ἐπεθύμησα» εἶναι ἑβραϊσμός, πού δίνει τόνο στήν ἐπιθυμία - νά φάγω αὐτό τό Πάσχα μαζί σας. Θά εἶναι τό τελευταῖο μου Πάσχα. Ὅταν δέ ἐκεῖ, εἰς τόν κῆπον τῆς Γεθσημανῆ, «δέν μπορούσατε ,λέει, ν’ ἀγρυπνήσετε μίαν ὥρα μαζί μου»; Δηλ. ἐκφράζεται ἐδῶ ἡ ἀνθρωπίνη φύσις, προσέξτε με, ἡ ἀνθρωπίνη φύσις, τονίζεται ἡ ἀνθρωπίνη φύσις. Καί σημειώνει ὁ Ἰωάννης διά τόν Ἰησοῦν: «ἀγαπήσας τοὺς ἰδίους τοὺς ἐν τῷ κόσμῳ, δηλ. ἀφοῦ ἀγάπησε τούς δικούς του ἀνθρώπους, αὐτοί πού ἦσαν εἰς τόν κόσμον, εἰς τέλος ἠγάπησεν αὐτούς» ( Ἰωάν. 13, 1) ὡς τό τέλος, λέγει, τούς ἀγάπησε. Βλέπει δηλ. κανείς αὐτήν τήν ἀναζήτηση τῆς ἀγαπητικῆς σχέσεως τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας καί πρό τῆς Ἐνανθρωπήσεως καί μετά τήν Ἐνανθρώπηση, μέ τούς ἀνθρώπους.

   Καί προχωροῦμε ἀγαπητοί εἰς τόν ἑπόμενον στίχον τόν 8ον : «τότε ἐνετείλατό μοι ὁ κτίστης ἁπάντων, καὶ ὁ κτίσας με κατέπαυσε τὴν σκηνήν μου καὶ εἶπεν· ἐν Ἰακὼβ κατασκήνωσον καὶ ἐν Ἰσραὴλ κατακληρονομήθητι».
Αὐτό τό «Ἰακώβ» καί «Ἰσραήλ», εἶναι τό ἴδιο πρόσωπο. Ἀλλά ἀγαπάει πάρα πολύ ἡ Γραφή, γι’ αὐτό εἶναι ἀναρίθμητα παραδείγματα μέσα στήν Π.Δ καί κάπου στήν Κ. Δ., τό ἴδιο ὄνομα μέ ἄλλη παρονομασία, - ἄς τό ποῦμε ἔτσι - γιά νά κάνη πλούσιο τό λόγο. Τό Ἰακώβ καί Ἰσραήλ εἶναι τό ἴδιο πρόσωπο γιατί ὀνομάσθηκε ἀπό κεῖνον μέ τόν ὁποῖον ἐπάλαιε - ἀπό τήν Ἐνυπόστατον Σοφίαν - ὀνομάσθηκε Ἰσραήλ πού θά πῆ ἠγαπημένος. Νά σᾶς τό ἀποδώσω: «Τότε μοῦ ἔδωκε ἐντολή ὁ δημιουργός ὅλων τῶν δημιουργημάτων, κι Ἐκεῖνος πού ἔκτισε καί Ἐμένα, ὥρισε τόν τόπον τῆς σκηνῆς καί διαμονῆς μου καί εἶπε· στή χώρα τοῦ Ἰακώβ κατοίκησε καί λάβε κληρονομία καί ἰδιοκτησία μεταξύ τοῦ Ἰσραήλ. Ἰδιοκτησία· περιούσιος λαός, περιουσία. Ἐδῶ, στήν ἀναζήτηση σκηνῆς, «ποῦ νά μείνω»; ψάχνει ὁ Θεός Λόγος, οὕτως εἰπεῖν, ἐδόθη ἡ ἀπάντησις, ὅπως βλέπομε, ἀπό τόν Θεόν Πατέρα, πρός τήν Ἐνυπόστατον Σοφίαν, ὅτι θά τήν ἔβρη τήν κατοικία του, τήν ἀνάπαυσή του, ἀνάμεσα στόν λαό τοῦ Ἰσραήλ.
Θά προχωρήσω βέβαια, ἀλλά αὐτό τό «σκηνή» κλπ. δηλ. νά ἀναζητήση σκηνή, κατοικία, ξέρετε ποῦ ἀναφέρεται; Στό θέμα τῆς Ἐνανθρωπήσεως. Δηλ. ποῦ νά Ἐνανθρωπήσω; Σᾶς τό εἶπα ἐκ προοιμίων αὐτό, γιά νά τό ’χετε στό νοῦ σας· νά σᾶς τό πῶ στό τέλος, γιατί τό τέλος θά εἶναι τήν ἐρχομένη φορά, ἐπειδή εἶναι δύσκολο θέμα, πάνω στό ρῆμα «κτίζω». Κι ἐμένα, λέει, μέ «ἔκτισε». Ἀναφέρεται στήν ἀνθρωπίνη φύση. Ἐδῶ βέβαια γίνεται λόγος ὅτι ὁ Θεός Πατήρ ἔκτισε τήν Σοφίαν. Βέβαια δέν πρόκειται περί κτίσματος· ἡ Σοφία δέν εἶναι κτίσμα. Λόγο θά κάνωμε ὅμως παρακάτω, ἴσως καί τήν ἐρχομένη φορά, σᾶς εἶπα. Αὐτό τό «καὶ ὁ κτίσας με», κι Ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος με ἔκτισε, ἀναφέρεται στό ἀνθρώπινο σῶμα, δηλ. ὡς Θεός, θά προσελάμβανε καί τήν κτιστήν φύσιν. Ὡς Θεός, ἀΐδιος Θεός. Ὅμως ἄς δοῦμε πρῶτα αὐτή τήν ἀναζήτηση της κατοικίας, ἔχει πολλή σημασία. Μοιάζει πολύ μυστηριῶδες βέβαια αὐτό, ἀλλά ἀναφέρεται σέ σημεῖο πού ἀναζητᾶ, τῆς οἰκουμένης, ποῦ θά προσελάμβανε ἡ θεία Σοφία τήν ἀνθρωπίνη φύση. Καί τῆς ὑπεδείχθη, ἀπό τόν Θεό Πατέρα· ἡ χώρα τοῦ Ἰσραήλ. Γιά σκεφθεῖτε· δῆτε τήν ὑφήλιον, τή σφαίρα, μέ τίς θάλασσές της καί τίς ξηρές της, τάς ἠπείρους της, Ἀσία, Εὐρώπη, Ἀφρική, Ἀμερική, Μεσόγειος, Ἀτλαντικός, Εἰρηνικός ὠκεανός, Ἰνδικός ὠκεανός, Βόρειος, Νότιος πόλος· δῆτε τήν ὑφήλιον, ὅτι ἐδιάλεξε αὐτό τό σημεῖον, πού λέγεται «γῆ Χαναάν». Ἐκεῖ πού κατοίκησε ὁ Ἰσραήλ. Κάνει ἐντύπωση. Βέβαια ἀπό τήν γειτνίασιν, θά λέγαμε αὐτήν, ὄχι μόνον ἡ γῆ, ἡ ξηρά, πῆρε μία σημασία, τεραστία σημασία, ἀλλά καί ἡ θάλασσα. Ἡ Μεσόγειος θάλασσα εἶναι ἡ σημαντικοτέρα θάλασσα εἰς τήν ἀνθρώπινη Ἱστορία. Ὄχι μόνον εἰς τόν ἀνθρώπινο πολιτισμό, εἶναι πασίγνωστο αὐτό. Οἱ καλύτεροι πολιτισμοί, οἱ σπουδαιότεροι πολιτισμοί ἀνεπτύχθησαν περί τήν Μεσόγειον θάλασσαν, «ἐν οἷς πολιτισμοῖς» εἶναι καί ὁ Ἑλληνικός· ὁ σπουδαιότερος. Εἶναι λοιπόν μία πάρα πολύ σπουδαία θάλασσα ἡ Μεσόγειος, κλειστή θάλασσα, καί μάλιστα μία θάλασσα στήν ὁποία θά διαδραματισθοῦν στά ἔσχατα, φοβερές καταστάσεις. Στήν ἴδια θάλασσα θά διαδραματίση καταστάσεις καί ὁ Ἀντίχριστος. Τό βλέπομε αὐτό ἀπό τό ὅραμα τοῦ Δανιήλ, μέ τά 4 θηρία πάνω ἀπό τήν Μεσόγειον θάλασσαν, τήν λεγομένη «Μεγάλη θάλασσα», ἐν συγκρίσει μέ τή «Μικρή θάλασσα», πού ἦταν ἡ λίμνη τῆς Γεννησαρέτ. Βέβαια συγκρίνεται ἡ λίμνη της Γεννησαρέτ μέ τήν Μεσόγειο; ὄχι βεβαίως ἀλλά ἐκεῖ στή λίμνη της Γεννησαρέτ, ἔλαβαν χώρα σπουδαία γεγονότα. Διότι ὁ Ἰησοῦς Χριστός ἐκεῖ ἐκινήθη. Ἔτσι λοιπόν ἡ Μεσόγειος εἶναι μία πάρα πολύ σπουδαία θάλασσα. Ἀλλά ὅταν ὁ Θεός ὁρίζει τόν Ἰσραήλ, ὁ Ἰσραήλ θά ἔφερνε ἕναν ἄνθρωπο. Κι αὐτός ὁ ἄνθρωπος θά ἦτο ἡ Θεοτόκος, ἡ Παρθένος Μαρία. Αὐτή θά ἐπλαισιοῦτο ἀπό τόν λαόν τοῦ Θεοῦ. Παρ’ ὅτι τά πάντα, θάλασσα καί γῆ καί ἔθνη καί λαοί ἦσαν κάτω ἀπό τήν ἐξουσία τῆς Σοφίας. Ἀλλά γιατί; Διότι ὁ Ἁβραάμ, γιατί νά διαλέξη ἐκεῖνον τόν τόπον; καί γιατί ὁ Θεός νά πάρη τόν Ἁβραάμ καί νά τόν φέρει σ’ ἐκεῖνον τόν τόπον, διότι δέν ἦταν ἰθαγενής, ντόπιος ὁ Ἁβραάμ, ἦταν κάτοικος τῆς Οὔρ, τῆς ἀρχαιοτάτης αὐτῆς πόλεως. Μίας πόλεως ἀπό τίς λίγες τῆς ἀρχαιότητος. Καί ἡ Τροία καί ἡ Ἱεριχώ, ξέρετε τί ἡλικία ἔχουν; Πάνω ἀπό 10.000 χρόνια π.Χ. Γιατί νά πάρη τόν Ἁβραάμ ἀπό τήν Οὔρ, νά τόν φέρει βορειοδυτικά, νά περιμένη νά πεθάνη ὁ πατέρας τοῦ Ἁβραάμ καί μετά νά τοῦ πῆ: «τώρα θά κατηφορίσης πρός Νότον». Καί μετά ἦρθε στή γῆ τῆς Ἐπαγγελίας. Χωρίς νά τοῦ δώση ὅμως γῆ οὔτε ἑνός ποδός. Οὔτε τριάντα ἑκατοστά δέν εἶχε κληρονομίαν, ἰδιοκτησία, ὁ Ἁβραάμ. Ἐξηγεῖ ὁ ἀπ. Παῦλος: «διότι, λέγει, περίμενε κρείτονα πατρίδα» ( Ἑβρ. 11, 16) δηλ. τήν ἀχειροποίητον, τήν ἄκτιστον, τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Μέσα σ’ αὐτή τήν Ἱστορία, βλέπει κανείς τά μυστήρια τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, τά μυστήρια τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Εἶναι καταπληκτικά ὅλα αὐτά! Ὡστόσο, νά ἐπανέλθω, ὁ Ἁβραάμ ἦταν ὁ Γενάρχης αὐτοῦ τοῦ λαοῦ, καί ἦταν ἄνθρωπος πίστεως. Γι’ αὐτό ἐδιάλεξε τόν Ἁβραάμ. Καί γι’ αὐτό τώρα τοῦ κάνει αὐτές τίς περιπλανήσεις, γιά ν’ ἀποδειχθῆ ἡ πίστις τοῦ Ἁβραάμ καί ἡ ἀγάπη τοῦ Ἁβραάμ πρός τόν Θεόν, ὅπως στή συνέχεια καί τοῦ Ἰσαάκ καί τοῦ Ἰακώβ, ὁ ὁποῖος μετονομάσθη Ἰσραήλ. Τί ἐπίστευσαν αὐτοί οἱ Γενάρχαι, παππούς, παιδί, ἐγγονός; Εἰς τήν Ἐνυπόστατον Θείαν Σοφίαν. Ἐκεῖ ἐπίστευσαν. Ἐπίστευσαν μ’ ὅλη τή δύναμη τῆς ψυχῆς τους. Θά μοῦ πεῖτε, πλήρως; Ἡ πλήρης γνῶσις θά ἤρχετο μετά τήν Ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ Λόγου, καί θά ἐδραιοῦτο μέσα μας μέ τήν Πεντηκοστή. Ἄς εἶναι. Εἶναι τόσο μεγάλο κεφάλαιον ἡ πίστις; Ναί εἶναι τόσο μεγάλο κεφάλαιο, γι’ αὐτό σημειώνει ἐκεῖ στή Γένεση ὁ ἱερός συγγραφεύς: «καὶ ἐπίστευσεν Ἄβραμ τῷ Θεῷ, καὶ ἐλογίσθη αὐτῳ εἰς δικαιοσύνην». (Γέν. 15, 6) Δικαιοσύνη θά πεῖ ἁγιότητα· δηλ. πίστεψε καί λογαριάστηκε ἡ πίστις του αὐτή σέ ἁγιότητα. Τό ἴδιο χωρίο θά χρησιμοποιήση καί ὁ ἀπ. Παῦλος, ὁ ἄνθρωπος πού τόνισε τήν πίστιν ὅσο κανείς ἄλλος. Ὁ Ἁβραάμ μετηνάστευσε λοιπόν ἀπό τήν Οὔρ τῆς Μεσσοποταμίας - τοῦ Ἰράκ, ἄν τό θέλετε μέ τό σύγχρονο ὄνομα - μετηνάστευσε ἐκ πίστεως. Ὁ Ἰσαάκ, ἤρεμα - ὁ γιός τοῦ Ἁβραάμ - ἐδέχθηκε τήν θυσία του, εἰς τύπον Χριστοῦ.
Τοῦ εἶπε ὁ Θεός, ἡ Σοφία: «Πάρε τό παιδί σου - ἄν καί τό ἀπέκτησε 100ἐτῶν καί ἡ Σάρα 90 - πάρε τό παιδί σου καί πήγαινε νά μοῦ τό θυσιάσης». Δέν τό εἶπε στήν Σάρα, θά σήκωνε τόν κόσμο στό πόδι. Ἦτο πιστή γυναίκα ἀλλά ὄχι ὅσο ὁ Ἁβραάμ. Τό βλέπομε αὐτό, ὅταν ὁ Θεός εἶπε, στήν ἐπίσκεψη πού ἔκανε στόν Ἁβραάμ, τρεῖς ἄνδρες, ὅτι θά ἔχεις παιδί τοῦ χρόνου. Η Σάρα γέλασε. «ἐξέλιπεν, δὲ τῇ Σάρρα γίνεσθαι τά γυναικεῖα». (Γέν. 18, 11) Ἔτσι λέει ἡ Ἁγία Γραφή. Δέν εἶχε γονιμότητα πλέον, 90 χρονῶ ἦτο. Γιατί γέλασε ἡ Σάρρα; «Δέ γέλασα»! Σᾶς τό ’χω πεῖ κι ἄλλοτε αὐτό. «Δέ γέλασα». Ἄχ! αὐτές οἱ δικαιολογίες μας.. «δέ γέλασα»! «Ὄχι, λέει, γέλασες»! Ἤτανε μεσ’ τή σκηνή καί ὁ Θεός τήν εἶδε, ἔ; ὅλα τά βλέπει ὁ Θεός. Λοιπόν ἦτο πιστή ἀλλά ὄχι βεβαίως ὅσο ὁ Ἁβραάμ. Δέν τῆς εἶπε τίποτα, σηκώθηκε πρωΐ-πρωΐ, πῆρε τό παιδί του, πῆρε τό ὑποζύγιο, πῆρε ξύλα, πῆρε φωτιά, νά πάη νά θυσιάση τό παιδί του! Κι ἐκεῖ ὁ Ἰσαάκ λέγει: «Πατέρα, ξύλα πήραμε, φωτιά πήραμε, τό ἱερεῖον - τό σφάγειον - ποιό εἶναι»; Κι ὁ Ἁβραάμ λέγει: «παιδί μου ὁ Θεός ξέρει». Ἦταν ὁ ἴδιος ὁ Ἰσαάκ. Κι ὅταν τό παιδί δέθηκε, πρέπει νά ἦταν γύρω στά 18 του χρόνια, ἔφηβος, δέθηκε, τόν ἔδεσε γιατί θά μποροῦσε νά δραπετεύση τό παιδί, καί τόν ἔβαλε ἐπάνω στά ξύλα, ἦταν φανερό πιά, κανείς κουτός δέν εἶναι, ὅτι «ἐγώ θά ’μαι τό θῦμα». Δέν διαμαρτύρεται ὁ Ἰσαάκ. Ἐδῶ εἶναι τό καταπληκτικό! καί σήκωσε τό χέρι του μέ τό μαχαίρι, νά σφάξη τό παιδί του. Καί τό χέρι του κρατήθηκε, καί τοῦ εἶπε: «ὄχι κατάλαβα»· «κατάλαβα», ὁ Θεός ξέρει, ἀλλά ἤθελε νά δείξη στόν ἴδιο καί στήν Ἱστορία, τήν πίστη τοῦ Ἁβραάμ, καί γύρισε καί εἶδε ἐπάνω σ’ ἕνα Σαβώκ, φυτόν, - εἶναι ἄγνωστο τό φυτό αὐτό, εἶναι προφητικό ὄνομα, Σαβώκ - ἤτανε ἕνα φυτό μέ δύο κλαδιά τί σχῆμα ἔκαναν; Σταυρό, κι ἐκεῖ λέει, ἦταν μπερδεμένα τά κέρατα ἑνός κριοῦ. Τί θά πῆ μπερδεμένα τά κέρατα ἑνός κριοῦ; Εἶναι ἡ σταυρική θυσία τοῦ Χριστοῦ, σαφέστατα. Κι ἐπῆρε, λέει, ἐκεῖνον τόν κριόν καί τόν ἐθυσίασε ὁ Ἁβραάμ ἀντί τοῦ παιδιοῦ του, τοῦ Ἰσαάκ. Ἔτσι λοιπόν βλέπομε ὅτι ὁ Ἰσαάκ ἐδέχθη αὐτή τή θυσία. Δυνάμει, ἔγινε. Μπορεῖ νά μήν πραγματοποιήθηκε ὡς τό τέλος, ἀλλά ἔγινε. Τί ἦτο λοιπόν ὁ Ἰσαάκ; παιδί τῆς πίστεως. Ἀλλά καί ὁ Ἰακώβ, ὁ ἐγγονός τοῦ Ἁβραάμ, κι αὐτός ὅταν εἶπε, δώσ’ μου τά πρωτοτόκια σου εἰς τόν Ἠσαῦ, ἐπίστευε εἰς τόν ἐρχομό τοῦ Μεσσία. Γι’ αὐτό λέγει ὁ Θεός «τόν Ἰακώβ τόν ἠγάπησα, τόν Ἠσαῦ τόν ἐμίσησα». Ἀλλά κι ἀκόμη βλέπει κανένας ὅτι παίρνει εὐλογία ἀπό τήν Ἐνυπόστατον Σοφίαν. Ἐνθυμεῖσθε ἐκεῖνο τό θαυμάσιο, τό συγκινητικότατο, ὅταν γυρίζει πίσω ὁ Ἰακώβ, μ’ ὅλη του τήν φαμίλια καί μ’ ὅλη του τήν περιουσιακή προκοπή, γυρίζει πίσω εἰς τή γῆ Χαναάν, προκειμένου νά περάσουν ἕνα ποταμάκι - Ἰαβώκ ἐλέγετο, παραποταμάκι τοῦ ἤτανε τοῦ Ἰορδάνου - ἐπέρασε τή φαμίλια του, πέρασε τά ζωντανά του, πέρασε τούς οἰκογενεῖς του, αὐτός ἔμεινε πίσω· ἤθελε νά προσευχηθῆ, καί ὅλη νύχτα, ἐν ὀνείρῳ, ἐπάλαιε. Ἐπάλευε κάποιον. Ἐπάλαιε, ἐπάλαιε.. γιατί πάλευε; Τόν προκάλεσε αὐτός ὁ κάποιος, κατά τρόπον πού ἐζήτησε.. Κατάλαβε, ὅτι τό πρόσωπο αὐτό εἶναι σπουδαῖο, εἶναι θεῖον, εἶναι ὁ Θεός! Ἦτο ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία. - Ἄφησέ με νά φύγω, λέγει ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία. - Ὄχι, δέν σ’ ἀφήνω, ἐάν πρῶτα δέν μέ εὐλογήσεις!
Πόσο ἀγαπάει ὁ Θεός νά παλεύη μέ τόν ἄνθρωπο! Ἀκούσατε; νά παλεύη μέ τόν ἄνθρωπο, γιά νά γίνη ζωηρωτέρα καί ζωηρωτέρα ἡ ἐπιθυμία τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο. Ἔτσι «ὄχι, λέει, δέν σ’ ἀφήνω», «ἄφησέ με νά φύγω», δέν εἶπε «δέν σ’ εὐλογῶ». «ἄφησε μέ νά φύγω, ξημερώνει..», νά ἔτσι, νά ἔτσι.. κάπου ἐκεῖ τά ξημερώματα, τοῦ λέει: «Ἔ, καλά! νά εἶσαι εὐλογημένος. Τό ὄνομα σου ἀπό δῶ καί μπρός θά εἶναι Ἰσραήλ», δηλ. ἀγαπημένος· καί ἐξαφανίστηκε. Ἀλλά γιά νά δοθῆ ὅμως κι ἕνα αἰσθητό σημεῖο, ἦταν ὁ μηρός τοῦ Ἰακώβ, ἤτανε πιασμένος, δέν μποροῦσε νά περπατήση. Αὐτό ἔχει καί κάποιες συνέχειες - περιττό νά τίς ποῦμε - τό θέμα εἶναι ὅτι πῆρε τήν εὐλογία. Γιατί; Διότι δέν ἔπρεπε νά μείνη στήν Οὔρ. Γιατί ἐκεῖ πῆγε, πού ἦτανε ὁ παππούς του ἀπό ἐκεῖ. Διότι τό εἶπε σαφῶς ὁ Ἁβραάμ εἰς τόν Ἐλεάζαρο: «σέ ὁρκίζω τοῦ λέγει, δέν θά βρῆς γυναίκα ἀπό δῶ γύρω ἀπό τίς Χαναανίτισσες, θά πᾶς νά βρῆς ἀπ’ τήν πατρίδα μου. Πρόσεξε! δέν πρέπει ὁ Ἰσαάκ νά ξαναγυρίση πίσω». Οὔτε κι ὁ Ἰακώβ. Ὁ Ἠσαῦ, ξέρετε ὅτι παντρεύτηκε δύο γυναῖκες ἀπό τή γῆ Χαναάν. Τσακωνόντουσαν, λέει, αὐτές μέ τήν πεθερά τους, μέ τήν Ρεβέκκα, πίιιι.. δέν ἤτανε κάτω ἀπό τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ. Ἔπρεπε νά πάρη γυναίκα ἀπό κεῖ, ἀπό τήν Οὔρ, ἀλλά δέν ἔπρεπε νά μείνει ἐκεῖ. Εἶναι γνωστό ὅτι ὁ ἄνδρας ἐκεῖ πού παντρεύεται συνήθως, συνήθως, συνήθως ἐκεῖ κατοικεῖ, ἐκεῖ κάνει καί τό ἐπάγγελμά του κλπ. Ὄχι! γύρισε πίσω! Γιατί γύρισε πίσω; Γιατί αὐτό ἤθελε ὁ Θεός. Ἔπρεπε ὁ λαός αὐτός νά ἀναπτυχθῆ εἰς τή γῆ Χαναάν. Ὅλα αὐτά εἶναι προϊόντα πίστεως, προσέξτε με, ὅλα εἶναι προϊόντα, καρποί πίστεως, γιά νά καταλάβωμε τί σημαίνει πίστις.
Καί ἔτσι, μποροῦμε τώρα νά κατανοήσωμε τόν Εὐαγγελιστή Ἰωάννη, πού γράφει: «ἐν τῷ κόσμω ἦν, ποιός; ἡ Σοφία, ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία ἤ μέ τό ὄνομα Θεός Λόγος, ἦτο, λέει, εἰς τόν κόσμον, καὶ ὁ κόσμος δι’ αὐτοῦ ἐγένετο, και ὁ κόσμος ἔγινε ἀπό τά χέρια τοῦ Θεοῦ Λόγου, καὶ ὁ κόσμος αὐτὸν οὐκ ἔγνω» ( Ἰωάν. 1, 10) καί ὁ κόσμος δέν τόν ἐγνώρισε. Λέγει ὁ Ὠριγένης, πού σχολιάζει: «ἐν τῷ περιγείῳ τόπῳ κατά τήν ἡμετέραν οἰκουμένην νοουμένῳ» (TLG. Commentarium in evangelium Matthaei 13.20.32. Ὠριγένους ὑπόμνημα εἰς τό κατά Ματθαῖον Εὐαγγέλιον, τόμος ιγ΄: «ἐν τῷ κόσμῳ» γάρ «ἦν το αληθινόν φῶς», τῷ περιγείῳ τόπῳ κατά τήν ἡμετέραν οἰκουμένην νοουμένῳ, …»). Πῶς θά ἐννοήσωμε αὐτόν τόν κόσμον; Ἐν τῷ περιγείω τόπω. Λέγαμε τήν περασμένη φορά τί εἶναι ὁ περίγειος τόπος. Εἶναι κατά τό φαινόμενον. Εἶναι δηλ. ἐκεῖ πού ἀκουμπάει ὁ οὐρανός στή γῆ. Προσέξτε με, ἡ Γραφή γράφει κατά «τό φαινόμενον» τά πράγματα, ὄχι κατά τήν ἐπιστημονικήν ἀλήθειαν, ἔκδοσιν. Καί συνεχίζει, καί μάλιστα, θά λέγαμε, ὅτι τόν ἀνεγνώρισαν πρόσωπα πρό τῆς ἐνσαρκώσεως. Θυμηθεῖτε τόν Ἁβραάμ, θυμηθεῖτε τόν Δαυΐδ, θυμηθεῖτε τόσους καί τόσους. Ὁ Ἁβραάμ μάλιστα πῆρε τήν ὑπόσχεση ὅτι θά ’ρθῆ, καί θά ’ρθῆ ἀνάμεσά μας καί θά εἶναι ἀπόγονος τοῦ ἰδίου τοῦ Ἁβραάμ. Ὅπως καί ὁ Δαυΐδ, πού λέει ὁ 109ος ψαλμός: «Εἶπεν ὁ Κύριος τῷ Κυρίῳ μου· κάθου ἐκ δεξιῶν μου, ἕως ἄν θῶ τοὺς ἐχθρούς σου ὑποπόδιον τῶν ποδῶν σου …» κλπ. (Ψαλμ. 109ος , 1) Πῶς εἶναι ἀπόγονός τοῦ Δαυΐδ, λέει, στούς Φαρισαίους ὁ Χριστός, ἀφοῦ ὁ Δαυΐδ τόν ἀποκαλεῖ Κύριον; Δέν μποροῦσαν νά ἀπαντήσουν. Διότι, «Εἶπεν ὁ Κύριος τῷ Κυρίῳ μου·», Κύριος ὁ Πατήρ, Κύριος ὁ Υἱός, πῶς λοιπόν λέγει τώρα ἐδῶ ὅτι θά ’ναι εἶναι ἀπόγονός τοῦ Δαυΐδ; Ἁπλούστατα, κατά τήν μίαν φύση «Θεός», κατά τήν ἄλλη φύση ἄνθρωπος. Μέ τήν ἀνθρωπίνη φύση λοιπόν εἶναι ἀπόγονός τοῦ Δαυΐδ. Ἀλλά καί μέ τόν Ἁβραάμ. Ὁ Ἁβραάμ, λέει, ζήτησε νά δῆ τήν ἡμέρα τήν δική μου, - εἶπε ὁ Χριστός- ζήτησε νά δή τήν ἡμέρα τή δική μου δηλ. τήν ἐπιφάνειά μου, δηλ. τήν παρουσία μου εἰς τόν παρόντα κόσμο. Καί εἶδε καί χάρηκε! Χάρηκε! Δηλ. τό ἔμαθε εἰς τόν Ἅδη ὁ Ἁβραάμ, ὅτι Ἐκεῖνος πού τοῦ μιλοῦσε ὅταν ὁ Ἁβραάμ ζοῦσε, ἦρθε! Ξέρετε πόσα χρόνια πέρασαν; Δύο χιλιάδες χρόνια! καί τοῦ εἶπαν οἱ Ἑβραῖοι: «δέν εἶσαι οὔτε 50 χρονών ἄνθρωπος καί λές ὅτι ὁ Ἁβραάμ, ὁ πατέρας μας, εἶδε τήν δική σου τήν ἐπιφάνεια καί χάρηκε»; Γιατί χάρηκε; γιατί πίστεψε ὅτι θά ἔλθη. Καί εἶναι ἀπόγονός τοῦ Ἁβραάμ. Ὅλοι αὐτοί γνώρισαν - βέβαια ἀσαφῶς, ἀσφαλῶς - ἀλλά γνώρισαν ὅμως καί πίστεψαν εἰς τήν Ἐνυπόστατον Σοφίαν. Ὁ Ἰωάννης λέγει: «εἰς τὰ ἴδια ἦλθε καὶ οἱ ἴδιοι αὐτὸν οὐ παρέλαβον». Ἦρθε ἀνάμεσά μας. «Εἰς τά ἴδια». Τό λέμε θυμάστε ἀπ’ τό σχολειό πού μάθαμε λίγα Ἀρχαῖα, τί λέγαμε ἐκεῖ; Πηγαίνω «οἶκαδε», πηγαίνω «εἰς τά ἴδια», δηλ. πάω στό σπίτι μου. Ἐκεῖ ὅταν ὁ Ἰωάννης κατ’ ἐντολή τοῦ Χριστοῦ πάνω στό Σταυρό, «ἴδε ὁ Υἱός σου», ἀπό κείνη τή στιγμη, λέγει, ὁ Ἰωάννης πῆρε τήν Θεοτόκον «εἰς τά ἴδια», δηλ. εἰς τό σπίτι του. Τί σημαίνει αὐτό; Σημαίνει ἀγαπητοί μου ὅτι ἦλθε εἰς τόν κόσμον αὐτόν, καί ἰδιαίτερα ἦλθε εἰς τόν λαό του, καί οἱ «ἴδιοι», δηλ. οἱ δικοί του οἱ ἄνθρωποι «αὐτόν οὐ παρέλαβον», δέν ἔγινε ἀποδεκτός. Τί κρίμα! Δέν ἔγινε ἀποδεκτός!
Αὐτός εἶναι ἀγαπητοί μου ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Θά λέγαμε - αὐτό πού λέω τώρα εἶναι ἀντιφατικό - ἡ ἐκτός χρόνου Ἱστορία του, καί ἡ ἐντός χρόνου Ἱστορία του. Γιατί εἶναι ἀντιφατικό; Γιατί ἔξω ἀπ’ τόν χρόνο δέν ὑπάρχει Ἱστορία. Δηλ. ὡς Θεός καί ὡς ἄνθρωπος. Ἀλλά θά συνεχίσουμε, πρῶτα ὁ Θεός, γιά νά δοῦμε ἐκεῖνο τό μεγάλο θέμα, ὅτι ὁ Θεός Πατήρ, «μέ ἔκτισε» τί σημαίνει· ἐκεῖ πού σκόνταψε ὁ Ἄρειος καί ὑπεστήριζε ὅτι ὁ Θεός Λόγος εἶναι κτίσμα, φυσικά αἵρεσις φοβερή.
Αὐτό θά τό δοῦμε, πρῶτα ὁ Θεός, τήν ἐρχομένη Τρίτη.


199η ομιλία στο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης 
« Σοφία Σειράχ ».

►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
" Σοφία Σειράχ " εδώ ⬇️
http://arnion.gr/index.php/p-thanasios-mytilina-os/milies-p-thanasiou/palaia-diauhkh/sofia-seirax
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40oRvQcJSffpry9_VIhWtola

🔸Λίστα ομιλιών της σειράς
«Σοφία Σειράχ».🔻
https://drive.google.com/file/d/15yPd5yULQpwqBdVJzrpusJNL6wa2BczM/view?usp=drivesdk

🎥 Βιντεοσκοπημένες ομιλίες της σειράς «Σοφία Σειράχ».🔻
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40o1lCOake2wwX61iRYZNi-M

🔸📜 Απομαγνητοφωνημενες ομιλίες της σειράς «Σοφία Σειράχ».🔻
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/search/label/%F0%9F%94%B9%CE%A3%CE%BF%CF%86%CE%AF%CE%B1%20%CE%A3%CE%B5%CE%B9%CF%81%CE%AC%CF%87.?m=1

🔸Επεξηγηματικό βίντεο Ασπάλαθου.
https://youtu.be/8tNfAHRkTCk

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️
https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__
https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.

Ἀνάγκη νά ἐξιχνιάσωμε τήν ταυτότητα τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας. ~ 5/14 ~

†.Ἀγαπητοί μου συνεχίζομε, πάντοτε ἀπό τό βιβλίον της Σοφίας Σειράχ, τό 24ον κεφάλαιον· εὐρισκόμεθα ἤδη εἰς τόν 6ον στίχον, πού ἀναφέρεται ὁλόκληρο τό κεφάλαιον αὐτό εἰς τήν Ἐνυπόστατον Σοφίαν τοῦ Θεοῦ. Θά σᾶς ὑπενθυμίσω, βέβαια, ὅτι εἶναι λίγο δύσκολο κεφάλαιον ἀλλά εἶναι ὑπέροχο. Θά ἔλεγα εἶναι μία ἀπό τίς λίγες περικοπές της Ἁγίας Γραφῆς πού ἀποτελοῦν κορωνίδα. Γιατί ἡ περικοπή αὐτή ἀναφέρεται εἰς τήν Ἐνυπόστατον Σοφίαν τοῦ Θεοῦ - Ἐνυπόστατος θά πῆ προσωπική, ὅτι εἶναι δηλ. πρόσωπον- καί ἀφορά εἰς τό δεύτερον πρόσωπον της Ἁγίας Τριάδος, πού εἶναι ὁ Ἐνανθρωπήσας Θεός Λόγος.
Ἐκεῖνο πού παρατηροῦμε εἶναι ὅτι ἤτανε στό πρόγραμμα - αὐτό θά τό ποῦμε, πρῶτα ὁ Θεός, τήν ἐρχομένη φορά, γιά νά σᾶς ἐξηγήσω μία λέξη ἐπίμαχον - ἦτο ἐκείνη ἡ σφοδρά ἐπιθυμία τοῦ Θεοῦ Λόγου, νά περιβληθῆ τήν δημιουργία του. Ὅπως ἀκριβῶς κατασκευάζομε ἕνα ἱμάτιον, ἕνα παλτό, καί θέλομε νά τό φορέσουμε. Καί ἔχομε πολύ τήν ἐπιθυμία αὐτή νά τό φορέσωμε. Αὐτή ἡ περιβολή της δημιουργίας. Ἐξ ἄλλου, τί σπουδαιότερο μπορεῖ νά ὑπάρχει μεσ’ τήν δημιουργίαν; Ὁ ἥλιος; Σπούδαῖος εἶναι. Τ’ ἀστέρια; Σπούδαία εἶναι. Ἡ γῆ, οἱ θάλασσες, τά βουνά, ὅλα, ὅλα, ὅλα, τά ζῶα, τά φυτά, ὅλα εἶναι σπούδαῖα. Ἡ κορωνίδα ὅμως ὅλων αὐτῶν εἶναι ὁ ἄνθρωπος. Καί συνεπῶς, τό ἀποκορύφωμα της δημιουργίας, τῆς αἰσθητής δημιουργίας, εἶναι ὁ ἄνθρωπος. Ἔ, πῶς θά περιεβάλλετο συνεπῶς ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία τοῦ Θεοῦ τή δημιουργία της; Μέ τό νά γίνη ἄνθρωπος. Ἔτσι περιεβλήθη τήν ἀνθρωπίνη φύση, πού ἦταν θά λέγαμε, ἡ μεγίστη της ἐπιθυμία. Θά τό δοῦμε αὐτό στή συνέχεια.
Ἔτσι, διαρκῶς μᾶς ἀποκαλύπτεται. Ποιά εἶναι ἡ ταυτότητα τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας; Ἐπί τέλους, ποιός εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός, τόν ὁποῖον βεβαίως προσκυνοῦμε, λατρεύομε κλπ., κλπ.; Ποιός εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός; Καταλαβαίνετε πόσο ἀνάγκη εἶναι τοῦτο νά τό μάθωμε.

   Καί ἤδη σᾶς διαβάζω τόν 6ον στίχον, τοῦ 24ου κεφαλαίου.
«ἐν κύμασι θαλάσσης καὶ ἐν πάσῃ τῇ γῇ καὶ ἐν παντί λαῷ καὶ ἔθνει ἐκτησάμην».
Δηλ. ἔχω κτῆμα, ἔχω ἐξουσία καί κυριαρχία ἐπί τῶν κυμάτων τῆς θαλάσσης καί σέ ὅλη τή γῆ καί σέ κάθε λαό καί σέ κάθε ἔθνος. Ἔχω ἐξουσίαν. Εἶναι μία θέσις, πού ἀποκαλύπτει ἀκόμη περισσότερον καί κατά ἕναν μάλιστα καταπληκτικό τρόπο, θά τό δῆτε, τήν ταυτότητα της Ἐνυποστάτου Σοφίας. Ἔχει, λέγει, γιά νά πάρωμε λέξη-λέξη, ἔχει ἐξουσία «ἐν κύμασι θαλάσσης», δηλ. εἰς τά κύματα τῆς θαλάσσης. Δέν εἶπε «ἐπί τῶν θαλασσῶν», ἀλλά εἶπε «ἐπί τῶν κυμάτων τῶν θαλασσῶν». Ἔχει σημασία προσέξατέ το. Μή λησμονοῦμε, ὅτι ὁ Γιαχβέ, δηλ. ὁ Κύριος, αὐτό τό τετραγράμματον ὄνομα τοῦ Θεοῦ τοῦ Ἰσραήλ, ὁ Ἅγιος τοῦ Ἰσραήλ, ὅπως λέγει ὁ Ἠσαΐας, δέν εἶναι τί ἄλλο, παρά τό δεύτερον πρόσωπον τ῅ς Ἁγίας Τριάδος, εἶναι ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία· εἶναι ὁ Ἐνανθρωπήσας Θεός Λόγος. Αὐτός εἶναι. Ἔτσι ἀφοῦ εἶναι δημιουργόςνά ἐπανέλθω στήν ὀνομασία «Ἐνυπόστατος Σοφία»- ἀφοῦ εἶναι ἡ Σοφία ἡ δημιουργός καί ἡ τεχνίτης τοῦ παντός, ἑπόμενον εἶναι, νά εἶναι καί Κυρία τοῦ παντός, καί νά ἐξουσιάζει τά πάντα. Ἔτσι ὅπως λέγει ἡ ἴδια, ἐξουσιάζει, καί τά κύματα της θαλάσσης.
Καί πρῶτα εἰς τόν χῶρον της Π. Δ. Ἐξουσιάζει τήν Ἐρυθρά θάλασσα, ὁπού ἀπ’ αὐτήν περνᾶ ὁ λαός της, πεζοποντοπορῶν. Σύνθετη λέξις θά πῆ περνάω μέσα ἀπό τήν θάλασσα, κατά πεζόν τρόπον· πεζοποντοπορῶ· περπατάω μέσα ἀπό τή θάλασσα, πεζός.
Πράγματι, τά κύματα τῆς Ἐρυθρᾶς θαλάσσης ἄνοιξαν ἔτσι καί πέρασε ὁ λαός τοῦ Θεοῦ, «ἀβρόχοις ποσίν», χωρίς νά βρέξη κἄν τά πόδια του. Ἔγινε ξηρά. Αὐτό τό καταπληκτικό θαῦμα, αὐτό πού ἀποτελεῖ ἕνα καίριο καί κύριο σημεῖο της Π. Δ.· θέλετε; καί στήν ὑμνογραφία μας ἀποτελεῖ ἕνα κύριο καί καίριο σημεῖο. Ὅλοι οἱ ὑμνογράφοι, κινούμενοι μάλιστα εἰς τόν χῶρο τῶν ὑμνογραφικῶν κανόνων, ἀναφέρονται εἰς αὐτό τό περιστατικό. Ἄς πούμε, «Σταυρόν χαράξας Μωϋσῆς …κλπ. κλπ». Ἀποτελεῖ κεντρικό σημεῖο. Ἐντυπωσιάζει πάρα πολύ. Ἔπιασε, λέγει, κοιλόπονος τούς γύρω λαούς, ὅταν ἄκουσαν ὅτι πέρασε ὁ λαός μέσα ἀπό τήν Ἐρυθρά θάλασσα καί ὅτι οἱ Αἰγύπτιοι ἐπνίγησαν μέσα εἰς τήν Ἐρυθράν θάλασσα. Ὅταν ὁ τελευταῖος Ἑβραῖος περνοῦσε, ἔφθανε στήν ἄλλη πλευρά, κι ἔμπαιναν μέσα οἱ Αἰγύπτιοι, ἔκλεισε ἡ θάλασσα. Κατ’ ἐντολήν τοῦ Θεοῦ, τῆς Ἐνυποστάτοῦ Σοφίας. Καί ἐπνίγησαν ὅλοι οἱ Αἰγύπτιοι. Εἶναι πασίγνωστο αὐτό τό περιστατικό.
Ἀκόμη ἐξουσιάζει τόν Ἰορδάνη, - ὕδατα κι ἐκεῖ - ὅταν ἔφθασε ὁ Ἰησοῦς τοῦ Ναυῆ κι ἐτέθη θέμα, «πῶς θά περάσουν τόν Ἰορδάνη ποταμόν»; Ἦτανε πολλοί, ἦταν δύο ἑκατομμύρια ἄνθρωποι οἱ Ἑβραῖοι, κι εἶπε ὁ Θεός, ὅ,τι εἶπε ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία εἰς τόν Ἰησοῦν τοῦ Ναυῆ, κι ἐκεῖ ὁμοίως, ὅπως κατέβαινε ἀπό βορρᾶ γιά νά χυθῆ μέσα εἰς τήν Νεκράν Θάλασσα, ἔκανε ἕνα τεῖχος, ἐσυσσωρεύετο τό νερό, ἀνέβαινε τό νερό χωρίς νά κυλήση. Ἀπό τήν κάτω πλευρά, ἄς ποῦμε ἀπό τήν κατηφόρα, πρός νότον, τό νερό ἔφυγε. Καί τότε πέρασε ὅλος ὁ λαός. Καί μάλιστα ἀπ’ τόν πυθμένα τοῦ Ἰορδάνου ἐπῆραν καί δώδεκα βότσαλα, δώδεκα πέτρες, σύμφωνα μέ τίς δώδεκα φυλές, κλπ. κλπ. Κι ὅταν πέρασαν ἀπό ἐκεῖ οἱ Ἑβραῖοι, τότε τό τεῖχος αὐτό πού κρατοῦσε ἀπό βορρᾶ τό νερό τοῦ ποταμοῦ, ἐκύλησε.

   Προσέξτε νά σᾶς πῶ ἐδῶ κάτι πού εἶναι πάρα πολύ σημαντικό. Στήν ὑμνογραφία μας, τήν ἡμέρα τῶν Φώτων λέμε, ἀπό τόν μεγάλο ἁγιασμό πού κάνομε, λέμε «εἴδοσάν σε ὕδατα καί ἐφοβήθησαν». Σέ εἶδαν, λέει, τά ὕδατα καί φοβήθηκαν. Σέ εἶδαν τά ὕδατα.Ποιόν; Ξέρομε τίποτα νά συνέβη τήν ἡμέρα τῆς Βαπτίσεως τοῦ Χριστοῦ; Δέν συνέβη τίποτε. Ἁπλούστατα Ἐκεῖνος πού ἐβαπτίζετο εἰς τόν Ἰορδάνη ἦταν Ἐκεῖνος πού ἔδωσε τήν ἐντολή, νά σταματήση ὁ Ἰορδάνης. Τώρα, βέβαια δέ γίνεται, γιατί ξέρετε; Θά κατηργεῖτο ἡ πίστις. Καί αὐτό δέν συνέφερε εἰς τούς ἀνθρώπους. Ἔτσι, ἐκεῖνο το «εἴδοσάν σε ὕδατα καί ἐφοβήθησαν» ἀναφέρεται εἰς τό παλαιό περιστατικό ἐπί Ἰησοῦ τοῦ Ναυῆ, ψάλλεται ὅμως καί λέγεται τήν ἡμέρα τῆς Βαπτίσεως τοῦ Χριστοῦ. Γιατί εἶναι τό ἴδιο πρόσωπο, δηλ. ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία Ἐνηνθρώπησε. Τότε Ἐκείνη ἐσταμάτησε τό νερό. Ἀκόμη ἡ Νεκρά Θάλασσα εἶναι στήν κυριαρχία της, ἀναφέρω ἐννοεῖται θαλάσσιες περιοχές αὐτές πού εἶναι γνωστές ἀπό τήν Ἁγία Γραφή· ὅταν καταστρέφει τήν πεντάπολιν τῶν Σοδόμων καί Γομόρας - πέντε πόλεις ἦσαν - καί ἀφήνει νά καταποντισθοῦν μέσα στό νερό της Νεκρᾶς Θαλάσσης. Ἐκτός ἀπό τή φωτιά, θεῖον καί πῦρ, κατεποντίσθησαν οἱ πόλεις αὐτές, τό ἔδαφος κατεποντίσθη· καί ἁπλώθηκε τό νερό τῆς Νεκρᾶς Θαλάσσης, στήν περιοχή πού ἦσαν αὐτές οἱ πόλεις. Σᾶς ὑπενθυμίζω ὅ,τι εἶπα προηγουμένως, ὅτι ἡ Νεκρά Θάλασσα τρέφεται, δηλ. γεμίζει ἀπό τά νερά τοῦ Ἰορδάνου ποταμοῦ.
 Ἐξουσιάζει καί τήν Μεσόγειον Θάλασσα. Δέν πάω εἰς τό ὅραμα τοῦ Δανιήλ, πού ἐκεῖ διαδραματίζονται ἐκεῖνα πού θά διαδραματισθοῦν λίγο μετά, μέ τίς κοσμοκρατορίες τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου, τῶν Ρωμαίων καί τοῦ Ἀντιχρίστου, γιατί ὁ Ἀντίχριστος θά ἐμφανιστῆ εἰς τήν Μεσόγειον Θάλασσαν, δηλ. στήν περιοχή μας! Ἐκεῖ πού ὁ Χριστός - κι ὁ Χριστός στήν Μεσόγειο Θάλασσα - ἐνεφανίσθη. Δηλ. ἡ Παλαιστίνη ἀνήκει εἰς τήν Μεσόγειο Θάλασσα, ἔ, κατά παρόμοιο τρόπο θά ἐμφανισθῆ καί ὁ Ἀντίχριστος. Ἐξουσιάζει ὅμως τήν Μεσόγειο Θάλασσα ὅταν ἐγείρει πελώρια κύματα, γιά νά γυρίση πίσω τόν Ἰωνᾶ. Κι ὅταν ὁ Ἰωνᾶς, μέ προφητικό πνεῦμα, ζήτησε ἀπό τούς ναῦτες νά τόν πετάξουν στή θάλασσα, ἐκεῖνοι φοβήθηκαν ὅτι θά ἔκαναν κάποιο ἔγκλημα καί εἶπαν· «ἄν εἶναι δυνατόν νά σέ πετάξουμε στή θάλασσα»! Ἐπέμενε ὅμως ἐκεῖνος, καί ἐνῶ διηγέρθη τρικυμία, τώρα, μόλις ὁ Ἰωνᾶς ἔπεσε εἰς τήν θάλασσαν, ἔγινε γαλήνη. Γιατί γιά τόν Ἰωνᾶ ἔγινε αὐτό. Καί ἔτσι ὁ Ἰωνᾶς, ὅταν πετάχτηκε στή θάλασσα, ἦταν ὁ τύπος, - πού τόν κατάπιε τό ψάρι, ἀλλά δέν ἀλλοιώθηκε τρεῖς ἡμέρες στό στομάχι του - ἦταν ὁ τύπος τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ, τῆς ἰδίας  Ἐνυποστάτου Σοφίας. Γι’ αὐτό, δέν εἶναι χωρίς σημασία, ὁ Χριστός γιά τήν Ἀνάστασή του, μόνο μία προφητεία ἀνέφερε. Τό θαῦμα τοῦ Ἰωνᾶ. Μόνον αὐτό ἀνέφερε. Γιατί ὁ ἴδιος, ἡ ἴδια Σοφία, ξεσήκωσε τή θάλασσα, ἐργάστηκε τέλος πάντων, ἐργάστηκε τόν τύπο τῆς Ἀναστάσεώς της, ὅταν θά Ἐνηνθρώπιζε.
   Ἀλλά ἄς ἔλθωμεν καί στήν Κ. Δ. Ὅταν ὁ Ἰησοῦς ἔδιδε αὐτήν τήν θαυμαστή ἁλιεία - θυμηθῆτε, ἀκόμη δέν ἔχει μαθητάς - πῆγε ἐκεῖ στήν λίμνη της Γαλιλαίας, ἔκανε κήρυγμα εἰς τά πλήθη, ἀφοῦ παρεκάλεσε τόν Πέτρο νά τοῦ χορηγήση γιά λίγο τό καΐκι του, γιά νά κηρύξη ἀπό τό καΐκι, γιατί στήν παραλία δέν μποροῦσε, ἦταν ὁ κόσμος, θά τόν ἔριχνε στή θάλασσα· κι ἀπό ἐκεῖ μέσα ἐκήρυξε ὅ,τι ἐκήρυξε. Κατόπιν εἶπε εἰς τόν Πέτρο: «Πηγαίνετε τώρα νά ψαρέψετε».
«Μά, Κύριε, μεσημεριάτικα θά ψαρέψωμε»;. Ποιός ἰδιώτης, δέν ξέρει ὅτι τήν ἡμέρα δέν ψαρεύουν; «…δι’ ὅλης τῆς νυκτός, λέει ὁ Πέτρος, κοπιάσαντες, οὐδὲν ἐλάβομεν·», ὅλη τήν νύχτα ψαρεύαμε, δέν πιάσαμε τίποτα, ἀλλά τί; «ἐπί δὲ τῷ ρήματί σου χαλάσω τό δίκτυον» (Λουκ. 5, 5), ἐπειδή τό ’πες Ἐσύ, θά τό κάνω. Καί πράγματι, τόση ἦταν ἡ ἁλιεία, ὥστε τά δίκτυά τους ἐσχίζοντο ἀπό τά ψάρια. Ἐδῶ φαίνεται ὅτι εἶναι ὁ Κύριος τοῦ περιεχομένου τῶν θαλασσῶν. Ποιό εἶναι τό περιεχόμενο τῶν θαλασσῶν; Τά ψάρια. Ὅταν ἔλεγε στή θάλασσα, ὅταν κάποτε περνοῦσαν ἀπό τήν μίαν ὄχθη στήν ἄλλη, τῆς λίμνης τῆς Γενησαρέτ, κι ὁ Κύριος, λέγει, κουρασμένος, κοιμόνταν στό καΐκι, ξέσπασε θύελλα. Κατέβηκε ἄνεμος. Λέγουν οἱ σύγχρονοι, ὅτι οἱ ἄνεμοι πού πέφτουν, ὁρμοῦν πάνω στή λίμνη, εἶναι φοβεροί. Κυριολεκτικά τήν ἀνακατώνουν τή θάλασσα. Καί φοβήθηκαν οἱ μαθηταί· ἄν καί ψαράδες. «Κύριε, ἐπιστάτα, τοῦ λέγουν, χανόμαστε». Σηκώθηκε ὁ Κύριος. «Τί συμβαίνει»; Δέν βλέπεις; τρικυμία. Καί στρέφεται εἰς τήν θάλασσα καί λέει: «…σιώπα, πεφίμωσο». Σώπα μήν βγάζης, θά λέγαμε, αὐτούς τούς βόμβους τῶν κυμάτων. Βάλε φίμωτρο! Κι ἀμέσως ἔγινε γαλήνη! Ἀμέσως! Κι οἱ μαθηταί εἶπαν μεταξύ τους: «τίς ἄρα οὗτός ἐστιν, ὅτι καὶ ὁ ἄνεμος καὶ ἡ θάλασσα ὑπακούουσιν αὐτῷ»;
(Μάρκ. 4, 39-41)
Ποιός εἶναι αὐτός; πού καί οἱ ἄνεμοι καί ἡ θάλασσα τόν ὑπακούουν; Δέν ἐγνώριζαν ἀκόμη οἱ μαθηταί, τίποτε διά τό πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ, γιά νά μάθουν ἀργότερα, μετά τήν Πεντηκοστή, ὅτι εἶναι ἡ Σοφία τοῦ Θεοῦ, ἡ Ἐνυπόστατος, πού Ἐνηνθρώπησε καί ἦταν μαζί τους.
   Ἀκόμη καί ἐπί τῶν κυμάτων περιεπάτησε, πού κατατρόμαξε τούς μαθητᾶς. Θυμηθῆτε αὐτο· ὅταν, μετά τόν χορτασμό τῶν πεντακισχιλίων ἔμεινε γιά νά ἀπολύση τούς ὄχλους, εἶπε στούς μαθητᾶς, «ἠνάγκασεν αὐτούς» νά μποῦνε στό καΐκι καί νά περάσουν ἀπό τήν ἄλλη πλευρά. Γιατί ἠνάγκασε; Διότι μπῆκανε «μπισμπίλια» ἀπό τόν ὄχλο, ὅτι «καλός εἶναι ὁ διδάσκαλός σας, νά τόν κάνωμε βασιλιά! ἀφοῦ χορτάσαμε χωρίς νά πληρώσουμε τίποτα.. ». Βλέπετε ὁ ἄνθρωπος ἔ;.. Γιατί αὐτό δέν εἶναι ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἡ «βρῶσις καί πόσις», ὅπως λέει σαφῶς ὁ Παῦλος στήν πρός Ρωμαίους «οὐ γάρ ἐστιν ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ βρῶσις καὶ πόσις, …» (Ρωμ. 14, 17) Κι ὁ ἴδιος τούς ἤλεγξε ἀργότερα, ὅταν πῆγαν καί τόν βρῆκαν. «Ἐπειδή, λέγει, χορτάσατε, γι’ αὐτό μέ ζητούσατε». Ταπεινό, πολύ ταπεινό. Γι’ αὐτό οἱ μαθηταί σάν ἄνθρωποι, κάπως κολακεύτηκαν. Γι’ αὐτό χρησιμοποιεῖται τό ρῆμα «ἠνάγκασεν». Μέ τό ζόρι τούς ἔβαλε μέσα εἰς τό καΐκι. Κάπου τρεῖς τήν νύχτα, «τετάρτην φυλακήν της νυκτός», εἶδαν - παλαίοντες οἱ μαθηταί μέ τόν ἄνεμο καί τήν θάλασσα, εἶχε πολύ τρικυμία - εἶδαν τόν Ἰησοῦ νά περιπατῆ ἐπί τῶν ὑδάτων! Τί καταπληκτικό! Μποροῦσαν νά φαντασθοῦν, κι ἐμεῖς, κι ὁποιοσδήποτε, ὅτι μπορεῖ νά περιπατῆ ἕνας ἄνθρωπος ἐπί τῶν κυμάτων; Προσέξτε, ἐπί τῶν κυμάτων; Δέν κολυμοῦσε, περπατοῦσε ἐπί τῶν κυμάτων! Καί νόμισαν ὅτι εἶναι φάντασμα. Σᾶς τό θυμίζω αὐτο· τό ξέρετε ὅλοι σας.
   Γιά νά δοῦμε τί λέγει ἐκεῖ εἰς τόν Ἰώβ· εἶναι στό 9ο κεφάλαιο. Κάτι τό καταπληκτικό. Ἀκοῦστε τί γράφει ἐκεῖ ὁ Ἰώβ: «ὁ τανύσας τὸν οὐρανόν μόνος…», ἐκεῖνος πού ἐτάνυσε (τανύω ~τεντώνω), τέντωσε τόν οὐρανό, μόνος. Δέν εἶχε βοηθούς, οὔτε τούς ἁγίους ἀγγέλους. Μάλιστα στό ἴδιο το βιβλίο, τοῦ Ἰώβ, θά πῆ: «ὅταν εἶδαν τ’ ἀστέρια, πού ἐγώ ἐδημιούργησα - ὁ Θεός Λόγος, ἔ; - «ἤνεσαν μέ ἄγγελοι», μέ ἐδοξολόγησαν οἱ ἄγγελοι. Δέν ἔλαβαν μέρος στήν δημιουργία οἱ ἄγγελοι. Προσέξατέ το. Σέ τίποτα, ὁ ἀγγελικός κόσμος δέν λαβαίνει μέρος στή δημιουργία. Δέν εἶναι οἱ ἄγγελοι δημιουργικά, συνδημιουργικά πρόσωπα· εἶναι διακονικά, δηλ. ὑπηρετικά, «εἰς διακονίαν ἀποστελλόμενα, διὰ τούς μέλλοντας κληρονομεῖν σωτηρίαν». ( Ἑβρ. 1, 14)
Μόνος ὁ Θεός κάνει ὅ,τι κάνει. Λοιπόν συνεχίζει ὁ Ἰώβ: «ὁ τανύσας τὸν οὐρανόν μόνος καὶ περιπατῶν ὡς ἐπ’ ἐδάφους ἐπὶ θαλάσσης·» ( Ἰώβ 9, 8) Εἶναι, λέγει, αὐτός πού περιπατεῖ σάν σέ ξηρά, ἐπί τῆς θαλάσσης. Ποιός τό πέτυχε αὐτό μέχρι σήμερα; Μόνον ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Τό λέγει ὁ Ἰώβ. Τό βλέπομε εἰς τό πρόσωπον τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ποιός εἶναι λοιπόν ὁ Ἰησοῦς Χριστός; Εἶναι ὁ Θεός Λόγος, ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία. Εἶναι καταπληκτικό αὐτό τοῦ Ἰώβ! Καί θέτει τό ἐρώτημα ἡ Σοφία τοῦ Θεοῦ τώρα στόν Ἰώβ, καί τοῦ λέγει. Αὐτό τό περίφημο βιβλίο τοῦ Ἰώβ, τό πάρα πολύ δύσκολο καί θεολογικότατο βιβλίο. Θά ξέρετε ὅτι στήν Ἑβραϊκή γραμμένο, εἶναι ἔπος. Εἶναι ὅπως ἡ Ὀδύσσεια, ἡ Ἰλιάδα, ἔτσι εἶναι· εἶναι ποίημα δηλαδή, ἀλλά ὡς μετάφραση ἔγινε πεζό. Λέγει ἐκεῖ λοιπόν ἡ Σοφία τοῦ Θεοῦ εἰς τόν Ἰώβ: «…ἦλθες δὲ ἐπί πηγήν θαλάσσης,» ἐσύ κατέβηκες, λέγει, στόν βυθό τῆς θαλάσσης; «ἐν δὲ ἴχνεσιν ἀβύσσου περιεπάτησας». ( Ἰώβ 38, 16) Περπάτησες, λέει, εἰς τά ἴχνη της ἀβύσσου, δηλ. εἰς τούς πυθμένας τῶν θαλασσῶν; Εἴδαμε ἕναν προηγούμενο στίχο· στό ἴδιο κεφάλαιο. «Ἐγώ, λέει, περιπατῶ εἰς τάς ἀβύσσους», τό λέγαμε τήν περασμένη Τρίτη. Ἐσύ, λέει, περπάτησες εἰς τάς ἀβύσσους της θαλάσσης κλπ.; Δηλ. ποιός εἶσαι ἐσύ; ἄνθρωπε ποιός εἶσαι ἐσύ; Σοῦ λέω ὅμως Ἐγώ, ποιά εἶμαι Ἐγώ. Ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία. Ἔτσι ὁ Θεός τῆς Π. Δ. - δέν θά πάψω νά τό λέω καί νά τό ἐπαναλαμβάνω - ὁ Θεός Λόγος ταυτίζεται μέ τόν Ἰησοῦν Χριστόν. Τόν βλέπομε νά περιπατεῖ ὁ Χριστός ἐπί τῶν κυμάτων. Αὐτός εἶναι.
    Ἔχομε πολλές περιπτώσεις ταυτότητος. Σᾶς θυμίζω ἐκεῖνο πού, ἔφτυσε ὁ Χριστός, ἔκανε πηλό καί τόν ἔβαλε εἰς τά μάτια κάποιου τυφλοῦ. Ἐκ γενετῆς τυφλοῦ. Δέν ὑπῆρχαν βολβοί. Εἶναι δυνατόν ποτέ νά δῆ ἕνας ἄνθρωπος μέ τό νά τοποθετηθῆ λάσπη στά μάτια του; Ἄν ἕνας γιατρός ἔβαζε λάσπη στά μάτια ἑνός ἀσθενοῦς, ἑνός τυφλοῦ, τί θά ἐλέγετο; Κι ἐπί πλέον, ὅταν τοῦ εἶπε νά πάη νά νιφθῆ; Δέν θά ’φευγε ἡ λάσπη; Γιατί διετηρήθη ὅλη αὐτή ἡ ἱστορία; Διά τήν πίστιν τοῦ τυφλοῦ. Ἀλλά κυριότατα, διά νά δειχθῆ ἡ ταυτότητα Ἐκείνου πού τοῦ εἶπε, πού τοῦ ἔχρισε τά μάτια μέ πηλόν. Γιά νά τοῦ πῆ δηλ. καί σέ μας, σέ ὅλη τήν ὑφήλιο, ὅπου εἴμεθα Χριστιανοί, εἶναι ὁ ἴδιος πού ἐπῆρε «χοῦν ἀπό τῆς γῆς», ὑλικά στοιχεῖα ἀπό τή γῆ καί ἔπλασε τόν ἄνθρωπο. Εἶναι ὁ ἴδιος. Εἴδατε;

    Ἀλλά προχωροῦμε σ’ ἕνα δεύτερο ἡμιστίχιον τοῦ χωρίου. «καί ἐν πάση τῇ γῇ», ἐννοεῖται «ἐκτησάμην» πού τελειώνει μέ αὐτό τό ρῆμα. Νά σᾶς τό διαβάσω ξανά. «ἐν κύμασι θαλάσσης καὶ ἐν πάσῃ τῇ γῇ καὶ ἐν παντί λαῷ καὶ ἔθνει ἐκτησάμην». Τό «ἐκτησάμην ἐν πάσῃ τῇ γῇ» θά τό δοῦμε λίγο παρακάτω ξεχωριστά.
Ἔχω ἐξουσία σ’ ὅλη τή γῆ, λέγει ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία. Εἶναι ἡ Κυρία ὅλης τῆς γῆς. Ναί, πάντα μιλάει ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία στήν Π. Δ.,ἔ; Ἐκεῖνος ὁμιλεῖ, Ἐκείνη ὁμιλεῖ. Ποιός εἶναι; Ποιά εἶναι; «ὁ ἁπτόμενος τῶν ὀρέων καί καπνίζονται». Ἐγγίζει τίς κορυφές λέει, τῶν βουνῶν καί παίρνουν φωτιά, ξεσπάει ἡφαίστειο. «ὁ ἐπιβλέπων ἐπὶ τὴν γῆν, μᾶς λέει ὁ 103ος ψαλμός, καὶ ποιῶν αὐτὴν τρέμειν». (Ψαλμ. 103ος, 32) Αὐτός πού μόνο μία ματιά ἔτσι θά ρίξη στή γῆ, καί ἡ γῆ τρέμει! Ἀλλά καί ὁλόκληρος ὁ 103ος ψαλμός, δείχνει αὐτήν τήν κυριαρχία τῆς Σοφίας τοῦ Θεοῦ.
Λέγει ὁ Μ. Βασίλειος στή θεία του Λειτουργία ὅτι: «τὰ σύμπαντα δοῦλα σά».(Ψαλμ. 118ος , 91)
Ἀπό μίαν εὐχή λειτουργική. Γιατί, λέγει, τά σύμπαντα, ὄχι ἡ γῆ, τά σύμπαντα, ὅλη ἡ δημιουργία, εἶναι δικοί σου δοῦλοι. Καί ἐξουσιάζει ὁμοίως, σέ ὅ,τι ἐπί τῆς γῆς.

  Ἀλλά ἄς δοῦμε καί τό τελευταῖον ἡμιστίχιον τοῦ χωρίου, ὅτι ἔχει ἐξουσία «καὶ ἐν παντί λαῷ καὶ ἔθνει». «Δικά μου εἶναι ὅλα», λέγει. Στήν ἐξουσία τῆς Θείας Σοφίας εἶναι καί ὁ κάθε λαός καί τό κάθε ἔθνος. Καί ἡ ἱστορία τῶν ἀνθρώπων. Εἶναι στήν ἐξουσία της. Ἀλλά κατά ἕναν τρόπον καταπληκτικόν.
   Αὐτόν τόν καιρό, στή σκέψη μου καί στήν Ἁγία γραφή, ὅ,τι διαβάζω - γιατί πολλά πράγματα βέβαια κάποτε τά πρωτοσυνάντησα, ὅπως καί ἐσεῖς ὅταν μελετᾶτε τήν Ἁγία Γραφή - πρῶτα - πρῶτα εἶχα μάθει γιά τήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν. Πώ, πώ! Πελώριο θέμα. Μετά εἶχα μάθει διά τήν ἀνακαίνιση τοῦ σύμπαντος κόσμου! Μετά ἄρχισα νά ἀνακαλύπτω τήν ταυτότητα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ! Ὅλα αὐτά πού λέμε. Ἔτσι, πάντοτε μέ ἀπησχόλησε, ἀπό τήν ἐφηβική μου ἡλικία, προσέξτε τό αὐτό, ἡ Ἱστορία τοῦ ἀνθρώπου. Βέβαια στήν Ἱστορία μπαίνει ὁ Θεός Λόγος καί πρίν καί μετά τήν Ἐνανθρώπησή Του, μπαίνει στήν Ἱστορία, ἀλλά πῶς μπαίνει; Δημιουργός τῆς Ἱστορίας δέν εἶναι οἱ ἄνθρωποι; Σίγουρα. Ποῖος ὁ ρόλος θά λέγαμε, τοῦ Θεοῦ, μέσα στήν Ἱστορία; Τό παράδειγμα πού θά σᾶς πῶ, σᾶς τό ἔχω πεῖ πάμπολλες φορές, θά τό ξαναπῶ ἄλλη μία φορά. Ὅλα τά πράγματα τῆς Ἱστορίας μοιάζουν μέ τά πεπραγμένα ἀνθρώπων μέσα σ’ ἕνα πλοῖο. Ἀνεβαίνουν, κατεβαίνουν, τρῶνε, πίνουν, κοιμῶνται, παίζουν, μαλώνουν, εἰρηνεύουν.. ὅ,τι εἶναι· ὅλα τά πεπραγμένα μέσα σ’ ἕνα πλοῖο. Τό πλοῖο ὅμως ποῦ κατευθύνεται; Τό πλοῖο ταξιδεύει. Ποῦ ταξιδεύει τό πλοῖο, αὐτό εἶναι μόνο στό Θεό. Εἶναι δικαίωμά Του. Ἔτσι μπαίνει μέσα τήν Ἱστορία. Ἀφήνει τούς ἀνθρώπους, δέν τούς ἐμποδίζει. Ἀκόμη καί νά τόν σταυρώσουν. Ἀκόμη καί νά τόν διώξουν· ὅπως διώκουν τήν Ἐκκλησία Του. Δέν τούς ἐμποδίζει. Ἐν τούτοις ὁλόκληρη ἡ Ἱστορία, σάν ἕνα πλεούμενον, ὁδηγεῖται σέ κάποιο λιμάνι. Στό λιμάνι πού Ἐκεῖνος θέλει· εἶναι ἡ ἀνάστασις τῶν νεκρῶν καί ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἀλλά καί ἡ κόλασις. Ἔτσι μπαίνει μέσα στήν Ἱστορία. Εἶναι δέ μυστήριον ἡ Ἱστορία. Βέβαια, ἐπεμβαίνει στήν Ἱστορία, χωρίς ὅμως νά ἐμποδίζη τίς προαιρέσεις τῶν ἀνθρώπων. Ἔτσι μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι τήν Ἱστορία τή γράφουν οἱ ἄνθρωποι. Δηλ. ἐκεῖνοι κινοῦνται, «κατά τό δοκοῦν», ὅπως θέλουν. Τελικά ὅμως μπαίνει κατά ἕναν τρόπον πού δέν ἐμποδίζεται ἡ προαίρεσις τῶν ἀνθρώπων. Ὅταν φερ’ εἰπεῖν περνάει ὁ λαός ἀπό τήν Ἐρυθρά θάλασσα, δέν εἶναι μία ἐπέμβαση στήν Ἱστορία; Κ.ο.κ. Ἔρχεται ὡς τιμωρός... μάλιστα αὐτό τό «ὡς κριτής» τό βρίσκομε ἐπανειλημμένως στό βιβλίον τῆς Ἀποκαλύψεως. Ἔρχεται καί ξαναέρχεται καί ξαναέρχεται ὡς κριτής τῆς Ἱστορίας. Καί βέβαια θά ἔλθη μετά ὡς τελικός κριτής τῆς Ἱστορίας. Ὅταν ἐπιτρέπει εἰς τά Ρωμαϊκά στρατεύματα νά κυριεύσουν τήν Ἱερουσαλήμ καί νά τήν καταστρέψουνε κατά τρόπον πού ὅπως λέγει ὁ ἴδιος ὁ Κύριος, οὔτε ἔγινε, οὔτε θά γίνη τέτοια καταστροφή πόλεως ποτέ εἰς τήν Ἱστορίαν, τί ἄλλο εἶναι; Παρά ἔρχεται ὡς κριτής, γιά νά τιμωρήση αὐτόν τόν λαόν, τόν ἀτίθασο λαό. Παρά ταῦτα, δικό του λαό. Ἔτσι, πόσο ἐπεμβαίνει, πότε ἐπεμβαίνει, ἀποτελεῖ πράγματι ἕνα μυστήριο. Καί στά ἴχνη αὐτοῦ τοῦ μυστηρίου, νομίζω ὅτι πρέπει νά εἴμαστε ὅλοι. Γιά νά λέμε: «Γιατί ἐπέτρεψε αὐτό ὁ Θεός στήν Ἱστορία»; Καί νά βγάζουμε κέρδος, νά βγάζουμε ὠφέλεια.. Καί ἀκόμη προστατεύει καί πρόσωπα, ὄχι μόνο λαούς. Φερ’ εἰπεῖν τόν λαό του τόν προστατεύει, ὅπου κι ἄν βρίσκεται, εἴτε στή γῆ Χαναάν, εἴτε βρίσκεται εἰς τήν Αἴγυπτον, εἴτε βρίσκεται εἰς τήν Νινευΐ, εἴτε βρίσκεται εἰς τήν Βαβυλώνα. Ὅπου εἶναι ὁ λαός του, τόν προστατεύει. Παρ’ ὅτι ὁ ἴδιος λέγει «θά σᾶς πάγω ἐπέκεινα Βαβυλῶνος». Ξέρετε σέ ποιόν τό εἶπε; Εἰς τόν Μωϋσῆ. Ξέρετε ποιά ἐποχή; Ἐξακόσια χρόνια μετά τόν Ἁβραάμ. Εἶναι καταπληκτικά πράγματα.
  Προστατεύει τόν Ἁβραάμ καί τόν Ἰσαάκ καί τόν Ἰακώβ καί τόν Ἰωσήφ, καί τούς τρεῖς παῖδας στό καμίνι. Καί μάλιστα κατά ὁρατόν τρόπον, ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία τοῦ Θεοῦ, βρίσκεται ἀνάμεσά τους. Αὐτό πού εἶπε ὁ Ναβουχοδονόσωρ: «Ἐγώ τρεῖς ἔριξα μέσα στό καμίνι· ἐγώ βλέπω νά ὑπάρχουν τέσσερις! καί τοῦ τετάρτου, λέει, ἡ ὄψις, εἶναι ὡσεί ἀγγέλου». Ποιός εἶναι αὐτός; Ἡ Ἐνυπόστατος σοφία.
   Προστατεύει τόν Δανιήλ εἰς τόν λάκκο τῶν λεόντων. Ὅλοι οἱ λαοί κι ὅλα τά ἔθνη εἶναι στήν ἐξουσία της, καί ὑπηρετοῦν τά δικά της τά σχέδια. 
   Ἀγαπᾶ τά ἔθνη και γι’ αὐτό ἐξαποστέλλει τούς μαθητάς του εἰς τά ἔθνη. «πορευθέντες, λέει, μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη». (Ματθ.28, 19) Ἐπειδή εἶναι οἱ ἄνθρωποι, δημιουργήματα δικά Της. Δέν ὑπῆρχε ἐκείνη ἡ στενοκαρδία τῶν Ἑβραίων, - ὅπως καί οἱ Ἕλληνες τό ’λεγαν, «πᾶς μή Ἕλλην βάρβαρος» - καί πᾶς μή Ἑβραῖος δέν ἔχει καμμία δουλειά μέ μᾶς! Ἀλλά καί στήν Κ. Δ. ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, θά κρίνη τούς λαούς καί ἔθνη, ὅπως ἤδη σᾶς εἶπα, γιατί ἡ κρίσις τοῦ ἀνήκει. Τό εἶπε ὁ ἴδιος: «πᾶσαν τήν κρίσιν, λέγει, μοῦ παρέδωκε στά χέρια μου ὁ Πατήρ. Μοῦ παρέδωκε σέ μένα ὡς ἀνθρώπού!» ( Ἰωάν. 5, 22)
Γιατί φυσικά, ὁ Πατήρ καί ο Υιός καί τό Πνεῦμα τό Ἅγιον εἶναι ἕνας Θεός. Ἀλλά παραδίδει τήν κρίσιν εἰς τόν Υἱόν, ὡς ἀνθρώπου! Γι’ αὐτό λέγει: «Ὅταν ἔρθη ὁ Υἱός τοῦ
ἀνθρώπου - δέν λέγει «ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ» - νά κρίνη τόν κόσμον < κλπ. κλπ».
   Ἔχει ἀκόμη ἐξουσίαν καί πέραν τοῦ τάφου. Μέ πάσαν εὐκολίαν. Ἐπιστρέφει ψυχές ἀπό τόν Ἅδη.
«Λάζαρε …», ὡς τό φυσικότερον πρᾶγμα, «Λάζαρε, δεῦρο ἔξω», τέσσερις μέρες πεθαμένος ὁ Λάζαρος! Ἤδη, οἱ ἀδελφές του, λέγουν: «Κύριε ἤδη ὄζει·», μυρίζει, μυρίζει, βρώμισε! τέσσερις μέρες πεθαμένος. «Λάζαρε, δεῦρο ἔξω». ( Ἰωάν. 11, 43) Ἔλα ἔξω. Καί ἀνεσηκώθη ὁ Λάζαρος! Ποιός εἶναι Αὐτός πού ἡ φωνή του φθάνει μέχρι τόν Ἅδη; Ἀλλά καί στό τέλος τῆς Ἱστορίας, θά ἀναστήση πάσαν σάρκα. Ὅλοι θ’ ἀναστηθοῦν. Κι ἔχει τήν κυριαρχία ἐπί της Βασιλείας του. Καί στόν θάνατο, καί στόν Ἅδη, καί στήν κόλαση. Ὅταν λέγει στούς ὑποψήφιους μάρτυρες: «…μὴ φοβηθῆτε ἀπό τῶν ἀποκτεννόντων τὸ σῶμα …» (Λουκ. 12, 4) κλπ. κλπ. Νά σᾶς πῶ ἀπό ποιόν νά φοβηθεῖτε. Ἐκεῖνον πού ἔχει ἐξουσία νά στείλη στήν κόλαση. Αὐτόν νά φοβηθεῖτε. Εἰς τό πῦρ τό αἰώνιον. Κι αὐτή ἡ ἐξουσία, εἶναι καί ἀνήκει εἰς τόν Υἱόν. Στόν Πέτρο θά πῆ: «καὶ δώσω σοι τὰς κλεῖς τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν,» (Ματθ. 16, 19) Θά σοῦ δώσω τά κλειδιά της Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν. Μέ τήν ἄφεση ἤ μή ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν τῶν ἀνθρώπων. Κι εἶναι γνωστό ὅτι τό κλειδί εἶναι σύμβολον ἐξουσίας. Ὅταν κρατάω τό κλειδί ἑνός χρηματοκιβωτίου, εἶμαι κύριος τοῦ περιεχομένου τοῦ χρηματοκιβωτίου, κ.ο.κ. Θά πῆ ἐξ ἄλλου ὁ ἴδιος ὁ Κύριος: «καὶ ἔχω τὰς κλεῖς τοῦ θανάτου καί τοῦ ᾅδου». (Ἀποκ. 1, 18) Ἔχω, λέει, τά κλειδιά καί τοῦ θανάτου καί τοῦ Ἅδου. Κύριος εἶμαι, ὅ,τι θέλω θά κάνω.
Ἀκόμη θά πῆ : «Τάδε λέγει ὁ ἅγιος, ὁ ἀληθινός». (Ἀποκάλυψις 3, 7) - αὐτά εἶναι στην Ἐπιστολή πρός τόν Ἐπίσκοπόν τῆς Φιλαδελφείας καί μιλάει ὁ ἴδιος ὁ Χριστός - «ὁ ἔχων τὴν κλεῖν τοῦ Δαυΐδ..». Γιατί λέγει τοῦ «Δαυΐδ»; Γιατί ὁμιλεῖ ὡς ἄνθρωπος. Δέν εἶναι ἀπόγονός τοῦ Δαυΐδ; Βλέπετε, τό κλειδί αὐτό, τήν ἐξουσία αὐτή τήν ἔχει ὡς ἄνθρωπος. Ἐπιμένω. Ὅταν ἐπί παραδείγματι, κάνωμε προσευχή, μπορεῖ νά ποῦμε «Δόξα τῷ Πατρί καί τῷ Υἱῶ καί τῷ Ἁγίω Πνεύματι» ναί, ἀλλά σ’ ἄλλους τύπους, θά ἤτανε ἀκριβέστερο ἐάν λέγαμε: «Πατέρα μας Οὐράνιε, (προσέξτε) Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, -γιατί; γιατί βάζομε καί τήν ἀνθρωπίνη φύση- Πνεῦμα Ἅγιον». Εἴδατε; «ὁ ἔχων, λοιπόν, τὴν κλεῖν τοῦ Δαυΐδ, - ὡς ἄνθρωπος - ὁ ἀνοίγων καὶ οὐδείς κλείσει καί κλείων καὶ οὐδεὶς ἀνοίξει·» (Ἀποκ. 3, 7) πού κλείνω καί κανείς δέν μπορεῖ νά ἀνοίξη καί ἀνοίγω καί κανείς δέν μπορεῖ νά κλείση.
   Ἀκόμη ἡ ἐξουσία ἐπεκτείνεται σ’ ὅλο τό σύμπαν ἀλλά καί εἰς τούς ἀγγέλους. Ὅταν θά στείλη τούς δαίμονας εἰς τήν κόλασιν. Κι ἀκόμα ἀπό τή γῆ αὐτή. Τί εἶπαν οἱ δαιμονιζόμενοι, οἱ δαίμονες καλύτερα, διά στόματος δαιμονιζομένου Γεργεσηνῶν; «Ἦρθες νά μᾶς βασανίσεις πρό τῆς ὥρας μας, πρό καιροῦ; Σέ παρακαλοῦμε, μή μᾶς στείλης εἰς τήν ἄβυσσον, εἰς τόν Ἅδην. Τό ξέρουν αὐτό οἱ δαίμονες, τό περιμένουν· ἄλλο ὅτι δέν μποροῦν νά μετανοήσουν. Ἐπίτρεψε νά πᾶμε σέ ’κείνους τούς χοίρους». Κι ὁ Κύριος εἶπε: «Πηγαίνετε». Εἴδατε ἐξουσία; Εἴδατε; Ὥστε λοιπόν μπορεῖ νά στείλη τούς δαίμονες εἰς τόν Ἅδην καί εἰς τήν κόλασιν. Βεβαίως.
   Ἀλλά σᾶς εἶπα ἀκόμη καί τό σύμπαν, θά τό ἀλλάξη τό σύμπαν. Θά τό κάνη, ἀπό τήν μορφή πού ὑπάρχει σήμερα, σέ «…καινόν οὐρανόν καί γῆν καινήν·» (Ἀποκ. 21, 1) Καί θά πῆ ἀκόμη: «ἰδοὺ καινά ποιῶ πάντα», στό ἴδιο κεφάλαιο. Νά, ὅλα τά κάνω καινούρια. Στόν Ἡσαΐα λέγει: «…ἅ ἐγὼ ποιῶ μένει…» ( Ἡσ. 66, 22) Ἐκεῖνα τά ὁποῖα Ἐγώ δημιουργῶ, αὐτά μένουν, δέν γίνονται μηδέν. Διότι τό σύμπαν - ἀκατανόητο στήν ἀνθρώπινη διάνοια - προῆλθε ἐκ τοῦ μηδενός, δέν προῆλθε βεβαίως ἀπό τήν οὐσία τοῦ Θεοῦ· ὑπῆρχε μόνο ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ, καί ἐκ τοῦ μηδενός ὁ Θεός ἔκανε τά πάντα. Ἐκ τοῦ μη-δε-νός!  Ἔλεγε ὁ Ἀριστοτέλης καί τό ἀνθρώπινο μυαλό καί ἡ φιλοσοφία: «Ἐκ τοῦ μηδενός, μηδέν». Τό μηδέν ἀγαπητοί μου δέν μπορεῖ νά τό ἀντιληφθῆ ἤ νά τό προσεγγίση ἡ ἀνθρωπίνη διάνοια. Ἐπειδή ζοῦμε μέσα στό «εἶναι». Δέν μποροῦμε νά προσεγγίσωμε τό μηδέν. Σχέση μέ τό μηδέν ἔχει μόνο ὁ Θεός Λόγος, ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία. Δέν ἐκμηδενίζει τίποτα. Γι’ αὐτό λέγει: «ἅ ἐγὼ ποιῶ μένει». Ἐκεῖνα τά ὁποῖα Ἐγώ δημιουργῶ μένουν. Ἀλλάζουν.. Ἐγώ θά τά’ ἀλλάξω. Θά τά κάνω καινούρια, ἀλλά μένουν. Ἔτσι, ἡ Σοφία τοῦ Θεοῦ, ὁ Γιαχβέ, ὁ Θεός Λόγος ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, ὁ Κύριος τοῦ Ἰσραήλ, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, εἶναι ἕνα καί τό αὐτό πρόσωπον. Αὐτό θά τό λέγω σά ρεφραίν, γιατί θέλω νά τυπωθῆ μέσα μας. Ἔτσι, μένομε κατάπληκτοι καί δοξολογοῦμε τόν Ἅγιον Τριαδικόν Θεόν, καί αὐξάνει μέσα μας ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ καί ἡ εὐλάβεια αὐξάνει. Ζητᾶμε τήν ἀρετή καί ἀποστρεφόμεθα τήν ἁμαρτία. Γι’ αὐτό καί ἡ γνῶσις τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ ρίζα τῆς εὐσεβείας.

   Καί προχωροῦμε εἰς τόν ἑπόμενον στίχον τόν 7ον : «μετά τούτων πάντων ἀνάπαυσιν ἐζήτησα καὶ ἐν κληρονομίᾳ τίνος αὐλισθήσομαι».
Υστερα ἀπ’ ὅλα αὐτά, πού γυρίζω τόν περίγυρον τῆς γής, τό σύμπαν, πού περπατῶ στή θάλασσα, παντοῦ, εἰς τάς ἀβύσσους τοῦ σύμπαντος καί τῆς θαλάσσης, ὕστερα ἀπ’ ὅλα αὐτά ἐζήτησα, λέγει, ἀνάπαυσιν. Νά σᾶς τό ἀποδώσω: «Μεταξύ ὅλων αὐτῶν τῶν λαῶν καί τῶν ἐθνῶν, ἐζήτησα καταυλισμόν καί κατοικίαν, γιά ν’ ἀναπαυθῶ. καί διερωτήθηκα, στή χώρα τίνος θά ἐγκατασταθῶ».
Περίεργο χωρίον! Περίεργο χωρίον! Ζητάει ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία, ποῦ νά μείνη! Πολύ μεγάλη ἐντύπωση μᾶς κάνει αὐτό. Προσέξατε ὅμως. Τά πράγματα εἶναι πάρα πολύ σημαντικά. Ἀφοῦ τά πάντα, βεβαίως, ἐξουσιάζει, ζητάει τώρα, θέτει ἐρώτημα ἀναπαύσεως καί κατοικίας. Ὡς νά ἦτο «ἄοικος», νά μήν εἶχε σπίτι, καί γυρεύει σπίτι. Ὁ Θεός γυρεύει σπίτι; θά πῆ κάποιος ἴσως, πού μένει στήν ἐπιφάνεια. Ἀφοῦ εἶναι ὅλα δικά της γυρεύει σπίτι; Θά τό δοῦμε, ἀλλά γιά νά σᾶς βγάλω ἀπό τήν δυσκολία ἀπό τώρα· γυρεύει σέ ποιό λαό νά Ἐνανθρωπήση. Αὐτό γυρεύει. Ἀλλά τώρα δέν λέω τίποτε, γιατί ὁ ἑπόμενος στίχος καί ὁ μεθεπόμενος στίχος, θά μᾶς τά πῆ αὐτά. Ὡστόσο ἡ ἀνάπαυσή της βέβαια εἶναι οἱ ἄνθρωποι. Τί σημαίνει ὅμως ἐδῶ «ἀνάπαυση»; Ἀνθρωποπαθῶς σημαίνει αὐτό πού ξεκουράζει. Ἐκεῖνο πού λέγει ὁ Θεός ὅτι «κατέπαυσε» ἀπό τά ἔργα του. Ἐμεῖς τό λέμε στή γλῶσσα μας και στα σχολειά το διδασκόμεθα ὅτι ὁ Θεός την ἑβδόμην ἡμέραν ἀνεπαύθη. Ὁ Θεός ἀναπαύεται; Κουράζεται ὁ Θεός; Εἶναι περίεργο. Ἀνθρωποπαθῶς τό λέμε αὐτό. Γι’ αὐτό μᾶς λέγει ὅτι τήν ἑβδόμην ἡμέρα κι ἐσεῖς θά ἀναπαύεσθε. Κουράζεται ὁ Θεός καί τώρα θά ξεκουραστῆ ὁ Θεός; Λέει τό ρῆμα «κατέπαυσεν». Ἀπό τί «κατέπαυσεν» ὁ Θεός; ἀπό τοῦ νά δημιουργῆ. Δέ δημιουργεῖ οὔτε ἕνα ἠλεκτρόνιον. Μετά τή δημιουργία, οὔτε ἕνα ἠλεκτρόνιον. Ὅπως καί ἕνα ἠλεκτρόνιον, δέν δύναται νά καταστραφῆ. Μετασχηματίζεται, ὅτι θέλετε πεῖτε καί κάνετε, δέν μπορεῖ ὅμως νά γίνη μηδέν. Ἔτσι, δέν δημιουργεῖ πλέον ὁ Θεός ἀπολύτως τίποτε. Αὐτό σημαίνει «καταπαύει».
Ἀλλά σέ ποιούς ἀναπαύεται ὁ Θεός; Ποῦ; Εἰς τούς ἁγίους ἀνθρώπους. Ζητάει ἀνάπαυση ἐκεῖ. Προπαντός ἡ Σοφία τοῦ Θεοῦ
   Λέμε στή Θεία Λειτουργία: «ὁ ἐν ἁγίοις ἀναπαυόμενος». Στήν πράξη, ξέρετε πῶς τό κάνομε αὐτό; Ὅταν ἐγκαινιάζωμε ἕνα ναό, οὐσιαστικά, ἐγκαινιάζομε τήν Ἁγία Τράπεζα. Φυσικά ὅλον τόν ναόν. Ἀλλά βασικά τήν Ἁγία Τράπεζα. Ἐκεῖ γίνεται ὅλη ἡ τελετουργία τῶν ἐγκαινίων. Ὅπως εἶναι ἡ πλάκα, εἶναι στηριγμένη σέ μία κολώνα, λέγεται «κάλαμος» ἡ κολώνα αὐτή, ἤ μπορεῖ νά εἶναι περισσότερες κολῶνες,- δέν ἔχει σημασία- μπορεῖ νά εἶναι πέντε, γιά καλύτερη στερέωση, πάντως εἰς τό κεντρικόν στέλεχος εἰς τόν «κάλαμο» τόν κεντρικόν, ὑπάρχει ἐκ κατασκευῆς - ὁ κτίστης τό κάνει αὐτό - ὑπάρχει ἕνα μικρό ἀβαθές λακκάκι. Ὅπως εἶναι ἡ περιφέρεια τοῦ καλάμου, ἐκεῖ σκάβουμε δηλ. ἀφήνουμε ἕνα ἀβαθές λακκάκι. Ἐκεῖ μεταξύ ἄλλων βάζομε καί κυριώτατα σέ μία λειψανοθήκη, ἅγια λείψανα. Προσέξατε το αὐτό. Κι ἔτσι λέμε ὅτι ἐγκαινιάστηκε ὁ ναός. Ὅταν τελοῦμε τή θεία Λειτουργία ἔχουμε τό κρασί καί τό ψωμί σέ σῶμα καί αἷμα Χριστοῦ. Ποῦ ἀναπαύεται ὁ Ἐνανθρωπήσας Θεός Λόγος; Ἐπί τῶν ἁγίων· πάνω στά λείψανα τῶν ἁγίων. Γι’ αὐτό «ὁ ἐν ἁγίοις ἀναπαυόμενος …» λέμε στή θεία Λειτουργία. Σύ πού ἀναπαύεσαι ἐπάνω εἰς τούς ἁγίους! Πάρα πολύ σπούδαῖο αὐτό, πάρα πολύ σπούδαῖο. Ἄν δέν ἔχομε ἐγκαινιασμένο ναό, ἔχομε τό «ἀντιμήνσιον» - ἴσως κάποια ἀπορία νά σᾶς δημιουργήθηκε γι’ αὐτό - πού εἶναι ἕνα ὕφασμα, τό ὁποῖον ἔχει κάποιες παραστάσεις ἐπάνω καί τό ὁποῖον συνεγκαινιάστηκε, ὅταν ἔγιναν τά ἐγκαίνια κάποιου ναοῦ. Ἔχει ἅγιο μύρο ἐπάνω ἔτσι μπορεῖ νά ἐγκαινιάσουμε 10, 20, 50, ὅσα θέλωμε «ἀντιμήνσια», τά ὁποῖα μοιράζουμε στούς ναούς καί εἰς τούς ἐγκαινιασμένους - ἔχει κι ἄλλη σημασία αὐτό - καί εἰς τούς μή ἐγκαινιασμένους ναούς. Καί ἐκεῖ μπαίνει καί ἡ ὑπογραφή τοῦ Ἐπισκόπου καί ἡ σφραγίδα ὅτι εἶναι ἐγκαινιασμένο τό «ἀντιμήνσιον». «Ἀντιμήνσιον» εἶναι δύο λέξεις, εἶναι σύνθετη λέξη. Ἡ μία εἶναι Ἑλληνική καί ἡ ἄλλη εἶναι Λατινική. Τό «ἀντί» εἶναι Ἑλληνικό. «Μήνσιον» εἶναι ἀπό τή λέξη «μένσα» Λατινικά, πού θά πῆ «τράπεζα». Συνεπῶς «ἀντιμήνσιον» θά πῆ «ἀντί τραπέζης», ἀντί Ἁγίας Τραπέζης. Δέν ἔχομε τήν Ἁγίαν Τράπεζαν ἐγκαινιασμένη, βάζομε αὐτό τό ὕφασμα. Γιά λόγους ἀσφαλείας - νά λύσω καί αὐτή τήν ἀπορία σας - νά μήν τίποτα πέση ἀπό τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ κλπ., κλπ. χρησιμοποιοῦν τό «ἀντιμήνσιον» καί οἱ ἐγκαινιασμένοι ναοί. Εἶναι καί αὐτή ἀκόμη ἡ χρῆσις, ἡ λειτουργική. Ἔτσι, ὅλα αὐτά δείχνουν (τί δείχνουν;)ὅτι ὁ Θεός ὁ Κύριος ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία, ὁ Κύριος, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ἀναπαύεται ἐπί τῶν ἁγίων.
Ἀκοῦστε πώς τό λέγει αὐτό παρακαλῶ ὁ Ἠσαΐας εἰς τό 57ον κεφάλαιό του: «Τάδε λέγει Κύριος ὁ Ὕψιστος,» τά ἑξῆς λέγει ὁ Κύριος, «ὁ ἐν ὑψηλοῖς κατοικῶν τὸν αἰῶνα», αὐτός ὁ ὁποῖος κατοικεῖ αἰωνίως εἰς τά ὑψηλά, «ἅγιος ἐν ἁγίοις ὄνομα αὐτῷ», τό ὄνομά του εἶναι ἅγιος ἀνάμεσα σέ ἁγίους· οἱ ἅγιοι ἄγγελοι, οἱ ἅγιοι ἄνθρωποι, «Κύριος Ὕψιστος ἐν ἁγίοις ἀναπαυόμενος …», ( Ἡσ. 57, 15) ὁ ὁποῖος ἀναπαύεται, λέγει, ἐπάνω εἰς τούς ἁγίους. Ὅταν λοιπόν ή Σοφία ζητάει ἀνάπαυση, ζητάει νά βρῆ ἁγίους ἀνθρώπους, γιά νά ἀναπαυθῆ εἰς αὐτούς. Ὅταν κοινωνοῦμε καί ἔχομε καθαρή καρδιά καί προσέχομε - προσέξατέ! - τότε ἀναπαύεται σ’ ἐμᾶς. Ὅταν ὅμως δέν ἔχομε καθαρή καρδιά τότε προσβάλλεται. Γι’ αὐτό, ἔχομε τήν θέσιν νά κοινωνήσουμε μέν ἀλλά «μή εἰς κρίμα ἤ εἰς κατάκριμα». Νά μήν κοινωνήσουμε πού νά καταντήση γιά μᾶς δίκη καί καταδίκη. Διότι ἄν κινηθοῦμε ἀκάθαρτοι ὄντες νά κοινωνήσωμε, τότε δέν μπορεῖ νά ἀναπαυθῆ ὁ Ἰησοῦς Χριστός σέ μᾶς, καί ἀφήνει τό προσκλητήριον τῆς καταστροφῆς μέσα μας καί φεύγει, καί νά μᾶς φυλάη ὁ Θεός. Γι’ αὐτό λέμε: «ὄχι ὅπως ὁ Ἰούδας, κλπ. κλπ».
Ἡ ἔννοια της ἀναπαύσεως τῆς Σοφίας, εἶναι ὅτι ἐζήτησε ἀπό τίς ἐλεύθερες προαιρέσεις τῶν λογικῶν ὄντων, δηλ. τῶν ἀνθρώπων, ἀνταπόκρισιν, ἀναγνώρισιν, εὐχαριστίαν, δοξολογίαν! Αὐτό θέλει. Μέ ἀναγνωρίζεις ἄνθρωπε; Μέ ἀναγνωρίζεις λαέ; Λαέ μου; Πού ἐγώ σέ ἐξέλεξα. Ἔτσι, ὁ Θεός Λόγος ἀναπαύεται στήν κοινωνίαν, εἴπαμε τῶν ἀνθρώπων, πού εἶναι ἡ κορωνίδα της δημιουργίας, τῶν πρωτοπλάστων. Ἀνεπαύετο. Ἐκεῖ ὁ Θεός Λόγος μιλοῦσε. Ναί. Γιά νά μή νομίζετε πῶς τά λέω ἐγώ μόνος μου, θυμηθεῖτε τό τροπάριο τῆς Κασσιανῆς. Βέβαια θυμηθεῖτε μύριες θέσεις μέσα στήν Ἁγία Γραφή, ἀρκεῖ νά τή μελετοῦμε μέ προσοχή. Τό τροπάριο της Κασσιανῆς: «Ἐκεῖνα τά πόδια, λέει, ἡ πόρνη γυναίκα ἔνιψε μέ δάκρυα καί μέ μύρα· ἐκεῖνα τά πόδια, πού τά βήματά των ἄκουσε ἡ Εὕα στόν Παράδεισο, ἐκεῖνο τό δειλινό, μετά τήν πτῶσιν καί ἐθορυβήθη». Εἴδατε; Τά ἴδια πόδια. Ἐκεῖ δέν ὑπῆρχε Ἐνανθρώπηση ἀκόμα. Ἐκ τῶν ὑστέρων τό λέμε αὐτό. Ἀλλά αὐτοί, οἱ πρωτόπλαστοι, ἔπεσαν, καί διεφθάρησαν, καί οἱ ἀπόγονοι των τό ἴδιο. Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι. Καί ζητάει τώρα ὁ Θεός νά βρῆ ἀξίους τῆς κοινωνίας Του. Αὐτό θά πῆ «ζητάει ἀνάπαυση», καταλάβατε; Ζητάει νά κατοικηθῆ μεσ’ τόν ἄνθρωπο, νά ἔχει κοινωνία μαζί του, ἐκεῖνο τό περίεργο, πού εἴπαμε στήν ἀρχή. Ὁ Θεός Λόγος ζητάει σπίτι; Εἶναι ἄοικος; Δέν ἔχει σπίτι; Σημειώνει ὁ 13ος ψαλμός: «Κύριος ἐκ τοῦ οὐρανοῦ διέκυψεν ἐπὶ τούς υἱούς τῶν ἀνθρώπων,» σάν νά ἄνοιξε ἕνα πορτάκι, ἕνα παραθυράκι ἀπό τόν οὐρανό καί κοιτάζει κάτω τή γῆ· καί βλέπει τούς ἀνθρώπούς «τοῦ ἰδεῖν», γιά νά δῆ, «εἰ ἔστι συνιῶν ἤ ἐκζητῶν τόν Θεόν». Ἄν ὑπάρχει κανένας πού νά ’χει μυαλό, νά ’χει φρόνηση ἤ τουλάχιστον ἄν δέν ἔχει, νά ἀναζητᾶ τόν Θεόν. «Πάντες ἐξέκλιναν, ἅμα ἠχρειώθησαν», ἔγιναν ἀχρεῖοι, «οὐκ ἔστι ποιῶν χρηστότητα, οὐκ ἔστιν ἕως ἑνός». (Ψαλμ. 13ος, 2) Κανένας ἄνθρωπος. Αὐτός εἶναι λοιπόν ὁ θλιβερός καρπός τῆς πτώσεως. Καί ὁ Θεός βρίσκει, βέβαια μεσ’ τήν Ἱστορία βρίσκει, ἔστω σέ κάποιες ἀτέλειες βέβαια, ἀλλά διατηρημένη μία πίστη. Γιατί σᾶς εἶπα προηγουμένως ὅτι ἡ πίστις εἶναι ἡ ρίζα ὅλων τῶν ἀγαθῶν. Ἐκείνη ἡ ὁποία μᾶς φέρει κοντά εἰς τόν Θεόν Λόγον.
   Βρίσκει τόν Ἐνώχ· πού θά ξανάρθη ὁ Ἐνώχ, γιατί, λέει, εὐηρέστησε εἰς τόν Θεόν, καί μετέστησεν αὐτόν ὁ Κύριος. Στόν Νῶε, στόν Ἁβραάμ, στόν Ἠλία καί τούς δικαίους τῆς Π. Δ. Σάν ἔκφραση ὅλων αὐτῶν τῶν ὁποίων λέμε, βρίσκομε τίς ἑξῆς διατυπώσεις. 
Λέγει στό βιβλίο τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων, εἶναι παρμένο ἀπ’ τήν Π. Δ. «εὗρον Δαυΐδ, τὸν τοῦ Ἰεσσαί», βρῆκα, τό γιό τοῦ Ἰεσσαί, τόν Δαυΐδ,) «ἄνδρα κατά τὴν καρδίαν, μου», ἄνδρα πού κάνει τά θελήματά μου, κατά τήν καρδίαν μου, «ὅς ποιήσει πάντα τὰ θελήματά μου» (Πραξ. 13, 22) ὁ ὁποῖος θά κάνη ὅλα τά θελήματά μου. Γιατί καθῄρεσε ὁ Θεός τόν Σαούλ; ἐκεῖνος δέν τόν ἐξέλεξε; Τόν Σαούλ τόν ἐξέλεξε ὁ Θεός. Τόν καθαιρεῖ· γιατί δέν ἔκανε τά θελήματα τοῦ Θεοῦ, καί βρίσκει τόν Δαυΐδ. Καί εἶναι ἡ χάρις τοῦ Δαυΐδ τόση πολλή, ὥστε καί ὁ Σολομών ἀκόμη πού κάνει κάποιες ἁμαρτίες, κάποιες ἀπροσεξίες.. τοῦ εἶπε ὁ Θεός: «Δέν θά σέ τιμωρήσω χάριν τοῦ πατέρα σου, τοῦ Δαυΐδ». Εἶχε λοιπόν τόση δύναμη ὁ Δαυΐδ;
   Ὁ Δανιήλ ἀποκαλεῖται «ἀνήρ ἐπιθυμιῶν». Ὁ ἄγγελος, κάθε φορά πού θά τόν ἐπισκεφθῆ καί θά τοῦ παρουσιάση ἀποκαλύψεις, πῶς τό λέγει ἐδῶ; τόν ἀποκαλεῖ: «Δανιὴλ, ἀνὴρ ἐπιθυμιῶν… » (Δανιήλ 10, 10)
   Ἀκόμη τόν Ἰακώβ, λέγει, (Ρωμαίους 9ο κεφ.), εἶναι ὅμως καί στήν Π. Δ.: «τὸν Ἰακὼβ ἠγάπησα, τὸν δὲ Ἠσαῦ ἐμίσησα» (Ρωμ. 9, 13) Καί ἐπέτρεψε νά εἶναι δίδυμοι ὄχι ἕνας μικρότερος κι ὁ ἄλλος μεγαλύτερος, καί παρ’ ὅτι ὁ Ἠσαῦ πρῶτος γεννήθηκε ὡς δίδυμος, ἐν τούτοις τί λέγει ἐδῶ ὁ Θεός; Τόν Ἰακώβ ἠγάπησα. Γιατί; Γιατί ἐπίστεψε εἰς τήν ἐπαγγελίαν ὅτι θά’ ρθῆ ὁ Μεσσίας. Ὁ Ἠσαῦ τί ἔκανε; Ἐφαύλισε, λέει, τά πρωτοτόκιά του.
«Ἄντε ἀπό κεῖ πέρα, λέει, πρωτοτόκια.. καί θά φέρω τόν Μεσσίαν.. καί ποιός εἶναι αὐτός καί τί καί πῶς.. ». «Τόν ἐμίσησα!», λέει ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία. Ἐνῶ ἠγάπησα τόν Ἰακώβ.
Ἔτσι λοιπόν ἡ Σοφία ἀναπαύεται ἀνάμεσα εἰς τούς ἁγίους, ἀνάμεσα σέ κείνους πού τηροῦν τά θελήματά Της.
Καί τώρα ἀγαπητοί μου, ἡ Σοφία τοῦ Θεοῦ ἀναζητᾶ σέ ποιόν λαόν νά ἔλθη νά κατοικήση. Δηλ. ἕναν λαό πού νά τήν ἀποδεχθῆ. Ἕνα λαό πού νά τηρῆ τίς ἐντολές του. Πάντως, θά λέγαμε, αὐτή ἡ ἀνάπαυσις, φαίνεται ἀπό τόν λόγον τοῦ Χριστοῦ πού εἶπε, τί εἶπε; Τό εἶπε στούς μαθητᾶς του: «ἐάν τις ἀγαπᾶ με, τὸν λόγον μου τηρήσει, καί ὁ πατήρ μου ἀγαπήσει αὐτόν, καὶ πρός αὐτὸν ἐλευσόμεθα, θά ’ρθοῦμε, καί μονήν παρ’ αὐτῷ ποιήσομεν». (Ἰωάν. 14, 23) Καί θά κάνωμε κατοικίαν μέσα στήν ὕπαρξή 
του. Ἀλλά ποιός εἶναι αὐτός ὁ λαός πού ἀναζητᾶ ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία, πρῶτα ὁ Θεός ἀγαπητοί μου, θά τό δοῦμε τήν ἐρχομένη Τρίτη.


198η ομιλία στο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης 
« Σοφία Σειράχ ».

►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
" Σοφία Σειράχ " εδώ ⬇️
http://arnion.gr/index.php/p-thanasios-mytilina-os/milies-p-thanasiou/palaia-diauhkh/sofia-seirax
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40oRvQcJSffpry9_VIhWtola

🔸Λίστα ομιλιών της σειράς
«Σοφία Σειράχ».🔻
https://drive.google.com/file/d/15yPd5yULQpwqBdVJzrpusJNL6wa2BczM/view?usp=drivesdk

🎥 Βιντεοσκοπημένες ομιλίες της σειράς «Σοφία Σειράχ».🔻
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40o1lCOake2wwX61iRYZNi-M

🔸📜 Απομαγνητοφωνημενες ομιλίες της σειράς «Σοφία Σειράχ».🔻
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/search/label/%F0%9F%94%B9%CE%A3%CE%BF%CF%86%CE%AF%CE%B1%20%CE%A3%CE%B5%CE%B9%CF%81%CE%AC%CF%87.?m=1

🔸Επεξηγηματικό βίντεο Ασπάλαθου.
https://youtu.be/8tNfAHRkTCk

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️
https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__
https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.

Ἀνάγκη νά ἐξιχνιάσωμε τήν ταυτότητα τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας. ~ 4/14 ~

†.Ἀγαπητοί, εὐρισκόμεθα πάντοτε εἰς τό βιβλίον τῆς Σοφίας Σειράχ, εἴμεθα εἰς τό 24ο κεφάλαιον. Ἐκεί ὁμιλεῖ διά τόν ἑαυτό της ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία τοῦ Θεοῦ.
Λέγαμε τήν περασμένη φορά, εὑρισκόμενοι εἰς τόν 4ον στίχον, μεταξύ ἐκείνων τά ὁποία λέγει ἡ Σοφία τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία ὑπενθυμίζω καί θά ὑπενθυμίζω σέ κάθε βῆμα, ὅτι εἶναι πρόσωπον, εἶναι τό δεύτερον πρόσωπον τῆς Ἁγίας Τριάδος, καί λέγει λοιπόν εἰς τόν στίχον αὐτόν, τόν 4ον, «ἐγὼ ἐν ὑψηλοῖς κατεσκήνωσα, καὶ ὁ θρόνος μου ἐν στύλῳ νεφέλης». Καί ἡ ἀπόδοσή του. Ἐγώ, εἰς τά ὕψη τοῦ οὐρανοῦ ἔστησα τήν σκηνή μου καί ὁ θρόνος μου βρίσκεται ἐπί στύλου νεφέλης.

   Εἴχαμε ἀναλύσει τό μισό χωρίον, τό πρῶτον ἡμιστίχιον, πού λέγει ὅτι «ἐγὼ ἐν ὑψηλοῖς κατεσκήνωσα». Καί εἴδαμε πράγματι, ἀνέφερα ἀρκετά χωρία, γιά νά δείξωμε καί νά καταδείξωμε ὅτι ὁ θρόνος τῆς Σοφίας εἶναι ἐν ὑψηλοῖς. Δηλ. εἶναι παρά τῷ Πατρί. Καί αὐτό δείχνει ὅτι εἶναι ὁμοούσιος μέ τόν Πατέρα ὁ Υἱός, ἡ Σοφία ἡ Ἐνυπόστατος. Μάλιστα συμπληρωματικά, κάτι πού πῆρε ἐκ τῶν ὑστέρων, τό πῆρε ἐν χρόνῳ, διότι εἶναι ὁμοούσιος βεβαίως ἔξω ἀπό κάθε χρόνο, ἔξω ἀπό κάθε χῶρο, ἐκεῖνο πού συμπληρωματικά πῆρε, εἶναι ἡ ἀνθρωπίνη φύσις. Κι ἐκεῖ εἶναι πού καταπλήσσει, ὅτι μέ τήν ἀνθρωπίνη φύση τώρα, εἶναι σύνθρονος μέ τόν Πατέρα. Σᾶς ἔλεγα, ἁπλῶς κάνω μία ὑπενθύμιση, ὁ πρωτομάρτυς Στέφανος, ἐκεῖ εἶπε εἰς τό Συνέδριον (πού λιθοβολήθηκε γι’ αὐτό): «ὑπάρχων δὲ πλήρης Πνεύματος Ἁγίου, - ὁ Στέφανος - ἀτενίσας εἰς τὸν οὐρανόν εἶδε δόξαν Θεοῦ καὶ Ἰησοῦν ἑστῶτα ἐκ δεξιῶν τοῦ Θεοῦ, καὶ εἶπεν· ἰδοὺ θεωρῶ τούς οὐρανοὺς ἀνεῳγμένους καί τόν υἱόν τοῦ ἀνθρώπου, ἐκ δεξιῶν τοῦ Θεοῦ ἑστῶτα». Βλέπει λοιπόν κανείς πράγματι ὅτι ὁ θρόνος τῆς Σοφίας εἶναι ἐν ὑψηλοῖς. Καί βέβαια ὅταν ὁ Κύριος ἀνελήφθη, ἐκάθισε εἰς τά δεξιά τοῦ Θεοῦ Πατρός. Μέ τήν ἀνθρωπίνη του φύση του. Γιατί ἀφοῦ ὁ Υἱός εἶναι ὁμοούσιος μέ τόν Πατέρα, δέν ὑπάρχει κάτι.. τό ἀριστερά καί δεξιά. Αὐτό εἶναι μόνο διά τήν ἀνθρωπίνη φύση. Κατά τά ἄλλα, ὡς ὁμοούσιος μέ τόν πατέρα, εἶναι σύνθρονος. Καί μέ τόν Πατέρα καί μέ τό Πνεῦμα τό Ἅγιον. Καί οἱ ἱεροί συγγραφεῖς τῆς Κ. Δ. μᾶς σημειώνουν ὅτι ἀνερχόμενος εἰς τόν οὐρανόν, μέ τήν Ἀνάληψή του, ἐκάθισε εἰς τά δεξιά τοῦ Πατρός. Γράφει φέρ’ εἰπεῖν ὁ ἀπ. Παῦλος στούς Ἐφεσίους· «καὶ ἐκάθισεν ἐν δεξιᾴ αὐτοῦ ἐν τοῖς ἐπουρανίοις». Κι ὅπως λέγει ὁ Μάρκος: «ἐκάθισεν ἐκ δεξιῶν τοῦ Θεοῦ». Ἀφοῦ ἀνελήφθη. Κι ὄχι μόνον ἁπλῶς ἐκάθισε, δέν εἶναι, θά λέγαμε, ἕνα θέμα ὑψομετρικό, ἀλλά εἶναι καί ἕνα θέμα ὕψους ποιότητος. Γι’ αὐτό συμπληρώνει ὁ ἀπ. Παῦλος στήν πρός Ἐφεσίους Ἐπιστολή του: «καὶ ἐκάθισεν ἐν δεξιᾴ αὐτοῦ ἐν τοῖς ἐπουρανίοις ὑπεράνω πάσης ἀρχῆς καὶ ἐξουσίας καὶ δυνάμεως καί κυριότητος καὶ παντός ὀνόματος ὀνομαζομένου οὐ μόνον ἐν τῷ αἰώνι τούτῳ, ἀλλά καὶ ἐν τῷ μέλλοντι·» δηλ. ὕψος δυσθεώρητον. Ἐκεῖ πού εἶναι ὁ Θεός. Ὁ πάνω καί ὑπεράνω πάντων. Ἀλλά ἐδῶ εἶναι τώρα τό καταπληκτικό, αὐτά λέγαμε τήν περασμένη φορά, ἀναλύοντες τό πρῶτον ἡμιστίχιον, ὅτι το καταπκηκτικόν εἶναι ὅτι συμπληροῦται αὐτό τό χωρίο μέ κάτι περίεργο. Καί λέγει: «καὶ ὁ θρόνος μου ἐν στύλῳ νεφέλης». Ἀπό τήν μία λέει «ὁ θρόνος μου εἶναι ἐν ὑψηλοῖς» κι ἀπό τήν ἄλλη λέει ὅτι ὁ θρόνος μου εἶναι ἐπάνω σέ μία κολώνα ἀπό σύννεφο. Μία στήλη νεφέλης, δηλ. ὄχι ἀπό κάτι ὑλικό ἀλλά ἀπό νέφος. Πῶς βλέπομε καμμιά φορά ἔτσι ἕνα σύννεφο ὄρθιο. Ἐκεῖ πάνω, λέει, εἶναι ὁ θρόνος μου. Περίεργο!

   Ἀλλά διαβάζομε εἰς τό βιβλίο τῆς Ἐξόδου τό ἑξῆς. Εἶναι γνωστό ὅτι ὅταν οἱ Ἑβραῖοι ἔφυγαν ἀπό τήν Αἴγυπτο, ἔγιναν πολλά θαυμαστα, πολλά. Ἀλλά ἕνα ἐκ τῶν θαυμαστῶν, ἴσως τό πλέον θαυμαστόν, γιατί μπροστά σ’ αὐτό πού θά σᾶς πῶ τώρα, δέν εἶναι θαυμαστό τόσο, ὅπως τό μάνα, πού ἔπεφτε κάθε μέρα καί τάϊζε τόν λαό ἤ τό νερό πού βγῆκε ἀπό τόν βράχο κ.ο.κ., ὅσο αὐτό πού θά ἀκούσετε: «ὁ δὲ Θεός ἡγεῖτο αὐτῶν, ἡμέρας μὲν ἐν στύλῳ νεφέλης, δεῖξαι αὐτοῖς τὴν ὁδόν, τήν δέ νύκτα ἐν στύλῳ πυρός». ( Ἔξοδ. 13, 21) Κατ’ ἐντολή τοῦ Θεοῦ, δημιουργήθηκε, φτιάχτηκε, κατασκευάστηκε μία σκηνή. Μία σκηνή, ἡ γνωστή «τοῦ μαρτυρίου» στήν ὁποία σκηνή - δηλ. ἀντίσκηνο μέ κάποια ὑφάσματα κλπ. - ἐφυλάσσετο ὁ νόμος, δηλ. οἱ δύο λίθινες πλάκες, πού ἦταν γραμμένος ὁ νόμος. Ἀργότερα ἐκεῖ τοποθετήθηκε καί μία χρυσή στάμνα, πού εἶχε εἰς ἀνάμνησιν τῆς ἐρήμου, μάνα, καί ἀκόμη ἐκεῖ ἦταν τοποθετημένη καί ἡ ράβδος τοῦ Ἀαρών ἡ βλαστήσασα, πού ἀνέδειξε τόν Ἀαρών ὡς πρῶτον ἀρχιερέα τοῦ λαοῦ. Αὐτά κατοπινά. Ἀρχικά ἦταν ἁπλῶς μία κιβωτός, δηλ. ἕνα ξύλινο κουτί, ὄχι πολύ μεγάλο, γύρω στά 75 ἑκατοστά ἦταν, παραλληλόγραμμο, οἱ διαστάσεις ὕψους πλάτους, βάθους, δίνονται ἀπό τήν Ἁγία Γραφή, κατασκευασμένον ἀπό ξύλον ἀκακίας, δηλ. ξύλον ἄσηπτον καί ἐπενδεδυμένο μέσα - ἔξω τό κιβώτιον αὐτό μέ καθαρό χρυσάφι, δηλ. φύλλα χρυσοῦ. Ἐκεῖ ἦταν ὁ νόμος. Ὅλα αὐτά, πρέπει νά σᾶς πῶ, ὅπως λέει καί ὁ ἀπ. Παῦλος εἰς τήν πρός Ἑβραίους Ἐπιστολή του, ἦταν ἀντίτυπα οὐρανίων πραγματικοτήτων. Ἤ ἀκόμη καί ἐπιγείων. Φερ’ εἰπεῖν οἱ πλάκες, ὁ νόμος, εἶναι αὐτός ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ. Τό κιβώτιο τό χρυσοῦν ἦτο αὐτή ἡ Θεοτόκος - τύπος αὐτά - ἡ ὁποία ἐδέχθη μέσα της κατά ζωντανό τρόπο, τόν Υἱόν καί Λόγο τοῦ Θεοῦ.
Καί ἡ Θεοτόκος - τό ξύλον, λέει ἀπό ἀκακία, ἄσηπτον, χρυσοῦν - δείχνει τήν ἁγιότητα καί τήν ἀρετή τῆς Θεοτόκου. Ἔτσι ἔχομε τύπον καί ἐπιγείων καί ἐπουρανίων πραγματικοτήτων. Ἐπιγείων, ἐννοεῖται, ὡς πρός τό μέλλον. Ἀλλά πάντα μεσ’ τήν Ἱστορία. Ἡ Θεοτόκος θά ἔλθη εἰς τόν κόσμον αὐτόν 15 αἰῶνες μετά. Ἀλλά καί οὐρανίων πραγματικοτήτων. Γι’ αὐτό λέγει στόν Μωϋσῆ ὁ Θεός: «ὅρα - ὅρα θά πῆ δές ἀλλά καί πρόσεξε - ὅ,τι εἶδες ἀπό τίς οὐράνιες πραγματικότητες, θά τίς τηρήσης ἐπακριβῶς εἰς τόν τύπον». Γι’ αὐτό βλέπετε, ὁ τύπος ἔχει ἀξία.
Πολλοί λένε καί τί εἶναι; «τύπος εἶναι..». Ἄν καταστρέψης τόν τύπον, καταστρέφεις τήν οὐσίαν. Γι’ αὐτό λέγει ὁ Θεός: «ὅρα, πρόσεξε, θά κατασκευάσης ὅ,τι εἶδες, ὅπως τά εἶδες· οὔτε παραπάνω, οὔτε παρακάτω».
Ἔτσι, ὅταν βγῆκαν ἀπό τήν Αἴγυπτο, μεταξύ τῶν πολλῶν, ὡραίων καί ἀγαθῶν καί σπουδαίων, πού ὁ Θεός δείχνει εἰς τό λαό του, ἦτο καί αὐτό τό φαινόμενον. Δηλ. ἤτανε μία στήλη νεφέλης. Βεβαίως ἀγόμεθα νά ποῦμε ὅτι δέν ἦτο ἀπό πραγματικό σύννεφο. Δέν ἦτο. Δηλ. τό σύννεφο τί εἶναι; Εἶναι σταγονίδια πολύ ψιλά, σταγονίδια ὕδατος, αὐτό εἶναι τό σύννεφο. Καί ἐπειδή εἶναι πολύ ἐλαφρά, πολύ μικρά αὐτά τά σταγονίδια, τό σύννεφο αἰωρεῖται. Τά γνωστά μας σύννεφα εἰς τόν οὐρανόν. Αὐτό δέν εἶναι σύννεφο μέ σταγονίδια ὅπως θά τό δῆτε ἀλλά εἶναι, ἄς μοῦ ἐπιτραπεῖ νά πῶ, ἄκτιστος ἐνέργεια. Ὅπως ὅταν ἀνελήφθη ὁ Χριστός εἰς τόν οὐρανόν «…νεφέλη, λέγει, ὑπέλαβεν αὐτόν…». (Πράξεις 1,9) Νεφέλη τόν πῆρε ἀπό κάτω. Βγῆκε ἀπό τό σύμπαν, ὁ Χριστός. Τά σύννεφα ὅμως ἔχουν ὁρισμένο ὕψος πού εἶναι ἐπάνω. Δέκα.. δεκαπέντε χιλιάδες μέτρα, πιό ψηλά δέν εἶναι τά σύννεφα. Καί τό νούμερο πού εἶπα κι’αὐτό εἶναι ἕνα ἀκρότατον. Ἔτσι, δέν ἦτο σύννεφο αὐτό σύνηθες, φυσικόν σύννεφον.
   Ἀλλά καί τό ἄλλο. Μᾶς ἀποκαλύπτει ὁ ἀπ. Παῦλος, «ἐν λόγῳ Κυρίου», ὅπως δηλ. ὁ Κύριος τοῦ ἀπεκάλυψε, ὅτι ὅταν θά γίνη ἡ δευτέρα Σου παρουσία, θά πάρη τούς δικούς Σου. Διότι στούς Θεσσαλονικεῖς, ἅμα γράφει αὐτά πού γράφει ὁ Παῦλος, ἐνδιαφέρεται μόνο διά τούς πιστούς, δέν κάνει ἀναφορά τῶν ἀνθρώπων τῶν ἐκτός σωτηρίας, θέλει νά μιλήσει μόνο διά τούς ἐν σωτηρία καί λέγει: «τότε ἐμεῖς οἱ περιλειπόμενοι, πού θά ἔχομε ἀλλαχθεῖ ἀπό τήν φθορά στήν ἀφθαρσία, ἀπό τήν θνητότητα στήν ἀθανασία, κι ἐκεῖνοι πού θά ἔχουν ἀναστηθεῖ, ἄφθαρτοι καί ἀθάνατοι, προσέξτε, λέει, ἁρπαγησόμεθα ἐν νεφέλαις εἰς ἀέρα». (Θεσσ. 4, 15-17) Δηλ. θ’ ἁρπαχθοῦμε «ἐν νεφέλαις». Ποιές εἶναι αὐτές οἱ νεφέλες, περί τῶν ὁποίων ὁ λόγος; Ἡ ἄκτιστος ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ. Ἡ ὁποία νεφέλη, ἡ φυσική νεφέλη, θεωρεῖται τύπος ἁμάξης τοῦ Θεοῦ, μεταφορικοῦ μέσου τοῦ Θεοῦ. Προσέξτε, ὁ Θεός εἶναι πανταχοῦ παρών. Κι ὅταν λέμε πανταχοῦ παρών σημαίνει ὅταν εἶμαι ἐδῶ, εἶμαι κι ἐδῶ. Ὅταν λέω «μεταφέρομαι» σημαίνει εἶμαι ἐδῶ ἀλλά δέν εἶμαι ἐδῶ. Ὅλα αὐτά εἶναι κατά τό ἀνθρώπινον, προσέξτε: «νεφέλη ἡ ἐπίβασις αὐτοῦ» μᾶς λέει ἡ Ἁγία Γραφή. «ὁ θεὸς… ἐπὶ πτερύγων ἀνέμων·» (Ψαλμ. 103, 3) περπατάει ἐπάνω στά φτερά τοῦ ἀνέμου. Μά, ὁ ἄνεμος, λέμε, ὅτι - παίρνουμε ἕνα μετεωρολογικό - ὅτι αὐτή τήν στιγμή εἶναι στά σύνορά μας, ἔρχεται βόρειος ἄνεμος. Σέ λίγη ὥρα θά ’ρθῆ ὁ βόρειος ἄνεμος ἐδῶ. Σέ κάποια ὥρα θά ρθῆ στήν Ἀττική. Κάποια ἄλλη ὥρα, στήν Κρήτη. Αὐτά εἶναι ἁπλῶς εἰκόνες. Ὁ Θεός εἶναι πανταχοῦ παρών. Γιά νά καταλάβωμε ὅτι μέ τίς εἰκόνες αὐτές θέλει νά δείξη ἡ Ἁγία Γραφή - εἶναι ἡ γλῶσσα τῆς Γραφῆς - νά δείξη τήν πραγματικότητα τοῦ Θεοῦ. Ὡστόσο, αὐτό τό σύννεφο, νεφέλη, λογαριάστε ἄν ἔχετε δεῖ, μία μικρή κίνησις κυκλική, ὁ γνωστός μας ἀνεμοστρόβιλος, μπορεῖ μεσ’ τήν αὐλή τοῦ σπιτιοῦ σας, ἐδῶ στή δική μας τήν αὐλή συμβαίνει πάρα πολλές φορές· ὅπως εἶναι τά ντουβάρια, κλειστός χῶρος, πνέει κάποιος ἄνεμος, κάποια στιγμή ὁ ἄνεμος κάνει ἕναν ἀνεμοστρόβιλο, παίρνει ὅ,τι βρίσκει στήν αὐλή, φύλλα κλπ. κι ἀνεβαίνει ἔτσι καί μετά χάνεται, πέφτει. Ἔτσι θά λογαριάσετε αὐτή τήν νεφέλη. Σάν ἕναν ἀνεμοστρόβιλο. Πού δέν κινεῖται ὅμως ἀνεμοστροβιλικῶς. Νεφέλη, αἰσθητή! Ἐδῶ εἶναι τό καταπληκτικό, αἰσθητή! Δηλ. τήν ἔβλεπαν οἱ Ἑβραῖοι τή νεφέλη αὐτή. Καί μᾶς λέει τώρα τό βιβλίο τῆς Ἐξόδου (13, 21), ὅτι «ὁ δὲ Θεὸς ἡγεῖτο αὐτῶν». Τίνι τρόπω; Ἐν στύλω νεφέλης. Ἦταν ἕνα σημάδι, πού τούς ἔδειχνε τήν ὁδόν· «δεῖξαι αὐτοῖς τὴν ὁδόν».. (Ἔξοδ. 13, 21) Ὅταν ἔπρεπε νά μείνουν στό στρατόπεδο, ἡ νεφέλη ἤτανε πλάϊ ἤ πάνω ἀπό τήν σκηνή τοῦ μαρτυρίου. Ὅταν ἔπρεπε νά ἀναχωρήσουν, ἡ νεφέλη ἔφευγε, ἐκινεῖτο. Καί τότε οἱ Ἑβραῖοι, ὁ Μωϋσῆς πού ἡγεῖτο, καταλάβαιναν ὅτι ἔπρεπε νά φύγουν ἀπό τό στρατόπεδο αὐτό, καί τά σήκωναν ὅλα, οἱ Λευΐται σήκωναν τήν σκηνή τοῦ μαρτυρίου καί ὅλα τά συμπαρομαρτοῦντα τῆς σκηνῆς, γιατί εἶχε ἕνα περίβολο, πάλι ἀπό ἱμάτιον - γι’ αὐτο, βλέπετε, ζωγραφίζομε πολλές φορές, ἄν ἔχετε δεῖ, στό ἱερό μέσα, ἔτσι, βάζομε κάποια κολωνάκια τρόπον τινά κι ἐκεῖ ζωγραφίζομε κάποιο ἱμάτιο, αὐτό εἶναι ἀπό τήν Π. Δ. - τά σήκωναν ὅλα αὐτά, τά ἐφορτώνοντο κι ἀναχωροῦσαν. Ποῦ πήγαιναν; Ὅπου ἡ στήλη τῆς νεφέλης τούς ἔδειχνε. Ἦταν ὁδηγός. Ὅταν στεκόνταν ἡ στήλη τῆς νεφέλης, ἐστέκονταν κι αὐτοί. Φυσικά ὁλόκληρο τό στρατόπεδο μετεκινεῖτο.
   Ἐδῶ νά πῶ μία παρένθεση.
Ὁ λαός, ξέρετε, ὅτι ἔμεινε 40 χρόνια εἰς τήν ἔρημο. Ἐπλανήθησαν; Ἔχασαν τόν δρόμο; Θά’ ἦταν τό λιγότερον βλασφημία νά τό πῆ κανείς. Ὁ Θεός χάνει τό δρόμο; Δέν ξέρει τόν δρόμο ὁ Θεός; Ὅπως κι ἐκεῖνο τό ἄλλο τό ἀντιλογικότατον. Τούς ὁδήγησε ὁ Θεός, ὄχι νά περάσουν ἀπό κείνη τή γνωστή διάβαση, πού σήμερα εἶναι τό γνωστό μας Σουέζ. Αὐτή ἡ ξέρα, ἡ γλῶσσα, πού ἑνώνει τήν Ἀσία μέ τήν Ἀφρική. Μοναδική αὐτή ἡ γλῶσσα, πού ἑνώνει τάς δύο Ἠπείρους. Ἀλλά τούς «εἶπε» νά περπατήσουν πρός τόν Νότον· «ἀπό ποῦ, πῶς θά περάσωμε, ποῦ θά πᾶμε»; Γιά νά δείξη τό θαῦμα τῆς διαβάσεως τῆς Ἐρυθράς θαλάσσης. Ὁ Θεός δέν κάνει λάθος, ἀγαπητοί μου. Πολλές φορές μᾶς δείχνει πράγματα πού ἡ λογική μας δέν τά καταλαβαίνει, δέν τά σηκώνει, εἶναι ἀντιλογικά. Ἀλλά ἐκεῖ φαίνεται ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό λέει ὁ Θεός στόν Μωυσέα· «τώρα θά δεῖτε τή δόξα μου»! Ἐκεῖ δέ, ὁ μέν λαός περνᾶ τήν Ἐρυθρά θάλασσα, ὁ δέ Αἰγύπτιος λαός, οἱ στρατιῶται μέ τόν Φαραώ, ἐπνίγησαν. Εἶναι καταπληκτικόν. Ἔτσι, ἐπλανήθηκαν οἱ Ἑβραῖοι 40 χρόνια; Ξέρετε τό ρῆμα «πλανῶ», ἄν ψάξετε στήν Ἁγία Γραφή, θά τό βρεῖτε ἀρκετές φορές, καί μάλιστα ὡς ἑξῆς, μέ τήν δυναμική ἔκφραση, «ἐπλάνησεν αὐτούς 40 ἔτη». Κι αὐτό εἶναι γλῶσσα τῆς Γραφῆς. Δέν ἐπλάνησεν ὁ Θεός. Δέν ἐκρίθηκαν ἕτοιμοι πνευματικά, νά εἰσέλθουν μέσα εἰς τήν γῆ Χανααν, πού εἶναι τύπος τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
Ἔτσι, λέει ἐδῶ, ὅτι ἦτο «ἐν στύλῳ νεφέλης, δεῖξαι αὐτοῖς τήν ὁδόν, τὴν δέ νύκτα ἐν στύλω πυρός». Αὐτός ὁ στῦλος τήν νύκτα γινότανε πύρινος. Λέει παρακάτω «οὐκ ἐξέλιπε δὲ ὁ στύλος τῆς νεφέλης ἡμέρας καί ὁ στῦλος τοῦ πυρός νυκτός, ἐναντίον τοῦ λαοῦ παντός». ( Ἔξοδ. 13, 22) Δέν ἐξαφανιζόταν ὁ στύλος αὐτός τῆς νεφέλης, τήν ἡμέρα καί τήν νύκτα. Τήν ἡμέρα, ἕνα εἶδος σκέπαστρου, ὀμπρέλας, γιά νά μήν τούς καῖνε οἱ ἡλιακές ἀκτίνες. Τήν δέ νύκτα, ἕνα εἶδος φάρου, φωτός, γιά νά ἔχουνε φῶς, νά περπατοῦνε. Δηλ. θά λέγαμε ἐδῶ, δέν ξέρω ποιός δήμαρχος θά μποροῦσε νά κάνη μία πόλη, πού νά βάλη μία ὀμπρέλα πάνω ἀπό τήν πόλη καί τήν νύκτα ν’ ἀνάψη φῶτα εἰς τούς δρόμους. Εἶναι καταπληκτικά πράγματα. Κι αὐτά, λέγει, προσέξτε, «οὐκ ἐξέλιπε», 40 χρόνια κι ἀκόμη ἦτο ἐναντίον τοῦ λαοῦ αὐτοῦ. Ἐναντίον θά πῆ ἀπέναντι, δηλ. μπροστά. Δηλ. τήν ἔβλεπαν τή νεφέλη, ἦταν ὁρατή.
Κάτι ἀνάλογο βρίσκομε στόν 98ον ψαλμόν, πού λέγει: «ἐν στύλῳ νεφέλης ἐλάλει πρὸς αὐτούς·». Μιλοῦσε στόν Μωϋσῆ καί τόν Ἀαρών ἀπό τόν στύλο τῆς νεφέλης! «ὅτι ἐφύλασσον τὰ μαρτύρια αὐτοῦ καὶ τὰ προστάγματα αὐτοῦ, ἅ ἔδωκεν αὐτοῖς». (Ψαλμ. 98, 7) Ἐδῶ τί συμβαίνει; Αὐτή ἡ στήλη εἶχε λογικότητα, ὅταν ἔφευγε γιά νά εἰδοποιήση ὅτι ἔπρεπε νά φύγουν, κι ὅταν στεκόταν ὅταν ἔπρεπε νά σταθοῦν. Ἦταν ὁδηγός με μία λογικότητα. Σάν νά ἦταν ἐγκαθιδρυμένη ἐπί τῆς νεφέλης μία λογικότης. Ποιά ἦταν αὐτή ἡ ἐγκαθιδρυμένη λογικότης; Ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία τοῦ Θεοῦ. Εἶναι καταπληκτικό! Ὁπότε βλέπει κανένας, νά εἶναι ὁ θρόνος τῆς Σοφίας, «ἐν ὑψηλοῖς» ὡς ὁμοούσιος μέ τόν Πατέρα, κι ὁ θρόνος τῆς Σοφίας στήν κορυφή μιάς στήλης ἀπό νεφέλη, γιά νά ὁδηγῆ τόν λαό της. Καί ἐκεῖ θρόνος, κι ἐδῶ θρόνος.

   Καί πρίν προχωρήσουμε, κάτι νά πῶ ἐδῶ, ὅτι ὁ στίχος ἀρχίζει, - θά συμπληρώσω κι ἄλλα σ’ αὐτά πού σᾶς εἶπα, ἀλλά γιά νά μήν τά ξεχάσω - ὁ στίχος ἀρχίζει· «ἐγὼ ἐν ὑψηλοῖς κατεσκήνωσα», λέει στό πρῶτο ἡμιστίχιον. Ἡ ἀντωνυμία «ἐγώ» δείχνει ὅτι ἡ Σοφία εἶναι Ἐνυπόστατος. Ποτέ ἡ γάτα δέν λέει «ἐγώ». Οὔτε ὁ παπαγάλος λέει «ἐγώ». Ἄν τό πῆ, δέν καταλαβαίνει τί θά πῆ «ἐγώ». Πολλές φορές ἡ Γραφή ἔχει τήν φράση «ἐγώ εἰμι». Ἀναρίθμητες φορές ἡ Π. Δ. ἔχει τήν φρασούλα, ἀπό δύο λέξεις «ἐγώ εἰμί». «Ἐγὼ εἰμι Κύριος ὁ Θεός σου… κλπ. κλπ». Σέ κάθε βῆμα ὁ Θεός λέγει, «ἐγώ εἰμί». Αὐτό τό «ἐγώ» ἐκφράζει πρόσωπον. Ἡ ἀντωνυμία «ἐγώ» καί τό ρῆμα «εἰμί», ἐκφράζει ὕπαρξιν. Ἐγώ εἰμί. Εἶναι ἡ σπουδαιοτέρη φράση πού θά μποροῦσε νά πῆ ὁ Θεός καί πού θά μποροῦσε νά πῆ ὁ ἄνθρωπος. Ἀπό τί ξεχωρίζει ὁ ἄνθρωπος ἀπό τήν λοιπήν δημιουργίαν τήν ὁρατήν, ἀπ’ ὅλα τά ζῶα ὅσον εὐφυῆ κι ἄν εἶναι τά ζῶα αὐτά; Ὅτι μπορεῖ νά λέγη καί νά καταλαβαίνη αὐτό πού λέγει, «ἐγώ εἰμί». Ἐγώ εἰμί. Πρόσωπον καί ὕπαρξις. Καί συνεπῶς αὐτοσυνειδησία. Ἔτσι, ὅταν ἐρωτήθηκε ὁ Θεός ἀπό τόν Μωϋσῆ «θά πάω στήν Αἴγυπτο πού μέ στέλνεις, πές μου τ’ ὄνομα σου, τί νά πῶ»; «Ἐγὼ εἰμι ὁ ὧν». Ἐγώ εἶμαι ὁ ὑπάρχων. Καί ξέρετε ποιός ὁμιλεῖ ἐκεῖ στή βάτο. Ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία. Εἶναι ἐκεῖνο πού πολλοί νομίζουν, ἀκόμη καί θεολόγοι καί πανεπιστημιακοί θεολόγοι, ὅτι ἐκεῖ ὁμιλεῖ ὁ Πατήρ. Δέν ὁμιλεῖ ὁ Πατήρ. Ὁμιλεῖ ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία, ὁ Μεγάλης Βουλῆς Ἄγγελος. Ἔχει πάρα πολλά ὀνόματα. Γι’ αὐτό, θά τό δῆτε, ἡ Ἐκκλησία, πού συνειδητοποιεῖ ὅλα αὐτά, στήν ἁγιογραφία, ἔχομε στό διακονικό δηλ. στό καθολικό μας ἀπό κεῖ, πρός Νότον - γιατί εἶναι δύο τά παρεκκλήσια, εἶναι τῆς προσκομιδῆς κι ἀπό κεῖ τό διακονικό - θά δεῖτε ἐπάνω στόν τροῦλο, τόν Μεγάλης Βουλῆς Ἄγγελον· εἶναι μέ φτερά. Μιά μικρή παρένθεση. Θυμάστε, τήν πιό - πιό πάνω φορά πού εἶχαν ἔρθει κάποιοι Ρῶσοι  δημοσιογράφοι ἐδῶ, καί τούς ὑπεδείχθη ὅτι εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός, καί δέν τό πίστευαν. Δέν τό φανταζόντουσαν. Λέει: «αὐτός εἶναι ἄγγελος». Εἶναι ὁ Μεγάλης Βουλῆς Ἄγγελος. Ἄγγελος θά πῆ ἀγγελιοφόρος. Αὐτός πού φέρνει τήν Μεγάλη βουλή τοῦ Θεοῦ. Κι ἡ Μεγάλη βουλή τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Ἡ δέ ἐπιγραφή, πηγαίνετε νά τό δεῖτε, εἶναι «Ο ΩΝ». Ὁ ὑπάρχων. Εἶναι ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία. Γι’ αὐτό εἶπε στόν Μωϋσέα· «ἐγὼ εἰμί ὁ ὧν». ( Ἔξοδ. 3, 14) ὁ ὑπάρχων. Συνεπῶς ὅπου ἔχομε πρόσωπον, ἔχομε αὐτήν τήν αὐτοσυνειδησία, καί πρόσωπο δέν εἶναι οὔτε ἡ γάτα οὔτε ὁ σκύλος εἶναι μόνον ὁ ἄνθρωπος καί οἱ ἄγγελοι. Ἐπανερχόμεθα ὅμως.
 Ὅταν λέγει ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία ὅτι ὁ θρόνος της εἶναι «ἐν στύλῳ νεφέλης», ἐνῶ προηγουμένως μᾶς εἶπε ὅτι εἶναι «ἐν ὑψηλοῖς», ὅτι «ἐν ὑψηλοῖς κατεσκήνωσε», αὐτό ἐκφράζει πολλά. Κατ’ ἀρχάς ὅτι ἡ Σοφία, ὁ Θεός Λόγος, μένει καί ἐνδιαφέρεται γιά τόν λαό της, τόν Ἰσραήλ. Ὑπάρχει μία θεωρία, εἶναι αὐτές οἱ θεωρίες στόν φιλοσοφικό χῶρο, πού μιλᾶνε γιά τόν Θεϊσμόν καί γιά τόν Δεϊσμόν.
Ὁ Δεϊσμός (Deismus) λέγει τά ἑξῆς: Ὅτι ὁ Θεός ναί, ἐδημιούργησε τόν κόσμον, ναί εἶναι ἔξω ἀπό τόν κόσμον, ἀλλά δέν ἐνδιαφέρεται διά τόν κόσμον. Εἶναι ἕνα μεγάλο κατασκεύασμα, ἕνα μεγάλο ρολόϊ, μία μεγάλη μηχανή, ἡ ὁποία χορδίζεται καί τήν ἄφησε ὁ Θεός αὐτή τή μηχανή, πού λέγεται «κόσμος», νά δουλεύη, νά κινεῖται. Δέν καταδέχεται, εἶναι ἀναξιοπρεπές, λέγει, διά τήν θεότητα - ὀρθολογισμός - νά σκύβη νά βλέπη τά τῆς δημιουργίας, τά τῶν ἀνθρώπων, τά τῆς Ἱστορίας κλπ. Γι’ αὐτό σας εἶπα, ἐκφράζει πολλά. Ἐδῶ λοιπόν δείχνει ὅτι ὁ Θεός ἐνδιαφέρεται. Κατοικεῖ εἰς τά ὑψηλά ἀλλά εἶναι κοντά. Καί δέν εἶναι ὁ Θεός μακριά. Ἰδίως ὁ Θεός Λόγος. Βέβαια ὁ Ἅγιος Τριαδικός Θεός. Ἐδῶ ὅμως ἐμφανίζεται ὁ Θεός Λόγος. Δέν εἶναι κάτι, πού ἀπό μακριά βλέπει κάτι καί λέει «αὐτό ἤ ἐκεῖνο». Εἶναι μέσα στά πράγματα. Αὐτό καταπλήσσει ἀκόμη περισσότερο.
Κατ’ ἀρχάς ἡ Σοφία, ὁ Θεός Λόγος, ἐνδιαφέρεται διά τόν λαόν της, τόν Ἰσραήλ. Αὐτό εἶναι ξεχωριστό. Αὐτό θά τό δοῦμε εἰς τά ἑπόμενα χωρία, πού ἀναφέρει διάφορες πτυχές αὐτοῦ τοῦ ἐνδιαφέροντός της. Τόν ἀκολουθεῖ τό λαό της, σέ κάθε ἱστορική περιπέτεια. Στόν Μωϋσῆ, πού εἶναι αὐτεξόριστος εἰς τήν γῆ Μαδιάμ, ξέρετε τί λέγει «ὁ ὧν» ἀπό τή βάτο; «Κατέβηκα, λέει, στήν Αἴγυπτον - ὅλα βέβαια εἶναι ἀνθρωπομορφικά, ἀνθρωποπαθῆ, γιατί πῶς νά μιλήση κανείς γιά τόν Θεόν; - καί εἶδα τόν λαόν μου νά κακοπαθῆ. Γι’ αὐτό λοιπόν σέ στέλνω νά τόν βγάλης ἀπό τήν κακοπάθεια». Ἐδῶ εἶναι κάτι τό καταπληκτικόν. Ἔτσι, βλέπετε, μπαίνει μέσα στήν Ἱστορία ὁ Θεός Λόγος.
Καί ἀπό ἐδῶ, ἀπ’ αὐτά ὅσα εἴπαμε, φαίνεται ὅτι ὁ ἐνεργῶν Θεός, ὁ Κύριος, ὁ ἅγιος τοῦ Ἰσραήλ, ὁ Γιαχβέ, εἶναι ὁ Θεός Λόγος, πού ἔγινε ἄνθρωπος, ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία, πού ἔγινε ἄνθρωπος· «ὁ Λόγος σάρξ ἐγένετο». Εἶναι τό ἴδιο πάντοτε πρόσωπον, μέ διαφορετικά ὀνόματα. Ὅπως τόν εἶδε, ἐπί παραδείγματι ἐπί θρόνου ὁ Ἠσαΐας στό 6ο κεφάλαιό του εἶναι καί πού δίνει τήν μαρτυρία ὅτι εἶναι ὁ ἅγιος τοῦ Ἰσραήλ. Καί τήν μαρτυρία ὅτι εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός, τή δίνει ὁ Ἰωάννης στό Εὐαγγέλιό του, σαφέστατα, ὅτι εἶναι ὁ Κύριος, τό τετραγράμματον ὄνομά του Γιαχβέ.
   Εἶναι γνωστό ὅτι οἱ Ἑβραῖοι χρησιμοποιοῦσαν μόνο σύμφωνα στήν γραφή τους, ὄχι φωνήεντα. Τά φωνήεντα συνεπληροῦντο. Ἔπρεπε νά ὑπάρχει δέ μία παράδοσις γιά νά ξέρουμε πῶς θά διαβάσουμε μία λέξη μέ σύμφωνα. Λέξεις «σπαράγματα»· ἔτσι λέγονται. Φερ’ εἰπεῖν Ἰησοῦς Χριστός. ΙΣΧΡ. Αὐτό εἶναι ἕνα σπάραγμα. Ἔτσι λέγεται. 
Δηλ. ὅταν δῶ ΙΣ, θά τό προφέρω βεβαίως μέ φωνήεντα Ἰησοῦς, τό ΧΡ θά τό προφέρω βέβαια Χριστός, ἀλλά στήν γραφή νά εἶναι μόνο τά σύμφωνα. Κι ἐδῶ ἐν προκειμένω εἶναι ὄχι ὅλα τά σύμφωνα στό Ἰησοῦς Χριστός, ἀλλά ἔτσι καθιερώθηκε. Ἡ Βυζαντινή γραφή, μάλιστα κάνει χρήση αὐτῶν τῶν σπαραγμάτων, γιά οἰκονομία γραφικῆς ὕλης. Οἱ Ἑβραῖοι δέν χρησιμοποιοῦσαν στή γραφή, ξαναλέγω τά φωνήεντα, παρά μόνο τά σύμφωνα. Γι’ αὐτό τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ, τό τετραγράμματον, δηλ. τέσσερα σύμφωνα. Γιαχβέ, ἔτσι τουλάχιστον ἤ Ἰαχβέ, κάπως ἔτσι - αὐτό τό «Ἰεχωβάς» πού λένε οἱ Χιλιασταί εἶναι πολύ βάναυση ἐκφορά - εἶναι τό τετραγράμματον ὄνομα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ἐπειδή λείπουν τά φωνήεντα, δέν ξέρομε σήμερα πώς ἐπροφέρετο. Χάσαμε δηλ. αὐτήν τήν φωνητικήν ἐκφορά τοῦ ὀνόματος. Εἶναι λοιπόν ὁ Ἅγιος τοῦ Ἰσραήλ, ὁ Κύριος καί Θεός, ὁ Θεός Λόγος, σᾶς εἶπα, ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία. Κι αὐτή ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία ἔδωσε τόν νόμο στό Σινά. Ἐκεῖνος ὁμιλεῖ, Ἐκείνη ὁμιλεῖ, ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία. Ὄχι ὁ Θεός Πατήρ. Αὐτή ἐνεφανίσθη εἰς τήν βάτον, πού σᾶς εἶπα προηγουμένως, «ἐγώ εἰμι ὁ ὧν». Αὐτή ἐξήγαγε ἀπό τήν Αἴγυπτο τόν λαό της. Μέ ὅλες ἐκεῖνες τίς ἐντολές πού ἔδωσε εἰς τόν Μωυσέα καί τόν Ἀαρών, πού ἐπέφερε, τίς πληγές τίς 10 εἰς τούς Αἰγυπτίους, ὅτι ἔπρεπε νά φᾶνε ἐκεῖνο τό ἀρνί, χωρίς ὀστοῦν νά συντριβῆ κλπ. γιατί αὐτά ἦταν τύποι τῆς ἰδίας Σοφίας τῆς Ἐνυποστάτου, ὅταν θά Ἐνηνθρώπιζε. Ὅλα τά ρύθμιζε Ἐκείνη. Τό αἷμα, πού εἶπαν στά ἀνώφλια τῶν θυρῶν νά μπῆ, νά χρισθῆ τό ἀνώφλιον τῆς κάθε πόρτας σπιτιοῦ, καί δέν θά ἔμπαινε ὁ ἄγγελος ὁ ὁλοθρευτής, πού πῆγε στά σπίτια τῶν Αἰγυπτίων, εἶναι τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ πού σώζει. Εἶναι ὁ ἀμνός τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό εἶπε ὁ Ἰωάννης ὁ Βαπτιστής «ἴδε,νά, ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ ὁ αἴρων τήν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου, κλπ. κλπ». ( Ἰωάν. 1, 29)
Ἡ ἴδια ἡ Σοφία ἐγκατέστησε τόν λαό της στή γῆ Χαναάν μέχρι τήν ἱστορική στιγμή τῆς Ἐνανθρωπήσεώς της. Ἕως τή στιγμή πού ἔγινε ἄνθρωπος.
Τώρα λοιπόν μποροῦμε νά κατανοήσωμε, ἀγαπητοί μου αὐτό πού λέει τό βιβλίο τῆς Ἐξόδου. Καί οἱ Ἑβραῖοι, ἄν πρόσεχαν.. τούς τύφλωσε - μυστήριο αὐτό - τούς τύφλωσε τί; Τί; Θά μποροῦσαν ἀμέσως νά ἀναγνωρίσουν τόν Ἰησοῦν Χριστόν καί τήν ταυτότητά του. Τώρα ὡστόσο μποροῦμε νά κατανοήσωμε «ὁ δέ Θεός ἡγεῖτο αὐτῶν», ὁ Θεός, λέει, ἡγεῖτο τοῦ λαοῦ του στήν ἔρημο, ἡμέρας μέν ἐν στύλω νεφέλης κλπ. Ἄρα λοιπόν ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία τί εἶναι; Εἶναι Θεός. Γιατί τί λέει; «ὁ δέ Θεός ἡγεῖτο αὐτῶν», ἄρα λοιπόν ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία εἶναι Θεός. Εἶναι λοιπόν ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία, πού ἐν ὑψηλοῖς κατοικεῖ καί ταυτόχρονα, ὡς πανταχοῦ παροῦσα, ἐπιτηρεῖ τό λαό της ἐπάνω εἰς τήν γῆν, καί προετοιμάζεται διά τήν Ἐνανθρώπηση. Ἐκεῖνο πού διαβάζομε στή Σοφία Σολομῶντος, τήν ἀδημονία τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας, πού συνδημιουργεῖ μέ τόν Πατέρα, τήν ἀδημονία της νά Ἐνανθρωπήση, γιά νά μᾶς σώση. Καί τήν ὑπερβολική της ἀγάπη πρός τόν ἄνθρωπο. Λέμε πολλές φορές· φιλάνθρωπος αὐτός ὁ κύριος ἔδωσε χρήματα, γιά νά ντυθοῦν ὀρφανά κλπ. Καταχρηστικῶς τό λέμε αὐτό. Ὅπως καί τό οὐσιαστικόν «φιλανθρωπία». Ἀγαπητοί μου, μόνον ὁ Θεός εἶναι φιλάνθρωπος. Κατ’ ἀπόλυτον ἐκτίμησιν. Ἔτσι λοιπόν προετοιμάζεται διά τήν Ἐνανθρώπισή της ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία, κι ὅλα αὐτά ἐκφράζουν τήν Θεανθρωπίνη φύση τοῦ Θεοῦ Λόγου. Καί θυμίζει ἐκεῖνο πού βρίσκομε εἰς τούς Χαιρετισμούς. Ποιός δέν τό ξέρει; Ἰδίως οἱ κυρίες, πολλές κυρίες ξέρουν τούς Χαιρετισμούς ἀπ’ ἔξω. «Ὅλος ἦν ἐν τοῖς κάτω καί τῶν ἄνω οὐδόλως ἀπήν, ὁ ἀπερίγραπτος Λόγος». ( Ἀκαθ. ὕμνος) Ὁλόκληρος ἤτανε κάτω ἐδῶ στή Γῆ. Ποῦ; Στή στήλη τῆς νεφέλης. Καί οὐδόλως ἐγκατέλειψε τά ἄνω, τόν θρόνον τοῦ Θεοῦ. Δέν ἦταν ἀπών, ὁ ἀπερίγραπτος, αὐτός πού δέν μπαίνει μέσα σέ περίγραμμα (με τη μαθηματική ἔννοια δεν περιγράφεται, εἶναι ἔξω ἀπό κάθε περίγραμμα). 
Ἐδῶ λοιπόν, σ’ αὐτόν τόν στίχο τῶν Χαιρετισμῶν, καταλαβαίνουμε πῶς ὁ θρόνος τῆς Σοφίας εἶναι ἐν τοῖς ὑψηλοῖς καί ταυτόχρονα ὁ θρόνος της εἶναι ἐπάνω στή στήλη τῆς νεφέλης. Ἔτσι τό καταλαβαίνομε τώρα, δηλ. καί στά οὐράνια καί στά ἐπίγεια. Καί κεῖ μάλιστα ὡς ἄνθρωπος στόν Σταυρό πού ἦτο κλπ. οὐδόλως ἐγκατέλειψε τούς κόλπους τοῦ Πατρός. Οὐδόλως. Ἐν τούτοις, ὅλος ἦν εἰς τό ἀνθρώπινο σῶμα, στήν ἀνθρωπίνη ὕπαρξη. Το λέγει ὁ ἀπ. Παῦλος, ὅτι ὁλόκληρη ἡ θεότητα, σωματικῶς, ἦτο εἰς τόν Ἰησοῦν Χριστόν. Ὁλόκληρη ἡ θεότητα. Ἀκατανόητα. Γιά νά καταλάβωμε αὐτόν τόν διπλόν θρόνον.
Εἶναι ἀκόμη ὁ θρόνος τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας, γιατί εἶναι ἡ βασίλισσα τοῦ λαοῦ της, πού ἡγεῖται καί δείχνει στόν λαό της τί θέλει, καί κάτι πού θά εὐχόμαστε πάντοτε πραγματικά, νά συνειδητοποιοῦμε αὐτήν τήν ταυτότητα τοῦ Ἐνανθρωπήσαντος Θεοῦ Λόγου, δηλ. τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἄν συνειδητοποιοῦμε καί ξέρουμε ποιός εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός, τό πιό χοντρό πού θ’ ἀφήσουμε, νά μήν βλασφημοῦμε τόν Χριστόν. Τό πιό χοντρό! Καί μετά θ’ ἀρχίσουμε νά διεισδύουμε εἰς τίς ἔννοιες αὐτές καί νά κατανοοῦμε ποιός εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός.

   Καί πηγαίνομε ἀγαπητοί εἰς τόν ἑπόμενον στίχο, τόν 5ον. Λέγει ὁ 5ος στίχος: 
«γῦρον οὐρανοῦ ἐκύκλωσα μόνη καὶ ἐν βάθει ἀβύσσων περιεπάτησα».
Δηλ. μόνη μου περιῆλθον καί ἐτακτοποίησα τόν γύρον τοῦ οὐρανοῦ καί περιεπάτησα εἰς τά βάθη τῶν θαλασσῶν.
Καινούργια ἀποκάλυψις ἐδῶ. Ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία δηλ. κινεῖται μεταξύ οὐρανοῦ καί γῆς, μέ τόν πιό ἄνετο τρόπο. Ἀκριβῶς ἐπειδή εἶναι ἡ δημιουργός τοῦ παντός. Ποιός εἶναι αὐτός ὁ γύρος τοῦ οὐρανοῦ; Εἶναι ὅ,τι φαίνεται ὅταν ὁ οὐρανός ἐγγίζει στόν ὁρίζοντα τή γῆ. Ὅ,τι φαίνεται. Μή λησμονοῦμε ὅτι τά περιγραφόμενα ἀπό τήν Γραφήν εἶναι πάντοτε κατά τό φαινόμενον. Ἄν βγῆτε σ’ ἕνα ἐπίπεδο χῶρο, εἴτε θάλασσα ἔχετε μπροστά σας, εἴτε πεδιάδα, ὅ,τι εἶναι, μόνο νά εἶναι ἐπίπεδος γιά νά ἔχετε καλύτερη εἰκόνα τοῦ πράγματος, θ’ ἀντιληφθεῖτε νά ὑπάρχει ἕνας κώδωνας, ὅπως λέμε στή φυσική ὁ κώδων, δηλ. ἕνα ἠμισφαίριον, ἕνας κώδων, ὁ ὁποῖος ἔχει μπεῖ πάνω ἀπό τήν Γῆ, ἀκουμπάει στή Γῆ. Δηλ. βλέπομε τόν οὐρανό ν’ ἀκουμπάει στή θάλασσα, στήν πεδιάδα, γύρω - γύρω. Αὐτός εἶναι ὁ γύρος τῆς Γῆς. Αὐτός βέβαια ὁ γύρος τῆς Γῆς προσέξτε εἶναι κατά τό φαινόμενον. Τί θά πεῖ «κατά τό φαινόμενον»; Κατά τό φαινόμενον εἶναι ὅταν ὁ ἥλιος στρέφεται περί τήν Γῆν. Ἔτσι φαίνεται. Ἡ ἐπιστημονική ἀλήθεια εἶναι ὅτι ἡ Γῆ γυρίζει γύρω ἀπό τόν ἥλιον. Γι’ αὐτό οἱ ἄνθρωποι δυσκολεύτηκαν νά ἀνακαλύψουν αὐτά τά πράγματα, γιατί εἶχαν φαινόμενα κατά τό φαινόμενον. Νά θυμάστε αὐτή τή φρασούλα· φαινόμενα κατά τό φαινόμενον. Δηλ. ἐκεῖνα τοῦ «ὅπως φαίνονται».
Ἄς ποῦμε ὅτι ἀνατέλλει ὁ ἥλιος. Ὁ λαός ἀπό τήν ἐμπειρία του λέγει «ἄντε, κάνετε γρήγορα νά πᾶμε στό χωράφι, νά πᾶμε στήν ἐκδρομή, γιατί ὁ ἥλιος ἀνέβηκε μία καλαμιά». Δηλ. ὅσο ἕνα καλάμι, ἄς ποῦμε δύο μέτρα ἀνέβηκε ὁ ἥλιος στόν ὁρίζοντα. Ὁ λαός πάντοτε κινεῖται γύρω ἀπό τίς ἐμπειρίες του, ὅπως δηλ. βλέπει τά πράγματα. Κι ἐπειδή ἡ Γραφή πρέπει νά γίνη κατανοητή ἀπό τούς ἀνθρώπους, κινεῖται καί ἐκφράζεται σύμφωνα μέ τήν ἐμπειρία τῶν ἀνθρώπων. Θά ἦταν περίεργο νά μιλοῦσε μέ ἐπιστημονική γλῶσσα. Διότι ἐνῶ δέν λαθεύει ἡ Γραφή - ἐδῶ εἶναι τώρα τό σπουδαῖο - ἐν τούτοις μιλάει μέ τήν ἐμπειρική γλῶσσα, τήν γλῶσσα τῶν ἀνθρώπων, γιά νά γίνη κατανοητή ἡ Γραφή. Ὅπως ἐκεῖνο τό «ἀνεβαίνω καί κατεβαίνω τόν οὐρανό» κ.ο.κ. Αὐτό τί εἶναι; Εἶναι μία συγκατάβασις τῆς ἀνθρωπίνης ἀντιλήψεως. Ἔτσι, ὁ γύρος τοῦ οὐρανοῦ ταυτίζεται μέ ὅλη τήν ἐπιφάνεια τῆς Γῆς, βέβαια, τμῆμα, γιατί ἡ Γῆ εἶναι σφαιρική. Να, ἐδῶ, βλέπετε, δέν μποροῦμε νά δοῦμε ἐμείς τά φῶτα τῆς Θεσ/νίκης, παρ’ ὅλο πού ἔχομε θάλασσα μπροστά μας, γιατί μπαίνει ἡ καμπυλότητα τῆς Γῆς. Βλέπομε τά φῶτα ἀπό ἀνάκλαση. Ὅταν εἶναι συννεφιά, τά φῶτα τῆς Θεσ/νίκης φωτίζουν τά σύννεφα καί τότε λέμε: «κοίταξε φαίνεται ἡ Θεσ/νίκη». Ἡ Θεσ/νίκη δέν φαίνεται. Εἶναι ἡ καμπυλότητα τῆς Γῆς. Πάντως πιστεύω ὅτι ἔγινα κατανοητός μέ αὐτά τά παραδειγματάκια.
    Ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία, μᾶς λέει, ἐδῶ λοιπόν τό ἱερό κείμενο, «μόνη ἐκύκλωσε» τήν γῆν. Δηλαδή τό γύρο τοῦ οὐρανοῦ πού εἶναι ὁ γύρος τῆς Γῆς. Τί σημαίνει «ἐκύκλωσε»; Σημαίνει τήν ἐπιτηρεῖ, τήν προστατεύει, τήν ἐλέγχει, τήν γνωρίζει. Εἶναι ἔκφρασις αὐτῶν τῶν ρημάτων πού σᾶς εἶπα. Οὔτε οἱ ἄγγελοι, οὔτε οἱ δαίμονες - πού εἶναι ἄγγελοι πεπτωκότες, μέ τίς ἴδιες ἰδιότητες, πλήν βεβαίως τῆς θεώσεως πού τήν ἔχασαν - εἶναι πανταχοῦ παρόντες. Ἐδῶ λοιπόν μᾶς λέγει, - γι’ αὐτό τονίζει, εἴδατε ἀκρίβεια; - Μόνη λέει, ἐκύκλωσε τήν Γῆν. Οἱ ἄγγελοι δέν μποροῦν νά κυκλώσουν τή Γῆ. Δηλ. ἕνας ἄγγελος νά ἔχει πλήρη γνώση ὅλου τοῦ χώρου. Ἔτσι, μόνος ὁ Θεός Λόγος, ἀνά πᾶσα στιγμή καί ἐν παντί τόπῳ εἶναι παρών.
   Ἀκόμη, μόνη ἡ Σοφία τοῦ Θεοῦ, περιεπάτησε εἰς τά βάθη τῶν ἀβύσσων. Ἔτσι μᾶς εἶπε· «καὶ ἐν βάθει ἀβύσσων περιεπάτησα». Μόνη. Ἀλλά τί εἶναι ἡ ἄβυσσος; Τό γνωρίζετε, εἶναι ἀπό τήν λέξη «βυθός» ἤ «βυσσός» εἶναι τό ἴδιο, καί τό στερητικόν «α». Συνεπῶς ἄ-βυθος ἤ ἄ-βυσσος. Δηλ. αὐτό πού δέν ἔχει βυθόν! Δέν ἔχει πυθμένα. Ψάχνεις νά βρῆς τόν πυθμένα ἀλλά δέν τόν βρίσκεις. Ἄρα τεράστιον βάθος. Καί ἄβυσσος λέγεται τό ἀχανές κατ’ ἀρχάς τοῦ οὐρανίου θόλου. Ἑκατομμύρια χρόνια νά περπατᾶς μεσ’ τό σύμπαν, ποτέ δέν μπορεῖς νά πῆς ὅτι κάπου ἔφθασες στά ὅριά του καί τώρα μπορεῖς νά βγῆς ἀπό τό σύμπαν. Ἄβυσσος! Τίποτα δέν μπορεῖ νά βγῆ ἀπό τό σύμπαν. Ὅ,τι ἀποτελεῖ χῶρο - χρόνο δέν βγαίνει ἀπό τό χωροχρόνο. Ἀδύνατον. Τῶν ἀδυνάτων ἀδύνατον. Ἀλλά καί δείχνει δεύτερον καί τό ἀπύθμενον τῆς θαλάσσης. Τό λέμε καί στή γλῶσσα μας, ὅτι εἶναι ἄβυσσος ἡ θάλασσα. Σκεφθῆτε ὅτι κάπου ἐκεῖ εἰς τόν Εἰρηνικόν ὠκεανόν, ὑπάρχουν βάθη τῆς θαλάσσης 9.000 μέτρα!Σκεφθῆτε! Δέν φθάνει τό ἡλιακόν φῶς ἐκεῖ. Τό βαθύτερον σημεῖον τῆς Μεσογείου, εἶναι κάπου ἐκεῖ εἰς τό Ταίναρον. Ὅπως καί στό Ἅγιον Ὅρος, τό βαθύτερο σημεῖο. Δηλ. δύο βαθύτατα σημεῖα, εἶναι στό Ἅγιον Ὅρος στόν Ἄθωνα καί εἰς τό Ταίναρον. Κι αὐτή τήν ἄβυσσο, τήν ἔχει, ὅπως ἐδῶ μας περιγράφει, τήν ἔχει ἡ Σοφία τοῦ Θεοῦ ὡς περίπατον. Περιεπάτησα, λέγει. Ἡ ἄβυσσος τοῦ σύμπαντος, ἀγαπητοί, δέν περιέχει τήν Σοφίαν, ἀλλά ἡ Σοφία περιέχει τήν ἄβυσσον! Δηλ. νά καταλάβετε, δέν περιέχει τό σύμπαν ἤ ἡ δημιουργία τόν Θεό ἀλλά ὁ Θεός περιέχει τή δημιουργία. Εἶναι πάρα πολύ σημαντικό αὐτό, θά τό δῆτε παρακάτω.
   Φερ’ εἰπεῖν, ὁ Χριστός λέγει στήν Ἀποκάλυψη: «Ἐγώ εἰμί τό Α καί το Ω, ἡ ἀρχή καί τό τέλος». Τό Α καί τό Ω εἶναι ἀπό τό Ἑλληνικό ἀλφάβητο, δηλ. τό πρῶτο καί τό τελευταῖο γράμμα, πού σημαίνει ἀκριβῶς, μέ ἄλλη εἰκόνα, ἀρχή καί τέλος. Δηλ. ἡ ἀρχή τῆς δημιουργίας καί τό τέλος τῆς δημιουργίας εἶναι, λέγει, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ἡ Σοφία, «ἐν ἐμοί». Δέν περιέχομαι στό Α 
καί τό Ω ἀλλά περιέχω τό Α καί τό Ω. Εἴδατε μεγαλοπρέπεια; Τί νά πῆ κανένας; Μεγαλοπρέπεια.

   Προχωροῦμε. Ὁ Ἰώβ γράφει: «Ἡ δὲ σοφία πόθεν εὑρέθη»; Ποῦθε βρέθηκε, λέει, ἡ Σοφία; «οὐκ οἶδε βροτὸς ὁδόν αὐτῆς». Βροτός θά πῆ ἄνθρωπος. Ἄνθρωπος λοιπόν, λέγει, δέν γνωρίζει τήν ὁδόν τῆς Σοφίας. Ποῦθε ἦρθε, πῶς, τί; Δέ γνωρίζει. Ἐρωτᾶται μετά ἡ δημιουργία. Ἐρωτᾶται ἡ ἄβυσσος. «ἄβυσσος εἶπεν·» - συνεχίζει νά λέει ὁ Ἰώβ, στό 28ον κεφάλαιον - καί ἡ ἄβυσσος ἀπαντάει· - δήλ. ἡ ἄβυσσος τώρα.. τό σύμπαν -, «οὐκ ἔνεστιν ἐν ἐμοί·», δέν εἶναι σέ μένα μέσα. Δηλ. δέν περιέχω τήν σοφία, περιέχομαι στή σοφία. Δέν περιέχω, περιέχομαι. Ρωτήθηκε μετά ἡ θάλασσα, «καὶ ἡ θάλασσα εἶπεν· οὐκ ἔστι μετ’ ἐμοῦ». (Ιώβ 28, 12-14) Δέν εἶναι μαζί μου. Δέν ξέρω. Οὔτε λοιπόν ἡ ἄβυσσος τοῦ σύμπαντος οὔτε ἡ ἄβυσσος τῆς θαλάσσης, περιέχουν τήν σοφία, ἀλλά περιέχονται.
   Θά μοῦ πῆτε, ὅλα αὐτά γιατί σᾶς τά λέω; Κατ’ ἀρχάς γιατί τά λέει ἡ Ἁγία Γραφή. Ἀφοῦ τά λέει ἡ Ἁγία Γραφή, πρέπει νά τά ποῦμε. Εἴδατε; Δέν λέω δικά μου πράγματα. Ἀλλά αὐτό πού λέμε ἐδῶ, πού λέει ἡ Γραφή, θέτει ἕνα καίριον πλῆγμα κατά τοῦ πανθεϊσμοῦ. Νά τό πρακτικό ἐδῶ πού βγαίνει ἀμέσως. Πού θέλει ὁ Πανθεϊσμός νά ταυτίζει τόν Θεό μέ τήν δημιουργία. Ὁ Πανθεϊσμός ὑπῆρχε, ὑπάρχει καί θά ὑπάρχη μέχρι πού νά τελειώση ὁ κόσμος. Οἱ Μασσῶνοι εἶναι πανθεϊσταί. Ναί. Τί θά πῆ Πανθεϊσμός;
Ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἐντός τῆς Δημιουργίας Του, ὄχι ὡς παρουσία, ἀλλά ὡς ταυτιζόμενος μέ τήν δημιουργία. Κοροϊδεύει ὁ ἅγιος Αὐγουστίνος καί λέγει· «τότε, ἄν ταυτίζεται μέ τή δημιουργία, ἕνας χῶρος περισσότερος ἀπό ἕναν χῶρο μικρότερο, θά πρέπει νά περιέχη περισσότερον Θεό. Ἄρα, λοιπόν, ὁ ἐλέφαντας ἔχει πιό πολύ Θεό μέσα του, παρά τό ποντίκι». Κοροϊδεύει. Εἶναι στίς «Ἐξομολογήσεις» του αὐτο πού σᾶς εἶπα. Τό εἶχα διαβάσει ἔφηβος καί τό θυμάμαι ἀκόμη. Πράγματι, πράγματι, δέν περιέχεται ὁ Θεός, ὡς πανταχοῦ παρών, ἔξω ἀπό τήν οὐσία τῆς Δημιουργίας. Ὁ Θεός εἶναι ἄκτιστος· ἡ δημιουργία εἶναι κτιστή. Εἶναι ἐκεῖνο τό πολύ ἔξυπνο παράδειγμα πού ἐλέγετο, κάποτε ἐγράφετο, ὅπως ὁ ζωγράφος εἶναι ἔξω ἀπό τό μουσαμά του, πού ζωγραφίζει. Ἔτσι κι ὁ Θεός εἶναι ἔξω ἀπό τήν δημιουργία Του. Ἄρα βλέπει κανείς ἐδῶ ὅτι ὁ Θεός δέν ταυτίζεται μέ τήν δημιουργία, ἄρα δέν ὑπάρχει ὁ Πανθεϊσμός. Ὁ Πανθεϊσμός εἶναι εἰδωλολατρεία. Ἐδῶ σ’ αὐτό τό σημεῖο τουλάχιστον, γιατί ἔχουμε πλεῖστα ὅσα, πλῆγμα κατά τῆς εἰδωλολατρείας καί τοῦ Πανθεϊσμοῦ. Δηλ. ἡ Ἁγία Γραφή, ἄν καταλαβαίνομε, πλήττει ὅσα φιλοσοφικά συστήματα ὑπῆρξαν καί πού βέβαια δέν συμφωνοῦν μέ τόν λόγο τοῦ Θεοῦ. Καί μέ ἐπιχειρήματα, σαφῶς, σαφέστατα.
Ἔτσι, δέν εἶναι ὁ Θεός ἐνδοκοσμικός, ἄλλο ὅτι εἶναι πανταχοῦ παρών, ὅπως ὅλες οἱ φυσικές θρησκεῖες θέλουν τόν Θεόν ἐνδοκοσμικόν. Ὁ Βουδισμός ἐπί παραδείγματι, οἱ Ἀνατολικές θρησκεῖες, ἡ ψυχή λέει τοῦ ἀνθρώπου, πάει νά βρῆ, νά ἑνωθῆ μέ τόν Θεό. Ποῦ; Μεσ’ τό σύμπαν. Γιατί; Γιατί εἶναι ἐνδοκοσμικός ὁ Θεός. Μάλιστα παρακαλῶ. Κι ἐπειδή σήμερα ἔχομε ἀφθονοῦν στόν Δυτικόν κόσμο καί στήν πατρίδα μας, οἱ λεγόμενες «Ἀνατολικές θρησκεῖες» αὐτά πρέπει νά τά ξέρομε, γιά νά μήν μᾶς παγιδεύουν οἱ διάφοροι, μ’ ἐκεῖνες ὅλες τίς ἀνόητες καί δαιμονικές θεωρίες πού μᾶς λένε.

   Ὁ Δανιήλ λέγει: «ὁ ἐπιβλέπων ἀβύσσους». (Δανιήλ. Ὕμνος των τριῶν παίδων) Ὡραία φράσις! Αὐτός πού βλέπει. Βλέπω καί ἐπιβλέπω. Μέ τήν ἔννοια «βλέπω καί ἐπιτηρῶ». Τί; Τάς ἀβύσσους. Καί τήν θάλασσαν καί τό σύμπαν. 
Ὁ δέ Σοφός Σειράχ θά θέση τό ἐρώτημα· εἶναι στό 1ο κεφ. «ὕψος οὐρανοῦ καὶ πλάτος γῆς - τότε βέβαια δέν ξέρανε πόσο εἶναι ἡ γῆ· ἴσως νά τήν θεωροῦσαν ἀπέραντη ἤ χωρίς τέρματα - καί ἄβυσσον καί σοφίαν, τίς ἐξιχνιάσει». (Σοφ. Σειρ. 1, 3) Καί θά λέγαμε, τό ὕψος τοῦ οὐρανοῦ, μέχρι σήμερα δέν τό ἔχομε ἐξιχνιάσει. Οἱ ἀστρονόμοι βλέπουν· ἀλλά ὅταν φτιάξουν ἕνα τηλεσκόπιο ἀκόμη ἰσχυρότερον, πᾶνε πιό πέρα. Κι ἀκόμα ἰσχυρότερον καί πᾶνε ἀκόμη πιό πέρα. Καί πιό πέρα. Ποῦ εἶναι τό τέρμα; Δέν ὑπάρχει. Καί μάλιστα ὑπάρχει ἡ ἑξῆς ἀντιφατική διατύπωσις περί τοῦ σύμπαντος· λέγουν ὅτι εἶναι τό «πεπερασμένον ἄπειρον». Εἶναι ἀντιφατικό. Τό πλάτος τῆς Γῆς· αὐτό τό ξέρομε σήμερα, καί ἄβυσσον, τῶν θαλασσῶν τήν ἄβυσσον, τήν γνωρίζομε σήμερα. Τήν ἄβυσσον τοῦ σύμπαντος; «καί σοφίαν», Ἐκείνη πού τά ἐδημιούργησε ὅλα, ὁ Θεός Λόγος, «τίς ἐξιχνιάση»; Ποιός θά μπορέση νά ἐξιχνιάση, νά ἐξακριβώση, νά βρῆ, νά δώση ἕνα νούμερο;
Καί θά συμπληρώση ὁ Σοφός Σειράχ, στό 42ο κεφάλαιο: «ἄβυσσον καὶ καρδίαν ἐξίχνευσε». (Σοφ. Σειρ. 42, 18) Δηλ. ἡ Σοφία τοῦ Θεοῦ, καί τήν ἄβυσσο καί τήν καρδία τοῦ ἀνθρώπου - γιατί εἶναι ἄβυσσος ἡ καρδία τοῦ ἀνθρώπου, «ἄβυσσος ἄβυσσον ἐπικαλεῖται» - μόνη ἡ Σοφία ἔχει ἐξιχνιάσει. Τό ἀκοῦμε πολύ συχνά: «ἄβυσσος ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου».
   Ἔτσι ἀγαπητοί μου μένομε κατάπληκτοι, γιά τήν ἀποκάλυψιν τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας κι ἔτσι μᾶς δίδεται διαρκῶς καί διαρκῶς ὑλικόν, γιά νά δοξάζομε τόν Θεόν Λόγον, πού ἦλθε τόσο κοντά μας, τόν Κύριόν μας Ἰησοῦν Χριστόν. Εὐχαριστῶ πού μέ ἀκούσατε.


197η ομιλία στο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης 
« Σοφία Σειράχ ».

►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
" Σοφία Σειράχ " εδώ ⬇️
http://arnion.gr/index.php/p-thanasios-mytilina-os/milies-p-thanasiou/palaia-diauhkh/sofia-seirax
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40oRvQcJSffpry9_VIhWtola

🔸Λίστα ομιλιών της σειράς
«Σοφία Σειράχ».🔻
https://drive.google.com/file/d/15yPd5yULQpwqBdVJzrpusJNL6wa2BczM/view?usp=drivesdk

🎥 Βιντεοσκοπημένες ομιλίες της σειράς «Σοφία Σειράχ».🔻
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40o1lCOake2wwX61iRYZNi-M

🔸📜 Απομαγνητοφωνημενες ομιλίες της σειράς «Σοφία Σειράχ».🔻
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/search/label/%F0%9F%94%B9%CE%A3%CE%BF%CF%86%CE%AF%CE%B1%20%CE%A3%CE%B5%CE%B9%CF%81%CE%AC%CF%87.?m=1

🔸Επεξηγηματικό βίντεο Ασπάλαθου.
https://youtu.be/8tNfAHRkTCk

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️
https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__
https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.