10 Δεκεμβρίου 2021

Προτροπές - Συμβουλές του πατρός Αθανασίου. (57)

†.Ὅταν πρόκειται νά ὑποδεχθοῦμε ἕνα καινούριο πρόσωπο καί μάλιστα μία νύφη στό σπίτι, ἔ; τό σπίτι θά τό φτιάξουν. Δέν θά παρουσιάσωμε μία εἰκόνα ἄσχημη. Διότι ὅταν ὁ ἄλλος ἔρχεται ἤ ὁ γαμπρός ἤ ἡ νύφη τέλος πάντων ἑκατέρωθεν, αὐτό γίνεται πάντα· περιποιούμεθα τό σπίτι, τό φροντίζομε. Βλέπετε δέν εἶναι ἐφάμαρτον νά περιποιηθῆ κανείς τό σπίτι του. Ἀρκεῖ μόνο νά μή βάζη πολυτελῆ πράγματα. Προσέξτε αὐτό τό σημεῖο! προσέξτε πάρα πολύ. Ὑπάρχει ἡ τάσις κάθε δυό, τρία χρόνια νά ἀλλάζουν τά ἔπιπλα τῆς κρεβατοκάμαρας, τῆς τραπεζαρίας, τοῦ σαλονιοῦ˙ εἶναι κακό πρᾶγμα αὐτό παιδιά. Ἔ, πάρε μία γιά πάντα στή ζωή σου, ξέρω ’γώ, κάποια ἔπιπλα στό σπίτι τοποθέτησέ τα. Τελείωσε.

    Θά μοῦ πῆς: «Μέ αὐτά θά ὑποδεχθοῦμε ἕναν μέλλοντα γαμπρό;» Μέ αὐτά θά ὑποδεχθῆς! μέ αὐτά. Τώρα, ἐάν τό σπίτι δώση νύφη, θά ἔδινε στή νύφη, στήν κόρη δηλαδή τοῦ σπιτιοῦ, θά ἔδινε κάποια πράγματα. Μιά καινούρια ἐπίπλωσι· εἶναι πολύ φυσικό. Δέν θά πάρη ἄς ποῦμε ἡ κοπέλα τήν ἐπίπλωσι τοῦ σπιτιοῦ της, θά πάρη μία καινούρια ἐπίπλωσι. Εἶναι πολύ φυσικό. Ἀλλά καί αὐτή πού θά πάρη ἡ κοπέλα, αὐτή θά μείνη γιά ὅλη της τή ζωή. Δηλαδή θέλω νά καταλάβετε ὅτι θά τό στολίσωμε τό σπίτι μας νοικοκυρεμένο, ἀλλά θά εἶναι ταυτόχρονα καί σεμνό. Δέν θά ὑπάρχη οὔτε ἡ σπατάλη οὔτε ἡ πολυτέλεια˙ θά εἶναι φιλόκαλον ὅμως, γιατί  μέσα μας θά εἴμεθα ἐμεῖς φιλόκαλοι. Μή ξεχνᾶτε ὅτι μπορεῖ κανείς νά φτιάχνη τό σπίτι του τόσο ὡραῖο, τόσο ὡραῖο ἀπό τό τίποτα. Δέν εἶναι ἁμαρτία· ἀντιθέτως μάλιστα εἶναι ἔπαινος ὅταν τό σπίτι εἶναι φιλόκαλο. Ἑλκύει.

     Ἐνθυμεῖσθε πέρυσι, προπέρυσι δέν ἐνθυμοῦμαι, πού σᾶς εἶχα ἀναφέρει ἀπό τό βιβλίο «τῶν Παροιμιῶν» τό τελευταῖο κεφάλαιο, τόν ἔπαινον, τό ἐγκώμιον τῆς καλῆς νοικοκυρᾶς; Ἡ ὁποία λέγει ἡ Παλαιά Διαθήκη: «Βλέπεις ἐκεῖνο τό παράθυρο πού εἶναι περάσμενα μεσάνυχτα καί ἀκόμη ἔχει φῶς; Εἶναι ἡ νοικοκυρά γυναῖκα πού ἀκόμη δουλεύει. Ἔχει διπλές κουρτίνες στά παράθυρά της γιά νά προφυλάσσεται ἀπό τό κρύο τό σπίτι. Ἀπό τίς οἰκονομίες της ἀγόρασε ἕνα ἀμπέλι. Ὁ ἄνδρας της, λέγει, ὅταν εἶναι ἐκεῖ στήν ἀγορά, ὅλοι τόν ἐπαινοῦν. Εἶναι καθαρός καί περιποιημένος διότι ἔχει αὐτή τή γυναῖκα, τή νοικοκυρά. Τό ἐνθυμεῖσθε; Πάντως ἐάν δέν τό ἐνθυμεῖσθε ἤ δέν τό ἀκούσατε εἶναι τό τελευταῖο κεφάλαιο στό βιβλίο «τῶν Παροιμιῶν». Εἶναι τό ἐγκώμιον, ὁ ἔπαινος τῆς καλῆς νοικοκυρᾶς. Ὃλα αὐτά βλέπετε τά ἐπαινεῖ ἡ ἰδία ἡ  Ἁγία Γραφή.

    Καί γιά νά μή νομίσετε ὅτι εἶναι θέμα μόνο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἔρχομαι νά σᾶς πῶ ὅτι εἶναι καί θέμα καί τῆς Καινῆς Διαθήκης. Λέγει ὁ Ἀπ. Παῦλος: «Θέλω τάς νεωτέρας φιλάνδρους εἶναι, ... οἰκουρούς» θέλω τάς νεωτέρας φιλάνδρους εἶναι -τό εἶναι ἀπαρέμφατον- εἶναι οἰκουρούς. Δηλαδή, θέλω λέει οἱ κοπέλες οἱ νεώτερες, νά εἶναι φίλανδροι, νά ἀγαπᾶνε τούς ἄνδρες τους. Εἶναι μεγάλο κεφάλαιο ἡ νέα γυναῖκα νά ἀγαπᾶ τόν ἄνδρα της! μεγάλο κεφάλαιο αὐτό! -ἡ ἔγγαμος ἐννοεῖται φυσικά- καί νά εἶναι «οἰκουρός», δηλαδή νοικοκυρά. Βλέπετε, ὅταν ἡ γυναῖκα δέν εἶναι νοικοκυρά, εἶναι ἁμάρτημα. Θά μποροῦσε νά γίνη θέμα ἐξομολογήσεως. Πολλές φορές πᾶμε καί λέμε στήν ἐξομολόγησι: «εἶπα ψέματα, ἔκλεψα, τσακώθηκα». Δέν ξέρω ἄν κάποια κοπέλα ποτέ ἤ κάποια γυναῖκα εἶπε: «Δέν εἶμαι νοικοκυρά!» Σᾶς βεβαιώνω, δέν θυμοῦμαι ποτέ τέτοιου εἴδους ἐξομολόγησι· νά μοῦ πῆ: «δέν εἶμαι νοικοκυρά». Καί πολλές φορές ἐρωτῶ, τίς νέες κοπέλες ἐννοεῖται, «εἶσαι νοικοκυρά; Κάνεις δουλειές;». Πολλές φορές ἀκούω τήν ἀπάντησι: «μά εἶμαι μαθήτρια!» Μά τό νά ’σαι μαθήτρια εἶναι δευτερεῦον στοιχεῖον; Προσέξτε! δέν εἶναι πρωτεῦον στοιχεῖον νά εἶσαι μαθήτρια· εἶναι δευτερεῦον. Ἀκούσατέ το ἄλλη μία φορά: «εἶναι δευτερεῦον στοιχεῖον νά εἶσαι μαθήτρια!» Καλή μαθήτρια θά ’σαι, θά διαβάζης, ἀλλά μή τό ξεχνᾶς γιά τήν ἀποστολή σου γιά τή ζωή σου εἶναι δευτερεῦον στοιχεῖον. Τό πρωτεῦον στοιχεῖον εἶναι: «νά γίνης καλή μητέρα καί καλή σύζυγος!». Καί θά σταθῆς τέτοια, ἐάν γίνης καί μία καλή νοικοκυρά. Νά ξέρης τά πάντα μέσα στό σπίτι σου. Να ξέρης νά εἶσαι πραγματικά ὀργανώτρια τοῦ σπιτιοῦ σου. Αὐτό θά παρακαλέσω νά μή τό ξεχάσετε ποτέ. Τό παραγγέλει αὐτή ἡ Καινή Διαθήκη, αὐτό τό πνεῦμα τό Ἅγιον τό παραγγέλει ὅτι ἡ γυναῖκα πρέπει νά εἶναι νοικοκυρά καί φίλανδρος.

     Ἔτσι τό θέμα τῆς νοικοκυροσύνης, τῆς φιλοκαλίας τοῦ σπιτιοῦ εἶναι ἕνα μεγάλο κεφάλαιο. Σημειώσατε ὅτι μπορεῖ μία γυναῖκα, ὅταν ἔχη μέσα της τό φιλόκαλον πνεῦμα -πού νομίζω εἶναι ἕνα χάρισμα τοῦ Θεοῦ κι ἄν κανείς τό ζητήση ἀπό τόν Θεόν  θά τοῦ τό δώση- νά φιλοκαλῆ μετ’ εὐτελείας πού ἔλεγαν οἱ ἀρχαῖοι. Ἔ; φιλοκαλεῖς μετ’ εὐτελείας! φιλοκαλοῦμε μετ’ εὐτελείας! ὃπως ἔλεγε ὁ Δημοσθένης στόν ἐπιτάφιο τοῦ Περικλέους -ἄν δέν κάνω λάθος-. Δηλαδή φτιάχνομε κάτι ὄμορφο ἀπό τό τίποτα, «μετ’ εὐτελείας»· ἀπό τό τίποτα, μέ φθηνά πράγματα, μέ τιποτένια πράγματα· θά λέγαμε, μέ ἐκεῖνα τά ὁποῖα ἄλλοι θά πετούσανε στόν σκουπιδοτενεκέ! Τό νά φυλάσσετε τά χρυσόχαρτα πού ἔρχονται ἀπό τά δέματα, τά πακέτα τά δῶρα, τίς κορδέλες, αὐτά τά πράγματα, τά κουτιά, εἰκόνες ἀπό ἡμερολόγια. Μπαίνετε πολλές φορές σ’ ἕνα σπίτι καί βλέπετε τέσσερα ντουβάρια ἂδεια. Κι ἄν θά λέγαμε σ’ αὐτούς τούς ἀνθρώπους γιατί δέν βάζετε ἕνα καδράκι; ἔ, βάλτε κάτι! Θά λέγανε: «δέν ἔχομε χρήματα νά ἀγοράσωμε». Μά κυκλοφοροῦν τόσα ἡμερολόγια τά ὁποῖα εἶναι δωρεάν, τά δίνουν οἱ τράπεζες.  Εἶναι πολύ εὔκολο νά βρῆ κανείς ἕνα ἡμερολόγιο. Ἐκεῖ θά τό κολλούσαμε πάνω σ’ ἕνα ξύλο, σ’ ἕνα νοβοπάν, θά κάναμε ἕνα καδράκι… πολλά καδράκια· θά τά βάζαμε πολύ ὡραῖα στόν τοῖχο. Χίλια πράγματα μποροῦμε παιδιά, νά φτιάξωμε, χωρίς νά ξοδέψωμε χρήματα, ἤ καθόλου ἤ  λίγα.

    Αὐτό θά πῆ φιλοκαλοῦμε μετ’ εὐτελείας. Δέν θά πᾶμε βεβαίως σ’ ἕνα μεγάλο κατάστημα ν’ ἀγοράσωμε ζωγραφικούς πινάκες μεγάλης ἀξίας. Τίποτα! ἁπλά πράγματα· ἁπλά πράγματα καί τό σπίτι γίνεται πολύ ὡραῖο, γίνεται πολύ θερμό. Προσέξτε! πολύ θερμό. Αὐτό τό θερμό… αἰσθητικά θερμό! Ὄχι, γιατί ἔχομε σόμπα· αἰσθητικά θερμό. Μπαίνει κάποιος μέσα καί αἰσθάνεται ὅτι εἶναι ἕνα περιβάλλον μέσα στό ὁποῖο μπορεῖ νά κινηθῆ, νά ζήση, νά μείνη. Ἄν τό θέλετε, ἄν ἔπρεπε νά κάνωμε μία ἀνατομία «γιατί οἱ ἄνδρες φεύγουν ἀπό τό σπίτι καί πᾶνε στό καφενεῖο;» -αὐτή ἡ Ἑλληνική πληγή τό καφενεῖο!- «ἤ ξεπορτίζουν ἀλλοῦ οἱ ἄνδρες;» -ἀλλοῦ, ἀπό ’δῶ καί ἀπό ’κεῖ- θά λέγαμε ὅτι φταίει τό σπίτι. Τό σπίτι δέν ἑλκύει. Δέν ἔμαθε ὁ ἄνδρας νά μένη στό σπίτι του, ἐπειδή δέν ἔμαθε ἡ γυναῖκα νά κρατάη τόν ἄνδρα εἰς τό σπίτι της. Εἶναι μία τέχνη νά μάθη ἡ γυναῖκα νά κρατάη τόν ἄνδρα εἰς τό σπίτι· εἶναι μία τέχνη. Καί αὐτή ἡ τέχνη εἶναι, τό νά εἶναι τό σπίτι ὄμορφο ἀπό πάσης πλευρᾶς. Ὄχι πλούσιο· ὄμορφο! Αὐτά ὅλα προσέξατέ τα, παρακαλῶ, πάρα πολύ· ἔρχονται νά σᾶς βοηθήσουν στό νά κάνετε μία ζωή καί πνευματική καί εὐτυχισμένη.


Απόσπασμα από την 16η ομιλία στο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης « Τωβίτ ».

►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
"Τωβίτ. (Ὁμιλίες βασισμένες στό βιβλίο τῆς Π. Διαθήκης Τωβίτ).

" εδώ ⬇️
http://arnion.gr/index.php/p-thanasios-mytilina-os/milies-p-thanasiou/palaia-diauhkh/vivlion-tovit
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40oED0GDYsRHnrDdY5_m61pt

Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Καραμίντζα.

Ψηφιοποίηση και επιμέλεια κειμένου δια χειρός του αξιοτίμου κ. Γεωργίου Μαλούση.

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️
https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__
https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.

Ἐπιστροφή τοῦ Τωβία καί Σάρρας. Θεραπεία τῶν ὀφθαλμῶν τοῦ Τωβίτ. Ἀποκάλυψις τοῦ Ἀγγέλου Ραφαήλ.

†.Συνεχίζομε παιδιά. Εὑρισκόμεθα εἰς τό 11ον κεφάλαιον τοῦ βιβλίου  «Τωβίτ». Ἢδη ἀνεχώρησαν ὁ Τωβίας μέ τήν γυναῖκα του τήν Σάρρα, μέ τόν συνοδό τους τόν Ἀζαρία -τόν νομιζόμενον Ἀζαρία ἀλλά τόν Ἀρχάγγελον Ραφαήλ- καί ἀκόμη καί κάποιο ὑπηρετικό προσωπικό τό ὁποῖον ἔδωσε ὁ πατέρας τῆς Σάρρας σάν προῖκα μαζί μέ κάποια κινητή βεβαίως περιουσία, χρήματα καί ζωντανά. Καί ἀναχωροῦν ἀπό τούς Ράγους τῆς Μηδίας καί ἔρχονται εἰς τήν Νινευή.

     Ὅταν ἐπλησίαζαν πρός τήν πόλι τήν Νινευή, τότε λέγει ὁ Ἄγγελος Ραφαήλ εἰς τόν Τωβία: «οὐ γινωσκεις, ἀδελφέ, πῶς ἀφῆκας τόν πάτερα σου;» (Τωβ. 11, 1) Δέν ξέρεις πῶς ἄφησες τόν πατέρα σου; Πραγματικά· ἀλήθεια πῶς τόν ἄφησε τόν πατέρα του; Ἀπό πλευρᾶς οἰκονομικῆς ἤτανε σέ ἀθλία κατάστασι. Ἐνθυμεῖσθε, ἡ ἀνάγκη τούς ἔκανε νά στείλουν τόν Τωβία ἐκεῖ, νά εἰσπράξη ἐκεῖνο τό ποσόν πού κάποτε εἶχε δανείσει ὁ Τωβίτ. Ἀκόμη ἡ μητέρα ἡ Ἄννα ἐδούλευε. Ὁ Τωβίτ ἦταν τυφλός. Ἦταν δηλαδή σέ μία κατάστασι πολύ ἄσχημη καί οἰκονομική ἀλλά καί ἀπό πλευρᾶς ὑγείας ὁ Τωβίτ δέν ἦταν καθόλου καλά.

    Καί τώρα προτείνει τό ἑξῆς ὁ Ἄγγελός του: «προδράμωμεν ἔμπροσθεν τῆς γυναικός σου καί ἑτοιμάσωμεν τήν οἰκίαν˙» (Τωβ. 11, 2) Νά πᾶμε ἐμεῖς πιό μπροστά ἀπό τή γυναῖκα σου. Διότι τό καραβάνι ἐπήγαινε κάπως ἀργά, δεδομένου ὅτι δέν ἦσαν ἁπλῶς ἄνθρωποι πού περπατοῦσαν ἔστω πεζοί νά φθάσουν κάπου, εἶχαν καί ζωντανά, πρόβατα, γίδες. Τότε οἱ ἄνθρωποι εἶχαν μαζί τους τήν κινητή τους περιουσία καί ὅταν ἐκινοῦντο ἀπό τόπου εἰς τόπον ἔκαναν ἀρκετόν καιρόν. Νά! παραβάλατε τήν περίπτωσιν πού ἀπό ’δῶ ἀπό τήν Θεσσαλία, -ἄς ποῦμε ἀπό τό Μακρυχώρι, ἀπό τά ἀλλά χωριά ἐκεῖ- ὅταν φεύγουν οἱ τσομπαναρέοι μέ τά πρόβατά τους καί πᾶνε ἐπάνω γιά τήν Σαμαρίνα, περπατᾶνε ἐκεῖ συνέχεια· μέρες νύχτες περπατοῦν γιά  νά φθάσουν. Βεβαίως τά χιλιόμετρα πού βγάζει ἕνα κοπάδι δέν εἶναι τά χιλιόμετρα πού βγάζει ἕνας ἄνθρωπος˙ περπατάει σιγά τό κοπάδι.

      Ἔτσι θά ἄφηναν τήν γυναῖκα, τήν Σάρρα μέ τούς ὑπηρέτας, καί τά ζωντανά καί τά λοιπά, θά ἤρχοντο αὐτοί βραδέως, ὅπως καί ἤρχοντο βραδέως, καί θά προέδραμον ὁ Τωβίας μέ τόν Ἄγγελον διά νά προετοιμάσουν τό σπίτι. Ἐδῶ βέβαια κατ’ ἀρχάς, ἔχει δυό θέσεις τό πρᾶγμα˙ τό ἕνα εἶναι ὅτι ὁ Ἄγγελος δέν θέλει νά παρουσιάση ἕνα σπίτι πού ἔχη μίαν κάποιαν ἀθλιότητα, ὄχι βεβαίως ἠθικήν καί πνευματικήν ἀλλά οἰκονομικήν -ἄρρωστος, τυφλός ὁ Τωβίτ- δέν θά ἤθελε νά παρουσιάση μία τέτοια εἰκόνα στά ματιά μιᾶς νύφης πού πρωτοπηγαίνει στό σπίτι καί θέλει νά δώση κι ἕνα δῶρο, θά λέγαμε, εἰς τήν νύφη, εἰς τήν Σάρρα ὥστε νά μήν ὑπάρχη αὐτή ἡ εἰκόνα ἡ κάπως μελαγχονική· ὄχι κάπως, μελαγχονική εἰκόνα! Δέν τό θέλει αὐτό ὁ Ἄγγελος.

    Βλέπετε ἀγαπητοί μου, ὅτι ὁ Θεός σπεύδει νά δώση πάντοτε μία καλή εἰκόνα τῶν πραγμάτων. Δέν θέλει πάντα νά ὑπάρχη ἡ μιζέρια, τό κακό, ἡ ἀρρώστια. Γι’ αὐτό ὁ Κύριος ὅταν ἦλθε, λέγει, «πάντας ἰάτω», ὅλους τούς  ἐθεράπευε. Ὃποιος τοῦ ἐζήτησε τήν θεραπείαν, τήν εἶχε. Ἄλλο τώρα ὅτι ὁ Θεός ἐπιτρέπει πολλάκις γιά λόγους παιδαγωγικούς νά ὑπάρχη μία ταλαιπωρία. Ὅπως καί ἡ τύφλωσις τοῦ Τωβίτ ἤτανε μία παιδαγωγία γιά νά γίνη ἁγιότερος· ἕτερον ἑκάτερον. Ἀλλά ὁ Θεός ὅμως βασικά, ἐάν ὁ ἄνθρωπος δέν ἔπεφτε, οὐδέποτε θά ἤθελε νά ταλαιπωρεῖται τό πλάσμα Του. Ποτέ!

    Αὐτό εἶναι ἀπό τή μία πλευρά. Ἡ ἄλλη πλευρά εἶναι ἡ ἀνθρώπινη. Ὅταν πρόκειται νά ὑποδεχθοῦμε ἕνα καινούριο πρόσωπο καί μάλιστα μία νύφη στό σπίτι, ἔ; τό σπίτι θά τό φτιάξουν. Δέν θά παρουσιάσωμε μία εἰκόνα ἄσχημη. Διότι ὅταν ὁ ἄλλος ἔρχεται ἤ ὁ γαμπρός ἤ ἡ νύφη τέλος πάντων ἑκατέρωθεν, αὐτό γίνεται πάντα· περιποιούμεθα τό σπίτι, τό φροντίζομε. Βλέπετε δέν εἶναι ἐφάμαρτον νά περιποιηθῆ κανείς τό σπίτι του. Ἀρκεῖ μόνο νά μή βάζη πολυτελῆ πράγματα. Προσέξτε αὐτό τό σημεῖο! προσέξτε πάρα πολύ. Ὑπάρχει ἡ τάσις κάθε δυό, τρία χρόνια νά ἀλλάζουν τά ἔπιπλα τῆς κρεβατοκάμαρας, τῆς τραπεζαρίας, τοῦ σαλονιοῦ˙ εἶναι κακό πρᾶγμα αὐτό παιδιά. Ἔ, πάρε μία γιά πάντα στή ζωή σου, ξέρω ’γώ, κάποια ἔπιπλα στό σπίτι τοποθέτησέ τα. Τελείωσε.

    Θά μοῦ πῆς: «Μέ αὐτά θά ὑποδεχθοῦμε ἕναν μέλλοντα γαμπρό;» Μέ αὐτά θά ὑποδεχθῆς! μέ αὐτά. Τώρα, ἐάν τό σπίτι δώση νύφη, θά ἔδινε στή νύφη, στήν κόρη δηλαδή τοῦ σπιτιοῦ, θά ἔδινε κάποια πράγματα. Μιά καινούρια ἐπίπλωσι· εἶναι πολύ φυσικό. Δέν θά πάρη ἄς ποῦμε ἡ κοπέλα τήν ἐπίπλωσι τοῦ σπιτιοῦ της, θά πάρη μία καινούρια ἐπίπλωσι. Εἶναι πολύ φυσικό. Ἀλλά καί αὐτή πού θά πάρη ἡ κοπέλα, αὐτή θά μείνη γιά ὅλη της τή ζωή. Δηλαδή θέλω νά καταλάβετε ὅτι θά τό στολίσωμε τό σπίτι μας νοικοκυρεμένο, ἀλλά θά εἶναι ταυτόχρονα καί σεμνό. Δέν θά ὑπάρχη οὔτε ἡ σπατάλη οὔτε ἡ πολυτέλεια˙ θά εἶναι φιλόκαλον ὅμως, γιατί  μέσα μας θά εἴμεθα ἐμεῖς φιλόκαλοι. Μή ξεχνᾶτε ὅτι μπορεῖ κανείς νά φτιάχνη τό σπίτι του τόσο ὡραῖο, τόσο ὡραῖο ἀπό τό τίποτα. Δέν εἶναι ἁμαρτία· ἀντιθέτως μάλιστα εἶναι ἔπαινος ὅταν τό σπίτι εἶναι φιλόκαλο. Ἑλκύει.

     Ἐνθυμεῖσθε πέρυσι, προπέρυσι δέν ἐνθυμοῦμαι, πού σᾶς εἶχα ἀναφέρει ἀπό τό βιβλίο «τῶν Παροιμιῶν» τό τελευταῖο κεφάλαιο, τόν ἔπαινον, τό ἐγκώμιον τῆς καλῆς νοικοκυρᾶς; Ἡ ὁποία λέγει ἡ Παλαιά Διαθήκη: «Βλέπεις ἐκεῖνο τό παράθυρο πού εἶναι περάσμενα μεσάνυχτα καί ἀκόμη ἔχει φῶς; Εἶναι ἡ νοικοκυρά γυναῖκα πού ἀκόμη δουλεύει. Ἔχει διπλές κουρτίνες στά παράθυρά της γιά νά προφυλάσσεται ἀπό τό κρύο τό σπίτι. Ἀπό τίς οἰκονομίες της ἀγόρασε ἕνα ἀμπέλι. Ὁ ἄνδρας της, λέγει, ὅταν εἶναι ἐκεῖ στήν ἀγορά, ὅλοι τόν ἐπαινοῦν. Εἶναι καθαρός καί περιποιημένος διότι ἔχει αὐτή τή γυναῖκα, τή νοικοκυρά. Τό ἐνθυμεῖσθε; Πάντως ἐάν δέν τό ἐνθυμεῖσθε ἤ δέν τό ἀκούσατε εἶναι τό τελευταῖο κεφάλαιο στό βιβλίο «τῶν Παροιμιῶν». Εἶναι τό ἐγκώμιον, ὁ ἔπαινος τῆς καλῆς νοικοκυρᾶς. Ὃλα αὐτά βλέπετε τά ἐπαινεῖ ἡ ἰδία ἡ  Ἁγία Γραφή.

    Καί γιά νά μή νομίσετε ὅτι εἶναι θέμα μόνο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἔρχομαι νά σᾶς πῶ ὅτι εἶναι καί θέμα καί τῆς Καινῆς Διαθήκης. Λέγει ὁ Ἀπ. Παῦλος: «Θέλω τάς νεωτέρας φιλάνδρους εἶναι, ... οἰκουρούς» θέλω τάς νεωτέρας φιλάνδρους εἶναι -τό εἶναι ἀπαρέμφατον- εἶναι οἰκουρούς. Δηλαδή, θέλω λέει οἱ κοπέλες οἱ νεώτερες, νά εἶναι φίλανδροι, νά ἀγαπᾶνε τούς ἄνδρες τους. Εἶναι μεγάλο κεφάλαιο ἡ νέα γυναῖκα νά ἀγαπᾶ τόν ἄνδρα της! μεγάλο κεφάλαιο αὐτό! -ἡ ἔγγαμος ἐννοεῖται φυσικά- καί νά εἶναι «οἰκουρός», δηλαδή νοικοκυρά. Βλέπετε, ὅταν ἡ γυναῖκα δέν εἶναι νοικοκυρά, εἶναι ἁμάρτημα. Θά μποροῦσε νά γίνη θέμα ἐξομολογήσεως. Πολλές φορές πᾶμε καί λέμε στήν ἐξομολόγησι: «εἶπα ψέματα, ἔκλεψα, τσακώθηκα». Δέν ξέρω ἄν κάποια κοπέλα ποτέ ἤ κάποια γυναῖκα εἶπε: «Δέν εἶμαι νοικοκυρά!» Σᾶς βεβαιώνω, δέν θυμοῦμαι ποτέ τέτοιου εἴδους ἐξομολόγησι· νά μοῦ πῆ: «δέν εἶμαι νοικοκυρά». Καί πολλές φορές ἐρωτῶ, τίς νέες κοπέλες ἐννοεῖται, «εἶσαι νοικοκυρά; Κάνεις δουλειές;». Πολλές φορές ἀκούω τήν ἀπάντησι: «μά εἶμαι μαθήτρια!» Μά τό νά ’σαι μαθήτρια εἶναι δευτερεῦον στοιχεῖον; Προσέξτε! δέν εἶναι πρωτεῦον στοιχεῖον νά εἶσαι μαθήτρια· εἶναι δευτερεῦον. Ἀκούσατέ το ἄλλη μία φορά: «εἶναι δευτερεῦον στοιχεῖον νά εἶσαι μαθήτρια!» Καλή μαθήτρια θά ’σαι, θά διαβάζης, ἀλλά μή τό ξεχνᾶς γιά τήν ἀποστολή σου γιά τή ζωή σου εἶναι δευτερεῦον στοιχεῖον. Τό πρωτεῦον στοιχεῖον εἶναι: «νά γίνης καλή μητέρα καί καλή σύζυγος!». Καί θά σταθῆς τέτοια, ἐάν γίνης καί μία καλή νοικοκυρά. Νά ξέρης τά πάντα μέσα στό σπίτι σου. Να ξέρης νά εἶσαι πραγματικά ὀργανώτρια τοῦ σπιτιοῦ σου. Αὐτό θά παρακαλέσω νά μή τό ξεχάσετε ποτέ. Τό παραγγέλει αὐτή ἡ Καινή Διαθήκη, αὐτό τό πνεῦμα τό Ἅγιον τό παραγγέλει ὅτι ἡ γυναῖκα πρέπει νά εἶναι νοικοκυρά καί φίλανδρος.

     Ἔτσι τό θέμα τῆς νοικοκυροσύνης, τῆς φιλοκαλίας τοῦ σπιτιοῦ εἶναι ἕνα μεγάλο κεφάλαιο. Σημειώσατε ὅτι μπορεῖ μία γυναῖκα, ὅταν ἔχη μέσα της τό φιλόκαλον πνεῦμα -πού νομίζω εἶναι ἕνα χάρισμα τοῦ Θεοῦ κι ἄν κανείς τό ζητήση ἀπό τόν Θεόν  θά τοῦ τό δώση- νά φιλοκαλῆ μετ’ εὐτελείας πού ἔλεγαν οἱ ἀρχαῖοι. Ἔ; φιλοκαλεῖς μετ’ εὐτελείας! φιλοκαλοῦμε μετ’ εὐτελείας! ὃπως ἔλεγε ὁ Δημοσθένης στόν ἐπιτάφιο τοῦ Περικλέους -ἄν δέν κάνω λάθος-. Δηλαδή φτιάχνομε κάτι ὄμορφο ἀπό τό τίποτα, «μετ’ εὐτελείας»· ἀπό τό τίποτα, μέ φθηνά πράγματα, μέ τιποτένια πράγματα· θά λέγαμε, μέ ἐκεῖνα τά ὁποῖα ἄλλοι θά πετούσανε στόν σκουπιδοτενεκέ! Τό νά φυλάσσετε τά χρυσόχαρτα πού ἔρχονται ἀπό τά δέματα, τά πακέτα τά δῶρα, τίς κορδέλες, αὐτά τά πράγματα, τά κουτιά, εἰκόνες ἀπό ἡμερολόγια. Μπαίνετε πολλές φορές σ’ ἕνα σπίτι καί βλέπετε τέσσερα ντουβάρια ἂδεια. Κι ἄν θά λέγαμε σ’ αὐτούς τούς ἀνθρώπους γιατί δέν βάζετε ἕνα καδράκι; ἔ, βάλτε κάτι! Θά λέγανε: «δέν ἔχομε χρήματα νά ἀγοράσωμε». Μά κυκλοφοροῦν τόσα ἡμερολόγια τά ὁποῖα εἶναι δωρεάν, τά δίνουν οἱ τράπεζες.  Εἶναι πολύ εὔκολο νά βρῆ κανείς ἕνα ἡμερολόγιο. Ἐκεῖ θά τό κολλούσαμε πάνω σ’ ἕνα ξύλο, σ’ ἕνα νοβοπάν, θά κάναμε ἕνα καδράκι… πολλά καδράκια· θά τά βάζαμε πολύ ὡραῖα στόν τοῖχο. Χίλια πράγματα μποροῦμε παιδιά, νά φτιάξωμε, χωρίς νά ξοδέψωμε χρήματα, ἤ καθόλου ἤ  λίγα.

    Αὐτό θά πῆ φιλοκαλοῦμε μετ’ εὐτελείας. Δέν θά πᾶμε βεβαίως σ’ ἕνα μεγάλο κατάστημα ν’ ἀγοράσωμε ζωγραφικούς πινάκες μεγάλης ἀξίας. Τίποτα! ἁπλά πράγματα· ἁπλά πράγματα καί τό σπίτι γίνεται πολύ ὡραῖο, γίνεται πολύ θερμό. Προσέξτε! πολύ θερμό. Αὐτό τό θερμό… αἰσθητικά θερμό! Ὄχι, γιατί ἔχομε σόμπα· αἰσθητικά θερμό. Μπαίνει κάποιος μέσα καί αἰσθάνεται ὅτι εἶναι ἕνα περιβάλλον μέσα στό ὁποῖο μπορεῖ νά κινηθῆ, νά ζήση, νά μείνη. Ἄν τό θέλετε, ἄν ἔπρεπε νά κάνωμε μία ἀνατομία «γιατί οἱ ἄνδρες φεύγουν ἀπό τό σπίτι καί πᾶνε στό καφενεῖο;» -αὐτή ἡ Ἑλληνική πληγή τό καφενεῖο!- «ἤ ξεπορτίζουν ἀλλοῦ οἱ ἄνδρες;» -ἀλλοῦ, ἀπό ’δῶ καί ἀπό ’κεῖ- θά λέγαμε ὅτι φταίει τό σπίτι. Τό σπίτι δέν ἑλκύει. Δέν ἔμαθε ὁ ἄνδρας νά μένη στό σπίτι του, ἐπειδή δέν ἔμαθε ἡ γυναῖκα νά κρατάη τόν ἄνδρα εἰς τό σπίτι της. Εἶναι μία τέχνη νά μάθη ἡ γυναῖκα νά κρατάη τόν ἄνδρα εἰς τό σπίτι· εἶναι μία τέχνη. Καί αὐτή ἡ τέχνη εἶναι, τό νά εἶναι τό σπίτι ὄμορφο ἀπό πάσης πλευρᾶς. Ὄχι πλούσιο· ὄμορφο! Αὐτά ὅλα προσέξατέ τα, παρακαλῶ, πάρα πολύ· ἔρχονται νά σᾶς βοηθήσουν στό νά κάνετε μία ζωή καί πνευματική καί εὐτυχισμένη.

     Ἔτσι λέγει καί ὁ Ραφαήλ εἰς τόν Τωβία: «Πᾶμε νά ἑτοιμάσωμε τήν οἰκίαν!» Εἴδατε; Τήν οἰκίαν! νά ἑτοιμάσωμε τήν οἰκίαν! καί φαντασθεῖτε τό λέγει ὁ Ἄγγελος αὐτό. Ἔχει πολλή ἄξια, ἔχει πολλή σημασία. Καί τοῦ ὑποδεικνύει νά πάρη στά χεριά του ἀπό τίς ἀποσκευές πού θά ἄφηναν πίσω, τό τρίτο μέρος τοῦ ψαριοῦ πού εἶχαν ὅταν πήγαιναν -ἐνθυμεῖσθε στόν πηγαιμό τους;- τή χολή. Διότι μέ τό συκώτι καί τήν καρδιά ἐφυγαδεύθη τό δαιμόνιον τῆς Σάρρας˙ τώρα μένει ἡ χολή. «Πάρε μαζί σου, τοῦ λέγει, τή χολή καί πᾶμε».

    Καί ἐδῶ ὁ ἱερός συγγραφεύς -πιθανότατα εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Τωβίτ ἤ ὁ Τωβίας- ὁ συγγραφεύς τοῦ βιβλίου γράφει: «καί συνῆλθεν ὁ κύων ὄπισθεν αὐτῶν» (Τωβ. 11, 2) εἶναι μία πολύ μικρή λεπτομέρεια, πολύ μικρή, ἡ ὁποία κάποτε σ’ ἕνα ζωγραφικό πίνακα μπορεῖ νά δώση ἕναν τόνον. Κάποτε νά πέση στό μάτι τοῦ θεατοῦ ἀκριβῶς αὐτή ἡ λεπτομέρεια καί νά δώση μία χάρι.          

    Θά θυμόσαστε ὅτι, ὅταν ἔφευγε ὁ Τωβίας μέ τόν Ραφαήλ, ἐπῆγε μαζί τους καί τό σκυλί, τό σκυλί τοῦ σπιτιοῦ. Τώρα θυμᾶται ὁ ἱερός συγγραφεύς ὅτι τό σκυλί εἶχε πάει μαζί καί γυρίζει μαζί τους πάλι. Εἶναι μία χαριτωμένη σκηνή. Τό σκυλί δε, πού εἶναι τόσο οἰκεῖο στό σπίτι καί καταλαβαίνει πολλά πράγματα ἀπό τό σπίτι, ὅταν αἰσθάνεται ὅτι γυρίζουν στό σπίτι  -αὐτό τό κάνουν ὅλα τά σκυλιά- προτρέχει, πάει πιό μπροστά στό σπίτι αὐτό· ὁπότε οἱ ἄνθρωποι τοῦ σπιτιοῦ βλέπουν ὅτι ἦρθε ὁ σκύλος, σημαίνει ὅτι κάπου πιό πέρα βρίσκονται ἐκεῖνοι πού ἔρχονται.

     Ἡ μητέρα τοῦ Τωβία ἔβγαινε κάθε μέρα καί κοιτοῦσε στό δρόμο˙ «ἔρχεται ὁ Τωβίτ;» καί ἔκλαιγε. Ἐνθυμεῖσθε πού λέγαμε ὅτι θρηνοῦσε καί ἔλεγε: «Πάει τό παιδί μου, χάθηκε τό παιδί μου, ἄργησε τό παιδί μου, χάθηκε τό παιδί μου» καί βλέπει τό σκυλί. Ἀνεθάρρησε, ἤτανε ὁ προάγγελος τοῦ ἐρχομοῦ, καί μπαίνει μέσα καί λέγει στόν ἄνδρα της τόν Τωβίτ: «Ἔρχονται! ἔρχονται! ὁ σκύλος φάνηκε. Ἔρχονται». Καί πράγματι λοιπόν κατέφθασαν. Ἀντιλαμβάνεσθε τίς συγκινήσεις πού συνέβησαν ἐκεῖ, ὅταν συναντήθηκε πρῶτα μέ τήν μητέρα του ὁ Τωβίας τήν Ἄννα καί κατόπιν ἔρχεται νά συναντήση τόν Τωβίτ, ὁ ὁποῖος ἀκούγοντας ὅτι ἔρχεται ὁ γιός του πάει νά βγῆ ἀπό τό σπίτι καί σκουντουφλᾶ -τό δείχνει αὐτό, βλέπετε κάτι λεπτομέρειες οἱ ὁποῖες διαρκῶς συμπληρώνουν αὐτόν τόν πινάκα αὐτῆς τῆς ὡραίας οἰκογενειακῆς ζωῆς- σκουντουφλᾶ ἐκεῖ στό κατώφλι καί σπεύδει ὁ Τωβίας καί σηκώνει τόν πατέρα του, ὅπως ἐσκουντούφλησε. Καί τότε, ἀφοῦ ἀγκαλιάστηκαν, φιληθήκαν, χαιρετήθηκαν, λέγει: «Πατέρα, κάτσε τώρα νά σοῦ κάνω κάτι». Καί ἔπιασε καί τοῦ ἔχρισε τά μάτια κατά τήν ὑπόδειξι τοῦ Ἀγγέλου, τοῦ ἔχρισε τά μάτια μέ τήν χολήν. Ἡ χολή ἔτσουζε εἰς τά μάτια -εἶχε πεῖ ὁ Ἄγγελος ἔτσι θά συμβῆ- καί ὅπως αἰσθάνθηκε αὐτό τό δήξιμο, αὐτό τό δάγκωμα, δηλαδή τό τσούξιμο, τότε ἀμέσως, αὐτομάτως θά λέγαμε ἐξ ἐνστίκτου, ἔβαλε τά χέρια του νά τρίψη καί ὅπως ἔτριψε ἰσχυρά τά ματιά του γιά νά ἐλευθερωθῆ ἀπό τό τσούξιμο αὐτό, ἔφυγαν αὐτές οἱ λεπίδες πού ὑπῆρχαν, λέει, εἰς τούς κανθούς, εἰς τά βλέφαρα καί ἀνέβλεψε.

    Καί τότε, -ὦ! τότε παιδιά!- «καί ἰδών τόν υἱόν αὐτοῦ ἐπέπεσεν ἐπί τόν τράχηλον αὐτοῦ» (Τωβ. 11, 12) Ὅταν εἶδε τό παιδί του, τότε ἔπεσε στόν τράχηλόν του κι ἄρχισε νά τόν φιλᾶ.

    Γιά σκεφθεῖτε, τί ὡραία σκηνή! καί ἔκλαυσε˙ ὡραία οἰκογενειακή σκηνή! Μία σκηνή πού εἶναι γεμάτη εὐτυχία. Πραγματικά μία εὐτυχία πού ἦρθε μετά ἀπό μία πικρή δυστυχία κι εἶναι πιό γλυκειά ἡ εὐτυχία, ὅταν ἔρχεται μετά ἀπό μία δυστυχία. Ὅπως τό νερό, ὃταν ἔρχεται ύστερα ἀπό μία παρατεταμένη ἀνομβρία, εἶναι πολύ πιό ὡραιότερο ἤ τό ψωμί ὅπως καί νά ’ναι ζημωμένο καί ψημμένο, εἶναι πολύ πιό γλυκύτερο, ὅταν τό τρῶμε μετά ἀπό μία ὁδοιπορία καί ἀπό μία πεῖνα.

    Καί τί εἶπε; Βλέπετε ὅτι οἱ ἃγιοι ἄνθρωποι ὅ,τι κι ἄν τούς τύχη, πάντα δοξάζουν τόν Θεόν. Τί ἄλλο εἰς τόν Τωβίτ; παρά ἡ δοξολογία τοῦ Θεοῦ. «Εὐλογητός εἶ ὁ Θεός, καί εὐλογητόν τό ὄνομά σου εἰς τούς αἰῶνας. Καί εὐλογημένοι πάντες οἱ ἅγιοί σου ἄγγελοι˙ ὅτι ἐμαστίγωσας καί ἠλέησάς με, ἰδού βλέπω Τωβίαν τόν υἱόν μου.» (Τωβ. 11, 13) Σύντομη δοξολογία, ἀλλά πολύ ὅμως περιεκτική. Δοξάζω ἐσένα, δοξάζω καί τούς ἁγίους Σου Ἀγγέλους.

    Βλέπετε τήν πίστιν εἰς τήν Παλαιάν Διαθήκην ὅτι οἱ Ἂγγελοι προστατεύουν τούς ἀνθρώπους καί ὅτι ὁ κάθε ἄνθρωπος ἔχει τόν Ἂγγελόν του; Τό βλέπετε αὐτό;

    Αὐτό θά μᾶς τό πῆ ὁ Κύριος εἰς τήν Καινήν Διαθήκη, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὅταν θά μᾶς πῆ ὅτι ὁ κάθε ἄνθρωπος ἔχει τόν Ἂγγελόν του. Ἐκεῖ πού λέει ὅτι «προσέξτε -ὁρᾶτε- προσέξτε μή σκανδαλίσατε ἕναν τῶν μικρῶν τούτων, πού οἱ Ἂγγελοί των βλέπουν τό πρόσωπον τοῦ οὐρανίου Πατρός». Ὁπότε ὁ κάθε ἄνθρωπος ἔχει τόν Ἂγγελόν του, πού τόν προστατεύει.

    Καί ἀφοῦ δοξολογεῖ τόν Θεόν καί τους Ἀγγέλους, κατόπιν τί λέγει; Τό περιεχόμενον θά λέγαμε τῆς δοξολογίας εἶναι καί αὐτό, «ἐμαστίγωσας καί ἠλέησάς με.» Δύο λέξεις εἶναι, ἀλλά εἶναι πολύ περιεκτικές. Ἔδωσες ξύλο -γιατί;- γιά ἐκεῖνες τίς κάποιες ἁμαρτίες πού μπορῆ νά εἶχα. Δέν ὑπάρχει, παιδιά, ἄνθρωπος ἀναμάρτητος! δέν ὑπάρχει. Ἀλλά ἐνῶ ἐμαστίγωσες, τώρα ἐλεεῖς.

    Λέει κάπου ἡ Παλαιά Διαθήκη: «Ἐγώ ὁ Θεός, λέγει, πατάξω καί ἰάσομαι». Προσέξτε! πατάξω θά πῆ θά χτυπήσω, καί ἰάσομαι θά θεραπεύσω. Ἔτσι ὁ Θεός τιμωρεῖ γιά λόγους καθαρά παιδαγωγικούς· ὄχι, τίποτε ἄλλο· ἀλλά καί ἐλεεῖ μετά. Ὅταν δῆ συντριβή, ὅταν δῆ μετάνοια, τότε πραγματικά ἐλεεῖ.

    Καί τότε ὁ υἱός, ἀφοῦ ἔγινε αὐτό τό θαῦμα -ἕνα θαῦμα ἤτανε, δέν ἤτανε μία θά λέγαμε φυσική θεραπεία, ἦταν ἕνα θαῦμα, διότι τό ἐργάσθηκε ὁ Θεός διά τοῦ Ἀρχαγγέλου Ραφαήλ- τότε ὁ υἱός διηγεῖται εἰς τούς γονεῖς του τά τοῦ ταξιδίου του· ὅλα ἐκεῖνα τά ὁποῖα συνέβησαν: πῶς συνήντησε τήν νύφη, πῶς παντρεύτηκε, πῆρε τά χρήματα, ἐπῆρε προῖκα ἀπό τήν κοπέλα καί λοιπά, καί λοιπά· τούς τά διηγήθηκε ὅλα. Καί ἐν τῷ μεταξύ ἑτοίμασαν τό σπίτι τους, ὅπως ἦταν δυνατόν νά ἑτοιμασθῆ, καί ἐξέρχονται τώρα νά προϋπαντήσουν τή νύφη, πού ἐρχόταν.

     Ὁ Τωβίτ βλέπει! τώρα πιά δέν σκουντουφλᾶ, μπορεῖ νά περπατᾶ. «Καί ἐξῆλθε Τωβίτ εἰς συνάντησιν τῇ νύμφῃ αὐτοῦ χαίρων καί εὐλογῶν τόν Θεόν πρός τῇ πύλῃ Νινευῆ˙ καί ἐθαύμαζον οἱ θεωροῦντες αὐτόν πορευόμενον ὅτι ἔβλεψε.» (Τωβ. 11, 15) Γεμᾶτος ἀπό χαρά πῆγε νά προϋπαντήση τή νύφη του, χαίροντας καί εὐλογῶντας τόν Θεόν.

    Εἶναι μία πολύ καλή στιγμή, ὅταν τά πεθερικά ὑποδέχωνται ἤ τή νύφη ἤ τόν γαμπρό εὐμενῶς. Σημαίνει ὅτι αὐτός ὁ γάμος ἔγινε κάτω ἀπό εὐλογίες γονέων. Δέν ἦτο ἕνας ἂτακτος γάμος· πού πολλές φορές συμβαίνει νά ὑπάρχουν ἄτακτοι γάμοι παρά τήν θέλησιν τῶν γονέων καί λοιπά, καί λοιπά…

    Πρέπει ὅμως ἐδῶ νά σημειώσω ὅτι, ὅταν λέμε ὅτι πρέπει νά ’χωμε τήν εὐλογία τῶν γονέων, αὐτό εἶναι δίκαιον καί πρέπον. Πολλές φορές ὅμως, παιδιά, οἱ γονεῖς μας μπορεῖ νά διακατέχωνται ἀπό ἕνα ὁλότελα κοσμικό πνεῦμα, νά ’χουνε μία φοβερή κενοδοξία μέσα τους καί τά παιδιά νά ’χουνε πολύ προσγειωθῆ, νά ’χουνε γνωρίση τόν Χριστόν καί φυσικά νά μή συμφωνοῦν οἱ γονεῖς σέ μία κατά Θεόν ἐκλογή πού θά ἔκαναν τά παιδιά.

     Ὅπως ἐπί παραδείγματι νά ἔλεγε ἡ μάνα στήν κόρη της: «ἐγώ θέλω νά πάρης γιατρόν», «νά πάρης δικηγόρο», «νά πάρης... ξέρω ’γω μεγάλον καί τρανόν». Καί ἡ κοπέλα -προσέξτε!- νά εἶναι… ἔ, νά ἔβγαλε ἕνα Γυμνάσιο τό πολύ-πολύ· νά εἶναι… ἔ, μιᾶς σειρᾶς συνηθισμένης καί νά ’χη μιά μεγαλομανία ἡ μάνα καί νά μή θέλη κατώτερον ἀπό γιατρόν καί ἀπό δέν ξέρω τί… καί νά εἶναι καί πολύ πλούσιος καί δέν ξέρω τί. Αὐτό τό πρᾶγμα δέν εἶναι σωστό. Ἡ κόρη θά πῆ: «μάνα, μητέρα, δέν σκέφθεσαι σωστά». Καί ὅταν βρεθῆ κάποιο παιδί καί εἶναι κάλο παιδί καί εἶναι καλός ἄνθρωπος, εἶναι πνευματικός ἄνθρωπος, ἀλλά δέν εἶναι βεβαίως γιατρός -τώρα λέω γιατρός γιατί ὑπῆρχε, σήμερα δέν ξέρω ἄν ἰσχύη αὐτό τό πρᾶγμα, ἀλλά κάποτε τό ἔλεγαν αὐτό σάν κάτι τό πολύ πολύ ὑψηλόν, δέν ἔχει καί πολλή σημασία φυσικά- ἕνα ὑψηλόν ἐπάγγελμα ἐν τοιαύτῃ περιπτώσει, ὑψηλόν ἐπάγγελμα ἤ κοινωνική ὑψηλή θέσι καί νά πῆ: «Δέν ἔχει ὑψηλή κοινωνική θέσι, αὐτό δέν ἔχει σημασία, εἶναι καλό παιδί, εἶναι πολύ καλό παιδί, εἶναι πνευματικός ἄνθρωπος». Νομίζω σ’ αὐτές τίς περιπτώσεις πρέπει νά ἐπιμένη ἡ κόρη ὅτι ἔτσι πρέπει νά γίνη καί ὅτι πρέπει νά διορθώνη τήν μητέρα της ἡ ὁποία διακατέχεται ἀπό τό πνεῦμα αὐτό τῆς κενοδοξίας καί τῆς κοσμικότητος. Εἶναι ἕνα φοβερό πρᾶγμα, δυστυχῶς! δέν εἶναι σπάνιο, δυστυχῶς!

     Ἐν τοιαύτῃ περιπτώσει πρέπει νά ’ναι κάτω ἀπό τήν εὐλογία τῶν γονέων ἕνας γάμος. Καί ἐδῶ τώρα ὁ Τωβίτ χαίρεται καί εὐλογεῖ τόν Θεό καί πηγαίνει νά προϋπαντήση τή νύφη του. Ὅλοι δέ χαίρουν πού τόν βλέπουν νά βλέπη.

    Εἶναι ὁ ἄνθρωπος ὁ καλός, ὁ ὁποῖος εἶναι ἀγαπητός καί μέσα εἰς τήν κοινωνία. Ὅταν ἕνας ἄνθρωπος εἶναι κοινωνικός, ἀληθινά κοινωνικός ἄνθρωπος, αὐτός ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ παρά θά εἶναι καί ἀγαπητός ἀπό τούς ἀνθρώπους τῆς κοινωνίας.

     Ὅταν λέμε ὅμως κοινωνικός ἄνθρωπος δέν ἐννοοῦμε κοσμικός. Συνήντησα τήν περάσμενη ἑβδομάδα κάποιον νέον φοιτητήν εἰς τόν δρόμον, καί ὅταν τοῦ εἶπα νά ζῆ μιά πνευματικότερη ζωή, μοῦ λέγει ὅτι: «Μά ἐγώ θέλω νά εἶμαι κοινωνικός ἄνθρωπος». «Ὄχι, τοῦ λέγω, εἶσαι κοσμικός ἄνθρωπος, δέν εἶσαι κοινωνικός. Ἐπῆγες ποτέ σέ κανένα νοσοκομεῖο νά δῆς τούς ἀσθενεῖς; Ἐπῆγες σέ κανένα φτωχό σπίτι νά δῆς τί κάνουν ἐκεῖ οἱ ἄνθρωποι; Τότε θά σ’ ἒλεγα κοινωνικόν ἄνθρωπο». Εἶναι αὐτό πού λέγει ὁ Ἀπ. Παῦλος τό «χαῖρε μετά χαιρόντων καί κλαῖε μετά κλαιόντων». Νά χαίρης μ’ αὐτούς πού χαίρουν καί νά κλαῖς μ’ αὐτούς πού κλαῖνε. Αὐτό εἶναι θά λέγαμε ὁ ὁρισμός τοῦ κοινωνικοῦ ἀνθρώπου. Ὄχι, «ποῦ γίνεται χορός νά τρέξης!» Αὐτό δέν λέγεται κοινωνικότης, αὐτό λέγεται κοσμικότης. Θά λέγαμε καταχρηστικῶς ἀναφέρουν τόν χαρακτηρισμόν «εἶναι κοινωνικός ἄνθρωπος!» Ὄχι, εἶναι κοσμικός ἄνθρωπος. Κοινωνικός ἄνθρωπος εἶναι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος συναντιλαμβάνεται τά καρδιοχτύπια, τίς χαρές καί τά κλάματα τῆς κοινωνίας· αὐτός εἶναι ὁ κοινωνικός ἄνθρωπος.

      Ἔτσι ὁ ἀληθινά κοινωνικός ἄνθρωπος, αὐτός πού ἀγαπάει τούς ἀνθρώπους μέσα στήν κοινωνίαν, τούς ἀγαπᾶ, τούς βοηθᾶ, ὅταν πάθη κάτι, οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι λυποῦνται· κι ὅταν ἔχη μιά χαρά, οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι γι’ αὐτόν χαίρουν, γιατί εἶναι ὁ καλός ἄνθρωπος· ὁ καλός! Δέν ξέρω ποτέ ἄν ἔχετε συναντήση -σπανίζουν ξέρετε πού νά δημιουργοῦν μίαν ἔξαρσιν, κάτι τό ἐξαιρετικό κάτι πού νά εἶναι κτυπητή ἡ περίπτωσι, κτυπητό τό παράδειγμα- ἄν ἔχετε συναντήση τέτοιους ἀνθρώπους κοινωνικούς μέ ὅλη τή σημασία τῆς λέξεως πού νά λέγουν: «νά ὁ καλός ἄνθρωπος!» ἔτσι νά λέη ἡ κοινωνία: «νά ὁ  καλός ἄνθρωπος!», εἶναι σπουδαῖο αὐτό!

    Θά λέγαμε εἶναι ἐκεῖνο τό δῶρον τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πού λέγεται χρηστότης -εἶναι ἀπό τούς ἐννέα, ἄς τό ποῦμε ἐννέα καρπούς· ἕνας εἶναι ὁ καρπός· ἄς τό ποῦμε ἐννέα καρπούς καταχρηστικῶς- πού λέγεται χρηστότης μετ’ ἀγαθοσύνης.

    Τί εἶναι χρηστότης; Θά πῆ χρήσιμος ἄνθρωπος, ὠφέλιμος ἄνθρωπος, αὐτός πού ὅπου βρεθεῖ εἶναι πάρα πολύ χρήσιμος.

    Καί τί ὡραῖο πρᾶγμα, παιδιά, -μιά πού ἔχομε καί κυρίες ἐδῶ ἀκροάτριες, ζηλεύουν τίς κοπέλες καί ἔρχονται καί ἀκοῦν˙ καί καλά κάνουν- θά ἔλεγα τοῦτο: Μία μητέρα, ἤ πεθερά μές στό σπίτι νά εἶναι χρήσιμη στά παιδιά της, στίς νύφες της, στούς γιούς της ξέρω ’γώ, στούς γαμπρούς της· χρήσιμη! Νά μήν εἶναι ἕνα κούτσουρο μές στό σπίτι, χωρίς νά μπαίνη στίς μύτες τῶν παιδιῶν, χωρίς νά ἐπεμβαίνη στό νοικοκυριό τους, νά τούς ἀφήση νά κάνουν τό νοικοκυριό τους, ὅμως… ὅμως νά εἶναι μία χρήσιμη γυναῖκα μές στό σπίτι. Ἤ γενικά ὁ κάθε ἄνθρωπος νά εἶναι χρήσιμος, ὅπου κι ἄν τόν τοποθετήσωμε. 

    «Καί ὡς ἤγγισε Τωβίτ Σάρρᾳ τῇ νύμφῃ αὐτοῦ, κατευλόγησεν αὐτήν λέγων˙ ἔλθοις ὑγιαίνουσα, θύγατερ˙ εὐλογητός ὁ Θεός, ὅς ἤγαγέ σε πρός ἡμᾶς, καί ὁ πατήρ σου καί ἡ μήτηρ σου» (Τωβ. 11, 16) Ὃταν κατέφθασε ἡ Σάρρα, τότε λέγει -ἡ Σάρρα ἡ νύφη τοῦ Τωβίτ, ἡ γυναῖκα τοῦ Τωβία- τότε ὁ Τωβίτ λέγει τήν κατευλόγησε. Δηλαδή ἦλθε νά τήν εὐλογήση -ἡ πρόθεσις κατά δείχνει ὑπερβολήν- καί τῆς εἶπε: «ἔλθοις» -εὐκτική· εἴθε νά ἔλθης, καλωσόρισες· αὐτό πού λέμε ἔ; καλωσόρισες, τό καλωσῆλθες- «ὑγιαίνουσα θύγατερ,» καλωσῆλθες καί νά ’χης ὑγεία, νά περάσης καλά, νά ’σαι εὐτυχισμένη.

    Τήν καλοδέχθηκε, τήν καλωσόρισε. Καλωσορίζω, ἔτσι! Τί ὡραῖο πρᾶγμα! Ὅταν πολλές φορές βλέπη κανένας μία δυσαρέσκεια στούς ἀνθρώπους γιά ποικίλους λόγους.

    Πῶς τήν ἀπεκάλεσε; «θύγατερ». Ξέρετε ὅτι ὑπάρχουν νύφες πού δέν λέγουν ποτέ τήν πεθερά τους «μητέρα»; Τό ξέρετε αὐτό; Δέν ξέρω γιατί. Καμμία φορά! Τίποτε. Ὅταν θέλουν νά φωνάξουν, δέν ξέρω πῶς μποροῦν νά μιλήσουν, ἀλλά ποτέ δέν ἀποκαλοῦν τήν πεθερά «μητέρα». Ποτέ! Ποτέ! Ποτέ. Ἀλλά καί ἡ πεθερά πολλές φορές, ἅμα δέ χωνεύη τήν νύφη της, ποτέ δέν τῆς λέει «κόρη μου»· ἤ ὁ πεθερός νά πῆ «κόρη μου» ἤ τόν γαμπρό νά τόν πῆ «γιέ μου, παιδί μου»· τίποτα! Γιατί ὑπάρχει μία κακία ὑπάρχει μία δυσαρέσκεια. Εἴδατε ἐδῶ τί ὡραία! «κόρη μου» λέει «καλωσῆλθες κόρη μου!». Καί πράγματι εἶχαν ἕνα παιδί καί ἔκαναν δύο· γιατί τώρα ἡ Σάρρα δέν εἶναι ἀλλότριον πρόσωπον, εἶναι ἡ κόρη τοῦ σπιτιοῦ.

     Ἐπειδή ὑπάρχη αὐτό τό πνεῦμα, γι’ αὐτό βλέπετε ἔχουν μία ζωή ὁλόκληρη συνοικήσεως, συμβιώσεως καί δέν μποροῦν τά πεθερικά …  ἀπό τήν ἄλλη μεριά, ὅλα αὐτά εἶναι ἕνα δυστύχημα διότι γίνεται μία φοβερά κακή τοποθέτησις τοῦ ὅλου θέματος τοῦ γάμου· φοβερά κακή τοποθέτησι.

    Δέν εἶναι μάταιον ὅτι τό βιβλίο αὐτό τοῦ «Τωβίτ» κατεχωρήθη μέσα εἰς τήν Ἁγίαν Γραφήν· δέν εἶναι μάταιον. Ἔρχεται νά δώση ἕνα ὑπόδειγμα σωστῆς τοποθετήσεως τοῦ γάμου, ὥστε οἱ ἄνθρωποι πού μελετοῦν τήν Ἁγίαν Γραφήν νά ξέρουν πῶς ἀκριβῶς νά τοποθετοῦν αὐτό τό πελώριο θέμα, τό ὁποῖον ἀποτελεῖ ἕναν θεμελιώδη σταθμό μέσα στή ζωή τῶν ἀνθρώπων.

    Ἀλλά δέν λέγει μόνον εὐλογημένη ἡ κόρη μου καί καλωσῆλθε καί νά ὑγιαίνη, λέει καί κάτι ἄλλο «εὐλογητός ὁ Θεός, ὅς ἢγαγέ σε πρός ἡμᾶς, καί ὁ πατήρ σου καί ἡ μήτηρ σου» (Τωβ. 11, 16) Εὐλογητός ὁ Θεός, δοξασμένος ὁ Θεός ὁ ὁποῖος, λέγει, σ’ ἔφερε σέ μᾶς. Μ’ ἄλλα λόγια «εὕρημα!», σέ βρήκαμε, εἶναι τό νά βρῆ κανείς τόν καλόν ἄνθρωπον, τήν καλήν νύφη ἢ τόν καλόν γαμπρόν. Καί δοξάζει τόν Θεόν, διότι ἔφερε τά βήματα τῆς Σάρρας εἰς τό σπίτι τοῦ Τωβίτ καί τῆς Ἄννας. Πού δέν εἶναι τυχαῖο τό νά βρεθῆ ἕνας κάλος ἄνθρωπος, ὅταν ὁ Θεός παρακληθῆ γι’ αὐτό, καί ἡ ζωή μας εἶναι σύμφωνη μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ.

    Ἀλλά καί ἀκόμη κάτι ἄλλο. Εὐλογημένοι, δηλαδή μ’ ἄλλα λόγια, εὐτυχισμένοι ἄς εἶναι, εὐλογημένοι νά ’ναι ὁ πατέρας σου καί ἡ μάνα σου. Εὐλογεῖ τούς γονεῖς τῆς νύφης. Γιατί τούς εὐλογεῖ; Πρῶτα πρῶτα αὐτό προϋποθέτει ἀγαθές σχέσεις μέ τά συμπεθέρια. Ὦ! οἱ συμπέθεροι! ὦ! οἱ συμπέθεροι· δέν τρῶνε γλυκό ψωμί οἱ συμπέθεροι, πάντοτε ἀλληλοβλέπονται. Αὐτό σημαίνει ὅτι μέ τούς συμπεθέρους ἔχει καλά αἰσθήματα καί αὐτό εἶναι μεγάλο κεφάλαιο. Διότι ὅταν οἱ συμπέθεροι ἔχουν μεταξύ τους καλά αἰσθήματα, τότε καί τά παιδιά μεταξύ τους θά ἔχουν καλά αἰσθήματα, καί δέν θά ὑπάρχουν προϋποθέσεις γκρίνιας ἀνάμεσα στό ζεῦγος.

    Ἀλλά εἶναι ὅμως καί τό βαθύτερο. Ὅταν κάποτε βρίσκωμε ἕνα καλό κορίτσι ἢ ἕνα καλό ἀγόρι, γιατί θέλομε νά τό ἀπομονώσωμε ἀπό τούς γονεῖς του; Καί λέμε ἐμεῖς βρήκαμε αὐτό. Μά αὐτό τό παιδί τό ’φτιαξαν οἱ γονεῖς. Συνεπῶς πρέπει νά προεκτείνωμε τήν εὐχαριστία μας καί τήν εὐγνωμοσύνη μας καί εἰς τούς γονεῖς αὐτουνοῦ τοῦ κοριτσιοῦ, ἢ αὐτουνοῦ τοῦ ἀγοριοῦ. Διότι καλά, ὡραῖα, πολύ ὡραῖα! βρῆκες μιά πολύ καλή κοπέλα· ἐντάξει. Τώρα οἱ γονεῖς της, πέταμα; Βρῆκες ἕνα καλό γαμπρό. Τώρα οἱ γονεῖς, πέταμα; Λές ὅτι ὁ ἄνδρας σου εἶναι πολύ θαυμάσιο παιδί. Μάλιστα. Ἀλλά ποιός τόν ἔκανε θαυμάσιο; Ἡ μάνα του καί ὁ πατέρας του. Αὐτούς δέν πρέπει νά τούς εὐχαριστήσωμε; Αὐτούς δέν πρέπει νά τούς προσέξωμε;

    Νά λοιπόν τώρα πού ἔρχεται ὁ Τωβίτ, ὁ θαυμάσιος αὐτός ἄνθρωπος, ὁ Θεόπνευστος αὐτός ἄνθρωπος, ἔρχεται νά εὐλογήση καί τούς γονεῖς τῆς Σάρρας πού φτιάξαν ἕνα τέτοιο καλό κορίτσι.

    «Καί ἐγένετο χαρά πᾶσι τοῖς ἐν Νινευῆ ἀδελφοῖς αὐτοῦ.» Ὅλο τό συγγενολόγι, ὅλοι οἱ πατριῶτες χάρηκαν γιά ὅλα αὐτά τά περιστατικά. Καί τότε ἦρθε κι ὁ Ἀχιάχαρος -ἐκεῖνος ὁ συγγενής, τόν ἐνθυμεῖσθε, πού βοηθοῦσε τόν Τωβίτ- ἦρθε καί ὁ Νασβάς ὁ ἐξάδελφος αὐτοῦ «καί ἢχθη ὁ γάμος Τωβία μετ’ εὐφροσύνης ἡμέρας ἑπτά» (Τωβ. 11, 17) Καί γιόρτασαν τόν γάμο ἡμέρες ἑπτά. Δεκατέσσερις ἡμέρες στό σπίτι τοῦ πεθεροῦ, ἑπτά ἡμέρες τώρα στό σπίτι τοῦ πάτερα, καί ἦταν πραγματικά μία ἀληθινή εὐτυχία στό σπίτι ἐκεῖνο.

    Πέρασαν ὅμως οἱ ἑπτά ἡμέρες -φυσικά εἶναι μαζί τους καί ὁ Ἄγγελος, ὁ ὁποῖος φέρεται πάντοτε ὡς ὁ συνοδός· ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ἐστάθηκε τόσο πολύτιμος εἰς αὐτήν τήν ὅλη ὑπόθεσι τῆς οἰκογενείας Τωβίτ- ὥστε ἦρθε καί ἡ ὥρα νά φύγη καί ὁ σύντροφος, ὁ συνοδός. Ἀλλά ὑπῆρχε μιά συμφωνία˙ ἔπρεπε νά τόν πληρώσουν, διότι ἐνθυμεῖσθε ὅτι εἶχε στείλει τον υἱόν του εἰς τήν ἀγορά καί τοῦ λέγει: «πήγαινε, παιδί μου, νά βρῆς κάποιον ἄνθρωπον, ἐπί πληρωμῇ, ἐπί μισθῷ μία δραχμή τήν ἡμέρα -τό θυμόσασθε;- καί νά σέ συνοδέψη στό ταξίδι σου, πού θά ξέρη τόν δρόμον».

    Καί τότε καλεῖ ὁ Τωβίτ τόν γιό του τόν Τωβία καί τοῦ λέγει: «ὅρα τέκνον» ἐδῶ θά δῆτε τώρα τούς τιμίους ἀνθρώπους· προσέξτε! τούς τιμίους καί τούς φιλοτίμους ἀνθρώπους, αὐτούς πού ἡ ἐποχή μας ἔχει πολύ λίγους. Δέν θά μποροῦσα ποτέ νά πῶ -θά ἀδικοῦσα φοβερά- ὅτι δέν ὑπάρχει τίμιος καί φιλότιμος ἄνθρωπος στήν ἐποχή μας˙ ὑπάρχουν· ὑπάρχουν· εἶναι πολλοί, ἀλλά μόνον ἀνήκουν εἰς τούς λίγους. Εἶναι πολλοί, ἀλλά δέν εἶναι οἱ πολλοί, ἁπλῶς εἶναι πολλοί· ὄχι οἱ πολλοί, ἀνήκουν εἰς τήν μικρή μερίδα, εἰς τό μικρόν ποίμνιον, εἶναι εἰς τούς λίγους.

    «ὅρα τέκνον, μισθόν τῷ ἀνθρώπῳ τῷ συνελθόντι σοί, καί προσθεῖναι αὐτῷ δεῖ.» (Τωβ. 12, 1) Παιδί μου, κοίταξε νά πληρώσωμε τόν μισθόν στόν ἄνθρωπον. Δέν εἶναι οἱ ἀφιλότιμοι ἄνθρωποι οἱ ὁποῖοι, ἀφοῦ κάνουν τή δουλειά τους, «ποῦ σέ εἶδα καί ποῦ σέ ξέρω»· δηλαδή μ’ ἀλλά λόγια «νά φᾶμε χρήματα». Ἐκεῖνος πού μᾶς δούλεψε, νά μή τόν πληρώσωμε. Εἶναι συνηθισμένο φαινόμενο αὐτό· νά φᾶμε χρήματα. Ἤ ἀφοῦ κάναμε τή δουλειά μας καλά καλά, ἐάν δέν φᾶμε ὁλότελα, πού συμβαίνει καί αὐτό δυστυχῶς, δυστυχέστατα -καθόλου σπάνιο!- ἀλλά νά περικόψωμε, ν’ ἀρχίσωμε τά παζάρια ἐκ τῶν ὑστέρων, ἀφοῦ μᾶς τελείωσε ἡ δουλειά, ἐκ τῶν ὑστέρων καί βλέπετε πολλές φορές οἱ ἄνθρωποι ἀλληλοξεγιελιῶνται, ἀλληλοαπατῶνται· ποιος δηλαδή θά ρίξη ὁ ἕνας τόν ἄλλον γιά νά τόν ξεγελάση, νά τοῦ κόψη χρήματα, νά τοῦ φάη χρήματα καί τά λοιπά… Φοβερά πράγματα. Φοβερά! Τί ὡραῖο  πρᾶγμα,  ἴσιες δουλειές! Πόσο κάνει; Τόσο. Συμφωνοῦμε. Πάρτα, ἄνθρωπε, τά χρήματα, πάει τέλειωσε. Τί ὡραῖο πρᾶγμα νά ὑπάρχη φιλοτιμία! καί ἡ ἐργασία ἀπό πλευρᾶς ἐργαζομένου νά εἶναι φιλότιμος ἐργασία καί ἀπό πλευρᾶς ἐκείνου πού θά πληρώση νά εἶναι ὅτι πρέπει νά πληρώση. Τέλειωσε, πάει. Ἀλλά χαλάσαμε· εἶναι χαλασμένοι οἱ ἄνθρωποι.  

     Ἐδῶ ὁ Τωβίτ ὅμως ἔρχεται καί λέει στό γιό του: «Παιδί μου κοίταξε, πρόσεξε!». Ἐκεῖνο τό «ὅρα» δηλαδή μή πάει καί μπεῖ καμμία ἰδέα στό μυαλό ὅτι… ἂ, ξέρω ’γώ! Καί ὄχι μόνο θά τοῦ πληρώσωμε τό συμπεφωνημένον, ἀλλά πρέπει νά τοῦ πληρώσωμε καί παραπάνω, διότι ἤδη τό εἶχε ὑποσχεθεῖ. «Καί προσθεῖναι αὐτῷ δεῖ» πρέπει νά προσθέσωμε· πρέπει νά δώσωμε καί παραπάνω διότι πραγματικά ἐβοήθησε.

    Καί ὁ Τωβίας, ὁ γιός τοῦ Τωβίτ, θά λέγαμε ὁ γιός τοῦ πατέρα του… -αὐτή ἡ ἔκφρασις δείχνει, εἶναι αὐτονόητο, ἀλλά δείχνει τό ἑξῆς, ὅτι «ποῦ θά πέση τό μῆλο; κάτω ἀπό τή μηλιά». Ὁ γιός τοῦ πατέρα του… δηλαδή γιά τόν κακόν ἄνθρωπον, γιά τόν κακό πάτερα, κακό παιδί· γιά τόν καλό πατέρα, καλό παιδί. 

    Τί εἶπε ὁ Τωβίας; -ξεπερνᾶ τόν πατέρα του- «πάτερ, οὐ βλάπτομαι δούς αὐτῷ τό ἥμισυ, ὧν ἐνήνοχα» (Τωβ. 12, 2) Πατέρα μου, δέν ἔχω τίποτα νά ζημιώσω, ἐάν τοῦ δώσω, ὄχι κάτι παραπάνω, ὄχι τή μία δραχμή μόνο καί κάτι παραπάνω, δέν ζημιώνω νά τοῦ δώσω τά μισά ἀπό ἐκεῖνα τά ὁποῖα ἔφερα. Καί τώρα αἰτολογεῖ τό γιατί προτείνει αὐτό στόν πατέρα του, νά δώση τά μισά, δηλαδή ποσόν πολύ σημαντικόν. Ἄν τό θέλετε ἐνθυμεῖσθε τά τάλαντα ἐκεῖνα, τά δέκα τάλαντα; Νά τοῦ δώση τά πέντε τάλαντα· σημαντική περιουσία!

    Καί λέγει «ὅτι με ἀγήοχέ σοι ὑγιῆ» μ’ ἔφερε πίσω ὑγιῆ· δέν ἔπαθα τίποτα στό δρόμο «καί τήν γυναῖκα μου ἐθεράπευσε» ἔκανε καλά τή γυναῖκα μου «καί τό ἀργύριόν μου ἢνεγκε» μοῦ ἔφερε τά χρήματα, γιατί ἐκεῖνος πῆγε καί τά πῆρε «καί σέ ὁμοίως ἐθεράπευσε.» (Τωβ. 12, 3) καί σένα σ’ ἔκανε καλά. Ἀπαρριθμεῖ στόν πατέρα του τίς εὐεργεσίες πού προσέφερε ὁ συνοδός εἰς τήν οἰκογένεια αὐτή.

    «Καί εἶπεν ὁ πρεσβύτης» Αὐτός ὁ χαριτωμένος ἄνθρωπος ὁ Τωβίτ «δικαιοῦται αὐτῷ» (Τωβ. 12,4) Ναί, παιδί μου, ἔχεις δίκαιο, τά δικαιοῦται· νά δώσωμε τά μισά. Εἶναι ἡ συμφωνία τῶν ἀγαθῶν ἀνθρώπων. Ὅταν ὁ ἕνας προτείνει κάτι, ὁ ἄλλος συμφωνεῖ. Ὅταν εἶναι καί οἱ δύο ἀγαθοί ἄνθρωποι, εἶναι ἁπλοί ἄνθρωποι, ἔχουν πνεῦμα Θεοῦ. Εἶναι πραγματικά χαριτωμένες καταστάσεις αὐτές καί τίς χαίρεσαι νά τίς βλέπης στούς ἀνθρώπους.

    Καί τότε καλοῦν τόν Ἂγγελον σέ ἰδιαίτερο δωμάτιο καί τοῦ λένε: «Πάρε τό ἥμισυ πάντων, ὧν ἐνηνόχατε, καί ὕπαγε ὑγιαίνων». Πάρε τά μισά ἀπό αὐτά πού ἐφέρατε· σ’ εὐχαριστοῦμε πολύ· νά πᾶς στό καλό· νά ἔχης ὑγεία· σ’ εὐχαριστοῦμε· πάρε τά μισά. Δηλαδή δέν ἦταν ἁπλῶς μία σκέψι, ἀλλά ἔγινε μία πρᾶξις.

    Καί τότε ὁ Ἂγγελος τούς πῆρε ἰδαιτέρως καί τούς λέγει -μάλιστα λέγει ἐδῶ: «καλέσας τούς δυό κρυπτῶς», οὐδείς ἄλλος ἦτο παρά μόνον ὁ πατέρας καί ὁ γιός- καί τούς λέγει: «εὐλογεῖτε τόν Θεόν καί αὐτῷ ἐξομολογεῖσθε καί μεγαλωσύνην δίδοτε αὐτῷ καί ἐξομολογεῖσθε αὐτῷ ἐνώπιον πάντων τῶν ζώντων, περί ὧν ἐποίησε μεθ’ ὑμῶν.» (Τωβ. 12, 6) Προσέξτε· ἀκολουθεῖ -ὅσα θά τούς πῆ ὁ Ἂγγελος- μία ἀποφθεγματική… ἀποφθεγματική, δηλαδή πολύ σύντομη μέ πολύ σύντομες προτάσεις διδασκαλία ἠθική πού ἀναφέρεται «πῶς νά ζοῦν καί νά πολιτεύωνται». Καί κατόπιν φυσικά ὁ Ἄγγελος ἀποκαλύπτει τόν ἑαυτόν του.

     Ἐδῶ τούς λέγει: «Δοξάσατε τόν Θεόν» τόσο πού θά νόμιζε κανένας -γιατί ἔτσι καί εἶναι- ὅτι τό βιβλίο αὐτό ἐγράφτηκε, ἢ ἄν θέλετε ἡ ἱστορία αὐτή ἔγινε καί ἐν συνεχείᾳ τό βιβλίο αὐτό ἐγράφτηκε μέ τοῦτον τόν ἀντικειμενικόν σκοπόν: νά δοξασθῆ ὁ Θεός. Ὅλα τ’ ἂλλα στέκονται δευτερεύοντα. Τοῦ ὅτι τό βιβλίο αὐτό μέσα εἰς τήν Παλαιά Διαθήκη στέκεται ἕνα πρότυπον πνευματικῆς οἰκογενείας, αὐτό εἶναι δευτερεῦον. Πρωτεῦον εἶναι: νά δοξασθῆ ὁ Θεός.

    Προσέξατε! τό νά φτιάξωμε μία οἰκογένεια εὐτυχισμένη δέν εἶναι τό πρωτεῦον. Τό πρωτεῦον εἶναι διά τῆς εὐτυχισμένης οἰκογενείας νά δοξάζεται ὁ Θεός. Καί ἕνας πνευματικός ἄνθρωπος πού ζεῖ μέσα σέ μία κοινωνία δέν πρέπει νά καυχιέται ὅτι αὐτός εἶναι πνευματικός ἄνθρωπος καί ἔφθασε ἐκεῖ πού ἔφθασε. Ὂχι! ἀλλά διότι ἡ παρουσία του ἀπολήγει στή δόξα τοῦ Θεοῦ· διότι αὐτός εἶναι ὁ τελικός σκοπός τῆς ὑπάρξεως τῶν πάντων.

     Ὅπως λέγει ὁ Ἀπ. Παῦλος: «ἐξ οὗ καί δι’ οὗ καί εἰς αὐτόν τά πάντα», δηλαδή ὅλα εἶναι ἀπό τό Θεό, ὅλα μέ τό Θεό καί ὅλα γιά τό Θεό. Ἐάν δέν κλείση αὐτός ὁ κύκλος, ὅλα νά φύγουν ἀπό τό Θεό καί νά γυρίσουνε πάλι εἰς τόν Θεό, τότε ὑπάρχει ἁμάρτημα. Ὅλα λοιπόν πρέπει νά ἀπολήγουν εἰς τήν δόξα τοῦ Θεοῦ.

    Γι’ αὐτό λέγει: «ἀγαθόν τό εὐλογεῖν τόν Θεόν καί ὑψοῦν τό ὄνομα αὐτοῦ, τούς λόγους τῶν ἔργων τοῦ Θεοῦ ἐντίμως ὑποδεικνύοντες, καί μή ὀκνεῖτε ἐξομολογεῖσθαι αὐτῷ.» Νά δείχνετε πάντα τά ἔργα τοῦ Θεοῦ, νά τά λέτε στούς ἀνθρώπους, μή τεμπελιάζετε νά λέτε τά ἔργα τοῦ Θεοῦ. Διότι λέγει, τό νά κρύπτη κανείς τίς βουλές του Βασιλέως εἶναι φρόνιμον, διότι πάντοτε ἐκεῖνα πού σκέπτεται ἕνας Βασιλιάς, ἕνας ἄρχοντας δέν πρέπει νά ἀνακοινοῦνται εἰς τόν κόσμον˙ ἔχει καί μυστικά σχέδια ἕνας ἄρχων. 

    Ἀλλά ἐκεῖνα τά ὁποῖα ὅμως ὁ Θεός ἐργάζεται πρέπει νά ἀνακοινοῦνται, γιά νά δοξάζεται ἀκριβῶς ὁ Θεός. Γι’ αὐτό τούς λέγει νά δοξάζετε τόν Θεόν «ἐνώπιον πάντων τῶν ζώντων», μπροστά σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους νά δοξάζετε τόν Θεόν. Εἶναι μεγάλο πρᾶγμα αὐτό ὁ,τιδήποτε κι ἄν ἔχωμε καί νά μᾶς συμβαίνη πάντα νά δοξάζωμε τόν Θεόν εἰς τούς ἄλλους ἀνθρώπους.

    Καί συνεχίζει: «Ἀγαθόν ποιήσατε, καί κακόν οὐχ εὑρήσει ὑμᾶς» Νά μετέρχεσθε, λέγει, πάντα κάτι ἀγαθόν καί κακό ποτέ δέν θά σᾶς εὕρη.

    «Ἀγαθόν προσευχή μετά νηστείας καί ἐλεημοσύνης καί δικαιοσύνης» Σ’ αὐτό τό στίχο ἔχομε ὅλο τό νόημα τῆς νηστείας. Τί λέγει; Μιά πού τώρα μετερχόμαστε τή σαρακοστή, ἄς τό προσέξωμε τό σημεῖο αὐτό. Εἶναι καλό πρᾶγμα, λέγει, ἡ προσευχή νά συνοδεύεται μέ τά ἑξῆς τρία πράγματα: μέ τήν νηστεία, μέ τήν ἐλεημοσύνη καί μέ τήν ἀρετήν -δικαιοσύνη θά πῆ ἀρετή-. Προσέξτε! ἡ προσευχή νά συνοδεύεται μέ τήν νηστεία. Ἀκούσατε αὐτό; μέ τήν νηστεία. Γιατί πολλοί λένε: «καί τί εἶναι ἡ νηστεία;» καί «ποῦ τό γράφει ἡ Ἁγία Γραφή γιά τή νηστεία;» Καί πού λένε οἱ χιλιασταί: «ποῦ τό γράφει ἡ Ἁγία Γραφή γιά τή νηστεία;» Λοιπόν· ἡ νηστεία, ἡ ἐλεημοσύνη καί ἡ ἀρετή. Ἂν αὐτά τά τρία πράγματα ὑπάρχουν, τότε ἡ προσευχή μας γίνεται ἀκουστή εἰς τόν Θεόν.

    Τότε λέγει: «ἐνῶ ἀκόμη ὁμιλεῖς» λέγει ὁ Θεός «ἰδού ἐγώ πάρ’ εἰμί», εἶμαι παρών. Παιδιά, πολλές φορές κάτω ἀπό τέτοιες συνθῆκες -πολλές φορές!- ὅταν κρίνη βεβαίως ὁ Θεός, πολλές φορές πρίν τελειώσωμε τήν προσευχή μας, τό αἴτημά μας ἔχει ἔλθει. Ἔχει ἔλθει! Ὅταν ὑπάρχουν αὐτά τά τρία -θά τό ξαναπῶ- νηστεία, ἐλεημοσύνη καί ἀρετή.

    «Ἀγαθόν τό ὀλίγον» Αὐτή ἡ ἐπανάληψις τοῦ «ἀγαθόν καί ἀγαθόν», εἶναι σάν νά λέγαμε τοῦτο: καλόν εἶναι αὐτό, καλόν εἶναι αὐτό. Ὥς νά εἶναι μία ἀπάντησις σέ ὅλους ἐκείνους οἱ ὁποῖοι θά ’λεγαν «καί τί μπορεῖ νά εἶναι κάλον;». «Ἀγαθόν τό ὀλίγον μετά δικαιοσύνης ἢ πολύ μετ’ ἀδικίας.» Ἐδῶ ἡ λέξις δικαιοσύνη ἔχει τήν στενήν σημασίαν πού σημαίνει δικαιοσύνη, ὅ,τι λέει ἡ λέξις παρ’ ἡμῖν στήν σύγχρονη γλῶσσα. Εἶναι καλό πρᾶγμα νά ἔχης λίγο καί αὐτό τό λίγο νά εἶναι κερδισμένο μέ δικαιοσύνη καί μέ ἀρετή, παρά νά ἔχης πολύ καί αὐτό τό πολύ νά εἶναι κερδισμένο μέ ἀδικία.

    Μάλιστα σ’ αὐτό τό σημεῖο ἐπειδή ἀναφερόμεθα στίς σχέσεις τῶν συζύγων καί στήν οἰκογενειακή κατάστασι, ποτέ δέν πρέπει ἡ γυναῖκα νά πιέζη τόν σύζυγό της νά ἔχη περισσότερα χρήματα, διότι ὁ σύζυγος πολλές φορές θά ἀναγκαστῆ νά κάνη καί ἄλλες δουλειές καί κάποτε ἀνέντιμες δουλειές καί ὕποπτες δουλειές, μόνο καί μόνο γιά νά ἱκανοποιῆ τίς φιλοδοξίες καί τήν πλεονεξία τῆς συζύγου.     

    Ποτέ μή πιέζετε τόν σύζυγό σας νά λέτε: «δέν μᾶς φθάνουν τά χρήματα, θέλομε κι ἀλλά χρήματα». Ποτέ! Ἡ γυναῖκα πάντα πρέπει νά λέγη ὅτι «ἐκεῖνα τά ὁποῖα ὑπάρχουν εἶναι ἐπαρκῆ». Δέν θέλω νά πῶ τήν περίπτωσι πού δίνει ὁ σύζυγος ἑκατό δραχμές τήν ἑβδομάδα -μέ σύγχρονα χρήματα, προσέξτε, μέ σύγχρονες τιμές, ἑκατό δραχμές τήν ἑβδομάδα- γιά νά περάση ἡ γυναῖκα στό σπίτι· καί πρέπει νά μαγειρέψη, πρέπει νά ψωνίση… πρέπει… Πῶς; Μέ ἑκατό δραχμές; Τί; Προσέξτε· κι ἐκεῖνος νά παίρνη πολλά χρήματα, ἀλλά νά μή τῆς δίνη χρήματα. Αὐτό εἶναι φοβερό πρᾶγμα· αὐτό εἶναι φοβερό! Δέν ἐννοῶ αὐτή τήν περίπτωσι· ἐννοῶ, ὅταν ὑπάρχη αὐτό τό ταμεῖον μέσα εἰς τό σπίτι κατά ἕναν τρόπο πού δέν θά εἶναι διαχειριστής οὔτε ὁ ἄνδρας οὔτε ἡ γυναῖκα, ἀλλά καί ὁ ἄνδρας καί ἡ γυναῖκα. Τά χρήματα δέν θά εἶναι στήν τσέπη τοῦ ἀνδρός νά τά κρατάη πάντα μαζί του, ὅπου πηγαίνει πάντα μαζί του, ὥστε ἡ γυναῖκα, ὅταν βγάζει ὁ σύζυγος τό παντελόνι καί τό κρεμμᾶ στήν κρεμάστρα, νά πάη νά ψάχνη τίς τσέπες νά πάρη χρήματα. Αὐτά τά πράγματα γίνονται. Αὐτά εἶναι φοβερά πράγματα! Τά χρήματα θά εἶναι σ’ ἕνα σημεῖο καί ὅ,τι ἔχει ἀνάγκη ἡ γυναῖκα θά πάρη ἀπό ’κεῖ, καί ὁ σύζυγος ἀπό ’κεῖ τό ἴδιο. Οὔτε θά ζητάη ἡ γυναῖκα ἀπό τόν ἄνδρα χρήματα, οὔτε ὁ ἄνδρας ἀπό τήν γυναῖκα· γιατί εἶναι καί τό ἀντίστροφο. Ὑπάρχουν γυναῖκες τόσο αὐταρχικές, πού κρατοῦν τά χρήματα καί δίνουν χαρτζιλίκι στόν σύζυγο. Ναί! εἶναι καί τό ἀντίστροφο! Ὅλα αὐτά εἶναι ἀντιοικογενειακά πράγματα. Τίποτα. Τά χρήματα κάπου, σ’ ἕνα σημεῖο τοῦ σπιτιοῦ καί θά πάρουν νά ξοδέψουν μετά λογικῆς καί μετά συνέσεως καί ὁ ἄνδρας καί ἡ γυναῖκα. Ἐκεῖ στό σημεῖο αὐτό ποτέ δέν θά πῆ ἡ γυναῖκα εἰς τόν ἄνδρα -νά τόν πιέζη- ὅτι «δέν φθάνουν τά χρήματα». Καί ὁ ἄνδρας πνίγεται καί δέν ξέρει τί νά κάνη… καί δέν ξέρει πού νά πάη… νά δευτεροδουλέψη γιά νά βγάλη πιό πολλά… γιά νά ἱκανοποιήση τήν πλεονεξία ἢ τήν φιλοδοξία τῆς γυναικός του.

    «Καλόν ποιῆσαι ἐλεημοσύνην ἢ θησαυρίσαι χρυσίον» (Τωβ. 12, 8) Εἶναι καλόν μᾶλλον νά κάνη κανείς ἐλεημοσύνη παρά νά ἀποταμιεύει στήν τράπεζα χρυσάφι. «ἐλεημοσύνη γάρ ἐκ θανάτου ρύεται καί αὐτή ἀποκαθαριεῖ πᾶσαν ἁμαρτίαν» (Τωβ. 12,9) Ἐνθυμεῖσθε εἶναι μία ἐπανάληψις τῶν ὅσων καί παλαιότερα ἔχομε πεῖ εἰς τό βιβλίο τοῦ «Τωβίτ», τά ὁποῖα αὐτά μετήρχετο ὁ Τωβίτ. Διότι λέγει ἡ ἐλεημοσύνη ἀπαλλάσσει ἀπό τόν θάνατον, καί τόν αἰώνιον θάνατον προπαντός, καί καθαρίζει τόν ἄνθρωπο ἀπό κάθε ἁμαρτία.

    «οἱ δέ ποιοῦντες ἐλεημοσύνας καί δικαιοσύνας πλησθήσονται ζωῆς» (Τωβ. 12, 9) Αὐτοί πού μετέρχονται τήν ἐλεημοσύνη καί τήν ἀρετήν, αὐτοί θά γεμίσουν ἀπό ζωή˙ καί προπαντός ἀπό αἰώνιον ζωήν. «οἱ δέ ἁμαρτάνοντες πολέμιοι εἰσι τῆς ἑαυτῶν ζωῆς» (Τωβ. 12, 10) Προσέξτε αὐτό τό στίχο. Αὐτοί πού ἁμαρτάνουν εἶναι ἐχθροί τῆς ἴδιας των τῆς ζωῆς. Ὅταν παιδάκι μου, τό σκᾶς ἀπό τό σχολεῖο, ὅταν δέν ἀκοῦς τήν μητέρα σου, ὅταν πηγαίνης μέ παρέες στό «Φρούριο» ἢ κάπου ἀλλοῦ, εἶσαι ἐχθρός τοῦ ἑαυτοῦ σου. Διότι ἐκεῖνος πού ἁμαρτάνει εἶναι πραγματικά ἐχθρός τοῦ ἑαυτοῦ του. Τοῦ ἑαυτοῦ του! Πολλοί λένε: «καί ποιόν βλάπτω;» Τόν ἑαυτό σου βλάπτεις. Ἐκεῖνον πού ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ ἔβαλε σάν μέτρον γιά νά ἀγαπᾶς τόν πλησίον σου. Τί εἶπε; «ἀγαπήσεις τόν πλησίον σου ὡς σἑαυτόν» Αὐτό τό «ὡς σἑαυτόν» πού εἶναι τό μέτρο, ἐσύ τό καταστρέφεις˙ καί ἀφοῦ τό καταστρέφεις, πῶς εἶναι δυνατόν ποτέ νά κρατήσης -στερεῖται μέτρου!- νά κρατήσης μετά  ἕνα μέτρο γιά τόν ἑαυτό σου; Δέν ἔχεις πιά μετρό. Τό ’χασες.

    «Οὐ μή κρύψω ἀφ’ ὑμῶν πᾶν ρῆμα˙ εἲρηκα δή μυστήριον βασιλέως κρύψαι καλόν, τά δέ ἔργα τοῦ Θεοῦ ἀνακαλύπτειν ἐνδόξως» (Τωβ. 12, 11) Σᾶς εἶπα· τό νά κρύπτη κανείς τά σχέδια τοῦ βασιλέως, ἔτσι πρέπει· ἀλλά τό νά ἀποκαλύπτη τά σχεδία τοῦ Θεοῦ, εἶναι σπουδαῖο.

     «Καί νῦν ὅτε προσηύξω σύ καί ἡ νύμφη σου Σάρρα, ἐγώ προσήγαγον τό μνημόσυνον τῆς προσευχῆς ὑμων, ἐνώπιον τοῦ ἁγίου˙» (Τωβ. 12,12) Πώ! πώ! Ἐδῶ τώρα γίνεται μία  ἀποκάλυψις. Καί νά! λέει. Ὅταν ἐσύ προσευχόσουνα, ἐσύ ὁ Τωβίτ, τότε πού προσευχόσουνα καί ἤσουνα σέ ἀπελπισία μέ τή γυναῖκα σου -τό θυμᾶσαι Τωβίτ;- καί ἡ νύφη σου ἡ Σάρρα, πού καί ἐκείνη ἦταν σέ ἀπελπισία διότι οἱ σύζυγοι της ἀπέθνησκον καί οἱ ὑπηρέτριες της τῆς εἶχαν πεῖ «ἄντε καί σύ νά πεθάνης καί πότε ἀπό ’σένα παιδί νά μή δοῦμε» -τά ἐνθυμεῖσθε αὐτά;- ἐγώ, λέγει, ἐγώ, ἐγώ πού εἶμαι μπροστά σας, προσήγαγον τό μνημόσυνον τῆς προσευχῆς, τήν μνήμην τῆς προσευχῆς ἐνώπιον τοῦ ἁγίου, ἐνώπιον τοῦ  Θεοῦ.

     Τί βλέπομε ἐδῶ παιδιά; Οἱ προσευχές μας προσάγονται -τά αἰτήματά μας- ἀπό τούς Ἀγγέλους εἰς τόν Θεόν. Ναί! προσάγονται ἀπό τούς Ἀγγέλους.

    Μάλιστα μέ τήν εὐκαιρία θά σᾶς ἔλεγα τό ἑξῆς: Ὃταν προσευχώμεθα σέ ἁγίους, πρός τιμήν τῶν ἁγίων, οἱ Ἂγγελοι μεταφέρουν τήν προσευχή μας καί παίρνομε τό αἴτημά μας ἀπό τόν Θεόν, ἀλλά πρός τιμήν τῶν ἁγίων. Δηλαδή δέν θαυματουργεῖ ὁ ἅγιος ἢ ἄν θέλετε θαυματουργεῖ ὁ Θεός διά τοῦ ἁγίου. Παρακαλᾶμε κάτι τήν Παναγία, παρακαλᾶμε κάτι τόν ἅγιον Ἀχίλλιο καί λοιπά… Ἂγγελοι μεταφέρουν τίς προσευχές μας· διότι οἱ ἅγιοι δέν πλανῶνται ἐπάνω στή γῆ. Εἶναι γνωστό αὐτό, δέν πλανῶνται ἐπάνω στή γῆ. Οἱ Ἂγγελοι λοιπόν, εἶναι ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι μεταφέρουν τά αἰτήματά μας.

    «Καί ὅτε ἔθαπτες τούς νεκρούς» -φοβερή ἡ μνήμη τῶν οὐρανίων σωμάτων- καί τότε πού ἔθαπτες τούς νεκρούς -θυμόσαστε; πού πήγαινε κρυφά καί ἔθαπτε τούς νεκρούς;- «ὡσαύτως συμπαρήγμην σοί» (Τωβ. 12, 12) ἤμουνα μαζί σου.

    Πώ! πώ! θά μᾶς λέει κάπου εἰς τήν κρίσιν ὁ Θεός: «θυμᾶσαι πού ἔκανες ἐκεῖνο;» «Θυμᾶσαι πού ἔκανες ἐκεῖνο;» Καί θά μᾶς πιάση φρίκη μπροστά σ’ αὐτή τή μνήμη τοῦ οὐρανοῦ! φρίκη πραγματικά.

    «Καί ὅτε οὐκ ὤκνησας ἀναστῆναι καί καταλιπεῖν τό ἄριστόν σου, ὅπως ἀπελθών περιστείλῃς τόν νεκρόν, οὐκ ἔλαθές με ἀγαθοποιῶν, ἀλλά σύν σοί ἤμην» (Τωβ. 12, 13) Καί θυμᾶσαι; Ἤτανε Πεντηκοστή, ὅταν κάθησες νά φᾶς σ’ ἕνα πλούσιο τραπέζι στό σπίτι σου -εἶχε ὅλα τά ἀγαθά- δέν τεμπέλιασες, ἅμα ἦρθε τό παιδί σου καί σοῦ εἶπε ὅτι «πατέρα βρῆκα κάποιον νεκρόν» νά σηκωθῆς νά πεταχτῆς. Αὐτό πού ἔγινε καί ἡ αἰτία νά τυφλωθῆ. Βλέπετε πολλές φορές ἐκεῖνα πού τά βλέπομε σάν «στραβό πού ἔρχεται», εἶναι μέσα στό σχέδιο τοῦ Θεοῦ. Γιατί τυφλώθηκε ἀπ’ αὐτό τό περιστατικό ὁ Τωβίτ, διότι ἔμεινε ἀπ’ ἔξω πού ἔπιασε νεκρόν καί κουτσούλησαν τά πουλιά τή νύχτα καί τυφλώθηκε. Θά ἔλεγε κανείς «πῆγα νά κάνω ἕνα καλό καί μοῦ βγῆκε ξινό». Ἂ! βλέπετε ἐδῶ; βλέπετε; Τότε λέγει πού πῆγες «δέν ὤμνησες» δέν τεμπέλιασες, ἀλλά ἐπῆγες «νά περιστείλης» νά μαζέψης τόν νεκρόν καί ἄφησες τό τραπέζι σου «οὐκ ἔλαθές με, ἀγαθοποιῶν» δέν διέφυγες τῆς προσοχῆς μου πού ἔκανες αὐτή τήν καλή πράξι˙ ἀλλά τί; ἤμουνα μαζί σου «ἀλλά σύν σοί ἤμην» ἤμουνα μαζί σου.

    Γιά σκεφθεῖτε παιδιά, ὅτι ὁ Ἂγγελός μας μᾶς βλέπει συνεχῶς καί μᾶς προστατεύει συνεχῶς. Εἶναι μιά πίστις πού, ὅταν μέσα μας εἶναι ζωντανή, αἰσθανόμεθα πολύ διαφορετικοί˙ ποτέ δέν αἰσθανόμεθα ὅτι εἲμεθα μόνοι εἰς τόν κόσμον αὐτόν.

    «Καί νῦν ἀπέστειλέ με ὁ Θεός ἰάσασθαί σε καί τήν νύμφη σου Σάρραν.» (Τωβ. 12, 14) Καί τώρα «σύν πᾶσι τούτοις» μέ ἔστειλε ὁ Θεός -μέ ἔστειλε ὁ Θεός!- νά θεραπεύσω ἐσένα καί τή νύφη σου τή Σάρρα.

    «Ἐγώ εἰμι Ραφαήλ» Ἀποκάλυψις! ἐγώ εἶμαι ὁ Ραφαήλ. Λέει καί τό ὄνομά του. «εἷς ἐκ τῶν ἑπτά ἁγίων ἀγγέλων, οἳ -οἱ ὁποῖοι- προσαναφέρουσι τάς προσευχάς τῶν ἁγίων». Βλέπετε οἱ Ἂγγελοι προσαναφέρουν, ὁδηγοῦν, τίς προσευχές τῶν ἁγίων. Θυμηθεῖτε ἀκόμη καί ἀπό τήν Ἀποκάλυψι. Δέν θέλω νά μείνω πιό πολύ γιά νά κλείσω τό σημεῖο αὐτό. «Καί εἰσπορεύονται ἐνώπιόν τῆς δόξης τοῦ ἁγίου.» (Τωβ. 12, 15)

     Ὅταν ἄκουσαν ὁ Τωβίτ καί ὁ Τωβίας ὅτι εἶναι ὁ Ἂγγελος Ραφαήλ καί τούς εἶπε τόσα καί τόσα ἀπό τή ζωή τους, πού δέν μποροῦσε κανείς νά ξέρη παρά μόνο κάποιος πού τούς ἔβλεπε μυστικά, τότε ἐταράχθησαν καί οἱ δύο καί ἔπεσαν χάμω ξεροί. Καί τούς λέει ὁ Ἂγγελος: «μή φοβεῖσθε, εἰρήνη ὑμῖν ἐσται». Καί ὁ Χριστός ὅταν ἔβλεπε τούς μαθητάς Του νά ταράσσονται τούς ἔλεγε: «εἰρήνη ὑμῖν». Εἰρήνη νά ἔχετε, μή ταράσσεσθε. «τόν δέ Θεόν εὐλογεῖτε εἰς τόν αἰῶνα» (Τωβ. 12, 17) νά δοξάζετε πάντοτε τόν Θεόν «ὅτι οὐ τῇ ἐμαυτοῦ χάριτι, ἀλλά τῇ θελήσει τοῦ Θεοῦ ἡμῶν ἦλθον, ὅθεν εὐλογεῖτε αὐτόν εἰς τόν αἰῶνα.» (Τωβ. 12, 18) Γι’ αὐτό λέγει, δέν ἦρθα μέ τή δική μου τή χάρι, ἀλλά μέ τή θέλησι τοῦ Θεοῦ μας, -προσέξτε!- «τοῦ Θεοῦ ἡμῶν» διότι ὁ Θεός εἶναι ὁ Θεός καί τῶν ἀνθρώπων εἶναι ὁ Θεός καί τῶν Ἀγγέλων. Γι’ αὐτό συνεπῶς Ἐκεῖνον νά δοξάζετε, ὄχι ἐμένα.

    «Πάσας τάς ἡμέρας ὠπτανόμην ὑμῖν, καί οὐκ ἔφαγον οὐδέ ἔπιον» (Τωβ. 12, 19) ἐνῶ ἤμουνα μαζί σας πάντοτε καί μέ βλέπατε ὅλες αὐτές τίς μέρες, κι ὅλο αὐτό τόν καιρό, οὔτε ἔφαγα οὔτε ἤπια. Φυσικά καί τό πιάτο ἄδειαζε καί ὅλα ἐκινοῦντο κατά ἕνα τρόπο πού ἴσως νά ἐδίδετο ἡ ἐντύπωσις ἑνός ἀνθρώπου κανονικοῦ. Οὔτε ἔφαγα, οὔτε ἤπια «ἀλλά ὅρασιν ὑμεῖς ἐθεωρεῖτε» (Τωβ. 12, 19) Μπροστά σας εἴχατε μία ὅρασιν. Δέν εἶμαι ἄνθρωπος. Οὔτε ἔφαγα, οὔτε ἤπια. Μία ὅρασι εἴχατε, νομίζατε ὅτι βλέπετε ἕναν ἄνθρωπον.

    «Καί νῦν ἐξομολογεῖσθε τῷ Θεῷ» καί τώρα νά δοξάζετε τόν Θεόν «διότι ἀναβαίνω πρός τόν ἀποστείλαντά με» πηγαίνω σ’ ἐκεῖνον, ὁ ὁποῖος μέ ἔστειλε «καί γράψατε πάντα τά συντελεσθέντα εἰς βιβλίον» (Τωβ. 12, 20) καί ὅλα ἐκεῖνα, τά ὁποῖα ἔγιναν νά τά γράψετε. Συνεπῶς ποιοί πρέπει νά ἔγραψαν τό βιβλίο αὐτό; Ἤ ὁ Τωβίτ ἤ  ὁ Τωβίας.

    Καί ἐνῶ ἦσαν πεσμένοι κάτω ἀπό τό φόβο τους, ὅταν σηκώθηκαν δέν εἶδαν πλέον κανέναν. Ὁ Ἂγγελος εἶχε  φύγει. Καί τότε ἄρχισαν νά δοξάζουν τό Θεό γιά τά μεγάλα Του ἔργα πού εἶχε δώσει εἰς αὐτούς.

    Ἀλλά προσέξατε· τό βιβλίο τοῦ «Τωβίτ» δέν ἐτελείωσε ἀκόμη. Διότι ἐδῶ κλείνει ἡ ἱστορία τῆς ἐμφανίσεως τοῦ Ἀγγέλου, ἀλλά ἡ ἱστορία συνεχίζει παρακάτω καί θά μᾶς δείξη τή ζωή παρακάτω καί τοῦ Τωβίτ καί τοῦ Τωβία. Καί ἔχει ἕνα πολύ ἐνδιαφέρον παρακάτω.        

       Ἀλλά, πρῶτα ὁ Θεός, θά συνεχίσωμε τήν ἐρχομένη Κυριακή.

 
16η ομιλία στο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης « Τωβίτ ».

►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
"Τωβίτ. (Ὁμιλίες βασισμένες στό βιβλίο τῆς Π. Διαθήκης Τωβίτ).

" εδώ ⬇️
http://arnion.gr/index.php/p-thanasios-mytilina-os/milies-p-thanasiou/palaia-diauhkh/vivlion-tovit
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40oED0GDYsRHnrDdY5_m61pt

Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Καραμίντζα.

Ψηφιοποίηση και επιμέλεια κειμένου δια χειρός του αξιοτίμου κ. Γεωργίου Μαλούση.

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️
https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__
https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.

Περιστατικά από τον βίο  του πατρός Αθανασίου.(162).

†.Θά σᾶς πῶ μία ἱστορία δική μου, προσωπική. Νά μέ συγχωρέσετε, ἀλλά ἒ… τή θυμήθηκα τώρα. Ἤμουνα πολύ πολύ μικρός, πρέπει νά ’μουνα κάτω τῶν δέκα ἐτῶν ὅταν ἡ μητέρα μου μ’ ἔστειλε στήν λαϊκή ἀγορά νά πάρω κρέας. Βέβαια ἕνα μικρό παιδί νά ψωνίση κρέας εἶναι πολύ δύσκολο, δέν ξέρει τί θά διαλέξη. Εἶδα λοιπόν σ’ ἐκεῖνο τό κούτσουρο, πού ὁ χασάπης ἔκοβε τό κρέας, εἶδα κάτι νεῦρα πού τά χώριζε, τά ἔκοβε ἀπό τό καθαρό τό καλό τό κρέας. Ἡ μητέρα μου μοῦ εἶχε πεῖ: «πρόσεξε νά μήν ἔχη κόκαλα. Τά εἶδα ἐγώ αὐτά τά μαλακά, δέν εἴχανε κόκαλα· ἤτανε νεῦρα ὅμως. Καί λέω στόν χασάπη: «αὐτά θέλω νά μοῦ δώσης». Μέ κοιτάζει… μοῦ λέει: «δέν θά μοῦ τά φέρης πίσω!». «Ὄχι, τοῦ λέω· δέν θά σοῦ τά φέρω πίσω. Αὐτά θέλω νά μοῦ δώσης». Τά ζύγισε, τά ἔβαλε στό χαρτί, τά πῆρα. Πάω στό σπίτι, τά εἶδε ἡ μητέρα μου…Τί θά ἐνομίζατε ὅτι θά ἔπρεπε νά κάνη τώρα; Νά μέ δείρη; Ἀλλά γιατί νά μέ δείρη; Ἒπρεπε ἐκείνη νά φάη ξύλο, διότι… ἀφοῦ μ’ ἔστειλε τόσο μικρό νά ψωνίσω κρέας! Φυσικά δέν μ’ ἔδειρε. Ἒχω φάει πολύ ξύλο ἀπό τή μητέρα μου, τό λέω αὐτό γιά νά τό ξέρετε, ἔχω φάει πάρα πολύ ξύλο˙ ἀπό τόν πατέρα μου ἔτρωγα μία φορά τήν ἑβδομάδα καί ἀπ’ τή μητέρα μου κάθε μέρα. Ἀλλά ἤμουνα ὅμως καί καλό παιδί. Αὐτό ἦταν τό σπουδαῖο. Ὄχι, δέν τό λέω γιά ἔπαινο, ἀλλά ἔτρωγα ξύλο. Ἒτρωγα ξύλο.

   Λοιπόν· ἡ μητέρα μου δέν μ’ ἔδειρε -ὄχι ἀπό ἀδυναμία- γιατί δέν ἔπρεπε νά μέ δείρη. Οὔτε μέ μάλωσε, παρά μόνον μοῦ λέει: «κοίταξε νά δῆς, αὐτά τά λέμε νεῦρα, καί αὐτό δέν εἶναι κρέας». Τίποτα ἄλλο. Τί τό ἔκανε ἐκεῖνο ἐκεῖ, δέν ξέρω τί ἀπέγινε.

  Ἀλλά θά μοῦ πῆτε: «γιατί σᾶς εἶπα τήν ἱστορία;» Δέν τελείωσε ἡ ἱστορία. Πέρασαν μερικές μέρες κι ἦρθε μία φιλενάδα της στό σπίτι μας καί ἄρχισαν νά κουβεντιάζουν. Λέγανε διάφορα. Πῶς τό αὐτί μου πῆρε δέν ξέρω -περνοῦσα ἐκείνη τήν ὥρα- δέν ξέρω πῶς ἄκουσα τήν ἑξῆς στιχομυθία: «ὅτι ἔστειλα τό γιό μου νά πάρη κρέας καί ἔφερε αὐτό κι αὐτό τό κρέας, ἀλλά δέν τόν ἐμάλωσα γιά νά ἔχη τό θάρρος τῆς ζωῆς». Ἀκούσατε; Τό συμπέρασμα! Νά ἔχη τό θάρρος τῆς ζωῆς. Δηλαδή νά βγαίνη ἔξω νά ψωνίζη. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού δέν μποροῦν νά βγοῦν ἔξω νά ψωνίσουν. Δέν ξέρουνε. Δέν μποροῦν. Τί σημαίνει αὐτό; Ἤθελε ἡ μητέρα μου νά ἀποκτήσω ὡριμότητα ὡς πρός τίς σχέσεις μου μέ τούς ἄλλους ἀνθρώπους.


Απόσπασμα από την 15η ομιλία στο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης « Τωβίτ ».

►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
"Τωβίτ. (Ὁμιλίες βασισμένες στό βιβλίο τῆς Π. Διαθήκης Τωβίτ).

" εδώ ⬇️
http://arnion.gr/index.php/p-thanasios-mytilina-os/milies-p-thanasiou/palaia-diauhkh/vivlion-tovit
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40oED0GDYsRHnrDdY5_m61pt

Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Καραμίντζα.

Ψηφιοποίηση και επιμέλεια κειμένου δια χειρός του αξιοτίμου κ. Γεωργίου Μαλούση.

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️
https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__
https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.

Η ευλογία και η κατάρα των γονέων.

†.Ἂ! παιδάκια, ἂν ξέρετε τί εἶναι αὐτή ἡ εὐλογία τῶν γονέων!.. Ἂν τό ξέρατε!.. Κι ἄν ξέρατε τούς ἀντίποδες τῆς εὐλογίας, τήν κατάρα τῶν γονέων!.. Αὐτή ἡ ἰδία ἡ Ἁγία Γραφή μᾶς ὁμιλεῖ καί γιά τήν εὐλογία καί γιά τήν κατάρα. Ὅτι ἡ εὐλογία, λέγει, θεμελειώνει σπίτια παιδιῶν, ἐνῶ ἀντιθέτως ἡ κατάρα «ἐκριζεῖ», ξεριζώνει σπίτια παιδιῶν. Καί ἡ εὐλογία πιάνει καί ἡ κατάρα. Γιατί, θά ρωτήσετε, «πιάνει ἡ κατάρα;» Ἐάν πιάνη ἡ εὐλογία, πιάνη καί ἡ κατάρα. Πιάνει ἡ εὐλογία; Τότε ὡς πρός τί νά λέγεται ἡ εὐλογία, νά δίδεται ἡ εὐλογία, ἐάν δέν πιάνη;

   Ὅταν ὁ Κύριος λέγει: «εὐλογεῖτε καί μή καταρᾶσθε», σημαίνει ὅτι πρέπει νά εὐλογοῦμε διότι ἡ εὐλογία εἶναι κάτι πού ἀκριβῶς βρίσκει ἀπήχησι, ἐφ’ ὅσον φυσικά ἀπέναντί μας ὑπάρχει υἱός εὐλογίας.

  Γιά να τό καταλάβετε αὐτό προσέξατε νά τό ἰδῆτε. Ὅταν ὁ Κύριος ἔστελνε τούς ἑβδομήκοντα μαθητάς καί τούς δώδεκα πρό προσώπου αὐτοῦ, δηλαδή νά κηρύξουν εἰς τίς πόλεις καί τά χωριά τήν Βασίλεια τοῦ Θεοῦ, τούς εἶπε: μπαίνοντας σ’ ἕνα σπίτι θά λέτε «Εἰρήνη τῷ οἲκῳ τούτῳ», εἰρήνη σ’ αὐτό τό σπιτικό. Εἰρήνη βεβαίως εἶναι φορεύς καί τῆς εὐλογίας· ἀλλά ἐάν, λέγει, στό σπίτι ἐκεῖνο ὑπάρχη υἱός εἰρήνης -υἱός λέγεται τώρα ἐδῶ ὁ νοικοκύρης- υἱός εἰρήνης, παιδί τῆς εἰρήνης δηλαδή οἰκογενειάρχης ἄξιος νά ἀποδεχθῆ τήν εἰρήνη τήν ὁποία τοῦ δίδετε, τότε ἡ εἰρήνη σας θά ἀναπαυθῆ εἰς τό σπίτι ἐκεῖνο. Ἐάν ἀντιθέτως ἡ εἰρήνη σας δέν βρῆ ἀπήχησι, διότι δέν ὑπάρχει ἐκεῖ υἱός εἰρήνης, ὑπάρχει ἄνθρωπος ἀτσούμπαλος, ἄνθρωπος περίεργος, τότε ἡ εἰρήνη σας θά ἐπιστρέψη σέ σᾶς. 

  Βλέπετε λοιπόν, ὅτι ἡ εἰρήνη ἐπιστρέφει ὅταν δέν βρῆ πεδίον προσγειώσεως· γυρίζει πίσω. Γι’ αὐτό, ὅταν εὐλογοῦμε ἐμεῖς τούς ἀνθρώπους καί αὐτοί δέν δέχονται τήν εὐλογία μας, γυρίζει ἡ εὐλογία στό κεφάλι μας. Καί τό ἀντίθετο· ὃταν δίνωμε κατάρα, ἀλλά δέν εἶναι ἐκεῖ οἱ ἄνθρωποι ἄξιοι κατάρας, εἶναι ἄνθρωποι ἄξιοι εὐλογίας -διότι πόσες φορές καταρῶνται οἱ ἄνθρωποι ἀνθρώπους ἀξίους εὐλογίας, δηλαδή ἄδικες κατάρες!- τότε οἱ κατάρες πέφτουν στό κεφάλι ἐκεινοῦ, ὁ ὁποῖος τίς ἐκφέρει. Γι’ αὐτό θέλει πάρα πολλή προσοχή στό σημεῖο αὐτό. Ἔτσι, δέν εἶναι δέ καί ἴδιον τοῦ ἀνθρώπου τοῦ πνευματικοῦ, τοῦ καλλιεργημένου, τοῦ χριστιανικά καλλιεργημένου νά καταρᾶται. Ἀπό τό στόμα τοῦ Χριστιανοῦ δέν πρέπει νά βγαίνη κατάρα· πρέπει νά βγαίνη εὐλογία. Γι’ αὐτό τό λόγο ὁ Κύριος εἶπε «εὐλογεῖτε καί μή καταρᾶσθε».

  Βλέπομε συνεπῶς ὅτι αὐτά βρίσκουν ἀπήχησι, παιδιά, κατά μείζονα λόγο, ὅταν ἡ εὐλογία ἢ ἡ κατάρα βγαίνουν ἀπό ἀνθρώπους πού ἔχουνε φύσει-θέσει κοπιάσει ἀπέναντί μας. Καί αὐτοί οἱ ἄνθρωποι πού φύσει-θέσει κοπιάζουν ἀπεναντί μας εἶναι τρεῖς· εἶναι οἱ γονεῖς, εἶναι οἱ ἱερεῖς καί οἱ δάσκαλοι. Οἱ γονεῖς, οἱ ἱερεῖς καί οἱ δάσκαλοι. Οἱ διδάσκαλοι ἐν εὐρείᾳ ἐννοίᾳ διδάσκαλοι· ὄχι ὁ δημοδιδάσκαλος, οἱ διδάσκαλοι αὐτοί πού μᾶς διδάσκουν, αὐτοί οἱ ὁποῖοι μᾶς ἔχουν βοηθήσει.

  Ἔτσι, ἐάν σκάσωμε τούς γονεῖς μας, δέν τούς ἀκοῦμε, ἢ τούς πνευματικούς μας ἢ τούς διδασκάλους μας γενικά, εἴμεθα ὑπόλογοι ἀπέναντι στό Θεό.

  Ξέρετε τί λέγει ὁ Ἀπ. Παῦλος εἰς τήν πρός Ἑβραίους ἐπιστολήν του; «Πείθεσθε τοῖς ἡγουμένοις ὑμῶν καί ὑπείκετε˙» (Ἑβρ. 13,17) «τοῖς ἡγουμένοις» αὐτοί πού εἶναι οἱ προϊστάμενοί σας. Τώρα, μπορεῖ αὐτοί νά εἶναι οἱ γονεῖς σας -ἐν εὐρείᾳ ἐννοίᾳ ἡγούμενοι- νά εἶναι οἱ γονεῖς σας, νά εἶναι οἱ διδάσκαλοί σας, ἢ οἱ πνευματικοί σας. Στήν προκειμένη περίπτωσι ὁ Ἀπόστολος ὁμιλεῖ συγκεκριμένα γιά τούς πνευματικούς ἡγουμένους, δηλαδή διά τούς ἱερεῖς, τούς προϊσταμένους. Διότι λέγει, ἄν δέν ἀκούσετε, αὐτοί θά στενάζουν, θά κάμνουν τό ἔργο τους μέ στεναγμό· δηλαδή «ἄχ!» θά λένε· ὅπως τό λένε καί οἱ γονεῖς αὐτό πολλές φορές, τό κάνουν κι οἱ γονεῖς· «ἄχ!» λένε, «ἄχ!». Αὐτό τό «ἄχ»! Καί λέγει στή συνέχεια ὁ Ἀπ. Παῦλος: «προσέξτε, μή στενάζουν οἱ ἡγούμενοί σας, οἱ προϊστάμενοί σας, διότι τοῦτο εἶναι σέ σᾶς ἁλυσιτελές». Τί θά πῆ ἁλυσιτελές; -σέ λίγο δέν θά ξέρωμε καί ἀρχαῖα, θά πρέπει νά μεταφράζωμε αὐτά πού λέμε- θά πῆ ἀσύμφορον· εἶναι ἀσύμφορο, δέν σᾶς συμφέρει. Δέν σᾶς συμφέρει νά βαρυγκομάη ὁ ἄλλος, γιατί ἔχει δίκαιο· ἔχει δίκαιο.

   Βλέπετε λοιπόν παιδιά ἐδῶ; ἡ εὐλογία τῶν γονέων! Ἔτσι πολλές φορές, ὅταν μία κοπέλα ἀποφασίζη νά παντρευτῆ, ἀφοῦ κλεφτεῖ -νά τά λέμε ἴσια! ἔτσι; νά τά λέμε ἴσια! νά τά λέμε ἴσια, γιατί ὑπόκειστε σ’ ὅλους τούς κινδύνους- αὐτό τό ξέρετε τί σημαίνει; Σημαίνει ὅτι δέν ξεκινάει μέ εὐλογία ὁ γάμος αὐτός. Ἤ ἄλλες ποικίλες περιπέτειες ἄσχημες καί περίεργες καί παράξενες, σημαίνει: δέν ξεκινάει μέ εὐλογία ὁ γάμος αὐτός! Πρέπει νά ξεκινάη μέ εὐλογία. Προσέξτε κοπέλες! πρέπει νά ξεκινάη μέ εὐλογία τῶν γονέων. Κι ὅπως λέγει ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος Ἀντιοχείας, πρέπει νά ξεκινάη καί μέ τήν εὐλογία τῆς Ἐκκλησίας γιά νά εἶναι ὁ γάμος κατά Θεόν καί νά μή εἶναι κατά σάρκα, κατά κόσμον· κατά σάρκα, σαρκικός γάμος. Καί ξέρετε τί ἐπικρατεῖ στό σαρκικόν γάμον; Ὁ Ἀσμοδαῖος! ἐκεῖνος ὁ φθοροποιός δαίμων, περί τοῦ ὁποίου εἴχαμε κάνει λόγο μιά περάσμενη φορά.


Απόσπασμα από την 15η ομιλία στο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης « Τωβίτ ».

►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
"Τωβίτ. (Ὁμιλίες βασισμένες στό βιβλίο τῆς Π. Διαθήκης Τωβίτ).

" εδώ ⬇️
http://arnion.gr/index.php/p-thanasios-mytilina-os/milies-p-thanasiou/palaia-diauhkh/vivlion-tovit
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40oED0GDYsRHnrDdY5_m61pt

Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Καραμίντζα.

Ψηφιοποίηση και επιμέλεια κειμένου δια χειρός του αξιοτίμου κ. Γεωργίου Μαλούση.

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️
https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__
https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.

Γονείς και προσκόλληση.

†.«Καί εἶπε τῇ θυγατρί αὐτοῦ» Ἐδῶ τώρα θέλω νά προσέξτε, παιδιά, ἕνα ἀληθινά πελώριο κεφάλαιον. Ἐδῶ τώρα ἔχομε κάποιες ὑποθῆκες. Ἡ κόρη φεύγει. Φεύγει ἀπό τό σπίτι. Τήν παίρνει ὁ γαμπρός καί φεύγουν καί πᾶνε στό σπίτι τοῦ γαμπροῦ. Ὁ πατέρας εὐλογεῖ, ἀλλά θά δώση ὅμως καί τίς ὑποθῆκες του· ὅπως καί ἡ μητέρα κι ἐκείνη θά εὐλογήση καί θά δώση τίς ὑποθῆκες της. Ὁ πατέρας στό κείμενό μας δίνει τίς ὑποθῆκες του στήν κόρη του καί ἡ μητέρα ἡ Ἔδνα δίνει τίς ὑποθῆκες της εἰς τόν γαμπρόν.

  Ἔτσι, βλέπομε νά ὑπάρχη μία τρόπον τινά διασταύρωσις. Κι ἀπό τίς δυό πλευρές ἔχομε αὐτές τίς ὑποθῆκες. Δηλαδή, δέν εἶναι μόνον ἡ κοπέλα ἡ ὁποία πρέπει νά προσέξη μερικά πράγματα· πρέπει νά προσέξη καί ὁ γαμπρός. Ὁπωσδήποτε.

  «Καί εἶπε τῇ θυγατρί αὐτοῦ˙ τίμα τούς πενθερούς σου αὐτοί νῦν γονεῖς σου εἰσιν˙» (Τωβ. 10, 12) Αὐτή ἡ φράσις -δέν ξέρω, δέν ἔχω ἐρευνήσει ὅλη τήν Παλαιά Διαθήκη- ἀλλά μοῦ φαίνεται ὅτι εἶναι ἡ μοναδική πρότασις ἐδῶ εἰς τό ἱερό αὐτό κείμενο πού ἀναφέρεται σ’ αὐτό τό πολύ… παρά πολύ σπουδαῖο θέμα: «τίμα τούς πενθερούς σου» λέει στήν κοπέλα, «τώρα αὐτοί εἶναι οἱ γονεῖς σου».

  Ἄν αὐτό τό καταλάβαιναν… τό καταλάβαιναν οἱ κοπέλες, πιστέψτε με, ἕνα πάρα πολύ μεγάλο ποσοστό ἀπό τίς προστριβές πού ὑπάρχουν ἀνάμεσα εἰς τό ζεῦγος, θά εἴχανε ἐκλείψει. Γιατί λέτε; Διότι πάρα πολλές κοπέλες, ὅταν παντρευτοῦν, συνεχίζουν νά ἔχουν ἐξάρτησι ἀκόμη ἀπό τή μαμά καί τό μπαμπά καί δέν μποροῦν νά δοῦν μπροστά τους τόν πεθερό καί τήν πεθερά.

  Αὐτή ἡ ἐξάρτησις τοῦ μπαμπᾶ καί τῆς μαμᾶς πρέπει νά σᾶς πῶ ὅτι ἤδη ἔχει καλλιεργηθεῖ ἀπό τούς ἰδίους τούς γονεῖς πρός τήν κόρη τους· καί τό χειρότερο ὑποθάλπεται αὐτή ἡ κατάστασις καί μέσα εἰς τόν γάμο τῆς κόρης. Ὑποθάλπεται. Καί τό ἀποτέλεσμα ξέρετε ποιό εἶναι; Νά δημιουργεῖται μία διάστασι ἀνάμεσα στήν κόρη, στήν κοπέλα καί τά πεθερικά της. Καί αὐτό ἔχει σάν συνέπεια μία διάστασι ἀνάμεσα στήν κοπέλα καί τόν ἄνδρα της. Κι ἔτσι μέσα τό σπίτι παθαίνει ἀλλοιώσεις, παθαίνει κακό, παθαίνει φθορά. Αὐτό συμβαίνει, ξαναλέγω, ὅταν οἱ γονεῖς καλλιεργοῦν στά παιδιά τους αὐτήν τήν ἐξάρτησιν. Πρέπει νά σᾶς πῶ, κι ἄν οἱ γονεῖς σας δέν τό ἔχουν κάνει μέχρι σήμερα, βοηθήσατέ τους νά τό κάνουνε τώρα σέ σᾶς.

  Τί εἴδους ἐξαρτήσεις μποροῦμε νά ἔχωμε ἀπό τούς γονεῖς μας; Ἠθικές ἢ ψυχολογικές; Λέγει… λέγει… λέγει κάπου ἡ Ἁγία Γραφή, εἶναι μία ὁλόκληρη ἐντολή: «τίμα τόν πατέρα σου καί τή μητέρα σου ἵνα εὖ σοι γένηται καί ἔση μακροχρόνιος ἐπί τῆς γῆς τῆς ἀγαθῆς». Κάπου λέει ἡ Ἁγία Γραφή πάλι τό ἑξῆς, πάλι ἡ Παλαιά Διαθήκη: «διά τοῦτο καταλείψει ἄνθρωπος τόν πατέρα αὐτοῦ καί τήν μητέρα» -καταλείψει! ἄνθρωπος, καταλείψει! ὑπογραμμίζω τό ρῆμα, ἄνθρωπος τόν πατέρα αὐτοῦ καί τήν μητέρα- «καί προσκολληθήσεται τῇ ἰδίᾳ γυναικί, καί ἔσονται οἱ δύο εἰς σάρκαν μία... καί οὕς ὁ Θεός συνέζευξεν ἄνθρωπος μή χωριζέτω»

  Τό ἕνα λέγει: «τίμα τόν πατέρα σου καί τή μητέρα σου», ἐντολή. Τό ἄλλο λέγει: «καταλείψει ἄνθρωπος τόν πατέρα αὐτοῦ καί τήν μητέρα». Τό ἕνα λέει  θά ἐγκαταλείψη καί τό ἄλλο λέει νά τιμᾶς˙ πῶς γίνεται αὐτό; Εἶναι ἀντιφατικό; Ὄχι! παιδιά. Ἐδῶ θέτει ἀκριβῶς ἕνα ξεχώρισμα, μία διάκρισι. Τό «τίμα τόν πατέρά σου καί τή μητέρα σου» ἀναφέρεται εἰς τάς ἠθικάς σχέσεις τοῦ ἀνθρώπου ἔναντι τῶν γονέων του. Ἔχει ὁ ἄνθρωπος ἠθικήν ὑποχρέωσιν ἔναντι τῶν γονιῶν του. Τό «καταλείψει» -ἐγκαταλείψει- αὐτό τό ἐγκαταλείψει δέν ἀναφέρεται εἰς τάς ἠθικάς ὑποχρεώσεις, ἀλλά ἀναφέρεται εἰς τήν ψυχολογικήν κατάστασιν. Δηλαδή· δέν πρέπει νά ὑπάρχη ψυχολογικός σύνδεσμος, ὅταν συμβῆ ὁ γάμος. Ὁ ψυχολογικός αὐτός σύνδεσμος ὀφείλει νά ραγῆ. Προσέξτε! Ψυχολογικός. Γιατί ἄν ὑπάρχη αὐτός ὁ ψυχολογικός σύνδεσμος τῆς κοπέλας πρός τούς γονεῖς της -ἄν τό θέλετε δυστυχῶς… δυστυχέστατα, ὄχι σπάνια καί ψυχολογική σύνδεσις τοῦ ἀγοριοῦ, τοῦ νέου μέ τούς γονεῖς του, τή μάνα του κυρίως· κυρίως τή μάνα του!- τότε ἔχομε τραγικά ἀποτελέσματα.

   Δέν μπορεῖ νά καταλάβη πιά ὁ ἕνας σύζυγος τόν ἄλλον καί δέν μποροῦν νά ἑνωθοῦν οὔτε ἠθικά οὔτε ψυχολογικά, οὔτε συναισθηματικά. Γιατί; Γιατί ὑπάρχει αὐτή ἡ ἐξάρτησις ἡ ψυχολογική ἀπό τούς γονεῖς. Καί βλέπετε -ἐγώ τοὐλάχιστον ἔχω ἀντιμετωπίσει πλῆθος περιπτώσεων, σᾶς τό λέγω μέ θλίψι μου αὐτό τό πρᾶγμα, εἶναι κάτι τό ὁποῖο καί ἐσεῖς πιστεύω θά τό ἔχετε γνωρίση, ἴσως θά ἀκοῦτε ἱστορίες ἀνθρώπων γύρω ἀπό τό θέμα αὐτό- νά ἀκούη ὁ ἄνδρας τή μάνα του καί ὄχι τή γυναῖκα του. Νά δίνη λογαριασμό στή μάνα του καί ὄχι στή γυναῖκα του καί κάθε ἀπόφασι πού θά λαμβάνεται σύμβουλος θά εἶναι ἡ μάνα καί ὄχι ποτέ ἡ γυναῖκα.

  Ἀντίθετα καί ἡ γυναῖκα, νά ’ναι δεμένη μέ τή μάνα της καί νά μή ἀκούη τόν ἄνδρα της ἐκεῖνο τό ὁποῖο τῆς λέγει, ἀλλά νά ἀκούη καί νά ἐφαρμόζη ἐκεῖνο πού τῆς λέει ἡ μάνα της. Περιττόν νά σᾶς πῶ, καταλαβαίνετε μόνοι σας, τί ὀλέθριο εἶναι αὐτό μέσα εἰς τόν γάμον. Ὀλέθριον!

  Γι’ αὐτό τό λόγο θά πρέπη νά προσέξωμε στό σημεῖο αὐτό, χωρίς νά παραβοῦμε τήν ἐντολήν -εἶναι ξεχωριστά πράγματα- «τίμα τόν πατέρα σου καί τήν μητέρα σου», δηλαδή τίς ἠθικές μας ὑποχρεώσεις, πρέπει νά ρήξωμε, νά σπάσωμε… νά σπάσωμε αὐτούς τούς ψυχολογικούς -ψυχολογικούς ὄχι συναισθηματικούς, ἁπλῶς ψυχολογικούς- δεσμούς μέ τούς γονεῖς μας. Τό θέλετε; Στήν περίπτωσι πού ὁ νέος ἢ ἡ νέα δέν κατάφεραν νά σπάσουν αὐτούς τούς ψυχολογικούς δεσμούς μέ τούς γονεῖς των, ἀπερίφραστα θά ἐλέγαμε τοῦτο: «εἶναι ἀνώριμοι»· κι εἶναι ἀνώριμοι πρῶτα πρῶτα γιά τόν γάμο. Ἔχω ἀκούσει αὐτή τή φράσι -τήν ἔχω ἀκούσει ἐγώ αὐτή τή φράσι ἀπό κοπέλα… ἀπό κοπέλες: «Ὁ ἄνδρας μου εἶναι ἀνώριμος, πάτερ μου».

  Ὅταν, ἄς ποῦμε, δέν πᾶνε καλά, ἑτοιμάζονται νά πάρουν διαζύγιο. Προχθές συνέπεσε νά βρεθῶ στό γραφεῖο τῆς Μητροπόλεως καί εἶδα ἕνα παιδί, πού εἶχα πολύ καιρό νά τό δῶ. Ἦταν κατηχητόπουλο κάπου. «Ἒ…, τοῦ λέω, πολλά χρόνια ἔχω νά σέ δῶ. Τί κάνεις; πῶς περνᾶς; πῶς ἐδῶ στή Μητρόπολι; παντρεύεσαι;» Κουνάει τό κεφάλι. «Τό ἀντίθετο!». «Δηλαδή;» Μοῦ λέει: «παίρνω διαζύγιο». Λέω: «γιατί;» -Ἐγώ εἶχα μία δουλειά ἐκεῖ μέ τόν γραμματέα, ὣσπου νά τελειώσω τή δουλειά, τόν ἔχασα. Πήγανε στό μέσα γραφεῖο γιά συμβιβασμόν. Αὐτός ὁ συμβιβασμός ἔχει ἐπιτυχία 1%... οὐσιαστικά, καί ἀφοῦ ἔχει προχωρήσει μέ τούς δικηγόρους καί τά δικαστήρια ἡ ὑπόθεσις τοῦ διαζυγίου· συνεπῶς ἔτσι  τά ἔκανε ὁ νόμος, ἔτσι τά κατάφερε ἡ πολιτεία, ὁ νόμος τῆς πολιτείας, νά φθάνουν τά πράγματα στόν ἐπίσκοπο τελευταῖα, γιά νά βάλη τήν ὑπογραφή του ὁ ἐπίσκοπος ὅτι χωρίζουν, ὃτι δέν μποροῦν νά συμβιβαστοῦν. Φοβερό πρᾶγμα αὐτό. Φοβερό πρᾶγμα ἀπό πλευρᾶς πλέον νομοθεσίας.- Καί βγαίνει γιά μία στιγμή ὁ νέος καί μοῦ λέει: «μπορεῖτε νά ’ρθῆτε λιγάκι μέσα;» Πάω μέσα… -αὐτό ἀκριβῶς ἀντιμετώπιζα!- μία κοπέλα ἡ ὁποία πάνω κάτω αὐτό ἤθελε νά πῆ˙ δέν τό εἶπε, δέν ἤξερε γράμματα, δέν ἤξερε νά πῆ τήν λέξι ἀνώριμος, ἀλλά ἐκεῖνα τά ὁποῖα εἶπε, αὐτό ἀκριβῶς ἤθελαν νά τονίσουν· ὅτι αὐτό τό παιδί ἦταν ἀνώριμο, δέν ἔπρεπε νά παντρευτῆ. Κι ὅμως δέν ἤτανε μικρός, ἀριθμοῦσε τρεῖς δεκαετίες στή ράχη του!

  Λοιπόν… λοιπόν· ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού ἀριθμοῦν καί τέσσερις καί πέντε καί  ἑπτά δεκαετίες στή ράχη τους κι ἀκόμη δέν ἔχουν ὡριμάσει. Ναί! δέν ἔχουν ὡριμάσει. Καί βλέπετε αὐτή ἡ ὡριμότητα εἶναι μεγάλη ὑπόθεσις. Ἄν τό θέλετε, εἶναι σέ πολλούς τομεῖς αὐτή ἡ ὡριμότης· εἶναι σέ πολλούς τομεῖς. Ναί! ναί! ναί.

  Θά σᾶς πῶ μία ἱστορία δική μου, προσωπική. Νά μέ συγχωρέσετε, ἀλλά ἒ… τή θυμήθηκα τώρα. Ἤμουνα πολύ πολύ μικρός, πρέπει νά ’μουνα κάτω τῶν δέκα ἐτῶν ὅταν ἡ μητέρα μου μ’ ἔστειλε στήν λαϊκή ἀγορά νά πάρω κρέας. Βέβαια ἕνα μικρό παιδί νά ψωνίση κρέας εἶναι πολύ δύσκολο, δέν ξέρει τί θά διαλέξη. Εἶδα λοιπόν σ’ ἐκεῖνο τό κούτσουρο, πού ὁ χασάπης ἔκοβε τό κρέας, εἶδα κάτι νεῦρα πού τά χώριζε, τά ἔκοβε ἀπό τό καθαρό τό καλό τό κρέας. Ἡ μητέρα μου μοῦ εἶχε πεῖ: «πρόσεξε νά μήν ἔχη κόκαλα. Τά εἶδα ἐγώ αὐτά τά μαλακά, δέν εἴχανε κόκαλα· ἤτανε νεῦρα ὅμως. Καί λέω στόν χασάπη: «αὐτά θέλω νά μοῦ δώσης». Μέ κοιτάζει… μοῦ λέει: «δέν θά μοῦ τά φέρης πίσω!». «Ὄχι, τοῦ λέω· δέν θά σοῦ τά φέρω πίσω. Αὐτά θέλω νά μοῦ δώσης». Τά ζύγισε, τά ἔβαλε στό χαρτί, τά πῆρα. Πάω στό σπίτι, τά εἶδε ἡ μητέρα μου… Τί θά ἐνομίζατε ὅτι θά ἔπρεπε νά κάνη τώρα; Νά μέ δείρη; Ἀλλά γιατί νά μέ δείρη; Ἒπρεπε ἐκείνη νά φάη ξύλο, διότι… ἀφοῦ μ’ ἔστειλε τόσο μικρό νά ψωνίσω κρέας! Φυσικά δέν μ’ ἔδειρε. Ἒχω φάει πολύ ξύλο ἀπό τή μητέρα μου, τό λέω αὐτό γιά νά τό ξέρετε, ἔχω φάει πάρα πολύ ξύλο˙ ἀπό τόν πατέρα μου ἔτρωγα μία φορά τήν ἑβδομάδα καί ἀπ’ τή μητέρα μου κάθε μέρα. Ἀλλά ἤμουνα ὅμως καί καλό παιδί. Αὐτό ἦταν τό σπουδαῖο. Ὄχι, δέν τό λέω γιά ἔπαινο, ἀλλά ἔτρωγα ξύλο. Ἒτρωγα ξύλο.

   Λοιπόν· ἡ μητέρα μου δέν μ’ ἔδειρε -ὄχι ἀπό ἀδυναμία- γιατί δέν ἔπρεπε νά μέ δείρη. Οὔτε μέ μάλωσε, παρά μόνον μοῦ λέει: «κοίταξε νά δῆς, αὐτά τά λέμε νεῦρα, καί αὐτό δέν εἶναι κρέας». Τίποτα ἄλλο. Τί τό ἔκανε ἐκεῖνο ἐκεῖ, δέν ξέρω τί ἀπέγινε.

  Ἀλλά θά μοῦ πῆτε: «γιατί σᾶς εἶπα τήν ἱστορία;» Δέν τελείωσε ἡ ἱστορία. Πέρασαν μερικές μέρες κι ἦρθε μία φιλενάδα της στό σπίτι μας καί ἄρχισαν νά κουβεντιάζουν. Λέγανε διάφορα. Πῶς τό αὐτί μου πῆρε δέν ξέρω -περνοῦσα ἐκείνη τήν ὥρα- δέν ξέρω πῶς ἄκουσα τήν ἑξῆς στιχομυθία: «ὅτι ἔστειλα τό γιό μου νά πάρη κρέας καί ἔφερε αὐτό κι αὐτό τό κρέας, ἀλλά δέν τόν ἐμάλωσα γιά νά ἔχη τό θάρρος τῆς ζωῆς». Ἀκούσατε; Τό συμπέρασμα! Νά ἔχη τό θάρρος τῆς ζωῆς. Δηλαδή νά βγαίνη ἔξω νά ψωνίζη. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού δέν μποροῦν νά βγοῦν ἔξω νά ψωνίσουν. Δέν ξέρουνε. Δέν μποροῦν. Τί σημαίνει αὐτό; Ἤθελε ἡ μητέρα μου νά ἀποκτήσω ὡριμότητα ὡς πρός τίς σχέσεις μου μέ τούς ἄλλους ἀνθρώπους.

  Ἔτσι τό θέμα τῆς ὡριμότητας εἶναι σέ πολλούς τομεῖς, εἶναι σέ πάρα πολλούς τομεῖς. Ἀλλά ἐκεῖνο ὅμως πού εἶναι πάρα πολύ σπουδαῖο εἶναι μέσα εἰς τόν γάμον. Εἶναι ἕνα εὐπαθές σημεῖο. Ἐπιτέλους ἐπιτέλους ἄν δέν ἤξερα νά ψωνίζω στή ζωή μου, θά ψώνιζε κάποιος ἄλλος γιά μένα… Γιά σύζυγος, στά τελευταῖα, ὅταν εἶναι ἀνώριμοι οἱ ἄνθρωποι τί γίνεται μετά;

   Γι’ αὐτό λοιπόν τό λόγο, ἄς τό προσέξωμε. Ἐάν δῆτε στούς γονεῖς σας ὅτι σᾶς καλλιεργοῦν αὐτήν τήν προσκόλλησιν -ὄχι τήν ἀγάπη· ἄλλο εἶναι ἡ ἀγάπη κι ἄλλο εἶναι ἡ προσκόλησις. Ἡ προσκόλησις εἶναι μία νοσηρή κατάστασις. Ἡ ἀγάπη εἶναι ἡ σωστή. Καί ἐκεῖνος πού ἀγαπάει σωστά, μιλάει ὅπως μιλάει ἐδῶ ὁ Ραγουήλ. Καί τί λέει; -γιατί ἀγαπάει τήν κόρη του, πραγματικά τήν ἀγαπάει- καί τί λέει: «παιδί μου, τώρα γονεῖς σου θά εἶναι τά πεθερικά σου». Ὅταν τό λέγη αὐτό, τό λέει μέ πίκρα; Τό σάλιο του στέγνωσε στό στόμα; Κατάπιε ἕναν κόμπο ἐδῶ στόν λαιμό; Ὄχι! τό λέει ἀνέτως ὁ ἄνθρωπος: «παιδί μου, τώρα οἱ γονεῖς σου εἶναι τά πεθερικά σου». Δέν ἀποξενοῦται ὁ ἴδιος ἀπό τοῦ νά εἶναι ὁ πατέρας τῆς Σάρρας, ἀλλά ἁπλούστατα ξέρει νά τοποθετῆ σωστά τά πράγματα. Κι ἄν οἱ γονεῖς σας, δῆτε… δῆτε νά μή ἐννοοῦν ψυχολογικά νά σᾶς χειραφετήσουν, δηλαδή ἐπιμένουν νά εἴσαστε κάτω ἀπό τόν ποδόγυρό τους καί τά πάντα νά ἐξαρτῶνται ἀπ’ αὐτές τίς μητέρες σας -«μή πλένεις τά πιάτα, θά τά πλύνω ἐγώ» νά λέει ἡ μητέρα, «κάτσε παιδί μου νά διαβάσης», «μην τό κάνης αὐτό, θά τό κάνω ἐγώ»…- γιά ὄνομα τοῦ Θεοῦ! πότε θά ὡριμάση ἡ κοπέλα, πότε θά ὡριμάση ἡ κοπέλα; πρέπει νά ὡριμάση ἡ κοπέλα! πρέπει νά ὡριμάση ἡ κοπέλα!- νά πῆτε: «ἄκουσε μητέρα, πότε θά μάθω ἐγώ νά πλένω τά πιάτα; Καί πότε θά μάθω νά μαγειρεύω; Πρέπει νά μάθω κάποτε; θά τό κάψω τό φαγητό μία δυό φορές, μετά ὅμως θά μάθω. Τί θές; νά μπῶ στό γάμο καί νά μή ξέρω νά μαγειρεύω; Νά μή ξέρω νά ράψω ἕνα κουμπί ἢ νά ψήσω ἕναν καφέ; Εἶναι καλό αὐτό;». Θά τό μάθετε ἐσεῖς στούς γονεῖς σας αὐτό· στίς μητέρες σας.

  Ἐάν παντρευτῆτε καί ἀνακατεύεται ἡ μητέρα σας στό σπίτι σας, μέ τήν ἔννοια νά ἐπιμένη νά δημιουργῆ προσκολλήσεις, ἄς μοῦ  ἐπιτραπεῖ νά τό πῶ, δέν εἶναι καθόλου ἀσέβεια: «ἄκουσε, μητέρα, σέ παρακαλῶ πολύ κάτσε στή γωνιά σου, κάτσε στή γωνιά σου τώρα. Τώρα ἐγώ μέ τόν ἄνδρα μου θά συνεννοοῦμαι γιά ὅλα τά πράγματα τοῦ σπιτιοῦ. Ἔχεις νά μοῦ δώσης μία καλή συμβουλή; δῶσε μοῦ τηνε. Ἓως ἐκεῖ. Δέν θά κάνης τίποτα ἄλλο· οὔτε θά παρεμβαίνης, οὔτε τίποτε ἄλλο». Αὐτά τά πράγματα, παιδιά μου, προσέξατέ τα γιατί γίνονται πηγές πολλοῦ κακοῦ.


Απόσπασμα από την 15η ομιλία στο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης « Τωβίτ ».

►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
"Τωβίτ. (Ὁμιλίες βασισμένες στό βιβλίο τῆς Π. Διαθήκης Τωβίτ).

" εδώ ⬇️
http://arnion.gr/index.php/p-thanasios-mytilina-os/milies-p-thanasiou/palaia-diauhkh/vivlion-tovit
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40oED0GDYsRHnrDdY5_m61pt

Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Καραμίντζα.

Ψηφιοποίηση και επιμέλεια κειμένου δια χειρός του αξιοτίμου κ. Γεωργίου Μαλούση.

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️
https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__
https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.

Ἡ ἐκτίμησις τῆς ἐλευθερίας τοῦ ἄλλου. Σπουδαῖο φέρσιμο τοῦ Ραγουήλ πρός τόν Τωβία, τόν γαμβρό του.

†.Βρισκόμαστε στό 10ο κεφάλαιο ἀπό τό βιβλίο τοῦ «Τωβίτ» πού μᾶς  λέγει τήν μεγάλη ἀνησυχία τήν ὁποία εἶχε πέρασει τό ζεῦγος Τωβίτ καί Ἄννα μέ τήν ἀργοπορία, τήν κάποια ἀργοπορία τοῦ γιοῦ τους τοῦ Τωβία, ὁ ὁποῖος φυσικά δέν εἶχε προβλέψει ὅτι θά συνέβαινε αὐτή ἡ κάποια ἀλλαγή τοῦ προγράμματος, ἡ ὁποία ὅπως εἴδαμε ἀπό την ὅλη ἀφήγησι ἦταν μέσα εἰς τό σχέδιο τοῦ Θεοῦ, ἐφ’ ὅσον συνοδόν εἶχε αὐτόν τόν Ἄγγελον τόν Ραφαήλ.

 Τότε «εἶπε δέ αὐτῷ ὁ πενθερός˙ μεῖνον παρ’ ἐμοί, κἀγώ ἐξαποστελῶ πρός τόν πατέρα σου καί δηλώσουσιν αὐτῷ τά κατά σέ.» (Τωβ. 10, 8) Μεῖνε κοντά μου, παιδί μου -τοῦτο διότι θά ἤθελε ὁπωσδήποτε νά ἔχη κοντά του καί τήν κόρη του, ἡ ὁποία ἦταν μοναχοπαίδι, μοναχοκόρη- καί ἐγώ θά στείλω εἰς τόν πατέρα σου νά εἰδοποιήσω νά μήν ἀνησυχοῦν ἀπό τήν ἀργοπορία σου αὐτή, καί ὅτι θά μείνης μαζί μου. Καί τότε λέγει ὁ Τωβίας πρός τόν πεθερόν του «ἐξαπόστειλόν με πρός τόν πατέρα μου.» (Τωβ. 10, 9) Δέν θά μπορέσω, θά σέ παρακαλέσω πολύ πρέπει νά πάω στόν πατέρα μου.

  Ἔτσι βλέπομε ὁ Τωβίας νά κινῆται ἀνάμεσα σέ δύο συναισθηματικούς πόλους. Ὁ ἕνας πόλος εἶναι ὁ πατέρας του -πού ἤδη εἶχε ἀργήσει καί ἔπρεπε νά εἶχε ἐπιστρέψη- καί ὁ ὁποῖος ἀνησυχεῖ, καί ἡ μητέρα του· ὁ ἄλλος πόλος εἶναι ὁ πεθερός του. Δέν πρέπει ὅμως νά δυσαρεστήση οὔτε τόν ἕναν οὔτε τόν ἄλλον, καί κατά κάποιο τρόπο μοιράζει τά συναισθήματα στή μέση. Εἶναι πραγματικά μία σοφή τοποθέτησις αὐτή πού, ὅταν δύο ἄνθρωποι παντρεύωνται -ὅταν παντρεύωνται δυό ἄνθρωποι, ἀντιλαμβάνεσθε ὅτι εἶναι ἀπό δύο διαφορετικά σπιτικά- καί ἀφοῦ εἶναι ἀπό δυό διαφορετικά σπιτικά ἑπόμενον εἶναι νά ὑπάρχουνε δύο θά λέγαμε ὄψεις συναισθηματικές, δύο κόσμοι συναισθηματικοί.

  Πῶς τώρα θά μπόρεση ὁ σύζυγος καί ἡ σύζυγος πού μπαίνουν στό καινούριο σπιτικό τους νά ἱκανοποιήσουν καί τούς δύο αὐτούς συναισθηματικούς κόσμους; Εἶναι πολύ δύσκολο. Θά πρέπη οὔτε νά δυσαρεστήσουν τόν ἕναν οὔτε τόν ἄλλον˙ καί τόν ἕναν νά ἱκανοποιοῦν καί τόν ἄλλον κατά ἕναν τρόπον πού ἡ διάκρισί τους, ἡ σοφία τους, ἡ ἀγάπη τους θά μπορῆ ἀνά πᾶσα στιγμή νά διακρίνη πῶς πρέπει νά κινοῦνται.

   Ἔτσι λοιπόν, ἀφοῦ ἐλήφθη ἡ ἀπόφασις, βλέπομε ὅτι ὁ Ραγουήλ δέν ἐπιμένει. Δέν εἶναι ἐκεῖνος ὁ πεισματάρης ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος δημιουργεῖ προβλήματα. Εἶναι -τί τά θέλετε!- εἶναι αὐτό τό μεγάλο θέμα τῆς ἐκτιμήσεως τῆς ἐλευθερίας τοῦ ἄλλου. Εἶναι μεγάλο κεφάλαιο αὐτό. Ἂν ἀγαπητοί μου, μπορούσαμε νά ἐκτιμήσωμε τήν ἐλευθερία τοῦ ἄλλου ἀνθρώπου, ποτέ δέν θα γινώμεθα οὔτε φορτικοί, οὔτε ἐνοχλητικοί, οὔτε ἀνεπιθύμητοι, ὅταν ξέρωμε τά ὅριά μας μέσα εἰς τά ὁποῖα πρέπει νά κινούμεθα. Ἔτσι ὁ Ραγουήλ προτείνει, ἀλλά δέν ἐπιμένει. Δηλαδή ἰδεώδεις καταστάσεις, πραγματικά. Καί μή νομίσετε ὅτι αὐτές οἱ ἰδεώδεις καταστάσεις εἶναι ἐκτός πραγματικότητος. Ὅταν εἴμεθα καλλιεργημένοι ἄνθρωποι, δυνάμεθα νά ζοῦμε αὐτές τίς ἰδεώδεις καταστάσεις, οἱ ὁποῖες βεβαίως γίνονται μέ πολλήν θυσίαν, πλήν ὅμως ἐπιτυγχάνονται.

  Τότε λοιπόν λέγει ὁ Ραγουήλ ὁ πεθερός στόν γαμπρό: πάρε παιδί μου, τή γυναῖκα σου τήν Σάρραν· θά σοῦ δώσω καί τά μισά ἀπ’ τά ὑπάρχοντά μου, ἀπ’ ὅ,τι ἔχω, «σώματα καί κτῆνοι καί ἀργύριον», ἤτοι ὑπηρέτες, δούλους -ἦταν ἡ ἐποχή πού ὑπῆρχε ἡ δουλεία- δούλους, ζωντανά καί χρήματα· κινητή περιουσία. Διότι, ἀφοῦ θά ἔφευγε δέν μποροῦσε νά πάρη ἀκίνητη. Ἑπόμενον ἤτανε, θά ἔπαιρνε κινητή περιουσία.

  Καί τοῦ ἔδωσε τά μισά ἀπό τά ὑπάρχοντά του! Ἐνθυμεῖσθε πού εἴχαμε πεῖ πολλά γιά τό θέμα τῆς προίκας τήν περάσμενη φορά, ὅπως καί ὅτι δέν τά ἔδωσε ὅλα, διότι ἡ φρόνησις αὐτό ἀπαιτεῖ. Ἒπρεπε καί ἐκεῖνοι νά κρατήσουνε κάποια περιουσία νά ζήσουν, νά κινηθοῦν, νά μή εἶναι ὑποτελεῖς τῶν παιδιῶν των. Γιατί οἱ γονεῖς ἔχουνε μία ἰδιαίτερη λεπτή ψυχολογία, πού ἑπόμενον εἶναι ἀφοῦ προηγοῦνται χρονικά καί ἀπό πλευρᾶς θέσεως εἶναι πιό μεγάλοι ἀπ’ τά παιδιά τους καί εἶναι… εἶναι οἱ γονεῖς, τούς πάει στραβά, τούς πάει ἄσχημα, τούς πληγώνει ὅταν πρέπη νά εἶναι κάτω ἀπό τίς διαταγές τῶν παιδιῶν των. Εἶναι κάτι παρά πολύ ἄσχημο. Καί ὅλα αὐτά τά παθαίνουν οἱ γονεῖς, ὅταν δέν κρατοῦν κάτι γιά τόν ἑαυτόν τους, ἀλλά τά δίδουν χωρίς ὅρους στά παιδιά τους καί λένε: «τώρα κυβερνῆστε ἐσεῖς!» Ναί. Θά κυβερνήσουν τά παιδιά. Εἶναι δυό διαφορετικά πράγματα. Τό σπίτι τους θά τό κυβερνήσουν ἐκεῖνοι, ἀλλά μία οἰκονομική ὅμως ἀνεξαρτησία τῶν γονέων εἶναι «ἐκ τῶν ὧν οὐκ ἄνευ», εἶναι πολύ σπουδαῖο στοιχεῖο.

  «Καί εὐλογήσας αὐτούς ἐξαπέστειλε λέγων˙ εὐοδώσει ὑμᾶς τέκνα, ὁ Θεός τοῦ Οὐρανοῦ πρό τοῦ με ἀποθανεῖν.» (Τωβ. 10,11) Εὐλογήσας αὐτούς˙ εἶναι ἡ εὐλογία τῶν γονέων. Ἂ! παιδάκια, ἂν ξέρετε τί εἶναι αὐτή ἡ εὐλογία τῶν γονέων!.. Ἂν τό ξέρατε!.. Κι ἄν ξέρατε τούς ἀντίποδες τῆς εὐλογίας, τήν κατάρα τῶν γονέων!.. Αὐτή ἡ ἰδία ἡ Ἁγία Γραφή μᾶς ὁμιλεῖ καί γιά τήν εὐλογία καί γιά τήν κατάρα. Ὅτι ἡ εὐλογία, λέγει, θεμελειώνει σπίτια παιδιῶν, ἐνῶ ἀντιθέτως ἡ κατάρα «ἐκριζεῖ», ξεριζώνει σπίτια παιδιῶν. Καί ἡ εὐλογία πιάνει καί ἡ κατάρα. Γιατί, θά ρωτήσετε, «πιάνει ἡ κατάρα;» Ἐάν πιάνη ἡ εὐλογία, πιάνη καί ἡ κατάρα. Πιάνει ἡ εὐλογία; Τότε ὡς πρός τί νά λέγεται ἡ εὐλογία, νά δίδεται ἡ εὐλογία, ἐάν δέν πιάνη;

   Ὅταν ὁ Κύριος λέγει: «εὐλογεῖτε καί μή καταρᾶσθε», σημαίνει ὅτι πρέπει νά εὐλογοῦμε διότι ἡ εὐλογία εἶναι κάτι πού ἀκριβῶς βρίσκει ἀπήχησι, ἐφ’ ὅσον φυσικά ἀπέναντί μας ὑπάρχει υἱός εὐλογίας.

  Γιά να τό καταλάβετε αὐτό προσέξατε νά τό ἰδῆτε. Ὅταν ὁ Κύριος ἔστελνε τούς ἑβδομήκοντα μαθητάς καί τούς δώδεκα πρό προσώπου αὐτοῦ, δηλαδή νά κηρύξουν εἰς τίς πόλεις καί τά χωριά τήν Βασίλεια τοῦ Θεοῦ, τούς εἶπε: μπαίνοντας σ’ ἕνα σπίτι θά λέτε «Εἰρήνη τῷ οἲκῳ τούτῳ», εἰρήνη σ’ αὐτό τό σπιτικό. Εἰρήνη βεβαίως εἶναι φορεύς καί τῆς εὐλογίας· ἀλλά ἐάν, λέγει, στό σπίτι ἐκεῖνο ὑπάρχη υἱός εἰρήνης -υἱός λέγεται τώρα ἐδῶ ὁ νοικοκύρης- υἱός εἰρήνης, παιδί τῆς εἰρήνης δηλαδή οἰκογενειάρχης ἄξιος νά ἀποδεχθῆ τήν εἰρήνη τήν ὁποία τοῦ δίδετε, τότε ἡ εἰρήνη σας θά ἀναπαυθῆ εἰς τό σπίτι ἐκεῖνο. Ἐάν ἀντιθέτως ἡ εἰρήνη σας δέν βρῆ ἀπήχησι, διότι δέν ὑπάρχει ἐκεῖ υἱός εἰρήνης, ὑπάρχει ἄνθρωπος ἀτσούμπαλος, ἄνθρωπος περίεργος, τότε ἡ εἰρήνη σας θά ἐπιστρέψη σέ σᾶς. 

  Βλέπετε λοιπόν, ὅτι ἡ εἰρήνη ἐπιστρέφει ὅταν δέν βρῆ πεδίον προσγειώσεως· γυρίζει πίσω. Γι’ αὐτό, ὅταν εὐλογοῦμε ἐμεῖς τούς ἀνθρώπους καί αὐτοί δέν δέχονται τήν εὐλογία μας, γυρίζει ἡ εὐλογία στό κεφάλι μας. Καί τό ἀντίθετο· ὃταν δίνωμε κατάρα, ἀλλά δέν εἶναι ἐκεῖ οἱ ἄνθρωποι ἄξιοι κατάρας, εἶναι ἄνθρωποι ἄξιοι εὐλογίας -διότι πόσες φορές καταρῶνται οἱ ἄνθρωποι ἀνθρώπους ἀξίους εὐλογίας, δηλαδή ἄδικες κατάρες!- τότε οἱ κατάρες πέφτουν στό κεφάλι ἐκεινοῦ, ὁ ὁποῖος τίς ἐκφέρει. Γι’ αὐτό θέλει πάρα πολλή προσοχή στό σημεῖο αὐτό. Ἔτσι, δέν εἶναι δέ καί ἴδιον τοῦ ἀνθρώπου τοῦ πνευματικοῦ, τοῦ καλλιεργημένου, τοῦ χριστιανικά καλλιεργημένου νά καταρᾶται. Ἀπό τό στόμα τοῦ Χριστιανοῦ δέν πρέπει νά βγαίνη κατάρα· πρέπει νά βγαίνη εὐλογία. Γι’ αὐτό τό λόγο ὁ Κύριος εἶπε «εὐλογεῖτε καί μή καταρᾶσθε».

  Βλέπομε συνεπῶς ὅτι αὐτά βρίσκουν ἀπήχησι, παιδιά, κατά μείζονα λόγο, ὅταν ἡ εὐλογία ἢ ἡ κατάρα βγαίνουν ἀπό ἀνθρώπους πού ἔχουνε φύσει-θέσει κοπιάσει ἀπέναντί μας. Καί αὐτοί οἱ ἄνθρωποι πού φύσει-θέσει κοπιάζουν ἀπεναντί μας εἶναι τρεῖς· εἶναι οἱ γονεῖς, εἶναι οἱ ἱερεῖς καί οἱ δάσκαλοι. Οἱ γονεῖς, οἱ ἱερεῖς καί οἱ δάσκαλοι. Οἱ διδάσκαλοι ἐν εὐρείᾳ ἐννοίᾳ διδάσκαλοι· ὄχι ὁ δημοδιδάσκαλος, οἱ διδάσκαλοι αὐτοί πού μᾶς διδάσκουν, αὐτοί οἱ ὁποῖοι μᾶς ἔχουν βοηθήσει.

  Ἔτσι, ἐάν σκάσωμε τούς γονεῖς μας, δέν τούς ἀκοῦμε, ἢ τούς πνευματικούς μας ἢ τούς διδασκάλους μας γενικά, εἴμεθα ὑπόλογοι ἀπέναντι στό Θεό.

  Ξέρετε τί λέγει ὁ Ἀπ. Παῦλος εἰς τήν πρός Ἑβραίους ἐπιστολήν του; «Πείθεσθε τοῖς ἡγουμένοις ὑμῶν καί ὑπείκετε˙» (Ἑβρ. 13,17) «τοῖς ἡγουμένοις» αὐτοί πού εἶναι οἱ προϊστάμενοί σας. Τώρα, μπορεῖ αὐτοί νά εἶναι οἱ γονεῖς σας -ἐν εὐρείᾳ ἐννοίᾳ ἡγούμενοι- νά εἶναι οἱ γονεῖς σας, νά εἶναι οἱ διδάσκαλοί σας, ἢ οἱ πνευματικοί σας. Στήν προκειμένη περίπτωσι ὁ Ἀπόστολος ὁμιλεῖ συγκεκριμένα γιά τούς πνευματικούς ἡγουμένους, δηλαδή διά τούς ἱερεῖς, τούς προϊσταμένους. Διότι λέγει, ἄν δέν ἀκούσετε, αὐτοί θά στενάζουν, θά κάμνουν τό ἔργο τους μέ στεναγμό· δηλαδή «ἄχ!» θά λένε· ὅπως τό λένε καί οἱ γονεῖς αὐτό πολλές φορές, τό κάνουν κι οἱ γονεῖς· «ἄχ!» λένε, «ἄχ!». Αὐτό τό «ἄχ»! Καί λέγει στή συνέχεια ὁ Ἀπ. Παῦλος: «προσέξτε, μή στενάζουν οἱ ἡγούμενοί σας, οἱ προϊστάμενοί σας, διότι τοῦτο εἶναι σέ σᾶς ἁλυσιτελές». Τί θά πῆ ἁλυσιτελές; -σέ λίγο δέν θά ξέρωμε καί ἀρχαῖα, θά πρέπει νά μεταφράζωμε αὐτά πού λέμε- θά πῆ ἀσύμφορον· εἶναι ἀσύμφορο, δέν σᾶς συμφέρει. Δέν σᾶς συμφέρει νά βαρυγκομάη ὁ ἄλλος, γιατί ἔχει δίκαιο· ἔχει δίκαιο.

   Βλέπετε λοιπόν παιδιά ἐδῶ; ἡ εὐλογία τῶν γονέων! Ἔτσι πολλές φορές, ὅταν μία κοπέλα ἀποφασίζη νά παντρευτῆ, ἀφοῦ κλεφτεῖ -νά τά λέμε ἴσια! ἔτσι; νά τά λέμε ἴσια! νά τά λέμε ἴσια, γιατί ὑπόκειστε σ’ ὅλους τούς κινδύνους- αὐτό τό ξέρετε τί σημαίνει; Σημαίνει ὅτι δέν ξεκινάει μέ εὐλογία ὁ γάμος αὐτός. Ἤ ἄλλες ποικίλες περιπέτειες ἄσχημες καί περίεργες καί παράξενες, σημαίνει: δέν ξεκινάει μέ εὐλογία ὁ γάμος αὐτός! Πρέπει νά ξεκινάη μέ εὐλογία. Προσέξτε κοπέλες! πρέπει νά ξεκινάη μέ εὐλογία τῶν γονέων. Κι ὅπως λέγει ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος Ἀντιοχείας, πρέπει νά ξεκινάη καί μέ τήν εὐλογία τῆς Ἐκκλησίας γιά νά εἶναι ὁ γάμος κατά Θεόν καί νά μή εἶναι κατά σάρκα, κατά κόσμον· κατά σάρκα, σαρκικός γάμος. Καί ξέρετε τί ἐπικρατεῖ στό σαρκικόν γάμον; Ὁ Ἀσμοδαῖος! ἐκεῖνος ὁ φθοροποιός δαίμων, περί τοῦ ὁποίου εἴχαμε κάνει λόγο μιά περάσμενη φορά.

  Τούς εὐλογεῖ. Καί τί λέγει; Λέγει: «παιδάκια μου,παιδιά μου, εἴθε ὁ Θεός νά σᾶς εὐοδώση, νά δῶ παιδιά ἀπό σᾶς πρίν πεθάνω». Ἤτανε μία εὐλογία στήν Παλαιά Διαθήκη νά δοῦν παιδιά παιδιῶν. Ἐκεῖνος ὁ θαυμάσιος ψαλμός ὁ 127ος, ὁ ὁποῖος παρουσιάζει αὐτές  τίς τρεῖς πηγές χαρᾶς. Ἐκεῖ λέγει: «καί ἲδεις τέκνα τέκνων, υἱούς υἱῶν σου». Νά δεῖς λέγει, παιδιά τῶν παιδιῶν σου. Εἶναι δηλαδή αὐτή ἡ εὐλογία τῆς μακροζωΐας, νά γεράση κανείς νά δῆ ἐγγόνια. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού βλέπουν καί δισέγγονα καί κάποτε τρισέγγονα… κάποτε - σπάνιο, πολύ σπάνιο· τά δισέγγονα δέν εἶναι σπάνιο- κάποτε… κάποτε νά προσεγγίζουν πρός τά τρισέγγονα. Αὐτό εἶναι σπάνιο. Θεωρεῖτο δέ στήν Παλαιά Διαθήκη πολύ μεγάλη εὐλογία.   

  Στήν Καινή Διαθήκη ἔχομε ἄλλες εὐλογίες. Ἒχομε καί τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Προσέξτε! ἄν πεθάνωμε νέοι ἢ γέροι –προσέξτε!- ἄν πεθάνωμε νέοι ἢ γέροι, ἄν παντρευτοῦμε ἢ δέν παντρευτοῦμε, ἐάν κάνωμε παιδιά ἢ δέν κάνομε παιδιά, αὐτά εἶναι πολύ μικρῆς σημασίας, γιατί ἔχομε τό maximum, τό μέγιστον· τήν Βασίλεια τοῦ Θεοῦ. Εἶναι πλέον ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ μία πραγματικότητα πού δέν ἦτο εἰς τήν Παλαιά Διαθήκη. Καί συνεπῶς φεύγοντας ὁ ἄνθρωπος ἀπό τόν κόσμον αὐτό, πήγαινε εἰς τόν σκοτεινόν Ἅδη. Δέν εἶχε τίποτα νά ἀπολαύση. Ἦταν ὁ  ζοφερός Ἅδης. Γι’ αὐτό ζητάει ὁ ἄνθρωπος τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης τήν μακροζωΐα· κι εἶναι εὐλογία ἡ μακροζωΐα, γιά νά ἀπολαύση κάποιες χαρές πάνω στή γῆ.

   Αὐτές τώρα οἱ χαρές πάνω στή γῆ γιά τήν Καινή πιά Διαθήκη εἶναι σκιώδεις, δέν ἔχουνε πιά πολύ βάθος. Βεβαίως εἶναι κάποιες χαρές, ἀλλά ἄν τό θέλετε… ἄν τό θέλετε πολύ πολύ, θά λέγαμε χαρές-σχήματα. Περνᾶνε… περνᾶνε -δέ βαριέστε!- δέν ἔχουν καί πολλή σημασία.

  «Καί εἶπε τῇ θυγατρί αὐτοῦ» Ἐδῶ τώρα θέλω νά προσέξτε, παιδιά, ἕνα ἀληθινά πελώριο κεφάλαιον. Ἐδῶ τώρα ἔχομε κάποιες ὑποθῆκες. Ἡ κόρη φεύγει. Φεύγει ἀπό τό σπίτι. Τήν παίρνει ὁ γαμπρός καί φεύγουν καί πᾶνε στό σπίτι τοῦ γαμπροῦ. Ὁ πατέρας εὐλογεῖ, ἀλλά θά δώση ὅμως καί τίς ὑποθῆκες του· ὅπως καί ἡ μητέρα κι ἐκείνη θά εὐλογήση καί θά δώση τίς ὑποθῆκες της. Ὁ πατέρας στό κείμενό μας δίνει τίς ὑποθῆκες του στήν κόρη του καί ἡ μητέρα ἡ Ἔδνα δίνει τίς ὑποθῆκες της εἰς τόν γαμπρόν.

  Ἔτσι, βλέπομε νά ὑπάρχη μία τρόπον τινά διασταύρωσις. Κι ἀπό τίς δυό πλευρές ἔχομε αὐτές τίς ὑποθῆκες. Δηλαδή, δέν εἶναι μόνον ἡ κοπέλα ἡ ὁποία πρέπει νά προσέξη μερικά πράγματα· πρέπει νά προσέξη καί ὁ γαμπρός. Ὁπωσδήποτε.

  «Καί εἶπε τῇ θυγατρί αὐτοῦ˙ τίμα τούς πενθερούς σου αὐτοί νῦν γονεῖς σου εἰσιν˙» (Τωβ. 10, 12) Αὐτή ἡ φράσις -δέν ξέρω, δέν ἔχω ἐρευνήσει ὅλη τήν Παλαιά Διαθήκη- ἀλλά μοῦ φαίνεται ὅτι εἶναι ἡ μοναδική πρότασις ἐδῶ εἰς τό ἱερό αὐτό κείμενο πού ἀναφέρεται σ’ αὐτό τό πολύ… παρά πολύ σπουδαῖο θέμα: «τίμα τούς πενθερούς σου» λέει στήν κοπέλα, «τώρα αὐτοί εἶναι οἱ γονεῖς σου».

  Ἄν αὐτό τό καταλάβαιναν… τό καταλάβαιναν οἱ κοπέλες, πιστέψτε με, ἕνα πάρα πολύ μεγάλο ποσοστό ἀπό τίς προστριβές πού ὑπάρχουν ἀνάμεσα εἰς τό ζεῦγος, θά εἴχανε ἐκλείψει. Γιατί λέτε; Διότι πάρα πολλές κοπέλες, ὅταν παντρευτοῦν, συνεχίζουν νά ἔχουν ἐξάρτησι ἀκόμη ἀπό τή μαμά καί τό μπαμπά καί δέν μποροῦν νά δοῦν μπροστά τους τόν πεθερό καί τήν πεθερά.

  Αὐτή ἡ ἐξάρτησις τοῦ μπαμπᾶ καί τῆς μαμᾶς πρέπει νά σᾶς πῶ ὅτι ἤδη ἔχει καλλιεργηθεῖ ἀπό τούς ἰδίους τούς γονεῖς πρός τήν κόρη τους· καί τό χειρότερο ὑποθάλπεται αὐτή ἡ κατάστασις καί μέσα εἰς τόν γάμο τῆς κόρης. Ὑποθάλπεται. Καί τό ἀποτέλεσμα ξέρετε ποιό εἶναι; Νά δημιουργεῖται μία διάστασι ἀνάμεσα στήν κόρη, στήν κοπέλα καί τά πεθερικά της. Καί αὐτό ἔχει σάν συνέπεια μία διάστασι ἀνάμεσα στήν κοπέλα καί τόν ἄνδρα της. Κι ἔτσι μέσα τό σπίτι παθαίνει ἀλλοιώσεις, παθαίνει κακό, παθαίνει φθορά. Αὐτό συμβαίνει, ξαναλέγω, ὅταν οἱ γονεῖς καλλιεργοῦν στά παιδιά τους αὐτήν τήν ἐξάρτησιν. Πρέπει νά σᾶς πῶ, κι ἄν οἱ γονεῖς σας δέν τό ἔχουν κάνει μέχρι σήμερα, βοηθήσατέ τους νά τό κάνουνε τώρα σέ σᾶς.

  Τί εἴδους ἐξαρτήσεις μποροῦμε νά ἔχωμε ἀπό τούς γονεῖς μας; Ἠθικές ἢ ψυχολογικές; Λέγει… λέγει… λέγει κάπου ἡ Ἁγία Γραφή, εἶναι μία ὁλόκληρη ἐντολή: «τίμα τόν πατέρα σου καί τή μητέρα σου ἵνα εὖ σοι γένηται καί ἔση μακροχρόνιος ἐπί τῆς γῆς τῆς ἀγαθῆς». Κάπου λέει ἡ Ἁγία Γραφή πάλι τό ἑξῆς, πάλι ἡ Παλαιά Διαθήκη: «διά τοῦτο καταλείψει ἄνθρωπος τόν πατέρα αὐτοῦ καί τήν μητέρα» -καταλείψει! ἄνθρωπος, καταλείψει! ὑπογραμμίζω τό ρῆμα, ἄνθρωπος τόν πατέρα αὐτοῦ καί τήν μητέρα- «καί προσκολληθήσεται τῇ ἰδίᾳ γυναικί, καί ἔσονται οἱ δύο εἰς σάρκαν μία... καί οὕς ὁ Θεός συνέζευξεν ἄνθρωπος μή χωριζέτω»

  Τό ἕνα λέγει: «τίμα τόν πατέρα σου καί τή μητέρα σου», ἐντολή. Τό ἄλλο λέγει: «καταλείψει ἄνθρωπος τόν πατέρα αὐτοῦ καί τήν μητέρα». Τό ἕνα λέει  θά ἐγκαταλείψη καί τό ἄλλο λέει νά τιμᾶς˙ πῶς γίνεται αὐτό; Εἶναι ἀντιφατικό; Ὄχι! παιδιά. Ἐδῶ θέτει ἀκριβῶς ἕνα ξεχώρισμα, μία διάκρισι. Τό «τίμα τόν πατέρά σου καί τή μητέρα σου» ἀναφέρεται εἰς τάς ἠθικάς σχέσεις τοῦ ἀνθρώπου ἔναντι τῶν γονέων του. Ἔχει ὁ ἄνθρωπος ἠθικήν ὑποχρέωσιν ἔναντι τῶν γονιῶν του. Τό «καταλείψει» -ἐγκαταλείψει- αὐτό τό ἐγκαταλείψει δέν ἀναφέρεται εἰς τάς ἠθικάς ὑποχρεώσεις, ἀλλά ἀναφέρεται εἰς τήν ψυχολογικήν κατάστασιν. Δηλαδή· δέν πρέπει νά ὑπάρχη ψυχολογικός σύνδεσμος, ὅταν συμβῆ ὁ γάμος. Ὁ ψυχολογικός αὐτός σύνδεσμος ὀφείλει νά ραγῆ. Προσέξτε! Ψυχολογικός. Γιατί ἄν ὑπάρχη αὐτός ὁ ψυχολογικός σύνδεσμος τῆς κοπέλας πρός τούς γονεῖς της -ἄν τό θέλετε δυστυχῶς… δυστυχέστατα, ὄχι σπάνια καί ψυχολογική σύνδεσις τοῦ ἀγοριοῦ, τοῦ νέου μέ τούς γονεῖς του, τή μάνα του κυρίως· κυρίως τή μάνα του!- τότε ἔχομε τραγικά ἀποτελέσματα.

   Δέν μπορεῖ νά καταλάβη πιά ὁ ἕνας σύζυγος τόν ἄλλον καί δέν μποροῦν νά ἑνωθοῦν οὔτε ἠθικά οὔτε ψυχολογικά, οὔτε συναισθηματικά. Γιατί; Γιατί ὑπάρχει αὐτή ἡ ἐξάρτησις ἡ ψυχολογική ἀπό τούς γονεῖς. Καί βλέπετε -ἐγώ τοὐλάχιστον ἔχω ἀντιμετωπίσει πλῆθος περιπτώσεων, σᾶς τό λέγω μέ θλίψι μου αὐτό τό πρᾶγμα, εἶναι κάτι τό ὁποῖο καί ἐσεῖς πιστεύω θά τό ἔχετε γνωρίση, ἴσως θά ἀκοῦτε ἱστορίες ἀνθρώπων γύρω ἀπό τό θέμα αὐτό- νά ἀκούη ὁ ἄνδρας τή μάνα του καί ὄχι τή γυναῖκα του. Νά δίνη λογαριασμό στή μάνα του καί ὄχι στή γυναῖκα του καί κάθε ἀπόφασι πού θά λαμβάνεται σύμβουλος θά εἶναι ἡ μάνα καί ὄχι ποτέ ἡ γυναῖκα.

  Ἀντίθετα καί ἡ γυναῖκα, νά ’ναι δεμένη μέ τή μάνα της καί νά μή ἀκούη τόν ἄνδρα της ἐκεῖνο τό ὁποῖο τῆς λέγει, ἀλλά νά ἀκούη καί νά ἐφαρμόζη ἐκεῖνο πού τῆς λέει ἡ μάνα της. Περιττόν νά σᾶς πῶ, καταλαβαίνετε μόνοι σας, τί ὀλέθριο εἶναι αὐτό μέσα εἰς τόν γάμον. Ὀλέθριον!

  Γι’ αὐτό τό λόγο θά πρέπη νά προσέξωμε στό σημεῖο αὐτό, χωρίς νά παραβοῦμε τήν ἐντολήν -εἶναι ξεχωριστά πράγματα- «τίμα τόν πατέρα σου καί τήν μητέρα σου», δηλαδή τίς ἠθικές μας ὑποχρεώσεις, πρέπει νά ρήξωμε, νά σπάσωμε… νά σπάσωμε αὐτούς τούς ψυχολογικούς -ψυχολογικούς ὄχι συναισθηματικούς, ἁπλῶς ψυχολογικούς- δεσμούς μέ τούς γονεῖς μας. Τό θέλετε; Στήν περίπτωσι πού ὁ νέος ἢ ἡ νέα δέν κατάφεραν νά σπάσουν αὐτούς τούς ψυχολογικούς δεσμούς μέ τούς γονεῖς των, ἀπερίφραστα θά ἐλέγαμε τοῦτο: «εἶναι ἀνώριμοι»· κι εἶναι ἀνώριμοι πρῶτα πρῶτα γιά τόν γάμο. Ἔχω ἀκούσει αὐτή τή φράσι -τήν ἔχω ἀκούσει ἐγώ αὐτή τή φράσι ἀπό κοπέλα… ἀπό κοπέλες: «Ὁ ἄνδρας μου εἶναι ἀνώριμος, πάτερ μου».

  Ὅταν, ἄς ποῦμε, δέν πᾶνε καλά, ἑτοιμάζονται νά πάρουν διαζύγιο. Προχθές συνέπεσε νά βρεθῶ στό γραφεῖο τῆς Μητροπόλεως καί εἶδα ἕνα παιδί, πού εἶχα πολύ καιρό νά τό δῶ. Ἦταν κατηχητόπουλο κάπου. «Ἒ…, τοῦ λέω, πολλά χρόνια ἔχω νά σέ δῶ. Τί κάνεις; πῶς περνᾶς; πῶς ἐδῶ στή Μητρόπολι; παντρεύεσαι;» Κουνάει τό κεφάλι. «Τό ἀντίθετο!». «Δηλαδή;» Μοῦ λέει: «παίρνω διαζύγιο». Λέω: «γιατί;» -Ἐγώ εἶχα μία δουλειά ἐκεῖ μέ τόν γραμματέα, ὣσπου νά τελειώσω τή δουλειά, τόν ἔχασα. Πήγανε στό μέσα γραφεῖο γιά συμβιβασμόν. Αὐτός ὁ συμβιβασμός ἔχει ἐπιτυχία 1%... οὐσιαστικά, καί ἀφοῦ ἔχει προχωρήσει μέ τούς δικηγόρους καί τά δικαστήρια ἡ ὑπόθεσις τοῦ διαζυγίου· συνεπῶς ἔτσι  τά ἔκανε ὁ νόμος, ἔτσι τά κατάφερε ἡ πολιτεία, ὁ νόμος τῆς πολιτείας, νά φθάνουν τά πράγματα στόν ἐπίσκοπο τελευταῖα, γιά νά βάλη τήν ὑπογραφή του ὁ ἐπίσκοπος ὅτι χωρίζουν, ὃτι δέν μποροῦν νά συμβιβαστοῦν. Φοβερό πρᾶγμα αὐτό. Φοβερό πρᾶγμα ἀπό πλευρᾶς πλέον νομοθεσίας.- Καί βγαίνει γιά μία στιγμή ὁ νέος καί μοῦ λέει: «μπορεῖτε νά ’ρθῆτε λιγάκι μέσα;» Πάω μέσα… -αὐτό ἀκριβῶς ἀντιμετώπιζα!- μία κοπέλα ἡ ὁποία πάνω κάτω αὐτό ἤθελε νά πῆ˙ δέν τό εἶπε, δέν ἤξερε γράμματα, δέν ἤξερε νά πῆ τήν λέξι ἀνώριμος, ἀλλά ἐκεῖνα τά ὁποῖα εἶπε, αὐτό ἀκριβῶς ἤθελαν νά τονίσουν· ὅτι αὐτό τό παιδί ἦταν ἀνώριμο, δέν ἔπρεπε νά παντρευτῆ. Κι ὅμως δέν ἤτανε μικρός, ἀριθμοῦσε τρεῖς δεκαετίες στή ράχη του!

  Λοιπόν… λοιπόν· ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού ἀριθμοῦν καί τέσσερις καί πέντε καί  ἑπτά δεκαετίες στή ράχη τους κι ἀκόμη δέν ἔχουν ὡριμάσει. Ναί! δέν ἔχουν ὡριμάσει. Καί βλέπετε αὐτή ἡ ὡριμότητα εἶναι μεγάλη ὑπόθεσις. Ἄν τό θέλετε, εἶναι σέ πολλούς τομεῖς αὐτή ἡ ὡριμότης· εἶναι σέ πολλούς τομεῖς. Ναί! ναί! ναί.

  Θά σᾶς πῶ μία ἱστορία δική μου, προσωπική. Νά μέ συγχωρέσετε, ἀλλά ἒ… τή θυμήθηκα τώρα. Ἤμουνα πολύ πολύ μικρός, πρέπει νά ’μουνα κάτω τῶν δέκα ἐτῶν ὅταν ἡ μητέρα μου μ’ ἔστειλε στήν λαϊκή ἀγορά νά πάρω κρέας. Βέβαια ἕνα μικρό παιδί νά ψωνίση κρέας εἶναι πολύ δύσκολο, δέν ξέρει τί θά διαλέξη. Εἶδα λοιπόν σ’ ἐκεῖνο τό κούτσουρο, πού ὁ χασάπης ἔκοβε τό κρέας, εἶδα κάτι νεῦρα πού τά χώριζε, τά ἔκοβε ἀπό τό καθαρό τό καλό τό κρέας. Ἡ μητέρα μου μοῦ εἶχε πεῖ: «πρόσεξε νά μήν ἔχη κόκαλα. Τά εἶδα ἐγώ αὐτά τά μαλακά, δέν εἴχανε κόκαλα· ἤτανε νεῦρα ὅμως. Καί λέω στόν χασάπη: «αὐτά θέλω νά μοῦ δώσης». Μέ κοιτάζει… μοῦ λέει: «δέν θά μοῦ τά φέρης πίσω!». «Ὄχι, τοῦ λέω· δέν θά σοῦ τά φέρω πίσω. Αὐτά θέλω νά μοῦ δώσης». Τά ζύγισε, τά ἔβαλε στό χαρτί, τά πῆρα. Πάω στό σπίτι, τά εἶδε ἡ μητέρα μου…

  Τί θά ἐνομίζατε ὅτι θά ἔπρεπε νά κάνη τώρα; Νά μέ δείρη; Ἀλλά γιατί νά μέ δείρη; Ἒπρεπε ἐκείνη νά φάη ξύλο, διότι… ἀφοῦ μ’ ἔστειλε τόσο μικρό νά ψωνίσω κρέας! Φυσικά δέν μ’ ἔδειρε. Ἒχω φάει πολύ ξύλο ἀπό τή μητέρα μου, τό λέω αὐτό γιά νά τό ξέρετε, ἔχω φάει πάρα πολύ ξύλο˙ ἀπό τόν πατέρα μου ἔτρωγα μία φορά τήν ἑβδομάδα καί ἀπ’ τή μητέρα μου κάθε μέρα. Ἀλλά ἤμουνα ὅμως καί καλό παιδί. Αὐτό ἦταν τό σπουδαῖο. Ὄχι, δέν τό λέω γιά ἔπαινο, ἀλλά ἔτρωγα ξύλο. Ἒτρωγα ξύλο.

  Λοιπόν· ἡ μητέρα μου δέν μ’ ἔδειρε -ὄχι ἀπό ἀδυναμία- γιατί δέν ἔπρεπε νά μέ δείρη. Οὔτε μέ μάλωσε, παρά μόνον μοῦ λέει: «κοίταξε νά δῆς, αὐτά τά λέμε νεῦρα, καί αὐτό δέν εἶναι κρέας». Τίποτα ἄλλο. Τί τό ἔκανε ἐκεῖνο ἐκεῖ, δέν ξέρω τί ἀπέγινε.

  Ἀλλά θά μοῦ πῆτε: «γιατί σᾶς εἶπα τήν ἱστορία;» Δέν τελείωσε ἡ ἱστορία. Πέρασαν μερικές μέρες κι ἦρθε μία φιλενάδα της στό σπίτι μας καί ἄρχισαν νά κουβεντιάζουν. Λέγανε διάφορα. Πῶς τό αὐτί μου πῆρε δέν ξέρω -περνοῦσα ἐκείνη τήν ὥρα- δέν ξέρω πῶς ἄκουσα τήν ἑξῆς στιχομυθία: «ὅτι ἔστειλα τό γιό μου νά πάρη κρέας καί ἔφερε αὐτό κι αὐτό τό κρέας, ἀλλά δέν τόν ἐμάλωσα γιά νά ἔχη τό θάρρος τῆς ζωῆς». Ἀκούσατε; Τό συμπέρασμα! Νά ἔχη τό θάρρος τῆς ζωῆς. Δηλαδή νά βγαίνη ἔξω νά ψωνίζη. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού δέν μποροῦν νά βγοῦν ἔξω νά ψωνίσουν. Δέν ξέρουνε. Δέν μποροῦν. Τί σημαίνει αὐτό; Ἤθελε ἡ μητέρα μου νά ἀποκτήσω ὡριμότητα ὡς πρός τίς σχέσεις μου μέ τούς ἄλλους ἀνθρώπους.

  Ἔτσι τό θέμα τῆς ὡριμότητας εἶναι σέ πολλούς τομεῖς, εἶναι σέ πάρα πολλούς τομεῖς. Ἀλλά ἐκεῖνο ὅμως πού εἶναι πάρα πολύ σπουδαῖο εἶναι μέσα εἰς τόν γάμον. Εἶναι ἕνα εὐπαθές σημεῖο. Ἐπιτέλους ἐπιτέλους ἄν δέν ἤξερα νά ψωνίζω στή ζωή μου, θά ψώνιζε κάποιος ἄλλος γιά μένα… Γιά σύζυγος, στά τελευταῖα, ὅταν εἶναι ἀνώριμοι οἱ ἄνθρωποι τί γίνεται μετά;

   Γι’ αὐτό λοιπόν τό λόγο, ἄς τό προσέξωμε. Ἐάν δῆτε στούς γονεῖς σας ὅτι σᾶς καλλιεργοῦν αὐτήν τήν προσκόλλησιν -ὄχι τήν ἀγάπη· ἄλλο εἶναι ἡ ἀγάπη κι ἄλλο εἶναι ἡ προσκόλησις. Ἡ προσκόλησις εἶναι μία νοσηρή κατάστασις. Ἡ ἀγάπη εἶναι ἡ σωστή. Καί ἐκεῖνος πού ἀγαπάει σωστά, μιλάει ὅπως μιλάει ἐδῶ ὁ Ραγουήλ. Καί τί λέει; -γιατί ἀγαπάει τήν κόρη του, πραγματικά τήν ἀγαπάει- καί τί λέει: «παιδί μου, τώρα γονεῖς σου θά εἶναι τά πεθερικά σου». Ὅταν τό λέγη αὐτό, τό λέει μέ πίκρα; Τό σάλιο του στέγνωσε στό στόμα; Κατάπιε ἕναν κόμπο ἐδῶ στόν λαιμό; Ὄχι! τό λέει ἀνέτως ὁ ἄνθρωπος: «παιδί μου, τώρα οἱ γονεῖς σου εἶναι τά πεθερικά σου». Δέν ἀποξενοῦται ὁ ἴδιος ἀπό τοῦ νά εἶναι ὁ πατέρας τῆς Σάρρας, ἀλλά ἁπλούστατα ξέρει νά τοποθετῆ σωστά τά πράγματα. Κι ἄν οἱ γονεῖς σας, δῆτε… δῆτε νά μή ἐννοοῦν ψυχολογικά νά σᾶς χειραφετήσουν, δηλαδή ἐπιμένουν νά εἴσαστε κάτω ἀπό τόν ποδόγυρό τους καί τά πάντα νά ἐξαρτῶνται ἀπ’ αὐτές τίς μητέρες σας -«μή πλένεις τά πιάτα, θά τά πλύνω ἐγώ» νά λέει ἡ μητέρα, «κάτσε παιδί μου νά διαβάσης», «μην τό κάνης αὐτό, θά τό κάνω ἐγώ»…- γιά ὄνομα τοῦ Θεοῦ! πότε θά ὡριμάση ἡ κοπέλα, πότε θά ὡριμάση ἡ κοπέλα; πρέπει νά ὡριμάση ἡ κοπέλα! πρέπει νά ὡριμάση ἡ κοπέλα!- νά πῆτε: «ἄκουσε μητέρα, πότε θά μάθω ἐγώ νά πλένω τά πιάτα; Καί πότε θά μάθω νά μαγειρεύω; Πρέπει νά μάθω κάποτε; θά τό κάψω τό φαγητό μία δυό φορές, μετά ὅμως θά μάθω. Τί θές; νά μπῶ στό γάμο καί νά μή ξέρω νά μαγειρεύω; Νά μή ξέρω νά ράψω ἕνα κουμπί ἢ νά ψήσω ἕναν καφέ; Εἶναι καλό αὐτό;». Θά τό μάθετε ἐσεῖς στούς γονεῖς σας αὐτό· στίς μητέρες σας.

  Ἐάν παντρευτῆτε καί ἀνακατεύεται ἡ μητέρα σας στό σπίτι σας, μέ τήν ἔννοια νά ἐπιμένη νά δημιουργῆ προσκολλήσεις, ἄς μοῦ  ἐπιτραπεῖ νά τό πῶ, δέν εἶναι καθόλου ἀσέβεια: «ἄκουσε, μητέρα, σέ παρακαλῶ πολύ κάτσε στή γωνιά σου, κάτσε στή γωνιά σου τώρα. Τώρα ἐγώ μέ τόν ἄνδρα μου θά συνεννοοῦμαι γιά ὅλα τά πράγματα τοῦ σπιτιοῦ. Ἔχεις νά μοῦ δώσης μία καλή συμβουλή; δῶσε μοῦ τηνε. Ἓως ἐκεῖ. Δέν θά κάνης τίποτα ἄλλο· οὔτε θά παρεμβαίνης, οὔτε τίποτε ἄλλο». Αὐτά τά πράγματα, παιδιά μου, προσέξατέ τα γιατί γίνονται πηγές πολλοῦ κακοῦ.

  Λέει κι ἕνα δεύτερο ὁ Ραγουήλ εἰς τήν κόρη του: «ἀκούσαιμί σου ἀκοήν καλήν,» (Τωβ. 10, 12) «Ἀκούσαιμί σου» -εὐκτική· εἴθε- καί εἴθε νά ἀκούσω καλά λόγια γιά σένα· «ἀκοήν καλήν». Δηλαδή νά φτάσουνε καλές εἰδήσεις γιά σένα. Ξέρετε οἱ ἄνθρωποι πᾶνε κι ἔρχονται. Ἒτσι δέν εἶναι; Κάποιοι ἄνθρωποι θά φύγουν ἀπό τήν Νινευή, θά ’ρθοῦν στά Ἐκβάτανα. Θά μάθω νέα σου, θά μάθω. Πρόσεξε! νά ἀκούσω καλά λόγια γιά ’σένα.

   Αὐτό τώρα, ποῦ ἐπεκτείνεται; Ὄχι, φυσικά στό ὅτι σοῦ ἔδωσα τήν πρώτη συμβουλή νά ἀγαπᾶς τά πεθερικά σου· αὐτό εἶναι μία θέσις. Εἶναι ὅμως καί πλῆθος ἄλλες θέσεις. Πρόσεξε! νά εἶσαι τίμια γυναῖκα, μή ἀκούσω ὅτι ἀπατᾶς τόν ἄνδρα σου. Πρόσεξε! νά εἶσαι καλή νοικοκυρά, μή μάθω ὅτι εἶσαι τσαπατσούλα. Πρόσεξε! νά μάθω ὅτι εἶσαι σώφρων καί ὄχι ἄμυαλη καί γλωσσοῦ! Πρόσεξε! νά μάθω ὅτι εἶσαι ἰδεώδης σύζυγος καί μητέρα.

  Εἴδατε; Τί ὡραῖα λόγια! νά μάθω καλά λόγια γιά ’σένα. Πιό μεγάλη ἱκανοποίησι γιά τούς γονεῖς ὑπάρχει ἀπό τοῦ νά ἀκοῦνε καλά λόγια γιά τά παιδιά τους; Εἶναι ὁ πραγματικός ἔπαινος τῶν γονέων τά καλά παιδιά.

   Ναί! γι’ αὐτό βλέπετε πολλές φορές, βγαίνουν στήν ἀγορά οἱ γονεῖς, οἱ ἄνδρες, καί λέγουν: «Ξέρεις τό παιδί μου ἐπέτυχε σ’ ἐκείνη τή σχολή»... «Ξέρεις τό παιδί μου πῆρε ἐκεῖνο τό πτυχίο»... «Ξέρεις τό παιδί μου εἶναι τοῦτο καί ἐκεῖνο…, τοῦ στείλανε ἐκεῖνο τό ἔγγραφο τό ἐπαινετικόν»…, ἐτοῦτο… ἐκεῖνο… καί τά λοιπά. Γιατί βγαίνουν καί τά λένε οἱ γονεῖς καί καμαρώνουν; Γιατί ἁπλούστατα, τά καλά παιδιά εἶναι τό στεφάνι τῶν γονιῶν· τά κακά παιδιά εἶναι ἡ ἀτιμία τῶν γονέων. Γι’ αὐτό γονεῖς πού ἔχουνε παιδιά διεφθαρμένα, κακά παιδιά δέν ξέρουν πού νά κρύψουν τό πρόσωπό τους ἀπό ντροπή μέσα εἰς τήν κοινωνία.

  «Καί ἐφίλησεν αὐτήν», τήν ἀσπάσθηκε. Εἴδατε εἰς τόν γάμον -τί ὡραῖο αὐτό!- ὅταν οἱ γονεῖς πρῶτοι… πρῶτοι θά φιλήσουν τά παιδιά τους. Παντρεύτηκαν, καί τώρα οἱ γονεῖς πρῶτοι θά φιλήσουν τά παιδιά! Εἶναι θά λέγαμε ὁ θαυμασιότερος ἀσπασμός πού ἔχει νά γίνη ἀπό τούς γονεῖς πρός τά παιδιά καί τῶν παιδιῶν πρός τούς γονεῖς. Καί μάλιστα κατά κανόνα αὐτό τό φίλημα ἐκεῖ στόν γάμον εἶναι γεμᾶτο ἀπό δάκρυα… γεμᾶτο ἀπό δάκρυα, ἀλλά εἶναι δάκρυα συγκινήσεως καί χαρᾶς˙ ἕνα μεῖγμα πού δυσκολεύεται κανείς νά προσδιορίση τί ἀκριβῶς εἶναι.

  «Καί Ἔδνα εἶπε πρός Τωβίαν» Καί τώρα ἡ σειρά τῆς Ἔδνας, τῆς μητέρας νά ἀποτείνη καί αὐτή κάποιον λόγον παρακαταθήκης εἰς τόν γαμπρό της, τόν ἄνδρα τῆς κόρης της. «ἀδελφέ ἀγαπητέ» Εἴδατε πῶς τόν προσφωνεῖ; «ἀδελφέ ἀγαπητέ»! ἀγαπητέ μου ἀδελφέ· ὡραία προσφώνησις! Ἢ θά μπορούσαμε νά ποῦμε, «ἀγαπητό μου παιδί». Ἀμέσως δημιουργεῖται μία συγγένεια, διότι ὅταν  ἕνας γονιός ἔχει ἕνα παιδί, ὅταν παντρεύεται, τότε ἔχει δύο παιδιά.

  Ἐπιμένουν πολλοί γονεῖς νά μαθαίνουν νά βλέπουν τόν σύζυγον ἢ τήν σύζυγον τῆς κόρης ἢ τοῦ γιοῦ ξένον ἄνθρωπο. Ἄς ποῦμε τήν κοπέλα πού παίρνει ὁ γιός νά θεωρῆται ξένη. «Εἶναι κόρη σου, κυρά μου!», «εἶναι κόρη σου, δέν εἶναι μόνον ὁ γιός σου». Καί αὐτό προϊόν αὐτῆς τῆς ψυχολογικῆς προσκολλήσεως, πού εἶναι τόσο ὀλεθρία.

  Καί τί λέγει τώρα ἐδῶ ἡ Ἔδνα: «ἀποκαταστήσαι σε ὁ Κύριος τοῦ οὐρανοῦ καί δῴη μοι ἰδεῖν σου παιδία ἐκ Σάρρας τῆς θυγατρός μου, ἵνα εὐφρανθῶ ἐνώπιον τοῦ Κύριου˙» (Τωβ. 10, 12) Λέγει τήν ἰδία συμβουλή σάν εὐχή μᾶλλον ὄχι συμβουλή, σάν εὐχή εἰς τόν γαμπρό της, ὅτι «εἴθε, λέγει, νά σέ ἀποκαταστήση ὁ Κύριος, τοῦ Οὐρανοῦ ὁ Κύριος ὥστε νά δώση σέ μένα νά δῶ παιδιά ἀπό τήν κόρη μου». Εἶναι, ὅπως σᾶς εἶπα καί προηγουμένως, αὐτή ἡ εὐλογία τῶν ἐγγονῶν!

  Καί μιά δεύτερη θέσις· «καί ἰδού παρατίθεμαί σοι τήν θυγατέρα μου ἐν παρακαταθήκῃ, μή λυπήσης αὐτήν» (Τωβ. 10, 13) Τί ὡραῖο πρᾶγμα! θά ’πρεπε, σᾶς εἶπα, κορνίζα νά τά ’χουν ἐκεῖ οἱ ἔγγαμοι ἄνθρωποι καί νά τά διαβάζουν μέρα νύχτα. Σοῦ δίνω, λέγει, τήν κόρη μου «ἐν παρακαταθήκῃ»· πρόσεξε! ἀναλαμβάνεις κάτι στά χέρια σου.

  Γιά νά καταλάβετε αὐτό τό «ἐν παρακαταθήκῃ»· Ὅταν χειροτονούμεθα ἱερεῖς, στή χειροτονία μας γίνεται τό ἑξῆς πάρα πολύ σπουδαῖο. Ὅταν γίνη ὁ καθαγιασμός τῶν Τιμίων Δώρων, ὁ Ἐπίσκοπος δίδει στόν πρεσβύτερον πού χειροτονήθηκε, τοῦ δίδει τόν Ἀμνόν, τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τόν Ἀμνόν -τετράγωνος εἶναι, ἐπάνω στό Ἃγιο δισκάριο- τόν δίδει δέ ὡς ἑξῆς: Ὁ ἱερεύς βάζει τό δεξί χέρι πάνω ἀπό τό ἀριστερό σάν θρόνο, μ’ αὐτή τήν ἔννοια, καί πάνω ἐδῶ τοποθετεῖται ὁ Ἀμνός· ὁ Χριστός, τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Καί τοῦ λέγει ὁ Ἐπίσκοπος: «λάβε τήν παρακαταθήκην ταύτην καί φύλαξον αὐτήν ἕως τῆς δευτέρας τοῦ Χριστοῦ ἐπιφάνειας». Ποιά εἶναι αὐτή ἡ παρακαταθήκη; Τί τοῦ ἔδωσε; Τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Ποῖον εἶναι τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ; ἡ Ἐκκλησία. Τήν Ἐκκλησία αὐτή, λέγει ὁ Ἐπίσκοπος, τώρα σοῦ τήν ἐμπιστεύεται ὁ Χριστός στά χέρια σου. Φύλαξέ την ἕως τῆς δευτέρας ἐπιφανείας τοῦ Χριστοῦ· ἕως ὅτου ἔλθη ὁ Χριστός, δηλαδή μέχρι θανάτου σου, φύλαξε αὐτό πού παίρνεις. Μή τό σπαταλήσης, μή τό κακοποίησης, μή τό προδώσης. Πρόσεξε! Αὐτή εἶναι ἡ μεγάλη παρακαταθήκη στή χειροτονία μας, ὅταν παίρνωμε τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τήν Ἐκκλησία.

 Καί ἐδῶ τώρα τί λέγει; «Σοῦ δίνω, παιδί μου, τήν κόρη μου ἐν παρακαταθήκῃ, πρόσεξέ την». Ὄχι, ἐκεῖνο τό ὁποῖον θά ἔλεγε μία μάνα γιατί ἁπλῶς συναισθηματικά πονάει τήν κόρη της, πού θά ἔλεγε στό γαμπρό «νά μοῦ προσέχης τό κορίτσι μου». Ὄχι, αὐτό τό ἔτσι τό ξερό, ἀλλά διότι ἡ γυναῖκα μέσα εἰς τό γάμον εἶναι ἡ ἀδύνατη πλευρά.

  Καί ἐκεῖνο τό «μή τήν λυπήσης», αὐτό τό θαυμάσιο «μή λυπήσης αὐτήν»! δηλαδή μή φθάσης ἡ ζωή σου νά γίνη τέτοια, πού ἐκείνη νά λυπᾶται. Πρῶτα πρῶτα, μή γίνης ἄσωτος ἄνθρωπος καί ἀνήθικος. Μή πατήσης ἐσύ τό στεφάνι σου, καί πέσεις στή μοιχεία καί τήν λυπήσης, ὅταν ξέρη ὅτι γυρίζεις μέ μία ξένη γυναῖκα. Ἀκόμη μή τή λυπήσης -ἄς μοῦ ἐπιτρέψετε νά πῶ μερικά σύγχρονα πράγματα, ἔ;- μή τήν λυπήσης παίζοντας χαρτιά καί γυρίζοντας στό σπίτι σου τίς πρωϊνές ὧρες, καί τρώγοντας ὅλο τό μεροκάματο καί τή δούλεψί σου στά χαρτιά, καί ἡ γυναῖκά σου δέν ξέρει πῶς νά ζήση τά παιδιά σου. Μή τήν λυπήσης πίνοντας κρασί, καί γυρίζεις στό σπίτι σου μπεκρής καί μεθυσμένος καί δίνεις ξύλο, καί τά παιδιά σου ἀποκτοῦνε τρόμο μέ τή φοβερή ἐκείνη παρουσία σου. Μή τή λυπήσης μέ τό θυμό σου καί μέ τίς βλασφημίες σου. Μή τήν λυπήσης τήν γυναῖκα σου μέ τήν ζηλοτυπία σου. Μή τή λυπήσης τήν γυναῖκα σου μέ μία ἀνοίκεια συμπεριφορά πού μπορεῖς νά ἔχης ἀπέναντί της.

   Ὅλα αὐτά θά τήν λυπήσουν πολύ, πού σημαίνει: φρόντισε νά τήν ἀγαπήσης· φρόντισε νά τήν τιμήσης· φρόντισε ἡ γυναῖκα σου νά γίνη ὁ σύντροφός σου, νά γίνη τό πλευρό σου. Γιατί ὁ Θεός ἀπό τόν Ἀδάμ ὅταν πῆρε νά κάνη τήν γυναῖκα, δέν πῆρε οὔτε ἀπό τό κεφάλι γιά νά διαφεντεύη τοῦ ἀνδρός, οὔτε ἀπό τά πόδια γιά νά εἶναι ἡ γυναῖκα τό ὑποπόδιον τῶν ποδῶν τοῦ ἀνδρός. Ἐπῆρε ἀπό τήν πλευρά γιά νά δείξη ὅτι ἡ γυναῖκα εἶναι στό πλάϊ τοῦ ἀνδρός· οὔτε πιό πάνω, οὔτε πιό κάτω. Ὁ ἄνδρας εἶναι ἡ κεφαλή τῆς οἰκογενείας γιά νά κυβερνᾶ τό σπίτι. Ἀπό πλευρᾶς ὅμως ἀξίας, ἀπό πλευρᾶς πτυχῶν ἀπέναντι στό Θεό, ἀπό πλευρᾶς ἀνθρωπίνης ἰδιότητος εἶναι ἴσοι. «Οὐκ ἔνει ἄρσεν καί θῆλυ˙» Δέν ὑπάρχει λέει τό ἀρσενικό καί τό θηλυκό, λέει ὁ Ἀπ. Παῦλος, «ἀλλά τά πάντα καί ἐν πᾶσι Χριστός»· τά πάντα καί ἐν πᾶσι Χριστός.

  Αὐτό λοιπόν θέλει νά πῆ τώρα ἐδῶ πέρα ἡ Ἔδνα πρός τόν γαμβρό της, ὅταν τοῦ δίνη ἐν παρακαταθήκῃ τήν κόρη της.

  Ὡραῖες συμβουλές! θαυμάσιες. Ἀλήθεια, ξεχαστήκαμε, δέν ἀκούσαμε καμμιά φράσι νά λέη: «κοίταξε, γαμπρέ, νά κάνετε οἰκονομίες, νά κάνετε σπίτια, νά κάνετε διαμερίσματα, νά πάρετε χωράφια καί τρακτέρια γιά νά γίνεται πλούσιοι. Κοίταξε, γαμπρέ, νά τή βγάζης τήν γυναῖκα σου καί περίπατο, στά κέντρα νά διασκεδάζη. Κοίταξε, γαμπρέ, τό καί τό...» Ἀκούσατε τέτοια πράγματα; Ἀκούσατε; Ὄχι. Ὄχι.

   Κι ὅμως, παιδιά μου, τά κριτήρια τῶν συγχρόνων γονέων εἶναι αὐτά, ὅταν λέγουν στά παιδιά τους, ὅτι πρέπει νά προσέχουν. Κάτι τέτοια. Καί οἱ γονεῖς μετά διαμαρτύρονται ὅτι -ἄν ἄλλος σύζυγος μάλιστα ἕνας συγκρατημένος ἄνθρωπος, ὄχι τσιγγούνης, συγκρατημένος ἄνθρωπος- ὅτι ἡ κόρη ὑποφέρει στά χεριά ἑνός τέτοιου ἀνδρός γιατί δέν τήν βγάζει τήν γυναῖκα του στά κέντρα πολύ συχνά νά τρῶνε καί νά πίνουν. Φοβερά πράγματα! Φοβερά. Δηλαδή, ἄν θέλετε νά ἀναζητήσετε τά αἴτια τῶν διαλυμένων οἰκογενειῶν, θά τά βρεῖτε εἰς τούς γονεῖς· τό πῶς μεγαλώνουν τά παιδιά τους, καί τί συμβουλές τους δίνουν, καί πῶς σκέπτονται, καί πῶς μεταβιβάζουν αὐτή τή δική τους τή νοοτροπία στά παιδιά τους. Εἶναι φοβερό πρᾶγμα!

  «Μετά ταῦτα ἐπορεύετο καί Τωβίας εὐλογῶν τόν Θεόν ὅτι εὐώδωσε τήν ὁδόν αὐτοῦ, καί κατευλόγει Ραγουήλ καί Ἔδναν τήν γυναῖκα αὐτοῦ.» (Τωβ. 10, 13) Ἦρθε καί ἡ σειρά τοῦ Τωβία. Τί ἔκανε ὁ Τωβίας; Ἄκουσε τόν πεθερό του, ἄκουσε τήν πεθερά του˙ ἡ νύφη ἄκουσε κι ἐκείνη τόν πατέρα της, ἄκουσε τήν μάνα της. Τί ἔχει τώρα νά πῆ ὁ Τωβίας; Ὁ Τωβίας εὐλόγησε τόν Θεόν. «Εὐλογῶν τόν Θεόν» λέγει «ὅτι εὐώδωσε τήν ὁδόν αὐτοῦ», τόν δοξάζει τόν Θεό γιά τόν ἐπιτυχημένο του γάμο.

  Ἀλήθεια ἕνας ἐπιτυχημένος γάμος εἶναι μία μεγάλη εὐλογία, πού ἀνήκει δόξα καί εὐλογία καί τιμή εἰς τόν Θεόν. Ναί! Ἀκοῦμε πολλές φορές: «δόξα τῷ Θεῷ, ἡ γυναῖκα μου εἶναι πάρα πολύ καλός ἄνθρωπος!», «δόξα τῷ Θεῷ, ὁ σύζυγός μου εἶναι πάρα πολύ καλός ἄνθρωπος!». Πολλές φορές τό ἀκοῦμε αὐτό. Προσέξτε, δέν σημαίνει ἀπουσία ἐλαττωμάτων, διότι ὁ γάμος, ἄν θέλετε, εἶναι ἕνας συνεταιρισμός ἐλαττωμάτων. Ἀλλά ἐν τούτοις ὅμως, δέν εἶναι τόσα καί τέτοια τά ἐλαττώματα πού νά δημιουργοῦν προβλήματα μέσα εἰς τό σπίτι. Δέν εἶναι χαρτοπαιξία, ἀνηθικότης, καί μπεκρολόγημα, ἤ βαναυσότης καί δέν ξέρω τι. Ἀλλά τί εἶναι; Ἐκεῖνα τά ὁποῖα μπορεῖ νά ἔχη ἕνας ἄνθρωπος, ἂ.., συνηθισμένα μικρά ἐλαττώματα· ἰδιοτροπίες μικρές, συνηθισμένες ἀνθρώπινες. Καί βλέπετε νά δοξολογοῦν τόν Θεό οἱ ἄνθρωποι, γιατί ἔχουν ἕναν ἐπιτυχημένο γάμο.

  Ἀλλά μόνον δοξάζει τόν Θεόν ὁ Τωβίας διότι τοῦ εὐώδωσε τόσο πολύ τόν γάμο του; «κατευλόγει Ραγουήλ καί Ἔδναν τήν γυναῖκα αὐτοῦ» κατευλόγει Ραγουήλ καί Ἔδναν, θά πῆ: εὐχαριστοῦσε τά πεθερικά του, εὐχαριστοῦσε τόν πεθερό του καί τήν πεθερά του. Ἔχετε ποτέ ἐσεῖς δεῖ -βεβαίως γίνεται ἀλλά εἶναι λιγάκι σπάνιο- νά εὐχαριστῆ ὁ γαμπρός τά πεθερικά του; Τό ’χετε δεῖ αὐτό; 

  Ἄν ρωτήσετε «σέ τί νά πρέπη νά εὐχαριστήση τώρα ὁ γαμπρός τά πεθερικά του;» Πρῶτα πρῶτα γιά τήν περιουσία. «Μπά;» θά ’λεγε ἕνας, «ἢτανε ὑποχρεωμένοι νά δώσουνε εἰς τήν κόρη τους ἐκεῖνα κι ἐκεῖνα;». Καί μάλιστα μ’ ἐκεῖνο τό «ἦσαν ὑποχρεωμένοι ἤ εἶναι ὑποχρεωμένοι» βλέπετε πολλές φορές δημιουργοῦνται ρήξεις ἀνάμεσα στά πεθερικά καί τό γαμπρό γιατί πολλάκις θέλει περισσότερα αὐτός καί δέν ξέρω τί ἀλλά.

   Εἶναι εὐχαριστημένος καί εὐχαριστεῖ τόν πεθερό του καί τήν πεθερά του. Εἶναι εὐχαριστημένος, ἀλλά μόνον αὐτό; Αὐτό εἶναι τό λιγότερο, παιδιά. Μποροῦσε καί νά μή πάρη καί καθόλου προῖκα. Νά ’τανε πολύ πτωχή κοπέλα καί τελικά ὁ Θεός νά ἤθελε ἔτσι νά παντρευτῆ ἡ Σάρρα χωρίς προῖκα.

   Θέλετε νά σᾶς πῶ ἕνα παράδειγμα; Ὅταν ὁ Ἰωσήφ, ὁ μνήστωρ, ἑτοιμάζεται νά παντρευτῆ τήν Θεοτόκον κατά φύσιν -ἀνύποπτα πράγματα τί θά συνέβαιναν στό σχέδιο τοῦ Θεοῦ, ἀνύποπτα ἀκόμα, ἔτσι; Ἁπλῶς ἀρραβωνίζεται τήν Θεοτόκον- ἡ Θεοτόκος ἀπ’ ὅ,τι τοὐλάχιστον μποροῦμε, δέν ἔχομε βέβαια πληροφορίες στήν Ἁγία Γραφή, ἄλλα ἀπ’ ὅ,τι μποροῦμε νά ἀντιλαμβανώμεθα στήν Ναζαρέτ ἔμενε, ὅπως καί ὁ Ἰωσήφ στή Ναζαρέτ ἔμενε, σημειῶστε δέ ὅτι ἡ Ναζαρετ ἦταν ἕνα… ἕνα παλιοχώρι, ἕνα παλιοχώρι. Βεβαίως καί ἡ Θεοτόκος καί ὁ Ἰωσήφ δέν ἦσαν ἐκ Ναζαρέτ, ἦσαν ἐκ τῆς Ἰουδαίας· κατήγοντο καί οἱ δύο ἀπό βασιλικήν γενεάν, ἀπό τόν Δαυΐδ, ἀπό τήν Βηθλεέμ. Ἄλλο θέμα τώρα ὃτι ὁ Δαυΐδ ὁ πρόγονος ἤτανε πόσο λέτε; Χίλια χρόνια πίσω, χίλια ἑκατό χρόνια πίσω. Δέν μποροῦσε νά σώζεται πιά τίποτε, ἔξω ἀπό μία παλαιά αἴγλη, ὅτι εἴχαμε πρόγονο τόν Δαυΐδ. Ζώντας σ’ ἐκεῖνο τό παλιοχώρι τήν Ναζαρέτ -«δύναταί τι ἀγαθόν εἶναι ἐκ Ναζαρέτ;» εἶπε ὁ Ναθαναήλ εἰς τόν Φίλιππον, «δύναταί τι;» μπορεῖ νά βγῆ κάτι ἀγαθό ἀπό τήν Ναζαρέτ; Τί θά πιστεύατε, ἐμμέσως τό βγάζομε ὅτι εἶχαν περιούσιες; Ὄχι. Δέν εἶχαν περιούσια. Ἡ Θεοτόκος πρέπει νά ἦταν μία πολύ πτωχή καί πολλές φορές θά ’χετε διαβάσει θά ’χετε ἀκούσει στίς ὁμιλίες «ἡ πτωχή κόρη τῆς Ναζαρέτ». Ἔ, τί θά πιστεύατε, ἔπρεπε λοιπόν νά ἔχη προῖκα ἡ Παναγία γιά νά παντρευτῆ;

  Ἄρα, ὅταν εὐχαριστεῖ ὁ Τωβίας τά πεθερικά του δέν εὐχαριστεῖ διότι πῆρε περιούσια. Συνέπεσε νά εἶναι πλούσια τά πεθερικά του. Συνέπεσε· ἁπλῶς συνέπεσε. Ἀλλά τί εὐχαριστεῖ λέτε; Διότι ἔφτιαξαν μία κοπέλα τέτοια πού νά εἶναι κατάλληλη γιά σύζυγος.

   Ἐνθυμεῖσθε στό προηγούμενο κεφάλαιο θά σᾶς τό διαβάσω τήν φράσιν «καί ηὐλόγησεν Τωβίας τήν γυναῖκα αὐτοῦ» τήν ἐπαινοῦσε. Γιατί τήν ἐπαινοῦσε; Εἶχε ἀξία. Πῶς ἔγινε ἡ Σάρρα μία ἀξία, πῶς ἔγινε μία προσωπικότης; Τήν ἔφτιαξαν οἱ γονεῖς της. Βεβαίως, ὁπωσδήποτε ὑπάρχει καί ὁ προσωπικός λόγος. Ἀλλά ἐν τοιαύτῃ περίπτωσει ὅμως, τόν πρῶτον λόγον τόν ἔχουν οἱ γονεῖς.

    Ἔτσι λοιπόν παιδιά, ὅταν εὐχαριστῆ ὁ γαμπρός τά πεθερικά, τά εὐχαριστεῖ τά πεθερικά του γιατί φτιάξανε μία καλή κοπέλα, πού τώρα αὐτή ἡ καλή κοπέλα θά γίνη ἡ καλή σύζυγος αὐτοῦ τοῦ γαμπροῦ. Ἔτσι, ἄν θέλετε, ὁ ὑποψήφιος γαμπρός σας, ἄνδρας σας, σύζυγός σας, ἄν ὁ Θεός τό κρίνη καί τό θέλει νά παντρευτῆτε, ἄν ὁ Θεός τό κρίνη καί τό θέλει, εἴπαμε κι ἄλλοτε τό θέμα αὐτό, καί νά ἐπαινέση τούς γονεῖς σας καί νά τούς εὐχαριστῆ καί νά τούς ἔχη σέ ὑψηλήν τιμήν καί νά μή τούς περιφρονῆ, φροντίστε νά γίνετε καλές κοπέλες γιά νά τιμήσετε τούς γονεῖς σας. Ἢ οἱ γονεῖς σας νά φροντίσουν -οἱ μητέρες, προπαντός οἱ μητέρες, ὄχι ὀλιγότερο οἱ πατέρες, ἀλλά προπαντός οἱ μητέρες- μέ κάθε τρόπο νά βοηθήσουν τίς κοπέλες τους νά γίνουν καλές κοπέλες, εὐλαβεῖς κοπέλες, νοικοκυρές κοπέλες, μέ τιμή κοπέλες, μέ εὐλάβεια κοπέλες, μέ σεβασμό κοπέλες, ὥστε καί ὁ γάμος τους νά εἶναι εὐτυχισμένος καί εὐλογημένος. Ἀλλά καί ὁ ὑποψήφιος γαμπρός νά ἐπαινέση τά πεθερικά καί νά τά εὐλογῆ καί δι’ αὐτῶν νά εὐλογῆ καί νά δοξάζη τόν Θεόν.

    Πρῶτα ὁ Θεός θά συνεχίσωμε τήν μεθεπομένη Κυριακή.

 
15η ομιλία στο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης « Τωβίτ ».

►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
"Τωβίτ. (Ὁμιλίες βασισμένες στό βιβλίο τῆς Π. Διαθήκης Τωβίτ).

" εδώ ⬇️
http://arnion.gr/index.php/p-thanasios-mytilina-os/milies-p-thanasiou/palaia-diauhkh/vivlion-tovit
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40oED0GDYsRHnrDdY5_m61pt

Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Καραμίντζα.

Ψηφιοποίηση και επιμέλεια κειμένου δια χειρός του αξιοτίμου κ. Γεωργίου Μαλούση.

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️
https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__
https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.