Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Βιοτικές μέριμνες ~ Εργασία.. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Βιοτικές μέριμνες ~ Εργασία.. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

11 Δεκεμβρίου 2021

Ὁ ἐξαναγκασμός τῆς καθημερινότητος.

†.Κάποτε ο Κύριος, αγαπητοί μου, εκλήθη σε ένα δείπνο από κάποιον Φαρισαίον. Κατά τη διάρκεια του δείπνου, ο Κύριος είπε στον οικοδεσπότη να μην καλεί φίλους και συγγενείς στο τραπέζι του, αλλά αναγκεμένους ανθρώπους, που δεν θα είχαν τη δυνατότητα να του ανταποδώσουν την ευεργεσία.

   Μάλιστα προσέθεσε ο Κύριος: «Ἀνταποδοθήσεται γάρ σοι ἐν τῇ ἀναστάσει τῶν δικαίων». Δηλαδή «θα έχεις την αμοιβή σου κατά την ανάσταση των νεκρών. Τώρα μην περιμένεις αμοιβή, γιατί το κάλεσμα συγγενών και φίλων δεν θα είναι τίποτε άλλο, παρά γεμάτο επαίνους: ‘’Ήταν ωραίο το φαγητό. Σε ευχαριστούμε που μας κάλεσες’’» και άλλα τέτοια. Κάποιος ανακείμενος ενθουσιάστηκε και είπε εις τον Κύριον: «Μακάριος ὃς φάγεται ἄριστον ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ Θεοῦ». Δηλαδή είναι ευτυχισμένος εκείνος ο οποίος θα καθίσει στο τραπέζι της Βασιλείας του Θεού. Και τότε ο Κύριος, σαν απάντηση και εις επήκοον, μάλιστα, πάντων, είπε την παραβολή του Μεγάλου Δείπνου, που σήμερα ακούσαμε σαν ευαγγελική περικοπή.

   Λέγει: «Ἄνθρωπός τις ἐποίησε δεῖπνον μέγα…». Βέβαια δεν θα επαναλάβουμε την περικοπή, γιατί θα μας καταναλώσει χρόνον. Πιστεύω την προσέξατε την παραβολήν.

    Ποιος είναι αυτός ο άνθρωπος που ἐποίησεν, έκανε δείπνον μέγα, μεγάλο δείπνο; Ο άνθρωπος της παραβολής, αγαπητοί μου, είναι ο Θεός· που στρώνει το μεγάλο δείπνο στη γη και που είναι η Βασιλεία Του. Είδατε, λέμε «Αγία Τράπεζα», «Σώμα και Αίμα Χριστού», «τά παρατιθέμενα ἐπί τῆς ἁγίας τραπέζης». Πραγματικά είναι ένα δείπνον.

    Και ο «παρατιθέμενος μόσχος» που λέγει, ποιος είναι; Ή ο αμνός; Είναι η θυσία του Υιού Του, που με αυτήν βέβαια στρώνεται το τραπέζι. Είναι το δείπνον μέγα, γιατί μεγάλος είναι Εκείνος που το παραθέτει. Είπαμε, ο Θεός. Μεγάλα δε και τα παρατιθέμενα. Όπως είναι το Σώμα και το Αίμα του Χριστού. Αλλά και όλα τα άλλα· η Θεία Χάρις, η άφεσις των αμαρτιών, η υιοθεσία, τα μυστήρια της Εκκλησίας, όλα που απορρέουν από αυτήν την τράπεζα, όλα είναι μεγάλα και φοβερά.

       Αλλά είναι μεγάλο το δείπνο ακόμη γιατί είναι και οικουμενικό, είναι και παγκόσμιον. Μην το ξεχνούμε αυτό. Ἀεί παρατιθέμενον· το οποίον παρατίθεται πάντοτε. Βλέπετε; Έως ότου έλθει ο Κύριος ξανά εις τον κόσμον αυτόν, το δείπνο αυτό θα παρατίθεται. Και πάντα θα είναι εκείνο που χορταίνει και ευφραίνει και αιωνίζει όποιον σε αυτό το τραπέζι όντως καθίσει.

     «Και το δείπνον ετοιμάστηκε», όπως μας λέγει η παραβολή. Και εδώ αρχίζει τώρα το δεύτερο μέρος. Αυτά, το πρώτο μέρος, όσον αφορά τον οικοδεσπότη· τώρα εδώ, στο κάλεσμα των συνδαιτυμόνων. Εδώ έχομε μία περίεργη, αγαπητοί μου, συμπεριφορά, όπως θα δούμε και θα εκπλαγούμε πραγματικά.

    «Ἢρξαντο», λέγει η παραβολή, «ἀπὸ μιᾶς παραιτεῖσθαι πάντες». «Απ’ την πρώτη στιγμή, οι καλεσμένοι άρχισαν να παραιτούνται». Δηλαδή να ζητούν να μη μετέχουν εις το τραπέζι αυτό. Η αιτία; Λέγει ο πρώτος καλεσμένος: «Ἀγρὸν ἠγόρασα, καὶ ἔχω ἀνάγκην ἐξελθεῖν καὶ ἰδεῖν αὐτόν· ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον». Λέγει: «Αγόρασα ένα χωράφι και έχω ανάγκη να βγω να πάω να το δω το χωράφι αυτό. Γι΄αυτό, σε παρακαλώ, άφησέ με. Δεν θα μπορέσω να έλθω εις το δείπνον που με καλείς». Ο δεύτερος απήντησε εις τον δούλον εκείνον που έστειλε ο οικοδεσπότης βέβαια για το κάλεσμα. Και εκείνος με ανάλογο τρόπο απήντησε ότι είχε να κάνει κάτι αγορές ζώων. Ήθελε με τον τρόπον αυτόν να πάει να τα δοκιμάσει τα βόδια του, ας το πούμε, αν είναι  καλά, γερά το όργωμα κ.λπ. Και ο τρίτος; Και ο τρίτος, ο ταλαίπωρος ο τρίτος, έκανε καινούρια οικογένεια και τώρα είχε πολλές βιοτικές ανάγκες τις οποίες έπρεπε να καλύπτει και φυσικά δεν είχε καιρό, δεν είχε δυνατότητα να ανταποκριθεί εις το μεγάλο αυτό δείπνο…

      Πάντως, έτσι, δειγματοληπτικά, αναφερομένη η παραβολή, όλοι δεν ανταποκρίθηκαν εις αυτήν την πρόσκλησιν. Ας προσέξομε τη διατύπωση, γιατί πάνω στη διατύπωση μιας προτασούλας θα μείνομε και θα αναλύσομε το θέμα μας σήμερα, αγαπητοί μου.

   «Ἒχω ἀνάγκην ἐξελθεῖν»· που θα πει: «Έχω ανάγκη να βγω». Ο πρώτος. «Να πάω να δω το χωράφι που θα αγοράσω». Ο δεύτερος: «Να πάω να δω τα ζώα». Ο τρίτος: «Να πάω να δουλέψω, γιατί πώς θα ζήσω την καινούρια μου οικογένεια;». «Ἀνάγκη ἐξελθεῖν». Αυτό το «έχω ανάγκη» μας θυμίζει έναν εξαναγκασμό ακούσιον· που μας ωθεί να πραγματοποιήσομε κάτι. Και αυτό είναι κάθε μέρα, όλη τη μέρα. Είναι κάθε μέρα όλη τη μέρα. Ένας εξαναγκασμός μέσα εις την καθημερινότητα, που κάπου μας θυμίζει την καταναγκαστική ψύχωση. Έχετε ακούσει περί καταναγκαστικής ψυχώσεως;

    Η καταναγκαστική ψύχωσις είναι μία ψυχική αρρώστια πολύ βασανιστική. Αυτός που πάσχει από την αρρώστια αυτή, δεν είναι σίγουρος για τις ενέργειές του και διαρκώς επιθεωρεί τις ενέργειές του κατά έναν βασανιστικό τρόπο. Αυτό είναι η καταναγκαστική ψύχωσις. Π.χ. «Έκλεισα το πετρογκάζ;». Πάμε να κοιμηθούμε. «Έκλεισα το πετρογκάζ; Μπας και το άφησα ανοιχτό; Και τότε κάπου καμία διαρροή και πεθάνομε;». «Κλείδωσα την πόρτα; Μη καμιά φορά ξεχάσομε την πόρτα του σπιτιού μας ανοιχτή και μπει κάποιος κλέφτης;»· κ.ο.κ. Όλα αυτά μας βασανίζουν. Αυτό λέγεται «καταναγκαστική ψύχωσις». Έτσι και ο άνθρωπος της πολλής μερίμνης, σαν να πάσχει από καταναγκαστική ψύχωση, κινείται όλη την ημέρα στις βιοτικές του μέριμνες, κατά έναν βασανιστικό τρόπο. Βέβαια, η εργασία είναι νόμος πνευματικός και βιολογικός, αν το θέλετε. Και εδόθη στον άνθρωπο μέσα εις τον Παράδεισον. Αυτό το «ἐδόθη» είναι σύμφωνο βέβαια με τη δομή του ανθρώπου να εργάζεται.

    Υπάρχει όμως και ένα αλλά. Είπε μεν ο Θεός εις τον Παράδεισον εις τους πρωτοπλάστους: «Ἐργάζεσθαι καί φυλάσσειν τόν Παράδεισον». Και ο Χριστός είπε: «Ὁ Πατήρ μοῦ ἕως ἄρτι ἐργάζεται κἀγώ ἐργάζομαι». Όμως δεν πρόκειται για την εργασία καθ’ εαυτήν. Αλλά για έναν ανόητο και επικίνδυνο καταναγκασμό στην εργασία. Είναι γνωστό ότι μετά την απώλεια του Παραδείσου, η εργασία έγινε δουλεία. Γι΄αυτό και το λέμε στη νεοελληνική μας γλώσσα· λέμε: «Έχω δουλειά». Δηλαδή είμαι δούλος σε μία υπόθεση. Αυτό θα πει δουλειά. Είμαι στη δουλεία. Πάω στο χωράφι, πάω στο κατάστημα, πάω οπουδήποτε, από έναν εξαναγκασμόν. Αυτή η δουλεία στην εργασία, γίνεται στον άνθρωπο μία τρόπον τινά και πρέπει να το πούμε, καταναγκαστική ψύχωση. Όχι ότι θα είχαμε τόση προθυμία να δουλέψομε, αλλά γιατί κάτι μας σπρώχνει. Σημαίνει ότι ο κύριος της εργασίας δεν είναι ο άνθρωπος. Αντίστροφα. Η εργασία είναι η αφεντικίνα και ο άνθρωπος είναι δούλος· που θα πάει τώρα σε αυτή τη δουλεία, σε αυτή τη δουλειά. Πώς αλλιώτικα θα μπορούσε να ερμηνευθεί η συμπεριφορά και των τριών καλεσμένων στον δείπνο που έβαλαν πιο πάνω από το σπουδαίο δείπνο, την εργασία που ο καθένας είχε; Πώς αλλιώτικα μπορεί αυτό να εξηγηθεί; Σαν ένας νόμος να αναγκάζει τον άνθρωπο να μένει μόνον στη μέριμνα του βίου και να μην ατενίζει στον ουρανό, να μη βλέπει τη σωτηρία Του.

    Και αυτός ο παράσιτος νόμος είναι η πλεονεξία στον πλουτισμό. Είδατε τι ακούσαμε σήμερα στην αποστολική περικοπή που λέει ο Απόστολος Παύλος, Κολοσσαείς, ότι η πλεονεξία είναι ειδωλολατρία. Και δεν μπορείς, όταν είσαι πλεονέκτης και φυσικά αποδεικνύεσαι ότι είσαι ειδωλολάτρης, να μπορείς να εκτιμήσεις τα πνευματικά αγαθά. Δεν είναι δυνατόν.

    Είναι ακόμη και η προσκόλληση στην ικανοποίηση των αισθήσεων. Όπως λέμε «Πάω να δω, να δοκιμάσω τα βόδια μου». Οι Πατέρες ερμηνεύουν ότι είναι η υπηρεσία που κάνει ο άνθρωπος στις πέντε του αισθήσεις. Να ικανοποιεί τις πέντε του αισθήσεις. Αλλά και η ειδωλοποίηση της οικογενείας. «Α, οικογένεια» σου λέει. «Ιερόν πράγμα». Ιερό πράγμα κάνουν και την εργασία, όλα ιερά σαν δικαιολογία, να μην κοιτάξουν, να μην ατενίσουν τίποτε απ’ ό,τι ανήκει εις τον ουρανόν και την σωτηρία.

     Η εργασία, αγαπητοί μου, είναι νόμιμος. Αρκεί να μένει στα όριά της. Εκεί που πρέπει να μένει. Στους όρους της, χωρίς να γίνεται σκοπός της ζωής. Το καταλάβαμε; Δεν είναι σκοπός της ζωής η εργασία. Η εργασία είναι ένα μέσον για να υπάρχομε. Είτε βιολογικά, είτε ακόμη και πνευματικά. Και όταν επιτελείται η εργασία, θα γίνεται βεβαίως πάντοτε με την μνήμη του Θεού. Λέμε: «Μπορείς να εργάζεσαι οτιδήποτε. Διανοητική ή χειρονακτική εργασία και να λες την μονολόγιστη ευχή: ‘’Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με’’»;  Ή να έχεις την μνήμη του Θεού διαρκώς. Όταν μάλιστα μας λένε οι Πατέρες λέγει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος ότι «πιο συχνότερο πρέπει να είναι η μνήμη του Θεού από την αναπνοή!».Τότε βεβαίως δεν παραδοθήκαμε στην εργασία.

    Είναι αξιοπρόσεκτο ότι δεν ομιλεί εδώ η παραβολή περί γεύματος. Προσέξτε κάτι. Μια λεπτομέρεια είναι. Αλλά περί δείπνου. Γεύμα στην ελληνική γλώσσα λέμε το τραπέζι που στρώνεται για το μεσημέρι. Δείπνο λέμε το τραπέζι που στρώνεται για το βραδινό φαγητό. Εδώ λέει ότι έκανε δείπνο μέγα. Άρα λοιπόν η τράπεζα εδώ είναι βραδινή. Προσέξτε, είναι βραδινή. Όταν εσύ λες: «Πάω να δω το χωράφι μου, πάω να δω τα βόδια μου», άνθρωπε, το βράδυ θα πας γι’ αυτά; Το βράδυ θα πας γι’ αυτά; Αφού υποτίθεται ότι έχει τελειώσει η εργασία η ημερινή, για να βρεθείς σε ένα δείπνο. Αυτό σημαίνει μας έχει πάρει ο στρόβιλος της μερίμνης και έχομε παραθεωρήσει το δείπνο της Βασιλείας του Θεού. Ο Κύριος μάς παρήγγειλε: «Προσέχετε ἑαυτοῖς (:προσέχετε τους εαυτούς σας) μήποτε (:μήπως) βαρυνθῶσιν ὑμῶν αἱ καρδίαι ἐκ κραιπάλει καί μέθη καί μερίμναις βιοτικαῖς». «Προσέξτε», λέει, «μη βαρύνουν οι καρδιές σας με την κραιπάλη και τη μέθη». Πράγματι γίνεται μία μέθη η βιοτική φροντίδα και μέριμνα, που ο άνθρωπος δεν μπορεί από εκεί να ξεκολλήσει.

    Πρέπει ακόμη να αναφέρομε και μερικές περιπτώσεις που μας εξαναγκάζουν ή αν θέλετε, καταναγκάζουν, ώστε να μην έχομε ούτε καιρό ούτε διάθεση για πνευματική ζωή. Και πρώτα είναι ο βιοπορισμός αυτός καθ’ εαυτόν. Έχομε την εντύπωση ότι δεν μας φθάνουν τα χρήματα του μισθού και πρέπει να κάνομε και μία δεύτερη δουλειά. Ακόμη… ω, πω, πω, να βγει και η γυναίκα έξω να δουλέψει. Και ναι μεν η γυναίκα βγήκε στο χωράφι μαζί με τον άνδρα της για να βοηθήσει. Τώρα η γυναίκα δεν είναι πια στο χωράφι με τον σύζυγον. Ή στο κατάστημα να βοηθήσει. Αλλά είναι σε ξεχωριστή δουλειά, με ξεχωριστή σύνταξη. Να, αυτές τις μέρες λογαριαζόταν… αν , λέει, ο άνδρας παίρνει σύνταξη, η γυναίκα θα πρέπει να παίρνει κι αυτή; Και το Συμβούλιο της Επικρατείας είπε: «Βεβαίως». Και πολύ σωστά. Διότι είναι ξεχωριστόν πρόσωπον και πρέπει να πάρει ξεχωριστή σύνταξη. Βλέπετε λοιπόν τι γίνεται εδώ; Ο βιοπορισμός. Κι όμως αν ήξεραν, το ζεύγος, να οργανώνουν τη ζωή τους από πλευράς οικονομικής, δεν θα χρειαζόταν η γυναίκα να βγει έξω να δουλέψει. Πάντως, το ότι βγαίνει και η γυναίκα έξω, εδώ υπάρχει μία δικαιολογία αποφυγής της πνευματικής ζωής. «Δεν έχω καιρό», σου λέει. «Να πάω στην εκκλησία δεν έχω καιρό. Να ακούσω λόγο Θεού δεν έχω καιρό». Κ.λπ. κλπ.

    Μετά είναι η μόρφωσίς μας και η μόρφωση των παιδιών μας. Εκεί δα υπάρχει ένας κυριολεκτικά πυρετός. Φροντιστήρια, μουσικές.. «Το παιδί να μην πάρει και μουσικήν κατάρτισιν, να μην πάει στο Ωδείον;». Μετά, γυμναστικές επιδόσεις, ξένες γλώσσες και βάλε και βάλε και βάλε. Όλα αυτά δεν αφήνουν χρόνον ούτε για μας ούτε για τα παιδιά μας. Κι αυτά, δεν νομίζετε ότι αποτελούν μία καταναγκαστικήν ψύχωσιν, ένα φαύλο κύκλο, από τον οποίον δεν μπορούμε να ξεφύγομε για κάτι το πνευματικόν; Εκείνο που  μου κάνει εντύπωση πολλές φορές, παίρνει τηλέφωνο, ας πούμε, κάποιος, πατέρας ή μητέρα, για να ‘ρθει το παιδί για εξομολόγηση, να το δούμε εμείς ιδιαιτέρως…· γιατί το παιδί την ημέρα που έχομε εξομολόγηση έχει φροντιστήριο, έχει ξένες γλώσσες, έχει να πάει στο Γυμναστήριο. Α, δηλαδή εγώ, που είμαι πνευματικός, να υποβληθώ εις τον κόπον να δεχθώ το παιδί σου μία άλλη μέρα και μία άλλη ώρα, μόνο και μόνο για να μην χάσει το …φροντιστήριό του. Βλέπετε παρακαλώ; Κι αν πω εγώ –είναι πολύ φυσικό- «Δεν μπορώ άλλη μέρα», τότε το παιδί θα μείνει χωρίς εξομολόγηση. Φταίω εγώ που είπα: «Δεν μπορώ;». Ή φταις εσύ που δεν θυσιάζεις το φροντιστήριο του παιδιού σου, μόνο και μόνο για να μην το χάσει;

      Μετά, οι κοσμικές ενασχολήσεις. Εκεί δα, τελειωμό δεν υπάρχουν. Και οι ψυχαγωγίες. Έχομε να πάμε εδώ, έχομε να πάμε εκεί, ταξίδια, και δεν μπορούμε να σκεφθούμε καν για θέματα πνευματικής ζωής και σωτηρίας.

    Μετά, η ικανοποίηση των αισθήσεων. «Πολύ ωραίο έργο προβάλλει ο κινηματογράφος, πρέπει να το δούμε, να πάμε να δούμε». Κι εκείνο, κι εκείνο. «Η τηλεόραση προβάλλει τούτο, πρέπει κι εκεί να το δούμε». Και δεν έχομε χρόνο να κοιτάξομε την πνευματική μας ζωή.

     Βέβαια η άρνηση των καλεσμένων δεν σημαίνει και ματαίωσις του δείπνου. Δεν σημαίνει επειδή κάποιοι αρνούνται και τον δείπνο του Θεού, μπορεί αυτό να ματαιωθεί. Αν είναι δυνατόν αυτό ποτέ. Γιατί; Απλούστατα υπάρχουν κι άλλοι άνθρωποι οι οποίοι περιμένουν την κλήσιν. Δεν είναι όλοι οι οποίοι θα πουν το «όχι». Με μύριες δικαιολογίες «όχι». Υπάρχουν κι εκείνοι που μπορούν και ανταποκρίνονται. Και αυτό είναι βέβαια ένα ευτυχές γεγονός. Είναι οι αποδεχόμενοι λοιπόν το δείπνον της Βασιλείας του Θεού. Και παρακάθηνται εις αυτό το δείπνο. Είναι η μυστηριακή ζωή. Είναι ο εκκλησιασμός. Είναι η μελέτη του λόγου του Θεού. Είναι η άσκησις. Κι αυτοί δουλεύουνε. Δεν είναι τεμπέληδες. Κι αυτοί έχουν οικογένεια. Κι αυτοί έχουν επάγγελμα. Αλλά σου λέει: «Άλλο αυτό, άλλο εκείνο· όλα με τη σειρά τους. Θα πάω και στο μαγαζί, θα πάω και στο χωράφι, αλλά θα πάω και στην Εκκλησία».

    Μάλιστα το θέμα της αργίας είναι πάρα πολύ σημαντικό. Η Εκκλησία μας έχει αρκετές αργίες μέσα εις το έτος. Το κάνει αυτό, για να σου δώσει την ευκαιρία να αφήσεις τις ενασχολήσεις σου τις βιοτικές και να πας στην Εκκλησία. Και να ακούσεις τον λόγο του Θεού. Θυμούμαι, στη Λάρισα, είχα πει κάποτε στα παιδιά του Κατηχητικού σχολείου.. ένα παιδί το εφήρμοσε, ένα παιδί· ήταν στο Λύκειο. Τι έκανε; Σε μία αργία… σχολείο βέβαια είχαν, γιατί και οι αργίες έχουν δυστυχώς καταργηθεί. Στην εποχή μου είχαμε πολλές αργίες. Αγίου Δημητρίου, να είναι το σχολείο ανοιχτό; Αγίου Αντωνίου; Μπα! Είχαμε αργία. Τι λοιπόν; Το παιδί, όπως του είχα πει…-είχα πει σε όλα τα παιδιά, ένα το εφήρμοσε- τι έκανε το παιδί αυτό; Έπαιρνε τη σάκα του, έτρωγε πρωινό, ερχότανε στην Εκκλησία, όταν έχομε μία αργία, και δεν είναι αργία που να ‘ναι κλειστά όλα, δυστυχώς εκεί βλέπετε, δεν πανηγυρίζει ο ναός, εκεί τελειώνομε και γρήγορα, 9 η ώρα έχει τελειώσει η Εκκλησία. Ε, τότε, τι; Ερχότανε με τη σάκα του το πρωί, εκκλησιαζόταν το παιδί, ευθύς μετά έφευγε και πήγαινε στο σχολείο. Έχανε μόνο μία ώρα. Το πρωί. Μόνο μία ώρα. Ελάτε να μου πείτε τώρα, που καταργήσαμε τις αργίες…-γιατί ξέρετε τι λένε οι εχθροί του Θεού; Είναι στο Ψαλτήρι γραμμένο. «Δεῦτε καταργήσωμεν τὰς ἑορτὰς τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τῆς γῆς». «Δεῦτε καταργήσωμεν τὰς ἑορτὰς τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τῆς γῆς»! Δεν μου λέτε, πόσες ώρες τα παιδιά σήμερα είναι εκτός σχολείου; Πάρα πολλές... Δεκάδες ώρες χάνουν. Γιατί; Γιατί θυσιάζουν αυτές τις πέντε ώρες να πάνε στην Εκκλησία. Και έτσι, από άλλο μέρος πληρώνομε τα σπασμένα. Αγαπητοί μου, έτσι είναι. Καταργείς εκείνο που θεσμοθετεί ο Θεός; Αλίμονό σου…

     Αγαπητοί, σε λίγες ημέρες θα γιορτάσομε το μεγάλο γεγονός, το μεγαλύτερο γεγονός που είναι η Ενανθρώπησις του Θεού Λόγου. Εκείνος που δημιούργησε τα πάντα, τώρα θα γίνει άνθρωπος. Και θα ΄ρθει ανάμεσά μας. Η παρουσία Του στη γη είναι το δείπνον της Βασιλείας του Θεού. Ορατόν σημείον της Βασιλείας του Θεού στη γη επάνω είναι η Εκκλησία. Και μάλιστα η τέλεσις του μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας. Πόσοι όμως από μας γνωρίζουμε το νόημα της Ενανθρωπήσεως του Θεού Λόγου; Πόσοι από μας έχομε δημιουργήσει προϋποθέσεις υποδοχής, όπως είναι μία Τεσσαρακοστή, όπως τώρα που διερχόμεθα; Πόσοι από μας ετοιμάσαμε την οδόν Κυρίου και κάναμε «εὐθείας τάς τρίβους αὐτοῦ», όπως ειδοποιεί ο Βαπτιστής, ο Πρόδρομος; Μη νομίσομε ότι Χριστούγεννα σημαίνει φαγοπότι και ευκαιρίες ταξιδίων και δώρων και ψυχαγωγίας. Χριστούγεννα σημαίνει ότι κατανοήσαμε Ποιος ήλθε ανάμεσά μας. Αυτό θα πει Χριστούγεννα. Και βέβαια και Τον δεχθήκαμε. Να μη μείνομε λοιπόν σε εκείνο το μελαγχολικό και απογοητευτικό, που καταγράφει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης, στο Α΄ του κεφάλαιο: «Εἰς τὰ ἴδια ἦλθε, καὶ οἱ ἴδιοι αὐτὸν οὐ παρέλαβον».  «Ήλθε ανάμεσά μας, ήλθε στο σπίτι μας, ήλθε στη γη μας και εμείς δεν Τον παραλάβαμε. Του γυρίσαμε την πλάτη».

      Αδελφοί, Χριστούγεννα, και το τραπέζι της Βασιλείας στρώθηκε. Μη χάνομε καιρό. Οι βιοτικές μέριμνες ποτέ δεν τελειώνουν· γιατί είναι ένας φαύλος κύκλος. Η ζωή μας είναι μία ευθεία. Από τη γη στον ουρανό. Όλες οι συστροφές είναι εκ του πονηρού. Και τώρα μας δίδεται η ευκαιρία. Ο Θεός Πατήρ έστρωσε Μέγα Δείπνον και εκάλεσε πολλούς. Ανάμεσα στους πολλούς, να σπεύσομε και εμείς. Ίσως αύριο, κατόπιν μιας αναβολής, να είναι πολύ αργά. Ίσως τελεσίδικα αργά… Αμήν.


904η ομιλία στην κατηγορία
« Ομιλίες Κυριακών ».

Όλες οι ομιλίες της κατηγορίας " Ομιλίες Κυριακών " 🔻
http://arnion.gr/index.php/p-thanasios-mytilina-os/milies-p-thanasiou/diafora-uemata/omiliai-kyriakvn
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40r0WAxMpRb0tx6ts1zsQWMh

Πηγές:
Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.

Μεταφορά της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας σε ηλεκτρονικό κείμενο και επιμέλεια: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος.

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️
https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

__⬇️ Facebook ⬇️__
https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.

29 Νοεμβρίου 2021

Ἡ ἐργασία τῆς γυναίκας ἔξω ἀπό τό σπίτι, δημιουργεῖ μεγάλα προβλήματα.

†.Αὐτό τό θέμα τῆς ἐργασίας τῆς γυναικός ἔξω ἀπό τό σπίτι εἶναι ἕνα ἀπό τά μεγαλύτερα, πιστέψτε με, προβλήματα πού ἀντιμετωπίζει ἡ σύγχρονη οἰκογένεια. Ἡ κανονική φόρμα τῶν πραγμάτων εἶναι ὅτι: ἡ γυναῖκα δέν βγαίνει ποτέ ἔξω νά δουλέψη. Ἐδῶ καί δέκα χρόνια πίσω, ἀκόμη διετηρεῖτο αὐτή ἡ ἀντίληψις. Τόσο λίγο, δέκα χρόνια! ὅτι ἡ γυναῖκα δέν βγαίνει ἔξω νά δουλέψη. Βεβαίως αὐτή ἡ ἀντίληψις ἔχει ἤδη καταστρατηγηθεῖ, ἔχει παραβιαστεῖ. Θά λέγαμε πολλά χρόνια ἰδίως μετά τόν πόλεμο, τό Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο, αὐτή ἡ ἀντίληψις ὁπωσδήποτε παραβιάστηκε.    

   Παλαιότερα, ἄν ρωτήσετε τίς γιαγιές σας θά σᾶς τό ποῦν αὐτό, ἦταν ἀδιανόητο νά βγαίνη ἡ γυναῖκα ἔξω νά δουλεύη, ἐθεωρεῖτο ὑποτιμητικόν. Μάλιστα ὑπῆρχε ὁ ἑξῆς χαρακτηρισμός «ξενοδουλεύει». Ἡ γυναῖκα «ξενοδουλεύει»! Ἐπειδή δέ οἱ πιό πολλές γυναῖκες στά παλιότερα χρόνια δέν ἐπήγαιναν σχολεῖο, οἱ πιό πολλές ἔξω ἀπό τό δημοτικό, γι’ αὐτό ἔκαναν δουλειές ὑπηρετικοῦ προσωπικοῦ: σάν ὑπηρέτριες, σάν πλύστρες, στά χωράφια, ἤ ξέρω γώ στά ἐργοστάσια καί τά λοιπά. Ἐνθυμοῦμαι δέ προπολεμικά, πρό τοῦ 1940, τό ἡμερομίσθιο τῆς γυναικός ἦταν δεκαέξι δρχ.! Τοῦ ἀνδρός ἦτο πενήντα δρχ. καί τῆς γυναικός τό ἡμερομίσθιο τό ἐργατικό ἦταν δεκαέξι δρχ.!

   Πάντως ἦταν ὑποτιμητικό γιά τή γυναῖκα νά βγαίνη ἔξω. Καί δέν ἔβγαινε παρά μόνον ὅταν ὑπῆρχε ἀνάγκη, πολύ μεγάλη ἀνάγκη. Αὐτή ἡ ἀνάγκη δέν ἦταν παρά, ἤ ὁ σύζυγος -ἄν ἦταν ἔγγαμος γυναῖκα- ἦταν ἄρρωστος, ἀνίκανος πρός ἐργασίαν ἤ ὁ πατέρας -ἄν ἦταν κοπέλα- ἦταν ἀνίκανος κι αὐτός πρός ἐργασίαν, κάποιο πλῆγμα τόν βρῆκε, ἔπαθε ἕνα ἀτύχημα, δέν ἐπαρκοῦσε ἡ ἀσφάλεια ἐνδεχομένως πού μποροῦσαν νά ἔχουν -σημειώσατε ὅτι καί ἡ ἀσφάλεια δέν ὑπῆρχε παλιά στήν Ἑλλάδα, οἱ κοινωνικές ἀσφαλίσεις εἶναι μόλις λίγο πρό τοῦ 1940, ξεκίνησαν μόλις… μόλις- ὅποτε ἡ γυναῖκα ἤ ἡ κοπέλα ἔβγαινε νά ἐργασθῆ. Δέν θά μποροῦσε ποτέ κανείς νά κατηγορήση μία τέτοια γυναῖκα πού θά ἔβγαινε νά δουλέψη.

   Στό βιβλίο τῆς «Ρούθ», βλέπομε τήν Ρούθ νά βγαίνη νά δουλέψη γιά νά συντηρήση καί τόν ἑαυτό της καί τήν πεθερά της τήν Νωεμίν. Καί ἡ ἐργασία της δέν εἶναι παρά νά μαζεύη στάχυα εἰς τούς ἀγρούς. Δέν εἶναι λοιπόν κατηγορία ὅταν ὑπάρχη ἀνάγκη. Ἀλλά ἀνάμεσα στά πάρα πολλά πού ἡ ἐποχή μας ἔχει ἀλλάξει, πού ἡ φυσιογνωμία της  εἶναι πολύ διαφορετική ἀπό ἐκείνη, τήν ὁποία αἰῶνες ὁλοκλήρους εἶχε ἡ κοινωνία μας καί ἡ οἰκογένεια, σήμερα ἡ κοπέλα πού μορφώνεται, νομίζει καί τό θεωρεῖ ἐπιβεβλημένο ὅτι πρέπει νά ἐργασθῆ.

   Ὑπάρχει ἕνα ἐπιχείρημα. Τό ἐπιχείρημα ὅτι πρέπει νά ἀξιοποιήση ἐκεῖνα τά ὁποῖα ἔχει μάθει. Τό θεωρεῖ αὐτό τόσο αὐτονόητο ἐπιχείρημα, ὥστε ἄν αὐτή τή στιγμή ἤθελα ἐγώ νά κάνω ἐδῶ σέ σᾶς ἕνα τέστ, μία δοκιμασία, «ἡ κάθε κοπέλα ἀπό ἐσᾶς πῶς σκέφτεται παρακάτω», εἶναι πολύ μικρό τό ποσοστό, ὅσες εἶστε, νά βρῶ δυό τρεῖς κοπέλες, ἴσως καί νά μή τίς βρῶ καί αὐτές, πού νά μοῦ ποῦν ὅτι· «ἐγώ ἔχω σκοπό, ὅταν τελειώσω τό Γυμνάσιο νά μείνω στό σπίτι μου». Ὅλες οἱ κοπέλες θά μοῦ πῆτε ὅτι σκοπόν ἔχετε κάτι νά σπουδάσετε. Καί ἐάν θά ἐρωτηθῆτε γιατί θέλετε νά σπουδάσετε, ὁπωσδήποτε δέν ὑπάρχει ἐκεῖνο τό ἰδανικό τῆς σπουδῆς πού ὑπῆρχε στήν ἀρχαία Ἑλλάδα: «ἡ σπουδή γιά τή σπουδή!».

    Διότι ἡ μόρφωσις ἦταν γιά τήν Ἀρχαία Ἑλλάδα ἕνα ἰδανικό χωρισμένο ἀπό τόν βιοπορισμό. Ὁ ἄνδρας ἐμορφώνετο, ἐγίνετο φιλόσοφος ἐάν θέλετε, ταξίδευε σέ τόπους μακρινούς γιά νά ἀποκτήση σοφία. Ἐπλήρωνε ἁδρά δασκάλους νά μάθη τήν ρητορική ἤ τήν γραμματική ἤ τήν μουσική ἤ ὅ,τι ἄλλη σοφία, ὄχι μέ σκοπό νά ζήση, ἀλλά γιά νά εἶναι μορφωμένος. Δηλαδή μέ ἄλλα λόγια, ἡ μόρφωσι δέν εἶχε καμμία σχέσι μέ τό βιοπορισμόν.

   Σήμερα ἡ μόρφωσις συνδέεται μέ τόν βιοπορισμόν, ὁπότε ἡ κοπέλα ἡ ὁποία θά μορφωθῆ, θά βγάλη τό γυμνάσιο καί ἐν συνεχείᾳ θά ἤθελε νά πάη καί σέ ἄλλες σχολές μέσες ἤ ἀνώτερες ἤ ἀνώτατες, ἡ κοπέλα αὐτή σκοπόν ἔχει νά ἐργασθῆ. Γι’ αὐτό, ἄν ἔκανα ἕνα τέστ, σᾶς εἶπα, ἀνάμεσά σας, εἶναι ζήτημα ἐάν θά ἔβρισκα δυό τρεῖς κοπέλες πού θά ἤθελαν τελικά νά μείνουν μόνον εἰς τό σπίτι, ἔστω καί βγάζοντας τό γυμνάσιο. Ξαναλέγω, μέ τό ἐπιχείρημα «πῶς θά ἀξιοποιήσωμε ἐκεῖνα τά ὁποῖα ἔχομε μάθει».

   Ἀλλά, ὅπως ἡ ἐποχή μας ἔχει χαρακτηριστικό νά πετάη στόν ἀέρα καθετί κατεστημένο κάνοντας κριτική, θά νόμιζε ἡ ἐποχή μας ὅτι αὐτή κρατάει τήν τελευταία λέξι τῆς μή ἀναθεωρήσεως τῶν ὅσων ἡ ἰδία πράττει; Διότι, αὐτό τό ὁποῖο ἡ ἴδια ἐργάζεται αὐτή τή στιγμή, δέν γίνεται κατεστημένον; Καί ἅμα γίνεται κατεστημένον, αὐτό δέν μπορεῖ νά γίνη ἀντικείμενον κριτικῆς; Καί αὐτό πού θεωρεῖ ὅτι εἶναι αὐτονόητο «νά ἐργασθῆ ἐπειδή μορφώθηκε», εἶναι αὐτονόητο; Δηλαδή μέ ἄλλα λόγια, μποροῦμε νά τό ποῦμε ὅτι εἶναι ἕνα δεδομένο; Καί δέν θά ἀρχίση νά γίνεται ἕνα ζητούμενο, «ἂν ἡ κοπέλα πρέπει νά βγαίνη νά ἐργασθῆ ἐπειδή ἐμορφώθηκε;»

   Θά ἀρχίση νά γίνεται αὐτό. Θά ἀρχίση νά γίνεται ἐκ τῶν πραγμάτων, διότι ἡ σύγχρονη κοπέλα πού βγαίνει καί ἐργάζεται, καί πού στήν πραγματικότητα πλέον δέν ἔχει ἀνάγκη διά νά ἐργασθῆ, διότι δέν ὑπάρχει οἰκονομική πίεσι οὔτε σάν κοπέλα ἀπό τούς γονεῖς της, οὔτε σάν σύζυγος ἀπό τόν ἄνδρα της, ἀλλά βγαίνει γιατί ἔγινε τῆς μόδας, ἔγινε ἕνα στοιχεῖο πού ἡ σύγχρονη κοπέλα, ἡ σύγχρονη γυναῖκα νομίζει ὅτι μέ τόν τρόπον αὐτόν θά γίνη ἕνας κοινωνικός παράγων, ὅτι... ὅτι... ὅτι θά πρέπη νά προσθέση στά οἰκονομικά τοῦ σπιτιοῦ τά δικά της οἰκονομικά γιά νά ὑπάρχη μία ἄνεσι. Γιατί «πῶς θά πάρουν τό αὐτοκίνητο;», «πῶς θά πάρουν ἕνα μεγάλο διαμέρισμα, ἤ περισσότερα διαμερίσματα;» ἤ «πῶς θά μποροῦν νά πηγαίνουν στά κέντρα διασκεδάσεως;» ἤ «πῶς θά μποροῦν νά ἔχουν μία ἄνεσι, νά κινοῦνται πολυτελῶς καί νά προσθέτη συνεπῶς καί ἐκείνη καί τά δικά της ἔσοδα εἰς τά κοινά ἔσοδα τοῦ ἀνδρός της γιά νά ἔχουν αὐτήν τήν εὐμάρειαν;». Αὐτά ὅμως ὅλα εἶναι αὐτή τή στιγμή μία μόδα. Ἄν τό θέλετε εἶναι ἕνας σνομπισμός.   

    Δυό πράγματα δέν κατάφερα μέχρι σήμερα! Καί ποῦ; Ὄχι σάν συμβουλή, ἀλλά ἐν μυστηρίῳ ἐξομολογήσεως, πού ὑποτίθεται ὅτι ὁ ἄλλος πού ἔρχεται νά ἐξομολογηθῆ εἶναι ἕτοιμος νά ἀκούση τί θά τοῦ πῆ πνευματικός, γιατί πηγαίνει οἰκείᾳ βουλήσει, δέν πηγαίνει γιατί τόν πηγαίνουν. Καί συνεπῶς εἶναι διατεθημένος νά ἀκούση ὅ,τι θά τοῦ εἰπωθῆ. Ἔ, πάρα ταῦτα, δυό πράγματα δέν κατάφερα, παιδιά, μέχρι σήμερα τά τελευταῖα χρόνια νά ἐπιτύχω. Εἰς τούς μακρυμάλληδες, τά ἀγόρια, νά κόψουν τά μαλλιά τους. Ὅ,τι συμβουλές καί ἄν εἶπα, ὅ,τι ἀπειλές καί ἄν ἐξετόξευσα, ὅσο κι ἄν ἐπέπληξα, ὅσο κι ἄν ὁμίλησα καί κορόιδεψα καί εἶπα ὅτι «τί μαλλιά εἶναι αὐτά, παιδάκι μου, τί ψεῖρες θά ἔχουν ἐπάνω», ἤ «δέν ντρέπεσαι σάν γυναῖκα εἶσαι», πού νά τούς κάνω γελοίους, ἤ «τήν Θεία Κοινωνία νά κόψω»! Ναί! δέν κατάφερα ἕναν νά τόν κάνω νά κόψη τά μαλλιά του! Καί τό δεύτερο; Δέν κατάφερα κοπέλα, ἡ ὁποία ἐργάζεται, νά τήν κάνω νά μήν ἐργάζεται, ἐάν ἡ ἰδία δέν τό κατενόησε. Βεβαίως ὑπῆρξαν κοπέλες, οἱ ὁποῖες εἶπαν δέν θά δουλέψωμε. Τό κατενόησαν μόνες τους. Ἐγώ νά τίς βοηθοῦσα νά τό κατανοήσουν, σᾶς βεβαιώνω, ἔχω σημειώσει οἰκτράν ἀποτυχία.

    Ἡ αἰτία δέν εἶναι δύσκολο νά ἀναζητηθῆ. Εἶναι, παιδιά, ὁ σνομπισμός! Δέν ὑπάρχει πιό φοβερό πρᾶγμα ἀπό τήν λατρεία τῆς θεότητος, πού λέγεται μόδα. Δέν ὑπάρχει πιό φοβερό πρᾶγμα! Νά ἰδῆτε ὅτι θά κουρεύωνται μετά οἱ νέοι, θά κουρεύωνται «ἐν χρῷ κεκαρμένοι». Καί ἅμα τούς πῶ: «βρέ παιδάκι μου, τί μαλλιά εἶναι αὐτά, ἄφησε λίγο τά μαλλιά σου!», ἀδύνατον! εἶναι ἡ μόδα! Ὁ ἄνθρωπος δέ θέλει νά διαφέρη ἀπό τόν ἄλλον.

    Ἔτσι, δέ νομίζετε ὅτι ὁ σνομπισμός αὐτός -νά κάνωμε καί λίγο κριτική- δηλαδή πώς τό κατεστημένον, τό παλαιόν κατεστημένον θά πετᾶμε στήν ἄκρη καί τήν παροῦσα κατάστασι πού γίνεται κατεστημένη, κι αὐτή κατεστημένη -κάθε τί πού μένει, γίνεται κατεστημένο˙ αὐτό θά πῆ κατεστημένο, ἡ καθιερωμένη κατάστασις, αὐτή ἡ ὁποία εἶναι ἀνεγνωρισμένη- ἔ, τί λέτε, μένοντας, χρονίζοντας ἡ κατάστασι αὐτή δέν γίνεται κατεστημένον;  ἔ, αὐτή δέν πρέπει νά τύχη κριτικῆς; Ἔ; τί θά λέγατε; 

    Θά νομίζατε ὅτι θά ἤτανε πολύ τιμητικό γιά τόν σύγχρονο ἄνθρωπο πού καυχᾶται γιά τήν ἐλευθερία του, νά θεωρῆται δέσμιος τῆς ἐποχῆς του, δέσμιος ἑνός σνομπισμοῦ, δέσμιος τῆς λατρείας τῆς μόδας; Αὐτό περιποιεῖται τιμήν εἰς τήν προσωπικότητα καί τήν ἐλευθερία τοῦ ἀτόμου; Δέν τό νομίζω. Τό νά μπορῆ κανείς νά ξεφύγη καί νά πῆ: «ἐγώ δέν θά ἀκολουθῶ τήν μόδα, δέν θά εἶμαι ἔξω ἀπό τήν ἐποχή μου, θά κατανοῶ τήν ἐποχή μου ἀλλά ὄχι ὅμως ὅτι θά γίνωμαι δέσμιος της μόδας. Ἐκεῖνο τό καλό στοιχεῖο πού δίδει ἡ ἐποχή μου», γιατί κάθε ἐποχή ἔχει καί τά καλά της στοιχεῖα, «δέν τίθεται θέμα, θά τό ἀκολουθήσω. Ἐκεῖνα τά στοιχεῖα ὅμως τά ὁποῖα δέν εἶναι ἀγαθά καί δεσμεύουν, καί κάνουν τούς ἀνθρώπους uniform, ὄχι». Τί θά πῆ uniform; Ὁμοιόμορφους. Αὐτό τό πρᾶγμα ἰσοπεδώνει, ὁδοστρώνει οὕτως εἰπεῖν, ἰσοπεδώνει τήν προσωπικότητα. Εἶπα uniform ἔ; Τούς κάνει ὁμοιόμορφους τούς ἀνθρώπους.

    Θά σᾶς πῶ ἕνα μικρό παράδειγμα. Μόλις χθές, γιατί κάποιον φιλοξενούσαμε, ὁ ὁποῖος εἶναι φύλακας φυλακῶν, πῶς ἔγινε κουβέντα καί μοῦ εἰπώθηκε ὅτι πιά δέν ἔχουν τίς ὁμοιόμορφες στολές οἱ φυλακισμένοι. Δέν ξέρω ἄν ποτέ πήγατε σέ φυλακές -σάν κρατούμενοι ὄχι, ἀλλά μήν νομίζετε δέν εἶναι δύσκολο πρᾶγμα νά καταλήξωμε στή φυλακή, μή νομίζετε, τό εὐκολότερο πρᾶγμα εἶναι ὁ ἄνθρωπος νά καταλήξη στή φυλακή, σᾶς  τό λέγω ἀλήθεια, εἴτε ἐκών, εἴτε ἄκων- φοροῦσαν ὁμοιόμορφες στολές. Ἄν δραπέτευε ἕνας ἀπό αὐτούς, εὔκολα μποροῦσε νά ἀναγνωριστῆ ὅτι αὐτός εἶναι δραπέτης. Ἦταν ἐκεῖνες οἱ πολύ ἄσχημες στολές οἱ ριγέ, δηλαδή ἦταν τόσο φαρδύριγα δυό χρώματα, ριγέ! Ἦταν ἕνα εἶδος πιτζάμας, μέ σακάκι σάν πιτζάμα καί παντελόνι σάν πιτζάμα. Ἀπαίσιες, πραγματικά ἀπαίσιες! Ἄν θά ἔπρεπε, λοιπόν, νά μπαίνη αὐτή ἡ ὁμοιόμορφη στολή, πῶς ἔπρεπε νά αἰσθάνωνται οἱ ἄνθρωποι; Πολύ ἄσχημα, γιατί ὑπάρχει αὐτό τό ὁμοιόμορφον.

   Τό ὁμοιόμορφον ὅπως στό στρατό. Στό στρατό ὑπάρχει τό χακί τό ὁμοιόμορφον, ἡ ὁμοιόμορφη στολή. Ποιός ὁ σκοπός; Ὁ σκοπός εἶναι τοῦτος: τῆς ἰσοπεδώσεως τῆς προσωπικότητος! Ἔ, στή μόδα λοιπόν, ὁ ἀνόητος ἄνθρωπος ἰσοπεδώνει τήν προσωπικότητά του: «Νά κάνω αὐτό πού κάνει καί ὁ ἄλλος»! Γιατί; Δέν μπορεῖς νά κάνεις ἐκεῖνο πού αἰσθάνεσαι; Πρέπει ἀναγκαστικά νά κάνης ἐκεῖνο πού κάνουν καί οἱ ἄλλοι; Εἶναι ἀνόητο.

   Μία φωτιά πάντοτε ἐξαπλώνεται πιό πολύ ὅταν ὑπάρχει καί ὁ ἄνεμος. Σέ ὅλα αὐτά πού λέμε βεβαίως ἦρθε καί σχετικός ἄνεμος νά ἀναρριπίζη διαρκῶς αὐτή τή φωτιά τῆς μόδας, τῆς ἐξόδου τῆς γυναίκας νά βγαίνη ἀπό τό σπίτι ἔξω νά δουλέψη, πού λέγεται φεμινισμός˙ αὐτό τό κίνημα τῆς γυναικείας προσπαθείας νά ἀποκτήση δικαιώματα ἴσα μέ τόν ἄνδρα.

    Καί ὁπωσδήποτε ἡ ρίζα τοῦ νά ἔχη ἡ γυναῖκα ἴσα δικαιώματα μέ τόν ἄνδρα ὑπάρχει στήν Ἁγία Γραφή. Εἶναι ὁ χριστιανικός φεμινισμός. -Ἀπό τό femina πού σημαίνει γυναῖκα, Λατινικά, ἔ;- Φεμινισμός, λοιπόν, εἶναι ἐκεῖνο τό ρεῦμα τῆς προσπαθείας νά ἀποκτήση ἡ γυναῖκα, ὅπως σᾶς εἶπα προηγουμένως, δικαιώματα μέσα στήν κοινωνία, μέσα στήν ζωή, μέσα στήν οἰκογένεια, στό σχολεῖο, παντοῦ ἴσα μέ τόν ἄνδρα. 

    Λοιπόν ἡ ρίζα εἶναι στήν Ἁγία Γραφή. Ὅταν λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «οὐκ ἔνι ἄρσεν καί θῆλυ, ἀλλά τά πάντα καί ἐν πᾶσι Χριστός»(Γαλ. 3, 28). Δέν ὑπάρχει διαφορά ἀνάμεσα στόν ἄνδρα καί τήν γυναῖκα, ἀλλά σέ ὅλα καί σέ κάθε τί εἶναι ὁ Χριστός. Ἀλλά αὐτή ἡ ἐξίσωσις τῶν φύλων δέν εἶναι σάν κι ἐκείνη τήν ὁποίαν ἀκολουθοῦν τά ρεύματα, προσέξτε, τά οὐμανιστικά, τά ἀνθρωπιστικά, πού ξεκίνησαν ἀπό τήν ἐποχή τῆς Ἀναγεννήσεως στήν Εὐρώπη καί πού δέν στηρίζονται στό Θεό καί τήν Ἁγία Γραφή, ἀλλά στηρίζονται στόν ὀρθολογισμό, στή φιλοσοφία, εἰς τόν ἄνθρωπο γι’ αὐτό καί λέγονται ἀνθρωπιστικά αὐτά τά ρεύματα, καί συνεπῶς εἶναι ἔξω ἀπό τόν Θεό. Εἶναι ἀθεϊστικά αὐτά τά ρεύματα τά οὐμανιστικά. Δέν ἔχουν δηλαδή ἐρείσματα χριστιανικά, εὐαγγελικά. Καί ἔτσι ἡ γυναῖκα εἶναι ἴση μέ τόν ἄνδρα καί στίς ὑποχρεώσεις καί στά δικαιώματα, διότι καί ὁ ἄνδρας καί ἡ γυναῖκα ἔχουν ψυχήν ἀθάνατον. Δέν ὑπάρχει Εὐαγγέλιον ἀνδρῶν καί Εὐαγγέλιον γυναικῶν. Δέν ἀπέθανε ὁ Χριστός μόνον διά τούς ἄνδρας καί ὄχι διά τάς γυναίκας. Καί ἐξ ἴσου ἡ ζωή προσφέρεται καί διά τόν ἄνδρα καί διά τήν γυναῖκα.

    Αὐτή ἡ ἰσότης ὅμως εἶναι καλῶς ἐννοουμένην. Καί  μία  ἰσότης δέν σημαίνει ὅτι θά ὑπάρχη καί ἰσοπέδωσις καί πράγματα τά ὁποῖα εἶναι ἀδύνατον νά ὑπάρξουν γιατί θά δημιουργηθῆ σχῖσμα.

    Ἕνα παράδειγμα. Ὁπωσδήποτε τά μέλη τοῦ σώματος ἔχουν μία διακονία τό καθένα. Ὅλα μαζί ἀποτελοῦν τό σῶμα. Ὑπάρχει μία ἰσότης. Ποῦ εἶναι ἡ ἰσότης; τοῦ ὅτι ὅλα ἔχουν δικαίωμα νά τρέφωνται ἀπό τό ἴδιο αἷμα. Βλέπετε ἡ καρδιά στέλνει τό αἷμα μέσῳ τῶν ὁδῶν της καί πρός τό τελευταῖο κύτταρο τοῦ ὀργανισμοῦ, εἴτε πόδι λέγεται, εἴτε μάτι λέγεται, εἴτε ἐγκέφαλος λέγεται, εἴτε νύχι λέγεται. Ἐξ ἴσου στέλνει ἡ καρδιά τό αἷμα, τό ἴδιο αἷμα, τό ἕνα καί τό ἀδιαίρετον καί τό ἑνιαῖον, καί τό καθαρόν, τό γεμάτο τροφή νά θρέψη καί τό τελευταῖο κύτταρο. Ἐδῶ βλέπομε μία ἰσότητα. Ταυτόχρονα ὅμως ἄλλο τό ἔργον τοῦ ματιοῦ καί ἄλλο τό ἔργον τοῦ ποδιοῦ. Ἐδῶ βλέπομε μία ἀνισότητα. Αὐτή ἡ ἀνισότης εἶναι ἀναγκαία, διότι ἄν δέν ἦταν ἀναγκαία τότε θά ὑπῆρχε τό σχῖσμα. Λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος δέν μπορεῖ νά πῆ τό μάτι δέν σέ ἔχω ἀνάγκη στό πόδι ἤ ἀντίστροφα. Τότε δημιουργεῖται ἕνα σχῖσμα στό σῶμα.

   Ἔ, λοιπόν, ὁ ἀρνητικός φεμινισμός λέει ὄχι ὅτι ἔχουνε ἴσες ψυχές κι ἔχουνε ἴσα δικαιώματα στή ζωή ὁ ἄνδρας καί ἡ γυναῖκα, ὄχι μόνον αὐτό. Δουλεύει ὁ ἄνδρας; Θά δουλέψη καί ἡ γυναῖκα. Ἔχει οἰκονομίες ὁ ἄνδρας; Θά ἔχη καί ἡ γυναῖκα. Φοράει παντελόνια ὁ ἄνδρας; Θά φοράη καί ἡ γυναῖκα παντελόνια. Ὁδηγεῖ αὐτοκίνητο ὁ ἄνδρας; Θά ὁδηγῆ καί ἡ γυναῖκα. Βγαίνει βουλευτής ὁ ἄνδρας; Θά βγῆ  καί ἡ γυναῖκα. Γίνεται πρωθυπουργός ὁ ἄνδρας; Θά γίνη καί ἡ γυναῖκα. Καί μή νομίζετε ὅτι ἡ γυναῖκα θά ἰσοῦται μέ τόν ἄνδρα. Τώρα καί ὁ ἄνδρας θά ἰσοῦται μέ τή γυναῖκα. Νταντεύει τό μωρό ἡ γυναῖκα; Θά τό νταντεύη καί ὁ ἄνδρας. Πλένει ἡ γυναῖκα τά πιάτα; Θά πλένη καί ὁ ἄνδρας τά πιάτα. Ἰσότης σέ ὅλα!

    Ἀλλά ἐρωτοῦμε, παιδιά, αὐτή εἶναι ἡ εἰκόνα τῆς ἐποχῆς μας; Ἐνθυμοῦμαι πρίν μερικά χρόνια, πρίν ἀκόμη ἔλθη στήν Ἑλλάδα, στήν πράξι πλέον, αὐτή ἡ κατάστασις, τήν βλέπαμε στήν Ἀμερικανική κοινωνία τήν εἰκόνα αὐτή κατά ἕνα τρόπο πού τή λυπόμαστε πραγματικά καί τήν κοροϊδεύαμε. Ὁπωσδήποτε δέν ἔχει βέβαια εἰσχωρήσει βαθύτατα στήν Ἑλληνική μας συνείδησι αὐτή ἡ κατάστασις, ἀλλά διαρκῶς προχωρεῖ, δέν τίθεται θέμα. Ἐρωτοῦμε, αὐτή ἡ ἰσότης ἐπί τῶν ὑποχρεώσεων καί ἐπί τῶν δικαιωμάτων θά ὁδηγήση σέ καλά ἀποτελέσματα ἤ μήπως θά ἔχωμεν ἀδιέξοδα; ἡ πείρα στήν Ἑλλάδα τουλάχιστον; γιατί στήν Ἀμερική ἡ πείρα ἔχει ἀποδείξει πάρα πολλά πράγματα. Ἀλλά ἐμεῖς πᾶμε πάντοτε μερικά χρόνια πίσω, πολλά χρόνια πίσω πηγαίνομε καί δέν παραδειγματιζόμαστε ἀπό ἐκεῖνο πού ἤδη βγάλανε ὡς συμπεράσματα οἱ ἔξω, νά μή τό μιμηθοῦμε ἐμεῖς. Πρέπει σώνει καί καλά νά περάσωμε καί μεῖς ἀπό τήν ἴδια διαδικασία ἀνοητότατα! ἀνοητότατα καί στά παιδαγωγικά μας αἰσθήματα καί στόν τρόπο τῆς κοινωνικῆς ζωῆς καί στόν τρόπο τῆς πολιτικῆς ζωῆς! Εἶναι… εἶναι φοβερό πρᾶγμα! εἶναι φοβερό! Σᾶς εἶπα, εἶναι μία ἀνοησία καί αὐτό εἶναι πιθηκισμός τυφλός καί ἀνόητος!

   Λοιπόν ὁδηγεῖ σέ ἀδιέξοδο; Ὁπωσδήποτε, παιδιά, ὁδηγεῖ σέ ἀδιέξοδο, διότι τελικά ἡ φυσική κατάστασις τῆς γυναικός πού εἶναι τό σπίτι, ἀμελεῖται. Διότι, ὅταν ἡ γυναῖκα φεύγει ἀπό τό σπίτι, ἤ θά κάνη λίγα παιδιά ἤ δέν θά κάνη καθόλου. Ἀλλά ἔστω καί ἕνα παιδί νά κάνη, πού αὐτό εἶναι κάτι πού στρέφεται ἐναντίον τῆς μητρότητας καί ἡ ἴδια στραγγαλίζει τήν μητρότητά της, τό παιδί της αὐτό, ἀφοῦ ἡ γυναῖκα βγαίνει καί δουλεύει ἔξω, ποιός θά τό μεγαλώση; Ἐάν ἡ μητέρα λείπη, νά σᾶς πῶ μισή μέρα, γιατί ὑπάρχουν περιπτώσεις πού ἡ μητέρα βγαίνει καί ὁλόκληρη τή μέρα ἔξω, βγαίνει καί τό πρωί, βγαίνει καί τό ἀπόγευμα -ἂν ὑποτεθῆ  ὅτι δουλεύει σέ κατάστημα δέν θά βγῆ  8-13 π.μ., δέν θά βγῆ μετά 4-8 μ.μ.; οὐσιαστικά λείπει ὅλη τήν ἡμέρα- αὐτό τό παιδί ποιός θά τό μεγαλώση;

   Ἀπό ἕνα λογαριασμό πού κάναμε κάποτε σέ ἕνα ζεῦγος, ὁ μισθός τῆς γυναίκας ἐπήγαινε ὅλος σέ μία γυναῖκα πού παίρνανε σπίτι γιά νά φροντίζη γιά τά παιδιά. Καί εἴπαμε στή γυναῖκα «ἐκεῖ πού δίνεις τό μισθό σου στή γυναῖκα»  -ἕνα χιλιάρικο τελικά νομίζω ὅτι τῆς ἔμενε. Τό κέρδος ἦταν ἕνα χιλιάρικο, καί ὁ κόπος καί ὅλη αὐτή ἡ ἀκαταστασία στό σπίτι; Αὐτή εἶναι ἄλλη παράγραφος!- «ἐκεῖ πού θά πηγαίνης ἔξω καί πληρώνεις μέ τά χρήματα πού παίρνεις ἐσύ μία ἄλλη γυναῖκα νά φροντίζη τό παιδί σου, τά παιδιά σου, γιατί δέν κάθεσαι σπίτι σου;» «Ὄχι! θά βγῆ νά δουλέψη», εἶναι ἡ μόδα, εἶναι τό ρεῦμα, εἶναι ὁ σνομπισμός! Ἔτσι τό πρόσωπον, τό ὁποῖον θά μεγαλώση τά παιδιά μέσα εἰς τό σπίτι, τί ἀγωγή θά δώση; τί ἀγωγή θά δώση;

   Κάποτε διάβαζα στήν ἐφημερίδα, εἶναι βέβαια ἀρκετά χρόνια, τό ἑξῆς πρᾶγμα. Δυό νταντάδες ἔχουν μικρά παιδάκια κι εἶναι σέ ἕνα πάρκο τῶν Ἀθηνῶν. Συζητοῦν λοιπόν οἱ δυό τους καί λένε ἡ καθεμιά πῶς περνάει στό σπίτι τῆς κυρίας μέ τά παιδιά. Ἡ μία λέγει: «ξέρεις τό παιδί μου, τό παιδί δηλαδή πού ἔχω νά ἐπιτηρῶ…» «Τί;» λέγει ἡ ἄλλη. -Αὐτά ἀκούγονται καί ἔφθασαν τελικά νά δημοσιευθοῦν στήν ἐφημερίδα, κάποιος τρίτος τά ἄκουσε.- «Ἀνοίγω τό φωταέριο» -τό φωταέριο εἶναι ὅπως τό πετρογκάζ- «καί βάζω στή μυτίτσα τοῦ παιδιοῦ» -αὐτό εἶναι γνωστό ὅτι εἶναι δηλητήριο- «ὅποτε τό παιδάκι ναρκώνεται καί κοιμᾶται μέχρι τό πρωί μία χαρά· οὔτε ξυπνάει, οὔτε τίποτε!». Ἀλλά αὐτό τί θά σήμαινε γιά τό παιδί αὐτό μεγαλώνοντας; Ἀληθινή καταστροφή! ἀληθινή ψυχοσωματική καταστροφή, ὅπως ἀκριβῶς ἕνας ἄνθρωπος ἄν ἔπαιρνε ναρκωτικά! Καί ὅμως αὐτή ἡ ἀσυνείδητη κυρία πού ἐπιτηροῦσε τό παιδάκι, ἔτσι ἔκρινε. Γιατί; Δέν  ἦταν παιδί της! Ἦταν μισθωτή!

    Λοιπόν αὐτό εἶναι τό ἕνα.Ὓστερα ξέρετε τί μαθαίνουν; Δέν μοῦ ἐπιτρέπεται νά σᾶς πῶ πιό πολλά. Ἀπό ὅ,τι ἔχω ἀκούσει, εἶναι φοβερά πράγματα τί μαθαίνουν στά μικρά παιδιά αὐτές οἱ γυναῖκες, πού βάζομε στό σπίτι μας νά τά μεγαλώσουν. Καί τί μαθαίνουν καί τί κάνουν στά μικρά παιδιά; Δέν μπορῶ νά σᾶς τά περιγράψω. Φοβερά πράγματα! Κάποτε μοῦ ἔλεγε ἕνας νέος, πού ἐνθυμεῖται πού εἶχαν μία ὑπηρέτρια στό σπίτι, μόλις καί τό θυμᾶται γιατί ἦταν νήπιο τό παιδί, τί ἔκανε αὐτή ἡ ὑπηρέτρια στό παιδί.

    Γι’ αὐτό τό λόγο, ὅλα αὐτά τά πράγματα δέν τά λογαριάζει μία γυναῖκα πού θά βγῆ νά ἐργασθῆ ἔξω; Ἀκόμη, τό ὅτι θά γυρίση κατάκοπη ἀπό τή δουλειά της, ποιός θά τῆς ἔχει ἑτοιμάσει τό φαγητό, μάλιστα ἂν δέν ἔχει κι ἄλλο χέρι νά τή βοηθήση; Ἀλλά καί νά ἔχη, εἶναι δυνατόν ποτέ νά αἰσθάνεται μία γυναῖκα καλά, ὅταν εἶναι σύζυγος καί νοικοκυρά καί ταυτόχρονα ἄλλος τῆς μαγειρεύει τό φαΐ καί ἄλλος τῆς περιποιεῖται τό σπίτι; Ἤ αὐτή ἄν πρέπη αὐτή καί νά μετέχη τό ἀπόγευμα, ἄν ὑποτεθῆ ὅτι δέν θά πάη στήν ἐργασία της, πόσο θά κουραστῆ καί θά μείνη μέχρι τά μεσάνυχτα γιά νά καταφέρη νά μαγειρέψη, νά ἔχη τήν ἄλλη μέρα φαγητό, ἤ νά τακτοποιήση τήν μπουγάδα της, ἤ τό σπίτι της νά καθαρίση ἤ τόσα ἄλλα;

    Παιδιά πιστέψτε με, προβλήματα τά ὁποῖα μόνον ὁ πνευματικός καί ὁ ψυχίατρος μποροῦν νά καταλάβουν, μά καί τά ἴδια τά σπίτια πού ζοῦν αὐτό τό δρᾶμα, ἔχομε καί μποροῦμε νά ποῦμε πολλά γιά τίς γυναῖκες πού ἐργάζονται ἔξω.

    Τό πολύ πολύ μία κοπέλα, ἄν θά ἠργάζετο σάν κοπέλα, ὅταν ἔρθη ἡ ὥρα νά παντρευτῆ, νά σταματήση νά ἐργάζεται. Θά ἦταν ἰδεῶδες! Καί νά κοιτάξη τό σπίτι της καί μόνο τό σπίτι της! Νά μάθη νοικοκυριό!

     Προσέξτε, γιατί ἔρχεται ἡ ὥρα νά παντρευτῆτε. Σᾶς παντρεύονται νέοι  -γιατί ἀπό αὐτές τίς καρέκλες ἀπό τό 1960, πού ἐγώ βρίσκομαι σ’ αὐτό τό τραπεζάκι, μέχρι τό 1977 ἔχουν περάσει δέκα ἑπτά χρόνια, ἔχουν περάσει κοπέλες πάρα πολλές, πού σχεδόν ὅλες ἔχουν παντρευτεῖ- καί ἐμεῖς γνωρίζομε τά παράπονα τῶν συζύγων. Ὅταν ἔρχωνται καί λέγουν: «πάτερ, ξέρετε ἡ γυναῖκα μου δέν ξέρει νά μαγειρέψη, δέν ξέρει νά κάνη ἓνα γλυκό, δέν ξέρει νά περιποιῆται τό σπίτι» καί ἐγώ ξέρετε τί λέγω; Σᾶς βεβαιώνω πάρα πολλές φορές τό ἔχω πεῖ, ὅπως θά τό πῶ καί γιά σᾶς ἄν τύχη νά παντρευτῆτε καί νά μοῦ κάνη παράπονα ὁ μέλλων σύζυγός σας. «Ἄκουσε, παιδί μου. Νά, βλέπεις τή γλῶσσα μου ἔβγαλε μαλλιά νά τά λέγω. Μάλλιασε ἡ γλῶσσα μου νά τά λέγω. Ναί, δέν φταίω, παιδί μου, τίποτε! Στό κάτω κάτω τῆς γραφῆς ἄνδρας εἶμαι, κατηχητής εἶμαι, ἔργον δέν θά εἶχα νά κάθωμαι νά λέγω μία κοπέλα νά εἶναι νοικοκυρά». Κι ὅμως, ἐπειδή βλέπω πνευματικές ἐπιπτώσεις εἰς τό ὅλο θέμα, γι’ αὐτό ἀναλαμβάνω καί τό ἔργο αὐτό. «Πίστεψε με, παιδί μου, πάρα πολλά πράγματα ἔχω πεῖ. Δέν ἀκοῦν οἱ κοπέλες, δέν ἀκοῦν! Τί νά σοῦ κάνω; Καί σύ παιδί τῆς ἐποχῆς σου εἶσαι, καί αὐτό παιδί τῆς ἐποχῆς σου εἶναι, τραβῆξτε τά μαλλιοκέφαλά σας! Τί νά σᾶς κάνω περισσότερο; Τί νά σᾶς κάνω περισσότερο;» Καί δημιουργοῦνται ρήξεις στήν εὐτυχία τήν οἰκογενειακή. Πιστέψτε μέ, σᾶς τό λέγω ἀλήθεια, δέν θά μιλοῦσα μέ αὐτή τήν ἔντονη γλῶσσα, ἄν τά πράγματα δέν ἦταν ἔτσι.

   Γι’ αὐτό ἀκοῦστε με παιδιά, ξεκινῆστε καί θά δῆτε ἄκοπα... ἄκοπα θά τά μάθετε ὅλα, ἄν ἀκολουθῆτε τήν συνταγή μου, τήν συμβουλή μου. Ὅπως ἕνα μικρό παιδί πλάι στήν μητρική του γλῶσσα, ὅταν μιλᾶνε μία ξένη γλῶσσα μέσα στό σπίτι, τήν μαθαίνει ἄκοπα καί βρίσκεται ὡραιότατα μεγαλώνοντας νά ξέρη μία ξένη γλῶσσα, ἔτσι καί σεῖς ἄκοπα θά μάθετε νά γίνετε καλές νοικοκυρές, ἄν τώρα σάν μικρές κοπέλες μέσα τό σπίτι σας ἐργάζεσθε καί βοηθᾶτε.

   Νά κρατηθῆ ἕνα σπίτι -προσέξτε με!- δέν εἶναι νά ξέρω νά σκουπίσω, οὔτε νά ξέρω νά στολίσω τό σαλόνι. Νά κρατηθῆ ἕνα σπίτι εἶναι μία ὁλόκληρη ἐπιστήμη. Μία ἐπιστήμη, πού ἀπό τήν ἀρχαιότητα εἶχε ἐπισημανθεῖ. Δέν ξέρω ἄν ἄλλοτε σᾶς ἔχω πεῖ ὅτι ὁ Ξενοφῶν ἔχει γράψει εἰδική πραγματεία μέ τίτλον: «Ὁ Οἰκονομικός». Εἶναι στά ἅπαντα τοῦ Ξενοφῶντος. Διαβάσατέ το νά ἰδῆτε ἐκεῖ, πού ἀναλαμβάνει τότε πού ἦταν ἐξόριστος στήν Πελοπόννησο ὁ Ξενοφῶν μέ τά Ἀθηναϊκά γεγονότα καί τά λοιπά, καί ἐκεῖ ἔγραψε τό ἔργο αὐτό. Εἶναι διαλογικό τό ἔργο. Εἶναι ὁ σύζυγος, ὁ ὁποῖος  βοηθάει τή σύζυγό του, ἡ ὁποία δυστυχῶς ἀπό τό σπίτι δέν ἤξερε πολλά πράγματα, πῶς νά οἰκονομῆ. Ἀκοῦστε, ὁ οἰκονομικός, οἰκονομία, οἰκονόμος καί τά λοιπά, εἶναι ἀπό τό οἶκος καί νόμος. Νά ξέρης νά ρυθμίζης τά τοῦ οἴκου σου. Νά ξέρης τί θά ξοδέψης, πόσο θά ξοδέψης, ποῦ θά τό ξοδέψης, ποῦ θά βάλης αὐτό τό πρᾶγμα. Ἐκεῖ τί πρᾶγμα θά βάλης, πῶς θά ἀποθηκεύσης τίς τροφές, πῶς θά ἀξιοποιήσης τίς τροφές πού σου δίνουν τά χωράφια σου, ἡ ἐποχή, ἄν πρέπη νά τά ἀγοράσης.

   Ὅλα αὐτά τά πράγματα, ἡ ὅλη θά λέγαμε διοίκησις τοῦ σπιτιοῦ, πιστέψτε, εἶναι ἀληθινή ἐπιστήμη καί ἀπαιτεῖ εἰδικό πνεῦμα καί χάρι ἀπό τό Πνεῦμα τό Ἅγιο. Μή σᾶς φαίνεται παράξενο. Εἰδική χάρι ἀπό τό Πνεῦμα τό Ἅγιο γιά νά μπορῆ μία γυναῖκα νά εἶναι σωστή! Ἄν δέν ἦταν χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ἀληθής ἐπιστήμη εἰς τό βιβλίο τῶν «Παροιμιῶν» δέν θά ἐγράφετο τό ἐγκώμιον τῆς νοικοκυρᾶς γυναίκας.

    Μοῦ φαίνεται ἐδῶ καί δυό χρόνια σᾶς τό εἶχα διαβάσει τό ἐγκώμιον τῆς νοικοκυρᾶς γυναίκας, ἡ ὁποία λέγει ὅτι, ὅταν τά φῶτα τῆς πόλεως ἔχουν σβήσει, τό δικό της παράθυρο φωτίζει γιατί ἀκόμη κάνει νυχτέρι, κάνει ἐργασία. Καί δίνει τήν ἐργασία, τήν κατανέμει στό ὑπηρετικό της προσωπικό. Ἐργάζεται στήν ὑφαντική. Ἀγόρασε, λέγει, ἀγρόν καί τά λοιπά. Ἡ νοικοκυρά, ἡ γυναῖκα πού ξέρει νά κρατάη τό σπίτι της. Ἡ  βασίλισσα τοῦ σπιτιοῦ της, ἐκείνη ἡ χαριτωμένη  γυναῖκα, αὐτή πού εἶχε τήν ὀνομασία, καί πού σήμερα ἀλλοίμονο, δέν ὑπάρχει πιά. Ἡ οἰκοδέσποινα! Οἰκοδέσποινα, ὅπως λέμε οἰκοδεσπότης. Δεσπότης θά πῆ κύριος, ὁ δεσπόζων, ὁ κύριος, τό ἀφεντικό, τό ἀφεντικό τοῦ σπιτιοῦ. Καί ἐκείνη ἡ οἰκοδέσποινα, εἶναι ἡ δέσποινα, εἶναι ἡ κυρία τοῦ σπιτιοῦ.          

    Σήμερα δέν ὑπάρχει κυρία τοῦ σπιτιοῦ. Δέν ὑπάρχει πλέον οἰκοδέσποινα. Εἶναι ἡ δεσποινίς, ἤ ἡ γυναῖκα πού θά βγῆ νά δουλέψη, στά γρήγορα ἐκεῖ νά φᾶνε… Δέν τά φαντάζεστε! Κάποτε διάβαζα στήν «Ἐλευθερία» τήν ἐφημερίδα, πέρυσι, ἕναν τρόπο εὔκολο, πῶς νά περιποιηθῆτε ἕναν ἐπισκέπτη σας χωρίς σέ τίποτε νά κοπιάσετε -Ἄστε ὅτι ὑπάρχουν χάρτινα ποτήρια, χάρτινα πιάτα, ὅλα χάρτινα!… χάρτινοι ἄνθρωποι, χάρτινες οἱ καρδιές των, χάρτινα καί τά αἰσθήματα....- γιά νά μή πλυθοῦν τά πιάτα! Λοιπόν βάζετε, λέει, σέ ἕνα τραπέζι πιάτα. Καί βάζετε πιατέλες στή μέση ἀπό διάφορα τυριά, τρία, τέσσερα εἴδη τυριῶν. Βάζετε καί διάφορα σαλατικά χωρίς νά τά κάνετε σαλάτες, μαρούλια, λάχανα, μεγάλα κομμάτια, καί φρέσκο ψωμί. Βγαίνετε ἀπό τόν κόπο νά κάνετε ὁ,τιδήποτε ἄλλο καί θά δώσετε πολλή χαρά στούς ἐπισκέπτες σας. Ὁρίστε παρακαλῶ! Διότι ἡ γυναῖκα δέν ἔχει χρόνο νά κάνη τίποτε ἄλλο, διότι ἐργάζεται, ἤ διότι πρέπει νά βγαίνη ἔξω, ἤ διότι ἔχει τίς κοινωνικές της σχέσεις καί ὑποχρεώσεις καί ἐπαφές καί τά λοιπά. Φοβερό! εἶναι φοβερό αὐτό!

    Παιδιά, ἄν δέν εἶχε ἡ ὅλη κατάστασι πνευματικήν διάστασιν, πιστέψτε με, δέν θά εἶχα κανένα λόγο νά σᾶς τά λέγω αὐτά τά πράγματα. Διότι, τί θά σᾶς ἔλεγα; Πράγματα τά ὁποῖα δέν ἔχουν σημασία στήν ἰδιότητά μου; Ἀλλά σᾶς τά λέγω γιατί ἔχουν πνευματικές διαστάσεις. Αὐτή εἶναι ἡ κατάστασι γιά νά μή πῶ κι ἄλλα πολύ φοβερότερα πράγματα!

    Ὅταν ἡ γυναῖκα ἔχει τό ταμεῖο της, τά χρήματά της καί αἰσθάνεται –προσέξτε, προσέξτε!- αὐτασφάλειαν, δέν εἶναι πλέον ἡ ἀσφάλεια ὁ ἄνδρας της! Δέν ὁμιλῶ γιά τόν Θεόν, ὅτι ἐκεῖ εἶναι ἡ ἀναφορά μας καί ἐκεῖ εἶναι ἡ ἀσφάλειά μας καί ἐκεῖ εἶναι ἡ πρόνοιά μας. Ὁμιλῶ κάτ’ ἄνθρωπον, διότι ὁ σύζυγος ὡς ἡ κεφαλή τοῦ σπιτιοῦ. Ἐδῶ ἔχομε δυό κεφάλια μέσα στό σπίτι. Διότι, ἀφοῦ ἔχομε δυό ταμεῖα, ἔχομε δυό κεφάλια! Ἀλλά ἅμα γεννηθεῖ ἕνα ὄν μέ δυό κεφάλια, λέγει ἡ ἰατρική ὅτι αὐτό εἶναι τέρας! Κι ὅμως αὐτό τό τέρας, πού λέγεται οἰκογένεια μέ δυό κεφάλια μεγαλώνει μέσα στό σπίτι καί κανείς δέν ἐνοχλεῖται! Δέν ἐνοχλεῖται! Ναί, κανείς δέν ἐνοχλεῖται ἀπό αὐτό τό τέρας πού ἔχει δυό κεφάλια!

    Ἔτσι, ὅταν ἔχωμε δυό οἰκονομικά, δυό ταμεῖα... -τά πιό πολλά σπίτια ἔτσι κάνουν, ἔτσι κινοῦνται, ἡ γυναῖκα ἔχει τά δικά της οἰκονομικά. Φέρ’ εἰπεῖν, ὁ σύζυγος στήν συγκεκριμένη περίπτωσι, εἶναι πάρα πολλές οἱ περιπτώσεις σάν αὐτή τή συγκεκριμένη πού θά σᾶς πῶ, ὁ σύζυγος παίρνει αὐτή τή στιγμή 50.000 δρχ., ἡ γυναῖκα παίρνει 10.000 δρχ., αὐτά δέν μπαίνουν στό κοινό ταμεῖο. Πρῶτα πρῶτα ὁ σύζυγος πολλές φορές ἔχει πεῖ: «γιατί ἐργάζεσαι; 50.000 δρχ. δέν μᾶς φτάνουν νά περάσωμε; Γιατί ἐργάζεσαι;». «Ὄχι! ἀφοῦ ὅλες μου οἱ φιλενάδες, οἱ συμμαθήτριές μου, οἱ παλιές μου συμφοιτήτριες ἐργάζονται, ἐγώ νά μήν δουλέψω, ἐγώ νά μήν κινηθῶ ὅπως ἐργάζονται οἱ φιλενάδες μου;» Καί αὐτές οἱ 10.000 δρχ. μπαίνουν στό δικό της πορτοφόλι, εἶναι δικά της. Ἔχομε, λοιπόν, δυό πορτοφόλια.-... ὅταν ὑπάρχουν δυό ταμεῖα, ἀντιλαμβάνεσθε ὅτι ὑπάρχουν καί δυό διαφεντεύσεις, νά τό πῶ ἔτσι μέ αὐτή τή λέξι. Δηλαδή δυό διοικήσεις. Ἐγώ τά δικά μου, ἐσύ τά δικά σου.

    Καί ἡ γυναῖκα αἰσθάνεται ἕνα εἶδος ἀσφάλειας ἀπό τά δικά της τά χρήματα, ὄχι ἀπό τόν σύζυγό της. Ἀλλά πιά, ὅταν ὁ σύζυγος δέν εἶναι ἡ ἀσφάλειά της, τότε μέ πολλήν εὐκολία θά μποροῦσε νά διαλύση τό γάμο της. Κάτι νά τύχη, δέν τήν νοιάζει νά τόν διαλύση τό γάμο! Γιατί; Γιατί λέγει ὅτι ἔχω τήν ἀσφάλειά μου! Πρῶτα πρῶτα ἔχει τά χρήματά της, δεύτερον ἔχει τήν ἰατρική της περίθαλψι, τήν ὁποία δέν ἔχει ἀπό τόν σύζυγο ἀλλά τήν ἔχει ἀπό τό δικό της ταμεῖο ἀπό κεῖ πού ἐργάζεται, ὡς ἴδια ἐργαζομένη, καί ἔτσι σοῦ λέει «τί μέ νοιάζει; ἔ! δέν συμφωνῶ μέ τόν σύζυγο, χωρίζομε!» Ἔρχεται καί ἡ μόδα τοῦ αὐτόματου διαζυγίου κι ὅλα πᾶνε θαυμάσια!

    Ἔτσι φτάνομε νά ἔχωμε ηὐξημένα διαζύγια. Ἀλλά καί τά παιδιά, πῶς μεγαλώνουν σέ ἕνα σπίτι, πού οἱ γονεῖς ἐργάζονται καί δέν τά βλέπουν καθόλου;  Διότι ἡ μητέρα πρέπει νά μένη μέ τό παιδί! Ἀναλαμβάνει πλέον τήν θέσι τῆς μάνας ποιός; Ὁ κακός δάσκαλος πού λέγεται τηλεόρασι. Βάζομε τό παιδάκι ἐκεῖ στήν τηλεόρασι καί ἡ γυναῖκα ἀπασχολεῖται μέ ἕνα σωρό ἄλλα πράγματα ἤ ἐκτός σπιτιοῦ ἤ ἐντός σπιτιοῦ. Δέν τήν νοιάζει πλέον. Ἡ τηλεόρασι ἤ τό ραδιόφωνο,  προπαντός τώρα ἡ τηλεόρασι, ἀπασχολεῖ τό παιδί.

    Καί ποιές εἶναι οἱ ἐπιπτώσεις; Οὔτε θρησκευτικά περιοδικά, οὔτε χριστιανοί ἐπιστήμονες εἶναι ἐκεῖνοι πού τονίζουν τίς φοβερές ἐπιπτώσεις πού ἔχουν τά παιδιά μας βλέποντας τηλεόρασι, ἀλλά κοσμικοί ἄνθρωποι καί κοσμικά ἔντυπα καί κοσμικές ἐφημερίδες. Αὐτά εἶναι τά ἀποτελέσματα. Τί κάνανε; Μία τρύπα στό νερό, πού λέει ἡ παροιμία ἡ λαϊκή. Δέν κάναμε τίποτε. Ζημία ἔχομε. Γιατί, λοιπόν, νά μήν μείνη ἡ γυναῖκα στό σπίτι της; Γιά νά μήν ἀναφερθῶ εἰς τούς ἠθικούς κινδύνους τούς ὁποίους διατρέχει ἡ γυναῖκα βγαίνοντας ἔξω. Διότι μία γυναῖκα, ἡ ὁποία βγαίνει ἔξω, εἴτε κοπέλα, εἴτε παντρεμένη, ὑπόκειται σέ φοβερούς ἠθικούς κινδύνους. Νά πῶ καί γι’ αὐτούς; Τί νά πῶ γι’ αὐτούς;


Απόσπασμα από την 3η ομιλία στο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης « Τωβίτ ».

►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
"Τωβίτ. (Ὁμιλίες βασισμένες στό βιβλίο τῆς Π. Διαθήκης Τωβίτ)." εδώ ⬇️
http://arnion.gr/index.php/p-thanasios-mytilina-os/milies-p-thanasiou/palaia-diauhkh/vivlion-tovit
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40oED0GDYsRHnrDdY5_m61pt

Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Καραμίντζα.

Ψηφιοποίηση και επιμέλεια κειμένου δια χειρός του αξιοτίμου κ. Γεωργίου Μαλούση.

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️
https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__
https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.

Ἡ ἐργασία τῆς γυναίκας ἔξω ἀπό τό σπίτι, δημιουργεῖ μεγάλα προβλήματα. Περί φεμινισμοῦ κ.λ.π.

†.Ἐἴχαμε μείνει σ’ ἐκείνη τήν περιπέτεια τοῦ Τωβίτ, ὁ ὁποῖος εἶχε τό ἀτύχημα - ἀλλά δέν ὑπάρχει ἀτύχημα διά τόν εὐσεβῆ- εἶχε τό ἀτύχημα νά χάση τά μάτια του ἐκεῖ πού τήν νύχτα εἶχε μείνει ἔξω ἀπό τό σπίτι του, στήν αὐλή του, ἐπειδή νομικά ἦταν ἀκάθαρτος καί ἔπρεπε νά περάση κάποιος χρόνος καθορισμένος ἀπό τό νόμο καί μετά νά εἰσέλθη μέσα εἰς τό σπίτι. Καί ἐπειδή ἐκοιμήθη ἔξω, ἐνθυμεῖσθε, ὅπως εἶχε τά μάτια του ἀνοιχτά, κοιτοῦσε πρός τόν οὐρανό, εἶχε σκέψεις καί τά λοιπά. Ἐσκέπτετο ὅλη ἐκείνη τή ζοφερή κατάστασι πού περνοῦσαν οἱ πατριῶτες του, στήν ξένη ἐκείνη χώρα τῆς αἰχμαλωσίας. Ἐκεῖνα τά σπουργιτάκια κουτσούλησαν. Ἔπεσε ἡ κουτσουλιά στά μάτια του. Τοῦ δημιούργησε προβλήματα αὐτή ὅλη ἡ ἱστορία  καί ἔπαθε γλαυκώματα, ὅπως λέει ἐδῶ· λευκώματα, δηλαδή κάτι πού ἔδειχνε ὅτι τά μάτια του εἶχαν ἀσπρίσει. Ἔχασε τό φῶς του, ἐτυφλώθη.

    Ἀλλά συνέβη καί κάτι ἄλλο. Ἐνῶ ὁ Ἀχιάχαρος, ἕνας συγγενής του, ὁ ὁποῖος ἦτο ὁ οἰκονόμος τοῦ Βασιλέως καί τόν εἶχε προσλάβει καί τόν Τωβίτ εἰς τό παλάτι, ἐνθυμεῖσθε, πού εἶχε ἐκεῖ δείξει ὁ Θεός ὅλη Του τήν πρόνοια εἰς τό νά βρίσκη νά τρώγη ὁ Τωβίτ ὅ,τι ὁ νόμος ἐπέτρεπε, κι ἐκεῖ ἦλθε μία ἀτυχία. Ἄν ὑπάρχουν ἀτυχίες γιά τούς εὐσεβεῖς ἀνθρώπους! διότι ὁ Θεός δοκιμάζει τούς ἀνθρώπους καί εἰς τά ἀγαθά, ἀλλά καί εἰς τά δεινά. Δηλαδή δίδει ὁ Θεός καί σέ δοκιμάζει ἐκεῖ: τί χρήσι θά κάνεις. Τά παίρνει ὁ Θεός γιά νά δῆ πῶς θά σταθῆς. Μή νομίσετε δέ ὅτι δέν ὑπάρχει δοκιμασία καί εἰς τίς δυό καταστάσεις, ὅτι μόνο δοκιμασία ὑπάρχει στήν περίοδο τῆς δυστυχίας καί ὄχι τῆς εὐτυχίας. Γιατί πολλοί ἄνθρωποι ξεχνοῦν τόν Θεό στήν εὐτυχία. Κι ἐγώ θά ἔλεγα ὅτι εἶναι πλέον ἐπικίνδυνη ἡ περίοδος τῆς εὐτυχίας ἀπό τήν δυστυχία. Γιατί στήν δυστυχία πολλοί θυμοῦνται τό Θεό, στήν εὐτυχία ὅμως ποιός; Γι’ αὐτό ὁ Θεός δοκιμάζει καί μέ τίς δυό πλευρές. Καί ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἐμφανισθῆ καί στίς δυό πλευρές δόκιμος, τόν βραβεύει ὁ Θεός.

    Ἔτσι χάνει τά μάτια του! Συνεπῶς, ἀνίκανος πλέον νά ἐργασθῆ καί νά συντηρήση τήν οἰκογένειά του. Ἀλλά καί ὁ Ἀχιάχαρος, ὁ συγγενής του, ἔπεσε στή δυσμένεια τοῦ Βασιλέως καί ἐξορίσθη, διότι ἐνῶ εἶχε τυφλωθεῖ ὁ συγγενής του τόν ἔτρεφε, δηλαδή τοῦ ἔδινε χρήματα καί συνετηρεῖτο μέ τά χρήματα τοῦ συγγενοῦς του. Τώρα ἐσταμάτησε καί ἐκείνη ἡ πηγή καί ἀντιλαμβάνεσθε, παιδιά, δέν ὑπῆρχε πλέον τρόπος νά συντηρηθῆ ὁ Τωβίτ. Τί θά γίνη; Πῶς θά ζοῦσε αὐτή ἡ οἰκογένεια;

    Φαίνεται ὅτι ὁ υἱός, ὁ Τωβίας, ἦτο ἀνήλικος· ἀγόρι μέν, ἀλλά μικρό παιδί. Διότι ἀλλιώτικα θά ἔβγαινε τό παιδί νά δουλέψη. Γι’ αὐτό τό λόγο δέν ὑπῆρχε ἄλλη λύσι, ἐκτός ἀπό τό νά βγῆ νά ἐργασθῆ ἡ σύζυγος, ἡ Ἄννα. Βεβαίως τήν ἐποχή ἐκείνη γυναῖκες δέν ἐμορφώνοντο· καί οἱ περισσότεροι ἐκ τῶν ἀνδρῶν, κατά μείζονα λόγο μάλιστα οἱ γυναῖκες. Δέν ἔμενε ἄλλο περιθώριον ἐργασίας διά μία γυναῖκα ἔξω ἀπό τήν χειρονακτικήν ἐργασίαν. Καί ἐπειδή βεβαίως δέν ὑπῆρχαν ὅπως στήν ἐποχή μας οἱ βιομηχανίες, μία πρόχειρη ἐργασία γιά τίς γυναῖκες ἦταν τά χωράφια καί ὁ ἀργαλειός. Ἡ ὑφαντική καί οἱ ἐργατικές ἐργασίες εἰς τά χωράφια. Φαίνεται ὅτι ἡ Ἄννα ἐγνώριζε ὑφαντική. Ἔτσι ἄρχισε νά ἐργάζεται εἰς τήν ὑφαντική. Εἴτε εἰς τό σπίτι της ἠργάζετο, εἴτε ἔξω ἔβγαινε. Τό θέμα εἶναι ὅτι ἄρχισε νά ἐργάζεται.

   Ἐδῶ θά ἤθελα λίγο νά μείνω, ἄν καί πολύ θά ἐπιθυμοῦσα πολύ νά μείνω, διότι αὐτό τό θέμα τῆς ἐργασίας τῆς γυναικός ἔξω ἀπό τό σπίτι εἶναι ἕνα ἀπό τά μεγαλύτερα, πιστέψτε με, προβλήματα πού ἀντιμετωπίζει ἡ σύγχρονη οἰκογένεια. Ἡ κανονική φόρμα τῶν πραγμάτων εἶναι ὅτι: ἡ γυναῖκα δέν βγαίνει ποτέ ἔξω νά δουλέψη. Ἐδῶ καί δέκα χρόνια πίσω, ἀκόμη διετηρεῖτο αὐτή ἡ ἀντίληψις. Τόσο λίγο, δέκα χρόνια! ὅτι ἡ γυναῖκα δέν βγαίνει ἔξω νά δουλέψη. Βεβαίως αὐτή ἡ ἀντίληψις ἔχει ἤδη καταστρατηγηθεῖ, ἔχει παραβιαστεῖ. Θά λέγαμε πολλά χρόνια ἰδίως μετά τόν πόλεμο, τό Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο, αὐτή ἡ ἀντίληψις ὁπωσδήποτε παραβιάστηκε.    

   Παλαιότερα, ἄν ρωτήσετε τίς γιαγιές σας θά σᾶς τό ποῦν αὐτό, ἦταν ἀδιανόητο νά βγαίνη ἡ γυναῖκα ἔξω νά δουλεύη, ἐθεωρεῖτο ὑποτιμητικόν. Μάλιστα ὑπῆρχε ὁ ἑξῆς χαρακτηρισμός «ξενοδουλεύει». Ἡ γυναῖκα «ξενοδουλεύει»! Ἐπειδή δέ οἱ πιό πολλές γυναῖκες στά παλιότερα χρόνια δέν ἐπήγαιναν σχολεῖο, οἱ πιό πολλές ἔξω ἀπό τό δημοτικό, γι’ αὐτό ἔκαναν δουλειές ὑπηρετικοῦ προσωπικοῦ: σάν ὑπηρέτριες, σάν πλύστρες, στά χωράφια, ἤ ξέρω γώ στά ἐργοστάσια καί τά λοιπά. Ἐνθυμοῦμαι δέ προπολεμικά, πρό τοῦ 1940, τό ἡμερομίσθιο τῆς γυναικός ἦταν δεκαέξι δρχ.! Τοῦ ἀνδρός ἦτο πενήντα δρχ. καί τῆς γυναικός τό ἡμερομίσθιο τό ἐργατικό ἦταν δεκαέξι δρχ.!

   Πάντως ἦταν ὑποτιμητικό γιά τή γυναῖκα νά βγαίνη ἔξω. Καί δέν ἔβγαινε παρά μόνον ὅταν ὑπῆρχε ἀνάγκη, πολύ μεγάλη ἀνάγκη. Αὐτή ἡ ἀνάγκη δέν ἦταν παρά, ἤ ὁ σύζυγος -ἄν ἦταν ἔγγαμος γυναῖκα- ἦταν ἄρρωστος, ἀνίκανος πρός ἐργασίαν ἤ ὁ πατέρας -ἄν ἦταν κοπέλα- ἦταν ἀνίκανος κι αὐτός πρός ἐργασίαν, κάποιο πλῆγμα τόν βρῆκε, ἔπαθε ἕνα ἀτύχημα, δέν ἐπαρκοῦσε ἡ ἀσφάλεια ἐνδεχομένως πού μποροῦσαν νά ἔχουν -σημειώσατε ὅτι καί ἡ ἀσφάλεια δέν ὑπῆρχε παλιά στήν Ἑλλάδα, οἱ κοινωνικές ἀσφαλίσεις εἶναι μόλις λίγο πρό τοῦ 1940, ξεκίνησαν μόλις… μόλις- ὅποτε ἡ γυναῖκα ἤ ἡ κοπέλα ἔβγαινε νά ἐργασθῆ. Δέν θά μποροῦσε ποτέ κανείς νά κατηγορήση μία τέτοια γυναῖκα πού θά ἔβγαινε νά δουλέψη.

   Στό βιβλίο τῆς «Ρούθ», βλέπομε τήν Ρούθ νά βγαίνη νά δουλέψη γιά νά συντηρήση καί τόν ἑαυτό της καί τήν πεθερά της τήν Νωεμίν. Καί ἡ ἐργασία της δέν εἶναι παρά νά μαζεύη στάχυα εἰς τούς ἀγρούς. Δέν εἶναι λοιπόν κατηγορία ὅταν ὑπάρχη ἀνάγκη. Ἀλλά ἀνάμεσα στά πάρα πολλά πού ἡ ἐποχή μας ἔχει ἀλλάξει, πού ἡ φυσιογνωμία της  εἶναι πολύ διαφορετική ἀπό ἐκείνη, τήν ὁποία αἰῶνες ὁλοκλήρους εἶχε ἡ κοινωνία μας καί ἡ οἰκογένεια, σήμερα ἡ κοπέλα πού μορφώνεται, νομίζει καί τό θεωρεῖ ἐπιβεβλημένο ὅτι πρέπει νά ἐργασθῆ.

   Ὑπάρχει ἕνα ἐπιχείρημα. Τό ἐπιχείρημα ὅτι πρέπει νά ἀξιοποιήση ἐκεῖνα τά ὁποῖα ἔχει μάθει. Τό θεωρεῖ αὐτό τόσο αὐτονόητο ἐπιχείρημα, ὥστε ἄν αὐτή τή στιγμή ἤθελα ἐγώ νά κάνω ἐδῶ σέ σᾶς ἕνα τέστ, μία δοκιμασία, «ἡ κάθε κοπέλα ἀπό ἐσᾶς πῶς σκέφτεται παρακάτω», εἶναι πολύ μικρό τό ποσοστό, ὅσες εἶστε, νά βρῶ δυό τρεῖς κοπέλες, ἴσως καί νά μή τίς βρῶ καί αὐτές, πού νά μοῦ ποῦν ὅτι· «ἐγώ ἔχω σκοπό, ὅταν τελειώσω τό Γυμνάσιο νά μείνω στό σπίτι μου». Ὅλες οἱ κοπέλες θά μοῦ πῆτε ὅτι σκοπόν ἔχετε κάτι νά σπουδάσετε. Καί ἐάν θά ἐρωτηθῆτε γιατί θέλετε νά σπουδάσετε, ὁπωσδήποτε δέν ὑπάρχει ἐκεῖνο τό ἰδανικό τῆς σπουδῆς πού ὑπῆρχε στήν ἀρχαία Ἑλλάδα: «ἡ σπουδή γιά τή σπουδή!».

    Διότι ἡ μόρφωσις ἦταν γιά τήν Ἀρχαία Ἑλλάδα ἕνα ἰδανικό χωρισμένο ἀπό τόν βιοπορισμό. Ὁ ἄνδρας ἐμορφώνετο, ἐγίνετο φιλόσοφος ἐάν θέλετε, ταξίδευε σέ τόπους μακρινούς γιά νά ἀποκτήση σοφία. Ἐπλήρωνε ἁδρά δασκάλους νά μάθη τήν ρητορική ἤ τήν γραμματική ἤ τήν μουσική ἤ ὅ,τι ἄλλη σοφία, ὄχι μέ σκοπό νά ζήση, ἀλλά γιά νά εἶναι μορφωμένος. Δηλαδή μέ ἄλλα λόγια, ἡ μόρφωσι δέν εἶχε καμμία σχέσι μέ τό βιοπορισμόν.

   Σήμερα ἡ μόρφωσις συνδέεται μέ τόν βιοπορισμόν, ὁπότε ἡ κοπέλα ἡ ὁποία θά μορφωθῆ, θά βγάλη τό γυμνάσιο καί ἐν συνεχείᾳ θά ἤθελε νά πάη καί σέ ἄλλες σχολές μέσες ἤ ἀνώτερες ἤ ἀνώτατες, ἡ κοπέλα αὐτή σκοπόν ἔχει νά ἐργασθῆ. Γι’ αὐτό, ἄν ἔκανα ἕνα τέστ, σᾶς εἶπα, ἀνάμεσά σας, εἶναι ζήτημα ἐάν θά ἔβρισκα δυό τρεῖς κοπέλες πού θά ἤθελαν τελικά νά μείνουν μόνον εἰς τό σπίτι, ἔστω καί βγάζοντας τό γυμνάσιο. Ξαναλέγω, μέ τό ἐπιχείρημα «πῶς θά ἀξιοποιήσωμε ἐκεῖνα τά ὁποῖα ἔχομε μάθει».

   Ἀλλά, ὅπως ἡ ἐποχή μας ἔχει χαρακτηριστικό νά πετάη στόν ἀέρα καθετί κατεστημένο κάνοντας κριτική, θά νόμιζε ἡ ἐποχή μας ὅτι αὐτή κρατάει τήν τελευταία λέξι τῆς μή ἀναθεωρήσεως τῶν ὅσων ἡ ἰδία πράττει; Διότι, αὐτό τό ὁποῖο ἡ ἴδια ἐργάζεται αὐτή τή στιγμή, δέν γίνεται κατεστημένον; Καί ἅμα γίνεται κατεστημένον, αὐτό δέν μπορεῖ νά γίνη ἀντικείμενον κριτικῆς; Καί αὐτό πού θεωρεῖ ὅτι εἶναι αὐτονόητο «νά ἐργασθῆ ἐπειδή μορφώθηκε», εἶναι αὐτονόητο; Δηλαδή μέ ἄλλα λόγια, μποροῦμε νά τό ποῦμε ὅτι εἶναι ἕνα δεδομένο; Καί δέν θά ἀρχίση νά γίνεται ἕνα ζητούμενο, «ἂν ἡ κοπέλα πρέπει νά βγαίνη νά ἐργασθῆ ἐπειδή ἐμορφώθηκε;»

   Θά ἀρχίση νά γίνεται αὐτό. Θά ἀρχίση νά γίνεται ἐκ τῶν πραγμάτων, διότι ἡ σύγχρονη κοπέλα πού βγαίνει καί ἐργάζεται, καί πού στήν πραγματικότητα πλέον δέν ἔχει ἀνάγκη διά νά ἐργασθῆ, διότι δέν ὑπάρχει οἰκονομική πίεσι οὔτε σάν κοπέλα ἀπό τούς γονεῖς της, οὔτε σάν σύζυγος ἀπό τόν ἄνδρα της, ἀλλά βγαίνει γιατί ἔγινε τῆς μόδας, ἔγινε ἕνα στοιχεῖο πού ἡ σύγχρονη κοπέλα, ἡ σύγχρονη γυναῖκα νομίζει ὅτι μέ τόν τρόπον αὐτόν θά γίνη ἕνας κοινωνικός παράγων, ὅτι... ὅτι... ὅτι θά πρέπη νά προσθέση στά οἰκονομικά τοῦ σπιτιοῦ τά δικά της οἰκονομικά γιά νά ὑπάρχη μία ἄνεσι. Γιατί «πῶς θά πάρουν τό αὐτοκίνητο;», «πῶς θά πάρουν ἕνα μεγάλο διαμέρισμα, ἤ περισσότερα διαμερίσματα;» ἤ «πῶς θά μποροῦν νά πηγαίνουν στά κέντρα διασκεδάσεως;» ἤ «πῶς θά μποροῦν νά ἔχουν μία ἄνεσι, νά κινοῦνται πολυτελῶς καί νά προσθέτη συνεπῶς καί ἐκείνη καί τά δικά της ἔσοδα εἰς τά κοινά ἔσοδα τοῦ ἀνδρός της γιά νά ἔχουν αὐτήν τήν εὐμάρειαν;». Αὐτά ὅμως ὅλα εἶναι αὐτή τή στιγμή μία μόδα. Ἄν τό θέλετε εἶναι ἕνας σνομπισμός.   

    Δυό πράγματα δέν κατάφερα μέχρι σήμερα! Καί ποῦ; Ὄχι σάν συμβουλή, ἀλλά ἐν μυστηρίῳ ἐξομολογήσεως, πού ὑποτίθεται ὅτι ὁ ἄλλος πού ἔρχεται νά ἐξομολογηθῆ εἶναι ἕτοιμος νά ἀκούση τί θά τοῦ πῆ πνευματικός, γιατί πηγαίνει οἰκείᾳ βουλήσει, δέν πηγαίνει γιατί τόν πηγαίνουν. Καί συνεπῶς εἶναι διατεθημένος νά ἀκούση ὅ,τι θά τοῦ εἰπωθῆ. Ἔ, πάρα ταῦτα, δυό πράγματα δέν κατάφερα, παιδιά, μέχρι σήμερα τά τελευταῖα χρόνια νά ἐπιτύχω. Εἰς τούς μακρυμάλληδες, τά ἀγόρια, νά κόψουν τά μαλλιά τους. Ὅ,τι συμβουλές καί ἄν εἶπα, ὅ,τι ἀπειλές καί ἄν ἐξετόξευσα, ὅσο κι ἄν ἐπέπληξα, ὅσο κι ἄν ὁμίλησα καί κορόιδεψα καί εἶπα ὅτι «τί μαλλιά εἶναι αὐτά, παιδάκι μου, τί ψεῖρες θά ἔχουν ἐπάνω», ἤ «δέν ντρέπεσαι σάν γυναῖκα εἶσαι», πού νά τούς κάνω γελοίους, ἤ «τήν Θεία Κοινωνία νά κόψω»! Ναί! δέν κατάφερα ἕναν νά τόν κάνω νά κόψη τά μαλλιά του! Καί τό δεύτερο; Δέν κατάφερα κοπέλα, ἡ ὁποία ἐργάζεται, νά τήν κάνω νά μήν ἐργάζεται, ἐάν ἡ ἰδία δέν τό κατενόησε. Βεβαίως ὑπῆρξαν κοπέλες, οἱ ὁποῖες εἶπαν δέν θά δουλέψωμε. Τό κατενόησαν μόνες τους. Ἐγώ νά τίς βοηθοῦσα νά τό κατανοήσουν, σᾶς βεβαιώνω, ἔχω σημειώσει οἰκτράν ἀποτυχία.

    Ἡ αἰτία δέν εἶναι δύσκολο νά ἀναζητηθῆ. Εἶναι, παιδιά, ὁ σνομπισμός! Δέν ὑπάρχει πιό φοβερό πρᾶγμα ἀπό τήν λατρεία τῆς θεότητος, πού λέγεται μόδα. Δέν ὑπάρχει πιό φοβερό πρᾶγμα! Νά ἰδῆτε ὅτι θά κουρεύωνται μετά οἱ νέοι, θά κουρεύωνται «ἐν χρῷ κεκαρμένοι». Καί ἅμα τούς πῶ: «βρέ παιδάκι μου, τί μαλλιά εἶναι αὐτά, ἄφησε λίγο τά μαλλιά σου!», ἀδύνατον! εἶναι ἡ μόδα! Ὁ ἄνθρωπος δέ θέλει νά διαφέρη ἀπό τόν ἄλλον.

    Ἔτσι, δέ νομίζετε ὅτι ὁ σνομπισμός αὐτός -νά κάνωμε καί λίγο κριτική- δηλαδή πώς τό κατεστημένον, τό παλαιόν κατεστημένον θά πετᾶμε στήν ἄκρη καί τήν παροῦσα κατάστασι πού γίνεται κατεστημένη, κι αὐτή κατεστημένη -κάθε τί πού μένει, γίνεται κατεστημένο˙ αὐτό θά πῆ κατεστημένο, ἡ καθιερωμένη κατάστασις, αὐτή ἡ ὁποία εἶναι ἀνεγνωρισμένη- ἔ, τί λέτε, μένοντας, χρονίζοντας ἡ κατάστασι αὐτή δέν γίνεται κατεστημένον;  ἔ, αὐτή δέν πρέπει νά τύχη κριτικῆς; Ἔ; τί θά λέγατε; 

    Θά νομίζατε ὅτι θά ἤτανε πολύ τιμητικό γιά τόν σύγχρονο ἄνθρωπο πού καυχᾶται γιά τήν ἐλευθερία του, νά θεωρῆται δέσμιος τῆς ἐποχῆς του, δέσμιος ἑνός σνομπισμοῦ, δέσμιος τῆς λατρείας τῆς μόδας; Αὐτό περιποιεῖται τιμήν εἰς τήν προσωπικότητα καί τήν ἐλευθερία τοῦ ἀτόμου; Δέν τό νομίζω. Τό νά μπορῆ κανείς νά ξεφύγη καί νά πῆ: «ἐγώ δέν θά ἀκολουθῶ τήν μόδα, δέν θά εἶμαι ἔξω ἀπό τήν ἐποχή μου, θά κατανοῶ τήν ἐποχή μου ἀλλά ὄχι ὅμως ὅτι θά γίνωμαι δέσμιος της μόδας. Ἐκεῖνο τό καλό στοιχεῖο πού δίδει ἡ ἐποχή μου», γιατί κάθε ἐποχή ἔχει καί τά καλά της στοιχεῖα, «δέν τίθεται θέμα, θά τό ἀκολουθήσω. Ἐκεῖνα τά στοιχεῖα ὅμως τά ὁποῖα δέν εἶναι ἀγαθά καί δεσμεύουν, καί κάνουν τούς ἀνθρώπους uniform, ὄχι». Τί θά πῆ uniform; Ὁμοιόμορφους. Αὐτό τό πρᾶγμα ἰσοπεδώνει, ὁδοστρώνει οὕτως εἰπεῖν, ἰσοπεδώνει τήν προσωπικότητα. Εἶπα uniform ἔ; Τούς κάνει ὁμοιόμορφους τούς ἀνθρώπους.

    Θά σᾶς πῶ ἕνα μικρό παράδειγμα. Μόλις χθές, γιατί κάποιον φιλοξενούσαμε, ὁ ὁποῖος εἶναι φύλακας φυλακῶν, πῶς ἔγινε κουβέντα καί μοῦ εἰπώθηκε ὅτι πιά δέν ἔχουν τίς ὁμοιόμορφες στολές οἱ φυλακισμένοι. Δέν ξέρω ἄν ποτέ πήγατε σέ φυλακές -σάν κρατούμενοι ὄχι, ἀλλά μήν νομίζετε δέν εἶναι δύσκολο πρᾶγμα νά καταλήξωμε στή φυλακή, μή νομίζετε, τό εὐκολότερο πρᾶγμα εἶναι ὁ ἄνθρωπος νά καταλήξη στή φυλακή, σᾶς  τό λέγω ἀλήθεια, εἴτε ἐκών, εἴτε ἄκων- φοροῦσαν ὁμοιόμορφες στολές. Ἄν δραπέτευε ἕνας ἀπό αὐτούς, εὔκολα μποροῦσε νά ἀναγνωριστῆ ὅτι αὐτός εἶναι δραπέτης. Ἦταν ἐκεῖνες οἱ πολύ ἄσχημες στολές οἱ ριγέ, δηλαδή ἦταν τόσο φαρδύριγα δυό χρώματα, ριγέ! Ἦταν ἕνα εἶδος πιτζάμας, μέ σακάκι σάν πιτζάμα καί παντελόνι σάν πιτζάμα. Ἀπαίσιες, πραγματικά ἀπαίσιες! Ἄν θά ἔπρεπε, λοιπόν, νά μπαίνη αὐτή ἡ ὁμοιόμορφη στολή, πῶς ἔπρεπε νά αἰσθάνωνται οἱ ἄνθρωποι; Πολύ ἄσχημα, γιατί ὑπάρχει αὐτό τό ὁμοιόμορφον.

   Τό ὁμοιόμορφον ὅπως στό στρατό. Στό στρατό ὑπάρχει τό χακί τό ὁμοιόμορφον, ἡ ὁμοιόμορφη στολή. Ποιός ὁ σκοπός; Ὁ σκοπός εἶναι τοῦτος: τῆς ἰσοπεδώσεως τῆς προσωπικότητος! Ἔ, στή μόδα λοιπόν, ὁ ἀνόητος ἄνθρωπος ἰσοπεδώνει τήν προσωπικότητά του: «Νά κάνω αὐτό πού κάνει καί ὁ ἄλλος»! Γιατί; Δέν μπορεῖς νά κάνεις ἐκεῖνο πού αἰσθάνεσαι; Πρέπει ἀναγκαστικά νά κάνης ἐκεῖνο πού κάνουν καί οἱ ἄλλοι; Εἶναι ἀνόητο.

   Μία φωτιά πάντοτε ἐξαπλώνεται πιό πολύ ὅταν ὑπάρχει καί ὁ ἄνεμος. Σέ ὅλα αὐτά πού λέμε βεβαίως ἦρθε καί σχετικός ἄνεμος νά ἀναρριπίζη διαρκῶς αὐτή τή φωτιά τῆς μόδας, τῆς ἐξόδου τῆς γυναίκας νά βγαίνη ἀπό τό σπίτι ἔξω νά δουλέψη, πού λέγεται φεμινισμός˙ αὐτό τό κίνημα τῆς γυναικείας προσπαθείας νά ἀποκτήση δικαιώματα ἴσα μέ τόν ἄνδρα.

    Καί ὁπωσδήποτε ἡ ρίζα τοῦ νά ἔχη ἡ γυναῖκα ἴσα δικαιώματα μέ τόν ἄνδρα ὑπάρχει στήν Ἁγία Γραφή. Εἶναι ὁ χριστιανικός φεμινισμός. -Ἀπό τό femina πού σημαίνει γυναῖκα, Λατινικά, ἔ;- Φεμινισμός, λοιπόν, εἶναι ἐκεῖνο τό ρεῦμα τῆς προσπαθείας νά ἀποκτήση ἡ γυναῖκα, ὅπως σᾶς εἶπα προηγουμένως, δικαιώματα μέσα στήν κοινωνία, μέσα στήν ζωή, μέσα στήν οἰκογένεια, στό σχολεῖο, παντοῦ ἴσα μέ τόν ἄνδρα. 

    Λοιπόν ἡ ρίζα εἶναι στήν Ἁγία Γραφή. Ὅταν λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «οὐκ ἔνι ἄρσεν καί θῆλυ, ἀλλά τά πάντα καί ἐν πᾶσι Χριστός»(Γαλ. 3, 28). Δέν ὑπάρχει διαφορά ἀνάμεσα στόν ἄνδρα καί τήν γυναῖκα, ἀλλά σέ ὅλα καί σέ κάθε τί εἶναι ὁ Χριστός. Ἀλλά αὐτή ἡ ἐξίσωσις τῶν φύλων δέν εἶναι σάν κι ἐκείνη τήν ὁποίαν ἀκολουθοῦν τά ρεύματα, προσέξτε, τά οὐμανιστικά, τά ἀνθρωπιστικά, πού ξεκίνησαν ἀπό τήν ἐποχή τῆς Ἀναγεννήσεως στήν Εὐρώπη καί πού δέν στηρίζονται στό Θεό καί τήν Ἁγία Γραφή, ἀλλά στηρίζονται στόν ὀρθολογισμό, στή φιλοσοφία, εἰς τόν ἄνθρωπο γι’ αὐτό καί λέγονται ἀνθρωπιστικά αὐτά τά ρεύματα, καί συνεπῶς εἶναι ἔξω ἀπό τόν Θεό. Εἶναι ἀθεϊστικά αὐτά τά ρεύματα τά οὐμανιστικά. Δέν ἔχουν δηλαδή ἐρείσματα χριστιανικά, εὐαγγελικά. Καί ἔτσι ἡ γυναῖκα εἶναι ἴση μέ τόν ἄνδρα καί στίς ὑποχρεώσεις καί στά δικαιώματα, διότι καί ὁ ἄνδρας καί ἡ γυναῖκα ἔχουν ψυχήν ἀθάνατον. Δέν ὑπάρχει Εὐαγγέλιον ἀνδρῶν καί Εὐαγγέλιον γυναικῶν. Δέν ἀπέθανε ὁ Χριστός μόνον διά τούς ἄνδρας καί ὄχι διά τάς γυναίκας. Καί ἐξ ἴσου ἡ ζωή προσφέρεται καί διά τόν ἄνδρα καί διά τήν γυναῖκα.

    Αὐτή ἡ ἰσότης ὅμως εἶναι καλῶς ἐννοουμένην. Καί  μία  ἰσότης δέν σημαίνει ὅτι θά ὑπάρχη καί ἰσοπέδωσις καί πράγματα τά ὁποῖα εἶναι ἀδύνατον νά ὑπάρξουν γιατί θά δημιουργηθῆ σχῖσμα.

    Ἕνα παράδειγμα. Ὁπωσδήποτε τά μέλη τοῦ σώματος ἔχουν μία διακονία τό καθένα. Ὅλα μαζί ἀποτελοῦν τό σῶμα. Ὑπάρχει μία ἰσότης. Ποῦ εἶναι ἡ ἰσότης; τοῦ ὅτι ὅλα ἔχουν δικαίωμα νά τρέφωνται ἀπό τό ἴδιο αἷμα. Βλέπετε ἡ καρδιά στέλνει τό αἷμα μέσῳ τῶν ὁδῶν της καί πρός τό τελευταῖο κύτταρο τοῦ ὀργανισμοῦ, εἴτε πόδι λέγεται, εἴτε μάτι λέγεται, εἴτε ἐγκέφαλος λέγεται, εἴτε νύχι λέγεται. Ἐξ ἴσου στέλνει ἡ καρδιά τό αἷμα, τό ἴδιο αἷμα, τό ἕνα καί τό ἀδιαίρετον καί τό ἑνιαῖον, καί τό καθαρόν, τό γεμάτο τροφή νά θρέψη καί τό τελευταῖο κύτταρο. Ἐδῶ βλέπομε μία ἰσότητα. Ταυτόχρονα ὅμως ἄλλο τό ἔργον τοῦ ματιοῦ καί ἄλλο τό ἔργον τοῦ ποδιοῦ. Ἐδῶ βλέπομε μία ἀνισότητα. Αὐτή ἡ ἀνισότης εἶναι ἀναγκαία, διότι ἄν δέν ἦταν ἀναγκαία τότε θά ὑπῆρχε τό σχῖσμα. Λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος δέν μπορεῖ νά πῆ τό μάτι δέν σέ ἔχω ἀνάγκη στό πόδι ἤ ἀντίστροφα. Τότε δημιουργεῖται ἕνα σχῖσμα στό σῶμα.

   Ἔ, λοιπόν, ὁ ἀρνητικός φεμινισμός λέει ὄχι ὅτι ἔχουνε ἴσες ψυχές κι ἔχουνε ἴσα δικαιώματα στή ζωή ὁ ἄνδρας καί ἡ γυναῖκα, ὄχι μόνον αὐτό. Δουλεύει ὁ ἄνδρας; Θά δουλέψη καί ἡ γυναῖκα. Ἔχει οἰκονομίες ὁ ἄνδρας; Θά ἔχη καί ἡ γυναῖκα. Φοράει παντελόνια ὁ ἄνδρας; Θά φοράη καί ἡ γυναῖκα παντελόνια. Ὁδηγεῖ αὐτοκίνητο ὁ ἄνδρας; Θά ὁδηγῆ καί ἡ γυναῖκα. Βγαίνει βουλευτής ὁ ἄνδρας; Θά βγῆ  καί ἡ γυναῖκα. Γίνεται πρωθυπουργός ὁ ἄνδρας; Θά γίνη καί ἡ γυναῖκα. Καί μή νομίζετε ὅτι ἡ γυναῖκα θά ἰσοῦται μέ τόν ἄνδρα. Τώρα καί ὁ ἄνδρας θά ἰσοῦται μέ τή γυναῖκα. Νταντεύει τό μωρό ἡ γυναῖκα; Θά τό νταντεύη καί ὁ ἄνδρας. Πλένει ἡ γυναῖκα τά πιάτα; Θά πλένη καί ὁ ἄνδρας τά πιάτα. Ἰσότης σέ ὅλα!

    Ἀλλά ἐρωτοῦμε, παιδιά, αὐτή εἶναι ἡ εἰκόνα τῆς ἐποχῆς μας; Ἐνθυμοῦμαι πρίν μερικά χρόνια, πρίν ἀκόμη ἔλθη στήν Ἑλλάδα, στήν πράξι πλέον, αὐτή ἡ κατάστασις, τήν βλέπαμε στήν Ἀμερικανική κοινωνία τήν εἰκόνα αὐτή κατά ἕνα τρόπο πού τή λυπόμαστε πραγματικά καί τήν κοροϊδεύαμε. Ὁπωσδήποτε δέν ἔχει βέβαια εἰσχωρήσει βαθύτατα στήν Ἑλληνική μας συνείδησι αὐτή ἡ κατάστασις, ἀλλά διαρκῶς προχωρεῖ, δέν τίθεται θέμα. Ἐρωτοῦμε, αὐτή ἡ ἰσότης ἐπί τῶν ὑποχρεώσεων καί ἐπί τῶν δικαιωμάτων θά ὁδηγήση σέ καλά ἀποτελέσματα ἤ μήπως θά ἔχωμεν ἀδιέξοδα; ἡ πείρα στήν Ἑλλάδα τουλάχιστον; γιατί στήν Ἀμερική ἡ πείρα ἔχει ἀποδείξει πάρα πολλά πράγματα. Ἀλλά ἐμεῖς πᾶμε πάντοτε μερικά χρόνια πίσω, πολλά χρόνια πίσω πηγαίνομε καί δέν παραδειγματιζόμαστε ἀπό ἐκεῖνο πού ἤδη βγάλανε ὡς συμπεράσματα οἱ ἔξω, νά μή τό μιμηθοῦμε ἐμεῖς. Πρέπει σώνει καί καλά νά περάσωμε καί μεῖς ἀπό τήν ἴδια διαδικασία ἀνοητότατα! ἀνοητότατα καί στά παιδαγωγικά μας αἰσθήματα καί στόν τρόπο τῆς κοινωνικῆς ζωῆς καί στόν τρόπο τῆς πολιτικῆς ζωῆς! Εἶναι… εἶναι φοβερό πρᾶγμα! εἶναι φοβερό! Σᾶς εἶπα, εἶναι μία ἀνοησία καί αὐτό εἶναι πιθηκισμός τυφλός καί ἀνόητος!

   Λοιπόν ὁδηγεῖ σέ ἀδιέξοδο; Ὁπωσδήποτε, παιδιά, ὁδηγεῖ σέ ἀδιέξοδο, διότι τελικά ἡ φυσική κατάστασις τῆς γυναικός πού εἶναι τό σπίτι, ἀμελεῖται. Διότι, ὅταν ἡ γυναῖκα φεύγει ἀπό τό σπίτι, ἤ θά κάνη λίγα παιδιά ἤ δέν θά κάνη καθόλου. Ἀλλά ἔστω καί ἕνα παιδί νά κάνη, πού αὐτό εἶναι κάτι πού στρέφεται ἐναντίον τῆς μητρότητας καί ἡ ἴδια στραγγαλίζει τήν μητρότητά της, τό παιδί της αὐτό, ἀφοῦ ἡ γυναῖκα βγαίνει καί δουλεύει ἔξω, ποιός θά τό μεγαλώση; Ἐάν ἡ μητέρα λείπη, νά σᾶς πῶ μισή μέρα, γιατί ὑπάρχουν περιπτώσεις πού ἡ μητέρα βγαίνει καί ὁλόκληρη τή μέρα ἔξω, βγαίνει καί τό πρωί, βγαίνει καί τό ἀπόγευμα -ἂν ὑποτεθῆ  ὅτι δουλεύει σέ κατάστημα δέν θά βγῆ  8-13 π.μ., δέν θά βγῆ μετά 4-8 μ.μ.; οὐσιαστικά λείπει ὅλη τήν ἡμέρα- αὐτό τό παιδί ποιός θά τό μεγαλώση;

   Ἀπό ἕνα λογαριασμό πού κάναμε κάποτε σέ ἕνα ζεῦγος, ὁ μισθός τῆς γυναίκας ἐπήγαινε ὅλος σέ μία γυναῖκα πού παίρνανε σπίτι γιά νά φροντίζη γιά τά παιδιά. Καί εἴπαμε στή γυναῖκα «ἐκεῖ πού δίνεις τό μισθό σου στή γυναῖκα»  -ἕνα χιλιάρικο τελικά νομίζω ὅτι τῆς ἔμενε. Τό κέρδος ἦταν ἕνα χιλιάρικο, καί ὁ κόπος καί ὅλη αὐτή ἡ ἀκαταστασία στό σπίτι; Αὐτή εἶναι ἄλλη παράγραφος!- «ἐκεῖ πού θά πηγαίνης ἔξω καί πληρώνεις μέ τά χρήματα πού παίρνεις ἐσύ μία ἄλλη γυναῖκα νά φροντίζη τό παιδί σου, τά παιδιά σου, γιατί δέν κάθεσαι σπίτι σου;» «Ὄχι! θά βγῆ νά δουλέψη», εἶναι ἡ μόδα, εἶναι τό ρεῦμα, εἶναι ὁ σνομπισμός! Ἔτσι τό πρόσωπον, τό ὁποῖον θά μεγαλώση τά παιδιά μέσα εἰς τό σπίτι, τί ἀγωγή θά δώση; τί ἀγωγή θά δώση;

   Κάποτε διάβαζα στήν ἐφημερίδα, εἶναι βέβαια ἀρκετά χρόνια, τό ἑξῆς πρᾶγμα. Δυό νταντάδες ἔχουν μικρά παιδάκια κι εἶναι σέ ἕνα πάρκο τῶν Ἀθηνῶν. Συζητοῦν λοιπόν οἱ δυό τους καί λένε ἡ καθεμιά πῶς περνάει στό σπίτι τῆς κυρίας μέ τά παιδιά. Ἡ μία λέγει: «ξέρεις τό παιδί μου, τό παιδί δηλαδή πού ἔχω νά ἐπιτηρῶ…» «Τί;» λέγει ἡ ἄλλη. -Αὐτά ἀκούγονται καί ἔφθασαν τελικά νά δημοσιευθοῦν στήν ἐφημερίδα, κάποιος τρίτος τά ἄκουσε.- «Ἀνοίγω τό φωταέριο» -τό φωταέριο εἶναι ὅπως τό πετρογκάζ- «καί βάζω στή μυτίτσα τοῦ παιδιοῦ» -αὐτό εἶναι γνωστό ὅτι εἶναι δηλητήριο- «ὅποτε τό παιδάκι ναρκώνεται καί κοιμᾶται μέχρι τό πρωί μία χαρά· οὔτε ξυπνάει, οὔτε τίποτε!». Ἀλλά αὐτό τί θά σήμαινε γιά τό παιδί αὐτό μεγαλώνοντας; Ἀληθινή καταστροφή! ἀληθινή ψυχοσωματική καταστροφή, ὅπως ἀκριβῶς ἕνας ἄνθρωπος ἄν ἔπαιρνε ναρκωτικά! Καί ὅμως αὐτή ἡ ἀσυνείδητη κυρία πού ἐπιτηροῦσε τό παιδάκι, ἔτσι ἔκρινε. Γιατί; Δέν  ἦταν παιδί της! Ἦταν μισθωτή!

    Λοιπόν αὐτό εἶναι τό ἕνα.Ὓστερα ξέρετε τί μαθαίνουν; Δέν μοῦ ἐπιτρέπεται νά σᾶς πῶ πιό πολλά. Ἀπό ὅ,τι ἔχω ἀκούσει, εἶναι φοβερά πράγματα τί μαθαίνουν στά μικρά παιδιά αὐτές οἱ γυναῖκες, πού βάζομε στό σπίτι μας νά τά μεγαλώσουν. Καί τί μαθαίνουν καί τί κάνουν στά μικρά παιδιά; Δέν μπορῶ νά σᾶς τά περιγράψω. Φοβερά πράγματα! Κάποτε μοῦ ἔλεγε ἕνας νέος, πού ἐνθυμεῖται πού εἶχαν μία ὑπηρέτρια στό σπίτι, μόλις καί τό θυμᾶται γιατί ἦταν νήπιο τό παιδί, τί ἔκανε αὐτή ἡ ὑπηρέτρια στό παιδί.

    Γι’ αὐτό τό λόγο, ὅλα αὐτά τά πράγματα δέν τά λογαριάζει μία γυναῖκα πού θά βγῆ νά ἐργασθῆ ἔξω; Ἀκόμη, τό ὅτι θά γυρίση κατάκοπη ἀπό τή δουλειά της, ποιός θά τῆς ἔχει ἑτοιμάσει τό φαγητό, μάλιστα ἂν δέν ἔχει κι ἄλλο χέρι νά τή βοηθήση; Ἀλλά καί νά ἔχη, εἶναι δυνατόν ποτέ νά αἰσθάνεται μία γυναῖκα καλά, ὅταν εἶναι σύζυγος καί νοικοκυρά καί ταυτόχρονα ἄλλος τῆς μαγειρεύει τό φαΐ καί ἄλλος τῆς περιποιεῖται τό σπίτι; Ἤ αὐτή ἄν πρέπη αὐτή καί νά μετέχη τό ἀπόγευμα, ἄν ὑποτεθῆ ὅτι δέν θά πάη στήν ἐργασία της, πόσο θά κουραστῆ καί θά μείνη μέχρι τά μεσάνυχτα γιά νά καταφέρη νά μαγειρέψη, νά ἔχη τήν ἄλλη μέρα φαγητό, ἤ νά τακτοποιήση τήν μπουγάδα της, ἤ τό σπίτι της νά καθαρίση ἤ τόσα ἄλλα;

    Παιδιά πιστέψτε με, προβλήματα τά ὁποῖα μόνον ὁ πνευματικός καί ὁ ψυχίατρος μποροῦν νά καταλάβουν, μά καί τά ἴδια τά σπίτια πού ζοῦν αὐτό τό δρᾶμα, ἔχομε καί μποροῦμε νά ποῦμε πολλά γιά τίς γυναῖκες πού ἐργάζονται ἔξω.

    Τό πολύ πολύ μία κοπέλα, ἄν θά ἠργάζετο σάν κοπέλα, ὅταν ἔρθη ἡ ὥρα νά παντρευτῆ, νά σταματήση νά ἐργάζεται. Θά ἦταν ἰδεῶδες! Καί νά κοιτάξη τό σπίτι της καί μόνο τό σπίτι της! Νά μάθη νοικοκυριό!

     Προσέξτε, γιατί ἔρχεται ἡ ὥρα νά παντρευτῆτε. Σᾶς παντρεύονται νέοι  -γιατί ἀπό αὐτές τίς καρέκλες ἀπό τό 1960, πού ἐγώ βρίσκομαι σ’ αὐτό τό τραπεζάκι, μέχρι τό 1977 ἔχουν περάσει δέκα ἑπτά χρόνια, ἔχουν περάσει κοπέλες πάρα πολλές, πού σχεδόν ὅλες ἔχουν παντρευτεῖ- καί ἐμεῖς γνωρίζομε τά παράπονα τῶν συζύγων. Ὅταν ἔρχωνται καί λέγουν: «πάτερ, ξέρετε ἡ γυναῖκα μου δέν ξέρει νά μαγειρέψη, δέν ξέρει νά κάνη ἓνα γλυκό, δέν ξέρει νά περιποιῆται τό σπίτι» καί ἐγώ ξέρετε τί λέγω; Σᾶς βεβαιώνω πάρα πολλές φορές τό ἔχω πεῖ, ὅπως θά τό πῶ καί γιά σᾶς ἄν τύχη νά παντρευτῆτε καί νά μοῦ κάνη παράπονα ὁ μέλλων σύζυγός σας. «Ἄκουσε, παιδί μου. Νά, βλέπεις τή γλῶσσα μου ἔβγαλε μαλλιά νά τά λέγω. Μάλλιασε ἡ γλῶσσα μου νά τά λέγω. Ναί, δέν φταίω, παιδί μου, τίποτε! Στό κάτω κάτω τῆς γραφῆς ἄνδρας εἶμαι, κατηχητής εἶμαι, ἔργον δέν θά εἶχα νά κάθωμαι νά λέγω μία κοπέλα νά εἶναι νοικοκυρά». Κι ὅμως, ἐπειδή βλέπω πνευματικές ἐπιπτώσεις εἰς τό ὅλο θέμα, γι’ αὐτό ἀναλαμβάνω καί τό ἔργο αὐτό. «Πίστεψε με, παιδί μου, πάρα πολλά πράγματα ἔχω πεῖ. Δέν ἀκοῦν οἱ κοπέλες, δέν ἀκοῦν! Τί νά σοῦ κάνω; Καί σύ παιδί τῆς ἐποχῆς σου εἶσαι, καί αὐτό παιδί τῆς ἐποχῆς σου εἶναι, τραβῆξτε τά μαλλιοκέφαλά σας! Τί νά σᾶς κάνω περισσότερο; Τί νά σᾶς κάνω περισσότερο;» Καί δημιουργοῦνται ρήξεις στήν εὐτυχία τήν οἰκογενειακή. Πιστέψτε μέ, σᾶς τό λέγω ἀλήθεια, δέν θά μιλοῦσα μέ αὐτή τήν ἔντονη γλῶσσα, ἄν τά πράγματα δέν ἦταν ἔτσι.

   Γι’ αὐτό ἀκοῦστε με παιδιά, ξεκινῆστε καί θά δῆτε ἄκοπα... ἄκοπα θά τά μάθετε ὅλα, ἄν ἀκολουθῆτε τήν συνταγή μου, τήν συμβουλή μου. Ὅπως ἕνα μικρό παιδί πλάι στήν μητρική του γλῶσσα, ὅταν μιλᾶνε μία ξένη γλῶσσα μέσα στό σπίτι, τήν μαθαίνει ἄκοπα καί βρίσκεται ὡραιότατα μεγαλώνοντας νά ξέρη μία ξένη γλῶσσα, ἔτσι καί σεῖς ἄκοπα θά μάθετε νά γίνετε καλές νοικοκυρές, ἄν τώρα σάν μικρές κοπέλες μέσα τό σπίτι σας ἐργάζεσθε καί βοηθᾶτε.

   Νά κρατηθῆ ἕνα σπίτι -προσέξτε με!- δέν εἶναι νά ξέρω νά σκουπίσω, οὔτε νά ξέρω νά στολίσω τό σαλόνι. Νά κρατηθῆ ἕνα σπίτι εἶναι μία ὁλόκληρη ἐπιστήμη. Μία ἐπιστήμη, πού ἀπό τήν ἀρχαιότητα εἶχε ἐπισημανθεῖ. Δέν ξέρω ἄν ἄλλοτε σᾶς ἔχω πεῖ ὅτι ὁ Ξενοφῶν ἔχει γράψει εἰδική πραγματεία μέ τίτλον: «Ὁ Οἰκονομικός». Εἶναι στά ἅπαντα τοῦ Ξενοφῶντος. Διαβάσατέ το νά ἰδῆτε ἐκεῖ, πού ἀναλαμβάνει τότε πού ἦταν ἐξόριστος στήν Πελοπόννησο ὁ Ξενοφῶν μέ τά Ἀθηναϊκά γεγονότα καί τά λοιπά, καί ἐκεῖ ἔγραψε τό ἔργο αὐτό. Εἶναι διαλογικό τό ἔργο. Εἶναι ὁ σύζυγος, ὁ ὁποῖος  βοηθάει τή σύζυγό του, ἡ ὁποία δυστυχῶς ἀπό τό σπίτι δέν ἤξερε πολλά πράγματα, πῶς νά οἰκονομῆ. Ἀκοῦστε, ὁ οἰκονομικός, οἰκονομία, οἰκονόμος καί τά λοιπά, εἶναι ἀπό τό οἶκος καί νόμος. Νά ξέρης νά ρυθμίζης τά τοῦ οἴκου σου. Νά ξέρης τί θά ξοδέψης, πόσο θά ξοδέψης, ποῦ θά τό ξοδέψης, ποῦ θά βάλης αὐτό τό πρᾶγμα. Ἐκεῖ τί πρᾶγμα θά βάλης, πῶς θά ἀποθηκεύσης τίς τροφές, πῶς θά ἀξιοποιήσης τίς τροφές πού σου δίνουν τά χωράφια σου, ἡ ἐποχή, ἄν πρέπη νά τά ἀγοράσης.

   Ὅλα αὐτά τά πράγματα, ἡ ὅλη θά λέγαμε διοίκησις τοῦ σπιτιοῦ, πιστέψτε, εἶναι ἀληθινή ἐπιστήμη καί ἀπαιτεῖ εἰδικό πνεῦμα καί χάρι ἀπό τό Πνεῦμα τό Ἅγιο. Μή σᾶς φαίνεται παράξενο. Εἰδική χάρι ἀπό τό Πνεῦμα τό Ἅγιο γιά νά μπορῆ μία γυναῖκα νά εἶναι σωστή! Ἄν δέν ἦταν χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ἀληθής ἐπιστήμη εἰς τό βιβλίο τῶν «Παροιμιῶν» δέν θά ἐγράφετο τό ἐγκώμιον τῆς νοικοκυρᾶς γυναίκας.

    Μοῦ φαίνεται ἐδῶ καί δυό χρόνια σᾶς τό εἶχα διαβάσει τό ἐγκώμιον τῆς νοικοκυρᾶς γυναίκας, ἡ ὁποία λέγει ὅτι, ὅταν τά φῶτα τῆς πόλεως ἔχουν σβήσει, τό δικό της παράθυρο φωτίζει γιατί ἀκόμη κάνει νυχτέρι, κάνει ἐργασία. Καί δίνει τήν ἐργασία, τήν κατανέμει στό ὑπηρετικό της προσωπικό. Ἐργάζεται στήν ὑφαντική. Ἀγόρασε, λέγει, ἀγρόν καί τά λοιπά. Ἡ νοικοκυρά, ἡ γυναῖκα πού ξέρει νά κρατάη τό σπίτι της. Ἡ  βασίλισσα τοῦ σπιτιοῦ της, ἐκείνη ἡ χαριτωμένη  γυναῖκα, αὐτή πού εἶχε τήν ὀνομασία, καί πού σήμερα ἀλλοίμονο, δέν ὑπάρχει πιά. Ἡ οἰκοδέσποινα! Οἰκοδέσποινα, ὅπως λέμε οἰκοδεσπότης. Δεσπότης θά πῆ κύριος, ὁ δεσπόζων, ὁ κύριος, τό ἀφεντικό, τό ἀφεντικό τοῦ σπιτιοῦ. Καί ἐκείνη ἡ οἰκοδέσποινα, εἶναι ἡ δέσποινα, εἶναι ἡ κυρία τοῦ σπιτιοῦ.          

    Σήμερα δέν ὑπάρχει κυρία τοῦ σπιτιοῦ. Δέν ὑπάρχει πλέον οἰκοδέσποινα. Εἶναι ἡ δεσποινίς, ἤ ἡ γυναῖκα πού θά βγῆ νά δουλέψη, στά γρήγορα ἐκεῖ νά φᾶνε… Δέν τά φαντάζεστε! Κάποτε διάβαζα στήν «Ἐλευθερία» τήν ἐφημερίδα, πέρυσι, ἕναν τρόπο εὔκολο, πῶς νά περιποιηθῆτε ἕναν ἐπισκέπτη σας χωρίς σέ τίποτε νά κοπιάσετε -Ἄστε ὅτι ὑπάρχουν χάρτινα ποτήρια, χάρτινα πιάτα, ὅλα χάρτινα!… χάρτινοι ἄνθρωποι, χάρτινες οἱ καρδιές των, χάρτινα καί τά αἰσθήματα....- γιά νά μή πλυθοῦν τά πιάτα! Λοιπόν βάζετε, λέει, σέ ἕνα τραπέζι πιάτα. Καί βάζετε πιατέλες στή μέση ἀπό διάφορα τυριά, τρία, τέσσερα εἴδη τυριῶν. Βάζετε καί διάφορα σαλατικά χωρίς νά τά κάνετε σαλάτες, μαρούλια, λάχανα, μεγάλα κομμάτια, καί φρέσκο ψωμί. Βγαίνετε ἀπό τόν κόπο νά κάνετε ὁ,τιδήποτε ἄλλο καί θά δώσετε πολλή χαρά στούς ἐπισκέπτες σας. Ὁρίστε παρακαλῶ! Διότι ἡ γυναῖκα δέν ἔχει χρόνο νά κάνη τίποτε ἄλλο, διότι ἐργάζεται, ἤ διότι πρέπει νά βγαίνη ἔξω, ἤ διότι ἔχει τίς κοινωνικές της σχέσεις καί ὑποχρεώσεις καί ἐπαφές καί τά λοιπά. Φοβερό! εἶναι φοβερό αὐτό!

    Παιδιά, ἄν δέν εἶχε ἡ ὅλη κατάστασι πνευματικήν διάστασιν, πιστέψτε με, δέν θά εἶχα κανένα λόγο νά σᾶς τά λέγω αὐτά τά πράγματα. Διότι, τί θά σᾶς ἔλεγα; Πράγματα τά ὁποῖα δέν ἔχουν σημασία στήν ἰδιότητά μου; Ἀλλά σᾶς τά λέγω γιατί ἔχουν πνευματικές διαστάσεις. Αὐτή εἶναι ἡ κατάστασι γιά νά μή πῶ κι ἄλλα πολύ φοβερότερα πράγματα!

    Ὅταν ἡ γυναῖκα ἔχει τό ταμεῖο της, τά χρήματά της καί αἰσθάνεται –προσέξτε, προσέξτε!- αὐτασφάλειαν, δέν εἶναι πλέον ἡ ἀσφάλεια ὁ ἄνδρας της! Δέν ὁμιλῶ γιά τόν Θεόν, ὅτι ἐκεῖ εἶναι ἡ ἀναφορά μας καί ἐκεῖ εἶναι ἡ ἀσφάλειά μας καί ἐκεῖ εἶναι ἡ πρόνοιά μας. Ὁμιλῶ κάτ’ ἄνθρωπον, διότι ὁ σύζυγος ὡς ἡ κεφαλή τοῦ σπιτιοῦ. Ἐδῶ ἔχομε δυό κεφάλια μέσα στό σπίτι. Διότι, ἀφοῦ ἔχομε δυό ταμεῖα, ἔχομε δυό κεφάλια! Ἀλλά ἅμα γεννηθεῖ ἕνα ὄν μέ δυό κεφάλια, λέγει ἡ ἰατρική ὅτι αὐτό εἶναι τέρας! Κι ὅμως αὐτό τό τέρας, πού λέγεται οἰκογένεια μέ δυό κεφάλια μεγαλώνει μέσα στό σπίτι καί κανείς δέν ἐνοχλεῖται! Δέν ἐνοχλεῖται! Ναί, κανείς δέν ἐνοχλεῖται ἀπό αὐτό τό τέρας πού ἔχει δυό κεφάλια!

    Ἔτσι, ὅταν ἔχωμε δυό οἰκονομικά, δυό ταμεῖα... -τά πιό πολλά σπίτια ἔτσι κάνουν, ἔτσι κινοῦνται, ἡ γυναῖκα ἔχει τά δικά της οἰκονομικά. Φέρ’ εἰπεῖν, ὁ σύζυγος στήν συγκεκριμένη περίπτωσι, εἶναι πάρα πολλές οἱ περιπτώσεις σάν αὐτή τή συγκεκριμένη πού θά σᾶς πῶ, ὁ σύζυγος παίρνει αὐτή τή στιγμή 50.000 δρχ., ἡ γυναῖκα παίρνει 10.000 δρχ., αὐτά δέν μπαίνουν στό κοινό ταμεῖο. Πρῶτα πρῶτα ὁ σύζυγος πολλές φορές ἔχει πεῖ: «γιατί ἐργάζεσαι; 50.000 δρχ. δέν μᾶς φτάνουν νά περάσωμε; Γιατί ἐργάζεσαι;». «Ὄχι! ἀφοῦ ὅλες μου οἱ φιλενάδες, οἱ συμμαθήτριές μου, οἱ παλιές μου συμφοιτήτριες ἐργάζονται, ἐγώ νά μήν δουλέψω, ἐγώ νά μήν κινηθῶ ὅπως ἐργάζονται οἱ φιλενάδες μου;» Καί αὐτές οἱ 10.000 δρχ. μπαίνουν στό δικό της πορτοφόλι, εἶναι δικά της. Ἔχομε, λοιπόν, δυό πορτοφόλια.-... ὅταν ὑπάρχουν δυό ταμεῖα, ἀντιλαμβάνεσθε ὅτι ὑπάρχουν καί δυό διαφεντεύσεις, νά τό πῶ ἔτσι μέ αὐτή τή λέξι. Δηλαδή δυό διοικήσεις. Ἐγώ τά δικά μου, ἐσύ τά δικά σου.

    Καί ἡ γυναῖκα αἰσθάνεται ἕνα εἶδος ἀσφάλειας ἀπό τά δικά της τά χρήματα, ὄχι ἀπό τόν σύζυγό της. Ἀλλά πιά, ὅταν ὁ σύζυγος δέν εἶναι ἡ ἀσφάλειά της, τότε μέ πολλήν εὐκολία θά μποροῦσε νά διαλύση τό γάμο της. Κάτι νά τύχη, δέν τήν νοιάζει νά τόν διαλύση τό γάμο! Γιατί; Γιατί λέγει ὅτι ἔχω τήν ἀσφάλειά μου! Πρῶτα πρῶτα ἔχει τά χρήματά της, δεύτερον ἔχει τήν ἰατρική της περίθαλψι, τήν ὁποία δέν ἔχει ἀπό τόν σύζυγο ἀλλά τήν ἔχει ἀπό τό δικό της ταμεῖο ἀπό κεῖ πού ἐργάζεται, ὡς ἴδια ἐργαζομένη, καί ἔτσι σοῦ λέει «τί μέ νοιάζει; ἔ! δέν συμφωνῶ μέ τόν σύζυγο, χωρίζομε!» Ἔρχεται καί ἡ μόδα τοῦ αὐτόματου διαζυγίου κι ὅλα πᾶνε θαυμάσια!

    Ἔτσι φτάνομε νά ἔχωμε ηὐξημένα διαζύγια. Ἀλλά καί τά παιδιά, πῶς μεγαλώνουν σέ ἕνα σπίτι, πού οἱ γονεῖς ἐργάζονται καί δέν τά βλέπουν καθόλου;  Διότι ἡ μητέρα πρέπει νά μένη μέ τό παιδί! Ἀναλαμβάνει πλέον τήν θέσι τῆς μάνας ποιός; Ὁ κακός δάσκαλος πού λέγεται τηλεόρασι. Βάζομε τό παιδάκι ἐκεῖ στήν τηλεόρασι καί ἡ γυναῖκα ἀπασχολεῖται μέ ἕνα σωρό ἄλλα πράγματα ἤ ἐκτός σπιτιοῦ ἤ ἐντός σπιτιοῦ. Δέν τήν νοιάζει πλέον. Ἡ τηλεόρασι ἤ τό ραδιόφωνο,  προπαντός τώρα ἡ τηλεόρασι, ἀπασχολεῖ τό παιδί.

    Καί ποιές εἶναι οἱ ἐπιπτώσεις; Οὔτε θρησκευτικά περιοδικά, οὔτε χριστιανοί ἐπιστήμονες εἶναι ἐκεῖνοι πού τονίζουν τίς φοβερές ἐπιπτώσεις πού ἔχουν τά παιδιά μας βλέποντας τηλεόρασι, ἀλλά κοσμικοί ἄνθρωποι καί κοσμικά ἔντυπα καί κοσμικές ἐφημερίδες. Αὐτά εἶναι τά ἀποτελέσματα. Τί κάνανε; Μία τρύπα στό νερό, πού λέει ἡ παροιμία ἡ λαϊκή. Δέν κάναμε τίποτε. Ζημία ἔχομε. Γιατί, λοιπόν, νά μήν μείνη ἡ γυναῖκα στό σπίτι της; Γιά νά μήν ἀναφερθῶ εἰς τούς ἠθικούς κινδύνους τούς ὁποίους διατρέχει ἡ γυναῖκα βγαίνοντας ἔξω. Διότι μία γυναῖκα, ἡ ὁποία βγαίνει ἔξω, εἴτε κοπέλα, εἴτε παντρεμένη, ὑπόκειται σέ φοβερούς ἠθικούς κινδύνους. Νά πῶ καί γι’ αὐτούς; Τί νά πῶ γι’ αὐτούς;

    Ἕνα θά πῶ ἐπανερχόμενος στήν ἱστορία τοῦ Τωβίτ ἀπό ὅπου καί ξεκίνησα. Ὁ ταλαίπωρος ὁ Τωβίτ! Ἐφ’ ὅσον ἦτο τυφλός, καί ἐφ’ ὅσον ἡ γυναῖκα του ἔπρεπε νά δουλέψη -καί ἦταν ἀνάγκη ἐδῶ, ἐδῶ οὐδείς ὁ κατηγορῶν- τί ἔγινε;

     Ὅτι «ἡ γυνή μου ἡ Ἄννα» λέγει ὁ Τωβίτ ἀφηγούμενος «ἠριθεύετο ἐν ταῖς γυναικείαις.» (Τωβ. 2,11) Ἐριθεύομαι θά πῆ ἀσχολοῦμαι μέ τά μαλλιά. Δηλαδή ὑφαίνω, γνέθω καί τέτοια πράγματα. «καί ἀπέστελλε τούς κυρίους καί ἀπεδίωκαν αὐτῇ καί αὐτοί τόν μισθόν προσδόντες καί ἔριφον.» (Τωβ.2,12) Κάποτε τήν πλήρωσαν καί τῆς ἔδωσαν καί ἕνα κατσικάκι. Ἐδῶ τώρα ἀρχίζει ἡ ἱστορία. Τῆς ἔδωσαν ἕνα κατσικάκι, τῆς τό ἔδωσαν δῶρο. «ὅτε δέ ἦλθε πρός μέ, ἤρξατο κράζειν.» ἄρχιζε νά φωνάζη ἡ γυναῖκα μου καί νά λέη: «μοῦ δώσανε ἕνα κατσικάκι». «Καί εἶπα αὐτῇ, πόθεν τό ἐρίφιον;» Ὁ ταλαίπωρος, τυφλός δέν ἔβλεπε. Ἀπό ποῦ εἶναι αὐτό τό κατσίκι; «μή κλεψιμαῖον ἐστι;» μήπως τό ἔκλεψες; «ἀπόδος αὐτό τοῖς κυρίοις. Οὐ γάρ θεμιτόν ἐστι φαγεῖν κλεψιμαῖον.» (Τωβ. 2,14) Δός το πίσω, ἐγώ δέν μπορῶ νά φανταστῶ ὅτι στό ἒδωσαν ἐσένα αὐτό δῶρο. Μήπως εἶναι κλεψιμαῖον; Δός το πίσω! εἴδατε; «Οὐ θεμιτόν». Δέν ἐπιτρέπεται, δέν εἶναι σωστό νά φάη κανείς κλεψιμαῖον πρᾶγμα. Δός το πίσω στά ἀφεντικά πού ἀνήκει τό κατσίκι. «Ἡ δέ εἶπε, δῶρον δέδοταί μοι ἐπί τῷ μισθῷ.» μοῦ τό δώσανε δῶρο, δέν εἶναι κλεψιμαίϊκο, «καί οὐκ ἐπίστευον αὐτῇ καί ἔλεγον ἀποδιδόναι αὐτό τοῖς κυρίοις καί ἠρυθρίων πρός αὐτήν.» Ἕνα σύμπτωμα: δέν τήν πίστευε. «Καί ἠρυθρίων πρός αὐτήν», τί θά πῆ αὐτό, «πρός αὐτήν;» Εἶχα ντροπιαστεῖ γιά λογαριασμό της! Διότι ὁ Τωβίτ ἐπίστευε ὅτι ἦτο ἀμφιβόλου προελεύσεως τό κατσίκι αὐτό.

    Ὑπάρχουν γυναῖκες, ὑπάρχουν κοπέλες πού φέρνουν στό σπίτι παραπάνω πράγματα ἀπό τό μισθό τους. Καί ἀναρρωτιέται κανείς: «τί εἶναι ἐκεῖνα πού φέρνουν, ἀπό ποῦ τά φέρνουν; Μήπως ἐργάζονται κάπου καί τά κλέπτουν;» Ἔχω ὑπ’ ὄψιν κοπέλα ἡ ὁποία, ἀλλοίμονο, ἐργαζομένη σέ κατάστημα, ἄρχισε νά κλέπτη. Σιγά σιγά συνελήφθη, μπῆκε στή φυλακή, ξαναμπῆκε στή φυλακή καί ὁ δρόμος τόν ὁποῖον εἶχε πάρει, ἤ ἔχει πάρει, δέν ξέρω τελικά τί ἀπέγινε, ἦταν πολύ ἄσχημος καί ὀδυνηρός καί ἐπονείδιστος, ντροπιασμένος δρόμος. Ἔτσι ἤ θά κλέψη ἤ θά ἔχη ἀποκτήσει ἀνήθικες σχέσεις καί θά τίς προμηθεύουν ἐκεῖνοι πού τήν ἐκμεταλλεύονται ἠθικῶς μέ τέτοια δῶρα: φουστάνια, χρήματα, δωράκια, μπιζού, καδένες, βραχιόλια, δαχτυλίδια καί τά λοιπά. Καί λέει κανείς «αὐτά, κοπέλα μου, ἀπό τό μισθό σου εἶναι;» Ἀλλοίμονο! Ὅπως τό λέγει ἐδῶ ὁ Τωβίτ. «Δέν τήν πίστευα τή γυναῖκα μου, εἶχα ντροπιαστεῖ γιά λογαριασμό της!»

    Αὐτό εἶναι κάτι πολύ σημαντικό ξέρετε, διότι ὁ Τωβίτ ἦτο τίμιος ἄνθρωπος. Ἐν τούτοις ἐφ’ ὅσον ἡ γυναῖκα του, ἡ ὁποία μπορεῖ, ξέρετε, καί νά μήν ἦταν παλιογυναῖκα, ἐν τούτοις εἶχε σπάσει, φαίνεται, ἡ ἐμπιστοσύνη. Καί, ὅταν ἡ ἐμπιστοσύνη στούς συζύγους σπάση, ὤ! τί νά σᾶς πῶ! Ἤ μπεῖτε σέ ἕνα σπιτικό πού ἔσπασε ἡ ἐμπιστοσύνη τῶν συζύγων, ἤ ἐλᾶτε νά ρωτήσετε ἐμᾶς νά σᾶς ποῦμε τί δρᾶμα γίνεται ἐκεῖ μέσα! Ὅταν ἀρχίζη ὁ ἄνδρας νά ὑποπτεύεται τή γυναῖκα του, ἤ ἡ γυναῖκα νά ὑποπτεύεται τόν ἄνδρα εἶναι... εἶναι... εἶναι ἀληθινή κόλασι μέσα σέ ἐκεῖνο τό σπίτι· ἀληθινή κόλασι! Γι’ αὐτό ζοῦσε σέ μία κόλασι αὐτός ὁ ταλαίπωρος Τωβίτ.

    Καί τότε ζῶντας μέσα σ’ αὐτή τήν κόλασί του, πού τή γυναῖκα του δέν τήν πίστευε καί δέν ἤξερε ἀπό ποῦ μπορεῖ νά προέρχωνται αὐτά, τότε τῆς μίλησε αὐστηρά καί ἐκείνη θύμωσε. «Ἡ δέ ἀποκριθεῖσα εἰπέ μοι, ποῦ εἰσίν αἱ ἐλεημοσύναι σου καί αἱ δικαιοσύναι σου, ἰδού γνωστά πάντα μετά σοῦ». (Τωβ.2, 14) Δηλαδή ποῦ εἶναι τά ἀγαθά καί τά καλά πού ἔκανες στή ζωή σου; Ποῦ εἶναι τά δῶρα, θά λέγαμε, τά ἀγαθά πού ἔδινες στούς ἀνθρώπους σάν ἐλεημοσύνες καί οἱ διευκολύνσεις, πού ἔκανες καί πήγαινες νά θάψης νεκρούς καί νά εἶσαι τηρητής τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ; Νά τό κατάντημά σου! Φοβερός πειρασμός! Παράλληλος μέ τόν πειρασμό τοῦ Ἰώβ ἀπό τήν γυναῖκα του, πού τοῦ εἶπε: «ἐπιτέλους ὅταν εἶναι ἡμέρα, λέγω καί παρακαλῶ πότε θά ἔρθη ἡ νύχτα, νά πάω σέ κάποιο ξένο σπίτι νά κοιμηθῶ. Καί ὅταν θά ἔρθη ἡ νύχτα, παρακαλῶ πότε θά ξημερώση, γιατί δέν μπορῶ νά μένω σέ ἕνα ξένο σπίτι. Ἐπιτέλους βλασφῆμα τόν Θεόν, νά πεθάνης καί ἐσύ νά ἡσυχάσω καί ἐγώ ἀπό σένα!».

    Ἴδιος πειρασμός! «Ποῦ εἶναι οἱ ἐλεημοσύνες σου; Ποῦ εἶναι τό χαΐρι σου -χαΐρι θά πῆ προκοπή- ποῦ εἶναι τό χαΐρι σου, ποῦ εἶναι ἡ προκοπή σου μέ τό νά στέκεσαι ὁ εὐσεβής ἄνθρωπος; Νά τό κατάντημά σου! Καί φτώχυνες, καί τυφλώθηκες, καί σέ πείνα πέσαμε καί σέ δυστυχία πέσαμε! Ποῦ εἶναι ὁ Θεός νά ἔρθη νά σέ βοηθήση;» Αὐτοί οἱ πειρασμοί δημιουργοῦνται, παρακαλῶ, στούς εὐσεβεῖς ἀνθρώπους. Πειρασμοί, φοβεροί πειρασμοί!

    Κι ὅμως θά μποροῦσε νά ἀντέξη κανείς σέ ἕναν τέτοιον πειρασμό; Τοῦ ἦρθε ἀναπάντεχο αὐτό τοῦ Τωβίτ! Ἀποτέλεσμα, τοῦ ὅτι ἡ γυναῖκα του ἔβγαινε ἔστω καί ἀπό ἀνάγκη ἔξω νά δουλέψη. Νά τό κατάντημα! Ἄν ὁ Τωβίτ ἦταν στήν ἐποχή μας καί ἔβλεπε γιατί σήμερα βγαίνει ἡ γυναῖκα νά δουλέψη, δέν ξέρω τί θά μποροῦσε νά εἶχε νά λέη.

    Ἀλλά τό γεγονός εἶναι, ὅπως μᾶς τό ὁμολογεῖ ὁ ἴδιος ὁ Τωβίτ, δέν πικράθηκε ποτέ στή ζωή του τόσο πολύ, ὅσο πικράθηκε ἀπό τά λόγια αὐτά τῆς γυναικός του. Τόσο φρικτή πικρία, ὥστε δέν ἤθελε νά μπῆ στό σπίτι του μέσα! Καί ξέσπασε σέ μία προσευχή, ἡ ὁποία εἶναι θαυμάσια, μία ἀπό τίς πέντε θαυμάσιες προσευχές τοῦ ὅλου βιβλίου τοῦ Τωβίτ καί πού ἐκεῖ παρακαλεῖ, οὔτε λίγο οὔτε πολύ, τό Θεόν νά  τόν ἀπαλλάξη ἀπό τή ζωή!

    «Θεέ μου, νά πεθάνω, νά μή βλέπω τήν κατάστασι αὐτή. Νά πεθάνω διότι ἔχω περάσει πολλά, ἀλλά ἦλθε ὁ ἀβάσταχτος πειρασμός, αὐτή ἡ ἴδια ἡ γυναῖκα μου νά μέ εἰρωνευθῆ καί νά μέ ὀνειδίση».

    Ἀλλά τό περιεχόμενο τῆς προσευχῆς του, πού εἶναι θαυμάσιο καί ἀριστουργηματικό, ἔγινε ἀκουστό ἀπό τό Θεό. Καί ὁ Θεός τοῦ ἀπήντησε μέ τόν τρόπο πού θά δοῦμε εἰς τό τρίτο κεφάλαιο, τήν μεθεπομένη Κυριακή.


3η ομιλία στο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης « Τωβίτ ».

►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
"Τωβίτ. (Ὁμιλίες βασισμένες στό βιβλίο τῆς Π. Διαθήκης Τωβίτ)." εδώ ⬇️
http://arnion.gr/index.php/p-thanasios-mytilina-os/milies-p-thanasiou/palaia-diauhkh/vivlion-tovit
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40oED0GDYsRHnrDdY5_m61pt

Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Καραμίντζα.

Ψηφιοποίηση και επιμέλεια κειμένου δια χειρός του αξιοτίμου κ. Γεωργίου Μαλούση.

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️
https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__
https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.