Τί σημαίνει φρόνιμος; Το σημειώνει σαφῶς αὐτό ὁ ἱερός συγγραφέας, ὁ Μωυσῆς,
Ἡ λέξη φρόνιμος βέβαια δεν σημαίνει πονηρός. Ἴσως θά βρεῖτε καί αὐτήν τήν ἑρμηνεία, ὅτι φρόνιμος θά πεῖ πονηρός· ἔτσι νομίζουν μερικοί. Ὅταν ὁ Κύριος εἶπε στους μαθητές Του «γίνεσθε οὖν φρόνιμοι ὡς οἱ ὄφεις καὶ ἀκέραιοι ὡς αἱ περιστεραί» (Ματθ. 10, 16) προφανῶς ἀπευθυνόμενος στούς μαθητές Του, καί διά τῶν μαθητῶν Του πρός ὅλους τούς πιστούς, ὅλων τῶν αἰώνων, κάθε ἄλλο παρά θά ἤθελε νά τούς πεῖ νά γίνουν πονηροί, ὅπως είναι πονηρό τό φίδι... Κάθε ἄλλο.
Μάλιστα ἐδῶ ἀκριβῶς εἶναι ἕνας θαυμάσιος συνδυασμός, πού μόνο μέσα στό Εὐαγγέλιο, στον χώρο τῆς Ἐκκλησίας, μπορεῖ νά γίνει αυτός· τό νά ἔχει δηλαδή κανείς φρόνηση και ακεραιότητα. Διότι πολλές φορές ἔχουμε φρόνηση, ἀλλά δέν ἔχουμε ἀκεραιότητα.
Ἡ λέξη ἀκέραιος παράγεται από τό στερητικό ἀ καί τό ρῆμα κεράννυμι, πού σημαίνει ἀνακατεύω, αναμιγνύω, κερνώ. Τό ρῆμα κεράννυμι βεβαίως κατέληξε μέ τήν ἔννοια κερνώ, προσφέρω· λέμε: νά μᾶς κεράσεις ἕνα ποτήρι κρασί. Αλλά τό νά μᾶς κεράσεις, στην ἀρχαιότητα, σήμαινε νά μᾶς φέρεις ἕνα ποτήρι πού να ἔχει μέσα κρασί μέ νερό. Οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες μόνο τό πρωί ἔπιναν τό κρασί τους ἄκρατο. Οἱ Θεσσαλοί πάντα ἔπιναν ἄκρατον τόν οἶνο, ἀνόθευτο, ἐνῶ οἱ Ἀθηναῖοι ἔβαζαν νερό μέσα στόν οἶνο τους, καί τόν ἔπιναν κεκραμένον, ὄχι ἄκρατον. Ἄκρατος θά πεῖ ἀνόθευτος, ἀνέρωτος· κεκραμένος θά πεῖ νοθευμένος, νερωμένος, δηλαδή έχει μέσα νερό. Μόνο τό πρωί ἔπιναν ἄκρατον οἶνον οἱ Ἀθηναῖοι. Από τό κεκραμένος, ἤ κεκερασμένος, πού θά πεῖ ἀναμεμιγμένος μέ νερό, βγήκε ἡ ἔκφραση φέρε μας κεκερασμένον οἶνον, και σιγά-σιγά κατέληξε να λέμε κέρασέ μας ένα ποτήρι κρασί. (Γιά τούς ἀρχαίους, ὁ οἶνος δέν συνόδευε μόνο τό φαγητό, ἀλλά ἀποτελοῦσε ὁ ἴδιος φαγητό. Ήταν βασικό αγροτικό προϊόν, καί ταυτόχρονα τρόφιμο με πλούσια θρεπτική καί διατροφική αξία. Οἱ γλυκεῖς μέλανες οἶνοι τῆς ἀρχαιότητος ἦταν μια εξαιρετική καθημερινή πηγή λήψεως ενεργείας. Ὁ ἄρτος πού τρωγόταν κάθε πρωί βουτηγμένος σέ ἄκρατο οἶνο λεγόταν ἀκράτισμα)
Ὅπως καί ἡ λέξη νερό, ξέρετε πῶς προῆλθε; Τό νερό εἶναι ἐπίθετο καί ἀναφέρεται στη λέξη ὕδωρ, νεαρόν ὕδωρ, δηλαδή φρέσκο νερό. Λέμε: φέρε μας ένα ποτήρι νεαροῦ... ἐννοεῖται ὕδατος. Νεαρόν λοιπόν θα πεῖ φρέσκο· κατέληξε όμως να πάρει τη θέση τοῦ οὐσιαστικοῦ, ἐπειδή δέν λεγόταν τό ουσιαστικό, καί ἔτσι λέμε φέρε μου ένα ποτήρι νερό.
Ὅταν λοιπόν ὁ Κύριος ἔλεγε στους μαθητές Του νά εἶναι ἀκέραιοι σάν τά περιστέρια, ἐννοοῦσε νά μήν εἶναι νοθευμένοι, νά μήν κάνουν αβαρίες στον εὐαγγελικό νόμο. Είναι λοιπόν δύσκολο πράγμα να είναι κανείς φρόνιμος, ἔτσι πού νά ξέρει πῶς νά κινηθεῖ ἀνά πᾶσα στιγμή, καί ταυτόχρονα να προσέχει νά μήν πάθει τίποτα, δηλαδή να μείνει ἀκέραιος.
Καί αὐτό τό εἶπε ὁ Κύριος παίρνοντας ὡς παράδειγμα δύο ζῶα, τό φίδι καί τό περιστέρι.
Τό περιστέρι σέ τί εἶναι ἀκέραιο; Τό περιστέρι εἶναι ἀκέραιο στό ὅτι εἶναι μονόγαμο ζώο· δηλαδή ταιριάζει μ' ἕνα ἄλλο περιστέρι, καί παραμένει μόνο με αὐτό μέχρι το τέλος τῆς ζωῆς του. Ἕνα ἀρσενικό και ἕνα θηλυκό περιστέρι ἔχουν τή φωλιά τους καί τά παιδάκια τους, καί ἀποτελοῦν τή μόνιμη οικογένειά τους. Εἶναι μερικά μονόγαμα πτηνά, πού ὅταν τό ἕνα ἀπό τά δύο πεθάνει, τό ἄλλο δέν ξαναπαντρεύεται· πεθαίνει κι ἐκεῖνο. Ὁ κύκνος τό ἴδιο, εἶναι μονογαμικός, όπως καί τό περιστέρι.
Ὁ Κύριος λοιπόν πῆρε δύο ζώα, τό φίδι καί τό περιστέρι, καί εἶπε: να γίνετε φρόνιμοι, δηλαδή νά ἔχετε σύνεση, φρόνηση, να κόβει το μυαλό σας, ὅπως είναι ἕνα φίδι πού ἀπό ἔνστικτο κινεῖται γιά νά προστατεύει τόν ἑαυτό του, καί ἀκέραιοι, δηλαδή ανόθευτοι, χωρίς συμβιβασμούς, σάν τα περιστέρια.
Ἔτσι, δέν εἶναι δυνατόν ή λέξη φρόνιμος στην Αγία Γραφή να εκληφθεῖ ὡς πονηρός· ὅτι τό φίδι εἶναι πονηρό, καί ὅτι θά ἔπρεπε καί οἱ ἄνθρωποι νά εἶναι πονηροί!... Ἄρα, ή λέξη φρόνιμος, πού μᾶς ἀναφέρει ἐδῶ πέρα ὁ Μωυσῆς, δέν ἔχει τήν ἔννοια τοῦ πονηρός. Αλλά τί; Ἂν ἀνοίξουμε ένα λεξικό, θά δοῦμε ὅτι ἡ ἔννοια φρόνιμος στα ζώα χαρακτηρίζει ὅσα ζώα δείχνουν μία εὐφυΐα, μιά ἐξυπνάδα, ἤ μια πανουργία.
Αλλά όταν λέμε πανουργία, ὅταν λέμε ὅτι ἕνας ἄνθρωπος εἶναι πανούργος, μέ τήν ἀρχαία ἔννοια τῆς λέξεως, ἐννοοῦμε ἐκεῖνον πού μετέρχεται πᾶν ἔργον, κάνει τα πάντα, μηχανεύεται πολλές δουλειές, ξέρει νά τά βγάζει πέρα. Πανοῦργος δέν εἶναι ὁ πονηρός, ἀλλά ἐκεῖνος, θά λέγαμε, πού τά βγάζει ὅλα πέρα, ὁ μετερχόμενος πολλά ἔργα. Σήμερα όμως, στη νεοελληνική μας γλώσσα, τελικά, κατ' ἐπέκτασιν, πῆρε τήν ἔννοια τοῦ πονηρός.
Μήν τρομάζετε μ' αυτά που λέω. Υπάρχουν μερικά παιδιά πού εἶναι λίγο ευαίσθητα, καί ὅταν κάποτε ἀκούσουν αὐτά τρομάζουν, καί μπορεῖ νά χάσουν και τόν ὕπνο τους... Μή τρομάζετε! μή φοβάστε! Μάλιστα ὑπάρχει ὁ ἑξῆς φόβος –ᾶς τόν πῶ, καί νά συμβουλεύσω νά τόν ἀποφύγετε. Ὅταν πᾶτε σπίτι σας, θέλετε να κλειδώσετε τις πόρτες, μή τυχόν μπεῖ μέσα ὁ διάβολος! ἤ φοβᾶστε ὅτι τάχα στην προσευχή σας θά ἐμφανιστεῖ ὁ διάβολος!... Μή φοβόσαστε! Καθόλου μή φοβόσαστε αὐτά τά πράγματα! Καί ἄν ὑποτεθεῖ ὅτι ἐμφανίζεται κάτι τέτοιο, καμμία σημασία μή δώσετε.
Στόν βίο ενός Ρώσσου ἀσκητοῦ, ἀναφέρεται πώς κάποτε ἕνας μοναχός, ἐκεῖ πού ἔκανε τήν προσευχή του στο κελλί του, εἶδε δίπλα ἕνα μαύρο σκυλί. Βεβαίως, ὅλοι οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅλοι οἱ ἀσκητές είχαν τέτοια φαινόμενα· οπωσδήποτε. Μέσα στο κελλί λοιπόν ἦταν ἕνα μαύρο σκυλί. Τρόμαξε βέβαια ἔτσι πού τό εἶδε. Μεγάλο σκυλί, με κόκκινα μάτια, τόν κοιτοῦσε, χωρίς να κάνει τίποτα. Φοβήθηκε ὁ μοναχός, ἀλλά συνέχισε τήν προσευχή του. Τό θέμα εἶναι νά μήν φοβηθεῖς· νά μήν φοβηθεῖς καί νά κάνεις τήν προσευχή σου. Μετά απ' αὐτό ἔφυγε το σκυλί, έξαφανίστηκε. Μή φοβόσαστε, σᾶς τό ξαναλέω, τό ὑπογραμμίζω. Σᾶς τά λέω ἀκριβῶς γιά νά μή φοβόσαστε.
Τό ἀνέφερε στον γέροντά του, στον ἡγούμενο. Ξέρεις, γέροντα, το βράδυ, ἐκεῖ πού ἔκανα την προσευχή μου, εἶδα ἐκεῖ ἕνα σκυλί, ένα μαντρόσκυλο μαύρο με ἔβλεπε· ἦταν μέσα από την πόρτα, μέσα στο κελλί μου. Σε παρακαλῶ, ν᾿ ἀλλάξω δωμάτιο, νά ἀλλάξω κελλί. Παιδάκι μου, τοῦ λέει ὁ γέροντάς του, ὅπου νά πᾶς μπορεῖ νά σοῦ ἐμφανιστεῖ αὐτό. Τοῦτο μόνο· μή δώσεις καμμία σημασία. Τίποτα. Θα μείνεις ἐκεῖ πού εἶσαι καί θά κάνεις τήν προσευχή σου ὅπως εἶσαι.
Ὁ διάβολος, παιδιά, θέλει περιφρόνηση. Ύστερα, δέν ἔχουμε καί τόση ἁγιότητα, ὥστε νά ἐμφανιστεῖ σ' ἐμᾶς ὁ διάβολος! μήν τό ξεχνᾶτε αὐτό. Ἐμφανίζεται σ' ἐκείνους πού ἔχουν ξεπεράσει ένα όριο ἁγιότητος. Κι αὐτό τό ὅριο εἶναι πολύ πάνω καί πολύ μακριά από μᾶς, δυστυχῶς!
Ωστόσο, ἐδῶ σᾶς σημειώνω τί λέει ἡ εὐχή· ὅτι δηλαδή ὁ διάβολος παρουσιάζεται σαν δράκων, σάν φίδι, ἤ σάν ἕνα θηρίο –θηριοπρόσωπος, με πρόσωπο θηρίου- ἢ σαν ἑρπετό.
Ἡ λέξη ερπετό ἔχει εὐρεῖα ἔννοια. Εάν δοῦμε στην Παλαιά Διαθήκη, ἐκεῖ λέει ὅτι ὁ Θεός ἔκανε ὅλα τά ἑρπετά ἐπί τῆς γῆς. (Βλ. Γέν. 1, 20) Ερπετά ὅμως ἐκεῖ ἐννοεῖ ὅσα ζῶα ἔχουν πόδια καί περπατάνε. Ὄχι μέ τήν ἔννοια πού χρησιμοποιεῖται σήμερα στη Ζωολογία, ὅτι δηλαδή ερπετό εἶναι τό ζῶο πού δέν ἔχει πόδια ἤ ἔχει πολύ κοντά πόδια καί ἔρπει, ὅπως εἶναι τό φίδι ἢ ἡ σαύρα.
Ὥστε βλέπουμε ἐδῶ ὅτι ὁ διάβολος δύναται να ἐμφανιστεῖ ὡς ζῶο. Βεβαίως δύναται. Δείχνει τα δόντια του. Θέλει να τρομάξει τόν δοῦλο τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ δέν πρέπει να τρομάξει. Διότι, άπλούστατα, τόν διάβολο τόν ἔχει νικήσει ὁ Χριστός!
Θά ἤθελα νά σᾶς θυμίσω ἀκόμη κάτι πού εἶναι γραμμένο μέσα στην Παλαιά Διαθήκη. Κάποτε ἕνα γαϊδουράκι μίλησε! Πῶς μίλησε; Εἶναι στο βιβλίο Αριθμοί. Ἐκεῖ ἀναφέρεται ὅτι οἱ Μωαβίτες, ὅταν εἶδαν τούς Ἑβραίους νά ἔρχονται καί νά στρατοπεδεύουν ἔξω ἀπό τήν περιοχή τους, φοβήθηκαν. Δυό εκατομμύρια ήταν οἱ Ἑβραῖοι. Φοβήθηκαν οἱ Μωαβίτες ὅτι οἱ Ἑβραῖοι θά κατακυριεύσουν τόν χῶρο τους. Ἔστειλαν λοιπόν και κάλεσαν ἕναν ξακουστό μάγο ἀπό τήν Μεσοποταμία, τόν Βαλαάμ, να κάνει μαγικά πράγματα καί νά καταστρέψει τους Εβραίους.
Βλέπετε, ἡ μαγεία εἶναι ἀρχαία· τόσο ἀρχαία, ὅσο εἶναι ἀρχαῖος καί ὁ ἄνθρωπος. Καί ἡ τέχνη του διαβόλου, παιδιά, εἶναι ἡ μαγεία. Να το ξέρετε, ἡ μαγεία εἶναι ἡ τέχνη τοῦ διαβόλου! Μή βρεθεῖτε ποτέ σέ πόρτα μάγου ἀνθρώπου ἤ μάγισσας!
Ἔτσι, τόν κάλεσαν νά ἔρθει. Ἐμφανίζεται ὅμως ὁ Θεός στον μάγο καί τοῦ λέει: Δέν θά πᾶς. Ἀπαντάει λοιπόν αὐτός στήν ἀντιπροσωπεία πού πῆγαν νά τόν καλέσουν ὅτι δέν θά μπορέσει να πάει. Αὐτοί τόν παρακαλοῦσαν. Ἐκεῖνος ὅμως ήταν φιλοχρήματος. Τοῦ μίλησαν για πολλά χρήματα. Τέλος πάντων –ἄς μή λέω πολλά, εἶναι μιά ὁλόκληρη ιστορία– τελικά ἐκεῖνος δέχθηκε· πῆρε τά πράγματά του, ἀνέβηκε σ' ἕνα γαϊδουράκι καί ξεκίνησε.
Όπως προχωροῦσε, κάπου σ᾿ ἕνα σημεῖο ὁ γάϊδαρος στύλωσε τα πόδια του καί δέν περπατούσε –συνηθισμένο φαινόμενο, θά μοῦ πεῖτε. Ἄρχισε λοιπόν ό μάγος να χτυπάει τόν γάιδαρο για να προχωρήσει, ὅπως συνήθως κάνει ἕνας που ἱππεύει ἕνα ζώο. Αλλά τίποτα· ὁ γάιδαρος δεν προχωρούσε στύλωσε τα πόδια του καί δέν προχωρούσε. Θύμωσε ὁ Βαλαάμ· κατέβηκε ἀπό τό ζῶο, πῆρε ἕνα ξύλο κι άρχισε να χτυπάει τόν γάιδαρο ἀλύπητα!
Ξέρετε πῶς τό λέει ὁ λαός αυτό; Ρίχνω στα ρηχά, να ψαρέψω στα βαθιά. Πετάω μιά κουβέντα, για να μάθω τα περισσότερα. Ἔχετε προσέξει ὅτι αὐτήν τη μέθοδο τή χρησιμοποιοῦν πολλοί ἄνθρωποι; Αλήθεια, δέν σέ εἴδαμε νά εἶσαι στὴν ἐκκλησία· ποῦ ἤσουνα... καί κάτι τέτοια. Δηλαδή λένε κάτι, παραπλανητικά, για νά μάθουν ἐκεῖνα πού δέν θά μποροῦσαν νά μάθουν μέ ἄλλο τρόπο. Δαιμονική μέθοδος αυτή· νά ρίχνω στα ρηχά, και να ψαρεύω στα βαθιά.
Καί τί γίνεται παρακάτω; «Καὶ τοῦτο, λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, ἵνα μαθεῖν δυνηθῇ τὰ παρὰ τοῦ Θεοῦ αὐτοῖς ἐνταλθέντα.» (Εἰς τὴν Γένεσιν, Ομιλία IG', PG 53, 127.41-42). Καί τό κάνει αὐτό ὁ διάβολος για να μπορέσει να μάθει τί ἐντολή ἔδωσε ὁ Θεός στούς πρωτοπλάστους.
Θά μοῦ πεῖτε: Ὅ,τι κάνουμε, τα ξέρει ὅλα ὁ διάβολος; Ὄχι. Ὅ,τι σκεφτόμαστε, τα ξέρει όλα; Ὄχι Δηλαδή, ὅ,τι σκεφτόμαστε δεν το ξέρει ὁ διάβολος; Ὄχι. Από που μπορεῖ νά τά μάθει; Από τίς διάφορες κινήσεις πού θα κάνουμε, τίς διάφορες ἐνέργειές μας.
Κάποτε, ὅταν κλήθηκα να πάω να διαβάσω ἐξορκισμούς σ' ἕνα δαιμονισμένο παιδί, πῆρα τό Ευχολόγιό μου, ένα κόκκινο βιβλίο από τη βιβλιοθήκη μου –πού δέν τό ἔπαιρνα πάντα μαζί μου– καί τό ἔβαλα στην τσάντα μου. Ὁ διάβολος μέ εἶδε. Ὅταν πῆγα τήν ἄλλη μέρα στο παιδί νά τό διαβάσω, αὐτό, ἐνῶ δέν ἤξερε τίποτα, μοῦ λέει: Α, πῆρες καί τό κόκκινο βιβλίο ἀπό τή βιβλιοθήκη σου...! Πῶς τό ἤξερε τό παιδί; Τό ἤξερε ὁ διάβολος. Ὁ διάβολος τό ἤξερε, ἀφοῦ ἦταν δαιμονισμένο αὐτό τό παιδί.
Εἶναι ἐκεῖνο, παιδιά, πού παρατηροῦμε καί στούς φθονερούς ἀνθρώπους. Εἴδατε τί λέξεις χρησιμοποιεῖ ὁ ἱερός Χρυσόστομος; Χρησιμοποιεῖ τό ουσιαστικό βασκανία καί τό ρῆμα βασκαίνω. «Καὶ ὑπὸ τῆς βασκανίας τηκόμενος» λέει· ἔλιωνε ἀπό τόν φθόνο! Βασκανία εἶναι αὐτό πού λέμε μάτιασμα. Αὐτό πού το ξέρετε ὅλοι σας. Καί πού δυστυχῶς οἱ ἄνθρωποι χρησιμοποιοὖν πάλι δαιμονική μέθοδο για να θεραπεύσουν δῆθεν ἕναν πονοκέφαλο, μία αδιαθεσία ἤ μία δύσθυμη κατάσταση, μέ τό νά κάνουν κάποιες παραχαράξεις του μυστηρίου τοῦ Εὐχελαίου δηλαδή να βάζουν νερό μέ λάδι, νά βάζουν νερό μέ κάρβουνα, λέγοντας καί γητειές, για να θεραπεύσουν αυτή την κατάσταση. Κακώς, κάκιστα!
Ἔλιωνε λοιπόν ἀπό τόν φθόνο του ὁ διάβολος, ὅταν ἔβλεπε τόν ἄνθρωπο νά ζεῖ ἔτσι, καί εἶπε ὅτι θά τον καταστρέψει. Είναι ακριβώς ό,τι βλέπουμε και σε φθονερούς ἀνθρώπους. Ἀκοῦστε τί φαινόμενα παρατηρούνται, που βέβαια δεν σας είναι άγνωστα.
Ένας άνθρωπος βγάζει στην κυκλοφορία ένα λεωφορείο καινούργιο, με θέσεις που είναι από ωραία ταπετσαρία. Πάει ὅμως ὁ ἄνθρωπος το βράδυ στο γκαράς το αυτοκίνητό του και παρατηρεῖ πώς κάποιος ἔν χει κόψει τις ταπετσαρίες τοῦ αὐτοκινήτου με ξυράφι!
Θά πεῖ κανείς; Μα γιατί...
Απλῶς, ὁ ἄνθρωπος που το έκανε σκέφτηκε; Γιατί αὐτός νά ἔχει καινούργιο αυτοκίνητο.
Βρέ, ταλαίπωρε, φτωχέ άνθρωπε!... το καινούργιο αὐτοκίνητο ἐσένα ἐξυπηρετεί... ἐσένα, που σ' ἔβαλε ἐπιβάτη μέσα! Θα κερδίσει βεβαίως ὁ ἰδιοκτήτης γιά νά ζήσει· ἀλλά ἐσένα ἔβαλε μέσα ὡς ἐπιβάτη. Γιατί δέν τό χαίρεσαι; Γιατί δέν λές ὡραῖο εἶναι τό αὐτοκίνητο νά τό χαίρεται καί αὐτός πού τό ἔχει, νά τό χαίρομαι καί ἐγώ σάν ἐπιβάτης; Γιατί λές όχι θα το καταστρέψω....Ξ έρετε, ο φθόνος είναι παράλογος· δεν μπορούμε να βρούμε στοιχεία λογικής μέσα στον φθόνο, δεν υπάρχει λογική. (Γενικά, ὅλα τά πάθη ἐμπεριέχουν το στοιχεῖο τῆς ἀλογίας, τοῦ παραλόγου. Βλ. ἁγίου Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, Μυσταγωγία, Έκαντοντάς Β΄, 2,16: «Πάθος ἐστὶ κίνησις ψυχῆς παρὰ φύσιν ἢ ἐπὶ φιλίαν ἄλογον ἢ ἐπὶ μίσος ἄκριτον ἢ τινος ἢ διά τι τῶν αἰσθητῶν. Οἷον ἐπὶ μὲν φιλίαν ἄλογον ἢ βρωμάτων ἢ γυναικὸς ἢ χρημάτων ἢ δόξης παρερχομένης ἤ τινος ἄλλου τῶν αἰσθητῶν ἢ διὰ ταῦτα», καί Ἔκδοσις τῆς ὀρθοδόξου πίστεως, 36,90: «Πάθος ἐστὶ κίνησις ἄλογος τῆς ψυχῆς δι᾽ ὑπόληψιν καλοῦ ἢ κακοῦ»,)
Η βλέπετε κάτι το αντίστοιχο. Μπαίνει κάποιος με καινούργιο κοστούμι μέσα στο λεωφορεία, και όταν πάει στο σπίτι του διαπιστώνει ὅτι τοῦ τό ἔχουν κόψει με ξυράφι! Γιατί; Επειδή αὐτός πού τοῦ τό ἔκοψε φθόνησε, γιατί ὁ ἄλλος φορούσε καινούργιο κοστούμι!
Ἀπό τήν εἰκόνα αυτή, παιδιά, πού εἶναι πραγματική, καθημερινή μέσα στη ζωή μας, εκπλήσσεται κανείς πῶς ὑπάρχουν τέτοιοι ἄνθρωποι!... Κι ὅμως ὑπάρχουν! Σέ μιά μεγέθυνση, φανταστείτε το αυτό στον διάβολο, ὁ ὁποῖος ἤθελε νὰ καταστρέψει τό ἔργο τοῦ Θεοῦ!
Πῶς νά τό καταστρέψει ὅμως;
Εἶδε ὅτι τοὺς πρωτοπλάστους ὁ Θεός τούς ἔκανε ἐλεύθερους, με αυτεξούσιο· τοὺς εἶδε να τους δίνει μια ἐντολή ὁ Θεός, καί μηχανεύτηκε, ὅπως λέει ἐδῶ, «πολλῇ κέχρηται τῇ μηχανῇ», δηλαδή ἐπινόησε ὁ διάβολος ἕναν τρόπο, με τα δεδομένα στοιχεία, γιὰ νὰ ἐπιτύχειτόν σκοπό του, τήν καταστροφή.
Ἔτσι, ἀπό τή στιγμή πού συνέλαβε ὁ διάβολος τό σχέδιο της καταστροφῆς, παιδιά, καί τό ἔβαλε σε ἐνέργεια, ἄρχισε καί ἡ δυστυχία στη δημιουργία. Βέβαια, ἔτσι, ἐν περιλήψει σᾶς λέω ὅτι τό ἔργο τοῦ Θεοῦ δέν ἔμεινε κατεστραμμένο. Ὁ Θεός ἀνακαίνισε τόν ἄνθρωπο, ανακαίνισε καί τή δημιουργία δηλαδή ἦρθε ὁ Χριστός καί διόρθωσε τα πράγματα.
Ἡ διόρθωση, στην πρώτη φάση της, ἔγινε μέ τή διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ, καί εἶχε χαρακτήρα πίστεως. Πρέπει να πιστέψουμε στον λόγο τοῦ Θεοῦ· διότι οἱ πρωτόπλαστοι δέν πίστεψαν. Μετά ὁ Χριστός ἑτοίμασε τόν δρόμο τῆς ὀντολογικῆς μας σωτηρίας. Τό ἀποτέλεσμα δηλαδή τῆς ἁμαρτίας, δηλαδή ὁ θάνατος, αὐτό καταργήθηκε. Καταργήθηκε μέ τήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, πού θά τήν ἀκολουθήσει καί ἡ δική μας ἀνάσταση. Καί λέγεται ὀντολογική ή σωτηρία γιατί αναφέρεται σ' ὅλη μας τήν ὕπαρξη, στό σῶμα μας καί τήν ψυχή, σ' αὐτή τήν ἴδια τήν κατασκευή μας. Αλλά καί ὁλόκληρη ἡ κτίση θά ἀνακαινιστεῖ καί θά γίνει ἕνας καλύτερος Παράδεισος· ὄχι ὅπως ὁ ἀρχαῖος Παράδεισος, ἀλλά ἕνας καλύτερος, μέσα στόν ὁποῖο δέν θά ὑπάρχει πιά τό κακό, δέν θά ὑπάρχει ἡ φθορά, δέν θά ὑπάρχει ὁ θάνατος. (Βλ. Ήσ. 25, 8. Ωσηέ 13, 14. Α' Κορ. 15, 26. Αποκ. 20, 14. κ.ά.)
Μᾶς κάνει ἐντύπωση ὅτι ἡ Αγία Γραφή μιλάει για φίδι, ἀλλά δέν μιλάει για τον διάβολο. Λέει ὅτι τό φίδι ἦταν τό πιό φρόνιμο ἀπό ὅλα τά ζῶα τῆς γῆς. Καί ἔτσι δίνεται ἡ ἐντύπωση ὅτι γιά ὅλη τήν ἱστορία τῆς πτώσεως τῶν πρωτοπλάστων εὐθύνεται τό ζῶο φίδι. Αὐτή ἡ ἐντύπωση δίνεται. Διαβάστε το κείμενο· δέν θά βρεῖτε πουθενά τη λέξη σατανᾶς, δαίμων, διάβολος, πουθενά· ἀναφέρεται μόνο τό φίδι. Ἕνας ἀναγνώστης λοιπόν, προσεκτικός ἐννοεῖται, πού διαβάζει για πρώτη φορά τήν Ἁγία Γραφή, ἀμέσως θα σχηματίσει τήν ἐντύπωση ὅτι αὐτό τό ζῶο ἐργάστηκε ὅλη τήν καταστροφή. (Ἡ ἑνότητα αυτή (Γέν. 3, 1-7) δέν ἀναφέρεται άμεσα στόν σατανᾶ. Ἐδῶ ὁ πειρασμός ὀνομάζεται nahas, που στὰ ἑβραϊκά εἶναι ἡ συνήθης λέξη για το φίδι. Ἡ ἔννοια αὐτή (nahas =ὄφις) συναντᾶται καί στα βιβλία Αριθμοί (21, 7-9), Δευτερονόμιον (8, 15), Παροιμίαι (23, 32) κ.ά. Είναι πιθανόν να υπάρχει κάποια σύνδεση μεταξύ τῶν ἐννοιῶν nahas καί nehoset (χάλκινος). Πράγματι, στο βιβλίο Αριθμοί (21, 9) διαβάζουμε ὅτι ὁ Μωυσῆς κατασκεύασε ένα χάλκινο φίδι (nahas nehoset). Η σύνδεση αὐτή τῆς ἔννοιας nahas μέ τό nehoset υποδηλώνει μια λαμπερή καί φωτεινή εμφάνιση, πού σίγουρα τράβηξε την προσοχή τῆς Εὔας. Βλ. V. P. Hamilton, TNCOT, The book of Genesis, 1-17, p. 187.)
Παρατηρούμε ὅμως ὅτι καί σε ολόκληρο το βιβλίο τῆς Γενέσεως δέν γίνεται καθόλου λόγος περί ἀγγέλων καί περί δαιμόνων. Πουθενά. Καί τοῦτο κατ' οικονομίαν τοῦ Θεοῦ, δηλαδή προγραμματισμένα ἀπό τόν Θεό γιά νά μή λατρεύσουν οἱ Ἑβραῖοι τά πνεύματα αυτά, τοὺς ἀγγέλους ἔστω, ώς θεούς. Διότι από πλευράς θρησκευτικής, γνώσεως θρησκευτικής, ήταν νηπιώδεις οι Ἑβραῖοι. Τί γνώριζαν; τί αποκάλυψη είχαν;
Σημειῶστε ὅτι εἶναι ἀπόγονοι τοῦ Ἀβραάμ. Ἦρθαν να μείνουν στήν Αἴγυπτο ἐξαιτίας τοῦ Ἰωσήφ, καί παρέμειναν στήν Αἴγυπτο τετρακόσια τριάντα χρόνια, χωρίς ἐκπαίδευση, χωρίς ιδιαίτερη ἐπιμέλεια· ἑπόμενο ήταν ούτε γνώση νά ἔχει ὁ λαός αυτός ούτε τίποτε.
Όταν λοιπόν ὁ Μωυσής έγραψε την Γένεση, απέφυγε να γράψει γιὰ τοὺς ἀγγέλους καί γιά τούς δαίμονες, σκόπιμα, όπως σᾶς ἐξήγησα, γιά νά μήν ἐκλάβουν οἱ Ἐβραίοι ὡς θεούς αὐτά τά πνεύματα. Καί ἔτσι, από προσκήνιο τῆς Ἱστορίας, στο βιβλίο τῆς Γενέσεως, εἰναι μόνον ὁ Θεός καί ὁ ἄνθρωπος· τίποτε ἄλλο· δέν φαίνεται τίποτε ἄλλο. Κι ἔτσι τοποθετεῖται τό φίδι σάν νὰ εἶναι ἡ αἰτία τοῦ κακοῦ. Ὅπως λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, ή Γραφή μιλάει κατά τον τρόπο της. Ένας από τούς τρόπους της είναι κι αυτός πού σᾶς ἀνέφερα τώρα· ὅτι ἀποσιωπά τό ὄνομα διάβολος. Αλλά πρόκειται γιά τόν διάβολο.
Αὐτό μᾶς τό σημειώνει ὁ ἱερός Εὐαγγελιστής Ιωάννης στήν Ἀποκάλυψή του ὡς ἑξῆς: «ὁ δράκων, ὁ ὅφις ὁ μέγας ὁ ἀρχαῖος ὁ καλούμενος Διάβολος καὶ ὁ Σατανᾶς, ὁ πλανῶν τὴν οἰκουμένην ὅλην. (Αποκ. 12, 9.). Κοιτάξτε ὀνόματα καί χαρακτηρισμοί κατά συσσώρευση, μαζεμένα όλα μαζί. Είναι ένα πολύτιμο χωρίο, που βλέπει κανείς, μόνο σ' αὐτό, ὅλα τά ὀνόματα τοῦ σατανᾶ, ἀκόμη καί τή δράση του,
Κοιτάξτε πῶς τόν ἀποκαλεῖ· τόν ἀποκαλεῖ πρῶτα-πρῶτα δράκοντα! Όπως θα ξέρετε, δράκων σημαίνει φίδι, καί μάλιστα μεγάλο φίδι. Η λέξη δράκων πέρασε στα παραμύθια μας μέ τήν ὀνομασία δράκος. Καί ὅταν διηγούμαστε παραμύθια στα παιδιά καί ἀναφέρουμε τό ὄνομα δράκος, ὑποτίθεται πώς τά παιδιά φοβοῦνται –άν φοβοῦνται. Ωστόσο όμως δράκος, «ὁ δράκων», λέγεται το μεγάλο, το τερατώδες φίδι.
Παρακάτω λέει ὁ ἱερός Ευαγγελιστής: «ὁ ὄψις ὁ μέγας», τό φίδι το μεγάλο· είναι μία, θα λέγαμε, ἄλλη ἔκφραση τῆς ἴδιας ἐννοίας, δηλαδή τοῦ δράκοντος. Καί συμπληρώνει: «ὁ ὄφις ὁ μέγας ὁ ἀρχαῖος». Ποιός εἶναι αὐτός ὁ ἀρχαῖος ὄφις. Εἶναι αὐτός πού ἐμφανίστηκε στον Παράδεισο τοῦ Θεοῦ γιά νά πειράξει τους πρωτοπλάστους καί νά τούς ρίξει. Καί λέει στη συνέχεια ὁ ἱερός Εὐαγγελιστής: «ὁ καλούμενος Διάβολος καὶ Σατανᾶς»· αὐτός πού καλεῖται διάβολος καί σατανὰς στα βιβλία τῆς Ἁγίας Γραφῆς, είτε στην Παλαιά εἴτε στήν Καινή Διαθήκη.
Με άλλα λόγια, σάν νά ἤθελε να τους πεῖ: Ὁ Θεός σᾶς ζηλεύει. Ναί μέν σᾶς δημιούργησε, ἀλλά μετά άρχισε νά σᾶς ζηλεύει. Βλέπετε, ἀνακλᾶ, προβάλλει τά δικά του πάθη ὁ διάβολος, γιατί ὁ ἴδιος ζηλεύει. Καί ἐπειδή ὁ Θεός σας ζηλεύει, σὰς ἀπαγόρευσε να δοκιμάσετε ἀπό τόν καρπό, γιά νά μήν ἀνοίξουν τα μάτια σας καί γίνετε θεοί.
Ἔτσι, συκοφάντησε τόν Θεό στούς πρωτοπλάστους· γι᾿ αὐτό καί ὀνομάστηκε διάβολος· εἶναι ὁ διαβάλλων, αὐτός πού κάνει διαβολές, δηλαδή λέει ψέματα για να δημιουργήσει δυσμενείς σχέσεις ανάμεσα σε δύο ή περισσότερα πρόσωπα,
Λέγεται όμως και σατανάς. Η λέξη σατανάς δεν εἶναι ἑλληνική εἶναι ἑβραϊκή. Εβραϊκά εἶναι σατᾶν· ἐξελληνίστηκε και λέγεται σατανᾶς. Είναι μια όνομασία τοῦ διαβόλου, πού εἶναι διάχυτη μέσα στην Αγία Γραφή. Καί σατᾶν θά πεῖ ἀντικείμενος, αὐτός πού ἀντίκειται, πού εἶναι ἀπέναντι, αὐτός πού ἔρχεται δηλαδή ἀντίθετος στό ἔργο τοῦ Θεοῦ. (Ὁ ἑβραϊκός ὅρος satan προέρχεται από ρῆμα πού σημαίνει ἐμποδίζω ἢ εἶμαι ἀντίθετος. Κυριολεκτικά μεταφράζεται ὡς ὁ κατήγορος ἢ ὁ ἀντίπαλος, καί στήν Παλαιά Διαθήκη ἐμφανίζεται τις περισσότερες φορές μέ τό ἄρθρο του: ha - satan. Στην Παλαιά Διαθήκη πότε χρησιμοποιεῖται γιά κάποιον ἄνθρωπο καί πότε γιά ἕναν ἄγγελο τοῦ Θεοῦ (Ιώβ 1 και 2).
Εδώ πρέπει νά σᾶς πῶ ὅτι ὑπάρχει μια λανθασμέννη αντίληψη. Ὁ διάβολος μπορεῖ νά λέγεται ἀπό τήν Ἁγία Γραφή θεός τοῦ αἰῶνος τούτου, (Βλ. Ἰωάν. 12, 31. Β' Κορ. 4, 4. Ἐφεσ. 6, 12.) ἀλλά δέν εἶναι θεός με την φιλοσοφική έννοια, ότι δηλαδή είναι μια ἀρχή, ὅπως εἶναι καί ὁ Θεός· κάθε ἄλλο. Ὁ διάβολος εἶναι κτίσμα· ὑπῆρξε ἀγαθός ἄγγελος, ὅπως θά δοῦμε στη συνέχεια. Λέγεται μέν θεός, ἀλλά δέν εἶναι ὅμως ὡς ἀρχή, ὅπως εἶναι ὁ Ἅγιος Τριαδικός Θεός. Ἄρα δέν μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι εἶναι ὁ ἀντικείμενος μέ τήν ἔννοια πού πίστευαν οἱ Γνωστικοί.
Ὁ Γνωστικισμός ἦταν μιά αἵρεση, ἦταν ἕνα συνονθύλευμα, μια συρραφή πολλῶν ἀνόμοιων θρησκειῶν και φιλοσοφικών σπερμάτων και στοιχείων. (Ὁ Γνωστικισμός περιελάμβανε στοιχεῖα ἑλληνικά, περσικά, ἰουδαϊκά καί χριστιανικά. Ὁ ὄρος γνωστική αἵρεση αποδόθηκε ἀπό τούς πρώτους πολεμίους τοῦ Γνωστικισμού –Κλήμη Αλεξανδρείας, Ωριγένη καί Εἰρηναῖο Λουγδούνου– οἱ ὁποῖοι ἀντιμετώπισαν τόν Γνωστικισμό μέ πολλά θεολογικά συγγράμματα.) Ὁ Γνωστικισμός –δυαρχικό πάντοτε σύστημα– λέει πως δύο αρχές ρυθμίζουν τά τοῦ κόσμου ὁ θεός τοῦ ἀγαθοῦ, πού εἶναι μία αρχή, καί ὁ θεὸς τοῦ κακοῦ, μιὰ ἄλλη ἀρχή· ὁ θεός τοῦ φωτός καί ὁ θεός τοῦ σκότους, ἢ ὁ θεός τῆς ὕλης καί ὁ θεός τῶν πνευμάτων. Λέει ἀκόμα ὅτι αὐτοί οἱ δύο θεοί εἶναι πάντοτε σέ μία ἀντίθεση, καί ὁ ἀγώνας τους δεν τελειώνει ποτέ.
Αὐτά βεβαίως εἶναι παραμύθια. Ὁ Θεός εἶναι ένας, ἀγαθός, καί δημιούργησε τά πάντα μέ τήν ἀγάπη Του, τη σοφία Του καί τή δύναμή Του.
Ναί, ἔρχεται· ἀλλά σε λίγο «ὁ ἄρχων τοῦ κόσμου τούτου ἐκβληθήσεται ἔξω» (Ἰωάν. 12, 31), δηλαδή θά πάψει πιά νά ἔχεικυριαρχία ἐπάνω στούς ἀνθρώπους. Καί πραγματικά πετάχτηκε, με τον θάνατο τοῦ Χριστοῦ, ἐπάνω στον σταυρό («Τοίνυν "τοῦ κόσμου κρίσις" ἤτοι ἐκδίκησις, νῦν ὑπ᾿ ἐμοῦ γίνεται. Τὸν πάντας θανατώσαντα, εἶτα καὶ ἐμοὶ τῷ ἀναιτίῳ προσβαλόντα θανατώσας ἐγώ, ἐκδικητὴς ἔσομαι πάντων τῶν ὑπ' αὐτοῦ θανατωθέντων, καὶ ἐκβληθήσεται ἔξω" ὁ τύραννος, διὰ τοῦ θανάτου τοῦ ἐμοῦ κατακριθείς.» (αγ. Θεοφύλακτος Βουλγαρίας, Εἰς τὸ Κατὰ Ἰωάννην, PG 124, 132Β). Καί θά πεταχτεῖ ὁριστικά ἔξω ἀπό τή δημιουργία, ὅταν αὐτή θα γίνει καινούργια, μέσα στην οποία δέν θά ὑπάρχει βεβαίως τό κακό οὔτε ὁ διάβολος. Καί θά πεταχτεί στην αιώνια Κόλαση. (Βλ. Αποκ. 20, 10. Πρβλ. Ματθ. 25, 41)
Αλλά τίθεται τό ἐρώτημα, πού εἶναι ἕνα ἐρώτημα πολύ σοβαρά για πάρα πολλούς: Πώς βρέθηκε ὁ διάβολος; Ποιός ἔκανε τόν διάβολο; Πῶς δημιουργήθηκε ὁ διάβολος;
Εἶναι μιά εὔλογη ἀπορία, πού, πριν προχωρήσουμε παρακάτω, θά δοῦμε τί μᾶς λέει πάνω σ' αὐτό ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, καί θά μᾶς λυθούν πολλές απορίες στην παρακάτω διήγησή μας γιά τίς ποικίλες αυτές ιδιότητες τοῦ διαβόλου. Τότε θὰ πεῖ κανείς: Δηλαδή, ὁ διάβολος ήταν που μίλησε στην Εύα; Ά, δέν ἦταν τό φίδι λοιπόν!... Δηλαδή πῶς; τί; Έ, αὐτό τό πῶς καί τό τί, θά τό δοῦμε ἀπό τίς ἰδιότητες τοῦ σατανα, που θα μάθουμε.
Καταρχάς, πρέπει νά ποῦμε ὅτι, πρό τῆς ὁρατῆς ὑλικῆς δημιουργίας, ὁ Θεός δημιούργησε τόν πνευματικό κόσμο, δηλαδή τούς ἀγγέλους. Ὁ Θεός υπήρχε μόνος.
Βεβαίως, δεν ήταν μόνος· είχε την κοινωνία των τριῶν προσώπων τοῦ Πατρός, τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὁ Θεός ήταν αυτάρκης και μακάριος, και εἶχε κοινωνία μεταξύ τῶν τριῶν προσώπων Του· ὁ ἔνας Θεός. Ἀλλά ὁ Θεός έχει πολλή αγάπη, καί ἤθελε να προβάλει ἕνα δημιούργημα ἔξω ἀπό τόν ἑαυτό του, ἔξω δηλαδή ἀπό τήν οὐσία Του. Ὅταν λέμε ἔξω ἀπό τὸν ἑαυτό του, ἐννοούμε κάτι πού νά μήν εἶναι ἀπό τή δική του ουσία, ἀλλά ἀπό μία άλλη, καινούργια ουσία. Καί ἤθελε νά εἶναι λογική αὐτή ἡ καινούργια ουσία, ὥστε νά μετέχει στην μακαριότητά Του.
Ἔτσι, τό σχέδιο τοῦ Θεοῦ ἦταν να δημιουργήσει ἕναν κόσμο. Καί ὁ κτιστός αυτός κόσμος είχε δύο, θαλέγαμε, ὄψεις. Ἡ μία του ὄψη ἦταν ὁ πνευματικός κόσμος· κτιστός πάντοτε. Διότι μόνον ὁ Θεός εἶναι ἄκτιστος, καί μόνο ἐκεῖνο πού θά ἔκανε θά ἦταν κτιστό. Ὅ,τι εἶναι ἄκτιστο, αὐτό εἶναι Θεός· ὅ,τι εἶναι κτιστό δέν εἶναι Θεός. Ἡ μία λοιπόν ὄψη τοῦ κτιστοῦ κόσμου ἦταν ὁ ἀγγελικός κόσμος· ἡ ἄλλη ὄψη ἦταν ὁ ὁρατός ὑλικός κόσμος.
Πρῶτα ὁ Θεός ἔκανε τὸν πνευματικό κόσμο, μετά ἔκανε τόν υλικό κόσμο, δηλαδή ὅ,τι βλέπουμε στη δημιουργία, και μετά έκανε ἕναν τρίτο κόσμο, πού ήταν ή ανάμιξη του πρώτου καί τοῦ δευτέρου. Αὐτός, ο τρίτος κόσμος, εἶναι ὁ ἄνθρωπος. Προηγήθηκε ὁ πνευματικός κόσμος, μετά ακολούθησε ο υλικός κόσμος, καί τελευταῖος ὁ ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος ἀποτελεῖται καί ἀπό τόν πνευματικό κόσμο, ή ψυχή του, καί ἀπό τόν υλικό κόσμο, τό σῶμα του. Ἔχουμε λοιπόν αὐτές τίς τρεῖς, θά λέγαμε, δημιουργικές μορφές, πού ἔδωσε ὁ Θεός στον κτιστό αὐτόν κόσμο πού ἔκανε. (Περισσότερα γιά τήν δημιουργία τοῦ κόσμου, βλέπε στα τρία πρῶτα Μαθήματα στη Γένεση, που περιλαμβάνονται στον Α' Τόμο, ἐκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Κομνηνείου, Στόμιον Λαρίσης 2017)
Ας δούμε τί μᾶς λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, σε ένα σταχυολόγημα που έκανα από κείμενο του.
Πριν προχωρήσουμε, θὰ ἤθελα νά σᾶς πῶ τὸ ἑξῆς. Ἂν ἔχετε προσέξει, μεταφέρω κείμενα στο μάθημά μας, γιατί πρέπει να υπάρχει μια κατοχύρωση. Διότι, όταν λέμε κάτι καί ἐπικαλούμαστε την Αγία Γραφή και τις πατερικές γνώμες, ή, ἀκριβέστερα, ερμηνείες, ἀναμφισβήτητα κατοχυρώνονται ἐκεῖνα τά ὁποῖα λέμε. Καί ὄχι μόνο γι' αὐτό, ἀλλά καί γιά ἕναν ἄλλο ἀκόμη λόγο. Επειδή είστε παιδιά πού μορφώνεστε, καὶ ἀφοῦ τά ἀρχαῖα κείμενα ἔχουν ἀποσυρθεῖ ἀπό τό σχολεῖο σας καί δέν τά διδάσκεστε στις πρώτες τάξεις του, δέν θά πρέπει νά μήν ἔρχεστε σε επαφή μέ τά ἀρχαῖα κείμενα, γιατί στο τέλος δεν θα μπορείτε να καταλάβετε οὔτε τὸ Εὐαγγέλιο! Γιά νά ἔχουμε λοιπόν μία επαφή μέ τά ἀρχαῖα κείμενα, γι' αυτό καί σᾶς μεταφέρω τό ἀρχαῖο κείμενο. Ὅμως μήν πεῖτε ὅτι σᾶς κουράζει τό κείμενο· τό ἑρμηνεύουμε ἐξάλλου. Θέλω ὅμως ν' ἀκοῦτε τό ἀρχαῖο κείμενο, για να συνηθίζουν τ' αυτιά σας.
Αὐτός –ὁ Θεός δηλαδή– εἶναι ὁ πλάστης τῶν ἀγγέλων και δημιουργός τους από το μηδέν στην ύπαρξη, κάνοντάς τους, σύμφωνα μέ τή δική Του εἰκόνα, με φύση ασώματη. Ποιός εἶναι ὁ δημιουργός τῶν ἀγγέλων; Εἶναι ὁ Θεός. Αὐτός τούς δημιούργησε ἐκ τοῦ μὴ ὄντος, δηλαδή ἐκ τοῦ μηδενός· ὅπως καί ἐκ τοῦ μηδενός ἔκανε καί τόν ὑλικό κόσμο. (Πολλοί κοσμολόγοι δέχονται σήμερα πώς ή Μεγάλη Έκρηξη ἦταν μία κβαντική ταλάντωση του μηδενός, μία γιγαντιαία διακύμανση τοῦ κενοῦ. Οἱ ἀποδείξεις γι' αὐτή τή θεωρία εἶναι οἱ ἴδιες πού ἀποδεικνύουν τήν ἀρχή τῆς ἀβεβαιότητος του Heisenberg καί τήν παρουσία τῶν εἰκονικῶν σωματιδίων. Ὅμως καί πάλι θα πρέπει να φανταστούμε μια προϋπάρχουσα τῆς Μεγάλης Εκρήξεως κατάσταση πού θά περιλαμβάνει φυσικές πραγματικότητες καί φυσικούς νόμους, πού θά προηγούνται τοῦ χώρου καί τοῦ χρόνου, πού, ὅπως καί στήν χριστιανική αντίληψη, ἐμφανίζονται μαζί μέ τήν Μεγάλη Έκρηξη. Από καθαρά λογική - φιλοσοφική - άποψη, ή θεολογική καί ἡ ἐπιστημονική άποψη ταυτίζονται· διαφέρουν μόνο στην ορολογία· ἡ μέν ὀνομάζει την προϋπάρχουσα κατάσταση Θεό, ἡ δέ ἀρχέγονη κατάσταση σύν φυσικούς νόμους)
Ἡ ἀρχαία ἑλληνική φιλοσοφία δέν θά μποροῦσε ποτέ νά πεῖ αὐτήν τή φράση, ὅτι δηλαδή μποροῦσε νά γίνει κάτι ἀπό τό μηδέν ποτέ! Αὐτό εἶναι ἕνα στοιχείο μόνο τῆς ἀποκαλύψεως τοῦ Θεοῦ. (Βλ. π. Αθανασίου Μυτιληναίου, Ἡ Γένεσις, Τόμος Α΄, Μάθημα 2ο, ἐκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Κομνηνείου, Στόμιον Λαρίσης 2017)
Καί μάλιστα έκανε τον πνευματικό αὐτόν κόσμο, τούς ἀγγέλους, «κατ' οἰκείαν εἰκόνα κτίσας αὐτοὺς φύσιν ἀσώματον»· τούς ἔκανε σύμφωνα μέ τή δική Του εἰκόνα. Καί ἡ εἰκόνα ἀναφέρεται στήν ἀσώματη φύση, δηλαδή στο ότι είναι πνεύματα. Πνεῦμα ὁ Θεός, Πνεῦμα καί οἱ ἄγγελοι· μέ μία διαφορά όμως, ὅτι τό Πνεῦμα Θεός εἶναι ἀπόλυτο, ἐνῶ τὸ πνεῦμα ἄγγελοι είναι σχετικό. Τό ἕνα σε σχέση μέ ἄλλο ἔχουν τρομακτική απόσταση. Θα λέγαμε ὅτι οἱ ἄγγελοι, σε σχέση μέ τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, εἶναι παχέα πνεύματα, παχιά πνεύματα. Αὐτό συγκριτικά· προσέξτε. (Βλ. Ἔκδοσις Ακριβὴς τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως, κεφ. 17, Περί ἀγγέλων, PG 94, 868A: «Ασώματος δὲ λέγεται, καὶ ἄυλος, ὅσον πρὸς ἡμᾶς· πᾶν γὰρ συγκρινόμενον πρὸς Θεόν, τὸν μόνον ἀσύγκριτον, παχύ τε καὶ ὑλικὸν εὑρίσκεται· μόνον γὰρ ὄντως ἄϋλον τὸ θεῖόν ἐστι καὶ ἀσώματον») Γιά νά σᾶς πῶ ὅτι οἱ ἄγγελοι ὡς πνεύματα είναι τόσο παχιά –ή λέξη παχύ ὄχι μέ τήν ἔννοια χοντρός, ἀλλά μέ τήν ἔννοια, ας τό ποῦμε, ὑλικός– ὥστε οἱ ἄγγελοι δέν μποροῦν νά δοῦν τον Θεό· όπως κι ἐμεῖς δεν μπορούμε να δούμε τους ἀγγέλους. Ἔτσι, οἱ ἄγγελοι δέν μποροῦν νά δοῦν τόν Θεό, γιατί εἶναι τό απόλυτο Πνεῦμα. Οὔτε Τόν εἶδαν ποτέ, οὔτε ποτέ θά Τόν δοῦν.
Ἡ φύση τοῦ Θεοῦ χαρακτηρίζεται ως πρώτη και ὡς τελευταία, κατά τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Θεολόγο. Καί ἡ μέν πρώτη είναι εκείνη πού είναι γνωστή μόνο στόν Θεό, ή δέ τελευταία εἶναι ἡ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, που φθάνει μέχρι τα κτίσματα, καί αὐτή εἶναι ἀντιληπτή, ὅταν ὁ Θεός τό θέλει. Εἶναι αὐτό πού λέμε θεία δόξα, θεία ενέργεια. Η θεία δόξα ἁπλῶς εἶναι μία μορφή τῆς θείας ἐνεργείας, γιατί φυσικά ή θεία ενέργεια εἶναι ἐκείνη που έχει δημιουργήσει τα πάντα. («Καὶ μικρὸν διακύψας, οὐ τὴν πρώτην τε καὶ ἀκήρατον φύσιν, καὶ ἑαυτῇ, λέγω δὴ τῇ Τριάδι, γινωσκομένην, καὶ ὅση τοῦ πρώτου καταπετάσματος εἴσω μένει, καὶ ὑπὸ τῶν χερουβὶμ συγκαλύπτεται, ἀλλ' ὅση τελευταία καὶ εἰς ἡμᾶς φθάνουσα» (Λόγος ΚΗ΄, θεολογικὸς δεύτερος, Περὶ θεολογίας, PG 36, 29 AB)
Ὥστε λοιπόν, λέει, ὁ ἄγγελος είναι ουσία νοερά, δηλαδή πνευματική, εἶναι ἀεικίνητος, μπορεί πάντα να κινεῖται, δεν κουράζεται –μόνον ὁ ἄνθρωπος κουράζεται, πού φέρει υλικό σώμα–, αυτεξούσιος, ἐλεύθερος, ἀσώματος, δέν ἔχει σῶμα, καί ἔχει πάρει τήν ἀθανασία κατά χάριν· δηλαδή δεν είναι στη φύση τοῦ ἀγγέλου ἡ ἀθανασία, τό νά εἶναι ἀθάνατος, ἀλλά ὁ ἄγγελος είναι αθάνατος γιατί ἁπλῶς τό θέλει ο Θεός. Έχει σημασία αὐτό. Τήν οὐσία τοῦ ἀγγέλου, τό εἶδος, τό σχήμα, καὶ τὸν ὄρο, την κατάσταση, μόνο ὁ Θεός γνωρίζει. Τί είναι δηλαδή ἡ ἄγγελος, μόνο ὁ Θεός το ξέρει.
Ἐπίσης οἱ ἄγγελοι είναι περιγραπτοί, δηλαδή «ὅτε γάρ εἰσιν ἐν τῷ οὐρανῷ, οὐκ ἐστιν ἐν τῇ γῇ»· καί ἀντιστρόφως. Ὅταν ὁ ἄγγελος εἶναι στόν οὐρανό, δέν εἶναι στή γῆ· ὅταν εἶναι στή γῆ, δέν εἶναι στὸν οὐρανό. Ὅταν εἶναι ἐδῶ μέσα, στον κάτω ναό, δέν είναι στον ἐπάνω ναό· καί ἀντιστρόφως. Συνεπῶς ὁ ἄγγελος εἶναι περιγραπτός· θυμηθεῖτε τό περιγεγραμμένο σχῆμα από τή Γεωμετρία. Αὐτό τελικά σημαίνει ὅτι ὁ ἄγγελος δέν είναι πανταχού παρών. Μόνο ὁ Θεός είναι πανταχού παρών. Ὁ Θεός εἶναι κι ἐδῶ, εἶναι κι ἐκεῖ, καί πιό πέρα καί παραπέρα καί παντοῦ, τήν ἴδια στιγμή.
Μάλιστα ὁ Θεός, ώς τό αἰώνιο καί ἄπειρο καί τέλειο Πνεῦμα, ὅλα τά πληροῖ· «ὁ πανταχοῦ παρὼν καί τὰ πάντα πληρῶν»· καί τά πληροῖ ὅλα μέ τήν παρουσία Του. Δέν ὑπάρχει ἕνα σημεῖο πού ὁ Θεός νά μήν εἶναι. Ὄχι μέ τήν ἔννοια ὅτι ἁπλῶς τό βλέπει αὐτό τό σημεῖο, ἀλλά βρίσκεται πραγματικά στο σημεῖο αὐτό· τά πάντα πληροί! Ἐνῶ οἱ ἄγγελοι δεν πληρούν τα πάντα· όπως καί ἐμεῖς, οἱ ἄνθρωποι, δέν πληροῦμε τά πάντα.
Προσέξτε αυτά τα χαρακτηριστικά. Πολλές φορές ἔρχονται ἀπορίες σας, ὅπως: τί μπορεῖ νά εἶναι ὁ διάβολος; τί μπορεῖ νὰ εἶναι ὁ ἄγγελος; Τά ἴδια χαρακτηριστικά υπάρχουν και στους δαίμονες –θα το δούμε στη συνέχεια–, διότι οἱ δαίμονες εἶναι ἄγγελοι, ἀρχικά ἦταν ἀγαθοί ἄγγελοι. Δεν περιορίζονται, δέν περικλείονται, λέει ὁ ἱερός Δαμασκηνός, οὔτε ἀπό κλειδαριές, οὔτε ἀπό τείχη, οὔτε ἀπό πόρτες. Δέν μπορεῖ νά πεῖς θά κλειδώσω καί θ᾿ ἀφήσω τόν διάβολο ἀπ᾽ ἔξω, ἢ τόν ἄγγελο· αὐτό δέν εἶναι δυνατόν.
Είναι μερικοί πού φοβοῦνται τὸν διάβολο. Δεν θα ἔπρεπε ὅμως νά τόν φοβοῦνται. Δέν θά ἔπρεπε νά τόν φοβούνται –το ξαναλέω αυτό– γιατί δέν έχει δικαίωμα ὁ διάβολος να πειράξει τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, παρά μόνο ἐάν τοῦ παραχωρηθεῖ ἀπό τόν Θεό. Καὶ θὰ τοῦ παραχωρηθεί μόνο ἂν ὁ ἄνθρωπος τό προκαλέσει· δηλαδή τό προκαλέσει μέ τή ζωή του· καί τότε ὁ Θεός θά το παραχωρήσει να πειράξει ὁ διάβολος τόν ἄνθρωπο
Καί ξέρετε τί κάνουν αὐτοί οἱ ἄνθρωποι; Επειδή φοβοῦνται μήπως εμφανιστεῖ ὁ διάβολος, κλείνουν, κλειδώνουν τήν πόρτα τους, βάζουν και χαρτιά στην κλειδαρότρυπα, μή τυχόν περάσει ἀπό ἐκεῖ... καί στά παράθυρα και στα παντζούρια καί τζάμια και κουρτίνες... καί ἔτσι αἰσθάνονται ἀσφαλισμένοι, ὅτι δὲν θὰ μπεῖ ὁ διάβολος μέσα! Είναι κουτά πράγματα αυτά. Γι' αὐτό, σᾶς παρακαλώ πολύ, να γνωρίσετε πολύ καλά αυτές τις ιδιότητες τῶν ἀγγέλων,
«Προλέγουσι δὲ καὶ οἱ δαίμονες.» Προλέγουν όμως καί οἱ δαίμονες!... στον πνευματισμό, στο φλιτζάνι τοῦ καφέ, στή χειρομαντεία καί σ' ἕνα σωρό άλλα πράγματα. Ἐκεῖ οἱ δαίμονες προλέγουν!
Πῶς μποροῦν νά τά ξέρουν;
Δεν ξέρουν τίποτα· ἀλλὰ «ποτὲ μὲν τὰ μακράν γινόμενα βλέποντες», ἄλλοτε μέν βλέπουν ἐκεῖνα που γίνονται μακριά· δεν τα βλέπει όμως ὁ ἄνθρωπος· ποτὲ δὲ στοχαζόμενοι», άλλοτε δέ γιατί τα φαντάζονται, τά ὑποθέτουν· «ὅθεν καὶ τὰ πολλὰ ψεύδονται», γι' αὐτόν τον λόγο καί πέφτουν έξω πολλές φορές· «οῖς οὐ δεῖ πιστεύειν, κἂν ἀληθεύωσι πολλάκις, οἵῳ τρόπῳ εἰρήκαμεν» (PG 94, 877B), σ' αὐτούς, τούς δαίμονες, δέν πρέπει να πιστεύουμε, κι ἂν ἀκόμη κάποιες φορές λένε τήν ἀλήθεια, μέ τόν τρόπο πού ἔχουμε πεῖ.
Μερικοί πάνε και μαγνητοφωνούν κάτι δαιμονισμένες γυναίκες, καί ἔπειτα κυκλοφοροῦν οἱ κασσέτες, ὅτι τάχα εἶπε αὐτό ἡ δαιμονισμένη κι εἶπε τό ἄλλο ἡ δαιμονισμένη! Σας παρακαλῶ ἂς προσέξουμε· αὐτό εἶναι μία πλάνη τοῦ σατανᾶ.
«Οἴδασι δὲ καὶ τὰς γραφάς»· γνωρίζουν όμως και τις Γραφές! Θυμόσαστε τί εἶχε πεῖ ὁ διάβολος στον Χριστό; Είναι γραμμένο για σένα... (Ματθ. 4, 6. Λουκᾶ 4, 10) και λοιπά
Αφού λοιπόν από θέμα μας ανοίξαμε τον δρόμο καί εἴδαμε μερικά στοιχεῖα προκαταρτικά, πρῶτα ὁ Θεός, τήν ἐρχόμενη φορά θά δοῦμε τί ἀκριβῶς συζητήθηκε ἀνάμεσα στον διάβολο καί τούς πρωτοπλάστους.
Κυριακή, 12 Φεβρουαρίου 1984
42η ομιλία στην κατηγορία « Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία ».