14 Νοεμβρίου 2024

Περί τοῦ ἰδίου θελήματος (Β΄).

†.Ένα βασικό μεταπτωτικό φαινόμενο, ὅπως λέγαμε την περασμένη φορά, παιδιά, πού ἐμφανίστηκε στους πρωτοπλάστους, ἦταν καί τό ἴδιον θέλημα.

   Δηλαδή, θά κάνω αὐτό πού θέλω ἐγώ… ! Ὄχι αὐτό πού θέλεις Ἐσύ, ὁ Θεός, ἀλλά αὐτό πού θέλω ἐγώ, ὁ ἄνθρωπος! Αντιλαμβάνεστε ὅτι αὐτό εἶναι θεμελιώδους σημασίας, καί ἀπό αὐτό τό ἴδιον θέλημα, δηλαδή το προσωπικό, τό δικό μας θέλημα, δημιουργεῖται ἕνα πλῆθος καταστάσεων, πού θά ἀναφέρουμε σήμερα.

   Λέγαμε ἀκόμη ὅτι τό ἴδιον θέλημα ἐκφράζεται σάν μία ἀρρώστια τῆς προσωπικότητος, πού λέγεται ἐγωισμός. Καί ὅπως γνωρίζετε, ὁ ἐγωισμός ἀποτελεῖ τό κεφαλάρι κάθε ἁμαρτίας, κάθε κακοῦ. (Οἱ Πατέρες λένε πώς ὁ ἐγωισμός, ἤ φιλαυτία, εἶναι μητέρα-τροφός ὅλων τῶν παθῶν. Ἡ φιλαυτία ὀνομάζεται ἀρχή καί μητέρα τῶν κακῶν (ἅγ. Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής), «ἡ τῶν κακῶν γεννήτρια» (άγ. Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, PG 95,88), βασίλισσα τῶν ἁμαρτιῶν (ἅγιος Γρηγόριος ὁ Διάλογος) καί νέκρωση τῆς θείας ζωῆς (ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, Αόρατος Πόλεμος)

   Τό ἴδιον θέλημα, ἀκόμη λέγαμε, στρέφεται ὄχι μόνο ἐναντίον τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ, ἀλλά καί ἐναντίον τοῦ θελήματος τῶν ἀνθρώπων ἐκείνων πού εἶναι σέ κάποια υπεροχή, ὅπως τῶν γονέων, τῶν μεγαλυτέρων μας, ἡ ἁπλῶς ἐναντίον τῶν συνανθρώπων μας, πού άπλᾶ τούς λέμε ὄχι αυτό που λες εσύ, ὄχι αὐτό πού θέλεις ἐσύ, αλλά αυτό που θέλω εγώ θα κάνω.

   Εἴχαμε πεῖ ἐπίσης πώς όταν πιεζόμαστε ἀπό τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ ἢ ἀπό τούς νόμους ἀνθρώπων πού ἔχουν κάποια ἐξουσία καί ἀναγκαζόμαστε να κάνουμε αὐτό πού λένε (ὅπως σε μια πολιτεία, πού ὁ νομοθέτης θεσπίζει νόμους καί σέ ὑποχρεώνει νά τούς τηρήσεις, ἀκόμα καί οἱ γονεῖς μέ τίς ἐντολές τους, ἤ ὅπου ὑπάρχουν ἐντολές, σ' οποιονδήποτε χώρο, σε ένα ἵδρυμα μέ τόν κανονισμό του, σε μια σχολή, πού λέει πῶς νά κινηθοῦμε, σε ποιά αἴθουσα νά πᾶμε, πως να καθήσουμε  καί οὕτω καθ᾿ ἑξῆς) ὅλα αὐτά στόν ἄνθρωπο πού ἔχει ἴδιον θέλημα, καί μάλιστα επαυξημένο, δημιουργούν τό αἴσθημα τῆς καταπιέσεως καί τό φαινόμενο τῆς ἀντιδράσεως· ἐνῶ δέν είναι σωστό.

   Ὅταν χρονίσει αὐτή ἡ κατάσταση, τότε δημιουργεῖται μία σκλήρυνση τῆς προσωπικότητος. Φεύγει ἡ ντροπή ὁλότελα, δεν αισθάνεται κανείς καμμία αναστολή (πῶς νά τό πῶ ἐγώ αυτό;... πῶς νά ἀντιδράσω στον δάσκαλό μου;...) κι ἔτσι ὁ ἄνθρωπος αὐτός μιλάει ἀναιδῶς στον δάσκαλό του, ἀναιδώς στον γονιό του, ἀναιδῶς σ' οποιονδήποτε· ἀκόμα καί σ' αὐτόν τόν Θεό μιλάει ἀναιδῶς!...

   Καί μάλιστα, πολύ συχνά, στήν ἐποχή μας ἰδιαίτερα, έχουμε και φαινόμενα νευροψυχικών διαταραχών. Γιά νά ἀντιληφθεῖτε τό μέγεθος του προβλήματος, ἀρκεῖ νά σᾶς πῶ ὅτι ἀπό τήν Πέμπτη πού μᾶς πέρασε ἕως την Κυριακή, σήμερα, πέρασαν από μένα ἕξι περιπτώσεις ψυχοπαθείας. (Εννοεῖ στό μυστήριο τῆς Ἐξομολογήσεως, ἀφοῦ ἐξομολογοῦσε πλήθη πιστών κάθε Πέμπτη στήν Ἱερά Μονή, ἀλλά καί κάθε Δευτέρα στον ναό τοῦ Ἁγίου Στυλιανοῦ Λαρίσης, ἐκτός τῶν ἀλλων, μεμονωμένων περιπτώσεων) Ναί! Καταλαβαίνετε δηλαδή ότι το φαινόμενο είναι πάρα πολύ σοβαρό, ἀφοῦ τόνοι ὁλόκληροι από ψυχοφάρμακα καταναλώνονται, δυστυχῶς ὄχι μόνο στην Ελλάδα, ἀλλά σ' ολόκληρο τον κόσμο.

   Αὐτά λέγαμε την περασμένη φορά.

   Αλλά τά ἴδια αυτά φαινόμενα –τά φαινόμενα τῆς ἀντιδράσεως, τοῦ αἰσθήματος τῆς καταπιέσεως καί τά λοιπά– μποροῦν νά συμβοῦν καί ἀπό ἐνδογενεῖς αἰτίες, εσωτερικές. Ὄχι δηλαδή επειδή υπάρχει κάποιος νομοθέτης, ὑπάρχει ἕνας Θεός, υπάρχει ένας γονιός ἦ ὑπάρχει ἕνας δάσκαλος, ἀλλά ἀπό ἐνδογενεῖς αἰτίες, οἱ ὁποῖες φυσικά δέχονται ἐπιδράσεις εξωτερικές. Πάντοτε ὅμως τό αἴτιο, τόσο τῶν ἐξωτερικῶν ὅσο καί τῶν ἐνδογενῶν, εἶναι ὁ ἐγωισμός. Αὐτός, πρέπει να ποῦμε, καί θά τό λέμε, ὅτι γεννήθηκε στόν ἄνθρωπο μόλις θέλησε νά ἱκανοποιήσει το δικό του τό θέλημα· ὅταν δηλαδή οι πρωτόπλαστοι εἶπαν Θα κάνουμε αυτό πού θέλουμε ἐμεῖς... θα δοκιμάσουμε τον καρπό· δέν μᾶς νοιάζει ἐάν ὁ Θεός μᾶς εἶπε νά μή τόν δοκιμάσουμε. Αὐτό εἶναι τό ἴδιον θέλημα.

   Στόν μοναστικό χῶρο, ὁ μοναχός πού ἔχει ἴδιον θέλημα λέγεται θεληματάρης· δηλαδή αυτός που προβάλλει τό θέλημά του, κι αυτό θέλει πάντα να γίνεται, καί δέν ἔχει ὑπακοή.

   Ἔτσι, παιδιά, ἀπό τήν στιγμή πού ὁ ἄνθρωπος ἀποκτᾶ ἴδιον θέλημα παρουσιάζει κάποια φαινόμενα, ὅπως τὰ ἑξῆς.

   Πρῶτον, εἶναι τά αἰσθήματα μειονεκτικότητος. 

   Θὰ σᾶς φανεί παράξενο αυτό, πῶς τὰ αἰσθήματα μειονεκτικότητος εἶναι γέννημα τοῦ ἰδίου θελήματος. Ὅπως θα γνωρίζετε, τά αἰσθήματα μειονεκτικότητος, πού συνήθως σήμερα τα λέμε και κατωτερότητος, λέγονται και κόμπλεξ. Βέβαια, τό αἴσθημα μειονεκτικότητος εἶναι ἕνα κόμπλεξ. Στα ελληνικά λέγεται σύμπλεγμα. Λέμε: ὁ ἄνθρωπος αὐτός εἶναι κομπλεξικός, δηλαδή συμπλεγματικός. Τό λέμε καί ἔτσι ἐπειδή συνηθίσαμε νά μιλᾶμε μέ πολλές ξένες λέξεις –κακῶς. Μέχρις ενός βαθμοῦ μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε μία ξένη λέξη, αλλά όχι μέ ὑπερβολή. 

   Ο κομπλεξικός λοιπόν, δηλαδή ο συμπλεγματικός ἄνθρωπος, παρουσιάζει πολλά χαρακτηριστικά. Δέν θα μιλήσουμε ἀκόμη γι' αυτό τώρα, αλλά σ' ἕνα παρακάτω μάθημα. Ὅταν ὁ Ἀδάμ είπε ὄχι ἐγώ, ἀλλά ἡ γυναίκα πού μοῦ ἔδωσες μοῦ ἔδωκε καί ἔφαγα, τήν στιγμή ἐκείνη γεννήθηκε το σύμπλεγμα. Αλλά διεξοδικά θα μιλήσουμε ὅταν θα φθάσουμε στόν οἰκεῖο τόπο. Τώρα μιλᾶμε γιά τά αισθήματα μειονεκτικότητος, τά ὁποῖα βεβαίως στην πραγματικότητα εἶναι ἕνα σύμπλεγμα. 

   Τί εἶναι αὐτά τά αἰσθήματα;

   Αὐτά δημιουργοῦνται πάντοτε ἀπό τήν σύγκριση μέ ἄλλους ἀνθρώπους. Ἅμα ἀνοίξετε ἕνα βιβλίο ψυχολογίας, θά δεῖτε μέσα ὅτι ἀπό τήν στιγμή που θα βρεθοῦν δύο ἄνθρωποι πάνω στή γῆ, θά ἀρχίσουν νά γεννιοῦνται αισθήματα μειονεκτικότητος. Αυτό δείχνει ότι ἡ παρουσία τοῦ ἄλλου, ἢ τῶν ἄλλων, δημιουργεῖ τά αἱσθήματα αυτά. Ὅσο ζει κανείς μόνος του, δεν γίνεται αναπτύξει αισθήματα μειονεκτικότητο·ς συνεπῶς αυτά δημιουργούνται ύστερα από κάποια σύγκριση. 

   Τα αισθήματα αὐτά εἶναι ἀποτέλεσμα κυρίως τῆς στάσεώς μου έναντι τῶν ἄλλων ἀνθρώπων· πως στέκομαι απέναντι στους άλλους·  δηλαδή, στέκομαι μειονεκτικά –είτε ὑπεροπτικά είτε ὑποτιμητικά, τό ἴδιο εἶναι– ἤ στέκομαι μέ ἁπλότητα; Αν σταθῶ μέ ἁπλότητα, τότε βεβαίως δέν ἔχω αισθήματα μειονεκτικότητος, ὅποιος κι ἄν εἶναι ὁ ἄλλος, ἢ κατώτερός μου ἢ ἀνώτερός μου.

   Ἡ στάση πού θα πάρουμε ἀπέναντι στόν ἄλλον ἢ στούς ἄλλους ἐξαρτᾶται ἀπό τόν ψυχισμό που διαθέτει ὁ κάθε ἄνθρωπος. Δηλαδή μπορεῖ ἡ στάση μας απέναντι στόν ἄλλο νά εἶναι ἤ δυναμική ἤ παθητική. Αν εἶναι δυναμική, δηλαδή ἔχουμε ἕναν δυναμικό ψυχισμό, έναν δυναμικό χαρακτήρα, καί πάσχουμε ἀπό αἰσθήματα μειονεκτικότητος, τότε τά αἰσθήματα αὐτά ντύνονται κάποια ἐνδύματα: τό ἔνδυμα τοῦ αὐταρχισμοῦ –ἐγώ νά ἄρχω–, τῆς ἐπιβολῆς –νά σ' ἔχω κατώτερό μου–, τῆς κατεξουσιάσεως –νά ἐπιβάλλομαι ἐγώ σ' ἐσένα–, τῆς εἰρωνείας, τῆς προκλήσεως τοῦ κακοῦ –νά σου κάνω κακό–, τοῦ φθόνου, τοῦ μίσους, καί ἄν θέλετε καί του φόνου –να σε σκοτώσω!

   Ἐδῶ ἔχουμε ἕνα τυπικό παράδειγμα δύο ἀνθρώπων, τοῦ Κάιν καί τοῦ Ἄβελ. Αὐτοί οἱ δύο ἄνθρωποι εἶναι ἀδέλφια. Εἶναι οἱ πρῶτοι ἄνθρωποι μετά από τους πρωτοπλάστους. Καί αὐτοί οἱ δύο, πρίν ἀκόμη γεννηθοῦν ἄλλα παιδιά στον Αδάμ καί τήν Εύα –γιατί ὁ Κάιν εἶναι ὁ πρωτότοκος–, ἔχουν πιά μέσα τους σαν κληροδότημα ὅ,τι ἀκριβῶς δημιουργήθηκε στους γονείς τους ἔναντι τοῦ Θεοῦ. Οἱ γονεῖς τους στάθηκαν απέναντι στον Θεό μέ τή γνωστή στάση, τοῦ παραβάτη. Αμέσως μετά τήν παράβαση πῆραν αὐτά τά κομπλεξικὰ στοιχεῖα, τα συμπλεγματικά, ὅπως τό σύμπλεγμα τῆς ἐνοχῆς, καί βλέπουμε να τα διοχετεύουν μέ ἕναν κληρονομικό τρόπο πιά και στα παιδιά τους. 

   Βεβαίως παίζει ρόλο καί ἡ προαίρεση· αλλά έφεξῆς θα παίζει ρόλο καί ἡ κληρονομικότητα, ἡ ὁποία στους πρωτοπλάστους δέν ὑπῆρχε. Οἱ πρωτόπλαστοι ἀρχικά δέν εἶχαν θέμα κληρονομικότητος, διότι εἶναι οἱ πρῶτοι ἄνθρωποι· αλλά μ' αυτούς ξεκινοῦν τά προβλήματα τῆς κληρονομικότητος· τά παιδιά τους εἶναι ἤδη ἐπιβαρυμένα κληρονομικά. Σκεφθεῖτε, εἴμαστε στήν ἀνατολή του ανθρώπινου γένους, καί ἤδη ἔχουμε  κληρονομική ἐπιβάρυνση... εἶναι καταπληκτικό! 

   Ἔχουμε λοιπόν καί τήν προαίρεση, καί τήν κληρονομική επιβάρυνση. Οἱ ἄνθρωποι δέν ἐμφανίζονται βεβαίως μέ τόν ἴδιο χαρακτήρα. Ἴσως θά ἔλεγε κανείς ὅτι ὅλοι θά ἔπρεπε νά εἶναι τό ἴδιο. Ὄχι· ἔχουμε ἀνθρώπους μέ ἀγαθή προαίρεση, χωρίς να φαίνεται ἡ κληρονομική τους επιβάρυνση, ἀλλά ἔχουμε κι ἀνθρώπους μέ φανερή τήν κληρονομική τους ἐπιβάρυνση, πού ὅταν συμβεῖ νά ἔχουν καί μία κακή προαίρεση, τό κακό ολοκληρώνεται σ' αὐτούς.

   Τί ἔγινε μέ τόν Κάιν; Ο Κάιν εἶδε ὅτι ἡ θυσία τοῦ Ἄβελ, τοῦ ἀδελφοῦ του, ήταν ευπρόσδεκτη στόν Θεό, καί αὐτό του κακοφάνηκε. Αμέσως γεννήθηκε τό σύμπλεγμα, τό αἴσθημα τῆς κατωτερότητος. Αμέσως. Καί ἐπειδή ὁ Κάιν εἶχε δυναμικό ψυχισμό, γι᾿ αὐτόν τόν λόγο δεν μένει μόνο παραπονεμένος ἔναντι τοῦ ἀδελφου του καί ἔναντι τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ἀποφασίζει νά δράσει.

   Βεβαίως ὁ Κάιν θα πρέπει να πέρασε ὅλα ἐκεῖνα πού σᾶς περιέγραψα προηγουμένως. Φυσικά ή Αγία Γραφή δέν μᾶς τά ἀναφέρει·  όμως πιθανότα νά ἔδειξε έναν αυταρχισμό απέναντι στόν ἀδελφό του, καί μάλιστα νὰ ἐκμεταλλευόταν τό γεγονός ὅτι εἶναι ὁ πρωτότοκος, ἤ ἀκόμη ἴσως θέλησε νά τοῦ ἐπιβληθεῖ ἤ νά τόν κατεξουσιάσει... καί ἀναμφισβήτητα θά τόν εἰρωνευόταν. Σᾶς εἶπα ὅτι δέν ἀναφέρονται στην Αγία Γραφή, ἀλλά τά ὑπονοοῦμε. Ξέρετε γιατί τά ύπονοοῦμε; γιατί ὁ Κάιν ἔφθασε στό ἔσχατο στάδιο σκότωσε τόν ἀδελφό του. Καί τόν φόνευσε γιατί δέν μποροῦσε νά ἀντέξει αὐτήν τήν σύγκριση, δέν μποροῦσε νά αἰσθάνεται κατώτερος ἀπό τόν ἀδελφό του.

   Ὥστε λοιπόν ἐδῶ βλέπουμε τη δυναμικότητα τῶν αἰσθημάτων μειονεκτικότητος ἤ, καλύτερα, βλέπουμε τά αἰσθήματα μειονεκτικότητος να προβάλλονται μέ ἕναν δυναμικό ψυχισμό.

   Ἔχουμε ὅμως καί τήν παθητική στάση πού ἔχει ἕνας ἄνθρωπος, πού ὀφείλεται καί πάλι στον ψυχισμό του. Ἐδῶ, στόν παθητικά ευρισκόμενο με αισθήματα μειονεκτικότητος ἄνθρωπο, λείπει βεβαίως ἡ ἐπιθετικότητα κατά τόν δυναμικό της τρόπο, αλλά ὑπάρχει μέ τόν παθητικό. Προσέξτε αὐτό τό σημεῖο. Δηλαδή: Ἐγώ θὰ ἀντιδράσω ἀπέναντί σου. Ὅμως δέν θά κάνω κακό σ᾿ ἐσένα, ἀλλά θά κάνω κακό στόν ἑαυτό μου.

   Καί αὐτό εἶναι τό πρῶτο στάδιο, δηλαδή ἡ ὑποτίμηση τοῦ ἐγώ· τό νά λέει κανείς ανά πᾶσα στιγμή: ἐγώ δὲν ἀξίζω, ἐγώ δέν εἶμαι σωστός άνθρωπος· ἐσύ ὅμως εἶσαι. Εγώ δέν εἶμαι· εἶσαι ἐσύ. Αυτό βέβαια τόν τρώει τόν ἄνθρωπο ἀπό μέσα. Ἐσύ φοράς καλά ροῦχα· ἐγώ δέν φορῶ. Ἐσύ φορᾶς παντελόνι· ἐγώ ὄχι.

   Εἶπα αὐτό τό τελευταῖο ἐπειδή τό παντελόνι κατέκλυσε πιά τόν μαθητόκοσμο τῶν κοριτσιῶν, καί κοπέλες πού δείχνουν μια συντηρητικότητα, καί δέν τό φοροῦν, αἰσθάνονται μειονεκτικά! Αὐτό ὅμως σημαίνει ὅτι πάσχουν ἀπό αἰσθήματα κατωτερότητος. Ναί!

   Μία ὑγιής στάση ὅμως ξέρετε ποιά θά ἦταν; τό νά πεῖ ἡ κοπέλα αὐτή: Δέν μέ ἐνδιαφέρει τί φορᾶς ἐσύ· ἐγώ φορῶ ἐκεῖνο πού θέλει ὁ Θεός. (Πρβλ. Δευτ. 22, 5: «Οὐκ ἔσται σκεύη ἀνδρὸς ἐπὶ γυναικί, οὐδὲ μὴ ἐνδύσηται ἀνὴρ στολὴν γυναικείαν, ὅτι βδέλυγμα Κυρίῳ τῷ Θεῷ σου ἐστι πᾶς ὁ ποιῶν ταῦτα.») Το δικό μου τό θέλημα τό ἔχω ὑποταγμένο στο θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἐσύ μπορεῖς νά φορᾶς ὅ,τι θέλεις. Ἄκουσε, συμμαθήτριά μου, ἄκουσε, φίλη μου· στον δρόμο σου και στον δρόμο μου. Δέν μέ ἐνδιαφέρει καθόλου τί κάνεις ἐσύ. Αὐτά θά ἔλεγε μία κοπέλα, σ' αὐτό τό συγκεκριμένο παράδειγμα. Αὐτή εἶναι μία υγιής στάση. Καί βεβαίως δέν εἶναι μόνο τό θέμα τοῦ παντελονιοῦ· εἶναι πλῆθος ἄλλων περιπτώσεων.

   Τί νομίζετε ὅτι εἶναι τό κοσμικό φρόνημα; Κάποιοι φίλοι μας κάνουν ἕνα τραπέζι καί μᾶς καλοῦν στό σπίτι τους. Τώρα καί ἐμεῖς πρέπει νά τούς καλέσουμε μιά άλλη φορά και να προβάλουμε τόν ἑαυτό μας, ὄχι κατώτερό τους αλλά ανώτερο! Φυσικά θα φροντίσουμε νά ἔχουμε κάτι περισσότερο στο τραπέζι μας ἀπό ὅ,τι εἶχαν ἐκεῖνοι. Καί τό πράγμα πάει λέγοντας, καταλήγοντας σέ ἕναν ἀνταγωνισμό ἐπιδείξεως. Ὅταν ὅμως  ὑπάρχει αὐτός ὁ ἀνταγωνισμός, σημαίνει ὅτι ὑπάρχει ένα σύμπλεγμα κατωτερότητος.

   Για ποιόν λόγο νά ἔχουμε ἀνταγωνισμό;... Απλά μᾶς κάλεσαν, μᾶς περιποιήθηκαν. Δηλαδή ή περιποίηση πάντα εἶναι ἕνα μέσο για προβολή ὑλικῶν ἀγαθῶν; Το να προσφέρεις μια καλή καρδιά, με πολλή απλότητα, εἶναι κάτι κατώτερο; Καί ἄν ὑποτεθεῖ ὅτι ἐμεῖς εἴμαστε φτωχότεροι, γιατί πρέπει να φθάσουμε ἐκείνους καί νά ἀγοράσουμε ἀκριβά φαγητά γιά νά τούς περιποιηθοῦμε; Κι ἄν δηλαδή κάποια φορά ἔλθουν ἐπίσκεψη στο σπίτι μας (δεν πειράζει ἂν λέω καί μερικά πρακτικά πράγματα· εἶναι βγαλμένα μέσα ἀπό τήν πραγματικότητα) καί τούς ποῦμε Κάθεστε να φᾶμε ἀπόψε; Δέν ἔχουμε βέβαια τίποτα σπουδαῖο· ἁπλά πράγματα, καί τηγανίσουμε αὐγά καί τά φᾶμε μέ ψωμί και τυρί, τί τό περίεργο; Λείπει ἡ ἁπλότητα. Ὅταν ὅμως λέμε ὄχι, πρέπει να προσφέρουμε κάτι ἐντυπωσιακό, πάσχουμε ἀπό αἰσθήματα κατωτερότητος.

   Ἔτσι λοιπόν, ὅταν ἔχουμε μία παθητική στάση, τότε ὑποτιμοῦμε τό ἴδιο μας τό ἐγώ. 

   Ἀλλά ἀκόμη προκαλούμε διαρκεῖς γκρίνιες στους ἄλλους, στο περιβάλλον μας, γκρινιάζουμε διαρκῶς. Γιατί ἡ τάδε ἔτσι; Γιατί ὁ τάδε ἔτσι;... Καί ἀπό τή μάνα μας ζητᾶμε κάτι περισσότερο. Δῶσε μας χρήματα να ντυθοῦμε ὅπως καί οἱ ἄλλοι... καί τά λοιπά.

   Ακόμη ἐκδηλώνουμε ζήλιες. Είναι φοβερό... πολύ φοβερό πράγμα ή ζηλοτυπία! Ἡ ζηλοτυπία είναι καρπός αἰσθημάτων μειονεκτικότητος, πέρα για πέρα! 

   Ἔχουμε καί ἕναν ἀρνητισμό μεγάλου φάσματος. Ξέρετε τί εἶναι ὁ ἀρνητισμός; Βρέ, παιδάκι μου, φάε. Ὄχι, δεν θέλω να φάω!... Βάλε αὐτό τό ρούχο, το φουστάνι, τό κουστούμι. Ὄχι, δέν τό βάζω· θα βάλω κάτι ἄλλο!... Πήγαινε σχολεῖο. Ὄχι, δεν πάω!... Πήγαινε να κάνεις καμμιά δουλειά. Ὄχι, δεν πάω!... Αὐτός ὁ ἀρνητισμός, παιδιά, εἶναι κάτι πραγματικά φοβερό, και διακρίνει αὐτούς πού πάσχουν ἀπό αἰσθήματα μειονεκτικότητος.

   Τέλος, οἱ ἄνθρωποι αυτοί, προκαλοῦν καί βλάβη στήν ἴδια τους τήν ὕπαρξη. Για παράδειγμα, δέν τρῶνε, ἔτσι, ἀπό ἀρνητισμό... καί βέβαια ἀρχίζουν νά ἀδυνατίζουν. Θέλουν νά ἀρρωστήσουν, για να προκαλέσουν στούς ἄλλους τόν οἶκτο. Ναί, νά ἀρρωστήσουν! Βέβαια, ἡ τελευταία βαθμίδα αὐτῆς τῆς βλάβης στην ἴδια τους τήν ὕπαρξη εἶναι ἡ αὐτοκτονία. Πάρα πολλοί ἄνθρωποι, ἀπό τέτοια αἰσθήματα, μειονεκτικότητος, φθάνουν ἀκόμη καί στήν αὐτοκτονία!

   Ἐδῶ λοιπόν βλέπουμε να προκαλεῖται ζημιά στον ἴδιο τόν ἑαυτό μας. Αὐτά εἶναι τά αἰσθήματα μειονεκτικότητος στην παθητική τους μορφή. 

   Για παράδειγμα, κάποιος νέος θέλει νά αὐτοκτονήσει ἐπειδή δέν μπορεῖ νά παντρευτεί μία κοπέλα. Ἄν τόν ρωτήσουμε γιατί θέλει νά τό κάνει αὐτό, θά μᾶς ἀπαντήσει: Γιά νά τήν ἐκδικηθώ!... Μά δέν τήν ἐκδικεῖται· τόν ἑαυτό του καταστρέφει. Βέβαια περιττό νά πῶ ὅτι στην περίπτωση αυτή υπάρχει μία τύφλωση, πού δέν μπορεῖ κανείς να δεῖ τήν πραγματικότητα. 

   Βλέπουμε λοιπόν πώς τά αισθήματα μειονεκτικότητος προκαλοῦν ἄλλοτε τόν αυταρχισμό, δηλαδή τήν δυναμικότητα, καί ἄλλοτε τήν παθητική στάση. Στήν πραγματικότητα όμως είναι το ίδιο συναίσθημα. Λένε οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας –τό ἔλεγαν καί οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες αυτό– ὅτι τά ἄκρα συναντώνται. Ἔφυγες από τη φυσιολογική σου στάση; ὅ,τι και να κάνεις, ἢ πᾶς πρός τά δεξιά ή πρός τα αριστερά, αυτά τα δύο ἄκρα συναντώνται. (Οι πρόγονοί μας συνιστοῦσαν τήν ἀποφυγή τῶν ὑπερβολῶν («μηδὲν ἄγαν» ἔλεγε ὁ Χείλων ο Λακεδαιμόνιος) καί τό μέτρον («μέτρον ἄριστον»), λέγοντας πως «ἡ ἀρετὴ κεῖται εἰς τὸ μέσον» (Αριστοτέλους, Πρὸς τὸν Πλάτωνα ὑπὲρ τῶν τεττάρων 170.28), τό in medio virtus τῶν Λατίνων. Καί οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἐπαινοῦν τήν μέση οδό, τήν βασιλική οδό. Ο Μ. Βασίλειος λέει: «Πρόσεχε σεαυτῷ μὴ παρατραπῆς τῆς ὁδοῦ, μὴ ἐκκλίνης δεξιὰ ἢ ἀριστερά· ὁδῷ μέσῃ καὶ βασιλικῇ πορεύου» (Λόγος εἰς τὸ Πρόσεχε σεαυτῷ, κεφ. Δ΄). Πρβλ. «ὁδῷ βασιλικῇ πορευσόμεθα, οὐκ ἐκκλινοῦμεν δεξιὰ οὐδὲ εὐώνυμα» (Αριθμ. 20, 17)

   Καί ἔτσι μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι αὐτό τό φαινόμενο τῶν αἰσθημάτων τῆς μειονεκτικότητος υπάρχει στις κοινωνίες τῶν ἀνθρώπων σέ κάθε ἐποχή, οἱ ὁποῖες πάσχουν ἀπ' αὐτά τά ἐγωιστικά φαινόμενα, πού πάντοτε  τα τρέφει τό ἐγωιστικό ἴδιον θέλημα. Θέλω να περάσει το δικό μου! Θέλω να κάνω αυτό! Θέλω να πετύχω αὐτό!... Βλέπετε τί μορφές παίρνει τό ἴδιον θέλημα; 

   Αλλά, σᾶς εἶπα, τό ἴδιον θέλημα είναι πολύπτυχο, ἔχει πολλές ἐκδηλώσεις. 

   Μιά ἄλλη ἐκδήλωση τοῦ ἰδίου θελήματος εἶναι καί ἡ ἰδιορρυθμία· εἶναι ὁ ἰδιόρρυθμος ἄνθρωπος, ὁ sui generis, ὅπως λέγεται λατινικά, εἶναι αὐτός δηλαδή πού ἀνήκει σέ ἕνα ἴδιον γένος, σε μία ιδιαίτερη τάξη, σε μία ιδιαίτερη κατηγορία, σέ μιά κατηγορία διαφορετική ἀπό ἐκείνη πού ζοῦν καί κινοῦνται οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι.

   Τό ἴδιον θέλημα, ἀκόμη, ἐμφανίζεται ὡς ἰδιοτροπία, ὡς ἰδιοτυπία· ὄχι μέ τή γόνιμη μορφή ιδιοτυπία, ὅπως ἡ πρωτοτυπία, ἀλλὰ ἰδιοτυπία ὡς καπρίτσιο (caprice), καί γενικά –προσέξτε αὐτό τό σημεῖο– ὡς ἔλλειψη προσαρμογῆς σε κάθε λογική, νόμιμη καί φυσική κατάσταση· υπάρχει μία άρνηση.

   Ἔτσι, ἕνας ἰδιόρρυθμος ἄνδρας δεν περνάει καλά όταν πάει στρατιώτης·  τον πειράζει το συσσίτιο, τόν πειράζει ὁ θάλαμος, τον πειράζουν οι συνάδελφοι, τόν πειράζουν τα καψόνια, τον πειράζει ἡ πειθαρχία, τόν ἐνοχλοῦν ὅλα!

   Ἕνας ἰδιόρρυθμος ἄνθρωπος δέν μπορεῖ κάπου να φιλοξενηθεῖ· αισθάνεται ὅτι ἔχει βγεῖ ἀπό τά νερά του. Δέν θέλει να πάει κάπου, γιατί δέν ἔχει αὐτήν τήν προσαρμοστικότητα· θέλει νά ζεῖ πάντοτε σ᾽ ἐκεῖνο πού ὁ ἴδιος ἔχει φτιάξει μέσα στον δικό του τόν χῶρο. 

   Ὅπως καταλαβαίνετε, ὁ ἰδιόρρυθμος ἄνθρωπος κατά βάση εἶναι ἐγωιστής βεβαίως, εἶναι ἀντικοινωνικός, είναι κουραστικός, καί γιά τόν ἑαυτό του αλλά και γιά τό περιβάλλον του. Πόσες φορές τέτοιους τύπους τούς παρακαλούμε για κάτι: κάνε αυτό, μεῖνε ἔτσι, τοποθετήσου ἔτσι... καί ἀρνοῦνται. Μᾶς κουράζουν αὐτοί οἱ ἄνθρωποι. Μας κουράζουν καί μέσα στήν οίκογένεια, καί μέσα στην κοινωνία, στην εργασία μας, και παντού.

   Ἕνα τρίτο σημεῖο, πού είναι καί αὐτό προϊόν του ἰδίου θελήματος, εἶναι ἡ ὑπερβολή.

   Ὅπως θά ξέρετε, οἱ πρωτόπλαστοι, μέ τήν πτώση τους, ἔχασαν τή φυσικότητα –ὦ, αὐτή ἡ φυσικότητα...– ἔχασαν τήν ἁπλότητα, ἔχασαν καί τό μέτρον· καί ἀφοῦ ἔχασαν το μέτρο, δέν μποροῦν πιά νά μετρήσουν.

   Ξέρετε τί σημαίνει εἶμαι Χριστιανός; Ξαναγυρίζω στη φυσικότητα, τήν ὄντως φυσικότητα· ξαναγυρίζω στην απλότητα. Μή νομίζετε ὅτι ἡ ἁπλότητα εἶναι κάτι εύκολο.

   Ἡ ἁπλότητα δέν εἶναι ἀρετή· είναι ἡ συνισταμένη τῶν ἀρετῶν. Μόνο ὁ ἅγιος ἔχει ἁπλότητα. Εἶναι μεγάλο πράγμα ή απλότητα· είναι επιστροφή, γύρισμα πίσω στήν ἀρχέγονη κατάσταση, εκείνη πού εἶχαν οἱ πρωτόπλαστοι μέσα στον παράδεισο. Σήμερα ὅμως λέμε άπλό ἕναν ἄνθρωπο ὅταν φοράει μπλου τζήν, καί δέν φοράει κουστούμι! Τον λέμε ἀκόμη ἁπλό ὅταν μπορεῖ να κάθεται στο πεζοδρόμιο και να μασουλάει πασατέμπο ἤ στραγάλια... να τρώει σουβλάκια ἢ ὅ,τι ἄλλο, κατά ἕναν τρόπο ανάρμοστο, ἁπλώνοντας καί  τίς ποδάρες του ἀδιάφορα!... Αὐτός, λέμε, ἔχει ἁπλότητα!

   Αὐτό ὅμως δέν εἶναι ἁπλότητα. Θά τό πῶ ἄλλη μία φορά: αὐτό δέν εἶναι ἁπλότητα! Αν δηλαδή μιλᾶς μέ τόν ὁποιονδήποτε, καθ' οιονδήποτε τρόπο, καί ἁπλώνεσαι καί γελᾶς καί κινεῖσαι ξεδιάντροπα, αὐτό δέν εἰναι ἁπλότητα. Πρός Θεοῦ! Αὐτό εἶναι θρασύτητα, εἰναι αυθάδεια, εἶναι κάτι που φανερώνει ὅτι εἶσαι ἀνάγωγος ἄνθρωπος, δέν ἔχεις ἀγωγή ἀπό τό σπίτι σου· δέν εἶναι ἁπλότητα. Ὤ, να ξέραμε τί εἶναι ἡ ἁπλότητα! Δύσκολο πράγμα! Είναι τό νά βλέπεις τά πράγματα ὅπως εἶναι, καί ὄχι ὅπως θά ἤθελες εσύ νά τά βλέπεις. Ἀλλά αὐτό, σᾶς ξαναλέω, εἶναι καρπός τῆς ἁγιότητος.

   Ἔτσι λοιπόν, χάνοντας οἱ πρωτόπλαστοι τή φυσικότητά τους, τήν ἁπλότητά τους, ἔχασαν καί τό μέτρο· δὲν μποροῦν πιά να κρίνουν. Οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες ἔλεγαν «μέτρον ἄριστον». (Τό «μέτρον ἄριστον» εἶναι ἀπό τά πιό γνωστά δελφικά παραγγέλματα καί ἀνήκει στον Κλεόβουλο τόν Λίνδιο (6ος αι. π.Χ.). Τά παραγγέλματα αυτά ἦταν ὑποθῆκες πού παρέδωσαν οἱ ἑπτά σοφοί στίς ἐπερχόμενες γενιές, ὠφελήματα ἀνθρώποις ἐς βίον) Ὥστε τό μέτρον εἶναι τό ἄριστον, τό καλύτερο. Εάν δέν ἔχει κανείς τό μέτρον, πέφτει σέ ἀκρότητες. Τότε ὅμως πῶς θά ξαναβρεῖ κανείς τόν ἑαυτό του; Μόνο ἄν γίνει Χριστιανός· ἀλλιῶς θά κινεῖται πάντα στήν ὑπερβολή ή στήν ἔλλειψη, δηλαδή στό μή μέτρο, στό ἄμετρο. Καί ὅπως θά ξέρετε, στήν ὑπερβολή ἤ στήν ἔλλειψη ὑπάρχει πάντοτε ἡ ἀκρότητα.

   Ἡ ὑπερβολή εἶναι καρπός τοῦ ἰδίου θελήματος, ὅπως σᾶς εἶπα, καί πολύ γρήγορα ἐπιφέρει στόν ἄνθρωπο σύγχυση, κόπωση, καί πνευματική, ψυχική, καί σωματική κόπωση –πολύ φυσικό, ἀφοῦ στερεῖται τοῦ μέτρου– ἀλλά καί μετά ἀπό τήν κόπωση, ὁ ἄνθρωπος πού δέν ἔχει τό μέτρο, πέφτει στήν ἀδιαφορία.

   Θά σᾶς πῶ ἕνα πολύ μικρό παράδειγμα.

   Ὅταν διαβάζουμε πολύ, γιά πάρα πολλές ὧρες, ὅταν δηλαδή ἔχουμε μία υπερβολή στο διάβασμα (ὅταν λέω ὑπερβολή, ὄχι ὅτι δέν πρέπει να διαβάσουμε, ἀλλά ὅταν ξεπεράσουμε τις δυνατότητές μας, ὅταν φτάσουμε πιά νά ἔχουμε μία κόπωση στόν ἐγκέφαλό μας, στο νευρικό μας σύστημα), τότε ἀπό τήν ὑπερβολή φθάνουμε στην κόπωση, καί ἀπό τήν κόπωση στήν ἀδιαφορία καί στήν ἀπέχθεια· δέν θέλουμε μετά νά δοῦμε βιβλίο στα μάτια μας! Πῶς συνέβη αυτό;

   Αὐτό συνέβη γιατί ξεπεράσαμε ἕνα μέτρο. Θά ἔπρεπε να σταματήσουμε, νά πᾶμε νά κοιμηθοῦμε· ἤ νά κάνουμε ἕνα διάλειμμα καί νά ἀσχοληθοῦμε μέ κάτι χειρονακτικό· νά πᾶμε νά κάνουμε μιά δουλειά, οἱ κοιπέλες στο σπίτι, τ' αγόρια λίγο να τρέξουν, να παίξουν, να σκάψουν τόν κῆπο τους, να κάνουν κάτι. Δηλαδή χρειάζεται νά ὑπάρχει μία ισορροπία μεταξύ τῶν διανοητικῶν καί τῶν σωματικῶν δυνάμεων.

   Ξέρετε, ὁ μέγας Ἀντώνιος, ὅταν ἦταν στήν ἔρημο, ἔκανε μόνο προσευχή καί μελέτη· ἦρθε ὅμως σέ ἕνα σημεῖο κοπώσεως. Σημειῶστε δέ ὅτι ὁ μέγας Ἀντώνιος ἔφυγε εἴκοσι χρονῶν γιά τήν ἔρημο, ἔμενε μόνος του, καί πέθανε, κοιμήθηκε ἑκατόν πέντε ἐτῶν. Ἔμεινε λοιπόν στήν ἔρημο ὀγδόντα πέντε χρόνια. Γιά ζῆσε, ἄν μπορεῖς, ὀγδόντα πέντε χρόνια στήν ἔρημο!...

   Τόν πρῶτο καιρό λοιπόν ἀσχολεῖτο μόνο μέ τήν προσευχή καί τή μελέτη· μέ τίποτε ἄλλο· δηλαδή εἶχε ἀποκλειστικά πνευματική ενασχόληση, ὄχι σωματική. Κουράστηκε ὅμως καί ἔπεσε σέ μιά ἀδιαφορία, σέ μιά ἀκηδία, ὅπως λέγεται στη γλώσσα τήν ἀσκητική, σέ  μία πνευματική τεμπελιά, σέ μιά χαύνωση. Εἶδε λοιπόν μπροστά του ἕναν ἄνθρωπο πού τοῦ ἔμοιαζε, θα λέγαμε τόν σωσία του, ὁ ὁποῖος δέν μιλοῦσε, ἀλλά ἔκανε χειρονακτική ἐργασία· ἔσκαβε, φύτευε καί τά λοιπά· ὕστερα ἄφηνε τό ἐργόχειρό του καί προσευχόταν. Τόν κοιτοῦσε ὁ ἅγιος Αντώνιος. Ἦταν ἄγγελος, πού πῆρε τήν μορφή τοῦ μεγάλου Ἀντωνίου, γιά νά τοῦ διδάξει ὅτι ἔπρεπε νά βάλει στο πρόγραμμά του καί τήν χειρονακτική εργασία. Ἔτσι, κατάλαβε ὁ μέγας Ἀντώνιος ὅτι ἔπρεπε νά κάνει καί χειρονακτική εργασία. (Βλ. Εἶπε Γέρων, ἐκδ. οἶκος Αστήρ, Ἀθῆναι 1974, σ. 9)

   Βλέπετε τί φοβερό πράγμα εἶναι ἡ μονομέρεια; Φοβερό πράγμα!

   Μιά κοπέλα που σπουδάζει δέν σημαίνει ὅτι δέν πρέπει να κάνει νοικοκυριό. Ἕνας νέος πού σπουδάζει δέν σημαίνει ὅτι δέν πρέπει να βοηθήσει τόν πατέρα του στήν ἐργασία του, καί γενικά σε μία εργασία χειρονακτική. Καί τότε ὁ μέγας Αντώνιος εἰσήγαγε στή ζωή του καί τή χειρονακτική εργασία, καί ἔτσι ἐπῆλθε ἰσορροπία καί ἁρμονία τῶν ψυχοσωματικῶν του δυνάμεων. Ὡραιότατα!

   Ὁ ἄνθρωπος εἶναι πλασμένος νά ἐργάζεται καί σωματικά καί πνευματικά· οὔτε μόνο τό ἕνα, οὔτε μόνο τό ἄλλο. Ἔτσι βλέπει κανείς ὅτι μποροῦμε νά φυλαχτοῦμε ἀπό τό θέμα τῆς μονομέρειας. Αν δέν ἦταν τά πράγματα ἔτσι, νά ρέπει δηλαδή ὁ ἄνθρωπος στήν ὑπερβολή ἤ στήν ἔλλειψη, δέν θά ἔλεγε ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ «καὶ φυλάξεσθε ποιεῖν ὃν τρόπον ἐνετείλατό σοιΚύριος ὁ Θεός σου· οὐκ ἐκκλινεῖτε εἰς δεξιὰ οὐδὲ εἰς ἀριστερά» (Δευτ. 5, 32), δέν θά ἀποκλίνετε οὔτε ἀριστερά οὔτε δεξιά. Ποιό εἶναι τό ἀριστερά; Ἡ ἔλλειψη, ἡ παράβαση. Ποιό εἶναι τό δεξιά; Ἡ ὑπέρβαση. Στό ἴδιο παράδειγμα, το διάβασμα: Τί σημαίνει κλίνω ἀριστερά; Δέν διαβάζω. Τί σημαίνει κλίνω δεξιά; Διαβάζω παραπάνω ἀπό τίς δυνάμεις μου, ὑπερβολικά. Τί πρέπει νά κάνω; Να διαβάζω σωστά· οὔτε παράβαση οὔτε ὑπέρβαση.

   Ὁ μέγας Βασίλειος λέει: «Μεσότης καὶ συμμετρία τις ἡ ἀρετή»· ἡ μεσότητα καί ἡ συμμετρία εἶναι ἡ ἀρετή. Δέν λέει ἀκρότης· λέει μεσότης· τά ἄκρα συναντῶνται. Κάθε ἀρετή ἔχει τή μεσότητα, εἶναι στή μέση δηλαδή, καί τήν συμμετρία. «Αἱ δὲ ἐφ' ἑκάτερα τὴν ἀρετὴν ἐκβαίνουσαι ὑπερβολαὶ καὶ ἐλλείψεις, ἀμετρία καὶ αἶσχος» (Εἰς τὸν προφήτην Ησαΐαν, 174, PG 30, 409C)· οἱ ὑπερβολές ὅμως καί οἱ ἐλλείψεις πού ξεφεύγουν ἀπό τά δεξιά καί τά ἀριστερά τῆς ἀρετῆς εἶναι ἀμετρία καί αἶσχος. Ὅταν ὅμως ἀπό ἀριστερά καί ἀπό δεξιά τήν ἀρετή τήν ξεπερνοῦν οἱ ὑπερβολές καί οἱ ἐλλείψεις, τότε αὐτό εἶναι ἀμετρία καί αἶσχος, εἶναι καταστροφή καί ἀποτυχία.

   Ὅπως καταλαβαίνετε, τό θέμα του μέτρου εἶναι πολύ σημαντικό. Ἡ Ἁγία Γραφή δέ, στο βιβλίο τῶν Παροιμιῶν, τό λέει ὡς ἑξῆς: «Μέλι εὑρὼν φάγε τὸ ἱκανόν, μήποτε πλησθεὶς ἐξεμέσῃς» (Παρ. 25, 16· 27). Ὅταν βρεῖς μέλι, φάε ἀρκετό, ὅσο σου χρειάζεται, μήπως, γεμίζοντας ἐντελῶς τό στομάχι σου, κάνεις εμετό. Αὐτό εἶναι κάτι πού τό χρησιμοποιοῦν πάρα πολύ οἱ νηπτικοί Πατέρες. Φάε ἀρκετό, ὅσο θέλεις. Πρόσεξε ὅμως· μή φᾶς παραπάνω ἀπό ἐκεῖνο πού μπορεῖς νά φᾶς, γιατί θά τό ξεράσεις. Καί παρακάτω: «ἐσθίειν μέλι πολὺ οὐ καλόν»· τό να τρώει κανείς πολύ μέλι δέν εἶναι καλό.

   Θά ἔλεγε κανείς: Μά εἶναι κακό να φάω μέλι;... Ὄχι· ἀλλά μή φᾶς πολύ, γιατί θά ξεράσεις.

   Σᾶς ἐξήγησα λοιπόν ὅτι καί τά καλά, ὅταν κάποτε τα κάνουμε παραπάνω ἀπ' ὅ,τι πρέπει, δέν εἶναι κάτι καλό. (Βλ. Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγος Θεολογικός Α', PG 36, 16D : «... ἢ μέλιτος μὲν πλησμονὴ καὶ κόρος ἔμετον ἐργάζεται, καίπερ ὄντος μέλιτος, ... καὶ τὸ καλὸν οὐ καλόν, ὅταν μὴ καλῶς γίνηται», ἁγ. Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, Ἱερά Παράλληλα, Ϛ', PG 96, 169Β) Ἂς ποῦμε, τί λέει ἡ Ἐκκλησία; Ξέρετε, ἡ Ἐκκλησία μας κρατάει τό μέτρο· μᾶς λέει θά νηστεύεις Τετάρτη, Παρασκευή και Σαρακοστές. Εάν τώρα ἐσύ θέλεις να νηστεύεις παραπάνω, χρειάζονται προϋποθέσεις. Αν κάνεις κάτι παραπάνω, θα πάθεις ζημιά, θα χαθεῖς! Τό παραπάνω ὑπάρχει μέν, ἀλλά μέ προϋποθέσεις. Ἄν θα γίνει, θα πρέπει νά ἔχει τήν ἔγκριση πάλι τῆς Ἐκκλησίας, τοῦ  πνευματικοῦ.

   Λέγεται ὅτι κάποτε ἕνας ἀσκητής δέν πήγαινε τό Πάσχα, παρακαλῶ, να φάει μέ τούς ἄλλους μοναχούς γιά νά μή φάει λάδι! Τό Πάσχα!... Αὐτός ὁ ἄνθρωπος ἔκανε μία ὑπερβολή, καί ἔφθασε βέβαια στο σημείο νά δεχθεῖ ἀπό τόν διάβολο ἕνα ὅραμα, ὅτι βρισκόταν πιά σέ ἀκρότητα ἁγιότητος, καί ὅτι ἂν ἔπεφτε μέσα σ' ἕνα πηγάδι –ὅπως εἶχε πεῖ κάποτε ὁ διάβολος καί στόν Ἰησοῦ Χριστό πέσε ἀπό τό αέτωμα τοῦ ναοῦ–(Ματθ. 4, 6. Λουκᾶ 4, 10) ὅτι δέν θα πάθαινε τίποτα· καί πῆγε ὁ ταλαίπωρος, ὁ φτωχός ἀσκητής στο πηγάδι κι ἔπεσε, καί βέβαια σκοτώθηκε. 

   Βλέπετε τί εἶναι ἡ ὑπερβολή;... Ὅταν δέν ὑπάρχει το φάρμακό της, δηλαδή ή διάκριση, νά ξεχωρίσω τί πρέπει να κάνω, σέ ποιά ὅρια θα φτάσω, κινδυνεύω.

   Βέβαια περιττό νά σᾶς πῶ ὅτι τήν ὑπερβολή τήν ἔχουμε ἐμεῖς ἀπό τήν ἄλλη μεριά. Ἂς ποῦμε, νά πιεῖς κρασί. Τό νά πιεῖς κρασί εἶναι νόμιμο ἀλλά ἐάν πίνεις πολύ, θά γίνεις μέθυσος. 

   Ἴσως μερικές καί μερικοί νά παρανοήσετε αὐτά πού λέω, καί νά πεῖτε στους γονεῖς σας: Μᾶς εἶπε ὁ πατήρ Αθανάσιος πώς ὅ,τι κάνουμε νά μήν εἶναι πολύ ἀλλά μέ μέτρο, ὅπως ἀκριβῶς ἔλεγαν καί οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες, «μέτρον ἄριστον». Μπορῶ λοιπόν να παίξω καί λίγο χαρτιά... μπορῶ νά κάνω καί λίγη παρέα μέ κάποιους πού δέν πρέπει... μπορῶ νά δῶ καί λίγο τηλεόραση... ὄχι πολύ!

   Προσέξτε· αὐτό τό ὄχι πολύ η Αγία Γραφή τό λέει στο μέλι, δηλαδή στα καλά πράγματα. Γιά τά κακά πράγματα δεν τίθεται θέμα. Δέν ὑπάρχει περίπτωση νὰ ποῦμε ὅτι μπορεῖς νά παίζεις λίγο χαρτιά, νά ἔχεις για λίγο κάποια κακή συναναστροφή, να κάνεις λίγο ἐκεῖνο πού δέν πρέπει... Αλλοίμονο! Μόνο ἐπί καλῶν πραγμάτων ἐπιδιώκουμε τό μέτρο· ὄχι ἐπί κακῶν.

   Παρεμφερῶς τώρα σᾶς λέω ὅτι ὑπάρχει ἐκεῖνο τό χωρίο τοῦ ἀποστόλου Παύλου, ἀπό τήν Α΄ Πρός Θεσσαλονικεῖς ἐπιστολή του, πού λέει «πάντα δοκιμάζετε, τὸ καλὸν κατέχετε» (Α΄ Θεσ. 5, 21), καί μερικοί τό ἔχουν σάν καραμέλα καί λένε: Κοίταξε νά δεῖς· τά πάντα να δοκιμάζετε, τό καλό να κατέχετε. Αν δέν γνωρίσεις τόν κόσμο... Καί πῶς θά γνωρίσεις τόν κόσμο; Θά πᾶς καί στον χορό, θα πέσεις καί στήν ἁμαρτία, καί θά μεθύσεις... Τί ἄνδρας εἶσαι; τί γυναίκα εἶσαι, ἄν δέν δοκιμάσεις αὐτά τά πράγματα;...

   Παιδιά, τό «πάντα δοκιμάζετε, τὸ καλὸν κατέχετε» σημαίνει νά ἐξετάζετε τά πάντα, καί τό καλό να κρατᾶτε. Αμέσως παρακάτω λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «ἀπὸ παντὸς εἶδους πονηροῦ ἀπέχεσθε» (Α' Θεσ. 5, 22). Εἴδατε τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ τί ὑπαγορεύει παρακάτω; Από κάθε πονηρό πράγμα θά ἀπέχετε!

   Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀναφέρεται στις προφητεῖες πού λέγονταν μέσα στήν ἐκκλησία. Ὅσοι δηλαδή εἶχαν προφητικό χάρισμα ἀνέβαιναν στόν ἄμβωνα –ἄς τό πῶ ἔτσι ἁπλᾶ– καί ἔλεγε ὁ καθένας ἐκεῖνο πού τοῦ ἔδινε τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ. Ἦταν ὅμως πάντοτε από τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ; Καί λέει τώρα: Τα πάντα πού λέγονται να τα δοκιμάζετε· ἀκοῦστε το καί κρίνετέ το ἄν εἶναι ἀπό τόν Θεό ἢ δέν εἶναι ἀπό τόν Θεό. Θα κρατήσετε τό καλό· ἐκεῖνο ὅμως πού δέν εἶναι καλό θά τό πετάξετε. Δέν ἀναφέρεται λοιπόν ἐπί κακῶν πράξεων. Προσέξτε το· ὁ Θεός να φυλάξει. 

   Καί βέβαια περιττό εἶναι νά σᾶς πῶ ὅτι τήν ὑπερβολή τήν κινεῖ πάντοτε ὁ ἐγωισμός, τό ἴδιον θέλημα, ὁ διάβολος.

   Υπάρχει καί ἕνα τέταρτο· εἶναι ἡ ἀπολυτότητα· ὅταν δηλαδή κανείς θέλει να γενικεύει τά πάντα. Καί ὅπως ξέρετε, ἡ γενίκευση εἶναι ἁμάρτημα τῆς διανοίας. Δυστυχῶς δέν μᾶς μένει πολύς χρόνος νά τά ἐξηγήσουμε πολύ καθαρά αυτά.

   Ἂς ποῦμε, εἶδα ἕναν ἱερέα να κάνει κάτι κακό. Αμέσως σπεύδω νά πῶ: Ὅλοι οἱ ἱερεῖς εἶναι ἴδιοι, ὅλοι κάνουν τό ἴδιο...! Γιατί ὅλοι οἱ ἱερεῖς...; Εἶναι αὐτό πού λέει ὁ λαός: τά ποντίκια ἔφαγαν τό τυρί. Μά ἕνας ποντικός ἔφαγε τό τυρί· γιατί λέμε τα ποντίκια ἔφαγαν τό τυρί; Αὐτό λέγεται γενίκευση, καί ἡ γενίκευση εἶναι καρπός τῆς ἀπολυτότητος.

   Βέβαια, περιττό νά σᾶς πῶ, ἡ ἀπολυτότητα προδίδει πολύ ἐγωισμό, μιά ακαμψία, μια μονομέρεια, μια ἀπουσία διακρίσεως, μιά ἔλλειψη σοφίας, ἔλλειψη συνέσεως, ἔλλειψη φρονήσεως. Ὡς πνευματικοί, λέμε σέ κάποιον: Κοίταξε να δεῖς, αὐτό πού ἔκανες δέν ἦταν σωστό. Κι ἐκεῖνος ἀμέσως: Ἄ, δέν ξαναπάω ἐκεῖ, σ' αὐτόν!... Μά, για στάσου, μπορεῖ νά μήν εἶναι ἔτσι, μήν εἶσαι απόλυτος. Τό ἀκοῦμε αὐτό καθημερινά.

   Ἡ ἀπολυτότητα λοιπόν εἶναι ἐπικίνδυνο πράγμα.

   Ὅλα, ὅπως σᾶς εἶπα, παιδιά, καλλιεργοῦν τό ἴδιον θέλημα.

   Και τώρα τίθεται τό ἐρώτημα, στα πολύ λίγα λεφτά πού μᾶς μένουν: ποιό είναι τό φάρμακο;

   Παιδιά, τό φάρμακο εἶναι ἡ ταπείνωση, εἶναι ἡ ὑπακοή, εἶναι ἡ ἀπουσία τοῦ ἰδίου θελήματος, τοῦ προσωπικού μας θελήματος. Πότε ἔχω ταπείνωση καί ύπακοή; ὅταν ἔχω ἐξορίσει τό ἴδιον θέλημά μου.

   Τό μέτρο μᾶς τό δίνει ὁ ἴδιος ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Ἐπειδή ὁ Ἀδάμ εἰσήγαγε τό ἴδιον θέλημα, ἔρχεται ὁ νέος Ἀδάμ νά τό ἀποβάλει, γιά νά διορθώσει τόν παλαιό Αδάμ καί τούς ἀπογόνους του. 

   Ἀκοῦστε τί γράφει στην Προς Φιλιππησίους ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «Μὴ τὰ ἑαυτῶν ἕκαστος σκοπεῖτε, ἀλλὰ καὶ τὰ ἑτέρων ἕκαστος. τοῦτο γὰρ φρονείσθω ἐν ὑμῖν ἢ καὶ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, ὃς ἐν μορφῇ Θεοῦ ὑπάρχων οὐχ ἁρπαγμὸν ἡγήσατο τὸ εἶναι ἴσα Θεῷ, ἀλλ' ἐαυτὸν ἐκένωσε μορφὴν δούλου λαβών, ἐν ὁμοιώματι ἀνθρώπων γενόμενος, καὶ σχήματι εὑρεθεὶς ὡς ἄνθρωπος ἐταπείνωσεν ἑαυτὸν γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δὲ σταυροῦ.» (Φίλιπ. 2, 4-8)

   Δηλαδή: Μή σκέπτεται ὁ καθένας μόνο γιά τό δικό του συμφέρον, ἀλλά καί γιά τά συμφέροντα τῶν ἄλλων. Ἄς ὑπάρχει μέσα σας αὐτό τό φρόνημα τῆς ταπεινώσεως, αὐτό πού ὑπάρχει καί στόν Ἰησοῦ Χριστό, ὁ Ὁποῖος, ἄν καί εἶχε τήν ἴδια ουσία μέ τόν Θεό, δέν θεώρησε τήν ἰσότητά Του μέ τόν Θεό ὡς ἁρπαγή, ἀλλά ἄδειασε τόν ἑαυτό του ἀπό τή δόξα Του, παίρνοντας τή μορφή δούλου, ἀφοῦ ἔγινε ὅμοιος μέ τούς ἀνθρώπους, καί, παρουσιαζόμενος ὡς ἄνθρωπος, ταπείνωσε τόν ἑαυτό του δείχνοντας ὑπακοή μέχρι θανάτου, καί μάλιστα θανάτου σταυρικοῦ!

   Να λοιπόν τό ὑπόδειγμά μας, παιδιά.

   Οἱ πρωτόπλαστοι απέρριψαν τό θεῖο θέλημα καί εἰσήγαγαν τό ἴδιον θέλημα. Ἀπό ἐδῶ ξεκινοῦν ὅλες οἱ ἀκαταστασίες, ὅλοι οἱ ἐγωισμοί, ὅλες οἱ αἱρέσεις, ὅλες οἱ φατρίες καί ὅλες οἱ διαιρέσεις.

   Σήμερα, ὅσο ποτέ ἄλλοτε, το παιδαγωγικό καί τό ἐκπαιδευτικό μας σύστημα εὐνοεῖ τήν καλλιέργεια τοῦ ἰδίου θελήματος. Προσέξτε αυτό πού σᾶς εἶπα. Τά σχολεῖα μας εὐνοοῦν τήν ἀνάπτυξη τοῦ ἰδίου θελήματος, πάντοτε ὑπό τό πρόσχημα μιᾶς κακῶς νοουμένης ἐλευθερίας.

   Καιρός λοιπόν νά ἐπισημάνουμε τά πράγματα, γι' αὐτό κάνουμε καί τά μαθήματα αυτά, γιά νά διορθωθοῦμε. Κι ἂς τό ξέρουμε: ἁγιότητα μέ παρουσία ἰδίου θελήματος εἶναι παντελῶς-παντελῶς ἀδύνατη!

   Θα συνεχίσουμε τήν ἐρχόμενη Κυριακή, πρῶτα ὁ Θεός.

Κυριακή, 4 Νοεμβρίου 1984


54η ομιλία στην κατηγορία « Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία ».

►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
" Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία " εδώ ⬇️
https://arnion.gr/index.php/palaia-diauhkh/xristianikh-kosmologia-anurvpologia
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40pgmRsIiRCioth8a5E4bM7r

Απομαγνητοφώνηση :
Ιερά μονή Κομνηνείου.
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

🔸Λίστα ομιλιών της σειράς «Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία.».🔻
https://drive.google.com/file/d/1PKTpnYb1nptUbWKH5jo6DJwk7IVel9BA/view?usp=drivesdk

🔸📜 Απομαγνητοφωνημενες ομιλίες της σειράς «Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία.».🔻
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/search/label/%F0%9F%94%B9%CE%A7%CF%81%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B9%CE%B1%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%AE%20%CE%9A%CE%BF%CF%83%CE%BC%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1%20~%20%CE%91%CE%BD%CE%B8%CF%81%CF%89%CF%80%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1.?m=1

🔸Επεξηγηματικό βίντεο Ασπάλαθου.
https://youtu.be/8tNfAHRkTCk

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️ https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__ 

https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου. https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.