†. Σε όλους μας είναι γνωστός, αγαπητοί μου, ο θαυμάσιος εκείνος διάλογος που διημείφθη ανάμεσα εις τον Κύριον και την Σαμαρείτιδα γυναίκα, όπως ακούσαμε σήμερα στην ευαγγελική περικοπή, Κυριακή της Σαμαρείτιδος.
Ο διάλογος αυτός ανοίχθηκε πλάι στο πηγάδι του Ιακώβ, του προγόνου Ιακώβ, όταν ο Κύριος εκάθισε κουρασμένος από το ταξίδι του από την Ιουδαία στην Γαλιλαία. Αλλά έπρεπε, για λόγους συντομίας οδού, να περάσει από την Σαμάρεια. Ήταν Ιουδαία-Σαμάρεια-Γαλιλαία. Όπως θα λέγαμε, Πελοπόννησος-Θεσσαλία-Μακεδονία. Για να πάρομε, έτσι, μία εικόνα. Η Γαλιλαία ήταν βορεία επαρχία.
Οι μαθηταί είχαν πάει ως την πόλη για να αγοράσουν τροφές. Ο Κύριος τούς περίμενε εκεί στο πηγάδι του Ιακώβ. Στο διάστημα αυτό κατέφθασε μία γυναίκα Σαμαρείτιδα, δηλαδή καταγομένη από την πόλιν της Σαμαρείας. Και τότε ανοίχθηκε αυτός ο θαυμάσιος διάλογος, με αντικείμενον, κύριο θέμα, περί Θεού και περί Μεσσίου. Εκείνη, έκπληκτη από τους λόγους του Κυρίου, σπεύδει στην πόλη να αναγγείλει στους συμπατριώτες της περί του Μεσσίου. Ότι: «Μήπως είναι αυτός ο Μεσσίας;». Στο μεσοδιάστημα όμως επέστρεψαν οι μαθηταί από την πόλη και ετοίμασαν ένα πρόχειρο γεύμα.
Ο Κύριος όμως που ανέμενε την Σαμαρείτιδα, την ανέμενε να επιστρέψει μαζί με τους συμπατριώτες της, απαντάει εις τους μαθητάς που του είπαν να φάει: «Ἐγὼ βρῶσιν ἔχω φαγεῖν(: Εγώ έχω φαγητό να φάγω), ἣν ὑμεῖς οὐκ οἴδατε(: το οποίον φαγητό σεις δεν γνωρίζετε). Ἐμὸν βρῶμά ἐστιν ἵνα ποιῶ τὸ θέλημα τοῦ πέμψαντός με καὶ τελειώσω αὐτοῦ τὸ ἔργον(: διότι το δικό μου φαγητό είναι να κάνω, να ολοκληρώσω το έργον Εκείνου που με έστειλε, του Πατρός μου, του Θεού). Ἰδοὺ λέγω ὑμῖν, ἐπάρατε τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑμῶν καὶ θεάσασθε τὰς χώρας, ὅτι λευκαί εἰσι πρὸς θερισμὸν ἤδη(: Να, κοιτάξτε, σηκώστε τα μάτια σας, κοιτάξτε τα χωράφια, που έχουν ασπρίσει τα στάχυα και είναι έτοιμα για θερισμό, περιμένουν τους θεριστάς τα στάχυα)».
Δηλαδή, με άλλα λόγια, ποια ήταν η βρώσις του Κυρίου Ιησού, που είπε: «Εγώ έχω να φάγω;». Ήταν η σωτηρία των ανθρώπων. Αυτό ήταν το κύριο μέλημα του Ιησού Χριστού· που εξάλλου και γι'αυτό ήρθε εις τον κόσμον αυτόν. Και όπως λέγει και ο Οίκος της εορτής -είναι ένα… να το πω χοντρικά, τροπάριον που ακούσαμε στον Όρθρον και λέγεται «οίκος» αυτό το ιδιαίτερο τροπάριο: «Ἦλθε – λέγει, εκεί - ἐκζητῶν τὴν εἰκόνα αὐτοῦ». « Ήλθε γυρεύοντας τη δική Του εικόνα». Γιατί ο άνθρωπος είναι εικόνα του Θεού Λόγου. Ακριβέστατα, δεν είναι εικών του Θεού ο άνθρωπος, αλλά είναι εικών του Θεού Λόγου του Ενανθρωπήσαντος, έστω κι αν είναι πρωθύστερον το σχήμα, ότι προϋπήρξε ο Αδάμ της Ενανθρωπήσεως του Υιού, ο δε Ιησούς Χριστός, με την ανθρωπίνη Του φύση είναι εικών του ουρανίου Πατρός. Συνεπώς ο άνθρωπος είναι εικών εικόνος. Μας το λέγει πολύ ωραία αυτό ο άγιος Ειρηναίος Λυώνος.
«Ἦλθε – λοιπόν - ἐκζητῶν τὴν εἰκόνα αὐτοῦ». «Ήλθε γυρεύοντας την εικόνα Του, τον άνθρωπο». Ειδικότερα, λέγει, ένα κεκραγάριο του Όρθρου, πάλι τροπάριο του Όρθρου είναι. Έχουν ειδική θέση, ειδική σημασία, γι'αυτό και έχουν ειδικά ονόματα αυτά όλα: «Ἐπὶ τὴν πηγὴν ἐπέστη, ἡ πηγὴ τῶν θαυμάτων, ἐν τῇ ἕκτῃ ὥρᾳ, τῆς Εὔας ζωγρῆσαι καρπόν». Λέγει: « Η Πηγή ήρθε και κάθισε στην πηγή· γιατί ο Χριστός είναι η πηγή της ζωής. Και ήρθε εκεί, που είναι η πηγή των θαυμάτων, το κεφαλάρι των θαυμάτων, ήρθε εκεί στην πηγή του Ιακώβ να καθίσει το μεσημέρι, ἐν τῇ ἕκτῃ ὥρᾳ». Ποιος; «Ζωγρῆσαι τῆς Εὔας καρπόν». Ζωγρέω-ῶ, κατά λέξη θα πει ψαρεύω. Αλλά εδώ, να μαζέψει τον καρπόν της Εύας. Ποιος ήταν ο καρπός της Εύας; Η Σαμαρείτιδα γυναίκα. Ήρθε εκεί ακριβώς για να μαζέψει τον καρπό της Εύας. Τι ωραία που είναι η Υμνογραφία και πόσο ακριβολογεί! Γι'αυτό και την χρησιμοποιούμε, αγαπητοί μου, πάρα πολλές φορές.
Ιδιαίτερα μας συγκινεί ο λόγος του Κυρίου που είπε στους μαθητάς Του: «Ἐπάρατε τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑμῶν(:Σηκώστε τα μάτια σας να ιδείτε) καὶ θεάσασθε τὰς χώρας(: για να δείτε και δείτε τα χωράφια), ὅτι λευκαί εἰσι πρὸς θερισμὸν ἤδη». «Ότι λεύκαναν, άσπρισαν, ξεράθηκαν, έτοιμα για θέρισμα». Κι εννοούσε, εννοείται, τους πνευματικούς αγρούς, τους ανθρώπους.
Ο Κύριος ήθελε να τονίσει τις πνευματικές ανάγκες της κάθε εποχής- που πρέπει να κατανοούνται αυτές οι ανάγκες. Είναι μία ωραία εικόνα αυτών των κατάλευκων σταχυών που περιμένουν τον θερισμό. Δηλαδή, περιμένουν το Ευαγγέλιον. Να ωριμάσουν οι άνθρωποι.
Και ποιες είναι αυτές οι ανάγκες; Αγαπητοί μου, δύο θεμελιώδεις και βασικές. Όλα τα άλλα έπονται. Πρώτον: Η γνώσις του αληθινού Θεού και του Μεσσίου. Δεύτερον: Η λατρεία του αληθινού Θεού. Θα το λέγαμε ως εξής: Πολλές φορές χρησιμοποιώ τούτο το σχήμα, δεν πειράζει αν το επαναλαμβάνω. Τρία πράγματα είναι. Ο Θεός, εγώ, ο άνθρωπος, και ο τρόπος που θα προσεγγίσω τον Θεόν. Το μέσον. Έτσι, εγώ είμαι το υποκείμενο -δεν σας κάνω συντακτικό-· εγώ είμαι το υποκείμενο. Ο Θεός είναι το αντικείμενον. Και η σχέση μου με τον Θεό είναι ο τρόπος που θα πλησιάσω τον Θεό. Αν το θέλετε, και ο Θεός να πλησιάσει εμένα. Κατά το «ἔκλινεν οὐρανούς καί κατέβη». Εκείνος έρχεται και εγώ πηγαίνω και συναντούμεθα.
Έτσι, η γνώσις του Θεού είναι θεμελιωδεστάτης σημασίας. Βεβαίως. Αλλά και η οδός είναι σπουδαία. Είναι ο Μεσσίας. Ο Μεσσίας είναι η οδός. «Εγώ είμαι η Οδός», είπε ο Χριστός. Η οδός που οδηγεί πού; Προς τον Πατέρα. Αλλά και μετά, όταν γνωρίσω την οδόν –κρατήσατέ το αυτό, κάτι θα σας πω στο τέλος- και γνωρίσω και τον Πατέρα, βασικά, χοντρικά τον Θεόν, τότε δεν μου μένει παρά η λατρεία μου προς Εκείνον. Γιατί αυτός είναι ο σκοπός αυτής της γνώσεως.
Αλλά ας τα δούμε από πιο κοντά αυτά. Η γνώσις του αληθινού Θεού και του Μεσσίου. Αλήθεια, ο διάλογος που ανοίχθηκε με την Σαμαρείτιδα απέβλεπε εις την αποκάλυψιν του αληθινού Θεού. Οι Σαμαρείτες ήσαν περίπου ειδωλολάτρες. Από μία ιστορική ατυχία. Και δεν είχαν σαφή και ακριβή γνώση του Θεού. Αυτή η ιστορική ατυχία τους ήτανε, σας είπα, επαρχία ήταν, όλος ο Ισραήλ. Και μάλιστα έμεναν στο βόρειο μέρος, έμεναν οι δέκα φυλές. Από μία ιστορική ατυχία. Ε, καταληφθέντες από εχθρούς, έτυχαν μετοικεσίας. Αυτό που γίνεται σήμερα στην βόρειον Κύπρον. Να διώξομε από κει τους κατοίκους τους Έλληνας και να εποικίσομε Τούρκους.
Αυτό το πράγμα, αυτή η αλλαγή του πληθυσμού επιφέρει φοβερά αποτελέσματα. Είναι αρχαία η μέθοδος. Και την χρησιμοποιούν συνήθως οι βάρβαροι. Ναι. Ποτέ δεν την χρησιμοποιούν οι πολιτισμένοι άνθρωποι αυτήν την μέθοδο. Γι'αυτό, σας είπα, είχαν μία ιστορική ατυχία. Εν τοιαύτη περιπτώσει, σ’ αυτήν την αλλαγή των πληθυσμών, ξέχασαν τον αληθινό Θεό. Μπερδεύτηκαν με εκείνους οι οποίοι είχαν έρθει από άλλη περιοχή, από άλλη χώρα, και ήσαν σχεδόν -δεν ξέχασαν ολότελα τον αληθινό Θεό- σχεδόν είχαν καταντήσει ειδωλολάτρες. Το ίδιο συμβαίνει, είδατε, και στην εποχή μας, κατά δυστυχίαν. Η γνώσις, λοιπόν, του αληθινού Θεού φοβερά υστερεί, όπως και τότε και σήμερα, ανάμεσα εις τους Χριστιανούς μας. Ναι. Υστερεί!
Η αθεΐα δεν δέχεται καν την ύπαρξιν του Θεού. Ο πανθεϊσμός, αυτός που ταυτίζει τον Θεόν με την φύση ή θεοποιεί την φύση. Ο πανθεϊσμός συγχέει τον Θεό με τη φύση. Δηλαδή ειδωλολατρία. Ο δεϊσμός- δεϊσμός, δέλτα- δέχεται Θεόν υπερβατικόν, αδιάφορον όμως έναντι της Δημιουργίας. «Έκανε», λέγει, «ο Θεός τον κόσμον, δεν τον ενδιαφέρει πλέον τον Θεόν τίποτε. Ευρίσκεται εις την μακαριότητά Του. Τι δα;». Το λέμε. Χωρίς να το καταλαβαίνομε, είμαστε Δεϊσταί. «Τι δα; Ο Θεός θα ασχολείται μ’ εμάς τους μικρούς; Η δική Του η μεγαλοπρέπεια θα ασχοληθεί με εμάς;». Δεϊσμός είναι. Δεϊστική αντίληψις. Προσέξτε με δέλτα. Δεϊστική.
Η πολυθεΐα ακόμα, δέχεται θεωμένες τις δυνάμεις της φύσεως. Λέμε: «Τι ωραία πράγματα που δημιουργεί η φύσις! Τι πράγματα δημιουργεί ο ήλιος!». Ο ήλιος δημιουργεί; Ο ήλιος είναι δημιούργημα. Απλώς είναι όλα μέσα στο πρόγραμμα της Δημιουργίας, που ο Θεός έτσι όλα αυτά τα θέλει. Πάντως η πιο τραγική άγνοια του ανθρώπου μετά την πτώση των Πρωτοπλάστων είναι η άγνοια του Θεού. Το πρώτο σύμπτωμα. Ο Αδάμ και η Εύα Τον εγνώριζαν τον Θεόν. Τα παιδιά τους Τον εγνώριζαν τον Θεόν. Παρακάτω, παρακάτω, ελησμονούσαν τον Θεόν. Και Τον έχασαν από τον οπτικό τους ορίζοντα. Εκείνο που είχαν μπροστά τους ήτανε μόνον η φύσις. «Η φύση, ο ήλιος, όλα αυτά τα πράγματα εμένα με ζωογονούν. Αυτός λοιπόν είναι ο Θεός μου»... Αμέσως οι άνθρωποι ειδωλολάτρησαν. Είναι το πρώτο σύμπτωμα της πτώσεως. Η ειδωλολατρία. Οφειλομένη εις την άγνοιαν –υπογραμμίζω την λέξη «άγνοιαν»- του αληθινού Θεού.
Βέβαια αυτή η άγνοια του Θεού δημιουργούσε και άγνοια της αληθινής φύσεως του ανθρώπου. Ο άνθρωπος έχασε την γνώση του εαυτού του. Έτσι βλέπομε σε όλα τα φιλοσοφικά συστήματα…: «Ποιος είμαι; Εγώ, ποιος είμαι;. Δεν ξέρω...». «Ο άνθρωπος, αυτό το μυστήριο, αυτό το άγνωστον», έγραφε ο Αλέξης Καρέλ, ένας Γάλλος. Έγραψε ένα βιβλίο: «Ο άνθρωπος, αυτός ο άγνωστος». Άγνωστος. Ακόμα κι εκείνο που βλέπομε από την ανθρωπίνη φύση είναι άγνωστο. Δηλαδή ο οργανισμός του. Πόσο δε περισσότερο ο προορισμός του.
Έτσι, από τη στιγμή που ο άνθρωπος χάνει τον Θεό, χάνει και τον εαυτό του. Χάνει τη γνώση του Θεού, χάνει και την γνώση του εαυτού του. Διότι όταν πούμε ότι ο άνθρωπος είναι εικόνα του Θεού… τίνος Θεού; Αφού τον έχασα τον Θεό. Άρα λοιπόν έχασα και τον εαυτόν μου, ότι είμαι εικόνα του Θεού. Γι΄αυτό, λοιπόν, θαυμάσια λέγει ο οίκος, όπως σας είπα προηγουμένως, ο οίκος της ημέρας, ότι ο Θεός Λόγος «ἦλθε ἐκζητῶν τήν εἰκόνα αὐτοῦ». Ήλθε αναζητώντας την δική Του εικόνα.
Και τι λέγει τώρα ο Ιησούς εις την Σαμαρείτιδα; «Πνεῦμα ὁ Θεός». Πνεύμα ο Θεός. Και όπως αποκαλύπτει ο Θεός τον Εαυτόν Του στον Μωυσή και του λέγει, όταν τον ερώτησε ο Μωυσής προ της βάτου: «Τι θα πω εις τους Εβραίους όταν θα πάω στην Αίγυπτο που με στέλνεις; Ποιος Θεός σε στέλνει; Ποιο είναι το όνομά Σου;». Και απήντησε ο Θεός. -Ξέρετε Ποιος μιλούσε εκεί στην βάτον; Ο Θεός Λόγος μιλούσε. Υπογραμμίσατέ το αυτό. Δεν είναι ο Θεός Πατήρ. Είναι ο Θεός Λόγος. Όπως και εις το Σινά. Δεν είναι ο Θεός Πατήρ. Είναι ο Θεός Λόγος, ο μετά ταύτα Ενανθρωπήσας. Τι απαντάει λοιπόν ο Κύριος; «Ἐγώ εἰμι ὁ ὤν». «Αυτό θα πεις είναι το όνομα του Θεού που με στέλνει σε σας: Εγώ είμαι ο υπάρχων. Ἐγώ εἰμι ὁ ὤν». Μετοχή του εἰμί.
Εδώ έχομε μια πρώτη και μεγάλη προσέγγιση του Θεού. Ο Θεός είναι πνεύμα. Δηλαδή, είναι υπερβατικός Θεός. Πέρα από την Δημιουργία. Αυτό θα πει υπερβατικός Θεός. Και δεν συγχέεται, ούτε ταυτίζεται με την ύλη και τον κόσμο και τις δυνάμεις του. Τελείως έξω από αυτό το δημιούργημά Του. Γι'αυτό ακόμη και η λέξις Θεός είναι ανεπαρκής. Πρέπει να σας πω ότι ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός πολύ συχνά αναφέρεται σ΄ αυτό το θέμα, ότι και η λέξις Θεός είναι ανεπαρκής, επειδή λέγαμε και τον… Δία, τον λέγαμε θεό, και την φύση την λέμε θεό. Γι'αυτό ο Θεός τι είναι; Πώς θα Τον πούμε; Γι΄αυτό Τον αποκαλούμε «Ὑπέρθεον». Πάρα πολύ συχνά θα συναντήσομε αυτήν την έκφραση: «Ὑπέρθεον». Μάλιστα στις ευχές των Θεοφανίων: «Ὑπέρθεε». Τι θα πει «Ὑπέρθεε»; Δεν ξέρομε τι λέξη, Κύριε, να βρούμε και βάζουμε τη λέξη «Θεός». Αλλά επειδή η λέξις Θεός είναι κάπως πεπατημένη, γι'αυτό λέμε: «Είσαι πάνω από την έννοια Θεός». Ακόμη Τον λέμε «ὑπερούσιον». Λέμε «η ουσία του Θεού». Δεν έχει βεβαίως καμία σχέση με τη Δημιουργία, αλλά πού θα τα πούμε; Πώς θα τα ονοματίσομε; Έχομε αδυναμία ανθρωπίνης εκφράσεως, γνώσεως, ατέλειες, έχομε όρια. Και λέμε…βάζομε αυτό το «υπέρ» μπροστά και λέμε: «Ὑπερούσιε! Είσαι πάνω από όλες τις νοητές και μη νοητές ουσίες». Όλα αυτά δείχνουν ότι ο Θεός υπάρχει. Είναι ο ὢν, ο υπάρχων. Που υπάρχει πάντοτε. Γιατί λέγει: «Δεν ήμουν, ούτε θα είμαι. Υπάρχω». Και υπάρχει και εις το παρελθόν και εις το παρόν και εις το μέλλον. Είναι συνεπώς άνευ αρχής, άναρχος. Ελάτε τώρα να κατανοήσομε αυτό που λέγεται χωρίς αρχή... Και άπειρος!
Είναι Θεός ακόμη, προσωπικός. Όταν χρησιμοποιεί την μετοχή βέβαια του ρήματος εἰμί, τι σημαίνει εἰμί; Υπάρχω. Και τι σημαίνει «ἐγώ» ; Πάρα πολλές φορές συναντούμε αυτήν την φρασούλα στην Παλαιά Διαθήκη. Εκατοντάδες φορές τη συναντούμε. «Ἐγώ εἰμί Κύριος ὁ Θεός σου». «Ἐγώ εἰμί». Το «ἐγώ» εκφράζει πρόσωπον. Το «εἰμί» εκφράζει ύπαρξη. Συνεπώς μία ύπαρξις προσωπική. Πολύ σπουδαία πράγματα αυτά, αγαπητοί μου. Αρκεί να δει κανείς βυθισμένη την αρχαιότητα μέσα εις αυτήν την άγνοια. Είναι συνεπώς Θεός που διατηρεί αυτοσυνειδησία.
Απλά, πολύ απλά, αλλά δυνατά και καίρια, αυτήν την αλήθεια την αποκαλύπτει η Αγία Γραφή ως εξής: «Ὁ φυτεύσας τὸ οὖς οὐχὶ ἀκούει;». Αυτός που έκανε δισεκατομμύρια δισεκατομμυρίων αυτιά, όχι μόνον ανθρώπων, και στα ζώα, Αυτός δεν ακούει; «Ἢ ὁ πλάσας τὸν ὀφθαλμὸν οὐχὶ κατανοεῖ;». Εκείνος που έπλασε τα μάτια… -πόσες φορές σας το έχω πει, το ξέρετε, αγαπητοί μου, η μύγα, η μέλισσα…έξι χιλιάδες μάτια! Γιατί έχουν δύο μεγάλα σύνθετα μάτια- Εκείνος που έκανε τα μάτια, δεν βλέπει;». Αλλά εάν ακούει και βλέπει, σημαίνει ότι έχει αυτοσυνειδησία. «Ἐγώ εἰμί ὁ ὧν». «Εγώ είμαι ο υπάρχων». Ένας Θεός, ένας, μόνον ένας Θεός. Και η τελευταία αποκάλυψη που έγινε από τον Ιησούν Χριστόν, που είπε «Ἀπεκάλυψά σου τὸ ὄνομα τοῖς ἀνθρώποις» κ.λπ. «Απεκάλυψα το όνομά Σου εις τους ανθρώπους». Ποιο είναι το όνομα; Όχι εις πληθυντικόν αριθμόν, αλλά εις ενικόν, γιατί ο Θεός είναι Ένας, που τελειώνει το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο: «βαπτίζοντες αὐτούς εἰς τό ὄνομα -και όχι «εἰς τά ὀνόματα»- τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος». Αυτή είναι η πλήρης και τελευταία αποκάλυψις και στην Ιστορία και στην αιωνιότητα.
Αυτή λοιπόν είναι η αλήθεια περί Θεού. Έξω της Αγίας Γραφής υπάρχει σκότος βαθύ περί Θεού. Σ’ αυτών των προγόνων μας, των σοφών μας προγόνων, των Ελλήνων, που υποτίθεται ότι ήσαν εκλεπτυσμένοι στον νουν, ρίξτε μία ματιά εις την ειδωλολατρικήν θεολογίαν, να δείτε τι πίστευαν... Ναι. Φοβερά ανόητα πράγματα. Ορθά είπε ο Πασκάλ: «Εμείς σήμερα πιστεύομε σε έναν φιλοσοφικό Θεό (Οι πιο πολλοί σήμερα, των Χριστιανών μας, όντως πιστεύουν σ΄έναν φιλοσοφικόν Θεόν) τον Οποίον πλάθομε», λέγει ο Πασκάλ, «και όχι σε έναν αποκαλυπτόμενον Θεόν». Δεν θα τον επινοήσεις. Δεν θα τον πλάσεις. Αλλά θα σου αποκαλυφθεί. Και απεκαλύφθη εν προσώπω Ιησού Χριστού. Δυστυχώς, πόσοι Χριστιανοί σήμερα δεν πιστεύουν εις τον Ιησούν Χριστόν και μένουν εις το σκοτάδι της αγνωσίας του Θεού. Και το περίεργο ότι αντιδρούμε εις τον αποκαλυπτόμενον Θεόν κι επιμένομε να πλάθομε τον δικό μας, τον φανταστικό Θεό. Προχθές ακόμα ακούστηκε από το ραδιόφωνο, «Και στον Θεό», λέει, «εκείνον, όπως ο καθένας θέλει να τον πιστεύει», από ένα στόμα πολιτικού. «Όπως ο καθένας θέλει να τον πιστεύει»…
Το πρώτο,λοιπόν, σύμπτωμα του προπατορικού αμαρτήματος ήταν η άγνοια του Θεού. Και το πρώτο σύμπτωμα της σωτηρίας είναι η αληθής γνώσις του Θεού.
Ένα δεύτερο μυστήριον είναι η γνώσις του Μεσσίου, του προσώπου του Ιησού Χριστού, του Ενανθρωπήσαντος. Είναι η γνώση Εκείνου, ξαναλέγω, του Θεού Λόγου, που γίνεται άνθρωπος. Και γιατί γίνεται άνθρωπος; Γράφει ο άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων… λίγο θα ερμηνεύσω: «Μή τι ἆρα μάτην Υἱὸς Θεοῦ κατῆλθεν ἐξ οὐρανοῦ, ἢ ἵνα τὸ τηλικοῦτον τραῦμα (: «Ματαίως», λέγει, «έγινε άνθρωπος ο Θεός Λόγος; Ή ένα τέτοιο τραύμα…- Ποιο είναι το τραύμα; Της αγνωσίας του Θεού- θεραπεύσῃ;(:για να θεραπεύσει αυτό το τραύμα;). Μή τι μάτην ἦλθεν ὁ Υἰός ἵνα ὁ Πατήρ ἐπιγνωσθῇ (:Για να γίνει γνωστός ο Πατήρ, ματαίως ήλθε;). Ἐπέγνως τί ἐκίνησεν(:το κατάλαβες) ἐκ δεξιῶν θρόνον κατελθεῖν τον μονογενῆ; Πατήρ κατεφρονεῖτο, ἔδει Υἱόν διορθώσαντα (:ο Υιός έπρεπε να διορθώσει την καταφρόνησιν που είχαμε εμείς, τα κτίσματα, οι άνθρωποι, προς τον Πατέραν Θεόν) τήν πλάνην. Ἔδει γάρ τον δι' οὗ ἐγένετο τά πάντα, τόν δεσπότην τῶν ἁπάντων προσενεγκεῖν τά πάντα (:Εκείνος που τα έκανε όλα, Εκείνος να έρθει, για να μας πει για τον Πατέρα, για τον αληθινό Θεό). Ἔδει θεραπευθῆναι τό τραῦμα (:Έπρεπε να θεραπευθεί αυτή η πληγή της αγνοίας του Θεού). Τί γάρ ἦν ταύτης τῆς νόσου χεῖρον; Ἤ ἵνα λίθος ἀντί Θεοῦ προσκυνηθῇ;(:Τι χειρότερη αρρώστια θα μπορούσε να υπάρξει, από του να προσκυνείται το λιθάρι αντί του αληθινού Θεού;)».
Και τώρα η Σαμαρείτισσα, αγαπητοί μου, λέγει στον Κύριον: «Οἶδα –όταν ανοίχτηκε ο διάλογος· Γνωρίζω- ὅτι Μεσσίας ἔρχεται, ὁ λεγόμενος Χριστός(Μεσσίας είναι στην εβραϊκή γλώσσα, Χριστός είναι στην ελληνική γλώσσα. Ο ορισμένος υπό του Θεού, ο κεχρισμένος, Χριστός)· ὅταν ἔλθῃ ἐκεῖνος, ἀναγγελεῖ ἡμῖν πάντα (:Όταν εκείνος, λέει, θα έλθει, Αυτός όλα θα μας τα πει, αυτά τα οποία τώρα εμείς κουβεντιάζομε)». Από πού το εγνώριζε η Σαμαρείτις; Από τον Μωυσέα. Από την Πεντάτευχο. Με την ευκαιρία σας λέγω ότι οι Σαμαρείται εδέχοντο μόνον τα πέντε πρώτα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης. Όλα τα άλλα, Προφήτες κ.λπ. και τα ιστορικά βιβλία, όλα τα άλλα τα απέρριπτον. Γι'αυτό και ο Κύριος, όπου μίλησε, μίλησε από την Πεντάτευχον. Γι' αυτόν τον λόγο.
Και είχε ορθή γνώση βεβαίως αυτή η γυναίκα περί του αναμενομένου Μεσσίου, αν και ατελή. Γι'αυτό και ο Κύριος της απαντά: «Ἐγώ εἰμι ὁ λαλῶν σοι». «Εγώ είμαι, που τώρα σου ομιλώ. Εγώ είμαι ο Μεσσίας. Ήρθα. Εγώ είμαι». Αγαπητοί μου, πιο συγκλονιστική απάντηση δεν θα μπορούσε ποτέ να δοθεί. Ποιος ήταν μπροστά της; Ο Ενανθρωπήσας Θεός Λόγος. Ο Μεσσίας! Η γυναίκα αυτή κατεπλάγη. Εκείνος που ομιλεί στο Σινά είναι. Ο άγιος του Ισραήλ. Ο Κύριος. Αυτός είναι. «Και τον Πατέρα κανείς δεν γνωρίζει, αν δεν γνωρίσει τον Υιόν. Κανείς δεν έρχεται προς τον Πατέρα παρά δια του Υιού. Και ο αρνούμενος τον Υιόν, αρνείται και τον Πατέρα». Και είναι άθεος, με την διάσταση που δίδει η Αγία Γραφή. Το λέγει σαφώς ο ευαγγελιστής Ιωάννης. «Αυτός που δεν έχει», λέει, «τον Υιόν, δεν έχει ούτε τον Πατέρα».
Και η γνώσις του αληθινού Θεού και της φύσεώς Του, μας δίδει την πρώτη φάση στην σωτηρία μας. Και ποια είναι η δευτέρα φάσις; Η λατρεία. «Καὶ τοὺς προσκυνοῦντας αὐτὸν ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν». «Εκείνοι που Τον προσκυνούν, πρέπει να Τον προσκυνούν –προσέξτε- ἐν Πνεύματι (με το Π κεφαλαίο) καὶ Ἀληθείᾳ (το Α κεφαλαίο)».
Τι σημαίνει αυτό; Καταρχάς, είναι η προσκύνησις. Ύστερα η προσκύνησις είναι λατρεία. Άλλο πράγμα κάνω την προσευχή μου και άλλο πράγμα ανάβω ένα κερί, ή το καντήλι μου. Αυτό είναι λατρεία. Άλλο πράγμα, ήρθαμε εδώ να προσευχηθούμε, και άλλο να τελέσομε το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Αυτό είναι λατρεία. Άλλο η προσευχή και άλλο η λατρεία. Και η λατρεία είναι η αποδοχή του Θεού, η ταπείνωση μπροστά Του, η επίγνωση του Ποιος είναι ο Θεός και ποιος είναι ο άνθρωπος. Είναι η προσφορά της πίστεως. Είναι η προσφορά της αγάπης. Και αυτά όλα, τόσον εξωτερικά, με κινήσεις, όσο και εσωτερικά. Το ένα δεν καταργεί το άλλο. Ούτε το ένα συμπληρώνει το άλλο. Και τα δύο προσφέρονται ταυτόχρονα. Και το έσω και το έξω. Ο Κύριος βέβαια τονίζει την εσωτερική λατρεία. Όχι γιατί ήθελε να παραμερίσει την εξωτερική λατρεία. Αλλά γιατί οι Εβραίοι είχαν μείνει στην εξωτερική λατρεία. Και οι Σαμαρείται μείναν στην εξωτερική λατρεία. Αυτό ήταν όλο.
Αλλά οι Πατέρες βλέπουν κάτι ακόμα βαθύτερο και προσέξατέ το. Η προσκύνησις του Πατρός γίνεται «ἐν Πνεύματι». «Προσκυνείται», λέει, «ο Πατήρ, ἐν Πνεύματι καὶ Ἀληθείᾳ». Σας είπα, με Π κεφαλαίο, ἐν Πνεύματι. Όχι μόνο το ανθρώπινον πνεύμα, αλλά με το Άγιον Πνεύμα. Αλλά «καὶ Ἀληθείᾳ» -δοτική-, το Άλφα κεφαλαίο. Και ποια είναι η Αλήθεια; Είναι ο Χριστός. Είπε ο Χριστός: «Εγώ είμαι η Αλήθεια». Συνεπώς, ο Πατήρ προσκυνείται δια του τρίτου και δευτέρου Προσώπου της Αγίας Τριάδος. Αυτό θα πει «ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν». Κανείς δεν ομολογεί, αν θέλετε να το πλατύνομε, το πλαταίνει η Αγία Γραφή, η Καινή Διαθήκη, κανείς δεν ομολογεί τον Ιησούν «Κύριον», παρά με το Πνεύμα το Άγιον. Και κανείς δεν έρχεται προς τον Πατέρα, παρά δια του Υιού. Είναι η προσκύνησις και των τριών προσώπων της Αγίας Τριάδος με τη σχέση που αναφέραμε.
Αγαπητοί μου, αυτή είναι η πραγματικότητα. Έτσι, τα δύο αυτά πελώρια προβλήματα, η γνώσις του αληθινού Θεού και του Μεσσίου και η σχέση μου με τον Θεόν, δηλαδή η λατρεία, αποτελούν τα μεγάλα κεφάλαια της πίστεώς μας, που, αν το θέλετε, καταξιώνουν και αξιοποιούν το δικό μου το πρόσωπο. Γιατί από τη στιγμή που θα γνωρίσω Ποιος είναι ο Θεός, θα γνωρίσω και τον εαυτό μου.
756η ομιλία στην κατηγορία
« Ὁμιλίαι Κυριακῶν ».
Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.
Μεταφορά της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας σε ηλεκτρονικό κείμενο και επιμέλεια: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος.
†. Η σημερινή ευαγγελική περικοπή, αγαπητοί μου, μας διηγείται πώς ο Κύριος ανέστησε την θυγατέρα του Ιαείρου. Ενώ όμως ο Κύριος πήγαινε προς το σπίτι του Ιαείρου, συνέβη ένα άλλο θαυμαστό περιστατικό, που ήταν η θεραπεία μιας αιμορροούσης γυναικός.
Η γυναίκα αυτή ήταν άρρωστη από δώδεκα χρόνια· και ξόδεψε όλη της την περιουσία στους γιατρούς, χωρίς όμως θεραπεία. Και τώρα έρχεται και εγγίζει το κράσπεδο του ιματίου του Κυρίου μας, σε μια στιγμή που ο όχλος που Τον συνόδευε, κυριολεκτικά Τον συνέθλιβε. Και τότε ο Κύριος σταμάτησε και είπε: «Τίς ὁ ἁψάμενός μου;». «Ποιος είναι εκείνος ο οποίος με άγγιξε;» Και στη διαμαρτυρία των μαθητών ότι : «Κύριε, ο όχλος εδώ σε συνθλίβει, σε συμπνίγει, σε συνέχει· ερωτάς ποιος είναι εκείνος που σε άγγιξε;».Και ο Κύριος επέμενε: «ἥψατό μού τις(:Κάποιος με άγγιξε)· ἐγὼ γὰρ ἔγνων δύναμιν ἐξελθοῦσαν ἀπ᾿ ἐμοῦ». «Γιατί εγώ», λέγει, «κατάλαβα γνωρίζω από μένα έφυγε κάποια δύναμις».
Αυτά τα λόγια του Κυρίου μας, αγαπητοί μου, δίδουν μία ωραιότατη εικόνα του πώς ο άνθρωπος εγγίζει τον Θεό και πώς ο Θεός εγγίζει τον άνθρωπο, για να του δώσει τα αγαθά Του. Είναι δηλαδή ένα αμοιβαίο άγγιγμα. Πράγματι, είναι δυνατόν ο Θεός να εγγίζει τα δημιουργήματά Του και τον άνθρωπο; Είναι αυτό δυνατόν;Δηλαδή ο άπειρος Θεός, το τέλειο Πνεύμα, είναι δυνατό να εγγίζει τα δημιουργήματά Του; Και τον βρωμερό άνθρωπο; Είναι αλήθεια ότι τόσο πολύ έχασε ο άνθρωπος από τον οπτικό του ορίζοντα τον Θεό, ώστε φθάνει να τοποθετεί τον Θεό στον ουρανό, ψυχρό και αδιάφορο έναντι ολόκληρης της Δημιουργίας. Δεν έχουμε παρά να θυμηθούμε εκείνη τη φιλοσοφική θέση του Ντεϊσμού –Deismus- η οποία θέλει τον Θεό, Δημιουργό μεν, αλλά αδιάφορο έναντι της δημιουργίας την οποία δημιούργησε. «Ο Θεός έβαλε τους νόμους», έτσι λέγει αυτή η φιλοσοφική θεωρία, «και αυτοί ρυθμίζουν τα πάντα μέσα στον κόσμο». Δηλαδή μοιάζει, λέγει, η δημιουργία, με ένα μεγάλο ρολόι που το χόρδισε ο Θεός και τώρα πλέον δουλεύει μόνο του το ρολόι αυτό, η δημιουργία αυτή, ενώ ο Θεός μένει αδιάφορος και ψυχρός έναντι των όσων δημιούργησε. Και τούτο για να διασώσει αυτή η φιλοσοφική θέση τη μεγαλοπρέπεια, τη μεγαλειότητα του Θεού.
Αλλά να όμως που ο ίδιος ο Θεός έρχεται να διαψεύσει αυτές τις ανθρώπινες θέσεις και να βεβαιώσει ο ίδιος δια του προφήτου Ιερεμίου 23, 23: «Θεὸς ἐγγίζων ἐγώ εἰμι , λέγει Κύριος, καὶ οὐχὶ Θεὸς πόῤῥωθεν». «Εγώ», λέγει, «είμαι Θεός που πλησιάζω, που εγγίζω. Δεν είμαι Θεός που στέκομαι από μακριά, Θεός πόρρωθεν». Είναι μία απάντηση σε αυτή τη θέση του Ντεϊσμού, αλλά και γενικότερα στον καθένα που θα πίστευε ότι ο Θεός στέκεται μακριά και δεν είναι δυνατόν να ξεπέφτει από τη μεγαλοπρέπειά Του, να προσεγγίζει την υλική δημιουργία και εμάς προπαντός τους ανθρώπους που είμαστε… σκουλήκια.
Πώς όμως ο Θεός εγγίζει τη Δημιουργία Του; Με τις άκτιστες ενέργειές Του. Όπως είναι η άκτιστη ενέργεια της αγάπης Του, όπως είναι η άκτιστη ενέργεια της προνοίας Του, όπως είναι η άκτιστη ενέργεια της διακυβέρνησεώς Του, όπως είναι τόσες άκτιστες ενέργειές Του, οι οποίες -άκτιστες, σας το ξαναλέγω- οι οποίες κυβερνούν τον κόσμο, συντηρούν τον κόσμο, συνέχουν τον κόσμο και έτσι ο Θεός προσεγγίζει τη Δημιουργία Του δια των ακτίστων Του ενεργειών.
Ο Θεός βέβαια δεν έκανε τους φυσικούς νόμους, ώστε να ρυθμίζουν αυτοί την κίνηση και τη συντήρηση του παντός. Πίσω από τους φυσικούς νόμους στέκεται ο Θεός. Για να το καταλάβουμε αυτό, ασφαλώς ορίζει για τη γέννηση ενός ανθρώπου καινούριου, ορίζει τους γονείς του. Θέλει ο Θεός να συντελέσουν οι άνθρωποι για τη γέννηση ενός ανθρώπου. Και ο Θεός στέκεται τρόπον τινά πιο πέρα, όταν οι άνθρωποι ρυθμίζουν τα της δημιουργίας ενός καινούριου ανθρώπου. Ποιος σας είπε ότι ο Θεός είναι πιο πέρα; Ο Θεός είναι ακριβώς πίσω από τους γονείς. Ακριβώς πίσω από τους γονείς. Και ρυθμίζει τα πάντα για τη δημιουργία ενός ανθρώπου.
Θέλετε να δείτε κάτι πιο καταπληκτικό; Λέγει η Σοφία Σειράχ ότι «Εγώ η Σοφία(δηλαδή ο Ενυπόστατος Λόγος), Εγώ που δημιούργησα τα πάντα, Εγώ βρίσκομαι μέσα στη μήτρα της κάθε μάνας, μαζί με εκείνον που θα δημιουργηθεί». Φτάνει εκεί; Και μιλάμε για φυσικούς νόμους; Ναι. Έκανε ο Θεός τους φυσικούς και τους βιολογικούς νόμους, αλλά ο Θεός είναι μέσα στους φυσικούς και τους βιολογικούς νόμους. Ο Θεός είναι πανταχού παρών και τα πάντα πληρών. Ο Θεός γνωρίζει τα πάντα. Δεν ξεφεύγει τίποτα από τη γνώση Του. Και τίποτα δεν διαφεύγει από την αγάπη Του. Ένα σπουργίτι δεν χάνει τη ζωή του, χωρίς να το γνωρίζει αυτό ο Θεός.
Γι’ αυτό, πάρα πολύ ωραία ψάλλει ο ψαλμωδός και λέει στον 138 Ψαλμό: «Ποῦ πορευθῶ ἀπὸ τοῦ πνεύματός σου καὶ ἀπὸ τοῦ προσώπου σου ποῦ φύγω; (:Πού μπορώ να πάω; Πού μπορώ να ξεφύγω από το βλέμμα σου, από το μάτι Σου, από την παρουσία Σου;). ἐὰν ἀναβῶ εἰς τὸν οὐρανόν, σὺ ἐκεῖ εἶ (:«εάν ανέβω», λέγει, «στον ουρανό, εκεί είσαι Εσύ»), ἐὰν καταβῶ εἰς τὸν ᾅδην, πάρει (:εάν υποτεθεί ότι κατεβαίνω στον άδη, και εκεί ακόμη είσαι παρών). ἐὰν ἀναλάβοιμι τὰς πτέρυγάς μου κατ᾿ ὄρθρον (:εάν υποτεθεί ότι είμαι ένα πουλί και πάρω τα φτερά μου και πετάξω ανατολικά) καὶ κατασκηνώσω εἰς τὰ ἔσχατα τῆς θαλάσσης(:και φθάσω δυτικά, εκεί που τελειώνει η έσχατη θάλασσα- που είναι η Μεσόγειος Θάλασσα) καὶ γὰρ ἐκεῖ ἡ χείρ σου ὁδηγήσει με, καὶ καθέξει με ἡ δεξιά σου(:ακόμα και εκεί θα με οδηγήσει το χέρι Σου, και το δεξί Σου χέρι θα με κρατάει σφικτά)». Παντού ο Θεός, παντού η αγάπη του Θεού, παντού η πρόνοια του Θεού. Θεός ἐγγίζων. Πραγματικά Θεός ἐγγίζων.
Αλλά το καταπληκτικότερο από όλα, αγαπητοί μου, είναι ότι αυτή η προσέγγιση δεν περιορίζεται μόνο δια των ακτίστων ενεργειών αλλά και με την Ενανθρώπηση Αυτού του ίδιου του Δημιουργού. Όταν έλεγε «Ἐγώ Θεός ἐγγίζων», το έλεγε κατά κυριολεξία. Ότι «δεν εγγίζω Εγώ, το άπειρο Πνεύμα την ύλη και τα πνεύματα εκείνα που βεβαίως είναι τόσο μακριά από Εμένα, που είναι το τέλειο και άπειρο Πνεύμα, δεν τα εγγίζω μόνο δια των ακτίστων μου ενεργειών, όπως σας είπα, αλλά τώρα έρχομαι να γίνω Εγώ ο Ίδιος, άνθρωπος, να μπω μέσα στη Δημιουργία μου κατ’ αισθητόν τρόπο, να φορέσω τη Δημιουργία μου, να αποτελέσει αυτή το ένδυμά μου. Και διαλέγω τον άνθρωπο να ντυθώ. Κι έτσι να ζήσω μέσα στην ίδια μου τη Δημιουργία!».
Και αφού το κάνει αυτό με την Ενανθρώπηση ο Υιός του Θεού, Αυτός που μας δημιούργησε, έρχεται τώρα, αγαπητοί μου, και αφήνει τους ανθρώπους, όχι να Τον εγγίζουν, αλλά να Τον συνθλίβουν και να Τον συνέχουν. Αυτό είναι το καταπληκτικό. Εγγίζει και εγγίζεται. Περιβάλλεται την ανθρώπινη φύση ο όλος Θεός. Για να μπορούμε να εγγίζουμε τον όλο Θεό. Και θέλει να εγγίζουμε την ανθρώπινή Του φύση ο όλος Θεός. Για να μπορούμε να εγγίζουμε τον όλο Θεό. Και θέλει να εγγίζουμε την ανθρώπινή Του φύση, για να αντλούμε από Αυτόν χάριτες. Ο ίδιος είπε: «Ἐγὼ γὰρ ἔγνων δύναμιν ἐξελθοῦσαν ἀπ᾿ ἐμοῦ». «Εγώ γνωρίζω· δύναμη έφυγε από μένα». Και βεβαίως ομιλεί με έναν τρόπο λίγο αυστηρό. «Ποιος με ήγγισε;» Όχι για τίποτε άλλο, αλλά γιατί ήθελε να αναδείξει και να επαινέσει εκείνη την αιμορροούσα γυναίκα που Τον ήγγισε. Και της λέγει: «Θάρσει, θύγατερ(:Πάρε θάρρος, παιδί μου, πάρε θάρρος, η πίστις σου σε έχει σώσει». Το ότι πίστεψες ότι εγγίζεις Αυτόν τον Δημιουργό, ακριβώς αυτό σε έχει σώσει. Έχεις αποσπάσει ακριβώς αυτό το σημείο επαφής, δια του οποίου δέχτηκες τη χάρη να γίνεις καλά, δέχτηκες την ευεργεσία.
Και το ακόμη πιο καταπληκτικό είναι ότι αυτή η γυναίκα δεν ήγγισε τον Κύριο, αλλά ήγγισε αυτό το κράσπεδο του ιματίου του Κυρίου· που σημαίνει ότι ο Θεός εγγίζει όχι μόνο τους ανθρώπους, αλλά ολόκληρη τη Δημιουργία Του. Και συνεπώς μπορούμε να έχουμε με τον τρόπο αυτόν και τα λεγόμενα «αγιασμένα αντικείμενα» από τα οποία αντλούμε τη δύναμη και τη χάρη του Χριστού. Έτσι έχουμε τα λείψανα των αγίων, που ενώθηκαν με τον Θεό. Και τώρα αυτά δεν είναι παρά τα κράσπεδα του ιματίου του Ιησού. Οι εικόνες δεν είναι παρά τα κράσπεδα του ιματίου του Ιησού. Και με άλλους χίλιους τρόπους κατά μυστηριακό τρόπο δεχόμαστε τη χάρη. Διαμέσου του ελαίου, του μυστηρίου του Ευχελαίου. Διαμέσου του Βαπτίσματος, δηλαδή διαμέσου του νερού. Διαμέσου του επιτραχηλίου, δηλαδή την άφεση των αμαρτιών, στο μυστήριο της Ιεράς Εξομολογήσεως. Διαμέσου του Τιμίου Σταυρού που μπορούμε να φορούμε κ.ο.κ. Αντλούμε τη δύναμη και τη χάρη του Θεού.
Εντούτοις, ενώ ο όχλος συνθλίβει, ο Κύριος σταματά στο απλό άγγιγμα της αιμορροούσης γυναικός. Περίεργο! Αντιφατικό για μια στιγμή, στην ενέργεια: «Κύριε, σε συνθλίβει ο κόσμος και εσύ λες: Ποιος με ήγγισε;». Ναι. Αυτό σήμαινε ότι αυτό το άγγιγμα της αιμορροούσης είχε προϋποθέσεις. Ποιες λοιπόν είναι αυτές οι προϋποθέσεις; Μια βασική προϋπόθεση είναι η πίστις. Τι είπε ο Κύριος στην αιμορροούσα γυναίκα; «Θάρσει, θύγατερ, ἡ πίστις σου σέσωκέ σε· πορεύου εἰς εἰρήνην». Α, η πίστις σου. Α, αυτό λοιπόν αποτελεί την προϋπόθεση προσεγγίσεως και εγγίσεως. Ναι. Είναι η πίστις στον θεανθρώπινο πρόσωπο του Ιησού Χριστού.
Το ίδιο συμβαίνει και με τον Τίμιο Σταυρό. Όλοι βέβαια τον Τίμιο Σταυρό τον χρησιμοποιούν. Θέλετε; Ακόμη και οι μάγοι. Θέλετε; Ακόμη και οι μάγοι! Αλλά δεν ενεργεί παρά μόνο σε όσους πιστεύουν. Μόνο σε αυτούς ενεργεί η χάρις του Τιμίου Σταυρού. Έτσι έχουμε ένα άγγιγμα και υλικό και πνευματικό. Δεν είναι αρκετό να πω «θα εγγίσω την εικόνα, τον Σταυρό, το κράσπεδο του Κυρίου». Πρέπει να πιστεύω αυτό που θα εγγίσω. Είναι η πίστις. Έτσι έχω το άγγιγμα στο υλικό στοιχείο και έχω την πίστη που είναι στον πνευματικό χώρο.
Για ένα λαό όμως που πιστεύει, ο Θεός είναι ἐγγίζων ακόμη. Για έναν λαό που πιστεύει. Ναι. Γράφει ο Μωυσής εκείνα τα πολύ- πολύ μεγάλα λόγια στο Δευτερονόμιο, 4,7 ότι: «ποῖον ἔθνος μέγα, ᾧ ἐστιν αὐτῷ Θεὸς ἐγγίζων αὐτοῖς, ὡς Κύριος ὁ Θεὸς ἡμῶν ἐν πᾶσιν, οἷς ἐὰν αὐτὸν ἐπικαλεσώμεθα;». «Ποιος είναι εκείνος ο μεγάλος, ο παμμέγιστος λαός που είναι ο Θεός Του που τον εγγίζει; Ο δικός μας ο Θεός είναι ο Θεός Εκείνος που εγγίζει εμάς, είναι πολύ κοντά μας». Γι’ αυτό, ό,τι Του ζητήσουμε, σε ό,τι Τον επικαλεστούμε, μας το δίδει.
Ώστε λοιπόν ο Κύριος είναι πολύ κοντά σε έναν λαό. Στον λαό του Ισραήλ, τότε. Αλλά και στον δικό μας τον λαό είναι πολύ κοντά ο Κύριος. Αλλά εμείς όμως, εμείς οι Έλληνες, ο λαός μας αυτήν την ιστορική στιγμή, όπως υπήρξαν κι άλλες ιστορικές στιγμές, εμείς είμεθα σε μία κατάσταση αποστασίας. Και αυτή η κατάσταση της αποστασίας υπερβάλλει κάθε προηγούμενη ιστορική στιγμή. Αυτό είναι η τραγικότητά μας. Έχουμε Θεό εγγίζοντα και απέχουμε από τον Θεό. Εκείνος μας φτάνει κι εμείς φεύγομε… Όπως και ο Ισραήλ είχε τον Θεό, τον ίδιο Θεό, ο ίδιος Θεός είναι, εγγίζει, κι εκείνος ο λαός φεύγει… Αγαπητοί μου, γεωγραφικά είμαστε ένας μικρός λαός, όπως και οι Εβραίοι ήταν μικρός λαός. Ποτέ ο Θεός τους Εβραίους δεν τους έκανε αυτοκρατορία. Όπως έκανε και επέτρεψε να γίνουν άλλοι λαοί. Ποτέ. Γεωγραφικά πάντοτε ήταν ένας μικρός λαός. Κι όμως βλέπετε πώς εδώ αποκαλείται ο λαός αυτός; «Μέγας. Έθνος μέγα». Πού είναι αυτή η μεγαλοσύνη; Η μεγαλοσύνη του λαού εκείνου, όπως και η δική μας μεγαλοσύνη, είναι στον εγγίζοντα Θεό. Εκεί είναι η μεγαλοσύνη μας, όπως και η μεγαλοσύνη τους.
Οι άλλοι λαοί μεγαλουργούν δια του πολιτισμού, που είναι στηριγμένος επάνω στον ανθρώπινο λόγο, και που όπως είδαμε, μέσα στην ιστορική πορεία, ο πολιτισμός τελικά οδηγεί τον άνθρωπο σε ένα αδιέξοδο. Ενώ ο λαός μας, για να μεγαλουργήσει να φανεί μεγάλος, έστω κι αν γεωγραφικά είναι μικρός, θα πρέπει να μένει στην πίστη του Χριστού. Στηριγμένος όχι στον ανθρώπινο λόγο, αλλά στον θείο λόγο. Τότε εκείνο που θα ζητούσαμε στον Θεό, θα μας το έδινε. Ό,τι Του ζητούσαμε, θα μας το έδινε. Ουσιαστικά, θα είμαστε μεγάλος λαός, γιατί; Γιατί έχουμε Θεόν εγγίζοντα.
Έχομε όμως και τις δοκιμασίες σαν λαός. Και τότε ο Κύριος είναι εγγίζων; Όταν έχουμε τις ποικίλες δοκιμασίες που περνούμε; Ναι. Διότι, όπως λέγει το βιβλίο της Ιουδήθ, 8,27 που δεν είναι παρά ένα βιβλίο μιας εθνικής περιπέτειας, συναρπαστικότατο δε βιβλίο, λέει: «εἰς νουθέτησιν μαστιγοῖ Κύριος τοὺς ἐγγίζοντας αὐτῷ». Όταν εγγίζουν οι άνθρωποι τον Κύριο, επειδή είναι ατελείς και ακάθαρτοι, είναι λίγο παρήκουα παιδιά -να το πω έτσι- ο Θεός, με δοκιμασία, με μαστίγιο, μαστιγώνει τον λαό εκείνον τον οποίο θέλει να τον νουθετήσει και να τον βοηθήσει. Αλλά και σαν άτομα ακόμη, ο Θεός είναι Εκείνος ο Οποίος προσεγγίζει δια της παιδαγωγίας. Προσεγγίζει δια της παιδαγωγίας.
Γράφει ο Απόστολος Παύλος στην προς Εβραίους επιστολήν ότι: «Θεός ὑμῖν ὡς υἱοῖς διαλέγεται(:σαν παιδιά Του μιλάει σε σας)· υἱέ μου, μὴ ὀλιγώρει παιδείας Κυρίου, μηδὲ ἐκλύου ὑπ’ αὐτοῦ ἐλεγχόμενος(: Παιδί μου, μην αποκάμεις όταν ελέγχεσαι από τον Θεό, ούτε να ολιγωρείς, να αμελείς την παιδεία την οποία σου δίδει ο Κύριος). Ὃν γὰρ ἀγαπᾷ Κύριος παιδεύει(:όποιον αγαπά ο Κύριος, τον παιδαγωγεί), μαστιγοῖ δὲ πάντα υἱὸν ὃν παραδέχεται(:και μαστιγώνει κάθε παιδί Του, που το δέχεται δικό Του παιδί). Εἰ παιδείαν ὑπομένετε, ὡς υἱοῖς ὑμῖν προσφέρεται ὁ Θεός(:εάν υπομένετε, λέει, παιδείαν, παιδαγωγίαν, σαν παιδιά Του σας προσφέρεται ο Θεός)· τίς γάρ ἐστιν υἱὸς ὃν οὐ παιδεύει πατήρ; Εἰ δὲ χωρίς ἐστε παιδείας, ἧς μέτοχοι γεγόνασι πάντες, ἄρα νόθοι ἐστὲ καὶ οὐχ υἱοί(: εάν όμως μένετε χωρίς παιδαγωγία, στην οποία μέτοχοι βρέθηκαν όλοι οι δίκαιοι και όλοι οι άγιοι, τότε είσαστε νόθοι και δεν είσαστε παιδιά του Θεού)(Γιατί μας παιδαγωγεί;). Ο Θεός μας παιδαγωγεί, λέγει, «ἐπὶ τὸ συμφέρον, εἰς τὸ μεταλαβεῖν τῆς ἁγιότητος αὐτοῦ». Για να γίνομε μέτοχοι της αγιότητος του Θεού.
Αλλά ακόμη, αγαπητοί μου, έχουμε και ένα άγγιγμα του Θεού, εγγίζει τις ανθρώπινες καρδιές. Κι αυτές, εγγιζόμενες από τον Θεό, πυρπολούνται. Και «αὕτη ἡ ἀλλοίωσις τῆς δεξιᾶς τοῦ Ὑψίστου.», λέγει ο Ψαλμωδός στον 76ο Ψαλμό. Ναι. Ο Κύριος άγγιξε τις καρδιές των δύο προς Εμμαούς, μετά την Ανάστασή Του, όταν τους συνοδεύει και ως το χωριό τους. Και όταν ο Κύριος εξαφανίζεται, λέγουν ανάμεσά τους: «Όσην ώρα μας μιλούσε, πώς οι καρδιές μας εκαίοντο και επυρπολούντο;».
Ναι. Έτσι βλέπομε τόσες επιστροφές και τόσες μεταστροφές των ανθρώπων. Γιατί άραγε; Αφήνουν τον δρόμο της αμαρτίας και γυρίζουν πίσω. Τι έγινε; Και είμαστε όλοι μάρτυρες, όταν έχουμε μάτια να βλέπουμε αυτών των επιστροφών και των μεταστροφών. Τι έγινε; Το άγγιγμα της δεξιάς του Υψίστου στην καρδιά του ανθρώπου που την αλλοιώνει. Τι έκανε τον ένα ληστή, ενώ και οι δυο εβλασφήμουν τον Κύριον επί του Σταυρού, τι έκανε τον έναν ληστή να πυρποληθεί και να ομολογήσει την πίστη του στον Κύριο; Και όχι μόνο αυτό, αλλά και να θεολογήσει. «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου». Γεμάτα από θεολογία λόγια. Ποια βασιλεία; Τον σταυρώνουν οι άρχοντες ως έσχατον ληστήν τον Κύριον, κακούργον, ως αντιποιήσαντα αρχήν. Έκανε τον εαυτό Του Θεό. Και όμως λέγει ο ληστής: «Όταν θα έλθεις στη βασιλεία Σου, θυμήσου με». Λόγια γεμάτα θεολογία. Τι έκανε τον ληστήν, αγαπητοί μου, να νιώσει αλλαγή μέσα του και να την ομολογήσει; Αυτό το άγγιγμα, αυτό το άγγιγμα στην καρδιά…
Τι έκανε τον Παύλο προ της Δαμασκού να αλλάξει πορεία, όταν με μένος πηγαίνει να συλλάβει τους Χριστιανούς της πόλεως αυτής; Τι άλλο, παρά ο Χριστός. Εμφανίζεται και εγγίζει τον Παύλο. Τι έκανε τον Μέγα Αντώνιο, όταν άκουσε εκείνη την ευαγγελική περικοπή περί του πλουσίου νεανίσκου, που εκείνος μεν έφυγε «σκυθρωπάζων», γιατί δεν είχε όρεξη να δώσει την περιουσία του και να ακολουθήσει τον Κύριο· αλλά ο Μέγας Αντώνιος, όταν άκουσε την περικοπή αυτή… δεκαοκτώ χρονών παιδί ήταν, τόσο συγκλονίστηκε, ώστε τα πάντα έφυγε και πήγε και έγινε ασκητής. Τι έκανε τον ιερό Αυγουστίνο να επιστρέψει; Και τόσους και τόσους και τόσους, παρά αυτό το άγγιγμα στην καρδιά που κάνει Αυτός ο Θεός Λόγος και τότε τα πάντα αλλάζουν, τα πάντα πυρπολούνται…
Αγαπητοί μου, γράφει ο άγιος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος: «Ἐγγίσατε τῷ Θεῷ, καὶ ἐγγίσει ὑμῖν». «Εγγίσατε», λέει, «εις τον Θεόν και θα σας εγγίσει κι Εκείνος». Είναι αυτό το αμοιβαίο άγγιγμα. Ένα μόνο να προσέχουμε. Να μην εγγίζομε μόνο με τα λόγια αλλά με την καρδιά. Είναι εκείνο που παραπονείται ο Κύριος στον Ησαΐα 29,13 όταν λέγει: «ἐγγίζει μοι ὁ λαὸς οὗτος ἐν τῷ στόματι αὐτοῦ(:Με εγγίζει αυτός ο λαός μόνο με το στόμα του. Όχι με την καρδιά του. Μόνο με το στόμα του)». Και όταν με την καρδιά μας εγγίζομε τον Κύριο, τότε γρήγορα θα νιώσουμε ότι ο Κύριος είναι παρών, είναι παντού, είναι γύρω μας, είναι μέσα μας. Τότε θα έχουμε και ένα αίσθημα ασφαλείας· γιατί αυτό το αίσθημα το στερείται ο σύγχρονος κόσμος. Έχει αυτό το αίσθημα της ανασφάλειας, γιατί ο κόσμος δεν εγγίζει τον Θεό. Η αιμορροούσα γυναίκα, αγαπητοί, άγγιξε τον Κύριο με πίστη και σώθηκε. Αν Τον εγγίσουμε κι εμείς με πίστη και υπακοή, θα σωθούμε.
Απόσπασμα από την 339η ομιλία στην κατηγορία
« Ομιλίες Κυριακών ».