08 Νοεμβρίου 2024

Ἡ αἴσθηση τῆς γεύσεως (Α΄).

†.Πολύ συχνά, παιδιά, θά ἔχετε ἀκούσει τήν σύγχρονη ἔκφραση ὅτι πρέπει νά ἐξετάζουμε ἕνα θέμα σφαιρικά. Τοῦτο σημαίνει ὅτι πρέπει νά ἀναλύουμε κάτι ἀπό ὅλες του τις πλευρές, ἀπ' ὅλες του τίς πτυχές. Κι ἄν ἔτσι ἔχουν τά πράγματα, θα πρέπει κι ἐμεῖς νά ἐπανέλθουμε στο χωρίο ἐκεῖνο πού ἤδη εἴχαμε ἀναλύσει την περασμένη καί τήν προπερασμένη φορά. Καί μάλιστα οὔτε σήμερα θά τό τελειώσουμε αυτό τό χωρίο. «Καὶ εἶδεν ἡ γυνή, ὅτι καλὸν τὸ ξύλον εἰς  βρῶσιν καὶ ὅτι ἀρεστόν τοῖς ὀφθαλμοῖς ἰδεῖν καὶ ὡραῖόν ἐστι τοῦ κατανοῆσαι, καὶ λαβοῦσα ἀπὸ τοῦ καρποῦ αὐτοῦ ἔφαγε· καὶ ἔδωκε καὶ τῷ ἀνδρὶ αὐτῆς μετ᾿ αὐτῆς, καὶ ἔφαγον». Εἶναι στο 3ο κεφάλαιο τῆς Γενέσεως, χωρίο 6.

   Ὅπως θά θυμόσαστε, εἴδαμε ὅτι ὁ διάβολος ὑπέβαλε στήν Εὔα να δοκιμάσει τόν καρπό του δένδρου τῆς γνώσεως. Μέχρι τότε, φυσικά, ἡ Εὔα ἔβλεπε πολύ ἁπλᾶ ἐκεῖνο τό δένδρο καί τόν καρπό του. Τώρα ὅμως, μετά ἀπό αὐτήν τήν ὑποβολή, οἱ αἰσθήσεις τῆς Εὔας ἄρχισαν να δραστηριοποιοῦνται, νά ἀλλάζουν, νά μήν εἶναι ὅπως ἦταν πρῶτα, ἀλλά νά εἶναι κάτι ἄλλο, κάτι το διαφορετικό, δηλαδή δημιουργήθηκε μέσα της μία  περιέργεια, οπότε ἄρχισε νά βλέπει τόν καρπό αὐτοῦ τοῦ δένδρου ὁπωσδήποτε διαφορετικά, καί τοῦτο διότι μέσα της κάτι χάλασε.

   Τί χάλασε; Ὁ νοῦς, ὁ ἡγεμών νοῦς, ἀφοῦ, ὅπως λέει ἡ γνωστή μας παροιμία, νοῦς ὁρᾶ καί νοῦς ἀκούει, ὁ νοῦς βλέπει καί ὁ νοῦς ἀκούει. Ἄν διεφθάρη ἡ αἴσθηση τῆς ὁράσεως στην Εὔα, εἶναι γιατί, πίσω ἀπό τά μάτια, διεφθάρη ὁ ὑπάρχων νοῦς, ὁ βασιλεύς νοῦς. Αὐτός πρέπει να κυβερνάει τόν ἄνθρωπο. Εἶναι αὐτός γιά τόν ὁποῖο προσεύχεται ὁ Δαβίδ στόν ψαλμό του· «καὶ πνεύματι ἡγεμονικῷ στήριξόν με» (Ψαλμ. 50, 14). Ποιό εἶναι αὐτό τό ἡγεμονικόν πνεῦμα; Εἶναι ὁ ἡγεμών νοῦς, ὁ ὀρθός νοῦς, ὁ σωστός νοῦς. Ἐάν ὁ νοῦς προδοθεῖ, θά προδώσει.

   Ἔτσι, βλέπουμε ὅτι μετά τήν αἴσθηση τῆς ὁράσεως, πού διεφθάρη στην Εὔα καί ἄρχισε νά βλέπει διαφορετικά, ἄρχισε νά δραστηριοποιεῖται καί μία ἄλλη αἴσθηση· ἡ γεύση. Ἡ Εὔα ἐπιθύμησε να δοκιμάσει τόν καρπό. Λέει ἐδῶ πώς τό ξύλον ἦταν ἀρεστό στα μάτια της νά τό βλέπει καί νά τό τρώει, αλλά «καὶ ὡραῖόν ἐστι τοῦ κατανοῆσαι»· ἦταν καί ὡραῖος αὐτός ὁ καρπός, πολύ ὡραῖος, νά τόν ἀπολαύσει –κατανοῶ ἐδῶ σημαίνει ἀπολαμβάνω. Συνεπῶς μπαίνει τώρα καί μία δεύτερη αἴσθηση, ἡ αἴσθηση τῆς γεύσεως,

   Είναι χαρακτηριστικό ὅτι ὁ ἄνθρωπος, ὅταν πάρει μία απόφαση καί θέλει κάτι να δοκιμάσει, θέλει ὅλες του οἱ αἰσθήσεις να μετέχουν σ' αυτό πού θά δοκιμάσει. Αὐτό εἶναι ἐκ φύσεως. Προσέξτε ἕνα παράδειγμα.

   Ξέρετε ὅλοι πώς ὅταν πίνουμε κρασί, θέλουμε να δοκιμάσουν καί οἱ πέντε αισθήσεις μας το κρασί. Κατ' ἀρχάς τό βλέπουμε στο ποτήρι· ὕστερα μπορούμε να το μυρίσουμε· κατόπιν τό γευόμαστε· ἀλλά ἀκόμη καί το πιάνουμε το κρασί, μέ τήν ἔννοια ὅτι τό κρατάμε στο ποτήρι. Ὅμως δέν μετέχει ἡ ἀκοή· γι' αυτό τσουγκρίζουμε τα ποτήρια, γιά νά μετέχει καί ἡ ἀκοή στην πόση του κρασιού. Δηλαδή θέλει ὁλόκληρος ὁ ἄνθρωπος νά μετέχει σ' αὐτή τήν εὐχαρίστηση.

   Βέβαια, ξαναλέω, αὐτό εἶναι στή δομή τοῦ ἀνθρώπου· ἔτσι κατασκεύασε ὁ Θεός τόν ἄνθρωπο. Καί δέν εἶναι καθόλου ἐκπληκτικό ή παράξενο τό ὅτι ἡ Εὔα, ὅταν βλέπει τόν καρπό –ἔστω καί ἄν τόν βλέπει περίεργα, ἔστω καί ἄν τόν βλέπει ἐπιθυμητά– τόν κόβει και τόν τρώει· αὐτό εἶναι πολύ φυσικό, ἔρχεται ὡς συνέχεια.

   Γιατί ὅμως θέλουμε να μετέχουν ὅλες οἱ αἰσθήσεις μας; Διότι ὁ Θεός ἔκανε τόν ἄνθρωπο ἔτσι ὥστε νά ἀπολαμβάνει μέ ὅλες του τίς αἰσθήσεις –καί μέ τό σῶμα του καί μέ τήν ψυχή του, καί μέ τίς δυό του ουσίες, μέ ὁλόκληρη τήν ὕπαρξή του– τόν ἐνανθρωπήσαντα Θεό! Αὐτό ἤθελε ὁ Θεός. Γι' αὐτόν τόν λόγο ὁ Ἰησοῦς Χριστός θεράπευε ἐκείνους πού ὑστεροῦσαν σέ μιά τους αἴσθηση. Ἐπί παραδείγματι, κάποιον πού ἦταν κουφός, τόν ἔκανε καλά· γιατί; γιά νά μπορεῖ νά ἀκούει τόν Λόγο –μέ λάμδα κεφαλαῖο. Ὅταν θά μιλοῦσε ὁ ἐνανθρωπήσας Λόγος τοῦ Θεοῦ, τό δεύτερο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, νά μποροῦσε ὁ πρώην κουφός νά Τὸν ἀκούει. Ἀλλά καί στόν τυφλό ἀποκαθιστοῦσε τά μάτια του, για να μπορεῖ νά βλέπει τόν ἐνανθρωπήσαντα Υἱό τοῦ Θεοῦ.

   Γι' αὐτόν λοιπόν τόν λόγο ὁ Κύριος θεράπευε τις ἀσθένειες, καί ὄχι φυσικά γιατί αντιλαμβανόταν τό θέμα ἀπό μιά ἀνθρωπιστική ἤ κοινωνική διάσταση, ὅπως ἐμεῖς σήμερα. Ἔχουμε παρεξηγήσει τα πράγματα, και νομίζουμε ὅτι ὁ Χριστός θα πρέπει νά ἱκανοποιεῖ τίς ποικίλες ανάγκες μας –νά μᾶς θεραπεύει, νά μᾶς δίνει νὰ τρῶμε καί νά πίνουμε– μόνο σέ ἕνα κοινωνικό ἐπίπεδο, σύμφωνα μέ τήν κοινωνική αντίληψη τοῦ πῶς οἱ ἄνθρωποι να περνοῦν καλά. Δέν εἶναι ὅμως ἐκεῖ τό θέμα. Ὁ ἐνανθρωπήσας Θεός Λόγος δημιούργησε έτσι τόν ἄνθρωπο, γιά νά μπορεῖ νά ἀντιλαμβάνεται τόν Δημιουργό του, νά Τόν βλέπει.

   Καί δέν εἶναι τυχαῖο ἐκεῖνο πού λέει ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης στήν πρώτη του επιστολή, ὅτι «οψόμεθα αὐτὸν καθώς ἐστι»  (Α' Ιωάν. 3, 2. Βλ. Αποκ. 22, 4), θά Τόν δοῦμε ὅπως εἶναι, καί θά μᾶς δεῖ κι Ἐκεῖνος ὅπως εἴμαστε. Ἐξ ἄλλου αὐτό εἶναι ἡ σωτηρία μας, αὐτό συνιστᾶ τή σωτηρία μας· ἡ ὅραση τοῦ Θεοῦ! Πῶς ὅμως θα γίνει αυτό; Θά ἀναστηθοῦμε. Θά ἀναστηθοῦμε κι ἐμεῖς ὅπως ἀναστήθηκε Ἐκεῖνος. Θα πάρουμε πάλι τό σῶμα μας, καινούργιο, δηλαδή ή ψυχή μας θα ενωθεῖ μ' αὐτό, ὅπως καί ἡ δική Του ή ψυχή ἑνώθηκε μέ τό σῶμα Του, πού αὐτά καί τά δύο δέν χωρίστηκαν ποτέ από τόν Θεό Λόγο. (Αὐτή τήν ἀλήθεια εκφράζει τό γνωστό τροπάριο τῆς Διακαινησίμου «Ἐν τάφῳ σωματικῶς, ἐν Ἅδου δὲ μετὰ ψυχῆς, ὡς Θεός, ἐν Παραδείσῳ δὲ μετὰ ληστοῦ, καὶ ἐν θρόνῳ ὑπῆρχες, Χριστέ, μετὰ Πατρὸς καὶ Πνεύματος, πάντα πληρῶν ὁ ἀπερίγραπτος.») Ἔτσι λοιπόν θά Τόν δοῦμε «καθώς ἐστι». Εἶναι καταπληκτικό!

   Ὥστε αὐτός εἶναι ὁ λόγος που θέλει ὁ ἄνθρωπος να μετέχουν ὅλες του οἱ αισθήσεις σε κάτι που δοκιμάζει.

   Βέβαια, καταλαβαίνετε ὅτι μέ τήν πτώση των πρωτοπλάστων οἱ αἰσθήσεις πιά ἔπαθαν μία διαστροφή, καί ἀντί ὁ ἄνθρωπος να τείνει τίς αἰσθήσεις του πρός τά αληθινά καί τά μόνιμα, τις στρέφει πρός τίς ἡδονές, πού φέρνουν τήν ὀδύνη καί εἶναι φευγαλέες.

   Ἡ Εὔα λοιπόν εἶδε τόν καρπό, ἅπλωσε το χέρι της καί τόν ἔφαγε. Ἀλλά ἀφοῦ ἅπλωσε το χέρι της καί τόν ἔφαγε, τότε ἀντελήφθη ὅτι ἦταν «ὡραῖος τοῦ κατανοῆσαι», ἦταν δηλαδή απολαυστικός. Προσέξτε αὐτήν τή λέξη ἀπολαυστικός! Ἔτσι, θα λέγαμε, πλάι στην παρέκκλιση τῆς αἰσθήσεως τῆς ὁράσεως, ἔρχεται ἡ παρέκκλιση τῆς αἰσθήσεως τῆς γεύσεως.

   Τί ἀκριβῶς ἦταν αὐτή ἡ παρέκκλιση στο θέμα τῆς γεύσεως;

   Εἶναι γνωστό ὅτι ἡ γεύση εἶναι φτιαγμένη ἀπό τόν Θεό γιά νά δοκιμάζει ὁ ἄνθρωπος ὅ,τι ἀκριβῶς τρώει, εὐχάριστο ἢ δυσάρεστο, να δοκιμάζει τό γλυκό καί τό πικρό. Αὐτή ἡ αἴσθηση συνοδεύει την τροφή, δηλαδή συνοδεύει τή θρέψη. Ἡ θρέψη είναι μία βασική λειτουργία τοῦ σώματος· γιά νά ζήσει ὁ ἄνθρωπος πρέπει να φάει. Ἀλλά ὁ Θεός στη θρέψη ἔβαλε καί τήν γεύση· ἔτσι ὁ ἄνθρωπος, ὅταν ζητάει να φάει για να τραφεῖ, ταυτοχρόνως αἰσθάνεται καί τήν εὐχάριστη γεύση ἐκείνου πού τρώει. Ὥστε τί κάνει ἡ γεύση; Η γεύση συνοδεύει τήν τροφή, καί ὁ ἄνθρωπος αἰσθάνεται εὐχάριστα.

   Ποῦ εἶναι λοιπόν ἡ παρέκκλιση τῆς γεύσεως; Ὅταν ὁ ἄνθρωπος θέλει, σ' ἐκεῖνο πού τρώει, ὄχι ἁπλῶς νὰ αἰσθάνεται τὸ εὐχάριστο, ἀλλά τό ἀπολαυστικό· δηλαδή τί; ὅταν ἐπιδιώκει την τρυφή. Ἡ τρυφή, ὅπως θά δοῦμε, εἶναι ἡ ἀπόλαυση. Ἔτσι, ὁ ἄνθρωπος ζητάει να ἱκανοποιεῖ ὄχι ἐκεῖνο πού ὑπάρχει ὡς ἀνάγκη, ἀλλά ἐκεῖνο πού δέν εἶναι ἀνάγκη, δηλαδή τήν ἀπόλαυση.

   Νὰ σᾶς θυμίσω τί γίνονταν στήν ἐποχή του Νέρωνος, ἀλλά καί ἄλλων αὐτοκρατόρων, στη Ρώμη. Ὅπως λέει ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, ἡ Ρώμη ἦταν ἐκεῖνο τό μεγάλο πηγάδι, πού τῆς ἔριχναν μέσα –καί τί δέν τῆς ἔριχναν... καί ἀπό τοῦ δέν ἔφερναν....!– ἀπό ὅλα τὰ σημεῖα τῆς αὐτοκρατορίας, τά πιό ἐκλεκτά πράγματα, καί ἔτρωγε, ἔτρωγε καί ἔτρωγε και τρώει! («Αὐτὸ τὸ αἰσθητήριον παρομοιάζει πρὸς ἐκεῖνο τὸ μέγα χάσμα, ὁποῦ αἰφνιδίως ἠνοίχθη εἰς τὸν τόπον τῆς Ῥώμης, τόσον βαθύ, ὁποῦ, ὅση ὕλη καὶ ἂν ἐρρίπτετο μέσα, ὅλη κατεβυθίζετο, καὶ οὐδέποτε τὸ ἐγέμιζεν, ὡς γράφουσιν οἱ Ἱστορικοί. Διὰ τί αὐτὸ τὸ αἰσθητήριον εἶναι ἕνας κόλπος τόσον πλατύς, ὁποῦ χωρεῖ ὅσα ἐδώδιμα ἐξάγει ἡ Γῆ καὶ ἡ Θάλασσα·  είναι πίθος τετρημμέννος, κατὰ τὸν Νύσσης Γρηγόριον, ὁ ὁποῖος πάντοτε πληροῦται, καὶ πάντοτε μένει κενός· καὶ ἑνὶ λόγῳ εἰπεῖν, εἶναι Ἅδης ἀχόρταγος.» (Συμβουλευτικὸν Εγχειρίδιον, Κεφ. ς', Περὶ φυλακῆς τῆς Γεύσεως, σσ. 76-77.) Αλλά αὐτό, παιδιά, γίνεται καί στήν ἐποχή μας καί πάντοτε. Τί ἔκαναν λοιπόν τότε; Ἔτρωγαν καί ἔπιναν. Αλλά ἐπειδή ή χωρητικότητα του στομαχιού εἶναι περιορισμένη –καί φυσικά δέν ἦταν ἡ θρέψη ὁ σκοπός εκείνων πού ἔτρωγαν, δέν ἔτρωγαν για να τραφοῦν, ἀλλά ἦταν ή τρυφή, ή γεύση μόνο, ἡ ἀπόλαυση– γι' αὐτό ἔκαναν ἐμετό, καί συνέχιζαν πάλι να τρώνε!... καί πάλι ἔκαναν ἐμετό, καί συνέχιζαν πάλι να τρώνε!

   Ἐδῶ βλέπει κανείς μέ σαφήνεια ὅτι ἡ φυσική γεύση, πού συνοδεύει την τροφή όπως ο Θεός τήν δημιούργησε, παρεκκλίνει. Αὐτή εἶναι ἡ παρέκκλισή της· τό νά ἀναζητᾶται ή τρυφή, ἡ ἀπόλαυση. Δηλαδή ὁ σκοπός, πού εἶναι ἡ τροφή, μεταβάλλεται σέ μέσον, καί ἡ ἴδια ἡ ἀπόλαυση, πού εἶναι τό μέσον, γίνεται σκοπός. Αλλά, ὅπως θά ξέρετε, ὅταν ἕνα μέσον μεταβάλλεται σέ σκοπό, τότε ἔχουμε παρέκκλιση, ἔχουμε διαστροφή. Ποιά εἶναι λοιπόν ἡ παρέκκλιση τῆς αἰσθήσεως τῆς γεύσεως; Τό ὅτι ἡ τρυφή ἔγινε σκοπός, καί ὄχι ἁπλῶς ἕνα μέσο.

   Ἴσως ρωτήσετε: Μήπως εἶναι ἁμαρτία να δοκιμάζουμε ἕνα φαγητό, ἕνα φροῦτο, ἢ ὅ,τι ἄλλο, καί εἶναι νόστιμο, εἶναι ὄμορφο;

   Ὄχι, σ᾽ αὐτή τήν δοκιμή δέν ὑπάρχει ἁμαρτία. Μάλιστα γι' αὐτό ρωτήθηκε κάποτε ὁ ὅσιος Βαρσανούφιος: «Ἐπειδὴ ἐν ἑκάστῃ τροφῇ ἐστί τις φυσικὴ ἡδύτης, μὴ βλάβην ἐργάζεται τῷ μεταλαμβάνοντι;». Ἐπειδή σέ ὅ,τι τρῶμε ὑπάρχει μιά φυσική γλυκύτητα, μήπως παθαίνουμε πνευματική ζημιά ὅταν παίρνουμε μιά νόστιμη τροφή νά τή φάμε; Καί ἀπάντησε ὁ Ὅσιος: «Ο Δεσπότης Θεὸς τὴν τοιαύτην ἡδύτητα ἐν ἑκάστη τροφῇ ἐδημιούργησε· καὶ οὐκ ἔστι βλάβος τῷ μετ' εὐχαριστίας μεταλαμβάνοντι· τὴν δὲ προσπάθειαν ἀεὶ παραφυλάττεσθαι χρή· αὕτη γάρ ἐστιν ἡ βλάβη τῆς ψυχῆς» (Αποσπάσματα από το Γεροντικόν, ψογ΄, σ. 337). Εἶπε δηλαδή ὅτι ὁ Θεός ἔβαλε τήν γλυκύτητα μέσα στούς καρπούς, μέσα στα τρόφιμα· συνεπῶς δέν ὑπάρχει βλάβη πνευματική ὅταν τρῶμε μέ εὐγνωμοσύνη καί μέ εὐχαριστία ἐκεῖνα πού ἔκανε ὁ Θεός για μᾶς. Σ' αὐτό δέν ὑπάρχει βλάβη.

   Ποῦ εἶναι ἡ βλάβη; Ἐκεῖ πού ἀρχίζει νά ὑπάρχει ἡ προσπάθεια. Στη γλώσσα τῶν Πατέρων, προσπάθεια θὰ πεῖ προσκόλληση στό ἐξεζητημένο. Υπάρχει καί τό ἀντίθετο ἀπροσπάθεια, δηλαδή νά μή ζητᾶμε τό ἐξεζητημένο. Προσπάθεια λοιπόν εἶναι ἡ ἐπιθυμία μας, ἡ κίνησή μας πρός κάτι τό ἐξεζητημένο. Ὅταν ζητᾶμε το  ἐξεζητημένο στις τροφές γιά νά ἀπολαύσουμε γεύσεις, κάνοντας τήν γεύση σκοπό καί ὄχι μέσο, αὐτό εἶναι βλάβη τῆς ψυχῆς, καί πρέπει νά τό προσέξουμε.

   Ὅπως ἀντιλαμβάνεστε, παιδιά, πρέπει ἁπλᾶ νά τρῶμε· ὅ,τι ἔχει τό τραπέζι μας. Θα μαγειρεύουμε βεβαίως τό φαγητό μας· δέν θά τρῶμε ὠμές τίς τροφές. Θα μαγειρεύουμε μέ κάποια απλότητα· ὄχι κάτι τό μυθῶδες, τό ὑπερβολικό. Χωρίς πολυπλοκότητα· ὅπως θά μαγείρευε κανείς ἕνα λιτό φαγητό. Δέν θά γυρεύουμε ἰδιαίτερες γεύσεις πάντοτε. Μπορεῖ κάποτε νά μᾶς δώσουν κάτι πολύ ὡραῖο καί πολύ απολαυστικό. Ἐμεῖς δέν θά κυνηγήσουμε αυτήν τήν εὐχαρίστηση· θά τό φᾶμε, θά δοξάσουμε τόν Θεό, καί τίποτε ἄλλο·  βλάβη στην ψυχή μας δέν θά ἔχουμε. Ὅταν ὅμως γίνουμε κυνηγοί τῆς ἡδονῆς τῆς γεύσεως, τότε ἀναμφισβήτητα ἁμαρτάνουμε καί ἔχουμε βλάβη. Βλέπετε, οἱ ἄνθρωποι τρέχουν ἐκεῖ πού ἀκούγονται συμπόσια, πού ἀκούγονται τραπέζια και μεζέδες. Αὐτό ὅμως εἶναι ἀναζήτηση γεύσεων, καί εἶναι πολύ κακό.

   Τί εἶναι λοιπόν ἡ τρυφή; Εἶναι ἡ ἀπόλαυση, εἶναι ἡ πολυτέλεια, εἶναι ἡ ἡδονοθηρία, εἶναι ἡ φιληδονία.

   Μάλιστα, γιά νά τό καταλάβετε ακόμα καλύτερα, θά ἔχετε προσέξει ἴσως μερικούς ανθρώπους, ἰδίως γυναῖκες, πῶς καπνίζουν! Προσέξτε. Πάρα πολλοί αν θρωποι, κυρίως ἄνδρες, ἁπλῶς βάζουν τό τσιγάρο στο στόμα, ρουφοῦν αὐτό πού ρουφοῦν, αὐτό πού ὑπάρχει, αὐτόν τόν καπνό, καί ἁπλῶς καπνίζουν. Ἔχω δεῖ ὅμως γυναῖκες να καπνίζουν με πάθος, να ρουφοῦν ἀπολαυστικά τόν καπνό! Αυτό τώρα τί εἶναι; Εἶναι ἡ ἀναζήτηση θα λέγαμε αὐτῆς τῆς ἡδονῆς, αὐτῆς τῆς τρυφῆς.

   Ἔχετε δεῖ, ἀκόμη, πῶς τρώμε ἕνα φαγητό, κυρίως ἕνα παγωτό; Τό τρώμε λίγο-λίγο, σιγά-σιγά, γιά νά τό ἀπολαύσουμε. Ὄχι γιατί είναι παγωμένο· ὄχι... αλλά γιατί θέλουμε νά τό ἀπολαύσουμε. Καί γιά νά μή πεῖτε ὅτι τό παγωτό τό τρῶμε αργά ἐπειδή εἶναι παγωμένο, πάω σέ ἄλλο.

   Ἔχετε προσέξει, σ᾿ ἕνα συμπόσιο, σ' ἕνα τραπέζι, σέ ἕνα γλέντι, σέ ἕνα πάρτυ ἢ ἀλλοῦ, ἔχετε δεῖ ὅτι ὅλη νύχτα τρῶνε, καί ὅλο κουβαλάνε στο τραπέζι και κρασιά καί ποτά; Μά πῶς μποροῦν συνέχεια να τρῶνε;... Ἐδῶ, σ' ἕνα τέταρτο, φάγαμε, χορτάσαμε, τελειώσαμε κατελήφθη ὁ χῶρος τοῦ στομαχιού μας. Ἐκεῖ ὅμως ὅχι· δέν τρῶνε γιά νά χορτάσουν, αλλά τρῶνε καί πίνουν λίγο-λίγο, ὅλη νύχτα τρῶνε καί πίνουν, γιά νά γλεντήσουν. Ἐδῶ τί ἔχουμε; τήν ἀναζήτηση τῆς ἀπολαύσεως· δηλαδή δέν καθόμαστε στο τραπέζι μας γιά νά φᾶμε τό φαγητό μας καί νά ποῦμε ἁπλὰ εἶναι ὡραῖο τό φαγητό, δόξα τῷ Θεῷ!

   Ἡ τρυφή, κατά τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Θεολόγο, ὀνομάζεται κόπρος. Ἔτσι ἐγώ ξέρω να τιμῶ τήν τρυφή μ' αὐτό τό ὄνομα· κοπριά! («Μὴ τιμήσωμεν οἴνων τοὺς ἀνθοσμίας, οψοποιῶν μαγγανείας, μύρων πολυτελείας. Μὴ γῆ καὶ θάλασσα τὴν τιμίαν ἡμῖν κόπρον δωροφορείτωσαν· οὕτω γὰρ ἐγὼ τιμᾷν οἶδα τρυφήν.» (Λόγος ΛΗ΄, Εἰς τὰ Θεοφάνια, PG 36, 316CD)

   Βέβαια, στό ἴδιο κεφάλαιο τῆς Γενέσεως, ὁ παράδεισος ὀνομάζεται παράδεισος τρυφῆς. Λέει: «καὶ ἐξἔβαλε τὸν Ἀδὰμ καὶ κατῴκισεν αὐτὸν ἀπέναντι τοῦ παραδείσου τῆς τρυφῆς».(Γέν. 3, 24)  Δέν ἔχει ὅμως καμμία σχέση ἐδῶ ἡ λέξη τρυφή μέ ὅ,τι λέμε τόσην ώρα, γιατί ἐδῶ ἔχει μία κακή σημασία, ἐνῶ ἐκεῖ, στον παράδεισο, δέν ἔχει καμμία σημασία κακή. Ἐδῶ εἴπαμε ὅτι τρυφή εἶναι ὅταν ἡ γεύση, ἢ ὅ,τι ἄλλο, γίνεται αυτοσκοπός. Έκεῖ, ὁ παράδεισος, ἦταν μέν πάρα πολύ εὐχάριστος, ἀλλά δέν θά γινόταν αυτοσκοπός, δέν θά προσκολλοῦνταν οἱ πρωτόπλαστοι στον παράδεισο, ἀλλά θά εἶχαν αναγωγή στόν Θεό. Εἶναι αὐτό πού λέμε ἐντρύφησα στη μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ἤ κατατρυφῶ στή μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς, δηλαδή βαθιά ἀπολαμβάνω μέσα στη μελέτη της Αγίας Γραφῆς. Βλέπετε, ἐδῶ τό ρῆμα τρυφῶ ἔχει καλή σημασία.

   Πάντως –γιά νά ξαναγυρίσουμε στην τρυφή μέ τήν κακή σημασία– ὅπως ἀντιλαμβάνεστε μέ αὐτά πού εἴπαμε, ἀφοῦ ἡ γεύση γίνεται σκοπός, τότε, ἀντί νά τρῶμε γιά νά ζοῦμε, ζοῦμε γιά νά τρώμε! Εἶναι φοβερό! Εἶναι ἀντιστροφή τῶν πραγμάτων.

   Εἶναι ἐκεῖνο πού ἔλεγαν οἱ Ἐπικούρειοι, καί πού μᾶς λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος σέ μιά ἐπιστολή του, Προς Κορινθίους, «φάγωμεν καὶ πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀποθνήσκομεν» (Α΄ Κορ. 15, 32). Δε βαριέσαι... δέν ὑπάρχει τίποτα... ὅ,τι φᾶς καί ὅ,τι πιεῖς! Ας φάμε λοιπόν καί ἄς πιοῦμε σήμερα, γιατί αύριο θα πεθάνουμε!

   Θέλετε να δείτε πόσο ωραία, με πόση λεπτότητα καί πόσο χαρακτηριστικά περιγράφει το θέμα αὐτό τό βιβλίο τῆς Σοφίας Σολομῶντος; Ακούστε το· εἶναι ἀπό το 2ο κεφάλαιο (δέν ἔχω πάρει ὅλο τό κείμενο, για να μήν ἀργήσουμε):

   «Ὀλίγος ἐστὶ καὶ λυπηρὸς ὁ βίος ἡμῶν, καὶ οὐκ ἔστιν ἴασις ἐν τελευτῇ ἀνθρώπου»· λίγη εἶναι ἡ ζωή μας καί θλιβερή, καί δέν ὑπάρχει θεραπεία μετά τόν θάνατο τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ ζωή μας, λέει, εἶναι μικρή καί γεμάτη από βάσανα, καί ὅταν πεθάνει κανείς δέν ὑπάρχει ἀποκατάσταση, δηλαδή δέν μπορεῖ νά ξαναγυρίσει πίσω.

   »Τέφρα ἀποβήσεται τὸ σῶμα καὶ τὸ πνεῦμα διαχυθήσεται ὡς χαῦνος ἀήρ»· τό σῶμα γίνεται στάχτη, χῶμα, καί ἡ ψυχή θα σκορπιστεῖ ἁπλῶς σάν ἕνας λεπτός ἀδύναμος αέρας· δηλαδή υλισμός πέρα για πέρα! 

   »Δεῦτε οὖν καὶ ἀπολαύσωμεν τῶν ὄντων ἀγαθῶν». Ἐλᾶτε λοιπόν, ἀφοῦ ἔτσι ἔχουν τα πράγματα, να ἀπολαύσουμε τά ὑπάρχοντα ἀγαθά. Ποιά εἶναι τά ὑπάρχοντα ἀγαθά; Εἶναι αὐτά πού βλέπουμε, αὐτά πού εἶναι φευγαλέα, αὐτά πού εἶναι μάταια· «καὶ χρησώμεθα τῇ κτίσει ὡς ἐν νεότητι σπουδαίως», καί ἐλᾶτε να χρησιμοποιήσουμε τά κτίσματα, τά δημιουργήματα, σάν νά εἴμαστε νέοι ἄνθρωποι, γρήγορα-γρήγορα, δηλαδή χωρίς να χάνουμε καιρό· ἐλᾶτε... ἐλᾶτε νὰ φᾶμε, νά πιοῦμε, νά ἀπολαύσουμε. 

   »Οἴνου πολυτελοῦς καὶ μύρων πλησθῶμεν»· ἄς χορτάσουμε μέ τά πολυτελῆ κρασιά καί ἄς γεμίσουμε ἀπό ἀρώματα. Πῶς τα λέμε σήμερα αὐτά τά ποτά; Κοκτέιλ, ουίσκι, ὅ,τι θέλετε, ὅλα αὐτά... Καί λέω αὐτά τά  ακριβά, γιατί τέτοια πάμε και αγοράζουμε.

   Ξέρετε, ἐκεῖ στό πάρκο πάνω στόν Ἅγιο Αχίλλιο, πού εἶναι τά δοχεῖα ἀπορριμμάτων, ἅμα θά πᾶτε πρωί, θὰ βρεῖτε μέσα μπουκάλια από ουίσκι· τά πίνουν τήν νύχτα ἐκεῖ στό πάρκο, κυρίως νέοι ἄνθρωποι, καί πᾶνε καί πετᾶνε ἐκεῖ τά μπουκάλια. Ουίσκι, παρακαλῶ, οὐίσκι... πού ἔχει οἰνόπνευμα 90%, φοβερό πράγμα!... Παίρνεις φωτιά ὅταν πίνεις ἐκεῖνο τό πράγμα... νερό τῆς φωτιᾶς τό ἔλεγαν κάποτε οἱ Ἰνδιάνοι τῆς Ἀμερικῆς! Νερό τῆς φωτιᾶς πραγματικά... φωτιά υγρή, πού κατακαίει τόν ἄνθρωπο! Λοιπόν, βλέπετε τί πίνουμε;... Ὅλα αὐτά τά πράγματα είναι γιατί θέλουμε να ζήσουμε τη ζωή μας...!

   »Πανταχή καταλίπωμεν σύμβολα τῆς εὐφροσύνης», παντοῦ νά ἀφήσουμε σημάδια τῆς πολυτελοῦς καί ἀπολαυστικῆς ζωῆς μας. Ἔμειναν στήν Ἱστορία τά συμπόσια! Φανταστείτε ότι στη Ρώμη κάθε βράδυ, στα αὐτοκρατορικά σκηνώματα, παραθέτονταν γεύματα σε πολύ κόσμο, ἐπισήμους καί ἄλλους ἀξιωματούχους, ἀξίας εἴκοσι χιλιάδων χρυσῶν λιρῶν στερλινών Αγγλίας. Φοβερό!... «ὅτι αὕτη ἡ μερὶς ἡμῶν καὶ ὁ κλῆρος οὗτος»· αὐτό εἶναι πού θά μᾶς μείνει· ὅλα τ' ἄλλα, δέ βαριέσαι... αὐτό θά μᾶς μείνει· να φάμε καί νά πιοῦμε! 

   Καί ἐφόσον, παιδιά, ή τροφή γίνεται ἐφεξῆς μιά ἀπόλαυση καί ἕνας σκοπός τῆς ζωῆς, ἡ αἴσθηση τῆς γεύσεως μεταβάλλεται πιά στο πάθος τῆς λαιμαργίας καί τῆς γαστριμαργίας. Ποιά εἶναι ἡ διαφορά ανάμεσα στη λαιμαργία καί τή γαστριμαργία; Το λένε οἱ λέξεις· λαιμαργία εἶναι ἡ ἐπιθυμία νά ἱκανοποιήσω τον λαιμό, ἐνῶ γαστριμαργία εἶναι ἡ ἐπιθυμία να ικανοποιήσω τόν χορτασμό στο στομάχι μου, να φάω πολύ. Η λοιπόν νά ἱκανοποιήσω τόν λαιμό μου ἤ τήν γαστέρα, τό στομάχι μου.

   Ἔτσι ἡ γαστριμαργία γίνεται ή πύλη κάθε κακοῦ. 

   Ἐφόσον ἡ Εὔα ἅπλωσε το χέρι καί ἔφαγε ἀπό τόν καρπό με παράλογον ὄρεξιν –ὅπως λέει ὁ ἅγιος Ανδρέας Κρήτης στον Μεγάλο Κανόνα του, («Τὸν ἐμπρησμόν, ὥσπερ Λώτ, φεύγε, ψυχή μου, τῆς ἁμαρτίας φεύγε Σόδομα καὶ Γόμορρα· φεύγε φλόγα πάσης παραλόγου ορέξεως.» (Πέμπτη Μεγάλου Κανόνος, Ὄρθρος, Ὠδή γ)) ἤ ὅπως λέει ὁ Ωσηέ, «ἐφάγετε καρπὸν ψευδή» (Ωσηέ 10, 13), φάγατε ψεύτικο καρπό– από τότε, παιδιά, ή γαστριμαργία πλέον γίνεται ἡ πύλη παντός κακοῦ. 

   Τό λένε οἱ Πατέρες αὐτό, ὅτι ἡ γαστριμαργία εἶναι ἡ πύλη παντός κακοῦ· ὅπως καί τό ἀντίθετο, ὅτι ἡ νηστεία εἶναι ἡ πύλη παντός ἀγαθοῦ· θά τό δοῦμε ὅμως στη συνέχεια.

   Λέει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης ὅτι ἡ γαστριμαργία εἶναι ἡ μητέρα κάθε κακοῦ. «Ἡ δὲ κατὰ τὴν γεῦσιν ἀπόλαυσις, μήτηρ, ὡς ἂν εἴποι τις, τῶν καθ᾿ ἕκαστόν ἐστι κακῶν.» Δηλαδή, ἡ ἀπόλαυση πού ἀφορᾶ στή γεύση εἶναι ἡ μάνα τῶν ἐπιμέρους κακῶν· «τίς γὰρ οὐκ οἶδεν, ὅτι ρίζα σχεδόν ἐστι τῶν περὶ τὸν βίον πλημμελημάτων ἡ περὶ τὸν λαιμὸν ἀσχολία;» Ποιός δέν γνωρίζει ὅτι ἡ ρίζα σχεδόν κάθε παρεκτροπῆς στή ζωή ἔγκειται στό νά ἀσχολεῖται κανείς περί τόν λαιμό του, δηλαδή μέ τήν λαιμαργία; «Ταύτης γὰρ ἐξήρτηται ἡ τρυφή, ἡ μέθη, ἡ γαστριμαργία, ἡ περὶ τὴν δίαιταν ἀσωτία, ἡ πληθώρα, ὁ κόρος, ὁ κῶμος, ἡ κτηνώδης καὶ ἄλογος περὶ τὰ πάθη τῆς ἀτιμίας καταφορά.» (Εἰς τὴν προσευχήν, Λόγος Ε΄, PG 44, 1185CD) γιατί ἀπό αὐτήν, τή λαιμαργία, ἐξαρτᾶται, δηλαδή ἀπορρέει, ἡ τρυφή, ἡ μέθη, ἡ γαστριμαργία, ἡ ἀσωτία που σχετίζεται μέ τό φαγητό, ἡ ἀφθονία, ὁ κορεσμός, οἱ άσεμνες γιορτές του τρύγου, ἡ κτηνώδης καί ἡ ἀπερίγραπτη κατάπτωση ἀπό τά πάθη τῆς ἀτιμίας, ὅλα ἐκεῖνα τά ἀκατονόμαστα πάθη τά ὁποῖα ἀκολουθοῦν ὕστερα ἀπό ἕνα γερό φαγοπότι. 

   Βλέπετε λοιπόν ὅτι τά πάθη ξεκινοῦν ἀπό τήν πύλη τῆς γαστριμαργίας. Απλωσε το χέρι της ἡ Εὔα καί ἔφαγε, καί ἀπό τότε μπήκαν ὅλα τά κακά στη ζωή μας, ἀφοῦ ἡ αἴσθηση τῆς γεύσεως διαστράφηκε, παρεξέκλινε.

   Ἔτσι, παιδιά, ἔχουμε τά φοβερά πάθη τῶν Σοδομιτῶν –φοβερά πάθη! ποῦ νά τά πεῖ κανείς! «αἰσχρόν ἐστι καὶ λέγειν», καί μόνο νά τά πεῖ κανείς εἶναι φοβερό πράγμα, εἶναι αἰσχρό!– ξεκίνησαν τά φοβερά αὐτά πάθη τῶν πέντε πόλεων ἀπό τήν ἀφθονία τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν, ἡ ὁποία ἀφθονία ἔκανε τους Σοδομίτες τρυφηλούς, δηλαδή νά ἀγαποῦν τήν καλοπέραση, τίς ἀνέσεις καί τίς σαρκικές απολαύσεις. 

   Ἀπευθύνεται ὁ Ἰεζεκιήλ πρός τήν Ἱερουσαλήμ, τήν ὁποία παρομοιάζει μέ ἀδελφή τῆς πόλεως Σοδόμων καί λέει: «Πλὴν τοῦτο τὸ ἀνόμημα Σοδόμων τῆς ἀδελφῆς σου, ὑπερηφανία· ἐν πλησμονῇ ἄρτων καὶ ἐν εὐθηνίᾳ οἴνου ἐσπατάλων αὐτὴ καὶ αἱ θυγατέρες αὐτῆς.» (Ιεζ. 16, 49) . Ποιό εἶναι τό ἀνόμημα; Τί ἔκαναν τα Σόδομα, ὅπως τώρα κάνουν καί τά Ἱεροσόλυμα, διότι ἐκεῖ ἀπευθύνεται ὁ Προφήτης; Βρίσκονταν «ἐν πλησμονῇ ἄρτων καὶ ἐν εὐθηνίᾳ» –εὐθηνία εἶναι ἡ αὐθονία. Εἶχαν πολλά ἀγαθά, ἄφθονα· καί τί ἔκαναν, σπαταλούσαν, σπαταλούσαν, σπαταλούσαν! Καί οἱ θυγατέρες αὐτῆς εἶναι οἱ ἄλλες τέσσερις πόλεις, εἶναι ἡ περίοικος τῶν Σοδόμων, οἱ γειτονικές πόλεις.

   Βλέπει κανείς λοιπόν ὅτι τά φοβερά ἐκεῖνα πάθη πού ἄνοιξαν τόν δρόμο να καταστραφοῦν οἱ πόλεις αὐτές μέ πῦρ καί θεῖο –τύπος τῆς μελλοντικῆς κολάσεως τῶν ἀσεβῶν ἀνθρώπων– (Βλ. Λουκά 17, 28-30, Β΄ Πέτρ. 2, 6. Ἰούδα 7) ξεκίνησαν ἀπό τήν γαστριμαργία, ἀπό τήν πληθώρα τῶν ἀγαθῶν. 

   Παιδιά, πολύ φοβᾶμαι, πάρα πολύ φοβάμαι, ὅτι καί ἡ ἐποχή μας εἶναι ἴδια, γιατί μετερχόμαστε τά ἴδια ἁμαρτήματα πού μετέρχονταν καί οἱ Σοδομίτες! Ναί! 

   Διότι τά ἁμαρτήματα ἐκεῖνα, πού δέν εἶχαν ντροπή, καί ξεχύνονταν στους δρόμους ἐκείνης τῆς ἁμαρτωλῆς πόλεως, ξεχειλίζουν καί στήν ἐποχή μας... καί στήν Εὐρώπη, καί στήν Αμερική, ἀλλά καί στήν Ἑλλάδα δυστυχῶς! Γιατί; γιατί υπάρχει πλησμονή ἀγαθῶν, καί δέν στρέφουμε το πρόσωπό μας, τα μάτια μας, πρός τόν Θεό, γιά νά τοῦ ποῦμε εὐχαριστοῦμε γιά τά ἀγαθά πού Ἐσύ μᾶς ἔδωσες! Ὁ Θεός μᾶς δίνει τά ἀγαθά. Αλλά ἐμεῖς τί κάνουμε; ἀλλάζουμε προσανατολισμό. Δέν χρειαζόμαστε πιά τόν Θεό· τά ἀγαθά Του μόνο θέλουμε. Καί ἔχοντας τά ἀγαθά Του, στο τέλος φτάνουμε να γίνουμε υλιστές, να γίνουμε σάρκες, δηλαδή σαρκικοί ἄνθρωποι, καί ἔτσι χάνουμε ἀπό τόν ὀπτικό μας ορίζοντα τόν Θεό, μέ ἀποτέλεσμα να συμβεῖ ὅ,τι συνέβη στὴν ἐποχή τοῦ Νῶε καί στήν ἐποχή τῶν Σοδό.μων και Γομόρρας.

   Σᾶς εἶπα ὅτι φοβᾶμαι πολύ· φοβάμαι πάρα πολύ μήπως καί στόν τόπο μας ἔρθει κάποια καταστροφή. Να με θυμόσαστε. Εκτός ἂν μετανοήσουμε. Προσέξτε ἐκτός ἂν μετανοήσουμε! Αλλά πολύ τό φοβᾶμαι! Ὅλος αὐτός ὁ πλεονασμός τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν –πού φτάνουμε να πετάμε και στα σκουπίδια τα υλικά μας αγαθά!– πολύ μέ φοβίζει. Να σας θυμίσω πως σ' αὐτή τήν σπατάλη μᾶς ἐμποδίζει καί ἡ ἐντολή τοῦ Χριστοῦ, πού εἶχε πεῖ «ἵνα μή τι ἀπόληται» (Ιωάν. 6, 13), τίποτα να μή χάνεται, ἀλλά νά ὑπάρχει πνεῦμα οἰκονομίας. 

   Ποιός κάνει οἰκονομία σήμερα; Κανένας· μόνο οἱ σώφρονες ἄνθρωποι. Φοβᾶμαι ὅμως ὅτι οἱ σώφρονες ἄνθρωποι εἶναι λίγοι. Καί ὅταν λέμε οἰκονομία, δέν ἐννοοῦμε βεβαίως τήν τσιγκουνιά· ἐννοοῦμε τήν καλή διαχείριση τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν· νά μήν ἀγοράζουμε από τα μαγαζιά περιττά πράγματα, και μετά τά πετάμε καί γεμίζουμε τούς σκουπιδοτενεκέδες μας. Αὐτό εἶναι σπατάλη. Δέν θά γεμίζουμε τους σκουπιδοτενεκέδες, ἀλλά ἐκεῖνο πού ἀγοράζουμε θά τό χρησιμοποιοῦμε, ἤ θά τό δωρίζουμε, ὥστε νά μήν πάει χαμένο αὐτό πού δέν χρειαζόμαστε. Δέν εἶναι τσιγκουνιά ή καλή διαχείριση τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν· εἶναι ἀνάγκη, εἶναι ἐντολή ἀπό τόν ἴδιο τόν Κύριό μας.

   Ἀλλά καί οἱ Ἑβραῖοι στήν ἔρημο, παιδιά, συνέδεσαν τήν εἰδωλολατρία μέ τά φαγητά. Θυμόσαστε τί ἔκαναν ὅταν ἔφτιαξαν ἐκεῖνο τό χρυσό ἄγαλμα, τό χρυσό μοσχάρι; Κάθησαν να φάνε· αλλά ἔφαγαν ἄσωτα. Καί τί ἔγινε; «Μετὰ τὸ φαγεῖν καὶ πιεῖν, λέει το βιβλίο τῆς Ἐξόδου, ἀνέστησαν παίζειν» (Εξοδ. 32, 6). Μετά το φαγητό καί τό πιστό τους, σηκώθηκαν καί ἔκαναν βρώμικες πράξεις. Αὐτό ἐννοεῖ τό «παίζειν»· βρώμικες πράξεις, ἀσωτία σε υπερθετικό βαθμό! Είδατε δέ τήν καταστροφή πού ἐπῆλθε καί πῶς ὀργίσθηκε ὁ Θεός ὅταν εἶδε αὐτή τήν κατάσταση; Μά κι ὁ Μωυσῆς ὀργίσθηκε καί εἶπε: Ἕνας λαός τόσο παχυλός, τόσο βορβορώδης, πού κάνει σκοπό την κοιλιά του καί τά ὑπογάστριά του, αὐτός ὁ λαός εἶναι ἀνάξιος να κρατήσει νόμους πνευματικούς, ὅπως ἦταν οἱ δέκα ἐντολές στις δυό πλάκες πού κρατοῦσε. Ἔριξε κάτω τις πλάκες καί τίς ἔσπασε, ἀκριβῶς γιατί ἡ ἀγανάκτηση του Μωυσέως ἦταν σε ὑπερθετικό βαθμό.

   Ἀλλά ἄν ρωτήσετε γιά τό φαινόμενο τῆς ἀθεΐας πῶς ἐξηγεῖται, θά σᾶς ἔλεγα τό ἑξῆς. Παρακαλῶ προσέξτε. Τό φαινόμενο τῆς ἀθεΐας στήν ἐποχή μας, ἀκόμα καί στή χώρα μας, είναι διάχυτο. Σᾶς ἔχει ἀπασχολήσει τό γιατί τάχα οἱ ἄνθρωποι, ἐνῶ ἦταν πιστοί, τώρα μεταβάλλονται σέ ἀπίστους; Πολλοί ἐκπαιδευτικοί μας στα σχολεῖα εἶναι ἄθεοι· πολλοί μαθητές μας εἶναι ἄθεοι, στα σπίτια τους εἶναι ἄθεοι. Ρωτήσατε ποιά άκριβῶς εἶναι ἡ αἰτία πού σήμερα εἶναι ἄθεοι οἱ ἄνθρωποί μας; Λοιπόν, παιδιά, καί τό φαινόμενο τῆς ἀθεΐας ἀπό ἐδῶ ἔχει τήν ἀρχή του· ἀπό τήν αἴσθηση τῆς γεύσεως!

   Θά μοῦ πεῖτε πῶς γίνεται αὐτό;... πῶς;

   Ἀκοῦστε· μάρτυς ἡ Ἁγία Γραφή. Παραπονεῖται ὁ Θεός, διά μέσου τῆς ᾠδῆς τοῦ Μωυσέως, καί λέει τό ἑξῆς:

   «Καὶ ἔφαγεν Ἰακὼβ –Ἰακώβ εἶναι οἱ ἀπόγονοι τοῦ Ἰακώβ, δηλαδή οἱ Ἰσραηλῖτες– καὶ ἐνεπλήσθη», ἔφαγε καί χόρτασε. Ἕως ἐδῶ ὑπάρχει ἁμαρτία; Ὄχι.  Θα μποροῦσε νά πεῖ ὁ Ἰσραήλ: Κύριε, μᾶς ἔδωσες τά ἀγαθά τῆς γῆς. Μᾶς εἶπες ὅτι θά μᾶς βάλεις σέ μία χώρα, τή γῆ τῆς ἐπαγγελίας, ὅπου ρέει μέλι και γάλα. Πράγματι, ἔτσι ἔγινε. Σημειώστε ὅτι ἡ Παλαιστίνη δέν ἦταν ὅπως εἶναι σήμερα, πού εἶναι ξερή γῆ, χωρίς δάση καί λοιπά· ἦταν εύφορη γῆ, εὐφορότατη, γύρω στα 1500 π.Χ.. (Ἡ ἐρημοποίηση τῆς γῆς εἶναι ἕνα εἶδος υποβαθμίσεώς της, ὅπου μιά σχετικά εύφορη περιοχή γίνεται ὅλο καί πιό άγονη, λόγω ἐλλείψεως νερού, βλαστήσεως καί ἄγριας ζωής (Geist H., The Causes and Progression of Desertification. Ashgate, 2005, p. 2). Ιστορικά στοιχεία δείχνουν ότι σοβαρή καί ἐκτεταμένη υποβάθμιση τῆς γῆς συνέβη πριν από πολλούς αιώνες σε κάποιες περιοχές τῆς Κίνας, τῆς Μεσογείου καί τῆς Μεσοποταμίας (https://en. wikipedia.org/wiki/Desertification). 

https://www.google.com/url?sa=t&source=web&rct=j&opi=89978449&url=https://en.wikipedia.org/wiki/Desertification&ved=2ahUKEwiBvZW4yc2JAxXFgSoKHf3rK6oQFnoECBkQAQ&usg=AOvVaw3PVz85hzpaXyedTukEa6YO

Η ερημοποίηση προκαλεῖται ἀπό τήν κλιματική αλλαγή καί ἄλλες ἀνθρώπινες δραστηριότητες)

   »Καὶ ἀπελάκτισεν ὁ ἠγαπημένος», καί κλώτσησε ὁ ἀγαπημένος. Προσέξτε: Πότε «απελάκτισεν»; πότε κλώτσησε; Ὅταν ἔφαγε καί ἐνεπλήσθη· ὅταν ἔφαγε και χόρτασε.

   »Ἐλιπάνθη, ἐπαχύνθη, ἐπλατύνθη». Κοιτάξτε τά τρία αυτά συνώνυμα: «ἐλιπάνθη», γέμισε μέ λίπος, «ἐπαχύνθη», πάχυνε, «ἐπλατύνθη», χόντρυνε.

   »Καὶ ἐγκατέλιπε τὸν Θεὸν τὸν ποιήσαντα αὐτὸν καὶ ἀπέστη ἀπὸ Θεοῦ σωτῆρος αὐτοῦ» (Δευτ. 32, 15), καί ἐγκατέλειψε τόν Θεό, πού τόν δημιούργησε, καί ἀπομακρύνθηκε ἀπό τόν Θεό τόν Σωτῆρα του.

   Τό «ἀπέστη», ἔφυγε, σημαίνει ἀθεΐα. Ὄχι ἀπιστία· ἄλλο ἡ ἀπιστία καί ἄλλο ἡ ἀθεία. Ἡ ἀθεΐα εἶναι τό νά μή δέχεται κανείς πιά τίποτα, νά μή δέχεται τίποτα ἔξω ἀπό τόν ἑαυτό του, τήν αὐθεντία του, νά ίκανοποιεἰ τίς ἡδονές του καί τίποτε ἄλλο. Πότε γίνεται αυτό; Ὅταν ἀρχίσει ὁ ἄνθρωπος να τρώει καλά καί νά πίνει καλά. Ἐδῶ εἶναι τό φοβερό, παιδιά, ἐδῶ εἶναι ἡ ἀρχή τῆς ἀθεΐας.

   Ὅσο καιρό δέν εἴχαμε πλεονασμό ἀγαθῶν, στήν Δύση ολόκληρη, τότε λέγαμε ὅτι ὑπάρχει ὁ Θεός· τώρα πού χορτάσαμε, λέμε ὅτι δέν ὑπάρχει ὁ Θεός. Εἶναι τραγικό τό φαινόμενο αυτό. Αλλά δέν εἶναι μόνο τό σημεῖο τοῦτο. Ὅταν ἀρνηθοῦμε τό Εὐαγγέλιο, ἐπειδή ἀκριβῶς θεοποιήσαμε τήν κοιλιά μας, τότε εἴμαστε οἱ πιό δυστυχισμένοι ἄνθρωποι. 

   Προηγουμένως γινόταν μία Βάπτιση ἐπάνω στόν Ναό, (Εννοεῖ τόν Ἱερό Ναό τοῦ Ἁγίου Χαραλάμπους, στο υπόγειο τοῦ ὁποίου γίνονταν τά κατηχητικά αυτά μαθήματα) καί σκέφτεται κανείς τί νά εὐχηθεῖ σ' αὐτό τό παιδάκι. Ἂς εὐχηθοῦμε νά γίνει καλός Χριστιανός, νά μείνει στον δρόμο τοῦ Θεοῦ. Καί ὅλοι ἐμεῖς πού παρευρισκόμασταν γύρω εἴμαστε βαπτισμένοι, καί ὅλα τά παιδιά, ἐσεῖς πού μέ ἀκοῦτε, εἶστε ὅλοι βαπτισμένοι. Ἄραγε, ποῦ θά καταλήξουμε; ποῦ θά φτάσουμε;

   Ἀκοῦστε τί λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «Πολλοὶ περιπατοῦσιν, οὓς πολλάκις ἔλεγον ὑμῖν, νῦν δὲ καὶ κλαίων λέγω, τοὺς ἐχθροὺς τοῦ σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ, ῶν τὸ τέλος ἀπώλεια, ὧν ὁ θεὸς ἡ κοιλία» (Φιλιπ. 3, 18-19). Πολλοί συμπεριφέρονται ἄσχημα, γιά τούς ὁποίους πολλές φορές σᾶς μιλοῦσα καί πού τώρα κλαίγοντας σᾶς λέω, τοὺς ἐχθρούς τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ, τῶν ὁποίων τό τέλος εἶναι ἡ καταστροφή, τῶν ὁποίων θεός εἶναι ἡ κοιλιά τους!

   Εχθροί;... Ποιοί εἶναι αὐτοί οἱ ἐχθροί τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ; Μήπως τίποτα ἐχθροί πού ἔρχονται νὰ μᾶς χτυπήσουν; Ὄχι. Εἶναι ἐκεῖνοι πού ἡ κοιλιά τους εἶναι ὁ θεός τους! Από την στιγμή δηλαδή πού ὁ Χριστιανός μεταβάλλει την κοιλιά του σέ μέσον ποικίλης ἱκανοποιήσεως, γίνεται ἐχθρός τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ.

   Γιατί δέν λέει ἐχθρός τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά ἐχθρός τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ; Διότι τό Εὐαγγέλιο, παιδιά, είναι σταυρικό· δηλαδή ἀπαιτεῖ θυσία, ἀπαιτεῖ κόπο, ἀπαιτεῖ ἀγώνα, ἄσκηση. Ο σταυρός εἶναι σύμβολο τῆς ἀσκήσεως, τοῦ ἀγῶνος καί τῆς θυσίας. Γι' αυτό λέει ὅτι οἱ ἄνθρωποι αὐτοί, ἄν καί βαπτίστηκαν, ἀρνοῦνται πλέον τή δύναμη τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ, ἀφοῦ ἱκανοποιοῦν τίς αἰσθήσεις τους, καί μάλιστα τήν κοιλιά τους τήν ἔκαναν θεό! Είναι φοβερό!

   Τήν ἐποχή μας, παιδιά, τη φοβερή εποχή μας, θά μπορούσαμε να την χαρακτηρίσουμε μέ δύο χωρία τῆς Αγίας Γραφῆς.

   Τό πρῶτο: «Ἐτρυφήσατε ἐπὶ τῆς γῆς καὶ ἐσπαταλήσατε, ἐθρέψατε τὰς καρδίας ὑμῶν ὡς ἐν ἡμέρᾳ σφαγῆς» (Ιακ. 5, 5). Ζήσατε πάνω στή γῆ μέ ἀπολαύσεις, καί σπατάλες, θρέψατε τις καρδιές σας, σάν νά πηγαίνατε για σφάξιμο, όπως –με συγχωρεῖτε– τα γουρούνια πού τὰ πᾶνε για σφάξιμο! Καί πράγματι για σφάξιμο πηγαίνουμε! Ἕνας πόλεμος εἶναι τό σφάξιμο αὐτῶν τῶν καλοθρεμμένων γουρουνιῶν, ἐκεῖ πού φτάσαμε! 

   Καί τό δεύτερο χωρίο: «Ψυχὴ ἐν πλησμονῇ οὖσα κηρίοις ἐμπαίζει, ψυχῇ δὲ ἐνδεεῖ καὶ τὰ πικρὰ γλυκέα φαίνεται» (Παρ. 27, 7). Ὁ ἄνθρωπος πού εἶναι χορτασμένος ἀπό ἀγαθά, ἀηδιάζει ἀκόμα καί τήν κηρήθρα μέ τό μέλι· ὁ ἄνθρωπος ὅμως πού πεινάει, καί τά πικρά τοῦ φαίνονται γλυκά. Βλέπετε τί κάνουν τα παιδιά στο σχολεῖο, πού πετάνε στα σκουπίδια τις σοκολάτες, τά γλυκά, τά πάντα!... Σερβίρουμε στο Μοναστήρι μας στα μικρά παιδιά ἕνα γλυκό, που δίνουμε ὅταν πάει κάποιος ἐπίσκεψη... Δέν τό θέλω λένε! Γιατί; Εἶναι χορτάτα τά παιδιά! Εἶναι αὐτό πού λένε οἱ Παροιμίες, ὅτι βλέπουν ἀκόμα καί τήν κηρήθρα μέ τό μέλι, καί ἀηδιάζουν. Αλλά, στούς φτωχούς, καί τά πικρά εἶναι γλυκά. Ξερό να εἶναι τό ψωμί· ἐάν πεινᾶς, τό βλέπεις πολύ ὡραῖο. 

   Αὐτό ἀκριβῶς εἶναι ἡ ἐποχή μας. Καί τά μαθητικά ἀκόμη πάρτυς, πού παίρνουν μέρος μέχρι καί παιδιά τοῦ δημοτικοῦ σχολείου, τοῦτο φανερώνει.

   Ἡ ἐποχή μας δηλαδή εἶναι στο έπακρο ἡδονιστική. Το κάπνισμα τί εἶναι; τά ναρκωτικά τί εἶναι; τά ποτά τί εἶναι; Φανερώνουν ὅτι ἡ ἐποχή μας εἶναι πέρα για πέρα ἡδονιστική.

   Στήν ἐποχή μας, ἄν θέλαμε νά τῆς βάλουμε μιά ἐπιγραφή, ξέρετε ποιά θά ἦταν μᾶλλον ἡ πιό κατάλληλη; ἐκείνη ἡ ἐπιγραφή πού μπήκε στον τάφο τοῦ Σαρδανάπαλου, πού ἔγραφε τά ἑξῆς: «Ταῦτ᾽ ἔχω ὅσσ᾽ ἔφαγον καὶ ἐφύβρισα καὶ μετ᾽ ἔρωτος τέρπν᾽ ἔπαθον, τὰ δὲ πολλὰ καὶ ὄλβια κεῖνα λέλειπται» (Βλ. Διοδώρου Σικελιώτου Βιβλιοθήκης Ἱστορικῆς, 2.23.3.11-12, ἔκδ. Teubner, Leipzig 1888, καί Πλουτάρχου, Περὶ τοῦ ἑαυτὸνἐπαινεῖν ἀνεπιφθόνως, 17 p.546 a-b). Αὐτά ἔχω, ὅσα ἔφαγα καί ὅσα ἤπια καί ὅσα ἀφροδισίασα, ἔκανα κακές καί ἀνήθικες πράξεις· αυτά μοῦ ἔμειναν, τίποτα ἄλλο· τά πολλά ὅμως καί μακάρια, ἐκεῖνα ἔχουν φύγει. Και κάποιος περαστικός πού πέρασε καί εἶδε τήν έπιγραφή εἶπε: Αὐτή ἡ ἐπιγραφή δέν ἀνήκει σ' ἕναν βασιλιά ἤ σ' ἕναν ἄνθρωπο, αλλά σέ ἕνα γουρούνι!...

   Παιδιά, αὐτή εἶναι ἡ ἐποχή μας! Γι' αὐτό, ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ἐσεῖς νά γίνετε ἄψογοι καί ἀκέραιοι, παιδιά τοῦ Θεοῦ καθαρά, μέσα σέ μιά γενεά διεφθαρμένη και διεστραμμένη. Σπεύσατε λοιπόν νά σωθεῖτε ἀπ' αὐτήν τήν σκολιά, τήν δύσκολη και διεστραμμένη ἐποχή μας. (Βλ. Φιλιπ. 2, 15)

   Αλλά τό θέμα τῆς γεύσεως ακόμα δεν τελείωσε. Θα συνεχίσουμε, πρῶτα ὁ Θεός, τήν ερχόμενη Κυριακή.

   Κυριακή, 14 Οκτωβρίου 1984


51η ομιλία στην κατηγορία « Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία ».

►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
" Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία " εδώ ⬇️
https://arnion.gr/index.php/palaia-diauhkh/xristianikh-kosmologia-anurvpologia
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40pgmRsIiRCioth8a5E4bM7r

Απομαγνητοφώνηση :
Ιερά μονή Κομνηνείου.
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

🔸Λίστα ομιλιών της σειράς «Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία.».🔻
https://drive.google.com/file/d/1PKTpnYb1nptUbWKH5jo6DJwk7IVel9BA/view?usp=drivesdk

🔸📜 Απομαγνητοφωνημενες ομιλίες της σειράς «Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία.».🔻
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/search/label/%F0%9F%94%B9%CE%A7%CF%81%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B9%CE%B1%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%AE%20%CE%9A%CE%BF%CF%83%CE%BC%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1%20~%20%CE%91%CE%BD%CE%B8%CF%81%CF%89%CF%80%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1.?m=1

🔸Επεξηγηματικό βίντεο Ασπάλαθου.
https://youtu.be/8tNfAHRkTCk

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️ https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__ 

https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου. https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.

Ἡ αἴσθηση τῆς ὁράσεως τῶν πρωτοπλάστων ἀπό ἀπαθής σέ ἐμπαθή.

†.Επανερχόμαστε, παιδιά, στο 6ο χωρίο του 3ου κεφαλαίου τῆς Γενέσεως, πού λέει: «καὶ εἶδεν ἡ γυνὴ ὅτι καλὸν τὸ ξύλον εἰς βρῶσιν καὶ ὅτι ἀρεστὸν τοῖς ὀφθαλμοῖς ἰδεῖν καὶ ὡραῖόν ἐστι τοῦ κατανοῆσαι». Ἡ Εὔα εἶδε ὅτι ἦταν πολύ ὡραῖο τό δένδρο γιά νά φάει κανείς τούς καρπούς του καί ἐπιθυμητό να το βλέπει στα μάτια του καί ὡραῖο νά τό δοκιμάσει γιά νά ἔχει γνώση.

   Ὅπως λέγαμε τήν περασμένη φορά, πέραν τοῦ διαλόγου πού διαμείφθηκε μεταξύ τοῦ διαβόλου καί τῆς Εὔας, σημαντικότατο ρόλο στην πτώση έπαιξαν καί οἱ αἰσθήσεις τῶν πρωτοπλάστων, και συγκεκριμένα ἡ ὅραση καί ἡ γεύση. Όπως βλέπουμε, τό χωρίο αυτό εἶναι γεμᾶτο ἀπό ἐκφράσεις, ὅπως «εἶδεν», «καλόν», πού σημαίνει ὡραῖο, «ἀρεστὸν τοῖς ὀφθαλμοῖς», πάλι «ἰδεῖν» καί πάλι «ὡραῖον τοῦ κατανοῆσαι». Βλέπετε πόσες φορές ἐπαναλαμβάνει λέξεις συνώνυμες πού ἀναφέρονται στήν ὅραση; Αλλά καί τό «εἰς βρῶσιν», τό νά φάει κανείς τόν καρπό, ἀναφέρεται στήν αἴσθηση τῆς γεύσεως.

   Σημαντικό ρόλο καί ἄξιο προσοχῆς, ὅπως εἴπαμε, ἔπαιξαν οἱ αἰσθήσεις στήν ὅλη αὐτή ὑπόθεση της πτώσεως τῶν πρωτοπλάστων. Ἡ αἰτία λοιπόν δέν ἦταν μόνο ὁ διάλογος πού ἀναπτύχθηκε ανάμεσα στην Εύα καί τόν διάβολο, ἀλλά ἦταν καί οἱ αἰσθήσεις, πού πρόδωσαν τους πρωτοπλάστους. Βέβαια, οἱ ἴδιοι οἱ πρωτόπλαστοι ἤθελαν καί προδόθηκαν ἀπό τίς αἰσθήσεις τους.

   Ωστόσο τίθεται τό ἐρώτημα: Ποιά εἶναι ἡ θέση τῶν αἰσθήσεων στήν ὕπαρξη τοῦ ἀνθρώπου;

   Ὅπως θά δοῦμε σέ ἕνα προσεχές μάθημά μας, ὁ ἄνθρωπος, προκειμένου να λάβει γνώση τοῦ ἐξωτερικοῦ περιβάλλοντος, χρησιμοποιεῖ τίς αἰσθήσεις του. Συνεπῶς οἱ αἰσθήσεις είναι τά μέσα ἐκεῖνα μέ τά ὁποῖα ὁ νοῦς πληροφορεῖται ὅ,τι συμβαίνει στο εξωτερικό του περιβάλλον. Ἐάν δέν βλέπω, ἐάν δέν ἀκούω, ἐάν δέν μυρίζω καί δέν ἀγγίζω, ἀντιλαμβάνεστε ὅτι δέν μπορῶ νά σχηματίσω εἰκόνα τοῦ ἐξωτερικού μου περιβάλλοντος.

   Ὅμως, μετά ἀπό τίς αἰσθήσεις, εἶναι ἡ φαντασία, καί μετά τή φαντασία εἶναι ὁ νοῦς. Οἱ αἰσθήσεις εἶναι αὐτές πού ἔρχονται σέ ἄμεση ἐπαφή μέ ότιδήποτε ύλικο· συνεπῶς ἔχουν κάτι τό παχύ. Ἡ φαντασία εἶναι λεπτότερη ἀπό τίς αισθήσεις, ἀλλά εἶναι παχύτερη από τόν νοῦ. Καί τέλος εἶναι ὁ νοῦς. Ὥστε, γιά νά πληροφορηθῶ κάτι πού ὑπάρχει ἔξω ἀπό μένα, ὑπάρχει αυτή ἡ διαδικασία, αὐτή ἡ πορεία, κατά τήν ὁποία αυτό θα φθάσει στόν νοῦ μου διαμέσου τῶν αἰσθήσεων καί τῆς φαντασίας, καί ἔτσι θα λάβω γνώση τοῦ περιβάλλοντός μου.

   Πρός τό παρόν δέν θά πῶ τίποτα γιά τή φαντασία· εἶναι ἕνα θέμα πού ἀνήκει σ' ἕνα μάθημα πιο κάτω. Σήμερα θα μιλήσουμε μόνο γιά τίς αἰσθήσεις.

   Ἀφοῦ λοιπόν ὁ νοῦς γνωρίζει μέσα ἀπό τίς αἰσθήσεις τό ἐξωτερικό περιβάλλον, τότε οἱ αἰσθήσεις εἶναι τά παράθυρα τοῦ νοῦ. Ὅπως πάω στο παράθυρο και σκύβω νά δῶ τί συμβαίνει ἔξω, ἔτσι ἀκριβῶς κι ὁ νοῦς σκύβει ἀπό τά πέντε παράθυρα τῶν πέντε αισθήσεων γιά νά πληροφορηθεῖ τά περί τοῦ ἐξωτερικοῦ κόσμου.

   Οἱ αἰσθήσεις ὅμως μόνο γι' αὐτό ἔγιναν; Βεβαίως ἂν ρωτήσουμε γιατί ο Θεός δημιούργησε τίς αἰσθήσεις, θα λέγαμε τά ἑξῆς. Καταρχάς οἱ αἰσθήσεις θά ὑπάρχουν καί στόν καινούργιο κόσμο τῆς Βασιλείας του Θεοῦ, διότι θα πάρουμε πάλι τό σῶμα μας πίσω, αὐτό πού μέ τόν θάνατο χάνουμε. Αὐτό δέν πρέπει ποτέ να τό ξεχνάμε. Ἄρα λοιπόν πάλι θά ἔχουμε τίς αἰσθήσεις, μέ τή διαφορά πώς θά εἶναι καινούργιες, μόνο πού δέν μποροῦμε νά ξέρουμε τί μορφή θά ἔχουν, πῶς ἀκριβῶς θα είναι.

   Πρῶτος λόγος πού ὁ Θεός ἔκανε τόν ἄνθρωπο μέ τίς πέντε του αἰσθήσεις εἶναι γιά νά μπορεῖ νά ἀντιληφθεῖ τόν ἐνανθρωπήσαντα Θεό Λόγο. Δηλαδή ὁ Θεός Λόγος, πού μᾶς δημιούργησε καί κάποτε πῆρε τήν ἀνθρώπινη φύση, μᾶς ἔδωσε τίς αἰσθήσεις γιά νά μποροῦμε νά Τόν δοῦμε καί νά Τόν ἀκούσουμε. Ὁ πρῶτος καί βασικός λόγος εἶναι αὐτός.

   Ἄν λοιπόν ρωτήσετε γιατί ὁ Χριστός, ὅπως διαβάζουμε στὰ εὐαγγέλια, ἄνοιγε τά μάτια τῶν τυφλῶν καί γιατί ἄνοιγε τα αφτιά τῶν κουφῶν, θά σᾶς ἀπαντήσω: γιὰ νὰ Τὸν δοῦν καί νά Τόν ἀκούσουν! Τώρα, στον κόσμο αὐτόν, σ' ἕναν κόσμο με διεφθαρμένη φύση και διεστραμμένες αἰσθήσεις, δέν μποροῦμε νά δοῦμε καθαρά τόν Χριστό· ὅταν ὅμως βρεθούμε στη Βασιλεία Του, τότε θὰ Τὸν δοῦμε μέ τά μάτια μας. Γι' αυτό λέει ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης, στην πρώτη του ἐπιστολή, στο 3ο κεφάλαιο, ὅτι «οψόμεθα αὐτὸν καθώς ἐστιν» (Α΄ Ιωάν. 3, 2. Βλ. Αποκ. 22, 4.), θὰ Τὸν δοῦμε ὅπως εἶναι.

   Μή σᾶς κάνει ἐντύπωση. Πῶς εἶδαν οἱ τρεῖς μαθητές τόν Χριστό στό ὄρος Θαβώρ, στη Μεταμόρφωση; Ἔτσι θά Τόν δοῦμε κι ἐμεῖς, ἀλλά μέ τήν ἑξῆς διαφορά. Οἱ μαθητές, ἐπειδή δέν διέθεταν ἀκόμη καινούργια μάτια, Τόν εἶδαν «καθὼς ἡδύναντο», ὅπως λέει τό ἀπολυτίκιο τῆς Μεταμορφώσεως, δηλαδή ὅσο μποροῦσαν νά Τόν δοῦν· ὅταν ὅμως βρεθοῦμε στη Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, τότε βεβαίως «ὀψόμεθα αὐτὸν καθώς ἐστι», θά Τόν δοῦμε ὅπως εἶναι.

   Αὐτός εἶναι ὁ πρῶτος λόγος. Υπάρχει καί ἕνας ἀκόμη λόγος. Οἱ αισθήσεις ἔγιναν, δημιουργήθηκαν, γιά νά δοῦμε τό κάλλος, τήν ὀμορφιά τῆς δημιουργίας καί ἔτσι, διά τῆς δημιουργίας, να γνωρίσουμε τόν Θεό καί νά Τόν δοξάσουμε. («Πρέπει λοιπὸν νὰ ἐνθυμηθῇς, ὦ ἀναγνῶστα, ὅτι ὁ τὸν ἀόρατον πρώτον Κόσμον καὶ τὸν ὁρατὸν δεύτερον δημιουργήσας Θεός, "διὰ νὰ δείξῃ σοφίας μείζονος γνώρισμα καὶ τῆς περὶ τὰς φύσεις πολυτελείας", ὡς εἶπεν ή θεολόγος του Γρηγορίου φωνή.» (Οσ. Νικοδήμου Αγιορείτου, Συμβουλευτικὸν Ἐγχειρίδιον, Κεφ. Α΄, Διατὶ ἐγένοντο αἱ Αἰσθήσεις, ἐπιστασίᾳ ἀρχιμ. Ανθίμου Γαζή, 1801, σ. 26.). Βλ. Γρηγορίου Ναζιανζηνού, Λόγος ΜΕ', Εἰς τὸ ἅγιον Πάσχα, PG 32, 624-664.)

   Προσέξτε αὐτό τό σημεῖο πού εἶπα· ὅτι θά δοῦμε τήν δημιουργία καί τήν ὀμορφιά της· δέν θά μείνουμε ὅμως σ' αὐτή, ἀλλά διά τῆς δημιουργίας θά ἀναχθοῦμε στόν Θεό, θά Τόν γνωρίσουμε καί θά Τόν δοξάσουμε. Συνεπῶς ὁ ρόλος τῶν αἰσθήσεων, σε σχέση μέ τήν δημιουργία, εἶναι ρόλος αναγωγικός· οἱ αἰσθήσεις μᾶς ἀνάγουν, μᾶς ἀναφέρουν, δηλαδή μᾶς ἀνεβάζουν στον Θεό Δημιουργό. Δηλαδή, ἀπό τά αἰσθητά κάλλη, τίς αἰσθητές ὀμορφιές τῆς δημιουργίας, αναγόμαστε στα νοητά κάλλη. (Βλ. ὁσίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συμβουλευτικὸν Εγχειρίδιον, Κεφ. Α΄, Ὅτι διὰ τῆς θεωρίας τῶν κτισμάτων ἀναβαίνει ὁ νοὺς εἰς τὴν γνῶσιν καὶ ἀγάπην τοῦ Κτίστου, ἐπιστασίᾳ ἀρχιμ. Ανθίμου Γαζή, 1801, σ. 21. Πρβλ. Ρωμ. 1, 20,)

   Βέβαια οἱ αισθήσεις στην πραγματικότητα εἶναι ἕνα μέσον· εἶναι ἀκριβῶς ὅπως οἱ σωλήνες τοῦ νεροῦ πού μᾶς φέρνουν τό νερό από τό ὑδραγωγεῖο. Ἄρα αὐτές από μόνες τους δέν εὐθύνονται γιά κάτι, καί γι' αὐτό δέν πρέπει οὔτε νὰ ἐπαινεθοῦν οὔτε νά κατηγορηθοῦν. Πίσω ἀπό τίς αισθήσεις εἶναι ὁ νοῦς· γι' αὐτό ὑπάρχει καί ἡ ἔκφραση «νοῦς ὁρᾶ καὶ νοῦς ἀκούει» (Αριστοτέλους, Προβλήματα, 9301.20.) στην πραγματικότητα δηλαδή ὁ νοῦς βλέπει καί ὁ νοῦς ἀκούει.

   Νά σᾶς πῶ ἕνα πολύ απλό παράδειγμα. Πολλές φορές κοιτάζουμε ἕνα ἀντικείμενο, ἀλλά δέν τό βλέπουμε. Ἄν μᾶς δεῖ κάποιος ἄλλος δίπλα, θά βεβαιώσει πώς τό κοιτάζουμε συνεχῶς τό ἀντικείμενο αὐτό. Αναμφισβήτητα, στόν ἀμφιβληστροειδή μας σχηματίζονται οἱ εἰκόνες τοῦ ἀντικειμένου καί μάλιστα ἀλλεπάλληλες εἰκόνες, γιατί ἂν ἐμεῖς κάνουμε κάποια κίνηση ἢ τὸ ἀντικείμενο, ἔχουμε ἀλλεπάλληλες εἰκόνες. Ἀλλά ὁ νοῦς μας μπορεῖ νά εἶναι ἀπασχολημένος σέ ἄλλη σκέψη, καί νά μή καταγράφει τίς εἰκόνες πού τοῦ δίνουν τά μάτια μας. Ἄρα ποιός βλέπει στην πραγματικότητα; Τα μάτια μας; Ὄχι. Ὁ νοῦς λοιπόν ὁρᾶ, βλέπει, καί ὁ νοῦς ἀκούει.

   Ἀλλά ἀπό τήν στιγμή πού ὁ νοῦς τῶν πρωτοπλάστων διαστράφηκε –καί ἀπό τί διαστράφηκε; ἀπό μία σκέψη· ὅτι μποροῦν νά θεωθοῦν· τούς ὑπέβαλε ὁ διάβολος τήν ἰδέα ὅτι μποροῦν νά γίνουν θεοί– ἀπό τήν στιγμή ἐκείνη ἀμέσως διαστράφηκαν καί οἱ αἰσθήσεις, καί δέν μποροῦσαν πιά νά βλέπουν ὅπως ἔβλεπαν πρῶτα.

   Συγκεκριμένα, ὅταν ὁ Θεός εἶπε στούς πρωτοπλάστους ἀπό τούς καρπούς αὐτοῦ τοῦ δένδρου δέν θά δοκιμάσετε, ἀναμφισβήτητα οι πρωτόπλαστοι εἶδαν τό δένδρο πού τούς ἔδειξε ὁ Κύριος. Τό εἶδαν. Αλλά πῶς τό εἶδαν; Ἐδῶ θέλω να προσέξετε. Τό εἶδαν ἀπαθῶς, δηλαδή χωρίς πάθος. Ἁπλῶς τό εἶδαν. Εἶπαν: Αὐτό εἶναι ένα δένδρο. Ὁ Θεός μᾶς εἶπε νά μήν τό πλησιάσουμε. Δέν θά γευθοῦμε τίποτα από τό δένδρο αυτό. Από τήν στιγμή όμως πού τούς ὑποβλήθηκε ἀπό τόν διάβολο ἡ ἰδέα τῆς αὐτοθεώσεως, ἀπό τήν στιγμή ἐκείνη οἱ αἰσθήσεις διαστράφηκαν καί ἄρχισαν να βλέπουν ἐμπαθῶς. Από ἀπαθῶς, τώρα βλέπουν ἐμπαθῶς, δηλαδή βλέπουν πλέον μέ πάθος.

   Αὐτό εἶναι ἕνα κεντρικό σημείο, γιά τό πῶς οἱ αἰσθήσεις τοῦ ἀνθρώπου ἔπαθαν αὐτήν τήν διαστροφή. Καί θέλω αὐτό νά τό προσέξουμε ἰδιαιτέρως.

   Ὁ Θεόδωρος Ἐδέσσης λέει πώς ὁ Ἀδάμ «κακῶς τῇ αἰσθήσει χρησάμενος, τὸ αἰσθητὸν ἐθαύμαζε κάλλος, ὡραίου δόξαντος αὐτῷ τοῦ καρποῦ πρὸς ὅρασιν, καὶ καλοῦ εἰς βρῶσιν, οὗ γευσάμενος, ἀφῆκε τὴν ἀπόλαυσιν τῶν νοητῶν.  (Φιλοκαλία τῶν ἱερῶν Νηπτικῶν, Θεωρητικόν, Ενετίησιν 1782, σελ. 285.) Ὁ Ἀδάμ, δηλαδή, κάνοντας κακή χρήση τῶν αἰσθήσεων, θαύμασε τό αἰσθητό κάλλος, εἶδε τόν καρπό, καί ἀφοῦ τοῦ φάνηκε ὡραῖος στήν ἐμφάνιση ὁ καρπός ἀλλά καί ἐκλεκτός γιά νά τόν φάει, δοκιμάζοντάς τον, ἐγκατέλειψε τήν ἀπόλαυση τῶν νοητῶν, δηλαδή τοῦ Θεοῦ. Διότι, λέει ἡ Γένεση, τότε εἶδαν οἱ πρωτόπλαστοι, εἶδε ἡ Εὐα, ὅτι ἦταν πολύ ὡραῖος αὐτός ὁ καρπός. Τάχα δέν ήταν ὡραῖος καί πρίν; Τώρα τόν βλέπουν ὅτι εἶναι ὡραῖος; Τί ἔγινε στα μάτια; ἄλλαξε κάτι; Δέν ἄλλαξε τίποτε στα μάτια τους· ἄλλαξε στόν νοῦ. Τώρα ὅμως ὁ νοῦς βλέπει χρησιμοποιώντας τά μάτια διεστραμμένα, δηλαδή ἐμπαθῶς. Καί ἔτσι, μόλις γεύθηκαν, ἄφησαν τήν ἀπόλαυση τῶν νοητῶν.

   Ποιά εἶναι ἡ ἀπόλαυση τῶν νοητῶν πού ἄφησαν;

   Απόλαυση τῶν νοητῶν, πρῶτα- πρῶτα, εἶναι ὁ Θεός, κι ὕστερα ὅ,τι ἄλλο. Αὐτό τό ἀφήνουν ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα, καί τελικά μένουν καί κολλούν στη δημιουργία.

   Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης λέει: «Τὸ ξύλον ἐκεῖνο τὸ γνωστὸν καλοῦ καὶ πονηροῦ, ἡ ἐμπαθὴς αἴσθησίς ἐστιν τῆς φαινομένης κτίσεως» (Συμβουλευτικὸν Ἐγχειρίδιον, Κεφ. Β΄, Τίς ἡ τοῦ Ἀδὰμ πτώσις, σελ. 26.)· τό δένδρο τῆς γνώσεως εἶναι μιά ἐμπαθής αἴσθηση τῆς φαινομενικῆς φύσεως, τῆς φύσεως ὅπως φαίνεται. (Βλ. ἁγίου Μαξίμου Ὁμολογητοῦ, Κεφάλαια Θεολογικά, έκατοντάς α΄, νε΄: «Καὶ τάχα ξύλον εἶναι γνωστὸν καλοῦ καὶ πονηροῦ, τὴν φαινομένην κτίσιν εἰπών τις, οὐχ ἁμαρτήσει τῆς ἀληθείας» καί ἑκατοντάς β΄, λβ΄: «Ξύλον δὲ γνωστὸν καλοῦ καὶ πονηροῦ ἡ τοῦ σώματος αἴσθησις, ἐν ᾗ τῆς ἀλογίας υπάρχει σαφῶς ἡ κίνησις, ἧς κατὰ τὴν πεῖραν, μὴ ἅψασθαι δι' ἐνεργείας ὁ ἄνθρωπος τὴν θείαν λαβὼν ἐντολήν, οὐκ ἐφύλαξεν».)

   Τι ήταν λοιπόν τό δένδρο τῆς γνώσεως ἐν προκειμένῳ; Ήταν μία ἐμπάθεια στίς αἰσθήσεις τῶν πρωτοπλάστων, που στρέφεται στην φαινομένην κτίσιν ὄχι στην νοητήν. Συνεπῶς ἐδῶ πρόκειται περί μιᾶς προσκολλήσεως τοῦ νοῦ διά τῶν αἰσθήσεων στην φαινομένην κτίσιν, ἡ ὁποία προσκόλληση εἶναι τό ποιητικό αἴτιο τῆς εἰδωλολατρίας, δηλαδή ἐκεῖνο πού δημιουργεί τήν εἰδωλολατρία.

   Τί εἶναι ἡ εἰδωλολατρία; Εἰδωλολατρία εἶναι ὅταν βλέπουμε μέ τίς αἰσθήσεις μας τήν κτίση, καί δέν ἀναγόμαστε μέ τόν νοῦ μας στόν Θεό, ἀλλά μένουμε σ' αυτό που βλέπουμε. Οι πρωτόπλαστοι δέν ἔπεσαν στην εἰδωλολατρία, γιατί είχαν γνώση τοῦ Θεοῦ· ἀλλά οἱ ταλαίπωροι ἀπόγονοι τοῦ Ἀδάμ ἔπεσαν στήν εἰδωλολατρία, γιατί δέν ἔβλεπαν πιά τόν Θεό. Οἱ αἰσθήσεις τους διαστράφηκαν, καί ἄρχισαν να βλέπουν μόνο αὐτό πού ἔβλεπαν, χωρίς να κάνουν ἀναγωγή στόν Θεό. Αὐτό τό κόλλημα, αὐτή ἡ προσκόλληση τῶν αἰσθήσεων σέ ὅ,τι βλέπουμε μέσα στην κτίση, αὐτό ἀκριβῶς εἶναι ἡ ποιητική αἰτία τῆς εἰδωλολατρίας, δηλαδή αὐτό πού τήν δημιουργεῖ.

   Θά ἤθελα αὐτό ἰδιαιτέρως νά τό ξέρετε καί νά τό θυμόσαστε. Γι' αὐτό ὁ ἄνθρωπος πού εἶναι ἐμπαθής γίνεται εἰδωλολάτρης. Βλέπετε τούς ἀρχαίους Έλληνες λάτρεψαν τήν Αφροδίτη, γιατί ήταν γεμάτοι ἀπό ἐπιθυμίες σαρκικές· λάτρεψαν τόν Βάκχο, τον Διόνυσο, γιατί ἦταν κολλημένοι στα οινοπνευματώδη ποτά· λάτρεψαν τόν Ἑρμῆ, γιατί ἦταν κολλημένοι στα χρήματα, στο κέρδος, καί οὕτω καθ᾿ ἑξῆς. Λάτρεψαν την κτίση διότι ἦταν ρυπαρή ή καρδιά τους, καί δέν μποροῦσαν νὰ ἀναχθοῦν στόν Θεό Δημιουργό.

   Εἶναι πολύ σοβαρό αυτό. Γι' αυτό και σύγχρονοι φιλόσοφοι, ὅταν ἔχουν ὑλιστικές αντιλήψεις, δέν βλέπουν παρά μόνο την δημιουργία. Πέραν τῆς δημιουργίας, δέν βλέπουν τίποτε ἄλλο. Αν ρωτήσετε τί ἀκριβῶς εἶναι τό φαινόμενο τῆς ἀθεΐας, θά μπορούσαμε βέβαια νά ποῦμε πολλά πράγματα, αλλά κυρίως θα λέγαμε ὅτι ἡ καρδιά, ἐπειδή εἶναι ρυπαρή, βρώμικη, δέν μπορεῖ νά δεῖ τόν Θεό. Δηλαδή ἀδυνατεῖ ὁ νοῦς νά κάνει ἀναγωγή καί νά ἀνεβεῖ διά τῶν αἰσθήσεών του στόν Θεό, ἀλλά μένει σέ ὅ,τι βλέπει, κολλάει σ' αὐτά πού βλέπει καί τά θεοποιεῖ.

   Γι' αὐτό, παιδιά, προσέξτε. Θέλετε νά μή φθάσετε ποτέ στήν ἀθεΐα; Προσέχετε νά μή κάνετε ἁμαρτίες, καί μάλιστα σαρκικές ἁμαρτίες. Αν κάνουμε ἁμαρτίες, μέ τίς ὁποῖες συνθηκολογοῦμε καί τίς δικαιολογούμε, τότε εἴμαστε κοντά στην ειδωλολατρία. Ὅμως μπορεῖ να κάνουμε ἁμαρτίες, αλλά νά μετανοοῦμε. Προσέξτε με, να μετανοοῦμε, καί νά μή δεχόμαστε ποτέ ὅτι αὐτό πού κάναμε ἦταν σωστό. Ανά πάσα στιγμή νά λέμε: Αὐτό εἶναι ἁμαρτία. Το κάνω, αλλά εἶναι ἁμαρτία. Τότε βεβαίως δέν πᾶμε στήν εἰδωλολατρία, γιατί ύπολογίζουμε και σκεπτόμαστε τήν ἁμαρτία, ἡ ὁποία εἶναι σε σχέση πάντα με τον Θεό.

   Από την στιγμή ὅμως πού θά συνθηκολογήσουμε καὶ θὰ ἀντιτάξουμε, γιατί αὐτό νά εἶναι ἁμαρτία; τότε γλιστράμε πρός τήν ἀθεΐα. Βλέπετε, οἱ συμμαθητές σας στο σχολείο, παιδιά του Γυμνασίου καί τοῦ Λυκείου –σε λίγο θα μιλᾶμε καί γιά παιδιά τοῦ Δημοτικού!– ἀναρωτιοῦνται καί λένε: Γιατί νά εἶναι αὐτό ἁμαρτία; Ποῦ τό βλέπεις το κακό... Αυτό σημαίνει ὅτι συνθηκο λογοῦν μέ τήν ἁμαρτία. Τα παιδιά αὐτά γρήγορα θά ὁδηγηθοῦν στήν ἀθεΐα, ἐπειδή χάνουν ἀπό τόν ὀπτικό τους ορίζοντα τόν Θεό, καθώς οἱ αἰσθήσεις τους ἔχουν κολλήσει στην κτίση.

   Ἔτσι, σαφῶς λέει ἐδῶ τό ἱερό κείμενο ὅτι ἡ Εὐα εἶδε τόν καρπό του δένδρου. Τί θά πεῖ εἶδε; Θά πεῖ ὅτι ἔκανε χρήση τῆς αἰσθήσεως τῆς ὁράσεως.

   Γι' αυτό, καιρός εἶναι νά δοῦμε, μέ λίγα λόγια, πῶς μποροῦμε νά ξαναγυρίσουμε στήν ἐν Χριστῷ ἀπλότητα, δηλαδή οἱ αισθήσεις μας, καί ἰδιαιτέρως τά μάτια, να βλέπουν ὅπως ἔβλεπαν οἱ πρωτόπλαστοι πρίν ἁμαρτήσουν. Πρέπει να μάθουμε λοιπόν τί μετέρχεται αὐτή ἡ αἴσθηση τῆς ὁράσεως, γιά νά φυλαχτοῦμε και να προσέξουμε.

   Εἶπα ἡ ἐν Χριστῷ ἁπλότης. Ναί. Ὅ,τι χάσαμε μέ τόν Ἀδάμ, τό κερδίζουμε, καί κάποτε πολλαπλῶς, μέ τόν Ἰησοῦ Χριστό. Όχι φυσικά χωρίς κόπο· ἀλλά καί μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ· κόπος και χάρη Θεοῦ. Μέ τόν Ἰησοῦ Χριστό τό κερδίζουμε πάλι. Γι' αὐτό μᾶς χρειάζεται ὁ Χριστός.

   Ποῦ εἶναι ἐκεῖνοι πού λένε ὅτι ὅταν θα γεράσουν, τότε θα γίνουν Χριστιανοί, θά ἀγωνιστούν, θα μετανοήσουν;... Παιδιά, ἔχουμε πολλή δουλειά να κάνουμε. Το καταλαβαίνετε; Ἔχουμε πολλή δουλειά! Ξέρετε πόση, για όσο χρόνο μᾶς πίστωσε ὁ Θεός, δηλαδή για ὅσο θα ζήσουμε. Δέν μποροῦμε νά ἀναβάλλουμε για το μέλλον, καί νά λέμε ἅμα θα γεράσω, ἅμα θά... Ὄχι· πρέπει ν' ἀρχίσουμε. Αὐτός εἶναι ὁ σκοπός ἐξ ἄλλου πού κάνουμε τήν κατήχηση ἐδῶ καί σέ νέα παιδιά, σε νέους ἀνθρώπους· γιά νά ἀρχίσουν από τώρα τή δουλειά, τό ἔργο τῆς καθάρσεως τῆς καρδιᾶς.

   Αρχικά λοιπόν ἄς ἀναφερθοῦμε στη δραση.

   Ἡ αἴσθηση τῆς ὁράσεως ἔχει ἀρκετούς χαρακτηρισμούς. Λέγεται βασιλικωτάτη αἴσθησις. Διότι, ἀπό τίς πέντε αισθήσεις μας, ἂν μᾶς ἔλεγαν ὅτι θά μᾶς ἀφήσουν μόνο μία καί θά μᾶς ἀφαιρέσουν τις τέσσερις, ποιά θά προτιμούσαμε; Αναμφισβήτητα θα προτιμούσαμε νά εἴμαστε κουφοί, θα προτιμούσαμε νά μήν ἔχουμε γεύση ἢ ὄσφρηση, αλλά τά μάτια μας τά θέλουμε· γι᾿ αὐτό καί λέγεται βασιλικωτάτη αἴσθησις.

   Ακόμη, ὁ ἴδιος ὁ Κύριός μας εἶπε ὅτι τά μάτια εἶναι οἱ λύχνοι τοῦ σώματος (Βλ. Ματθ. 6, 22.), εἶναι τά λυχνάρια τοῦ σώματος, μέ τά ὁποῖα μπορεῖ κανείς να βλέπει, δηλαδή σάν νά ἔχει ἀνάψει φῶς· διότι ὁ ἄνθρωπος, ὅταν ἔχει τα μάτια του, τότε έχει φῶς καί βλέπει τί γίνεται γύρω του. (Στόν ἀρχαῖο κόσμο τό φῶς εἶχε θεοποιηθεῖ, σε συνδυασμό μέ τήν ὅραση, καί τόση σημασία ἀπεδιδόταν στη σχέση αυτή, ὥστε τό ζῆν θεωρεῖτο ἰσότιμο τοῦ ὁρᾶν. Ὁ Ὅμηρος υποστήριζε πως ή ὄραση ἐπιτελεῖται διά ἀκτίνων λεπτοφυούς πυρός, τὸ ὁποῖο ἐκε πέμπεται ἀπό τό ἐσωτερικό τοῦ ὀφθαλμοῦ πρὸς τὰ ἔξω. Ὁ Ἀλκμαίων ὁ Κροτωνιάτης, γιά τήν ἑρμηνεία τῆς ὁράσεως, ὑπέθετε τήν ὕπαρξη εσωτερικοῦ πυρὸς ἐντός τοῦ ὀφθαλμοῦ, τό ὁποῖο ἐκβάλλεται πρός τά ἔξω. Ὁ Πλάτων, στο έργο του Τίμαιος, αναφέρει ὅτι οἱ ἀκτίνες τοῦ φωτός ἐκπέμπονται από τον οφθαλμό (τό οπτικό πύρ), καί μέ τό ἐξωτερικό φως (τό ρευστό πυρ) σχηματίζουν το σῶμα τῆς ὁράσεως (τον οπτικό κῶνο), τό ὁποῖο, ἀνακλώμενο πάλι στον οφθαλμό, μεταφέρεται στον εγκέφαλο. Πρβλ. «ὀφθαλμοὶ Κυρίου μυριοπλασίως ηλίου φωτεινότεροι» (Σ. Σειρ. 23, 19)  

   Ακόμη, τα μάτια ὀνομάστηκαν οἱ δύο φωστήρες τοῦ προσώπου. Εἶναι κατ' ἀπομίμηση, κατ' αναλογίαν τῶν δύο φωστήρων τοῦ οὐρανοῦ, τοῦ ἡλίου καί τῆς σελήνης (Βλ. Γέν. 1, 14-16). Το πρόσωπο θεωρεῖται σάν ἕνας οὐρανός, καί ἔχει δύο φωστῆρες, δηλαδή δύο ἀστέρια να φωτίζουν. Αὐτά τά δύο ἀστέρια εἶναι τά δύο μάτια.

   Ακόμη, τά μάτια ὀνομάστηκαν οἱ δύο πρώτοι κλέπται τῆς ἁμαρτίας. Αὐτοί εἶναι οἱ πρῶτοι που κλέβουν τήν ἁμαρτία· θά τό δοῦμε λίγο πιο κάτω πῶς.

   Ὀνομάστηκαν ἐπίσης καί οἱ πλόκαμοι τῆς ψυχῆς. Ὅπως ἀκριβῶς ὁ χαμαιλέων βγάζει μιά γλώσσα μεγάλου μήκους, ἁρπάζει τό ἔντομο καί τό φέρνει πίσω στο στόμα του, ἤ ὅπως τό χταπόδι απλώνει τα πλοκάμια του καί πιάνει τό θύμα του, τη λεία του, ἔτσι καί τά μάτια εἶναι οἱ ἀόρατοι πλόκαμοι τῆς ψυχῆς, μέ τούς ὁποίους συλλαμβάνει ή ψυχή ἐκεῖνο πού θέλει.

   Ακόμη, τά μάτια ὀνομάστηκαν τα δύο ἀόρατα χέρια. Οἱ τρεῖς μάλιστα τελευταῖοι χαρακτηρισμοί εἶναι τῆς αὐτῆς κατηγορίας. Δηλαδή, σάν νά βγαίνουν από τα μάτια δυό μεγάλα χέρια καί ἀρχίζουν να κλέβουν, ὅπως σᾶς εἶπα προηγουμένως. Πῶς κλέβουν; Βλέπω τούς θησαυρούς τοῦ ἄλλου, βλέπω τίς ὀμορφιές τοῦ ἄλλου... καί τίς κλέβω. Ὅταν ὁ ἄλλος μοῦ πεῖ εἶσαι κλέφτης, θά πῶ: Μέ εἶδες να μετακινήσω κάτι; εἶδες τίποτα να κλέψω; Καί ὅμως κλέβουμε τα ξένα κάλλη, τις ξένες ὀμορφιές, τά ξένα πράγματα, τα πάντα κλέβουμε. Από τά μάτια βγαίνουν αὐτά τά δύο χέρια και κλέβουν τα πάντα.

   Αλλά τά μάτια θεωροῦνται ἐπίσης ὅτι ἔχουν καί αφή λεπτότερη ἀπό τήν αφή. Εἶναι γνωστό ὅτι ὅταν πιάσω κάτι μέ τό χέρι μου, αντιλαμβάνομαι τί πιάνω. Καί τά μάτια μου πιάνουν, ἀλλά μέ μία λεπτότερη αφή. Βλέπετε, πηγαίνουν σέ πρόσωπα, σέ ἀντικείμενα, καί τά πιάνουν! Πῶς; Βλέποντας, μέ αὐτήν τή λεπτή αφή. Καί ἔτσι ἡ αἴσθηση τῶν ματιῶν εἶναι πράγματι καταπληκτική.

   Τί πρέπει να κάνουμε λοιπόν, ἄν τά μάτια μας εἶναι δύο κλέφτες τῆς ἁμαρτίας, ἀφοῦ μέ αὐτά ἁμαρτάνουμε; Πρέπει νά τά φυλάξουμε τα μάτια μας. Διότι, ἄν δέν τά φυλάξουμε, τότε θα πάθουμε πολύ κακό.

   Θά ἤθελα νά σᾶς πῶ μερικά παραδείγματα ἀνθρώπων ἤ λαῶν πού δέν φύλαξαν τα μάτια τους, γιά νά δεῖτε τί ἔχουν πάθει.

   Σᾶς θυμίζω πρῶτα πρῶτα τόν Ἀδάμ καί τήν Εὔα· δέν φύλαξαν τα μάτια τους, καί ἔχασαν τόν παράδεισο. Ὁ ἅγιος Νικόδημος λέει: «Ακούεις; εἶδε φησίν, εἶδεν, ἔπαθεν, ἔλαβεν, ἔφαγεν, ἔθανεν (Βλ. όσ. Νικοδήμου Αγιορείτου, Συμβουλευτικὸν Ἐγχειρίδιον, Γ΄, Παραδείγματα τῶν μὴ φυλαξάντων τοὺς ὀφθαλμούς, σ. 55.). Ακούς; Εἶδε, λέει, ἡ Εὔα· εἶδε τόν καρπό, ἔπαθε, δηλαδή ἐμπαθῶς κινήθηκε, πῆρε μέ τό χέρι της, ἔφαγε καί πέθανε. Εἴδατε ἀπό που ξεκίνησε;

   Ἄλλο παράδειγμα εἶναι οἱ ἀπόγονοι τοῦ Σήθ.

   Ὁ Σήθ γεννήθηκε σέ ἀντικατάσταση τοῦ Ἄβελ. Όπως θα ξέρετε, ὁ Θεός εἶχε πεῖ στοὺς ἀπογόνους τοῦ Σήθ νά μή μιγοῦν μέ τούς ἀπογόνους τοῦ Κάιν, οι ὁποῖοι εἶχαν διαφθαρεῖ. Ἀλλά, λέει ἐκεῖ ἡ Γένεση, «ἰδόντες δὲ οἱ υἱοὶ τοῦ Θεοῦ τὰς θυγατέρας τῶν ἀνθρώπων ὅτι καλαί εἰσιν, ἔλαβον ἑαυτοῖς γυναῖκας...» (Γέν. 6, 2.). Εἶδαν οἱ ἄνδρες, ἀπόγονοι του Σήθ, τίς γυναῖκες τῶν ἀπογόνων τοῦ Κάιν ὅτι ἦταν ὡραῖες, καί παρά τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ νά μή μιγοῦν αὐτοί οἱ δύο κλάδοι, ἀπόγονοι τοῦ Ἀδάμ, παντρεύτηκαν τίς γυναῖκες αὐτές, ὑπέστησαν ἠθική φθορά, καί τό ἀποτέλεσμα τῆς ἀναμείξεως αὐτῆς, αὐτῶν τῶν γάμων, ἦταν ὁ κατακλυσμός τοῦ Νῶε. Ὁ Θεός, ρίχνοντας μιά ματιά μετά σ' αυτούς τοὺς ἀνθρώπους, εἶπε: «οὐ μὴ καταμείνῃ τὸ πνεῦμά μου ἐν τοῖς ἀνθρώποις τούτοις εἰς τὸν αἰῶνα διὰ τὸ εἶναι αὐτοὺς σάρκας» (Γέν. 6, 3.). Δέν θά μείνει πιά τό Πνεῦμα μου τό Ἅγιο σ' αὐτούς, γιατί ἔγιναν σαρκικοί ἄνθρωποι.

   Εἴδατε; Καί ἦλθε ὁ κατακλυσμός! Θα γινόταν ὁ κατακλυσμός, ἐάν οἱ ἀπόγονοι του Σήθ πρόσεχαν, καί δέν ἔβλεπαν τίς γυναῖκες τῶν ἀπογόνων τοῦ Κάιν μέ ἐμπάθεια; Δέν θά γινόταν. Αλλά δέν πρόσεξαν. Τί δέν πρόσεξαν; Τα μάτια τους δεν πρόσεξαν γι' αὐτό ἔγινε ὁ κατακλυσμός.

   Ακόμη, σᾶς θυμίζω τους κατοίκους Σοδόμων και Γομόρρας. Αὐτοί εἶδαν, λέει ἡ Γένεση, ἐκείνους τούς δύο ἀγγέλους, τούς δύο ἄνδρες, πού στην πραγματικότητα ἦταν ἄγγελοι εἰς τύπον τῆς Ἁγίας Τριάδος. Συγκεκριμένα, τα δύο πρόσωπα που κατέβηκαν στα Σόδομα ἦταν εἰς τύπον τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος (Η τριαδικότητα τοῦ Θεοῦ στὴν Παλαιά Διαθήκη δέν ἀναφέρεται ξεκάθαρα, γιά νά μή νομισθεῖ ἀπό τούς Εβραίους ὅτι υπάρχουν πολλοί θεοί, ἀλλά υπαινίσσεται ἤδη ἀπό τό πρῶτο βιβλίο της (Γέν. 1,1-2. 1,26. 3,22. 11,7. 19,24). Το εβραϊκό κείμενο στα σημεῖα αὐτά –καί σέ πολλά άλλα- γιά τή λέξη Θεός χρησιμοποιεί τή λέξη Ἐλοχείμ, πού ὅμως εἶναι σε πληθυντικό αριθμό, παρ' όλο πού τονίζεται ὅτι ἕνας μόνο Θεός υπάρχει. Βλ. Μεγ. Αθανασίου, PG 28, 1216-1227, π. Αθανασίου Μυτιληναίου, Ἡ Γένεσις, Τόμοι Α΄ και Β΄, Μαθήματα 3ο και 13ο, ἐκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Κομνηνείου, Στόμιον Λαρίσης, 2017-2018, Νικολάου Σωτηροπούλου, Ἀντιχιλιαστικών Εγχειρίδιον, ἐκδ. Ὁ Σταυρός, Αθήναι 1978, σσ. 32-34, τοῦ ἰδίου, Ἰησοῦς Γιαχβέ, ἐκδ. Ὁ Σταυρός, Ἀθῆναι 21988, σσ. 81-82, καί Τό Ἅγιον Πνεῦμα Γιαχβέ, Τα Μυστηριώδη Κεφάλαια τῆς Γενέσεως 18-19, ἐκδ. Ὁ Σταυρός, Ἀθῆναι 2006, σσ. 21-23.). Ὅταν εἶδαν λοιπόν αὐτούς τούς ωραίους ἄνδρες, πῆγαν καί χτυποῦσαν τήν πόρτα τοῦ Λώτ ζητώντας τους νά ἁμαρτήσουν! Εἶναι αὐτές οἱ ἁμαρτίες που στην ἐποχή μας γίνονται τόσο πληθωρικά!... Παιδάκια, προσέξτε πάρα πολύ!... Καί οἱ ἄγγελοι εἶπαν στον Λώτ. Ἑτοιμάσου να βγεῖς ἀπό τήν πόλη, γιατί μέχρι το πρωί οἱ πόλεις αὐτές θά ἔχουν καταστραφεί (Γέν. 19, 15.). Καί δέν σώθηκε οὔτε ἕνας!

   Τί λέτε; ἐάν πρόσεχαν τά μάτια τους οἱ ἄνθρωποι αὐτοί, θά ἔπεφταν σ' αὐτά τά βαριά ἁμαρτήματα;

   Σᾶς θυμίζω ἀκόμη τόν Συχέμ, πού ἦταν δίπλα στην κατασκήνωση τοῦ Ἰακώβ. Ὅπως ξέρετε, ὁ Ἰακώβ εἶχε δώδεκα αγόρια, εἶχε καί πολλά κορίτσια· ἀναφέρεται ὅμως μόνο ένα κορίτσι, γιατί έγινε μιά ἱστορία μέ τό κορίτσι αὐτό, ποὺ τὸ ἔλεγαν Δείνα. Αυτή λοιπόν εἶχε περιέργεια να πάει νὰ δεῖ τί κάνουν οἱ Συχεμίτες. Την είδε ο γιος του βασιλέως τῶν Συχεμιτῶν, πού τόν ἐλεγαν Συχέμ, καί τήν άρπαξε, τήν ἀπήγαγε. Τό ἔμαθαν τ' ἀδέλφια της, καί χωρίς να ρωτήσουν τον πατέρα τους, ἰδίως μάλιστα δύο ἀδέλφια –δέν σᾶς λέω πιό πολλά εἶναι μεγάλη ἱστορία-, πῆγαν καί ἔσφαξαν τόν Συχέμ

καί μαζί ὅλους τούς ἄνδρες τῆς πόλεως, για να πάρουν πίσω τήν ἀδελφή τους. (Βλ. Γέν. κεφ. 34).

   Ἂν ἐκείνη δέν ἦταν περίεργη καί ἄν ὁ Συχέμ δέν ἔβλεπε αὐτήν ὅτι ἦταν ὡραία κοπέλα, θά γινόταν αὐτή ἡ ἱστορία; θά πάθαιναν αὐτό πού ἔπαθαν;

   Καί τέλος, σᾶς θυμίζω τόν Δαβίδ, πού ἔκανε διπλό ἁμάρτημα, φόνο καί μοιχεία, γιατί κάποτε κοίταξε ἀπό την ταράτσα τοῦ σπιτιοῦ του ἕνα γυναικεῖο πρόσωπο, την Βηρσαβεέ. (Βλ. Α΄ Βασ. κεφ. 11).

   Οπότε βλέπει κανείς πόσο σπουδαῖο πράγμα εἶναι το φύλαγμα τῶν ματιῶν· γι' αὐτό, παιδιά, ἂς προσέχουμε.

   Υπάρχει μία ἔκφραση πού λέει ὅτι ἐκ τοῦ ὁρᾷν τίκτεται τό ἐρᾷν. Ἀπό τά μάτια γεννιέται ὁ ἔρωτας. Τό ὁρᾶν εἶναι ἀπαρέμφατο τοῦ ὁρῶ, βλέπω, καί τό ἐρᾶν εἶναι ἀπαρέμφατο τοῦ ἐρῶμαι, ἐρωτεύομαι. Δηλαδή, μέ τό νά βλέπω, ἐρωτεύομαι. (Βλ. όσ. Νικοδήμου Αγιορείτου, Συμβουλευτικὸν Ἐγχειρίδιον, Γ΄, Ὅτι ἐκ τοῦ ὁρᾷν τίκτεται τὸ ἐρᾷν· καὶ ἀντιστρόφως, σ. 56-58).

   Γι' αὐτό ὁ μέγας Αλέξανδρος, ὅπως λέει ὁ μέγας Βασίλειος, ὅταν νίκησε καί κατέλαβε τούς Πέρσες, τότε, ὅταν ἐκεῖνοι τοῦ μίλησαν για τον γυναικωνίτη του βασιλέως τῶν Περσῶν, «οὐδὲ προσβλέψαι ἠξίωσε» («Ὁ τῶν Μακεδόνων Αλέξανδρος, τὰς θυγατέρας Δαρείου αἰχμαλώτους λαβών, θαυμαστόν τι οἷον τὸ κάλλος παρέχειν μαρτυρουμένας, οὐδὲ προσιδεῖν ἠξίωσεν, αἰσχρὸν εἶναι, λέγων, τὸν ἄνδρας ἑλόντα, ὑπὸ γυναικῶν ἡττηθῆναι.» (PG 32, 1345). «Αλλ Αλέξανδρος, ὡς ἔοικε τοῦ νικᾶν τοὺς πολεμίους τὸ κρατεῖν ἑαυτοῦ βασιλικώτερον ἡγούμενος, οὔτε τούτων ἔθιγεν, οὔτ᾽ ἄλλην ἔγνω γυναῖκα πρὸ γάμου ... τὰς δ᾽ ἄλλας αἰχμαλώτους ὁρῶν ὁ Αλέξανδρος, κάλλει καὶ μεγέθει διαφερούσας, ἔλεγε παίζων ὡς εἰσὶν ἀλγηδόνες ὀμμάτων αἱ Περσίδες, ἀντεπιδεικνύμενος δὲ πρὸς τὴν ἰδέαν τὴν ἐκείνων, τὸ τῆς ἰδίας ἐγκρατείας καὶ σωφροσύνης κάλλος, ὥσπερ ἀψύχους εἰκόνας ἀγαλμάτων παρέπεμπεν» (Πλουτάρχου, Αλέξανδρος καὶ Καίσαρ, 21.7-11) Βλ. Αγ. Ιωάννου Δαμασκηνοῦ, Περὶ παρθενίας... PG 96, 245) απαξίωσε να ρίξει οὔτε μιά ματιά!... Δεν θέλησε οὔτε καν να κοιτάξει, γιατί ἀκριβῶς γνώριζε ὅτι μπορούσε νά αἰχμαλωτισθεῖ ἀπό τά μάτια του.

   Γι' αὐτό, παιδιά, η Αγία Γραφή, στο βιβλίο των Παροιμιῶν, μᾶς εἰδοποιεῖ: «οἱ ὀφθαλμοί σου ὀρθὰ βλεπέτωσαν» (Παρ. 4, 25), τα μάτια σου νά βλέπουν σωστά.

   Ὁ δέ Ἰώβ μᾶς σημειώνει: «Διαθήκην ἐθέμην τοῖς ὀφθαλμοῖς μου καὶ οὐ μὴ συνήσω ἐπὶ παρθένον» (Ιώβ 31, 1). Εκανα συμφωνία μέ τά μάτια μου, λέει, νά τά προσέχω νά μή κοιτάξουν περίεργα τις νεαρές κοπέλες. Εἴδατε; ἔκανα συμφωνία!

   Μάλιστα, ὁ ἅγιος Ἰσίδωρος ὁ Πηλουσιώτης, λέει ὅτι γι' αὐτό ἀκριβῶς ἡ ἴριδα τοῦ ματιοῦ λέγεται κόρη τοῦ ὀφθαλμοῦ –καί κόρη θά πεῖ παρθένος– γιά νά διατηροῦμε τήν κόρη του ματιού μας παρθενική. Θά ἦταν περίεργο, λέει, νά τήν ὀνομάζεις κόρη, δηλαδή παρθένα, καὶ νὰ μὴ βλέπεις παρθενικά, να μή βλέπεις σωστά, να βλέπεις βρώμικα. («Οὐ μόνον τὸ σῶμα ἀνέπαφον, ἀλλὰ καὶ τὰς βολὰς τῶν ὀ φθαλμῶν, ὡς κόρας διὰ τοῦτο καλοῦμεν, παρθένους εἶναι χρή, καὶ μὴ πιστεύειν αὐταῖς ἀναισχύντως καὶ ἀκρατῶς ἐστιάσθαι τοῖς ἀλλοτρίοις κάλλεσιν, ἵνα μὴ ἀπὸ τῆς θέας ἐπὶ τὴν πρᾶξιν παιδαγωγηθῶσιν.» (Παύλω πρεσβυτέρω, Βιβλ. Ε΄, ΜΕ, PG 78, 1353BC). «Αἱ κόραι αἱ εἴσω τῶν ὀφθαλμῶν, καθάπερ παρθένοι ἐν θαλάμοις ἱδρυμέναι καὶ τοῖς βλεφάροις καθάπερ παραπετάσμασι κεκαλυμμέναι, δίκαιαι ἂν εἶεν ὑπὸ σώφρονος λογισμοῦ ἐπιτροπεύεσθαι, ἵνα ἐρυθριῶσι μὲν ἀεὶ καὶ αἰσχύνωνται ἃ δεῖ. Εἰ γὰρ τοῦτο δράσαιεν, φυλάξαιεν ἀληθῶς τὸ πρέπον παρθένοις· εἰ δὲ ἀκρατῶς καὶ ἀναισχύντως καθορῷεν, κύνες ἀντὶ παρθένων εὑρεθήσονται, τοῖς ἀλλοτρίοις κάλλεσιν ἐπιλυττῶσαι.» (Ηλία διακόνῳ, Βιβλ. Ε΄, PMG, PG 78, 1412C)

   Ὁ δὲ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος μᾶς εἰδοποιεῖ καί μᾶς λέει: «Μὴ συναρπασθῇς σοῖς βλεφάροις, εἰ δυνατόν, μέχρι καὶ παροράματος. (Λόγος ΜΔ', Εἰς τὴν καινὴν Κυριακήν, Ϛ', PG 36, 613BC). Μή παρασυρθεῖς ἀπὸ τὰ μάτια σου, οὔτε καί μέ τήν ἄκρη τοῦ ματιοῦ σου, ἂν εἶναι δυνατόν. Αὐτό εἶναι τό παρόραμα· ἡ ἄκρη τοῦ ματιού μου κάτι να πάρει.

   Ἔτσι μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι ὑπάρχει τό ἁπλῶς ὁρᾶν, νὰ βλέπω ἁπλᾶ, ὑπάρχει τό ἑκατέρωθεν καί περιἔργως ὁρᾶν, να βλέπω ἀπό ἐδῶ κι ἀπό ἐκεῖ μέ περιέργεια, υπάρχει καί τό παρορᾶν, να βλέπω κάπως πλάγια, δηλαδή νά μήν προσέχω μέν, ἀλλά κάτι νά ἁρπάζω.

Πολλές φορές το κάνουμε κι αὐτό.

   Τί πρέπει να κάνουμε;

   Ὅπως θά ξέρετε, τα μάτια μας πολλές φορές μᾶς προδίδουν. Τα μάτια, μέσα στήν ἡμέρα πού κινούμαστε, φωτογραφίζουν χιλιάδες εικόνες. Κινοῦνται ἐλεύθερα τά μάτια. Αλλά, ἀφοῦ κινοῦνται ἐλεύθερα, καί δεν ξέρουμε πάντοτε τί θά δοῦμε, καί πολλές φορές τά μάτια μπορεῖ νά προδώσουν τόν νοῦ μας, θα πρέπει να προσέχει ἡ καρδιά. Γι' αυτό λέει ἡ Ἁγία Γραφή «πάση φυλακῇ τήρει σὴν καρδίαν» (Παροιμ. 4, 23). με κάθε τρόπο φύλαγε τήν καρδιά σου. Ναί. Μπορεί βεβαίως κάτι νά εἶδες, ὄχι γυρεύοντάς το, ἀλλά ἄθελά σου· αὐτό ὅμως πού εἶδες -προσοχή! – πέταξέ το γρήγορα μήν κατέβει στην καρδιά σου, μήν τό καλλιεργήσεις μέσα σου.

   Γι' αὐτό, ὅπως ἑρμηνεύουν οἱ Πατέρες, δέν λέει πάσῃ φυλακῇ τήρει σοὺς ὀφθαλμούς, ἀλλά «πάση φυλακῇ τήρει σὴν καρδίαν» («Τούτου χάριν καὶ ἡ σοφὴ παροιμία οὐ λέγει "πάσῃ φυλακή τήρει τοὺς ὀφθαλμούς", ἀλλὰ "πάσῃ φυλακῇ τήρει σὴν καρδίαν" ἐκείνῃ μάλιστα ἐπιθεῖσα τὴν ἰατρείαν τῆς φυλακῆς, τῇ κεχρημένῃ τοῖς ὀφθαλμοῖς εἰς ἃ βούλεται» (Μεγ. Αθανασίου, Περὶ τῶν ὀκτὼ τῆς κακίας λογισμών, PG 28, 877C). Δεν λέει μέ κάθε τρόπο να φυλᾶς τά μάτια σου, γιατί εἶναι ἀδύνατον αὐτό, ἀλλά μέ κάθε τρόπο να φυλᾶς τήν καρδιά σου. Ὥστε ἐκεῖνο πού γιά μιά στιγμή εἶδες –δέν τό παρασκεύασες ἐσύ· τυχαῖο ἦταν– νά μήν κατέβει στην καρδιά σου, νά μή στηθεῖ ἐκεῖ, γιά νά μή σου κάνει κακό.

   Γι' αὐτό πάλι λέει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος: «Εἴδωλον οὐκ ἔστησα τῆς ἁμαρτίας. Εἴδωλον ἔστης πρᾶξιν ἐκπεφεύγαμεν.» (Εἰς εὐγενὴ δύστροπον, PG 37, 932-933). Δηλαδή, δέν ἔστησα τό εἴδωλο τῆς ἁμαρτίας. Εἴδατε; Τό εἴδωλο τῆς ἁμαρτίας! Καί τό εἴδωλο τῆς ἁμαρτίας ξέρετε που στήνεται, στην φαντασία.

   Έχασα τό ἀντικείμενο ἀπό τό ὀπτικό μου πεδίο· τό εἶδα, ἔφυγε. Τώρα είμαι μόνος μου, καί στή φαντασία μου κάνω αναπαραγωγή. Για τη φαντασία θα μιλήσουμε προσεχῶς. Κατόπιν αρχίζει να καλλιεργεῖται μέσα μας αὐτό τό κάτι, ἡ καρδιά αρχίζει νά τό ἐπιθυμεῖ, καί ἔτσι ξεκινᾶ ἡ διαδικασία τῆς ἁμαρτίας.

   Ἀλλά δέν ἔστησα, λέει, τό εἴδωλο τῆς ἁμαρτίας. Ἄν ὅμως αὐτό στήθηκε, τότε ἀμέσως παίρνω δρόμο να φύγω, γιά νά μήν κάνω καμμία δοκιμή τῆς ἁμαρτίας· «πεῖραν ἐκπεφεύγαμεν», δηλαδή τήν πράξη τήν ἔχουμε ἀποφύγει. Μή δοκιμάσουμε ἐκεῖνο πού εἴδαμε.

   Προσέξτε: μή δοκιμάσουμε ἐκεῖνο πού εἴδαμε! Εἶδα να καπνίζει ὁ ἄλλος; μή δώσω σημασία. Μήν πάρω κι ἐγώ τό τσιγάρο νά τό καπνίσω. Βεβαίως εἶπα τό πιό τό ἐλαφρύ παράδειγμα, το τσιγάρο· ὑπάρχουν ἄλλα πολύ πιό βαριά.

   Πῶς ἀκόμη μπορῶ νά φυλαχθῶ;

   Ὁ ἱερός Χρυσόστομος λέει ἕναν θαυμάσιο τρόπο ἀκοῦστε τον: «Μὴ τοίνυν μηδὲ ἐνταῦθα τῷ ἄνθει πρόσεχε· ἀλλ᾽ ἐνδότερον διάβηθι τῷ λογισμῷ, καὶ τὸ δέρμα τὸ καλὸν ἐκεῖνο περιελὼν τῷ λογισμῷ, περιεργάζου τὰ ὑπὸ τοῦτο κείμενα.» (Ομιλία Ζ΄, PG 61, 453. Βλ. καί Λόγος ΙΔ΄, Περὶ γυναικῶν καὶ κάλλους, PG 63, 659). Μήν προσέχεις λοιπόν ἐδῶ τό ἄνθος, τήν ἐμφάνισή του, αλλά να προχωρήσεις τόν λογισμό σου στα βαθύτερα, καί ἄν συλλάβεις μέ τόν λογισμό σου τό δέρμα ἐκεῖνο τό ὡραῖο, νά ἐξετάζεις αὐτά πού εἶναι κάτω ἀπό αὐτό.

   Ἐδῶ ἔχουμε τό ἄνθος τῆς νεότητος· πολλές φορές ἔχουμε ὡραῖα πρόσωπα, ὡραία ἐπιδερμίδα, ὡραῖα μάτια, ὡραῖο σῶμα, ἔχουμε ὡραῖα χαρακτηριστικά. Πρόσεξε, λέει· ὅταν δεῖς ἕνα ὡραῖο πρόσωπο και νομίζεις ὅτι αυτό σέ ἐνόχλησε –γιατί, ἐπιτέλους, ὁ Θεός ἔκανε ὡραίους τούς ἀνθρώπους– τότε πρόσεξε! Είπαμε πώς ἡ αἴσθηση τῆς ὁράσεως πλέον εἶναι ἐμπαθής· δέν εἶναι ἀπαθής· γι' αυτό πρέπει να προσέξουμε. Θα γυρίσεις τά μάτια σου ἀλλοῦ· δέν θά κοιτάζεις πολύ, γιά νά μήν αἰχμαλωτισθεῖ ἡ καρδιά σου. Ωστόσο, ἄν πάει νά αἰχμαλωτισθεῖ ἡ καρδιά σου, ἂν πειράχτηκες ἀπό ἐκεῖνο πού εἶδες, τότε, λέει, προσπάθησε να δεις κάτω από τό δέρμα, πού σου φάνηκε πολύ ὡραῖο. Τί θά δεῖς; Θά δεῖς κρέας, λέει, αἷμα, σάρκες... θά δεῖς δηλαδή κάτι πού εἶναι ἄσχημο. Αν δείτε ένα πρόσωπο πολύ ὡραῖο, καί κάποια στιγμή, ἀπό ἕνα ἀτύχημα, τό δεῖτε αἱμόφυρτο καί νά εἶναι κρεμασμένα τά κρέατα ἐπάνω στό πρόσωπο, πῶς θά αἰσθανόσαστε; θα λέγατε τί ὡραῖο πρόσωπο;...

   Λοιπόν, ὅταν βλέπεις ὡραῖο πρόσωπο και νομίζεις ὅτι θά σε πειράξει, κάνε αυτό· νά μεταφέρεις τη σκέψη σου καί νά πεῖς: Τί εἶναι τό ὡραῖο; Χῶμα εἶναι! Ἄν σκαλίσω λίγο πιό μέσα ἀπό τό δέρμα, είναι κάτι ἄσχημο. Ὁ μέγας Βασίλειος λέει πήγαινε κοντά νά δεῖς. Θα λέγαμε σήμερα πάρε ἕναν φακό νά δεῖς. Πόσο ἄσχημο είναι... ἔχει λακκούβες τό δέρμα! Αυτό λοιπόν εἶναι πού σέ ἔκανε νά ἐρωτευτείς;... Ἄν ἔχουμε αυτήν τήν εἰκόνα τῆς πραγματικότητος, τότε θά ἀποφύγουμε τούς πειρασμούς.

   Ὅμως, ἀφοῦ καλούμαστε να φυλάξουμε τα μάτια μας, παιδιά, σύμφωνα μ' αὐτά πού εἴπαμε, σᾶς ἐρωτῶ: Τί θά εἴχαμε νά ποῦμε γιά ὅλα ἐκεῖνα τά διεφθαρμένα ἀνήθικα περιοδικά, μέ τίς βρώμικες φωτογραφίες, πού πολλές φορές τὰ ἀγοράζουμε γιά νά τά δοῦμε; Τί θα εἴχαμε ἀκόμη νά ποῦμε γιά τίς εικόνες του κινηματογράφους ἤ γιά τίς εἰκόνες τῆς τηλεοράσεως; μάλιστα καί πληρώνουμε γιά νά δοῦμε τίς εἰκόνες αυτές! Κι όμως, παιδιά, ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ μας λέει πρόσεχε τα μάτια σου, πρόσεχε μή σε προδώσουν! Σημαίνει λοιπόν ὅτι, πράγματι, πρέπει να προσέχουμε.

   Θά σᾶς συνιστοῦσα, ἐάν δέν ἔχετε τηλεόραση στο σπίτι σας –εἶναι κάτι πού τό λέω μερικά χρόνια τώρα- μή ἐπιμένετε στούς γονεῖς σας νά ἀγοράσουν. Εάν τό σπίτι σας δέν ἔχει τηλεόραση, μήν πηγαίνετε να βλέπετε σέ ἕνα γειτονικό ή συγγενικό σπίτι. Ἐάν ὅμως τό σπίτι σας ἔχει τηλεόραση, καί μέ βάση αὐτά πού ἀκούσατε σήμερα, ὅτι πρέπει να προσέχουμε πάρα πολύ τις αἰσθήσεις μας, καί μάλιστα τήν αἴσθηση τῆς ὁράσεως, τότε θά πρέπει νά εἴμαστε προσεκτικοί σ' αὐτό τό διεφθαρμένο κουτί που λέγεται τηλεόραση καί νά μή βλέπουμε ἀδιάκριτα.

   Θά μοῦ πεῖτε πώς χρειάζεται πολύ ισχυρή θέληση, ὅταν σήμερα δέν ὑπάρχει σχεδόν σπίτι χωρίς τηλεόραση, καί ὁ πειρασμός είναι πολύ μεγάλος. Ρίχνει κανείς μιά ματιά ἐπάνω στις ταράτσες τῶν πολυκατοικιῶν καί βλέπει τό δάσος τῶν κεραιῶν τῆς τηλεοράσεως! Αὐτά δέν εἶναι παρά τά τεχνικά ἐκεῖνα μάτια, πού κατεβάζουν τίς βρώμικες εικόνες μέσα στα διαμερίσματα, και οἱ ἄνθρωποι βλέπουν στήν ὀθόνη τῶν τηλεοράσεών τους ὅ,τι βρώμικο, γιά νά τό ἀναπαράγουν κατόπιν στη φαντασία τους και να πέφτουν στήν ἁμαρτία. (Πρώτη ή Αποκάλυψις, στο 11ο κεφάλαιο, ἐδῶ καί 1900 χρόνια, υπαινίσσεται την τηλεόραση. Αλλά καί ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰττωλός μίλησε γι' αυτήν, ἐδῶ καί 250 χρόνια, με δύο προφητείες. Ἡ πρώτη: Θα βγεῖ ἕνα μαγικό κουτί πού θά τρελλάνει τόν κόσμο! Καί ἡ δεύτερη: Θά 'ρθεῖ καιρός πού μέσα στα σπίτια θα μπεῖ ὁ καταραμένος διάβολος, καὶ τὰ κέρατά του θά εἶναι στα κεραμίδια! Προφανῶς ὁ Ἅγιος δὲν κατηγορούσε την τηλεόραση καθεαυτήν, ὡς ἕνα καταπληκτικό επίτευγμα, ἀλλά τήν κακή χρήση της, γιά ὅ,τι κακό σήμερα προβάλλεται ἀπ' αὐτήν.)

   Ἐσεῖς πείτε: Δεν θέλω να δω τηλεόραση!... Ακούστε το, ἄν πραγματικά καί σοβαρά σκέπτεστε να έχετε μια καθαρή καρδιά. Σας βεβαιώνω ὅτι εἶναι ἀδύνατον, μὰ ἀδύνατον νά ἔχουμε καθαρότητα καρδιάς, ἄν ἔχουμε πλάι μας ένα κουτί τηλεοράσεως. Εἶναι ἀδύνατον...Ἐάν λοιπόν πραγματικά θέλετε νά ἔχετε καθαρότητα καρδιᾶς –γιατί ἀπό τήν ὅραση ξεκινάει ἡ καθαρότητα τῆς καρδιᾶς–, μή βλέπετε τηλεόραση. Σᾶς τό λέω μέ κάθε συνέπεια και με κάθε ευθύνη αυτό.

   Ἔτσι, θα κλείσουμε το σημερινό μας μάθημα, παιδιά, στό ὁποῖο εἶδαμε πῶς ἡ Εὐα, αλλά κι ὁ Ἀδάμ στη συνέχεια, εἶδαν ἐμπαθῶς τόν καρπό, πῶς ἡ αἴσθηση τῆς ὁράσεως διεστράφη, ὕστερα ἀπό τή διαφθορά του νοῦ, πού πίστεψε στην ισοθεία, καί πῶς τελικά αποφά σισαν ν' απλώσουν το χέρι να δοκιμάσουν τον καρπό πού ὁ Θεός εἶπε νά μή δοκιμάσουν.

   Ὁ σοφός Σειράχ, σέ μιά πολύ μικρή ἀλλά καί πολύ ωραία προσευχή του, μᾶς λέει: «Κύριε, πάτερ καὶ Θεὲ τῆς ζωῆς μου, μετεωρισμὸν ὀφθαλμῶν μὴ δῷς μοι καὶ ἐπιθυμίαν ἀπόστρεψον ἀπ' ἐμοῦ.» (Σοφ. Σειράχ 23, 4-5). Δηλαδή: Κύριε, Πατέρα και Θεέ τῆς ζωῆς μου, μήν ἐπιτρέψεις να ἔχω μετεωρισμό τῶν ματιῶν μου, καί διῶξε μακριά ἀπό μένα κάθε ἐπιθυμία. Μετεωρισμός εἶναι νά γυρίζουν ἀνεξέλεγκτα τά μάτια δεξιά καί ἀριστερά, καί νά βλέπουν ὅ,τι βρεθεί μπροστά τους. Ἄν λοιπόν ὑποτεθεῖ ὅτι εἴδαμε κάποια εἰκόνα ἄσχημη, παρακαλοῦμε να φύγει μακριά μας, μαζί μέ κάθε ἐπιθυμία κακή πού τυχόν δημιουργήθηκε μέσα μας ἀπό αὐτήν τήν εἰκόνα. Αὐτό εἶναι σύμφωνο μ' ἐκεῖνο τό «πάσῃ φυλακῇ τήρει σὴν καρδίαν».

   Ἔχοντας λοιπόν αυτά ὑπ' ὄψιν, παιδιά, ἄς προσέχουμε πολύ τα μάτια μας. Θα συνεχίσουμε τήν ἐρχόμενη Κυριακή, πρῶτα ὁ Θεός.

Κυριακή, 7 Οκτωβρίου 1984


50η ομιλία στην κατηγορία « Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία ».

►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
" Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία " εδώ ⬇️
https://arnion.gr/index.php/palaia-diauhkh/xristianikh-kosmologia-anurvpologia
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40pgmRsIiRCioth8a5E4bM7r

Απομαγνητοφώνηση :
Ιερά μονή Κομνηνείου.
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

🔸Λίστα ομιλιών της σειράς «Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία.».🔻
https://drive.google.com/file/d/1PKTpnYb1nptUbWKH5jo6DJwk7IVel9BA/view?usp=drivesdk

🔸📜 Απομαγνητοφωνημενες ομιλίες της σειράς «Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία.».🔻
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/search/label/%F0%9F%94%B9%CE%A7%CF%81%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B9%CE%B1%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%AE%20%CE%9A%CE%BF%CF%83%CE%BC%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1%20~%20%CE%91%CE%BD%CE%B8%CF%81%CF%89%CF%80%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1.?m=1

🔸Επεξηγηματικό βίντεο Ασπάλαθου.
https://youtu.be/8tNfAHRkTCk

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️ https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__ 

https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου. https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.

Ἡ ἐξαπάτηση καί ἡ περιέργεια τῆς Εὔας.

†.Έως τώρα, παιδιά, ἀναλύσαμε τά τοῦ διαλόγου μεταξύ τῆς Εὔας καί τοῦ διαβόλου. Θά ἐνθυμεῖστε ὅτι γιά τά θέματα ἐκεῖνα ἀφιερώσαμε πολλά μαθήματα –ἂν θυμᾶμαι, ἕξι– καί εἴδαμε ὅτι ὑπάρχει πολύ περιεχόμενο στον διάλογο αυτόν ἀνάμεσα στήν Εὔα καί τόν ὄφι, δηλαδή τόν διάβολο.

   Αλλά τίθεται ἕνα ἐρώτημα: Ἄραγε ἐκεῖνος ὁ διάλογος πού ἔγινε ἀνάμεσα στήν Εὔα καί τόν διάβολο εἶχε συνέπειες; εἶχε ἀποτελέσματα; Καί ἄν εἶχε, αὐτά ποῦ ἐπέπεσαν; ποιόν ἔβλαψαν; τόν διάβολο ἤ τήν Εὔα; Τί ἀποτελέσματα εἶχε αὐτός ὁ διάλογος;

   Ἀσφαλῶς καί εἶχε ἀποτελέσματα ὀλέθρια, παιδιά, καταστρεπτικότατα, τόσο γιά τούς πρωτοπλάστους ὅσο καί γιά τούς ἀπογόνους τους, ἀλλά καί γιά τήν κτιστή δημιουργία, ἀκόμη καί γιά τόν ἴδιο τόν διάβολο. Αυτός  δέ, μ' αὐτή τήν πράξη του, πέραν τῶν ὅσων ὑπερηφανεύθηκε ἔναντι τοῦ Θεοῦ, ἀναμφισβήτητα θά ἔχει καί βαρύτερη κόλαση ἀπό τόν Θεό.

   Θα πρέπει ὅμως νά δοῦμε αὐτά πού διημείφθησαν μετά τον διάλογο, γιατί ἀποτελολῦν σπουδαῖα στοιχεῖα, γεμάτα θεολογία, ἀλλά καί πρακτικά συμπεράσματα, πού μᾶς εἶναι πολύ χρήσιμα στη ζωή μας. 

   Ἤδη ὁ διάβολος πέτυχε νά ἐξαπατήσει τήν Εὔα καί νά τήν ὁδηγήσει σε μία τέτοια κατάσταση σκέψεωνκαί ἐπιθυμιῶν, ὥστε νά γίνει ἡ ἴδια δέσμια των σκέψεών της καί τῶν ἐπιθυμιών της, φυσικά πάντοτε μέ τή δική της θέληση. Εφόσον ἔφθασε νά ἀνοίξει διάλογο μέ τόν διάβολο, γεννήθηκαν, ἤ ἀναπτύχθηκαν μέσα στην ὕπαρξή της, μέσα στην ψυχή της, καταστάσεις πολύ ἔντονες καί πρωτόγνωρες, τίς ὁποῖες βεβαίως πρέπει να ἀναλύσουμε. Αντιστοίχως και στην ψυχή τοῦ Ἀδάμ δημιουργήθηκαν ἀνάλογες καταστάσεις.

   Θά σᾶς πῶ ἐνδεικτικά μόνο μία περίπτωση, γιά νά δεῖτε τί βάθος ὑπάρχει, καί ὅτι δέν πρέπει νά ἀπουσιάζουμε ἀπό τά μαθήματά μας. 

   Ὅταν ὁ Θεός ρώτησε τόν Ἀδάμ, Ἀδάμ, ποῦ εἶσαι; ἐκεῖνος ἀπάντησε: Κρύφτηκα, γιατί φοβήθηκα... Καί ὅταν ὁ Θεός τόν ξαναρώτησε Γιατί φοβήθηκες; Μήπως ἔφαγες ἀπό τόν καρπό πού εἶπα νά μή φᾶτε; ἐκεῖνος εἶπε: Δεν φταίω ἐγώ· ἡ γυναίκα πού μοῦ ἔδωσες! Ἐπάνω σ' αὐτή τήν φράση σχολιάζω ένα μόνο σημεῖο, ἄν καί ὑπάρχει πλησμονή σημείων· ὅταν θά φθάσουμε ἐκεῖ, θά τό δεῖτε.

   Ἐκείνη τή στιγμή ὁ Ἀδάμ εἶχε νά διαλέξει ανάμεσα σέ δύο θέσεις. Ἡ μία ἦταν νά πεῖ: Κύριε, ἔφταιξα, καί συγχώρεσέ με, ἤ συγχώρεσέ μας γι' αὐτό πού κάναμε. Ήταν ἡ μία θέση, ἡ μετάνοια· ἡ ἀναγνώριση του λάθους καί ἡ μετάνοια. Ἡ ἄλλη θέση ἦταν νά πεῖ στόν Θεό: Δέν φταίω ἐγώ, ἀλλά ἡ γυναίκα πού μοῦ ἔδωσες, τήν ὁποία θέση καί ἐπέλεξε. 

   Ξέρετε ὅμως τί ἔγινε ἐδῶ στον Αδάμ; ἀναμφισβήτητα του δημιουργήθηκε μία ενοχή, καθώς παρέβη μια ἐντολή. Αὐτή τήν ἐνοχή τήν συνειδητοποίησε ὁ Ἀδάμ· δέν τήν ἀναγνωρίζει ὅμως, ἀλλά κάνει κάτι ἄλλο· τήν ἀπωθεῖ. Ποῦ τήν ἀπωθεῖ; στο υποσυνείδητο. Από τήν στιγμή ἐκείνη ὁ Ἀδάμ, δηλαδή ἡ ἀνθρωπότητα, ἀποκτὰ ὑποσυνείδητο. Καί ἀπωθήθηκε στο υποσυνείδητο ἡ ἐνοχή γιατί, όπως τουλάχιστον βλέπουμε στην Αγία Γραφή, ὁ Ἀδάμ, κάποια στιγμή, ἔστω καί ἐκ τῶν ὑστέρων, δέν ἔδειξε κάποια μετάνοια.

   Ἔχουμε λοιπόν απώθηση τῆς ἐνοχῆς στό νεοδημιουργημένο υποσυνείδητο, μέ ἀποτέλεσμα νά ἔχουμε στό ἀνθρώπινο γένος ὅλα αὐτά πού λέμε ψυχολογικά προβλήματα. Ολόκληρη ή νευρολογία, ἡ ψυχολογία καί ἡ ψυχιατρική στηρίζονται σ' αὐτό τό σημεῖο, ἐπάνω στο θέμα ἐνοχή. Ἡ ἐνοχή αυτή τελικά εἴτε διαλύεται μέ τήν μετάνοια, εἴτε ἀπωθεῖται στο υποσυνείδητο –θά ἔχετε ἀκούσει τή λέξη ἀπωθημένα– μέ ἀποτέλεσμα τή δημιουργία ψυχολογικών προβλημάτων.

   Ἀπ᾿ αὐτό καί μόνο πού σᾶς εἶπα, παιδιά, μπορείτενα καταλάβετε πόσο σπουδαῖα θέματα εἶναι αὐτά πού, πρῶτα ὁ Θεός, θά ποῦμε ἐφέτος.

   Ἀλλά ἄς δοῦμε τί λέει τό 6ο χωρίο, ἐκεῖ πού εἶχαμε σταματήσει πέρυσι.

   «Καὶ εἶδεν ἡ γυνή, ὅτι καλὸν τὸ ξύλον εἰς βρῶσιν καὶ ὅτι ἀρεστὸν τοῖς ὀφθαλμοῖς ἰδεῖν καὶ ὡραῖόν ἐστι τοῦ κατανοῆσαι, καὶ λαβοῦσα ἀπὸ τοῦ καρποῦ αὐτοῦ ἔφαγε.» (Γέν. 3, 6) Ἡ γυναίκα, ἡ Εὔα, εἶδε ὅτι ἦταν «καλὸν τὸ ξύλον» –καλό σημαίνει ὡραῖο, ἄν καί χρησιμοποιεῖ καί παρακάτω τη λέξη ὡραῖον– ὅτι τό δένδρο ἦταν ὡραῖο, δηλαδή νά τρῶς τούς καρπούς του, καί ὅτι ἦταν πολύ ἀρεστό, ἐπιθυμητό δηλαδή, στό νά τό βλέπεις, ἀλλά καί πολύ ὡραῖο «τοῦ κατανοῆσαι», στό νά τό ἀπολαμβάνεις.

   Ἐδῶ ὑπάρχουν τρία ἐπίθετα, καλόν, ἀρεστόν καί ὡραῖον, τά ὁποῖα εἶναι συνώνυμα. 

   Καί ἅπλωσε το χέρι της ἡ Εὔα καί ἔφαγε. Δηλαδή βλέπουμε ἐδῶ, παιδιά, ὅτι ἡ Εὔα ἐξαπατήθηκε ἀπό τήν  ἴδια της τήν ἐπιθυμία.

   Ἐπάνω σ' αὐτό τό «εἶδεν» θά δεῖτε πόσα πράγματα θά ποῦμε· ὄχι σήμερα όμως. Πολλά πράγματα! Θά μείνετε έκπληκτοι ἅμα δεῖτε τί μπορεῖ νά πεῖ κανείς πάνω σε μία λέξη.

   Αλλά ἐδῶ ἡ Εὔα δέχθηκε, θα λέγαμε, μία ἐπίθεση τέτοια, πού νά τῆς προκληθεῖ ἡ ἐπιθυμία. Ὅταν, ἐπί παραδείγματι, περνάμε ἔξω ἀπό ἕνα κατάστημα, ἕνα σουβλατζίδικο, καί μυρίζουμε τη μυρωδιά, τήν τσίκνα ἀπό τό σουβλάκι, ἀμέσως δημιουργεῖται μία ἐπιθυμία. Αν μάλιστα ἔχουμε και χρήματα, δέν διστάζουμε να μπούμε στο κατάστημα να πάρουμε ἕνα σουβλάκι και νά τό φᾶμε γιά νά ἱκανοποιήσουμε τήν ἐπιθυμία μας. 

   Αὐτό ἔπαθε καί ἡ Εὔα, παιδιά· δελεάστηκε από αὐτό πού εἶδε, καί ὑπέκυψε στήν ἐπιθυμία της. Ἡ ἐπιθυμία αυτή γεννήθηκε μέσα της γιά πρώτη φορά. Αυτό ἔχει πάρα πολλή σημασία, ότι για πρώτη φορά γεννιέται ἡ ἐπιθυμία μέσα στην Εὔα· θά τό δοῦμε αὐτό σέ ἰδιαίτερο μάθημα μάλιστα.

   Ουσιαστικά ὅμως ἡ Εὔα ἔπαθε κάτι κακό· ἐξαπατήθηκε! Ναί, μποροῦσε νά ἐξαπατηθεῖ· γι' αὐτό καί ἐξαπατήθηκε. Μάλιστα, ἡ ἴδια ἡ Αγία Γραφή μᾶς τό σημειώνει στο βιβλίο της Γενέσεως, λίγο πιο κάτω: «καὶ εἶπε Κύριος ὁ Θεὸς τῇ γυναικί· τί τοῦτο ἐποίησας; καὶ εἶπεν ἡ γυνή· ὁ ὄφις ἠπάτησέ με, καὶ ἔφαγον» (Γέν. 3, 13). Ὁ ὄφις μέ ἐξαπάτησε καί παρέβηκα τήν ἐντολή Σου, καί ἔφαγα. Ὥστε λοιπόν ἡ Εὔα ἐξαπατήθηκε.

   Το σημειώνει αὐτό καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος στήν Α' Προς Τιμόθεον ἐπιστολή: «Ἀδὰμ πρῶτος ἐπλάσθη, εἶτα Εὔα· καὶ Ἀδὰμ οὐκ ἠπατήθη, ἡ δὲ γυνὴ ἀπατηθεῖσα ἐν παραβάσει γέγονε» (Α' Τιμ. 2, 15). Πρῶτα πλάστηκε ὁ Αδάμ καί ὕστερα ἡ Εὔα· καί ὁ Ἀδάμ δέν ἐξαπατήθηκε, ἀλλά ἡ γυναίκα, ἀπατηθεῖσα, ἔπεσε στήν παράβαση.

   Καί στήν Β΄ Προς Κορινθίους ἐπιστολή του, μᾶς λέει: «φοβοῦμαι δὲ μήπως, ὡς ὁ ὄφις Εὔαν ἐξηπάτησεν ἐν τῇ πανουργίᾳ αὐτοῦ, οὕτω φθαρῇ τὰ νοήματα ὑμῶν ἀπὸ τῆς ἁπλότητος τῆς εἰς τὸν Χριστόν» (Β΄ Κορ. 11, 3). Φοβᾶμαι μήπως, ὅπως τό φίδι ἐξαπάτησε τήν Εύα μέ τήν κακία του, ἔτσι θά διαφθαροῦν καί οἱ σκέψεις σας καί θά ἀπομακρυνθοῦν ἀπό τήν ἁπλότητα πρός τόν Χριστό. Ἐκεῖνο πού ἔπαθε ἡ Εὔα, νά ἐξαπατηθεῖ ἀπό τό φίδι, ἀπό τόν διάβολο, φοβᾶται ὁ Ἀπόστολος μήπως πάθουν τό ἴδιο πράγμα καί οἱ Κορίνθιοι.

   Ὥστε λοιπόν ἡ Εὔα ἐξαπατήθηκε. Ὁ Ἀδάμ ὅμως δέν ἐξαπατήθηκε· ἀλλά τί; παρασύρθηκε. 

   Ὑπάρχει διαφορά μεταξύ τοῦ νά ἐξαπατηθεῖς καί τοῦ νά παρασυρθεῖς;

   Ὑπάρχει. Ἡ ἐξαπάτηση προϋποθέτει λιγότερη δύναμη στο να καταλάβεις κάτι, νά ἐννοήσεις κάτι, ἐνῶ τό να παρασυρθεῖς προϋποθέτει λιγότερη δύναμη στο νά θέλεις. Συνεπῶς ἡ ἐξαπάτηση τῆς γυναίκας ἦταν στό ἐπίπεδο τό νοητικό· ἐξαπατήθηκε νοητικά ἡ Εὔα. Δηλαδή, συγκεκριμένα, σκέφτηκε: Ὡραῖο πράγμα να γίνει κανείς θεός! τῆς ἄρεσε ἡ πρόταση τοῦ διαβόλου. Ἔτσι, σκέφθηκε ὅτι ἦταν μια ευκαιρία πού μποροῦσε νά τήν ἐκμεταλλευθεῖ. Πράγματι λοιπόν ἐδῶ ἔχουμε μιά ἐξαπάτηση τοῦ νοῦ τῆς Εὔας.

   Αντιθέτως, ὁ Ἀδάμ μποροῦσε νά γνωρίζει ανά πᾶσα στιγμή ὅτι αὐτό πού κάνει δέν εἶναι σωστό, ὅτι συνιστᾶ παράβαση τῆς ἐντολῆς τοῦ Θεοῦ, ὅτι αὐτό θά ἐπιφέρει τόν θάνατο, ὅπως εἶπε ὁ Θεός. Ἄρα, ἀφοῦ τό ξέρει, τό πρόβλημά του δέν εἶναι ἐπί νοητικοῦ ἐπιπέδου, ἀλλά εἶναι ἐπί βουλητικοῦ ἐπιπέδου· ἔχει ἀσθενή βούληση, καί παρασύρεται.

   Εἶναι αὐτό πού λέμε: Ξέρω ὅτι σήμερα εἶναι Παρασκευή καί ὅτι πρέπει να νηστέψω. Ἀλλά δέν μπορῶ· τρέχουν τα σάλια μου ἀπ' τό σουβλάκι πού βλέπω, καί τό τρώω. Ἐδῶ δέν ἐξαπατῶμαι, ἀλλά παρασύρομαι. Πότε ἐξαπατῶμαι; Ὅταν μέ πείσουν –στο παράδειγμα πού εἶπα– ὅτι ἡ Ἐκκλησία μας τώρα ἔχει καταργήσει τή νηστεία τῆς Παρασκευῆς, καί μποροῦμε νά τρῶμε. Αὐτό εἶναι ἐξαπάτηση. Καταλάβατε λοιπόν τή διαφορά τοῦ παρασύρομαι καί τοῦ ἐξαπατῶμαι; 

   Βέβαια, καί οἱ γυναῖκες καί οἱ ἄνδρες μποροῦν νά ἐξαπατηθοῦν. Ὁ ἱερός Χρυσόστομος λέει ὅτι «γυναικῶν τὸ ἀπατᾶσθαι» (Βλ. PG 61, 555 και PG 62, 644), ὅτι οἱ γυναῖκες μποροῦν εὐκολότερα νά ἀπατηθοῦν, ἐνῶ οἱ ἄνδρες να παρασυρθοῦν. Ξαναλέω ὅμως πώς αὐτό δέν σημαίνει ὅτι ἕνας ἄνδρας δέν μπορεῖ νά ἐξαπατηθεῖ κάποια στιγμή, ἤ ὅτι μιά γυναίκα δέν μπορεῖ νά παρασυρθεῖ. Πάντως, ὅπως κι ἄν ἔχει τό πράγμα, ἡ ἐξαπάτηση ὀφείλεται σέ ἔλλειψη ταπεινώσεως. Εἶναι πολύ απλό. Κοιτάξτε πόσο ἁπλό. 

   Θά μποροῦσε ἡ Εὔα νά πεῖ: Δέν ξέρω τί εἶναι αὐτό πού μοῦ λές, διάβολε· αλλά ξέρω ὅτι ὁ Θεός εἶπε νά μή φᾶμε ἀπό τόν καρπό αὐτόν. Από τη στιγμή που θα βάλω σέ μιά διαδικασία τόν ὀρθολογισμό μου να καταλάβει κάτι, ἐκεῖ θά ἐξαπατηθῶ. Ὅταν ὅμως πῶ ἁπλᾶ τό εἶπε ὁ Θεός, τελείωσε, τότε σώθηκα. Αὐτό εἶναι ἡ ταπείνωση.

   Καί μάλιστα σᾶς τό συνιστῶ. Κάποτε μπορεῖ νά βρεθεῖτε μέ ἀνθρώπους πού νά εἶναι δεινοί στό νά σᾶς ποῦν σπουδαῖα πράγματα καί νά σᾶς πείσουν, νά σᾶς κολλήσουν στον τοίχο, πού λέμε. Ἐσεῖς ὅμως θά εἶσαστε γαντζωμένοι στο θέλημα τοῦ Θεοῦ! Θά πεῖτε, καί σ' αὐτούς καί στόν ἑαυτό σας: Δέν μπορῶ νά σοῦ ἀπαντήσω, δέν ξέρω πιό πολλά· ἀλλά ξέρω μόνο ὅτι αὐτό τό λέει ὁ Θεός, πού ἐγώ πιστεύω. Ὅ,τι καί ἄν μοῦ λές τώρα ἐσύ, δέν τό δέχομαι. Τό λέει ὁ Θεός, τό λέει ἡ Ἐκκλησία, τελείωσε! Αὐτό εἶναι ταπείνωση. Γιατί εἶναι ταπείνωση; Διότι ἁπλούστατα δέν βάζουμε ὡς αὐθεντία τή δική μας κρίση καί τή δική μας σκέψη, ἀλλά βάζουμε ὡς αὐθεντία τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ, βάζουμε ὡς αὐθεντία δηλαδή τόν ἴδιο τόν Θεό. Αὐτό εἶναι πάρα πολύ σπουδαῖο.

   Πρέπει νά σᾶς πῶ ὅτι ἕνα ἀκόμη στοιχεῖο εἶναι ἡ κολακεία, πού ἔρχεται να μεγαλώσει περισσότερο τήν ἀπάτη.

   Θυμηθεῖτε ἐκεῖνον τόν αισώπειο μύθο, πού ἡ ἀλεπού εἶπε στον κόρακα ὅτι ἔχει πολύ ωραία φωνή. Ενώ ἐκεῖνος κρατάει στο στόμα του ἕνα κομμάτι τυρί, αὐτή τοῦ λέει: Τί ὡραῖα πού τραγουδᾶς, κόρακα!... Μου κάνεις τή χάρη ν᾿ ἀκούσω λίγο τή φωνή σου; Κι ἐκεῖνος κολακεύτηκε καί ἐξαπατήθηκε. Δέν παρασύρθηκε ἐξαπατήθηκε ὁ κόρακας. Βεβαίως, γιά νά τραγουδήσει –καί τί θά τραγουδοῦσε; ἕνα κρά θά ἔκανε!– ἔπρεπε νά ἀνοίξει τό στόμα του. Αφησε λοιπόν τό τυρί να τοῦ πέσει κάτω γιά νά τραγουδήσει, τό ἅρπαξε ἡ ἀλεπού καί ἔφυγε. Πῶς κατάφερε ἡ ἀλεπού νά τό πετύχει αὐτό; Μέ τήν κολακεία· εἶπε στον κόρακα ὅτι εἶναι πολύ ωραία ἡ φωνή του.

   Το καταλάβατε λοιπόν ὅτι στην περίπτωση τῆς Εὔας ή κολακεία ήταν πολύ σημαντική; Ὁ διάβολος εἶπε στήν Εὔα «ἔσεσθε ὡς θεοί», θά γίνετε σάν θεοί! Μικρό πράγμα εἶναι αὐτό; Συνεπῶς κολακεύτηκε ἡ Εὔα. 

   Εἶναι σάν νά ἔρθει κάποιος στο σπίτι σας καί νά πεῖ στον πατέρα σας: Ξέρεις, τήν κόρη σου, φτωχοί ἄνθρωποι εἴσαστε, θα τη βάλουμε σε μια μεγάλη θέση, θά ἔχει πολύ μεγάλο μισθό, και μέσα σ' ἕνα - δύο χρόνια θ᾽ ἀποκτήσετε μια πολυκατοικία, γιατί εἴσαστε ἄνθρωποι σπουδαῖοι καί τό ἀξίζετε! Αρχίζει κανείς λοιπόν να λογαριάζει μερικά πράγματα. Ἔτσι καί ἡ Εὔα· ὅταν ἄκουσε ὅτι μπορεῖ νά γίνει μία θεός, ἀναμφισβήτητα κολακεύτηκε.

   Στο σημεῖο αὐτό θά ἤθελα πολύ νά προσέξουμε. Μή ξεχνᾶμε ὅτι ὁ διάβολος τήν ἴδια μέθοδο μεταχειρίζεται σέ ὅλες τίς γενιές τῶν ἀνθρώπων, δηλαδή στούς ἀπογόνους τοῦ Ἀδάμ. Ποιά μέθοδο; τήν ἐξαπάτηση. 

   Καί θά ἤθελα, πρῶτα-πρῶτα, νά σᾶς ἐπισημάνω να προσέξετε τήν φιλαρέσκεια καί τή μόδα. Βεβαίως, φιλαρέσκεια δέν ἔχουν μόνο οἱ γυναῖκες· ἁπλῶς τήν ἔχουν περισσότερο οἱ γυναῖκες. Φιλαρέσκεια ἔχουν καί οἱ ἄνδρες, ὅπως καί τή μόδα. Μόδα και φιλαρέσκεια πᾶνε μαζί, διότι ἡ μόδα δέν κάνει τίποτε ἄλλο παρά νά κολακεύει τήν φιλαρέσκεια. Ὅταν θά ντυθεῖς μέ κάποια ροῦχα, μέ κάποια στολή, μέ κάποια υποδήματα, καί σοῦ ποῦν οἱ ἄλλοι σοῦ πηγαίνει, σέ κάνει χαριτωμένο, χαριτωμένη, αναμφισβήτητα ἐκεῖ κολακεύεσαι.

   Ἀλλά ἀντιλαμβάνεστε, παιδιά, ὅταν κανείς γίνεται δοῦλος τῆς φιλαρεσκείας του, ὅταν χαζεύει στόν καθρέφτη ὧρες τῶν ὡρῶν, τότε αρχίζει να δημιουργεῖται ἕνα κύκλωμα αὐταρεσκείας, δηλαδή ἀρχίζει νά έρωτεύεται, νά ἀγαπάει τόν ἑαυτό του... να χαμογελᾶ στόν καθρέφτη, καί νά ξαναχαμογελα στον καθρέφτη, καί να στολίζεται, καί νά ξαναφτιάχνεται... Τό ἀντιλαμβάνεστε ὅτι αὐτό εἶναι μιά ἀπάτη; Ὁ δέ καθρέφτης ἐξαπατᾶ. Δέν ἐξαπατᾶ βέβαια ὁ καθρέφτης ὡς ἀντικείμενο, ἀφοῦ ἕνα γυαλί εἶναι, ἀλλά ἡ ἀπάτη ὑπάρχει μέσα στην ψυχή μας. Προσέξτε λοιπόν, διότι ἡ φιλαρέσκεια, ἰδίως γιά τήν γυναίκα, εἶναι ἡ πεπονόφλουδα ἐκείνη πού, ἅμα τήν πατήσει, μπορεῖ νά βρεθεῖ ἐκεῖ πού δέν θα περίμενε ποτέ. Ὅταν ὁ ἄλλος τῆς πεῖ ἔχεις ὡραία φωνή... ἔχεις ὡραῖα μάτια... ἔχεις ὡραῖο παράστημα... εἶσαι ἔξυπνη... ἤ δέν ξέρω τί ἄλλο, ἐκεῖ τήν παθαίνει ἡ κοπέλα· ἰδιαιτέρως ἡ κοπέλα!

   Κι ἕνα δεύτερο σημεῖο, ἐπίσης ἀξιοσημείωτο. Μία κοπέλα, ἤ ἕνα ἀγόρι, μπορεῖ νά ἐξαπατηθεῖ σέ ἠθικῆς φύσεως θέματα, ἰδίως γύρω ἀπό τό ἄλλο φύλο, ὅταν νομίζει ὅτι ἐκεῖ θά βρει μια πληρότητα, μιά κατανόηση, θὰ βρεῖ τοῦτο ἢ ἐκεῖνο, καί δέν θά ὑστερεῖ ἔναντι τῶν ἄλλων πού κάνουν ἔτσι, γιατί αυτό λέει ἡ μόδα.

   Καί μή ξεχνᾶτε, μόδα δέν εἶναι μόνο στο ντύσιμο· μόδα εἶναι μιά νοοτροπία, ἕνας τρόπος τοῦ σκέπτεσθαι, πῶς σκέπτομαι σέ μιά δεδομένη εποχή. Ἂς ποῦμε μόδα σήμερα εἶναι ἔτσι να παντρευόμαστε, ἔτσι νά φτιάχνουμε το σπίτι μας... νά ἔχουμε αυτοκίνητο, νά ἔχουμε ἐκεῖνο καί ἐκεῖνο ἤ ὅ,τι ἄλλο... ἤ νά μήν ἔχουμε ἐκεῖνο κι ἐκεῖνο πού εἶχαν οἱ παλαιότεροι. Αὐτό εἶναι ἕνας τρόπος τοῦ σκέπτεσθαι. Ἄν θέλετε, ἡ μόδα, στην ἐποχή μας τουλάχιστον, εἶναι ὑλιστική· διότι καί ἡ νοοτροπία τῆς ἐποχῆς μας εἶναι ὑλιστική, καθώς σκεφτόμαστε υλιστικά. Μή νομίζετε λοιπόν ὅτι ἡ μόδα εἶναι κάτι περιορισμένο.

   Ἔτσι, πολλές φορές, σέ θέματα ἠθικῆς φύσεως, ὑπάρχει μέγας κίνδυνος νά ἐξαπατηθοῦμε.

   Μάλιστα ὁ διάβολος μᾶς ἐξαπατᾶ καί μᾶς ἀπομακρύνει ἀπό τήν ἐν Χριστῷ ἁπλότητα. Θά ἐπαναλάβω αὐτό πού ἀναφέρει στούς Κορινθίους ὁ Ἀπόστολος: Φοβᾶμαι δέ μήπως ἐξαπατηθεῖτε, ὅπως ἡ Εὔα ἐξαπατήθηκε ἀπό τόν ὄφι. Καί λέει στη συνέχεια: «εἰ μὲν γὰρ ὁ ἐρχόμενος ἄλλον Ἰησοῦν κηρύσσει ὃν οὐκ ἐκηρύξαμεν, ἢ πνεῦμα ἕτερον λαμβάνετε ὃ οὐκ ἐλάβετε, ἢ εὐαγγέλιον ἕτερον ὃ οὐκ ἐδέξασθε, καλῶς ἀνείχεσθε...» (Β΄ Κορ. 11, 4) καί οὕτω καθ᾿ ἑξῆς. Κοιτάξτε· περνάει σέ ἕνα ἄλλο θέμα ὁ ἀπόστολος Παῦλος, στο θέμα τῆς πίστεως, καί λέει: Φοβᾶμαι μήπως ἔρθουν ἄνθρωποι καί σᾶς κηρύξουν ἄλλο Εὐαγγέλιο, ἄλλον Ἰησοῦ Χριστό, ἄλλη ἠθική... Αὐτό τό πράγμα δέν εἶναι καινούργιο, παιδιά· ἡ ἐποχή μας κηρύσσει πραγματικά ἕνα ἄλλο Εὐαγγέλιο.

   Σήμερα βέβαια στην Ελλάδα, κατά τεκμήριο, εἴμαστε ὀρθόδοξοι Χριστιανοί. Παρά ταῦτα, ὅταν κάποιος κάνει κάτι πού εἶναι πραγματικά ὀρθόδοξο, θά τοῦ ποῦν οἱ ἄλλοι: Καλά, κι ἐμεῖς Χριστιανοί δέν εἴμαστε;... Τότε ἐδῶ κάτι συμβαίνει· κάποιο ἄλλο Εὐαγγέλιο ἔχει ὁ ἕνας καί κάποιο ἄλλο Εὐαγγέλιο ἔχουν οἱ ἄλλοι. Ναί. Ἔχει διαμορφωθεῖ ἕνα ἄλλο Εὐαγγέλιο καί ἕνας ἄλλος Ἰησοῦς Χριστός στη σκέψη τους, στη  νοοτροπία τους· ἕνας ἄλλος Ἰησοῦς Χριστός! Ξέρετε πόσο μεγάλος κίνδυνος ὑπάρχει; Καί μάλιστα ἕνας Ἰησοῦς Χριστός πού μπορεῖ νά ἱκανοποιεῖ, φέρ' εἰπεῖν, ἐγκόσμιες ὑποθέσεις, υλικά πράγματα! Γιατί ὄχι; Ἐξ ἄλλου τί εἶναι αἵρεση; Αἵρεση εἶναι τό νά λέει κανείς πράγματα διαφορετικά απ' αὐτά πού μᾶς προσφέρθηκαν. Ἐκεῖ ὅμως δέν εἶναι ὁ Χριστός ὁ ἀληθινός, δέν εἶναι τό ἀληθινό Εὐαγγέλιο.

   Βλέπετε πόσο μεγάλος κίνδυνος ὑπάρχει; Πρέπει λοιπόν να προσέξουμε και στο σημεῖο αὐτό. 

   Ακόμη πρέπει να προσέξουμε καί σέ συνήθειες τῆς σύγχρονης νεολαίας, ὥστε νά μήν ἐξαπατηθοῦμε. Μήν ποῦμε: Καπνίζουν οἱ ἄλλοι; θά καπνίσω κι εγώ. Παίρνουν ναρκωτικά οἱ ἄλλοι; θά πάρω κι ἐγώ, θά δοκιμάσω. Χρησιμοποιοῦν οἰνοπνευματώδη ποτά οἱ ἄλλοι; θά χρησιμοποιήσω κι ἐγώ. Παιδιά, προσέξτε καί σ' αὐτό τό σημεῖο.

   Βέβαια, ξέραμε μέχρι τώρα ὅτι οἱ ἄνδρες παρασύρονταν στο κρασί, γενικά στα οινοπνευματώδη ποτά, ὅπως καί στό τσιγάρο. Αλλά σήμερα... Τί νά πῶ; Κομίζω γλαύκας εἰς Ἀθήνας, δηλαδή φέρνω κουκουβάγιες στην Αθήνα, ὅπως ἔλεγε ἕνα παλιό γνωμικό, ἐνῶ εἶναι γεμάτη ἡ Ἀθήνα ἀπό κουκουβάγιες. Το ξέρετε ὅλοι σας· τά κορίτσια σ' αὐτές τίς παραβάσεις ἔχουν ὑπερβεῖ τά ἴδια τα αγόρια! Πάρα πολλά κορίτσια στήν ἐποχή μας καπνίζουν! Πάρα πολλά κορίτσια στήν ἐποχή μας χρησιμοποιοῦν οινοπνευματώδη ποτά! ἀκόμη καί ναρκωτικά!...

   Παιδάκια, προσέξτε. Ἐδῶ φεύγουμε ἀπό τήν ἐν Χριστῷ ἁπλότητα καί πηγαίνουμε σέ ἄλλους χώρους, τούς ὁποίους ἐγώ δέν σᾶς κήρυξα, ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Κάτι ἀλλότρια εὐαγγέλια καί ἀλλότριους Χριστούς μόνο ὁ διάβολος σπέρνει· ὁ Χριστός, ὁ ἀληθινός Χριστός, ἀσφαλῶς ὄχι. Μήν πεῖτε στή ζωή σας μά εἶναι μόδα, μά οἱ συμμαθήτριές μου καπνίζουν, μά ἐγώ θά ὑστερῶ; Καί μπορεῖ αὐτές πού καπνίζουν, ἢ οἱ συμμαθητές σας, νά σᾶς εἰρωνευτοῦν. Ἐσεῖς ὅμως θά πεῖτε: Ὄχι, ἐγώ δέν καπνίζω. Βέβαια πηγαίνετε σε κοινό σχολεῖο, μέ καλούς καί κακούς. Δέν ἔχει σημασία καί μέσα στήν κοινωνία εἶναι καί καλοί καί κακοί. Ἐσεῖς θά πεῖτε: Ὄχι· ἐγώ δέν καπνίζω, ἐγώ δέν πίνω, ἐγώ δέν παίρνω ναρκωτικά ἤ ὅ,τι ἄλλο. Τό νά μπορεῖ κανείς νά λέει τό ὄχι εἶναι μεγάλο πράγμα!

   Προσέξτε λοιπόν, παιδιά, μήν ἐξαπατηθεῖτε. Εἶναι πολύ μεγάλο τό δόλωμα, φοβερός ὁ κίνδυνος στήν ἐποχή μας, νά ἐξαπατηθοῦν οἱ νέοι μας σέ ὅλα αὐτά τά κακά. Καί, ἀπ' ὅσα βεβαίως ἔρχονται στη δημοσιότητα, βλέπουμε αὐτά τά κακόμοιρα παιδιά να πεθαίνουν ἀπό τά ναρκωτικά καί ἀπό τήν ποικίλη ἀσωτία στούς δρόμους!

   Πρίν ἀπό καμμιά εικοσαριά μέρες, εἶχα δεῖ στήν κεντρική πλατεία τῆς Λαρίσης κάποιον νέο, σ' ἕνα ἀπό τα πολυσύχναστα δρομάκια της που κόβει τή διαγώνια τῆς πλατείας. Ὁ νέος αὐτός, πού δέν θά ἦταν εἴκοσι πέντε χρονῶν, ἦταν ξαπλωμένος στο δρομάκι αὐτό εἶχε βάλει ἕναν ἄδειο ταξιδιωτικό σάκκο για προσκέφαλο, ξυπόλητος, μέ πολύ βρώμικα πόδια καί λοιπά, καί κοιμόταν ἐκεῖ!... Ἄν πραγματικά νύσταζε, θά πήγαινε να κοιμηθεῖ ἐκεῖ; Αναμφισβήτητα, ὄχι. Ἔστω νά μήν ἦταν στο σπίτι του, κάπου θα πήγαινε να κοιμηθεῖ. Ἐκεῖ θά κοιμόταν; ἐκεῖ μέσα στον δρόμο, που περνοῦσαν ὅλοι;... Κάτι συνέβαινε λοιπόν. Δέν θέλει νά τό σκεφθεῖ κανείς πολύ· προφανῶς εἶχε κάνει χρήση ναρκωτικῶν.

   Ἡ ἐποχή μας δέ –αὐτή ἡ περίεργη ψυχρή παράξενη ἐποχή μας!– εἶναι τέτοια, πού περνοῦσαν ὅλοι ἀπό ἐκεῖ, ἔριχναν μια ματιά, αλλά κανείς δέν ἐνδιαφερόταν, τί τάχα νά εἶναι αὐτός ὁ νέος καί γιατί νά βρίσκεται ἐκεῖ. Σέ μιά ἄλλη εποχή, θα γύριζαν γύρω του να δοῦν τί συμβαίνει, τί ἔπαθε αυτός· θά τόν σκουντούσαν, θά τόν ρωτοῦσαν ἂν εἶναι καλά· τώρα όμως κανείς! Οὔτε ἀκόμα καί τά ὄργανα τῆς δημοσίας τάξεως ἐνδιαφέρονται νά ἐνοχλήσουν τέτοιους τύπους. Ἐκεῖ κοιμόταν· ἤπιε τά ναρκωτικά του, καί κοιμόταν ἐκεῖ!

   Καί ἔτσι θρηνοῦμε πάρα πολλές χιλιάδες θύματα. Καί στήν Ἑλλάδα πιά τό κακό ἄρχισε νά φουντώνει, ὅπως ἤδη σέ πολύ χειρότερο βαθμό εἶναι σέ ἄλλες χῶρες. Προσέξτε λοιπόν μήν ἐξαπατηθεῖτε. 

   Ἀλλά καί κάτι ἄλλο ἀκόμη. Υπάρχει κίνδυνος ἐξαπατήσεως από κοσμικά στοιχεῖα, προπαντός καί κυρίως ἀπό τήν φιλοσοφία, ἀπό τόν κοινωνισμό (Ο παλαιός όρος πού χρησιμοποιήθηκε ἀντί τοῦ ὅρου σοσιαλισμός (γαλλ. socialisme). Στην Ελλάδα ή λέξη μαρτυρεῖται ἀπό τό 1834 στον Γ. Θεοχαρόπουλο) καί ἀπό την πολιτική. Θά ἔχετε προσέξει τί διακινεῖται στους νέους μας σήμερα από τέτοιες ιδέες φιλοσοφικές, κοινωνιστικές και πολιτικές... Τί διακινεῖται στους νέους μας!... Καί βλέπετε τούς νέους μας νά ἀποκτοῦν ἰδέες περίεργες καί παράξενες, πολλές φορές δέ καί ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ὑλιστικές ἀντιλήψεις, τέτοιες, πού φυσικά εἶναι ἀληθινή καταστροφή γιά τή νεολαία. 

   Γι' αὐτόν τόν λόγο θα παρακαλοῦσα νά προσέξετε στο σημεῖο αὐτό. Θά λέτε στόν ἑαυτό σας: Εγώ εἶμαι μαθητής, εἶμαι μαθήτρια· δέν μ' ἐνδιαφέρει τίποτε ἄλλο ἔξω ἀπό ἐκεῖνα πού μαθαίνω στο σχολεῖο. Δέν θά ἤθελα νά παρασυρθῶ ἀπό ρεύματα φιλοσοφικά, κοινωνιστικά ἤ πολιτικά. Ξαναλέω ἄλλη μιά φορά: Εἶμαι μαθητής, εἶμαι μαθήτρια· θα κοιτάξω τή δουλειά μου· ὅλα τ' ἄλλα δέν εἶναι γιά μένα. Επειδή δέ εἶστε καί ἀνώριμοι –καί εἶναι πολύ φυσικό αυτό, γιατί εἶστε σέ νεαρή ἡλικία– ἀντιλαμβάνεστε πόσο εὔκολα μποροῦν νά σᾶς ἐπηρεάσουν ὅλα αὐτά, καί στό τέλος νά σᾶς πετάξουν στο περιθώριο τῆς ζωῆς. Θά σᾶς χρησιμοποιήσουν κάποιοι ὅσο σᾶς χρειάζονται, καί κατόπιν θά σᾶς πετάξουν στο περιθώριο, στο πεζοδρόμιο τῆς ζωῆς.

   Γι' αὐτό λέει στούς Κολασσαεῖς ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «Βλέπετε μή τις ὑμᾶς ἔσται ὁ συλαγωγῶν διὰ τῆς φιλοσοφίας καὶ κενῆς ἀπάτης, κατὰ τὴν παράδοσιν τῶν ἀνθρώπων, κατὰ τὰ στοιχεῖα τοῦ κόσμου καὶ οὐ κατὰ Χριστόν» (Κολ. 2, 8). Ποιά εἶναι τά στοιχεῖα τοῦ κόσμου; Εἶναι αὐτά πού σᾶς εἶπα, τά κοσμικά στοιχεῖα, τά όποῖα στην πραγματικότητα εἶναι μία κουφότητα, μία κενή ἀπάτη, κούφια ἀπάτη! Προσέξτε, λέει, μή παρασυρθεῖτε καί φύγετε από τον Χριστό, καί ἀκολουθήσετε αὐτά ὅλα που στην πραγματικότητα σᾶς προσφέρει μέ τήν διαλεκτική του ὁ διάβολος. (Διαλεκτική (>διαλέγομαι) εἶναι ἡ μέθοδος αναζητήσεως τῆς ἀλήθειας διά ἐρωταποκρίσεων, πού ξεκινάει από μία θέση, την ὁποία στη συνέχεια θέτει σε αμφισβήτηση, μέ τήν ἀντιπαράθεση ἀπόψεων, γιά νά καταλήξει στη σύνθεση τῶν ἀντιθέσεων)

   Ὑπάρχει ὅμως καί ἕνα δεύτερο στοιχεῖο πού βρίσκουμε τώρα μέσα στην ψυχή τῆς Εὔας. Καί μιλώ γιά τήν Εὔα, γιατί στο προσκήνιο δεν φαίνεται ὁ Ἀδάμ. Μήπως εἶναι λίγο πιό πέρα; Μήπως θά ἔρθει μετά; Πάντως τό θέμα εἶναι ὅτι ὅταν ἡ Εὔα δοκιμάζει τόν καρπό, δίνει καί στόν Αδάμ.

   Αλλά γιατί ἄραγε δεν παίρνει μέρος ὁ Ἀδάμ; Τό λέγαμε σ' ἕνα προηγούμενο μάθημα. (Βλ. π. Ἀθανασίου Μυτιληναίου, Ἡ Γένεσις, Τόμος Δ', Μάθημα 47ο, ἐκδ. Ἱ. Μονῆς Κομνηνείου, Στόμιον Λαρίσης 2020) Η δέν παίρνει μέρος καί ἀφήνει στη γυναίκα του τήν πρωτοβουλία σε ἕνα τόσο σπουδαῖο θέμα –κακῶς!– ἢ δέν ἦταν παρών. Καί φαίνεται ὅτι μᾶλλον τό δεύτερο πρέπει νά συνέβαινε· δέν ἦταν παρών. Διότι στόν Ἐκκλησιαστή διαβάζουμε ὅτι ἀγαθότεροι οἱ δύο ὑπέρ τόν ἕνα. («Αγαθοὶ οἱ δύο ὑπὲρ τὸν ἕνα... ὅτι ἐὰν πέσωσιν, ὁ εἷς ἐγερεῖ τὸν μέτοχον αὐτοῦ, καὶ οὐαὶ αὐτῷ τῷ ἑνί, ὅταν πέσῃ καὶ μὴ ᾖ δεύτερος ἐγεῖραι αὐτόν.» (Ἐκκλ. 4, 9-10)) Δηλαδή σ' ἕναν κίνδυνο εἶναι προτιμότερο νά εἶναι δύο ἀπό τό νά εἶναι ἕνας. Ἄν ἦταν μπροστά καί ὁ Ἀδάμ, ἴσως νά ἔλεγε: Για στάσου τί λέει το φίδι;... καί θά ὑπῆρχε ἴσως ἡ ἐλπίδα νὰ σωθοῦν. Αλλά φαίνεται πώς ὁ διάβολος διάλεξε μια στιγμή πού ἡ Εὔα ἦταν ἀπομονωμένη. Καί ὅταν ὁ διάβολος ἀπομονώσει τόν ἄνθρωπο, εἶναι φοβερό.

   Ξέρετε πόσες φορές ὁ διάβολος ἐπιχειρεῖ νά μᾶςἀπομονώσει; Ἂς ποῦμε, μᾶς ἀπομονώνει στις σκέψεις μας, να λύσουμε μόνοι μας ἕνα θέμα –πού θά μπορούσε αυτό να λυθεῖ πολύ εύκολα εάν ζητούσαμε ἀπό ἄλλους νὰ μᾶς βοηθήσουν– κι ἔτσι αὐτό νά μᾶς ταλαιπωρήσει σε ὑπερθετικό βαθμό επειδή εἴμαστε μόνοι μας. Εἶναι μία από τις μεθόδους τοῦ διαβόλου τό νά ἀπομονώνει, καί ἐκεῖ νά σκοτώνει τίς ἀνθρώπινες ψυχές, άλλά καί τά σώματα πολλές φορές.

   Μία δεύτερη συνέπεια αὐτοῦ τοῦ διαλόγου εἶναι ὅτι μέσα στήν ψυχή τῆς Εὔας δημιουργήθηκε ἡ περιέργεια. Μέχρι τήν στιγμή ἐκείνη δέν εἶχε λόγους ἡ Εὔα νά εἶναι περίεργη· τώρα ὅμως τῆς δημιουργεῖται μιά περιέργεια· διότι, ὅταν λέει «εἶδε ὅτι καλὸν τὸ ξύλον εἰς βρῶσιν καὶ ὅτι ἀρεστὸν τοῖς ὀφθαλμοῖς ἰδεῖν καὶ ὡραῖόν ἐστι τοῦ κατανοῆσαι» καί λοιπά, ὅλα αὐτά δείχνουν ὅτι ἡ Εὔα ἄρχισε μέσα της νά γεννᾶ τήν περιέργεια.

   Καί τώρα ἡ Εὔα, μετά τήν ἀπάτη πού ὑπέστη, προχωρά στην ἔμπρακτη περιέργεια, δηλαδή αὐτήν πού φθάνει στη δοκιμή. Ἡ Εὔα εἶδε, ἐπιθύμησε, δοκίμασε, ἔπεσε, πέθανε. Ὅλα αὐτά ξεκίνησαν ἀπό τό «εἶδεν». Ὅλα αὐτά χάλκευσαν τήν περιέργεια. Αλλά αὐτή ἡ περιέργεια κατέστρεψε ὄχι μόνο τους πρωτοπλάστους ἀλλά καί ὅλο τό ἀνθρώπινο γένος.

   Στήν ἑλληνική μυθολογία, ὅπως καί στήν αἰγυπτιακή, ἔχουμε κάτι ανάλογο, πού ἀπηχεῖ αὐτήν τήν ἀλήθεια τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Φυσικά, όπως θα γνωρίζετε, αυτά, μέ τίς παραδόσεις τῶν ἀνθρώπων, ὑπέστησαν κάποιες αλλοιώσεις καί τροποποιήσεις –όπως και στον μύθο του Προμηθέως καί σέ πολλά ἄλλα– ἀλλά ὁ πυρήνας πάντα μένει ὁ ἴδιος. Ὅλα αὐτά ἀπηχοῦν τήν Παλαιά Διαθήκη· μόνο πού στην Παλαιά Διαθήκη ἔχουμε τήν ἀλήθεια καί μόνο τήν ἀλήθεια, ἐνῶ σέ ὅλα τ' ἄλλα ἔχουμε μυθικό μέν περίβλημα, ὁ πυρήνας ὅμως εἶναι μιά πραγματικότητα. (Στη μνήμη πολλῶν ἀρχαίων λαῶν παρέμειναν νωπές οἱ ἀφηγήσεις τῶν προγόνων τους, πού μεταβιβάστηκαν από γενιά σε γενιά· ὅμως, λόγω τοῦ χονδροειδούς πολυθεϊσμοῦ τους, ἐφθάρησαν καί ἐξογκώθηκαν μέ μυθολογικά στοιχεῖα. Οἱ ἀρχαῖες αυτές διηγήσεις καί παραδόσεις κράτησαν τήν καθαρή αρχική τους μορφή μόνο στόν Ἰσραηλιτικό λαό, πού ἔγινε ὁ θεματοφύλακας τῆς μο νοθεϊστικῆς πίστεως. Βεβαίως, ὑπῆρξαν προσπάθειες νά ἀποδειχθεῖ πώς οἱ μύθοι τῶν ἀρχαίων λαῶν ὑπῆρξαν τό πρότυπο τῆς Βίβλου· ἀλλά ἡ ἀπροκατάληπτη μελέτη τοῦ ὅλου θέματος καταδεικνύει πώς οἱ ἐλάχιστες ομοιότητες μεταξύ τῆς Βίβλου καί τῶν ἀρχαίων μυθολογιῶν εἶναι ἐπιφανειακές, ἐνῶ οἱ διαφορές τους θεμελιώδεις. Οἱ ὁμοιότητες μαρτυροῦν τήν ὕπαρξη κοινῆς πηγῆς, ἀπό τήν ὁποία ἀντλοῦν τόσο ἡ Βίβλος ὅσο καί οἱ ἀρχαῖοι μύθοι, οἱ ὁποῖοι ἀναμφίβολα, σ' ἕνα μεγάλο μέρος τους, εἶναι ἁπλῶς παρεφθαρμένες καί παραποιημένες αναμνήσεις βιβλικῶν γεγονότων. Βλ. Werner Keller, Η Βίβλος ὡς Ἱστορία Λαῶν καί Πολιτισμῶν, ἐκδ. Ἱστορική Βιβλιοθήκη, 1968, Νικ. Βασιλειάδη, Αρχαιολογία καί Ἁγία Γραφή, Αθήνα 1996, καί Σάββα Αγουρίδου, Μύθος - Ἱστορία - Θεολογία, Αθήνα 1988)

   Θά γνωρίζετε ἴσως τόν μύθο της Πανδώρας. Υπάρχουν διάφορες εκδοχές. Θά σᾶς πῶ μία ἐκδοχή τοῦ μύθου.

   Ὁ Ζεύς ἤθελε να κάνει κακό στούς ἀνθρώπους, ἐπειδή ὁ Προμηθέας ἔκλεψε τή φωτιά ἀπό τόν οὐρανό καὶ τοὺς τὴν ἔδωσε. Πρῶτα λοιπόν ὑπῆρχαν μόνον ἄνδρες, καὶ ἡ Πανδώρα εἶναι ἡ πρώτη γυναίκα, πού τήν ἔπλασε ὁ Ζεύς. Δέν ἐπεκτείνομαι στον μύθο, δέν μᾶς ἐνδιαφέρει αὐτήν τή στιγμή, παρά θά σταθῶ μόνο στο ὅτι, ἐπειδή ἦταν ἡ πρώτη γυναίκα, τῆς ἔδωσε, λέει ὁ μύθος, ἕνα γαμήλιο δῶρο. Αὐτό ἦταν μια πυξίς, πυξίδα, δηλαδή ἕνα πυθίον, ἕνα κουτί.

   Εἰπώθηκε δέ ὅτι αὐτό ἦταν γεμᾶτο δῶρα γιά τόν γάμο της μέ τούς ἀνθρώπους, τούς ἄνδρες, γιά τούς ὁποίους ὁ Ζεύς ἔπλασε την Πανδώρα. Σημειῶστε ὅτι ὁ Προμηθέας, γνωρίζοντας τήν πονηριά του Διός, εἶπε στούς ἀνθρώπους νά μή τό ἀνοίξουν τό κουτί. Τελικά ὅμως τό κουτί ἀνοίχθηκε ἀπό τήν Πανδώρα, καί τότε ξεχύθηκαν ὅλα τά κακά ἐπάνω στή γῆ.

   Τί δείχνει αὐτός ὁ μύθος; Δείχνει ὅτι ἡ γυναίκα, μέ τήν παράβασή της, μέ τήν περιέργειά της –τί νά ἔχει ἐκεῖνο τό κουτί ἄραγε;...– τό ἄνοιξε, κι ἀπό ἐκεῖ ξεχύθηκαν ὅλα τά κακά ἐπάνω στήν ἀνθρωπότητα, μαζί καί ὁ θάνατος.

   Ἕνας Ἕλληνας ποιητής (Εἶναι ὁ Ἡσίοδος, που συνέταξε τη Θεογονία καί τά Ἔργα καί Ημέραι γύρω στο 750 π.Χ.. Στόν Αἰσχύλο, ἡ ἐλπίδα, ἀντί νά εἶναι κλεισμένη στο πιθάρι τῆς Πανδώρας, ἀποτελεῖ στήν πραγματικότητα τό δῶρο τοῦ Προμηθέως πρός τούς ἀνθρώπους. Σύμφωνα μέ τον Αἴσωπο, ὁ Δίας είχε συγκεντρώσει ὅλα τά ἀγαθά σέ ἕνα κλεισμένο πιθάρι, αλλά τό ἐμπιστεύθηκε σέ ἀνθρώπινα χέρια. Ὁ ἄνθρωπος ὅμως δέν είχε αυτοέλεγχο, καί θέλοντας νά δεῖ τί περιεῖχε τό πιθάρι, τό ἄνοιξε. Ἔτσι ὅλα τά καλά που περιείχε πέταξαν ἀμέσως ξανά πρός τόν οὐρανό καί τούς θεούς, και στο πιθάρι ἀπὸ έμεινε μονάχα ἡ ἐλπίδα. Σε αυτή την περίπτωση ὅμως τό πιθάρι τό ἀνοίγει ἄνδρας.), –σᾶς εἶπα πολλοί ἔχουν δουλέψει ἐπάνω σ' αὐτόν τόν μύθο– λέει τό ἑξῆς χαριτωμένο· ὅτι ἔσπευσε κάποιος καί ἔκλεισε το κουτί, καί πρόλαβε νά ἐγκλωβιστεῖ μέσα στο κουτί ἡ ἐλπίδα. Ὅτι δηλαδή βγῆκαν από μέσα πολλά κακά, αλλά ἔμεινε ἡ ἐλπίδα. Καί αὐτή ἡ ἐλπίδα δέν ἀπηχεῖ παρά τόν Ἰησοῦ Χριστό.

   Βλέπετε λοιπόν ὅτι καί οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες καί οἱ ἀρχαῖοι λαοί εἶχαν φτιάξει κάτι ανάλογο, γιά νά δείξουν τί συμφορά μπῆκε στό ἀνθρώπινο γένος μέ τήν περιέργεια τῆς γυναίκας, καί γενικά μέ τήν περιέργεια! Γι' αὐτό καί ζηταμε στην προσευχή μας: «Κύριε καὶ Δέσποτα τῆς ζωῆς μου, πνεῦμα ἀργίας, περιεργείας, φιλαρχίας καὶ ἀργολογίας μή μοι δῷς... (Κατανυκτική εὐχή τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ἡ ὁποία ἀποδίδεται στόν ἅγιο Ἐφραίμ τόν Σύρο)

   Ἐν τούτοις θά σᾶς ἔλεγα, παιδιά, ὅτι ἡ περιέργεια, πού ἐμφανίζεται σάν κακία καί σάν πάθος, δέν εἶναι παρά ἕνα ὑποκατάστατο μιᾶς ἀγαθῆς περιέργειας, πού εἶναι μάλιστα καί ἔμφυτη στόν ἄνθρωπο. Εἶναι ἐκεῖνο πού ἔλεγαν οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες, ὅτι φύσει ὁ ἄνθρωπος ὀρέγεται τοῦ εἰδέναι («Πάντες ἄνθρωποι τοῦ εἰδέναι ὀρέγονται φύσει» (Αριστοτέλους, Μετὰ τὰ φυσικά, βιβλίο Α΄, 9804,21), ἐκ φύσεως δηλαδή ὁ ἄνθρωπος ἐπιθυμεῖ νά γνωρίζει, ἔχει ἀπό τή φύση του τήν ἐπιθυμία, τήν περιέργεια να γνωρίζει.

   Ἡ περιέργεια δέ, ὡς τάση γνωστική, θά ἔκανε βέβαια τούς πρωτοπλάστους να γνωρίσουν βαθύτερα και μεταπτωτικά βαθύτερα τόν Δημιουργό τους· ἀλλά καί ἀκόμα, ἡ καλῶς νοουμένη περιέργεια θά ἦταν μιά ἀναζήτηση τοῦ ἀρχετύπου τους, δηλαδή τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Θεοῦ Λόγου.

   Ἔτσι, ἡ περιέργεια, μέ τήν καλή, μέ τήν ἀγαθή τηςδιάσταση, ἐμφανίζεται ὡς φιλομάθεια, σαν μια δίψατῆς ψυχῆς, μιά δίψα τοῦ ἀνθρώπου γιά τή γνώση, για τήν ἐπιστήμη.

   Ὁ Ἰσοκράτης γράφει θαυμάσια στον Δημόνικο: «Ἐὰν ᾖς φιλομαθής, ἔσει καὶ πολυμαθής· ἃ μὲν ἐπίστασαι, ταῦτα διαφύλαττε ταῖς μελέταις, ἃ δὲ μὴ μεμάθηκας, προσλάμβανε ταῖς ἐπιστήμαις.» (Πρὸς Δημόνικον, 18, 1-3). Ἄν εἶσαι φιλομαθής, δηλαδή ἀγαπᾶς νά μαθαίνεις, τότε θά γίνεις καί πολυμαθής, θα γνωρίσεις πολλά πράγματα. Ἐκεῖνα πού γνωρίζεις να τα διατηρεῖς μέ τήν συνεχή μελέτη· ὅσα ὅμως δέν ἔχεις μάθει, νά τά προσλαμβά νεις διά τῶν ἐπιστημῶν. Ἡ μελέτη διατηρεῖ τίς γνώσεις καί ἡ ἐπιστήμη τίς πολλαπλασιάζει. Εἶναι πολύ σπουδαῖο τό νά εἶναι κανείς φιλομαθής.

   Λέει στη Σοφία Σειράχ: «οὐκ ἔστιν ἀντάλλαγμα πεπαιδευμένης ψυχῆς» (Σοφ. Σειρ. 21, 16), δηλαδή δέν ὑπάρχει ἀντάλλαγμα μορφωμένης ψυχῆς, δέν ὑπάρχει ὡραιότερο πράγμα ἀπό τόν μορφωμένο ἄνθρωπο. 

   Κάποτε συναντᾶμε ἀνθρώπους, καί δυστυχῶς πολύ συχνά, πού ὄχι μόνο δέν εἶναι χριστιανικά μορφωμένοι, ἀλλά οὔτε κἄν κοινωνικά· δέν ξέρουν οὔτε κἄν να χαιρετήσουν, οὔτε κἄν νά μιλήσουν, οὔτε κἄν νά καθήσουν σέ μιά καρέκλα! Εἶναι δυστύχημα. Γι' αὐτό καί θά πρέπει νά ἀποκτήσουμε πεπαιδευμένην ψυχήν, μορφωμένη ψυχή. Πολύ περισσότερο ὅμως, παιδιά, πρέπει να μελετήσουμε τον λόγο τοῦ Θεοῦ, τήν Ἁγία Γραφή, πού ἔχει πλῆθος σοφίας, γιατί ἐκεῖ εἶναι ἡ θεολογία, ὑπάρχει βάθος ἐκεῖ· ἐκεῖ νά ἔχουμε περιέργεια!

   Περιέργεια ακόμη πρέπει νά ἔχουμε καί γιά τήν ἴδια τή δημιουργία. Γράφει θαυμάσια ὁ ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σύρος τά ἑξῆς· ἀκοῦστε: «Ανάγνωθι συνεχῶς καὶ ἀκορέστως ἐν ταῖς βίβλοις τῶν διδασκάλων περὶ προνοίας Θεοῦ, διότι αὗται καθοδηγοῦσι τὸν νοῦν εἰς τὸ ἰδεῖν τὴν τάξιν τῶν κτισμάτων τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν ἔργων αὐτοῦ, καὶ ἐνδυναμοῦσιν αὐτὸν ἐξ αὐτῶν, καὶ κατασκευάζουσιν αὐτὸν κεκτῆσθαι νοήματα φωτολαμπῆ ἐκ τῆς λεπτότητος αὐτῶν καὶ ὁδεῦσαι ποιοῦσι μετὰ καθαρότητος πρὸς κατανόησιν τῶν κτισμάτων τοῦ Θεου.» (Λόγοι Ασκητικοί, Λόγος ΚΓ΄, Περὶ ἀγάπης Θεοῦ καὶ ἀποταγῆς καὶ τῆς ἐν αὐτῷ ἀναπαύσεως, ΕΠΕ 8α, 366).

   Λέει: Να διαβάζεις αχόρταστα τά βιβλία τῶν διδασκάλων πού μιλοῦν γιά τήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ –θά λέγαμε, τά φυσιοδιφικά βιβλία: Φυτολογίες, Ζωολογίες, Αστρονομίες, Γεωλογίες καί τά λοιπά– γιατί αυτά καθοδηγοῦν τόν ἀνθρώπινο νοῦ στό νά δεῖ τήν τάξη τῶν κτισμάτων τοῦ Θεοῦ καί τῶν ἔργων Του, νά τόν δυναμώνουν καί νά τόν κάνουν νά ἀποκτᾶ φωτεινά νοήματα ἀπό τή λεπτότητά τους καί νά τόν ὠθοῦν μέ καθαρότητα πρός τήν κατανόηση τῶν κτισμάτων τοῦ Θεοῦ. Μέ τόν τρόπο αὐτόν, ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου λεπτύνεται, λέει ὁ ἅγιος, καί ἀρχίζει νά ἀγαπᾶ ἐκεῖνα πού ἀξίζουν. Γιατί, μή ξεχνᾶτε, ἡ γνώση πρέπει νά εἶναι ὑγιής. Ἐάν ἔχω γνώσεις και σοφία δαιμονική, τότε σέ τί ἔχω νά ὠφεληθῶ;

   Ὑπάρχει ὅμως καί ἡ ἔνοχη περιέργεια, πού εἶναι προϊόν τοῦ πεπτωκότος ἀνθρώπου, τοῦ πεσμένου. Αὐτῇ ἐκδηλώνεται ὅταν ἔχω περιέργεια να μάθω τά μυστήρια τοῦ Θεοῦ. Ποιά μυστήρια τοῦ Θεοῦ; Ἐκεῖνα ποὺ ὁ Θεός ἀποσιωπά. Να μάθω, ἐπί παραδείγματι, το ὄνομα τοῦ Ἀντιχρίστου, καί ἔτσι να πέσω σέ μιά ἀριθμοσοφία.

   Κυκλοφορεί στη Λάρισα ἕνα περιοδικό μέ ἀριθμοσοφία δηλαδή, από τα νούμερα, τούς ἀριθμούς, νά προσπαθῶ νὰ βγάλω κάποια συμπεράσματα. Ἤ ἀκόμη να μάθω πότε θὰ ἔρθει ξανά ὁ Χριστός, πότε θα γίνει ἡ Β΄ Παρουσία Του. Μά ὁ ἴδιος ὁ Κύριος δέν εἶπε αὐτὸ νὰ μὴν τὸ ἐρευνοῦμε; Δέν εἶπε «οὐκ ἔστιν ὑμῶν γνῶναι χρόνους καὶ καιροὺς οὓς ὁ πατὴρ ἔθετο ὑπὸ τὴν ἰδίαν αὐτοῦ ἐξουσίαν» (Πράξ. 1, 7), ὅτι δέν εἶναι δικό σας θέμα νὰ ἐρευνᾶτε χρόνους και καιρούς; Τό ἴδιο λέει καί ὁ ἅγιος Ἀναστάσιος ὁ Σιναΐτης: «Οὐ δεῖ περιεργάζεσθαι τὰ σεσιωπημένα τῇ θείᾳ Γραφῇ» (Οδηγός, PG 89,40Β. Πρβλ. άγ. Ειρηναίου: «Ασφαλέστερον καὶ ἀκινδυνότερον τὸ περιμένειν τὴν ἔκβασιν τῆς προφητείας ἢ τὸ καταστοχάζεσθαι καὶ ὑπομαντεύεσθαι.» (Κατὰ Αἱρέσεων, V, 30, 3. PG 7,1205C)). Δέν πρέπει, λέει, να περιεργάζεται κανείς ἐκεῖνα πού ἀποσιωπᾶ ἡ Αγία Γραφή.

   Ἐδῶ πρέπει νά ποῦμε πώς μία τέτοια περιέργεια ὁδηγεῖ στήν πλάνη. Γι' αυτό καί ἔχουμε τόσες πλάνες στήν ἐποχή μας.

   Ακόμη, εἶναι ἡ περιέργεια πού ἔχουμε γιά τό μέλλον· που καταφεύγει κανείς σε μαντικές μεθόδους, δηλαδή να μαντεύεται. Τί θα γίνει; Θά παντρευτῶ; δέν θα παντρευτώ;... Θα πετύχω; δέν θά πετύχω;... Ἔτσι, ἔχουμε τήν χειρομαντία, ἔχουμε τήν καφεμαντία – τό φλυτζάνι πού τό ἀναποδογυρίζουμε και βλέπουμε τι έχει νά μᾶς πληροφορήσει για το μέλλον– και άλλου είδους μαντείες. Ὅλα αὐτά, πραγματικά, εἶναι μία περιέργεια παραπλανητική, βλαβερή. (Ἡ μαντεία εἶναι θρησκευτική άποψη που κινείται ἔξω ἀπό τόν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας. Η Αγία Γραφή απαγορεύει στους πιστούς να καταφεύγουν στους μάγους και μάντεις (Δευτ. 18, 10. Ησ. 47, 13-14). Στο Λευϊτ. 19,31, αναφέρεται χαρακτηριστικά: «Οὐκ ἀκολουθήσετε ἐγγαστριμύθοις, καὶ τοῖς ἐπαοιδοῖς οὐ προσκολληθήσεσθε, ἐκμιανθῆναι ἐν αὐτοῖς· ἐγώ εἰμι Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν»· δέν θά ἀκολουθήσετε αὐτούς πού ἔχουν πνεῦμα μαντείας, ὥστε νά μιαίνεστε ἀνάμεσα σ' αυτούς· ἐγώ είμαι Κύριος ὁ Θεός σας! Οἱ Ἀποστολικές Διαταγές λένε: «Φεύγετε... επαοιδάς, κλήδονας, μαντείας, καθαρισμούς, οιωνισμούς, ορνιθοσκοπίας, νεκυομαντείας, ἐπιφωνήσεις.» (7, 3). Οι θεοφόροι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας κανονίζουν (ἐπιτιμοῦν) αὐτούς πού ἀσχολοῦνται με αυτά. Ὁ μέγας Βασίλειος τούς θέτει τό ἐπιτίμιο τῆς ἀκοινωνησίας για 20 χρόνια. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης τούς ἀπαγορεύει την θεία Κοινωνία διά βίου, γιατί τούς θεωρεῖ ἀρνητές τοῦ Χριστοῦ. Ὁ άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης φανερώνει ποὺ ὁδηγεῖ ἡ σχέση του πλανεμένου ἀνθρώπου μέ τή μαγεία: Τα μαγικά ὁδηγοῦσιν τόσον ἐκείνους οπού τά μεταχειρίζονται, ὅσον καί ἐκείνους οπού τά ζητοῦν, εἰς τήν λατρείαν καί προσκύνησιν τῶν εἰδώλων καί τῶν δαιμόνων, ἐνῶ αὐτοί πού τά δέχονται ἐν γνώσει τους, ὅλοι γίνονται κατοικία τῆς ἐνεργείας τοῦ ἀκαθάρτου πνεύματος (Λόγος κατά τῶν μαγικῶν εἰδῶν). «Μὴ θύειν εἰδώλοις, μὴ μαντεία περιεργάζεσθαι.» (Εὐσεβίου Καισαρείας, Βίος μεγάλου Κωνσταντίνου, 4, 25,1). «Εἰ βούλει Χριστιανός γενέσθαι, φέροι μου... πάντα τα περίεργά σου» (Καλλινίκου μοναχού). Πρβλ. «τῶν τὰ περίεργα πραξάντων» (Πράξ. 19, 19))

   Ἐπίσης υπάρχει καί ἡ περιέργεια τῶν αἰσθήσεων τῆς ὁράσεως, τῆς ἀκοῆς καί τοῦ σέξ. Τί εἶναι αὐτό; Τί εἶναι ἐκεῖνο; Περιέργεια να μάθουμε ξένες υποθέσεις· τί κάνει αυτός καί τί κάνει ἐκείνη! 

   Ὁ μέγας Βασίλειος λέει: «παῦσαι τὰ τοῦ δεῖνος κακὰ περιεργαζόμενος» (Ὁμιλία εἰς τὸ Πρόσεχε σεαυτῷ, ΒΕΠΕΣ 54, 33.20). Παῦσε νά ἀσχολεῖσαι καὶ να περιεργάζεσαι τά ἄσχημα πού κάνει ὁ ἄλλος. Και ὅπως λέει ὁ ἅγιος Ἐφραίμ ὁ Σύρος, «μὴ περιεργάζον τὰ μὴ ἴδιά σου, διὰ νὰ μὴ ἀπωλέσῃς τὰ ἴδιά σου» (Βλ. Σοφ. Σειρ. 3, 21). Μήν περιεργάζεσαι τα ξένα πράγματα, γιά νά μή χάσεις τα δικά σου. 

   Πῶς θεραπεύεται κανείς ἀπό τήν περιέργεια; Μέ τήν αὐτογνωσία, δηλαδή να μάθω εγώ ποιός εἶμαι, καί μέ τήν καλλιέργεια τῆς ἀγάπης πρός τόν πλησίον. 

   Αλλά, πρῶτα ὁ Θεός, θα συνεχίσουμε. Νά σᾶς εὐλογεῖ ὁ Θεός.

Κυριακή, 30 Σεπτεμβρίου 1984


49η ομιλία στην κατηγορία « Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία ».

►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
" Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία " εδώ ⬇️
https://arnion.gr/index.php/palaia-diauhkh/xristianikh-kosmologia-anurvpologia
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40pgmRsIiRCioth8a5E4bM7r

Απομαγνητοφώνηση :
Ιερά μονή Κομνηνείου.
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

🔸Λίστα ομιλιών της σειράς «Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία.».🔻
https://drive.google.com/file/d/1PKTpnYb1nptUbWKH5jo6DJwk7IVel9BA/view?usp=drivesdk

🔸📜 Απομαγνητοφωνημενες ομιλίες της σειράς «Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία.».🔻
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/search/label/%F0%9F%94%B9%CE%A7%CF%81%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B9%CE%B1%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%AE%20%CE%9A%CE%BF%CF%83%CE%BC%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1%20~%20%CE%91%CE%BD%CE%B8%CF%81%CF%89%CF%80%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1.?m=1

🔸Επεξηγηματικό βίντεο Ασπάλαθου.
https://youtu.be/8tNfAHRkTCk

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️ https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__ 

https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου. https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.