ἀναφέρεται στον συγγραφέα, στον ψαλμωδό. Από τόν πρῶτο στίχο μέχρι καί τόν τελευταῖο εἶναι ἐξ ὁλοκλήρου χριστολογικός. Μάλιστα εἶναι ὁ σημαντικότερος χριστολογικός ψαλμός.
Ἐκεῖ ἀπευθύνεται πρός τόν Πατέρα Του καί λέει: «Θεέ μου Θεέ μου, ίνατί με ἐγκατέλιπες;». Ἡ ἀπάντηση τοῦ Πατρός στήν ἐρώτηση αυτή τοῦ Κυρίου, στο παράπονο αὐτό πρός τόν Πατέρα Του, εἶναι τό δεύτερο μέρος τοῦ ψαλμοῦ αὐτοῦ, δηλαδή ὅτι δέν Τόν ἐγκατέλειψε.
Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀπάντηση. Με ρωτάς γιατί Σε εγκατέλειψα Σοῦ ἀπαντῶ. Δὲν Σε εγκατέλειψα· ήδη προχωρώ στο να Σου δείξω ὅτι θὰ εἶσαι Ἐσὺ ὁ πραγματικός Μεσσίας, που τὸ ὄνομά Σου θα κηρυχθεί στα πέρατα τῆς οἰκουμένης, καὶ θὰ εἶσαι Ἐκεῖνος ποὺ «πᾶν γόνυ κάμψῃ, ἐπουρανίωντε καὶ ἐπιγείων καὶ καταχθονίων»(Βλ. Φιλιπ. 2, 10).
Αντιλαμβάνεστε λοιπόν ὅτι τό δεύτερο αυτό μέρος, πού, με τη βοήθεια τοῦ Θεοῦ, θά ἀναλύσουμε απόψε, είναι ἡ ἀπάντηση τοῦ Θεοῦ Πατρός, στό ἐρώτημα τοῦ Κυρίου, στο παράπονο τοῦ Κυρίου, «ίνατί με ἐγκατέλιπες;».
Εἶναι τόσο καταπληκτική ή περιγραφή του 21ου ψαλμοῦ, ὥστε ἐξαιτίας αὐτοῦ ὁ Δαβίδ να χαρακτηρίζεται Ευαγγελιστής τοῦ Χριστοῦ. Θα λέγαμε ὅτι εἶναι ὁ ἕκτος Εὐαγγελιστής. Εἶναι γνωστό ὅτι ὁ πέμπτος Εὐαγγελιστής εἶναι ὁ Ἠσαΐας, μ' ἐκεῖνο τὸ καταπληκτικό κεφάλαιό του, τό 53ο, ὁ ὁποῖος ἀναφέρεται στον πάσχοντα Μεσσία μέ τέτοια ενάργεια, τέτοια σαφήνεια καί τέτοια ἀκρίβεια, σάν νά ἦταν, όπως λένε, αὐτόπτης μάρτυρας κάτω ἀπό τόν σταυρό, σάν τόν Ἰωάννη τόν Εὐαγγελιστή, καί περιγράφει ἐκεῖνα πού βλέπει. Κι ὅμως ἐκεῖνα πού βλέπει ὁ Ἡσαΐας εἶναι ὀκτώ αἰῶνες πρό Χριστοῦ. Ἀλλά καί ὁ Δαβίδ εἶναι σάν νά εἶναι κάτω ἀπό τόν σταυρό. Θυμόσαστε τί λέγαμε για τους στίχους «διεμερίσαντο τὰ ἱμάτιά μου ἑαυτοῖς καὶ ἐπὶ τὸν ἱματισμόν μου ἔβαλον κλῆρον» καί «ώρυξαν χεῖράς μου καὶ πόδας». Εἶναι ένας Ευαγγελιστής κάτω ἀπό τόν σταυρό. Κι όμως ὁ Δαβίδ ἔζησε δέκα αἰῶνες πρό Χριστοῦ.
Αρπάζω πάντοτε τήν εὐκαιρία, ὅπως ὁ Εὐαγγελιστής Ιωάννης ὅταν θέλει να τονίσει τή θεότητα τοῦ Χριστοῦ, ἐκμεταλλεύομαι κι ἐγώ τήν εὐκαιρία να τονίσω ὅτι ἡ προφητεία εἶναι τὸ ἀκαταμάχητο επιχείρημα ὑπέρ τῆς
θεανθρώπινης φύσεως τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Καί τώρα μπαίνουμε, αγαπητοί, στον 23ο στίχο: «διηγήσομαι τὸ ὄνομά σου τοῖς ἀδελφοῖς μου, ἐν μέσῳ ἐκκλησίας ὑμνήσω σε». Θα κάνω γνωστό το όνομά Σου στούς ἀδελφούς μου, και θα Σε δοξολογῶ μπροστά σε
μεγάλη συγκέντρωση ἀνθρώπων, στην Εκκλησία.
Να το ξέρουμε αυτό, ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι μία, καί μόνο μία, καί μόνο αὐτό πού εἶναι μέσα στην Εκκλησία σώζεται, ἐνῶ αὐτό πού εἶναι ἔξω δέν σώζεται. Γι' αὐτό καί ἡ Ἐκκλησία παρομοιάζεται με την κιβωτό του Νώε. Ὅ,τι μπῆκε στήν κιβωτό, σώθηκε· ὅ,τι ἔμεινε ἔξω ἀπό αὐτήν, πνίγηκε, δέν σώθηκε. Πάντως κάνει εντύπωση αὐτό πού λέει ἐδῶ ὅτι «ἐν ἐν μέσῳ ἐκκλησίας ὑμνήσω σε».
Παρακάτω, στον στίχο 26, λέει: «τὰς εὐχάς μου ἀποδώσω ἐνώπιον τῶν φοβουμένων σε». Τις υποσχέσεις μου θά τίς ἐκπληρώσω μπροστά σ' αὐτούς πού Σε σέβονται βαθειά, στούς πιστούς.
Ὅπως θα ξέρετε, εὐχή θά πεῖ τάξιμο. Τη φράση αυτή τή βρίσκουμε πολύ συχνά στην Παλαιά Διαθήκη. Αλλά τί τάξιμο θα μποροῦσε νά κάνει ἐδῶ ὁ Μεσσίας; Ποιό εἶναι τό τάξιμο;
Το τάξιμο είναι ή θυσία σωτηρίου.
Στο βιβλίο Λευϊτικό, στο 7ο κεφάλαιο, στίχοι 11 έως 17, διαβάζουμε ποιά ἦταν αὐτή ἡ θυσία τοῦ σωτηρίου. Αν κάποιος εἶχε λόγους να δοξάσει τόν Θεό για τη σωτηρία του ἀπό κάτι, γλύτωσε ἀπό ἕναν πόλεμο, ἄς ποῦμε, ἀπό
ἕναν θάνατο, ἀπό μιά ἀρρώστια, βγῆκε ἀπό ἕνα ἀδιέξοδο, τέλος πάντων σώθηκε, λέμε «με έσωσε ὁ Θεός», τότε θά ἔκανε ἕνα τάμα· τάζω στον Θεό τό καί τό. Το τάμα αὐτό λεγόταν τάξιμο ή θυσία σωτηρίου, και περιλάμβανε –ὁ κανόνας τὸ ἔλεγε– σιμιγδάλι, λάδι... καί τά λοιπά και τὰ λοιπὰ· δὲν μᾶς ἐνδιαφέρει αυτή τη στιγμή τί περιείχε αὐτὴ ἡ θυσία.
Ἐδῶ τώρα, όταν λέει ὁ Χριστός θὰ ἀποδώσω τίς εὐχές μου, ἐννοεῖ τήν προσφορά τοῦ ἴδιου τοῦ ἑαυτοῦ Του, δηλαδή τήν προσφορά τοῦ Χριστοῦ πού θά δινόταν στούς πιστούς.
Σημειώστε δέ –προσέξτε ἐδῶ ἕνα λεπτό σημεῖο– ὅτι ἀπό τήν προσφορά αυτή ἢ τή θυσία πού γινόταν ὡς θυσία σωτηρίας, ἤ σωτηρίου –πολλές φορές γράφεται ὡς οὐδέτερο, καί ὄχι ὡς θηλυκό– ἀπό τή θυσία αυτή, ἕνα μέρος θυσιαζόταν στον Θεό, καιγόταν, κάπως ἔτσι. Μετά οἱ ἱερεῖς ἔπαιρναν ἕνα ἄλλο μέρος καί ἔτρωγαν, καί ἕνα τρίτο μέρος έπαιρνε καὶ ἔτρωγε ἐκεῖνος ποὺ πρόσφερε τη θυσία, ἐνῶ ὅ,τι περίσσευε τό ἔτρωγαν οἱ φτωχοί ἤ όσοι ήσαν παρόντες.
Αν έχετε προσέξει, στον ναό ή στο νεκροταφείο, όταν κάποιος φέρει κόλλυβα να διαβαστούν στο μνημόσυνο πού κάνει, μετά τα μοιράζει στον κόσμο, καί οἱ ἄνθρωποι τα παίρνουν μετέχοντας στην προσφορά. Βέβαια ἐκεῖ δέν ἔχουμε θυσία· ἔχουμε σύμβολο τῆς ἀναστάσεως· εἶναι κάτι πολύ διαφορετικό. Ανέφερα την περίπτωση για να δείξει μόνο τό ὅτι γίνεται ένα μοίρασμα καί τρῶνε ὅλοι ἀπό ἐκεῖ. Δίνουν καί στούς ἱερεῖς, τρῶνε καί οἱ ἴδιοι, παίρνουν καί στό σπίτι τους.
Ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν ἀρτοκλασία τὸ ἴδιο γίνεται. Δίνουν στούς ἱερεῖς, παίρνουν και ένα μεγάλο κομμάτι στο σπίτι τους οἱ ἄνθρωποι πού εἶχαν τήν ἀρτοκλασία. Μή σκανδαλίζεστε γι' αὐτό, ὅταν οἱ προσφέροντες θα πάρουν ένα μεγάλο κομμάτι τούς ἀνήκει. Μην σκανδαλιστεῖτε ἐπίσης ἄν οἱ ἱερεῖς πάρουν μεγάλο κομμάτι προσφορᾶς· τοὺς ἀνήκει, κατά τον νόμο. Μικρά κομματάκια θα πάρει ὁ ὑπόλοιπος κόσμος. Βλέπετε όμως ότι όλοι παίρνουν;
Τώρα λοιπόν, για να το καταλάβετε αυτό, θυσία σωτηρίας, ἡ σωτηρίου, εἶναι ἡ προσφορά τοῦ Χριστοῦ, τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματός Του. Δηλαδή το τάξιμο του Χριστοῦ ἦταν τὸ ἑξῆς: Ἐγώ. Πατέρα μου, θα προσφέρω τὸ σῶμα μου καί τό αίμα μου ως θυσία εὐχαριστίας προς Εσένα· ἀλλὰ αὐτή τή θυσία θα τη φάνε οἱ πιστοί. Γι' αυτό καί τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ λέγεται Θεία Εὐχαριστία. Εἶναι λοιπόν από το Λευϊτικό ή θυσία του σωτηρίου.
Καὶ θὰ τὰ καταλάβουμε αυτό καλύτερα, ἂν έρθουμε στον στίχο 27: «φάγονται πένητες καὶ ἐμπλησθήσονται, καὶ αἰνέσουσι Κύριον οἱ ἐκζητοῦντες αὐτόν· ζήσονται αἱ καρδίαι αὐτῶν εἰς αἰῶνα αἰῶνος». Θα φάνε οι φτωχοί καί θά χορτάσουν, καί θά δοξάσουν τόν Θεό αυτοί που Τὸν ἀναζητοῦν μὲ πόθο, καὶ οἱ ψυχές τους θα ζήσουν αἰώνια.
Ὅπως θα ξέρετε, αὐτόν τόν στίχο τόν λέμε στο δείπνο, όταν θέλουμε να καθήσουμε να φάμε· εἶναι ἡ προσευχή που λέμε ἐκεῖ. Άραγε υποπτευόμαστε ότι πέρα ἀπό τό αἰσθητό ἐκεῖνο τραπέζι, τοῦ σπιτιοῦ μας το τραπέζι, πού λέμε αὐτήν τήν εὐχή ἀπό αὐτόν τόν στίχο, υποπτευόμαστε ότι κρύβεται το μεγαλείο της προσφοράς τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ στὴν εὐχαριστήρια Θυσία του προς τόν Πατέρα; Θά τό δοῦμε τώρα.
Ποιοί εἶναι αὐτοί οἱ πένητες που φάγονται, θα φάνε; Οἱ πένητες εἶναι οἱ ἐθνικοί, που κάθονται γύρω-γύρω στο τραπέζι τῆς Θυσίας, στην αγία Τράπεζα· εἶναι οἱ φτωχοί. Θέλετε νά σᾶς δείξω ὅτι εἶναι οἱ ἐθνικοί, με τον χαρακτηρισμό πένητες; Ὅταν λέμε εθνικοί, ἐννοοῦμε αὐτοὺς ποὺ δὲν εἶναι Ἑβραῖοι, δηλαδή είμαστε ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες, ἀλλά καί ὅλοι οἱ λαοὶ τῆς γῆς, ὅλες οἱ φυλές τῆς γῆς. Θέλετε νά τό δεῖτε αὐτό;
Θυμόσαστε την παραβολή του μεγάλου δείπνου, στην Καινή Διαθήκη; (Βλ. Λουκά 15, 14-24). Κάλεσε ο ίδιοκτήτης, ο κύριος τοῦ δείπνου, ἐκείνους πού εἶχε στο πρόγραμμά του. Τούς εἶπε: «Τό δείπνο εἶναι ἕτοιμο· ἐλατε νὰ φᾶτε». Αὐτοί δέν ἀνταποκρίθηκαν, προβάλλοντας κάποιες δικαιολογίες· ὁ πρῶτος ὅτι ἀγρὸν ἡγόρασε, ο δεύτερος ὅτι ζεύγη βοῶν ἠγόρασε, ἐνῶ ὁ τρίτος γυναῖκα ἔγημε, καὶ διὰ τοῦτο οὐ δύναται ἐλθεῖν. Ἐκεῖ, λέει, ὀργίστηκε ὁ Κύριος τοῦ δείπνου καί εἶπε: «Σας βεβαιώνει ὅτι κανείς ἀπό τούς καλεσμένους αὐτοὺς δέν θά γευθεί τοῦ δείπνου μου». Και τότε λέει στον δοῦλο του (ὁ δοῦλος του ἐδῶ εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός, εἶναι ὁ ἐνανθρωπήσας Θεός, εἶναι ὁ Μεσσίας): «Τρέξε στην πόλη, στούς δρόμους, στίς ἀγυιές, στα σοκάκια» δηλαδή να τρέξει όχι μόνο στις λεωφόρους τῆς πόλεως και στους φαρδεῖς δρόμους, αλλά και στα σοκάκια. Παρακάτω, όταν θὰ τὸν ξαναστείλει πιο πέρα, θα τοῦ πεῖ νὰ τρέξει και στούς φραγμούς. Οἱ φραγμοί τῆς πόλεως εἶναι τά χωράφια· ὅπως ἐδῶ πού εἴμαστε ἐμεῖς τώρα, εἶναι τὰ χωράφια πιά τῆς πόλεως. «Πήγαινε και μάζεψε όποιους βρεῖς· κουτσούς, στραβούς, φτωχούς, κουρελήδες, σακάτηδες... καί φέρε τους ἐδῶ, για να γεμίσει ὁ οἶκος μου».
Τί μεγαλειώδης στίχος... «μνησθήσονται»! Σᾶς παρακαλῶ προσέξτε αὐτό τό σημεῖο. Θα μπορούσαμε πάνω σ' αὐτό τό «μνησθήσονται» να κάνουμε μιας ώρας ὁμιλία, χωρίς υπερβολή. Τί θα θυμηθοῦν;
Θα θυμηθοῦν οἱ ἄνθρωποι ὅτι κάποτε ἦσαν στον Παράδεισο. Παρακαλῶ, προσέξτε: εἶναι ἡ μνήμη τῆς ἀνθρωπότητος, αὐτή πού διατηρεῖται ὡς ἐπιθυμία τοῦ ἀνθρώπου να ζήσει αιωνίως κοντά στον Θεό. Αλλά αυτή ή μνήμη τῆς ἀνθρωπότητος ἀνάγεται στον Αδάμ.
Ο Αδάμ δεν είχε τη μνήμη· εἶχε τή γνώση, ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἕνας. Συνεπῶς, ὅταν ὁ Ἀδάμ έπεσε, διατήρησε φυσικά τή γνώση τοῦ ἑνός Θεοῦ. Τα παιδιά του λιγότερο, τα εγγόνια του ακόμη λιγότερο, κι όσο προχωρούσαμε στις γενεές, τόσο λησμονεῖτο τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ, ὅτι εἶναι ἕνας ὁ ἀληθινός Θεός. Λησμονήθηκε ὁ Θεός. Καί τότε ἦρθε ἡ λήθη, ἡ ὁποία εἶχε σαν αποτέλεσμα τήν εἰδωλολατρία.
Ἡ εἰδωλολατρία εἶναι ἡ λήθη. Κι ἐδῶ τώρα, όταν λέει «μνησθήσονται», σημαίνει ὅτι θά ἐγκαταλείψουν τήν εἰδωλολατρία. Ὥστε λοιπόν με το ρήμα «μνησθήσονται» ὑπαινίσσεται τήν ἐγκατάλειψη τῆς εἰδωλολατρίας, έπειδή ὅταν ξέχασαν τόν ἀληθινό Θεό ἔπεσαν στην ειδωλολατρία. Τώρα, ἀφοῦ θα θυμηθοῦν τόν ἀληθινό Θεό, θα μείνουν πάλι στην ειδωλολατρία; Προφανῶς ὄχι· θά ἐγκαταλείψουν οριστικά τήν εἰδωλολατρία.
Ἀλλά καί κάτι ἄλλο. Πραγματικά ὁ Θεός καί ἡ αἰώνια ζωή ἔμειναν ἀνεξίτηλα στοιχεία στην ψυχή τοῦ κάθε ἀνθρώπου, ὡς μνήμη...
Αὐτό τό «μνησθήσονται», ἀγαπητοί μου, είναι μεγαλειώδες! Καί μόνο αὐτή ἡ λέξη νά ὑπῆρχε στον ψαλμό, θα δικαιολογοῦσε τή μεγάλη αξία του. Αλλά μόνο αυτή ἡ λέξη εἶναι πού τόν κάνει μεγάλης αξίας; Όχι. Κάθε λέξη του εἶναι ἀνεκτίμητος θησαυρός!
Καί ἀφοῦ «μνησθήσονται», τότε καί «ἐπιστραφήσονται» –ἡ ἐπίπτωση– δηλαδή θα επιστρέψουν. Αὐτό σημαίνει ὅτι ξέχασαν διότι ἔφυγαν· καί τώρα, ἀφοῦ θυμήθηκαν, θα γυρίσουν πίσω. Πῶς θά γίνει ὅμως αὐτή ἡ ἀνάμνηση; πῶς θά θυμηθοῦν; Μέ τό ευαγγελικό κήρυγμα! Ὅταν θα σταλούν στα πέρατα τῆς οἰκουμένης οἱ Ἀπόστολοι, τότε οἱ ἄνθρωποι, μέ τό εὐαγγελικό κήρυγμα πού θά ἀκούσουν, θα πουν: Βρήκαμε τον Θεό τόν ἀληθινό, Ἐκεῖνον πού χάσαμε!
Πρῶτα-πρώτα, ὅταν λέει «τὰ πέρατα τῆς γῆς», ἐννοεῖ μία παγκόσμια Εκκλησία. Κι ἐδῶ ἀκόμη ἔχουμε επανάλήψη τοῦ στίχου ἐκείνου που λέει καί ἀναφέρεται στη μεγάλη Εκκλησία. Αλλά δεῖτε ὅμως καί τήν ἐκπλήρωση μιᾶς ἄλλης προφητείας. Ἐδῶ περιέχεται ἡ ἀναφορά μιας προφητείας παλαιότερης, πού ἐπαληθεύεται μὲ τὸ νὰ ἐπαληθευθεῖ αὐτή ἐδῶ ἡ προφητεία. Δηλαδή, για να εἶμαι σαφής, ὁ ψαλμός αυτός γράφτηκε τον 10ο αιώνα περιέχει όμως μία προφητεία που ειπώθηκε τον 20ο αἰώνα πρό Χριστοῦ, καί τελικά πραγματοποιεῖται αὐτή στο πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ μέ τό Εὐαγγέλιο. Δηλαδή;...
Αυτό όμως έγινε όταν κηρύχθηκε τὸ Εὐαγγέλιο σε ὅλον τὸν κόσμο8 διότι τότε προσκυνοῦν τὸν Κύριο όσοι, ἀπ' ὅλες τίς φυλές τῆς γῆς μέχρι σήμερα, πίστεψαν στον Ἰησοῦ Χριστό. Να λοιπόν που εκπληρώθηκε, που πραγματοποιήθηκε η προφητεία πού εἶπε ὁ Θεός στον Αβραάμ τον 20ό αιώνα π.Χ.!
Στίχος 29: «ὅτι τοῦ Κυρίου ἡ βασιλεία, καὶ αὐτὸςδεσπόζει τῶν ἐθνῶν»· γιατί ὁ Κύριος εἶναι ὁ μόνος βασιλιάς τῆς γῆς, καί ἡ βασιλεία του είναι κυρίαρχη πάνω σέ ὅλα τά ἔθνη.
Ὅταν τὸ ἄκουγε αὐτό ὁ Ἑβραῖος, αἰσθανόταν φοβερά ἄσχημα. Θὰ σᾶς ἀναφέρω ἕναν στίχο ἀπό τόν Ἰωνᾶ, πού τόν ἔχουμε κάνει παλιά θα το θυμηθείτε.
Ὅταν ὁ Ἰωνᾶς πῆρε τήν ἐντολή ἀπό τόν Θεό νά πάει στη Νινευί, ἀναφέρει ἐκεῖ ὅτι εἶπε: «Ποῦ θὰ πάω τώρα; στοὺς ἐχθροὺς τῆς πατρίδος μου να κηρύξω μετάνοια;... Δεν πάω!». Καί τότε «ἔφυγε ἀπὸ προσώπου Κυρίου»(Ίων. 1, 3), όπως λέει, καί πῆγε στην πόλη Θαρσίς τῆς Ισπανίας, δηλαδή σε ἐντελῶς ἀντίθετη κατεύθυνση. Προσέξτε: δεν λέει ὅτι ἔφυγε ἀπό Θεοῦ, ἀλλά «ἀπὸ προσώπου Κυρίου». Τί σημαίνει αὐτό;
Οἱ Ἑβραῖοι γνώριζαν ὅτι ὁ Θεός εἶναι πανταχοῦ παρών· ἀλλά τό πρόσωπό Του όμως τό φανερώνει μόνο στους Εβραίους. Γι' αὐτό καί οἱ Ἑβραῖοι στην αἰχμαλωσία δέν αἰσθάνονταν καλά· ἔνιωθαν ὅτι ὁ Θεός ἴσως δεν τούς ἀκούει.
Για παράδειγμα, στη Βαβυλώνα, οἱ τρεῖς Παῖδες λένε: «Κύριε, πῶς νά Σου προσφέρουμε θυσία ἐδῶ πέρα; Δεν είμαστε στον ναό, στὰ Ἱεροσόλυμα, ἐκεῖ πού εἶναι τὸ πρόσωπό Σου» (Δαν. 3, 14). Δηλαδή: Είτε Σοῦ προσφέρουμε
θυσία ἐδῶ εἴτε δεν προσφέρουμε, εἶναι ἀνώφελο.
Μέ ἄλλα λόγια, ὁ Ἰωνᾶς φεύγει από προσώπου Κυρίου, γιατί ναί μέν ὁ Θεός θά εἶναι καί στήν Ισπανία, αλλά δὲν θὰ ἐνεργήσει τίποτα, επειδή το πρόσωπο τοῦ Θεοῦ δεν παρουσιάζεται ἔξω ἀπό τόν χῶρο τοῦ Ἰσραήλ.
Είδατε τί πίστευαν οἱ Ἑβραῖοι; Κι ὅμως εἶναι οἱ θεματοφύλακες σημείων μέσα στην Αγία Γραφή που ἀντιτίθενται με τις αντιλήψεις τους πού εἶχαν περί τοῦ Θεοῦ, ὅτι δηλαδή ὁ Θεός δεσπόζει πάνω σε όλα τα έθνη, ὅτι εἶναι ὁ Κύριος τῶν ἐθνῶν, ὅτι εἶναι Ἐκεῖνος πού φροντίζει τὰ ἔθνη και είναι Ἐκεῖνος πού θά Τόν προσκυνήσουν τὰ ἔθνη. Εἶναι καταπληκτικό! Γι' αὐτό ἔχουν πολύ μεγάλη αξία οι προφητεῖες... πάρα πολύ μεγάλη! Ὅλα ἔρχονται ἀντίθετα, δυσμενή θά ἔλεγα, ἀκριβῶς για να κατοχυρώσουν την αξία τῶν προφητειῶν, τήν ἀξία καί τό κῦρος τῶν προφητειών.
Τί συμπυκνωμένος στίχος! Εφαγαν καί Τόν προσκύνησαν, λέει, ὅλοι οἱ πλούσιοι τῆς γῆς. Τά ρήματα ἔφαγαν καί προσκύνησαν εἶναι σε Αόριστο χρόνο. Θα μποροῦσαν νά τεθοῦν ὡς Μέλλοντες· δηλαδή θα φάνε καί θά προσκυνήσουν ὅλοι οἱ πλούσιοι τῆς γῆς. Μπαίνει ὅμως Αόριστος, ὅπως καί στόν Ἡσαΐα, πού τις προφητείες του τίς βάζει σε Αόριστο. Εἶναι ὁ προφητικός Αόριστος. Όπως λέμε καί ἱστορικός Ενεστώτας. Ἐνῶ γράφει κάποιος μια ιστορία, δηλαδή, καί ἐνῶ δέν γίνονται τά γεγονότα στο παρόν, δηλαδή τώρα πού τά διηγεῖται, ἀλλὰ ἤδη ἔχουν γίνει, βάζει τη διήγηση στον Ενεστώτα, ἁπλῶς γιά νά ζωντανεύει τα πράγματα. Ὁ Ἐνεστώτας αὐτός λέγεται ἱστορικός. Έτσι λοιπόν ἐδῶ ἔχουμε τον προφητικό Αόριστο.
Χρησιμοποιεῖ ὁ Προφήτης τον προφητικό Αόριστο γιατί εἶναι τόσο βέβαιος ότι θα γίνουν αὐτά, ὥστε εἶναι σάν νά ἔχουν γίνει.
Καί κάτι ἀκόμα. Ὁ Προφήτης, όταν βλέπει αὐτά, για τόν ἴδιο εἶναι παρόντα· ὅταν ὅμως τα γράφει, είναι παρελθόντα. Για παράδειγμα, ὁ Ἠσαΐας, στο 53ο κεφάλαιο, λέει για τον Μεσσία: «καὶ εἴδομεν αὐτόν, καὶ οὐκ εἶχεν εἶδος οὐδὲ κάλλος»(Ησ. 53, 2). Καί Τον είδαμε, καί νά, δέν εἶχε κάλλος οὔτε μορφή, δέν εἶχε ομορφιά, δεν είχε ἐμφάνιση. Τί γράφει; είδαμε. Ναί, γιατί προηγουμένως είδε την προφητική εικόνα· ἀλλά ὅταν γράφει, ἐκεῖνα πού εἶδε εἶναι πλέον παρελθόν, ἀνήκουν στο παρελθόν.
Ἔτσι λοιπόν, γι' αυτούς τους δύο λόγους, ἔχουμε χρόνο Αόριστο.
Ἐδῶ λέει ὅτι ἔφαγαν και προσκύνησαν ὅλοι οἱ πλούσιοι τῆς γῆς. Πίονες θά πεῖ κατά λέξη παχείς, δηλαδή πλούσιοι. Θυμάστε από τους Χαιρετισμούς τῆς Θεοτόκου το «Χαῖρε, πῖον ὄρος καὶ τετυρωμένον ἐν Πνεύματι»;
(Βλ. Κανών Ακαθίστου Ὕμνου τῆς Θεοτόκου, Ωδή δ')«πῖον ὄρος» θά πεῖ πλούσιο βουνό, καί «τετυρωμένον» θά πεῖ πηκτό· δηλαδή εἶναι ἐκφράσεις που σημαίνουν πλοῦτο. Όταν λέει λοιπόν ὅτι θά φᾶνε καί θά προσκυνήσουν ὅλοι οἱ πλούσιοι τῆς γῆς, ἐννοεῖ ὅτι δέν θά πιστέψουν στὸ Εὐαγγέλιο και στον Μεσσία τιποτένιοι ἄνθρωποι, ἀλλά θα πιστέψουν και θα μετέχουν στην πνευματική τράπεζα τοῦ Μεσσίου ἀλλά καί θά Τόν προσκυνήσουν καί σπουδαῖοι ἄνθρωποι καί ἄρχοντες και σοφοί. Όχι μόνο άνθρωποι απλοί καί ταπεινοί, αλλά καί σπουδαῖοι ἄνθρωποι καί σοφοί καί μέ ἀξιώματα κοινωνικά, πού θά ἔχουν όμως νοῦν ὑψηλόν καί ἄλλα πνευματικά χαρίσματα.
Καί συνεχίζει ὁ 30ός στίχος: «ἐνώπιον αὐτοῦ προπεσοῦνται πάντες οἱ καταβαίνοντες εἰς γῆν»· μπροστά σ' αὐτόν, λέει, θα πέσουν να προσκυνήσουν –ἐδῶ εἶναι Μέλλοντας– ὅλοι ἐκεῖνοι που κατεβαίνουν στή γῆ, στο χώμα. Αὐτό, ἀγαπητοί μου, σημαίνει ότι θα ὠφεληθοῦν ὄχι μόνον ἐκεῖνοι που βρίσκονται πάνω στή γῆ, ἀλλά κι ἐκεῖνοι ποὺ ἔχουν πάει στον Άδη, ὡς ψυχές.
Καί πράγματι, ὅταν ὁ Χριστός πέθανε ἐπάνω στον σταυρό, ή ψυχή του, ενωμένη μέ τόν Θείο Λόγο, κατέβηκε στον Άδη καί εὐαγγελίστηκε τους νεκρούς, στους ὁποίους προηγουμένως κήρυξε κήρυγμα μετανοίας ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος. Και τότε, ὅσοι πίστεψαν στον Χριστό, ἐκεῖνο το τριήμερο, έπεσαν καί Τόν προσκύνησαν (Βλ. Α΄ Πέτρ. 3, 19). Βεβαίως δεν ήταν όλοκληρο τριήμερο· ἦταν ώρες από την πρώτη μέρα, όλοκληρο το εικοσιτετράωρο τῆς δεύτερης ἡμέρας, καί ἕνα μέρος ἀπό τήν τρίτη ημέρα. Δεν ξέρουμε πόσος ἀκριβῶς ἦταν ὁ χρόνος αὐτός· πάντως επειδή είχε μέρος καί ἀπό τίς τρεῖς ἡμέρες, λέγεται τριήμερο.
Όταν κατέβηκε ὁ Χριστός ἐκεῖ στόν Ἅδη, εὐαγγελίσθηκε τους νεκρούς, καί πίστεψαν όσοι πίστεψαν.
Καί μάλιστα ξέρετε ποιοί πίστεψαν; Πίστεψαν ἐκεῖνοι πού ἄν θά ἀκουγόταν το κήρυγμα τοῦ Χριστοῦ στήν ἐποχή τους, θά πίστευαν. Αὐτοί πίστεψαν· ὄχι οἱ ἄλλοι. Αὐτούς, ὅταν ὁ Χριστός ἔφυγε ἀπό τόν Ἅδη, τούς πῆρε μαζί Του καί τούς πήγε στον Παράδεισο, δηλαδή στον τόπο όπου τώρα βρίσκονται ὅλοι ἐκεῖνοι πού φεύγουν ἀπὸ τὴν παροῦσα ζωή, και περιμένουν τὴν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν. Εἶναι στον Άδη, όχι τον ζοφερό, ἀλλὰ ἐκεῖ ποὺ εἶναι ἡ πρόγευση τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ὁ Παράδεισος δὲν εἶναι ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ πρόγευση τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ἄλλο πράγμα εἶναι ὁ Παράδεισος, καὶ ἄλλο πράγμα εἶναι ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ...
Ἔτσι λοιπόν. Τον προσκύνησαν κι ἐκεῖνοι ποὺ εἶχαν κατεβεῖ στὴ γῆ, δηλαδή στον Άδη. Πρέπει να ξέρετε ότι στην Παλαιά Διαθήκη, πολλές φορές γῆ εἶναι ὁ Ἅδης, Λέει για τον Χριστό ένας ψαλμός, «κατῆλθες ἐν τοῖς κατωτάτοις τῆς γῆς»(Ψαλμ. 138, 15. Βλ. Κανὼν τοῦ Πάσχα, Ειρμός Γ΄ ωδής.), δηλαδή στον Άδη. Τον προσκυνάει και ὁ Ἄδης. Ἀλλὰ κι ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέει: «ἐνώπιον αὐτοῦ πᾶν γόνυ κάμψει, ἐπουρανίων τε καὶ ἐπιγείων καὶ καταχθονίων»(Φιλιπ. 2, 10-11). Καὶ τὰ ἐπουράνια καὶ τὰ ἐπίγεια καὶ τὰ καταχθόνια θα κάμψουν γόνυ προσκυνήσεως στον ένανθρωπήσαντα Θεό Λόγο. Κοιτάξτε συμφωνία τῶν Γραφών!
Καί συνεχίζει: «καὶ ἡ ψυχή μου αὐτῷ ζῇ»· ἡ ψυχή μου γι᾽ Αὐτὸν θὰ ζεῖ, γιὰ τὸν Θεό. Ὄχι θα ζήσει, ὄχι ἔζησε, ἀλλὰ «ζῇ». Δηλαδή μιλάει για την ψυχή τοῦ Μεσσίου. Αλλά όταν λέμε ἡ ψυχή τοῦ Μεσσίου, ἐννοοῦμε τή ζωή Του· ψυχή στην Αγία Γραφὴ θὰ πεῖ ζωή. Δεν λέει τὸ πνεῦμα· λέει ψυχή, λέει ζωή. Αλλά ή ζωή ὅμως τοῦ Μεσσίου εἶναι ἡ ἀνθρώπινη ζωή, ἡ ὁποία ζεῖ σ᾽ Αὐτόν, όπως λέει.
Μπορεῖτε νὰ μοῦ πεῖτε ἐδῶ τί ὑπαινίσσεται; Δέν υπαινίσσεται τήν Θεότητα τοῦ Μεσσίου, ἀλλά τήν ἀνθρωπότητα, γιατί λέει ψυχή, δηλαδή ζωή, βίος. Θα ήταν ἀδιανόητο για την Θεότητα κάποια στιγμή νά εἶναι χωρίς ζωή! Υπαινίσσεται λοιπόν τὴν ἀνάσταση τῆς ἀνθρώπιτης φύσεως τοῦ Χριστοῦ, τὴν ἀνάληψή της, ἀλλά καί τὴν στὰ δεξιὰ τοῦ Θεοῦ Πατρός καθέδρα.
Καί μάλιστα βάζει το «ζῆ» σε Ενεστώτα χρόνια, που δείχνει διάρκεια. Ξέρετε τί φανερώνει εδώ; Αὐτό φανερώνει ὅτι ἡ ἀνθρώπινη φύση, δηλαδή ο Μεσσίας ως ἄνθρωπος, κάθεται στα δεξιά τοῦ Θεοῦ Πατρός, δηλαδὴ ὅτι ἡ ἀνθρώπινη φύση ανέβηκε σ' αυτή τη Θεότητα! Πότε αὐτὸ; Αὐτό ἔγινε ἀφοῦ ἔφαγαν και προσκύνησαν οἱ πίονες τῆς γῆς, ἀφοῦ. Τον προσκύνησαν καὶ ὅσοι ἦσαν στον Άδη, όταν κατέβηκε βέβαια ο Χριστός ἐκεῖ.
Και τώρα «η ψυχή μου αὐτῷ ζῆ», δηλαδή η ψυχή μου εἶναι «αὐτῷ», σ᾽ Αὐτόν. Εδώ υπαινίσσεται λοιπών την σωματική ανάληψη τοῦ Χριστοῦ, καὶ τὴν στα δεξιά τοῦ Θεοῦ Πατρός καθέδρα. Εἶναι ἡ διδασκαλία, που ἐπανειλημμένα αναφέρονται οἱ ἱεροί συγγραφείς στην Καινή Διαθήκη (Βλ. Πράξ. 2, 33. 5, 31. Ρωμ. 8, 34. Έφεσ 1, 20. Εβρ. 1, 4. κ.ά.)
Βλέπετε πόσο καταπληκτικά σημεία έχει; Αρχίζει ἀπὸ τὰ Πάθη, τόν Σταυρό, προχωρεί στον ευαγγελισμό τῶν νεκρῶν, μετά στην Ανάσταση, και στη συνέχεια στην Ανάληψη. Περιέχονται λοιπόν όλα αυτά τα γεγονότα, τα μεγάλα γεγονότα τοῦ Μεσσίου, τοῦ σεσωσμένου Μεσσίου πλέον, όχι τοῦ πάσχοντος.
Εἶναι ἕνας ὑπέροχος ψαλμός εξαιτίας τοῦ προφητικοῦ ὕψους πού ἔχει. Εἶναι ἐξ ὁλοκλήρου μεσσιανικός. Δέν ὑπάρχει οὔτε μία λέξη πού νά μήν ἀναφέρεται στον Μεσσία. Δέν παρεμβάλλεται πουθενά ὁ συγγραφέας. Ἀπό τήν ἀρχή ἕως τό τέλος ὁ ψαλμός αὐτός εἶναι μεσσιανικός.
Εἶναι δέ τόσο καταπληκτικός, ὥστε ἡ παρουσία του νά εἶναι ἕνα ἀληθινά βαρύ πυροβολικό ὑπέρ τῆς θεανθρώπινης φύσεως τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ· ὅτι δηλαδή ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι ἕνα πρόσωπο πού δέν μπορεῖ νά θεωρηθεῖ ὡς κοινό πρόσωπο, ὅπως τό κάθε πρόσωπο μέσα στήν Ἱστορία.
Ἡ ἀξία φυσικά μιᾶς προφητείας εἶναι πολλαπλή. Στην προκειμένη περίπτωση, όταν λέμε χριστολογικός ψαλμός, ἐννοοῦμε ὅτι περιγράφει προφητικά τόν Μεσσία. Ἄν εἴχαμε μόνο τη Σταύρωση καί τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, δηλαδή τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ καί τά γεγονότα πού τόν χαρακτηρίζουν καί πού περιγράφονται στην Καινή Διαθήκη, χωρίς νά ἔχουμε τό προφητικό στοιχεῖο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, θα μπορούσαμε να ἀμφισβητήσουμε τα πάντα γιά ὅσα γράφονται στήν Καινή Διαθήκη. Προσέξτε αὐτό τό σημεῖο· εἶναι πάρα πολύ σημαντικό.
Θα λέγαμε: Πῶς μποροῦμε νά εἴμαστε σίγουροι ότι ἔγινε ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ; Θα μπορούσαμε να το βεβαιώσουμε; Πῶς μποροῦμε νά ξέρουμε τελικά ποιός εἶχε δίκαιο, οι δικαστές ἢ ὁ κατηγορούμενος, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ἄν δίκαια δηλαδή σταυρώθηκε ή όχι; Πώς μποροῦμε νά τό ξέρουμε αυτό το πράγμα; Δηλαδή, μ' ἄλλα λόγια, θα μπορούσαμε να αμφισβητήσουμε το πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ καὶ τὰ γεγονότα που σχετίζονται με Αὐτόν, ἐάν δέν ὑπῆρχαν οἱ προφητεῖες, ἄν δέν εἴχαμε τήν Παλαιά Διαθήκη. Η Παλαιά Διαθήκη εἶναι ὁ μεγάλας προβολέας που κατοχυρώνει και φωτίζει την Καινή Διαθήκη. Αὐτό να το γνωρίζετε.
Το λέω αυτό γιατί υπάρχει σε πολλούς ἡ ἀντίληψη –τρομερά λανθασμένη!– ὅτι ἡ Παλαιά Διαθήκη δέν ἔχει ἀξία, γιατί εἶναι... ὅ,τι λέει το όνομά της, δηλαδή παλαιά! Εἶναι δηλαδή σάν νά ἀποσιωποῦμε ἀπό ἕναν ἄνθρωπο τήν προϊστορία του. Καί πῶς θά ξέρει αὐτός ὁ ἄνθρωπος ποιός εἶναι, χωρίς να γνωρίζει τίποτα ἀπὸ τὴν προϊστορία του; Είναι αδιανόητο. Η προϊστορία είναι θεμελιώδους σημασίας.
Γι' αὐτό λέει ὁ ἀπόστολος Πέτρος, γιά ἐκείνους πού ἀκόμη δέν ἔχουν πάρα πολύ σταθερή πίστη, «καλῶςποιείτε προσέχοντες ὡς λύχνω φαίνοντι ἐν αὐχμηρώ τόπου, ἕως οὗ ἡμέρα διαυγάση καὶ φωσφόρος ἀνατείλη ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν»(Β΄ Πέτρ. 1, 19). Καλά κάνετε καί μελετάτε τους Προφῆτες, που είναι σαν λυχνάρι που φέγγει μέσα σε σκοτεινό τόπο, μέχρις ὅτου ἡ ἡμέρα τῆς Δευτέρας Παρουσίας λάμψει μέσα στα σκοτάδια, καί τό άστρο τῆς αὐτῆς, δηλαδή ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ἀνατείλει στις καρδιές σας καί τίς γεμίσει χαρά καί ἀγαλλίαση, καί δὲν θὰ ἔχετε πιά ἀνάγκη από την προφητεία.
Αλλά ή προφητεία γιὰ τὸν ἄπιστο είναι καταπληκτικό στοιχεῖο. Ὅταν μάλιστα υπάρχει ή κατοχύρωση ὅτι ή προφητεία γράφτηκε ὄντως πρό Χριστοῦ, καί ή και τοχύρωση προέρχεται ἀπό τήν ἀρχαιολογική σκαπάνη, καθώς καί ἀπό αὐτήν τήν ἴδια τή Συναγωγή, τότε δέν ἀφήνει περιθώρια αμφισβητήσεως καί ἀπιστίας.
Πρέπει να ξέρετε ότι ή Συναγωγή τῶν Ἑβραίων διατηρεί την προφητεία, τους Ψαλμούς για παράδειγμα, τούς Προφῆτες, από μία παράδοση. Δεδομένου μάλιστα ὅτι ὁ Ἰσραήλ διάκειται εχθρικά πρός τόν Χριστό, ἡ ἀξία τῆς χριστολογικῆς προφητείας εἶναι τεράστια. Ἔτσι, ὁ ἐχθρός κρατάει τήν ἀπόδειξη στά χέρια. Ἀκούσατε τί εἶπα; Ὁ ἀντίδικος, ὁ ἐχθρός, ὁ κατήγορος, κρατάει τήν ἀπόδειξη ὑπέρ τοῦ κατηγορουμένου στα χέρια του! Το ἀκούσατε;... Πολύ σπουδαῖο αὐτό τό στοιχεῖο.
Ὅταν λοιπόν ἔχουμε τήν ἐγκυρότητα τῆς προφητείας, καί μετά με βάση τα στοιχεῖα τῆς προφητείας ἔρθουμε καί στα γεγονότα, καί δοῦμε ὅτι αὐτά τά δύο ταυτίζονται κατά έναν τρόπο καταπληκτικό, όπως θα δούμε απόψε, μένουμε κυριολεκτικά ένεοί, μένουμε άφωνοι! Καί ἄν κάποιος ἔχει ἔστω λίγη στοιχειώδη αγαθή προαίρεση, καί δέν εἶναι ὁ ἄνθρωπος τοῦ "οὐ μέ πείσεις, κάν με πείσεις", τότε δέν ἀπομένει παρά να παραδεχθεῖ ὅτι πράγματι ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι ὁ ἐνανθρωπήσας Θεός. Τέλειωσε.
Κανείς δέν γνωρίζει το μέλλον, καί μάλιστα νά τό περιγράψει τόσο πίσω στο παρελθόν, ὅπως αὐτός ὁ ψαλμός, πού γράφτηκε τον 11ο-10ο αιώνα π.Χ. σε ανύποπτο χρόνο. Ποιός μπορεῖ νά πεῖ τί θα γίνει μετά από λίγη ὥρα, ἄν θά σηκωθοῦμε, ἂν ἐγώ θά σηκωθῶ ἀπό τήν καρέκλα αὐτή; Μπορεῖ νά πεθάνω τώρα ἐδῶ πού σᾶς μιλάω. Ξέρω ἐγὼ ἂν θὰ σηκωθώ; Δεν το ξέρω. Καὶ ἂν δὲν ξέρω τί θα γίνει μετά από λίγη ώρα, που να ξέρω τί θά γίνει ὕστερα ἀπό χίλια χρόνια, και μάλιστα μέ λεπτομέρειες καταπληκτικές;
Ἀλλά καί οἱ λεπτομέρειες έχουν μεγάλη αξία, διάτι ἔρχονται να βεβαιώσουν τὴν ἀλήθεια. Το να μιλήσει κανείς μέ γενικότητες, μπορεῖ καί μέ μιά μικρή ἔστω πιθανότητα να πέσει μέσα, να επαληθευθεῖ· τό να μιλήσει ὅμως μέ λεπτομέρειες εἶναι ἐξαιρετικά απίθανο.
Καί μάλιστα, ξέρετε, ή δυνατότητα να πετύχουμε μία λεπτομέρεια, με βάση τις πιθανότητες, εἶναι πολύ μικρή. Τό να πετύχουμε να συμπέσουν δυό λεπτομέρειες, ή πιθανότητα μειώνεται σε μεγάλο βαθμό. Τό να πετύχουμε να συμπέσουν ταυτοχρόνως τρεῖς λεπτομέρειες, ή πιθανότητα είναι υπερβολικά πιο μικρή. Το να πετύχουμε τώρα να συμπέσουν πλῆθος λεπτομέρειες, αναμφίβολα είναι φύσει ἀδύνατον. Βεβαίως ένας ψαλμός δέν ἔχει πλῆθος λεπτομέρειες όλες όμως οι προφητείες μαζί έχουν. Ο ψαλμός ἔχει, ἄς ποῦμε, δέκα-εἴκοσι λεπτομέρειες, ὅπως θὰ δοῦμε στη συνέχεια.
Ἔτσι, λοιπόν, ὁ 21ος ψαλμός εἶναι ἕνας θαυμάσιος ψαλμός, καταπληκτικός ψαλμός, δυνατός ψαλμός, καθαρά μεσσιανικός ψαλμός! Από τους στίχους 2 έως 22, ἐμφανίζεται ἕνα πρόσωπο. Γενικά ένα πρόσωπο εἶναι στόν ψαλμό αὐτό. Τό πρόσωπο αὐτό ἀπευθύνεται πρός τόν Θεό. Ἀπό τόν 1ο στίχο καταλαβαίνει κανείς ἀμέσως ὅτι τό πρόσωπο αὐτό δέν ἔχει καμία σχέση μέ τόν συγγραφέα, οὔτε καί μέ κανένα άλλο πρόσωπο στήν Ἱστορία, οὔτε βασιλιά οὔτε στρατηγό οὔτε πολίτη οὔτε σοφό οὔτε ἄσοφο... Το πρόσωπο πού περιγράφεται δέν ἔχει καμία ταύτιση και καμία σχέση με κάποιο άλλο. Μπορεί σ' ένα σημείο κάτι να ταιριάξει, αλλά δεν ταιριάζει σε ἄλλο. Τελικῶς τα χαρακτηριστικά πού δίδονται ταιριάζουν μόνο σ' ένα πρόσωπο, κι αὐτό εἶναι ὁ Μεσσίας.
Σε ὅλον τὸν ψαλμό εμφανίζεται ὁ Μεσσίας σε δύο τμήματα. Ἀπό τον στίχο 2 έως 22 παρουσιάζεται ώς πάσχων, καί ἀπό τόν στίχο 23 έως 32 ως σεσωσμένος. Αὐτά λοιπόν τα δύο μέρη, ὡς πάσχων καὶ ὡς σεσωσμένος, ἔρχονται νὰ μᾶς δώσουν ένα διάγραμμα τοῦ Μεσσίου στα Πάθη Του καί στήν Ἀνάστασή Του.
Ὁ Μεσσίας οὐδέποτε θεωρήθηκε ἀπό τούς Ἰουδαίους ὅτι εἶναι παθητός. Είναι το μεγάλο πρόβλημα των Ἑβραίων, τό μεγάλο σκάνδαλο· γι' αὐτό ὁ Σταυρός εἶναι σκάνδαλο γι' αὐτούς, το ξέρετε. «Ἰουδαίοις μὲν σκάνδαλον, Ἕλλησι δὲ μωρία» (Α' Κορ. 1, 23). Αὐτό εἶναι τό μεγάλο σκάνδαλο: εἶναι δυνατόν να πάσχει ο Μεσσίας; Καὶ θὰ δοῦμε ὅτι οἱ Ἑβραῖοι κοροϊδεύουν τον Χριστό κάτω ἀπ' τόν σταυρό, ἀποκαλώντας Τον ψευδομεσσία! Αὐτό τό περιγράφει ο 21ος ψαλμός λεπτομερῶς. Αποδεικνύεται λοιπόν σ' αυτούς τους ίδιους ότι αυτό που λένε τώρα κάτω ἀπό τόν σταυρό, ὁ Δαβίδ ήδη τὸ εἶπε ότι θὰ τὸ κάνουν αὐτοί. Καταπληκτικό!
Πρώτον, λοιπόν, δεν μπορούσαν να κατανοήσουν ὅτι ὁ Μεσσίας θά ἦταν παθητός. Σ᾽ ἐσᾶς δέ πόσες φορές ἔχω μιλήσει γι' αυτό το πράγμα; Είδατε; διαρκῶς τὰ ἐπισημαίνω· εἶναι ἡ βάση τῆς Πίστεως.
Δεύτερον, ποτέ δεν θα μπορούσαν να δεχθοῦν καί να καταλάβουν ὅτι εἶναι δυνατόν τὰ ἔθνη να έχουν κοινό Θεό μέ τούς Εβραίους, ἀφοῦ ὁ Γιαχβέ, ὁ Κύριος, εἶναι ὁ δικός τους Θεός! Για να δείτε πόσο ασύλληπτο ήταν, καί εἶναι, αὐτό τό πράγμα καὶ πόσο σωβινιστικά έβλεπαν τόν Θεό οἱ Ἑβραῖοι, σας θυμίζω μόνο ένα περιστατικό, πού σᾶς τό ἔχω πει πολλές φορές.
Ὅταν ὁ ἀπόστολος Παῦλος κάποτε στην Ἱερουσαλήμ λιντσαρίστηκε ἀπό τούς ὁμοεθνεῖς του, τέλος πάντων, ἐπενέβησαν οἱ Ρωμαῖοι ἐκεῖ, τόν ἅρπαξαν, καί τότε ζήτησε ἀπό τόν χιλίαρχο να μιλήσει στους Εβραίους. Τούς μιλοῦσε «τῇ ἐβραΐδι διαλέκτῳ», στη γλώσσα τους, ὄχι ἑλληνικά, καί τόν άκουγαν με πολλή προσοχή. Μιλούσε, μιλοῦσε, μιλούσε... Όταν έφθασε στο σημείο πού εἶπε ὅτι ὁ Χριστός, ὁ Μεσσίας, τὸν ἔστειλε «εἰς ἔθνη μακράν», αὐτὸ δὲν τοὺς άρεσε. Πῶς ὁ Μεσσίας ἐνδιαφέρειται γιὰ τὰ ἔθνη; Ο Μεσσίας ένδιαφέρεται μόνο για τους Ισραηλίτες. Ἀπό τόν Ἰσραήλ θὰ ἔβγαινε ὁ Μεσσίας και γιὰ τὸν Ἰσραήλ θά ἦταν· τίποτα άλλο! Το τί ἔγινε τότε, δέν λέγεται!... Ἔχετε ακούσει τήν ἔκφραση που λέμε χάβρα τῶν Ἑβραίων; Ε, αὐτό ἔγινε! χάβρα θά πεῖ συναγωγή. Οἱ Ἑβραῖοι ἄρχισαν να φωνάζουν, νά πετοῦν χώματα στόν ἀέρα, να σχίζουν τα ρούχα τους, ἔβγαζαν τούς χιτῶνες τους, τά ἱμάτιά τους, καί τά πετοῦσαν στόν ἀέρα ψηλά, καί ἔλεγαν στον ρωμαῖο χιλίαρχο: «Αἶρε ἀπὸ τῆςγῆς τὸν τοιοῦτον, σκότωσέ τον, βγάλ' τον ἀπό τή μέση...!» (Πράξ. 22, 22).
Ένα τρίτο σημείο είναι ότι όχι μόνο οἱ Ἰουδαῖοι, ἀλλά οὔτε φιλόσοφος θα μπορούσε ποτέ να συλλάβει ὅτι θά μποροῦσε νά ἐπιτευχθεῖ λύτρωση με παθήματα, ἢ μᾶλλον νὰ τὸ πῶ ἀλλιῶς νὰ ἐπιτευχθεί δύναμη μέ ἀσθένεια. Κανείς! Ἀκοῦστε ἀντίφαση: δύναμη μέ ἀσθένεια!... Να πετύχεις πολύ πλοῦτο, ἄς ποῦμε, μέ τή μέθοδο τῆς φτώχειας, ἡ να πετύχεις πολλή δύναμη με τη μέθοδο τῆς ἀσθενείας! Κι όμως, ὁ ἀπόστολος Παύλος λέει: «τότε εἶμαι δυνατός, ὅταν ἀσθενῶ»! (Β' Κορ. 12, 9). Ἔτσι,
Ὁ Ἰωάννης, για παράδειγμα, ἄκουσε τόν Ἰησοῦ, κάτω ἀπό τόν σταυρό: «Θεέ μου Θεέ μου, ίνατί με έγκατέλιπες;» (Ματθ. 27, 46. Πρβλ. Μαρκ. 15, 34). Το ἄκουσε. Μόνο τό ἄκουσε· τίποτ᾽ ἄλλο. Οἱ Μαθητές, ξέρετε, βρίσκονταν σε ψυχική ταραχή· τα γεγονότα ἦσαν βίαια. Ὅταν συνῆλθαν, ὅταν πέρασε όλη η μπόρα, προχώρησαν παρακάτω, ἦρθε ἡ Πεντηκοστή, τότε εἶπαν: «Αὐτό το "Θεέ μου Θεέ μου, ίνατί με εγκατέλιπες; " εἶναι γραμμένο! Αὐτό εἶναι γραμμένο ἐκεῖ!». Επίσης, ὅταν ὁ Χριστός πῆρε τό γαϊδουράκι καί ἀνέβηκε επάνω καί μπήκε θριαμβευτικά στά Ἱεροσόλυμα, εἶπαν: «Μά αὐτό εἶναι γραμμένο! Μὴ φοβοῦ, θύγατερ Σιών –πού εἶναι ἡ Ἰερουσαλήμ– ἰδοὺ ὁ βασιλεύς σου ἔρχεται πραΰς, εἰρηνικός, καθήμενος ἐπὶ πῶλον ὄνου, καθισμένος ἐπάνω
στο γαϊδουράκι. Μα αὐτό τό γεγονός ἐδῶ είναι γραμμένο στούς Προφῆτες!... Τί γίνεται, λοιπόν;»(Ιωάν. 12, 15. Βλ. Ψαλμ. 117, 26. Ζαχ. 9, 9).
Ἐπίσης, ὅλοι οἱ ἱεροί Εὐαγγελιστές, καί οἱ τέσσερις, ἀναφέρονται κατεξοχήν στον 21ο ψαλμό. Άλλη μία κατοχύρωση δηλαδή.
Καί ἕνα τελευταῖο σημεῖο, τέταρτο. Η Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀλλά καί τῆς Συναγωγῆς, ἔρχονται νὰ μᾶς πληροφορήσουν ὅτι ὁλόκληρος αὐτός ὁ ψαλμός ἀναφέρεται στο πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Καί τώρα, μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ, ἐρχόμαστε στο κύριο θέμα. Δεν διαβάζω ολόκληρο τον ψαλμό, οὔτε τόν ἀποδίδω, αλλά προχωρῶ κατευθείαν στην ανάλυση του κειμένου, για να κάνουμε οικονομία χρόνου.
Στίχος 2: «Ὁ Θεός, ὁ Θεός μου, πρόσχες μοι· ἵνα τί ἐγκατέλιπές με; μακρὰν ἀπὸ τῆς σωτηρίας μου οἱ λόγοι τῶν παραπτωμάτων μου». Θεέ μου, Θεέ μου, πρόσεξέ με· γιατί μέ ἐγκατέλειψες; Οι λόγοι για τα παραπτώματά μου είναι μακριά ἀπό ἐμένα.
Στο Εβραϊκό κείμενο δεν υπάρχει γραμμένο το ήμιστίχιο «πρόσχες μοι» παραλείπεται, ή καλύτερα έχει προστεθεί στη μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα.
«πρόσχες μοι» θά πεῖ πρόσεξέ με· δηλαδή, όπως θα σᾶς ἔλεγα «Ἔχω κάτι νὰ σᾶς πῶ, ἀγαπητοί μου, προσέξτε με». Αὐτό λοιπόν τό προσέξτε με ἀφαιρεῖται. Ἐπί πλέον, καί οἱ τέσσερις Ευαγγελιστές, που χρησιμοποιοῦν αὐτό το χωρίο, δεν παραθέτουν το «πρόσχες μοι», διότι έχουν υπόψη τους το Εβραϊκό κείμενο.
Μέ τήν εὐκαιρία σᾶς λέω ὅτι ἐφόσον ἔγραψαν στα Ελληνικά οἱ ἱεροί Εὐαγγελιστές –όπως καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὁ ἀπόστολος Πέτρος, ὁ ἀδελφόθεος Ιάκωβος– ἔχουν ὑπόψη τους ἄλλοτε τή μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα κι ἄλλοτε το Εβραϊκό κείμενο. Ἄλλοτε
ἀποδίδουν ἐλεύθερα τή μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα κι ἄλλοτε ελεύθερα το Εβραϊκό κείμενο, δηλαδή κατ' ἔννοιαν, ἴσως ἀπό μνήμης, όχι κατά λέξη. Ἐδῶ ἔχουν υπόψη τους το Εβραϊκό κείμενο, καί παραλείπουν το «πρόσχες μοι».
Γεννᾶται εύλογη ή απορία: Ο Θεός ποιόν εγκατέλειψε; τον Υιό Του;
Ὁ Υἱός Του είναι το δεύτερο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, καί προφανῶς, ὡς ὁμοούσιος μέ τόν Πατέρα, οὔτε ἐγκαταλείπεται, οὔτε ἀφήνεται· εἶναι Θεός. Αλλά ἡ ἀνθρώπινη φύση Του, θα λέγαμε, χωρίς να χωριστεῖ ἀπό τή θεία, σάν νά ἐξετέθη για μια στιγμή καί νά μή
δέχθηκε βοήθεια ἀπὸ τὴ θεία φύση. Αυτό βέβαια κατά έναν τρόπο πολύ μυστηριώδη, τόν ὁποῖο ἐμεῖς δέ μπουροῦμε νὰ συλλάβουμε.
Δηλαδή, ἐνῶ ἡ θεία φύση τοῦ Χριστοῦ δέν χωρίστηκε ἀπό τήν ἀνθρώπινη φύση –διότι έχουμε μία υπόσταση, ἕνα πρόσωπο, υποστατική ἕνωση τῶν δύο φύσεων– πώς τώρα αὐτές οἱ δύο οἱ φύσεις χωρίζονται, ή μία ἐγκαταλείπεται ἀπό τήν ἄλλη, χωρίς να χωρίζονται; Είναι μυστήριο φυσικά, καί δέν μπορεῖ νὰ τὸ συλλάβει ὁ νοῦς μας. Το θέμα εἶναι ὅτι πάσχει ἡ ἀνθρώπινη φύση τοῦ Μεσσίου.
Μάλιστα ἔχουμε κάτι βαρύτερο και βαθύτερο. Παρακάτω λέει: «μακρὰν ἀπὸ τῆς σωτηρίας μου οἱ λόγοι τῶν παραπτωμάτων μου»· γιά ἐκεῖνα πού ἔχω φταίξει, δηλαδή σάν νά ἔχω φταίξει, εἶναι μακριά ἀπό τή σωτηρία μου. Γνωρίζουμε ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ἀναμάρτητος (Βλ. Ἰωάν. 8, 46. Εβρ. 7, 26-27) τότε όμως πῶς δικαιολογεῖται αὐτός ὁ στίχος;
Παίρνω τήν Παλαιά Διαθήκη, πού λέει «ἐπικατάρατος πᾶς ὁ κρεμάμενος ἐπὶ ξύλου» (Δευτ. 21, 23. Πρβλ.Γαλ. 3, 13. ), δηλαδή αυτός πού θά κρεμαστεῖ ἐπάνω σε ξύλο, θα σταυρωθεί, αὐτός εἶναι καταραμένος. Αὐτή ἡ προφητεία αναφέρεται στον Χριστό συνεπῶς ὁ Χριστός ήταν καταραμένος!
Προσέξτε όμως. Λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὅτι ὁ Μεσσίας «γενόμενος ὑπὲρ ἡμῶν κατάρα»(Γαλ. 3, 13), ο Μεσσίας, ὁ Χριστός, έγινε για μας κατάρα! Ἔγινε κατάρα επειδή φορτώθηκε ολόκληρη τήν ἀνθρώπινη ένοχή.
Ὁ Θεός, παρακαλώ, δεν καταράστηκε τὸν ἄνθρωπο, τόν Ἀδάμ, στόν Παράδεισο, ἀλλά εἶπε «ἐπικατάρατος ή γῆ ἐν τοῖς ἔργοις σου»(Γέν. 3, 17-19) δηλαδή ἡ γῆ θά εἶναι καταραμένη όταν ο άνθρωπος θὰ τὴν ἐργάζεται, που θα βλαστάνει στο ἑξῆς τριβόλια, αγκάθια και λοιπά, καί μέ τόν ιδρώτα του θα τρώει το ψωμί του γιά νά ζήσει, μέχρι που να πεθάνει κι αυτός καὶ νὰ ἐπιστρέψει σ' αυτήν.
Ὅλα αὐτά εἶναι μία κατάρα. Αὐτήν τήν κατάρα την αναλαμβάνει τώρα ὁ Χριστός, και γίνεται Ἐκεῖνος κατάρα για χάρη μας. Ἀφοῦ λοιπὸν ἀνέλαβε τήν ἀνθρώπινη κατάρα ὁ ἀναμάρτητος, ὁ ἀπόλυτα αθώος, στην προφητεία θά ἐμφανισθεῖ μέ τήν κατάρα. Ἔτσι δικαιολογεῖται ἡ φράση «μακρὰν τῆς σωτηρίας μου οἱ λόγοι τῶν παραπτωμάτων μου».
Στίχος 3: «ὁ Θεός μου, κεκράξομαι ἡμέρας, καὶ οὐκ εἰσακούσῃ, καὶ νυκτός, καὶ οὐκ εἰς ἄνοιαν ἐμοί». Θεέ μου, θα φωνάζω σ' Εσένα όλη την ἡμέρα, καὶ δὲν θὰ με ἀκοῦς· θὰ κραυγάζω όλη τη νύκτα, καί κανείς δὲν θὰ μοῦ καταλογίσει το παράπονό μου τοῦτο σάν ἀνοησία.
Στίχος 4: «σὺ δὲ ἐν ἁγίῳ κατοικεῖς, ὁ ἔπαινος τοῦ Ἰσραήλ». Σύ όμως είσαι κοντά μου γιατί κατοικείς στον ἅγιο ναό Σου, δηλαδή στη Σιών. Σύ πού εἶσαι τὸ καύχημα τοῦ λαοῦ Σου Ισραήλ,
Ὁ Χριστός βλέπουμε ὅτι ἐπάνω στον σταυρό εκφράζει αυτό το παράπονό του στον Θεό, στον Πατέρα: «Γιατί μέ ἐγκατέλειψες;». Πῆρε καμιά ἀπάντηση; Ὄχι· ἐγκαταλείφθηκε και πέθανε επάνω στον σταυρό.
Όταν από κάτω. Τον κορόιδευαν οι σταυρωτές και Τοῦ ἔλεγαν ὅσα Τοῦ ἔλεγαν, ἐκεῖ θά μποροῦσε νά ἐμφανιστεῖ ὁ Πατέρας καί νά ἀποδείξει ἐκεῖνο πού ζητοῦσαν οἱ σταυρωτές, «κατέβα ἀπό τόν σταυρό, γιά νά πιστέψουμε»(Ματθ. 27, 42. Μάρκ. 15. 32.). Αλλά τίποτα δεν κάνει ὁ Θεός Πατήρ ἀφήνει τόν Υἱό να πεθάνει ἐπάνω στόν σταυρό μέσα σέ ἕνα ὄνειδος καί σέ μιά απύθμενη ντροπή· γι' αὐτό λέει «Φωνάζω μέρα, φωνάζω νύχτα, καί δέ μ' ἀκοῦς». Τό μέρα-νύχτα σημαίνει φωνάζω συνεχώς.
Δηλαδή: Όποια ώρα κι ἄν φωνάξω, δέν μ᾿ ἀκοῦς. Ἀλλά θά ἦταν ἁμαρτία να φωνάξει κανείς σ᾿ Εσένα; Ὄχι. Εγώ ξέρω όμως κάτι. Φωνάζω σ' Ἐσένα, καί δέν μέ ἀκοῦς, ἀλλὰ Ἐσύ κατοικεῖς κοντά στη Σιών, δηλαδή ο ναός Σου εἶναι κοντά μας. Αν λοιπόν εγώ φωνάζω, Ἐσύ θά μ' ἀκούσεις. Ξέρω ἀκόμη ὅτι ὅταν οἱ πατέρες μας Σε ἐπικαλέστηκαν. Ἐσὺ τοὺς ἔσωσες, καί στάθηκες γι' αὐτοὺς ὁ ἐπαινός τους, καί ὄχι ἡ ντροπή. Ἀφοῦ λοιπόν ξέρω ότι βοήθησες τούς πατέρες μας, τότε θα βοηθήσεις κι ἐμένα. Ναί, τώρα δέν μέ βοηθᾶς· ξέρω όμως ότι θα με βοηθήσεις. Συμπέρασμα: Ὁ Χριστός ἐγκαταλείφθηκε ἐπί τοῦ σταυροῦ ἀβοήθητος· ἀλλὰ ὕστερα ὁ Πατήρ σήκωσε τον γιό Του ἀπό τούς νεκρούς καί τόν δόξασε μέ τήν Ἀνάσταση, δηλαδή. Τον βοήθησε. Αὐτό εἶναι σχήμα κατ' ἄνθρωπον. Δηλαδή. Αυτό συνέβη στους πατέρες μας, που ἦσαν ἁμαρτωλοί· σ' ἐμένα, τόν κατεξοχήν γιό Σου, δεν θα συμβεῖ; Πολύ περισσότερο θα συμβεῖ σ᾿ ἐμένα. Καί πράγματι συνέβη.
Το σκουλήκι, πού λέει το κείμενο, το λέμε καί στή γλώσσα μας. Με συγχωρεῖτε, ἀλλά ἔτσι τό λέμε: «Αντε βρέ, σκουλήκι... σκουλήκι τῆς γῆς!», δηλαδή τιποτένιε ἄνθρωπε. Τό λέμε σάν φράση. «Τιποτένιε άνθρωπε... ἐσύ πού δέν ἔχεις καμία αξία... ἐσύ πού σέρνεσαι στο χώμα!». Ἐπί πλέον λέει: «εἶμαι ἐξουθένημα λαοῦ», δηλαδή ὁ λαός μέ ἔχει ἀποδοκιμάσει.
Ἐδῶ νά πῶ κάτι, παρενθετικά, ποὺ σᾶς εἶπα καί ἄλλοτε, τό ὁποῖο μάλιστα εἶναι καί πολύ επίκαιρο γιά τούς Εβραίους αὐτή τή στιγμή παλιό εἶναι, ἀλλά καί ἰδιαίτερα μοντέρνο. Θα ξέρετε, περιμένοντας τον Μεσσία οἱ Ἑβραῖοι, καί βλέποντας νά μήν ἔρχεται ἀλλά ὁ Μεσσίας ἦλθε ἐπειδή δεν θέλουν να πιστέψουν ὅτι ὁ Μεσσίας εἶναι παθητός, διατύπωσαν μία δική τους ερμηνεία –έρμηνεία τῆς Συναγωγῆς– ὅτι ὁ Μεσσίας εἶναι ὁ Ἰσραήλ, ἕνας λαός ολόκληρος δηλαδή. Δέν εἶναι ἕνα πρόσωπο· εἶναι ἕνας λαός. Αὐτός λοιπόν ὁ Μεσσίας, ὁ λαός, πάσχει!
Κάπου εἶχα δεῖ –ἴσως νά τό ἔχετε δεῖ κι ἐσεῖς, μᾶλλον σε κάποιο περιοδικό, δεν θυμᾶμαι– ἕναν ἄνθρωπο σταυρωμένο, πού ὅμως δέν εἶναι ὁ Χριστός, ἀλλά ὁ Ἰσραήλ! Εἶναι ὁ Ἰσραήλ που πάσχει μέσα στην Ιστορία! Πάσχοντας, ὅμως, θά ἐλευθερωθεῖ ἀπό τόν Θεό, θά ἀναστηθεῖ. Ἔτσι λοιπόν, γι' αὐτούς, Μεσσίας δέν εἶναι ἕνα πρόσωπο, αλλά ἕνας λαός.
Ὁ στίχος αὐτός –καί πλῆθος ἄλλοι τέτοιοι στίχοι ἐννοεῖται, ἀλλά μέ τήν εὐκαιρία σᾶς τό λέω– ἀντιδιαστέλλει το πρόσωπο που πάσχει ἀπό τόν λαό. Ο λαός μάλιστα ἐξουθενώνει αυτό το πρόσωπο που πάσχει! Δηλαδή ὁ λαός μέ τό πρόσωπο που πάσχει δέν ἔχει καμία σχέση! Ἄρα ἡ ἑρμηνεία που κάνει ή Συναγωγή πέφτει στο κενό. Το καταλάβατε; Στο κενό πέφτει!
Ἐδῶ λοιπόν ὁ Μεσσίας ἀποκαλεῖ τόν ἑαυτό του σκουλήκι, γιατί περιφρονήθηκε τόσο πολύ ἀπ' τόν λαό, τόν λαό τοῦ Θεοῦ, τόσο πολύ, σάν νά εἶναι σκουλήκι! Αὐτή εἶναι ἡ ἔσχατη ταπείνωση.
Βέβαια ἴσως μόνο μία ρεαλιστική περιγραφή θα μποροῦσε νά προσεγγίσει κάπως την πραγματικότητα. Φαντάζεστε τον Χριστό πῶς Τὸν ἔφτυναν; Χλαμύδα κόκκινη Τοῦ ἔβαλαν καί ἀγκάθινο στεφάνι! Παρωδία βασιλέως! Η κόκκινη χλαμύδα είναι βασιλικό ένδυμα, καὶ τὸ στέμμα, το στεφάνι, είναι βασιλικό σύμβολο, ή σύμβολο νίκης για κάποιους δοξασμένους ἀνθρώπους, ἄν εἶναι ἀπό δάφνη. Αντί για σκῆπτρο. Τοῦ δίνουν καλάμι! Τόν χτυποῦν καί στο κεφάλι μέ τό καλάμι! Ἔχουμε λοιπόν ἐδῶ μία παρωδία βασιλέως! Ὁ Κύριος ἀκόμα κολαφίστηκε.....
Το κολάφισμα εἶναι ἡ σβερκιά –με συγχωρεῖτε ἄν χρησιμοποιῶ καί μερικές λέξεις λιγάκι... ἀλλά γιά νά τό καταλάβετε. Δέν εἶναι ἡ καρπαζιά· εἶναι ἡ σβερκιά. Η καρπαζιά εἶναι νά δώσεις μία με την παλάμη στο κεφάλι, καί ἡ σβερκιά εἶναι νά χτυπήσεις ἀπό πίσω τόν γυμνό λαιμό κάποιου καί νά ἀκουστεῖ τό χτύπημα. Καί δέν εἶναι ὁ πόνος ἀπό τό χτύπημα· εἶναι το ντρόπιασμα! Γι' αὐτό, μεταφορικά τώρα, όταν λέμε ὅτι κάποιος άνθρωπος μᾶς κολαφίζει, χωρίς νά μᾶς χτυπάει, σημαίνει ότι μᾶς ντροπιάζει, μᾶς ἐξευτελίζει.
Ἀκόμη, ἐπάνω στον σταυρό ὁ Χριστός ήταν ολόγυμνος –αὐτό ἐξ ἄλλου ἴσχυε για κάθε σταυρωμένο. Ήταν ὁλόγυμνος... τελείως γυμνός! Σκεφθείτε λοιπόν, περνοῦσαν ὅλοι ἀπό κάτω, ἄνδρες, γυναίκες... πέρασε ὁ λαός ἀπό ἐκεῖ καί Τόν ἔβλεπαν.
Η προφητεία λέει το περιεχόμενο τῶν ὅσων ἔλεγαν με τα χείλη τους, δηλαδή ότι αυτός πού εἶναι ἐπάνω στον σταυρό, αὐτό τό μυστηριώδες πρόσωπο τοῦ ψαλμοῦ εἶχε τήν ἐλπίδα Του στον Γιαχβέ, στον Κύριο. Ἀφοῦ αὐτός ἤλπιζε στόν Θεό, ἄς τόν ἀπαλλάξει λοιπόν τώρα ο Γιαχβέ.
Αλλά φυσικά δέν θά τόν ἀπαλλάξει, γιατί είναι ψεύτης. Πῶς εἶναι δυνατόν νά τόν θέλει ὁ Γιαχβέ, που λέει ότι τάχα ἤλπισε σ᾽ Αὐτόν; Δέν θά τόν ἀπαλλάξει. Ας τον σώσει λοιπόν τώρα ὁ Γιαχβέ αὐτόν πού εἶναι σταυρωμένος, γιατί ἔλεγε πώς τάχα τόν θέλει... Αὐτά λέει ή προφητεία.
Ἐδῶ μιλάει ὁ Μεσσίας. Ἐσύ εἶσαι, λέει, ἐκεῖνος πού μὲ ἀπέσπασες ἀπό τα σπλάχνα τῆς μητέρας μου· καί ἀπό τότε, ἀπὸ τὴν ἀφετηρία τῆς ζωῆς μου, εἶσαι ἡ ἐλπίδα μου. Δηλαδή δὲν ὑπῆρξε κάποια ἐποχή πού δέν ἤσουν ή ἐλπίδα μου, ὦ Γιαχβέ, ὦ Κύριε, ὦ Πάτερ, ἀλλά ἀπό τή στιγμή πού ἐνανθρώπησα εἶσαι ἡ ἐλπίδα μου. Μέ ἄλλα λόγια, στον στίχο 10 θέλει να δείξει τό ἑξῆς: Δέν εἶμαι ἁμαρτωλός. Δέν ὑπῆρξε ποτέ δηλαδή κάποια στιγμή που νὰ εἶχα παρεκκλίνει ἀπό Σένα.
Ἐνῶ στον 2ο στίχο μιλάει για τους λόγους τῶν παραπτωμάτων Του, διότι ὁ Μεσσίας ἔγινε κατάρα για χάρη μας, τώρα λέει ότι πάντοτε –προσέξτε– «ἐκ γαστρός», δηλαδή ἀπό τότε πού ἦταν ἀκόμη μέσα στην κοιλιά τῆς μάνας του, δηλαδή από έμβρυο κι από βρέφος, ἀπό τότε που θήλαζε ἀπό τά στήθη τῆς μητέρας Του, ἡ ἐλπίδα Του ἦταν ὁ Θεός. Ὁ Μεσσίας λοιπόν είναι ἀναμάρτητος. Άλλὰ ἐδῶ εἶναι τὸ σπουδαῖο· τήν κατάρα τή φέρει ἀκριβῶς ὁ ἀναμάρτητος! Το να φέρει τήν κατάρα ὁ ἁμαρτωλός, είναι δικαιολογημένο· νά τή φέρει ὅμως ὁ ἀναμάρτητος, τί εἶναι; Κι όμως τή φέρει ὁ ἀναμάρτητος, για χάρη ἐκείνων πού εἶναι πραγματική κατάρα, δηλαδή εκείνων πού ἔχουν ἁμαρτήσει.
Στίχος 11: «ἐπὶ σὲ ἐπερρίφην ἐκ μήτρας, ἐκ κοιλίας μητρός μου Θεός μου εἰ σύ». Κι ὅταν ἀκόμη ἤμουν ἔμβρυο στην μήτρα τῆς μητέρας μου, σ' Ἐσένα εἶχα ἀποθέσει ὅλες τίς ἐλπίδες μου. Από τότε που ήμουν στην κοιλιά τῆς μητέρας μου, Σύ εἶσαι ὁ Θεός μου.
Σᾶς διάβασα τη μετάφραση. Δεν συμφωνεί με τη δική σας είναι λίγο διαφορετική ή δική μου. Εδώ κατ' αρχάς ἔχουμε τονισμό τῆς ἔννοιας του προηγούμενου στίχους καί ἔπειτα, στούς δύο αὐτούς στίχους, μιλάει συνέχεια γιὰ τὴ μητέρα· δὲν ἀναφέρει πουθενά για πατέρα. Άρα ἐδῶ ἔχουμε υπαινιγμό ότι ο Μεσσίας είναι από μητέρα παρθένο. Πουθενά ὁ πατέρας παντοῦ μόνο η μητέρα.
Στίχος 12, «μὴ ἀποστῇς ἀπ᾿ ἐμοῦ, ὅτι θλῖψις ἐγγύς, ὅτι οὐκ ἔστιν ὁ βοηθῶν». Μη φύγεις από κοντά μου, γιατί ἡ θλίψη, ὁ πειρασμός, είναι κοντά, καὶ δὲν ὑπάρχει ἄλλος πού θά μπορούσε να με βοηθήσει.
Ὁ στίχος 12 αναπτύσσεται καλύτερα στον στίχο 20 δηλαδή: «σὺ δέ, Κύριε, μὴ μακρύνης την βοήθειάν μου, εἰς τὴν ἀντίληψίν μου πρόσχες». Εδώ, αγαπητοί, δείχνει τήν ἐγκατάλειψη τοῦ Σταυροῦ. Παρακαλεῖ ὁ Υἱός νὰ μὴν ἐγκαταλειφθεί τελικά, όπως και δεν εγκαταλείπεται. Στήν ἀρχή είπε «γιατί με εγκατέλειψες», ενώ στον στίχο αὐτόν λέει «μή με εγκαταλείψεις». Προσέξτε, ὁ στίχος 2, «γιατί με εγκατέλειψες;», καὶ οἱ στίχοι 12 και 20, «μή μέ ἐγκαταλείψεις· εἶσαι ὁ μόνος πού μπορεῖ νὰ μὲ βοηθήσει».
Καί πράγματι κανείς δέν θά ἦταν βοηθός τοῦ Χριστοῦ, ἐκτός ἀπό τόν Θεό. Οἱ ἄρχοντες τοῦ λαοῦ. Τον καταδίκασαν, ἡ ρωμαϊκή εξουσία επικύρωσε την καταδίκη, ὁ λαός φώναζε το «σταυρωθήτω», οἱ Μαθητές Τόν ἐγκατέλειψαν, οἱ φίλοι ἐξαφανίστηκαν! Ὁ Ἰησοῦς ἔμεινε μόνος, τελείως ἀβοήθητος, ὡς ἄνθρωπος. Η βοήθεια λοιπόν δεν ήταν παρά μόνον ἀπό τόν Θεό Πατέρα· ἀπὸ πουθενά ἀλλοῦ. Μην ξεχνάτε ὅτι ὅλα αὐτά ἀναφέρονται στήν ἀνθρώπινη φύση τοῦ Χριστοῦ. Μην το ξεχνάτε. Διαρκῶς ἀναφέρονται στὴν ἀνθρώπινη φύση του.
Στίχος 13: «περιεκύκλωσάν με μόσχοι πολλοί, ταῦροι πίονες περιέσχον με». Με περικύκλωσαν μοσχάρια πολλά, ταῦροι καλοθρεμμένοι, δυναμωμένοι, ἦρθαν να με περισφίξουν.
Στίχος 14: «ήνοιξαν ἐπ᾿ ἐμὲ τὸ στόμα αὐτῶν ὡς λέων ἁρπάζων καὶ ὠρυόμενος». Ἄνοιξαν το στόμα τους ἀπειλητικά, ὅπως τό αρπακτικό λιοντάρι που βρυχάται. Ὅπως τό λιοντάρι, ωρυόμενο, ἀνοίγει το στόμα του να ἁρπάξει τη λεία του, ἔτσι κι αὐτοί ἔπεσαν πάνω του να Τον κατασπαράξουν! Εἶπαν, εἶπαν, εἶπαν....
Αὐτό τό «πρὸς ἀλλήλους» ξέρετε τί σημαίνει; Όταν ὑπάρχει ἕνα ἀντικείμενο ειρωνείας, οἱ ἄνθρωποι αρχίζουν τα γέλια μεταξύ τους. Αὐτό θά πεῖ «ἐμπαίζοντες πρὸς ἀλλήλους»· ἄρχισαν τα γέλια και τα πειράγματα μεταξύ τους, με αντικείμενο τόν Ἰησοῦ, πού ἦταν πάνω στον σταυρό. Τι έλεγαν; «ἄλλους ἔσωσεν, ἑαυτὸν οὐ δύναται σῶσαι»(Ματθ. 27, 42. Μάρκ. 15, 31).
Δηλαδή;... Αγαπητοί μου, ἄν τά ἀναγάγουμε τώρα ὅλα αὐτά στο πρόσωπό μας, ότι τά παθαίνουμε ἐμεῖς, πῶς αἰσθανόμαστε; Είναι φοβερό πράγμα... φοβερό, να γίνεσαι τό ἀντικείμενο τοῦ ἐμπαιγμοῦ μιᾶς ὁλόκληρης πόλεως, ἑνός λαοῦ, να σε σταυρώσουν, να σε γιουχάρει ὅλη ἡ πόλη... Φοβερό πράγμα! Κι όλα αυτά που λέγονται, νά εἶναι ὅλα άδικα.
Πικρότατα λόγια. Είδατε ἐδῶ, παρακαλῶ, τον στίχο 14 τί λέει; Άνοιξαν το στόμα τους σαν το λεοντάρι που πάει να κατασπαράξει τη λεία του. Εἶπαν, εἶπαν, εἶπαν...! Εγώ όμως επάνω στον σταυρό πῶς αἰσθανόμουν;
Στίχος 15: «ὡσεὶ ὕδωρ ἐξεχύθην, καὶ διεσκορπίσθη πάντα τὰ ὀστᾶ μου, ἐγενήθη ή καρδία μου ὡσεὶ κηρὸςτηκόμενος ἐν μέσῳ τῆς κοιλίας μου». Διαλύθηκα σάν τό νερό, τα κόκκαλά μου διασκορπίστηκαν, ή καρδιά μου ἔγινε μέσα μου σάν τό κερί που λιώνει ἀπ' τή φωτιά.
Στίχος 16: «εξηράνθη ὡσεὶ ὄστρακον ή ισχύς μου, καὶ ἡ γλώσσα μου κεκόλληται το λαρυγγί μου, καὶ εἰς χοῦν θανάτου κατήγαγές με». Η δύναμή μου στέγνωσε σάν πήλινο δοχεῖο καί ἡ γλώσσα μου κόλλησε στον λάρυγγά μου, καί με κατέβασες στο χώμα τοῦ θανάτου, στον τάφο.
Ὁ στίχος 15 ἔρχεται νά μᾶς πεῖ τά ἑξῆς: Σάν τό νερό χύθηκα! Λέμε τή φράση κι ἐμεῖς θά σε μαζέψω με το στυπόχαρτο, ἤ θά σε μαζέψω με το κουταλάκι. Λέμε αὐτές τίς φράσεις, ὅταν θέλουμε νά ποῦμε ὅτι ὁ ἄλλος έχει διαλυθεῖ. Λοιπόν, είναι ευστοχότατη ἡ εἰκόνα ἐδῶ που λέει χύθηκα, δηλαδή διαλύθηκα σαν το νερό, όπως ο πάγος που είναι στερεός, καί ὅταν για μια στιγμή ανεβαίνει ή θερμοκρασία τοῦ περιβάλλοντος, τότε λιώνει, διαλύεται.
Τα κόκκαλά μου, λέει, σκορπίστηκαν. Ὅταν ὁ Χριστὸς ἦταν ἐπάνω στον σταυρό τανύστηκε, τεντώθηκε, Οι σταυρωτές τόσο πολύ τέντωσαν τό σῶμα Του, πού τα κόκκαλά του μπορούσαν να μετρηθοῦν. Το λέει αυτό στον 18ο στίχο «εξηρίθμησαν πάντα τὰ ὀστὰ μου».
Τόσο ἀπό τήν ἀπώλεια βάρους, εξαιτίας τῆς φοβερῆς ταλαιπωρίας πού ὑπέστη, ὅσο καί ἀπό τό τέντωμα τοῦ σώματός Του ἐπί τοῦ σταυροῦ, τα κόκκαλά Του, τά πλευρά Του, όλα αυτά, φαίνονταν, δηλαδή τα κόκκαλά Του μποροῦσαν νά μετρηθούν! Το λέμε κι ἐμεῖς αὐτό σαν έκφραση, ὅταν κάποιος ἀδυνατίσει πολύ. Όλα αυτά δείχνουν τήν τέλεια εξάντληση τοῦ σώματός Του.
Ακόμη: «ἐγενήθη ή καρδία μου ώσει κηρὸς τηκόμενος ἐν μέσῳ κοιλίας μου». Κάτω από καταστάσεις ἀγωνίας, κάτω ἀπό καταστάσεις φοβερῆς λύπης, ἡ καρδιά αἰσθάνεται κυριολεκτικά διαλυμένη. Δεν ξέρω ποτέ ἄν ἔχετε βρεθεῖ σέ τέτοιες καταστάσεις διαλύσεως τοῦ εσωτερικού σας. Νομίζουμε ότι θα πεθάνουμε, ὅτι θά διαλυθοῦμε, παραλύουμε. Είτε φόβος εἶναι, εἴτε ἀναμονή εἶναι, δέν ξέρω τί μπορεῖ νά εἶναι, αὐτό τό πράγμα κυριολεκτικά μᾶς παραλύει.
Και συνεχίζει: Ξεράθηκε σαν το όστρακο ή ισχύς μου. Όστρακο, κατά λέξη, εἶναι ἕνα κομμάτι από πήλινο δοχεῖο· ἄς μοῦ ἐπιτραπεῖ ὅμως νά πῶ κάτι παραπέρα. Ας πάρουμε καί τά όστρακα τῆς θαλάσσης, τα μύδια, τα
στρείδια, τά ὄστρακα, τίς πεταλίδες· ὅταν τα βγάλουμε ἀπό τό νερό, στεγνώνουν. Ἔτσι στέγνωσα, ἔτσι ξεράθηκα, καί ἡ γλώσσα μου κόλλησε στο λαρύγγι μου από την
υπερβολική δίμα. Αυτά λέει ή προφητεία· ἀκοῦστε τώρα τα γεγονότα.
Λέει ὁ εὐαγγελιστής Ιωάννης: «Μετὰ τοῦτο εἰδὼς ὁ Ἰησοῦς ὅτι πάντα ήδη τετέλεσται, ἵνα τελειωθῇ ἡ γραφή, λέγει· διψῶ»(Ἰωάν. 19, 28-30). Προσέξτε αὐτό τό «τετέλεσται,ἵνα τελειωθῇ» γνωρίζοντας ὁ Ἰησοῦς ὅτι όλα έχουν τελειώσει... Ποιά έχουν τελειώσει; μπορείτε νὰ μοῦ πεῖτε; Τα βάσανα; όχι. Οι προφητείες έχουν τελειώσει. Έμενε ἀκόμη μία, για να εκπληρωθεῖ ἡ Γραφή, νὰ ἐκπληρωθοῦν οἱ σχετικές μέ τό Πάθος τοῦ Μεσσία προφητείες. Προσέξτε: «ἤδη τετέλεσται», ἤδη ἔχουν τελειώσει, «ἵνα τελειωθῇ ἡ γραφή, λέγει· διψῶ» για να
ἐκπληρωθεί λοιπόν ή προφητεία, λέει διψώ. Έμενε ἀκόμη κάτι νά πεῖ, καί εἶπε το διψώ. Αὐτὸ τὸ γράφει ὁ εὐαγγελιστής Ιωάννης. Καταπληκτικό!
Συνεχίζει ὁ Εὐαγγελιστής: «σκεύος οὖν ἔκειτο ὄξους μεστόν». Το ξύδι ἐδῶ εἶναι μιά λεπτομέρεια. Μία άλλη προφητεία, ἀπὸ ἄλλον ψαλμό, λέει: «καὶ εἰς τὴν δίψαν μου ἐπότισαν με ὄξος»(Ψαλμ. 68, 22). Ἀκοῦτε; στη διψα μου με πότισαν ξύδι! Αξιοθαύμαστη λεπτομέρεια. «Οἱ δὲ πλήσαντες σπόγγον ὄξους καὶ ὑσσώπῳ περιθέντες προσήνεγκαν αὐτοῦ τῷ στόματι, ὅτε οὖν ἔλαβε τὸ ὄξος ὁ Ἰησοῦς εἶπε, τετέλεσται». Προσέξτε: πότε εἶπε «τετέλεσται»; Όταν δοκίμασε το ξύδι ὁ Ἰησοῦς.
Δεῖτε τώρα τήν προφητεία. Μόλις ο Μεσσίας εἶπε «ή γλώσσα μου κεκόλληται τῷ λάρυγγί μου», ἀμέσως μετά εἶπε «καὶ εἰς χοῦν θανάτου κατήγαγές με», που ἰσοδυναμεῖ μέ τό πέθανα, γιατί χοῦς θανάτου εἶναι ὁ τάφος. Βλέπετε, παρακαλώ, λεπτομέρειες;... βλέπετε ἀκρίβεια;...
Ἀλλά προσέξτε κάτι ἐκτάκτως ἀξιοπαρατήρητο· εἶναι τὸ ἑξῆς: Δέν λέει ὅτι με πέθαναν οι σταυρωτές μου, οὔτε ὅτι αὐτοί με κατήγαγαν «εἰς χοῦν θανάτου», αλλά Σύ, ὁ Πατήρ, κατήγαγες ἐμένα «εἰς χοῦν θανάτου», Ἐσύ, ὁ Πατήρ, με οδήγησες στον θάνατο! Προσέξτε: ἐσὺ ὁ Πατήρ! Βεβαίως.
Θέλετε νὰ δεῖτε γι' αὐτό τό γεγονός; Ἀκοῦστε το. Δέν θά μποροῦσαν ποτέ οἱ σταυρωτές να επιφέρουν τόν θάνατο στον ἔχοντα τή ζωή, ἐάν ὁ ἴδιος δεν παρέδιδε τή ζωή Του στα χέρια τοῦ οὐρανίου Πατρός. Ὅταν Ἐκεῖνος ἤθελε, τότε ὁ Χριστός εἶπε «πάτερ, εἰς χεῖρά σου παρατίθεμαι τὸ πνεῦμά μου»(Λουκά 23, 46). Πάτερ μου, σ' Εσένα παραδίδω τό πνεῦμα μου. Λοιπόν, ὁ Πατήρ καθορίζει ἐδῶ τόν θάνατο τοῦ Χριστοῦ. Ἀλλά για νά μή νομισθεῖ ὅτι ὁ Χριστός εἶναι κατώτερος τοῦ Πατρός, ὁ Υἱός τώρα παραδίδει στα χέρια τοῦ Πατρός τό πνεῦμα Του, τήν ψυχή του, ὅταν ὁ Υἱός τό κρίνει.
Ἀκόμη τρεῖς στίχους, για να ολοκληρώσουμε με τον Μεσσία πάσχοντα, καί νά δοῦμε, πρώτα ὁ Θεός, τήν ἐρχόμενη Δευτέρα τον σεσωσμένο Μεσσία καί τόν δικαιωμένο Μεσσία, δηλαδή την Ανάστασή Του. Είναι στον ἴδιο ψαλμό, ὅπως σᾶς εἶπα στήν ἀρχή.
Στίχος 17: «ὅτι ἐκύκλωσάν με κύνες πολλοί, συναγωγή πονηρευομένων περιέσχον με, ὤρυξαν χεῖράς μου καὶ πόδας». Πώ πώ... γιατί με περικύκλωσαν, λέει, σκυλιά πολλά, ομάδα ἀνθρώπων πονηρῶν μέ περιέσφιξε, μοῦ τρύπησαν τά χέρια καί τα πόδια μου.
Ὁ Χριστός εἶπε στους Μαθητές Του: «ἐγείρεσθε ἄγωμεν· ἤγγικεν ὁ παραδιδούς με». Σηκωθεῖτε, πᾶμε να τούς συναντήσουμε, γιατί νά, ἔρχεται ἐκεῖνος ποὺ θὰ μέ παραδώσει. Θα παραδοθῶ σε χέρια ἀνθρώπων ἁμαρτωλῶν (Ματθ. 26, 46. Βλ. Ἰωάν. 14, 31). Αὐτοί εἶναι τά χέρια τῶν ἁμαρτωλῶν, εἶναι οἱ πονηρευόμενοι άνθρωποι.
Αλλά ξέρετε ποιό εἶναι τό καταπληκτικό; «ὤρυξαν χεῖράς μου καὶ πόδας»! Το «ὤρυξαν» εἶναι ἀπὸ τὸ ρήμα ὀρύσσω, πού σημαίνει τρυπῶ. Εἶναι δέ πασίγνωστο ὅτι ἐφόσον ἡ Γραφή ἔλεγε «κεκατηραμένος ὑπὸ Θεοῦ πᾶς κρεμάμενος ἐπὶ ξύλου»(Δευτ. 21, 23. Βλ. Γαλ. 3, 13) –ἐπί Μωυσέως– αὐτό κανένας Ἑβραῖος δεν κρεμόταν ποτέ πάνω σε ξύλο, ώς θανατική καταδίκη. Προσέξτε, παρακαλώ, αὐτὸ τὸ σημεῖο! Ως θανατική εκτέλεση στούς Ἑβραίους ἦταν ὁ λιθοβολισμός. Γιά νά τό καταλάβουμε, ὁ λιθοβολισμός γιά τόν Ἰσραηλίτη ἦταν ἔντιμος θάνατος, ἐνῶ ὁ σταυρικός θάνατος ήταν καταραμένος. Θὰ σᾶς πῶ ἕνα παράδειγμα πού εἶναι παράλληλο.
Ὅταν ὁ ἀπόστολος Πέτρος ήρθε στη Ρώμη και καταδικάσθηκε σε θάνατο, τον σταύρωσαν. Τον σταύρωσαν τόν ἀπόστολο Πέτρο. Και ξέρετε γιατί; Διότι ήταν Ἑβραῖος· δέν ἦταν Ρωμαῖος πολίτης. Ὅταν ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὅμως καταδικάστηκε ἀπό τόν Νέρωνα σε θάνατο, ξέρετε πῶς ἐκτελέστηκε; μέ τό σπαθί. Ξέρετε γιατί; Διότι ἦταν μέν Ἑβραῖος, ἀλλά ἦταν καί Ρωμαῖος πολίτης. Το καταλάβατε τώρα αὐτό; Ὁ Ρωμαῖος πολίτης απαγορευόταν να σταυρωθεῖ ἡ ἐκτέλεσή του γινόταν μόνο μέ τό σπαθί. Ήταν τιμητικός θάνατος, ἐνῶ ὁ σταυρικός ἦταν ἀτιμωτικός.
Ὁ Ἑβραῖος –τώρα ξαναγυρίζω στο πρῶτο– ἀπαγορευόταν να σταυρωθεῖ, ἀκόμα κι ὁ πιό κακοῦργος, ἀπαγορευόταν νά ἐκτελεσθεῖ μέ σταυρό· ἡ ἐκτέλεση γινόταν μόνο με λιθοβολισμό. Ήταν ὁ ἔντιμος θάνατος αὐτός, διότι ὑπῆρχε στον νόμο γραμμένο ὅτι εἶναι καταραμένος ἐκεῖνος πού σταυρώνεται πάνω στο ξύλο.
Λοιπόν, ἀγαπητοί μου, ποιός Ἑβραῖος θα μποροῦσε ποτέ νά διανοηθεῖ πρώτα-πρώτα θάνατο Μεσσίου, καί δεύτερον ὅτι αὐτός ὁ θάνατος –ἤδη ἀπό τόν 10ο αιώνα π.Χ. προφητευμένος– θα ήταν θάνατος σταυρικός;
Διότι οἱ Ἑβραῖοι, πραγματικά, θέλοντας να εξευτελίσουν σε ἀπύθμενο βαθμό τόν Ἰησοῦ, Τον παρέδωσαν στον σταυρό! Θα μποροῦσαν νά κάνουν ὅ,τι ἔκαναν μέ τον πρωτομάρτυρα Στέφανο. Ο Στέφανος εκτελέστηκε με λιθοβολισμό. Οι απόστολος Πέτρος, που ήταν στη φυλακή, θὰ ἀποκεφαλιζόταν ἢ θὰ λιθοβολείτο, δεν ξέρουμε τί, πάντως δέν θά σταυρωνόταν. Γιατί ἐπιμένουν τότε ὁ Ἰησοῦς να σταυρωθεῖ; (Βλ. Μαρκ. 15, 13-14. Λουκά 23,21. Ἰωάν. 6, 6. 15).
Ἐπειδὴ ὁ νόμος έγραφε ότι ο σταυρωμένος εἶναι καταραμένος, γι' αὐτό ἐπιθυμοῦν νὰ σταυρώσουν τον Ἰησοῦ Χριστό!... γιά νά θεωρεῖται καταραμένος στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων! Θα μποροῦν ἔτσι νὰ ἐπικαλούνται πάντα τον νόμο που τὸν ὁρίζει ο Γιαχβέ, ο Κύριος, ο Θεός καί νά λένε: Πῶς εἶναι δυνατόν νά εἶναι σταλμένος ἀπό τόν Γιαχβέ ὁ Ἰησοῦς, ἀφοῦ ἐμεῖς τώρα καταφέραμε καί τόν πεθάναμε πάνω στον σταυρό, καί δέν πέθανε μέ λιθοβολισμό; Ἄρα λοιπόν, σύμφωνα μέ τόν νόμο μας, είναι καταραμένος.
Αλλά τούς πρόλαβε ή προφητεία! Η προφητεία λέει «ὤρυξαν χεῖράς μου καὶ πόδας» τρύπησαν τα χέρια μου καί τά πόδια μου, τά ἔσκαψαν! Πέστε μου, μπορεί αυτό να είναι τυχαίο.... Πέστε μου, σᾶς ρωτάω, μπορεῖ νά εἶναι τυχαίο;... Μόνο κάτι τέτοια ἄν μπορεῖ κανείς να βρίσκει στη Γραφή, ή ψυχή του γεμίζει ἀπό ἐνθουσιασμό, καί λέει: Χριστέ μου, είσαι ὁ Κύριός μου καί ὁ Θεός μου, ὁ ἀληθινός μου Λυτρωτής!... Τίποτα ἄλλο δέν μπορεῖ νά πεῖ ἡ ἀνθρώπινη ψυχή· τίποτ᾽ ἄλλο.
Καί κάνω ἔτσι ωμή καί ρεαλιστική τήν ἀνάλυση, ἀκριβῶς γιά νά καταλάβουμε το βάθος τῆς πραγματικότητος, να καταλάβουμε ποιός εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός... Αὐτὸς ποὺ Τον βρίζουμε στην αγορά καί στούς δρόμους... Αὐτός, που Τον βρίζουμε, ναί, καί συνεχίζουμε τὸ ἔργο ἐκείνων που Τον σταύρωσαν.... (Βλ. Εβρ. 6, 6. Φιλιπ. 3, 18. κ.ά.)
Στίχος 18: «ἐξηρίθμησαν πάντα τὰ ὀστᾶ μου, αὐτοὶ δὲ κατενόησαν καὶ ἐπεῖδόν με»· μέτρησαν όλα μου τά κόκκαλα, καί ἐκεῖνοι μὲ ἔβλεπαν καί καταλάβαιναν με κακία τόν πόνο μου.
Γιὰ τὸ μέτρημα τῶν ὀστῶν μιλήσαμε αλλά προσέξτε ὅμως τώρα ἐδῶ. Ἡ μετάφραση λέει τά ἑξῆς: Μποροῦσαν όλοι να διακρίνουν και να μετροῦν τὰ ὀστᾶ τοῦ σκελετωμένου σώματός μου. Οἱ ἐχθροί μου κατάλαβαν τόν φανερό πόνο μου, καί χαιρέκακα μέ ἔβλεπαν να σπαράσσομαι.
Εἶναι ὅπως ἀκριβῶς βλέπουμε ἕνα ποντίκι νά βασανίζεται ἀπό τή γάτα πριν πεθάνει. Το βλέπουμε, καί νομίζω ὅτι ἐλάχιστα λυπόμαστε, ἴσως γιατί τρέφουμε ἕνα μίσος καί μία χαιρεκακία εναντίον τῶν ποντικών, που μᾶς τρώνε τό τυρί καί τό ψωμί! Ένας ποντικός μᾶς κάνει ζημιά μέσα στόν σπίτι, κι ἅμα τόν πιάσουμε ἢ ἄν τόν πιάσει ἡ γάτα, χαιρόμαστε... Βέβαια ή γάτα χαίρεται τή λεία της, τὸ θῦμά της, καί παίζει... ὅπως ἡ γάτα το ποντίκι! Αλλά κι ἐμεῖς βλέποντας τή γάτα πώς παίζει το ποντίκι, πού δέν τό θανατώνει ἀμέσως ἀλλά τό τυραννάει, εὐφραινόμαστε κι ἐμεῖς γιατί μᾶς ταλαιπώρησε ὁ ποντικός μέσα στο σπίτι· μᾶς ἔφαγε ροῦχα, μᾶς ἔφαγε χαρτιά, μᾶς ἔφαγε τρόφιμα...
Λοιπόν, τό παράδειγμα εἶναι ἀρκετό; Προσέξτε, οἱ σταυρωτές, βλέποντας τόν Χριστό να σπαράσσεται ἐπάνω στόν σταυρό, εὐφραίνονταν. Λέει ὁ ψαλμός: «αὐτοὶ δὲ κατενόησαν καὶ ἐπεῖδόν με»· ἔβλεπαν πολύ καλά. ἤξεραν πολύ καλά τί ἔκαναν, καί ἱκανοποιοῦντο μέσα τους γιά ἐκεῖνο πού ἔκαναν.
Λέει τώρα ή Γραφή –ὁ εὐαγγελιστής Ιωάννης κι ὁ προφήτης Ζαχαρίας: «ὄψονται εἰς ὃν ἐξεκέντησαν» (Ιωάν. 19, 37. Ζαχ. 12, 10. Δαν. 7, 13), θα δοῦν ἐκεῖνον πού λόγχισαν. Η σταύρωσαν ἡ λόγχισαν. Κατά λέξη εἶναι λόγχισαν, ἀλλά θά μποροῦσε νά θεωρηθεῖ καί ἡ σταύρωση, εξαιτίας τῶν καρφιῶν.
Προσέξτε, παρακαλῶ, αὐτή τή φράση. Κατ' αρχάς ἔρχεται ἐδῶ αὐτή ἡ φράση, ὡς γεγονός τώρα, να έπαληθεύσει τον στίχο 18, ὅτι οἱ σταυρωτές ἔβλεπαν τόν Χριστό ἐπάνω στον σταυρό. Αλλά το φοβερό ξέρετε ποιό εἶναι; Εντάξει, βλέπουν ἐκεῖνον ποὺ σταύρωσαν, «ὄψονται εἰς ὃν ἐξεκέντησαν», ἀλλὰ τὰ πράγματα αργότερα θα αντιστραφοῦν· ὁ Μεσσίας θὰ ἀναστηθεῖ καὶ θὰ ἔλθει να κρίνει ἐκείνους που Τον σταύρωσαν. Και τότε τί θα γίνει; Ακούστε τί θα γίνει.
Διαβάζω ἀπ' τήν Ἀποκάλυψη: «Ἰδοὺ ἔρχεται μετά τῶν νεφελῶν καὶ ὄψεται αὐτὸν πᾶς ὀφθαλμὸς καὶ οἴτινες αὐτὸν ἐξεκέντησαν, καὶ κόψονται ἐπ' αὐτὸν πᾶσαι αἱ φυλαὶ τῆς γῆς»(Ἀποκ. 1, 7.). Να, ἔρχεται ὁ Μεσσίας πάνω στις νεφέλες, καὶ θὰ Τὸν δεῖ κάθε μάτι, καί αυτοί πού Τόν λόγχισαν, καί θά θρηνήσουν χτυπώντας τα στηθη τους ὅλες οἱ φυλές τῆς γῆς.
Ἄν ἔπρεπε νά βάλουμε πληθυντικό –πάντες οἱ ὀφθαλμοί– θα βάζαμε τό ὄψονται· ἔτσι; «καὶ κόψονται ἐπ' αὐτὸν πᾶσαι αἱ φυλαὶ τῆς γῆς». Εἴδατε, «ὄψονται»«κόψονται». Ἐδῶ ἔχουμε παρήχηση, δηλαδή ἐπανάληψη ἑνός ἤχου σε γειτονικές συλλαβές ή λέξεις. Καί ὅλοι ἐκεῖνοι θὰ δοῦν ἐκεῖνον ποὺ λόγχισαν· «ὄψονται», θα δοῦν. Καί τότε τί θα κάνουν, «κόψονται», θα χτυπούν τό στῆθος τους καί θά τραβοῦν τά μαλλιά τους.
Σᾶς λέω, ἄς ποῦμε, ὅτι μέσα σ' ἕνα κουτί υπάρχουν ἑπτακόσιες τριάντα πέντε δραχμές, σ' ένα άλλο εξακόσιες εἴκοσι τρεῖς καί σ' ἕνα τρίτο ἑκατόν τριάντα πέντε δραχμές. Σᾶς λέω λοιπὸν νὰ ἀνοίξετε τα κουτιά. Ἀνοίγετε το πρώτο κουτί, καί βλέπετε ὅτι εἶναι μέσα τα χρήματα πού σᾶς εἶπα· ἀνοίγετε το δεύτερο, καί βλέπετε πάλι τα χρήματα πού σᾶς εἶπα. Τώρα, θά δυσκολευθεῖτε να πιστέψετε ὅτι καί μέσα στο τρίτο κουτί θὰ εἶναι ἐπίσης τα χρήματα πού σᾶς εἶπα;
Λοιπόν, το πρώτο εἶναι ἡ προφητεία: «όψονται εἰς ὃν ἐξεκέντησαν»(Ζαχ. 12, 10.). Το δεύτερο εἶναι τό γεγονός πού ἔρχεται να επιβεβαιώσει την προφητεία. Μένει ἕνα τρίτο· «καὶ κόψονται ἐπ᾿ αὐτόν... εἰς ὃν ἐξεκέντησαν», δηλαδή ή τιμωρία. Τό πρῶτο αποδείχθηκε μέ τό δεύτερο· τώρα μένει τό τρίτο. Ἄρα λοιπόν πρέπει νά μᾶς πιάνει τρόμος! Νὰ μᾶς πιάνει τρόμος, ὅτι θὰ δοῦμε τόν ἐπί νεφελῶν ἐρχόμενον! Ὅπως πραγματοποιήθηκαν τά ἄλλα, θα πραγματοποιηθεί κι αὐτό. Το καταλάβατε;
Αλλά προσέξτε κάτι που λέει ὁ εὐαγγελιστής Ιωάννης: «κόψονται ἐπ' αὐτὸν πᾶσαι αἱ φυλαὶ τῆς γῆς». Πῶς «κόψονται πᾶσαι αἱ φυλαὶ τῆς γῆς», ἀφοῦ τότε Τόν σταύρωσαν μόνο κάποιοι ἄνθρωποι;
Ἀγαπητοί μου, ὁ ἀπόστολος Παῦλος, γιά ἐκείνους πού ἔκαναν τήν κοιλιά τους θεό, λέει στούς Φιλιππησίους ὅτι εἶναι οἱ ἀνασταυροῦντες τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ! (Φιλιπ. 3, 19-19. Πρβλ. Εβρ. 6, 6). Η ανασταύρωση εἶναι τὸ ξανασταύρωμα. Η ανασταύρωση γίνεται διαρκῶς μέσα στήν Ἱστορία. Να ξέρετε, όσες φορές βλασφημοῦμε τόν Ἰησοῦ Χριστό ή δέν Τόν πιστεύουμε, Τόν ξανασταυρώνουμε! Διότι τί περισσότερο έκαναν, παρακαλῶ, οἱ Ἀρχιερεῖς καὶ οἱ Γραμματεῖς καὶ οἱ Φαρισαίοι; Καί αὐτοὶ δὲν Τον πίστεψαν και Τον βλασφημοῦσαν· σᾶς τα διάβασα, τὸ ἀκούσατε. Κι ἐμεῖς, ὅταν βλασφημούμε καί δέν πιστεύουμε στόν Χριστό, καί λέμε ὅτι δέν εἶναι τίποτα σπουδαῖο, τότε ξανασταυρώνουμε τόν Χριστό.
Έτσι λοιπόν ὅλοι οἱ ἄπιστοι μέσα στην Ιστορία εἶναι ανασταυρωτές Του. Μάλιστα, σέ ὅλες τίς φυλές τῆς γῆς ὑπάρχουν οἱ ἀνασταυρωτές, εφόσον καί τό Εὐαγγέλιο κηρύχθηκε παντοῦ, σέ ὅλη τή γῆ. Τότε ὅμως «πᾶσαι αἱ φυλαὶ τῆς γῆς», ὅλοι αὐτοί, ὅλες οἱ φυλές τῆς γῆς, «κόψονται», θά χτυποῦν τό κεφάλι καί τό στῆθος τους, γιατί στάθηκαν ἀνασταυρωτές τοῦ Χριστοῦ.
Όμως, ἀγαπητοί μου, εφόσον σε κάθε τόπο καί σε κάθε ἐποχή καί σέ κάθε φυλή υπάρχουν τέτοιοι, καί ἀπό μᾶς μπορεῖ νά ὑπάρχουν! Δηλαδή, μέ ἄλλα λόγια, τώρα φέραμε πολύ κοντά τά πράγματα... κοντά μας! Μέχρι τώρα, βλέποντας τά πράγματα, λέγαμε: «Ἄ, οἱ Ἑβραῖοι σταύρωσαν τον Χριστό!». Ναί, αγαπητοί μου, ἀλλά ὄχι μόνο αὐτοί· καί ἐμεῖς τόν σταυρώνουμε. Μέ κάθε μας ἁμαρτία καί μέ κάθε μας ἀπιστία, ξανασταυρώνουμε τόν Χριστό, τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ. Αὐτό σημαίνει φέρνουμε τα πράγματα πάρα πολύ κοντά μας· κάνουμε αναγωγή στο πρόσωπό μας, στή ζωή μας.