20 Μαρτίου 2025

«Ἐργοδόται καί ἐργαζόμενοι» (β΄).

†. Ενθυμεῖσθε, πρό τῶν διακοπῶν, εἴχαμε δεῖ ὃτι ἐκεῖνο τό ὁποῖον ἀναφέρει ὁ Τωβίτ τήν πνευματική διαθήκη του στόν Τωβία: «Μισθὸς παντὸς ἀνθρώπου, ὃς ἐὰν ἐργάσηται παρὰ σοί, μὴ αὐλισθήτω, ἀλλ᾿ ἀπόδος αὐτῷ παραυτίκα, καὶ ἐὰν δουλεύσῃς τῷ Θεῷ, ἀποδοθήσεταί σοι» ἀναφέρεται στό θέμα τῶν σχέσεων, τῶν ἐργοδοτῶν καί τῶν ἐργαζομένων. Εἴδαμε, λοιπόν, τήν περασμένη φορά πρό τῶν διακοπῶν ποιά πρέπει νά εἶναι τῶν ἐργοδοτῶν ἔναντι τῶν ἐργαζομένων. Διότι αὐτό συνιστᾶ ἕνα κυριώτατο σημεῖο κοινωνικῆς συμπεριφορᾶς, κοινωνικῆς διαγωγῆς, κοινωνικῆς τοποθετήσεως, διότι τί εἶναι οἱ ἐπαναστάσεις, τί εἶναι αὐτά ὅλα αὐτά τά ὁποῖα συμβαίνουν μέσα σέ μία κοινωνία ἀνθρώπων, τί ἄλλο εἶναι παρά οἱ σχέσεις κάποιων μεταξύ των, ἐν προκειμένῳ τῶν ἐργοδοτῶν καί τῶν ἐργαζομένων. Αὐτό γέννησε ὅλες τίς ἐπαναστάσεις, ποιές ἐπαναστάσεις; Ὄχι βέβαια τίς ἐθνικές, μέ τήν ἔννοια μιᾶς ἀπελευθερώσεως, ἀλλά μέ τήν ἔννοια μιᾶς κοινωνικῆς δικαιοσύνης. Εἶναι τεράστιο θέμα αὐτό, τεράστιο. 

     Ἐμεῖς εἴχαμε πεῖ μερικά πράγματα καί μάλιστα σᾶς εἶχα πεῖ ὅτι στήν ἐρώτησή σας -τήν ἀπορία σας μᾶλλον- γιατί πιάνουμε τό θέμα αὐτό, σᾶς εἶπα ὅτι σᾶς δίνω μερικά μόνο στοιχεῖα -γιατί εἶναι τεράστιο θέμα- γιά νά μπορεῖτε, ἀπό μικρά παιδιά, νά διαμορφωθεῖτε, νά σταθεῖτε καί ὡς ἐργαζόμενοι καί ὡς ἐργοδότες αὔριο στή ζωή σας, σωστοί ἄνθρωποι, καί σωστός ἄνθρωπος εἶναι μόνον ὁ Χριστιανός, ὅπως σᾶς εἶχα πεῖ, ἐνθυμοῦμαι. Ὅταν θά παίξετε μέ τ’ ἄλλα παιδιά, νά ‘σαστε δίκαιοι στό παιχνίδι, νά χαρεῖτε γιά τήν νίκη τοῦ ἀλλουνοῦ. Βλέπετε σήμερα τί ἔχουμε… νά τώρα… χθές… τί ἔγινε σέ δύο γήπεδα τῶν Ἀθηνῶν… ξύλο, φασαρίες, φωτιές, ζημιές… Γιατί; Γιατί νίκησες ἐσύ, ἡ ὁμάδα ἡ δική σου καί δέν νίκησε ἡ ὁμάδα ἡ δική μου. Γιατί; Μία ὁμάδα ἀπό τίς δυό θά νικήσει. Ὅταν παίζουμε νά εἴμεθα τίμιοι. Οὔτε νά ὑποκλέπτουμε στό παιχνίδι, ἀλλά καί νά χαροῦμε ὅταν ὁ ἄλλος νικήσει. Νίκησε αὐτός σήμερα, ἐνδεχομένως θά νικήσω ἐγώ αὔριο, γιατί νά ὑπάρχει αὐτή ἠ ζήλια; Ἔτσι βλέπετε ὅτι καί τό παιχνίδι ἔχει παιδαγωγικό χαρακτῆρα, μή νομίσετε ὅτι εἶναι κάτι πού… ἄντε, ἁπλῶς παιχνίδι. Ὄχι! Ὃταν τό μικρό κοριτσάκι παίζει κοῦκλες, μαθαίνει τόν τρόπο τῆς μελλοντικῆς μητέρας. Ὅταν τό ἀγόρι παίζει καί φτιάχνει ἐκεῖ… μηχανές… πράματα… χτίζει… κ.λπ., μαθαίνει πῶς αὔριο θά εἶναι δημιουργός. Κι αὐτά βέβαια μαθαίνονται -ἐπειδή εἶναι παιδιά- παίζοντας. Αὐτό μήν τό ξεχνοῦμε. Ἔτσι θἀ ἤθελα νά βάλω μές στήν ψυχή σας, πολύ δέ παραπάνω πού εἴσαστε καί πολλά μεγάλα παιδιά, ἀγόρια καί κορίτσια, τό αἴσθημα τῆς κοινωνικῆς δικαιοσύνης, ὅ,τι αὔριο γίνετε, εἴτε ἐργοδότες εἴσαστε, εἴτε ἐργαζόμενοι. Ἀπό τώρα, λοιπόν, θά μάθετε μέ τούς ἄλλους νά μοιράζεστε τό γλυκό σας -σᾶς ἔλεγα τήν περασμένη φορά-, τό παιχνίδι σας, τό ψωμί σας, νά τό μοιράζεστε. Εἶναι πολύ σημαντικό αὐτό. Πού σημαίνει ὅτι, τρώγω ἐγώ… ἔ, πᾶρε κι ἐσύ νά φᾶς. Ἔτσι θά γίνετε σπουδαῖοι ἄνθρωποι στίς κοινωνικές σας αὐτές σχέσεις. 

     Αὐτά λέγαμε καί τώρα θά δοῦμε σήμερα, τήν ἄλλη πλευρά, τήν πλευρά τῶν ἐργαζομένων ἔναντι τῶν ἐργοδοτῶν. Καί εἴδαμε πόσα λέγει ἐκεῖ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ διά τούς ἐργοδότες. Τώρα θά δοῦμε τί λέγει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ καί διά τούς ἐργαζομένους ἔναντι τῶν ἐργοδοτῶν. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος (τό πνεῦμα τοῦ Θεοῦ) στήν «πρός Κολοσσαεῖς» ἐπιστολή του, γράφει (τρίτο κεφάλαιο): «Οἱ δοῦλοι (τότε δέν ὑπῆρχαν ὑπάλληλοι, ἦταν ἀδιανόητη ἡ ἔννοια τοῦ ὑπαλλήλου τήν ἐποχή ἐκείνη, ἦσαν οἱ δοῦλοι, ἐκεῖνοι πού ἦσαν ἀγορασμένοι) ὑπακούετε κατὰ πάντα τοῖς κατὰ σάρκα κυρίοις (:οἱ δοῦλοι νά ὑπακούετε καθ’ ὅλα, εἰς ἐκεῖνα τά ὁποῖα σᾶς λέγουν οἱ κατά σάρκα κύριοί σας) μὴ ἐν ὀφθαλμοδουλίαις, ὡς ἀνθρωπάρεσκοι, (θά τό δοῦμε λίγο πιό κάτω) ἀλλ' ἐν ἁπλότητι καρδίας, φοβούμενοι τὸν Θεόν. καὶ πᾶν ὅ,τι ἐὰν ποιῆτε (:ὅ,τι κάνετε) ἐκ ψυχῆς ἐργάζεσθε (:μέ τήν ψυχή σας νά τό δουλεύετε νά τό ἐργάζεσθε) ὡς τῷ Κυρίῳ καὶ οὐκ ἀνθρώποις (:σάν νά δουλεύετε εἰς τόν Κύριον καί ὄχι σέ ἀνθρώπους) εἰδότες (:γνωρίζοντες) ὅτι ἀπὸ Κυρίου ἀπολήψεσθε τὴν ἀνταπόδοσιν τῆς κληρονομίας (:ὅτι τόν πραγματικό σας μισθόν, ἐκεῖνον ὁ ὁποῖος δέν χάνεται, δέν ξοδεύεται, δέν κλέπτεται (αἰώνιος μισθός), θά τόν πάρετε ἀπό αὐτόν τόν ἴδιον τόν Κύριον). Τῷ γὰρ Κυρίῳ Χριστῷ δουλεύετε (:διότι ἐργάζεσθε, δουλεύετε εἰς Αὐτόν τόν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν). Ὁ δὲ ἀδικῶν (:ἐκεῖνος πού ἀδικεῖ -καί ἐννοεῖται δηλαδή τώρα ἀπό τούς ἐργαζομένους, νά κάνει νά ἀδικεῖται ὁ ἐργοδότης- κομιεῖται ὃ ἠδίκησε (: θά ἀπολαύει ἐκεῖνο τό ὁποῖο ἔχει ἀδικήσει) καὶ οὐκ ἔστι προσωποληψία (:καί δέν ὑπάρχει στόν Θεό προσωποληψία. Ἐάν εἶσαι ἐργοδότης καί ἀδικεῖς, θά τιμωρηθεῖς. Ἐάν εἶσαι ἐργαζόμενος καί ἀδικεῖς τόν ἐργοδότη σου πάλι θά τιμωρηθεῖς, γιατί στόν Θεό δέν ὑπάρχει ἡ προσωποληψία. Αὐτό τό κείμενο -κείμενο θά λέγαμε, ἐργατικοῦ δικαίου -Πῶς νά τό ὀνομάσουμε; Ἐργατικοῦ δικαίου)- ἄν τό εἶχαν οἱ λαοί καί τό πρόσεχαν καί τό ἐφήρμοζαν, δέν θά ἐχρειάζοντο ὅλα ἐκεῖνα πού ὑπάρχουν γιά νά κατοχυρώνουν δίκαια ἐργοδοτῶν καί ἐργζομένων, καί πού πάλι δέν τά βρίσκουν μεταξύ των. Θά ἦταν μιά κοινωνία, πραγματικά πολύ καλή, ἰδεώδης, θά ἔλεγα.

     Ἀλλά ἄς δοῦμε αὐτά τά σημεῖα, λιγάκι πιό λεπτομερῶς. Πρῶτον: Λέει ἡ ὑπακοή εἰς τούς ἐργοδότες, ἔτσι; «Ὑπακούετε», λέγει ἐδῶ, «κατὰ πάντα τοῖς κατὰ σάρκα κυρίοις». Νά ‘χετε ὑπακοή. Σοῦ λέει, αὐτό νά κάνεις. Νά κάνεις αὐτό. Δέν θά σοῦ ζητήσει κάτι περισσότερο. Κι ἄν εἶναι αὐτό τό περισσότερο ἀδύνατο, θά πεῖς: «Δέν μπορῶ νά τό κάνω, δέν μοῦ εἶναι δυνατόν». Τώρα μοῦ 'ρθε στό μυαλό, κάποτε ἔπρεπε νά κτίσουν μία πτέρυγα ἐπάνω στά Μετέωρα. Τό ἔργο ἦταν ὄχι ἁπλῶς δύσκολο, καί ἐξαιρετικά ἐπικίνδυνο. Ἐδένοντο οἱ κτίστες γιά νά μπορέσουν νά κτίζουν, γιατί ἤτανε, θά λέγαμε -περασιά τό λένε στήν κτιστική- ὁ βράχος μέ τόν τοῖχο πού θά ἐκτίζετο. Πῶς νά κτίσεις; Πῶς; Ἔτσι οἱ κτίστες αὐτοί ἐπληρώνοντο ἁδρά. Ἤτανε δίκαιο. Μποροῦσε ὅμως κάποιος νά πεῖ ὅτι: «Ἐγώ ζαλίζομαι, καί δέν μπορῶ νά ἐργαστῶ, σ’ αὐτό τό σημεῖο». Πάντως θά ὑπάρχει ὑπακοή, ὅτι θά πληρωθεῖς καλά, ἐάν κάτι εἶναι δύσκολο ἤ παραπάνω ἀπό τήν δουλειά σου, ἀπό τό ὡράριό σου ἤ ἀκόμη, ἄν εἶναι ἐπικίνδυνο καί νομίζεις ὅτι μπορεῖς νά πάθεις ζημία, φοβᾶσαι, θά πεῖς: «Δέν μπορῶ».

     Δεύτερον: Τί εἶναι αὐτή ἡ ὀφθαλμοδουλία, πού ἀναφέρει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος; Εἶναι πάθος πού δείχνει… ἐπικρατεῖ, μπορῶ νά σᾶς πῶ, στούς πιό πολλούς ἐργαζομένους, σέ μία συντριπτική πλειοφηφία, αὐτή ἡ ὀφθαλμοδουλία, πού δείχνει τό χάλασμα τῆς ἀνθρωπιᾶς. Τί δηλαδή εἶναι; Μέ βλέπει ὁ ἐργοδότης; Δουλεύω. Δέν μέ βλέπει; Δέν δουλεύω, χαζεύω. Πρέπει, εἴτε σέ βλέπει, εἴτε δέν σέ βλέπει ὁ ἐργοδότης σου, νά δουλέψεις. Μπορεῖ νά φύγει τελείως ἀπό τό διαμέρισμα, τόν τόπο, τόν χῶρο πού δουλεύεις, ἐσύ θά δουλέψεις διότι αἰσθάνεσαι -θά τό ποῦμε λίγο πιό κάτω- ὅτι κύριος σου καί ἀφέντικό σου εἶναι ὁ Χριστός. Ἄν εἶσαι τίμιος ἄνθρωπος μέσα σου, σέ βλέπει δέν σέ βλέπει ὁ προϊστάμενος, ὁ ἐργοδότης, θά δουλέψεις. Τί ὡραῖο αὐτό; Ἀλλά ἐπικρατεῖ, ὅπως σᾶς εἶπα, κατά συντριπτική πλειοψηφία, αὐτή ἡ ὀφθαλμοδουλία. Καί κίνητρο αὐτῆς τῆς ὀφθαλμοδουλίας, εἶναι ἡ ὀκνηρία, εἶναι ἡ ἀχρειότης, εἶναι ἡ ἀνεντιμότης, ἡ ἀπουσία ἀγάπης. Τρῶς ψωμί! Ἀπόδοσε καί σύ. Εἶναι ἡ ἀχαριστία, εἶναι ἡ ἀντίδρασις, εἶναι ἡ κακοήθεια, εἶναι ἡ ἀνθρωπαρέσκεια, δείχνεις ὅτι δουλεύεις μόνο ἅμα σέ βλέπουν. Μ’ ἄλλα λόγια: Ἒχεις ὀφθαλμοδουλία; Εἶσαι χαλασμένος ἄνθρωπος. Προσέξτε! Χαλασμένος ἄνθρωπος. Ἀναμφισβήτητα. Ἀκόμη, ἕνα τρίτο σημεῖο. «Ἐν ἁπλότητι καρδίας», λέει ὁ Ἀπόστολος ἐδῶ. Εἶναι σπουδαία θέσις αὐτή, ἡ ἁπλότητα τῆς καρδιᾶς. «Νά δουλεύεις ὄμορφα, ἁπλᾶ». Δέν ἔχει σημασία, γιά νά πάρεις πιό πολύ μισθό ἤ ὄχι, γιά νά σοῦ πεῖ «μπράβο» ὁ ἐργοδότης ἤ ὄχι. τίποτα. Μέ ἁπλότητα θά ἐργάζεσαι γιατί πρέπει νά ἐργάζεσαι. Μέ ἁπλότητα καρδιᾶς, χωρίς νά ἐπιδιώκεις τίποτε ἄλλο.

     Τέταρτο σημεῖο. Τί λέγει ἐδῶ ὁ Ἀπόστολος; «Φοβούμενοι τὸν Θεόν». Ἔ, βέβαια, ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ θά εἶναι ἐκεῖνος πού θά διορθώνει τά πράγματα, πῶς πρέπει νά στέκομαι ἔναντι τοῦ ἐργοδότου, καί προπαντός ἔναντι τῆς ἐργασίας πού μοῦ ἀνετέθη.

    Ἕνα πέμπτο σημεῖον: «Ἐργάζεσθε», λέγει, «ἀπό ψυχῆς», «Νά ἐργάζεστε μέ τήν ψυχή σας». Ξέρετε πῶς ἐργαζεται ἐκεῖνος πού δέν δουλεύει μέ τήν ψυχή του· ἀγγαρεία. Ἐκεῖνος πού δουλεύει ὅμως μέ τήν ψυχή του, αὐτός πραγματικά εἶναι σπουδαῖος. Μέ τήν ψυχή του! Σάν νά ‘ταν δική σου δουλειά, θά δουλέψεις καί στήν ἐργασία τοῦ ἀλλουνοῦ. 

    Ἕνα ἕκτο σημεῖον: Θά ἐργάζομαι σάν νά ἔχω ἐργοδότη –σᾶς τό ‘πα καί προηγουμένως- αὐτόν τόν Χριστόν. Ἄν ὁ Χριστός μοῦ ἀνέθετε μίαν ἐργασίαν, πῶς θά τήν διεκπεραίωνα; Μπορεῖτε νά φανταστεῖτε, παιδιά, τόν Χριστό ἐργαζόμενο -ἦταν λέει τέκτων, δηλαδή μαραγκός, διότι ὡς τά 30 του χρόνια, τί ἄλλο ἔκανε; Ἠργάζετο τό ταπεινό ἐπάγγελμα τοῦ μαραγκοῦ, τοῦ τέκτονος. Τέκτων θά πεῖ καί κτίστης, θά πεῖ καί μαραγκός- λοιπόν, τοῦ ἀνέθεταν ἀσφαλῶς ἐργασίες. Φυσικά ἐπληρὠνετο γιά τίς ἐργασίες πού ἀνελάμβανε. Μπορεῖτε νά φανταστεῖτε -συλλάβετέ το μέ τή φαντασία σας- μποροῦμε νά πιάσουμε, πῶς ὁ Χριστός ἠργάζετο, σέ ἐκείνους πού τοῦ ἀνέθεταν μίαν ἐργασίαν; Ἔτσι θά πρέπει νά ἐργαζώμεθα, ἔτσι. Δηλαδή σάν νά ἦταν δική μας ἡ ἐργασία, μέ βλέπει ὁ Θεός! Κι ὅταν μέ βλέπει ὁ Θεός, Ἐκεῖνος καί θά μέ πληρώσει. Θυμηθεῖτε τόν Ἰωσήφ. Ὁ Ἰωσήφ δέν εἶχε δίπλα του, νά τόν παρακολουθοῦν ἄν ἐργάζεται ἤ ὄχι. Ξέρετε πόσο γρήγορα τοῦ ἀνέθεσε ὁ Πετεφρῆς, ὅλο τό ὑποστατικό του, νά εἶναι ἐπιβλέπων; Ποιός; Ὁ Ἰωσήφ. Ὁ 18χρονος Ἰωσήφ! Ναί, 18 χρονῶν ἦταν ὅταν ἐπωλήθη, καί μόνο δύο χρόνια ἔμεινε περίπου στήν αὐλή τοῦ Πετεφρῆ, γιατί μετά τόν ἔβαλαν στή φυλακή τόν καημένο (εὐτυχῶς!), διότι ἐκεῖ στή φυλακή ἐφυλάχτηκε ἀπό τήν κακοήθεια τῆς κυρᾶς του (τῆς κυρίας του). Εὐτυχῶς(!) τόν ἔβαλε. στή φυλακή… θά ‘λεγε κανείς : «Ὁ Θεός μ’ ἔβαλε στή φυλακή;», ναί, καί λέει μάλιστα ἡ Σοφία Σειράχ- Σοφία Σολομῶντος δέν θυμοῦμαι, λέει τό ἐξῆς, ὅτι ἡ Σοφία -ποιά Σοφία; Ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία, ὁ Θεός Λόγος, ὁ μετέπειτα Ἰησοῦς Χριστός… ἦταν ἡ Σοφία μαζί του λέγει, εἰς τό ὀχυρόν, μέσα δηλαδή στή φυλακή. Μαζί του! Τόν προστάτευε. Καί τόν ἔκανε σοφόν, τόν Ἰωσήφ. Ἦταν ἐργατικός ἄνθρωπος. Ἠργάζετο παρότι ἤτανε Αἰγύπτιος τό ἀφεντικό του… παρότι… παρότι… παρότι… ἠργάζετο σάν νά ‘ταν δική του δουλειά. Ὁ Θεός τοῦ ἔδωσε τήν ἀμοιβή του. Πολύ σπουδαῖο αὐτό. Ἀκόμη -αὐτό πού λέει, θά τό ἐπαναλάβω-: «Τῷ γὰρ Κυρίῳ Χριστῷ δουλεύετε»· διότι εἰς τόν Κύριο δουλεύετε καί πρέπει ἀκριβῶς αὐτό νά τό ‘χουμε ὑπόψιν μας.

     Καί ἕνα τελευταῖο ἀκόμη σημεῖο: «Ὁ δὲ ἀδικῶν» -διότι ἅμα δέν δουλεύεις, δέν ἀδικεῖται ὁ προϊστάμενός σου, τ’ ἀφεντικό σου, ὁ ἐργοδότης σου; Ἀδικεῖται, δέν προωθεῖται ἡ ἐργασία. Σήμερα μπορεῖ νά λέγεται… ἄ, κατά τρόπο καί σαμποτάζ. Κάθε ἀδικία εἰς τόν ἐργοδότην ἤ κάθε ζημιά πού θά ἐπιφέρουμε, κάθε κωλυσιεργία, ὅλα αὐτά εἶναι κάτι πού θά πληρωθοῦμε γιά τήν ἀδικία μας. Τό λέγει σαφῶς ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Ὁ ἀδικῶν κομιεῖται ὃ ἠδίκησε», «θά πάρει, ὅ,τι ἀδίκησε, ἔτσι θά πληρωθεῖ, μέ τήν ἀδικία του». 

     Νά δοῦμε ἕνα ἄλλο σημεῖο, παιδιά, τό ὁποῖο εἶναι βέβαια σημαντικό. Εἶναι τό φαινόμενον τῆς ἀπεργίας. Προσέξτε αὐτό τό σημεῖο, τό φαινόμενον τῆς ἀπεργίας. Εἶναι γνωστό ὅτι τό φαινόμενον αὐτό ἔχει γίνει νομοθετικά πιά, δικαίωμα τοῦ ἐργαζομένου σ’ ὅλη τή γῆ. Ἀλλά ὅλο αὐτό τό «κύκλωμα» πού δείχνει ὅτι ὁ ἐργαζόμενος ἔχει δικαίωμα ν’ ἀπεργήσει ὅταν ὁ ἐργοδότης δέν τόν πληρώνει ἤ ὅ,τι ἄλλο, δείχνει αὐτό τό κύκλωμα πόσο χαμηλά ἔχει πέσει ἡ σχέσις ἐργοδότου καί ἐργαζομένου. Εἶναι κρῖμα! Γιατί ὑπάρχει, θά λέγαμε, τό δικαίωμα τῆς ἀπεργίας, ἄν ἐρωτήσετε. Δείχνει αὐτήν τήν διαρκῆ διάθεση τοῦ ἐργοδότη νά ἀδικήσει τόν ἐργαζόμενον. Μόλις ἀντιληφθεῖ ὁ ἐργοδότης ὅτι ἀφαιρεῖται τό δικαίωμα ἀπό τόν ἐργαζόμενο, ἀμέσως ἀρχίζει νά τόν ἀδικεῖ. Γιατί νά ὑπάρχει αὐτό; Ὁ ἐργαζόμενος, κινούμενος κι αὐτός ἀπό τό ἴδιο κίνητρο πού ἔχει καί ὁ ἐργοδότης, τό κίνητρον τῆς πλεονεξίας, ἐκμεταλλεύεται τήν ἀπεργία καί τήν κρατᾶ, ὡς σπάθην τοῦ Δαμοκλέους ἔναντι τοῦ ἐργοδότου, καί ἔτσι γίνεται ἕνας ἐκβιαστής: «Ἄν δέν μέ πληρώσεις, θά ἀπεργήσω». Δυστυχῶς ὅμως τό δικαίωμα τῆς ἀπεργίας τό ἐκμεταλλεύονται κι ἄλλο παράγοντες ἔξω ἀπό τήν ἐργασιακή σχέση, ὅπως εἶναι οἱ πολιτικοί. Ἔτσι γίνεται ἕνας φαῦλος κύκλος πού ζημιώνει τελικά ὅλους. Πᾶρτε τίς ἀπεργίες τῶν ἡμερῶν μας, δέν ζημιώνουμε; 17-18 δισεκατομμύρια, λέει, κοστίζει μία ἀπεργία πού θά κάνει ἡ Δ.Ε.Η….. ὁ Ο.Τ.Ε. … κ.λπ… κ.λπ. τήν ἡμέρα! Ὅλοι δέν ζημιώνουν; Ὃλοι ζημιώνουν. Ἡ δέ κοινωνική κατἀστασις πού δημιουργεῖται εἶναι χαώδης καί φοβερά δυσάρεστη. Πάντως πρέπει νά κατανοηθεῖ -πρέπει- ὅτι, ὅπως λέει, πάλι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ «ἄξιος ὁ ἐργάτης τοῦ μισθοῦ αὐτοῦ», «ὁ ἐργάτης πού θά δουλέψει εἶναι ἄξιος τοῦ μισθοῦ του, πρέπει νά πληρωθεῖ». Καί ἐκεῖνο τό «Οὐ φιμώσεις βοῦν ἀλλοῶντα», «Τό βόδι πού εἶναι μέσα στό ἁλώνι (παλιά μέθοδος ἁλωνίσματος) μήν τοῦ βάλεις», λέγει, «φίμωτρο, ἄστο νά φάει ἀπό τό ἁλώνι, ὅσο θέλει». Γιατί; Διότι δουλεύει μές στό ἁλώνι· «οὐ φιμώσεις», μή βάλεις φίμωτρον εἰς τό βόδι πού ἁλωνίζει.

    Ἔχουμε καί ἔργα ἀκόμη πού ἔχουν ὡς ἄμεσον ἐργοδότην αὐτόν τόν Θεόν. Καί τά ἔργα αὐτά βεβαίως ἀποβλέπουν, κατ’ ἄμεσον τρόπον, εἰς τήν δόξα τοῦ Θεοῦ καί στήν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Διότι, πᾶσα ἐργασία ἀποβλέπει εἰς τήν δόξαν τοῦ Θεοῦ, ἀλλά θά λέγαμε πιό ἔμμεσα. Ἀμεσότερα, εἶναι ἐκεῖνα τά ὁποῖα ἐπιτελοῦν οἱ ἄνθρωποι τῆς Ἐκκλησίας. Κυριότατα οἱ κληρικοί. Καθένας ὁ ὁποῖος ἐργάζεται μέσα στόν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας, αὐτός ὁπωσδήποτε ἐργάζεται γιά τήν δόξα τοῦ Θεοῦ. Μιά κακή, ἐπί παραδείγματι, τέλεση τῆς Θείας Λειτουργίας, δέν μειώνει τήν δόξα τοῦ Θεοῦ; Τά παιδιά τοῦ Ἡλί τί ἔκαναν ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη; Ἔδιναν μιά πολύ κακή εἰκόνα στόν λαό, στά μάτια τοῦ λαοῦ καί προσέβαλλαν τήν θυσία τοῦ Θεοῦ, εἰς τρόπον ὥστε ὁ λαός νά σκανδαλίζεται- κι ὁ Θεός ἐτιμώρησε τά παιδιά τοῦ Ἡλί. Εἶναι πολύ κακό πρᾶγμα αὐτό. 

     Ἀκόμα, ἡ ἀμέλεια στό ἔργο τοῦ Θεοῦ. Μιά κακή προσφορά στό κήρυγμα ἤ στήν κατήχηση. Γνωρίζω ὅτι ἀρκετοί ἀπό σᾶς εἴσαστε ὁμαδάρχες, εἴσαστε κατηχητές, καί ἀκόμα μεγαλύτεροι… ξέρω γώ… πού ἀκοῦν τώρα ὁμαδάρχες/κατηχητές/κυκλάρχες. Ὅταν κάνουμε μία προσφορά πού δέν ἐργαστήκαμε πάνω σ’ αὐτή τήν προσφορά… δηλαδή τί ἀκριβῶς; Δέν μελετήσαμε ἐπαρκῶς, δέν προσευχηθήκαμε ἐπαρκῶς, κατά ἀμελῆ τρόπο προσφέρουμε ἐκεῖνο τό ὁποῖο προσφέρουμε, εἴμεθα ὑπεύθυνοι ἀπέναντι στόν Θεό. Ἄλλο ἄν κάποια στιγμή τά πράγματα ἔχουν ἐκβιαστεῖ χρονικά καί δέν προλάβαμε νά ἑτοιμαστοῦμε ἐπαρκῶς. Αὐτό θά εἶναι ὅμως ἔκτακτο. Ὅλα αὐτά συνιστοῦν -ἄν δέν προσέχουμε- μιά κακή σχέση τῶν ἐργαζομένων στό ἔργο τοῦ Θεοῦ. Καί νά φανταστεῖτε τί λέει ὁ Ἱερεμίας πού θά πρέπει νά μᾶς πιάνει τρόμος (Ἱερ. 31, 10): «Ἐπικατάρατος ὁ ποιῶν τὰ ἔργα Κυρίου ἀμελῶς». «Ἐπικατάρατος αὐτός πού ἐργάζεται τά ἔργα Κυρίου μέ ἀμέλεια». Πῶς ἐργάστηκαν ἄραγε οἱ Ἀπόστολοι καί ὁ Παῦλος (πού ἔχουμε πολλά στοιχεῖα ἀπό τίς «Πράξεις» γιά τόν Παῦλο), πῶς θά ἐργάστηκαν ἄραγε στό ἔργο τοῦ Εὐαγγελίου; Ἀλήθεια πῶς ἐργάστηκαν; Σπουδαῖα! Νά εἶναι ὑπόδειγμά μας, ἀγαπητά μου παιδιά, ἡ ἐργασία τῶν Ἀποστόλων στό ἔργο τοῦ Θεοῦ, στή διακονία τοῦ Εὐαγγελίου. Ἀκοῦστε τί λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στή Β‘ πρός Κορινθίους (στό 11ο κεφάλαιο) -τόν ἀνάγκασαν νά γράψει ἔτσι- ἀκοῦστε τί γράφει (δέν μεταφράζω): «Ἐν κόποις περισσοτέρως, ἐν πληγαῖς ὑπερβαλλόντως, ἐν φυλακαῖς περισσοτέρως, ἐν θανάτοις πολλάκις… ὁδοιπορίαις πολλάκις, κινδύνοις ποταμῶν, κινδύνοις λῃστῶν, κινδύνοις ἐκ γένους -ἐννοεῖ ἀπό τούς Ἑβραίους- κινδύνοις ἐξ ἐθνῶν -ἐννοεῖ τούς εἰδωλολάτρες- κινδύνοις ἐν πόλει, κινδύνοις ἐν ἐρημίᾳ, κινδύνοις ἐν θαλάσσῃ,… ἐν κόπῳ καὶ μόχθῳ, ἐν ἀγρυπνίαις πολλάκις, -δηλαδή νά μήν ἔχεις τόν τρόπο νά κοιμηθεῖς- ἐν λιμῷ καὶ δίψει (:πεῖνα καί δίψα) ἐν νηστείαις πολλάκις, (δέν εἶναι ἡ νηστεία πού κάνουμε γιά νά νηστέψουμε ὡς ἐντολή τοῦ Θεοῦ, ἀλλά γιατί δέν ἔχουμε νά φᾶμε) ἐν ψύχει καὶ γυμνότητι (:στό κρύο καί στή γύμνια· πού δέν ἔχουμε ἐπαρκῆ ροῦχα, ὅταν κάποτε μιᾶς πιάνει ὁ χειμῶνας)». Μέ πόση φιλοτιμία ἐργάστηκαν, ὄχι μόνο ὁ Παῦλος ἀλλά καί οἱ συνεργάτες τοῦ Παύλου, ὁ Τιμόθεος, ὁ Λουκᾶς, ὁ Σίλας, ὅλοι του οἱ συνεργάτες, μέ πόση φιλοτιμία! 

     Ἀλλά δέν πρέπει νά τελειώσουμε, ἐάν δέν ποῦμε καί κάτι πού νά ἀφορᾶ καί στή δική σας περίπτωση, ἤδη στήν ἡλικία πού βρίσκεστε καί στόν χῶρο πού βρίσκεστε, ἄν θέλετε νά τό δοῦμε λίγο εὐρύτερα τό θέμα: Εἶναι ὁ μαθητής στό σχολειό του. Ἐάν πρέπει ὁ καθηγητής καί ὁ δάσκαλος νά καταρτίζονται διαρκῶς καί νά προσφέρουν σέ σᾶς ἕνα καλό μάθημα… -Νά πῶ μία παρένθεση; Ἂν ὑπάρχει τό φαινόμενο τῆς λεγομένης «καζούρας» πού δέν εἶναι παρά ἡ ἀντίδραση τῆς τάξεως γιά ἕναν καθηγητή ἤ δάσκαλο (προπαντός καθηγητή) πού εἴτε πηγαίνει ἀδιάβαστος πού εἴτε ἡ ὅλη του στάση δέν εἶναι ἐκείνη πού ἔπρεπε νά εἶναι. Ἡ καζούρα εἶναι μία ἀντίδρασις, μία ἀποδοκιμασία. Ὁ καθηγητής ἤ ὁ δάσκαλος ὁ σοφός, ὁ καταρτισμένος;… Στέκονται-κρέμονται ἀπό τά χείλη του οἱ μαθητές… Νά κάνουν καζούρα; Ἀδιανόητο! Ἐνθυμοῦμαι δυό καθηγητές τέτοιους, τρεῖς ἦσαν, ἐγώ εὐτύχησα τούς δύο νά ἔχω, θυμᾶμαι ὁ ἕνας -μακριά ἡ μνήμη καί τῶν τριῶν, μακαρίτες πλέον ἔ;- τά παιδιά δέν ἔβγαιναν στό διάλειμμα ἔξω, τούς συνέπαιρνε τό μάθημα τοῦ καθηγητοῦ (καί οἱ τρεῖς φιλόλογοι). Δέν ἔβγαιναν διάλειμμα! Ἦταν ἐκπληκτικόν! Ἦταν ἐκπληκτικόν! Ἄν ἔτσι στέκεσαι, ὑπάρχει τό φαινόμενον τῆς καζούρας; Μά ποτέ! 

    Ἀλλά καί ὁ μαθητής πρέπει νά ἀνταποκριθεῖ. Ἔχει ἐργοδότη του, ὄχι πιά τόν καθηγητή πού θά τόν ἐξετάσει, ἔχει ἐργοδότη του τόν Χριστόν, γιατί ὁ Χριστός θέλει νά εἶσαι καταρτισμένος ἄνθρωπος, ὄχι ἐλλιπής. Διότι πρέπει νά μάθεις κάποια «γράμματα» κι ἄν δέν τά μάθεις τότε; Τότε πῶς θά ἀποδώσεις; Ἤ νά μάθεις τήν τέχνη σου νά εἶναι σωστή, νά μήν εἶσαι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος σοῦ φέρνουνε ἕνα ἀντικείμενο νά τό διορθώσεις καί δέν εἶσαι σέ θέση νά τό διορθώσεις. Ἄν τώρα ὡς μαθητής εἰς τόν χῶρον τῆς μαθητείας, ὅποιος κι ἄν εἶναι αὐτός, ἐπαγγελματικός χῶρος… χῶρος σχολείου, Γυμνασίου, Λυκείου… Πανεπιστημίου… ὅ,τι εἶναι, δέν εἶσαι σωστός, αὔριο τί θά κάνεις; Ἄν δἐν εἶσαι σωστός σάν φοιτητής στήν Ἰατρική; Αὔριο θά πεθαίνεις τούς ἀνθρώπους. Ἄν δέν εἶσαι σωστός στόν χῶρο τῆς νομικῆς, αὔριο θά βάζεις τούς πελάτες σου στή φυλακή… κ.ο.κ. Γι’ αὐτό θά πρέπει ἔχουμε περισσοτέρα καί περισσοτέρα -φιλοτίμως ἐργαζόμενοι- παιδείαν. Γι’ αὐτό λέγει ὁ 2ος ψαλμός: «Δράξασθε παιδείας, μήποτε ὀργισθῇ Κύριος καὶ ἀπολεῖσθε ἐξ ὁδοῦ δικαίας». «Δράξασθε», ἀπό τό «δράξ», πού θά πεῖ φούχτα. «Φουχτιάξατε, ἁρπάξατε», λέει, «τήν παιδεία, μήν καμιά φορά ὀργιστεῖ ὁ Κύριος, καί χαθεῖτε». Θά δράξουμε, λοιπόν, τῆς παιδείας, θά τήν ἁρπάξουμε, διότι τήν ἔχουμε ἀνάγκη, διότι ἀφεντικό μας εἶναι Αὐτός ὁ Χριστός.

     Καί ἡ θεολογική τοποθέτησις τοῦ ὅλου θέματος ποιά εἶναι; Τήν εἴπαμε ἤδη: «Καὶ ἐὰν δουλεύσῃς τῷ Θεῷ -λέει ὁ Τωβίτ στόν Τωβία- ἀποδοθήσεταί σοι», θά σοῦ ἀποδοθεῖ. Τό συμπέρασμα, λοιπόν, τοῦ ὅλου θέματος εἶναι ὅτι δέν πρέπει νά ἀδικεῖται οὔτε ὁ ἐργαζόμενος, οὔτε ὁ ἐργοδότης. Καί πίσω ἀπό αὐτόν τόν ὁρατόν ἐργοδότην ἤ τόν καθηγητή ἤ τόν δάσκαλο, εἶναι ὁ μεγάλος Ἐργοδότης μας, εἶναι ὁ Χριστός. Καί ὁ κακός ἐργοδότης καί ὁ κακός ἐργάτης οὐσιαστικά ἀδικοῦν τόν ἑαυτό τους, «κομιοῦνται ὅ ἠδίκησαν», θά πάρουν ἐκεῖνο τό ὁποῖο ἔχουν ἀδικήσει, δηλαδή δέν θά πληρωθοῦν, θά πάρουν τιμωρία. Ὁ Χριστός καί ὁ φόβος τοῦ Χριστοῦ θά εἶναι τά κριτήριά μας καί τά κινητήριά μας στίς σχέσεις ἀνάμεσα στόν ἐργοδότη καί στόν ἐργαζόμενο.


29η ομιλία στην κατηγορία "Ἡ Πνευματική Διαθήκη τοῦ Τωβίτ".

►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
" Ἡ Πνευματική Διαθήκη τοῦ Τωβίτ. " εδώ ⬇️
https://arnion.gr/index.php/palaia-diauhkh/h-pnevmatikh-diauhkh-toy-tvbit
↕️
https://aspalathos21.blogspot.com/2024/12/blog-post_7.html?m=1

Ἀπομαγνητοφώνηση, ψηφιοποίηση: Ἠλίας Τσακνάκης.

Επιμέλεια κειμένου : Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος.

🔸Λίστα ομιλιών της σειράς
«Ἡ Πνευματική Διαθήκη τοῦ Τωβίτ».🔻
https://drive.google.com/file/d/1RZ1sYHVgLqBWiFNCBGi90Z__kjEnhr2H/view?usp=drivesdk

💠Πλήρης απομαγνητοφωνημένες σειρές ομιλιών (Βιβλία).
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/search/label/%F0%9F%92%A0%CE%A0%CE%BB%CE%AE%CF%81%CE%B7%CF%82%20%CE%B1%CF%80%CE%BF%CE%BC%CE%B1%CE%B3%CE%BD%CE%B7%CF%84%CE%BF%CF%86%CF%89%CE%BD%CE%B7%CE%BC%CE%AD%CE%BD%CE%B5%CF%82%20%CF%83%CE%B5%CE%B9%CF%81%CE%AD%CF%82%20%CE%BF%CE%BC%CE%B9%CE%BB%CE%B9%CF%8E%CE%BD%20%28%CE%92%CE%B9%CE%B2%CE%BB%CE%AF%CE%B1%29.?m=1

🔸Επεξηγηματικό βίντεο Ασπάλαθου.
https://youtu.be/8tNfAHRkTCk

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

Όλες οι ομιλίες ~4.487~ του μακαριστού πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://aspalathos21.blogspot.com/2024/12/4487.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=0

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️
https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__
https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.

«Ἐργοδόται καί ἐργαζόμενοι» (α΄).

†. Πάντοτε εὐρισκόμενοι εἰς τήν θαυμασίαν πνευματική διαθήκη τοῦ Τωβίτ πρός τόν Τωβία, βρίσκουμε ἀκόμη μία συμβουλή μεταξύ τῶν ἄλλων(καί φυσικά ἀκολουθοῦν καί ἄλλες), πού ἔχει διαστάσεις κοινωνικές αὐτή ἡ συμβουλή του, ὅπως θά δοῦμε. Εἶναι οἱ καλές σχέσεις καί οἱ δίκαιες ἔναντι τῶν ἐργαζομένων.

     Δηλαδή, «Παιδί μου», τοῦ λέγει, καί συγκεκριμένα: «Μισθὸς παντὸς ἀνθρώπου, ὃς ἐὰν ἐργάσηται παρὰ σοί, μὴ αὐλισθήτω, ἀλλ᾿ ἀπόδος αὐτῷ παραυτίκα, καὶ ἐὰν δουλεύσῃς τῷ Θεῷ, ἀποδοθήσεταί σοι». Δηλαδή: «Ὃταν ἄνθρωπος σοῦ δουλέψει, μήν τοῦ κατακρατήσεις τήν δούλεψή του, ἀλλά σύντομα νά τόν πληρώσεις, ἐάν καί σύ δουλέψεις στό ἔργο τοῦ Θεοῦ, μισθός θά σοῦ ἀποδοθεῖ». Ἴσως ἐκ πρώτης ὄψεως, νά πεῖτε ὅτι τό θέμα αὐτό δέν μᾶς ἐνδιαφέρει, γιά μᾶς, εἴμαστε νέα παιδιά… δέν μᾶς ἐνδιαφέρει. Δηλαδή οἱ σχέσεις ἀνάμεσα σ’ ἐκεῖνον πού ἐργάζεται (δηλαδή στόν ἐργαζόμενο) καί στόν ἐργοδότη. Δέν μᾶς ἐνδιαφέρει τό θέμα αὐτό. Κι ὅμως, πρέπει νά μαθαίνουμε καί νά ἀσκούμεθα εἰς τήν λεγομένην κοινωνικήν δικαιοσύνην. Δέν εἶναι μικρό θέμα, τό αἴσθημα τῆς κοινωνικῆς δικαιοσύνης πρέπει ἐγκαίρως νά ἀναπτύσσεται εἰς τήν ψυχήν τοῦ νέου ἀνθρώπου. Πότε θά τό μάθει αὐτό; Ἐγώ θά ἔλεγα ἀπό τά νηπιακά του χρόνια πρέπει νά ὑπάρχει αὐτή ἡ ἀνάπτυξις, ἡ καλλιέργεια τοῦ κοινωνικοῦ αἰσθήματος καί τῆς κοινωνικῆς δικαιοσύνης. Πῶς θ’ ἀρχίσει; Νά. Μέ τό δίκαιο μοίρασμα τοῦ ψωμιοῦ του, μέ τοῦ γλυκοῦ του, τοῦ παιχνιδιοῦ του, μέ τόν φίλο του, μέ τόν ἀδελφό του, ὅταν ξέρει νά τά μοιράζεται αὐτά δίκαια. Ἐκεῖ ἀρχίζει νά ἀναπτύσσεται αὐτό τό αἴσθημα τῆς κοινωνικῆς δικαιοσύνης. Σᾶς εἶπα εἶναι ἕνα τεράστιο θέμα σέ ἔκταση καί σέ βάθος, ὅπως θά τό δεῖτε, καί δέν θά τελειώσουμε σήμερα, παρότι ἔλεγα νά σᾶς ἔλεγα δυό λόγια μόνο, ὅμως εἶδα ὅτι πρέπει νά μάθετε περισσότερα πράγματα. 

     Μιά μορφή αὐτῆς τῆς κοινωνικῆς δικαιοσύνης, μέ τεράστιες ἐπιπτώσεις βέβαια, εἶναι οἱ δίκαιες καί ἀγαθές σχέσεις, ἐργοδότου καί ἐργαζομένου. Τό θέμα αὐτό ἐγέννησε τά διάφορα λεγόμενα κοινωνικά συστήματα, ἐγέννησε τίς κοινωνικές ἐπαναστάσεις, καί κάθε μορφή κοινωνικῆς ἀναταραχῆς, ἀπό τήν ἀπεργία μέχρι τίς αἱματηρές συγκρούσεις. Βλέπετε εἶναι τεράστιο θέμα, εἶναι πάρα πολύ μεγάλο. Στή διαδρομή τῆς Ἱστορίας, ἐνεφανίσθη (γιά τήν ἐπίλυση αὐτῶν τῶν σχέσεων) ἡ δουλεία, ἡ φεουδαρχία, ὁ καπιταλισμός, ὁ σοσιαλισμός, ὁ κομμουνισμός, μέ τήν ὑπόσχεση καί τήν ἐλπίδα (καθένα ἀπό τά συστήματα αὐτά) ὅτι θά ἔλυε κατά τόν δικαιότερο καί σωστότερο τρόπο τίς σχέσεις ἐργαζομένων καί ἐργοδοτῶν. Οὐσιαστικά ὅλα αὐτά τά κονωνικά συστήματα ἀπέτυχαν. Μά ὅλα ἀνεξαιρέτως! Καί τό βλέπουμε, ὄχι μόνο διαβάζοντας Ἱστορία, ἀλλά καί στίς ἡμέρες μας. Μπροστά στά ἔκπληκτα μάτια μας βλέπουμε νά σωριάζονται κοινωνικά συστήματα πού εἶχαν δώσει τήν ὑπόσχεση, γιά τήν βελτίωση αὐτῶν τῶν σχέσεων καί γιά μιά καλύτερη ζωή κοινωνική. Αὐτά τά συστήματα, σᾶς εἶπα, εἴχανε μία κοινή ἀδυναμία. Δέν εἶχαν τήν ἀναφορά τους στόν Θεό σάν τό ὕψιστον κριτήριον. Ὅλα αὐτά ζητοῦσαν τήν λύση τοῦ κοινωνικοῦ προβλήματος -σχέσεων ἐργοδότου καί ἐργαζομένου πάντοτε- χωρίς Θεό. Ἦταν ἄθεα συστήματα. Ἀπό τόν κομμουνισμό καί τόν σοσιαλισμό -γιά νά μιλήσω μόνο γιά τά σύγχρονα- μέχρι τόν καπιταλισμό (καπιταλισμός εἶναι ἡ κεφαλαιοκρατία). Ὅλα αὐτά ἔχουνε κοινήν ἀναφοράν: τήν ἀθεΐα. Συνεπῶς δέν ἔχουν κριτήριό τους τόν Θεό. Κι ὅταν δέν ἔχεις κριτήριό σου τόν Θεό -ὅπως λέγει ὁ Ντοστογιέβσκι- τότε ὅλα ἐπιτρέπονται. Θά τό ἐπαναλάβω γιατί θέλω νά τό καταλάβουμε· ὅταν δέν ἔχεις κριτήριό σου τόν Θεό, ὅλα ἐπιτρέπονται. Γιατί δέν ἐπιτρέπεται νά ἀδικήσω; Γιατί δέν ἐπιτρέπεται νά ἐπαναστατήσω; Γιατί δέν ἐπιτρέπεται τοῦτο ἤ ἐκεῖνο… ἤ ἐκεῖνο; Μέχρι ἀκόμα νά δολοφονήσω… νά… κ.λπ. ἀφοῦ δέν ὑπάρχει ὁ Θεός; Βλέπετε, λοιπόν, ὅτι ὅλα αὐτά τά συστήματα χωλαίνουν, ἐπειδή, ὅπως σᾶς ἐξήγησα, δέν ἔχουν τήν ἀναφορά τους στόν Θεό. Εἶναι ἄθεα συστήματα.

     Ἡ δικαιοσύνη, παιδιά, γιά τήν ὁποία μιλοῦμε, καί βεβαίως μιλοῦν κι αὐτά τά συστήματα, πηγάζει ἀπό τόν Θεό. Ἄν δέν πηγάσει ἀπό τόν Θεό, τότε ἀπό ποῦ θά πηγάσει αὐτή ἡ δικαιοσύνη; Ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι πηγή τῆς δικαιοσύνης, ἀντιθέτως. Πηγή τῆς δικαιοσύνης εἶναι ὁ Θεός. Ἀπό κεῖ -ἡ δικαιοσύνη πού πηγάζει ἀπό τόν Θεό- ἐγκαθίσταται εἰς τόν ἄνθρωπο καί ἐκεῖνος πιά κανονίζει τίς σχέσεις του μέ τούς ἄλλους, διότι ἀνά πᾶσα στιγμή, σᾶς εἶπα, κριτήριό του ἔχει τόν Θεό καί τήν δικαιοσύνη του. Ἔτσι ἐπειδή δυστυχῶς τά πράγματα δέν γίνονται ὅπως σᾶς τά λέγω, γι’ αὐτό μοιάζει ὁ Θεός νά ματαιοπονεῖ, φωνάζοντας μές στοὐς αἰῶνες, σ’ αὐτό τό πρόσωπο τῆς γῆς, ὅταν λέγει, διά τοῦ Ἡσαΐου τοῦ προφήτου: «Δικαιοσύνην μάθετε οἱ ἐνοικοῦντες ἐπί τῆς γῆς» (Ἡσ. 26,9). «Σεῖς πού κατοικεῖτε τό πρόσωπο τῆς γῆς, μάθετε τήν δικαιοσύνη». Οἱ ἄνθρωποι, ὅμως, δέν ἐννοοῦν, δέν θέλουν, ἐπ’ οὐδενί νά μάθουν αὐτό τό μάθημα τῆς δικαιοσύνης.

     Ἀλλά ἄς ἔρθουμε στό συγκεκριμένο μας θέμα, σχέσεων ἐργοδότου καί ἐργαζομένου. Λέγει στήν Παλαιά Διαθήκη ὁ Θεός τό ἐξῆς (Λευϊ. 19, 13): «Οὐκ ἀδικήσεις τὸν πλησίον καὶ οὐχ ἁρπάσεις καὶ οὐ μὴ κοιμηθήσεται ὁ μισθὸς τοῦ μισθωτοῦ σου παρὰ σοὶ ἕως πρωΐ». Δηλαδή: «Δέν θά ἀδικήσεις τόν πλησίον σου, δέν θά ἁρπάξεις ὅ,τι τοῦ ἀνήκει, καί ὁ μισθός τοῦ μισθωτοῦ σου (ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος δούλεψε σέ σένα) δέν θά κοιμηθεῖ μαζί σου (εἶναι ἔκφρασις ὡραιοτάτη) ἕως τό πρωΐ». Δηλαδή θά πληρώσεις ἀποβραδίς, δέν θά τοῦ πεῖς: «Αὔριο θά σέ πληρώσω». Ἐδῶ παρατηροῦμε τά ἐξῆς σημεῖα. Ὅταν λέγει: «Δέν θά ἀδικήσεις τόν πλησίον» ἀναφέρεται σέ ἕναν μικρόν μισθόν. Δηλαδή νά τοῦ δώσεις λιγότερα χρήματα, καί πολλές φορές… τί πολλές φορές! Σ’ ὅλη τήν ὑφήλιο αὐτήν τήν στιγμή, ἄν θέλετε, ὑπάρχει ἡ λεγομένη ἀγορά τῆς ἐργασίας. Πῶς ἀνεβοκατεβαίνουν οἱ τιμές τῶν ἀξιῶν… Πόσο πάει ἡ λίρα… τό μᾶρκο… τό δολάριο… αὐτά ἀνεβοκατεβαίνουν, πέφτουν-ἀνεβαίνουν. Βάσει αὐτῶν κινοῦνται βεβαίως καί τά ἀγαθά. Ὅλα τά ἀγαθά πού ἔχουμε, μέ τά ὁποῖα ζεῖ ὁ ἄνθρωπος. Τό δυστύχημα: Ἀκολουθεῖται ἡ αὐτή πορεία καί στό θέμα τῆς ἐργασίας! Ἔτσι ἔχει μπεῖ εἰς τό χρηματιστήριον καί τό θέμα τῆς ἐργασίας. Ἀνεβαίνει ἤ κατεβαίνει ὁ μισθός, ἀνάλογα μέ τήν ζήτηση καί προσφορά. Ἐάν ἡ προσφορά εἶναι πολλή, φέρ’ εἰπεῖν οἱ οἰκοδόμοι εἶναι πολλοί καί δέν ἔχουν ἐργασία, πέφτει τό μεροκάματο. Ἐάν ἡ ζήτησις εἶναι μεγάλη καί ὄχι ἡ προσφορά, ἀνεβαίνει τό μεροκάματο (γιά νά σᾶς τά λέγω ἔτσι πιό ἁπλᾶ). Καί δυστυχῶς ὑπάρχουν χῶρες τῆς γῆς πού ὁ μισθός, στίς περιπτώσεις πού ὑπάρχει ἡ προσφορά (καί ὄχι τόσο ἡ ζήτησις) ὁ μισθός νά μήν εἶναι παρά μισθός λιμοκτονίας! Λέγεται -εἶναι ἕνας ὅρος οἰκονομολογικός- “starvation limit”, «ὅριον λιμοκτονίας»: «Θά σέ πληρώσω τόσο, ὅσο νά μήν πεθάνεις, γιατί σέ χρειάζομαι. Τόσα, λοιπόν, θά σοῦ δώσω, νά φᾶς, νά ζήσεις, νά μοῦ δουλεύεις, ἀλλά τίποτα περισσότερο». Δηλαδή νά μήν κάνεις μιά προκοπή ἐσύ, νά μήν ἀναπτυχθεῖς, νά μή θέλεις μιά καλύτερη εὐτυχέστερη ζωή. Ἔτσι, λοιπόν, ὅταν λέει: «Οὐκ ἀδικήσεις τόν πλησίον», ὑπαινίσσεται ὅλα αὐτά τά ὁποῖα μέ συγχρόνους ὃρους, σᾶς ἀνέφερα, τό ὅριον τῆς λιμοκτονίας, ὁ μικρός μισθός… κ.λπ. Αὐτά βεβαίως ἀποτελοῦν ἀδικία. Κατόπιν λέγει… Τί λέγει; «Οὐ μὴ κοιμηθήσεται ὁ μισθὸς τοῦ μισθωτοῦ σου παρὰ σοὶ ἕως πρωΐ», θά πεῖ: «Δέν θά κατακρατήσεις ἐκεῖνο πού ἀνήκει στόν ἄλλον ὡς μισθός, διότι αὐτό θεωρεῖται ἁρπαγή. Τοῦ ἀνήκει, δῶσε το». Ξέρετε πόσοι ἄνθρωποι εἶναι κακοπληρωτές; Δέν πληρώνουνε, τό ‘χουν ἔτσι σύστημα, ὄχι ὅτι δέν ἔχουν νά πληρώσουν, ἀλλά τό ‘χουν σύστημα νά εἶναι γκρινιάρηδες στήν πληρωμή, νά μή θέλουν νά πληρώσουν… καί «Ἒλα αὔριο…» καί «Ἒλα μεθαύριο…» κι ἄλλα πολλά. Τήν ἐποχή δέ ἐκείνη πού ἦταν οἱ ἐργαζόμενοι ὄχι προστατευόμενοι φυσικά ἀπό νόμους… ἄν λογαριάσετε ὅτι αὐτές οἱ ἐντολές σέ μιά ἐποχή 1.500 χρόνια π.Χ. πού δόθηκαν ἦταν… τί νά σᾶς πῶ… ἦταν φαινόμενο γιά τήν ἐποχή ἐκείνη. Ὑπῆρχε ἐργατικόν δίκαιον; Αὐτά εἶναι μοντέρνα πράγματα, εἶναι καινούρια, εἶναι ἐποχικά πράγματα, δέν ὐπῆρχαν τέτοιες νομοθεσίες. Κι ὅμως βλέπουμε νά νομοθετεῖ ἐδῶ ὁ Θεός καί νά ὁμιλεῖ πῶς πρέπει νά σταθεῖς ἀπέναντι σέ κεῖνον πού σοῦ ἐργάζεται. Καί ἐπειδή ἦταν πτωχοί αὐτοί πού ἠργάζοντο, ἔπρεπε νά πᾶν νά πληρώσουν τόν μπακάλη τους καί τόν μανάβη τους… νά πῶ ἔτσι σύγχρονα. Πῶς θά πάει αὐτός ν’ ἀγοράσει τρόφιμα γιά νά πάει στό σπίτι του, νά ζήσει. 

     Μάλιστα ἐδῶ κάνω μία μικρή παρένθεση, δέν ἀναφέρεται στό θέμα μας, ἀλλά εἶναι σημαντικό. Τό θέμα τοῦ ἐνεχυριασμοῦ, τοῦ ἐνεχύρου. Δηλαδή ἄν θά δώσεις κάτι, χρήματα, καί σοῦ δώσει ὁ ἄλλος ἕνα ἐνέχυρον. Τί μπορεῖ νά σοῦ δώσει ὡς ἐνέχυρον; Λέμε σήμερα: «Πᾶρε τό ρολόϊ μου, πᾶρε τό δαχτυλίδι μου, δός μου τόσα χρήματα… θά σοῦ τά φέρω». Φυσικά ὑποτίθεται πώς τά χρήματα εἶναι λιγότερα ἀπό τήν ἀξία τῶν ἀντικειμένων πού βάζουμε σέ ἐνεχυριανισμό. Ὁπότε τί γίνεται; Ἐάν μέν εἶναι ρολόϊ καί δαχτυλίδι, δέν χάλασε ὁ κόσμος, ἄν ὅμως εἶναι τό παλτό μου; Καί ξέρετε ὅτι στήν ἀρχαία ἐποχή τό παλτό, ἡ κάπα -τό «ἱμάτιον»- εἶναι τό ἀπ’ ἔξω (ὁ χιτών εἶναι τό ἀπό μέσα). Αὐτό ταυτόχρονα ἦταν καί κουβέρτα. Οἱ φτωχοί ἄνθρωποι μ’ ἐκεῖνα πού φοροῦσαν τήν ἡμέρα, μ’ αὐτά τά ροῦχα σκεπαζόντουσαν τό βράδυ… καί λέγει ἐκεῖ φιλανθρωπότατα ἡ Ἁγία Γραφή: «Ἐάν σοῦ δώσει τό παλτό του ὁ φτωχός ὡς ἐνέχυρον, ἔστω κι ἄν δέν ἔχει νά σοῦ δώσει τά χρήματα πίσω πού δανείστηκε, τό βράδυ θά τοῦ δώσεις τό παλτό του πίσω (τό ἱμάτιό του) γιατί πῶς θά κοιμηθεῖ;». Εἴδατε; Εἶναι, ἔτσι πολύ χαρακτηριστικό. Αὐτό σάν παρένθεση σᾶς τό εἶπα. 

     Ἀκόμη παρατηροῦμε σ’ αὐτό πού λέγει ἐδῶ ὁ Θεός, ὅτι κατακράτηση δέν πρέπει νά γίνει οὔτε γιά μία νύχτα. Διότι ἦταν τόσο λίγα τά χρήματα, πού ὁ ἄλλος δέν εἶχε περιουσία, πού ἤτανε μεροδούλι-μεροφάϊ, νά μιλήσω ἔτσι πολύ ἁπλᾶ. Εἶναι αὐτό πού λέγει ὁ Τωβίτ εἰς τόν Τωβία τό παιδί του: «Παιδί μου, θά δώσεις τόν μισθόν τοῦ ἐργαζομένου σέ σένα, παραυτίκα», δηλαδή «ἀμέσως». «Πόσο κάνει;». «Τόσο». «Πᾶρτο». Θά τόν πληρώσεις. Πολύ ὡραῖο πρᾶγμα αὐτό. Δέν ἔχεις νά πληρώσεις; Μήν κάνεις δουλειές. Ἔχεις νά πληρώσεις, θά κάνεις δουλειές. Ὁμοίως στό Δευτερονόμιο (24, 14-15) βρίσκουμε τό ἴδιο θέμα ἴσως μέ κάποια σημεῖα ἀκόμα πρόσθετα. Λέει: «Οὐκ ἀπαδικήσεις μισθὸν πένητος καὶ ἐνδεοῦς» -δηλαδή: «Δέν θά κατακρατήσεις τόν μισθόν τοῦ φτωχοῦ καί τοῦ ἔχοντος ἀνάγκη»- αὐθημερὸν ἀποδώσεις τὸν μισθὸν αὐτοῦ, οὐκ ἐπιδύσεται ὁ ἥλιος ἐπ᾿ αὐτῷ - δηλαδή «δέν θά βασιλέψει ὁ ἥλιος καί νά τοῦ κρατᾶς ἀκόμη τόν μισθό του»- ὅτι πένης ἐστὶ καὶ ἐν αὐτῷ ἔχει τὴν ἐλπίδα (: γιατί εἶναι φτωχός καί ἡ ἐλπίδα του εἶναι ἀκριβῶς αὐτό πού δούλεψε, τά χρήματα πού θά πάρει)· καὶ καταβοήσεται κατὰ σοῦ πρὸς Κύριον, καὶ ἔσται ἐν σοὶ ἁμαρτία (:Και τότε θά ἀγανακτήσει, θά βοήξει πρός τόν Κύριον καί γιά σένα μετά θά εἶναι ἁμαρτία)». Νά δοῦμε ἐδῶ κάποια σημεῖα πρόσθετα. Ὅταν λέει «Οὐκ ἀπαδικήσεις μισθὸν», δηλαδή «Δέν θά ἐλαττώσεις τόν μισθόν, ἀλλά θά δώσεις ἐκεῖνο πού τοῦ ἀνήκει». Ξέρετε παρότι συμφωνοῦν οἱ ἄνθρωποι, στήν πληρωμή σοῦ δίνει λιγότερα. Ἤ ἀκόμη, στό ξεκίνημα, ἅμα θά τοῦ πεῖς «Πόσα θά μοῦ δώσεις;», νά σοῦ πεῖ «Ἒ, δέν θά τά χαλάσουμε» -συνηθισμένη φράσις αὐτή- κι ὅταν θά ἔρθει ἡ ὥρα τῆς πληρωμῆς, ἔ, τότε τά χαλᾶμε. Γιατί ἁπλούστατα σέ ξεγελάει ὁ ἄλλος μέ τό «Δέν θά τά χαλάσουμε». 

     Ἀκόμη, ὅπως βλέπετε, «Θά πληρώσεις», λέγει, «αὐθημερόν» - ἤδη τό εἴπαμε καί προηγουμένως- «γιατί εἶναι φτωχός καί ἡ ἐλπίδα του εἶναι τά χρήματα ἐκεῖνα τά ὁποῖα θά πάρει». Ἕνα τρίτο σημεῖο (πού δέν τό ἔχει ἡ προηγουμένη ἐντολή), εἶναι ὁ κίνδυνος νά «καταβοήσει κατά σοῦ». Δηλαδή, νά σηκώσει τά μάτια του εἰς τόν οὐρανόν καί νά πεῖ: «Θεέ μου!». Αὐτό θά πεῖ «καταβοεῖ». «Ἐναντίον σου θά καταβοήσει, πρός τόν Θεόν». Θά ἀγανακτήσει, καί τότε, λέγει ἡ ἐντολή ὅτι θά σοῦ λογαριαστεῖ αὐτό σάν ἁμαρτία. Κι αὐτή ἡ ἁμαρτία περιγράφεται ἀπό τόν Ἅγιον Ἰάκωβον τόν Ἀδελφόθεον (5,4) ὡς ἐξῆς -στρέφεται πρός τούς ἁμαρτωλούς πλουσίους, οἱ ὁποῖοι ἔτσι ἐσκέπτοντο, ἀδικοῦσαν- καί τούς λέγει: «Ἰδοὺ ὁ μισθὸς τῶν ἐργατῶν τῶν ἀμησάντων τὰς χώρας ὑμῶν (:Νά ὁ μισθός τῶν ἐργατῶν πού θέρισαν τά χωράφια σας) ὁ ἀπεστερημένος ἀφ' ὑμῶν κράζει -ἐδῶ προσωποποιεῖ τόν μισθόν καί λέγει: «Αὐτός ὁ μισθός πού ἀποστερήθηκε-κρατήθηκε, καί συνεπῶς ἀδικήσατε ἐσεῖς τούς ἐργάτες σας, αὐτός ὁ μισθός ὁ ἀποστερημένος φωνάζει, κράζει»- καὶ αἱ βοαὶ τῶν θερισάντων εἰς τὰ ὦτα Κυρίου Σαβαὼθ εἰσεληλύθασιν (:καί οἱ βοές ἐκείνων πού σᾶς θέρισαν τά χωράφια, ἔφτασαν μέχρι τ’ αὐτιά τοῦ Κυρίου)». Ὅπως ἀντιλαμβάνεστε, αὐτή εἶναι μιά πραγματικά μεγάλη ἁμαρτία, τό νά κατακρατεῖ κανείς καί νά φθάνει ὁ ἄλλος νά ἀγανακτεῖ, καί νά σοῦ λέει: «Αὐτός πλουτίζει καί ἐμένα μ’ ἔχει καί πεινῶ». 

     Τί εἶναι ἐκεῖνο, ὅμως, πού δημιουργεῖ αὐτή τήν ἀδικία, τήν κακοπληρωμή ἤ τήν μή πληρωμή ἀκόμη, τήν περικοπή ἀπό τό ἡμεροσμίσθιο, τί μπορεῖ νά εἶναι; Παιδιά, εἶναι ἡ πλεονεξία. Εἶναι ἐκεῖνο πού νομίζουν μερικοί ὅτι μέ εὔκολο καί γρήγορο τρόπο μποροῦν νά πλουτίσουν. Νά πληρώνουν λίγα, νά κάνουν τίς δουλειές τους καί ἔτσι αὐτοί νά πλουτίσουν γρήγορα. Βέβαια, ἀπό τούς ἀνθρώπους πού ἔτσι τοποθετοῦν τά πράγματα καί τά νομίζουν, ἀπουσιάζει ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ. Καί τότε ξεκινοῦν -ξεσπάει βεβαίως ἡ ὀργή τοῦ λαοῦ- οἱ ποικίλες κοινωνικές ἀναστατώσεις -νά μή τίς πῶ ἀνακατατάξεις, τίς λέω ἀναστατώσεις- γιατί ἁπλούστατα φτάνουν ἀκόμη μέχρι τήν ἐπανάσταση καί τό αἷμα. Τότε ἡ ἐπανάσταση ἡ ρωσική -κι ὅπου ἀλλοῦ ἔχει γίνει ἐπανάσταση- ἦταν ἡ ὀργή τοῦ λαοῦ. Δυστυχῶς ὅμως αὐτή ἡ δικαίωσις τοῦ λαοῦ δέν ἔγινε μέ κριτήριο τόν Θεό. Τώρα, ἐδῶ, εἶναι ἕνα μεγάλο θέμα… τί νά τό πῶ… πῶς νά τό πῶ, τό θέμα εἶναι ὅτι πολλές φορές ἐπιστρατεύεται καί ἡ Ἐκκλησία -πολλές φορές! Εἶχα μιά μεγάλη ἀπορία γύρω ἀπό τό θέμα αὐτό, γιατί ἐστράφησαν ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας; Γιά δύο λόγους. Ὁ ἕνας λόγος εἶναι ὅτι στήν ἀδικία μετεῖχε καί ἡ Ἐκκλησία! Παράξενο ἔ! Οἱ ἄνθρωποι πού ὑποτίθεται ὅτι ἔκαναν τόν σταυρό τους. Καί τό δεύτερον -τό καί σημαντικότερον, διότι ἄν τό πρῶτο δέν ὑπῆρχε, τό δεύτερο θά ἐξετίθετο. Ποιό εἶναι τό δεύτερο; Ὃτι γιά νά κάνεις μιά ἐπανάσταση, πρέπει νά μήν πιστεύεις στόν Θεό. Ἡ ἀθεΐα. Ἔτσι λοιπόν, δέν μποροῦσαν νά ἔχουν ἀγαθές σχέσεις μέ τήν Ἐκκλησία, μέ τόν Θεό. «Γιατί», θά ‘λεγε κανείς, «καλά, ἐγώ εἶμαι φτωχός ἄνθρωπος, πιστεύω στον Θεό, γιατί μέ διώκεις;». Διότι ἐδιώχθησαν καί ἐφονεύθησαν ἄνθρωποι φτωχοί! Ἀλλά ἦσαν πιστοί. Τί σχέση ἔχει τότε ἡ κοινωνική ἐπανάσταση μέ τόν διωγμό φτωχῶν ἀνθρώπων; Εἶναι αὐτό πού σᾶς εἶπα. Ἡ ἐπανάσταση -τό λέει κι αὐτό ὁ Ντοστογιέβσκι- ἔχει ἀνάγκη τῆς ἀθεΐας, ἀλλιώτικα δέν μπορεῖ νά εὐοδωθεῖ. Γι’ αὐτό βλέπετε ὅλα αὐτά τά πράγματα πέφτουν, γιατί δέν ἔχουν ἐρείσματα, καί μάλιστα γίνονται συστήματα φοβερά ἀπάνθρωπα. Γι’ αὐτό τυραννίστηκαν οἱ ἄνθρωποι ὅπου ἔγιναν αὐτές οἱ ἐπαναστάσεις, γιατί δέν ὑπῆρχε ὁ Θεός, ὁ Θεός σάν κριτήριο συμπεριφορᾶς. 

     Ἀλλά ἡ Καινή Διαθήκη τί παραγγέλλει; Παραγγέλλει στούς ἐργοδότες τό ἐξῆς· προσέξατέ τα, εἶναι γραμμένα στήν «πρός Ἐφεσίους» ἐπιστολή καί στήν «πρός Κολασσαεῖς» ἐπιστολή. Λέει τά ἐξῆς: «Καὶ οἱ κύριοι τὰ αὐτὰ ποιεῖτε πρὸς αὐτούς, ἀνιέντες τὴν ἀπειλήν (:Οἱ κύριοι, τ’ ἀφεντικά, οἱ ἐργοδότες, αὐτά νά κάνετε εἰς ἐκείνους οἱ ὁποῖοι σᾶς ἐργάζονται)». Ἀκοῦστε ἕνα σημεῖον: «ἀνιέντες τήν ἀπειλήν». «Ν’ ἀφήσετε την ἀπειλή». Γιατί; Ὑπάρχει ἡ ἀπειλή. Ἀπό τόν καιρό τῆς δουλείας, μέχρι σήμερα, ὑπάρχει ἡ ἀπειλή. «Θά σέ ἀπολύσω!». «Θά τοῦτο… Θά ἐκεῖνο…»… Ἡ ἀπειλή. Καί ὅταν δέν ὑπῆρχαν καί οἱ νόμοι πού καθόριζαν -δέν ὑπῆρχαν!- τό δίκαιο τῶν ἐργαζομένων καταλαβαίνετε σέ ποιόν βαθμό μποροῦσε νά φτάσει αὐτή ἡ ἀπειλή; Καί λέγει ὁ Ἀπόστολος: «Εἰδότες ὅτι καὶ ὑμῶν αὐτῶν ὁ Κύριός ἐστιν ἐν οὐρανοῖς (:Νά γνωρίζετε ὅτι καί ἐσεῖς ἔχετε ἀφεντικό. Δέν εἴσαστε ἀφεντικά πρώτου βαθμοῦ. Ἔχετε βεβαίως ὑφισταμένους ἀλλά ἔχετε ἀφεντικό τόν Θεό, μήν τό ξεχνᾶτε αὐτό), καὶ προσωποληψία οὐκ ἔστι παρ' αὐτῷ (:καί στόν Θεό προσωποληψία δέν ὑπάρχει. Ἄν φανεῖτε ἄδικοι ὁ Θεός θά σᾶς τιμωρήσει)». Ἀκόμη, ἀκοῦστε, τί εἶναι ὁ Χριστιανισμός. Ἄν μπορούσαμε νά προσέξουμε τό Εὐαγγέλιο πόσα πράγματα θά βγάζαμε! Ἀλλά δέν τό προσέχουμε, δέν τό θέλουμε, τό παραμερίζουμε. Ἄν μέ ρωτήσετε: «Γιατί τό παραμερίζουμε;». «Δέν μᾶς ἀρέσει αὐτό πού εἶπε ὁ Χριστός, ὅτι ὑπάρχει ἀνάστασις νεκρῶν καί αἰωνία κόλασις καί αἰωνία ζωή». Δέν μᾶς ἀρέσει αὐτό· τά πάμε αὐτά τά πράγματα στήν ἄκρη, καί ἔτσι ἀπορρίπτουμε τό Εὐαγγέλιο. Τί λέγει ἐδῶ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος -2.000 χρόνια πίσω!- «Οἱ κύριοι τὸ δίκαιον καὶ τὴν ἰσότητα τοῖς δούλοις παρέχεσθε, εἰδότες ὅτι καὶ ὑμεῖς ἔχετε Κύριον ἐν οὐρανοῖς.» (Κολ. 4, 1-3) Εἶναι γραμμένα αὐτά σέ δυό ἐπιστολές, γι’ αὐτό ἐπαναλαμβάνει ὅτι ἔχετε Κύριον καί σεῖς είς τόν οὐρανό. Βέβαια τότε τό σχῆμα «ὑπάλληλος» δέν ὑπῆρχε. Ὑπῆρχε τό σχῆμα «δοῦλος». Συνεπῶς ἔπρεπε νά μιλήσει μέ βάση τό σχῆμα πού ὑπῆρχε. «Γι’ αὐτό», λέγει, «ἐσεῖς οἱ κύριοι τ’ ἀφεντικά στούς δούλους σας -μή σᾶς παραξενεύει αὐτό πού λέει «στούς δούλους σας -σᾶς εἶπα ἦταν τό σχῆμα τῆς ἐποχῆς- νά ἀποδώσετε τό δίκαιον καί τήν ἰσότητα». Πότε ἀκούστηκε ποτέ γιά ἐργαζομένους ἡ ἀπόδοσις δικαίου καί ἰσότητος; Δέν νομίζετε ὅτι πρῶτος ὁ Χριστιανισμός διακηρύσσει αὐτό, τήν δικαιοσύνη καί τήν ἰσότητα πού πρέπει νά ἀπονέμεται; Καί μάλιστα σέ δούλους! Πολύ δέ περισσότερο, ἐάν αὐτοί πού ἠργάζοντο, ἔμεναν στό σχῆμα ὑπάλληλος πού ἔχουμε σήμερα; Πού ὁ ὑπάλληλος, βεβαίως, δέν εἶναι δοῦλος. Ἔτσι, ὅπως βλέπετε, ἐδῶ ἔχουμε σπουδαῖα πράγματα, καί τό σπουδαῖον εἶναι ἡ θεολογία τοῦ θέματος, ἐκεῖνο τό -ἤδη σᾶς τό ‘πα- «εἰδότες ὅτι καὶ ὑμεῖς ἔχετε Κύριον ἐν οὐρανοῖς (:γνωρίζοντες ὅτι καί ἐσεῖς ἔχετε Κύριον εἰς τούς οὐρανούς)»

     Αὐτά ὅμως πού εἴπαμε σήμερα ἀφοροῦν τίς σχέσεις ἐργοδοτῶν πρός ἐργαζομένους. Μένει ἀκόμα μία σχέσις: Ἐργαζομένων πρός ἐργοδότες. Ἀλλά γιά τό θέμα αὐτό ἐργαζομένων πρός ἐργοδότες, πού εἶναι θέμα ὅπως θά τό δεῖτε, ἐξαιρετικά σπουδαῖο, ἐξαιρετικά λεπτό, ὑπάγεσθε καί ἐσεῖς. Μά θά μοῦ πεῖτε: «Ἐμεῖς; Ἐμεῖς εἴμεθα μαθητές, εἴμεθα φοιτητές…» ὑπάγεσθε καί ἐσεῖς μέσα ἐκεῖ! Θά τό δοῦμε αὐτό γιατί καί πῶς. Θά τό ποῦμε, πρῶτα ὁ Θεός, τήν ἐρχομένη φορά.


28η ομιλία στην κατηγορία "Ἡ Πνευματική Διαθήκη τοῦ Τωβίτ".

►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
" Ἡ Πνευματική Διαθήκη τοῦ Τωβίτ. " εδώ ⬇️
https://arnion.gr/index.php/palaia-diauhkh/h-pnevmatikh-diauhkh-toy-tvbit
↕️
https://aspalathos21.blogspot.com/2024/12/blog-post_7.html?m=1

Ἀπομαγνητοφώνηση, ψηφιοποίηση: Ἠλίας Τσακνάκης.

Επιμέλεια κειμένου : Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος.

🔸Λίστα ομιλιών της σειράς
«Ἡ Πνευματική Διαθήκη τοῦ Τωβίτ».🔻
https://drive.google.com/file/d/1RZ1sYHVgLqBWiFNCBGi90Z__kjEnhr2H/view?usp=drivesdk

💠Πλήρης απομαγνητοφωνημένες σειρές ομιλιών (Βιβλία).
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/search/label/%F0%9F%92%A0%CE%A0%CE%BB%CE%AE%CF%81%CE%B7%CF%82%20%CE%B1%CF%80%CE%BF%CE%BC%CE%B1%CE%B3%CE%BD%CE%B7%CF%84%CE%BF%CF%86%CF%89%CE%BD%CE%B7%CE%BC%CE%AD%CE%BD%CE%B5%CF%82%20%CF%83%CE%B5%CE%B9%CF%81%CE%AD%CF%82%20%CE%BF%CE%BC%CE%B9%CE%BB%CE%B9%CF%8E%CE%BD%20%28%CE%92%CE%B9%CE%B2%CE%BB%CE%AF%CE%B1%29.?m=1

🔸Επεξηγηματικό βίντεο Ασπάλαθου.
https://youtu.be/8tNfAHRkTCk

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

Όλες οι ομιλίες ~4.487~ του μακαριστού πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://aspalathos21.blogspot.com/2024/12/4487.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=0

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️
https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__
https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.

«Ἡ σπατάλη» (β΄).

†. Ἐνθυμεῖσθε, παιδιά, τήν περασμένη φορά εἴχαμε μιλήσει διά τήν σπατάλην, ὅταν στήν πνευματική του διαθήκη ὁ Τωβίτ, λέγει: «Διότι ἐν τῇ ὑπερηφανίᾳ ἀπώλεια καὶ ἀκαταστασία πολλή, καὶ ἐν τῇ ἀχρειότητι -καί εἴχαμε πεῖ ὅτι «ἀχρειότης» εἶναι ὅτι ξοδεύουμε χωρίς νά τό χρειαζόμαστε. Βέβαια, ἡ λέξις αὐτή ἔχει κι ἄλλη σημασία, κι ἄλλες πολλές- ἐλάττωσις καί ἔνδεια μεγάλη -δηλαδή ἔχουμε ἐλάττωση ἀγαθων καί ἔνδεια (φτώχεια), μεγάλη-· ἡ γὰρ ἀχρειότης μήτηρ ἐστὶ τοῦ λιμοῦ». «Διότι ἡ σπατάλη εἶναι ἡ μάνα τῆς πεῖνας». Αὐτά, παιδιά, μᾶς λέει θεοπνεύστως ὁ Τωβίτ, καί τήν περασμένη φορά ἤδη εἴδαμε μερικά στοιχεῖα γύρω ἀπό τήν σπατάλην. Μέ τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ ἄς ὁλοκληρώσουμε τό θέμα μας. 

     Ἡ σπατάλη ταυτίζεται μέ τήν ἀσωτεία, καί μάλιστα καί γραμματολογικῶς. Μᾶς πληροφοροῦν τά λεξικά ὅτι ἀσωτεία σημαίνει σπατάλη. Μάλιστα ὁ Κλήμης ὁ Ἀλεξανδρεύς ἐτυμολογεῖ καί λέγει (ἄς ποῦμε ὅτι ἐτυμολογεῖ) καί λέγει στόν «Παιδαγωγό» του: «Ἀσώστους αὐτούς κατά ἔκθλιψιν τοῦ σίγμα στοιχείου νενοηκότες». Πρέπει, λέει, νά νοήσουμε τήν ἔκθλιψη τοῦ σίγμα (σ), ὥστε ἀπό τήν λέξη «ἄσωστος» νά περνάω στήν λέξη «ἄσωτος». Ἔτσι, βλέπει κανείς καθαρά ὅτι ὁ ἄσωστος, ποιός εἶναι ὁ ἄσωστος; Αὐτός πού δέν σώζεται, αὐτός πού δέν ἔχει ὁλοκληρία, αὐτός πού δέν σώζεται, δέν εἶναι σῶος, καί συνεπῶς ὁ μή σωζόμενος, δηλαδή ὁ ἄσωτος ἀφοῦ κατ’ ἔκθλιψιν -ὅπως λέγει ἐδῶ ὁ Κλήμης- βγάλαμε τό σίγμα, καί ἔτσι, ἄσωτος σημαίνει πιά αὐτός πού δέν ἔχει ἐλπίδα σωτηρίας. Ποιός εἶναι, λοιπόν, ὁ ἄσωτος ἤ ὁ ἄσωστος; Αὐτός πού δέν ἔχει ἐλπίδα σωτηρίας. 

     Ἐπί ἠθικῆς ἐννοίας ὁ ἄσωτος (ἤ ἄσωστος) εἶναι ὁ σπάταλος, ὁ ἀκόλαστος -αὐτά εἶναι παρμένα ἀπό τό λεξικό- ὁ διεφθαρμένος, ὁ ἐξώλης (δηλαδή αὐτός πού εἶναι παντελῶς κατεστραμμένος), ὁ μή περισκοπῶν τό μέλλον, αὐτός πού δέν βλέπει γύρω του διά τό μέλλον, ὁ ὅλος τῆς σήμερον ἡμέρας, αὐτός πού ζεῖ μόνο γιά τή σημερινή ἡμέρα, δέν βλέπει τίποτε παρακάτω, ὁ ρίπτων τά χρήματα, αὐτός πού σκορπάει τά λεφτά του, ὁ καταναλίσκων, ὁ «ἀπολλύς» (:αὐτός πού καταστρέφει). Βλέπετε πόσα συνώνυμα ὑπάρχουν τῆς ἐννοίας «ἄσωστος» καί «ἄσωτος», δηλαδή ὁ σπάταλος, πόσα πράγματα! Ἔ βέβαια, πῶς εἶναι δυνατόν ποτέ νά σκεφτομαι τήν αὔριον ἐάν ὅλα τά ξοδεύω σήμερα! Εἶναι δυνατόν ποτέ; 

     Συνεπῶς, πρόκειται περί ἑνός μεγάλου κεφαλαίου, κάτι πού συνιστᾶ κάτι πολύ σημαντικό στή ζωή τοῦ ἀνθρώπου, ἀπό ἠθικῆς πλευρᾶς. Ἔτσι σημειώνει ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος: «Ἐτρυφήσατε ἐπὶ τῆς γῆς καὶ ἐσπαταλήσατε». Ἐξάλλου «τρυφῶ» θά πεῖ «ἀπολαμβάνω», ἐκεῖνο τό ὁποῖο μπορῶ νά ἔχω, νά τό ἀπολαμβάνω. Μπορεῖ κάποτε νά αἰσθάνεται κανείς τρυφή καί μέ σκέτο ψωμί, ὅταν τό τρώγει κατά ἕναν τρόπο ἀπολαυστικό. Θά τό δεῖτε, ὅμως, σέ δυό πράγματα· ὅταν κάποιος τρώει ἕνα γλυκό ἤ ἕνα παγωτό, τό τρώει λίγο-λίγο, στήν πραγματικότητα προσπαθεῖ νά τό ἀπολαύσει. Ἐδῶ θά χρησιμοποιούσαμε τήν λέξη τρυφή-ἀπόλαυση. Ἔχετε δεῖ -κυρίως γυναῖκες, καμιά φορά καί ἄνδρες- νά καπνίζουν μέ τήν εἰκόνα τῆς τρυφῆς; Τῆς ἀπολαύσεως; Ἀφήνουν τόν ἑαυτό τους μές στό τσιγάρο, πίνουν μία δόση γερή τσιγάρου, κρατοῦν κάποιον χρόνον τόν καπνό στούς πνεύμονες, καί μετά μέ μίαν ἀπόλαυση, τόν βγάζουν τόν καπνόν αὐτόν. Κυρίως οἱ γυναῖκες! Ἡ γυναῖκα εἶναι ἐπιρρεπής εἰς τήν ἀπόλαυσιν, εἰς τήν τρυφήν. Ἔτσι λέει ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος: «Ἐτρυφήσατε ἐπὶ τῆς γῆς -εἶναι πολλοί οἱ τομεῖς τῆς τρυφῆς- καί ἐσπαταλήσατε -Εἴδατε; Σπαταλήσατε!- καί θρέψατε τίς καρδιές σας, σάν νά ἐπρόκειτο νά ‘σαστε σφαχτάρια γιά τήν ἡμέρα πού θά σᾶς πήγαιναν στό σφαγεῖο γιά σφαγή». Ἔτσι, λέει, θρέψατε τόν ἑαυτό σας, ἔτσι κάνατε τόν ἑαυτόν σας, νά εἴσαστε οἱ ἄνθρωποι οἱ ἀπολαυστικοί. 

     Ἐκεῖνος πού σπαταλᾶ τά ὑλικά πράγματα, μήν ξεχνᾶμε ὅτι σπαταλᾶ καί τό ἴδιο του τό σῶμα, τίς σωματικές του δυνάμεις. Σπαταλῶ τά πράγματα, σπαταλῶ ὅμως καί τόν ἑαυτό μου. Διότι, ὅταν κάνω κατανάλωση ὑπερβολική κρασιοῦ, πέστε μου, σᾶς παρακαλῶ, μέ τήν μέθη δέν σπαταλῶ τόν ἑαυτό μου; Ὅταν ζῶ ξενύχτια, δηλαδή διασκέδαση μέ ξενύχτι, δέν σπαταλῶ τόν ἑαυτό μου; Ὅταν χρησιμοποιῶ τό τσιγάρο, πού σᾶς εἶπα προηγουμένως, τά ναρκωτικά, ὅλα αὐτά δέν εἶναι μία αὐτοσπατάλη; Δηλαδή, νά τό ποῦμε, αὐτοκαταστροφή; Σπαταλᾶ, ἀκόμη, ὁ ἄνθρωπος πού ἔχει μέσα του τό στοιχεῖον τῆς σπατάλης, καί τήν καρδιά του, σπαταλᾶ καί τήν ψυχή του. Δέν ξέρω ἄν ποτέ ἔχετε ἀντιληφθεῖ ὅτι ὅταν σπαταλᾶμε τά αἰσθήματά μας τεῖδε κακεῖσε, στήν ποικίλη ἀνηθικότητα, κάποτε ξεθυμαίνουμε. Συνηθίζω νά λέγω -ἄν τό ‘πα καμμιά φορά σέ σᾶς, δέν θυμοῦμαι- ὅτι ἡ καρδιά μοιάζει μέ ἕνα ἀλάβαστρο. Ἀλάβαστρον εἶναι ἕνα φιαλίδιον, πού ἤτανε –παλιά τό ‘κάναν ἔτσι, ἐκεῖ πού ὑπῆρχαν λατομεῖα ἀλαβάστρου (στήν Αἴγυπτο ὑπῆρχαν τέτοια, εἶναι θειοῦχος γύψος τό ἀλάβαστρον, ἄν καλά σᾶς τό λέω… Δέν θυμοῦμαι μπορεῖ νά κάνω καί λάθος)- λοιπόν πάντως μιά μαλακή πέτρα, πολύ μαλακή, πολύ εὔκολα ξύνεται-σκαλίζεται κι ἔκαναν φιαλίδια. Στά φιαλίδια αὐτά ἔβαζαν ἄρωμα. Καί ἐβούλωναν τό ἄρωμα, τά φιαλίδια αὐτά, κατά τρόπον πού νά μήν μπορεῖ κανείς νά τό ἀνοίξει, παρά μόνο ἐάν ἔσπαζε τόν λαιμό τοῦ φιαλιδίου. Καί βέβαια ἤτανε μιᾶς χρήσεως αὐτό, ἔπαιρνες τό φιαλίδιο (τ’ ἀγόραζες) τό ‘σπαζες ἀπό πάνω, ἔ, καί ἔπαιρνες τό ἄρωμα ἀπό μέσα. Ἔτσι μοιάζει ἡ καρδιά μ’ ἕνα ἀλάβαστρο πού μέσα της ἔχει κάποιο ἄρωμα. Εἶναι τό ἄρωμα τῶν συναισθημάτων καί κυρίως τά συναισθήματα ἐκεῖνα τά ὁποῖα θά ὑπάρξουν μέσα εἰς τόν γάμον. Ἔρχεσαι ἐσύ πρώϊμα, πρίν τήν ὥρα σου, καί σπάζεις αὐτόν τόν λαιμόν τοῦ φιαλιδίου (τοῦ ἀλαβάστρου) καί δέν κλείνει πιά. Ὅλο τό ἄρωμα αὐτό φεύγει. Ἔτσι τό τό ἄρωμα τῶν συναισθημάτων τῆς καρδίας ἐξαφανίζεται ὅταν λές: «Ἀγαπῶ κι αὐτόν, ἀγαπῶ κι αὐτήν… κι ἐκεῖνον… κι ἐκεῖνον…» καί δίνεις τήν καρδιά στόν ὅποιον-ὅποιον, ὁποιαδήποτε ὥρα καί ὁποιαδήποτε στιγμή. Στήν πραγματικότητα κάνεις σπατάλη αἰσθημάτων, καί ὅπως λέει κάποιο χωρίο, ἄν ὁ Κύριος ἐπισκεφτεῖ τήν καρδιά, τί θά κάνουν ἐκεῖνοι πού ἔχασαν τήν καρδιά τους; Ἐδῶ, θέ λέγαμε, ἐκείνων ἡ καρδιά πού ξεθύμανε, ὅταν θά ‘ρθει ἡ ὥρα νά δώσεις τήν καρδιά σου καί τά αἰσθήματά σου (ἐκεῖ πού πρέπει!), τότε τί θά κάνεις, ὅταν πιά ἔχεις μία ξεθυμασμένη καρδιά; Πολύ θά ἐπιθυμοῦσα, παιδιά, νά θυμόσαστε αὐτό πού σᾶς εἶπα: Προσέχετε, μή σπαταλᾶτε τεῖδε κακεῖσε τά αἰσθήματά σας.

     Ὁμοίως σπαταλοῦμε τό «κατ’ εἰκόνα», πού εἶναι ἡ περιουσία τοῦ πατέρα. Θυμόσαστε τήν παραβολή τοῦ ἀσώτου υἱοῦ, ὅταν ἐκεῖ … ἐπῆρε, λέει, «τήν οὐσίαν» τοῦ πατέρα («τό ἐπιβάλλον μέρος τῆς οὐσίας»). Στήν πραγματικότητα τί εἶναι τό «ἐπιβάλλον μέρος τῆς οὐσίας»; «Οὐσία» θά πεῖ περιουσία. Ποιό εἶναι αὐτό τό στοιχεῖο τῆς περιουσίας πού ἔχουμε ἀπό τόν Πατέρα; Εἶναι τό κατ’ εἰκόνα. Τό παίρνουμε, μᾶς τό δίνει ὁ Θεός –«Σοῦ τό δίνω· πᾶρτο»- κι ἐμεῖς τό σπαταλᾶμε, αὐτό τό στοιχεῖον τό περιουσιακόν, πού εἶναι ἡ περιουσία τῶν περιουσιῶν! Ἀληθινή μας περιουσία, παιδιά, δέν εἶναι οὔτε τά χωράφια οὔτε τά χρήματα οὔτε οἱ προῖκες… τίποτα, εἶναι τό κατ’ εἰκόνα. Ἄν, λοιπόν, αὐτό τό σπαταλήσεις «ζῶν -ὅπως λέει κι ἡ παραβολή- ἀσώτως», πές μου τί θά κάνεις μετά; Ὅταν στραπατσαρίσεις… -ξέρετε τό κατ’ εἰκόνα συνδέεται μέ τήν προσωπικότητα, συνδέεται ἀναμφισβήτητα- ὅταν, λοιπόν, σπαταλήσεις τήν προσωπικότητά σου, αὐτά τά στοιχεῖα, τά γνωρίσματα πού σοῦ ἔδωσε ὁ Θεός, πές μου τί θά κάνεις; Κι ἄν γυρίσεις πίσω στόν Πατέρα, σέ ἐρωτῶ: Πόσο στραπατσαρισμένος θά γυρίσεις; Καί τό θέμα δέν εἶναι ἐκεῖ, μακάρι νά γυρίσει κανείς, ἀλλά δέν γυρίζουν ὅλοι. Αὐτό εἶναι τό πάρα πολύ σημαντικό. 

     Ἀκόμη σπαταλᾶται ὁ χρόνος τῆς ζωῆς. Βλέπετε δέν εἶναι μόνο τά χρήματα νά τά σπαταλήσουμε, εἶναι καί ὁ ἑαυτός μας, ἐδῶ τώρα καί ὁ χρόνος τῆς ζωῆς μας, πού δέν τίποτα ἄλλο παρά ἡ πίστωσις τῆς σωτηρίας μας. Ἄν ἐρωτήσετε τί κάνουμε ἐδῶ στήν γῆ; Τήν χαιρόμαστε, ἄν θέλουμε νά τήν χαιρόμαστε, στήν πραγματικότητα ὅμως δίδουμε ἐξετάσεις. Τό ἔχετε αὐτό ἀντιληφθεῖ; Ἄν ἐγώ τώρα σᾶς ὁμιλῶ, στήν πραγματικότητα, δέν εἶμαι ἐγώ ὁ ἐξεταστής, εἴσαστε ἐσεῖς. Ἐσεῖς μέ ἐξετάζετε καί μέ κρίνετε: Σᾶς λέω καλά, αὐτά πού σᾶς λέω; Δίνω ἐξετάσεις! Καί κάθε μέρα ὅλοι μας δίνουμε ἐξετάσεις. Ὄχι στό σχολειό, ἀλλά στήν καθημερινότητα μέσα. Δίνουμε ἐξετάσεις, πώς συμπεριφερόμαστε, πῶς κινούμαστε, πῶς σκεφτόμαστε. Ἔτσι ἡ ζωή μας δέν εἶναι παρά μία πίστωσις χρόνου, γιά τίς καλές μας ἐξετάσεις, γιά νά σωθοῦμε δηλαδή, γιά νά δώσουμε καλήν ἀπολογίαν -ὅπως λένε- εἰς τόν Κύριον, γιά τήν πίστωσιν τῆς ζωῆς πού μᾶς ἔδωσε. Πάντως, παντοῦ βλέπουμε νά ὑπάρχει αὐτό τό πνεῦμα τῆς σπατάλης -δυστυχῶς- πού δέν εἶναι τίποτε ἄλλο, παρά ἐκεῖνο τό ἀνώφελο ξόδεμα. Ἀνώφελο. Ὁ σπάταλος ἄνθρωπος, ἀκόμη, εἶναι πνευματικά ρηχός. Εἶναι κάποτε ἀνυπόφορα ρηχός! Καί ἀφιλοσόφητος, ὁ σπάταλος ἄνθρωπος. Ἅμα τοῦ πεῖς «Γιατί εἶσαι σπάταλος;» -ἀπό τά χρήματα μέχρι τόν χρόνον- «Ὢχ καημένε!», θά σοῦ πεῖ. Εἶναι ρηχός, ἀφιλοσόφητος. Δέν φιλοσοφεῖ τήν ζωή. 

     Γι’ αὐτό λέγει ἡ «Σοφία Σειράχ», παιδιά, στό 21ον κεφάλαιον (στίχος 15): «Ἤκουσεν –λέγει- ὁ σπαταλῶν καὶ ἀπήρεσεν αὐτῷ (:Ἂκουσε ἕνα σοφό λόγο, αὐτός πού σπαταλάει, καί δέν τοῦ ἄρεσε (ἔδειξε ἀπαρέσκεια) καὶ ἀπέστρεψεν αὐτὸν ὀπίσω τοῦ νώτου αὐτοῦ». «Ἄντε!» λέει… Πῶς κάτι… ἕνα πρᾶγμα δέν μᾶς ἀρέσει, τό πετᾶμε ἀπό πίσω μας, νά μή τό βλέπουμε. «Τό πέταξε», λέει, «ἀπό πίσω του, γιά νά μήν τό βλέπει». Καί ἄκουσε, λόγον, σοφόν! Ἔτσι μ’ ἐκεῖνα τά γνωρίσματα, τά χαρακτηριστικά, τί γράφει ἕνα λεξικό, ἄν τό θέλετε, τό λεξικό τῶν Liddell-Scott, ὁ σπάταλος ἀκόμη ἀδιαφορεῖ γιά τό μέλλον, ἀφοῦ, λέγει, εἶναι ὁ ἄνθρωπος τῆς ἡμέρας, ὁ ὅλος τῆς σήμερον ἡμέρας, δέν κοιτάζει διά τό μέλλον, δέν εἶναι προνοητικός, εἶναι ὁ ἄνθρωπος τοῦ σήμερα… «Δέν βαριέσαι…», σοῦ λέει. Εἶναι ὁ τζίτζικας καί τό μυρμήγκι ἔ; Ὁ μῦθος αὐτός, εἶναι ὁ τζίτζικας πού… τραγουδάει, προσέξτε… καί τό μυρμήγκι πέφτει -δέν τρώει τόν χειμῶνα τό μυρμήγκι- σέ χειμερία νάρκη, ἀλλά ἐν τοιαύτῃ περιπτώσει εἶναι μία εἰκόνα, πού βγῆκε αὐτός ὁ μῦθος, ὁ τζίτζικας εἶναι ὁ ἀνέμελος, δέν τόν νοιάζει ὅτι ἔρχεται ὁ χειμῶνας, ἐνῶ τό μυρμήγκι, μαζεύει. Ναί, εἶναι προνοητικό, εἶναι τό σύμβολο τῆς προνοητικότητας τό μυρμήγκι. 

     Πάντως, βέβαια, ἡ ζωή ἔχει πολλά γυρίσματα, κι ἅμα δοῦμε ἕναν ἄνθρωπο πού εἶναι πεταμένος στόν δρόμο, δέν ξέρουμε γιατί αὐτός ὁ ἄνθρωπος εἶναι πεταμένος στόν δρόμο. Μπορεῖ αὔριο, παιδιά, νά δεῖτε ἐμένα -μή σᾶς κάνει ἐντύπωση- πεταμένον στόν δρόμο. Ναί. Ναί! Πεταμένον στόν δρόμο. Ἔχει πολλά γυρίσματα ἡ ζωή, ἀναπάντεχα, ἀνύποπτα, ἀπρόβλεπτα. Ὅμως θά μπορούσαμε νά ποῦμε ὅτι πάρα πολλοί ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι εἶναι πεταμένοι στόν δρόμο, δέν εἶναι γιατί ἦρθαν τά ἀναπάντεχα γυρίσματα τοῦ καιροῦ καί τῆς ζωῆς, ἀλλά γιατί οἱ ἴδιοι δέν φρόντισαν γιά τήν ζωή τους. Ἐκεῖνο τό «Δέν βαριέσαι!… Μεροδούλι-μεροφάϊ…!». Δέν σκέπτονται τίποτα παρά μόνο -νά μοῦ ἐπιτρέψτε τή ἔκφραση-: «Σήμερα ὅ,τι βγάλαμε, νά τά κοπανήσουμε -ἔτσι τό λένε-, νά τά φᾶμε καί δέν βαριέσαι». Μά αὐτός ὁ ἄνθρωπος, δέν θά γίνει φτωχός; Μιά μέρα δέν θά πεταχτεῖ στόν δρόμο; Καί ποιός τοῦ φταίει; Ἡ ἴδια ἡ ἀπρονοησία του καί ὁ τρόπος ὁ σπάταλος πού ἔχει ζήσει. 

     Πάντως ἡ ἐποχή μας εἶναι γενικά μιά ἐποχή καταναλωτική. Ἐξάλλου δέν τήν ὀνομάζω ἐγώ ἔτσι, πιστεύω ὅτι πολλές φορές θά ‘χετε διαβάσει σέ ἔντυπα… κ.λπ. καί θά ἔχετε δεῖ ὅτι ὄντως χαρακτηρίζεται ἡ ἐποχή μας ὡς καταναλωτική. Δηλαδή καταναλώνει, ξοδεύει-ξοδεύει, καταναλώνει κάτι πού δέν ἦταν τά παλιότερα χρόνια. Πρό τοῦ Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, δέν ὑπῆρχε κοινωνία καταναλωτική γιατί τά ἀγαθά ἦταν περιορισμένα. Καί τό σπουδαῖον εἶναι ὅτι ἡ καταναλωτική αὐτή κοινωνία, δημιουργεῖ μία εἰδική ψυχολογία εἰς τούς καταναλωτές. Ἄν ἔπρεπε νά ἀναλύσουμε αὐτήν τήν ψυχολογία, τήν εἰδική ψυχολογία, θά χρειαζόμαστε, παιδιά, ἕνα μάθημα. Εἶναι μία πολύ περίεργη ψυχολογία. Εἶναι μία ψυχολογία πού δείχνει ὅτι ὁ ἄνθρωπος τῆς καταναλωτικῆς ἐποχῆς δέν στηρίζεται ποσῶς εἰς τόν Θεό καί εἰς τήν πρόνοιά Του, παρά μόνο στόν ἑαυτό του. Ἄν αὔριο πρωΐ ἀκούσουμε ἀπ’ τά ραδιόφωνα στίς εἰδήσεις ὅτι κάτι… πόλεμος γίνεται, κάπου ἁρπαζόμαστε. «Μήν ἀνησυχεῖτε, μήν ἀνησυχεῖτε!» Γιατί ἔχει πέσει ὁ σπόρος τοῦ πανικοῦ. Μήν ἀνησυχεῖτε, ἀλλά ἔτσι κι ἀκούσουμε κάτι ξέρετε τί θά κάνουμε; ἀντί νά πᾶμε στίς Ἐκκλησίες, ὅπως πηγαίναμε τό 1940, θά τρέξουμε στά σοῦπερ μάρκετ γιά νά προμηθευτοῦμε ὅ,τι περισσότερο μποροῦμε, ἀδειάζοντας τά ράφια. Ἐξάλλου τό δείξαμε αὐτό τό 1974. Ναί. Ναί. Συνεπῶς αὐτό δέν εἶναι ἕνα στοιχεῖο εἰδικῆς ψυχολογίας τοῦ συγχρόνου καταναλωτοῦ; Πρόνοια εἶναι νά φροντίσει κανείς γιά νά ‘χει κάποια τρόφιμα, ἀλλά ἐδῶ στηρίζουμε τήν ζωή μας ὁλότελα στό νά ἔχουμε νά καταναλώνουμε… κ.λπ… κ.λπ… κ.λπ.

     Ἀλλά δέν μᾶς ἐνδιαφέρουν ἀκόμη -ἕνα ἄλλο στοιχεῖο, ἄν θέλετε, τῆς καταναλωτικῆς μας κοινωνίας- οἱ ποικίλοι κίνδυνοι πού μπορεῖ νά ὑπάρχουνε γύρω μας. Οἱ κίνδυνοι; Πρῶτα-πρῶτα κοινωνικοί κίνδυνοι. Τό ἔγκλημα αὐξάνει. Τό βλέπετε, χτυπάει τήν πόρτα μας τό ἔγκλημα. Κανείς δέν ξέρει ἄν κάποιος κακοποιός δέν μπεῖ στό σπίτι του, ὅπως διαβάζουμε στίς ἐφημερίδες κι ἀκοῦμε καί βλέπουμε. Ἀκόμη ἔχουμε ἐθνικούς κινδύνους. Ποιός μᾶς λέει ὅτι αὐτή τή στιγμή γύρω-γύρω δέν εἴμαστε σέ μία κατάσταση ἀνάγκης καί πιθανῶς πρέπει νά εἴμεθα σέ κατάσταση ἑτοιμότητος; Δέν μᾶς ἐνδιαφέρει τίποτε ἀπ’ ὅλα αὐτά! Ξέρετε τί μᾶς ἐνδιαφέρει; Νά ἔχουμε νά καταναλώσουμε. Ἔτσι, ἀκόμη δημιουργοῦμε ἀμέτρητες ἀνάγκες γιατί μάθαμε νά σπαταλᾶμε. Ἀκόμα ἡ κοινωνική μας εἰκόνα ἔχει πολλά νά μᾶς πεῖ ὅπως σᾶς εἶπα. Τί χρειάζεται; Μία λιτότης. Σήμερα, ὅποτε εἰπωθεῖ ἡ λιτότητα, θεωρεῖται μιά ἀνυπόφορη κατάσταση. Δέν τήν ἀνεχόμεθα πλέον τήν λιτότητα. 

    Ἔχουμε ἀκόμη καί τήν σπατάλη τοῦ περιβάλλοντος. Θά τρέξω ὅμως πολύ γρήγορα γιά νά ἀναφερθῶ σ’ αὐτό. Οἱ πλουτοφόρες πηγές μας -ὄχι ἐδῶ στήν Ἑλλάδα μόνο, ἀλλά σ’ ὅλη τήν γῆ μας- ὅπως εἶναι τά δάση, τά νερά, τά μεταλλεῖα, τό κάρβουνο, ἡ ὑπερεκμετάλευση τῆς γῆς (πού τήν ἔχουμε κατεξαντλήσει μέ τίς ἀτέλειωτες ἀπαιτήσεις μας), τά ψάρια… Ποῦ νά φᾶς πιά ψάρια! Ἡ πιό βρώμικη θάλασσα εἶναι ἡ Μεσόγειος, ἡ πιό ἀκατάλληλη θάλασσα γιά νά τρέφει ψάρια, τά ἄγρια θηράματα, αὐτές οἱ ἴδιες οἱ θάλασσές μας, ὅλα, μά ὅλα, παιδιά, αὐτά, σπαταλῶνται ἀλόγιστα. Δηλαδή, οἰκολογικά μιλῶ, ἀπό πλευρᾶς οἰκολογικῆς. Κι ἄν ἔπρεπε νά δοῦμε τόν ἑαυτό μας -ἀπό τήν πλευρά αὐτή- ὄντως εἴμεθα ἀξιοθρήνητοι. Ἀλλά ἕως πότε; Αὐτή ἡ σπατάλη τοῦ περιβάλλοντος φθάνει νά κάνει τήν γῆ μας ἕνα σεληνιακόν τοπίον. Κάποτε τά Τέμπη ἤτανε τόσο πλούσια σέ δάση! Σήμερα εἶναι ἀποψιλωμένα. Γιατί; Κάποτε ἔγινε σπατάλη τοῦ περιβάλλοντος. Ἀκόμη διαμαρτύρεται ὁ Θεός γιά τά Σόδομα -μέ τά ὁποῖα, λέγει ὁ Θεός, μοιάζουν τά Ἱεροσόλυμα- καί λέγει (Ἰεζ. 16,49): «Πλὴν τοῦτο τὸ ἀνόμημα Σοδόμων τῆς ἀδελφῆς σου, δηλαδή «Σύ, ὦ ἀδελφή Ἱερουσαλήμ, πού ἔχεις ἀδελφή τά Σόδομα (ἐννοεῖται μεταφορικῶς) ὑπερηφανίᾳ (:στην υπερηφάνια)· ἐν πλησμονῇ ἄρτων καὶ ἐν εὐθηνίᾳ οἴνου -«σέ πλησμονή», λέει «ἄρτων», ἐννοεῖ, δηλαδή, τά πλούσια ἀγαθά, εὐημερία- καί ἐν εὐθηνίᾳ, -δηλαδή «μέ εὐνερία, μέ πλοῦτον κρασιοῦ, ὅλα αὐτά ἄφθονα» ἐσπατάλων αὐτὴν». Εἴδατε; «Σπαταλοῦσαν», λέγει, «αὐτή -τά Σόδομα- καὶ αἱ θυγατέρες αὐτῆς», δηλαδή -ἤτανε πεντάπολις- «οἱ ἄλλες πόλεις γύρω». «Εἶναι ἀδελφή σου -λέγει ὁ Θεός- ὦ Ἱερουσαλήμ, τά Σόδομα», διά τοῦ προφήτου Ἰεζεκιήλ.  

     Ἀλλά μόνο, παιδιά, ἐάν ἀποκτήσουμε τόν φόβο τοῦ Θεοῦ καί λογαριάζουμε τίς ἐντολές Του, θά μπορέσουμε νά ὑπερνικήσουμε αὐτήν τήν φθοροποιό σπατάλην, σέ ὅλους τούς τομεῖς, ἀπό τά οἰκονομικά τοῦ σπιτιοῦ μας, μέχρι τό περιβάλλον στό ὁποῖο ζοῦμε. Γι’ αὐτό ὁ Κύριος μᾶς ἐδίδαξε τήν λιτότητα καί τήν οἰκονομία τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν. Ἐνθυμεῖσθε στόν χορτασμό τῶν πεντακισχιλίων. Ἐκεῖ ἔδωσε ἕνα μάθημα λιτότητος. Ψωμί καί ψάρι ἦταν τό γεῦμα. Σημειώσατε ὅτι κοντά στή λίμνη, τό ψάρι ἤτανε πάρα πολύ φτηνό, δέν ἤτανε πολυτελής τροφή, διότι δίπλα ἐκεῖ ψάρευαν ψάρια ἀπό τήν λίμνη. Συνεπῶς «ψωμί καί ψάρι», εἶναι κάτι ἀντίστοιχο μέ μᾶς, αὐτό πού λέγαμε κάποτε «ψωμί κι ἐλιές», «ψωμί-κρεμμύδι», «ψωμί-ρέγγα», κάπως ἔτσι… Σήμερα, ὅμως, ἡ ρέγγα εἶναι πανάκριβη! Ἀλλά ἐν τοιαύτῃ περιπτώσει δείχνει ἐκεῖ μία λιτότητα προσφορᾶς, ἀλλά καί μία οἰκονομίας . Ὅταν ἔφαγε, λέει, ὁ λαός καί χόρτασε, εἶπε στούς μαθητές Του νά μαζέψουν τά περισσεύματα. «Μά, Κύριε, Σύ θαυματουργικῶς ἔδωσες τόσα ἀγαθά…». «Ὄχι, θά μαζέψετε τά περρισεύματα!». Καί μάλιστα εἶπε καί τοῦτο ὁ Κύριος: «ἵνα μή τι ἀπόλλυται», «γιά νά μή χθεῖ τίποτα». Ἐκεῖνο τό «τι» θά πεῖ: Οὔτε τό τόσο δά (οὔτε μιά μπουκίτσα) νά μή χαθεῖ. Θά ἔπρεπε, ἄν ἐπέτρεπε ὁ χρόνος, νά σᾶς ἔλεγα περιστατικά μές στό σπίτι σας, θά ἔτρωγα πολύ καιρό… νά μήν πετᾶμε τό ψωμί, τό φαγητό… Δέν τό ‘φαγες, βᾶλτο στό ψυγεῖο, φᾶτο τήν ἄλλην ὥρα… κ.λπ. Δέν θά πετᾶμε στούς σκουπιδοτενεκέδες μας τίποτα. Προσέξτε, εἶναι ἐντολή. Πολλές φορές λέμε ποιές εἶναι οἱ ἐντολές…; Ἒ, μήν κλέψεις, μήν σκοτώσεις... Ποιός τό εἶπε αὐτό; Ἐάν ὁ Κύριος εἶπε «ἵνα μή τι ἀπόλλυται», «τίποτα νά μήν χαθεῖ», καί σύ πετᾶς τά ἀγαθά σου, γιατί ἐν πλησμονῇ τά τρῶς καί τά πετᾶς στά σκουπίδια, αὐτό δέν εἶναι ἁμαρτία, δέν εἶναι παράβαση τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ; Ἀκόμη, παιδιά, τό Πνεῦμα τό Ἅγιον παραγγέλλει, διά τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «Ἔχοντες διατροφάς καί σκεπάσματα τούτοις ἀρκεσθησόμεθα», δηλαδή «νά φᾶμε καί νά σκεπαστοῦμε. Δηλαδή «σκέπασμα εἶναι καί τά ροῦχα πού φορᾶμε. Νά ἀρκεστοῦμε σ’ αὐτά». Δηλαδή ὄχι πολλά-πολλά, νά ἔχει κανείς. «῎Εστι δὲ πορισμὸς μέγας ἡ εὐσέβεια μετὰ αὐταρκείας»· «Εἶναι» λέει, «πλοῦτος μέγας τό νά ἔχεις εὐσέβεια καί αὐτάρκεια». Νά λές: «Αὐτά μέ φτάνουν». 

     Καί ἀκόμη δέν πρέπει νά λησμονοῦμε στόν καιρό τῆς εὐημερίας τόν καιρό τῆς πεῖνας. Αὐτό τό λέει πολύ ὡραῖα ἡ Σοφία Σειράχ πάλι (18ο κεφάλαιο): «Μνήσθητι καιρὸν λιμοῦ ἐν καιρῷ πλησμονῆς (:Τόν καιρό πού εἶναι ὅλα ἀγαθά καί πολλά, νά θυμᾶσαι τήν πεῖνα), πτωχείαν καὶ ἔνδειαν ἐν ἡμέραις πλούτου (:τόν καιρό πού ἔχεις πολλά ἀγαθά, εἶσαι πλούσιος, νά θυμᾶσαι τίς μέρες τῆς φτώχειας)». Γιατί; «Ἀπὸ πρωΐθεν ἕως ἑσπέρας μεταβάλλει καιρός (:Ἀπό τό πρωΐ μέχρι τό βράδυ, λέει, μεταβάλλεται ὁ καιρός) καὶ πάντα ἐστὶ ταχινὰ ἔναντι Κυρίου». Κι ὅλα εἶναι γρήγορα. Ὅλα ἀλλάζουν, μά ὅλα ἀλλάζουν! Καί φαίνεται, παιδιά, γιά τήν πατρίδα μας ὅτι ξαναγυρίζουν οἱ μέρες τῆς πτωχείας, ἀκούσατέ το. Ἡ ξενική Κατοχή καί ἡ πεῖνα πού περάσαμε δέν μᾶς δίδαξαν δυστυχῶς, πλήν ὀλίγων ἀνθρώπων. Ἡ νεωτέρα γενιά οὔτε κἄν ὑποπτεύεται ὅτι δέν πρέπει νά σπαταλᾶ καί νά σπαταλᾶται. Οὔτε κἄν τό ὑποπτεύεται αὐτό! Ὅσοι ἔχετε φρόνηση, ἀκούγοντες αὐτό τόν λόγο τοῦ Θεοῦ καί πιστεύετε ὅτι ἔτσι ἔχουν τά πράγματα, σπεύσατε νά περισώσετε ὅ,τι ἔχετε χάσει. Οἱ καιροί, παιδιά, δέν περιμένουν, ἀλλιώτικα ἐκδικοῦνται, ἐάν σπαταλοῦμε. Θά ρθοῦν πραγματικές ἡμέρες πεῖνας. Ἄς διώξουμε, λοιπόν, τήν σπατάλη ἀπ' ὅλες τίς μορφές της, ἀπό τήν ζωή μας βέβαια καί ἄς μάθουμε πολύ καλά αὐτό τό μάθημα τῆς λιτότητος καί τῆς οἰκονομίας. Κι ὅπως λέγει ὁ Ἀπόστολος Πέτρος: «Ὃπως ἂν ἔλθωσι καιροὶ ἀναψύξεως ἀπὸ προσώπου τοῦ Κυρίου (:Γιά νά ρθοῦν καλύτεροι καιροί, νά ρθοῦν καλοί καιροί)». Καί νά ἐπαναλάβω καί νά κλείσουμε, αὐτά πού λέγει ὁ Τωβίτ στό παιδάκι του, τόν Τωβία: «Ἡ γὰρ ἀχρειότης (:Διότι ἡ ἀχρειότης)», δηλαδή ἡ σπατάλη, «μήτηρ ἐστὶ τοῦ λιμοῦ», «εἶναι ἡ μάνα τῆς πεῖνας». Αὐτά ἤθελα νά σᾶς πῶ σήμερα, κλείνοντας τό μάθημά μας γιά τό θέμα τῆς σπατάλης. 


27η ομιλία στην κατηγορία "Ἡ Πνευματική Διαθήκη τοῦ Τωβίτ".

►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
" Ἡ Πνευματική Διαθήκη τοῦ Τωβίτ. " εδώ ⬇️
https://arnion.gr/index.php/palaia-diauhkh/h-pnevmatikh-diauhkh-toy-tvbit
↕️
https://aspalathos21.blogspot.com/2024/12/blog-post_7.html?m=1

Ἀπομαγνητοφώνηση, ψηφιοποίηση: Ἠλίας Τσακνάκης.

Επιμέλεια κειμένου : Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος.

🔸Λίστα ομιλιών της σειράς
«Ἡ Πνευματική Διαθήκη τοῦ Τωβίτ».🔻
https://drive.google.com/file/d/1RZ1sYHVgLqBWiFNCBGi90Z__kjEnhr2H/view?usp=drivesdk

💠Πλήρης απομαγνητοφωνημένες σειρές ομιλιών (Βιβλία).
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/search/label/%F0%9F%92%A0%CE%A0%CE%BB%CE%AE%CF%81%CE%B7%CF%82%20%CE%B1%CF%80%CE%BF%CE%BC%CE%B1%CE%B3%CE%BD%CE%B7%CF%84%CE%BF%CF%86%CF%89%CE%BD%CE%B7%CE%BC%CE%AD%CE%BD%CE%B5%CF%82%20%CF%83%CE%B5%CE%B9%CF%81%CE%AD%CF%82%20%CE%BF%CE%BC%CE%B9%CE%BB%CE%B9%CF%8E%CE%BD%20%28%CE%92%CE%B9%CE%B2%CE%BB%CE%AF%CE%B1%29.?m=1

🔸Επεξηγηματικό βίντεο Ασπάλαθου.
https://youtu.be/8tNfAHRkTCk

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

Όλες οι ομιλίες ~4.487~ του μακαριστού πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://aspalathos21.blogspot.com/2024/12/4487.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=0

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️
https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__
https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.

«Ἡ σπατάλη» (α΄).

†. Μᾶς εἶχε πεῖ ὁ Τωβίτ, τήν περασμένη φορά, στήν πνευματική του διαθήκη, ὅπως θά ἐνθυμεῖσθε, ὅτι ἡ ξενομανία εἶναι ἕνα φαινόμενον τῆς ὑπερηφανείας. Ἐγώ δέ σᾶς εἶχα πεῖ ὅτι εἶναι ταυτόχρονα κι ἕνας φορέας, ἐπί τοῦ ὁποίου ὁ Ἀντίχριστος, τώρα οἱ ἀντίχριστες δυνάμεις, οἱ ἀντίθεες δυνάμεις, θά διεισδύσουν δι’ αὐτοῦ τοῦ φορέως (τῆς ξενομανίας) πρός ὅλους τούς λαούς τῆς γῆς, διά νά ἐπιβάλλουν μίαν ὁμοιομορφία ἀντιλήψεων. Δηλαδή, σᾶς εἶπα γιά παράδειγμα, ἡ μουσική, αὐτή ἡ ἀμερικάνικη μουσική -προσέξτε, δέν τά βάζω μέ τούς Ἀμερικάνους, ἁπλῶς λέγω ἕνα στοιχεῖο πολιτιστικό, ἀπό ποῦ βγαίνει καί ποῦ φτάνει. Σ’ ὅποιο σημεῖο τῆς γῆς νά πᾶτε, θ’ ἀκούσετε ἀμερικάνικη μουσική, αὐτήν τήν μοντέρνα μουσική, αὐτήν πού ξετρελαίνει τούς ἀνθρώπους. Καί στήν Ἀφρική νά πᾶτε -ἐξάλλου ἀπό κεῖ κατάγεται αὐτή ἡ μουσική- θά βρεῖτε τό ἴδιο πρᾶγμα. Συνεπῶς γίνεται φορέας διεισδύσεως ἑνός μόνο πνεύματος, τοῦ πνεύματος τῆς ἀποστασίας, πού θά ὑπηρετήσει τόν Ἀντίχριστον. Αὐτά λέγαμε τήν περασμένη φορά καί ὅτι εἶναι μία μορφή ὑπερηφανείας ἡ ξενομανία.

     Σᾶς εἶπα ὅμως ὅτι δέν εἶναι μόνο ἡ ξενομανία. Ὁ Τωβίτ ἀναφέρει καί ἀκόμα κάτι. Νά τί μᾶς λέγει: «Διότι ἐν τῇ ὑπερηφανίᾳ ἀπώλεια καὶ ἀκαταστασία πολλή, καὶ ἐν τῇ ἀχρειότητι ἐλάττωσις καὶ ἔνδεια μεγάλη· ἡ γὰρ ἀχρειότης μήτηρ ἐστὶ τοῦ λιμοῦ». Δηλαδή: «Στήν ὑπερηφάνεια ὑπάρχει ἀκαταστασία καί καταστροφή πολλή». Καί «ἐν τῇ ἀχρειότητι», στή σπατάλη, (θά τό δοῦμε πιό κάτω) -σπατάλη ἔ!- ὑπάρχει ἐλάττωση (ἐννοεῖται ἀγαθῶν) «καί ἔνδεια μεγάλη (:καί φτώχεια μεγάλη)». Διότι ἡ σπατάλη εἶναι ἡ μητέρα τῆς πείνας, τοῦ λιμοῦ. Εἶναι ἕνα ὡραῖο θέμα αὐτό τό περί σπατάλης. Καί πράγματι ἀποτελεῖ μία μορφή τῆς ὑπερηφανείας, καί δέν εἶναι τι ἄλλο παρά ἡ λεγομένη ἀλαζονεία τοῦ βίου, πού κύριο χαρακτηριστικό της ἔχει τήν σπατάλη, γιά τήν ὁποία θά μιλήσουμε. 

     Ἀναφέρει τήν λέξη «ἀχρειότης», ἀ-χρειότης. Βέβαια κάτι νά σᾶς πῶ νά τό ξέρετε, μία λέξη στήν διαδρομή τῆς Ἱστορίας, ἐφόσον οἱ λέξεις ἀποτελοῦν μία γλῶσσα καί ἡ γλῶσσα εἶναι τό μέσον, ὁ τρόπος, πού ὁμιλεῖ καί ἐκφράζεται ἕνας λαός. Μέσα στή διαδρομή, λοιπόν, τῶν ἐποχῶν, ἔχουμε μία πάντοτε ἀλλαγή τῶν ἐννοιῶν τῶν λέξεων. Ποτέ μήν πεῖτε: «Αὐτή ἡ λέξη σημαίνει αὐτό». «Ἀφοῦ τό ξέρω πολύ καλά», θά πεῖτε, «γιατί νά πάω στό λεξικό;». Ἄν πᾶτε στό λεξικό θά δεῖτε ὅτι αὐτή ἡ λέξις ἔχει πάρα πολλές σημασίες στή διαδρομή τῆς Ἱστορίας τῆς γλώσσης. Ἴσως πολύ λίγες λέξεις νά ἔχουν τήν ἀρχαία ἔννοια. Ἀλλά κι ἄν ἔχουν σήμερα τήν ἀρχαία ἔννοια, σέ κάποια ἄλλη ἐποχή (στόν Μεσαίωνα… κ.λπ.), βλέπουμε ὅτι ἔχουν μιά ἄλλη σημασία, ἤ ἔχουν πολλές σημασίες. Ἐπειδή ἡ γλῶσσα εἶναι κάτι τό ζωντανό καί οἱ ἔννοιες ντύνονται μέ τίς λέξεις. Θά λέγαμε οἱ λέξεις εἶναι ἕνας τρόπος, εἶναι στοιχεῖα τά ὁποῖα ἀπό μόνα τους εἶναι νεκρά. Ζωντανεύουν ὅταν ἐμεῖς δίνουμε μιά ἔννοια στίς λέξεις. Κι ὅταν δώσουμε καί περισσότερες ἔννοιες, καταλαβαίνετε ὅτι μιά λέξη πιά δέν εἶναι κάτι νεκρό, εἶναι κάτι τό ζωντανό. Καί θά πρέπει νά πηγαίνουμε πάντα στό λεξικό, ἄν ἐνδιαφερόμεθα γιά τήν ἔννοια μιᾶς λέξεως, ἰδίως εἰς τό παρελθόν. Λοιπόν, ἡ λέξις «ἀχρειότης» σήμερα θά πεῖ: «ὁ ἀχρεῖος ἄνθρωπος». Ἀκόμη θά πεῖ: «ὁ ἄχρηστος ἄνθρωπος»… κι ὅ,τι ἄλλο θέλετε πεῖτε. Ἀλλά ἐδῶ «ἀχρειότης» θά πεῖ «ἐκεῖνος πού δέν ἔχει ἀνάγκη κάπου πράγματος, συνεπῶς τό ξοδεύει». Ἄρα αὐτό πού λέει: «καί ἐν τῇ ἀχρειότητι ἐλάττωσις», θά πεῖ: «τό ξόδεμα μή χρειαζούμενων πραγμάτων», ἤ «τό ξόδεμα», ἄν θέλετε, «πολυτελῶν πραγμάτων». Ἐνῶ μπορῶ νά περάσω χωρίς τά πολυτελῆ, τά πολυτελή αὐτά τά παραπανίσια, ὅμως ἐγώ ξοδεύω καί γιά τά παραπανίσια. Δηλαδή, νά μή μένουμε περισσότερο, «ἀχρειότης» θά πεῖ σπατάλη. Γιά ὁποιονδήποτε λόγο μπορεῖ νά ξοδεύει κανείς τά χρήματα, εἴτε γιατί θέλει πολυτέλεια εἴτε γιατί θέλει τοῦτο ἤ ἐκεῖνο. Ἔτσι τά περιττά πράγματα εἶναι ὄντως μία σπατάλη. Καί μπορεῖ νά ἔχουν τό κίνητρο τῆς ἐπιδείξεως, διότι ἄν ὁ ἄνθρωπος εἶναι μόνος του, γιατί νά ἔχει παραπανίσια πράγματα; Θέλει νά ἐπιδειχθεῖ. Δηλαδή ἤδη βρίσκεται στήν ἀλαζονεία τοῦ βίου, καί ἀλαζονεία τοῦ βίου θά πεῖ ὑπερηφάνεια. Ἔτσι δέν μένουμε στήν κάλυψη τῶν ἀναγκῶν ἀλλά στήν ἐξυπηρέτηση τῆς ἀλαζονείας τοῦ βίου, τῆς ὑπερηφανείας. 

     Ἡ σπατάλη, λοιπόν, θά εἶναι τό θέμα μας. Εἶναι ἕνα φαινόμενο πού δείχνει μιά ἀφροσύνη καί μιά περιφρόνηση τῶν ἀγαθῶν τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεός μᾶς δίνει τά ἀγαθά του καί ἐμεῖς κατά κάποιο τρόπο, εἴμεθα κακοί διαχειριστές τῶν ἀγαθῶν αὐτῶν. Συνήθως τό φαινόμενο τῆς σπατάλης ἐμφανίζεται στίς ἡμέρες τῆς εὐημερίας. Ὅταν τά ἔχουμε πολλά. Καί βέβαια ἡ ἐποχή μας εἶναι ἐποχή εὐημερίας, γι’ αὐτό καί λέγεται καταναλωτική ἐποχή, τί θά καταναλώσω. Λέμε: «Τό καταναλωτικό κοινό». Πᾶμε στά super markets βρίσκουμε ὅ,τι θέλουμε, καί παίρνουμε… παίρνουμε… καταναλώνουμε, παίρνουμε-καταναλώνουμε. Ἔτσι, πῶς θά μποροῦσε νά χαρακτηριστεῖ ἡ ἐποχή μας; Ἔχουμε ἐποχές πού χαρακτηρίστηκαν μέ μίαν ὀνομασίαν. Θά λέγαμε: «Ὁ ἱπποτισμός», «Ὁ οἰκονομικός ἄνθρωπος», «Ὁ ἐπιστημονικός ἄνθρωπος», «Ὁ τεχνικός ἄνθρωπος»… κ.λπ. Ὅλα αὐτά φαίνονται σέ μιά… χαρακτηρίζουνε μία ἐποχή. Ἡ ἐποχή μας εἶναι ἡ ἐποχή τῆς καταναλώσεως. Γιά σκεφθεῖτε πόσο ὑποτιμητικό εἶναι αὐτό; «Τῆς καταναλώσεως». Γιά φιλοσοφήσατέ το, νά δεῖτε πόσο φτωχό, φτηνό, ρηχό πρᾶγμα εἶναι. Καί τότε ἀκολουθεῖ τό ἐξῆς σχῆμα: Εὐημερία-σπατάλη-πεῖνα. Μᾶς τό λέει ἐδῶ ὁ Τωβίτ αὐτό τό σχῆμα: «Ἔχεις ἀγαθά, ὑπερηφανεύεσαι συνεχῶς γι’ αὐτό τό πρᾶγμα, σπαταλᾶς (ἀχρειότης) καί γρήγορα ἔρχεται ἡ πεῖνα». Γι’ αὐτό πολύ σωστά λέγει ὅτι ἡ μάνα τοῦ λιμοῦ -λέει ὁ Τωβίτ- εἶναι ἡ ἀχρειότης, δηλαδή ἡ σπατάλη. Τήν πεῖνα! 

     Τί δείχνουν; Δείχνουν ὅλα αὐτά ὃτι ἡ εὐημερία εἶναι πράγματι μία εὐλογία τοῦ Θεοῦ. Δέν ὑπάρχει ἀντίρρησις γι’ αὐτό. Ἀλλά ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ πολλές φορές στά χέρια τοῦ ἀνθρώπου γίνεται μία κατάρα, δέν φταίει ὁ Θεός γι’ αὐτό. Ἄν ὑπάρχουν μέθυσοι, ἐπί παραδείγματι, δέν φταίει ὁ Θεός γιατί ἔδωσε τά σταφύλια. Ἄν ὑπάρχουν γαστρίμαργοι, δέν φταίει ὁ Θεός γιατί ἔδωσε πλούσια τά ἀγαθά Του. Λέει, μάλιστα, διά τῶν προφητῶν, τοῦ προφήτου Ἱερεμίου… κ.ἄ….: «Θά φᾶτε τό ψωμί σας», λέει, «ἐν σταθμῷ». «Ἐν σταθμῷ» θά πεῖ μέ τό ζύγι. Ἔ, ἐμεῖς τό φάγαμε τό ψωμί μέ τό ζύγι, κι ὅσοι μεγάλοι μέ ἀκοῦν αὐτή τήν ὥρα, σίγουρα θά τό ἐνθυμοῦνται ὅταν πηγαίναμε στούς φούρνους κατά τήν διάρκεια τῆς ἰταλο-γερμανικῆς Κατοχῆς, καί παίρναμε τό ψωμί -Ἂν παίρναμε! Ὄχι κάθε μέρα… Ὤ, μποροῦσε νά πάρουμε μία φορά στό 15μερο!-, καί νά πάρουμε 20-30 δράμια! Δηλαδή περίπου 80-100 γραμμάρια. Ψωμί; Μόνο ψωμί δέν ἦταν ἐκεῖνο πού παίρναμε. Ἦταν ἕνα διαλυόμενο πρᾶγμα καί τό ‘βαζαν, τό ψῆναν σέ ταψιά μέσα σέ λαδόκολλες, γιά νά μή διαλυθεῖ, καί βέβαια δέν καθόμασταν νά βγάλουμε τό χαρτί, ὅπως βγάζουμε τό χαρτί ἀπό τήν καραμέλα νά τή φᾶμε, ἀλλά τό τρώγαμε τό ψωμί αὐτό μαζί μέ τό χαρτί. Καί πηγαίναμε κάθε μέρα στόν φοῦρνο καί ἔλεγε ὁ φούρναρης: «Σήμερα δέν ἔχει ψωμί!». Καί μποροῦσε νά ἔρθει ψωμί ὕστερα ἀπό 15 ἡμέρες! Τό ἀκούσατε καλά; Ὕστερα ἀπό 15 ἡμέρες, 30 δράμια ψωμί, γιά τό ἄτομο. Τ’ ἀκούσαστε καλά, ἔτσι;

     Λοιπόν, ὅπως ἀντιλαμβάνεστε, στά χέρια τοῦ ἀνθρώπου ἡ εὐημερία γίνεται κατάρα. Διότι ὁ ἄνθρωπος σπαταλᾶ καί ὁ Θεός τιμωρεῖ. Δέν φταίει, λοιπόν, ὁ Θεός, οὔτε τά ἀγαθά πού μᾶς ἔδωσε. Φταῖμε ἐμεῖς πού δέν κάνουμε καλή χρήση τῶν ἀγαθῶν πού μᾶς ἔχει δώσει ὁ Θεός. Θά σᾶς πῶ μιά εἰκόνα -ἄν καί προφητική αὐτή ἡ εἰκόνα, καί ἀναφέρεται σέ κάτι πιό πέρα- ὅμως δίνει πολύ καλή περιγραφή, τί θά πεῖ σπατάλη. Ὁ προφήτης Δανιήλ, στό 7ο κεφάλαιό του (έβδομος στίχος) ἀναφέρεται στά τέσσερα ἐκεῖνα ζῶα («θηρία») πού βλέπει μέσα στήν Μεσόγειο Θάλασσα (τήν «Μεγάλη Θάλασσα»), τό ὁποῖο δέν εἶναι παρά προφητικές εἰκόνες «μελλόντων ἐπέρχεσθαι», ἐκείνων πού ἐπρόκειτο νά ἔλθουν. Παρατηρεῖ ὅμως ὃτι τό τέταρτο ζῶο, ἕνα φοβερό ζῶο, καί βέβαια ἡ Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία αὐτή… κ.λπ. κ.λπ… Ἀκοῦστε περιγραφή, ἀκοῦστε διατύπωση: «… ἐσθίον καὶ λεπτῦνον καὶ τὰ ἐπίλοιπα τοῖς ποσὶν αὐτοῦ συνεπάτει», δηλαδή «ἔτρωγε, σπάραζε, καί τά ὑπόλοιπα -ὅ,τι δέν μποροῦσε νά φάει- μέ τά πόδια του», λέει, «τό ζῶο αὐτό, τά πατοῦσε». Ὅ,τι δέν μποροῦσε να φάει, μέ τά πόδια του τό πατοῦσε. 

     Εἶναι μιά τρομερή εἰκόνα, ἀλλά γιά νά μήν νομίσετε ὅτι εἶναι κάτι ἔξω ἀπό τήν πραγματικότητα, ἐγώ μέ τά μάτια μου, πάρα πολλές φορές ἔχω δεῖ σέ στρατιωτικές μονάδες τῆς ἐποχῆς μας. Τό ψωμί πού περισσεύει τό πετᾶνε σέ μεγάλα καζάνια… πῶς τά λένε «βαρέλια», σκουπίζουν τίς καραβάνες τους… καί στήν ἐποχή μου, ὅποιος μεγάλος μέ ἀκούει θά μαρτυρήσει περί τοῦ πράγματος… σκουπίζουμε τήν καραβάνα μας μέ τό ψωμί, γιά νά φύγει τό λίπος… κ.λπ. καί ὅσα μεγάλα κομμάτια περισσεύουν -Ἀκοῦστε! Ἀκοῦστε!- τά παίζουμε ποδόσφαιρο! Ναί, τά παίζουμε ποδόσφαιρο! Νά γιατί συνειρμικά θυμήθηκα αὐτό τό ζῶο πού λέει ἐκεῖ, τό τέταρτο, ὁ Δανιήλ, ὅτι καί ὅ,τι δέν μπορεῖ νά φάει τό ποδοπατεῖ. Κάνει ἐντύπωση; Γιά νά μήν πῶ κι ἄλλα πράγματα… νά σᾶς πῶ, τί νά σᾶς πῶ… ὅταν πᾶν οἱ ἄνθρωποι καί διασκεδάζουν -κι αὐτό φαινόμενο τῆς ἐποχῆς μας, ἕνα φαινόμενο μετακατοχικόν-ὅταν ἄρχισε νά ὑπάρχει εὐημερία στήν Ἑλλάδα, τότε, σκασμένοι οἱ ἄνθρωποι ἀπό τήν Κατοχή, πήγαιναν νά διασκεδάσουν, κι ἐκεῖ -ἀκοῦστε!- τά σπάζαν ὅλα! Κι αὐτό ἦταν μία συνήθεια ἐκείνων πού εἶχαν πολλά λεφτά ὅτι… γιά νά διασκεδάσουν! Νά σπάζουν τά πιάτα! Νά σπάζουν τά πάντα, ὅ,τι εἶναι ἐπάνω στό τραπέζι, φοβερό πρᾶγμα! Φοβερό! Κι ἔτσι νά διασκεδάζουν, καί νά γελοῦν! Ἐνῶ θά ‘λεγε κάποιος…: «Ἒσπασες κάτι… -μέ συγχωρεῖτε- γρουσούζης εἶσαι κι ἔσπασες ἕνα πιάτο, ἀπρόσεκτος;». Κι ἐδῶ νά βλέπετε νά τά σπάζουνε ὅλα... 

     Τότε, λοιπόν, ὁ Θεός ὅταν δεῖ στά χέρια τῶν ἀνοήτων ἀνθρώπων ὃτι ἡ εὐημερία τήν ὁποία Ἐκεῖνος σάν ἀγαθό ἔδωσε, δέν πηγαίνει καλά, δέν τυχαίνει καλοῦ χειρισμοῦ, τότε ὁ Ἴδιος ὁ Θεός ἔρχεται νά τήν περιορίσει, νά τήν συρρικνώσει καί νά τήν φτάσει μέχρι τήν πεῖνα. Παρότι περάσαμε πεῖνα, μυαλό δέν βάλαμε. Πολλοί ἀπό τούς γονεῖς σας ἤ τούς παππούδες σας ἔχουν περάσει τά δεινά τῆς πεῖνας, περιέργως δέν ἔχουν βάλει μυαλό. Οἱ περισσότεροι. Ἐπιτρέψατέ μου νά πῶ ἕνας-δυό στούς ἑκατό νά ‘χει βάλει μυαλό καί νά θυμᾶται ὅλα αὐτά. Τό ἐπιχείρημα; «Ὤχ καημένε!», σοῦ λέει. «Τώρα ἔχουμε πάλι ἀγαθά. Τί, δηλαδή, νά τσιτσιριζόμαστε μέ τήν πεῖνα;». Μά δέν καταλαβαίνετε, ἄνθρωποι, ὅτι ἡ πεῖνα εἶναι προϊόν τῆς ἁμαρτίας μας καί τῆς σπατάλης μας πού μᾶς τιμωρεῖ ὁ Θεός; Γιατί νά πετᾶς τά πράγματα; Γι’ αὐτό ὁ ἄνθρωπος ζητάει, ζητάει ἀγαθά ἀπό τόν Θεό γιά τίς σπατάλες του. Ἡ ἔννοια «σπαταλῶ» εἶναι εὐρεῖα, γι’ αὐτό καί ὑπάρχει ἡ λέξις στήν Ἁγία Γραφή: «δαπανῶ». Δαπανῶ-ξοδεύω. Καί ξοδεύω καί ξοδεύομαι, γι’ αὐτό λέγει ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος: «Αἰτεῖτε καὶ οὐ λαμβάνετε (:ζητᾶτε καί δέν παίρνετε), διότι κακῶς αἰτεῖσθε, ἵνα ἐν ταῖς ἡδοναῖς ὑμῶν δαπανήσητε (:διότι με κακό σκοπό τά ζητᾶτε, γιά νά τά ξοδέψετε, αὐτά πού ζητᾶτε, στίς ἡδονές σας)». Δέν λέει στίς ἀνάγκες σας, ἀλλά λέει στίς ἐπιθυμίες σας.

    Ἔτσι, μέ ἀφορμή -ὄχι γιατί ὁ Θεός ἔτσι τά δίνει- ὁ ἄνθρωπος ξεπέφτει σή σπατάλη. Δέν καλύπτει πλέον τίς ἀνάγκες του, ἀλλά καλύπτει τίς ἐπιθυμίες του, οἱ ὁποῖες ἐπιθυμίες εἶναι ἀτελείωτες. Τό βλέπει κανείς, σ’ ὅλη αὐτήν τήν μεγάλη παραγωγή, πού ὑπάρχει γιά νά ἐξυπηρετοῦν τόν ἄνθρωπο. Τό ‘χετε προσέξει; Μέσα σ’ ἕνα super market ἄν πᾶτε νά δεῖτε… πώ πώ! Ἕνα μπακάλικο τῆς παλιᾶς ἐποχης ὠχριᾶ μπροστά σ’ ἕνα super market σήμερα. Κι ὅμως οἱ ἄνθρωποι ζοῦσαν μέ τό μπακάλικο. Σήμερα πᾶμε στό super market καί τί δέν βρίσκουμε! Μά καί τί δέν βρίσκουμε! Ὅσο δέ γιά τά μηχανήματα μιᾶς κουζίνας, πώ πώ! Ἀτελείωτα εἶναι, πραγματικά. Γιατί ὅλα αὐτά; Μποροῦμε νά βελτιώσσουμε λίγο τήν ζωή μας, ἀλλά γιατί τόση πολυτέλεια; Γιατί; Γι’ αὐτό διορθώνει τό Πνεῦμα τό Ἅγιον καί λέγει τό ἐξῆς (Ρωμ. 13, 14): «Καὶ τῆς σαρκὸς πρόνοιαν μὴ ποιεῖσθε εἰς ἐπιθυμίας». «Πρόνοια» θά πεῖ φροντίδα. «Γιά τήν φροντίδα», λέει, «τῆς ὑπάρξεώς σας, μήν φτάνετε στό νά κάνετε τήν ἐπιθυμία σας, φροντίδα γιά τίς ἀνάγκες σας». Ὄχι νά ἐπεκτείνεστε καί νά ἁπλώνεστε στίς ἐπιθυμίες σας. Δηλαδή πρέπει νά προσέχουμε πάρα πολύ, αὐτό τό ὀλίσθημα, τό γλίστρημα πού παθαίνουμε, ἀπό τήν ἀνάγκη στήν ἐπιθυμία. Μά πολύ εὔκολα γλιστροῦμε, προσέξτε με, ὅλοι μας! Κι ἐγώ πού σᾶς ὁμιλῶ, ὅλοι μας, ἐφόσον ζοῦμε μία εὐημεροῦσα ἐποχή, γρήγορα ἀπό τήν ἀνάγκη πᾶμε στήν ἐπιθυμία. Καί αὐτή ἡ κατάστασις εἶναι ἕνας μεγάλος πειρασμός. Γι’ αὐτό ἀκριβῶς ζητοῦμε: «Καί μή εἰσενέγκης ἡμᾶς εἰς πειρασμόν». Γιατί; Διότι μέ τήν κάλυψη τῶν πειρασμῶν πέφτουμε στήν κάλυψη τῶν ἐπιθυμιῶν, πέφτουμε στόν πειρασμό τῶν λεγομένων -κατά τόν Ἅγιον Μάξιμο τόν Ὁμολογητή)- «ἐνηδόνων». Πού ζητοῦμε γιά τίς ἡδονές μας, καί ὄχι στόν πειρασμό τῶν ἐνώδυνων, πού μπαίνουμε σέ μία περιπέτεια, χάριν τῆς πίστεώς μας καί τοῦ πνευματικοῦ μας βίου. Ἔτσι γρήγορα ἔρχεται ἡ φτώχεια, ἡ φτώχεια! Ἀκούσαστε καλά; Ἡ φτώχεια!

     Στό τρίπτυχο αὐτό διάγραμμα πού ἤδη σᾶς ἀνέφερα, εὐημερία-σπατάλη-φτώχεια, μποροῦμε νά δοῦμε μία μεγαλογραφία τῆς Ἱστορίας τῆς πατρίδος μας, στά οἰκονομικά της. Μετά τήν ξενική Κατοχή ἦρθε ἡ εὐημερία. Τί νά σᾶς περιγράψω; Πόσο φτηνά ἦταν τά πράγματα! Ἀκολούθησε ἡ σπατάλη. Σπατάλη, δεκαετίες ὁλόκληρες, γιατί μποροῦμε νά μιλᾶμε γιά μία ἀνάπτυξη τῆς οἰκονομίας μας, μετά τό 1950, κυριώτατα. Βέβαια μετά τό ’45 ἀλλά κυριώτατα μετά τό ’50. Πέρασε, λοιπόν, ἡ ξενική Κατοχή, ἦλθε ἡ εὐημερία (μερικές δεκάδες χρόνια), τώρα ἀρχίζουμε νά λέμε: «Ἀδειάσανε τά ταμεῖα μας». Τί μᾶς περιμένει; Ἡ δυστυχία καί ὁ λιμός. Βλέπετε; Εὐημερία-σπατάλη-φτώχεια. Ἤ πιστεύετε ὃτι δέν εἴμεθα φτωχοί αὐτήν τήν στιγμή; Ὄχι οἱ πολίτες, πολλοί πολίτες εἶναι πάρα πολύ πλούσιοι, τό κράτος μας εἶναι φτωχό. Ὃταν τό κράτος μας ὅμως εἶναι φτωχό, γρήγορα θά φτωχύνουν καί οἱ πολίτες. Μιά ζοφερή εἰκόνα -σκοτεινή δηλαδή- προφητεύει ὁ Μωϋσῆς γιά τόν λαό τοῦ Θεοῦ. Καί λέγει (στην γ΄ Ὠδή ): «Καὶ ἔφαγεν ᾿Ιακὼβ καὶ ἐνεπλήσθη -δέν ἐννοεῖ τότε στήν ἔρημο, γιατί εἶναι προφητικό, ὅτι θά γινόταν. Εἶναι γραμμένο σέ ἀόριστον χρόνον, σέ παρελθόντα χρόνον, ὅπως πολλές φορές οἱ προφητεῖες εἶναι γραμμένες σέ παρελθόντα χρόνον. Ἀόριστον, Παρατατικόν ἤ Παρακείμενον- καί ἔφαγεν Ἰακώβ -«Ἰακώβ» θά πεῖ Ἰσραηλίτες, εἶναι ὁ λαός πού βγῆκε ἀπό τόν Ἰακώβ, οἱ Ἰσραηλίτες- καὶ ἐνεπλήσθη (:χόρτασε) καὶ ἀπελάκτισεν ὁ ἠγαπημένος (:καί κλώτσησε ὁ ἀγαπημένος λαός) -γιατί Ἰσραήλ θά πεῖ ἀγαπημένος- ἐλιπάνθη, ἐπαχύνθη, ἐπλατύνθη· εἴδατε; λιπώθηκε, πάχυνε, πλάτυνε, χόντρυνε!) καὶ ἐγκατέλιπε τὸν Θεὸν, τὸν ποιήσαντα αὐτὸν καὶ ἀπέστη ἀπὸ Θεοῦ σωτῆρος αὐτοῦ (:ἐγκατέλειπε τόν Θεόν, ἔφυγε (ἀπέστη), δημιούργησε ἀποστασία)»

     Τί παρατηροῦμε ἐδῶ; Ὃτι ἡ εὐημερία χαλαρώνει τά ἤθη, χαλαρώνει τήν πίστη εἰς τήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ, ἐπειδή νομίζει ὁ ἄνθρωπος ὅτι δέν τοῦ δίδει ὁ Θεός τά ἀγαθά, ἀλλά εἶναι προϊόντα τῆς ἐξυπνάδας του, καί τῆς ἐργατικότητάς του, κι ἔτσι φτάνει σιγά-σιγά ὁ ἄνθρωπος εἰς τήν ἀποστασία. Πότε «ἀπελάκτισε»; Ὅταν «ἔφαγε καί ἐνεπλήσθη». «Ὅταν ἔφαγε καί χόρτασε. Τότε κλώτσησε». Προσέξτε, αὐτό εἶναι καί μία μικρογραφία, γιά τήν ἀγωγή ἑνός σπιτιοῦ, οἱ γονεῖς στά παιδιά τους, προσέξτε εἶναι μία μικρογραφία. Καί αὐτό τό «ἀπελάκτισεν», θά πεῖ κλωτσάω, εἶναι ἰσχυρότερον τοῦ «ἐγκατέλιπε» πού λέει ἐδῶ, καί δείχνει ὄχι ἁπλῶς ἀποστασία, ἀλλά μία δυναμική ἀποστασία. Μία ἐχθρότης δυναμική κατά τοῦ Θεοῦ, μιά μαχητική ἀθεΐα, φαινόμενο πού εἴδαμε διά πρώτη φορά στήν Ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ λαοῦ, στίς μέρες μας. Αὐτή ἡ μαχητική ἀθεΐα. Κι ὁ Ἀβραάμ, παιδιά, ἤτανε πλούσιος ἀλλά ἔμεινε πιστός στόν Θεό καί γύριζε τά ἀγαθά πού τοῦ ‘δωσε ὁ Θεὀς πάρα πολύ καλά. Κι ὁ Ἰώβ ἦτο πλούσιος ἀλλά ἦτο καλός διαχειριστής, καί ποτέ οὔτε ὁ ἕνας, οὔτε ὁ ἄλλος, οὔτε ὁ ὁποιοσδήποτε ἄλλος δίκαιος πλούσιος ἐλησμόνησε τόν Θεό, γιατί δέν στάθηκε ἡ εὐημερία του αἰτία νά ξεχάσει τόν Θεό. 

     Γι’ αὐτό γράφει ἡ ἐπιστολή τοῦ λεγομένου Βαρνάβα (δέν σᾶς ἐξηγῶ πιό πολύ), λέγει (εἰς τό 10ον κεφάλαιον): «Τουτέστιν ὅταν σπαταλῶσιν, ἐπιλανθάνονται τοῦ Κυρίου (:Ὃταν σπαταλοῦν οἱ ἄνθρωποι, ξεχνᾶνε τόν Θεό·) ὅταν δὲ ὑστεροῦνται, ἐπιγινώσκουσιν τὸν Κύριον (:τότε Τόν ἀναγνωρίζουν τόν Κύριον, ὅταν στεροῦνται ἀπό ὑλικά ἀγαθά)». Καί λέει ἕνα παράδειγμα: «Ὡς καὶ ὁ χοῖρος ὅταν τρώγει τὸν κύριον οὐκ οἶδεν, ὅταν δὲ πεινᾷ κραυγάζει, καὶ λαβὼν πάλιν σιωπᾷ». Δηλαδή: «ὅπως καί τό γουρούνι, ὅταν τρώει, δέν ἀναγνωρίζει τόν κύριό του!… Ἒφαγε, ἀλλά ὅταν πεινάσει, τότε ἀρχίζει καί φωνάζει, γιατί θέλει ἀπό τόν κύριό του φαΐ. Κι ὅταν πάρει πάλι τό φαΐ, πάλι σιωπᾶ, καί πάλι δέν ἀναγνωρίζει τόν κύριό του». Ὡραία παρομοίωσις, μέ γειά μας μέ χαρά μας!

     Τί σημαίνει σπατάλη; Σημαίνει -ὅπως λέγει ὁ Κλήμης ὁ Ἀλεξανδρεύς στούς «Στρωματεῖς» (στό τρίτο κεφάλαιο)- λέει: «Σπαταλῶσα ἐπιθυμεῖ ἡ ψυχή ἡμῶν οὐκ ἀρκουμένη τοῖς ἀναγκαῖοις», προσέξτε κάτι, ἡ ψυχή εἶναι ἐκείνη πού σπαταλᾶ, γιατί αὐτή πλεονεκτεῖ, ἡ ψυχή. Ἐνῶ δέν τρώγει τίποτα, αὐτή εἶναι ἐκείνη πού πλεονεκτεῖ. Συνεπῶς ἡ ρίζα, θά λέγαμε, τοῦ κακοῦ, δέν εἶναι στό σῶμα, εἶναι στήν ψυχή. Γιατί; Πέστε μου, πόσο περισσότερο φαΐ μπορῶ νά βάλω στό στομάχι μου; Πέστε μου, πόσα περισσότερα ροῦχα μπορῶ νά φορέσω; Πέστε μου, σέ πόσα περισσότερα πολυτελῆ κρεβάτια μπορῶ νά κοιμηθῶ, καί σέ ἀντίστοιχα δωμάτια; Ἡ ψυχή εἶναι ἐκείνη ἡ ὁποία πλεονεκτεῖ καί οὐσιαστικά αὐτή σπαταλᾶ. Ὅπως στήν ψυχή εἶναι ἡ ρίζα τῆς ἀνηθικότητος, παρότι μοιάζει ὅτι ἑδράζει ἐπί τῶν μελῶν τοῦ σώματος, ὅμως στήν πραγματικότητα ἐκεῖ εἶναι ἡ ρίζα τοῦ κακοῦ -παντός κακοῦ- στήν ψυχή καί συνεπῶς καί ἡ πλεονεξία ἔχει ἐκεῖ τήν ρίζα της. Ὅλες, λοιπόν, οἱ αἰτίες τῶν παθῶν εἶναι στήν ψυχή. Τό σῶμα εἶναι οὐδέτερο. 

     Τό θέμα τῆς σπατάλης εἶναι πολύ μεγάλο. Πρῶτα ὁ Θεός, θά συνεχίσουμε τήν ἐρχομένη Κυριακή.


26η ομιλία στην κατηγορία "Ἡ Πνευματική Διαθήκη τοῦ Τωβίτ".

►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
" Ἡ Πνευματική Διαθήκη τοῦ Τωβίτ. " εδώ ⬇️
https://arnion.gr/index.php/palaia-diauhkh/h-pnevmatikh-diauhkh-toy-tvbit
↕️
https://aspalathos21.blogspot.com/2024/12/blog-post_7.html?m=1

Ἀπομαγνητοφώνηση, ψηφιοποίηση: Ἠλίας Τσακνάκης.

Επιμέλεια κειμένου : Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος.

🔸Λίστα ομιλιών της σειράς
«Ἡ Πνευματική Διαθήκη τοῦ Τωβίτ».🔻
https://drive.google.com/file/d/1RZ1sYHVgLqBWiFNCBGi90Z__kjEnhr2H/view?usp=drivesdk

💠Πλήρης απομαγνητοφωνημένες σειρές ομιλιών (Βιβλία).
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/search/label/%F0%9F%92%A0%CE%A0%CE%BB%CE%AE%CF%81%CE%B7%CF%82%20%CE%B1%CF%80%CE%BF%CE%BC%CE%B1%CE%B3%CE%BD%CE%B7%CF%84%CE%BF%CF%86%CF%89%CE%BD%CE%B7%CE%BC%CE%AD%CE%BD%CE%B5%CF%82%20%CF%83%CE%B5%CE%B9%CF%81%CE%AD%CF%82%20%CE%BF%CE%BC%CE%B9%CE%BB%CE%B9%CF%8E%CE%BD%20%28%CE%92%CE%B9%CE%B2%CE%BB%CE%AF%CE%B1%29.?m=1

🔸Επεξηγηματικό βίντεο Ασπάλαθου.
https://youtu.be/8tNfAHRkTCk

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

Όλες οι ομιλίες ~4.487~ του μακαριστού πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://aspalathos21.blogspot.com/2024/12/4487.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=0

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️
https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__
https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.

«Ἡ ξενομανία».

†. Λέγαμε, τήν περασμένη φορά, εὐρισκόμενοι εἰς τήν θαυμασίαν, μνημειώδη, πνευματική διαθήκη τοῦ Τωβίτ πρός τόν γιό του τόν Τωβία, ὅτι ὁ Τωβίτ θεωρεῖ ὑπερηφάνεια τόν μεικτό γάμο. Γιατί; Ἐπειδή, περιφρονεῖται ὁ λαός στόν ὁποῖο ἀνήκεις. Γράφει: «Καὶ μὴ ὑπερηφανεύου τῇ καρδίᾳ σου… διότι ἐν τῇ ὑπερηφανίᾳ ἀπώλεια καὶ ἀκαταστασία πολλή, καὶ ἐν τῇ ἀχρειότητι ἐλάττωσις καὶ ἔνδεια μεγάλη· ἡ γὰρ ἀχρειότης μήτηρ ἐστὶ τοῦ λιμοῦ». Δηλαδή ἄν ὑποτεθεῖ ὅτι δέν παίρνεις γυναῖκα ἀπό τόν λαό σου, αὐτό εἶναι μία ὑπερηφάνεια, καί σοῦ λέω, παιδί μου, ὅτι μήν ὑπερηφανεύεσαι διότι στήν ὑπερηφάνεια ὑπάρχει ἡ καταστροφή καί ἡ ἀκαταστασία, «καί ἐν τῇ ἀχρειότητι»- «ἀχρειότης» θά πεῖ πράγματα τά ὁποῖα δέν χρειάζεσαι, καί συνεπῶς εἶναι… Τί εἶναι; ἡ σπατάλη. Θά τό λέμε, λοιπόν, ἀχρειότης ἐδῶ ἀ-χρειότης, ἀ -μή δηλαδή χρειαζούμενα πράγματα. Καί ὅτι στήν σπατάλη ὑπάρχει ἡ ἐλάττωσή της. Δηλαδή μικραίνουν τά οἰκονομικά σου, καί ἔνδεια μεγάλη, καί φτώχεια μεγάλη. Διότι ἡ σπατάλη εἶναι ἡ μάνα τοῦ λιμοῦ, τῆς πείνας. Ὅπως ἀντιλαμβάνεστε, ἐδῶ στην ὑπερηφάνεια ὑπάρχει αὐτή ἡ ὅλη ἁλυσίδα καταστροφῆς, καί προπαντός ὅτι ἡ σπατάλη εἶναι ἡ μάνα τῆς πείνας. Γι’ αὐτό, ὅπως βλέπετε, μερικά πράγματα ἤδη θά τά ἀναφέρουμε, δέν θά τελειώσουμε σήμερα αὐτά πού μᾶς λέγει ἐδῶ τό πνεῦμα τό τοῦ Θεοῦ… Τί εἶπα; «Τό πνεῦμα τοῦ Θεοῦ», διότι αὐτά πού γράφονται στήν Αγία Γραφή, θεονεύστως γράφονται. Καί ὅπως λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Πᾶσα γραφή θεόπνευστος καί ὠφέλιμος». Εἶναι γιά μᾶς γραμμένα. Βεβαίως ἐγράφησαν περιστατικῶς καί ἱστορικῶς (:γιά συγκεκριμένη περίπτωση), ἀλλά τό πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, αὐτά τά κατέγραψε γιά μᾶς. Ἔτσι ἔχουμε ἀρκετά πράγματα νά δοῦμε. Τουλάχιστον δύο. Ὅπως εἶναι τό πρῶτο γιά τό ὁποῖο θά μιλήσουμε σήμερα· δηλαδή ἡ ξενομανία καί τό δεύτερον εἶναι ἡ σπατάλη.

     Ἀλλά εἶπα «ξενομανία». Ναί. Ὑπερηφάνεια δέν εἶναι ὅταν στρέφεσαι πρός τούς ξένους καί περιφρονεῖς τόν δικό σου τόν λαό; Δέν εἶναι αὐτό μία ξενομανία; Μία μανία πρός τούς ξένους; Κι αὐτό δέν ἀποτελεῖ ἕνα στοιχεῖον ὑπερηφανείας; Λοιπόν, παιδιά, γι’ αὐτήν θά μιλήσουμε σήμερα. Ἀλλά τί εἶναι ἡ ξενομανία; Ἡ μανία, θά λέγαμε, πρός κάτι τό ξένο. Κάτι πού δέν εἶναι ντόπιο, κάτι πού δέν εἶναι Ἑλληνικό -νά μιλήσουμε στήν ἑλληνική μας πραγματικότητα- κάτι πού εἶναι ἀπ’ ἀλλοῦ, καί νά ἔχουμε ἐκεῖ μία διαρκῆ στροφή. Βέβαια, θά τό ξαναπῶ ἄλλη μία φορά, εἶναι ἀρχή ὑπερηφανείας, εἶναι στοιχεῖον ὑπερηφανείας. Εἶναι μία ἄρνησις τῶν ἡμετέρων, τῶν δικῶν μας πραγμάτων. Καί τῶν δικῶν μας προσώπων! Διότι δέν εἶναι μόνο γιά τά πράγματα, εἶναι καί διά τά πρόσωπα. Θέλετε ἀκόμη, εἶναι καί διά τόν τόπον τόν ἴδιον. Καί εἶναι μία ὑπερβολική προσήλωσις σέ ὅ,τι εἶναι ξενικό. Αὐτό λέγεται ξενομανία. 

     Ἀλλά σᾶς εἶπα πρός κάτι τό ἡμέτερο, κάτι τό δικό μας. Ποιό εἶναι αὐτό τό «ἡμέτερον»; Μιλάω γιά μᾶς, τούς Ἕλληνες, συγκεκριμένα, γιά τόν ἑαυτόν μας μιλῶ. Τί εἶναι αὐτό τό ἡμέτερον; Κατ’ ἀρχάς εἶναι ἡ πατρίδα μας ἡ ἴδια, στό σύνολό της. Ναί. Γιατί νά προτιμοῦμε τίς ξένες πατρίδες καί νά ὑποτιμοῦμε τήν δική μας τήν πατρίδα; Βέβαια θά ἐπαινέσουμε καί μία ξένη πατρίδα δέν τίθεται θέμα, ἀλλά γιά νά τήν ἐπαινέσουμε θά πρέπει νά ὑποτιμήσουμε τήν δική μας τήν πατρίδα; Εἶναι σωστό αὐτό; Δηλαδή αὐτή ἡ λεγομένη «ἐθνική ὑπερηφάνεια» -ἐγώ θά τό πῶ ἀλλιώτικα: ἡ «ἐθνική ἀξιοπρέπεια» (δέν μ’ ἀρέσει ἡ λέξη «ὑπερηφάνεια»)- εἶναι κάτι πού πρέπει νά πεταχτεῖ στό καλάθι τῶν ἀχρήστων; Δέν μποροῦμε νά ἔχουμε μέσα μας αὐτήν τήν ἐθνική ἀξιοπρέπεια; «Ἄν», λέγει, «δέν ἐπαινέσεις τό σπίτι σου, θά πέσει νά σέ πλακώσει». Ἔτσι λέει μία λαϊκή παροιμία. Ἔτσι, ὁ Καζαντζάκης ἐπί παραδείγματι, ντρεπόνταν πού ἦταν Ἕλληνας. Εἶπε δέ τούς Ἕλληνες -θά τό ξέρετε αὐτό- τούς εἶπε «φελάχους». Ὡραῖα! Νά ὑποτιμᾶς τήν πατρίδα καί τούς συμπατριῶτες! Βέβαια πολλοί Ἕλληνες ὅταν πηγαίνουν στό ἐξωτερικό (ὄχι ὅλοι, δόξα τῷ Θεῷ ὄχι ὅλοι, ντρέπονται νά ποῦν ὅτι εἶναι Ἕλληνες), δέν θέλουν κἄν νά τό δείξουν αὐτό τό πρᾶγμα, τό ἀποφεύγουν. Γιατί; Διότι ἁπλούστατα πάσχουν ἀπό ἕνα κόμπλεξ ὅτι ὅ,τι εἶναι ἑλληνικό εἶναι κατώτερο. Δέν πα’ νά ὑπάρχει ἡ Ἱστορία, δέν πα’ νά ὑπάρχουν τόσα πράγματα, θά τά θεωρήσω ἤ τά θεωρῶ κατώτερα, καί θεωρῶ κάτι τό ἀνώτερο ἀπ’ αὐτά πού εἶναι στό ἐξωτερικό.

     Ἀκόμα «ἡμέτερον» (:δικό μας) εἶναι ἡ Ὀρθόδοξος Χριστιανική πίστη. Τό ξέρετε ὃτι ἐλεύθερον κράτος -ἐλεύθερον!- πού νά εἶναι Ὀρθόδοξον συμπαγῶς, εἶναι μόνο ἡ Ἑλλάς; Κι ὅτι ὀρθόδοξοι Χριστιανοί φυσικά σ’ ὅλο τόν κόσμο ὑπάρχουν, ἀλλά μέ τήν μορφή πού εἴμαστε ἐμεῖς πουθενά ἀλλοῦ δέν ὑπάρχει. Αὐτό δέν εἶναι ἕνα πολύ σπουδαῖο στοιχεῖο καί προνόμιο; Ὅταν μάλιστα ἐγράφη ἡ Καινή Διαθήκη εἰς τήν ἑλληνική γλῶσσα; Ὅταν καί ἡ Παλαιά μετεφράσθη τόν 3ον αἰῶνα π.Χ. εἰς τήν ἑλληνικήν; Ὅταν οἱ ξένοι κάθονται καί δουλεύουνε πάνω σ’ αὐτά τά κείμενα, ὅπως ἐπί παραδείγματι, εἶναι τά λεγόμενα «Ταμεῖα». «Ταμεῖα» εἶναι κάποια βιβλία (Ταμεῖο Καινῆς, Ταμεῖο Παλαιᾶς Διαθήκης, πού μπορεῖ νά βρεῖ κανείς μέ πολλή εὐκολία κάτι πού ζητᾶ μέσα στήν Ἁγία Γραφή), κι ὅτι ὑπάρχει τό «Ταμεῖον» τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης στήν ἑλληνική γλῶσσα, τῶν Ο’ (Ἑβδομήκοντα)! Δηλαδή καθιερωμένη μετάφραση στήν ἑλληνική. Διότι αὐτήν τήν καθιερωμένη μετάφραση, ὡς ἐπί τό πλεῖστον, χρησιμοποίησαν καί οἱ ἱεροί συγγραφεῖς τῆς Καινῆς Διαθήκης. Καί οἱ Εὐαγγελιστές, καί ὁ Λουκᾶς, καί ὁ Παῦλος, χρησιμοποίησαν τήν ἑλληνικήν μετάφρασιν τῶν Ἑβδομήκοντα (Ο’). Ὅταν οἱ ἄλλοι δέν τά ἔχουν αὐτά στήν γλῶσσα τους. Ὅταν ὑπάρχουν οἱ Πατέρες πού ἐκδίδονται -Πατέρες, Ἕλληνες Πατέρες!- εἰς τήν Εὐρώπην! Πολλά χρόνια πίσω, μά πολλά χρόνια! Θέλετε; Καί κάποιους αἰῶνες πίσω. Καί ἐμεῖς μάλιστα, μόλις ξεκινήσαμε εἰς τό δεύτερον ἥμισυ τοῦ 20ου αἰῶνος, κάτι νά δημοσιεύουμε. Κι ἄν θέλετε αὐτή ἡ σειρά τοῦ Migne Ἑλλήνων Πατέρων, δέν εἶναι παρά φωτογραφία καί ἀνατύπωση. Ἄλλοι δούλεψαν. Αὐτά δέν εἶναι προνόμια; Καί τά ὑποτιμοῦμε ἐμεῖς ὅλα αὐτά, καί τρέχουμε σέ ξένες φυλλάδες, νά βροῦμε τί; Τί; Ὅταν ἀκόμα ὑποτιμοῦμε τήν Ὀρθόδοξο πίστη μας, καί ἀνατρέχουμε καί καταφεύγουμε σέ αἱρέσεις κι ἄλλα ρεύματα πού ἔρχονται ἀπ’ ἔξω; Ἔρχονται θρησκευτικά ρεύματα ἀπό τήν Ἀνατολή, ἀπό τήν Ἄπω Ἀνατολή, ἀπό τίς Ἰνδίες καί τρέχουμε ἀνοητότατα νά ἀσπαστοῦμε, ἐγκταλείποντας βεβαίως τήν ὀρθόδοξο πίστη μας, να ἀσπαστοῦμε αὐτά τά καμώματα τῆς ἀνθρωπίνης ἐπινοήσεως. Δέν εἶναι ντροπή; Τί μᾶς κάνει νά φτάνουμε ἐκεῖ; Ἡ ἄγνοιά μας, ἡ ξενομανία μας; Ὃ,τι θέλετε πεῖτε. Ὅλα αὐτά ὁδηγοῦν σήμερα τούς Νεοέλληνες νά φτάνουν στό σημεῖο αὐτό. 

    Ἀκόμη ἀρνούμεθα τίς ὡραιότατες Ἑλληνο-χριστιανικές μας παραδόσεις. Τί ὡραῖο πρᾶγμα -οἱ ξένοι, ξέρετε, μᾶς ζηλεύουν, μᾶς ζηλεύουν ναί- τό Πάσχα μέ τίς λαμπάδες μέ τά κόκκινα τ’ αὐγά, μέ τόν ὀβελία… Τί ὡραῖο περιβάλλον δημιουργεῖται, πού μᾶς ζηλεύουν -τό ξαναλέγω!- οἱ ξένοι, ἐμεῖς αὐτά νά τά θεωροῦμε ὅτι εἶναι χωριάτικες συνήθειες καί ξεπερασμένες. 

     Ἀκόμη ἀρνούμεθα τόν χριστιανικόν γάμον καί σπεύδουμε νά δημιουργοῦμε πολιτικόν γάμον. Αὐτό δέν εἶναι κάτι πού ἦρθε ἀπ’ ἔξω; Ποτέ δέν διανοήθηκε ὁ Ἕλληνας Ὀρθόδοξος Χριστιανός νά δημιουργήσει οἰκογένεια χωρίς τή ἱερολογία τοῦ γάμου, χωρίς, δηλαδή, τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ. Κι αὐτό ἦρθε ἀπ’ ἔξω. Κι ἔτσι καθιερώνουμε καί τρέχουν πολλοί δικοί μας νά κάνουν πολιτικόν γάμον.

     Ἀκόμα ξενομανία δέν εἶναι ὅταν ἀρνούμεθα τήν ὡραιοτάτη μας καί ἀκριβεστάτη μας καί πλουσιωτάτη μας γλῶσσα; Καί τί κάνουμε; Πιθηκίζουμε, μέ Ἐγγλέζικα, μέ Γαλλικά… δέν ξέρω… μέ Γερμανικά… μέ Ἰταλικά… κ.λπ… κ.λπ. Προσέξτε! Δέν θέλω νά πῶ νά μή μάθουμε γλῶσσες -θά τό πω καί λίγο πιό κάτω- ἀλλά ὅταν μιλᾶμε τήν ἑλληνική γλῶσσα καί τήν ἀνακατεύουμε μέ τήν γλῶσσα ἐκείνη πού μαθαίνουμε λέξεις ἀπό τήν ξένη αὐτή γλῶσσα. Γιατί δέν μιλᾶμε καθαρά τήν γλῶσσα τήν ἑλληνική; Ἤ ἀκόμη ἄν θέλετε, νά μή μιλᾶμε ἑλληνικά καί νά μιλᾶμε μιά ξένη γλῶσσα, ἐδῶ στόν τόπο μας! Μέ Ἕλληνες πάλι! Γιατί; Μήπως γιά λόγους ἀσκήσεως; Ὄχι. Ἀπό τί; Ἀπό ἕναν μιμητισμόν. Νά σᾶς τό πῶ μέ μία ξένη λέξη πού ἔχει καθιερωθεῖ; Σνομπισμός. Ἤ, ἀκόμα, γιατί ὑπάρχει ἡ μόδα. Αὐτό δέν εἶναι πάρα πολύ κακό; Τό θέμα εἶναι ὅτι, ὅ,τι ἑλληνικόν, ὅ,τι δικό μας, ὅ,τι «ἡμέτερον» τό ἀπεμπολοῦμε, τό διώχνουμε, γιά νά κρατοῦμε πάντοτε κάτι ξένο, γιά νά φαινόμεθα ὅτι εἴμεθα προοδευτικοί. Μά εἶναι προοδευτισμός αὐτό τό πρᾶγμα; Δέν εἶναι δεδομένο, εἶναι ζητούμενον. Εἶναι προοδευτισμός αὐτό;

     Ἀλλά βέβαια ὅ,τι καλό ἔχουν οἱ ξένοι, μποροῦμε νά τό μιμηθοῦμε, δέν τίθεται θέμα. Φυσικά ἐμεῖς μιμούμεθα τό κακό. Καί μάλιστα καί τό κακό, κακεκτύπως. Ὄχι, μποροῦμε κάτι καλό. Δέν ἔχουμε σωβινισμό. Τί θά πεῖ «σωβινισμός»; Τό νά πεῖ κανείς ἐκεῖνο πού ἔλεγαν καί οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες. Τί ἔλεγαν; «Πᾶς μή Ἕλλην βάρβαρος». Ξέρετε ὅτι ὁ Χίτλερ θέλησε νά δημιουργήσει μία καθαρή φυλή, τήν Ἀρία φυλή, καί νά ἐπιβληθεῖ σ’ ὅλη τήν γῆ. Γι’ αὐτό ἔκανε τόν Β’ Παγκόσμιον πόλεμον -καί δέν εἶναι μακριά νά ξεφυτρώσει κάνας τρίτος τέτοιος… γιατί ὁ πρῶτος ἦταν ὁ Κάιζερ, ὁ αὐτοκράτωρ τῆς Γερμανίας μέ τόν Α’ Παγκόσμιον πόλεμον… δηλαδή πάλι ἡ Γερμανία νά ξαναφυτρώσει… νά πετάξει κανέναν πόλεμον, καί νά γίνει καί Παγκόσμιος. Ναί, ναί! Τό φοβοῦνται πολλοί αὐτό, πολλοί! πολλοί Εὐρωπαῖοι, ἀλλά, δέν ἀποκλείεται. Ποιός ἔχει ἐμπιστοσύνη σ’ αὐτούς τούς ἀνθρώπους ὅταν μέσα στό αἷμα τους ἔτσι σκέφτονται, ὄχι ἁπλῶς ἐθνικιστικά, σωβινιστικά! Ὥστε ὁ Χίτλερ νά λέει –τότε, στόν Β’ Παγκόσμιον πόλεμον- : «Deutschland Uber Alles» -εἴχαμε Γερμανούς βεβαίως ἐδῶ, καί τό ‘λεγαν καί τό ξανάλεγαν αὐτοί καί ἐκαυχῶντο καί ξανα-ἐκαυχῶντο. Τί θά πεῖ «Deutschland Uber Alles»; Θά πεῖ: «Ἡ Γερμανία ὑπεράνω ὅλων». Ἐνθυμοῦμαι πού μᾶς ὑποτιμοῦσαν… -ἐδῶ πού τά λέμε, ὁ Χίτλερ ἐθαύμαζε τούς Ἕλληνες, ἔχουμε πολλά τέτοια στοιχεῖα, ἀλλά ὅμως ὑποτιμοῦσε ὅλη τήν ἄλλη ἀνθρωπότητα καί ἔβαζε στήν κορυφή τῆς ἀνθρωπότητος τήν Γερμανία. Οἱ ὁποῖοι ἄνθρωποι (τῆς γῆς μας) ἔπρεπε νά ὑπηρετοῦν τήν Γερμανία. Αὐτό λέγεται σωβινισμός! Πρός Θεοῦ, δέν θά θέλαμε ποτέ νά μιλήσουμε κατά τόν ἴδιο τρόπο. 

     Θέλετε ἀκόμη κάτι, καί οἱ Ἑβραῖοι ἦσαν καί δείχνουν αὐτόν τόν σωβινισμόν. Γι’ αὐτό ὅταν εἶδαν ὅτι ὁ Μεσσίας μποροῦσε νά φεύγει ἀπό τά χέρια τους, τόν ἀρνήθηκαν, καί νά πηγαίνει στούς ἔξω ἀπό αὐτούς ἤ στούς ἐθνικούς, ζηλοτύπησαν, καί ζηλοτυποῦν μέχρι σήμερα. Γιατί; Γιατί ἤθελαν τόν Μεσσία ἀποκλειστικά δικό τους. Τί εἶναι αὐτό; Δέν εἶναι σωβινισμός; Δέν εἶναι δηλαδή κάτι πού δέν ἐπιτρέπεται γιά ἕναν, ὁπωσδήποτε, λαόν. Βεβαίως ἔτσι εἶναι. 

     Δέν θά ἤθελα, λοιπόν, νά σᾶς μιλήσω ὅτι σκέπτομαι σωβινιστικά καί σᾶς μιλάω τώρα ἔτσι, ὅταν λέμε ὅτι δέν θά ἀπορρίψουμε τά ἡμέτερα. Ὄχι. Καί κάτι πού ἔχει ἕνας ξένος λαός καί τό ὁποῖο μπορεῖ νά εἶναι καλό, θά τό ἀποδεχθοῦμε. Βεβαίως θα χρησιμοποιήσουμε μία-δύο-πέντε-ἑπτά ξένες γλῶσσες. Θέλετε; Μάθετέ τες. Κανείς δέν λέει νά μήν μάθετε μία ξένη γλῶσσα ἤ περισσότερες. Θέλετε ἀκόμη; Καί ξένες λέξεις μποροῦμε νά χρησιμοποιήσουμε καί μάλιστα ἐκεῖνες ἔχουνε πλέον πολιτογραφηθεῖ στή γλῶσσα μας. Εἴδατε προηγουμένως τί εἶπα; Σωβινισμός. Δέν εἶναι ἑλληνική λέξη. Εἶναι πολλές λέξεις πού ἔχουνε πλέον πολιτογραφηθεῖ. Θά τίς χρησιμοποιήσουμε, δέν εἶναι κακό. Ὄχι ὅμως νά ὑποτιμοῦμε τήν ἑλληνική γλῶσσα καί νά ‘χουμε τόσες λέξεις ξένες μέσα στή γλῶσσα μας, ὅταν μιλᾶμε γιά νά κάνουμε τί… δέν ξέρω, ἐπίδειξη; … Δέν ξέρω. Κι εἶναι αὐτό πάρα πολύ κακό. Ἀκόμη ἔχετε προσέξει ὅτι στά καταστήματά μας ἔχουμε συνήθως ξενόγλωσσες ἐπιγραφές; Καί μάλιστα τί ξενόγλωσσες… Χμ!... Ὃταν, φέρ’ εἰπεῖν, βάζει μισή ἑλληνική καί μισή… ἄ… γαλλική… ξέρω γώ… ἐγγλέζικη, ἀμερικάνικη, γερμανική. Ξέρετε πῶς λέγονται αὐτά; Λέγονται «φραγκοχιώτικα»! Ναί. Αὐτά τά φραγκοχιώτικα. Ἔ, ὡραῖα εἶναι, δηλαδή, αὐτά ἔτσι νά τά λέμε ἤ νά βάζουμε τίς ἐπιγραφές; Νά λέμε… ξέρω γώ… «Αὐτό τό κατάστημα πουλάει… ‘’ξυλοδέρμ’’». Ξύλο-δέρμ. Ξύλο-δέρμα(δέν λέει: δέρμα)· ξυλοδέρμ…! Τό κόβει, τό κάνει ξένη λέξη, δηλαδή κόβει τήν τελευταία λέξη. Δηλαδή, ὅ,τι σᾶς εἶπα, φραγκοχιώτικα.

     Κάποια καλή ξένη μουσική, δέν μποροῦμε νά τήν ἀποδεχθοῦμε; Ὃπως ἡ καθιερωμένη κλασική μουσική; Ἀναμφισβήτητα ναί. Γιατί ὅμως νά ἔχουμε αὐτή μανία -μανία κυριολεκτικά- νά στρεφόμεθα στήν ξένη ἐκείνη μουσική (αὐτήν τήν λαϊκή ξένη μουσική), ἡ ὁποία ἔχει ξετρελάνει τόν κόσμον. Εἶναι -γιά μένα… δέν ξέρω… κακόηχος! Θέλετε; Καί δαιμονική! Θέλετε; Καί διεγείρει κατώτερα ἔνστικτα! Μιά μουσική πού ἄν τήν ἀκούσεις μετά τά μεσάνυχτα, τήν μουσική αὐτή, πού εἶναι βέβαια τῆς μόδας… οἱ τραγουδιστές αὐτῶν τῶν τραγουδιῶν (τῶν Ἀμερικάνικων τραγουδιῶν) εἶναι ἀπό τά χασικλίδικα τοῦ τόπου εκείνου … κ.λπ. Ἐάν δέν πιοῦν χασίς δέν … δηλαδή ἄλλα ναρκωτικά -γιατί δέν ἔχουνε χασίς ἐκεῖ, τό ‘χουμε ἐμεῖς, εἶναι πιό λαϊκό τό δικό μας αὐτό- ἄν δέν διαθέτεις βραχνή φωνή, ἄν δέν διαθέτεις κάποια μέθη, δέν μπορεῖς νά ἀποδώσεις τό τραγούδι σου. Κι ἀκοῦς τούς ἀνθρώπους αὐτούς -γιατί αὐτή εἶναι ἡ μουσική πού προσφέρουν- σάν νά τούς πνίγουν τόν λαιμό καί νά ζητοῦν βοήθεια. Κι αὐτό λέγεται μουσική! Ἤ ἀκόμη σάν νά εἶναι κολασμένοι στήν κόλαση πού βασανίζονται ἀπό τά κολαστήρια τῆς Κολάσεως καί ξεφωνίζουν φοβερά. Παιδιά, σᾶς ἐρωτῶ, ἀλήθεια διασκεδάζετε μέ τέτοια μουσική; Δέν μπορῶ νά τό διανοηθῶ! Δέν φοβόσαστε; Δέν τρομάζετε; Σᾶς ἀρέσει; Τό ‘χω θέσει τό θέμα αὐτό καί ξέρετε τί ἀπάντηση ἔχω πάρει; «Ναί, μᾶς ἀρέσει». Σᾶς ἀρέσει; Γιατί, λοιπόν, καταφεύγουμε σ’ αὐτά τά ξενικά τραγούδια καί ξενική μουσική, γιατί; Τί ὡραῖο ἔχουν; Μόνο καί μόνο γιατί εἶναι ξένα; Αὐτό δέν εἶναι ἐπιχείρημα. 

     Ἀκόμη, καλές ἰδέες, ἔχουν βεβαίως καί οἱ ξένοι, δέν τίθεται θέμα. Πρέπει νά σᾶς πῶ ὅτι κανεἰς λαός δέν εἶναι αὐτάρκης. Δέν μπορεῖ κανείς λαός νά κλείσει τά σύνορά του καί νά πεῖ: «Ἐγώ εἶμαι αὐτάρκης, δέν θέλω τίποτε ἄλλο πιά». Τά ‘χουμε ὅλα. Δέν ἔχουμε ἀνάγκη τίποτε ν’ ἀκούσουμε… κ.λπ… κ,λπ… Ποιός λαός εἶναι αὐτάρκης; Κανένας! Πῶς, λοιπόν, θά ποῦμε ὅτι δέν μποροῦμε ἀπό τούς ξένους κάτι νά πάρουμε; Ἀλλά ἐκεῖνο πού θά πάρουμε θά εἶναι καλό. Καί οἱ ἰδέες, θά εἶναι καλές, ἀλλά προσοχή· οὔτε τά δικά μας θά πετάξουμε γιά ν’ ἀντικαταστήσουμε αὐτά μέ ξένες ἰδέες, οὔτε ἀνεξέλεγκτα θ’ ἀφήσουμε τίς ξένες ἰδέες (ἴσως ἀνατρεπτικές, ἴσως ἀθεϊστικές) νά μποῦν στή χώρα μας καί νά μᾶς χαλάσουν. Θά μοῦ πεῖτε: «Θά βάλουμε λογοκρισία;». Θά σᾶς ἀπαντοῦσα: «Ἐμεῖς οἱ ἴδιοι πρέπει νά εἴμεθα λογοκρισία. Ὅταν δῶ κάτι πού δέν εἶναι σωστό, δέν θά τό πιάσω στά χέρια μου. Πολύ δέ παραπάνω, δέν θά τό ἀποδεχθῶ». Ἐάν οἱ γονεῖς σας -γιατί ἐσεῖς βέβαια δέν ἔχετε ἐμπειρία γιά νά γνωρίζετε- καί σᾶς ποῦν: «Τό βιβλίο αὐτό, παιδί μου, δέν εἶναι καλό πού θά διαβάσεις», δείξτε ταπείνωση καί ὑπακοή. Ξέρουνε πιό πολλά οἱ γονεῖς σας. Γιατί ἄν δέν τούς ἀκούσετε, θά ζημιωθεῖτε ἀφάνταστα. Αὐτό ἔχουμε πάθει στήν Ἑλλάδα σήμερα κι ἔχουμε φοβερά ζημιωθεῖ, κι ἔχει μπεῖ ὁ ἀναρχισμός κι ὁ ἀνατρεπτισμός… κ.λπ. καί τόσα μύρια κακά πράγματα, ἔχουνε μπεῖ, γιατί; Γιατί ἀφήνουμε τά πάντα νά κινοῦνται ἐν ὀνόματι τῆς ἐλευθερίας. Σᾶς ξαναλέγω, δέν εἶναι λογοκρισία νά σοῦ πεῖ ὁ καθηγητής σου-ὁ δάσκαλός σου, ὁ ἱερεύς, ἡ Ἑκκλησία, οἱ γονεῖς σου, νά σοῦ ποῦν: «Μήν τό πιάνεις αὐτό στά χέρια σου, μήν τό διαβάσεις. Ἔχεις περιέργεια, θά καταστραφεῖς!». Δέν μιλᾶμε, λοιπόν, γιά λογοκρισία, ἀλλά πρέπει νά γίνουμε ἐμεῖς οἱ ἴδιοι λογοκρισία, δηλαδή ἐμεῖς νά λέμε θά δεχθοῦμε ἤ δέν θά δεχθοῦμε κάτι. Ἀλλά, θά μοῦ πεῖτε, ἀπαιτεῖται μία ὡριμότητα στόν λαό μας. Δέν τήν ἔχουμε τήν ὡριμότητα. Τί νά πῶ; 

    Ἔχετε δεῖ στήν πόλη μας, καί σέ κάθε πόλη… ἄν πᾶτε στήν Θεσσαλονίκη…Ὤ! Εἶχα πάει πρίν ἀπό πολύ καιρό· ἔξω ἀπ’ τά Πανεπιστήμια, τί ἦταν γραμμένα στούς τοίχους! Ρώτησα: «Τί εἶναι ἐδῶ;». «Τό Πανεπιστήμιο». «Σοβαρά; Κι ὅλα αὐτά τά γραμμένα τί εἶναι;». Καί μοῦ εἶπαν: «Καί πού νά μπεῖτε μέσα! Νά δεῖτε τί εἶναι γραμμένο!». Καί ξέρετε οἱ πιό πολλές ἐπιγραφές ἀπ ‘ αυτές πού γράφονται -στούς τοίχους, νά ρθουμε στήν πόλη μας, αὐτές πού τίς βλέπουμε καθημερινά- ξέρετε ὅτι εἶναι οἱ περισσότερες ξενόγλωσσες; Ἔλεγε, ἐπί παραδείγματι, γιά κάποιον πολιτικόν τάδε: ’’Go home’’! Δηλαδή: «Πήγαινε στό σπίτι σου». Δέν τό γράφουν ἑλληνικά, τό γράφουν μέ ξένα. Ἤ: ‘’I love gou’’, «Σ’ ἀγαπάω». Δέν τό γράφουν με ἑλληνικά, τό γράφουν μέ ξένα! Γιατί; Πρῶτα-πρῶτα δέν πρέπει νά γράφουμε στούς τοίχους. Ἔχουμε καταλερώσει καί καταρυπάνει τούς τοίχους. Εἶναι ὡραῖο θέαμα μία πόλις νά εἶναι βρώμικη ἀπό αὐτές τίς ἐπιγραφές; Φτιάχνει ἕνας ἕνα ὡραῖο σπίτι, τό ἀσπρίζει, τό καθαρίζει, τέλος πάντων, ἕνα καινούριο σπίτι, καί πάει ὁ ἄλλος μέ τήν βούρτσα μέ τό πινέλο καί μέ τό σπρέι, καί τοῦ γράφει καί τοῦ λερώνει τούς τοίχους! Εἶναι σωστό αὐτό τό πρᾶγμα, εἶναι πρέπον; Ἀναμφισβήτητα ὄχι. Λοιπόν, προσοχή, παιδιά, καί εἰς τό σημεῖον αὐτό. Προσοχή, πάρα πολλή προσοχή. Οὔτε στούς τοίχους θά γράφουμε, οὔτε ξενόγλωσσα θά γράφουμε. Θές νά γράψεις σέ κάποιον πού δέν ξέρει ἑλληνικά; Θά τοῦ γράψεις βεβαίως στήν ξένη γλῶσσα. Ὄχι ὅμως αὐτό τό κατάντημα.

     Ἄν ἕνας Ἕλληνας πεῖ κάτι πολύ σοφό, κανείς βέβαια δέν θά τόν προσέξει. Ἄν κάποιος ξένος πεῖ μία ἀνοησία, ἀμέσως ἡ ἀνοησία του αὐτή θά γίνει ἀνάρπαστη. Γιατί; Ἐπειδή εἶναι ξένος. Αὐτό θά πεῖ ξενομανία. Καί θέλετε νά ξέρετε; Εἴμεθα ξενομανεῖς, ἀπό τήν ἐποχή τῆς Ἀθηναϊκῆς Πολιτείας, π.Χ. Εἴμεθα ξενομανεῖς, ἀπό τήν ἀρχαιότητα. Ναί, ναί. Ἐρωτοτροπούσαμε μέ τούς Πέρσες… καί δέν ξέρω τί… καί δέν ξέρω τί… εἶναι δηλαδή παλιό, τῆς φυλῆς μας, ἁμάρτημα ἡ ξενομανία.

     Ἀκόμη κάτι πού πρέπει νά σᾶς τό πῶ, εἰδικά σέ σᾶς, ἀναπτύσσεται μία ἀλληλογραφία φιλίας μέ ξένους. Μαθαίνουμε φέρ’ εἰπεῖν μία ξένη γλῶσσα, φροντίζουμε ν’ ἀνοίξουμε μία ἀλληλογραφία. Ναί, ἀλλά μ’ αὐτό τό πρόσωπο πού ἀνοίγεις ἀλληλογραφία ἀγόρι ἤ κορίτσι, ξέρεις τί θά σοῦ βγεῖ; Μετά θά σοῦ πεῖ… θά σέ καλέσει, θά τόν καλέσεις, θά τήν καλέσεις νά ρθεῖ ἐδῶ, καί τί θά βγεῖ ἀπ’ αὐτά; Θυμᾶμαι, παιδιά, ὅταν μετά τήν γερμανική Κατοχή ἦρθαν στήν Ἑλλάδα βέβαια τά συμμαχικά στρατεύματα. Τί ἦταν ἐκεῖνο; Ἄν ξέρατε πῶς ἀγκαλιάσαμε ὅλους αὐτούς καί μάλιστα τούς Ἄγγλους στρατιῶτες! Ξέρετε ἀπ’ αὐτό τό ἀγκάλιασμα πόσα κακά βγῆκαν; Δέν… δέν μπορῶ νά σᾶς τά πῶ. Τά ‘χω ζήσει! Καί ἐγώ ὁ ἴδιος πού σᾶς μιλάω, εἶχα δείξει διάθεση ἀγκαλιάσματος. Βλέπαμε ἕναν στρατιώτη Ἄγγλο στόν δρόμο, τοῦ ἀνοίγαμε κουβέντα… κ.λπ… κ.λπ. καί χωρίς νά πολυελέγξουμε: «Ἒλα στό σπίτι». Τραπεζώματα, ἐπισκέψεις… τοῦτα, κεῖνα… βγήκανε πολλά κακά πράγματα. Ἐννοῶ «κακά» ἀπό πλευρᾶς ἤθους. Κι ὅμως αὐτούς, ἄν τό θέλετε -δέν εἶμαι ἐχθρικά διακείμενος πρός τούς ξένους, ὄχι, ὄχι- ἀλλά ἡ Ἱστορία ὅμως δέν πρέπει νά λησμονεῖται. Αὐτούς πού τούς ἀγκαλιάσαμε, πού τούς τραπεζώσαμε, πού τούς ἀγαπήσαμε, ὕστερα ἀπό λίγο καιρό, εἶναι ἐκεῖνοι πού ἀπηγχόνιζαν τά Ἑλληνόπουλα εἰς τήν Κύπρον! Εἶναι αὐτοί οἱ ἴδιοι οἱ ὁποῖοι ἐδημιούργησαν καί τήν τραγωδία τῆς Κύπρου, καί τό χειρότερο: Τήν διατηροῦν καί τήν συντηροῦν, αὐτήν τήν τραγωδία τῆς Κύπρου.

     Θά ‘θελα ὅμως νά σᾶς πῶ κάτι. Ἴσως δέν ἔχουμε ὑποπτευθεῖ ὅτι ἡ ξενομανία εἶναι ἕνας φορέας. Ἕνας φορέας ἐπί τοῦ ὁποίου θά στηριχτεῖ ἡ διείσδυσις τῶν ἰδεῶν τοῦ Ἀντιχρίστου σέ ὅλα τά ἔθνη. Τό λέγει αὐτό ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης. «Ἔλα νά σοῦ δείξω…»: «Δεῦρο δείξω σοι τὸ κρῖμα τῆς πόρνης τῆς μεγάλης τῆς καθημένης ἐπὶ ὑδάτων πολλῶν, μεθ᾿ ἧς ἐπόρνευσαν οἱ βασιλεῖς τῆς γῆς, καὶ ἐμεθύσθησαν οἱ κατοικοῦντες τὴν γῆν ἐκ τοῦ οἴνου τῆς πορνείας αὐτῆς (μέ τήν πνευματική ἔννοια «πορνεία»)». Τί θά πεῖ μέθυσαν, «ἐμεθύσθησαν»; Θά πεῖ: Ἒγινε ἡ ξενομανία (ὑπάρχει ξενομανία), ἔγιναν οἱ διεισδύσεις καί ἔτσι ὅλες αὐτές οἱ ἰδέες σήμερα καί ὁ πολιτισμός κυκλοφορεῖ σ’ ὅλη τή γῆ, καί γίνεται φορέας γιά νά ἔρθει ὁ Ἀντίχριστος. Παιδιά, ἡ ξενομανία σάν αἴσθημα, πρέπει νά σᾶς πῶ, ὅτι καταργεῖ καί τά σύνορα. Κι ὅταν τά σύνορα ἀνοίξουν –πού τό λεγαμε τήν περασμένη φορά-τότε γίνεται ἡ διακίνησις ποικίλων ἰδεῶν καί ἀθρόα ἡ καταστροφή τῶν λαῶν. Ἄς προσέξουμε, λοιπόν, θ’ ἀγαπᾶμε ὅλους τούς λαούς τῆς γῆς, θά παίρνουμε ὅ,τι καλό ἔχουν καί ὄχι βέβαια τό κακό.


25η ομιλία στην κατηγορία "Ἡ Πνευματική Διαθήκη τοῦ Τωβίτ".

►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
" Ἡ Πνευματική Διαθήκη τοῦ Τωβίτ. " εδώ ⬇️
https://arnion.gr/index.php/palaia-diauhkh/h-pnevmatikh-diauhkh-toy-tvbit
↕️
https://aspalathos21.blogspot.com/2024/12/blog-post_7.html?m=1

Ἀπομαγνητοφώνηση, ψηφιοποίηση: Ἠλίας Τσακνάκης.

Επιμέλεια κειμένου : Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος.

🔸Λίστα ομιλιών της σειράς
«Ἡ Πνευματική Διαθήκη τοῦ Τωβίτ».🔻
https://drive.google.com/file/d/1RZ1sYHVgLqBWiFNCBGi90Z__kjEnhr2H/view?usp=drivesdk

💠Πλήρης απομαγνητοφωνημένες σειρές ομιλιών (Βιβλία).
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/search/label/%F0%9F%92%A0%CE%A0%CE%BB%CE%AE%CF%81%CE%B7%CF%82%20%CE%B1%CF%80%CE%BF%CE%BC%CE%B1%CE%B3%CE%BD%CE%B7%CF%84%CE%BF%CF%86%CF%89%CE%BD%CE%B7%CE%BC%CE%AD%CE%BD%CE%B5%CF%82%20%CF%83%CE%B5%CE%B9%CF%81%CE%AD%CF%82%20%CE%BF%CE%BC%CE%B9%CE%BB%CE%B9%CF%8E%CE%BD%20%28%CE%92%CE%B9%CE%B2%CE%BB%CE%AF%CE%B1%29.?m=1

🔸Επεξηγηματικό βίντεο Ασπάλαθου.
https://youtu.be/8tNfAHRkTCk

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

Όλες οι ομιλίες ~4.487~ του μακαριστού πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://aspalathos21.blogspot.com/2024/12/4487.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=0

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️
https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__
https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.