†.Από τήν στιγμή, παιδιά, πού οἱ πρωτόπλαστοι κοίταξαν μέ ἄλλο μάτι τόν καρπό του δένδρου τῆς γνώσεως τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ, ἀπέκτησαν ἕνα στοιχεῖο, πού πρίν δέν εἶχαν· καί τό στοιχεῖο αὐτό λέγεται φαντασία.
Ἴσως σᾶς φανεί πολύ παράξενο τό πῶς ὁ Ἀδάμ δέν εἶχε πρῶτα φαντασία, ἀλλά τήν ἀπέκτησε μεταπτωτικά· σᾶς βεβαιώνω πώς κι ἐγώ δέν μπορῶ νά τό καταλάβω αὐτό. Από τότε ἀκριβῶς, ὄχι μόνο ὁ Ἀδάμ, ἀλλά καί ὅλοι οἱ ἀπόγονοί του αναπτύσσουμε τη φαντασία, δηλαδή ὑπάρχει τό φαινόμενο τῆς φαντασίας. Ὥστε λοιπόν ἡ φαντασία εἶναι ἕνα μεταπτωτικό φαινόμενο.
Αλλά ὅταν λέμε φαντασία, τί ἐννοοῦμε;
Ἡ φαντασία εἶναι ἕνας χῶρος πού παρεμβάλλεται μεταξύ τοῦ νοῦ καί τῶν αἰσθήσεων. Ἀπό τή μία εἶναι ὁ νοῦς κι ἀπό τήν ἄλλη εἶναι οἱ αισθήσεις. Εἶναι δέ γνωστό ὅτι ὁ νοῦς παίρνει τίς πληροφορίες ἀπό τόν ἐξωτερικό κόσμο μέσω τῶν αἰσθήσεων. Πῶς θά πληροφορηθεῖ ὁ νοῦς, ἂν κάτι δέν τό δοῦμε, δέν τό ἀκούσουμε, δέν τό μυρίσουμε, δέν τό γευθοῦμε καί δέν τό ψηλαφήσουμε, δέν τό ἀγγίξουμε; Ἔτσι λοιπόν ὁ νοῦς πληροφορεῖται τά τοῦ ἐξωτερικοῦ κόσμου διά μέσου τῶν αἰσθήσεων. Τώρα όμως, μετά την πτώση τῶν πρωτοπλάστων, μεταξύ τῶν αἰσθήσεων καί τοῦ νοῦ παρεμβάλλεται ἡ φαντασία. Συνεπῶς ἡ φαντασία εἶναι παχύτερη μέν ἀπό τόν νοῦ, λεπτότερη ὅμως ἀπό τίς αισθήσεις, καί εἶναι ὁ ἀποθηκευτικός χώρος, τόσο τοῦ νοῦ, ὅσο καί τῶν αἰσθήσεων. Δηλαδή εἶναι ἡ ἀποθήκη τοῦ νοῦ. Ἐκεῖ στοιβάζει τις εντυπώσεις του καί τίς εἰκόνες του ὁ νοῦς· στη φαντασία. Οἱ αισθήσεις ὅμως, καί αὐτές, ἐκ τῶν ὑστέρων μπορεί να χρησιμοποιήσουν το υλικό τῆς φαντασίας πού προμηθεύτηκαν –θά τό δοῦμε αὐτό στη συνέχεια.
Συνεπῶς, ὅσες φορές ὁ νοῦς θέλει νά ἀντλήσει ὑλικό, τό ἀντλεῖ ἀπό τή φαντασία· τό ἴδιο κάνουν καί οἱ αἰσθήσεις. Αλλά τότε θα λέγαμε ὅτι ἡ φαντασία εἶναι το μεθόριον, δηλαδή τό σύνορο τοῦ νοῦ καί τῶν αἰσθήσεων, ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς. («Τοῦτο δὴ τὸ τῆς ψυχῆς φανταστικὸν ἐν τῷ λογικῷ ζώῳ νοῦ καὶ αἰσθήσεως μεθόριον γίνεται» (150 φυσικά, θεολογικά, ηθικά καὶ πρακτικὰ κεφάλαια, ΙΖ΄, ΕΠΕ 121, 8, σ. 92). Βλ. Συμβουλευτικὸν Ἐγχειρίδιον, Κεφ. Θ΄, Περὶ φυλακῆς τῆς φαντασίας, σ. 138)
Ὁ Ἀριστοτέλης ἀποκαλεῖ τήν φαντασία κοινήν αἴσθησιν, («... καὶ τὸ φάντασμα τῆς κοινῆς αἰσθήσεως πάθος ἐστίν» (Περἱ μνήμης καὶ ἀναμνήσεως, 450a.13a) ἐπειδή εἶναι ὁ κοινός χώρος καί τῶν πέντε αἰσθήσεων. Δηλαδή, ὅλες οἱ αισθήσεις, ὅ,τι ἐμπειρία μποροῦν νά ἔχουν, την στέλνουν στη φαντασία· καί οἱ πέντε δηλαδή αἰσθήσεις ἀποθέτουν τό ὑλικό τους στη φαντασία.
Θά σᾶς πῶ ἐδῶ ἕνα παράδειγμα γιά νά δεῖτε πῶς ἡ φαντασία εἶναι ἀποθηκευτικός χώρος.
Όταν δημιουργήσαμε τον κινηματογράφο –ἄν καί περί εἰκόνων θά μιλήσουμε λίγο πιο κάτω– θελήσαμε να βάλουμε καί ἄλλα στοιχεῖα, ἐκτός τῆς εἰκόνας. Τά μάτια μας ἔβλεπαν τίς εἰκόνες νά κινοῦνται, ἀλλά τά αὐτιά μας στεροῦνταν ἤχου· ἦταν βουβός, ὅπως λέμε, ὁ κινηματογράφος. Τόν κάναμε ὁμιλοῦντα τον κινηματογράφο, βάζοντας καί ἦχο, ὥστε νά ἔχουμε μία καλύτερη εἰκόνα· δηλαδή αυτό που βλέπουμε, στη φαντασία μας, νά εἶναι πιό ζωηρό.
Κάποτε μάλιστα, πρό πολλῶν πολλῶν ἐτῶν, ἔγινε μία απόπειρα, ἕνα πείραμα, ὄχι στην Ελλάδα, ὥστε μέσα στήν αἴθουσα του κινηματογράφου να δημιουροῦνται ἀληθοφανεῖς συνθήκες πού να προσομοιάζουν στην πραγματικότητα. Για παράδειγμα, ἐάν ἡ ταινία ἔδειχνε ἕνα λιβάδι ἤ ἕνα δάσος, να σκορποῦν στόν χῶρο ἕνα συναφές άρωμα. Ακόμη, ἂν ἔδειχνε χιόνι, να παγώνει για μια στιγμή μέσα ἡ αἴθουσα· ἤ, ἄν ἔδειχνε καλοκαίρι, να ζεσταίνεται ἡ αἴθουσα. Βεβαίως, πολλές φορές, αὐτές οἱ εἰκόνες που προβάλλονται εἶναι τόσο φευγαλέες, πού δέν θά προλάβαινε ἡ αἴθουσα νά δεχθεῖ τέτοιες μεταβολές.
Ωστόσο σᾶς λέω ὅτι ὁ ἄνθρωπος ζήτησε να προσθέσει καί ἄλλα στοιχεῖα, γιά νά ἔχει μία πληρέστερη εἰκόνα ἡ φαντασία. Διότι ἐπί τῆς ὀθόνης δέν ὑπάρχει καμμία πραγματικότητα· ὅλα αὐτά εἶναι μία απάτη, μια ψευδαίσθηση, για να σχηματισθεῖ τελικά μια πολύ καλή εικόνα μέσα στη φαντασία. (Ἡ λειτουργία τοῦ κινηματογράφου στηρίζεται στο μετείκασμα, ἕνα ἀντιληπτικό φαινόμενο κατά τό ὁποῖο ἕνας ὀπτικός έρεθισμός ἐξακολουθεῖ νά διαρκεῖ στόν ἐγκέφαλο ελάχιστο χρονικό διάστημα, ἀφότου ἐξαφανιστεῖ ἡ αἰτία πού τόν προκάλεσε) Δηλαδή σᾶς ἐξηγῶ γιατί ἡ φαντασία εἶναι κοινός αποθηκευτικός χώρος, κοινή αίσθηση, όπως λέει ὁ Ἀριστοτέλης.
Ἡ φαντασία ἀκόμη ἔχει μιά ἀναπλαστική ἱκανότητα. Αὐτή ἡ ἱκανότητά της στην πραγματικότητα εἶναι ἱκανότητα τοῦ νοῦ. Ὁ νοῦς ἔχει αὐτήν τήν αναπλαστικότητα να προσθέτει καί νά ἀφαιρεῖ· ἀλλά τήν ἔχει καί ἡ φαντασία, γιατί σᾶς εἶπα ὅτι βρίσκεται στο μεθόριο τοῦ νοῦ καί τῶν αἰσθήσεων. Ἡ αἴσθηση δέν μπορεῖ νά μεταβάλει τίποτα ἀπό ἐκεῖνο πού ἀντιλαμβάνεται.
Για παράδειγμα, αυτήν τη στιγμή μέ τά μάτια μου βλέπω ἐσᾶς. Δέν μπορῶ νά προσθέσω περισσότερες καρέκλες, οὔτε νά ἀφαιρέσω κάποιους ἀπό σᾶς τούς ἀκροατές καί τίς ακροάτριες ἀπό τόν χῶρο αὐτόν· τά μάτια μου βλέπουν αὐτό πού εἶναι.
Ἡ φαντασία μου ὅμως μπορεῖ νά ἀναπλάθει, καί να προσθέτει καί νά ἀφαιρεῖ. Μέ τήν φαντασία μου, αὐτήν τή στιγμή, μπορῶ νά δῶ ὅτι εἶναι μία αἴθουσα τεράστια, ὅτι εἶναι τό στάδιο του Αλκαζάρ (Είναι το ιστορικό γήπεδο-ἕδρα τῆς Α.Ε.Λ., τῆς μεγαλύτερης ποδοσφαιρικῆς ὁμάδος τῆς Λαρίσης), καί ὅλος αὐτός ὁ χῶρος εἶναι γεμάτος από καρέκλες καί εἶναι παιδιά καί ἀκοῦν· ἤ ἀκόμη, τό ἀντίστροφο, ὅτι ἔχουμε μία μικρή ομάδα, από δέκα μόνο παιδιά, και κάνουμε το μάθημά μας. Αυτά, τήν ἴδια ὥρα πού ἐγώ βλέπω ἐσᾶς, μπορῶ νά τά μετασχηματίσω. Αὐτό ὅμως δέν τό κάνουν οἱ αἰσθήσεις μου, ἐν προκειμένω ἡ ὅρασή μου, αλλά τα μετασχηματίζει ή φαντασία μου. Αὐτή ἡ ἀναπλαστική ικανότητα της φαντασίας, εκτός από τό ὅτι ἔχει βεβαίως κάποια αξία, ἔχει ὅμως καί πολύ κίνδυνο από ἠθικῆς πλευρᾶς, ὅπως θά δοῦμε λίγο πιο κάτω.
Ακόμη, ή φαντασία κινεῖται καί στόν χρόνο τοῦ ϋπνου. Όταν ο άνθρωπος κοιμάται, η φαντασία του συνεχίζει νά ἐργάζεται, ἐνῶ οἱ αἰσθήσεις του ἀδρανοῦν. Δεν βλέπουν τα μάτια μας, ἀφοῦ τά ἔχουμε κλειστά, ἀλλά καί τά αυτιά μας τίποτα δέν μποροῦν νά ἀκούσουν, οὔτε καί ἡ μύτη μας να μυρίσει, εκτός βέβαια καί ἄν γιά μιά στιγμή ξυπνήσουμε ἀπό ἕνα πολύ έντονο αἴσθημα. Αλλά τήν ὥρα πού κοιμόμαστε οἱ αἰσθήσεις μας ἀδρανοῦν. Ποιός εργάζεται; Ἡ φαντασία.
Βεβαίως καί ὁ νοῦς ἐργάζεται· πρέπει νά σᾶς τό πῶ καί αὐτό. Ὁ νοῦς δεν κοιμᾶται· ὁ ἐγκέφαλος κοιμᾶται. Ὁ ἐγκέφαλος εἶναι ὄργανο τοῦ νευρικού συστήματος. Ἄλλο εἶναι ὁ ἐγκέφαλος καί ἄλλο ὁ νοῦς· ὅπως ἄλλο εἶναι ἡ κιθάρα καί ἄλλο ὁ κιθαρίστας. Νομίζω πώς υπάρχει διαφορά. Η κιθάρα είναι ένα ξύλινο κατασκεύασμα, ἕνα ἠχεῖο πού ἔχει μερικές χορδές, πού μποροῦν νά παράγουν κάποιους ήχους. Μπορεῖ ὅμως ὁ κιθαρίστας, πλήττοντας καταλλήλως τις χορδές, να δημιουργήσει μία μελωδία. Ἄλλο πράγμα λοιπόν ὁ κιθαρίστας καί ἄλλο εἶναι ἡ κιθάρα. Ἔτσι θα λέγαμε καί ἐδῶ, ἄλλο πράγμα εἶναι ὁ νοῦς καί ἄλλο πράγμα ὁ ἐγκέφαλος. (Σύμφωνα μέ τό λεξικό Merriam - Webster, νοῦς (mind) εἶναι ἐκεῖνο τὸ στοιχεῖο ἑνός ατόμου πού τοῦ ἐπιτρέπει νά ἔχει ἐπίγνωση τοῦ κόσμου καί τῶν ἐμπειριῶν του, να σκέφτεται καί να αισθάνεται, εἶναι ὁ τομέας τῆς συνειδητότητος καί τῆς σκέψεως. Αντίθετα, ἐγκέφαλος (brain) εἶναι ἕνα ὄργανο πού ἀποτελεῖται ἀπό μαλακό νευρικό ιστό, περιέχεται στο κρανίο των σπονδυλωτών καί λειτουργεῖ ὡς συντονιστικό κέντρο τῶν αἰσθήσεων καί τῆς διαανοητικής και νευρικής δραστηριότητος)
Τί εἶναι ὁ ἐγκέφαλος; Ὁ ἐγκέφαλος εἶναι ὄργανο τοῦ νοῦ. Μέσω τοῦ ἐγκεφάλου ὁ νοῦς ἐκφράζεται. Τί ἀκριβῶς εἶναι; Ἂν ἀνοίξουμε μιά κρανιακή κάψα, θά δοῦμε μέσα αυτό που λέμε μυαλό. Παίρνουμε ένα κεφαλάκι κατσίκας, προβάτου, το βράζουμε καί τρώμε τό μυαλό. Αὐτό τό μυαλό εἶναι ὁ ἐγκέφαλος· αὐτή δηλαδή ἡ μαλακιά ουσία συνιστᾶ τόν ἐγκέφαλο. Αὐτό ὅμως δέν εἶναι ὁ νοῦς· τό καταλαβαίνετε. Προσέξτε μήν κάνετε ποτέ αὐτήν τή σύγχυση.
Ὁ νοῦς ἐκφράζεται διά μέσου τῶν λεγομένων κέντρων τοῦ ἐγκεφάλου. Γι' αὐτόν τόν λόγο, ἂν κτυπήσουμε σε κάποιο σημεῖο ἢ κάνουμε ἐγχείρηση κι ἀφαιρέσουμε μέρος τοῦ ἐγκεφάλου γιατί έχει πάθει ἕνα αἰμάτωμα ἢ ὅ,τι ἄλλο, ἐκεῖ βεβαίως μπορεῖ νά ἔχουμε μία ἀνάλογη ἤ ἀντίστοιχη βλάβη. Επειδή ὁ ἐγκέφαλος εἶναι τό ὄργανο πού κινητοποιεῖ καί ὅ,τι ὑπάρχει στο ὑπόλοιπο σῶμα, κινεῖ καί τό μυοσκελετικό σύστημα. Τώρα πού κινῶ τό χέρι μου καί κάνω αὐτές τίς κινήσεις, τό χέρι μου ποιός τό διατάζει; ὁ νοῦς διά μέσου τοῦ ἐγκεφάλου. Ἂς ποῦμε ὅτι εἶναι ἕνας πίνακας ἐλέγχου πού ἔχει πολλά κουμπιά· ἔτσι, ἐάν κάποιο κουμπί δέν λειτουργεῖ, δέν θά μπορῶ νά κουνήσω το χέρι μου. Λέω θέλω να σηκώσω το χέρι μου, ὁ νοῦς θέλει νά τό σηκώσει· ἀλλά δέν μπορῶ, γιατί ὁ ἐγκέφαλός μου σ' ἐκεῖνο τό σημεῖο ἔπαθε βλάβη. Η, ἂν θέλω νά ἀνακαλέσω στη μνήμη μου κάτι που γνώριζα, δέν ἀνακαλεῖται στη μνήμη γιατί το έχω ξεχάσει· καί τό ἔχω ξεχάσει γιατί καταστράφηκε ἕνα ἀντίστοιχο σημεῖο τῆς μνήμης στον εγκέφαλο· καί οὕτω καθ᾿ ἑξῆς.
Τὰ ὄνειρα λοιπόν εἶναι κυρίως στόν χῶρο τῆς φαντασίας. Δέν εἶναι ὅμως μόνο στόν χῶρο τῆς φαντασίας· εἶναι καί ὁ νοῦς πού μπορεῖ νά ἐπιδράσει σ' αὐτά. Ἄν ἔχετε προσέξει, στα ὄνειρά μας μποροῦμε νά ἔχουμε ἕναν λόγο, ἕναν ἔλεγχο καί μία κριτική. Στο ὄνειρό μας, ἄς ποῦμε, θά μᾶς πεῖ κάποιος να κάνουμε κάποια ἁμαρτία, καί ἐμεῖς τοῦ ἀπαντοῦμε ὅτι διαβάσαμε στην Αγία Γραφή, ἤ ὅτι μᾶς εἶπε ὁ πατέρας μας ἤ ὁ πνευματικός μας, ὅτι δέν πρέπει νά τό κάνουμε αυτό. Κοιτάξτε αὐτό, τό δέν πρέπει νά τό κάνω αὐτό, ποιός τό λέει; Ἡ φαντασία μας; Ὄχι. Αλλά ποιός τό λέει; Τό λέει ὁ νοῦς μας. Συνεπώς, θα λέγαμε ὅτι ὁ νοῦς ἐπεμβαίνει καί στά ὄνειρα· αὐτά ὅμως κινοῦνται κυρίως μέσα στόν χῶρο τῆς φαντασίας. Γιά τά ὄνειρα θά σᾶς μιλήσω λίγο πιο κάτω.
Πρέπει νά σᾶς πῶ ἀκόμη ὅτι οἱ πρωτόπλαστοι, μέχρι ἐκείνη τή στιγμή πού εἶχαν ἀνοίξει διάλογο μέ τόν διάβολο καί πλανήθηκαν, δέν εἶχαν φαντασία· δηλαδή αὐτό πού ἔβλεπαν, αὐτό ἦταν· σ' αὐτούς ὑπῆρχαν μόνο οἱ αἰσθήσεις καί ὁ νοῦς. Ἔρχεται ὅμως ὁ διάβολος καί τούς προτείνει τήν ἰσοθεΐα, λέγοντάς τους μπορεῖτε να γίνετε θεοί. Ἀλλά αὐτό δέν ἦταν κάτι πού φαινόταν· συνεπῶς ἔπρεπε νά τό φανταστεῖ ὁ Ἀδάμ. Καί πῶς τό φαντάστηκε, ἀλήθεια; Σκέφτηκε: Αν φάω ἀπό τόν καρπό αὐτόν –ακόμα δέν εἶχε φάει– τότε θα γίνω σάν θεός. Ποῦ δούλεψε αυτή τήν εἰκόνα; Αὐτή τήν εἰκόνα τή δούλεψε μέσα στόν χῶρο τῆς φαντασίας. Ὅμως δέν ἦταν ἀμέτοχος ὁ νοῦς –γιατί ὁ νοῦς ἔχει τόν λόγο του, εἶναι ὁ ἡγεμών νοῦς– ἀλλά ἡ ἐπεξεργασία ὡς εἰκόνα έγινε μέσα στη φαντασία. Συνεπῶς ὁ διάβολος ἔβαλε μέσα στη φαντασία τῶν πρωτοπλάστων, πού ἐκείνη τή στιγμή δημιουργήθηκε, τήν εἰκόνα τῆς ἰσοθείας, (Βλ. άγ. Νικοδήμου Αγιορείτου, Συμβουλευτικὸν Ἐγχειρίδιον, Κεφ. Ζ΄, Περὶ φυλακῆς τῆς Φαντασίας. Ὅτι ὁ Διάβολος μεταχειρίζεται ὄργανον τῆς πλάνης τὴν Φαντασία, σ. 144)
Αλλά στη φαντασία βλέπουμε καί κάτι ακόμη. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος, για κάποιον λόγο, δέν ἔχει καιρό για νά ἐπεξεργαστεί κάτι, τότε βιαστικά μαζεύει το υλικό του, τό ἀποθηκεύει στη φαντασία· ὅταν ὅμως βρεῖ τόν χρόνο, τότε ἐκεῖνο το υλικό τό ξεδιπλώνει καί ἀρχίζει νά τό ἀπολαμβάνει. Νά σᾶς πῶ ἕνα παράδειγμα.
Κατεβαίνω στην πόλη και βγαίνω για να ψωνίσω. Ἔχω πολλές ὑποθέσεις, βλέπω πολλά πράγματα, και πολλά ἀπό αὐτά ἁμαρτωλά, γαργαλιστικά, βρώμικα, ἀνήθικα. Αὐτά οἱ αἰσθήσεις μου τά μαζεύουν. Για μια στιγμή, ἐκεῖ πού περπατῶ, βλέπω κάτι· ἀλλά δέν μπορῶ νά μείνω πολύ νά τό ἀπολαύσω· ἁπλῶς τό βλέπω, τό πετάω ἐκεῖ στό υποσυνείδητό μου καί προχωρῶ, χάνοντας ἀπό τίς αισθήσεις τήν εἰκόνα πού ἔβλεπα. Παρακάτω βλέπω ἄλλη εἰκόνα, παρακάτω τρίτη εἰκόνα. Γιά μιά στιγμή τ' αυτιά μου κάτι ἀκοῦνε, κάτι βρώμικο, ἀνήθικο, ἄσχημο· τό παίρνω καί αὐτό πού ἄκουσαν τ' αὐτιά καί τό πετάω στο υποσυνείδητο· ἐγώ ὁ ἄνθρωπος τά πετάω ἐκεῖ, τά ἀποθηκεύω. Ὅταν θα πάω στο σπίτι μου –τώρα έχω καιρό, πάω να ξαπλώσω, να διαβάσω τήν ἐφημερίδα, ἔχω μιά ἄνεση· δέν μέ κυνηγοῦν καί πάλι οἱ δουλειές!– ἀρχίζω να βγάζω ἀπό τή μνήμη μου ἐκεῖνα πού ἤδη είχα συλλέξει, προβάλλοντάς τα στη φαντασία μου. Καί ἐδῶ μιμούμαι τα μηρυκαστικά ζώα.
Ξέρετε ὅτι ὅλα τά μηρυκαστικά ζῶα –ἔτσι τά ἔκανε ὁ Θεός–, ἐπειδή ἔχουν πολλούς ἐχθρούς, παίρνουν γρήγορα-γρήγορα την τροφή τους, αρπαχτά, χωρίς να κάνουν την τελική μάσηση, μαζεύουν το χορτάρι, καί ὅταν βρεθοῦν σέ ἕνα ἀσφαλές μέρος, στον στάβλο ἄς ποῦμε, ἐκεῖ βγάζουν από το πρώτο στομάχι την τροφή που κατάπιαν σχεδόν αμάσητη καί ἀρχίζουν μέ τήν ἡσυχία τους νά ἀναχαράζουν, να μηρυκάζουν ἐκεῖνο τό ὁποῖο μάζεψαν ἀπό τό λιβάδι.
Τό ἴδιο κάνω κι ἐγώ ὁ ἄνθρωπος ἐδῶ. Μέ τήν ἡσυχία μου τώρα ἐγώ ἀνακαλῶ στή φαντασία μου ἐκεῖνα πού ἡ μνήμη μου αποθήκευσε. Δεν πειράζει πού μπορεῖ νά ἔχω τά μάτια μου καί τ' αυτιά μου κλειστά, δέν ἔχει σημασία· ἀνακαλῶ τώρα ἀπό τή μνήμη μου όλα ἐκεῖνα πού ἄκουσα καί εἶδα. Καί ἐπειδή ἡ φαντασία ἔχει τήν προσθαφαιρετική ικανότητα, δηλαδή μπορεῖ να προσθέτει, νά ἀφαιρεῖ καί νά ἀλλοιώνει, τότε ἐδῶ ἀρχίζω να δημιουργῶ εἰκόνες.
Δίπλα μου ὅμως ἔρχεται ὁ διάβολος, ὁ ὁποῖος ἔχει τρομερά μεγάλη πρόσβαση στη φαντασία, ἔχει μεγάλη συγγένεια μ' αὐτή. Ὁ διάβολος κινεῖται περισσότερο στη φαντασία καί λιγότερο στόν νοῦ ἤ στίς αἰσθήσεις. Καί ἐκεῖ τώρα κάθεται δίπλα μου, κρατάει ἕνα πινέλο, ἕναν χρωστήρα μέ χρώματα πλούσια, καί ἀρχίζει να ζωγραφίζει ἐκεῖνο πού ἐγώ εἶδα, νά τό φτιάχνει, νά τό καλλιτεχνεῖ καί νά μοῦ τό παρουσιάζει, πολύ πέρα ἀπό ἐκεῖνο πού εἶδα. Εἶδα κάτι; εἶδα ἕναν ὑπαινιγμό; τώρα στη φαντασία μου τό πράγμα ἁπλώνεται ζωγραφισμένο, πολύχρωμο, ζωντανό, καί ἀρχίζω νά τό ἀπολαμβάνω.
Τί γίνεται ὅμως στη συνέχεια; Απολαμβάνοντας τό ὑλικό τῆς φαντασίας, οἱ αἰσθήσεις καί τά ἔνστικτα ξαναμπαίνουν σε ενέργεια, καί μπορῶ νά δημιουργήσω καταστάσεις δυσάρεστες σ' αὐτό πιά τό σῶμα μου, μέ τή δύναμη τῶν εἰκόνων τῆς φαντασίας. Εάν λοιπόν πῆρα κακό υλικό, πῆρα βρώμικο υλικό, αντιλαμβάνεστε τί δύναμη ἔχει ἡ φαντασία καί που μπορῶ νά φθάσω καί τί μπορῶ νά κάνω, μέ μόνη τή φαντασία μου; Τό ἀναλογίζεστε.
Ἔτσι λοιπόν ὁ διάβολος εκμεταλλεύεται τή φαντασία μας. Καί τά ὄνειρα πού προβάλλονται, ἄλλα μέν εἶναι δικά μας, δηλαδή ἀπό τήν ἴδια τήν ὕπαρξή μας, ἄλλα ὅμως τα προβάλλει ὁ ἴδιος ὁ διάβολος· γι' αυτό καί ἔχουμε τά λεγόμενα δαιμονικά ὄνειρα.
Ὅπως εἶναι γνωστό, ὁ διάβολος πλάστηκε ὅπως ὅλοι οἱ ἄγγελοι, νοῦς ἁπλός, ἀσχημάτιστος καί ἀφάνταστος, δηλαδή χωρίς φαντασία. Σκέφθηκε τήν ἰσοθεΐα καί κατόπιν τήν ἐπεξεργάσθηκε σ' ἕναν χώρο που δημιουργήθηκε τήν ἴδια ἐκείνη στιγμή πού τό σκέφτηκε, δηλαδή στη φαντασία του. Ετσι λοιπόν ὁ διάβολος δημιούργησε φαντασία, καί ὁ ἴδιος κινεῖται μέσα σ' ἕναν χώρο φαντασίας. Από τότε ὁ διάβολος ἀγάπησε τή φαντασία καί τά σχήματα.
Ξέρετε ὅτι ὁ νοῦς, ἐπειδή εἶναι ἀσχημάτιστος, δέν μπορεῖ νὰ δεῖ σχήματα. Αὐτά πού σᾶς λέω βέβαια δέν μποροῦμε νά τά καταλάβουμε γιατί εἴμαστε κάτω από τήν ἐπιρροή τῆς φαντασίας, κάτω από τήν ἐμπειρία τῆς φαντασίας. Ὁ νοῦς μας δουλεύει διά μέσου τῆς φαντασίας, καί δέν μποροῦμε νά τά καταλάβουμε αυτά. Μή ξεχνᾶμε δέ ὅτι εἴμαστε μεταπτωτικοί. Ἔτσι ὁ διάβολος από τότε ἀγαπᾶ τη φαντασία καί ὅλα τά σχήματα, καί τρέφεται μάλιστα μέ αὐτά.
Θά δοῦμε ὅτι ὅταν θα πάρει τήν κατάρα ἀπό τόν Θεό, θά τοῦ πεῖ ὁ Θεός: σέ ὅλη σου τή ζωή νά τρῶς χῶμα. (Βλ. Γέν. 3, 14) Ξέρετε ποιό εἶναι αὐτό τό χῶμα; Βέβαια τό λέᾧ ἀπό τώρα, δέν πειράζει, θα το ξαναποῦμε ἀργότερα ἀναλυτικά· τό χῶμα εἶναι ἀκριβῶς αὐτό, παιδιά· εἶναι τα σχήματα, εἶναι ὅ,τι κακό ὁ ἄνθρωπος ἐργάζεται. Διά μέσου αὐτοῦ ὁ διάβολος ἀπολαμβάνει. Ὅταν ἐγώ κάνω μιά ἁμαρτία, ὁ διάβολος, ἀκοῦστε, ἀπολαμβάνει τήν ἁμαρτία μου, ἔστω κι ἂν ὁ ἴδιος δέν ἔχει σῶμα.
Ἐγώ κάνω μία σαρκική ἁμαρτία, καί ὁ διάβολος, πού δέν ἔχει σάρκα, ἀπολαμβάνει τή σαρκική ἁμαρτία μέσω ἐμοῦ! Αὐτά ὅμως ὅλα ἀποτελοῦν τά πάθη, τό χῶμα, τήν ὕλη, μέ τήν κακή σημασία ἐδῶ. Καί ὅταν λέει ὁ Θεός σέ ὅλη σου τή ζωή θά τρῶς χῶμα, αὐτό ἐννοεῖ, ὅτι θά κινεῖται πάντοτε μέσα στήν ὕλη, μέσα στα σχήματα τῆς ὕλης καί μέσα στα πάθη. Εἶναι φοβερό! εἶναι ἡ καταδίκη του αυτή!
Ὁ ἅγιος Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης λέει: «Τί τὸ ἐν δαίμοσι κακόν; θυμὸς ἄλογος, ἄνους ἐπιθυμία καὶ φαντασία προπετής» (Περὶ θείων ὀνομάτων, κεφ. δ'). Αὐτό κρατήστε το· εἶναι ἕνα χωρίο ιδιαίτερα πολύτιμο, πού ἐξηγεῖ πολλά πράγματα· θά σᾶς τό ἐξηγήσω. Τι κακό υπάρχει στούς δαίμονες; Εἶναι τρία κακά: ὁ ἄλογος θυμός, ἡ παράλογη ἐπιθυμία καί ἡ ἀπερίσκεπτη φαντασία.
Ποιός εἶναι αὐτός ὁ ἄλογος θυμός; Ὁ Θεός ἔβαλε τόν ἔλλογο θυμό μέσα στόν ἄνθρωπο. Δηλαδή, ὅταν προβάλλεται τό κακό, νά λέει ὁ ἄνθρωπος τό ὄχι. Αὐτό εἶναι ἔμφυτο μέσα στόν ἄνθρωπο. Τώρα ἐδῶ ὁ ἔλλογος θυμός γίνεται ἄλογος, χωρίς λογική θυμώνω σ' έκεῖνο πού δέν πρέπει να θυμώσω· ἀντιδρῶ σ' ἐκεῖνο πού εἶναι ἀγαθό, πού εἶναι καλό. Ὅταν μου δίνεται μία συμβουλή, όταν δέχομαι μία ἐντολή, ἐγώ θυμώνω· αὐτός εἶναι ὁ ἄλογος θυμός. Τό πρῶτο λοιπόν στοιχεῖο εἶναι αὐτό. Ἄν θυμώνω ἄλογα, στο σημεῖο αὐτό μοιάζω μέ τόν διάβολο.
Αλλά προχωρῶ παρακάτω. Το δεύτερο κακό στον διάβολο εἶναι ἡ ἄνους ἐπιθυμία· ἄνους θά πεῖ χωρίς νοῦ, δηλαδή ἄμυαλη, παράλογη ἐπιθυμία.
Ὑπάρχουν παράλογες ἐπιθυμίες; Ὤ, ἀλλοίμονο, ναί!... Καί ὅσο απομακρύνεται ὁ ἄνθρωπος ἀπό τόν Θεό, τόσο οἱ παράλογες επιθυμίες του αὐξάνονται. Τό τσιγάρο, ἄς ποῦμε, είναι παράλογη ἐπιθυμία. Παράλογο ἦταν κι ἐκεῖνο πού ἐπιθύμησαν οἱ πρωτόπλαστοι, τό να δοκιμάσουν τόν ἀπαγορευμένο καρπό, πού δέν ἔπρεπε να δοκιμάσουν. Γι' αὐτό καί ὁ ἅγιος Ανδρέας Κρήτης ὀνομάζει ἐκείνη τήν ἐπιθυμία παράλογον ὄρεξιν, («Τὸν ἐμπρησμόν, ὥσπερ Λώτ, φεύγε, ψυχή μου, τῆς ἁμαρτίας φεύγε Σόδομα καὶ Γόμορρα φεύγε φλόγα πάσης παραλόγου ὀρέξεως.» (Μέγας Κανών, Ὠδή γ΄) παράλογη ἐπιθυμία, νά ἐπιθυμεῖ δηλαδή ὁ ἄνθρωπος πράγματα πού δέν εἶναι λογικά.
Σᾶς εἶπα σάν παράδειγμα τό τσιγάρο. Καί δέν εἶναι τό μόνο! Αλλά τί ἄλλο νά πῶ;... τί νά πῶ;... Θέλω νά πῶ, θέλω ν' ἀνοίξω το στόμα μου, θέλω να βγάλω από μέσα καί νά πῷ πολλά... αλλά εὐλαβοῦμαι τ' αυτιά σας, σέβομαι τά αὐτιά σας! Ε, ὅσοι ξέρετε καί ὅσοι μπορείτε να καταλάβετε, καταλαβαίνετε τί μπορεί να εἶναι οἱ παράλογες ἐπιθυμίες.
Ἐάν λοιπόν ἔχω παράλογες επιθυμίες, αυτό σημαίνει ὅτι παίρνω καί τό δεύτερο στοιχεῖο τοῦ Σατανᾶ καί τοῦ μοιάζω.
Τρίτο στοιχεῖο εἶναι ἡ προπετής φαντασία. Ποιά εἶναι αὐτή; Εἶναι τό νά φαντάζομαι πράγματα πού ἀληθινά εἶναι προπετῆ, αὐθάδη καί ἀπερίσκεπτα. Προπέτεια δέν εἶναι νά πῶ θά γίνω θεός; Προπέτεια δέν εἶναι νά φαντάζομαι καί νά σκέφτομαι ὅτι δέν ὑπάρχει ὁ Θεός; Προπέτεια δέν εἶναι ὅταν βλέπω τόν ἄλλο καί λέω θά τόν γκρεμίσω αὐτόν γιά νά σταθῶ ἐγώ; Προπέτεια εἶναι. Ὅλα αὐτά εἶναι ὁμοίως δαιμονικά. Καί τό τρίτο λοιπόν στοιχεῖο εἶναι δαιμονικό. Αν τό ἔχω –ἢ ἔχω καί τά τρία ἐνδεχομένως– τότε ἐξομοιώνομαι, ὅπως βλέπετε, μέ τόν διάβολο.
Αὐτά σᾶς τά εἶπα λίγο πιό αναλυτικά, γιατί ἐγώ, δέν ξέρω, εἰλικρινά τρομάζω, τί εἶναι ἐκεῖνο πού μέ ἐξομοιώνει μέ τόν διάβολο.
Καί ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Σιναΐτης σημειώνει: «Νόες γὰρ ὄντες ποτε καὶ αὐτοὶ καὶ τῆς ἀϋλίας ἐκείνης καὶ λεπτότητος ἐκπεσόντες, υλικήν τινα παχύτητα ἔκαστος κέκτηται» (Φιλοκαλία, κεφ. Πάνυ ὠφέλημα ρκγ' σ. 56). Μιλάει γιά τούς δαίμονες, ὅτι πῆραν μία παχύτητα ὑλική ὅταν ἔπεσαν. Ἦταν νόες, ἄυλοι, ἄγγελοι· ἀλλά ἔχασαν τήν ἀϋλία ἐκείνη καί λεπτότητα.
Γράφει, ἐπίσης, ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής για τον άνθρωπο ότι δεν πλάστηκε έχοντας φαντασία. «Οὔτε τῇ σαρκὶ κατ᾿ ἀρχὰς συνεκτίσθη ἡ ἡδονὴ καὶ ἡ ὀδύνη· οὔτε τῇ ψυχῇ ἡ λήθη καὶ ἡ ἄγνοια· οὔτε τῷ νῷ τὸ τυποῦσθαι καὶ μετατυποῦσθαι τοῖς εἴδεσι τῶν γεγονότων. Τούτων γὰρ ἡ παράβασις ἐξῆρε τὴν γένεσιν» (Κεφ. οε΄, β΄ ἑκατοντὰς τῶν θεολογικών. Βλ. Αγ. Νικοδήμου Αγιορείτου, Συμβουλευτικὸν Εγχειρίδιον, Κεφ. Θ΄, Περὶ φυλακῆς τῆς Φαντασίας, Ὅτι ὁ Διάβολος μεταχειρίζεται ὄργανον τῆς πλάνης τὴν Φαντασίαν, σ. 144). Οὔτε μαζί μέ τή σάρκα δημιουργήθηκε ἡ ἡδονή καί ἡ ὀδύνη, οὔτε μαζί μέ τήν ψυχή ή λήθη καί ἡ ἄγνοια, οὔτε μαζί μέ τόν νοῦ τό νά ἐντυπώνονται καί νά μεττασχηματίζονται στις μορφές τους τά γεγονότα, δηλαδή ἡ φαντασία. Ὅλα αὐτά παρουσιάστηκαν μέ τήν παράβαση τῶν πρωτοπλάστων· γιατί μόλις οἱ πρωτόπλαστοι παρέβησαν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, τότε παρουσιάστηκαν αὐτά.
Ὁ Χριστός ἔγινε ἄνθρωπος, εἶναι ὁ νέος Αδάμ. Προφανῶς λοιπόν δέν ἔχει τά στοιχεῖα ἐκεῖνα πού εἶχε αποκτήσει ὁ Ἀδάμ μέ τήν πτώση του –εκτός ἀπό τήν φθαρτότητα καί τή θνητότητα, πού πῆρε ὁ νέος Ἀδάμ, ὁ Χριστός, γιά νά μᾶς δώσει τήν ἀφθαρσία καί τήν ἀθανασία, μέ τήν σταυρική Του θυσία καί τήν ἀνάστασή Του. Ὁ νέος Ἀδάμ λοιπόν, ὁ Χριστός, δέν εἶχε φαντασία. (Συμβουλευτικὸν Ἐγχειρίδιον, Κεφ. Θ΄, Περὶ φυλακῆς τῆς Φαντασίας, σσ. 144-146)
Ἐπάνω σ' αὐτό θά λέγαμε κάτι ἀκόμη.
Σᾶς εἶπα προηγουμένως ὅτι ἡ φαντασία ἔχει τήν ἱκανότητα νά ἀλλοιώνει το υλικό της, να προσθέτει και νά ἀφαιρεῖ· γι' αὐτό ἔχει πάρα πολύ μεγάλη δύναμη ή συγγένεια, με την εικόνα, γιατί μέσα της έχει εικόνα. Συνεπῶς ἡ εἰκόνα περιέχεται μέσα στη φαντασία καί εἶναι συγγενής μέ αὐτήν, περικλείει πάρα πολλή δύναμη. Ἡ εἰκόνα, γενικά ἡ εἰκόνα, περικλείει πολλή δύναμη. (Εἶναι γνωστή ἡ φράση μία εἰκόνα ἀξίζει όσο χίλιες λέξεις)
Θά σᾶς πῶ ἕνα παράδειγμα, που αναφέρει καί ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης. Ὅταν βλέπω κάποιον να τρώει ἕνα λεμόνι μέ τόν χυμό του ὅπως εἶναι, νά τό μασάει, ἀμέσως ἀπό τούς σιελογόνους αδένες μου παράγεται σάλιο, καί τό στόμα μου γεμίζει από σάλιο. Πῶς γίνεται αὐτό; Πῶς γίνεται, ἀφοῦ δέν τρώω ἐγώ τό λεμόνι ἀλλά ὁ ἄλλος; Ναί, ἀλλά ἐγώ εἶδα ἐκεῖνον πού τό ἔτρωγε, σχηματίστηκε ἡ εἰκόνα μέσα στη φαντασία μου πῶς θά ἤμουν ἐγώ ἂν ἔτρωγα τό λεμόνι, κι ἀμέσως μέσα στο στόμα μου δημιουργήθηκε αφθονία σάλιου. (Βλ. Συμβουλευτικὸν Ἐγχειρίδιον, σ. 138) Η περνᾶμε ἔξω ἀπό ἕνα ψητοπωλεῖο καί μυρίζει και κορέτσι ἢ ὅ,τι ἄλλο. Η μυρωδιά αυτή δημιουργεῖ εἰκόνα στή φαντασία, καί ἀμέσως μᾶς διεγείρεται ἡ ὄρεξη· πάλι ἐκκρίνεται σάλιο στο στόμα μας! Αυτό σημαίνει ὅτι ἡ εἰκόνα ἔχει πολλή δύναμη μέσα στη φαντασία μας.
Ἔτσι, ἔχουμε τή ζωντανή εἰκόνα, ἔχουμε τήν εἰκόνα τήν ἔντυπη, ἔχουμε καί τήν εἰκόνα τήν κινούμενη. Ἡ ζωντανή εἰκόνα εἶναι ὅταν βλέπουμε πράγματα ἔξω στη ζωή μας· ἡ ἔντυπη εἶναι στα βιβλία, τα περιοδικά, πού ἔχουν εἰκόνες· καί ἡ κινούμενη εἰκόνα –νεκρή μέν ἀλλά κινούμενη– εἶναι στον κινηματογράφο και στην τηλεόραση. Φυσικά, ἐπάνω στην οθόνη δέν εἶναι τά πρόσωπα αλλά τά εἴδωλά τους· είτε εἶναι στήν τηλεόραση, ὅταν αὐτά προβάλλονται τήν ἴδια ὥρα πού ἐμεῖς παρακολουθοῦμε, εἴτε εἶναι στον κινηματογράφο, ὅταν αὐτά εἶναι ἀποτυπωμένα σε φίλμ· σε κάθε περίπτωση ἐμεῖς μπροστά μας ἔχουμε κινούμενη εικόνα. Καταλαβαίνετε ἐδῶ τί δύναμη μπορεῖ νά ἀσκήσει αυτή ἡ εἰκόνα πού εἰσέρχεται μέσα στη φαντασία μας; Τό φαντάζεστε αὐτό;...
Γι' αὐτό μεγάλη καταστροφή κάνει, παιδιά, όταν βλέπουμε βρώμικες εἰκόνες, εἴτε σε περιοδικά εἴτε σε ἐφημερίδες, δηλαδή ἔντυπες εἰκόνες, εἴτε ὅταν βγαίνουμε περίπατο ἔξω καί βλέπουμε άσχημα πράγματα. Γι' αὐτό θά σᾶς ἔλεγα, καί τό δικαιολογῶ, ὅτι τό νά βγεῖτε να κάνετε τις δουλειές σας μέσα στην πόλη είναι θεμιτό· τό νά βγεῖτε ὅμως τήν ὥρα πού βγαίνουν οἱ Λαρισαῖοι γιά να κάνουν τόν περίπατό τους, στην οδό Κούμα, στην πλατεία καί ὅπου ἀλλοῦ, θά σᾶς ἔλεγα ὄχι, νά μήν τό κάνετε. Τις ώρες που βγαίνουν για περίπατο ἐσεῖς μή βγαίνετε· γιατί ἐκεῖνος ὁ περίπατος δέν εἶναι περίπατος· ἐκεῖνος ὁ περίπατος εἶναι νά μέ δοῦν καί νά τούς δῶ, νά τούς δῶ καί νά μέ δοῦν. Ἐκεῖ ὄχι· εἶναι ἐπικίνδυνο πράγμα.
Να γιατί φωνάζουμε καί σᾶς λέμε ὄχι στην τηλεόραση. Μή μοῦ πεῖτε ὅτι θά δεῖτε τό παιδικό, θά δεῖτε αὐτό τό ἀνώδυνο. Από τό ανώδυνο θά πᾶτε στό ἐπώδυνο. Σήμερα μένετε στο ανώδυνο· ποιός θά σᾶς ἐμποδίσει αὔριο να πατήσετε το κουμπί καί νά πᾶτε πιό πέρα, ἤ νά μείνετε περισσότερο στην οθόνη σας μπροστά καί νά δεῖτε τό ἐπώδυνο, ὅταν μάλιστα ὁ ἴδιος ὁ ξεπεσμένος εαυτός μας ζητᾶ τήν ἁμαρτία με οποιονδήποτε τρόπο;
Παιδιά, δέν ὑπάρχει οὔτε ἡλικία ασφαλείας· νά τό ξέρετε. Αυτά δέν τά λέω σ' ἐσᾶς μόνο· καί ἐγώ ἐάν σταθώ μπροστά σε μία τηλεόραση, καί ἕνας πού εἶναι ἐκατό χρονῶν ἄν σταθεί μπροστά σε μια τηλεόραση, καί δοῦμε πράγματα πού εἶναι βρώμικα, ὅλοι θὰ πάθουμε ζημιά. Προσέξτε το· ὅλοι θα πάθουμε ζημιά, μηδενός εξαιρουμένου! Κανείς δέν μπορεῖ νά πεῖ ἐγώ δεν θα πάθω τίποτα. Καί ἄν κάποιος –εἶναι καί νέος– ἐπιμένει πώς δέν παθαίνει ζημιά, εἴτε δέν γνωρίζει τήν πραγματικότητα καί δέν ἔχει ίχνος αὐτογνωσίας εἴτε λέει ψέματα. Γι' αὐτό λοιπόν, παιδιά, ἄς προσέξουμε στο σημεῖο αὐτό πάρα πολύ τή δύναμη τῆς εἰκόνας.
Ὅπως ξέρετε, ὑπάρχει ἕνα βιβλίο γραμμένο από τους Σιωνιστές, τά Πρωτόκολλα τῶν σοφῶν τῆς Σιῶν. Ἐκεῖ ὑπάρχει ἕνα Πρωτόκολλο που λέει ὅτι μποροῦννα φθείρουν τήν ἀνθρωπότητα μέ τήν πλησμονή, μέ τό πλῆθος τῶν εἰκόνων. (Θά ἀπορροφήσωμεν καί θά προσαρμόσωμεν πρός τό συμφέρον μας τάς τελευταίας αναλαμπάς τῆς ἐλευθέρας σκέψεως, τήν ὁποίαν ἀπό μακροῦ χρόνου ἤδη κατηυθύνομεν πρός τά πράγματτα καί ἰδέας αἵτινες μᾶς χρειάζονται. Τό σύστημα τῆς καταπνίξειως τῆς σκέψεως ἐτέθη ἤδη ἐν ἐφαρμογῇ διά τῆς μεθόδου ἥτις ἐκλήθη "διδασκαλία δι᾿ εἰκόνων" καί ἥτις θα μεταβάλῃ τούς χριστιανούς εἰς πειθήνια ζώα μή σκεπτόμενα καί ἀναμένοντα τήν δι εἰκόνων παράστασιν τῶν πραγμάτων διά νά τά ἀντιληφθῶσιν... (Πρωτόκολλα τῶν Σοφῶν τῆς Σιῶν, κεφ. ΙϚ', ἐκδ. Νεκτάριος Παναγόπουλος, Ἀθῆναι 1932, σ. 135)
Ξέρετε τί σημαίνει αυτό; Ἄν εἴχαμε πολύ χρόνο, θά σᾶς ἔλεγα περισσότερα πάνω στο σημεῖο αὐτό. Ὅταν σέ ένα βιβλίο βλέπω μερικές εικόνες, αὐτές εἶναι πολύ χρήσιμες, καθώς ἀποτελοῦν μία εσωτερική εποπτεία. Ὅταν ἔχω κάποια ἀντικείμενα να παρουσιάσω εποπτικά σέ ἕνα μάθημα, αὐτό εἶναι πολύ σπουδαῖο. Ὅταν προβάλλεται μία ταινία ντοκιμαντέρ που δείχνει τήν πραγματικότητα, χωρίς ηθοποιούς, καί τήν δοῦν οἱ θεατές, αὐτοί ἀσφαλῶς ὠφελοῦνται πολύ. Ὅταν ὅμως χρησιμοποιῶ καθ' ὑπερβολήν τήν εἰκόνα, ὅπως σέ μερικά βιβλία ή περιοδικά, πού εἶναι ἐντελῶς εἰκονογραφημένα, μέ ἐλάχιστο κείμενο, ἤ ὅπως στην τηλεόραση –ὄχι στο ραδιόφωνο–, που προβάλλει διαρκῶς εἰκόνες, δηλαδή υπάρχει μία υπερβολή προβολῆς εἰκόνων, τότε ξέρετε τί γίνεται; ὁ νοῦς ἀδρανοποιείται.
Αντίθετα, ὅταν ὁ νοῦς διαβάζει τά γράμματα ἑνός κειμένου ἀπό ἕνα βιβλίο, θα πρέπει ὁ ἴδιος να σχηματτίσει τίς εἰκόνες. Διαβάζω ἕνα μυθιστόρημα· δέν ἔχει φωτογραφίες καί εἰκόνες μέσα, καθόλου. Εγώ τώρα μέ τό μυαλό μου, θέλω δέν θέλω, ἀμέσως θα σχηματίσω εἰκόνες· ὅτι πῆγε αὐτός ἐκεῖ, ἔκανε ἐκεῖνο, ἔκανε τό ἄλλο... περιπέτεια· αμέσως φτιάχνω εικόνες. Ὅταν στο βιβλίο υπάρχει πλησμονή εἰκόνων, ὁ νοῦς δέν ἔχει πιά τίποτα να φτιάξει, και σιγά-σιγά μπαίνει σέ μία ἀδράνεια, συνηθίζει σε μία ὀκνηρία.
Συμπέρασμα: ἡ πληθώρα τῶν εἰκόνων δημιουργεῖ ὀκνηρία στόν νοῦ. Γι' αὐτό ἀκριβῶς οἱ Σιωνιστές –πού θέλουν να καταστρέψουν τη σκέψη τῶν ἀνθρώπων, μέ σκοπό να κατακτήσουν τήν ἀνθρωπότητα, να βασιλέψουν σ' ὅλη τήν ἀνθρωπότητα– γράφουν ὅτι θά προσφέρουν πλησμονή εἰκόνων! Καί νά φανταστεῖτε ὅτι αὐτά γράφτηκαν πρίν ἀπό ἑκατό χρόνια, όταν δέν ὑπῆρχε ἀκόμα ἡ τηλεόραση!
Γι' αυτό γίνεται ἀληθινή πλύση εγκεφάλου μέ τήν τηλεόραση, σ' ὅλους τούς λαούς, καί στον δικό μας τόν λαό, καί τόν κίνδυνο τον καταλαβαίνετε πάρα πολύ. Μπαίνει ὁ νοῦς σέ μία ἀχρηστία. Γι' αὐτό, ἄν ποῦμε σέ ἕναν νέο διάβασε ἕνα βιβλίο, δέν μπορεῖ πιά νά σκεφθεῖ, δέν θέλει, κουράζεται, γιατί ὁ νοῦς του ἄρχισε να μπαίνει σε μια κατάσταση αχρηστίας καί ὀκνηρίας, ὅπως σᾶς εἶπα.
Τί πρέπει να κάνουμε πάνω σ' αυτό; Νά τί πρέπει να κάνουμε· δέν πρέπει καί δέν ἐπιτρέπεται ποτέ να βλέπουμε αἰσχρές εἰκόνες.
Θα πρέπει ἀκόμη, ἂν πέρασε μία εικόνα στη φαντασία μας, ἄνθρωποι εἴμαστε, νά μή χρονίσει μέσα στη φαντασία μας, νά τήν πετάξουμε γρήγορα. Πῶς αὐτό; Ἐάν δέν χρονίσει, καί τήν ἴδια ὥρα βάλουμε μία ἄλλη εἰκόνα, μιά ἀγαθή εικόνα, μιά καλή, τότε ή βλαβερή εἰκόνα φεύγει. Σοῦ ἦρθε, για παράδειγμα, μία πονηρή σκέψη, πονηρή ἐπιθυμία ἀπό μία φανταστική εἰκόνα σαρκική, τότε σκέψου ὅτι εἶσαι μέ τούς φίλους σου ἢ μέ τίς φίλες σου στήν ἐκκλησία, ὅτι εἶσαι μαζί μέ τούς γονεῖς σου· ἀμέσως θά ἀναστείλεις ἐκεῖνο πού σκέφτηκες καί θά γλυτώσεις.
Πρέπει λοιπόν μέ κάθε τρόπο νά ἐμποδίζουμε τήν εἴσοδο αἰσχρῶν εἰκόνων μέσα μας, ἀπό ἔντυπα, ὅπως εἴπαμε, τηλεοράσεις καί τά λοιπά, καί νά μή φανταζόμαστε, καί ἄν κάτι μπῆκε στή φαντασία μας, γρήγορα να το βγάζουμε χωρίς να χρονίσει.
Ἐπειδή ὅμως, θέλουμε δέν θέλουμε, ἔχουμε πιά φαντασία, θα πρέπει αυτή νά τή χρησιμοποιούμε για ἀγαθά πράγματα. Για παράδειγμα, στη θεωρία τῶν ὄντων· νά βλέπουμε δηλαδή τή δημιουργία, νά τήν ἐξετάζουμε καί νά τή χαιρόμαστε. Μόνο πού ἐκεῖ, γιά νά δεῖ κάποιος σωστά τη δημιουργία, πρέπει νά ἔχει καθαρή καρδιά. Δέν εἶναι ὅμως τῆς ὥρας νά τό ἀναλύσουμε αὐτό τώρα.
Ομοίως, μέ τή φαντασία μας νά ἐντρυφοῦμε στην θεωρία τῆς ἐπίγειας ζωῆς τοῦ Χριστοῦ· πῶς κήρυττε, πῶς ζοῦσε, πῶς κινεῖτο· ὅπως ἀκόμη καί νά φανταζόμαστε θέματα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ὅλα αὐτά, ἀναμφισβήτητα, μποροῦμε νά τά φανταζόμαστε.
Θα πρέπει ἀκόμη να προσέξουμε, ὅπως σᾶς εἶπα, καί τό θέμα τῶν ὀνείρων. Τά ὄνειρα είναι πολύ επικίνδυνα. Ακόμα καί ὅταν κοιμόμαστε δουλεύει ή φαντασία.
Διαβάζουμε στη Σοφία Σειράχ ὅτι «ενύπνια ἀναπτεροῦσιν ἄφρονας»· τά ὄνειρα δίνουν φτερά στούς ἄμυαλους ἀνθρώπους· εἶδα ὅτι θά γίνω πλούσιος... εἶδα ὅτι θά πετύχω τοῦτο ἡ ἐκεῖνο· «ὡς δρασσόμενος σκιᾶς καὶ διώκων ἄνεμον, οὕτως ὁ ἐπέχων ἐνυπνίοις»· αὐτός πού προσέχει στά ὄνειρα μοιάζει μ' ἐκεῖνον πού κυνηγάει μιά σκιά καί διώκει τόν ἄνεμο· «τοῦτο κατὰ τούτου ὅρασις ἐνυπνίων, κατέναντι προσώπου ὁμοίωμα προσώπου». Ξέρετε τί εἶναι τό ὄνειρο; μία εσωτερική ανακύκλωση ὅσων προβάλλει ἡ φαντασία. Εἶναι σάν νὰ σταθῶ σ' ἕναν καθρέφτη και να βλέπω τό πρόσωπό μου. Τί θά μοῦ προβάλει ὁ καθρέφτης; Το πρόσωπό μου. Ἔτσι, ὅταν κοιμᾶμαι, ἡ φαντασία θά μου προβάλει μέ μορφή ὀνείρου ὅσα ὑπάρχουν μέσα μου· βεβαίως καί ἐκεῖνα πού ὑπάρχουν στο υποσυνείδητό μου.
Δέν μιλάω ὅμως περί ὀνείρων αυτήν τη στιγμή για νὰ ἐξαντλήσω τό θέμα, παρά μόνο σᾶς λέω ὅτι ἡ φαντασία χρησιμοποιείται στον ύπνο γιά νά μᾶς προκαλέσει ὄνειρα. Γι' αὐτό πάρα πολλές φορές ἐκεῖνα πού εἴδαμε τήν ἡμέρα, τα βλέπουμε καί το βράδυ στον ύπνο μας, μάλιστα πολλές φορές αλλόκοτα καί περίεργα.
Καί συνεχίζει το κείμενο: «ἐνύπνια μάταιά ἐστι», τά ὄνειρα εἶναι μάταια· «πολλοὺς γὰρ ἐπλάνησαν τὰ ἐνύπνια, καὶ ἐξέπεσον ἐλπίζοντες ἐπ' αὐτοῖς» (Σοφ. Σειράχ 34, 1-7). Πλάνησαν πολλούς τά ὄνειρα, καί διαψεύστηκαν ἐκεῖνοι πού ἤλπιζαν σ' αυτά.
Ἄρα δέν πρέπει να προσέχουμε στα ὄνειρα.
Θά μοῦ πεῖτε: Καί ἄν κάτι εἶναι ἀπό τόν Θεό;
Ἄς εἶναι ἀπό τόν Θεό· μήν τό πιστέψουμε εύκολα.
Πιθανότατα ὅμως δέν εἶναι· ἀπό τόν διάβολο θά εἶναι. Ὁ Θεός μᾶς εἶπε, μέσω τῆς Ἁγίας Γραφῆς, νά μήν προσέχουμε στα ὄνειρα. Κι ἀφοῦ αὐτό τό εἶπε ὁ Θεός, τελείωσε. (Βλ. Σοφ. Σειράχ 34, 1-7. Ἐκκλ. 5, 2-6)
Ἐγώ σᾶς δίνω μία συμβουλή δοκιμάστε τη, καί θά τή δεῖτε: Για μία ἑβδομάδα το πρωί που θα ξυπνήσετε, ἀδιαφορῆστε γιά ἐκεῖνα πού εἴδατε το βράδυ· ἤ, τουλάχιστον, ἄν καί τά θυμόσαστε, προσπαθῆστε νά μή τά δώσετε σημασία. Μόλις ξυπνήσετε, ἄν σηκωθεῖτε νά κάνετε μερικές δουλειές, χωρίς νά τά ἀνακαλέσετε στη μνήμη σας, καί σᾶς ρωτήσει κάποιος ὕστερα ἀπό λίγο τί ὄνειρα εἴδατε, δέν θά εἶστε σε θέση νά πεῖτε σαφῆ πράγματα. Μέσα σέ μιά ἑβδομάδα θά ἔχει φύγει αυτή ἡ ἱκανότητα να συγκρατεῖτε τά ὄνειρά σας όταν ξυπνάτε. Δοκιμάστε το, καί θά τό δεῖτε. Ποτέ μην προσέχετε τά ὄνειρα, καί λέτε εἶδα αὐτό, καί θά μοῦ συμβεῖ ἐκεῖνο ἤ τό ἄλλο.
Ἄν κάποτε βγαίνει αληθινό –γιατί μπορεῖ νά μοῦ πεῖτε ὅτι βγαίνει– βγαίνει αληθινό γιατί ὁ Θεός ἐπιτρέπει να βγεῖ. Νά· μοῦ ἔλεγε μία κυρία πρό ἡμερῶν τό ἑξῆς. Ἐγώ δέν ξέρω να ρίχνω το φλιτζάνι του καφέ· ἀλλά ὅταν πῶ στούς ἄλλους κάτι, ἔτσι, στήν τύχη, στον βρόντο –ἀκοῦστε στον βρόντο! δεν ξέρει να κοιτάζει τό φιλτζάνι τοῦ καφέ– ἔρχονται μετά καί μοῦ λένε ὅτι τούς βγαίνουν ἐκεῖνα πού τούς λέω. Και ξέρετε γιατί; διότι πιστεύουν σ' αὐτά, καί ὁ Θεός τούς τιμωρεῖ μέ πνεῦμα πλάνης. (Βλ. Ήσ. 19, 14. Ίερ. 4, 11. Σοφ. Σειράχ 34, 7. κ.ά) Ἔτσι καί στά ὄνειρα· ἄν ἀρχίσεις να τα βλέπεις, νά τά παρατηρεῖς καί νά τά ἑρμηνεύεις, θα σοῦ δώσει ὁ Θεός πνεῦμα πλάνης. Θά ἐπιτρέψει να ἀποκτήσεις πνεῦμα πλάνης, καί θά σοῦ βγαίνουν. Καί τότε τί θά γίνεται; θά ἀρχίσεις να πιστεύεις ὅτι τά ὅνειρα εἶναι ἀληθινά. Ας προσέξουμε λοιπόν στο θέμα αὐτό. (Τήν ὁλοκληρωτική απόρριψη τῶν ὀνείρων συνιστοῦν καί οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης συνιστᾶ τήν ἀποστροφή καί ἄρνηση στα οράματα, διότι, ὅπως λέει, ἄν τα οράματα αὐτά εἶναι ἀπό τόν Θεό, Αυτός ξέρει καλά πῶς νά μᾶς τό ξεκαθαρίσει, καί δέν θά Τοῦ κακοφανεῖ ἄν δέν τά δεχθοῦμε (Αόρατος Πόλεμος, ΙΓ΄, Περὶ προσβολῆς τῶν φαντασμάτων καὶ περὶ τῆς ἰατρείας αὐτῶν, σσ. 238-239). Επίσης στο Εξομολογητάριό του συνιστά στον πνευματικό να θέτει στόν ἐξομολογούμενο τό ἐρώτημα, ἄν, πέραν τῶν ἄλλων ἁμαρτημάτων, δίνει προσοχή καί στά ὄνειρα. Καί ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Διάλογος γράφει: «Κατὰ πολλοὺς τρόπους παρουσιάζονται τὰ ὄνειρα· διὰ τοῦτο ἀσφαλέστερον εἶναι νὰ μὴ δίδωμεν πίστιν εἰς αὐτά, καὶ ὅτι οὐδὲν ἀπὸ τὰ μέλλοντα γνωρίζουν οἱ δαίμονες, ἔστω καὶ ἂν προσποιοῦνται ὅτι γνωρίζουν μερικὰ καὶ τὰ προλέγουν δῆθεν ἀπὸ ἰδικήν των γνῶσιν.» (Εὐεργετινός, τόμος Δ', ὑπόθεσις Κ.). Ὁ δὲ μέγας Βασίλειος αὐτούς πού δίνουν σημασία στὰ ὄνειρα τοὺς ἀποκαλεῖ εἰδωλολάτρες, καί προσθέτει μέ κάποια εἰρωνεία: «κἂν ἐνύπνιόν σε ἐκταράξῃ, πρὸς τὸν ὀνειροσκόπον τρέχεις» (PG 29, 417D)
Εἴπαμε λοιπόν σήμερα, παιδιά, ὅτι ἡ φαντασία εἶναι μεταπτωτικό φαινόμενο τῶν πρωτοπλάστων. Ἔχει πολλή δύναμη ή φαντασία, καί πρέπει πάρα πολύ να τήν προσέχουμε. Οι πρωτόπλαστοι εἶδαν τόν καρπό, φαντάστηκαν τήν ἰσοθεΐα, καί ἀπό ἐκεῖ ξέπεσαν. Ἐμεῖς λοιπόν ἄς προσέχουμε· ἄς στήνουμε πάντα τόν νοῦ μας φρουρό ἄγρυπνο, ἐπί εἰκοσιτετραώρου βάσεως, γιά νά μήν εἰσέρχεται τίποτε ἀκάθαρτο στη φαντασία μας. Ἔτσι, θα γλυτώσουμε ἀπό τή δύναμή της και ἀπό τόν φοβερό ἐκεῖνον ζωγράφο, τόν διάβολο, που διαζωγραφίζει εικόνες φοβερές μέσα στη φαντασία. Καί τότε πραγματικά, σιγά-σιγά, ή φαντασία μας θα βρεῖ τόν δρόμο της μόνο σέ ἀγαθά πράγματα.
Πρῶτα ὁ Θεός, θα συνεχίσουμε.
Κυριακή, 11 Νοεμβρίου 1984
55η ομιλία στην κατηγορία « Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία ».
►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
" Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία " εδώ ⬇️
https://arnion.gr/index.php/palaia-diauhkh/xristianikh-kosmologia-anurvpologia
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40pgmRsIiRCioth8a5E4bM7r
Απομαγνητοφώνηση :
Ιερά μονή Κομνηνείου.
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1
🔸Λίστα ομιλιών της σειράς «Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία.».🔻
https://drive.google.com/file/d/1PKTpnYb1nptUbWKH5jo6DJwk7IVel9BA/view?usp=drivesdk
🔸📜 Απομαγνητοφωνημενες ομιλίες της σειράς «Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία.».🔻
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/search/label/%F0%9F%94%B9%CE%A7%CF%81%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B9%CE%B1%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%AE%20%CE%9A%CE%BF%CF%83%CE%BC%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1%20~%20%CE%91%CE%BD%CE%B8%CF%81%CF%89%CF%80%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1.?m=1
🔸Επεξηγηματικό βίντεο Ασπάλαθου.
https://youtu.be/8tNfAHRkTCk
__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0
📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1
📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️ https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0
__⬇️ Facebook ⬇️__
https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share
Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου. https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk
†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.