13 Απριλίου 2021

Ἀνάγκη νά ἐξιχνιάσωμε τήν ταυτότητα τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας. ~ 8/14 ~

†.Πάντοτε εὑρισκόμενοι, εἰς τό βιβλίο τῆς Σοφίας Σειράχ, εἰς τό 24ο κεφάλαιον, εἰς τόν 9ον στίχον, τόν ὁποῖον δέν εἴχαμε ἀγαπητοί μου ὁλοκληρώσει, τήν περασμένη φορά. Σᾶς διαβάζω τόν στίχον αὐτόν - ἐπίμαχος στίχος : «πρὸ τοῦ αἰῶνος ἀπ’ ἀρχῆς ἔκτισέ με, καὶ ἕως αἰῶνος οὐ μὴ ἐκλίπω»., λέγει ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία τοῦ Θεοῦ μιλώντας εἰς πρῶτον προσωπικόν πρόσωπον. Προτοῦ ὑπάρξη δηλ. ὁ χρόνος, εὐθύς ἐξ’ ἀρχῆς μέ ἐδημιούργησε - ἐννοεῖται ὁ Θεός Πατήρ - καί δέν θά παύσω ποτέ νά ὑπάρχω.
Τό ἐπίμαχον χωρίον βρίσκεται στό ὅτι ἀναφέρεται ἡ λέξις, τό ρῆμα, «ἔκτισέ με». Ἤδη κάναμε ἀρκετό λόγο τήν περασμένη φορά, ὅτι «κτίζω» θά πῆ δημιουργῶ, συνεπῶς ἀναφέρεται εἰς τά κτίσματα· ἀλλά ἡ σοφία Θεοῦ, δηλ. ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία τοῦ Θεοῦ, τό δεύτερον πρόσωπον τῆς Ἁγίας Τριάδος εἶναι κτίσμα; Ἐπίμαχον σημεῖον, διότι δημιουργήθηκε ἐξ αὐτοῦ καί ἀπό 2-3 ἄλλα χωρία τοῦ βιβλίου τῶν Παροιμιῶν, ὁ Ἀρειανισμός. Εἶναι πραγματικά ἐπίμαχο σημεῖο.
Εἴπαμε ἀρκετά πράγματα τήν περασμένη φορά ἀλλά θά ἐπαναλάβω ὅτι αὐτό τό «ἔκτισέ με» ἀναφέρεται εἰς τήν ἀνθρωπίνη φύση τοῦ Θεοῦ Λόγου. Συνεπῶς τό μέν σῶμα τῆς Ἐνυπόστατου Σοφίας πού «ἐν καιρῷ» θά ἐλάβαινε, αὐτό βεβαίως εἶναι κτιστόν ἀναμφισβήτητα· διότι ἀπό τήν Θεοτόκον προῆλθε, ἡ ὁποία Θεοτόκος, βεβαίως εἶναι κτιστή, εἶναι ἀπόγονος τοῦ Ἀδάμ. Καί ὅπως μᾶς πληροφορεῖ ὁ Μ. Ἀθανάσιος «Οὕτως, ἔτσι, ἐάν ἀκούσωμεν ἐν ταῖς Παροιμίαις, τὸ ἔκτισεν, οὐ δεῖ κτίσμα τῇ φύσει ὅλον νοεῖν τὸν Λόγον, δέν πρέπει νά θεωρήσωμε ὅτι ὁ Λόγος εἶναι κτίσμα, ἀλλ’ ὅτι τό κτιστόν ἐνεδύσατο σῶμα, καὶ ὑπέρ ἡμῶν αὐτόν ἔκτισεν αὐτόν ὁ Θεός, ἀλλά ἀναφέρεται εἰς τό κτιστόν σῶμα καί ὁ Θεός ἔδωσε αὐτό τό κτιστόν σῶμα δηλ. πού σημαίνει τήν Ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, εἰς ἡμᾶς, τό κτιστόν αὐτῶ καταρτίσας, ὡς γέγραπται, σῶμα, ἵν’ ἐν αὐτῷ ἀνακαινισθῆναι καί θεοποιηθῆναι δυνηθῶμεν» γιά νά μπορέσουμε ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι νά ἀνακαινισθοῦμε καί νά θεοποιηθοῦμε. Γι’ αὐτό ἀκριβῶς προσέλαβε τό κτιστόν αὐτό σῶμα, τό δικό μας σῶμα, γιά νά γίνωμε ἐμεῖς ὅ,τι εἶναι Ἐκεῖνος. Εἶναι δηλ. ἐκεῖνο τό Πατερικόν, ὅτι «ὁ Λόγος σάρξ ἐγένετο ἴνα ἡ σάρξ γένηται Λόγος», δηλ. ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος γιά νά γίνη ὁ ἄνθρωπος Θεός· ἐννοεῖται θεός κατά χάριν. Αὐτό λοιπόν σημαίνει, κι ὅπως λέγει ὁ Μ. Ἀθανάσιος ἀκόμα, ἐκεῖνο τό «ἐθεμελίωσέ με» - πού ἀναφέρεται εἰς τάς Παροιμίας - «ἴσον τῷ εἰπεῖν·, εἶναι τό ἴδιο νά πῆς, Λόγον ὄντα με, περιέβαλε γηίνῳ σώματι» (Μ. Ἀθανασίου κατά Ἀρειανῶν Β΄σελ. 346(Ε.Π.Ε. εκδόσεις Γρηγορίου Παλαμά), εἶναι τό ἴδιο σάν νά λές ὅτι, ἐνῶ Ἐγώ ἤμουν Λόγος, δηλ. Θεός, μέ περιέβαλε μέ ἀνθρώπινο σῶμα, δηλ. κτιστόν. Ἀλλά πρέπει ὅμως νά τό δοῦμε ἀκόμη καλύτερα καί ἀπό τόν χῶρο τῆς Κ. Δ. ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι τέλειος Θεός καί τέλειος ἄνθρωπος. Γράφει ὁ ἀπ. Παῦλος εἰς τήν πρός Ἐφεσίους Ἐπιστολήν του· προσέξατέ τα ὅλα αὐτά· ὅλα, νά τά χωνέψωμε μέσα μας, διότι ἡ ἀπιστία εἶναι ἄφθονη σήμερα, καί ἐάν δοῦμε προσβαλλομένη τήν πίστη, νά μήν μποροῦμε νά ἀντιμετωπίσωμε τήν προσβολή καί τότε και ’μεῖς νά χάσωμε τήν πίστη μας. 

   Λοιπόν γράφει ὁ ἀπ. Παῦλος στήν πρός Ἐφεσίους Ἐπιστολή του: «καὶ φωτίσαι πάντας τίς ἡ οἰκονομία τοῦ μυστηρίου τοῦ ἀποκεκρυμμένου ἀπό τῶν αἰώνων ἐν τῷ Θεῷ, τῷ τὰ πάντα κτίσαντι διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἵνα γνωρισθῇ νῦν ταῖς ἀρχαῖς καὶ ταῖς ἐξουσίαις ἐν τοῖς ἐπουρανίοις διὰ τῆς Ἐκκλησίας ἡ πολυποίκιλος σοφία τοῦ Θεοῦ». Δηλ. τά πάντα, λέει, ἔχουν κτιστεῖ διά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀλλά ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι ὁ Θεός Λόγος, δηλ. ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία, δηλαδή ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι καί Θεός εἶναι καί ἄνθρωπος καί τά πάντα, λέει, ἔχουνε γίνει, ἔχουν κτιστεῖ ἀπ’ αὐτόν, γιά νά γίνη γνωστό, λέει, στίς ἀρχές καί τίς ἐξουσίες - «ἐν τοῖς ἐπουρανίοις» - σ’ ὅλον τόν ἀγγελικό κόσμο, διά τῆς Ἐκκλησίας· διότι ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ ἐφανερώθη ἐν τῆ Ἐκκλησίᾳ καί διά τῆς Ἐκκλησίας, γιατί ἡ Ἐκκλησία εἶναι τό σῶμα Του, εἶναι τό κτιστόν σῶμα Του, ἡ πολυποίκιλος σοφία τοῦ Θεοῦ. Δηλ. μ’ ἄλλα λόγια οἱ ἄγγελοι ἐγνώρισαν τόν Θεόν διά τῆς Ἐκκλησίας, δηλ. μέ τήν Ἐνανθρώπηση, πού ἡ Ἐνανθρώπησις εἶναι τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ.
   Ἀκόμη θά μᾶς πῆ ὁ ἀπ. Παῦλος στήν πρός Κολασσαεῖς Ἐπιστολή του: «ὅτι ἐν αὐτῷ ἐκτίσθη τὰ πάντα, τὰ ἐν τοῖς οὐρανοῖς καὶ τὰ ἐπὶ τῆς γῆς, τά ὁρατά καὶ τά ἀόρατα, εἴτε θρόνοι εἴτε κυριότητες εἴτε ἀρχαὶ εἴτε ἐξουσίαι·», ὅλα αὐτά ἀναφέρονται εἰς τά λεγόμενα ἐννέα τάγματα, «τὰ πάντα δι’ αὐτοῦ καὶ εἰς αὐτόν ἔκτισται·» (Κολ. 1, 16)
τά πάντα ἔγιναν διά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καί γιά λογαριασμό τοῦ ὁποίου τά πάντα ἔχουν κτιστεῖ, «καὶ εἰς αὐτόν ἔκτισται·», γιά λογαριασμό του.
Βλέπει λοιπόν κανείς ἐδῶ ὅτι δέν εἶναι δυνατόν μία κτιστή φύσις νά μπορεῖ νά ἔχει αὐτούς τούς χαρακτηρισμούς. Ὅτι αὐτή ἡ κτιστή φύσις κάνει τά πάντα καί τά πάντα ἀνήκουν εἰς αὐτήν τήν κτιστήν φύσιν. Ἄπαγε! Συνεπῶς βλέπει κανείς ἐδῶ θαυμάσια ὅτι εἶναι Θεός καί ἄνθρωπος ὁ Ἰησοῦς Χριστός.
   Ὁ δέ Ἰωάννης θά πῆ τό γνωστό: «Οὗτος ἦν ἐν ἀρχῇ πρὸς τὸν Θεόν», αὐτός λέγει ἦτο, ὅταν ἐγίνετο ὁ κόσμος, ἐν ἀρχῇ, ὅταν ἐθεμελιοῦτο ὁ χρόνος καί ὁ χῶρος, ὑπῆρχε, «πάντα δι’ αὐτοῦ ἐγένετο, ὅλα ἔγιναν δι’ αὐτοῦ, δηλ. αὐτός εἶναι ὁ δημιουργός, καὶ χωρὶς αὐτοῦ ἐγένετο οὐδέ ἕν ὅ γέγονεν», καί δέν ἔγινε τίποτα, μά τίποτα, οὔτε τό πιό μικρό πρᾶγμα ἀπ’ ὅτι ἔχει γίνει, χωρίς αὐτόν. Καί θά σημειώση συνέχεια ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης: «καὶ Θεός ἦν ὁ Λόγος…», ὁ Λόγος ἦτο Θεός, πάντοτε, δέν ἔγινε Θεός κάποια στιγμή, «δί οὗ καὶ τοὺς αἰῶνας ἐποίησεν·» ( Ἑβρ. 1, 2) γράφει εἰς τήν πρός Ἑβραίους Ἐπιστολή του ὁ ἀπ. Παῦλος, διά τοῦ ὁποίου Υἱοῦ, ἐδημιούργησε καί τόν χρόνον, τούς αἰῶνας.
Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος λέγει εἰς τήν ἀρχιερατική του προσευχή « …ὅτι ἠγάπησάς με πρὸ καταβολῆς κόσμου» ( Ἰωάν. 17, 24) Γιατί, λέγει, μέ ἠγάπησες - Σύ ὁ Πατήρ, ἐμένα τόν Υἱόν - πρίν θεμελιωθῆ ὁ κόσμος. Εἶναι λοιπόν πρό τῆς δημιουργίας ὁ Υἱός. Ἄκτιστος, Θεός. Γιατί δέν ὑπῆρχε τίποτε τό κτιστό πρό τῆς δημιουργίας. Ὅταν λέει «πρό τῆς δημιουργίας» ἐννοεῖ πρό τῆς δημιουργίας, ὁ,τιδήποτε πού μπορεῖ νά εἶναι κτιστόν.
   Ἀκόμη τό βιβλίο τῶν Παροιμιῶν μᾶς λέγει: «πρὸ τοῦ ὅρη ἑδρασθῆναι, πρὸ δέ πάντων βουνῶν γεννᾶ με», λέει ἡ Σοφία, δηλ. πρίν ἀκόμη ὀργανωθῆ ἡ δημιουργία, «πρὸ τοῦ ὅρη ἑδρασθῆναι» - ἀναφέρεται εἰς τήν γῆν βεβαίως - ὁ Πατήρ μέ γεννᾶ. Μέ γεννᾶ! Προσέξτε τό ρῆμα· «γεννῶ», γεννᾶ. Τό συμπέρασμα εἶναι ὅτι ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία ἔχει δύο διαστάσεις. Εἶναι ὁ ἀΐδιος Θεός, δηλ. Ἐκεῖνος πού δέν ἔχει οὔτε ἀρχή οὔτε τέλος. Σᾶς ἔχω πεῖ κι ἄλλοτε ὅτι «ἀΐδιος» σημαίνει ὁ χωρίς ἀρχήν καί ὁ χωρίς τέλος, ἐνῶ ὁ «αἰώνιος» εἶναι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ἔχει ἀρχήν ἀλλά δέν ἔχει τέλος· ἔχει μία διαφορά! Ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι θά εἴμεθα αἰώνιοι, ὁ Θεός εἶναι ἀΐδιος, δέν εἶναι αἰώνιος. Καταχρηστικά βεβαίως λέμε «ὁ αἰώνιος Θεός». Προσέξτε, καταχρηστικά. Καί ἔτσι ὁ ἴδιος Θεός εἶναι ὁ Θεός Λόγος καί χρησιμοποιεῖται τό ρῆμα «γεννῶ» καί ὁ μέλλων, ἐκεῖνος πού πρόκειται νά Ἐνανθρωπήση, κι ἐδῶ χρησιμοποιεῖται τό ρῆμα «κτίζω». Γεννῶ καί κτίζω. Τό «γεννῶ» ἀναφέρεται εἰς τήν θείαν φύσιν καί τό «κτίζω» ἀναφέρεται εἰς τήν ἀνθρωπίνην φύσιν. Συνεπῶς ἀφοῦ ἐμεῖς σήμερα ζοῦμε μετά τήν Ἐνανθρώπηση τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας, ὁ καλύτερος χαρακτηρισμός γιά νά τά συμπεριλάβωμε ὅλα αὐτά τά ὁποία εἴπαμε, εἶναι «ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς Χριστός». Θεάνθρωπος· τέλειος Θεός καί τέλειος ἄνθρωπος.
Καί κλείνομε τό χωρίον, ἀγαπητοί μου, αὐτό, γιά νά προχωρήσωμε εἰς τό ἑπόμενον χωρίον τό 10ον κατά σειρά.

   «ἐν σκηνῇ ἁγίᾳ ἐνώπιον αὐτοῦ ἐλειτούργησα καὶ οὕτως ἐν Σιὼν ἐστηρίχθην·»
Σᾶς ὑπενθυμίζω ὅτι ὁλόκληρο τό 24ον κεφάλαιον ἀναφέρεται εἰς τήν Ἐνυπόστατον Σοφίαν καί ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία ὁμιλεῖ εἰς πρῶτον ἑνικόν πρόσωπον. Ἐγώ! Ἐγώ ἡ Σοφία. Ἐγώ. Γι’ αὐτό λέγει «ἐλειτούργησα», «ἐστηρίχθην» κ.ο.κ. Δηλ. νά τό μεταφράσω: Εἰς τήν ἁγία του σκηνή τοῦ μαρτυρίου καί τοῦ ναοῦ (ἀργότερα) ὑπηρέτησα - λέγει ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία - καί ἔτσι μόνιμα ἐγκαταστάθηκα εἰς τήν Σιὼν. Ἀπό τόν στίχον αὐτόν ἕως τέλους τοῦ ὅλου κεφαλαίου, κι εἶναι τά 2/3 του ὅλου κεφαλαίου τά ὑπόλοιπα, ἡ Σοφία αἰνεῖ τόν ἑαυτόν της, περιοριζομένη εἰς τόν λαόν της τόν ὁποῖον ἐξέλεξε.
Ἡ Σοφία ἐλειτούργησε μέ ἱερατικά καθήκοντα, ἀρχικά βέβαια εἰς τήν σκηνήν τοῦ μαρτυρίου, - δηλ. στήν ἔρημο - ὕστερα δε, κατοπινά, εἰς τόν ναόν τοῦ Σολομῶντος. Μή ξεχνᾶτε ὅτι καί στήν Κ. Δ., ὅταν πῆρε τήν ἀνθρωπίνη φύση ὁ Χριστός, στάθηκε ὁ Μέγας Ἀρχιερεύς. Ἡ φράσις, ἡ λέξις, ὁ χαρακτηρισμός, εἶναι στήν Κ. Δ. «οὐ γὰρ ἔχομε ἀρχιερέα μὴ δυνάμενον συμπαθῆσαι εἰς τάς ἀσθενείαις ἡμῶν…» ( Ἑβρ. 4, 15) Λέγει ὁ ἀπ. Παῦλος στήν πρός Ἑβραίους Ἐπιστολή του. Ὁ Χριστός λοιπόν εἶναι ὁ Μέγας Ἀρχιερεύς. Κι ἐπειδή φέρει τήν ἀνθρωπίνη φύση, εἶναι Ἐκεῖνος πού κινεῖται ὡς πρός τόν Θεόν, δηλ. μέ τήν ἀνθρωπίνη Του φύση, τρόπον τινά, λειτουργεῖ στόν Θεόν Πατέρα. Ἄν θέλετε, ἀκριβέστερα, ἔτσι νά εἴμεθα ἀκριβεῖς -  ἀκριβεῖς, μέ τήν ἀνθρωπίνη Του φύση ὁ Υἱός ὑπηρετεῖ τόν Ἅγιον Τριαδικόν Θεόν! - θά τό δοῦμε λίγο πιό κάτω, ἀπό ἕναν χαρακτηρισμό λειτουργικόν - καί ὅτι «ἐλειτούργησε», λέγει, «πρὸ τοῦ Πατρός», μπροστά στόν Πατέρα. Αὐτό τό κατανοοῦμε (τό πῶς «πρὸ τοῦ Πατρός», ἐννοεῖται πάντοτε μέ τήν ἀνθρωπίνη Του φύση ἤ πρίν Ἐνανθρωπήση δυνάμει τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως πού θά ἐλάμβανε ἀργότερα) τό κατανοοῦμε ἀπό τήν Χριστιανική λατρεία ὡς ἑξῆς.
Λατρεία Χριστιανική εἶναι ἡ θεία Λειτουργία, εἶναι τό ἀποκορύφωμα τῆς λατρείας τοῦ Θεοῦ. Πάρα πολλά πράγματα ἀποτελοῦν λατρεία τοῦ Θεοῦ ἀλλά ἡ θεία Λειτουργία εἶναι τό ἀποκορύφωμα, γι’ αὐτό δεν πρέπει ποτέ νά λείπωμε ἀπό τήν θεία Λειτουργία ἀγαπητοί μου! Ἁμαρτάνομε πολύ ὅταν λείπωμε, ἀρκεῖ, να σᾶς ὑπενθυμίσω - κάτι πού τό ξέρετε - ὅτι ἐάν ὁ Χριστιανός λείψη, χωρίς λόγο τρεῖς Κυριακές συνεχεῖς ἀπό τή λατρεία, αὐτός λέγει, ἀφορίζεται. Ἔχει τό ἐπιτίμιον τῆς ἀκοινωνησίας, νά μήν κοινωνήση. Εἶναι πολύ φοβερό πρᾶγμα. Ἐκεῖνοι δέ πού πᾶνε δύο καί τρεῖς φορές τόν χρόνο, κλπ. τί νά ποῦμε; στήν Ἐκκλησία ἐννοεῖται. Ἤ ἐκεῖνοι πού σοῦ λένε: «Ναί, πηγαίνω στήν Ἐκκλησία», κι ἐγώ ἐπειδή ξέρω πῶς κινοῦνται» λέω: «Κάθε Κυριακή»; «Ναί κάθε Κυριακή». «Κάθε Κυριακή»; ἐπαναλαμβάνω τό ἐρώτημά μου. «Ἔ, ὄχι καί κάθε Κυριακή». Προσέξατέ το, εἶναι σοβαρότατον ἁμάρτημα! Σοβαρώτατον! Πρέπει νά ἐκκλησιαζώμεθα, γιατί ἀποποιούμεθα τήν θυσία τοῦ Χριστοῦ, τήν ἀποδοκιμάζομε τήν θυσία τοῦ Χριστοῦ, ὅταν δέν ἐκκλησιαζώμεθα.
Λοιπόν, λέγει σέ μία εὐχή ἐκεῖ τῆς θείας Λειτουργίας: «Σύ γάρ εἶ, διότι σύ εἶσαι, (ποιός σύ; ὁ Ἰησοῦς Χριστός, γιατί ἡ εὐχή ἀποτείνεται εἰς Αὐτόν, εἶναι πρό τοῦ καθαγιασμοῦ τῶν Τιμίων Δώρων αὐτή ἡ εὐχή) ὁ προσφέρων καί προσφερόμενος καί προσδεχόμενος καί διαδιδόμενος Χριστέ ὁ Θεός ἡμών…», Χριστέ,ὦ Θεέ μας. Προσέξτε! Ὁ προσφέρων καί προσφερόμενος καί προσδεχόμενος καί διαδιδόμενος. Σύ ὁ ἴδιος εἶσαι πού προσφέρεις. Γιατί; γιατί εἶσαι ἀρχιερεύς. Ποῦ προσφέρεις; εἰς τόν Ἅγιον Τριαδικόν Θεόν, ὅπως σᾶς ἐξήγησα προηγουμένως. Καί εἰς τόν Πατέρα καί εἰς τόν Υἱόν καί εἰς τό Πνεῦμα τό Ἅγιον. Γιατί; γιατί ἕνας εἶναι ὁ Θεός, μία εἶναι ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ. Τρία τά πρόσωπα, ἔ; Σύ, λοιπόν, εἶσαι Ἐκεῖνος πού προσφέρει, ἀλλά τί προσφέρει; Τόν Ἑαυτό σου προσφέρεις· εἶσαι ὁ προσφερόμενος. Προσφέρων καί προσφερόμενος.
Δέν εἶναι ἀντιφατικά πράγματα, ξέρεις τί θά πῆ νά προσφέρεις σύ τόν ἑαυτόν σου, νά εἶσαι ὁ ἀρχιερεύς καί τό ἱερεῖον; Ἱερεῖον θά πῆ θύμα, τό σφάγιον. Προσδεχόμενος καί διαδιδόμενος. Σύ εἶσαι Ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος τελικά προσδέχεσαι τήν θυσία. Θυσιάζεις, θυσιάζεσαι καί προσδέχεσαι τή θυσία, ὁ προσδεχόμενος, καί διαδιδόμενος· διαδίδεσαι, μοιράζεσαι σέ ὅλο τό λαό. Ἐδῶ ὁ ἱερεύς τί ρόλο παίζει; ἁπλῶς, δανείζει τά χέρια του, δανείζει τή γλῶσσα του. Τίποτε ἄλλο. Ἔτσι ἐγίνετο καί εἰς τό παλαιόν ἱερατεῖον, μ’ ἄλλα λόγια, ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία ἦτο πίσω ἀπό τούς ἱερεῖς καί ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία ἦταν ἐκείνη ἡ ὁποία λειτουργοῦσε πρός τόν Θεόν, τόν Ἅγιον Τριαδικόν Θεόν. Ξαναλέγω, οἱ ἱερεῖς ἦσαν μπροστά, πίσω ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία γι’ αὐτό λέγει τό χωρίον «ἐγώ, λέγει, ἐλειτούργησα ἐν σκηνῇ καί ἐν ναῷ», καί εἰς τήν σκηνή τοῦ μαρτυρίου τότε στήν ἔρημο - γιατί μέχρι τότε, ὅταν ἔγινε ἡ σκηνή, δέν ὑπῆρχε κανένα δεῖγμα, κανένα σημεῖο ὁρατό, ὑλικό, προσφοράς θυσιῶν - καί τώρα, καί εἰς τόν ναόν, ἐννοεῖται τοῦ Σολομῶντος.
Γι’ αὐτό ἀγαπητοί μου, ἄς τό προσέξωμε αὐτό, πολύ περισσότερο ὅταν ἔχομε πιά στήν Κ. Δ. τήν Ἐνυπόστατον Σοφία Ἐνανθρωπήσασα! Καί αὐτά πού προσφέρομε, τό κρασί καί τό ψωμί, αὐτά μεταβάλλονται σέ σῶμα καί αἷμα τῆς Ἐνανθρωπησάσης Σοφίας τοῦ Θεοῦ, καί εἶναι πραγματικά τό σῶμα καί τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ἐν μυστηρίῳ! Δέν μποροῦμε βέβαια νά τό ἀντιληφθοῦμε, (γιά τό θέμα αὐτό, ἔχομε πεῖ πάρα - πάρα πολλά), εἶναι σημεῖον ἀναφοράς τῆς πίστεως αὐτό. Προσέξατέ το!
   Τό νά πῆς «Πιστεύω εἰς τόν Ἰησοῦν Χριστόν» εἶναι μία κουβέντα. Πιστεύεις ὅτι εἶναι τό σῶμα του καί τό αἷμα του πραγματικά; Ἐκεῖ εἶναι τό κριτήριον τῆς πίστεως, ἡ ἀναφορά τῆς πίστεως, γι’ αὐτό, ἐάν κανείς δέν πιστεύει καί κοινωνεῖ, ἔχει ἀμφιβολία, ἁμαρτάνει μέχρι θανάτου!! Προσέξτε, μέχρι θανάτου! Ἀκόμη καί βιολογικοῦ θανάτου! Ὅπως λέγει ὁ ἀπ. Παῦλος στήν Α΄ πρός Κορινθίους Ἐπιστολή του, πού «ὅποιος, λέγει, κοινωνεῖ ἀναξίως, κι ἐπειδή δέν διέκρινε, δέν ξεχώρισε.. ὅ,τι, ὅ,τι, ὅ,τι.. αὐτός ἀρρωσταίνει ἤ καί πεθαίνει γι’ αὐτό, λέγει, ἀρκετοί ἀπό σᾶς εἶναι ἄρρωστοι καί πεθαίνουν ἀρκετοί, «κοιμῶνται ἱκανοί». (Κορ. Α΄ 11, 30)
Πολύ σοβαρό! Γι’ αὐτό, ὅταν κοινωνοῦμε καί διαβάζωμε τήν ἀκολουθία τῆς θείας Μεταλήψεως μεσ’ τόν ναό τό τμῆμα ἐκεῖνο πού διαβάζομε - ἔχομε σέ τέσσερα κομμάτια τήν ἀκολουθία τῆς θείας Μεταλήψεως, τό ἕνα κομμάτι εἶναι ἀποβραδύς στό ἀπόδειπνο πού κάνομε, τό δεύτερο κομμάτι εἶναι τό πρωΐ, τό τρίτο κομμάτι εἶναι λίγο πρίν κοινωνήσωμε καί τό τέταρτο κομμάτι εἶναι ἀφοῦ ἔχομε κοινωνήσει - λίγο πρίν κοινωνήσωμε, λέμε τό ἑξῆς τροπάριον: «Ἔτι πιστεύω ὅτι τοῦτο αὐτό ἐστι τὸ ἄχραντο σῶμά σου, καὶ τοῦτο αὐτό ἐστι τὸ τίμιον αἷμὰ σου» (Εὐχή Ἰωάν. Χρυσοστ.) Εἴδατε; ἔτι πιστεύω, δηλ. ἀκόμη πιστεύω, ὅτι αὐτό πού τώρα θά πάρω σέ ἕνα - δύο λεπτά, πιστεύω ὅτι εἶναι τό σῶμα σου καί τό αἷμα σου. Δέν συμβολίζει τό σῶμα σου καί τό αἷμα σου. Εἶναι τό σῶμα σου καί τό αἷμα σου. Γι’ αὐτό, ὅταν ὁ ἱερεύς λέγει: «Μετά φόβου Θεοῦ, πίστεως καί ἀγάπης προσέλθετε», αὐτό τό «πίστεως», δέν ἀναφέρεται γενικά στήν πίστη, ἀναφέρεται εἰδικά εἰς τήν πίστη εἰς τό μυστήριον τῆς θείας Εὐχαριστίας, ὅτι εἶναι τό σῶμα καί τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Ξέρετε ὅτι ἄν δέν ἔχομε τό σῶμα καί τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ, τότε δέν μποροῦμε νά μιλᾶμε γιά Ἐκκλησία. Ὅπως καί οἱ Προτεσταντικές κοινότητες, δέν μποροῦν νά μιλᾶνε γιά Ἐκκλησία, γιατί δέν πιστεύουν εἰς τό μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας· τό ἔχουν ὡς σύμβολον γι’ αὐτό καί τό χύνουν - καί ἄλλοτε σᾶς τό ἔχω πεῖ αὐτό - στό νεροχύτη ὅ,τι περισσεύσει. Ἄν δέν εἶναι τό σῶμα καί τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ, τό ὁποῖον ἐξασφαλίζεται μέ τήν ἱεροσύνη, (ἐκεῖνοι πού δέν ἔχουν ἱεροσύνη, δέν μποροῦν νά ἔχουν τό μυστήριον τῆς θείας Εὐχαριστίας, οἱ Προτεστάνται δέν ἔχουν ἱεροσύνη, ἤ ἀκριβέστερα, διαδοχήν ἱεροσύνης) τότε δέν ἔχομε Ἐκκλησία. Γιατί τί εἶναι ἡ Ἐκκλησία; Τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Καί τό συνιστοῦμε ἐμεῖς, τρώγοντες καί πίνοντες τό σῶμα καί τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Αὐτό εἶναι πάρα πολύ σπουδαῖο καί μεγάλο. Γι’ αὐτό, ἀγαπητοί μου, ἄς προσέξωμε πολύ, πολύ, πολύ. Εἴδατε ὅτι καί στήν Κ. Δ. ὁ Χριστός εἶναι ὁ προσφέρων καί προσφερόμενος. Ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Μάλιστα λέγει ὁ ἱερεύς στήν θεία Λειτουργία: «Οὐδείς ἄξιος τῶν συνδεδεμένων ταῖς σαρκικαῖς ἐπιθυμίαις καί ἡδοναῖς, ἐμεῖς εἴμεθα συγκυλινδούμενοι, δηλ. μπερδευόμενοι, νά τό πῶ ἔτσι χοντρικά, μέ τίς σαρκικές ἐπιθυμίες καί τίς ἡδονές, προσέρχεσθαι, νά προσέλθει κανείς, ἤ προσεγγίζειν, ἤ λειτουργεῖν σοι, Βασιλεῦ τῆς δόξης·» (Εὐχή πριν από την Μεγάλη Εἴσοδο τῆς θ. Λειτουργίας) ἤ νά σέ προσεγγίση ἤ νά λειτουργήση σέ σένα, ὤ! Βασιλιά τῆς δόξης. «Εὐχαριστοῦμέν σοι καί ὑπέρ τῆς λειτουργίας ταύτης, ἥν, τήν ὁποίαν, ἐκ τῶν χειρῶν ἡμῶν δέξασθαι κατηξίωσας, πού τήν πῆρες ἀπ’ τά χέρια μας, λέγει ὁ ἱερεύς, καὶτοι σοι παρεστήκασι, ἄν καί παρεστάθησαν σέ σένα, χιλιάδες ἀρχαγγέλων, καί μυριάδες ἀγγέλων, τὰ Χερουβείμ, καὶ τὰ Σεραφείμ, ἑξαπτέρυγα, πολυόμματα, μετάρσια, πτερωτά»
(Εὐχή από την Ἁγία Ἀναφορά τῆς θ. Λειτουργίας) ὅλος ὁ ἀγγελικός κόσμος.
   Ξέρετε, ὅπου γίνεται, τελεῖται θεία Λειτουργία, εἶναι παρόντες Ἄγγελοι, Ἀρχάγγελοι κλπ. Ὅπου τελεῖται! Διαβάστε σπίτι σας τό τροπάριο τοῦ ἁγίου Σπυρίδωνος, ὁ ὁποῖος ἐλειτούργει, κατ’ ὁρατόν τρόπον, μέ τούς ἁγίους ἀγγέλους. Ὁ δέ ἱερός Χρυσόστομος λέει «γνωρίζω ἄνθρωπον - κι αὐτός ὁ ἄνθρωπος πού γνωρίζει πιθανότατα εἶναι ὁ ἴδιος - πού ὅταν λειτουργοῦσε ἔβλεπε ἁγίους ἀγγέλους, πρός τιμήν τοῦ κατατεθειμένου σώματος τοῦ Χριστοῦ», στήν ἁγία Τράπεζα. Βεβαίως. Εἶναι τό σῶμα καί τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ.
Ἔτσι, ἡ σκηνή καί ὁ ναός, ἡ σκηνή τοῦ μαρτυρίου, στήν Π. Δ. καί ὁ ναός, ἐννοεῖται ὁ ναός τοῦ Σολομῶντος, ἀποκαλοῦνται «ἅγιοι». Ὅπως ἔχομε «τά ἅγια» καί «τά ἅγια τῶν ἁγίων», πολύ δέ περισσότερον ὁ ναός ὁ Χριστιανικός εἶναι τά «ἅγια τῶν ἁγίων». Πολύ περισσότερον! Καί λειτουργία, ὅταν λέγει «λειτούργησα», σημαίνει λατρεία. Λατρεύω, προσφέρω τιμήν.

   Καί πηγαίνομε εἰς τόν 11ον στίχον εἰς τόν ἑπόμενον στίχον: «ἐν πόλει ἠγαπημένῃ ὁμοίως μέ κατέπαυσε, καὶ ἐν Ἱερουσαλὴμ ἡ ἐξουσία μου·» Δηλ. ὁμοίως μέ ἀνέπαυσε ὁ Πατήρ - πάντα ὁμιλεῖ ἡ Σοφία ἡ Ἐνυπόστατος στό Α΄ ἑνικό πρόσωπο - στήν ἀγαπημένη εἰς Αὐτόν πόλη καί ἡ Ἱερουσαλήμ ἐτέθη στήν ἐξουσία μου. Ἄς προσέξουμε, ἕνα νέο στοιχεῖο.
Ἡ Ἱερουσαλήμ, λέγει, εἶναι ἡ πόλις ἠγαπημένη εἰς τόν Θεόν. Πράγματι, σέ πολλά σημεῖα τῆς Ἁγίας Γραφῆς, Π. Δ., αὐτό τό συναντοῦμε. Γιά παράδειγμα, εἰς τόν 131ον ψαλμόν, λέγει «ὅτι ἐξελέξατο Κύριος τὴν Σιὼν, διάλεξε ὁ Κύριος τήν Σιὼν, Ἡρετίσατο αὐτὴν εἰς κατοικίαν ἐαυτῷ·» (Ψαλμ. 131ος ,13)
τήν διάλεξε γιά κατοικία του, ὁ δέ 86ος ψαλμός μᾶς πληροφορεῖ: «ἀγαπᾶ Κύριος τὰς πύλας Σιὼν, ὑπέρ πάντα τὰ σκηνώματα Ἰακώβ». (Ψαλμ. 86ος, 2) Τά σκηνώματα Ἰακώβ - ὁ Ἰακώβ εἶναι ὁ Ἰσραήλ, εἶναι ὁ ἐγγονός τοῦ Ἁβραάμ, καί λέγονται Ἰσραηλίται - εἶναι οἱ πόλεις πού ἦταν ἐγκατεσπαρμένες εἰς τή γῆ Χαναάν, πιό πάνω, λέει, ἀπ’ ὅλα τά χωριά καί τίς πόλεις, ὁ Κύριος ἀγαπᾶ τίς πύλες Σιών. Ἡ Σιών εἶναι ἡ Ἱερουσαλήμ.
   Εἶναι γνωστό ὅτι ὁ Θεός ἔδωσε ὅλα τά στοιχεῖα τῆς ἀνοικοδομήσεως τοῦ ναοῦ τοῦ Σολομῶντος, μέχρι λεπτομερειῶν. Τά στοιχεῖα αὐτά τά ἔδωσε εἰς τόν Μωϋσῆ, 500 χρόνια περίπου πρίν κτισθῆ ὁ ναός. Τό σχέδιο δηλ. οἱ λεπτομέρειες.. τά πάντα, τόσο μῆκος, τόσο πλάτος, μέχρι τί στολίδια θά ἔχη ἡ ἑπτάφωτος λυχνία, δύο κολῶνες μπροστά.. κλπ. κλπ. Χάλκινες κολῶνες, ὅλα μέχρι λεπτομερειῶν, πώς θά εἶναι τό θυσιαστήριον τῶν ὁλοκαυτωμάτων, τῶν θυμιαμάτων τό θυσιαστήριον, τά ἅγια τῶν ἁγίων, κλπ. κλπ. ὅλα αὐτά εἰπώθηκαν εἰς τόν Μωϋσῆ. 
Καί τό καταπληκτικό ξέρετε ποιό εἶναι; Εἶναι τό ἑξῆς: Ὅταν ἐπί μίαν 40ετίαν ὁ Μωϋσῆς ἐλειτούργει, διακονοῦσε τόν Θεόν καί τόν λαόν, τοῦ εἶπε ὁ Θεός: «Κοίταξε, ὅλα αὐτά πού σοῦ λέω διά τόν προσεχῆ ναόν πού θά γίνη, δές τίς λεπτομέρειες»! Ποῦ τίς εἶδε; Δέν τίς ἄκουσε μόνον ἀλλά καί τίς εἶδε, δηλ. τοῦ παρουσίασε ὁ Θεός εἰκόνες. Αὐτό μας τό λέγει ὁ ἀπ. Παῦλος εἰς τήν πρός Ἑβραίους Ἐπιστολή του. Καί τοῦ εἶπε: «Ὅρα, πρόσεξε, κατά τό πῶς τό εἶδες, ὅλα αὐτά πού σοῦ εἶπα, ἀκριβῶς ἔτσι θά κατασκευασθοῦν» ( Ἑβρ. 8, 5) Συνεπῶς τί εἶναι ὅλα ἐκεῖνα τά ὁποῖα κατασκευάζονται ἐδῶ στή γῆ; Εἶναι ἀντίτυπα - ἡ φράσις εἶναι τοῦ ἀπ. Παύλου - τῶν ἀληθινῶν, τῶν πρωτοτύπων δηλ. Ἡ φράσις εἶναι τοῦ ἀπ. Παύλου. «…ἀντίτυπα τῶν ἀληθινῶν…» ( Ἑβρ. 9, 24) Δηλ. ἐκφράζουν μ’ αὐτήν τήν εἰκόνα τῶν ἀντιτύπων, τήν οὐρανία πραγματικότητα! Πῶς; ὁ Θεός τό γνωρίζει. Ὁ Θεός ὅμως θέλει αὐτά νά γίνουν ὅπως Ἐκεῖνος κρίνει καί θέλει. Αὐτό ἔτσι κι ἐκεῖνο ἔτσι. Ἡ λυχνία θά ἦτο ἑπτάφωτος, ὄχι ὀκτάφωτος, ὄχι τρίφωτος, ἑπτάφωτος καί τό ἄλλο ἔτσι, καί τό ἄλλο ἔτσι. Θά μπορούσαμε νά ποῦμε κάπως ἀναλυτικότερα, ὅτι αὐτά τῆς Π. Δ. ἀποτελοῦσαν ἕνα ἀντίτυπον τῶν τῆς Κ. Δ., καί τῶν τῆς Κ. Δ. ὁπωσδήποτε εἶναι ἀντίτυπα τῶν ἀληθινῶν στόν οὐρανό. Ἄρα τά τῆς Π. Δ. εἶναι ἀντίτυπα ἀντιτύπων. Ὅπως ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ· εἶναι εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, ἔστω κι ἄν εἶναι πρωθύστερο χρονικά, ὁ ὁποῖος εἶναι εἰκών - μέ τήν ἀνθρωπίνη Του φύση - «εἰκών τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀοράτου». (Κολ. 1, 15) Μᾶς τό λέγει ὁ ἀπ. Παῦλος. Καί συνεπῶς ὁ ἄνθρωπος εἶναι εἰκόνα εἰκόνος. Ἔτσι κι ἐδῶ· ἀντίτυπα ἀντιτύπων.
Πάντως ὅλα αὐτά, παρακαλῶ, δόθηκαν ἀπό τό Θεό. Κι ἔτσι ἕνα μόνο δέν καθορίστηκε, στόν Μωϋσέα. Ὁ τόπος. Εἶπε καί ἔγραψε, - εἶναι γραμμένα αὐτά, στήν Πεντάτευχον - ὅτι ὅταν θά μπεῖτε εἰς τήν γῆ Χαναάν, τότε θά σᾶς ὑποδείξη, λέει, ὁ Θεός, σέ ποιόν τόπον θά κτιστῆ ὁ ναός. Κι αὐτός ὁ τόπος πού ἐπροτάθη ἀργότερα, δέν εἶναι ἄλλος ἀπό τόν λόφο Σιών ἐν Ἱερουσαλήμ.
   Εἶναι γνωστό ὅτι προϋπῆρχε ἡ Ἱερουσαλήμ, τοῦ λαοῦ τοῦ Ἰσραήλ, καί δέν τήν ἔκτισαν συνεπῶς οἱ Ἰσραηλίται τήν Ἱερουσαλήμ. Ἀλλά ἐδῶ λέγει ὅτι «τὰ σκηνώματα Ἰακώβ», ἤ ἀκόμη «ᾑρετίσατο αὐτὴν - τήν Σιών - εἰς κατοικίαν ἐαυτῷ·». Ἀγάπησε τόσο πολύ... γιατί ἀγάπησε ὁ Θεός τόσο πολύ αὐτήν τήν πόλιν καί μάλιστα ἐφ’ ὅσον δέν ἐκτίσθη ἀπό τούς Ἑβραίους; Προσέξτε.
Ἡ πόλις αὐτή, κατ’ ἀρχάς, στάθηκε ἔχουσα βασιλέα της τόν Μελχισεδέκ. Ὁ Μελχισεδέκ βεβαίως εἶναι σύγχρονος τοῦ Ἁβραάμ. Ὁ Ἁβραάμ ὅταν ἦλθε εἰς τή γῆ Χαναάν, τόν βρῆκε τόν Μελχισεδέκ. Αὐτό τό μυστηριῶδες - συμβολικόν πρόσωπον - τοῦ ὁποίου ἡ ἱεροσύνη θά ἦτο ἡ ἱεροσύνη τῆς Ἐνανθρωπήσεως τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας. Γραμμένος τόν 10ον αἰῶνα, ὁ 109ος ψαλμός, ἀπό τόν Δαυΐδ, καθαρά Δαυϊτικός ὁ ψαλμός αὐτός, λέγει: «Σὺ εἶ ἱερεὺς εἰς τόν αἰῶνα,
- ποιός σύ, εἶσαι ἱερεύς; γιατί ὁ Μελχισεδέκ ἔζησε 1.000 χρόνια πρό τοῦ Δαυΐδ, αὐτό τό σύ εἶ, σύ εἶσαι, ποιός; Ἐσύ ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία - κατὰ τὴν τάξιν Μελχισεδέκ». (Ψαλμ. 109ος, 4) δηλ. ὄχι κατά τήν τάξιν Ἀαρών, ἀπ’ ὅπου προέρχεται ἡ ἱεροσύνη τῆς Π. Δ. ἀλλά κατά τήν τάξιν Μελχισεδέκ, ἡ ὁποία εἶναι τάξις τῆς Κ. Δ. Γιατί; Διότι ὁ Μελχισεδέκ, αὐτό τό ἐπίτηδες μυστηριῶδες πρόσωπον, ἐπίτηδες δηλ. ἀποσιωπᾶται ὁ πατέρας του, ἡ μητέρα του, πότε γεννήθηκε, ἡ γενεαλογία του, τό λέγει σαφῶς ὁ ἀπ. Παῦλος, «ἀπάτωρ», «ἀμήτωρ». Ἀπάτωρ γιατί κατά τήν ἀνθρωπίνη του φύση, ὁ Χριστός δέν θά εἶχε πατέρα. Ἀμήτωρ, γιατί κατά τή θεία του φύση δέν θά εἶχε μητέρα. Ἀγενεαλόγητος. Καί τό «ἀγενεαλόγητος» ἀναφέρεται εἰς τήν θείαν φύσιν κ.ο.κ., διότι κατά τήν ἀνθρωπίνη φύσιν εἶναι γενεαλογημένος. «Ἁβραάμ ἐγέννησε τόν Ἰσαάκ, Ἰσαάκ ἐγέννησε τόν Ἰακώβ» κ.ο.κ. Εἶναι λοιπόν τύπος τοῦ Χριστοῦ ὁ Μελχισεδέκ. Ὁ ἄνθρωπος αὐτός ἐγνώριζε τόν ἀληθινόν Θεόν. Πῶς; Ἀγνοοῦμε. Ἤσαν μερικά πρόσωπα στόν πρό τοῦ Ἁβραάμ χρόνο, πού ἐγνώριζαν τόν ἀληθινό Θεό, ἀπό παράδοση, ἀπό τήν ἐποχή τοῦ Ἀδάμ καί τῆς Εὔας. Αὐτή βέβαια ἡ πίστις παρέμεινε σέ πολύ - πολύ λίγα πρόσωπα. Τά πρόσωπα αὐτά ζοῦσαν τήν διαθήκην τῆς πίστεως. Ὅπως ὁ Ἁβραάμ ἐπίστευσεν καί ἐλογίσθῃ αὐτῷ εἰς δικαιοσύνην· λογαριάστηκε γιά ἀρετή καί γιά δικαίωση. Καί ὁ Μελχισεδέκ ἦταν πρόσωπο τῆς πίστεως. Μάλιστα βλέπομε μία σχέση ἐδῶ τοῦ Ἁβραάμ καί τοῦ Μελχισεδέκ. Νά γίνεται μία προσφορά ἄρτου καί οἴνου. Κι αὐτό εἶναι πολύ ἐνδεικτικόν κ.ο.κ. Εὐλογήθηκε δέ ὁ Ἁβραάμ ἀπό τόν Μελχισεδέκ, σημειῶστε κι αὐτό, ἄρα λοιπόν ὁ εὐλογῶν εἶναι ἀνώτερος ἀπό τόν εὐλογούμενο. Ἔτσι ὁ Ἁβραάμ εἶναι κατώτερος ἀπό τόν Μελχισεδέκ. Δηλ. ὁ Χριστός, μ’ ἄλλα λόγια, στήν ἱεροσύνη εἶναι ἀνώτερος ἀπό τόν Ἁβραάμ, πού ἐγέννησε τόν Ἀαρών, ἀπ’ ὅπου προέρχεται ἡ ἱεροσύνη. Ὅλα εἶναι καταπληκτικά αὐτά καί πολύ σπουδαία. Εἶναι μία, ἄς μου ἐπιτραπεῖ νά πῶ, σ’ ἕναν ἄλλο χῶρο, ἡ Ἱστορία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Σ’ ἕναν ἄλλο χῶρο, δηλ. σ’ ἕναν χῶρο ἀνύποπτον, πού τά περνᾶμε αὐτά καί δέν καταλαβαίνομε περί τίνος πρόκειται. Ἔτσι ἦταν ἀγαπητοί ἡ πόλις αὐτή, διότι ὁ Μελχισεδέκ - ὁ Βασιλεύς Σαλήμ ὅπως λέει ἐκεῖ ἡ Ἁγία Γραφή - ἦτο πρόσωπον πίστεως καί τό πρόσωπό του θά ἦτο ἐκεῖνο πού θά ἀπετέλει τύπον τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, κατά τήν τάξιν Μελχισεδέκ ἡ ἱεροσύνη Χριστοῦ. Γι’ αὐτό ἀγαπᾶ ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία τήν πόλη Ἱερουσαλήμ.
   Ἀλλά καί ὁ Ἁβραάμ, ἄνθρωπος πίστεως. Ἀλλά καί ὁ Δαυΐδ, ἄνθρωπος πίστεως. Κατά τήν παράδοση, ὁ Ἁβραάμ ἐπῆγε εἰς τόν λόφον Σιών (ἤ Μωρία) νά θυσιάση τόν Ἰσαάκ. Εἶναι γνωστό ὅτι ἡ πόλις αὐτή ἔκειτο ἐπάνω σέ ἑφτά λόφους. Ἐκεῖ ἐπῆγε νά θυσιάση τόν Ἰσαάκ τό γιό του, ἀρκετά μακριά ἀπό τό σπίτι του. Ὁπότε ἐκεῖ ὁ Ἁβραάμ, ὀνομάστηκε ὁ πατήρ τῆς πίστεως, ὁ ἄνθρωπος τῆς διαθήκης τῆς πίστεως. Ἀργότερα καί ὁ τόπος ἔγινε ἀγαπητός. Ἀργότερα ὁ Δαυΐδ. Θυμηθεῖτε ἐκεῖ στήν ἐπί τοῦ ὅρους ὁμιλία, πού λέει ὁ Χριστός τό ἑξῆς, δέν μπορεῖς νά ὁρκισθῆς εἰς τήν Ἱερουσαλήμ, εἰς τήν πόλη Σιών γιατί εἶναι ἡ πόλις τοῦ μεγάλου βασιλέως. Γιατί εἶναι ἡ πόλις τοῦ μεγάλου βασιλέως δηλ. τοῦ Δαυΐδ; Διότι ὕστερα ἀπό 500 χρόνια οἱ Ἑβραῖοι κατέκτησαν τήν Ἱερουσαλήμ. Καί τήν κατέκτησε ὁ Δαυΐδ. Ἦταν ὀχυρά πόλις.
Γι’ αὐτούς ὅλους τους λόγους , θά λέγαμε, ἡ πόλις αὐτή ἦτο ἀγαπητή εἰς τήν Ἐνυπόστατον Σοφίαν. Τήν πῆρε τήν πόλη ἀπό τούς Ἰεβουσαίους ὁ Δαυΐδ. Ἀλλά μή λησμονοῦμε ἀκόμη ὅτι ὁ Θεός εἶναι ὁ «ἐν ἁγίοις ἀναπαυόμενος». Κι ἔφ’ ὅσον ὑπῆρξαν ἅγια πρόσωπα εἰς τήν πόλιν αὐτήν, ἔστω ἀκόμη καί πρό τοῦ Ἁβραάμ, ἔτσι ὁ Θεός ἀγαπᾶ τόν τόπον αὐτόν, γιατί ἀγαπᾶ τούς ἁγίους του. Ἔτσι ἡ Ἱερουσαλήμ γίνεται ὑπό τήν ἐξουσίαν τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας. Στήν πόλη αὐτή θά δείξη ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία, ὅταν θά Ἐνανθρωπήση, ὅλη της τήν ἀγάπη καί εἰς τούς κατοίκους τῆς πόλεως, προπαντός δέ μέ τήν Ἐνανθρώπησή της καί μέ τή Σταύρωσή της. Κι ὅμως, ἄν θέλετε ἕνα παιδαγωγικό στοιχεῖο, δέν διστάζει ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία, - νά ξέρετε ὅτι ἡ δική μας ἡ παιδαγωγική εἶναι ἀνώτερη ἀπό τοῦ Θεοῦ μή τό ξεχνᾶτε! - δε διστάζει νά πάρη ἀπό τ’ αὐτί τούς κατοίκους τῆς Ἱερουσαλήμ καί νά τούς στείλη στή Βαβυλώνα αἰχμαλώτους. Δέ διστάζει. Καί ἡ πόλις αὐτή ἐπανειλημμένως νά λεηλατηθῆ καί νά πυρποληθῆ. Ὁ Ναβουχοδονόσωρ τήν ἐλεηλάτησε, ἐπέτρεψε δέ κι ὁ ναός νά λεηλατηθῆ. Ναί, δέν διστάζει.
   Εἶπα ἡ δική μας ἡ παιδαγωγική εἶναι θεϊκότερη τοῦ Θεοῦ! Ὅταν ἐμεῖς λέμε "μήν ἀγγίξης τό παιδί, γιατί θά ἀποκτήση αἰσθήματα καταπιέσεως κλπ" Εἴμαστε θεϊκότεροι τοῦ Θεοῦ, ἀναμφισβήτητα! Ξέρετε πόσα παιδαγωγικά στοιχεῖα, ἀγαπητοί μου, βγαίνουν ἀπό τήν Ἁγία Γραφή, Π. Δ. καί Κ.Δ; Ἄς τό ξερωμε αὐτό.

   Καί προχωροῦμε εἰς τόν 12ον στίχον. Λέγει ἐδῶ (πάντα στό πρῶτο πρόσωπο ὑπενθυμίζω): «καὶ ἐῥῤίζωσα ἐν λαῷ δεδοξασμένῳ, ἐν μερίδι Κυρίου κληρονομίας αὐτοῦ».
Λέγει ἡ Σοφία. Καί ἔριξα ρίζες, σέ λαό δοξασμένο, πού ἦταν μερίδιο τῆς κληρονομίας τοῦ Κυρίου. Εἶναι ἕνα πολύ ὡραῖο χωρίον ὅπως θά τό δῆτε. Ἡ Σοφία ἐδῶ κατοικεῖ, δηλ. ριζώνει - ριζώνω θά πῆ ρίχνω ρίζες, ἔχει σημασία αὐτό - «ἐν λαῷ δεδοξασμένῳ». Ἀλλά τί εἶναι ἐκεῖνο τό ὁποῖον θά μποροῦσε νά κάνει τόν λαόν τοῦ Ἰσραήλ ἔνδοξον; Τί θά ἦταν ἐκεῖνο; Μήπως ἡ μεγάλη του ἐδαφική ἔκτασις; Καθόλου. Ἀφοῦ μᾶς ἐκπλήσσει, τό γιατί ὁ Θεός δέν αὔξησε τά ἐδαφικά ὅρια τοῦ λαοῦ Του. Ἦταν πάντοτε μικρά. Μόνο στήν ἐποχή, θά λέγαμε τοῦ Σολομῶντος ζῆσαν οἱ Ἑβραῖοι τήν μεγαλυτέρα των, ἐδαφική ἔκταση. Ἦταν πάντοτε τά ὅρια μικρά. Ποιά, πόσα; Ἐκεῖνα πού συναντοῦμε καί σήμερα. Οἱ ἐχθροί δε τοῦ Ἰσραήλ ἦταν πάντοτε γύρω καί πάντοτε ἀπειλοῦσαν τήν ἐδαφική ἀκεραιότητά του. Γνωστό αὐτό. Θά ’λεγε κανείς, μία ὁλόκληρη γῆ, «Τοῦ Κυρίου ἡ γῆ καὶ τό πλήρωμα αὐτῆς» (Ψαλμ. 23ος , 1) γιατί κατοικεῖ σ’ ἕναν λαό τέτοιον, τόσο μικρό καί δέν τοῦ δίνει κάποια ἄνεση ἐδαφική; Εἶναι μερικά ἐρωτήματα πού μᾶς μπερδεύουν λίγο. Μήπως ἀκόμα οἱ ἱστορικές περιπέτειες τοῦ λαοῦ ἤσανε τόσο σπουδαῖες; Μίζερες ἦσαν. Μήπως ἀκόμη ἦταν ἔνδοξος λαός ἐκ τοῦ ἀριθμοῦ τῶν κατοίκων τοῦ λαοῦ; Καθόλου. Οἱ Ἑβραῖοι ἦσαν πάντοτε ὀλιγάριθμοι, μέχρι σήμερα. Ξέρετε πόσοι εἴν’ οἱ Ἑβραῖοι σ’ ὅλον τόν κόσμο;Ὄχι στό Ἰσραήλ, σ’ ὅλο τόν κόσμο. Ξέρετε πόσοι εἶναι οἱ Ἑβραῖοι; Ἕνδεκα ἑκατομμύρια. Μόνον! Ἐδῶ βέβαια νά σᾶς πῶ ὅτι Ἰσραήλ καί Ἑλλάς ἔχουν παράλληλες Ἱστορίες. Εἶναι καταπληκτικό. Γιατί καί ἐμεῖς εἴμεθα περιούσιος λαός τοῦ Θεοῦ, μήν τό ξεχνᾶμε αὐτό. Ξέρετε, ὅταν ὁ Θεός θέλει νά παιδαγωγεῖ, δέν δίνει πλουσιοπάροχα τ’ ἀγαθά του. Ὄχι. Εἶσαι πατέρας πλούσιος; καί θέλεις νά δώσης παιδί σου στό ἀγόρι σου, αὐτοκίνητα.. μοτοσυκλέτες.. χρήματα.. λίρες νά διασκεδάζη. Ὄχι, ἄν εἶσαι καλός πατέρας, θά παιδαγωγήσης μέ λιτότητα τό παιδί σου. Κι ἐπειδή ἀγαποῦσε ὁ Θεός τόν Ἰσραήλ - καί τήν Ἑλλάδα - πάντοτε ἐπέτρεπε ὅλες αὐτές τίς περιπέτειες, γιά νά μᾶς παιδαγωγεῖ. Ἄν θέλετε δεχτεῖτε το. Μήπως ἀκόμα οἱ Ἑβραῖοι ἔκαναν νικηφόρους πολέμους, γιά νά εἶναι ἔνδοξος λαός; γιατί ἔτσι τόν ἀποκαλεῖ ἐδῶ ἡ Ἁγία Γραφή, λαό δεδοξασμένο. Καί τό λέει ἡ ἴδια ἡ Σοφία.
Ὅποτε νικοῦσαν οἱ Ἑβραῖοι, πάντοτε νικοῦσαν μέ τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ. Πῶς τό λέει ἐκεῖ ἕνας ψαλμικός στίχος; Ὄχι, λέει, μέ ἅρματα ἡ νίκη μας, οὔτε μέ τά χέρια μας, οὔτε μέ τά σπαθιά μας. Ὁ Κύριος, λέει, πάντα μᾶς βοηθοῦσε. Πού εἶναι λοιπόν ἡ δόξα αὐτουνοῦ τοῦ λαοῦ; Καί εἶχαν ὄχι λίγες ἧττες οἱ Ἑβραῖοι στούς πολέμους των. Εἴχανε καί αἰχμαλωσίες. Πρῶτα τό βόρειο βασίλειο αἰχμαλωτίστηκε εἰς τούς Ἀσσυρίους (Νινευΐτας), μετά τό νότιο βασίλειο ὕστερα ἀπό 120 χρόνια εἰς τούς Βαβυλωνίους. Ἕνας λαός μέ περιπέτειες ἱστορικές, πού ἐμεῖς θά τίς κρίναμε «παθητικῆς διαστάσεως».
Μήπως ὁ λαός αὐτός στάθηκε ἔνδοξος στίς τέχνες στίς ἐπιστῆμες, στόν πολιτισμό;
Οἱ Ἑβραῖοι ποτέ δέν διεκρίθησαν, ἀγαπητοί μου γιά πολιτισμό. Ποτέ. Μάλιστα ἐμιμήθησαν τούς ἀπογόνους τοῦ Σήθ.
   Εἶναι γνωστό αὐτό, ὅτι ἀπ’ ὅλα τά παιδιά τοῦ Ἀδάμ πού διεκρίθησαν (δύο παιδιά), ἀντί τοῦ Ἄβελ ὁ Σήθ, - τό ὄνομα Σήθ θά πεῖ ἀντικατάστασις δηλ. ὁ Δήθ ἦτο ἐκεῖνο πού θά ἦτο ὁ Ἄβελ - καί ὁ Κάϊν.
Αὐτά τά δύο παιδιά διεκρίθησαν. Ἔκανε πολλά παιδιά ὁ Ἀδάμ, πολλά ἀγόρια καί πολλά κορίτσια. Τό λέει ἡ ἴδια ἡ Ἁγία Γραφή. Εἶπα ἁπλῶς διεκρίθησαν. Ἔγιναν δύο λαοί. Καί ἀπό τήν γενεά τοῦ Κάϊν ἀνεπτύχθη ὁ πολιτισμός. Ἐνῶ δέν ἀναφέρει, ἐπίτηδες σιωπᾶ ἡ Γραφή, ὅτι δημιουργήθηκε πολιτισμός ἀπό τήν γενεά τοῦ Σήθ. Οὔτε κἄν ἀναφέρεται ὅτι κτίζει πόλεις ὁ Σήθ. Ἐνῶ ἀντιθέτως ἀναφέρεται ὅτι ὁ Κάϊν κτίζει πόλεις. Φθάνομε μάλιστα σ’ ἕναν ἀπόγονό τοῦ Κάϊν, τόν Λάμεχ· αὐτός εἶχε τέσσερα παιδιά, τρία ἀγόρια, ἕνα κορίτσι. 
Ὁ πρῶτος, ὁ Ἰωβήλ, σᾶς τό λέω γιά τήν Ἱστορία, ἤτανε κτηνοτρόφος. Ξέρετε ἦταν μεγάλη ἡ ἐπινόηση τοῦ ἀνθρώπου νά συλλάβη καί νά ἐξημερώση ζῶα, κι ἔτσι νά εἶναι κτηνοτρόφος. Νά ἐκμεταλλευτή τό γάλα τους, τό τυρί τους ἄν θέλετε, τήν προβιά τους ὁ,τιδήποτε ἤ μεταφορικά μέσα νά εἶναι, νά τόν βοηθάει σέ διάφορες δουλειές, μεταφορές του κλπ. (τόν ἄνθρωπο).
Ὁ Ἰουβάλ ἤτανε μουσικός. Καλές τέχνες.
Ὁ Θόβελ ἦτο χαλκεύς. Βλέπετε ἀναφέρει μετ’ ἀκριβείας τόν χαλκόν. Προηγεῖται ὁ χαλκός τοῦ σιδήρου, ἀπό πλευρᾶς ἐννοεῖται, ἐπεξεργασίας.
Ἡ Νοεμά, ἡ γυναίκα, ἡ ἀδελφή τους. Νοεμά θά πῆ ὡραία. Ἦταν ὑφαντουργός. Ἐπενόησε τήν ὑφαντουργικήν, δηλ. τό νά πλεχτοῦν ἴνες καί νά ἀποτελέσουν ὕφασμα. Θεωρεῖται πολύ σπουδαία ἐπινόησις αὐτή. Δηλ. στοιχεῖα πολιτιστικά.
Οἱ Ἑβραῖοι ποτέ, ὅμως, δέν διεκρίθησαν πολιτισμικά. Ὁ ἀνεικονισμός τους δέν ἄφηνε περιθώρια ἀναπτύξεως τῆς γλυπτικῆς, τῆς ζωγραφικῆς κλπ. διότι ἀπηγορεύετο ὁ εἰκονισμός. Δέν ἔπρεπε τίποτα νά ζωγραφίσουν. Κι ἐκεῖνα τά ὁποῖα ὑπῆρχαν στό ναό, ἦσαν λίγα καί λιτά. Ὅπως φερ’ εἰπεῖν στήν ἑπτάφωτη λυχνία, λέγει ἐκεῖ ὁ Θεός, θά ὑπάρχουν λουλούδια τῆς ροδιᾶς, ἀπό χρυσό φτιαγμένα κλπ. Πολύ λίγα, στοιχειώδη. Οὔτε ἀνέπτυξαν ἀρχιτεκτονικήν. Μοναδική ἀρχιτεκτονική εἶναι ὁ ναός τοῦ Σολομῶντος, κι ἄν τό θέλετε, τά στοιχεῖα τά ἔδωσε ὁ Θεός. Ὅ,τι κατεσκεύασαν, πάντοτε τό κατασκευάζουν οἱ Ἑβραῖοι βάσει σχεδίων ἀπό τόν Θεόν. Δέν ὑπάρχει εἰς τούς Ἑβραίους καμμία ἔμπνευσις πολιτιστική. Οὔτε ἀθλητισμός.
Θυμηθεῖτε, στούς Χρόνους τούς Ἑλληνιστικούς, τότε πού γράφτηκε τό βιβλίο τῆς Σοφίας Σειράχ, ὅτι οἱ Ἕλληνες ἤθελαν νά καθιερώσουν τόν ἀθλητισμό στούς Ἑβραίους, γιατί ἦταν ἕνα μέσον - ἀκοῦστε τή φράση πού θά πῶ - ἕνα μέσον πού θά ὁδηγοῦσε εἰς τήν εἰδωλολατρείαν! Παραβάλατε τόν Ὀλυμπισμόν τῆς ἐποχῆς μας. Παραβάλατε, τίποτε ἄλλο δέ λέγω.. ἁφή, ἄναμμα φωτιᾶς ἀπό τήν Ὀλυμπία κλπ. κλπ.. Καί ἐκεῖ ἀντιστάθηκαν οἱ Ἑβραῖοι διότι ποτέ δέν ἔζησαν τόν ἀθλητισμό· οὔτε γυμναστήρια, ποτέ. Στίς μέρες ἐκεῖνες μαρτύρησαν οἱ ἑπτά Μακκαβαῖοι, ὁ Ἐλεάζαρος, ὁ διδάσκαλος των, ἡ Σολομωνή ἡ μητέρα τῶν ἑπτά Μακκαβαίων κ.ο.κ. Μήπως ἀνέπτυξαν φιλοσοφία; Ποσῶς. Φιλοσοφία οἱ Ἑβραῖοι; Ποτέ. Οἱ Ἑβραῖοι ἔμεναν πάντοτε στήν Ἁγία Γραφή. Βεβαίως εἶχαν μίαν ἐπίδοση μόνο φιλολογική. Ἀπό φιλολογικῆς πλευρᾶς, ἡ Ἁγία Γραφή εἶναι ἕνα μνημεῖον! Ἕνα μνημεῖο ὄχι μόνο τῶν Ἑβραίων ἀλλά καί ὁλοκλήρου τῆς ἀνθρωπότητος. Μήν τό ξεχνᾶμε. Οἱ ψαλμοί θεωροῦνται μνημεῖον φιλολογικόν, κ.ο.κ.
Τότε ποῦ εἶναι ἡ ἔνδοξος διάστασις τοῦ Ἰσραήλ, ὅταν τίποτε ἀπ’ ὅλα αὐτά πού εἴπαμε, δέν ἔκαναν, δέν δημιούργησαν, δέν εἶχαν ἐπιδόσεις; Ἐνῶ οἱ Ἕλληνες, εἶναι γνωστό, ὅτι ὅλα αὐτά πού ἀναφέραμε, βεβαίως τά ἀνέπτυξαν. Ὅλα αὐτά. Ὅλα καί περισσότερα ἀκόμα. Ἀλλά τότε, θά ἐπαναλάβω, πῶς λέγονται οἱ Ἑβραῖοι ἔνδοξος λαός; λαός δεδοξασμένος, ὅπως λέει ἐδῶ ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία. Ἀγαπητοί, ὅλη ἡ δόξα τοῦ Ἰσραήλ βρίσκεται στήν ἐκλογή του. Βρίσκεται στήν ἐκλογή του. Ἐκεῖ εἶναι ἡ δόξα του, ὅτι αὐτόν ἐξέλεξε ὁ Θεός, αὐτό τό λαό. Καί ἡ ἐκλογή του βρίσκεται στόν Ἁβραάμ, πού ἦταν ἐνάρετος, προπαντός ὅμως πιστός. Μέ βάση τήν πίστη στόν ἀληθινό Θεό, ὁ λαός αὐτός κατέγραψε τήν ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ, πού ἀναφέρεται στήν ἀποκάλυψη τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ! στήν ἀποκάλυψη τῆς ἱστορίας τῆς δημιουργίας τοῦ σύμπαντος καί τοῦ ἀνθρώπου. «Ἐν ἀρχῇ ἐποίησεν ὁ Θεός τόν οὐρανόν καὶ τήν γῆν…». Μνημεῖον φιλολογικόν καταγραφῆς, μοναδικόν! Δεῖτε παρακαλῶ στούς λαούς, λίγο - πολύ γράψαν ὅλοι μία κοσμογονία καί μία ἀνθρωπογονία. Μύθος, μύθος, μύθος. Ἐδῶ βλέπει κανείς ἕνα μνημεῖον, πού σήμερα, (σήμερα!) δηλ. τά σημερινά ἐπιστημονικά δεδομένα, τά καταγραφόμενα, νά ἀντέχουν! Μνημεῖον! 
   Ἀκόμη στήν ἀποκάλυψη τῆς Ἐνανθρωπήσεως τῆς θείας Ἐνυποστάτου Σοφίας. Ἐκεῖ ἀπεκαλύφθη ἡ θεία Σοφία. Στήν ἀποκάλυψη τοῦ νοήματος τῆς ὑπάρξεως τοῦ ἀνθρώπου, καί τοῦ σύμπαντος. Γιατί ἔγινε τό σύμπαν; Γιατί ἔγινε ὁ ἄνθρωπος; μπόρεσε ποτέ ν’ ἀπαντήσει ἡ ἔνδοξη Ἑλληνική φιλοσοφία; δέν μπόρεσε ν’ ἀπαντήση. Ἀλλά ἀκόμα καί εἰς τή θεολογία τῆς Ἱστορίας. Οἱ Ἕλληνες δημιούργησαν τήν φιλοσοφία τῆς Ἱστορίας.. δέν ἀκριβολογῶ ἐδῶ· καί οἱ Ἑβραῖοι δημιούργησαν τήν θεολογία τῆς Ἱστορίας. Ποιά εἶναι ἡ διαφορά; Ἐπειδή ὁ Πλάτων θεωροῦσε τήν Ἱστορία συμβεβηκότα, γεγονότα μή σταθερά, δέν ἄξιζε ὁ κόπος, ἔλεγε, νά φιλοσοφήση κανείς ἐπί τῆς Ἱστορίας. Βέβαια δέν εἶχε δίκαιο, διότι ἀργότερα θ’ ἀναπτυχθῆ. Σήμερα ὑπάρχει ἡ φιλοσοφία τῆς Ἱστορίας. Θ’ ἀναπτυχθῆ ἡ φιλοσοφία αὐτή. Γιατί αὐτό καί γιατί ἐκεῖνο. Πῶς αὐτό τό γεγονός καί γιατί ἐκεῖνο καί γιατί ἐκεῖνο. Εἶναι ἡ φιλοσοφία τῆς Ἱστορίας. Αὐτά ὅμως κινούμενα ἴσως - ἴσως ἀπό τήν εἱμαρμένην, ἀπό τήν ἀνθρωπίνη ἱκανότητα ἤ μή ἱκανότητα. Γιά τόν Ἑβραῖο εἶναι ἡ θεολογία τῆς Ἱστορίας. Τήν Ἱστορία, χωρίς νά παραβιάζη τίς ἐλεύθερες βουλήσεις ὁ Θεός, Ἐκεῖνος κατευθύνει τήν Ἱστορία. Αὐτή εἶναι ἡ μεγάλη διαφορά. Πολύ μεγάλη διαφορά.
Τό θέμα εἶναι ἀκόμη, τέλος, ὅτι ὁ λαός αὐτός ἔφερε τήν Πάναγνον Μαρίαν! Πού ἦταν αὐτή ἡ Θεοτόκος, ὁ ἐλεύθερος καρπός τῆς βαθείας εὐσεβείας τοῦ λαοῦ. Καί ἐξ’ αὐτῆς, ἡ Ἐνανθρώπησις τοῦ Θεοῦ Λόγου, τῆς Ἐνυπόστατου Δοφίας. Ἐκεῖ εἶναι ἡ δόξα τοῦ Ἰσραήλ. Μπορεῖ νά βλέπομε τόν Παρθενώνα, μπορεῖ νά μελετοῦμε τούς φιλοσόφους τους Ἕλληνας, μπορεῖ τοῦτο ἤ ἐκεῖνο, ἀλλά τό θέμα εἶναι ὅτι ὑπερβάλλει ὁ Ἰσραήλ σέ δόξα, γιατί ἐκεῖ Ἐνηνθρώπησε ὁ Θεός Λόγος. Συνεπῶς ἐκεῖ εἶναι ὅλη ἡ δόξα τοῦ Ἰσραήλ.
Ἀλλά θά δοῦμε κι ἄλλα πού δείχνουν τή δόξα τοῦ Ἰσραήλ, πρῶτα ὁ Θεός, τήν ἐρχομένη Τρίτη.

201η ομιλία στο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης 
« Σοφία Σειράχ ».

►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
" Σοφία Σειράχ " εδώ ⬇️
http://arnion.gr/index.php/p-thanasios-mytilina-os/milies-p-thanasiou/palaia-diauhkh/sofia-seirax
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40oRvQcJSffpry9_VIhWtola

🔸Λίστα ομιλιών της σειράς
«Σοφία Σειράχ».🔻
https://drive.google.com/file/d/15yPd5yULQpwqBdVJzrpusJNL6wa2BczM/view?usp=drivesdk

🎥 Βιντεοσκοπημένες ομιλίες της σειράς «Σοφία Σειράχ».🔻
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40o1lCOake2wwX61iRYZNi-M

🔸📜 Απομαγνητοφωνημενες ομιλίες της σειράς «Σοφία Σειράχ».🔻
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/search/label/%F0%9F%94%B9%CE%A3%CE%BF%CF%86%CE%AF%CE%B1%20%CE%A3%CE%B5%CE%B9%CF%81%CE%AC%CF%87.?m=1

🔸Επεξηγηματικό βίντεο Ασπάλαθου.
https://youtu.be/8tNfAHRkTCk

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️
https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__
https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.

Ἀνάγκη νά ἐξιχνιάσωμε τήν ταυτότητα τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας. ~ 7/14 ~

†. Εὐρισκόμεθα, ἀγαπητοί μου, εἰς τό βιβλίον τῆς Σοφίας Σειράχ, εἰς τό 24ον κεφάλαιον, εἰς τόν 8ον στίχον, τόν ὁποῖον ἀρχίσαμε μέν τήν περασμένη φορά ἀλλά δέν ὁλοκληρώσαμε. Ὁ στίχος μᾶς καταγράφει: «τότε ἐνετείλατό μοι ὁ κτίστης ἁπάντων, καὶ ὁ κτίσας με κατέπαυσε τὴν σκηνήν μου καὶ εἶπεν· ἐν Ἰακὼβ κατασκήνωσον καὶ ἐν Ἰσραὴλ κατακληρονομήθητι».
Δηλ. τότε μοῦ ἔδωκε ἐντολή ὁ δημιουργός ὅλων τῶν δημιουργημάτων, κι ἐκεῖνος πού ἔκτισε καί ἐμέ, λέγει ἡ Σοφία ἡ Ἐνυπόστατός τοῦ Θεοῦ· ὅρισε τόν τόπον τῆς σκηνῆς καί διαμονῆς μου καί εἶπε· στή χώρα τοῦ Ἰακώβ κατοίκησε καί λάβε κληρονομία καί ἰδιοκτησία μεταξύ τοῦ Ἰσραήλ.
   Λέγαμε τήν περασμένη φορά ὅτι ἐδῶ ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία, ὁ Θεός Λόγος, ὁ μετέπειτα Ἰησοῦς Χριστός - Ἐνανθρωπήσας - ἀναζητᾶ τόπον καταπαύσεως, δηλ. ἀναπαύσεως, τόπον κατοικίας. Βέβαια αὐτό - λέγαμε τήν περασμένη φορά - εἶναι περίεργο. Ὁ δημιουργός τῶν πάντων, ζητάει κατοικία; Ἄν εἶναι δυνατόν! Ἀναφέρεται εἰς τήν Ἐνανθρώπηση. Δηλ. σέ ποιό σημεῖο τῆς γής, κι ἄν θέλετε νά προσθέσωμε, καί σέ ποιό χρονικό σημεῖο τῆς Ἱστορίας, θά Ἐνανθρωπήση. Εἶπα «χρονικό σημεῖο τῆς Ἱστορίας». Τί λέγει ὁ ἀπ. Παῦλος; «ὅτε δὲ ἦλθε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου… ». Τό πλήρωμα τοῦ χρόνου. Δηλ. τό σημεῖο πού ὅρισε ὁ Θεός. Πλήρωμα, γέμισμα, ἐκεῖ πού ἦλθε τό σημεῖον, τό χρονικό, γιά νά ἔλθη ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ νά Ἐνανθρωπήση ἐπάνω στή γῆ, «ἐξαπέστειλεν, λέει, ὁ Θεὸς τὸν υἱὸν αὐτοῦ…» (Γαλ. 4, 4) κλπ. Ἔχομε λοιπόν ἀναζήτησις χρόνου, ἀναζήτησις τόπου. Ἐδῶ στή Σοφία Σειράχ, λόγος δέν γίνεται περί τοῦ χρόνου ἀλλά γίνεται λόγος περί τοῦ τόπου. Καί μάλιστα ὁ ἴδιος ὁ ἀπ. Παῦλος λέγει ὅτι ἀπεκαλύφθη τό «σεσιγημένον μυστήριο χρόνοις αἰωνίοις». Ποιό ἦταν αὐτό τό σεσιγημένον μυστήριον; Δήλ. τό μυστήριον πού ἦταν σέ ἀπόλυτη σιωπή! Μυστήριο πού δέν τό ἐγνώριζαν οὔτε οἱ ἄγγελοι. Κανείς· μόνος ὁ Θεός. Τό σεσιγημένον μυστήριον, «χρόνοις αἰωνίοις», ἀνέκαθεν, ἀπό πρό τῆς δημιουργίας καί μέσα στήν δημιουργία. Αὐτό λοιπόν τό σεσιγημένον μυστήριον, δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά ἡ Ἐνανθρώπησις τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ.
Ἐδῶ στή Σοφία Σειράχ πού ἀναλύομε, γίνεται ἀναζήτησις, ὅπως σᾶς εἶπα, τοῦ τόπου. Καί λέγει ἐδῶ τό χωρίον ὅτι «ὁ Θεός πού μέ ἔκτισε - τό ὑπογραμμίζω - Ἐκεῖνος μοῦ εἶπε, θά πᾶς νά κατοικήσης εἰς τήν γῆν Ἰσραήλ, δηλ. εἰς τόν λαό τοῦ Ἰσραήλ, δηλ. σ’ ἐκεῖνον τόν τόπο θά Ἐνανθρωπήσης». Προσέξατέ το. Εἴδαμε ἀρκετά πράγματα τήν περασμένη φορά ἐπάνω σ’ αὐτο· θά προσπαθήσω νά μήν τά ἐπαναλάβω, παρά μόνο δύο λόγια, γιά νά συνδέσωμε τό θέμα μας.
   Τί εἶχε αὐτός ὁ τόπος; Εἶχε τόν Ἁβραάμ. Καί ὁ Ἁβραάμ δέν εἶναι ἁπλῶς ὁ Γενάρχης ἑνός λαοῦ, ἀλλά εἶναι ὁ Γενάρχης τῆς διαθήκης τῆς πίστεως. Βέβαια ἡ διαθήκη τῆς πίστεως προηγεῖτο. Ἡ διαθήκη τῆς πίστεως ἔγινε μεταξύ τοῦ Θεοῦ καί πρωτοπλάστων. Ὅμως ἐπαναλαμβάνεται αὐτή ἡ διαθήκη τῆς πίστεως σέ πρόσωπα τῆς Π. Δ., σέ δικαίους, στόν Ἐνώχ, στόν Νῶε, στόν Ἁβραάμ, κι ἐπειδή ὁ λαός ἔγινε πολύς, ἀπεμακρύνθη ἀπό τόν Θεόν, δηλ. ὁ λαός τοῦ Ἁβραάμ, οἱ ἀπόγονοί του, δέν εἴχανε σαφήνεια, δέν εἴχανε μπροστά τους μία εἰκόνα, πού θά μποροῦσε νά τούς βοηθήση νά μείνουν στή διαθήκη τῆς πίστεως. Γι’ αὐτό ὁ Θεός δίνει μία καινούρια διαθήκη. Εἶναι ἡ διαθήκη τοῦ Νόμου πού πῆραν οἱ Ἑβραῖοι στό Σινά. Ἔπρεπε νά καθήσουν 40 χρόνια στήν ἔρημο, νά βιώσουν τόν νόμο τοῦ Θεοῦ, νά γίνουν καλύτεροι κι ἔτσι νά εἰσέλθουν εἰς τήν γῆν τῆς ἐπαγγελίας, δηλ. τήν γῆν τῆς ὑποσχέσεως, ἡ ὁποία γῆ ἦτο τύπος τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ὅλα αὐτά βέβαια ἀπαιτοῦσαν χρόνον πολύ, γι’ αὐτό ἀκριβῶς σᾶς εἶπα διαλέγεται αὐτός ὁ τόπος. Γιατί ὁ Ἁβραάμ ἦταν ὁ Γενάρχης τῆς διαθήκης τῆς πίστεως.
Τό ἴδιο κι ὁ Ἰσαάκ τό ἴδιο κι ὁ Ἰακώβ, σᾶς τά ’χα πεῖ τήν περασμένη φορά αὐτά, καί τώρα μποροῦμε νά κατανοήσωμε τόν Εὐαγγελιστήν Ἰωάννη, πού γράφει ὡς πρός τόν Θεόν Λόγον, ὅτι ἀναζητοῦσε ἐδῶ στή γῆ πού νά μείνη, τά ἑξῆς: «ἐν τῷ κόσμω ἦν, εἰς τόν κόσμον ἦτο, καὶ ὁ κόσμος δι’ αὐτοῦ ἐγένετο», κι ὁ κόσμος ὁλόκληρος δημιουργήθηκε ἀπό αὐτον· ἐννοεῖται τώρα ἀρσενικοῦ γένους, γιατί εἶναι ὁ Θεός Λόγος - ἐπειδή ἄρχισε - «Ἐν ἀρχή ἦν ὁ Λόγος», ἐνῶ ἔχομε τήν μετάφραση ἀπό τήν Παλαιά, ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία, πού καθ’ ἡμᾶς, στή γλῶσσα μας, εἶναι θηλυκοῦ γένους. Μή σᾶς παραξενεύει αὐτό. Ὅπως ξέρετε τό ἴδιο συμβαίνει εἰς τήν Λατινική μετάφραση, ὡς πρός τόν Υἱόν καί τό Πνεῦμα τό Ἅγιον. Δέν προχωρῶ ὅμως περισσότερο. «καὶ ὁ κόσμος αὐτὸν οὐκ ἔγνω», καί ὁ κόσμος δέν τόν ἐγνώρισε, καί δέν τόν ἀνεγνώρισε. Λέγει ὁ Ὠριγένης: ««ἐν τῷ περιγείῳ τόπῳ τό κατά τήν ἡμετέραν οἰκουμένην νοουμένῳ». Ἐδῶ στή γῆ ἦταν. Λίγοι μόνο τόν ἀνεγνώρισαν τόν Θεόν Λόγον, πρό τῆς ἐνσάρκου του Οἰκονομίας. Ὅπως ὁ Ἁβραάμ, ὁ Ἰσαάκ, ὁ Ἰακώβ, ὁ Δαυΐδ, οἱ προφῆται. Ὁ προφήτης Ἠσαΐας ὁ μεγαλοφωνότατος λέγει: «Εἶδα τόν Κύριον (στό 6ο του κεφάλαιο) ἐπί θρόνου ἐπηρμένου, εἰς τόν ναόν τοῦ Θεοῦ». Ποιός εἶναι ὁ ναός τοῦ Θεοῦ ἐδῶ; Εἶναι ὁ ναός Σολομῶντος, καί.. καί.. καί.. περιγραφή μεγαλοπρεπής, καί τά χερουβίμ ἐκεῖ νά λένε «Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος…» κλπ., ἐνθυμεῖσθε αὐτά, ὅταν τά εἴχαμε ἀναλύσει ἀπό τό βιβλίον τοῦ Ἠσαΐου. Ὅλοι αὐτοί εἶδαν, ἐγνώρισαν. Γι’ αὐτό λέγει καί τό ρῆμα - ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης - «εἶχε δίκιο ὁ Ἠσαΐας ὅταν εἶδε τήν δόξαν αὐτοῦ», ὅτι «Κύριε, τίς ἐπίστευσε τῇ ἀκοῇ ἡμῶν.. » κλπ. κλπ., καί στό κήρυγμά μας, λέει, Κύριε ποιός μᾶς πίστεψε; λέει ὁ Ησαΐας. Εἴδατε τί ρῆμα χρησιμοποιεῖ; Ὅταν λέει ὁ Ἠσαΐας «εἶδε», «εἶδε τήν δόξαν αὐτοῦ». Κι ὁ Ἁβραάμ; Περίμενε νά δῆ τήν δόξα, τήν ἡμέρα τοῦ Κυρίου, ὅπως τό ὁμολόγησε ὁ ἴδιος ὁ Ἰησοῦς Χριστός καί παραξενεύτηκαν οἱ Ἑβραῖοι. Συνεπῶς ἦτο εἰς τήν γῆν. Ἦτο στή γῆ μέ τό λαό του. Ναί. Πῶς; Μέ ποιό ὄνομα; Ὁ Κύριος. Ὁ Γιαχβέ. Ὁ Κύριος! Ὁ Κύριος τῆς δόξης. Ὁ Ἅγιος τοῦ Ἰσραήλ. Ὁ Παντοκράτωρ. Ὁ Ὕψιστος, κ.ο.κ. Τά ἐπίθετα αὐτά δέν εἶναι δικά μου, εἶναι ὀνόματα πού ἔχουν ἀποδώσει οἱ προφῆται, ὁ προφήτης Ἠσαΐας κλπ.

Καί συνεχίζει ὁ Ἰωάννης νά λέγη: «εἰς τὰ ἴδια ἦλθε καὶ οἱ ἴδιοι αὐτὸν οὐ παρέλαβον». Εἰς τά ἴδια, δηλ. στό σπίτι μας, στόν τόπο μας, αὐτό θά πῆ «εἰς τά ἴδια ἦλθε» καί οἱ δικοί του δέν τόν παρέλαβον. Ἄς τό ποῦμε, τόν ἄφησαν ἔξω ἀπό τήν πόρτα, τρόπον τινά. Ὅλη ἡ γῆ ἦταν δική του, καί μποροῦσε ὁπουδήποτε νά πάη. Ξεχωρίζει ὅμως τόν χῶρον τοῦ περιουσίου λαοῦ του. Γι’ αὐτό καί Ἐνηνθρώπησε ἐκεῖ.

   Καί προχωροῦμε στό καινούριο μας θέμα ἀγαπητοί. Ἀλλά οἱ δικοί του οἱ ἄνθρωποι δέν τόν ἀνεγνώρισαν, καί δέν τόν ἐδέχθησαν. Ἦρθε ἡ Σοφία, στήν πιό μεγάλη παρακμή τοῦ λαοῦ της. Κάνει ἐντύπωση αὐτό. Αὐτό τό «ὅτε ἦλθε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου» πού λέει ὁ Παῦλος· ποιό ἦταν αὐτό τό πλήρωμα τοῦ χρόνου; Ποιά ἦταν ἐκείνη ἡ κατάλληλη στιγμή; Στό ἀποκορύφωμα τῆς παρακμῆς τοῦ λαοῦ της. Λέγει κάποιος, ὅτι τά πάντα ἐλατρεύοντο εἰς τόν κόσμον αὐτόν, καί ὁ Νεῖλος καί τά ψάρια καί οἱ γάτες, τά πάντα, ἐκτός ἀπό τόν δημιουργόν, τόν ἀληθινόν Θεόν. Κι ἄν ἀκόμη λίγο «ἀργοῦσε», λέει, ὁ Θεός Λόγος νά Ἐνανθρωπήση, θά εὕρισκε μία ἀνθρωπότητα παράλυτη. Ἦρθε στό χειρότερο σημεῖον τῆς Ἱστορίας τῶν ἀνθρώπων, καί στό χειρότερο σημεῖον τῆς Ἱστορίας τοῦ Ἰσραήλ. Θέλετε ν’ ἀπαριθμήσω; Νά, αὐτά εἶναι ἐκεῖνα τά ὁποῖα ἄν ὁ λαός τοῦ Θεοῦ γνωρίζη, μελετώντας.. μελετώντας, θά εἶναι περιττό νά γίνεται μία περισσοτέρα ἀνάλυσις, ἀλλά τί νά κάνομε;
   Κατ’ ἀρχάς ὁ Ἰσραήλ ἦταν ὑπό κατοχήν, κάτω ἀπό Ρωμαϊκή κατοχή. Ἑκατοντάδες χρόνια κάτω ἀπό κατοχή. Ξεκινήσανε ἀπό τούς Βαβυλωνίους, τούς Πέρσας βεβαίως, τούς Ἕλληνας μέ τόν Μ. Ἀλέξανδρο, τούς Ρωμαίους. Ὁ λαός λοιπόν δέν εἶναι ἐλεύθερος.
    Ἕνα. Δεύτερον, ἡ κατάστασις τοῦ κλήρου ἦτο ἐλεεινή! Ἀρκεῖ νά λάβετε ὑπόψιν ὅτι ἀρχιερεύς ἤ οἱ ἀρχιερεῖς - γιατί ὁ ἕνας διαδέχεται τόν ἄλλον - ἦσαν Σαδουκκαῖοι. Δέν πίστευαν ὅτι ὑπάρχει ἀθανασία ψυχῆς, δέν πίστευαν ὅτι ὑπάρχει ἀνάστασις νεκρῶν, δέν πίστευαν σέ ἀγγέλους καί δαίμονες. Δέν πίστευαν. Σαδουκκαῖοι ἐδίκασαν τόν Χριστόν, καί ὁ Ἄννας, - ὁ πεθερός τοῦ Καϊάφα - καί ὁ Καϊάφας, πού ἦταν ἐν ἐνεργεία ἀρχιερεύς, ἦσαν Σαδουκκαῖοι. Δηλ. ἄφησε τούς χειροτέρους κληρικούς νά τόν κρίνουν! Τούς χειρότερους. Ὁ λαός; Τό λένε οἱ ἴδιοι οἱ τῆς ἐποχῆς· ὅταν ὁ λαός ἐδιδάσκετο ἀπό τόν Χριστόν.. βέβαια αὐτό δέν ἄρεσε εἰς τούς ἄρχοντες, εἰς τούς κληρικούς, ἀρχιερεῖς, ἱερεῖς, Φαρισαίους, Γραμματεῖς καί ξέρετε τί εἶπαν; Ὅτι αὐτοί, λέγει, εἶναι ὄχλος, πού δέν καταλαβαίνει τίποτα, καί εἶναι ἐπικατάρατοι, ὡς ἀγνοοῦντες τόν νόμον. Ἐπικατάρατοι! Καί ὁ λαός λοιπόν, ἀνάλογα μέ τούς ἄρχοντές του, ἦταν ἀπό πλευρᾶς θρησκευτικῆς τουλάχιστον, σέ πάρα - πάρα πολύ χαμηλό ἐπίπεδο, ἔξω ἀπό κάποιες ἐξαιρέσεις. Γιατί διάλεξε αὐτή τήν ἐποχή; Ὁ Θεός τό ξέρει γιατί. Αὐτή τήν ἐποχή διάλεξε γιά νά ἔρθη στόν κόσμον αὐτόν. Δέν ἦταν σύμπτωμα. Ἄπαγε. Δέν γίνεται τίποτα τό συμπτωματικό στόν Θεό. Ἔτσι δέν τόν ἐδέχθησαν, ὁ λαός του, οἱ Ἑβραῖοι. Ὅταν εἶπε ὅτι «εἶμαι υἱός τοῦ Θεοῦ» πῆραν πέτρες νά τόν λιθοβολήσουν. Ποιός εἶσαι Ἐσύ; Ἄν κάποιος τούς ἔλεγε «εἶμαι ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία τοῦ Θεοῦ, εἶμαι ὁ Γιαχβέ», θά λέγανε, σίγουρα τρελάθηκες, δέν εἶσαι καλά. Ἤτανε πολύ ἑπόμενο, σ’ αὐτό δέν κατηγοροῦνται, παρ’ ὅτι ἐάν μελετοῦσαν τήν Π. Δ., τούς Προφήτας, βέβαια, θά ἀνεγνώριζαν πολλά πράγματα. Καί οἱ μετέπειτα μαθηταί γνώρισαν. Δέν μποροῦσαν νά ξεκινήσουν χωρίς νά ἔχουνε μία γεύση. Ἔπρεπε νά ἔρθη ὅμως ἡ ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, γιά νά μάθουν ποιός ἦταν Αὐτός πού ἔζησε ἀνάμεσά τους, πού ἐσταυρώθη, ἀνεστήθη, ἀνελήφθη, γιά νά τόν δεχθοῦν καί νά τόν δοξάσουν. Ἔστω ἐκ τῶν ὑστέρων. Τό ἔκανε ὁ λαός τοῦ Ἰσραήλ; Ὄχι.
  Ἔτσι, γράφει ὁ Βαρούχ. Εἶναι μία περικοπή, πού πολλές φορές σᾶς τήν ἔχω πεῖ, ἀλλά τώρα ἐδῶ ἐξυπηρετεῖται καί κάτι ἄλλο. «ὁ ἀποστέλλων τὸ φῶς καὶ πορεύεται, …οὗτος ὁ Θεὸς ἡμῶν». Ποιός εἶναι ὁ Θεός μας; Αὐτός πού ἀποστέλλει τό φῶς καί πηγαίνει.
«οὐ λογισθήσεται ἕτερος πρὸς αὐτόν», δέν μπορεῖ νά λογαριαστῆ ἄλλος Θεός, ἔξω ἀπό Αὐτόν. Ἐδῶ τώρα: «ἐξεῦρε πᾶσαν ὁδὸν ἐπιστήμης, καὶ ἔδωκεν αὐτὴν Ἰακὼβ τῷ παιδί αὐτοῦ, - δοτική εἶναι, ὁ παῖς, τοῦ παιδός τῷ παιδί - καί Ἰσραήλ - τό ἴδιο πρόσωπο εἶναι - τῷ ἠγαπημένῳ ὑπ’ αὐτοῦ». (Βαρ. 3, 33-37)
Ἐξεῦρε πάσαν ὁδόν ἐπιστήμης! Θά δοῦμε λίγο πιό κάτω, ποιά εἶναι τά προσόντα τοῦ Ἰσραήλ, γιατί λέγει ἡ Σοφία, ὅτι, ἦρθα νά κατοικήσω σ’ ἕναν ἔνδοξο λαό. Ποῦ ἦτο ἡ δόξα τοῦ λαοῦ αὐτοῦ, ὥστε νά ἀποκαλεῖται «ἔνδοξος»; Ἐδῶ λέγει ὅτι ἔδωσε «πάσαν ὁδόν ἐπιστήμης». Ἐπιστήμη θά πῆ γνῶσις. Καί συμπληρώνει ὁ Βαρούχ: «Ὦ Ἰσραήλ, ὦ Ἰσραηλιτικέ λαέ, ὡς μέγας ὁ οἶκος τοῦ Θεοῦ καί ἐπιμήκης ὁ τόπος τῆς κτήσεως αὐτοῦ». Λέγει ὅτι ὁ οἶκος τοῦ Θεοῦ εἶναι πολύ μεγάλος καί ἐπιμήκης. Τί ἐννοεῖ ἐδῶ; Ἐννοεῖ τό σύμπαν ὁλόκληρο. «μέγας καὶ οὐκ ἔχει τελευτήν, δέν ἔχει τέλος, ὑψηλός καὶ ἀμέτρητος». (Βαρ. 3, 24-25) Προσέξτε ἐδῶ πρόκειται περί τοῦ ναοῦ Σολομῶντος. Ὁ ναός τοῦ Σολομῶντος ἤδη εἶχε κτιστεῖ, ὅταν ὁ Βαρούχ ζοῦσε. Εἶναι πολύ - πολύ μεταγενέστερος τοῦ ναοῦ τοῦ Σολομῶντος - ὁ Βαρούχ -. Ἀλλά ἐδῶ ὅταν λέγει ὅτι «μέγας ὁ οἶκος τοῦ Θεοῦ καί ἐπιμήκης ὁ τόπος τῆς κτήσεως αὐτοῦ», εἶναι ὅτι περίπου εἶπε καί ὁ πρωτομάρτυς Στέφανος, ὅτι : «λέτε καί καυχόσαστε διά τόν ναόν καί λέτε, μέ κατηγορεῖτε, ὅτι ἐγώ προσέβαλα τόν ναόν τοῦ Θεοῦ· δέν τόν προσέβαλα». Καί κάνει μία ἀνάλυση καί λέγει, ὅτι ὁ Θεός εἶπε· «ποῦ θά μοῦ χτίσετε Ἐμένα ναό; χωράω σέ ναό μέσα»; Ὡστόσο ὁ ναός τοῦ Σολομῶντος, πού ἔγινε κατ’ ἐντολήν τοῦ Θεοῦ ἤδη ἀπό τήν ἐποχή τοῦ Μωϋσῆ, κράτησαν τήν ἐντολή αὐτή γιά νά κτισθῆ ὁ ναός ὕστερα ἀπό 500 χρόνια, ἀπό τόν καιρό πού ἐπέστρεψαν ἀπό τήν Αἴγυπτο. Ὁ ναός λοιπόν τοῦ Σολομῶντος, δέν ἦταν τίποτε ἄλλο παρά μία μικρογραφία αὐτοῦ τοῦ παγκοσμίου οἴκου τοῦ Θεοῦ. Καί ἄν θέλετε, νά σᾶς πῶ καί κάτι ἄλλο, ἐπειδή ὁ προφήτης ὁμιλεῖ περί ἐπιμήκους ναοῦ, «μέγας ὁ οἶκος τοῦ Θεοῦ καὶ ἐπιμήκης ὁ τόπος», ἐπιμήκης θά πῆ κάπως ἔτσι.. Θά μοῦ πεῖτε εἶναι ἴσως κάτι παραπανίσιο, ὁ ναός Σολομῶντος ἦτο ἐπιμήκης, δηλ. ἦτο παραλληλόγραμμος. Τό πλάτος του δέν ἦταν ἴσο μέ τό μῆκος του, δηλ. δέν ἦταν τετράγωνος· ὅτι σᾶς εἶπα· παραλληλόγραμμος ἦταν. Τό πλάτος ἦτανε στενότερο καί τό μῆκος ἦταν περισσότερο. Καί ξέρετε πόσο ἦταν τό μῆκος; Γύρω στά 30 μέτρα. Ὅλο - ὅλο. Αὐτό ἦτο. Ἀλλά καί ὁ ναός τῆς Ἁγίας Σοφίας τῆς Κων/πόλεως, πού κτίστηκε πρός τιμήν τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίας, περί τῆς ὁποίας καί ὁ λόγος στά θέματά μας αὐτά, δηλ. πρός τιμήν τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, καί χρησιμοποιεῖται ἐδῶ τό ὄνομα «Σοφία» ἐνῶ ἀλλοῦ δέν τό βρίσκομε αὐτό, αὐτός ὁ ναός δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά μία μικρογραφία τοῦ σύμπαντος. Μέ τόν τροῦλλο της, πού εἶναι ὁ γνωστός τροῦλλος τῶν Ὀρθοδόξων ναῶν καί πού εἶναι τό σύμβολον τοῦ σύμπαντος ὁ τροῦλος καί ἐκεῖ ζωγραφίζουμε τή Σοφία, τόν Θεόν Λόγον, τόν Ἰησοῦν Χριστόν, ὡς Παντοκράτορα, κατά κανόνα ἐκεῖ αὐτή ἡ εἰκόνα ὑπάρχει· ὁ Παντοκράτωρ, δηλ. αὐτός πού τά πάντα κρατᾶ, δηλ. ὄχι βεβαίως τόν τροῦλλο, ἀλλά τό σύμπαν ὁλόκληρο. Ἔτσι εἶναι ὁ οἶκος τοῦ Θεοῦ, μικρογραφία, καί ὁ ναός τοῦ Σολομῶντος καί ἡ Ἁγία Σοφία τῆς Κων/πόλεως. Γιατί, λέει ὁ Θεός, θά πάρω πάλι ἐκεῖνο πού σᾶς εἶπα προηγουμένως, τό παίρνω ἀπό τήν ἀπολογία τοῦ πρωτομάρτυρος Στεφάνου, πού λέγει ὁ Θεός «ὁ οὐρανός μοι θρόνος, ἡ δὲ γῆ ὑποπόδιον τῶν ποδῶν μου·», ὁ θρόνος μου, ὁ οὐρανός, ἐκεῖ πού ἀκουμπάω τά πόδια μου εἶναι ἡ γῆ, «ποῖον οἶκον οἰκοδομήσετέ μοι». Τί οἶκο θά μοῦ οἰκοδομήσετε; «λέγει Κύριος ἤ τίς τόπος τῆς καταπαύσεώς μου»; Τί τόπος ὑπάρχει γιά ν’ ἀναπαυθῶ; «οὐχί ἡ χείρ μου ἐποίησε ταῦτα πάντα». (Πράξ. 7, 49) Τό χέρι μου δέν τά ἔκανε ὅλα αὐτά;
Καί ἐπιλέγει ἐδῶ ὁ Βαρούχ -γιά νά ξαναγυρίσω στόν προφήτην· «μετά τοῦτο, ἐπὶ γῆς ὤφθη καὶ ἐν τοῖς ἀνθρώποις συνανεστράφη». Αὐτό τό περίφημο χωρίον. Ὕστερα ἀπ’ ὅλα αὐτά, λέγει, ἔγινε ὁρατός ἐπί τῆς γῆς. Ὤφθη. Ὁρατός, ὄχι καθ’ ὑπόνοιαν, ὄχι νοητῶς, ἀλλά ὁρατός, μέ τήν αἴσθηση τῆς ὁράσεώς μας. Ὄχι τῆς ἔσω ὁράσεως ἀλλά τῆς ἔξω ὁράσεως. «καὶ τοῖς ἀνθρώποις συνανεστράφη», κι ἔκανε συντροφιά μέ τούς ἀνθρώπους. Καταπληκτικό. Αὐτός εἶναι ὁ Θεός Λόγος, ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Βέβαια δέν ὑπάρχει καμμία ἀμφιβολία ὅτι πρόκειται περί αὐτοῦ τοῦ προσώπου.
Γιά νά σημειώση ὁ Παῦλος ὅτι «ἐν αὐτῷ, -ποίω; ἐν τῷ προσώπῳ τοῦ Χριστοῦ, στήν ὕπαρξη καλύτερα ὄχι στό πρόσωπο- κατοικεῖ πᾶν τὸ πλήρωμα τῆς θεότητος, σωματικῶς». (Κολ. 2, 9) Εἴδατε; Ὅτι «πᾶν τὸ πλήρωμα», ὁλόκληρος ὁ Θεός, κατοικεῖ, λέγει, σωματικῶς εἰς τήν ὕπαρξη τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Δηλ. ἦταν ὁ ὅλος Θεός ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ ὅλος Θεός, ὄχι ἕνα κομματάκι. Δέν χωρίζει ὁ Θεός.

   Καί προχωροῦμε εἰς τόν ἑπόμενον στίχον τόν 9ον. Προσέξτε, ἔγινε λόγος περί κτίσματος, γίνεται καί στό ἑπόμενον χωρίον, θά τά πάρω ὅλα μαζί.
«πρὸ τοῦ αἰῶνος ἀπ’ ἀρχῆς ἔκτισέ με, καὶ ἕως αἰῶνος οὐ μὴ ἐκλίπω».
Μετάφρασις: Προτοῦ ὑπάρξει χρόνος, εὐθύς ἐξ’ ἀρχῆς μέ ἐδημιούργησε καί δέν θά παύσω ποτέ νά ὑπάρχω. Μέ ἐδημιούργησε· «ἔκτισε με». Εἴδαμε στόν προηγούμενο στίχο τήν φράσιν, «ὁ κτίστης ἁπάντων» καί ὁ «κτίσας με», ὁ κτίστης ὅλων κι Ἐκεῖνος πού ἔκτισε κι ἐμένα. Ἐδῶ λέγει: «πρὸ τοῦ αἰῶνος ἀπ’ ἀρχῆς ἔκτισέ με». Μέ ἔκτισε.
Ἔτσι δίδεται, ἡ ἐντύπωσις ὅτι ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία τοῦ Θεοῦ, εἶναι κτίσμα. Εἶναι κτίσμα. Αὐτή ἡ ἐντύπωσις δίδεται, ἀλλά δέν εἶναι. Σέ αὐτά τά χωρία, ὅπως καί στό χωρίο τῶν Παροιμιῶν - θά τό δοῦμε - στηρίχτηκε ἀγαπητοί μου ὁ Ἄρειος, γιά νά ὑποστηρίξη ὅτι ἡ Σοφία εἶναι κτιστή, ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι κτίσμα. Ἐάν δέ ἦτο κτίσμα καί ἐλατρεύετο, τότε θά εἴχαμε εἰδωλολατρεία. Δέν μπορεῖ τό κτίσμα νά λατρεύεται. Βλέπετε ὅτι ἀνετρέπετο ἄρδην, ὁλόκληρη ἡ Καινή ὄχι ὀλιγότερον καί ἡ Παλαιά Διαθήκη. Ἰσχυρίζετο ὁ Ἄρειος καί ἔλεγε ἐκείνη τή γνωστή φράση, πού ἴσως κάπου τήν ἔχετε ἀκούσει, «ἦν ποτέ ὄτε οὐκ ἦν». Αὐτή εἶναι ἡ κλασσική, θά λέγαμε, θέσις τοῦ Ἀρείου, στήν αἵρεσή του. Εἴδατε; Κάποτε ἦτο πού δέν ὑπῆρχε, ὅταν δέν ὑπῆρχε τίποτε. Ὅμως ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς λέει: «Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος… », πού θά πῆ: ὅταν ἔγινε, ξεκίνησε ἡ ἀρχή τῆς δημιουργίας, «ἐν ἀρχῇ» αὐτό θά πῆ, εἶναι ἡ ἀρχή τῆς δημιουργίας ἤτοι καί τοῦ χώρου καί τοῦ χρόνου, «ἦν ὁ λόγος», ἦτο ὁ Λόγος, ὑπῆρχε ὁ Λόγος, δέν μπορεῖ λοιπόν νά εἶναι κτίσμα. Διότι κτίσμα, θά πῆ, κάτι πού γίνεται μέσα στό ὅλο πλαίσιο τοῦ κτιστοῦ κόσμου. Καί ὁ χρόνος εἶναι κτιστός, καί ὁ χῶρος εἶναι κτιστός. Ἀφοῦ λοιπόν ἦτο πρό τῆς δημιουργίας, ἄρα λοιπόν δέν εἶναι κτιστός ὁ Λόγος, διότι ὑπῆρχε πρό τῆς δημιουργίας. Προχωρῶ. Ὁ Ἄρειος ἠρνεῖτο δηλ. - ἐκεῖ ἦταν ὅλη ἡ ἱστορία - ἠρνεῖτο τό Τριαδικόν τῆς Θεότητος, Πατήρ, Υἱός καί Ἅγιον Πνεῦμα. Ὅπως ἐξ ἄλλου ἔχομε καί ἄλλους, ὅλοι ξεπήδησαν μέσα ἀπό τήν Ἐκκλησία δυστυχῶς, ἄλλοι ἀντιτριαδισταί, δηλ. ἐναντίον τοῦ δόγματος τῆς ἁγίας Τριάδος. Καί ὁ καθένας μέ τόν τρόπο του, δέν εἶναι ἡ ὥρα νά σᾶς πῶ τώρα, ὁ καθένας τί διετύπωσε. Ὅλους αὐτούς τούς κατεδίκασαν οἱ ἑπτά (7) Οἰκουμενικές καί τοπικές Σύνοδοι. Ὅλους. Ἔδωσε φοβερόν ἀγώνα ἡ Ἐκκλησία, νά τούς καταδικάση. Πρέπει ὅμως νά σᾶς πῶ ὅτι παρά τήν καταδίκην, ὁ Ἀρειανισμός ὑποβόσκει. Ὑποβόσκει στούς Χριστιανικούς λαούς. Στή Δύση, στήν Ἑλλάδα· ὑποβόσκει, προπαντός στή Δύση. Δύση ἐννοοῦμε τώρα Εὐρώπη καί Ἀμερική. Στόν λεγόμενον «Δυτικόν Χριστιανισμόν». Μήν ξεχνᾶτε ἐκεῖνο πού ἔγραψε ὡραιότατα, ἕνα ὁλόκληρο κεφάλαιο, στό βιβλίο του «Ἄνθρωπος καί Θεάνθρωπος», ὁ π. Ἰουστίνος Πόποβιτς, γιά τόν Νεοαρειανισμό τῆς Εὐρώπης. Δηλ. τί εἶναι αὐτό; Ἀρνοῦνται τήν θείαν φύσιν τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἐάν εἶναι κτίσμα ὁ Υἱός, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, τότε ἀρνούμεθα τήν θεία του φύση καί ἄρα δέν εἶναι Θεός. Ἀπ’ αὐτό δέ ξεκινᾶ, μετά ταῦτα, ὅλη ἡ ἀθεΐα. Τοῦ καιροῦ μας ἡ ἀθεΐα, καί ὅλα τά κακά πράγματα. Οί ἀναρχισμοί καί ὅ,τι θέλετε. Ποικίλες, ποικίλες θεωρίες ξεκινοῦν ἀπό τήν ἄρνηση τῆς θείας φύσεως τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἀκόμη, ἀντιτριαδικός, γιά νά τό ξέρετε, εἶναι καί ὁ Ἰσλαμισμός. Ἐπειδή ἀκοῦμε σήμερα περίεργα πράγματα, δημοσιεύονται αὐτά, δέν εἶναι κρυμμένα, ὀρθόδοξοι Ἱεράρχαι, Ἀρχιεπίσκοποι, Πατριάρχαι, νά ἐπαινοῦν τόν Ἰσλαμισμόν σήμερα κλπ. κλπ., ὁ ὁποῖος Ἰσλαμισμός ἁπλώνεται εἰς τήν Εὐρώπην. Ὁ Ἰσλαμισμός εἶναι ἀντιτριαδικός, γιατί ἁπλούστατα ἤθελαν νά διασώσουν τήν ἔννοια τοῦ ἑνός Θεοῦ, χωρίς βέβαια νά ἀντιλαμβάνονται τό ὁμοούσιον τῶν τριῶν θείων προσώπων. Διότι μία εἶναι ἡ οὐσία, πράγματι ,Ἕνας εἶναι ὁ Θεός. Ὁ Χριστιανισμός διδάσκει ὅτι ὁ Θεός εἶναι Ἕνας, ἀλλά ὁμολογεῖ, τό ὁμολογεῖ «Πιστεύω εἰς ἕνα Θεόν», Πατέρα, Υἱόν καί Ἅγιον Πνεῦμα. Λοιπόν, ὁ Χριστιανισμός ἀγαπητοί, βεβαίως διασώζει τήν ἔννοια τοῦ ἑνός Θεοῦ, βεβαίως. «Πιστεύω εἰς ἕνα Θεό.. », ἀλλά ὁμολογεῖ ὅμως καί τρία πρόσωπα. Μία ἡ οὐσία τρία τά πρόσωπα, κι ἐκεῖνο πού καθορίζει τήν θεότητα τό νά ποῦμε ὅτι εἶναι μία, εἶναι ἡ οὐσία. Ἔτσι, ἐνῶ οἱ ἀντιτριαδισταί μένουν στή λογική ἑρμηνεία τοῦ
δόγματος, Ἀριστοτελίζοντες.. Δύο λόγια μόνο.
   Ὁ Ἀριστοτέλης ἔλεγε ὅτι σέ κάθε πρόσωπον ἀνήκει μία οὐσία καί σέ κάθε ἀντικείμενο μία οὐσία, ἀλλά κυρίως ἐπί προσώπων. Σέ κάθε πρόσωπο μία οὐσία. «Ἄρα λοιπόν» - προσέξτε ἐκεῖνο τό «ἄρα λοιπόν» - φιλοσοφικά, θά πρέπει, ἀφοῦ ἔχομε τρία πρόσωπα, νά ἔχωμε τρεῖς οὐσίες. Τρεῖς οὐσίες ὅμως σημαίνει πολυθεΐα καί τό ἀπορίπτομε, καί δέν τό καταλαβαίνομε παρακάτω. Ἀντιληφθήκατε περί τίνος πρόκειται; Πρόκειται περί λογικῆς ἑρμηνείας τοῦ δόγματος. Εἶναι τό δόγμα τῆς Ἁγίας Τριάδος, εἶναι μυστήριον! Δέν δύναται νά ἀποδοθεῖ λογικῶς. Δέν δύναται, εἶναι μυστήριον! Καί ἔτσι, ὅπου ἔχομε λογικήν ἑρμηνεία τοῦ δόγματος, ἐκεῖ ἔχομε καί αἵρεσιν, καί ἄν θέλετε, ἡ βάσις καί ἡ μάνα τῆς αἱρέσεως, εἶναι ἡ λογική ἑρμηνεία, ἡ φιλοσοφική δηλ. ἑρμηνεία. Κι αὐτό βέβαια εἶναι θεμελιώδης αἵρεσις.

  Ἄς δοῦμε τώρα, ἄς προχωρήσωμε νά δοῦμε τό θέμα μας, ὅπως τό ἀναλύομε, νά δοῦμε τά χωρία ἀπό τό βιβλίο τῶν Παροιμιῶν καί ἀπό τή Σοφία Σειράχ, πού ἀναφέρονται εἰς τό ὅτι «ὁ Θεός, ὁ Πατήρ, μέ ἔκτισε». Λέγει τό βιβλίο τῶν Παροιμιῶν: «Κύριος ἔκτισέ με ἀρχήν ὁδῶν αὐτοῦ εἰς ἔργα αὐτοῦ». (Παρ. Σολομ. 8, 22) Ἡ ἀπόδοσις τοῦ χωρίου εἶν’ 
ἡ ἑξῆς: « Ὁ Θεός - ὁ Πατήρ μου - ὁ Κύριος, μέ ἐγέννησε πρό πάντων τῶν αἰώνων, - προσέξτε, ἡ ἑρμηνεία εἶναι τοῦ Τρεμπέλα, ἀλλά γιατί θέλει νά ξεφύγη βάζει τό «μέ ἐγέννησε»· δέν εἶναι λάθος, κάθε ἄλλο, αὐτό ἐννοεῖ, λίγο παρακάτω θά κάνη πιό πολύ ἀνάλυση τό ἴδιο βιβλίο τῶν Παροιμιῶν - ὡστόσο ἐδῶ  μέ ἐγέννησε πρό πάντων τῶν αἰώνων ὡς Υἱόν καί Λόγον τοῦ Θεοῦ, κατά τήν θεότητά μου καί μέ κατέστησεν ἐν χρόνῳ, δημιουργικήν αἰτίαν πάσης τῆς δημιουργίας». Θά τό δοῦμε αὐτό.
Ἀκόμη γράφει ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας: «Ἄν περί θεότητος ἐκλάβης, ἀντί τοῦ κατέστησέ με, ὡς τό «καρδίαν καθαράν κτίσον ἐν ἐμοί ὁ Θεός» καί «ἵνα τούς δύο κτίσῃ ἐν ἐαυτῷ», δηλ. ἐδῶ παίρνει ὁ ἅγιος Κύριλλος τήν λέξη «ἔκτισεν» καί λέγει, δέν ἀναφέρεται εἰς τό «ἔκτισεν» ἀλλά στήν ἔννοια τοῦ «κατέστησε», πώς τά εἶδαν οἱ πατέρες αὐτά τά χωρία καί παίρνει δύο παραδείγματα. Ὅπως λέμε στόν 50ο ψαλμό «καρδίαν καθαράν κτίσον ἐν ἐμοί ὁ Θεός» δέν θά «ἔκτιζε», γιατί ἤδη ὑπάρχω ἐγώ, ἡ καρδιά μου ὑπάρχει, ἀλλά θά μοῦ καθιστοῦσε τήν καρδίαν μου καινούρια, καθαρή. Κι ὅπως ἐκεῖνο πού λέγει ὁ ἀπ. Παῦλος, μιλάει γιά δύο λαούς, τόν Ἰσραήλ καί τόν ἐθνικόν κόσμον, «ἵνα τοὺς δύο κτίσῃ ἐν ἑαυτῷ» ( Ἐφεσ. 2, 15) - δηλ. ὁ Χριστός - νά τούς «κτίση», πού σημαίνει νά τούς καταστήση ἕνα λαό, τό λαό του. Δηλ. βλέπετε, ἡ Γραφή ἑρμηνεύει τή Γραφή, γιατί θέλει, ἀντί τοῦ «ἔκτισε», νά χρησιμοποιήση τό ρῆμα «κατέστησε». «Οὐ γάρ οὐσιωδῶς ἵνα κτίσῃ τούς ἤδη γεγενημένους ἀλλ’ ἵνα καταστήση», (εἶναι αὐτό πού σᾶς εἶπα) ὄχι ὡς πρός τήν οὐσία νά κτίση τούς ἤδη ὑπάρχοντες, ἀλλά νά τούς καταστήση, «κατέστησεν οὖν με ἀρχήν τῶν προνοητικῶν αὐτοῦ καί ποιητικῶν ἔργων», Ἐκ τῆς ἐρμηνείας τοῦ ἁγίου Κυρίλλου εἰς τάς Παροιμίας, «Το «ἔκτισέ με» ἄν περί θεότητος ἐκλάβης, ἀντί τοῦ κατέστησέ με·, ὡς το, «καρδίαν καθαράν κτίσον ἐν ἐμοί ὁ Θεός». Καί, «ἵνα τούς δύο κτίσῃ ἐν ἐαυτῷ». Οὐ γάρ οὐσιωδῶς, ἵνα κτίσῃ τούς ἤδη γεγενημένους ἀλλ’ ἵνα καταστήση. Κατέστησεν οὖν με ἀρχήν τῶν προνοητικῶν αὐτοῦ καί ποιητικῶν ἔργων».) ἔτσι λέγει ἡ Σοφία, μέ κατέστησε - ἀντί τοῦ ἔκτισέ - ἀρχή τῶν ἔργων του. Θά τό δοῦμε πιό ἀναλυτικώτερα πιό κάτω.
Εἶναι ἐκεῖνο πού ὁ Χριστός εἶπε: «Ἐγώ εἰμί τό Α καί τό Ω». Προσέξτε αὐτό «ἀρχή ὁδῶν αὐτοῦ». Αἱ ὁδοί εἶναι μέθοδοι, δηλ. ὁ τρόπος πού ἐδημιούργησε τόν κόσμον ὁ Θεός. Ὁ Χριστός λέγει: «Ἐγώ εἶμαι τό Α καί τό Ω». Τό Α καί τό Ω τί σημαίνει; Ἡ ἀρχή καί τό τέλος. Ἐξ ἄλλου χρησιμοποιεῖται καί ἡ λέξις «ἀρχή» καί «τέλος». Εἶναι στήν Ἀποκάλυψη. Θά πῆ: ἀπό μένα ἀρχίζει ἡ δημιουργία καί σέ μένα ὁλοκληροῦται. Ἀκόμη, ἄν θέλετε, ὁλόκληρη ἡ δημιουργία ὑπάρχει σέ μένα. Συνεπῶς, ἐγώ εἶμαι ἡ ἀρχή. Ὄχι μέ τήν ἔννοια ὅτι ἐγώ τώρα ἀρχίζω. Ἀλλά ἡ ἀρχή ὑπάρχει σέ μένα, γιατί ἀπό μένα δόθηκε ἡ ἀρχή.
Ὁ Ὠριγένης λέει: «Οὐσία οὖσα ἡ τοῦ Θεοῦ σοφία πρὸ αιώνων γεγένηται καὶ πρό κτίσεως ἀΐδιος ἦν». Λέγει: ἡ σοφία τοῦ Θεοῦ, εἶναι οὐσία τοῦ Θεοῦ καί εἶναι ἀΐδιος, πρό κτίσεως, δηλ. δέν ἔχει ἀρχή. Ἄλλοτε σᾶς ἔχω ἐξηγήσει, ἄλλο τό «αἰώνιος» κι ἄλλο τό «ἀΐδιος». Αἰώνιος θά πῆ ἐκεῖνος πού κάπου ἀρχίζει ἀλλά δέν τελειώνει, ἐνῶ ἀΐδιος εἶναι ἐκεῖνος πού δέν ἔχει οὔτε ἀρχή οὔτε τέλος. Ἐδῶ εἶναι κάτι πολύ σημαντικό, λέει ὁ Ὠριγένης, «ὅτε δέ σχέσιν πρός τά γεννητά ἐδέξατο, τότε ἀρχή τῶν ὁδῶν τοῦ Θεοῦ γέγονε τῶν ποιητικῶν και προνοητικῶν· τουτέστιν ἡ πρὸς τά γεννητά σχέσις· ἡ δέ σοφία ἀΐδιος, οὐσιωδῶς πρὸ αἰώνων παρά τῷ Θεῷ ὑπάρχουσα».
( Ἐκ τῶν Ὠριγένους εἰς τάς Παροιμίας Σολ. ἐξηγήσεων (ΣLG Expositio in Proverbia 17.185.1.
Κείμενο: «Οὐσία οὖσα ἡ τοῦ Θεοῦ σοφία πρὸ αιώνων γεγένηται, καὶ πρό κτίσεως ἀΐδιος ἦν· ὅτε δέ σχέσιν πρός τά γεννητά ἐδέξατο, τότε ἀρχή τῶν ὁδῶν τοῦ Θεοῦ γέγονε τῶν ποιητικῶν και προνοητικῶν· σύζυγος οὖν ἡ ἀρχή τοῖς κτίσμασι ὤν γέγονεν ἀρχή, τουτέστιν ἡ πρὸς τά γεννητά σχέσις· ἡ δέ σοφία ἀΐδιος οὐσιωδῶς πρὸ αἰώνων παρά τῷ Θεῷ ὑπάρχουσα). Ἡ Σοφία εἶναι πρό αἰώνων, ἀΐδιος, ὑπάρχει, γιατί εἶναι οὐσία τοῦ Θεοῦ, Πατήρ, Υἱός καί Ἅγιον Πνεῦμα. Ἀλλά ὡς πρός τά γεννητά σχέσις. Ἐδῶ εἶναι τώρα τό σπουδαῖο. Πῶς ὁ Θεός δημιουργεῖ τόν κόσμον; Δηλ. πῶς; Ὁ Θεός Πατήρ χρησιμοποιεῖ τόν Θεόν Λόγον, γιά νά γίνη ὁ κόσμος καί συνεπῶς ἡ σχέσις τοῦ Θεοῦ Λόγου μέ τήν δημιουργία εἶναι αὐτό τό σημαντικό πρᾶγμα. Νά σᾶς τό ἐξηγήσω πιό πολύ. Δηλ. τό «ἔκτισε» ἀναφέρεται στή σχέση τοῦ Θεοῦ Λόγου ὡς πρός τά κτίσματα. Ὅπως ἔχομε τίς λεγόμενες ἄκτιστες ἐνέργειες.
Αὐτό τό μέγα θέμα, πού εἶχε προκύψει μετά τόν 10ον αἰῶνα, πού ἔχομε τούς Πατέρες, πού πολέμησαν τήν αἵρεση αὐτή τῆς Δύσεως καί πρό τῆς πτώσεως τῆς Κων/πόλεως, γιατί κράτησε πολλά χρόνια αὐτή ἡ διαμάχη. Οἱ Λατῖνοι ἔλεγαν ὅτι ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ ἤ οἱ ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ εἶναι κτιστές.
Ἡ Ἀνατολή ἔλεγε ὅτι οἱ ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ εἶναι ἄκτιστες. Λοιπόν τί εἶναι οἱ ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ; Οἱ ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ εἶναι ἄκτιστες, ἀποτελοῦν θεότητα, θά τό δοῦμε λίγο πιό κάτω, εὐθύς παρακάτω θά τό δοῦμε καί οἱ ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ ἔρχονται σέ ἐπαφή μέ τόν κτιστόν κόσμον. Αὐτό θέλει νά πῆ, ὅτι εἶπε καί προηγουμένως ὁ Ὠριγένης. Δηλ. εἶναι θέμα σχέσεων. Ἔτσι, ὁ ἄκτιστος Θεός Λόγος ἔρχεται σέ σχέση μέ τά κτίσματα, καί λέγεται κτιστός, διότι τό θεμέλιον τῆς δημιουργίας, σᾶς τό λέγω ἔτσι προκαταβολικῶς, θά τό ποῦμε λίγο πιό κάτω, ἴσως τήν ἐρχομένη φορά, εἶναι ἡ ἀνθρωπίνη Του φύσις! Αὐτό εἶναι τό θεμέλιόν τῆς δημιουργίας, ἡ ἀνθρωπίνη Του φύσις. Θά μοῦ πεῖτε.. «μά, προσέλαβε ἀπό τήν Παναγία σέ κάποια ἱστορική στιγμή.. » τίποτα, τίποτα, τίποτα.. θά τά δοῦμε πολύ ὡραία αὐτά.
Ἔτσι λοιπόν, ὅπως ὑπάρχουν σχέσεις, οἱ σχέσεις ἀκτίστων ἐνεργειῶν καί κτίσεως, ἔτσι κι ἐδῶ, εἶναι ἡ σχέσις τοῦ Υἱοῦ πρός τήν δημιουργία Του, δέν εἶναι ὅμως ὁ Υἱός κτίσμα.
    Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης μᾶς λέγει τό ἑξῆς: Ὅτι στόν Θεό ὑπάρχουν τρεῖς οὕτως εἰπεῖν, ζῶνες. Ἡ ἐξωτάτη, πού εἶναι οἱ ἄκτιστες ἐνέργειες καί διά τῶν ὁποίων - ἡ θεία Χάρις εἶναι ἄκτιστος ἐνέργεια - και λαβαίνομε γνώση τοῦ πράγματος, γιατί πῶς θά μπορούσαμε ἀλλιώτικα νά τό ἀντιληφθοῦμε;
Ἡ θεία Χάρις εἶναι ἄκτιστος ἐνέργεια, ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ εἶναι ἄκτιστος ἐνέργεια, ἡ δικαιοσύνη εἶναι ἄκτιστος ἐνέργεια. Ὅλα αὐτά πού λέμε «ἰδιότητες τοῦ Θεοῦ» εἶναι ἄκτιστες ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ, πού ἔρχονται σέ μας, στό σύμπαν, στόν ἄνθρωπο. Αὐτή εἶναι ἡ ἐξωτάτη ζώνη, οὕτως εἰπεῖν, τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι οἱ ἄκτιστες ἐνέργειες, ἔχουν θεότητα, δηλ. εἶναι κάτι τό θεῖο. Οἱ ὑποστάσεις - τά πρόσωπα - εἶναι ἐσώτερες. Ὁ Πατήρ ὡς πρόσωπον, ὁ Υἱός ὡς πρόσωπον, τό Πνεῦμα τό Ἅγιον ὡς πρόσωπον. Εἶναι ἐσώτερες. Καί ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἐσωτάτη, ἀκατανόητος, ἄψευστος, δηλ. μή ἐγγιζομένη, δεν ψαύεται, δέν ἐγγίζεται, τό λέγει ὁ ἀπ. Παῦλος, εἶναι: «… φῶς οἰκῶν ἀπρόσιτον». (Τιμ. Α΄ 6, 16) Οὔτε γνωρίζομε, οὔτε 'μεῖς, οὔτε οἱ ἄγγελοι, οὔτε εἰς τόν αἰῶνα ποτέ θά γνωρίσωμε τήν οὐσία τοῦ Θεοῦ, ποτέ, ποτέ, ποτέ, ποτέ, ποτέ... Τό κτιστόν, δέν δύναται νά κατανοήση τήν οὐσία τοῦ Θεοῦ, μποροῦμε ὅμως νά κατανοήσωμε τά δύο ἄλλα. Τήν ἐξωτάτην, ὅπως εἶναι ἡ θεία Χάρις καί οἱ ἐνέργειες, καί τήν μεσαία, πού εἶναι τά πρόσωπα. Καί τό πρόσωπον τοῦ Θεοῦ Λόγου, τό γνωρίζομε μέσω μιάς ἀκτίστου ἐνεργείας. Πῶς συνέλαβε ἡ Θεοτόκος; Πῶς συνέλαβε; «Πνεῦμα Ἅγιον, λέγει, ἐπελεύσεται ἐπὶ σέ». (Λουκ. 1, 35)
Θά ’ρθῆ Πνεῦμα Ἅγιον. Συνεπῶς μέσω τῆς ἀκτίστου ἐνεργείας γεννᾶται, παίρνει, προσλαμβάνει τήν ἀνθρωπίνη φύση ὁ Θεός Λόγος, καί βλέπωμε τό πρόσωπό Του. Πρόσωπο ὅμως ἀνθρώπου. Τί ἄλλο νά δοῦμε; Ὁ Χριστός μᾶς εἶπε, προσέξτε, λέει, μή σκανδαλίσετε τούς μικρούς τούτους, γιατί οἱ ἄγγελοι των βλέπουν τό πρόσωπο τοῦ Πατρός μου. Ποιό πρόσωπο; Πῶς; Τήν δόξα Του, ναί. Εἶναι ἡ ἐξωτάτη ἐνέργεια ἡ δόξα. Ἡ δόξα, τό φῶς, εἶναι ἐξωτάτη ἐνέργεια, τό πρόσωπον; Ἀκοῦστε. Εἴδαμε τό πρόσωπον τοῦ Ίησοῦ Χριστοῦ. Εἴδαμε τό πρόσωπο τοῦ Υἱοῦ, «ἐν προσώπῳ Ἰησοῦ Χριστοῦ». «Κύριε δεῖξε μας τόν Πατέρα», λέει ἕνας μαθητής Του, ὁ Φίλιππος. Λέει: «Φίλιππε, τόσον καιρό εἶμαι μαζί σας καί δέν μέ εἶδες; δέν ἐγνώρισες τόν Πατέρα; Ἀκοῦστε αὐτή τή φράση. «Ὁ ἑωρακὼς ἐμὲ, ἑώρακε τὸν πατέρα·». ( Ἰωάν. 14, 9) Ἐκεῖνος πού εἶδε ἐμένα, εἶδε τόν Πατέρα. Δηλ. τί; Εἰς τό πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ βλέπομε καί τό πρόσωπο τοῦ Πατρός, ἄν θέλετε, καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Οἱ ἄγγελοι, διά πρώτην φοράν στήν ὕπαρξή τους εἶδαν τό πρόσωπο τοῦ Θεοῦ, ὅταν πῆρε τήν ἀνθρωπίνη φύση καί γεννήθηκε. Διά πρώτην φοράν. Μέχρι τότε ἀντιλαμβανόντουσαν τήν ἐξωτάτην κατάστασιν, δηλ. τίς ἄκτιστες ἐνέργειες, δηλ. τή θεία δόξα.
    Ἔτσι ὁ Μ. Ἀθανάσιος μᾶς πληροφορεῖ καί μᾶς λέγει: «Οὕτως, ἔτσι - προσέξτε αὐτό - ἐἀν ἀκούσωμεν ἐν ταῖς Παροιμίαις, δηλ. στό βιβλίο τῶν Παροιμιῶν, τὸ ἔκτισεν, με ἔκτισε οὐ δεῖ κτίσμα τῇ φύσει ὅλον νοεῖν τὸν Λόγον», δέν πρέπει νά θεωρήσωμεν τόν Λόγον ὅτι εἶναι κτιστή φύσις. Μήν ξεχνᾶτε δέ ὅτι ἡ ψυχή τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, κατά τοῦ Ἀρειανισμοῦ, ἦταν ὁ Μ. Ἀθανάσιος (ποιός δέν τό ξέρει αὐτό;) «ἀλλ’ ὅτι τό κτιστόν ἐνεδύσατο σῶμα,». Τί εἶναι λοιπόν τό «ἔκτισε»; τό κτιστόν σῶμα πού πῆρε, τήν ἀνθρωπίνη φύση, «καὶ ὑπέρ ἡμῶν αὐτόν ἔκτισεν αὐτόν ὁ Θεός», καί γιά μᾶς ἔκτισε αὐτό ὁ Θεός. Ποιό; Τό σῶμα τοῦ Θεοῦ Λόγου, τό σῶμα τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας, «εἰς ἡμῆς, τό κτιστόν αὐτῷ καταρτίσας, ὡς γέγραπται, σῶμα, ἵν’ ἐν αὐτῷ ἀνακαινισθῆναι καί θεοποιηθῆναι δυνηθῶμεν»
(Μ. Ἀθανασίου κατά Ἀρειανῶν Β΄σελ. 346(Ε.Π.Ε. εκδόσεις Γρηγορίου Παλαμά)
Γιά νά μπορέσουμε νά ἀνακαινισθοῦμε καί νά θεοποιηθοῦμε. Ὥστε λοιπόν ἀναφέρεται εἰς τό σῶμα. Αὐτό λοιπόν τό «ἔκτισέ με», τό ξαναλέγω, ἀναφέρεται εἰς τήν Ἐνανθρώπηση. Προσέξτε ὅμως τώρα. Στήν Ἐνανθρώπηση δυνάμει. Ὄχι ἐνεργεία. Διότι ὁ
Θεός Λόγος ἔγινε ἄνθρωπος κάποια χρονική στιγμή. Πότε; Πρίν δύο χιλιάδες χρόνια. Πιό πίσω; Δυνάμει ὅτι θά γίνη αὐτό πού θά ἐγίνετο. Ἔχομε τό δυνάμει καί τό ἐνεργεία. Πρίν δύο χιλιάδες χρόνια ἔχομε τήν Ἐνανθρώπηση ἐνεργείᾳ, τώρα ἔχομε τήν Ἐνανθρώπηση δυνάμει, δηλ. τό τί θά γίνη εἰς τό μέλλον. Διότι τό πρωτότυπον εἶναι ἡ ἀνθρωπίνη φύσις τῆς Σοφίας, καί ὁ Ἀδάμ εἶναι τό ἀντίτυπον. Δέν ἔγινε ἡ Σοφία στά μέτρα τοῦ Ἀδάμ, ἀλλά ὁ Ἀδάμ στά μέτρα τῆς Σοφίας. Ἔστω κι ἄν ἔχομε σχῆμα πρωθύστερον. Σάν τρόπον τινά νά ἐφυλάγετο ἕνα σχέδιον. Βάσει αὐτοῦ τοῦ σχεδίου, πού ἤθελε ἡ Σοφία νά γίνη διά τόν ἑαυτόν της, ἔκανε τόν Ἀδάμ. Δέν εἶναι λοιπόν, θά τό πῶ δεύτερη φορά, ἡ Σοφία στά μέτρα τοῦ Ἀδάμ ἀλλά ὁ Ἀδάμ στά μέτρα τῆς Σοφίας, ὡς ἀνθρώπου. Ἔστω κι ἄν - θά τό δοῦμε στό ἑπόμενο χωρίο αὐτό πῶς - μπῆκε μέσα στό ἀνθρώπινο γένος ἡ Σοφία τοῦ Θεοῦ, καί λέει μάλιστα ὅτι ἐρρίζωσε εἰς τό ἀνθρώπινο γένος. Εἶναι κάτι καταπληκτικόν. Ἔτσι λέγεται ὁ νέος Ἀδάμ, τό πρωτότυπον. Αὐτό λοιπόν πού θά ἐγίνετο, ἀναφέρεται σέ χρόνο παρελθόντα, «ἔκτισέ με», μέ ἔκτισε. Σημειώσατε δέ ὅτι εἶναι συνήθεια τῆς Γραφῆς, συχνοτάτη μάλιστα καί ἰδίως στούς προφήτας, ἕνα προαναγγελόμενον γεγονός, νά καταγράφεται σέ χρόνο παρελθόντα. Ὅτι «ἔγινε αὐτό.. ἔγινε ἐκεῖνο.. ». Γιατί σέ χρόνο παρελθόντα; Ὡς πρός τόν προφήτην πού βλέπει τήν εἰκόνα πού περιγράφει ἤ πού ἐξαγγέλλει κάτι σέ σχέση μέ τό τί ἄκουσε ὁ προφήτης, εἶναι παρελθόν. Πρῶτον. Δεύτερον, γιά νά γράφεται σέ παρελθόντα χρόνον, θεωρεῖται τόσο βέβαιον ὅτι θά γίνη, ὅσο τίποτε ἄλλο. Ὅτι θά γίνη ὁπωσδήποτε, ὥστε νά γράφεται σέ χρόνο παρελθόντα.
Γι’ αὐτό προσέξατε, πάμπολλα σημεῖα, πάμπολλα, βλέπομε τά πράγματα ἔτσι, σέ χρόνο παρελθόντα. Τί λέει φερ’ εἰπεῖν ὁ Ἠσαΐας; «Εἶδα τόν Κύριον ἐπὶ θρόνου ἐπηρμένου». Εἶδα. Δέν λέει «θά δῶ», ἤ «θά δοῦμε». Ὁ Βαρούχ λέει: «Καί μετά ταῦτα ἦρθε ἀνάμεσά μας, ἔγινε ἄνθρωπος, Ἐνηνθρώπησε», σέ τί χρόνο τό γράφει; σέ παρελθόντα χρόνον. Ἐνῶ εἶναι μέλλων ὁ χρόνος πού θά γίνη αὐτό. Εἶναι συνήθεια τῆς Γραφῆς γιά τούς λόγους πού σᾶς ἐξήγησα. Ἔτσι, τό θεμέλιον τῆς κτιστῆς δημιουργίας, θά ἦτο ἡ ἀνθρωπίνη φύσις τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας. Αὐτό ἦταν τό σχέδιο ἀγαπητοί μου τοῦ Θεοῦ, νά περιβληθῆ ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία αὐτό πού ἐδημιούργησε, δηλ. τόν ἄνθρωπον καί τήν κτίσιν.
Ὅταν λέει «ἀρχή ὁδῶν αὐτοῦ», «ἀρχή», - προσέξτε! - δυνάμει τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, γίνεται ἡ γῆ γίνεται τό σύμπαν. Θυμάμαι κάποτε, ὅταν ἤμουνα μαθητής τῆς πρώτης, ὀκταταξίου Γυμνασίου, δηλ. πέμπτης Δημοτικοῦ, κάναμε στό Γυμνάσιο Φυσική, Φυτολογία κλπ καί εἴχαμε καί ἕνα πολύ ὡραῖον ἐκεῖ χημεῖον ἀμφιθεατρικόν, ὁ καθηγητής, μακαριστός τάδε, κάποια στιγμή, λέγει, ἀναφερόμενος στά φυτά καί εἰς τούς καρπούς των κλπ, λέγει: «Καί τί νομίζετε, ὅτι οἱ καρποί, τά φροῦτα κλπ ἔγιναν γιά τά μοῦτρα σας; ἀλλά γιά νά διαιωνίζεται τό εἶδος». Ἔ, λοιπόν, θά σᾶς ἔλεγα τώρα! Ἐπειδή μοῦ ἔκανε ἐντύπωση, τό κράτησα στή μνήμη μου καί τό ἐξήγησα, βέβαια, πολύ ἀργότερα. Ἔ, λοιπόν, οἱ καρποί, τά πάντα, ἔγιναν διά τόν ἄνθρωπον. Καί βέβαια γιά νά συνεχίσουν τήν ὕπαρξή τους, ὑπάρχει καί ἡ γονιμότητα. Βεβαίως ἐγώ θά φάω ὅ,τι μπορῶ νά φάω σάν ἄνθρωπος, τό ὑπόλοιπο θά πέση στή γῆ σάν σπόρος κλπ. γιά νά συνεχιστῆ τό εἶδος. Γιά μένα γίνηκαν! Θέλετε νά μιλήσω ἀκριβέστερα; Ἔγιναν ὅλα διά τόν Θεόν Λόγον! Νά πῶς τό λέει ὁ ἀπ. Παῦλος: «ὅτι εξ αὐτοῦ καὶ δι’ αὐτοῦ καὶ εἰς αὐτόν τὰ πάντα». (Ρωμ. 11, 36) Ἐκ τοῦ ὁποίου καί διά τοῦ ὁποίου καί γιά λογαριασμό τοῦ ὁποίου - Ἰησοῦ Χριστοῦ, Ἐνυποστάτου Σοφίας - ἔγιναν τά πάντα. Ἐπειδή ὅμως ὁ Θεός Λόγος πῆρε τήν ἀνθρωπίνη φύση, εἴμαστε εἰκόνες τοῦ Θεοῦ Λόγου, ὡς πρός τήν σωματική κατασκευή, ὡς πρός τήν ὑπαρξιακή μας κατάσταση, σῶμα καί ψυχή καί ἐφ’ ὅσον ἔγιναν γιά μᾶς, οὐσιαστικά εἴμεθα κάπως δευτερεύοντες, δηλ. γιά τόν Θεόν Λόγον ἔγιναν ὅλα. Γιατί; Γιά νά δοξάζεται ὁ Θεός Λόγος, καί γιά νά ὑπηρετηθῆ ἡ Ἐνανθρώπησις τοῦ Θεοῦ Λόγου.
Προσέξτε παρακαλῶ· στό οὐρανό ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία δέν εἶναι πνεῦμα. Ὁ Θεός Λόγος δέν εἶναι πνεῦμα. Προσέλαβε τήν ἀνθρωπίνη φύση, καί μένει μέ τήν ἀνθρωπίνη φύση. Δυνάμει δέ αὐτῆς τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, τά πάντα θά γίνουν καινούρια καί αἰώνια καί ἄφθαρτα. Ἀλλά ἔπρεπε ὅμως νά γίνη τό σύμπαν. Μέσ’ στό σύμπαν νά ἐνταχθῆ ἡ γῆ. Καί ἔπρεπε ἡ γῆ νά δώση τόν ἄνθρωπον. Βλέπετε, κλιμακωτά. «καὶ εἶπεν ὁ Θεός· γενηθήτω φῶς· καὶ ἐγένετο φῶς», μετά ἡ γῆ, μετά ὁ ἄνθρωπος. Βλέπετε προοδευτικά. Ἀνεμένετο ἕνας ἄνθρωπος, πού θά ἦταν ὁ τύπος τοῦ θεϊκοῦ στοιχείου. Καί ξέρετε ποιός θά ’ναι αὐτός ὁ ἄνθρωπος; Ἡ Θεοτόκος! Ἡ νέα Εὔα. Ἡ Θεοτόκος.
Ἡ Θεοτόκος ὅμως γιά νά ἔλθη, ἔπρεπε νά πλαισιωθῆ ἀπό ἕνα λαό. Τόν λαό τοῦ Ἰακώβ, τοῦ Ἰσραήλ. Ἔτσι, ὅταν εἶπε ὁ Θεός Πατήρ, «θά πᾶς νά κατοικήσης ἐκεῖ, δηλ. νά Ἐνανθρωπήσης ἐκεῖ», σάν νά ἔλεγε «ἐκεῖ θά ἔρθη τό πρόσωπον πού θά γεννηθῆς ἀπό αὐτό», δηλ. ἀπό τήν Παναγία. Ἔτσι, ὅταν ὁ Θεός ἔβλεπε τό σύμπαν καί τή γῆ, οὐσιαστικά Ἐκείνην, τήν Θεοτόκον ἔβλεπε· ἔτσι λέγουν οἱ μεγάλοι θεολόγοι τῆς Ἐκκλησίας μας, ἅγιος Ἰωάννης Δαμασκηνός, ἅγιος Νικόλαος Καβάσιλας κι ἄλλοι πολλοί πού ἔχουν γράψει θαυμάσιες ὁμιλίες στήν Παναγία. Θεολογικότατες! Καί ὅταν ὁ Θεός ἔλεγε, - ὅταν εἶδε τό σύμπαν καί τή γῆ - ὅτι ὅλα ἦσαν «καλά λίαν», πολύ καλά, οὐσιαστικά λένε οἱ Πατέρες τήν Θεοτόκον ἔβλεπε, καί εἶπε τό «καλά λίαν». Ἐκείνη λοιπόν θά ἦταν ὁ ἀνθός - ὅπως λένε οἱ Πατέρες - καί ὁ Υἱός της ὁ Θεός Λόγος, ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία, θά ’ταν ὁ καρπός. Ἐξ’ ἄλλου αὐτό εἶναι καί τό πρότερον θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀνεξάρτητα ἄν ὁ ἄνθρωπος ἁμάρτανε καί ἔπρεπε νά σωθῆ διά τοῦ Σταυροῦ. Αὐτό θά ἐγίνετο, κι ἄν ἀκόμη ὁ ἄνθρωπος δέν ἁμάρτανε. Ἁμάρτησε ὅμως, κι ἔτσι ὁ ἄνθρωπος σώζεται διά τοῦ Σταυροῦ. Ἡ σωτηρία τοῦ Σταυροῦ, εἶναι τό ὕστερον θέλημα τοῦ Θεοῦ κι ὅλα αὐτά γιατί ἡ Σοφία ἀγαποῦσε τήν κτίση της καί ἰδιαίτατα τόν ἄνθρωπον. Καί μέ βάση αὐτή τήν ἀνθρωπίνη φύση τοῦ Υἱοῦ ἔγινε ὅλο τό σύμπαν! «ἀρχήν, θεμέλιον, ὁδῶν αὐτοῦ». Τώρα τό καταλαβαίνομε αὐτό πού λέει τό βιβλίο τῶν Παροιμιῶν; Ἡ ἀρχή, τό θεμέλιον, ὁδῶν,τῶν μεθόδων τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι μικρόκοσμος μέσα στόν μεγάκοσμο, ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός ἀλλά εἶναι μεγάκοσμος μέσα στόν μικρόκοσμο. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὁ μέγας κόσμος κι ὅτι ἄλλο μᾶς περιβάλλει εἶναι ὁ μικρός κόσμος. Τά πράγματα δέν μετριῶνται μέ τήν ὀκά, μέ τήν ποσότητα. Τώρα σκεφθεῖτε ἐδῶ, ὅταν, ὅταν ἐπί παραδείγματι λέγει ἕνας σοφός - δυτικός εἶναι, ὄχι κληρικός - τό ἔλεγε ὁ Πασκάλ συγκεκριμένα, ὅτι ὁ ἥλιος, λέγει, ἀρκεῖ νά στείλη μία του ἀκτίνα, μέ ὅλη ἐκείνη τήν καυστικότητα πού μπορεῖ νά ἔχει, καί ὅ,τι,.. ὅ,τι,.. μία ὑπεριώδη ἀκτίνα, γιά νά φονεύση τόν ἄνθρωπον. Ὅταν ὁ ἥλιος φονεύει τόν ἄνθρωπον δέν τό ξέρει. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος πεθαίνει, τό ξέρει! Γιατί ὁ ἥλιος δέν ἔχει αὐτογνωσία. Ἐλᾶτε τώρα νά δεῖτε τους «φίλους μας» τούς Μασσώνους, πού ἤθελαν νά γιορτάσουνε στόν Βόλο, - γιόρτασαν τώρα, τί ἔγινε παρακάτω; - τήν ἰσημερία, πρός τιμήν τοῦ ἡλίου, γιατί αὐτός εἶναι ὁ Θεός τῶν Μασσώνων, ὁ Μ.Α.Τ.Σ. ,ὁ Μέγας Ἀρχιτέκτων Τοῦ
Σύμπαντος. Φτωχοί! Πολλές φορές φτωχοί στό μυαλό, ἀφιλόσοφοι ἄνθρωποι, ὁ ἥλιος εἶναι ὁ Θεός σας; ἐπειδή τά πάντα ζωογονοῦνται μέ τόν ἥλιον; 
Ὁ ἥλιος δέν ἔχει συνείδηση. Μποροῦμε νά πιστεύουμε σ’ ἕναν Θεό χωρίς συνείδηση ἑαυτοῦ; Ἄν εἶναι δυνατόν ποτέ! Ἄν εἶναι δυνατόν! Γιά νά δεῖτε τήν τρομακτική τους πλάνη. Ναί! Ἄν εἶχαν οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί μας γνῶσιν, γνῶσιν, ὅλων αὐτῶν πού λέμε, θά ἔφθανε ποτέ νά γίνη κανένας Μασσῶνος, Τέκτων; Ἄν εἶναι δυνατόν! Ἀλλά τί νά πῆ κανείς; Πάντως αὐτός εἶναι ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ τό θεμέλιόν τῆς δημιουργίας, τῆς κτιστῆς δημιουργίας. Καί ἡ ἀνθρωπίνη του φύσις εἶναι ἐκεῖνο πού λέγει μέ «ἔκτισε» ὁ Πατήρ, κλπ. Θά γράψη ἀκόμη ὁ Παροιμιαστής, δηλ. τό βιβλίο τῶν Παροιμιῶν: «πρὸ τοῦ αἰῶνος ἐθεμελίωσέ με ἐν ἀρχῇ, πρό τοῦ αἰῶνος, πρό τοῦ χρόνου, πρὸ τοῦ τὴν γῆν ποιῆσαι καί πρὸ τοῦ τάς ἀβύσσους ποιῆσαι, πρὸ τοῦ προελθεῖν τὰς πηγὰς τῶν ὑδάτων». (Παρ. Σολ. 8, 23) Ἡ Σοφία Σειράχ θά πῆ: «πρὸ τοῦ αἰῶνος ἀπ’ ἀρχῆς ἔκτισέ με, καὶ ἕως αἰῶνος οὐ μὴ ἐκλίπω».
Οἱ Παροιμίες θά ποῦν: «πρὸ τοῦ ὄρη ἑδρασθῆναι, πρὸ δὲ πάντων βουνῶν γεννᾶ με». (Αὐτόθι 8, 25)
Τώρα βάζει τό ρῆμα «γεννῶ». Σχολιάζομε. Ὅταν λέγει: «πρὸ τοῦ αἰῶνος ἐθεμελίωσέ με, πρὸ τοῦ τάς ἀβύσσους ποιῆσαι, πρὸ τοῦ αἰῶνος ἀπ’ ἀρχῆς ἔκτισέ με» δείχνει ὅτι ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία ὑπῆρχε πρό τῆς δημιουργίας τοῦ χρόνου καί συνεπῶς καί πρό τῆς δημιουργίας τοῦ χώρου. Ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης τό γράφει ἔτσι: «Ἐν ἀρχή ἦν ὁ Λόγος…» δηλ. ὅταν ἐθεμελιοῦτο ὁ χρόνος, ὁ Λόγος ὑπῆρχε. Αὐτό τό «ἐθεμελίωσέ με».. ὁ Μέγας Ἀθανάσιος γράφει: «Ἐθεμελίωσέ με, ἴσον τῷ εἰπεῖν, εἶναι τό ἴδιο νά ποῦμε, Λόγον ὄντα με, περιέβαλε γηίνῳ σώματι»
(Μ. Ἀθανασίου κατά Ἀρειανῶν Β΄σελ. 424(Ε.Π.Ε. εκδόσεις Γρηγορίου Παλαμά) ἐνῶ εἶμαι ὁ Λόγος, ἡ Θεότητα, μέ περιέβαλε μέ ἀνθρώπινο σῶμα. Καί ὁ ἀπ. Παῦλος θά γράψη: «καὶ φωτίσαι πάντας τίς ἡ οἰκονομία τοῦ μυστηρίου τοῦ ἀποκεκρυμμένου ἀπό τῶν αἰώνων ἐν τῷ Θεῶ, τῷ τά πάντα κτίσαντι διά Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἵνα γνωρισθῆ νῦν ταῖς ἀρχαῖς καὶ ταῖς ἐξουσίαις ἐν τοῖς ἐπουρανίοις διὰ τῆς ἐκκλησίας ἡ πολυποίκιλος σοφία τοῦ Θεοῦ». ( Ἐφεσ. 3, 9-10)
Θά συνεχίσουμε, ἀγαπητοί μου, πρῶτα ὁ Θεός τήν ἐρχομένη Τρίτη.
Εὐχαριστῶ πού μέ ἀκούσατε.


200η ομιλία στο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης 
« Σοφία Σειράχ ».

►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
" Σοφία Σειράχ " εδώ ⬇️
http://arnion.gr/index.php/p-thanasios-mytilina-os/milies-p-thanasiou/palaia-diauhkh/sofia-seirax
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40oRvQcJSffpry9_VIhWtola

🔸Λίστα ομιλιών της σειράς
«Σοφία Σειράχ».🔻
https://drive.google.com/file/d/15yPd5yULQpwqBdVJzrpusJNL6wa2BczM/view?usp=drivesdk

🎥 Βιντεοσκοπημένες ομιλίες της σειράς «Σοφία Σειράχ».🔻
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40o1lCOake2wwX61iRYZNi-M

🔸📜 Απομαγνητοφωνημενες ομιλίες της σειράς «Σοφία Σειράχ».🔻
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/search/label/%F0%9F%94%B9%CE%A3%CE%BF%CF%86%CE%AF%CE%B1%20%CE%A3%CE%B5%CE%B9%CF%81%CE%AC%CF%87.?m=1

🔸Επεξηγηματικό βίντεο Ασπάλαθου.
https://youtu.be/8tNfAHRkTCk

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️
https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__
https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.

Ἀνάγκη νά ἐξιχνιάσωμε τήν ταυτότητα τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας. ~ 6/14 ~

†.Ἀγαπητοί μου συνεχίζομε ἀπό τό βιβλίον τῆς Σοφίας Σειράχ. Εὑρισκόμεθα εἰς τό 24ο κεφάλαιον, πού ἀναφέρεται ὁλόκληρο τό κεφάλαιον εἰς τήν Ἐνυπόστατον Σοφία τοῦ Θεοῦ. Καί ἡ Ἐνυπόστατος θά πῆ προσωπική, πρόσωπον, ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία τοῦ Θεοῦ εἶναι τό δεύτερον πρόσωπον τῆς Ἁγίας Τριάδος. Αὐτό σέ κάθε θέμα μας, μέχρι πού νά τελειώση τό 24ο κεφάλαιον, γιατί ὁλόκληρο ἐκεῖ ἀναφέρεται, πάντοτε θά σᾶς τό ἀναφέρω, γιά νά σᾶς τό ὑπενθυμίζω. Πρόκειται λοιπόν γιά τό δεύτερον πρόσωπον της Ἁγίας Τριάδος, διά τόν Θεόν Λόγον, πού ἔχει εἰδικήν περίπτωσιν μέ τό ὄνομα «Σοφία τοῦ Θεοῦ». Καί διά νά μή νομισθῆ ὅτι ἡ Σοφία αὐτή εἶναι μία ἀφηρημένη ἔννοια, ὅπως εἶναι στούς Ἕλληνες, γι’ αὐτό ἀκριβῶς λέμε «Ἐνυπόστατος Σοφία». Εἶναι ὁ μετέπειτα Ἐνανθρωπήσας Θεός Λόγος. Καί στήν ἔρευνα αὐτή, πού ἡ Γραφή μᾶς προκαλεῖ καί μᾶς προσκαλεῖ, εἶναι γιά νά διαπιστώσωμε, τοῦ ποιός εἶναι ἀκριβῶς ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Σήμερα βέβαια γνωρίζουμε πλέον ὅτι ἔχομε τόν Ἰησοῦν Χριστόν, ἀλλά δέν γνωρίζουμε τήν ταυτότητά Του. Ἔτσι, τό ἐρώτημά του, δέν περιορίζεται στήν ἐποχή πού ὁ Χριστός τό ἔθεσε, ἀλλά σέ κάθε ἐποχή. «τίνα μέ λέγουσιν οἱ ἄνθρωποι εἶναι τόν υἱόν τοῦ ἀνθρώπου»; (Ματθ. 16, 13)
Τί λένε γιά μένα οἱ ἄνθρωποι; τόν υἱόν τοῦ ἀνθρώπου; Δέν εἶπε τόν «υἱόν τοῦ Θεοῦ», διότι πρέπει νά ἀνακαλύψης, διά τοῦ ἀνθρώπου, τήν Θεότητα, ἀλλά καί πρέπει νά ἀνακαλύψης διά τῆς Θεότητος τήν ἀνθρωπίνη φύση. Ἐδῶ δέ, στήν Π. Δ., ὅταν γίνεται ἀναφορά τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας, καλούμεθα διά τῆς θείας φύσεως, νά ἀνακαλύψωμε στίς ἐκφράσεις τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τήν ἀνθρωπίνη φύση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, δηλ. τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας. Θά τό δῆτε, ἐξ ἄλλου καί θέμα μας εἶναι σήμερα.
Βέβαια ἔχομε κάνει μόνον ἑπτά χωρία ἀπό τήν ἡμέρα πού ἀρχίσαμε, εἶναι τό 6ον θέμα μας σήμερα καί βλέπετε ὅτι μᾶς ἀπασχολεῖ μόνο ἕνα χωρίον ἀπό τό βιβλίον τῆς Σοφίας Σειράχ, ἀκριβῶς γιατί εἶναι ἡ Σοφία ἀπύθμενος, ἡ γνῶσις πολύ βαθειά, πολύ μεγάλη καί μετά εὐλαβείας καί προσοχῆς πρέπει νά προσερχόμεθα εἰς τήν Ἁγία Γραφή, εἰδικότερα δέ τώρα εἰς αὐτό τό κεφάλαιον εἰς τό ὁποῖον γίνεται λόγος περί τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας.

   Τό 7ον χωρίον τό εἴχαμε ξεκινήσει. Δέν τό ἀναλύσαμε ὁλόκληρο. Σᾶς τό διαβάζω ξανά : «μετά τούτων πάντων ἀνάπαυσιν ἐζήτησα καὶ ἐν κληρονομίᾳ τίνος αὐλισθήσομαι».
Ὁμιλεῖ ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία καθ’ ἑαυτήν. Ἐδῶ λέγει: «μεταξύ ὅλων αὐτῶν τῶν λαῶν καί ἐθνῶν, ἐζήτησα καταυλισμόν καί κατοικία γιά νά ἀναπαυθῶ καί διερωτήθηκα στή χώρα τίνος θά ἐγκατασταθῶ».
Βλέπετε ἐρωτᾶ ἑαυτήν, τόν ἑαυτό της ἐρωτᾶ, γιατί ποιόν ἄλλον νά ἐρωτήση; Δέν ὑπάρχει παρά μόνον ὁ Θεός Πατήρ, τόν ὁποῖον θά δοῦμε μετά τί εἶπε τῆς Σοφίας, ὁ Πατήρ. Κάνει βέβαια ἐδῶ, πολύ μεγάλη ἐντύπωση, θά ἐπαναλάβω μερικά ἀπό τήν περασμένη φορά, ὅτι ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία, ἐνῶ τά πάντα ἐξουσιάζει, καί τόν οὐρανό καί τή γῆ καί τούς λαούς, νά θέτη ἐρώτημα ἀναπαύσεως καί κατοικίας. Εἶναι περίεργο λίγο, ἀφοῦ ὅλα τῆς ἀνήκουν, ὅλα δικά της. Ἀλλά ζητᾶ ἡ Σοφία κατοικία; Θά τό δοῦμε. Καί ἡ ἀνάπαυσή της βέβαια, ὅπως λέγει, εἶναι οἱ ἄνθρωποι. Τί σημαίνει ἀνάπαυση τοῦ Θεοῦ; Τήν λέξη τήν βρίσκομε πολύ συχνά στήν Π. Δ., ὅπως καί τήν λέξη «κατάπαυση». Καί «ἀνάπαυση» καί «κατάπαυση» ἐδῶ οἱ λέξεις εἶναι συνώνυμες. Εἶναι μία ἀνθρωποπαθής ἔκφρασις, πού δείχνει ὅτι ὁ Θεός «ξεκουράζεται». Βέβαια ὁ Θεός δέν κουράζεται. Ἀναμφισβήτητα. Γι’ αὐτό σας εἶπα ὅτι εἶναι μία ἀνθρωποπαθής κατάστασις. Θέλει νά δείξη ὅτι ὁ Θεός ἀναπαύεται, ξεκουράζεται, εὐαρεστεῖται νά ὑπάρχει εἰς τούς ἁγίους ἀνθρώπους. Εἶναι αὐτό πού λέμε εἰς τήν Θεία Λειτουργία, «ὁ ἐν ἁγίοις ἀναπαυόμενος». Σύ ὁ ὁποῖος ἀναπαύεσαι εἰς τούς ἁγίους. Καί ὁ προφήτης Ἠσαΐας, ἀπ’ ὅπου βεβαίως παίρνει αὐτήν τήν θέσιν ὁ Μ. Βασίλειος καί ὁ ἱερός Χρυσόστομος: «Τάδε λέγει Κύριος ὁ Ὕψιστος, ὁ ἐν ὑψηλοῖς κατοικῶν τὸν αἰῶνα, ἅγιος ἐν ἁγίοις ὄνομα αὐτῷ, Κύριος Ὕψιστος ἐν ἁγίοις ἀναπαυόμενος …», τ’ ὄνομά του; Ὁ ἅγιος ἀνάμεσα στούς ἁγίους. Αὐτό, λέγει, εἶναι τό ὄνομά του, «ἐν ἁγίοις ἀναπαυόμενος», ὁ ὁποῖος ἀναπαύεται, λέγει, ἀνάμεσα εἰς τούς ἁγίους. Ἡ ἔννοια, λοιπόν τῆς ἀναπαύσεως τῆς Σοφίας εἶναι ὅτι ἐζήτησε ἀπό τίς ἐλεύθερες προαιρέσεις τῶν λογικῶν ὄντων, δηλ. τῶν ἀνθρώπων, ἀνταπόκρισιν, ἀναγνώρισιν, εὐχαριστία, δοξολογία.
   Θυμηθεῖτε τό ὅραμα τοῦ προφήτου Ἠσαΐου, πού εἶναι καταγραμμένο στό 6ο κεφάλαιο, πού εἶδε, λέγει, τόν Κύριο ἐπί θρόνου ἐπηρμένου καί τά Χερουβίμ κλπ. κλπ. Γιατί τά Χερουβίμ εἶναι γύρω ἀπό τόν θρόνον, κάτω ἀπό τόν θρόνον, περί τόν θρόνον; Θρόνος εἶναι ἔκφρασις ἀναπαύσεως. Ὅταν κάθομαι σέ μία καρέκλα, αὐτό δείχνει ἀνάπαυση. Ἔκφρασις λοιπόν, προσέξτε. Αὐτά εἶναι θεῖες πραγματικότητες, πέρα ἀπό κάθε περιγραφή, ἄκτιστες καταστάσεις, πού δέν μποροῦμε παρά νά τίς ἐκφράσουμε μέ κτιστά λόγια, κτιστά ρήματα, ἐνῶ αὐτά ὅλα εἶναι ἄκτιστα καί δέν δύνανται νά ἐκφρασθοῦν. Ἐκφράζονται ὅμως μέ πράγματα, θέματα, εἰκόνες, ἀπό τόν κτιστόν μας κόσμον. Τί σημαίνει λοιπόν ὅτι εἶναι ἐπί θρόνου; κι ἐκεῖ ξέρετε, εἶναι ὁ Θεός Λόγος. Ἐνθυμεῖσθε τά θέματα πού ἔχομε κάνει στή Λάρισα, πρίν ἀπό τρία χρόνια, γύρω ἀπό τό θέμα αὐτό, ὅτι εἶναι «ἐπὶ θρόνου ὑψηλοῦ καὶ ἐπῃρμένου» ( Ἡσ. 6, 1) καί ὅπως ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης μᾶς ἀποκαλύπτει, αὐτός εἶναι ὁ Θεός Λόγος. Στό Εὐαγγέλιο του μᾶς τό λέγει αὐτό: «ὅτι κινοῦνται οἱ οὐράνιες δυνάμεις καί ἐπ’ αὐτῶν ἀναπαύεται», δηλ. εὐαρεστεῖται. Γι’ αὐτό καί οἱ οὐράνιες αὐτές δυνάμεις, Χερουβίμ, Σεραφίμ, ἄγγελοι, ἀρχάγγελοι κλπ. κλπ., ὑμνοῦν καί δοξολογοῦν τόν Κύριον εἰς τό διηνεκές. Θυμηθεῖτε καί τόν ὕμνον «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ …», πού ἦταν, λέει, πλῆθος ἀγγέλων, στρατιά ἀγγέλων κλπ., δηλ. σέ ὅλα αὐτά τά πρόσωπα, τίς ὑπάρξεις, ἀναπαύεται ὁ Θεός.
Ἡ ἔννοια, λοιπόν τῆς ἀναπαύσεως εἶναι ὅτι ἐζήτησε, ὅπως σᾶς εἶπα, ἀπό ἐλεύθερες προαιρέσεις, γιατί βεβαίως δέν ἀναπαύεται εἰς τούς ἁμαρτωλούς ἀνθρώπους, δέν ἀναπαύεται εἰς τούς δαίμονες, ζήτησε τήν ἀνταπόκρισιν. Ὁ Θεός Λόγος λοιπόν ἀναπαύεται καί εἰς τούς ἀνθρώπους. Γι’ αὐτό ἔκανε τόν ἄνθρωπο. Ἀναπαύεται στήν κοινωνία τῶν πρωτοπλάστων! Αὐτό τό βλέπομε ὅταν ἐπισκέπτεται τούς πρωτοπλάστους. Καί συνομιλεῖ μαζί τους. Πῶς; δέν γνωρίζομε. Τό θέμα εἶναι ὅτι ὁ Θεός Λόγος, πάντα ὁ Θεός Λόγος, ἡ Σοφία τοῦ Θεοῦ, εἶναι Ἐκείνη πού φαίνεται· ὁ Πατήρ δέν φαίνεται. Γιατί εἰς τόν κόσμον, στόν κτιστόν κόσμον στέλλεται πάντοτε ὁ Υἱός καί τό Πνεῦμα τό Ἅγιον. Εἶναι τά πρόσωπα ἐκεῖνα, τά ὁποῖα ἔχουν τήν σχέση τους - κρατῆστε αὐτή τή λεξούλα - τή σχέση τους, μέ τόν κτιστόν κόσμον. Θά τό δοῦμε λίγο πιό κάτω ἄν ὄχι σήμερα, τουλάχιστον τήν ἐρχομένη φορά. Λοιπόν ἀνεπαύετο εἰς τούς πρωτοπλάστους. Γιατί ἀνεπαύετο; Διότι ἔκανε τόν ἄνθρωπο σύμφωνα μ’ ἐκεῖνο πού θά ἐγίνετο ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία. Θά τό δοῦμε καί παρακάτω αὐτό. Δέν πειράζει ἄν κάνω παλιλλογία, δηλ. λέω καί ξαναλέω μερικά· γιά νά ἑδραιώνονται. Δέν ἔγινε ὁ Ἀδάμ πρῶτα καί μετά ἡ ἀνθρωπίνη φύση τοῦ Χριστοῦ. Πρῶτα ἔγινε ἡ ἀνθρωπίνη φύσις τοῦ Θεοῦ Λόγου καί μετά ὁ Ἀδάμ, ἔστω κι ἄν αὐτό χρονικῶς εἶναι πρωθύστερον. Δέν ἔχει σημασία. Ἔγινε ὅμως βάσει ἑνός σχεδίου. Τό σχέδιον ἦτο, τί θά ἦτο ὁ Θεός Λόγος, τί θά ἐγίνετο.
Ἔτσι λοιπόν ἀνεπαύετο μέ τήν παρουσία τῶν πρωτοπλάστων. Δυστυχῶς, δέν μπόρεσαν νά τό βαθύνουν αὐτό οἱ πρωτόπλαστοι καί ἔχασαν αὐτήν τήν κοινωνίαν. Εἶναι γνωστή ἡ ἱστορία τῶν πρωτοπλάστων. Ἐξορίσθησαν ἀπό τόν Παράδεισον καί πιά δέν ἦταν μαζί τους ὁ Θεός, κατά αἰσθητόν - ὑπογραμμίζω τή λέξη - αἰσθητόν τρόπον. Πόσο αἰσθητόν; Δέν ξέρομε. Ἀργότερα θά εἶναι ὑπέρ αἰσθητόν τρόπον, ὅταν θά Ἐνανθρωπήση. Καί πάλι δέν κατανοήθηκε, τουλάχιστον ἀπό τό λαό του. Ὅλοι αὐτοί οἱ ἀπόγονοί τοῦ Ἀδάμ, βέβαια διεφθάρησαν. Καί ζητᾶ τώρα ὁ Θεός νά βρῆ ἄξιους τῆς κοινωνίας του. Ζητᾶ, ἀναζητᾶ: «Κύριος, λέγει ὁ 13ος ψαλμός, ἐκ τοῦ οὐρανοῦ διέκυψεν, σάν ἀπό παράθυρο ἔσκυψε γιά νά δῆ κάτω ἀπό τό παράθυρο - βλέπετε ὅλα εἶναι ἀνθρωπομορφικά - ἐπὶ τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων, τοῦ ἰδεῖν εἰ ἔστι συνιῶν ἤ ἐκζητῶν τόν Θεὸν. πάντες ἐξέκλιναν, ἅμα ἠχρειώθησαν, οὐκ ἔστι ποιῶν χρηστότητα, οὐκ ἔστιν ἕως ἑνός». (Ψαλμ. 13ος , 2) Τουλάχιστον κάποιος νά ἀναζητᾶ... τίποτα.
Εἶναι βέβαια ἀπογοητευτικό γιά τούς ἀνθρώπους αὐτό. Ἀλλά αὐτός ἦταν ὁ θλιβερός καρπός ὁπωσδήποτε τῆς πτώσεως. Κι ὁ Θεός τώρα βρίσκει κάποια μεμονωμένα πρόσωπα, μέσα στήν πορεία τῆς ἀνθρωπίνης Ἱστορίας, πού ἐκεῖ ἀναπαύεται.
Ὅπως εἶναι ὁ Ἐνώχ, ὁ ὁποῖος, λέγει, «…καὶ εὐηρέστησεν δὲ Ἐνώχ τῷ Θεῷ καὶ οὐχ εὑρίσκετο, ὅτι μετέθηκεν αὐτόν ὁ Θεὸς». (Γέν. 5, 24) Δύο πρόσωπα ἔχομε πού ἔχουν μετατεθεῖ, ἄνευ θανάτου, εἶναι ὁ Ἐνώχ καί ὁ Ἠλίας. 
Ἀκόμη ἀνεπαύθη εἰς τόν Νῶε, ἀνεπαύθη εἰς τόν Ἁβραάμ καί σέ ἄλλα πρόσωπα. Μάλιστα πρίν ἀπό τοῦ νά δημιουργηθῆ ὁ λαός τοῦ Ἁβραάμ. Φερ’ εἰπεῖν ὁ Μελχισεδέκ ἦταν σπουδαῖον πρόσωπο! Ἦτο γνώστης τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό καί ἡ ἱερωσύνη τοῦ Χριστοῦ, ὅπως μᾶς πληροφορεῖ ὁ 2ος ψαλμός, εἶναι κατά τήν τάξιν Μελχισεδέκ, δηλ. σύμφωνα μέ τόν Μελχισεδέκ καί ὄχι κατά τήν τάξιν τοῦ Ἀαρών. Γιατί ὁ Μελχισεδέκ εἶναι ὁ ἄνθρωπος τῆς πίστεως δέν εἶναι ὁ ἄνθρωπος τοῦ νόμου, ἐξ ἄλλου ὁ νόμος ἀκόμη δέν εἶχε δοθεῖ.
 Ἔτσι βλέπει κανένας ὅτι ὁ Θεός Λόγος, ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία, ἀναπαύεται σέ κάποια πρόσωπα. Σάν ἔκφραση, θά λέγαμε αὐτῆς τῆς ἀναζητήσεως, βρίσκομε τίς ἑξῆς διατυπώσεις, τό λέει ὁ ἀπ. Πέτρος στίς Πράξεις: «εὗρον Δαυΐδ, τὸν τοῦ Ἰεσσαί ἄνδρα κατά τὴν καρδίαν μου, ὅς ποιήσει πάντα τὰ θελήματά μου», πού θά κάνει ὅλα τά θελήματά μου. Βρῆκα κατά τήν καρδία μου. Ἄρα λοιπόν ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία ἀναπαύεται εἰς τόν Δαυΐδ.
Ὁ Δανιήλ ἀποκαλεῖται «ἀνήρ ἐπιθυμιῶν». Ἄν ἔπρεπε αὐτό νά τό ἀποδώσωμε, θά λέγαμε «ἀξιαγάπητος ἄνδρας». Ἀκόμη λέγει ἐκεῖ στήν Π. Δ., εἶναι καί στήν Κ. Δ. γραμμένο: «τὸν Ἰακὼβ ἠγάπησα, τὸν δὲ Ἠσαῦ ἐμίσησα». Γιατί; διότι ἡ Σοφία ἀναπαύεται ἀνάμεσα εἰς τούς ἁγίους ἐκείνους πού τηροῦν τά θελήματά της. Ἐν προκειμένω γιατί μισεῖ τόν Ἠσαῦ, πού εἶναι καί πρωτότοκος; Διότι ἐφαύλισε , λέγει, τά πρωτοτόκιά του. Εἶπε: «Τώρα ἐγώ πεινάω πεθαίνω ἀπό τήν πείνα, κι ἐσύ μοῦ μιλᾶς γιά πρωτοτόκια; Πάρτα! εἶπε στόν Ἰακώβ τόν ἀδελφό του. Ξέρετε τί σήμαινε αὐτό; «Δέν θέλω νά γίνω ἐγώ πρόγονος τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας», ὅταν θά ἐλάμβανε ἀνθρωπίνη φύση. Τό εἴδατε; Γι’ αὐτό λέγει «ἐμίσησα». Πήγαινε δηλ. ὁ Ἠσαῦ, οὕτως εἰπεῖν - γιατί ὁ πρωτότοκος ἔπρεπε νά εἶναι- πήγαινε νά ματαιώση, ναί, ναί, τό σχέδιον τῆς Ἐνανθρωπήσεως.
Ὅπως καί ὁ διάβολος, ἔβαλε τόν Κάϊν νά σκοτώση τόν Ἄβελ, γιά νά ματαιώση τό πρόγραμμα τῆς Ἐνανθρωπήσεως. Ἀλλά εἶναι ἀνόητο πρᾶγμα· ὅταν ὁ Θεός ἔχει ἕνα σχέδιο, οὐδέποτε ματαιοῦται. Μπορεῖ νά περάση ἀπό μονοπάτια ἀνύποπτα, θά πραγματώση ὅμως ὁ Θεός τό σχέδιό του. Ἔτσι ἐδῶ βλέπει κανένας ὅτι ὁ Θεός Λόγος ἀναπαύεται.
Ὁ Χριστός τό εἶπε ὡς ἑξῆς· δέν μποροῦσε νά πῆ κάτι διαφορετικό, εἶναι τό ἴδιο πρόσωπον, μήν τό ξεχνᾶτε. Δέν ἔχομε δέ δύο πρόσωπα εἰς τόν Ἰησοῦν Χριστόν. Ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι τό δεύτερον πρόσωπον. Ὅταν ἔγινε ἄνθρωπος, ἐπῆρε μέν ὁλόκληρη τήν ἀνθρωπίνη φύση, ἀλλά παρέμεινε ἕνα πρόσωπον. Αὐτό εἶναι ὁμοίως κάτι τό θαυμαστόν, τό ἀκατανόητο, τό ἀντιλογικόν. Δέν ἔχομε δύο πρόσωπα. Δέν μπῆκε μέσα σέ ἕναν ἄνθρωπο γιά νά ’χουμε δύο πρόσωπα. Ἀλλά ἔγινε ἄνθρωπος πού σημαίνει ὅτι εἶναι ἕνα πρόσωπον.
Εἶπε ὁ Χριστός: «ἐάν τις ἀγαπᾶ με, τὸν λόγον μου τηρήσει, καί ὁ πατήρ μου ἀγαπήσει αὐτόν, καὶ πρός αὐτὸν ἐλευσόμεθα, θά ’ρθοῦμε, καί μονήν παρ’ αὐτῷ ποιήσομεν». Τί θά πῆ αὐτό; δέν σημαίνει τίποτε ἄλλο, παρά ὅτι ζητάει αὐτήν τήν κατοικίαν. Νά μείνη στόν ἄνθρωπο, πού τόν ἀγαπᾶ. Καί ἔτσι ἐκεῖ, ὁ Ἅγιος Τριαδικός Θεός, ἄν τό θέλετε, κι ὄχι μόνον ὁ Θεός Λόγος, νά βρῆ ἀνάπαυση.
Κάνει ἐντύπωση ὅτι ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία φέρεται ἄοικος. Ἔκανε τά πάντα καί δέν ἔχει σπίτι. Ὁ ναός τοῦ Σολομῶντος, πού χτίστηκε, δέν ἦταν τίποτε ἄλλο παρά ἕνα ἀντίτυπον κατ’ αἰσθητόν τρόπον, πού θά ἐφαίνετο ὅτι ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία ἀπέκτησε οἶκον. Ὁ οἶκος τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά οἶκος ποιός εἶναι; Οὐσιαστικά δέν εἶναι ἐκεῖνος ὁ ναός τοῦ Σολομῶντος. Ἦτο ἀντίτυπον. Ἀληθινός οἶκος τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας, θά ἦτο ἡ Θεοτόκος! Οἶκος· ζωντανός οἶκος τοῦ Θεοῦ Λόγου! Μέ κάθε τρόπο δηλ. ζητᾶ νά εἶναι ὁ Θεός Λόγος κοντά εἰςτήν δημιουργία του καί μάλιστα κοντά εἰς τούς ἀνθρώπους. Τό βρίσκομε αὐτό εἰς τά σοφιολογικά βιβλία, πολύ καθαρά διατυπωμένο.
Ὅταν ἡ Σοφία τοῦ Θεοῦ τελικά ἐπέλεξε τόν Ἰσραήλ, μετά τήν ἐπάνοδο ἀπό τήν Αἴγυπτον, ὅταν εἶναι στό δρόμο της ἐπιστροφῆς, - δηλ. 40 χρόνια ἔμειναν στήν ἔρημο -καί τώρα ἐπιστρέφουν στήν γῆ τῆς Ἐπαγγελίας, ἐζήτησε νά τῆς ἀνοικοδομηθῆ οἶκος, ναός.
Αὐτό πραγματοποιήθηκε, 
ἐνῶ ἔφθασαν εἰς τήν γῆ τῆς Ἐπαγγελίας, πραγματοποιήθηκε ὕστερα ἀπό 500 χρόνια! Πότε; μετά πού ἔφυγαν ἀπό τήν Αἴγυπτο - ἔφυγαν τόν 15ον αἰῶνα - καί τόν 10ον αἰῶνα ὁ Σολομών κτίζει οἶκον εἰς τόν Κύριον. Εἶναι ὅμως πολύ χαρακτηριστικά ἐκεῖνα τά ὁποῖα λέγει στόν Δαυΐδ διά τοῦ προφήτου Νάθαν. Ἀκοῦστε νά δεῖτε τί λέγει: «καὶ ἐγένετο τῇ νυκτὶ ἐκείνῃ, καὶ ἐγένετο ῥῆμα Κυρίου πρὸς Νάθαν λέγων· ἐκείνη τή βραδιά, δόθηκε προφητεία εἰς τον Νάθαν ἀπό τήν Ἐνυπόστατον Σοφίαν, πορεύου, πήγαινε, καὶ εἰπὸν πρὸς τὸν δοῦλόν μου Δαυΐδ·, πήγαινε καί πές εἰς τόν δοῦλο μου τόν Δαυΐδ, τάδε λέγει Κύριος· οὐ σὺ οἰκοδομήσεις μοι οἶκον τοῦ κατοικῆσαὶ με·» (Βασ.Β΄ 7, 4-5) δέ θά μοῦ κτίσεις ἐσύ οἶκον γιά νά κατοικήσω, - τώρα λέω ἐγώ περισσότερα, γιατί κι ἀλλοῦ εἶναι γραμμένα ἔτσι - ἀλλά ὁ γιός σου ὁ Σολομών. Τό γιατί; Γιατι, λέει, εἶσαι, λέγει, ἀνήρ αἱμάτων. Σημειώσατε ὅτι ὁ Σολομών ἦτο εἰρηνικός βασιλεύς· 40 χρόνια ἐβασίλευσε καί στήν ἐποχή του δέν ἔγινε ποτέ οὔτε ἡ πιό μικρή πολεμική σύρραξις. Καί ὄχι μόνον αὐτό. Εἶναι καί πολλά ἄλλα.
Εἶναι αὐτό πού λέμε: «ἔχεις κώλυμα, ἔχεις ἐμπόδιο νά γίνης ἱερεύς». Ἕνα ἀπό τά κωλύματα τά ἐμπόδια, εἶναι, ἐάν θά γίνης ἱερεύς, δέν πρέπει νά ἔχεις φονεύσει καθ’ οἱονδήποτε τρόπον, καί ἡ ἔκτρωση, ἄν εἶσαι παντρεμένος ἄνθρωπος, εἶναι ἕνα κώλυμα γιά τήν δική σου τήν ἱερωσύνη. Δέν πρέπει νά φονεύσης. Ὅπως καί τό πρόβατο πού ἐθυσιάζετο, ἦτο ἄμωμον, δέν εἶχε μῶμον, δέν εἶχε ψεγάδι. 
Ὁ ὑποψήφιος λοιπόν ἱερέας, ἔπρεπε νά μήν ἔχει δύο τουλάχιστον ἁμαρτήματα. Εἶναι τά σαρκικά ἁμαρτήματα, πού βλέπομε ὅτι ἔχουν - προσέξτε! - ὀντολογικήν διάστασιν ἐπί τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως τοῦ μέλλοντος ἱερέως, καί ὁ φόνος. Αὐτά τά δύο.
Τώρα, τί ἐγίνετο εἰς τόν Ἰσραήλ, τί γίνεται σήμερα εἰς τήν Χριστιανική Ἐκκλησία, καλύτερα κανείς νά μήν τό σκέπτεται.. Ὡστόσο, συνεχίζει ὁ Θεός. Ἐδῶ εἶναι τώρα τό πολύ ὡραῖο: «ὅτι οὐ κατῆκηκα ἐν οἴκῳ ἀφ’ ἧς ἡμέρας ἀνήγαγον τοὺς υἱοὺς Ἰσραήλ ἐξ Αἰγύπτου ἕως τῆς ἡμέρας ταύτης». Λέγει· δέν κατοίκησα σέ σπίτι, σέ σκέπαστρο, ἕως αὐτήν τήν ἡμέρα, ἕως σήμερα, ἀπό τότε πού ἔβγαλα τόν λαό μου τον Ἰσραήλ ἀπό τήν Αἴγυπτο, δηλ. 500 χρόνια, ὅπως σᾶς ἐξήγησα προηγουμένως. «καὶ ἤμην ἐμπεριπατῶν ἐν καταλύματι καὶ ἐν σκηνῇ». (Βασ. Β΄ 7, 6)
Ἐδῶ ἔχει ἕνα ρῆμα τό «ἐμπεριπατῶ», πού δείχνει κίνηση. Ὅταν εἶμαι στό σπίτι μου, κάθομαι. Ὅταν εἶμαι ἔξω ἀπό τό σπίτι μου, περιπατῶ. Πού δείχνει ἐδῶ μίαν, θά λέγαμε, κίνησιν, τήν ὁποίαν εἶχε καί ὁ λαός. Πῶς τήν εἶχε τήν κίνηση ὁ λαός; Μά ἦταν ἐν πορεία εἰς τήν ἔρημον. Γι’ αὐτό λέγει «ἐμπεριπατῶν». Γιατί; διότι συνώδευε τό λαό ὁ Θεός Λόγος, ὡς στήλη νεφέλης. Τό ἐνθυμεῖσθε ἀπ’ τήν περασμένη φορά; Διότι, λέει, «ἔστησα τόν θρόνο μου εἰς τήν κορυφή τῆς στήλης τῆς νεφέλης»· δηλ. αὐτή ἡ κολώνα τρόπον τινά πού ἦταν ἀπό σύννεφο, ἐκεῖ, λέγει ἔστησα τόν θρόνον μου, καί ἔτσι μετεκινεῖτο, γιά νά τούς δείξη - εἰς τούς Ἑβραίους - ὅτι ἔπρεπε νά μετακινηθοῦν νά πᾶνε πιό πέρα κ.ο.κ. Τό κατάλυμα τί ἦταν; Ἦτανε ἡ σκηνή τοῦ μαρτυρίου. Δηλ. ἕνα φτωχικό ξύλινο παράπηγμα, σκεπασμένο μέ σκεπάσματα. Αὐτό εἶναι τό κατάλυμα. Εἶναι γραμμένα αὐτά στό Β΄ Βασιλειῶν, 7ο κεφ.
Ἐδῶ λοιπόν βλέπομε ὅτι δέν κατοικεῖ ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία σέ οἶκο. Δέν παραπονιέται ὅμως. Νά σᾶς πῶ κι ἕνα λιγάκι παράλληλο. Ὅταν σύρθηκε ὁ λαός στή Βαβυλώνα, πολύ ἀργότερα, δηλ. τρεῖς αἰῶνες μετά ἀπ’ τήν κατασκευή τοῦ ναοῦ, ὁ ναός κατεστράφη ἀπό τούς Βαβυλωνίους, καί βέβαια τιμωρήθηκε ὁ ἐγγονός τοῦ Ναβουχοδονόσορος, πού μετά τῶν πορνῶν, ἔπιναν κρασί ἀπό τά σκεύη τοῦ ναοῦ τά ἀργυρᾶ καί τά χρυσά κλπ., κλπ. Ἀλλά ἐκεῖ σημειοῦται τό ἑξῆς· ὅτι ὅταν ἐπέστρεψαν μετά τά 70 χρόνια, μέ τήν ἀρχηγία τοῦ Ἔσδρα, πίσω στά Ἱεροσόλυμα, βρῆκαν μία πόλη κατεστραμμένη. Ὁ ναός, βεβαίως, κατεστραμμένος. Τά σπίτια, βεβαίως, κατεστραμμένα. Καί τότε ὁ λαός ἔπιασε νά φτιάξη τά σπίτια του. Θά μοῦ πῆτε «τί φυσικώτερον»; Ἐκεῖ κάπου παρεπονέθη ὁ Θεός εἰς τόν Ἔσδρα, « ἦρθατε, κοιτάξατε τά σπίτια σας, τό δικό μου τό σπίτι ὅμως δέν τό φτιάξατε»
   Ἐδῶ νά κάνω ἕνα σχόλιο.
 Ὅταν πολλές φορές κάνωμε ἕναν συνοικισμό, ἕνα χωριό, μία καινούρια ἐνορία, βέβαια ἀφήνομε κάποιον τόπο - γιατί εἴμαστε Χριστιανοί καί τό θέλομε αὐτό - γιά ἕναν ναό. Πρῶτα κτίζομε τά σπίτια μας, μετά φροντίζομε γιά τό ναό. Τό χειρότερο ὅμως ξέρετε ποιό εἶναι; Τό χειρότερο εἶναι τό ἑξῆς· ὅτι τά μέν σπίτια μᾶς περιποιούμεθα καί καθαρίζομε καί στολίζομε, ὄχι ὅμως τό ναό τοῦ Θεοῦ. Καί τό χειρότερον ὅτι ἐμεῖς, πού ἔχομε τά καθαρά μας σπίτια, ὅταν πηγαίνομε εἰς τόν οἶκον τοῦ Θεοῦ, εἴμεθα ἀπρόσεκτοι καί τόν ρυπαίνομε. Δηλ. θά πάη ἡ ἄλλη πού ἔχει τάμα - λέω ἡ «ἄλλη», ἡ γυναίκα - νά ρίξη λάδι στό κανδήλι, κι ἐνῶ τό βλέπει ὅτι εἶναι γεμάτο - ἀρκεῖ τό λάδι της νά προσφερθῆ- κι ἐκεῖ.. κι ἄλλοτε σᾶς τά ἔχω πεῖ..  κλού, κλού, κλού, πλημμυρίζει τό κανδήλι ἀπό λάδι κι ἀρχίζη νά τρέχει κάτω. Καί βρίσκομε τούς ναούς, πολλές φορές, ἰδίως τά παρεκκλήσια, ρυπαρότατα. Κυρά μου, θά ἠνείχεσο τό σπίτι σου, τό σαλόνι σου, νά εἶναι ρυπαρό, ὅπως εἶναι ρυπαρός ὁ οἶκος τοῦ Θεοῦ; Εἶναι πολύ χαρακτηριστικό. Ἐδῶ παραπονεῖται ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία εἰς τόν Ἔσδρα, γιά τό κατάντημα αὐτό: «τρέξατε, λέει, νά φτιάξετε τά σπίτια σας, κι ἀφήσατε τόν δικό μου τόν οἶκον χωρίς νά τόν ξεκινήσετε» καί βέβαια λυπήθηκαν οἱ Ἑβραῖοι γι’ αὐτό κι ἔσπευσαν γρήγορα - γρήγορα νά δοῦν τί θά κάνουν παρακάτω. Αὐτά βέβαια τά λέμε, σάν μία ἀπάντηση ἀκόμα σ’ ἐκείνους οἱ ὁποῖοι λέγουν, ἰδίως τά τελευταία χρόνια, αὐτές τίς τελευταῖες δεκαετίες: «γιατί νά κτίσωμε Ἐκκλησία, γιατί νά κτίσωμε ναό, γιατί νά στολίσωμε τό ναό»; Εἶναι φοβερόν! Φοβερόν!
Ὅπως ἀκριβῶς, ἄν τό θέλετε, νά σᾶς τό πῶ παράλληλα, ἕνα σχολεῖο εἶναι φροντισμένο, δηλ. καλοχτισμένο, βαμμένο, στολισμένο, μία Δημαρχία, ἕνα κατάστημα Δικαστικόν κ.ο.κ. Γιατί; διότι ἐκεῖ ἐξυπηρετεῖται μία θέσις μία ἰδέα· ἡ ἰδέα τῆς παιδείας, ἡ ἰδέα τῆς δικαιοσύνης κ.ο.κ. ἤ τῆς κρατικῆς ἐξουσίας, καί βέβαια πρέπει νά εἶναι φροντισμένος ὁ οἶκος ἐκεῖνος, τό κατάστημα ἐκεῖνο, πού ἔχει κάποια ἐξουσία, κάποια προβολή. Ἔτσι καί ὁ ναός. Πρέπει νά εἶναι στολισμένος. Μήν εἴμεθα ἐκεῖνοι, πού θά μοιάζαμε τοῦ Ἰούδα «ὡς πρός τί ἡ δαπάνη αὐτή»; πού εἶπε, ὅταν ἡ Μαρία ἡ ἀδελφή τοῦ Λαζάρου, ἔδωσε κι ἀγόρασε πολύτιμο μύρο, γιά ν’ ἀλείψη τά πόδια τοῦ Χριστοῦ. Ὄχι, νά μήν τό κάνωμε αὐτό. Ὁ Ἰούδας ἔτσι σκέπτεται, κι ὁ Κύριος εἶπε: «τούς φτωχούς πάντα τούς ἔχετε, ἐμένα δέ μ’ ἔχετε πάντοτε». Δηλ. τό θέμα τῆς λατρείας, εἶναι σημαντικόν, εἶναι πάρα πολύ σημαντικό.
 Ὁ οἶκος τοῦ Θεοῦ πρέπει νά ἔχει, ὄχι βέβαια, κάποιον πλοῦτον πού νά ’ναι πολύ φορτωμένα μέσα τά πράγματα, γιατί ξέρετε, «τό πολύ καλό» λέει μία ξένη παροιμία «εἶναι ἐχθρός τοῦ καλοῦ». Ἀλλά πρέπει νά εἶναι εὐπρεπής ὁ ναός. Γι’ αὐτό λέει: «Κύριε, ἐκείνους οἱ ὁποῖοι κοπιάζουν γιά τήν εὐπρέπεια τοῦ οἶκου σου - λέμε στή θεία Λειτουργία - νά τούς ἁγιάσης». Αὐτά ὅλα ἔχουν πάρα πολύ σημασία. 

   Λοιπόν καί λέγει τώρα ἐδῶ ἡ Σοφία: «ἐν πάσιν οἷς διῆλθον ἐν παντὶ Ἰσραήλ, εἰ λαλῶν ἐλάλησα πρὸς μίαν φυλὴν τοῦ Ἰσραήλ, ᾧ ἐνετειλάμην ποιμαίνειν τὸν λαόν μου Ἰσραὴλ λέγων· ἵνα τί οὐκ ᾠκοδομήκατέ μοι οἶκον κέδρινον»; Δηλ. σ’ ὅλη τή διαδρομή πού εἶχα μέ τούς Ἰσραηλίτες, ἕως ἐδῶ, μήπως διετύπωσα παράπονο, ἔστω καί πρός μίαν φυλήν τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ, στήν ἀπορία στήν ὁποία ἐγώ, παρεχώρησα τήν ἡγεμονία ἐπί τῶν ἄλλων φυλῶν, - ὅπως εἶναι ἡ φυλή τοῦ Ἰούδα - διά τό γεγονός ὅτι δέν μοῦ εἴχατε κτίσει ναόν ἀπό πολύτιμα κέδρα; Διετύπωσα παραπόνον; λέει ὁ Θεός Λόγος. Εἰς ἀπάντησιν ὅμως ὅλων αὐτῶν, ὁ Δαυΐδ ξέσπασε σέ μία θερμοτάτη προσευχή. Εἶναι τόσο ὡραία, μά τόσο ὡραία! Ἄν θέλετε, εἶναι στό Β΄ Βασιλειῶν στό 7ον κεφάλαιον. Θά πάρω μόνον 1-2 στίχους. Καί τότε λέγει, ὁ Δαυΐδ, γονάτισε, ἔκλαψε καί λέει: «τίς εἰμι ἐγώ, Κύριέ μου Κύριε, καὶ τίς ὁ οἶκός μου, ὅτι ἠγάπησάς με ἕως τούτων». (Βασ. Β΄ 7, 18) Ποιός εἶμαι, λέει, ἐγώ, ποιό εἶναι τό σπίτι μου, ποιά εἶναι ἡ μάνα μου κι ὁ πατέρας μου, ὥστε νά μέ ἀγαπήσης τόσο πολύ καί νά μοῦ ἀναθέσης νά κτισθῆ ὁ ναός ἀπό τό παιδί μου, - τόν Σολομώντα βεβαίως - ἀλλά ἐγώ νά μαζέψω ὅλο τό ὑλικό πού θά ἐχρειάζετο ὁ ναός»; Εἶναι γνωστό αὐτό. Σέ κάθε δέ πρόταση, σ’ αὐτή τήν προσευχή, ἐπαναλαμβάνει σάν ἐπωδό, ἐκεῖνο τό τρυφερότατον, «Κύριέ μου Κύριε», «Κύριέ μου Κύριε», διαρκῶς τό ἐπαναλαμβάνει. Ἄς θυμηθοῦμε ἐδῶ τόν λόγον τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ πού ζητάει αὐτή τήν ἀγαπητικήν σχέσιν.
Τί εἶπε ὁ Χριστός; ἀκοῦστε: «ἐπιθυμίᾳ ἐπεθύμησα τοῦτο τὸ πάσχα φαγεῖν μεθ’ ὑμῶν, πρό τοῦ με παθεῖν·» (Λουκ. 22, 15) ἐπεθύμησα, λέει, - «ἐπιθυμίᾳ ἐπεθύμησα» εἶναι ἑβραϊσμός, πού δίνει τόνο στήν ἐπιθυμία - νά φάγω αὐτό τό Πάσχα μαζί σας. Θά εἶναι τό τελευταῖο μου Πάσχα. Ὅταν δέ ἐκεῖ, εἰς τόν κῆπον τῆς Γεθσημανῆ, «δέν μπορούσατε ,λέει, ν’ ἀγρυπνήσετε μίαν ὥρα μαζί μου»; Δηλ. ἐκφράζεται ἐδῶ ἡ ἀνθρωπίνη φύσις, προσέξτε με, ἡ ἀνθρωπίνη φύσις, τονίζεται ἡ ἀνθρωπίνη φύσις. Καί σημειώνει ὁ Ἰωάννης διά τόν Ἰησοῦν: «ἀγαπήσας τοὺς ἰδίους τοὺς ἐν τῷ κόσμῳ, δηλ. ἀφοῦ ἀγάπησε τούς δικούς του ἀνθρώπους, αὐτοί πού ἦσαν εἰς τόν κόσμον, εἰς τέλος ἠγάπησεν αὐτούς» ( Ἰωάν. 13, 1) ὡς τό τέλος, λέγει, τούς ἀγάπησε. Βλέπει δηλ. κανείς αὐτήν τήν ἀναζήτηση τῆς ἀγαπητικῆς σχέσεως τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας καί πρό τῆς Ἐνανθρωπήσεως καί μετά τήν Ἐνανθρώπηση, μέ τούς ἀνθρώπους.

   Καί προχωροῦμε ἀγαπητοί εἰς τόν ἑπόμενον στίχον τόν 8ον : «τότε ἐνετείλατό μοι ὁ κτίστης ἁπάντων, καὶ ὁ κτίσας με κατέπαυσε τὴν σκηνήν μου καὶ εἶπεν· ἐν Ἰακὼβ κατασκήνωσον καὶ ἐν Ἰσραὴλ κατακληρονομήθητι».
Αὐτό τό «Ἰακώβ» καί «Ἰσραήλ», εἶναι τό ἴδιο πρόσωπο. Ἀλλά ἀγαπάει πάρα πολύ ἡ Γραφή, γι’ αὐτό εἶναι ἀναρίθμητα παραδείγματα μέσα στήν Π.Δ καί κάπου στήν Κ. Δ., τό ἴδιο ὄνομα μέ ἄλλη παρονομασία, - ἄς τό ποῦμε ἔτσι - γιά νά κάνη πλούσιο τό λόγο. Τό Ἰακώβ καί Ἰσραήλ εἶναι τό ἴδιο πρόσωπο γιατί ὀνομάσθηκε ἀπό κεῖνον μέ τόν ὁποῖον ἐπάλαιε - ἀπό τήν Ἐνυπόστατον Σοφίαν - ὀνομάσθηκε Ἰσραήλ πού θά πῆ ἠγαπημένος. Νά σᾶς τό ἀποδώσω: «Τότε μοῦ ἔδωκε ἐντολή ὁ δημιουργός ὅλων τῶν δημιουργημάτων, κι Ἐκεῖνος πού ἔκτισε καί Ἐμένα, ὥρισε τόν τόπον τῆς σκηνῆς καί διαμονῆς μου καί εἶπε· στή χώρα τοῦ Ἰακώβ κατοίκησε καί λάβε κληρονομία καί ἰδιοκτησία μεταξύ τοῦ Ἰσραήλ. Ἰδιοκτησία· περιούσιος λαός, περιουσία. Ἐδῶ, στήν ἀναζήτηση σκηνῆς, «ποῦ νά μείνω»; ψάχνει ὁ Θεός Λόγος, οὕτως εἰπεῖν, ἐδόθη ἡ ἀπάντησις, ὅπως βλέπομε, ἀπό τόν Θεόν Πατέρα, πρός τήν Ἐνυπόστατον Σοφίαν, ὅτι θά τήν ἔβρη τήν κατοικία του, τήν ἀνάπαυσή του, ἀνάμεσα στόν λαό τοῦ Ἰσραήλ.
Θά προχωρήσω βέβαια, ἀλλά αὐτό τό «σκηνή» κλπ. δηλ. νά ἀναζητήση σκηνή, κατοικία, ξέρετε ποῦ ἀναφέρεται; Στό θέμα τῆς Ἐνανθρωπήσεως. Δηλ. ποῦ νά Ἐνανθρωπήσω; Σᾶς τό εἶπα ἐκ προοιμίων αὐτό, γιά νά τό ’χετε στό νοῦ σας· νά σᾶς τό πῶ στό τέλος, γιατί τό τέλος θά εἶναι τήν ἐρχομένη φορά, ἐπειδή εἶναι δύσκολο θέμα, πάνω στό ρῆμα «κτίζω». Κι ἐμένα, λέει, μέ «ἔκτισε». Ἀναφέρεται στήν ἀνθρωπίνη φύση. Ἐδῶ βέβαια γίνεται λόγος ὅτι ὁ Θεός Πατήρ ἔκτισε τήν Σοφίαν. Βέβαια δέν πρόκειται περί κτίσματος· ἡ Σοφία δέν εἶναι κτίσμα. Λόγο θά κάνωμε ὅμως παρακάτω, ἴσως καί τήν ἐρχομένη φορά, σᾶς εἶπα. Αὐτό τό «καὶ ὁ κτίσας με», κι Ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος με ἔκτισε, ἀναφέρεται στό ἀνθρώπινο σῶμα, δηλ. ὡς Θεός, θά προσελάμβανε καί τήν κτιστήν φύσιν. Ὡς Θεός, ἀΐδιος Θεός. Ὅμως ἄς δοῦμε πρῶτα αὐτή τήν ἀναζήτηση της κατοικίας, ἔχει πολλή σημασία. Μοιάζει πολύ μυστηριῶδες βέβαια αὐτό, ἀλλά ἀναφέρεται σέ σημεῖο πού ἀναζητᾶ, τῆς οἰκουμένης, ποῦ θά προσελάμβανε ἡ θεία Σοφία τήν ἀνθρωπίνη φύση. Καί τῆς ὑπεδείχθη, ἀπό τόν Θεό Πατέρα· ἡ χώρα τοῦ Ἰσραήλ. Γιά σκεφθεῖτε· δῆτε τήν ὑφήλιον, τή σφαίρα, μέ τίς θάλασσές της καί τίς ξηρές της, τάς ἠπείρους της, Ἀσία, Εὐρώπη, Ἀφρική, Ἀμερική, Μεσόγειος, Ἀτλαντικός, Εἰρηνικός ὠκεανός, Ἰνδικός ὠκεανός, Βόρειος, Νότιος πόλος· δῆτε τήν ὑφήλιον, ὅτι ἐδιάλεξε αὐτό τό σημεῖον, πού λέγεται «γῆ Χαναάν». Ἐκεῖ πού κατοίκησε ὁ Ἰσραήλ. Κάνει ἐντύπωση. Βέβαια ἀπό τήν γειτνίασιν, θά λέγαμε αὐτήν, ὄχι μόνον ἡ γῆ, ἡ ξηρά, πῆρε μία σημασία, τεραστία σημασία, ἀλλά καί ἡ θάλασσα. Ἡ Μεσόγειος θάλασσα εἶναι ἡ σημαντικοτέρα θάλασσα εἰς τήν ἀνθρώπινη Ἱστορία. Ὄχι μόνον εἰς τόν ἀνθρώπινο πολιτισμό, εἶναι πασίγνωστο αὐτό. Οἱ καλύτεροι πολιτισμοί, οἱ σπουδαιότεροι πολιτισμοί ἀνεπτύχθησαν περί τήν Μεσόγειον θάλασσαν, «ἐν οἷς πολιτισμοῖς» εἶναι καί ὁ Ἑλληνικός· ὁ σπουδαιότερος. Εἶναι λοιπόν μία πάρα πολύ σπουδαία θάλασσα ἡ Μεσόγειος, κλειστή θάλασσα, καί μάλιστα μία θάλασσα στήν ὁποία θά διαδραματισθοῦν στά ἔσχατα, φοβερές καταστάσεις. Στήν ἴδια θάλασσα θά διαδραματίση καταστάσεις καί ὁ Ἀντίχριστος. Τό βλέπομε αὐτό ἀπό τό ὅραμα τοῦ Δανιήλ, μέ τά 4 θηρία πάνω ἀπό τήν Μεσόγειον θάλασσαν, τήν λεγομένη «Μεγάλη θάλασσα», ἐν συγκρίσει μέ τή «Μικρή θάλασσα», πού ἦταν ἡ λίμνη τῆς Γεννησαρέτ. Βέβαια συγκρίνεται ἡ λίμνη της Γεννησαρέτ μέ τήν Μεσόγειο; ὄχι βεβαίως ἀλλά ἐκεῖ στή λίμνη της Γεννησαρέτ, ἔλαβαν χώρα σπουδαία γεγονότα. Διότι ὁ Ἰησοῦς Χριστός ἐκεῖ ἐκινήθη. Ἔτσι λοιπόν ἡ Μεσόγειος εἶναι μία πάρα πολύ σπουδαία θάλασσα. Ἀλλά ὅταν ὁ Θεός ὁρίζει τόν Ἰσραήλ, ὁ Ἰσραήλ θά ἔφερνε ἕναν ἄνθρωπο. Κι αὐτός ὁ ἄνθρωπος θά ἦτο ἡ Θεοτόκος, ἡ Παρθένος Μαρία. Αὐτή θά ἐπλαισιοῦτο ἀπό τόν λαόν τοῦ Θεοῦ. Παρ’ ὅτι τά πάντα, θάλασσα καί γῆ καί ἔθνη καί λαοί ἦσαν κάτω ἀπό τήν ἐξουσία τῆς Σοφίας. Ἀλλά γιατί; Διότι ὁ Ἁβραάμ, γιατί νά διαλέξη ἐκεῖνον τόν τόπον; καί γιατί ὁ Θεός νά πάρη τόν Ἁβραάμ καί νά τόν φέρει σ’ ἐκεῖνον τόν τόπον, διότι δέν ἦταν ἰθαγενής, ντόπιος ὁ Ἁβραάμ, ἦταν κάτοικος τῆς Οὔρ, τῆς ἀρχαιοτάτης αὐτῆς πόλεως. Μίας πόλεως ἀπό τίς λίγες τῆς ἀρχαιότητος. Καί ἡ Τροία καί ἡ Ἱεριχώ, ξέρετε τί ἡλικία ἔχουν; Πάνω ἀπό 10.000 χρόνια π.Χ. Γιατί νά πάρη τόν Ἁβραάμ ἀπό τήν Οὔρ, νά τόν φέρει βορειοδυτικά, νά περιμένη νά πεθάνη ὁ πατέρας τοῦ Ἁβραάμ καί μετά νά τοῦ πῆ: «τώρα θά κατηφορίσης πρός Νότον». Καί μετά ἦρθε στή γῆ τῆς Ἐπαγγελίας. Χωρίς νά τοῦ δώση ὅμως γῆ οὔτε ἑνός ποδός. Οὔτε τριάντα ἑκατοστά δέν εἶχε κληρονομίαν, ἰδιοκτησία, ὁ Ἁβραάμ. Ἐξηγεῖ ὁ ἀπ. Παῦλος: «διότι, λέγει, περίμενε κρείτονα πατρίδα» ( Ἑβρ. 11, 16) δηλ. τήν ἀχειροποίητον, τήν ἄκτιστον, τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Μέσα σ’ αὐτή τήν Ἱστορία, βλέπει κανείς τά μυστήρια τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, τά μυστήρια τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Εἶναι καταπληκτικά ὅλα αὐτά! Ὡστόσο, νά ἐπανέλθω, ὁ Ἁβραάμ ἦταν ὁ Γενάρχης αὐτοῦ τοῦ λαοῦ, καί ἦταν ἄνθρωπος πίστεως. Γι’ αὐτό ἐδιάλεξε τόν Ἁβραάμ. Καί γι’ αὐτό τώρα τοῦ κάνει αὐτές τίς περιπλανήσεις, γιά ν’ ἀποδειχθῆ ἡ πίστις τοῦ Ἁβραάμ καί ἡ ἀγάπη τοῦ Ἁβραάμ πρός τόν Θεόν, ὅπως στή συνέχεια καί τοῦ Ἰσαάκ καί τοῦ Ἰακώβ, ὁ ὁποῖος μετονομάσθη Ἰσραήλ. Τί ἐπίστευσαν αὐτοί οἱ Γενάρχαι, παππούς, παιδί, ἐγγονός; Εἰς τήν Ἐνυπόστατον Θείαν Σοφίαν. Ἐκεῖ ἐπίστευσαν. Ἐπίστευσαν μ’ ὅλη τή δύναμη τῆς ψυχῆς τους. Θά μοῦ πεῖτε, πλήρως; Ἡ πλήρης γνῶσις θά ἤρχετο μετά τήν Ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ Λόγου, καί θά ἐδραιοῦτο μέσα μας μέ τήν Πεντηκοστή. Ἄς εἶναι. Εἶναι τόσο μεγάλο κεφάλαιον ἡ πίστις; Ναί εἶναι τόσο μεγάλο κεφάλαιο, γι’ αὐτό σημειώνει ἐκεῖ στή Γένεση ὁ ἱερός συγγραφεύς: «καὶ ἐπίστευσεν Ἄβραμ τῷ Θεῷ, καὶ ἐλογίσθη αὐτῳ εἰς δικαιοσύνην». (Γέν. 15, 6) Δικαιοσύνη θά πεῖ ἁγιότητα· δηλ. πίστεψε καί λογαριάστηκε ἡ πίστις του αὐτή σέ ἁγιότητα. Τό ἴδιο χωρίο θά χρησιμοποιήση καί ὁ ἀπ. Παῦλος, ὁ ἄνθρωπος πού τόνισε τήν πίστιν ὅσο κανείς ἄλλος. Ὁ Ἁβραάμ μετηνάστευσε λοιπόν ἀπό τήν Οὔρ τῆς Μεσσοποταμίας - τοῦ Ἰράκ, ἄν τό θέλετε μέ τό σύγχρονο ὄνομα - μετηνάστευσε ἐκ πίστεως. Ὁ Ἰσαάκ, ἤρεμα - ὁ γιός τοῦ Ἁβραάμ - ἐδέχθηκε τήν θυσία του, εἰς τύπον Χριστοῦ.
Τοῦ εἶπε ὁ Θεός, ἡ Σοφία: «Πάρε τό παιδί σου - ἄν καί τό ἀπέκτησε 100ἐτῶν καί ἡ Σάρα 90 - πάρε τό παιδί σου καί πήγαινε νά μοῦ τό θυσιάσης». Δέν τό εἶπε στήν Σάρα, θά σήκωνε τόν κόσμο στό πόδι. Ἦτο πιστή γυναίκα ἀλλά ὄχι ὅσο ὁ Ἁβραάμ. Τό βλέπομε αὐτό, ὅταν ὁ Θεός εἶπε, στήν ἐπίσκεψη πού ἔκανε στόν Ἁβραάμ, τρεῖς ἄνδρες, ὅτι θά ἔχεις παιδί τοῦ χρόνου. Η Σάρα γέλασε. «ἐξέλιπεν, δὲ τῇ Σάρρα γίνεσθαι τά γυναικεῖα». (Γέν. 18, 11) Ἔτσι λέει ἡ Ἁγία Γραφή. Δέν εἶχε γονιμότητα πλέον, 90 χρονῶ ἦτο. Γιατί γέλασε ἡ Σάρρα; «Δέ γέλασα»! Σᾶς τό ’χω πεῖ κι ἄλλοτε αὐτό. «Δέ γέλασα». Ἄχ! αὐτές οἱ δικαιολογίες μας.. «δέ γέλασα»! «Ὄχι, λέει, γέλασες»! Ἤτανε μεσ’ τή σκηνή καί ὁ Θεός τήν εἶδε, ἔ; ὅλα τά βλέπει ὁ Θεός. Λοιπόν ἦτο πιστή ἀλλά ὄχι βεβαίως ὅσο ὁ Ἁβραάμ. Δέν τῆς εἶπε τίποτα, σηκώθηκε πρωΐ-πρωΐ, πῆρε τό παιδί του, πῆρε τό ὑποζύγιο, πῆρε ξύλα, πῆρε φωτιά, νά πάη νά θυσιάση τό παιδί του! Κι ἐκεῖ ὁ Ἰσαάκ λέγει: «Πατέρα, ξύλα πήραμε, φωτιά πήραμε, τό ἱερεῖον - τό σφάγειον - ποιό εἶναι»; Κι ὁ Ἁβραάμ λέγει: «παιδί μου ὁ Θεός ξέρει». Ἦταν ὁ ἴδιος ὁ Ἰσαάκ. Κι ὅταν τό παιδί δέθηκε, πρέπει νά ἦταν γύρω στά 18 του χρόνια, ἔφηβος, δέθηκε, τόν ἔδεσε γιατί θά μποροῦσε νά δραπετεύση τό παιδί, καί τόν ἔβαλε ἐπάνω στά ξύλα, ἦταν φανερό πιά, κανείς κουτός δέν εἶναι, ὅτι «ἐγώ θά ’μαι τό θῦμα». Δέν διαμαρτύρεται ὁ Ἰσαάκ. Ἐδῶ εἶναι τό καταπληκτικό! καί σήκωσε τό χέρι του μέ τό μαχαίρι, νά σφάξη τό παιδί του. Καί τό χέρι του κρατήθηκε, καί τοῦ εἶπε: «ὄχι κατάλαβα»· «κατάλαβα», ὁ Θεός ξέρει, ἀλλά ἤθελε νά δείξη στόν ἴδιο καί στήν Ἱστορία, τήν πίστη τοῦ Ἁβραάμ, καί γύρισε καί εἶδε ἐπάνω σ’ ἕνα Σαβώκ, φυτόν, - εἶναι ἄγνωστο τό φυτό αὐτό, εἶναι προφητικό ὄνομα, Σαβώκ - ἤτανε ἕνα φυτό μέ δύο κλαδιά τί σχῆμα ἔκαναν; Σταυρό, κι ἐκεῖ λέει, ἦταν μπερδεμένα τά κέρατα ἑνός κριοῦ. Τί θά πῆ μπερδεμένα τά κέρατα ἑνός κριοῦ; Εἶναι ἡ σταυρική θυσία τοῦ Χριστοῦ, σαφέστατα. Κι ἐπῆρε, λέει, ἐκεῖνον τόν κριόν καί τόν ἐθυσίασε ὁ Ἁβραάμ ἀντί τοῦ παιδιοῦ του, τοῦ Ἰσαάκ. Ἔτσι λοιπόν βλέπομε ὅτι ὁ Ἰσαάκ ἐδέχθη αὐτή τή θυσία. Δυνάμει, ἔγινε. Μπορεῖ νά μήν πραγματοποιήθηκε ὡς τό τέλος, ἀλλά ἔγινε. Τί ἦτο λοιπόν ὁ Ἰσαάκ; παιδί τῆς πίστεως. Ἀλλά καί ὁ Ἰακώβ, ὁ ἐγγονός τοῦ Ἁβραάμ, κι αὐτός ὅταν εἶπε, δώσ’ μου τά πρωτοτόκια σου εἰς τόν Ἠσαῦ, ἐπίστευε εἰς τόν ἐρχομό τοῦ Μεσσία. Γι’ αὐτό λέγει ὁ Θεός «τόν Ἰακώβ τόν ἠγάπησα, τόν Ἠσαῦ τόν ἐμίσησα». Ἀλλά κι ἀκόμη βλέπει κανένας ὅτι παίρνει εὐλογία ἀπό τήν Ἐνυπόστατον Σοφίαν. Ἐνθυμεῖσθε ἐκεῖνο τό θαυμάσιο, τό συγκινητικότατο, ὅταν γυρίζει πίσω ὁ Ἰακώβ, μ’ ὅλη του τήν φαμίλια καί μ’ ὅλη του τήν περιουσιακή προκοπή, γυρίζει πίσω εἰς τή γῆ Χαναάν, προκειμένου νά περάσουν ἕνα ποταμάκι - Ἰαβώκ ἐλέγετο, παραποταμάκι τοῦ ἤτανε τοῦ Ἰορδάνου - ἐπέρασε τή φαμίλια του, πέρασε τά ζωντανά του, πέρασε τούς οἰκογενεῖς του, αὐτός ἔμεινε πίσω· ἤθελε νά προσευχηθῆ, καί ὅλη νύχτα, ἐν ὀνείρῳ, ἐπάλαιε. Ἐπάλευε κάποιον. Ἐπάλαιε, ἐπάλαιε.. γιατί πάλευε; Τόν προκάλεσε αὐτός ὁ κάποιος, κατά τρόπον πού ἐζήτησε.. Κατάλαβε, ὅτι τό πρόσωπο αὐτό εἶναι σπουδαῖο, εἶναι θεῖον, εἶναι ὁ Θεός! Ἦτο ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία. - Ἄφησέ με νά φύγω, λέγει ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία. - Ὄχι, δέν σ’ ἀφήνω, ἐάν πρῶτα δέν μέ εὐλογήσεις!
Πόσο ἀγαπάει ὁ Θεός νά παλεύη μέ τόν ἄνθρωπο! Ἀκούσατε; νά παλεύη μέ τόν ἄνθρωπο, γιά νά γίνη ζωηρωτέρα καί ζωηρωτέρα ἡ ἐπιθυμία τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο. Ἔτσι «ὄχι, λέει, δέν σ’ ἀφήνω», «ἄφησέ με νά φύγω», δέν εἶπε «δέν σ’ εὐλογῶ». «ἄφησε μέ νά φύγω, ξημερώνει..», νά ἔτσι, νά ἔτσι.. κάπου ἐκεῖ τά ξημερώματα, τοῦ λέει: «Ἔ, καλά! νά εἶσαι εὐλογημένος. Τό ὄνομα σου ἀπό δῶ καί μπρός θά εἶναι Ἰσραήλ», δηλ. ἀγαπημένος· καί ἐξαφανίστηκε. Ἀλλά γιά νά δοθῆ ὅμως κι ἕνα αἰσθητό σημεῖο, ἦταν ὁ μηρός τοῦ Ἰακώβ, ἤτανε πιασμένος, δέν μποροῦσε νά περπατήση. Αὐτό ἔχει καί κάποιες συνέχειες - περιττό νά τίς ποῦμε - τό θέμα εἶναι ὅτι πῆρε τήν εὐλογία. Γιατί; Διότι δέν ἔπρεπε νά μείνη στήν Οὔρ. Γιατί ἐκεῖ πῆγε, πού ἦτανε ὁ παππούς του ἀπό ἐκεῖ. Διότι τό εἶπε σαφῶς ὁ Ἁβραάμ εἰς τόν Ἐλεάζαρο: «σέ ὁρκίζω τοῦ λέγει, δέν θά βρῆς γυναίκα ἀπό δῶ γύρω ἀπό τίς Χαναανίτισσες, θά πᾶς νά βρῆς ἀπ’ τήν πατρίδα μου. Πρόσεξε! δέν πρέπει ὁ Ἰσαάκ νά ξαναγυρίση πίσω». Οὔτε κι ὁ Ἰακώβ. Ὁ Ἠσαῦ, ξέρετε ὅτι παντρεύτηκε δύο γυναῖκες ἀπό τή γῆ Χαναάν. Τσακωνόντουσαν, λέει, αὐτές μέ τήν πεθερά τους, μέ τήν Ρεβέκκα, πίιιι.. δέν ἤτανε κάτω ἀπό τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ. Ἔπρεπε νά πάρη γυναίκα ἀπό κεῖ, ἀπό τήν Οὔρ, ἀλλά δέν ἔπρεπε νά μείνει ἐκεῖ. Εἶναι γνωστό ὅτι ὁ ἄνδρας ἐκεῖ πού παντρεύεται συνήθως, συνήθως, συνήθως ἐκεῖ κατοικεῖ, ἐκεῖ κάνει καί τό ἐπάγγελμά του κλπ. Ὄχι! γύρισε πίσω! Γιατί γύρισε πίσω; Γιατί αὐτό ἤθελε ὁ Θεός. Ἔπρεπε ὁ λαός αὐτός νά ἀναπτυχθῆ εἰς τή γῆ Χαναάν. Ὅλα αὐτά εἶναι προϊόντα πίστεως, προσέξτε με, ὅλα εἶναι προϊόντα, καρποί πίστεως, γιά νά καταλάβωμε τί σημαίνει πίστις.
Καί ἔτσι, μποροῦμε τώρα νά κατανοήσωμε τόν Εὐαγγελιστή Ἰωάννη, πού γράφει: «ἐν τῷ κόσμω ἦν, ποιός; ἡ Σοφία, ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία ἤ μέ τό ὄνομα Θεός Λόγος, ἦτο, λέει, εἰς τόν κόσμον, καὶ ὁ κόσμος δι’ αὐτοῦ ἐγένετο, και ὁ κόσμος ἔγινε ἀπό τά χέρια τοῦ Θεοῦ Λόγου, καὶ ὁ κόσμος αὐτὸν οὐκ ἔγνω» ( Ἰωάν. 1, 10) καί ὁ κόσμος δέν τόν ἐγνώρισε. Λέγει ὁ Ὠριγένης, πού σχολιάζει: «ἐν τῷ περιγείῳ τόπῳ κατά τήν ἡμετέραν οἰκουμένην νοουμένῳ» (TLG. Commentarium in evangelium Matthaei 13.20.32. Ὠριγένους ὑπόμνημα εἰς τό κατά Ματθαῖον Εὐαγγέλιον, τόμος ιγ΄: «ἐν τῷ κόσμῳ» γάρ «ἦν το αληθινόν φῶς», τῷ περιγείῳ τόπῳ κατά τήν ἡμετέραν οἰκουμένην νοουμένῳ, …»). Πῶς θά ἐννοήσωμε αὐτόν τόν κόσμον; Ἐν τῷ περιγείω τόπω. Λέγαμε τήν περασμένη φορά τί εἶναι ὁ περίγειος τόπος. Εἶναι κατά τό φαινόμενον. Εἶναι δηλ. ἐκεῖ πού ἀκουμπάει ὁ οὐρανός στή γῆ. Προσέξτε με, ἡ Γραφή γράφει κατά «τό φαινόμενον» τά πράγματα, ὄχι κατά τήν ἐπιστημονικήν ἀλήθειαν, ἔκδοσιν. Καί συνεχίζει, καί μάλιστα, θά λέγαμε, ὅτι τόν ἀνεγνώρισαν πρόσωπα πρό τῆς ἐνσαρκώσεως. Θυμηθεῖτε τόν Ἁβραάμ, θυμηθεῖτε τόν Δαυΐδ, θυμηθεῖτε τόσους καί τόσους. Ὁ Ἁβραάμ μάλιστα πῆρε τήν ὑπόσχεση ὅτι θά ’ρθῆ, καί θά ’ρθῆ ἀνάμεσά μας καί θά εἶναι ἀπόγονος τοῦ ἰδίου τοῦ Ἁβραάμ. Ὅπως καί ὁ Δαυΐδ, πού λέει ὁ 109ος ψαλμός: «Εἶπεν ὁ Κύριος τῷ Κυρίῳ μου· κάθου ἐκ δεξιῶν μου, ἕως ἄν θῶ τοὺς ἐχθρούς σου ὑποπόδιον τῶν ποδῶν σου …» κλπ. (Ψαλμ. 109ος , 1) Πῶς εἶναι ἀπόγονός τοῦ Δαυΐδ, λέει, στούς Φαρισαίους ὁ Χριστός, ἀφοῦ ὁ Δαυΐδ τόν ἀποκαλεῖ Κύριον; Δέν μποροῦσαν νά ἀπαντήσουν. Διότι, «Εἶπεν ὁ Κύριος τῷ Κυρίῳ μου·», Κύριος ὁ Πατήρ, Κύριος ὁ Υἱός, πῶς λοιπόν λέγει τώρα ἐδῶ ὅτι θά ’ναι εἶναι ἀπόγονός τοῦ Δαυΐδ; Ἁπλούστατα, κατά τήν μίαν φύση «Θεός», κατά τήν ἄλλη φύση ἄνθρωπος. Μέ τήν ἀνθρωπίνη φύση λοιπόν εἶναι ἀπόγονός τοῦ Δαυΐδ. Ἀλλά καί μέ τόν Ἁβραάμ. Ὁ Ἁβραάμ, λέει, ζήτησε νά δῆ τήν ἡμέρα τήν δική μου, - εἶπε ὁ Χριστός- ζήτησε νά δή τήν ἡμέρα τή δική μου δηλ. τήν ἐπιφάνειά μου, δηλ. τήν παρουσία μου εἰς τόν παρόντα κόσμο. Καί εἶδε καί χάρηκε! Χάρηκε! Δηλ. τό ἔμαθε εἰς τόν Ἅδη ὁ Ἁβραάμ, ὅτι Ἐκεῖνος πού τοῦ μιλοῦσε ὅταν ὁ Ἁβραάμ ζοῦσε, ἦρθε! Ξέρετε πόσα χρόνια πέρασαν; Δύο χιλιάδες χρόνια! καί τοῦ εἶπαν οἱ Ἑβραῖοι: «δέν εἶσαι οὔτε 50 χρονών ἄνθρωπος καί λές ὅτι ὁ Ἁβραάμ, ὁ πατέρας μας, εἶδε τήν δική σου τήν ἐπιφάνεια καί χάρηκε»; Γιατί χάρηκε; γιατί πίστεψε ὅτι θά ἔλθη. Καί εἶναι ἀπόγονός τοῦ Ἁβραάμ. Ὅλοι αὐτοί γνώρισαν - βέβαια ἀσαφῶς, ἀσφαλῶς - ἀλλά γνώρισαν ὅμως καί πίστεψαν εἰς τήν Ἐνυπόστατον Σοφίαν. Ὁ Ἰωάννης λέγει: «εἰς τὰ ἴδια ἦλθε καὶ οἱ ἴδιοι αὐτὸν οὐ παρέλαβον». Ἦρθε ἀνάμεσά μας. «Εἰς τά ἴδια». Τό λέμε θυμάστε ἀπ’ τό σχολειό πού μάθαμε λίγα Ἀρχαῖα, τί λέγαμε ἐκεῖ; Πηγαίνω «οἶκαδε», πηγαίνω «εἰς τά ἴδια», δηλ. πάω στό σπίτι μου. Ἐκεῖ ὅταν ὁ Ἰωάννης κατ’ ἐντολή τοῦ Χριστοῦ πάνω στό Σταυρό, «ἴδε ὁ Υἱός σου», ἀπό κείνη τή στιγμη, λέγει, ὁ Ἰωάννης πῆρε τήν Θεοτόκον «εἰς τά ἴδια», δηλ. εἰς τό σπίτι του. Τί σημαίνει αὐτό; Σημαίνει ἀγαπητοί μου ὅτι ἦλθε εἰς τόν κόσμον αὐτόν, καί ἰδιαίτερα ἦλθε εἰς τόν λαό του, καί οἱ «ἴδιοι», δηλ. οἱ δικοί του οἱ ἄνθρωποι «αὐτόν οὐ παρέλαβον», δέν ἔγινε ἀποδεκτός. Τί κρίμα! Δέν ἔγινε ἀποδεκτός!
Αὐτός εἶναι ἀγαπητοί μου ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Θά λέγαμε - αὐτό πού λέω τώρα εἶναι ἀντιφατικό - ἡ ἐκτός χρόνου Ἱστορία του, καί ἡ ἐντός χρόνου Ἱστορία του. Γιατί εἶναι ἀντιφατικό; Γιατί ἔξω ἀπ’ τόν χρόνο δέν ὑπάρχει Ἱστορία. Δηλ. ὡς Θεός καί ὡς ἄνθρωπος. Ἀλλά θά συνεχίσουμε, πρῶτα ὁ Θεός, γιά νά δοῦμε ἐκεῖνο τό μεγάλο θέμα, ὅτι ὁ Θεός Πατήρ, «μέ ἔκτισε» τί σημαίνει· ἐκεῖ πού σκόνταψε ὁ Ἄρειος καί ὑπεστήριζε ὅτι ὁ Θεός Λόγος εἶναι κτίσμα, φυσικά αἵρεσις φοβερή.
Αὐτό θά τό δοῦμε, πρῶτα ὁ Θεός, τήν ἐρχομένη Τρίτη.


199η ομιλία στο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης 
« Σοφία Σειράχ ».

►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
" Σοφία Σειράχ " εδώ ⬇️
http://arnion.gr/index.php/p-thanasios-mytilina-os/milies-p-thanasiou/palaia-diauhkh/sofia-seirax
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40oRvQcJSffpry9_VIhWtola

🔸Λίστα ομιλιών της σειράς
«Σοφία Σειράχ».🔻
https://drive.google.com/file/d/15yPd5yULQpwqBdVJzrpusJNL6wa2BczM/view?usp=drivesdk

🎥 Βιντεοσκοπημένες ομιλίες της σειράς «Σοφία Σειράχ».🔻
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40o1lCOake2wwX61iRYZNi-M

🔸📜 Απομαγνητοφωνημενες ομιλίες της σειράς «Σοφία Σειράχ».🔻
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/search/label/%F0%9F%94%B9%CE%A3%CE%BF%CF%86%CE%AF%CE%B1%20%CE%A3%CE%B5%CE%B9%CF%81%CE%AC%CF%87.?m=1

🔸Επεξηγηματικό βίντεο Ασπάλαθου.
https://youtu.be/8tNfAHRkTCk

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️
https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__
https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.