†. Σήμερα, αγαπητοί μου, η Εκκλησία μας, στο μέσον της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, προβάλλει τον Τίμιον Σταυρόν προς θέαν, προς κατανόησιν της θεολογίας Του και προς προσκύνησιν υπό των πιστών. Ο Τίμιος Σταυρός είναι το σύμβολον της θυσίας και ταυτόχρονα το σύμβολον της ενισχύσεως. Αυτό σημαίνει ότι η Εκκλησία μας προβάλλει σε κάθε αγιαστική της πράξη τον Τίμιον Σταυρόν, για να φανερώνει κάθε στιγμή ότι το Ευαγγέλιον είναι σταυρικόν. Θα το επαναλάβω. Ότι το Ευαγγέλιον είναι σταυρικόν. Ότι απαιτείται θυσία. Θυσία από τους πιστούς. Ότι αποτελεί όρον εισόδου στην Βασιλεία του Θεού. Είναι ακόμη και ενίσχυσις των πιστών, διότι με τον Τίμιον Σταυρόν ενικήθησαν οι αντίδικοί μας δαίμονες. Επατήθη και το φαινόμενον του θανάτου.
Γίνεται ακόμη ο Τίμιος Σταυρός η κλίμακα ανόδου μας εις τον ουρανόν. Γιατί η προέκτασις του Τιμίου Σταυρού είναι η Ανάστασις του Χριστού. Ποτέ δεν προβάλλεται ο Σταυρός χωρίς την Ανάσταση. Όταν έχομε του Σταυρού κάποια τελετή, Μεγάλη Παρασκευή, η απόλυσις θα λέγει: «Ὁ ἀναστὰς ἐκ νεκρῶν». Ποτέ ο Τίμιος Σταυρός δεν προβάλλεται χωρίς, να επαναλάβω, την προέκτασή Του, που είναι η Ανάστασις του Χριστού. Η κλίμακα του Ιακώβ έδειχνε την δυνατότητα καθόδου του Θεού, αλλά και την δυνατότητα ανόδου του ανθρώπου. Και αυτή η Κλίμακα είναι τόσον η Θεοτόκος, όσον και ο Τίμιος Σταυρός.
Τίθεται, όμως, ένα θεμελιακό ερώτημα, που σίγουρα απασχολεί πολλούς από τους αδελφούς Χριστιανούς. Γιατί πρέπει να ζήσουμε την σταυρική ζωή; Όπως διάχυτα φαίνεται εις την σημερινή ευαγγελική περικοπή; Ή, γιατί, όπως λέγει ο Απόστολος μετά τον λιθοβολισμό του στα Λύστρα, «διὰ πολλῶν θλίψεων δεῖ (:πρέπει) ἡμᾶς εἰσελθεῖν εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν»; Γιατί «διὰ πολλῶν θλίψεων»; Ή γιατί πρέπει να εισέλθομε, όπως είπε ο Κύριος, δια της στενής πύλης και να περπατήσομε την ζωήν μας, να βαδίσομε στον στενό δρόμο, στην στενήν οδόν; Ή, όπως λέγουν οι Πατέρες, ότι ποτέ κανείς δια της ανέσεως δεν ανέβηκε στον ουρανό. Γιατί; Γιατί, δηλαδή, πρέπει να σηκώσω τον σταυρό μου; Για να σωθώ; Γιατί;
Η απορία είναι βασικής σημασίας. Ασφαλώς σε όλους έχει δημιουργηθεί, γιατί ασφαλώς αφορά στην ίδια μας την σωτηρία. Μάλιστα θα λέγαμε ότι η διάδοσις του Χριστιανισμού, εφόσον έχει το στοιχείον του σταυρού, και αφαιρεί την άνεσιν, τότε δεν θα μπορούσε εύκολα να διαδοθεί ο Χριστιανισμός. Μήπως είναι ένα ανασταλτικόν στοιχείον στις ιεραποστολές;
Αλλά ας παρακολουθήσομε το θέμα, να το δούμε, είναι πάρα πολύ σπουδαίο, θα επαναλάβω, είναι θέμα σωτηρίας μας. Αναμφισβήτητα, αγαπητοί μου, ο Θεός ποτέ δεν θα ήθελε τα πλάσματά Του να θλίβονται και να υποφέρουν. Ποτέ. Δεν μας εδημιούργησε, δεν μας έκανε για να θλιβόμαστε. Κανένα πλάσμα του Θεού, μα κανένα, από το ζωικό βασίλειο, δεν είναι δυστυχισμένο. Βέβαια, δευτερευόντως, αν βλέπετε τα σπουργίτια να τρώνε τους σπόρους κάτω στη γη κι έχουν μία ανησυχία, είναι σε μία φοβερή ετοιμότητα να πετάξουν και να φύγουν, γιατί έχουν την αίσθηση ότι καιροφυλακτεί κίνδυνος, αυτό, αγαπητοί μου, είναι γιατί η φύσις αλλοιώθηκε, ένεκα της αμαρτίας των πρωτοπλάστων. Αλλά όμως ο Θεός δεν κάνει κανένα ζώο δυστυχές. Πώς, λοιπόν, θα ήταν ο άνθρωπος δυστυχισμένος; Για ποιον λόγο; Αντίθετα, ο Θεός δημιουργεί έναν Παράδεισον. Εκεί που ετοποθέτησε τους πρωτοπλάστους. Και μας λέγει σαφώς η Αγία Γραφή, ότι ο Παράδεισος αυτός ελέγετο «Παράδεισος τῆς τρυφῆς». Και, όπως ξέρετε, «τρυφή» θα πει απόλαυσις.
Ο Θεός, ο Ίδιος ο Δημιουργός, ζει στην μακαριότητα. Και τα πλάσματά Του τα καθιστά μακάρια. Έστω κι αν είναι παροδική η ζωή τους. Εννοείται, έξω από τον άνθρωπο. Γιατί ο άνθρωπος επλάσθη, ούτε να πεθάνει, ούτε να μην πεθάνει. Ούτε να πεθάνει, ούτε να μην πεθάνει. Δημιουργός του θανάτου δεν είναι ο Θεός. Αλλά αναλόγως την στάση που θα έπαιρνε ο άνθρωπος, θα ζούσε ή θα πέθαινε. Την στάση έναντι της εντολής του Θεού.
Όμως από φθόνο, του διαβόλου τον φθόνο, εισάγεται η αμαρτία και το αποτέλεσμά της ήταν και είναι ο θάνατος. Όταν οι πρωτόπλαστοι είδαν τον καρπόν, μετά, πάντοτε από την δαιμονικήν εισήγησιν, που είπε ότι «θα γίνετε θεοί», τότε, τον είδαν, λέγει η Γραφή, «καλὸν εἰς βρῶσιν καὶ ὅτι ἀρεστὸν τοῖς ὀφθαλμοῖς ἰδεῖν καὶ ὡραῖον ἐστὶ τοῦ κατανοῆσαι». Δηλαδή, «καλόν τον δένδρον, ωραίος ο καρπός να τον βλέπεις εις την όρασιν και ευχάριστος στη δοκιμή του, στη γεύση του, στη βρώση του». Τότε άρχισε να γεννιέται για πρώτη φορά η ένοχη ηδονή. Η ένοχη ηδονή. Και λέμε ένοχη την ηδονή αυτήν, γιατί αυτός ο Παράδεισος ήτο τρυφή, ήτο ηδονή· που σημαίνει νόμιμος απόλαυσις. Και η ηδονή, ευθύς μετά εγέννησε την οδύνη, τον πόνο. Έτσι η οδύνη ήτο από την απώλεια της μακαριότητος και τη γεύση του θανάτου. Έκτοτε έχομε αυτό το δίπολο, το αδιάσπαστο δίπολον, ηδονή-οδύνη. Ηδονή-οδύνη.
Όταν ήλθε ο Χριστός εις τον κόσμον, έζησε τον καρπόν της ηδονής, που είναι η οδύνη. Αλλά χωρίς την ηδονή, βεβαίως. Και τούτο γιατί ανέλαβε την ανθρωπίνη φύση μας, χωρίς φυσικά και την αμαρτία μας. Ο άνθρωπος έπρεπε, με την βοήθεια του Ενανθρωπήσαντος Λόγου, να βαδίσει τον ίδιο δρόμο της επιστροφής, που ήταν η οδύνη. Να γιατί στενή η πύλη, να γιατί στενός ο δρόμος. Έπρεπε να γυρίσει πίσω, δια της οδού της οδύνης. Επί παραδείγματι, δεν ενήστευσε στον Παράδεισο, όταν ο Θεός είπε «Δεν θα δοκιμάσετε από τον καρπόν», απώλεσε τον Παράδεισο. Για να ξαναγυρίσει, έπρεπε να νηστεύσει. Τηρώντας την αρχική συμβουλή, τον αρχικό νόμο, την αρχική εντολή. Ο Θεός, εκείνο που θέτει, θα το φέρει, θα το φέρει, ίσως από μύριες περιπέτειες, δεν αθετείται, όμως, ποτέ ο λόγος Του. «Θα γυρίσεις πίσω; Θα βαδίσεις πάλι τον ίδιο δρόμο, θα τηρήσεις την εντολήν της νηστείας». Γι'αυτό νηστεύομε.
Επειδή δεν επίστευσε εις τον λόγον του Θεού, ακόμη κάτι καλύτερο παράδειγμα και κεφαλαιώδες και κεντρικό, ότι θα πεθάνεις αν παραβείς την εντολήν του Θεού, οι πρωτόπλαστοι απώλεσαν τον Παράδεισον. Τώρα, για να ξαναγυρίσουν πίσω, πρέπει να βαδίσουν τον ίδιο δρόμο. Ποιο δρόμο; Της πίστεως. Γι'αυτό ο Χριστιανισμός είναι πίστις. Θα πιστέψεις. Σε τι θα πιστέψεις τώρα; Στο θεανθρώπινον πρόσωπον του Χριστού. Γιατί ο Χριστός, ο Θεός που ενηνθρώπησε, κι είναι ο Ίδιος ο Θεός Λόγος μες στον Παράδεισον που έθεσε την εντολή, για να επιστρέψεις, πρέπει να πιστέψεις ότι είναι ο ίδιος. Ο Θεάνθρωπος Ιησούς Χριστός. Τότε δεν επίστεψαν οι πρωτόπλαστοι. Τώρα πρέπει να πιστέψουμε για να γυρίσουμε πίσω. Βλέπετε, δεν αθετείται οτιδήποτε ο Θεός θέτει, το ξαναλέγω.
Έτσι κι εδώ. Βαδίσαμε την οδόν της οδύνης. Βαδίσαμε την οδόν της ηδονής, για να έρθει η οδύνη. Θα γυρίσουμε πίσω δια της οδού της οδύνης. Με την διαφορά ότι όταν ήλθε ο Χριστός, μας διαφοροποίησε αυτήν την οδύνη. Δεν είναι η οδύνη του κόσμου· που μεθάς, γλεντάς, ασωτεύεις και πονάς. Παίρνεις ναρκωτικά, παίρνεις, τσακίζεις τον εαυτόν σου... Δεν είναι αυτή η οδύνη του κόσμου, του προπατορικού αμαρτήματος και του θανάτου. Δεν είναι αυτή η οδύνη· που γεννάει την αμαρτία ή η αμαρτία την οδύνη. Είναι η οδύνη, εδώ είναι η διαφοροποίησις, που προκαλείται από τη βίωση της πνευματικής ζωής και από την άρση, το σήκωμα του σταυρού. Αυτή η οδύνη. Αυτήν την οδύνη πρέπει τώρα να αποδεχθείς, για να γυρίσεις πίσω. Θα αποβάλεις, θα απαρνηθείς την οδύνη που γεννήθηκε από την αμαρτία, την ηδονή, που είναι ο κόσμος, τα πάθη. Θα πάρεις την άλλη την οδύνη, του σταυρού. Για να γυρίσεις πίσω.
Είπαμε ότι το σχήμα ηδονή-οδύνη οδήγησε τον άνθρωπο έξω από τον Παράδεισον. Για να ξαναγυρίσει τώρα πρέπει να ακολουθήσει τον αντίστροφο δρόμο. Πώς το είπα; Ηδονή-οδύνη. Τώρα το αντίθετο: Οδύνη-ηδονή. Οδύνη-ηδονή. Αντίστροφα. Και η ηδονή θα είναι η τρυφή της Βασιλείας του Θεού. Με την ηδονή τώρα θα πας στην τρυφή της Βασιλείας του Θεού. Οδύνη-ηδονή. Η οδύνη θα γεννήσει τώρα την ηδονή, την τρυφήν της Βασιλείας του Θεού. Η οδύνη, θα το επαναλάβω, είναι η σταυρική ζωή.
Έτσι, έχομε τον πνευματικόν τοκετόν. Δηλαδή την απόκτηση της σωτηρίας, μέσα από μια οδύνη. Ξέρετε ότι η γυναίκα άμα γεννάει, έχει οδύνη. Γιατί έχει τις ωδίνες· δηλαδή τους κοιλόπονους. Γράφει ο Ησαΐας, στην ωδή του είναι: «Καὶ ὡς ἡ ὠδίνουσα (:Και όπως αυτή που κοιλοπονά) ἐγγίζει τοῦ τεκεῖν (:πλησιάζει η ώρα να γεννήσει) καὶ ἐπὶ τῇ ὠδῖνι αὐτῆς ἐκέκραξεν (:και στον πόνο της, στον κοιλόπονό της έκραξε, φώναξε) οὕτως ἐγενήθημεν τῷ ἀγαπητῷ σου (:έτσι κι εμείς –λέει- γινήκαμε για τον αγαπητό Σου. -Ποιον; Για τον Ιησούν Χριστόν) διὰ τὸν φόβον σου, Κύριε· ἐν γαστρὶ ἐλάβομεν καὶ ὠδινήσαμεν (:Βάλαμε τον φόβο Σου μέσα μας, εγκυμονήσαμε τον φόβο Σου, Κύριε, και πονέσαμε τον φόβο της εγκυμοσύνης αυτής. Την οδύνη, ε; Τον φόβο, την οδύνη) καὶ ἐτέκομεν· πνεῦμα σωτηρίας (:και γεννήσαμε το πνεύμα της σωτηρίας)». Η αντίστροφος κίνησις. Ελπίζω να είμαι σαφής.
Αυτή η οδύνη εκφράζεται από την Καινή Διαθήκη ως εξής. Λέει ο Κύριος: «Εἰσέλθετε διὰ τῆς στενῆς πύλης. Τί στενὴ ἡ πύλη καὶ τεθλιμμένη ἡ ὁδὸς ἡ ἀπάγουσα εἰς τὴν ζωήν, καὶ ὀλίγοι εἰσὶν οἱ εὑρίσκοντες αὐτήν! (:Λίγοι είναι εκείνοι που την βρίσκουν)». Ακόμη, ο Κύριος είπε: «Ὃστις θέλει –αυτό που ακούσαμε σήμερα- ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν –Ξέρετε, η απάρνησις του εαυτού μας είναι οδυνηροτάτη. Οδυνηροτάτη. Να απαρνηθείς τον εαυτόν σου- καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι». «Να σηκώσει όλες τις θλίψεις της ζωής». Ποιες θλίψεις; Αυτές που γεννιώνται στη σύγκρουσή σου με το πνεύμα του κόσμου. Στην σύγκρουσή σου με το πνεύμα του κόσμου. Την ειρωνεία, τον διωγμόν, την αποδοκιμασία. Να σηκώσεις αυτόν τον σταυρόν. Και του Παύλου, που ήδη σας τα είπα αυτά και προηγουμένως: «Διὰ πολλῶν θλίψεων δεῖ (:Με πολλές θλίψεις πρέπει… -Εκείνο το «δεῖ». Το φοβερό «δεῖ»…) ἡμᾶς εἰσελθεῖν εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν».
Αλλά γιατί; Για δύο λόγους. Ο πρώτος λόγος: Η απαλλαγή μας από τα προσωπικά πάθη, από τις ροπές του προπατορικού αμαρτήματος, από την άσκηση και την ενάσκηση της πνευματικής ζωής. Απ’ αυτά όλα προκύπτει οδύνη. Ξέρετε πώς είναι τα πάθη μας; Κάτι περισσότερο από ό,τι τα στρείδια, κολλημένα στα ύφαλα ενός καραβιού· που έχουν ενσωματωθεί. Εδώ τα πάθη μας και οι ροπές μας έχουν γίνει δευτέρα φύσις… Ώστε να λέμε «ο φυσικός άνθρωπος είναι αυτός κι αυτός», όπως τον περιγράφει η Ψυχολογία. Δεν είναι όμως αυτός ο άνθρωπος, όπως τον περιγράφει η Ψυχολογία. Γι'αυτό και η επέμβαση της Ψυχολογίας δεν είναι η ορθή. Δεν είναι της ώρας να σας πω πιο πολλά. Συνεπώς είναι εύκολο πράγμα να ξεκολλήσεις την δευτέρα σου φύση; Είναι φοβερό. Οδυνηρότατον.
Ο δεύτερος λόγος. Μας λέγει η Γραφή ότι «ὁ κόσμος ὅλος ἐν τῷ πονηρῷ κεῖται», λέει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης. «Ο κόσμος ολόκληρος βρίσκεται εις την αγκαλιά του διαβόλου». Και εις τον κόσμον αυτόν τον πονηρόν είναι ενταγμένοι οι πνευματικοί άνθρωποι. Πρέπει να ζήσουν κατ’ ανάγκην μέσα εις αυτόν τον κόσμον, να ζήσουν μαζί του, τοπικά. Μαζί του. Δεν ξεχωρίζομε. Στο ίδιο λεωφορείο μπαίνομε, στην ίδια αγορά πηγαίνομε, συναλλασσόμεθα με όλον τον κόσμον, με όλους τους ανθρώπους. Πρέπει να ζήσουμε μαζί του. Συνεπώς; Κι όπως λέγει ο Κύριος: «Ἀνένδεκτον ἐστίν τοῦ μὴ ἐλθεῖν τὰ σκάνδαλα». «Είναι αδύνατον να μην έρθουν τα σκάνδαλα». Γιατί; Επειδή «ὁ κόσμος ὅλος ἐν τῷ πονηρῷ κεῖται». Θα ‘ρθουν, λοιπόν, τα σκάνδαλα. Όλα αυτά σημαίνουν ότι ο πιστός… -σκάνδαλα, σου λέει ο άλλος: «Πάω στον δρόμο και σκανδαλίζομαι, πάω στην Εκκλησία ακόμα, βλέπω με τα μάτια μου πώς μπαίνουν ημίγυμνοι άνθρωποι, γυναίκες όλο και σκανδαλίζομαι» : «Ἀνένδεκτον ἐστίν τοῦ μὴ ἐλθεῖν τὰ σκάνδαλα». Όλα αυτά σημαίνουν όμως ότι ο πιστός μέσα στον κόσμο, θα πρέπει οπωσδήποτε να ζήσει με θλίψη. Με θλίψη οπωσδήποτε. Θα δεχθεί το σκάνδαλο, την ειρωνεία, τον διωγμό. Είναι εκείνο που είπε ο Κύριος: «Ἐν τῷ κόσμῳ θλῖψιν ἕξετε». Στον κόσμο θα έχετε θλίψη. «Ἀλλὰ θαρσεῖτε· ἐγὼ νενίκηκα τὸν κόσμον». «Πάρετε θάρρος. Εγώ τον ενίκησα τον κόσμον», λέει ο Κύριος.
Όπως αντιλαμβανόμεθα, αγαπητοί, ο σταυρός είναι απολύτως αναγκαίος για την σωτηρία μας· διότι η θλίψη αντιπροσωπεύεται από τον σταυρόν. Όταν ο Χριστός άπλωσε τις παλάμες Του επί του Σταυρού και Τον κάρφωσαν, δεν ήταν κάποια διασκέδασις, δεν ήταν κάποια άνεσις. Ήταν πόνος και θάνατος. Πρέπει να πεθάνομε εις τον κόσμον αυτόν, ως προς τον κόσμον αυτόν. Ως προς τον κόσμον αυτόν· για να ζήσομε.
Αλλά σωτηρία σημαίνει οικείωση του Χριστού. Πρέπει να οικειωθώ τον Χριστόν, για να έχω την σωτηρία. Και τούτο διότι ο Χριστός είναι «ὁ ὑπὲρ ἡμῶν» και «ὁ ἀντὶ ἡμῶν». Τι θα πει αυτό; Θα πει ότι ο Χριστός έπαθε επί του Σταυρού, που ο κόσμος βέβαια εσταύρωσε τον Χριστόν και τον ανέβασε εις τον Σταυρόν, ο Χριστός έπαθε ὑπὲρ ἡμῶν, για μας και ἀντὶ ἡμῶν. Εμείς έπρεπε να ανεβούμε επάνω εις τον σταυρόν. Διότι εμείς είμεθα οι αμαρτωλοί. Όχι ο αθώος Ιησούς. Ο Χριστός, όμως, ανέβηκε για λογαριασμό μας. «Ὑπὲρ ἡμῶν» και «ἀντὶ ἡμῶν». Έτσι ο Χριστός γίνεται ο αντιπρόσωπός μας, προσέξατέ το αυτό. Ο αντιπρόσωπός μας, γιατί Εκείνος ανέβηκε εις τον Σταυρόν, Εκείνος, ο αντιπρόσωπός μας, απέναντι στον Άγιον Τριαδικόν Θεόν. Ευαρεστεί εις τον Πατέρα και ο Πατέρας, χάριν του Υιού, χαρίζεται σε όσους αντιπροσωπεύει ο Υιός.
Αλλά τι είναι εκείνο που καθορίζει την αντιπροσώπευση; Θα το πω άλλη μια φορά· προσέξτε. Η πίστις. Όταν πιστέψω στο θεανθρώπινον πρόσωπον του Χριστού, ήδη αντιπροσωπεύτηκα από τον Χριστόν. Εάν δεν Του αναθέσω αυτήν την αντιπροσώπευση, δεν σώζομαι. Πάλι η πίστις. Αλλά όχι μόνον η πίστις, αλλά και η οικείωσις στο πάθος του Χριστού. Το πάθος Του, θα γίνει πάθος μου. Πώς; Όταν συσταυρωθώ. Σταυρωθώ μαζί με τον Χριστόν. Πώς δηλαδή; Θα ανεβώ πάνω στον Σταυρόν; Πώς θα γίνει αυτό; Ακούστε πώς το λέγει ο Παύλος: «Χριστῷ συνεσταύρωμαι – Είδατε; Συνεσταύρωμαι. Μαζί με τον Χριστό σταυρώθηκα- Ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός (:Την ζωή την παλιά, την ζωή της αμαρτίας δεν την ζω πια. Έχω πεθάνει ως προς αυτήν)· ὃ δὲ νῦν ζῶ ἐν σαρκί, ἐν πίστει ζῶ τῇ τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀγαπήσαντός με καὶ παραδόντος ἑαυτὸν ὑπὲρ ἐμοῦ».
Κι εκείνο το θαυμάσιον: «Ἀνταναπληρῶ –γράφει στους Κολοσσαείς, ἀνταναπληρῶ: ἀντί-ἀνά-πληρῶ - τὰ ὑστερήματα τῶν παθημάτων τοῦ Χριστοῦ». (Γιατί το σώμα του Χριστού είναι στον κόσμον και πάσχει διαρκώς. Είναι η Εκκλησία· η οποία πάσχει· η οποία σταυρώνεται διαρκώς μες στην Ιστορία, έως το τέλος της Ιστορίας. Αντί, λοιπόν, του Χριστού, ο Οποίος πήγε στον ουρανό, «ἀνταναπληρῶ», λοιπόν, «τὰ ὑστερήματα», ό,τι δεν πρόλαβε Εκείνος να πάθει, των θλίψεων του Χριστού. Πού;) ἐν τῇ σαρκί μου (:στη σάρκα μου) ὑπὲρ τοῦ σώματος αὐτοῦ ὃ ἐστὶν ἡ ἐκκλησία (:Για λογαριασμό του σώματός Του, που είναι η Εκκλησία)». Γι'αυτό ο Παύλος οδοιπορεί, τρώει ξύλο, μπαίνει στις φυλακές, αγωνίζεται. Αυτό θα πει ότι «ο Παύλος ανταναπληροί τα υστερήματα των παθημάτων του Χριστού ἐν τῇ σαρκί του, υπέρ του σώματος του Χριστού, υπέρ της Εκκλησίας».
Αλλά η συσταύρωσις έχει και την συνέγερσιν. Ο Χριστός εμπρός, οι πιστοί από πίσω. Από τον Σταυρό στην Ανάσταση. Και στην Βασιλεία του Θεού. Έτσι μπορούμε να κατανοήσομε, αγαπητοί μου, το μυστήριον του Σταυρού. Θέλετε; Το μυστήριον της σωτηρίας μας. Θέλετε; Το μυστήριον του Χριστιανισμού. Αυτό είναι το μυστήριον του Χριστιανισμού.
Όμως, από τους πάμπολλους Χριστιανούς, τους δικούς μας, τους ανθρώπους μας, δεν κατανοείται ο Σταυρός. Δηλαδή η θλίψη στη ζωή του Χριστιανού. Δεν κατανοείται. Η ευημερία, που είναι στην εποχή μας αφθονούσα, είναι πλέον σύνθημα της ζωής. Αλλά αυτό το σύνθημα στέκεται εχθρικά έναντι του Σταυρού του Χριστού. Ακούστε πώς το λέει ο Παύλος, προς Φιλιππησίους 3, 18: «Πολλοὶ περιπατοῦσιν, οὕς πολλάκις ἔλεγον ὑμῖν (:Ζουν πολλοί, που πολλές φορές σας έλεγα - λέει στους Φιλιππησίους) νῦν δὲ καὶ κλαίων λέγω (:και τώρα που σας γράφω, κλαίγοντας σας γράφω) τοὺς ἐχθροὺς τοῦ σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ –Ποιοι είναι αυτοί «οι εχθροί του Σταυρού του Χριστού;»:- ὧν (:των οποίων) τὸ τέλος ἀπώλεια, ὧν ὁ Θεὸς ἡ κοιλία–Δηλαδή; Ευημερία. Τι θα φάμε και τι θα πιούμε- καὶ ἡ δόξα ἐν τῇ αἰσχύνῃ αὐτῶν –Πορνεύομε μεγαλοπρεπώς,ναι, ζούμε τα σαρκικά αμαρτήματα και καυχώμεθα! «Και η δόξα τους», λέγει, «είναι σε πράγματα που θα έπρεπε να ντρέπονται», λέει ο Παύλος) οἱ τὰ ἐπίγεια φρονοῦντες (:εκείνοι οι οποίοι φρονούν τα επίγεια). Ἡμῶν δὲ τὸ πολίτευμα ἐν οὐρανοῖς ὑπάρχει (:το δικό μας πολίτευμα είναι στον ουρανό)». Τι παρατηρούμε εδώ στα γραφόμενα του Παύλου; Πρώτον, αυτοί οι πιστοί είναι πολλοί. Δεύτερον, είναι εχθροί του Σταυρού του Χριστού, διότι καταργούν με τον τρόπο της ζωής τους τον σταυρόν. Ο σταυρός όμως καταργούμενος, δημιουργεί συμβιβασμό με τον κόσμο, με το κοσμικό φρόνημα. Κηρύσσεται νέος Θεός, που είναι η κοιλία, δηλαδή η ευημερία. Κηρύσσεται η εξορία της θλίψεως, της ασκήσεως, της στενής πύλης, της τεθλιμμένης οδού, δηλαδή η κατάργησις του Χριστιανισμού.
Αγαπητοί, σήμερα η Εκκλησία μας, στο μέσον της Τεσσαρακοστής, προβάλλει τον Τίμιον Σταυρό, για να μας ενθυμίσει ότι πρώτον, ο Τίμιος Σταυρός είναι η καρδία της σωτηρίας. Δεύτερον, είναι η καρδία της πνευματικότητος. Τρίτον, είναιτο σύμβολον της θυσίας και της θλίψεως. Τέταρτον, αντιπαρατάσσεται στον κόσμο και στο κοσμικό φρόνημα, που διάκειται εχθρικά στον Θεό. Πέμπτον, είναι το σύμβολον της δυνάμεως και της ήττας των δαιμόνων. Έκτον, είναι το σύμβολον της ήττας του κόσμου. Έβδομον, είναι το μέγα διάσημον του Χριστού και η ακροτάτη Του δόξα. Όγδοον, είναι το σύμβολον της δόξης των πιστών· διότι δι’ αυτού θα εισέλθουν στην Βασιλεία του Θεού.
Έτσι ο άνθρωπος ξεκίνησε από τον Παράδεισον, τον Παράδεισον της τρυφής, εδοκίμασε την ηδονή, «τὴν ἡδονὴ τῆς παραλόγου βρώσεως», όπως λέγει ο άγιος Ανδρέας Κρήτης, απ’ όπου εγεννήθη η οδύνη του θανάτου. Ήλθε ο Χριστός. Και μαζί Του αποβάλαμε την φθοροποιό και θανατηφόρο ηδονή. Και με την πορεία στον δρόμο της οδύνης, που είναι ο σταυρός, φθάνομε πάλι στην τρυφή του Παραδείσου, στη μακαριότητα της Βασιλείας του Θεού. Ο Παράδεισος οριστικά δεν εχάθη. Τον άνοιξε ο Χριστός με τον Σταυρό Του. Τώρα τον ανοίγομε κι εμείς, με τον δικό μας τον σταυρό.
Έτσι, αυτά θαυμάσια τα εκφράζει, τα λέει ο Απόστολος Παύλος: «Ὦσπερ γὰρ ἐν τῷ Ἀδάμ, πάντες ἀποθνήσκομεν, ἀποθνήσκουσιν οὕτως καὶ ἐν τῷ Χριστῷ πάντες ζωοποιηθήσονται». Και ωραία το εκφράζει το κοντάκιο της ημέρας: «Οὐκέτι φλογίνη ῥομφαία φυλάττει τὴν πύλην τῆς Ἐδέμ﮲ αὐτῇ γὰρ ἐπῆλθε παράδοξος σβέσις, τὸ ξύλον τοῦ Σταυροῦ﮲ θανάτου τὸ κέντρον καὶ ᾅδου τὸ νῖκος ἐλήλαται﮲ ἐπέστης δέ, Σωτήρ μου, βοῶν τοῖς ἐν ᾅδη﮲ Εἰσάγεσθε πάλιν εἰς τὸν Παράδεισον». Δηλαδή: «Δεν φυλάττει πια πύρινο σπαθί την πύλη της Εδέμ. Έσβησε παράδοξα με το ξύλο του Σταυρού. Το κεντρί του θανάτου και η νίκη του άδου παραμερίστηκαν. Ήλθες, Σωτήρα μου, φωνάζοντας σ’ αυτούς που στον Άδη μέναν: Στον Παράδεισο ξαναμπαίνετε».
†. Ένας ακόμη, αγαπητοί μου, αγώνας, πνευματικός για μας, όπως μας σημειώνει ο όσιος Εφραίμ ο Σύρος, είναι η φιλαρχία. Πρέπει να νικήσομε την φιλαρχίαν. «Κύριε καί Δέσποτα τῆς ζωῆς μου, πνεῦμα ἀργίας, περιεργείας, φιλαρχίας καί ἀργολογίας, μή μοι δῷς». Πραγματικά, η φιλαρχία είναι ένας μεγάλος αγών που πρέπει να καταβάλουμε να την νικήσουμε.
Τι είναι,όμως, η φιλαρχία; Είναι η αγάπη με κάθε θεμιτό και αθέμιτο μέσο, κατάληψη της αρχής. Να είμαι εγώ ψηλά. Να άρχω εγώ, όχι εσύ, εγώ. Σε μία ομάδα ανθρώπων, οποιασδήποτε μορφής και φύσεως. Να άρχω εγώ, όχι εσύ. Αυτό είναι η φιλαρχία. Και όπως αντιλαμβάνεσθε, χρειάζεται η φιλαρχία ομάδα για να αναδειχθεί. Και συνεπώς, είναι μία κοινωνική πληγή, η οποία πραγματικά συναντάται παντού. Και στο έθνος μας, και εις την εκκλησίαν μας, και εις την δουλειά μας και εις το σπίτι μας το ίδιο.
Δεν μπορεί ένας άνθρωπος, ο οποίος είναι φίλαρχος, να είναι πρόσφορο έδαφος για να αναπτυχθεί η πνευματική ζωή. Γι'αυτό λοιπόν όπως σας είπα, και όπως μας σημειώνει ο όσιος Εφραίμ, πρέπει να υπερνικήσουμε αυτό το πάθος.
Ας δούμε, αγαπητοί μου, μέσα σ΄αυτό το ίδιο το έθνος μας, πώς ακριβώς επικρατεί αυτή η φιλαρχία. Αν κοιτάξουμε την ιστορία μας από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, είναι μία, όπως λέμε ειδικότερα εμείς οι Έλληνες, ελληνικόν αμάρτημα. Βέβαια εγώ θα έλεγα ανθρώπινο αμάρτημα. Αλλά φαίνεται ότι εμείς οι Έλληνες ιδιαιτέρως έχομε το αμάρτημα αυτό της φιλαρχίας. Θέλομε όλοι να αρχηγεύουμε. Και επειδή όλοι θέλουμε να αρχηγεύομε, φατριαζόμεθα. Και ο ένας πολεμά τον άλλον, ακριβώς για να καταλάβει την αρχήν. Και, πολεμούντες ο ένας τον άλλον, στο τέλος έχουμε το εξής φαινόμενο: Πολλές μάχες χάσαμε και πολλές νίκες δεν αξιοποιήσαμε. Κι έτσι, ενώ είμεθα ένας αξιόλογος λαός, ένας έξυπνος λαός, αυτή η φιλαρχία σαν σαράκι τρώγει τα σωθικά μας και δεν μπορούμε να αναπτυχθούμε σε όλους τους τομείς του κοινωνικού και του εθνικού μας βίου. Και τούτο γιατί δεν μάθαμε να αρχόμεθα. Μην ξεχνάμε ότι μόνον εκείνος ο οποίος έμαθε να άρχεται, δύναται να άρχει. Εμείς, όμως, χωρίς κανείς να καταδέχεται ή να θέλει να μαθητεύσει στα θρανία του μαθητού και του αρχομένου, θέλει να βρεθεί στην έδρα του διδασκάλου και του αρχηγού. Και θέλομε όλοι να αρχηγεύομε. Έτσι, βλέπετε, ότι υπάρχει μία κατάστασις που στο τέλος, ενώ συμφωνούμε να οικοδομήσομε, στο τέλος βρισκόμαστε γκρεμιστές.
Αλλά το κακό αυτό δεν είναι μόνο στο έθνος μας. Ο ίδιος ο λαός μας αποτελεί και την Εκκλησία. Κι έτσι μεταφέρομε αυτό το πάθος της φιλαρχίας και μέσα στον χώρο της Εκκλησίας. Εδώ είναι, όμως, αυτόχρημα τραγικό διότι μέσα σ’ αυτόν τον χώρον θα έπρεπε να υπάρχει η ταπείνωσις. Αλλά δυστυχώς δεν υπάρχει, γι'αυτό και όταν φουντώσει η φιλαρχία, κάθε ακαταστασία μπορεί κανείς να περιμένει. Το βλέπουμε αυτό σαν ένα ανθρώπινο πάθος και εις αυτούς ακόμη, αγαπητοί μου - θα το φανταζόσαστε;- τους Μαθητάς. Θα φανταζόσαστε ακόμη ότι και εις την πιο καίρια στιγμή της επιγείου ζωής του Κυρίου, οι μαθηταί Του μαλώνουν, ερίζουν γι’ αυτήν την αρχηγίαν; Πού; Κατά την διάρκεια του Μυστικού Δείπνου. Μας το σημειώνει ο ευαγγελιστής Λουκάς. Και φαίνεται πως είναι όχι η πρώτη φορά, γιατί ο Ματθαίος μάς αναφέρει άλλη μία, όχι κατά τον Μυστικό Δείπνον. Με εκείνο το επεισόδιο των δύο μαθητών, του Ιακώβου και του Ιωάννου που κρυφά, έβαλαν μάλιστα την μητέρα τους να μεσολαβήσει, για να επιτύχουν να καθίσουν, εάν ο Ιησούς εγίνετο –βεβαίως, τι άλλο;- επίγειος βασιλεύς, αριστερά του και δεξιά του και να άρχουν και αυτοί μαζί Του. Να άρχουν μαζί, να κυβερνούν μαζί Του. Και ηγανάκτησαν –μας σημειώνει ο ευαγγελιστής Ματθαίος- οι δέκα όταν έμαθαν το περιστατικό.
Εδώ όμως τώρα, κατά τη διάρκεια του Μυστικού Δείπνου, μας σημειώνει ο ευαγγελιστής Λουκάς: «Και ἐγένετο δέ καί φιλονικία ἐν αὐτοῖς τό τίς αὐτῶν δοκεῖ εἶναι μείζων». Έγινε φιλονικία, σκεφτείτε τι, τα πάθη, αλλά και προπαντός εδώ βλέπομε τώρα την φιλαρχία, να είναι ανάλγητη. Είναι αυτό που λέμε απλά «δεν σε νοιάζει να πατήσεις επάνω σε πτώματα, αρκεί να ανέβεις εσύ!». Δεν τους ενδιαφέρει –Ποιους; Ωωω, τους μαθητάς…- εάν ο Κύριος αλγεί, εάν ο Κύριος σε λίγες ώρες παραδίδεται, εάν ο Κύριος και Διδάσκαλος που Τον τιμάει ο λαός, αλλά τώρα περνάει κρίσιμη στιγμή - δεν τους ενδιαφέρει αυτό. Θα λέγαμε στο βάθος το ανθρώπινο πάθος φαίνεται και φουντώνει, πού; Α! Φοβερό! Ζητούν Αυτόν τον Κύριον να γίνει γέφυρα να ανέλθουν εκείνοι σε ύπατα αξιώματα! Ο Κύριος να γίνει γέφυρα! Κι εκείνοι να αναδειχθούν! Γι'αυτό είναι ανάλγητη η φιλαρχία. Και τότε ο Κύριος στρέφεται και τους λέγει: «Οἱ βασιλεῖς τῶν ἐθνῶν κυριεύουσιν αὐτῶν, ὑμεῖς δὲ οὐχ οὕτως, ἀλλ᾿ ὁ μείζων ἐν ὑμῖν γινέσθω ὡς ὁ νεώτερος, καὶ ὁ ἡγούμενος ὡς ὁ διακονῶν». «Στους κοσμικούς επικρατεί η φιλαρχία και οι άνθρωποι προσπαθούν να επιβληθούν δια της βίας και δια της τυραννίας, ὑμεῖς δὲ οὐχ οὕτως, σε σας όμως όχι έτσι. Εσείς πρέπει να ‘χετε αντίστροφη συμπεριφορά. Ο μεγαλύτερος από σας –που νομίζει ότι είναι μεγαλύτερος- ή, αν θέλετε, αν θέλει να είναι ὁ μείζων, ο μεγαλύτερος, να γίνει όπως ο νεότερος· κι εκείνος ο οποίος είναι ηγούμενος, ή θα ήθελε να ηγείται, αυτός να είναι ὡς ὁ διακονῶν, ως ο υπηρέτης». Αυτή, αγαπητοί μου, είναι η θέσις του ευαγγελίου. Και έρχεται να διορθώσει αυτό το φοβερό πάθος. Και βέβαια, χρειάστηκε η Πεντηκοστή, το Πνεύμα του Θεού έλειπε, οι μαθηταί εμφανίζονται με τα ελαττώματά τους. Όταν ήρθε η Πεντηκοστή, εκαθαρίσθησαν, υγιάσθησαν και τότε κατενόησαν πώς πρέπει να πολιτευτούν τον ευαγγελικόν βίον.
Αλλά και μέσα εις την Εκκλησίαν ακόμη, παρουσιάστηκαν πολλά φαινόμενα τέτοια. Ήδη πρώιμα, σημειώνει ο ευαγγελιστής Ιωάννης, εις την τρίτην του επιστολήν, το εξής, θλιβερόν βεβαίως: «Ἒγραψα τῇ ἐκκλησίᾳ· ἀλλ᾿ ὁ φιλοπρωτεύων αὐτῶν Διοτρεφὴς οὐκ ἐπιδέχεται ἡμᾶς. Καὶ μὴ ἀρκούμενος ἐπὶ τούτοις οὔτε αὐτὸς ἐπιδέχεται τοὺς ἀδελφοὺς καὶ τοὺς βουλομένους κωλύει καὶ ἐκ τῆς ἐκκλησίας ἐκβάλλει». «Σας έγραψα», λέγει, στην εκκλησία, αλλά ο Διοτρεφής –ένα όνομα, άνθρωπος, ηγούμενος μέσα στην εκκλησία, ίσως ιερεύς, ίσως επίσκοπος, ίσως επίτροπος, δεν μας καθορίζει εδώ- που φιλοπρωτεύει, αγαπάει τα πρωτεία, αυτός -λέγει- δεν δέχεται ἡμᾶς τους αποστόλους, και δεν αρκείται σ’ αυτό, αλλά δεν δέχεται ούτε τους αδελφούς· κι εκείνοι οι οποίοι θα ήθελαν να είναι στην εκκλησία, τους βγάζει απέξω». Βλέπετε, δηλαδή, εδώ, ένα κλίμα πολύ δυσάρεστο, επειδή ακριβώς υπάρχει αυτό το πάθος της φιλαρχίας.
Αν δε, έπρεπε, να ρίξομε μια ματιά εις αυτήν την εκκλησιαστικήν μας ιστορία, θα δούμε ότι το πάθος αυτό κυριολεκτικά κατεσπάραξε το σώμα της Εκκλησίας. Αλλά, δεν μπορούμε να καταλάβουμε ότι το να είσαι αρχηγός ανθρώπων, αυτό απαιτεί πολύν κόπον. Λέγει ο όσιος Νείλος: «Πάντων ἐστὶν ἐπιπονώτερον, τό ἄρχειν ψυχῶν». «Δεν υπάρχει πιο δύσκολο πράγμα και πιο κοπιαστικό πράγμα, το να άρχεις επάνω σε ανθρώπους». Εάν πραγματικά θα ήθελες να άρχεις και να βοηθήσεις και να οικοδομήσεις. Οι άνθρωποι που ζητούν την αρχήν, δεν τους ενδιαφέρει πόσοι θα χαθούν και πόσοι θα γκρεμιστούν, αρκεί αυτοί να αναδειχθούν. Γι’ αυτόν τον λόγο, εκείνοι που είχαν συναίσθηση ότι το να άρχεις επάνω σε ανθρώπους είναι βαρύτατον έργον, πάντοτε, όταν εκλήθησαν να άρχουν, προσπαθούσαν να αποφύγουν την αρχήν. Όλοι οι μεγάλοι.Οι αληθινά μεγάλοι. Οι αληθινά ευσυνείδητοι, κυρίως στον χώρο της Εκκλησίας, μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας, προσπαθούσαν να αποποιηθούν κάθε αρχή, γιατί ήξεραν αυτό το βάρος.
Αλλά το θέμα της φιλαρχίας τρυπώνει και μέσα στις δουλειές μας, αυτές που κάνουμε για να ζήσουμε. Μέσα σ’ αυτές τις εργασίες μας, που εκεί θα έπρεπε να υπάρχει αυτή η ευγενής άμιλλα, θα ‘πρεπε να υπάρχει παραγωγικότητα, εκεί μπαίνει η σπουδαρχία , μπαίνει και η θεσιθηρία, το κυνηγητό των θέσεων και των αξιωμάτων, και προσπαθεί ο ένας να παραγκωνίσει τον άλλον, να ανεβεί αυτός και ο άλλος να μην ανεβεί. Και επειδή ακριβώς κάποιος θα καταφέρει να ανεβεί, και κάποιοι δεν θα καταφέρουν να ανεβούν, γι΄αυτό γεννιέται ο φατριασμός, γεννιέται ο φθόνος , γεννιέται το μίσος, και έτσι, με αυτήν την κατάσταση, μέσα σε ένα χώρο εργαζομένων, που θα έπρεπε να είναι συνεργαζόμενοι, με ένα πνεύμα αγάπης, οι άνθρωποι αυτοί υποβλέπονται, και αλληλοϋποσκελίζονται και αλληλοτρώγονται. Γιατί; Γιατί έχει μπει το πάθος της φιλαρχίας, για το οποίο ο όσιος Εφραίμ λέγει: «Θεέ μου, γλύτωσέ με από το πάθος της φιλαρχίας».
Αλλά και στην οικογένειά μας, αγαπητοί μου, υπάρχει αυτή η φιλαρχία. Βλέπει κανένας το εξής φαινόμενο, και επιτρέψατέ μου στο σημείο αυτό, επιτρέψατέ μου, γιατί πολλά βλέπω με τα μάτια μου μέσα στις οικογένειες και λυπούμαι πολύ και έρχομαι σε δύσκολη θέση, όταν πρέπει να αντιμετωπίζω προβλήματα και καταστάσεις που δημιουργούν οι ίδιοι οι άνθρωποι μέσα στην οικογένειά τους. Όπως θα ξέρετε, ο Θεός έβαλε ως κεφαλή της οικογενείας τον άντρα. Κεφαλή της οικογενείας δεν είναι βεβαίως η γυναίκα. Είναι ο άντρας. Η γυναίκα υποτάσσεται στον άντρα. Αυτό το «υποτάσσεται» που υπάρχει στην Αγία Γραφή, δεν είναι σχήμα λόγου, ούτε θα μπορούσαμε να δώσουμε άλλες ηπιότερες διαστάσεις. Αλλά είναι ακριβώς αυτό το οποίο λέγει ο λόγος του Θεού: «Ἡ δὲ γυνὴ ἵνα φοβῆται τὸν ἄνδρα».
Αλλά εδώ, όμως, σημειώθηκε το εξής φαινόμενο. Ο μεν άντρας είναι η κεφαλή, γιατί έτσι ορίζει ο Θεός. Ο άντρας, όμως, έκανε κατάχρηση της εξουσίας του και τότε επέρασε από το «κυριαρχικόν», που είχε μέσα στο σπιτικό του, εις την τυραννίαν. Και έγινε ένας άνθρωπος, ο οποίος θέλησε να επιβάλλει με αυταρχικό τρόπο το θέλημά του και να το επιβάλλει διαρκώς μέσα στο σπίτι του. Αυτός ο αυταρχισμός του ανδρός εδημιούργησε μία άλλη κατάσταση, από αντίδραση. Εδημιούργησε, και κυρίως στη σύγχρονη γυναίκα, την επιθυμία να χειραφετηθεί από τον άντρα, κι έτσι εδημιούργησε τον φεμινισμόν. Αλλά έναν φεμινισμόν, μία κίνηση, η οποία είναι καθαρώς αρνητική. Διότι θέλησε να γίνει ίση με τον άντρα και σε κάποια δεδομένη στιγμή να ξεπεράσει και τον άντρα και να έχομε ένα μητριαρχικόν σύστημα και τότε, λοιπόν, να μην έχουμε τίποτα άλλο παρά ένα αναποδογύρισμα του παλαιού συστήματος. Και να κυβερνάει τώρα πια αυταρχικά η γυναίκα. Αυτό στο τέλος θέλει να επιτύχει η γυναίκα, διότι και στη γυναίκα υπάρχει η φιλαρχία. Και μάλιστα υπάρχει πιο ζωηρή εις την γυναίκα η φιλαρχία, διότι ο άντρας αισθάνεται φύσει ότι έχει την αρχηγία· η γυναίκα αισθανομένη ότι δεν την έχει, τότε ζητά, ζηλοτυπούσα τον άντρα, να φτάσει εκεί. Γι΄αυτόν τον λόγο, η φιλαρχία, το πάθος της φιλαρχίας, είναι φοβερότερο και δριμύτερο μέσα εις την γυναίκα.
Το αποτέλεσμα είναι εκεί που φτάσαμε. Να μιλάμε για μια ισότητα. Αλλά αυτή η ισότητα, αγαπητοί μου, τι έννοια έχει; Μην ξεχνάμε ότι την έννοια της ισότητος των δύο φύλων, ανδρός και γυναικός, την έθεσε απαρχής αυτός ο λόγος του Θεού. Αυτή η Αγία Γραφή. Δεν πάω στην Καινή Διαθήκη. Πάω εις την Παλαιά Διαθήκη. Και μάλιστα εις το πρώτον βιβλίον της Παλαιάς Διαθήκης, την «Γένεσιν»· που βλέπομε ότι η γυναίκα εξέρχεται από την πλευρά του Αδάμ. Και τούτο σημαίνει ότι η γυναίκα δεν είναι ούτε πιο πάνω, ούτε πιο κάτω από τον άντρα, αλλ’ είναι ίση με τον άντρα. Η ισότητα, λοιπόν, όπως την εννοεί ο λόγος του Θεού, είναι ισότητα αξίας· ότι και η γυναίκα είναι άνθρωπος, και ο άντρας είναι άνθρωπος, και συνεπώς είναι ίσης αξίας. Αλλά είναι κοινή και η σωτηρία. Και αφού είναι κοινή και η σωτηρία, και για τον άντρα και για την γυναίκα, τότε και ο άντρας και η γυναίκα, έναντι του Αίματος του εκχυθέντος του Χριστού, είναι ίσοι. Δεν πρόκειται γι’ αυτήν την ισότητα. Ο άντρας και η γυναίκα ως άνθρωποι είναι ίσοι. Αλλά κάπου αλλού υπάρχει μία διαφορά και εκεί υπάρχει η καταστρατήγησις. Είναι ότι υπάρχει μία ειδική αποστολή του καθενός μέσα στην οικογένεια. Πώς να το κάνομε, αδελφοί μου; Ο άνδρας είναι άνδρας! Πώς να το κάνομε δηλαδή; Και η γυναίκα είναι γυναίκα! Πώς να το κάνομε δηλαδή; Αν θέλετε να το πάρετε και από βιολογικής πλευράς, θα το δείτε αυτό. Ο άντρας είναι άντρας και η γυναίκα είναι γυναίκα. Δεν μπορούν να ΄χουνε ανταλλαγή των ρόλων των ή ανταλλαγή των καθηκόντων των και της ειδικότητός των και του προορισμού των.
Αλλά σημαίνει ότι ο άντρας θα αρχηγεύει, χωρίς όμως να αυταρχεί. Χωρίς να είναι ο αυταρχικός άνθρωπος. Θα αρχηγεύει. Θα είναι η κεφαλή. Ένα σώμα θα έχει μια κεφαλή. Έχει δύο πόδια, έχει δύο χέρια. Δεν μπορεί, λοιπόν, μέσα στην οικογένεια να υπάρχουν δυο κεφαλές. Θα συγκρουστούν και θα σπάσουν τα κεφάλια αυτά. Δεν γίνεται. Δεν γίνεται! Μην, λοιπόν, ζητούμε, όπως ο σύγχρονος κόσμος, η σύγχρονη γυναίκα ζητά να άρχει με αυτόν τον τρόπον, μέσα εις την οικογένειαν. Θα επέλθει σχίσμα. Αν γεννιόταν ένα παιδί με δύο κεφάλια, θα το λέγαμε ότι γεννήθηκε ένα τέρας. Πώς, λοιπόν, η οικογένεια, που είναι ένα σώμα, όπως και η Εκκλησία είναι ένα σώμα, και μάλιστα το παράδειγμα δεν είναι δικό μου, αλλά είναι αυτού του αποστόλου Παύλου, πώς θα μπορούσαμε να πούμε, αγαπητοί μου, ότι η γυναίκα θα άρχει μέσα στο σπίτι, όπως και ο άντρας, και δεν θα είναι υποταγμένη στον άντρα, συνεργαζομένη μαζί του; Αυτή είναι η σωστή θέσις. Κι έτσι σχίσμα δεν επέρχεται μέσα στο σπιτικό. Πάντως όπως κι αν γίνει, το θέμα είναι ότι ο μεν άντρας έκανε κατάχρηση της εξουσίας του και έγινε αυταρχικός γιατί η φιλαρχία του υπερυψώθηκε, η δε γυναίκα, ζηλοτυπούσα, έβαλε πόδι, ανέβηκε, γιατί κι εκείνη έχει μέσα της το πάθος της φιλαρχίας. Μόλις νικήσομε, αδελφοί μου, το πάθος της φιλαρχίας, να ‘στε σίγουροι, όλα τα πράγματα μπαίνουν στη θέση τους. Όλα τα πράγματα. Αμέσως! Μπαίνουνε στη θέση τους.
Αλλά θα σας κάνει εντύπωση αν σας πω ότι η φιλαρχία, όπως παρουσιάζεται σαν πάθος στον κάθε άνθρωπο, είναι ένα υποκατάστατο μιας αληθούς αξίας. Και αυτή η αληθής αξία είναι ότι το «κυριαρχεῖν», το να κυριαρχώ δηλαδή, είναι ένα στοιχείο της εικόνος του Θεού, που την έχω την εικόνα του Θεού, ως δομή μου, ως κτίσιμό μου· όπως με έφτιαξε ο Θεός, έβαλε σαν ένα στοιχείο μαζί με τα άλλα στοιχεία που συνιστούν την εικόνα του Θεού, έβαλε και το κυριαρχικόν. Να άρχω. Και συνεπώς, αν αγαπώ να άρχω, αυτό είναι έμφυτο. Δηλαδή για να το καταλάβετε, ακούσατε, παρακαλώ, πώς το λέγει αυτός ο λόγος του Θεού. Μην σας παραξενεύει, περιμένετε όμως. «Καὶ εὐλόγησεν αὐτοὺς ὁ Θεός –Ποιους; Τους πρωτοπλάστους- λέγων· αὐξάνεσθε καὶ πληθύνεσθε καὶ πληρώσατε τὴν γῆν καὶ κατακυριεύσατε αὐτῆς καὶ ἄρχετε (:να ‘σαστε αρχηγοί) τῶν ἰχθύων τῆς θαλάσσης καὶ τῶν πετεινῶν τοῦ οὐρανοῦ καὶ πάντων τῶν κτηνῶν καὶ πάσης τῆς γῆς». «Εσείς θα είσαστε οι άρχοντες, εσείς θα άρχετε σε ολόκληρη την άλογον κτίσιν». Κι όπως ωραία σημειώνει ο Ιερός Χρυσόστομος πάνω σ’ αυτό, λέγει: «Τοῦτο αὐτὸν ἀποφήνας, τοῦτον τὸν ἄνθρωπον ὁ Θεός – «ἀποφήνας», δηλαδή διακηρύξας- ἐπὶ τῆς γῆς, ὅπερ ἐστὶν αὐτὸς ἐν τοῖς οὐρανοῖς». «Καθιστά τον άνθρωπο πάνω στη γη και τον διακηρύσσει ό,τι είναι ο Θεός στον ουρανό». Τι είναι ο Θεός στον ουρανό; Κυρίαρχος. Και κάνει τον άνθρωπον επί της γης, τι; Κυρίαρχον. «Τὸ γὰρ ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ’ εἰκόνα ἡμετέραν καὶ καθ’ ὁμοίωσιν οὐδὲν ἕτερον ἐστὶν ἢ τὸ κατ’ αὐτῶν τὴν ἀρχὴν ἀνῃρεῖσθαι τῶν ἐν τῇ γῆ». Δεν είναι τίποτα άλλο το κατ΄εικόνα παρά ένα στοιχείο που συνιστά τούτο: Το να λαμβάνει ο άνθρωπος – ἀνῃρεῖσθαι - την αρχή πάνω στη γη. Ώστε, λοιπόν, το κυριαρχικόν είναι μέσα μου έμφυτο. Υπάρχει στον κάθε άνθρωπο.
Αλλά, σας είπα προηγουμένως, ότι δυστυχώς, δυστυχώς, απωθήσαμε την αληθή σχέση αυτή με την κτίση που έχομε, και ζούμε ένα υποκατάστατο. Τι εκάναμε; Να σας πω τι εκάναμε. Αντί να άρχομε πάνω στην άλογον κτίσιν, άρχομε πάνω στους ανθρώπους και τους τυραννούμε. Και κάνομε τι τώρα; Κάνομε ζώα τους ανθρώπους. Τους άλλους ανθρώπους. Ακούστε, παρακαλώ, τι λέγει ο Θεός, ανανεώνοντας την διαθήκη Του, στον Νώε μετά τον Κατακλυσμόν: «Καὶ ὁ τρόμος καὶ ὁ φόβος ὑμῶν ἔσται ἐπὶ πᾶσι τοῖς θηρίοις τῆς γῆς· ὑπὸ χεῖρας ὑμῖν δέδωκα». «Τα θηρία», λέγει, «και τα ζώα να σας φοβούνται και να σας τρέμουν. Να, όλα τα ζώα τα ΄βαλα κάτω από τα χέρια σας», λέει στον Νώε ο Θεός. Είναι δευτέρωση της ευλογίας. Και τι κάνει ο ταλαίπωρος άνθρωπος· ο ξεπεσμένος άνθρωπος· ο πεπτωκώς άνθρωπος; Αντί να τον φοβούνται τα θηρία, τον φοβούνται οι άνθρωποι. Και κυριαρχεί επάνω στους ανθρώπους και είναι τυραννικός επάνω στους ανθρώπους, βασανιστής επάνω στους ανθρώπους και έχομε όλα τα γνωστά φαινόμενα τα κοινωνικά, που οι μεν βασανίζουν τους δε. Και λέει κανείς πολύ απλά: «Γιατί άνθρωποι βασανίζουν τους ανθρώπους;». Γιατί απλούστατα, υπάρχει η φιλαρχία. «Ο κόσμος να γίνει τσιμέντο, να καεί ολόκληρος, αρκεί εγώ να αναδειχθώ αρχηγός. Εγώ!». Τι φοβερό πάθος, αγαπητοί μου…Τι φοβερόν πάθος…
Αλλά προσέξατε όμως. Λέγει ο όσιος Πέτρος ο Δαμασκηνός ότι δεν είναι κακό πράγμα να άρχεις, αρκεί να ξέρεις πώς θα άρχεις. Και έχει ένα κατάλογο- μόνο μια μικρή επιλογή εγώ έκανα στην αγάπη σας, γιατί έχει πολλά. Ακούσατε και μάλιστα θα βοηθηθούμε και σε άλλους τομείς. «Οὐ τὰ βρώματα, ἀλλ’ ἡ γαστριμαργία κακή». «Τα φαγητά δεν είναι κακά, αλλά η γαστριμαργία είναι κακό πράγμα». Δηλαδή το να φας δεν είναι κακό. Το να γαστριμαργήσεις είναι κακό. «Οὐ τὸ λέγειν, ἀλλὰ ἡ ἀργολογία». «Το να ομιλείς δεν είναι κακό, αλλά το να αργολογείς είναι κακό». «Οὐδὲ τὰ ἡδέα τοῦ κόσμου, ἀλλὰ ἡ ἀκρασία». «Ούτε τα ωραία πράγματα του κόσμου απαγορεύονται, αλλά η ακρασία, το να είσαι ακρατής άνθρωπος». «Οὐδὲ γυνὴ κακόν, ἀλλ’ ἡ πορνεία». «Κακό πράγμα δεν είναι η γυναίκα, η πορνεία είναι κακό πράγμα».
«Οὐδὲ ὁ πλοῦτος, ἀλλ’ ἡ φιλαργυρία». Δεν είναι κακό πράγμα ο πλούτος καθ’ εαυτόν. Τι είναι; Αυτό που λέμε: χρήμα. Από το χρησιμοποιώ. Για τις ανάγκες μου. Για τις ανάγκες της κοινωνίας. Κακό είναι η φιλαργυρία. «Οὐδὲ ὁ οἶνος, ἀλλ’ ἡ μέθη». «Δεν είναι κακό πράγμα το κρασί, δεν μπορούμε να αποδώσουμε ευθύνες στον Θεό γιατί έκανε τα αμπέλια και πίνομε το κρασί, αλλά η μέθη». «Οὐδὲ ὁ φυσικὸς θυμός, ὁ δοθεὶς πρὸς τὸ κολάζειν τὴν ἁμαρτίαν, ἀλλὰ τὸ χρήσασθαι τοῦτο κατὰ τῶν ὁμογενῶν ἀνθρώπων». «Δεν είναι κακό πράγμα να ‘χεις θυμό, για να στρέφεσαι εναντίον του κακού και της αμαρτίας, αλλά είναι κακό να στρέφεσαι με τον θυμό σου εναντίον των ανθρώπων. Και να θυμώνεις εναντίον των ανθρώπων». «Οὐδὲ τὸ ἄρχειν, ἀλλ’ ἡ φιλαρχία». «Ούτε το να είσαι αρχηγός είναι κακό πράγμα. Αλλά η φιλαρχία, η σπουδαρχία είναι κακό πράγμα».
Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας θέλουν να διασώσουν το «κυριαρχικόν» στον άνθρωπον, γιατί, σας είπα, αποτελεί στοιχείον της ἐν ἡμῖν εικόνος. Και τι λέγουν; Λέγουν ότι το «κυριαρχικόν» απηχεί το βασιλικόν αξίωμα του Χριστού. Το «προφητικόν», το «βασιλικόν» και το «ἱερατικόν». Ε, το βασιλικόν αξίωμα είναι ακριβώς αυτό, το κυριαρχικόν. Και κατ’ επέκτασιν, είναι και εις τον άνθρωπο. Γιατί είμεθα εικόνα του Ιησού Χριστού. Ο ηγεμών νους. Ο ηγεμών νους, ο οποίος οφείλει να κυριαρχήσει επάνω εις την ανθρώπινη ψυχή, στην δική του την ψυχή. Επάνω στο ανθρώπινο σώμα, επάνω στην καρδιά. Επάνω στα πάθη. Επάνω εκεί θα κυριαρχήσουμε.
Αγαπητοί μου, ο Θεός μάς έδωσε το κυριαρχικόν τώρα, να κυριαρχούμε επάνω εις τον εαυτόν μας. Να έχουμε αυτό που λέμε: αυτοκυριαρχία. Κι όταν κανείς αποκτήσει την αυτοκυριαρχία, τότε πραγματικά είναι αληθινός κύριος. Τότε, με το αντίδοτον της ταπεινοφροσύνης και της αυτοκυριαρχίας, αναδεικνύεται πραγματική εικόνα του Ιησού Χριστού.
13η ομιλία στην κατηγορία : "Ὁμιλίες Χαιρετισμῶν. Ὁμιλίες τῶν πέντε Παρασκευῶν τῶν Χαιρετισμῶν"