Θρησκεία –πού σᾶς εἶπα ὅτι δέν εἶναι ὁ Χριστιανισμός– σημαίνει λατρεία τοῦ Θείου πρός ἐξευμενισμό ἢ ἱκανοποίηση αιτημάτων καί ἀναγκῶν, χωρίς όμως αὐτό νά σημαίνει καί μετοχή τοῦ ἀνθρώπου στή ζωή τοῦ Θεοῦ. Το καταλάβατε; Δηλαδή τί θά πεῖ θρησκεία; Τό νά ὑποβάλλω στον Θεό τά αιτήματά μου, τίς ἀνάγκες μου, νά μοῦ τά ἱκανοποιεῖ ἐνδεχομένως ὁ Θεός ἢ νά μή μοῦ τά ἱκανοποιεῖ, ἀλλά νά μήν ἔχω μετοχή στη ζωή τοῦ Θεοῦ. Αὐτό λέγεται θρησκεία. Μέ αὐτήν τήν ἔννοια υπάρχουν ὅλες οἱ θρησκεῖες τῆς γῆς. Ὅλες! Αλλά βασιλεία όμως σημαίνει ὅτι ὁ Θεός κυβερνά κάθε πτυχή τῆς ζωῆς τοῦ Χριστιανοῦ, ὅτι δὲν ὑπάρχει το παραμικρό στη ζωή του από το οποίο να απουσιάζει ὁ Θεός, αλλά καί ὁ Χριστιανός απολαμβάνει όλα τα ἀγαθά τοῦ Θεοῦ.
Οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες, για παράδειγμα, ὅταν ἔκαναν θυσίες στους θεούς, ήταν εντάξει απέναντί τους. Υποτίθεται πώς οι θεοί τους ἤθελαν ἁπλῶς μία θυσία· ἀπό ἐκεῖ καί πέρα, τό ποιά θα ήταν η προσωπική ζωή τοῦ προσφέροντος τή θυσία δέν ἐνδιέφερε τους θεούς· κάνε ὅ,τι θέλεις!
Γι' αυτό λοιπόν βλέπουμε τους αρχαίους Έλληνες ὅτι μποροῦσαν νά προσφέρουν και πλούσιες θυσίες, ἑκατόμβες, ἀγαπητοί μου, εκατό βόδια να προσφέρουν, ολόκληρη περιουσία! Αυτός που πρόσφερε την θυσία μποροῦσε νά ήταν πόρνος, μοιχός, φονιάς, ἀνήθικος, ἐλεεινός, τρισάθλιος... Αὐτό, υποτίθεται, δέν ἐνδιέφερε τόν θεό. Ἕνα μόνο ενδιέφερε τόν θεό, ὅπως τουλάχιστον το φαντάζονταν οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες· τό νά τοῦ προσφέρονταν οἱ θυσίες. Καί μέ τόν τρόπο αυτόν θά ἐξευμενιζόταν καί θά ἔδινε στόν ἄνθρωπο ἐκεῖνα πού τοῦ ζητοῦσε.
Ὥστε ἄλλο εἶναι θρησκεία καί ἄλλο βασιλεία. Ο Χριστιανισμός ὅμως τί εἶναι; θρησκεία ή βασιλεία; Είναι βασιλεία, μέσα στήν ὁποία ἔχουμε μετοχή τοῦ ἀνθρώπου στή ζωή τοῦ Θεοῦ! Ὅταν λέμε θέωση, όταν λέμε γίνομαι θεοειδής, γίνομαι χριστοειδής, χριστοποιοῦμαι καί λοιπά, αυτό τί σημαίνει; Σημαίνει ότι μπαίνω μέσα στη ζωή τοῦ Θεοῦ. Αὐτό θέλει ὁ Θεός.
Βλέπετε λοιπόν τί διαφορά υπάρχει μεταξύ Χριστιανισμοῦ καί θρησκειῶν;
Ακόμη, τό ὅτι σήμερα ζούμε τον Χριστιανισμό ως μία θρησκεία καί ὄχι ὡς μία βασιλεία, αὐτό ἔχει δύο κυρίως κακές συνέπειες.
Μά, ὅταν ἐπικαλεῖται κανείς τήν ἠθική τοῦ Εὐαγγελίου, ἀλλά δέν εἶναι Χριστιανός, που στηρίζεται; Απλούστατα, στο ὅτι θεωρεῖ τόν Χριστιανισμό θρησκεία καί νομίζει ὅτι τό κυριότερο σημεῖο εἶναι ἡ ηθική του, ἐνῶ δέν εἶναι. Ἔτσι λοιπόν φθάσαμε να χωρίσουμε τήν πίστη, δηλαδή τό δόγμα, από τήν ἠθική.
Σέ μιά πολύ διαδεδομένη μορφή, εἶναι ἐκεῖνο πού ἀκοῦτε ἐσεῖς οἱ κυρίες από τους συζύγους σας, ὅταν τούς λέτε νά ἔλθουν στην ἐκκλησία. Ἄντε, λέτε στον σύζυγό σας, Ἄντε νά πᾶμε στὴν ἐκκλησία, κι ἐκεῖνος ἀπαντᾶ: Πήγαινε εσύ. Ἐγώ είμαι καλύτερος Χριστιανός από σένα που πᾶς στὴν ἐκκλησία. Ἐγώ τηρῶ τίς ἐντολές καλύτερα από σένα... Καί ἡ σύζυγος, ἡ ὁποία κι αυτή βεβαίως δεν γνωρίζει πολλά πράγματα, φθάνει νὰ μοῦ πεῖ: Πράγματι, πάτερ· ὁ σύζυγός μου, πού μοῦ μιλάει έτσι είναι καλύτερος από μένα!
Τό θέμα ὅμως δέν εἶναι ἐκεῖ, ἀγαπητοί μου. Ἐκεῖ εἶναι τό θέμα; ἄν εἶναι καλύτερος ἢ ὄχι; Στην προκειμένη περίπτωση δεν υπάρχει σωτηρία, γιατί απλούστατα ὁ Χριστιανισμός δέν εἶναι θρησκεία, δηλαδή να προσφέρουμε τη θυσία μας καί νά μή μᾶς ἐνδιαφέρει τίποτα παρακάτω, ὅπως ἔκαναν οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες.
Ὁ χωρισμός λοιπόν τοῦ δόγματος, τῆς πίστεως, από τή ζωή μας μᾶς ἔφερε αυτό το κακό· να βλέπουμε τόν Χριστιανισμό ως μία καθηκοντολογία. Μέχρις ενός βαθμοῦ ἔχουν δίκιο ἐκεῖνοι ποὺ κλοτσᾶνε τόν Χριστιανισμό, γιατί τούς τόν παρουσιάζουμε ως μία καθηκοντολογία. Καί ὁ ἄνθρωπος, ξέρετε, καί εἰδικότερα ὁ σύγχρονος άνθρωπος, μισεῖ, ἀπεχθάνεται τήν καθηκοντολογία· καί μόνο ή λέξη καθηκοντολογία του χτυπάει ἄσχημα καί περίεργα στα αυτιά.
Ακόμη, ὁ χωρισμός τῆς λατρείας ἀπό τή ζωή φαίνεται κι ἀπ' αὐτό πού σοῦ λέει ὁ ἄλλος· Πάω στήν ἐκκλησία, λατρεύω τόν Θεό, ἀλλά τό τί θά κάνω τό βράδυ, σε ποιά καμπαρέ θά γυρίζω, αὐτό εἶναι ἄλλη παράγραφος! Ἔτσι λοιπόν χωρίσαμε τή λατρεία ἀπό τή ζωή, μέ αποτελέσμα να πέσουμε στην τυπολατρία.
Βεβαίως ή λατρεία προσφέρεται με κάποιους τύπους· ἀλλά μέσα στην καρδιά τῶν τύπων βρίσκεται ἡ οὐσία. Αν λοιπόν εγώ τήν ουσία δέν τήν ἀνακαλύπτω γιατί ἡ ζωή μου εἶναι χωρισμένη από την ουσία, τότε ποῦ θά μείνω; στο περίβλημα, στο τσόφλι, θα μείνω στον τύπο. Καί ὅταν θά λέω Ἄ, πρέπει να γίνει αὐτό, πρέπει να πάω στήν ἐκκλησία, πρέπει... πρέπει... πρέπει... τότε καταλήγω να γίνω ἕνας τυπολάτρης.
Τό δεύτερο κακό, ὡς συνέπεια τοῦ ὅτι ὑποβιβάσαμε τόν Χριστιανισμό σε θρησκεία ἐνῶ εἶναι βασιλεία, εἶναι ὅτι φθάνουμε στη σύγκριση του Χριστιανισμού μέ τίς ἄλλες θρησκεῖες, ἔστω καί ἄν θεωροῦμε τόν Χριστιανισμό ὡς θρησκεία ανώτερη καί καλύτερη. Όποιοδήποτε ἐγχειρίδιο σχολικό καί ἄν πάρετε ἢ θρησκευτικό βιβλίο που αναφέρεται στο θέμα αυτό, θα δεῖτε να περιέχει αυτό το βασικό λάθος, τό λάθος τῆς συγκρίσεως.
Ὅταν κάποιος Χριστιανός μας, για μια στιγμή, στρέφει τα μάτια του πρός τόν Βουδδισμό, τον ρωτάμε: Γιατί; Δέν εἶναι ὁ Χριστιανισμός καλή θρησκεία; Καί μάλιστα προσθέτουμε; Θά σοῦ ἀποδείξω ότι είναι καλύτερη ἀπό τόν Βουδδισμό! Αυτό είναι τό λάθος· ἀπό την στιγμή δηλαδή πού θά ποῦμε ὅτι ὁ Χριστιανισμός είναι καλύτερη θρησκεία.
Δέν εἶναι ὅμως ἐκεῖ τό πράγμα, ἀγαπητοί μου, δέν είναι θέμα συγκρίσεως· ὁ Χριστιανισμός δέν συγκρίνεται μέ κάτι ἄλλο. Ὅλα αὐτά πού προσφέρονται από τις ἄλλες θρησκεῖες οὔτε λυτρώνουν οὔτε σώζουν· εἶναι κόσμος, διότι ἁπλούστατα είναι κατ' ἐπινόηση τοῦ ἀνθρώπου, είναι δηλαδή κατασκευή τοῦ ἀνθρώπινου μυαλού.
Ἔτσι, ἀγαπητοί, ἄς το πάρουμε εἴδηση· ὁ Χριστιανισμός δέν ἦλθε να αναμετρηθεῖ μέ τίς ἄλλες θρησκεῖες. Το θέμα είναι πάρα πολύ επίκαιρο, γιατί στη φτωχή μας Ἑλλάδα ἔχουν εισβάλει ποικίλα ρεύματα θρησκειῶν, κυρίως τῆς Απω Ανατολῆς. Συνεπῶς εἶναι πάρα πολύ ἐνδιαφέρον θέμα καί ἐπίκαιρο, καί ἄς τό ἔχουμε υπόψη μας. Ὁ Χριστιανισμός λοιπόν δέν ἦρθε νά ἀναμετρηθεῖ μέ τίς ἄλλες θρησκεῖες· οὔτε λίγο οὔτε πολύ, ἦρθε να καταλύσει τίς ἄλλες θρησκεῖες, νά τίς ἐξουδετερώσει τελείως! Δέν ἦλθε νά πεῖ Α, καί σ' αὐτήν τή θρησκεία κάτι καλό βρίσκουμε, καί σ' ἐκείνη κάτι καλό, ἀφοῦ ὅλες οἱ θρησκείες του κόσμου εἶναι ἔργα καὶ ἡμέρες διαβόλου!
Μή μοῦ πεῖτε ὅτι ὁ Βουδδισμός δέν εἶναι ἔργο τοῦ διαβόλου... Μή μοῦ πεῖτε ἀκόμη ὅτι ὁ Βούδδας, που ἔζησε πρό Χριστοῦ, είχε μία πνευματική διάθεση, μία ανάταση καί λοιπά... Δικαιολογημένος εἶναι ὁ Βούδας, γιατί ἔζησε πρό Χριστοῦ. Τώρα όμως πού ἦρθε το Φῶς, (Βλ. Ησ. 9, 2. Ψαλμ. 106, 4. Ματθ. 4, 16) ἐπιτρέπεται να υπάρχει ὁ Βουδδισμός; Και, τό χειρότερο, επιτρέπεται στην χριστιανική Ευρώπη και χριστιανική Ελλάδα οἱ Χριστιανοί μας οἱ βαπτισμένοι να γίνονται Βουδδιστές... να αφήνουμε την Ορθόδοξη πνευματικότητα και να πέφτουμε στον βουδιστικό διαλογισμό; Επιτρέπεται αυτό;
Θυμηθεῖτε ἐκεῖνο τὸ ὅραμα τοῦ Ναβουχοδονόσορος, (Δαν. 2, 31-35) ὁ ὁποῖος εἶδε ἐκεῖνο τό ἄγαλμα μέ τά διαζώματα ποικίλης ύλης –χρυσοῦ, ἀργύρου, χαλκοῦ, σιδήρου και ὀστράκου– πού συμβολίζουν τις βασιλεῖες τῆς γῆς, ἤ ἀκόμη καί τίς θρησκεῖες τῆς γῆς. Καί ὁ Ναβουχοδονόσωρ εἶδε «λίθον ἐξ ὅρους ἄνευ χειρῶν», πέτρα πού δέν τήν ἀπέσπασε, δέν τήν ἔκοψε ανθρώπινο χέρι, ἀλλά ἀποκόπηκε μόνη της, από αλατόμητο ὄρος. «Χαῖρε, ὅρος ἀλατόμητον» (Βλ. Εσπερινό (ἰδιόμελον τῆς Λιτῆς) τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου (25 Μαρτίου), και Ψαλμ. 67, 16) λέμε στην Παναγία. Ἡ παρθένος Παναγία εἶναι τό ἀλατόμητον ὄρος, γιατί από αυτήν γεννήθηκε ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ. Ὁ Χριστός εἶναι ἡ πέτρα πού αποσπάσθηκε! (Βλ. Ψαλμ. 117, 22. Ησ. 28, 16. Ματθ. 21, 42-43. Πράξ. 4, 11. Ρωμ. 9, 33. Α΄ Κορ. 10, 4. Α΄ Πέτρ. 2, 4· 7) Αὐτός εἶναι! Ἐξ ἄλλου, ἔτσι τό ἑρμήνευσε καί ὁ Δανιήλ στον Ναβουχοδονόσορα. Δέν εἶπε βέβαια τη λέξη Χριστός, αλλά μίλησε γενικά γιά ἕναν οὐράνιο Βασιλιά, για μια ουράνια Βασιλεία. (Βλ. Δαν. 2, 44) Ἦλθε λοιπόν κι ἔπεσε πάνω στό ἄγαλμα καί τό ἔκανε σκόνη! Καί ἡ σκόνη αὐτή πάρθηκε από τόν ἄνεμο και σκορπίστηκε, καί δέν βρέθηκε τόπος γιά τό ἄγαλμα!
Αὐτό εἶναι ὁ Χριστιανισμός! Δέν ἦρθε για να συνοδοιπορήσει μέ τίς ἄλλες θρησκεῖες, οὔτε να συνευδοκήσει μ' αὐτές· ἦλθε νά τίς καταλύσει!
Πέστε μου λοιπόν σύμφωνα μέ αὐτές τίς θέσεις, κατά τίς ὁποῖες ὁ Χριστιανισμός είναι βασιλεία, πως μπορούμε πια να συγκρίνουμε τον Χριστιανισμό με τις ἄλλες ψευδεῖς θρησκείες;