28 Οκτωβρίου 2024

Τό δένδρο τῆς γνώσεως καλοῦ καί πονηροῦ (Β΄)

†.Όπως θυμᾶστε, παιδιά, την περασμένη φορά εἴχαμε αναφερθεῖ στό θέμα του δένδρου τῆς γνώσεως καλοῦ καί πονηροῦ, καί εἴχαμε δεῖ τί ἀκριβῶς εἶναι αὐτή ἡ γνώση. Εἴχαμε πεῖ ὅτι ὁ Ἀδάμ ἦταν νήπιος, καί ὡς νήπιος βεβαίως δέν ἦταν δυνατόν νά μπορέσει να κάνει καλή χρήση τῶν δικῶν του δυνάμεων. Γι' αὐτόν τόν λόγο ὁ Θεός τοῦ εἶπε ὅτι δέν ἔπρεπε νά δοκιμάσει ἀπό τό δένδρο τῆς γνώσεως· δηλαδή τοῦ ἔθεσε καθαρά θέμα ὑπακοῆς. 

   Ὅταν ὁ διάβολος κατόπιν θά ἐρχόταν νά τοῦ πεῖ ψέματα πώς ὁ Θεός ἔδωσε αὐτήν τήν ἐντολή γιά νά μή θεωθοῦν αὐτός καί ἡ Εὔα, θά τοῦ ἀποκάλυπτε τί δυνατότητες εἶχε. Διότι πράγματι ὁ Ἀδάμ θά θεωνόταν· εἶναι γνωστό ὅτι ὁ προορισμός τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ θέωση. (Ὁ Θεόφιλος Αντιοχείας φαίνεται πώς χρησιμοποιεῖ πρῶτος τόν ὅρο θέωση, στην Πρὸς Αὐτόλυκον ἐπιστολή του, περιορίζοντας τή σημασία του σ' αυτήν τῆς ἀθανασίας. Ὁ ἅγιος Εἰρηναῖος συσχετίζει τήν ἔννοια της θεώσεως μέ τήν ἐνσάρκωση τοῦ Λόγου. Ο δέ Θεοδώρητος Κύρου αἰτιολογεῖ: «Οὕτω καὶ θεὸς ὁ ἄνθρωπος ὠνομάσθη, ἐπειδὴ εἰκὼν προσηγορεύθη Θεοῦ.» (Ερωτήσεις εἰς τὴν Γένεσιν, Κ', PG 80, 105D). Ἴσως ὁ πιό ἀναγνωρισμένος ὅρος γιά τήν θέωση προέρχεται ἀπό τόν μέγα Αθανάσιο (Λόγος περὶ τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Λόγου, PG 25, 96: «αὐτὸς γὰρ ἐν ηνθρώπησε, ἵνα ἡμεῖς θεοποιηθῶμεν»). Κατά τόν μεγάλο ρώσο θεολόγο π. Γεώργιο Φλωρόφσκι, θέωση σημαίνει υἱοθεσία ἀπό τόν Θεό (Οἱ Ἀνατολικοί Πατέρες του 4ου αιώνα, ἐκδ. Πουρναρᾶς, Θεσ/νίκη 1991, σ. 69). Βλ. Ρωμ. 8, 15. Γαλ. 4, 5. Ἐφεσ. 1, 4) Ἔρχεται ὅμως ὁ διάβολος καί τοῦ ἀποκαλύπτει τό πράγμα ἄκαιρα. Αυτή λοιπόν ή γνώση ἦταν μίαγνώση ὠφέλιμη ἀλλά ἄκαιρη· καί ἀφοῦ ἦταν ἄκαιρη, ἦταν καί ἐπικίνδυνη. Τό ἁμάρτημα τοῦ Ἀδάμ ἦταν ἡ παρακοή, τό ὅτι δηλαδή δέν ὑπάκουσε στον Θεό.

   Αλλά τό γεγονός ὅτι ὁ ἄνθρωπος, ἄν καί νηπιάζει ἀκόμα, προσπαθεῖ νά ἐκμεταλλευθεῖ τίς δυνάμεις τῆς φύσεως ἤ τίς δυνατότητες τις δικές του, συνεχίζεται μέχρι σήμερα.

   Ὑπάρχει ἕνας μύθος εὐρωπαϊκός, του λεγομένου μαθητευόμενου μάγου, πού κάποιος μεγάλος μουσουργός τόν ἔχει κάνει καί μουσικό ἔργο. (Ἦταν ὁ Γάλλος συνθέτης, μουσικοκριτικός και δάσκαλος, Πώλ Ντυκά (Paul Abraham Dukas, 1865-1935) Θά σᾶς τόν πῶ μέ δύο λόγια. 

   Κάποτε ἦταν ἕνας μάγος καί εἶχε ἕναν μαθητευόμενο. Εἶχε ἕνα μεγάλο δωμάτιο, μέσα στό ὁποῖο εἶχε ὅλα τά μαγικά του σκευάσματα, μαγικά βιβλία καί λοιπά.

   Μιά μέρα λοιπόν ὁ μάγος εἶπε στον μαθητή του ὅτι θά ἀπουσιάσει, καί γι' αὐτό ἔπρεπε νά προσέξει μερικά πράγματα. Ἐπιπλέον τοῦ ἔδωσε τήν ἐντολή να σφουγγαρίσει τόν χῶρο ὅσο ἐκεῖνος θά ἔλειπε. Ὅταν ἔφυγε τό ἀφεντικό του, ὁ μαθητευόμενος σκέφθηκε ὅτι θά ἦταν καλό νά μήν πάει να βγάλει αυτός νερό από τό πηγάδι, ἀλλά νά ἐπικαλεστεῖ τίς μαγικές δυνάμεις γιά νά τοῦ φέρουν τό νερό. 

   Πράγματι, ἄνοιξε ἕνα χοντρό βιβλίο, κι ἐκεῖ βρῆκε μιά συνταγή γιά τόν σκοπό πού ἤθελε. Ἐπικαλέστηκε λοιπόν τις δυνάμεις αυτές, οἱ ὁποῖες ἐμφανίστηκαν καί τόν ρώτησαν τί ἤθελε. Αὐτός εἶπε: Θέλω νά μοῦ φέρετε νερό ἀπό τό πηγάδι. Καί τότε ἄρχισαν νά ἔρχονται οἱ κουβάδες μέ τό νερό ὁ ἕνας μετά τόν ἄλλον καί νά χύνουν τό νερό μέσα ἐκεῖ στό δωμάτιο γιά νά πλυθεῖ ὁ χῶρος. 

   Βέβαια, ἔτριβε τα χέρια του ἀπό τή χαρά του ὁ μαθητευόμενος μάγος, ὅταν εἶδε ὅτι μέ τόν τρόπο αὐτόν μποροῦσε νά ἔχει νερό. Τί ὡραῖα, τί θαυμάσια... ἔλεγε, δέν κουβαλάω ἐγώ νερό· κουβαλοῦν αὐτές οἱ δυνάμεις!

   Εἶδε ὅμως ὅτι οἱ κουβάδες συνέχιζαν νά ἔρχονται διαρκῶς καί διαρκῶς, ἀλλά δέν γνώριζε μέ ποιόν τρόπο να σταματήσει τόν ἐρχομό τους. Ἄνοιξε πάλι τό χοντρό τό βιβλίο νά βρεῖ κάτι αντίστοιχο, ἀλλά δέν μποροῦσε νά βρεῖ τίποτα. Ἔτσι, τό νερό ἄρχισε ν᾿ ἀνεβαίνει· συνέχεια ἔρχονταν οἱ κουβάδες καί ἄδειαζαν τό νερό. Τότε ἄρχισε νά ἀνησυχεί, καί φυσικά δέν ἤξερε τί να κάνει· κόντευαν να πλημμυρίσουν ὅλα μέσα σ' ἐκεῖνον τόν χῶρο! 

   Επάνω στήν ὥρα ἔρχεται καί τό αφεντικό του, ο μάγος. Τοῦ λέει: Τί εἶναι αὐτά! Τότε ἐκεῖνος, πού βέβαια γνώριζε τη μαγική συνταγή, κατάφερε να στα ματήσει τίς δυνάμεις ἐκεῖνες που κουβαλούσαν μέ τόν τρόπο αὐτόν τό νερό στον μαθητευόμενο μάγο. 

   Αὐτός ὁ μύθος αὐτό ἀκριβῶς ἐκφράζει τη στάση τοῦ ἀνθρώπου ἔναντι τοῦ δένδρου τῆς γνώσεως καλοῦ καί πονηροῦ. Αὐτό εἶναι. Εἶναι φοβερό! 

   Πράγματι, μέχρι σήμερα ἡ ἀνθρωπότητα δέν κατάφερε να ὡριμάσει –δέν κατάφερε σαν σύνολο έννοεῖται– καί τελικά ἔμεινε στάσιμη η κατάστασή της, ἐπειδή δέν γνώρισε τόν Ἰησοῦ Χριστό. Ὁ Ἰησοῦς Χριστός ἦρθε να διορθώσει τα πράγματα καί νά δώσει τήν ὡριμότητα ἐκείνη που χρειαζόταν, γιά νά μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά ἀντιληφθεῖ καί τίς δυνάμεις τῆς φύσεως, ἀλλά καί τίς δυνάμεις τοῦ ἑαυτοῦ του. 

   Εἴχαμε πεῖ τήν περασμένη φορά πώς ἡ μία ἀπό τίς κύριες δυνάμεις τοῦ ἀνθρώπου εἶναι καί ἡ ἐλευθερία πού ἔχει· μιά ἐλευθερία τῆς ὁποίας τό μέγεθος μένει ἀκατανόητο στόν ἄνθρωπο. Τόσο μεγάλη εἶναι αὐτή ἡ ἐλευθερία, πού ὁ Θεός ὄχι μόνο δέν ἐμποδίζει τόν ἄνθρωπο νά ἁμαρτήσει, ἀλλά καί παρασκευάζει το σχέδιο τῆς σωτηρίας του! Μέχρι αὐτοῦ τοῦ βαθμοῦ εἶναι ἡ ἐλευθερία πού δόθηκε στόν ἄνθρωπο! Καί ἡ ἄλλη κύρια δύναμη εἶναι ἡ δυνατότητα τοῦ ἀνθρώπου νά θεωθεῖ. 

Ὁ ἄνθρωπος λοιπόν, ἐπειδή ἀκριβῶς δέν ἔκανε καλή χρήση τῶν πραγμάτων στον Παράδεισο, συνεχίζει νά νηπιάζει. Ὅταν ἐπί παραδείγματι λέει ἐγώ εἶμαι ὁ θεός, ἐγώ θά θεωθῶ μόνος μου, συνεχίζει αὐτό τό προπατορικό αμάρτημα· μιμεῖται δηλαδή τή στάση πού τήρησαν οἱ πρωτόπλαστοι ἀπέναντι στον Θεό, γιά τό θέμα του δένδρου τῆς γνώσεως καλοῦ καί πονηροῦ. 

   Λέγαμε ἐπίσης τήν περασμένη φορά ὅτι ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἁμάρτησε, ἄρχισαν να συσσωρεύονται ἐκεῖ μέσα στο βάθος τῆς ψυχῆς του ὅλες θα λέγαμε οἱ καταβολές τοῦ κακοῦ· εἶναι αὐτό πού λέμε ὑποσυνείδητο. Μέσα στο υποσυνείδητό μας υπάρχουν ὅλες οἱ καταβολές τῶν διαστροφῶν τῆς ψυχῆς ὅλων τῶν γενεῶν καί ὅλων τῶν προγόνων μας. (Ὁ Ἑλβετός ψυχίατρος Κάρλ Γιούνγκ (1875-1961) αὐτό τό όνομάζει συλλογικό ἀσυνείδητο –σέ ἀντιδιαστολή μέ τό προσωπικό ασυνείδητο- καί τό ὁρίζει ὡς τήν περιοχή τῆς ψυχῆς πού εἶναι ἀπείρως ἀρχαιότερη ἀπό τήν προσωπική ζωή του ατόμου, καί φαίνεται πώς περιέχει ορισμένα σχέδια, τα αρχέτυπα, πού εἶναι κοινά γιά ὅλη τήν ἀνθρωπότητα. Τό συλλογικό υποσυνείδητο, ὅπως λέει, εἶναι μιά βάση δεδομένων, πού χρειάστηκε αἰῶνες γιά νά συγκροτηθεῖ, ἀλλά συνοδεύει πλέον τήν ἀνθρώπινη ύπαρξη. Ἡ συλλογική κληρονομιά τῆς ἀνθρωπότητος υπάρχει στον καθένα μας, ἀποτελώντας ἕνα συλλογικό ασυνείδητο, πού ἐντυπώθηκε στο DNA και βρίσκεται στη βάση του ψυχισμοῦ, ἀποτελώντας το θεμέλιο πάνω στό ὁποῖο ἀναπτύσσεται ὁ ἀτομικός ψυχισμός μας. Ἔλεγε ὁ ἅγιος Πορφύριος: Εἶναι ἕνα μυστήριο ὁ ἄνθρωπος. Φέρουμε μέσα μας κληρονομιά αἰώνων, ὅλο τό καλό πού βιώθηκε ἀπό τούς προφῆτες, τούς ἁγίους, τούς μάρτυρες, τούς ἀποστόλους, καί κυρίως ἀπό τόν κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό· ἀλλά ἐπίσης καί τό κακό που υπάρχει στον κόσμο, από τον Αδάμ μέχρι σήμερα. (ἀπό τό Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου Βίος και Λόγοι, ἐκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Χρυσοπηγής, 2015)

   Ἐγώ κουβαλάω μέσα μου ὅ,τι οἱ πρόγονοί μου ἔζησαν, ὅ,τι οἱ πρόγονοί μου διέστρεψαν, ὅ,τι στραβό ἔκαναν, ἐγώ τό ζῶ μέσα μου. Ὅταν ἔρχομαι στον κόσμο, ἡ ψυχή μου ἀναμφισβήτητα δέν εἶναι ἁμαρτωλή· ἔχω ὅμως μία τάση, μία ροπή πρός τήν ἁμαρτία. 

   Προσέξτε· αὐτά ὅλα δέν εἶναι ἡ ἁμαρτία· ἁπλῶς εἶναι οἱ καταβολές πού ὑπάρχουν στήν ψυχή. Γι' αυτό βλέπετε ἕνα μικρό παιδάκι νά ἔχει ἀτομισμό, ἐγωισμό, πεῖσμα, ἰδιοτέλεια καί λοιπά. Μάλιστα εἶπα ὅλα αὐτά –πού εἶναι συνώνυμα– γιατί ἕνα μικρό παιδί, πολύ μικρό, ἑνός-δύο ἐτῶν, δέν θά πάει να κλέψει, οὔτε νά πεῖ ψέματα· ἀκόμα δέν τά ἔμαθε αὐτά· ἔχει ὅμως ἰδιοτέλεια, πού σημαίνει ὅτι ἔχει αὐτόν τόν ἐγωκεντρισμό. Αὐτός ὅμως ὁ ἐγωισμός ἀπό που προῆλθε; Τόν διδάχθηκε; Ὄχι. Μήπως ἡ ψυχή ἦρθε ἁμαρτωλή στόν κόσμο; Ὄχι. Αλλά τί εἶναι αὐτά τά ἄσχημα στοιχεῖα; Εἶναι οἱ καταβολές πού ὑπάρχουν ἀπό τούς προγόνους. 

   Ἔχουμε βεβαίως τις καλές καταβολές, ἔχουμε καί τις κακές καταβολές. Σᾶς θυμίζω τούς προγόνους τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, πού ἄλλοι ἀπ' αὐτούς εἶχαν καλές καταβολές, ἄλλοι ὅμως εἶχαν κακές. (Εἶναι ἀξιοσημείωτον ὅτι τά ὀνόματα γυναικῶν, Θάμαρ, Ραχάβ, Ρούθ καί τῆς συζύγου τοῦ Οὐρίου, παρεισάγονται ἐν τῇ γενεαλογίᾳ. Ἡ Ρούθ ὑπῆρξε Μωαβῖτις καί οὐχί Ἰουδαία, ἐνῶ αἱ ἄλλαι τρεῖς ὑπῆρξαν ἔνοχοι βαρέων ἁμαρτημάτων. Ἡ παράθεσις ὀνομάτων ἅτινα ἠδύναντο νά θεωρηθῶσι ἀκατάλληλα διά τήν παρεισαγωγήν ἐν τῇ γενεαλογίᾳ τοῦ Μεσσίου ἐγένετο από σκοποῦ. Βλ. (Π. Τρεμπέλα, Ὑπόμνημα εἰς τὸ Κατὰ Ματθαῖον, ἐκδ. Ζωή, Ἀθῆναι 1958, σ. 27.) Βλ. ἱεροῦ Χρυσοστόμου, Εἰς τὸν ἅγιον Ματθαῖον τὸν Εὐαγγελιστήν, Ὁμιλία Γ΄, PG 57, 34, καί Ζιγαβηνοῦ, Ἑρμηνεία τοῦ Κατὰ Ματθαῖον Εὐαγγελίου, PG 129, 124A-C) Αλλά οἱ κοντινοί πρόγονοι τοῦ Χριστοῦ εἶχαν ἅγιες καταβολές -ἄν καί δέν μᾶς ἐνδιαφέρει γιά τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ γιατί ἦταν Θεός. Ἡ Θεοτόκος πάντως εἶχε καλές καταβολές ἀπό τούς προγόνους της. Η ψυχική της καθαρότητα ήταν καρπός ὄχι μόνο τῆς δικῆς της προσπάθειας, ἀλλά, θα λέγαμε, και καρπός τῶν προγόνων της. Εἶναι σπουδαῖο αὐτό... πολύ σπουδαῖο! 

   Πάνω σ' αὐτό, λέει κάποιος συγγραφέας –ὁ Τίχαμερ Τώθ: Παιδί μου, ἀγωνίσου να μείνεις ἁγνός· τά παιδιά σου θά σέ εὐγνωμονοῦν, γιατί γιά ἐκεῖνα θά εἶναι εὐκολότερη ἡ ἁγνότητα. (Tihamér Tóth, Ούγγρος Θεολόγος - ἱερέας. Βλ. Τά ἁγνά νιάτα, μτφρ. Ιωάννης Γ. Παναγιωτίδης, ἐκδ. Αστήρ, 1991, σσ. 193) Πῶς θά πετύχουν εὐκολότερα τήν ἁγνότητα; Γιατί θά ἔχουν καλές καταβολές. Ὅταν, ἐπί παραδείγματι, οἱ γονεῖς εἶναι ἀλκοολικοί, εἶναι φιλήδονοι καί λοιπά, τά παιδιά τους τί θά γίνουν; θα πάρουν αὐτά τά χαρακτηριστικά, τίς καταβολές. 

   Ἡ ψυχή λοιπόν δέν ἔρχεται ἁμαρτωλή στόν κόσμο· ἔρχεται ὅμως μέ καταβολές διεστραμμένες. Ποῦ εἶναι αὐτές οἱ καταβολές; στη συνείδηση ή στο υποσυνείδητο; Εἶναι στήν ὅλη δομή τοῦ ἀνθρώπου, γιά νά εἶμαι ἀκριβέστερος, ἀκόμη καί στή σωματική δομή τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά καί στό ὑποσυνείδητο. 

   Ἄν ἐγώ θά ἤθελα νά κοιτάξω μέσα στό ὑποσυνείδητό μου καί νά δῶ αὐτές τίς διαστροφές, θα τρομάξω! Ἔρχεται λοιπόν ὁ Θεός να κρύψει τό ὑποσυνείδητο, νά μήν τό δεῖ ὁ ἄνθρωπος, γιατί θά τρομάξει. 

   Μοιάζει καί ἐδῶ ἡ περίπτωση σάν τόν καρπό του δένδρου τῆς γνώσεως τοῦ καλοῦ καί τοῦ πονηροῦ, πού δέν πρέπει να δοκιμάσω. Δεν πρέπει νά δῶ τό ὑποσυνείδητό μου· θά τρομάξω. Κάποτε ὅμως πρέπει νά τό δῶ... νά τό δῶ καί νά τό καθαρίσω. Τό ἔργο αὐτό τοῦ καθαρισμοῦ τοῦ ὑποσυνειδήτου τό κάνει ὁ Χριστιανός πού ἀναλαμβάνει μέ κάθε συνέπεια καί ἐπιμέλεια τό ἔργο τῆς σωτηρίας του, κατεξοχήν δέ οἱ ἀσκητές. Σᾶς ἔλεγα καί τήν περασμένη φορά ὅτι στήν ἔρημο οἱ ἀσκητές αὐτό ἐπιδιώκουν προσπαθοῦν δηλαδή νά δοῦν τό ὑποσυνείδητό τους, νά δοῦν τόν ἑαυτό τους, καί νά τόν διορθώσουν· ἔργο τρομερά επίπονο καί δύσκολο, πραγματικά! 

   Θά σᾶς ἔλεγα ἕνα παράδειγμα. Ἄν διαβάσετε ἕνα βιβλίο ψυχολογίας -που στην πραγματικότητα εἶναι ἕνα βοήθημα γιά νά ξεσκεπαστεί το υποσυνείδητο– και δεῖτε ἐκεῖ μερικά χαρακτηριστικά, που λέτε ὅτι τά ἔχετε κι ἐσεῖς αὐτά, ξέρετε τί ζημία μπορεῖτε να πάθετε, ἄν δέν εἶστε σέ θέση νά ἀντιμετωπίσετε ἐκεῖνα πού ἀνακαλύπτετε στόν ἑαυτό σας; Ὁ ἐγωισμός μας βέβαια δέν μᾶς ἀφήνει νά δοῦμε ἐκεῖνα πού ἔχουμε, καί δέν τά παραδέχεται. Μιλάει, ἐπί παραδείγματι, το βιβλίο πού διαβάζω γιά κάποια διαστροφή, πού ἐνδεχομένως νά ἔχω κι ἐγώ. Εγώ ταράσσομαι, γιατί ὁ ἐγωισμός μου δέν μ' ἀφήνει νά τό δεχθῶ, ἐπειδή χάνω το γόητρό μου. Καί τό γόητρό μου το χάνω ὄχι μόνο μέσα στο κοινωνικό σύνολο πού ζῶ· το χάνω καί ἐγώ γιά τόν ἴδιο μου τόν ἑαυτό μπροστά στά ἴδια μου τά μάτια. Και σκέφτομαι: Α, ὥστε μπορεῖ νά εἶμαι αὐτό;... Δέν το παραδέχομαι! ἤ: Γιατί ἐγώ νά εἶμαι αὐτό; 

   Αλλά δέν μπορεῖτε να φανταστεῖτε πόσο ἐπικίνδυνο πράγμα εἶναι νά διαβάσει ἕνας ἄνθρωπος, ἰδίως νέος, ἕνα βιβλίο ψυχολογίας. Εἶναι πάρα πολύ ἐπικίνδυνο. Ελπίζω μ' αὐτό πού σᾶς λέω νά μήν σᾶς κεντρίσω πιό πολύ τήν ὄρεξη, καί πᾶτε νά τό διαβάσετε... θα εἴσαστε ἄξιοι τῆς τύχης σας. Ειλικρινά μπορεῖ ἕνας ἄνθρωπος να πάθει διαταραχές, να πάθει ψυχώσεις, να πάθει νευρώσεις, να πάθει πολύ κακό. 

   Ἔρχονται ἄνθρωποι πού μοῦ λένε: Διάβασα, ξέρετε, ἐκεῖνο τό βιβλίο, καί βρῆκα ἐκεῖνο κι ἐκεῖνο, καί ἀνακάλυψα ὅτι εἶμαι ἐκεῖνο κι ἐκεῖνο! Καί λέω: Ἄλλη φορά δέν θά ξαναδιαβάσεις τέτοια βιβλία! 

   Δηλαδή, εἶναι κακά αὐτά τά βιβλία; Ὄχι. Αλλά τί; δέν εἶναι σέ θέση ὁ συγκεκριμμένος ἄνθρωπος να διαβάσει τέτοια βιβλία. Δέν εἶναι σε θέση, δέν πρέπει να διαβάσει.

   Πῶς θά μποροῦσε κανείς νά προχωρήσει σέ μιά κάθαρση τοῦ ἑαυτοῦ του; Εἶναι μεγάλο ερώτημα αυτό. 

   Σᾶς τό ἐξήγησα, ὅτι ὁ Χριστιανός τό πετυχαίνει, καί μάλιστα ὁ ἀσκητής στήν ἔρημο. Λοιπόν, ή βασική προϋπόθεση νά ἰδῶ τό ὑποσυνείδητό μου στα κατάβαθά του καί νά μήν πάθω κακό, είναι τό νά ἔχω φτάσει σέ μιά κάποια ὡριμότητα ταπεινώσεως. Δηλαδή, ὅταν θά ἀνακαλύψω τί ἔχω μέσα μου, νά μήν ἀρχίσω να νευριάζω, να θυμώνω, νά ἀγωνιῶ μέ τόν ἑαυτό μου, γιατί νά ἔχω αὐτό τό Α ἤ τό Β χαρακτηριστικό; αλλά νά πῶ: Αὐτός εἶμαι!... καί νά τό πῶ ἁπλᾶ. Προσέξτε: Ἔχεις αὐτήν τή διαστροφή. Μάλιστα. Αὐτός εἶσαι, ἄνθρωπε. Ἐγώ αὐτός εἶμαι!... Νά τό παραδεχθῶ. Από τήν στιγμή πού θά τό παραδεχθῶ, δέν κινδυνεύω, οὔτε ἀπό συγκρούσεις, οὔτε ἀπό ψυχώσεις, οὔτε ἀπό νευρώσεις, οὔτε ἀπό τίποτε· δηλαδή ἔχω φθάσει σέ μιά ώριμότητα, καί εἶμαι τώρα ἕτοιμος να ξεκινήσω τήν κάθαρση τοῦ ὑποσυνειδήτου μου καί νά ἐλευθερωθῶ. 

   Ξέρετε ποιός εἶναι ὁ ὁρισμός τῆς ταπεινοφροσύνης, κατά τόν μέγα Βασίλειο; ἡ «ἐπάνοδος ἐπὶ τὴν οἰκείαν ἀξίαν» (Σχόλια εἰς τὸν προφήτην Ησαΐαν, Κεφ. Γ', PG 30, 260ΑΒ: «Η γὰρ ἀπόθεσις τοῦ ματαίου φρονήματος καὶ ἡ ἀπὸ τοῦ ἐπάρματος καὶ ὕψους ἀλαζονικοῦ καὶ οἰήματος διακένου τὴν οἰκείαν ἀξίαν ἐπάνοδος, ταπείνωσίς ἐστιν ἐπαινετή»), ἡ ἐπιστροφή στην προσωπική αξία, τό να γυρίσει κανείς στην πραγματική του αξία. Αὐτή εἶναι ἡ ταπείνωση· δηλαδή αὐτό πού σᾶς λέω τόσην ώρα· τό νά ἀναγνωρίσω καί νά πῶ: Αὐτός εἶμαι· οὔτε πιό κάτω οὔτε πιό πάνω. 

   Πολλές φορές ὁ ἄνθρωπος, γιά νά φέρει ισοστάθμιση σέ μιά ἁμαρτωλή του κατάσταση πού δέν παραδέχεται, φθάνει στούς ἀντίποδες, στό ἄλλο ἄκρο τοῦ ἴδιου θέματος, προσπαθώντας να δημιουργήσει στον ἑαυτό του τήν ψευδαίσθηση ὅτι δέν ὑπάρχει αὐτή ἡ κατάσταση!

   Παράδειγμα. Εἶμαι ἡττοπαθής τύπος· δηλαδή τά χάνω, τά κάνω θάλασσα, τα μπερδεύω, καί τά λοιπά, δέν μπορῶ ν' ἀντιμετωπίσω μία κατάσταση μέ ἕναν ρεαλισμό τῆς ζωῆς. Μία κακή μέθοδος γιά νά ἐπιτύχω τήν θεραπεία τοῦ θέματος εἶναι ἡ ἑξῆς· ν' ἀρχίσω να πείθω τόν ἑαυτό μου ὅτι δέν εἶμαι ἡττοπαθής, ἀλλά ὅτι εἶμαι γενναῖος, καί υἱοθετῶ τό ἄλλο ἄκρο τοῦ ἴδιου θέματος, τήν θρασύτητα. Ἔχετε ακούσει τόν χαρακτηρισμό θρασύδειλος; Εἶναι ὁ δειλός πού προσπαθεῖ στά μάτια τοῦ ἴδιου τοῦ ἑαυτοῦ του να φανεῖ ὅτι εἶναι γενναῖος. Στήν πραγματικότητα ὅμως εἶναι θρασύς· δέν εἶναι γενναῖος. Γιά νά γίνει γενναῖος πρέπει να δεχθεῖ ὅτι εἶναι δειλός, καί νά ἀγωνιστεῖ νά τό διορθώσει αὐτό. 

   Ἔτσι, παιδιά, εἶναι μεγάλα πράγματα αὐτά, πού πραγματικά θα πρέπει νά τά προσέξουμε, γιά νά προχωρήσουμε σωστά και να διορθώσουμε τόν ἑαυτό μας, γιατί, ξαναλέω ἄλλη μία φορά, τό δένδρο τῆς γνώσεως τοῦ καλοῦ καί τοῦ πονηροῦ εἶναι πάντοτε μπροστά μας. Καί αὐτό ισχύει γιά ὅλους τούς ἀνθρώπους, κάθε τόπου και κάθε χρόνου· δεν τέθηκε μόνο τότε. Ὁμοίως καί τό δένδρο τῆς ζωῆς εἶναι πάντοτε μπροστά μας, τουλάχιστον μετά Χριστόν, ὅπως θά σᾶς τό πῶ στή συνέχεια, ἤ, ἄν δέν προλάβουμε σήμερα, στο προσεχές μάθημά μας. 

   Γιατί ὅμως τό δένδρο αὐτό, τό ξύλον, λεγόταν τῆς γνώσεως τοῦ καλοῦ καί τοῦ πονηροῦ; Ὄχι βεβαίως ἐπειδή εἶχε τέτοια ἰδιότητα, πού νά προκαλεῖ τήν ἀφύπνιση, αὐτό τό ξύπνημα στόν ἄνθρωπο, ὥστε νά μπορεῖ ἀμέσως νά διακρίνει ὅτι κάτι εἶναι καλό καί κάτι ἄλλο εἶναι κακό. Ὄχι βεβαίως. Ἦταν κοινό δένδρο. Ἀκοῦστε: ἦταν κοινό δένδρο. Τό θέμα ἦταν στήν ὑπακοή ἤ στήν παρακοή. 

   Γιά νά γίνει καλύτερα κατανοητό αυτό, ὁ ἱερός Χρυσόστομος λέει πολλά παραδείγματα· ἐγώ θά σᾶς πῶ ἕνα, γιά νά μή καθυστερούμε. 

   Συνηθίζει ἡ Ἁγία Γραφή να δίδει ὀνόματα σέ τόπους, καί πρόσωπα ἀκόμη, από κάποιο γεγονός, από ἕνα περιστατικό ἤ ἀπό μία κατάσταση ενός τόπου. 

   Κάποτε, ἐπί παραδείγματι, ὁ Ἰσαάκ εἶχε ἀνοίξει ἕνα πηγάδι. Και κάποιοι γείτονες ἐκεῖ, ἀπό ἄλλον λαό, διεκδίκησαν το πηγάδι αυτό για λογαριασμό τους. Ἐπειδή τό νερό ἐκεῖ στήν περιοχή δέν ἦταν πάρα πολύ, ζήλεψαν ὅταν εἶδαν το πηγάδι αυτό τοῦ Ἰσαάκ μέ πολύ νερό, καί τοῦ εἶπαν: Τό πηγάδι αὐτό εἶναι δικό μας... αὐτά πού κάνουν καί οἱ γείτονες μεταξύ τους πολλές φορές, καί μετακινοῦν τά ὅρια τῶν κτημάτων τους. Ὄχι, λέει ὁ Ἰσαάκ, αὐτό τό κομμάτι τῆς γῆς εἶναι δικό μου. Ὄχι δικό μας!... καί βέβαια ἔφθασαν σέ σημεῖο νά διαπληκτισθοῦν. Ὁ Ἰσαάκ ὅμως, πού ἦταν ἕνας ἤρεμος ἄνθρωπος, υποχώρησε καί ἔφυγε. 

   Δέν θά σᾶς πῶ τήν ἱστορία παρακάτω, παρά θά σᾶς πῶ ὅτι τό πηγάδι αὐτό τό ὀνόμασε ὁ ἴδιος ὁ Ἰσαάκ ἐχθρία, φρέαρ τῆς ἔχθρας, πηγάδι τῆς ἐχθρότητος εἶναι στη Γένεση, 26, 21. Ακούσατε; ὀνόμασε το πηγάδι ἔχθρα! Αλλά τό πηγάδι εἶχε τίποτα πού νά προκαλεῖ τήν ἔχθρα; Ὄχι. Αλλά ὀνομάστηκε ἔχθρα λόγω του περιστατικοῦ πού συνέβη ἀνάμεσα στόν Ἰσαάκ καί τούς γείτονές του.

   Αὐτό λοιπόν συμβαίνει καί ἐδῶ μέ τό δένδρο τῆς γνώσεως τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ. Δέν ὀνομάστηκε το δένδρο ἔτσι ἐπειδή εἶχε κάτι· ἀλλά ὅτι ἄν παράκουαν οἱ πρωτόπλαστοι τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ, τότε θά ἀποκτοῦσαν τή γνώση τῆς ἁμαρτίας, τοῦ κακοῦ, ὡς ἐμπειρία –τή γνώση τοῦ καλοῦ τήν εἶχαν ἀπό πιό μπροστά. Συνεπῶς, ἀπό τήν παρακοή θα γνώριζαν τό κακό· ὄχι ἀπό τό δένδρο αυτό καθεαυτό. Τό ὄνομα τοῦ δένδρου λοιπόν ἔχει σχέση μέ τήν στάση τῶν πρωτοπλάστων. (Βλ. Θεοδωρήτου Κύρου, Εἰς τὰ ἄπορα τῆς θείας Γραφῆς κατ ἐκλογήν. Εἰς τὴν Γένεσιν, Ερώτησις ΚΖ', PG 80, 124D: «Καὶ πῶς οἷόν τε ἦν τοὺς λόγῳ τετιμημένους καὶ κατ' εἰκόνα θείαν γεγενημένους, οὐκ ἔχειν διάκρισιν ἀγαθοῦ καὶ κακοῦ; Πῶς δ᾽ ἂν αὐτοῖς ἐτεθείκει νόμον τῆς δικαιοσύνης ἡ ἄβυσσος, ταύτην οὐκ ἔχουσιν ἐν τῇ φύσει τὴν γνῶσιν, μηδὲ γινώσκουσιν ὡς ἀγαθὸν μὲν τὸ φυλάξαι τὴν ἐντολήν, ολέθριον δὲ τὸ παραβῆναι; Εἶχον οὖν ἄρα τὴν γνῶσιν· τὴν δὲ πεῖραν ποσέλαβον ὕστερον.»)

   Γνώριζε ἄραγε ὁ Ἀδάμ τό καλό καί τό κακό πρίν ἀπό τή δοκιμή;

   Αναμφισβήτητα, ναί. Διότι θά ἦταν πολύ περίεργο νά ποῦμε ὅτι ὁ Ἀδάμ δέν γνώριζε τό κακό πρίν δοκιμάσει τόν καρπό αὐτοῦ τοῦ δένδρου. Τότε τί ἔννοια θά εἶχε ἡ ἐντολή πού ἔδωσε ὁ Θεός νά μή δοκιμάσουν; Τί σημαίνει αὐτό; Σημαίνει πώς θά ἦταν ἀδιανόητο νά δοθεῖ ἐντολή, ἄν δέν ὑπῆρχε ἡ γνώση τῶν πραγμάτων. 

   Τότε λοιπόν ποῦ ἦταν ἡ γνώση αὐτοῦ τοῦ κακοῦ; 

   Ἡ γνώση στον Αδάμ ἦταν ψιλή, πού θά πεῖ γυμνή γνώση, θά πεῖ θεωρητική γνώση· ἐνῶ ἡ γνώση μετά τήν παράβαση τῆς ἐντολῆς ἦταν ἐμπειρική. 

   Γιά νά καταλάβετε, σᾶς ἐρωτῶ: Ὁ Θεός γνωρίζει το κακό; Τό γνωρίζει. Πῶς ὅμως τό γνωρίζει; ἐμπειρικά; Δηλαδή ὁ ἴδιος ἔκανε κάτι κακό, κι ἀπό τήν πεῖρα πού ἔχει ξέρει τό κακό; Ὄχι βέβαια. Ὁ Θεός γνωρίζει μόνο θεωρητικά το κακό πρακτικά δέν τό ξέρει. 

   Ἄλλο παράδειγμα· προσέξτε να δεῖτε. Ἐγώ πονῶ, πεινῶ, διψῶ, πεθαίνω. Αὐτά ὁ Θεός τά γνωρίζει; Ναί, τά γνωρίζει, ἀλλά θεωρητικά ὄχι ἐμπειρικά. Ωστόσο, κάποια φορά τά γνώρισε καί ὁ Θεός αὐτά ἐμπειρικά, ὅταν ὁ ἴδιος ὁ Θεός Λόγος πῆρε τήν ἀνθρώπινη φύση. Γι' αυτό λέει στήν Πρός Ἑβραίους ἐπιστολή του ὁ ἀπόστολος Παῦλος «ἔμαθεν ἀφ᾽ ὧν ἔπαθε» (Έβρ. 5, 8), ἔμαθε ἀπό ἐκεῖνα πού ἔπαθε· ἔμαθε τί θά πεῖ πεινῶ, τί θά πεῖ διψῶ, τί θά πεῖ πεθαίνω. Ὁ Θεός λοιπόν, μετά τήν ένανθρώπησή Του, ἔχει ἐμπειρία, ἔχει ἐμπειρική γνώση τῆς ἀνθρώπινης καταστάσεως, ἐκτός ἀπό τήν ἁμαρτία. Ὁ Θεός λοιπόν γνωρίζει τήν ἁμαρτία θεωρητικά, καί ὄχι ἐμπειρικά· ξέρει τί εἶναι τό κακό. 

   Ὁ ἄνθρωπος λοιπόν, ὁ Ἀδάμ, γνώριζε τί ἦταν τό κακό· διότι, ἐπαναλαμβάνω, ἐάν δέν τό γνώριζε, δέν θά εἶχε νόημα νά τοῦ δοθεῖ αὐτή ἡ ἐντολή.

   Δίνουμε εντολή ποτέ στα ζῶα; μην κάνεις αὐτό καί μήν κάνεις ἐκεῖνο;... Λέμε ποτέ στις γάτες κοίταξε, γάτα· μή φᾶς τά ψάρια –όταν τα βάζουμε στο τραπέζι ἐπάνω– μήν τά φᾶς τά ψάρια. Το λέμε αυτό ποτέ στις γάτες μας; Δέν ἔχει ἔννοια· γιατί; διότι τό ζῶο δέν ἔχει οὔτε λογική οὔτε τή γνώση γιά νά δεχθεῖ ἐντολή. 

   Ἄν λοιπόν ὁ Ἀδάμ δέν ξεχώριζε τό καλό από τό κακό θεωρητικά, θά ἦταν κατώτερος κι ἀπό τά ζῶα· θά ἦταν ζῶο, ἂν θέλετε. 

   Αλλά, ὅπως σᾶς ἐξήγησα, ἔλαβε πεῖρα. Λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος: «ἔμαθε δὲ ὕστερον σαφέστερον δι' αὐτῆς τῶν πραγμάτων τῆς πείρας» (Εἰς τὴν Γένεσιν, PG 54, 610), ὕστερα ἔμαθε πιό καθαρά, ἀπό τήν ἴδια τήν πεῖρα ἐπάνω στα πράγματα. 

   Αλλά ἡ γνώση τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ, χωρίς τήν πεῖρα, χωρίς να δοκιμάσουμε, –ἐδῶ θέλω λίγο να προσέξετε· εἶναι σπουδαῖο αὐτό πού θά σᾶς πῶς– μᾶς προσπορίζει τήν φυσική διάκριση, παιδιά. 

   Τί εἶναι αὐτή ἡ φυσική διάκριση;

   Προσέξτε ὅμως μία προϋπόθεση χωρίς τήν ἐμπειρία τοῦ κακοῦ! Γιατί χωρίς; Διότι, ὅταν ἀποκτήσω αυτή τήν ἐμπειρία τοῦ κακοῦ, τότε μοῦ εἶναι πιά ἄχρηστη αὐτή ἡ διάκριση· ἀφοῦ τήν ἔπαθα, την βίωσα.

   Σᾶς λέω ἕνα παράδειγμα τελεσίδικο, γιά νά τό καταλάβετε. Ξέρω ὅτι ἕνα περίστροφο, ὅταν ἐκπυρσοκροτήσει, σκοτώνει; Το ξέρω. Η γνώση μου αὐτή τί εἴδους εἶναι; Εἶναι θεωρητική γνώση, ψιλή. Αὐτή ἡ γνώση μπορεῖ νά μοῦ δώσει τή διάκριση ὅτι δέν πρέπει να σκαλίζω τή σκανδάλη, για παράδειγμα, γιατί θα πάρει φωτιά τό ὅπλο καί θά μέ σκοτώσει; Το ξέρω αυτό. Ἔχω λοιπόν τή διάκριση να ξεχωρίσω ὅτι αὐτό εἶναι ἐπικίνδυνο ἀντικείμενο. Εάν ὅμως θελήσω να αποκτήσω καί τήν προσωπική πεῖρα, δηλαδή να βάλω τό περίστροφο στον κρόταφό μου και να τραβήξω τή σκανδάλη, τότε ἡ σφαίρα θα σφηνωθεῖ μέσα στο κεφάλι μου. Θά ἀποκτήσω βεβαίως τήν πεῖρα· ἀλλά θά μοῦ εἶναι περιττή, γιατί πιά θά ἔχω σκοτωθεῖ· σέ τί θά μέ ὠφελήσει;

   Θά μοῦ πεῖτε ὅμως ὅτι ὑπάρχουν και περιπτώσεις πού ἀποκτάει κανείς μιά ἐμπειρία, ἀφοῦ πρῶτα ζημιωθεῖ, ἀφοῦ πρῶτα καεί. Αλλά γιατί, παιδιά, να φθάσει ἐκεῖ τό πράγμα; Πρέπει νά ἔχουμε τήν φυσική διάκριση, γιά νά μή φθάσουμε στο σημεῖο ἐκεῖνο γιατί ἄν πάθουμε κάτι κακό, τότε σέ τί θά μᾶς χρησίμευε ἡ διάκριση; Θά μοῦ πεῖτε, γιά τό μέλλον. Ἔστω· ἀλλά τό θέμα εἶναι νά μήν πάθουμε κάποιο ανεπανόρθωτο κακό. Συνεπῶς θά πρέπει νά ἔχουμε αὐτήν τή φυσική διάκριση. (Μιά παροιμία λέει πώς πεῖρα εἶναι ἡ φωτιά πού σέ φωτίζει, ἀφοῦ πρῶτα σέ κάψει· ενώ σοφία εἶναι ἡ φωτιά πού σέ φωτίζει, χωρίς πρῶτα να σε κάψει)

   Θά σᾶς ἔλεγα ὅτι σήμερα, στήν ἐποχή μας, δέν ὑπάρχει φυσική διάκριση. Λέω φυσική· δέν λέω πνευματική· θά σᾶς μιλήσω λίγο πιο κάτω γιά τήν πνευματική. Σήμερα λοιπόν δέν ὑπάρχει φυσική διάκριση στούς ἀνθρώπους. Στούς πιό πολλούς ανθρώπους δέν ὑπάρχει. Νομίζουν ὅτι πρέπει νά τά δοκιμάζουν ἐμπειρικά ὅλα, γιά νά ἔχουν γνώση τῶν πραγμάτων· κι αὐτό εἶναι πολύ κακό. Μάλιστα για να δικαιολογηθοῦν ἐπιστρατεύουν καί ἕνα χωρίο τῆς Ἁγίας Γραφῆς, καλῶς τοποθετημένο καί κακῶς ἑρμηνευόμενο, ὅπως λέει ὁ ἅγιος Κύριλλος. Ποιό εἶναι; Εἶναι ἀπό τήν Α' Προς Θεσσαλονικεῖς ἐπιστολή τοῦ ἀποστόλου Παύλου (5, 21). Εκεῖ λέει: «τὰ πάντα δοκιμάζετε, τὸ καλὸν κατέχετε».

   Ἄν ποῦμε σέ κάποιον Μή πηγαίνεις σε ντισκοτέκ, εἶναι ἁμαρτία· θά πέσεις ἐκεῖ, θά ἁμαρτήσεις μέ τούς ἀνθρώπους πού θά γνωρίσεις ἐκεῖ μέσα... και λοιπά, ἀπαντᾶ: Α, ὄχι· δέν ἔχω αὐτήν τή γνώμη. Ἡ γνώμη μου εἶναι ὅτι πρέπει να πάω καί ἐκεῖ γιά νά γνωρίσω τά πράγματα. Καί ἄν ὑποτεθεῖ ὅτι, δοκιμάζοντας κάτι, θα πάθω κακό, κατόπιν θά ἔχω την δύναμη να μήν ξαναπάω ἐκεῖ. 

   Πρῶτα-πρῶτα δέν μπορεῖς νά ξέρεις ἄν θά ἔχεις τή δύναμη να φύγεις ἀπό ἐκεῖ. Ἔχετε δεῖ ἴσως ἐκεῖνα τα μυγόχαρτα. Τώρα πιά δέν τά χρησιμοποιοῦν. Αλλά μέ τήν εὐκαιρία σᾶς λέω ὅτι εἶναι τά πιό υγιεινά γιά νά ἐξολοθρεύουμε τίς μύγες. Δέν εἶναι καθόλου ἐπικίνδυνα, σάν ἐκεῖνα τά σπρέι, πού δηλητηριάζουν τις μύγες καί εἶναι ἐπικίνδυνα. Μήν τά χρησιμοποιεῖτε· εἶναι πολύ ἐπικίνδυνα. Τα πιο υγιεινά εἶναι ἐκεῖνα τά παλιά, τά κλασσικά. Εἶναι ἕνα χαρτί πού κρέμεται ἀπό τό ταβάνι καί ἔχει ἐπάνω κόλλα που μοιάζει μέ μέλι. Βέβαια δέν εἶναι πολύ ευχάριστο τό θέαμα· εἶναι ὅμως πολύ χρήσιμο καί διδακτικό. Καί βλέπετε τή μύγα, μόλις τό βάλετε αυτό, πάπ, πάει και κάθεται. Βέβαια, τό εἶδε σάν μέλι, καί πῆγε γιά νά δοκιμάσει. Εἶπα διδακτικό; Ναί, αὐτό τό πράγμα πού σᾶς λέω τόσην ὥρα συμβαίνει καί μέ τούς ἀνθρώπους. 

   Πῆγες, κοπέλα μου, παιδί μου, πήγες μέχρι τήν ντισκοτέκ· ἄραγε θά ἔχεις τή δύναμη νά μήν ξαναπάς;Γνώρισες ἕνα ἀγόρι, ἕνα κορίτσι· ἔχεις τή δύναμη να μήν προχωρήσεις παρακάτω; Κάπνισες ένα τσιγάρο· ἔ-χεις τή δύναμη νά μήν ξανακαπνίσεις; Μπορῶ νά σᾶς πῶ ὅτι, σε συντριπτική πλειοψηφία, ἐκεῖνος πού ἔβαλε ένα τσιγάρο στο στόμα του, ἔβαλε καί δεύτερο· καί ἄν ἔβαλε καί δεύτερο, ἔβαλε καί τό πολλοστό. Ἔχεις τή δύναμη νά πεῖς θά δοκιμάσω ἕνα χάπι ναρκωτικό, άλλά δέν θά τό ξαναπιῶ πιά; Δέν μποροῦμε νά τό ποῦμε.

   Λοιπόν, ὑπάρχει αὐτή ἡ ἄποψη γιά τό «τὰ πάντα δοκιμάζετε, τὸ καλὸν κατέχετε». Εἶναι ἐσφαλμένη αὐτή ἡ ἑρμηνεία.

   Θά μοῦ πεῖτε: Δέν τό λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος αὐτό; Ναί, ἀλλά δέν ἐννοεῖ νά δοκιμάζουμε τα πάντα, νά τά ἐξετάζουμε, καί νά κρατᾶμε τό καλό. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀναφέρεται στο θέμα τῆς προφητείας τῶν προφητῶν, πού μιλοῦσαν στήν ὁμήγυρη τῆς Ἐκκλησίας, καί λέει: Μήν περιφρονεῖτε τις προφητεῖες. Ἀκοῦστε τόν κάθε προφήτη τί ἔχει νά πεῖ. Κρατῆστε αὐτό τό καλό πού εἰπώθηκε, καί ἐκεῖνο πού δέν εἶναι σωστό ἀφῆστε το. Αναφέρεται στο θέμα τῶν προφητῶν. Προφήτης, μέ τήν εὐρεία ἔννοια, δηλαδή ὁμιλητής· ὄχι μέ τήν εἰδική ἔννοια. Δέν σᾶς ἐξηγῶ πιό πολλά.

   Θά ἦταν δυνατόν ποτέ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ νά μᾶς στέλνει να δοκιμάσουμε τήν ἁμαρτία;... Εἶναι δυνατόν ποτέ;... Μήν χρησιμοποιούμε λοιπόν τό χωρίο αυτό γιά να δικαιολογούμαστε απέναντι στούς ἄλλους, ἀλλά καί  στόν ἑαυτό μας, ὅτι μποροῦμε νά τά δοκιμάζουμε ὅλα, ἀρκεῖ νά κρατήσουμε τό καλό. 

   Σᾶς εἶπα ὅτι χρειάζεται ή φυσική διάκριση, χωρίς νά ἔχουμε ἐμπειρία. Τί εἶναι ἡ διάκριση; Εἶναι ὁ διαχωρισμός· νά μπορῶ νά ξεχωρίζω τό καλό ἀπό τό κακό. Καί τί εἶναι ἡ φυσική διάκριση; Εἶναι τό νά ἔχουμεἐκ φύσεως αὐτήν τή δυνατότητα διακρίσεως. 

   Αὐτό ὅμως εἶναι ἡ συνισταμένη πολλῶν στοιχείων. 

   Πρῶτα-πρῶτα εἶναι τῆς εὐφυΐας, τῆς ἐξυπνάδας.

   Ἐπίσης εἶναι τό στοιχεῖο τῆς παρατηρητικότητος· τό νά μπορεῖ κανείς να παρατηρεῖ. Σᾶς ἐρωτῶ: πόσες φορές ἤρθατε ἐδῶ; Δέν ξέρω ἄν ποτέ κάνατε τόν κόπο να μετρήσετε πόσα σκαλοπάτια εἶναι ἀπό τόν δρόμο μέχρι ἐδῶ κάτω. (Εννοεῖ τό ὑπόγειο τοῦ Ναοῦ τοῦ Ἁγίου Χαραλάμπους Λαρίσης, ὅπου γίνονταν τά κατηχητικά αυτά μαθήματα) Εἶμαι σίγουρος ὅτι κανείς δέν θά μποροῦσε νά μοῦ πεῖ τώρα πόσα σκαλοπάτια εἶναι. Θά μέ ρωτήσετε: ἐσεῖς τά μετρήσατε;... Οὔτε κι ἐγώ τά μέτρησα. Εἶναι πολύ σπουδαῖο, ἀγαπητοί μου, νά εἶναι κανείς παρατηρητικός· νά μπορεῖ νά βλέπει καί νά προσέχει τό καθετί.

   Σᾶς εἶπα τό παράδειγμα γιά νά σᾶς ἐπισημάνω ὅτι κάτι πού οἱ ἄλλοι δέν τό προσέχουν, ἐκεῖνος πού ἔχει μέσα του αὐτό τό πολύτιμο στοιχεῖο τῆς διακρίσεως τό παρατηρεῖ, τοῦ εἶναι χρήσιμο. 

   Ἡ παρατηρητικότητα, συνδυαζόμενη μέ εὐφυΐα, κάνει τούς μεγάλους ἐφευρέτες· ὁ συνδυασμός δηλαδή πού μπορεῖ νά γίνεται μέσα μας αὐτοῦ τοῦ ὑλικοῦ πού προσλαμβάνουμε. Να παίρνω αυτό κι ἐκεῖνο, νά διαβάζω αυτό κι αυτό, νά ἀκούω τοῦτο κι ἐκεῖνο, νά βλέπω αὐτό καί τό ἄλλο, καί νά ἔχω τήν ἱκανότητα ὅλα αὐτά νά τά συνδυάσω. Εἶναι ὅπως ἀκριβῶς ἡ νοικοκυρά πού μέσα στην κουζίνα της έχει μια μικρή αποθήκη τροφίμων, ἔχει ντουλάπια, καί ἔχει μέσα μπουκάλια καί κουτιά μέ διάφορα υλικά, καί μπορεῖ αὐτά τά ὑλικά νά τά ἀνακατέψει καταλλήλως καί νά φτιάξει διάφορα ὡραῖα φαγητά και γλυκά.

   Ἕνα ἀκόμα στοιχεῖο τῆς φυσικῆς διακρίσεως εἶναι καί ἡ σοφία. Τί εἶναι ἡ σοφία; Σοφία δέν εἶναι ἡ εὐφυΐα, ἡ ὀξύνοια· σοφία εἶναι τό ἀπόθεμα γνώσεων, τό να ξέρει κανείς πολλά πράγματα· αὐτό εἶναι σοφία. Ἄλλο σοφία καί ἄλλο εὐφυΐα.

   Ὁπότε ὅλα αὐτά μαζί, στή συνισταμένη τους, μᾶς δίνουν τό σπουδαῖο ἐκεῖνο προσόν καί ἐξαιρετικά πολύτιμο πού λέγεται φυσική διάκριση· να μποροῦμε νά ξεχωρίσουμε το ποιόν, τό ποσόν, τόν χρόνο καί λοιπά, καί νά ἐνεργοῦμε καταλλήλως.

   Οἱ πρωτόπλαστοι κλήθηκαν νά ἔχουν καί νά ώριμάσουν στην φυσική διάκριση. Ὅταν ὅμως θά ὡρίμαζαν σ' αὐτήν τή φυσική διάκριση, τότε θά 'ρχόταν ὁ Θεός καί θά τούς ἔδινε ἕνα δῶρο· αὐτό πού δίνει καί στόν κάθε πιστό, ὅταν ωριμάσει στη φυσική διάκριση. Ξέρετε ποιό εἶναι αὐτό; Εἶναι ἡ πνευματική διάκριση. Ὄχι αὐτή πού ἀποκτάει ὁ ἄνθρωπος, μέ τά στοιχεῖα πού σᾶς ἀνέφερα προηγουμένως, ἀλλά ἡ διάκριση ὡς δῶρο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Τί εἶναι αὐτό; Εἶναι κάτι πολύ βαθύτερο. Μ' αὐτήν ὁ ἄνθρωπος βλέπει και διακρίνει ἐκεῖνα τά ὁποῖα ὁ ἄλλος, μέ μόνη τή φυσική διάκριση, δέν μπορεῖ σχεδόν καθόλου να διακρίνει.

   Ἔτσι, παιδιά, οἱ πρωτόπλαστοι, ἐάν τηροῦσαν τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ, θά ἀποκτοῦσαν καί τήν πνευματική διάκριση.

   Εἶναι πολύ μεγάλο πράγμα! Διότι, ξέρετε, ὁ σκοτισμένος νοῦς δέν μπορεῖ νά ἔχει ποτέ οὔτε πνευματική οὔτε φυσική διάκριση. Καί σκοτισμένος νοῦς εἶναι ὁ κάθε νοῦς πού ἁμαρτάνει. (Βλ. Ρωμ. 1, 21· 28) Λές στόν ἄλλον μήν τό κάνεις αὐτό· θά πάθεις κακό, καί δέν τό βλέπει!... Μπορεῖ νά τό ἔχουν πάθει τόσοι ἄλλοι γύρω του, μά αυτός δέν τό βλέπει! Ἐξ ἄλλου διάκριση τί θά πεῖ; ὄχι μόνο ξεχώρισμα, ἀλλά καί ὅραση, να μπορεῖ κανείς νά βλέπει.

   Οἱ πρωτόπλαστοι μποροῦσαν νά διακρίνουν πολύ καλά. Σέ λίγο –θά τό ἀναλύσουμε αυτό προσεχῶς– θά ἐρχόταν ὁ διάβολος, σαν φίδι. Θά μποροῦσαν νά ποῦν: Τί εἶναι αὐτά πού μᾶς λέει αυτό;... Και γιατί μᾶς τά λέει αὐτά; Γιατί να πιάσουμε κουβέντα μαζί του;... Καί γιατί να πεισθοῦμε σέ ὅσα μᾶς λέει;... Καί, καί... Δέν τό ἔκαναν· καί αὐτό δείχνει ὅτι οἱ πρωτόπλαστοι δυστυχῶς δέν εἶχαν ὡριμάσει στη φυσική διάκριση.

   Λένε ὅτι ἡ ἐντολή που δόθηκε στούς πρωτοπλάστους στάθηκε ἡ αἰτία τῆς πτώσεώς τους. Αὐτό ὅμως δέν εἶναι ἀλήθεια. Διότι ὁ νόμος καί ἡ ἐντολή δέν σπρώχνουν στο κακό, αλλά προστατεύουν ἀπό τό κακό. Δέν μποροῦμε νά ποῦμε δηλαδή ὅτι ἐπειδή δόθηκε ἡ ἐντολή, ὁ νόμος, μή δοκιμάσετε, γι' αὐτό καί ἁμάρτησαν οἱ πρωτόπλαστοι· ὅτι δόθηκε δηλαδή ὁ νόμος σάν μιά ἀφορμή γιά νά πέσουν οἱ πρωτόπλαστοι στήν ἁμαρτία.

   Θα λέγαμε ὅτι καί ἐντολή ἀκόμη νά μήν δινόταν, οἱ πρωτόπλαστοι θά μποροῦσαν πάλι να πέσουν στήν ἁμαρτία· σέ ποιά ἁμαρτία; στήν ἁμαρτία τῆς αὐτονομίας. Καί ποιά εἶναι αὐτή ἡ ἁμαρτία τῆς αὐτονομίας; τό Δέν σ' ἔχω ἀνάγκη, Θεέ!... εἶμαι αυτόνομος!... 

   Προσέξτε: σ' αὐτό τό ἁμάρτημα κατά πλησμονήν γίνεται κατάχρηση τῆς ἐλευθερίας. Δέν σ' ἔχω ἀνάγκη, Θεέ!... Καί μάλιστα μποροῦμε νά ποῦμε ἐδῶ ὅτι λείπει καί ἡ εὐφυΐα· διότι ὁ ἀληθινά εὐφυής ἄνθρωπος ποτέ δέν θά δεχόταν νά ἔχει μιά αὐτονομία, νά λέει ὅτι δέν ἔχει ἀνάγκη ἀπό τόν Θεό.

   Ακόμα καί ὁ λαός τό λέει αυτό· Μή λές δέν ἔχω ἀνάγκη ἀπό τόν γείτονά μου, ἀπό τόν συγγενή μου... ἐπειδή πολλές φορές εἴμαστε ἕτοιμοι νά τά χαλάσουμε μαζί τους, και λέμε: Καί τί ἀνάγκη τούς ἔχω;... Θά τάχαλάσω, θά μαλώσω μαζί τους!... Μή λέμε δέν ἔχουμε ἀνάγκη ἀπό κανέναν. Ἔχουμε ανάγκη ἀκόμη καί ἀπό ἕνα μυρμήγκι! Πῶς γίνεται αὐτό; Υπάρχουν κάτι ἱστοριοῦλες πού μᾶς πείθουν ὅτι ἔχουμε ἀνάγκη πραγματικά κι ἀπό ἕνα μυρμήγκι! (Βλ. σχετικό μύθο τοῦ Αἰσώπου, μέ τό λιοντάρι καί τό ποντίκι)

   Γείτονάς σου εἶναι, συγγενής σου εἶναι, βρίσκεσαι σέ μιά ἀνάγκη· ποιόν θά φωνάξεις; Τόν γείτονα θά φωνάξεις. Ἄρα τόν ἔχεις ἀνάγκη. Εάν λοιπόν τόν γείτονα τόν ἔχεις ἀνάγκη, καί δέν πρέπει νά τά χαλάσεις μαζί του, πόσο περισσότερο ἔχεις ἀνάγκη τόν Θεό!... Ἄρα δέν μπορεῖς νά εἶσαι αὐτόνομος. 

   Οἱ πρωτόπλαστοι, παιδιά, ἀκόμη καί ἄν δέν εἶχαν τήν ἐντολή νά μή δοκιμάσουν από τον καρπό, θά μποροῦσαν πάλι νά κάνουν τό ἴδιο, γιατί ἡ ἀνυπακοή, στό βάθος, αὐτό εἶχε ὡς περιεχόμενο· τήν αὐτονομία. Αὐτό εἶχε στο βάθος. Θά τό δοῦμε ὅταν θά φθάσουμε ἐκεῖ, ὅταν θά δοκιμάσουν τόν καρπό. Οἱ πρωτόπλαστοι θά μποροῦσαν κάποια στιγμή νά ποῦν: Για στάσου γιατί πρέπει νά ἀκοῦμε τόν Θεό; Ελεύθεροι δέν εἴμαστε; Καί θά μποροῦσε πάλι νά ἔρθει ὁ διάβολος και να τούς πεῖ τό ἴδιο πράγμα. Ὄχι γιά τόν καρπό, ἄ, μπά! η αλλά νά τούς πεῖ: Δεν νομίζετε ὅτι σαν πολύ πηγαίνει νά ἀκοῦτε τόν Θεό;... Δέν μπορεῖτε τάχα να ζήσετε μόνοι σας;...

   Ὁ ἴδιος ψιθυρισμός τοῦ ἴδιου τοῦ ἀρχέκακου διαβόλου, ὁ ἴδιος καί στούς σημερινούς ἀνθρώπους, σ' ὅλους τούς αἰῶνες, ἰδίως στους νέους. Τί ἀνάγκη ἔχεις τούς γονεῖς σου; Τί ἀνάγκη ἔχεις τούς καθηγητές σου; Τί ἀνάγκη ἔχεις ἀπό τήν κοινωνία; Δέν τούς χρειάζεσαι· αὐτόνομος νά εἶσαι! Μπορεῖς νά ζήσεις πολύ ὡραῖα. Δέν θά ἔχεις κανέναν πάνω ἀπό τό κεφάλι σου. Θά εἶσαι μόνος σου, θά εἶσαι κύριος τοῦ ἑαυτοῦ σου. Δέν χρειάζεται νά ἔχεις πάνω ἀπ' τό κεφάλι σου καμμία αὐθεντία. Πάρε ὅλες τίς αὐθεντίες, πού λέγονται γονεῖς, καθηγητές, ἱερεῖς, Ἐκκλησία, πίστη... καί ὅλα ποδοπάτησέ τα, καί θά εἶσαι αὐτόνομος, θά εἶσαι κύριος, θά εἶσαι πολύ σπουδαῖος, θά εἶσαι ἐλεύθερος!...

   Θυμηθεῖτε, παρακαλῶ, αὐτό πού ἔγραψαν στον τάφο τοῦ Καζαντζάκη, θυμηθείτε το αυτό. Δέν ἐλπίζω τίποτα. Δέν φοβοῦμαι τίποτα. Εἶμαι λέφτερος!... (Αὐτό τό ἀπόφθεγμα δέν ἀνήκει στον Νίκο Καζαντζάκη, ὅπως νομίζεται, ἀλλά ἕλκει τήν καταγωγή του ἀπό τόν φιλόσοφο Δημώνακτα τόν Κύπριο: «Ἐρωτήσαντος δέ τινος, τίς αὐτῷ ὅρος εὐδαιμονίας εἶναι δοκεῖ, μόνον εὐδαίμονα ἔφη τὸν ἐλεύθερον· ἐκείνου δὲ φήσαντος πολλοὺς ἐλευθέρους εἶναι, ἀλλ᾽ ἐκεῖνον νομίζω τὸν μήτε ἐλπίζοντά τι μήτε δεδιότα.» (Λουκιανός, Βίος Δημώνακτος, παράγραφοι 19.4-20.2)

   Ἄ, τότε εἶσαι ἐλεύθερος, Καζαντζάκη... ὅταν δέν πιστεύεις σε τίποτα... δηλαδή ὅταν δέν δέχεσαι καμμία αὐθεντία!...

   Μποροῦμε λοιπόν νά ποῦμε ὅτι τό ἴδιο ἁμάρτημα ὑπάρχει καί σήμερα, καί θά ὑπάρχει μέχρι πού νά τελειώσει ὁ κόσμος. 

   Βλέπετε; Μποροῦσαν οἱ πρωτόπλαστοι νά άμαρτήσουν καί χωρίς το δένδρο, καί χωρίς τήν ἐντολή; Ναί. Ἄρα δέν ἦταν ἡ αἰτία τῆς πτώσεώς τους ἡ ἐντολή. Αντιθέτως, ἡ ἐντολή ἦρθε να περιφρουρήσει, ἦρθε να εἰδοποιήσει καί νά πεῖ: Προσέξτε! διότι ἂν ὑποτεθεῖ ὅτι παραβαίνετε τήν ἐντολή μου, δηλαδή πάρετε αέρα, καί φθάσετε στο θέμα τῆς αὐτονομίας, σᾶς τό λέω, θα πεθάνετε.

   Ειδοποιήθηκαν. Καί τό σπουδαῖο εἶναι ὅτι ὁ Θεός δέν ἔστειλε οὔτε ἄγγελο οὔτε ἀρχάγγελο γιά νά είδοποιήσει τούς πρωτοπλάστους, ἀλλά ὁ ἴδιος ὁ Θεός πού δίνει τήν ἐντολή τούς εἰδοποιεῖ. Αὐτό δείχνει πόσο ἐκτιμοῦσε τούς πρωτοπλάστους ὁ Θεός!

   Ἔτσι ἔχουν τά πράγματα, παιδιά.

   Πάντως τό θέμα εἶναι ὅτι αὐτή ἡ πτώση πού τότε συνέβη –γιά τήν ὁποία θά μιλήσουμε διεξοδικά στα ἑπόμενα μαθήματά μας– θά μπορούσαμε νά ποῦμε ὅτι δέν ἔμεινε ἐκεῖ. Οἱ ἄνθρωποι ἔπεσαν, κάνοντας κακή χρήση τῆς ἐλευθερίας τους, –ὅλα αὐτά πού ἐξηγοῦμε τώρα– ἁμάρτησαν καί διώχθηκαν από τον Παράδεισο, τούς ἔβγαλε ὁ Θεός.

   Ὁ Θεός ἔβγαλε τόν Αδάμ ἀπό τόν Παράδεισο. Αλλά, προσέξτε όμως, ἔβαλε τόν ληστή μέσα! (Βλ. Λουκᾶ 23, 43)

   Ὑπάρχει διαφορά ανάμεσα στον Αδάμ καί τόν ληστή; Πολύ μεγάλη διαφορά! Αυτό σημαίνει ὅμως ὅτι ὁ Ἀδάμ μπορεῖ νά ξαναμπεῖ πάλι.

   Ἕνα ὡραῖο τροπάριο τῆς Κυριακῆς τῆς Τυρινῆς λέει ὅτι κάθησε ὁ Ἀδάμ ἀπέναντι τοῦ Παραδείσου καί ἔλεγε κλαίγοντας: Ώ Παράδεισε, πού σέ ἔχασα... Με τόν ἦχο τῶν φύλλων τῶν δένδρων σου, κάνε προσευχή στόν Θεό, στον Δημιουργό μας, να μή μου κλείσει ολότελα τήν πόρτα!... (Παράδεισε πάντιμε, τὸ ὡραιότατον κάλλος... ἤχῳ τῶν φύλλων σου, Πλάστην τὸν τῶν ὅλων ἱκέτευε, τὰς πύλας ὑπανοιξαί μοι, ἃς τῇ παραβάσει ἀπέκλεισα... (Εσπερινό στιχηρό προσόμοιο)

   Καί ὁ ἄνθρωπος, παιδιά, ξαναμπήκε στον Παράδεισο· μπῆκε μέ τόν Ἰησοῦ Χριστό. Πρῶτος μπῆκε ὁ μετανοήσας ληστής.

   Γι' αὐτό, δέν πρέπει νά κλαῖμε καί νά λέμε ὅτι χάσαμε τόν Παράδεισο. Τα πράγματα δέν μένουν ἐκεῖ, στήν πτώση τους· ὁ Παράδεισος ξανακερδήθηκε!

   Ὅλα αὐτά ὅμως θά τά δοῦμε στή συνέχεια.

Κυριακή, 29 Ιανουαρίου 1984


40η ομιλία στην κατηγορία « Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία ».

►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
" Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία " εδώ ⬇️
https://arnion.gr/index.php/palaia-diauhkh/xristianikh-kosmologia-anurvpologia
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40pgmRsIiRCioth8a5E4bM7r

Απομαγνητοφώνηση :
Ιερά μονή Κομνηνείου.
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

🔸Λίστα ομιλιών της σειράς «Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία.».🔻
https://drive.google.com/file/d/1PKTpnYb1nptUbWKH5jo6DJwk7IVel9BA/view?usp=drivesdk

🔸📜 Απομαγνητοφωνημενες ομιλίες της σειράς «Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία.».🔻
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/search/label/%F0%9F%94%B9%CE%A7%CF%81%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B9%CE%B1%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%AE%20%CE%9A%CE%BF%CF%83%CE%BC%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1%20~%20%CE%91%CE%BD%CE%B8%CF%81%CF%89%CF%80%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1.?m=1

🔸Επεξηγηματικό βίντεο Ασπάλαθου.
https://youtu.be/8tNfAHRkTCk

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️ https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__ 

https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου. https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.