13 Απριλίου 2021

Ἡ θεολογία τοῦ Σταυροῦ. Ομιλία 1/2.

†.Θα παρακαλέσω πολύ στο σημερινό μας θέμα, αν και πάντα ξέρω ότι σας κουράζω λίγο, βαθαίνοντας στον Κύριον, του προσώπου του Ιησού Χριστού, θα παρακαλέσω σήμερα λίγο υπομονή, γιατί πιθανώς να σας κουράσω. Αλλά, κάποτε τα πράγματα έρχονται έτσι που… πρέπει να κουραστούμε. Μην περιμένομε, δηλαδή, πάντοτε ο λόγος του Θεού να είναι εύκολος, εύληπτος και ευχάριστος. Κάποτε πρέπει να καταβάλωμε προσπάθεια να τον καταλάβωμε. Δεν σας κρύβω, αγαπητοί μου, ότι για να καταλάβω κάποτε κάτι, κι αυτό είναι πολύ συχνά, διαβάζω και ξαναδιαβάζω, εύχομαι και προσεύχομαι και ξαναδιαβάζω και επανέρχομαι και επανέρχομαι και επανέρχομαι για πολύ καιρό για να καταλάβω κάτι. Λοιπόν, όπως βλέπετε, ο λόγος του θεού θέλει να βιάζεται και βιαζόμενος να κατακτάται. Γι’ αυτό δεν θα διαμαρτυρηθείτε αν σήμερα ο λόγος του Θεού θα είναι λίγο βαθύτερος και λίγο δυσκολότερος.

   Ο σταυρικός θάνατος του Χριστού είναι ένα μυστήριον. Έχει όχι μόνον ένα ηθικό, αλλά και ένα μυστηριακό και λειτουργικό νόημα. Είναι το Πάσχα της Καινής Διαθήκης, που η μυστηριακή σημασία αποκαλύπτεται εις αυτόν τον Μυστικόν Δείπνον, για τον οποίον σε παρελθόντα θέματα, περυσινά είχαμε ομιλήσει. Φαίνεται ίσως παράξενο ότι η Ευχαριστία, δηλαδή το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, που έλαβε χώρα για πρώτη φορά εις τον Μυστικόν Δείπνον, προηγείται του Γολγοθά. Διότι εκεί, στο υπερώον, ο Ιησούς είπε εις τους μαθητάς του «λάβετε, φάγετε, τοῦ ἐστί το  σῶμα μου. Πίετε (ἐξ τοῦ ποτηρίου) πάντες τοῦτο ἐστί τό αἷμα μου».  

Όπως αντιλαμβάνεσθε, όταν επήρε τον άρτον και είπε αυτό είναι το σώμα μου και πήρε το ποτήρι με το κρασί και είπε αυτό είναι το αίμα μου, ακόμη όμως δεν είχε υποστεί το μαρτύριο του σταυρού, ώστε να μπορεί η εύλογος απορία να δοθεί σώμα και αίμα Χριστού. Έτσι η απορία είναι, πώς δύναται να προηγείται ο Μυστικός Δείπνος ή καλύτερα, το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας με τον Μυστικόν Δείπνον, από τον Γολγοθά, ο οποίος ακολουθεί; Παρά ταύτα, ενώ προηγείται ο Μυστικός Δείπνος, δεν είναι απλώς μια προκλητική ιεροτελεστία, όπως ακριβώς και η Θεία Ευχαριστία δεν είναι απλώς μια συμβολική ανάμνηση. Αλλά είναι ένα αληθινό μυστήριο, διότι ο Χριστός που εκτελεί και τα δύο αυτά είναι αυτός ο ίδιος, ο Μέγας Αρχιερεύς της Καινής Διαθήκης.

   Ο Μυστικός Δείπνος, η Σταύρωσις και το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, που λαμβάνει χώρα σε κάθε θεία λειτουργία, είναι ένα και το αυτό. Γιατί είναι ένας ο Χριστός ως Μέγας Αρχιερεύς. Συνεπώς, η Ευχαριστία είναι το μυστήριο της Σταυρώσεως, του τεμαχισθέντος, κατακομματιασθέντος σώματος του Χριστού και του εκχυθέντος αίματος.

   Όπως γράφει ο Άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης, που σας διαβάζω σε απόδοση «ο Χριστός δεν περιμένει τον εξαναγκασμό της προδοσίας, ούτε περιμένει τους Ιουδαίους να επιτεθούν σαν κλέπται ή την παράνομη εκδίκαση του Πιλάτου, έτσι ώστε το κακό που έκαναν εκείνοι να γίνη πηγή της καθολικής σωτηρίας του ανθρώπου. Μέσα στη δική του οικονομία προσλαμβάνει τα παραπτώματα αυτών σε μια ιερουργική τελετή ανέκφραστη και ασυνήθιστη. Δίνει τον εαυτό του προσφορά και θυσία για μας. Και γίνεται ταυτόχρονα ο Αρχιερεύς και ο Αμνός του Θεού, που διώχνει την αμαρτία από τον κόσμο. Γιατί το σώμα της θυσίας δεν θα ήταν βρώσιμο, αν είχε ακόμα μέσα του ζωή. Κι έτσι, όταν έδωσε εις τους μαθητάς του να φάνε από το σώμα και να πιούν από το αίμα του με ελευθέρα την θέληση και με την δύναμη του μυστηρίου, το σώμα του είχε ήδη προσφερθεί κατά τρόπο που δεν μπορεί κανείς να πη ή να δη, ενώ η ψυχή  του ηνωμένη μετά του θείου Λόγου ετράβηξε για κείνους τους τόπους που έταξε η θεϊκή του δύναμις». Δηλαδή, αυτά που μας λέγει ο Άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης, όπως αντιλαμβάνεσθε, θέλουν να πουν τα εξής: Ότι ο θεληματικός χωρισμός της ψυχής από το σώμα, για τον οποίον χωρισμόν ιδιαιτέρως θα μιλήσομε, και δια πολλών όταν θα αναφερθούμε εις την ταφήν του Κυρίου, αυτός λοιπόν ο θεληματικός χωρισμός της ψυχής από το σώμα, αυτή η μυστηριακή αγωνία του, εκφράζει το αρχίνισμα του μυστηρίου. Δηλαδή όπως αντιλαμβάνεσθε, ότι ο Χριστός είναι ήδη μέσα στο μυστήριο του Σταυρού, πριν ακόμα αρχίσει ο Σταυρός. Επειδή είναι το ίδιο πρόσωπον, και όπως θα δείτε στη συνέχεια του θέματος, το μυστήριον του Σταυρού έχει αρχίσει πριν γίνει ο κόσμος! Προ καταβολής κόσμου. Γιατί το μυστήριον του Σταυρού είναι στην Αγία Τριάδα. Θα σας εκπλήξει αυτό, αλλά είναι αληθές.

   Συνεπώς δεν μπορούμε να ειπούμε γιατί προηγείται ο Μυστικός Δείπνος της Σταυρώσεως και γιατί ο Χριστός δεν έδωσε το σώμα Του και το αίμα Του μετά από την Ανάστασή Του, ώστε να υπάρχει μια ακολουθία. Όχι. Ο Χριστός, όπως λέγει ο Άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης που σας διάβασα, δεν εξαναγκάζεται ούτε από την προδοσία του Ιούδα, ούτε από την δίκην των Εβραίων και του Πιλάτου. Από τίποτα δεν εξαναγκάζεται δια να τελέση το μυστήριο της προσφοράς του σώματός Του και του αίματός Του.

   Όλα όσα γράφει ο ιερός Ευαγγελιστής Ιωάννης, για να δούμε την συνέχεια, διότι όπως ενθυμείσθε, είχαμε δει αυτά που σας λέγω τώρα, είχαμε δει ότι ο Ευαγγελιστής Ιωάννης ότι αρχίζει από την πλευρά του Ιησού να εκρέει αίμα και ύδωρ. Και μας είπε ότι «ὁ ἐωρακώς μεμαρτύρηκεν και εῖδεν ὅτι ἀληθής ἀυτοῦ ἐστίν ἡ μαρτυρία» και είχαμε δει ότι το μυστήριον αυτό είναι η Εκκλησία. Διότι τα δύο αυτά μυστήρια, της θείας Ευχαριστίας και του Βαπτίσματος, συνιστούν την Εκκλησία. Και με το μεν Βάπτισμα εισαγόμεθα στην Εκκλησία, με την Θείαν Ευχαριστίαν όμως τρεφόμεθα. Και συνεπώς, όπως εξήλθε κάποτε η Εύα από τον Αδάμ, από την πλευρά του, έτσι τώρα εξέρχεται η νέα γυνή, η νέα νύμφη, η Εκκλησία, από την πλευρά του Νυμφίου, του Ιησού Χριστού και είναι η εκκλησία. Αυτά λέγαμε την περασμένη φορά.

  Στη συνέχεια όμως του όλου θέματος είναι αυτά που σας είπα για το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Φυσικά δεν κάνομε ανάλυση του μυστηρίου, διότι παλαιότερα είχαμε με πολλά λόγια μιλήσει και αναλύσει.

   Τώρα ο Ευαγγελιστής Ιωάννης συνεχίζει το θέμα του, γιατί θέλει να το ολοκληρώσει. Και μας ομιλεί διά τα μη συντριβέντα σκέλη του Ιησού. Διότι μας αναφέρει ότι δεν συνετρίβησαν τα σκέλη του Ιησού, όπως συνετρίβησαν τα σκέλη των δύο εκατέρωθέν του ληστών. Και μας λέγει μάλιστα ότι ἀληθῆ λέγει ἵνα καί ῦμεῖς πιστεύσητε. Ότι αυτά που μας τα λέγει, μας τα λέγει ως αληθή και μας τα λέγει με σκοπό να τα πιστεύσωμε. Δηλαδή, εκείνα που εστήριξαν τον ίδιο τον Ιωάννη εις την πίστη, έρχεται τώρα να μας τα εκθέσει και εμάς, για να στηριχθούμε κι εμείς ως αναγνώσται του ευαγγελίου του, εις την πίστιν. Αλλά ποίαν πίστιν; Ότι δηλαδή εκείνα που μας λέγει είναι αληθινά; Όχι. Κάτι περισσότερο. Ότι αφού αυτά που μας λέγει είναι αληθινά, αληθινός είναι και ο Ιησούς Χριστός ως Υιός του Θεού. Γι’ αυτό ακριβώς και θα θυμηθεί τον προφητικόν λόγον, όταν βλέπει να μη συντρίβονται τα σκέλη του Ιησού. Όταν βλέπει να λογχίζεται η πλευρά του, τότε, ε τότε θυμάται την Παλαιά Διαθήκη. Ένας ο οποίος μελετά τον λόγο του Θεού, και ο Ιωάννης ήταν από εκείνους που μελετούσαν τον λόγο του Θεού, ενθυμείσθε παρακαλώ οι δύο άλλοι μαθηταί Φίλιππος και Ναθαναήλ, που ο μεν Φίλιππος λέγει «βρήκαμε τον Μεσσία» και τούτο διότι έψαχναν στην Γραφή να βρουν τον Μεσσία, ο Μεσσίας δεν βρίσκεται απ’ έξω, βρίσκεται στην Γραφή και, αφού τον βρούμε στη Γραφή, τον βρίσκομε και απ’ έξω, και ο Ναθαναήλ απαντάει «πώς είναι δυνατόν να είναι από τη Ναζαρέτ, που ισχυρίζεσαι ω Φίλιππε;» Διότι πραγματικά μελετούσαν τη Γραφή. Ο Ιωάννης ο Ευαγγελιστής ήτο μαθητής του Ιωάννου του Βαπτιστού. Εντρυφούσαν στη Γραφή. Έτσι λοιπόν έρχεται επιπλέον ο φωτισμός του Αγίου Πνεύματος, έρχεται ο προφητικός λόγος ανά πάσα στιγμή εις τον Ιωάννη, να δώση τη σωστή τοποθέτηση, όσα γεγονότα εκτυλίσσονται μπροστά του. Και να μας πει ότι είναι αληθή. Δηλαδή αληθής είναι εκείνος εις το πρόσωπο του οποίου όσα γεγονότα εκτυλίσσονται, ο προφητικός λόγος τα προέλαβε!

   Και τι θα μας πει; «Ἐγένετο γάρ ταῦτα ἵνα ἡ γραφὴ πληρωθῆ. Ὀστοῦν οὐ συντριβήσεται αὐτοῦ. Και πάλιν ἑτέρα Γραφή λέγει, ὄψονται εἰς ὃν ἐξεκέντησαν.» Δηλαδή, όλα αυτά έγιναν, για να πληρωθείη Γραφή. Ενθυμείσθε αγαπητοί μου, όταν ο Χριστός είδε ότι έμεινε ακόμη μια λεπτομέρεια, ότι «εἰς την δίψαν μου ἐπότισάν με ὄξος» και τι είπε; «Διψῶ». Βλέπομε τον Ιησούν να προκαλεί την προφητείαν. Να προκαλεί την πλήρωσιν της προφητείας. Και σας είχα πει ότι η πρόκληση της προφητείας μόνον από κείνον ο οποίος θέτει την προφητείαν, δύναται να γίνει. Και αυτό προδίδει, φανερώνει ότι ο Ιησούς είναι εκείνος, ως Θεός Λόγος, που έβαλε την προφητείαν εις τα στόματα των προφητών. Και τώρα έρχεται να προκαλέσει την πλήρωσιν της προφητείας. Ενώ αντιθέτως, οι άνθρωποι που δεν είναι η πηγή της προφητείας, πληρούν την προφητείαν άκοντες! Παρά την θέλησή τους. Ο Ιησούς όχι παρά την θέληση του. Αλλά ο Ιησούς τώρα επί του Σταυρού είναι νεκρός. Και αφού είναι νεκρός ο Ιησούς επί του Σταυρού, θα ερωτηθεί: «πώς θα γίνει η πλήρωσις τώρα της προφητείας;» Διότι εδώ τι λέγει ο Ευαγγελιστής; «Ἐγένετο γάρ ταῦτα ἵνα ἡ γραφὴ πληρωθῆ». Έρχεται, ούτως ειπεῖν, μια πρόκλησις των γεγονότων δια να πληρωθεί η προφητεία.

Ο Ιησούς είναι νεκρός επί του Σταυρού. Αλλά ένεκα της υποστατικής του ενώσεως… τι θα πει υποστατική ένωσις; Θα σας το πω πολλές φορές κι αυτό και σήμερα και προσεχώς να το καταλάβωμε. Υποστατική ένωσις θα πει προσωπική ένωση. Παρακαλώ προσέξτε. Πολύ θα μας χρειαστεί αυτή η έκφρασις. Υποστατική ένωσις, υποστατικός, υπόστασις θα πει πρόσωπον. Υποστατική ένωσις θα πει προσωπική ένωσις. Που σημαίνει ότι ο Θεός Λόγος ενοῦται με την ανθρωπίνη φύση. Αλλά είναι γνωστό ότι η ανθρωπίνη φύσις κι αυτή αποτελεί πρόσωπον. Εγώ είμαι άνθρωπος. Είμαι πρόσωπον. Τι συνιστά το πρόσωπο; Η αυτοσυνειδησία. Το εγώ. Αυτό συνιστά το πρόσωπο. Όταν λέγω «εγώ είμαι…», μόλις πω «εγώ είμαι», αυτό το «εγώ», αυτή η αντωνυμία η τόσο σπουδαία, που καθορίζει τον άνθρωπο παρακαλώ, αυτό το «εγώ είμαι» και το «είμαι» σημαίνει ύπαρξιν, συνεπώς έχω συνείδηση της υπάρξεώς μου, συνείδηση  του εαυτού μου, αμέσως αυτό εκφράζει πρόσωπον. Είναι γνωστό ότι κανένα ζώο δεν λέγει «εγώ είμαι». Κανένα ζώο δεν το κάνει αυτό. Μόνο ο άνθρωπος. Άρα είμαι πρόσωπο. Ο Χριστός είναι Θεός Λόγος, ανθρωπίνη ψυχή και ανθρώπινο σώμα. Αφού λοιπόν είναι ανθρωπίνη ψυχή και ανθρώπινο σώμα, θα πείτε, είναι πρόσωπον ανθρώπινον και πρόσωπον θείον. Ε, λοιπόν, εδώ είναι το μυστήριον. Δεν έχομε δύο πρόσωπα. Εδώ έχομε ψυχή και σώμα, το ανθρώπινο πρόσωπο το καταλαμβάνει το θείον πρόσωπον. Και έχομε ένα πρόσωπον. Δεν έχομε δύο πρόσωπα. Αυτό είναι το μυστήριον. Αυτό τώρα να θυμόσαστε, αυτό θέλω να καταλάβετε. Να καταλάβετε ότι δεν μπορούμε βέβαια να το καταλάβωμε, διότι είναι μυστήριον. Ότι έχομε τον Θεόν Λόγον, έχομε την ανθρωπίνη φύση, ψυχή και σώμα, και παρά ταύτα, έχομε ένα πρόσωπο. Αυτό θα πει τώρα υποστατική ένωσις. Δηλ. ένωσις Θεού και ανθρώπου εν ενί προσώπω. Ένα πρόσωπο. Αφού λοιπόν η ανθρωπίνη φύσις ηνώθη με την θείαν φύσιν και είναι ένα πρόσωπο, επόμενον είναι ότι, αν η ανθρωπίνη φύσις αποθνήσκει επί του Σταυρού, αλλά το θείον πρόσωπον είναι ελεύθερον να προκαλή στην πλήρωσιν της προφητείας. Γιατί αυτό το πρόσωπο είναι εκείνο που έθεσε την προφητεία∙ είναι η πηγή της προφητείας. Όταν ο προφήτης ο αρχαίος λέγει «τάδε λέγει Κύριος» ο Κύριος αυτός τώρα επί του σταυρού σταυρούται ως ελεύθερος Θεός, αυτοτελής Θεός∙ δεν έχει καμία σχέση με τη δημιουργία. Κι αν προσλαμβάνει την ανθρωπίνη φύση, την προσλαμβάνει ασυγχύτως. Και ατρέπτως. Χωρίς να αλλοιώνεται η θεία φύσις από την πρόσληψιν της ανθρωπίνης φύσεως. Θα παρακαλέσω αυτό, όσο και αν αποτελεί δύσκολον σημείον, να το καταλάβωμε, να το νοιώσουμε, θα μας χρειαστεί πάρα πολύ για να καταλάβωμε και τον θάνατον του Χριστού και την ταφή του. Είναι μέγα θέμα. Πώς ο Χριστός κατήλθε  εις τον Άδη. Πώς κατήλθεν. Θα το δούμε όταν θα φθάσωμε εις την ταφήν.

    Ώστε λέγει η γραφή ίνα πληρωθή η γραφή, κόκαλο δεν θα συντριβή αυτού. Και άλλη γραφή λέγει «όψονται εις όν εξεκέντησαν». Θα ίδουν εκείνον τον οποίον ελόγχησαν. Για να δούμε, αγαπητοί μου, αυτές τις δύο προφητείες, πού ο λόγος ο προφητικός έρχεται να στηρίξη πραγματικά τα γεγονότα, να τα δέση και να μας δώση το ποθούμενον αποτέλεσμα. Είδατε πόσο μαλακό είναι το νερό; Πολύ μαλακό και ρευστό. Είδατε πόσο μαλακό είναι το τσιμέντο σαν σκόνη; Στο τσουβάλι μέσα; Σκόνη, φού… κάνετε με το στόμα σας και φεύγει το τσιμέντο. Για ενώστε το νερό με το τσιμέντο, τη σκόνη, να δείτε τι γίνεται. Κι ελάτε μετά να το σπάσετε αυτό να δείτε πόσο ισχυρό είναι. Ε, λοιπόν, τα γεγονότα δύνανται να μας γελάσουν. Ή να είναι έωλα. Και η προφητεία δύναται ακόμα να μας γελάση και να είναι έωλη. Βάλτε όμως την προφητεία μαζί με τα γεγονότα. Δέστε τα και τα δυο. Κι εκεί θα δείτε αν πραγματικά έχομε μετά την αντοχή του πράγματος. Γι’ αυτό ο λόγος του Θεού χρησιμοποιεί τα γεγονότα και την προφητεία∙ ανά πάσα στιγμή. Για να δέση την αλήθεια και να μας την παρουσιάση. Γι’ αυτό κι εμείς επιμένομε στην ανάλυση του θείου λόγου και εις το προφητικό στοιχείο. Όπως και εις τα γεγονότα.

    Η πρώτη προφητεία. Είναι παρμένη από το βιβλίον της Εξόδου. Δεν είναι προφητεία προφήτου. Αλλά ήτο ένα περιστατικόν. Θα λέγαμε μια πράξις των Εβραίων. Ήτο ο πασχάλιος αμνός. Στο βιβλίο της Εξόδου διαβάζομε 12ο κεφ. 46ο στίχον «Εν οικία μια βρωθήσεται, και ουκ εξοίσετε εκ της οικίας των κρεών έξω∙ και οστούν ου συντρίψετε απ’ αυτού.» Θα το φάτε μέσα σ’ ένα σπίτι. Στο κάθε σπίτι. Κάθε οικογένεια είχε τον αμνό της. Μεταφορά δεν θα γίνει του αμνού από σπίτι σε σπίτι. Και ούτε θα το φάτε αυτό το κρέας έξω από το σπίτι σας, μέσα στο σπίτι σας. Και κόκαλο δεν θα συντρίψετε από το αρνί που θα έχετε σφάξει για να φάτε. Δεν θα πάρετε μπαλτά για να το σπάσετε. Θα πάρετε μαχαίρι να σφάξετε το λαιμό, θα το ψήσετε, ψητό όχι βραστό, κόκαλο δεν θα σπάσει επ’ ουδενί λόγω.

  Και το βιβλίον «Αριθμοί» 9ο κεφ., 12ος στίχος. «Οὐ καταλείψουσιν ἀπ’ αὐτοῦ εἰς το πρωῒ και ὀστοῦν οὐ συντρίψουσιν ἀπ’ αὐτοῦ». Δεν θα μείνει τίποτα για το πρωί. Θα το φάτε το βράδυ το αρνί, όλο. Και κόκαλο δεν θα σπάσουνε.

  Να λοιπόν. Αυτό τώρα παίρνει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης, αγαπητοί, για να μας πει ότι είναι γραμμένο στη γραφή. Διότι ο Ιησούς ήτο το πρωτότυπον εκείνου του αντιτύπου. Του Πασχαλίου αμνού. Που όταν είχαν φύγει από την Αίγυπτον, το βράδυ εκείνο, προ της αναχωρήσεώς των, έφαγαν το αρνί με τις πικραλίδες, τα πικρά τα χόρτα, κατ’ εντολήν του Θεού και ο Θεός είπε ότι κάθε χρόνο από τότε θα εορτάζονταν κατά παρόμοιο τρόπο το Πάσχα. Ήτο, λοιπόν, ο Ιησούς το πρωτότυπον εκείνου του αντιτύπου, όπου έπρεπε τώρα να γίνει εις το πρωτότυπον ό,τι εγίνετο μέχρι τότε εις το αντίτυπον. Τι έπρεπε να γίνει εις το πρωτότυπον, εις τον Ιησούν Χριστόν επί του Σταυρού; Να μην συντριβεί οστούν, κόκαλο. Γι’ αυτό το λόγο, λοιπόν, δεν ήρθαν οι στρατώται να συντρίψουν τα σκέλη του Ιησού, πράγμα το οποίον έκαναν εις τους άλλους δύο ληστάς.

 Αλλά μη νομίσετε· ο πασχάλιος αμνός δεν ήτο όπως παρ’ ημίν, σε μας, που τρώμε κάθε Πάσχα το αρνί, και πώς το τρώμε; Το μαγειρεύουμε όπως θέλουμε ή στη σούβλα, ή στην κατσαρόλα, ή στη σχάρα, όπως θέλουμε, το σφάζουμε όπως θέλουμε, το κόβουμε όπως θέλουμε, πάμε στο χασάπη, παίρνουμε το μισό ή ολόκληρο, όπως θέλουμε, καλούμε κι άλλους ανθρώπους, το βάζουμε στη λαδόκολλα και πάμε εις την εξοχή να το φάμε. Γιατί; Απλούστατα, το αρνί αυτό για μας δεν έχει πια κανέναν τελετουργικό χαρακτήρα. Διότι ο αμνός που έχει τελετουργικό χαρακτήρα είναι το σώμα και το αίμα του Χριστού εις την Θεία Ευχαριστία. Το άλλο έγινε σκέτος τύπος. Τελείωσε. Εξόφλησε. Ο προορισμός του ετελείωσε. Αλλά μέχρι που να πληρωθεί, μέχρι που να έρθει το πρωτότυπον, το αντίτυπον έπρεπε να έχει πληρότητα, ακρίβεια. Και βλέπομε τι; Βλέπομε ότι δεν ετρώγετο ως κοινό κρέας, όπως είδατε προηγουμένως που σας ανέφερα. Είχε ιεροτελεστικόν χαρακτήρα. Ξένος δεν έτρωγε από το πασχάλιον αρνί. Απερίτμητος απηγορεύετο να φάγει από το αρνί αυτό. Έπρεπε να φαγωθεί εις την ιδίαν οικίαν, χωρίς να μεταφερθεί. Μάλιστα, μια μικρή λεπτομέρεια σας λέγω. Όταν έχομε τον πλήρη αμνόν, κατά την προηγιασμένη, απαγορεύεται να γίνει μεταφορά του σε άλλο ναό. Μια λεπτομέρεια λειτουργική σας λέγω αυτή τη στιγμή. Εκτός αν υπάρξει μεγίστη ανάγκη. Και να γίνει λιτανευτικώς. Ακόμη εάν επερίσσευε κάτι, που έπρεπε τη νύχτα να φαγωθεί ο αμνός, εάν επερίσσευε κάτι, αυτό το κάτι εκαίετο και δεν έπρεπε ποτέ να πεταχτεί στα σκουπίδια. Και τέλος, ψήνοντάς το, τρώγοντάς το, το αρνί δεν έπρεπε να συτριβεί κανένα κόκαλο. Όπως αντιλαμβάνεσθε, δια πολλών σας εξήγησα, όλη αυτή η ιεροτελεστία ανεφέρετο εις τον Ιησούν επι του Σταυρού.

Ακόμη έχει δει και ο Ευαγγελιστής Ιωάννης και μια προφητεία. Όταν είδε τον Ιησού να λογχίζεται επί του Σταυρού. Η προφητεία αυτή «ὀψονται εἰς ὃν ἐξεκέντησαν» είναι από το Ζαχαρία κεφ. 12, στ. 10. Η μετάφραση των Ο΄ (70) δεν λέει «ἐξεκέντησαν». Αλλά έχει το εξής: «στάθηκαν μπροστά μου να με κοροϊδέψουν». Φαίνεται ότι οι Ο΄ (70), όταν μετέφραζαν, τους φάνηκε πολύ παράξενο, πώς μπορεί ο Θεός να λογχισθεί. Είδατε παρακαλώ; Τους φάνηκε παράξενο. Όπως όταν μεταφράζουν οι Γάλλοι τα έργα του Αγίου Συμεών του νέου Θεολόγου, λένε… «τρομερόν, τρομερόν», διότι ο Άγιος Συμεών, ο νέος Θεολόγος γράφει τα λεγόμενα ερωτικά του ποιήματα· προσέξατε, ερωτικά του ποιήματα. Θα τρομάξετε κι εσείς ακούγοντάς τα. Ερωτικά ποιήματα. Είναι όλη εκείνη η έκχυση της ψυχής προς τον Ιησούν Χριστόν, εν τη ενώσει του Συμεών του νέου Θεολόγου με τον Ιησούν Χριστόν. Και όταν οι Γάλλοι διαβάζουν τα ποιήματά του, ήθελαν να τα μεταφράσουν κάποτε, τρόμαξαν μπροστά στην προσπάθειά τους να τα μεταφράσουν. Και οπωσδήποτε προσπάθησαν να μη τα δουν στον ακριβή χαρακτήρα, όπως είναι στο ελληνικόν πρωτότυπον. Αυτό έπαθαν φαίνεται και οι Ο΄ (70). Πώς είναι δυνατόν να λογχισθεί ο Θεός! Όταν πιάνουν και μεταφράζουν τον προφήτη Ζαχαρία. Ενώ το εβραϊκόν μας το διασώζει. Σας διαβάζω τη μετάφραση εκ του εβραϊκού: «και θα εκχύσω επί του οίκου του Δαυΐδ και επί των κατοίκων της Ιερουσαλήμ πνεύμα ικεσίας και δεήσεως. Και θα στρέψουν τότε τα βλέμματα εις Εκείνον τον οποίον εξεκέντησαν και θα θρηνήσουν Αυτόν». Εδώ, προσέξατε ποιο είναι το πνεύμα της προφητείας. Λέει ο Θεός ότι στον οίκο του Δαυΐδ, σημαίνει στη φυλή του Δαυΐδ, και σ’ όλους τους κατοίκους της Ιερουσαλήμ, θα εκχύσω, δηλαδή θα ρίξω πάρα πολύ, κατά τρόπο που θα πλημμυρίσει και θα ξεχειλίσει, πνεύμα ικεσίας και δεήσεως και κατανύξεως, ώστε θα στρέψουν τα βλέμματά τους σε Κείνον που θα έχουν λογχίσει. Και θα κλάψουν και θα πονέσουν και θα μετανοήσουν.


     Παρακαλώ προσέξατέ το αυτό το σημείο. Προσέξατέ το, διότι υπάρχει μια παρανόηση που πολλές φορές είναι στη γλώσσα μας, λέμε εκείνο το «ὀψονται, ὀψονται εἰς ὃν ἐξεκέντησαν» κι εμείς το λέμε πια στην τρέχουσα γλώσσα μας «να ὄψεσαι». Δεν λέει τίποτα, αγαπητοί. Αυτό το «να ὄψεσαι», που το λέμε με διάθεση κατάρας, κατά λέξη θα μέναμε στο «να, θα βλέπεις». Δεν βγαίνει τίποτα. Δεν βγαίνει. Σου το λέγω αυτό σαν κατάρα. Το πνεύμα της κατάρας, όπως το λέμε είναι «να τα πάθεις αυτά». Εδώ δεν έχει καμιά σχέση αυτό. Έτσι φοβάμαι ότι μέσ’ την έκφραση αυτή τη λαϊκή, που λέμε «να ὄψεσαι», δεν καταλαβαίνουμε τώρα το ιερό κείμενο. Το ιερό κείμενο θέλει να πει το εξής. Ότι οι Εβραίοι οπωσδήποτε, αφού θα κάνουν το κακούργημα να σταυρώσουν τον Χριστόν και τελικά να Τον λογχίσουν, τότε θα στραφούν, αφού θα δεχθούν τη χάρη του Θεού, να δημιουργηθεί κατάσταση στις ψυχές τους, θα στραφούν και θα πουν « πράγματι αυτός είναι ο Μεσσίας !». Και τότε θα θρηνήσουν. «Ὄψονται εἰς ὃν ἐξεκέντησαν». Μεταφράζοντας ακριβώς. Θα ίδουν εκείνον που ελόγχισαν. Και τι θα κάνουν άμα θα το δουν Εκείνον που ελόγχισαν; Θα θρηνήσουν. Θα μετανοήσουν. Ε, λοιπόν, κατ αρχάς η προφητεία επληρώθη στο πρώτο της σημείο, ως προς το ο Ιησούς ελογχίσθη. Στο υπόλοιπο του Ζαχαρίου; Στο υπόλοιπο όμως εκεί σας λέω την προφητεία. Εν μέρει επληρώθη εις την Πεντηκοστήν. Εκείνον που εξεκέντησαν, ελόγχισαν, ένα μέρος των Ιουδαίων κατενύγη. Πώς μας το γράφει στις «Πράξεις» του ο Ευαγγελιστής Λουκάς; Όταν άκουσαν το κήρυγμα του Πέτρου, «κατενύσσουσαν τῇ καρδίᾳ». Δηλαδή εκπλήρωση της προφητείας. Η καρδιά τους αισθάνθηκε άσχημα… Οι υπόλοιποι στα έσχατα. Όταν γράφει ο Απόστολος Παύλος Ρωμαίους ια, 25, ότι, πώς Ισραήλ σωθήσεται; «ὃτι πώρωσις ἀπό μέρους τῷ Ἰσραήλ γέγονεν ἄχρις οὗ το πλήρωμα τῶν ἐθνῶν εἰσέλθη, καί οὕτω πᾶς Ἰσραήλ σωθήσεται». Έχει επέλθει πώρωση. Όταν όμως θα έλθει το πλήρωμα των εθνών τότε κάθε Εβραίος θα σωθεί. Τι σημαίνει; Ότι θα αναγνωρίσει ότι είναι ο Ιησούς. Ο Υιός του Θεού, ο Μεσσίας, εκείνον τον οποίο εξεκέντησαν.



   Μένει και ένα τρίτο. Μας γράφει το βιβλίο της «Αποκαλύψεως» Α’ κεφ. Στίχος 7 «ὄψονται αὐτόν οἵτινες αὐτον ἐξεκέντησαν καί κόψονται ἐπ αὐτόν». Θα μείνουν και οι Εβραίοι εκείνοι οι οποίοι δεν έχουν μετανοήσει. Και τότε και αυτοί θα δουν τον Ιησούν αλλά, «ὄψονται» θα ιδούν εκείνον που εξεκέντησαν, που ελόγχισαν, αλλά δεν θα έχουν μετανοήσει και τότε «κόψονται ἐπ αὐτόν», θα αρχίσουν να χτυπούν το στήθος των, ότι, τι πάθαμε; Θα τον δουν όταν έρχεται εν δόξη. Διότι τα σημάδια, όπως θα δούμε στο κεφάλαιο της Αναστάσεως, τα σημάδια αυτά έμειναν και υπάρχουν ακόμη εις τον Χριστόν. Το ξέρετε, αγαπητοί μου, ότι ο Ιησούς είναι τρυπημένος εις τον ουρανόν; Κάθε άλλη πληγή εθεραπεύθη. Αλλά τα σημάδια των καρφιών και η τρυπημένη πλευρά, όπως τα έδειξε εις τον Θωμά και εις τους λοιπούς μαθητάς και εψηλαφίσθη ο Κύριος, τα σημάδια αυτά τα επήρε μαζί του ο Χριστός εις τον ουρανό. Είναι τα διάσημά του! Είναι τα παράσημα της δόξης του. Είναι η δόξα του. Και τα έχει μαζί του. Και θα τα έχει εις τους αιώνας των αιώνων. Αυτήν την λογχισμένη πλευρά και τα τρυπημένα χέρια θα δουν τότε οι σταυρωταί. Και τότε θα πουν· που θα έρχεται επί των νεφελών του ουρανού, όπως είπε ο Κύριος εις τον Καϊάφα, και τότε θα πουν «ω! αλλοίμονό μας, ότι πράγματι ήταν ο Μεσσίας!» Αλλά δεν θα είναι μετανοημένοι. Απλά θα έχουν διαπιστώσει την πλάνην των.


Διότι το φοβερόν είναι ότι, όταν παγιωθεί ο άνθρωπος εις την αμαρτία, δεν την αφήνει, να μετανοήσει. Αυτό θα το δούμε, όταν θα μιλήσουμε πάλι για την ταφή του Κυρίου, πώς ο Κύριος εκήρυξε εις τον Άδην το κήρυγμα μετανοίας, εφόσον είναι γνωστό ότι στον Άδη δεν υπάρχει μετάνοια.


     Και τώρα ευρισκόμεθα, αγαπητοί μου, προ του ξύλου του Σταυρού, επί του οποίου Σταυρού ήπλωσε τα χέρια του ο ενανθρωπήσας Υιός και Λόγος του Θεού. Είναι ο Σταυρός του Χριστού η αληθινή μας σωτηρία. Κανένας λόγος, κανένα εγκώμιο, κανείς βαθυστόχαστος και θεολογικός λόγος θνητού δεν θα μπορέσει ποτέ να εξαντλήσει το μυστήριον του Σταυρού! Έχει το μυστήριο του σταυρού πάντοτε να μας αποκαλύπτει την αγάπη του Θεού ανεξαντλήτως. Αλλ’ ό,τι εμείς μπορούμε και ό,τι εσείς δύνασθε να καταλάβετε, μέσα σ’ αυτές τις δυνατότητες που μπορούμε να έχομε και με τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος, ας κάνομε μια απόπειρα, αγαπητοί μου, κάτι να προσψαύσομε από το μυστήριο του σταυρού.


     Κάποτε εις τον παράδεισον, όπως λέγει ο Ιερός Χρυσόστομος, ο διάβολος ενίκησε τον άνθρωπο με τρεις τρόπους. Με μίαν παρθένον, με ένα δένδρο (δένδρο εις την γλώσσα της Γραφής λέγεται ξύλον, ξύλον θα πει δένδρον στη γλώσσα της γραφής), με μίαν παρθένον, λοιπόν, ενίκησε το ανθρώπινο γένος, με ένα δένδρο και με τον θάνατον. Με τα τρία αυτά στοιχεία ενίκησε το ανθρώπινο γένος. Φυσικά κινούμενος από φθόνον. Η παρθένος ήτο η Εύα. Διότι, όπως γνωρίζετε, η Εύα ήτο παρθένος εις τον παράδεισον. Η Εύα κατεστάθη γυνή του Αδάμ έξω από τον παράδεισον, μετά την πτώσιν των. Το ξέρετε πιστεύω. Η Εύα μέσα στον παράδεισον είναι παρθένος. Τελείως παρθένος. Γι’ αυτό και μέσα εις τον παράδεισον θα επανέλθομε ως παρθένοι. Δεν θα υπάρχει πλέον ο γάμος. Ο γάμος είναι έξω από τον παράδεισον, σχήμα του παρόντος αιώνος, το οποίον θα καταργηθεί. Ήτο, λοιπόν, παρθένος εις τον παράδεισον η Εύα, η οποία απατηθείσα από τον διάβολον, από τον όφιν, παρέσυρε τον Αδάμ.    


      Το ξύλον ήτο το δένδρο της γνώσεως του καλού και του κακού, όπου παρέσυρε ο διάβολος τους πρωτοπλάστους να γευθούν τους καρπούς του, των οποίων την γεύση καρπών είχε απαγορεύσει ο Θεός. Και είχε πει: από τους καρπούς, από τον καρπόν αυτού του δένδρου δεν θα δοκιμάσετε.


     Και τέλος, ο θάνατος που ήλθε ως τιμωρία και που τον θάνατον ο διάβολος τον εγνώριζε, ενώ οι πρωτόπλαστοι δεν εγνώριζαν ακόμη τι πράγμα είναι ο θάνατος. Επειδή δεν είχε συμβεί ακόμη ο θάνατος. Δια πρώτην φοράν ο θάνατος έγινε γνωστός με τη δολοφονία του Άβελ υπό του Κάϊν. Δεν ήτο, λοιπόν, γνωστός ο θάνατος. Αλλά ο θάνατος ήτο γνωστός εις τον διάβολον, διότι ήκουσε τον λόγον του Θεού που είπε εις τους πρωτοπλάστους «ἐν ᾗ μέρᾳ φάγεσθε θανάτῳ αποθανεῖσθε». Την ημέρα που θα φάτε θα πεθάνετε. Και ο διάβολος γνώριζε τον θάνατον ως χωρισμό της ψυχής από το σώμα, πράγμα που οι πρωτόπλαστοι δεν το εγνώριζαν αυτό. Και ο διάβολος θέλει να ματαιώσει το έργον του Θεού· κινούμενος πάντοτε από τον φθόνον να επιφέρει τον θάνατον και η μεν δημιουργία να μείνει έρημος και, προσέξατε, άσκοπος, διότι ο σκοπός της κτίσεως είναι ο άνθρωπος και το μέτρον της κτίσεως είναι ο άνθρωπος, αλλά όταν ο άνθρωπος πεθάνει επί της γης, ο Αδάμ και η Εύα, τότε μένει η κτίσις άσκοπος, χωρίς σκοπόν, χωρίς τέλος και τελικά να αρπάξει τον Αδάμ και την Εύα ως ψυχάς, όταν ο Θεός έβαζε ψυχάς στους πρωτοπλάστους, έβλεπε ο διάβολος ως πνεύμα, να τις αρπάξει τις ψυχές εις τον Άδη.


     Με τα ίδια αυτά όπλα, με τις ίδιες μεθόδους, με τον ίδιο τρόπο, έπρεπε ο Χριστός να νικήσει τον διάβολο. Θα ερωτήσετε: γιατί με τον ίδιο τρόπο; Για να μην πει ο διάβολος ότι ενικήθηκε από τον Θεό. Έπρεπε να πει ο διάβολος, ενικήθηκα από άνθρωπο. Άνθρωπο ενίκησες διάβολε; Άνθρωπος θα σε νικήσει. Τον ενίκησε αυτός; Διότι ο διάβολος θα μπορούσε να πει εις τον Θεόν «Κύριε με συνέθλιψες, διότι είσαι Θεός. Εγώ ενίκησα τον Άνθρωπο. Αλλά εσύ με ενίκησες ως Θεός. Έλα να λογαριαστούμε με εκείνον που εγώ λογαιάστηκα. Τον άνθρωπο». Το αντελήφθητε παρακαλώ; Για να μην το πει ο διάβολος αυτό, όπως κάποτε είπε εις τον Θεόν δια τον Ιώβ. –Σε λατρεύει ο Ιώβ, επειδή του έδωσες αγαθά. –Όχι, λέγει ο Θεός, δεν με λατρεύει γιατί του έδωσα αγαθά, αλλά διότι έχει αγαθή διάθεση να με λατρεύσει. –Όχι, λέγει ο διάβολος, σε λατρεύει διότι του έδωσες αγαθά. Αφαίρεσέ του τα αγαθά και θα δεις αν σε λατρεύει. Και τότε ο Θεός επιτρέπει εις τον διάβολον να αφαιρέσει ο διάβολος τα αγαθά από τον Ιώβ, δια να αποδειχθεί εις τον διάβολον ότι τα κίνητρα της λατρείας του Ιώβ ήταν αγαθά. Έτσι κι εδώ. Έπρεπε άνθρωπος να νικήσει τον διάβολον και όχι Θεός. Γι’ αυτό με τον ίδιο τρόπο έρχεται τώρα ο Ιησούς Χριστός ως άνθρωπος. Ο διάβολος αγνοεί ότι είναι και Θεός, βλέπει μόνο την ανθρωπίνη φύση, είναι γνωστό ότι η θεία φύσις δεν φαίνεται. Μόνο η ανθρωπίνη φύσις φαίνεται, η ανθρωπίνη φύσις ως σώμα και ως ψυχή. Και τότε έρχεται ο Χριστός και τον νικά με τον ίδιο τρόπο. Πώς τον νικά;   


     Πρώτα- πρώτα, αντί της παρθένου Εύας έχομε την παρθένον Μαρίαν, η οποία έδειξε υπακοή, εν αντιθέσει με την παλαιάν παρθένον την Εύαν, η οποία έδειξε ανυπακοή εις το θέλημα του Θεού. Ανυπακοή εκείνη, υπακοή ετούτη η παρθένος. Παρθένος εκείνη; Παρθένος και ετούτη. Και έδειξε υπακοή εις το να γίνει μητέρα του ενανθρωπήσαντος Υιού του Θεού. Και αντί του ξύλου του δένδρου, δηλαδή της γνώσεως του καλού και του κακού, έχομε τώρα το ξύλο του σταυρού. Ξύλον ήτο εκείνο που εξηπάτησε τους πρωτοπλάστους; Ξύλον θα είναι, δένδρον δηλαδή, που θα σώσει τους ανθρώπους, ο σταυρός. Και αντί του θανάτου του Αδάμ, έχομε τον θάνατο του Χριστού. Γι’ αυτό πέθανε ο Χριστός επί του σταυρού. Τον θάνατον τον επέφερε ο διάβολος στους πρωτοπλάστους δια της παρακοής των. Τώρα ο Ιησούς δια της υπακοής προς τον Πατέρα, οδηγείται εις τον θάνατον, ώστε με το ίδιο όπλο να νικήσει τον διάβολο. Με τον θάνατο να νικήσει τον θάνατον.


     Με τα τρία, λοιπόν, αυτά όπλα που χρησιμοποιεί ο διάβολος κατά των ανθρώπων, τα ίδια όπλα χρησιμοποιεί ο Χριστός, για να νικήσει τον διάβολον. Μπροστά σ’ αυτό το μεγαλείο της αγάπης του Χριστού, αναφωνεί ο Ιερός Χρυσόστομος δια τον σταυρόν και λέγει: «ταῦτα ὁ σταυρός ἡμῖν κατόρθωσε, (αυτά ο σταυρός σε εμάς κατόρθωσε) σταυρός τό κατά τῶν δαιμόνων τρόπαιον». (Ο σταυρός είναι, λέει, το τρόπαιον εναντίον των δαιμόνων. Τρόπαιον θα πει εκείνο το πράγμα που τρέπει εις φυγήν τον εχθρόν. Και συνεπώς, κατ’ επέκτασιν ονομάζεται εκείνο το οποίον είναι στοιχείον νίκης, αφού τρέπει εις φυγήν τον εχθρόν. Το τρόπαιον, λοιπόν, έχει την καταγωγήν από το τρέπω εις φυγήν). Είναι, λοιπόν, ο σταυρός το τρόπαιον κατά των δαιμόνων, που τρέπει εις φυγήν τους δαίμονας. Εάν θα κρατήσω τον σταυρόν, οι δαίμονες τρέπονται εις φυγήν. Εάν βρεθώ σε μία πνευματιστική συνεδρίαση, δηλαδή σ’ ένα χώρο που υπάρχει ο πνευματισμός, μέντιουμ, και κρατώ ένα σταυρό ενσυνειδήτως και γνωρίζω ποιος είναι ο σταυρός, κάθε τι μένει εις τον χώρον εκείνον ανενέργητον. Κάθε τι που εργάζονται εκεί οι δαίμονες,  έχοντες ως όργανά τους τους ταλαίπωρους ανθρώπους, μένει ανενέργητον, γιατί κρατώ τον σταυρό του Χριστού. Σταυρός η κατά της αμαρτίας μάχαιρα. Πραγματικά είναι το μαχαίρι που κόβει την αμαρτία. Όταν κρατάς τον σταυρόν, όταν πιστεύεις εις Εκείνον που σταυρώθη επί του σταυρού, τότε κόπτει την αμαρτία. Σταυρός, το ξίφος ὃ τόν ὄφιν εξεκέντησεν ο Χριστός. Ο Χριστός είναι το ξίφος εκείνο με το οποίον ο Χριστός ετρύπησε τον αρχαίον όφιν, τον διάβολον. Σταυρός το του Πατρός θέλημα.


Ο σταυρός είναι το θέλημα του Πατρός, διότι ήθελε ο Πατήρ να σταυρωθεί ο Υιός διά την αγάπη των ανθρώπων. Αλλά και ο Υιός ήθελε να σταυρωθεί, διότι έχει την αυτήν αγάπην υπέρ των ανθρώπων, όπως και ο Πατήρ. Γι’ αυτό ο σταυρός η του μονογενούς δόξα, είναι η δόξα του μονογενούς Υιού. Όταν ο Χριστός έλεγε, λίγο πριν παραδοθεί εις τους Εβραίους, έλεγε εις τους μαθητάς τον «νῦν εδοξάσθη ὁ Υιός τοῦ Ἀθρώπου», τώρα, λέει, εδοξάσθη ο Υιός του Ανθρώπου. Πού εδοξάσθη; Τώρα που έρχεται η ώρα του σταυρού, διότι ο σταυρός είναι η δόξα του Χριστού. Σταυρός το του Πνεύματος αγαλλίαμα. Ο σταυρός είναι η χαρά, η αγαλλίαση του Αγίου Πνεύματος, γιατί και το Πνεύμα το Άγιον, το τρίτον πρόσωπον της Αγίας Τριάδος, εξ ίσον με τον Πατέρα και τον Υιόν αγαπά τους ανθρώπους. Και ο σταυρός ήταν το όργανο της σωτηρίας και συνεπώς το Πνεύμα το Άγιον αγάλλεται δια τον σταυρόν. Σταυρός ο των αγγέλων κόσμος. Ο σταυρός είναι το στολίδι των αγγέλων. Σταυρός της εκκλησίας η ασφάλεια. Λέμε πολλές φορές η εκκλησία είναι ασφαλισμένη. Αν οι νόμοι της πολιτείας είναι τέτοιοι και τέτοιοι που μπορούν να ασφαλίζουν την πολιτείαν, πόσο ανθρώπινα και φτωχά σκεπτόμαστε! Θα σας έλεγα, αγαπητοί μου, απ’ ότι διαβάζομε και απ’ ό,τι ακούτε, που μπορεί να δημιουργεί μέσα στην ψυχή μας θόρυβο, τι θα γίνει η εκκλησία; Η εκκλησία τι θα γίνει; Τι θα γίνει η πολιτεία; Διά την εκκλησία ανησυχούμε; Η πολιτεία τι θα γίνει; Η εκκλησία δεν παθαίνει τίποτα απολύτως. Η εκκλησία έχει την ασφάλειά της. Είναι εκείνη που «πῦλαι Ἅδου οὐ κατισχύσουσι αὐτῆς», ο Κύριος το είπε. Και, όπως λέγει ο Ιερός Χρυσόστομος, η ασφάλεια της εκκλησίας είναι ο σταυρός, με μίαν όμως διαφορά. Οι πιστοί να προβάλλουν τον σταυρόν, την σταυρική ζωή και τη σταυρική θεολογία. Διότι αν εγώ απιστώ, δεν προβάλλω την σταυρική ζωή, αλλά την άνετη και την πλούσια, αν εγώ δεν προβάλλω την σταυρική θεολογία, αλλά μια θεολογία ξένη, αλλότρια, νόθη, δεν είμαι εγώ πιστός και τότε δεν μπορώ να λέγω ότι προβάλλω την εκκλησία. Προβάλλομαι εγώ. Η εκκλησία μένει πάντοτε η ίδια. Θα προβάλλω, λοιπόν, θα το πω δια τρίτη φορά, θα προβάλλω τον σταυρόν, που σημαίνει θα προβάλλω την σταυρική ζωή και την σταυρική θεολογία. Σταυρό, λέγει ο Ιερός Χρυσόστομος, το καύχημα του Παύλου. Ο Παύλος δεν εκαυχάτο. Δεν εκαυχάτο παρά μόνον εις τον Σταυρόν του Χριστού. Σταυρός, το των Αγίων τείχος. Είναι το τείχος και το οχύρωμα των Αγίων ο σταυρός. Σταυρός το φώς της οικουμένης απάσης.  Ο σταυρός είναι που φωτίζει όλη την οικουμένη. Ακόμη, λέει ο Ιερός Χρυσόστομος, διά του σταυρού ήνοιξε ο παράδεισος. Πώς ήνοιξε ο αρχαίος παράδεισος; Όχι βεβαίως αρχαίος, αλλά κρείττων, καλύτερος παράδεισος, του αρχαίου παραδείσου. Πώς ήνοιξε ο σταυρός; Να, όταν ο ληστής είπε, άκουσε, άκουσε από τον Χριστόν «μαζί μου θα είσαι εις τον παράδεισον» ποιος μπορούσε να μπει ξανά στον παράδεισο; Να, λοιπόν, τώρα με τον σταυρό ανοίγει ο παράδεισος. Και πρώτος που μπαίνει είναι ο ληστής. Το κλείθρον, το κλειδί που άνοιξε η πόρτα του παραδείσου, που την φύλαγαν με την πύρινην ρομφαίαν τα Χερουβείμ, το κλειδί είναι ο σταυρός.


     Και τώρα ερχόμεθα, αγαπητοί μου, σ’ ένα ακόμη βαθύτερο νόημα του μυστηρίου του σταυρού. Αυτό το βαθύτερο νόημα του μυστηρίου του σταυρού είναι ότι ο σταυρός ενήργη και εις την Παλαιά Διαθήκη. Πώς ενήργη εις την Παλαιά Διαθήκη ο σταυρός; Αυτό πραγματικά είναι μεγάλο κεφάλαιο, και αυτό αποτελεί ίσως μια δυσκολία να καταλάβομε μερικά πράγματα. Πώς ενήργη ο σταυρός εις την Παλαιά Διαθήκη, αποτελεί πραγματικά ένα μυστήριο. Και όμως, επειδή είναι μεγάλο θέμα και δεν θέλω –τελείωσε η ώρα- δεν θέλω να το αφήσω στη μέση, θα σας έλεγα τούτο: ότι ο σταυρός του Χριστού αποτελεί ένα ιστορικό γεγονός. Αλλά πίσω από το ιστορικό γεγονός του σταυρού, αυτός ο ιστορικός σταυρός, υπάρχει το μυστήριον του σταυρού, που προηγείται του ιστορικού σταυρού και μάλιστα προ καταβολής κόσμου!

       Και το μυστήριον του σταυρού υπάρχει εις αυτόν τον Πατέρα, εις αυτόν τον Υιόν και εις αυτό το Πνεύμα το Άγιον! Και τίποτα δεν εμποδίζει τον Άγιο Τριαδικό Θεό να ενεργεί διά του μυστηρίου του σταυρού και εις αυτήν την Παλαιά διαθήκη. Και να φτάνει να λέγει ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, που έχομε σήμερα τη μνήμη του, όπως θα σας διαβάσω την ερχόμενη φορά μια περικοπή του, φτάνει ώστε ο αυτός ο σταυρός να καταλλάσει  και εις αυτήν την Παλαιά Διαθήκη. Και όσοι Άγιοι και δίκαιοι υπάρχουν εις την Παλαιά Διαθήκη, κατηλλάγησαν με τον σταυρόν του Χριστού! Όχι τον ιστορικόν σταυρόν, αλλά με το μυστήριο του σταυρού.


     Όπως αντιλαμβάνεσθε, αγαπητοί μου, ανοίγεται ένα ευρύ φάσμα μπροστά σ’ αυτό, το οποίο τώρα θα ακούσετε. Αλλά επειδή αποτελεί κάτι πολύ μεγάλο και πολύ σπουδαίο και θα αναφέρομε και παραδείγματα από την Παλαιά Διαθήκη, κατά έναν καταπληκτικό τρόπο, γι’ αυτό, για να μην κόψομε το θέμα εις την μέση, ας το αφήσομε, πρώτα ο Θεός, για την ερχόμενη Κυριακή. Πρώτα ο Θεός!


19η ομιλία στην κατηγορία
« Τά Πάθη καί ἡ Ἀνάσταση Τοῦ Χριστοῦ ».

Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
" Τά Πάθη καί ἡ Ἀνάσταση Τοῦ Χριστοῦ " εδώ ⬇️
http://arnion.gr/index.php/p-thanasios-mytilina-os/milies-p-thanasiou/diafora-uemata/ta-pauh-kai-h-anastash-toy-xristoy
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40p5CLnI760q_66dTPByxzhQ

🔸Επεξηγηματικό βίντεο Ασπάλαθου.
https://youtu.be/8tNfAHRkTCk

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️
https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__
https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.

Ἀνάγκη νά ἐξιχνιάσωμε τήν ταυτότητα τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας. ~ 14/14 ~

†.Εὐρισκόμενοι πάντοτε εἰς τό βιβλίον τῆς Σειράχ, εἴμεθα εἰς τό 24ο κεφάλαιον, στό 32ον χωρίον. Καθ’ ὅλο τό μῆκος αὐτοῦ τοῦ κεφαλαίου ἀγαπητοί, προβάλλεται καί ἐγκωμιάζεται ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία τοῦ Θεοῦ, δηλ. τό δεύτερον πρόσωπον τῆς Ἁγίας Τριάδος, πού παίρνει τήν ὀνομασία «Ἐνυπόστατος»  Ἐνυπόστατος θά πῆ προσωπική, δηλ. πρόσωπο δέν εἶναι ἀφηρημένη ἔννοια ἡ Σοφία ἐδῶ, και εἶναι ἡ Σοφία τοῦ Θεοῦ - ὁ λεγόμενος «Θεός Λόγος» ἤ Υἱός τοῦ Θεοῦ, ὁ μετέπειτα Ἐνανθρωπήσας Ἰησοῦς Χριστός.

   Εἴμεθα εἰς τό τέλος τοῦ κεφαλαίου. Ἐδῶ σταματάει νά μιλᾶ ἡ Σοφία καί γιά λογαριασμό της ὁμιλεῖ ὁ θεόπνευστος συγγραφεύς, δηλ. ὁ σοφός Σειράχ, καί λέγει: «ἔτι παιδείαν ὡς ὄρθρον φωτιῶ καὶ ἐκφανῶ αὐτά ἕως μακράν·» Δηλ. ἁπλώνω ἀκόμη τήν μόρφωση, λέει ὁ σοφός Σειράχ, ὅπως διαχέεται τό ὀρθρινόν φῶς· καί θά φανερώσω τά σοφά της διδάγματα στίς ἐσχατιές τῆς γῆς. Τά σοφά διδάγματα ἐννοεῖται τῆς Ἐνυποστάτοῦ Σοφίας. Ἐδῶ βλέπομε, ἔκθαμβος ὁ ἱερός συντάκτης ὑπό τό φῶς τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας, ὅταν Ἐκείνη προσφέρει τή δική της παιδεία, ἀναφωνεῖ ὅτι θά ἐργασθῆ, γιά νά φθάση τό παιδαγωγικό της φῶς στά ἔσχατα τῆς οἰκουμένης ἀλλά καί στά ἔσχατα τῆς Ἱστορίας. Βέβαια οἱ Ἀπόστολοι καί ὁ Παῦλος πῆραν τήν ἐντολή ἀπό τό Χριστό νά μαθητεύσουν τά Ἔθνη στό φῶς τοῦ Χριστοῦ. Ἀλλά κι ἄν δέν λάβαιναν οἱ Ἀπόστολοι αὐτή τήν ἐντολή, ἡ ἀγάπη τους στό Χριστό θά τούς ἔκανε νά φθάσουν στίς ἐσχατιές τῆς γῆς, γιά νά δώσουν αὐτήν τήν μαρτυρία τοῦ Χριστοῦ καί νά νιώσουν κι ἐκεῖνοι τή χαρά τή δική τους. Ὅπως ἐμεῖς νιώσαμε τήν χαρά, ἔτσι να νιώσουν καί οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι τή χαρά τῆς γνώσεως τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι ἕνα κοινωνικό στοιχεῖο, ἴσως τό πρῶτο. Διότι καθ’ οἱονδήποτε τρόπον, ἐάν ἔχω κοινωνικήν ἀντίληψιν, εἶναι πολύ σπουδαῖο, ἀλλά τό πρῶτο στοιχεῖο κοινωνικῆς ἀντιλήψεως εἶναι νά καταστήσω εὐτυχῆ τόν ἄλλον μέ τήν γνώση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὅπως κι ἐγώ ἐγνώρισα τόν Ἰησοῦν Χριστόν. Γι’ αὐτό γράφει ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης στήν Α΄ του Ἐπιστολή: «ὅ ἑωράκαμεν καὶ ἀκηκόαμεν, ἀπαγγέλομεν ὑμῖν», ἐκεῖνο πού ἔχομε δεῖ καί κεῖνο πού ἔχομε ἀκούσει, σᾶς τό ἀναγγέλομε, σᾶς τό λέμε. Ποιός ὁ σκοπός; «ἵνα καί ὑμεῖς κοινωνίαν ἔχητε μεθ’ ἡμῶν·», γιά νά ’χετε κι ἐσεῖς κοινωνία μαζί μέ μᾶς. Ὅ,τι ἐμεῖς νιώσαμε, νά τό νιώσετε κι ἐσεῖς. Ὥστε νά ἔχετε κι ἐσεῖς τήν μακαριότητα πού ἐμεῖς πήραμε ἀπό τή γνώση τοῦ Χριστοῦ. «καὶ ἡ κοινωνία δέ ἡ ἡμετέρα, ἡ δική μας ἡ κοινωνία εἶναι - ἐννοεῖται - μετὰ τοῦ Πατρός καὶ τοῦ Υἱοῦ αὐτοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. καὶ ταῦτα γράφομεν ὑμῖν, ἵνα ἡ χαρά ἡμῶν «ᾖ πεπληρωμένη». ( Ἰωάννου Α΄ 1, 3-4) Σᾶς τά γράφομε γιά νά εἶναι πλήρης ἡ χαρά μας· νά γίνετε κι ἐσεῖς κοινωνοί τῆς δικῆς μας χαρᾶς. Αὐτό αἰσθάνεται, ἀγαπητοί μου, ὁ Σειράχ ὅταν γράφει αὐτά πού ἤδη σᾶς διάβασα. Κι αὐτό τό αἴσθημα τῆς μεταδόσεως αὐτῆς τῆς κοινωνίας, αἰσθάνονται οἱ ἄνθρωποι μέσα στήν Ἱστορία, ὅσοι βεβαίως ἔκαναν ἔνοικον στήν ψυχή τους τήν Ἐνυπόστατον Σοφίαν. Ἡ προβολή τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας, δηλ. τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.

   Καί προχωροῦμε εἰς τόν ἑπόμενον στίχον τόν 33ον: «ἔτι διδασκαλίαν ὡς προφητείαν ἐκχεῶ καὶ καταλείψω αὐτὴν εἰς γενεὰς αἰώνων». Θά σᾶς τό μεταφράσω: Ἀκόμη, λέει, ὁ ἱερός συντάκτης - αὐτό εἶναι τό ὑποκείμενον, ὁ ἱερός συντάκτης - θά διαδώσω τήν διδασκαλία, σάν κήρυγμα προφητικό καί θά τήν ἀφήσω στίς μετέπειτα γενεές, ἕως τό τέλος τῶν αἰώνων. Εἶναι τόσο ὑψηλή αὐτή ἡ διδασκαλία τῆς Ἐνυποστάτοῦ Σοφίας, ὥστε νά χαρακτηρίζεται ἐδῶ ὡς προφητικός λόγος. Ἐμεῖς.. ἐμεῖς οἱ μεταγενέστεροι, καί μάλιστα οἱ μετά Χριστόν, πού ἔχομε τήν Κ. Δ. πλέον καί ἔχομε καί τό γεγονός τῆς Ἐνανθρωπήσεως, ὅλα αὐτά εἶναι σαφέστατα σέ μᾶς. Μποροῦμε αὐτό νά τό βεβαιώσουμε. Ὅτι δηλ. εἶναι τό κήρυγμα τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας, τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, τό Εὐαγγέλιον, ὑψηλότατον. Εἶναι ἄφθαστον, εἶναι ἀνεπανάληπτον, ἔχει τή σφραγίδα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἔτσι, ἐνῶ λέγει ἐδῶ ὁ ἱερός συντάκτης, ὅτι θά φροντίσω αὐτή ἡ διδασκαλία νά ξεχυθῆ σάν προφητεία, ἐμεῖς πολύ περισσότερο, ὅταν πιά ἔχομε ὄχι ἁπλῶς μόνο τό βιβλίο τοῦ σοφοῦ Σειράχ, ἀλλά ἔχομε ὁλόκληρη τήν Κ. Δ., γιατί ὅσα γράφει ὁ σοφός Σειράχ, εἶναι, ὅπως σᾶς ἔλεγα σέ μία περασμένη φορά, εἶναι σάν μία «Ἱστορία» ἀλλά σέ προφητικό ἐπίπεδο. Τίνος Ἱστορία; Τῆς Ἐνανθρωπήσεως τοῦ Θεοῦ Λόγου. Δηλ. ἄν διαβάσω αὐτό τό κεφάλαιο τοῦ Σειράχ καί τήν Κ. Δ., θά ἔχω τό ἴδιο πρόσωπο· εἰς μέν τόν Σειράχ σέ προφητικό ἐπίπεδο, εἰς δέ τά Εὐαγγέλια σέ Ἱστορικό ἐπίπεδο. Ὅπως ἀκριβῶς, σᾶς ἔλεγα κάποτε, τό βιβλίο τῶν Πράξεων καί τό βιβλίο - στήν Κ. Δ. - τῆς Ἀποκαλύψεως, εἶναι καί τά δυό ἡ Ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας. Μόνο πού στήν Ἀποκάλυψη ἔχομε τήν Ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας ἐπί προφητικοῦ ἐπιπέδου. Τί θά γίνη εἰς τό μέλλον. «Γράψον…, λέει ὁ Κύριος εἰς τόν Ἰωάννη, ἅ δεῖ γενέσθαι…» (Ἀποκ. 1, 1) ἐκεῖνα τά ὁποῖα πρόκειται νά γίνουν, ἐκεῖνα τά ὁποῖα πρέπει νά γίνουν. Ἔχομε λοιπόν τήν Ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας στό ἐπίπεδον τῆς προφητείας. Στίς Πράξεις ἔχομε τήν Ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας, εἰς τό ἐπίπεδον τῆς Ἱστορίας. Βλέπετε, εἶναι πάρα πολύ σημαντικά πράγματα αὐτά καί πολύ σπουδαία. Καί ἡ προφητεία αὐτή πού λέγει ἐδῶ ὁ σοφός Σειράχ, δηλ. ποιά προφητεία; ἡ Ἐνανθρώπηση τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας, ἤδη, διά τῆς Π. Δ. ἔγινε γνωστή σέ ὅλο τόν κόσμον. Ὅπου πῆγε ἡ Π. Δ., ἔγινε γνωστό τό θέμα αὐτό, αὐτή ἡ προφητεία. Κι ὅπως λέγει ἐδῶ ὁ Σειράχ «εἰς γενεὰς», ὄντως εἰς γενεὰς, γιατί ἡ κάθε γενεά μελετοῦσε τήν Ἁγία Γραφή.

Λέγεται.. λέγεται, ὅτι καί ὁ Πλάτων, πού εἶχε περιηγηθεῖ τότε, τόν τότε γνωστό μας κόσμο, εἶχε πάει στήν Αἴγυπτο, εἶχε πάει στή Σικελία, εἶχε πάει καί στήν Παλαιστίνη. Λέγεται ὅτι ἐπηρεάστηκε ἀπό τήν Π. Δ. Ὁ Πλάτων. Βλέπετε λοιπόν ὅτι ὅπου ἦταν δυνατόν νά πάη ἡ Π. Δ., ἐπῆγε κι αὐτή ἡ μεγάλη, ἡ ὑψηλή προφητεία. Αὐτό δέ πού λέει ἐδῶ, «εἰς γενεὰς», θά εἶναι βέβαια ἕως τό τέλος τῆς Ἱστορίας. Σήμερα ἐμεῖς ἔχομε τήν Κ. Δ. - τό γεγονός πλέον - ἔχομε καί τήν Π. Δ. ὡς μαρτυρία τοῦ γεγονότος. Δέν καταργεῖται ἡ Π. Δ. στή μελέτη. Ἀντιθέτως ἐκείνη εἶναι πού στηρίζει τό γεγονός. Ποιός εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός, αὐτό θά μᾶς τό πῆ ἡ Π.Δ. δηλ. οἱ προφῆτες καί ὅ,τι ἄλλο. Ἐδῶ λέγει «ἐκχεῶ». Εἶναι μέλλων τοῦ «ἐκχέω». Δείχνει τό ἄφθονον τῆς πληροφορίας. Δηλ. νά τό πῶ ἔτσι: μέ τή σέσουλα θά γράψω, θά πῶ, θά σκορπίσω, νά γίνη γνωστό τό μυστήριον τῆς Ἐνανθρωπήσεως τῆς Ἐνυποστάτοῦ Σοφίας. Σᾶς θυμίζω, σχετικά μέ τό ρῆμα πού λέγει γιά τήν Πεντηκοστή, πού εἶναι γραμμένο στίς Πράξεις, πού λέγει ἐκεῖ ὁ Ἰωήλ καί τό λέγει ὁ ἀπ. Πέτρος, «ἐκχεῶ ἀπὸ τοῦ Πνεύματός μου.. » (Πραξ. 2, 18) πού δείχνει ὅτι θά δώσω τό Πνεῦμα μου τό Ἅγιον ὄχι τσιγγούνικα, ὄχι μέ τό σταγονόμετρο - θά ἐπαναλάβω - ἀλλά μέ τή σέσουλα. Δηλ. ἄφθονο, αὐτό σημαίνει το «ἐκχέω». Κι ἀκόμη λέγει: «καὶ καταλείψω αὐτὴν εἰς γενεὰς αἰώνων». Θά τήν ἀφήσω, κειμήλιον γιά νά μελετᾶται. Πράγματι αὐτό τό «κατελείφθη» ἀναφέρεται εἰς τή διδασκαλία. Πῶς; Διά τῆς καταγραφῆς σέ βιβλίο, πού βέβαια συμπεριλαμβάνεται εἰς τήν Π. Δ., κι ὅ,τι γράφτηκε, γράφτηκε θεοπνεύστως, καί ἡ Ἁγία Γραφή διατηρεῖ τήν μνήμην. Καί ἔτσι κάτι πού γράφτηκε, δέν ξεχνιέται καί μένει ἀπό γενεά σέ γενεά. Αὐτά λέγει ὁ ἱερός συντάκτης, πάντοτε ἔκθαμβος, μπροστά εἰς τήν Ἐνυπόστατον Σοφίαν.

   Καί προχωροῦμε εἰς τό τελευταῖο χωρίον τό 34ον, τοῦ ὅλου κεφαλαίου. Ἐδῶ πάλι μιλάει ὁ συντάκτης ὁ ἱερός, ἐξ ὀνόματός του, δηλ. ἐκεῖνος ὁμιλεῖ: «ἴδετε ὅτι οὐκ ἐμοὶ μόνῳ ἐκοπίασα, ἀλλὰ πᾶσι τοῖς ἐκζητοῦσιν αὐτὴν». Μετάφρασις: «κοιτάξτε, ὅτι δέν κοπίασα μόνο γιά τόν ἑαυτό μου, ἀλλά γιά ὅλους ὅσους ζητοῦν μέ πόθο τήν Ἐνυπόστατον Σοφίαν». Τί ὡραῖο αὐτό! Αὐτός, ὅπως σᾶς εἶπα, εἶναι ὁ τελευταῖος στίχος τοῦ 24ου κεφαλαίου. Σ’ αὐτόν, θά ἐπαναλάβω τό ὑποκείμενον, τό ὁποῖον εἶναι ὁ ἱερός συντάκτης. Γιατί καμμιά φορά ξέρετε εἶναι λίγο δύσκολο νά βροῦμε τό ὑποκείμενο σ’ ἕνα ἀρχαῖο κείμενο, ὅταν καμμιά φορά, δέν ξέρω πώς μπορεῖ νά εἶναι ἡ σύνταξη, γι’ αὐτό λέγω μερικά πράγματα, ὅτι ἐδῶ ἔχομε τό ὑποκείμενον. Ποιό εἶναι τό ὑποκείμενον; Αὐτό! Αὐτό τό πρόσωπον. Αὐτό συμβαίνει καί στήν Κ. Δ., ὅπως ὁμοίως πολλές φορές νά μή μποροῦμε νά καταλάβουμε τό ρῆμα, τί θέλει νά δηλώση. Κι ἄν ἐξαρτᾶται ἀπό τό ὑποκείμενον ἤ ὄχι, δηλ. θέμα συντακτικοῦ, νά τό ποῦμε ἔτσι. Καί αὐτά πρέπει νά ἐξομαλύνονται, γιά νά κατανοεῖται βεβαίως καλύτερα τό κείμενο, φυσικά. Τί λέγει ἐδῶ ὁ ἱερός συντάκτης; Ὅτι κατέβαλε κόπο. Εἴδατε; Ὅτι ἐκοπίασε. Κατέβαλε κόπο. Φυσικά πρῶτα γιά τόν ἑαυτόν του, νά κατανοήση ἐκεῖνα τά ὁποῖα μελετοῦσε καί νά τά καταγράψη, ὅσα ἐκεῖνον τό Πνεῦμα τό Ἅγιον τόν εἶχε ἐμπνεύσει. Νά μήν τά κρατήση γιά τόν ἑαυτό του. Ἐδῶ, ποιός εἶναι αὐτός ὁ κόπος; Εἶναι κάτι πού μᾶς ἐνδιαφέρει πάρα πολύ ἀγαπητοί καί ἄς τό προσέξωμε. Ὁ κόπος εἶναι ἡ ἐμβριθής μελέτη ὅλης τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Ἡ ἐμβριθής μελέτη! Εἶναι ἐκεῖνο πού πολλές φορές σᾶς τό ’χω πεῖ, κι ἐγώ τό κάνω - σᾶς τό λέω ἀλήθεια - ποτέ μή διαβάσης τήν Ἁγία Γραφή, ἐκτός καμμιά φορά ἄν κανείς νά ’ναι βιαστικός, δέν ξέρω, εἶναι στό αὐτοκίνητο, διαβάζει λίγο Ἁγία Γραφή κλπ. νά κρατᾶμε χαρτί καί μολύβι. Ἤ τουλάχιστον μολύβι. Νά ὑπογραμμίσουμε κάτι πού μᾶς κάνει ἐντύπωση. Αὐτό, ἄν τό γενικεύσωμε σέ ὅλα τά γραπτά μας, ἀκόμη καί στήν ἐφημερίδα πού διαβάζομε, κάτι πού μπορεῖ νά εἶναι πάρα πολύ σημαντικό, καί εὔκολα τό βρίσκομε καί τό ἐπισημαίνομε στή μνήμη μας αὐτό τό πρᾶγμα ὅταν τό ὑπογραμμίσουμε. Εἶναι πολύ σημαντικό. Αὐτό συνιστᾶ τήν ἐμβρίθεια τῆς μελέτης τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Καί ὄχι μόνον αὐτό. Ὅταν ἀνατρέξωμε καί στά λεξικά νά βροῦμε τήν ἔννοια μιᾶς λέξεως, ὅταν πᾶμε σέ παράλληλα χωρία τῆς Ἁγίας Γραφῆς, κατά τή θέση ὅτι «ἡ Ἁγία Γραφή ἑρμηνεύει τήν Ἁγία Γραφή». Προσέξτε τί εἶπα! Ἡ Ἁγία Γραφή ἑρμηνεύει τήν Ἁγία Γραφή. Αὐτό τό ἴδιο οὐσιαστικό, αὐτό τό ρῆμα, κάπου ἀλλοῦ τί ἔννοια ἔχει, πῶς εἶναι. Αὐτή εἶναι ἡ ἐμβριθής μελέτη. Ἔτσι πρέπει νά διαβάζωμε τό λόγο τοῦ Θεοῦ. Βέβαια ἄν κάποιος δέν ξέρει πολλά γράμματα δέν πειράζει, δέν πειράζει. Εἶναι ἐκεῖνο πού λέει κανείς - τό ’λεγε καί ὁ ἱερός Χρυσόστομος αὐτό - καί μόνο γιατί κρατᾶς στά χέρια σου τήν Ἁγία Γραφή, μόνο - μόνο γιατί τήν κρατᾶς στά χέρια σου, εἶναι ἱκανή νά σέ καθαρίση. Γιατί κρατῶντας τήν Ἁγία Γραφή, δέν μπορεῖς νά κάνης κάποια ἁμαρτία. Εἶναι ἐκεῖνο πού λέγεται σάν ἀνέκδοτο, πού ἔστειλε κάποιος πνευματικός κάποια γυναίκα, πού ἔλεγε ὅτι δέν κρατάει στή μνήμη της τίποτα, ἐκεῖνος τῆς ἔλεγε νά μελετᾶ κι ἐκείνη ἔλεγε «δέν κρατῶ τίποτα στή μνήμη μου», τῆς ἔδωσε ἕνα καλάθι, ἀπό κοτέτσι, μέ κουτσουλιές κλπ. «Πήγαινε σέ παρακαλῶ, τῆς λέγει, νά μοῦ φέρεις νερό». «στό καλάθι νερό»; «Ναί. Θά κάνεις ὑπακοή». Πῆγε λοιπόν αὐτή στό πηγάδι, τό βούτηξε μέσα, τραβάει.. ἔ, τό νερό ἔφυγε φυσικά. Μία δυό, πέντε φορές, γυρίζει πίσω. Λέει: «μά, δέν συγκρατάει τό καλάθι νερό». Τῆς λέει: «μά, τό ξέρω ὅτι δέν συγκρατάει τό καλάθι νερό. Ἀλλά, κοίταξε νά δῆς, καθαρίστηκε. Ἔφυγαν οἱ κουτσουλιές». Βούτα, βούτα στό νερό, καθαρίστηκε. Ἔτσι ἀκριβῶς, μπορεῖ νά μή κρατάει ἡ μνήμη μας, μπορεῖ νά μήν καταλαβαίνομε πολλά πράγματα, πρέπει νά μελετάει κι ὁ πιό ἀγράμματος ἀκόμη τό λόγο τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ἐδῶ μία κυρία, τώρα τήν εἶδα. Ἡ ὁποία δέν ἤξερε οὔτε τό Α νά γράψη, καί τώρα μελετάει καί τήν Κ. καί τήν Π. Δ. Μέ ἀκούει ἡ κυρία αὐτή, μέ ἀκούει, εἶναι παροῦσα, τώρα τήν εἶδα καί τό θυμήθηκα. Κι ἔρχεται ἔτσι μέ χαρά νά μοῦ πῆ: «Ξέρετε; τελείωσα τήν Κ. Δ. Ξέρετε τό.. ξέρετε.. κτλ». Μάλιστα. Ὅταν κανείς θέλει, μπορεῖ. Τό «θέλω» κινεῖ τό «μπορῶ». Πάντως ὀφείλομε νά μελετοῦμε τήν Ἁγία Γραφή. Ὡστόσο νά συνεχίσω, ὅτι ὅταν κοπιάσωμε εἰς τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, τότε ἔρχεται τό Πνεῦμα τό Ἅγιον νά προσθέση, ναί κατ’ ἀρχάς κατανόηση καί ὕστερα νέες ἀποκαλύψεις ἤ νά βοηθήση στήν κατανόηση τῶν ὅσων κατετέθησαν. Ναί. Ἀκοῦστε πώς τό λέγει ὁ Χριστός αὐτό: «ὁ δέ παράκλητος, τό Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ὅ πέμψει ὁ πατὴρ ἐν τῷ ὀνόματί μου, ἐκεῖνος, - ὁ Παράκλητος - ὑμᾶς διδάξει πάντα καὶ ὑπομνήσει ὑμᾶς πάντα ἅ εἶπον ὑμίν». ( Ἰωάν. 14, 26) Ἕνα διπλοῦν ἔργον τό Πνεῦμα τό Ἅγιον θά κάνη σέ μᾶς. Θά μᾶς διδάξη ὅσα δέν κατεγράφησαν εἰς τήν Ἁγίαν Γραφήν, ὅσα, οὕτως εἰπεῖν, δέν πρόλαβε ὁ Χριστός νά μᾶς τά πῆ, ἀλλά καί θά μᾶς ὑπενθυμίση ὅσα κατεγράφησαν στήν Ἁγία Γραφή. Αὐτό εἶναι πάρα πολύ σημαντικό.

   Θά σᾶς θυμίσω κάτι πού εἶναι ἀπό τό Γεροντικόν. Ρώτησαν κάποτε ἕναν γέροντα - τόν Μέγαν Ἀντώνιον; δέν θυμάμαι - κάτι ἀπό τήν Πεντάτευχον. Εἶναι γνωστό ὅτι τά πέντε πρῶτα βιβλία τά ἔγραψε ὁ Μωϋσῆς - τά πέντε πρῶτα της Π. Δ. - τόν ἐρώτησαν λοιπόν τόν ἅγιον Ἀντώνιο ἕνα χωρίο ἀπό κεῖ, τί ἐννοεῖ ὁ Μωϋσῆς; Δέν τό ’ξερε. Λέει: «περιμένετε». Βγῆκε ἔξω ἀπό τήν καλύβα του, πῆγε κάπως μακριά, ἔκανε προσευχή καί λέει: «Κύριε στεῖλε τόν Μωϋσῆ νά μοῦ πῆ, τί σημαίνει αὐτό πού ἔγραψε»; καί τόν φώτισε τό Πνεῦμα τό Ἅγιο καί τό κατενόησε. Ἀγαπητοί μου, γι’ αὐτό δέν πρέπει νά κάνωμε μελέτη χωρίς προσευχή. Προσέξτε με· ὅπου βλέπετε μία δυσκολία, κάντε προσευχή. «Κύριε, Πνεῦμα Ἅγιον, τί ἐννοεῖς ἐδῶ; Πές μου τί ἐννοεῖς ἐδῶ»; Κάποια στιγμή θά «πάθετε». Πάθετε. Τό ρῆμα πάσχω. Τό ρῆμα τό χρησιμοποιεῖ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος σ’ αὐτή τήν περίπτωση, θά πάθετε, ἔλλαμψιν, φωτισμόν, καί θά πεῖτε «ἄ! τό βρῆκα»! Βέβαια, «τό βρῆκα!».. τό Πνεῦμα τό Ἅγιον ἦρθε πραγματικά νά μέ φωτίση. Ἔτσι βλέπομε ὅτι ὑπάρχει ὁ συνδυασμός τοῦ κόπου καί τοῦ φωτισμοῦ. Προσέξτε αὐτό! Στούς μαθητάς, μᾶς λένε νά εὐχηθοῦμε, θά διαβάσης ὅμως, ὄχι χωρίς νά διαβάσης.. Τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ δέν θά σέ φωτίση ἄν δέ διαβάσης. Πρέπει νά δουλέψης. Τό Εὐαγγέλιο τοῦ Λουκᾶ, βεβαίως εἶναι θεόπνευστο ὅπως ξέρομε. Ἀλλά, ὁ Λουκᾶς ἐκοπίασε ἀγαπητοί μου νά μαζέψη τό ὑλικό του. Δέν ἦταν ἐκ τῶν δώδεκα μαθητῶν. Δέν ἦταν αὐτόπτης μάρτυς περιστατικῶν ἀπό τή ζωή τοῦ Χριστοῦ. Ἔπρεπε λοιπόν νά ἀνατρέξη στίς πηγές. Καί ἀνέτρεξε. Πῆρε πληροφορίες ἀπό τήν Θεοτόκον. Ναί, ναί! Ἀπό πρῶτο χέρι, ἀπό πρῶτο στόμα, ἀπό τήν Θεοτόκον. Ναί,ναί! Γι’ αὐτό εἶναι ἐκεῖνος πού μᾶς γράφει τά τῆς παιδικῆς ἡλικίας τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὅπως καί ὁ Ματθαῖος. Οἱ ἄλλοι δύο ὄχι. Ἀκόμη ἀναδίφησε τίς γενεαλογίες ἀπό τά ἀρχεῖα - οἱ Ἑβραῖοι κρατοῦσαν ἀρχεῖα - γιά νά δῆ τή γενεαλογία τοῦ Χριστοῦ. Τό ἴδιο ἔκανε καί ὁ Ματθαῖος. Ρώτησε ὅλους ἐκείνους πού στάθηκαν αὐτόπται τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.  Ὥστε νά γράφη στήν ἀρχή τοῦ Εὐαγγελίου του «καθὼς παρέδοσαν ἡμῖν οἱ ἀπ’ ἀρχῆς αὐτόπται καὶ ὑπηρέται γενόμενοι τοῦ λόγου.. » (Λουκ. 1, 2) καθώς παρέδοσαν.. Δηλ. πῆγα καί τούς ρώτησα, μάζεψα τό ὑλικό μου. Ἔτσι κάνει κι ὁ σοφός Σειράχ κοπιάζει, βεβαίως κοπιάζει νά ἀνατρέξη ἀπό δῶ καί ἀπό κεῖ, γιά τή σύνταξη τῶν ὅσων γράφει στό βιβλίο του καί κυρίως μάλιστα γιά τό κεφάλαιον τό 24ον, πού γράφει γιά τήν Ἐνυπόστατο Σοφία. Ἔτσι ἡ ἔμπνευσις δέν ἀποκλείει τόν κόπο οὔτε ὁ κόπος τήν ἔμπνευση. Αὐτά πᾶνε παραλλήλως. Κοπίασε καί θά δῆς, ἀδελφέ μου, ὅτι θά ρθῆ καί ἡ ἔμπνευση. Πρέπει νά κοπιάσωμε. Γι’ αὐτό σημειώνει ἐδῶ ὁ σοφός Σειράχ στό 33ον κεφάλαιόν του. Ἀκοῦστε τί γράφει: «Κἀγώ, δηλ. ἐγώ ὁ Σειράχ, ἔσχατος, τελευταῖος - καί πράγματι, εἶναι ἀπό τά τελευταία βιβλία τῆς Π. Δ. - ἠγρύπνησα»,- προσέξτε τί λέγει, ἠγρύπνησα. Ναί ἀγρύπνησα. Ἐάν δέν ἀγρυπνήσεις, δέν σοῦ ἀποκαλύπτεται ἡ Σοφία τοῦ Θεοῦ.

  Ἔγραφε ἕνας παλιός φιλόσοφος τό ἑξῆς: «ἐάν κανείς, λέει, δέν ἀγρυπνήση στό μοναχικό του κρεβάτι - εἶναι γραμμένο Ἀγγλικά αὐτό τό ’χα κάνει σάν μάθημα στό Κατηχητικό σχολεῖο, πέρυσι.. δέν θυμάμαι - νά προσευχηθῆς, νά πονέσης, νά κλάψης, ὦ οὐράνιες δυνάμεις, δέν ἀποκαλύπτεσθε. Δέν ἀποκαλύπτονται οἱ οὐράνιες δυνάμεις. Δέν ἀποκαλύπτεται ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, ἐάν δέν κοπιάσης, ἐάν δέν ἀγρυπνήσης, ἐάν δέν κλάψης. Τί λέει ὁ Δανιήλ; «Κι ἐγώ λέει, ἔκλαιγα, καί παρακαλοῦσα κι ἔλεγα, τί σημαίνουν αὐτά»; Κι ἔρχεται μετά ἡ ἀποκάλυψις. Ναί. Λοιπόν.. «ὡς καλαμώμενος ὀπίσω τρυγητῶν·». Καλαμώμενος θά πῆ ραγολόγος. Στήν Π.Δ., ὅπως τρυγοῦσαν οἱ τρυγηταί σ’ ἕνα ἀμπέλι, βέβαια ἤ κάποιο μικρό τσαμπάκι τό ἄφηναν - μάλιστα ὑπῆρχε ἐντολή νά τό ἀφήσουν γιά τούς φτωχούς - ἔμπαιναν μετά οἱ φτωχοί νά μαζέψουν αὐτές τίς ρῶγες, τίς λίγες δυό - τρεῖς - τέσσερις ρῶγες ἤ κάτι πού πέφτει κάτω. Αὐτό θά πῆ ραγολογῶ, μαζεύω τίς ρῶγες. Δηλαδή μετά ἀπό τούς τρυγητάς, γι’ αὐτό λέγει «ὀπίσω τρυγητῶν». Ὅπως τό ἴδιο πρᾶγμα καί στό στάρι. Ὅταν θέριζαν, ὅ,τι τυχόν ἔπεφτε χάμω, δέν τό μάζευαν, ἦταν γιά τόν φτωχό. Κι ἐγώ, λέει, εἶμαι «ὡς καλαμώμενος», ὡς δηλ. ραγολόγος «ὀπίσω τρυγητῶν». Εἴδατε; Δηλ. μάζευα ἐκεῖνα πού ἀφήναν οἱ μεγάλοι, οἱ σοφοί, οἱ τρανοί, κάτι κι ἐγώ μάζευα. «ἐν εὐλογίᾳ Κυρίου ἔφθασα, καί ὡς τρυγῶν ἐπλήρωσα ληνόν». Σιγά-σιγά, αὐτές οἱ ρῶγες μαζεύτηκαν. Εἶναι ἐκεῖνο πού λέει ὁ λαός στήν παροιμία: «φασούλι μέ φασούλι γεμίζει τό σακούλι». Ναί! Ὅπως λέω σέ νέα παιδιά: «Μελέτα ἀπό παιδί τήν Ἁγία Γραφή, ὅταν μεγαλώσης θά βρεθῆς σοφός στήν Ἁγία Γραφή. Τό θέλετε; Ἄκοπα, ἄς τό ποῦμε ἄκοπα». Ἔτσι, ἐγέμισα, λέει, τόν ληνόν, ἤ τήν ληνόν, δηλ. τό πατητήρι. Τό γέμισα το πατητήρι ἀπό ρῶγες καί τώρα θά βγάλω κρασί. Αὐτό λέει τώρα ἐδῶ ὁ σοφός Σειράχ. Κατανοήσατε, καταλάβατε - λέει στούς ἀκροατᾶς του καί ἀναγνῶστες του - «κατανοήσατε ὅτι οὐκ ἐμοὶ μόνῳ ἐκοπίασα, δέν κοπίασα μόνο γιά τόν ἑαυτό μου, ἀλλὰ πᾶσι τοῖς ζητούσι παιδείαν» (Σοφ. Σειρ. 33, 16-18) ἀλλά γιά ὅλους ἐκείνους πού ἀναζητοῦν τήν παιδείαν, τήν μόρφωσιν.  Ὡραῖο πρᾶγμα! Ὡραῖο. Εἶναι ἡ καλύτερη, θά λέγαμε, κληρονομιά πού ἔχει κανείς νά δώση στίς ἑπόμενες γενεές, ἀξιοποιώντας τούς κόπους του. Θά ἐπαναλάβω, Σ.Σειράχ, 33ο κεφάλαιο. Κοπιάζει λοιπόν ὁ Σειράχ. Σάν κοινωνικός παράγων ἔ; Προσφέρει τούς κόπους του καί εἰς τούς ἄλλους, γιά νά ὠφεληθοῦν. Αὐτό τό πλήρωμα τοῦ ληνοῦ, εἶναι ὅλο τό πολύτιμο καί πλούσιο περιεχόμενο τοῦ ὅλου του βιβλίου. Αὐτό εἶναι τό γέμισμα τοῦ πατητηριοῦ, εἶναι ὅλον τό περιεχόμενον τοῦ βιβλίου του. 

   Ἀκόμη λέγει ἡ Σοφία Σολομῶντος τά ἑξῆς: «Ἡ Σοφία, λέγει, - ἡ Ἐνυπόστατος πάντοτε - εὐχερῶς θεωρεῖται, μέ εὐκολία ὀρᾶται, ὑπό τῶν ἀγαπώντων αὐτὴν καὶ εὑρίσκεται ὑπὸ τῶν ζητούντων αὐτὴν». Μέ εὐκολία θεωρεῖται, βλέπεται, γίνεται ἀντιληπτή ἀπό ἐκείνους πού τήν ἀγαποῦν καί βρίσκεται ἀπό ἐκείνους πού τή ζητοῦν. «φθάνει τοὺς ἐπιθυμοῦντας προγνωσθῆναι», πρώτη, λέει, αὐτή τρέχει νά κάνη γνωστό τόν ἑαυτό της εἰς αὐτούς, ὁ ὀρθρίσας πρὸς αὐτὴν οὐ κοπιάσει, ἐκεῖνος πού σηκώθηκε ξημερώματα, θά τή βρῆ, δέν θά κοπιάση, πάρεδρον γὰρ εὐρήσει τῶν πυλῶν αὐτοῦ»., γιατί θά τή βρῆ νά κάθεται στήν πόρτα του. Τί ὡραία εἰκόνα! Γιά τή Σοφία ξυπνᾶς, ξημερώματα σηκώνεσαι γιά νά τήν βρῆς. Δέν θά κοπιάσης πολύ, εἶναι στά σκαλοπάτια τοῦ πυλῶνος σου. Σέ περιμένει. «τὸ γὰρ ἐνθυμηθῆναι περὶ αὐτῆς φρονήσεως τελειότης» (Σ. Σολ. 6, 12-15) καί μόνο γιατί μπορεῖς νά ’χης στό μυαλό σου τήν Ἐνυπόστατο Σοφία, δηλ. νά τή θυμᾶσαι, εἶναι ἕνα δεῖγμα φρονήσεως, ἕνα δεῖγμα τελειότητος, κι αὐτό εἶναι πολύ σπουδαῖο. Μόνο στό μυαλό σου νά ἔχης τήν Ἐνυπόστατο Σοφία. Εἶναι αὐτό πού λέμε, ὅταν ἔχω στό νοῦ μου πάντα τόν Ἰησοῦν Χριστόν. «Κύριε ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστέ, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον με». Ἡ μνήμη αὐτή τοῦ ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ - ξαναλέγω ἄλλη μία φορά, Ἐνυπόστατος Σοφία, Ἰησοῦς Χριστός εἶναι τό ἴδιο πρόσωπον - καί μόνο αὐτό, καί μέ προστατεύει καί μέ φυλάττει. Λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος: «Τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ μάστιζε τούς δαίμονας», δηλ. μέ τό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ νά μαστίζης, νά χτυπᾶς τούς δαίμονας. Εἶναι πανίσχυρον. Πανίσχυρο πραγματικά. Ὑπάρχουν τρεῖς θέσεις μέσα εἰς τούς ψαλμούς, πού ἀναφέρονται εἰς τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ - ἐδῶ τώρα ἔχομε τόν Ἰησοῦν Χριστόν, τό ἴδιο εἶναι - πού μποροῦμε νά ὑπερνικοῦμε κάθε δυσκολία. Εἶναι τόσο σπουδαῖο. Καί μόνη δηλ. ἡ μνήμη. Καί λέγει στή συνέχεια: «καὶ ὁ ἀγρυπνήσας δί’ αὐτὴν ταχέως ἀμέριμνος ἔσται·», κι ἐκεῖνος πού ἔχει ἀγρυπνήσει γι’ αὐτήν, νά καθήση νά ψάχνη στά βιβλία ἐκεῖ.. εἶναι ἐκεῖνο πού μᾶς ἔλεγε ἕνας καθηγητής μας - κι ἄλλοτε σᾶς τό ἔχω πεῖ αὐτό - «ἄν δέν κάνουν λέει δύο τρύπες στό παντελόνι σας, δηλ. νά λιώση τό παντελόνι ἐκεῖ στήν καρέκλα, δέν θά μάθετε γράμματα. Αὐτό δέ πολύ περισσότερο ἰσχύει προκειμένου ν’ ἀνακαλύψωμε τά βαθέα τοῦ Θεοῦ. Ναί. «ὅτι τοὺς ἀξίους αὐτῆς αὔτη περιέρχεται ζητοῦσα», ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία περιέρχεται ἀπό δῶ καί ἀπό κεῖ, νά βρῆ ἐκείνους οἱ ὁποῖοι εἶναι ἄξιοί της. Προσέξτε, αὐτά δέν γράφηκαν γιά κάποιους. Γράφτηκαν γιά ὅλους μας.

   Καί νά κλείσουμε, ἀγαπητοί μου, τό 24ον κεφάλαιο. Εἶναι τό πιό λαμπρό κεφάλαιον ὅλου τοῦ βιβλίου ἀλλά καί μία σελίδα, θά ἔλεγα ἀρίστη, ὅλης τῆς Π. Δ. Εἴδαμε ἀκόμη ὅτι πρόκειται γιά τόν μετέπειτα Ἰησοῦν Χριστόν, πού εἶναι ἡ Ἐνανθρώπησις τῆς Ἐνυποστάτοῦ Σοφίας, τοῦ Θεοῦ Λόγου. Καί τήν ἐπισφράγιση τοῦ ὅλου αὐτοῦ κεφαλαίου θά μᾶς τήν κάνη ὁ ἀπ. Παῦλος. Γράφει στούς Κορινθίους: «ἡμεῖς δὲ κηρύσσομεν Χριστόν ἐσταυρωμένον.. Θεοῦ δύναμιν καὶ Θεοῦ σοφίαν·». (Κορ. Α΄ 1, 23-24) Ἐμεῖς κηρύσσομε, λέει, τόν Ἰησοῦν Χριστόν, κι Αὐτόν ἐσταυρωμένον. Ὁ ὁποῖος τί εἶναι; Θεοῦ σοφία. Νά ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία. Βλέπετε τόν ἀπ. Παῦλο πώς βάζει καί τά δύο; Καί τό κεφάλαιο αὐτό μᾶς ὁδήγησε σ’ αὐτή τή βαθειά γνώση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, τοῦ δευτέρου προσώπου τῆς Ἁγίας Τριάδος. Εἶναι αὐτό πού ἐπιμένει καί ἐπιμένει ὁ Παῦλος νά γράφη στίς Ἐπιστολές του: «μέχρι, - γράφει στούς Ἐφεσίους - καταντήσωμεν οἱ πάντες εἰς τὴν ἑνότητα τῆς πίστεως καὶ τῆς ἐπιγνώσεως τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ» ( Ἐφεσ. 4, 13) καί τῆς ἐπιγνώσεως, ὄχι τῆς γνώσεως, τῆς ἐπιγνώσεως, τῆς βαθειᾶς γνώσεως, τίνος; τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. Ἐκεῖ πρέπει νά φθάσωμε! Σ’ αὐτή τή βαθειά ἐπίγνωση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ.

Ἐδῶ λοιπόν ἀγαπητοί μου, κλείνομε αὐτό τό θαυμάσιο κεφάλαιο, τό 24ον τῆς Σοφίας Σειράχ.


Απόσπασμα από την 207η ομιλία στο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης 
« Σοφία Σειράχ ».

►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
" Σοφία Σειράχ " εδώ ⬇️
http://arnion.gr/index.php/p-thanasios-mytilina-os/milies-p-thanasiou/palaia-diauhkh/sofia-seirax
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40oRvQcJSffpry9_VIhWtola

🔸Λίστα ομιλιών της σειράς
«Σοφία Σειράχ».🔻
https://drive.google.com/file/d/15yPd5yULQpwqBdVJzrpusJNL6wa2BczM/view?usp=drivesdk

🎥 Βιντεοσκοπημένες ομιλίες της σειράς «Σοφία Σειράχ».🔻
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40o1lCOake2wwX61iRYZNi-M

🔸📜 Απομαγνητοφωνημενες ομιλίες της σειράς «Σοφία Σειράχ».🔻
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/search/label/%F0%9F%94%B9%CE%A3%CE%BF%CF%86%CE%AF%CE%B1%20%CE%A3%CE%B5%CE%B9%CF%81%CE%AC%CF%87.?m=1

🔸Επεξηγηματικό βίντεο Ασπάλαθου.
https://youtu.be/8tNfAHRkTCk

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️
https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__
https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.

Ἀνάγκη νά ἐξιχνιάσωμε τήν ταυτότητα τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας. ~ 13/14 ~

†.Συνεχίζομε ἀπό τό βιβλίον τῆς Σοφίας Σειράχ· εἴμεθα εἰς τό 24ο κεφάλαιον, εἰς τόν 28ον χωρίον, τό ὁποῖον δέν εἴχαμε τήν περασμένη φορά ὁλοκληρώσει. Λέγει ἐκεῖ: «οὐ συνετέλεσεν ὁ πρῶτος γνῶναι αὐτὴν, καὶ οὕτως ὁ ἔσχατος οὐκ ἐξιχνίασεν αὐτὴν».

   Εἴχαμε πεῖ τήν περασμένη φορά ὅτι ἐσταμάτησε νά ὁμιλῆ ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία· ὅ,τι τώρα θά λεχθῆ - μόνο ἕνα χωρίο εἶναι λίγο παρακάτω, θά τό δοῦμε αὐτό - θά εἶναι ἀπό μέρους τοῦ σοφοῦ Σειράχ. Δηλ. αὐτό πού σᾶς διάβασα σημαίνει: δέν κατόρθωσε ὁ πρῶτος ἄνθρωπος νά τήν γνωρίση τελείως - ἐννοεῖται τήν Ἐνυπόστατον Σοφίαν - ἔτσι καί ὁ τελευταῖος χρονικά ἄνθρωπος, δέν θά μπορέση νά ἐξιχνιάση τήν Ἐνυπόστατον Σοφίαν. Εἶναι ἕνα σπουδαῖο στοιχεῖο αὐτό, σπουδαῖος στίχος καί μάλιστα ἄν θέλετε καί ἀποκαλυπτικός. Ποιός εἶναι ὁ πρῶτος ἄνθρωπος πού δέν μπόρεσε νά γνωρίση τελείως τήν θείαν Σοφίαν; Εἶναι ὁ Ἀδάμ. Μήν ξεχνοῦμε ὅτι ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία ἐδημιούργησε τόν Ἀδάμ, δηλ. τό δεύτερον πρόσωπον τῆς Ἁγίας Τριάδος, αὐτή ὁμίλει μαζί του, αὐτή ἔθεσε τίς τρεῖς ἐντολές, ἐργασίας, φυλακῆς Παραδείσου, δηλ. φυλάγματος Παραδείσου καί νηστείας, καί μετά τήν παράβαση αὐτήν εἶπε εἰς τόν Ἀδάμ, «Ἀδάμ ποῦ εἶ»;, Ἀδάμ ποῦ εἶσαι; καί αὐτή ἐξέβαλεν καί τόν Ἀδάμ καί τήν Εὕα ἀπό τόν Παράδεισον καί κατεδίκασε καί τόν ὄφιν, δηλ. τόν διάβολον. Ὅμως ὁ Ἀδάμ, ὅπως μᾶς λέγει ἐδῶ ἡ Σοφία Σειράχ, «οὐ συνετέλεσεν γνῶναι αὐτὴν», δέν ἔφθασε νά μπορέση νά τή γνωρίση τήν Ἐνυπόστατον Σοφίαν. Δέν πρόλαβε. Διότι ἡ Ἐνυπόστατος Δοφία θά μποροῦσε νά γνωρισθῆ - τό εἴδαμε σέ προηγούμενα θέματά μας αὐτό - διά τῆς τηρήσεως τῶν ἐντολῶν της. Ὅπως καί σήμερα. Μέχρι σήμερα, πάντοτε, γνωρίζεται ὁ νομοθέτης ἀπό τήν τήρηση τοῦ νόμου του. Ἀπό τήν στιγμή πού θ’ ἀρχίσομε νά τηροῦμε τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, ἐκεῖ ἀρχίζομε καί νά γνωρίζομε τό νομοθέτη. Διότι ἡ γνωριμία αὐτή εἶναι γνωριμία βιωματική, δέν εἶναι ἁπλῶς γνωσιολογική. Εἶναι βιωματική. Ὅπως ἀκριβῶς λές «χρηστός ὁ Κύριος» δηλ. τί ὡραῖος, τί ἀγαθός, τί ὡραῖος πού εἶναι ὁ Θεός, αὐτό τό λές ἀπό μίαν ἐμπειρία. Ἀλλά ἡ ἐμπειρία ἀρχίζει ἀπό τήν στιγμή πού ἐφαρμόζεις τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ. Προσέξατὲ το, εἶναι πάρα πολύ σημαντικό. Λέει ὁ ἅγιος Συμεών ὁ νέος Θεολόγος ὅτι ἔχομε τήν πράξη καί τή θεωρία. Θεωρία θά πῆ ὅταν πιά «βλέπεις» -τό «βλέπεις» ἐντός εἰσαγωγικῶν- ἔχεις τή θέα τοῦ Θεοῦ, αὐτό θά γίνη, νά ἔχης τήν θεωρία, ὅταν χρησιμοποιεῖς τήν πράξιν. Ἐάν κάποια φορά ἔχασες ἀπό τόν ὀπτικό σου ὁρίζοντα τόν Θεόν, λέγει ὁ ἅγιος Συμεών, ξαναγύρισε πάλι στίς ἐντολές, στήν τήρηση τῶν ἐντολῶν. Ἔτσι κερδίζομε τήν θέα τοῦ Θεοῦ, μέ τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν. «Οὐ συνετέλεσεν, λοιπόν, ὁ Ἀδάμ, γνῶναι αὐτήν». Δέν πρόλαβε, δέν ὁλοκλήρωσε - κατά λέξη τό «συνετέλεσεν» - δέν ὁλοκλήρωσε τήν γνωριμία του αὐτή μέ τήν Ἐνυπόστατο Σοφία, διότι ἤδη παρέβη τήν πρώτην ἐντολήν, - δηλ. τήν πρώτη μία, τῆς νηστείας - ἔφαγε ἀπό τόν καρπόν, δέν ἐφύλαξε τόν Παράδεισον, διότι ὅταν ἐφύλαττε τόν Παράδεισον, θά τηροῦσε καί τήν ἐντολή τῆς νηστείας, γιατί ἡ φυλακή τοῦ Παραδείσου, δέν εἶναι παρά νά φυλάξη ὁ Ἀδάμ τόν Παράδεισο ἀπό τόν Ἀδάμ. Ὁ Παράδεισος ἦτο καί ἐσωτερική ὑπόθεσις καί ἐξωτερική ὑπόθεσις. Ὁ Χριστός εἶπε: «ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντὸς ὑμῶν ἐστιν» (Λουκ. 17, 21) Εἶναι μέσα σας. Ἔτσι καί ὁ Παράδεισος. Ὁ ἐξωτερικός Παράδεισος θά βοηθοῦσε εἰς τήν κατανόηση τοῦ ἐσωτερικοῦ Παραδείσου. Ἀπώλεσε ὁ Ἀδάμ τόν ἐσωτερικόν Παράδεισον, δέν ἐπρόσεξε καί ἐν συνέχεια ἀπώλεσε καί τόν ἐξωτερικόν Παράδεισον, γιατί ὁ Θεός τόν ἐξέβαλε τοῦ Παραδείσου, τόν ἔδιωξε. Ἔτσι λοιπόν, κατά μεγάλη μας δυστυχία, ὁ ἄνθρωπος δέν πρόλαβε νά γνωρίση τόν Θεόν. Κι αὐτή του ἡ γνῶσις, ὅ,τι γνώρισε - διότι ὁ Ἀδάμ ἀσφαλῶς διηγήθηκε εἰς τούς ἀπογόνους του ὅ,τι ἐμπειρίες εἶχε ἀπό τόν Παράδεισον - ὡστόσο ἡ γνῶσις του ἦτο ἐλλιπής. Γι’ αὐτό καί γρήγορα ἔχασε ἀπό τόν ὀπτικό του ὁρίζοντα τόν Θεόν. Ὄχι ὁ Ἀδάμ κυρίως, ὅσο οἱ ἀπόγονοί του. Ὁ Ἀδάμ εἶχε τίς ἐμπειρίες του, αὐτές τόν ἐβοήθησαν, ἀλλά ἐμπειρίες δέν εἶχαν οἱ ἀπόγονοι. Γι’ αὐτό καί πολύ γρήγορα ὁ ἄνθρωπος ἐστράφη εἰς τήν κτίσιν ὡς Θεόν. Ἐλάτρευσε τήν κτίσιν καί ὄχι τόν κτίστην. Δηλ. εἰδωλολάτρησε. Γι’ αὐτό σημειώνει ὁ Παῦλος εἰς τήν πρός Ρωμαίους ἐπιστολή του καί λέγει: «διότι γνόντες τὸν Θεόν, οὐχ ὡς Θεὸν ἐδόξασαν ἤ εὐχαρίστησαν…», «καὶ ἐσεβάσθησαν καί ἐλάτρευσαν τῇ κτίσει παρὰ τὸν κτίσαντα». (Ρωμ.1, 21&25) Γνόντες τόν Θεόν, λέγει, δέν τόν ἐδόξασαν ὡς Θεόν. Γνόντες, ποιοί; οἱ πρωτόπλαστοι. Παρακάτω ὅμως τά πράγματα ἄλλαξαν. Ἤ νά τόν εὐχαριστήσουν καί ἐσεβάστηκαν καί ἐλάτρευσαν, λέγει, τήν κτίσιν, παρά τόν κτίσαντα. Αὐτό εἶναι πάρα-πάρα πολύ εὔκολο, διότι μή βλέποντες τόν Θεόν, θεώρησαν ὡς Θεό ἤ Θεούς, ἐκεῖνα τά ὁποῖα ἀποτελοῦσαν κτίσματα τοῦ Θεοῦ, δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ. Βλέπω ἐπί παραδείγματι τόν ἥλιον, ἀντιλαμβάνομαι ὅτι αὐτός μέ ζωοποιεῖ, ἀντιλαμβάνομαι ὅτι ἀποτελεῖ ἕνα βασικότατο στοιχεῖο τῆς ζωῆς ὁ ἥλιος καί στό γύρισμα τοῦ χρόνου, τότε βέβαια ἡ ἀντίληψις ἦταν ὅτι ὁ ἥλιος γυρίζει περί τήν γῆν, ἔτσι τό ἀντιλαμβανόντουσαν - αὐτό θά εἶναι πολύ κατοπινό, ὅτι ἡ γῆ γυρίζει γύρω ἀπό τό ἥλιο - κι ἔτσι δημιουργήθηκε μία παγία θεωρία, πού τήν συναντοῦμε σέ ὅλα τά εἰδωλολατρικά θρησκευτικά συστήματα καί φιλοσοφικά. Παγία ὑπόθεσις. Τί δηλ.; ὁ ἥλιος γονιμοποιεῖ τήν γῆν. Ὁ Ἥλιος / ὁ Ἀπόλλων, ἡ Γῆ / ἡ Δήμητρα, ὁ Ὄσιρις εἰς τήν Αἴγυπτον εἶναι ὁ ἥλιος, ἡ Ἴσις εἶναι ἡ θεά τῆς γονιμότητος ἡ μάννα Γῆ. Ὁ Ὧρος στήν Αἴγυπτο εἶναι ὁ ἄνθρωπος. Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος  δημιουργεῖται, γεννιέται, τρέφεται ἀπ’ αὐτή τή σύζευξη τοῦ Ἡλίου καί τῆς Γῆς. Πεθαίνει ὁ ἥλιος, κατά τό χειμερινόν ἡλιοστάσιον, δέν βλαστάνει ἡ Γῆ. Η Γῆ / ἡ Δήμητρα- εἶναι ἐκείνη ἡ ὁποία πενθεῖ τόν σύζυγό της τόν Ἥλιον κ.ο.κ. Σᾶς εἶπα, Ἕλληνες - Αἰγύπτιοι, ἀλλά αὐτή ἡ θέσις εἶναι σέ ὅλα τά εἰδωλολατρικά, θρησκευτικά καί φιλοσοφικά συστήματα. Ναί. Ὅταν πῆγαν οἱ Εὐρωπαῖοι στήν Ἀμερική, ἐδῶ καί 500χρόνια, 1.492, ἄν καλῶς θυμοῦμαι, ἐκεῖ - καί τό χειρότερο ὅτι μέχρι σήμερα παρατηρεῖται τό φαινόμενον - οἱ ντόπιοι, οἱ ἰθαγενεῖς, οἱ γηγενεῖς, λάτρευαν τό καλαμπόκι, γιατί τό καλαμπόκι ἦταν γι’ αὐτούς ἡ τροφή τους. Ἐκεῖνο πού μέ τρέφει, ἐκεεῖνο πού μέ ζωογονεῖ, αὐτό καί λατρεύω. Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος, πάρα πολύ εὔκολα γίνεται εἰδωλολάτρης. Τά περί εἰδωλολατρείας εἶναι γραμμένα, πολλά - πολλά, μέ πολλές λεπτομέρειες εἰς τήν Π. Δ., ἰδίως εἰς τά σοφιολογικά βιβλία. Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος ἀντί νά λατρεύση τόν Κτίστην καί Δημιουργόν, πού ἦταν ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία, ὁ Θεός Λόγος, εἰς τόν Παράδεισον, πού θά τήν ἐγνώριζαν τήν Ἐνυπόστατον Σοφία πάρα πολύ καλά, τελικά ἐλάτρευσαν τήν κτίσιν. Ὅταν πέρασαν τά χρόνια, οἱ αἰῶνες, οἱ χιλιετηρίδες, ἦλθε ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ στή γῆ, ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία. Εἶναι πολύ συγκινητικό αὐτό, δηλ. τί συγκινητικό, εἶναι συγκλονιστικό. Ἄν κανείς αὐτά τά πράγματα μπορεῖ νά τά μελετάει καί νά τά σκέπτεται εἶναι.. εἶναι..  πολύ συγκλονιστικά πράγματα. Καί ἦρθε τί; Γιατί (λέγει ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἱεροσολύμων) ἦρθε ὁ Θεός Λόγος, ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία καί δέν ἦρθε, φερ’ εἰπεῖν νά Ἐνανθρωπήση τό Πνεῦμα τό Ἅγιον; ἤ ὁ Πατήρ. Διότι μᾶς δημιούργησε ὁ Υἱός, ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία! Ἔτσι, ἡ θέσις «ὁ Πατήρ δημιουργεῖ διά τοῦ Υἱοῦ ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι», ὅποτε, ὁ Υἱός τρόπον τινά, σάν νά ἦταν ὑπεύθυνος ἀπέναντι εἰς τόν Πατέρα, διά τήν ἐκτροπή τῶν ἀνθρώπων, καί ἦλθε, ἔγινε ἄνθρωπος, γιά νά διορθώση τό πρᾶγμα. Διότι, λέγει ὁ ἅγιος Κύριλλος, δέν ἠνείχετο νά λατρεύονται τά ξόανα, δηλ. τά ξύλινα ἀγαλμάτια καί τά εἴδωλα ἀπό τούς ἀνθρώπους καί νά ἀγνοεῖται καί συνεπῶς νά μή λατρεύεται ὁ Πατέρας, ὁ ἀληθινός Θεός. Γι’ αὐτό ἦρθε ὁ Χριστός· νά διορθώση τό πρᾶγμα. Πάντως, ἄν οἱ πρωτόπλαστοι, ἀγαπητοί, ἔμεναν στίς τρεῖς ἐντολές πού ἔθεσε ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία εἰς τόν Παράδεισον, προοδευτικά, διά τῆς πίστεως, θά ἐγνώριζαν περισσότερο καί περισσότερο τήν Ἐνυπόστατον Σοφίαν. Ἀλλά δέν τό ἔκαναν. Διότι ὁ διάβολος ἐσφύριξε στ’ αὐτιά τῶν πρωτοπλάστων τήν ἰσοθεΐα καί τήν αὐτονομία. Αὐτό εἶναι τό ἁμάρτημα τό προπατορικόν. Ἡ ἰσοθεΐα καί ἡ αὐτονομία. «…ἔσεσθε, λέει, ὡς θεοί.» (Γεν. 3, 5) τούς εἶπε ὁ διάβολος. Ὁ ἴδιος ἔτσι εἶχε σκεφθεῖ καί ἔπεσε. Καί γέμισε ἀπό πάθη, καί πρό παντός τόν φθόνον. Καί θέλει τώρα νά ρίξη καί τούς πρωτοπλάστους, νά εἶναι κι ἐκεῖνοι στήν ἴδια κατηγορία. Ὅπως ἀκριβῶς ἕνας μαθητής πού μένει στήν ἴδια τάξη, σίγουρα θά ηὔχετο νά εἴχανε μείνει στή ἴδια τάξη ὅλοι οἱ συμμαθηταί του. Ἔ, αὐτή εἶναι ἡ ψυχολογία τοῦ πράγματος. Ἄν τό σπίτι τό δικό μου γκρέμισε μέ τό σεισμό, γιατί νά μήν γκρεμίση καί τό δικό σου; Ἄν τό δικό μου τό παιδί δέν πέτυχε στίς πανελλήνιες, γιατί νά πετύχη τό δικό σου το παιδί; Τό δικό μου ἀπέτυχε. Νά ἀποτύχη καί τό δικό σου παιδί. Εἶναι αὐτό πού λέγεται φθόνος. Εἶναι πάθος ἀκραιφνῶς δαιμονικό. Καί ἔτσι, ἦρθε - καί λέγω τό ρῆμα «σφύριξε» - καί τούς εἶπε γιά τήν ἰσοθεΐα καί δέν θά εἶχαν ἀνάγκη ἀπό τό Θεό πιά ἄν ἦσαν θεοί. Ἄρα λοιπόν εἶναι τό κήρυγμα τῆς ἀποστασίας, τῆς αὐτονομίας, ὅτι σύ ὁ ἄνθρωπος μπορεῖς νά ζήσης χωρίς τό Θεό. Ἔκτοτε λοιπόν, ἡ βαθεία γνῶσις τοῦ Θεοῦ πάντοτε θά εἶναι ἐλλιπής. Ὄχι διότι ὁ Θεός εἶναι ἀνεξιχνίαστος - ναί, ὁ Θεός εἶναι ἀνεξιχνίαστος ἐκ τῆς φύσεώς του - ἀλλά γιατί ὁ ἄνθρωπος δέν θά μποροῦσε ποτέ νά φθάση νά γνωρίση τόν Θεό, ἔστω κι ἄν περνοῦσαν χιλιάδες χρόνια καί φθάναμε εἰς τόν ἔσχατον ἄνθρωπον, πού θά μποροῦσε νά ἔχη μία γνώση τοῦ Θεοῦ. Οὔτε! Ἔπρεπε νά ἔρθη ὁ Ἰησοῦς Χριστός καί νά κάνη αὐτήν τήν ἀποκάλυψη. Πάντως μένει ἡ ὁλοένα τελειούμενη γνώση τῆς Ἐνυποστάτοῦ Σοφίας, στήν αἰωνιότητα. Διαρκῶς τήν γνωρίζομε καί διαρκῶς τήν γνωρίζομε, ἀπό τόν καιρό πού βέβαια Ἐνηνθρώπησε. Οἱ σοφοί ἄνθρωποι - σοφοί κατά Θεόν, οἱ θεόπνευστοι, προφῆται, δίκαιοι - συνέλαβαν, θά λέγαμε, εἰς τούς ἱστούς, στίς κεραῖες τῆς ἀντιλήψεως καί κατανοήσεως, τήν συνέλαβαν τήν Ἐνυπόστατον Σοφίαν, καί μίλησαν. Ὅπως ἐδῶ τώρα βλέπομε τό σοφό Σειράχ νά μιλάη διά τήν Ἐνυπόστατον Σοφία κατά ἕναν τρόπο πού μᾶς καταπλήσσει. Ὁ ἀπ. Παῦλος πολλές φορές κάνει λόγο διά τήν ἐπίγνωση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. Ἐπίγνωση, προσέξτε, ἐπίγνωση. Ἐπίγνωσις θά πῆ γνῶσις κατά κράτος, γνῶσις βαθαίνουσα, γνῶσις πλαταίνουσα, γνῶσις αὐξανομένη. Γι’ αὐτό κάνει πάρα πολλές φορές, στίς Ἐπιστολές του λόγο καί λέγει νά φθάσωμε ὅλοι εἰς τήν ἐπίγνωσιν τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά, δυστυχῶς, εἰς τή συντριπτική πλειοψηφία του ὁ λαός τοῦ Θεοῦ μένει χωρίς τήν ἐπίγνωση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. Δυστυχῶς. Γι’ αὐτό καί αὐτά τά θέματα πού ἀναπτύσσομε ἐδῶ, κι ἔρχεσθε ἐσεῖς καί τά ἀκοῦτε ἀποβλέπουν στήν ἐπίγνωση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Σᾶς τό ’χω πεῖ, καθ’ ὅλο τό μῆκος τῶν θεμάτων αὐτῶν, ὅτι εἶναι ἕνας θαυμάσιος τρόπος, ἰδίως αὐτό τό κεφάλαιον τῆς Σοφίας Σειράχ, τό 24ον, πού μᾶς ὁδηγεῖ κατά θαυμαστόν τρόπον νά γνωρίσουμε τόν Ἰησοῦν Χριστόν. Ὅσο εἶναι δυνατόν περισσότερο καί περισσότερο. Νά φθάσουμε δηλ. εἰς τήν ἐπίγνωσιν τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, τοῦ μετέπειτα Ἐνανθρωπήσαντος, τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.

   Καί τώρα προχωροῦμε εἰς τόν ἑπόμενον στίχον, τόν 29ον, πού λέγει: «ἀπὸ γάρ θαλάσσης ἐπληθύνθη διανόημα αὐτῆς καὶ ἡ βουλὴ αὐτῆς ἀπὸ ἀβύσσου μεγάλης». Γιατί τά διανοήματα τῆς Ἐνυποστάτοῦ Σοφίας, λέει ὁ σοφός Σειράχ, εἶναι σέ πλῆθος πιό πολλά ἀπό τά ὕδατα τῆς θαλάσσης καί οἱ συμβουλές της εἶναι βαθύτερες ἀπό τήν πιό μεγάλη ἄβυσσο. Ἐδῶ βλέπομε νά συνεχίζει ὁ ἱερός συγγραφεύς, ὁ σοφός Σειράχ, ὅτι τῆς Ἐνυποστάτοῦ Σοφίας τά διανοήματά της, εἶναι πλατύτερα καί περισσότερα ἀπό τά ὕδατα τῶν θαλασσῶν. Καί οἱ συμβουλές της εἶναι βαθύτερες κι ἄπ’ αὐτές τῆς ἀβύσσου. Καί τό λέγει αὐτό ὁ Σειράχ ὄχι γιά νά ἀπογοητεύση μία τυχόν προσέγγιση τοῦ ἀνθρώπου, γιατί θά ἔλεγε κανείς «τί νά προσεγγίσω τώρα, τί; Πράγματα τά ὁποῖα εἶναι ἀπλησίαστα, ἀπρόσιτα; Τί νά προσεγγίσω τώρα»; Ὄχι, δέν πρέπει ὁ ἄνθρωπος ν’ ἀπογοητεύεται. Ποτέ βέβαια δέν θά φθάνει ὁ ἄνθρωπος εἰς τό τέρμα - ἀναμφισβήτητα - ἀλλά ἐδῶ ὁ Σειράχ θέλει νά δείξη τίς ἄπειρες διανοήσεις καί βουλές τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας. Καί τό παράδειγμα εἶναι πολύ ἁπλοῦν. Δέν μοῦ χρειάζεται ὁλόκληρος ὁ ἥλιος. Δέν χρειάζεται νά πάω στόν ἥλιο νά τόν ἀγκαλιάσω, θά καῶ. Μπορῶ; Εἶναι δυνατόν; Ὅμως δέν μοῦ εἶναι ἀρκετό τό ὅτι μπορῶ νά δέχομαι τίς ἡλιακές ἀκτίνες, ὅσο πρέπει, γιά νά χαίρομαι καί τό φῶς καί τή θερμότητα; ἀλλά καί ὅλα τά’ ἄλλα γνωρίσματα πού ἔχει τό φῶς. Ἔχει πολλά γνωρίσματα τό φῶς, τά ὁποία εἶναι ἄμεσα χρήσιμα καί ἀναγκαία γιά τόν ἄνθρωπο.

  Καί πᾶμε στόν ἑπόμενο στίχο, τόν 30ον. «κἀγὼ ὡς διῶρυξ ἀπὸ ποταμοῦ καὶ ὡς ὑδραγωγὸς ἐξῆλθον εἰς παράδεισον·» Νομίζω ὅτι ἡ λέξις «παράδεισος» - περσική λέξις - σημαίνει ἕνας τόπος εὐχάριστος γιά διαμονή, στόν ὁποῖον ὑπάρχει βλάστησις ἄφθονη, νερά, ζῶα, κλπ. Αὐτό θά πῆ παράδεισος. Τόπος εὐχάριστος, διαμονῆς. Περσική λέξις, τό ξαναλέω. Δηλ. ἡ ἀπόδοσις τοῦ χωρίου πού σᾶς διάβασα: κι ἐγώ ἡ Σοφία ἔτρεξα σάν κανάλι πού διακλαδίζεται ἀπό ποτάμι καί σάν αὐλάκι καί ὑδραγωγός βγῆκα σέ κῆπο. Πῶς ἀκριβῶς ἔχομε ἐμεῖς ἐδῶ τόν Πηνειό καί ὑπάρχουν τρόποι - σήμερα ἔχομε ἀντλίες βέβαια, ἐπειδή ἡ ἐπιφάνεια τοῦ Πηνειοῦ εἶναι πιό κάτω ἀπό τήν ἐπιφάνεια τῶν χωραφιῶν μας - ἀντλοῦμε τό νερό ἀπό τόν Πηνειό καί ποτίζομε τά χωράφια μας. Ἐδῶ ὁ ἱερός συντάκτης περιγράφει τίς ἐμπειρίες του μέ τήν παρουσία τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας. Κι αὐτό εἶναι πάρα πολύ σημαντικό. Καί ποιός εἶναι ὁ κῆπος, πού σάν κανάλι πού διακλαδίζεται ἀπό ποτάμι, ἔρχεται νά τόν ποτίση; Ποιόν νά ποτίση; Τόν σοφό Σειράχ! Εἶναι ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία, πού ρέει στήν ψυχή τοῦ ἱεροῦ συντάκτου. Μοιάζει ὅτι ὁμιλεῖ ἐδῶ ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία. Δέν ὁμιλεῖ ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία ἀλλά ὁ συντάκτης. Κι ἐδῶ θέλει νά δείξη τήν ἐμπειρία τήν ὁποία ἔχει ἀπό τήν παρουσία τῆς Σοφίας. Γι’ αὐτό, λέει ὁ προφήτῆς Ἠσαΐας, ἤ καλύτερα λέγει ὁ Θεός διά τοῦ προφήτη Ἠσαΐα, στό 58ον κεφάλαιο (κατά σύμπτωση τό εἴχαμε κάνει αὐτό τό χειμώνα καί εἶναι στό κεφάλαιο ἐκεῖ πού ἀναφέρεται στό θέμα τῆς τηρήσεως τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ καί εἰς τό θέμα τῆς νηστείας, τῆς ὀρθῆς νηστείας, ἄν τό ἐνθυμεῖσθε ἀπό τόν χειμώνα): «καὶ ἔσται ὁ Θεός σου μετὰ σοῦ διαπαντός· καί θά εἶναι ὁ Θεός σου πάντα μαζί σου, καί ἐμπλησθήσῃ καθάπερ ἐπιθυμεῖ ἡ ψυχή σου, θά χορτάσης, θά γεμίσης, ὅπως ἐπιθυμεῖ ἡ ψυχή σου, καί ἔσῃ ὡς κῆπος μεθύων καὶ ὡς πηγή ἥν μὴ ἐξέλιπεν ὕδωρ» ( Ἡσ. 58, 11) καί θά εἶσαι, λέγει, σάν ἕνα περιβόλι. Τό λέμε κι ἐμεῖς. Ἔχω καρδιά περιβόλι, ἔχω ψυχή περιβόλι. Καί θά εἶναι ἡ ψυχή σου σάν κῆπος, σάν περιβόλι μεθυσμένο. Μεθύων. Αὐτή ἡ ἔκφρασις - θά τό δοῦμε καί λίγο πιό κάτω γιά τό θέμα «μεθύω» - θέλει νά δείξη τήν πλησμονήν. Δέν ἐννοεῖ βέβαια ὅτι εἶναι μεθυσμένος κανείς ἀπό κρασί. Ἀλλά αὐτό πού ἔχει, τό ἔχει ἄφθονο. Θά πῆ λίγο πιό κάτω καί θά τό δοῦμε, ὅτι «μεθάω τήν πρασιά». Πρασιές, οἱ γνωστές μας πρασιές, οἱ ἀλέες. Ὅταν λοιπόν ἔχεις πολύ νερό καί τό νερό αὐτό εἶναι καί πηγαῖο μάλιστα, ὅπως συμπίπτει νά εἶναι ἐδῶ στό βουνό μας, πού τά νερά του εἶναι ἀπό τίς πηγές. Ἔρχονται ὅλο τό χρόνο καί ἔτσι κανείς μπορεῖ νά ποτίζη τό περιβόλι του μέ τά πηγαία ὕδατα. Εἶναι πολύ ὡραῖο. Καί τό νερό ἀφοῦ εἶναι ἄφθονο, νά γεμίζη μέσα ἡ ἀλέα, δηλ. νά μεθάη, πολύ νερό, πολύ. Έ, λέει λοιπόν ὁ προφήτης Ἠσαΐας, καί ἔσῃ, - τό λέει ὁ Θεός - ὡς κῆπος μεθύων, καί θά εἶσαι σάν περιβόλι πού ἔχει μεθύσει ἀπό τό νερό καὶ ὡς πηγή ἥν μή ἐξέλιπεν ὕδωρ καί σάν πηγή πού δέν ἔλλειψε τό νερό της. Τό ἔχεις πάντα τό νερό της. Ἔτσι λοιπόν θά εἶναι ἡ ψυχή σου. Εἴδατε, θά εἶναι ἡ ψυχή σου. Ἔτσι, ὁ εὐσεβής ἄνθρωπος, πού θά ἀποδεχθῆ τήν Ἐνυπόστατον Σοφίαν, θά μεταβληθῆ σέ παράδεισον, δηλ. σέ ὡραῖο τόπο διαμονῆς, πού θά τόν ἀρδεύη, θά τόν ποτίζη αὐτόν τον Παράδεισον τό Πνεῦμα τό Ἅγιον. Ὅπου Υἱός ἐκεῖ καί τό Πνεῦμα τό Ἅγιον. Ὅπου τό Πνεῦμα τό Ἅγιον ἐκεῖ καί ὁ Υἱός. Εἶναι δύο πρόσωπα, δέν ταυτίζονται ἀλλά ὅπου τό ἕνα ἐκεῖ καί τό ἄλλο, μήν τό ξεχνοῦμε αὐτό. Ἡ διώρυγα ὅμως πού θά φέρη τά γόνιμα ἀρδεύματα τοῦ Θεοῦ, θά εἶναι ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία. Προσέξτε, ἡ διώρυγα, τό κανάλι.

  Καί θά συνεχίση νά λέγη, 31ος στίχος: «εἶπα· ποτιῶ μου τόν κῆπον καὶ μεθύσω μου τὴν πρασιάν· καὶ ἰδοὺ ἐγένετο μοι ἡ διῶρυξ εἰς ποταμόν, καὶ ὁ ποταμός μου ἐγένετο εἰς θάλασσαν». Πρίν προχωρήσω νά σᾶς πῶ τήν ἀπόδοση, πάλι θά σᾶς θυμίσω ὅτι αὐτά πού λέμε τώρα ἐδῶ, πού ἀκοῦτε, μόνο, μόνο δέν εἶναι πράγματα θεωρητικά, πού δέν ἔχουν σχέση μέ μᾶς. Ξέρετε τί σχέση ἔχουν μέ μᾶς; ξέρετε πόσο ἄμεση πρακτική ἀξία ἔχουν γιά μᾶς αὐτά ἐδῶ; Θά τό δεῖτε σ’ αὐτό τό χωρίο πού τώρα λέμε, πῶς ὁ ἄνθρωπος γίνεται καινούριος, ἀναγεννημένος, μεταμορφωμένος, ἀληθής Χριστιανός, ἀπό αὐτά τά θέματα. Ναί, ναί. Γι’ αὐτό, ὄχι ὅτι δέν προσέχετε, ὄχι, ὄχι, ἀλλά ἁπλῶς ἐφιστῶ τήν προσοχήν, γιά νά σᾶς πῶ πόσο σπουδαία εἶναι. Μήν τά ἀκοῦμε ἐρήμην καί λέμε «ἔ, τώρα, ἐμένα τί μ’ ἐνδιαφέρουν αὐτά»; Ὄχι, θά τό δῆτε. Λοιπόν, τήν ἀπόδοση τοῦ χωρίου πού σᾶς διάβασα. Ἐγώ, ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία, εἶπα: «θά ποτίσω τόν κῆπο μου, δηλ. τόν ἱερόν συντάκτην, τόν Σειράχ, καί θά μεθύσω μέ ἄφθονο νερό τῶν ἀληθειῶν μου, τή δική του τήν πρασιά, δηλ. τήν ψυχή του. Καί νά, ἔγινε ἡ στενή διῶρυξ ποταμός πλατύς, κι ὁ ποταμός μου ἔγινε θάλασσα. Ποταμός, διῶρυξ, θάλασσα. Ἐδῶ ὁ ἱερός συντάκτῆς βάζει στό στόμα του τό τί θά ἔλεγε ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία, γιά τήν ἐπίσκεψή της στήν ψυχή τοῦ ἱεροῦ συντάκτοῦ. Τί θά ἔλεγε; Τί λέει λοιπόν ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία γιά τήν ψυχή τοῦ Σειράχ; Ποτιῶ καί μεθύσω. Θά ποτίσω σέ βαθμό μέθης, πλησμονῆς. Εἶναι ἕνας ἔντονος τρόπος ἐκφράσεως τῆς πλησμονῆς τῆς σοφίας, πού μπορεῖ νά ὑπάρχει στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ σοφός Σειράχ μᾶς λέγει, σέ μία ἄλλη θέση, στό πρῶτο του κεφάλαιο συγκεκριμένα, τό ἑξῆς: «πλησμονὴ σοφίας φοβεῖσθαι τὸν Κύριον καὶ μεθύσκει αὐτοὺς ἀπὸ τῶν καρπῶν αὐτῆς·». (Σ. Σειρ. 1, 16) Πλησμονή σοφίας, δηλ. πολλή σοφία. Αὐτή ἡ πολλή ἡ σοφία, τήν ὁποία, ξέρετε, πάρα πολλοί Χριστιανοί μας τή φοβοῦνται, δέν θέλουν νά εἶναι προχωρημένοι Χριστιανοί, θέλουν νά εἶναι λίγο Χριστιανοί, δέν μποροῦν δέ θέλουν νά προχωρήσουν στά βαθειά τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Σοῦ λέει ... «θά γίνω ἀπόκοσμος». Θά γίνη ἀπόκοσμος; Σοῦ λέει.. δέν ξέρω τί ἐπιχειρήματα λένε. Εἶναι ἀδιανόητο πρᾶγμα. Θά ἤθελες νά γίνης ἕνας βαθύς ἐπιστήμων, γιατί ὄχι κι ἕνας βαθύς πνευματικός ἄνθρωπος; Ἔτσι λοιπόν, ὅταν ἔχης πλησμονήν ἀπό σοφία, τότε, τί; Φοβεῖσθαι τὸν Κύριον. Φοβᾶσαι, μπῆκε ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ, καὶ μεθύσκει αὐτούς, ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι ἐπιδιώκουν τήν πολλήν σοφίαν, τούς μεθάει ἀπό τούς καρπούς της. Τί ὡραῖο αὐτό! Ἡ Σοφία τούς μεθάει ἀπό τούς καρπούς της. Δίνει τά δῶρα της, τά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Αὐτή ἡ ἔκφραση πού λέει ἐδῶ τό χωρίο, «ποτιῶ μου τόν κῆπον καὶ μεθύσω μου τὴν πρασιάν» κλπ., ξεκινάει γιά τό φυσικό νερό κατ’ ἀρχάς καί τό πότισμα τῆς γῆς, γιά νά φθάση μεταφορικῶς τώρα εἰς τό μέθυσμα τῆς ψυχῆς. Ἔτσι ὁ ψαλμωδός εἰς τόν 64ον ψαλμόν λέει τά ἑξῆς, πού ἐνδιαφέρεται γιά τό νερό τῆς βροχῆς, γιά τά χωράφια, γιά τά περιβόλια. Λέει στό Θεό: «ἐπεσκέψω τὴν γῆν», τό λέει αὐτό ὕστερα ἀπό μία πλουσία, πλουσιωτάτη, εὐεργετική βροχή. Ὅπως ἔχομε τά πρωτοβρόχια κι ὁ Θεός ρίχνει νερό, ἐκείνη τή σιγανή βροχή, πού δέν εἶναι καταστρεπτική, δέν παρασύρει τά χώματα ἀλλά πέφτει ποτίζει, πέφτει ποτίζει, ποτίζει..  Ὕστερα λοιπόν ἀπό μία τέτοια ὡραία πλουσία, καρποφόρον βροχήν, λέγει ὁ ψαλμωδός: «ἐπεσκέψω τὴν γῆν καὶ ἐμέθυσας αὐτὴν, ἐπεσκέφτηκες τή γῆ - ἡ παρουσία σου μᾶς ἔδωσε τό νερό - καί τή μέθυσες· ἔδωσες πολύ νερό, ἐπλήθυνας τοῦ πλουτίσαι αὐτήν·», ἔκανες ὥστε νά πλουτίση. Ὅπως ἐσεῖς οἱ γεωργοί, πολλές φορές λέτε ὅτι αὐτή ἡ βροχή εἶναι χρυσάφι. Ἔτσι λέτε. Γιατί; γιατί θά δώση σιτάρι, γιατί θά δώση σταφύλια, γιατί θά δώση βαμβάκι, γιατί θά δώση ὅ,τι θά δώση. «ὁ ποταμός τοῦ Θεοῦ - ποιός εἶναι αὐτός ὁ ποταμός τοῦ Θεοῦ; ὁ Ἰορδάνης ποταμός, πού διέσχιζε κατά μῆκος τή χώρα τοῦ Ἰσραήλ - ἐπληρώθη ὑδάτων», γέμισε ἀπό νερά. Κυρίως κατά τήν ἄνοιξη, πού λιώνουν βόρεια τά χιόνια, ἀπ’ ὅπου καί πηγάζει καί εἶναι βεβαίως γεμάτος. Ξέρετε ὅτι ὁ Ἰορδάνης ποταμός χύνεται εἰς τήν Νεκράν Θάλασσα. «τοὺς αὔλακας αὐτῆς μέθυσον, πλήθυνον τὰ γεννήματα αὐτῆς·». (Ψαλμ. 64ος, 10-11) Ἐνῶ λέγει τί ἔχει γίνει, τώρα εὔχεται τί νά γίνεται. Δηλ. τ’ αὐλάκια της, τί εἶναι τ’ αὐλάκια; οἱ διώρυγες, τά πηγάδια, οἱ στέρνες, οἱ πηγές ὅλα ἐκεῖνα πού στέκονται στοιχεῖα πού βγάζουν νερό, παίρνουμε ἀπό κεῖ νερό. Γέμισέ τα ὅλα τά πάντα, νά πληθύνεις τά γεννήματατούς καρπούς τῆς γής. Αὐτό λοιπόν εἶναι μία πάρα πολύ ὡραία εἰκόνα, πού ἀναφέρεται στούς καρπούς τῆς γής, στή φυσική βροχή. Ἀλλά ἔχομε ὅμως καί τό μεταφορικόν μέθυσμα, πού εἶναι τό μέθυσμα τῆς ψυχῆς, πού μεθάει ἡ ψυχή, ὅταν ὁ Θεός μπῆ μέσα στήν ψυχή. Δηλ. μπῆ μέσ’ τήν καρδιά, καί δημιουργεῖ πραγματικά μία μέθη εἰς τήν ψυχήν. Τό κομμάτι πού παίρνω εἶναι ἀπό τό Ἆσμα Ἀσμάτων, στό 5ο κεφάλαιον. Ξέρετε ἐκεῖ ἔχομε κυριώτατα δύο πρωταγωνιστοῦντα πρόσωπα, εἶναι Ἐκεῖνος ~ Ἐκείνη, ὁ ἀγαπημένος ~ ἡ ἀγαπημένη. Ὁ ἀδελφιδούς· θά πῆ ὁ ἀγαπημένος, δηλ. ὁ ἀδελφός μου ὁ ἀγαπημένος μου. Εἶναι ἡ Ἐκκλησία, οἱ πιστοί. Ὁ Χριστός ~ ἡ ψυχή. Αὐτό τό - ἄς μοῦ ἐπιτραπῆ νά τό πῶ - ἕνα σάν «ντουέτο», κάτι τό διπλό. Ὁ Χριστός ~ ἡ ψυχή. «καταβήτω ἀδελφιδός μου εἰς κῆπον αὐτοῦ», ἄς κατεβῆ ὁ ἀγαπημένος μου στόν δικό του τόν κῆπο. Ναί, γιατί ἡ ψυχή μου, ἐμένα τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι δικό του κτῆμα, εἶναι δικό του χωράφι, εἶναι δικός του κῆπος, «καὶ φαγέτω καρπὸν ἀκροδρύων αὐτοῦ» ( Ἆσμα Ἀσμάτων 4, 16) καί ἄς φάη καρπούς ἀπό τά δένδρα. Τά ἀκρόδρυα - προφέρεται σέ πληθυντικό ἀριθμό, δέν ἔχει ἑνικό ἀριθμό - σημαίνει δένδρινοι καρποί, καρποί ἀπό δένδρα. Ἐνῶ, ἀντιθέτως, τά ἄλλα φροῦτα λέγονται ὀπῶραι. Ὀπώρα, δέν λέγεται, φερ’ εἰπεῖν τό ἀμύγδαλον, λέγεται ἀκρόδρυον. Καί νά φάγη, λέγει, ἀπό τούς καρπούς τῶν δένδρων, πού εἶναι στόν κῆπο τόν δικό μου, δηλ. στήν ψυχή μου πού εἶναι δικός του κῆπος, γιατί ἡ ψυχή μου εἶναι δική του. «Εἰσῆλθον εἰς κῆπὸν μου, ἀδελφή μου νύμφη», ἀπαντάει τώρα. Πρῶτα τί ἔλεγε ἡ ψυχή; καταβήτω ἀδελφιδός μου, ὦ ἀγαπημένε μου, κατέβα. Τώρα μιλάει Ἐκεῖνος, μπῆκα στόν κῆπο μου. Εἴδατε; Στόν κῆπο μου, ὄχι στόν κῆπο σου, ὦ ἀδελφή μου, ὦ νύμφη μου, ὦ σύζυγέ μου. Γιατί; γιατί ὁ Χριστός εἶναι ὁ Νυμφίος, ἡ ψυχή εἶναι ἡ νύμφη. Τό Πάσχα λέμε ἔχομε τίς ἀκολουθίες τοῦ Νυμφίου, γιά νά σᾶς τοποθετήσω. «ἐτρύγησα σμύρναν μου - λέει Ἐκεῖνος - μετὰ ἀρωμάτων μου, δηλ. τρύγησα ἀρώματα - ἡ σμύρνα εἶναι ἄρωμα - ἔφαγον ἄρτον μου μετὰ μελιτός μου», ἔφαγα τό ψωμί μου μέ τό μέλι μου, - μέσα στόν κῆπο μου, πού εἶσαι σύ, ὁ ἄνθρωπος - ἔπιον οἶνον μου μετὰ γάλακτός μου», ἤπια κρασί, ἤπια γάλα. Καί τώρα γίνεται ἐδῶ μία ἔκκλησις, μία πρόσκλησις. «φάγετε, πλησίοι, φᾶτε σεῖς οἱ κοντινοί μου - σέ πληθυντικό ἀριθμό - καὶ πίετε καὶ μεθύσθητε, ἀδελφοί» (Αὐτόθι 5, 1) καί πιῆτε καί μεθύστε ἀδελφοί. Εἶναι τόσο ὡραῖο! Μοιάζει βέβαια ἐρωτικόν ποιημάτιον. Ἐξ ἄλλου ὅλο τό Ἆσμα Ἀσμάτων, αὐτό τό στύλ ἔχει ἀλλά ἀναφέρεται ἐδῶ εἰς τήν θείαν ἀγάπην. Πῶς ἀγαπᾶ δηλ. ὁ Θεός Λόγος, ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία τήν ψυχή κι ἐκείνη (ἡ ψυχή) τήν Ἐνυπόστατον Σοφίαν, τόν Θεόν Λόγον, τόν Ἰησοῦν Χριστόν. Ἔτσι θά βροῦμε εἰς τήν ὑμνογραφία μας πλῆθος - πλῆθος, γιά νά μήν πῶ ὅλα, τροπάρια πού ἔχουν αὐτήν τήν ἀγαπητικήν σχέσιν. Καί τί λέει εἴπαμε; Πλησίοι μου, ἐλᾶτε, πιῆτε, μεθύσετε ἀδελφοί. Εἶναι ἡ θεία μέθη ἀπό τήν Πεντηκοστή. Αὐτή εἶναι ἡ μέθη. Εἶναι ἡ μέθη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡ μέθη τῆς Πεντηκοστῆς. Δέν νομίζω νά πῆ κανείς ὅτι ἐμένα δέν μ’ ἐνδιαφέρει ἡ Πεντηκοστή. Δέν μπορεῖς νά εἶσαι Χριστιανός ἄν δέν ἔχεις δεχθεῖ τήν Πεντηκοστήν, ἄν δέν ἔχεις μεθύσει μέ τήν Πεντηκοστή. Τότε ὅλη ἡ σοφία ἐνοικεῖ στήν ψυχή καί ὅλοι οἱ θησαυροί της προσφέρονται εἰς τόν ἄνθρωπον. Σωστά λοιπόν ἀπεκάλεσαν οἱ κάτοικοι τῆς Ἱερουσαλήμ, καλύτερα οἱ ἐχθροί τοῦ Χριστοῦ, οἱ ἄσχετοι μέ τό κήρυγμα τοῦ Χριστοῦ, τούς πνευματοφόρους Ἀποστόλους τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, «…ὅτι γλεύκους μεμεστωμένοι εἰσί». (Πράξ. 2, 13) Ἤπιαν κρασί καί μέθυσαν! Ναί, σωστά τό εἶπαν. Μόνο πού δέν ἦταν τό κρασί πού μέθυσαν. Ἦταν τό Πνεῦμα τό Ἅγιον. Κατά τά ἄλλα; Ἦταν μία μέθη, μιά μέθη ἔκδηλη, πού μποροῦσε νά γίνεται τόσο ἔντονα φανερή. Εἶναι ἡ μέθη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού φέρει τόν ἄνθρωπο σέ ἔκ-σταση (χώρισα τή λέξη). Ἔκ-στασις θά πῆ φεύγω ἀπό τή θέση πού βρίσκομαι καί πηγαίνω σέ μίαν ἄλλη θέση.  Ὑπέστην λέμε ἔκστασιν, δηλ. ἄλλαξα θέση. Ἀλλά τί σημαίνει αὐτό; Ὅτι τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ τόν παίρνει ἀπό τήν συνήθη καί γήϊνη κατάσταση τόν ἄνθρωπον καί τόν τοποθετεῖ σέ οὐράνιες πραγματικότητες, πού αὐτές μεθοῦν. Αὐτό εἶναι τό μέγα θέμα, τό μέγα θέμα! Κι ὅταν ἡ διώρυγα γίνεται ποτάμι - νά ξαναγυρίσω στό χωρίο - καί τό ποτάμι γίνεται θάλασσα, σημαίνει τήν αὔξηση αὐτῆς τῆς θείας γνώσεως, καί τῶν θείων βιωμάτων πού αἰσθάνεται ὁ ἄνθρωπος, ὅτι τό ὀστράκινό του σκεῦος (ἡ λέξις-φράσις εἶναι τοῦ ἀπ. Παύλου· «Ἔχομεν δὲ, λέει, τὸν θησαυρὸν τοῦτον, αὐτόν τόν θησαυρόν - ποιόν θησαυρόν; τόν Χριστόν - ἐν ὀστρακίνοις σκεύεσιν» (Κορ. Β΄, 7) ὀστράκινο σκεῦος θά πῆ πήλινο σκεῦος, δηλ. εἴμαστε ἐμεῖς πήλινα σκεύη καί φέρομε αὐτόν τόν θησαυρόν μέσα μας - τό Χριστό, τό Πνεῦμα τό Ἅγιο ξαναλέγω - ὡς πήλινα σκεύη, ἀλλά τότε τί μπορεῖ νά γίνη; αὐτό τό πήλινο, τό ὀστράκινο σκεῦος νά συντριβή, νά σπάση. Τότε ἐκεῖνος πού νιώθει αὐτά τά πράγματα, καί θά σᾶς δώσω λίγο πιό κάτω τέτοιες γεύσεις βιωματικές, ὅπως μᾶς λέει ὁ ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σύρος, κι ἄλλοι Πατέρες, κραυγάζει, ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος: «Φτάνει Κύριε, φτάνει Κύριε, θά διαρραγῶ, θά σπάσω, τό πήλινό μου, τό ὀστράκινό μου σκεῦος θά διαρραγῆ». Καί εἶναι ὡστόσο μία ἀδιάρρηκτος διάρρηξις, μιά διάρρηξη πού δέν σπάει. Κάτι περίεργο. Ἐκεῖ εἶναι πιά, στόν ἄνθρωπον αὐτόν ἡ θάλασσα - περί θαλάσσης μίλησε - τῆς θεολογίας. Ἐκεῖ εἶναι ὁ ποταμός τῆς θείας γνώσεως. Ἐκεῖ εἶναι ἡ ἀνεκλάλητος χαρά. Ἐκεῖ εἶναι ἡ μακαριότητα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Γεύεται ὁ ἄνθρωπος ἕνα κομματάκι ἀπό τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, πρίν ἔλθη ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Φυσικά «ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντός ὑμῶν ἐστίν», ἔχομε ὅμως κάποιες γεύσεις, εἶναι μικρές γεύσεις αὐτές τίς ὁποῖες ἔχει ὁ ἄνθρωπος ἀπ’ ὅλα αὐτά πού δίδει ὁ Κύριος στήν ψυχή, γιά νά ἔλθη κάποτε ὁ ἄνθρωπος καί εἰς τίς μεγάλες γεύσεις. Ἀκοῦστε τί λέγει ὁ ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σύρος, γι’ αὐτές τίς γεύσεις. Λέγει στόν 8ο λόγο του, σελίς 39, ἄν ἔχετε τήν παλιά ἔκδοση, τοῦ Θεοτόκη τοῦ 1895. «Ἀνεπαισθήτως κατά καιρόν καί καιρόν ἐμπίπτει εἰς ὅλον τό σῶμα, (σῶμα λέγει ἔ;) τρυφή τις καί ἀγαλλίασις, κατά καιρούς, λέγει, ἀνεπαίσθητα, χωρίς νά τό καταλάβη ὁ ἄνθρωπος, χωρίς νά ὑπάρχει μία συγκεκριμένη αἰτία, πέφτει σ’ ὅλο τό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου, τοῦ τέτοιου ἀνθρώπου, πέφτει λέει μία, κάποια τρυφή, κάποια ἀπόλαυσις καί κάποια ἀγαλλίασις, ἄπερ γλῶσσα σαρκίνη οὐ δύναται αὐτά ἐξειπεῖν», πού ἀνθρώπινη γλῶσσα δέν μπορεῖ νά τά περιγράψη. Ἄν κάποιος τά νοιώση αὐτά τά πράγματα, δέν μπορεῖ μέ γλῶσσα νά τά μεταφέρη· δέν μπορεῖ, δέν μεταφέρονται, εἶναι βιώματα προσωπικά. Φερ’ εἰπεῖν, ἕνα τυφλός ἐκ γενετῆς, εἶναι γνωστό ὅτι δέν ἔχει εἰκόνα τοῦ φωτός. Ἕνας πού βλέπει, ὅσο κι ἄν περιγράψη τήν ὀμορφιά τοῦ φωτός, ποτέ ὁ ἐκ γενετῆς τυφλός δέν θά ἀντιληφθῆ τί εἶναι τό φῶς. Ἄν ἕνας ἄνθρωπος - δεύτερο παράδειγμα - δέν δοκίμασε ποτέ του μέλι, ὅτι μπορεῖ αὐτό τό προϊόν νά τό παράγουν κάποια ἔντομα, οἱ μέλισσες, καί λέει στόν ἄλλον ὅτι εἶναι - τό προϊόν τῶν ἐντόμων - μά τί νά σοῦ πῶ; εἶναι γλυκύτατο! Βέβαια ἐδῶ μπορεῖ νά ὑπάρξη μία συγκριτική μονάδα. Δηλ. τί; Ἔ, νά! ἔχει φάει κάτι ἄλλο, ἕναν γλυκό καρπό, ἔχει φάει ζάχαρη κλπ. καί νά πῆ «ἔ, νά, σάν ζάχαρη», ἀλλά τό μέλι, ἐφόσον ὁ ἄλλος δέν τό δοκίμασε, ὅσο νά τό περιγράψομε, δέν περιγράφεται. Πρέπει δηλ. νά δοκιμάση ὁ ἄλλος. Θέλω νά σᾶς πῶ, ὅτι εἶναι πάρα πολλά πράγματα στή ζωή μας, τά ὁποία εἶναι βιώματα, δέν μεταφέρονται δέν περιγράφονται. Ἔτσι κι ἐδῶ, αὐτή ἡ κατάστασις αὐτή ἡ τρυφή, - τρυφή θά πῆ ἀπόλαυσις - πέφτει στό σῶμα.. προσέξτε, ὄχι γενετησία τρυφή, ἄπαγε! Ἀντιθέτως μάλιστα ἡ γενετησία κατάστασις ἔχει ἐκμηδενισθεῖ, προσέξτε, ἔχει ἐκμηδενισθεῖ τελείως, τελείως, τελείως, σάν νά μήν ὑπάρχει, κάπου σάν νά λέγαμε, ὅτι ὁ ἄνθρωπος νά παθαίνει μίαν ἐλάφρυνση τοῦ σώματός του, σάν νά μήν εἶναι μέσα σέ σῶμα. Γι’ αὐτό ὁ ἀπ. Παῦλος, ὅταν ἀνέβηκε, ὅπως λέει ὁ ἴδιος, ἕως τρίτου οὐρανοῦ, τό λέγει δύο φορές, «μέ τό σῶμα μου»; - μιλάει σέ τρίτο πρόσωπο - ἤ «χωρίς τό σῶμα μου; Δέν ξέρω, ὁ Κύριος γνωρίζει». Τί θά πῆ αὐτό; Δηλ. δέν ἔχει κανείς τήν αἴσθηση, ὅτι μπορεῖ νά ἔχη ἤ νά μήν ἔχη τό σῶμα του. Εἶναι πράγματα, πού πραγματικά δέν περιγράφονται. Καί προχωρεῖ: «ἕως ἄν πάντα τά ἐπίγεια σποδόν καί σκύβαλα ἡγήσηται», ἕως ὅτου, λέγει, ὅλα τά ἐπίγεια, συνεπῶς καί τίς γενετήσιες ἐπιθυμίες, ὅλα αὐτά τά θεωρήση στάχτη καί σκύβαλα, τίποτα, τίποτα... Γι’ αὐτό σ’ αὐτές τίς καταστάσεις, δέν ὑπάρχουν κατώτερες ἐπιθυμίες. «Ὅταν δέ ἐπιδημήση τῷ ἀνθρώπῳ ἐκείνη ἡ τρυφή, ὅταν λέει φτάση στόν ἄνθρωπο αὐτή ἡ ἀπόλαυσις, ἡ σφύζουσα ἐν ὅλο τῷ σώματι αὐτοῦ, σφύζει, κυριαρχεῖ σ’ ὅλο του τό σῶμα - σῶμα λέει, δέν λέει ψυχή - ἐννοεῖται καί σῶμα καί ψυχή, οὕτω νομίζει ὁ τοιοῦτος ἐν ἐκείνη τῇ ὥρα, ἔτσι, λέει, νομίζει αὐτός ὁ ἄνθρωπος ἐκείνη τήν ὥρα, ὡς οὐκ ἔστιν ἄλλο τι ἡ τῶν οὐρανῶν βασιλεία, ἤ τοῦτο». Ἔχει τήν αἴσθηση ὅτι δέν εἶναι ἄλλο τίποτα παρά ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Μία μικρή γεύση ὀντολογική, τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Αὐτά δέ, μή νομίσετε πώς εἶναι πράγματα ἀνέφικτα, ἀδύνατα. Ὄχι. Ἡ χοντρή ζωή μας, ἡ ὑλιστική ζωή μας, καί μιά ζωή γεμάτη ἀπό ἡδονές καί τέτοια, πού παρέχει πλούσια ἡ ἐποχή μας, δέν ἐπιτρέπει νά ὑπάρχουν αὐτές οἱ προσεγγίσεις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὅταν ὅμως ὁ ἄνθρωπος δαμάση τόν ἑαυτό του, ὅταν φθάση κάποια στιγμή νά θεωρῆ ὅτι τά πάντα, τά χρήματα, τά πράγματα οἱ ἡδονές, ὅλα, εἶναι σποδός καί σκύβαλα, τότε βεβαίως φθάνει ἐκεῖ. Θά μοῦ πεῖτε ὁ Παῦλος εἶχε τέτοιες ἐμπειρίες; Ἄφθονες! Ὅταν φθάνη νά λέη ὅτι «δι’ὅν τά ἐζημιώθην, καὶ ἡγοῦμαι σκύβαλα εἶναι ἵνα Χριστόν κερδήσω» (Φιλιπ. 3, 8) θεωρῶ τά πάντα σκύβαλα, γιά νά κερδίσω τόν Χριστόν, κι ὅταν λέει ἀνέβηκε ἕως τρίτου οὐρανοῦ, καί ὅ,τι .. ὅ,τι.. ὅ,τι ἄλλο, μάλιστα κάπου ἀλλοῦ λέει ὁ ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σύρος τό λέει καί ὁ ἅγιος Ἐφραίμ ὁ Σύρος, ὅτι δέν μπορεῖς ν’ ἀντέξης αὐτόν τόν κόσμο τόν ἁμαρτωλό, τό δυστυχισμένο, ἐάν δέν σοῦ δίδη ὁ Θεός τέτοιες ἐμπειρίες, γιά νά μπορῆς νά προχωρῆς. Ὁ ἀπ. Παῦλος εἶχε φοβερές περιπέτειες. Ἐάν λοιπόν ὁ Χριστός δέν τοῦ ἔδινε τέτοιες γεύσεις, πῶς θά μποροῦσε νά συνεχίση τήν ἱεραποστολή του, τό ἀποστολικό του ἔργον; Θά ἦταν πάρα πολύ δύσκολο, μέσα σ’ ἐκείνους τούς φοβερούς πειρασμούς. Ἀκόμη ὁ αὐτός Πατήρ γράφει εἰς τόν 32ον λόγο του: «Πολλάκις ὅτε ταῦτα ἔγραφον, ὅταν, λέει, πολλές φορές αὐτά τά πράγματα, ποιά; σάν κι αὐτά πού λέμε τώρα, πού διαβάζομε, ὅταν τά ἔγραφα.. ὑπέλιπον τόμου οἱ δάκτυλοι ἐπί τόν χάρτην, χανόνταν τά χέρια μου πάνω στό χαρτί, καί οὐχ ὑπέφερον κατέναντί τῆς ἡδονῆς, δέν μποροῦσα ν’ ἀντέξω μπροστά σ’ αὐτήν τήν ἡδονή - πνευματική τρυφή - τῆς ἐμπιπτούσης ἐν τῇ καρδία μου, πού ἔπεφτε στήν καρδιά μου, καί τάς αἰσθήσεις κατασιγαζούσης», καί μία τέτοια κατάσταση πού κατασιγάζει τίς αἰσθήσεις. Ὅπως ἀκριβῶς «νοῦς ὁρᾶ  καί νοῦς ἀκούει», ὅταν ὁ ἄνθρωπος συγκεντρωθῆ, τότε δέν ἀκούει τίποτα ἀπ’ ἔξω. Θόρυβοι, τοῦτα, ἐκεῖνα.. τίποτα. Ἀπομονώνεται, καί τότε αἰσθάνεται ὅλην αὐτήν τήν ὀμορφιά τῆς παρουσίας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τῆς παρουσίας τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας. Καί σέ μία του εὐχή, ὁ ἴδιος Πατήρ - ὁ ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σύρος - μεταξύ πολλῶν ἄλλων, γράφει τά ἑξῆς, εἶναι στόν 2ο λόγο του: « ὧν ἡ καθαρά καρδία καταγώγιον σου ὑπάρχει - εἶναι σέ μορφή εὐχῆς, δηλ. προσευχῆς - τῶν ὁποίων ἀνθρώπων πού νιώθουν αὐτά τά πράγματα, ἡ καθαρή τους καρδιά ὑπάρχει γιά σένα καταγώγιον, δηλ. τόπος, κατοικία, καί καθορᾶται ἐν αὐτῇ, εἰς αὐτήν τήν καρδιά βλέπεται, ἡ ἔλλαμψις τῶν σῶν ἀποκαλύψεων, οἱ ἀποκαλύψεις οἱ δικές σου, ἥτις ἐστί παράκλησις, παρηγορία καί ἀναψυχή τῶν κοπιασάντων διά σέ ἐν ταῖς θλίψεσιν, γιά κείνους πού κοπιάζουν γιά σένα, στίς θλίψεις, καί ταῖς παντοδαπαῖς αἰκίαις», καί στίς ποικίλες, θά λέγαμε κακοποιήσεις πού ἔχει ὁ ἄνθρωπος στήν παροῦσα ζωή. Αὐτό σημαίνει ὅτι ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία ποτίζει τόν κῆπο τῆς ψυχῆς ἐκείνου, καί ἐν προκειμένω τοῦ σοφοῦ Σειράχ, πού τήν ἀγαπᾶ τήν ψυχή αὐτή καί τήν μεθᾶ τήν πρασιά του, τήν ψυχή του δηλαδή μέ τό δικό της μεγαλεῖο. Πῶς μποροῦμε νά φανταστοῦμε - ἐδῶ νά σταθῶ λιγάκι - ἐκεῖνα τά ὁποῖα ὁ σοφός Σειράχ συνέλαβε, ἔπιασε καί ἔγραψε, τουλάχιστον εἰς τό 24ον κεφάλαιον, περί τῆς Ἐνυποστάτοῦ Σοφίας; Λίγο πιό κάτω θά δοῦμε τό ἑξῆς, ὅτι μή νομίσετε γιατί λέγει στήν Π. Δ. ὅτι «ἐγώ δίδω τό ἔλεός μου ἐν σταθμῷ». Σταθμός θά πῆ ζύγι, καί ζύγι θά πῆ: θά σοῦ δώσω θά μοῦ δώσης. «Θέλεις νά σοῦ δώσω τό σῶμα μου καί τό αἷμα μου; Θά μοῦ φέρεις πρόσφορο». Βέβαια συγκριτικά τί εἶναι ἕνα προσφοράκι; Πόσο κάνει ἕνα προσφοράκι; Τί κόπος κατεβλήθη γιά ἕνα προσφοράκι; μπροστά σ’ αὐτό πού παίρνεις, τό σῶμα καί τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ! Λοιπόν αὐτό θά πῆ «ἐν σταθμῷ δίνω τό ἔλεός μου». Ἔλεος καί δικαιοσύνη; Εἶναι δύο, σάν νά μοιάζουν ἀντιφατικά πράγματα. Θά πῆ: θά κοπιάσης - θά μᾶς τό πῆ στόν ἑπόμενο στίχο, στόν πιό κάτω, στόν μεθεπόμενο στίχο ὁ σοφός Σειράχ - θά κοπιάσης, βέβαια θά κοπιάσης δέκα, ἐγώ θά σοῦ δώσω χίλια. Ἐκεῖνο πού θά σοῦ δώσω θά εἶναι πολύ περισσότερο ἀπό ἐκεῖνο τό ὁποῖο ἐσύ θά ἔχεις κοπιάσει. Μή νομισθῆ λοιπόν ὅτι αὐτά τά πράγματα εἶναι σέ μερικούς εὐνοουμένους. Ὄχι. Ξεκίνα, καθάρισε τήν καρδιά σου, κοπίασε καί θά γίνης κι ἐσύ γνώστης αὐτῶν τῶν πραγμάτων, μέ μία γνώση βιωματική.

   Προχωροῦμε λοιπόν εἰς τόν ἑπόμενο στίχο τόν προτελευταῖο τοῦ κεφαλαίου τόν 32ον: «ἔτι παιδείαν ὡς ὄρθρον φωτιῶ καὶ ἐκφανῶ αὐτά ἕως μακράν·» Πού θά πῆ: Ἁπλώνω ἀκόμη τή μόρφωση, ὅπως διαχέεται τό ὀρθρινόν φῶς! Τό πρωΐ εἴδατε, πού πάει ν’ ἀνατείλη ὁ ἥλιος - ἀκόμη δέν ἔχει βγεῖ - καί διαλύεται τό σκοτάδι καί ὅλο τό φῶς ἁπλώνεται - καί θά φανερώσω τά σοφά της διδάγματα - τό λέγει λοιπόν αὐτό ὁ σοφός Σειράχ γιά λογαριασμό τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας - στίς ἐσχατιές τῆς γῆς. Ἔκθαμβος πραγματικά ὁ ἱερός συντάκτης ἀπό τό φῶς τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας, ὅταν Ἐκείνη προσφέρει τή δική της παιδεία ἀναφωνεῖ ὅτι θά ἐργασθῆ ὁ ἴδιος γιά νά φθάση τό παιδαγωγικό της φῶς στά ἔσχατα τῆς οἰκουμένης ἀλλά καί στά ἔσχατα τῆς Ἱστορίας. Θά δουλέψω, λέει, Κύριε. Ἐκεῖνα πού ἐγώ δοκίμασα, θέλω νά τά δοκιμάσουν καί ἄλλοι. Ἀλλά, πρῶτα ὁ Θεός, ἀγαπητοί μου, θά συνεχίσωμε τήν ἐρχομένη Τρίτη.


206η ομιλία στο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης « Σοφία Σειράχ ».

►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
" Σοφία Σειράχ " εδώ ⬇️
http://arnion.gr/index.php/p-thanasios-mytilina-os/milies-p-thanasiou/palaia-diauhkh/sofia-seirax
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40oRvQcJSffpry9_VIhWtola

🔸Λίστα ομιλιών της σειράς
«Σοφία Σειράχ».🔻
https://drive.google.com/file/d/15yPd5yULQpwqBdVJzrpusJNL6wa2BczM/view?usp=drivesdk

🎥 Βιντεοσκοπημένες ομιλίες της σειράς «Σοφία Σειράχ».🔻
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40o1lCOake2wwX61iRYZNi-M

🔸📜 Απομαγνητοφωνημενες ομιλίες της σειράς «Σοφία Σειράχ».🔻
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/search/label/%F0%9F%94%B9%CE%A3%CE%BF%CF%86%CE%AF%CE%B1%20%CE%A3%CE%B5%CE%B9%CF%81%CE%AC%CF%87.?m=1

🔸Επεξηγηματικό βίντεο Ασπάλαθου.
https://youtu.be/8tNfAHRkTCk

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️
https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__
https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.

Ἀνάγκη νά ἐξιχνιάσωμε τήν ταυτότητα τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας. ~ 12/14 ~

†.Ἀγαπητοί μου, συνεχίζομε ἀπό τό βιβλίο τῆς Σοφίας Σειράχ, εὐρισκόμενοι πάντοτε, εἰς τό 24ον κεφάλαιον, εἰς τόν 22ον στίχον. Ἤδη ξεκινήσαμε τήν ἀνάλυση τοῦ στίχου αὐτοῦ ἀλλά δέν τήν ὁλοκληρώσαμε. Ξαναδιαβάζω:
«ὁ ὑπακούων μου οὐκ αἰσχυνθήσεται, καὶ οἱ ἐργαζόμενοι ἐν ἐμοὶ οὐχ ἁμαρτήσουσι».
Δηλ. ὅποιος μέ προσέχει, λέγει ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία, καί ὑπακούει στούς λόγους μου, ποτέ δέ θά ντροπιαστῆ. Καί ὅσοι ἐργάζονται ὑπό τήν ἔμπνευσή μου, δέν θά περιπέσουν σέ σφάλματα. Αὐτή εἶναι ἡ μετάφρασις τοῦ χωρίου. Καί εἴδαμε πράγματι ὅτι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ὑπακούει εἰς τήν Ἐνυπόστατον Σοφίαν, δηλ. εἰς τόν Ἰησοῦν Χριστόν, πού μετέπειτα Ἐνηνθρώπησε, ποτέ βεβαίως δέ ντροπιάζεται.
Ποιός πίστεψε εἰς τόν Ἰησοῦν Χριστόν καί ντροπιάστηκε; λέγαμε τήν περασμένη φορά. Βεβαίως κανείς.
Ἀλλά εἶναι καί τό δεύτερον ἡμιστίχιον, πού λέγει ὅτι «οἱ ἐργαζόμενοι ἐν ἐμοὶ οὐχ ἁμαρτήσουσι». Αὐτό δέν τό εἴχαμε ἀναλύσει τήν περασμένη φορά. Ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι ἐργάζονται στή δική μου τη διακονία, αὐτοί, λέγει, δέν θ’ ἁμαρτήσουν. Δηλ. ὅσοι ἐργάζονται κάτω ἀπό τήν ἔμπνευση τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας δέν θά περιπέσουνε σέ σφάλματα, καί τοῦτο γιατί ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία ποτέ δέν κάνει λάθος, δέν λανθάνει, ἀρκεῖ ἐκεῖνος πού ἐργάζεται κάτω ἀπό τή δική της ἔμπνευση, νά ἔχη βεβαίως ταπείνωση. Καί δικό της ἔργον, κανείς ὅταν τό μετῆλθε, δέν μετενόησε. Καί εἶναι τό μόνο πού ἀξίζει, ἀπ’ ὅλα τά ἔργα πού ὑπάρχουνε πάνω στή γῆ, τοῦ πολιτισμοῦ ἤ τῆς ἐπιστήμης ἤ τῆς κοινωνίας. Εἶναι τό μόνο ἔργον πού δέν θά χαθῆ εἰς τήν αἰωνιότητα. Ὅλα τά ἄλλα θά χαθοῦν. Καί οἱ πολιτισμοί θά χαθοῦν καί οἱ ἐπιστῆμες θά χαθοῦν, ὅλα θά χαθοῦν, ὅταν τελειώση ἡ Ἱστορία καί ὁ κόσμος ἀλλάξη, γίνη καινούριος. Τότε δέν θά ὑπάρχουν βεβαίως, ὅλα αὐτά τά στοιχεῖα πού σήμερα κοσμούν κατά κάποιον τρόπο τόν ἄνθρωπο. Ἀλλά ἐκεῖνο πού θά μείνη θά εἶναι ἡ διακονία πού θά προσφέρομε εἰς τήν Ἐνυπόστατον Σοφίαν. Ἀλλά καί ἡ ἀφιέρωσή μας εἰς Αὐτήν.
Κάποιος σύγχρονος στοχαστής λέγει ὅτι «ἡ μόνη ἀξιοποίηση τῆς ζωῆς σου, εἶναι ἡ ἀφιέρωση σου στό ἔργο τό δικό της». Ἡ μόνη ἀξιοποίησις, αὐτή πού θά μείνη εἰς τήν αἰωνιότητα. «Ἄν αὐτό, λέγει ὁ στοχαστής, τό ἀρνηθῆς καί κάνης ὁποιαδήποτε ἄλλη ἐργασία, τοῦ σπουδαίου καί τοῦ τρανοῦ ἐπιστήμονος ἤ τοῦ ἐκπολιτιστοῦ κλπ., τότε γρήγορα, λέγει, θά ἀντιληφθῆς ὅτι αὐτό πού κάνεις - σύγχρονα μέ σένα - τό ἔχουν κάνει ἑκατομμύρια ἄνθρωποι. Ἑκατομμύρια ἄνθρωποι τό ἔκαναν καί πρίν ἀπό σένα, καί ἑκατομμύρια ἄνθρωποι θά τό κάνουν μετά ἀπό σένα». Κι αὐτό τό ἔργο Ἐκείνης, εἶναι μόνο ἡ ἀφιέρωσις. Εἴτε αὐτή ἡ ἀφιέρωσις στή διακονία τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας εἶναι ὁλοκληρωτική, εἴτε κάποιο μέρος τοῦ χρόνου σου, ἀπό τή ζωή σου. Ὅλα τ’ ἄλλα θά περάσουν. Ὅλα τ’ ἄλλα εἶναι ἁπλῶς ἐπαναλαμβανόμενα φαινόμενα, πού δέ θ’ ἀντέξουν εἰς τήν αἰωνιότητα. Εἶναι ἐκεῖνο πού εἶπε ὁ Χριστός «δεῦτε ὀπίσω μου καὶ ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων». (Ματθ. 4, 19) Ἐλᾶτε μαζί μου καί θά σᾶς καταστήσω ἁλιεῖς τῶν ἀνθρώπων.
Εἶναι ἀκόμη ὅ,τι εἶπε σ’ ἕνα πολύ ἁπαλό τόνο ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς εἰς τόν ἀπ. Πέτρον: «Σίμων Ἰωνᾶ ἀγαπᾶς μέ πλεῖον τούτων»; Κι ὁ ἀπ. Πέτρος τοῦ ἁπαντά:  «ναί, Κύριε, σὺ οἶδας ὅτι φιλῶ σε». Σύ γνωρίζεις ὅτι σέ ἀγαπῶ. Καί σ’ αὐτή τή σχέση ἀγάπης ἀνάμεσα στόν Πέτρον καί τόν Ἰησοῦν Χριστόν, ὁ Κύριος ἀναθέτει τό ἔργο του: «βόσκε τὰ ἀρνία μου». ( Ἰωάν. 21, 15) Αὐτή εἶναι ἡ διακονία τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας. Ποιός θά ἐγνώριζε τόν ἀπ. Παῦλον ἐάν δέν εἶχε δεχθεῖ, δέν εἶχε ἀποδεχθεῖ, τήν κλῆσιν πού τοῦ ἔκανε ὁ Ἰησοῦς Χριστός; Γι’ αὐτό τί λέγει εἰς τόν Βασιλέα Ἀγρίππα; «Ὅθεν, βασιλεῦ Ἀγρίππα, οὐκ ἐγενόμην ἀπειθής τῇ οὐρανίῳ ὀπτασίᾳ». (Πραξ. 26, 19)
Ἄ! ὥστε μποροῦσες νά γίνης ἀπειθής; Βέβαια. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἐλεύθερος καί πρῶτος ὁ Θεός εἶναι Ἐκεῖνος πού σέβεται τήν ἐλευθερία πού ἔδωσε εἰς τόν ἄνθρωπον. Βέβαια. Μποροῦσες νά γίνης ἀπειθής. Γιατί ὄχι; Ἀλλά θά ἦταν ὁ ἄνθρωπος τῆς ἐποχῆς του, ὁ Παῦλος καί σήμερα ποιός θά τόν ἐγνώριζε; Ὑπάρχει ἕνας πειρασμός σ’ ὅλους μας, μέσα στήν Ἱστορία, ὅτι ἄν ταπεινωθοῦμε καί προσφερθοῦμε εἰς τήν διακονίαν τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας - λέω αὐτόν τόν χαρακτηρισμόν, γιατί αὐτός ἐπικρατεῖ εἰς τό κεφάλαιο, πάντα σᾶς θυμίζω, ὅτι πρόκειται περί τοῦ Θείου Λόγου, δηλ. τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, δηλ. τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ πάντα σᾶς το ὑπενθυμίζω αὐτό ἐπειδή ἔχομε καί νέους ἀκροατάς - νομίζομε ὅτι ταπεινούμενοι, θά χαθοῦμε, θά ἐξαφανιστοῦμε, δέν θά ἔχομε μίαν ἐπιφάνειαν. Εἶναι ἕνα πολύ μεγάλο λάθος αὐτό. Καί εἰς τήν παροῦσα ζωή ἀκόμα, μπορεῖ ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία νά μᾶς ἀναδείξη, δηλ. μεσ’ τήν Ἱστορία. Ἀλλά πρό παντός εἰς τήν Βασιλεία τή δική της. Αὐτό λοιπόν τό φοβόμαστε· ὅτι θά χαθοῦμε. Δέν χανόμαστε ἀγαπητοί μου. Πάντοτε ὁ ἄνθρωπος θέλει νά περισώζη ὄχι μόνο τήν ὕπαρξή του, τό εἶναι του, ἀλλά θέλει νά περισώζη καί τό ὄνομά του. Αὐτό εἶναι ὁ μεγάλος πειρασμός τοῦ ἀνθρώπου, πού θά πιστέψη εἰς τόν Ἰησοῦν Χριστόν. Μπορῶ νά σᾶς πῶ, ὅσοι ἀπέρριψαν τόν Ἰησοῦν Χριστόν μεσ’ τήν Ἱστορία, γιά νά ἔχουνε μεγαλύτερη ἐπιφάνεια μέσ’ τήν Ἱστορία, αὐτοί θά χαθοῦν. Ἀπό τόν φόβον μήπως χαθοῦν, αὐτοί θά χαθοῦν. Θέλετε νά σᾶς τό πῶ πῶς τό λέει αὐτό ὁ Ἰησοῦς Χριστός; Εἶναι μία περικοπή πού κάπως συχνά τήν ἀκοῦμε μέσα στό ἔτος (τό ἐκκλησιαστικόν ἔτος). «Αὐτός πού θέλει νά σώση τήν ψυχήν του, θά τήν χάση, κι αὐτός ὁ ὁποῖος χάνει τήν ψυχή του, θά τήν σώση». Ἐδῶ βέβαια «ψυχή» ἐννοεῖ τή ζωή. Ἄν θέλετε, εἶναι καί ἡ «ὑπόστασή σου», τ’ ὄνομά σου. Ἄν θέλης νά σώσης τ’ ὄνομα σου, θά τό χάσης. Ἄν ὅμως τό θυσιάσης στήν διακονία τοῦ Χριστοῦ καί τόν ἀκολουθήσης, γιατί ἐκεῖ εἶναι τό θέμα, νά τόν ἀκολουθήσης τόν Ἰησοῦν Χριστόν αὐτός, λέει, θά κερδίση τήν ψυχήν του, δηλ. τή ζωή του, τήν ἀληθινή ζωή του καί τό ὄνομά του τό καλό, τή φήμη του. Εἶναι δύσκολο, - κανείς δέν τό ἀρνεῖται αὐτό - ὁ Χριστός ἦλθε μέ φοβερές ἀπαιτήσεις. Ἄν κανείς τίς ψαχουλέψη, θά τό ἀντιληφθῆ αὐτό. Δέν θά τόν νοιάζη, θά τό κάνη αὐτό πού εἶπε ὁ Χριστός, γιατί τόν ἀγαπᾶ καί ὅταν δέν τόν νοιάζη γιά τήν ἐπιφάνεια τῆς παρούσης ζωῆς, δηλ. ἔχει ταπείνωση. Αὐτόν, τόν Ἰησοῦν Χριστόν, τήν Ἐνυπόστατον Σοφίαν, ἄν ἀγαπητοί μου γνωρίσωμε βαθύτατα καί ἀγαπήσωμε, τότε τά πάντα θά ἔχωμε κερδίσει.
Μέ αὐτόν τόν στίχον κλείνει ἡ διακήρυξη, πῶς νά τό πῶ, τό διάγγελμα, ἡ προβολή τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας πρός τούς ἀνθρώπους. Ἐδῶ κλείνει με αὐτό τό στίχο. Οἱ ὑπόλοιποι στίχοι τοῦ 24ου κεφαλαίου, δέν εἶναι παρά τήν σύσταση πού θά κάνη ὁ ἱερός συγγραφεύς, στήν ἔρευνά του διά τήν Ἐνυπόστατον Σοφίαν, καί λέγοντας: «Ἐγώ τήν ἔζησα τήν Ἐνυπόστατον Σοφίαν· συνεπῶς σᾶς τήν συνιστῶ. Ἐγκολπωθῆτε την, ἀποδεχθῆτε την καί θά δῆτε τί ἔχετε νά κερδίσετε».
Καί σημειώνει τώρα ὁ ἱερός συντάκτης, ὁ σοφός Σειράχ, μεταφράζει δέ στά Ἑλληνικά ὁ ἐγγονός τοῦ σοφοῦ Σειράχ, ὅπως  μᾶς πληροφορεῖ ὁ ἴδιος στήν εἰσαγωγή τοῦ ὅλου βιβλίου:
«ταῦτα πάντα βίβλος διαθήκης Θεοῦ Ὑψίστου, νόμον ὅν ἐνετείλατο ἡμῖν Μωϋσῆς κληρονομίαν συναγωγαῖς Ἰακὼβ».
Αὐτά ὅλα πού μέχρι τώρα ἐλέχθησαν, περιέχει ἡ βίβλος τῆς διαθήκης τοῦ Ὑψίστου Θεοῦ, ὁ Νόμος δηλ. πού διέταξε σέ μᾶς ὁ Μωϋσῆς, ἡ ὡραία αὐτή κληρονομία του εἰς τούς ἑκάστοτε ἀπογόνους τοῦ Ἰακώβ. Μετάφραση σᾶς διάβασα. Αὐτά θέλει νά πῆ τό χωρίο. Δηλ. ποιά εἶναι ἡ βίβλος τῆς διαθήκης τοῦ Θεοῦ; εἶναι ἡ Πεντάτευχος. Τά πέντε πρῶτα βιβλία τῆς Π. Δ. τά ὁποία ἔγραψε ὁ Μωϋσῆς. Ἡ παράδοσις ἀναφέρει ἡ Ἑβραϊκή, ὅτι συγγραφεύς τῶν πέντε πρώτων βιβλίων, ἀπό τή θαυμασία Γένεση ἕως τό Δευτερονόμιον, εἶναι συγγραφικόν ἔργον τοῦ θεοπνεύστου Μωϋσέως. Αὐτή λοιπόν ἡ Πεντάτευχος περιέχει τό νόμο τοῦ Θεοῦ. Ἀναφέρεται βεβαίως ἡ διαθήκη τῆς πίστεως, πού ἔκανε ὁ Θεός μέ τόν Ἁβραάμ· εἶναι στή Γένεση. Μετά, τό πῶς ὁ Θεός ἐργάζεται τήν σωτηρία τοῦ λαοῦ Σου, βγάζοντας τον ἀπό τήν Αἴγυπτο, γιά νά τόν φέρη εἰς τήν γῆν τῆς ὑποσχέσεως, τῆς Ἐπαγγελίας. Αὐτό εἶναι γραμμένο εἰς τό βιβλίο τῆς Ἐξόδου. Ἐκεῖ ἀκριβῶς δίδεται καί ὁ Νόμος καί γράφεται εἰς τό βιβλίον τῆς Ἐξόδου, πού ἔδωσε ὁ Θεός εἰς τό Σινά.
Στή συνέχεια εἶναι τό Λευϊτικόν, εἶναι οἱ Ἀριθμοί. Εἶναι διάφορα περιστατικά στήν ἔρημο, πού καταγράφονται καί πού φαίνεται ἡ προσπάθεια τοῦ λαοῦ νά ἀποστατήση καί ἡ παιδαγωγία τοῦ Θεοῦ εἰς τό λαό Σου.
Καί τέλος τό Δευτερονόμιον, πού εἶναι ἡ δευτέρωσις - τό λέει τ’ ὄνομά του - τοῦ Νόμου. Ὅ,τι εἰπώθηκε εἰς τήν Ἔξοδον, ξαναλέγεται στό βιβλίον Δευτερονόμιον. Καί τοῦτο διότι γίνεται διαρκής ὑπενθύμισις.
Μᾶς κάνει ἐντύπωση ὅτι κυρίως εἰς τήν Πεντάτευχον, ἐπαναλαμβάνει ὁ Θεός κάτι, καί πάλι τό λέει πιό κάτω, καί τό ξαναλέει, καί τό ξαναλέει. Μήν ξεχνᾶμε, ὅτι αὐτό πού μπορεῖ νά μοιάζη σάν ἕνα μειονέκτημα τουλάχιστον συγγραφικόν, εἶναι πολύ σημαντικόν. Λέγεται ὅτι ἡ
ἐπανάληψις εἶναι ἡ μητέρα ὅλων τῶν Ἐπιστημῶν. Εἶναι ἀλήθεια.
Τότε ἑδραιώνεται μία γνῶσις, ὅταν ἐπαναλαμβάνεται. Γι’ αὐτό ἔργο τῶν παιδαγωγῶν εἶναι ἡ ἐπανάληψις. Καί τῶν γονιῶν, - εἶναι οἱ πρῶτοι παιδαγωγοί τοῦ παιδιοῦ - ἀλλά καί τῶν ἐκπαιδευτικῶν. Εἶναι ἡ ἐπανάληψις. Μέ τήν διαφορά μόνο πώς ἡ ἐπανάληψη χρειάζεται μία τέχνη, γιά νά μήν βαρεθῆ ὁ παιδαγωγούμενος. Κατά τά ἄλλα; Θά ἐπαναλαμβάνομε. Ἄν τό θέλετε, ἄν ἔπρεπε νά μαζέψουμε ἀπό τά 49 βιβλία τῆς Π. Δ. καί τά 27 βιβλία τῆς Κ. Δ., τό νόημα τοῦ Χριστιανισμοῦ, γιατί ὁ Χριστιανισμός εἶναι συνέχεια τῆς Π. Δ. - μία εἶναι ἡ θρησκεία, μία, ὁ Χριστιανισμός - πού εἶναι ἡ Π. Δ., στήν τελειοτάτη της πλέον μορφή, δέν ξέρω πόσα φύλλα θά γράφαμε γιά τό τί εἶναι ὁ Χριστιανισμός. Τότε ὅλα αὐτά τά βιβλία τί γράφουν; Οὐσιαστικά ἐπαναλαμβάνουν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, τό Νόμο τοῦ Θεοῦ καί τή διαθήκη τοῦ Θεοῦ. Πού εἶναι δύο διαθῆκες. Εἶναι ἡ διαθήκη τοῦ Νόμου καί ἡ διαθήκη τῆς πίστεως. Κι ἄν τό θέλετε ἀκριβέστερα, εἶναι ἡ διαθήκη τῆς πίστεως, - προηγεῖται - πού ἔγινε μέ τούς πρωτοπλάστους, ἔγινε μέ τόν Νῶε, τώρα γίνεται, ἡ διαθήκη τοῦ Νόμου μέ τό Μωϋσῆ, κι ἐπανέρχεται ἡ διαθήκη τῆς πίστεως μέ τόν Ἰησοῦν Χριστόν. Οὐσιαστικά λοιπόν, αὐτά τά 49 καί 27 βιβλία τά 76 δηλ. βιβλία τῆς Ἁγίας Γραφῆς, δέν εἶναι τίποτα ἄλλο παρά ἐπανάληψις τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ. Αὐτό εἶναι ὅλο. Γι’ αὐτό μή λησμονοῦμε, ὅταν προσφέρομε τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, νά ποῦμε καί νά ξαναποῦμε. Ἴσως μ’ ἄλλο τρόπο, ἴσως μ’ ἄλλα λόγια. Ἴσως μ’ ἄλλες εἰκόνες. Τό ἴδιο καί τό ἴδιο. Ἔτσι τρέφεται ὁ λαός καί ἑδραιώνεται ὁ λαός. Κι αὐτή ἡ μέθοδος, ἐπαναλαμβάνω, πρέπει νά περάση εἰς τήν ἀγωγή τῶν παιδιῶν μας. Μᾶς λέγει λοιπόν ὁ σοφός Σειράχ ὅτι ὅσα μᾶς εἶπε γιά τήν Ἐνυπόστατον Σοφίαν, - ὅ,τι εἶπε μέχρι τώρα, ἀφῆστε ὅτι σκόρπια μέσα σ’ ὅλο του τό βιβλίο, στά προηγούμενα 23 κεφάλαια, γιά νά μήν πῶ ἀναφορά εἰς τήν Ἐνυπόστατον Σοφίαν κάνει ἤδη ἀπό τό πρῶτο του κεφάλαιο - ταῦτα πάντα, μᾶς λέγει, ὅλα αὐτά τά ὁποία ἐγώ σᾶς γράφω, περιέχονται εἰς τόν Νόμον τοῦ Μωϋσέως. Πῶς περιέχονται ὅμως; Δηλ. νά δῆ κανείς τώρα, πώς ἀκριβῶς μποροῦν αὐτά τά πράγματα νά διατυπώνονται ποικιλοτρόπως κι ἔτσι νά κερδίζεται ἡ πίστις τῶν ἀκροατῶν. Εἶναι γνωστό ὅτι ὁ νόμος ἐδόθη ἀπό τόν Θεόν Λόγον, τό δεύτερον πρόσωπον τῆς Ἁγίας Τριάδος, δηλ. τήν Ἐνυπόστατον Σοφίαν, εἰς τό Σινά. Προσέξτε, στό Σινά ἐπάνω πού ἐμφανίζεται ὁ Θεός καί δίδει τό νόμο Του καί τίς ἐντολές Του, δέν εἶναι ὁ Θεός Πατήρ ἀλλά εἶναι ὁ Υἱός, εἶναι ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία. Ἔτσι ὁ νομοθέτης εἶναι κρυμμένος μέσα στό νόμο. Νομοθέτης, καταχρηστικά λέγεται ὁ Μωϋσῆς. Νομοθέτης εἶναι ὁ Θεός. Ὁ Θεός λοιπόν Νομοθέτης, ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία, εἶναι κρυμμένη μέσα εἰς τόν νόμο, τόν ὁποῖον δίδει. Ὅπως ἀκριβῶς εἶναι κρυμμένος ὁ διαθέτης μιάς διαθήκης, ὁ πατέρας μου, ἄς ποῦμε, ὅταν ἀφήνει κληρονομιά στά παιδιά του, καί ἀφήνει τήν τελευταία του ἐπιθυμία, - γιατί, τί εἶναι διαθήκη; τελευταία ἐπιθυμία τοῦ διαθέτου - «θέλω αὐτό.. θέλω ἐκεῖνο.. ἐκεῖνο θά τό πάρη τό χωράφι ὁ γιός μου ὁ πρῶτος, ἐκεῖνο τό χωράφι ὁ γιός μου ὁ δεύτερος, ἐκεῖνο τό σπίτι ἡ κόρη μου κ.ο.κ».. Τί εἶναι; ἡ ἐπιθυμία τοῦ διαθέτου. Αὐτό εἶναι, ἡ ἐπιθυμία τοῦ διαθέτου. Λοιπόν σέ μία διαθήκη τήν ὁποιαδήποτε διαθήκη, καί μάλιστα ὅταν ὑπάρχουν καί κάποιες συμβουλές εἰς τήν διαθήκη αὐτή.. «καί θά παρακαλέσω τά παιδιά μου νά ἔχουν ἀγάπη καί ὁμόνοια μεταξύ των».. «θά παρακαλέσω αὐτό ἤ ἐκεῖνο», στήν πραγματικότητα, ἀγαπητοί, στή διαθήκη εἶναι κρυμμένος ἐκεῖνος πού κάνει τή διαθήκη. Ἔτσι κι ἐδῶ, εἶναι πάρα πολύ φυσικό, τό ἀντιλαμβανόμεθα. Στό νόμο πού δίδεται στόν Μωϋσῆ γιά τό λαό του, εἶναι κρυμμένη ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία. Γι’ αὐτό εἶπε ἐδῶ «ταῦτα πάντα βίβλος διαθήκης Θεοῦ Ὑψίστου» κλπ. Ὅλα ἐκεῖνα τά ὁποῖα τώρα ἐγώ σᾶς γράφω, εἶναι στή διαθήκη τοῦ Ὑψίστου, ἐκεῖ πού ἔδωσε στόν Μωϋσῆ, γιά νά μήν πῶ καί εὐρύτερα, ὅ,τι κατά καιρούς ὁ Θεός εἶπε εἰς τήν ἀνθρωπότητα.
Ὅ,τι εἶπε· στούς δικαίους τῆς Π. Δ., τούς πρό τοῦ νόμου τοῦ Σινᾶ, σ’ ὅλους ἐκείνους τούς σπουδαίους ἀνθρώπους ἐκ τῶν ὁποίων κορυφαῖος τίθεται ὁ Νῶε ὁ «δεύτερος Ἀδάμ», μετά εἶναι ὁ Ἁβραάμ. Λέγω, δεύτερος Ἀδάμ», γιατί ὅλοι οἱ ἄνθρωποι κατεστράφησαν μέ τόν κατακλυσμό καί συνεπῶς ἔχομε ἀρχίνισμα, ἀρχή μιάς νέας ἀνθρωπότητος μέ τόν Νῶε κλπ. Ὅ,τι ὁ Θεός εἶπε λοιπόν σ’ ὅλους αὐτούς, ἀποτελοῦν διαθήκην, καί κρύπτεται ὁ Θεός πίσω ἀπό ἐκεῖνα τά ὁποῖα ἀκριβῶς λέγει. Ἔτσι ἀγαπητοί, ἐκεῖνος πού θά τηρήση τό νόμο, αὐτός θά εὕρισκε τόν νομοθέτην. Προσέξατέ το θά τό πῶ δεύτερη φορά. Ἐκεῖνος πού θά τηροῦσε τίς ἐντολές, τό νόμο τοῦ νομοθέτου, τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας, ἐκεῖ ἀκριβῶς θά εὕρισκε τόν νομοθέτη. Σάν.. πῶς νά τό πῶ; Ἕνα μάτσο χαρτιά - τότε ἦταν τά εἰλητάρια - ἄνοιγες, ἄνοιγες, ἄνοιγες καί διάβαζες. Δέν ἤτανε στή μορφή τοῦ βιβλίου τοῦ γνωστοῦ μας μέ τά φύλλα, ἦταν εἰλητάρια. Λοιπόν ξετυλίγεις, διαβάζεις, ξετυλίγεις διαβάζεις. Κατά τό ξετύλιγμα, ἐνῶ διαβάζεις, γράμματα διαβάζεις, ὅμως κάπου - κάπου ἐκεῖ, μέσα στό ξετύλιγμα, βρίσκεις τόν Ἰησοῦν Χριστόν, τό Νομοθέτη. Τί εἶναι λοιπόν ὁ νόμος; Εἶναι τά σπάργανα τοῦ Ἐνανθρωπήσαντος Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, ἤ τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας. Τά σπάργανα, οἱ φασκιές. Αὐτό εἶναι τά βιβλία, τά χαρτιά. Ἐκεῖ θά βρῆς τόν Νομοθέτην. Γι’ αὐτό λέμε εἰς τήν θεία Λειτουργία, ὅταν ὁ ἱερεύς πηγαίνει κάπου ἐκεῖ στό τέλος πιά τῆς θείας Λειτουργίας - αὐτό ἐσεῖς δέν τό ἀκοῦτε - τό λέμε εἰς τήν προσκομιδή πού ἔχομε ἤδη ἀποθέσει τό Ἅγιο Ποτήριο καί τό Ἅγιο Δισκάριον, λέμε μία μικρή εὐχή - τή λέει ὁ ἱερεύς - καί λέγει ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι τό πλήρωμα τοῦ νόμου καί τῶν προφητῶν. Τό πλήρωμα, δηλ. τό συμπλήρωμα, τό γέμισμα, ἡ ἐκπλήρωσις καί τοῦ νόμου - τῆς Πεντατεύχου - καί τῶν Προφητῶν, πού εἶναι τά ὑπόλοιπα προφητικά βιβλία. Ἐκτός αὐτοῦ, ὁ ἴδιος ὁ Μωϋσῆς εἶπε στό λαό - ὅ,τι σᾶς εἶπα κρατήσατέ το, εἶναι πάρα πολύ σημαντικό - τά ἑξῆς βαρυσήμαντα λόγια, γι’ αὐτόν τόν μοναδικό νομοθέτην, τόν μοναδικό Προφήτην, τήν Ἐνυπόστατον Σοφίαν. Μέ τήν διαφορά βέβαια ὅτι αὐτός ὁ νομοθέτης, ὅπως μᾶς λέγει ἐδῶ ὁ Μωϋσῆς, φεύγει ἀπό τόν παλαιόν Νόμον καί πηγαίνει εἰς τόν καινούριο Νόμο, πού λέγεται Καινή Διαθήκη. Αὐτό μή σᾶς παραξενεύει, φεύγει ἀπό τόν παλαιό καί πηγαίνει στόν καινούριο! Ἤδη τό προφήτευσε ὁ Ἠσαΐας αὐτό, εἶναι στό δεύτερο κεφάλαιό του, καί λέγει: «ἐκ γάρ Σιὼν ἐξελεύσεται νόμος καὶ λόγος Κυρίου ἐξ Ἱερουσαλήμ». ( Ἡσ. 2, 3) Ἐμεῖς ξέρομε ὅτι - «ἐξελεύσεται» ἐδῶ εἶναι μέλλων, θά, «θά βγῆ» - ὅτι ὁ νόμος βγῆκε ἀπό τό Σινά. Ἐδῶ ὁ Ἠσαΐας λέγει, 8 αἰῶνες πρό Χριστοῦ, ὅτι ὁ νόμος «θά - προσέξτε θά, μέλλων - θά βγῆ λέει ἀπό τήν Σιών, δηλ. ἀπό τά Ἱεροσόλυμα». Μπά! Περίεργον! Καί στή συνέχεια, «λόγος Κυρίου», εἴτε ποῦμε «νόμος» εἴτε ποῦμε «λόγος», εἶναι τό ἴδιο περιεχόμενο, μέ διαφορετικές λέξεις. Θά βγῆ, λέει, ἀπό τά Ἱεροσόλυμα. Ἔτσι, λέει, νόμος, λόγος, εἶναι συνώνυμα. Λέγει «Σιών, Ἱερουσαλήμ» εἶναι συνώνυμα, καί ὑπαινίσσεται τή διαθήκη τήν καινούρια, πού διαθέτει ὁ Χριστός καί εἶναι διαθήκη πίστεως. Αὐτό εἶναι! Λοιπόν, θά βρῆς τόν παλαιό νομοθέτη, ναί, θά βρῆς τόν Ἰησοῦν Χριστόν. Ἀκοῦστε πώς τό λέγει ὁ Μωϋσῆς αὐτό εἰς τό Δευτερονόμιον, πού εἶναι πάρα - πάρα πολύ σημαντικό. Εἶναι γραμμένα αὐτά πού θά σᾶς πῶ, στό 18ον κεφάλαιον τοῦ Δευτερονομίου, καί νά δῆτε πῶς ἀκριβῶς ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία εἶναι ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Τό ἴδιο πρόσωπο. Ὁπότε Παλαιά Διαθήκη, Καινή Διαθήκη εἶναι ἕνα. Ἕνα! προσέξτε, δέν τά χωρίζουμε αὐτά. Λέγει λοιπόν ὁ Μωϋσῆς στό λαό: «προφήτην ἐκ τῶν ἀδελφῶν σου ὡς ἐμὲ ἀναστήσει σοι Κύριος ὁ Θεός σου, αὐτοῦ ἀκούσεσθε κατὰ πάντα». Προφήτη ἀπό τ’ ἀδέλφια σου, δηλ. ἀπό τούς συμπατριῶτες σου, δηλ. ἀπό τό λαό τοῦ Ἰσραήλ, θά ἀναδείξη Κύριος ὁ Θεός σου ὅπως ἐμένα. Γιατί λέγει «ὡς ἐμέ»; γιά νά δείξη μία ἰδιότητα Ἐκείνου πού πρόκειται νά ἔλθη, θά εἶναι τοῦτο· ὅτι θά εἶναι νομοθέτης. Γιατί ἕνας εἶναι ὁ νομοθέτης στήν Π. Δ. Καταχρηστικῶς, ξαναλέγω εἶναι ὁ Μωϋσῆς, καταχρηστικῶς! Νομοθέτης εἶναι ὁ Θεός. Ἀλλά ἐδῶ λέγει, δέν ὑπάρχει ἄλλος νομοθέτης στήν Π. Δ., θά ἀναστήση λοιπόν νομοθέτην σάν κι ἐμένα. Αὐτόν, λέει, θά ἀκούσετε, ὅ,τι θά σᾶς πῆ. «ὅσα Ἠτήσῳ παρὰ Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου ἐν Χωρὴβ τῇ ἡμέρα τῆς Ἐκκλησίας λέγοντες·», ὅλα ἐκεῖνα τά ὁποῖα ἐζήτησες σύ λαέ, - ναί, ζήτησε, προσέξτε, ζήτησε! - τήν ἡμέρα τοῦ ἐκκλησιασμοῦ σου, τήν ἡμέρα τῆς ἐκκλησίας - ἐκκλησία θά πῆ συγκέντρωσις - ὅταν συγκεντρώθηκες κάτω εἰς τούς πρόποδες τοῦ Σινᾶ. Χωρήβ εἶναι μία κορυφή τοῦ Σινᾶ. «οὐ προσθήσομεν ἀκοῦσαι τὴν φωνήν Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου καὶ τὸ πῦρ τοῦτο τὸ μέγα οὐκ ὀψόμεθα ἔτι, οὐδέ μὴ ἀποθάνωμεν». (Δευτ. 18, 15-18)
Τότε λαέ εἶπες τό ἑξῆς· δέν μποροῦμε ν’ ἀντέξωμε, δέν μποροῦμε ν’ ἀκούσωμε τήν φωνήν τοῦ Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου καί τό πῦρ τό μεγάλο, αὐτό πού εἴδαμε στό Σινά, δέν τό ἀντέχομε, θά πεθάνωμε. Πράγματι ἔτσι ἔγινε, ἔτσι τό εἶδε ὁ λαός καί εἶπαν· θά πεθάνωουμε. Γι’ αὐτό ὁ Μωϋσῆς ἀναγκάστηκε νά βάλη μία καλύπτρα, γιατί πῆρε θεία δόξα, ἀπό τό Σινά. Δέν μποροῦμε ν’ ἀντέξωμε οὔτε στ’ αὐτιά μας τό λόγο τοῦ Θεοῦ, οὔτε εἰς τά μάτια μας τή θέα του, ἐννοεῖται πού ἔβλεπαν καπνίζον καί πυρπολούμενον τό ὅρος Σινά, τήν κορυφή του πυρπολουμένη. Αὐτά μοῦ τά εἴπατε ὅταν σᾶς μάζεψα κάτω στούς πρόποδες τοῦ βουνοῦ. «καὶ εἶπε Κύριος πρός με·», κι ὁ Κύριός μοῦ εἶπε. Δηλ. ποιός; Ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία, μοῦ εἶπε σέ μένα τό Μωϋσῆ, «ὀρθῶς πάντα ὅσα ἐλάλησαν πρὸς σε·», ὅ,τι σοῦ εἶπαν, σωστά εἶναι. Δέν μποροῦν ν’ ἀντέξουν, οἱ αἰσθήσεις των δέν μποροῦν, θά αἰσθάνονται ὅτι θά πεθάνουν. «προφήτην ἀναστήσω αὐτοῖς ἐκ τῶν ἀδελφῶν αὐτῶν, Ἐγώ θά ἀναδείξω ἄνδραν (καί εἶναι ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία πού θά ἀναδειχθῆ μέσα στό λαό), ὥσπερ σέ, σάν κι ἐσένα, τόν Μωϋσῆ, καὶ δώσω τὰ ρήματα ἐν τῷ στόματι αὐτοῦ, καί θά δώσω τά λόγια αὐτά εἰς αὐτόν - εἶναι πάντοτε ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία - καὶ λαλήσει αὐτοῖς καθ’ ὅ,τι ἄν ἐντείλωμαι αὐτῷ», καί θά μιλήση σ’ αὐτούς, τόν λαό, ὅ,τι ἐγώ θά τοῦ πῶ. Εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ μετέπειτα. Δηλ. ἄν καταλαβαίνομε, μία κοινωνία τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἐνεφανίσθη στό Σινά, τό νά ἔχη ὁ λαός κοινωνία μέ τό Θεό του, θά ἦταν ἀνέφικτος, ἀδύνατος. Κάτω ἀπό τέτοιες συνθῆκες, πῶς μπορεῖ νά ’χη κοινωνία ὁ ἄνθρωπος μέ τόν Θεό; Ἀδύνατον! Θά αἰσθάνεται πώς θά διαλύση ὁ ἄνθρωπος, θά πεθάνη. Καί ζήτησαν ἕναν ἄλλον τρόπον κοινωνίας. Οἱ Ἑβραῖοι τό ζήτησαν. Οἱ ἴδιοι. Νά σοῦ μιλάη, λέει, σ’ ἐσένα ὁ Θεός κι ἐσύ σέ μᾶς. Δέν μποροῦμε ν’ ἀντέξωμε. Κι ὁ Θεός εἶπε: «Σωστά». Κι αὐτός ὁ ἄλλος τρόπος, ποιός ἦταν;
Ἡ Ἐνανθρώπησις τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας! πού θά ρθῆ τόσο ὄμορφα ἀνάμεσα στό λαό του. Νά μήν ὑπάρχει ἐκεῖνος ὁ φόβος τοῦ Σινᾶ. Στό βάθος λοιπόν ὁ λαός ἐζήτησε τήν Ἐνανθρώπηση! Τό φανταζόσαστε; Δηλ. οἱ ἄνθρωποι ζήτησαν τήν Ἐνανθρώπηση, ὁ λαός τοῦ Θεοῦ ἐζήτησε τήν Ἐνανθρώπηση. Αὐτό ζήτησαν οὐσιαστικά. Καί ὁ Θεός ἀπάντησε: «ὀρθῶς πάντα ὅσα ἐλάλησαν πρὸς σε·» εἶπε στό Μωϋσῆ. Σωστά ἐκεῖνα τά ὁποῖα σοῦ ζήτησαν ἀπό σένα. Σωστά! Δηλ. θά γίνη ἡ Ἐνανθρώπησις. Καί θά ὑπάρχει μιά  οὕτως εἰπεῖν ἀνθρώπινη κοινωνία, ἤ ἄν θέλετε ἀκριβέστερα, μία θεανθρώπινη κοινωνία. Εἶναι καταπληκτικό! Βλέπετε, παρακαλῶ, πῶς εἶναι ἡ ὅλη ὑπόθεσις τῆς Κ. Δ. μέσα εἰς τήν Π. Δ.; Βλέπετε πῶς ἐκεῖ εἰς τόν νόμον εἶναι κρυμμένος ὁ νομοθέτης; Καλά λοιπόν μᾶς εἶπε ὁ σοφός Σειράχ ὅτι ὅλα αὐτά πού σᾶς λέγω, εἶναι, λέει, στό νόμο τοῦ Θεοῦ. Ναί, ἐκεῖ εἶναι γραμμένα, πραγματικά. Καί ἐγώ, τί ἄλλο, ξέρετε τί κάνω ἐγώ σέ σᾶς; Ἁπλῶς τά ἀναλύομε περισσότερο, νά τά καταλάβωμε περισσότερο. Αὐτό εἶναι ὅλο.
Ἔτσι, ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία βρίσκεται εἰς τό βιβλίον διαθήκης Θεοῦ  Ὑψίστου, γιά νά χρησιμοποιήσω τά λόγια τοῦ Σειράχ. Κι ἐκεῖ, ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία δίδει τή διαθήκη τοῦ νόμου. Ὥστε ἀργότερα νά δώση τή διαθήκη τῆς πίστεως. Γι’ αὐτό γράφει ὁ Παῦλος στήν πρός Ρωμαίους· «δικαιωθέντες οὖν ἐκ πίστεως». Ὄχι ἐκ νόμου. Δικαιώνομαι θά πῆ σώζομαι. Δικαιωθέντες, σωθέντες, «οὖν ἐκ πίστεως». Δέν λέει «ἐκ νόμου». Γιατί κανείς δέν μπόρεσε νά δικαιωθῆ ἀπό τόν νόμο, ὁ ἴδιος ὁ Παῦλος τό λέγει αὐτό, ἄν καί φαίνεται καί μέσα στήν Π. Δ. αὐτο· οὔδ’ αὐτός ὁ Μωϋσῆς σώθηκε ἀπό τό νόμο. Κανείς. Κανείς. Κι ὅπως λέει ὁ Παῦλος, «ὥστε ὁ νόμος παιδαγωγὸς ἡμῶν γέγονεν εἰς Χριστόν…» (Γαλ. 3, 24) ὁ παλαιός νόμος, ἁπλῶς παιδαγώγησε, προετοίμασε. Γιατί ἡ ἀληθινή διαθήκη εἶναι ἡ διαθήκη τῆς πίστεως. «Δικαιωθέντες οὖν ἐκ πίστεως, εἰρήνην ἔχομεν πρός τόν Θεὸν, διὰ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ». (Ρωμ. 5, 1) Ἀφοῦ λοιπόν σωθήκαμε, δικαιωθήκαμε μέ τήν πίστη, ἔχομε εἰρήνη μέ τό Θεό, δέ φοβόμαστε πιά, πῶς θά ἐμφανιστῆ ὁ Θεός; θά εἶναι κάτι τρομερό γιά μᾶς. Γι’ αὐτό λέει «διὰ τοῦ Κυρίου ἡμῶν  Ἰησοῦ Χριστοῦ» αὐτοῦ τοῦ μοναδικοῦ προφήτου καί νομοθέτου, πού πῆρε τήν ἀνθρωπίνη φύση καί ἐκάλυψε τή θεία φύση, γιά νά μποροῦμε νά ἔχομε μίαν θεανθρώπινη κοινωνία. Εἶναι κάτι καταπληκτικόν! Ἄν μποροῦμε νά τό νοιώσουμε αὐτό τό πρᾶγμα.

Καί προχωροῦμε, ἀγαπητοί μου, εἰς τό 24ον χωρίον, πάντα τοῦ 24ου κεφαλαίου:
«μὴ ἐκλύεσθε ἰσχὺν ἐν Κυρίῳ, κολλῆσθε δέ πρὸς αὐτόν, ἵνα κραταιώσῃ ὑμᾶς, Κύριος παντοκράτωρ Θεὸς μόνος ἐστι, καὶ οὐκ ἔστιν ἔτι πλὴν αὐτοῦ σωτήρ». ή παραλύετε, λέει ὁ σοφός Σειράχ καί μή χάνετε τή δύναμή σας ἐνώπιόν τοῦ Κυρίου, ἀλλά προσκολληθῆτε σ’ αὐτόν, γιά νά σᾶς ἐνισχύση γιατί ὁ Κύριος εἶναι ὁ μόνος παντοκράτωρ Θεός καί κανείς ἄλλος Σωτήρ πλήν αὐτοῦ δέν ὑπάρχει. Ἐδῶ ἴσως σημειώνει ὁ ἱερός συγγραφεύς, τά μέχρι τώρα, τά ἀφορώντα τήν Ἐνυπόστατον Σοφίαν καί τήν προσέγγισή της. Δηλ. τί; Ἴσως, ὅτι νά προσεγγίσωμε· μά πῶς νά προσεγγίσωμε; Ὁ παλαιός νόμος, ὁ Μωϋσῆς τό μήνυσε αὐτό, ὅτι δέν μποροῦμε, πῶς μπορῶ νά κάνω ἐγώ ὁ ἄνθρωπος, ὁ σκέτος, τό κτίσμα, ὁ πεπερασμένος, συντροφιά, κοινωνία μέ τόν ἄπειρον Θεόν, τόν Ἅγιον Θεόν. Πῶς εἶναι δυνατόν; Ἄν αὐτό τό πρᾶγμα πού μοῦ λές, δέν μοῦ δημιουργεῖ μία ἀπογοήτευση στήν πραγμάτωση. Πῶς εἶναι δυνατόν; Ὄχι, λέει ὁ σοφός Σειράχ. Μήν ἀπογοητεύεσθε, ὁ Θεός εἶναι παντοδύναμος. Θά σᾶς βοηθήση, προσκολληθῆτε εἰς τόν Θεόν.
Εἶναι πολύ φυσικό λοιπόν, ἀφοῦ τή ζωή τοῦ ἀνθρώπου κατακαλύπτει, καί μάλιστα στήν ἐποχή μας, ἡ ἀκηδία. Εἶναι ἡ πνευματική τεμπελιά. Πῶς νά πετύχω κάτι τέτοιο; Σήμερα λέμε εἰς τούς ἀνθρώπους νά ζήσουν τήν πνευματική ζωή καί δέν μποροῦν, δέ μποροῦν. Εἶναι, ἐπιτρέψατέ μου νά πῶ, εἶναι ἡ ἁμαρτία - θανάσιμος ἁμαρτία - τοῦ αἰῶνος τούτου. Κι ὅταν λέω «τοῦ αἰῶνος τούτου», δέν ἐννοῶ τήν Ἱστορία γενικότερα, ἀλλά ἐννοῶ τόν 21ον αἰῶνα. Καί ὁ 21ος, προχωρώντας σ’ αὐτόν, θά εἶναι ἀκόμη χειρότερος. Θά αἰσθανόμεθα μία φοβερή ἀκηδία, δηλ. μία πνευματική τεμπελιά νά προχωρήσουμε στήν πνευματική ζωή. Ἔτσι αἰσθανόμεθα ὅτι ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ κι ἄν θέλετε, ὄχι ὁ παλαιός νόμος ἀλλά τό Εὐαγγέλιον, νά ὀρθώνεται σάν ἕνα μέγα Σινικόν τεῖχος. Ποῦ νά προσπεράσης, ποῦ νά προχωρήσης, τί νά κάνης; ποιός μπορεῖ νά πραγματώση - τό ἀκοῦμε ἐξ ἄλλου - ποιός μπορεῖ σήμερα νά πραγματώση τό Εὐαγγέλιον; Νομίζουνε μάλιστα ὅτι τό Εὐαγγέλιον πιά εἶναι μόνο γιά τούς μοναχούς, δέν εἶναι κἄν γιά τούς Χριστιανούς, πού ἔμειναν μόνο «ψιλῷ ὀνόματι», μέ σκέτο τό ὄνομα, στίς πόλεις. Ἐδῶ λοιπόν ἔρχεται τώρα ὁ ἱερός συγγραφεύς νά τονίση ὅτι δέν πρέπει νά παραλύουν καί νά ἀποκάμνουν οἱ ἀναγνῶσται ἤ οἱ ἀκροαταί. Δέν πρέπει νά παραλύουν. Ὄχι. Ἀλλά τί; Συνιστᾶ νά προσκολληθοῦμε στόν Κύριο, γιά νά μᾶς ἐνισχύση. Γι’ αὐτό συνιστᾶ ὁ Παῦλος καί λέγει: «πᾶσα δὲ παιδεία πρὸς μὲν τὸ παρὸν οὐ δοκεῖ χαρᾶς εἶναι, κάθε παιδαγωγία, ὅταν ἀσκεῖται αὐτή ἡ παιδαγωγία, μοιάζει ὅτι δέν εἶναι ὑπόθεσις χαρᾶς. Ὅταν πρέπει νά κάθομαι νά μάθω γράμματα καί νά μουχλιάζω στήν καρέκλα, ὅταν ἔξω εἶναι ὡραία ἡμέρα κλπ., ὅταν πρέπει νά μάθω ὁ,τιδήποτε, κι αὐτό εἶναι πικρό, ἀναμφισβήτητα, ἀλλὰ λύπης, στενοχωρίας, ὕστερον δὲ καρπὸν εἰρηνικόν τοῖς δι’ αὐτῆς γεγυμνασμένοις ἀποδίδωσι δικαιοσύνης». Ὕστερα ὅμως, ὅταν κανείς παιδαγωγηθῆ, ὅλα εἶναι πολύ ὡραία! Αὐτό ἰσχύει ἰδιαιτέρως στήν πνευματική ζωή. «Διὸ - γι’ αὐτό, λέει ὁ Παῦλος - τὰς παρειμένας χείρας καὶ τὰ παραλελυμένα γόνατα ἀνορθώσατε, τά παράλυτα χέρια, τά παράλυτα γόνατά σας, πόδια σας, ἀνορθώσατε, πάρετε θάρρος, καὶ τροχιὰς ὀρθὰς ποιήσατε τοῖς ποσὶν ὑμῶν», καί νά κάνετε, λέει, ἴσιες τροχιές. Τροχιά εἶναι αὐτό πού διανύω μέ τά πόδια μου, δηλ. ἡ διαδρομή. Νά εἶναι, λέει, ἴσια ἡ διαδρομή, νά μήν εἶναι μιά ἀπό δῶ καί μιά ἀπό κεῖ, «ἵνα μὴ τὸ χωλὸν ἐκτραπῇ, ἰαθῇ δὲ μᾶλλον» ( Ἑβρ. 12, 11-12) ὥστε ἐκεῖνο πού εἶναι κουτσό - τά παραλελυμένα γόνατα - νά μήν ἐκτραποῦν, πάν’ ἀπό δῶ κι ἀπό κεῖ ἀλλά μᾶλλον νά ἰαθοῦν.
Σηκωθῆτε, δυναμῶστε χέρια καί πόδια καί προχωρῆστε. Αὐτό λέγει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. Μή λοιπόν ἀπογοητευόμεθα. Μή λέμε ὅτι αὐτά εἶναι γιά κάποιες ἄλλες ἐποχές καί γιά κάποιους ἄλλους ἀνθρώπους. Ὄχι! Τό Εὐαγγέλιον εἶναι γιά κάθε ἐποχή, γιά ὅλους τούς ἀνθρώπους. Γιατί; Γιατί χθές καί σήμερον Χριστός εἰς τούς αἰῶνας. Καί χθές καί σήμερον καί πάντοτε εἶναι ὁ Χριστός. Ἕνας, ὁ ἀναλλοίωτος καί τό Εὐαγγέλιό του. Ἀκόμα θά μᾶς βοηθήση ὁ Κύριος. Γιατί; γιατί εἶναι Παντοκράτωρ. Σ’ Αὐτόν τίποτα δέν ἀδυνατεῖ ἀφοῦ εἶναι Παντοκράτωρ; Κι ἐπί πλέον εἶναι κι ὁ μοναδικός μας σωτήρας. Ἄν τόν χάσωμε; Δέν ἔχομε ἄλλον στόν ὁποῖο μποροῦμε νά καταφύγωμε. Εἶναι συνεπῶς θέμα πίστεως κι ἐμπιστοσύνης ὅτι ὁ Κύριός μας ἐνισχύει. Ἀρκεῖ βέβαια ἐμεῖς νά δείξωμε τήν ἀγαθή μας προαίρεση, νά θέλομε καί νά ξεκινήσομε. Νά ποῦμε: «Κύριε θέλω»! Θά ’ρθῆ νά βοηθήση. Ναί. Κύριε, θέλω! Μάλιστα ὁ ψαλμωδός τό λέει μέ μία πολύ ὡραία εἰκόνα· εἶναι στόν 80ον ψαλμόν: «ἐγὼ γὰρ εἰμι Κύριος ὁ Θεός σου… - λέγει ὁ Θεός - πλάτυνον τὸ στόμα σου καί πληρώσω αὐτό». (Ψαλμ. 80ος , 11) Ἐγώ εἶμαι Κύριος ὁ Θεός σου. Ἄνοιξε τό στόμα σου - πλάτυνον θά πῆ ἄνοιξε το τό στόμα σου - κι ἐγώ θά τό γεμίσω. Ναί. Πῶς θά τό γεμίσης Κύριε; καί μέ τροφή ἀλλά καί μέ τόν λόγο του ἀκόμα. Ναί. Ἐσύ μόνο ἕνα. Θ’ ἀνοίξης τό στόμα σου. Κύριε, ποῦ νά δουλέψω, κάνει ζέστη ἤ ὑπάρχει ἀνεργία ἤ Κύριε τί νά κάνω; Ξεκίνα τά ποδαράκια σου κι ἐγώ θά σέ βοηθήσω. Ναί, αὐτό θέλει νά πῆ. Θά σοῦ δώσω νά φᾶς. Θά σοῦ γεμίσω τό στόμα μέ φαγητό, θά σοῦ τό γεμίσω καί μέ τό λόγο τό δικό μου. Ὅπως τό ’λεγα ἐγώ: «Κύριε τί νά πῶ σ’ αὐτό τό λαό σου, τί νά πῶ.. τί νά πῶ; Σπουδαία, μεγάλα πράγματα, ἐγώ ποιός εἶμαι, τί νά πῶ»; Ἄνοιξε τό στόμα σου κι ἐγώ θά σοῦ βάλω μεσ’ τό στόμα σου τό λόγο τόν δικό μου καί θά τόν πῆς! Αὐτό εἶναι. Εἶναι δηλ. θέμα πίστεως, πραγματικά θέμα πίστεως.

   Κι ἐρχόμεθα τώρα στά τρία ἑπόμενα χωρία, τό 25ον, 26ον καί 27ον. Λέγει τά ἑξῆς:
«ὁ πιμπλῶν ὡς Φεισὼν σοφίαν καὶ ὡς Τίγρης ἐν ἡμέραις νέων, ὁ ἀναπληρῶν ὡς Εὐφράτης σύνεσιν καὶ ὡς Ἰορδάνης ἐν ἡμέραις θερισμοῦ, ὁ ἐκφαίνων ὡς φῶς παιδείαν, ὡς Γηὼν ἐν ἡμέραις τρυγητοῦ». Εδῶ παίρνει τέσσερα ποτάμια.. καλύτερα νά σᾶς πῶ τή μετάφραση, καί μετά θά τό ἀναλύσωμε. Αὐτός εἶναι - ποιός; ὁ Θεός - πού γεμίζει καί πλημμυρίζει τούς ἀνθρώπους μέ σοφία· σάν τόν ποταμό Φεισὼν, καί σάν τόν ποταμό Τίγρη κατά τήν ἐποχή τῆς νέας ἀνθίσεως καί καρποφορίας, δηλ. τήν ἄνοιξη, τότε πού τά χιόνια λιώνουν καί κατεβάζουν πολλά νερά. Ἔτσι ὁ Θεός ὑπερχειλίζει καί ὑπερεκχύνει τή σύνεση, σάν τόν Εὐφράτη καί σάν τόν Ἰορδάνη στίς ἡμέρες τοῦ θερισμοῦ. Αὐτός ὁ Θεός εἶναι πού κάνει νά λάμπη καί νά φανερώνεται σάν φῶς ἡ γνώση, πού παιδαγωγεῖ καί μορφώνει τούς ἀνθρώπους σάν τόν πλημμυρισμένο ποταμό Γηὼν, κατά τήν ἐποχή τοῦ τρυγητοῦ. Ἐδῶ ὁ ἱερός συγγραφεύς, γιά νά δείξη αὐτόν τόν πλοῦτο τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας, τήν παρομοιάζει μέ τά μεγάλα γνωστά στόν Ἰσραήλ ποτάμια τῆς περιοχῆς. Ὀνοματίζει αὐτά τά 4 μεγάλα ποτάμια, πού ἀναφέρονται καί εἰς τό βιβλίον τῆς Γενέσεως, πού περιέκλειαν, λέγει, τόν Παράδεισον, πού ἦταν ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὕα. Ὁ πασίγνωστος Τίγρης, ὁ Εὐφράτης, ὁ πασίγνωστος Εὐφράτης, αὐτά τά δύο ποτάμια πού περικλείουν σήμερα τήν λεγομένη - παλιά - Μεσοποταμία, γι’ αὐτό καί ἐλέγετο «Μέσο - ποταμία», στό μέσον δύο ποταμῶν, ὁ Εὐφράτης εἶναι ἀπό δῶ, εἶναι δυτικά, ὁ Τίγρης εἶναι ἀνατολικά καί περιέκλειαν τήν περιοχήν αὐτήν, τό σημερινό Ἰράκ. Ἀκόμη εἶναι ὁ Γηών καί ὁ Φεισών. Αὐτά τά δυό ποτάμια δέν ξέρομε ποιά εἶναι. Οἱ ὀνομασίες τους μᾶς εἶναι ἄγνωστες. Δέν εἶναι ὁ Νεῖλος ποταμός, ὅπως μερικοί ἐρμηνευταί λέγουν - εἶναι πολύ μακριά ὁ Νεῖλος - ἀλλά εἶναι φαίνεται δύο μεγάλα παραποτάμια, πού ἤνωναν, τρόπον τινά, τά δύο μεγάλα Τίγρη καί Εὐφράτη. Πιθανῶς ἔτσι εἶναι. Ὁ Γηών καί ὁ Φεισών. Ἔτσι μᾶς τά λέγει τό βιβλίον τῆς Γενέσεως. Καί ἀκόμη ὀνοματίζεται καί ὁ Ἰορδάνης. Ὁ Ἰορδάνης δέν εἶναι μεγάλο ποτάμι. Ὄχι. Πολλοί πού θά ἔχετε πάει ἴσως στήν Παλαιστίνη, θά τόν ἔχετε δεῖ. Νά ποῦμε ὅτι εἶναι περίπου, ἐγώ τό κρίνω - δέν ἔχω πάει - κρίνω ἀπό φωτογραφίες, σάν τόν Πηνειό μας, τό Λαρισαϊκό μας Πηνειό; γιατί ὑπάρχει καί ἕνας ποταμός Πηνειός ποταμός στήν Πελοπόννησο, θά τό γνωρίζετε. Κάπως ἔτσι εἶναι δέν εἶναι μεγάλο ποτάμι. Ὡστόσο, ἐπειδή τό ποτάμι αὐτό - ὁ Ἰορδάνης - διέσχιζε τή χώρα τοῦ Ἰσραήλ καί τόν εἶχαν καθημερινή θέα, οὕτως εἰπεῖν, οἱ Ἑβραῖοι, γι’ αὐτό ἀναφέρει καί τό πέμπτο ποτάμι, τόν Ἰορδάνη. Ἀλλά τά ἄλλα ποτάμια ἦσαν γνωστά εἰς τούς Ἑβραίους, γιατί κάποτε εἴτε ἀπό κεῖ ξεκίνησε ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὕα, εἴτε διότι αὐτοί πέρασαν τόν Εὐφράτη ποταμό καί πῆγαν εἰς τήν Βαβυλώνα, ἡ ὁποία Βαβυλώνα ἦταν ἀνάμεσα στόν Τίγρη καί στόν Εὐφράτη, πάντως ἤτανε γνωστά τά ποτάμια αὐτά εἰς τούς Ἑβραίους, ὁ Ἰορδάνης ὅμως ἤτανε μία καθημερινή, οὕτως εἰπεῖν, ὑπόμνηση εἰς τούς Ἑβραίους. Καί ἀναφέρει τά ποτάμια αὐτά στό καιρό τῆς Ἀνοίξεως, πού λιώνουν τά χιόνια κι ἔχουν ἄφθονα νερά, πού πλημμυρίζουν τά ποτάμια αὐτά. Καί θέλει νά πῆ ὅτι ὁ Θεός δίδει τή σοφία του καί τή σύνεση καί τήν παιδεία, τόσο ἄφθονα, ὅσο ἄφθονα εἶναι τά νερά αὐτῶν τῶν ποταμῶν, τήν ἐποχή πού λιώνουν τά χιόνια, τήν Ἄνοιξη. Τόσο λοιπόν πλουσία εἶναι ἡ σοφία τοῦ Θεοῦ. Πολύ πλουσία. Εἶναι μία εἰκόνα δηλ. ὅπως τό ἀντιλαμβανόμεθα. Συνεπῶς γιατί διστάζεις ἄνθρωπε νά τή γνωρίσης τήν σοφία τοῦ Θεοῦ καί νά τήν προσλάβης; Γιατί; Σοῦ τήν προσφέρει ὁ Θεός. Γιά νά σοῦ τήν προσφέρει, πάει νά πῆ ὅτι σ’ ἔκανε ἱκανόν νά μπορῆς νά τήν προσλάβης. Ἁπλούστατο. Ναί. Ἔχει ὁ ἄνθρωπος τίς δυνατότητες, ἀρκεῖ νά προσφέρει ὁ Θεός. Κι ἄν ὁ Θεός προσφέρη, ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά προσλάβη. Αὐτά μας λένε τά τρία αὐτά χωρία πού ἀναφέραμε.

   Καί πηγαίνομε εἰς τό 28ον χωρίον: «οὐ συνετέλεσεν ὁ πρῶτος γνῶναι αὐτὴν, καὶ οὕτως ὁ ἔσχατος οὐκ ἐξιχνίασεν αὐτὴν».
Δέν κατόρθωσε ὁ πρῶτος ἄνθρωπος νά γνωρίση τελείως, ἔτσι κι ὁ τελευταῖος χρονικά ἄνθρωπος δέν θά μπορέση νά ἐξιχνιάση τήν Ἐνυπόστατον Σοφίαν τοῦ Θεοῦ.
Εἶναι ἕνα ὡραῖο χωρίον καί ἀποκαλυπτικόν. Μᾶς λέει ὅτι οὔτε ὁ πρῶτος οὔτε ὁ τελευταῖος ἄνθρωπος μπόρεσαν νά γνωρίσουν τέλεια καί νά ἐξιχνιάσουν τήν Ἐνυπόστατον Σοφίαν. Ποιός εἶναι ὁ πρῶτος ἄνθρωπος πού δέν κατάφερε, δέν μπόρεσε νά γνωρίση τήν θείαν Σοφίαν; Εἶναι ὁ Ἀδάμ. Εἶναι γνωστό ὅτι ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία ἐδημιούργησε, ἔπλασε τόν Ἀδάμ. Μήν ξεχνᾶμε ὅτι βουλή τῶν τριῶν προσώπων εἶναι ἡ δημιουργία τῶν πάντων καί τοῦ ἀνθρώπου. Ἀλλά, οὕτως εἰπεῖν, ἐκτελεστής - εἶπα, οὕτως εἰπεῖν - γιατί δέν μποροῦμε νά συλλάβωμε πώς ὁ Θεός δημιουργεῖ τόν κτιστόν κόσμον, μία οὐσία ἡ ὁποία εἶναι ἔξω ἀπό τήν οὐσία τή δική του. Ὁ Θεός εἶναι οὐσία ἄκτιστος καί δημιουργεῖ τήν κτιστήν δημιουργίαν. Πῶς γίνεται αὐτό; Δέν μποροῦμε πολλά πράγματα νά ποῦμε. Σχεδόν τίποτα. Λέμε «διά τῶν ἀκτίστων ἐνεργειῶν» κλπ., κλπ. δέν καταλαβαίνομε. Σχεδόν τίποτα δέν καταλαβαίνομε. Ὅπως δέν καταλαβαίνομε παντελῶς ἐκεῖνο τό «ἐκ τοῦ μηδενός ὁ Θεός ἐδημιούργησε τόν κόσμον». Τήν ἔννοια τοῦ μηδενός δέν τήν ἔχει ὁ ἄνθρωπος. Ἔχει τήν ἔννοια τοῦ «εἶναι», τοῦ «μηδενός» ὄχι. Στά Μαθηματικά, τό μηδέν πού ἔχομε, εἶναι σύμβολον. Ἡ ἔννοια ὅμως τοῦ μηδενός εἶναι ἀκατανόητος. Δέν ἔχει καμμία σχέση μέ τήν διάνοια τοῦ ἀνθρώπου τό μηδέν. Πῶς λοιπόν τώρα ὁ Θεός ἐκ τοῦ μηδενός δημιουργεῖ;
Ἀλλά τρόπον τινά, ἐκτελεστής αὐτοῦ τοῦ θείου σχεδίου, ἐκτελεστής τῆς δημιουργίας καί ἰδιαίτερα τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι τό δεύτερον πρόσωπον τῆς Ἁγίας Τριάδος. Εἶναι ὁ μετέπειτα Ἰησοῦς Χριστός. Ὑπάρχει ἡ ἑξῆς δογματική διατύπωσις καί εἶναι ἡ πρώτη διατύπωση πού ἔχομε, εἰς τόν Θεόφιλον Ἀντιοχείας, τοῦ 3ου αἰῶνος. Εἶναι ἡ πρώτη διατύπωσις. «Ὁ Θεός Πατήρ δημιουργεῖ διά τοῦ Υἱοῦ ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι». Αὐτό βγαίνει βέβαια πάλι ἀπό τό κείμενο τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Δηλ. νά τό πῶ ἔτσι. «Ὁ Πατήρ θέλει, ὁ Υἱός δημιουργεῖ καί τό Πνεῦμα τό Ἅγιον συντηρεῖ». Τό βλέπομε δέ αὐτό ἀκόμη ἀπό τούς πρώτους στίχους τῆς Γενέσεως, πού λέγει ἐκεῖ: «Εἶπεν ὁ Θεός γενηθήτω φῶς.. ». Τό «εἶπεν» εἶναι ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ. Ὁ Πατήρ λοιπόν θέλει καί κάνει τό φῶς διά τοῦ Υἱοῦ. Προσέξτε διά τοῦ Υἱοῦ. «καὶ πνεῦμα Θεοῦ ἐπεφέρετο ἐπάνω τῶν ὑδάτων.. », εἶναι τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, τό ὁποῖον ἔρχεται, οὕτως εἰπεῖν, νά ἐπωάση τήν δημιουργίαν καί νά ἀποδοθῆ ἡ ζωή. Καί τό Πνεῦμα τό Ἅγιον συντηρεῖ. Ἔτσι, ὁ - ἄς τό ποῦμε - ἄμεσος δημιουργός τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία. Τό δεύτερον πρόσωπον τῆς Ἁγίας Τριάδος.
Ὁ πρῶτος ἄνθρωπος λοιπόν εἶναι ὅπως σᾶς εἶπα ὁ Ἀδάμ. Καί ὁ Ἀδάμ ἐπεκοινώνει μέ τό Θεό Λόγο, τήν Ἐνυπόστατον Σοφία. Ἐπικοινωνοῦσε. Ὁμίλει μαζί του ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία, καί Αὐτή ἔθεσε τίς τρεῖς ἐντολές στόν Ἀδάμ, ὅταν ἔδωσε τήν ἐντολήν τῆς ἐργασίας, «ἐργάζεσθαι αὐτόν - τόν παράδεισον - τήν ἐντολήν τῆς φυλακῆς τοῦ παραδείσου, δηλ. τοῦ φυλάγματος, «καὶ φυλάσσειν» τόν παράδεισον καί τήν ἐντολή τῆς νηστείας, «οὐ φάγεσθε απ’αὐτοῦ·» (Γεν. 2, 15-17) δέ θά δοκιμάσετε ἀπό τόν καρπόν αὐτόν. Ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία τά ἔδωσε αὐτά. Μετά ἀπό τήν παράβαση τοῦ Ἀδάμ, ἔρχεται ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία, «περιπατοῦντος, λέει, ἐν τῷ παραδείσῳ τό δειλινόν…». Ἐκεῖνο τό «περιπατοῦντος» δέν τό καταλαβαίνομε. «Ἀδάμ ποῦ εἶ»; φώναξε στόν Ἀδάμ. Ἀδάμ ποῦ εἶσαι; Ὁ Ἀδάμ κρύφτηκε, μαζί μέ τήν Εὕα. Λέει: «τῆς φωνῆς σου ἤκουσα …. καὶ ἐφοβήθην…καὶ ἐκρύβην» (Γεν. 3, 8-10) ἄκουσα τήν φωνήν σου καί κρύφτηκα, γιατί φοβήθηκα »! Ἄκουσα τή φωνή σου! Μέ ποίαν αἴσθησιν ἄκουσε ὁ Ἀδάμ; Μ’ αὐτήν πού τοῦ ’κανε ὁ Θεός. Αὐτό πού λέμε «αὐτιά», μέ τήν σωματικήν αἴσθησιν, ἄκουσε τό «Ἀδάμ, ποῦ εἶ»; Μή σᾶς κάνει ἐντύπωση· γιατί ἑτοιμάζεται ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία νά Ἐνανθρωπήση. Θά Ἐνανθρωπήση. Ἄν ὁ Ἀδάμ ἔγινε τό 7.000 θέλετε,  τό 10.000 θέλετε, πότε θέλετε, τό 20.000 θέλετε πρό Χριστοῦ; Ἑτοιμάζεται ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία νά Ἐνανθρωπήση. Ἔτσι λοιπόν ἀγαπητοί μου, λέγει μέ μίαν φωνήν πού εἶναι ἀκουστή εἰς τόν Ἀδάμ καί τήν Εὕα: «Ἀδάμ ποῦ εἶσαι»; καί τότε ἐκεῖνος λέει, «κρύφτηκα, γιατί ἄκουσα τή φωνή σου καί φοβήθηκα». Εἶναι τό ἴδιο πρόσωπον πού ἔβγαλε ἀπό τόν Παράδεισο τόν Ἀδάμ καί τήν Εὕα. Ἤτανε μία προσωρινή τιμωρία. Ὅπως καί ὁ θάνατος, μία προσωρινή τιμωρία ἀλλά καί λύτρωσις! Λένε οἱ Πατέρες, «γιά νά μήν γίνη τό κακό ἀθάνατο». Εἶναι τό ἴδιο πρόσωπο πού κατεδίκασε καί τόν διάβολον καί τοῦ εἶπε ὅ,τι τοῦ εἶπε, ἐκεῖ πού εἶναι γραμμένα στήν Γένεσιν. Συνεπῶς ὁ Ἀδάμ ἐδῶ, κατά τόν σοφό Σειράχ «οὐ συνετέλεσεν γνῶναι αὐτὴν». Θηλυκοῦ γένους, ἔ; Δέν ἔφθασε - κατά δυστυχία του- δέν ἔφθασε νά ὁλοκληρώση τή γνώση του διά τήν Ἐνυπόστατον Σοφίαν. Ἦτο συνεπῶς ἡ γνῶσις αὐτή ἐλλιπής. Ἀσφαλῶς ὁ Ἀδάμ εἶπε εἰς τούς ἀπογόνους του ὅτι «ἐγώ μίλησα μέ τόν Θεό». Ἀλλά πολύ ἐλλιπής γνώση. Γι’ αὐτό, καί πολύ γρήγορα αὐτός καί κυρίως οἱ ἀπόγονοί του, ἔχασαν ἀπό τόν ὀπτικό τους ὁρίζοντα τό Θεό. Καί ἐστράφησαν εἰς τήν κτίσιν καί ἐλάτρευσαν τήν κτίσιν παρά τόν κτίστην, δηλ. τήν Ἐνυπόστατον Σοφίαν.
Ἀλλά πρῶτα ὁ Θεός, ἀγαπητοί μου, θά συνεχίσωμε τήν ἐρχομένη Τρίτη.

205η ομιλία στο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης 
« Σοφία Σειράχ ».

►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
" Σοφία Σειράχ " εδώ ⬇️
http://arnion.gr/index.php/p-thanasios-mytilina-os/milies-p-thanasiou/palaia-diauhkh/sofia-seirax
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40oRvQcJSffpry9_VIhWtola

🔸Λίστα ομιλιών της σειράς
«Σοφία Σειράχ».🔻
https://drive.google.com/file/d/15yPd5yULQpwqBdVJzrpusJNL6wa2BczM/view?usp=drivesdk

🎥 Βιντεοσκοπημένες ομιλίες της σειράς «Σοφία Σειράχ».🔻
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40o1lCOake2wwX61iRYZNi-M

🔸📜 Απομαγνητοφωνημενες ομιλίες της σειράς «Σοφία Σειράχ».🔻
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/search/label/%F0%9F%94%B9%CE%A3%CE%BF%CF%86%CE%AF%CE%B1%20%CE%A3%CE%B5%CE%B9%CF%81%CE%AC%CF%87.?m=1

🔸Επεξηγηματικό βίντεο Ασπάλαθου.
https://youtu.be/8tNfAHRkTCk

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️
https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__
https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.