29 Νοεμβρίου 2021

Ἡ Πνευματική Διαθήκη τοῦ Τωβίτ.

†.Θυμόσαστε ὅτι τελευταῖα εἴχαμε ἀναφερθεῖ εἰς τήν φοβερήν ἀπογοήτευσι τοῦ Τωβίτ, ὕστερα ἀπό ἐκεῖνον τόν διαπληκτισμό πού εἶχε μέ τήν σύζυγό του γιά τό θέμα ἐκεῖνο τοῦ κατσικιοῦ, ἐξ ἀφορμῆς τοῦ ὅτι ἐκείνη ἔβγαινε νά ἐργαστῆ ἔξω· καί ἔκλαψε καί πόνεσε καί πικράθηκε, ἔτσι πού κάνοντας προσευχή στόν Θεόν ἐζήτησε: «Κύριε ἤ νά διορθωθῆ αὐτή ἡ κατάστασις ἤ σέ παρακαλῶ, δῶσε νά πεθάνω». Ἐνθυμεῖστε, αὐτά ἐλέγαμε τήν περασμένη φορά.

    Ὅταν τελείωσε τήν προσευχή του ὁπωσδήποτε συνῆλθε. Διότι εἶναι γνωστό ὅτι ἔξω ἀπό τήν προσευχή αἰσθανόμεθα ἕνα αἴσθημα διαλύσεως· μέ τήν προσευχή αἰσθανόμεθα ἕνα αἴσθημα πλέον συμμαζεύσεως τοῦ ἑαυτοῦ μας. Ἔτσι συνεκέντρωσε τίς δυνάμεις του ὁ Τωβίτ, συνῆλθε· ἀλλά θυμήθηκε ὅμως ὅτι στήν προσευχή του ἐζήτησε «ἐάν δέν διορθωθοῦν τά πράγματα νά πεθάνη». Καί ἐάν ὁ Θεός ἔκρινε ὅτι ὁ Τωβίτ θά ἔπρεπε νά πεθάνη, διότι τά πράγματα δέν θά ἐδιορθώνοντο, τότε ἐσκέφτηκε ὅτι πεθαίνοντας ἔπρεπε ὁπωσδήποτε νά ἀφήση μία διαθήκη στό παιδί του τόν Τωβία.

   Εἶναι ἐκεῖνο τό ὁποῖο σκέπτεται κάθε γονιός προκειμένου νά ἐξασφαλίση τά παιδιά του. Ἐξάλλου μόλις δυό ἄνθρωποι παντρευτοῦν, τό πρῶτο πρᾶγμα πού φροντίζουν εἶναι νά δημιουργήσουν γιά τά παιδιά τους μία περιουσία, τήν ὁποία θά ἀφήσουν νά μπορέσουν καί ἐκεῖνα, τά παιδιά τους δηλαδή, νά προχωρήσουν παρακάτω εἰς τήν ζωή τους· καί τά ἀγόρια καί τά κορίτσια.

   Βλέπετε ἀγοράζουν οἱ ἄνθρωποι διαμερίσματα, παίρνουν χωράφια ἤ ἔχουν καταθέσεις εἰς τήν τράπεζα· συγκεντρώνουν λίρες, χρήματα δέν ξέρω τί γιά νά ἀφήσουν στά παιδιά τους μία περιουσία. Αὐτό ὁπωσδήποτε θά πῆτε  ἔκανε καί ὁ Τωβίτ.

   Βέβαια ὁ ἄνθρωπος ἦτο τυφλός. Βέβαια ἀκόμη δέν ἐγνώριζε, ὅπως σᾶς εἶπα, ἐάν ὁ Θεός θά τοῦ ἔδινε ζωή ἤ ὄχι. Τί εἶχε νά ἀφήση στό παιδί του; Θά δοῦμε ὅτι εἶχε νά τοῦ ἀφήση ὁπωσδήποτε καί μία περιουσία ὑλική· θά τό δοῦμε αὐτό. Ἀλλά ἐδῶ τώρα εἶναι τό καταπληκτικό! ἐδῶ εἶναι! τό ὁποῖο μᾶς ἀφήνει καταπλήκτους.

   Διότι ἐάν ὁ Τωβίτ φρόντιζε γιά μία περιουσία γιά τό παιδί του, τότε σέ τί θά διέφερε ἀπό τούς κοινούς θνητούς, ἀπό ὅλους ἐμᾶς πού τό μυαλό μας τό ἔχομε πάντοτε στά ὑλικά πράγματα; Καί τότε ἄν τά πράγματα ἦταν ἔτσι, πῶς θά μποροῦσε νά καταξιωθῆ τό βιβλίον αὐτό, νά καταχωρηθῆ εἰς τήν Ἁγία Γραφή, καί νά εἶναι ἕνα αἰώνιο μνημεῖο γιά ὑπόμνησι καί ἀνάμνησι τοῦ τί πρέπει νά κάνουν οἱ ἄνθρωποι;

   Ὁ Τωβίτ εἶχε μία περιουσία. Τήν ἐνθυμεῖστε; Ἦταν ἐκεῖνα τά δέκα ἀργυρά τάλαντα. Ἦταν μία πολύ σεβαστή περιουσία, τήν ὁποία εἶχε δανείσει οὕτως εἰπεῖν, εἶχε ἐμπιστευθεῖ σέ κάποιον συμπατριώτη του καί συγγενῆ του, εἰς τόν Ραγουήλ, εἰς τούς Ράγους τῆς Μηδίας. Καί συνεπῶς εἶχε περιουσία. Τώρα βέβαια περνοῦσε πολύ φτωχά, περνοῦσε πολύ στενόχωρα, διότι δέν εἶχε τά  χρήματα μαζί του, καί ἡ  Μηδία ἦταν πολύ μακριά. Ἀλλά δέν πῆγε τό μυαλό του ὅμως ἐκεῖ. Γι’ αὐτό καί βλέπομε ὅτι τό θέμα αὐτοῦ τοῦ κεφαλαίου, τοῦ ὑλικοῦ κεφαλαίου, μένει στό τέλος τῆς διαθήκης του.  

   Κάνει μία διαθήκη· μία διαθήκη πνευματική! Ἐδῶ εἶναι ὅλο τό βάρος τοῦ θέματος· διαθήκη πνευματική! Τό νά κάνωμε μία διαθήκη εἶναι κάτι πολύ σπουδαῖο. Νά σᾶς τό πῶ καί αὐτό νά τό ξέρετε· γιατί πολλές φορές οἱ γονεῖς μας δέν κάνουν διαθήκη καί δέν μοιράζουν ἐκεῖνα τά ὁποῖα ἔχουν -θά ἐπανέλθω πάλι στά ὑλικά πράγματα- μέ ἀποτέλεσμα τά παιδιά τους νά γίνωνται ἀπό πολλά χωριά. Δηλαδή νά μαλώνουν καί νά νομίζη ὁ ἕνας ὅτι ἀδικεῖται ἀπό τόν ἄλλον. Καί τελικά νά περνάη ὁλόκληρη ἡ ζωή  τους, καί «καλημέρα» νά μήν λένε.

   Θά πρέπη οἱ γονεῖς πάντοτε νά καθορίζουν ὅτι αὐτό εἶναι ἐκείνου, καί ἐκεῖνο εἶναι ἐκείνου. Βεβαίως δέν θά πρέπη αὐτή τήν περιουσία νά τήν δώσουν ἄκαιρα στά παιδιά τους. Διότι ἄν τή δώσουν ἄκαιρα, τότε, ἐάν μέν εἶναι νέα παιδιά, θά τήν σπαταλήσουν, καί ἀκόμη ἐάν δέν εἶναι μέν νέα παιδιά, εἶναι ὥριμοι ἄνθρωποι, ἀλλά τήν δώσουν κατά τέτοιο τρόπο στά παιδιά τους καί αὐτοί μείνουν χωρίς τίποτα -ξέρετε ἡ καθημερινή πεῖρα μας τό διδάσκει αὐτό- πετιῶνται στό δρόμο· διότι τά παιδιά πλέον δέν ἀγαποῦν τούς γονεῖς, τούς ἀγαποῦσαν ὅσο εἶχαν τά χρήματα, μετά ὅμως τούς πετᾶνε στό δρόμο καί οἱ γονεῖς τελειώνουν πολλές φορές τή ζωή τους στό γηροκομεῖο, ἄν καί εἶχαν πολύ μεγάλη περιουσία.

   Εἶναι πολλά σημεῖα αὐτά, τά ὁποῖα πρέπει πάντα νά τά προσέχωμε, καί ἡ καλή διευθέτησίς τους ἐξασφαλίζει μία πνευματική διάστασι τῶν πραγμάτων. Προσέξτε! μία πνευματική διάστασι· διότι ἀλλιώτικα χάνομε τήν πνευματική μας θέσι καί χαλᾶν οἱ σχέσεις μας. Ὅταν αὐτά τά πράγματα τά κατοχυρώνωμε, τότε ὁπωσδήποτε πάντοτε ἔχομε προϋποθέσεις νά διατηροῦμε σχέσεις ἀγαθές. Οὔτε τά παιδιά μας νά τά πετάξωμε σέ ἕναν πειρασμό γιά νά συμπεριφερθοῦν ἔτσι ἀπέναντί μας, οὔτε ἐμεῖς νά ὑποφέρωμε, οἱ γονεῖς.

   Ἐδῶ ὅμως τώρα ὁ Τωβίτ κάνει, ὅπως σᾶς εἶπα, μία πνευματική διαθήκη. Ἤθελα νά ἐρωτήσω: «πόσοι γονεῖς ποτέ ἄφησαν πνευματική διαθήκη στά παιδιά τους;» Εἰλικρινά δέν ἔχω ἀκούσει ποτέ. Μία πνευματική διαθήκη μπορεῖ ἴσως νά κάνη ἕνας ἡγούμενος στό μοναστήρι πού μένει. Διάβαζα πρό ὀλίγου καιροῦ τήν πνευματική διαθήκη τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου, πού ἄφησε εἰς τό μοναστήρι του. Ἀλλά πνευματική διαθήκη ἀπό γονεῖς πρός τά παιδιά…, ἔξω ἀπό μία συμβουλή καμμιά φορά, κι αὐτή προφορική· τίποτε περισσότερο.

   Κι ὅμως ἐδῶ ὁ Τωβίτ ἀφήνει τήν πνευματική του διαθήκη. Αὐτή θά ἀναλύσωμε, παιδιά, σήμερα. Εἶναι ὄντως ἕνας θησαυρός. Θίγει πάρα πολλά πράγματα ἡ πνευματική αὐτή διαθήκη. Κάνοντας μία ἀξιολογική σειρά σέ ὅλα αὐτά, κάνει μνεία τοῦ Θεοῦ καί τῶν ἐντολῶν του· κάνει μνεία ἐφαρμογῆς τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ· κάνει μνεία τῆς ἐλεημοσύνης πρός τόν πλησίον· τῆς προσοχῆς εἰς τήν πορνείαν· τήν προσοχή εἰς τόν γάμον τόν ἐπίμεικτον· τήν ἀπόδοσι τοῦ μισθοῦ τοῦ ἐργάτου, μίαν συμπεριφορά γεμάτη ἀπό φρόνησι· ἀκόμη ἕνας κανών συμπεριφορᾶς πρός τούς ἄλλους ἀνθρώπους· τήν καλή καί κακή χρήσι τοῦ κρασιοῦ καί τῶν συναναστροφῶν· τό θέμα νά προσέχη τίς συμβουλές τῶν ἄλλων ἀνθρώπων· καί ἀκόμη νά δοξάζη τόν Θεό καί νά μνημονεύη στό τέλος ὅλα ἐκεῖνα, τά ὁποῖα εἶχε ἀναφέρει μέσα στήν πνευματική του αὐτή διαθήκη.

  Καί ἤδη ξεκινοῦμε νά τή δοῦμε. Εἶναι πραγματικά ἕνα μνημεῖο· ἕνα μνημεῖο πάνω στό ὁποῖο θά μποροῦσε κάθε γονιός νά στηρίζεται γιά νά ἀφήνη παρακαταθήκη στά παιδιά του.

   «Καί καλέσας αὐτόν» τόν Τωβία «εἶπε: παιδίον, ἐάν ἀποθάνω, θάψον με». Αὐτό τό «ἐάν ἀποθάνω, θάψον με», ὅπως ἀντιλαμβάνεστε ἐδῶ, ἀναφέρεται εἰς τό θέμα τῆς τιμῆς πρός τούς νεκρούς· διότι ἐκεῖνος σ’ ὅλη του τή ζωή τί ἔκανε; Στόν τόπο τῆς αἰχμαλωσίας, ὅταν οἱ Νινευῖται, οἱ Ἀσσύριοι, πετοῦσαν τούς Ἑβραίους ἔξω ἀτάφους, καί αὐτό ἐθεωρεῖτο μεγάλη προσβολή, ἐπήγαινε μέ κίνδυνο τή ζωή του -τό ἐνθυμεῖστε αὐτό- καί μέχρι τώρα εἶχε ὑποστεῖ τόσες περιπέτειες, γιά νά θάψη τούς νεκρούς.

   Ἡ λέξις κηδεία, σᾶς εἶχα πεῖ μία περασμένη φορά, ἀπό τό ρῆμα κήδομαι, σημαίνει λυποῦμαι· σημαίνει φροντίζω· σημαίνει περιποιοῦμαι· ἀπό ἐκεῖ παράγεται καί ἡ λέξις κηδεμών, αὐτός ὁ ὁποῖος φροντίζει γιά κάποιο ἄλλο πρόσωπο. Συνεπῶς κηδεία θά πῆ φροντίδα. Εἶναι ἡ φροντίδα γιά τόν νεκρόν. Εἶναι ἕνα σημαντικό σημεῖο αὐτό. Εἶναι  μία τιμή πρός τούς νεκρούς.

   Θά μοῦ πῆτε: «ἕνας νεκρός πιά τί θά εἶχε νά δεχτῆ; εἶναι νεκρός πιά, δέν καταλαβαίνει πιά τίποτα.» Λανθάνει -λανθάνει!- ἡ πίστις εἰς τήν ἀθανασία τῆς ψυχῆς! Λανθάνει ἀκόμη ἡ πίστις ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ!

   Γι’ αὐτό τό λόγο θυμιάζομε τίς εἰκόνες· ἀλλά θυμιάζομε καί τούς πιστούς· ἀλλά θυσιάζομε καί τούς νεκρούς. Προσέξτε, θυμιάζομε καί τούς νεκρούς! Ὅταν ἔχωμε μπροστά μας ἕναν νεκρόν, κατά τήν κηδείαν τόν θυμιάζομε. Ἀνάβομε εἰς τήν εἰκόνα κερί· ἀνάβομε καί εἰς τόν νεκρόν κερί. Γιατί ἀνάβομε κεριά καί θυμιάζομε τούς νεκρούς; Διότι εἶναι ὁ ἄνθρωπος εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Συνεπῶς αὐτή ἡ τιμή διαβαίνει ἀπό τό ἀντίτυπο εἰς τό πρωτότυπο. Ὅπως ὅταν προσκυνῶ τήν εἰκόνα, πού λέγει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός πού ἔχομε σήμερα την  μνήμη του, διαβαίνει ἀπό τό ἀντίτυπο εἰς τό πρωτότυπον, δέν προσκυνῶ τό ξύλο, οὔτε τή μπογιά, ἀλλά προσκυνῶ τό πρωτότυπο διά τοῦ ἀντιτύπου. Ἔτσι καί ἐδῶ τιμῶ τό Θεό διά τῆς τιμῆς τοῦ ἀνθρώπου· τιμῶντας τόν ἄνθρωπο, τιμῶντας τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ.

   Γι’ αὐτό λέγει: «πρῶτον καί ὕψιστον καθῆκον εἶναι νά θάψωμε τόν πατέρα μας καί τή μητέρα μας», δηλαδή νά φροντίσωμε γιά τήν κηδεία τους. Ἐνθυμεῖστε ἐκεῖνον τόν ἄνθρωπο πού εἶπε εἰς τόν Χριστόν, ὅταν τόν ἀκολουθοῦσε, καί γιά μία στιγμή ἔμαθε ὅτι πέθανε ὁ πατέρας του, καί τοῦ εἶπε τοῦ Κυρίου: «Κύριε, ἐπίτρεψόν μοι, πρῶτα πρῶτα νά πάω νά θάψω τόν πατέρα μου καί μετά θά σ’ ἀκολουθήσω». Εἴδατε, ἕνα καθῆκον! καθῆκον.

  Τί τοῦ εἶπε ὅμως ὁ Χριστός; «ἄφες τούς νεκρούς θᾶψαι τούς ἑαυτῶν νεκρούς· σύ δέ ἀκολούθει μοι».(Μτθ. η΄, 22)  Ἐδῶ τώρα, ὄχι ὅτι ὁ Κύριος ὑποτιμᾶ τό καθῆκον αὐτό τῆς ταφῆς τῶν δικῶν μας ἀνθρώπων, ἀλλά ὁ Κύριος θέτει, ἀξιολογῶντας τά πράγματα, κάποια  ἄλλα πιό πάνω ἀπό ἐκεῖνα τά ὁποῖα εἶναι κατατεθημένα. Ὅτι δηλαδή ἐδῶ τό νά ἀφοσιωθῆς εἰς τόν Κύριον ἀποκλειστικά, ὅπως εἶναι ὁ μοναχός -ὅπως εἶναι ὁ μοναχός- ἤ ὁ ἱεραπόστολος, ὁ ὁποῖος ξεκινάει γιά τό ἔργο τοῦ Θεοῦ, δέν πρέπει πιά νά κοιτάξη πίσω του τίποτα.

   Αὐτό ἐξ ἄλλου ἐν σπέρματι εἶναι καί εἰς τήν Παλαιάν Διαθήκην. Εἶναι ἡ περίπτωσις τοῦ Ναζηραίου. Ὁ Ναζηραῖος, δηλαδή ὁ ἀφιερωμένος· καί ἡ ἀφιέρωσίς του μπορεῖ νά ἤτανε εἴτε παροδική εἴτε μόνιμη. Μποροῦσε νά εἶχε μία ἀφιέρωσι, τᾶμα, ἕνα μῆνα· μπορεῖ ἕνα χρόνο· μπορεῖ δέκα χρόνια· μπορεῖ ἰσόβια. Δέν ἔπρεπε νά ξυρισθῆ, ξυράφι νά μή περάση ποτέ στό κεφάλι του· δέν ἔπρεπε νά πιῆ ποτέ κρασί καί κανένα προϊόν τῆς ἀμπέλου, οὔτε σταφύλια, τίποτα. Ἦταν ἕνα εἶδος ἀφιερώσεως· δηλαδή τό νά πῆ ὁ ἄνθρωπος αὐτά τά σημεῖα, τά ὁποῖα καθόριζε ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ, δέν ἔπρεπε ποτέ νά τά μετέλθη ὁ ἄνθρωπος.

   Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Βαπτιστής ἦταν Ναζηραῖος· ὁ Σαμψῶν ἦταν Ναζηραῖος· ὁ Ἰησοῦς Χριστός ὅμως, κατά τό ἀνθρώπινον, δέν ἦταν Ναζηραῖος· διότι εἶναι γνωστό ὅτι ἔπινε κρασί· εἶναι γνωστό αὐτό. Συνεπῶς δέν ἔπρεπε ὁ Ναζηραῖος νά πάη στήν κηδεία του πατέρα του καί τῆς μητέρας του. Κι ἄν πέθαινε ὁ πατέρας του ἤ ἡ μητέρα του στό σπίτι, ἔπρεπε ἐκεῖνος νά φύγη ἀπό τό σπίτι. Βλέπετε ὅτι ἐν σπέρματι ὑπῆρχε καί αὐτό: ὅτι ἡ ἀφιέρωσις στό Θεό εἶναι πιό πάνω -προσέξτε!- εἶναι πιό πάνω ἀπό τό καθῆκον  πρός τούς γονεῖς μας.

    Βάσει αὐτοῦ εἶπε ὁ Χριστός: «ὁ φιλῶν πατέρα ἤ μητέρα ὑπέρ ἐμέ οὐκ ἔστί μου ἄξιος.»(Ματθ. ι΄, 37) Ἐκεῖνος πού ἀγαπάει τόν πατέρα του καί τήν μητέρα του πιό πάνω ἀπό μένα, δέν μοῦ εἶναι ἄξιος. Ἄν δηλαδή κάποια κοπέλα ἀπό ἐσᾶς θά ἤθελε νά γίνη μοναχή -παράδειγμα- καί ἡ μητέρα λέγει «δέν θέλω νά γίνης», καί ὑπακούσει εἰς τήν μητέρα, παίρνει τήν ἀπάντησι ἀπό τόν Χριστόν: «δέν μοῦ εἶσαι ἀξία», ρητά, κατηγορηματικά! Καί ἐκεῖνο τό ἐπιχείρημα πού λέγουν πολλοί: «καί ποῦ πάει ἡ ἐντολή τοῦ Θεοῦ: τίμα τόν πατέρα σου καί τήν μητέρα σου;», νομίζω ὅτι αὐτό ἐξήγησα τόσην ὥρα· ὅτι δηλαδή ἡ ἀφιέρωσις στό Θεό εἶναι μία ὑπέρβασις πασῶν τῶν ἐντολῶν· διότι ἡ ἐντολή τῆς ἀγάπης πρός τόν Θεόν εἶναι πρώτη, ἐνῶ ἡ ἐντολή τῆς ἀγάπης πρός τόν πλησίον εἶναι δευτέρα, πρός τούς γονεῖς εἶναι πέμπτη, καί οὕτω καθ’ ἑξῆς.

   Καταλαβαίνετε λοιπόν ὅτι ἐδῶ, ἐφ’ ὅσον δέν ὑπῆρχαν λόγοι, ὁ Τωβίτ λέγει εἰς τόν Τωβία νά τόν θάψη, δηλαδή νά ἐπιμεληθῆ, νά φροντίση, τό θέμα τῆς ταφῆς τοῦ πατέρα του.

   «Καί μή ὑπερίδῃς τήν μητέρα σου, τίμα αὐτήν πάσας τάς ἡμέρας τῆς ζωῆς σου καί ποίει τό ἀρεστόν αὐτῇ καί μή λυπήσῃς αὐτήν.» (Τωβ. 4, 3) «μνήσθητι, παιδίον, ὅτι πολλούς κινδύνους ἐώρακεν ἐπί σοί ἐν τῇ κοιλίᾳ ὅταν ἀποθάνῃ, θάψον αὐτήν πάρ’ ἐμοί ἐν ἑνί τάφῳ.» (Τώβ.4,4) Αὐτά τά λόγια, πού τώρα θά σᾶς μεταφράσω καί στή συνέχεια θά ἀναλύσωμε, τά λέγει ὁ Τωβίτ· ὁ Τωβίτ, ὁ θαυμάσιος Τωβίτ! Πότε; Ὕστερα ἀπό τόν καυγά πού εἶχε μέ τή γυναῖκα του, πού τόν πότισε τόσο πικρία καί τόση θλίψι.  

   Τί λόγια, ἀκοῦστε, λέει πρός τόν γιό του: παιδί μου, «νά μή ὑπερίδης»  δηλαδή νά μήν δῆς πιό κάτω, συνεπῶς περιφρονήσεις, νά μή περιφρονήσης τή μητέρα σου. Νά τήν τιμήσης ὅλες τίς ἡμέρες τῆς ζωῆς σου καί νά κάνης μπροστά της ἐκεῖνο πού τῆς ἀρέσει· τό «ἀρεστόν»! Καί νά μή τή λυπήσης ποτέ. Θυμήσου παιδίον, ὅτι πολλούς κινδύνους ἔχει δῆ, ὅταν σέ εἶδε εἰς τήν κοιλίαν της καί σέ ἐγκυμονοῦσε. Ὅταν πεθάνη, νά τήν θάψης καί αὐτή κοντά σέ μένα στόν ἴδιο τάφο. Τί ὡραῖα λόγια! τί ὡραῖα λόγια! Πραγματικά. Ἡ ἀρετή του ὅμως εἶναι ὅτι γιά τήν μητέρα λέγει τά λόγια αὐτά, ἡ ὁποία ταυτοχρόνως εἶναι ἡ σύζυγός του. Ἐκείνη πού, σᾶς εἶπα, τόν ἐπίκρανε.

   Εἶναι γνωστό ὅτι πολλές φορές μέσα στό σπίτι ὅταν οἱ σύζυγοι ἔχουν μιά διαφορά -ἄνθρωποι εἶναι καί θά ἔχουν κάποτε μία διαφορά- ἀφήνουν νά περάση ἡ διαφορά αὐτή στά παιδιά τους· αὐτό εἶναι τό δυστύχημα! Καί ἔτσι ἤ ἡ μητέρα ἤ ὁ πατέρας θά πάρουν μέ τό μέρος τά παιδιά ἤ ὅλα ἤ τά μισά γιά νά στραφοῦν ἐναντίον τοῦ ἄλλου συζύγου. Αὐτό εἶναι ὀλέθριον. Ἄν ὑπάρχη μία διαφορά ἀνάμεσα στούς συζύγους, αὐτή θά πρέπη νά παραμένη ἀνάμεσα στούς συζύγους· δέν θά πρέπη ποτέ νά γίνη ἀντιληπτή ἀπό τά παιδιά. Προσέξτε, ἄν βλέπετε στούς γονεῖς σας λάθη τέτοια, μή τά ἐπαναλάβετε στή δική σας ζωή!

    Μποροῦμε νά παίρνωμε παραδείγματα καί θετικά καί ἀρνητικά· παραδείγματα πρός μίμησιν, σάν κι αὐτά πού λέμε ἐδῶ, καί παραδείγματα πρός ἀποφυγήν, σάν κι ἐκεῖνα πού ἐνδεχομένως μπορεῖτε νά δῆτε στό σπίτι σας. Νά μαλώνουν οἱ γονεῖς σας κι ὁ καυγάς τους νά περνάη καί νά φτάνη μέχρι σέ σᾶς. Καί τότε ἡ μητέρα σας νά κατηγορῆ σέ σᾶς τόν πατέρα σας, ἤ ὁ πατέρας σας νά κατηγορῆ σέ σᾶς τή μητέρα σας, καί νά δημιουργῆται μέσα στό σπίτι ἕνα σχῖσμα· ἤ ἀκόμη νά βλέπετε τήν ἑξῆς διαθήκη: -διαθήκη πραγματική εἶναι εἶναι αὐτή πού σᾶς λέγω- νά πεθαίνη ὁ πατέρας, ὁ ὁποῖος πέρασε πολλά δεινά ἀπό τήν γυναῖκα του, νά ἀφήνη στά παιδιά του τήν κολοσσιαία περιουσία του, καί νά ἀφήνη, ξέρω ἐγώ, μερικά σελίνια -γιατί στήν Εὐρώπη ἔγινε αὐτό, στήν Ἀγγλία- μερικά σελίνια στή γυναῖκα του γιά νά ἀγοράση, ὅσο χρειάζεται δηλαδή, γιά νά ἀγοράση σκοινί νά πάη νά πνιγῆ· ἔτσι νά γράφη στή διαθήκη, πού δείχνει πόσο συμπαθοῦσε τή γυναῖκα του ὅσο ζοῦσε.

   Ὅλα αὐτά, παιδιά καταλαβαίνετε, εἶναι φοβερά. Θά πρέπη νά ὑπάρχη ἑνότης τῶν συζύγων κι ἄν γιά μία στιγμή πάη νά διασπαστῆ, νά μή φαίνεται στά παιδιά. Καί πρέπει νά ὑπάρχη ἀντικειμενικότης ἐδῶ. «Ἐγώ μπορεῖ νά εἶχα κάτι μέ τή μητέρα σου, παιδάκι μου, ἀλλά ἐσύ ὀφείλεις νά τήν τιμᾶς τήν μητέρα σου, γιατί εἶναι μητέρα σου.» Ἐδῶ εἶναι ἡ ἀρετή, ἀλλά ἄν τό θέλετε καί ἡ φρόνησις καί ἡ σύνεσις· διότι τά πράγματα ἔτσι πρέπει νά εἶναι.

   Γιά νά ἀναλύσωμε λοιπόν αὐτά πού λέγει ἐδῶ. Ὅπως ἀντιλαμβάνεστε αὐτά στήν πράξι, ὅπως ἐδῶ εἶναι ἡ ἱστορία, δέν εἶναι παρά μία ἀνάλυσις τῶν δέκα ἐντολῶν.Ἔ;… «Μή περιφρονήσης τήν μητέρα σου.» Ὅταν οἱ γονεῖς μας μεγαλώσουν, ὅταν ὁ ἄνθρωπος γενικά μεγαλώση, εἶναι γνωστό ὅτι οἱ δυνάμεις του καί οἱ σωματικές καί οἱ πνευματικές ἐλαττοῦνται· δηλαδή παρατηρεῖται μία ἄμβλυσις στήν μνήμη, στήν κρίσι, στήν ἀντίληψι. Πολλές φορές -τό βλέπω κι ἐγώ, τό βλέπω στόν ἑαυτό μου, ἄν θέλετε- πολλές φορές, ἐνῶ πρῶτα μποροῦσα νά συζητῶ ἕνα θέμα γιά μία κατασκευή, τώρα ζητῶ πιό πολλές ἐξηγήσεις· καί «πῶς αὐτό θά γίνη;», «καί πῶς θά γίνη τό ἄλλο;»· γιατί δεν τό καταλαβαίνω πάρα πολύ καλά. Ἡ ἀντιληπτικότης ἀρχίζει νά ὑποβιβάζεται. Εἶναι γνωστό, γιατί οἱ δυνάμεις τῆς ψυχῆς ἀρχίζουν νά πίπτουν, νά ἀδυνατίζουν. Ἔτσι βλέπετε ἕνας ἡλικιωμένος ἄνθρωπος εἴτε γιατί δέν ἀκούει, εἴτε γιατί δέν καταλαβαίνει πολλά, τόν ἀφήνομε στό περιθώριο καί λέμε «ἄστον αὐτόν!». Αὐτό θά πῆ «μή ὑπερίδης»!

   Αὐτό θά πῆ «μή ὑπερίδης», δηλαδή μή περιφρονήσης τή μητέρα σου καί πεῖς «ἡ γριά» ἤ «ἡ γριά μου». Αὐτός ὁ φοβερός τίτλος πού λένε ἰδίως οἱ ἄνδρες, «ὁ γέρος μου» καί «ἡ γριά μου». Ὑποτιμητικότατα πράγματα. Θά πῆς «ὁ πατέρας μου» ἤ «ἡ μητέρα μου». Καί θά πᾶς κοντά μέ μία στοργή, ὅπως ἐκείνη σέ εἶχε στά γόνατά της, ὅταν ἐσύ γεννήθηκες, καί σέ μεγάλωσε καί σέ ἀγκάλιαζε καί σέ νανούριζε καί σέ φιλοῦσε καί σέ πρόσεχε. Ἔτσι ὀφείλεις τώρα καί σύ νά κάνης εἰς τή μητέρα σου, νά τήν προσέχης νά τήν φροντίζης μέ κάθε στοργή καί νά μή τή λυπήσης σέ κανένα πρᾶγμα στή ζωή της.

   Οἱ ἡλικιωμένοι ἄνθρωποι ὁπωσδήποτε ἤ ἔχουν ἤ εἶναι κολλημένες οἱ ἀντιλήψεις τους σέ μερικά πράγματα, πού δέν ξεκολλοῦν ἀπό κεῖ, καί μποροῦν πολλές φορές νά δημιουργοῦν προβλήματα στά παιδιά τους. Αὐτό πρέπει νά τό λέμε.Ἤ ἀκόμα ἄν θέλετε, ἔτσι τά καταλαβαίνουν τά πράγματα ἤ ζοῦν σέ μία ἄλλη ἐποχή, γιατί οἱ ἐποχές πάντοτε ἐξελίσσονται, καί ζοῦν τώρα στή δική τους τήν ἐποχή, στό δικό τους κόσμο, ὁ ὁποῖος κόσμος δικός τους εἶναι γι’ αὐτούς παγιωμένος πλέον.

   Τό βλέπω κι αὐτό στόν ἑαυτό μου. Ἄν θέλετε διαρκῶς πειραματίζομαι βλέποντας αὐτό πού πέρασε, αὐτό πού ὑπάρχει, αὐτό πού ἔρχεται, καί στόν ἑαυτό μου, ἀλλά καί στούς ἄλλους ἀνθρώπους σέ σχέσι μέ τόν ἑαυτόν μου. Βλέπω σήμερα τά παιδιά πῶς εἶναι· δέν εἶναι ὅπως ἦταν πρίν ἀπό δέκα χρόνια ἤ πρίν ἀπό εἴκοσι χρόνια· εἶναι διαφορετικά τά παιδιά. Ἄν θά ποῦμε ὅτι δέν πρέπει νά τά προσέξωμε διότι πλέον ἔχουν ξεφύγει, εἶναι τέτοια καί τέτοια τά παιδιά, κι ἀρχίζομε καί τά κατηγοροῦμε, δέν κάνομε τίποτα· μένομε στόν δικό μας τόν κόσμο κλεισμένοι. Ἄν ὅμως ἔχωμε μία προσαρμογή, ἀντιληπτικότητος προσαρμογή, καταλαβαίνομε τούς ἄλλους, αὐτό σημαίνει ὅτι διατηροῦμε καί μία ἐπαφή μέ τήν ἐποχή μας, ὄχι ἐξελισσόμενοι ἐμεῖς μέ τήν ἔννοια «ἄν ἡ ἐποχή πηγαίνει στό χειρότερο, νά πηγαίνωμε στό χειρότερο», ἀλλά μέ τήν ἔννοια τῆς ἀντιληπτικότητας· νά καταλαβαίνωμε μερικά πράγματα.   

  Αὐτό τό πρᾶγμα δέν μπορεῖ ὁ μεγάλος νά τό πετύχη· δέν μπορεῖ -πῶς νά τό κάνωμε- εἶναι ἡ φύσι του, δέν μπορεῖ νά τό πετύχη εὔκολα. Θέλει ἡρακλεία προσπάθεια γιά νά τό πετύχη. Γι’ αὐτό τό λόγο θά πρέπη πάντοτε τά παιδιά νά κατανοοῦν τούς γονεῖς· νά τούς κατανοοῦν, ὅταν ἐκεῖνοι μένουν σέ μία κατάστασι ἡ ὁποία, ἐπαναλαμβάνω, κουράζει πολλάκις τά παιδιά.

  Ἀκόμη λέγει: «Νά θυμηθῆς ὅτι πολλούς κινδύνους ἔχει δεῖ σέ σένα, ὅταν σέ εἶχε εἰς τήν κοιλία της, στά σπλάχνα της». Ἐνθυμοῦμαι  τήν μητέρα μου πού ἔλεγε, καί πιστεύω νά μέ δικαιώνουν οἱ κυρίες, ὅτι μία ἐγκυμονοῦσα γυναῖκα ἔχει τό ἕνα της πόδι στό λάκκο, ὅτι δηλαδή κινδυνεύει νά πεθάνη· τό ἕνα της πόδι τό ἔχει στό λάκκο. Ἄστε τί ταλαιπωρίες μπορεῖ νά ὑποστῆ μία γυναῖκα ἐγκυμονοῦσα, ὅταν θά πρέπη -καί εἶναι ὄχι σπάνιο, μᾶλλον συχνόν, τό ἀκούω πολύ συχνά αὐτό- θά πρέπη νά μείνη ἐπί παραδείγματι, ἐννέα μῆνες ξαπλωμμένη στό κρεβάτι σχεδόν ἀκίνητη γιά νά φέρη εἰς πέρας ἕναν τοκετόν· ὅταν πρέπη νά κάνη καισαρική τομή, ὅταν…, χίλια ὅταν, ὅταν ἐπί παραδείγματι κατά τούς ἐννέα μῆνες ἀρρωστήση καί δέν πρέπει νά πάρη φάρμακα, διότι τά φάρμακα  αὐτά θά μποροῦσαν νά βλάψουν τό ἔμβρυο, καί νά ὑπομένη, παρακαλῶ, τήν κατάστασί της. Ὅλα αὐτά τήν κάνουν μία ἡρωΐδα! Περνάει κινδύνους καί αὐτῆς τῆς ζωῆς της.

   Δέν ξέρω ἄν ἔχετε διαβάσει ἕνα θαυμάσιο βιβλίο -τό συνιστῶ στίς μεγάλες κοπέλες καί στίς κυρίες- ἑνός Γερμανοῦ γιατροῦ: «Πίσω μας στέκει ὁ Θεός». Εἶναι ἕνα θαυμάσιο βιβλίο. Νομίζω θά τό βρῆτε στό βιβλιοπωλεῖο τῆς Ζωῆς, ἴσως καί τοῦ Σωτῆρος. Εἶναι ὄχι πολύ καινούρια ἔκδοσι, εἶναι μερικά χρόνια πού ἔχει ἐκδοθεῖ, ἴσως δέκα, δεκαπέντε χρόνια πού ἔχει ἐκδοθεῖ. «Πίσω μας στέκει ὁ Θεός». Εἶναι μία ἀφήγησις ἑνός χριστιανοῦ γιατροῦ, Γερμανοῦ, πού ἔχει κλινική καί ἀναφέρει διάφορα περιστατικά. Ἐκεῖ ἀναφέρει μία μητέρα πού εἶχε πάθει καρκίνο καί ἐγκυμονοῦσε· καί τῆς εἶχαν πεῖ ὅτι, ἄν ἔπρεπε νά πάρη φάρμακα, ἔπρεπε ὁπωσδήποτε νά κάνη ἔκτρωσι γιά νά ζήση τουλάχιστον ἀκόμη ἕνα, δυό, τρία πέντε χρόνια· ἄν ὅμως δέν ἔπαιρνε φάρμακα γιά νά καταπολεμήση τόν καρκίνο της, καί νά φέρη εἰς πέρας βεβαίως τόν τοκετόν, τότε ἡ ζωή της θά ἐσυντομεύετο καί θά ἀπέθνησκε. Εἶπε: «ἐγώ εἶμαι καταδικασμένη, τό παιδί μου πού ἔχω στά σπλάχνα μου, ποτέ δέν θά τό σκοτώσω. Ὅ,τι θέλει ὁ Θεός θά γίνη. Ἐγώ θά γεννήσω τό παιδί μου, φάρμακα γιά τόν ἑαυτό μου δέν θά πάρω». Αὐτό τί εἶναι; Ἕνας ἡρωϊσμός· ἕνας ἡρωϊσμός πού δέν γράφεται συνήθως στά βιβλία. Κι ὅμως αὐτόν τόν ἡρωϊσμό πολλές φορές τά παιδιά δέν τόν ἀναγνωρίζουν εἰς τούς γονεῖς.

   Αὐτό τώρα ἐδῶ ὑπενθυμίζει ὁ Τωβίτ εἰς τόν γιό του, ὅτι ἡ μητέρα σου ἀντιμετώπισε κινδύνους. Καί φαίνεται ὅτι δέν ἦταν «ψιλῷ ρήματι», δηλαδή λόγος κούφιος, γεμᾶτος ἀπό ἀέρα λόγος· διότι γιά νά ἔχη αὐτή ἡ οἰκογένεια μόνον ἕνα παιδί, πού οἱ Ἑβραῖοι ἔκαναν πολλά παιδιά -ὅπως καί οἱ ἀρχαῖες οἰκογένειες ἔκαναν πολλά παιδιά- γιά νά ἔχουν μόνο ἕνα παιδί, φαίνεται ὅτι ἡ γυναῖκα αὐτή, ἡ Ἄννα, θά ἐκινδύνεψε νά γεννήση κι αὐτό τό ἕνα παιδί. Καί τώρα τοῦ τά ὑπενθυμίζει αὐτά ὁ Τωβίτ τοῦ γιοῦ του.

  Ἐδῶ ἀκόμη λέει κάτι πού εἶναι λίγο συναισθηματικό. Τί νά τό κάνωμε, βλέπετε ὅτι τή ζωή μας δέν τήν κυβερνάει ἡ λογική μόνο, ἀλλά καί τό συναίσθημα. Καί μία ζωή πού τήν κυβερνάει μόνον ἡ λογική εἶναι στεγνή, εἶναι ψυχρή. Ὅταν ὅμως τήν κυβερνάη καί τό συναίσθημα -ὄχι τό συναίσθημα ἀλλά καί τό συναίσθημα, δηλαδή ὅλες οἱ δυνάμεις τῆς ψυχῆς- τότε ἡ ζωή εἶναι πραγματικά ὄμορφη. Τί λέγει: «Νά τή θάψης τή μητέρα σου, ὅταν πεθάνη, νά τή θάψης στόν ἴδιο τάφο μαζί μέ μένα». Οἱ σύζυγοι νά ἔχουν βαθειά ἀγάπη, δέν πρέπει ποτέ ἐκεῖνα τά μικροσυννεφάκια τῆς συζυγικῆς ζωῆς νά σκιάσουν τήν ἀληθινή τους ἀγάπη. Ποτέ δέν πρέπει! Γι’ αὐτό τί ζητᾶ;… τί ζητᾶ; Ὄχι βεβαίως ἐκεῖνο πού λένε: «οὔτε... οὔτε, λέει, πεθαμένο δέ θά ’ρθω νά σέ δῶ!» Ζητάει τή γυναῖκα του, ὅταν θά πεθάνη, νά τή θάψη ὁ γιός στόν ἴδιο τάφο μαζί μέ ἐκεῖνον. Εἶναι ὑπέροχο!

   Ἀλλά αὐτό θυμίζει ἀκόμα κι ἐκεῖνο -γιατί θά τό ἀναφέρη λίγο πιό κάτω, ὄχι γιά τό θέμα τοῦ τάφου, γενικά τό θέμα τῶν προγόνων- ἐκεῖνο πού ἔκανε ὁ Ἀβραάμ, πού ἔθαψε τήν γυναῖκα του, ἀγοράζοντας ἕνα σπήλαιον. Τό ἀγόρασε τετρακόσια δίδραχμα ἀσημένια, κι ἐκεῖ ἔθαψε εἰς τό σπήλαιον τό διπλοῦν, ὅπως λέγεται, τή γυναῖκα του τή Σάρρα. Καί ζήτησε ἀπό τόν γιό του τόν Ἰσαάκ, ὅταν πεθάνη, νά τόν θάψουν καί αὐτόν πλάι στή Σάρρα στό ἴδιο σπήλαιο. Εἶναι αὐτό πού λέμε οἰκογενειακός τάφος.

   Ἄς μείνω λίγο σ’ αὐτό, γιατί βλέπετε ἡ ἐποχή μας παρουσιάζει πολλά περίεργα, ἐφ’ ὅσον κατά ἕνα ραγδαῖο τρόπο ἐξελίσσεται, τόσο ὅσο αἰῶνες ὁλόκληροι δέ θά μποροῦσαν νά εἶναι ἀντίστιχοι στήν ἐξέλιξι μέ ἕνα χρόνο τοῦ παρόντος αἰῶνος· μέ ἕνα  χρόνο! τόσο πολύ, γιά νά μή πῶ μέ μία ἡμέρα!

   Εἶναι γνωστό ὅτι στά νεκροταφεῖα -βλέπετε βρίσκω τήν εὐκαιρία νά σᾶς πῶ κι ἄλλα πράγματα πλάϊ ἔ;… τά ὁποῖα κατά ἄλλον τρόπον πῶς θά μπορούσατε νά ξέρετε;- στά νεκροταφεῖα σήμερα θάπτομε τούς νεκρούς μας ἀτομικά. Ὅταν περάσουν τά τρία χρόνια, κάποτε λίγο περισσότερα, ξεθάβομε τούς νεκρούς μας, παίρνομε τά κόκαλα, τά ὀστᾶ, τά βάζομε σέ ἕνα μικρό κασάκι, καί τό κασάκι αὐτό τό τοποθετοῦμε μέσα στό κοιμητήρι, ἐκεῖ πού εἶναι ἕνα οἴκημα μέσα στό νεκροταφεῖο, ἕνα δωμάτιο ἤ μία αἴθουσα ἀναλόγως τήν ἔκτασι τοῦ νεκροταφείου, κι ἐκεῖ εἶναι τά κασάκια μέ τά ὀστᾶ τῶν κεκοιμημένων μας.

   Αὐτό παιδιά θεωρεῖται ὅτι εἶναι ἀπαραίτητο νά γίνη, τόσο ἀπαραίτητο, ἐπειδή ὅταν γίνεται ἡ ἐκταφή, γίνεται ἡ πλύσις τῶν ὀστῶν, καί ἐν συνέχειᾳ διαβάζομε κι ἕνα τρισάγιον. Δέν ἔγινε ἡ ἐκταφή γιά τό τρισάγιον, ἀλλά τό τρισάγιο γίνεται διά τήν ἐκταφήν. Ἐάν δηλαδή δέν ὑπῆρχε ἀνάγκη νά γίνη ἐκταφή, δέν θά ἐγίνετο καί τό τρισάγιο· ἀλλά τό τρισάγιο τό κάνομε μέ τήν εὐκαιρία τῆς ἐκταφῆς. Πολλοί λοιπόν νομίζουν ὅτι γιά νά γίνη τό τρισάγιο στά τρία χρόνια, θά πρέπη ὁπωσδήποτε νά γίνη ἡ ἐκταφή.

  Ἀλλά ἡ ἐκταφή στή σύγχρονη ζωή μας γίνεται γιά λόγους καθαρά τεχνικούς· ἐπειδή ἕνα νεκροταφεῖο, πού εἶναι πλάι σέ μία μεγάλη πόλι δέν ἔχει τήν δυνατότητα νά χωρέση πολλούς νεκρούς, γρήγορα θά γέμιζε. Εἶναι γνωστό δέ σήμερα πῶς μετρᾶμε τή γῆ καί πόσο κοστίζει ἡ γῆ. Γι’ αὐτό λοιπόν, γιά νά ἔχωμε οἰκονομία χώρου, βγάζομε τούς παλαιούς νεκρούς, μαζεύεται πλέον ὁ παλαιός νεκρός μέσα σέ ἕνα κασάκι -πρᾶγμα τό ὁποῖον δέν πιάνει τόπο πλέον, γιατί τό ἕνα κασάκι μπαίνει πάνω στό ἄλλο, ἤ εἰς τό κοινό χωνευτήρι πού βάζομε τά κόκαλα ὅλα μαζί, ἐάν δέν ἔχουν ἐπιμεληθεῖ οἱ οἰκεῖοι τοῦ κεκοιμημένου τά ὀστᾶ του νά μποῦν σέ κασάκι- καί βάζομε καινούριο νεκρό στόν ἴδιο τάφο.

   Συνεπῶς νά τό ξέρετε, ἡ ἐκταφή δέν εἶναι ἀναγκαία, οὔτε θρησκευτικό καθῆκον, ἁπλούστατα ἐπειδή δέν χωράει ὁ τόπος καί μᾶς εἰδοποιοῦν νά βγάλωμε τόν πεθαμένο μας ἀπό τόν τάφο, τά κόκαλά του, γι’ αὐτό τό κάνομε αὐτό. Ὅμως ἄν εἴχαμε τή δυνατότητα, καί αὐτό συμβαίνει στά χωριά -πού τό νεκροταφεῖο ἔ… δέν καί ἔχει πολλούς νεκρούς ἐκεῖ, καί νά ποῦμε ὅτι ὑπάρχει κορεσμός· καί ὑπάρχει καί πολύς χῶρος- στά χωριά, ἤ ἔχομε ἀγορασμένο τόν τάφο, ὁ νεκρός δέν πρέπει νά βγῆ ἀπό κεῖ. Πρέπει νά μείνη ἐκεῖ.

   Θά ἦταν δέ  θαυμάσιο, ὅπως τό εἶχαν οἱ Ἑβραῖοι, νά ὑπῆρχε οἰκογενειακός τάφος. Αὐτό πλέον εἶναι ἕνα ἄλλο θέμα τό ὁποῖον σήμερα εἶναι πολύ δαπανηρόν. Γιά νά ἀγορασθῆ ἕνας τάφος εἶναι πολύ δαπανηρόν. Ἰδίως σέ μία μεγάλη πόλι, τό νεκροταφεῖο ἐκεῖ, δέν ξέρω, εἶναι σάν νά ἀγοράζης ἕνα σπίτι, ἕνα δωμάτιο, ἕνα διαμέρισμα, εἶναι πάρα πολύ ἀκριβό. Καί ἔτσι ἐγκαταλείπεται ἡ ἰδέα ὁπωσδήποτε τοῦ οἰκογενειακοῦ τάφου.

   Οἱ Ἑβραῖοι ὅμως εἶχαν οἰκογενειακόν τάφον. Ἐνθυμεῖστε τόν Νικόδημο πού παρεχώρησε τόν τάφο τόν δικό του διά τήν ταφή τοῦ Ἰησοῦ; Ἦταν μικρά σπήλαια, εἴτε φυσικά, εἴτε τεχνητά μέσα σέ βράχους λαξευμένα, καί ἐκεῖ ἐθάπτετο ὁλόκληρη ἡ οἰκογένεια. Αὐτό κάτ’ ἀπομίμησιν, αὐτό πού ἔκανε ὁ Ἀβραάμ μέ τή γυναῖκα του, νά ὑπάρχη ὁ οἰκογενειακός τάφος.

    Ἔχει μία ξεχωριστή χάρι αὐτό, δημιουργεῖ αὐτό πού λέμε τήν οἰκογενειακή παράδοσι. Ὁ ἄνθρωπος δένεται μέ τούς προγόνους του, κι ὅταν δένεται μέ τούς προγόνους του, αὐτό εἶναι καλό σημάδι καί γιά τόν πολιτισμό καί γιά τήν οἰκογένεια καί γιά ὁ,τιδήποτε στήν κοινωνική μας ζωή. Νά τό ξέρετε, μία κοινωνία πού κόβει τίς παραδόσεις της, κόβει τίς ρίζες της· καί κόβοντας τίς ρίζες της ἡ κοινωνία αὐτή εἶναι καταδικασμένη νά πεθάνη.

   Μέ τόν τρόπον αὐτόν τοῦ οἰκογενειακοῦ τάφου διατηρεῖται, παρακαλῶ, αὐτή ἡ παράδοσις, ἡ προγονική παράδοσις. Τήν ἔχουν σέ πολύ μεγάλο βαθμό, μάλιστα καί λατρευτική διάστασι, σάν εἰδωλολάτρες βεβαίως πού εἶναι, οἱ Γιαπωνέζοι. Γι’ αὐτό οἱ Γιαπωνέζοι εἶναι ἕνας λαός μέ παράδοσι, ἕνας λαός φοβερά δυναμικός, ἕνας λαός πού εἶναι ἕτοιμος νά ἐπιβληθῆ σέ ὁλόκληρη τή γῆ. Γι’ αὐτό τό λόγο!

   Εἶναι δέ γνωστό οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες πῶς ἐφρόντιζαν γιά τούς νεκρούς καί πῶς τούς τιμοῦσαν. Ὁ Κεραμικός στήν Ἀθήνα, τό νεκροταφεῖο τῶν Ἀθηνῶν ὁ Κεραμικός, ἦταν… ἦταν πραγματικά ἕνας τόπος θαυμάσιος!

  Ἀλλά στήν ἐποχή μας, ὅπως στό ἐξωτερικό ἐπί παραδείγματι, γίνεται καί τό ἑξῆς: -γιά νά θάψης ἕναν ἄνθρωπο σέ ἕναν τάφο εἶναι μόνον γιά τούς πλουσίους. Εἶναι φοβερό στίς μεγαλουπόλεις τῆς Εὐρώπης καί Ἀμερικῆς πῶς γίνεται ἡ ταφή!- Σκάβουν μέ ἕνα εἰδικό μηχάνημα, ὅπως εἶναι ὁ ἐκσκαφέας, μίαν τάφρον βάθους δέκα, εἴκοσι, τριάντα μέτρα· βάθος! Τάφος…, ἕνα χαντάκι μήκους δέκα, εἴκοσι, τριάντα μέτρα καί βάθους πολύ! Καί ἡ μία τάφρος αὐτή εἶναι παρακαλῶ γιά μία μέρα ἤ γιά μία ἑβδομάδα! Ὅσα φέρετρα φέρουν, μέ ἕνα βίντς κατεβάζουν τά φέρετρα στήν τάφρον τό ἕνα πάνω στό ἄλλο, καί ἐκεῖ τά θάπτουν. Κλείνουν τήν τάφρον αὐτήν καί τελείωσε.

  Ποῦ νά βρῆς πιά τόν κεκοιμημένο σου; Ποῦ νά τόν βρῆς πιά; Ποῦ νά πᾶς νά τοῦ ἀνάψης κανδήλι; Προσέξτε, ὅταν ἀνάβωμε κανδήλι στόν νεκρόν, δέ τοῦ ἀνάβομε φῶς γιά νά βλέπη, ὅπως νομίζουν μερικοί. Εἶναι πρός τιμήν τῆς εἰκόνος τοῦ Θεοῦ· πρός τιμήν τῆς εἰκόνος τοῦ Θεοῦ! Οὔτε ἀκόμη πηγαίνομε νά βάζωμε παξιμάδια ἐπάνω ἤ ἄλλα πράγματα ἤ φροῦτα γιά νά τά φάη. Ὅπως τά ἔκαναν αὐτά οἱ εἰδωλολάτρες ἤ βάζομε στά χέρια τοῦ κεκοιμημένου, ὅταν τόν θάπτωμε, νομίσματα. Εἶναι εἰδωλολατρικό ἔθιμο, πού ἔβαζαν οἱ ἀρχαῖοι νόμισμα γιά νά πληρώση εἰς τόν Κέρβερον πού θά περνοῦσε εἰς τόν Ἅδη ἐκεῖ ὁ πεθαμένος. Αὐτά τά πράγματα δυστυχῶς εἶναι κληροδοτημένα εἰς τόν λαό μας καί ἀκόμη δέν ἐννοοῦμε νά τά ἀφήσωμε.

   Ἀλλά τελευταῖα, ἐνῶ στήν Εὐρώπη καί στήν Ἀμερική εἶναι διαδεδομένο, ἐδῶ στήν Ἑλλάδα ἄρχισε νά ἀναφαίνεται καί αὐτό: ἡ καῦσις τῶν νεκρῶν! -Τελευταῖα μάλιστα πού ἔγινε τῆς Μαρίας Κάλλας, τῆς Καλογεροπούλου ἔγινε καῦσις, τήν ἔκαψαν-. Μία παλιά ἐγκύκλιος τῆς Ἐκκλησίας μας ἀπαγορεύει τήν καῦσι τῶν νεκρῶν, ὄχι διότι ἕνας πού θά καῆ, δέν δύναται νά ἀναστηθῆ.

   Εἶναι γνωστό, ἐμεῖς πιστεύομε εἰς τό δόγμα τῆς ἀναστάσεως τῶν νεκρῶν, εἶναι ὁ πυρήν τῆς πίστεώς μας ἀπό πλευρᾶς πράξεως. Ὅπως ὁ πυρήν τῆς πίστεως εἶναι ἡ ἀνάστασις τοῦ Χριστοῦ. Καί ξέρομε πολύ καλά, τό λέει αὐτή ἡ Ἁγία Γραφή, τό λέει τό βιβλίο τῆς ἀποκαλύψεως, ὅτι θά ἀποδώση ἡ θάλασσα τούς νεκρούς της λέγει· καί ἡ γῆ τούς νεκρούς της· καί ὁ Ἅδης τούς νεκρούς του. Τί σημαίνει αὐτό: θάλασσα, γῆ, Ἅδης; Σημαίνει: οἱ διαφορετικοί τρόποι πού ὁ καθένας πέθανε. Ἕνα ναυάγιο, πού ἔφαγαν τούς ἀνθρώπους τά ψάρια· τά ψάρια· τούς χώνεψαν τά ψάρια, δέν ἔμεινε πιά τίποτε· ἤ ἡ φωτιά… τούς ἔφαγε· ἤ ἔπεσε μία ὀβίδα… καί τούς διαμέλισε καί δέν ἔμεινε τίποτε. Ὁ τρόπος αὐτός τοῦ θανάτου, ὁ ποικίλος τρόπος, δέν ἀντιβαίνει στό δόγμα τῆς ἀναστάσεως τῶν νεκρῶν.

    Ἡ ἀνάστασις τῶν νεκρῶν θά γίνη μέ τό παλαιόν σῶμα ἀνακαινισμένο· μέ τό παλαιόν σῶμα! μέ τό παλαιόν σῶμα, ἀλλά ἀνακαινισμένο! Εἶναι αὐτό πού λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος: «αὐτό, ἀλλ’ οὐκ αὐτό». Αὐτό θά εἶναι, ἀλλά δέν θά εἶναι αὐτό. Θά εἶναι ἄφθαρτον καί ἀθάνατον. Ἐκεῖνο πού λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «δεῖ γάρ τό φθαρτόν τοῦτο ἐνδύσασθαι ἀφθαρσίαν καί τό θνητόν τοῦτο ἐνδύσασθαι ἀθανασίαν.» (Α΄ Κορ. ιέ, 53).

    Ὕστερα ὁ Χριστός δέν ἄφησε κάποιο σῶμα στόν τάφο γιά νά πάρη κάποιο ἄλλο οὐράνιον. Ἀλλά τό σῶμα πού ἐναπετέθη εἰς τόν τάφον, αὐτό ἀνεστήθη, αὐτό ἐψηλαφήσθη μέ τίς πληγές, ὄχι σάν πληγές, ἀλλά σάν σημάδια πιστοποιήσεως ὅτι ἦταν τό αὐτό σῶμα.

    Λέγεται πνευματικόν σῶμα, ὄχι διότι εἶναι ἄυλον, ἀλλά διότι πλέον κυβερνᾶται ὄχι ἀπό τίς τροφές. Εἶναι γνωστό ὅτι ἡ ζωή μου αὐτή τή στιγμή κρατιέται ἀπό τόν τρόπον μέ τόν ὁποῖον κινοῦμαι στό περιβάλλον μου. Δηλαδή ἄν ἀναπνέω, ἄν ἔχω ὀξυγόνο… Ἄν ἔχω ὀξυγόνο, ζῶ· ἄν ἔχω τροφή, ἔχω ψωμί, ζῶ· ἄν ἔχω νερό, ζῶ· ἐάν δέν κάνη οὔτε ὑπερβολικό κρύο, οὔτε ὑπερβολική ζέστη, ζῶ· ἐάν ἔχω κατάλληλες συνθῆκες φυσικές, ζῶ· ἐάν δέν μέ προσβάλλουν μικρόβια, ζῶ· Συνεπῶς ἡ ζωή μου τώρα, ἡ ζωή τοῦ κάθε ἀνθρώπου εἶναι φυσική ζωή, τότε θά εἶναι καί θά διέπεται ἀπό τό πνεῦμα τό Ἅγιον. Ἐπειδή ἡ φυσική ζωή ἔχει τή φθορά, γι’ αὐτό λέγεται φθαρτόν τό σῶμα αὐτό, καί λέγεται φυσικόν σῶμα, τότε θά λέγεται πνευματικόν. Ὄχι μέ τήν ἔννοια ὅτι θά εἶναι -ξαναλέγω γιά δεύτερη καί τρίτη φορά- ὅτι θά εἶναι ἄυλον. Δέν θά εἶναι ἄυλον.

   Ὁ Κύριος ἐζήτησε νά τόν ψηλαφήσουν. Ἐζήτησε καί νά φάγη, ὄχι ὅτι θά ἔτρωγε, ὄχι μέ τήν ἔννοιαν δηλαδή ὅτι εἶχε ἀνάγκη τροφῆς, ἀλλά γιά νά ἀποδείξη ὅτι ἦταν πραγματικά τό σῶμα του. Ἕνα σῶμα τό ὁποῖον διέπεται πλέον ἀπό τό πνεῦμα τό Ἅγιον, εἶναι πνευματοφόρον, γι’ αὐτό λέγεται πνευματικόν σῶμα.

   Νά! ὅλα αὐτά πού σᾶς λέω, γιά νά καταλάβετε ἀκόμη περισσότερο γιατί ὑπάρχει ἡ τιμή πρός τούς νεκρούς! Ἔτσι κι ἄν κάψωμε ἕναν ἄνθρωπο, ὁπωσδήποτε θά ἀναστηθῆ αὐτός. Ἐν τούτοις ὅμως εἶναι ἀρχαία παράδοσις -ἡ παράδοσις τῆς Ἐκκλησίας μας ὅπως τήν ἔχομε πάρει καί ἀπό τούς Ἑβραίους, ὅπως συνέβη καί εἰς τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, εἰς τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ- δέν γνωρίζομε τήν καῦσιν τοῦ νεκροῦ, ἀλλά τήν ταφήν. Καί πρέπει νά γίνεται ταφή, ὄχι καῦσις. Ἐπειδή τελευταῖα σᾶς εἶπα ἀνεκινήθη τό θέμα, γι’ αὐτό νά εἶστε καί σεῖς ἐνήμεροι πάνω σέ ὅλα αὐτά.

   Ὅλα αὐτά μέ τό θέμα τῆς ἀγάπης πρός τή μητέρα· τῆς προσοχῆς νά μή τή λυπήσωμε κι ὅταν πεθάνη νά τή βάλωμε δίπλα στόν σύζυγό της κρατῶντας αὐτές τίς οἰκογενειακές παραδόσεις, αὐτή τήν οἰκογενειακή παράδοσι, τίς ρίζες μας, πού θά μᾶς κρατήση πραγματικά στή παροῦσα ζωή. Ὅπως οἱ ρίζες δέν φαίνονται ἑνός φυτοῦ, ἀλλά ὅμως αὐτά πού δέν φαίνονται κρατοῦν τό φυτό, ἔτσι καί τούς νέους ἀνθρώπους οἱ παραδόσεις τούς κρατοῦν. Ἄν τίς κόψωμε, τότε πλέον δέν μποροῦν οἱ ἄνθρωποι αὐτοί νά ὑπάρξουν.

   Προχωρεῖ σέ ἄλλη θέσι. «Πάσας τάς ἡμέρας, παιδίον, Κυρίου τοῦ Θεοῦ ἡμῶν μνημόνευε καί μή θελήσῃς ἁμαρτάνειν καί παραβῆναι τάς ἐντολάς αὐτοῦ, δικαιοσύνην ποίει πάσας τάς ἡ μέρας τῆς ζωῆς σου καί μή πορευθῇς ταῖς ὀδοῖς τῆς ἀδικίας»  (Τωβ. 4,5)

   Ὁπωσδήποτε ὁ Τωβίτ ἀρχίζει ἀπό τό Θεό. Ἀλλά θά λέγαμε ὅτι ἡ κυρία διαθήκη του ἀρχίζει ἀπό αὐτό τό σημεῖο. Αὐτά πού προηγουμένως εἶπε ἀναφέρονται σέ κάτι πού εἶναι, θά λέγαμε, πιό προσωπικά· πού ἀναφέρονται στόν Τωβίτ καί στήν Ἄννα. Ἐκεῖνα πού θά ἀναφέρωνται εἰς τό παιδί του ἀπό τώρα ἀρχίζουν. Γι’ αὐτό μή σᾶς φαίνεται παράξενο, γιατί ἀρχίζει πρῶτα ἀπό τούς γονεῖς καί μετά πηγαίνει στό θέμα τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά οὐσιαστικά ἡ διαθήκη τώρα ἀρχίζει. Τί λέγει; «Παιδί μου, ὅλες τίς ἡμέρες τῆς ζωῆς σου νά μνημονεύης Κυρίου τοῦ Θεοῦ ἡμῶν. Νά θυμᾶσαι τόν Θεόν μας καί νά μή θελήσης νά ἁμαρτάνης καί νά παραβαίνης τίς ἐντολές Του».

   Εἶναι ἡ πρώτη ἐντολή· εἶναι ἡ πρώτη ἐντολή. Αὐτό τό «μνημόνευε», νά θυμᾶσαι τό Θεό μας· τό Θεό μας! εἶναι ὁ Θεός τοῦ Ἀβραάμ, τοῦ Ἰσαάκ, τοῦ Ἰακώβ! Παιδιά, αὐτή ἡ μικρή φράσι, πού εἶναι γραμμένη στή Παλαιά Διαθήκη καί πού τήν ἀναφέρει ὁ ἴδιος ὁ Θεός εἰς τόν Μωυσέα, «Ἐγώ εἶμαι ὁ Θεός τοῦ πατέρα σου τοῦ Ἀβραάμ, τοῦ Ἰσαάκ καί τοῦ Ἰακώβ», ξέρετε τί βαθύ νόημα ἔχει; Ἔχει ἀπύθμενα βαθύ νόημα. Θεολογικότατο!

  Πρῶτα πρῶτα ὅτι ὁ Θεός δέν εἶναι Θεός μιᾶς ἐποχῆς. Ἦρθε ἡ ἐποχή τοῦ Ἀβραάμ καί πέρασε· ἦρθε ἡ ἐποχή τοῦ Ἰσαάκ καί πέρασε καί αὐτή, ἀλλά ὁ Θεός εἶναι ὁ ἴδιος· ἦρθε ἡ ἐποχή τοῦ Ἰακώβ καί πέρασε, ἀλλά ὁ Θεός εἶναι ὁ ἴδιος. Συνεπῶς ἐκφράζει ὅτι ὁ Θεός εἶναι αἰώνιος καί ἀθάνατος. 

    Ἀκόμη τό ἐπιχείρημα πού εἶπε ὁ Κύριος -ὁ Ἰησοῦς Χριστός πού τό ἀνέφερε εἰς τούς Σαδδουκαίους- ἐφ’ ὅσον εἶναι ὁ Θεός τοῦ Ἀβραάμ, τοῦ Ἰσαάκ τοῦ Ἰακώβ δέν εἶναι Θεός νεκρῶν ἀλλά ζώντων, σημαίνει: δέν μποροῦσε νά εἶναι Θεός τοῦ Ἀβραάμ, ἄν ὁ Ἀβραάμ εἶχε γίνει μηδέν, εἶχε ἐκμηδενιστεῖ. Συνεπῶς ζοῦν αἱ ψυχαί.  

   Ἀκόμη γιατί δέν λέγει ὁ Θεός τοῦ Ἀβραάμ μόνο, καί λέει τοῦ Ἀβραάμ, τοῦ Ἰσαάκ, τοῦ Ἰακώβ; Διότι ὁ Θεός εἶναι Τριαδικός καί ὑπαινήσεται τήν Τριαδικότητα τοῦ Ἁγίου Θεοῦ, καί λοιπά, καί λοιπά… δέν εἶναι τῆς ὥρας νά ἀναλύση κανείς αὐτό.

   Εἶναι ὁ Θεός, ὁ παλαιός τῶν ἡμερῶν. Ὁ παλαιός! ὅπως λέγει στό ψαλτήρι, δέν εἶμαι Θεός πρόσφατος, εἶμαι Θεός παλαιός. Δηλαδή δέν εἶμαι ἕνας καινούριος Θεός, τόν ὁποῖον πρέπει νά σέ ἐκπλήξω προσκυνῶντας με. Εἶμαι ὁ αἰώνιος Θεός, ὁ παλαιός τῶν ἡμερῶν.

   Εἶναι γνωστό ὅτι οἱ ἄνθρωποι ἀγαποῦν νά προσκυνοῦν προσφάτους θεούς. Εἶναι ἡ εἰδωλολατρία γενικά, περνᾶμε ἀπό τόν ἕνα θεό στόν ἄλλον, τήν εἰδωλολατρία. Ἤ ὅπως εἶναι ἡ μασονία. Ἄφησες τόν ἀληθινόν Θεόν καί πιστεύεις εἰς τόν μέγα ἀρχιτέκτονα τοῦ σύμπαντος, τόν Μάτς; Ποιός εἶναι αὐτός; Ποιός εἶναι αὐτός, ἄνθρωπε; Καί ἄφησες τόν ζῶντα Θεόν, τόν ἀληθινόν Θεόν; Καί πιστεύεις προσφάτους Θεούς;

    Βλέπετε λοιπόν, πόσα ἔχει αὐτό τό «ὁ Θεός τῶν πατέρων μας», «ὁ Θεός μας», «ὁ Θεός τοῦ Ἀβραάμ, τοῦ Ἰσαάκ, τοῦ Ἰακώβ»;

    Ξέρετε τί ἔλεγε, παρακαλῶ, ὁ Πασκάλ; Ἔλεγε τό ἐξῆς: «δέν πιστεύω στόν Θεό τῶν φιλοσόφων». Ποιός εἶναι ὁ Θεός τῶν φιλοσόφων; Αὐτό πού λέγουν, μία ἀνωτέρα δύναμις. Τί θά πῆ μία ἀνωτέρα δύναμις; Ἀκαθόριστο πρᾶγμα. Προσωπική; Ἤ ἀπρόσωπος; Ἐγκόσμιος; Ἤ ὑπερκοσμία; Τί εἶναι αὐτή ἡ ἀνωτέρα δύναμις; Ἀκαθόριστος. «Δέν πιστεύω», λέγει, «εἰς τόν Θεόν τῶν φιλοσόφων» -αὐτός ὁ ἴδιος ἐπιστήμων καί φιλόσοφος- «Πιστεύω εἰς τόν Θεόν τοῦ Ἀβραάμ, εἰς τόν Θεόν τοῦ Ἰσαάκ, εἰς τόν Θεόν τοῦ Ἰακώβ».

    Δέν θά ἦταν δέ καθόλου λάθος ἄν ἐμεῖς οἱ Χριστιανοί θά λέγαμε τό ἴδιο, ὅτι «πιστεύομε εἰς τόν Θεόν τοῦ Ἀβραάμ, εἰς τόν Θεόν τοῦ Ἰσαάκ, εἰς τόν Θεόν τοῦ Ἰακώβ», διότι πιστεύομε εἰς τόν ζῶντα Ἅγιον Τριαδικόν Θεόν.

   Ἐδῶ λοιπόν τοῦ λέγει τώρα ὁ Τωβίτ τοῦ Τωβία: «Μνημόνευε!», νά τόν ἐνθυμῆσαι. Πόσο; Πάντοτε, κάθε στιγμή. Λέγει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ὅτι συχνότερα πρέπει νά μνημονεύωμε τόν Θεό ἀπό ὅ,τι ἀναπνέομε. Αὐτό θά πρέπη νά ὑπάρχη συνεχῶς. Αὐτή δέ ἡ μνήμη τοῦ Θεοῦ ξέρετε τί ἔχει; Καί τί δέν ἔχει!... καί τί δέν ἔχει! Πλουσιοτάτη καρποφορία!

   Θά σᾶς πῶ μόνο μία, ἤ δυό. Ἡ μία εἶναι: «ὅταν θυμᾶσαι τόν Θεό, ποτέ δέν ἁμαρτάνεις». Λέει ἐδῶ μάλιστα: «καί μή θελήσης ἁμαρτάνειν καί παραβῆναι τάς ἐντολάς αὐτοῦ». Πότε δέν θά θελήσης νά ἁμαρτήσης ἀπέναντι στό Θεό; Ὅταν Τόν θυμᾶσαι πάντοτε· ὅταν δέν ξεχάσης τόν Θεό. 

   Καί ἀκόμη κάτι ἄλλο: «ἐμνήσθην τοῦ Θεοῦ», λέγει ἕνας στίχος ψαλμικός, «καί ἐφράνθην». -Ἐφράνθην, ὄχι ἠφράνθην, ἑλληνιστική γλῶσσα ἐφράνθην- «Θυμήθηκα τόν Θεό καί χάρηκα». Ἄν φτάση ἡ ψυχή μέ τή μνήμη τοῦ Θεοῦ νά ἔχη πανηγύρι, τότε ἄρχισε νά συναντᾶται μέ τόν Θεόν. Αὐτό νά τό θυμώσαστε πάντοτε. Εἶναι πολύτιμος στίχος αὐτός στό ψαλτήρι: «Θυμήθηκα τό Θεό καί χάρηκα».

   Θέλετε νά τό πάρω παράλληλα μέ ἕνα παράδειγμα γιά νά τό καταλάβετε; Ἄν ἔχετε ἕνα πολύ πολύ ἀγαπητό πρόσωπο, πολύ ἀγαπητό πρόσωπο, πού ἔχετε περάσει ἀγαθές ἡμέρες μαζί του, καί πού τό ἀγαπᾶτε καθ’ ὑπερβολήν, ὅταν τό θυμόσαστε, χαιρόσαστε; Ἔ…, τό ἴδιο συμβαίνει καί μέ τόν Θεόν, ἀλλά σέ μείζονα βαθμό. Διότι ὅταν θυμᾶμαι τόν Θεόν, τήν ἀγάπη Του, τήν καλοσύνη Του, ἐκεῖνο πού θά ἔλεγε κανείς «ὁ Κύριός μου καί ὁ Θεός μου», «ὁ Ἰησοῦς μου», ὁ Ἰησοῦς Χριστός πού εἶναι τό γλυκύ ὄνομα, ὅποτε ἐνθυμεῖται ὁ ἄνθρωπος τό γλυκύ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ, χαίρεται. Ἔχει μία ἀπέραντη χαρά καί μία ἀπέραντη ἀγάπη. Πρῶτα ἔχει τήν ἀγάπη, μετά ἔχει τή χαρά. Ἡ ἀγάπη γεννάει τήν χαρά· δέν γεννάει ἡ χαρά τήν ἀγάπη. Ἔτσι ἀγαπᾶς τόν Ἰησοῦ Χριστόν, τόν ἀγαπᾶς πολύ, εἶναι τό μοναδικό πρόσωπο πού ἔχεις εἰς τήν παροῦσα ζωή. Προσέξτε! τό μοναδικό πρόσωπο!

   Λέγει ὁ Δαυίδ: «μέ ἐγκατέλειψε ὁ πατέρας μου καί ἡ μητέρα μου καί τά ἀδέλφια μου, καί  Κύριος προσελάβετό μοι», καί ὁ Κύριος μέ πῆρε. Ὁ Κύριος μέ ἀγκάλιασε, ὅταν οἱ ἄλλοι μοῦ ἔκλεισαν τήν πόρτα. Καί ξέρετε γιατί ἔκλεισαν τήν πόρτα οἱ γονεῖς του καί τά ἀδέλφια του; Διότι τότε πού τόν κυνηγοῦσε ὁ Σαούλ, ἐφοβήθηκαν. Ποιοί; Ἐφοβήθηκε τό σπίτι του τό ἴδιο νά δεχθῆ τόν Δαυίδ, διότι  θά μποροῦσαν νά βροῦνε τόν μπελά τους ἀπό τόν Βασιλέα. Κι ὅταν τό σπίτι μου μέ ἔκλεισε τήν πόρτα, λέει ὁ Δαυΐδ, ὁ Κύριος μοῦ τήν ἄνοιξε τήν δική Του τήν πόρτα καί τήν δική Του τήν ἀγκαλιά.

   Ὁ Δαυίδ εἶχε ἐμπειρίες· εἶχε ἐμπειρίες! Ἦτο προφήτης. Ζοῦσε καί βιώματα, πνευματικά βιώματα! Καί ἔτσι τί ἔλεγε; Εἶπε αὐτόν τόν στίχον τόν θαυμάσιον ὅτι «θυμᾶμαι τόν Θεόν καί χαίρομαι». Τόν θυμᾶμαι γιατί Τόν ἀγαπῶ, ἐπειδή Τόν ἀγαπῶ γι’ αὐτό Τόν θυμᾶμαι. Καί ἐπειδή ἔχω τήν μνήμη τῆς ἀγάπης Του, γι’ αὐτό ἔχω καί τήν χαρά Του.

    Ἀλλά θά σταματήσωμε ἐδῶ παιδιά, καί θά συνεχίσωμε τή θαυμάσια αὐτή διαθήκη τοῦ Τωβίτ πρός τόν Τωβία, πρῶτα ὁ Θεός, τήν ἐρχομένη Κυριακή.


5η ομιλία στο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης « Τωβίτ ».

►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
"Τωβίτ. (Ὁμιλίες βασισμένες στό βιβλίο τῆς Π. Διαθήκης Τωβίτ)." εδώ ⬇️
http://arnion.gr/index.php/p-thanasios-mytilina-os/milies-p-thanasiou/palaia-diauhkh/vivlion-tovit
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40oED0GDYsRHnrDdY5_m61pt

Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Καραμίντζα.

Ψηφιοποίηση και επιμέλεια κειμένου δια χειρός του αξιοτίμου κ. Γεωργίου Μαλούση.

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️
https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__
https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.

Οἱ δύο προσευχές τῆς Σάρρας. Περί αὐτοκτονίας κ.λ.π.

†.Εἴχαμε μείνει σ’ ἐκείνο  τό ἐπεισόδιο, πού εἶχε συμβεῖ μεταξύ τοῦ Τωβίτ καί τῆς γυναικός του τῆς Ἄννας, ἡ ὁποία βγῆκε νά δουλέψη, ἐφ’ ὅσον φυσικά ὁ σύζυγός της εἶχε τυφλωθεῖ. Kαί ἐκεῖ ἐσημειώθηκε ὅλη αὐτή ἡ δυσπιστία εἰς βάρος της, ὅταν εἶχε φέρη ἐκεῖνο τό κατσικάκι, τό ὁποῖον ἐθεώρησε ὁ Τωβίτ ὅτι ἦτο κλεψιμαίϊκο καί τῆς εἶπε ὁπωσδήποτε νά τό ἐπιστρέψη, ἐνῶ ἐκείνη ἐπέμενε ὅτι δέν ἦτο κλεψιμαίϊκο, ἀλλά ἦταν καρπός τῆς ἐργασίας της. Γι’ αὐτόν ἀκριβῶς τό λόγο καί σημειώθηκε ἐκείνη ἡ πάρα πολύ πικρή στιχομυθία, πού τοῦ εἶπε σάν ἄλλη γυναῖκα τοῦ Ἰώβ: «νά τό κατάντημά σου, πού κατέληξες ἀπό τίς τρελές σου ἐλεημοσύνες καί ἀπό τήν ἀρετή σου! Θέλησες νά εἶσαι ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, νά κοιτάζης τούς πτωχούς καί τούς συμπατριῶτες μας, νά πηγαίνης νά τούς θάβης; Νά τό κατάντημά σου! νά ποιά εἶναι ἡ θέσι σου!»

    Ἤτανε πραγματικά πολύ πικρά λόγια, προπαντός ὅμως ἦταν ἕνας πειρασμός, ἕνας φοβερός πειρασμός! Εἶναι ἐκεῖνο πού λέει ἕνας ψαλμικός στῖχος: καί μοῦ ἔλεγαν οἱ ἄνθρωποι ὅλη μέρα «ποῦ ἐστίν ὁ Θεός σου;», δηλαδή ποῦ εἶναι ὁ Θεός σου νά σέ βοηθήση, δέν βλέπει τό κατάντημά σου, δέν βλέπει τά χάλια σου; Ἐάν ὁ Θεός σέ ἔβλεπε θά σέ ἄφηνε ἐσένα πού λές ὅτι σέ ἀγαπᾶ, ἐσύ πού λές ὅτι τόν λατρεύεις, θά σέ ἄφηνε στήν κατάστασι αὐτή νά φθείρεσαι;

  Ὅπως ἀντιλαμβάνεστε, παιδιά, ἐπρόκειτο περί δεινοῦ πειρασμοῦ. Ἕνας πειρασμός πού ἔρχεται νά συγκλονίση τόν ἄνθρωπο ἀπό αὐτά τά θεμέλια της ὑπάρξεώς του, δηλαδή στήν πίστι του. Διότι μήν ξεχνᾶμε ὅτι τό θέμα τῆς πίστεως εἶναι ὁ θεμέλιος τῆς ζωῆς μας.

  «Καί λυπηθείς» λέγει στό τρίτον κεφάλαιον καί στό ὁποῖο καί προχωροῦμε, «ἔκλαυσα καί προσευξάμην μετ’ ὀδύνης λέγων». Λυπήθηκε, βγῆκε ἔξω ἀπό τό σπίτι του καί ἔκλαψε. Ἒκλαψε μέ πόνο ψυχῆς.

  Ἀλήθεια μία προσευχή, ἡ ὁποία θά μποροῦσε νά βγῆ ἀπό μία καρδιά πού δοκιμάζεται, καί δοκιμάζεται ἀκριβῶς γιά τήν ἀρετή, ἀκριβῶς γιά τήν πίστι, θά μποροῦσε νά μείνη ἀναπάντητη; Ὁπωσδήποτε, ὄχι!

    Ἀλλά ἀξίζει ὁ κόπος νά δοῦμε πραγματικά τό περιεχόμενον τῆς προσευχῆς τοῦ Τωβίτ. Εἶναι μία θαυμάσια προσευχή! Μία ἀπό τίς πέντε ὅλες ὅλες, πού περιέχονται εἰς τό βιβλίο τοῦ «Τωβίτ», προσευχές. Καί μία ἀπό τίς ὡραιότερες!  Περιέχει ὅλα τά εἴδη τῆς προσευχῆς καί τήν εὐχαριστίαν, καί τήν ἐξομολόγησι, καί τήν αἴτησι, καί τήν δοξολογία. Φυσικά, ἄν εἴχαμε πολύ χρόνο, κι ἄν κάναμε μία εἰδική μελέτη τοῦ βιβλίου τοῦ «Τωβίτ», ἡ ἀνάλυσις τῆς προσευχῆς αὐτῆς θά εἶχε νά μᾶς παρουσιάση πολλά ὠφέλιμα. Ὅμως πολύ γρήγορα θά περάσω τήν προσευχή αὐτή, γιατί ἔχομε κάτι ἄλλα σημεῖα νά τονίσωμε:

   «Δίκαιος εἶ, Κύριε, καί πάντα τά ἔργα Σου καί πᾶσαι αἵ ὁδοί Σου ἐλεημοσύναι καί ἀλήθεια καί κρίσιν ἀληθινήν καί δικαίαν Σύ κρίνεις εἰς τόν αἰῶνα.» (Τωβ.3,2) Εἶναι ὁ πρόλογος τῆς προσευχῆς. Δέν μπῆκε ἀκόμη στό κυρίως θέμα. Ἐδῶ, ὅπως κάθε προσευχή, ἔχει τήν προσφώνησί της καί κατόπιν ἔχει τό κύριο θέμα. Κάποτε μία προσευχή μίας σελίδος ὁλοκλήρου, μπορεῖ νά εἶναι ὁλόκληρη ἕνας πρόλογος, καί ἕνας μόνο στῖχος, μόνο μία πρότασι, νά εἶναι τό κύριο θέμα. Μόνο! τίποτε ἄλλο! Μή σᾶς κάνει ἐντύπωσι, διότι ἡ προσευχή εἶναι ταυτόχρονα καί μία λατρεία. Καί ἡ λατρεία τοῦ Θεοῦ γίνεται μέ τό νά φέρωμε εἰς τή δημοσιότητα τίς ἰδιότητες τοῦ Θεοῦ, νά ποῦμε τί εἶναι ὁ Θεός καί αὐτή ἀκριβῶς ἡ ἀναφορά τῶν ἰδιοτήτων τοῦ Θεοῦ εἶναι ἐκεῖνο, τό ὁποῖον τελικά θά σταθῆ ὁ δρόμος γιά νά πετύχωμε τό αἴτημά μας. Αὐτό νά μή τό ξεχνᾶτε!

   Ἀλλά προσέξτε ὅμως τό πλαίσιο -στά τρία τελευταῖα θέματά μας προσπαθήσαμε νά τό δοῦμε- μέσα εἰς τό ὁποῖο κινεῖται ὁ Τωβίτ. Εἴμεθα στήν αἰχμαλωσίαν. Αἰχμαλωτεύθηκε ὁ Τωβίτ ἀπό τήν πατρίδα του, τό Ἰσραήλ, ἀπό τήν Θέσβην, ἀπό κεῖ πού κατήγετο καί ὁ προφήτης Ἠλίας. Ἦλθε ἐκεῖ, παντρεύτηκε, πέρασε ἐκεῖνες τίς περιπέτειες μέ τόν Βασιλέα, μέ ἐκεῖνον τόν νεκρόν πού πῆγε νά θάψη καί λοιπά, καί λοιπά. Τοῦ ἁρπάχτηκε ἡ περιουσία. Τώρα τυφλώνεται. Νά ἀγανακτήση καί νά πῆ: «Ἔ, Θεέ μου!» καί νά ἔλθη εἰς ἐπικουρίαν -εἰς βοήθειαν- αὐτοῦ τοῦ πειρασμοῦ αὐτή ἡ ἴδια του ἡ γυναῖκα!

    Αὐτό ἔκανε ὁ Τωβίτ, παιδιά; Κοιτάξτε πῶς ἀρχίζει τήν προσευχή του: «Κύριε, εἶσαι δίκαιος καί ἀληθινός, καί ὅλοι οἱ δρόμοι, αἱ ὁδοί σου, -ὁδός θά πῆ μέθοδος- ὅλαι αἱ μέθοδοι, πού ἀσκεῖς τήν διακυβέρνησι τῶν ἀνθρώπων καί πού ποιμαίνεις τούς ἀνθρώπους, εἶναι ὅλαι αἱ μέθοδοι ἐλεημοσύνη καί ἀλήθεια. -Ἐλεημοσύνη θά πῆ ἔλεος, θά πῆ ἀγάπη καί ἀλήθεια θά πῆ δικαιοσύνη.- Συνεπῶς εἶσαι δίκαιος καί ἐλεήμων, γεμάτος ἀπό ἀγάπη καί γεμάτος ἀπό δικαιοσύνη.» Δέν προσβάλλει καμμιά ἰδιότητα τοῦ Θεοῦ. Ἄν ὑφίσταται ὅ,τι ὑφίσταται ὁ Τωβίτ δέν τό ἀποδίδει εἰς τό Θεόν, ἐκεῖνο πού μέ τόση εὐκολία ἐμεῖς ἀποδίδομε εἰς τόν Θεόν. Γι’ αὐτό θά ἀκούσετε καί ἄνδρες καί γυναῖκες, δηλαδή καί πατεράδες καί μητέρες, πού μέ τό παραμικρό, ὅταν τά πράγματα δέν πηγαίνουν καλά στό σπίτι τους, καταφέρονται ἐναντίον τοῦ Θεοῦ, ἕτοιμοι νά ἀποστατήσουν ἀπό τόν Θεόν, νά περιφρονήσουν, νά κλωτσήσουν τόν Θεόν.

   Ἐδῶ φαίνεται ἡ πίστις! Μία πίστις, ἡ ὁποία  πρέπει νά περάση ἀπό τό καμίνι τό δοκιμασιῶν. Καί νά μήν ξεχνᾶτε, παιδιά, ὅτι αὐτά πού τά λέμε ἐδῶ θεωρητικά καί ἐγώ κάθομαι σέ μία καρέκλα μπροστά σέ ἕνα τραπεζάκι ἀναπαυτικά καί σεῖς ἀναπαυτικά κάθεστε σέ μία καρέκλα καί ἀκοῦτε αὐτά, ὅτι αὐτά εἶναι φιλολογία. Νά τό ξέρετε, θά περάσωμε καί ὀφείλομε νά περάσωμε ἀπό πολλές δοκιμασίες.

  Λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος -καί πότε τό εἶπε! μετά ἀπό τόν λιθοβολισμό του εἰς τό Ἰκόνιο, πού τόν ἄφησαν μισοπεθαμένο νομίζοντας ὅτι τόν σκότωσαν ὅμως, καί ὅταν σηκώθηκε τή νύχτα πού πήγαιναν οἱ Χριστιανοί νά τόν πάρουν νά τόν θάψουν, ἀφοῦ τόν πέταξαν οἱ εἰδωλολάτραι καί οἱ Ἑβραῖοι σάν ψόφιο σκυλί ἔξω ἀπό τήν πόλι- σηκώθηκε καί τούς εἶπε, μέ τίς πληγές, τούς εἶπε: «διά πολλῶν θλίψεων δεῖ ἡμᾶς εἰσελθεῖν εἰς τήν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ.» (Πράξ. ιδ΄,22) Μέ πολλές θλίψεις, πρέπει νά μποῦμε στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. «Δεῖ!», «πρέπει!».

    Αὐτό τό «πρέπει» τό ἔχομε βγάλει ἀπό τή ζωή μας ἐμεῖς σάν Χριστιανοί καί θέλομε νά μᾶς ἔρχωνται ὅλα πάρα πολύ βολικά! Ἄς τό προσέξωμε! Δέν ξέρω τί θά γίνη ἡ καθεμία σας. Ὅ,τι καί νά γίνη, δοκιμασίες θά ὑποστῆ· ὁπωσδήποτε θά ὑποστῆ! Νά τό ξέρετε αὐτό τό πρᾶγμα! Καί ἐκεῖ ἀκριβῶς θά κριθῆ ἡ πίστις σας. Ἡ λυδία λίθος τῆς πίστεως εἶναι οἱ πειρασμοί, εἶναι οἱ θλίψεις!

  Δέν γογγύζει ἐναντίον τοῦ Θεοῦ ὁ Τωβίτ! «Μνήσθητί μου καί ἐπίβλεψον ἐπ’ ἐμέ», θυμήσου με, κοίταξέ με σπλαχνικά «μή μέ ἐκδικήσης ταῖς ἁμαρτίαις μου καί ταῖς ἀγνοήμασί μου καί τῶν πατέρων μου, ἅ ἥμαρτον ἐνώπιόν σου.» (Τωβ.3,3) Μήν ἔλθης τώρα ἀντίδικος τῶν ἁμαρτιῶν μου, τῶν προσωπικῶν καί τῶν ἁμαρτιῶν τῶν προγόνων μου. Ἀποδίδει ὅλα ἐκεῖνα τά ὁποῖα ὑφίσταται στίς προσωπικές του ἁμαρτίες. Ποιός; Ὁ δίκαιος Τωβίτ! Δίκαιος, εὐσεβέστατος!

    Κι ὅμως, ἀκριβῶς ἐπειδή εἶναι εὐσεβής, ἔχει αὐτογνωσία. Εὐσεβής καί χωρίς αὐτογνωσία εἶναι ἀδιανόητο πρᾶγμα. Καί βλέπομε σήμερα ἀνθρώπους νά λέγουν: «Ἐγώ; Ἐγώ τί σοῦ ἔκανα, Θεέ μου, καί μέ τυραννᾶς;» Ἀκοῦστε φράσι, ἀκοῦστε φράσι! «Τί σοῦ ἔκανα, Θεέ μου, καί μέ τυραννᾶς!» Ὡς νά εἶναι ὁ Θεός κάποιος ἀντίδικός μας, ὁ ὁποῖος καιροφυλακτεῖ! Τί θά τοῦ κάνωμε, θυμώνει, ἐξαγριώνεται καί ἐπιτίθεται ἐναντίον μας καί τώρα ἐμεῖς εἴμαστε ἀπένταντί του ἀντίδικοι. Καί σάν ἀντίδικοι φυσικά ἔχομε τό δικαίωμα νά σηκώσωμε τή φωνή μας, τή διαμαρτυρία μας, καί νά ποῦμε: «τί εἶναι αὐτά τά ὁποῖα μοῦ κάνεις; Τί σοῦ ἔκανα καί μοῦ τά κάνεις αὐτά;». Φοβερό πρᾶγμα, φοβερό πρᾶγμα παιδιά!

    Νά γιατί ἡ Ἁγία Γραφή εἶναι καθρέπτης τῆς πορείας μας τῆς πνευματικῆς. Αὐτά ἅμα διαβάζομε, λέμε ἔτσι πρέπει νά συντονίζωμε, νά προσαρμόζωμε, τήν ζωή μας μέ τήν ζωή καί τά λόγια τῶν ἁγίων ἀνθρώπων.

    «Παρήκουσαν γάρ τῶν ἐντολῶν Σου, καί ἔδωκας ἡμᾶς εἰς διαρπαγήν καί αἰχμαλωσίαν καί θάνατον καί παραβολήν ὀνειδισμοῦ πᾶσι τοῖς ἔθνεσιν, ἐν οἷς ἐσκορπίσμεθα.» (Τωβ.3,4) Ἐπειδή, λέει, παρέβημεν τίς ἐντολές Σου…, ἐκεῖ ἀποδίδει ὅλα τά δεινά.

    Ἀναφέρει τέσσερα σημεῖα πικρίας. Τό πρῶτον εἶναι ἡ διαρπαγή. Μᾶς ἅρπαξαν τά ἀγαθά μας, δέν ἔχομε τήν περιουσία μας πιά, μᾶς τά ἅρπαξαν ὅλα καί στήν πατρίδα ἀλλά καί ἐδῶ εἰς τήν ξένην. Δεύτερον, ἡ αἰχμαλωσία. Τρίτον πικρό, ὁ θάνατος. Ὅταν μέ τό παραμικρό οἱ κατακτηταί μας, οἱ αἰχμαλωτεύσαντες ἡμᾶς, μᾶς θανατώνουν. Καί τέταρτον γινήκαμεν «παραβολή ὀνειδισμοῦ πᾶσι τοῖς ἔθνεσιν». Παραβολή θά πῆ ἱστορία, θά πῆ σύγκριμα. Συνεπῶς μᾶς ἔκαναν ἱστορία κοροϊδίας. Ὅπως θά λέγαμε, κάποτε παλαιότερα, τώρα δέν ἔχομε πολλούς Ἀρμενίους στήν Ἑλλάδα, συμπαθεστάτοι εἶναι οἱ Ἀρμένιοι, οἱ Ἀρμένιοι εἶναι συμπαθέστατοι ἄνθρωποι, ἀλλά τό λέμε σάν παράδειγμα, πού πολλές φορές  θέλαμε νά μιμηθοῦμε τήν προφορά τους, την συμπεριφορά τους καί τά λοιπά καί κοροϊδεύαμε τούς Ἀρμένιους, τούς κοροιδεύαμε σάν λαό μέ τίς συνήθειές του καί τά λοιπά. Αὐτό τώρα λέγει ἐδῶ ὁ Τωβίτ. Σάν λαός γινήκαμε παραβολή, δηλαδή γινήκαμε ἱστορία κοροϊδίας γιά τούς ἄλλους λαούς, πού εἶναι πραγματικά βαρύτερο ἀπό τήν αἰχμαλωσία κι ἀπό τό θάνατο.

   «ἐν οἷς ἐσκορπίσμεθα» καί εἰς τά ὁποῖα ἔθνη ἔχομε σκορπισθεῖ «καί νῦν πολλαί αἱ κρίσεις σου εἰσί καί ἀληθιναί ἐξ ἐμοῦ ποιῆσαι περί τῶν ἁμαρτιῶν μου καί τῶν πατέρων μου, ὅτι οὐκ ἐποιήσαμεν τάς ἐντολάς σου, οὐ γάρ ἐπορεύθημεν ἐν ἀληθείᾳ ἐνώπιόν σου.» (Τωβ. 3, 5) Καί νῦν… Τώρα μπαίνει στό κυρίως θέμα. Προσέξτε, τώρα μπαίνει! Ὅλα ἦταν ἕνα προοίμιον πού, ὅπως σᾶς εἶπα, ἀναφέρονται οἱ ἰδιότητες τοῦ Θεοῦ, στοιχεῖο βασικό σέ κάθε προσευχή. «Καί νῦν κατά τό ἀρεστόν ἐνώπιόν σου ποίησον μέτ’ ἐμοῦ». Καί τώρα, λέγει, ἐκεῖνο πού θέλεις, κάνε σέ μένα, κατά τό ἀρεστόν! Αὐτό πού ἔλεγε ὁ Χριστός: «ὄχι ἐκεῖνο πού θέλω Ἐγώ, ἀλλά ἐκεῖνο, Πατέρα μου, πού θέλεις Ἐσύ!» Ἔτσι πάντα πρέπει νά θέτωμε τά θέματά μας καί τά αἰτήματά μας εἰς τόν Θεόν. «Κύριε, θέλεις νά γίνη αὐτό; Ἤ δέν θέλεις;» Ὄχι, «θέλεις δέν θέλεις, τό θέλω ἐγώ!» κατά ἕναν ἐγωϊστικόν καί κατά ἕναν αὐταρχικόν τρόπον. Κι ἄν ὁ Θεός δέν θέλη, ἄν ὁ Θεός δέν τό ἐπιτρέπη, πῶς θά τό ἐπιμείνωμε αὐτό;

  «Ἐπίταξον ἀναλαβεῖν τό πνεῦμα μου, ὅπως ἀπολυθῶ καί γένωμαι γῆ.» Μία ὡραία περίφρασις πού σημαίνει: «δῶσε νά πεθάνω, δῶσε ἐντολή, ἐπίταξον ἀναλαβεῖν τό πνεῦμα μου, νά πάρης τήν ψυχή μου!» Βλέπετε! νά πάρη, ἀναλαβεῖν -εἶναι ἀπαρέμφατον- ἐκεῖνος τόν ὁποῖον θά διατάξης! Ἐδῶ ὑπαινίσσεται τούς Ἀγγέλους πού θά πάρουν τήν ψυχήν. «ὅπως ἀπολυθῶ» -Ἀπολύομαι τῆς ζωῆς σημαίνει ἀποθνήσκω- «καί γένωμαι γῆ» καί λιώσω στό χῶμα, «διότι λυσιτελεῖ μοι ἀποθανεῖν ἤ ζῆν» μέ συμφέρει πιό καλά νά πεθάνω παρά νά ζῶ «ὅτι ὀνειδισμούς ψευδεῖς ἤκουσα» γιατί ἄκουσα συκοφαντικούς ὀνειδισμούς. Ποιούς; Αὐτούς πού εἶπε ἡ γυναῖκα του. Καταλαβαίνετε ὁ ἄνθρωπος ἔφτασε σέ ἕνα σημεῖον ἀπογνώσεως. «Καί λύπη ἐστί πολλή ἐν ἐμοί» καί ὑπάρχει σέ μένα πολλή λύπη. Κακός σύμβουλος ἡ λύπη, ἔ; κακός σύμβουλος μέσα στήν ὁποία ὁ ἄνθρωπος ἐπιθυμεῖ νά πεθάνη. «Ἐπίταξον ἀπολυθῆναί με τῆς ἀνάγκης ἤδη εἰς τόν αἰώνιον τόπον, μή ἀποστρέψης τό πρόσωπόν σου ἀπ’ ἐμοῦ» (Τωβ. 3,6) καί δῶσε ἐντολή νά πεθάνω καί νά πάω εἰς τόν αἰώνιον τόπον. Πίστι στήν ἀθανασία τῆς ψυχῆς! «μή ἀποστρέψης τό πρόσωπόν σου ἀπ’ ἐμοῦ» δηλαδή σέ παρακαλῶ πολύ, δῶσε μία λύσι, τί πρέπει νά γίνη, δέν μπορῶ νά ἀντέξω ἄλλο αὐτόν τόν ὀνειδισμό τῆς γυναίκας μου, δέν μπορῶ! Ἢτανε πάρα πολύ βαρύ αὐτό πού μοῦ εἶπε!

    Τίθεται τό ἐρώτημα: «ἔχομε δικαίωμα νά ζητήσωμε ἀπό τό Θεό νά πεθάνωμε;» Ἄκουσα ἕνα ψιθυρισμένο «ὄχι!». Ὁπωσδήποτε ναί, δέν ἔχομε τό δικαίωμα νά τό ζητήσωμε ἀπό τόν Θεό! Ἁπλούστατα γιατί ὁ Θεός εἶναι ἐκεῖνος,  ὁ ὁποῖος γνωρίζει τί θά κάνη, καί δέν θά τοῦ ὑποδείξωμε ἐμεῖς τί θά κάνη, ἄν πρέπη νά ζήσωμε ἤ νά πεθάνωμε.

   Λέγει ὁ ἱερός Αὐγουστῖνος ὅτι, ὅταν εἶναι ἡ ψυχή πολύ ἁγία, πολύ ἁγία, κάτω ἀπό τό βάρος πού δέχεται δέ θά ἦτο ἡμαρτημένον νά ζητοῦσε νά πεθάνη. Καί νά πῶς!  ὅπως ἔχομε τό δικαίωμα νά ποῦμε εἰς τό Θεό νά μᾶς χαρίση ζωή: «λυπήσου με Κύριε, μή μέ πάρης, μή πεθάνω, δῶσε μου ζωή!». Ὁ Ἐζεκίας ἐπί παραδείγματι, προσευχήθη εἰς τόν Θεόν, ὅταν τοῦ εἶπε διά τοῦ προφήτου ὁ Θεός ὅτι θά πεθάνη. Ἄρρωστος στό κρεβάτι, καί ἐκεῖνος γύρισε ἀπό τήν μεριά τοῦ τοίχου, ἔκλαψε… Εἶδε ὁ Θεός τό κλάμα καί τήν παράκλησι τοῦ Ἐζεκία! Ἐπιστρέφει ὁ προφήτης Ἡσαίας καί τοῦ λέει: «θά ζήσης ἀκόμη δεκαπέντε χρόνια, ἐπειδή παρακάλεσες τόν Θεόν νά ζήσης!».

   Ὅπως λοιπόν, μποροῦμε νά ζητήσωμε νά ζήσωμε, ἐνῶ εἶναι νά πεθάνωμε, ἔτσι θά μπορούσαμε νά ζητήσωμε νά πεθάνωμε. Ἀλλά, πότε ὅμως; Γιά θέματα πάρα πολύ μεγάλα! Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέγει: ἐφθάσαμε ἀκόμη εἰς τό νά ἀποροῦμε δι’ αὐτήν τή ζωή μας, φτάσαμε σέ ἕνα βάρος τέτοιο, πού δέν ξέρω, νά μᾶς φαίνεται φοβερά βαριά ἡ ζωή, φοβερά βαριά ἡ ζωή!

   Ἀλλά προσέξατε ὅμως μέ τί νηφαλιότητα ὁμιλεῖ ἐδῶ ὁ Τωβίτ! Μέ πολλή μεγάλη ἠρεμία καί νηφαλιότητα! Δέν ἔχει τίποτε τό βίαιον. Δέν ζητάει νά κάνη κακό στόν ἑαυτό του. Τί εἶπε; «Κάνε κατά τό ἀρεστόν, ὅπως τό κρίνεις. Θέλεις νά πεθάνω, θέλεις νά ζήσω! Κατά τήν κρίσι σου. Σοῦ λέγω μόνο ὅτι εἶναι πικρό τό ποτήρι». Ὅπως ὁ Ἰησοῦς Χριστός προσευχόμενος πρός τόν Πατέρα, τί ζητάει; νά ζήση; Προσέξτε, ζητάει νά ζήση· τό ἀντίστροφο· νά μήν πεθάνη, νά μή δοκιμάση τό πικρό ποτήρι τοῦ θανάτου, ἀλλά καί ἐκεῖ, «ὄχι ὅπως ἐγώ θέλω, ἀλλά ὅπως ἐσύ!». Πάντως εἶναι θέσεις ἁγίων καί νηφαλίων ἀνθρώπων παρά τούς πειρασμούς τούς ὁποίους μπορεῖ νά περνοῦν. Κάτι πού θά εἶναι τό ἀκριβῶς ἀντίστροφο γιά μιά στιγμή σέ ἕνα παρακάτω θέμα πού θά δοῦμε.

    Αὐτή παιδιά, ἦταν ἡ προσευχή τοῦ Τωβίτ. Μία προσευχή ἀληθινά ὑπέροχη, πού ἔχει μέσα ὅλα ἐκεῖνα τά στοιχεῖα, πού μποροῦν νά προσελκύσουν τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Καί πράγματι ἡ προσευχή τοῦ Τωβίτ εἰσηκούσθη, ὅπως θά δοῦμε λίγο πιό κάτω· θά τό ἀναφέρη. Ἀλλά πρίν μᾶς πεῖ ὅτι εἰσηκούσθη ἡ προσευχή τοῦ Τωβίτ, θά μᾶς τοποθετήση τώρα ὁ ἱερός συγγραφεύς νά μᾶς παρουσιάση μίαν ἄλλη εἰκόνα φαινομενικῶς ξεκάρφωτη καί μή ἔχουσα καμμίαν σχέσιν μέ τήν ὅλη ἱστορία ὅπως τήν γνωρίσαμεν ἀπό τήν ἀρχή.

     Μία σκηνή πού συμβαίνει πολύ μακριά ἀπό τή Νινευή, στά Ἐκβάτανα! πολύ μακριά, πάρα πολλά χιλιόμετρα, ἡμέρες ταξίδι! Μία σκηνή πού θά συμβῆ τήν ἰδία ἡμέρα καί τήν ἰδίαν ὥραν σέ ἕνα σπίτι στά Ἐκβάτανα. Ἀλλά ἐνῶ μοιάζει ὅτι εἶναι ξεκρέμαστη ἐκείνη ἡ σκηνή, τήν ὁποία θά ἀναφέρη ὁ ἱερός συγγραφεύς, ὅμως θά μᾶς προετοιμάση νά μᾶς πῆ ὅτι αὐτή ὅλη ἡ ἱστορία, πού ἐκτυλίσσεται σέ μίαν ἄλλη πόλι τόσο μακριά, ἔχει ὁπωσδήποτε μίαν σχέσι μέ τόν Τωβίτ, ἡ ὁποία σχέσις θά δημιουργηθῆ σέ κάποιον κοντινό καιρό.

    Γιά νά δοῦμε αὐτήν τήν εἰκόνα ἡ ὁποία ἐκτυλίσσεται στά Ἐκβάτανα. «Ἐν τῇ αὐτῇ ἡμέρα συνέβη» λέγει τό ἱερόν κείμενον «τῇ θυγατρί Ραγουήλ Σάρρᾳ ἐν Ἐκβατάνοις τῆς Μηδίας καί ταύτην ὀνειδισθῆναι ὑπό παιδισκῶν πατρός αὐτῆς.» (Τωβ. 3, 7)

   Ἐκεῖ ἦταν ἕνα σπίτι ἑνός Ἑβραίου, ὁ ὁποῖος  ἐλέγετο Ραγουήλ καί εἶχε μία κόρη πού τήν ἔλεγαν Σάρρα. Ὁ ἄνθρωπος αὐτός ἦταν πολύ πλούσιος -προσέξτε ἦτο εἰς τήν Μηδία αὐτός, δηλαδή δέν ἦτο κάτω ἀπό τήν ἐπικράτεια τῶν Ἀσσυρίων, ἀλλά τῶν Μήδων- καί ἦταν πολύ πλούσιος, ὅπως φαίνεται ἀπό τήν παρακάτω ἱστορία. Εἶχε μόνον μία κόρη, μοναδική, καί ὅταν ἦλθε ὁ καιρός νά παντρευτῆ ἡ κόρη, συνέβη κάτι φοβερό. Ὁ σύζυγός της, ἐνῶ ἐγίνετο ὁ γάμος καί ἐγίνετο μία διασκέδασι καί τά λοιπά, ὁ γαμπρός πέθανε. Τότε παντρεύτηκε δεύτερον. Κατά παρόμοιον τρόπον, μόλις ἐτελείωσε ἡ διασκέδασι καί τά λοιπά, ὁ γαμπρός πέθανε. Νά μήν πολυπραγμονῶ, ἑπτά ἄνδρες παντρεύτηκε καί οἱ ἑπτά πέθαναν. Πέθαναν κατά τόν ἴδιο τρόπο. Δηλαδή κάτι φοβερό! Καί θά ἰδῆτε αὐτό, πού πάρα πολλές φορές λέτε ἐσεῖς καί οἱ μητέρες σας, ὅτι ἔχουν κάνει μάγια καί χαλᾶν τά συνοικέσια καί ὁ γάμος δέν πηγαίνει καλά, καί δέν ξέρω  τί ἄλλα!

    Ἀλλά πρίν δοῦμε γιατί χαλοῦσε ὅλη αὐτή ἡ ἱστορία, θά ἰδοῦμε ὅτι αὐτή ἀκριβῶς ἡ ὑπόθεσις ἔγινε ἀντικείμενο νά ὑποστῆ φοβερή θλίψι ἡ Σάρρα, ὄχι ἀπό τόν θάνατο τῶν συζύγων της, πού κάτ’ ἐπανάληψιν ἐπαντρεύετο˙ ἀλλά ἀπό τί λέτε; Κάτι συνέβη φαίνεται μέ τίς δοῦλες -δέ λέω ὑπηρέτριες, δοῦλες ἤτανε τότε, δοῦλες δηλαδή πουλημένοι ἄνθρωποι- κάτι συνέβη. Εἴχανε στενοχωρηθῆ αὐτές δικαίως, ἀδίκως δέν ξέρομε. Δέν μᾶς λέει καί πιό πολλά. Μάλιστα ἐδῶ λέγει: «τί ἡμᾶς μαστιγοῖς» εἶπαν αὐτές. Δηλαδή τίς εἶχε μαλώσει, εἴχανε κάνει κάτι. Καί τί τῆς εἴπανε αὐτές: «οὐ συνιεῖς ἀποπνίγουσά σου τούς ἄνδρας;» τέλος πάντων δέ θά βάλης μυαλό, ὅτι γίνεσαι αἰτία νά γίνεσαι ἀνδροσκοτώστρα; «ἤδη ἑπτά ἔσχες καί ἑνός αὐτῶν οὐκ ὠνομάσθης.» (Τωβ. 3, 8)  ἤδη ἑπτά φορές παντρεύτηκες καί τό ὄνομα κανενός ἀπό αὐτούς δέν πῆρες. «τί ἡμᾶς μαστιγοῖς; Εἰ ἀπέθαναν, βάδιζε μετ’ αὐτῶν, μή ἴδοιμέν σου υἱόν ἤ θυγατέρα εἰς τόν αἰώνα» (Τωβ. 3, 9) Ἄν αὐτοί πέθαναν, ἄντε καί σύ νά πεθάνης μαζί τους! Ἄντε νά κόψης τόν λαιμό σου! ὅπως θά λέγαμε στήν κοινή διάλεκτο σήμερα. Καί παιδί ἀπό σένα νά μή δοῦμε εἰς τόν αἰῶνα! Νά μή σώσης νά παντρευτῆς καί νά μή σώσης παιδί νά κάνης! -νά τό πῶ ἔτσι στήν ἁπλήν ἑλληνικήν-. Αὐτή ἡ εὐκτική: «μή ἴδοιμέν σου», εἴθε νά μή δοῦμε, νά μή σώσης νά δοῦμε παιδί σου, οὔτε ἄνδρα σου νά δοῦμε ποτέ! 

    Καταλαβαίνετε ἦταν πολύ πικρά λόγια. Μία κοπέλα πού δοκιμάστηκε τόσο φοβερά μέ αὐτό τό ἀλλεπάλληλο ἀτύχημα, ὁ σύζυγός της νά πεθαίνη τήν πρώτη μέρα τοῦ γάμου, καί νά ἔρθουν μετά νά τήν κατηγορήσουν τόσο φρικτά! Ἒπαθε ἕνα νευρικό κλονισμό. Στενοχωρήθηκε φοβερά˙ μά φοβερά στενοχωρήθηκε! Ἀλλά πρίν δοῦμε γιατί στενοχωρήθηκε, τί συνέβη καί τί ἔγινε παρακάτω, καλόν εἶναι νά ρίξωμε μία ματιά νά δοῦμε γιατί πέθαναν οἱ σύζυγοι αὐτῆς τῆς κοπέλας. Κάτι πού βέβαια θά τό ἰδοῦμε ἀναλυτικότερα ὅταν θά φτάσωμε σέ ἕνα παρακάτω κεφάλαιο, πού ἐκεῖ θά μᾶς δοθῆ ἀρκετό φῶς νά ἰδοῦμε τί ἦταν ἀκριβῶς αὐτό.

    Σᾶς διαβάζω τό κείμενο: «ὅτι ἦν δεδομένη ἀνδράσιν ἑπτά, καί Ἀσμοδαῖος τό πονηρόν δαιμόνιον ἀπέκτεινεν αὐτούς πρίν ἤ γενέσθαι αὐτούς μετ’ αὐτῆς ὡς ἐν γυναιξί.» (Τωβ.3, 8) Πρίν δηλαδή σταθεῖ ὁ ἄνδρας πού παντρευόταν ἡ γυναῖκα, ἄνδρας της, ἕνα πονηρό δαιμόνιο ὀνόματι Ἀσμοδαῖος ἐθανάτωνε τόν σύζυγον. Καί κάθε φορά πού παντρευόταν, ἐθανάτωνε τόν σύζυγον ὁ δαίμων αὐτός. Ἴσως ἐκ πρώτης ὄψεως θά μπορούσαμε νά ποῦμε ὅτι ἡ κοπέλα αὐτή ἦταν δαιμονισμένη. Κάτι εἶχε, ὥστε νά φτάνη ὁ σύζυγος νά πεθαίνη κατά ἕνα τόσο φοβερό τρόπο. Ἡ κοπέλα, παιδιά, δέν ἦταν δαιμονισμένη. Δαιμονισμένοι ἦσαν οἱ ἄνδρες, πού ἤθελαν νά τήν παντρευτοῦν!

    Ἐδῶ τώρα εἶναι τό σπουδαῖο! Προσέξτε ἕνα λεπτό σημεῖο, πού ξαναλέγω θά ἐπανέλθωμε στό σημεῖο αὐτό, ὅταν τελικά κάποιος θά τήν παντρευτῆ αὐτή τήν κοπέλα. Κάποιος θά τήν παντρευτῆ, ἀλλά θά ἔχουν ληφθεῖ ὅλα τά μέτρα ὥστε τελικά νά μή πεθάνη αὐτός ὁ κάποιος καί ὁ γάμος αὐτός νά εἶναι ἐξαιρετικά εὐτυχισμένος, πού ἀποδεικνύει ὅτι δέν ἔφταιγε σέ τίποτε ἡ γυναῖκα. Ἁπλούστατα διότι ἐκεῖνο τό παλλικάρι πού τήν παντρεύτηκε, ἤτανε ἕνα εὐλογημένο παλλικάρι.

   Τί συνέβη; Οἱ νέοι αὐτοί -εἶναι ξέρετε αὐτό τό χωρίο τό κλειδί γιά νά ἀντιληφθοῦμε γιατί οἱ γάμοι ἀποτυγχάνουν˙ προσέξτε, παρακαλῶ, γιατί ἀποτυγχάνουν οἱ γάμοι!- οἱ νέοι αὐτοί, ὁπωσδήποτε Ἑβραῖοι πρέπει νά ἦσαν, γιατί οἱ Ἑβραῖοι εἶχαν κάτι τό πολύ αὐστηρό στό σημεῖο αὐτό. Ποτέ δέν ἐπαντρεύοντο ἄλλους ἀπ’ ἔξω, ὄχι ὅμως ὅτι ἦτο σπάνιο, ἐγίνετο καί αὐτό, ἀλλά κυρίως μεταξύ των ἐπαντρεύοντο. Οἱ νέοι αὐτοί ἀπέβλεπαν σέ δυό πράγματα στήν κοπέλα: στήν ὀμορφιά της καί εἰς τόν πλοῦτο της! Καί δέν ἀπέβλεπαν εἰς τό πρόσωπο, εἰς τήν ψυχήν. Δέν τήν ἔβλεπαν σάν ἕνα πλάσμα τοῦ Θεοῦ μέ ψυχή· ἀλλά σάν ἕνα ἀντικείμενον, προσέξτε, ἀπολαύσεως.

    Θά λέγαμε ὁ πλοῦτος καί ἡ ὀμορφιά εἶναι ἤ δέν εἶναι αὐτά τά κριτήρια τοῦ γάμου; Εἶναι πλούσια ἡ νύφη; Εἶναι πλούσιος ὁ γαμπρός; Τί δουλειά κάνει ὁ γαμπρός; Ἔχει ὑψηλήν θέσιν, ἔχει ἀξιώματα; Ἔχει ἐπιφάνεια μέσα εἰς τήν κοινωνία; Ἀκόμη, εἶναι ὡραία ἡ νύφη; Εἶναι μία γυναῖκα, ἡ ὁποία θά ἔχη ὅλα ἐκεῖνα τά χαρακτηριστικά –προσέξτε, προσέξτε!- ὄχι τῆς γυναικός ἀλλά τοῦ θηλυκοῦ; Εἶναι ἄλλο πρᾶγμα ἡ γυναῖκα καί ἄλλο πρᾶγμα τό θηλυκόν. Εἶναι δυό διαφορετικά πράγματα. Ὅπως ἄλλο πρᾶγμα εἶναι ὁ ἄνδρας καί ἄλλο πρᾶγμα ὁ ἀρσενικός.

    Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γιά νά ὑποτιμήση καί τούς ἄνδρες καί τίς γυναῖκες πού μετήρχοντο ἁμαρτωλή ζωή, ἀπίθανα ἁμαρτωλή ζωή, ἀπό ἐκείνη τήν ὁποία μετέρχονται καί σήμερα οἱ ἄνδρες καί οἱ γυναῖκες, σέ διαστροφές φοβερές, ἁμαρτίες φοβερές, τούς ἄνδρες δέν τούς ἀποκαλεῖ ἄνδρες -εἶναι παρακαλῶ στό πρῶτο κεφαλαῖο πρός Ρωμαίους- δέν τούς ἀποκαλεῖ ἄνδρες. Τούς ἀποκαλεῖ ἀρσενικούς! Λέγει ἄρρενες, «ἄρσενες ἐν ἄρσεσι», (Ρωμ. 1, 26) ἀρσενικοί μέ ἀρσενικούς. Καί δέν λέγει γιά τίς γυναῖκες, γυναῖκες. Ἀλλά τί λέγει: «αἵ τέ γάρ θήλειαι αὐτῶν» καί οἱ θυληκιές των. Λέει οἱ θυληκιές, δέν λέει γυναῖκες˙ δέν λέει γυναῖκες! Ὁ τίτλος ἄνδρας εἶναι τίτλος τιμῆς, πού ἐκφράζει τήν ἀνδρική προσωπικότητα. Ὁ τίτλος ἀρσενικός, ἕνα πρᾶγμα μόνον ἐκφράζει, αὐτό πού λέμε τό φῦλον. Δηλαδή ἁπλῶς ὅτι εἶναι ἄνδρας, εἶναι ἀρσενικός, τίποτε ἄλλο δέν ἔχει. Δέν βλέπομε δηλαδή οὔτε ψυχή οὔτε ἀρετές, τίποτε. Παρά μόνον ὅτι εἶναι αὐτό πού λέμε «φῦλον». Αὐτό πού λέτε στά σχολεῖα σας ὅλη τήν ὥρα εἶναι μόνον «τό σέξ σου», μόνον «τό σέξ», τίποτε ἄλλο˙ νά μιλήσω στή γλῶσσα πού μιλᾶτε καί σεῖς. Τίποτε ἄλλο!

    Αὐτό εἶναι ὁ ἄνδρας; Καί ἀντιστοίχως ἡ γυναῖκα· αὐτό εἶναι ἡ γυναῖκα; Γι’ αὐτό ὁ Ἀπόστολος Παῦλος μιλάει μέ αὐτή τήν αὐστηρή γλῶσσα. Εἶναι ὑποτιμητικότατον, ὑποτιμητικότατον! -Μάλιστα ἡ γυναῖκα, ἡ Εὔα, ξέρετε τί θά πῆ; Ἀνδρίς! Ἡ ἀνδρίς! Ἲσως πρώτη φορά θά τό ἀκοῦτε αὐτό. Εἶναι ὁ ἀνήρ καί ἡ ἀνδρίς. Ὁ ἀνήρ τοῦ ἀνδρός, ἡ ἀνδρίς τῆς ἀνδρίδος.- Διότι ὁ ἄνθρωπος ἔχει πολύ μεγάλη ἀξία, πολύ μεγάλη ἀξία! Εἶναι ἡ ἀνθρωπίνη προσωπικότης, εἴτε ἄνδρας εἴτε γυναῖκα. Ὅταν ὅμως αὐτά βγαίνουν στό σφυρί, βγαίνουν στήν ἀγορά καί στήν δημοπρασία, ἀντιλαμβάνεσθε, παιδιά, ὅτι πιά ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι τίποτα ἄλλο παρά μόνο «σέξ». Τίποτε ἄλλο! Αὐτό καί μόνο˙ ξέφτισμα, ξέφτισμα, ξέφτισμα!

   Κάτω ἀπό τέτοιες προϋποθέσεις μπορεῖ ἕνας γάμος νά εἶναι εὐτυχισμένος; Κάτω ἀπό τέτοιες προϋποθέσεις μπορεῖ ἡ εὐλογία τοῦ γάμου, πού ἐδέχτηκε αὐτός ὁ γάμος ἀπό τό Θεόν, εἶναι δυνατόν νά πιάση; Ἀδύνατον, ἀδύνατον! δέν ἔχομε εὐλογία, παιδιά! δέν ἔχομε εὐλογία, τελείωσε. Θά λέγαμε ὅτι αὐτή ἡ εὐλογία, ἡ ὁποία δίδεται, πέφτει εἰς τό κενό˙ τίποτε ἄλλο˙ διότι θέλει προϋποθέσεις νά γίνη καί νά καρποφορήση αὐτή ἡ εὐλογία τοῦ γάμου. Θέλει προϋποθέσεις!

    Προσέξτε λοιπόν! Τά κριτήρια τοῦ γάμου δέν πρέπει νά εἶναι οὔτε ὁ πλοῦτος, οὔτε ἡ ὀμορφιά. Δηλαδή οὔτε ἡ προίκα, οὔτε ἡ ὀμορφιά, οὔτε ἡ γνῶσις καί ἡ μόρφωσις, οὔτε ἡ κοινωνική θέσις. Αὐτά εἶναι, ἄν ὑπάρχουν, δευτερεύοντα. Προσέξτε, ἄν ὑπάρχουν!

     Ποιά εἶναι τά πρότυπα; Εἶναι ὁ χαρακτήρ. Τί χαρακτῆρα ἔχει ὁ ἄνδρας καί τί χαρακτῆρα ἔχει ἡ γυναῖκα. Δέν παντρεύεται κανείς οὔτε τόν πλοῦτον, οὔτε τά χωράφια, οὔτε τά αὐτοκίνητα, οὔτε τά διαμερίσματα, ἀλλά παντρεύεται ἄνθρωπον. Καί δέν θά ζήση μέ αὐτά˙ θά ζήση μέ ἄνθρωπο. Ξέρετε τί τραγικόν εἶναι νά βλέπης νά ζῆς μέσα σέ ἕναν πλοῦτον πραγμάτων, νά ἔχης σαλόνια, νά ἔχης... νά ἔχης... νά ἔχης…. καί νά εἶναι ὁ γάμος σου ἀποτυχημένος; Νά εἶναι ὁ ἄνδρας σου -ἀφοῦ μιλάω σέ κοπέλες- ἕνας ἄνθρωπος τιποτένιος, ἐλεεινός, νά μήν ἔρχεται στό σπίτι σου, νά μή σέ κοιτάζη; Φοβερό πρᾶγμα! φοβερό πρᾶγμα! Δέν μποροῦμε νά μιλᾶμε γιά γάμο κάτω ἀπό αὐτές τίς προϋποθέσεις. Λοιπόν· ὁ χαρακτήρ! Νά ταιριάζουν οἱ χαρακτῆρες, νά εἶναι καλοί χαρακτῆρες οἱ ἄνθρωποι οἱ ὁποῖοι θά παντρευτοῦν˙ καλοί χαρακτῆρες. 

     Μετά ἄλλο στοιχεῖο, ἡ εὐσέβεια. Πρέπει οἱ νέοι νά εἶναι εὐσεβεῖς. Ὑπάρχουν -δέν εἶναι τῆς στιγμῆς νά σᾶς τό πῶ, ἴσως κάποτε ἄλλοτε θά δοθῆ ἡ εὐκαιρία- ὑπάρχουν τόσα προβλήματα μέσα στό γάμο! Προβλήματα πίστεως, ἄν θέλετε, καί πνευματικῆς ζωῆς, πού ἄν δέν ὑπάρχη καί συμφωνία πίστεως, νά εἶναι ὁμόφρονες, ἡ ζωή τῶν συζύγων εἶναι προβληματική˙ προβληματική!

    Πρέπει νά ὑπάρχη μέ ἄλλα λόγια ὁμοφροσύνη στήν πίστι, νά ἔχουν καί οἱ δυό τόν φόβο τοῦ Θεοῦ. Καί μή νομίζετε ποτέ ὅτι μέσα στό γάμο ἐκεῖ τά πράγματα θά τά διορθώσωμε. Ὁ γάμος δέν εἶναι μπαλωματίδικος. Ὁ γάμος θέλει ἕτοιμους ἀνθρώπους. Δέν θά μποῦμε ἐκεῖ γιά νά ἑτοιμαστοῦμε, ἀλλά πρέπει νά εἴμεθα ἕτοιμοι, πρίν μποῦμε στόν γάμον, γιά νά ἔχωμε ἕναν ἐπιτυχημένο γάμο. Ἀτέλειες θά ὑπάρχουν, ἀλλά οἱ ἀτέλειες εἶναι ἀνθρώπινα πράγματα. Δέν σημαίνει ὅμως μέ αὐτό ὅτι θά μπῶ ξυπόλυτος ἤ μέ τά τσαρούχια, νά πῶ τήν ἔκφρασι αὐτή, μέσα εἰς τόν γάμον, χωρίς νά ἔχω κατάρτισι, χωρίς νά ξέρω τί παντρεύομαι, χωρίς νά ξέρω ποιός εἶναι ὁ ἄλλος ἄνθρωπος ἤ ποιός εἶμαι ἐγώ πού παντρεύομαι. Πρέπει λοιπόν νά εἶναι αὐτά τά δυό, ἡ εὐσέβεια καί ἡ ταύτησις, ἡ συμφωνία, τῶν χαρακτήρων.

    Τώρα προσέξτε! Ὑπάρχει ὀμορφιά; Ποιός τήν ἔδωσε παρακαλῶ τήν ὀμορφιά; Τήν ἀγοράζομε στά μπακάλικα; Ὁ Θεός τήν ἔδωσε. Συνεπῶς ἀπό τόν Θεόν εἶναι, ἀλλά δέν θά σταθῆ ὅμως κριτήριον ἡ ὀμορφιά, ὅπως εἴπαμε. Ἐάν ὑπάρχη πλοῦτος, ποιός τόν ἔδωσε; Ὁ Θεός ἐπέτρεψε οἱ ἀποθῆκες του νά εἶναι γεμάτες, ἀλλά δέν θά εἶναι ὅμως τό κριτήριον ὁ πλοῦτος. Γι’ αὐτό λέμε στήν εὐχή τοῦ γάμου, στήν ἀκολουθία τοῦ γάμου λέμε τό ἑξῆς: «ἔμπλισον, Κύριε, τά ταμεῖα αὐτῶν ἀπό καρποῦ σίτου οἴνου καί ἐλαίου»  γιά νά ἔχουν νά δίνουν καί εἰς τούς πτωχούς. 

     Ἐγώ δέ θά σᾶς συνιστοῦσα -ἄν καί θά ποῦμε πολλά γιά τόν γάμο, γι’ αὐτό διάλεξα τό θέμα αὐτό φέτος, ὅταν παρακάτω ἡ Σάρρα θά παντρευτῆ ἕνα καλό παλλικάρι, θά δοῦμε ποιό εἶναι αὐτό τό παλλικάρι. Ἐκεῖ θά ἰδοῦμε νά ὑπάρχη ἀρκετός πλοῦτος, διότι ἡ Σάρρα ἦταν πλούσια.- ἀλλά θά συνιστούσαμε εἰς τούς συζύγους πάντοτε αὐτό πού διαφαίνεται εἰς τό βιβλίο τοῦ «Τωβίτ»: κάθε χρόνο νά μελετοῦν ἤ κάπου κάπου νά μελετοῦν τήν ἀκολουθία τοῦ γάμου. Νά ἔχουν ἕνα μικρό εὐχολόγιο στό σπίτι τους καί νά τή μελετοῦν· αὐτή πού τήν ἄκουσαν μία φορά τότε πού παντρεύτηκαν, καί ἐπειδή βρίσκονται κάτω ἀπό συγκίνησι, ἴσως πολύ λίγο τήν προσέχουν. Νά τήν μελετοῦν καί ἐκεῖ νά βλέπουν ὅλα ἐκεῖνα τά στοιχεῖα γιά τήν εὐόδωσι ἑνός πνευματικοῦ γάμου.

     Ὁ Ἀσμοδαῖος λοιπόν τί ἤτανε τώρα; Ὁ Ἀσμοδαῖος εἶναι ἕνα ὄνομα πιθανότατα ἀπό τήν Ἑβραϊκή ρίζα Σαμάντ, πού σημαίνει καταστρέφω. Ὃπως ὁ Ἀπόλλων, τό ὄνομα Ἀπόλλων, εἶναι ἀπό τό ἀπόλλυμι, ὁ ἀπολύων, ὁ καταστρέφων. Εἶναι λοιπόν, κάτι ἀντίστοιχο… -ἐξάλλου καί τό ὄνομα Ἀπολύων εἶναι καί στό βιβλίο τῆς ἀποκαλύψεως.- Ἐδῶ τώρα στήν ἑβραϊκή γλῶσσα Ἀσμοδαῖος εἶναι ἑλληνικοποιημένη ἑβραϊκή λέξις μέ τή ρίζα Σαμάντ πού θά πῆ: αὐτός πού  καταστρέφει. Συνεπῶς δαίμων καταστρεπτικός, δαίμων ἀπολύων, καταστρέφων. Εἶναι ὁ δαίμων τῆς πορνείας, ὁ ὁποῖος δέν ὑποβάλλει τίποτε ἄλλο παρά μόνο μία σαρκολατρεία.

     Ἀλλά ἀλήθεια πίσω ἀπό τόν γάμον μπορεῖ νά κρύβεται ὁ δαίμων τῆς καταστροφῆς; Βεβαίως. Καί πιάνουν τά μάγια; Βεβαίως. Ὑπάρχουν μάγια; Βεβαίως. Πῶς πιάνουν τά μάγια; Τά μάγια παιδιά, δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά ἡ ἐνέργεια αὐτοῦ τοῦ Ἀσμοδαίου, τοῦ καταστρεπτικοῦ δαίμονος. Πότε; Ὅταν τό ζεῦγος δέν παντρεύτηκε κατά Θεόν. Προσέξτε, δέν παντρεύτηκε κατά Θεόν!

      Λέγει σέ μία ἐπιστολή του ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος Ἀντιοχείας: ὁ γάμος νά γίνεται, λέει, σύμφωνα μέ τήν γνώμη τοῦ ἐπισκόπου, ἤ τοῦ πρεσβυτέρου θά λέγαμε, γιά νά μήν εἶναι γάμος κατά σάρκα ἀλλά κατά Θεόν.

      Προσέξατε; Ὄχι, γιατί ἐμένα μοῦ ἄρεσε αὐτός, μοῦ ἄρεσε αὐτή, καί δέν ρωτάω κανέναν. Δέν ἐννοεῖ ἐδῶ βέβαια ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος τήν περίπτωσι ὅτι ἀποκλειστικό στοιχεῖο τοῦ γάμου εἶναι τό συνοικέσιο· ὅτι δηλαδή στό γάμο θά ὁδηγηθῆς ὁπωσδήποτε μέ τό συνοικέσιο. Ὄχι, ὄχι! Ἐξάλλου δέν εἰσάγει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ καμμίαν μέθοδον. Ἔχομε ὅλας τάς μεθόδους μέσα εἰς τήν Ἁγίαν Γραφήν, ἄν τό θέλετε· ἔχομε καί τήν μέθοδον τοῦ συνοικεσίου, ἀλλά ἔχομε καί τήν μέθοδο τό νά δῆ κανείς μία κοπέλα, ἕναν νέο, ξέρω ἐγώ, καί νά τόν ζητήση. 

    Τό θέμα δέν εἶναι στήν μέθοδο. Τό θέμα εἶναι τό πρόσωπο πού σοῦ συνεστήθη ἤ πού εἶδες. Πρίν προχωρήσης, ρώτησε τόν Θεόν. Θά πᾶς στόν πνευματικό σου καί θά πῆς: «τό πρόσωπο αὐτό εἶναι ἔτσι κι ἔτσι, τί γνώμη ἔχετε;». Διότι ἐκείνη τή στιγμή θά σοῦ μιλήση ὁ πνευματικός ἐξ ὀνόματος τοῦ Θεοῦ καί θά σέ βοηθήση. Ὁπότε ὁ γάμος θά εἶναι κατά Θεόν, δέν θά εἶναι κατά κόσμον. Καί τότε; Τότε, ὅσες μαγγανεῖες κι ἄν κάνη ὁ διάβολος, καί μαγεῖες καί παγίδες ἄν στήση, ὁ γάμος αὐτός δέν μπορεῖ νά πάθη τίποτε. Ἄν ὅμως οἱ ἄνθρωποι αὐτοί παντρεύτηκαν χωρίς τήν γνώμη τοῦ πνευματικοῦ των, παντρεύτηκαν χωρίς νά ἐξομολογηθοῦν, παντρεύτηκαν χωρίς νά κοινωνήσουν, παντρεύτηκαν μόνον γιά τόν πλοῦτο ἤ τήν ὀμορφιά, ἀπό ἐλατήρια δηλαδή κατώτερα καί ὄχι κατά Θεόν…

     Θά δῆτε κάτι παρακάτω, ὅταν παντρεύτηκε ἡ Σάρα, πῶς ἔκαναν τήν πρώτη βραδιά του γάμων των! Τί λέτε; Γαμήλιο ταξίδι; Τρεχάματα ἀπό δῶ καί ἀπό κεῖ, στή Ρόδο καί στή Βιέννη; Ἔκαναν προσευχή· προσευχή! μία προσευχή μνημειώδη. -Θά φτάσωμε, ἄν θέλη ὁ Θεός ἐκεῖ.- Μνημειώδη προσευχή! Κάτω ἀπό τέτοιες συνθῆκες ποῦ νά πειράξη ὁ διάβολος; Μπορεῖ νά πειράξη; Δέν πειράζει γιατί ὑπάρχει τεῖχος πού ὀρθώνεται καί τούς ἀσφαλίζει. Εἶναι τό τεῖχος τῆς πίστεως, τό τεῖχος τῆς προνοίας τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεός ἀσφαλίζει αὐτούς τούς ἀνθρώπους, ἐπειδή αὐτός γάμος ἔγινε κατά Θεόν.

     Ἀλλά ἄς προχωρήσωμε γιά νά τελειώσωμε αὐτό τό κεφάλαιον. Ὅπως ἀντιλαμβάνεστε ἦταν δυστυχισμένη ἡ κοπέλα. Ἡ Σάρρα ὄχι ἀπό μόνη της, δέν ἔφταιγε ἡ καημένη· δέν ἔφταιγε καθόλου. Ἔφταιγαν οἱ σύζυγοι ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι ἦταν τέτοιοι τύποι. Τότε, ὅταν ἄκουσε καί τήν κοροϊδία ἀπό τίς δοῦλες της, τότε ἐγέμισε πράγματι ἀπόγνωσι. Εἶναι ἡ ἀπόγνωσι πού κάποτε φτάνει ἡ ψυχή μιᾶς κοπέλας· εἶναι φοβερό!

     Βεβαίως κι ἕνας νέος φθάνει σέ ἀπόγνωσι. Δέν θά ξεχάσω μία φορά, ἦταν τήν ἡμέρα τῆς κηδείας τῆς μητέρας μου. Πηγαίναμε στό νεκροταφεῖο στό δρόμο, καί ἕνα αὐτοκίνητο σταματημένο -εἶχε αὐτοκτονήσει ἕνας ταλαίπωρος διότι τόν εἶχε ἐγκαταλείψει ἡ κάποια, δηλαδή ἐκείνη πού ἦταν μαζί του. Μπροστά της αὐτοκτόνησε αὐτός καί μετά αὐτή ἄνοιξε τήν πόρτα καί πῆγε στήν ἀστυνομία.- ἐνθυμοῦμαι αὐτή τή σκηνή, ἐπάνω στό τιμόνι ἔτσι ἤτανε, ἀκουμποῦσε ἐπάνω στό τιμόνι γεμᾶτος ἀπό αἵματα. Ἔδωσε μία σφαῖρα στά μυαλά του καί τά τίναξε στόν ἀέρα. Φοβερό πρᾶγμα! Φθάνουν οἱ ἄνθρωποι λοιπόν σ’ αὐτήν τήν ἀπόγνωσι.

    Σ’ αὐτήν τήν ἀπόγνωσι τώρα φθάνει, παρακαλῶ, ἡ Σάρρα. Προσέξτε ὅμως, βγαίνει νά προσευχηθῆ! Ποῦ; «Ἐδεήθη πρός τῇ θυρίδι» (Τωβ. 3, 11) ἀνέβηκε στό πάνω πάτωμα, ἄνοιξε τό παράθυρο, σάν νά ἐμπόδιζε τρόπον τινά τό παράθυρο -βλέπετε μερικά πράγματα εἶναι ὅπως τά αἰσθάνεται ὁ ἄνθρωπος- σάν νά ἐμπόδιζε τό παράθυρο νά ἀκουσθῆ ἡ φωνή της στόν οὐρανό. Ὅπως πολλές φορές θέλομε νά βλέπωμε τόν οὐρανό ὅταν προσευχόμαστε ἤ θέλομε νά εἴμαστε στήν Ἐκκλησία νά προσευχηθοῦμε. Ὁ Θεός βεβαίως εἶναι πανταχοῦ παρών, ἀλλά εἶναι αὐτή ἡ ἀνάγκη τοῦ ἀνθρώπου νά ἔχη μίαν περισσότερη τρόπον τινά, ἐποπτεία τοῦ Θεοῦ καί γι’ αὐτό «ἐδεήθη πρός τῇ θυρίδι», δηλαδή ἄνοιξε τό παράθυρο.

    «Ταῦτα ἀκούσασα ἐλυπήθη σφόδρα ὥστε ἀπάγξασθαι» (Τωβ. 3, 10), ἐλυπήθη ὑπερβολικά, ὥστε πῆρε τήν ἀπόφασι νά πάη νά αὐτοκτονήση. «Ἀπάγξασθαι» δηλαδή νά πάη νά ἀπαγχονιστῆ, νά βάλη σκοινί νά κρεμαστῆ.

    Ἀλλά ἔκανε ἕνα συλλογισμό· ἐκεῖνο τό συλλογισμό πού μπορεῖ νά κάνη κάθε ἄνθρωπος, ὅταν σκεφθῆ ὅτι ὑπάρχει αἰώνια ζωή, αἰώνια κόλασι. Βεβαίως ἡ Σάρρα δέν ἔκανε τό συλλογισμό τῆς αἰωνίου κολάσεως γιατί ἀκόμη ἡ κόλασις δέν εἶχε ἐμφανισθεῖ, δηλαδή εἴμεθα στήν Παλαιά Διαθήκη. Εἶναι γνωστό δέ ὅτι ἡ ζωή εἶναι ἀγαπητή, διότι μετά ὁ Ἅδης εἶναι φοβερός. Ἐνῶ τώρα ἡ ζωή δέν ἔχει καί πολλή σημασία διότι ἔχομε τήν αἰωνιότητα. Ὁ Ἅδης πιά δέν εἶναι φοβερός, εἶναι ὁ φωτεινός Ἅδης, ὁ φωτεινός πού ὑπάρχει ἡ πρόγευσις τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ γιά τούς εὐσεβεῖς· γιά τούς ἀσεβεῖς εἶναι ὁ φοβερός Ἅδης, ἔ;… εἶναι ἡ πρόγευσι τῆς κολάσεως. Ἀλλά τότε θά ἔλεγε κανείς: «ἔ! νά αὐτοκτονήσωμε». Ναί, ἀλλά ἄν αὐτοκτονήσης ὅμως εἶσαι φταίχτης τοῦ νόμου «οὐ φονεύσεις». Δέν ἔχει σημασία ἄν σκοτώνης τόν ἄλλον ἤ τόν ἑαυτό σου· καί συνεπῶς δέν θά πᾶς στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ὁπωσδήποτε ἡ Σάρρα δέν μποροῦσε νά κάνη αὐτόν τόν συλλογισμό, ὁ συλλογισμός της θά ἤτανε στό ἐπίπεδό της παρούσης ζωῆς. Τί εἶπε;

   Ἕναν λογικόν συλλογισμό. «μία μέν εἰμί τῷ πατρί μου· ἐάν ποιήσω τοῦτο, ὄνειδος αὐτῷ ἔσται, καί τό γῆρας αὐτοῦ κατάξω μετ’ ὀδύνης εἰς Ἅδου»  (Τώβ. 3,  10) Εἶμαι μοναχοκόρη, ἄν λοιπόν ἐγώ αὐτοκτονήσω, θά θλίψω τόν πατέρα μου φοβερά, τόσο φοβερά ὥστε θά τελειώση ἡ ζωή του μέσα στήν θλίψι καί θά πεθάνη πρόωρα ἀπό τή λύπη του, γιατί ἐγώ αὐτοκτόνησα. Καί ἔτσι, ἐδῶ ἡ ὑπερβολική λύπη -κακός σύμβουλος!- ἡ ὑπερβολική λύπη πού ὁδηγεῖ στήν ἀπόγνωσι, ἀποτρέπεται ἀπό αὐτήν τήν λογικήν σκέψιν, ὅπως ἕνας χριστιανός θά ἔλεγε: «ὑπάρχει κόλασις· κι ἄν χάσω τήν ψυχή μου;». Προσέξτε! «κι ἄν χάσω τήν ψυχήν μου;». Αὐτή τή στιγμή αὐτό πού λέγω ἄν τό τυπώσετε, κι ἄν κάποια στιγμή ἔλθη δύσκολη, καί θυμηθῆτε αὐτόν τόν λόγο: «κι ἄν χάσω τήν ψυχή μου», αὐτό εἶναι ἱκανό νά σᾶς σώση· μόνον αὐτό εἶναι ἱκανό νά σᾶς σώση, παιδιά!

     Καί τότε ὁδηγεῖται εἰς τήν ἀληθῆ διέξοδο, τήν προσευχή. Καί τότε ἄνοιξε τό παράθυρο καί εἶπε: «Εὐλογητός εἶ Κύριε ὁ Θεός μου, καί εὐλογητόν τό ὄνομά σου τό ἅγιον καί ἔντιμον εἰς τούς αἰῶνας». Βλέπετε πῶς καί ἐκείνη προσεύχεται; Ωραιότατα! «Εὐλογήσαισαν σέ πάντα τά ἔργα σου εἰς τόν αἰῶνα.» (Τωβ. 3, 11) Καλεῖ, ὅπως καί οἱ τρεῖς παῖδες στό καμίνι, καλεῖ τήν κτίσιν νά εὐλογήση τόν Θεόν.   

     «Καί νῦν», μπαίνει στό θέμα της, «καί νῦν, Κύριε, τούς ὀφθαλμούς μου καί τό πρόσωπόν μου εἰς σέ δέδωκα» (Τωβ. 3, 12)  Αὐτό εἶναι τό πάρα πολύ σπουδαῖο! Καί τά μάτια μου, καί τό πρόσωπό μου, μέ ἄλλα λόγια τήν ψυχήν μου τήν ἔχω δώσει σέ Σένα. Τό μυστικό, ἔ!... τήν ἔχω δώσει σέ σένα, «εἶπον ἀπολύσαι μέ ἀπό τῆς γῆς καί μή ἀκοῦσαι μέ μηκέτι ὀνειδισμόν.» (Τωβ. 3, 13) σέ παρακαλῶ, δῶσε νά πεθάνω καί νά μή ξανακούσω αὐτές τίς βαριές κουβέντες.

    Δέστε παράλληλη προσευχή! Τήν ἴδια μέρα μᾶς λέγει ἔγινε· ἡ μία προσευχή στήν Νινευή ἔγινε ἀπό τόν Τωβίτ, καί ἡ ἄλλη ἔγινε ἀπό τήν Σάρρα εἰς τά Ἐκβάτανα τῆς Μηδίας μέ ἴδιο περιεχόμενο, πού καί οἱ δυό ὀνειδίστηκαν· ὁ ἕνας ἀπό τήν γυναῖκα του καί ἡ ἄλλη ἀπό τίς δοῦλες.

   «Σύ γινώσκεις, Κύριε, ὅτι καθαρά εἰμί ἀπό πάσης ἁμαρτίας ἀνδρός.» (Τωβ. 3,  14) πώ! πώ!… Νά μείνω σέ αὐτό; «καί οὐκ ἐμόλυνα τό ὄνομά μου οὐδέ τό ὄνομα τοῦ πατρός μου ἐν τή γῆ τῆς αἰχμαλωσίας μου» (Τωβ. 3, 15) Κοιτάξτε τί ὡραῖο πρᾶγμα ἐδῶ! Ἄν καί παντρεύτηκα, ὅμως εἶμαι παρθένος. Οὔτε γύρισα ἀπό δῶ καί ἀπό κεῖ. Τό σῶμα μου δέν τό ἐμόλυνα μέ ἁμαρτία, λέει, ἀνδρός. Ἀκοῦτε; καί μάλιστα ἀπό πάσης ἁμαρτίας ἀνδρός. Αὐτό τό «ἀπό πάσης» ξέρετε τί σημαίνει; -Ἐπιτρέψατέ μου νά σᾶς μιλάω λιγάκι ἀνοιχτά, γιατί τ’ ἀκοῦτε πανάμικτα στό σχολεῖο σας.- Ἀπό τό φλέρτ, τό πείραγμα τοῦ δρόμου, μέχρι τό βάθος τῆς ἁμαρτίας. Εἴδατε; Αὐτό θά πῆ ἀπό πάσης ἁμαρτίας ἀνδρός· ὁποιαδήποτε ἁμαρτία, ὁ,τιδήποτε. Διότι τί εἶναι παρακαλῶ τό φλέρτ; Δέν εἶναι τίποτε ἄλλο, παρά τά πρόθυρα, εἶναι τά περίχωρα τῆς ἁμαρτίας. Διότι ἄν μπῆκες στά περίχωρα θά μπῆς καί εἰς τήν χώραν. Γι’ αὐτό καί εἶπαν οἱ Ἄγγελοι εἰς τόν Λώτ: «καί ἡ πόλις χάνεται, ἀλλά καί τά περίχωρά της· τά Σόδομα.» Καί τί εἶναι ἡ πόλις; Εἶναι ἡ ἁμαρτία καί τί εἶναι τά περίχωρα; Εἶναι τά αἴτια τῆς ἁμαρτίας.

    Αὐτό τώρα λέγει λοιπόν ἐδῶ. Τό λέγει μέ ἕνα ἐν Κυρίῳ καύχημα θά λέγαμε, μέ ἕνα ἐν Θεῷ καύχημα «ὁ καυχόμενος ἐν Κυρίῳ καυχάσθω» πού λέει ἡ Παλαιά Διαθήκη. Αὐτό εἶναι! Ἡ Σάρρα λέγει ὅτι δέν ἔκανα καμμίαν ἁμαρτία πού ἀναφέρεται εἰς τό θέμα αὐτό. Οὔτε ἀκόμη προσέβαλα καί ἐμόλυνα καί τό προσωπικό μου ὄνομα, ἀλλά καί τό ὄνομα τοῦ πατέρα μου. Δέν πρόσβαλα τόν πατέρα μου, δέν πρόσβαλα τήν οἰκογένειά μου, ἐστάθηκα εἰς τό ὕψος μου.

     Ποιά κοπέλα σήμερα θά μποροῦσε νά τό λέγη αὐτό; Ποιά κοπέλα; Ἐγώ θά εὐχόμουν ὅσες κοπέλες ἀκοῦτε τά λόγια αὐτά νά τό πῆτε στήν ζωή σας: «ὅτι ἐκράτησα τό σῶμα μου καί τήν ψυχή μου καθαρά ἀπό τήν ἁμαρτία, ἀλλά καί τό ὄνομά μου καί τό ὄνομα τοῦ πατέρα μου». Εἶναι ἕνα καύχημα· θά ἔλεγα ἡ καλυτέρα προῖκα πού θά μποροῦσε νά δώση σέ ἕνα νέον μία κοπέλα· ἡ καλυτέρα προῖκα: ἡ σωφροσύνη, ἡ ἁγιότης σώματος καί ψυχῆς!

      Καί κοιτάξτε τί λέγει: «ἐν τῇ γῇ  τῆς αἰχμαλωσίας μου» καί ἐκείνη ἦταν ἐκεῖ στή Μηδία, μακριά καί ἀπό τόν ναό τοῦ Σολομῶντος, καί ἀπό ὅλες ἐκεῖνες τίς εὐκαιρίες γιά νά ζήση κανείς μία ζωή καθαρότητας. «Μονογενής εἰμί τῷ πατρί μου καί οὔχ ὑπάρχει αὐτῷ παιδίον, ὅ κληρονομήσει αὐτόν, οὐδέ ἀδελφός -ἀδελφός θά πῆ συγγενής- ἐγγύς, οὐδέ ὑπάρχων αὐτῷ υἱός ἵνα συντηρήσω ἐμαυτήν αὐτῷ γυναῖκα. Ἤδη ἀπώλοντό μοι ἑπτά» ἤδη κατεστράφησαν ἑπτά ἄνδρες μου «ἵνα τί μοι ζῆν;» ὡς πρός τί νά ζῶ; «καί εἰ μή δοκεῖ σοι ἀποκτεῖναί με,» καί ἄν δέν νομίζης ὅτι πρέπει νά πεθάνω «ἐπίταξον ἐπιβλέψαι ἐπ’ ἐμέ καί ἐλεῆσαί με καί μηκέτι ἀκοῦσαί με ὀνειδισμόν» (Τωβ. 3, 15) ἄν κρίνης ὅτι δέν πρέπει νά πεθάνω, τοῦτο σέ παρακαλῶ: μήν ἐπιτρέψης πιά νά ἀκούσω βαριά λόγια.

     Ὁπωσδήποτε καί ἡ προσευχή τῆς Σάρρας, κατωτέρα τοῦ Τωβίτ, ἀλλά καί αὐτή ὑπέροχη· κατωτέρα ἀλλά ὑπέροχη!

     Καί τό ἀποτέλεσμα: «καί εἰσηκούσθη προσευχή ἀμφοτέρων ἐνώπιον τῆς δόξης τοῦ μεγάλου Ραφαήλ.» (Τωβ. 3, 16) Ἐνθυμεῖσθε τό ὄνομα; Νά τό ἐνθυμῆσθε! Ἀκούστηκε λέγει καί τῶν δυό ἡ προσευχή ἀπό τόν μεγάλον Ραφαήλ -Ἀρχάγγελος Ραφαήλ- «καί ἀπεστάλη  ἰάσασθαι τούς δύο» καί ἀπεστάλη ἀπό τόν Θεόν νά θεραπεύση καί τούς δύο. «Τοῦ Τωβίτ λεπίσαι τά λευκώματα καί Σάρραν τήν τοῦ Ραγουήλ δοῦνε Τωβία τῷ υἱῷ Τωβίτ γυναῖκα καί δῆσαι Ἀσμοδαῖον τό πονηρόν δαιμόνιον». Τόν μέν Τωβίτ νά τόν θεραπεύση, νά βλέπη, νά μπορῆ νά πάη νά δουλέψη, καί νά σταματήση ἐκείνη ἡ γκρίνια μέ τήν γυναῖκα, ἡ ὁποία κατά τή γνώμη του ὑπόπτως ἐφέρετο· ἀλλά καί οὔτε λίγο οὔτε πολύ ὁ Τωβίας, ὁ γιός τοῦ Τωβίτ, νά παντρευτῆ τή Σάρρα. 

     Τόσο μακριά καμμία γνωριμία δέν ὑπῆρχε. Ὁ Θεός ἅμα θέλει!.. ἅμα θέλει ὁ Θεός!... ἅμα θέλει ὁ Θεός, ὑπάρχει τό σταυροδρόμι. Ἡ πορεία σου, ἡ πορεία  του καί ὑπάρχει κάποια τομή· αὐτή ἡ τομή ἀπό τόν Θεόν παρασκευάζεται. Πότε ὅμως; Ὅταν καί ἐκεῖνος καί ἐσύ εἴσαστε κάτω ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἀπό τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ.

     Καί τότε παντρευόμενος ὁ Τωβίας, ὁ γιός τοῦ Τωβίτ, τήν Σάρραν, θά ἐδεσμεύετο τό δαιμόνιον, ὁ Ἀσμοδαῖος, καί θά ἐγλίτωναν.

      Καί «ἐν αὐτῷ τῷ καιρῷ ἐπιστρέψας Τωβίτ εἰσῆλθεν εἰς τόν οἶκον αὐτοῦ καί Σάρρα ἡ τοῦ Ραγουήλ κατέβη ἐκ τοῦ ὑπερῴου αὐτῆς» (Τωβ. 3, 17).  Ἀφοῦ τελείωσε καί ἐκείνου ἡ προσευχή καί ἐκείνης, ὁ μέν μπῆκε στό σπίτι του μέσα -εἶχε προσευχηθεῖ ἔξω- ἡ δέ Σάρρα καί αὐτή κατέβηκε ἀπό τό ὑπερῶον μέ μίαν ἤρεμη ψυχή, ὅπως καί ὁ Τωβίτ μέν μία ἤρεμη ψυχή ὅτι ὁ Θεός θά εἰσακούση τήν προσευχή των· ὅπως πράγματι καί τήν ἄκουσε.


4η ομιλία στο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης « Τωβίτ ».

►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
"Τωβίτ. (Ὁμιλίες βασισμένες στό βιβλίο τῆς Π. Διαθήκης Τωβίτ)." εδώ ⬇️
http://arnion.gr/index.php/p-thanasios-mytilina-os/milies-p-thanasiou/palaia-diauhkh/vivlion-tovit
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40oED0GDYsRHnrDdY5_m61pt

Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Καραμίντζα.

Ψηφιοποίηση και επιμέλεια κειμένου δια χειρός του αξιοτίμου κ. Γεωργίου Μαλούση.

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️
https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__
https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.

Ἡ ἐργασία τῆς γυναίκας ἔξω ἀπό τό σπίτι, δημιουργεῖ μεγάλα προβλήματα.

†.Αὐτό τό θέμα τῆς ἐργασίας τῆς γυναικός ἔξω ἀπό τό σπίτι εἶναι ἕνα ἀπό τά μεγαλύτερα, πιστέψτε με, προβλήματα πού ἀντιμετωπίζει ἡ σύγχρονη οἰκογένεια. Ἡ κανονική φόρμα τῶν πραγμάτων εἶναι ὅτι: ἡ γυναῖκα δέν βγαίνει ποτέ ἔξω νά δουλέψη. Ἐδῶ καί δέκα χρόνια πίσω, ἀκόμη διετηρεῖτο αὐτή ἡ ἀντίληψις. Τόσο λίγο, δέκα χρόνια! ὅτι ἡ γυναῖκα δέν βγαίνει ἔξω νά δουλέψη. Βεβαίως αὐτή ἡ ἀντίληψις ἔχει ἤδη καταστρατηγηθεῖ, ἔχει παραβιαστεῖ. Θά λέγαμε πολλά χρόνια ἰδίως μετά τόν πόλεμο, τό Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο, αὐτή ἡ ἀντίληψις ὁπωσδήποτε παραβιάστηκε.    

   Παλαιότερα, ἄν ρωτήσετε τίς γιαγιές σας θά σᾶς τό ποῦν αὐτό, ἦταν ἀδιανόητο νά βγαίνη ἡ γυναῖκα ἔξω νά δουλεύη, ἐθεωρεῖτο ὑποτιμητικόν. Μάλιστα ὑπῆρχε ὁ ἑξῆς χαρακτηρισμός «ξενοδουλεύει». Ἡ γυναῖκα «ξενοδουλεύει»! Ἐπειδή δέ οἱ πιό πολλές γυναῖκες στά παλιότερα χρόνια δέν ἐπήγαιναν σχολεῖο, οἱ πιό πολλές ἔξω ἀπό τό δημοτικό, γι’ αὐτό ἔκαναν δουλειές ὑπηρετικοῦ προσωπικοῦ: σάν ὑπηρέτριες, σάν πλύστρες, στά χωράφια, ἤ ξέρω γώ στά ἐργοστάσια καί τά λοιπά. Ἐνθυμοῦμαι δέ προπολεμικά, πρό τοῦ 1940, τό ἡμερομίσθιο τῆς γυναικός ἦταν δεκαέξι δρχ.! Τοῦ ἀνδρός ἦτο πενήντα δρχ. καί τῆς γυναικός τό ἡμερομίσθιο τό ἐργατικό ἦταν δεκαέξι δρχ.!

   Πάντως ἦταν ὑποτιμητικό γιά τή γυναῖκα νά βγαίνη ἔξω. Καί δέν ἔβγαινε παρά μόνον ὅταν ὑπῆρχε ἀνάγκη, πολύ μεγάλη ἀνάγκη. Αὐτή ἡ ἀνάγκη δέν ἦταν παρά, ἤ ὁ σύζυγος -ἄν ἦταν ἔγγαμος γυναῖκα- ἦταν ἄρρωστος, ἀνίκανος πρός ἐργασίαν ἤ ὁ πατέρας -ἄν ἦταν κοπέλα- ἦταν ἀνίκανος κι αὐτός πρός ἐργασίαν, κάποιο πλῆγμα τόν βρῆκε, ἔπαθε ἕνα ἀτύχημα, δέν ἐπαρκοῦσε ἡ ἀσφάλεια ἐνδεχομένως πού μποροῦσαν νά ἔχουν -σημειώσατε ὅτι καί ἡ ἀσφάλεια δέν ὑπῆρχε παλιά στήν Ἑλλάδα, οἱ κοινωνικές ἀσφαλίσεις εἶναι μόλις λίγο πρό τοῦ 1940, ξεκίνησαν μόλις… μόλις- ὅποτε ἡ γυναῖκα ἤ ἡ κοπέλα ἔβγαινε νά ἐργασθῆ. Δέν θά μποροῦσε ποτέ κανείς νά κατηγορήση μία τέτοια γυναῖκα πού θά ἔβγαινε νά δουλέψη.

   Στό βιβλίο τῆς «Ρούθ», βλέπομε τήν Ρούθ νά βγαίνη νά δουλέψη γιά νά συντηρήση καί τόν ἑαυτό της καί τήν πεθερά της τήν Νωεμίν. Καί ἡ ἐργασία της δέν εἶναι παρά νά μαζεύη στάχυα εἰς τούς ἀγρούς. Δέν εἶναι λοιπόν κατηγορία ὅταν ὑπάρχη ἀνάγκη. Ἀλλά ἀνάμεσα στά πάρα πολλά πού ἡ ἐποχή μας ἔχει ἀλλάξει, πού ἡ φυσιογνωμία της  εἶναι πολύ διαφορετική ἀπό ἐκείνη, τήν ὁποία αἰῶνες ὁλοκλήρους εἶχε ἡ κοινωνία μας καί ἡ οἰκογένεια, σήμερα ἡ κοπέλα πού μορφώνεται, νομίζει καί τό θεωρεῖ ἐπιβεβλημένο ὅτι πρέπει νά ἐργασθῆ.

   Ὑπάρχει ἕνα ἐπιχείρημα. Τό ἐπιχείρημα ὅτι πρέπει νά ἀξιοποιήση ἐκεῖνα τά ὁποῖα ἔχει μάθει. Τό θεωρεῖ αὐτό τόσο αὐτονόητο ἐπιχείρημα, ὥστε ἄν αὐτή τή στιγμή ἤθελα ἐγώ νά κάνω ἐδῶ σέ σᾶς ἕνα τέστ, μία δοκιμασία, «ἡ κάθε κοπέλα ἀπό ἐσᾶς πῶς σκέφτεται παρακάτω», εἶναι πολύ μικρό τό ποσοστό, ὅσες εἶστε, νά βρῶ δυό τρεῖς κοπέλες, ἴσως καί νά μή τίς βρῶ καί αὐτές, πού νά μοῦ ποῦν ὅτι· «ἐγώ ἔχω σκοπό, ὅταν τελειώσω τό Γυμνάσιο νά μείνω στό σπίτι μου». Ὅλες οἱ κοπέλες θά μοῦ πῆτε ὅτι σκοπόν ἔχετε κάτι νά σπουδάσετε. Καί ἐάν θά ἐρωτηθῆτε γιατί θέλετε νά σπουδάσετε, ὁπωσδήποτε δέν ὑπάρχει ἐκεῖνο τό ἰδανικό τῆς σπουδῆς πού ὑπῆρχε στήν ἀρχαία Ἑλλάδα: «ἡ σπουδή γιά τή σπουδή!».

    Διότι ἡ μόρφωσις ἦταν γιά τήν Ἀρχαία Ἑλλάδα ἕνα ἰδανικό χωρισμένο ἀπό τόν βιοπορισμό. Ὁ ἄνδρας ἐμορφώνετο, ἐγίνετο φιλόσοφος ἐάν θέλετε, ταξίδευε σέ τόπους μακρινούς γιά νά ἀποκτήση σοφία. Ἐπλήρωνε ἁδρά δασκάλους νά μάθη τήν ρητορική ἤ τήν γραμματική ἤ τήν μουσική ἤ ὅ,τι ἄλλη σοφία, ὄχι μέ σκοπό νά ζήση, ἀλλά γιά νά εἶναι μορφωμένος. Δηλαδή μέ ἄλλα λόγια, ἡ μόρφωσι δέν εἶχε καμμία σχέσι μέ τό βιοπορισμόν.

   Σήμερα ἡ μόρφωσις συνδέεται μέ τόν βιοπορισμόν, ὁπότε ἡ κοπέλα ἡ ὁποία θά μορφωθῆ, θά βγάλη τό γυμνάσιο καί ἐν συνεχείᾳ θά ἤθελε νά πάη καί σέ ἄλλες σχολές μέσες ἤ ἀνώτερες ἤ ἀνώτατες, ἡ κοπέλα αὐτή σκοπόν ἔχει νά ἐργασθῆ. Γι’ αὐτό, ἄν ἔκανα ἕνα τέστ, σᾶς εἶπα, ἀνάμεσά σας, εἶναι ζήτημα ἐάν θά ἔβρισκα δυό τρεῖς κοπέλες πού θά ἤθελαν τελικά νά μείνουν μόνον εἰς τό σπίτι, ἔστω καί βγάζοντας τό γυμνάσιο. Ξαναλέγω, μέ τό ἐπιχείρημα «πῶς θά ἀξιοποιήσωμε ἐκεῖνα τά ὁποῖα ἔχομε μάθει».

   Ἀλλά, ὅπως ἡ ἐποχή μας ἔχει χαρακτηριστικό νά πετάη στόν ἀέρα καθετί κατεστημένο κάνοντας κριτική, θά νόμιζε ἡ ἐποχή μας ὅτι αὐτή κρατάει τήν τελευταία λέξι τῆς μή ἀναθεωρήσεως τῶν ὅσων ἡ ἰδία πράττει; Διότι, αὐτό τό ὁποῖο ἡ ἴδια ἐργάζεται αὐτή τή στιγμή, δέν γίνεται κατεστημένον; Καί ἅμα γίνεται κατεστημένον, αὐτό δέν μπορεῖ νά γίνη ἀντικείμενον κριτικῆς; Καί αὐτό πού θεωρεῖ ὅτι εἶναι αὐτονόητο «νά ἐργασθῆ ἐπειδή μορφώθηκε», εἶναι αὐτονόητο; Δηλαδή μέ ἄλλα λόγια, μποροῦμε νά τό ποῦμε ὅτι εἶναι ἕνα δεδομένο; Καί δέν θά ἀρχίση νά γίνεται ἕνα ζητούμενο, «ἂν ἡ κοπέλα πρέπει νά βγαίνη νά ἐργασθῆ ἐπειδή ἐμορφώθηκε;»

   Θά ἀρχίση νά γίνεται αὐτό. Θά ἀρχίση νά γίνεται ἐκ τῶν πραγμάτων, διότι ἡ σύγχρονη κοπέλα πού βγαίνει καί ἐργάζεται, καί πού στήν πραγματικότητα πλέον δέν ἔχει ἀνάγκη διά νά ἐργασθῆ, διότι δέν ὑπάρχει οἰκονομική πίεσι οὔτε σάν κοπέλα ἀπό τούς γονεῖς της, οὔτε σάν σύζυγος ἀπό τόν ἄνδρα της, ἀλλά βγαίνει γιατί ἔγινε τῆς μόδας, ἔγινε ἕνα στοιχεῖο πού ἡ σύγχρονη κοπέλα, ἡ σύγχρονη γυναῖκα νομίζει ὅτι μέ τόν τρόπον αὐτόν θά γίνη ἕνας κοινωνικός παράγων, ὅτι... ὅτι... ὅτι θά πρέπη νά προσθέση στά οἰκονομικά τοῦ σπιτιοῦ τά δικά της οἰκονομικά γιά νά ὑπάρχη μία ἄνεσι. Γιατί «πῶς θά πάρουν τό αὐτοκίνητο;», «πῶς θά πάρουν ἕνα μεγάλο διαμέρισμα, ἤ περισσότερα διαμερίσματα;» ἤ «πῶς θά μποροῦν νά πηγαίνουν στά κέντρα διασκεδάσεως;» ἤ «πῶς θά μποροῦν νά ἔχουν μία ἄνεσι, νά κινοῦνται πολυτελῶς καί νά προσθέτη συνεπῶς καί ἐκείνη καί τά δικά της ἔσοδα εἰς τά κοινά ἔσοδα τοῦ ἀνδρός της γιά νά ἔχουν αὐτήν τήν εὐμάρειαν;». Αὐτά ὅμως ὅλα εἶναι αὐτή τή στιγμή μία μόδα. Ἄν τό θέλετε εἶναι ἕνας σνομπισμός.   

    Δυό πράγματα δέν κατάφερα μέχρι σήμερα! Καί ποῦ; Ὄχι σάν συμβουλή, ἀλλά ἐν μυστηρίῳ ἐξομολογήσεως, πού ὑποτίθεται ὅτι ὁ ἄλλος πού ἔρχεται νά ἐξομολογηθῆ εἶναι ἕτοιμος νά ἀκούση τί θά τοῦ πῆ πνευματικός, γιατί πηγαίνει οἰκείᾳ βουλήσει, δέν πηγαίνει γιατί τόν πηγαίνουν. Καί συνεπῶς εἶναι διατεθημένος νά ἀκούση ὅ,τι θά τοῦ εἰπωθῆ. Ἔ, πάρα ταῦτα, δυό πράγματα δέν κατάφερα, παιδιά, μέχρι σήμερα τά τελευταῖα χρόνια νά ἐπιτύχω. Εἰς τούς μακρυμάλληδες, τά ἀγόρια, νά κόψουν τά μαλλιά τους. Ὅ,τι συμβουλές καί ἄν εἶπα, ὅ,τι ἀπειλές καί ἄν ἐξετόξευσα, ὅσο κι ἄν ἐπέπληξα, ὅσο κι ἄν ὁμίλησα καί κορόιδεψα καί εἶπα ὅτι «τί μαλλιά εἶναι αὐτά, παιδάκι μου, τί ψεῖρες θά ἔχουν ἐπάνω», ἤ «δέν ντρέπεσαι σάν γυναῖκα εἶσαι», πού νά τούς κάνω γελοίους, ἤ «τήν Θεία Κοινωνία νά κόψω»! Ναί! δέν κατάφερα ἕναν νά τόν κάνω νά κόψη τά μαλλιά του! Καί τό δεύτερο; Δέν κατάφερα κοπέλα, ἡ ὁποία ἐργάζεται, νά τήν κάνω νά μήν ἐργάζεται, ἐάν ἡ ἰδία δέν τό κατενόησε. Βεβαίως ὑπῆρξαν κοπέλες, οἱ ὁποῖες εἶπαν δέν θά δουλέψωμε. Τό κατενόησαν μόνες τους. Ἐγώ νά τίς βοηθοῦσα νά τό κατανοήσουν, σᾶς βεβαιώνω, ἔχω σημειώσει οἰκτράν ἀποτυχία.

    Ἡ αἰτία δέν εἶναι δύσκολο νά ἀναζητηθῆ. Εἶναι, παιδιά, ὁ σνομπισμός! Δέν ὑπάρχει πιό φοβερό πρᾶγμα ἀπό τήν λατρεία τῆς θεότητος, πού λέγεται μόδα. Δέν ὑπάρχει πιό φοβερό πρᾶγμα! Νά ἰδῆτε ὅτι θά κουρεύωνται μετά οἱ νέοι, θά κουρεύωνται «ἐν χρῷ κεκαρμένοι». Καί ἅμα τούς πῶ: «βρέ παιδάκι μου, τί μαλλιά εἶναι αὐτά, ἄφησε λίγο τά μαλλιά σου!», ἀδύνατον! εἶναι ἡ μόδα! Ὁ ἄνθρωπος δέ θέλει νά διαφέρη ἀπό τόν ἄλλον.

    Ἔτσι, δέ νομίζετε ὅτι ὁ σνομπισμός αὐτός -νά κάνωμε καί λίγο κριτική- δηλαδή πώς τό κατεστημένον, τό παλαιόν κατεστημένον θά πετᾶμε στήν ἄκρη καί τήν παροῦσα κατάστασι πού γίνεται κατεστημένη, κι αὐτή κατεστημένη -κάθε τί πού μένει, γίνεται κατεστημένο˙ αὐτό θά πῆ κατεστημένο, ἡ καθιερωμένη κατάστασις, αὐτή ἡ ὁποία εἶναι ἀνεγνωρισμένη- ἔ, τί λέτε, μένοντας, χρονίζοντας ἡ κατάστασι αὐτή δέν γίνεται κατεστημένον;  ἔ, αὐτή δέν πρέπει νά τύχη κριτικῆς; Ἔ; τί θά λέγατε; 

    Θά νομίζατε ὅτι θά ἤτανε πολύ τιμητικό γιά τόν σύγχρονο ἄνθρωπο πού καυχᾶται γιά τήν ἐλευθερία του, νά θεωρῆται δέσμιος τῆς ἐποχῆς του, δέσμιος ἑνός σνομπισμοῦ, δέσμιος τῆς λατρείας τῆς μόδας; Αὐτό περιποιεῖται τιμήν εἰς τήν προσωπικότητα καί τήν ἐλευθερία τοῦ ἀτόμου; Δέν τό νομίζω. Τό νά μπορῆ κανείς νά ξεφύγη καί νά πῆ: «ἐγώ δέν θά ἀκολουθῶ τήν μόδα, δέν θά εἶμαι ἔξω ἀπό τήν ἐποχή μου, θά κατανοῶ τήν ἐποχή μου ἀλλά ὄχι ὅμως ὅτι θά γίνωμαι δέσμιος της μόδας. Ἐκεῖνο τό καλό στοιχεῖο πού δίδει ἡ ἐποχή μου», γιατί κάθε ἐποχή ἔχει καί τά καλά της στοιχεῖα, «δέν τίθεται θέμα, θά τό ἀκολουθήσω. Ἐκεῖνα τά στοιχεῖα ὅμως τά ὁποῖα δέν εἶναι ἀγαθά καί δεσμεύουν, καί κάνουν τούς ἀνθρώπους uniform, ὄχι». Τί θά πῆ uniform; Ὁμοιόμορφους. Αὐτό τό πρᾶγμα ἰσοπεδώνει, ὁδοστρώνει οὕτως εἰπεῖν, ἰσοπεδώνει τήν προσωπικότητα. Εἶπα uniform ἔ; Τούς κάνει ὁμοιόμορφους τούς ἀνθρώπους.

    Θά σᾶς πῶ ἕνα μικρό παράδειγμα. Μόλις χθές, γιατί κάποιον φιλοξενούσαμε, ὁ ὁποῖος εἶναι φύλακας φυλακῶν, πῶς ἔγινε κουβέντα καί μοῦ εἰπώθηκε ὅτι πιά δέν ἔχουν τίς ὁμοιόμορφες στολές οἱ φυλακισμένοι. Δέν ξέρω ἄν ποτέ πήγατε σέ φυλακές -σάν κρατούμενοι ὄχι, ἀλλά μήν νομίζετε δέν εἶναι δύσκολο πρᾶγμα νά καταλήξωμε στή φυλακή, μή νομίζετε, τό εὐκολότερο πρᾶγμα εἶναι ὁ ἄνθρωπος νά καταλήξη στή φυλακή, σᾶς  τό λέγω ἀλήθεια, εἴτε ἐκών, εἴτε ἄκων- φοροῦσαν ὁμοιόμορφες στολές. Ἄν δραπέτευε ἕνας ἀπό αὐτούς, εὔκολα μποροῦσε νά ἀναγνωριστῆ ὅτι αὐτός εἶναι δραπέτης. Ἦταν ἐκεῖνες οἱ πολύ ἄσχημες στολές οἱ ριγέ, δηλαδή ἦταν τόσο φαρδύριγα δυό χρώματα, ριγέ! Ἦταν ἕνα εἶδος πιτζάμας, μέ σακάκι σάν πιτζάμα καί παντελόνι σάν πιτζάμα. Ἀπαίσιες, πραγματικά ἀπαίσιες! Ἄν θά ἔπρεπε, λοιπόν, νά μπαίνη αὐτή ἡ ὁμοιόμορφη στολή, πῶς ἔπρεπε νά αἰσθάνωνται οἱ ἄνθρωποι; Πολύ ἄσχημα, γιατί ὑπάρχει αὐτό τό ὁμοιόμορφον.

   Τό ὁμοιόμορφον ὅπως στό στρατό. Στό στρατό ὑπάρχει τό χακί τό ὁμοιόμορφον, ἡ ὁμοιόμορφη στολή. Ποιός ὁ σκοπός; Ὁ σκοπός εἶναι τοῦτος: τῆς ἰσοπεδώσεως τῆς προσωπικότητος! Ἔ, στή μόδα λοιπόν, ὁ ἀνόητος ἄνθρωπος ἰσοπεδώνει τήν προσωπικότητά του: «Νά κάνω αὐτό πού κάνει καί ὁ ἄλλος»! Γιατί; Δέν μπορεῖς νά κάνεις ἐκεῖνο πού αἰσθάνεσαι; Πρέπει ἀναγκαστικά νά κάνης ἐκεῖνο πού κάνουν καί οἱ ἄλλοι; Εἶναι ἀνόητο.

   Μία φωτιά πάντοτε ἐξαπλώνεται πιό πολύ ὅταν ὑπάρχει καί ὁ ἄνεμος. Σέ ὅλα αὐτά πού λέμε βεβαίως ἦρθε καί σχετικός ἄνεμος νά ἀναρριπίζη διαρκῶς αὐτή τή φωτιά τῆς μόδας, τῆς ἐξόδου τῆς γυναίκας νά βγαίνη ἀπό τό σπίτι ἔξω νά δουλέψη, πού λέγεται φεμινισμός˙ αὐτό τό κίνημα τῆς γυναικείας προσπαθείας νά ἀποκτήση δικαιώματα ἴσα μέ τόν ἄνδρα.

    Καί ὁπωσδήποτε ἡ ρίζα τοῦ νά ἔχη ἡ γυναῖκα ἴσα δικαιώματα μέ τόν ἄνδρα ὑπάρχει στήν Ἁγία Γραφή. Εἶναι ὁ χριστιανικός φεμινισμός. -Ἀπό τό femina πού σημαίνει γυναῖκα, Λατινικά, ἔ;- Φεμινισμός, λοιπόν, εἶναι ἐκεῖνο τό ρεῦμα τῆς προσπαθείας νά ἀποκτήση ἡ γυναῖκα, ὅπως σᾶς εἶπα προηγουμένως, δικαιώματα μέσα στήν κοινωνία, μέσα στήν ζωή, μέσα στήν οἰκογένεια, στό σχολεῖο, παντοῦ ἴσα μέ τόν ἄνδρα. 

    Λοιπόν ἡ ρίζα εἶναι στήν Ἁγία Γραφή. Ὅταν λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «οὐκ ἔνι ἄρσεν καί θῆλυ, ἀλλά τά πάντα καί ἐν πᾶσι Χριστός»(Γαλ. 3, 28). Δέν ὑπάρχει διαφορά ἀνάμεσα στόν ἄνδρα καί τήν γυναῖκα, ἀλλά σέ ὅλα καί σέ κάθε τί εἶναι ὁ Χριστός. Ἀλλά αὐτή ἡ ἐξίσωσις τῶν φύλων δέν εἶναι σάν κι ἐκείνη τήν ὁποίαν ἀκολουθοῦν τά ρεύματα, προσέξτε, τά οὐμανιστικά, τά ἀνθρωπιστικά, πού ξεκίνησαν ἀπό τήν ἐποχή τῆς Ἀναγεννήσεως στήν Εὐρώπη καί πού δέν στηρίζονται στό Θεό καί τήν Ἁγία Γραφή, ἀλλά στηρίζονται στόν ὀρθολογισμό, στή φιλοσοφία, εἰς τόν ἄνθρωπο γι’ αὐτό καί λέγονται ἀνθρωπιστικά αὐτά τά ρεύματα, καί συνεπῶς εἶναι ἔξω ἀπό τόν Θεό. Εἶναι ἀθεϊστικά αὐτά τά ρεύματα τά οὐμανιστικά. Δέν ἔχουν δηλαδή ἐρείσματα χριστιανικά, εὐαγγελικά. Καί ἔτσι ἡ γυναῖκα εἶναι ἴση μέ τόν ἄνδρα καί στίς ὑποχρεώσεις καί στά δικαιώματα, διότι καί ὁ ἄνδρας καί ἡ γυναῖκα ἔχουν ψυχήν ἀθάνατον. Δέν ὑπάρχει Εὐαγγέλιον ἀνδρῶν καί Εὐαγγέλιον γυναικῶν. Δέν ἀπέθανε ὁ Χριστός μόνον διά τούς ἄνδρας καί ὄχι διά τάς γυναίκας. Καί ἐξ ἴσου ἡ ζωή προσφέρεται καί διά τόν ἄνδρα καί διά τήν γυναῖκα.

    Αὐτή ἡ ἰσότης ὅμως εἶναι καλῶς ἐννοουμένην. Καί  μία  ἰσότης δέν σημαίνει ὅτι θά ὑπάρχη καί ἰσοπέδωσις καί πράγματα τά ὁποῖα εἶναι ἀδύνατον νά ὑπάρξουν γιατί θά δημιουργηθῆ σχῖσμα.

    Ἕνα παράδειγμα. Ὁπωσδήποτε τά μέλη τοῦ σώματος ἔχουν μία διακονία τό καθένα. Ὅλα μαζί ἀποτελοῦν τό σῶμα. Ὑπάρχει μία ἰσότης. Ποῦ εἶναι ἡ ἰσότης; τοῦ ὅτι ὅλα ἔχουν δικαίωμα νά τρέφωνται ἀπό τό ἴδιο αἷμα. Βλέπετε ἡ καρδιά στέλνει τό αἷμα μέσῳ τῶν ὁδῶν της καί πρός τό τελευταῖο κύτταρο τοῦ ὀργανισμοῦ, εἴτε πόδι λέγεται, εἴτε μάτι λέγεται, εἴτε ἐγκέφαλος λέγεται, εἴτε νύχι λέγεται. Ἐξ ἴσου στέλνει ἡ καρδιά τό αἷμα, τό ἴδιο αἷμα, τό ἕνα καί τό ἀδιαίρετον καί τό ἑνιαῖον, καί τό καθαρόν, τό γεμάτο τροφή νά θρέψη καί τό τελευταῖο κύτταρο. Ἐδῶ βλέπομε μία ἰσότητα. Ταυτόχρονα ὅμως ἄλλο τό ἔργον τοῦ ματιοῦ καί ἄλλο τό ἔργον τοῦ ποδιοῦ. Ἐδῶ βλέπομε μία ἀνισότητα. Αὐτή ἡ ἀνισότης εἶναι ἀναγκαία, διότι ἄν δέν ἦταν ἀναγκαία τότε θά ὑπῆρχε τό σχῖσμα. Λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος δέν μπορεῖ νά πῆ τό μάτι δέν σέ ἔχω ἀνάγκη στό πόδι ἤ ἀντίστροφα. Τότε δημιουργεῖται ἕνα σχῖσμα στό σῶμα.

   Ἔ, λοιπόν, ὁ ἀρνητικός φεμινισμός λέει ὄχι ὅτι ἔχουνε ἴσες ψυχές κι ἔχουνε ἴσα δικαιώματα στή ζωή ὁ ἄνδρας καί ἡ γυναῖκα, ὄχι μόνον αὐτό. Δουλεύει ὁ ἄνδρας; Θά δουλέψη καί ἡ γυναῖκα. Ἔχει οἰκονομίες ὁ ἄνδρας; Θά ἔχη καί ἡ γυναῖκα. Φοράει παντελόνια ὁ ἄνδρας; Θά φοράη καί ἡ γυναῖκα παντελόνια. Ὁδηγεῖ αὐτοκίνητο ὁ ἄνδρας; Θά ὁδηγῆ καί ἡ γυναῖκα. Βγαίνει βουλευτής ὁ ἄνδρας; Θά βγῆ  καί ἡ γυναῖκα. Γίνεται πρωθυπουργός ὁ ἄνδρας; Θά γίνη καί ἡ γυναῖκα. Καί μή νομίζετε ὅτι ἡ γυναῖκα θά ἰσοῦται μέ τόν ἄνδρα. Τώρα καί ὁ ἄνδρας θά ἰσοῦται μέ τή γυναῖκα. Νταντεύει τό μωρό ἡ γυναῖκα; Θά τό νταντεύη καί ὁ ἄνδρας. Πλένει ἡ γυναῖκα τά πιάτα; Θά πλένη καί ὁ ἄνδρας τά πιάτα. Ἰσότης σέ ὅλα!

    Ἀλλά ἐρωτοῦμε, παιδιά, αὐτή εἶναι ἡ εἰκόνα τῆς ἐποχῆς μας; Ἐνθυμοῦμαι πρίν μερικά χρόνια, πρίν ἀκόμη ἔλθη στήν Ἑλλάδα, στήν πράξι πλέον, αὐτή ἡ κατάστασις, τήν βλέπαμε στήν Ἀμερικανική κοινωνία τήν εἰκόνα αὐτή κατά ἕνα τρόπο πού τή λυπόμαστε πραγματικά καί τήν κοροϊδεύαμε. Ὁπωσδήποτε δέν ἔχει βέβαια εἰσχωρήσει βαθύτατα στήν Ἑλληνική μας συνείδησι αὐτή ἡ κατάστασις, ἀλλά διαρκῶς προχωρεῖ, δέν τίθεται θέμα. Ἐρωτοῦμε, αὐτή ἡ ἰσότης ἐπί τῶν ὑποχρεώσεων καί ἐπί τῶν δικαιωμάτων θά ὁδηγήση σέ καλά ἀποτελέσματα ἤ μήπως θά ἔχωμεν ἀδιέξοδα; ἡ πείρα στήν Ἑλλάδα τουλάχιστον; γιατί στήν Ἀμερική ἡ πείρα ἔχει ἀποδείξει πάρα πολλά πράγματα. Ἀλλά ἐμεῖς πᾶμε πάντοτε μερικά χρόνια πίσω, πολλά χρόνια πίσω πηγαίνομε καί δέν παραδειγματιζόμαστε ἀπό ἐκεῖνο πού ἤδη βγάλανε ὡς συμπεράσματα οἱ ἔξω, νά μή τό μιμηθοῦμε ἐμεῖς. Πρέπει σώνει καί καλά νά περάσωμε καί μεῖς ἀπό τήν ἴδια διαδικασία ἀνοητότατα! ἀνοητότατα καί στά παιδαγωγικά μας αἰσθήματα καί στόν τρόπο τῆς κοινωνικῆς ζωῆς καί στόν τρόπο τῆς πολιτικῆς ζωῆς! Εἶναι… εἶναι φοβερό πρᾶγμα! εἶναι φοβερό! Σᾶς εἶπα, εἶναι μία ἀνοησία καί αὐτό εἶναι πιθηκισμός τυφλός καί ἀνόητος!

   Λοιπόν ὁδηγεῖ σέ ἀδιέξοδο; Ὁπωσδήποτε, παιδιά, ὁδηγεῖ σέ ἀδιέξοδο, διότι τελικά ἡ φυσική κατάστασις τῆς γυναικός πού εἶναι τό σπίτι, ἀμελεῖται. Διότι, ὅταν ἡ γυναῖκα φεύγει ἀπό τό σπίτι, ἤ θά κάνη λίγα παιδιά ἤ δέν θά κάνη καθόλου. Ἀλλά ἔστω καί ἕνα παιδί νά κάνη, πού αὐτό εἶναι κάτι πού στρέφεται ἐναντίον τῆς μητρότητας καί ἡ ἴδια στραγγαλίζει τήν μητρότητά της, τό παιδί της αὐτό, ἀφοῦ ἡ γυναῖκα βγαίνει καί δουλεύει ἔξω, ποιός θά τό μεγαλώση; Ἐάν ἡ μητέρα λείπη, νά σᾶς πῶ μισή μέρα, γιατί ὑπάρχουν περιπτώσεις πού ἡ μητέρα βγαίνει καί ὁλόκληρη τή μέρα ἔξω, βγαίνει καί τό πρωί, βγαίνει καί τό ἀπόγευμα -ἂν ὑποτεθῆ  ὅτι δουλεύει σέ κατάστημα δέν θά βγῆ  8-13 π.μ., δέν θά βγῆ μετά 4-8 μ.μ.; οὐσιαστικά λείπει ὅλη τήν ἡμέρα- αὐτό τό παιδί ποιός θά τό μεγαλώση;

   Ἀπό ἕνα λογαριασμό πού κάναμε κάποτε σέ ἕνα ζεῦγος, ὁ μισθός τῆς γυναίκας ἐπήγαινε ὅλος σέ μία γυναῖκα πού παίρνανε σπίτι γιά νά φροντίζη γιά τά παιδιά. Καί εἴπαμε στή γυναῖκα «ἐκεῖ πού δίνεις τό μισθό σου στή γυναῖκα»  -ἕνα χιλιάρικο τελικά νομίζω ὅτι τῆς ἔμενε. Τό κέρδος ἦταν ἕνα χιλιάρικο, καί ὁ κόπος καί ὅλη αὐτή ἡ ἀκαταστασία στό σπίτι; Αὐτή εἶναι ἄλλη παράγραφος!- «ἐκεῖ πού θά πηγαίνης ἔξω καί πληρώνεις μέ τά χρήματα πού παίρνεις ἐσύ μία ἄλλη γυναῖκα νά φροντίζη τό παιδί σου, τά παιδιά σου, γιατί δέν κάθεσαι σπίτι σου;» «Ὄχι! θά βγῆ νά δουλέψη», εἶναι ἡ μόδα, εἶναι τό ρεῦμα, εἶναι ὁ σνομπισμός! Ἔτσι τό πρόσωπον, τό ὁποῖον θά μεγαλώση τά παιδιά μέσα εἰς τό σπίτι, τί ἀγωγή θά δώση; τί ἀγωγή θά δώση;

   Κάποτε διάβαζα στήν ἐφημερίδα, εἶναι βέβαια ἀρκετά χρόνια, τό ἑξῆς πρᾶγμα. Δυό νταντάδες ἔχουν μικρά παιδάκια κι εἶναι σέ ἕνα πάρκο τῶν Ἀθηνῶν. Συζητοῦν λοιπόν οἱ δυό τους καί λένε ἡ καθεμιά πῶς περνάει στό σπίτι τῆς κυρίας μέ τά παιδιά. Ἡ μία λέγει: «ξέρεις τό παιδί μου, τό παιδί δηλαδή πού ἔχω νά ἐπιτηρῶ…» «Τί;» λέγει ἡ ἄλλη. -Αὐτά ἀκούγονται καί ἔφθασαν τελικά νά δημοσιευθοῦν στήν ἐφημερίδα, κάποιος τρίτος τά ἄκουσε.- «Ἀνοίγω τό φωταέριο» -τό φωταέριο εἶναι ὅπως τό πετρογκάζ- «καί βάζω στή μυτίτσα τοῦ παιδιοῦ» -αὐτό εἶναι γνωστό ὅτι εἶναι δηλητήριο- «ὅποτε τό παιδάκι ναρκώνεται καί κοιμᾶται μέχρι τό πρωί μία χαρά· οὔτε ξυπνάει, οὔτε τίποτε!». Ἀλλά αὐτό τί θά σήμαινε γιά τό παιδί αὐτό μεγαλώνοντας; Ἀληθινή καταστροφή! ἀληθινή ψυχοσωματική καταστροφή, ὅπως ἀκριβῶς ἕνας ἄνθρωπος ἄν ἔπαιρνε ναρκωτικά! Καί ὅμως αὐτή ἡ ἀσυνείδητη κυρία πού ἐπιτηροῦσε τό παιδάκι, ἔτσι ἔκρινε. Γιατί; Δέν  ἦταν παιδί της! Ἦταν μισθωτή!

    Λοιπόν αὐτό εἶναι τό ἕνα.Ὓστερα ξέρετε τί μαθαίνουν; Δέν μοῦ ἐπιτρέπεται νά σᾶς πῶ πιό πολλά. Ἀπό ὅ,τι ἔχω ἀκούσει, εἶναι φοβερά πράγματα τί μαθαίνουν στά μικρά παιδιά αὐτές οἱ γυναῖκες, πού βάζομε στό σπίτι μας νά τά μεγαλώσουν. Καί τί μαθαίνουν καί τί κάνουν στά μικρά παιδιά; Δέν μπορῶ νά σᾶς τά περιγράψω. Φοβερά πράγματα! Κάποτε μοῦ ἔλεγε ἕνας νέος, πού ἐνθυμεῖται πού εἶχαν μία ὑπηρέτρια στό σπίτι, μόλις καί τό θυμᾶται γιατί ἦταν νήπιο τό παιδί, τί ἔκανε αὐτή ἡ ὑπηρέτρια στό παιδί.

    Γι’ αὐτό τό λόγο, ὅλα αὐτά τά πράγματα δέν τά λογαριάζει μία γυναῖκα πού θά βγῆ νά ἐργασθῆ ἔξω; Ἀκόμη, τό ὅτι θά γυρίση κατάκοπη ἀπό τή δουλειά της, ποιός θά τῆς ἔχει ἑτοιμάσει τό φαγητό, μάλιστα ἂν δέν ἔχει κι ἄλλο χέρι νά τή βοηθήση; Ἀλλά καί νά ἔχη, εἶναι δυνατόν ποτέ νά αἰσθάνεται μία γυναῖκα καλά, ὅταν εἶναι σύζυγος καί νοικοκυρά καί ταυτόχρονα ἄλλος τῆς μαγειρεύει τό φαΐ καί ἄλλος τῆς περιποιεῖται τό σπίτι; Ἤ αὐτή ἄν πρέπη αὐτή καί νά μετέχη τό ἀπόγευμα, ἄν ὑποτεθῆ ὅτι δέν θά πάη στήν ἐργασία της, πόσο θά κουραστῆ καί θά μείνη μέχρι τά μεσάνυχτα γιά νά καταφέρη νά μαγειρέψη, νά ἔχη τήν ἄλλη μέρα φαγητό, ἤ νά τακτοποιήση τήν μπουγάδα της, ἤ τό σπίτι της νά καθαρίση ἤ τόσα ἄλλα;

    Παιδιά πιστέψτε με, προβλήματα τά ὁποῖα μόνον ὁ πνευματικός καί ὁ ψυχίατρος μποροῦν νά καταλάβουν, μά καί τά ἴδια τά σπίτια πού ζοῦν αὐτό τό δρᾶμα, ἔχομε καί μποροῦμε νά ποῦμε πολλά γιά τίς γυναῖκες πού ἐργάζονται ἔξω.

    Τό πολύ πολύ μία κοπέλα, ἄν θά ἠργάζετο σάν κοπέλα, ὅταν ἔρθη ἡ ὥρα νά παντρευτῆ, νά σταματήση νά ἐργάζεται. Θά ἦταν ἰδεῶδες! Καί νά κοιτάξη τό σπίτι της καί μόνο τό σπίτι της! Νά μάθη νοικοκυριό!

     Προσέξτε, γιατί ἔρχεται ἡ ὥρα νά παντρευτῆτε. Σᾶς παντρεύονται νέοι  -γιατί ἀπό αὐτές τίς καρέκλες ἀπό τό 1960, πού ἐγώ βρίσκομαι σ’ αὐτό τό τραπεζάκι, μέχρι τό 1977 ἔχουν περάσει δέκα ἑπτά χρόνια, ἔχουν περάσει κοπέλες πάρα πολλές, πού σχεδόν ὅλες ἔχουν παντρευτεῖ- καί ἐμεῖς γνωρίζομε τά παράπονα τῶν συζύγων. Ὅταν ἔρχωνται καί λέγουν: «πάτερ, ξέρετε ἡ γυναῖκα μου δέν ξέρει νά μαγειρέψη, δέν ξέρει νά κάνη ἓνα γλυκό, δέν ξέρει νά περιποιῆται τό σπίτι» καί ἐγώ ξέρετε τί λέγω; Σᾶς βεβαιώνω πάρα πολλές φορές τό ἔχω πεῖ, ὅπως θά τό πῶ καί γιά σᾶς ἄν τύχη νά παντρευτῆτε καί νά μοῦ κάνη παράπονα ὁ μέλλων σύζυγός σας. «Ἄκουσε, παιδί μου. Νά, βλέπεις τή γλῶσσα μου ἔβγαλε μαλλιά νά τά λέγω. Μάλλιασε ἡ γλῶσσα μου νά τά λέγω. Ναί, δέν φταίω, παιδί μου, τίποτε! Στό κάτω κάτω τῆς γραφῆς ἄνδρας εἶμαι, κατηχητής εἶμαι, ἔργον δέν θά εἶχα νά κάθωμαι νά λέγω μία κοπέλα νά εἶναι νοικοκυρά». Κι ὅμως, ἐπειδή βλέπω πνευματικές ἐπιπτώσεις εἰς τό ὅλο θέμα, γι’ αὐτό ἀναλαμβάνω καί τό ἔργο αὐτό. «Πίστεψε με, παιδί μου, πάρα πολλά πράγματα ἔχω πεῖ. Δέν ἀκοῦν οἱ κοπέλες, δέν ἀκοῦν! Τί νά σοῦ κάνω; Καί σύ παιδί τῆς ἐποχῆς σου εἶσαι, καί αὐτό παιδί τῆς ἐποχῆς σου εἶναι, τραβῆξτε τά μαλλιοκέφαλά σας! Τί νά σᾶς κάνω περισσότερο; Τί νά σᾶς κάνω περισσότερο;» Καί δημιουργοῦνται ρήξεις στήν εὐτυχία τήν οἰκογενειακή. Πιστέψτε μέ, σᾶς τό λέγω ἀλήθεια, δέν θά μιλοῦσα μέ αὐτή τήν ἔντονη γλῶσσα, ἄν τά πράγματα δέν ἦταν ἔτσι.

   Γι’ αὐτό ἀκοῦστε με παιδιά, ξεκινῆστε καί θά δῆτε ἄκοπα... ἄκοπα θά τά μάθετε ὅλα, ἄν ἀκολουθῆτε τήν συνταγή μου, τήν συμβουλή μου. Ὅπως ἕνα μικρό παιδί πλάι στήν μητρική του γλῶσσα, ὅταν μιλᾶνε μία ξένη γλῶσσα μέσα στό σπίτι, τήν μαθαίνει ἄκοπα καί βρίσκεται ὡραιότατα μεγαλώνοντας νά ξέρη μία ξένη γλῶσσα, ἔτσι καί σεῖς ἄκοπα θά μάθετε νά γίνετε καλές νοικοκυρές, ἄν τώρα σάν μικρές κοπέλες μέσα τό σπίτι σας ἐργάζεσθε καί βοηθᾶτε.

   Νά κρατηθῆ ἕνα σπίτι -προσέξτε με!- δέν εἶναι νά ξέρω νά σκουπίσω, οὔτε νά ξέρω νά στολίσω τό σαλόνι. Νά κρατηθῆ ἕνα σπίτι εἶναι μία ὁλόκληρη ἐπιστήμη. Μία ἐπιστήμη, πού ἀπό τήν ἀρχαιότητα εἶχε ἐπισημανθεῖ. Δέν ξέρω ἄν ἄλλοτε σᾶς ἔχω πεῖ ὅτι ὁ Ξενοφῶν ἔχει γράψει εἰδική πραγματεία μέ τίτλον: «Ὁ Οἰκονομικός». Εἶναι στά ἅπαντα τοῦ Ξενοφῶντος. Διαβάσατέ το νά ἰδῆτε ἐκεῖ, πού ἀναλαμβάνει τότε πού ἦταν ἐξόριστος στήν Πελοπόννησο ὁ Ξενοφῶν μέ τά Ἀθηναϊκά γεγονότα καί τά λοιπά, καί ἐκεῖ ἔγραψε τό ἔργο αὐτό. Εἶναι διαλογικό τό ἔργο. Εἶναι ὁ σύζυγος, ὁ ὁποῖος  βοηθάει τή σύζυγό του, ἡ ὁποία δυστυχῶς ἀπό τό σπίτι δέν ἤξερε πολλά πράγματα, πῶς νά οἰκονομῆ. Ἀκοῦστε, ὁ οἰκονομικός, οἰκονομία, οἰκονόμος καί τά λοιπά, εἶναι ἀπό τό οἶκος καί νόμος. Νά ξέρης νά ρυθμίζης τά τοῦ οἴκου σου. Νά ξέρης τί θά ξοδέψης, πόσο θά ξοδέψης, ποῦ θά τό ξοδέψης, ποῦ θά βάλης αὐτό τό πρᾶγμα. Ἐκεῖ τί πρᾶγμα θά βάλης, πῶς θά ἀποθηκεύσης τίς τροφές, πῶς θά ἀξιοποιήσης τίς τροφές πού σου δίνουν τά χωράφια σου, ἡ ἐποχή, ἄν πρέπη νά τά ἀγοράσης.

   Ὅλα αὐτά τά πράγματα, ἡ ὅλη θά λέγαμε διοίκησις τοῦ σπιτιοῦ, πιστέψτε, εἶναι ἀληθινή ἐπιστήμη καί ἀπαιτεῖ εἰδικό πνεῦμα καί χάρι ἀπό τό Πνεῦμα τό Ἅγιο. Μή σᾶς φαίνεται παράξενο. Εἰδική χάρι ἀπό τό Πνεῦμα τό Ἅγιο γιά νά μπορῆ μία γυναῖκα νά εἶναι σωστή! Ἄν δέν ἦταν χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ἀληθής ἐπιστήμη εἰς τό βιβλίο τῶν «Παροιμιῶν» δέν θά ἐγράφετο τό ἐγκώμιον τῆς νοικοκυρᾶς γυναίκας.

    Μοῦ φαίνεται ἐδῶ καί δυό χρόνια σᾶς τό εἶχα διαβάσει τό ἐγκώμιον τῆς νοικοκυρᾶς γυναίκας, ἡ ὁποία λέγει ὅτι, ὅταν τά φῶτα τῆς πόλεως ἔχουν σβήσει, τό δικό της παράθυρο φωτίζει γιατί ἀκόμη κάνει νυχτέρι, κάνει ἐργασία. Καί δίνει τήν ἐργασία, τήν κατανέμει στό ὑπηρετικό της προσωπικό. Ἐργάζεται στήν ὑφαντική. Ἀγόρασε, λέγει, ἀγρόν καί τά λοιπά. Ἡ νοικοκυρά, ἡ γυναῖκα πού ξέρει νά κρατάη τό σπίτι της. Ἡ  βασίλισσα τοῦ σπιτιοῦ της, ἐκείνη ἡ χαριτωμένη  γυναῖκα, αὐτή πού εἶχε τήν ὀνομασία, καί πού σήμερα ἀλλοίμονο, δέν ὑπάρχει πιά. Ἡ οἰκοδέσποινα! Οἰκοδέσποινα, ὅπως λέμε οἰκοδεσπότης. Δεσπότης θά πῆ κύριος, ὁ δεσπόζων, ὁ κύριος, τό ἀφεντικό, τό ἀφεντικό τοῦ σπιτιοῦ. Καί ἐκείνη ἡ οἰκοδέσποινα, εἶναι ἡ δέσποινα, εἶναι ἡ κυρία τοῦ σπιτιοῦ.          

    Σήμερα δέν ὑπάρχει κυρία τοῦ σπιτιοῦ. Δέν ὑπάρχει πλέον οἰκοδέσποινα. Εἶναι ἡ δεσποινίς, ἤ ἡ γυναῖκα πού θά βγῆ νά δουλέψη, στά γρήγορα ἐκεῖ νά φᾶνε… Δέν τά φαντάζεστε! Κάποτε διάβαζα στήν «Ἐλευθερία» τήν ἐφημερίδα, πέρυσι, ἕναν τρόπο εὔκολο, πῶς νά περιποιηθῆτε ἕναν ἐπισκέπτη σας χωρίς σέ τίποτε νά κοπιάσετε -Ἄστε ὅτι ὑπάρχουν χάρτινα ποτήρια, χάρτινα πιάτα, ὅλα χάρτινα!… χάρτινοι ἄνθρωποι, χάρτινες οἱ καρδιές των, χάρτινα καί τά αἰσθήματα....- γιά νά μή πλυθοῦν τά πιάτα! Λοιπόν βάζετε, λέει, σέ ἕνα τραπέζι πιάτα. Καί βάζετε πιατέλες στή μέση ἀπό διάφορα τυριά, τρία, τέσσερα εἴδη τυριῶν. Βάζετε καί διάφορα σαλατικά χωρίς νά τά κάνετε σαλάτες, μαρούλια, λάχανα, μεγάλα κομμάτια, καί φρέσκο ψωμί. Βγαίνετε ἀπό τόν κόπο νά κάνετε ὁ,τιδήποτε ἄλλο καί θά δώσετε πολλή χαρά στούς ἐπισκέπτες σας. Ὁρίστε παρακαλῶ! Διότι ἡ γυναῖκα δέν ἔχει χρόνο νά κάνη τίποτε ἄλλο, διότι ἐργάζεται, ἤ διότι πρέπει νά βγαίνη ἔξω, ἤ διότι ἔχει τίς κοινωνικές της σχέσεις καί ὑποχρεώσεις καί ἐπαφές καί τά λοιπά. Φοβερό! εἶναι φοβερό αὐτό!

    Παιδιά, ἄν δέν εἶχε ἡ ὅλη κατάστασι πνευματικήν διάστασιν, πιστέψτε με, δέν θά εἶχα κανένα λόγο νά σᾶς τά λέγω αὐτά τά πράγματα. Διότι, τί θά σᾶς ἔλεγα; Πράγματα τά ὁποῖα δέν ἔχουν σημασία στήν ἰδιότητά μου; Ἀλλά σᾶς τά λέγω γιατί ἔχουν πνευματικές διαστάσεις. Αὐτή εἶναι ἡ κατάστασι γιά νά μή πῶ κι ἄλλα πολύ φοβερότερα πράγματα!

    Ὅταν ἡ γυναῖκα ἔχει τό ταμεῖο της, τά χρήματά της καί αἰσθάνεται –προσέξτε, προσέξτε!- αὐτασφάλειαν, δέν εἶναι πλέον ἡ ἀσφάλεια ὁ ἄνδρας της! Δέν ὁμιλῶ γιά τόν Θεόν, ὅτι ἐκεῖ εἶναι ἡ ἀναφορά μας καί ἐκεῖ εἶναι ἡ ἀσφάλειά μας καί ἐκεῖ εἶναι ἡ πρόνοιά μας. Ὁμιλῶ κάτ’ ἄνθρωπον, διότι ὁ σύζυγος ὡς ἡ κεφαλή τοῦ σπιτιοῦ. Ἐδῶ ἔχομε δυό κεφάλια μέσα στό σπίτι. Διότι, ἀφοῦ ἔχομε δυό ταμεῖα, ἔχομε δυό κεφάλια! Ἀλλά ἅμα γεννηθεῖ ἕνα ὄν μέ δυό κεφάλια, λέγει ἡ ἰατρική ὅτι αὐτό εἶναι τέρας! Κι ὅμως αὐτό τό τέρας, πού λέγεται οἰκογένεια μέ δυό κεφάλια μεγαλώνει μέσα στό σπίτι καί κανείς δέν ἐνοχλεῖται! Δέν ἐνοχλεῖται! Ναί, κανείς δέν ἐνοχλεῖται ἀπό αὐτό τό τέρας πού ἔχει δυό κεφάλια!

    Ἔτσι, ὅταν ἔχωμε δυό οἰκονομικά, δυό ταμεῖα... -τά πιό πολλά σπίτια ἔτσι κάνουν, ἔτσι κινοῦνται, ἡ γυναῖκα ἔχει τά δικά της οἰκονομικά. Φέρ’ εἰπεῖν, ὁ σύζυγος στήν συγκεκριμένη περίπτωσι, εἶναι πάρα πολλές οἱ περιπτώσεις σάν αὐτή τή συγκεκριμένη πού θά σᾶς πῶ, ὁ σύζυγος παίρνει αὐτή τή στιγμή 50.000 δρχ., ἡ γυναῖκα παίρνει 10.000 δρχ., αὐτά δέν μπαίνουν στό κοινό ταμεῖο. Πρῶτα πρῶτα ὁ σύζυγος πολλές φορές ἔχει πεῖ: «γιατί ἐργάζεσαι; 50.000 δρχ. δέν μᾶς φτάνουν νά περάσωμε; Γιατί ἐργάζεσαι;». «Ὄχι! ἀφοῦ ὅλες μου οἱ φιλενάδες, οἱ συμμαθήτριές μου, οἱ παλιές μου συμφοιτήτριες ἐργάζονται, ἐγώ νά μήν δουλέψω, ἐγώ νά μήν κινηθῶ ὅπως ἐργάζονται οἱ φιλενάδες μου;» Καί αὐτές οἱ 10.000 δρχ. μπαίνουν στό δικό της πορτοφόλι, εἶναι δικά της. Ἔχομε, λοιπόν, δυό πορτοφόλια.-... ὅταν ὑπάρχουν δυό ταμεῖα, ἀντιλαμβάνεσθε ὅτι ὑπάρχουν καί δυό διαφεντεύσεις, νά τό πῶ ἔτσι μέ αὐτή τή λέξι. Δηλαδή δυό διοικήσεις. Ἐγώ τά δικά μου, ἐσύ τά δικά σου.

    Καί ἡ γυναῖκα αἰσθάνεται ἕνα εἶδος ἀσφάλειας ἀπό τά δικά της τά χρήματα, ὄχι ἀπό τόν σύζυγό της. Ἀλλά πιά, ὅταν ὁ σύζυγος δέν εἶναι ἡ ἀσφάλειά της, τότε μέ πολλήν εὐκολία θά μποροῦσε νά διαλύση τό γάμο της. Κάτι νά τύχη, δέν τήν νοιάζει νά τόν διαλύση τό γάμο! Γιατί; Γιατί λέγει ὅτι ἔχω τήν ἀσφάλειά μου! Πρῶτα πρῶτα ἔχει τά χρήματά της, δεύτερον ἔχει τήν ἰατρική της περίθαλψι, τήν ὁποία δέν ἔχει ἀπό τόν σύζυγο ἀλλά τήν ἔχει ἀπό τό δικό της ταμεῖο ἀπό κεῖ πού ἐργάζεται, ὡς ἴδια ἐργαζομένη, καί ἔτσι σοῦ λέει «τί μέ νοιάζει; ἔ! δέν συμφωνῶ μέ τόν σύζυγο, χωρίζομε!» Ἔρχεται καί ἡ μόδα τοῦ αὐτόματου διαζυγίου κι ὅλα πᾶνε θαυμάσια!

    Ἔτσι φτάνομε νά ἔχωμε ηὐξημένα διαζύγια. Ἀλλά καί τά παιδιά, πῶς μεγαλώνουν σέ ἕνα σπίτι, πού οἱ γονεῖς ἐργάζονται καί δέν τά βλέπουν καθόλου;  Διότι ἡ μητέρα πρέπει νά μένη μέ τό παιδί! Ἀναλαμβάνει πλέον τήν θέσι τῆς μάνας ποιός; Ὁ κακός δάσκαλος πού λέγεται τηλεόρασι. Βάζομε τό παιδάκι ἐκεῖ στήν τηλεόρασι καί ἡ γυναῖκα ἀπασχολεῖται μέ ἕνα σωρό ἄλλα πράγματα ἤ ἐκτός σπιτιοῦ ἤ ἐντός σπιτιοῦ. Δέν τήν νοιάζει πλέον. Ἡ τηλεόρασι ἤ τό ραδιόφωνο,  προπαντός τώρα ἡ τηλεόρασι, ἀπασχολεῖ τό παιδί.

    Καί ποιές εἶναι οἱ ἐπιπτώσεις; Οὔτε θρησκευτικά περιοδικά, οὔτε χριστιανοί ἐπιστήμονες εἶναι ἐκεῖνοι πού τονίζουν τίς φοβερές ἐπιπτώσεις πού ἔχουν τά παιδιά μας βλέποντας τηλεόρασι, ἀλλά κοσμικοί ἄνθρωποι καί κοσμικά ἔντυπα καί κοσμικές ἐφημερίδες. Αὐτά εἶναι τά ἀποτελέσματα. Τί κάνανε; Μία τρύπα στό νερό, πού λέει ἡ παροιμία ἡ λαϊκή. Δέν κάναμε τίποτε. Ζημία ἔχομε. Γιατί, λοιπόν, νά μήν μείνη ἡ γυναῖκα στό σπίτι της; Γιά νά μήν ἀναφερθῶ εἰς τούς ἠθικούς κινδύνους τούς ὁποίους διατρέχει ἡ γυναῖκα βγαίνοντας ἔξω. Διότι μία γυναῖκα, ἡ ὁποία βγαίνει ἔξω, εἴτε κοπέλα, εἴτε παντρεμένη, ὑπόκειται σέ φοβερούς ἠθικούς κινδύνους. Νά πῶ καί γι’ αὐτούς; Τί νά πῶ γι’ αὐτούς;


Απόσπασμα από την 3η ομιλία στο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης « Τωβίτ ».

►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
"Τωβίτ. (Ὁμιλίες βασισμένες στό βιβλίο τῆς Π. Διαθήκης Τωβίτ)." εδώ ⬇️
http://arnion.gr/index.php/p-thanasios-mytilina-os/milies-p-thanasiou/palaia-diauhkh/vivlion-tovit
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40oED0GDYsRHnrDdY5_m61pt

Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Καραμίντζα.

Ψηφιοποίηση και επιμέλεια κειμένου δια χειρός του αξιοτίμου κ. Γεωργίου Μαλούση.

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️
https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__
https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.