Εἶναι ἕνας ὑπέροχος ψαλμός εξαιτίας τοῦ προφητικοῦ ὕψους πού ἔχει. Εἶναι ἐξ ὁλοκλήρου μεσσιανικός. Δέν ὑπάρχει οὔτε μία λέξη πού νά μήν ἀναφέρεται στον Μεσσία. Δέν παρεμβάλλεται πουθενά ὁ συγγραφέας. Ἀπό τήν ἀρχή ἕως τό τέλος ὁ ψαλμός αὐτός εἶναι μεσσιανικός.
Εἶναι δέ τόσο καταπληκτικός, ὥστε ἡ παρουσία του νά εἶναι ἕνα ἀληθινά βαρύ πυροβολικό ὑπέρ τῆς θεανθρώπινης φύσεως τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ· ὅτι δηλαδή ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι ἕνα πρόσωπο πού δέν μπορεῖ νά θεωρηθεῖ ὡς κοινό πρόσωπο, ὅπως τό κάθε πρόσωπο μέσα στήν Ἱστορία.
Ἡ ἀξία φυσικά μιᾶς προφητείας εἶναι πολλαπλή. Στην προκειμένη περίπτωση, όταν λέμε χριστολογικός ψαλμός, ἐννοοῦμε ὅτι περιγράφει προφητικά τόν Μεσσία. Ἄν εἴχαμε μόνο τη Σταύρωση καί τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, δηλαδή τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ καί τά γεγονότα πού τόν χαρακτηρίζουν καί πού περιγράφονται στην Καινή Διαθήκη, χωρίς νά ἔχουμε τό προφητικό στοιχεῖο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, θα μπορούσαμε να ἀμφισβητήσουμε τα πάντα γιά ὅσα γράφονται στήν Καινή Διαθήκη. Προσέξτε αὐτό τό σημεῖο· εἶναι πάρα πολύ σημαντικό.
Θα λέγαμε: Πῶς μποροῦμε νά εἴμαστε σίγουροι ότι ἔγινε ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ; Θα μπορούσαμε να το βεβαιώσουμε; Πῶς μποροῦμε νά ξέρουμε τελικά ποιός εἶχε δίκαιο, οι δικαστές ἢ ὁ κατηγορούμενος, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ἄν δίκαια δηλαδή σταυρώθηκε ή όχι; Πώς μποροῦμε νά τό ξέρουμε αυτό το πράγμα; Δηλαδή, μ' ἄλλα λόγια, θα μπορούσαμε να αμφισβητήσουμε το πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ καὶ τὰ γεγονότα που σχετίζονται με Αὐτόν, ἐάν δέν ὑπῆρχαν οἱ προφητεῖες, ἄν δέν εἴχαμε τήν Παλαιά Διαθήκη. Η Παλαιά Διαθήκη εἶναι ὁ μεγάλας προβολέας που κατοχυρώνει και φωτίζει την Καινή Διαθήκη. Αὐτό να το γνωρίζετε.
Το λέω αυτό γιατί υπάρχει σε πολλούς ἡ ἀντίληψη –τρομερά λανθασμένη!– ὅτι ἡ Παλαιά Διαθήκη δέν ἔχει ἀξία, γιατί εἶναι... ὅ,τι λέει το όνομά της, δηλαδή παλαιά! Εἶναι δηλαδή σάν νά ἀποσιωποῦμε ἀπό ἕναν ἄνθρωπο τήν προϊστορία του. Καί πῶς θά ξέρει αὐτός ὁ ἄνθρωπος ποιός εἶναι, χωρίς να γνωρίζει τίποτα ἀπὸ τὴν προϊστορία του; Είναι αδιανόητο. Η προϊστορία είναι θεμελιώδους σημασίας.
Γι' αὐτό λέει ὁ ἀπόστολος Πέτρος, γιά ἐκείνους πού ἀκόμη δέν ἔχουν πάρα πολύ σταθερή πίστη, «καλῶςποιείτε προσέχοντες ὡς λύχνω φαίνοντι ἐν αὐχμηρώ τόπου, ἕως οὗ ἡμέρα διαυγάση καὶ φωσφόρος ἀνατείλη ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν»(Β΄ Πέτρ. 1, 19). Καλά κάνετε καί μελετάτε τους Προφῆτες, που είναι σαν λυχνάρι που φέγγει μέσα σε σκοτεινό τόπο, μέχρις ὅτου ἡ ἡμέρα τῆς Δευτέρας Παρουσίας λάμψει μέσα στα σκοτάδια, καί τό άστρο τῆς αὐτῆς, δηλαδή ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ἀνατείλει στις καρδιές σας καί τίς γεμίσει χαρά καί ἀγαλλίαση, καί δὲν θὰ ἔχετε πιά ἀνάγκη από την προφητεία.
Αλλά ή προφητεία γιὰ τὸν ἄπιστο είναι καταπληκτικό στοιχεῖο. Ὅταν μάλιστα υπάρχει ή κατοχύρωση ὅτι ή προφητεία γράφτηκε ὄντως πρό Χριστοῦ, καί ή και τοχύρωση προέρχεται ἀπό τήν ἀρχαιολογική σκαπάνη, καθώς καί ἀπό αὐτήν τήν ἴδια τή Συναγωγή, τότε δέν ἀφήνει περιθώρια αμφισβητήσεως καί ἀπιστίας.
Πρέπει να ξέρετε ότι ή Συναγωγή τῶν Ἑβραίων διατηρεί την προφητεία, τους Ψαλμούς για παράδειγμα, τούς Προφῆτες, από μία παράδοση. Δεδομένου μάλιστα ὅτι ὁ Ἰσραήλ διάκειται εχθρικά πρός τόν Χριστό, ἡ ἀξία τῆς χριστολογικῆς προφητείας εἶναι τεράστια. Ἔτσι, ὁ ἐχθρός κρατάει τήν ἀπόδειξη στά χέρια. Ἀκούσατε τί εἶπα; Ὁ ἀντίδικος, ὁ ἐχθρός, ὁ κατήγορος, κρατάει τήν ἀπόδειξη ὑπέρ τοῦ κατηγορουμένου στα χέρια του! Το ἀκούσατε;... Πολύ σπουδαῖο αὐτό τό στοιχεῖο.
Ὅταν λοιπόν ἔχουμε τήν ἐγκυρότητα τῆς προφητείας, καί μετά με βάση τα στοιχεῖα τῆς προφητείας ἔρθουμε καί στα γεγονότα, καί δοῦμε ὅτι αὐτά τά δύο ταυτίζονται κατά έναν τρόπο καταπληκτικό, όπως θα δούμε απόψε, μένουμε κυριολεκτικά ένεοί, μένουμε άφωνοι! Καί ἄν κάποιος ἔχει ἔστω λίγη στοιχειώδη αγαθή προαίρεση, καί δέν εἶναι ὁ ἄνθρωπος τοῦ "οὐ μέ πείσεις, κάν με πείσεις", τότε δέν ἀπομένει παρά να παραδεχθεῖ ὅτι πράγματι ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι ὁ ἐνανθρωπήσας Θεός. Τέλειωσε.
Κανείς δέν γνωρίζει το μέλλον, καί μάλιστα νά τό περιγράψει τόσο πίσω στο παρελθόν, ὅπως αὐτός ὁ ψαλμός, πού γράφτηκε τον 11ο-10ο αιώνα π.Χ. σε ανύποπτο χρόνο. Ποιός μπορεῖ νά πεῖ τί θα γίνει μετά από λίγη ὥρα, ἄν θά σηκωθοῦμε, ἂν ἐγώ θά σηκωθῶ ἀπό τήν καρέκλα αὐτή; Μπορεῖ νά πεθάνω τώρα ἐδῶ πού σᾶς μιλάω. Ξέρω ἐγὼ ἂν θὰ σηκωθώ; Δεν το ξέρω. Καὶ ἂν δὲν ξέρω τί θα γίνει μετά από λίγη ώρα, που να ξέρω τί θά γίνει ὕστερα ἀπό χίλια χρόνια, και μάλιστα μέ λεπτομέρειες καταπληκτικές;
Ἀλλά καί οἱ λεπτομέρειες έχουν μεγάλη αξία, διάτι ἔρχονται να βεβαιώσουν τὴν ἀλήθεια. Το να μιλήσει κανείς μέ γενικότητες, μπορεῖ καί μέ μιά μικρή ἔστω πιθανότητα να πέσει μέσα, να επαληθευθεῖ· τό να μιλήσει ὅμως μέ λεπτομέρειες εἶναι ἐξαιρετικά απίθανο.
Καί μάλιστα, ξέρετε, ή δυνατότητα να πετύχουμε μία λεπτομέρεια, με βάση τις πιθανότητες, εἶναι πολύ μικρή. Τό να πετύχουμε να συμπέσουν δυό λεπτομέρειες, ή πιθανότητα μειώνεται σε μεγάλο βαθμό. Τό να πετύχουμε να συμπέσουν ταυτοχρόνως τρεῖς λεπτομέρειες, ή πιθανότητα είναι υπερβολικά πιο μικρή. Το να πετύχουμε τώρα να συμπέσουν πλῆθος λεπτομέρειες, αναμφίβολα είναι φύσει ἀδύνατον. Βεβαίως ένας ψαλμός δέν ἔχει πλῆθος λεπτομέρειες όλες όμως οι προφητείες μαζί έχουν. Ο ψαλμός ἔχει, ἄς ποῦμε, δέκα-εἴκοσι λεπτομέρειες, ὅπως θὰ δοῦμε στη συνέχεια.
Ἔτσι, λοιπόν, ὁ 21ος ψαλμός εἶναι ἕνας θαυμάσιος ψαλμός, καταπληκτικός ψαλμός, δυνατός ψαλμός, καθαρά μεσσιανικός ψαλμός! Από τους στίχους 2 έως 22, ἐμφανίζεται ἕνα πρόσωπο. Γενικά ένα πρόσωπο εἶναι στόν ψαλμό αὐτό. Τό πρόσωπο αὐτό ἀπευθύνεται πρός τόν Θεό. Ἀπό τόν 1ο στίχο καταλαβαίνει κανείς ἀμέσως ὅτι τό πρόσωπο αὐτό δέν ἔχει καμία σχέση μέ τόν συγγραφέα, οὔτε καί μέ κανένα άλλο πρόσωπο στήν Ἱστορία, οὔτε βασιλιά οὔτε στρατηγό οὔτε πολίτη οὔτε σοφό οὔτε ἄσοφο... Το πρόσωπο πού περιγράφεται δέν ἔχει καμία ταύτιση και καμία σχέση με κάποιο άλλο. Μπορεί σ' ένα σημείο κάτι να ταιριάξει, αλλά δεν ταιριάζει σε ἄλλο. Τελικῶς τα χαρακτηριστικά πού δίδονται ταιριάζουν μόνο σ' ένα πρόσωπο, κι αὐτό εἶναι ὁ Μεσσίας.
Σε ὅλον τὸν ψαλμό εμφανίζεται ὁ Μεσσίας σε δύο τμήματα. Ἀπό τον στίχο 2 έως 22 παρουσιάζεται ώς πάσχων, καί ἀπό τόν στίχο 23 έως 32 ως σεσωσμένος. Αὐτά λοιπόν τα δύο μέρη, ὡς πάσχων καὶ ὡς σεσωσμένος, ἔρχονται νὰ μᾶς δώσουν ένα διάγραμμα τοῦ Μεσσίου στα Πάθη Του καί στήν Ἀνάστασή Του.
Ὁ Μεσσίας οὐδέποτε θεωρήθηκε ἀπό τούς Ἰουδαίους ὅτι εἶναι παθητός. Είναι το μεγάλο πρόβλημα των Ἑβραίων, τό μεγάλο σκάνδαλο· γι' αὐτό ὁ Σταυρός εἶναι σκάνδαλο γι' αὐτούς, το ξέρετε. «Ἰουδαίοις μὲν σκάνδαλον, Ἕλλησι δὲ μωρία» (Α' Κορ. 1, 23). Αὐτό εἶναι τό μεγάλο σκάνδαλο: εἶναι δυνατόν να πάσχει ο Μεσσίας; Καὶ θὰ δοῦμε ὅτι οἱ Ἑβραῖοι κοροϊδεύουν τον Χριστό κάτω ἀπ' τόν σταυρό, ἀποκαλώντας Τον ψευδομεσσία! Αὐτό τό περιγράφει ο 21ος ψαλμός λεπτομερῶς. Αποδεικνύεται λοιπόν σ' αυτούς τους ίδιους ότι αυτό που λένε τώρα κάτω ἀπό τόν σταυρό, ὁ Δαβίδ ήδη τὸ εἶπε ότι θὰ τὸ κάνουν αὐτοί. Καταπληκτικό!
Πρώτον, λοιπόν, δεν μπορούσαν να κατανοήσουν ὅτι ὁ Μεσσίας θά ἦταν παθητός. Σ᾽ ἐσᾶς δέ πόσες φορές ἔχω μιλήσει γι' αυτό το πράγμα; Είδατε; διαρκῶς τὰ ἐπισημαίνω· εἶναι ἡ βάση τῆς Πίστεως.
Δεύτερον, ποτέ δεν θα μπορούσαν να δεχθοῦν καί να καταλάβουν ὅτι εἶναι δυνατόν τὰ ἔθνη να έχουν κοινό Θεό μέ τούς Εβραίους, ἀφοῦ ὁ Γιαχβέ, ὁ Κύριος, εἶναι ὁ δικός τους Θεός! Για να δείτε πόσο ασύλληπτο ήταν, καί εἶναι, αὐτό τό πράγμα καὶ πόσο σωβινιστικά έβλεπαν τόν Θεό οἱ Ἑβραῖοι, σας θυμίζω μόνο ένα περιστατικό, πού σᾶς τό ἔχω πει πολλές φορές.
Ὅταν ὁ ἀπόστολος Παῦλος κάποτε στην Ἱερουσαλήμ λιντσαρίστηκε ἀπό τούς ὁμοεθνεῖς του, τέλος πάντων, ἐπενέβησαν οἱ Ρωμαῖοι ἐκεῖ, τόν ἅρπαξαν, καί τότε ζήτησε ἀπό τόν χιλίαρχο να μιλήσει στους Εβραίους. Τούς μιλοῦσε «τῇ ἐβραΐδι διαλέκτῳ», στη γλώσσα τους, ὄχι ἑλληνικά, καί τόν άκουγαν με πολλή προσοχή. Μιλούσε, μιλοῦσε, μιλούσε... Όταν έφθασε στο σημείο πού εἶπε ὅτι ὁ Χριστός, ὁ Μεσσίας, τὸν ἔστειλε «εἰς ἔθνη μακράν», αὐτὸ δὲν τοὺς άρεσε. Πῶς ὁ Μεσσίας ἐνδιαφέρειται γιὰ τὰ ἔθνη; Ο Μεσσίας ένδιαφέρεται μόνο για τους Ισραηλίτες. Ἀπό τόν Ἰσραήλ θὰ ἔβγαινε ὁ Μεσσίας και γιὰ τὸν Ἰσραήλ θά ἦταν· τίποτα άλλο! Το τί ἔγινε τότε, δέν λέγεται!... Ἔχετε ακούσει τήν ἔκφραση που λέμε χάβρα τῶν Ἑβραίων; Ε, αὐτό ἔγινε! χάβρα θά πεῖ συναγωγή. Οἱ Ἑβραῖοι ἄρχισαν να φωνάζουν, νά πετοῦν χώματα στόν ἀέρα, να σχίζουν τα ρούχα τους, ἔβγαζαν τούς χιτῶνες τους, τά ἱμάτιά τους, καί τά πετοῦσαν στόν ἀέρα ψηλά, καί ἔλεγαν στον ρωμαῖο χιλίαρχο: «Αἶρε ἀπὸ τῆςγῆς τὸν τοιοῦτον, σκότωσέ τον, βγάλ' τον ἀπό τή μέση...!» (Πράξ. 22, 22).
Ένα τρίτο σημείο είναι ότι όχι μόνο οἱ Ἰουδαῖοι, ἀλλά οὔτε φιλόσοφος θα μπορούσε ποτέ να συλλάβει ὅτι θά μποροῦσε νά ἐπιτευχθεῖ λύτρωση με παθήματα, ἢ μᾶλλον νὰ τὸ πῶ ἀλλιῶς νὰ ἐπιτευχθεί δύναμη μέ ἀσθένεια. Κανείς! Ἀκοῦστε ἀντίφαση: δύναμη μέ ἀσθένεια!... Να πετύχεις πολύ πλοῦτο, ἄς ποῦμε, μέ τή μέθοδο τῆς φτώχειας, ἡ να πετύχεις πολλή δύναμη με τη μέθοδο τῆς ἀσθενείας! Κι όμως, ὁ ἀπόστολος Παύλος λέει: «τότε εἶμαι δυνατός, ὅταν ἀσθενῶ»! (Β' Κορ. 12, 9). Ἔτσι,
Ὁ Ἰωάννης, για παράδειγμα, ἄκουσε τόν Ἰησοῦ, κάτω ἀπό τόν σταυρό: «Θεέ μου Θεέ μου, ίνατί με έγκατέλιπες;» (Ματθ. 27, 46. Πρβλ. Μαρκ. 15, 34). Το ἄκουσε. Μόνο τό ἄκουσε· τίποτ᾽ ἄλλο. Οἱ Μαθητές, ξέρετε, βρίσκονταν σε ψυχική ταραχή· τα γεγονότα ἦσαν βίαια. Ὅταν συνῆλθαν, ὅταν πέρασε όλη η μπόρα, προχώρησαν παρακάτω, ἦρθε ἡ Πεντηκοστή, τότε εἶπαν: «Αὐτό το "Θεέ μου Θεέ μου, ίνατί με εγκατέλιπες; " εἶναι γραμμένο! Αὐτό εἶναι γραμμένο ἐκεῖ!». Επίσης, ὅταν ὁ Χριστός πῆρε τό γαϊδουράκι καί ἀνέβηκε επάνω καί μπήκε θριαμβευτικά στά Ἱεροσόλυμα, εἶπαν: «Μά αὐτό εἶναι γραμμένο! Μὴ φοβοῦ, θύγατερ Σιών –πού εἶναι ἡ Ἰερουσαλήμ– ἰδοὺ ὁ βασιλεύς σου ἔρχεται πραΰς, εἰρηνικός, καθήμενος ἐπὶ πῶλον ὄνου, καθισμένος ἐπάνω
στο γαϊδουράκι. Μα αὐτό τό γεγονός ἐδῶ είναι γραμμένο στούς Προφῆτες!... Τί γίνεται, λοιπόν;»(Ιωάν. 12, 15. Βλ. Ψαλμ. 117, 26. Ζαχ. 9, 9).
Ἐπίσης, ὅλοι οἱ ἱεροί Εὐαγγελιστές, καί οἱ τέσσερις, ἀναφέρονται κατεξοχήν στον 21ο ψαλμό. Άλλη μία κατοχύρωση δηλαδή.
Καί ἕνα τελευταῖο σημεῖο, τέταρτο. Η Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀλλά καί τῆς Συναγωγῆς, ἔρχονται νὰ μᾶς πληροφορήσουν ὅτι ὁλόκληρος αὐτός ὁ ψαλμός ἀναφέρεται στο πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Καί τώρα, μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ, ἐρχόμαστε στο κύριο θέμα. Δεν διαβάζω ολόκληρο τον ψαλμό, οὔτε τόν ἀποδίδω, αλλά προχωρῶ κατευθείαν στην ανάλυση του κειμένου, για να κάνουμε οικονομία χρόνου.
Στίχος 2: «Ὁ Θεός, ὁ Θεός μου, πρόσχες μοι· ἵνα τί ἐγκατέλιπές με; μακρὰν ἀπὸ τῆς σωτηρίας μου οἱ λόγοι τῶν παραπτωμάτων μου». Θεέ μου, Θεέ μου, πρόσεξέ με· γιατί μέ ἐγκατέλειψες; Οι λόγοι για τα παραπτώματά μου είναι μακριά ἀπό ἐμένα.
Στο Εβραϊκό κείμενο δεν υπάρχει γραμμένο το ήμιστίχιο «πρόσχες μοι» παραλείπεται, ή καλύτερα έχει προστεθεί στη μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα.
«πρόσχες μοι» θά πεῖ πρόσεξέ με· δηλαδή, όπως θα σᾶς ἔλεγα «Ἔχω κάτι νὰ σᾶς πῶ, ἀγαπητοί μου, προσέξτε με». Αὐτό λοιπόν τό προσέξτε με ἀφαιρεῖται. Ἐπί πλέον, καί οἱ τέσσερις Ευαγγελιστές, που χρησιμοποιοῦν αὐτό το χωρίο, δεν παραθέτουν το «πρόσχες μοι», διότι έχουν υπόψη τους το Εβραϊκό κείμενο.
Μέ τήν εὐκαιρία σᾶς λέω ὅτι ἐφόσον ἔγραψαν στα Ελληνικά οἱ ἱεροί Εὐαγγελιστές –όπως καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὁ ἀπόστολος Πέτρος, ὁ ἀδελφόθεος Ιάκωβος– ἔχουν ὑπόψη τους ἄλλοτε τή μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα κι ἄλλοτε το Εβραϊκό κείμενο. Ἄλλοτε
ἀποδίδουν ἐλεύθερα τή μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα κι ἄλλοτε ελεύθερα το Εβραϊκό κείμενο, δηλαδή κατ' ἔννοιαν, ἴσως ἀπό μνήμης, όχι κατά λέξη. Ἐδῶ ἔχουν υπόψη τους το Εβραϊκό κείμενο, καί παραλείπουν το «πρόσχες μοι».
Γεννᾶται εύλογη ή απορία: Ο Θεός ποιόν εγκατέλειψε; τον Υιό Του;
Ὁ Υἱός Του είναι το δεύτερο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, καί προφανῶς, ὡς ὁμοούσιος μέ τόν Πατέρα, οὔτε ἐγκαταλείπεται, οὔτε ἀφήνεται· εἶναι Θεός. Αλλά ἡ ἀνθρώπινη φύση Του, θα λέγαμε, χωρίς να χωριστεῖ ἀπό τή θεία, σάν νά ἐξετέθη για μια στιγμή καί νά μή
δέχθηκε βοήθεια ἀπὸ τὴ θεία φύση. Αυτό βέβαια κατά έναν τρόπο πολύ μυστηριώδη, τόν ὁποῖο ἐμεῖς δέ μπουροῦμε νὰ συλλάβουμε.
Δηλαδή, ἐνῶ ἡ θεία φύση τοῦ Χριστοῦ δέν χωρίστηκε ἀπό τήν ἀνθρώπινη φύση –διότι έχουμε μία υπόσταση, ἕνα πρόσωπο, υποστατική ἕνωση τῶν δύο φύσεων– πώς τώρα αὐτές οἱ δύο οἱ φύσεις χωρίζονται, ή μία ἐγκαταλείπεται ἀπό τήν ἄλλη, χωρίς να χωρίζονται; Είναι μυστήριο φυσικά, καί δέν μπορεῖ νὰ τὸ συλλάβει ὁ νοῦς μας. Το θέμα εἶναι ὅτι πάσχει ἡ ἀνθρώπινη φύση τοῦ Μεσσίου.
Μάλιστα ἔχουμε κάτι βαρύτερο και βαθύτερο. Παρακάτω λέει: «μακρὰν ἀπὸ τῆς σωτηρίας μου οἱ λόγοι τῶν παραπτωμάτων μου»· γιά ἐκεῖνα πού ἔχω φταίξει, δηλαδή σάν νά ἔχω φταίξει, εἶναι μακριά ἀπό τή σωτηρία μου. Γνωρίζουμε ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ἀναμάρτητος (Βλ. Ἰωάν. 8, 46. Εβρ. 7, 26-27) τότε όμως πῶς δικαιολογεῖται αὐτός ὁ στίχος;
Παίρνω τήν Παλαιά Διαθήκη, πού λέει «ἐπικατάρατος πᾶς ὁ κρεμάμενος ἐπὶ ξύλου» (Δευτ. 21, 23. Πρβλ.Γαλ. 3, 13. ), δηλαδή αυτός πού θά κρεμαστεῖ ἐπάνω σε ξύλο, θα σταυρωθεί, αὐτός εἶναι καταραμένος. Αὐτή ἡ προφητεία αναφέρεται στον Χριστό συνεπῶς ὁ Χριστός ήταν καταραμένος!
Προσέξτε όμως. Λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὅτι ὁ Μεσσίας «γενόμενος ὑπὲρ ἡμῶν κατάρα»(Γαλ. 3, 13), ο Μεσσίας, ὁ Χριστός, έγινε για μας κατάρα! Ἔγινε κατάρα επειδή φορτώθηκε ολόκληρη τήν ἀνθρώπινη ένοχή.
Ὁ Θεός, παρακαλώ, δεν καταράστηκε τὸν ἄνθρωπο, τόν Ἀδάμ, στόν Παράδεισο, ἀλλά εἶπε «ἐπικατάρατος ή γῆ ἐν τοῖς ἔργοις σου»(Γέν. 3, 17-19) δηλαδή ἡ γῆ θά εἶναι καταραμένη όταν ο άνθρωπος θὰ τὴν ἐργάζεται, που θα βλαστάνει στο ἑξῆς τριβόλια, αγκάθια και λοιπά, καί μέ τόν ιδρώτα του θα τρώει το ψωμί του γιά νά ζήσει, μέχρι που να πεθάνει κι αυτός καὶ νὰ ἐπιστρέψει σ' αυτήν.
Ὅλα αὐτά εἶναι μία κατάρα. Αὐτήν τήν κατάρα την αναλαμβάνει τώρα ὁ Χριστός, και γίνεται Ἐκεῖνος κατάρα για χάρη μας. Ἀφοῦ λοιπὸν ἀνέλαβε τήν ἀνθρώπινη κατάρα ὁ ἀναμάρτητος, ὁ ἀπόλυτα αθώος, στην προφητεία θά ἐμφανισθεῖ μέ τήν κατάρα. Ἔτσι δικαιολογεῖται ἡ φράση «μακρὰν τῆς σωτηρίας μου οἱ λόγοι τῶν παραπτωμάτων μου».
Στίχος 3: «ὁ Θεός μου, κεκράξομαι ἡμέρας, καὶ οὐκ εἰσακούσῃ, καὶ νυκτός, καὶ οὐκ εἰς ἄνοιαν ἐμοί». Θεέ μου, θα φωνάζω σ' Εσένα όλη την ἡμέρα, καὶ δὲν θὰ με ἀκοῦς· θὰ κραυγάζω όλη τη νύκτα, καί κανείς δὲν θὰ μοῦ καταλογίσει το παράπονό μου τοῦτο σάν ἀνοησία.
Στίχος 4: «σὺ δὲ ἐν ἁγίῳ κατοικεῖς, ὁ ἔπαινος τοῦ Ἰσραήλ». Σύ όμως είσαι κοντά μου γιατί κατοικείς στον ἅγιο ναό Σου, δηλαδή στη Σιών. Σύ πού εἶσαι τὸ καύχημα τοῦ λαοῦ Σου Ισραήλ,
Ὁ Χριστός βλέπουμε ὅτι ἐπάνω στον σταυρό εκφράζει αυτό το παράπονό του στον Θεό, στον Πατέρα: «Γιατί μέ ἐγκατέλειψες;». Πῆρε καμιά ἀπάντηση; Ὄχι· ἐγκαταλείφθηκε και πέθανε επάνω στον σταυρό.
Όταν από κάτω. Τον κορόιδευαν οι σταυρωτές και Τοῦ ἔλεγαν ὅσα Τοῦ ἔλεγαν, ἐκεῖ θά μποροῦσε νά ἐμφανιστεῖ ὁ Πατέρας καί νά ἀποδείξει ἐκεῖνο πού ζητοῦσαν οἱ σταυρωτές, «κατέβα ἀπό τόν σταυρό, γιά νά πιστέψουμε»(Ματθ. 27, 42. Μάρκ. 15. 32.). Αλλά τίποτα δεν κάνει ὁ Θεός Πατήρ ἀφήνει τόν Υἱό να πεθάνει ἐπάνω στόν σταυρό μέσα σέ ἕνα ὄνειδος καί σέ μιά απύθμενη ντροπή· γι' αὐτό λέει «Φωνάζω μέρα, φωνάζω νύχτα, καί δέ μ' ἀκοῦς». Τό μέρα-νύχτα σημαίνει φωνάζω συνεχώς.
Δηλαδή: Όποια ώρα κι ἄν φωνάξω, δέν μ᾿ ἀκοῦς. Ἀλλά θά ἦταν ἁμαρτία να φωνάξει κανείς σ᾿ Εσένα; Ὄχι. Εγώ ξέρω όμως κάτι. Φωνάζω σ' Ἐσένα, καί δέν μέ ἀκοῦς, ἀλλὰ Ἐσύ κατοικεῖς κοντά στη Σιών, δηλαδή ο ναός Σου εἶναι κοντά μας. Αν λοιπόν εγώ φωνάζω, Ἐσύ θά μ' ἀκούσεις. Ξέρω ἀκόμη ὅτι ὅταν οἱ πατέρες μας Σε ἐπικαλέστηκαν. Ἐσὺ τοὺς ἔσωσες, καί στάθηκες γι' αὐτοὺς ὁ ἐπαινός τους, καί ὄχι ἡ ντροπή. Ἀφοῦ λοιπόν ξέρω ότι βοήθησες τούς πατέρες μας, τότε θα βοηθήσεις κι ἐμένα. Ναί, τώρα δέν μέ βοηθᾶς· ξέρω όμως ότι θα με βοηθήσεις. Συμπέρασμα: Ὁ Χριστός ἐγκαταλείφθηκε ἐπί τοῦ σταυροῦ ἀβοήθητος· ἀλλὰ ὕστερα ὁ Πατήρ σήκωσε τον γιό Του ἀπό τούς νεκρούς καί τόν δόξασε μέ τήν Ἀνάσταση, δηλαδή. Τον βοήθησε. Αὐτό εἶναι σχήμα κατ' ἄνθρωπον. Δηλαδή. Αυτό συνέβη στους πατέρες μας, που ἦσαν ἁμαρτωλοί· σ' ἐμένα, τόν κατεξοχήν γιό Σου, δεν θα συμβεῖ; Πολύ περισσότερο θα συμβεῖ σ᾿ ἐμένα. Καί πράγματι συνέβη.
Το σκουλήκι, πού λέει το κείμενο, το λέμε καί στή γλώσσα μας. Με συγχωρεῖτε, ἀλλά ἔτσι τό λέμε: «Αντε βρέ, σκουλήκι... σκουλήκι τῆς γῆς!», δηλαδή τιποτένιε ἄνθρωπε. Τό λέμε σάν φράση. «Τιποτένιε άνθρωπε... ἐσύ πού δέν ἔχεις καμία αξία... ἐσύ πού σέρνεσαι στο χώμα!». Ἐπί πλέον λέει: «εἶμαι ἐξουθένημα λαοῦ», δηλαδή ὁ λαός μέ ἔχει ἀποδοκιμάσει.
Ἐδῶ νά πῶ κάτι, παρενθετικά, ποὺ σᾶς εἶπα καί ἄλλοτε, τό ὁποῖο μάλιστα εἶναι καί πολύ επίκαιρο γιά τούς Εβραίους αὐτή τή στιγμή παλιό εἶναι, ἀλλά καί ἰδιαίτερα μοντέρνο. Θα ξέρετε, περιμένοντας τον Μεσσία οἱ Ἑβραῖοι, καί βλέποντας νά μήν ἔρχεται ἀλλά ὁ Μεσσίας ἦλθε ἐπειδή δεν θέλουν να πιστέψουν ὅτι ὁ Μεσσίας εἶναι παθητός, διατύπωσαν μία δική τους ερμηνεία –έρμηνεία τῆς Συναγωγῆς– ὅτι ὁ Μεσσίας εἶναι ὁ Ἰσραήλ, ἕνας λαός ολόκληρος δηλαδή. Δέν εἶναι ἕνα πρόσωπο· εἶναι ἕνας λαός. Αὐτός λοιπόν ὁ Μεσσίας, ὁ λαός, πάσχει!
Κάπου εἶχα δεῖ –ἴσως νά τό ἔχετε δεῖ κι ἐσεῖς, μᾶλλον σε κάποιο περιοδικό, δεν θυμᾶμαι– ἕναν ἄνθρωπο σταυρωμένο, πού ὅμως δέν εἶναι ὁ Χριστός, ἀλλά ὁ Ἰσραήλ! Εἶναι ὁ Ἰσραήλ που πάσχει μέσα στην Ιστορία! Πάσχοντας, ὅμως, θά ἐλευθερωθεῖ ἀπό τόν Θεό, θά ἀναστηθεῖ. Ἔτσι λοιπόν, γι' αὐτούς, Μεσσίας δέν εἶναι ἕνα πρόσωπο, αλλά ἕνας λαός.
Ὁ στίχος αὐτός –καί πλῆθος ἄλλοι τέτοιοι στίχοι ἐννοεῖται, ἀλλά μέ τήν εὐκαιρία σᾶς τό λέω– ἀντιδιαστέλλει το πρόσωπο που πάσχει ἀπό τόν λαό. Ο λαός μάλιστα ἐξουθενώνει αυτό το πρόσωπο που πάσχει! Δηλαδή ὁ λαός μέ τό πρόσωπο που πάσχει δέν ἔχει καμία σχέση! Ἄρα ἡ ἑρμηνεία που κάνει ή Συναγωγή πέφτει στο κενό. Το καταλάβατε; Στο κενό πέφτει!
Ἐδῶ λοιπόν ὁ Μεσσίας ἀποκαλεῖ τόν ἑαυτό του σκουλήκι, γιατί περιφρονήθηκε τόσο πολύ ἀπ' τόν λαό, τόν λαό τοῦ Θεοῦ, τόσο πολύ, σάν νά εἶναι σκουλήκι! Αὐτή εἶναι ἡ ἔσχατη ταπείνωση.
Βέβαια ἴσως μόνο μία ρεαλιστική περιγραφή θα μποροῦσε νά προσεγγίσει κάπως την πραγματικότητα. Φαντάζεστε τον Χριστό πῶς Τὸν ἔφτυναν; Χλαμύδα κόκκινη Τοῦ ἔβαλαν καί ἀγκάθινο στεφάνι! Παρωδία βασιλέως! Η κόκκινη χλαμύδα είναι βασιλικό ένδυμα, καὶ τὸ στέμμα, το στεφάνι, είναι βασιλικό σύμβολο, ή σύμβολο νίκης για κάποιους δοξασμένους ἀνθρώπους, ἄν εἶναι ἀπό δάφνη. Αντί για σκῆπτρο. Τοῦ δίνουν καλάμι! Τόν χτυποῦν καί στο κεφάλι μέ τό καλάμι! Ἔχουμε λοιπόν ἐδῶ μία παρωδία βασιλέως! Ὁ Κύριος ἀκόμα κολαφίστηκε.....
Το κολάφισμα εἶναι ἡ σβερκιά –με συγχωρεῖτε ἄν χρησιμοποιῶ καί μερικές λέξεις λιγάκι... ἀλλά γιά νά τό καταλάβετε. Δέν εἶναι ἡ καρπαζιά· εἶναι ἡ σβερκιά. Η καρπαζιά εἶναι νά δώσεις μία με την παλάμη στο κεφάλι, καί ἡ σβερκιά εἶναι νά χτυπήσεις ἀπό πίσω τόν γυμνό λαιμό κάποιου καί νά ἀκουστεῖ τό χτύπημα. Καί δέν εἶναι ὁ πόνος ἀπό τό χτύπημα· εἶναι το ντρόπιασμα! Γι' αὐτό, μεταφορικά τώρα, όταν λέμε ὅτι κάποιος άνθρωπος μᾶς κολαφίζει, χωρίς νά μᾶς χτυπάει, σημαίνει ότι μᾶς ντροπιάζει, μᾶς ἐξευτελίζει.
Ἀκόμη, ἐπάνω στον σταυρό ὁ Χριστός ήταν ολόγυμνος –αὐτό ἐξ ἄλλου ἴσχυε για κάθε σταυρωμένο. Ήταν ὁλόγυμνος... τελείως γυμνός! Σκεφθείτε λοιπόν, περνοῦσαν ὅλοι ἀπό κάτω, ἄνδρες, γυναίκες... πέρασε ὁ λαός ἀπό ἐκεῖ καί Τόν ἔβλεπαν.
Η προφητεία λέει το περιεχόμενο τῶν ὅσων ἔλεγαν με τα χείλη τους, δηλαδή ότι αυτός πού εἶναι ἐπάνω στον σταυρό, αὐτό τό μυστηριώδες πρόσωπο τοῦ ψαλμοῦ εἶχε τήν ἐλπίδα Του στον Γιαχβέ, στον Κύριο. Ἀφοῦ αὐτός ἤλπιζε στόν Θεό, ἄς τόν ἀπαλλάξει λοιπόν τώρα ο Γιαχβέ.
Αλλά φυσικά δέν θά τόν ἀπαλλάξει, γιατί είναι ψεύτης. Πῶς εἶναι δυνατόν νά τόν θέλει ὁ Γιαχβέ, που λέει ότι τάχα ἤλπισε σ᾽ Αὐτόν; Δέν θά τόν ἀπαλλάξει. Ας τον σώσει λοιπόν τώρα ὁ Γιαχβέ αὐτόν πού εἶναι σταυρωμένος, γιατί ἔλεγε πώς τάχα τόν θέλει... Αὐτά λέει ή προφητεία.
Ἐδῶ μιλάει ὁ Μεσσίας. Ἐσύ εἶσαι, λέει, ἐκεῖνος πού μὲ ἀπέσπασες ἀπό τα σπλάχνα τῆς μητέρας μου· καί ἀπό τότε, ἀπὸ τὴν ἀφετηρία τῆς ζωῆς μου, εἶσαι ἡ ἐλπίδα μου. Δηλαδή δὲν ὑπῆρξε κάποια ἐποχή πού δέν ἤσουν ή ἐλπίδα μου, ὦ Γιαχβέ, ὦ Κύριε, ὦ Πάτερ, ἀλλά ἀπό τή στιγμή πού ἐνανθρώπησα εἶσαι ἡ ἐλπίδα μου. Μέ ἄλλα λόγια, στον στίχο 10 θέλει να δείξει τό ἑξῆς: Δέν εἶμαι ἁμαρτωλός. Δέν ὑπῆρξε ποτέ δηλαδή κάποια στιγμή που νὰ εἶχα παρεκκλίνει ἀπό Σένα.
Ἐνῶ στον 2ο στίχο μιλάει για τους λόγους τῶν παραπτωμάτων Του, διότι ὁ Μεσσίας ἔγινε κατάρα για χάρη μας, τώρα λέει ότι πάντοτε –προσέξτε– «ἐκ γαστρός», δηλαδή ἀπό τότε πού ἦταν ἀκόμη μέσα στην κοιλιά τῆς μάνας του, δηλαδή από έμβρυο κι από βρέφος, ἀπό τότε που θήλαζε ἀπό τά στήθη τῆς μητέρας Του, ἡ ἐλπίδα Του ἦταν ὁ Θεός. Ὁ Μεσσίας λοιπόν είναι ἀναμάρτητος. Άλλὰ ἐδῶ εἶναι τὸ σπουδαῖο· τήν κατάρα τή φέρει ἀκριβῶς ὁ ἀναμάρτητος! Το να φέρει τήν κατάρα ὁ ἁμαρτωλός, είναι δικαιολογημένο· νά τή φέρει ὅμως ὁ ἀναμάρτητος, τί εἶναι; Κι όμως τή φέρει ὁ ἀναμάρτητος, για χάρη ἐκείνων πού εἶναι πραγματική κατάρα, δηλαδή εκείνων πού ἔχουν ἁμαρτήσει.
Στίχος 11: «ἐπὶ σὲ ἐπερρίφην ἐκ μήτρας, ἐκ κοιλίας μητρός μου Θεός μου εἰ σύ». Κι ὅταν ἀκόμη ἤμουν ἔμβρυο στην μήτρα τῆς μητέρας μου, σ' Ἐσένα εἶχα ἀποθέσει ὅλες τίς ἐλπίδες μου. Από τότε που ήμουν στην κοιλιά τῆς μητέρας μου, Σύ εἶσαι ὁ Θεός μου.
Σᾶς διάβασα τη μετάφραση. Δεν συμφωνεί με τη δική σας είναι λίγο διαφορετική ή δική μου. Εδώ κατ' αρχάς ἔχουμε τονισμό τῆς ἔννοιας του προηγούμενου στίχους καί ἔπειτα, στούς δύο αὐτούς στίχους, μιλάει συνέχεια γιὰ τὴ μητέρα· δὲν ἀναφέρει πουθενά για πατέρα. Άρα ἐδῶ ἔχουμε υπαινιγμό ότι ο Μεσσίας είναι από μητέρα παρθένο. Πουθενά ὁ πατέρας παντοῦ μόνο η μητέρα.
Στίχος 12, «μὴ ἀποστῇς ἀπ᾿ ἐμοῦ, ὅτι θλῖψις ἐγγύς, ὅτι οὐκ ἔστιν ὁ βοηθῶν». Μη φύγεις από κοντά μου, γιατί ἡ θλίψη, ὁ πειρασμός, είναι κοντά, καὶ δὲν ὑπάρχει ἄλλος πού θά μπορούσε να με βοηθήσει.
Ὁ στίχος 12 αναπτύσσεται καλύτερα στον στίχο 20 δηλαδή: «σὺ δέ, Κύριε, μὴ μακρύνης την βοήθειάν μου, εἰς τὴν ἀντίληψίν μου πρόσχες». Εδώ, αγαπητοί, δείχνει τήν ἐγκατάλειψη τοῦ Σταυροῦ. Παρακαλεῖ ὁ Υἱός νὰ μὴν ἐγκαταλειφθεί τελικά, όπως και δεν εγκαταλείπεται. Στήν ἀρχή είπε «γιατί με εγκατέλειψες», ενώ στον στίχο αὐτόν λέει «μή με εγκαταλείψεις». Προσέξτε, ὁ στίχος 2, «γιατί με εγκατέλειψες;», καὶ οἱ στίχοι 12 και 20, «μή μέ ἐγκαταλείψεις· εἶσαι ὁ μόνος πού μπορεῖ νὰ μὲ βοηθήσει».
Καί πράγματι κανείς δέν θά ἦταν βοηθός τοῦ Χριστοῦ, ἐκτός ἀπό τόν Θεό. Οἱ ἄρχοντες τοῦ λαοῦ. Τον καταδίκασαν, ἡ ρωμαϊκή εξουσία επικύρωσε την καταδίκη, ὁ λαός φώναζε το «σταυρωθήτω», οἱ Μαθητές Τόν ἐγκατέλειψαν, οἱ φίλοι ἐξαφανίστηκαν! Ὁ Ἰησοῦς ἔμεινε μόνος, τελείως ἀβοήθητος, ὡς ἄνθρωπος. Η βοήθεια λοιπόν δεν ήταν παρά μόνον ἀπό τόν Θεό Πατέρα· ἀπὸ πουθενά ἀλλοῦ. Μην ξεχνάτε ὅτι ὅλα αὐτά ἀναφέρονται στήν ἀνθρώπινη φύση τοῦ Χριστοῦ. Μην το ξεχνάτε. Διαρκῶς ἀναφέρονται στὴν ἀνθρώπινη φύση του.
Στίχος 13: «περιεκύκλωσάν με μόσχοι πολλοί, ταῦροι πίονες περιέσχον με». Με περικύκλωσαν μοσχάρια πολλά, ταῦροι καλοθρεμμένοι, δυναμωμένοι, ἦρθαν να με περισφίξουν.
Στίχος 14: «ήνοιξαν ἐπ᾿ ἐμὲ τὸ στόμα αὐτῶν ὡς λέων ἁρπάζων καὶ ὠρυόμενος». Ἄνοιξαν το στόμα τους ἀπειλητικά, ὅπως τό αρπακτικό λιοντάρι που βρυχάται. Ὅπως τό λιοντάρι, ωρυόμενο, ἀνοίγει το στόμα του να ἁρπάξει τη λεία του, ἔτσι κι αὐτοί ἔπεσαν πάνω του να Τον κατασπαράξουν! Εἶπαν, εἶπαν, εἶπαν....
Αὐτό τό «πρὸς ἀλλήλους» ξέρετε τί σημαίνει; Όταν ὑπάρχει ἕνα ἀντικείμενο ειρωνείας, οἱ ἄνθρωποι αρχίζουν τα γέλια μεταξύ τους. Αὐτό θά πεῖ «ἐμπαίζοντες πρὸς ἀλλήλους»· ἄρχισαν τα γέλια και τα πειράγματα μεταξύ τους, με αντικείμενο τόν Ἰησοῦ, πού ἦταν πάνω στον σταυρό. Τι έλεγαν; «ἄλλους ἔσωσεν, ἑαυτὸν οὐ δύναται σῶσαι»(Ματθ. 27, 42. Μάρκ. 15, 31).
Δηλαδή;... Αγαπητοί μου, ἄν τά ἀναγάγουμε τώρα ὅλα αὐτά στο πρόσωπό μας, ότι τά παθαίνουμε ἐμεῖς, πῶς αἰσθανόμαστε; Είναι φοβερό πράγμα... φοβερό, να γίνεσαι τό ἀντικείμενο τοῦ ἐμπαιγμοῦ μιᾶς ὁλόκληρης πόλεως, ἑνός λαοῦ, να σε σταυρώσουν, να σε γιουχάρει ὅλη ἡ πόλη... Φοβερό πράγμα! Κι όλα αυτά που λέγονται, νά εἶναι ὅλα άδικα.
Πικρότατα λόγια. Είδατε ἐδῶ, παρακαλῶ, τον στίχο 14 τί λέει; Άνοιξαν το στόμα τους σαν το λεοντάρι που πάει να κατασπαράξει τη λεία του. Εἶπαν, εἶπαν, εἶπαν...! Εγώ όμως επάνω στον σταυρό πῶς αἰσθανόμουν;
Στίχος 15: «ὡσεὶ ὕδωρ ἐξεχύθην, καὶ διεσκορπίσθη πάντα τὰ ὀστᾶ μου, ἐγενήθη ή καρδία μου ὡσεὶ κηρὸςτηκόμενος ἐν μέσῳ τῆς κοιλίας μου». Διαλύθηκα σάν τό νερό, τα κόκκαλά μου διασκορπίστηκαν, ή καρδιά μου ἔγινε μέσα μου σάν τό κερί που λιώνει ἀπ' τή φωτιά.
Στίχος 16: «εξηράνθη ὡσεὶ ὄστρακον ή ισχύς μου, καὶ ἡ γλώσσα μου κεκόλληται το λαρυγγί μου, καὶ εἰς χοῦν θανάτου κατήγαγές με». Η δύναμή μου στέγνωσε σάν πήλινο δοχεῖο καί ἡ γλώσσα μου κόλλησε στον λάρυγγά μου, καί με κατέβασες στο χώμα τοῦ θανάτου, στον τάφο.
Ὁ στίχος 15 ἔρχεται νά μᾶς πεῖ τά ἑξῆς: Σάν τό νερό χύθηκα! Λέμε τή φράση κι ἐμεῖς θά σε μαζέψω με το στυπόχαρτο, ἤ θά σε μαζέψω με το κουταλάκι. Λέμε αὐτές τίς φράσεις, ὅταν θέλουμε νά ποῦμε ὅτι ὁ ἄλλος έχει διαλυθεῖ. Λοιπόν, είναι ευστοχότατη ἡ εἰκόνα ἐδῶ που λέει χύθηκα, δηλαδή διαλύθηκα σαν το νερό, όπως ο πάγος που είναι στερεός, καί ὅταν για μια στιγμή ανεβαίνει ή θερμοκρασία τοῦ περιβάλλοντος, τότε λιώνει, διαλύεται.
Τα κόκκαλά μου, λέει, σκορπίστηκαν. Ὅταν ὁ Χριστὸς ἦταν ἐπάνω στον σταυρό τανύστηκε, τεντώθηκε, Οι σταυρωτές τόσο πολύ τέντωσαν τό σῶμα Του, πού τα κόκκαλά του μπορούσαν να μετρηθοῦν. Το λέει αυτό στον 18ο στίχο «εξηρίθμησαν πάντα τὰ ὀστὰ μου».
Τόσο ἀπό τήν ἀπώλεια βάρους, εξαιτίας τῆς φοβερῆς ταλαιπωρίας πού ὑπέστη, ὅσο καί ἀπό τό τέντωμα τοῦ σώματός Του ἐπί τοῦ σταυροῦ, τα κόκκαλά Του, τά πλευρά Του, όλα αυτά, φαίνονταν, δηλαδή τα κόκκαλά Του μποροῦσαν νά μετρηθούν! Το λέμε κι ἐμεῖς αὐτό σαν έκφραση, ὅταν κάποιος ἀδυνατίσει πολύ. Όλα αυτά δείχνουν τήν τέλεια εξάντληση τοῦ σώματός Του.
Ακόμη: «ἐγενήθη ή καρδία μου ώσει κηρὸς τηκόμενος ἐν μέσῳ κοιλίας μου». Κάτω από καταστάσεις ἀγωνίας, κάτω ἀπό καταστάσεις φοβερῆς λύπης, ἡ καρδιά αἰσθάνεται κυριολεκτικά διαλυμένη. Δεν ξέρω ποτέ ἄν ἔχετε βρεθεῖ σέ τέτοιες καταστάσεις διαλύσεως τοῦ εσωτερικού σας. Νομίζουμε ότι θα πεθάνουμε, ὅτι θά διαλυθοῦμε, παραλύουμε. Είτε φόβος εἶναι, εἴτε ἀναμονή εἶναι, δέν ξέρω τί μπορεῖ νά εἶναι, αὐτό τό πράγμα κυριολεκτικά μᾶς παραλύει.
Και συνεχίζει: Ξεράθηκε σαν το όστρακο ή ισχύς μου. Όστρακο, κατά λέξη, εἶναι ἕνα κομμάτι από πήλινο δοχεῖο· ἄς μοῦ ἐπιτραπεῖ ὅμως νά πῶ κάτι παραπέρα. Ας πάρουμε καί τά όστρακα τῆς θαλάσσης, τα μύδια, τα
στρείδια, τά ὄστρακα, τίς πεταλίδες· ὅταν τα βγάλουμε ἀπό τό νερό, στεγνώνουν. Ἔτσι στέγνωσα, ἔτσι ξεράθηκα, καί ἡ γλώσσα μου κόλλησε στο λαρύγγι μου από την
υπερβολική δίμα. Αυτά λέει ή προφητεία· ἀκοῦστε τώρα τα γεγονότα.
Λέει ὁ εὐαγγελιστής Ιωάννης: «Μετὰ τοῦτο εἰδὼς ὁ Ἰησοῦς ὅτι πάντα ήδη τετέλεσται, ἵνα τελειωθῇ ἡ γραφή, λέγει· διψῶ»(Ἰωάν. 19, 28-30). Προσέξτε αὐτό τό «τετέλεσται,ἵνα τελειωθῇ» γνωρίζοντας ὁ Ἰησοῦς ὅτι όλα έχουν τελειώσει... Ποιά έχουν τελειώσει; μπορείτε νὰ μοῦ πεῖτε; Τα βάσανα; όχι. Οι προφητείες έχουν τελειώσει. Έμενε ἀκόμη μία, για να εκπληρωθεῖ ἡ Γραφή, νὰ ἐκπληρωθοῦν οἱ σχετικές μέ τό Πάθος τοῦ Μεσσία προφητείες. Προσέξτε: «ἤδη τετέλεσται», ἤδη ἔχουν τελειώσει, «ἵνα τελειωθῇ ἡ γραφή, λέγει· διψῶ» για να
ἐκπληρωθεί λοιπόν ή προφητεία, λέει διψώ. Έμενε ἀκόμη κάτι νά πεῖ, καί εἶπε το διψώ. Αὐτὸ τὸ γράφει ὁ εὐαγγελιστής Ιωάννης. Καταπληκτικό!
Συνεχίζει ὁ Εὐαγγελιστής: «σκεύος οὖν ἔκειτο ὄξους μεστόν». Το ξύδι ἐδῶ εἶναι μιά λεπτομέρεια. Μία άλλη προφητεία, ἀπὸ ἄλλον ψαλμό, λέει: «καὶ εἰς τὴν δίψαν μου ἐπότισαν με ὄξος»(Ψαλμ. 68, 22). Ἀκοῦτε; στη διψα μου με πότισαν ξύδι! Αξιοθαύμαστη λεπτομέρεια. «Οἱ δὲ πλήσαντες σπόγγον ὄξους καὶ ὑσσώπῳ περιθέντες προσήνεγκαν αὐτοῦ τῷ στόματι, ὅτε οὖν ἔλαβε τὸ ὄξος ὁ Ἰησοῦς εἶπε, τετέλεσται». Προσέξτε: πότε εἶπε «τετέλεσται»; Όταν δοκίμασε το ξύδι ὁ Ἰησοῦς.
Δεῖτε τώρα τήν προφητεία. Μόλις ο Μεσσίας εἶπε «ή γλώσσα μου κεκόλληται τῷ λάρυγγί μου», ἀμέσως μετά εἶπε «καὶ εἰς χοῦν θανάτου κατήγαγές με», που ἰσοδυναμεῖ μέ τό πέθανα, γιατί χοῦς θανάτου εἶναι ὁ τάφος. Βλέπετε, παρακαλώ, λεπτομέρειες;... βλέπετε ἀκρίβεια;...
Ἀλλά προσέξτε κάτι ἐκτάκτως ἀξιοπαρατήρητο· εἶναι τὸ ἑξῆς: Δέν λέει ὅτι με πέθαναν οι σταυρωτές μου, οὔτε ὅτι αὐτοί με κατήγαγαν «εἰς χοῦν θανάτου», αλλά Σύ, ὁ Πατήρ, κατήγαγες ἐμένα «εἰς χοῦν θανάτου», Ἐσύ, ὁ Πατήρ, με οδήγησες στον θάνατο! Προσέξτε: ἐσὺ ὁ Πατήρ! Βεβαίως.
Θέλετε νὰ δεῖτε γι' αὐτό τό γεγονός; Ἀκοῦστε το. Δέν θά μποροῦσαν ποτέ οἱ σταυρωτές να επιφέρουν τόν θάνατο στον ἔχοντα τή ζωή, ἐάν ὁ ἴδιος δεν παρέδιδε τή ζωή Του στα χέρια τοῦ οὐρανίου Πατρός. Ὅταν Ἐκεῖνος ἤθελε, τότε ὁ Χριστός εἶπε «πάτερ, εἰς χεῖρά σου παρατίθεμαι τὸ πνεῦμά μου»(Λουκά 23, 46). Πάτερ μου, σ' Εσένα παραδίδω τό πνεῦμα μου. Λοιπόν, ὁ Πατήρ καθορίζει ἐδῶ τόν θάνατο τοῦ Χριστοῦ. Ἀλλά για νά μή νομισθεῖ ὅτι ὁ Χριστός εἶναι κατώτερος τοῦ Πατρός, ὁ Υἱός τώρα παραδίδει στα χέρια τοῦ Πατρός τό πνεῦμα Του, τήν ψυχή του, ὅταν ὁ Υἱός τό κρίνει.
Ἀκόμη τρεῖς στίχους, για να ολοκληρώσουμε με τον Μεσσία πάσχοντα, καί νά δοῦμε, πρώτα ὁ Θεός, τήν ἐρχόμενη Δευτέρα τον σεσωσμένο Μεσσία καί τόν δικαιωμένο Μεσσία, δηλαδή την Ανάστασή Του. Είναι στον ἴδιο ψαλμό, ὅπως σᾶς εἶπα στήν ἀρχή.
Στίχος 17: «ὅτι ἐκύκλωσάν με κύνες πολλοί, συναγωγή πονηρευομένων περιέσχον με, ὤρυξαν χεῖράς μου καὶ πόδας». Πώ πώ... γιατί με περικύκλωσαν, λέει, σκυλιά πολλά, ομάδα ἀνθρώπων πονηρῶν μέ περιέσφιξε, μοῦ τρύπησαν τά χέρια καί τα πόδια μου.
Ὁ Χριστός εἶπε στους Μαθητές Του: «ἐγείρεσθε ἄγωμεν· ἤγγικεν ὁ παραδιδούς με». Σηκωθεῖτε, πᾶμε να τούς συναντήσουμε, γιατί νά, ἔρχεται ἐκεῖνος ποὺ θὰ μέ παραδώσει. Θα παραδοθῶ σε χέρια ἀνθρώπων ἁμαρτωλῶν (Ματθ. 26, 46. Βλ. Ἰωάν. 14, 31). Αὐτοί εἶναι τά χέρια τῶν ἁμαρτωλῶν, εἶναι οἱ πονηρευόμενοι άνθρωποι.
Αλλά ξέρετε ποιό εἶναι τό καταπληκτικό; «ὤρυξαν χεῖράς μου καὶ πόδας»! Το «ὤρυξαν» εἶναι ἀπὸ τὸ ρήμα ὀρύσσω, πού σημαίνει τρυπῶ. Εἶναι δέ πασίγνωστο ὅτι ἐφόσον ἡ Γραφή ἔλεγε «κεκατηραμένος ὑπὸ Θεοῦ πᾶς κρεμάμενος ἐπὶ ξύλου»(Δευτ. 21, 23. Βλ. Γαλ. 3, 13) –ἐπί Μωυσέως– αὐτό κανένας Ἑβραῖος δεν κρεμόταν ποτέ πάνω σε ξύλο, ώς θανατική καταδίκη. Προσέξτε, παρακαλώ, αὐτὸ τὸ σημεῖο! Ως θανατική εκτέλεση στούς Ἑβραίους ἦταν ὁ λιθοβολισμός. Γιά νά τό καταλάβουμε, ὁ λιθοβολισμός γιά τόν Ἰσραηλίτη ἦταν ἔντιμος θάνατος, ἐνῶ ὁ σταυρικός θάνατος ήταν καταραμένος. Θὰ σᾶς πῶ ἕνα παράδειγμα πού εἶναι παράλληλο.
Ὅταν ὁ ἀπόστολος Πέτρος ήρθε στη Ρώμη και καταδικάσθηκε σε θάνατο, τον σταύρωσαν. Τον σταύρωσαν τόν ἀπόστολο Πέτρο. Και ξέρετε γιατί; Διότι ήταν Ἑβραῖος· δέν ἦταν Ρωμαῖος πολίτης. Ὅταν ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὅμως καταδικάστηκε ἀπό τόν Νέρωνα σε θάνατο, ξέρετε πῶς ἐκτελέστηκε; μέ τό σπαθί. Ξέρετε γιατί; Διότι ἦταν μέν Ἑβραῖος, ἀλλά ἦταν καί Ρωμαῖος πολίτης. Το καταλάβατε τώρα αὐτό; Ὁ Ρωμαῖος πολίτης απαγορευόταν να σταυρωθεῖ ἡ ἐκτέλεσή του γινόταν μόνο μέ τό σπαθί. Ήταν τιμητικός θάνατος, ἐνῶ ὁ σταυρικός ἦταν ἀτιμωτικός.
Ὁ Ἑβραῖος –τώρα ξαναγυρίζω στο πρῶτο– ἀπαγορευόταν να σταυρωθεῖ, ἀκόμα κι ὁ πιό κακοῦργος, ἀπαγορευόταν νά ἐκτελεσθεῖ μέ σταυρό· ἡ ἐκτέλεση γινόταν μόνο με λιθοβολισμό. Ήταν ὁ ἔντιμος θάνατος αὐτός, διότι ὑπῆρχε στον νόμο γραμμένο ὅτι εἶναι καταραμένος ἐκεῖνος πού σταυρώνεται πάνω στο ξύλο.
Λοιπόν, ἀγαπητοί μου, ποιός Ἑβραῖος θα μποροῦσε ποτέ νά διανοηθεῖ πρώτα-πρώτα θάνατο Μεσσίου, καί δεύτερον ὅτι αὐτός ὁ θάνατος –ἤδη ἀπό τόν 10ο αιώνα π.Χ. προφητευμένος– θα ήταν θάνατος σταυρικός;
Διότι οἱ Ἑβραῖοι, πραγματικά, θέλοντας να εξευτελίσουν σε ἀπύθμενο βαθμό τόν Ἰησοῦ, Τον παρέδωσαν στον σταυρό! Θα μποροῦσαν νά κάνουν ὅ,τι ἔκαναν μέ τον πρωτομάρτυρα Στέφανο. Ο Στέφανος εκτελέστηκε με λιθοβολισμό. Οι απόστολος Πέτρος, που ήταν στη φυλακή, θὰ ἀποκεφαλιζόταν ἢ θὰ λιθοβολείτο, δεν ξέρουμε τί, πάντως δέν θά σταυρωνόταν. Γιατί ἐπιμένουν τότε ὁ Ἰησοῦς να σταυρωθεῖ; (Βλ. Μαρκ. 15, 13-14. Λουκά 23,21. Ἰωάν. 6, 6. 15).
Ἐπειδὴ ὁ νόμος έγραφε ότι ο σταυρωμένος εἶναι καταραμένος, γι' αὐτό ἐπιθυμοῦν νὰ σταυρώσουν τον Ἰησοῦ Χριστό!... γιά νά θεωρεῖται καταραμένος στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων! Θα μποροῦν ἔτσι νὰ ἐπικαλούνται πάντα τον νόμο που τὸν ὁρίζει ο Γιαχβέ, ο Κύριος, ο Θεός καί νά λένε: Πῶς εἶναι δυνατόν νά εἶναι σταλμένος ἀπό τόν Γιαχβέ ὁ Ἰησοῦς, ἀφοῦ ἐμεῖς τώρα καταφέραμε καί τόν πεθάναμε πάνω στον σταυρό, καί δέν πέθανε μέ λιθοβολισμό; Ἄρα λοιπόν, σύμφωνα μέ τόν νόμο μας, είναι καταραμένος.
Αλλά τούς πρόλαβε ή προφητεία! Η προφητεία λέει «ὤρυξαν χεῖράς μου καὶ πόδας» τρύπησαν τα χέρια μου καί τά πόδια μου, τά ἔσκαψαν! Πέστε μου, μπορεί αυτό να είναι τυχαίο.... Πέστε μου, σᾶς ρωτάω, μπορεῖ νά εἶναι τυχαίο;... Μόνο κάτι τέτοια ἄν μπορεῖ κανείς να βρίσκει στη Γραφή, ή ψυχή του γεμίζει ἀπό ἐνθουσιασμό, καί λέει: Χριστέ μου, είσαι ὁ Κύριός μου καί ὁ Θεός μου, ὁ ἀληθινός μου Λυτρωτής!... Τίποτα ἄλλο δέν μπορεῖ νά πεῖ ἡ ἀνθρώπινη ψυχή· τίποτ᾽ ἄλλο.
Καί κάνω ἔτσι ωμή καί ρεαλιστική τήν ἀνάλυση, ἀκριβῶς γιά νά καταλάβουμε το βάθος τῆς πραγματικότητος, να καταλάβουμε ποιός εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός... Αὐτὸς ποὺ Τον βρίζουμε στην αγορά καί στούς δρόμους... Αὐτός, που Τον βρίζουμε, ναί, καί συνεχίζουμε τὸ ἔργο ἐκείνων που Τον σταύρωσαν.... (Βλ. Εβρ. 6, 6. Φιλιπ. 3, 18. κ.ά.)
Στίχος 18: «ἐξηρίθμησαν πάντα τὰ ὀστᾶ μου, αὐτοὶ δὲ κατενόησαν καὶ ἐπεῖδόν με»· μέτρησαν όλα μου τά κόκκαλα, καί ἐκεῖνοι μὲ ἔβλεπαν καί καταλάβαιναν με κακία τόν πόνο μου.
Γιὰ τὸ μέτρημα τῶν ὀστῶν μιλήσαμε αλλά προσέξτε ὅμως τώρα ἐδῶ. Ἡ μετάφραση λέει τά ἑξῆς: Μποροῦσαν όλοι να διακρίνουν και να μετροῦν τὰ ὀστᾶ τοῦ σκελετωμένου σώματός μου. Οἱ ἐχθροί μου κατάλαβαν τόν φανερό πόνο μου, καί χαιρέκακα μέ ἔβλεπαν να σπαράσσομαι.
Εἶναι ὅπως ἀκριβῶς βλέπουμε ἕνα ποντίκι νά βασανίζεται ἀπό τή γάτα πριν πεθάνει. Το βλέπουμε, καί νομίζω ὅτι ἐλάχιστα λυπόμαστε, ἴσως γιατί τρέφουμε ἕνα μίσος καί μία χαιρεκακία εναντίον τῶν ποντικών, που μᾶς τρώνε τό τυρί καί τό ψωμί! Ένας ποντικός μᾶς κάνει ζημιά μέσα στόν σπίτι, κι ἅμα τόν πιάσουμε ἢ ἄν τόν πιάσει ἡ γάτα, χαιρόμαστε... Βέβαια ή γάτα χαίρεται τή λεία της, τὸ θῦμά της, καί παίζει... ὅπως ἡ γάτα το ποντίκι! Αλλά κι ἐμεῖς βλέποντας τή γάτα πώς παίζει το ποντίκι, πού δέν τό θανατώνει ἀμέσως ἀλλά τό τυραννάει, εὐφραινόμαστε κι ἐμεῖς γιατί μᾶς ταλαιπώρησε ὁ ποντικός μέσα στο σπίτι· μᾶς ἔφαγε ροῦχα, μᾶς ἔφαγε χαρτιά, μᾶς ἔφαγε τρόφιμα...
Λοιπόν, τό παράδειγμα εἶναι ἀρκετό; Προσέξτε, οἱ σταυρωτές, βλέποντας τόν Χριστό να σπαράσσεται ἐπάνω στόν σταυρό, εὐφραίνονταν. Λέει ὁ ψαλμός: «αὐτοὶ δὲ κατενόησαν καὶ ἐπεῖδόν με»· ἔβλεπαν πολύ καλά. ἤξεραν πολύ καλά τί ἔκαναν, καί ἱκανοποιοῦντο μέσα τους γιά ἐκεῖνο πού ἔκαναν.
Λέει τώρα ή Γραφή –ὁ εὐαγγελιστής Ιωάννης κι ὁ προφήτης Ζαχαρίας: «ὄψονται εἰς ὃν ἐξεκέντησαν» (Ιωάν. 19, 37. Ζαχ. 12, 10. Δαν. 7, 13), θα δοῦν ἐκεῖνον πού λόγχισαν. Η σταύρωσαν ἡ λόγχισαν. Κατά λέξη εἶναι λόγχισαν, ἀλλά θά μποροῦσε νά θεωρηθεῖ καί ἡ σταύρωση, εξαιτίας τῶν καρφιῶν.
Προσέξτε, παρακαλῶ, αὐτή τή φράση. Κατ' αρχάς ἔρχεται ἐδῶ αὐτή ἡ φράση, ὡς γεγονός τώρα, να έπαληθεύσει τον στίχο 18, ὅτι οἱ σταυρωτές ἔβλεπαν τόν Χριστό ἐπάνω στον σταυρό. Αλλά το φοβερό ξέρετε ποιό εἶναι; Εντάξει, βλέπουν ἐκεῖνον ποὺ σταύρωσαν, «ὄψονται εἰς ὃν ἐξεκέντησαν», ἀλλὰ τὰ πράγματα αργότερα θα αντιστραφοῦν· ὁ Μεσσίας θὰ ἀναστηθεῖ καὶ θὰ ἔλθει να κρίνει ἐκείνους που Τον σταύρωσαν. Και τότε τί θα γίνει; Ακούστε τί θα γίνει.
Διαβάζω ἀπ' τήν Ἀποκάλυψη: «Ἰδοὺ ἔρχεται μετά τῶν νεφελῶν καὶ ὄψεται αὐτὸν πᾶς ὀφθαλμὸς καὶ οἴτινες αὐτὸν ἐξεκέντησαν, καὶ κόψονται ἐπ' αὐτὸν πᾶσαι αἱ φυλαὶ τῆς γῆς»(Ἀποκ. 1, 7.). Να, ἔρχεται ὁ Μεσσίας πάνω στις νεφέλες, καὶ θὰ Τὸν δεῖ κάθε μάτι, καί αυτοί πού Τόν λόγχισαν, καί θά θρηνήσουν χτυπώντας τα στηθη τους ὅλες οἱ φυλές τῆς γῆς.
Ἄν ἔπρεπε νά βάλουμε πληθυντικό –πάντες οἱ ὀφθαλμοί– θα βάζαμε τό ὄψονται· ἔτσι; «καὶ κόψονται ἐπ' αὐτὸν πᾶσαι αἱ φυλαὶ τῆς γῆς». Εἴδατε, «ὄψονται»«κόψονται». Ἐδῶ ἔχουμε παρήχηση, δηλαδή ἐπανάληψη ἑνός ἤχου σε γειτονικές συλλαβές ή λέξεις. Καί ὅλοι ἐκεῖνοι θὰ δοῦν ἐκεῖνον ποὺ λόγχισαν· «ὄψονται», θα δοῦν. Καί τότε τί θα κάνουν, «κόψονται», θα χτυπούν τό στῆθος τους καί θά τραβοῦν τά μαλλιά τους.
Σᾶς λέω, ἄς ποῦμε, ὅτι μέσα σ' ἕνα κουτί υπάρχουν ἑπτακόσιες τριάντα πέντε δραχμές, σ' ένα άλλο εξακόσιες εἴκοσι τρεῖς καί σ' ἕνα τρίτο ἑκατόν τριάντα πέντε δραχμές. Σᾶς λέω λοιπὸν νὰ ἀνοίξετε τα κουτιά. Ἀνοίγετε το πρώτο κουτί, καί βλέπετε ὅτι εἶναι μέσα τα χρήματα πού σᾶς εἶπα· ἀνοίγετε το δεύτερο, καί βλέπετε πάλι τα χρήματα πού σᾶς εἶπα. Τώρα, θά δυσκολευθεῖτε να πιστέψετε ὅτι καί μέσα στο τρίτο κουτί θὰ εἶναι ἐπίσης τα χρήματα πού σᾶς εἶπα;
Λοιπόν, το πρώτο εἶναι ἡ προφητεία: «όψονται εἰς ὃν ἐξεκέντησαν»(Ζαχ. 12, 10.). Το δεύτερο εἶναι τό γεγονός πού ἔρχεται να επιβεβαιώσει την προφητεία. Μένει ἕνα τρίτο· «καὶ κόψονται ἐπ᾿ αὐτόν... εἰς ὃν ἐξεκέντησαν», δηλαδή ή τιμωρία. Τό πρῶτο αποδείχθηκε μέ τό δεύτερο· τώρα μένει τό τρίτο. Ἄρα λοιπόν πρέπει νά μᾶς πιάνει τρόμος! Νὰ μᾶς πιάνει τρόμος, ὅτι θὰ δοῦμε τόν ἐπί νεφελῶν ἐρχόμενον! Ὅπως πραγματοποιήθηκαν τά ἄλλα, θα πραγματοποιηθεί κι αὐτό. Το καταλάβατε;
Αλλά προσέξτε κάτι που λέει ὁ εὐαγγελιστής Ιωάννης: «κόψονται ἐπ' αὐτὸν πᾶσαι αἱ φυλαὶ τῆς γῆς». Πῶς «κόψονται πᾶσαι αἱ φυλαὶ τῆς γῆς», ἀφοῦ τότε Τόν σταύρωσαν μόνο κάποιοι ἄνθρωποι;
Ἀγαπητοί μου, ὁ ἀπόστολος Παῦλος, γιά ἐκείνους πού ἔκαναν τήν κοιλιά τους θεό, λέει στούς Φιλιππησίους ὅτι εἶναι οἱ ἀνασταυροῦντες τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ! (Φιλιπ. 3, 19-19. Πρβλ. Εβρ. 6, 6). Η ανασταύρωση εἶναι τὸ ξανασταύρωμα. Η ανασταύρωση γίνεται διαρκῶς μέσα στήν Ἱστορία. Να ξέρετε, όσες φορές βλασφημοῦμε τόν Ἰησοῦ Χριστό ή δέν Τόν πιστεύουμε, Τόν ξανασταυρώνουμε! Διότι τί περισσότερο έκαναν, παρακαλῶ, οἱ Ἀρχιερεῖς καὶ οἱ Γραμματεῖς καὶ οἱ Φαρισαίοι; Καί αὐτοὶ δὲν Τον πίστεψαν και Τον βλασφημοῦσαν· σᾶς τα διάβασα, τὸ ἀκούσατε. Κι ἐμεῖς, ὅταν βλασφημούμε καί δέν πιστεύουμε στόν Χριστό, καί λέμε ὅτι δέν εἶναι τίποτα σπουδαῖο, τότε ξανασταυρώνουμε τόν Χριστό.
Έτσι λοιπόν ὅλοι οἱ ἄπιστοι μέσα στην Ιστορία εἶναι ανασταυρωτές Του. Μάλιστα, σέ ὅλες τίς φυλές τῆς γῆς ὑπάρχουν οἱ ἀνασταυρωτές, εφόσον καί τό Εὐαγγέλιο κηρύχθηκε παντοῦ, σέ ὅλη τή γῆ. Τότε ὅμως «πᾶσαι αἱ φυλαὶ τῆς γῆς», ὅλοι αὐτοί, ὅλες οἱ φυλές τῆς γῆς, «κόψονται», θά χτυποῦν τό κεφάλι καί τό στῆθος τους, γιατί στάθηκαν ἀνασταυρωτές τοῦ Χριστοῦ.
Όμως, ἀγαπητοί μου, εφόσον σε κάθε τόπο καί σε κάθε ἐποχή καί σέ κάθε φυλή υπάρχουν τέτοιοι, καί ἀπό μᾶς μπορεῖ νά ὑπάρχουν! Δηλαδή, μέ ἄλλα λόγια, τώρα φέραμε πολύ κοντά τά πράγματα... κοντά μας! Μέχρι τώρα, βλέποντας τά πράγματα, λέγαμε: «Ἄ, οἱ Ἑβραῖοι σταύρωσαν τον Χριστό!». Ναί, αγαπητοί μου, ἀλλά ὄχι μόνο αὐτοί· καί ἐμεῖς τόν σταυρώνουμε. Μέ κάθε μας ἁμαρτία καί μέ κάθε μας ἀπιστία, ξανασταυρώνουμε τόν Χριστό, τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ. Αὐτό σημαίνει φέρνουμε τα πράγματα πάρα πολύ κοντά μας· κάνουμε αναγωγή στο πρόσωπό μας, στή ζωή μας.
†.Η ἀπορία σας, ἀγαπητοί μου, εἶναι ἡ ἑξῆς: Σᾶς παρακαλοῦμε, μιλῆστε μας: α) γιά τίς ψυχικές ὠφέλειες τῆς θείας Κοινωνίας, β) γιά τό πόσο συχνά πρέπει να κοινωνοῦμε, καί ἄν ἔχουν δίκαιο πολλοί ἱερεῖς πού ἀντιδροῦν, ἐπικαλούμενοι τόν φόβο τῆς συνηθείας, γ) λίγα σχετικά μέ τή νηστεία γι' αὐτούς πού συχνά κοινωνοῦν, καί δ) σχετικά μέ τήν Ἀκολουθία τῆς θείας Μεταλήψεως καί τήν ὅλη προετοιμασία.
Εὐχαριστοῦμε.
Αὐτά λέει ἡ ἀπορία σας. Μάλιστα.
Τό θέμα αὐτό πού θίγετε, ἀγαπητοί μου, εἶναι πολύ μεγάλο, και βέβαια δέν μπορεῖ νά ἀπαντηθεῖ πάρα πολύπρόχειρα. Ὅμως θα προσπαθήσουμε νά ἀπαντήσουμε σ' ἕνα γενικό διάγραμμα, ὅσο τοῦτο εἶναι δυνατόν.
Καταρχάς, γιά νά καταλάβουμε πόσο σημαντικό εἶναι τό θέμα μας, θα πρέπει να γνωρίζουμε τήν οὐσία τοῦ
Μυστηρίου τῆς θείας Εὐχαριστίας. Διότι ἄν δέν γνωρίσουμε τί εἶναι τό Μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας, τότε ὁ κάθε ἕνας θά ἔχει καί μία υποκειμενική άποψη γύρω ἀπό τό θέμα αὐτό, καί ἔτσι θά εἶναι περισσότερο ή λιγότερο αυστηρός στόν ἑαυτό του, θα ετοιμάζεται περισσότερο ἤ λιγότερο, ἤ ἀκόμη θά κοινωνεῖ χωρίς κάποια συναίσθηση, ζημιώνοντας φοβερά τόν ἑαυτό του, καί οὕτω καθεξής.
Ποιά εἶναι ἡ ουσία τοῦ Μυστηρίου; Αυτό εἶναι τό κλειδί στο όλο θέμα μας.
Πολλά θά εἶχα να πω πάνω σ' αυτό το σημεῖο, ἀλλά ἐπειδή δέν ὑπάρχει ἀρκετός χρόνος θά τά συμπτύξω.
Ἡ οὐσία τοῦ Μυστηρίου βρίσκεται στην μεταβολή τῶν τιμίων δώρων σε Σῶμα καί Αίμα Χριστοῦ. Ἐμεῖς
προσφέρουμε τα τίμια δώρα, ψωμί και κρασί, ἄρτον καὶ οἶνον, κι Ἐκεῖνος μᾶς ἀντιπροσφέρει Ἄρτον οὐράνιον καί Ποτήριον ζωῆς. Αὐτή ἡ προσφορά μας πρός τόν Θεό γίνεται αποδεκτή από τόν Θεό μέσα στόν χῶρο τῆς θείας Λειτουργίας.
σῶν Σοὶ προσφέρομεν», Σοῦ προσφέρουμε τα δικά Σου ἀπό τά δικά Σου. Δηλαδή ὁ Θεός ἔδωσε τό σιτάρι καί τά σταφύλια. Ἐμεῖς τώρα πήραμε το σιτάρι το κάναμε ψωμί καί τα σταφύλια τά κάναμε κρασί. Συνεπῶς, ὅπως λέει ὁ ἅγιος Νικόλαος Καβάσιλας, (Βλ. Αγ. Νικόλ. Καβάσιλας, Ἑρμηνεία τῆς Θείας Λειτουργίας.) βάλαμε μέσα σ' αυτά και τον δικό μας κόπο, υπάρχει καί ἡ δική μας ή προσφορά. Βεβαίως θα λέγαμε ὅτι ἡ βασική προσφορά, ἡ βασική οὐσία, εἶναι τοῦ Θεοῦ, γιατί ἄν ὁ Θεός δέν μᾶς ἔδινε τό σιτάρι και το σταφύλι, ἐμεῖς δὲν θὰ εἴχαμε νά τοῦ προσφέρουμε τίποτα.
Ἔτσι, ὅταν ἐμεῖς τοῦ προσφέρουμε τα δικά του δώρα από τα δικά του, βάζοντας μέσα τον δικό μας κόπο, Ἐκεῖνος μᾶς τὰ ἐπιστρέφει, όχι ὡς ἀπαράδεκτα, ἀλλά μᾶς τά ἐπιστρέφει εμπλουτισμένα. Τοῦ δίνουμε κρασί καί ψωμί, καί μᾶς δίνει τὸ Σῶμα καί το Αίμα τοῦ Χριστοῦ του. Ὁ Χριστός Κυρίου είναι το δεύτερο πρόσωποτῆς Ἁγίας Τριάδος πού ἐνανθρώπησε, δηλαδή ἔγινε ἄνθρωπος. Μας δίνει λοιπόν τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Υἱοῦ Του, τοῦ Χριστοῦ Του, τοῦ Μεσσία, δηλαδή εκείνου πού ἔχρισε και σφράγισε καί ἔστειλε στον κόσμο. (Βλ. Ἰωάν. 3, 17· 33-34. 6, 27. κ.ά.)
μᾶς ξαναδίνει Ἐκεῖνος. Μας δίνει τά φυσικά δώρα Του, Τοῦ δίνουμε τα φυσικά δώρα Του μαζί μέ τόν κόπο μας καί μᾶς δίνει πίσω το Σώμα Του καί τό Αίμα Του, τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ Του. Πολύ σπουδαῖο
αὐτό τό πάρε-δώσε τοῦ Θεοῦ μέ τόν ἄνθρωπο!
Ἄν δέν πιστέψουμε, αγαπητοί μου, ὅτι ἔχουμε στην πραγματικότητα τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, τότε ὅλα τά ἄλλα πού πιστεύουμε δέν εἶναι τίποτα· τότε ὁ Χριστιανισμός πέφτει στο κενό, νά τό ἔχετε υπόψη σας. Ἡ καρδιά τῆς καρδιᾶς τῶν πάντων στον Χριστιανισμό εἶναι τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Καί ἄν δέν γίνουμε μέτοχοι του Σώματος και Αἵματος τοῦ Χριστοῦ, δέν πετυχαίνουμε τίποτα.
Ὁ Δοσίθεος, πατριάρχης Ἱεροσολύμων κατά το δεύτερο ἥμισυ τοῦ 17ου αἰῶνος ἕως ἀρχές τοῦ 18ου, τότε πού εἶχε νά ἀντιμετωπίσει τους Προτεστάντες καί τούς Λατίνους, συνέγραψε πολλά συγγράμματα, μεταξύ τῶν ὁποίων καί τήν Ὁμολογία Πίστεως. Θά σᾶς διαβάσω τί γράφει στον 17ο ὅρο τῆς Ὁμολογίας του, χωρίς να κάνω πολλές αναλύσεις:
Αυτή ὅμως ἡ ἀκριβής γνώση τοῦ Μυστηρίου αὐτοῦ, ὅπως τήν ἀναφέραμε με συντομία ἐδῶ, εἶναι τό κλειδί γιά τή στάση πού θα τηρήσουμε παρακάτω ἀπέναντι σ' αὐτό. Δηλαδή, ὅταν ξέρουμε τί ἀκριβῶς εἶναι τό Μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας,θα προετοιμαστούμε και θα προσέλθουμε αναλόγως.
Θα πρέπει ἀκόμη, απαντώντας στήν ἀπορία σας, να μιλήσουμε καί γιά τόν σκοπό αλλά καί τήν συχνότητα πού πρέπει να κοινωνούμε. Εἶναι πολύ σημαντικό να ἀναφέρουμε τόν σκοπό πού κοινωνοῦμε καί μετά να δοῦμε τό πόσο συχνά πρέπει να κοινωνούμε.
Από τη θεία Λειτουργία δὲν θὰ ἔπαιρνα παρά μόνο μία μικρή ευχή, ἡ ὁποία εἶναι τό τελευταῖο ἀπό τά εἴκοσι ἑπτά μέρη τῆς εὐχῆς τῆς ἁγίας Ἀναφορᾶς, ὅπου ἐκεῖ τελειοῦται, ὁλοκληρώνεται το Μυστήριο τῆς θείας Ευχαριστίας. Σ' αὐτή τήν εὐχή, ποὺ θὰ σᾶς τήν διαβάσω τώρα, καθορίζεται ὁ σκοπός, ἢ μᾶλλον οἱ ἐπιμέρους σκοποί τῆς μεταλήψεως αὐτοῦ τοῦ Μυστηρίου. Ὁ ἱερέας ἀπευθύνεται πρός τόν Πατέρα και Τόν ἱκετεύει: «Κατάπεμψον τὸ Πνεῦμά σου τὸ Ἅγιον ἐφ' ἡμᾶς καὶ ἐπὶ τὰ προκείμενα δώρα ταῦτα. Καὶ ποίησον τὸν μὲν ἄρτον τοῦτον τίμιον σῶμα τοῦ Χριστοῦ σου. Ἀμήν. Τὸ δὲ ἐν τῷ ποτηρίῳ τούτῳ τίμιον αἷμα τοῦ Χριστοῦ σου. Αμήν. Μεταβαλὼν τῷ Πνεύματί σου τῷ Ἁγίω. Ἀμήν, αμήν, αμήν». Βλέπετε; συμμετέχουν καί τά τρία πρόσωπα τῆς ᾿Αγίας Τριάδος. Δηλαδή ὁ ἱερέας παρακαλεῖ τόν Θεό Πατέρα να στείλει τό Πνεῦμα Του τό Ἅγιο για να μεταβάλει αὐτά τά δώρα· τό μέν ψωμί σέ Σώμα τοῦ Χριστοῦ Του, τό δέ κρασί πού εἶναι μέσα στό Ποτήριο να το κάνει Αίμα τοῦ Χριστοῦ Του.
Αμέσως μετά αναφέρονται οἱ σκοποί. Ὁ πρῶτος: «Ὥστε γενέσθαι τοῖς μεταλαμβάνουσιν εἰς νῆψιν ψυχῆς», ὥστε γιά ἐκείνους πού μεταλαμβάνουν να γίνει καθαρότητα τῆς ψυχῆς τους. Ἡ λέξη νήψις προέρχεται από τὸ ρῆμα νήφω, πού σημαίνει ἔχω καθαρό μυαλό. Κατά λέξη σημαίνει ἐγκρατεύομαι από κρασί, καί συνεπῶς τό μυαλό μου είναι καθαρό. Μεταφορικά σημαίνει ἔχω καθαρότητα τοῦ νοῦ καί τῆς καρδιᾶς. Ἡ λέξη νηπτικός από ἐκεῖ παράγεται. Λέμε νηπτικός πατήρ, νηπτική θεολογία καί τά λοιπά, καί εἶναι ὅλα ἐκεῖνα πού ἔχουν σχέση με το πῶς θὰ φτάσω νὰ ἔχω καθαρό νοῦ καί καθαρή καρδιά. Ἔτσι λοιπόν ἐδῶ λέει «εἰς νήψιν ψυχῆς», διότι ἡ ψυχή περιέχει καί τόν νοῦ καί τήν καρδιά, περιέχει τη νόηση τη βούληση καί τό συναίσθημα.
Ο δεύτερος σκοπός: «εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν», στο να συγχωρεθοῦν οἱ ἁμαρτίες μας. Μή μοῦ πεῖτε ὅτι ἔχουμε το Μυστήριο τῆς Ἐξομολογήσεως. Ναί, ἀλλά τό ένα δένἀναιρεῖ τό ἄλλο. Διότι μέ τό Μυστήριο τῆς Ἐξομολογήσεως –πού εἶναι ἀπαραίτητο καί ἀποτελεῖ βασικό στοιχεῖο γιά τήν προετοιμασία μας για τη θεία Κοινωνία– συγχωροῦνται οἱ ἁμαρτίες μας, γιατί γίνεται μία καταλλαγή, μία συμφιλίωση με τον Θεό, δηλαδή ἐμεῖς ὁμολογοῦμε τίς ἁμαρτίες μας καί Ἐκεῖνος μας συγχωρεί. Ὅταν λέει ἐδῶ εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν», δὲν ἐννοεῖ ὅτι θά πᾶμε ἀπροετοίμαστοι να κοινωνήσουμε, χωρίς εξομολόγηση, καί ὁ Θεός θὰ μᾶς συγχωρήσει –να φυλάξει ὁ Θεός! δέν εἶναι ἔτσι τα πράγματα– αλλά σημαίνει ότι το Μυστήριο τῆς Ἐξομολογήσεως επισφραγίζεται με το Μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας. Ὄχι ὅτι τὸ Μυστήριο τῆς Ἐξομολογήσεως εἶναι ἀτελές, αλλά αυτή η συγχώρεση τῶν ἁμαρτιῶν μας επισφραγίζεται, κατά κάποιον τρόπο, μέ τό ἄλλο Μυστήριο, τὸ τῆς θείας Ευχαριστίας. Επίσης, ἄν κάποια μικρά αμαρτήματα δεν ειπώθηκαν στήν Ἐξομολόγηση ἐκ παραδρομής, αὐτά ὅλα το Σώμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ τά καθαρίζει.
Μή ξεχνάμε δέ ὅτι ἀπό τήν σταυρική θυσία του Χριστοῦ ἀπορρέουν ὅλα τά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας. Ὅλα, καί τά ἑπτά, απορρέουν ἀπό ἐκεῖ, κατεξοχήν όμως τα δύο Μυστήρια, τοῦ Βαπτίσματος καί τῆς θείας Εὐχαριστίας. Γι' αὐτό ὁ εὐαγγελιστής Ιωάννης λέει ὅτι ὅταν ὁ στρατιώτης μέ τήν λόγχη του έδωσε την χαριστική βολή στον Κύριο, πού ἦταν ἤδη νεκρός, από την πλευρά του ἔρρευσε αἷμα καί ὕδωρ. Και μάλιστα το βεβαιώνει, λέγοντας «καὶ ὁ ἑωρακώς μεμαρτύρηκε, καὶ ἀληθινὴ αὐτοῦ ἐστιν ἡ μαρτυρία» (Ἰωάν. 19, 35.), καί αὐτός πού τό εἶδε –μιλάει γιὰ τὸν ἑαυτό του– ἔχει δώσει μαρτυρία γι' αυτό, καί εἶναι ἀληθινὴ ἡ μαρτυρία του, και γνωρίζει ὅτι λέει τὴν ἀλήθεια.
Γιατί όμως τα λέει όλα αυτά ὁ ἱερός Εὐαγγελιστής. ὅτι τά ἔχει δεῖ ὁ ἴδιος, πώς ἡ μαρτυρία του εἶναι ἀληθινή καί πώς ξέρει ὅτι λέει τήν ἀλήθεια και λοιπά; Το κάνειαὐτό διότι δεν θέλει να μείνει ἁπλῶς σε ένα φυσικό θά λέγαμε φαινόμενο, ὅτι καθώς λόγχισαν τον Κύριο βγήκε νερό καί αἷμα ἀπό τό σῶμα Του –κάτι που συμβαίνει μόνο στούς νεκρούς– αλλά διότι ἤθελε να δώσει κάποιον μυστηριακό χαρακτήρα στο γεγονός, ὅτι δηλαδή ἡ Ἐκκλησία ξεπήδησε από την πλευρά τοῦ Χριστοῦ, καί ἐκεῖνα πού συνιστᾶ τήν Ἐκκλησία εἶναι τὸ Βάπτισμα καί ἡ θεία Κοινωνία. Αυτά τα δυό είναι τα Μυστήρια που συνιστοῦν τήν Ἐκκλησία, καί μετά εἶναι ὅλα τά άλλα, μέ τά ὁποῖα πλαισιώνεται ἡ Ἐκκλησία. Συνεπῶς ἀπό ἐκεῖ πηγάζουν ὅλα τά Μυστήρια, ἀλλά καί τό Μυστήριο τῆς ἴδιας τῆς Ἐκκλησίας.
Στη συνέχεια ὁ τρίτος σκοπός τῆς θείας Κοινωνίας:«εἰς κοινωνίαν τοῦ Ἁγίου σου Πνεύματος». Κοινωνούμε γιά νά ἔχουμε τήν κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, να γίννουμε μέτοχοι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, δηλαδή τῆς Πεντηκοστῆς. Σημειώστε ὅτι δέν εἶναι ἐπαρκής ὁ Θάνατος τοῦ Χριστοῦ οὔτε ἡ ᾿Ανάστασή του χωρίς τήν Πεντηκοστή. Θυμᾶστε τί εἶχε πεῖ ὁ Κύριος; «συμφέρει ὑμῖν ἵνα ἐγὼ ἀπέλθω» (Ἰωάν. 16, 7.), σας συμφέρει ἐγώ να φύγω. Γιατί συμφέρει; Διότι ἡ ολοκλήρωση τοῦ ἔργου Του εἶναι στήν Πεντηκοστή.
Καταρχάς ή Πεντηκοστή εἶναι μία μαρτυρία στον κόσμο, ὅτι ὁ Ἰησοῦς ἦταν ὁ ἀληθινός Θεός. Διότι, ἄν δέν
ἦταν –ὅπως Τόν κατηγοροῦσαν οἱ Ἐβραῖοι, καί γι' αὐτό Τόν καταδίκασαν– τότε πῶς ἦρθε το Πνεῦμα τό Ἅγιο; Θά ἐρχόταν ποτέ, ἄν ἦταν λαοπλάνος καί καταχραστής Θείου ονόματος; Οἱ Ἑβραῖοι εἶχαν κατηγορήσει τον Ἰησοῦ «ὅτι ἑαυτὸν Θεοῦ υἱὸν ἐποίησεν» (Ἰωάν. 19, 7. Βλ. Ματθ. 26, 63-66.), γιατί ἔκανε τόν ἑαυτό Του Υιό τοῦ Θεοῦ –σαφῶς, κατά την ουσία Υπό Θεοῦ, γιατί ὅλοι οἱ Ἑβραῖοι λέγονταν υἱοί τοῦ Θεοῦ– καί ἔτσι ἔπρεπε να πεθάνει.
Ἔπρεπε λοιπόν να δοθεῖ ἡ μαρτυρία ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα ὅτι ὁ Ἰησοῦς ἦταν ὁ ἀληθινός Κύριος, καί ὅτι δέν πήγε στην Κόλαση, όπως θα πήγαινε κάποιος πού θά
σφετεριζόταν θεῖες ιδιότητες. Γι' αὐτόν τόν λόγο ἦρθε το Πνεῦμα τὸ Ἅγιο· για να δώσει την μαρτυρία Του. Ἄλλωστε τό εἶχε πεῖ ὁ Χριστός· «ὅταν ἔλθῃ ὁ παράκλητος ὂν ἐγὼ πέμψω ὑμῖν παρὰ τοῦ Πατρός, τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας... ἐκεῖνος μαρτυρήσει περὶ ἐμοῦ» (Ἰωάν. 15, 26.). Ἐκεῖνος, ὁ Παράκλητος, ὅταν ἔλθει, θα μιλήσει γιά μένα, θα μαρτυρήσει για μένα.
Ἐδῶ ὅμως τελικά δέν εἶναι μόνο ή μαρτυρία του Αγίου Πνεύματος γιά τόν Χριστό, ἀλλά εἶναι καί τό ὅτι οἱ
Πάρα πολλές φορές λένε; Ε, τώρα, τί νά ἐξομολογηθεῖ... Δέν θέλει, δέν μπορεῖ... Ας τόν κοινωνήσουμε. Ἔ, κοινωνῆστε τον, λέμε κι ἐμεῖς. Αλλά ποιός σᾶς εἶπε ὅμως ὅτι αὐτός μπορεῖ νά σωθεῖ; Ξέρετε τί λέει ὁ ἅγιος Νικόδημος πάνω σ' αυτό; Τούς κοινωνούμε αυτούς τούς ἀνθρώπους ἐπειδή μᾶς τό ζητοῦν· ἀλλά γιά τήν σωτηρία τους ἀμφιβάλλουμε. Να το ξέρουμε. Μπορεῖ νά κοινωνοῦν ἐκείνη τήν στιγμή –ίσως εἶχαν χρόνια να κοινωνήσουν, ἴσως ποτέ δέν κοινώνησαν, ἀναξίως κοινωνοῦν–ὅμως θὰ σωθοῦν; Γιά νά σωθεῖ κανείς δέν εἶναι ἀρκετό νά κοινωνεῖ· πρέπει ταυτόχρονα νά ἔχει καί τό Πνεῦμα τό Ἅγιο μέσα του τότε μόνο θα σωθεί.
Θα λέγαμε λοιπόν ὅτι ἡ Θυσία τοῦ Χριστοῦ, ἡ Ἀνάστασή Του και Ανάληψή Του θά ἔπρεπε νά ἐπισφραγιστοῦν καί μέ τήν Πεντηκοστή. Σᾶς εἶπα στην πρωινή όμιλία ὅτι ἡ ζωή τοῦ Κυρίου τελείωσε στή γῆ μέ τήν Ἀνάληψή Του· τό ἔργο Του όμως δεν τελείωσε, διότι εἶχε ἀκόμη καί τήν Πεντηκοστή, αλλά και κάποια ἄλλα πού σᾶς εἶπα τό πρωί.
Τέταρτος σκοπός τῆς θείας Κοινωνίας: «εἰς βασιλείας οὐρανῶν πλήρωμα», για να πληρώσουμε, για να γεμίσουμε τη Βασιλεία τοῦ Θεοῦ· γι' αυτό κοινωνούμε.
Αν ρωτήσετε πότε θά γίνει ἡ Δευτέρα τοῦ Χριστοῦ Παρουσία, θά σᾶς ἀπαντήσω: ὅταν θά συμπληρωθεῖ τό βιβλίο τῆς ζωῆς. (Βλ. Αποκ. 6, 11.)
Ὁ Θεός έχει ἕνα βιβλίο -μή το πάρετε κατά γράμμα– καί ἐκεῖ γράφει τα ονόματα εκείνων που θα σωθούν. «Μή χαίρεστε γιατί διώχνετε τα δαιμόνια, είχε πεῖ στούς
ἑβδομήκοντα ὁ Χριστός, αλλά να χαίρεστε γιατί τα ονόματά σας είναι γραμμένα στους ουρανούς, στο βιβλίο τῆς ζωῆς.» (Λουκά 10, 20. Βλ. Αποκ. 3, 5. 13, 9, 17, 8. 20, 12· 15.) Τό γράφομαι στο βιβλίο τῆς ζωῆς ἰσοδυναμεῖ μέ τό θά σωθώ. Ὅταν τελειώσουν οἱ σελίδες του βιβλίου αὐτοῦ –πάντα εἶναι μιά εικόνα αυτό, το ξαναλέω– δηλαδή όταν κρίνει ὁ Θεός ὅτι αὐτοί θά εἶναι ὅλοι ὅσοι πού θά σωθοῦν, τότε θα γίνει ή Δευτέρα τοῦ Χριστοῦ Παρουσία.
Ἔτσι λοιπόν πρέπει να γεμίσει ή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Θυμηθεῖτε αὐτό πού λέει στην παραβολή του μεγάλου δείπνου, «ἵνα γεμισθῇ ὁ οἶκος μου» (Λουκά 14, 23.), να γεμίσει ὁ οἶκος μου, καί ὁ οἶκος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ Βασιλεία Του. Γι' αυτό λέμε «εἰς βασιλείας οὐρανῶν πλήρωμα»· κοινωνοῦμε γιά νά γίνουμε ἄξιοι, ἄς ποῦμε, για να γεμίσουμε το σπίτι τοῦ Θεοῦ.
Ακόμη, πέμπτος σκοπός: «εἰς παρρησίαν τὴν πρὸς σέ». Κοινωνούμε γιά νά ἔχουμε τήν παρρησία προς Ἐσένα, τόν Θεό. Διότι, ἄν δέν ἔχουμε μέσα μας τον Χριστό,
Τώρα, ἀφοῦ εἴπαμε ποιό εἶναι αὐτό τό Μυστήριο, εἴπαμε καί τούς σκοπούς του, ἂς δοῦμε τώρα καί πόσο συχνά πρέπει να κοινωνούμε –πού κι αυτό ἀποτελεῖ ἕνα σημεῖο τῆς ἀπορίας σας. Κάθε πότε πρέπει να κοινωνούμε; Δηλαδή ποιά πρέπει νά εἶναι ἡ συχνότητα τῆς μεταλήψεως τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων;
Ἐδῶ, πριν προχωρήσω, νά σᾶς πῶ ὅτι ὑπάρχει μία παρανόηση· ότι πρέπει, λένε, να κοινωνούμε τρεις φορές τον χρόνο ή τέσσερις. Κάποιοι λένε τρεις φορές, άλλοι λένε τέσσερις· ὑπάρχει μια διαφοροποίηση στο θέμα.
Μιλάνε για τέσσερις φορές τον χρόνο γιατί ἔχουμε
ἀντίστοιχα τίς τέσσερις Σαρακοστές. Ἀφοῦ νηστεύουμε,
τότε καί θά κοινωνήσουμε. Και βλέπουμε τούς ἀνθρώπους να συνωστίζονται για να κοινωνήσουν!... Και μάλιστα το θεωρούν φοβερό κακό, νιώθουν ότι κάτι τους λείπει, ἄν δέν κοινωνήσουνε στο τέλος τῆς Σαρακοστῆς τῶν Χριστουγέννων ἢ τοῦ Πάσχα ἢ τῶν ἁγίων Ἀποστόλων ή τῆς Παναγίας.
Οἱ ἄλλοι λένε τρεις φορές. Αυτό, τό τρεῖς φορές τόν χρόνο, ἀπορεῖ καί ὁ ἅγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, πως τελικά μπήκε μέσα στήν Ἐκκλησία. Διότι ἤδη στο τέλος τοῦ 10ου αἰῶνος, συγκεκριμένα το 992, συγκροτήθηκε μιά Σύνοδος, ἐπειδή είχε συμβεί μια ανώμαλη κατάσταση μέ τόν αυτοκράτορα, ὁ ὁποῖος ἔκανε τέταρτο γάμο καί ὁ πατριάρχης τόν αφόρισε. Τότε ὁ αὐτοκράτορας κατέβασε τον πατριάρχη ἀπό τόν θρόνο καί ἀνέβασε ἄλλον γιά νά τοῦ λύσει τόν ἀφορισμό. Αλλά κατόπιν συγκροτήθηκε αὐτή ἡ Σύνοδος το 992 και καταδίκασε τον τέταρτο γάμο. Γι' αὐτό, ὅπως εἶναι γνωστό, ἔχουμε μέχρι τρίτο γάμο. Τρεῖς φορές τον χρόνο λοιπόν νά κοινωνεῖ μόνο ὁ τρίγαμος. Και ρωτάω: ὅλοι οἱ πιστοί είναι τρίγαμοι;...
Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀπορία καί τοῦ ἁγίου Νικοδήμου και ἄλλων Πατέρων· πως δηλαδή κατάφερε αυτός ο κανό
νας, πού εἶναι μόνο γιά τούς τριγάμους καί ἐπιτρέπει να κοινωνοῦν τρεῖς φορές τον χρόνο, πώς μπήκε μέσα στην Ἐκκλησία καί ἔγινε γιά τούς πολλούς! Ἔτσι, ξεκαθαρίσαμε λίγο τό ἔδαφος γιά ἐκείνους πού λένε ὅτι πρέπει να κοινωνούμε μόνο τρεῖς φορές.
Επανέρχομαι στο θέμα τέσσερις φορές, ἐπειδή ἴσως μοῦ πεῖτε πώς κάποιοι Πατέρες μιλάνε για τέσσερις φορές τον χρόνο. Ναί. Το τέσσερις φορές όμως είναι το minimum minimorum, τὸ ἐλάχιστο ελαχίστου. Δηλαδή τό πιό ἐλάχιστο πού μπορεί κανείς να κοινωνήσει μέσα σέ ἕναν χρόνο εἶναι τέσσερις φορές. Καί τό μέγιστο, τό maximum maximorum, εἶναι τριακόσιες εξήντα πέντε
φορές τον χρόνο! Δηλαδή: συχνή θεία Κοινωνία!...
Σᾶς ὑπενθυμίζω καί κάτι ἄλλο. Οἱ Προηγιασμένες θεῖες Λειτουργίες, πού γίνονται τή Μεγάλη Σαρακοστή
κάθε Τετάρτη και Παρασκευή, μπορεῖ νά γίνονται καί κάθε μέρα. Προηγιασμένη μποροῦμε νά ἔχουμε καί τή Δευτέρα καί τήν Τρίτη καί τήν Τετάρτη καί τήν Πέμπτη καὶ τὴν Παρασκευής. Το Σάββατο έχουμε Λειτουργία της ἱεροῦ Χρυσοστόμου, ἐνῶ τήν Κυριακή τοῦ μεγάλου Βασιλείου. Ὅλα αὐτά μέσα στη Μεγάλη Σαρακοστή.
Όμως γιατί υπάρχουν οἱ Προηγιασμένες; Υπάρχουν διότι οἱ πιστοί δέν μποροῦσαν νά περιμένουν από Κυριακή σε Κυριακή να κοινωνήσουν, ἐπειδή κοινωνοῦσαν συχνά. Καί ἐπειδή ή θεία Λειτουργία εἶναι ἕνα χαρμόσυνο γεγονός, ἐνῶ ἡ Μεγάλη Σαρακοστή είναι πένθιμη περίοδος, γι' αὐτόν τόν λόγο δέν τελεῖται ἡ θεία Λειτουργία. Ἔτσι ἡ Ἐκκλησία, πολύ ὀρθά, επινόησε τις προηγιασμένες Λειτουργίες· νά ἔχουμε τόν Ἅγιο Ἄρτο ἀπό τήν Κυριακή που τελέστηκε το Μυστήριο καί νά κοινωνήσουμε μέσα στήν ἑβδομάδα, πού δέν μποροῦμε νά τελέσουμε θεία Λειτουργία. Σιγά-σιγά καθιερώθηκε να εἶναι Τετάρτη και Παρασκευή μπορεῖ ὅμως νά γίνεται κάθε μέρα, γιά νά κοινωνοῦν οἱ πιστοί όποτε θέλουν και ὅσο θέλουν. Αὐτό ὅμως δέν εἶναι ἕνα ἱστορικό λείψανο τῆς συχνότατης θείας Κοινωνίας τῶν πιστῶν; Τί λέτε;
Αλλά παρατρέχω τήν Καινή Διαθήκη, ὅπως καί στοιχεῖα πού ὑπάρχουν μέσα στη θεία Λειτουργία πού δείχνουν τή συχνότητα τῆς θείας Κοινωνίας, καί πηγαίνω στον μέγα Βασίλειο να δούμε κάτι που λέει, γιατί ο χρόνος μας εἶναι πολύ λίγος. Ἀκοῦστε τί λέει ὁ μέγας Βασίλειος: «Καὶ τὸ κοινωνεῖν δὴ καθ᾿ ἑκάστην ἡμέραν καὶ τοῦ μεταλαμβάνειν τοῦ ἁγίου σώματος καὶ αἵματος τοῦ Χριστοῦ καλὸν καὶ ἐπωφελές, αὐτοῦ σαφῶς λέγοντος· "ὁ τρώγων μου την σάρκα καὶ πίνων μου τὸ αἷμα ἔχει ζωὴν αἰώνιον". Τις γὰρ ἀμφιβάλλει ὅτι τὸ μετέχειν συνεχῶς τῆς ζωῆς οὐδὲν ἄλλον ἐστὶ ἢ ζῆν πολλαχώς;» (Ιωάν. 6, 54.)
Δηλαδή: Τό νά κοινωνεῖ κανείς λοιπόν κάθε μέρα καί νά μεταλαμβάνει τό ἅγιο Σῶμα καί Αίμα τοῦ Χριστοῦ εἶναι καλό και χρήσιμο, ἀφοῦ ὁ ἴδιος Ἰησοῦς Χριστός εἶπε με σαφήνεια: "αυτός που τρώει τήν σάρκα μου καί πίνει τό αἷμα μου ἔχει ζωή αἰωνία". Ποιός μπορεῖ νά
ἀμφιβάλλει ὅτι τό νά μετέχει κανείς συνεχώς στη ζωή, στο Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, δέν εἶναι τίποτ' ἄλλο παρά νά ζεῖ πολλαχῶς, νά ζεῖ μέ ὅλες του τίς ψυχοσωματικές δυνάμεις, μέ ὅλη του την ύπαρξη;
Τό ζῆν πολλαχῶς σημαίνει τό νά ζεῖ ὁ νοῦς, νά ζεῖ τό συναίσθημα, νά ζεῖ ἡ βούληση, νά ζεῖ ἡ ψυχή, νά ζεῖ τό σῶμα. Τί λοιπόν φυσικότερο, λέει ο μέγας Βασίλειος, ποιός μπορεῖ νά ἀμφιβάλλει ὅτι ὅταν κοινωνούμε ζοῦμε πολλαχῶς; Καί ἀναφέρει στήν ἴδια του ἐπιστολή, ἂν θυμᾶμαι καλά, ὅτι ὁ ἴδιος τελοῦσε τή θεία Λειτουργία τέσσερις φορές την εβδομάδα, δηλαδή Κυριακή, Τετάρτη, Παρασκευή, Σάββατο, κι ἂν συνέπιπτε και κάποια γιορτή, τότε λειτουργοῦσε καί πέμπτη καί ἕκτη φορά. (Επιστολαί, Πρός Καισαρίαν πατρικίαν περί Κοινωνίας, 93. 1. 1-10, Εκδ. Les Belles Lettres, Paris 1957. «Ἡμεῖς μέντοιγε τέταρτον καθ' ἑκάστην ἑβδομάδα κοινωνοῦμεν, ἐν τῇ Κυριακῇ, ἐν τῇ Τετράδι καὶ ἐν τῇ Παρασκευῇ καὶ τῷ Σαββάτῳ, καὶ ἐν ταῖς ἄλλαις ἡμέραις, ἐὰν ἡ μνήμη Αγίου τινός.»)
Αξίζει ὅμως νά σᾶς διαβάσω σε μετάφραση, κάπως γρήγορα, τί λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος πάνω σ' αυτό:
Δηλαδή πρέπει να αισθανθοῦμε ἔστω καί μία μικρή συγκίνηση, όπως λέει ὁ ἅγιος Συμεών, προκειμένου να λάβουμε μέρος στο Μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας· νά μή μεταλαμβάνουμε ἀπαθῶς, ψυχρά, γιατί είναι αμαρτία.
Καί συνεχίζει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος:
«Διότι, ὅταν φθάσει ὁ καιρός τῆς ἁγίας Τεσσαρακοστῆς, ὁ καθένας, ὅποιος κι ἂν εἶναι, είτε ἄξιος εἴτε ἀνάξιος, μεταλαμβάνει. Ομοίως πράττει και όταν φθάσει ἡ ἡμέρα τῶν Θεοφανείων, ἂν καὶ αὐτός δεν είναι καιρός τῆς θείας Μεταλήψεως. Μήτε τα Θεοφάνεια μήτε ἡ Τεσσαρακοστή κάνουν τούς ἀνθρώπους αξίους γιά τήν Κοινωνία, ἀλλά ἡ καθαρότητα τῆς ψυχῆς». Εἶναι ἐκεῖνο που λένε μερικοί: Βλέπω κοινωνείς συχνά· ὅμως εἶσαι ἄξιος;
«Μέ αὐτήν τήν καθαρότητα ἔχεις άδεια κάθε φορά να μεταλαμβάνεις». Ακούτε; κάθε φορά! Όμως, χωρἰς αὐτήν, δέν ἔχεις άδεια καμία φορά να κοινωνήσεις, συνεπῶς οὔτε Χριστούγεννα οὔτε Πάσχα.
Παλαιά Διαθήκη. Τί δέν ἔκαναν καί τί δέν μεταχειρίζονταν; Πάντοτε καθαρίζονταν –ἀπό τίς θυσίες τήν Παλαιᾶς Διαθήκης. Εσύ ὅμως πού πρόκειται να κοινωνήσεις τέτοια θυσία, τήν ὁποία τρέμουν καί οἱ Ἄγγελοι, περικλείεις τήν καθαρότητα σε κάποια χρονικά διαστήματα; λές τότε εἶμαι καθαρός, καί τότε δέν εἶμαι καθαρός; Καί πῶς θά παρασταθεῖς μπροστά στο βῆμα τοῦ
Χριστοῦ, ὅταν τολμᾶς νά μεταλαμβάνεις με χέρια και
χείλη ακάθαρτα και ρυπαρά;»
«Βλέπω πώς υπάρχει πολλή αταξία στο θέμα τῆς Θείας Κοινωνίας. Διότι τίς ἄλλες μέν ἡμέρες τοῦ χρόνου δέν κοινωνεῖτε, ἄν καί πολλές φορές εἶστε καθαροί· ὅταν ὅμως ἔλθει το Πάσχα, ακόμα κι αν κάνατε κάποιο
κακά αποτολμάτε και μεταλαμβάνετε. Αλλοίμονο στην
κακή σας συνήθεια και πρόληψη.
»Μάταια γίνεται ἡ καθημερινή θεία Λειτουργία, ἀφοῦ δὲν μεταλαμβάνετε». Θὰ τὸ ἐπαναλάβω, μάταια γίνεται ή καθημερινή Λειτουργία, ἀφοῦ δὲν μεταλαμβάννετε! «Μάταια στεκόμαστε στο Θυσιαστήριο, ἀφοῦ κανένας δέν ἔρχεται να κοινωνήσει.» Τό ἀκούσατε; ἀφοῦ κανένας δὲν ἔρχεται να κοινωνήσει! Βλέπετε, κάνουμε θείες Λειτουργίες, ἀλλά δέν ἔρχονται να κοινωνήσουν!
μπορεῖς νά μεταλάβεις, ἐπειδή ὅποιος δέν μεταλαμβάνει ἀνήκει στην τάξη τῶν μετανοούντων. Για ποιόν λόγο
φωνάζει ὁ Διάκονος "ἐξέλθετε ὅσοι δεν μπορείτε να δεηθείτε στον Κύριο"; Κι ἐσύ πως στέκεσαι ἔτσι, μέ τόσο Θράσος και βαρβαρότητα; Αν όμως δεν ανήκεις στους
μετανοοῦντες ἀλλά σ' αὐτούς πού ἔχουν τήν ἄδεια να μεταλάβουν, γιατί δέν φροντίζεις να μεταλάβεις; Γιατί
δεν θεωρεῖς τὴν θεία Κοινωνία χάρισμα μεγάλο, και τὴν καταφρονεῖς;
»Σε παρακαλώ στοχάσου. Τραπέζι βασιλικό είναι έτοιμο· άγγελοι ὑπηρετοῦν σ' αὐτό· ὁ ἴδιος ὁ Βασιλιάς
εἶναι παρών, κι ἐσύ στέκεσαι καί χασμουριέσαι; Ακάθαρτα εἶναι τὰ ἐνδύματα τῆς ψυχῆς σου, καί δέν σε μέλλει; Είναι καθαρά; τότε κάθησε στο τραπέζι καί νά φᾶς ἀπό τό δεῖπνο. Σε κάθε θεία Λειτουργία ὁ Χριστός ἔρχεται νὰ δεῖ ἐκείνους που κάθονται από τραπέζι, και τοτε λέει στην συνείδηση του καθενός:
"Φίλε, πώς εἰσῆλθες ἐδῶ μέσα στήν Ἐκκλησία, χωρίς νά ἔχεις ένδυμα γάμου;". Δέν τοῦ λέει γιατί κάθησες στο τραπέζι, αλλά γιατί εἰσῆλθες. Δηλαδή νομίζεις ότι δεν είσαι καθαρός για να κοινωνήσεις;
Τότε μήν μπεῖς ἀπό τήν πόρτα τῆς Ἐκκλησίας.» Είδατε; δέν τοῦ λέει γιατί κάθησες στο τραπέζι, αλλά γιατί εἰσῆλθες!
«Ο Χριστός φωνάζει τα ίδια λόγια σε όλους ἐμᾶς που στεκόμαστε με αναίδεια και αυθάδεια, ἀφοῦ ὅποιος δέν μεταλαμβάνει συμπεριφέρεται με θράσος. Όποιος δέν μεταλαμβάνει, ενώ πρέπει να μεταλαμβάνει και
μπορεῖ, ἀναιδῶς, ἀδιάντροπα εἶναι παρών»
»Λές ὅτι εἶσαι ανάξιος. Τότε ὅμως εἶσαι ἀνάξιος να ἀκούσεις καί τίς ἅγιες ἐκεῖνες ευχές που ψάλλονται, ἐπειδή τό Ἅγιο Πνεῦμα κατεβαίνει ὄχι μόνο κατά τά Μυστήρια, αλλά και κατά τη διάρκεια τῶν ψαλμωδιών. Τα
ἀκάθαρτα μάτια είναι ανάξια να βλέπουν τέτοια θεάματα, κατά τό "ἱνατί ἐπέβλεψας ἐπὶ τὸ θυμίαμά μου καὶ εἰς τὴν θυσίαν μου ἀναιδεῖ ὀφθαλμῶ;" (Α΄ Βασ. 2, 29.). Γιατί κοίταξες στη θυσία μου μέ ἀδιάντροπα μάτια; Τα μολυσμένα αυτιά εἶναι ἀνάξια νά ἀκοῦν τέτοιες ψαλμωδίες. Αν λοιπόν δὲν εἶσαι άξιος, φύγε μαζί με τους κατηχουμένους, διότι τίποτα περισσότερο ἀπ' αὐτοὺς δὲν ἔχεις.»
»Εἶχα καί ἄλλα πολλά και φοβερότερα νά σᾶς πῶ. Δέν θέλω ὅμως νά σᾶς βαρυφορτώσω φτάνουν καί αὐτά, λέει ὁ ἱερός Πατήρ, ἀλλά τό λέω κι ἐγώ, γιατί ἐκεῖνοι πού δέν σωφρονίζονται με τα λίγα, οὔτε καί μέ τά πολλά βάζουν μυαλό.»
»Λοιπόν, γιά νά μήν κατακριθεῖτε περισσότερο, σᾶς παρακαλῶ νὰ ἔρχεστε στη θεία Λειτουργία και να
γίνεστε ἄξιοι, καί ἐρχόμενοι να είστε έτοιμοι να κοινωνεῖτε.
Ὁ ἱερέας μας καλεῖ νά μεταλάβουμε, καὶ ἐμεῖς ἀμελοῦμε, αργοπορούμε, και δεν τρέχουμε γρήγορα να λάβουμε αὐτήν τήν ὑψηλή χάρη; Ποιά ἄλλη ἐλπίδα σωτηρίας μᾶς ἀπομένει; Δεν μπορούμε να πούμε ότι μας
ἐμποδίζει ἡ ἀσθένεια ή ἡ φύση μας· ἡ ἀμέλειά μας μας κάνει αναξίους.» (In epistulam ad Ephesios, MPG 62.28.25 - 30.33.)
Ἀκούσατε, ἀγαπητοί, τί λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος; Ὅσοι δέν εἶναι ἕτοιμοι να μεταλάβουν χωρίς νά ἔχουν
κάποιο εμπόδιο, αυτοί δέν εἶναι ἄξιοι οὔτε στη θεία Λειτουργία νά πᾶνε. Ας τό λάβουμε σοβαρά υπόψη μας,
Μπορεῖ ὅμως κάποιος να σκεφτεῖ; Ἄν εἶναι ἔτσι τά πράγματα, τότε δεν θα πάω καθόλου στη Λειτουργία.
Ἐδῶ, ἀγαπητοί μου, παρατηροῦμε τά ἑξῆς: Ἄν ἁμαρτήσαμε, θα περιμένουμε να μας δώσει τὴν ἄδεια ο πνευματικός να κοινωνήσουμε· το πότε θα κοινωνήσουμε θά μᾶς τό πεῖ ὁ πνευματικός. Ἄν ὅμως δέν συντρέχει λόγος καί μπορούμε να κοινωνούμε, τότε οφείλουμε να
καθιστοῦμε τόν ἑαυτό μας κατάλληλο για να κοινωνεί.
Ἂν δέν κοινωνούμε, τότε ἐμποδιζόμαστε να πάμε στην ἐκκλησία, ὅπως λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος. Αν δέν πᾶμε στην εκκλησία, αφοριζόμαστε. Δεν κοινωνώ, δεν πρέπει να πάω στην εκκλησία ἅμα δὲν πάω στην εκκλησία, ἀφορίζομαι, ὅπως λέει ο κανόνας πού σᾶς διάβασα. Ἔτσι λοιπόν, με τον τρόπο αυτό, οι κανόνες μᾶς ἀναγκάζουν να γινόμαστε πάντοτε ἄξιοι Χριστιανοί.
Θά ἤθελα νά σᾶς θυμίσω ἀκόμη καί ἕναν κανόνα, στο Πηδάλιον, πού λέει ότι όποιος πηγαίνει στην έκκλησία καί δέν κοινωνεῖ, ἐπειδή «ποιεῖ ἀταξίαν», κάνει αταξία, αὐτὸς νὰ ἐρωτάται γιατί δεν κοινωνεῖ.
Δηλαδή: Ας ἐξετάζει ὁ ἄνθρωπος τόν ἑαυτό του, κι ἔτσι ἂς τρώει ἀπό τόν Ἄρτο κι ἂς πίνει από το Ποτήριο,
διότι ἐκεῖνος πού τρώει και πίνει κατά τρόπο ανάξιο, τρώει καί πίνει τήν καταδίκη τοῦ ἑαυτοῦ του, ἐπειδή δέν διακρίνει το Σώμα τοῦ Κυρίου. Επειδή πολλοί δέν ἔχουν αὐτή τήν διάκριση, δηλαδή την πίστη ότι είναι το Σώμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, γι' αυτό ἀσθενοῦν καί ἀρρωσταίνουν –αρρωσταίνω σημαίνει πέφτω σε βαριά αρρώστια, ἐνῶ ἀσθενῶ σημαίνει ἐλαφριά αρρώστια– αλλά και ἀρκετοί από σᾶς πεθαίνουν! Πεθαίνουν επειδή δέν διακρίνουν τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, πού σημαίνει πώς δέν ξεχωρίζουν ὅτι εἶναι αὐτό τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ.
Ἡ πίστη λοιπόν ἐδῶ, ἡ συγκεκριμένη, εἶναι βασική
προϋπόθεση για να κοινωνήσουμε. Μετά εἶναι ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ. Νά μήν εἴμαστε οἱ ἀδιάντροποι ἄνθρωποι, ἀλλά νά ἔχουμε φυτέψει τον φόβο τοῦ Θεοῦ μέσα μας γιά νά τηροῦμε τίς ἐντολές Του καί νά μήν ἁμαρτάνουμε. Καί μετά εἶναι ἡ ἀγάπη· ἡ ἀγάπη πρός τόν Κύριο καί ἡ
ἀγάπη πρός τούς γύρω μας ἀνθρώπους. Αλήθεια, αὐτό πού λέμε ἀγάπη, αἰσθάνεστε τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ ὅταν κοινωνεῖτε; Λέτε στον Κύριο εὐχαριστῶ ὅταν κοινωνεῖτε; Υποπτεύομαι πώς πάρα πολλοί άνθρωποι δέν λένε ἕνα εὐχαριστῶ, δέν λένε Χριστέ μου, Σε ευχαριστῶ, Σέ ἀγαπῶ! Σέ εὐχαριστῶ, Σέ ἀγαπῶ!... Αὐτό εἶναι κεφαλαιώδες.
Τα τρία αὐτά ἀποτελοῦν ὅρο για να κοινωνήσουμε. Φυσικά προϋποτίθεται καί ἡ ἐξομολόγηση. Βέβαια δέν ἐξομολογούμαστε κάθε φορά που κοινωνούμε, δέν εἶναι
ἀπαραίτητο, εκτός καί ἄν ὑπάρχει κάποιος λόγος, κάτι, κάποια ἁμαρτία. Δηλαδή μπορεί να κοινωνήσει κανείς
πέντε φορές μέσα σέ ἕνα μήνα, σε δύο μήνες να κοινωνήσει δέκα φορές, χωρίς να δει τον πνευματικό του, ἀφοῦ δέν ὑπάρχει κάτι ουσιῶδες σαν ἁμαρτία.
Ε, πάντα κάτι ὑπάρχει, γιατί δεν περνάει ώρα πού νά μήν ἁμαρτάνουμε, συνεχῶς ἁμαρτάνουμε, αλλά ἄν κάτι μας ξεφύγει, στα λόγια μας, στη σκέψη μας, κάτι, ένα στοιχειώδες ἁμάρτημα, δεν σημαίνει ότι μὲ τὸ παρα μικρό θα τρέχουμε στον πνευματικό!... γιατί τότε μήπως είμαστε και ψυχοπαθείς! Μόνο οι ψυχοπαθείς, που έχουν μια συνείδηση περιοχή, γεμάτη φάβα, τρέχουν όλη τὴν ὥρα στον πνευματικό. Αν πάτερ μου, πέταξε μια μύγα τήν εἶδα, καί ἔβαλα στο μυαλό μου κάτι..! Ε, όχι τέτοια πράγματα. Αλλά όμως όταν κάτι συνέβη, μαλώσαμε, βρίσαμε, κάτι τέλος πάντων ἔγινε βαρύ, θὰ πᾶμε νά εξομολογηθοῦμε. Αλλά, εἴτε ἔτσι εἶτε ἀλλιῶς, νά μήν ἀφήνουμε τὸν ἑαυτό μας χωρίς θεία Κοινωνία περισσότερο από δύο μήνες περίπου.
Βεβαίως ἐγώ τό λέω αυτό χονδρικά, περίπου. Κάποιος άλλος πνευματικός μπορεῖ νά πεῖ καί σαράντα ἡμέρες, ή τριάντα μέρες, ή μπορεῖ νά πεῖ τρεῖς μήνες. Αυθαίρετο εἶναι αὐτό πού λέω ἔτσι, πάντως κάποιο μικρό χρονικό διάστημα. Να μήν ἀφήνουμε περισσότερο απ' αυτό το χρονικό διάστημα, διότι πρέπει νά ἔχουμε καί
την συγχώρεση τῶν ἁμαρτιῶν μας καί τήν διαρκή καταλλαγή μας μέ τόν Θεό.
Ακόμη, όταν πρόκειται να κοινωνήσουμε, πρέπει να κάνουμε και μία προετοιμασία. Βεβαίως αυτή ή προετοιμασία είναι ποικίλη. Συγκεκριμένα, πρώτα - πρώτα, ἔχουμε το Μυστήριο τῆς Ἐξομολογήσεως, ὅπως σᾶς τό ἐξήγησα προηγουμένως. Ακόμη ἔχουμε τή νηστεία, για την ὁποία θά σᾶς μιλήσω λίγο πιο κάτω. Επίσης πρέπει να ἔχουμε κάποια περισυλλογή και προσευχή. Νά μήν πᾶμε σε τραπέζια από βραδύς, ἔστω καί ἄν δέν φᾶμε γιατί νηστεύουμε. Ας πούμε, είναι Σάββατο βράδυ, πάμε σε ένα τραπέζι, σε μια διασκέδαση, σε μία γιορτή, καί τήν ἄλλη μέρα πάμε να κοινωνήσουμε. Ε, όχι ὄχι, δὲν ἐπιτρέπεταὶ αὐτό. Η νηστεύουμε, θα πάμε αύριο να κοινωνήσουμε, και βλέπουμε τηλεόραση· περίεργο πράγμα. Δεν πρέπει, δὲν εἶναι σωστό. Βέβαια ποτέ δεν πρέπει να βλέπουμε τηλεόραση, που έχει τόσο φοβερά πράγματα, τοσες φοβερές εικόνες· αλλά θα πάμε να κοινωνήσουμε, και βλέπουμε τηλεόραση;... η ὅ,τι ἄλλο;... άς πούμε, φλυαροῦμε ή χασκογελάμε ή χοροπηδάμε;...
Ὄχι· θα έχουμε περισυλλογή, θα μαζευτούμε στο σπίτι μας
Ἔχω στὸν νοῦ μου μία εικόνα πῶς ἑτοιμάζονταν να πάνε στὴν ἐκκλησία οι παλαιότεροι. Το Σάββατο δεν δέχονταν ἐπισκέψεις στο σπίτι τους. Κανένας δεν δεχόταν Επισκέψεις το Σάββατο. Τώρα όλοι βγαίνουν από το σπίτι τους, ὅλοι ξεπορτίζουν, όλοι... Είναι φοβερό! Έτσι, το Σάββατο θα μείνουμε στο σπίτι μας· δεν θα βγούμε, ούτε θα δεχτοῦμε ἐπισκέψεις. Θα πλυθούμε, θα ετοιμαστούμε, ή νοικοκυρά θα κάνει το φαγητό της καί τά λοιπά, θα
κοιμηθούμε νωρίς. Θα κάνουμε την προσευχή μας, θα διαβάσουμε τήν ἀκολουθία τῆς θείας Μεταλήψεως, θα
ἐντρυφήσουμε σ' αυτή –είναι απαραίτητο αυτό–, θα κάνουμε τήν προσευχή μας, θα μελετήσουμε λίγο την Αγία Γραφή, θα κοιμηθούμε νωρίς, όπως σᾶς εἶτα, καί θά σηκωθοῦμε πρωί νά πᾶμε στη θεία Λειτουργία μας. Έτσι, με τον τρόπο αὐτό, να κάνουμε μία σωστή προετοιμασία
Δέν πρέπει ὅμως να προσέχουμε μόνο όταν πρόκειται να κοινωνήσουμε, ἀλλά νά προσέχουμε καὶ ἐφόσον κοινωνήσουμε. Εάν ὅταν περιμένουμε κάποιο επίσημο
πρόσωπο φροντίζουμε ιδιαίτερα να έχουμε το σπίτι μας καθαρό, πόσο περισσότερο πρέπει να το διατηρούμε καθαρό ὅταν τό πρόσωπο τό ἐπίσημο ἦλθε στο σπίτι μας; Μερικοί νομίζουν ότι η όλη προσπάθεια είναι μέχρι να πάρουν τη θεία Κοινωνία, και μετά μποροῦν νὰ κάνουν ὅ,τι θέλουν. Ε, όχι! Πρέπει να το προσέξουμε κι αυτό.
Ὅταν πᾶμε νὰ κοινωνήσουμε, ὁμοίως πρέπει να προσέχουμε πάρα πολύ μή σπρωχνόμαστε, μή μιλάμε,
με τσακωνόμαστε... εἶναι μεγάλη αταξία. Δεν ξέρω πότε ὁ λαός μας θὰ ἀποκτήσει αὐτὴν τὴν λειτουργική αγωγή. Καὶ ἂν ὁ ἱερέας καμιά φορά μᾶς ἐπιπλήξει, αμέσως να
συμμορφωθούμε.
Κάποτε, λαϊκός ἤμουν, ὁ ἱερέας κάποιου ναοῦ ἔκανε στους πιστούς μια παρατήρηση· προσέχετε πῶς θά κοινωνήσετε. Καί ἐγώ με τα αυτιά μου ἄκουσα δυό κυρίες –περιοχής κυρίες, που ήταν κοντά μου στο πίσω μέρος τοῦ ναοῦ– ἡ μιά να λέει στην άλλη. Ὁ σιχαμένος!... Και
Δηλαδή: Ποιό λοιπόν εἶναι τοῦτο τό ἁμάρτημα; Εἶναι τό νά μήν πλησιάζεις με φρίκη, με τρόμο, αλλά κλωτσώντας, χτυπώντας, θυμώνοντας, φωνάζοντας, βρίζοντας, σπρώχνοντας τους διπλανούς σου και γεμίζοντάς τους ταραχή. Γιατί θορυβείς, ἄνθρωπε, πές μου· γιατί
βιάζεσαι; Σέ καλεῖ ὁπωσδήποτε κάποια ανάγκη: Δεν ξέρεις λοιπόν τί ἔχεις τήν ὥρα ἐκείνη: Ἔχεις ξεχάσει ότι δέν εἶσαι καθόλου πάνω στή γῆ; Νομίζεις ὅτι εἶσαι με ἀνθρώπους; Καί πῶς δέν εἶναι πέτρινης καρδιᾶς αὐτά.
τό νά νομίζει κανείς ὅτι τούτη τήν ὥρα στέκεται επάνω στή γῆ καί δέν χορεύει με τους αγγέλους; Γι' αυτό και ο Χριστός μας αποκάλεσε αετούς, λέγοντας ὅτι ὅπου εἶναι τό πτῶμα, ἐκεῖ μαζεύονται καί οἱ ἀετοί, (Βλ. Ματθ. 24, 28. Λουκά 17, 37.) για να είμαστε οὐράνιοι, να πετάμε ψηλά μέ τά φτερά του πνεύματος ἀνακουφιζόμενοι· ἐμεῖς ὅμως σερνόμαστε όπως τα φίδια καί τρῶμε χῶμα.
Συνεπῶς, ἀγαπητοί μου, ἐκεῖνο τό «στώμεν καλῶς, στῶμεν μετὰ φόβου», που λέει ὁ ἱερέας προκειμένου να τελεστεῖ τὸ Μυστήριο τῆς θείας Ευχαριστίας, πρέπει να ἔχει ἐφαρμογή καί κατά τήν θεία Κοινωνία. Βέβαια, από
πρακτικῆς πλευρᾶς, θα είχα πάρα πολλά πράγματα να σᾶς πῶ, ἴσως γιά ἀρκετή ώρα, γιά τό πῶς πρέπει να κοινωνούμε, δηλαδή πώς θα ανοίξουμε το στόμα μας, πώς θα κρατήσουμε το κάλυμμα, το μάκτρο, πως θα καταπιούμε, πώς... Αλλά δυστυχῶς ὁ χρόνος δὲν μᾶς παίρνει. Μένει ακόμα ένα σημείο για να τελειώσουμε· εἶναι τὸ πῶς θά νηστεύουμε.
Οἱ πιστοί δίνουν μεγάλη βαρύτητα στο θέμα αυτό, τῆς νηστείας. Πρέπει ὅμως ἐδῶ νά σᾶς πῶ ὅτι ἡ νηστεία, ἄν καί εἶναι μία προετοιμασία, καθεαυτή δέν ἔχει καμιά σχέση με τη θεία Κοινωνία.
Ο Κύριος, με τους μαθητές του, ἀφοῦ ἔφαγαν από τραπέζι τη Μεγάλη Πέμπτη, τους είπε: «λάβετε φάγετε
τοῦτό ἐστι τὸ σῶμα μου· πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες· τοῦτο γάρ ἐστι τὸ αἷμα μου». Μάλιστα, αν θέλετε, στο Κατά
Ματθαῖον λέει ἐπί λέξει: «ἐσθιόντων δὲ αὐτῶν» (Ματθ. 26, 21.). Ἐνῶ ἔτρωγαν, δηλαδή κατά τη διάρκεια του δείπνου, δόθηκε, ἔγινε το Μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας. Το ίδιο λέει καὶ ὁ Λουκᾶς: «ὡσαύτως καὶ τὸ ποτήριον μετὰ τὸ δειπνῆσαι λέγων· τοῦτο τὸ ποτήριον ή καινή διαθήκη ἐν τῷ αἱματί μου» (Λουκά 22, 20. Α΄ Κορ. 11, 25.) καί τά λοιπά· δηλαδή το Αίμα τοῦ Χριστοῦ τό ἔλαβαν μετά τό δεῖπνο πού ἔκαναν, ἀφοῦ εἶχαν φάει.
Τον πρώτο καιρό οἱ Χριστιανοί τελοῦσαν τὸ Μυστήριο μέσα σε κοινά δείπνα, τίς λεγόμενες αγάπες· ὅμως
γρήγορα το Μυστήριο βγῆκε ἀπό τά δεῖπνα αὐτά γιατί γίνονταν ἀταξίες. Ἔτσι, ἐνῶ ἡ θεία Λειτουργία γινόταν
το βράδυ μετά το δείπνο, κατ' ἀπομίμηση ἐκείνου του Δείπνου τοῦ Κυρίου μέ τούς Μαθητές, σιγά-σιγά μεταφέρθηκε στο πρωί, καί μένουμε νηστικοί.
Αυτό, δηλαδή ὅταν πᾶμε νὰ κοινωνήσουμε χωρίς να φάμε, είναι μια νηστεία, καί λέγεται εὐχαριστιακή· εἶναι ἡ νηστεία πρίν κοινωνήσουμε. Τό πρωί πού θά κοινωνήσω δέν θά φάω τίποτα, οὔτε θα καπνίσω –όπως καπνίζουν κάποιοι, που δεν ξέρω πῶς ἀντιλαμβάνονται αὐτό τό μεγάλο Μυστήριο!– οὔτε θά πιῶ καφέ... Ὄχι, τίποτα ἀπ' ὅλα αὐτά.
Ὁ Κύριος νήστεψε σαράντα ημέρες, καί μ' αὐτόν τόν τρόπο μᾶς ἔδειξε να νηστεύουμε κι ἐμεῖς. Ἡ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας λέει να νηστεύουμε Τετάρτη και Παρασκευή. Αλλά αυτή ή νηστεία είναι ανεξάρτητη από την θεία Κοινωνία. Πολλοί λένε: Ἀφοῦ νήστεψα· γιατί να
μήν κοινωνήσω; Καί τί σημασία έχει πού νήστεψες; Νηστεύει ὅλος ὁ κόσμος επειδή εἶναι Σαρακοστή· δεν συνδέεται τό ἕνα μέ τό ἄλλο. Αυτό λοιπόν πρέπει νά τό καταλάβουμε πολύ καλά· ἄν νηστεύουμε πριν να κοινωνήσουμε, εἶναι γιά μιά προετοιμασία.
Πόσο ὅμως θά νηστέψουμε; Το γράφει ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης στο Πηδάλιο. Θά σᾶς τό διάβαζα, ἀλλά λυποῦμαι, γιατί πέρασε ἡ ὥρα. Θά σᾶς τό πῶ ὅμως
μέ δικά μου λόγια.
Δεν υπάρχει κανόνες που να λέει πόσο να νηστέψουμε προκειμένου να κοινωνήσουμε. Δέν ὑπάρχει κανένας κανόνας. Αν κάποιοι παλαιότεροι ἔχουν τή συνήθεια να κρατάνε το λάδι δεκαπέντε ἡμέρες ή μία βδομάδα –μόνο μή μέ παρεξηγήσετε μ' αυτά πού λέω– ἐδῶ μπαίνει ο Διάβολος. Διότι ἂν κανείς σκεφτεί ότι πρέπει να νηστέψει ἐπιπλέον δεκαπέντε μέρες, αὐτό τόν δυσκολεύει να κοινωνεῖ, καὶ ἔτσι, για χάρη τῆς ἐπιπρόσθετης νηστείας, χάνει τη θεία Κοινωνία. Περίεργο δεν είναι; Εἶναι πάρα πολύ περίεργο!
Ακόμα θά ἤθελα νά σᾶς πῶ ὅτι αὐτή ἡ νηστεία μπορεῖ νά εἶναι μόνο μία ἡμέρα, δύο μέρες, το πολύ τρεῖς. Ὄχι τρεῖς μέρες τό λάδι· τρεῖς μέρες νηστεία· ἄς ποῦμε, μπορεῖ νά εἶναι Πέμπτη, Παρασκευή και Σάββατο ἤ νά είναι Παρασκευή και Σάββατο. Ένας που κοινωνεῖ κάθε ἑβδομάδα, γιατί πρέπει να νηστεύει Τετάρτη, Πέμπτη, Παρασκευή και Σάββατο, να νηστεύει τέσσερις μέρες; Γιά ποιόν λόγο; Εἶναι τιμωρημένος; Δέν εἶναι. Λοιπόν, για να κοινωνήσει την Κυριακή, μπορεί να νηστέψει Παρασκευή και Σάββατο. Την Παρασκευή θά νήστευε ἔτσι ἢ ἀλλιῶς, θὰ νηπέψει και το Σάββατο μέχρι το μεσημέρι τρώγοντας λάδι –το βράδυ ὄχι λάδι– καί θα κοινωνήσει
την Κυριακή. Η, ἂν θέλει να κοινωνήσει το Σάββατο, θα μείνει μόνο με τη νηστεία τῆς Παρασκευής.
Αυτό λέει ὁ ἅγιος Νικόδημος. Δεν υπάρχει κανόνας, ἀλλά βγαίνει ἔμμεσα. Ὁ Θεός, στην Παλαιά Διαθήκη, προκειμένου οἱ Ἰσραηλίτες να δεχθοῦν τόν Νόμο, εἶπε νὰ ἐγκρατευτούν οἱ ἄνδρες ἀπό τίς γυναίκες τους τρεῖς ἡμέρες. (Βλ. Εξοδ. 19, 15.) Εάν τώρα για το μεγαλύτερο, γιά τήν ἐγκράτεια τῶν συζυγικών σχέσεων, ὁρίζει ὁ Θεός τρεῖς μέρες, τότε γιὰ τὸ μικρότερο, για τη νηστεία, θα πρέπει να είναι λιγότερες μέρες. Ἔτσι λέει ὁ ἅγιος Νικόδημος. Συνεπῶς το μέγιστο τῆς νηστείας για να κοινωνήσει κανείς θα εἶναι τρεῖς μέρες. Το μέγιστο. Ἄλλο ἂν εἶναι Σαρακοστή. Σᾶς εἶπα ὅτι δέν νηστεύουμε για να κοινωνήσουμε, αλλά νηστεύουμε γιατί εἶναι Σαρακοστή· εἶναι δύο διαφορετικά πράγματα.
Ὁμοίως καί γιά τό θέμα της συζυγικῆς ἐγκρατείας. Όταν νηστεύουμε, πρέπει καί νά ἐγκρατευόμαστε. Αὐτό το λέει καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος, από το κεφάλαιο, Α προς Κορινθίους. Ἐγκρατευόμαστε στις Σαρακοστές, στίς αἰδέσιμες ἡμέρες όπως λέγονται, δηλαδή τίς Κυριακές, τη Διακαινήσιμο Εβδομάδα, το Δωδεκαήμερο των
Χριστουγέννων, στις μεγάλες γιορτές και λοιπά.
Εννοείται βεβαίως πώς ἐγκρατευόμαστε Τετάρτη και Παρασκευή, πού ἔχουμε νηστεία, ἀλλά καί προκειμένου να κοινωνήσουμε.
Ὅταν λέω ἐγκράτεια, δέν ἐννοῶ τήν περίπτωση να μετέρχεται κανείς τήν παρεμπόδιση συλλήψεως –γιατί
αὐτό εἶναι ἕνα ἁμάρτημα πού μᾶς ἐμποδίζει να κοινωνοῦμε– ἀλλά ἐννοῶ τήν συζυγική εγκράτεια. Ὅταν κανείς θέλει να κοινωνήσει, θα κάνει εγκράτεια μόνο για τρεῖς ἡμέρες, ὅ,τι δηλαδή γίνεται καί μέ τή νηστεία.
Μπορεί όμως ή έγκράτεια να είναι τρεις μέρες, αλλά ή νηστεία δύο ημέρες, ή ακόμα και μία ημέρα.
Αὐτά βέβαια σᾶς τά λέω σε γενικές γραμμές, γιατί αὐτά τά ρυθμίζει ὁ πνευματικός γιά τόν καθένα και για
τήν κάθε ειδική περίπτωση.
Αυτά λοιπόν για το θέμα τῆς νηστείας, ἀγαπητοί μου, καί νά προσέχουμε να μη γίνεται ποτέ αὐτή ἐμπόδιο προκειμένου να κοινωνούμε.
Τελειώνοντας, θά ἤθελα νά σᾶς ἔλεγα ότι το Μυστήριο τῆς θείας Ευχαριστίας πρέπει να πάρει πάλι τη θέση πού είχε παλιά στην Εκκλησία. Δηλαδή :
Πρώτα-πρώτα, να το γνωρίσουμε, τί εἶναι αὐτό τό μέγιστο και κορυφαῖο Μυστήριο, ότι δηλαδή εἶναι τὸ Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ!
Ἐπίσης θα πρέπει πάλι νά ἀρχίσουμε ὅλοι μας να
προσεγγίζουμε αὐτό τό Μυστήριο τῆς Ζωῆς, δηλαδή να κοινωνούμε συχνά.
Στις βέβηλες και κενόφωνες ἐκεῖνες κουβέντες που μᾶς ἀποτρέπουν ἀπό τήν συχνή θεία Μετάληψη –Τί τό
πέρασες; σούπα;... τραχανά;...– καί ἄλλα ἀνόητα και βέβηλα πράγματα και βλακώδη που λένε, θὰ ἀπαντοῦμε : Πήγαινε να μάθεις, ἀδελφέ μου, τί σημαίνει Μυστήριο θείας Ευχαριστίας, καί τότε έλα να τα πούμε.
Θά σᾶς ἔλεγα ἀκόμη ὅτι ἂν θέλουμε μία ανανέωση τῆς Ἐκκλησίας μας, αυτή δεν πρέπει νὰ εἶναι ἐπιφάνειακή ανανέωση, δηλαδή τό νά βάλουμε κινηματογράφο στήν ἐνορία νά κάνουμε προβολές, οὔτε να φτιάξουμε πνευματικό κέντρο, ούτε να βάλουμε πίνγκ πόνγκ για τα