28 Δεκεμβρίου 2024

Ὑποσχέσεις στόν ἄγγελον τῆς Ἐφέσου. Ἡ ἐπιστολή πρός τόν ἄγγελον τῆς Σμύρνης. Τά ἔργα, ἡ θλίψις καί ἡ πτωχεία τοῦ ἀγγέλου τῆς Σμύρνης.

†.Ἡ ἐπιστολή τοῦ Κυρίου πρός τήν Ἐκκλησία τῆς Ἐφέσου τελειώνει με μία χαρακτηριστική ἔκφραση πού εἶναι περίπου γενική για κάθε ἐπιστολή:

   «Τῷ νικῶντι δώσω αὐτῷ φαγεῖν ἐκ τοῦ ξύλου τῆς ζωῆς, ὅ ἐστιν ἐν τῷ παραδείσῳ τοῦ Θεοῦ μου.» (Αποκ. 2, 7.). Σέ ἐκεῖνον πού θά νικάει θά τοῦ δώσω να φάει ἀπό τό ξύλο τῆς ζωῆς, πού εἶναι μέσα στόν Παράδεισο τοῦ Θεοῦ μου, λέει ὁ Χριστός.

   Σᾶς εἶπα ὅτι αὐτή ἡ φράση ἐπαναλαμβάνεται σάν ἐπωδός στό τέλος κάθε ἐπιστολῆς, μέ κάποιες μικρές παραλλαγές, ανάλογα μέ τά χαρακτηριστικά τῶν παραληπτῶν. Δίνεται ἡ ὑπόσχεση σ' έκεῖνον πού θά νικάει στόν ἀγώνα ἐναντίον τοῦ Σατανᾶ ὅτι θά ἀπολαύσει τήν γεύση τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ἐγγύηση δέ αὐτῆς τῆς νίκης εἶναι ἡ νίκη τοῦ Χριστοῦ καί ἡ πίστη μας σ' Ἐκεῖνον. (Βλ. Α΄ Ἰωάν. 5, 5. Πρβλ. Ματθ. 10,  22, 24, 13. Μάρκ. 13, 13. κ.ά.)

   Ἡ γεύση τοῦ ξύλου τῆς ζωῆς, πού ὁ Κύριος ὑπόσχεται, εἶναι ἡ ἐμποδισμένη ἐκείνη γεύση στούς πρωτοπλάστους, οἱ ὁποῖοι μετά την πτώση τους διώχθηκαν ἀπό τόν παράδεισο καί ἐμποδίστηκαν, ἢ μᾶλλον διώχθηκαν ἀκριβῶς γιά νά ἐμποδιστοῦν, ἀπό τό νά δοκιμάσουν ἀπό τό ξύλον τῆς ζωῆς (ξύλον θά πεῖ δένδρο), ἀπό τό δένδρο τῆς ζωῆς, γιά νά μή γίνουν ἀθάνατοι, καί ἔτσι τό κακό γίνει αθάνατο, «ἵνα μὴ τὸ κακὸν ἀθάνατον γένηται», ὅπως λένε οἱ Πατέρες ἑρμηνεύοντας. (Βλ. άγ. Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγος ΛΗ΄, Εἰς τὰ Θεοφάνεια: «ἵνα μὴ ἀθάνατον ῇ τὸ κακόν» (PG 36, 324D), καί ἁγ. Επιφανίου Κύπρου, Κατὰ Ωριγένους, ΚϚ': «Ωσπεροῦν ἀλεξιφαρμάκου γὰρ τρόπον ὑπὸ τοῦ ἀλεξιτῆρος ἡμῶν ἀληθῶς καὶ ἰατροῦ Θεοῦ πρὸς ἐκρίζωσιν τῆς ἁμαρτίας παρελήφθη ὁ θάνατος καὶ ἀφανισμόν, ἵνα μὴ διαιωνίζον ἐν ἡμῖν εἴη τὸ κακόν, ἀθάνατον ἅτε ἐν ἀθανάτοις ἀνατεῖλαν, αὐτοὶ δὲ λελωβημένοι καὶ ἐκστάντες νοσούντων τρόπον τῆς οἰκείας ἀρετῆς ἐπὶ πολὺ διατρίβωμεν, ἅτε ἐν ύφεστηκόσιν ἀεὶ καὶ ἀθανάτοις σώμασι τὴν κατὰ τὸ ἁμάρτημα μεγάλην τρέφοντες νόσον. διὸ δὴ καλῶς ταύτην πρὸς ἄμφω σωτηρίαν καὶ ψυχῆς καὶ σώματος φαρμακευτικῆς τρόπον καθάρσεως τὸν θάνατον ὁ Θεὸς ηὕρατο, ἵνα πανάμωμοι καὶ ἀσινεῖς οὕτως ἐξεργασθῶμεν.» (PG 41, 1112BC).) Καί ὅπως ἀντιλαμβάνεστε, ἔμεινε ἄβατη καί κλεισμένη ἡ πύλη τοῦ παραδείσου· μέ ἄλλα λόγια, στη ζωή τους εἰσῆλθε ὁ θάνατος. Τώρα όμως προσφέρεται ὁ καρπός τοῦ δένδρου τῆς ζωῆς ἀπό τόν ἴδιο τόν Χριστό, ὁ Ὁποῖος ἄνοιξε τόν δρόμο πού ὁδηγεῖ στόν Παράδεισο τοῦ Θεοῦ. (Κατά τούς Πατέρες, τό δένδρον τῆς ζωῆς εἶναι τό Μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας, το δένδρον εἶναι ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ, ὁ καρπός αὐτοῦ εἶναι τό Σῶμα καί τό Αίμα τοῦ Χριστοῦ. Βλ. π. Αθανασίου Μυτιληναίου, Ἡ Γένεσις, Χριστιανική Ανθρωπολογία, Τόμ. Στ΄, Μάθημα 71ο, ἐκδ. Ι. Μ. Κομνηνείου, Στόμιον 2022.) https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2024/12/blog-post_4.html?m=1

   Ὅταν λέει «τοῦ Θεοῦ μου», εἶναι κάτι ανάλογο με ἐκεῖνο τό ὁποῖο εἶχε πεῖ στις μυροφόρες –στο ευαγγέλιο τοῦ Ἰωάννου– «αναβαίνω πρὸς τὸν πατέρα μου καὶ πατέρα ὑμῶν, καὶ Θεόν μου καὶ Θεὸν ὑμῶν» (Ἰωάν. 20, 17.). Αναφέρεται βεβαίως στην ανθρώπινη φύση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος ὡς Θεάνθρωπος ἄνοιξε την πύλη του Παραδείσου. Διότι ὡς Θεός θά ἦταν περίεργο να την ἀνοίξει ἤ νά μή τήν ἀνοίξει. Ὁ Θεός κρατοῦσε τὸ ἀνθρώπινο γένος μακριά ἀπό τήν ἀθανασία, μακριά από τήν αἰώνια ζωή. Ὁ ἐνανθρωπήσας Υἱός τοῦ Θεοῦ, δηλαδή ἡ ἀνθρώπινη φύση τοῦ Κυρίου, εἶναι ἐκείνη πού ἀγωνίσθηκε, ἐργάσθηκε καί ὁδήγησε τό ἀνθρώπινο γένος πάλι στη Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. («Ξύλον γὰρ ζωῆς τὴν μακαρίαν λέγει καὶ ἀτελεύτητον ζωήν, ῆς οἱ ἅγιοι ἐν ἀπολαύσει γενήσονται ἐν τῇ τοῦ Θεοῦ βασιλείᾳ, ἣν νῦν Παράδεισον ἐκάλεσεν... Τὸ δέ γε εἰπεῖν τὸν Κύριον 'τοῦ Θεοῦ μου" μηδένα σκανδαλιζέτω· πρέπει γὰρ τῇ μετὰ σαρκὸς οἱκονομία πάντα τῶν ῥημάτων τὰ ταπεινά. καὶ γὰρ καὶ ἐν Εὐαγγελίῳ εἴρηκε· "πορεύομαι πρὸς τὸν πατέρα μου, καὶ πατέρα ὑμῶν καὶ Θεόν μου καὶ Θεὸν ὑμῶν"» (Οικουμένιος, σ. 50))

  Σέ τί ὅμως πρέπει νά ἀγωνιστεῖ ὁ κάθε ἕνας προκειμένου να νικήσει;

   Πρέπει νά ἀγωνιστεῖ σέ ὅ,τι ἀναφέρει ἡ ἐπιστολή, πού εἴχαμε διαβάσει καί ἀναλύσει στα δυο τελευταία μας θέματα· καί αὐτά δέν εἶναι τίποτα ἄλλο παρά ἡ ἀποστροφή καί ὁ ἀγώνας ἐναντίον κάθε δογματικῆς καί ἠθικῆς παρεκκλίσεως καί ἡ ἐμμονή στην πρώτη καί ζέουσα ἀγάπη, αὐτήν πού παραπονέθηκε ὁ Κύριος στόν ἐπίσκοπο τῆς Ἐφέσου, λέγοντας «τὴν ἀγάπην σου τὴν πρώτην άφήκας».

   Φυσικά, αντιλαμβάνεστε ὅτι ἡ ὑπόσχεση αυτή του Χριστοῦ («Τῷ νικῶντι δώσω αὐτῷ φαγεῖν ἐκ τοῦ ξύλου τῆς ζωῆς.») ἀντιτίθεται σ᾽ ἐκεῖνες τις επιτρεπόμενες από τούς Νικολαΐτες σαρκικές απολαύσεις, ἀφοῦ ὁ Κύριος εἶπε ὅτι μισεῖ τά ἔργα τους.

   Ἔτσι, ἀγαπητοί μου, κλείνει ἡ πρώτη ἀπό τίς ἑπτά ἐπιστολές τῆς Ἀποκαλύψεως. Καί τώρα, μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ, ἐρχόμαστε στη δεύτερη. Αὐτή ἡ ἐπιστολή ἀπευθύνεται πρός τόν ἐπίσκοπο τῆς Σμύρνης.

   Αισθανόμαστε μια ιδιαίτερη συγκίνηση, ὅταν ἀκοῦμε αὐτές τίς πόλεις, πού είναι τόσο κοντά μας. Ὄχι ἁπλῶς κοντά μας, ὄχι μόνο ελληνικές, αλλά απέναντί μας, ἐδῶ! Αν βγείτε στην κορυφή τοῦ Κισσάβου και βάλετε μια δυνατή φωνή, θα ακουστεί η φωνή σας στη Σμύρνη! Απέναντι, ἐδῶ, ἀνατολικά· ἡ Σμύρνη, ἀπέναντι! Πάρα πολλοί άνθρωποι από σας φύγατε από την Σμύρνη.

   Δέν θά εἶχε τήν αἴσθηση αυτή ἕνας Κινέζος πού θα διάβαζε τήν Καινή Διαθήκη ἤ ἕνας Γιαπωνέζος, ἕνας Αφρικανός ἤ ἕνας Αμερικανός. Ἔχουμε κι αυτό το μεγάλο προνόμιο· ὅλα αὐτά, ὅλες αὐτές οἱ μεγάλες ἀλήθειες τοῦ Κυρίου, τοῦ Θεοῦ τοῦ Οὐρανοῦ, ἔχουν πάρει υλικό, ἔχουν πάρει χρώματα από αὐτόν ἐδῶ τόν χῶρο τόν ἑλληνικό, ἀπ' αὐτήν τή Μεσόγειο Θάλασσα, τόν Μικρασιατικό χώρο, καί λοιπά. Εἶναι, ἔτσι, ἰδιαίτερα συγκινητικό.

   Ἡ ἐπιστολή αυτή πρός τόν ἐπίσκοπο τῆς Σμύρνης λέει τά ἑξῆς: «Καὶ τῷ ἀγγέλῳ τῆς ἐν Σμύρνῃ ἐκκλησίας γράψον· τάδε λέγει ὁ πρῶτος καὶ ὁ ἔσχατος, ὃς ἐγένετο νεκρὸς καὶ ἔζησεν· οἶδά σου τὰ ἔργα καὶ τὴν θλῖψιν καὶ τὴν πτωχείαν· ἀλλὰ πλούσιος εἶ καὶ τὴν βλασφημίαν ἐκ τῶν λεγόντων Ἰουδαίους εἶναι ἑαυτούς, καὶ οὐκ εἰσίν, ἀλλὰ συναγωγὴ τοῦ σατανᾶ. μηδὲν φοβοῦ ἃ μέλλεις παθεῖν. ἰδοὺ δὴ μέλλει βαλεῖν ὁ διάβολος ἐξ ὑμῶν εἰς φυλακὴν ἵνα πειρασθῆτε, καὶ ἕξετε θλῖψιν ἡμέρας δέκα. γίνου πιστὸς ἄχρι θανάτου, καὶ δώσω σοι τὸν στέφανον τῆς ζωῆς. Ὁ ἔχων οὖς ἀκουσάτω τί τὸ Πνεῦμα λέγει ταῖς ἐκκλησίαις. Ὁ νικῶν οὐ μὴ ἀδικηθῇ ἐκ τοῦ θανάτου τοῦ δευτέρου.» (Αποκ. 2, 8-11)

   Δηλαδή: Καί στόν ἐπίσκοπο τῆς Ἐκκλησίας της Σμύρνης γράψε, λέει ὁ Κύριος στόν Ἰωάννη τόν Εὐαγελιστή, ὅτι αὐτός πού εἶναι ὁ πρῶτος καί ὁ τελευταίος, ὁ ὁποῖος ἔγινε νεκρός καί ἔζησε, λέει τά ἑξῆς: Γνωρίζω τά ἔργα σου και τη θλίψη σου και την φτώχεια σου, ἀλλά εἶσαι πλούσιος. Γνωρίζω καί τήν συκοφαντία πού σοῦ ἔγινε ἀπ' αὐτούς πού λένε ὅτι εἶναι Ἰουδαῖοι, καί δέν εἶναι, ἀλλά είναι συναγωγή του Σατανά. Μή φοβᾶσαι γιά ἐκεῖνα πού πρόκειται να πάθεις. Νά, ὁ διάβολος πρόκειται να βάλει μερικούς ἀπό σᾶς στή φυλακή για να πειρασθεῖτε καί νά δοκιμαστεῖτε, καὶ θά ἔχετε θλίψη δέκα ημέρες. Γίνε πιστός μέχρι τον θάνατο, καί θά σοῦ δώσω τό στεφάνι τῆς ζωῆς. Αὐτός πού ἔχει αὐτί ἄς ἀκούσει τί λέει τό Πνεῦμα τὸ Ἅγιο στις Ἐκκλησίες. Αὐτός πού νικᾶ δέν θά ἀδικηθεῖ ἀπό τόν θάνατο τον δεύτερο.

   Ἡ Σμύρνη, ὅπως σᾶς εἶπα προηγουμένως, είναι πόλη ἑλληνικότατη, τό ὄνομά της εἶναι ἑλληνικό, καί βρίσκεται ἑβδομήντα περίπου χιλιόμετρα βορείως τῆς Ἐφέσου, τῆς προηγούμενης Εκκλησίας, πού ὁ Κύριος ἀπέστειλε επιστολή, αλλά και νοτίως της άλλης πόλεως, τῆς Περγάμου, πρός τήν ὁποία ἐπίσης ὁ Κύριος στέλνει ἐπιστολή. Συνεπώς βρίσκεται μεταξύ των δύο πόλεων Ἐφέσου και Περγάμου, τις οποίες συναγωνιζόταν σέ ὅλους τούς τομεῖς, καί τούς εμπορικούς και τούς πολιτιστικούς. («Ἡ πρώτη τῆς Ἀσίας κάλλει καὶ μεγέθει καὶ λαμπροτάτη καὶ μητρόπολις καὶ ἡ νεωκόρος τῶν Σεβαστῶν κατὰ τὰ δόγματα τῆς ἱερωτάτης συγκλήτου καὶ κόσμος τῆς Ἰωνίας Σμυρναίων πόλις.» (Pausanias periegeta y su contexto de formación en el Oriente heleno: Esmima y Pergamo, p. 136-37). Θεωρεῖτο ὡς ἡ πιό όμορφη πόλη τῆς Ἰωνίας, ἐνῶ, κατά τόν Λουκιανό, αποτελούσε το προπύργιο τῶν μουσῶν καὶ τῶν χαρίτων, πού μαζί μέ τήν Ἔφεσο ἀποτελοῦσαν τούς δύο ὀφθαλμούς τῆς Ἀσίας. Μετά την ολοσχερή καταστροφή της ἀπό τούς Λύδες, ξαναχτίστηκε βάσει σχεδίου από τον Λυσίμαχο, στρατηγό του Μ. Αλεξάνδρου. Χάρη στο μεγάλο λιμάνι της, ἀναδείχθηκε ως το πιο σπουδαῖο εμπορικό κέντρο. Περίφημη ήταν καί ἡ πλακόστρωτη ρυμοτομία της. Από την πόλη αὐτή ξεκινοῦσαν πολλοί δρόμοι που διέσχιζαν τη Λυδία καί τή Φρυγία. Ὅλοι οἱ πολίτες της Σμύρνης ἔκαναν τά πάντα ὥστε ἡ πόλη τους νά εἶναι ἡ πρώτη καί ἡ ἔσχατη πόλη στην Ασία.)

   Στη Σμύρνη ὑπῆρχε ἰουδαϊκή Συναγωγή, ἡ ὁποία διέκειτο ἐχθρικῶς πρός τόν Χριστιανισμό, καί μ' αὐτήν ἀσχολεῖται, κατά ένα μεγάλο και σημαντικό μέρος, ή παροῦσα ἐπιστολή πρός τόν ἐπίσκοπο τῆς Σμύρνης. (Βλ. ἁγ. Ἰγνατίου Θεοφόρου, Πρὸς Φιλαδελφείς, VI, ΕΠΕ 119, 4, 126. Ἡ Σμύρνη ήταν κατ' ἐξοχήν εἰδωλολατρική πόλη. Ἐκεῖ ὑπῆρχαν ναοί αφιερωμένοι στις Κυβέλη, Νέμεση, Αφροδίτη, και στούς Δία, Απόλλωνα και Ασκληπιό. Χαρακτηριστική ήταν και η πιστότητά της πρός τή Ρώμη, ἀφοῦ μόνη αυτή εἶχε λάβει άδεια για ἀνέγερση Ἱεροῦ ἀφιερωμένου στον αυτοκράτορα Τιβέριο (23 μ.Χ.), λαμβάνοντας ἔτσι τον τιμητικό τίτλο τῆς Νεωκόρου.)

   Ἡ ἐπιστολή αυτή, μαζί μέ τήν ἐπιστολή πρός τόν επίσκοπο της Φιλαδελφείας, εἶναι οἱ μόνες επιστολές που στεροῦνται ἐλέγχου· ἔχουν μόνο επαίνους! Δέν ὑπάρχει καμμία κατηγορία· μόνον ἔπαινοι! Εἶναι ἐπιστολές γεμάτες από ἔπαινο καί ἀπό παρηγορία.

   Πρῶτος ἐπίσκοπος της Σμύρνης ὑπῆρξε ὁ Βουκόλος. Διάδοχος τοῦ Βουκόλου, πιθανότατα δέ καί παραλήπτης τῆς ἐπιστολῆς, εἶναι ὁ ἀποστολικός Πατέρας καί Ἱερομάρτυρας ἅγιος Πολύκαρπος, που μαρτύρησε στις 23 Φεβρουαρίου τοῦ ἔτους 155 μ.Χ.

   Ἡ ἐπιστολή αυτή πρός τόν ἐπίσκοπο της Σμύρνης εἶναι ἕνα κλασσικό υπόδειγμα παρηγορίας για τους ἥρωες τῆς Πίστεως.

   «Τάδε λέγει ὁ πρῶτος καὶ ὁ ἔσχατος, ὃς ἐγένετο νεκρὸς καὶ ἔζησεν.»

   Ἡ προσηγορία, ἡ ὀνομασία αυτή τοῦ ἀποστολέως Χριστοῦ, εἶναι παρμένη από την εισαγωγική οπτασία, πού εἴχαμε ἀναλύσει μια περασμένη φορά, (Βλ. Αποκ. 1, 8-20, ὅπως καί Ὁμιλίες 4η και 8η.) https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2024/12/4.html?m=1 

https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2024/12/blog-post_12.html?m=1

καί προσιδιάζει, ταιριάζει μέ τό ὅλο περιεχόμενο τῆς ἐπιστολῆς πού ἀκολουθεῖ, διότι ὁ λόγος ἀναφέρεται στους διωγμούς, στα μαρτύρια καί στόν θάνατο. Συνεπῶς δέν θά πρέπει να φοβηθοῦν ἐκεῖνοι πού θά ὑποστοῦν τό μαρτύριο καί τόν θάνατο, διότι ἐκεῖνος πού τούς στέλνει τήν ἐπιστολή καί πού γιά χάρη Του υφίστανται τό μαρτύριο καί τόν θάνατο. Αὐτός εἶναι ἐκεῖνος πού «ἐγένετο νεκρὸς καὶ ἔζησεν». Μέ ἄλλα λόγια, τί ἔχουν νά φοβηθοῦν; Τόν θάνατο; Σε τίποτα δέν ἔχει νά τούς βλάψει, ἀφοῦ θά ἀναστηθοῦν δυνάμει τῆς ἀναστάσεως τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ.

   Ὁ ἅγιος Ανδρέας Καισαρείας γράφει: «Πρῶτος ἐστιν ὡς Θεός· ἔσχατος, ὡς ἄνθρωπος ἐπ᾿ ἐσχάτων τῶν καιρῶν γεγονώς, καὶ διὰ τῆς τριημέρου νεκρώσεως ἀνοίξας ἡμῖν τὴν ζωὴν τὴν αἰώνιον.» (PG 106, 233D-236A. «Ὁ εἰς πεῖράν φησιν ἐλθὼν θανάτου, καὶ θανάτῳ θανατώσας τὸν θάνατον» (Οἰκουμένιος, σ. 50).

   Αλήθεια, τί θά πεῖ «ἐγώ εἰμι ὁ πρῶτος καὶ ὁ ἔσχατος»; Πρώτος λέγεται ὡς Θεός, ἔσχατος ὡς ἄνθρωπος· διότι πρῶτος εἶναι ἐκεῖνος πού ὑπάρχει πρό πάντων τῶν ὄντων· ἔσχατος δέ, ὡς πρός τήν ἀνθρώπινη φύση, διότι προσέλαβε ανθρώπινη, κτιστή φύση, ἐκ τῶν ὑστέρων, ὡς ἔσχατος.

   Αλλά ἀκόμη ἡ προσηγορία «ὁ πρῶτος καὶ ὁ ἔσχατος» δέν εἶναι κάτι ἄλλο παρά μία απήχηση τοῦ Α και τοῦ Ω, πού μᾶς εἶχε πεῖ στο προοίμιο τοῦ βιβλίου τῆς Αποκαλύψεως· «Ἐγώ εἰμι τὸ Α καὶ τὸ Ω» (Αποκ. 1, 8. Βλ. Ομιλία 4η.), δηλαδή ἡ Αρχή καί τό Τέλος, ὁ Πρῶτος καί ὁ Ἔσχατος. Εγώ ἔχω στόν ἑαυτό μου κάθε τί πού εἶναι ἀρχή, κάθε τί πού εἶναι πρῶτο ἀπό ὅλα τά κτίσματα, καί κάθε τί πού είναι τελευταῖο· ὅλα ὑπάρχουν σ' ἐμένα, τόν Θεό.

   «Οιδά σου τὰ ἔργα καὶ τὴν θλίψιν καὶ τὴν πτωχείαν· ἀλλὰ πλούσιος εἶ.» (Αποκ. 2, 9) Γνωρίζω τά ἔργα σου καί τήν θλίψη σου καί τή φτώχεια σου· ἀλλά εἶσαι πλούσιος.

   Βέβαια, ἐκ πρώτης όψεως μοιάζει ὅτι εἶναι ὀξύμωρο τό πράγμα· πῶς εἶναι πλούσιος, ἀφοῦ εἶναι φτωχός; Διότι λέει γνωρίζω τή φτώχεια σου, ἀλλά εἶσαι πλούσιος!

   Ἴσως ἕνας πού ἀσχολεῖται μόνο με τα οικονομικά καί δέν ἔχει κανένα πνευματικό ορίζοντα, ούτε καν την γλώσσα τῆς ἀλληγορίας γνωρίζει, θα μπορούσε να πεί ἐδῶ: Μήπως ὁ ἐπίσκοπος είχε τίποτα κρυμμένα χρήματα πουθενά, ἄν καί φαινόταν πτωχός, και γι' αυτό τώρα ὁ Κύριος τοῦ λέει "γνωρίζω ότι είσαι πλούσιος"; Μήπως τα είχε κρυμμένα ή εἶχε καταθέσεις;

   Ὄχι, δέν ἀναφέρεται προφανώς σ' αυτό. Είσαι φτωχός, τό ξέρω αυτό, τοῦ λέει ὁ Κύριος· εἶσαι φτωχός. Γνωρίζω λοιπόν τά ἔργα σου, ξέρω τίς θλίψεις σου, ξέρω και τη φτώχεια σου. Παρά ταύτα –θὰ σοῦ τὸ δείξω αὐτό– εἶσαι πλούσιος! (Βλ. Β' Κορ. 6, 10. Πρβλ. Β΄ Κορ. 8, 9. Ιακ. 2, 5.)

   Ἐδῶ ἔχουμε ἕνα τρίπτυχο μιας χριστιανικής πορείας πρός τήν ἁγιότητα. Θα παρακαλέσω όλως ἴδιαιτέρως να προσέξουμε αυτό το τρίπτυχο, γιατί ἀποτελεῖ πορεία τῆς Ἐκκλησίας, πορεία δηλαδή τῶν πιστῶν. Θα παρακαλέσω ἀκόμη, γιά ὅ,τι θά ἀκούσετε, μην πείτε ὅτι αὐτό εἶναι γιά μερικούς, γιατί είναι για όλους μας.

   Ποιό είναι το τρίπτυχο αὐτός

   Εἶναι τά ἔργα, ἡ θλίψη καί ἡ πτωχεία.

   Ὅταν ὁ Κύριος λέει «οιδά σου τὰ ἔργα», γνωρίζω τά ἔργα σου, σημαίνει ὅτι ὁ Κύριος ξέρει τά ἔργα τοῦ ἐπισκόπου.

   Καί ποιά εἶναι αὐτά τά ἔργα;

   Εἶναι ἡ δράση ἡ ποιμαντική τοῦ ἐπισκόπου στην πόλη τῆς Σμύρνης. Εἶναι τά ἔργα τῆς ἀγάπης καί τῆς φιλανθρωπίας. Αλλά εἶναι καί τά ἔργα τῆς Βασιλείας τοῦ Χριστοῦ ἐπί τῆς γῆς. Ἀκόμη, ἄν θέλετε, δέν εἶναι μόνο τά ἔργα αὐτά, με τη στενή σημασία της λέξεως.

   Αλήθεια, εἶναι πολύ στενή ή σημασία τῆς λέξεως, ὅταν λέμε ὅτι ἔργα εἶναι μόνο ή φιλανθρωπία· γιατί, συνήθως, καλά ἔργα λέμε την φιλανθρωπία. Έργα, μέ τήν εὐρεῖα ἔννοια, εἶναι ὁ βίος καί ἡ πολιτεία τοῦ πιστοῦ. Να το ξέρουμε αυτό.

   Μπορεῖ κάποιος ἄνθρωπος νά μήν ἔχει τή δυνατότητα να κάνει φιλανθρωπία, δηλαδή νά δώσει έλεημοσύνη, νά δώσει χρήματα, ἤ νά ἀνεβεῖ καί νά κατεβεῖ σκάλες γραφείων καί υπουργείων για να διεκπεραιώσει ὑποθέσεις ἀνθρώπων πού ἔχουν τήν ἀνάγκη του, μπορεῖ νά εἶναι στο κρεβάτι, μπορεῖ νά εἶναι πάμπτωχος ἄνθρωπος, ἀλλά νά ἔχει ἔργα. Καί ποιά εἶναι τά ἔργα αὐτά; Εἶναι ὁ βίος καί ἡ πολιτεία του, ο τρόπος μέ τόν ὁποῖο ζεῖ. Αὐτά εἶναι, μέ εὐρεῖα ἔννοια, τά ἔργα τοῦ πιστοῦ.

   Κάποτε, ἀγαπητοί, θά πεῖ καί σ' ἐμᾶς ὁ Κύριος: «Οιδά σου τὰ ἔργα», γνωρίζω τά ἔργα σου! Ποιά; τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο ἔζησες, πῶς σκεπτόσουν, πῶς μιλοῦσες, πῶς ἐνεργοῦσες. Γνωρίζω ἄν εἶχες μέσα σου φιλάνθρωπες διαθέσεις, χωρίς ἴσως να είχες τήν δυνατότητα αὐτές τίς φιλάνθρωπες διαθέσεις νά τίς ἐκδηλώσεις, νά τίς κάνεις πράξεις.

   Πόσες φορές βλέπουμε κάποιους ανθρώπους, θέλουμε να τους βοηθήσουμε, ἀλλά δέν μποροῦμε· ἔχουμε όμως τη διάθεση μέσα μας. Κάποτε μπορεῖ νά κλάψουμε γι' αυτό το πράγμα καί νά ποῦμε: Θεέ μου, κοίταξε αὐτούς τούς ἀνθρώπους! Κοίταξε χιόνισε, κάνει κρύο, καί ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού εἶναι στὰ ἀντίσκηνα, μά ὡς σεισμόπληκτοι, μά ὡς φυγάδες, μά ὡς πρόσφυγες, μά ως μή ἔχοντες στέγης... Και πονέσουμε γι αυτό! Αλλά και για τα πουλιά, τα σπουργίτια, που δεν μπορούν να βρουν τίποτα να φάνε γιατί έχει πολύ χιόνι! Τα βλέπει και λέει: Κύριε, ἄχ αυτά τα πουλάκια... ὑποφέρουν γιατί ἐγώ ὁ ἄνθρωπος φταίω. Ἂν ἐγώ δέν ἁμάρτανα στον παράδεισο, ἡ κτίση δὲν θὰ ὑπέφερε αὐτή τήν ὥρα. Αν λοιπόν υπάρχει αὐτή ἡ κατάσταση μέσα στην κτίση, είναι γιατί ἐγώ ὁ ἄνθρωπος φταίω! (Βλ. Ρωμ. 8, 22: «οἴδαμεν ὅτι πᾶσα ἡ κτίσις συστενάζει και συνωδίνει ἄχρι τοῦ νῦν», καὶ ἱεροῦ Χρυσοστόμου, Εἰς τὴν Προς Ρωμαίους ἐπιστολήν, Ὁμιλία ΙΔ΄, PG 60, 530A: «Τῇ γὰρ ματαιότητα ἡ κτίσις ὑπετάγη, οὐχ ἐκοῦσα, ἀλλὰ διὰ τὸν ὑποτάξαντα. Τί ἐστι, "τῇ ματαιότητι ἡ κτίσις υπετάγη"; Φθαρτὴ γέγονε. Τίνος ένεκεν; καὶ διὰ τί; Διὰ σὲ τὸν ἄνθρωπον.». Ἡ διαταραχή των σχέσεων ανθρώπου καί Θεοῦ ἐξακολουθεῖ νὰ ἐπιφέρει μέχρι και σήμερα την διαταραχή τῶν σχέσεων τοῦ ἀνθρώπου με την κτίση, ἐπειδή, κατά τόν ἅγιο Μάξιμο τόν Ὁμολογητή, ή πτώση ἀποτελεῖ ἕνα συνεχές καί ἐπαναλαμβανόμενο γεγονός μέσα στην ανθρώπινη Ιστορία (Νίκου Ματσούκα, Δογματική και Συμβολική Θεολογία Β΄, ἐκδ Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 2010, σ. 209).)

   Πείτε μου· αὐτά ὅλα δέν εἶναι ἔργα; δέν εἶναι φιλάνθρωπες εκδηλώσεις; Καί ἄν κανείς ακόμη, αν θέλετε, ἀνοίξει τό παράθυρό του και βάλει ψιχουλάκια στό παράθυρο, και περιμένει να έρθουν τα σπουργιτάκια (κυρίως τα σπουργίτια έχουμε τώρα τον χειμώνα· και ἄλλα πουλιά υπάρχουν, αλλά κυρίως αὐτά εἶναι τὰ ἐπικρατέστερα ἐδῶ γύρω στα σπίτια μας) καί ἔρθουν τα πουλάκια να φᾶνε ψιχουλάκια, αυτά δέν εἶναι φιλάνθρωπα αἰσθήματα; (Βλ. Ἰσαάκ Σύρου, Λόγοι Ασκητικοί, ΠΑ΄, ΕΠΕ 8Γ, σ. 174: «Τί ἐστι καρδία ἐλεήμων; Καὶ εἶπε· Καύσις καρδίας ὑπὲρ πάσης τῆς κτίσεως, ὑπὲρ τῶν ἀνθρώπων καὶ τῶν ὀρνέων καὶ τῶν ζῴων καὶ τῶν δαιμόνων, καὶ ὑπὲρ παντὸς κτίσματος, καὶ ἐκ τῆς μνήμης αυτῶν καὶ τῆς θεωρίας αὐτῶν ῥέουσιν οἱ ὀφθαλμοὶ αὐτοῦ δάκρυα».)

   Πιστέψτε με, ἀλήθεια· ὅταν λέμε ἔργα, –γι' αυτό σᾶς εἶπα μερικά παραδείγματα– μή πηγαίνει τό μυαλό σας ὅτι πρέπει κανείς να διαθέσει χρήματα, να κάνει γηροκομεία, βρεφοκομεία, ὀρφανοτροφεῖα καί λοιπά καί λοιπά... ὄχι, ἀγαπητοί μου! ἔργα εἶναι ὁ βίος καί ἡ πολιτεία τοῦ ἀνθρώπου.

   Γνωρίζει λοιπόν ὁ Θεός τά ἔργα τοῦ κάθε ἀνθρώπου καί τῆς Ἐκκλησίας.

   Το δεύτερο τοῦ τριπτύχου αὐτοῦ εἶναι ἡ θλίψη.

   Θλίψη εἶναι ἡ κατάσταση που δημιουργεῖται ἀπό τίς ἀντίξοες καί ἀντίθεες δυνάμεις, ἐξαιτίας τῆς παρουσίας τῶν ἔργων τοῦ Θεοῦ. Αἴτια τῆς θλίψεως εἶναι ὁ φθόνος καί ἡ σφοδρή αντίθεση τοῦ Σατανᾶ.

   Ὅταν ὁ διάβολος καί οἱ ἄνθρωποί του, τά ὄργανα τοῦ Σατανᾶ, δοῦν τά ἔργα τοῦ ἀνθρώπου, τότε φθονοῦν, ἐπιτίθενται, δημιουργοῦν καταστάσεις, προβλήματα. Αὐτή ἡ θλίψη που δημιουργεῖται ἀπό τίς ἐπιθέσεις τοῦ διαβόλου, τῶν φθονερῶν καί ἀπίστων ἀνθρώπων, αὐτή εἶναι ἡ θλίψη πού ἔχει ὁ πιστός.

   Νά τό ξέρετε –το λέγαμε μια περασμένη φορά– (Βλ. Ομιλία 6η.) https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2024/12/blog-post_10.html?m=1 εἶναι ἀδύνατο νά εἶσαι πιστός ἀληθινά, καί νά μήν ἔχεις θλίψη. Ὁ Κύριος τό βεβαίωσε: «ἐν τῷ κόσμῳ θλῖψιν ἕξετε» (Ιωάν. 16, 33), στον κόσμο θά ἔχετε θλίψη. Ὄχι θλίψη πού προέρχεται ἀπ' τίς ἁμαρτίες μου, γιατί αὐτή εἶναι κοσμική θλίψη, οὔτε θλίψη ἀπό μιά ἀποτυχία μου ἤ ἀπό μιά ἀπώλεια, επειδή έχασα μιά δουλειά πού θά ἔβγαζα χρήματα, έχασα χρήματα στον δρόμο, και ἔκλεψαν το σπίτι, ἔπαθα μιά ζημιά, έγινε ένας σεισμός, μια πλημμύρα, καταστράφηκαν τα χωράφια μου, ή παραγωγή μου. Αὐτές οἱ θλίψεις δεν εἶναι κατά Θεόν· εἶναι κατά κόσμον. Αν έχεις μία τέτοια θλίψη, δεν μπαίνεις στη Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ἄν ὅμως ἔχεις θλίψη από τό ἔργο τοῦ Θεοῦ, γιατί ἀκριβῶς ζεῖς κατά Θεόν, και προκαλεῖται ὁ φθόνος, το μίσος, η κακία του Σατανά καί τῶν ἀνθρώπων και σου δημιουργούν καταστάσεις, προβλήματα, τότε είσαι μακάριος. (Βλ. Λουκᾶ, 6, 22-23. Ματθ. 5, 10-12.)

   Αν θέλετε ὅμως νά τό ἐπεκτείνω, καί ὅταν ἀκόμη κανείς ἔχει τίς θλίψεις τις κατά κόσμον, γιατί το νερό τοῦ πῆρε τήν παραγωγή του, γιατί έπεσε το σπίτι του από τόν σεισμό, καί δέν βαρυγκωμάει, δέν πέφτει ανάσκελα να μουντζώνει τον Θεό με τα χέρια καί μέ τά πόδια του (Προσέξτε: εἶναι πραγματικό γεγονός αυτό! Μοῦ τό ἔλεγε ἕνας ἀδελφός, εἶναι παρών. Να φυλάξει ὁ Θεός! Ἅμα τό ἄκουσα, ἀνατρίχιασα!) αὐτό τότε, ενώ εἶναι κοσμική θλίψη, παίρνει διαστάσεις πνευματικές, καί τότε μετράει, βαραίνει στην Αἰωνιότητα. Όπως καί ἡ βλασφημία καί ὁ γογγυσμός, καί αὐτά μετράνε στην Αἰωνιότητα. (Ἔλεγε ὁ ἅγιος Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης: Οἱ ἀσθένειες μᾶς βγάζουν σε καλό ὅταν τίς ὑπομένουμε ἀγόγγυστα καί παρακαλοῦμε τόν Θεό νά μᾶς συγχωρέσει τίς ἁμαρτίες και δοξάζουμε τό ὄνομά Του. Ὁμοίως καί ὁ ἅγιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης ἔλεγε: Είναι μακάριος αὐτός πού βασανίζεται ἐδῶ, γιατί όσο πιο πολύ παιδεύεται σ' αὐτή τή ζωή, τόσο περισσότερο βοηθιέται για την ἄλλη, ἐπειδή ἐξοφλὰ ἁμαρτίες. Οι σταυροί τῶν δοκιμασιῶν εἶναι ἀνώτεροι ἀπό τά "τάλαντα", ἀπό τά χαρίσματα πού μᾶς δίνει ὁ Θεός. Είναι μακάριος ἐκεῖνος πού ἔχει ὄχι ἕναν σταυρό αλλά πέντε. Μιά ταλαιπωρία ἤ ἕνας θάνατος μαρτυρικός εἶναι καί καθαρός μισθός. Γι' αυτό σε κάθε δοκιμασία να λέμε: «Σε ευχαριστῶ, Θεέ μου, γιατί αυτό χρειαζόταν γιά τήν σωτηρία μου!» (Γέροντος Παϊσίου Λόγοι Δ΄, Οἱ δοκιμασίες στη ζωή μας, ἐκδ. Ἱεροῦ Ἡσυχαστηρίου Εὐαγγελιστής Ἰωάννης ὁ Θεολόγος, Σουρωτή Θεσσαλονίκης 2003, σ. 192). Πρβλ. Κολ. 1, 24. Ἰακ. 1, 2. κ.ά.)

   Καί ἐρχόμαστε στο τρίτο του τριπτύχου τῆς πορείας τῆς χριστιανικῆς, πού εἶναι ἡ πτωχεία.

   Σ' αὐτό θά μείνω ἰδιαιτέρως, καί θέλω, παρακαλῶ, πολύ να προσέξετε.

   Τί εἶναι πτωχεία;

   Καταρχάς εἶναι ἡ ὑλική πτωχεία. Νά τό διασαφήσουμε· εἶναι καθαρά ή υλική πτωχεία.

   Είναι χαρακτηριστικό ότι το στοιχεῖο τῆς πτωχείας ἔχει δύο θέσεις στο Εὐαγγέλιο.

   Ἡ πρώτη θέση εἶναι ἡ ἀναζήτηση τῶν πτωχῶν καί ἡ θεραπεία τῆς πτωχείας από τις ανάγκες ἐκείνων πού εἶναι πτωχοί. Μ' ἄλλα λόγια, ἡ πτωχεία εἶναι κάτι κακό, πού πρέπει να θεραπευθεῖ.

   Γράφει ὁ ἅγιος Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος στο 2ο κεφάλαιο τῆς ἐπιστολῆς του: «Ἐὰν δὲ ἀδελφὸς ἢ ἀδελφὴ γυμνοὶ ὑπάρχωσι καὶ λειπόμενοι ὦσι τῆς ἐφημέρου τροφῆς, εἴπῃ δέ τις αὐτοῖς ἐξ ὑμῶν ὑπάγετε ἐν εἰρήνῃ, θερμαίνεσθε καὶ χορτάζεσθε, μὴ δῶτε δὲ αὐτοῖς τὰ ἐπιτήδεια τοῦ σώματος, τί τὸ ὄφελος;» (Ιακ. 2, 15-16.)

   Δηλαδή: Αν κάποιος ἀδελφός ή κάποια ἀδελφή κρυώνουν, δέν ἔχουν ροῦχα να ντυθοῦν, κι ἀκόμη δέν ἔχουν τό καθημερινό φαγητό, στερούνται τῆς ἐφήμερης τροφῆς –δηλαδή τῆς πραγματικά καθημερινῆς τροφῆς· ὄχι για αποθήκευση– καί τούς πεῖ κάποιος από εσάς πηγαίνετε στο καλό, ζεσταθεῖτε καί χορτασθεῖτε, χωρίς να τους δώσετε τα απαραίτητα, τότε ποιό το όφελος; Εἶναι ἐκεῖνο πού λέμε: Σε λυπάμαι, άνθρωπέ μου· τί να σου κάνω; Ε, νά σέ εὐλογεῖ ὁ Θεός! νά σέ ἔχει καλά ὁ Θεός!... Δεν τον κατηγορούμε τον ἄλλο, δέν τόν βρίζουμε, δέν τοῦ λέμε σήκω, φύγε, δέν τοῦ κλείνουμε την πόρτα, μέ τήν ἔννοια ὅτι δέν συμπαθούμε τη φτώχεια του· τοῦ λέμε αυτά τα λόγια συμπαθείας· αλλά δεν τοῦ δίνουμε και τίποτα. Τότε «τί τὸ ὄφελος» ρωτάει ὁ ἅγιος Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος.

   «Θρησκεία καθαρὰ καὶ ἀμίαντος παρὰ τῷ Θεῷ καὶ Πατρὶ αὕτη ἐστίν, ἐπισκέπτεσθαι ὀρφανοὺς καὶ χήρας ἐν τῇ θλίψει αὐτῶν.» (Ιακ. 1, 27.) Θρησκεία καθαρή καί ἀμόλυντη ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί Πατέρα εἶναι αὐτή· να ἐπισκέπτεται κανείς ὀρφανούς καί χήρες στη θλίψη τους. Νά μή λέμε μόνο λόγους συμπαθείας, αλλά να δείχνουμε τήν ἀγάπη μας μέ ἔργα, δηλαδή να φροντίζουμε να καλύπτουμε, να θεραπεύουμε τίς ἀνάγκες πού δημιουργεῖ ἡ πτωχεία.

   Καί τό χαρακτηριστικότερο εἶναι ὅτι τό κριτήριο τῆς εἰσόδου μας στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ ἀγάπη ὑπό τήν μορφή τῆς φιλανθρωπίας.

   Τί θά πεῖ ὁ Κύριος; «Επείνασα, καὶ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα, καὶ ἐποτίσατέ με, ξένος ἤμην, καὶ συνηγάγετέ με, γυμνός, καὶ περιεβάλετέ με» (Ματθ. 25, 35-36.). Αν καί οἱ λόγοι αυτοί τοῦ Κυρίου ἐκφράζουν αὐτήν τήν κατώτατη βαθμίδα ἀγάπης, παρά ταῦτα εἶναι ἔκφραση ἀγάπης, καί ἀποτελοῦν τό κριτήριο τῆς Κρίσεως στήν ἔσχατη ἡμέρα.

   Συνεπῶς, τό συμπέρασμα εἶναι ὅτι ὀφείλουμε να θεραπεύουμε το κακό τῆς πτωχείας, γιατί ἡ πτωχεία καθεαυτή εἶναι κάτι κακό. Ακούσατε τί εἶπα; Ἡ πτωχεία καθεαυτή, δηλαδή από μόνη της εξεταζόμενη, εἶναι κάτι κακό! Είναι σωματικό κακό, καί εἶναι ἀποτέλεσμα τοῦ ἠθικοῦ κακοῦ. Εἶναι αὐτό πού σᾶς εἶπα προηγουμένως· τα πουλάκια ὑποφέρουν γιατί ἐγώ εἶμαι ὁ αἴτιος πού μπήκε μέσα στην κτίση ὁ θάνατος και ἡ φθορά, δηλαδή τό ηθικό κακό, ἡ ἀπομάκρυνση του ἀνθρώπου ἀπό τόν Θεό, μέ τόν Αδάμ καί τήν Εὔα, καί στη συνέχεια μέ τίς προσωπικές ἁμαρτίες τῶν ἀπογόνων τοῦ Ἀδάμ. (Βλ. Ἰσαάκ Σύρου, Λόγοι Ασκητικοί, ΠΑ΄, ΕΠΕ 8Γ, σ. 174: «Τί ἐστι καρδία ἐλεήμων; Καὶ εἶπε· Καύσις καρδίας ὑπὲρ πάσης τῆς κτίσεως, ὑπὲρ τῶν ἀνθρώπων καὶ τῶν ὀρνέων καὶ τῶν ζῴων καὶ τῶν δαιμόνων, καὶ ὑπὲρ παντὸς κτίσματος, καὶ ἐκ τῆς μνήμης αυτῶν καὶ τῆς θεωρίας αὐτῶν ῥέουσιν οἱ ὀφθαλμοὶ αὐτοῦ δάκρυα».)

   Ὅπως βλέπουμε, ἡ ἀνομβρία, ἡ ἀκαρπία τῆς γῆς, ὅλα αὐτά, δέν εἶναι παρά μία κατάσταση κατάρας· ἐνῶ ἀντιθέτως, ἡ εὐκαρπία τῆς γῆς εἶναι μία ευλογία.

   Αὐτή ἡ ἀκαρπία τῆς γῆς εἶναι καί ἡ αἰτία τῆς πτωχείας. Λέμε: Φέτος δέν ἔχει σιτάρι. Φέτος δέν ἔχει λάδι. Καί δυστυχῶς, ὅταν δέν εἶναι κάτι περιορισμένο (στήν Ἑλλάδα ἄς ποῦμε, πού δέν μπορεῖ νά προκληθεῖ πεῖνα εἰδικά ἅμα ἔχουμε μία καταστροφή σέ ἕνα μόνο διαμέρισμα, στη Θεσσαλία για παράδειγμα), ἀλλά εἶναι κάτι γενικευμένο, σε ολόκληρη ἤπειρο, καί ἔχουμε τό φαινόμενο τῆς ξηρασίας ἐπάνω στον πλανήτη μας, τότε ἡ πεῖνα εἶναι παγκόσμια καί εἶναι πολύ σοβαρή. Τότε τί κάνουμε; ευχόμαστε στόν Θεό νά ἄρει, νά σηκώσει αὐτήν τήν ἀκαρπία, αὐτήν τήν κατάρα, τήν ἀνομβρία καί λοιπά.

   Στη θεία Λειτουργία, όπως και στο μυστήριο του Γάμου, τί εὐχόμαστε; Ὑπὲρ εὐφορίας των καρπών της γῆς, εὐχόμαστε γιά τούς ευκράτους καιρούς. Και στο μυστήριο τοῦ Γάμου ευχόμαστε ὑπέρ ἐμπλησμοῦ τῶν ταμείων αὐτῶν παντός αγαθού. (Βλ. Μικρόν Ευχολόγιον, ἐκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, 1984, σσ. 99-100: «Ὁ Θεὸς ὁ ἄχραντος... ἔμπλησον τοὺς οἴκους αὐτῶν σίτου, οἴνου καὶ ἐλέου καὶ πάσης ἀγαθωσύνης, ἵνα μεταδιδῶσι καὶ τοῖς χρείαν ἔχουσι», ὅπως καί σσ. 111-112: «Ὁ Πατήρ, ὁ Υἱὸς καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ... ἐμπλήσαι ὑμᾶς πάντων τῶν ἐπὶ γῆς ἀγαθῶν». Ἐπίσης βλ. π. Αθανασίου Μυτιληναίου, Το μυστήριο τοῦ Γάμου, Ὁμιλία 5η, ἐκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Κομνηνείου, Στόμιον Λαρίσης 2011.)

https://youtu.be/YQRsqrUeghQ?si=AKddWIV-A8du9UyE 
Δηλαδή ευχόμαστε οἱ νεόνυμφοι νά ἔχουν κελάρι γεμάτο από κάθε αγαθό. Καί τό ευχόμαστε αὐτό ἐπισήμως, τό παρακαλούμε! Δέν εἶναι μία εὐχή απλή· είναι προσευχή! Παρακαλούμε τόν Θεό νά ἔχει γεμάτο το κελάρι τῶν νεονύμφων, νά μήν τούς λείψει τίποτα!

   Ὥστε βλέπουμε, ἀγαπητοί μου, ὅτι τό θέμα τῆς πτωχείας εἶναι σοβαρό θέμα· γι' αυτό παρακαλούμε τόν Θεό νά μήν ὑπάρχει. Ἐξ ἄλλου ἡ πεῖνα εἶναι μία πληγή. Νά μήν ἀνατρέχω στην Αγία Γραφή νά σᾶς ἀναφέρω γι' αὐτήν τήν πληγή· σᾶς ἀναφέρω μόνο, με τήν εὐκαιρία πού ἔχουμε το βιβλίο τῆς Ἀποκαλύψεως, τήν τέταρτη σφραγίδα.

   Θά δοῦμε στο 6ο κεφάλαιο, στίχο 8, (εἶναι ἀρκετά πιό κάτω) ὅτι ὅταν ἀνοίχθηκε αὐτή ἡ σφραγίδα, ἔπεσε πεῖνα. Ακούστε το: «Καὶ ἐδόθη αὐτοῖς ἐξουσία ἐπὶ τὸ τέταρτον τῆς γῆς, ἀποκτεῖναι ἐν ῥομφαίᾳ καὶ ἐν λιμῷ καὶ ἐν θανάτῳ καὶ ὑπὸ τῶν θηρίων τῆς γῆς». Ἀκούσατε; Δόθηκε ἐξουσία, λέει, να θανατωθεῖ τό ἕνα τέταρτο τῆς γῆς!

   Τον καιρό πού γραφόταν το βιβλίο τῆς Ἀποκαλύψεως, ἀγαπητοί μου, καί τά πολεμικά μέσα ἦταν ἡ σφενδόνα καί τό τόξο καί τό ἀκόντιο, ἦταν ἀδιανόητο να σκεφθεῖ κανείς ὅτι θά μπορούσε ποτέ να θανατωθεί τό τέταρτο τῆς γῆς. Σήμερα, μέ τά ὅπλα που διαθέτουμε, ὄχι μόνο τό ἕνα τέταρτο, αλλά ολόκληρος ὁ πληθυσμός τῆς γῆς, καί τῶν πέντε ἠπείρων, μπορεῖ νά ἐξαφανιστεῖ ἀπό προσώπου τῆς γῆς!

   Το λέω αυτό γιατί τον καιρό πού γραφόταν τό βιβλίο θά ἔλεγε κανείς ὅτι εἶναι ὑπερβολικό, απίθανο. Το τέταρτο τῆς γῆς; Ναί, τό τέταρτο τῆς γῆς... καί λίγο εἶναι! Ἀπό τά πέντε δισεκατομμύρια πού φθάσαμε –τέσσερα μέ πέντε δισεκατομμύρια, κάπου ἐκεῖ– νά πεθάνει τό ἕνα δισεκατομμύριο τῶν ἀνθρώπων! Από τί; Από τήν ρομφαία, πού σημαίνει πολεμικές καταστάσεις, ἀπό τόν λιμόν, πού σημαίνει πεῖνα, καί ἀπό τά θηρία τῆς γῆς.

   Ὅταν φθάσουμε ἐκεῖ, θά σᾶς πῶ τί εἶναι αὐτά τά θηρία τῆς γῆς. Τώρα μόνο, ἔτσι, παρεμπιπτόντως, σᾶς λέω ὅτι θηρία τῆς γῆς δέν εἶναι μόνο τα λιοντάρια... θηρίον, ἀγαπητοί μου, εἶναι καί τό μικρόβιο! Σας φαίνεται παράξενο; ἐπειδή δέν φαίνεται; Σᾶς βεβαιώνω ὅτι τό θηρίον πού λέγεται μικρόβιο εἶναι πολύ πιό φοβερό ἀπό τό θηρίο που λέγεται λιοντάρι!

   Ἀλλά ἄς εἶναι ὅμως· τό θέμα εἶναι ὅτι θά πεθάνουν ἄνθρωποι ἀπό τήν πείνα. Κι αυτό εἶναι μία πληγή, μία ἀπό τίς ἑπτά πληγές πού θα δοθοῦν. (Οἱ ἑπτά πληγές τῶν ἐσχάτων, γιά τίς ὁποῖες μᾶς πληροφορεῖ ἡ Ἀποκάλυψη, περιγράφονται μέ τρεῖς ἑπτάδες: τίς ἑπτά σφραγίδες (Αποκ. 6, 1-17. 8, 1-5), τίς ἑπτά σάλπιγγες (Αποκ. 8, 6-21. 11, 15-19) καί τίς ἑπτά φιάλες (Αποκ. 16, 1-21). Αυτές οι πληγές γίνονται προοδευτικά χειρότερες και καταστρεπτικότερες καθώς πλησιάζουμε στη Β΄ Παρουσία τοῦ Χριστοῦ. Οἱ τρεῖς ἑπτάδες πληγῶν χρονικά ἐκδηλώνονται παραλλήλως, καί ὄχι ἀλληλοδιαδόχως, ἔτσι ὥστε νά μιλᾶμε γιά ἑπτά, καί ὄχι γιά εἴκοσι μία πληγές.)

   Αναφέρω ἀκόμη καί ὅτι ἕνα ἀπό τά θαύματα του Κυρίου μας είναι ο χορτασμός των πεντακισχιλίων στήν ἔρημο. Ὁ Εὐαγγελιστής γράφει ἐκεῖ ὅτι «ἔφαγον πάντες καὶ ἐχορτάσθησαν καὶ ἦραν –καί σήκωσαν– τὸ περισσεύον τῶν κλασμάτων, δώδεκα κοφίνους πλήρεις» (Ματθ. 14, 20.). Αυτό δείχνει ὅτι ὑπάρχει ἐδῶ μία αφθονία. Τί εἶπε ὁ Κύριος; Δέν θέλω νά ἀποκάμουν στον δρόμο από τήν πεῖνα· δῶστε τους να φάνε οἱ ἄνθρωποι. (Ματθ. 15, 32.)

   Ἡ πτωχεία λοιπόν, ἐπαναλαμβάνω, ἀγαπητοί μου, εἶναι κάτι κακό, πού ὁ ἀληθινός Χριστιανός, ἀντιλαμβανόμενος ἀκριβῶς αὐτό τό κακό, ἔρχεται νά τό ἀπομακρύνει ἀπό τούς ἀδελφούς πού τό ὑφίστανται. Ναί. Όταν βλέπεις τόν ἄλλο καί εἶναι πτωχός, ὀφείλεις να τόν βοηθήσεις. Δεν πρέπει νά εἶναι πτωχός ὁ ἄλλος· τουλάχιστον να μήν πεινᾶ καί νά μήν κρυώνει.

   Ὑπάρχει ὅμως καί ἡ ἄλλη θέση στο θέμα τῆς πτωχείας μέσα στό Εὐαγγέλιο. Ἐνῶ προηγουμένως σᾶς εἶπα ὅτι ἡ πτωχεία θεωρεῖται ὡς κάτι κακό, τώρα στην ἄλλη θέση, τη δεύτερη, θεωρεῖται σαν κάτι ἀγαθό! καί ὄχι μόνο ἁπλῶς ἀγαθό, ἀλλά καί ἐπιζητητέο ἀγαθό! Ὁ πρῶτος ἐξ ἄλλου κρίκος τῶν μακαρισμῶν εἶναι ὁ μακαρισμός τῶν πτωχῶν: «Μακάριοι οἱ πτωχοὶ τῷ πνεύματι, ὅτι αὐτῶν ἐστιν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.» (Ματθ. 5, 3. Βλ. π. Αθανασίου Μυτιληναίου, Οἱ Μακαρισμοί, ἐκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Κομνηνείου, Στόμιον Λαρίσης 2013.) https://aspalathos21.blogspot.com/2024/12/blog-post_18.html?m=1. Εὐτυχισμένοι αὐτοί πού εἶναι πτωχοί μέ τήν ἴδια τους τή θέληση, γιατί σ' αυτούς ἀνήκει ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.

   Δέν πρόκειται, ἀγαπητοί μου, γιά τούς ταπεινόφρονες. Μπορεῖ νά τό ἑρμηνεύσουμε καί ἔτσι, δηλαδή για τους ταπεινόφρονες, ἀλλά δέν πρόκειται γι' αὐτούς καί θά σᾶς τό ἀποδείξω ἀμέσως.

   Μπορεῖ νά μοῦ ἀντιτάξετε ὅτι ὑπάρχουν γνώμες Πατέρων πού ἔχουν κάνει ὁμιλίες πάνω στον πρῶτο μακαρισμό μέ βάση τήν ταπεινοφροσύνη, καί τό δέχομαι· ἀλλά θά μποροῦσα νά σᾶς πῶ κι ἐγώ Πατέρες που ἔχουν κάνει ἐργασίες καί ὁμιλίες εκλαμβάνοντας τήν πτωχεία ὡς ἔχει, καί ὄχι ὡς ταπεινοφροσύνη. Δέν πειράζει ἄν κανείς μπορεῖ νά τό πάρει καί μεταφορικά· θά σᾶς δείξω ὅμως ὅτι δέν πρόκειται περί τῆς ταπεινοφροσύνης, αλλά περί τῆς πτωχείας, καί ὅτι μακαρίζεται πραγματικά ή πτωχεία.

   Αὐτό φαίνεται καί ἀπό τή σύνταξη τῆς προτάσεως: Εὐτυχεῖς οἱ πτωχοί μέ τήν ἴδια τους τήν προαίρεση, γιατί δική τους εἶναι ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. «Οἱ πτωχοὶ τῷ πνεύματι», οἱ πτωχοί μέ τό δικό τους πνεύμα, δηλαδή μέ τήν δική τους προαίρεση. Αὐτό τό «τῷ πνεύματι» εἶναι Δοτική του τρόπου.

   Καί τό ὅτι πρόκειται ὄχι περί ταπεινοφρόνων αλλά περί πτωχῶν –περί ἑκουσίως πτωχῶν, θεληματικά πτωχῶν, γιατί αὐτοί μακαρίζονται– φαίνεται καθαρότατα ἀπό ἐκεῖνο πού εἶπε ὁ Κύριος στόν πλούσιο νεανίσκο: «πάντα ὅσα ἔχεις πώλησον καὶ διάδος πτωχοῖς, καὶ δεῦρο ἀκολούθει μοι» (Λουκά 18, 22. Μάρκ. 10, 21.). Δηλαδή, μην είσαι πλούσιος· γίνε πτωχός· δῶσε τά υπάρχοντά σου στους πτωχούς. Οπότε βλέπουμε καθαρά ὅτι πρόκειται περί ἑκούσιας, θεληματικῆς πτωχείας.

   Αλλά τό σπουδαῖο εἶναι ὅτι τό Κατά Λουκᾶν εὐαγγέλιο, ὅταν ἀναγράφει τους μακαρισμούς, τούς ἀναγράφει χωρίς να λέει «οἱ πτωχοὶ τῷ πνεύματι»· ἁπλῶς «Οἱ πτωχοί». Καί τό σπουδαιότατο εἶναι ὅτι τούς ἀναγράφει κατά θετικό καί ἀρνητικό τρόπο.

   Γράφει στο Κατά Λουκᾶν: «μακάριοι οἱ πτωχοί (δέν λέει «τῷ πνεύματι»), ὅτι ὑμετέρα ἐστὶν ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ» (Λουκᾶ 6, 20-25.). Αὐτό θετικῶς. Καί ἀρνητικῶς: «πλὴν οὐαὶ ὑμῖν τοῖς πλουσίοις, ὅτι ἀπέχετε την παράκλησιν ύμῶν» (Λουκά 6, 24.), δηλαδή αλλοίμονο σ' ἐσᾶς τοὺς πλουσίους, γιατί ἀπέχετε (ἀπέχω σημαίνει ἔχω πάρει· ἀπό καί ἔχω· δέν σημαίνει εἶμαι μακριά) γιατί ἔχετε ἤδη τήν παρηγορία σας στή ζέστη σας, τό φαγάκι σας, τα καλά σας τα ρούχα, τό αὐτοκίνητό σας, τό καλό σας το σπίτι.. Πήρατε τήν παρηγορία σας.

   Θυμηθεῖτε καί τήν παραβολή τοῦ πλουσίου καί τοῦ Λαζάρου. (Λουκά 16, 20-31.) Ἐσύ, λέει ὁ Ἀβραάμ στον πλούσιο, ἀπέλαβες τά ἀγαθά σου· ὁ πτωχός Λάζαρος ὄχι. Ἄλλο ὅτι ὁ Λάζαρος ἦταν –προσέξτε– ἀκούσια πτωχός, καί τοῦτο γιά νά δομηθεῖ ἡ παραβολή, γιά νά δοθεῖ ἡ εὐκαιρία στον πλούσιο να δώσει ἐλεημοσύνη. Διότι, ἐάν ὑποτεθεῖ ὅτι ὁ Λάζαρος ἦταν ἑκούσια πτωχός, θά τοῦ ἔλεγε: Δέν θέλω να μου δώσεις τίποτα, πλούσιε. Κι έγώ πλούσιος ἤμουν, αλλά τά ἄφησα τα πλούτη μου. Ὅμως παίρνει πνευματικές διαστάσεις ἡ πτωχεία τοῦ πτωχοῦ Λαζάρου ἐπειδή δέν γογγύζει.

   Ακόμη λέει: «οὐαὶ ὑμῖν οἱ ἐμπεπλησμένοι, ὅτι πεινάσετε», (Λουκά 6, 25.) δηλαδή αλλοίμονο σ' ἐσᾶς πού τώρα εἶστε χορτάτοι, γιατί θά πεινάσετε. Ὅπως ἀντιλαμβάνεστε, ἀγαπητοί μου, «ἐμπεπλησμένοι» ὄχι ἀπό δικαιοσύνη! γιατί λέει στο Κατά Ματθαῖον «μακάριοι οἱ πεινῶντες καὶ διψῶντες τὴν δικαιοσύνην» (Ματθ. 5, 6.). Τί θά ἔλεγε λοιπόν ἐδῶ ὁ Κύριος; ἀλλοίμονο σ' ἐσᾶς πού εἶστε χορτάτοι ἀπό δικαιοσύνη; Μά πῶς εἶναι δυνατόν;

   Πρόκειται λοιπόν γι' αὐτό ἀκριβῶς πού λέει: Εὐτυχισμένος ὁ θεληματικά πτωχός. Δυστυχής, καί ἀλλοίμονό του, ἐκεῖνος πού εἶναι πλούσιος, καί δέν λογαριάζει καθόλου ἄν γύρω του ὑπάρχει ἡ πτωχεία.

   Ἔτσι, ἐπί παραδείγματι, βλέπουμε τούς Αποστόλους να κινοῦνται στον κόσμο ὡς πτωχοί.

   Μᾶς λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στή Β΄ Προς Κορινθίους ἐπιστολή του: «ὡς πτωχοὶ –ἐμεῖς, οἱ Ἀπόστολοι– πολλοὺς δὲ πλουτίζοντες –πνευματικά ἐννοεῖται– ὡς μηδὲν ἔχοντες καὶ πάντα κατέχοντες» (Β' Κορ. 6, 10.), σάν νά μήν ἔχουμε τίποτε, ἀλλά ὅλα νά τά κατέχουμε. Γιατί; Διότι κατέχουμε ἐσᾶς. Καί ἄν ἔχουμε ἐσᾶς, τότε ἔχουμε καί το πορτοφόλι σας· ἄλλο τώρα βέβαια ότι φερόμαστε καί κινούμαστε στον κόσμο ως πτωχοί.

   Αλλά ἐδῶ, ἀπό ὅσα εἴπαμε παραπάνω για την πτωχεία, πρέπει να τονίσουμε πάλι δύο βασικές της στοιχεῖα.

   Τό πρῶτο εἶναι –καί ὑπογραμμίζω– το ἑκούσιον τῆς πτωχείας, τό θεληματικό να μπορώ δηλαδή να μην εἶμαι φτωχός, καί νά θέλω να είμαι φτωχός! Προσέξτε: ὄχι ἀπό κακοκεφαλιά ὄχι ἐπειδή τα ξοδεύω ὅλα στο κρασί και στις ταβέρνες· αὐτό εἶναι ἀσωτεία! αλλά για λογαριασμό τοῦ Εὐαγγελίου, να μείνω πτωχός για τη Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.

   Τό δεύτερο εἶναι ἡ ἐν Χριστῷ πτωχεία. Προσέξτε παρακαλῶ: ἡ ἐν Χριστῷ πτωχεία! ἡ πτωχεία για χάρη τοῦ Χριστοῦ, γιά χάρη τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Πτωχεία μή θεληματική, ἀκούσια, είναι κάτι κακό, καί μάλιστα βάρος δυσβάστακτο. Πτωχεία θεληματική, όχι ὅμως ἐν Χριστῷ, είναι μία πτωχεία χωρίς νόημα και σκοπό· ἄν τό θέλετε, εἶναι καί ἕνα καπρίτσιο· μπορεί νά εἶναι καί ἀπό μία φιλοσοφική διάθεση. Ἡ ἐν Χριστῷ ὅμως ἑκούσια πτωχεία εἶναι αὐτή πού ἔχει βάθος καί ἀληθινό νόημα, μέ αἰώνιες διαστάσεις.

   Ὑπογραμμίζω καί ἐπαναλαμβάνω: ἐκούσια ἐν Χριστῷ πτωχεία! Διότι μπορεῖ νά ἔχω ἑκούσια πτωχεία, ἀλλά ὄχι ἐν Χριστῷ. Πρέπει νά εἶναι ἑκούσια, θεληματική, ἀλλά καί ἐν Χριστῷ πτωχεία.

   Αὐτή ἡ ἐν Χριστῷ θεληματική πτωχεία, αγαπητοί μου, στήν ὁποία καί θέλω να μείνω, ἔχει μία θεολογική διάσταση. Προσέξτε τί εἶπα: Ἡ ἐν Χριστῷ θεληματικήνπτωχεία ἔχει θεολογική διάσταση! Καί αὐτή ἡ θεολογική διάσταση ὑπάρχει γιά τούς ἑξῆς λόγους:

   Πρῶτον· ἀπαλλάσσει τήν ψυχή ἀπό τόν υλικό φόρτο τοῦ πλούτου, δίνοντάς της φτερά για πνευματικά φτερουγίσματα.

   Οἱ Πατέρες τόνιζαν καί ὑπερτόνιζαν: Εἰσροὴ αἵματος ἐκροὴν Πνεύματος ἀπεργάζεται! (Ὁ ἅγιος Πέτρος ὁ Δαμασκηνός, στη Φιλοκαλία τῶν ἱερῶν νηπτικών (ΕΠΕ 17, 426), γράφει τά ἑξῆς: «Οἱ γὰρ Προφῆται, Απόστολοι καὶ Μάρτυρες οὐκ ἔμαθον τὴν θεογνωσίαν καὶ τὴν σοφίαν ἐξ ἀκοῆς ὡς ἡμεῖς, ἀλλ᾽ αἵματα ἔδωκαν καὶ ἔλαβον πνεῦμα, κατὰ τὸ λεγόμενον ὑπὸ τῶν Γερόντων· "δὸς αἷμα καὶ λάβε Πνεῦμα". Διὰ τοῦτο καὶ οἱ Πατέρες, ἀντὶ μαρτυρίου αἰσθητοῦ, κατὰ συνείδησιν ἐμαρτύρησαν, ἔχοντες ἀντὶ θανάτου σωματικοῦ τὸν κατὰ προαίρεσιν, ἵνα νικήσῃ ὁ νοῦς τὰ σαρκικὰ θελήματα καὶ βασιλεύῃ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν, ᾧ ἡ δόξα καὶ τὸ κράττος, ἡ τιμὴ καὶ ἡ προσκύνησις νῦν τε καὶ ἀεί. Ἀμήν· εἰς τοὺς αἰῶνας». Βλ. Το Μέγα Γεροντικόν, τόμ. Δ΄, κεφ. ΚΑ', 48, ἐκδ. Ἱεροῦ Ἡσυχαστηρίου Το Γενέσιον τῆς Θεοτόκου, Πανόραμα 1999, σ. 532: «Εἶπεν ὁ ἀββᾶς Λογγῖνος τῷ ἀββᾶ Ἀκακίῳ: Ἡ γυνὴ τότε γινώσκει ότι συνέλαβεν, ὅταν σταλῇ τὸ αἷμα αὐτῆς·· οὕτως οὖν καὶ ἡ ψυχή, τότε γινώσκει ότι συνέλαβε Πνεῦμα Ἅγιον, ὅταν σταλῇ τὰ ῥέοντα ἀπ' αὐτῆς κάτωθεν πάθη. ... Δὸς αἷμα καὶ λάβε Πνεύμα». Πρβλ. Ψαλμ. 125, 5.) Βάζεις αἷμα, βγάζεις Πνεῦμα. Βγάζεις αἷμα, βάζεις Πνεῦμα. Εἶναι ποσά ἀντιστρόφως ανάλογα. Δηλαδή, ὅσο παίρνεις χρήματα και γίνεσαι πλούσιος, τόσο ἀφαιρεῖται ἡ πνευματικότητά σου. Πλούσιος και πνευματικός ἄνθρωπος, κατά τόν λόγο τοῦ Κυρίου, εἶναι ἀδύνατο να συμβιβαστοῦν· τόσο ἀδύνατο, ὅπως τό νά περάσει από τήν τρύπα τῆς βελόνας ἕνα χοντρό παλαμάρι –κάμηλος λέγεται– ἤ, ἄν θέλετε, τό ζῶο κάμηλος να περάσει μέσα ἀπό τήν τρύπα τῆς βελόνας! (Βλ. Ματθ. 19, 23-24.)

   Βέβαια, θά μοῦ πεῖτε: Δηλαδή; Αποκλείονται οἱ πλούσιοι ἀπό τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ;

   Ἀσφαλῶς ὑπάρχει και η περίπτωση εκείνη για την ὁποία ὁ Κύριος εἶπε «τὰ ἀδύνατα παρὰ ἀνθρώποις δυνατὰ παρὰ τῷ Θεῷ ἐστιν» (Λουκά 18, 27.). Ὑπάρχουν πλούσιοι δηλαδή πού θά μπουν στη Βασιλεία τοῦ Θεοῦ –ὅπως μπήκε κι ὁ Ἀβραάμ– αλλά είναι λίγοι πολύ λίγοι. Ὁ πλούτος εἶναι πολύ επικίνδυνο πράγμα. Μόνο ἐκεῖνος πού μπορεσε να κατανοήσει τα πράγματα όπως τα αποκαλύπτει τό Εὐαγγέλιο, μόνον αὐτός, ἔστω κι ἂν εἶναι πλούσιος, μπορεῖ νά σωθεῖ.

   Δεύτερον· ἡ πνευματική εκούσια πτωχεία, δηλαδή ἡ πτωχεία ἡ ἐν Χριστῷ, μυεί στην πνευματική ζωή, και εἶναι ἕνα θαυμάσιο καί ἄριστο ἐργαλεῖο, ἀλλά καί ἄναντικατάστατο.

   Μιά θαυμάσια εἰκόνα αὐτῆς τῆς πτωχείας μᾶς δίνει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Λέει: «Ἐγὼ γὰρ ἔμαθον ἐν οἷς εἰμι αὐτάρκης είναι». Αὐτό τό λέει στους Φιλιππησίους, γράφοντας μιά ἀθάνατη σελίδα, ὁ ἀθάνατος Παῦλος! Αθάνατη σελίδα, ἀγαπητοί μου! Εγώ ἔμαθα νά εἶμαι αὐτάρκης.

   Στη φυλακή ήταν... στη Ρώμη φυλακισμένος! Δεν μποροῦσε νά δουλέψει καί νά βγάλει τό ψωμί του· γιατί δουλεύοντας ἔβγαζε τό ψωμί του. (Βλ. Πράξ. 20, 34. Α' Κορ. 4, 12. κ.ά.) Τοῦ ἔστειλαν οἱ Φιλιππήσιοι χρήματα, καί ἐκεῖνος τούς γράφει: Τί μοῦ στείλατε; Καλά κάνατε και στείλατε, γιατί αυτό δείχνει τόν καρπό τῆς πνευματικῆς σας ζωῆς· ἀλλά γιατί μοῦ στείλατε; Γιατί ἐγώ ἔμαθα να μένω αὐτάρκης με ἐκεῖνα πού ἔχω. Αὐτάρκης! Το μεγάλο κεφάλαιο του ἀνθρώπου, ἡ αὐτάρκεια!

   «Οἶδα καὶ ταπεινοῦσθαι, οἶδα καὶ περισσεύειν»· ἔχω μάθει καλά τό μάθημα, καί νά μήν ἔχω, καί νά ἔχω· «ἐν παντὶ καὶ ἐν πᾶσι μεμύημαι», σε κάθε τί, μέ κάθε τρόπο, ἔχω μυηθεῖ, «καὶ χορτάζεσθαι καὶ πεινᾶν», ἔμαθα καί νά χορταίνω, ἔμαθα καί νά πεινάω· δηλαδή, ὅταν χορταίνω, νά μή γίνομαι ζῶο... καί ὅταν πεινάω, νά μή βλασφημῶ τόν Θεό! «καὶ περισσεύειν καὶ ὕστερεῖσθαι»· ἔμαθα τό μάθημα καί νά τά ἔχω περίσσια, νά εἶμαι πλούσιος, χωρίς να κολλάω σ' αυτά, αλλά και νά ὑστεροῦμαι, χωρίς νά λέω τί θά ἀπογίνω;... σάν νά πέθανε ὁ Θεός!

   «Ἀπέχω δὲ πάντα καὶ περισσεύω.» (Φιλιπ. 4, 11-12 18.) Εἴδατε κι ἐδῶ τό ἀπέχω; σημαίνει ἔχω ἀπ' ὅλα. Ἔτσι γράφει στους Φιλιππησίους· ἔχω ἀπ' ὅλα καί ὄχι μόνο ἔχω ἀπ' ὅλα, ἀλλά ἔχω καί περίσσευμα!

   Ὤ, ἅγιε Παῦλε, στή φυλακή εἶσαι· τρία χρόνια στη φυλακή! δυό χρόνια στην Καισάρεια κι ἕναν χρόνο στη Ρώμη· τί ἔχεις καί σου περισσεύει;

   «Απέχω πάντα καὶ περισσεύω»! Δέν λέει ψέματα ὁ Παῦλος.

   Εἴδατε λοιπόν, παρακαλῶ, πως φτιάχνεται ὁ ἄνθρωπος; πῶς σμιλεύεται;

   Μεγαλώστε τα παιδάκια σας μέ τίς... τσικολάτες (νά τό πῶ ἔτσι), καί νά δεῖτε, ἅμα πιάσει καμμιά πεῖνα, τί θά ἀπογίνουν τα παιδάκια σας... Μεγαλῶστε τά παιδάκια σας πλούσια, μέ τά φρέσκα βούτυρα καί τά φρέσκα αυγουλάκια, καί νά δεῖτε... Ὄχι, ἀγαπητοί μου! Μάθετε τα παιδιά σας τή νηστεία να μαθαίνουν, ἔστω μέ τόν τεχνητό αυτόν τρόπο, την κακοπάθεια, για να μποροῦν νά ἀντέξουν στις δύσκολες ημέρες της ζωής τους, γιά νά μποροῦν νά λένε με τον απόστολο Παύλο «οἶδα καὶ περισσεύειν, οἶδα καὶ ὑστερεῖσθαι,

   Τρίτον· ἡ ἐν Χριστῷ πτωχεία εξασφαλίζει ανά πᾶσα στιγμή στον πιστό την πίστη στην εξάρτηση του Θεου, στήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Με τον τρόπο αυτόν θανατώνεται ἡ αὐτοπεποίθηση καί ἡ αυτοασφάλιση, ἐκεῖνο το Ἔχω πολλά τί μέ νοιάζει;... Εγώ νά 'μαι καλά, τό κελάρι μου καί τό πορτοφόλι μου!

   Αὐτή ἡ αὐτοπεποίθηση καί ἡ αὐτοασφάλιση, αγαπητοί μου, εἶναι εἰδωλολατρία. Προσέξτε το. Φυσικά, ὅταν λέμε αὐτοασφάλιση, δέν σημαίνει ἡ ἀσφάλιση στό Ι.Κ.Α. ή στα διάφορα Ασφαλιστικά Ταμεία. Αὐτά δέν ἔχουν καμμία σχέση μ' αὐτό πού ἐδῶ τώρα λέμε. Αυτά ἁπλῶς θεραπεύουν τό πρῶτο εἶδος τῆς πτωχείας, νά μήν ὑπάρχουν φτωχοί, νά μήν ὑπάρχουν δυστυχισμένοι. Ἐδῶ ἀναφερόμαστε στο κόλλημα σ' αὐτά τά πράγματα. Εγώ ἔχω τά πάντα· ἔχω τήν ασφάλειά μου, ἔχω καταθέσεις, ἔχω ἐπενδύσεις... Τί ἔχω να φοβηθώ;

   Φοβερό πράγμα, ἀγαπητοί μου, αὐτή ἡ αὐτοασφάλιση! Ἡ ἐξάρτησή μας νά εἶναι ἀποκλειστικά από τον Θεό. (Ὁ ἅγιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης ἔλεγε σε κάποιον πού ἔνιωθε ἀνασφάλεια: Ασφαλίσου, βρέ παιδάκι μου, στον Θεό. Μόνον τήν ἀσφάλεια τοῦ αὐτοκινήτου ξέρεις; Τὴν ἀσφάλεια τοῦ Θεοῦ δὲν τήν ξέρεις; Κάνε τόν σταυρό σου, καί, πρίν κάνης οτιδήποτε, πές «Χριστέ μου, Παναγία μου, βοήθησέ με!». Ὑπάρχει μεγαλύτερη ἀσφάλεια ἀπό τήν ἐμπιστοσύνη στον Θεό; Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἐμπιστεύεται τόν ἑαυτό του στον Θεό, δέχεται συνέχεια ἀπό τόν Θεό βενζίνη "σούπερ", καί τό πνευματικό του όχημα δεν σταματάει ποτέ· τρέχει συνέχεια. Ὅσο μπορεῖς, να προσέχης, να προσεύχεσαι καί νά ἐμπιστεύεσαι στον Θεό, καί Ἐκεῖνος θα σε βοηθήση σε κάθε σου δυσκολία. Απλοποίησε τήν ζωή σου μέ τήν ἀπόλυτη εμπιστοσύνη στον Θεό, γιά νά ἐλευθερωθῆς ἀπό τό ἄγχος καί τήν ἀγωνία. (Πνευματική αφύπνιση, Λόγοι Β΄, Ἱερόν Ἡσυχαστ. Ευαγ. Ἰωάννης ὁ Θεολόγος, Σουρωτή 1999). Γιά τόν σοφό γέροντα Ἐπιφάνιο Θεοδωρόπουλο ή λειτουργική προτροπή τῆς Ἐκκλησίας μας «ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους καὶ πᾶσαν τὴν ζωὴν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα» ἀποτελοῦσε τήν "υπερτάτη φιλοσοφία" (Βλ. Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα, Καθοδηγώντας τόν λαό τοῦ Θεοῦ, ἐκδ. Ἱερ. Ἡσυχαστηρίου Κεχαριτωμένης Θεοτόκου Τροιζήνος, 2003)

   Ὁ ἄνθρωπος πού εἶναι φτωχός θεληματικά, αναγκαστικά τρόπον τινά, ἐξαρτᾶ πλέον τόν ἑαυτό του από τόν Θεό. Ξέρετε τί λέει ὅταν βρίσκεται σε μία δύσκολη στιγμή; Δέν πέθανε ὁ Θεός! Ὁ ἄλλος μέ τήν αὐτοασφάλιση ξέρετε τί λέει; Και να πεθάνει ὁ Θεός, τί μέ νοιάζει; Γιατί; Στηρίζεται στόν ἑαυτό του.

   Τέταρτον· ἡ ἐλπίδα τοῦ πιστοῦ ἀκόμη ἐναποτίθεται στόν οὐράνιο πλοῦτο. Ἡ ἐλπίδα του δέν είναι στα ἀγαθά αὐτά· εἶναι στόν Οὐρανό. Όταν μένει ἔτσι φτωχός, δέν κάνει παρά μία μετάθεση του πλούτου του στόν Οὐρανό· ἐνῶ ὁ πλούσιος, πού θέλει να μένει πλούσιος, δέν κάνει ποτέ αὐτήν τή μετάθεση.

   Θυμηθεῖτε τα λόγια τοῦ Κυρίου, γιά νά δεῖτε ὅτι αὐτό ἐννοεῖ κατά πνεῦμα τὸ Εὐαγγέλιο: «Μὴ θησαυρίζετε ὑμῖν θησαυροὺς ἐπὶ τῆς γῆς...». Δέν ἐννοεῖ βεβαίως νά μήν ἔχεις μια μικρή οικονομία –θά τό δοῦμε λίγο πιό κάτω πῶς τό λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος–, αλλά μή θησαυρίζετε· μήν ἔχετε τήν ἐλπίδα σας ἐκεῖ, «ὅπου σὴς καὶ βρῶσις ἀφανίζει» (Ματθ. 6, 19-20.), αλλά ὁ θησαυρός σας νά εἶναι στον Ουρανό, ὅπου δέν ὑπάρχουν κλέφτες και διαρρήκτες, οὔτε σκουριά οὔτε σκώρος· τίποτα από αυτά δεν εἶναι ἐκεῖ. Μάλιστα δεν χάνεται ποτέ ὁ θησαυρός από ἐκεῖ· εἶναι «ἀνέκλειπτος» (Λουκά 12, 33.), ανεξάλειπτος! Κι όχι μόνο αὐτό, ἀλλά ἔχει καί τόν τόκο του, αγαπητοί μου! Η Τράπεζα τοῦ Οὐρανοῦ ἔχει καί τόν τόκο της!... Ὤ, τί τόκο... ἄν ξέρατε... (Βλ. Λουκά 18, 30.)

   Εἶναι ἐκεῖνο πού εἶπε ὁ Κύριος, με μία ωραία παρομοίωση, «ποιήσατε ἑαυτοῖς φίλους ἐκ τοῦ μαμωνά τῆς ἀδικίας», δηλαδή δῶστε ἀπό τόν πλοῦτο σας, τόν ἄδικο μαμωνά, καί κάνετε φίλους, «ἵνα, ὅταν ἐκλίπητε, δέξωνται ὑμᾶς εἰς τὰς αἰωνίους σκηνάς.» (Λουκᾶ 16, 9.), ὥστε όταν φύγετε ἀπό τήν παροῦσα ζωή νά σᾶς ὑποδεχθοῦν. Δηλαδή θα πάρω ἐκεῖ τό κεφάλαιο καί τόν τόκο· αυτό θέλει νά πεῖ. Ἔχω πλοῦτο ἐκεῖ!

   Ὁ ἀπόστολος Παῦλος, στην Προς Εβραίους ἐπιστολή, στο κεφάλαιο 10 (υπέροχο κεφάλαιο! διαβάστε το στο σπίτι σας) https://orthodoxoiorizontes.gr/Kainh_Diathikh/Pros_Ebraious_Epistolh/Pros_Ebraious_Epistolh_kef.10.html , ὅταν ἀπευθύνεται πρός ἐκείνους πού ἔχασαν τά ὑπάρχοντά τους, γιατί τούς τά ἄρπαξαν οἱ διώκτες, λέει: «τὴν ἁρπαγὴν τῶν ὑπαρχόντων ὑμῶν μετὰ χαρᾶς προσεδέξασθε»· ὅταν σᾶς πῆραν τά ὑπάρχοντά σας, αὐτό τό δεχθήκατε μέ πολλή χαρά –παράξενο! ποιός χαίρεται ὅταν τοῦ ἁρπάξουν τά ὑπάρχοντά του;– «γινώσκοντες –νά τό μυστικό!– ἔχειν ἐν ἑαυτοῖς κρείττονα ὕπαρξιν ἐν οὐρανοῖς καὶ μένουσαν» (Ἑβρ. 10, 34.), γιατί ξέρετε πώς ἔχετε γιά τούς ἑαυτούς σας καλύτερη ύπαρξη, δηλαδή περιουσία, πού μένει στον Οὐρανό καί ἔτσι δεν λυπηθήκατε.

   Βλέπετε λοιπόν πῶς αἰσθάνεται ὁ ἄνθρωπος που ἔχει θεληματική πτωχεία, ἐν Χριστῷ πτωχεία, ὅταν ἔρθει μία τέτοια κατάσταση; Ἡ ἐλπίδα του δέν εἶναι στήν περιουσία του· εἶναι στόν Θεό.

   Πέμπτον· καθιστᾶ τόν πιστό ἄνθρωπο ευέλικτο και πρόσφορο στη χριστιανική ομολογία, τη δράση καί τό μαρτύριο. Δεν σκέπτεται περιουσία, ἀγαπητοί μου, ἐκεῖνος πού ἔχει μπροστά του την πίστη γιά τόν Χριστό. Τα δίνει ὅλα για όλα! Ὅλα για όλα! Ὅταν ὅμως ἔχει περιουσία, ὅταν σκέπτεται την περιουσία του, πῶς νά ὁμολογήσει Χριστό;

   Αὐτό τό βλέπουμε κάθε μέρα. Γιά νά μήν ἐλαττωθοῦν τά συμφέροντά μας, τί κάνουμε; λουφάζουμε και δέν μιλᾶμε, μόνο και μόνο γιά νά μή ζημιωθοῦμε. Ὅταν ὅμως δέν ἔχεις τίποτα να ζημιωθεῖς, τί ἔχεις νά φοβηθεῖς; Καί τό μαρτύριο ακόμα μπορεῖς νά ὑποστεῖς! Θά πετᾶς πραγματικά σάν το πουλάκι, σέ κάθε τί, θά ἔχεις μιά ευλυγισία αφάνταστη, ὅταν δέν ἔχεις περιουσία.

   Ἕκτον· ἡ πτωχεία ἡ ἐν Χριστῷ –αὐτό προσέξτε– εἶναι ἄρνηση προσκτήσεως ενός παλαιωμένου κόσμου, πού δέν θά ἀπομείνει τίποτα από την παροῦσα του μορφή ὅταν θά μπούμε στον νέο κόσμο τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Τίποτα. Οὔτε το σπίτι μας οὔτε τά χωράφια μας οὔτε τά χρήματά μας... ἀπολύτως τίποτα!

   Ἀκοῦστε τί λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «Τοῦτο δέ φημι, ἀδελφοί», τοῦτο σᾶς λέω, «ὁ καιρὸς συνεσταλμένος τὸ λοιπόν ἐστιν, ἵνα ... οἱ ἀγοράζοντες ὡς μὴ κατέχοντες». Μπορεῖς νά ἀγοράσεις· νά μή λές όμως τά πράγματά μου! «καὶ οἱ χρώμενοι τῷ κόσμῳ τούτῳ ὡς μὴ καταχρώμενοι», και αυτοί που κάνουν χρήση του κόσμου τούτου να μην κάνουν κατάχρηση, αλλά απλώς χρήση. Καί τοῦ μαγνητοφώνου θα κάνεις χρήση, και του ρολογιου σου, καί τοῦ λεωφορείου, και του ηλεκτρικού... Πρόσεξε όμως μην κολλάς σ' αυτά απλώς χρήση θα κάνεις τίποτε ἄλλο. Γιατί; «παράγει γὰρ τὸ σχῆμα τοῦ κόσμου τούτου» (Α΄ Κορ. 7, 29-31. Βλ. Ματθ. 14, 35.), γιατί περνάει, παρέρχεται ἡ μορφή τοῦ κόσμου τούτου.

   Ἀφοῦ λοιπόν παρέρχεται, τί νά ἀποκτήσω; Πρώτα-πρῶτα ὑπάρχει ὁ θάνατος. Ἀλλά καί ὁ θάνατος να μήν ὑπῆρχε, τί πάω να αποκτήσω; ἕναν κόσμο παλαιαμένο; Ἀφοῦ αὐτός ὁ κόσμος θά ἀλλάξει, θα γίνει καινούργιος, θά ἔχει νέα μορφή, νέες διαστάσεις, καί θά ἀποτελέσει τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ αὐτά ὅλα θα παρέλθουν, τί λοιπόν νά ἀποκτήσω;

   Νά γιατί εἶναι θεολογικός ὁ ἄνθρωπος πού ἔχει ἐκούσια πτωχεία, ἐν Χριστῷ πτωχεία· γιατί ὅλα αὐτά τά προσμετρά.

   Καί, τέλος, ἕβδομο (μάλιστα αυτό τό τελευταῖο καί τό προτελευταῖο θέλω νά τά προσέξετε)· ἡ ἑκούσια ἐν Χριστῷ πτωχεία καθιστᾶ τόν πιστό ὅμοιο μέ Ἐκεῖνον, ὁ Ὁποῖος ἑκουσίως πτώχευσε, τόν Θεό!

   Πτωχεύει ὁ Θεός γιατί διά τῆς ἁμαρτίας πτώχευσε ὁ ἄνθρωπος· καί ὁ ἄνθρωπος, μιμούμενος τόν Θεό, που πτώχευσε διά τῆς ἐνανθρωπήσεως, καθίσταται πλούσιος.

   Νά πῶς τό λέει αυτό στη Β΄ Προς Κορινθίους ἐπιστολή του ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «γινώσκετε τὴν χάριν τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὅτι δι᾽ ὑμᾶς ἐπτώχευσεν, πλούσιος ὤν, ἵνα ὑμεῖς τῇ ἐκείνου πτωχείᾳ πλουτήσητε» (Β΄ Κορ. 8, 9.). Δηλαδή, γνωρίζετε τήν γενναιοδωρία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, πού, ἐνῶ εἶναι πλούσιος, γιά σᾶς ἔγινε φτωχός, ὥστε ἐσεῖς, μέ τήν πτωχεία Ἐκείνου, να πλουτίσετε.

   Ἔτσι, ὁ ἄνθρωπος γίνεται μιμητής τοῦ Χριστοῦ. Αὐτό τό βλέπουμε πραγματικά σε ολόκληρη τή διάσταση τοῦ Εὐαγγελίου. Ὅλοι οἱ Ἅγιοι, αγαπητοί μου, ἔτσι ἔζησαν. Ρίξετε μια ματιά στη ζωή ὅλων τῶν Ἁγίων, καί θά τό δεῖτε αὐτό. (Πρβλ. Ἑβρ. κεφ. 11.)

   Τί εἶναι οἱ Ἅγιοι; Εἰκονογραφημένη έκδοση τοῦ Εὐαγγελίου! Αὐτό εἶναι οἱ Ἅγιοι. Δεν καταλαβαίνεις τό Εὐαγγέλιο; διάβασε τη ζωή ενός Ἁγίου, δές εἰκονογραφημένη τή ζωή ενός Αγίου. Καί ὅπως ἐκεῖ παλιά κάποτε οἱ ἄνθρωποι δέν ἤξεραν γράμματα καί ἁγιογραφοῦσαν ἅγιες παραστάσεις στους τοίχους και στα ξύλα για να μαθαίνουν τήν δογματική διδασκαλία της Ἐκκλησίας μας οἱ ἀγράμματοι, ἔτσι καί ἐδῶ ἡ εἰκονογραφημένη διδασκαλία τοῦ Εὐαγγελίου, ὀρθοδόξως, εἶναι ἡ ζωή τῶν Ἁγίων.

   Πάντως, μία θαυμάσια έκθεση περί τῆς πτωχείας, καί τῶν δυό θέσεων –ως κάτι κακό, πού πρέπει νά θεραπευθεῖ, καί ὡς κάτι αγαθό, πού πρέπει νά ἀναζητηθεῖ– δηλαδή τήν θεολογία τῆς ἐν Χριστῷ πτωχείας, θά τήν βρεῖτε στή Β΄ Προς Κορινθίους ἐπιστολή, σε όλοκληρα τα κεφάλαια 8 και 9. Διαβάστε τα. https://orthodoxoiorizontes.gr/Kainh_Diathikh/Pros_Korinthious_B'_Epistolh/Pros_Korinthious_B'_Epistolh_kef.8.html

https://orthodoxoiorizontes.gr/Kainh_Diathikh/Pros_Korinthious_B'_Epistolh/Pros_Korinthious_B'_Epistolh_kef.9.html

   Ἡ ἐποχή μας ὅμως, ἀγαπητοί μου, εἶναι μία ἐποχή ἀνέσεων καί πνεύματος σεκουλαριστικού, (Ὁ ὅρος σεκουλαρισμός, ἢ κοσμικισμός, προτάθηκε για πρώτη φορά ἀπό τόν George Holyoake στο δοκίμιό του Αγγλικός Κοσμικισμός (English Secularism) το 1896, καί ἀναφέρεται στον κοσμικισμό ως μιά φιλοσοφία ζωῆς πού δέν εἶχε κανένα ενδιαφέρον γιά τή θρησκεία, εἶναι ὑπέρ τῆς βελτίωσης τῆς ζωῆς μὲ ὑλικά μέσα καί εἶναι ἀλληλένδετη με σημαντικούς κοινωνικούς παράγοντες, ὅπως ἡ οἰκονομική ευημερία, ἡ νεολαία πού ἐπαναστατεῖ ἐνάντια στούς κανόνες καί τίς συμβάσεις τῆς κοινωνίας, ἡ ἀπελευθέρωση τῶν γυναικῶν, ἡ ριζοσπαστική θεολογία καί ἄλλα τέτοια.) δηλαδή πνεύματος τοῦ νῦν αἰῶνος. Τό σήμερα αξίζει. Τό αύριο; ἡ Βασιλεία Θεοῦ; Ωχ, καημένε... Το σήμερα! Σήμερα ἔχεις νά φᾶς; ἔχεις να πλουτίσεις; Αυτό έχει σημασία. Εἶσαι βλάκας ἅμα δὲν ἁρπάξεις τίς εὐκαιρίες να γίνεις πλούσιος!

   Αλλά γι' αὐτόν τόν λόγο οἱ Χριστιανοί τῆς ἐποχῆς μας, ἐπειδή ἀκριβῶς ζοῦν μ' αὐτό τό πνεῦμα, δέν κατανοοῦν τήν ἀξία τῆς ἑκούσιας, τῆς ἐν Χριστῷ πτωχείας. Ἴσως τήν κατανοοῦν, ἤ θέλουν νά τήν κατανοοῦν, μόνο στον κλήρο. Ξέρετε, ὁ κόσμος θά ἤθελε τόν κληρικό νά εἶναι πτωχός, νά μήν κάνει περιουσία. Μόλις ὁ παπάς πάρει αὐτοκίνητο, μόλις κάνει διαμέρισμα, πολυκατοικία, ἀμέσως: Ὤ, εἶδες... βούκινο! Τόν ἱερέα τόν θέλει πτωχό· κι ἅμα τόν βλέπει πτωχό, τόν τιμᾶ.

   Βλέπετε το κριτήριο; Το βλέπετε; Αλλά ὅσον ἀφορᾶ στό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας... Ὤ, το πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας δέν πρέπει νά ἀκολουθεῖ τήν ἐν Χριστῷ πτωχεία... Αὐτό εἶναι τό φοβερό. Ὁ παπάς ναί· ὁ λαός ὄχι. Γιατί; Δέν ὑπάρχει Εὐαγγέλιο ἱερέων καί Εὐαγγέλιο λαϊκῶν· τό Εὐαγγέλιο είναι ἕνα γιά ὅλους.

   Δέν εἶναι ὑπερβολή, ἀγαπητοί μου, ἂν ποῦμε ὅτι ἡ αἰτία πού δέν κατανοοῦμε σήμερα τόν Χριστιανισμό εἶναι τό ὅτι δέν καταλαβαίνουμε τήν ἐν Χριστῷ θεληματική πτωχεία. Δέν εἶναι ὑπερβολή· σᾶς τό τονίζω.

   Ἂν μέ ρωτήσετε γιατί οἱ ἄνθρωποι σήμερα δέν καταλαβαίνουν τον Χριστιανισμό, θά σᾶς πῶ: ἐπειδή δέν καταλαβαίνουν αυτό το σημεῖο. Καί ἀφοῦ δέν καταλαβαίνουν αὐτό τό σημεῖο, τότε οὔτε τό μυστήριο τῆς Ἐνανθρωπήσεως καταλαβαίνουν –τούς φαίνεται παράξενο– οὔτε καί τό μυστήριο τοῦ Σταυροῦ. Ὅλα αὐτά τούς μένουν ὄχι ἁπλῶς μυστήρια, αλλά σφραγισμένα μυστήρια. Καί ἐπειδή οὔτε το μυστήριο τῆς Ἐνανθρωπήσεως κατανοοῦν οὔτε το μυστήριο τοῦ Σταυροῦ, φθάνουν να ἀρνηθοῦν καί τόν Χριστό καί τόν Σταυρό. Γι' αὐτό καί ἔχουμε ἄρνηση. Βεβαίως, εἶναι ἀκατανόητα πράγματα αὐτά· εἶναι ὅμως αιώνια.

   Ἄν μοῦ πεῖτε, Πάτερ μου, με συγχωρεῖτε· ἀλλά νά εἶστε λιγάκι πιο συγχρονισμένος, θά σᾶς ἀπαντήσω: Τό Εὐαγγέλιο εἶναι συγχρονισμένο. Δέν μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι αὐτά εἶναι παλιά πράγματα και ξεπερασμένα. Γι' αὐτό ὑποφέρουμε, αγαπητοί μου.

   Ἅμα ἔχουμε μιά βαρειά αρρώστια, τί θα κάνουμε; Θα πρέπει νά βροῦμε τήν αἰτία καί νά θεραπευτούμε. Μπορεῖς νά λές γιά ἕνα φάρμακο ὅτι εἶναι ἀναχρονισμένο, ὅταν βρίσκεις τη γιατρειά σου; Ἔχεις γρίππη; βάζεις βεντούζες! Βρίσκεις τη θεραπεία σου μέ τίς βεντούζες, ὅταν εἶσαι κρυωμένος. Μπορεῖς νά πεῖς, ὅσο σπουδαῖα φάρμακα κι ἂν βροῦμε, ὅτι οἱ βεντούζες ἀπαρχαιώθηκαν; Ἀφοῦ βρίσκεις τη θεραπεία σου, δεν μπορεῖς νά τό πεῖς. Οἱ βεντούζες είναι κλασικό φάρμακο. (Η θεραπεία με βεντούζες είναι μια πανάρχαια θεραπευτική μέθοδος κατά τήν ὁποία μια κούπα (βεντούζα) προσκολλάται από δέρμα τῆς πλάτης, ἀφοῦ πρῶτα μειωθεῖ ἀπό τό ἐσωτερικό της ἡ πίεση, εἴτε μέ ἀλλαγή της θερμοκρασίας εἴτε μέ ἀπορρόφηση του αέρα, ἔτσι ὥστε το δέρμα καί ὁ ἐπιφανειακός μυς να τραβιέται καί συγκρατείται στη βεντούζα. Με τον τρόπο αὐτόν κινητοποιείται τό αἷμα καί ἡ λέμφος σέ ἐπίπεδο δέρματος καί μυϊκοῦ ἱστοῦ, μέ ἀποτέλεσμα τή βελτίωση τῆς αἱμάτωσης καί τῆς ὀξυγόνωσης τῶν τοπικῶν ἱστῶν.) Ἔτσι καί τό Εὐαγγέλιο εφόσον θεραπεύει, δέν παλιώνει. Αυτό μόνο θεραπεύει, γι' αυτό καί δέν παλιώνει.

   Ἔτσι, ἀγαπητοί, τό μέτρο τῆς ἐν Χριστῷ πτωχείας –γιά νά μή θορυβηθούμε– εἶναι αὐτό πού λέει θαυμάσια ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «Ἔστι πορισμός μέγας ἡ εὐσέβεια μετὰ αὐταρκείας». Πλούτος μεγάλος υπάρχει, όταν συνδυάσουμε τήν εὐσέβεια μέ τήν αὐτάρκεια. Την αὐτάρκεια! Ἔχω αὐτά· δόξα τῷ Θεῷ, μοῦ φθάνουν. «Ἔχοντες δὲ διατροφὰς καὶ σκεπάσματα, τούτοις ἀρκεσθησόμεθα.» (Α΄ Τιμ. 6, 6-8.) Ἔχοντας τροφές για να ζήσουμε και ρούχα να ντυθοῦμε, μ' αυτά ἂς ἀρκεσθοῦμε.

   Αυτό ισχύει γιά ὅλους τούς Χριστιανούς, νά τό ξέρουμε. Αν πάλι κανείς θέλει να προχωρήσει λίγο πιο πέρα, είναι δικαίωμά του. Αλλά αυτό το σημεῖο εἶναι τό μίνιμουμ τῆς προσφορᾶς· ὀφείλει ἀπ' αὐτό νά ξεκινήσει.

   Αὐτή ἀκριβῶς ἡ πτωχεία, ἡ μετά θλίψεων καί ἔργων, ἦταν καί ὁ πλοῦτος καί ὁ ἔπαινος τοῦ ἐπισκόπου  τῆς Σμύρνης, παρ' ὅλο τόν πλοῦτο τῆς πόλεως αὐτῆς. Εἶχε πολύ υλικό πλοῦτο ἡ πόλη· ἀλλά ὁ ἐπίσκοπός της ζοῦσε ἐν Χριστῷ θεληματικά φτωχός. Αυτός ἦταν ὁ πλοῦτος του· ὅπως εὔχομαι νά εἶναι καί ὁ δικός μας πλοῦτος, ἀγαπητοί μου.

   Λάρισα, 18 Ἰανουαρίου 1981


11η ομιλία στην κατηγορία « Ἱερά Ἀποκάλυψις ».

►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
" Ἱερά Ἀποκάλυψις " εδώ ⬇️

https://arnion.gr/index.php/kainh-diauhkh/iera-apokalycis
↕️
https://aspalathos21.blogspot.com/2024/12/blog-post_80.html?m=1

🔸Λίστα ομιλιών της σειράς
«Ἱερά Ἀποκάλυψις».🔻
https://drive.google.com/file/d/1A9Q7I5lLBiBm6AUhfYsXAdHckIBgYe7j/view?usp=drivesdk

🔸📜 Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες της σειράς «Ἱερά Ἀποκάλυψις».🔻
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/search/label/%F0%9F%94%B9%CE%99%CE%B5%CF%81%CE%AC%20%CE%91%CF%80%CE%BF%CE%BA%CE%AC%CE%BB%CF%85%CF%88%CE%B9%CF%82.?m=1

💠Πλήρης απομαγνητοφωνημένες σειρές ομιλιών (Βιβλία).
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/search/label/%F0%9F%92%A0%CE%A0%CE%BB%CE%AE%CF%81%CE%B7%CF%82%20%CE%B1%CF%80%CE%BF%CE%BC%CE%B1%CE%B3%CE%BD%CE%B7%CF%84%CE%BF%CF%86%CF%89%CE%BD%CE%B7%CE%BC%CE%AD%CE%BD%CE%B5%CF%82%20%CF%83%CE%B5%CE%B9%CF%81%CE%AD%CF%82%20%CE%BF%CE%BC%CE%B9%CE%BB%CE%B9%CF%8E%CE%BD%20%28%CE%92%CE%B9%CE%B2%CE%BB%CE%AF%CE%B1%29.?m=1

🔸Επεξηγηματικό βίντεο Ασπάλαθου.
https://youtu.be/8tNfAHRkTCk

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

Όλες οι ομιλίες ~4.487~ του μακαριστού πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://aspalathos21.blogspot.com/2024/12/4487.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=0

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️
https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__
https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.

27 Δεκεμβρίου 2024

ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΑΙ ΠΡΟΤΡΟΠΑΙ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣ ΑΓ. ΠΟΛΥΚΑΡΠΟΝ ΕΠΙΣΤΟΛΗΝ ΑΓΙΟΥ ΙΓΝΑΤΙΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΦΟΡΟΥ.



ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΑΙ ΠΡΟΤΡΟΠΑΙ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣ ΑΓΙΟΝ ΠΟΛΥΚΑΡΠΟΝ ΕΠΙΣΤΟΛΗΝ ΑΓΙΟΥ ΙΓΝΑΤΙΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΦΟΡΟΥ.
 
Σεβασμιότατε Άγιε Δέσποτα, Σεβαστοί  Άγιοι Πατέρες,
       Είναι αρχαιοτάτη, και μάλιστα αποστολική η συ­νήθεια, συνάξεων των Ποιμένων της Εκκλησίας.
       Ο Απ. Παύλος, παραπλέων τας ακτάς της Μ. Α­σίας και κατευθυνόμενος προς Ιεροσόλυμα, παρά τον ολίγον χρόνον που είχε εις την διάθεσίν του, δεν παραλείπει να μετακαλέση τους Πρεσβυτέρους της Εκκλησίας της Εφέσου εις την Μίλητον, και μέσα εις μίαν άκρως συγκινητικήν και θερμήν ατμόσφαιραν να αποτείνη τας τελευταίας του ποιμαντικάς προτροπάς (Πρβλ. Πράξ. κ' 16-38).
       Την συνήθειαν αυτήν, ως μίαν ανάγκην απόλυτον δια την αναζωπύρωσιν του ποιμαντικού έργου των ποιμένων συνεχίζει και σήμερον η Εκκλησία δια των τοπικών Ιερατικών Συνεδρίων και Συνάξεων.
Και πράγματι!
      Ποιος εκ των Ποιμένων της Εκκλησίας δεν θα ησθάνετο την ανάγκην της τονώσεως του ιερατικού του χαρίσματος το οποίον έλαβε κατά την φρικτήν εκείνην ώραν της χειροτονίας του; (Πρβλ. Α' Τιμ. δ' 14).
       «Λάβε την παρακαταθήκην ταύτην και φύλαξον αυτήν μέχρι της δευτέρας του Κυρίου παρου­σίας, ότε παρ' αυτού μέλλεις απαιτείσθαι αυτήν» (Εκ του Μ. Ευχολογίου).
Την Παρακαταθήκην.
       Αυτό το Τίμιον Σώμα του Ενανθρωπήσαντος Υ­ιού του Θεού!
       Αυτό το Τίμιον του Χριστού Σώμα, άπλωσε κάθε Ποιμήν της Εκκλησίας, τα χέρια του, την ώραν εκείνην, δια να κράτηση.
       Αυτό το Τίμιον Σώμα του Χριστού, υπέρ του ο­ποίου ένας Απόστολος Παύλος έπασχε, και που δεν είναι άλλο από αυτήν την ιδίαν την Εκκλησίαν (Πρβλ. Κολασ. α΄ 24).
Εκ βαθέων θα συμβουλεύση αργότερα ο ίδιος Α­πόστολος τον Τιμόθεον, που στο βάθος την Εκκλη­σίαν εννοούσε, όταν του έγραφε: «Ω Τιμόθεε, την παρακαταθήκην φύλαξον» (Α΄Τιμ. ς' 20).
      Αυτήν την Παρακαταθήκην, το Σώμα του Χρι­στού, την Εκκλησίαν, έρχεται να μας παραδώση και εμπιστευθή δια της Εκκλησίας και εν τη Εκκλησία, Αυτός ο ίδιος ο Χριστός.
       Ω Σεβαστοί Πατέρες!
       Μέγα το Μυστήριον της Εκκλησίας!
       Εκείνος που κατενόησε ότι όντως είναι Μέγα το Μυστήριον αυτό, μετά το Μυστήριον της Αγίας Τριάδος, εκείνος δύναται πάντοτε με δέος να αντα­ποκρίνεται και προς τας απαιτήσεις αυτού (Πρβλ. Α' Τιμ. γ' 16).
       Πώς όμως θα ημπορέσωμεν να ανταποκριθώμεν εις τας βαρυτάτας ποιμαντικάς απαιτήσεις της Εκ­κλησίας;
       Ένας εκ των πολλών τρόπων είναι και ο καθρεπτισμός μας
 εις τας ποιμαντικάς προτροπάς της Α­γίας Γραφής και των Πατέρων της Εκκλησίας μας.
       Η Παλαιά Διαθήκη, και ιδιαιτέρως οι Προφήται, παρέχουν ζωηρωτάτας εικόνας και προτροπάς προς τους ποιμένας.
       Η Καινή Διαθήκη έχει ποιμαντικόν πλούτον πο­λύν, εγκατεσπαρμένον εις τας σελίδας της. Όλως ό­μως ιδιαιτέρως, ως ποιμαντικόν θησαυροφυλάκιον,
 έχει τας δύο Επιστολάς προς Τιμόθεον και την προς Τίτον, του Απ. Παύλου.
       Επεξεργασίαν και ανάπτυξιν του αγιογραφικού ποιμαντικού τούτου πλούτου, αποτελεί η πατερική παράδοσις.
       Ως εν εκ των πρώτων πατερικών ποιμαντικών έρ­γων, δύναται να θεωρηθή η προς Πολύκαρπον Επι­στολή του Αγίου Ιγνατίου του Θεοφόρου, γραφείσα το 107 μ.Χ. και υπό συνθήκας άκρως μαρτυρικάς, ό­ταν ήδη δέσμιος ο Άγιος Πατήρ ωδηγείτο προς Ρώμην δια να ριφθή εις τα θηρία.
       Η επιστολή του αυτή, αν και γραφείσα εις εμπερίστατον κατάστασιν, αποτελεί απόσταγμα
 πλουσίας ποιμαντικής πείρας.
       Μικρά εις έκτασιν αλλά μεστή εις ποιμαντικάς προτροπάς, έρχεται, τόσον δια την αρχαιότητα, όσον και δια το άγιον περιεχόμενόν της, να σταθή παρα­πλεύρως και ισαξία προς τας τρεις του Απ. Παύλου ποιμαντικάς Επιστολάς.
       «Θα ηδυνάμην να χαρακτηρίσω την Επιστολήν ταύτην του Αγίου Ιγνατίου, γράφει ένας σύγχρονος συγγραφεύς, ως το τέταρτον ποιμαντορικόν ευαγγέλιον μετά τας δύο προς Τιμόθεον και την προς Τίτον ποιμαντορικάς επιστολάς του Απ. Παύλου».

      Από την θαυμασίαν αυτήν επιστολήν, ανασύροντες αυτήν από την λήθην του χρόνου, θα προσπαθήσωμεν να σκιαγραφήσωμεν τας ποιμαντικάς αρετάς της, και εξ αυτών να αντλήσωμεν σύνεσιν, υπόμνησιν και παρακίνησιν δια να διατηρώμε πάντοτε ακμαίον και καρποφόρον το ποιμαντικόν μας έργον.
 
* * *
 
«Ιγνάτιος, ο και Θεοφόρος, Πολυκάρ­πω επισκόπω Εκκλησίας Σμυρναίων, μάλλον επισκοπημένω υπό Θεού πατρός και Κυρίου Ιησού Χριστού, πλείστα χαίρειν».
 
       Ιγνάτιος, ο αποκαλούμενος και Θεοφόρος, προς τον Πολύκαρπον, τον επίσκοπον της Εκκλησίας των Σμυρναίων, που πολύ τον επισκοπεί ο Θεός πατήρ και ο Κύριος Ιησούς Χριστός, τους πολλούς μου χαι­ρετισμούς.
       Αλληλογραφία μεταξύ δύο διακεκριμένων Ποι­μένων της Εκκλησίας.
       Πόσην αγάπη προδίδει το προοίμιον της Επιστο­λής!
       Δεν είναι μικρόν πράγμα να γράφη ένας ώριμος Ποιμήν, προς άλλον εξ ίσου ώριμον Ποιμένα, ποιμα­ντικάς επιστολάς που να του υπενθυμίζη την πορείαν πλεύσεως του σκάφους της Εκκλησίας. Οι εγω­ισμοί συγκρούονται εν προκειμένω. Εν τούτοις, εδώ είναι αδιανόητος ο εγωισμός.
       Η ταπεινοφροσύνη γεννά την ανάγκην της ανακοινωτικότητος και της ανταλλαγής πείρας.
       Αισθάνεται κανείς μέσα από τας λέξεις του προ­οιμίου, όπως και από ολόκληρον την Επιστολήν, να αποπνέη η ευωδία της αγάπης μεταξύ των δύο Ποι­μένων, και της εν Κυρίω κοινωνίας αυτών (Πρβλ. Πράξ. β'42).
       Ο συγγράφων την επιστολήν, Άγιος Ιγνάτιος, α­ποκαλεί τον εαυτόν του, Μαθητήν.
 Αλλά και ο πα­ραλήπτης της Επιστολής, Άγιος Πολύκαρπος, θεω­ρείται μαθητής, ως αποδεχόμενος τας ποιμαντικάς προτροπάς του πρώτου.
Το πνεύμα της μαθητείας!
       Αυτό είναι το πρώτον και βασικόν στοιχείον που πρέπει να διακρίνη τον καλόν Ποιμένα των ψυχών.
       Ουδέποτε να λέγη ότι κατεστάθη σοφός και συνε­πώς, δεν έχει πλέον ανάγκην άλλοθεν συμβουλών ή μελέτης.
Ο αληθώς σοφός, είναι αληθώς ταπεινόφρων.
Το ταμείον της πείρας ουδέποτε πληρούται.
       Όσον πλουσιωτέρα καθίσταται, τόσον περισσότερον αισθάνεται ο κάτοχός της τα απέραντα κενά που τον διακρίνουν. Το πνεύμα της ισοβίου μαθητείαςείναι βασική προϋπόθεσις δια την καλλιέργειαν του ποιμαντικού έργου.
       Και την ανάγκην καλλιεργείας αυτού του έργου, τότε μόνον ημπορούμε να βυθομετρήσωμεν, αν αναζητήσωμεν τον σκοπόν της ποιμαντικής.
       Και ο σκοπός της ποιμαντικής, ήδη εκ προοιμίων τίθεται υπό του Αγίου Πατρός: 
«παρακαλώ σε εν χάριτι, η ενδέδυσαι.... πάντας παρακαλείν ίνα σώζωνται».
       Σε παρακαλώ, εις την χάριν που είσαι ντυμένος, όλους να τους παρακαλής να φροντίζουν να σωθούν.
Η σωτηρία!
       Εκεί πρέπει να αποβλέπη το ποιμαντικόν έργον: εις την σωτηρίαν.
       Ο Χριστιανισμός είναι σωτηρία. Και σωτηρία σημαίνει γνώσις Θεού. Και γνώσις Θεού είναι ένωσις ανθρώπου και Θεού. (Πρβλ. Ιωάν. ιζ' 3, Α' Ιωάν. γ' 2, Ιωάν. ς' 53-58).
       Αν το ποιμαντικόν μας έργον δεν αποβλέπη εις αυτόν τον προκαθορισμένον σκοπόν, τότε, δύναται μεν να χαρακτηρισθή ως ηθικόν και κοινωνικόν έργον, αλλ' ουδέποτε ως χριστιανικόν ποιμαντικόν έργον.
Και ηθικά και κοινωνικά έργα επιτελούν πολλοί, ευρισκόμενοι  έξω του  περιβόλου  τής  Εκκλησίας, αλλ' ουδέποτε εργάζονται έργον σωτηρίας εις όλην αυτής την πνευματικήν διάστασιν.
       Και ερωτώμεν: Είναι μικρόν το έργον της σωτη­ρίας;
       «Πάντων εστί χαλεπώτατον ψυχών επιμέλεια» γράφει ο Άγιος Νείλος ο Σιναΐτης.
       Αν, συνεπώς, το έργον της σωτηρίας που συμπί­πτει με τον σκοπόν της ποιμαντικής, είναι μοναδικώς μέγα έργον, τότε ασφαλώς και το ποιμαντικόν έργον που καλείται να επιτελέση ο Ποιμήν, είναι αληθώς μέγα.
* * *
       Βασική προϋπόθεσις δια την ομαλήν ενάσκησιν του ποιμαντικού έργου, είναι η απόλυτος πειθαρχία που πρέπει να διέπη τας σχέσεις ποιμένος και ποιμαινομένων. Ουδέποτε οι ποιμαινόμενοι πρέπει να πράττουν κάτι άνευ της γνώμης του Ποιμένος.
       Είναι μία κεντρική ιδέα του Αγίου Ιγνατίου που συναντάται πυκνώτατα εις τας επιστολάς του.
       Το μυστικόν της επιτυχίας της πειθαρχίας των ποιμαινομένων ευρίσκεται εις την πειθαρχίαν του ποιμένος εις το θέλημα του Θεού.
       «Μηδέν, άνευ γνώμης σου γινέσθω, μηδέ συ άνευ γνώμης Θεού τι πράσσε».
       Τίποτα να μη γίνεται χωρίς την γνώμην σου. Μή­τε συ να πράττης κάτι χωρίς την γνώμην του Θεού.
       Πάντοτε πρέπει να ερωτά ο ποιμήν προκειμένου να επιβάλη μίαν γνώμην του εις το ποίμνιον: «Αυτό θα το επέβαλλε ο Θεός;». «Θα το ήθελε ο Θεός;». «Θα ωφελήση αυτήν την ψυχήν;». «Θα οικοδόμηση την Εκκλησίαν;».
       Κριτήριον ποιμαντικού έργου θα είναι πάντοτε το θέλημα του Θεού το αποβλέπον εις τον σκοπόν του ποιμαντικού έργου που είναι η σωτηρία.
      Ο ποιμήν δια να εξασφάλιση αυτήν την πειθαρ­χίαν, πρέπει να ίσταται μεταξύ Θεού και ποιμαινομέ­νων και να εκφράζη ανοθεύτως το θέλημα του Θεού, ζων ο ίδιος ως απολύτως ποιμαινόμενος υπό του Θε­ού. Να μπορή να λέγη ανά πάσαν στιγμήν: 
«Κύριος ποιμαίνει με» (Ψαλμ. κβ' 1).
       Έκφρασις της απολύτου υποταγής του ποιμένος εις το θέλημα του Θεού, είναι η επιμελημένη ενάσκησις των ιερατικών του καθηκόντων. 
«Εκδίκει σου τον τόπον εν πάση επιμελεία σαρκική τε και πνευμα­τική».
       Κάνε την αποστολήν σου με κάθε επιμέλειαν σω­ματικήν και πνευματικήν.
       Αν εξασφαλισθή αυτή η βασική προϋπόθεσις, τό­τε δύναται να σταθή ως αληθής ποιμήν ενώπιον του ποιμνίου του.
       Τότε, 
«και τα πρόβατα της φωνής αυτού ακούει... ότι οίδασι την φωνήν αυτού» (Ιωάν. ι' 3, 4).
       Ο αληθής ποιμήν φροντίζει πάντοτε να διατηρή την ενότητα του λογικού του ποιμνίου.
       «Της ενώσεως φρόντιζε ης ουδέν άμεινον».
       Φρόντιζε δια την ενότητα από την οποίαν τίποτα καλλίτερον δεν υπάρχει.
       Εις την ενότητα υπάρχει η ισχύς και τα δημιουργι­κά έργα. Αν το ποίμνιον είναι ηνωμένον, τότε κυριολε­κτικά μεγαλουργεί. Εκείνο που θα το ενώνη, θα είναι η αγάπη και η ανοχή: 
«Πάντων ανέχου εν αγάπη», «πάντων τας νόσους βάσταζε», «πάντας βάσταζε».
Η ενότης και η αγάπη υπάρχει εις τας πυκνάς πνευματικάς συγκεντρώσεις, δι' αυτό συνιστά ο Άγιος Πατήρ, «πυκνότερον συναγωγαί γινέσθωσαν» (Πρβλ. Εβρ. ι' 25).
      Αι συγκεντρώσεις αυταί, θα είναι μεικτού περιε­χομένου. Ο Ευαγγελιστής Λουκάς, εις ένα και μόνον στίχον μας το περιγράφει: 
«ήσαν δε, προσκαρτερούντες τη διδαχή των αποστόλων και τη κοινωνία και τη κλάσει του άρτου και ταις προσευχαίς» (Πράξ. β' 42).
       Τέσσαρα στοιχεία θα αποτελούν το περιεχόμενο των συνάξεων:
α'    Το διδακτικόν, με τας ομιλίας, τόσον κατά την Θείαν λειτουργίαν, όσον και τας απογευματινάς, τους Κύκλους Συμμελέτης Αγίας Γραφής και την Κατήχησιν.
β'    Το Ευχαριστιακόν, με τας υποδειγματικάς, προσεγμένας και κατανυκτικάς Θείας Λειτουργίας.
γ'    Το λατρευτικόν, (αν και το λατρευτικόν συν­δέεται απολύτως με το ευχαριστιακόν), με την υποδειγματικήν προσφοράν πάσης εκκλησιαστικής Ακο­λουθίας και Προσευχής (Εσπερινός, Όρθρος, Παράκλησις, Αγιασμός, Ύψωμα, κ.λπ.). Καί τέλος,
δ'    Το κοινωνικόν. Το τελευταίον είναι πάντοτε καρπός των τριών πρώτων.
       Σήμερον οι πιστοί προσέρχονται εις τον Ναόν δια να επιτελέσουν και φανερώσουν το Μυστήριον της Εκκλησίας εν τω Μυστηρίω της Θείας Ευχαρι­στίας, που είναι Μυστήριον κοινωνίας και ενότητος οργανικής τόσον μετά του Χριστού όσον και με τα μέλη του που είναι οι πιστοί, και παραμένουν τε­λείως ξένοι και αδιάφοροι, ακόμη και εχθρικώς δια­κείμενοι μεταξύ των. Ένα ενδεικτικόν παράδειγμα:
       Μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας, τελείται μνημόσυνον υπέρ ενός κεκοιμημένου αδελφού και ή­δη μετατεθέντος από της Στρατευομένης εις την Θριαμβεύουσαν Εκκλησίαν.
       Ποιοι εκ του εκκλησιάσματος μένουν εις το Μνη­μόσυνον;
       Οι συγγενείς και φίλοι του κεκοιμημένου. Οι λοι­ποί;
       Αναχωρούν. Διατί; Το Μνημόσυνον είναι υπόθεσις ιδιωτική ή δημοσία και εκκλησιαστική, αφορώσα εις ολόκληρον την Εκκλησίαν;
       Εν μέλος της Εκκλησίας απερχόμενον του κό­σμου τούτου ενδιαφέρει μόνον τους συγγενείς και φί­λους και όχι ολόκληρον το πλήρωμα της Εκκλησίας; Ο θάνατος ενός πιστού, δια τους λοιπούς πιστούς, είναι θέμα ξένον ή οικείον;
       Τι φανερώνει αυτό; Ότι σήμερον λείπει το πνεύ­μα της αληθούς κοινωνίας εν τη Εκκλησία. Και λεί­πει, διότι κατά μέγα μέρος οφείλεται εις την άγνοιαν της θεολογίας της Εκκλησίας. Η κοινωνία αυτή εί­ναι η αγάπη η πληρούσα τας καρδίας των πιστών και συντηρούσα την ενότητα και την ζωήν της Εκ­κλησίας. Ο 
«παροξυσμός αγάπης» και η «εκτενής α­γάπη», είναι τα δύο χαρακτηριστικά γνωρίσματα που διατηρούν την «κοινωνίαν των αγίων» εν τη Εκκλησία (Α' Πέτρ. δ' 8, Εβρ. ι' 24).
       Όλα αυτά τα αγαθά αποφέρονται εις τας 
«πυ­κνάς συναγωγάς» των πιστών.
       Και τα τέσσαρα στοιχεία, πρέπει να αποτελούν έ­να αρμονικόν όλον. Οι ετερόδοξοι μας κατηγορούν ότι τονίζομεν το λατρευτικόν στοιχείον (ενώ πραγμα­τικά αυτό είναι το κύριον και ένας πρωτεύων σκοπός του διδακτικού), και παραβλέπομεν το διδακτικόν. Αντιθέτως, και μάλιστα ο Προτεσταντισμός, τονίζει το διδακτικόν και παραμερίζει το λατρευτικόν. Η Ορθοδοξία, ευρίσκεται εις την αρμονικήν τοποθέτησιν κατά σχήμα τετράγωνον, και των τεσσάρων αυ­τών στοιχείων.
       Από της παρατηρητικότητος του καλού ποιμένος, ουδέποτε διαφεύγει αυτή η σπουδαιοτάτη αλή­θεια.
* * *
       Ένα κύριον μέλημα του ποιμένος, είναι η οικογέ­νεια.
       Σήμερον, τα θεμέλια της οικογενείας απειλούνται σοβαρώς. Το κοσμικόν πνεύμα, η αστική νοοτροπία της ζωής, ο «σεκουλαρισμός», το πνεύμα δηλαδή ε­κείνο, που καθιστά τους Χριστιανούς μας να ζουν μόνον εις τον 
«νυν αιώνα» ως να μη υπάρχη «μέλλων αιών», η μόδα, ο μιμητισμός, η υλιστική θεώρησις της ζωής, η τόσον αφθόνως δια του τεχνικού πολιτι­σμού βοηθούμενη, είναι μερικά από τα ρεύματα που απειλούν την οικογένειαν.
       Η οικογένεια με τα σύγχρονα προβλήματά της, οφείλει να γίνη αντικείμενον μελέτης, στοργής και α­γάπης περισσής, του ποιμένος.
       «Ταις αδελφαίς μου προσλάλει, παρακαλεί ο Ά­γιος Ιγνάτιος δια τας συζύγους, αγαπάν τον Κύριον, και τοις συμβίοις αρκείσθαι σαρκί και πνεύματι». Και στρέφων το ενδιαφέρον του προς τους συζύγους, συμπληρώνει: «και τοις αδελφοίς μου παράγ­γελλε εν ονόματι Ιησού Χριστού, αγαπάν τας συμβίους ως ο Κύριος την Εκκλησίαν».
       Πρέπει να αποτελή θέμα της Εκκλησίας ο γάμος, και όχι μόνον θέμα των ενδιαφερομένων.
       Συνιστά, 
«μετά γνώμης του επισκόπου την ένωσιν ποιείσθαι, ίνα ο γάμος η κατά Κύριον και μη κατ' επιθυμία,. πάντα εις τιμήν Θεού γινέσθω».
       Η ένωσις του γάμου να γίνεται κατόπιν γνώμης του Επισκόπου, ώστε να είναι σύμφωνα με την θέλησιν του Κυρίου και όχι σύμφωνα με την κοσμικήν επιθυμίαν των ενδιαφερομένων. Τα πάντα να γίνο­νται προς τιμήν του Θεού.
       Οι πνευματικοί άνθρωποι πάντοτε ερωτούν τον Πνευματικόν τους Ποιμένα δια την τόσον σπουδαίαν υπόθεσιν του γάμου των. Έτσι και μόνον αποφεύγο­νται τα διαζύγια και η δυστυχία μέσα εις την οικογέ­νειαν.
       Χωρίς ο ποιμήν να αναμιχθή εις την διαδικασίαν των συνοικεσίων οφείλει να προσφέρη ειδικήν εργασίαν επί του τομέως του γάμου εις τους υποψηφίους δια το Μυστήριον αυτό. Με πολλήν υπομονήν, εν­διαφέρον, επιμέλειαν και διάκρισιν θα τους υποδεί­ξη την σύστασιν της νέας εν τω γάμω κοινωνίας, ως κοινωνίας εν Κυρίω και ως 
«κατ' οίκον εκκλησίας».
       Ακόμη έχει να φροντίση και δι' εκείνους που ο θάνατος διέλυσε την οικογένειαν: 
«Χήραι μη αμελείσθωσαν. μετά τον Κύριον, συ αυτών φροντιστής έσο».
       Εκείνο που μας κάνει ιδιαιτέραν αίσθησιν εις την επιστολήν του Αγ. Ιγνατίου είναι η χρήσις της ε­ξατομικευμένης ποιμαντικής. Και ενώ μόλις τα τε­λευταία χρόνια η Ψυχολογία έρχεται να διαπιστώση τα αγαθά της αποτελέσματα, η Αγία Γραφή πρώτη, και κατόπιν οι Πατέρες, έκαμαν χρήσιν αυτής.
       «Εξ ονόματος πάντας ζήτει» προτρέπει ο Αγ. Ι­γνάτιος, και «τοις κατ' άνδρα κατά ομοήθειαν Θεού λάλει», «ου παν τραύμα τη αυτή εμπλάστρω θερα­πεύεται, τους παροξυσμούς εμβροχαίς παύε».
       Η γνώσις των ποιμαινομένων κατ' όνομα και η προσωπική επαφή μετ' αυτών, δίδει άριστα αποτελέ­σματα. Ο Κύριος ιδιαιτέρως το ετόνισε: ο καλός ποι­μήν 
«τα ίδια πρόβατα καλεί κατ' όνομα» (Ιωάν. ι' 3).
       Αυτή η προσωπική επαφή ποιμένος και ποιμαινο­μένων δημιουργεί ιδιαιτέρους δεσμούς φιλίας και α­γάπης. Και όπως λέγει ο ι. Χρυσόστομος, ότι η καλ­λιτέρα ποιμαντική είναι «το φιλείν και φιλείσθαι».
       Εις την εξατομικευμένην ποιμαντικήν γίνεται α­ληθής μετάγγισις αγαθών συναισθημάτων μεταξύ των δύο καρδιών. Εις τον χώρον της προσωπικής ε­παφής εκδιπλούται η ψυχή του ποιμαινομένου διότι αντιλαμβάνεται ζέουσαν την καρδίαν του ποιμένος, ενδιαφερομένην, αγαπώσαν και δακρύουσαν, όχι δια την γενικήν και αφηρημένην κατάστασιν των ανθρώ­πων αλλά δια τα συγκεκριμένα και προσωπικά του προβλήματα.
       Η εξατομικευμένη ποιμαντική κατέχει το μυστι­κόν δημιουργίας πυρήνων θρησκευτικών εκ των ο­ποίων ο ποιμήν θα χρησιμοποίηση ως συνεργάτας του πλέον, τους ποιμαινομένους εις το ευρύτερον ποιμαντικόν του έργον.
       Το Μυστήριον δε της Εξομολογήσεως, είναι ο ά­ριστος χώρος εντός του οποίου καλλιεργείται και α­ναπτύσσεται η εξατομικευμένη ποιμαντική. Φυσικά, και εκτός αυτής δύναται να ασκηθή κατά τας ποικίλας ευκαιρίας που δίδονται εις τον ποιμένα.
       Ό,τι επιτελείται εις την λεγομένην Ιατρικήν της Προσωπικότητος, επιτυγχάνεται εις την ατομικήν ποιμαντικήν.
       Όλα τα φάρμακα δια την αυτήν ασθένειαν δεν ε­φαρμόζονται εις όλους τους ασθενείς. Και αι πνευματικαί ιατρείαι δια τας αυτάς πνευματικάς ασθε­νείας δεν ασκούνται εις όλους τους πνευματικώς α­σθενείς. 
«Ου παν τραύμα τη αυτή εμπλάστρω θερα­πεύεται», σημειώνει ο Αγ. Πατήρ. Και οι οξείς περι­πτώσεις θεραπεύονται με μαλακτικά μέσα: «τους πα­ροξυσμούς εμβροχαίς παύε». Όταν ο ποιμήν συνα­ντά αντιθέσεις πεισματικάς, ουδέποτε θα χρησιμοποίηση την αντίδρασιν αλλά την ανοχήν, την υπομο­νήν και την αγάπην. Εκείνο που ιδιαιτέρως πρέπει να σημειώσωμεν είναι η αξία της εξατομικευμένης ποιμαντικής. Όταν ο ποιμήν δεν την ασκεί, ενώ ίσως κοπιάζει πολύ εις τον αγρόν του Κυρίου, θα αισθά­νεται ανά πάσαν στιγμήν το αίσθημα ότι το έργον του είναι μαζικόν και απρόσωπον, και τον εαυτόν του με κομμένας τας χείρας και τους πόδας. Το αί­σθημα δε του απομονωτισμού παντού θα τον συνοδεύη. Εκείνο που σήμερα λείπει, και που είναι το μυ­στικόν της ποιμαντικής επιτυχίας, είναι η εξατομικευμένη ποιμαντική. Προς αυτήν οφείλομεν να στρέψωμεν όλην μας την βαρύτητα.
      Ο Χριστιανισμός είναι κατ' εξοχήν η σωτηρία του προσώπου. Από πάσαν σελίδα της Καινής Δια­θήκης αναπηδά αυτή η αλήθεια.
       Φυσικά, η ενάσκησις της εξατομικευμένης ποιμα­ντικής προϋποθέτει ένα βασικόν στοιχείον: Την ολοκληρωμένην προσωπικότητα του ποιμένος.
 Η ζωή του πρέπει να αποπνέη υγείαν από πάσαν πτυχήν αυτής. Εάν δεν διαθέτη αγαθήν υποδειγματικήν ζωήν και εις αυτάς ακόμη τας ασημάντους λεπτομε­ρείας της ιδιωτικής του ζωής, δεν δύναται να ασκή­ση ατομικήν ποιμαντικήν. Ο ποιμαινόμενος, πλησιά­ζοντας τον ποιμένα, κατ' ανάγκην θα τον ίδη από πολύ κοντά. Και αν η προσωπική του ζωή δεν εμπνέη και δεν ενθουσιάζη, τότε η ποιμαντική προ­σπάθεια απέτυχε.
       Ποία όμως είναι τα προσόντα εκείνα που θα κα­ταστήσουν τον ικανόν ποιμένα, τόσον δια το πλήθος όσον και δια τα πρόσωπα;
       Την σπουδαιοτάτην αυτήν παράγραφον, ιδιαιτέ­ρως τονίζει ο Άγ. Ιγνάτιος προς τον Άγιον Πολύκαρπον.
* * *
       Πρώτον και βασικόν στοιχείον της συνεχούς ανα­πτύξεως της προσωπικότητος του ποιμένος, είναι η διαρκής συναίσθησις της πνευματικής και ηθικής του ανεπαρκείας.
       «Πλέον σπουδαίος γίνου ου ει» γράφει ο Άγιος Πατήρ προς τον Άγιον Πολύκαρπον.
       Να γίνεσαι διαρκώς και περισσότερον αξιόλογος απ' ό,τι είσαι.
       Πώς θα προοδεύη ο ποιμήν αν δεν αισθάνεται την ανεπάρκειάν του; Και πώς θα αντιλαμβάνεται την ανεπάρκειάν του αν δεν είναι ταπεινός;
       Ζων την διαρκή συναίσθησιν της πτωχείας του θα εργάζεται αόκνως δια να πλουτίζη.
       «Αιτού σύνεσιν πλείονα ης έχεις».
       Ζήτει φρόνησιν περισσοτέραν απ' ό,τι έχεις.
       Η φρόνησις είναι το δεύτερον βασικόν στοιχείον που πρέπει να κοσμή τον ποιμένα. Η φρόνησις εμπε­ρικλείει την σπουδαιοτάτην αρετήν της διακρίσεως που κατά τους Πατέρας της Εκκλησίας μας είναι η μεγίστη και πρώτη πασών των αρετών. Και επανα­λαμβάνει ο Αγ. Πατήρ το του Κυρίου: 
«φρόνιμος γί­νου ως όφις εν άπασιν και ακέραιος εις αεί ως η περιστερά».
       Η Προσευχή,
 εν συνεχεία, θα είναι το Α και το Ω πάσης προσπαθείας του ποιμένος.
       «Προσευχαίς σχόλαζε αδιαλείπτοις».
       Να καταγίνεσαι συνεχώς και αδιαλείπτως εις τας προσευχάς.
       Η προσευχή, θα είναι η καταφυγή του, η ισχύς του και η έκβασις των ζητημάτων του. Και αν οι γε­ωργοί πριν σπείρουν, συνηθίζουν να βρέχουν τον σπόρον, ο καλός των ψυχών γεωργός, βρέχει εν δάκρυσι εις τας προσευχάς του τον λόγον του Θεού που πίπτει εις τας καρδίας των γεωργουμένων υπ' αυτού, διότι έχει αγιογραφικήν την πληροφορίαν ότι εις την προσευχήν 
«οι σπείροντες εν δάκρυσι, εν αγαλλιάσει θεριούσιν» (Ψαλμ. ρκε' 5).
       Εκείνο που σήμερα μας λείπει, είναι η επαρκής προσευχή. Η προσευχή εν κεκλιμένοις γόνασι. Η προσευχή εν δάκρυσι.
       Ερρίψαμεν το βάρος του ποιμαντικού μας έργου εις την δράσιν την εξωτερικήν. Εις τα έργα τα οικο­δομικά και κοινωνικά και ελησμονήσαμεν την προ­σευχήν την θερμήν και αδιάλειπτον.
       Δι' αυτό και δεν επιτυγχάνομεν. Κάποτε, ο Απ. Πέτρος εχρησιμοποίησε ένα μόνον κήρυγμα δια να προσέλκυση εις την πίστιν 3000 ψυχάς. Σήμερα, η­μείς χρειαζόμεθα 3000 κηρύγματα δια να κερδήσωμεν μίαν μόνην ψυχήν. Και τούτο, διότι μας λείπει το Πνεύμα το Άγιον, που αποκτάται, συν τοις άλ­λοις, και με την αδιάλειπτον προσευχήν.
       Σήμερον, δεν ζητάμε από τον Θεόν να μας αποκαλύπτη τα μυστήρια του ουρανού, και εμείναμε μό­νον με την «φυσικήν γνώσιν» την αποκτωμένην δια της μαθήσεως εις τα σχολεία και τα βιβλία. Η γνώσις του ουρανού μας είναι «εσφραγισμένη σφραγίσιν επτά». Και όμως, 
«τα αόρατα αίτει, συνιστά ο άγιος Πατήρ, ίνα σοι φανερωθή όπως μηδενός λείπη και παντός χαρίσματος περισσεύης».
       Να ζητάς να πληροφορηθής, δια της προσευχής, από τον Θεόν, τα αόρατα και ουράνια δια να μη υ­στερής σε τίποτα και να περισσεύης εις όλα τα χαρί­σματα του Αγίου Πνεύματος.
       Εις την εποχήν μας, την Θεολογίαν την μετεβάλαμεν εις επιστήμην 
«κατά τα στοιχεία του κόσμου τούτου» και η αληθής Θεολογία, η γνώσις του Θεού και των μυστηρίων αυτού, μας μένει άγνωστη γη. Ε­πιγραμματικά συνδέει ο Άγιος Νείλος ο Σιναΐτης την ως άνω αλήθειαν του Αγ. Ιγνατίου, σχέσεως γνώσεως μυστηρίων Θεού και προσευχής, λέγων: «Ει θεολόγος ει, προσεύξη αληθώς. Και ει αληθώς προ­σευχή, θεολόγος ει» (Φιλοκαλ. Τόμ. Α' σελ. 182).
       Αν είσαι θεολόγος, να προσεύχεσαι αληθινά και καθ' όλας τας απαιτήσεις μιας γνησίας προς τον θρόνον του Θεού, ανερχομένης προσευχής. Και αν έτσι γνησίως προσεύχεσαι, τότε θα είσαι αληθής γνώστης του Θεού και των μυστηρίων του.
       Ο προσευχόμενος οφείλει ακόμη να διατηρή α­κοίμητον και την προσοχήν.
       «Γρηγόρει, ακοίμητον πνεύμα κεκτημένος».
       Μένε ξυπνητός, αποκτών πνεύμα άγρυπνον που διαρκώς θα προσέχη εσωτερικούς και εξωτερικούς ε­χθρούς της ψυχής, όπως ομοίως εσωτερικούς και ε­ξωτερικούς εχθρούς του ποιμνίου.
       Κατά τον Απ. Παύλον, ο πρεσβύτερος, λέγεται και επίσκοπος,
 διότι οφείλει να επισκοπή, να βλέπη καλά πάντα κίνδυνον, απειλούντα το ποίμνιον.
Η εσωτερική ζωή του ποιμένος είναι το μυστι­κόν του ποιμαντικού του έργου και ιδία της ατομι­κής ποιμαντικής, όπως ανωτέρω ανεφέραμεν.
       «Νήφε ως Θεού αθλητής».
       «Η  νήψις της ψυχής, είναι η ψυχή του ποι­μένος».
       Τι είναι νήψις ψυχής; 
«Φυλακή νοός και καθαρότης καρδίας ο έστιν και λέγεται νήψις», γράφει ο Άγιος Ησύχιος ο Πρεσβύτερος (Φιλοκαλ. Τόμ. Α' σελ. 157 § ρθ').
       Είναι ο διαρκής αγών προς κάθαρσιν των σκέψε­ων, των αισθημάτων και των βουλημάτων. Η κατάστασις της ποιμαντικής δράσεως είναι ο καθρέπτης της καταστάσεως της ψυχής. Η δράσις η εξωτερική, πάντοτε αφορμάται εκ της νήψεως της ψυχής. Αυτό, ουδέποτε πρέπει να λησμονή ο καλός ποιμήν.
       Ο ποιμήν πρέπει να έχη πνεύμα ασκητικόν εν τη ευρεία εννοία, διότι και ο Χριστιανισμός είναι άσκησις, ασκητισμός.
       Ακόμη, ο ποιμήν έχει να αντιμετώπιση δυσκό­λους καταστάσεις, αλλά και ανθρώπους αντιδρώντας και μαχομένους την χριστιανικήν πίστιν.
       Τι πρέπει να κάνη; Να λιποτακτήση;
       «Ο καιρός απαιτεί σε, ως κυβερνήται ανέμους και ως χειμαζόμενος λιμένα, εις το Θεού επιτυχείν».
       Όπως οι ναυτικοί αναμένουν ουρίους ανέμους και ο ναυαγός αναζητεί λιμάνι σωτηρίας, έτσι και η εποχή σου σε ζητά ως ανορθωτήν των πεπτωκότων, καταφύγιον των πενήτων, προστάτην των ορφανών, λύτην των δυσκόλων της ζωής προβλημάτων, πρόμαχον της πίστεως, δείκτην της ζωής, ποιμένα των ψυ­χών.
       «Ο καιρός απαιτεί σε».
       Η κάθε εποχή, προ παντός η εποχή μας, 
«ο διαλυόμενος αυτός αιών» κατά τον Άγ. Ισαάκ τον Σύρον, έχει ανάγκην του καλού ποιμένος.
       Αι αντιδράσεις πολλαί. Αι μάχαι ακατάπαυστοι. Οι διωγμοί των καλών, απηνείς.
       Τι με αυτό; Εσύ 
«στήθι εδραίος, ως άκμων τυπτόμενος. μεγάλου εστιν αθλητού το δέρεσθαι και νικάν».
       Εσύ στάσου αμετακίνητος σαν αμόνι που κτυπιέ­ται. Γνώρισμα μεγάλου αθλητού είναι να δέρεται και να νικά.
       «Ευστάθει».
       Στάσου καλά, είναι το μονολεκτικόν σύνθημα του Αγίου Πατρός. 
«Στώμεν καλώς», είναι το αντίστοιχον λειτουργικόν μας σύνθημα. Ο ποιμήν ο καλός μένει πάντοτε εις την θέσιν του.
       «Ο ποιμήν ο καλός την ψυχήν αυτού τίθησιν υ­πέρ των προβάτων» (Ιωάν. ι' 11).
       Ο ποιμήν δεν πρέπει να είναι μόνον ο επίσκοπος του τόπου αλλά και επίσκοπος του χρόνου.
       «Τους καιρούς καταμάνθανε. Τον υπέρ καιρόν προσδόκα, τον άχρονον, τον αόρατον, τον δι' ημάς ορατόν, τον αψηλάφητον, τον απαθή, τον δι' ημάς παθητόν, τον κατά πάντα τρόπον δι' ημάς υπομείναντα».
       «Τους καιρούς καταμάνθανε». Τους καιρούς εξέ­ταζε καλώς.
       Οι καιροί επείγονται 
«δια το είναι εγγύς τον Κύριον».
       Επάνω του κόσμου και του χρόνου είναι ο άχρο­νος Υιός και ενανθρωπήσας Ιησούς, η αγάπη προς τον οποίον, παραμερίζει κάθε άλλην εις τον κόσμον τούτον αγάπην. Ο αληθής ποιμήν εργάζεται εν χρόνω αλλά βλέπει την τελικήν τοποθέτησιν του ανθρώπου εις την αιωνιότητα. Ο χρόνος είναι απλώς η προϋπόθεσις και η πρόγευσις αυτής. Κάθε του έρ­γον, το δοκιμάζει με το πυρ της αιωνιότητος, ώστε να ευρεθή ως χρυσός και όχι ως χόρτος και καλάμη (Πρβλ. Α' Κορ. γ' 12).
       Ζη τους 
«εσχάτους καιρούς» την «εσχάτην ώραν» (Α' Ιωάνν. β' 18), και αναμένει την Δευτέραν του Κυ­ρίου Παρουσίαν. Βλέπει πλεονάζουσα την ανομίαν και αποστασίαν, την ψύξιν της αγάπης των πολλών, την απιστίαν των Χριστιανών και την στροφήν των προς παλαιάς και νέας μορφάς φυσιολατρείας και ειδωλολατρείας.
       Δεν εκπλήσσεται. 
«Μη σε καταπλησσέτωσαν», συμβουλεύει ο Άγιος Πατήρ. Μόνο διακρίνει, προ­στατεύει το ποίμνιον και αναμένει.
       Εις το βάθος της ψυχής της νύμφης υπάρχει η α­ναμονή του Νυμφίου Χριστού. Αναμένει και αναφω­νεί εις την βεβαίωσιν του Νυμφίου ότι δεν αργεί: 
«Ναι έρχου, Κύριε Ιησού» (Αποκ. κβ' 20).
       Εις μίαν ενδεχομένην κόπωσιν της ψυχής, ο Ά­γιος Ιγνάτιος σημειώνει: 
«όπου πλείον κόπος, πολύ κέρδος».
       Όταν ο ποιμήν βλέπη το κέρδος της Βασιλείας του Θεού, ο κόπος τότε, γίνεται ελαφρύς και εύκολος ο δρόμος.
       «Λογίζομαι γαρ, γράφει ο Απ. Παύλος, ότι ουκ άξια τα παθήματα του νυν καιρού προς την μέλλουσαν δόξαν αποκαλυφθήναι εις ημάς» (Ρωμ. η' 18). Η Βασιλεία του Θεού είναι το μεγάλο βουκέντρι που ε­ξαφανίζει το αίσθημα του κόπου και της απογοητεύσεως. Δι' ένα πράγμα θα λυπούνται οι άγιοι εις την βασιλείαν του Θεού, ότι δεν ηγωνίσθησαν περισσότερον εδώ εις την γην δια να απολαύσουν δόξαν περισσοτέραν εις τον ουρανόν.
       Τέλος, ο Άγ. Ιγνάτιος παραθέτει δύο χαρακτηρι­στικά γνωρίσματα δια τον μέλλοντα να ποιμάνη την Εκκλησίαν των Αντιοχέων: 
«Χειροτονήσαί τινα, ον αγαπητόν λίαν έχετε και άοκνον, ος δυνήσεται θε­οδρόμος καλείσθαι».
Άοκνος και Θεοδρόμος!
       Ο δρόμος του ποιμένος να είναι ο Θεός. Ο Κύ­ριος είπε: «εγώ ειμι η οδός». Αυτήν την οδόν, δηλα­δή τον ίδιον τον Χριστόν, οφείλει πάντοτε να οδεύη. Διαποτισμένος μέσα εις την αγιότητα, να ακτινοβολή αγιότητα. Να αποπνέη εις το περιβάλλον του την χά­ριν του Αγίου Πνεύματος και να καθιστά φανερά τα ενεργήματα Αυτού. Αν δια του στόματός του λαλείται ο Χριστός, δια της αγίας του ζωής να αποκαλύ­πτεται η ζωή του Χριστού.
       Να γίνεται ALTER CHRISTUS, άλλος Χριστός.
      Άμβων ασίγητος, η συμπεριφορά του.
      Κανδήλα, φως ιλαρόν διαχέουσα, η αρετή του.
       Η σημερινή εποχή, έχει σοφούς αρκετούς που με την σοφίαν των προάγουν κάθε τέχνην και επιστήμην. Αγίων όμως στερείται. αληθών θεοδρόμων και χριστοφόρων και θεοφόρων, όπως τους αποκαλή ο Άγιος Πατήρ.
       Και η σοφία χρειάζεται. Η κατά κόσμον σοφία. Όχι όμως χωριζομένη της αγιότητος. Το ιδεώδες εί­ναι:
       Άγιοι εις την σοφίαν και σοφοί εις την αγιότητα.
       Ο ποιμήν ακόμη, θα είναι και άοκνος. Η δραστηριότης του οφείλει να καλύπτη κάθε τομέα του ποιμαντικού του έργου και να καθίσταται φιλότιμος, φιλόπονος και εργατικός. Δεν θα είναι ο άνθρωπος των ανακλίντρων και της αστικής νοοτροπίας.
       Θα είναι ο ανήσυχος άνθρωπος. Ο άνθρωπος χω­ρίς διακοπάς, διότι και ο διάβολος δεν διακόπτει το φθοροποιόν του έργον. Οι καιροί επείγονται. Όταν όλα τρέχουν με ασυλλήπτους ταχύτητας, ο ποιμήν δεν επιτρέπεται να εμφανίζη σημειωτά βήματα. Ο ά­οκνος, ζων εις την αγιότητα, ήδη έχει υπερβή τον εαυτόν του και έχει δοθή ολοκληρωτικά εις το ποίμνιόν του.
* * *
       Ο ανιδιοτελής ποιμήν ουδέποτε σφετερίζεται το έργον του Θεού προς ίδια οφέλη, υλικά ή πνευματι­κά. Δεν ζητά χρήματα ούτε δόξαν. Τα πάντα ανή­κουν εις τον Θεόν.
       Δεν ζηλεύει, ούτε εποφθαλμιά άλλους εργάτας του Ευαγγελίου. Αυτό ακριβώς το σημείον, είναι και το κριτήριον της ανιδιοτελείας του.
       Ζη και συνεργάζεται μετά των άλλων ποιμένων και εργατών, αρμονικώς.
       «Τω επισκόπω προσέχετε, σημειώνει ο Άγιος Πα­τήρ, συγκοπιάτε αλλήλοις, συναθλείτε, συντρέχετε, συμπάσχετε... ως Θεού οικονόμοι και πάρεδροι και υπηρέται».
       Είναι χαρακτηριστική η πρόθεσις «συν» εις τα α­νωτέρω ρήματα. Είναι η επιμονή του αγίου Πατρός εις 
το πνεύμα της αγάπης, της συνεργασίας και της αληθούς κοινωνίας. Αν ποτέ συμβή κάποια δυσκο­λία ή δυστροπία, τότε «μακροθυμήσατε μετ' αλλήλων εν πραότητι, ως ο Θεός μεθ' υμών».
* * *
       Σεβασμιώτατε Άγιε Δέσποτα, Σεβαστοί Άγιοι Πατέρες.
       Αυτός είναι ο ποιμήν ο καλός, όπως τον ζητά ο Θεός και τον σκιαγραφή εις την προς Πολύκαρπον Επιστολήν του ο Άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος.
       Είναι μία μαρτυρική φωνή, όχι μόνον δια την ε­ποχήν του αλλά δια κάθε εποχήν, και την εποχήν μας, που μαρτύρεται Χριστόν και αρετήν: 
«Το βάπτι­σμα υμών μενέτω ως όπλα, η πίστις ως περικεφαλαία, η αγάπη ως δόρυ, η υπομονή ως πανοπλία, τα δεπόσιτα υμών (αι αποθήκαι υμών) τα έργα υμών».
       Ο ποιμήν, καθήκον έχει, να αντικατοπτρίζεται εις τοιαύτας αγίας ποιμαντικάς συγγραφάς.
       Να αντλή δυνάμεις, σοφίαν, αγιότητα, τέχνην.
       Να του υπενθυμίζεται ότι οφείλει 
«αναζωπυρείν το χάρισμα του Θεού, ο έστιν εν αυτώ δια της επιθέ­σεως των χειρών» του πρεσβυτερίου (Β' Τιμ. α΄6).
       Να ζη την ασκητικότητα, την νήψιν της ψυχής, την αγιότητα.
       Να λούεται εις το φως και την σοφίαν του Χριστού.
       Να γίνεται διαρκώς αξιόθεος και θεοπρεπής. Άοκνος και θεοδρόμος.
       Χριστομαθής και αγιοφόρος.
       Χριστοφόρος, ναοφόρος και θεοφόρος, κα­τά τας ωραίας εκφράσεις του Αγίου Ιγνατίου.
       Ο αληθής Χριστιανός Ποιμήν, δεν ανήκει ποτέ εις τον εαυτόν του αλλά πάντοτε εις τον Χριστόν. Δεν κρατά τίποτα δια τον εαυτόν του.
       Ημπορεί ανά πάσαν στιγμήν να λέγη: 
«Ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός».
«Χριστιανός, εαυτού εξουσίαν ουκ έχει αλλά Θεώ σχολάζει».
       Ο ποιμήν ο αληθής, σχολάζει, κινείται και ζη εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών, πάντοτε.
       Ω η δόξα μετά του Πατρός και του Αγίου Πνεύ­ματος, εις τους αιώνας. Αμήν.
 
 Εισήγησις
γενομένη υπό του Αρχιμ. Αθανασίου Μυτιληναίου εις Α' Ιερατικόν Συνέδριον Ιεράς Μητροπόλεως Λαρίσης και Πλαταμώνος εν τω Πνευματικώ Κέντρω του Ι.Ν. Αγίων Μ' Μαρτύρων εν Λαρίση τη 22α Σεπτεμβρίου 1969.
 
ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΑΙ ΠΡΟΤΡΟΠΑΙ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣ ΑΓ. ΠΟΛΥΚΑΡΠΟΝ ΕΠΙΣΤΟΛΗΝ ΑΓΙΟΥ ΙΓΝΑΤΙΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΦΟΡΟΥ

ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΥ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ  «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»