17 Νοεμβρίου 2024

Τα πάθη (Β΄) Ἡ ἁμαρτία ἔναντι τοῦ Θεοῦ.

†.Λέγαμε, παιδιά, γιά τήν διαδικασία τῆς ἁμαρτίας πού γίνεται μέσα στόν ἄνθρωπο, πῶς δηλαδή ὁ ἄνθρωπος φτάνει ἀπό τήν προσβολή ως το πάθος.

   Μᾶς εἶναι χρήσιμη αὐτή ἡ γνώση της διαδικασίας τῆς ἁμαρτίας μέσα στήν ψυχή μας. Καί ὅπως σᾶς εἶχα πεῖ, ποτέ δέν πρέπει νά θεωροῦμε τήν προσβολή ὡς ἁμαρτία. Πάρα πολλοί ἄνθρωποι ὑποφέρουν πραγματικά, αἰσθάνονται ἄσχημα, ἔχουν τύψεις συνειδήσεως, θεωροῦν τόν ἑαυτό τους τρομερά ἁμαρτωλό, ἐπειδή νομίζουν ὅτι κάθε προσβολή εἶναι καί ἁμαρτία! Ὄχι, παιδιά· πρός Θεοῦ, ὄχι! ἡ προσβολή δέν εἶναι ἁμαρτία. Από τήν στιγμή ὅμως πού θά ἀρχίσουμε νά ἀποδεχόμαστε αὐτά πού μᾶς προσβάλλουν τόν νοῦ καί τήν καρδιά, ἀπό τήν στιγμή ἐκείνη καί πέρα βεβαίως ἀρχίζει τό πράγμα νά εἶναι ἁμαρτία.

   Λέγαμε ἐπίσης ὅτι τό τελευταῖο στάδιο τῆς ἁμαρτίας, μετά ἀπ' ὅλη της τή διαδρομή, τό καταστάλαγμα, εἶναι τό πάθος.

   Ὅλα τά πάθη πού μπορεῖ νά ἔχει ἕνας ἄνθρωπος συνοψίζονται σε τρία: στη φιλοδοξία, στη φιληδονία και στη φιλαργυρία. Αυτά τα τρία πάθη –πού είναι ἡ πύκνωση ὅλων τῶν ἄλλων παθῶν· δηλαδή, ἀπ' αὐτά τά τρία, πηγάζουν ὅλα τά ἄλλα πάθη– ἀντιστοιχούν πρός τούς τρεῖς πειρασμούς τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ στήν ἔρημο.

   Ὅπως θα γνωρίζετε, ὁ Κύριος πῆγε στήν ἔρημογιά νά συναντήσει τον διάβολο καί νά τόν πολεμήσει. Εἶναι ἡ ἀντίστροφη κίνηση. Ὁ διάβολος ήρθε στον παράδεισο, λέγαμε την περασμένη φορά, να συναντήσει τούς πρωτοπλάστους· τώρα ὅμως ὁ Κύριος κινεῖται γιά να συναντήσει τον διάβολο στήν ἔρημο καί νά τόν νικήσει. Οι πρωτόπλαστοι νικήθηκαν· ὁ Κύριος ὄχι. 

   Ὁ διάβολος τότε χρησιμοποίησε τήν ἀπάτη. Καί ἐδῶ ὁ Κύριος ὁμοίως χρησιμοποίησε τήν ἀπάτη. Που ὅμως ἦταν ἡ ἀπάτη; Ήταν στο ὅτι ὁ διάβολος δέν μποροῦσε νὰ δεῖ τή θεία φύση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ· ἔβλεπε μόνο τήν ἀνθρώπινη. Ἄρα μποροῦσε νά Τόν πειράξει, διότι ὁ διάβολος δέν γνώριζε ὅτι εἶναι ὁ ἐνανθρωπήσας Υἱός τοῦ Θεοῦ. Ἀλλιῶς ποτέ δέν θά τολμούσε να κάνει κάτι τέτοιο. Αλλά τώρα ή θεότητα κρύπτεται.

   Θά μοῦ πεῖτε: Δεν γνώριζε τις προφητείες;

   Ὄχι. Γι' αυτό οἱ προφητεῖες ἦταν συσκιασμένες γιά τόν διάβολο κυρίως· ὥστε νά βλέπει την προφητεία καί νά μήν τήν κατανοεῖ. Ἡ προφητεία κατανοεῖται μόνο ὅταν ἔχει κανείς τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ.

   Θά μοῦ πεῖτε: Οἱ προφῆτες δεν τις κατανοοῦσαν; 

   Αναμφισβήτητα, ναί. Καί στήν ἐποχή τοῦ Χριστοῦ ὑπῆρχαν ἄνθρωποι στά Ἱεροσόλυμα πού περίμεναν σωστά τόν Μεσσία. Βεβαίως· ὅπως ὁ Συμεών ὁ Θεοδόχος, ὅπως ἡ Ἄννα ἡ προφήτιδα, ὁ Ζαχαρίας καί ἡ Ἐλισάβετ... Αυτοί περίμεναν σωστά τον Μεσσία, γιατί  εἶχαν τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ. Ὁ διάβολος όμως, ἐπειδή στερεῖται τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, δέν μποροῦσε νά γνωρίζει τίποτα. Οἱ προφητείες λοιπόν ήταν συσκιασμένες για τον διάβολο κυρίως.

   Ἔτσι, ὁ Κύριος ἦρθε να συναντήσει τον διάβολο στήν ἔρημο καί νά τόν νικήσει. Φυσικά ο διάβολος πάλι θα χρησιμοποιοῦσε αὐτά τά πάθη, ἢ μᾶλλον τούς νυγμούς τῶν ἁμαρτιῶν –πού ἄν χρονίζουν καταλήγουν σε πάθη– γιά νά δημιουργήσει πτώση στον Κύριο. Φυσικά ὅμως ὁ Κύριος νίκησε. Είναι γνωστό ὅτι Τοῦ ὑ-ποβλήθηκαν τρεῖς πειρασμοί, τρεῖς δοκιμασίες, τρεῖς προσβολές. (Βλ. Ματθ. 4, 1-11. Λουκά 4, 1-13)

   Εἶναι γνωστό ότι στη φιληδονία ὑπάγεται ἐκεῖνο τό πές νά γίνουν αυτές οἱ πέτρες ψωμιά, πού Τοῦ εἶπε ὁ διάβολος. Δέν εἶπε πές μιά πέτρα να γίνει ψωμί. Ὁ Κύριος νήστεψε σαράντα ἡμέρες· δέν θά μποροῦσε νά Τοῦ πεῖ λοιπόν ὡραιότατα ὁ διάβολος κάνε μία πέτρα να γίνει ψωμί; Πόσο ψωμί θά ἤθελε ὁ Κύριος να φάει νά χορτάσει; Θά Τοῦ ἔφτανε ἕνα κιλό ψωμί; Ὁ διάβολος ὅμως τί Τοῦ λέει; Πες οἱ πέτρες να γίνουν ψωμιά. Δηλαδή, τό παραπάνω τί εἶναι; Τό λέγαμε καί σέ ἕνα περασμένο μάθημα, (Βλ. Μάθημα 510) είναι πέρα ἀπό τήν ἀνάγκη· και ὅ,τι εἶναι πέρα ἀπό τήν ἀνάγκη εἶναι φιληδονία. Ἔτσι λοιπόν, μ᾿ αὐτόν τόν πειρασμό, εἰσάγεται ἡ φιληδονία. 

   Στην φιληδονία όμως ἐρχόμαστε να αντιτάξουμε μία ἀρετή· τήν σωφροσύνη.

   Σημειώστε ὅτι καί οἱ ἀρετές συγκεφαλαιώνονται σέ τρεῖς. Ὑπάρχει και μία τέταρτη, που ρυθμίζει τις τρεῖς. Αὐτές οἱ τρεῖς μεγάλες ἀρετές είναι ἡ φρόνηση, ἡ σωφροσύνη καί ἡ ἀνδρεία. Καί ἡ μέν φρόνηση ἀντιστοιχεῖ στόν νοῦ, ἡ σωφροσύνη στην καρδιά, ἐνῶ ἡ ἀνδρεία στη βούληση. Ἡ τέταρτη, πού σᾶς εἶπα, εἶναι ἡ δικαιοσύνη, ἡ ὁποία δίνει τό μέτρο ἁρμονίας αὐτῶν τῶν τριῶν ἀρετῶν μεταξύ τους, ὥστε νά μήν ἔχουμε παραπάνω φρόνηση από τη σωφροσύνη, ἢ παραπάνω ἀνδρεία ἀπό τή φρόνηση, ἀλλά νά ὑπάρχει μία ἁρμονία, μία σωστή αναλογία ανάμεσα σ' αυτές τις τρεῖς ἀρετές.

   Ἔτσι λοιπόν, βασικά τρεῖς εἶναι οἱ ἀρετές· ἡ φρόνηση, ή σωφροσύνη καί ἡ ἀνδρεία. Η φιληδονία, τήν ὁποία εἰσηγεῖται ὁ διάβολος μέ τόν πρῶτο πειρασμό, ἔρχεται νά ἀντιμετωπίσει την σωφροσύνη τοῦ Κυρίου. 

   Μετά ἔρχεται ἡ φιλοδοξία. Η φιλοδοξία τί εἶναι; Ὅταν ὁ διάβολος είπε στον Χριστό πέσε ἀπό τό ἀέτωμα τοῦ ναοῦ, νά δοῦν κάτω οἱ ἄνθρωποι ὅτι ἔπεσες ἀπό τόσο ψηλά καί δέν ἔπαθες τίποτε, καί τότε μέ εὔκολο τρόπο θά ἀποκτήσεις δόξα.

   Ὁ Χριστός τι είπε; «Πάτερ, δόξασόν σου τὸν υἱόν ... καὶ νῦν δόξασόν με σύ, πάτερ, παρὰ σεαυτῷ τῇ δόξῃ ἡ εἶχον πρὸ τοῦ τὸν κόσμον εἶναι παρὰ σοί» (Ιωάν. 17, 1-5). Θεέ Πατέρα, δόξασε τόν Υἱό Σου μ' ἐκείνη τή δόξα πού εἶχε πάντοτε. Αλλά ἡ δόξα τοῦ Χριστοῦ ποιά εἶναι; Ἡ δόξα τοῦ Χριστοῦ εἶναι ὁ Σταυρός! –καί μετά ἡ Ἀνάσταση. Αὐτή εἶναι ἡ δόξα τοῦ Χριστοῦ. Ἔπρεπε λοιπόν ὁ Χριστός νά δοξασθεῖ περνώντας μέσα ἀπό τήν δοκιμασία, μέσα από τον Σταυρό –και την Ανάσταση– και όχι να κερδίσει τη δόξα με εύκολο τρόπο, να πέσει δηλαδή ἀπό τό αέτωμα μέ ἕναν εντυπωσιακό τρόπο, για να δουν οἱ ἄνθρωποι και να πιστέψουν και να ποῦν Ἄ, αὐτός πράγματι εἶναι ὁ Μεσσίας!

   Αλλά στη φιλοδοξία ἀντιτάσσεται ἡ ἀρετή τῆς φρονήσεως. Ἡ φρόνηση χαρακτηρίζει τον μυαλωμένο ἄνθρωπο!

   Καί τέλος ἔρχεται ὁ πειρασμός τῆς φιλαργυρίας, πού ὁ διάβολος, ἀφοῦ ἔδειξε στον Χριστό πανοραμικά ὅλες τίς βασιλεῖες τῆς γῆς καί τά ἀγαθά τους καί τά πλούτη τους και τα χρυσάφια τους, Τοῦ εἶπε: Θά σοῦ τα δώσω ὅλα, ἐάν πέσεις καί μέ προσκυνήσεις.

   Βέβαια στον διάβολο δέν ἀνήκει τίποτα. Ἐπειδή ὅμως παραδόθηκε ὁ κόσμος σ' αὐτόν, γι' αὐτό εἶπε τοῦ Χριστοῦ θά σοῦ τά δώσω ὅλα. Δέν λέει είναι δικά μου, ἀλλά μοῦ παραδόθηκαν. Καί παραδόθηκαν τά ἀγαθά τῶν ἀνθρώπων στον διάβολο επειδή καί οἱ ἄνθρωποι παραδόθηκαν σ᾽ αὐτόν. Δέν παραδόθηκαν οἱ ἄνθρωποι ἀπό τόν Θεό –ποτέ από τόν Θεό!– αλλά μόνοι τους παραδόθηκαν! Πῶς; Ορίστε, οἱ πρωτόπλαστοι· μόνοι τους παραδόθηκαν στον διάβολο, στο θέλημά του, καί ἔγιναν τρόπον τινά ιδιοκτησία του. Βεβαίως τήν κακῶς νοούμενη ιδιοκτησία, πού δέν θά ἔπρεπε νά εἶναι ἔτσι· πάντως ἰδιοκτησία τοῦ διαβόλου.

   Τί θά ἔπρεπε λοιπόν ἐδῶ ὁ Κύριος νά ἀντιτάξει στο πάθος τῆς φιλαργυρίας; Τήν ἀνδρεία. Καί ἀνδρεία σημαίνει νά πεῖ κανείς ὄχι, δέν τό δέχομαι αὐτό. Θέλει πολλή ἀνδρεία, νά σοῦ προσφέρουν τά ἀγαθά τῆς γῆς, κι ἐσύ νά πεῖς ὄχι! 

   Ὥστε λοιπόν, παιδιά, βλέπουμε ὅτι τά πάθη συνοψίζονται σ' αὐτά τά τρία καί ἀντιμετωπίζονται μ' αυτές τις τρεῖς ἀρετές.

   Ὁ ἱερός Δαμασκηνός λέει: «τοὺς λογισμοὺς παρενοχλεῖν μὲν καὶ μὴ παρενοχλεῖν, οὐκ ἐφ᾽ ἡμῖν ἐστι· ἐμμένειν δὲ ἢ πάθος κινεῖν ἢ μὴ κινεῖν, τῶν ἐφ' ἡμῖν ἐστιν» (Στο Περὶ ἀρετῶν καὶ κακιῶν, ψυχικῶν καὶ σωματικών, Φιλοκαλία, τόμ. Β΄, σ. 235, καί PG 95, 93). Δηλαδή, ἂν ἔρχονται οἱ λογισμοί νά μᾶς ἐνοχλήσουν ἤ νά μή μᾶς ἐνοχλήσουν, δέν είναι θέμα δικό μας. Μέ ἐνόχλησε ἕνας λογισμός; δέν ἐξαρτᾶται ἀπό ἐμένα. Δέν μέ ἐνόχλησε ὁ λογισμός; οὔτε ἀπό ἐμένα πάλι ἐξαρτᾶται αυτό. Αλλά τό να μένει ἕνα πάθος ή να μή μένει, νά κινεῖται μέσα μου ἤ νά μήν κινεῖται, αὐτό ἐξαρτᾶται ἀπό ἐμένα.

   Ὥστε, ὅπως σᾶς εἶπα καί ἀπό τήν ἀρχή, ἡ προσβολή δέν ἀποτελεῖ ἁμάρτημα· ἀλλά ἐκεῖνο πού μένει, ἐκεῖνο πού θέλω, ἡ ἐγκαθίδρυση του πάθους, αὐτό ἀποτελεῖ ἁμάρτημα γιατί εἶναι ἀπό τήν προαίρεσή μου.

   Λέγαμε ἀκόμη τήν περασμένη φορά ὅτι τό πάθος εἶναι ἡ κατάσταση εκείνη που δείχνει τή νοσηρότητα τῆς ψυχῆς, ἐνῶ ἡ ἁμαρτία εἶναι ἡ ἐκδήλωση τοῦ πάθους μέ μιά πράξη. (Ὅ,τι είναι πάθος, δέν εἶναι καί ἔμπρακτη ἁμαρτία. Αλλο το ἕνα καί ἄλλο τό ἄλλο. Πάθος εἶναι ἡ κίνηση πού γίνεται στην ψυχή. Πράξη αμαρτωλή είναι εκείνη που εμφανίζεται στο σώμα. (Όσ. Νικήτα Στηθάτου, Α΄ ἑκατοντάδα, Φιλοκαλία τῶν Ἱερῶν Νηπτικών, τόμ. Δ΄, μτφρ. Αντώνιος Γαλίτης, ἔκδ. Τό περιβόλι τῆς Παναγίας, 1986, σ. 62)

   Ξέρετε, υπάρχει διάκριση ανάμεσα στο πάθος και στήν ἁμαρτία –τό λέγαμε την περασμένη φορά. Αμαρτία εἶναι αὐτό πού ἐνεργεῖται ἀπό τό πάθος καί έκδηλώνεται σε μια δεδομένη στιγμή. Δηλαδή, έχω μέσα μου το πάθος της οργής ή το πάθος του θυμού, καί τό ἔχω ὡς μόνιμη κατάσταση. Ὅταν μοῦ δοθεί μια ευκαιρία ἁμαρτίας, τότε τό πάθος εκδηλώνεται. Συνεπώς ή ἁμαρτία δέν εἶναι παρά ἡ ἐνέργεια τοῦ πάθους. Αυτό εἶναι. Τό πάθος εἶναι ἡ δεξαμενή, μέσα στην οποία θα λέγαμε εἶναι τό κάθε υλικό, ὅπως τοῦ θυμοῦ, τῆς ὀργῆς καί τά λοιπά.

   Τα πάθη ἀκόμη ἀντιπροσωπεύονται ἀπό τούς δαίμονες. Μή σᾶς κάνει καθόλου ἐντύπωση αὐτό. Υπάρχει ὁ δαίμονας τῆς πορνείας, ὁ δαίμονας τῆς φιλοδοξίας, ὁ δαίμονας τῆς φιλαργυρίας, καί οὕτω καθ᾿ ἑξῆς. Δηλαδή είναι δαίμονες οἱ ὁποῖοι προσβάλλουν τόν ἄνθρωπο εἰδικά σέ ἕνα πάθος. Αὐτό εἶναι μία σταθερή διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας.

   Ὅταν ὁ Κύριος ρώτησε τόν δαιμονισμένο ποιό εἶναι τό ὄνομά του, ὁ δαιμονισμένος ἀπάντησε λεγεών, δηλαδή πλῆθος δαιμόνων. Αυτό δείχνει ὅτι μέσα στόν ἄνθρωπο αὐτόν ἦταν ὅλα τά πάθη. (Βλ. Μάρκ. 5, 9' 15. Λουκᾶ 8, 30) Ὅταν ὁ Κύριος ἔβγαλε από τη Μαρία τη Μαγδαληνή ἑπτά δαιμόνια (ο ἀριθμός ἑπτά ὑποννοεῖ τό πλῆθος, καί ὄχι ἀκριβῶς τό ἑπτά), αυτό σημαίνει ὅτι ἐνοχλεῖτο ἀπό ἑπτά, ἢ ἀπό πλῆθος διαφορετικῶν παθῶν, πού ἀντιπροσωπεύονταν ἀπό ἀντίστοιχους δαίμονες. (Βλ. Μάρκ. 16, 9)

   Ἕνας δαίμονας, ἄς ποῦμε, ἔχει τήν ἄδεια να πειράζει τόν ἄνθρωπο μόνο σ' ἕνα σημεῖο. Για παράδειγμα, κάποιος ἐνοχλεῖται ἀπό ἕνα δαιμόνιο να νυστάζει συνεχῶς στην προσευχή του, να χασμουριέται. Ἄν ἔχετε προσέξει, σε συγκεκριμένα σημεῖα τῆς προσευχῆς, ἐντελῶς συγκεκριμένα, ἄς ποῦμε στο Πάτερ ἡμῶν σε ἕνα σημεῖο, ἤ στο Βασιλεῦ Οὐράνιε σ' ἕνα σημεῖο, να ἔρχεται ἐκείνη τήν ὥρα ἕνα χασμουρητό καί λέει κανείς: περίεργο πράγμα...! Ναί. Δίνεται ἐκεῖ ἡ ἄδεια σε ἕναν δαίμονα, τοῦ ἐπιτρέπεται νά μᾶς ἐνοχλεῖ σ' αυτό το σημεῖο.

   Πάντως θά ἤθελα νά καταλάβετε ὅτι οἱ δαίμονες ἀντιπροσωπεύουν τά πάθη, καί εἶναι ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι ἐνοχλοῦν τόν ἄνθρωπο. (Βλ. ἀββᾶ Κασσιανοῦ, Εὐεργετινός, τόμ. Δ΄, ὑπόθ. ΚΑ', ἐκδ. Το Περιβόλι τῆς Παναγίας, Θεσ/νίκη 2010, σ. 218, άγ. Διαδόχου Φωτικῆς, Φιλοκαλία τῶν Νηπτικῶν, τόμ. Α΄, Λόγος ἀσκητικός 81, ἐκδ. Παναγ. Τζελάτη, Εν Αθήναις 1893, σ. 156) Γι' αὐτό, ὅταν ἐμμένουμε σέ ἕνα πάθος, ἤ σέ κάποια πάθη, –προσέξτε αυτό το τρομερό– δαιμονιζόμαστε! 

   Θα μου πείτε: Μπορεῖ κανείς να δαιμονιστεῖ; 

   Τί θά πιστεύατε; ὅτι θά περιμέναμε νά δοῦμε ἕναν σάν τόν δαιμονισμένο τῶν Γεργεσηνῶν;.. (Βλ. Ματθ. 8, 28-34. Μάρκ. 5, 1-17) Ἔχουμε βέβαια και τέτοιους στήν ἐποχή μας, ἄν τό θέλετε. Ἔχουμε πάρα πολλούς δαιμονισμένους στήν ἐποχή μας! 

   Μιά μέρα ἔδινα ἀντίδωρο σέ μιά εκκλησία. Πέρασε μία γυναίκα μόλις τήν κοίταξα, εἶπα: αὐτή ἡ γυναίκα ἔχει δαιμόνιο. Τῆς ἔδωσα ἀντίδωρο, ἔφυγε. Σέ λίγη ὥρα εἶδα τόν ἱερέα δίπλα να της διαβάζει μία ευχή ἐναντίον τῶν δαιμόνων. Προσέξτε όμως κάτι. Κατόπιν μοῦ εἶπε ὁ ἱερέας ὅτι τή ρώτησε ἂν ἐξομολογεῖται, καί ἐκείνη απάντησε: Τί σᾶς ἐνδιαφέρει αὐτό; Εγώ θέλω να μοῦ διαβάσετε μόνο τους Εξορκισμούς. Ὁ ἱερέας προσπάθησε νά τῆς ἐξηγήσει ὅτι αὐτό ἔχει σημασία, ἀλλά ἐκείνη ἐπέμενε: Ὄχι, ὄχι... δέν σᾶς ἐνδιαφέρει αυτό!

   Τί καταλάβατε; Ἡ γυναίκα αυτή ήταν πραγματικά δέσμια τοῦ σατανᾶ·  καί πιθανῶς ὁ διάβολος να τῆς εἶπε να διαβαστοῦν Εξορκισμοί –παράξενο!– ἀκριβῶς γιά νά μπερδεύει τις πηγές· τήν καλή, τήν ἀγαθή πηγή, μέ τήν κακή.

   Τό ἴδιο ἔλεγε κι ἐκείνη ἡ μαντευομένη τῶν Φιλίππων: Αὐτοί οἱ ἄνθρωποι, οἱ δοῦλοι τοῦ Θεοῦ –ὁ Παῦλος, ὁ Λουκᾶς καί ὁ Σίλας– ἦρθαν να καταγγείλουν σ' ἐσᾶς ὁδόν σωτηρίας. (Πράξ. 16, 11-34) Καί τό ἔλεγε ὁ διάβολος αὐτό!... Ὅπως κι ἐκεῖνος –πῶς νά τόν χαρακτηρίσω;– ἐκεῖνος ὁ Χρῆστος στο Γάζωρο, πού πᾶνε τόσοι καί τόσοι στις Σέρρες –έχει βεβαίως καί πολλές εἰκόνες ἐκεῖ στο δωμάτιο πού ὑποδέχεται τόν κόσμο– τί τούς λέει; Να κάνεις τρία Εὐχέλαια... να κοινωνεῖς κάθε Παρασκευή, ἤ κάθε Σάββατο, ἤ νά κάνεις ἑπτά Παρακλήσεις, ἤ νά κάνεις σαράντα Παρακλήσεις, ἤ νά νηστέψεις τόσο καί τόσο. Σ' ὅλα αὐτά πού λέει,  παραλείπει σταθερά ἕνα μόνο: νά πᾶς νὰ ἐξομολογηθεῖς. Αὐτό δέν τό βάζει ὁ διάβολος. Εἶναι πονηρός ὁ διάβολος... φοβερός!

   Γι' αὐτό, παιδιά, ἂς προσέξουμε νά μήν ἐπιμένουμε σέ μιά ἁμαρτία, σ᾿ ἕνα πάθος, μήπως κάποια στιγμή ἐπιτρέψει ὁ Θεός καί δαιμονιστούμε!... Σᾶς λέω ἄλλη μία φορά, ὑπάρχουν πολλοί δαιμονισμένοι στήν ἐποχή μας... ὅσοι δέν μπορεῖτε να φανταστεῖτε! Ἄς προσέχουμε τά πάθη!

   Τί πρέπει να κάνουμε; Πῶς πρέπει νά ἐνεργήσουμε;

   Ὁ ἅγιος Ἰσαάκ ο Σύρος μᾶς ἀναφέρει τρεῖς τρόπους –χωρίς να σημαίνει ὅτι θά ἐπιλέξουμε ἕναν ἀπ' αὐτούς, ἀλλά καί τούς τρεῖς μαζί. 

   Πρῶτος τρόπος. Είναι προτιμότερο να προσφύγει κανείς στη μνήμη τῶν ἀρετῶν, παρά νά ἀντιστέκεται στα πάθη. Δηλαδή: Έρχεται στο μυαλό μου μία εἰκόνα αἰσχρή· ἤ μία εἰκόνα ἐμπαθείας, ἄς ποῦμε νά πάω να ἐκδικηθῶ τόν τάδε. Ἔχω μέσα μου μνησικακία, βράζω ἀπό θυμό, βράζω... Ἄν τόν δῶ αὐτόν, θα φθάσω νά τόν σκοτώσω! Είναι φοβερό. Τί πρέπει νά κάνω; Θά ἀρχίσω να λέω στο πάθος να υποχωρήσει και να φύγει; φύγε, πάθος; Δεν φεύγει ποτέ έτσι! Τι να κάνω τώρα; Θα κάνω τήν προσπάθεια να στρέψω το μυαλό μου σε θέματα ἀρετῆς· τίποτε ἄλλο.

   Αὐτό μᾶς λέει ὁ ἅγιος Ἰσαάκ: «Κρεῖσσον ἐν τῇ μνήμῃ τῶν ἀρετῶν ὑποκλέπτειν τὰ πάθη ἢ τῇ ἀντιστάσει» (Φιλοκαλία, Λόγοι Ασκητικοί, νς', 20, ΕΠΕ 8Β, σ. 346. Βλ. όσ. Νικοδήμου Αόρατος Πόλεμος, ΙΓ΄, Εν Αθήναις 1853, σ. 40). Είναι προτιμότερο να υποκλέπτουμε τά πάθη μέ τή μνήμη τῶν ἀρετῶν, παρά νά ἀντιστεκόμαστε σέ αὐτά. Δηλαδή, μή λές φύγε, πάθος... αλλά καλύτερα σκέψου τό ἀντίθετο· σκέψου τήν ἀγάπη, τήν εἰρήνη, σκέψου μία εἰκόνα ἀπό τήν Αγία Γραφή, ἕνα θαυμαστό γεγονός από τη ζωή σου καί λοιπά, καί ἐκεῖ θά εἰρηνεύσεις πραγματικά.

   Δεύτερος τρόπος. Είναι προτιμότερο να απορρίψουμε την προσβολή, παρά να προσπαθοῦμε νά διορθώσουμε μια πτώση μας. Δηλαδή, ή πρόληψη εἶναι προτιμότερη ἀπό τή θεραπεία. Μήν ἀφήσεις να προχωρήσει το κακό· διόρθωσε το στην αρχή. Αισθάνθηκες ὅτι εἶσαι κρυωμένος; πάρε αμέσως κάτι, να διορθωθεῖ τό κρύωμά σου. Το άφησες; μετά θέλει πολλά φάρμακα, ἴσως καὶ νοσοκομείο, για να γίνεις καλά. Ἡ πρόληψη είναι προτιμότερη από τη θεραπεία. Ἔτσι κι ἐδῶ, ξαναλέω, τό νά προλάβεις κάτι εἶναι προτιμότερο  ἀπό τό νά τό θεραπεύσεις.

   Νά σᾶς πῶ μία προσφιλή μέθοδο τοῦ σατανᾶ; Οἱ Πατέρες μάλιστα ἔχουν πλάσει γι' αυτή τη μέθοδο ἕνα  φανταστικό ζῶο γιά νά ἐκφράσουν πῶς ἐνεργεῖ ὁ διάβολος. Το φανταστικό, το πλασματικό αὐτό ζῶο εἶναι ὁ μυρμηκολέων. (Βλ. όσ. Νικοδήμου Αγιορείτου, Συμβουλευτικὸν Ἐγχειρίδιον, κεφ. η΄, Ὅτι ὁ διάβολος, μὴ ἀπολαύων τῶν ἡδονῶν τῶν αἰσθήσεων, αποθνήσκει· καὶ διατί λέγεται μυρμηκολέων, ἐκδ. Νεκτάριος Παναγόπουλος, 1991², σσ. 143-144. Πρβλ. Ἰώβ 4, 11. Α΄Πέτρ. 5, 8-9. Ρωμ. 16, 20) Δηλαδή, εἶναι ἕνα ζῶο πού μπροστά, ἀπό τή μέση μέχρι τό κεφάλι, είναι μυρμηγκάκι, και ἀπό τή μέση καί πίσω, μέχρι την ουρά, είναι λιοντάρι. Δηλαδή, ὁ διάβολος στην αρχή σου παρουσιάζει τήν ἁμαρτία πολύ-πολύ μικρή· μετά όμως, ὅταν τή διαπράξεις, σου τή μεγαλώνει καί τήν κάνει να φαίνεται σάν λιοντάρι! Είναι προτιμότερο λοιπόν να κάνεις μια μέ τό νύχι σου καί νά σκοτώσεις τό μυρμηγκάκι, ἐνῶ τό λιοντάρι δέν μπορεῖς. Αυτό σημαίνει ὅτι τό κακό θά τό πολεμήσουμε στήν ἀρχή.

   Καί τρίτος τρόπος είναι τό νά μήν ξεχνᾶμε ὅτι ἡ συνήθεια εἶναι ὁ τροφέας του πάθους. Αν δηλαδή ἐπαναλαμβάνουμε μιά ἁμαρτία, αὐτή, ὡς συνήθεια, τρέφει το πάθος. Λέει πάλι ὁ ἅγιος Ἰσαάκ, στόν 58ο λόγο: «Φοβήθητι τὰς συνηθείας πλείω τῶν ἐχθρῶν» (Φιλοκαλία, Λόγοι Ασκητικοί, νη', 12, ΕΠΕ 8Β, σ. 376). Να φοβᾶσαι τίς συνήθειες πού ἀποκτᾶς, περισσότερο από τούς ἐχθρούς σου.

   Πολλές φορές λέμε σε κάποιον γιατί το κάνεις αὐτό; καί ἐκεῖνος ἀπαντᾶ: ἔ, από συνήθεια. Αὐτήν ὅμως τή συνήθεια ἂς τήν προσέχουμε. Καί ἐνῶ ἡ συνήθεια στά ἀγαθά εἶναι σπουδαῖο πράγμα, στα πονηρά εἶναι φοβερό πράγμα. Τι μένει, παιδιά; ὁ ἀγώνας. Μή φοβηθοῦμε καί μή ξεχνάμε ότι, ὅπως λέει πάλι ὁ ἅγιος Ἰσαάκ ο Σύρος στόν 55ο λόγο του, «Πάσῃ ἀνέσει ἔπεται ταλαιπωρία καὶ πάσῃ διὰ Θεὸν ταλαιπωρίᾳ ἄνεσις ἀκολουθεῖ» (Φιλοκαλία, Λόγοι Ασκητικοί, νε', 12, ΕΠΕ 8Β, σ. 322). Τήν κάθε άνεση ἀκολουθεῖ ταλαιπωρία, και κάθε ταλαιπωρία, γιά τόν Θεό, ἀκολουθεῖ ἄνεση.

   Αν δηλαδή πεῖ κανείς δέν προσέχω, δέν ἀγωνίζομαι, ἀκολουθεῖ ἡ ταλαιπωρία. Αν δεν προσέχεις τώρα, αύριο θά ἔχεις να παλέψεις μέ θηρία καί μέ φίδια!... Ἄν παλεύεις τώρα πού βρίσκεσαι σε μιά ταλαιπωρία γιά τόν Θεό, αύριο θά ἔχεις μία άνεση. Αν νικήσεις τά πάθη σου τώρα πού εἶσαι νέος ἄνθρωπος, αὔριο στή ζωή σου θά κινεῖσαι τόσο ὡραῖα, τόσο ἄνετα, πού θά εἶναι ὅλος ὁ κόσμος δικός σου, ὅλοι οἱ ἄνθρωποι δικοί σου, θά αἰσθάνεσαι ἐλεύθερος ἄνθρωπος! Καί ἐλεύθερος εἶναι μόνον ἐκεῖνος πού ἐλευθερώθηκε ἀπό πάθη· γιατί ὁ Κύριος λέει «πᾶς ὁ ποιῶν τὴν ἁμαρτίαν δοῦλός ἐστι τῆς ἁμαρτίας» (Ἰωάν. 8, 35). Κάθε ἄνθρωπος πού ἁμαρτάνει, δηλαδή, είναι δοῦλος τῆς ἁμαρτίας· ἐκεῖνος ὅμως πού εἶναι ἐλεύθερος ἀπό τήν ἁμαρτία καί τά πάθη, αὐτός εἶναι ὁ πραγματικά ελεύθερος. Καί μή ξεχνάμε ὅτι ὁ Χριστός, πού νίκησε τον διάβολο, μᾶς εἶπε: «ἐὰν ὁ υἱὸς ὑμᾶς ἐλευθερώσῃ, ὄντως ἐλεύθεροι ἔσεσθε» (Ιωάν. 8, 36). Ἐάν ὁ Υἱός, ἐγώ ὁ Ἰησοῦς Χριστός, σᾶς ἐλευθερώσω, τότε θά εἴσαστε πραγματικά ἐλεύθεροι.

   Καί τώρα, παιδιά, συνεχίζουμε στη Γένεση: «Καὶ λαβοῦσα ἀπὸ τοῦ καρποῦ αὐτοῦ –ἡ Εὔα– ἔφαγε καὶ ἔδωκε καὶ τῷ ἀνδρὶ αὐτῆς μετ᾿ αὐτῆς, καὶ ἔφαγον» (Γέν. 3, 6). Καί ἀφοῦ πῆρε ἀπό τόν καρπό ἡ Εὔα ἔφαγε, καί ἔδωσε και στον άνδρα της, που ήταν μαζί της, και έφαγαν καί οἱ δυό.

   Σ' αὐτό τό χωρίο βρισκόμαστε ἀπό τήν ἀρχή τῶν μαθημάτων μας, ὅπως θυμόσαστε. Καί εἴδαμε ἐκεῖ πόση σωρεία κακῶν μαζεύτηκε ἀπό αὐτήν τήν πτώση τῶν πρωτοπλάστων.

   Παιδιά, γιά νά μή λέμε περισσότερα, γιατί πολλά θά εἶχε κανείς νά πεῖ, ἡ παράβαση τῶν πρωτοπλάστων εἶχε πλέον συντελεστεί, ήταν γεγονός· ἔφαγαν οἱ πρωτόπλαστοι καί ἔπεσαν. Καί αὐτή τους ἡ παράβαση ἔγινε μέ τέλεια ἐπίγνωση, ὅτι ὁ Θεός ἀπαγόρευε αὐτό πού ἔκαναν, καί μέ τέλεια ἐλευθερία· δηλαδή ἤξεραν τί ἔκαναν, καί τό ἔκαναν ἐλεύθερα.

   Είναι χαρακτηριστικό ὅτι ὁ Θεός δέν ἐμφανίζεται τήν ὥρα πού ἐπιτελεῖται ἡ ἁμαρτία, ἀλλά ἐμφανίζεται μετά. Ἐδῶ βλέπει κανείς ὅτι ἡ ἐλευθερία εἶναι αὐτό τό ἀνεξιχνίαστο καί ἀκατανόητο μυστήριο. Σκεφτείτε το, παιδιά· ὁ Θεός δέν ἔρχεται πρίν ἐπιτελεσθεῖ ἡ ἁμαρτία, ἀλλά κατόπιν.

   Θά μποροῦσε κάποιος νά πεῖ: Γιατί την ώρα πού ἅπλωνε ἡ Εὔα τό χέρι της δέν ἐμφανίζεται ὁ Θεός και νὰ τῆς πεῖ: Μή!... Μή!...

   Μά τότε, πάλι σύ, ὁ ἄνθρωπος, θά ἔλεγες ὅτι δέν σέ ἄφησε ὁ Θεός νά κάνεις ἐκεῖνο πού ἤθελες! Σέ ἀφήνει λοιπόν.

   Θα πείτε: Τελικά πέσαμε!...

   Μά αὐτό θά πεῖ ἐλευθερία· ὅτι μπορεῖς νά πέσεις, ἐάν τό θέλεις. Ὁ Θεός όμως θά ἔρθει μετά νά σέ ρωτήσει: Γιατί τό ἔκανες;

   Ἐδῶ θά μέ ρωτήσετε: Γιατί νά ἔρθει ὁ Θεός, ἔστω καί κατόπιν; Νά μήν ἔρθει καθόλου. Εκανα αὐτό πού ἤθελα· γιατί πρέπει νά ἔρθει ὁ Θεός νά μέ ἐλέγξει; Καλά· δέν ἦρθε να εμποδίσει τήν Εὔα τήν ὥρα πού πήγαινε να πάρει τόν καρπό· γιατί όμως νά ἔρθει μετά;

   Ἄν καί τό ἔχω πεῖ πολλές φορές, θά τό πῶ ἄλλη μία φορά, γιατί εἶναι μία απάντηση στήν ἔννοια τῆς ἐλευθερίας ὅπως τήν ἐννοοῦν σήμερα οἱ ἄνθρωποι. Απλούστατα, ἡ ἔννοια τῆς ἐλευθερίας δέν εἶναι στή δυνατότητα ἐπιλογῆς μεταξύ δύο πραγμάτων, καλοῦ ἢ κακοῦ, διάλεξε και πάρε, αλλά στη δυνατότητα επιλογῆς τοῦ καλοῦ. Μπορεῖς νά κάνεις τό κακό, ἀλλά δέν θέλεις νά τό κάνεις. Αὐτή εἶναι ἡ σωστή ἔννοια τῆς ἐλευθερίας. (Βλ. Α΄ Κορ. 6, 12. 10, 23. Γαλ. 5, 13. Α΄ Πέτρ. 2, 16)

   Μπορεῖς, ἄς ποῦμε, νά ἔχεις τό ραδιόφωνό σου τέρμα τα μεσάνυχτα και να σηκώσεις ὅλη τήν πολυκατοικία στο πόδι· αλλά αὐτό δέν πρέπει νά τό κάνεις, δέν σε συμφέρει. Μπορεῖς νά κάνεις τρέλλες και παλαβομάρες στον δρόμο· ἀλλὰ αὐτό δέν σε συμφέρει, γιατί ἐνοχλεῖς, καί θά ἔχεις κυρώσεις, θά σε πάνε στο δικαστήριο καί θά σε κλείσουν μέσα· ἀλλιῶς δέν μπορεῖ νὰ σταθεῖ κοινωνία ἀνθρώπων, δέν μπορεῖ νά νοηθεῖ. Καί δέν χρειαζόμαστε το Ευαγγέλιο γιά νά τό καταλάβουμε αυτό ·το καταλαβαίνουμε πάνω στα πράγματα.

   Βλέπετε ὅτι σήμερα ὑπάρχει ἡ ἀναρχία. Τί εἶναι ἡ ἀναρχία; Μήπως εἶναι προϊόν τῆς ἐλευθερίας; Ὄχι δά! Είναι μία κακοποίηση τῆς ἐλευθερίας· εἶναι μία ἐντελῶς ξένη ἀντίληψη ἀπό τήν πραγματικότητα τῆς ἐλευθερίας. Ἐντελῶς! Διότι ἂν ὁ καθένας κάνει ὅ,τι θέλει χωρίς να τιμωρηθεῖ, τότε δέν μποροῦμε πιά νά ζοῦμε μέσα σε μία κοινωνία, τότε γινόμαστε ζούγκλα.

   Καί τά ζῶα στο δάσος καί στόν ἀγρό ἔχουν τούς νόμους τους. Ναί, ναί, ἔχουν τούς νόμους τους! Λίγες εἶναι ἐκεῖνες οἱ φορές πού ἔχουμε δεῖ τά πουλιά να μαλώνουν γιά νά διορθώσουν μία κατάσταση; Λίγες φορές; Τα μυρμήγκια ἔχουν τούς νόμους τους... καί οἱ μέλισσες ἔχουν τούς νόμους τους. Δέν μπορεῖ νά ζήσει μία κοινωνία, καί ζώων ἀκόμη, χωρίς κάποιες αρχές. Δέν μπορεῖς λοιπόν νά πεῖς εἶμαι ἀναρχικός, δηλαδή δέν ἔχω καμμία ἀρχή. Εἶναι δυνατόν αυτό ποτέ; Ὅταν ὁ πατέρας σου καί ἡ μάνα σου θά σοῦ ποῦν δέν πρέπει να γίνει αὐτό, δέν σε συμφέρει, γιατί νά ἀντιδράσεις;

   Σᾶς εἶχα πεῖ καί ἄλλοτε αὐτό πού λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ᾽ οὐ πάντα συμφέρει·  πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ᾽ οὐκ ἐγὼ ἐξουσιασθήσομαι ὑπό τινος» (Α΄ Κορ. 6, 12). Ὅλα μοῦ ἐπιτρέπονται· ἀλλά δέν μέ συμφέρουν ὅλα. Μοῦ ἐπιτρέπεται να πέσω καί στόν Πηνειό. Μοῦ τό ἀπαγορεύει κανείς; Πάω τώρα ἐπάνω στη γέφυρα, δίνω ἕνα πήδημα, καί βρίσκομαι μέσα. Ποιός μέ ἐμποδίζει; Με συμφέρει ὅμως; Ὅλα μοῦ ἐπιτρέπονται· ἀλλά ἐγώ δέν θά ἐξουσιασθῶ ἀπό τίποτα. Ἐγώ θά εἶμαι τό αφεντικό, ἐγώ θά εἶμαι ὁ κύριος τοῦ ἑαυτοῦ μου, καί θά λέω: αὐτό μέ συμφέρει, ἐκεῖνο δέν με συμφέρει.

   Αὐτή εἶναι ἡ ἔννοια τῆς ἐλευθερίας· γι' αὐτό καί υπάρχουν κυρώσεις. Αν πέσω στον Πηνειό, γιατί ἔτσι μοῦ ἦρθε, ἔχω κυρώσεις. Ποιές εἶναι; Μά νά πνιγῶ!... Απλούστατα, να πνιγώ. Η, ἄν δέν καταφέρω να πνιγώ –γιατί ἴσως εἶναι ρηχός ὁ Πηνειός, ἤ γιατί μέ εἶδαν καί μέ ἔβγαλαν–, θα παγώσω, ἐάν εἶναι χειμώνας!... καί οὕτω καθ᾿ ἑξῆς. Παρακαλώ, αὐτή εἶναι ἡ σωστή ἔννοια τῆς ἐλευθερίας, καί προσέξτε την.

   Ὁ Θεός λοιπόν ἔρχεται μετά τη διάπραξη τῆς ἁμαρτίας. Θά ἔρθει ὁπωσδήποτε ὁ Θεός· θά ἔρθει για τίς κυρώσεις. Αὐτό ὅμως δέν ἀποτελεῖ περιορισμό της ἐλευθερίας, ἀλλά ορθή τοποθέτηση τοῦ ὁρισμοῦ της. Ἔρχεται λοιπόν ὁ Θεός μετά από την πτώση τῶν πρωτοπλάστων. (Μή ξεχνάμε ὅτι ὁ Θεός θεμελίωσε το σύμπαν ὁλόκληρο πάνω σε νόμους καί κανόνες, γιά νά τό διέπουν καί προστατεύουν από τήν αὐτοδιάλυση και αυτοκαταστροφή του, ἐπειδή, ἐκτός τῆς ἄρτιας κατασκευής του, μεριμνᾶ καί γιά τήν εύρυθμη λειτουργία του. Σε κάποια πλάσματά Του πού εκτός από ὕλη θά ἔδινε καί ζωή, δηλαδή στα ἔμβια ὄντα, ἔθεσε κι ἄλλους νόμους, τούς βιολογικούς. Στόν ἄνθρωπο ὅμως, πού ἐκτός ἀπο ἔμβια ὕλη εἶναι καί πνεῦμα, ἔβαλε ἐπιπλέον καί κάποιους ἄλλους νόμους, ἀνώτερους, τούς πνευματικούς. Στόν ἄνθρωπο τώρα ὅλοι αὐτοί οἱ νόμοι εἶναι δεμένοι μεταξύ τους, συνεργάζονται, ἔχοντας άμεση σχέση και ἀλληλεπιδρώντας ὁ ἕνας μέ τόν ἄλλο. Γι' αὐτό καί ἡ παραβίαση ἑνός πνευματικοῦ νόμου στόν ἄνθρωπο συνεπάγεται καί δυσλειτουργία ὅλων τῶν ἄλλων νόμων. Ἄρα ἡ εύρυθμη λειτουργία ἢ ἡ δυσλειτουργία ενός συστήματος ἐξαρτᾶται ἀποκλειστικά ἀπό τήν ἐφαρμογή ἤ ὄχι τῶν νόμων που το διέπουν)

   Ἡ ἁμαρτία πού ἔγινε ἦταν τρομακτικά μεγάλη σε διαστάσεις! εἶχε φοβερές συνέπειες! ἀφοῦ, σκεφθεῖτε, ἔφθασε νά ἐπισύρει κατά τῶν πρωτοπλάστων ακόμα καί τόν θάνατο!

   Αλλά γιατί ἦταν τόσο μεγάλη ἡ ἁμαρτία τους; Διότι στο βάθος στρεφόταν κατά τοῦ Θεοῦ, ὡς ὑπερηφάνεια, ὡς ἀπιστία, ὡς ἀνυπακοή καί ὡς αὐθάδεια!

   Κάθε ἁμαρτία, παιδιά –προσέξτε αὐτό τό σημεῖο– κάθε ἁμαρτία, ἤ στόν ἑαυτό μας ή στόν πλησίον μας, στο βάθος στρέφεται ἐναντίον τοῦ Θεοῦ. (Βλ. Ματθ. 25, 31-46)

   Δέν μπορεῖς νά λές ὅτι δέν ἔχεις βλάψει κανέναν ἄλλο παρά μόνο τόν ἑαυτό σου. Ὁ ἑαυτός σου τί εἶναι, ἀδελφέ μου; τί εἶναι παιδί μου; Ὁ ἑαυτός σου εἶναι ὁ πλησιέστερος πλησίον. Ἄν ὁ διπλανός ἄνθρωπος εἶναι ὁ πλησίον σου, ὁ ἑαυτός σου εἶναι ὁ πλησιέστερος πλησίον.

   Θέλεις νά τό δεῖς αὐτό; Ἄκουσε τί λέει ἡ ἐντολή: «Αγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν» (Ματθ. 22, 39). Να αγα-πήσεις τόν πλησίον σου ὅπως τόν ἑαυτό σου. Αυτό σημαίνει ὅτι πρῶτα θά ἀγαπήσεις τόν ἑαυτό σου, σωστά ὅμως, αὐτό θά ἀποτελέσει μέτρο ἀγάπης, καί τότε, μέ τό μέτρο αυτό, θά μετρήσεις καί τήν ἀγάπη πρός τόν ἄλλο. Εάν δέν ἀγαπήσεις τόν ἑαυτό σου, πού εἶναι ὁ πλησιέστερος πλησίον, πῶς θά ἀγαπήσεις τόν ἄλλο; Είναι δυνατόν; Συνεπῶς δέν μποροῦμε νά ποῦμε ποτέ ἐγώ βλάπτω τόν ἑαυτό μου καί δέν πειράζω κανέναν. Αλλά, εἴτε βλάπτουμε τόν ἑαυτό μας, εἴτε βλάπτουμε τόν πλησίον, τό θέμα εἶναι τελικά ὅτι ἡ ἁμαρτία μας στρέφεται κατά τοῦ Θεοῦ, γιατί οὔτε ἐγώ ανήκω στον ἑαυτό μου οὔτε ὁ πλησίον μου ανήκει στόν ἑαυτό του, ἀλλά καί ἐγώ καί ἐκεῖνος ἀνήκουμε στον Θεό. (Βλ. Α΄ Κορ. 6, 13· 19-20. Ρωμ. 14, 7-9)

   Γι' αὐτόν τόν λόγο ἡ ἁμαρτία, ἄς τό προσέξουμε, παρ' ὅτι ἐπιτελεῖται σε μικρό χρονικό διάστημα, ἔχει αἰώνιες διαστάσεις. Μιά ἁμαρτία πόσο μπορεῖ νά διαρκέσει; Κάποτε μπορεῖ νά διαρκέσει μερικά δευτερόλεπτα, κάποτε μπορεῖ νά διαρκέσει περισσότερο· ή τιμωρία ὅμως πού ἐπιφέρει εἶναι ἄπειρη καί αἰώνια. (Βλ. ίερ. Χρυσοστόμου, Περὶ σωτηρίας ψυχῆς: «Οὐαὶ ἡμῖν, ὅτι διὰ πρόσκαιρον ἡδονὴν αἰωνίως κολαζόμεθα, διὰ μικρού χρόνου ἀμέλειαν τῷ αἰωνίῳ πυρὶ καταποντιζόμεθα...» (PG 60, 737))

   Θά μοῦ πεῖτε: Πῶς εἶναι δυνατόν ἡ τιμωρία νά εἶναι άπειρη καί αἰώνια, τήν στιγμή πού ἡ ἁμαρτία μας ήταν περιορισμένη, καί ὡς πρός τήν ποσότητα καί ὡς πρός τήν διάρκεια;

   Ἡ ἁμαρτία εἶναι ἄπειρη, παιδιά, γιατί ἄπειρος εἶναι ὁ Θεός! Καί ή τιμωρία της εἶναι αἰώνια, γιατί αιώνιος εἶναι ὁ Θεός! Δέν εἴπαμε ὅτι στρέφεται ἐναντίον τοῦ Θεοῦ κάθε ἁμαρτία; Ναί, ἐναντίον τοῦ Θεοῦ!

   Ανήκετε στον Θεό, λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στήν Α΄ Προς Κορινθίους, 6ο κεφάλαιο, στο τελευταῖο χωρίο, «καὶ οὐκ ἐστὲ ἑαυτῶν», δέν ἀνήκετε στόν ἑαυτό σας. Αὐτό σημαίνει πώς όταν κάνουμε μία ἁμαρτία, ἐπειδή ὁ Θεός εἶναι ἄπειρος καί αἰώνιος, καί ἡ τιμωρία μας θά εἶναι ἄπειρη καί αἰώνια. Γι' αὐτόν τόν λόγο, παιδιά, ή Κόλαση είναι αἰώνια. Γι' αὐτόν.

   Ὁ ἱερός Χρυσόστομος λέει: Θεωρεῖς τόν Θεό ἄδικο, λέγοντας: Εγώ σέ πόσο χρόνο έκανα τήν ἁμαρτία μου; Κράτησε μερικά λεπτά τῆς ὥρας ἡ ἁμαρτία μου, καί θά πρέπει αἰώνια να τιμωρούμαι;... Και απαντὰ ὁ ἱερός Πατέρας: Ξέχασες ὅτι ἡ ἁμαρτία σου στρέφεται πρός τόν αἰώνιο Θεό. Αιώνια λοιπόν καί θά τιμωρεῖσαι!... (Εἰς τὴν Α' Πρὸς Κορινθίους, Ὁμιλία Θ', PG 61, 75-76)

   Μᾶς τρομάζει αυτό; Ἐμένα μέ τρομάζει, παιδιά! Με τρομάζει! Να κάνω μία ἁμαρτία για λίγα λεπτά, καί νά τιμωροῦμαι αἰωνίως;... Μάλιστα εἶναι ἀπολύτως δίκαιο, ἀκριβῶς γιά τόν λόγο πού σᾶς ἐξήγησα. Μή ποῦμε λοιπόν γιατί ὁ Θεός παραχωρεί μία Κόλαση αἰώνια.

   Ἐν τούτοις, παιδιά, ἡ ἁμαρτία τῶν πρωτοπλάστων δέν ἔμεινε ἀδιόρθωτη, γιατί ὑπῆρξε υποδεέστερη τῆς ἁμαρτίας τῶν πεπτωκότων ἀγγέλων, δηλαδή τῶν δαιμόνων. Κι αὐτοί κάποτε ἔπεσαν· καί ἔπεσαν γιατί σκέφτηκαν τήν ἰσοθεΐα. (Βλ. Λουκά 10, 18. Ήσ. 14, 12-14. Ιεζ. 28, 12-19) Ο Διάβολος, ὁ Ἑωσφόρος, σκέφτηκε τήν ἰσοθεΐα· καί τώρα τό ἴδιο ἁμάρτημα τό ὑποβάλλει καί στούς πρωτοπλάστους.

   Ἀλλά ὁ διάβολος, οἱ δαίμονες, εἶχαν τόν πειρασμό ἐσωτερικό, δηλαδή μόνοι τους σκέφτηκαν τήν ἁμαρτία. Ἐνῶ οἱ πρωτόπλαστοι εἶχαν τόν πειρασμό ἐξωτερικό· δέν σκέφτηκαν μόνοι τους τήν ἁμαρτία, αλλά ὑποβλήθηκαν σ' αυτή. Ἦταν μία υποβολή, καί οἱ πρωτόπλαστοι ἁπλῶς πλανήθηκαν. Εἶχαν βεβαίως τήν εὐθύνη. Ἀλλά ἔχουν καί τοῦτο τό πλεονέκτημα· ὅτι μποροῦν νὰ μετανοήσουν. Οἱ δαίμονες εἶναι ἀδύνατο να μετανοήσουν! Διαστράφηκαν σε βαθμό ἀδύνατης ἐπιστροφῆς, ἀδύνατης μετανοίας! Οι πρωτόπλαστοι ὅμως καί οἱ ἀπόγονοί τους, ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι, πέσαμε μέν, ἀλλὰ ἐπειδή δέν σκεφτήκαμε από μόνοι μας τό κακό, ἔχουμε τήν δυνατότητα τῆς μετανοίας.

   Γι' αὐτό καί ἡ σωτηρία απευθύνεται στόν ἄνθρωπο, γιατί μπορεῖ νά μετανοήσει, καί δέν ἀπευθύνεται στούς δαίμονες. Δέν ἦρθε ὁ Χριστός νά σώσει τούς πεπτωκότες ἀγγέλους· ἦρθε να σώσει τούς ἀνθρώπους, γιατί ὑπάρχει ἡ δυνατότητα στούς ἀνθρώπους νά σωθοῦν.

   Ποιό ὅμως εἶναι τό φάρμακο στην πτώση, τόσο στην πρώτη πτώση τῶν πρωτοπλάστων, ὅσο καί στήν πτώση τή δική μας, τοῦ καθενός μας τήν πτώση;

   Εἶναι ἡ μετάνοια, παιδιά. («Πᾶσα οὖν κακία ἐξ αὐτῶν ἐπενοήθη καὶ τὰ ἀκάθαρτα πάθη. Καὶ προσβάλλειν μὲν τῷ ἀνθρώπῳ συνεχωρήθησαν, βιάζεσθαι δέ τινα οὐκ ἰσχύουσιν· ἐν ἡμῖν γάρ ἐστι δέξασθαι τὴν προσβολὴν ἢ μὴ δέξασθαι. Διὸ τῷ Διαβόλῳ καὶ τοῖς δαίμοσιν αὐτοῦ ἡτοίμασται τὸ πῦρ τὸ ἄσβεστον, ἡ κόλασις ἡ αἰώνιος, καὶ τοῖς ἑπομέννοις αὐτῷ. Χρὴ δὲ γινώσκειν ὅτι, ὅπερ ἐστὶ τοῖς ἀνθρώποις ὁ θάνατος, τοῦτο τοῖς ἀγγέλοις ἡ ἔκπτωσις. Μετὰ γὰρ τὴν ἔκπτωσιν οὐκ ἔστιν αὐτοῖς μετάνοια, ὥσπερ οὐδὲ τοῖς ἀνθρώποις μετὰ τὸν θάνατον.» (άγ. Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, Ἔκδοσις ἀκριβὴς τῆς ὀρθοδόξου πίστεως, PG 94, 1589B) βλ. PG 94, 868Β)

   Θά δοῦμε λίγο πιο κάτω ὅτι οἱ πρωτόπλαστοι δέν μετανόησαν. Ὅταν θά ἐρωτηθεῖ ὁ Ἀδάμ γι᾿ αὐτό πού ἔκανε, θα σπεύσει να δικαιολογηθεῖ καί νά πεῖ: Ὄχι ἐγώ, ἀλλά ἡ γυναίκα πού μοῦ ἔδωσες μέ παρέσυρε. Καί ἐκείνη μέ τή σειρά της θα σπεύσει νά πεῖ: Ὄχι ἐγώ· ὁ ὄφις μέ ἐξαπάτησε. Βλέπετε λοιπόν ὅτι ἡ ἐπίρριψη ευθύνης τοῦ ἑνός πρός τόν ἄλλο προδικάζει τήν ἀπουσία τῆς μετανοίας. Δέν εἶχαν μετανοήσει οἱ πρωτόπλαστοι. Οἱ πρωτόπλαστοι μετανόησαν αργότερα· ἦταν ὅμως αργά. (Αὐτό μαρτυρεῖ ποικιλοτρόπως ἡ πατερική θεολογία και η πλούσια ὑμνολογική παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας. Αλλά καί ἡ ὀρθόδοξη εἰκόνα τῆς Ἀναστάσεως παριστάνει τόν ἀναστημένο Κύριο νά ἐξέρχεται ἀπό τόν Ἅδη, κρατώντας μέ τό ένα χέρι του τόν ᾿Αδάμ καί μέ τό ἄλλο τήν Εὔα. Βλ. Δοξαστικό Ἑσπερινοῦ τῆς Τυρινῆς: «Ἐκάθισεν Ἀδὰμ ἀπέναντι τοῦ Παραδείσου, καὶ τὴν ἰδίαν γύμνωσιν θρηνῶν ὀδύρετο· οἴμοι τὸν ἀπάτῃ πονηρᾷ πεισθέντα καὶ κλαπέντα καὶ δόξης μακρυνθέντα!»)

   Ἔτσι, τό σχέδιο τῆς ἀπαλλαγῆς θά ἦταν μεταγενέστερο· θά ἐρχόταν μετά ὁ Ἰησοῦς Χριστός να σώσει τόν Ἀδάμ καί τούς ἀπογόνους του, ἐπειδή ἡ μετάνοιά τους δέν ἦταν ἄμεση, δέν ἔγινε ἀμέσως.

   Παιδιά, ὁ Χριστός ήρθε, ἔφερε τό φάρμακο· εἶναι ἡ μετάνοια, σπουδαῖο στοιχεῖο! Κάναμε κάτι; ἄς σπεύσουμε να μετανοήσουμε, ᾶς πᾶμε νά ἐξομολογηθοῦμε, νά ἀπαλλαγοῦμε καί να γλυτώσουμε. Γι' αὐτό ἀκριβῶς καί τό κήρυγμα τοῦ Κυρίου ἦταν: «μετανοεῖτε ἤγγικε γὰρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. 4, 17).

   Στη συνέχεια λέει ὅτι ἡ Εὔα «ἔδωκε καὶ τῷ ἀνδρὶ αὐτῆς μετ' αὐτῆς, καὶ ἔφαγον» (Γέν. 3, 6). Ἔδωσε καί στόν ἄνδρα της καί ἔφαγε μαζί της, καί ἔφαγαν καί ἐκείνη καί ἐκεῖνος.

   Ἐδῶ παρατηρεῖται μιά βασική ψυχολογική αρχή· ὅτι ὁ ἔνοχος ζητᾶ συνένοχο. Τρώει ἡ Εὔα, καί δίνει καί στόν ἄνδρα της. Αλλά μποροῦμε νά ποῦμε, παιδιά, ὅτι ἐκ κατασκευῆς του ὁ ἄνθρωπος θέλει νά ἔχει τούς κοντινούς του κοινωνούς σ᾽ ἐκεῖνα πού ἔχει. Ἔχει ἀγαθά; θέλει να δώσει καί στούς ἄλλους. Ὅταν ὅμως ὁ ἄνθρωπος διαστρέφεται καί ἀποκτᾶ μέσα του τό κακό, τότε θέλει καί τόν ἄλλο ἄνθρωπο συμμέτοχο στο κακό. Ἔτσι, σέ μιά ἀγαθή κοινωνία ἔχουμε ἀγαθή μετάδοση, καί σέ μιά κακή κοινωνία ἔχουμε κακή μετάδοση.

   Βλέπουμε λοιπόν τό κακό να απλώνεται πάρα πολύ εύκολα, ἐπειδή οἱ κοινωνίες μας πιά εἶναι κακές. Ἐκεῖνος πού πέφτει θέλει και συνένοχο. Επεσα ἐγώ; να πέσεις κι ἐσύ! Μιά λαϊκή παροιμία λέει: Πῶς πηγαίνουν οἱ στραβοί στόν Ἅδη; πιασμένοι χέρι-χέρι! Καί ξέρετε πῶς παρηγοροῦνται οἱ ἁμαρτωλοί; Ε, ἐπιτέλους, ὅλοι θὰ πᾶμε στόν Ἅδη· δέν θά πάω μόνο ἐγώ! Ἄν ὅμως ἤξερε ὅτι μόνο αυτός θα πάει στον Αδη, τότε θά ἔσπευδε να διορθωθεῖ.

   Ἀλλά ἀκόμη σᾶς θυμίζω κι ἀπό τόν χῶρο τον δικό σας, τήν ψυχολογία του μαθητοῦ πού μένει στάσιμος, μένει στήν ἴδια τάξη. Ξέρετε τί θά εὐχόταν; Θά εὐχόταν νά εἶχαν ἀποτύχει, νά εἶχαν μείνει στήν ἴδια τάξη ὅλοι οἱ συμμαθητές του! Αὐτό θά εὐχόταν. Μέ τόν τρόπο αὐτόν θά παρηγοριόταν.

   Σᾶς θυμίζω ἀκόμη τόν μύθο τῆς κολοβῆς ἀλεποῦς, τόν αἰσώπιο μύθο. Μιά αλεπού κάποτε ἔκοψε τήν οὐρά της στο δοκάνι καί τότε, αἰσθανόμενη ὅτι μειονεκτεῖ ἀπέναντι στις ἄλλες αλεπούδες, γιατί το στολίδι της αὐτό χάθηκε, σπεύδει νά πεῖ καί στίς ἄλλες ἀλεποῦδες ὅτι ἦταν ἡ μόδα πλέον να κόβουν οἱ ἀλεπούδες τίς ουρές τους! Γιατί; Ἤθελε ἁπλῶς νά μή διακρίνεται, νά μήν ξεχωρίζει ἀπό τίς ἄλλες ἀλεπούδες.

   Ἐδῶ συναντοῦμε ἀκόμη καί τήν ψυχολογία τῶν διωκτῶν. Οἱ διώκτες τῶν Ἁγίων στρέφονται ἐναντίον ἐκείνων πού ἀκριβῶς διαφέρουν από αὐτούς. 

   Διαβάζουμε στη Σοφία Σολομῶντος το σκεπτικό τους: «Ενεδρεύσωμεν δὲ τὸν δίκαιον, ὅτι δύσχρηστος ἡμῖν ἐστι καὶ ἐναντιοῦται τοῖς ἔργοις ἡμῶν καὶ ὀνειδίζει ἡμῖν ἁμαρτήματα νόμου καὶ ἐπιφημίζει ἡμῖν ἁμαρτήματα παιδείας ἡμῶν». Μ' ἄλλα λόγια, έλατε να παγιδεύσουμε τόν δίκαιο, γιατί δέν μποροῦμε νά τόν χρησιμοποιήσουμε ὅπως θέλουμε, μᾶς εἶναι δύσχρηστος, μᾶς δυσκολεύει, μᾶς δυσφημίζει καί ἔρχεται ἐναντίον τῶν συνηθειών μας καί τῶν ἐνεργειῶν μας.

   Καί συνεχίζει: «ἐγένετο ἡμῖν εἰς ἔλεγχον ἐννοιῶν ἡμῶν· βαρύς ἐστιν ἡμῖν καὶ βλεπόμενος, ὅτι ἀνόμοιος τοῖς ἄλλοις ὁ βίος αὐτοῦ, καὶ ἐξηλλαγμέναι αἱ τρίβοι αὐτοῦ». Καί μόνη ή παρουσία του μᾶς εἶναι ἔλεγχος. Καί μόνο πού τόν βλέπουμε, μᾶς εἶναι βαρύς. Δέν τόν θέλουμε, γιατί ἡ ζωή του εἶναι ἀνόμοια μέ τή ζωή τῶν ἄλλων, δέν μοιάζει μ' ἐμᾶς, καί τά μονοπάτια του εἶναι διαφορετικά και παράξενα. Ἐμεῖς θα θέλαμε νά μᾶς μοιάζει· τόν θέλουμε συνένοχο. Ἀφοῦ αὐτός δέν εἶναι συνένοχος, τότε εἶναι ἀνυπόφορος, καί μόνο πού τόν βλέπουμε! Αὐτός πάει στήν ἐκκλησία, πάει στην κατήχηση· ἐμεῖς πᾶμε ἀλλοῦ. Ὄχι, δέν θέλουμε να πηγαίνει ἐκεῖ· θά μοιάζει μ' ἐμᾶς!

   Συμπέρασμα; «θανάτῳ ἀσχήμονι καταδικάσωμεν αὐτόν» (Σοφ. Σολ. 2, 12-20). Νά τόν καταδικάσουμε σε θάνατο ἄσχημο, ταπεινωτικό. Αὐτό εἶναι τό μαρτύριο τῶν ἁγίων, προερχόμενο ἀπό ἐκείνους πού αἰσθάνονται ὅτι οἱ ἅγιοι εἶναι ἀνόμοιοί τους, γιατί τους θέλουν ὅλους συνενόχους! Εἶναι φοβερό πράγμα!

   Ἡ Εὔα ἔφαγε ἀπό τόν καρπό καί ἔδωσε καί στόν Ἀδάμ να φάει γιά νά τόν κάνει συνένοχό της.

   Ἔτσι λοιπόν βλέπει κανείς ὅτι ὁ κακός τούς θέλει ὅλους κακούς για να μην υπάρχει σύγκριση.

   Στο βάθος τῆς ψυχῆς τοῦ κακοῦ εἶναι ὁ φθόνος· ὅπως ἀκριβῶς καί στο βάθος τοῦ διαβόλου ὑπάρχει ὁ φθόνος. Εἶναι φθονερός ὁ διάβολος, καί δέν θέλει να βλέπει τόν ἄνθρωπο νά εἶναι ἅγιος. Καί ὁ κακός ἄνθρωπος δέν θέλει νά βλέπει τόν ἄλλο νά εἶναι ἅγιος. Γι' αὐτό κοροϊδεύουν, παιδιά, τόν ἄνθρωπο πού βαδίζει τόν δρόμο τῆς ἀρετῆς.

   Το μάθατε καλά τό μάθημα αυτό; Ἄν τό μάθατε καί σᾶς κοροϊδεύουν οἱ συμμαθητές σας καί οἱ συμμαθήτριές σας, μή φοβόσαστε· εἶναι γιατί ζηλεύουν.

   Λέει ἕνας ἄλλος μύθος, τοῦ Αἰσώπου, ὅτι ὅταν ἡ ἀλεποῦ εἶδε τα σταφύλια ψηλά καί δέν τά ἔφτανε, εἶπε ὅτι εἶναι ἀγουρίδες, ὅτι εἶναι ἄγουρα!... Ἄ, εἶπε μέ περιφρόνηση, εἶναι ἀγουρίδες... δέν ἔγιναν ακόμη τά σταφύλια!... Τό ἴδιο κάνουν καί οἱ ἄνθρωποι· ἐπειδή δέν φτάνουν τήν ἁγιότητα, τήν περιφρονοῦν. Καί ὄχι μόνο τήν περιφρονοῦν, ἀλλά καί προσπαθοῦν νά τήν ποδοπατήσουν. Ἐμεῖς ὅμως θά πορευόμαστε τον δρόμο μας ἤρεμοι, ἀτάραχοι, εἰρηνικοί, γιά νά μοιάσουμε τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ.

Κυριακή, 25 Νοεμβρίου 1984


57η ομιλία στην κατηγορία « Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία ».

►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
" Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία " εδώ ⬇️
https://arnion.gr/index.php/palaia-diauhkh/xristianikh-kosmologia-anurvpologia
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40pgmRsIiRCioth8a5E4bM7r

Απομαγνητοφώνηση :
Ιερά μονή Κομνηνείου.
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

🔸Λίστα ομιλιών της σειράς «Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία.».🔻
https://drive.google.com/file/d/1PKTpnYb1nptUbWKH5jo6DJwk7IVel9BA/view?usp=drivesdk

🔸📜 Απομαγνητοφωνημενες ομιλίες της σειράς «Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία.».🔻
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/search/label/%F0%9F%94%B9%CE%A7%CF%81%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B9%CE%B1%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%AE%20%CE%9A%CE%BF%CF%83%CE%BC%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1%20~%20%CE%91%CE%BD%CE%B8%CF%81%CF%89%CF%80%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1.?m=1

🔸Επεξηγηματικό βίντεο Ασπάλαθου.
https://youtu.be/8tNfAHRkTCk

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️ https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__ 

https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου. https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.

16 Νοεμβρίου 2024

Ἡ διαδικασία τῆς ἁμαρτίας. Τα πάθη (Α΄).

†.Εκείνη τήν κρίσιμη στιγμή, παιδιά, πού οἱ πρωτόπλαστοι ἀποφάσισαν να παραβοῦν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί νά ἱκανοποιήσουν το δικό τους θέλημα, πού ἤδη συντονίστηκε μέ τό θέλημα τοῦ σατανᾶ, δημιουργήθηκε στήν ψυχή τους ἕνα ἀκόμη στοιχεῖο, στά ὅσα εἴπαμε μέχρι τώρα, το στοιχεῖο τοῦ πάθους· τό πάθος.

   Εἶναι γνωστό ὅτι εὐθύς μετά τήν πτώση τῶν πρωτοπλάστων ἔμεινε ὡς μόνιμη πλέον κατάσταση σε ὅλους τούς ἀπογόνους τοῦ Ἀδάμ ἡ κλίση πρός τό κακό. Εἶναι αὐτό πού λέμε προπατορικό ἁμάρτημα, πού ἐμφανίζεται ὡς κλίση, ὡς ροπή, σέ ὅλους μας. Τό λέει ἐξ ἄλλου ὁ ἴδιος ὁ Θεός αυτό στο βιβλίο τῆς Γενέσεως, στο 6ο κεφάλαιο, στον 5ο στίχο, ὅταν ἤδη, στήν ἐποχή τοῦ Νῶε, εἶχαν ὅλοι ἐξαχρειωθεῖ. Σημειώνει ἐκεῖ ὁ Θεός, διά τοῦ θεοπνεύστου Μωυσέως: «Ἰδὼν δὲ Κύριος ὁ Θεός, ὅτι ἐπληθύνθησαν αἱ κακίαι τῶν ἀνθρώπῶν ἐπὶ τῆς γῆς καὶ πᾶς τις διανοεῖται ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ ἐπιμελῶς ἐπὶ τὰ πονηρὰ πάσας τὰς ἡμέρας».

   Εἶδε, λέει, ὁ Θεός ὅτι πληθύνθηκαν οἱ κακίες τῶν ἀνθρώπων πάνω στή γῆ, καί ὁ καθένας διανοεῖται καθημερινά μέσα στην ψυχή του τήν πονηριά μέ πολλή ἐπιμέλεια.

   Ὥστε, πράγματι, ἕνα κουσούρι –νά τό πῶ ἔτσι, ἁπλοελληνικά– πού ἔμεινε πλάι στήν ἐνοχή τῶν πρωτοπλάστων καί τῶν ἀπογόνων τους ἔναντι τοῦ Θεοῦ εἶναι καί αυτό, αὐτή ἡ ροπή, αὐτή ἡ κλίση προς το κακό.

   Γι' αυτό βλέπουμε ἀκόμη καί μικρά παιδάκια, ἀπό τήν κούνια τους μικρά παιδιά, τά βλέπουμε νά εἶναι θηριάκια! Βλέπουμε το μικρό παιδί νά εἶναι ἕνα μικρό θηρίο, δηλαδή νά ἔχει ἕναν ἀτομισμό καί ἕναν εγωισμό... ἄλλο πράγμα! Ὅταν τό μικρό παιδί ἀντιληφθεί ὅτι ὑπάρχει ἕνα ἄλλο παιδάκι ἀντίζηλος, πού μπορεί κάποιοι νά τοῦ ἔχουν δώσει κάτι, αυτό θα ζηλέψει, θα πάει νά τοῦ βγάλει τα μάτια... μέ κάθε τρόπο θα προσπαθήσει νά ἐπικρατήσει!

   Θά ἀναρρωτιόταν κανείς: Μήπως τό μικρό παιδί εἶδε κάποιο κακό παράδειγμα;

   Βεβαίως, παιδιά, τό κακό απλώνεται καί ἐκ τοῦ παραδείγματος· ἀλλά τό κακό είναι πιά φωλιασμένο μέσα σ' αὐτή τήν ύπαρξή μας, το κακό ἔγινε συμφυές, δηλαδή υπάρχει μαζί μέ τόν ἄνθρωπο. Ἔτσι, αὐτή ἡ κλίση πρός τό κακό βεβαίως δέν εἶναι ἐκ κατασκευῆς, ἀλλά ἐπίκτητη, καί δέν ἔχει καμμία σχέση μέ τήν οὐσία τοῦ ἀνθρώπου, ψυχῆς καί σώματος. Θα λέγαμε ὅτι τό κακό έχει γίνει μια δευτέρα φύσις στόν ἄνθρωπο.

   Ὁ ἅγιος Διάδοχος Φωτικῆς λέει: «Τὸ κακόν, οὔτε ἐν φύσει ἐστίν, οὔτε μὴν ἐν φύσει τίς ἐστι κακός· κακὸν γάρ τι ὁ Θεὸς οὐκ ἐποίησεν» (Φιλοκαλία, Α' Τόμ. Λόγος ἀσκητικός γ΄, ἐκδ. Παναγιώτου Αθ. Τζελάτη, Ἀθῆναι 1893, σ. 141). Το κακό δέν εἶναι οὔτε φυσικό, οὔτε κανείς εἶναι ἐκ κατασκευῆς κακός, διότι τίποτα κακό δεν δημιούργησε ὁ Θεός. Ἀφοῦ λοιπόν ὁ Θεός δέν δημιούργησε το κακό, προφανῶς αὐτό δέν μπορεῖ νά ὑπάρχει. Αν υπάρχει, πρέπει να αναζητήσουμε κάπου άλλου τήν αἰτία του. 

   Όταν λοιπόν λέμε κλίση προς το κακό, τό ἐπαναλαμβάνω, δέν εἶναι αὐτή ἡ κλίση οὔτε στην ουσία του ἀνθρώπου οὔτε στην κατασκευή του. Αὐτό νά τό θυμόμαστε καί νά τό γνωρίζουμε πολύ καλά. Γιατί; Διότι ὁ Θεός δέν εἶναι δημιουργός τοῦ κακοῦ, ὁλοτελῶς!

   Γι' αυτό ποτέ κανείς νά μήν πεῖ αὐτήν τή συνηθισμένη κουβέντα πού ἀκοῦμε, ὅτι ἐγώ ἔτσι γεννήθηκα, αὐτή εἶναι ἡ φύση μου. Γιατί, ἄνθρωπε, εἶσαι θυμώδης; Ετσι γεννήθηκα λέει! Γιατί είσαι τέτοιος τύπος; Γιατί αὐτή εἶναι ἡ φύση μου!

   Πολλές φορές τό προβάλλουν αυτό οἱ ἄνθρωποι, γιατί θέλουν βεβαίως να δικαιολογηθοῦν, ἐνῶ στήν πραγματικότητα είναι αδικαιολόγητοι. Διότι, ἁπλούστατα, ἐάν παρουσιάζει κανείς κάτι κακό, αυτό εἴτε εἶναι κληρονομικό από τους γονεῖς του –καθώς αὐτή ἡ κλίση, ή ροπή, κληροδοτεῖται στούς ἀπογόνους, πού βεβαίως μποροῦμε νά θεραπεύσουμε, ὅπως θὰ δοῦμε πιό κάτω– εἴτε ἀκόμη εἶναι ἐπίκτητο, ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος νά τό ἀπέκτησε μέ τόν τρόπο πού ζεί.

   Πάντως ὅ,τι καί νά εἶναι, ὅπως καί νά εἶναι, εἴτε ἐπίκτητες εἶναι αὐτές οἱ καταστάσεις εἴτε κληρονομικές προδιαθέσεις, τό θέμα εἶναι ὅτι ὁ ἄνθρωπος, παρά ταῦτα, μπορεῖ νά ἐπιτύχει πολλά πράγματα· διότι, στο τέλος-τέλος, διασώζεται ἡ ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου, πού πράγματι μπορεῖ νά διορθώσει πολλά.

   Ποῦ εἶναι λοιπόν τό κακό, αυτό πού τό κληρονομοῦμε ἀπό τούς προγόνους μας; Τό κακό, εἴπαμε, δέν ὑπάρχει στην ουσία οὔτε στήν κατασκευή, αλλά, ὅπως λέει πάλι ὁ ἅγιος Διάδοχος Φωτικῆς, «ἐν τῇ ἐπιθυμίᾳ τῆς καρδίας», στήν ἐπιθυμία τῆς καρδιᾶς, ἐκεῖ εἶναι το κακό, «καὶ μόνον ἐν τῷ πράττεσθαι» (Βλ. Φιλοκαλία, Α΄ Τόμ. Λόγος ἀσκητικός γ΄, ἐκδ. Παναγιώτου Αθ. Τζελάτη, Ἀθῆναι 1893, σ. 141). Δηλαδή είναι στην προαίρεση, σ' αὐτό πού λέμε θέλω ἤ δέν θέλω, κι ἀκόμη στην πράξη. Ὅταν δηλαδή ἐπιτελῶ μία κακή πράξη, τό κακό είναι στην πράξη, καί ὄχι στην ουσία μου οὔτε στήν κατασκευή μου –τό εἶπα τρεῖς φορές. Ἄρα τό κακό είναι μία κατάσταση τῆς ψυχῆς, ἔρχεται ἀπ᾽ ἔξω, δέν εἶναι δικό μου, εἶναι παρείσακτο, καί ἄρα είναι μία νόσος, μιά αρρώστια τῆς ὑπάρξεως.

   Ἐρχόμαστε ἔτσι να ρωτήσουμε: Τί εἶναι λοιπόν τό πάθος; Τί εἶναι τά πάθη, αὐτά πού λέμε ὅτι μαστίζουν τόν ἄνθρωπο; Το πάθος εἶναι τό τελευταῖο σκαλοπάτι μιᾶς διαδικασίας που συμβαίνει μέσα στην ψυχή. Αυτό τό ἐνυπάρχον κακό, ὡς ἀφετηρία, είναι το ξεκίνημα, ὥστε νά φθάσει κανείς σ' ἕνα τελευταῖο σκαλοπάτι, ἀφοῦ θά ἔχει γίνει αυτή η διαδικασία μέσα στην ψυχή. Καί τό τελευταῖο αὐτό σκαλοπάτι είναι αυτό ἀκριβῶς πού λέμε πάθος.

   Αλλά ας τα πάρουμε μέ τή σειρά. Ας δοῦμε πῶς ξεκινάει το αμάρτημα και γίνεται πάθος, όπως μας εξηγεῖ ὡραιότατα ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός.

   Μᾶς ἐνδιαφέρει ὅλους, παιδιά. Έχει πολλή σημασία. Διότι οἱ πρωτόπλαστοι δέν εἶχαν καμμία ἁμαρτία· πολύ δέ παραπάνω δέν είχαν κανένα πάθος. Ἔτσι, ὅταν  ξεκινοῦν, ὅπως σας είπα στην αρχή, καί ἀποφασίζουν να παραβούν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἐκεῖ γίνεται μια ἁμαρτία. Αὐτή ἡ ἁμαρτία, επαναλαμβανόμενη και χρονίζουσα, ὅπως θὰ δοῦμε λίγο πιο κάτω, φθάνει να γίνει πάθος.

   Ἀλλά ἂς δοῦμε τώρα τί διαδικασία μπορεῖ νά ἔχει ἡ ἁμαρτία μέσα στήν ἀνθρώπινη ψυχή. Σᾶς ἐξήγησα ὅτι θά χρησιμοποιήσουμε τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Δαμασκηνό.

   Πρῶτο σημεῖο· εἶναι ἡ προσβολή.

   Λέει γι' αυτήν: «Καὶ προσβολὴ μέν ἐστιν ἡ ἁπλῶς γινομένη παρὰ τοῦ ἐχθροῦ ὑπόμνησις· οἷον ποίησον τόδε ἢ τόδε. Ὡς ἐπὶ τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ ἡμῶν, Εἰπέ, ἵνα οἱ λίθοι οὗτοι ἄρτοι γένωνται. Τοῦτο, ὡς εἴρηται, οὐκ ἐφ' ἡμῖν ἐστι.» (Φιλοκαλία, τόμ. Β΄, Περὶ ἀρετῶν καὶ κακιῶν, ψυχικῶν καὶ σωματικών, σ. 235). Δηλαδή: Καί προσβολή μέν είναι αὐτή πού γίνεται ἁπλῶς ἀπό τόν ἐχθρό, τόν διάβολο, ὡς ὑπόμνηση, πού λέει κάνε αὐτό ἢ ἐκεῖνο, ὅπως ἔγινε καί μέ τόν Κύριο καί Θεό μας, πού τοῦ εἶπε Πές να γίνουν αὐτές οἱ πέτρες ἄρτοι. (Ματθ. 4, 3) Αὐτό δέν προέρχεται από ἐμᾶς.

   Τί εἶναι ἡ προσβολή λοιπόν; Εἶναι τό πρῶτο σκαλοπάτι τῆς ἁμαρτίας, χωρίς όμως νά εἶναι ἁμαρτία. Δέν ἀποτελεῖ ἁμαρτία ή προσβολή, αλλά ἁπλῶς μία ύπόμνηση ἐκ μέρους τοῦ ἐχθροῦ, τοῦ διαβόλου.

   Πρέπει νά σᾶς πῶ ἐδῶ ὅτι οἱ πηγές τοῦ κακοῦ κατέληξαν να είναι τρεις: ο διάβολος, ο κόσμος –που «ὅλος ἐν τῷ πονηρῷ κεῖται» (Α΄ Ιωάν. 5, 19), ὅπως λέει ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης– καί ἡ διεφθαρμένη μας φύση. Μπορεῖ ὁ ἴδιος ὁ κόσμος ἢ ὁ διάβολος νά μήν μᾶς ὑποβάλλουν κάποια ἁμαρτία, κάποιο πειρασμό, ἀλλά ἐμεῖς οἱ ἴδιοι –πού διαθέτουμε διεφθαρμένη φύση– μπορεῖ νά γινόμαστε πηγή ύποβολῶν τοῦ κακοῦ. (Πρβλ. Ματθ. 15, 18-19)

   Δέν τό ἐξετάζω ὅμως αὐτή τή στιγμή αυτό, ούτε θά τό ἀναλύσω περισσότερο, παρά μόνο σᾶς λέω ὅτι ὅταν δεχθοῦμε μία προσβολή, αδιάφορο από ποῦ, ἡ προσβολή αὐτή εἶναι το πρώτο σκαλοπάτι τῆς ἁμαρτίας, χωρίς νά εἶναι ἁμαρτία· ἐξαρτᾶται ἀπό ἐμᾶς νά καταλήξει σέ ἁμαρτία. Την προσβολή τή δεχόμαστε εἴτε ἀπό τόν διάβολο εἴτε ἀπό τόν κόσμο εἴτε ἀπό τόν διεφθαρμένο ἑαυτό μας, αλλά καί ἀπό τό υποσυνείδητό μας, πού εἶναι χῶρος περιέργων καταστάσεων. Διότι, ὅπως ή φαντασία δημιουργήθηκε λίγο πριν πέσουν οἱ πρωτόπλαστοι για πρώτη φορά, ἔτσι καί τό υποσυνείδητο –πού δέν ὑπῆρχε πρῶτα στούς πρωτοπλάστους– δημιουργήθηκε μόλις ἔπεσαν. Αὐτά ὅμως θά τά δοῦμε λίγο πιό κάτω, ἄλλη φορά.

   Ἡ προσβολή ἔρχεται ἀπό τόν εχθρό νά μᾶς ὑπενθυμίσει κάτι, νά μᾶς πεῖ κάτι, νά μᾶς ὑποβάλει κάτι, να μᾶς πεῖ κάνε αὐτό ἤ κάνε ἐκεῖνο. Ἔτσι ἀκριβῶς καί ὁ Κύριός μας, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, δέχθηκε προσβολή ἐκ μέρους τοῦ πειρασμοῦ, ἐπειδή ἦταν καί τέλειος ἄνθρωπος.

   Για σκεφτείτε –είναι κάτι ακατανόητο– ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, ὁ Δημιουργός του παντός, γίνεται τώρα ἀντικείμενο πειρασμοῦ ἐκ μέρους τοῦ σατανά... ὁ ὁποῖος βεβαίως δέν μποροῦσε νά βλέπει τόν Θεό Λόγο, τή θεότητά Του, παρά ἔβλεπε μόνο τήν ἀνθρώπινη φύση Του. (Πρβλ. Ἰωάν. 1, 18. Α΄ Ἰωάν. 4, 12)

   Ἔτσι, γράφει ἐκεῖ τό ἱερό κείμενο στο Κατά Ματθαῖον Εὐαγγέλιο, ὁ Ἰησοῦς «ἀνήχθη ὑπὸ τοῦ Πνεύματτος πειρασθῆναι ὑπὸ τοῦ διαβόλου» (Ματθ. 4, 1), ὁδηγήθηκε από τό Ἅγιο Πνεῦμα στήν ἔρημο γιά νά πειρασθεῖ ἀπό τόν διάβολο. Φαίνεται περίεργο αὐτό. Θά σᾶς τό ἐξηγήσω μέ δύο μόνο λόγια. 

   Στον παράδεισο ήταν οἱ πρωτόπλαστοι –γιά τούς ὁποίους τόσος λόγος ἔχουν γίνει καί τόσα μαθήματα, ἐπειδή ἀποτελοῦν ἕνα ὑπόδειγμα καταστάσεων– και ἦρθε καί τούς βρῆκε ἐκεῖ ὁ διάβολος. Ὁ παράδεισος πλέον ἔγινε ἔρημος· αλλά τώρα τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ ὁδηγεῖ τόν Ἰησοῦ στήν ἔρημο. Δέν εἶναι πιά ὁ παράδεισος· εἶναι ἡ ἔρημος. Ἐκεῖ λοιπόν, στήν ἔρημο, δέν πηγαίνει ὁ διάβολος νά βρεῖ τόν Ἰησοῦ, ἀλλά πηγαίνει ὁ Ἰησοῦς νά βρεῖ τόν διάβολο· γίνεται δηλαδή μία ἀντίστροφη κίνηση. Ὁ παλαιός Ἀδάμ δέχθηκε τόν διάβολο· ὁ νέος Ἀδάμ πηγαίνει να συναντήσει τον διάβολο. Θά σᾶς τό ἐξηγήσω μ' ἕνα απλό παράδειγμα.

   Ἕνα μικρό παιδί τρώει ξύλο από ἕνα μεγάλο παιδί, κάπου στο σχολεῖο, στον δρόμο, στη γειτονιά. Τό μικρό παιδί τρέχει στο σπίτι του κλαίγοντας, ὅτι ἔφαγε ξύλο ἀπό τό τάδε μεγάλο παιδί. Και βγαίνει τώρα ὁ πατέρας να δείρει τό παιδί πού ἔδειρε τό παιδί του. Δηλαδή ὁ πατέρας πηγαίνει γυρεύοντας τώρα να βρεῖ ποιός εἶναι ἐκεῖνος πού κακοποίησε το παιδί του.

   Μέ ἄλλα λόγια, ὁ Χριστός ἦρθε να συναντήσει τόν διάβολο, να παλέψει μαζί του· ἀλλά θά τόν συναντοῦσε μέ ἕναν τρόπο δόλιο! Μή σᾶς φαίνεται παράξενη ἡ λέξη δόλιο. Δόλο δέν χρημιμοποίησε ὁ διάβολος στούς πρωτοπλάστους; δόλο λοιπόν θα χρησιμοποιήσει καί ὁ Χριστός. Ποῦ εἶναι ὁ δόλος; Ὁ δόλος εἶναι στὸ ἑξῆς σημεῖο· ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστός ἔχει τή θεότητά Του, αλλά δέν φαίνεται· ἔχει ὅμως καί τήν ἀνθρωπότητά Του, πού φαίνεται. Αλλά τότε ἡ ἀνθρώπινη φύση, πού εἶναι ἀναμάρτητη, τελικά θα νικήσει τον διάβολο. Καί ἡ ἀνθρώπινη φύση τοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ τό δόλωμα για τόν διάβολο, πού θά ἔρθει νά Τόν πειράξει. Ἀλλά ὁ διάβολος τελικά θα νικηθεῖ. Νίκησε τότε τούς πρωτοπλάστους, τόν πρῶτο Ἀδάμ, αλλά τώρα θα νικηθεῖ ἀπό τόν δεύτερο Αδάμ.

   Γιατί ὅμως ἡ ἀνθρώπινη φύση τοῦ Χριστοῦ λέγεται δόλωμα; Ωραιότατα, πολλοί Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας παρομοιάζουν τήν ὅλη υπόθεση ὡς ἑξῆς· λένε ὅτι ὁ δεύτερος Ἀδάμ χρησιμοποίησε τή θεότητά Του ὡς ἄγκιστρο, καί τήν ἀνθρώπινη φύση Του ως δόλωμα. Ἦρθε λοιπόν ὁ διάβολος να φάει τό δόλωμα, νά πειράξει τόν Ἰησοῦ, τόν ἄνθρωπο Ἰησοῦ, καί ἀγκιστρώθηκε ἀπό τή θεία φύση τοῦ Χριστοῦ· τήν ἔπαθε! Αυτό δέ κυριολεκτικά συνέβη ὅταν ὁ Χριστός κατέβηκε στον Αδη. Ἐκεῖ κατέβηκε ἡ ἀνθρώπινη ψυχή του, έννωμένη πάντοτε μέ τή θεότητά Του. Νόμισε ὁ διάβολος ὅτι κέρδισε τόν Ἰησοῦ καί χάρηκε. Αλλά ἔβλεπε μόνο το δόλωμα· δέν ἔβλεπε το άγκιστρο. Και όταν ή θεότητα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἐνωμένη πάντα μέ τήν ἀνθρώπινη ψυχή Του, κατέβηκε στον Ἅδη, τότε ἀχρήστευσε τόν Ἅδη καί πῆρε τούς δικαίους ἀπό ἐκεῖ. Εἰναι κάτι τό καταπληκτικό! («Καὶ τούτου χάριν τὸ τῆς σαρκὸς δέλεαρ περιχανὼν τῷ τῆς θεότητος ἀγκίστρῳ περιεπάρη καὶ οὕτως ἤχθη ὁ δράκων διὰ τοῦ ἀγκίστρου, καθώς φησιν τῷ Ἰὼβ ὁ προαναφωνήσας δι᾿ ἑαυτοῦ τὸ ἐσόμενον, λέγων ὅτι "ἄξεις τὸν δράκοντα ἐν ἀγκίστρω» (Αγ. Γρηγορίου Νύσσης, Περὶ τῆς τριημέρου προθεσμίας τῆς Ἀναστάσεως, ΕΠΕ 103, 10, 454. Βλ. Ιώβ 40, 25). «Προγινώσκων οὖν πάλιν ὁ σοφὸς Θεὸς ὅτι οὐκ ἠδύνατο μόνη ἡ ἀνθρωπότης νικήσαι χωρὶς τῆς θεότητος, ἐκρύβη ἐν αὐτῇ τῇ σαρκὶ ἡ θεότης, ὅπως ὁ διάβολος, θεωρῶν τὴν σάρκα, καὶ μὴ γινώσκων ὅτι ἐν αὐτῇ τῇ σαρκὶ ἡ θεότης ἐστὶ κεκρυμμένη, προσέλθῃ καὶ προσπαλαίσῃ τῷ Χριστῷ, καὶ οὕτως νικηθῇ ὑπὸ τῆς κεκρυμμένης θεότητος. Ωσπερ γὰρ ὁ ἁλιεύς, βουλόμενος κυνηγῆσαι ἰχθύν, οὐ γυμνὸν τὸ ἄγκιστρον βάλλει εἰς τὴν θάλασσαν, ἀλλ᾽ ἐνδύει ἔξωθεν σκώληκα δόλῳ τὸ ἄγκιστρον, καὶ οὕτως ῥίπτει αὐτὸ εἰς τὴν θάλασσαν ἐνδεδυμένον τὸν σκώληκα... Θεωρήσας οὖν ὁ διάβολος ἔξωθεν τὸ ἀνθρώπινον καὶ μὴ νοήσας τὴν ἐν αὐτῷ ἔσωθεν ἐγκεκρυμμένην θεότητα, ἐπλανήθη, καὶ προσελθὼν τῇ ἀνθρωπότητι, ἐκρατήθη ὑπὸ τοῦ ἀνεικάστου καὶ ἀκατανικήτου ἀγκίστρου τῆς θεότητος· καὶ οὕτως ἐνικήθη ὁ μέγας δράκων διάβολος.» (Αγ. Αθανασίου, Ερωτήσεις, ιη', PG 28, 793ABC). Βλ. καί ἱεροῦ Χρυσοστόμου, Κατηχητικός Λόγος: «Ὁ ᾅδης ἐπικράνθη. Συναντήσας σοι κάτω ἐπικράνθη· καὶ γὰρ καθηρέθη· ἐπικράνθη, καὶ γὰρ ἐνεπαίχθη. Ἔλαβε σῶμα, καὶ Θεῷ περιέτυχεν· ἔλαβε γῆν, καὶ συνήντησεν οὐρανῷ· ἔλαβεν ὅπερ ἔβλεπε, καὶ πέπτωκεν ὅθεν οὐκ ἔβλεπε. Ποῦ σου, θάνατε, τὸ κέντρον; ποῦ σου, ᾅδη, τὸ νίκος;...» (PG 59, 723-724). Πρβλ. Ήσ. 14, 9. Α' Κορ. 15, 55)

   Βλέπουμε λοιπόν ἐδῶ ὅτι ὁ Χριστός δέχεται μία προσβολή στήν ἔρημο. Ποιά ήταν αυτή ή προσβολή; Οι γνωστοί τρεῖς πειρασμοί, τούς ὁποίους θά δοῦμε λίγο πιο κάτω. Ὁ Χριστός αντέκρουσε τούς πειρασμούς· τούς ἀντέκρουσε ὡς προσβολή, καί προφανῶς δέν ὑπάρχει καμμία ἁμαρτία.

   Συμπέρασμα. Τό πρῶτο στάδιο τῆς ἁμαρτίας, πού ἔρχεται ἀπ᾽ ἔξω, ἔρχεται ὡς προσβολή. Ἐάν ὁ ἄνθρωπος δέν δεχθεῖ αὐτό πού τοῦ ὑποβάλλεται, δέν ἁμαρτάνει.

   Ξέρετε πόση ἀξία ἔχει αὐτό; Εἶναι πάρα πολλοί ἄνθρωποι αὐτοί πού αἰσθάνονται πολύ άσχημα μέσατους ὅταν ἔρχονται λογισμοί βρώμικοι, περίεργοι, παράξενοι· καί λένε: Εγώ πρέπει νά εἶμαι πάρα πολύ άμαρτωλός ἄνθρωπος... Ὄχι, δέν εἶσαι· αὐτά εἶναι ὑποβολές, αὐτά εἶναι προσβολές. Μή φοβᾶσαι· δέν εἶσαιτόσο ἁμαρτωλός ἄνθρωπος, ὅσο θά πίστευες. Διότι γιά ἐκεῖνα πού σοῦ ἔρχονται στο μυαλό, ἐνῶ ἐσύ δέν τά θέλεις –προσέξτε, δέν θέλεις!–, δέν εἶσαι ὑπεύθυνος· καί ἔτσι προσπάθησε να ησυχάσεις καί νά ἠρεμήσεις.

   Νά πῶς τό λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός: «Τοῦτο, ὡς εἴρηται, οὐκ ἐφ' ἡμῖν ἐστι» (Στό Περὶ ἀρετῶν καὶ κακιῶν, ψυχικῶν καὶ σωματικών, Φιλοκαλία, τόμ. Β΄, σ. 235, καί PG 95, 93). Τοῦτο, ὅπως ἔχει λεχθεῖ, δέν εἶναι ἀπό μέσα μας, δέν ἔχουμε καμμία ευθύνη ἐμεῖς. 

   Δεύτερο στάδιο τῆς ἁμαρτίας εἶναι ὁ συνδυασμός. Εἶναι μιά διαδικασία, ὥσπου να φτάσουμε στο πάθος, το τελευταῖο στάδιο. Οἱ λέξεις, οἱ χαρακτηρισμοί, δέν εἶναι δικοί μου· εἶναι τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ.

   Τί εἶναι ὁ συνδυασμός; Εἶναι, λέει ὁ ἅγιος πατήρ, «ἡ παραδοχὴ τοῦ ὑποβαλλομένου λογισμοῦ παρὰ τοῦ ἐχθροῦ, καὶ οἷον μετ' αὐτοῦ μελέτη καὶ ἐνήδονος ὁμιλία ἡ παρὰ τῆς προαιρέσεως ἡμῶν». Δηλαδή συνδυασμός εἶναι ὅταν ἀρχίσει να γίνεται παραδοχή τοῦ λογισμοῦ πού ὑποβάλλεται ἀπό τόν ἐχθρό, καί μάλιστα μελέτη καί ἡδονική συντροφιά μαζί του, ἀπό τή δική μας προαίρεση.

   Ὅταν ἀρχίσει, δηλαδή, να γίνεται μία παραδοχή, να δέχομαι αὐτό πού μοῦ ὑποβλήθηκε. Ὅταν ἀρχίσω ἀκόμη νά τό μελετῶ καί ν᾿ ἀνοίγω διάλογο μαζί μέ τόν διάβολο –εἶδα κάτι, καί μοῦ ἄρεσε– καί μάλιστα όταν δέχομαι εὐχάριστα μία συντροφιά μαζί του καί νιώθω τήν ὑποβολή του εὐχάριστη, ἡδονική. Ὅταν μοῦ ἀρέσει ἐκεῖνο πού εἶδα, ἄκουσα ἤ διάβασα, καί ὑπάρχει, ὅπως σᾶς εἶπα, μία παραδοχή, δηλαδή μία κατάσταση, ὅπως λένε ἄλλοι Πατέρες, ἀποδοχῆς τῆς ἁμαρτίας.

   Από ποῦ ἀρχίζει ἡ ἁμαρτία; Από αὐτό τό σημεῖο. Ὄχι ἀπό τό προηγούμενο, τῆς προσβολῆς, ἀλλά ἀπό αὐτό τό σημεῖο, τοῦ συνδυασμοῦ.

   Τρίτο στάδιο εἶναι ἡ συγκατάθεση.

   Τί εἶναι ἡ συγκατάθεση; Λέει ὁ ἅγιος Πατήρ: «ἡ κατάνευσις πρὸς τὸ πάθος τοῦ λογισμοῦ»· εἶναι ἡ συγκατάθεση πρός τό πάθος τοῦ λογισμοῦ, ἡ συναίνεση, δηλαδή, τό νά πῶ τό ναί. Ναί, τό δέχομαι, ἐντάξει, τελείωσε, πάει. Το δέχομαι.

   Τέταρτο στάδιο εἶναι ἡ πάλη.

   Πάλη εἶναι, ὅπως γράφει πάλι ὁ ἅγιος Ἰωάννης, «ἡ ἀντίστασις τοῦ λογισμοῦ, ἡ πρὸς ἀναίρεσιν τοῦ ἐν τῷ λογισμῷ πάθους, ἤτοι τοῦ ἐμπαθοῦς λογισμοῦ, ἢ πρὸς συγκατάθεσιν καθώς φησιν ὁ Ἀπόστολος, ἡ γὰρ σὰρξ ἐπιθυμεῖ κατὰ τοῦ πνεύματος, τό δὲ πνεῦμα κατὰ τῆς σαρκός, ταῦτα δὲ ἀλλήλοις ἀντίκειται». Δηλαδή ἡ ἀντίσταση τοῦ λογισμοῦ γιά τήν ἀναστολή τοῦ πάθους πού εἶναι στον λογισμό, δηλαδή τοῦ ἐμπαθούς λογισμοῦ, ἤ γιά τήν συγκατάθεση, όπως λέει ὁ Ἀπόστολος, γιατί ἡ σάρκα ἐπιθυμεῖ τά ἀντίθετα τοῦ πνεύματος καί τό πνεῦμα τά ἀντίθετα τῆς σάρκας, αὐτά δέ εἶναι ἀντίθετα μεταξύ τους. (Βλ. Γαλ. 5, 17)

   Κάποια στιγμή, ἐνῶ εἶπα τό ναί, συνθηκολόγησα μέ τόν ἐχθρό καί τώρα πηγαίνω πρός τήν ἁμαρτία, κάτι μέ ἐνοχλεῖ. Ἂς ποῦμε, εἶδα μία κατάσταση, καί ἀφοῦ τήν ἀποδέχθηκα μέσα μου, θέλω τώρα νά τή βάλω σέ ἐφαρμογή, σε πράξη· ἀλλά... Ὑπάρχουν μερικά αλλά. Αὐτά τά ἀλλά εἶναι μερικά ανασταλτικά στοιχεία. 

   Πρῶτα πρῶτα εἶναι ἡ συνείδηση· ὕστερα εἶναι οἱ ἐντολές τοῦ Θεοῦ· ὕστερα εἶναι καί μερικά ἄλλα, ὅπως τό γενικό ἦθος που υπάρχει, δηλαδή τί θά πεῖ ἡ κοινωνία, τί θά πεῖ ὁ κόσμος, ἂν τό μάθει ὁ πατέρας μου, ἡ μητέρα μου, ἐάν το μάθουν στο σχολεῖο, τί θα γίνει... καί ἔτσι, στήν ἐπιθυμία πού ἤδη ἄρχισε νά ἐγκαθιδρύεται μέσα μου, ἀρχίζω να βάζω σέ ἐφαρμογή τήν ἀναστολή, καί νά λέω ὄχι, δεν πρέπει... δέν πρέπει!

   Πάρτε τήν περίπτωση πού θέλω να κλέψω κάτι. Συμφώνησα μέ τόν ἑαυτό μου, δηλαδή ἀποδέχθηκα τήν ὑποβολή να κλέψω· ἐντάξει. Τώρα ξεκινάω αὐτό νά τό κάνω πράξη, να πάω να κλέψω. Ναί, ἀλλά εἶναι καί ἁμαρτία. Ναί, αλλά εάν μέ πιάσουν; Εάν τό μάθουν οἱ γονεῖς μας; Εάν πάω φυλακή; Ἐάν...; Ἐάν..; Καί τότε αὐτά τά ἐάν δημιουργοῦν μία κατάσταση πού μέ κάνει να παλεύω μέ τήν προηγούμενη συγκατάθεσή μου. Δηλαδή ἐγώ ὁ ἴδιος παλεύω μέ τόν ἑαυτό μου να τό κάνω; ἤ νά μή τό κάνω; 

   Βέβαια, υπάρχουν ἄνθρωποι πού δέν βιώνουν καθόλου αὐτή τήν πάλη· εἶναι αὐτοί πού λέμε αδίστακτοι ἄνθρωποι. Λέμε πολλές φορές: Μά, καλά, μέσα σου δὲν ἔνιωσες ἕνα κάτι;... Μέσα σου δέν δημιουργήθηκε ένα φρενάρισμα, νά πεῖς: ποῦ πάω; τί πάω να κάνω;... Εγώ τό ἔχω συναντήσει αυτό, καί μάλιστα σέ νέους ἀνθρώπους, πού μέ το παραμικρό, με την πιο μικρή προσβολή, ἀμέσως συγκατατίθενται, καί δέν γίνεται καμμία πάλη μέσα στην ψυχή τους. Καλά, μέ τόση εὐκολία συγκατατέθηκες, χωρίς να κοντοσταθεῖς λιγάκι; Καμμία δυσκολία! Αυτό βέβαια εἶναι θλιβερό· σημαίνει ὅτι ἡ ψυχή πιά ἔχει πάθει κάτι κακό, ἔχει διαστραφεῖ. Ἂς τό προσέξουμε. Αντίθετα, μια ψυχή που παλεύει, δείχνει ὅτι ἔχει μέσα της υγεία. Καί αὐτό εἶναι πάρα πολύ σπουδαῖο, νά ἔχει ἡ ψυχή μέσα της υγεία.

   Ὑπάρχει ὅμως καί ἕνα ἄλλο σημεῖο πού δημιουργεῖ πάλη μέσα στόν ἄνθρωπο· εἶναι ἐκεῖνο πού λέει ὁ Ἀπόστολος, ὅτι τό πνεῦμα στρέφεται κατά τῆς σάρκας καί ἀντιστρόφως. Αὐτό βέβαια δέν θά τό ἀναλύσουμε, παιδιά, γιατί ἂν ἔπρεπε νά τό κάνουμε αυτό μέ ὅσα συνέβησαν μετά τήν πτώση τῶν πρωτοπλάστων, θα βγάζαμε πολλά πράγματα· παίρνω τα κυριότερα. 

   Από τήν στιγμή λοιπόν πού οἱ πρωτόπλαστοι ἔπεσαν στήν ἁμαρτία, στην παράβαση τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ, ἀπό τή στιγμή ἐκείνη ἐπῆλθε μέσα στην ψυχή τους ἕνας διχασμός. Ο διχασμός αυτός ήταν ἠθικός καί ὀντολογικός. Οντολογικός εἶναι αὐτό πού εἶπε ὁ Θεός· «ᾗ δ᾿ ἂν ἡμέρᾳ φάγητε ἀπ' αὐτοῦ, θανάτῳ ἀποθανεῖσθε» (Γεν. 2, 17). Τί εἶναι θάνατος; Εἶναι ὁ χωρισμός ψυχῆς καί σώματος. Τί ὑφίσταται τώρα ἡ ὕπαρξη; Ἕνα χώρισμα, μία διάσπαση·  ἡ ψυχή καί τό σῶμα χωρίζουν. Και ποιός εἶναι ὁ ἠθικός αυτός χωρισμός; Ὁ ἠθικός εἶναι ὅτι ἀρχίζει νά στρέφεται ἡ σάρκα κατά τοῦ πνεύματος καί τό πνεῦμα κατά τῆς σάρκας. Αὐτό ὅμως εἶναι ἀδιανόητο. Ὁ Θεός ἔκανε τόν ἄνθρωπο νά ἔχει μιά άρμονία, μια συνεργασία ανάμεσα στη σάρκα καί τό πνεύμα. Ἐάν ὑπάρχει τώρα μία αντίθεση ανάμεσα σ' αυτά τά δύο, αὐτό συμβαίνει γιατί εἶναι καρπός τῆς πτώσεως τῶν πρωτοπλάστων, ὅπως σᾶς ἐξήγησα.

   Μάλιστα, ἐδῶ νά κάνω μία παρέκβαση. Ὅλα τά ἀρχαῖα φιλοσοφικά συστήματα, ὅλες οἱ ἀρχαῖες θρησκεῖες, ἀλλά καί οἱ σύγχρονες φιλοσοφικές κατευθύνσεις πού ὑπάρχουν, τα φιλοσοφικά συστήματα, ἀκόμα καί σύγχρονα, πού ἀγνοοῦν τόν Χριστιανισμό, ἔχουν ὡς ἀντικείμενό τους πάντοτε τόν ἄνθρωπο. Ποιόν ἄνθρωπο ὅμως ἐξετάζουν; Τόν πεπτωκότα, τόν πεσμένο ἄνθρωπο. Καί προσπαθοῦν νά μάθουν ποιός εἶναι ὁ ἄνθρωπος, τί ἰδιότητες ἔχει ὁ ἄνθρωπος. Αλλά τό ἀντικείμενό τους εἶναι χαλασμένο.

   Θά μοῦ πεῖτε: Κι ἐμεῖς οἱ Χριστιανοί δέν παίρνουμε νά ἐξετάσουμε τό ἴδιο ἀντικείμενο, δηλαδή τόν ἄνθρωπο;

   Ναί, ἀλλά ἐμεῖς γνωρίζουμε τόν Ἀδάμ πρό τῆς πτώσεως. Αλλά το σημαντικότερο εἶναι τό ἑξῆς –σᾶς τό εἶχα πεῖ καί σέ ἕνα παλιό μάθημα, πέρσι, πρόπερσι, δέν θυμᾶμαι– (Βλ. Ἡ Γένεσις, Τόμος Γ΄, Μάθημα 31ο, ἔκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Κομνηνείου, Στόμιον Λαρίσης 2018) ὅτι ἐξετάζουμε τόν Ἰησοῦ Χριστό, πού εἶναι ὁ νέος Αδάμ. Ἔτσι, τό ἀντικείμενο τῆς ἀνθρωπολογικῆς μας μελέτης δέν εἶναι ὁ χαλασμένος ἄνθρωπος, ο πεπτωκός, ἀλλά εἶναι ὁ καινούργιος άνθρωπος, ὁ νέος Ἀδάμ, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, καί ἔτσι μπορούμε να διορθωθοῦμε.

   Τί γίνεται λοιπόν μέ ὅλα τά φιλοσοφικά συστήματτα, παλαιά και σύγχρονα, καί μέ ὅλες τίς θρησκείες, παλαιές και σύγχρονες; Βλέποντας τόν ἄνθρωπο χαλασμένο καί νομίζοντας ὅτι αὐτή εἶναι ἡ κατασκευή του, παρατηροῦν νὰ ὑπάρχει μιά ἀντίθεση ανάμεσα στήν ψυχή καί στό σῶμα. Καί πάνω σ' αὐτή τήν ἀντίθεση, τήν σύγκρουση, κινεῖται, παιδιά, σάν σέ ἄλλο ἄξονα,  ὅ,τι συμπέρασμα θα βγάλουμε. Θέλετε ἀκόμη; ὅλη ἡ τέχνη, ὅλη ἡ φιλολογία, ὅ,τι ἐκλεκτό ὑπάρχει ἀπό ἀνθρώπινης παραγωγής, περιστρέφεται γύρω ἀπ' αὐτόν τόν ἄξονα, ὅτι δηλαδή ὑπάρχει μιά ἀντίθεση ανάμεσα στο πνεῦμα καί τήν ὕλη, στην ψυχή καί τό σῶμα.

   Μάλιστα θά σᾶς πῶ κάτι, πού εἶναι προϊόν αὐτῆς τῆς ὅλης θέσεως. Ὑπάρχει ἡ ἀντίληψη ὅτι γιά νά γίνει κανείς –παρακαλῶ, προσέξτε αυτό το σημεῖο– καλός λογοτέχνης, να γράψει σπουδαῖα μυθιστορήματα και διηγήματα, πρέπει να ζήσει καταστάσεις βρώμικες, πρέπει να γευθεῖ τή ζωή ὅπως προσφέρεται σε όλο της τό κατακάθι! Γιά νά γίνει μουσικός, τό ἴδιο πράγμα· πρέπει να δοκιμάσεις ὅλα τά τερτίπια τῆς ἁμαρτίας... –νά μή σᾶς τά λέω καί βρωμίζω τ' αυτιά σας! 

   Ἔτσι, βλέπετε, ὅταν κάποιος ποιητής, καλλιτέχνης ἤ μουσικός εἶναι ἁγνός ἄνθρωπος, ἐπειδή δέν γνώρισε τόν κόσμο τῆς ἁμαρτίας, δέν θεωρεῖται ὅτι εἶναι σπουδαῖος. Απεναντίας, βλέπετε τούς λογοτεχνίζοντες πολλές φορές να παίρνουν ὕφος σχετικό, μέ τά μαλλιά τους, μέ τό ντύσιμό τους, μέ τόν τρόπο τους. Μιά τους βλέπετε να καπνίζουν, τήν ἄλλη τούς βλέπετε να έχουν φιλενάδες... μιά τούς βλέπετε να πίνουν ναρκωτικά, τήν ἄλλη νά εἶναι σε κέντρα διαφθορᾶς καί ἁμαρτίας... Ἔτσι, πολλές φορές, σέ ἐκπομπές τῆς τηλεοράσεως καί τοῦ ραδιοφώνου, προβάλλουν τέτοια πρότυπα, τῶν ὁποίων ἡ ζωή είναι τέτοια καί τέτοια, λέγοντας ότι συχνάζουν σ' ἐκεῖνα τά κέντρα, ὅτι ἔχουν μπερδευτεί μ' ἐκείνους τούς φίλους καί ἐκεῖνες τίς φιλενάδες, ὅτι μ' ἐκεῖνες τίς βρώμικες υποθέσεις ἔχουν ἀνακατευτεί... Καί παρουσιάζουν ὡς πρότυπα αὐτούς τούς τύπους!

   Καταλάβατε γιατί καί ἀπό που ξεκινοῦν ὅλα αὐτά τα πράγματα; Ξεκινοῦν ἀκριβῶς ἀπό τήν ἀντίθεση ψυχῆς καί σώματος. Ἡ ἀντίθεση ὅμως αὐτή δέν εἶναι ἐκ κατασκευῆς, ἀπό τή φύση μας, αλλά προῆλθε ἀπό ἕνα γεγονός θλιβερό. Αν γιά μιά στιγμή λοιπόν ή σάρκα σου, παιδάκι μου, αἰσθάνεται κάποια ὁρμή πρός τήν ἁμαρτία, ἡ ψυχή σου ὅμως σου λέει ὄχι, δέν τό θέλω αὐτό, βλέπεις νά ὑπάρχει μία ἀντίθεση. Αὐτή ἡ ἀντίθεση εἴπαμε ὅτι ὀφείλεται σ' αὐτόν τόν χωρισμό, σ' αὐτή τήν ἀντιδικία, ἄς τό ποῦμε ἔτσι, ψυχῆς καί σώματος· εἶναι προϊόν τῶν πρωτοπλάστων, τῆς ἁμαρτίας, της πτώσεως. Τότε θα γίνει πάλη, θα παλέψεις, καί ἀναμφίβολα πρέπει να νικήσει τό ἀγαθό, νά νικήσει τό καλό. 

   Μετά τήν πάλη ἔχουμε τήν ἐνέργεια.

   Τί εἶναι ἡ ἐνέργεια; Εἶναι ἡ ἴδια ἡ πράξη πιά. Ἐαν δηλαδή τελικά δεν κατάφερες να νικήσεις κατά τη διάρκεια τῆς πάλης αλλά νικήθηκες, τότε προχωρεῖς στο πέμπτο στάδιο, πού εἶναι ἡ ἐνέργεια.

   Λέει πάλι ὁ ἅγιος Ἰωάννης: «Αὕτη ἡ πρᾶξις τοῦ ἐν συγκαταθέσει ἐμπαθούς λογισμοῦ»· αὐτή εἶναι ἡ ἐφαρμογή τοῦ ἐμπαθούς λογισμοῦ πού ἔδωσες την συγκατάθεσή σου. Ὅ,τι σκέφτηκες, ὅ,τι ἀποφάσισες το βάζεις πιά σέ ἐφαρμογή. Εἶναι ἡ πράξη.

   Μετά την πράξη –βλέπετε, δεν τελειώσαμε– εἶναι καί κάτι ἄλλο. Ἡ πράξη θά ἐπαναληφθεῖ, θα γίνει καί δεύτερη φορά. Τη δεύτερη φορά θά εἶναι εὐκολότερη, καί τήν τρίτη φορά ἀκόμη πιό εὔκολη. Ἔτσι ἐξηγεῖται τό ὅτι, ὅταν κάποιος έκανε μια ἁμαρτία πέντε, δέκα, εἴκοσι, πενήντα φορές, νά μήν ἔχει πλέον δισταγμό, ὅπως εἶπα καί προηγουμένως, νά μήν ὑπάρχει ἡ πάλη, ἀλλά ἄνετα πλέον νά ἀκολουθεῖ τήν ἁμαρτία· ἄνετα! 

   Θέλετε νά σᾶς πῶ κάτι ἀκόμη; Ένα φαινόμενο τῆς ἐποχῆς μας, πού δυστυχῶς εἶναι δυσοίωνο γιά τήν ἐπιβίωσή μας τήν πνευματική, εἶναι τό νά θεωρούμε πιά, αὐτό ἀπό τό ὁποῖο νικηθήκαμε ὅτι εἶναι ἀρετή, ὅτι εἶναι φυσικό πράγμα, ὅτι ἔτσι πρέπει νά γίνεται! Μά στήν ἀρχή, ὅταν τό πρωτόκανες, αναμφισβήτητα είχες ἕνα δισταγμό, μετῆλθες ὅλα τά στάδια πού ἀναφέραμε ἐδῶ· τώρα γιατί ἔφτασες νά λές ὅτι αὐτή ἡ πράξη είναι φυσική;... καί ὄχι μόνο, ἀλλά εἶναι καί ἀρετή;... καί φθάνεις μάλιστα να υποδεικνύεις καί στούς ἄλλους ὅτιπρέπει να κάνουν τό ἴδιο;... Θυμίζει λιγάκι τόν μύθο τοῦ Αἰσώπου μέ τήν κολοβή αλεπού, ὅπως θά ξέρετε. Πῶς φτάσαμε ἐκεῖ; Φτάσαμε, παιδιά, γιατί ἔγινε μία διαστροφή μέσα μας. Εάν, για μιά στιγμή, θα θέλαμε νὰ ἀναστείλουμε ἐκεῖνο πού ἤδη κάνουμε, θά δοῦμε ὅτι δέν μποροῦμε· ἔχει γίνει μία συνήθεια. Αὐτό λοιπόν πού ἔγινε συνήθεια ὡς ἁμαρτία λέγεται πάθος. 

   Καί λέει τώρα ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός τί εἶναι πάθος: «ἡ ὑπὸ τοῦ συνδυασμοῦ ἕξις γινομένη τοῦ παρὰ τοῦ ἐχθροῦ ὑποβαλλομένου πάθους καὶ οἱονεὶ συνεχὴς μελέτη καὶ φαντασία»· εἶναι ἡ συνήθεια πού ἔγινε ἀπό τόν συνδυασμό του πάθους πού ὑποβλήθηκε ἀπό τόν ἐχθρό καί εἶναι, κατά κάποιον τρόπο, μιά συνεχής μελέτη καί φαντασία.

   Αὐτό εἶναι τό πάθος· εἶναι πιά μιά συνήθεια, τήν ὁποία διαρκῶς μετέρχεσαι, ἔχεις μία συνεχή μελέτη, δηλαδή συνεχῶς τό πράγμα αὐτό τό βάζεις σέ ἐφαρμογή, καί ἔχεις μία διαρκή φαντασία, δηλαδή μία εικόνα μπροστά σου. Ὅπως ὁ μπεκρής, για παράδειγμα, όταν μέθυσε για πρώτη φορά, έκανε μιά ἁμαρτία· ὅταν τό ἐπανέλαβε αυτό δέκα, εἴκοσι, πενήντα φορές, τώρα πιά τοῦ ἔγινε πάθος. Ὁ ἄνθρωπος αυτός τώρα δεν βλέπει μπροστά του παρά τό ποτήρι καί τή μποτίλια μέ τό κρασί! ἔχει δηλαδή μία συνεχή μελέτη καί φαντασία τοῦ ἀντικειμένου του.

   Καί ὅταν χρονίσει καί παραχρονίσει τό πάθος, ἀλλοίμονο, ἔχουμε ἀκόμη ἕνα στάδιο, ἕβδομο, πού λέγεται αἰχμαλωσία.

   Λέει πάλι ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὅτι ἡ αἰχμαλωσία «ἔστι βιαία καὶ ἀκούσιος τῆς καρδίας ἀπαγωγὴ ἀπὸ προλήψεως καὶ μακρᾶς συνηθείας τυραννουμένης». Τί εἶναι αἰχμαλωσία; Εἶναι ἡ βίαιη καί ἡ χωρίς τη θέλησή μας ἁρπαγή τῆς καρδιᾶς πού τυραννιέται ἀπό ἐξάρτηση καί συνήθεια μακράς διαρκείας. Τί εἶναι αἰχμαλωσία; Σέ ἁρπάζει αὐτό τό πάθος, αὐτή ἡ αἰχμαλωσία, ἁρπάζει τήν καρδιά σου, ἀπό μιά συνήθεια πού σέ τυραννᾶ, καί τήν πηγαίνει ὅπου θέλει αὐτό τό πάθος, εἴτε τό θέλεις εἴτε δέν τό θέλεις.

   Αυτά λοιπόν, παιδιά, εἶναι τά στάδια πού μετέρχεται τό κακό που ξεκινά μέσα στον άνθρωπο.

   Τί θα λέγατε ὅμως, συνέβησαν ἄραγε στούς πρωτοπλάστους τα στάδια αυτά, ἂν ὄχι τά δύο τελευταία, το πάθος καί ἡ αἰχμαλωσία, αλλά τουλάχιστον τά πρῶτα; Αναμφισβήτητα, ναί. Συνέβη προσβολή; Βεβαίως, από τον διάβολο. Κατόπιν, συνέβη ὁ συνδυασμός; δηλαδή νά ἀποδεχθοῦν οἱ πρωτόπλαστοι αὐτό πού τους ἔλεγε ὁ διάβολος; Βεβαίως. Συγκατετέθηκαν; εἶπαν τό ναί; Βεβαίως. Συνέβη σ' αυτούς μία πάλη; Ἀσφαλῶς. Μά, για στάσου, είχε πεῖ ἡ Εὔα στόν ὄφι, ναί, ἀλλά μᾶς εἶπε ὁ Θεός νά φᾶμε ἀπό τούς καρπούς ὅλων τῶν δένδρων, ἐκτός ἀπό τό δένδρο αυτό. Ὑπῆρξε λοιπόν ἕνας δισταγμός. Κατόπιν ὅμως αὐτός ὁ δισταγμός, αυτή ἡ πάλη ἔφυγε καί ἔγινε ἡ πράξη· ἡ Εὔα άπλωσε τό χέρι της, ἔφαγε τόν καρπό. Τί σημαίνει αὐτό; ὅτι συγκατατέθηκε.

   Ὅμως τό προπατορικό ἁμάρτημα επαναλαμβάνεται μέσα στούς αἰῶνες. Ποιό εἶναι αὐτό τό ἁμάρτημα; Τό ἔχουμε πεῖ πολλές φορές· εἶναι ἡ αὐτονομία, ὁ αὐτονομισμός· τό δικό μου τό θέλημα, ὄχι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Αὐτό εἶναι τό προπατορικό αμάρτημα, τό διαρκῶς καί διαρκῶς ἐπαναλαμβανόμενο ἀπό ὅλους πιά τούς ἀπογόνους τοῦ Ἀδάμ. Καί ἔτσι ἔγινε πάθος, ἔγινε αἰχμαλωσία. Βλέπετε;

   Σήμερα, ἄν κάποιος θά ἤθελε νά μᾶς ἐμποδίσει να κάνουμε τό κακό, θά ἀντιδρούσαμε, θα προβάλλαμε ὅλους ἐκείνους τούς χαρακτηρισμούς, καί θά λέγαμε: Μή με καταπιέζεις... Μή τοῦτο... μή ἐκεῖνο...! Γιατί; Θέλουμε να μένουμε στα πάθη μας! Τα πάθη μας τά ἀγαπᾶμε, τά χαϊδεύουμε! Δέν ἀντιλαμβανόμαστε ὅτι εἶναι τυραννικά σ' ἐμᾶς. Ζοῦμε αὐτήν τήν τυραννία τῶν παθῶν, καί τήν ἀγαπᾶμε! Ας μοῦ ἐπιτραπεῖ νά πῶ ὅτι  ζοῦμε ἕνα εἶδος πνευματικοῦ μαζοχισμού... νά ἀγαπῶ να τυραννιέμαι, νά ἀγαπῶ νά βασανίζομαι! 

   Σᾶς τό εἶπα καί προηγουμένως· ὅλη ἡ φιλολογία μας –καί ὄχι μόνο ἡ ἀρχαία ἑλληνική, ἀλλά ἡ παγκόσμια– τί εἶναι; (Επειδή ὅλη ἡ παγκόσμια φιλολογική καί φιλοσοφική πνευματική παραγωγή τοῦ ἀνθρώπου εἶναι βασισμένη σε λάθος δεδομέννα, λάθος θά εἶναι καί τά ἐξαγόμενα ἐξ αὐτῆς συμπεράσματα. Γι' αὐτό λοιπόν ὅλη αὐτή ἡ πνευματική παραγωγή τελικά όχι μόνο δέν βοηθᾶ τόν ἄνθρωπο νά ἐλευθερωθεῖ ἀπό τά πάθη του, ἀλλά, τό ἀντίθετο, τόν ὠθεῖ πρός αὐτά, ἀφοῦ τά θεωρεῖ μάλιστα καί τά δικαιολογεῖ ὡς φυσιολογικές καταστάσεις.) Αγαπῶ νά βασανίζομαι. Εἶναι φοβερό πράγμα, ἀγαπᾶμε τά πάθη μας· καί ὅταν θά ἔρθει κάποιος νά μᾶς σώσει, νά μᾶς λυτρώσει, τοῦ τό ἀρνούμαστε γιατί ἀγαπᾶμε αὐτό πού εἴμαστε. 

   Ὁ ἱερός Αὐγουστῖνος ὡραιότατα καί ψυχολογικότατα λέει ὅτι παρακαλούσε τόν Θεό νά τόν ἀπαλλάξει ἀπό τά πάθη του· αλλά στο βάθος εὐχόταν νά ἀργήσει νά ἔλθει ἡ σωτηρία, κι αυτό γιατί ακόμα ἀγαποῦσε τά πάθη του! (Ἔτσι, δύο θελήσεις μάχονταν σ' ἐμένα· ἡ μια παλιά, ἡ ἄλλη νέα· ή μιά σαρκική, ἡ ἄλλη πνευματική· ή μιά ἐναντίον τῆς ἄλλης· καί, ανταγωνιζόμενες μεταξύ των, διέσχιζαν την ψυχή μου. Ἔτσι, το βάρος τοῦ αἰῶνα βάρυνε μέ γλυκύτητα επάνω μου ὅπως σ' ἕνα ὄνειρο· οἱ δέ στοχασμοί μου ἔμοιαζαν μ' ἐκείνους πού προσπαθοῦν ν' ἀφυπνισθοῦν, ἀλλά,  νικώμενοι ἀπό τήν νάρκη των, βυθίζονται πάλι σ' αὐτήν. Μοῦ ἄρεσε, μέ κατακτούσε ἡ ἀγάπη Σου· ἀλλ᾽ ἀγαποῦσα καί τό πάθος μου, πού μ᾽ ἐξουσίαζε. Δέν μποροῦσα να δώσω καμμιά απάντηση ὅταν μοῦ ἔλεγες «ἔγειρε ὁ καθεύδων καὶ ἀνάστα ἐκ τῶν νεκρῶν, καὶ ἐπιφαύσει σοι ὁ Χριστός» (Εβρ. 5, 14). Παντού μοῦ ἔδειχνες τήν ἀλήθειά Σου· καί ἡ ἀλήθειά Σου μέ καθυπέταξε, καί δέν ἤμουν πιά ἱκανός ν' ἀπαντήσω παρά μέ λέξεις μαλθακές καί ὑπναλέες. «Αμέσως... παρευθύς... Ἀλλά περίμενε λίγο!... Ἀλλ᾿ αὐτό τό "παρευθύς" καί τό "αμέσως" δέν ἐρχόταν ἀμέσως και παρευθύς. Μάταια «συνηδόμην κατὰ τὸν ἔσω ἄνθρωπον τῷ νόμῳ Σου», ἀφοῦ ἕνας ἄλλος νόμος στα μέλη μου ἀντιστρατευόταν «τῷ νόμῳ τοῦ νοός μου καὶ ἠχμαλώτιζέ με ἐν τῷ νόμῳ τῆς ἁμαρτίας», ὁ ὁποῖος βρισκόταν στα μέλη μου. «Ταλαίπωρος ἐγὼ ἄνθρωπος! τίς με ρύσεται ἐκ τοῦ σώματος τοῦ θανάτου τούτου;» (Ρωμ. 7, 22-25), ἐάν ὄχι ἡ χάρις Σου διά Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ Κυρίου ἡμῶν; (Ἱεροῦ Αὐγουστίνου, Αἶ ἐξομολογήσεις, Εισαγωγή - Μετάφραση - Σημειώσεις Ἀνδρέα Δαλεζίου, ἐκδ. Γραφεῖον Καλοῦ Τύπου, Ἀθῆναι 1951)

   Βλέπετε λοιπόν, παιδιά, ὅτι αὐτό εἶναι τό ὀδυνηρό γιά τόν ἄνθρωπο, τό ὅτι ἀγαπᾶ τά πάθη του!

   Τί εἶναι λοιπόν τό πάθος; Εἶναι ἡ συνήθεια σ' ἐκεῖνο πού συγκατατεθήκαμε, καί εἶναι γιά μᾶς μιά συνεχής μελέτη καί συνεχής ἐπιθυμία του! Εἶναι ἀκόμη ἡ συνεχῶς ἐπαναλαμβανόμενη ἁμαρτία, που χρονίζει στήν ἐπιτέλεσή της, καί γίνεται ἕξις, γίνεται δευτέρα φύσις.

   Ο Κλήμης ὁ Ἀλεξανδρεύς λέει: «πάθη, ἃ δὴ ψυχῆς νόσοι» (Λόγος προτρεπτικὸς πρὸς Ἕλληνας, 2.11.115.2). Τί εἶναι τά πάθη; Εἶναι ἀρρώστιες τῆς ψυχῆς. Καί κάπου ἀλλοῦ πάλι λέει: «παρὰ φύσιν οὖν κίνησις ψυχῆς κατὰ τὴν πρὸς τὸν λόγον ἀπείθειαν τὰ πάθη» (Κλήμεντος Στρωματέων, 2.13.59.6, PG 8, 997Β). Τά πάθη εἶναι ἡ ἀφύσικη κίνηση τῆς ψυχῆς, πού ἀπειθεῖ στή λογική. Εἴδατε; δέν ὑπακούουν τά πάθη· ἀπειθοῦν στη λογική!

   Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης λέει: «ὕστερον ἐπεισήχθη τὸ πάθος αὐτῷ (τῷ ἀνθρώπῳ) μετὰ τὴν πρώτην κατασκευήν» (Περὶ παρθενίας, Κεφ. ΙΒ΄, Περὶ τῆς τοῦ κακοῦ αἰτίας, 12.10, PG 46, 369C). Κατοπινά μπῆκε τό πάθος στόν ἄνθρωπο, μετά τήν πρώτη κατασκευή πού εἶχε ἀπό τόν Θεό.

   Καί ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής λέει: «Τὰ πάθη αὐτὰ τῇ φύσει τῶν ἀνθρώπων προηγουμένως οὐ συνεκτίσθη». Τα πάθη αὐτά δέν δημιουργήθηκαν μαζί μέ τήν πρώτη κατασκευή τοῦ ἀνθρώπου, «ἐπεὶ καὶ εἰς τὸν ὅρον ἂν συνετέλουν τῆς φύσεως ... ἐπεισήχθη ταῦτα, τῷ ἀλογοτέρῳ μέρει προσφυέντα τῆς φύσεως». (Αγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, Πρὸς Θαλάσσιον τὸν ὁσιώτατον πρεσβύτερον καὶ ἡγούμενον, περὶ διαφόρων ἀποριῶν τῆς θείας Γραφῆς, PG 90, 269) Δηλαδή, μ' ἄλλα λόγια, ἔχουμε πλέον καί μία δεύτερη φύση. Ναί, μία δεύτερη φύση!

   Ὅπως καταλαβαίνετε, παιδιά, τά πάθη εἶναι πλέον μία κατάσταση στήν ὁποία βρισκόμαστε ὅλοι μας καί πάσχουμε ὅλοι μας!

   Αλλά τό θέμα τῶν παθῶν εἶναι μεγάλο γι' αυτό, ἐπειδή σήμερα δεν τελειώνουμε, ὅπως βλέπω, μένει ἀκόμη κάτι νά ποῦμε, πού πρῶτα ὁ Θεός θά τό ποῦμε τήν ἐρχόμενη Κυριακή.

Κυριακή, 18 Νοεμβρίου 1984


56η ομιλία στην κατηγορία « Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία ».

►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
" Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία " εδώ ⬇️
https://arnion.gr/index.php/palaia-diauhkh/xristianikh-kosmologia-anurvpologia
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40pgmRsIiRCioth8a5E4bM7r

Απομαγνητοφώνηση :
Ιερά μονή Κομνηνείου.
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

🔸Λίστα ομιλιών της σειράς «Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία.».🔻
https://drive.google.com/file/d/1PKTpnYb1nptUbWKH5jo6DJwk7IVel9BA/view?usp=drivesdk

🔸📜 Απομαγνητοφωνημενες ομιλίες της σειράς «Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία.».🔻
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/search/label/%F0%9F%94%B9%CE%A7%CF%81%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B9%CE%B1%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%AE%20%CE%9A%CE%BF%CF%83%CE%BC%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1%20~%20%CE%91%CE%BD%CE%B8%CF%81%CF%89%CF%80%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1.?m=1

🔸Επεξηγηματικό βίντεο Ασπάλαθου.
https://youtu.be/8tNfAHRkTCk

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️ https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__ 

https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου. https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.

14 Νοεμβρίου 2024

Ἡ φαντασία ὡς μεταπτωτικό φαινόμενο.

†.Από τήν στιγμή, παιδιά, πού οἱ πρωτόπλαστοι κοίταξαν μέ ἄλλο μάτι τόν καρπό του δένδρου τῆς γνώσεως τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ, ἀπέκτησαν ἕνα στοιχεῖο, πού πρίν δέν εἶχαν· καί τό στοιχεῖο αὐτό λέγεται φαντασία.

   Ἴσως σᾶς φανεί πολύ παράξενο τό πῶς ὁ Ἀδάμ δέν εἶχε πρῶτα φαντασία, ἀλλά τήν ἀπέκτησε μεταπτωτικά· σᾶς βεβαιώνω πώς κι ἐγώ δέν μπορῶ νά τό καταλάβω αὐτό. Από τότε ἀκριβῶς, ὄχι μόνο ὁ Ἀδάμ, ἀλλά καί ὅλοι οἱ ἀπόγονοί του αναπτύσσουμε τη φαντασία, δηλαδή ὑπάρχει τό φαινόμενο τῆς φαντασίας. Ὥστε λοιπόν ἡ φαντασία εἶναι ἕνα μεταπτωτικό φαινόμενο.

   Αλλά ὅταν λέμε φαντασία, τί ἐννοοῦμε;

   Ἡ φαντασία εἶναι ἕνας χῶρος πού παρεμβάλλεται μεταξύ τοῦ νοῦ καί τῶν αἰσθήσεων. Ἀπό τή μία εἶναι ὁ νοῦς κι ἀπό τήν ἄλλη εἶναι οἱ αισθήσεις. Εἶναι δέ γνωστό ὅτι ὁ νοῦς παίρνει τίς πληροφορίες ἀπό τόν ἐξωτερικό κόσμο μέσω τῶν αἰσθήσεων. Πῶς θά πληροφορηθεῖ ὁ νοῦς, ἂν κάτι δέν τό δοῦμε, δέν τό ἀκούσουμε, δέν τό μυρίσουμε, δέν τό γευθοῦμε καί δέν τό ψηλαφήσουμε, δέν τό ἀγγίξουμε; Ἔτσι λοιπόν ὁ νοῦς πληροφορεῖται τά τοῦ ἐξωτερικοῦ κόσμου διά μέσου τῶν αἰσθήσεων. Τώρα όμως, μετά την πτώση τῶν πρωτοπλάστων, μεταξύ τῶν αἰσθήσεων καί τοῦ νοῦ παρεμβάλλεται ἡ φαντασία. Συνεπῶς ἡ φαντασία εἶναι παχύτερη μέν ἀπό τόν νοῦ, λεπτότερη ὅμως ἀπό τίς αισθήσεις, καί εἶναι ὁ ἀποθηκευτικός χώρος, τόσο τοῦ νοῦ, ὅσο καί τῶν αἰσθήσεων. Δηλαδή εἶναι ἡ ἀποθήκη τοῦ νοῦ. Ἐκεῖ στοιβάζει τις εντυπώσεις του καί τίς εἰκόνες του ὁ νοῦς· στη φαντασία. Οἱ αισθήσεις ὅμως, καί αὐτές, ἐκ τῶν ὑστέρων μπορεί να χρησιμοποιήσουν το υλικό τῆς φαντασίας πού προμηθεύτηκαν –θά τό δοῦμε αὐτό στη συνέχεια.

   Συνεπῶς, ὅσες φορές ὁ νοῦς θέλει νά ἀντλήσει ὑλικό, τό ἀντλεῖ ἀπό τή φαντασία· τό ἴδιο κάνουν καί οἱ αἰσθήσεις. Αλλά τότε θα λέγαμε ὅτι ἡ φαντασία εἶναι το μεθόριον, δηλαδή τό σύνορο τοῦ νοῦ καί τῶν αἰσθήσεων, ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς. («Τοῦτο δὴ τὸ τῆς ψυχῆς φανταστικὸν ἐν τῷ λογικῷ ζώῳ νοῦ καὶ αἰσθήσεως μεθόριον γίνεται» (150 φυσικά, θεολογικά, ηθικά καὶ πρακτικὰ κεφάλαια, ΙΖ΄, ΕΠΕ 121, 8, σ. 92). Βλ. Συμβουλευτικὸν Ἐγχειρίδιον, Κεφ. Θ΄, Περὶ φυλακῆς τῆς φαντασίας, σ. 138)

   Ὁ Ἀριστοτέλης ἀποκαλεῖ τήν φαντασία κοινήν αἴσθησιν, («... καὶ τὸ φάντασμα τῆς κοινῆς αἰσθήσεως πάθος ἐστίν» (Περἱ μνήμης καὶ ἀναμνήσεως, 450a.13a) ἐπειδή εἶναι ὁ κοινός χώρος καί τῶν πέντε αἰσθήσεων. Δηλαδή, ὅλες οἱ αισθήσεις, ὅ,τι ἐμπειρία μποροῦν νά ἔχουν, την στέλνουν στη φαντασία· καί οἱ πέντε δηλαδή αἰσθήσεις ἀποθέτουν τό ὑλικό τους στη φαντασία.

   Θά σᾶς πῶ ἐδῶ ἕνα παράδειγμα γιά νά δεῖτε πῶς ἡ φαντασία εἶναι ἀποθηκευτικός χώρος.

   Όταν δημιουργήσαμε τον κινηματογράφο –ἄν καί περί εἰκόνων θά μιλήσουμε λίγο πιο κάτω–  θελήσαμε να βάλουμε καί ἄλλα στοιχεῖα, ἐκτός τῆς εἰκόνας. Τά μάτια μας ἔβλεπαν τίς εἰκόνες νά κινοῦνται, ἀλλά τά αὐτιά μας στεροῦνταν ἤχου· ἦταν βουβός, ὅπως λέμε, ὁ κινηματογράφος. Τόν κάναμε ὁμιλοῦντα τον κινηματογράφο, βάζοντας καί ἦχο, ὥστε νά ἔχουμε μία καλύτερη εἰκόνα· δηλαδή αυτό που βλέπουμε, στη φαντασία μας, νά εἶναι πιό ζωηρό.

   Κάποτε μάλιστα, πρό πολλῶν πολλῶν ἐτῶν, ἔγινε μία απόπειρα, ἕνα πείραμα, ὄχι στην Ελλάδα, ὥστε μέσα στήν αἴθουσα του κινηματογράφου να δημιουροῦνται ἀληθοφανεῖς συνθήκες πού να προσομοιάζουν στην πραγματικότητα. Για παράδειγμα, ἐάν ἡ ταινία ἔδειχνε ἕνα λιβάδι ἤ ἕνα δάσος, να σκορποῦν στόν χῶρο ἕνα συναφές άρωμα. Ακόμη, ἂν ἔδειχνε χιόνι, να παγώνει για μια στιγμή μέσα ἡ αἴθουσα· ἤ, ἄν ἔδειχνε καλοκαίρι, να ζεσταίνεται ἡ αἴθουσα. Βεβαίως, πολλές φορές, αὐτές οἱ εἰκόνες που προβάλλονται εἶναι τόσο φευγαλέες, πού δέν θά προλάβαινε ἡ αἴθουσα νά δεχθεῖ τέτοιες μεταβολές.

   Ωστόσο σᾶς λέω ὅτι ὁ ἄνθρωπος ζήτησε να προσθέσει καί ἄλλα στοιχεῖα, γιά νά ἔχει μία πληρέστερη εἰκόνα ἡ φαντασία. Διότι ἐπί τῆς ὀθόνης δέν ὑπάρχει καμμία πραγματικότητα· ὅλα αὐτά εἶναι μία απάτη, μια ψευδαίσθηση, για να σχηματισθεῖ τελικά μια πολύ καλή εικόνα μέσα στη φαντασία. (Ἡ λειτουργία τοῦ κινηματογράφου στηρίζεται στο μετείκασμα, ἕνα ἀντιληπτικό φαινόμενο κατά τό ὁποῖο ἕνας ὀπτικός έρεθισμός ἐξακολουθεῖ νά διαρκεῖ στόν ἐγκέφαλο ελάχιστο χρονικό διάστημα, ἀφότου ἐξαφανιστεῖ ἡ αἰτία πού τόν προκάλεσε) Δηλαδή σᾶς ἐξηγῶ γιατί ἡ φαντασία εἶναι κοινός αποθηκευτικός χώρος, κοινή αίσθηση, όπως λέει ὁ Ἀριστοτέλης. 

   Ἡ φαντασία ἀκόμη ἔχει μιά ἀναπλαστική ἱκανότητα. Αὐτή ἡ ἱκανότητά της στην πραγματικότητα εἶναι ἱκανότητα τοῦ νοῦ. Ὁ νοῦς ἔχει αὐτήν τήν αναπλαστικότητα να προσθέτει καί νά ἀφαιρεῖ· ἀλλά τήν ἔχει καί ἡ φαντασία, γιατί σᾶς εἶπα ὅτι βρίσκεται στο μεθόριο τοῦ νοῦ καί τῶν αἰσθήσεων. Ἡ αἴσθηση δέν μπορεῖ νά μεταβάλει τίποτα ἀπό ἐκεῖνο πού ἀντιλαμβάνεται. 

   Για παράδειγμα, αυτήν τη στιγμή μέ τά μάτια μου βλέπω ἐσᾶς. Δέν μπορῶ νά προσθέσω περισσότερες καρέκλες, οὔτε νά ἀφαιρέσω κάποιους ἀπό σᾶς τούς ἀκροατές καί τίς ακροάτριες ἀπό τόν χῶρο αὐτόν· τά μάτια μου βλέπουν αὐτό πού εἶναι.

   Ἡ φαντασία μου ὅμως μπορεῖ νά ἀναπλάθει, καί να προσθέτει καί νά ἀφαιρεῖ. Μέ τήν φαντασία μου, αὐτήν τή στιγμή, μπορῶ νά δῶ ὅτι εἶναι μία αἴθουσα τεράστια, ὅτι εἶναι τό στάδιο του Αλκαζάρ (Είναι το ιστορικό γήπεδο-ἕδρα τῆς Α.Ε.Λ., τῆς μεγαλύτερης ποδοσφαιρικῆς ὁμάδος τῆς Λαρίσης), καί ὅλος αὐτός ὁ χῶρος εἶναι γεμάτος από καρέκλες καί εἶναι παιδιά καί ἀκοῦν· ἤ ἀκόμη, τό ἀντίστροφο, ὅτι ἔχουμε μία μικρή ομάδα, από δέκα μόνο παιδιά, και κάνουμε το μάθημά μας. Αυτά, τήν ἴδια ὥρα πού ἐγώ βλέπω ἐσᾶς, μπορῶ νά τά μετασχηματίσω. Αὐτό ὅμως δέν τό κάνουν οἱ αἰσθήσεις μου, ἐν προκειμένω ἡ ὅρασή μου, αλλά τα μετασχηματίζει ή φαντασία μου. Αὐτή ἡ ἀναπλαστική ικανότητα της φαντασίας, εκτός από τό ὅτι ἔχει βεβαίως κάποια αξία, ἔχει ὅμως καί πολύ κίνδυνο από ἠθικῆς πλευρᾶς, ὅπως θά δοῦμε λίγο πιο κάτω. 

   Ακόμη, ή φαντασία κινεῖται καί στόν χρόνο τοῦ ϋπνου. Όταν ο άνθρωπος κοιμάται, η φαντασία του συνεχίζει νά ἐργάζεται, ἐνῶ οἱ αἰσθήσεις του ἀδρανοῦν. Δεν βλέπουν τα μάτια μας, ἀφοῦ τά ἔχουμε κλειστά, ἀλλά καί τά αυτιά μας τίποτα δέν μποροῦν νά ἀκούσουν, οὔτε καί ἡ μύτη μας να μυρίσει, εκτός βέβαια καί ἄν γιά μιά στιγμή ξυπνήσουμε ἀπό ἕνα πολύ έντονο αἴσθημα. Αλλά τήν ὥρα πού κοιμόμαστε οἱ αἰσθήσεις μας ἀδρανοῦν. Ποιός εργάζεται; Ἡ φαντασία.

   Βεβαίως καί ὁ νοῦς ἐργάζεται· πρέπει νά σᾶς τό πῶ καί αὐτό. Ὁ νοῦς δεν κοιμᾶται· ὁ ἐγκέφαλος κοιμᾶται. Ὁ ἐγκέφαλος εἶναι ὄργανο τοῦ νευρικού συστήματος. Ἄλλο εἶναι ὁ ἐγκέφαλος καί ἄλλο ὁ νοῦς· ὅπως ἄλλο εἶναι ἡ κιθάρα καί ἄλλο ὁ κιθαρίστας. Νομίζω πώς υπάρχει διαφορά. Η κιθάρα είναι ένα ξύλινο κατασκεύασμα, ἕνα ἠχεῖο πού ἔχει μερικές χορδές, πού μποροῦν νά παράγουν κάποιους ήχους. Μπορεῖ ὅμως ὁ κιθαρίστας, πλήττοντας καταλλήλως τις χορδές, να δημιουργήσει μία μελωδία. Ἄλλο πράγμα λοιπόν ὁ κιθαρίστας καί ἄλλο εἶναι ἡ κιθάρα. Ἔτσι θα λέγαμε καί ἐδῶ, ἄλλο πράγμα εἶναι ὁ νοῦς καί ἄλλο πράγμα ὁ ἐγκέφαλος. (Σύμφωνα μέ τό λεξικό Merriam - Webster, νοῦς (mind) εἶναι ἐκεῖνο τὸ στοιχεῖο ἑνός ατόμου πού τοῦ ἐπιτρέπει νά ἔχει ἐπίγνωση τοῦ κόσμου καί τῶν ἐμπειριῶν του, να σκέφτεται καί να αισθάνεται, εἶναι ὁ τομέας τῆς συνειδητότητος καί τῆς σκέψεως. Αντίθετα, ἐγκέφαλος (brain) εἶναι ἕνα ὄργανο πού ἀποτελεῖται ἀπό μαλακό νευρικό ιστό, περιέχεται στο κρανίο των σπονδυλωτών καί λειτουργεῖ ὡς συντονιστικό κέντρο τῶν αἰσθήσεων καί τῆς διαανοητικής και νευρικής δραστηριότητος)

   Τί εἶναι ὁ ἐγκέφαλος; Ὁ ἐγκέφαλος εἶναι ὄργανο τοῦ νοῦ. Μέσω τοῦ ἐγκεφάλου ὁ νοῦς ἐκφράζεται. Τί ἀκριβῶς εἶναι; Ἂν ἀνοίξουμε μιά κρανιακή κάψα, θά δοῦμε μέσα αυτό που λέμε μυαλό. Παίρνουμε ένα κεφαλάκι κατσίκας, προβάτου, το βράζουμε καί τρώμε τό μυαλό. Αὐτό τό μυαλό εἶναι ὁ ἐγκέφαλος· αὐτή δηλαδή ἡ μαλακιά ουσία συνιστᾶ τόν ἐγκέφαλο. Αὐτό ὅμως δέν εἶναι ὁ νοῦς· τό καταλαβαίνετε. Προσέξτε μήν κάνετε ποτέ αὐτήν τή σύγχυση.

   Ὁ νοῦς ἐκφράζεται διά μέσου τῶν λεγομένων κέντρων τοῦ ἐγκεφάλου. Γι' αὐτόν τόν λόγο, ἂν κτυπήσουμε σε κάποιο σημεῖο ἢ κάνουμε ἐγχείρηση κι ἀφαιρέσουμε μέρος τοῦ ἐγκεφάλου γιατί έχει πάθει ἕνα αἰμάτωμα ἢ ὅ,τι ἄλλο, ἐκεῖ βεβαίως μπορεῖ νά ἔχουμε μία ἀνάλογη ἤ ἀντίστοιχη βλάβη. Επειδή ὁ ἐγκέφαλος εἶναι τό ὄργανο πού κινητοποιεῖ καί ὅ,τι ὑπάρχει στο ὑπόλοιπο σῶμα, κινεῖ καί τό μυοσκελετικό σύστημα. Τώρα πού κινῶ τό χέρι μου καί κάνω αὐτές τίς κινήσεις, τό χέρι μου ποιός τό διατάζει; ὁ νοῦς διά μέσου τοῦ ἐγκεφάλου. Ἂς ποῦμε ὅτι εἶναι ἕνας πίνακας ἐλέγχου πού ἔχει πολλά κουμπιά· ἔτσι, ἐάν κάποιο κουμπί δέν λειτουργεῖ, δέν θά μπορῶ νά κουνήσω το χέρι μου. Λέω θέλω να σηκώσω το χέρι μου, ὁ νοῦς θέλει νά τό σηκώσει· ἀλλά δέν μπορῶ, γιατί ὁ ἐγκέφαλός μου σ' ἐκεῖνο τό σημεῖο ἔπαθε βλάβη. Η, ἂν θέλω νά ἀνακαλέσω στη μνήμη μου κάτι που γνώριζα, δέν ἀνακαλεῖται στη μνήμη γιατί το έχω ξεχάσει· καί τό ἔχω ξεχάσει γιατί καταστράφηκε ἕνα ἀντίστοιχο σημεῖο τῆς μνήμης στον εγκέφαλο· καί οὕτω καθ᾿ ἑξῆς.

   Τὰ ὄνειρα λοιπόν εἶναι κυρίως στόν χῶρο τῆς φαντασίας. Δέν εἶναι ὅμως μόνο στόν χῶρο τῆς φαντασίας· εἶναι καί ὁ νοῦς πού μπορεῖ νά ἐπιδράσει σ' αὐτά. Ἄν ἔχετε προσέξει, στα ὄνειρά μας μποροῦμε νά ἔχουμε ἕναν λόγο, ἕναν ἔλεγχο καί μία κριτική. Στο ὄνειρό μας, ἄς ποῦμε, θά μᾶς πεῖ κάποιος να κάνουμε κάποια ἁμαρτία, καί ἐμεῖς τοῦ ἀπαντοῦμε ὅτι διαβάσαμε στην Αγία Γραφή, ἤ ὅτι μᾶς εἶπε ὁ πατέρας μας ἤ ὁ πνευματικός μας, ὅτι δέν πρέπει νά τό κάνουμε αυτό. Κοιτάξτε αὐτό, τό δέν πρέπει νά τό κάνω αὐτό, ποιός τό λέει; Ἡ φαντασία μας; Ὄχι. Αλλά ποιός τό λέει; Τό λέει ὁ νοῦς μας. Συνεπώς, θα λέγαμε ὅτι ὁ νοῦς ἐπεμβαίνει καί στά ὄνειρα· αὐτά ὅμως κινοῦνται κυρίως μέσα στόν χῶρο τῆς φαντασίας. Γιά τά ὄνειρα θά σᾶς μιλήσω λίγο πιο κάτω.

   Πρέπει νά σᾶς πῶ ἀκόμη ὅτι οἱ πρωτόπλαστοι, μέχρι ἐκείνη τή στιγμή πού εἶχαν ἀνοίξει διάλογο μέ τόν διάβολο καί πλανήθηκαν, δέν εἶχαν φαντασία· δηλαδή αὐτό πού ἔβλεπαν, αὐτό ἦταν· σ' αὐτούς ὑπῆρχαν μόνο οἱ αἰσθήσεις καί ὁ νοῦς. Ἔρχεται ὅμως ὁ διάβολος καί τούς προτείνει τήν ἰσοθεΐα, λέγοντάς τους μπορεῖτε να γίνετε θεοί. Ἀλλά αὐτό δέν ἦταν κάτι πού φαινόταν· συνεπῶς ἔπρεπε νά τό φανταστεῖ ὁ Ἀδάμ. Καί πῶς τό φαντάστηκε, ἀλήθεια; Σκέφτηκε: Αν φάω ἀπό τόν καρπό αὐτόν –ακόμα δέν εἶχε φάει–  τότε θα γίνω σάν θεός. Ποῦ δούλεψε αυτή τήν εἰκόνα; Αὐτή τήν εἰκόνα τή δούλεψε μέσα στόν χῶρο τῆς φαντασίας. Ὅμως δέν ἦταν ἀμέτοχος ὁ νοῦς –γιατί ὁ νοῦς ἔχει τόν λόγο του, εἶναι ὁ ἡγεμών νοῦς– ἀλλά ἡ ἐπεξεργασία ὡς εἰκόνα έγινε μέσα στη φαντασία. Συνεπῶς ὁ διάβολος ἔβαλε μέσα στη φαντασία τῶν πρωτοπλάστων, πού ἐκείνη τή στιγμή δημιουργήθηκε, τήν εἰκόνα τῆς ἰσοθείας, (Βλ. άγ. Νικοδήμου Αγιορείτου, Συμβουλευτικὸν Ἐγχειρίδιον, Κεφ. Ζ΄, Περὶ φυλακῆς τῆς Φαντασίας. Ὅτι ὁ Διάβολος μεταχειρίζεται ὄργανον τῆς πλάνης τὴν Φαντασία, σ. 144)

   Αλλά στη φαντασία βλέπουμε καί κάτι ακόμη. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος, για κάποιον λόγο, δέν ἔχει καιρό για νά ἐπεξεργαστεί κάτι, τότε βιαστικά μαζεύει το υλικό του, τό ἀποθηκεύει στη φαντασία· ὅταν ὅμως βρεῖ τόν χρόνο, τότε ἐκεῖνο το υλικό τό ξεδιπλώνει καί ἀρχίζει νά τό ἀπολαμβάνει. Νά σᾶς πῶ ἕνα παράδειγμα.

   Κατεβαίνω στην πόλη και βγαίνω για να ψωνίσω. Ἔχω πολλές ὑποθέσεις, βλέπω πολλά πράγματα, και πολλά ἀπό αὐτά ἁμαρτωλά, γαργαλιστικά, βρώμικα, ἀνήθικα. Αὐτά οἱ αἰσθήσεις μου τά μαζεύουν. Για μια στιγμή, ἐκεῖ πού περπατῶ, βλέπω κάτι· ἀλλά δέν μπορῶ νά μείνω πολύ νά τό ἀπολαύσω· ἁπλῶς τό βλέπω, τό πετάω ἐκεῖ στό υποσυνείδητό μου καί προχωρῶ, χάνοντας ἀπό τίς αισθήσεις τήν εἰκόνα πού ἔβλεπα. Παρακάτω βλέπω ἄλλη εἰκόνα, παρακάτω τρίτη εἰκόνα. Γιά μιά στιγμή τ' αυτιά μου κάτι ἀκοῦνε, κάτι βρώμικο, ἀνήθικο, ἄσχημο· τό παίρνω καί αὐτό πού ἄκουσαν τ' αὐτιά καί τό πετάω στο υποσυνείδητο· ἐγώ ὁ ἄνθρωπος τά πετάω ἐκεῖ, τά ἀποθηκεύω. Ὅταν θα πάω στο σπίτι μου –τώρα έχω καιρό, πάω να ξαπλώσω, να διαβάσω τήν ἐφημερίδα, ἔχω μιά ἄνεση· δέν μέ κυνηγοῦν καί πάλι οἱ δουλειές!– ἀρχίζω να βγάζω ἀπό τή μνήμη μου ἐκεῖνα πού ἤδη είχα συλλέξει, προβάλλοντάς τα στη φαντασία μου. Καί ἐδῶ μιμούμαι τα μηρυκαστικά ζώα.

   Ξέρετε ὅτι ὅλα τά μηρυκαστικά ζῶα –ἔτσι τά ἔκανε ὁ Θεός–, ἐπειδή ἔχουν πολλούς ἐχθρούς, παίρνουν γρήγορα-γρήγορα την τροφή τους, αρπαχτά, χωρίς να κάνουν την τελική μάσηση, μαζεύουν το χορτάρι, καί ὅταν βρεθοῦν σέ ἕνα ἀσφαλές μέρος, στον στάβλο ἄς ποῦμε, ἐκεῖ βγάζουν από το πρώτο στομάχι την τροφή που κατάπιαν σχεδόν αμάσητη καί ἀρχίζουν μέ τήν ἡσυχία τους νά ἀναχαράζουν, να μηρυκάζουν ἐκεῖνο τό ὁποῖο μάζεψαν ἀπό τό λιβάδι.

   Τό ἴδιο κάνω κι ἐγώ ὁ ἄνθρωπος ἐδῶ. Μέ τήν ἡσυχία μου τώρα ἐγώ ἀνακαλῶ στή φαντασία μου ἐκεῖνα πού ἡ μνήμη μου αποθήκευσε. Δεν πειράζει πού μπορεῖ νά ἔχω τά μάτια μου καί τ' αυτιά μου κλειστά, δέν ἔχει σημασία· ἀνακαλῶ τώρα ἀπό τή μνήμη μου όλα ἐκεῖνα πού ἄκουσα καί εἶδα. Καί ἐπειδή ἡ φαντασία ἔχει τήν προσθαφαιρετική ικανότητα, δηλαδή μπορεῖ να προσθέτει, νά ἀφαιρεῖ καί νά ἀλλοιώνει, τότε ἐδῶ ἀρχίζω να δημιουργῶ εἰκόνες.

   Δίπλα μου ὅμως ἔρχεται ὁ διάβολος, ὁ ὁποῖος ἔχει τρομερά μεγάλη πρόσβαση στη φαντασία, ἔχει μεγάλη συγγένεια μ' αὐτή. Ὁ διάβολος κινεῖται περισσότερο στη φαντασία καί λιγότερο στόν νοῦ ἤ στίς αἰσθήσεις. Καί ἐκεῖ τώρα κάθεται δίπλα μου, κρατάει ἕνα πινέλο, ἕναν χρωστήρα μέ χρώματα πλούσια, καί ἀρχίζει να ζωγραφίζει ἐκεῖνο πού ἐγώ εἶδα, νά τό φτιάχνει, νά τό καλλιτεχνεῖ καί νά μοῦ τό παρουσιάζει, πολύ πέρα ἀπό ἐκεῖνο πού εἶδα. Εἶδα κάτι; εἶδα ἕναν ὑπαινιγμό; τώρα στη φαντασία μου τό πράγμα ἁπλώνεται ζωγραφισμένο, πολύχρωμο, ζωντανό, καί ἀρχίζω νά τό ἀπολαμβάνω.

   Τί γίνεται ὅμως στη συνέχεια; Απολαμβάνοντας τό ὑλικό τῆς φαντασίας, οἱ αἰσθήσεις καί τά ἔνστικτα ξαναμπαίνουν σε ενέργεια, καί μπορῶ νά δημιουργήσω καταστάσεις δυσάρεστες σ' αὐτό πιά τό σῶμα μου, μέ τή δύναμη τῶν εἰκόνων τῆς φαντασίας. Εάν λοιπόν πῆρα κακό υλικό, πῆρα βρώμικο υλικό, αντιλαμβάνεστε τί δύναμη ἔχει ἡ φαντασία καί που μπορῶ νά φθάσω καί τί μπορῶ νά κάνω, μέ μόνη τή φαντασία μου; Τό ἀναλογίζεστε.

   Ἔτσι λοιπόν ὁ διάβολος εκμεταλλεύεται τή φαντασία μας. Καί τά ὄνειρα πού προβάλλονται, ἄλλα μέν εἶναι δικά μας, δηλαδή ἀπό τήν ἴδια τήν ὕπαρξή μας, ἄλλα ὅμως τα προβάλλει ὁ ἴδιος ὁ διάβολος· γι' αυτό καί ἔχουμε τά λεγόμενα δαιμονικά ὄνειρα.

   Ὅπως εἶναι γνωστό, ὁ διάβολος πλάστηκε ὅπως ὅλοι οἱ ἄγγελοι, νοῦς ἁπλός, ἀσχημάτιστος καί ἀφάνταστος, δηλαδή χωρίς φαντασία. Σκέφθηκε τήν ἰσοθεΐα καί κατόπιν τήν ἐπεξεργάσθηκε σ' ἕναν χώρο που δημιουργήθηκε τήν ἴδια ἐκείνη στιγμή πού τό σκέφτηκε, δηλαδή στη φαντασία του. Ετσι λοιπόν ὁ διάβολος δημιούργησε φαντασία, καί ὁ ἴδιος κινεῖται μέσα σ' ἕναν χώρο φαντασίας. Από τότε ὁ διάβολος ἀγάπησε τή φαντασία καί τά σχήματα. 

   Ξέρετε ὅτι ὁ νοῦς, ἐπειδή εἶναι ἀσχημάτιστος, δέν μπορεῖ νὰ δεῖ σχήματα. Αὐτά πού σᾶς λέω βέβαια δέν μποροῦμε νά τά καταλάβουμε γιατί εἴμαστε κάτω από τήν ἐπιρροή τῆς φαντασίας, κάτω από τήν ἐμπειρία τῆς φαντασίας. Ὁ νοῦς μας δουλεύει διά μέσου τῆς φαντασίας, καί δέν μποροῦμε νά τά καταλάβουμε αυτά. Μή ξεχνᾶμε δέ ὅτι εἴμαστε μεταπτωτικοί. Ἔτσι ὁ διάβολος από τότε ἀγαπᾶ τη φαντασία καί ὅλα τά σχήματα, καί τρέφεται μάλιστα μέ αὐτά.

   Θά δοῦμε ὅτι ὅταν θα πάρει τήν κατάρα ἀπό τόν Θεό, θά τοῦ πεῖ ὁ Θεός: σέ ὅλη σου τή ζωή νά τρῶς χῶμα. (Βλ. Γέν. 3, 14) Ξέρετε ποιό εἶναι αὐτό τό χῶμα; Βέβαια τό λέᾧ ἀπό τώρα, δέν πειράζει, θα το ξαναποῦμε ἀργότερα ἀναλυτικά· τό χῶμα εἶναι ἀκριβῶς αὐτό, παιδιά· εἶναι τα σχήματα, εἶναι ὅ,τι κακό ὁ ἄνθρωπος ἐργάζεται. Διά μέσου αὐτοῦ ὁ διάβολος ἀπολαμβάνει. Ὅταν ἐγώ κάνω μιά ἁμαρτία, ὁ διάβολος, ἀκοῦστε, ἀπολαμβάνει τήν ἁμαρτία μου, ἔστω κι ἂν ὁ ἴδιος δέν ἔχει σῶμα. 

   Ἐγώ κάνω μία σαρκική ἁμαρτία, καί ὁ διάβολος, πού δέν ἔχει σάρκα, ἀπολαμβάνει τή σαρκική ἁμαρτία μέσω ἐμοῦ! Αὐτά ὅμως ὅλα ἀποτελοῦν τά πάθη, τό χῶμα, τήν ὕλη, μέ τήν κακή σημασία ἐδῶ. Καί ὅταν λέει ὁ Θεός σέ ὅλη σου τή ζωή θά τρῶς χῶμα, αὐτό ἐννοεῖ, ὅτι θά κινεῖται πάντοτε μέσα στήν ὕλη, μέσα στα σχήματα τῆς ὕλης καί μέσα στα πάθη. Εἶναι φοβερό! εἶναι ἡ καταδίκη του αυτή!

   Ὁ ἅγιος Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης λέει: «Τί τὸ ἐν δαίμοσι κακόν; θυμὸς ἄλογος, ἄνους ἐπιθυμία καὶ φαντασία προπετής» (Περὶ θείων ὀνομάτων, κεφ. δ'). Αὐτό κρατήστε το·  εἶναι ἕνα χωρίο ιδιαίτερα πολύτιμο, πού ἐξηγεῖ πολλά πράγματα· θά σᾶς τό ἐξηγήσω. Τι κακό υπάρχει στούς δαίμονες; Εἶναι τρία κακά: ὁ ἄλογος θυμός, ἡ παράλογη ἐπιθυμία καί ἡ ἀπερίσκεπτη φαντασία.

   Ποιός εἶναι αὐτός ὁ ἄλογος θυμός; Ὁ Θεός ἔβαλε τόν ἔλλογο θυμό μέσα στόν ἄνθρωπο. Δηλαδή, ὅταν προβάλλεται τό κακό, νά λέει ὁ ἄνθρωπος τό ὄχι. Αὐτό εἶναι ἔμφυτο μέσα στόν ἄνθρωπο. Τώρα ἐδῶ ὁ ἔλλογος θυμός γίνεται ἄλογος, χωρίς λογική θυμώνω σ' έκεῖνο πού δέν πρέπει να θυμώσω· ἀντιδρῶ σ' ἐκεῖνο πού εἶναι ἀγαθό, πού εἶναι καλό. Ὅταν μου δίνεται μία συμβουλή, όταν δέχομαι μία ἐντολή, ἐγώ θυμώνω· αὐτός εἶναι ὁ ἄλογος θυμός. Τό πρῶτο λοιπόν στοιχεῖο εἶναι αὐτό. Ἄν θυμώνω ἄλογα, στο σημεῖο αὐτό μοιάζω μέ τόν διάβολο.

   Αλλά προχωρῶ παρακάτω. Το δεύτερο κακό στον διάβολο εἶναι ἡ ἄνους ἐπιθυμία· ἄνους θά πεῖ χωρίς νοῦ, δηλαδή ἄμυαλη, παράλογη ἐπιθυμία.

   Ὑπάρχουν παράλογες ἐπιθυμίες; Ὤ, ἀλλοίμονο, ναί!... Καί ὅσο απομακρύνεται ὁ ἄνθρωπος ἀπό τόν Θεό, τόσο οἱ παράλογες επιθυμίες του αὐξάνονται. Τό τσιγάρο, ἄς ποῦμε, είναι παράλογη ἐπιθυμία. Παράλογο ἦταν κι ἐκεῖνο πού ἐπιθύμησαν οἱ πρωτόπλαστοι, τό να δοκιμάσουν τόν ἀπαγορευμένο καρπό, πού δέν ἔπρεπε να δοκιμάσουν. Γι' αὐτό καί ὁ ἅγιος Ανδρέας Κρήτης ὀνομάζει ἐκείνη τήν ἐπιθυμία παράλογον ὄρεξιν, («Τὸν ἐμπρησμόν, ὥσπερ Λώτ, φεύγε, ψυχή μου, τῆς ἁμαρτίας φεύγε Σόδομα καὶ Γόμορρα φεύγε φλόγα πάσης παραλόγου ὀρέξεως.» (Μέγας Κανών, Ὠδή γ΄) παράλογη ἐπιθυμία, νά ἐπιθυμεῖ δηλαδή ὁ ἄνθρωπος πράγματα πού δέν εἶναι λογικά.

   Σᾶς εἶπα σάν παράδειγμα τό τσιγάρο. Καί δέν εἶναι τό μόνο! Αλλά τί ἄλλο νά πῶ;... τί νά πῶ;... Θέλω νά πῶ, θέλω ν' ἀνοίξω το στόμα μου, θέλω να βγάλω από μέσα καί νά πῷ πολλά... αλλά εὐλαβοῦμαι τ' αυτιά σας, σέβομαι τά αὐτιά σας! Ε, ὅσοι ξέρετε καί ὅσοι μπορείτε να καταλάβετε, καταλαβαίνετε τί μπορεί να εἶναι οἱ παράλογες ἐπιθυμίες.

   Ἐάν λοιπόν ἔχω παράλογες επιθυμίες, αυτό σημαίνει ὅτι παίρνω καί τό δεύτερο στοιχεῖο τοῦ Σατανᾶ καί τοῦ μοιάζω.

   Τρίτο στοιχεῖο εἶναι ἡ προπετής φαντασία. Ποιά εἶναι αὐτή; Εἶναι τό νά φαντάζομαι πράγματα πού ἀληθινά εἶναι προπετῆ, αὐθάδη καί ἀπερίσκεπτα. Προπέτεια δέν εἶναι νά πῶ θά γίνω θεός; Προπέτεια δέν εἶναι νά φαντάζομαι καί νά σκέφτομαι ὅτι δέν ὑπάρχει ὁ Θεός; Προπέτεια δέν εἶναι ὅταν βλέπω τόν ἄλλο καί λέω θά τόν γκρεμίσω αὐτόν γιά νά σταθῶ ἐγώ; Προπέτεια εἶναι. Ὅλα αὐτά εἶναι ὁμοίως δαιμονικά. Καί τό τρίτο λοιπόν στοιχεῖο εἶναι δαιμονικό. Αν τό ἔχω –ἢ ἔχω καί τά τρία ἐνδεχομένως– τότε ἐξομοιώνομαι, ὅπως βλέπετε, μέ τόν διάβολο.

   Αὐτά σᾶς τά εἶπα λίγο πιό αναλυτικά, γιατί ἐγώ, δέν ξέρω, εἰλικρινά τρομάζω, τί εἶναι ἐκεῖνο πού μέ ἐξομοιώνει μέ τόν διάβολο.

   Καί ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Σιναΐτης σημειώνει: «Νόες γὰρ ὄντες ποτε καὶ αὐτοὶ καὶ τῆς ἀϋλίας ἐκείνης καὶ λεπτότητος ἐκπεσόντες, υλικήν τινα παχύτητα ἔκαστος κέκτηται» (Φιλοκαλία, κεφ. Πάνυ ὠφέλημα ρκγ' σ. 56). Μιλάει γιά τούς δαίμονες, ὅτι πῆραν μία παχύτητα ὑλική ὅταν ἔπεσαν. Ἦταν νόες, ἄυλοι, ἄγγελοι· ἀλλά ἔχασαν τήν ἀϋλία ἐκείνη καί λεπτότητα.

   Γράφει, ἐπίσης, ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής για τον άνθρωπο ότι δεν πλάστηκε έχοντας φαντασία. «Οὔτε τῇ σαρκὶ κατ᾿ ἀρχὰς συνεκτίσθη ἡ ἡδονὴ καὶ ἡ ὀδύνη· οὔτε τῇ ψυχῇ ἡ λήθη καὶ ἡ ἄγνοια· οὔτε τῷ νῷ τὸ τυποῦσθαι καὶ μετατυποῦσθαι τοῖς εἴδεσι τῶν γεγονότων. Τούτων γὰρ ἡ παράβασις ἐξῆρε τὴν γένεσιν» (Κεφ. οε΄, β΄ ἑκατοντὰς τῶν θεολογικών. Βλ. Αγ. Νικοδήμου Αγιορείτου, Συμβουλευτικὸν Εγχειρίδιον, Κεφ. Θ΄, Περὶ φυλακῆς τῆς Φαντασίας, Ὅτι ὁ Διάβολος μεταχειρίζεται ὄργανον τῆς πλάνης τὴν Φαντασίαν, σ. 144). Οὔτε μαζί μέ τή σάρκα  δημιουργήθηκε ἡ ἡδονή καί ἡ ὀδύνη, οὔτε μαζί μέ τήν ψυχή ή λήθη καί ἡ ἄγνοια, οὔτε μαζί μέ τόν νοῦ τό νά ἐντυπώνονται καί νά μεττασχηματίζονται στις μορφές τους τά γεγονότα, δηλαδή ἡ φαντασία. Ὅλα αὐτά παρουσιάστηκαν μέ τήν παράβαση τῶν πρωτοπλάστων· γιατί μόλις οἱ πρωτόπλαστοι παρέβησαν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, τότε παρουσιάστηκαν αὐτά.

   Ὁ Χριστός ἔγινε ἄνθρωπος, εἶναι ὁ νέος Αδάμ. Προφανῶς λοιπόν δέν ἔχει τά στοιχεῖα ἐκεῖνα πού εἶχε αποκτήσει ὁ Ἀδάμ μέ τήν πτώση του –εκτός ἀπό τήν φθαρτότητα καί τή θνητότητα, πού πῆρε ὁ νέος Ἀδάμ, ὁ Χριστός, γιά νά μᾶς δώσει τήν ἀφθαρσία καί τήν ἀθανασία, μέ τήν σταυρική Του θυσία καί τήν ἀνάστασή Του. Ὁ νέος Ἀδάμ λοιπόν, ὁ Χριστός, δέν εἶχε φαντασία. (Συμβουλευτικὸν Ἐγχειρίδιον, Κεφ. Θ΄, Περὶ φυλακῆς τῆς Φαντασίας, σσ. 144-146)

   Ἐπάνω σ' αὐτό θά λέγαμε κάτι ἀκόμη.

   Σᾶς εἶπα προηγουμένως ὅτι ἡ φαντασία ἔχει τήν ἱκανότητα νά ἀλλοιώνει το υλικό της, να προσθέτει και νά ἀφαιρεῖ· γι' αὐτό ἔχει πάρα πολύ μεγάλη δύναμη ή συγγένεια, με την εικόνα, γιατί μέσα της έχει εικόνα. Συνεπῶς ἡ εἰκόνα περιέχεται μέσα στη φαντασία καί εἶναι συγγενής μέ αὐτήν, περικλείει πάρα πολλή δύναμη. Ἡ εἰκόνα, γενικά ἡ εἰκόνα, περικλείει πολλή δύναμη. (Εἶναι γνωστή ἡ φράση μία εἰκόνα ἀξίζει όσο χίλιες λέξεις)

   Θά σᾶς πῶ ἕνα παράδειγμα, που αναφέρει καί ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης. Ὅταν βλέπω κάποιον να τρώει ἕνα λεμόνι μέ τόν χυμό του ὅπως εἶναι, νά τό μασάει, ἀμέσως ἀπό τούς σιελογόνους αδένες μου παράγεται σάλιο, καί τό στόμα μου γεμίζει από σάλιο. Πῶς γίνεται αὐτό; Πῶς γίνεται, ἀφοῦ δέν τρώω ἐγώ τό λεμόνι ἀλλά ὁ ἄλλος; Ναί, ἀλλά ἐγώ εἶδα ἐκεῖνον πού τό ἔτρωγε, σχηματίστηκε ἡ εἰκόνα μέσα στη φαντασία μου πῶς θά ἤμουν ἐγώ ἂν ἔτρωγα τό λεμόνι, κι ἀμέσως μέσα στο στόμα μου δημιουργήθηκε αφθονία σάλιου. (Βλ. Συμβουλευτικὸν Ἐγχειρίδιον, σ. 138) Η περνᾶμε ἔξω ἀπό ἕνα ψητοπωλεῖο καί μυρίζει και κορέτσι ἢ ὅ,τι ἄλλο. Η μυρωδιά αυτή δημιουργεῖ εἰκόνα στή φαντασία, καί ἀμέσως μᾶς διεγείρεται ἡ ὄρεξη· πάλι ἐκκρίνεται σάλιο στο στόμα μας! Αυτό σημαίνει ὅτι ἡ εἰκόνα ἔχει πολλή δύναμη μέσα στη φαντασία μας.

   Ἔτσι, ἔχουμε τή ζωντανή εἰκόνα, ἔχουμε τήν εἰκόνα τήν ἔντυπη, ἔχουμε καί τήν εἰκόνα τήν κινούμενη. Ἡ ζωντανή εἰκόνα εἶναι ὅταν βλέπουμε πράγματα ἔξω στη ζωή μας· ἡ ἔντυπη εἶναι στα βιβλία, τα περιοδικά, πού ἔχουν εἰκόνες· καί ἡ κινούμενη εἰκόνα –νεκρή μέν ἀλλά κινούμενη– εἶναι στον κινηματογράφο και στην τηλεόραση. Φυσικά, ἐπάνω στην οθόνη δέν εἶναι τά πρόσωπα αλλά τά εἴδωλά τους· είτε εἶναι στήν τηλεόραση, ὅταν αὐτά προβάλλονται τήν ἴδια ὥρα πού ἐμεῖς παρακολουθοῦμε, εἴτε εἶναι στον κινηματογράφο, ὅταν αὐτά εἶναι ἀποτυπωμένα σε φίλμ· σε κάθε περίπτωση ἐμεῖς μπροστά μας ἔχουμε κινούμενη εικόνα. Καταλαβαίνετε ἐδῶ τί δύναμη μπορεῖ νά ἀσκήσει αυτή ἡ εἰκόνα πού εἰσέρχεται μέσα στη φαντασία μας; Τό φαντάζεστε αὐτό;...

   Γι' αὐτό μεγάλη καταστροφή κάνει, παιδιά, όταν βλέπουμε βρώμικες εἰκόνες, εἴτε σε περιοδικά εἴτε σε ἐφημερίδες, δηλαδή ἔντυπες εἰκόνες, εἴτε ὅταν βγαίνουμε περίπατο ἔξω καί βλέπουμε άσχημα πράγματα. Γι' αὐτό θά σᾶς ἔλεγα, καί τό δικαιολογῶ, ὅτι τό νά βγεῖτε να κάνετε τις δουλειές σας μέσα στην πόλη είναι θεμιτό· τό νά βγεῖτε ὅμως τήν ὥρα πού βγαίνουν οἱ Λαρισαῖοι γιά να κάνουν τόν περίπατό τους, στην οδό Κούμα, στην πλατεία καί ὅπου ἀλλοῦ, θά σᾶς ἔλεγα ὄχι, νά μήν τό κάνετε. Τις ώρες που βγαίνουν για περίπατο ἐσεῖς μή βγαίνετε· γιατί ἐκεῖνος ὁ περίπατος δέν εἶναι περίπατος· ἐκεῖνος ὁ περίπατος εἶναι νά μέ δοῦν καί νά τούς δῶ, νά τούς δῶ καί νά μέ δοῦν. Ἐκεῖ ὄχι· εἶναι ἐπικίνδυνο πράγμα.

   Να γιατί φωνάζουμε καί σᾶς λέμε ὄχι στην τηλεόραση. Μή μοῦ πεῖτε ὅτι θά δεῖτε τό παιδικό, θά δεῖτε αὐτό τό ἀνώδυνο. Από τό ανώδυνο θά πᾶτε στό ἐπώδυνο. Σήμερα μένετε στο ανώδυνο· ποιός θά σᾶς ἐμποδίσει αὔριο να πατήσετε το κουμπί καί νά πᾶτε πιό πέρα, ἤ νά μείνετε περισσότερο στην οθόνη σας μπροστά καί νά δεῖτε τό ἐπώδυνο, ὅταν μάλιστα ὁ ἴδιος ὁ ξεπεσμένος εαυτός μας ζητᾶ τήν ἁμαρτία με οποιονδήποτε τρόπο;

   Παιδιά, δέν ὑπάρχει οὔτε ἡλικία ασφαλείας· νά τό ξέρετε. Αυτά δέν τά λέω σ' ἐσᾶς μόνο· καί ἐγώ ἐάν σταθώ μπροστά σε μία τηλεόραση, καί ἕνας πού εἶναι ἐκατό χρονῶν ἄν σταθεί μπροστά σε μια τηλεόραση, καί δοῦμε πράγματα πού εἶναι βρώμικα, ὅλοι θὰ πάθουμε ζημιά. Προσέξτε το· ὅλοι θα πάθουμε ζημιά, μηδενός εξαιρουμένου! Κανείς δέν μπορεῖ νά πεῖ ἐγώ δεν θα πάθω τίποτα. Καί ἄν κάποιος –εἶναι καί νέος– ἐπιμένει πώς δέν παθαίνει ζημιά, εἴτε δέν γνωρίζει τήν πραγματικότητα καί δέν ἔχει ίχνος αὐτογνωσίας εἴτε λέει ψέματα. Γι' αὐτό λοιπόν, παιδιά, ἄς προσέξουμε στο σημεῖο αὐτό πάρα πολύ τή δύναμη τῆς εἰκόνας. 

   Ὅπως ξέρετε, ὑπάρχει ἕνα βιβλίο γραμμένο από τους Σιωνιστές, τά Πρωτόκολλα τῶν σοφῶν τῆς Σιῶν. Ἐκεῖ ὑπάρχει ἕνα Πρωτόκολλο που λέει ὅτι μποροῦννα φθείρουν τήν ἀνθρωπότητα μέ τήν πλησμονή, μέ τό πλῆθος τῶν εἰκόνων. (Θά ἀπορροφήσωμεν καί θά προσαρμόσωμεν πρός τό συμφέρον μας τάς τελευταίας αναλαμπάς τῆς ἐλευθέρας σκέψεως, τήν ὁποίαν ἀπό μακροῦ χρόνου ἤδη κατηυθύνομεν πρός τά πράγματτα καί ἰδέας αἵτινες μᾶς χρειάζονται. Τό σύστημα τῆς καταπνίξειως τῆς σκέψεως ἐτέθη ἤδη ἐν ἐφαρμογῇ διά τῆς μεθόδου ἥτις ἐκλήθη "διδασκαλία δι᾿ εἰκόνων" καί ἥτις θα μεταβάλῃ τούς χριστιανούς εἰς πειθήνια ζώα μή σκεπτόμενα καί ἀναμένοντα τήν δι εἰκόνων παράστασιν τῶν πραγμάτων διά νά τά ἀντιληφθῶσιν... (Πρωτόκολλα τῶν Σοφῶν τῆς Σιῶν, κεφ. ΙϚ', ἐκδ. Νεκτάριος Παναγόπουλος, Ἀθῆναι 1932, σ. 135)

   Ξέρετε τί σημαίνει αυτό; Ἄν εἴχαμε πολύ χρόνο, θά σᾶς ἔλεγα περισσότερα πάνω στο σημεῖο αὐτό. Ὅταν σέ ένα βιβλίο βλέπω μερικές εικόνες, αὐτές εἶναι πολύ χρήσιμες, καθώς ἀποτελοῦν μία εσωτερική εποπτεία. Ὅταν ἔχω κάποια ἀντικείμενα να παρουσιάσω εποπτικά σέ ἕνα μάθημα, αὐτό εἶναι πολύ σπουδαῖο. Ὅταν προβάλλεται μία ταινία ντοκιμαντέρ που δείχνει τήν πραγματικότητα, χωρίς ηθοποιούς, καί τήν δοῦν οἱ θεατές, αὐτοί ἀσφαλῶς ὠφελοῦνται πολύ. Ὅταν ὅμως χρησιμοποιῶ καθ' ὑπερβολήν τήν εἰκόνα, ὅπως σέ μερικά βιβλία ή περιοδικά, πού εἶναι ἐντελῶς εἰκονογραφημένα, μέ ἐλάχιστο κείμενο, ἤ ὅπως στην τηλεόραση –ὄχι στο ραδιόφωνο–, που προβάλλει διαρκῶς εἰκόνες, δηλαδή υπάρχει μία υπερβολή προβολῆς εἰκόνων, τότε ξέρετε τί γίνεται; ὁ νοῦς ἀδρανοποιείται.

   Αντίθετα, ὅταν ὁ νοῦς διαβάζει τά γράμματα ἑνός κειμένου ἀπό ἕνα βιβλίο, θα πρέπει ὁ ἴδιος να σχηματτίσει τίς εἰκόνες. Διαβάζω ἕνα μυθιστόρημα· δέν ἔχει φωτογραφίες καί εἰκόνες μέσα, καθόλου. Εγώ τώρα μέ τό μυαλό μου, θέλω δέν θέλω, ἀμέσως θα σχηματίσω εἰκόνες· ὅτι πῆγε αὐτός ἐκεῖ, ἔκανε ἐκεῖνο, ἔκανε  τό ἄλλο... περιπέτεια· αμέσως φτιάχνω εικόνες. Ὅταν στο βιβλίο υπάρχει πλησμονή εἰκόνων, ὁ νοῦς δέν ἔχει πιά τίποτα να φτιάξει, και σιγά-σιγά μπαίνει σέ μία ἀδράνεια, συνηθίζει σε μία ὀκνηρία.

   Συμπέρασμα: ἡ πληθώρα τῶν εἰκόνων δημιουργεῖ ὀκνηρία στόν νοῦ. Γι' αὐτό ἀκριβῶς οἱ Σιωνιστές –πού θέλουν να καταστρέψουν τη σκέψη τῶν ἀνθρώπων, μέ σκοπό να κατακτήσουν τήν ἀνθρωπότητα, να βασιλέψουν σ' ὅλη τήν ἀνθρωπότητα– γράφουν ὅτι θά προσφέρουν πλησμονή εἰκόνων! Καί νά φανταστεῖτε ὅτι αὐτά γράφτηκαν πρίν ἀπό ἑκατό χρόνια, όταν δέν ὑπῆρχε ἀκόμα ἡ τηλεόραση!

   Γι' αυτό γίνεται ἀληθινή πλύση εγκεφάλου μέ τήν τηλεόραση, σ' ὅλους τούς λαούς, καί στον δικό μας τόν λαό, καί τόν κίνδυνο τον καταλαβαίνετε πάρα πολύ. Μπαίνει ὁ νοῦς σέ μία ἀχρηστία. Γι' αὐτό, ἄν ποῦμε σέ ἕναν νέο διάβασε ἕνα βιβλίο, δέν μπορεῖ πιά νά σκεφθεῖ, δέν θέλει, κουράζεται, γιατί ὁ νοῦς του ἄρχισε να μπαίνει σε μια κατάσταση αχρηστίας καί ὀκνηρίας, ὅπως σᾶς εἶπα.

   Τί πρέπει να κάνουμε πάνω σ' αυτό; Νά τί πρέπει να κάνουμε· δέν πρέπει καί δέν ἐπιτρέπεται ποτέ να βλέπουμε αἰσχρές εἰκόνες.

   Θα πρέπει ἀκόμη, ἂν πέρασε μία εικόνα στη φαντασία μας, ἄνθρωποι εἴμαστε, νά μή χρονίσει μέσα στη φαντασία μας, νά τήν πετάξουμε γρήγορα. Πῶς αὐτό; Ἐάν δέν χρονίσει, καί τήν ἴδια ὥρα βάλουμε μία ἄλλη εἰκόνα, μιά ἀγαθή εικόνα, μιά καλή, τότε ή βλαβερή εἰκόνα φεύγει. Σοῦ ἦρθε, για παράδειγμα, μία πονηρή σκέψη, πονηρή ἐπιθυμία ἀπό μία φανταστική εἰκόνα σαρκική, τότε σκέψου ὅτι εἶσαι μέ τούς φίλους σου ἢ μέ τίς φίλες σου στήν ἐκκλησία, ὅτι εἶσαι μαζί μέ τούς γονεῖς σου·  ἀμέσως θά ἀναστείλεις ἐκεῖνο πού σκέφτηκες καί θά γλυτώσεις.

   Πρέπει λοιπόν μέ κάθε τρόπο νά ἐμποδίζουμε τήν εἴσοδο αἰσχρῶν εἰκόνων μέσα μας, ἀπό ἔντυπα, ὅπως εἴπαμε, τηλεοράσεις καί τά λοιπά, καί νά μή φανταζόμαστε, καί ἄν κάτι μπῆκε στή φαντασία μας, γρήγορα να το βγάζουμε χωρίς να χρονίσει.

   Ἐπειδή ὅμως, θέλουμε δέν θέλουμε, ἔχουμε πιά φαντασία, θα πρέπει αυτή νά τή χρησιμοποιούμε για ἀγαθά πράγματα. Για παράδειγμα, στη θεωρία τῶν ὄντων· νά βλέπουμε δηλαδή τή δημιουργία, νά τήν ἐξετάζουμε καί νά τή χαιρόμαστε. Μόνο πού ἐκεῖ, γιά νά δεῖ κάποιος σωστά τη δημιουργία, πρέπει νά ἔχει καθαρή καρδιά. Δέν εἶναι ὅμως τῆς ὥρας νά τό ἀναλύσουμε αὐτό τώρα.

   Ομοίως, μέ τή φαντασία μας νά ἐντρυφοῦμε στην θεωρία τῆς ἐπίγειας ζωῆς τοῦ Χριστοῦ· πῶς κήρυττε, πῶς ζοῦσε, πῶς κινεῖτο· ὅπως ἀκόμη καί νά φανταζόμαστε θέματα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ὅλα αὐτά, ἀναμφισβήτητα, μποροῦμε νά τά φανταζόμαστε.

   Θα πρέπει ἀκόμη να προσέξουμε, ὅπως σᾶς εἶπα, καί τό θέμα τῶν ὀνείρων. Τά ὄνειρα είναι πολύ επικίνδυνα. Ακόμα καί ὅταν κοιμόμαστε δουλεύει ή φαντασία.

   Διαβάζουμε στη Σοφία Σειράχ ὅτι «ενύπνια ἀναπτεροῦσιν ἄφρονας»· τά ὄνειρα δίνουν φτερά στούς ἄμυαλους ἀνθρώπους· εἶδα ὅτι θά γίνω πλούσιος... εἶδα ὅτι θά πετύχω τοῦτο ἡ ἐκεῖνο· «ὡς δρασσόμενος σκιᾶς καὶ διώκων ἄνεμον, οὕτως ὁ ἐπέχων ἐνυπνίοις»· αὐτός πού προσέχει στά ὄνειρα μοιάζει μ' ἐκεῖνον πού κυνηγάει μιά σκιά καί διώκει τόν ἄνεμο· «τοῦτο κατὰ τούτου ὅρασις ἐνυπνίων, κατέναντι προσώπου ὁμοίωμα προσώπου». Ξέρετε τί εἶναι τό ὄνειρο; μία εσωτερική ανακύκλωση ὅσων προβάλλει ἡ φαντασία. Εἶναι σάν νὰ σταθῶ σ' ἕναν καθρέφτη και να βλέπω τό πρόσωπό μου. Τί θά μοῦ προβάλει ὁ καθρέφτης; Το πρόσωπό μου. Ἔτσι, ὅταν κοιμᾶμαι, ἡ φαντασία θά μου προβάλει μέ μορφή ὀνείρου ὅσα ὑπάρχουν μέσα μου· βεβαίως καί ἐκεῖνα πού ὑπάρχουν στο υποσυνείδητό μου.

   Δέν μιλάω ὅμως περί ὀνείρων αυτήν τη στιγμή για νὰ ἐξαντλήσω τό θέμα, παρά μόνο σᾶς λέω ὅτι ἡ φαντασία χρησιμοποιείται στον ύπνο γιά νά μᾶς προκαλέσει ὄνειρα. Γι' αὐτό πάρα πολλές φορές ἐκεῖνα πού εἴδαμε τήν ἡμέρα, τα βλέπουμε καί το βράδυ στον ύπνο μας, μάλιστα πολλές φορές αλλόκοτα καί περίεργα.

   Καί συνεχίζει το κείμενο: «ἐνύπνια μάταιά ἐστι», τά ὄνειρα εἶναι μάταια· «πολλοὺς γὰρ ἐπλάνησαν τὰ ἐνύπνια, καὶ ἐξέπεσον ἐλπίζοντες ἐπ' αὐτοῖς» (Σοφ. Σειράχ 34, 1-7). Πλάνησαν πολλούς τά ὄνειρα, καί διαψεύστηκαν ἐκεῖνοι πού ἤλπιζαν σ' αυτά.

   Ἄρα δέν πρέπει να προσέχουμε στα ὄνειρα. 

   Θά μοῦ πεῖτε: Καί ἄν κάτι εἶναι ἀπό τόν Θεό; 

   Ἄς εἶναι ἀπό τόν Θεό· μήν τό πιστέψουμε εύκολα.

   Πιθανότατα ὅμως δέν εἶναι· ἀπό τόν διάβολο θά εἶναι. Ὁ Θεός μᾶς εἶπε, μέσω τῆς Ἁγίας Γραφῆς, νά μήν προσέχουμε στα ὄνειρα. Κι ἀφοῦ αὐτό τό εἶπε ὁ Θεός, τελείωσε. (Βλ. Σοφ. Σειράχ 34, 1-7. Ἐκκλ. 5, 2-6)

   Ἐγώ σᾶς δίνω μία συμβουλή δοκιμάστε τη, καί θά τή δεῖτε: Για μία ἑβδομάδα το πρωί που θα ξυπνήσετε, ἀδιαφορῆστε γιά ἐκεῖνα πού εἴδατε το βράδυ· ἤ, τουλάχιστον, ἄν καί τά θυμόσαστε, προσπαθῆστε νά μή τά δώσετε σημασία. Μόλις ξυπνήσετε, ἄν σηκωθεῖτε νά κάνετε μερικές δουλειές, χωρίς νά τά ἀνακαλέσετε στη μνήμη σας, καί σᾶς ρωτήσει κάποιος ὕστερα ἀπό λίγο τί ὄνειρα εἴδατε, δέν θά εἶστε σε θέση νά πεῖτε σαφῆ πράγματα. Μέσα σέ μιά ἑβδομάδα θά ἔχει φύγει αυτή ἡ ἱκανότητα να συγκρατεῖτε τά ὄνειρά σας όταν ξυπνάτε. Δοκιμάστε το, καί θά τό δεῖτε. Ποτέ μην προσέχετε τά ὄνειρα, καί λέτε εἶδα αὐτό, καί θά μοῦ συμβεῖ ἐκεῖνο ἤ τό ἄλλο.

   Ἄν κάποτε βγαίνει αληθινό –γιατί μπορεῖ νά μοῦ πεῖτε ὅτι βγαίνει– βγαίνει αληθινό γιατί ὁ Θεός ἐπιτρέπει να βγεῖ. Νά· μοῦ ἔλεγε μία κυρία πρό ἡμερῶν τό ἑξῆς. Ἐγώ δέν ξέρω να ρίχνω το φλιτζάνι του καφέ· ἀλλά ὅταν πῶ στούς ἄλλους κάτι, ἔτσι, στήν τύχη, στον βρόντο –ἀκοῦστε στον βρόντο! δεν ξέρει να κοιτάζει τό φιλτζάνι τοῦ καφέ– ἔρχονται μετά καί μοῦ λένε ὅτι τούς βγαίνουν ἐκεῖνα πού τούς λέω. Και ξέρετε γιατί; διότι πιστεύουν σ' αὐτά, καί ὁ Θεός τούς τιμωρεῖ μέ πνεῦμα πλάνης. (Βλ. Ήσ. 19, 14. Ίερ. 4, 11. Σοφ. Σειράχ 34, 7. κ.ά) Ἔτσι καί στά ὄνειρα· ἄν ἀρχίσεις να τα βλέπεις, νά τά παρατηρεῖς καί νά τά ἑρμηνεύεις, θα  σοῦ δώσει ὁ Θεός πνεῦμα πλάνης. Θά ἐπιτρέψει να ἀποκτήσεις πνεῦμα πλάνης, καί θά σοῦ βγαίνουν. Καί τότε τί θά γίνεται; θά ἀρχίσεις να πιστεύεις ὅτι τά ὅνειρα εἶναι ἀληθινά. Ας προσέξουμε λοιπόν στο θέμα αὐτό. (Τήν ὁλοκληρωτική απόρριψη τῶν ὀνείρων συνιστοῦν καί οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης συνιστᾶ τήν ἀποστροφή καί ἄρνηση στα οράματα, διότι, ὅπως λέει, ἄν τα οράματα αὐτά εἶναι ἀπό τόν Θεό, Αυτός ξέρει καλά πῶς νά μᾶς τό ξεκαθαρίσει, καί δέν θά Τοῦ κακοφανεῖ ἄν δέν τά δεχθοῦμε (Αόρατος Πόλεμος, ΙΓ΄, Περὶ προσβολῆς τῶν φαντασμάτων καὶ περὶ τῆς ἰατρείας αὐτῶν, σσ. 238-239). Επίσης στο Εξομολογητάριό του συνιστά στον πνευματικό να θέτει στόν ἐξομολογούμενο τό ἐρώτημα, ἄν, πέραν τῶν ἄλλων ἁμαρτημάτων, δίνει προσοχή καί στά ὄνειρα. Καί ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Διάλογος γράφει: «Κατὰ πολλοὺς τρόπους παρουσιάζονται τὰ ὄνειρα· διὰ τοῦτο ἀσφαλέστερον εἶναι νὰ μὴ δίδωμεν πίστιν εἰς αὐτά, καὶ ὅτι οὐδὲν ἀπὸ τὰ μέλλοντα γνωρίζουν οἱ δαίμονες, ἔστω καὶ ἂν προσποιοῦνται ὅτι γνωρίζουν μερικὰ καὶ τὰ προλέγουν δῆθεν ἀπὸ ἰδικήν των γνῶσιν.» (Εὐεργετινός, τόμος Δ', ὑπόθεσις Κ.). Ὁ δὲ μέγας Βασίλειος αὐτούς πού δίνουν σημασία στὰ ὄνειρα τοὺς ἀποκαλεῖ εἰδωλολάτρες, καί προσθέτει μέ κάποια εἰρωνεία: «κἂν ἐνύπνιόν σε ἐκταράξῃ, πρὸς τὸν ὀνειροσκόπον τρέχεις» (PG 29, 417D)

   Εἴπαμε λοιπόν σήμερα, παιδιά, ὅτι ἡ φαντασία εἶναι μεταπτωτικό φαινόμενο τῶν πρωτοπλάστων. Ἔχει πολλή δύναμη ή φαντασία, καί πρέπει πάρα πολύ να τήν προσέχουμε. Οι πρωτόπλαστοι εἶδαν τόν καρπό, φαντάστηκαν τήν ἰσοθεΐα, καί ἀπό ἐκεῖ ξέπεσαν. Ἐμεῖς λοιπόν ἄς προσέχουμε· ἄς στήνουμε πάντα τόν νοῦ μας φρουρό ἄγρυπνο, ἐπί εἰκοσιτετραώρου βάσεως, γιά νά μήν εἰσέρχεται τίποτε ἀκάθαρτο στη φαντασία μας. Ἔτσι, θα γλυτώσουμε ἀπό τή δύναμή της και ἀπό τόν φοβερό ἐκεῖνον ζωγράφο, τόν διάβολο, που διαζωγραφίζει εικόνες φοβερές μέσα στη φαντασία. Καί τότε πραγματικά, σιγά-σιγά, ή φαντασία μας θα βρεῖ τόν δρόμο της μόνο σέ ἀγαθά πράγματα.

   Πρῶτα ὁ Θεός, θα συνεχίσουμε.

Κυριακή, 11 Νοεμβρίου 1984


55η ομιλία στην κατηγορία « Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία ».

►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
" Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία " εδώ ⬇️
https://arnion.gr/index.php/palaia-diauhkh/xristianikh-kosmologia-anurvpologia
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40pgmRsIiRCioth8a5E4bM7r

Απομαγνητοφώνηση :
Ιερά μονή Κομνηνείου.
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

🔸Λίστα ομιλιών της σειράς «Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία.».🔻
https://drive.google.com/file/d/1PKTpnYb1nptUbWKH5jo6DJwk7IVel9BA/view?usp=drivesdk

🔸📜 Απομαγνητοφωνημενες ομιλίες της σειράς «Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία.».🔻
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/search/label/%F0%9F%94%B9%CE%A7%CF%81%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B9%CE%B1%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%AE%20%CE%9A%CE%BF%CF%83%CE%BC%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1%20~%20%CE%91%CE%BD%CE%B8%CF%81%CF%89%CF%80%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1.?m=1

🔸Επεξηγηματικό βίντεο Ασπάλαθου.
https://youtu.be/8tNfAHRkTCk

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️ https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__ 

https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου. https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.