«Καὶ εἶπε Κύριος ὁ Θεὸς τῇ γυναικί· τί τοῦτο ἐποίησας; καὶ εἶπεν ἡ γυνή· ὁ ὄφις ἠπάτησέ με, καὶ ἔφαγον.» (Γέν. 3,13) Καί εἶπε ὁ Κύριος ὁ Θεός πρός τήν γυναίκα: Τί εἶναι αὐτό πού ἔκανες; Καί ἡ γυναίκα απάντησε: Ὁ ὄφις μέ ἐξαπάτησε, καί ἔφαγα.
Αὐτό τό «τί τοῦτο ἐποίησας;», τί εἶναι αὐτό πού ἔκανες; τό ἀναλύει θαυμαστά ὁ ἱερός Χρυσόστομος ὡς ἑξῆς: «Τίνος οὖν ἕνεκεν τοῦτο ἐποίησας, ὦ γύναι;» για ποιόν λόγο λοιπόν τό ἔκανες αυτό, ὦ γυναίκα; «καὶ διὰ τί καὶ σαυτῇ καὶ τῷ ἀνδρὶ τοσαύτης αἰσχύνης αἰτία κατέστης;»· και γιατί καί γιά σένα τήν ἴδια, ἀλλά καί γιά τόν ἄνδρα σου, ἔγινες αἰτία μιᾶς τόσο μεγάλης ντροπῆς; «Τί σοι τὸ ὄφελος γέγονεν ἀπὸ τῆς τοσαύτης ἀκρασίας;». Ποιό ήταν για σένα το κέρδος από αυτήν τήν τόσο μεγάλη ακράτεια; Σε τι ὠφελήθηκες μέ τό να σταθεῖς τόσο ἀκρατής καί νά μήν ἐγκρατευτεῖς γιά νά μή δοκιμάσεις τον καρπό; «Τί σοι τῆς ἀπάτης τὸ κέρδος, ἣν ἐκοῦσα ἐπατήθης, καὶ τὸν ἄνδρα κοινωνὸν τῆς ἀπάτης εἰργάσω;» (Ὁμιλίαι εἰς τὴν Γένεσιν, ΙΖ΄, ε΄, PG 53, 140). Ποιό ήταν το κέρδος τῆς ἀπάτης πού ὑπέστης ἀπό τόν διάβολο, γιά τό ὁποῖο θεληματικά ἄφησες τόν ἑαυτό σου νά ἐξαπατηθεῖ, καί ἔκανες και τόν ἄνδρα σου κοινωνό, μέτοχο αὐτῆς τῆς ἀπάτης;
Πράγματι, ὁ ἱερός Χρυσόστομος, μέ αὐτές τίς ωραῖες ἐρωτήσεις που θέτει, μας δείχνει ὅτι δέν βγῆκε κανένα κέρδος από τη διαβολική απάτη ή, καλύτερα, βγῆκε κάτι πολύ μεγάλο, βγήκε ζημία.
Μπορούμε λοιπόν νά ποῦμε –καί ὅποιος δέν τό ἔχει καταλάβει εἶναι ἀκόμα νήπιο– ὅτι ἡ ἁμαρτία εἶναι ἕνας παραλογισμός, καί συνεπώς, σ' αὐτά τά ἐρωτήματα πού θέτει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, ὅπου ἀναλύει τό ἐρώτημα τοῦ Θεοῦ, δέν ὑπάρχει ἀπάντηση.
Ὅταν ποῦμε σε κάποιον Γιατί έκανες αυτό το κακό; τί μπορεῖ νά απαντήσει; Λίγο παρακάτω θα ρωτήσει ὁ Θεός τόν Κάιν: Γιατί φόνευσες τόν ἀδελφό σου; Τι απάντηση μπορεῖ νά δοθεῖ σ' αυτό;
Ἔτσι καί σήμερα, σε κάθε κακό πού γίνεται, σε κάθε ἁμαρτία πού γίνεται, ἐπειδή είναι παραλογισμός ἡ ἁμαρτία, απάντηση δεν υπάρχει. Βέβαια, όταν λέμε ὅτι δέν ὑπάρχει ἀπάντηση, ἐννοοῦμε λογική απάντηση. Δέν ὑπάρχει. Αυτό δείχνει ότι πραγματικά ή ἁμαρτία εἶναι ἕνας παραλογισμός, εἶναι ἔξω ἀπό τή φύση τοῦ ἀνθρώπου, ἔξω ἀπό τή φύση γενικά, τήν δημιουργία ολόκληρη.
Είναι τόσο κακό πράγμα ή ἁμαρτία; Ναί, παιδιά, εἶναι τόσο κακό πράγμα ἡ ἁμαρτία! Ναί, τόσο κακό!... Ας το καταλάβουμε κάποτε! Εάν δέν ήταν τόσο κακό, δέν θά ἔφθανε ὁ ἄνθρωπος να αρρωστήσει, όπως λέγαμε στα δυο τελευταία μας μαθήματα. Διότι, ὅταν εἰναι ἔνοχος, ὅταν δέν ὁμολογεῖ τήν ἐνοχή του, ὅταν, ὅταν, ὅταν... τότε φθάνει ακόμη να αρρωστήσει, βεβαίως ψυχικά, αλλά και σωματικά.
Ὅταν ὅμως ἡ Εὔα λέει ὅτι ἐξαπατήθηκε ἀπό τόν διάβολο, φυσικά αὐτό δέν εἶναι δικαιολογία. Γι' αυτό σᾶς εἶπα ὅτι δέν ὑπάρχει λογική απάντηση. Τί εἶπε; Ὁ ὄφις μέ ἐξαπάτησε. Αὐτό ὅμως ὁπωσδήποτε δέν είναι ἀπάντηση. Ἐδῶ ἔχουμε μία μετάθεση τῆς ἐνοχῆς ἀπό τήν Εὔα στόν ὄφι, στον διάβολο. Ὅπως ἀκριβῶς καί ὁ Αδάμ μετέθεσε τήν ἐνοχή του σ' ἐκείνη. Δηλαδή ὁ ᾿Αδάμ στήν Εὔα, καί ἡ Εὔα στον ὄφι.
Μ' αὐτές τίς ἀλλεπάλληλες μεταθέσεις τῆς ἐνοχῆς, ἔχουμε δημιουργία υποσυνειδήτου, τόσο στον Αδάμ, ὅσο καί στήν Εὔα, διότι καί ὁ ἕνας καί ἡ ἄλλη ἀπωθοῦν τήν ἐνοχή τους σ' ἕναν χώρο που γιά πρώτη φορά δημιουργεῖται, ἕναν χώρο παρά τήν συνείδηση, πέρα καί ἔξω ἀπό τήν συνείδηση, σ' ἕναν χώρο όπου διώχνουμε τήν ἐνοχή μας γιά νά ξεχάσουμε τήν ἐνοχή. Αλλά αυτή δέν ξεχνιέται, ἐπειδή δέν τήν ξεχνᾶ ἐκεῖνος πού προσεβλήθη, ὁ Θεός.
Ὅπως λέγαμε, ὁ ἄνθρωπος εἶναι μία μεταφυσική ὕπαρξη, μία θεολογική ύπαρξη. (Βλ. άγ. Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, Λόγος εἰς τὰ Θεοφάνεια, PG 36, 321D-324ΑΒ: «Τοῦτο δὴ βουληθεὶς ὁ τεχνίτης ἐπιδείξασθαι Λόγος, καὶ ζῷον ἓν ἐξ ἀμφοτέρων, ἀοράτου τε λέγω καὶ ορατῆς φύσεως, δημιουργεῖ τὸν ἄνθρωπον· καὶ παρὰ μὲν τῆς ὕλης λαβὼν τὸ σῶμα ἤδη προϋποστάσης, παρ' ἑαυτοῦ δὲ πνοὴν ἐνθεὶς (ὃ δὴ νοερὰν ψυχὴν καὶ εἰκόνα Θεοῦ οἶδεν ὁ λόγος), οἷόν τινα κόσμον δεύτερον, ἐν μικρῷ μέγαν, ἐπὶ τῆς γῆς ἴστησιν, ἄγγελον ἄλλον, προσκυνητὴν μικτόν, ἐπόπτην τῆς ὁρατῆς κτίσεως, μύστην τῆς νοουμένης, βασιλέα τῶν ἐπὶ γῆς, βασιλευόμενον ἄνωθεν, ἐπίγειον καὶ οὐράνιον, πρόσκαιρον καὶ ἀθάνατον, ὁρατὸν καὶ νοούμενον, μέσον μεγέθους καὶ ταπεινότητος· τὸν αὐτόν, πνεῦμα καὶ σάρκα... ζῷον ἐνταῦθα οἰκονομούμενον, καὶ ἀλλαχοῦ μεθιστάμενον, καὶ πέρας τοῦ μυστηρίου τῇ πρὸς Θεὸν νεύσει θεούμενον». Πρβλ. καί τοῦ ἰδίου Λόγος εἰς τὸ Πάσχα, PG 36, 632BC) Η ηθική συνείδηση συνδέεται μέ τόν Θεό, εἴτε τό θέλει ὁ ἄνθρωπος εἴτε δέν τό θέλει. Εἶναι ἐκ κατασκευῆς ἔτσι. Ὅπως δέν μπορῶ νά μιλάω γιά ἕναν ἄνθρωπο ἄν δέν ἔχει χέρια, μάτια, πόδια, κεφάλι, ἔτσι δέν μπορῶ νά μιλάω για ἕναν ἄνθρωπο ἐάν δέν ἔχει ηθική συνείδηση, άμεσα συνδεδεμένη μέ τόν Θεό.
Ἔτσι, ἀπό τή στιγμή πού ἡ ἠθική συνείδηση στον ἄνθρωπο συνδέεται μέ τόν Θεό, τότε ἡ ἐνοχή δέν σβήνεται. Πρέπει νά τή σβήσει ὁ Θεός· διαφορετικά δέν σβήνεται. Καί ὁ Θεός τή σβήνει μόνο όταν υπάρξει μετάνοια καί ἐπιστροφή σ' Αυτόν· ὁμολογία τῆς ἐνοχῆς, μετάνοια, καί μή ἐπανάληψη. Τότε συγχωρεῖ ὁ Θεός. Καί αὐτό συμβαίνει μόνο μέσα στο μυστήριο τῆς ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως, πού, πρέπει νά τό ξαναπούμε, ἔχει μοναδικότητα. Διότι ἡ ψυχιατρική δέν μπορεῖ νά συγχωρήσει, νά ἐξαλείψει δηλαδή μιά ενοχή. Δέν μπορεῖ. Μπορεῖ νά δώσει φάρμακα, να δώσει ὅ,τι θέλει κανείς, ἀλλά τήν ἐνοχή δέν μπορεῖ νά τήν ἐξαλείψει, γιατί δέν μπορεῖ ὁ γιατρός να παίξει τον ρόλο τοῦ Θεοῦ, δέν εἶναι δυνατόν.
Διάβαζα μόλις χθές το βράδυ γιά ἕναν μεγάλο ψυχίατρο, Αμερικανό, ὁ ὁποῖος ἔχει μεγάλες επιτυχίες, ἀλλά εἶχε καί τήν ειλικρίνεια νά πεῖ: Ὁ κόσμος θεωρεῖ ἐμᾶς τούς ψυχιάτρους ὅτι εἴμαστε θεοί, γιατί κατά κάποιον τρόπο πετυχαίνουμε σπουδαία πράγματα. Τίποτα όμως δέν πετυχαίνουνε, παρά μόνο να βάζουμε τα πράγματα στη θέση τους το υπόλοιπο μένει γιά τόν ἄνθρωπο.
Ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος λοιπόν ὀφείλει να συνειδητοποιήσει ὅτι ἡ ἐνοχή του έχει σχέση μέ τόν Θεό. Ὄχι τόσο μέ τόν ἄλλο ἄνθρωπο· μέ τόν ἄλλο ἄνθρωπο εἶναι δευτερογενές στοιχεῖο. Αν κάποιος με βρίσει, αὐτό εἶναι δευτερογενές· τό πρωτογενές εἶναι ὅτι προσβάλλει τόν Θεό. Πρώτα τόν Θεό, μετά ἐμένα. (Ὁ λόγος τοῦ Κυρίου «ἐφ᾽ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου, ἐμοὶ ἐποιήσατε» (Ματθ. 25, 40) υποδηλώνει τήν ἀμεσότατη σχέση ἀνθρώπου καί Θεοῦ, σχέση εἰκόνος καί πρωτοτύπου, ἀφοῦ, κατά τόν μέγα Βασίλειο, καί ἄλλους Πατέρες, «ἡ τῆς εἰκόνος τιμὴ ἐπὶ τὸ πρωτότυπον διαβαίνει» (PG 32, 149C). Βλ. «Εἶδες γὰρ τὸν ἀδελφόν σου; εἶδες Κύριον τὸν Θεόν σου.» (Απόφθέγματα ἁγίων Γερόντων, Περὶ τοῦ ἀββᾶ Ἀπολλώ, 3, PG 65, 136Β). Πρβλ. Α΄ Ἰωάν. 4, 20. Α' Κορ. 12, 12, άγ. Κλήμεντος Αλεξανδρέως, Στρωματέων, PG 1,19.94.5.1 και 2, 152, 70.5.2, ἀββᾶ Δωροθέου, Ἔργα Ασκητικά, Λόγος Γ΄, 181,5, κ. ά)
Καταλαβαίνετε τώρα πόσο εσφαλμένη εἶναι ἐκείνη ἡ ἀντίληψη, ὅταν κάποιοι λένε δέν ἔβλαψα κανέναν ἤ μπορεῖ νά ἔβλαψα τόν ἑαυτό μου, αλλά δέν ἔχω βλάψει κανέναν ἄλλο. Αλλά, εάν βλάπτεις τόν ἑαυτό σου, βλάπτεις τρόπον τινά, προσβάλλεις τόν Θεό! Δεν μπορεῖς νά λές δέν ἔβλαψα κανέναν, καί ἔτσι εἶμαι ἐντάξει ἀπέναντι στόν Θεό.
Αλλά τίθεται ἕνα ἐρώτημα: Μήπως ὁ Ἀδάμ, ὅταν ἔκανε τήν παράβαση, εξαναγκάστηκε ἀπό τήν Εὔα; Δηλαδή, μήπως ή Εὔα τοῦ ἔδωσε μέ τό ζόρι τόν καρπό; Ἤ, ἀκόμα, μήπως ἐξαναγκάστηκε ἡ Εὔα ἀπό τόν διάβολο, ἀπό τόν ὄφι;
Βέβαια, οὔτε τό ἕνα συνέβη οὔτε τὸ ἄλλο.
Θά ἤθελα νά προσέξετε αυτό το σημεῖο, γιατί εἶναι θεμελιώδους σημασίας, ὅπως θὰ δεῖτε στην ανάλυση πού θά κάνουμε λίγο πιο κάτω.
Λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος: «Σκόπει γὰρ καὶ τὸν ἄνδρα λέγοντα», ἐξέτασε καί τόν ἄνδρα πού λέει, «ὅτι Ἡ γυνὴ ἣν ἔδωκας μετ᾿ ἐμοῦ, αὕτη μοι ἔδωκε, καὶ ἔφαγον. Οὐδαμοῦ ἀνάγκη, οὐδαμοῦ βία, ἀλλὰ προαίρεσις καὶ γνώμη· ἔδωκε μόνον, οὐκ ἠνάγκασεν, οὐκ ἐβιάσατο». Εἶδες, μοῦ ἔδωσε ἡ γυναίκα, λέει, καί ἔφαγα. Δέν ὑπῆρξε ἐδῶ κάτι ἄλλο· καμμία ἀνάγκη δέν ὑπῆρχε –νά πεῖ κανείς ὅτι ὁ Ἀδάμ πεινούσε· είχε και ἄλλα δένδρα δίπλα για να φάει– πουθενά βία· μόνο προαίρεση. Κανείς δέν ἐξανάγκασε, κανείς δέν βίασε κανέναν.
»Καὶ αὐτὴ πάλιν ἀπολογίαν συντιθεῖσα, οὐκ εἶπεν· Ὁ ὄφις ἠνάγκασέ με, καὶ ἔφαγον. Ἀλλὰ τί; Ὁ ὄφις ἠπάτησέ με· τοῦ δὲ ἀπατηθῆναι, καὶ μὴ ἀπατηθῆναι κυρία ἦν» (Ὁμιλίαι εἰς τὴν Γένεσιν, ΙΖ΄, ε΄, PG 53, 140). Δηλαδή ἡ Εὔα, ὅταν ἔρχεται ἡ σειρά της γιά να συνθέσει τήν ἀπολογία της, δέν εἶπε ὁ ὄφις μέ ἐξανάγκασε καί ἔφαγα, αλλά τί εἶπε; ὁ ὄφις μέ ἐξαπάτησε. Ἐδῶ φαίνεται ὅτι ἡ ἴδια ἦταν κυρία τοῦ ἑαυτοῦ της νά ἐξαπατηθεῖ ἤ νά μήν ἐξαπατηθεῖ.
Ἔτσι, πολλές φορές τίθεται ἡ δικαιολογία στη διάπραξη τῆς ἁμαρτίας, ὅταν λέμε ὅτι ὁ διάβολος μᾶς ἀναγκάζει νά ἁμαρτήσουμε, ἢ ἀκόμη ὅταν λέμε ὅτι δέν ὑπάρχει ἐλευθερία βουλήσεως. Ἐδῶ τώρα θέλω να προσέξετε.
Ὁ διάβολος δέν ἐξαναγκάζει κανέναν, μά κανέναν, ἐάν ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος δέν ἀποδεχθεῖ ἐκεῖνο πού αὐτός τόν προτρέπει, τοῦ λέει, τοῦ ὑποβάλλει.
Προσέξτε· ὁ διάβολος κανέναν δέν ἐξαναγκάζει. Δέν θά ἄφηνε ποτέ ὁ Θεός τόν διάβολο νά ἐξαναγκάσει. Ὁ διάβολος κάποτε πνίγει τόν ἄνθρωπο, αλλά μόνον ὅταν ὁ ἄνθρωπος τοῦ δώσει τό ναί του, δηλαδή του πεῖ ναί, τοῦ δώσει το πράσινο φῶς, ὅπως λέμε μέ μιά σύγχρονη ἔκφραση, δηλαδή τόν ἀφήνει να περάσει. Άμα πεῖς στον διάβολο πέρασε, τότε βεβαίως ὁ διάβολος γίνεται βασανιστικός. Αλλά χωρίς τήν προαίρεση τοῦ ἀνθρώπου, ὁ διάβολος δέν ἐξαναγκάζει κανέναν ποτέ να ἁμαρτήσει.
Ἐδῶ ὅμως τίθεται τό ἐρώτημα: ὑπάρχει ἐλευθερία τῆς βουλήσεως ἤ δέν ὑπάρχει; (βούληση εἶναι ἡ θέληση, ή προαίρεση). Δηλαδή, εἶμαι ἐλεύθερος νά ἐπιλέγω; ἤ μήπως δεσμεύομαι από κάποια δεσμά, πού δέν μπορῶ νά γνωρίζω ποιά εἶναι; Ἔχω ἐλευθερία βουλήσεως ἤ δέν ἔχω;
Αὐτό τό ἐρώτημα είναι ένα πολύ μεγάλο καί ἄλυτο φιλοσοφικό πρόβλημα. Εἶπα φιλοσοφικό... Το πρόβλημα ὅμως εἶναι ἤδη λυμένο. Από τον λόγο τοῦ Θεοῦ, ἀπό τήν ἀποκάλυψη, δηλαδή την Αγία Γραφή, τό θέμα εἶναι λυμένο· ἀλλά γιά τήν φιλοσοφία εἶναι ἕνα προβλημα ἄλυτο.
Ἔτσι, στή φιλοσοφία, στόν χῶρο τῆς φιλοσοφίας, ὑποστηρίζονται δύο θέσεις. Η μία θέση εἶναι ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἐλεύθερος· ἡ ἄλλη θέση ὅτι δέν εἶναι ἐλεύθερος. Βέβαια, είναι καί μία τρίτη θέση, που συνδυάζει αὐτά τά δυό· ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἐλεύθερος, ἀλλά κάτω από προϋποθέσεις.
Βέβαια, ὅταν ἡ φιλοσοφία ψάχνει να δώσει απάντηση σ' αὐτό τό θέμα, δέν πρέπει να ξεχνάμε ὅτι τά πορίσματά της δέν θά εἶναι ἀληθῆ, διότι τό ἀντικείμενο πού ἐξετάζει, ὁ ἄνθρωπος, δέν εἶναι ὁ ἀρχικός, ὁ πρό τῆς πτώσεως ἄνθρωπος. Αὐτό συμβαίνει καί στήν ψυχολογία. Ὅταν δηλαδή παίρνουμε τόν ἄνθρωπο ὡς ἀντικείμενο γιά νά τόν ἐρευνήσουμε, αὐτό τό ἀντικείμενο τῆς ἐπιστήμης ἤ τῆς φιλοσοφίας μας πού ἔχουμε μπροστά μας είναι μία μεταπτωτική ὕπαρξη. Εἶναι πολύ φυσικό λοιπόν να βγάλουμε ἐσφαλμένα συμπεράσματα. Είναι πάρα πολύ φυσικό.
Γι' αὐτόν λοιπόν τόν λόγο ἔχουμε αυτές τις δύο θέσεις· ἄλλοι μέν νά λένε ὅτι ὑπάρχει ἐλευθερία, ἄλλοι δέ νά λένε ὅτι δέν ὑπάρχει. Καί τοῦτο διότι, από παρατηρήσεις που γίνονται στόν ἄνθρωπο, βγαίνουν αυτά τα συμπεράσματα, πού ἄλλοτε μέν εἶναι ἔτσι, ἄλλοτε δέ εἶναι ἀλλιῶς, ἤ σ' ἐκείνη τήν περίπτωση εἶναι ἔτσι καί στήν ἄλλη ἀλλιῶς. Πάντα ὅμως, ξαναλέω, τό ἀντικείμενο εἶναι ὁ μεταπτωτικός ἄνθρωπος.
Ἡ ἀπάντηση ὅμως στο ερώτημα αὐτό εἶναι πολύ απλή από χριστιανικῆς πλευρᾶς. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἐλεύθερος· αὐτό λέει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. (Γιά τήν Ἁγία Γραφή, αλλά καί τούς Πατέρες, ἡ ἐλευθερία ἀποτελεῖ θεῖο χαρακτηριστικό, πού ἐμφαίνει τό κατ᾿ εἰκόνα Θεοῦ στόν ἄνθρωπο. Ἐφ᾿ ὅσον ἡ ἐλευθερία -ἢ αὐτεξούσιο- ἀποτελεῖ χαρακτηριστικό τῆς θείας φύσεως (Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητού, Γενομένη συζήτησις..., PG 91, 301C), θά ἀποτελεῖ χαρακτηριστικό καί τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος δημιουργήθηκε κατ' εἰκόνα τοῦ Δημιουργού του (Γέν. 1, 27) ως λογική καί αὐτεξούσια φύση (άγ. Γρηγορίου Παλαμᾶ, Κεφάλαια φυσικά... 47, PG 150, 1150Α). Σύμφωνα μέ τόν ἅγιο Γρηγόριο Νύσσης, ὁ ἄνθρωπος «θεοειδὴς ἐγένετο καὶ μακάριος τῷ αὐτεξουσίῳ τετιμημένος, τὸ γὰρ αὐτοκρατές τε καὶ ἀδέσποτον ἴδιον ἐστι τῆς θείας μακαριότητος, ἰσόθεον γάρ ἐστι τὸ αὐτεξούσιον» (Λόγος περὶ τῶν κεκοιμημένων, PG 44, 145BC καί 180D). Ὁ ἅγ. Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός υποστηρίζει πώς τό κατ' εἰκόνα τοῦ ἀνθρώπου «τὸ νοερὸν δηλοῖ καὶ τὸ αὐτεξούσιον» (Εκδοσις ἀκριβὴς τῆς ὀρθοδόξου πίστεως, 2, 12, PG 94, 320). Ὁ ἴδιος λέει πώς ἡ ἐλευθερία, πού ἀνακλάται στο κατ' εἰκόνα Θεοῦ τοῦ ἀνθρώπου, ἔχει τις απαρχές του στη θεία φύση καί άποτελεῖ δωρεά τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο (PG 94, 924B). Ὁ δέ ἅγ. Νικόλαος Καβάσιλας ταυτίζει τό αὐτεξούσιο τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν ἴδιο τόν ἄνθρωπο, ἀφοῦ εἶναι τό ἴδιο να λέει κάποιος ὅτι ἔχασε τήν ἐλευθερία του καί ἔχασε τόν ἄνθρωπο· «ταὐτὸν γὰρ ἐστιν εἰπεῖν ἀπολέσαι τὸ αὐτεξούσιον καὶ ἀπολέσαι τὸν ἄνθρωπον» (Περὶ τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς, Λόγος Ε΄, PG 150, 638C) Δέν τριγυρίζει σέ ὅλα ἐκεῖνα τά μονοπάτια τῆς ἔρευνας τοῦ νοῦ, ἄν ὁἄνθρωπος εἶναι ἢ δέν εἶναι ἐλεύθερος.
Ἄν θέλετε μάλιστα, πολλές φορές, δικαιολογούμαστε γιά ἕνα λάθος μας ἤ γιά μιά ἀδυναμία μας, λέγοντας δέν μπόρεσα, καί ἔκανα αὐτό τό λάθος. Ὅμως, μέ τό δέν μπόρεσα, αποτινάζουμε τήν εὐθύνη ἀπό πάνω μας, σάν νά θέλαμε νά ποῦμε ὅτι βρεθήκαμε σέ μιά κατάσταση πού ἦταν ἔξω ἀπό τή δύναμή μας. Ἐκείνη τήν στιγμή θέλουμε να παρουσιάσουμε ὅτι δέν ὑπάρχει στόν ἑαυτό μας ἐλευθερία βουλήσεως· καί συνεπῶς, ἀφοῦ δέν ὑπάρχει, δέν ἔχουμε καί καμμία ευθύνη.
Αλλά εἶναι λανθασμένο αυτό, εἶναι λάθος. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, ξαναλέω, μᾶς ἀποκαλύπτει ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἐλεύθερος, καί συνεπῶς ὑπεύθυνος. Εἶναι ἐλεύθερος γιά τίς ἐπιλογές πού κάνει, καί θά πρέπει να ὑποστεῖ τίς συνέπειες τῶν ἐπιλογών του αὐτῶν.
Τίθεται τό ἐρώτημα: Ἐάν ὁ ἄνθρωπος δέν ἦταν ἐλεύθερος, δέν εἶχε δηλαδή ελευθερία βουλήσεως, τότε πῶς μποροῦμε νά ἐννοήσουμε, νά ἐξηγήσουμε τήν ἔννοια τῆς δικαιοσύνης, τοῦ ἐπαίνου καί τῆς τιμωρίας; Εἶναι πράγματα ἀνυπόστατα καί ἄδικα.
Θά μποροῦσε δηλαδή νά πεῖ ἕνας κατηγορούμενος στο δικαστήριο: Μά, ἐπειδή κινήθηκα ἀπό τά όρμέμφυτά μου, δηλαδή από δυνάμεις εσωτερικές, για τίς ὁποῖες δέν εἶμαι ὑπεύθυνος, διότι αὐτές ὑπάρχουν σ' ἐμένα ὅπως καί σ' ἐσᾶς, κύριοι δικαστές, ἐκ κατασκευῆς μας, ἀπό τή φύση μας, τότε γιατί τώρα με κρίνετε ὅτι εἶμαι ένοχος; Δέν ἔχει ἔννοια πια ἐδῶ ἡ δικαιοσύνη καί ἡ τιμωρία. Αν θέλατε να πάμε και πιο κάτω, δὲν ἔχει τότε ἔννοια καί ἡ Κόλαση.
Ὅταν ὁ ἄνθρωπος δέν θά μπορούσε να ξεφύγει ἀπό την τροχιά πού ὁ Θεός τόν ἔβαλε ἐκ κατασκευῆς, τότε θα μποροῦσε νά πεῖ στόν Θεό: Γιατί, Κύριε, φτιάχνεις τήν Κόλαση για να τιμωροῦμαι, ἀφοῦ ἐγώ δέν μπορῶ νά ἐνεργήσω διαφορετικά;
Καταλαβαίνετε ὅτι αὐτά εἶναι πράγματα που δέν θα συνέβαιναν καί στόν πιο ανόητο νομοθέτη! Πῶς θά μποροῦσε ποτέ ὁ Θεός νά μιλάει για Κόλαση, τη στιγμή πού θά μᾶς ἔκανε χωρίς ἐλευθερία βουλήσεως; Τό καταλαβαίνει κανείς και λογικά.
Ἀλλά καί ἀκόμη, ἀπό τήν πλευρά τῆς δομῆς τῆς κοινωνίας μας, μπορείτε να φανταστείτε τί θά γινόταν ἄν ὁ καθένας ἔκανε ὅ,τι ἤθελε, μέ τόν ισχυρισμό ὅτι ἔτσι εἶναι φτιαγμένος; Μπορείτε να φανταστείτε τί κοινωνία θά εἴχαμε; Σίγουρα μία αναρχούμενη κοινωνία.
Κι ἂν θέλετε, καί σήμερα ἔχουμε ἀναρχία. Καί ἀναρχία δέν εἶναι μόνο όταν πηγαίνω να βάλω μία βόμβα σ' ἕνα κτήριο γιά νά τό τινάξω στον αέρα. Αὐτό εἶναι μία μορφή τῆς ἀναρχίας. Αναρχία ξέρετε τί θά πεῖ; Αναρχία θά πεῖ ὅτι δέν δέχομαι νά ὑπάρχει καμμία αὐθεντία, οὔτε στον Θεό οὔτε στούς ἀνθρώπους· ὅτι δέν υπάρχει αυθεντία σ' ἐκεῖνον πού διοικεῖ μία πόλη ή ἕνα κράτος, δέν ὑπάρχει αυθεντία στον δάσκαλο, δέν ὑπάρχει αυθεντία στον γονιό, δέν ὑπάρχει αυθεντία στον συνάνθρωπο. Τότε που ὑπάρχει ἡ αὐθεντία; Επιτρέψτε μου νά τό πῶ ἔτσι απλοελληνικά: στην αφεντιά μου! Εγώ εἶμαι ἡ αὐθεντία. Αὐτό πού ἐγώ θά σκεφτῶ, αυτό είναι το γνήσιο, το σωστό. Όχι αυτό που λες εσύ, αλλά αυτό που λέω εγώ! Μπορείτε να φανταστείτε όμως μία κοινωνία πού ὁ κάθε ἄνθρωπος θεωρεῖ τόν ἑαυτό του αυθεντία; Πῶς μπορεῖ νὰ σταθεῖ αὐτή ἡ κοινωνία, πού ἀρνεῖται κάθε αυθεντία, κάθε αρχή; Αυτό εἶναι ἡ ἀναρχία.
Ἂν το θέλετε, πάρα πολλά παιδιά μας, –ίσως και ἀπό τά παρόντα, πού ἀκοῦτε τώρα τον λόγο του Θεού, καί ὄχι μόνο ἀπ' αὐτά πού βρίσκουμε έξω στους δρόμους και στα σχολεία– πολλοί από σᾶς ἐδῶ νὰ ἔχετε τέτοιες αρχές πού δέν εἶναι ἀρχές, δηλαδή νά ἔχετε αναρχικές αρχές! Ναί, ναί μή σας κάνει ἐντύπωση διότι ζείτε σ' ένα κλίμα ανάλογο, καί ἀναπνέετε αυτό που υπάρχει στό περιβάλλον μας. Βέβαια μπορεί να μήν πήγατε πουθενά να κάνετε τίποτα σαματάδες... Ὅταν ὅμως κάποιος δεν δέχετε την αυθεντία του πατέρα του καί τῆς μάνας του, την αυθεντία τοῦ ἱερέως τοῦ Θεοῦ ἤ τῶν νόμων τῆς πολιτείας, τότε; Τότε εἶναι σε κατάσταση αναρχίας, είναι αναρχικός άνθρωπος.
Ἔτσι λοιπόν, παιδιά, ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἐλεύθερος καί ἡ ἐλευθερία του αυτή αναφέρεται στην προαίρεση. Μπορεῖ νά μήν εἶμαι ἐλεύθερος ἂν μέ κλειδώσουν ἐδῶ μέσα, καθώς δέν θά ἔχω τή δυνατότητα να διαφύγω οὔτε ἀπό τίς χαραμάδες... ἀλλά ἡ ἐλευθερία μου βρίσκεται στήν προαίρεση. Δέν θέλω να προχωρήσω στο τί εἶπαν γιά τό θέμα αυτό οι φιλόσοφοι... εἶναι μεγάλη πελαγοδρομία, πραγματικά· αλλά σᾶς λέω μόνο τοῦτο, ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἐλεύθερος, ὑπεύθυνος τῶν πράξεών του. Είναι μάλιστα τόσο ελεύθερος, ὥστε μπορεί να φτάσει μέχρι θανάτου και μέχρι μαρτυρίου!
Ἡ γάτα μου ὅμως δέν εἶναι ἐλεύθερη. Ὅταν τῆς μυρίσουν ψάρια, τότε αρχίζει να νιαουρίζει... καί ὅταν πεινάει πολύ, δεν θα διστάσει –δεν δεσμεύεται από τίποτα· ἡ δομή της εἶναι νά εἶναι ἀνελεύθερη– νά ὁρμήσει, να πηδήσει πάνω στο τραπέζι καί νά ἁρπάξει ἕνα ψάρι, γιατί πεινάει πολύ. Ούτε βεβαίως τίθεται θέμα γιά τή γάτα μου ἂν σήμερα εἶναι Παρασκευή καί δέν τρώμε ψάρια. Ὅταν ὅμως ἐγώ ὁ ἄνθρωπος, ὅσο καί ἄν μου μυρίζουν τά ψάρια, δέν θά τά φάω ἐπειδή εἶναι Παρασκευή, σημαίνει ὅτι μπορῶ καί δεσμεύω τήν ἐλευθερία τῆς προαιρέσεώς μου. Καί ἄν ἀκόμη μοῦ ἔβαζαν τό φαγητό ἐδῶ μπροστά μου, δέν θά ἔτρωγα!
Τό ἴδιο ἔκαναν καί οἱ τρεῖς παῖδες στη Βαβυλώνα, πού οἱ συμμαθητές τους τούς ἔβαζαν τα γουρουνόπουλα, φρεσκοψημένα καί ροδοκοκκινισμένα, ἐδῶ στή μύτη τους μπροστά και στο στόμα, κι ἐκεῖνοι ἐπ᾽ οὐδενί λόγῳ δέν ἤθελαν νά τά γευθοῦν. (Βλ. Δαν. 1, 8)
Καί μάλιστα οἱ τρεῖς παῖδες, ἀκριβῶς ἐπειδή εἶχαν χαλυβδώσει τὴν ἐλευθερία τῆς προειρέσεώς τους και δέν ἦταν κάτω από τά πάθη τους, ὅταν ἦλθε ἡ ὥρα να προσκυνήσουν τήν χρυσή εἰκόνα τοῦ Μαρδούχ, τοῦ θεοὗ τῆς Βαβυλῶνος, τότε εἶπαν τό ὄχι, καί προτίμησαν τόν θάνατο! Σαφῶς εἶχε πεῖ ὁ Ναβουχοδονόσορ ὅτι ὅποιος δέν προσκυνήσει τη χρυσή εικόνα, θά ριχτεῖ στό καμίνι του πυρός. Ναί, βασιλιά... στο καμίνι του πυρός! (Βλ. Δαν. 3, 6· 11· 15)
Βλέπετε μέχρι που φτάνει ἡ προαίρεση τοῦ ἀνθρώπου; Μέχρι θανάτου! μέχρι μαρτυρίου! Δέν τό δέχομαι, δέν τό θέλω, δεν προδίδω τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ! Νά τί μᾶς ἀποκαλύπτει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ!
Γι' αυτό, στην πρακτική μας ζωή τώρα, μήν πούμε ποτέ ὅτι ὁ διάβολος μ' ἔβαλε νά τό κάνω αυτό ἢ ἐκεῖνο. Μή τό ποῦμε ποτέ αὐτό, το ξαναλέω, γιατί ἐμεῖς οἱ ἴδιοι διαλέγουμε τό ἀγαθό ἤ τό πονηρό.
Θυμᾶστε ἴσως ένα σχετικό ανέκδοτο πού υπάρχει, ὅτι ὅταν ὁ διάβολος ἐμφανίσθηκε στον μέγα Αντώνιο καί τοῦ εἶπε Αντώνιε, οἱ ἄνθρωποι με κατηγοροῦν ὅτι ἐγώ τούς βάζω νά ἁμαρτάνουν, ὅτι παντοῦ ἐγώ φταίω, ὁ μέγας Ἀντώνιος τοῦ ἀπάντησε: Σατανᾶ, ἔχεις δίκαιο, λές ἀλήθεια· δέν τούς βάζεις ἐσύ ὅλους νὰ ἁμαρτάνουν. (Νά μήν τά φορτώνουμε όλα στον πειρασμό. Ένας υποτακτικός, πού ζοῦσε σέ μιά Καλύβη μέ τόν Γέροντά του, μια φορά που ἔμεινε για λίγο μόνος του, πῆρε ἕνα αυγό, τό ἔβαλε πάνω σέ ἕνα κλειδί –ἦταν ἀπό ἐκεῖνα τά μεγάλα, τα παλιά κλειδιά– καί άναψε ἀπό κάτω ἕνα κερί γιά νά τό ψήσει! Μπαίνει ξαφνικά ὁ Γέροντας καί τόν βλέπει. «Τί κάνεις ἐκεῖ;» τοῦ λέει. «Νά, Γέροντα, ὁ πειρασμός μέ ἔβαλε να ψήσω ἐδῶ ἕνα αὐγό» τοῦ λέει ὁ ὑποτακτικός του. Καί τότε ἀκούστηκε μιά ἄγρια φωνή: «Αὐτήν τήν τέχνη ἐγώ δέν τήν ἤξερα· ἀπό αὐτόν τήν ἔμαθα»! (αγ. Παϊσίου Αγιορείτου, Λόγοι Γ΄, Πνευματικός Αγώνας, ἐκδ. Ἱεροῦ Ἡσυχαστηρίου Εὐαγγελιστής Ἰωάννης ὁ Θεολόγος, Σουρωτή 2001, σ. 71))
Πράγματι, παιδιά. Εγώ θά σᾶς πῶ κάτι, καί ἄν θέλετε δεχθεῖτε το· ἤδη σᾶς τό ἀπέδειξα, αλλά θά τό ξαναπῶ ἄλλη μία φορά. Ὅταν σᾶς ἔρθει νά κάνετε κάτι κακό –ἔστω κι ἄν σᾶς ἔβαλε ὁ Σατανᾶς– ποτέ μήν πεῖτε μέ ἔβαλε ὁ διάβολος να το κάνω... μα ποτέ! Παρότι ξέρουμε ὅτι ὁ διάβολος εἶναι κακοποιός, παρότι ξέρουμε ὅτι, ὡς φθονερός, ζητάει τήν καταστροφή μας καί μᾶς βάζει νά ἁμαρτάνουμε, ποτέ μήν πεῖτε ὁ διάβολος μέ ἔβαλε να κάνω τοῦτο τὸ κακό. Αλλά τί νά λέμε; ἐγώ τό ἤθελα· διότι, σε τελευταία ανάλυση, περί αὐτοῦ πρόκειται.
Ὁ διάβολος, ὅπως σᾶς εἶπα προηγουμένως, δέν θά μποροῦσε καθόλου νά μέ ἐκβιάσει, ἐάν ἐγώ δέν τό ήθελα. Αποδέχθηκα την πρόσκλησή του, την υποβολή του, καί ἔφτασα στο τέλος να δεχθῶ τόν πειρασμό και να πέσω στήν ἁμαρτία. Ἔτσι, θα λέγαμε, ὁ διάβολος εἶναι ὁ μεγάλος ἀπατεώνας!
Καί τί κάνει τώρα ὁ διάβολος; Ξέρει ὅτι ἡ ἐλευθερία τῆς βουλήσεως εἶναι κάτι σημαντικό και σπουδαῖο –ἐξ ἄλλου καί ὁ ἴδιος μέ τήν ἴδια του τήν προαίρεση ἔπεσε. Πῶς θά ἐνεργήσει στους πρωτοπλάστους; Θα πρέπει να θέσει ὑπό δοκιμασίαν τήν προαίρεσή τους. Μέχρι τώρα ὅμως οἱ πρωτόπλαστοι ποτέ δέν εἶχαν ἀμαρτήσει· ἦταν ἡ νέα κατασκευή, τό νεόκοπο νόμισμα θα λέγαμε· δέν ὑπῆρχε τίποτα τό ἄσχημο στήν κατασκευή τους. Πῶς θά τά κατάφερνε λοιπόν τώρα ὁ διάβολος νά τούς κάνει νά ἁμαρτήσουν ἀπό μόνοι τους; Δέν θά τά κατάφερνε· γι' αυτό μετέρχεται μία μέθοδο, τήν ἀπάτη.
Ἡ ἀπάτη, ὅπως θα ξέρετε, στο τέλος ἐξουδετερώνει τή βούληση. Εγώ δέν ἤθελα τό κακό· αλλά, χωρίς νά τό καταλάβω, τό ἔκανα, δηλαδή ἐξαπατήθηκα. Ὥστε λοιπόν ἡ ἀπάτη εἶναι κάτι πού ἐκφεύγει ἀπό τήν βούλησή μου· διότι ἡ βούληση εἶναι μία ἐλεύθερη ενέργειά μου. Γι' αὐτό ἡ Εὔα εἶπε ὁ ὄφις μέ ἐξαπάτησε, ἐπειδή ὁ διάβολος μετῆλθε τήν ἀπάτη. Εἶναι ὁ μεγάλος ἀπατεώνας, ὅπως σᾶς εἶπα.
Ὁ ἀπατεώνας εἶναι ὁ ψεύτης· ἔτσι; καὶ ὁ ψεύτης εἶναι ὁ ἀπατεώνας· ψεῦδος καί ἀπάτη είναι συνώνυμα. Γι' αυτό λέει ὁ Κύριος γιά τόν διάβολο, «ὅταν λαλῇ τὸ ψεῦδος, ἐκ τῶν ἰδίων λαλεῖ». Εἴδατε; τό ψέμα το λέει ἀπό τόν ἑαυτό του. Δεν τον βάζει κανείς να λέει ψέματα, γιατί καί αὐτός εἶναι ἐλεύθερος. «ὅτι ψεύστης ἐστὶ καὶ ὁ πατὴρ αὐτοῦ» (Ἰωάν. 8, 44), γιατί είναι ψεύτης, καί μάλιστα ό πατέρας τοῦ ψεύδους.
Από τότε, παιδιά, πού ἔπεσαν οἱ πρωτόπλαστοι, ὅ,τι δέν μπορεῖ ὁ διάβολος να πετύχει προβάλλοντας τό κακό στήν ἐλεύθερη προαίρεση τοῦ ἀνθρώπου, το πετυχαίνει μέ τήν ἀπάτη. Ἔκτοτε ὁ ἄνθρωπος ἀπατᾶται· εὔκολα ἀπατᾶται.
Προσέξτε τώρα νά δεῖτε σέ τί μπορεῖ νά ἀπατηθεῖ.
Ὑπάρχει ἡ ἀπάτη τῶν αἰσθήσεων. Καί ἐδῶ δέν μιλῶ γιά τήν ἀπάτη τῶν αἰσθήσεων από γνωσιολογικής πλευρᾶς, φιλοσοφικῆς, δηλαδή ἂν αὐτό πού βλέπω εἶναι ὅπως τό βλέπω καί τί χρῶμα ἔχει καί ποιά εἶναι ἡ πραγματική δομή του. Διότι, ἂν μπορούσαμε νά δοῦμε τήν ὕλη, τόν κόσμο ἔχοντας κάποια ἄλλα μάτια, θά ἦταν κάτι πολύ διαφορετικό. Τα μάτια που διαθέτουμε εἶναι κατασκευασμένα γιά νά μᾶς δώσουν μία άλφα εἰκόνα. Αν εἴχαμε μιά βήτα κατασκευή ματιῶν, θά εἶχαμε μία βῆτα εἰκόνα. Καί ἄν εἴχαμε μιά άπειρη, θά λέγαμε, κατασκευή ματιῶν, θά εἴχαμε καί μιά άπειρη προσφορά εἰκόνων. Αὐτό εἶναι ἀληθές. (Κάποιοι ἐρευνητές, για να διερευνήσουν τον ρόλο τῆς ὅράσης στόν ἄνθρωπο καί τά ζώα, συνέκριναν τήν ὀπτική ικανότητά τους. Ἔπειτα δημιούργησαν ψηφιακές εικόνες που προσομοίωναν πῶς μπορεῖ νά βλέπουν διάφορα ζώα τήν ἴδια σκηνή. Ὁ κατάλογος περιλάμβανε 600 είδη ζώων (θηλαστικά, πτηνά, έντομα, ψάρια, καί πολλά άλλα). Ἡ μελέτη ἐξετάζει πῶς ἡ ἀνθρώπινη ὅραση συγκρίνεται μέ τήν ὅραση άλλων ζώων καί ἐντόμων. Πηγή: Caves, Ε. M. Bradley, N. C., & Johnsen, S. (2018). Visual acuity and the evolution of signals. Trends in ecology & evolution)
Καί τότε τίθεται τό ἐρώτημα: ποιό εἶναι τό ἀληθές; Ἄρα λοιπόν οἱ αἰσθήσεις μᾶς ἀπατοῦν. (Ὅ,τι ἀντιλαμβάνονται οἱ αισθήσεις μας ἀποτελεῖ ἕνα Matrix, μηδέ ἐξαιρουμένης τῆς ἀνθρώπινης ύπαρξης. Το Σύμπαν τῶν μετρήσεων καί τῶν παρατηρήσεών μας είναι μια απλή καί στρεβλή ἀπεικόνιση πάνω σέ ἕναν Ευκλείδειο τρισδιάστατο και Νευτώνειο παραμορφωτικό καθρέφτη, πού ή Θεωρία τῆς Σχετικότητος ονομάζει "χώρο Μινκόφσκι". Το Σύμπαν καί ὁ Ἄνθρωπος είναι κάτι πολύ μεγαλύτερο και περισσότερο από αυτό πού ἀντιλαμβάνονται οἱ ἀτελεῖς αἰσθήσεις μας. (Δρ. Μάνου Δανέζη, καθηγητοῦ Αστροφυσικής, Το σύμπαν που αγάπησα, Ἡ πλάνη τῶν αἰσθήσεων. (Ανάκτηση 13 Απριλίου 2022 από το https://mikropragmata. lifo.gr/zoi/oti-antilamvanontai-oi-aisthiseis-mas-apotelei-ena-matrix) Πρβλ. Σπήλαιο του Πλάτωνα (Πολιτεία 514a-520e)
Δέν ἐξετάζουμε τώρα αὐτό. Δεν πηγαίνουμε δηλαδή στη φιλοσοφική ἐκείνη θέση, ἤ καί τήν ἐπιστημονικἡ ἀκόμη, γιά τό πῶς μποροῦμε νά μάθουμε τό ἀληθές ἑνός ἀντικειμένου, αλλά μιλάω ἀπό ἠθικῆς πλευρᾶς, γιά τό πῶς οἱ αἰσθήσεις μας μποροῦν νά μᾶς ἐξαπατήσουν καί νά μᾶς παρουσιάσουν ἕνα πράγμα ὅτι εἶναι ἑλκυστικό καί ὡραῖο καί ἐπιθυμητό, ἐνῶ δέν εἶναι.
Ἔτσι, ὅταν βλέπουμε ἕνα πρόσωπο, ἀμέσως τό ἐρωτευόμαστε τό πρόσωπο αυτό, καί λέμε: ἄ, ἔκπληξη! καί ἀμέσως ἡ καρδιά μας χτυπάει αλλιώτικα, καί οὕτω καθ᾿ ἑξῆς. Ἄν ὅμως ἐξετάσουμε καλύτερα τό πρόσωπο αὐτό, τότε θὰ δοῦμε ὅτι εἶναι διαφορετικό ἀπ' ὅ,τι το εἴχαμε δεῖ στήν ἀρχή. Πόσες φορές οἱ ἄνθρωποι ἐξαπατήθηκαν μέ μόνη την πρώτη ματιά...
Λέει πολύ ὡραῖα ὁ μέγας Βασίλειος: Θέλεις να ἀπαλλαγεῖς ἀπό τήν ἀπάτη τῶν αἰσθήσεων, ὅταν οἱ αἱσθήσεις σέ ὁδηγοῦν στήν ἁμαρτία; Σκέψου πως αὐτό το ὡραῖο δέρμα που βλέπεις, ἂν τό δεῖς ἀπό κοντά, πόσες λακκούβες ἔχει... –καί μάλιστα τόν καιρό ἐκεῖνο δέν εἶχαν οὔτε φακούς, πολύ παραπάνω οὔτε μικροσκόπια. Πράγματι, ἄν δεῖ κανείς κάτω ἀπό ἕναν φακό ἐκεῖνο πού θαυμάζει ὡς πολύ ὡραῖο καί πολύ δροσερό, θά ἐκπλαγεῖ... θα τρομάξει!
Λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος: Θέλεις νά ἰδεῖς κάτι περισσότερο; Σκίσε λίγο το δέρμα να δεῖς ἀπό μέσα τί ὑπάρχει... Θα σιχαθεῖς, ἐσὺ ὁ ἴδιος. Βέβαια, είναι μία συμβουλή του γιά νά βοηθήσει τόν ἄνθρωπο ἀπό πνευματικῆς πλευρᾶς καί νά ξεφύγει ἀπό τήν ἀπάτη τῶν αἰσθήσεων. («Ὅταν ἴδῃς γυναῖκα εύμορφον, λάμποντα ἔχουσαν ὀφθαλμόν, φαιδρόν, στίλβουσαν ἀπὸ τῆς ὄψεως, ἀμήχανόν τινα ὥραν ἐπὶ τῆς ὄψεως φέρουσαν, φλέγουσαν σου τὸν λογισμόν, καὶ τὴν ἐπιθυμίαν αὔξουσαν, εννόησον ὅτι γῆ τὸ θαυμαζόμενον, ὅτι ἀποδὸς τὸ ἐκκαῖον, καὶ παύσεται λυττῶσα ἡ ψυχή ανακάλυψον αὐτῆς τὸ δέρμα τῆς ὄψεως, καὶ τότε πᾶσαν ὄψει τῆς εὐμορφίας τὴν εὐτέλειαν. Μὴ στῆς μέχρι τῆς ἐπιφανείας, ἀλλ᾽ ἐνδοτέρω διάβηθι τῷ λογισμῷ, καὶ οὐδὲν ἕτερον εὑρήσεις, ἀλλ᾽ ἡ ὀστᾶ καὶ νεῦρα καὶ φλέβας ... Ἡ γὰρ τοῦ βλεπομένου κάλλους ὑπόστασις οὐδὲν ἔτερόν ἐστιν, ἢ φλέγμα καὶ ῥεῦμα καὶ αἷμα καὶ τροφῆς διαμασηθείσης χυλός ... Μὴ τοίνυν μηδὲ ἐνταῦθα τῷ ἄνθει πρόσεχε, ἀλλ᾽ ἐνδοτέρω διάβηθι τῇ διανοίᾳ, καὶ τὸ δέρμα τὸ καλὸν ἐκεῖνο περιελὼν τῷ λογισμῷ, περιεργάζου τὰ ὑπὸ τοῦτο κείμενα...» (Περὶ γυναικῶν καὶ κάλλους, Λόγος ΙΔ', PG 63, 658))
Ἔτσι λοιπόν, παιδιά, οἱ αισθήσεις ἀπατῶνται, καί ἀπατώμενες μᾶς ἀπατοῦν.
Ακόμη μία απάτη εἶναι ἡ ἡδονή. Νά τό προσέξτε αὐτό· ἡ ἡδονή. Ποτέ κανείς δέν μετῆλθε μιά ἡδονή, εἴτε τό ὁμολογεῖ εἴτε δέν τό ὁμολογεῖ, πού εὐθύς μετά τήν ἡδονή –πολύ παραπάνω ἐάν εἶναι παράνομη– νά μήν ἔχει μετανοήσει. Γιατί ἄραγε μετανοεῖ; Διότι ἐδῶ βλέπει κανείς ὅτι ἡ ὑφή τῆς ἡδονῆς ἔχει τήν ἀπάτη. Σε ἐξαπάτησε να κάνεις κάτι, ἱκανοποιήθηκε ή ήδονή, ἀλλά σοῦ ἀφήνει ἕνα κενό, σ' αφήνει ἄδειο, καί λές: Τώρα, τί εἶναι αὐτό;
Ὁμοίως, ὁ πλοῦτος εἶναι μία απάτη. Ἡ Καινή Διαθήκη μιλάει γιά τήν ἀδηλότητα τοῦ πλούτου, τό ἀφανέρωτο, το κούφιο, δηλαδή τό ἀπατηλό τοῦ πλούτου. (Α΄ Τιμ. 6, 17)
Ὁ κόσμος, ἐπίσης, εἶναι μία απάτη· νά πᾶμε, να διασκεδάσουμε, νά βγοῦμε, νά μᾶς δοῦν, νά τούς δοῦμε... Σκέφτομαι πολλές φορές ἐκείνη τή φοβερή κενοδοξία, τί θά λένε γιά μᾶς οἱ ἄνθρωποι!...(Μέ τή λέξη κόσμος ἐννοῦνται οἱ ἄνθρωποι καί ὁ τρόπος ζωῆς τους, ὅταν δέν ἔχουν ἀναγεννηθεῖ ἐν Χριστῷ, ἀλλά ἐπικρατεῖ τό σαρκικό φρόνημα. Βλ. Γέν. 6, 3. Ἰωάν. 14, 17. Α΄ Ἰωάν. 5, 19. 2,16. Α' Κορ. 2, 12. Βλ. άββᾶ Ἰσαάκ Σύρου, Ασκητικά, Λόγος Α΄, ΕΠΕ 8Β, 52, 54: «Κόσμος ἐστὶν ὄνομα περιεκτικὸν ἐπιπίπτον ἐπὶ τὰ εἶρημένα πάθη», «καὶ ὅτε θέλωμεν ὀνομάσαι ὁλικῶς τὰ πάθη, όνομάζομεν αὐτὰ κόσμον», «ὁ κόσμος πόρνη ἐστίν, ἥτις τῇ ἐπιθυμίᾳ τοῦ κάλλους αὐτῆς ἕλκει τοὺς ὁρῶντας εἰς τὸν πόθον αὐτῆς», «Καὶ ἵνα συντόμως εἴπω, ὁ κόσμος ἐστὶν ἡ διαγωγὴ ἡ σαρκικὴ καὶ τὸ φρόνημα τῆς σαρκός») Αλλά τί λέγανε στήν ἐποχή τοῦ πατέρα μου ἤ τοῦ παππού μου; Ξεχάστηκαν αὐτά· ὅλα ξεχάστηκαν! Ποιοί ἔζησαν τότε; ποῦ; πῶς;
Αγαπητά μου παιδάκια, εἶναι ἀληθινά μιά ἀπάτη ἡ κενοδοξία τοῦ κόσμου... αληθινή ἀπάτη! Ὁ ἀληθινά φιλόσοφος, μέ χριστιανική ἔννοια, κάθεται καί τά σκέφτεται αὐτά, καί δέν παρασύρεται ποτέ, νά πεῖ θά ἐπιδειχθῶ, θά κάνω, θα δείξω, γιατί ὅλα εἶναι ἀπατηλά. Γενικά ἡ ἁμαρτία εἶναι μία απάτη.
Γι' αυτόν τον λόγο αναλαμβάνει ὁ ἄνθρωπος ἕναν ἀγώνα, για να μπορέσει να πολεμήσει ἐναντίον αὐτῆς τῆς ἀπάτης τῶν αἰσθήσεων, καί ὄχι μόνο να πολεμήσει κατά πρόσωπο τόν διάβολο τόν ἴδιο. Ἔχουμε λοιπόν ἔναν διπλό αγώνα· ἐναντίον τοῦ σατανᾶ καί ἐναντίον τοῦ διεφθαρμένου ἑαυτοῦ μας, ὁ ὁποῖος μᾶς δημιουργεῖ πολλές ψευδαισθήσεις.
Εἴτε λοιπόν ἔχουμε ἀναθυμιάσεις τῆς φθαρμένης μας φύσεως, εἴτε ὁ διάβολος ἐνεργεῖ σέ βάρος μας, πρέπει νά ἀντιτάξουμε τέσσερις ἀρετές. Προσέξτε τις τέσσερις αὐτές ἀρετές, ὅπως μᾶς τίς ἀναφέρει ὁ ὅσιος Ἡσύχιος ὁ Πρεσβύτερος: «ταπείνωσιν, προσοχήν τε ἄκραν, ἀντίρρησιν καὶ προσευχήν» (Πρὸς Θεόδουλον, Λόγος περὶ νήψεως καὶ ἀρετῆς, κ', Φιλοκαλία, Α΄, ἐκδ. Παναγ. Αθ. Τζελάτη, Ἐν Αθήναις 1893, σ. 84). Προσέξτε: ταπείνωση, ἄκρα προσοχή, αντίρρηση καί προσευχή. Γιά νά τά δοῦμε αὐτά.
Τί εἶναι ἡ ταπείνωση; τό πρῶτο - πρῶτο -πρῶτο!
Χρειάζεται ἡ ταπείνωση, γιατί μ' αυτήν γινόμαστε σύμμαχοι μέ τόν Θεό. Ὁ Θεός ἀγαπᾶ τόν ταπεινό και τόν προστατεύει καί τόν ὑπερασπίζεται, ἐνῶ, ἀντίθετα, τόν ὑπερήφανο καί τόν αλαζόνα τόν κλωτσάει ὁ Θεός· «ὁ Θεὸς ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται, ταπεινοῖς δὲ δίδωσι χάριν» (Ιακ. 4, 6). Ἄν ξεκινᾶμε γιά ἀγώνα πνευματικό, τό πρῶτο μέλημά μας, γιά νά μήν ἀπατηθοῦμε ἀπό τόν διάβολο ἤ ἀπό τή διεφθαρμένη φύση μας, εἶναι ἡ ταπείνωση. Καί ταπείνωση ἔχω ὅταν πῶ: Τί λέει ὁ Θεός; Πάνω σ' αυτό τί ἔχει νά πεῖ ὁ Θεός; Ἡ ταπείνωση κατακαίει τον διάβολο καί μᾶς σώζει από παγίδες.
Σᾶς θυμίζω ἕνα πολύ ὡραῖο περιστατικό που λέει το Γεροντικό μέ τόν μέγα Αντώνιο. Εἶδε, λέει, μία πεδιάδα ἁπλωμένη μέ παγίδες. Καί τότε αναστέναξε ὁ μέγας Ἀντώνιος καί εἶπε: Καί ποιός μπορεῖ νά σωθεῖ; Ἄκουσε τότε μία φωνή ἀπό τόν οὐρανό: Ὁ ταπεινόφρων... ὁ ταπεινός! (Εἶπε Γέρων... ζ΄, ἐκδ. οἶκος Αστήρ, Ἀθῆναι 1974, σ. 10) Αυτός μόνο μπορεῖ νά σωθεῖ. Περνάει μέσα από παγίδες, καί δέν συλλαμβάνεται, δέν ἀπατᾶται, δέν πέφτει, γιατί εἶναι ταπεινός καί τόν σώζει ὁ Θεός.
Λέει πάλι ὁ ἅγιος Ἡσύχιος: «Ὁ εἰς ἑαυτὸν θαρρῶν πεσεῖται πτῶμα ἐξαίσιον» (Πρὸς Θεόδουλον, Λόγος περὶ νήψεως καὶ ἀρετῆς, κς, Φιλοκαλία, Α΄, ἐκδ. Παναγ. Αθ. Τζελάτη, Εν Αθήναις 1893, σ. 84). Ἐκεῖνος πού ἐμπιστεύεται στόν ἑαυτό του θα πέσει πτώμα φοβερό. Εμπιστεύθηκες στόν ἑαυτό σου; Πόσες κοπέλες και πόσα ἀγόρια λένε Μπορῶ νά πάω σ' ἕνα ραντεβοῦ· δέν ἔχω να πάθω τίποτα. Μπορῶ νά πάω σ' ἕνα πάρτι· τί ἔχω να πάθω; Θα προσέχω. Τα μάτια μου γιατί τά ἔχω;...
Ἐάν κανείς τό πεῖ αὐτό, σημαίνει ὅτι ἔχει ὑπερηφάνεια, γιατί νομίζει ὅτι δέν θά πέσει, θέλοντας να δοκιμάσει το κακό. Θά τόν ἐγκαταλείψει ὁ Θεός, γιατί «ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται», καί τότε θα πέσει πτώμα ἐξαίσιον. Ποτέ μή πεῖτε, ποτέ, θά πάω σ' ἕνα πάρτι, θα πάω να δοκιμάσω, ἔτσι, ἀκροθιγώς τήν ἁμαρτία, αλλά δέν θά πέσω. Θα πέσετε! Καί ἂν ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ κάποτε σᾶς γλυτώσει, γιατί δέν ξέρω πῶς τό κρίνει, μέ θλίψη θά βλέπετε ἔστω κι ἐκείνη τή μικρή πτώση, ἐάν δέν εἶναι μεγάλη καί θανάσιμη.
Τό δεύτερο ἡ ἄκρα προσοχή. Τί εἶναι αὐτό;
Ἄκρα προσοχή εἶναι αὐτό πού δυστυχῶς δέν τό ἔχουμε ὑποψιαστεῖ, μᾶς εἶναι ἀνύποπτο· δέν μποροῦμε να φανταστούμε δηλαδή ότι πρέπει να προσέχουμε. Εἶναι ἡ διαρκής νήψη νοῦ καί καρδιᾶς. Νήψη θά πεῖ ἐγρήγορση καί καθαρότητα. Θα πρέπει νά ἔχουμε μία διαρκή περιπόληση τῆς φαντασίας μας. Κάτι πού ἦρθε στο μυαλό μας νά τό ἐλέγχουμε. Ὅπως, θα λέγαμε, ἕνα τελωνεῖο ἐρευνᾶ αὐτούς πού διέρχονται τά σύνορα ἔνθεν-κακεῖθεν, αὐτούς πού φεύγουν ἀπό τά σύνορα κι αὐτούς πού ἔρχονται ἀπό αὐτά· τούς ψάχνει ὅλους.
Ἔτσι λοιπόν θα πρέπει να περιπολούμε τη φαντασία μας· αὐτό πού μπήκε μέσα μας ως σκέψη τί ἀκριβῶς εἶναι; πῶς κινεῖται; τί αἰσθήματα μᾶς φέρνει; Ὅταν ανά πάσα στιγμή, μέ πολλή προσοχή, ερευνούμε το ἐσωτερικό μας, τότε δέν θά ἀφήσουμε περιθώρια να μᾶς ἐξαπατήσει ὁ διάβολος, γιατί θά ἔχουμε αὐτή τήν ἄκρα προσοχή.
Τρίτο· εἶναι ἡ ἀντίρρηση.
Τί εἶναι ἡ ἀντίρρηση; Είναι αυτό που λέει καί ἡ λέξη· ἔχω τήν ἀντίρρησή μου. Εἶναι ὅταν σταθεῖ ἕνας ἄνθρωπος μέ ὀργή, μέ θυμό, ἐναντίον αὐτοῦ πού πάει να τόν προσβάλει. Δηλαδή ἔρχεται ὁ διάβολος, ἢ ἡ διεφθαρμένη μου φύση, καί μοῦ λέει κάνε αὐτό, πήγαινε ἐκεῖ. Ἀφοῦ ἔδειξα ταπείνωση και προσοχή, θά πῶ ὄχι. Ἀκοῦστε: ὄχι! Μέ θυμό, μέ ὀργή. Ὄχι!
Πῶς, φαντάζεστε, ὁ Χριστός θά εἶπε στον διάβολο στήν ἔρημο ἐκεῖνο τό «ὕπαγε ὀπίσω μου, σατανά» (Ματθ. 4, 10) ; Θά τό εἶπε, ἔτσι, μαλακά-μαλακά καί ὡραῖα; ἢ θά τό εἶπε μέ νεῦρο ψυχῆς; Παιδιά, τό εἶπε μέ νεῦρο ψυχῆς. Τό νεύρο αὐτό τῆς ψυχῆς, δηλαδή τόν θυμό, ὁ Θεός τό ἔβαλε μέσα μας· ὄχι γιά νά ὀργιζόμαστε ἐναντίον τῶν ἄλλων, ἀλλά ἐναντίον τοῦ κακοῦ καί τοῦ Σατανᾶ. Γιά νὰ μποροῦμε νά λέμε με νεύρο αυτό τό ὄχι, χωρίς να ἀμφιταλαντευόμαστε καί νά λέμε νά τό κάνω αὐτό; νά μην το κάνω;... Θά λέμε όχι!
Κι ἀκόμη ἕνα, τελευταῖο, εἶναι ἡ προσευχή. Ἀφοῦ θα μετέλθουμε τα τρία πρώτα, τελευταῖο εἶναι ἡ προσευχή.
Λέει πάλι ὁ ἅγιος Ἡσύχιος: «ἵνα κραυγάσῃ ὁ πιστὸς πρὸς Χριστὸν στεναγμῷ ἀλαλήτω» (Πρὸς Θεόδουλον, Λόγος περὶ νήψεως καὶ ἀρετῆς, κ', Φιλοκαλία, Α΄, ἐκδ. Παναγ. Αθ. Τζελάτη, Εν Αθήναις 1893, σ. 84). Δηλαδή, να φωνάξει ὁ πιστός Χριστέ μου!... μ' ἕναν στεναγμό πού δέν βγαίνει ἀπό τά χείλη. Κάποτε βγαίνει από τα χείλη, ὅταν κανείς εἶναι μόνος του· κάποτε ὅμως, ὅταν εἶναι στο λεωφορείο, στον δρόμο, βγαίνει μια σιωπηλή κραυγή, μιά ἱκεσία, κραυγάζουσα ἱκεσία: Κύριε, σῶσε με! Κύριε, βοήθησέ με!... Πόσο ὡραῖο εἶναι νά πεῖ κανείς ἁπλᾶ-ἁπλᾶ ἐκεῖνο τό Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με! (Πρβλ. Ρωμ. 8,26, Α' Θεσ. 5, 17, άγ. Γρηγορίου Θεολόγου, Κατὰ Ευνομιανῶν προδιάλεξις, PG 36, 166C, ἁγ. Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, Ἱερὰ Παράλληλα, PG 95, 1357, καί PG 96, 228: «Μνημονευτέον Θεοῦ μᾶλλον ἢ ἀναπνευστέον», ἱεροῦ Χρυσοστόμου, Ἐπιστολὴ πρὸς μοναχούς, 28-31: «Αδελφοί, βοᾶτε ἀπὸ πρωί ἕως ἐσπέρας, εἰ δυνατόν, καὶ ὅλην τὴν νύκτα, τό Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με· καὶ βιάσασθε τὸν νοῦν ὑμῶν εἰς τὸ ἔργον τοῦτο ἕως θανάτου», καί ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Σιναΐτου, Κλίμαξ, Λόγος Κ΄, ΣΤ΄: «Ἰησοῦ ὀνόματι μάστιζε πολεμίους· οὐ γάρ ἐστιν ἐν τῷ οὐρανῷ καὶ ἐπὶ γῆς ἰσχυρότερον ὅπλον»)
Μάλιστα ὁ ἴδιος πατέρας λέει: «Κρεῖττον βοήθημα, πάρεξ Ἰησοῦ, οὐχ εὑρήσεις ἐν ὅλῃ τῇ ζωῇ σου.» (Πρὸς Θεόδουλον, Λόγος περὶ νήψεως καὶ ἀρετῆς, λθ', Φιλοκαλία, Α΄, ἐκδ. Παναγ. Αθ. Τζελάτη, Εν Αθήναις 1893, σ. 86). Καλύτερο βοήθημα, ἐκτός ἀπό τόν Ἰησοῦ Χριστό, στή ζωή σου ολόκληρη δέν θά βρεῖς. Ὅταν λοιπόν κανείς πεῖ Χριστέ μου!... ἤ Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με, ἐλέησον ἡμᾶς!... γρήγορα θά δεῖ πράγματι τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ. (Πρβλ. Πράξ. 2, 19-21)
Αὐτά εἴχαμε νά ποῦμε, παιδιά, γιά τήν ἀπάτη πού χρησιμοποίησε ὁ διάβολος γιά νά ἐξαπατήσει τήν Εὔα.
Ξέρετε ὅτι ὁ Ἀδάμ δέν ἐξαπατήθηκε ἡ Εὔα ἐξαπατήθηκε. Αὐτό τό χρησιμοποιεῖ ὁ ἀπόστολος Παῦλος καί λέει: Ἡ γυναίκα νά μήν ἔχει λόγο διδασκαλίας στη δημόσια λατρεία, ἀλλά ὁ ἄνδρας· διότι δέν ἐξαπατήθηκε ὁ Ἀδάμ, ἀλλά ἡ Εὔα. (Α΄ Τιμ. 2, 11-15) Το λέει αὐτό ὁ ἀπόστολος Παῦλος πιά στην Καινή Διαθήκη.
Μή σᾶς πειράζουν αὐτά. Καί ἄν σᾶς πειράζουν, φταίει ὁ φεμινισμός, αὐτό τό αρνητικό πράγμα, πού ἔχει ἀναπτυχθεῖ μέσα μας καί γύρω μας, καί δέν μποροῦμε νά καταλάβουμε σωστά πια τον λόγο τοῦ Θεοῦ.
Σᾶς εἶπα γιά τή γυναίκα, παιδιά, και μπορεῖ νά προσβληθήκατε. Ὅμως ἔχετε γιά λογαριασμό σας ένα μεγάλο προνόμιο· εἶναι ἡ Θεοτόκος, ἡ ὁποία ἀνήκει στο γυναικεῖο φύλο. Η Θεοτόκος στάθηκε το μέγα και μοναδικό αντίρροπο τῆς Εὔας· οὔτε ἀπατήθηκε ἀπό τήν ἁμαρτία, οὔτε ἀπό τόν κόσμο, οὔτε ἀπό τόν διάβολο. Μία γυναίκα πάλι, ἡ νέα Εὔα, ἡ Θεοτόκος, είναι αὐτή πού μᾶς ἔσωσε.
Θά δοῦμε ἀργότερα ὅτι τό ὄνομα τῆς Εὔας, πού δόθηκε ἀπό τόν Ἀδάμ, ἦταν Ζωή. Καί πράγματι, ή Θεστόκος εἶναι ἡ ζωή τῶν ἀνθρώπων, γιατί εἶναι ἡ πηγή τῆς ζωῆς, γιατί μᾶς ἔδωσε τήν ἀληθινή ζωή, πού εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός. (Βλ. Ἰωάν. 1, 4. Α΄ Ἰωάν. 1, 2. 5, 11. 5, 20. Αποκ. 1, 18. κ.ά)
Ὅταν λοιπόν ἔχουμε ὡς αἰώνιο υπόδειγμά μας τήν ὑπεραγία Θεοτόκο, τότε θα πρέπει να προσέχουμε πάρα πολύ, ὥστε ποτέ νά μή μᾶς ἐξαπατήσει οὔτε ὁ κόσμος, οὔτε οἱ αἰσθήσεις μας, οὔτε ὁ διάβολος. Θά πρέπει να μένουμε πάντοτε ἄγρυπνοι, ἔχοντας αὐτά τά τέσσερα πού λέει ὁ ὅσιος Ἡσύχιος, μέ τήν ταπείνωση, τήν προσοχή, τήν ἀντίρρηση καί τήν προσευχή, γιά νά μπορέσουμε να φθάσουμε σ' ἐκεῖνο πού δέν ἔφθασε ὁ Αδάμ στη Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Τώρα ὁ δρόμος μᾶς ἀνοίχθηκε πάλι γιά νά φθάσουμε ἐκεῖ. Καί πρέπει, μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ, γιατί εἶναι τό ἅγιο θέλημά Του, νά φθάσουμε στη Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Κυριακή, 10 Φεβρουαρίου 1985
65η ομιλία στην κατηγορία « Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία ».
►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
" Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία " εδώ ⬇️
https://arnion.gr/index.php/palaia-diauhkh/xristianikh-kosmologia-anurvpologia
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40pgmRsIiRCioth8a5E4bM7r
Απομαγνητοφώνηση :
Ιερά μονή Κομνηνείου.
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1
🔸Λίστα ομιλιών της σειράς «Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία.».🔻
https://drive.google.com/file/d/1PKTpnYb1nptUbWKH5jo6DJwk7IVel9BA/view?usp=drivesdk
🔸📜 Απομαγνητοφωνημενες ομιλίες της σειράς «Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία.».🔻
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/search/label/%F0%9F%94%B9%CE%A7%CF%81%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B9%CE%B1%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%AE%20%CE%9A%CE%BF%CF%83%CE%BC%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1%20~%20%CE%91%CE%BD%CE%B8%CF%81%CF%89%CF%80%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1.?m=1
🔸Επεξηγηματικό βίντεο Ασπάλαθου.
https://youtu.be/8tNfAHRkTCk
__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0
📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1
📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️ https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0
__⬇️ Facebook ⬇️__
https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share
Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου. https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk
†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.