28 Νοεμβρίου 2021

Ἡ συζυγία καί ἡ μητρότης κάνουν τή γυναῖκα σωστή προσωπικότητα... Περί κηδείας καί ἀκηδείας...

†.Ἐπειδή ἐπιθυμοῦσε πολύ νά μείνη πιστός εἰς τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, παρ’ ὅτι εὑρίσκετο κάτω ἀπό δυσμενέστατες συνθῆκες, ὅπως ἦταν ἡ αἰχμαλωσία εἰς τήν Νινευή, ὅμως ὁ Θεός τόν ἐβράβευσε  καί προσελήφθη εἰς τό παλάτι τοῦ Βασιλέως ὡς οἰκονόμος. Καί μέ τόν τρόπον αὐτόν εἶχε τήν δυνατότητα νά τρώγη ἐκεῖνο τό ὁποῖο ὅριζε ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ. Ἀκόμη εἰς τό παλάτι εἶχε τή δυνατότητα νά ἀποκτήση καί περιουσία.

    Καί σημειώνει ἐδῶ ὁ ἱερός συγγραφεύς, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Τωβίτ, διότι κατ’ ἐντολή τοῦ Ἀρχαγγέλου Ραφαήλ ἔγραψαν αὐτό τό βιβλίον τό ὁμώνυμον μαζί μέ τόν Τωβία τόν γυιό του πολύ κατοπινά, ὕστερα ἀπό ὅλες ἐκεῖνες τίς περιπέτειες τίς ὁποῖες εἶχαν περάσει, εἶχε κάνει μία ἀξιόλογο περιουσία δέκα ἀργυρῶν ταλάντων.

     Νά φανταστῆτε τό ἕνα ἀργυροῦν τάλαντον ἦταν κάπου τριάντα ὀκάδες ἀσήμι! Τό ἕνα! Ἄρα ἦταν κάπου τριακόσια κιλά ἀσήμι! Δηλαδή ἡ ἀξία ἑνός ταλάντου ἀργυροῦ, ἡ πραγματική ἀξία, εἶναι ὀκτώμιση χιλιάδες χρυσά φράγκα Γαλλικά· ὄχι σημερινά, προπολεμικά, χρυσά, ὅπως λέμε χρυσῆ δραχμή. Ἅμα διαβάσετε κάπου καί θέλετε νά κάνετε σύγκρισι παλαιῶν νομισμάτων, καί δῆτε ὅτι αὐτό ἀντιστοιχεῖ μέ μία χρυσῆ δραχμή, Ἑλληνική, εἶναι τότε πού ἡ λίρα τῆς Ἀγγλίας εἶχε εἴκοσι πέντε δραχμές! στίς ἀρχές τοῦ αἰῶνος μας, εἴκοσι πέντε δραχμές· ἦτο ἡ λεγομένη χρυσῆ δραχμή!

    Ἔτσι ὅλη ἡ περιουσία τοῦ Τωβίτ ἦταν 85.000 χρυσά φράγκα. Σᾶς ξαναλέγω, καθόλου εὐκαταφρόνητη περιουσία· σημαντική! Τήν ὁποίαν διά λόγους ἴσως ἀσφαλείας εἶχε καταθέσει σέ ἕναν συγγενῆ του εἰς τούς Ράγους τῆς Μηδίας.

    Ἡ Νινευή ἀπεῖχε πολύ μακριά ἀπό τούς Ράγους τῆς Μηδίας, ἡ ὁποία ἦτο νοτιοανατολικά περίπου τῆς Κασπίας Θαλάσσης. Ἀντιλαμβάνεστε ὅτι ἡ θέσις τοῦ Τωβίτ ἦτο ἀξιόλογος μεταξύ τῶν αἰχμαλώτων καί πολύ εὐνοϊκή.

   Ὅμως τά πράγματα δέν συνέχισαν νά εἶναι ἔτσι. Ὁ Θεός ἐπιτρέπει πολλές φορές περιόδους μέσα σέ μία οἰκογένεια καί εὐτυχίας καί δυστυχίας, ἀκριβῶς γιά νά φανῆ ἡ μεγάλη ἀξία πίστεως αὐτῆς τῆς οἰκογενείας. Μέ ἄλλα λόγια μπαίνει μέσα στό χωνευτήρι τῆς δοκιμασίας  γιά νά δείξη τήν ἀρετή της.

    Ἔτσι ὁ Τωβίτ παρ’ ὅτι εἶχε τόσο καλή θέσι, παρ’ ὅτι εἶχε τή δυνατότητα νά κάνη περιουσία, δέν ἐξέθεσε τόν νόμο τοῦ Θεοῦ. Δέν εἶχε δηλαδή ἐκεῖνο πού ἔχουν δυστυχῶς πολλές οἰκογένειες, πού ὅταν πιαστοῦν οἰκονομικά, ξεχνᾶνε τό Θεό. Ὅταν ἀρχίσουν νά ἔχουν τήν τηλεόρασί τους, τά ἔπιπλά τους, τό αὐτοκίνητό τους, τό δικό τους τό σπίτι, διαμέρισμα καί λοιπά, τότε πλέον ἀρχίζουν νά μήν ἔχουν καί πολύ ἀγαθές σχέσεις μέ τήν Ἐκκλησία, μέ τόν Χριστόν, μέ τό Εὐαγγέλιο καί μέ τήν πνευματική ζωή. Ἀρχίζουνε τά κοσμικά ἀνοίγματα.

    Αὐτό ὅμως δέν συνέβη καί εἰς τόν Τωβίτ, παρ’ ὅτι ἦτο καί σέ πλεονεκτική θέσι ἔναντι τῶν συμπατριωτῶν του, ἀλλά καί κάτω ἀπό δυσμενεῖς συνθῆκες ἐθνικές. Ἄν θυμηθοῦμε -ἐσεῖς δέν τό ξέρετε, οἱ μεγάλοι τό ξέρουν αὐτό- μιά ὄχι πάρα πολύ μακρινή ἐποχή, ὅταν περάσαμε ἐθνικές συμφορές -εἴχαμε ἰταλική κατοχή, γερμανική κατοχή καί λοιπά- τότε μερικοί ἄνθρωποι ἐφρόντιζαν...   -Πείνα φοβερή, πέθαιναν οἱ ἄνθρωποι στούς δρόμους, στήν ἐπαρχία δέν πέθαιναν οἱ ἄνθρωποι στούς δρόμους γιατί λίγο πολύ κάτι εἴχανε νά φᾶνε. Στίς πόλεις ὅμως καί κυρίως στήν Ἀθήνα, στό λεκανοπέδιο τῆς Ἀττικῆς οἱ ἄνθρωποι ὑπέφεραν φοβερά, πέθαιναν, πέθαιναν εἰς τούς δρόμους. Τό κάρο τοῦ Δήμου, ὄχι αὐτοκίνητο τοῦ δήμου, γιατί δέν ὑπῆρχε αὐτοκίνητο οὔτε βενζίνη γιά νά κινηθῆ τό αὐτοκίνητο, τό κάρο τοῦ Δήμου ἐπερνοῦσε κάθε πρωί ἀπό τούς δρόμους τῆς Ἀθήνας νά μαζέψη τούς πεθαμένους καί τούς ἔθαπταν σέ ὁμαδικούς τάφους ἀνά πενήντα καί ἀνά  ἑκατό.-  ...τήν ἐποχή ἐκείνη ὑπῆρχαν ἄνθρωποι, πού βρῆκαν τήν εὐκαιρία νά γίνουν πλούσιοι! Εἶναι αὐτός ὁ φοβερός μαυραγοριτισμός! Θά τό ἔχετε ἀκούσει ἴσως ἀπό τούς γονεῖς σας. Μαυραγορίτης δηλαδή ἐκεῖνος πού στά χέρια του κρατᾶ τόν ἔλεγχο τῶν τιμῶν τῶν τροφῶν. Ἀνεβάζει ὅσο θέλει. Κρύβει τά τρόφιμα καί τά πουλάει ὅσο κρίνει, ὅσο θέλει, ὅσο γιά νά χορτάση ἡ ψυχή του χρυσάφι!

    Καί ἔτσι μέ τόν τρόπον αὐτόν, ἐνῶ πέθαιναν ἄνθρωποι, αὐτοί ἔκαναν λίρες, ἔκαναν χρήματα, ἔκαναν περιουσία, τήν ὁποία περιουσία παρουσίασαν ὅταν τά πράγματα ἀποκαταστάθηκαν καί αὐτοί ἐμφανίστηκαν ξαφνικά πλούσιοι! Εἶναι φοβερό πρᾶγμα, παιδιά, ὁ μαυραγοριτισμός! Εἶναι πολύ μεγάλη ἁμαρτία! Εἶναι τό ἀντίθετό τῆς ἀγάπης· εἶναι τό κλείσιμο τῶν σπλάχνων τῆς ψυχῆς πρός τόν ἀδελφόν, πρός τόν συνάνθρωπο καί ἀγάπη πρός τό ἄψυχο χρῆμα. Φοβερό πρᾶγμα! Αὐτό ὁ Τωβίτ δέν τό ἔκανε.

   Ὁ Τωβίτ, ἐνθυμεῖστε πού λέγαμε τήν περασμένη φορά, ἐπήγαινε νά βρῆ ποιός ὑπάρχει φτωχός νά τοῦ δώση χρήματα. Ἔκανε περιουσία, ἀλλά τήν περιουσία ὅμως δέν τήν ἔκανε ἀφήνοντας τούς ἀνθρώπους νά πεθαίνουν ἀπό τήν πείνα, ὅπως θά δοῦμε στό σημερινό μας θέμα, ἕνα περιστατικό τό ὁποῖο θά γίνη καί ἀφορμή τῆς πολλῆς του δυστυχίας.

   Ἐνῶ ἦταν ὅλα καλά, ὅλα πήγαιναν θαυμάσια, ὁ Βασιλεύς τῆς Νινευή τῶν Ἀσσυρίων, ἐπειδή εἶχε ἡττηθεῖ σέ μία ἐκστρατεία του ἐναντίον τοῦ Ἰσραήλ, ὅταν γύρισε πίσω, ἐκείνους πού εἶχε αἰχμαλώτους ἤθελε μέ κάθε τρόπο νά τούς ἐκδικηθῆ. Καί πολλάκις ἔδινε ἐντολή, διαταγή, νά τούς σκοτώνουν χωρίς λόγο καί νά τούς πετοῦν σάν τά ψόφια σκυλιά μέ τήν ρητή διαταγή νά μή τούς θάπτουν. Ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος θά ἔθαπτε τούς νεκρούς Ἑβραίους, θά ἐτιμωρεῖτο διά θανάτου.

    Ἀλλά εἶναι γνωστό ὅτι ὁ ἄταφος νεκρός εἶναι ὕβρις. Ἐνῶ ἀντιθέτως ἡ τιμή πρός τόν νεκρόν, εἶναι τιμή πρός τόν ἄνθρωπον, πρός τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό λέγεται ὅτι μία καλή νοικοκυρά δέν φαίνεται ἀπό τό σαλόνι της, ἀλλά φαίνεται ἀπό τήν κουζίνα καί ἀπό τό ἀποχωρητήριο. Ἔτσι ἕνα καλό χωριό ἤ μία καλή πόλη, ἡ ὁποία ἔχει ἐντίμους ἀνθρώπους πού εὐλαβοῦνται τούς προγόνους, εὐλαβοῦνται τόν τόπο, τήν ἱστορία, εὐλαβοῦνται τά πάντα, τήν παράδοσι, κρίνεται ἀπό τό σέ ποιά κατάστασι βρίσκεται στό νεκροταφεῖο! 

  Πᾶτε πολλές φορές σέ χωνευτήρια ἤ σέ ὀστεοφυλάκια καί βλέπετε θέαμα οἰκτρόν! Οἰκτρόν! Πεταμένα τά κόκαλα κατά ἕνα τρόπο ἀπαίσιον καί φοβερόν! Καί αὐτό λέγεται ἀγάπη πρός τούς προγόνους!…

  Εἶναι τιμή, λοιπόν, ἡ φροντίδα γιά τούς νεκρούς! Εἶναι γνωστό δέ ὅτι τό ρῆμα «κηδεύω» -«κηδεία», «κηδεμών», «κήδομαι»- θά πῆ λυποῦμαι, φροντίζω, περιποιοῦμαι. Γι’ αὐτό ὁ κηδεμών εἶναι αὐτός πού φροντίζει. Λέμε «φέρε τόν κηδεμόνα σου στό σχολεῖο γιατί πρέπει νά κάνης ἕνα παράπονο ἤ νά πῆ κάτι». Εἶναι ἐκεῖνος πού σέ φροντίζει. Κηδεία, λοιπόν, θά πῆ φροντίδα. Κήδομαι θά πῆ λυποῦμαι, φροντίζω. «Ἀκηδία», δηλαδή τό ἀντίστροφο, μέ τό στερητικό (α) θά πῆ ἀνεμελιά, ἀφροντισιά.

   Ὥστε ἡ κηδεία εἶναι τιμή πρός τόν συνάνθρωπο καί πρός τόν Θεόν, πού ὡς ἀνθρωπος ἀποτελεῖ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό βάζομε καί κεριά, παιδιά, στίς κηδεῖες. Γι’ αὐτό βάζομε κεριά καί μία εἰκόνα. Κανονικά πρέπει νά βάλωμε τήν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ. Κανονικά τήν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ καί κεριά, πρός τιμήν τῆς εἰκόνος τοῦ Θεοῦ ἐν τῷ ἀνθρώπῳ. Θά ξέρετε ἀκόμη ὅτι αὐτό εἶναι  πανανθρώπινο, δηλαδή δέν χρειάζεται νά εἶναι κανείς Χριστιανός. Εἶναι πανανθρώπινη συνήθεια.

  Οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες πολύ τιμοῦσαν τούς νεκρούς. Οἱ ἀρχαῖοι Ἀθηναῖοι εἶχαν τόν περίφημον Κεραμικόν, ἦταν πραγματικά ἕνα μουσεῖο, ἕνα ἄλσος μέ γλυπτά θαυμάσια πού ἐκεῖ ἔβαζαν τούς νεκρούς των μέ πολλή τιμή. Καί εἶναι ἀκόμη γνωστή ἐκείνη ἡ δίκη τῶν Ἀθηναίων, ἡ δίκη τῶν δέκα στρατηγῶν, πού δέν εἶχαν μαζέψει τούς νεκρούς ἀπό τήν ναυμαχίαν. Ὅλα αὐτά δείχνουν τήν εὐλάβεια πρός τούς νεκρούς.

   Ὁ Τωβίτ ἐπήγαινε κρυφά. Ἐνθυμεῖσθε τήν Ἀντιγόνη μέ τήν Ἰσμήνη, τόν Ἐτεοκλῆ καί τόν Πολυνείκη, πού τά δυό ἀδέλφια σκοτώθηκαν καί εἶχε δώσει ὁ θεῖος τους ὁ Κρέων -στήν «Ἀντιγόνη» τοῦ Σοφοκλέους- ἐντολήν ὅτι ὅποιος θάψει τόν Πολυνείκη αὐτός θά ταφῆ ζωντανός. Ἡ Ἀντιγόνη ἐπῆγε καί ἔθαψε τόν ἀδελφό της καί εἶπε τί; «Εἶναι προτιμότερο νά πειθαρχοῦμε στούς νόμους τοῦ Θεοῦ παρά εἰς τούς νόμους τῶν ἀνθρώπων!».

    Παιδιά, αὐτό ἔκανε καί ὁ Τωβίτ, ὄχι πιά σάν εἰδωλολάτρης, ἀλλά σάν ὁ ἄνθρωπος πού πιστεύει στόν ἀληθινό Θεό. Ἐπήγαινε κρυφά νά θάψη τούς νεκρούς.

    Κάποιος τόν εἶδε καί πῆγε καί τό εἶπε στό Βασιλιά. Μόλις πρόλαβε ὁ Τωβίτ νά δραπετεύση ἀπό τήν Νινευή· αὐτός, ἡ γυναῖκα του καί ὁ γιός του. Ἀλλά ἔμεινε στή διάθεσι ὅμως τοῦ Βασιλέως ἡ περιουσία του. Ὄχι τά δέκα τάλαντα, τά ὁποῖα ἤδη εἶχε καταθέσει εἰς τούς Ράγους τῆς Μηδίας, ἴσως προνοῶντας ὅτι μποροῦσε κάποτε νά πάθη κάτι κακό. Ἲσως! Δέν μᾶς τό λέει τό ἱερόν κείμενον, τό ὑποθέτομε. Καί τό ὁποῖον ποσόν, θά ἰδῆτε, ἔχει κάποια σημασία, θά παίξη ἕνα ρόλο σπουδαῖο στήν μετέπειτα ἱστορία τοῦ Τωβίτ. Ὁπότε τοῦ ἅρπαξαν τό σπίτι, τοῦ ἅρπαξαν τήν περιουσία ὅλη, καί ὁ Τωβίτ ἔμεινε ἐπί ξύλου κρεμμάμενος. Δέν εἶχε τίποτε.

    Ἀλλά ὕστερα ἀπό πενήντα ἡμέρες, μετά ἀπό αὐτό τό περιστατικό, δυό γιοί τοῦ Βασιλέως τόν ἐφόνευσαν τόν πατέρα των καί διά νά μήν συλληφθοῦν, ἔφυγαν, ἐτράπησαν εἰς τό βουνό τό Ἀραράτ. Ἕνας τρίτος δέ υἱός τοῦ Βασιλέως βασίλευσε ἀντί τῶν δυό πού ἐφόνευσαν τόν πατέρα τους καί τότε τά πράγματα ἀποκαταστάθηκαν.

    Γύρισε πίσω ὁ Τωβίτ μέ τήν γυναῖκα του καί τό γιό του, ἀλλά δέν εἶχε πλέον περιουσία. Ἀρχίζει νά ἐργάζεται. Ὁ εὐλαβής ἄνθρωπος καί ὁ προκομμένος ἄνθρωπος, δέν ἔχει σημασία ἄν κάποτε ὁ Θεός ἐπιτρέπη νά χάνη τήν περιουσία του. Τήν ξαναποκτᾶ. Ὁ τεμπέλης καί χρήματα νά ἔχη καί περιουσία νά ἔχη, τά χάνει ὅλα. Ὁ προκομμένος τίποτε νά μήν ἔχη, ἀμέσως ἀρχίζει καί ἀποκτάει τό νοικοκυριό του. Δέν πρόκειται περί πλούτου. Δέν θά σᾶς συμβούλευα ποτέ νά γίνετε πλούσιοι ἄνθρωποι, γιατί ὁ πλοῦτος εἶναι ἕνας μεγάλος πειρασμός. Ἀλλά νά εἴσαστε νοικοκυρεμένοι ἄνθρωποι. 

   Λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «νά ἐργάζεσθε μέ τά χέρια σας καί νά περιπατῆτε πρός τούς ἔξω». Ποιοί εἶναι οἱ ἔξω; εἶναι οἱ εἰδωλολάτραι˙ «ἐσεῖς οἱ Χριστιανοί, πρός τούς ἔξω. Ἀξιοπρεπῶς, χωρίς νά ἔχετε τήν ἀνάγκη κανενός, ἀξιοπρεπῶς!» Εἶναι αὐτή ἡ Χριστιανική ἀξιοπρέπεια. Ὅταν συνιστᾶ αὐτό ὁ Ἀπόστολος Παῦλος δέν προτείνει τόν πλοῦτον, τόν ὁποῖον καταδικάζει, ἀλλά προτείνει αὐτό˙ καί μάλιστα λέγει νά ἔχετε τήν δυνατότητα νά δίδετε καί εἰς τούς πτωχούς. Κι ὅταν εἶχε συμπτύξει ἐκεῖνον τόν ἔρανο ὑπέρ τῶν πτωχῶν τῆς Παλαιστίνης, τούς εὔχεται πλούσιαν εὐλογίαν ἀπό τόν Θεόν καί πνευματικήν καί ὑλικήν.

   Ἔτσι θά λέγαμε ὅτι τό νά ’ναι κανείς ὁ νοικοκύρης ἄνθρωπος εἶναι μία εὐλογία, τήν ὁποία ἀποκτᾶ μέ τήν πίστι του στόν Θεό καί μέ τήν προκοπήν του. Προσέξτε ἡ τεμπελιά εἶναι ἁμάρτημα! Ἡ ὀκνηρία εἶναι ἁμάρτημα!

   Καλεῖ ἡ Παλαιά Διαθήκη τόν τεμπέλη ἄνθρωπο καί τόν φέρνει νά παραδειγματισθῆ ἀπό δυό ζωύφια. Ἀπό τή μέλισσα καί τό μυρμήγκι. Ἀπό δυό ἔντομα! Καί λέγει: «τεμπέλη ἄνθρωπε, ἔλα νά δῆς πῶς δουλεύει τό μυρμήγκι, κοίταξε νά δῆς τί κάνει ἡ μέλισσα!»

   Καί λέγει ὁ Πασκάλ ὁ φιλόσοφος καί μαθηματικός: «κατάντημα τοῦ ἀνθρώπου νά καλῆ ὁ Θεός τήν κορωνίδα τῶν δημιουργημάτων του νά πάρη μαθήματα ἀπό τά ἔντομα, τά ὁποῖα ζῶα ἔγιναν διά τόν ἄνθρωπον. Δέν ἔγινε ὁ ἄνθρωπος γιά τά ζῶα». Κι ὅμως καλεῖται ὁ ἄνθρωπος νά πάρη μάθημα ἀπό τά ζῶα. Αὐτό τό κατάντημα παθαίνει ὁ ἄνθρωπος, ὅταν παραβαίνη τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ.

   Προσοχή, λοιπόν, παιδιά, ἡ τεμπελιά εἶναι μεγάλο κακό! Κι ἄν τό θέλετε, θά εἴσαστε τεμπέλες -νά μέ συμπαθᾶτε γιά τόν ὡραῖο τίτλο- ἐάν σάν μαθήτριες μένετε μόνον στά μαθήματά σας! Δέν εἶναι ἀρκετή ἡ προκοπή σας νά εἴσαστε μόνον καλές μαθήτριες. Στό σπίτι σας πρέπει νά κάνετε ἐργασία. Μήν ξεχνᾶτε ὅτι μία κοπέλα, ὅ,τι καί νά σπουδάση, ὅ,τι καί νά  κάνη, ὅσο καί νά ἀνέβη ψηλά, δέν παύει ἀπό τοῦ νά εἶναι γυναῖκα καί συνεπῶς σύζυγος καί μητέρα· ἂρα, τό πρόσωπο ἐκεῖνο, τό ὁποῖο θά κρατήση τό σπιτικό της! Ὅ,τι νά σπουδάσετε, ὅ,τι νά φτιάξετε, ὅ,τι νά κάνετε, θά ἔλεγα ὅτι ὅλα θά ἦταν πάρεργα, πλήν ἑνός πού εἶναι τό κύριον ἔργο σας: ἡ συζυγία καί ἡ μητρότης. Αὐτό εἶναι ἐκεῖνο πού κάνει τήν γυναῖκα σωστή. Μήν τό ξεχνᾶμε αὐτό! Ἂλλο θέμα βεβαίως, ἄν ὑπάρχη ἡ περίπτωσις τῆς ἀφιερώσεως στόν Θεόν. Ἔχομε μία ξεχωριστή περίπτωσι.

   Ὅμως, ὅταν μία γυναῖκα θά περιφρονοῦσε καί τόν γάμον καί τήν μητρότητα, μπορεῖ νά παντρευτῆ ἀλλά νά περιφρονήση τήν μητρότητα, ὄχι ἁπλῶς νά μήν κάνη παιδιά, ἄλλο θέμα αὐτό, ἀλλά νά περιφρονήση τήν μητρότητα, αὐτή ἡ γυναῖκα δέν μπορεῖ ποτέ νά γίνη σωστή προσωπικότητα, σωστό πρόσωπο. Ποτέ!  Ξεκινῆστε ἀπό τώρα πού εἶστε μαθήτριες. Διαβάστε τά μαθήματά σας καί ἀμέσως ἐπιδοθεῖτε σέ ἐργασίες τοῦ σπιτιοῦ. Νά εἶστε προκομμένες κοπέλες· προκομμένες πάντοτε καί τό χέρι σας νά εἶναι χρυσό γιατί μπορεῖ νά ἔρθουν μέρες, πού θά πρέπη νά δουλέψετε καί ἔξω, ὄχι μέ τά γράμματα πάντοτε. Τά γράμματα δέν ἔχουνε πάντοτε πέραση, μήν τό ξεχνᾶτε αὐτό. Ὑπάρχουν ἐποχές, πού ἔχει πέραση τό χέρι σου, ἡ δουλειά, ἡ χειρωνακτική ἐργασία, ὅπως θά δοῦμε στή συνέχεια μέ τήν γυναῖκα τοῦ Τωβίτ.

   Ἔτσι λοιπόν, ὁ Τωβίτ ξανακάνει τό νοικοκυριό του «ὅτε δέ κατῆλθον εἰς τόν οἶκον μου καί ἀπεδόθη  μοι Ἄννα ἡ γυνή μου, καί ὁ Τωβίας ὁ υἱός μου,» διαβάζομε εἰς τό δεύτερον πλέον κεφάλαιον, «ἐν τῇ πεντηκοστή  ἑορτῇ, ἥ ἐστίν ἁγία ἑπτά  ἑβδομάδων, ἐγενήθη ἄριστον καλόν μοι, καί ἀνέπεσα τοῦ φαγεῖν.» (Τωβίτ 2,1) Ξαναρχίζει τό σπιτικό του ὁ Τωβίτ. Ἦταν ἡ ἑορτή τῆς Πεντηκοστῆς,  ἡ γνωστή πού εἶναι ἑπτά ἑβδομάδες μετά τό Πάσχα. Ὅτι «ἐγενήθη» -ἀπό τό γίγνομαι μέ ἕνα «ν»- «ἄριστον καλόν μοί» δηλαδή καλό τραπέζι, στό σπίτι μου εἶχα ἀπό ὅλα. Ἕνα καλό τραπέζι!

  Παιδιά, δέν εἶναι ἁμαρτία, βλέπετε ὅτι ἡ Ἁγία Γραφή ἤδη τό ἀναφέρει αὐτό. Δέν εἶναι ἁμαρτία τό τραπέζι μας σέ μεγάλες γιορτές να ’ναι καλοστρωμένο. Θά ὑπάρξουν μέρες πού τό τραπέζι μας θα ’ναι πολύ λιτό. Ὅπως θά ’ναι ἡ  Τετάρτη, ἡ  Παρασκευή καί οἱ Σαρακοστές. Καί οἱ ἄλλες οἱ μέρες, πού δέν εἶναι ἴσως νηστίσιμες νά ’ναι λιτό τό τραπέζι μας, δέν θά πᾶμε ποτέ νά ἀγοράσωμε ἀκριβά πράγματα. Δέν θά βάζωμε στό τραπέζι μας πράγματα πού προκαλοῦν τήν πτωχεία.

  Δέ θά βάλωμε φέρ’ εἰπεῖν χαβιάρι, πού ἔχει δέν ξέρω πόσο, οὔτε αὐγοτάραχο, οὔτε θά βάλωμε πράγματα, τά ὁποῖα εἶναι πάρα πολύ ἀκριβά, ἄλλο ἐάν εἶναι παραγωγή μας. Μπορεῖ ἔξω νά εἶναι ἀκριβό κάτι, ἀλλά ἐάν εἶναι παραγωγή σου; Λέμε τοῦ πουλιοῦ τό γάλα! Τό πουλί δέν ἔχει γάλα! Εἶναι ἔκφρασις νά δείξωμε τί μπορεῖ νά ἔχη. Ἐάν ἔχεις πουλιά, πού βγάζουν γάλα κι ἔχεις στό τραπέζι σου τώρα τοῦ πουλιοῦ τό γάλα, εἶσαι ἀξιέπαινος γιατί ἐσύ ἔχεις τά πουλιά καί βγάζεις τό γάλα ἀπό τά πουλιά! Εἶναι τό ἔργο τῶν χεριῶν σου, εἶναι θαυμάσιο αὐτό, εἶναι ἀξιέπαινο! Ἀλλά δέν θά σπαταλήσης χρήματα νά πᾶς νά ἀγοράσης ἀκριβά πράγματα.       

    Ἕνα ὅμως καλό τραπέζι, ὄχι σέ πλοῦτο ἀπό πλευρᾶς ἀκριβῶν πραγμάτων, ἀλλά στοιχειώδη πράγματα, τά ὁποῖα νά ’ναι καί χορταστικά καί ὄμορφα, κοινά, αὐτά τά ὁποῖα βρίσκομε στήν ἀγορά συνήθως, τό νά στολίσουν τό τραπέζι μας αὐτά σέ μεγάλες ἡμέρες κυρίως, δέν εἶναι ἐφάμαρτον. Διότι ἐπιτέλους, ἐπιτέλους ὁ Θεός μᾶς στρώνει τό τραπέζι. Καί ὁ Θεός τό ἔστρωσε καί εἰς τήν ἔρημον καί ἔφαγαν, λέει, ψάρι καί ψωμί ἐκεῖ οἱ ἄνθρωποι, καί ἐχορτάσθησαν, χόρτασαν.

   Κάθισε νά φάη ὁ ἄνθρωπος μέ τήν οἰκογένειά του. Εἶδε τό τραπέζι πλούσιο, καί ἡ ἡμέρα τό καλοῦσε. Ἀλλά ἐδῶ τώρα εἶναι ἡ μεγάλη ψυχή, πού ὅσο κι ἄν εἶναι πλούσιο τό τραπέζι, ὅταν τό μυαλό τρέχη καί κάπου ἀλλοῦ, τότε ἡ ἀρετή μένει ἀρετή.

   Καί λέγει: «καί ἐθεασάμην ὄψα» τί εἶναι τά «ὄψα»; Τά φαγητά τά πολλά, πολλά φαγιά στό τραπέζι, πλούσιο τραπέζι. Γι’ αὐτό κάνομε ἐξάλλου καί προσευχή, παιδιά, γιά να ’ναι πλούσιο τό τραπέζι μας. Ὂχι μέ τήν ἔννοια,  ξαναλέγω, πολυτελές ἀλλά χορταστικόν. Καί στό τέλος λέμε «νά εὐλογήση ὁ Θεός τά περισσεύματα καί νά μή λείψη ποτέ τό ψωμί καί τό φαΐ ἀπό τό τραπέζι». Λέγει ὁ ἱερός Χρυσόστομος μάλιστα, «τραπέζι πού ἀρχίζει καί τελειώνει μέ προσευχή, δέν μένει ποτέ ἀδειανό»· κι ἔτσι πρέπει νά εἶναι.

   Εἶδε ὅμως πολλά φαγιά στό τραπέζι. Καί ὁ πνευματικός ἄνθρωπος πάντα θυμᾶται καί τούς ἄλλους.  Ἐδῶ εἶναι ἡ ἀρετή, ἐδῶ εἶναι ἡ ἀρετή! Ἐδῶ! Μπορεῖ νά εἶσαι ὁ πιό πλούσιος ἄνθρωπος τοῦ κόσμου, ἄν θυμᾶσαι τούς ἄλλους ἀνθρώπους, εἶσαι κοινωνικός παράγων.

   «Καί εἶπα τῷ υἱῷ μου» εἶπα στό παιδί μου, στό γιό μου «βάδισον καί ἄγαγε ὅν ἄν εὕρῃς τῶν ἀδελφῶν ἡμῶν ἐνδεῆ, ὅς μέμνηται τοῦ Κυρίου, καί ἰδού μένω σε» (Τωβίτ 2,2) Κάθε λέξι καί θησαυρός. Λέγει, «τρέξε παιδί μου, πήγαινε στήν ἀγορά, πήγαινε ἔξω στήν πόλι. Φέρε ὅποιον βρεῖς ἀπό τούς ἀδελφούς μας τούς πτωχούς, τούς συμπατριῶτες μας, νά γιορτάσουν καί αὐτοί μαζί μας τήν Πεντηκοστή, ἕνας, δυό, τρεῖς, τέσσερεις, πέντε, ἔ… ὅσους βρεῖς φτωχούς, φέρ’ τους ἐδῶ. Τό τραπέζι  ἔχει πολλά!».

   Ὑπάρχει μία ὡραία συνήθεια, ἐγώ τουλάχιστον στό σπίτι μας τήν ἔβλεπα. Πιστεύω εἶναι πανελλήνια αὐτή ἡ συνήθεια, δυστυχῶς ὅμως ἀπομεινάρι, προσέξτε, ἀπομεινάρι. Ὅταν κόβωμε τήν πίτα τήν ἁγιοβασιλιάτικη, λέμε: «τό πρῶτο κομμάτι εἶναι τοῦ Χριστοῦ, τό δεύτερο κομμάτι λέμε εἶναι τοῦ σπιτιοῦ». Τό τρίτο κομμάτι, ποιανοῦ νά ’ναι ἄραγε; Τοῦ νοικοκύρη; Τοῦ φτωχοῦ; Προσέξτε! «ὄχι τοῦ νοικοκύρη· τοῦ φτωχοῦ!» Εἶναι αὐτό πού λέει ἐδῶ πέρα. Βλέπετε ὁρισμένες συνήθειες ἕλκουν τήν καταγωγή τους ἀπό τήν Ἁγία Γραφή. Λέγει: «θά σέ περιμένω. Πήγαινε νά βρῆς πρῶτα τούς φτωχούς».

  Τί ὡραῖο πρᾶγμα! μέ τήν διαφορά μόνο πού βάζομε τήν μερίδα τοῦ φτωχοῦ στήν ἄκρη και μετά τήν τρῶμε ἐμεῖς πάλι, καί τοῦ Χριστοῦ καί τοῦ σπιτιοῦ καί τοῦ φτωχοῦ! Ἀπομεινάρι, ἀλλά αὐτό τό ἀπομεινάρι δέν πρέπει κάτι νά μᾶς θυμίση; Δέν πρέπει, παιδιά, νά ποῦμε ὅτι θά ἔπρεπε σήμερα στό τραπέζι μας νά ἔχωμε κάποιον ἄνθρωπο; Καί προσέξτε, μή νομίσετε ὅτι σήμερα οἱ ἄνθρωποι εἶναι μόνο φτωχοί ἀπό πλευρᾶς ὑλικῶν ἀγαθῶν. Οἱ ἄνθρωποι εἶναι σήμερα φτωχοί καί ἀπό μίαν ἄλλη πλευρά: καί ἀπό συντροφιά. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού ἔχουν νά φᾶνε, ἔχουν ἀλλά εἶναι μόνοι τους. Εἶναι μόνοι τους! Καί μπορεῖ τήν ἡμέρα ἐκείνη τή μεγάλη, τή γιορτή, τά Χριστούγεννα, τό Πάσχα, νά τρώγη καί νά τρέχουνε δάκρυα ἀπό τά μάτια, γιατί εἶναι μόνος ὁ ἄνθρωπος αὐτός, εἴτε ἄνδρας, εἴτε γυναῖκα, καί νά τρέχουν δάκρυα ἀπό τά μάτια καί κόμπος νά στέκεται στό λαιμό καί νά μή κατεβαίνη τό φαΐ κάτω, διότι ὁ ἄνθρωπος θέλει τή συντροφιά τοῦ ἄλλου ἀνθρώπου.

    Ἀγαπητά παιδιά, ἔχω ἀκούσει πάρα πολλές ἱστορίες καί ἔχω διαβάσει, πού πολλές φορές σεῖς καλεῖτε ἄλλα παιδιά, συμμαθήτριές σας φερ’ εἰπεῖν, ἤ φτωχά μικρά παιδιά τῆς γειτονιᾶς ἤ συγγενεῖς σας ἀκόμη, πού δέν ἔχουνε νά φᾶνε, πού εἶναι φτωχοί ἤ εἶναι μόνα τους τά παιδιά ἤ εἶναι ὀρφανά.

    Ἔτσι στό τραπέζι μας νά παίρνωμε πάντοτε ἀνθρώπους καί νά μήν μένη ὁ τύπος, ἀλλά ὁ τύπος νά ὑπενθυμίζη τήν οὐσία. Νά ἐνθυμούμεθα καί τόν πτωχόν. Καί μήν πῆτε: «θά τοῦ πᾶμε τοῦ πτωχοῦ στό σπίτι του ἕνα πιάτο φαΐ, θά τό φάη πάλι ἐκεῖ μόνος! Ἔχει ἀξία καί σημασία νά βρεθῆ στό τραπέζι μας. Ὁ Χριστός θυμόσαστε τί εἶπε; «Ὅταν καλῆς», εἶπε εἰς τόν Σίμωνα τόν πλούσιον, πού τόν κάλεσε, τόν Σίμωνα τόν Φαρισαῖον, «ὅταν καλῆς, νά μήν καλῆς πλουσίους ἤ συγγενεῖς, πού θά σοῦ ἀνταποδώσουν τά ἴσα, ἀλλά νά καλῆς πτωχούς, πού δέν μποροῦν νά σ’ ἀνταποδώσουν».

   Παρατηρῶ δέ τό ἑξῆς εἰς τούς ἀνθρώπους πού κάνουν τραπέζια γιά νά ἀπολαύσουν καί αὐτοί τά ἴσια. Ἀρχίζουν οἱ παρεξηγήσεις, οἱ παρατηρήσεις καί οἱ δυσαρέσκειες. «Δέ μέ κάλεσε. Δέν τούς καλῶ». «Δέν μᾶς κάλεσαν, δέν τούς καλοῦμε». Ἤ «μᾶς κάλεσαν, ἀλλά δέν μᾶς εἶχαν τραπέζι, ὅσο ἐμεῖς τούς εἴχαμε τραπέζι σπουδαῖο» ἤ «δέν μᾶς ἔφεραν δῶρο», ἤ  «μᾶς ἔφεραν φτωχό δῶρο, πού ἦτο κατώτερό της θέσεώς μας».

    Αὐτά, παιδιά, συμβαίνουν στούς κοσμικούς ἀνθρώπους πού ἀνταλλάσσουν τραπέζια καί ὑπάρχει αὐτή ἡ πικρία καί ἡ ἐπιδειξιομανία, πού πληρώνεται τόσο ἀκριβά. Κάλεσε τόν φτωχόν ἄνθρωπο, θά σοῦ πῆ χίλια «εὐχαριστῶ», ὅταν τόν πάρης στό τραπέζι σου μέ πολλή ἀγάπη, μέ πολλή ἀδελφοσύνη.

   Τί λέγει ἐδῶ; «Ὅποιον βρεῖς ἀπό τούς ἀδελφούς μας». Εἴδατε; Πῶς ἀποκαλεῖ τούς συμπατριώτας; Ἀδελφούς! «Ἐνδεῆ» πτωχόν. Προσέξτε καί ἀκόμη ἕνα χαρακτηριστικό: «ὅς μέμνηται τοῦ Κυρίου», πού θυμᾶται τόν Κύριον, δηλαδή εὐσεβῆ. Εὐσεβής ἄνθρωπος!

    Θά μοῦ πῆτε δέν μποροῦμε νά πάρωμε ἕναν ἀσεβῆ ἄνθρωπο στό τραπέζι μας; Ἡ Καινή Διαθήκη δέν κάνει διάκρισι. Λέγει ὅτι πρέπει νά εὐεργετοῦμε καί τόν ἕναν καί τόν ἄλλον, ὅποιος καί νά εἶναι. Λέει ὅμως πάλι ἡ Καινή Διαθήκη ὅτι πρέπει νά προνοοῦμε ἰδιαιτέρως διά τούς οἰκείους τῆς πίστεως. Λέγει: «εἰ δέ τίς τῶν ἰδίων καί μάλιστα τῶν οἰκείων». Οἰκείων, ἐννοεῖ τῆς πίστεως «οὐ προνοεῖ τήν πίστιν ἤρνηται καί ἔστιν ἀπίστου χείρων»(Α΄ Τιμ. ε΄,8).  Ἔχει κατά βάσιν ἀρνηθεῖ τήν πίστιν. Βλέπετε ὁ ἄνθρωπος πού ἀφήνει τόν ἄλλον, τόν συνάνθρωπον, τόν συνάνθρωπό του, τόν Χριστιανό, τόν εὐσεβῆ; εἶναι σάν νά ἔχη ἀρνηθεῖ τήν πίστι καί εἶναι χειρότερος ἀπό τούς ἀπίστους, διότι δέν ζεῖ ἀκόμη ἐκεῖνο τό ὁποῖο θά τοῦ ὑπηγόρευε αὐτή ἡ φύσις, αὐτό τό συναίσθημα καί ὄχι αὐτό τό Εὐαγγέλιο.

   Ὅμως δέ θά πάρωμε -φυσικά ὑπάρχει ἡ ἀρετή τῆς διακρίσεως- δέν θά πάρωμε στό τραπέζι μας ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι μποροῦν νά μᾶς ἐπιφέρουν ζημίες. Δέν θά πάρωμε κάποιον ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος μπορεῖ νά μᾶς κάνη ἠθική ζημία στό σπίτι μας -θέλει προσοχή, θέλει διάκρισι, μά πάρα πολλή διάκρισι, σ’αὐτό τό σημεῖο νά προσέξτε πάρα πολύ, μά πάρα πολύ!- ἕναν ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος δέν ξέρετε ποιός εἶναι καί σᾶς χτυπᾶ τήν πόρτα γιά νά μείνη τό βράδυ στό σπίτι σας. Ξέρετε τί ἄνθρωπος εἶναι αὐτός; Κι ἄν σᾶς κάνη κακό;

   Δέν θά τόν ἀφήσετε νά μείνη στό δρόμο. Δώσατέ του ὅμως χρήματα  νά πάη νά μείνη σέ ἕνα ξενοδοχεῖο, διότι δέν τόν ξέρετε καί διότι τό σπίτι σας δέν ἔχει ἕναν ξενῶνα πού νά ἀπομονώνεται. Διότι, τό ξαναλέγω, δέν τόν ξέρομε! Κυκλοφοροῦν ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι εἶναι καί ἀνήθικοι ἄνθρωποι. Ποῦ ξέρεις αὐτός, ὁ ὁποῖος σοῦ χτυπάει τήν πόρτα, ποιός εἶναι; Τόσα καί τόσα φοβερά  πράγματα γίνονται. Ἔτσι, καί θά ἔχωμε τήν διάκρισι, ἀλλά καί δέν θά τόν  ἀφήσωμε αὐτός  ὁ ἄνθρωπος νά μείνη στό δρόμο!

    Καί τί λέγει; «καί ἰδού μένω σε». Σέ περιμένω. Δέν θά δοκιμάσω φαγητό ἕως ὅτου ἔλθεις μέ ὅποιους βρεῖς στό δρόμο.

    Καί πράγματι βγῆκε ἔξω ὁ Τωβίας, ὁ γιός, εἰς τήν ἀγορά καί σέ λίγο γυρίζει. Δέν ἔφερε κανέναν μαζί του. Δέν βρῆκε κανέναν. Ἀλλά μᾶλλον βρῆκε. «Πάτερ, εἷς ἐκ τοῦ γένους ἡμῶν ἐστραγγαλωμένος ἔρριπται ἐν τῇ ἀγορᾷ». (Τωβ.2,3) Βρῆκα ἕναν στραγγαλισμένον, πνιγμένον, πεταμένον στήν ἀγορά. Ἀκοῦτε, ἦταν ἐκείνη ἡ μαύρη ἐποχή τῶν Ἑβραίων πού τόσο φοβερά τούς μετεχερίζοντο οἱ Ἀσσύριοι, πού σᾶς ἀνέφερα προηγουμένως.

    Καί λέγει τώρα ὁ θαυμάσιος Τωβίτ: «κἀγώ πρίν ἤ γεύσασθαί με, ἀναπηδήσας, ἀνειλόμην αὐτόν εἴς τι οἴκημα ἕως οὗ ἔδυ ὁ ἥλιος.» ( Τωβ.2,4) Ὅταν τό ἄκουσα αὐτό «πρίν ἤ γεύσασθαί με» «δέν κάθισα νά φάγω». Βλέπει κανείς πολλήν ἀρετή. Ὑπογραμμίζω αὐτό: «δέν κάθισα νά φάγω».

    Προσέξτε! Κάποιος τόν βλέπει. Ὁ Ἂγγελός του! Κάποιος τόν βλέπει. Ὁ Ἀρχάγγελος Ραφαήλ˙ καί θά τοῦ τό πῆ ὕστερα ἀπό καιρό, ἀπό χρόνια. Θά τοῦ πῆ: «θυμᾶσαι τότε, ἡμέρα Πεντηκοστή, πού δέν κάθισες νά φᾶς, πετάχτηκες ἀπό τό τραπέζι σου γιά νά πᾶς αὐτόν τόν νεκρόν ἄνθρωπο νά τόν θάψης; Ἐγώ σέ ἔβλεπα».

   Θεέ μου, Θεέ μου, δηλαδή ὅ,τι κάνομε παρακολουθούμεθα; Ναί, τό μάτι τοῦ Θεοῦ! Τό μάτι τῶν Ἀγγέλων! Μᾶς βλέπουν οἱ Ἂγγελοί μας, παιδιά, καί κρατοῦν λογαριασμόν! Εἶναι φοβερόν! φοβερόν καί μέ τήν καλή καί μέ τήν κακή σημασίαν. Μέ τήν κακή, ἄν ἁμαρτάνωμε. Μέ τήν καλή, ὅταν κάνωμε τό ἀγαθόν. Διότι ἐκεῖνο πού κάνω, ὥστε δέν πάει χαμένο; μέ βλέπει ὁ Θεός; Ναί, μέ βλέπει ὁ Θεός! Καί τό κακό, ἀλλοίμονό μου, καί ἐκεῖνο καταγράφεται, ὅπως γράφει καί ὁ Ἅγιος Κύριλλος Ἱεροσολύμων.

    Ἔτσι πετάχτηκε «ἀναπηδήσας» βλέπετε τό ρῆμα; Ἀναπηδῶ. Πετάχτηκε χωρίς νά φάη, πῆγε, τόν πῆρε, τόν ἔκρυψε σέ ἕναν τόπο,  σέ ἕνα οἰκίσκον, λέγει ἐδῶ πέρα, «εἴς τι οἴκημα». Κάπου τόν ἔβαλε, τόν ἔκρυψε γιά νά πάη νά τόν θάψη ὅταν θά βασίλευε ὁ ἥλιος, γιά νά μήν τόν δῆ κανένας.

   «Καί ἐπιστρέψας ἐλουσάμην καί ἤσθιον τόν ἄρτον μου ἐν λύπῃ». (Τωβ. 2,5)  Αὐτό ἔκανε· γύρισε, πλύθηκε.

   Αὐτό το «ἐλουσάμην» δέν ἔχει καμμία σχέσι μέ ἐκεῖνο πού κάνουν οἱ ἄνθρωποι, ὅταν γυρίζουν ἀπό ἕναν νεκρό, πού πλένονται. Αὐτό εἶναι εἰδωλολατρική συνήθεια καί εἶναι ἀπό τόν κύκλο τῆς μαγείας καί τῶν προλήψεων καί λοιπά, πού σπάζουνε κανάτια, σπάζουνε πιάτα, χύνουνε νερό πάνω ἀπό τόν τάφο, μιλᾶνε γιά ἀμίλητο νερό καί ἄλλα πολλά γύρω ἀπό τό θέμα νερό. Εἶναι πολλή ἡ φιλολογία γύρω ἀπό τό θέμα νερό, πολύ μεγάλη! Καμμιά σχέσι δέν εἶχε αὐτό πού λέει «λούστηκα, πλύθηκα» εἶχε νομικόν χαρακτήρα, τό ἔλεγε ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ. Ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος ἤγγιζε νεκρόν ἦτο ἀκάθαρτος καί ἔπρεπε νά κάνη καθαρμούς κατά τόν νόμον.

    Συνεπῶς, αὐτή ἡ λούσις, τό πλύσιμο, ἤτανε νομικοῦ -σύμφωνα με τόν νόμον- νομικοῦ χαρακτῆρος. Ὅπως ἐμεῖς, ἄν ἔχετε προσέξη, ὅταν λειτουργοῦμε, τό πρωί πού θά «πάρομε καιρόν», ὅπως λέμε, θά μποῦμε θά πλυθοῦμε, θά ντυθοῦμε. Μόλις ντυθοῦμε, ἄν ποτέ ἔχετε δεῖ αὐτή τήν πόρτα τοῦ ἱεροῦ ἤ ἄν τό τέμπλο δέν ὑπάρχει καί τό ἔχετε δεῖ στούς ἱερεῖς, πηγαίνουν στόν νιπτήρα καί πλένονται. Θά ξαναπλυθοῦν μετά τήν Θεία Κοινωνία. Καί λένε μάλιστα καί ἕναν ψαλμό. «Νίψομαι ἐν αὐτῷ εἰς τάς χείρας μου». Θά πλυθῶ, λέγει, εἰς τύπον ὅτι τά χέρια μου εἶναι ἀθῶα. Δηλαδή τά χέρια εἶναι ὁ τρόπος πού κάνομε τίς πράξεις, συνεπῶς ἔχω ἀγαθές πράξεις, δέν εἶμαι κακοῦργος ἄνθρωπος, δέν εἶμαι ἄνθρωπος τῆς ἀδικίας «καί κυκλώσας τό θυσιαστήριον».

    Στήν Παλαιά Διαθήκη ἐλέγετο ὅτι ὁ ἱερεύς, ὁ ὁποῖος δέν θά ἐπλένετο καί θά πήγαινε στή θυσία, αὐτός θά ἀπηλλάσσετο τῆς ζωῆς, θά ἀπέθνησκε.  Βέβαια αὐτό σήμερα δέν ὑπάρχει, διότι ἦτο τύπος τῆς ἐσωτερικῆς καθαρότητας. Ὀφείλομε ὅμως νά πλυθοῦμε. Αὐτή ἡ πλύσις δέν ἔχει κανέναν μαγικό χαρακτήρα, κανένα μαγικό, ὅπως ἔχει στίς κηδεῖες ἤ ὅπου ἀλλοῦ πού πλένονται οἱ ἄνθρωποι ἤ χρησιμοποιοῦν τό νερό κατά ποικίλους, ποικίλους, ποικίλους τρόπους. Σᾶς εἶπα σάν ἀμίλητο νερό, σάν... σάν... σάν…

   Ἐδῶ ἐπλύθηκε διότι ἐθεωρεῖτο νομικά ἀκάθαρτος καί κάθισε νά φάη. Βέβαια τό νά πλυθοῦμε ἀπό τήν ἀγορά καί νά φᾶμε, αὐτό δέν ἔχει οὔτε νομικόν, οὔτε μαγικόν χαρακτήρα, οὔτε θρησκευτικόν. Ἔχει ἁπλῶς ὑγιεινόν χαρακτήρα.

   Καί σᾶς συνιστῶ ὅταν γυρίζωμε ἀπ’ ἔξω, προκειμένου νά καθίσωμε νά φᾶμε, νά πλύνωμε τά χέρια μας. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι οἱ ὁποῖοι δέν πλένονται, ὅταν θέλουν νά φᾶνε; Ναί! δέν πλένονται· δέν πλένονται! Αὐτό γίνεται πολλάκις αἰτία πολλῶν ἀσθενειῶν. Νά πλυθοῦν! Πρώτη μας δουλειά πού θά ἔρθουμε ἀπ’ ἔξω, ξέρετε ποιά εἶναι; Νά κάνωμε τόν σταυρό μας, νά κάνωμε μία μετάνοια ἤ τρεῖς στό εἰκονοστάσι μας, ὅτι γυρίσαμε πίσω, μποροῦσε νά μήν εἴχαμε γυρίσει, μποροῦσε νά μᾶς κάνη λιῶμα ἕνα αὐτοκίνητο, ἕνα δυστύχημα. Γυρίσαμε πίσω, ἔ; Ἤρθαμε στό σπίτι μας. Ὅπως κάναμε τό σταυρό μας φεύγοντας, ἔτσι τώρα θά κάνωμε τό σταυρό μας εὐχαριστῶντας. Μετά θά πᾶμε νά πλυθοῦμε καί μετά θά κάνωμε ὅ,τι θέλομε. Θά πλυθοῦμε ὅμως! Τό πλύσιμο τῶν χεριῶν εἶναι ἀπαραίτητο γιά λόγους ὑγείας μόνο, καί τίποτε ἄλλο.

   Καί κάθισε νά φάη μέ λύπη. Ὤ! τήν ἀρετή πού εἶχε ὁ Τωβίτ, μέ λύπη! «καί ἐμνήσθην τῆς προφητείας Ἀμώς καθώς εἶπε: στραφήσονται αἱ ἑορταί ὑμῶν εἰς πένθος καί πᾶσαι αἱ εὐφροσύναι ὑμῶν εἰς θρῆνον». (Τωβ. 2,6) ἐκεῖ κάθισα καί θυμήθηκα αὐτό πού λέει ὁ προφήτης Ἀμῶς (Κέφ. 8,10), ὅτι «δέν κάθεστε καλά ἔ; Παραβαίνετε τόν νόμον τοῦ Θεοῦ. Ἔ, λοιπόν οἱ γιορτές σας θά μετατραποῦν σέ πένθος καί οἱ εὐφροσύνες πού νιώθατε, οἱ χαρές σας στίς γιορτές, θά μετατραποῦν σέ θρηνολόϊ». Αὐτό θυμήθηκα, λέει· αὐτό θυμήθηκα. Καί ἔπιασε νά λυπᾶται· ἔτρωγε καί ἔκλαιγε. 

   Λοιπόν, εἶναι νομίζετε μικρῆς σημασίας νά θλίβεται ἕνας ἄνθρωπος ὅταν βλέπη δεινά, τά ὁποῖα ὅμως δέν μπορεῖ νά διορθώση; Βλέπει νά ὑπάρχουν φτωχοί, βλέπει νά ὑπάρχουν ἄρρωστοι. Πᾶς σέ ἕνα νοσοκομεῖο καί βλέπεις ἀρρώστους˙ μπορεῖς νά τούς κάνης καλά τούς ἀρρώστους; Ὄχι! Ἀλλά νομίζετε ὅτι εἶναι μικρῆς σημασίας νά λυπᾶσαι γιατί οἱ ἄλλοι ὑποφέρουν; Γίνεσαι κοινωνός τῶν παθημάτων των. Ὅπως γίνεσαι κοινωνός τῆς χαρᾶς των κατά το «χαίρειν μετά χαιρόντων» ἔτσι γίνεσαι καί κοινωνός τῆς λύπης των «καί κλαίειν μετά κλαιόντων».

   Ὕστερα αὐτός ὁ Θεός ἔγινε κοινωνός τῆς θλίψεώς μας. Καί ἔγινε ἄνθρωπος καί «κεκοινώνηκε σαρκός καί αἵματος»(Ἑβρ. 2, 14) ἔγινε μέτοχος  σαρκός καί αἵματος γιά νά πιῆ τό ποτήρι τοῦ πόνου, τῆς θλίψεως καί τῶν δεινῶν της ἀνθρωπότητος «πλεῖον». «Καί ἔπαθε ἀνθ’ ὧν ἔπαθε». Ἀπέκτησε πεῖραν ἀπ’ ὅ,τι ἔπαθε μέ τήν ἀνθρωπίνη του φύσιν.

   Αὐτή ἡ περίπτωσι, τό νά λυπᾶται κανείς γιατί τίποτε ἄλλο δέν ἔχει νά κάνη, εἶναι μεγάλο πρᾶγμα! Προσέξτε, εἶναι πάρα πολύ μεγάλο πρᾶγμα! Βεβαίως, ἄν ἔχη κάτι νά προσφέρη, νά τό προσφέρη. Βλέπεις τόν ἄλλον καί κρυώνει καί πεινᾶ, δῶσ’ του ὅ,τι μπορεῖς. Τόν βλέπεις τόν ἄλλον καί εἶναι στήν ἄγνοια, δέν ξέρει τόν Θεό, δῶσ’ του ὅ,τι μπορεῖς, δῶσ’ του ἕνα βιβλίο, ἕνα Εὐαγγέλιο, πές του δυό καλά λόγια. Βλέπεις ὅτι δέν μπορεῖς ἤ δέν ἔχεις νά τοῦ δώσης κάτι, κλάψε… πόνα….......

    Μᾶλλον ὅλον τό κεφάλαιον θαυμαστόν. Λέγει ἐκεῖ ὅτι πολλά φοβερά πράγματα ἐγίνοντο μέσα στήν Ἱερουσαλήμ καί πολλή εἰδωλολατρία ἀπό τούς ἄρχοντας. Ὅπως τώρα δυστυχῶς εἶναι οἱ μασόνοι, πού πολλοί ἐκ τῶν ἀρχόντων μας εἶναι μασόνοι, καί οἱ ὁποῖοι, παρακαλῶ, εἰδωλολατροῦν. Καί ἀποκαλύπτει ὁ Θεός εἰς τόν Ἰεζεκιήλ ἀκόμη καί ἀρχιερεῖς καί ἱερεῖς τότε τοῦ Ἰσραήλ καί ἄρχοντες τοῦ λαοῦ εἰδωλολατροῦσαν, ἐλάτρευαν τόν ἥλιο, ὅπως καί σήμερα οἱ μασόνοι τόν ΜΑΤΣ, τήν φύσιν, τόν ἥλιο, τοῦ τά δείχνει αὐτά ἐν ὀράματι καί κατόπιν ἐξαπολύει ὁ Θεός σφαγήν -σέ ὅραμα αὐτό- σφαγήν εἰς τήν πόλιν ἡ ὁποία θά ἐγίνετο καί πραγματική σφαγή.

    Καί λέγει: ὑπάρχουν Ἂγγελοι ὁλοθρευταί· προηγεῖται κάποιος ὁ ὁποῖος κατά τούς πατέρες εἶναι αὐτός ὁ ἐνανθρωπήσας Χριστός, ὁ υἱός τοῦ Θεοῦ, καί λέγει, λέει ὁ πατήρ πρός τόν υἱόν: «δίελθεν μέσην τήν Ἱερουσαλήμ καί δῶς τό σημεῖον ἐπί τά μέτωπα τῶν ἀνδρῶν» τό σημεῖον ξέρετε ποιό εἶναι; Τό Τ, εἶναι ὁ σταυρός, διότι εἰς τό Φοινικικόν ἀλφάβητον τό Τ, εἶναι σέ σχῆμα σταυροῦ, γι’ αὐτό καί στό Λατινικό ἀλφάβητο ἔχομε τό μικρό t. Δέν εἶναι σταυρός; Διατηρεῖ τόν Φοινικικόν χαρακτῆρα. Ἐπειδή δέ ἀπό τό Φοινικικόν ἀλφάβητο ἔχουν πάρει καί οἱ Ἕλληνες καί οἱ Ἑβραῖοι, τό Ἑβραϊκό ἀλφάβητο ἔχει μεγάλη συγγένεια μέ τό Ἑλληνικό. Ἄν δῆτε βέβαια τήν γραφή, θά πῆτε καμμιά συγγένεια. Ἄν προσέξετε, μεγάλη συγγένεια. Φέρ’ εἰπεῖν τό πρῶτο εἶναι τό Α, τό Ἑβραϊκό εἶναι τό ἂλεφ. Τό β… εἶναι τό  μπέλ, τό γ… γκίμελ καί οὕτω καθ’ ἑξῆς. Γάμα λέμε ἐμεῖς, Γκίμελ λένε οἱ Ἑβραῖοι. Τό γιώτ (ι), γιώτα λέμε ἐμεῖς καί οὕτω καθ’ ἑξῆς. Λέγει λοιπόν, θά βάλης τό σημεῖον Τ - ποιό εἶναι; τόν σταυρόν!- σ’ αὐτούς οἱ ὁποῖοι δέν λατρεύουν τόν ἥλιο, δέν λατρεύουν τήν φύσιν. Ποιοί ὅμως θά εἶναι τώρα αὐτοί μέσα σέ μία πόλι, πού εἰδωλολατρεῖ ἡ πόλις; Οἱ ἄρχοντες εἰδωλολατροῦν. Εἶναι αὐτοί, οἱ ὁποῖοι τῶν κατεστεναζόντων καί τῶν κατοδυνομένων ἐπί πάσαις τάς ἀνομίας ταῖς γινομέναις ἐν μέσῳ αὐτοῖς.(Ἱεζ θ’ 4) Εἰς ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι καταστενάζουν, λένε: «Θεέ μου, τί κακό μας βρῆκε μές στήν πόλι!» Καί τῶν κατοδυνομένων, καί ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι γεμίζουν ἀπό ὀδύνη, ἀπό λύπη γιά ὅλες τίς ἁμαρτίες πού γίνονται μέσα στήν πόλι.

   Περνᾶτε μέσα στήν πόλι καί βλέπετε ἔκκλυσι ἠθῶν, βλέπετε συμμαθήτριές σας, πού τίς ξέρετε ἀπό τό σχολεῖο, τίς βλέπετε νά γυρίζουν κατά ἕναν ἔξαλλο τρόπο. Τί νά κάνης; Νά βάλης τίς φωνές; Τί νά κάνης; Κλάψε! Πόνεσε! Λυπήσου! Αὐτό ἔχει πολλή ἀρετή! Ἐδῶ μάλιστα, στήν περικοπή πού σᾶς διάβασα, αὐτοί, λέγει, δέν θά σφαγοῦν. Σημαίνει θά σωθοῦν! Βλέπετε, λοιπόν, τί ἀξία ἔχει νά λυπᾶσαι γιά τό κακό πού γίνεται; Ὅταν ὑπάρχη ἀποστασία, ἤ ἀθεΐα νά λυπᾶσαι, νά θλίβεσαι. Ἔχει πάρα πολύ, παιδιά, μεγάλη σημασία!

   Καί λέγει ἐδῶ συνέχεια ὁ Τωβίτ: «καί ἔκλαψα». Πώ πώ! καί ἔκλαψα! Οἱ ἄνδρες κλαίουν; Κλαίουν ὅταν ὑπάρχουν δεινά στούς ἄλλους. Δέν κλαῖνε ὅμως ὅταν οἱ ἴδιοι ὑποφέρουν. Ἡ ἀνδρεία δέν ἀποκλείεται στήν περίπτωσι πού θά κλάψης γιά τόν ἄλλον. Ἡ ἀνδρεία εἶναι ὅταν ξέρης νά κρατᾶς τόν ἑαυτό σου καί νά μήν κλαῖς γιά τά δικά σου τά δεινά. Γιατί ἅμα δέν κλαῖς γιά τά δεινά του ἀλλουνοῦ, εἶσαι ἀνεύθυνος καί αὐτό δέν λέγεται ἀνδρεία. Λέγεται ἀναισθησία.

   «Καί ὅτε ἔδυ ὁ ἥλιος ᾠχόμην καί ὀρύξας ἔθαψα αὐτόν» (Τωβ.2,7) καί ὅταν βασίλεψε ὁ ἥλιος, ἄρχισε νά πέφτη τό σκότος, ἐπῆγα τόν πῆρα τόν ἄνθρωπο, ἔκανα ἕνα λάκκο καί τόν ἔθαψα.

   «Καί οἱ πλησίον ἐπεγέλων λέγοντες», μέ εἶδαν κάποιοι. Κάποιοι τόν εἶδαν, ἴσως Ἑβραῖοι, ἴσως καί ὄχι Ἑβραῖοι· πιθανότατα Ἑβραῖοι πού τόν εἶδαν, πιθανότατα Ἑβραῖοι, συμπατριῶτες! «οὐκ ἔτι φοβεῖται φονευθῆναι περί τοῦ πράγματος τούτου, καί ἀπέδρα, καί ἰδού πάλιν θάπτει τούς νεκρούς». (Τωβ.2,8) Περίεργο πρᾶγμα! καλά, λέει, πότε ἦταν ἐκεῖνο πού ἔθαβε τούς νεκρούς καί τοῦ ἅρπαξαν τήν περιουσίαν καί ἐδραπέτευσε αὐτός καί ἡ οἰκογένειά του, πάλι τά ἴδια κάνει; Πάλι πηγαίνει καί θάβει τούς νεκρούς; Δέν ἔβαλε μυαλό; Μά μυαλό βάζομε, παιδιά, στά ἄσχημα πράγματα, στά καλά πράγματα ὑποτίθεται ὅτι βάζομε μυαλό; Δηλαδή πρέπει νά ἀλλάξωμε τώρα τά καλά πράγματα ἐπειδή ἐπάθαμε κάτι ἄσχημο;

    Καί τό χειρότερο «ἐπεγέλων» γελοῦσαν εἰς βάρους του. Τόν κορόιδευαν. Εἶναι αὐτό πού θά δεχτῆτε σάν εἰρωνεία ἐσεῖς, ὅταν θέλετε νά μένετε εἰς τά πατρῶα, θέλετε νά μένετε εἰς τήν παράδοσιν, εἰς τήν πίστιν, εἰς τό Εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ καί σᾶς λέγουν οἱ συμμαθήτριές σας: «ποῦ ζεῖς καημένη; ποῦ ζεῖς; στόν περασμένον αἰῶνα; στήν ἐποχή τῆς γιαγιᾶς σου καημένη ζεῖς; Δέν ξέρεις τώρα ποῦ εὑρισκόμεθα;» Ἔ, ποῦ εὑρισκόμεθα, λοιπόν, τί σημασία ἔχει; Ὁ χρόνος τρέχει, τί σημασία ἔχει; Ἡ πρόοδος εἶναι πάντοτε καί ποιοτική πρόοδος; Δηλαδή, ἡ χρονική πρόοδος εἶναι καί ποιοτική πρόοδος; Ἄν κάναμε μία κριτική τοῦ πράγματος: ὅ,τι καί νεώτερον δέν εἶναι καί καλύτερον; Ἐάν εἶναι καλύτερον, εἶναι ὄντως πρόοδος. Ἐάν ὅμως δέν εἶναι καλύτερον, τότε πῶς θά τό ἀποκαλέσω αὐτό πρόοδον;

  Καί ἔτσι, ὅταν μένω σέ ἐκεῖνο τό ὁποῖον εἶναι δοκιμασμένον πρᾶγμα, ἔχει ἀξία, τότε ὁπωσδήποτε, παιδιά, θά γίνω τό ἀντικείμενο νά μέ γελάσουν. Αὐτό τό σημεῖο -προσέξατέ με!- μέ θλίβει πολύ.

    Βλέπω πολλά τέτοια περιστατικά καί κάθομαι καί ἀναρρωτιέμαι καί γιά τόν ἴδιο μου τόν ἑαυτόν. Τό ἔχω προσεγγίσει τό θέμα αὐτό ἴσως περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλη φορά, σᾶς τό λέγω εἰλικρινά. Καί ἀναρρωτιέμαι, ἄν κάποτε θά πρέπη νά δώσωμε μία μαρτυρία Ἰησοῦ Χριστοῦ πού θά κόστιζε καί αὐτή τή ζωή, -σήμερα δέν κοστίζει τή ζωή μας μία μαρτυρία· ἄ! τό πολύ κοστίζει μία εἰρωνεία· προσέξτε με, τό πολύ κοστίζει μία εἰρωνεία!- θά εἴμεθα σέ θέσι νά γίνωμε μάρτυρες; Λυποῦμαι πάρα πολύ, σᾶς τό λέγω ἀλήθεια, δέν θά εἴμεθα σέ θέσι. Τό μαρτύριον παρασκευάζεται. Τό Πνεῦμα τό Ἅγιον δίδει τό χάρισμα τοῦ μαρτυρίου. Χάρισμα εἶναι. Προσέξτε με! Χάρισμα εἶναι. Καί αὐτό τό χάρισμα, ὅπως ὅλα τά χαρίσματα παρασκευάζεται, προετοιμάζεται!

    Ἐάν λοιπόν βλέπωμε τούς ἀνθρώπους μας νά μήν εἶναι σέ θέσι νά ἀντέξουν οὔτε ἕνα χαμόγελο εἰρωνικό τῶν ἄλλων, πῶς θά ἀντέξουν ἕνα μαρτύριον τοῦ αἵματος; Εἶναι ἀδύνατον!

    Γι’ αὐτό, καλά μου παιδιά, ἄς προετοιμαζώμεθα· δέν ξέρομε τί θά γεννήση ἡ αὐριανή μέρα, δέν τό ξέρομε. Ἐδῶ πέρα βλέπετε τόσα καί τόσα νά συμβαίνουν στήν ζωή μας. Ἡ ἐποχή μας εἶναι φοβερή ἐποχή! Ἔχει δώσει μαρτυρίες αἵματος ἀπειράριθμες, τά ὀνόματα τῶν ὁποίων ἐν βίβλῳ ζωῆς· ὁ Θεός τά ξέρει τά ὀνόματα τῶν ἀνθρώπων πού ἔδωσαν μαρτυρίαν αἵματος σέ ὅλην τήν ὑφήλιον ἀπό τό Βόρειο Πόλο μέχρι τό Νότιο Πόλο· σέ ὅλην τήν ὑφήλιον, σέ ὅλα τά γεωγραφικά μήκη καί πλάτη.

    Πρό ὀλίγου καιροῦ στή Μαδαγασκάρη εἶχε ἐξαποληθεῖ ἀπηνής διωγμός ἐναντίων τῶν χριστιανῶν. Στή Μαδαγασκάρη! Δέ λέω ἄλλους τόπους γνωστούς, γνωστοτάτους, πού διαβάζομε σέ ἐφημερίδες καί τά λοιπά, καί τά λοιπά… Ναί! Γι’ αὐτό λοιπόν, ἄς παρασκευαζώμεθα. Θά μοῦ πῆτε ἀπό τί; Νά, ἀπ’ αὐτή τή λύπη πού θά νιώθωμε γιά τό κακό πού θά γίνεται! Νά, ἀκόμα καί γιά μία μαρτυρία πού θά δίνωμε μέ τήν στάσι μας καί πού οἱ ἄλλοι θά γελάσουν, καί ἐμεῖς δέν θά προδώσωμε τόν Χριστό μέ τό χαμόγελο τό δικό τους, νά λυγίσωμε καί νά καμφθοῦμε καί νά ποῦμε ὅτι συμφωνοῦμε μαζί τους!

    Ἔτσι πραγματικά δίνομε δείγματα καλῶν ἐξετάσεων εἰς τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, τό ὁποῖον ἔρχεται νά μᾶς ἐγχειρήση, νά μᾶς βάλη στά χέρια, τό τάλαντο τοῦ μαρτυρίου, αὐτό τό χρυσοῦν τάλαντο, πού ἔχουνε μία ξεχωριστή θέσι οἱ μάρτυρες τοῦ Χριστοῦ μέσα στή Βασιλεία Του.                                 

   Κι ἐκείνη τή νύχτα, λέγει, ἐπειδή ἤμουνα νομικά ἀκάθαρτος δέν ἔπρεπε νά μπῶ εἰς τό σπίτι μου νά κοιμηθῶ. Ὁ νομικά ἀκάθαρτος ἔμενε ἄπ’ ἔξω. Βέβαια δέν θά σᾶς κάνω πάρα πολλές ἀναλύσεις τό γιατί καί τό πῶς. Σᾶς λέγω μόνο αὐτό. «Κι ἔμεινα ἄπ’ ἔξω νά κοιμηθῶ».

   Ἄν λάβετε ὕπ’ ὄψιν ὅτι τό Πάσχα ἦταν 30 Μαρτίου, μέ τό δικό μας  Μάρτη, δεκαπέντε τοῦ μηνός Νισσάν. Πενήντα μέρες μετά, εἶναι περίπου δυό μῆνες μετά, συνεπῶς εἶναι Ἀπρίλιος, εἶναι εἴκοσι Μαΐου. Ὁ καιρός εἶναι ἀρκετά ζεστός. Ἔβαλε λοιπόν ὁ Τωβίτ κάτω ἀπό μία κληματαριά τό κρεβάτι του καί ἐκεῖ ἔπεσε νά κοιμηθῆ. Ἀλλά, ὅπως ἔπεσε νά κοιμηθῆ, ἔβλεπε τά ἀστέρια, ἔβλεπε τόν οὐρανό, ἴσως ἀνελλογίζετο τά γεγονότα τῆς ἡμέρας. Ἴσως ἐσκέπτετο ἐκεῖνον τόν δυστυχισμένο πατριώτη πού τόν εἶχαν στραγγαλίσει οἱ Νινευῖται καί δέν εἶχε κοιμηθεῖ, δέν μποροῦσε νά κοιμηθῆ. Ὅπως λοιπόν εἶχε τά μάτια του ἀνοιχτά, ἦταν κάτι σπουργίτια, τά ὁποῖα δέν εἶχε πάρει εἴδησι, ἐκεῖ στόν τοῖχο εἶχαν μία φωλιά καί κουτσούλησαν ἐπάνω στά μάτια του. Καί ὅπως ἔπεσε ἡ κουτσουλιά πάνω στά μάτια του -εἶναι δέ γνωστό ὅτι ἡ κουτσουλιά περιέχει ἀμμωνία- τί ἔγινε; πῶς ἔγινε; Ἀμέσως, παιδιά, αἰσθάνθηκε ὅτι ἔγινε ζημιά στά μάτια του.

   Σηκώθηκε ἐπάνω, ἐπῆγε τήν ἄλλη μέρα στό γιατρό. Ἐπῆγε, λέγει, εἰς τούς γιατρούς «καί ἐπορεύθην πρός ἰατρούς καί οὐκ ὠφέλησάν με». Τίποτε δέν ἔγινε. Καί τότε ἄρχισαν νά παρουσιάζωνται λευκώματα εἰς τά μάτια του. «Καί ἐγενήθη λευκώματα ἐν τοῖς ὀφθαλμοῖς μου καί ἐπορεύθην πρός ἰατρούς καί οὐκ ὠφέλησάν με». (Τωβ. 2,10) Καί ὁ ταλαίπωρος ὁ Τωβίτ ἀρχίζει μέρα μέ τή μέρα νά χάνη τό φῶς του καί νά γίνεται τυφλός. Ξεκίνησε ὅλη αὐτή ἡ ἱστορία ἀπό τήν εὐεργεσία πού ἔκανε νά πάη νά θάψη τόν πτωχόν ἐκεῖνον Ἑβραῖον, τόν στραγγαλισμένον. Καί τώρα πληρώνει τήν ἱστορία αὐτή μέ τύφλωσιν.

   Νέα δοκιμασία! Ἀλλά τώρα ἡ ἱστορία τοῦ Τωβίτ ἀρχίζει μέ πολύ ἐνδιαφέρον ἀπό τή στιγμή πού τυφλώνεται.

   Ἀλλά θά συνεχίσωμε τήν ἐρχομένη Κυριακή.

 
2α ομιλία στο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης « Τωβίτ ».

►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
"Τωβίτ. (Ὁμιλίες βασισμένες στό βιβλίο τῆς Π. Διαθήκης Τωβίτ)." εδώ ⬇️
http://arnion.gr/index.php/p-thanasios-mytilina-os/milies-p-thanasiou/palaia-diauhkh/vivlion-tovit
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40oED0GDYsRHnrDdY5_m61pt

Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Καραμίντζα.

Ψηφιοποίηση και επιμέλεια κειμένου δια χειρός του αξιοτίμου κ. Γεωργίου Μαλούση.

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️
https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__
https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.

Ὁ ὡς διάψαλμα ἀντίλαλος τοῦ οὐρανοῦ διά τήν ὁριστική καταστροφήν τῆς Βαβυλῶνος.

†.Όπως θα ενθυμείσθε, από τον θρήνον των βασιλέων, των εμπόρων και των ναυτικών, εις όσα φοβερά ηκούσθησαν δια την οριστικήν καταστροφήν της Βαβυλώνος, έρχεται ένα σαν όαση ουράνιο διάψαλμα, να ακουστεί ως αντίλαλος του ουρανού. Είναι η φωνή των αγίων και όλων των ουράνιων όντων και μάλιστα εν όψει ότι θα ακολουθήσει η τελευταία πράξις της Αποκαλύψεως, που είναι η τελική και οριστική κρίσις.

      «Μετὰ ταῦτα ἤκουσα ὡς φωνὴν μεγάλην ὄχλου πολλοῦ ἐν τῷ οὐρανῷ λεγόντων· ἀλληλούϊα· ἡ σωτηρία καὶ ἡ δόξα καὶ ἡ  δύναμις τοῦ Θεοῦ ἡμῶν» . 19 κεφάλαιον, στίχος 1.

     Ποιος είναι ο «ὄχλος»; Είναι οι άγγελοι, είναι, όπως θα δούμε λίγο πιο κάτω οι 24 πρεσβύτεροι, οι άγιοι και όλος ο ουρανός. Και ψάλλουν: «Αλληλούια!». Δηλαδή: «Αινείτε τον Κύριον»! Τρεις φορές ψάλλουν το Αλληλούια. Όπως θα δείτε στη συνέχεια, εις τιμήν και δόξαν του Αγίου Τριαδικού Θεού, όπως λέγει ο Ανδρέας Καισαρείας «τῷ Θεῷ φησίν ἀναπέμπεσθαι τρισσῶς, διά τήν τρισυπόστατον τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί ἁγίου Πνεύματος ἑνιαίαν θεότητα». «Προς τιμήν και δόξαν του αγίου Τριαδικού Θεού, τρεις φορές λέγουν το αλληλούια». «Αλληλούια», όπως θα ξέρετε, είναι αυτή η γνωστή λειτουργική επιφώνησις που στους Ψαλμούς τη συναντούμε 24 φορές και στην Καινή Διαθήκη τη συναντούμε 4 φορές. Συνέχεια της δοξολογίας του αλληλούια είναι η απόδοσις εις τον Θεόν, η δόξα, η δύναμις και η σωτηρία. Η σωτηρία είναι αποτέλεσμα της δυνάμεως του Θεού και συνεπώς αποφέρει την δόξαν του Θεού.

     «ὅτι ἀληθιναὶ καὶ δίκαιαι αἱ κρίσεις αὐτοῦ· ὅτι ἔκρινε τὴν πόρνην τὴν μεγάλην, ἥτις διέφθειρε τὴν γῆν ἐν τῇ πορνεία αὐτῆς, καὶ ἐξεδίκησε τὸ αἷμα τῶν δούλων αὐτοῦ ἐκ χειρὸς αὐτῆς». 19,2. «Γιατί είναι αληθινές και δίκαιες οι κρίσεις του Θεού, γιατί έκρινε την πόλη τη μεγάλη που διέφθειρε την γην με την πορνεία της και ο Θεός εξεδίκησε το αίμα των δούλων Του των πιστών, των Χριστιανών, από το χέρι αυτής της πόρνης της γυναικός».

    Η θέσις αυτή είναι μια απάντησις που δίδεται εις τον προφητικόν λόγον του Κυρίου Ιησού που είναι εις τα Ευαγγέλια, στο Λουκά 18,7 και που συχνά αν έχετε αντιληφθεί, αναφέρομαι παραλλήλως εις τα Ευαγγέλια, για να δείτε με τον τρόπον αυτόν, το κύρος του βιβλίου της Αποκαλύψεως· επειδή προσβάλλεται το βιβλίο της Αποκαλύψεως από πολλούς, έτσι παραλλήλως αναφερόμεθα εις τα Ευαγγέλια και στην λοιπήν Αγίαν Γραφήν για να κατοχυρώνεται το βιβλίον της Αποκαλύψεως.

     Τι σημαίνει εδώ ότι είναι αληθινές και δίκαιες οι κρίσεις του Θεού και ότι κρίνει τώρα την πόλη τη μεγάλη και  εκδικείται τώρα το αίμα των Χριστιανών ο Χριστός; Ακούσατέ το πώς το λέγει στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιο. Αναφέρεται στο θέμα της επιμόνου προσευχής, εκεί με τον άδικον κριτήν, στην παραβολή του αδίκου κριτού. «Ὁ δὲ Θεὸς οὐ μὴ ποιήσῃ τὴν ἐκδίκησιν τῶν ἐκλεκτῶν αὐτοῦ τῶν βοώντων πρὸς αὐτὸν ἡμέρας καὶ νυκτός, καὶ μακροθυμῶν  ἐπ᾿ αὐτοῖς; Λέγω ὑμῖν ὅτι ποιήσει τὴν ἐκδίκησιν αὐτῶν ἐν τάχει. Πλὴν ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐλθὼν ἆρα εὑρήσει τὴν πίστιν ἐπὶ τῆς γῆς;». Ο Θεός, όταν δια των προσευχών μας επικαλούμεθα την βοήθειά Του, από τους εχθρούς τους δικούς Του να απαλλαγούμε εμείς, αναφερόμενοι πάντοτε σε θέματα πίστεως, δεν θα αργήσει, το λέγει ο Ίδιος, «ἐν τάχει». Θα έλθει. Και θα έρχεται για τον κάθε πιστό. Αυτό το «ἐν τάχει» είναι σχετικόν. Η Εκκλησία επί παραδείγματι παρακαλούσε τον Χριστό να απαλλαγεί από τους διωγμούς. Και βεβαίως η απαλλαγή ήλθε στις αρχές του 4ου μ.Χ. αιώνος. Θα μου πείτε, πόσες γενεές πέρασαν έως τις αρχές του 4ου αιώνος; Αναμφισβήτητα πολλές. Αλλά αυτό το «ἐν τάχει», αγαπητοί μου, δεν μετριέται με την ανθρώπινη ζωή, αλλά με την αιωνιότητα. Με την Ιστορία και με την αιωνιότητα. Διότι και ιστορικά θα λέγαμε «τι είναι 100 και 200 και 300 χρόνια;». Δεν είναι τίποτε. Αυτό να το γνωρίζουμε γιατί πολλές φορές νομίζομε ότι πρέπει να μετράμε τα πράγματα σύμφωνα με τον χρόνο της ανθρώπινης ζωής.

    Αλλά το θέμα, ο Κύριος λέγει, δεν είναι εδώ, το θέμα δεν είναι αν ο Θεός θα εκδικηθεί το αίμα των μαρτύρων Του επί της γης. Το θέμα δεν είναι εδώ. Ο Θεός είναι «πιστός». «Πιστός ὁ Θεός». «Ο Θεός είναι αδύνατο να ψευστεί», όπως είδαμε σήμερα στην προς Εβραίους επιστολή στην αποστολική περικοπή που ακούσαμε το πρωί. Είναι αδύνατον ο Θεός να ψευστεί. Άρα το θέμα είναι κάπου αλλού. Γι' αυτό λέγει εδώ: «Πλην, δηλαδή αυτά σας τα βεβαίωσα, μη ρίπτετε το βάρος εκεί. Κάπου αλλού είναι το βάρος». «Πλὴν ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐλθὼν ἆρα εὑρήσει τὴν πίστιν ἐπὶ τῆς γῆς;». «Όταν Εγώ επανέλθω στην γην και θα παραλάβω τους πιστούς μου», όπως είπε στους μαθητάς Του, «θα φύγω και θα γυρίσω και θα σας παραλάβω», για να παραλάβει τους πιστούς Του, «εἰς συνάντησιν εἰς ἀέρα», που λέγει ο Απόστολος Παύλος, «θα βρω πιστούς;». Εκεί είναι το θέμα, θα βρει πιστούς;

    Αγαπητοί μου, να ‘στε σίγουροι, ο Θεός θα μας δικαιώσει. Αλλά για να μας δικαιώσει πρέπει να είμεθα πιστοί και να αναμένομε. Και να περιμένομε. Και να είμεθα όρθιοι ανά πάσα στιγμή. Θυμηθείτε, παρακαλώ, την παραβολήν των δέκα παρθένων. Είχαν το λάδι τους φυλάξει για την υποδοχή του Νυμφίου. Έπεσαν, λέγει, να κοιμηθούν. Γιατί νύσταξαν. Εχρόνιζε ο Νυμφίος. Ξέρετε τι είναι οι δέκα παρθένοι; Είναι οι Χριστιανοί όλοι. Αἱ πέντε μωραί, αἱ πέντε φρόνιμοι. Σημαίνει βάζει πέντε και πέντε, για να βγάλει την υπόνοια ποσοστών ανθρώπων που θα σωθούν. Μην πούμε ότι θα σωθούν οι δυο και θα πάνε στην κόλαση οκτώ. Όχι, βάζει πέντε και πέντε για να βγάλει αυτήν την υπόνοια. Και τι γίνεται εκεί; Οι άφρονες παρθένοι, το ότι είναι παρθένοι και οι δέκα σημαίνει ότι έχουν τη χριστιανική ιδιότητα, αλλά άφρονες όμως. Τι θα πει «άφρονες»; Δεν είχαν δουλέψει την πνευματική τους ζωή. Δεν καλλιέργησαν την πίστη, την αγάπη και την ελπίδα. Δεν καλλιέργησαν,δηλαδή, την πνευματική τους ζωή. Αυτό σημαίνει «δεν έχουν λάδι». Σημαίνει δεν έχουν το Πνεύμα του Θεού. Δεν κατάφεραν στη ζωή τους, δεν εφρόντισαν στη ζωή τους να έχουν το Πνεύμα του Θεού. Οι άλλες; Είχανε λάδι. Είχανε το Πνεύμα του Θεού. Νύσταξαν όλες. Γιατί αργούσε να ΄ρθει ο Νυμφίος· που σημαίνει ότι μια ανθρώπινη ζωή δεν μπορεί να περιμένει τον ερχομό του Χριστού. Θα τελειώσει αυτή η ανθρώπινη ζωή. Και πεθαίνομε, και πεθαίνομε. Όλες λοιπόν έπεσαν να κοιμηθούν. Είδατε; Να κοιμηθούν. Ο θάνατος είναι ύπνος.

      Ηκούσθη σάλπιγγα την νύχτα. «Ἰδού ὁ Νυμφίος ἔρχεται, βγείτε να Τον προϋπαντήσετε!». Ξύπνησαν όλες. Η ανάσταση όλων. Ευσεβών και ασεβών. Οι άφρονες Χριστιανοί τι έκαναν; Γύρευαν την ώρα εκείνη λάδι. Δηλαδή; Δεν είχαν τίποτα. Οι άλλες; Οι μυαλωμένες; Δηλαδή οι Χριστιανοί που εφρόντισαν στην παρούσα ζωή; Τι έκαναν; Αμέσως άναψαν τα λυχνάρια τους. Δηλαδή; Η καθεμία παρουσίασε τον καρπόν της εργασίας της. Παρουσίασε το Πνεύμα του Θεού που έχει. Και τότε έσπευσαν οι άλλες να πάνε να βρουν -τι να βρουν; Έμειναν απέξω από τον νυμφώνα.

     Αυτό είναι το θέμα που μας ενδιαφέρει, αγαπητοί. Όχι αν έλθει ο Χριστός. Όχι αν θα εκδικηθεί το αίμα το χυμένο επάνω στη γη των αγίων Του και των μαρτύρων Του. Αυτό θα γίνει· γιατί είναι αξιόπιστος. Εμείς τι κάνομ.; Γι΄αυτό λέγει ο Κύριος «Πλὴν ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐλθὼν ἆρα εὑρήσει τὴν πίστιν ἐπὶ τῆς γῆς;». Πάντως, όπως σας διάβασα προηγουμένως, το ιερό κείμενο από την Αποκάλυψη αιτιολογείται με τον τρόπον αυτόν, όταν λέγει ο όχλος «ὅτι ἀληθιναὶ καὶ δίκαιαι αἱ κρίσεις αὐτοῦ», αιτιολογείται η δοξολογία του Θεού. Διότι στις αληθινές και δίκαιες κρίσεις Του, έκρινε την αγιοκτόνον Βαβυλώνα. Και δεν θα παραλείψω άλλη μία φορά να σας πω, πολλάκις σας το΄χω πει και θα το επαναλάβω εις το μέλλον ότι, όπως λέγει ο Αρέθας, Βαβυλώνα δεν είναι η παλιά και αρχαία Βαβυλώνα. Ούτε η Ρώμη. Ούτε η παλιά Ρώμη. Ούτε η νέα Ρώμη. Αλλά είναι ο διεφθαρμένος κόσμος. Βεβαίως τύποι του διεφθαρμένου κόσμου ήταν η παλιά Βαβυλώνα και η παλιά Ρώμη. Αλλά όμως είναι ο διεφθαρμένος κόσμος· που δεν δέχεται τους Χριστιανούς, δεν δέχεται το Ευαγγέλιο, και δημιουργεί προβλήματα στους Χριστιανούς και διωγμόν μέχρις αίματος.

     «Καὶ δεύτερον εἴρηκαν· ἀλληλούϊα· καὶ ὁ καπνὸς αὐτῆς ἀναβαίνει εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων». Για δεύτερη φορά λέγει ο όχλος: «Ἀλληλούϊα». «Και ο καπνός της πόλεως ανεβαίνει», λέγει, «ανεβαίνει», προσέξτε, «εις τους αιώνας των αιώνων». Ξεπερνά την εικόνα αυτός ο χαρακτηρισμός· διότι μία πόλις που πυρπολείται δεν είναι δυνατόν να καίεται εις τους αιώνας των αιώνων. Τι σημαίνει εδώ; Βλέπομε τούτο, ότι επαναλαμβάνεται η δοξολογία εν όψει της θέας της καταστροφής της Βαβυλώνος, που δεν πρόκειται πλέον να αναβιώσει ποτέ και να επαναλάβει αυτήν την βρωμερή συμπεριφορά της. Ο καπνός αυτής της πυρικαύστου πόλεως θυμίζει τον  καπνόν της καύσεως Σοδόμων και Γομόρρας, και που δεν είναι τίποτα άλλο, παρά ο τύπος της αιωνίου κολάσεως. Γι’ αυτόν τον λόγο λέγει «εἰς αἰῶνας αἰώνων». Σας είπα ξεπερνά την εικόνα. Ξεπερνά τον χρόνον. Και πηδά στην αιωνιότητα· που δείχνει ότι η Βαβυλώνα τιμωρουμένη είναι ο κόσμος ο βεβλημένος εις την λίμνην που καίεται με πυρ και θείο· που είναι τύπος της αιωνίου κολάσεως.

    «Καὶ ἔπεσαν οἱ εἴκοσι καὶ τέσσαρες πρεσβύτεροι καὶ τὰ τέσσαρα ζῶα καὶ προσεκύνησαν τῷ Θεῷ τῷ καθημένῳ ἐπὶ τῷ θρόνῳ λέγοντες· ἀμήν, ἀλληλούϊα».19,4. Βλέπομε πάλι, αγαπητοί μου, στο προσκήνιο αυτή η προσφιλής εικόνα των είκοσι τεσσάρων πρεσβυτέρων και των τεσσάρων ζώων που λειτουργικά πλαισιώνουν τον θρόνον του Θεού. Είναι τόσο αγαπητή αυτή η εικόνα, τόσο αγαπητή, λειτουργική, σας είπα. Θέλετε να τη ζήσετε; Στο χέρι μας είναι. Προσέξατέ το. Κάθε Θεία Λειτουργία είναι μία επανάληψις αυτής της ουρανίου εικόνος. Είναι ο θρόνος του Χριστού, είναι η Αγία Τράπεζα, ο ανακείμενος Χριστός, ο αναπαυόμενος Χριστός. Στα φρικτά Του μυστήρια. Στα είδη του άρτου και του οίνου· το Σώμα Του και το Αίμα Του. Άγγελοι περιτριγυρίζουν προς τιμήν του Χριστού, του ανακειμένου Χριστού, την αγίαν Τράπεζα. Μία ευλαβής ψυχή τα ζει αυτά. Γιατί ξέρει ότι έτσι είναι. Ξεφεύγουν από τις αισθήσεις μας. Αλλά ένας άνθρωπος ο οποίος θέλει να ζήσει λειτουργικά, όλα αυτά μπορεί να τα ζήσει. Μέχρι συγκλονισμού. Και δεν είναι λίγοι εκείνοι οι άγιοι, οι οποίοι, ενώ λειτουργούσαν, ζούσαν αυτήν την ουράνια λειτουργία, όπως ο άγιος Σπυρίδων, έβλεπε, «συλλειτουργούσε», λέγει το τροπάριό του, το απολυτίκιό του, «με αγγέλους». Λέγει ο Ιερός Χρυσόστομος: «Γνωρίζω κάποιον- και φαίνεται ότι είναι ο ίδιος και κρύπτει επιμελώς τον εαυτό του- «ο οποίος, σας βεβαιώνω, έλεγε ο Ιερός Χρυσόστομος, συλλειτουργούσε με αγγέλους». Ναι, αγαπητοί. Ο πιστός άνθρωπος όταν συνέχει τον εαυτό του, τον κρατά, όταν συγκεντρώνει τον εαυτό του και αγαπά πολύ τον Κύριον, ζει αυτήν την λειτουργική εικόνα του ουρανού.

    «Καὶ φωνὴ ἀπὸ τοῦ θρόνου ἐξῆλθε λέγουσα· αἰνεῖτε τὸν Θεὸν ἡμῶν πάντες οἱ δοῦλοι αὐτοῦ καὶ οἱ φοβούμενοι αὐτόν, οἱ μικροὶ καὶ οἱ μεγάλοι». 19,5. «Βγήκε», λέγει, «φωνή από τον θρόνον που έλεγε: ‘’Αινείτε, υμνείτε, δοξάζετε τον Θεόν οι δούλοι Του, κι εκείνοι που τον φοβείσθε, μικροί και μεγάλοι’’». Πάνω σ΄αυτό γράφει ο Ανδρέας Καισαρείας: «Θρόνος δέ τοῦ Θεοῦ, τά Χερουβίμ καί τά Σεραφείμ. Ἀφ' ὧν ὑμνεῖν αὐτόν ἐγκελεύονται, οὐχ οἱ μεγάλοι μόνον, ἀλλά καί οἱ μικροί ἐν κατορθώμασι, καταλλήλως ἕκαστος τῆς οἰκείας δυνάμεως». Δηλαδή «η φωνή που βγήκε από τον θρόνον του Θεού, ποια είναι αυτή η φωνή; Είναι η φωνή των Χερουβείμ και των Σεραφείμ. Δηλαδή οι ουράνιες αυτές δυνάμεις λέγουν: «Αἰνεῖτε τὸν Θεὸν». Αυτή είναι η φωνή που βγήκε. Και τι διατάσσουν; Ότι όχι μόνο οι μεγάλοι, αλλά και οι μικροί να υμνήσουν τον Θεόν». Ποιοι είναι οι μεγάλοι και ποιοι είναι οι μικροί; Οι μεγάλοι και οι μικροί στα κατορθώματα της αγιότητος. Εκείνοι που κατόρθωσαν ό,τι κατόρθωσαν στην παρούσα ζωή και είναι όλοι αυτοί μέσα στον χώρο της Βασιλείας του Θεού. Και ο λόγος αυτού του ουρανίου προσκλητηρίου που λέγουν οι ουράνιες δυνάμεις των Χερουβείμ και των Σεραφείμ, να υμνηθεί ο Θεός, είναι ότι ο Θεός θέτει πλέον τέρμα εις το κακόν και έρχεται η ώρα της ηθικής τάξεως. Διότι μπήκε η αμαρτία, ο διάβολος, και τα ανεστάτωσε όλα. Τίθεται πλέον τέρμα. Γι' αυτό και ζητείται να υμνηθεί ο Θεός από τα Χερουβείμ και τα Σεραφείμ, που αυτά ζητούν από τους αγίους του ουρανού να υμνήσουν τον Θεόν.

    «Καὶ ἤκουσα ὡς φωνὴν ὄχλου πολλοῦ καὶ ὡς φωνὴν ὑδάτων πολλῶν καὶ ὡς φωνὴν βροντῶν ἰσχυρῶν, λεγόντων· ἀλληλούϊα· ὅτι ἐβασίλευσε Κύριος ὁ Θεὸς ὁ παντοκράτωρ. Χαίρωμεν-ας χαίρομεν· με ωμέγα το ω, υποτακτική- καὶ ἀγαλλιώμεθα καὶ δῶμεν τὴν δόξαν αὐτῷ, ὅτι ἦλθεν ὁ γάμος τοῦ ἀρνίου καὶ ἡ  γυνὴ αὐτοῦ ἡτοίμασεν ἑαυτήν». 19,7. Ως απάντηση εις την αγγελική εκείνην φωνήν που βγήκε από τον θρόνον είναι ότι ολόκληρη η φωνή της Εκκλησίας, μια φωνή μετά των ουρανίων δυνάμεων, μια φωνή, που η ένταση αυτής της φωνής παρομοιάζεται με τρεις εικόνες· με την πτώσιν πολλών υδάτων - Είδατε όταν πάμε σε έναν καταρράκτη τι θόρυβος γίνεται;-· με την φωνή όχλου πολλού. Όπως φωνάζουν φερειπείν μέσα σε ένα γήπεδο, πώς φωνάζει ο όχλος;-· και με ισχυρές βροντές. Έτσι παρομοιάζονται οι φωνές ολοκλήρου της Εκκλησίας και των αγγέλων, που καλούνται να υμνολογήσουν τον Θεόν.

    Αγαπητοί μου, επιτρέψατέ μου εδώ να σας προσκαλέσω σε κάτι γιατί λέγει: «χαίρωμεν καί ἀγαλλιώμεθα». Ελάτε να χαρούμε κι εμείς κάτι. Αυτή την ομοφρονία όλων των όντων του Θεού. Βλέπετε όλα τα όντα του Θεού πώς χαίρουν; Βλέπετε τι ομόφρονα είναι τα όντα του Θεού; Όλα φρονούν το ίδιο. Και βλέπει κανείς μία ενότητα εδώ. Βλέπει ότι μεταξύ των αγαθών της Βασιλείας του Θεού είναι αυτή η διάχυτος αγάπη και η διάχυτος ομοφρονία. Δεν λέγει ο ένας αυτό κι εκείνος το άλλο. Εκείνο που λέγει ο ευαγγελιστής Λουκάς στις Πράξεις. Ότι του πλήθους των πιστευσάντων είναι η ψυχή και η καρδία μία. Πόσο μάλλον εάν αυτό το πλήθος είναι πια στον ουρανό. Η ψυχή και η καρδιά είναι μία. Η φωνή είναι μία. Η φωνή είναι μία. Να ποια είναι αυτή εδώ η ενότητα, η ουράνια ενότητα, που δίνει πραγματικά τη χαρά της Βασιλείας του Θεού. Θέλετε να το δοκιμάσουμε; Σας προσκαλώ σε κάτι. Θα μου πείτε είναι πολύ δύσκολο. Ωστόσο εγώ σας προσκαλώ. Σε μία μικρή κοινότητα εκκλησιαστική που είναι στο σπίτι σας. Η κατ’ οίκον εκκλησία. Όταν οι σύζυγοι είναι ομόφρονες και τα παιδιά είναι ομόφρονα. Και όλοι λέγουν το ίδιο πράγμα. Όλοι συμφωνούν στο ίδιο πράγμα. Πέστε μου, μέσα σε εκείνο το σπίτι τι βασιλεύει; Ξέρω κάποιος θα μου πει: «Θα΄ τανε πολύ ανιαρό πράγμα να υπάρχει ομοφροσύνη. Ενώ η αντίθεσις είναι κάτι που δίνει τόνο σε μία ομάδα ανθρώπων».

     Όχι, αγαπητοί μου, οι αντιθέσεις σε αυτήν την περίπτωση δεν έχουν καμία θέση. Μπορούμε να ‘χουμε την αντίθεση σε άλλα πράγματα, όπως ακριβώς έχουμε την ποικιλία των χρωμάτων μέσα στις αντιθέσεις τους, που δίνουν την ομορφιά της όλης εικόνος. Αλλά είναι άλλο πράγμα εκεί. Όπως κι εδώ θα είχαμε το ίδιο μες στην οικογένεια. Είναι ο πατέρας. Ο πατέρας δεν είναι η μητέρα. Είναι η μητέρα. Η μητέρα δεν είναι τα παιδιά. Ο καθένας είναι ένα χρώμα. Ο καθένας είναι ένας ήχος. Αλλά όλοι αυτοί οι ήχοι δίνουν μία αρμονία. Όλα αυτά τα χρώματα δίνουν έναν ζωγραφικό πίνακα. Μέσα σε ένα ζωγραφικό πίνακα ασφαλώς έχομε πολλά χρώματα, αλλά έχουμε αρμονία. Μέσα σε μια συναυλία έχουμε πολλούς ήχους, αλλά έχουμε αρμονία. Έτσι δεν είναι εκείνη η αντίθεση που θα είχαμε, να πω: «Όχι, δεν είναι έτσι αυτό, εγώ θα κάνω το δικό μου το θέλημα!», για να δώσουμε τάχα ζωή και τόνο μέσα σε μία ομάδα. Είναι δαιμονισμός! Βλέπει κανείς ότι μέσα σε δαιμονική ομάδα ανθρώπων, εκεί που δηλαδή ο διάβολος κυβερνά, βλέπετε τους ανθρώπους αυτούς ποτέ δεν μπορούν να συνεννοηθούν. Ο ένας λέει αυγά κι ο άλλος λέει καλάθια. Ο ένας λέει Α κι ο άλλος λέει Ω.

    Σας παρακαλώ, για κοιτάξτε τι ωραία εικόνα είναι αυτή μέσα στο σπίτι! Η κατ’ οίκον εκκλησία! Φροντίδα της αρχαίας εκκλησίας ήτο αυτή. Να δημιουργήσει την κατ’ οίκον εκκλησία. Και το σύνολο των κατ’ οίκον εκκλησιών, απετέλει την Εκκλησία. Με έψιλον κεφαλαίο. Σήμερα έχομε αυτή τη συμφορά στην Εκκλησία μας. Ποια συμφορά; Αισθανόμεθα ότι τα πράγματα έχουν ξεφτίσει, έχουν ξεθυμάνει. Έχουνε ρημάξει. Γιατί; Ξέρετε; Γιατί δεν καλλιεργήσαμε την κατ’ οίκον εκκλησία. Κάνω ένα προσκλητήριο στην αγάπη σας. Ο καθένας και η καθεμιά, αν μάλιστα εδώ είσαστε και ο σύζυγος και η σύζυγος, κουβεντιάστε το αυτό. Συζητήσατέ το και πείτε πώς μπορούμε να κάνομε το σπίτι μας έναν παράδεισο, μια γωνιά του παραδείσου του Θεού. Μία κατ΄ οίκον εκκλησία. Σας βεβαιώνω είναι η θετικοτέρα συμβολή σας στο έργο της ανορθώσεως και της αναζωπυρώσεως της Εκκλησίας μας.

     Το περιεχόμενο της δοξολογίας όλων αυτών είναι η διακήρυξις ότι «ἐβασίλευσεν Κύριος ὁ Θεός ὁ Παντοκράτωρ». Δηλαδή ότι γίνεται κύριος της δημιουργίας Του ο Θεός και ηθικώς! Και προς τον Οποίον ανήκει το «ἀλληλούια». Δεν είναι κύριος ο Θεός της δημιουργίας Του; Όταν λέγει ο Κύριος ότι ονομάζει τον διάβολον: «ὁ ἄρχων τοῦ κόσμου τούτου» και λέγει: «ὁ ἄρχων τοῦ κόσμου τούτου ἐκβληθήσεται ἔξω», «θα πεταχτεί έξω», δεν είναι κύριος ο Θεός της δημιουργίας Του; Είναι, αγαπητοί μου, και παραμένει ο κύριος της δημιουργίας Του. Αλλά όταν ο Θεός κάνει ελεύθερες υπάρξεις, ελεύθερα όντα, όταν τα όντα αυτά ελευθέρως δώσουν τον εαυτόν τους εις τον Θεόν, τότε κυβερνά και τις καρδιές. Συνεπώς είναι Κύριος όχι μόνο της δημιουργίας–φύση, αλλά τώρα είναι και ηθικώς, Κύριος των λογικών όντων. Μ’ αυτήν την έννοια, αφού πια το κακό οριστικά περιορίζεται και ρίπτεται εις το πυρ το αιώνιον, όπως θα δούμε στα επόμενα κεφάλαια, τότε πλέον δεν έχουν παρά οι άγιοι να δοξάσουν τον Θεό, γιατί πια ο Θεός γίνεται κύριος Παντοκράτωρ αυτής της δημιουργίας Του και των καρδιών των λογικών όντων.

     Όλη η Εκκλησία καλεί τον εαυτόν της να χαρεί. Και να δώσει δόξαν στον Θεό για ένα παμμέγιστον γεγονός. Και το παμμέγιστον αυτό γεγονός είναι εκείνο που αποτελεί και το νόημα της Ιστορίας. Ο γάμος του Αρνίου μετά της νύμφης Εκκλησίας. Βεβαίως, περί του γεγονότος τούτου, του γάμου του Αρνίου μετά της Εκκλησίας, που σας είπα το νόημα της Ιστορίας, ακούστε τι είπα: «είναι το νόημα της Ιστορίας». Ποιο νόημα έχει η Ιστορία; Η ένωση του σαρκωμένου Θεού Λόγου μετά της Εκκλησίας, δηλαδή των πιστών, των ανθρώπων και δια της Εκκλησίας μετά της κτιστής λοιπής δημιουργίας. Αυτό είναι το νόημα της ενανθρωπήσεως του Υιού του Θεού, αυτό είναι το νόημα της υπάρξεως του κόσμου, αυτό είναι το νόημα της υπάρξεως του κόσμου, αυτό είναι το νόημα της Ιστορίας. Αυτό είναι το τελευταίον παμμέγιστον γεγονός.

     Και, βέβαια, γι΄αυτό το γεγονός θα μας μιλήσει ο ιερός Ευαγγελιστής στο 21ον κεφάλαιον πρώτα ο Θεός, ίσως και του χρόνου αν θέλει ο Θεός και ζήσουμε, που αυτά τα 2-3 τελευταία κεφάλαια 20, 21,22 κεφάλαια του βιβλίου της Αποκαλύψεως είναι αληθινή απόλαυσις, είναι η αφρόκρεμα της πνευματικότητος· που βλέπει κανείς να περνά η Εκκλησία της ιστορίας στην αιωνιότητα. Και βλέπει κανείς αυτό το πέρασμα από την ιστορία στην αιωνιότητα. Και βλέπει κανείς με απαράμιλλες εικόνες περιγραφής, να περιγράφεται η Εκκλησία της αιωνιότητος. Δηλαδή αυτής της Βασιλείας του Θεού πια, της θριαμβευούσης μέσα εις τους αιώνας των αιώνων. Αν ο Θεός μας αξιώσει να φθάσουμε σε αυτά τα κεφάλαια. Βέβαια εκεί θα μιλήσει λεπτομερώς ο ιερός Ευαγγελιστής γι’ αυτόν τον γάμον του Αρνίου μετά της Εκκλησίας.

   Ωστόσο τώρα, κατά τη συνήθεια του προφήτου, γίνεται μία προεξαγγελία και που προετοιμάζει τον αναγνώστη να μπει στο νόημα των πραγμάτων. Όταν, λέγει «γάμοι τοῦ ἀρνίου», ο γάμος του Αρνίου, τι σημαίνει αυτό; Λέγει ο Ανδρέας Καισαρείας: «Γάμον δέ Ἀρνίου τήν τῆς Ἐκκλησίας πρός Χριστόν, λέγει, συνάφειαν». Είναι η συνάφεια, η ένωση Χριστού και Εκκλησίας. Δηλαδή αυτό που σας είπα, ο σαρκωμένος Θεός που ενώνεται με τους ανθρώπους και δια των ανθρώπων με την λοιπήν Εκκλησίαν, και είναι πια ο Θεός με τη δημιουργία Του, ασύγχυτα πάντοτε, ηνωμένος εις τους αιώνας των αιώνων. Και το μυστήριον αυτής της συναφείας εκφράζεται με τον γάμον. Κι αν το θέλετε, ο γάμος, αυτό το άλλο μυστήριο εκφράζει τούτο το μεγάλο μυστήριο που λέγει και ο Απόστολος Παύλος: «Ἐγώ δέ λέγω, τό μυστήριο τοῦτο ὅτι εἶναι μέγα εἰς Χριστόν καί εἰς τήν Ἐκκλησίαν». Ποιο μυστήριο; Το μυστήριο της ενώσεως Χριστού και Εκκλησίας. Αυτό περί του οποίου τώρα λέγει εις το βιβλίο της Αποκαλύψεως.

     Εικόνα δε και τύπος αυτού του μεγάλου μυστηρίου είναι το άλλο μυστήριον, η ένωσις μες στον γάμο ανδρός και γυναικός. Όταν καταστρέφομε την εικόνα, προσβάλλομε το πρωτότυπο. Όταν καταστρέφω έναν άνθρωπο, βρίζω έναν άνθρωπο, προσβάλλω την εικόνα του Θεού. Και δια της εικόνος του Θεού η ύβρις μου περνά, διαβαίνει εις το πρωτότυπο. Και εάν υβρίζω τον γάμον, παίρνω διαζύγιο, ή ζω τη μοιχεία καθ’ οιονδήποτε τρόπον, τότε υβρίζω το μυστήριον ενώσεως Χριστού και Εκκλησίας. Να γιατί είναι βαρύ αμάρτημα η μοιχεία. Δεν είναι απλώς ένα περιστατικόν.

     Οι μυωπάζοντες όμως άνθρωποι, που φτιάχνουν τους ανθρωπίνους νόμους και μιλάνε για μια χειραφέτηση της τιμιότητος του γάμου και ότι μπορούν οι άνθρωποι να κινούνται ελευθερίως μέσα στον χώρο του γάμου και να ζουν τη μοιχείαν, ασφαλώς δεν μπόρεσαν ποτέ να συλλάβουν το θεολογικό υπόβαθρο του μυστήριου του γάμου. Γιατί βλέπουνε στο μυστήριο του γάμου τι βλέπουνε; Βλέπουνε μόνο μία φυσική ένωση και όχι μία υπερφυσική. Αλλά η φυσική έγινε χάριν της υπερφυσικής. Και όχι η υπερφυσική χάριν της φυσικής. Και τι θα πει «θεώρηση φυσική». Και τι θα πει «θεώρηση φυσική του γάμου»; Όπως πηγαίνω την κατσίκα μου στον τράγο, με συγχωρείτε και θα πάει κι ο άλλος την κατσίκα του στον τράγο και θα ‘ναι ο ίδιος ο τράγος για πολλές κατσίκες, με συγχωρείτε για την γλώσσα μου, αλλά έτσι θα πει «βλέπω κατά φυσικό τρόπο τον γάμο». Αλλά δεν είναι αυτό. Ο γάμος έχει υπερφυσικόν υπόβαθρον. Έχει θεολογικόν υπόβαθρον. Είναι αυτό που σας είπα. Έρχεται να δώσει την εικόνα εκείνη του μεγάλου μυστηρίου της ενώσεως Χριστού και Εκκλησίας· που θα γίνει σε μία απέραντη έκταση πια και φανερή στα έσχατα. Μέσα στη Βασιλεία του Θεού.

     Αυτήν την ωραία εικόνα του γάμου την βρίσκομε γνωστή στην Παλαιά Διαθήκη και την χρησιμοποιεί ήδη ο άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής.  Αλλά και ο ίδιος ο Κύριος χρησιμοποιεί την εικόνα του γάμου εις τα Ευαγγέλια. Λέγει, επί παραδείγματι, ο άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής, Ιω. 3,29: «Ὁ ἔχων τήν νύμφην ( ποιος έχει την νύμφην; Την Εκκλησία; Είναι ο Χριστός) νυμφίος ἐστίν. νυμφίος εστίν». Είναι γαμβρός, είναι νυμφίος. «Ὁ δέ φίλος τοῦ νυμφίου -ποιος είναι φίλος του νυμφίου; Είναι ο Ιωάννης- ὁ ἐστηκώς καί ἀκούων αὐτοῦ -που στέκεται και ακούει- χαρά χαίρει διά τήν φωνήν τοῦ νυμφίου». «Εγώ είμαι ο φίλος του Νυμφίου», λέγει. «Εγώ ο Ιωάννης ο Βαπτιστής. Είμαι ο φίλος του Νυμφίου. Και χαίρομαι όταν ακούω τον Νυμφίο που έχει την νύμφην. Και χαίρομαι χαράν μεγάλην». Εβραϊσμός. Χαίρομαι με χαρά.

     Ο Κύριος είπε, Ματθ.9,15. Όταν κάποτε προσεβλήθη η ομάδα των μαθητών Του από τους κακεντρεχείς Φαρισαίους, γιατί δεν νηστεύουν ενώ οι μαθηταί του Ιωάννου και των Φαρισαίων νηστεύουν, απήντησε: 9,15 «Μὴ δύνανται οἱ υἱοὶ τοῦ νυμφῶνος πενθεῖν ἐφ' ὅσον χρόνον μετ' αὐτῶν ἐστίν ὁ Νυμφίος;». Είναι δυνατόν «οἱ υἱοὶ τοῦ νυμφῶνος» τα παιδιά του νυμφώνα, να πενθούν -γιατί τι είναι η νηστεία; Πένθος είναι. Ακούσατε τι είναι η νηστεία; Πένθος είναι. «Μπορούν να πενθούν όταν μαζί τους είναι, όσο καιρό είναι μαζί τους ο Νυμφίος; Εγώ είμαι ο Νυμφίος της Εκκλησίας. Εγώ, ο Χριστός. Και είμαι μαζί τους. Πώς λοιπόν θα νηστεύσουν;». Λέει παρακάτω: «Θα ‘ρθουνε μέρες που θα παρθεί απ’ αυτούς ο Νυμφίος, θα φύγει, και τότε θα νηστεύσουν». Βλέπετε πώς ονομάζει ο Κύριος εδώ τον εαυτό Του; Νυμφίο!

     Εκεί όμως που έχομε μία εντονοτάτη εικόνα, σε βαθμό που κανείς εκπλήσσεται για την τολμηρότητα των εικόνων και την τολμηρότητα της συναφείας του γάμου, είναι το βιβλίο «Ἆσμα Ἀσμάτων». Αυτό το περίφημο βιβλίο, που κανείς να είχε την δυνατότητα να το αναλύσει… Και ενώ μοιάζει ότι είναι ένα ερωτικό ειδύλλιον άμα το διαβάζει κανείς, στην πραγματικότητα δεν είναι παρά αυτή η ένωσις του Χριστού μετά της Εκκλησίας.

    Και ποια είναι αυτή η ετοιμασία της γυνής του Αρνίου, όπως λέγει, δηλαδή της Εκκλησίας;  Κατ΄αρχάς είναι η χρονική ετοιμασία. Είναι όταν οι ψυχές των εσφαγμένων δια την μαρτυρίαν του Ιησού Χριστού εζήτησαν δικαίωσιν, όπως διαβάζομε στο έκτο κεφάλαιο της Αποκαλύψεως, στίχος 10. Και τους εδόθη η απάντησις να περιμένουν λίγο δια να προστεθούν και άλλοι αδελφοί των, οι οποίοι και αυτοί θα δώσουν το αίμα τους για την μαρτυρία του Ιησού Χριστού. Είναι λοιπόν η πρώτη ετοιμασία, προετοιμασία χρονική. Είναι θέμα αριθμού. Να γίνει ο αριθμός των μελών της Εκκλησίας περισσότερος και περισσότερος.

     Έχομεν όμως και την ποιοτικήν ετοιμασίαν της γυνής του Αρνίου. Λέγει το ιερό κείμενο πάλι: «Καὶ ἐδόθη αὐτῇ(:και δόθηκε σ’ αυτήν, την γυναίκα, την Εκκλησία) ἵνα περιβάληται βύσσινον λαμπρὸν καθαρόν- ερμηνεύει ο ιερός Ευαγγελιστής: τὸ γὰρ βύσσινον τὰ δικαιώματα τῶν ἁγίων ἐστί». Βέβαια, ακριβέστερα, ερμηνεύει ο άγγελος. «Δόθηκε», λέγει, «να ντυθεί λαμπρό βύσσινο, καθαρό ιμάτιο». Τι είναι αυτό το βύσσινο; Δηλαδή αυτό το χρώμα; Είναι τα δικαιώματα, είναι οι αρετές των αγίων. Και αυτή η στολή την οποία περιβάλλεται η Εκκλησία, το βύσσινον το λαμπρόν και καθαρόν, είναι σε αντίθεση με την στολή της γυναικός της πόρνης της μεγάλης, όπως θα ενθυμείσθε και είναι, εδώ βλέπει κανείς, ενώ εκεί είναι τα βδελύγματα, έχει, λέει, η πόρνη γυναίκα εδώ ονόματα βδελυγμάτων, σιχαμένα πράγματα. Αυτή η γυναίκα, η Εκκλησία, είναι τα δικαιώματα των αγίων, ο χρωματισμός της στολής της. Οι αρετές των αγίων της. Είναι η αγιότητα των αγίων της.

    Πραγματικά, αγαπητοί μου, η αγιότητα είναι η στολή που παίρνουν οι άγιοι από τον κόσμον αυτόν όσο ζουν. Και αν το θέλετε, είναι η μόνη στολή που παίρνουν. Έναν άγιον, αν τον στολίσετε όσο θέλετε, δεν θα πάρει από τα λαμπρά ρούχα τίποτε μαζί του. Ούτε αν του κάνουμε λαμπρή κηδεία, ούτε αν δεν του κάνουμε, τίποτε δεν θα πάρει από αυτά. Μια στολή θα πάρει μαζί του λαμπρή, την αγιότητα! Την στολή της αγιότητος. Των αρετών τη στολή. Γι΄αυτό και οι άγιοι εφρόντιζαν να εξυφάνουν κατά τη διάρκεια της επιγείου ζωής των, αυτήν την στολή, που μπορούν να περάσουν από το τελωνείο. Η μόνη στολή. Τίποτε άλλο δεν μπορούν να πάρουν.

     Αλλά λέγει ότι «ἐδόθη». «Καὶ ἐδόθη αὐτῇ». «Εδόθηκε εις αυτήν να ντυθεί αυτή τη στολή τη λαμπρά». «Ἐδόθη»; Τι σημαίνει «ἐδόθη»; Σημαίνει ότι ο αγιασμός των αγίων της Εκκλησίας είναι καρπός τόσον του προσωπικού κόπου των αγίων, όσον και της θείας Χάριτος. Κανείς δεν γίνεται άγιος χωρίς τη Χάρη του Θεού. Η αγιότητα μέσα στον χριστιανικόν χώρον ουδέποτε είναι αυτόνομη. Αν σας πουν ότι υπάρχουν σπουδαίοι άνθρωποι με πολλήν αρετήν, αλλά είναι όχι στον χώρο της Εκκλησίας, έχουνε μία αυτόνομη, ξεκομμένη από τον Θεό, δηλαδή αυτό θα πει «αυτόνομη», αυτόνομη αγιότητα, αυτόνομη αρετή, αυτή δεν κατορθώνει να φθάσει σε ύψη αφενός, αφετέρου δεν περνάει από το τελωνείον του θανάτου. Δεν διασώζεται. Δεν μπαίνει στη Βασιλεία του Θεού.

      Ξέρετε, το έχω ακούσει πολλές φορές αυτό, γι΄αυτό σας το λέγω. Ακούμε ανθρώπους που λένε, δύο κατηγορίες περιπτώσεων θα σας πω. Η μία: Λέει μία γυναίκα: «Ο άνδρας μου είναι πολύ καλύτερος από μένα, αλλά δεν έρχεται στην Εκκλησία». Τι να το κάνω; Η καλοσύνη του αυτή είναι ανενέργητη. Ανώφελη. Ακούσατε τι είπα; Ανώφελη! Δεν περνάει στην αιωνιότητα αυτή η καλοσύνη του. Και το άλλο: «Βλέπομε», λέει, «Μασόνους, αλλά είναι πολύ καλοί άνθρωποι». Το ξέρομε δε κατά πόσο είναι ή δεν είναι καλοί άνθρωποι. Αλλά το θέμα είναι ότι είναι μία αυτονομημένη καλοσύνη, αν υποτεθεί ότι υπάρχει μία καλοσύνη. Αυτονομημένη. Δεν έχει καμία σχέση με την αγιότητα των αγίων της Εκκλησίας. Μα απολύτως καμία σχέση. Τίποτα δεν διασώζεται μέσα στη Βασιλεία του Θεού. Μη, λοιπόν, μας θαμπώνουν τέτοιες περιπτώσεις. Σας το είπα για να το ‘χουμε υπόψη μας.

    Εδώ αυτό το «ἐδόθη»  και η Εκκλησία ντύνεται και είναι τα δικαιώματα των Αγίων, οι αρετές των Αγίων, ωραία το εκφράζει ο Απόστολος Παύλος, Εφεσίους 2,10. Λέγει ο Απόστολος: «Αὐτοῦ γάρ ἐσμεν ποίημα(:είμεθα δημιούργημα του Θεού), κτισθέντες ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ(:που εδημιουργηθήκαμε εν Χριστώ Ιησού - δεν λέγει: «ἐν Θεῷ», λέγει: «ἐν Χριστῷ», δεν έχω καιρό να σας το ερμηνεύσω πιο πολύ, έχει πολλή αξία αυτό) ἐπὶ ἔργοις ἀγαθοῖς(:με σκοπό να έχομε τα άγια έργα, την αγιότητα- ώστε λοιπόν ο σκοπός που ο Χριστός μάς έκανε είναι να έχομε εν Χριστώ αγιότητα, εν Χριστώ αγιότητα), οἷς προητοίμασεν ὁ Θεὸς ἵνα ἐν αὐτοῖς περιπατήσωμεν». Αλλά, όπως σας εξήγησα προηγουμένως επί της εικόνος του  γάμου, εκκλησίας και Αρνίου, θα επανέλθει ο ιερός Ευαγγελιστής στα πιο κάτω κεφάλαιά του, γι΄αυτό και εγώ δεν θα εξαντλήσω το θέμα φυσικά.

     Και συνεχίζει το ιερό κείμενο: «Καὶ λέγει μοι -Και μου λέγει:-· γράψον, μακάριοι οἱ εἰς τὸ δεῖπνον τοῦ γάμου τοῦ ἀρνίου κεκλημένοι. καὶ λέγει μοι· οὗτοι οἱ λόγοι ἀληθινοὶ τοῦ Θεοῦ εἰσι». Και μου λέγει: «Γράψε». Ποιος; Ο άγγελος. «Γράψε: Ευτυχισμένοι αυτοί που είναι καλεσμένοι στο δείπνο του Αρνίου, του γάμου του δείπνου του Αρνίου. Και μου λέγει: Αυτοί οι λόγοι του Θεού είναι αληθινοί».

      Αγαπητοί μου, αφού ήρθε η ώρα του γάμου του Αρνίου ήδη στρώνεται το γαμήλιο τραπέζι. Εκείνο που λέγει «Καὶ λέγει μοι· γράψον», «και μου λέγει: Γράψε», διότι αυτά τα οποία βλέπει ο Ιωάννης πρέπει να τα γράψει, τι σημαίνει; Σημαίνει ότι ο οδηγός άγγελος πληροφορεί τον Ιωάννη να γράψει γι'αυτό το μακαριστό δείπνο ώστε, όταν θα αναγινώσκεται, θα διαβάζεται, από τους πιστούς της στρατευομένης Εκκλησίας, να κάνουν αφενός μεν συνειδητή υπομονή για τις θλίψεις του παρόντος αιώνος στον οποίον ευρίσκονται, αλλά και ταυτοχρόνως να προετοιμάζονται για εκείνον το ουράνιον δείπνον. Γι΄αυτό λέγει: «Γράψον». Να διαβαστεί αυτό το πράγμα που θα γραφτεί.

    Η έκφραση της χαράς του γάμου του Αρνίου, δηλαδή της ενώσεως που σας λέγω, Χριστού και Εκκλησίας, φανερώνεται εδώ με ένα γαμήλιο τραπέζι, δηλαδή με την παρουσία αυτής της ίδιας της Βασιλείας του Θεού. Πολλές φορές ο Κύριος μίλησε γι’ αυτόν τον δείπνον στα Ευαγγέλια. Πολλές φορές. Όπως είναι το δείπνο των γάμων του Υιού του Βασιλέως, όπως είναι το δείπνο εις το οποίον δείπνον τρεις κατηγορίες ανθρώπων αρνούνται να προσέλθουν: «Αγρόν ἠγόρασα, ζεύγη βοῶν πέντε ἠγόρασα, γυναῖκα ἔγημα οὐ δύναμαι ἐλθεῖν», η παραβολή των δέκα παρθένων και ακόμα η παραβολή του ασώτου υιού. Εκείνο το «σφάξτε το μοσχάρι το σιτευτό και ελάτε να χαρούμε» στο βάθος, όλα αυτά, αγαπητοί μου, είναι προοίμια εκείνου του μεγάλου δείπνου. Αλλά κατεξοχήν, κατεξοχήν, είναι το τελευταίο δείπνο που ο Χριστός έκανε επί της γης, είναι ο Μυστικός λεγόμενος Δείπνος, που παρέθεσε ο Κύριος στους μαθητάς Του τη Μεγάλη Πέμπτη, κατά τη διάρκεια του οποίου δείπνου παρέθεσε και το κατεξοχήν «ἱερεῖον». «Ἱερεῖον» θα πει σφάγιον. Τον εαυτόν Του! Το σώμα Του και το αίμα Του! Το μυστήριο, δηλαδή, της Θείας Ευχαριστίας· που όλα αυτά έρχονται να δείξουν τη μακαριότητα της Βασιλείας του Θεού.

    Είναι αξιοσημείωτον ότι δεν ομιλεί ούτε ο Κύριος, ούτε το εν λόγω χωρίον της Αποκαλύψεως που αναλύομε τώρα, περί «ἀρίστου». Όπως θα ξέρετε, «ἄριστον» στην αρχαία Ελληνική θα πει το μεσημεριανό τραπέζι. Είναι το «πρό ἄριστον» είναι το πρωινό, το κολατσιό. Είναι το «ἄριστον», το μεσημεριανό και το «δεῖπνον», το βραδινό. Σε όλες τις παραβολές, κι εδώ τώρα εν προκειμένω, στην Αποκάλυψη, παραβολές που ο Κύριος ομίλησε, παντού ομιλεί περί δείπνου και όχι περί αρίστου.

    Σας κάνει εντύπωση αυτό; Ακούστε γιατί. Ο λόγος είναι ο εξής: Στην ανατολή οι άνθρωποι ειργάζοντο όλη την ημέρα ή στους αγρούς ή στις άλλες δουλειές τους. Και συνεπώς δεν έμενε χρόνος να συγκεντρωθούν αυτοί και οι φίλοι τους σε ένα τραπέζι. Όταν εβράδιαζε και τέλειωναν οι δουλειές τους, όλοι μαζί ευρίσκοντο σε ένα τραπέζι σε ένα σπίτι για να φάνε. Όπως θα γνωρίζετε, το βράδυ οι άνθρωποι μαζεύονται και λένε τα δικά τους. Προσέξτε εδώ να δείτε. Μαζεύονται και λένε τα θέματά τους. Είναι μία ωραία συνήθεια αυτή, η οποία μάλιστα περισσότερο καλλιεργείται στην ανατολή, το να καθίσουν στο τραπέζι και να κουβεντιάσουν. Είναι όπως σας είπα, μια ωραία συνήθεια, το να καθίσει κανείς στο τραπέζι με τους φίλους του για να κουβεντιάσουν.Εμείς νομίζουμε ότι είναι τραπέζι, είναι για να διασκεδάσουμε, να πιούμε κρασί και να αρχίσουμε να τραγουδάμε.

     Είναι μία λανθασμένη θέση αυτή, αγαπητοί μου. Σε ένα τραπέζι, βραδινό μάλιστα, μπορούμε να καθίσουμε να φάμε και να συζητήσουμε. Και μάλιστα να συζητήσουμε σοβαρά θέματα. Όταν λέω «σοβαρά», δεν εννοώ θέματα οικονομικά, αλλά εννοώ πνευματικά θέματα. Σοβαρά θέματα. Έτσι βλέπομε ότι συζητούσαν στην ανατολή. Γιατί είχαν μπροστά τους τη νύχτα και είχαν άνεση οι άνθρωποι να κουβεντιάσουν. Δεν τους επίεζε το να ανοίξουν το απόγευμα το μαγαζί τους. Και να είναι περιορισμένος ο χρόνος του μεσημεριού. Γι’ αυτόν τον λόγο εδώ ομιλεί το ιερό κείμενο περί δείπνου· που σημαίνει ότι η Βασιλεία του Θεού καλείται «δεῖπνον», διότι, μετά τον κόπον της ημέρας του βίου τούτου, όλη η οικογένεια του Θεού μαζεύεται, για να γευτεί τη μακαριότητα της Βασιλείας και να έχει την άνεση της αιωνιότητος.

     Γράφει ο Ανδρέας Καισαρείας: «Δεῖπνον δέ Χριστοῦ, ἡ τῶν σωζομένων ἑορτή καί εὐφροσύνη ἐναρμόνιος· ᾗς μακάριοι τευξόμενοι, καί τῷ ἁγίῳ τῶν καθαρῶν ψυχῶν Νυμφίῳ εἰς τόν αἰώνιον Νυμφῶνα, συνεισελευσόμενοι». «Τι είναι», λέει, «το δείπνο του Χριστού; Είναι η εορτή των σωζομένων. Εκείνοι που θα σωθούν! Είναι η εναρμόνιος χαρά και ευφροσύνη· που όλοι αυτοί θα πετύχουν την ένωσή τους με τον Σωτήρα Χριστό, στον νυμφώνα Του, όταν θα μπουν».

     Υπάρχει όμως, αγαπητοί μου, στα λίγα λεπτά που μας μένουν, κι ένα ακόμη δείπνο, προσέξτε αυτό, που αναφέρεται από τον ιερόν Ευαγγελιστήν, στο ίδιο κεφάλαιο λίγο πιο κάτω. Είναι στους στίχους 17 και 18. Και που είναι ένα φρικτό τραπέζι, φρικτό τραπέζι! Το αναφέρομε εδώ μόνο για μια σύγκριση. Γιατί εκεί θα κάνομε ανάλυση, πρώτα ο Θεός, άμα θα φθάσομε. Ακούστε: «Δεῦτε», ακούστηκε πάλι μια φωνή, «συνάχθητε εἰς τὸ δεῖπνον τὸ μέγα τοῦ Θεοῦ, ἵνα φάγητε –στα όρνεα του ουρανού αποτείνεται η φωνή, στα κοράκια του ουρανού- σάρκας βασιλέων καὶ σάρκας χιλιάρχων καὶ σάρκας ἰσχυρῶν καὶ σάρκας ἵππων καὶ τῶν καθημένων ἐπ᾿ αὐτῶν, καὶ σάρκας πάντων ἐλευθέρων τε καὶ δούλων, καὶ μικρῶν τε καὶ μεγάλων». Φρικτό! «Ω κοράκια, ω κοράκια της γης, ελάτε, μαζευτείτε να φάτε τα πτώματα των ανθρώπων εκείνων που στάθηκαν αντίθεοι». Φρικτό τραπέζι. Σας είπα την ανάλυση θα την κάνομε λίγο πιο κάτω όταν θα φθάσομε πρώτα ο Θεός.Τα δύο αυτά δείπνα συμβολίζουν την Βασιλεία του Θεού και την αιωνία κόλαση. Και θυμίζουν τους λόγους του Κυρίου που είπε: «Καί ἀπελεύσονται οὗτοι εἰς κόλασιν αἰώνιον, οἱ δέ δίκαιοι εἰς ζωήν αἰώνιον». Τα δύο δείπνα. Αλλά και την ετυμηγορίαν, την καταδικαστικήν απόφασιν εκείνου του κριτηρίου που λέγει: «Ἐπείνασα γάρ καί ἐδώκατέ μοι φαγεῖν» ή «Ἐπείνασα γάρ καί οὐκ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν» κλπ. Επάνω σ’ αυτό ωραιότατα ο άγιος Συμεών ο νέος Θεολόγος μεταφέρει το θέμα στην πνευματική κατάρτιση του καθενός και γράφει στον 57ο λόγο του.  «Επειδή επείνασα την επιστροφή σου», λέει ο Χριστός στην κάθε ψυχή, «και τη μετάνοιά σου, και δεν μου έδωσες να φάγω και να πληρώσω την επιθυμία μου, δηλαδή δεν μετενόησες από τα κακά σου. Εδίψησα τη σωτηρία σου και δεν μου έδωκες να πιω. Γυμνός ήμουν από τις δικές σου ενάρετες πράξεις και δεν με έντυσες με αυτές. Ήμουν σε φυλακή στενοτάτη και μολυσμένη και σκοτεινή της καρδιάς σου και δεν θέλησες να με επισκεφθείς. Και να με βγάλεις στο φως. Είδες πού εκειτόμουν με την ασθένεια της δικής σου αμελείας και απραξίας και δεν με υπηρέτησες με τα καλά σου έργα. Λοιπόν, φεύγε από κοντά μου!».

     Αγαπητοί μου, βλέπομε εδώ, εν αντιθέσει με τους αμαρτωλούς οι δίκαιοι, όχι μόνο θα έχουν ασκήσει την αγάπη, αλλά και προπαντός και κυρίως θα έχουν γίνει σκεύη τίμια και εύχρηστα εις τον Κύριον, και ναοί στολισμένοι για να κατοικήσει εκεί ο άγιος Τριαδικός Θεός. Και μέλη του μεγάλου σώματος του Χριστού, την Εκκλησία. Γι΄αυτό και τους αποκαλεί εδώ η Αποκάλυψις «μακαρίους και κεκλημένους», καλεσμένους. Είναι ο τέταρτος μακαρισμός της Αποκαλύψεως αυτός, και θεωρεί αληθινά μακαρίους εκείνους που θα τύχουν αυτής της Βασιλείας του Θεού. Ως προς το «κεκλημένοι», καλεσμένοι, είναι ταυτόσημο με το «ἐκλεκτοί». Διότι, έχοντες υπόψιν την παραβολήν του μεγάλου δείπνου που είπε ο Κύριος, όλοι κλήθηκαν, αλλά όλοι δεν ανταποκρίθηκαν. Εκείνοι που ανταποκρίθηκαν ως κλητοί ήσαν και εκλεκτοί. Γι' αυτό και επιμένει ο άγγελος για τον μακαρισμό των κεκλημένων αυτών. Αυτοί οι λόγοι που σου λέγω είναι αληθινοί του Θεού, σου λέγω αλήθεια, οι λόγοι του Θεού είναι αληθινοί.

    Αλλά, θα συνεχίσουμε…

Κυριακή 17-4-1983


75η ομιλία στο βιβλίο της Καινής Διαθήκης
« Ιερά Αποκάλυψις ».

Όλες οι ομιλίες του βιβλίου 
« Αποκάλυψις » εδώ ↓.
http://www.arnion.gr/index.php/p-thanasios-mytilina-os/milies-p-thanasiou/kainh-diauhkh/iera-apokalycis
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40qa7vUvidbEX6OBGq3b9WeV

Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.

Ψηφιοποίηση και επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος.

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️
https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

__⬇️ Facebook ⬇️__
https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.

26 Νοεμβρίου 2021

Σύγχρονοι Νέοι καί Ἰδανικά.

†.Η παρουσία του πλουσίου νεανίσκου, αγαπητοί μου, που ζητά από τον Κύριον τι να πράξει για να κερδίσει την αιώνιον ζωήν, όντως μας συγκινεί. Ενώ το ερώτημα είναι ένα τεράστιον θέμα, «τί ποιήσας ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσω;», η απάντησις του Κυρίου μοιάζει ότι είναι πολύ πεζή. Τι του είπε; «Τήρησε τις εντολές». Πολύ απλά. «Τήρησε τις εντολές». Και ο νεανίσκος ίσως νόμισε περί μεγάλων και εκτάκτων και αγνώστων εντολών. Γι΄αυτό ερωτά: «Ποιες είναι αυτές;». Και ο Κύριος τού απαριθμεί εντολές από τον δεκάλογον, πολύ γνωστές.

     Έτσι, πολλοί σύγχρονοί μας, περιφρονούν, αγαπητοί μου, τις δέκα εντολές σαν πολύ γνωστές. Είναι ένα ίδιον του ανθρώπου να θέλει κάτι το γνωστό να το περιφρονεί. Πάντοτε. Ομιλητής είναι; Εντολές είναι; Λειτουργία είναι; Αισθάνεται την ανάγκη να απωθήσει, να περιφρονήσει. Γιατί; «Ε, τα ξέρομε αυτά, είναι γνωστά». Δεν υπάρχει μέσα στον άνθρωπο εκείνη η διαρκής, γιατί εκεί μέσα είναι όλη η δουλειά, η διαρκής ανανέωσις, που να δημιουργεί παρθενικότητα ματιών. Να μπορείς να βλέπεις το ίδιο πράγμα κάθε φορά καινούριο! Αυτό είναι μία μεγάλη-μεγάλη υπόθεση. 

Και δεν είναι στην περίπτωση μόνο όσων πνευματικών πραγμάτων. Είναι και εις την γύρω μας φύση. Θέλετε; Και εις τα γύρω μας πρόσωπα. Πόσες φορές βαριόμαστε τα ίδια πρόσωπα, που τα έχουμε δει, τα έχομε ξαναδεί. Κάποτε η γυναίκα μας, ο άνδρας μας, τα παιδιά μας. Ναι, ναι. Οι φίλοι μας. Κάποτε τους βαριόμαστε. Τον πνευματικό μας, τα πνευματικά μας παιδιά. Τα βαριόμαστε. Λέμε: «Ε…». Ενώ έχομε ένα ενδιαφέρον πάντοτε για κάτι καινούριο. Το περιβάλλον, τα βουνά, τα δένδρα, η θάλασσα, τα πάντα. «Ε, τα ξέρομε, τι είναι αυτά;». Δεν βλέπομε με αυτά τα ανανεωμένα μάτια. Να αισθανόμεθα ότι τα βλέπομε για πρώτη φορά. Το θέμα πού βρίσκεται; Μέσα μας. Μόνο μέσα μας. Έτσι λοιπόν και οι δέκα εντολές. «Α, τις ξέρω». Τι είπε ο νεαρός; «Τις ετήρησα», λέει, «εκ νεότητός μου». Από μικρό μου παιδάκι τις ετήρησα τις εντολές. Και όμως η οδός των εντολών είναι εκείνη που οδηγεί εις την αιώνιον ζωήν. Εάν τηρούσε τις εντολές όντως, τότε δεν ήταν ανάγκη να ερωτήσει τον Κύριον· διότι θα ήξερε ότι οι εντολές είναι ο δρόμος, η οδός, ο τρόπος για να φθάσουμε εις την αιώνιον ζωήν.

     Εκεί όμως είναι και το λάθος του νεανίσκου. Και η αποτυχία του. Στις εντολές; Ναι, νεανίσκε μου, υπάρχουν πράγματα που δεν παλιώνουν ποτέ. Οι εντολές του Χριστού. Δεν παλιώνουν. Είναι διαχρονικές. Είναι πάντοτε οι ίδιες. Κι αν θέλετε, ως προς την Καινή Διαθήκη και ως προς το πρόσωπο του Ιησού Χριστού, «Χριστός χθές καί σήμερον ὁ αὐτός καί εἰς τούς αἰῶνας», λέει ο Απόστολος Παύλος. Ο Ίδιος και χθες και σήμερα και αύριο και αιωνίως. Λοιπόν; Λοιπόν. Οι δέκα εντολές πρέπει να βιωθούν.

      Ωστόσο υπάρχει και η υπέρβασις των εντολών. Και ο νεανίσκος εζήτησε αυτήν την υπέρβασιν. Και ο Κύριος του είπε: «Ένα σου λείπει». «Τι, Κύριε;». «Πάντα ὅσα ἔχεις πώλησον καὶ διάδος πτωχοῖς, καὶ ἕξεις θησαυρὸν ἐν οὐρανῷ(:όσα έχεις πούλησέ τα, αφού επιθυμείς να είσαι πιο πάνω και από τις εντολές, πιο πέρα δηλαδή, και τότε θα έχεις θησαυρό στον ουρανό), καὶ δεῦρο ἀκολούθει μοι». «Και έλα να με ακολουθήσεις».

      Το βάρος της προτάσεως πέφτει πού; Όχι στον πλούτο, όχι στο «διάδος πτωχοῖς». Γιατί μπορούσε να ήταν κάποιος και να μην είχε πλούτον. Οπότε να μην έπρεπε, να μην είχε τη δυνατότητα να πουλήσει τα υπάρχοντά του και να τα δώσει εις τους πτωχούς. Πού πέφτει το βάρος; Στο «δεῦρο ἀκολούθει μοι». «Έλα να με ακολουθήσεις». Η περιουσία του πλουσίου νεανίσκου ήταν απλώς ένα εμπόδιον. Κι έπρεπε να φύγει από τη μέση για να ακολουθήσει τον Χριστόν. Τι είναι αυτό; «Έλα να με ακολουθήσεις;». Είναι η αφιέρωσις· που ξεπερνά την τήρηση των εντολών. Δεν είναι πια τι θα τηρήσω, αλλά ποιος θα έχω γίνει. Θα το ξαναπώ. Δεν είναι πια τι θα τηρήσω. Αν τήρησα, δεν τήρησα τις εντολές και πόσο τις τήρησα. Αλλά εκ της τηρήσεως των εντολών, εγώ ποιος έχω γίνει, πώς διαμορφώθηκα, πώς φτιάχτηκα.

     Ο νεανίσκος όμως έμενε στο τι θα τηρήσει. Δεν μπορούσε να ξεπεράσει τον εαυτόν του και τα χρήματά του. Γι΄αυτό ο Κύριος τού είπε να πουλήσει ό,τι έχει, όχι για τίποτε άλλο, αλλά για να ελευθερωθεί από το «ἔχειν» και να περάσει στο «εἶναι». Πάντως, πέραν των αν ο πλούσιος νεανίσκος αστόχησε, εκείνο που συγκινεί σε αυτόν τον νέον είναι η αναζήτησις ενός ιδανικού. Αυτό έχει πολλή σημασία. Κι αυτό είναι η αιώνιος ζωή. «Τι να κάνω για να κερδίσω την αιώνιον ζωήν». Και ο Κύριος, όπως μας πληροφορεί το κατά Μάρκον Ευαγγέλιον, γιατί το θέμα το περιγράφει και ο Ματθαίος και ο Μάρκος, εκεί λέγει ότι ο Κύριος τον συνεπάθησεν τον νέον αυτόν. «Ὁ δὲ Ἰησοῦς ἐμβλέψας αὐτῷ ἠγάπησεν αὐτὸν». Ήταν συμπαθής νέος. Πού ήτο συμπαθής; Στο ότι ζητούσε ένα ιδανικό. Και μάλιστα ακραίον, ύψιστον ιδανικόν. Την αιώνιον ζωήν.

      Τι είναι τα ιδανικά; Είναι οι αξίες. Είναι όλα εκείνα που έλκουν τον άνθρωπο προς τα άνω. Τον αποσπούν από την πεζότητα της ζωής και του δείχνουν το «εὖ ζῆν» με την πνευματική σημασία του όρου. Γιατί «εὖ ζῆν» δύναται να λογαριαστεί και το να έχω να τρώω και να πίνω καλά. Αλλά με την πνευματική σημασία. Να γίνω πνευματικότερος άνθρωπος, υψηλότερος άνθρωπος. Και τα ιδανικά είναι εκείνα που αξιοποιούν το κατ΄εικόνα, που το έχομε όλοι αναγκαστικά -«κατ΄εικόνα» θα πει «άνθρωπος πια, θέλω δεν θέλω, είμαι άνθρωπος, δεν μπορώ να είμαι κάτι το διαφορετικό»- αξιοποιούν λοιπόν τα ιδανικά, οι αξίες αξιοποιούν το κατ΄εικόνα και το μεταβιβάζουν, το περνούν εις το καθ’ ομοίωσιν. Να φθάσω να μιμηθώ τον Θεόν.

     Τα ιδανικά, οι αξίες, κάνουν τον άνθρωπο να είναι αυτό που πρέπει να είναι. Είναι εκείνο που έλεγε ο Πίνδαρος: «Γένοιο οἷος ἔσῃ». «Να γίνεις αυτό που η δομή σου, από τη δομή σου είσαι». Να γίνεις αυτό που είσαι. Δηλαδή να γίνεις άνθρωπος. «Γένοιο οἷος ἔσῃ». Είθε να γίνεις. Και τα ιδανικά, οι αξίες, είναι πολλά. Η θρησκεία, η πατρίδα, η οικογένεια, η μάθησις, η κοινωνικότης, η εντιμότης, η εργασία. Όλα είναι αξίες αυτά τα πράγματα. Ο Απόστολος Παύλος γράφει εις τους Φιλιππησίους κάτι θαυμάσιον. Δείχνοντας και εκθέτοντας αυτές τις αξίες. Λέγει: «Τὸ λοιπόν, ἀδελφοί, ὅσα ἐστὶν ἀληθῆ, ὅσα σεμνά, ὅσα δίκαια, ὅσα ἁγνά, ὅσα προσφιλῆ, ὅσα εὔφημα(:έχουν καλή φήμη), εἴ τις ἀρετὴ καὶ εἴ τις ἔπαινος(: ό,τι είναι κάτι που να αφορά την αρετή, οτιδήποτε είναι που αποσπά τον έπαινον), ταῦτα λογίζεσθε(:αυτά να έχετε στον νου σας),ταῦτα πράσσετε». «Αυτά να εφαρμόζετε». Ακόμη θα γράψει στην ίδια επιστολή: «Ἡμῶν τὸ πολίτευμα ἐν οὐρανοῖς ὑπάρχει». «Το πολίτευμά μας είναι στον ουρανό. Ζούμε στη Γη, αλλά στον ουρανό πολιτευόμεθα». Δηλαδή; Δηλαδή, η ακρότης των ιδανικών είναι ο ουρανός. Η ακρότης των ιδανικών, των αξιών είναι η Βασιλεία του Θεού, η αιώνιος ζωή.

    Όλα αυτά σαν αξίες τις έχομε είτε εξ αποκαλύψεως, ό,τι μας αποκαλύπτει ο λόγος του Θεού, είτε δυνάμει της ἐν ἡμῖν εικόνος του Θεού. Ως άνθρωποι, που έχομε την εικόνα του Θεού, έχομε λογικό και σκεφτόμαστε και έτσι μπορούμε να έχομε μίαν ωραίαν δέσμη αξιών και ιδανικών. Πώς φιλοσοφούσαν οι αρχαίοι; Οι αρχαίοι Έλληνες. Πώς είχε πει αυτό ο Πίνδαρος, «Γένοιο οἷος ἔσῃ», «είθε να γίνεις οἷος ἔσῃ»,κλπ. κλπ. Δεν είναι εξ αποκαλύψεως, αλλά είναι δυνάμει της ἐν ἡμῖν εικόνος του Θεού.

    Και θέτομε το ερώτημα: Οι σύγχρονοι νέοι,μια που ο λόγος περί νεανίσκου στη σημερινή ευαγγελική περικοπή, οι σύγχρονοι νέοι έχουν ιδανικά; Τι ιδανικά έχουν; Την εποχή μας, είναι γνωστό, τη χαρακτηρίζει μία πολιτιστική ή πνευματική καθίζηση. Έχομε κάτι που κατεβαίνει διαρκώς. Και το αποτέλεσμα είναι να έχομε έντονα σημάδια κοινωνικής, ανθρωπιστικής παρακμής. Βαθιά σημάδια. Εκτός βέβαια εξαιρέσεων, οι σύγχρονοι νέοι μας, δεν έχουν ιδανικά. Ή ακριβέστερα, τα ιδανικά τους είναι απαξίες, όχι αξίες. Απαξίες. Δείχνουν την προτίμησή τους σε πράγματα που σε άλλη εποχή θα ησθάνοντο ντροπή οι άνθρωποι. Είναι αυτό που γράφει ο Απόστολος Παύλος στους Φιλιππησίους: «ὧν(: των οποίων) ὁ Θεὸς ἡ κοιλία- «Ό,τι αφορά την ικανοποίηση των αισθήσεων, αυτό είναι ο Θεός μας. Τι θα φάω, τι θα πιω, πώς θα αφροδισιάσω. Αυτό είναι ο Θεός μου»- καὶ ἡ δόξα ἐν τῇ αἰσχύνῃ αὐτῶν(: η δόξα τους, ο έπαινός τους, είναι σε πράγματα που θα έπρεπε να ντρέπονται), οἱ τὰ ἐπίγεια φρονοῦντες». Αυτοί που φρονούν τα επίγεια. Αυτά είναι τα ιδανικά, σήμερα, των νέων μας.

    Ακόμη ο Παύλος περιγράφει τον αρχαίο κόσμο και το ήθος του· που σήμερα το ήθος του αρχαίου κόσμου, οι Χριστιανοί μας, το ξεπέρασαν. Γράφει στην προς Ρωμαίους επιστολή του στο Α΄ κεφάλαιο. Δεν θα το ερμηνεύσω. Θα διαβάσω: «Ἐματαιώθησαν ἐν τοῖς διαλογισμοῖς αὐτῶν, καὶ ἐσκοτίσθη ἡ ἀσύνετος αὐτῶν καρδία·  φάσκοντες εἶναι σοφοὶ ἐμωράνθησαν(:ισχυριζόμενοι ότι είναι σοφοί, αποκαλύπτονται μωροί, ανόητοι). Διὸ(:Γι΄αυτόν τον λόγο) καὶ παρέδωκεν αὐτοὺς ὁ Θεὸς ἐν ταῖς ἐπιθυμίαις τῶν καρδιῶν αὐτῶν εἰς ἀκαθαρσίαν τοῦ ἀτιμάζεσθαι τὰ σώματα αὐτῶν ἐν αὐτοῖς». Αναφέρεται εις την ομοφυλοφιλία ο Απόστολος Παύλος. «Δεν θέλετε, ε; Σας αφήνω στον εαυτό σας. Να πού φθάνετε». «Καὶ καθὼς οὐκ ἐδοκίμασαν τὸν Θεὸν ἔχειν ἐν ἐπιγνώσει, παρέδωκεν αὐτοὺς ὁ Θεὸς εἰς ἀδόκιμον νοῦν -Ω, αυτός ο αδόκιμος νους, αγαπητοί. Ο αδόκιμος νους. Ο αδοκίμαστος, ο παιδαριώδης νους- ποιεῖν τὰ μὴ καθήκοντα(:Να πράττουν εκείνα που δεν πρέπει), πεπληρωμένους πάσῃ ἀδικίᾳ, πορνείᾳ πονηρίᾳ πλεονεξίᾳ κακίᾳ, μεστοὺς φθόνου, φόνου, ἔριδος, δόλου, κακοηθείας, ψιθυριστάς, καταλάλους, θεοστυγεῖς, ὑβριστάς, ὑπερηφάνους, ἀλαζόνας, ἐφευρέτας κακῶν, γονεῦσιν ἀπειθεῖς, ἀσυνέτους, ἀσυνθέτους, ἀστόργους, ἀσπόνδους, ἀνελεήμονας».

     Μακρύς ο κατάλογος. Αυτά είναι απαξίες. Οι νέοι μας μένουν σε αυτές τις απαξίες. Τι; Να τιμήσουν τους γονείς; «Τίμα τον πατέρα σου και τη μητέρα σου». Είναι η εντολή η πέμπτη και που την ακούσαμε σήμερα. Ποιους γονείς να σεβαστούν;… Για να προσθέσομε ότι τα ιδανικά των σύγχρονων νέων μας, πάντοτε απαξίες είναι μία συστηματοποιημένη και οργανωμένη οκνηρία, ακηδία. Είναι το αμάρτημα του δευτέρου ημίσεος του 20ου αιώνος. Η ακηδία. Η τεμπελιά. Η τεμπελιά. Η ανερμάτιστη, ανελέητη τεμπελιά· που απλώνεται σε όλους τους τομείς της ζωής μας. Ρίξτε μια ματιά στις πλατείες, κατά τις 10 το πρωί. Χειμώνας είναι, καλοκαίρι είναι, να δείτε στην πόλη μας, στη Λάρισα. Νέοι και νέες. Βγαίνουν…κάαααθονται, κάαααθονται. Μη μου πείτε ότι «υπάρχει ανεργία γι΄αυτό κάθονται». Μη μου το πείτε αυτό. Κάαααθονται. Άπραγοι. Περισσότερον άπραγοι από βατράχους. Ώστε να φαίνονται στην ήσσονα προσπάθεια· ό,τι είναι δυνατόν το λιγότερα να κάνουν. Ταυτόχρονα ζητούν χρήματα. Βέβαια από πού; Από τους γονείς. Ή κλέπτουν. Γι΄αυτό σήμερα η κλοπή είναι πολύ, πολύ, σε μεγάλο δείκτη. Γιατί; Για την σπατάλη στις ηδονές. Ηδονές πάσης μορφής. Το τσιγάρο, τα ναρκωτικά, τα σκληρά οινοπνευματώδη, οι ατέλειωτες χαμένες ώρες στις καφετέριες, στην ντίσκο, στην τηλεόραση, στους χορούς και τα τραγούδια· που έχουν δαιμονικό περιεχόμενο, αλλά και δαιμονικό σχήμα, το ατημέλητον, το ατσούμπαλο, το αλήτικο, με το επίτηδες για τ’ αγόρια ξεφτισμένο παντελόνι. Με το ύφος εκείνο που μόνο σοβαρούς νέους δεν προδίδει και κοπέλες.  Με το ύφος εκείνο που μόνο σοβαρούς νέους δεν προδίδει και κοπέλες. Με σκουλαρίκια τ’ αγόρια. Τ’ αγόρια με σκουλαρίκια. Με δαχτυλίδια και μακριά μαλλιά. Με μιαν ηθελημένη αεργία. Όχι ανεργία. Α-εργία. Θεληματική,δηλαδή, τεμπελιά. Δεν θέλουν να δουλέψουν. Όλα αυτά συνθέτουν τις απαξίες που σήμερα οι νέοι μας επιθυμούν να χορτάσουν την ψυχή τους. Είναι κρίμα. Είναι πολύ κρίμα.

     Αλλά πώς έφθασαν όμως οι νέοι μας σε αυτές τις απαξίες; Τι φταίει; Πολλά. Οι δύο παγκόσμιοι πόλεμοι του αιώνος μας. Οι κοινωνικές ακαταστασίες και ανακατατάξεις. Η ανάπτυξις ενός ακράτου ατομισμού· που φθάνει εις τα όρια της αναρχίας, όπως σήμερα τη ζούμε και τη γνωρίζουμε την αναρχία. Ο Θεός, ο Θεός, ο Θεός, η θρησκεία, η οικογένεια, η πατρίδα, θεωρήθηκαν άχρηστο κατεστημένο. Και «όπου ο Θεός απουσιάζει, τότε όλα επιτρέπονται», λέγει ο Ντοστογιέφσκι. Ναι. Λείπει ο Θεός; Όλα μου επιτρέπονται.

     Έτσι έχομε ένα γενικό κλίμα βαθιάς παρακμής, που οι νέοι πλέον δεν έχουν ιδανικά. Μάλλον κυνηγούν τις απαξίες. Η οικογένεια δεν μπορεί να βοηθήσει. Γιατί κι αυτή δυστυχώς είναι μπολιασμένη με ιδέες χαλασμένες. Πλην, βεβαίως, εξαιρέσεων. Αλλά και τα παιδιά καλών, χριστιανικών, αν θέλετε, οικογενειών, βρισκόμενα σε αυτό το γενικό, κακό κλίμα, που κατακλύζει τα πάντα, και αυτά υφίστανται φθορά. Το παιδί θα βγει στον δρόμο, θα βγει στην κοινωνία, θα πάει στο σχολειό και εκεί θα πάθει πολύ κακό.

    Τι μπορούμε να κάνουμε; Κάποτε, αγαπητοί, για ένα δαιμονισμένο παιδί είπε ο Κύριος ότι «τό γένος τοῦτο τῶν δαιμόνων οὐκ ἐκπορεύεται παρά μόνον μέ προσευχή καί νηστεία». «Κύριε», λέει, «γιατί δεν μπορέσαμε να θεραπεύσομε εμείς το παιδί;», είπαν οι μαθηταί. «Το γένος τοῦτο τῶν δαιμόνων οὐκ ἐκπορεύεται εἰ μή ἐν προσευχῇ καί νηστείᾳ». Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι οι άνθρωποι της εποχής μας είναι λεία του διαβόλου. Γι΄αυτό, εκείνοι που καταλαβαίνουν, εκείνοι που πονούν, εκείνοι που ακόμη διατηρούν μέσα τους υγείαν πνευματικήν, ας το κάνουν αυτό. Να νηστεύουν και να προσεύχονται. Μην παραμελούμε τις Τετάρτες και τις Παρασκευές, και τις Σαρακοστές. Να νηστεύομε. Και να παρακαλούμε τον Κύριον να απαλλάξει από τα δαιμόνια που επέπεσαν στην ανθρωπότητα και ιδιαίτερα εις τους νέους μας ανθρώπους. Ακόμη χρειάζεται μαρτυρία προς κάθε κατεύθυνση. Να πούμε, να διασαφήσομε, να διαφωτίσομε. Η παιδεία μας μάλιστα σήμερα όπως προσφέρεται, είναι ένας -και ποιος το αρνείται;- ένας μεγάλος παράλυτος. Δεν μπορεί τίποτε να κάνει η παιδεία. Φοβάμαι μήπως και αρνητικά προσφέρεται. Όσοι όμως εκπαιδευτικοί, που με ακούτε, έχετε μέσα σας μια πνευματική υγεία, τότε να προτάξετε αντίσταση. Να πείτε στα παιδιά, στους μαθητάς σας, μα Δημοτικό, μα Γυμνάσιο, μα Λύκειο, να πείτε το σωστό. Θα κάνομε ό,τι μπορούμε ωστόσο. Έχομε φθάσει, και το βλέπομε, σε οριακές τιμές, στο μη περαιτέρω…

     Αγαπητοί, χαιρόμαστε βέβαια τον νεανίσκον του Ευαγγελίου, που ζήτησε να κατακτήσει την αιώνιον ζωήν. Βέβαια δεν μπόρεσε. Δεν μπόρεσε γιατί η καρδιά του ήταν αιχμάλωτη στο πάθος της φιλαργυρίας. Όμως είχε ενατενίσεις ο πλούσιος νεανίσκος. Είχε ενατενίσεις. Έβλεπε και ποθούσε ιδανικά. Και ανάμεσά μας βέβαια υπάρχουν ακόμη νέοι με ωραία ιδανικά, με υψηλό φρόνημα, με αγάπη εις τον Χριστόν. Δόξα τω Θεώ, υπάρχουν. Αυτούς τους νέους να τους φυλάξομε, να τους προστατεύσομε, να τους επαινέσομε, να τους δώσομε θάρρος, σε αυτήν την εποχή που τόσο απογοητεύει. Επιτέλους θα κάνομε ό,τι μπορούμε. Ο καθένας όπως καταλαβαίνει, ό,τι καταλαβαίνει, ό,τι μπορούμε να περισώσομε. Θα κάνομε ό,τι μπορούμε. Έστω να δώσουμε τη μαρτυρία μας. Και ας μην μας προσέχει κανείς. Να δώσομε όμως τη μαρτυρία μας. Κάποιοι πάντα θα βρίσκονται, θα είναι το λείμμα, θα είναι ο λαός του Θεού. Θα είναι «το μικρό ποίμνιον», που είπε ο Κύριος. Αυτό θα προσέξει. Αυτό θα ωφεληθεί. Και ο Θεός, αγαπητοί, ας λυπηθεί τη νέα γενεά και ας την ελεήσει.


622α ομιλία στην κατηγορία
« Ομιλίες Κυριακών ».

Όλες οι ομιλίες της κατηγορίας " Ομιλίες Κυριακών " 🔻
http://arnion.gr/index.php/p-thanasios-mytilina-os/milies-p-thanasiou/diafora-uemata/omiliai-kyriakvn
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40r0WAxMpRb0tx6ts1zsQWMh

Πηγές:
Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.

Μεταφορά της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας σε ηλεκτρονικό κείμενο και επιμέλεια: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος.

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️
https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

__⬇️ Facebook ⬇️__
https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.