10 Δεκεμβρίου 2021

Προτροπές - Συμβουλές του πατρός Αθανασίου. (56)

†.Ὅταν ἐμεῖς φεύγωμε ἀπό τό σπίτι μας, νά κάνωμε τό σταυρό μας, νά κάνωμε μία σύντομη προσευχή, δύο λόγια μόνο˙ νά μᾶς φύλαξη ὁ Θεός ἀπό ἀτυχήματα, ἀπό ἀτυχήματα τῆς ψυχῆς, μή στό δρόμο συναντήσωμε πράγματα τά ὁποῖα μπορεῖ νά μᾶς ρίξουν στήν ἁμαρτία· ἀλλά καί ἀτυχήματα τοῦ σώματος -ὀχήματα θά ἀνεβοῦμε… καί πεζοί πού θά εἴμεθα μπορεῖ ἕνα αὐτοκίνητο ν’ ἀνεβῆ πάνω σ’ ἕνα πεζοδρόμιο…, ἢ νά σπάσωμε τό ποδάρι μας ἐκεῖ πού περπατᾶμε…, ἢ… χίλια ἢ· νά πέση ἀπό μία πολυκατοικία μιά γλάστρα νά μᾶς σπάση τό κεφάλι… ἢ νά πέση ἕνα δοκάρι ἀπό μία οἰκοδομή…, χίλια πράγματα- Δρόμος εἶναι. Βγαίνομε ἔξω. Ξέρομε τί μπορεῖ νά συμβῆ;

   Νά παρακαλᾶμε τό Θεό νά μᾶς φυλάη παιδιά· νά μᾶς φυλάη καί νά μᾶς προστατεύη. Ἀλλά, ὅταν θά γυρίσωμε πίσω, μόλις μποῦμε στό σπίτι μας τό πρῶτο πού θά κάνωμε, θά κάνωμε προσευχή εὐχαριστήρια καί θά κάνωμε καί τρεῖς ματάνοιες, ἄν μποροῦμε· καί πρίν φύγωμε καί μετά. «Θεέ μου, σέ εὐχαριστοῦμε πού γυρίσαμε. Μᾶς φύλαξες, σέ εὐχαριστοῦμε πολύ». Νά τό ξέρετε, ὅταν ἀσφαλίζωμε τή ζωή μας μέ τόν σταυρόν καί τήν προσευχή, τότε ὁ Θεός θά μᾶς φυλάττη. Νά τό ξέρετε.

   Βεβαίως ὁ σταυρός μας δέν γίνεται ἔτσι... Νά γίνεται κανονικά. Σήμερα ἕνα μικρό τοῦ ἔδωσα μία εὐχή, κάτι. Τοῦ λέγω: «Θές νά μή σέ πειράζη ποτέ τό κακό; Κάνε σωστά τό σταυρό σου!». Ὑπάρχει ἡ ἀντίληψις, καί δέν εἶναι ἐσφαλμένη, ὅτι μετά τό βάπτισμα πολλές φορές ἔχομε ἀνθρώπους πού πειράζονται ἀπό τόν σατανᾶ. Καί ἐάν μέν πειράζωνται διότι ἔχουν ἁμαρτήσει οἱ ἴδιοι, μέ γειά τους μέ χαρά τους. Ἀλλά πολλάκις ἔχομε νήπια πού πειράζονται, ἔχομε μικρά παιδιά πού ἀκόμη δέν ἔχουν ἁμαρτήσει τά μικρά παιδιά, ὥστε ὁ διάβολος, ὁ σατανᾶς νά ἐπικρατῆ στήν ὕπαρξί τους καί να τά ταλαιπωρῆ τά παιδιά. Καθαρά καθαρά τό βλέπομε ὅτι ἔχομε μία δαιμονοκράτησιν. Ὑπάρχει ἡ ἑξῆς ἀντίληψις, ὁ λαός τή γνωρίζει: δέν βαφτίστηκαν σωστά. Δέν βαφτίστηκαν σωστά! Ὑπάρχει μία σχετική παροιμία, ἄς μή τήν πῶ.

    Ἐγώ θά ἔλεγα καί κάτι ἀκόμη συμπληρωματικό, ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλά ὅταν κάνωμε καί στραβά τόν σταυρό μας. Ὁ σταυρός μας θά γίνεται μετ’ εὐλαβείας καί σωστά. Θά εἶναι ὁ σταυρός τοῦ Χριστοῦ πάνω στόν ὁποῖον σταυρώθηκε ὁ Χριστός καί μᾶς ἔδωσε τήν σωτηρία. Ὅταν ἔτσι θά πιστεύωμε καί θά κάνωμε σωστά τό σταυρό μας, τότε πράγματι ὁ σταυρός γίνεται φυγαδευτήριον, ἀλεξιτήριον τῶν δαιμόνων. Ἄν δέν γίνη σωστά ὁ σταυρός ἤ δέν ξέρομε ἤ δέν πιστεύομε ἤ δέν ὑπονοοῦμε τί σημαίνει ὁ σταυρός, τό ὄργανον ἐπί τοῦ ὁποίου ἐσταυρώθηκε ὁ Χριστός, τότε συμβαίνει ἐκεῖνο τό φοβερό: μάγοι νά κρατοῦν τόν σταυρό ἤ εἰκόνες -πολλοί μάγοι στήν ἐποχή μας ἔχουνε εἰκόνες, δέν εἶναι ἐξ ἄλλου καινούριο πρᾶγμα εἶναι πανάρχαιο αὐτό, εἰκόνες καί σταυρό- καί πλανοῦν τούς ἀνθρώπους, καί λέγουν οἱ ἄνθρωποι, «μά ἔχει εἰκόνες, ἔχει σταυρό γιατί δέν φεύγει ὁ διάβολος;». Διότι καί ὁ σταυρός καί ἡ εἰκόνα δέον νά λογισθοῦν σκέτα ξύλα, ἐάν δέν ὑπάρχη ἡ πίστις πού ἀντιπροσωπεύεται ἀπό τίς εἰκόνες καί τόν σταυρόν. 

     Ἐκεῖ λοιπόν, οὔτε ἀπό τόν μάγο ὑπάρχη αὐτή ἡ πίστις εἰς τόν Θεόν, οὔτε ἀπό ’κείνους πού προσέρχονται εἰς τόν μάγον, διότι ἄν εἶχαν πίστι σωστή οὐδέποτε θά προσήρχοντο στόν μάγον πού ἔχει τίς εἰκόνες καί σταυρώνει μέ τόν σταυρό. Γι’ αὐτό ἐπιτρέπει ὁ Θεός νά δαιμονοκρατοῦνται οἱ ἄνθρωποι, ἔστω καί ἄν χρησιμοποιοῦνται οἱ εἰκόνες καί ὁ σταυρός.

   Θέλετε ἕνα μικρό παράδειγμα; Τ’ ἀναστενάρια πού γίνονται στή Χαλκιδική κάθε χρόνο, «πῶς γίνονται;» Κρατοῦν εἰκόνες τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου καί τῆς Ἅγιας Ἑλένης, πού οἱ εἰκόνες ἔχουν μέσα καί τόν σταυρόν. Πῶς συμβαίνουν αὐτά, πού εἶναι καθαρά πνευματιστικά φαινόμενα, πῶς συμβαίνουν αὐτά; πῶς τά ἐπιτρέπει ὁ Θεός; Διότι δέν πιστεύουν οἱ ἄνθρωποι σ’ ἐκεῖνο πού κρατοῦν, τήν εἰκόνα. Δέν πιστεύουν! Γι’ αὐτό πρέπει νά γίνεται σωστά ὁ σταυρός καί πρέπει νά ξέρωμε καί νά πιστεύωμε αὐτό τό ὁποῖον κάμνομε: ὅτι ὁ σταυρός εἶναι ἀποτρόπαιον τοῦ σατανᾶ· ἀπομακρύνει. Καί ἀλεξιτήριον καί φυγαδευτήριον τοῦ σατανᾶ.


Απόσπασμα από την 14η ομιλία στο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης « Τωβίτ ».

►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
"Τωβίτ. (Ὁμιλίες βασισμένες στό βιβλίο τῆς Π. Διαθήκης Τωβίτ).

" εδώ ⬇️
http://arnion.gr/index.php/p-thanasios-mytilina-os/milies-p-thanasiou/palaia-diauhkh/vivlion-tovit
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40oED0GDYsRHnrDdY5_m61pt

Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Καραμίντζα.

Ψηφιοποίηση και επιμέλεια κειμένου δια χειρός του αξιοτίμου κ. Γεωργίου Μαλούση.

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️
https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__
https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.

καὶ τότε λαβόντα τὸ ἥμισυ τῶν ὑπαρχόντων αὐτοῦ..καὶ τὰ λοιπά, ὅταν ἀποθάνω καὶ ἡ γυνή μου.Τωβ. 8,21.

†.«Καί τότε λαβόντα τό ἥμισυ τῶν ὑπαρχόντων αὐτοῦ πορεύεσθαι μεθ’ ὑγιείας πρός τόν πατέρα˙ καί τά λοιπά, ὅταν ἀποθάνω καί ἡ γυνή μου» (Τωβ. 8, 21)

   Γιά νά μείνωμε λίγο ἐδῶ εἰς τό σημεῖο αὐτό. Εἶναι ἕνα πάρα πάρα πολύ ἐνδιαφέρον σημεῖο. Ἀπ’ ὅ,τι εἴδαμε σ’ ὅλη τήν περικοπή δέν ἀντιληφθήκαμε πουθενά ὁ Τωβίας νά ζητήση προῖκα· πουθενά! Βλέπομε ὅμως ἐδῶ τόν Ραγουήλ ἀπό μόνος του νά δίδη τά μισά ὑπάρχοντά του. Φυσικά δέν εἶχε ἄλλα παιδιά, εἶχε μόνο τήν Σάρρα˙ καί συνεπῶς, ἀφοῦ εἶχε μόνο τήν Σάρρα, ὅλη ἡ διανομή δέν ἤτανε παρά ὅ,τι θά ἀφοροῦσε μόνο τήν κόρη του.

     Ἐδῶ παρατηροῦμε ὅτι αὐτό τό φαινόμενο τῆς προικοθηρίας εἶναι ἕνα φαινόμενο πού τά παλαιότερα χρόνια ἀπασχολοῦσε βεβαίως περισσότερο. Δυστυχῶς ὅμως καί στήν ἐποχή μας δέν ἔχει μειωθεῖ πολύ ἡ ἔντασίς του. Ὅταν ὁ γαμπρός ζητάη προῖκα καί ζητάη μάλιστα κάποτε πολλή μεγάλη προῖκα, ὅταν ἀντιληφθῆ ὅτι ὁ πεθερός δύναται νά δώση. Κι ἔτσι δίνει τήν ἐντύπωσι ὅτι δέν ἐνδιαφέρεται διά τήν κοπέλα, ἐνδιαφέρεται ὅμως γιά τά χρήματά της, αὐτό πληγώνει τήν κοπέλα. Ἒχω ἀκούσει πολλές φορές αὐτή τήν ἱστορία. Πολλές φορές! Καί βλέπετε νά σοῦ λέγη ἡ κοπέλα ὅτι -ὅταν μάλιστα παντρευτοῦν καί προχωρήσει ὁ γάμος των καί ἡ ζωή των καί ὑπάρχει κανένα συννεφάκι στόν ὁρίζοντα τῆς οἰκογενειακῆς ζωῆς, τότε ἡ γυναῖκα ἀναθυμᾶται τό -ὅτι ὁ σύζυγός της δέν τήν πῆρε αὐτήν γιατί τήν ἀγαποῦσε, ἄλλα διότι ἀπέβλεπε εἰς τά χρήματά της. Εἶναι… εἶναι φοβερό! εἶναι φοβερό! Διότι μιά κοπέλα αἰσθάνεται ὑποτιμητικά, αἰσθάνεται ὅτι αὐτή ἡ ἰδία δέν βρῆκε θέσι μέσα στήν καρδιά τοῦ συζύγου της, ἄλλα τά χρήματά της βρῆκαν θέσι στήν καρδιά τοῦ συζύγου. Ὑποτιμᾶται καί πληγώνεται· καί πολύ δικαιολογημένα.

   Δέν θά ἤθελα ποτέ νά πῶ νά ὑπάρχη ἤ νά μή ὑπάρχη ἡ προῖκα· αὐτό εἶναι ἕνα ἄλλο θέμα. Ἀλλά ἄν θά ἔπρεπε κάτι νά ποῦμε, θά λέγαμε ὅτι -χωρίς κανείς νά πῆ νά καταργηθῆ ὁλότελα ἡ προῖκα- δέν πρέπει ὅμως αὐτή νά ἀποτελῆ τό πρῶτο στοιχεῖο καί τό κριτήριο ἑνός γάμου· δέν πρέπει. Ἁπλούστατα ὅταν ἕνας νέος ἐνδιαφέρεται γιά μία κοπέλα, ἁπλῶς θέλει τήν κοπέλα. Τώρα κατά δικαιοσύνη ὁ πατέρας τί θά δώση εἰς τήν κοπέλα, σάν παιδί του πού εἶναι, αὐτό εἶναι ἕνα ἄλλο θέμα˙ καί βεβαίως ἐπειδή εἶναι παιδί του καί κοντά στό παιδί του ἀποκτᾶ κι ἄλλο ἕνα παιδί, τόν γαμπρόν, θά δώση φυσικά κατά δικαιοσύνη ἐκεῖνα πού θά ἀνήκουν στό παιδί του. Βεβαίως ἐάν ὁ γαμπρός ἔτσι πρέπει νά κινηθῆ, μέ μία ἀνωτερότητα θά πρέπη καί ὁ πεθερός νά κινηθῆ κατά μία ἀνωτερότητα καί δέν θά ἐκμεταλευτῆ τόν χαρακτῆρα τοῦ γαμπροῦ νά πῆ: «ἄ! αὐτός δέν ζήτησε, δέν βαριέσαι, ἄσε»· κι ἄν ἔχη κι ἄλλα παιδιά, νά φυλάξη τήν περιουσία μήπως οἱ ὑπόλοιποι γαμπροί ζητήσουν. Ὁπότε αὐτός θά εἶναι ἕνα θῦμα οὕτως εἰπεῖν, θά ἀδικηθῆ˙ αὐτό δέν εἶναι τίμιο.

    Ἕνας σωστός πατέρας πρέπει νά κρίνη σωστά καί πρέπει μᾶλλον νά ἐκτιμηθῆ ἡ συμπεριφορά ἑνός τέτοιου γαμπροῦ. Καί πρέπει ἀπό φιλοτιμία ἀκόμη ἔτσι τό πρᾶγμα νά γίνη· καί κατά δικαιοσύνη παιδιά, ἔτσι πρέπει.

   Γι’ αὐτό καί λέγει μόνος του ἐδῶ ὁ Ραγουήλ εἰς τόν Τωβία ὅτι θά σοῦ δώσω τά μισά ὑπάρχοντά μου, τή μισή μου περιουσία. Κάνει ἐντύπωσι πού λέγει τό ἤμισι τῶν ὑπαρχόντων; γιατί; Ἐδῶ ὑπάρχει φρόνησι. Διότι πρῶτα πρῶτα θά ἔφευγαν, δέν θά ἔμενε μαζί τους ἄν καί λίγο πιό κάτω βλέπομε ὅτι ἐκεῖνος, ὁ Ραγουήλ ὁ πεθερός του, ἤθελε νά μείνη, ἄλλα ἐπιμένει ὅμως ὁ Τωβίας νά φύγη. Καλῶς ἔπραξε. Ἦταν λόγοι συναισθηματικοί πού ἔπρεπε νά πάη στόν πατέρά του, ἄλλα καί διότι δέν ἔπρεπε νά μείνη ἐκεῖ μέ τόν πεθερό.

   Σᾶς εἶπα, ὑπάρχει πάντα ἕνας κίνδυνος, ὅταν ὁ γαμπρός μπαίνη μέσα στό σπίτι, ἐάν εἶναι βουλητικοί οἱ γονεῖς, εἶναι βουλητικοί ἄνθρωποι, ἔχουνε δηλαδή μεγάλην βουλητικότητα, τότε κυβερνοῦν οἱ γονεῖς τό σπίτι καί ὁ γαμπρός εἶναι τίποτα, δηλαδή εἶναι σάν νά μήν ὑπάρχη μέσα, δέν κυβερνάει ὁ γαμπρός. Τό νά μείνη ὁ γαμπρός μέσα στό σπίτι τῆς νύφης, ἄλλα οἱ γονεῖς νά μήν κυβερνοῦν τό σπίτι, νά εἶναι οἱ γονεῖς, ἁπλῶς οἱ γονεῖς πού θά ἔχουνε τήν πολυθρόνα τους καί τή γωνιά τους, αὐτό εἶναι πάρα πολύ σπουδαῖο καί δίκαιο καί σωστό. Δέν θά πεταχτοῦν φυσικά οἱ γονεῖς, ἄλλα νά μή κυβερνοῦν οἱ γονεῖς.

   Φέρ’ εἰπεῖν, τά χρήματα τοῦ ἀνδρός, κι ἄν δουλεύη καί ἡ γυναῖκα καί τῆς κόρης, τῆς γυναικός, νά τά εἰσπράττη ὅλα ὁ μπαμπάς, ὁ πεθερός ἤ ἡ μαμά, ἡ πεθερά καί αὐτοί νά κάνουν κουμάντο καί νά δίνουν: «πόσα θές νά πᾶς στήν Ἐκκλησία ἔ; πάρε ἕνα δεκάρικο». Τί πράγματα εἶναι αὐτά; τί πράγματα; Τό λέγω, νά τό ξέρετε αὐτό τό πρᾶγμα, διότι τά πεθερικά, οἱ γονεῖς κυβέρνησαν κάποτε τό σπίτι. Ἡ σειρά τους τελείωσε. Τώρα ἔρχεται ἡ σειρά κάποιων ἄλλων, τῶν παιδιῶν τους. Αὐτοί πρέπει νά κυβερνήσουν τώρα τό σπίτι τους· ὄχι πλέον αὐτοί οἱ γονεῖς· τέλειωσε ἐκεῖ πέρα. Δημιουργεῖ πάρα πολλά προβλήματα, μά πάρα πολλά, τά ὁποῖα σᾶς λέγω προβλήματα πολλάκις ἔχω ἀντιληφθεῖ, ἔχω ἀντιμετωπίσει καί βλέπω ὅτι εἶναι πολλάκις καί ἀκανθώδη. Δέν ὑποχωροῦν οἱ γονεῖς· δέν ὑποχωροῦν. Γι’ αὐτό βρισκόμεθα πολλές φορές στήν ἀνάγκη νά συμβουλέψωμε μακριά ἀπό τούς γονεῖς, διότι ἄν οἱ γονεῖς ἔφθαναν νά συμπεριφέρωνται ἔτσι, τότε… τότε δικαιολογημένα τά παιδιά θά σηκωθοῦν νά φύγουν.

   Ἀφοῦ λοιπόν, θά ἔμεναν οἱ γονεῖς μόνοι, ὁ Ραγουήλ καί ἡ Ἔδνα, ἤτανε πολύ φυσικό νά κρατήσουνε μία περιουσία, νά μπορέσουνε νά ζήσουνε καί αὐτοί. Πῶς θά ζοῦσαν; Ἀλλά δέν εἶναι μόνον αὐτό. Καί δίπλα τους νά ἤτανε τά παιδιά τους -προσέξτε! καί νά συγκατοικοῦσαν μαζί, καί νά συγκατοικοῦσαν μαζί!- θά ἔπρεπε οἱ γονεῖς νά κρατήσουν ἕνα μέρος τῆς περιουσίας. Εἶναι ἀφροσύνη -ἀκούσατέ το καλά αὐτό!- εἶναι ἀφροσύνη οἱ γονεῖς νά δώσουν ὁλόκληρη τήν περιουσία τους στά παιδιά τους. Εἶναι τό ἄλλο ἄκρο τώρα αὐτό, ὄχι ὅταν πιά κυβερνοῦν οἱ γονεῖς, εἶναι τώρα τό ἄλλο ἄκρο· νά δώσουν ὁλόκληρη τή διαχείρισι, τά πάντα εἰς τό γαμπρό καί τήν κόρη καί τά λοιπά καί δέν ἔχουν αὐτοί τίποτα στά χεριά τους˙ ἤ εἰς τόν γιό καί τήν νύφη, ἄν ἔχουνε γιό, καί αὐτοί δέν ἔχουνε τίποτα. Τίποτα! Τίποτα! Τίποτα! Τότε, ἐπειδή δυστυχῶς πάρα πολλά παιδιά δέν βλέπουν τόν νόμο τοῦ Θεοῦ μπροστά τους «τίμα τόν πατέρα σου καί τή μητέρα σου», ἄλλα τά συμφέροντά τους, αἰσθάνονται πλέον ὅτι ἐκεῖνα πού πῆραν ἀπό τούς γονεῖς εἶναι κατάδικά τους καί συνεπῶς οἱ γονεῖς εἶναι ἕνα βάρος, τούς ὁποίους πετοῦν.

Διάβαζα τελευταῖα ὅτι ἕνα εἶδος ἱδρυμάτων πού ἀνθεῖ στήν ἐποχή μας εἶναι τά γηροκομεῖα. Ἐνῶ τά οἰκοτροφεῖα ἔχουνε μία παρακμή -παλαιότερα εἶχαν μεγάλη ἀκμή, φέρ’ εἰπεῖν κάθε Μητρόπολις ἔκανε ἕνα, δυό, τρία οἰκοτροφεῖα καί τά λοιπά- ἐνῶ τά οἰκοτροφεῖα τώρα εἶναι ἐν παρακμῇ, τά παιδιά προτιμοῦν νά μή πηγαίνουν σέ οἰκοτροφεῖο· βλέπετε οἱ μαθηταί πλέον δέν θέλουν νά ἔχουν ζυγόν πάνω ἀπό τόν σβέρκο τους καί πᾶνε καί νοικιάζουν δωμάτιο νά κινοῦνται ὅπως τούς ἀρέσει- ἐνῶ λοιπόν αὐτά τά ἱδρύματα εἶναι σέ παρακμή, τά γηροκομεῖα ἀντιθέτως εἶναι σέ ἀκμή. Καί πολλαπλασιάζονται τά γηροκομεῖα. Γιατί; ἐνῶ θά ’λεγε κανένας ὅτι σήμερα οἱ ἄνθρωποι εὐποροῦν λίγο πολύ. Οἱ πτωχοί εἶναι ἐλάχιστοι. Εἶναι ἐλάχιστοι. Καί ἴσως καί αὐτοί πού εἶναι πτωχοί, ἄν πρόσεχαν μερικά πράγματα, ἴσως δέν θά ἦσαν τοὐλάχιστον γιά γηροκομεῖο· ἔξω ἀπό μιά περίπτωσι πού κανείς, πέθαναν τά παιδιά του, δέν ξέρω πῶς ἦρθαν τά πράγματα ἔτσι στή ζωή, καί τελικά καταλήγει στό γηροκομεῖο. Ἄλλη παράγραφος αὐτό. Ἄλλα τό νά ἀνθῆ τό εἶδος εἶναι ἐνδεικτικόν ὅτι κάτι συμβαίνει. Ἁπλούστατα· ὑπάρχει ἡ σκληρότης σήμερα στά παιδιά.

    Λέγει κάπου ὁ Ἄπ. Παῦλος στήν πρός Ρωμαίους «θά ‘ρθη ἐποχή πού οἱ ἄνθρωποι θά εἶναι ἄστοργοι». Ἔ, αὐτή ἡ ἀστοργία ἐπικρατεῖ καί αὐξάνει καί τῶν παιδιῶν πρός τούς γονεῖς καί τῶν γονέων πρός τά παιδιά πολλάκις, ἄλλα προπαντός τῶν παιδιῶν πρός τούς γονεῖς. Γι’ αὐτό τό λόγο εἶναι θέμα φρονήσεως. Οἱ γονεῖς πρέπει νά κρατοῦν ἕνα μέρος τῆς περιουσίας. Καί τί θά ποῦν; Λοιπόν, θά ποῦν τό ἑξῆς: «Παιδιά, σᾶς μοιράσαμε τήν περιουσία, πήρατε ἐκεῖνο πού ἔχετε νά ζήσετε -ξέρω ’γώ τό ἀγόρι νά ἀνοίξη μία δουλεία, ἕνα μαγαζί, ἕνα κάτι· τό κορίτσι προῖκα καί τά λοιπά- ἐκεῖνα τά χωράφια ἤ δέν ξέρω τί, ἐκεῖνα τά χρήματα, αὐτά εἶναι δικά μου. Ὅταν θά πεθάνωμε καί οἱ δύο, εἶναι δικά σας, θά τά μοιράσετε».  

   Κοιτάξτε τί λέει: «ὅταν ἀποθάνω καί ἡ γυνή μου». Ὄχι, νά πεθάνη ὁ σύζυγος, ὁ πατέρας καί ἡ μάνα νά εἶναι στό ἔλεος τῶν παιδιῶν, νά τήν πετάξουνε στό δρόμο τή μάνα˙ ἄλλα πέθανε ὁ πατέρας, θά εἶναι διαχειρίστρια ἡ μητέρα σ’ αὐτό τό ὑπόλοιπο τῆς περιουσίας πού ἄφησε ὁ σύζυγος. Καί ὅταν πεθάνη καί ἡ μητέρα τότε τά παιδιά θά μοιράσουνε αὐτό τό ὑπόλοιπο πού ἔχουν, ὥστε καί οἱ γονεῖς νά ἔχουνε μέσα τους ἕνα αἴσθημα ὅτι τέλος πάντων δέν εἶναι κάτω ἀπό τήν κυριαρχία τῶν παιδιῶν των. Ξέρετε εἶναι πολύ ἄσχημο, εἶναι ὀδυνηρό αἴσθημα.

    Ἔχω καί ἡλικιωμένες κυρίες ἐδῶ ἀκροάτριες, θυμῶνται βέβαια ἴσως ὅτι κάποτε δέν πῆγαν στό κατηχητικό σχολεῖο γιατί στήν ἐποχή τους μπορεῖ νά μή ὑπῆρχε κατηχητικό σχολεῖο καί ἀναπληρώνουν τώρα τίς καρέκλες τοῦ κατηχητικοῦ σχολείου. Χρήσιμο καί αὐτό· πολύ χρήσιμο! Γι’ αὐτό θά μέ θυμηθοῦν καί θά μέ καταλάβουν οἱ ἡλικιωμένες κυρίες ὅτι εἶναι ὀδυνηρό νά αἰσθάνεσαι ὅτι δέν ἔχεις τίποτα καί ὑπάρχει μία, ἐπιτρέψατέ μου νά πῶ, εἶναι καλῆς ποιότητας ὑπερηφάνεια, μία ἀξιοπρέπεια εἶναι· ντρέπεται, ντρέπεται τόν γαμπρό, ντρέπεται ἀκόμη καί τήν κόρη ἤ τό γιό, ντρέπεται ἡ μητέρα ἤ ὁ πατέρας˙ νά πῆ «παιδί μου, ξέρεις δός μου δέκα δραχμές γιά νά πάω στήν Ἐκκλησία». Ἔ, ντρέπεται πῶς νά τό κάνωμε; Εἶναι ἑπόμενον. Ντρέπεται νά ἀνοίξη τό ψυγεῖο νά φάη κάτι. Πολλές φορές πρέπει νά κάνη δίαιτα -οἱ ἡλικιωμένοι ἄνθρωποι κάνουνε δίαιτα- καί δέν ἔχει τόν τρόπο νά ἀγοράση κάτι, διότι δέν κόβει στό μυαλό τῶν παιδιῶν ὅτι οἱ γέροντες πρέπει νά φᾶνε κάτι τό ἰδιαίτερο διότι κάνουν δίαιτα διότι ἔχουν μία ἀρρώστια καί πρέπει νά μποῦν κάτω ἀπό κάποιο διαιτολόγιο˙ καί ἀναγκάζονται οἱ ἄνθρωποι νά τρῶνε ὁ,τιδήποτε εἰς βάρος τῆς ὑγιείας των μόνον καί μόνον γιατί δέν ἔχουν αὐτόν τόν τρόπον νά ψωνίσουν κάτι μέ δικά τους χρήματα· ντρέπονται.

   Βλέπετε πόσα πράγματα βγαίνουν καί ἄν τό θέλετε δέν εἶναι προσωπική μου γνώμη, ὁπωσδήποτε βγαίνουν ἀπό τήν πεῖρα˙ ἀλλά ὁδηγός μας ὅμως ἐδῶ πέρα ποιός εἶναι; Εἶναι ἡ Ἁγία Γραφή. Τί λέει ὁ Ραγουήλ; Ὁ Ραγουήλ λέει: «Θά σοῦ δώσω τά ὑπόλοιπα ὅταν πεθάνω καί ἐγώ καί ἡ γυναῖκα μου». Ἰδού, παρακαλῶ, θεοπνεύστως… θεοπνεύστως πῶς τοποθετοῦνται τά πράγματα!


Απόσπασμα από την 14η ομιλία στο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης « Τωβίτ ».

►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
"Τωβίτ. (Ὁμιλίες βασισμένες στό βιβλίο τῆς Π. Διαθήκης Τωβίτ).

" εδώ ⬇️
http://arnion.gr/index.php/p-thanasios-mytilina-os/milies-p-thanasiou/palaia-diauhkh/vivlion-tovit
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40oED0GDYsRHnrDdY5_m61pt

Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Καραμίντζα.

Ψηφιοποίηση και επιμέλεια κειμένου δια χειρός του αξιοτίμου κ. Γεωργίου Μαλούση.

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️
https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__
https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.

Ὁ χιαστί τρόπος τῶν συζύγων. Ἡ ἐπέμβασις τῶν γονέων στά νέα ζεύγη.

†.Ὁ Τωβίας καί ἡ Σάρρα ἔκαναν ἐκείνη τήν θαυμασίαν προσευχήν, βεβαίως περίληψις εἶναι ὅπως μᾶς τήν καταγράφη ἐδῶ ὁ ἱερός συγγραφεύς καί ἡ ὁποία μᾶς δίδει ἕνα σκελετό θαυμασίων θέσεων ἁγιογραφικῶν, θεολογικῶν, ἀνθρωπολογικῶν, πῶς ἀκριβῶς δύναται νά κινῆται ὁ γάμος, δηλαδή ἕνας γάμος ἐν Θεῷ· διότι ἕνας γάμος πού δέν εἶναι ἐν Θεῷ, τότε ἑπόμενον εἶναι νά ἀναζητήση κανείς πολύ γρήγορα τά στοιχεῖα τῆς φθορᾶς καί τῆς διαλύσεως. Γι’ αὐτό ἀκριβῶς αὐτή ἡ προσευχή τοῦ ζεύγους Τωβία καί Σάρρας θά μποροῦσε νά γραφῆ σ’ ἕνα χαρτί καί νά γίνη κορνίζα καί νά μπῆ μέσα σέ κάθε οἰκογένεια νά τήν μελετοῦν συχνά οἱ σύζυγοι καί νά βλέπουν σάν ἕνα εἶδος ὁδηγοῦ πλεύσεως εἰς τό πέλαγος τοῦ βίου τούτου.

    Καί ἀφοῦ ἔκαναν τήν προσευχή τους καί εἶπε ἡ Σάρρα τό «ἀμήν» καί πού στό τέλος ἐζήτησε ὁ Τωβίας νά συγκαταγηράση μαζί της, ἔπεσαν καί κοιμήθηκαν ἥσυχα καί εἰρηνικά˙ καί ἐκοιμήθησαν ἀμφότεροι τήν νύχτα βέβαιοι ὅτι ὁπωσδήποτε ὁ Θεός θά τούς ἐλεοῦσε. Διότι τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ ἐπεκλήθησαν καί εἶχαν ἐμπιστοσύνη στήν ἀγάπη Του καί στήν πρόνοιά Του.

   Ἀλλά ἐνῶ εἶχε δείξει μία κάποια πίστι καί ὁ Ραγουήλ ὁ πατέρας τῆς Σάρρας καί εἶχε εὐχηθεῖ καί εἶχε πεῖ «παιδί μου, εὔχομαι ὁ Θεός νά σᾶς ἐλέηση» καί τά λοιπά, ἀφοῦ εἶχε πεῖ βεβαίως τήν ἀλήθεια τῆς περιπετείας τῆς κόρης του, ὅμως χωρίς νά θέλωμε νά τόν κατηγορήσωμε ὅτι ἔδειξε μίαν ἀπιστία -ὅμως ὁ ἄνθρωπος ἤτανε παθών, σκεφθεῖτε πόσοι ἐπέρασαν καί ὅλοι εἶχαν πεθάνει- γι’ αὐτό ἀκριβῶς τό λόγο χωρίς καθόλου νά μᾶς παραξενέψη ἤ νά τόν κατηγορήσωμε, ὅπως σᾶς εἶπα, ἐσηκώθηκε ξημερώματα καί λέγει εἰς τήν γυναῖκα του: «Στεῖλε μία ὑπηρέτρια νά κοιτάξη στό δωμάτιο, τί γίνεται; Πέθανε;» «καί ἰδέτωσαν εἰ ζῇ˙ εἰ δέ μή, ἵνα θάψωμεν αὐτόν, καί μηδείς γνῷ.» (Τωβ. 8, 12)

   Διότι πραγματικά τί ἔκανε ὁ Ραγουήλ; Μόλις αὐτοί ἐκοιμήθηκαν ἐπῆρε κάποιους δούλους του καί πῆγαν ἔξω στόν κῆπο κι ἔσκαψε ἕνα λάκκο λέγοντας ὅτι ὅ,τι συνέβη καί εἰς τό παρελθόν, θά συμβῆ τώρα καί μέ τόν Τωβία. Βεβαίως σήμερα αὐτό τό πρᾶγμα δέν μποροῦμε εὔκολα νά τό καταλάβωμε: πῶς ἕνας ἐπισκέπτης μας μπορεῖ νά πεθάνη καί νά τόν θάψωμε καί νά μή πάρη κανείς εἴδησι. Ἄν λάβετε ὅμως ὑπ’ ὄψιν τήν ἐποχή ἐκείνη, καί μάλιστα ἕνας ἐπισκέπτης ὁ ὁποῖος μποροῦσε νά ἐμφανισθῆ σέ μία πόλι τήν προτεραία, τήν προηγούμενη μέρα καί τήν ἑπομένη νά ἐξαφανισθῆ. Ὑποτίθεται ὅτι μπῆκε στήν πόλι, ἔφυγε· ποιός τόν εἶδε, ποιός τόν ξέρει καί τά λοιπά. Ἔτσι ὁ θάνατός του θά ἔμενε μυστικό, θά τόν ἔθαπταν καί τίποτα ἄλλο. Καί τοῦτο διότι πλέον εἶχαν οἱ ἄνθρωποι ἀπαυδήσει βλέποντας ὅτι πεθαίνουν οἱ γαμπροί. Καί γιά νά μή δυσφημισθοῦν περισσότερο ὁ Ραγουήλ ἔτσι ἐσκέφθηκε: «Ἂν τόν βροῦν τό πρωΐ πεθαμένο τόν Τωβία, νά σκάψουν καί νά τόν θάψουν».

    Ὅταν ὅμως πῆγε ἡ ὑπηρέτρια τά ξημερώματα -ὁ λάκκος ἕτοιμος!- ἀντελήφθη ὅτι κοιμόντουσαν καί ἀνέπνεαν καί οἱ δυό. Καί τότε «ἀνοίξασα ἡ παιδίσκη τήν θύραν εὗρε τούς δύο καθεύδοντας˙» (Τωβ. 8, 13) καί βγῆκε καί λέγει ὅτι «ζεῖ ὁ Τωβίας».

    Ὅταν τό ἄκουσε αὐτό ὁ Ραγουήλ, διότι ἐκείνη ἡ βραδιά ἦταν ἡ κρίσιμη βραδιά, τότε δόξασε τόν Θεόν καί εἶπε τά ἑξῆς λόγια, τήν ἑξῆς προσευχή: «εὐλογητός εἶ σύ, ὁ Θεός, ἐν πάσῃ εὐλογίᾳ καθαρᾷ καί ἁγίᾳ, καί εὐλογείτωσάν σε οἱ ἅγιοί σου καί πᾶσαι αἱ κτίσεις σου, καί πάντες οἱ ἄγγελοί σου καί οἱ ἐκλεκτοί σου εὐλογείτωσάν σε εἰς τούς αἰῶνας. Εὐλογητός εἶ ὅτι ηὔφρανάς με, καί οὐκ ἐγένετό μοι καθώς ὑπενόουν, ἀλλά κατά τό πολύ ἔλεός σου ἐποίησας μεθ’ ἡμῶν. Εὐλογητός εἶ ὅτι ἠλέησας δύο μονογενεῖς˙ ποίησον αὐτοῖς, δεσπότα, ἔλεος, συντέλεσον τήν ζωήν αὐτῶν ἐν ὑγείᾳ μετ’ εὐφροσύνης καί ἐλέους.» (Τωβ. 8, 15-17)

   Αὐτήν τήν προσευχή εἶπε, παιδιά, ὁ Ραγουήλ. Εἶναι πολύ ὡραία προσευχή. Εἶναι μία δοξολογία πρός τόν Θεόν. Ὅταν λέγει: «σέ εὐλογῶ Κύριε, ἐν πάσῃ εὐλογίᾳ καθαρᾷ καί ἁγίᾳ» ἐννοεῖ μέ μία δοξολογικήν διάθεσιν ἐκ βαθέων. Εἶναι ἀκριβῶς ὅταν πηγαίνωμε νά ποῦμε τό «εὐχαριστῶ» μας εἰς τόν Θεόν γιά κάτι πού περάσαμε μεγάλη ἀγωνία, πολύ μεγάλη ἀγωνία. Καί ἐδῶ ἔρχεται ὁ Θεός νά γλιτώση. Καί ζῶντας αὐτά τά βιώματα τῆς ἀγωνίας καί τῆς σωτηρίας, δοξάζομε τόν Θεόν ἐκ βαθέων. Αὐτό θά πῆ ὅτι «ηὐλόγησεν τόν Θεόν μέ εὐλογία καθαρά καί ἁγία», δηλαδή εἶναι μία βαθιά δοξολογία. Καί ἀναφέρεται εἰς τό θέμα ὅτι καί οἱ δύο ἦταν μονογενεῖς. Καί ὁ Τωβίας ἦταν μονογενής καί θά πενθοῦσαν φυσικά οἱ γονεῖς του ἐάν ἐχάνετο, ἀλλά καί ἡ Σάρρα ἦταν μονογενής κόρη, μονογενές παιδί, ὁπότε θά ἔμεναν καί οἱ γονεῖς της στή θλίψι, ὅτι τελικά δέν μποροῦσε νά παντρευτῆ καί συνέβαινε αὐτό τό φοβερό δυστύχημα. Καί τώρα ἀφοῦ εὐχαριστεῖ τόν Θεόν, τόν παρακαλεῖ νά συντελέση εἰς τήν ζωήν τους, ὥστε νά τήν περάσουν μέ ὑγεία καί εὐφροσύνη καί ἔλεος.

   Βλέπετε τό θέμα τῆς ὑγείας καί τῆς εὐφροσύνης καί τοῦ ἐλέους εἶναι ὁπωσδήποτε πολύ ἀγαθά στοιχεῖα καί πολύ καλά. Εἶναι στοιχεῖα τά ὁποῖα δυνάμεθα νά ζητᾶμε εἰς τήν προσευχή μας. Μία οἰκογένεια ἡ ὁποία ξεκινάει νά συμπήξη τό πρόγραμμα καί τήν πορεία τῆς ζωῆς της ὁπωσδήποτε πρέπει νά ἔχη καί μία καλή ὑγεία.

   Μοῦ φαίνεται, σᾶς τό εἶχα πεῖ αὐτό, ὅτι ἄν δέν ὑπάρχη μία καλή ὑγεία ἤ τέλος πάντων ὑποφερτή ὑγεία, νά μήν ἀποφασίζωμε ποτέ ἕναν γάμον, διότι ὁ γάμος ἔχει φορτίο. Ἔχει φορτίο. Καί τόν ἑαυτό μας πρέπει νά σηκώσωμε, ἀλλά κι ἄλλα πράγματα πρέπει νά σηκώσωμε μέσα εἰς τόν γάμον. Κι ὅταν δέν ὑπάρχη μία σχετικῶς… σχετικῶς καλή ὑγεία, βέβαια ἀπόλυτη ὑγεία δέν θά βρῆ πουθενά κανείς, ἀλλά μία σχετικῶς καλή ὑγεία, ἐάν δέν ὑπάρχη αὐτή, σᾶς εἶπα, νά μή ἀποφασίζωμε ἕναν γάμον. Καί τό νά ζητοῦμε τήν ὑγείαν μέσα εἰς τόν γάμον ὁπωσδήποτε εἶναι ἕνα σπουδαῖο στοιχεῖο καί ἐπιζητητέο.

   Καί τότε ἔδωσε διαταγή ὁ Ραγουήλ νά χώσουν τόν λάκκον, νά τόν γεμίσουν, διότι ὁπωσδήποτε ὁ Θεός ἔδωσε τό ἔλεός Του. Καί τότε… ὤ! τί χαρά σέ ’κεῖνο τό σπίτι τοῦ Ραγουήλ! «καί ἐποίησεν αὐτοῖς» στούς νεονύμφους «γάμον ἡμερῶν δεκατεσσάρων.» (Τωβ. 8, 19)

   Γνωρίζομε ἀπό ἄλλα βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ὅτι ἡ ἑορτή τοῦ γάμου κρατοῦσε συνήθως ἑπτά ἡμέρες. Καί σέ μᾶς ἐδῶ στήν Ἑλλάδα ἀκόμη, ἴσως στά χωριά στήν ἐπαρχία γενικά -ὅταν λέμε ἐπαρχία ὄχι τίς  ἐπαρχιακές πόλεις, ἄλλα ἐννοοῦμε στά χωριά καί κυρίως πιό πολύ ἴσως στά ὀρεινά χωριά, καί μπορεῖ ἀκόμη στά νησιά- μπορεῖ ἀκόμη ὁ γάμος νά κρατάη κάπου τρεῖς μέρες συνήθως. Ξεκινάει ἀπό Παρασκευή, κάπου ἐκεῖ, καί τελειώνει Δευτέρα· ἄν γίνη βέβαια ὁ γάμος κάπου Κυριακή. Εἶναι δηλαδή ἕνα ἀρχαῖο ἔθιμο πού τό εἶχαν οἱ λαοί, ὄχι μόνον οἱ Ἑβραῖοι˙ οἱ Ἑβραῖοι τό εἴχανε ἑπτά ἡμέρες.

    Ἄλλα ἀπό τή μεγάλη του χαρά ὁ Ραγουήλ διπλασιάζει τίς ἡμέρες καί τίς κάνει ἀπό ἑπτά τίς κάνει δεκατέσσερες. Ἄλλα ὅμως, ὄχι μόνο θέλει νά χαρῆ τό γεγονός μένοντας ὁ γαμπρός στίς μέρες τῆς ἑορτῆς, ἄλλα ἤθελε καί κάτι ἄλλο. Διατηρεῖ κάποιους φόβους, ἴσως ἀδιοράτους φόβους ὁ Ραγουήλ. Δέν ξέρομε πολύ. Τό γεγονός εἶναι ὅτι ἐζήτησε ἀπό τόν Τωβία ἐνόρκως -τόν ὅρκισε- τί; Νά μή πάη αὐτός νά ζητήση τά χρήματα ἀπό τούς Ράγους τῆς Μηδίας, πού ἦταν καί ὁ ἀντικειμενικός σκοπός, ὁ τελικός σκοπός τοῦ ταξιδιοῦ. Διότι μή ξεχνᾶμε ὅτι ἐνῶ περνοῦσαν ἀπό τά Ἐκβάτανα γιά νά πᾶνε εἰς τούς Ράγους τῆς Μηδίας ἐκεῖ ἐστάθμευσαν, πού τοῦ εἶπε ὁ Ἀζαρίας, ὁ συνοδός, ὅτι ἐδῶ εἶναι κάποιοι συγγενεῖς σου καί θά μείνωμε καί λοιπά καί τοῦ εἶπε, τοῦ ἔκανε τό συνοικέσιο γιά τήν κοπέλα, ἄλλα ὁ τελικός σκοπός ἦταν νά φθάσουν εἰς τούς Ράγους τῆς Μηδίας, εἰς τόν Γαβαήλ, τόν συγγενή τοῦ πατέρα του καί νά πάρουν ἐκεῖνο τό ποσόν πού τοῦ εἶχε δώσει ὡς δανεικά, τά δέκα ἀργυρά τάλαντα. Τώρα τί κάνει ὁ Ραγουήλ; Διατηρεῖ φόβους. Εἶναι ἀκριβῶς αὐτό πού πολλές φορές λέμε, ὅταν κανείς εἶναι καμμένος ἀπό δυστυχήματα καί τά λοιπά, νά φοβᾶται… νά φοβᾶται καί τή σκιά του. Καί δέν τόν ἀφήνει τόν Τωβία νά πάη στό ταξίδι αὐτό. Καί τόν παρακαλεῖ πολύ καί τοῦ λέγει: «Στεῖλε τόν συνοδό σου, ὥστε ἐκεῖνος νά φέρη τά χρήματα, ἐσύ κάτσε ἐδῶ» καί τόν ἐδέσμευσε μέ τόν ὅρκον. Βεβαίως δέν ὁρκίστηκε ὁ Τωβίας. Τόν ὅρκισε ὁ Ραγουήλ, ὅπως εἶχε ὁρκίσει ὁ Ἀβραάμ τόν δοῦλο του τόν Ἐλεάζαρο ὅτι δέν θά ἔφερνε γυναῖκα ἀπό τήν γύρω περιοχή, ἀπό τήν Χαναάν, ἄλλα ἀπό τήν πατρίδα τους τήν γῆ Χαράν.

    Ὡστόσο, γιά νά μή τόν δυσαρεστήση τόν πεθερό του ὁ Τωβίας, ὁ ὁποῖος ἦταν ἕνα θαυμάσιο παιδί, ὅπως θά δοῦμε παρακάτω, πού θά φανῆ ἀκόμη περισσότερο ὁ χαρακτῆρας τοῦ Τωβία -θαυμάσιο παιδί!- γιά νά μή λυπήση, λοιπόν, τόν πεθερό του παρέμεινε, καί ἀνέθεσε εἰς τόν Ἀζαρια τόν συνοδό του καί τόν παρεκάλεσε καί τοῦ εἶπε: «Σέ παρακαλῶ πολύ, πάρε ἐσύ τό ἔγγραφον, δηλαδή ἐκείνη τήν ἀπόδειξι πού ἔχομε ἀπό τόν Γαβαήλ, καί πάρε καί δυό καμῆλες, πάρε καί ἕναν συνοδόν καί πηγαίνετε νά φορτώσετε τά χρήματα. Καί σέ παρακαλῶ πολύ, πάρε μαζί σου καί τόν Γαβαήλ, νά ’ρθη στό γάμο». Ἦταν συγγενής. Σημειώσατε δέ τό ταξίδι ἀπό τά Ἐκβάτανα μέχρι τούς Ράγους ἤτανε μόλις δύο ἡμέρες· μέ καμήλα δύο ἡμέρες. Δύο νά πᾶνε, δύο νά γυρίσουν καί μία ἡμέρα νά μείνουν, πού θά ἔμεινε ἐκεῖ ὁ συνοδός ὁ Ἀζαρίας, πέντε ἡμέρες ὅλο ὅλο. Πρέπει νά τοῦ εἶπε νά πάη στούς Ράγους τή δεύτερη μέρα τῶν γάμων. Ἡ ὅλη ἡ ἑορτή ἦταν δεκατέσσερες ἡμέρες, συνεπῶς θά ἐπρολάβαινε ἀρκετά ὁ Γαβαήλ νά ἔρθη στούς γάμους τοῦ ἀνεψιοῦ του.

    Ἔτσι κι ἔγινε˙ ὁ δέ πεθερός λέγει εἰς τόν γαμπρό του τόν Τωβία: «Ἔτσι νά κάμης παιδί μου, ὅπως σοῦ εἶπα, νά μείνης ἐδῶ· καί νά πάη ὁ συνοδός σου ἐκεῖ στούς Ράγους˙ καί ἀφοῦ πάρεις ἐκεῖνα πού θά σοῦ δώσω σάν προῖκα τότε νά πᾶς στό καλό, στόν πατέρα σου. «Καί τότε λαβόντα τό ἥμισυ τῶν ὑπαρχόντων αὐτοῦ πορεύεσθαι μεθ’ ὑγιείας πρός τόν πατέρα˙ καί τά λοιπά, ὅταν ἀποθάνω καί ἡ γυνή μου» (Τωβ. 8, 21)

   Γιά νά μείνωμε λίγο ἐδῶ εἰς τό σημεῖο αὐτό. Εἶναι ἕνα πάρα πάρα πολύ ἐνδιαφέρον σημεῖο. Ἀπ’ ὅ,τι εἴδαμε σ’ ὅλη τήν περικοπή δέν ἀντιληφθήκαμε πουθενά ὁ Τωβίας νά ζητήση προῖκα· πουθενά! Βλέπομε ὅμως ἐδῶ τόν Ραγουήλ ἀπό μόνος του νά δίδη τά μισά ὑπάρχοντά του. Φυσικά δέν εἶχε ἄλλα παιδιά, εἶχε μόνο τήν Σάρρα˙ καί συνεπῶς, ἀφοῦ εἶχε μόνο τήν Σάρρα, ὅλη ἡ διανομή δέν ἤτανε παρά ὅ,τι θά ἀφοροῦσε μόνο τήν κόρη του.

     Ἐδῶ παρατηροῦμε ὅτι αὐτό τό φαινόμενο τῆς προικοθηρίας εἶναι ἕνα φαινόμενο πού τά παλαιότερα χρόνια ἀπασχολοῦσε βεβαίως περισσότερο. Δυστυχῶς ὅμως καί στήν ἐποχή μας δέν ἔχει μειωθεῖ πολύ ἡ ἔντασίς του. Ὅταν ὁ γαμπρός ζητάη προῖκα καί ζητάη μάλιστα κάποτε πολλή μεγάλη προῖκα, ὅταν ἀντιληφθῆ ὅτι ὁ πεθερός δύναται νά δώση. Κι ἔτσι δίνει τήν ἐντύπωσι ὅτι δέν ἐνδιαφέρεται διά τήν κοπέλα, ἐνδιαφέρεται ὅμως γιά τά χρήματά της, αὐτό πληγώνει τήν κοπέλα. Ἒχω ἀκούσει πολλές φορές αὐτή τήν ἱστορία. Πολλές φορές! Καί βλέπετε νά σοῦ λέγη ἡ κοπέλα ὅτι -ὅταν μάλιστα παντρευτοῦν καί προχωρήσει ὁ γάμος των καί ἡ ζωή των καί ὑπάρχει κανένα συννεφάκι στόν ὁρίζοντα τῆς οἰκογενειακῆς ζωῆς, τότε ἡ γυναῖκα ἀναθυμᾶται τό -ὅτι ὁ σύζυγός της δέν τήν πῆρε αὐτήν γιατί τήν ἀγαποῦσε, ἄλλα διότι ἀπέβλεπε εἰς τά χρήματά της. Εἶναι… εἶναι φοβερό! εἶναι φοβερό! Διότι μιά κοπέλα αἰσθάνεται ὑποτιμητικά, αἰσθάνεται ὅτι αὐτή ἡ ἰδία δέν βρῆκε θέσι μέσα στήν καρδιά τοῦ συζύγου της, ἄλλα τά χρήματά της βρῆκαν θέσι στήν καρδιά τοῦ συζύγου. Ὑποτιμᾶται καί πληγώνεται· καί πολύ δικαιολογημένα.

   Δέν θά ἤθελα ποτέ νά πῶ νά ὑπάρχη ἤ νά μή ὑπάρχη ἡ προῖκα· αὐτό εἶναι ἕνα ἄλλο θέμα. Ἀλλά ἄν θά ἔπρεπε κάτι νά ποῦμε, θά λέγαμε ὅτι -χωρίς κανείς νά πῆ νά καταργηθῆ ὁλότελα ἡ προῖκα- δέν πρέπει ὅμως αὐτή νά ἀποτελῆ τό πρῶτο στοιχεῖο καί τό κριτήριο ἑνός γάμου· δέν πρέπει. Ἁπλούστατα ὅταν ἕνας νέος ἐνδιαφέρεται γιά μία κοπέλα, ἁπλῶς θέλει τήν κοπέλα. Τώρα κατά δικαιοσύνη ὁ πατέρας τί θά δώση εἰς τήν κοπέλα, σάν παιδί του πού εἶναι, αὐτό εἶναι ἕνα ἄλλο θέμα˙ καί βεβαίως ἐπειδή εἶναι παιδί του καί κοντά στό παιδί του ἀποκτᾶ κι ἄλλο ἕνα παιδί, τόν γαμπρόν, θά δώση φυσικά κατά δικαιοσύνη ἐκεῖνα πού θά ἀνήκουν στό παιδί του. Βεβαίως ἐάν ὁ γαμπρός ἔτσι πρέπει νά κινηθῆ, μέ μία ἀνωτερότητα θά πρέπη καί ὁ πεθερός νά κινηθῆ κατά μία ἀνωτερότητα καί δέν θά ἐκμεταλευτῆ τόν χαρακτῆρα τοῦ γαμπροῦ νά πῆ: «ἄ! αὐτός δέν ζήτησε, δέν βαριέσαι, ἄσε»· κι ἄν ἔχη κι ἄλλα παιδιά, νά φυλάξη τήν περιουσία μήπως οἱ ὑπόλοιποι γαμπροί ζητήσουν. Ὁπότε αὐτός θά εἶναι ἕνα θῦμα οὕτως εἰπεῖν, θά ἀδικηθῆ˙ αὐτό δέν εἶναι τίμιο.

    Ἕνας σωστός πατέρας πρέπει νά κρίνη σωστά καί πρέπει μᾶλλον νά ἐκτιμηθῆ ἡ συμπεριφορά ἑνός τέτοιου γαμπροῦ. Καί πρέπει ἀπό φιλοτιμία ἀκόμη ἔτσι τό πρᾶγμα νά γίνη· καί κατά δικαιοσύνη παιδιά, ἔτσι πρέπει.

   Γι’ αὐτό καί λέγει μόνος του ἐδῶ ὁ Ραγουήλ εἰς τόν Τωβία ὅτι θά σοῦ δώσω τά μισά ὑπάρχοντά μου, τή μισή μου περιουσία. Κάνει ἐντύπωσι πού λέγει τό ἤμισι τῶν ὑπαρχόντων; γιατί; Ἐδῶ ὑπάρχει φρόνησι. Διότι πρῶτα πρῶτα θά ἔφευγαν, δέν θά ἔμενε μαζί τους ἄν καί λίγο πιό κάτω βλέπομε ὅτι ἐκεῖνος, ὁ Ραγουήλ ὁ πεθερός του, ἤθελε νά μείνη, ἄλλα ἐπιμένει ὅμως ὁ Τωβίας νά φύγη. Καλῶς ἔπραξε. Ἦταν λόγοι συναισθηματικοί πού ἔπρεπε νά πάη στόν πατέρά του, ἄλλα καί διότι δέν ἔπρεπε νά μείνη ἐκεῖ μέ τόν πεθερό.

   Σᾶς εἶπα, ὑπάρχει πάντα ἕνας κίνδυνος, ὅταν ὁ γαμπρός μπαίνη μέσα στό σπίτι, ἐάν εἶναι βουλητικοί οἱ γονεῖς, εἶναι βουλητικοί ἄνθρωποι, ἔχουνε δηλαδή μεγάλην βουλητικότητα, τότε κυβερνοῦν οἱ γονεῖς τό σπίτι καί ὁ γαμπρός εἶναι τίποτα, δηλαδή εἶναι σάν νά μήν ὑπάρχη μέσα, δέν κυβερνάει ὁ γαμπρός. Τό νά μείνη ὁ γαμπρός μέσα στό σπίτι τῆς νύφης, ἄλλα οἱ γονεῖς νά μήν κυβερνοῦν τό σπίτι, νά εἶναι οἱ γονεῖς, ἁπλῶς οἱ γονεῖς πού θά ἔχουνε τήν πολυθρόνα τους καί τή γωνιά τους, αὐτό εἶναι πάρα πολύ σπουδαῖο καί δίκαιο καί σωστό. Δέν θά πεταχτοῦν φυσικά οἱ γονεῖς, ἄλλα νά μή κυβερνοῦν οἱ γονεῖς.

   Φέρ’ εἰπεῖν, τά χρήματα τοῦ ἀνδρός, κι ἄν δουλεύη καί ἡ γυναῖκα καί τῆς κόρης, τῆς γυναικός, νά τά εἰσπράττη ὅλα ὁ μπαμπάς, ὁ πεθερός ἤ ἡ μαμά, ἡ πεθερά καί αὐτοί νά κάνουν κουμάντο καί νά δίνουν: «πόσα θές νά πᾶς στήν Ἐκκλησία ἔ; πάρε ἕνα δεκάρικο». Τί πράγματα εἶναι αὐτά; τί πράγματα; Τό λέγω, νά τό ξέρετε αὐτό τό πρᾶγμα, διότι τά πεθερικά, οἱ γονεῖς κυβέρνησαν κάποτε τό σπίτι. Ἡ σειρά τους τελείωσε. Τώρα ἔρχεται ἡ σειρά κάποιων ἄλλων, τῶν παιδιῶν τους. Αὐτοί πρέπει νά κυβερνήσουν τώρα τό σπίτι τους· ὄχι πλέον αὐτοί οἱ γονεῖς· τέλειωσε ἐκεῖ πέρα. Δημιουργεῖ πάρα πολλά προβλήματα, μά πάρα πολλά, τά ὁποῖα σᾶς λέγω προβλήματα πολλάκις ἔχω ἀντιληφθεῖ, ἔχω ἀντιμετωπίσει καί βλέπω ὅτι εἶναι πολλάκις καί ἀκανθώδη. Δέν ὑποχωροῦν οἱ γονεῖς· δέν ὑποχωροῦν. Γι’ αὐτό βρισκόμεθα πολλές φορές στήν ἀνάγκη νά συμβουλέψωμε μακριά ἀπό τούς γονεῖς, διότι ἄν οἱ γονεῖς ἔφθαναν νά συμπεριφέρωνται ἔτσι, τότε… τότε δικαιολογημένα τά παιδιά θά σηκωθοῦν νά φύγουν.

   Ἀφοῦ λοιπόν, θά ἔμεναν οἱ γονεῖς μόνοι, ὁ Ραγουήλ καί ἡ Ἔδνα, ἤτανε πολύ φυσικό νά κρατήσουνε μία περιουσία, νά μπορέσουνε νά ζήσουνε καί αὐτοί. Πῶς θά ζοῦσαν; Ἀλλά δέν εἶναι μόνον αὐτό. Καί δίπλα τους νά ἤτανε τά παιδιά τους -προσέξτε! καί νά συγκατοικοῦσαν μαζί, καί νά συγκατοικοῦσαν μαζί!- θά ἔπρεπε οἱ γονεῖς νά κρατήσουν ἕνα μέρος τῆς περιουσίας. Εἶναι ἀφροσύνη -ἀκούσατέ το καλά αὐτό!- εἶναι ἀφροσύνη οἱ γονεῖς νά δώσουν ὁλόκληρη τήν περιουσία τους στά παιδιά τους. Εἶναι τό ἄλλο ἄκρο τώρα αὐτό, ὄχι ὅταν πιά κυβερνοῦν οἱ γονεῖς, εἶναι τώρα τό ἄλλο ἄκρο· νά δώσουν ὁλόκληρη τή διαχείρισι, τά πάντα εἰς τό γαμπρό καί τήν κόρη καί τά λοιπά καί δέν ἔχουν αὐτοί τίποτα στά χεριά τους˙ ἤ εἰς τόν γιό καί τήν νύφη, ἄν ἔχουνε γιό, καί αὐτοί δέν ἔχουνε τίποτα. Τίποτα! Τίποτα! Τίποτα! Τότε, ἐπειδή δυστυχῶς πάρα πολλά παιδιά δέν βλέπουν τόν νόμο τοῦ Θεοῦ μπροστά τους «τίμα τόν πατέρα σου καί τή μητέρα σου», ἄλλα τά συμφέροντά τους, αἰσθάνονται πλέον ὅτι ἐκεῖνα πού πῆραν ἀπό τούς γονεῖς εἶναι κατάδικά τους καί συνεπῶς οἱ γονεῖς εἶναι ἕνα βάρος, τούς ὁποίους πετοῦν.

   Διάβαζα τελευταῖα ὅτι ἕνα εἶδος ἱδρυμάτων πού ἀνθεῖ στήν ἐποχή μας εἶναι τά γηροκομεῖα. Ἐνῶ τά οἰκοτροφεῖα ἔχουνε μία παρακμή -παλαιότερα εἶχαν μεγάλη ἀκμή, φέρ’ εἰπεῖν κάθε Μητρόπολις ἔκανε ἕνα, δυό, τρία οἰκοτροφεῖα καί τά λοιπά- ἐνῶ τά οἰκοτροφεῖα τώρα εἶναι ἐν παρακμῇ, τά παιδιά προτιμοῦν νά μή πηγαίνουν σέ οἰκοτροφεῖο· βλέπετε οἱ μαθηταί πλέον δέν θέλουν νά ἔχουν ζυγόν πάνω ἀπό τόν σβέρκο τους καί πᾶνε καί νοικιάζουν δωμάτιο νά κινοῦνται ὅπως τούς ἀρέσει- ἐνῶ λοιπόν αὐτά τά ἱδρύματα εἶναι σέ παρακμή, τά γηροκομεῖα ἀντιθέτως εἶναι σέ ἀκμή. Καί πολλαπλασιάζονται τά γηροκομεῖα. Γιατί; ἐνῶ θά ’λεγε κανένας ὅτι σήμερα οἱ ἄνθρωποι εὐποροῦν λίγο πολύ. Οἱ πτωχοί εἶναι ἐλάχιστοι. Εἶναι ἐλάχιστοι. Καί ἴσως καί αὐτοί πού εἶναι πτωχοί, ἄν πρόσεχαν μερικά πράγματα, ἴσως δέν θά ἦσαν τοὐλάχιστον γιά γηροκομεῖο· ἔξω ἀπό μιά περίπτωσι πού κανείς, πέθαναν τά παιδιά του, δέν ξέρω πῶς ἦρθαν τά πράγματα ἔτσι στή ζωή, καί τελικά καταλήγει στό γηροκομεῖο. Ἄλλη παράγραφος αὐτό. Ἄλλα τό νά ἀνθῆ τό εἶδος εἶναι ἐνδεικτικόν ὅτι κάτι συμβαίνει. Ἁπλούστατα· ὑπάρχει ἡ σκληρότης σήμερα στά παιδιά.

    Λέγει κάπου ὁ Ἄπ. Παῦλος στήν πρός Ρωμαίους «θά ‘ρθη ἐποχή πού οἱ ἄνθρωποι θά εἶναι ἄστοργοι». Ἔ, αὐτή ἡ ἀστοργία ἐπικρατεῖ καί αὐξάνει καί τῶν παιδιῶν πρός τούς γονεῖς καί τῶν γονέων πρός τά παιδιά πολλάκις, ἄλλα προπαντός τῶν παιδιῶν πρός τούς γονεῖς. Γι’ αὐτό τό λόγο εἶναι θέμα φρονήσεως. Οἱ γονεῖς πρέπει νά κρατοῦν ἕνα μέρος τῆς περιουσίας. Καί τί θά ποῦν; Λοιπόν, θά ποῦν τό ἑξῆς: «Παιδιά, σᾶς μοιράσαμε τήν περιουσία, πήρατε ἐκεῖνο πού ἔχετε νά ζήσετε -ξέρω ’γώ τό ἀγόρι νά ἀνοίξη μία δουλεία, ἕνα μαγαζί, ἕνα κάτι· τό κορίτσι προῖκα καί τά λοιπά- ἐκεῖνα τά χωράφια ἤ δέν ξέρω τί, ἐκεῖνα τά χρήματα, αὐτά εἶναι δικά μου. Ὅταν θά πεθάνωμε καί οἱ δύο, εἶναι δικά σας, θά τά μοιράσετε».  

   Κοιτάξτε τί λέει: «ὅταν ἀποθάνω καί ἡ γυνή μου». Ὄχι, νά πεθάνη ὁ σύζυγος, ὁ πατέρας καί ἡ μάνα νά εἶναι στό ἔλεος τῶν παιδιῶν, νά τήν πετάξουνε στό δρόμο τή μάνα˙ ἄλλα πέθανε ὁ πατέρας, θά εἶναι διαχειρίστρια ἡ μητέρα σ’ αὐτό τό ὑπόλοιπο τῆς περιουσίας πού ἄφησε ὁ σύζυγος. Καί ὅταν πεθάνη καί ἡ μητέρα τότε τά παιδιά θά μοιράσουνε αὐτό τό ὑπόλοιπο πού ἔχουν, ὥστε καί οἱ γονεῖς νά ἔχουνε μέσα τους ἕνα αἴσθημα ὅτι τέλος πάντων δέν εἶναι κάτω ἀπό τήν κυριαρχία τῶν παιδιῶν των. Ξέρετε εἶναι πολύ ἄσχημο, εἶναι ὀδυνηρό αἴσθημα.

    Ἔχω καί ἡλικιωμένες κυρίες ἐδῶ ἀκροάτριες, θυμῶνται βέβαια ἴσως ὅτι κάποτε δέν πῆγαν στό κατηχητικό σχολεῖο γιατί στήν ἐποχή τους μπορεῖ νά μή ὑπῆρχε κατηχητικό σχολεῖο καί ἀναπληρώνουν τώρα τίς καρέκλες τοῦ κατηχητικοῦ σχολείου. Χρήσιμο καί αὐτό· πολύ χρήσιμο! Γι’ αὐτό θά μέ θυμηθοῦν καί θά μέ καταλάβουν οἱ ἡλικιωμένες κυρίες ὅτι εἶναι ὀδυνηρό νά αἰσθάνεσαι ὅτι δέν ἔχεις τίποτα καί ὑπάρχει μία, ἐπιτρέψατέ μου νά πῶ, εἶναι καλῆς ποιότητας ὑπερηφάνεια, μία ἀξιοπρέπεια εἶναι· ντρέπεται, ντρέπεται τόν γαμπρό, ντρέπεται ἀκόμη καί τήν κόρη ἤ τό γιό, ντρέπεται ἡ μητέρα ἤ ὁ πατέρας˙ νά πῆ «παιδί μου, ξέρεις δός μου δέκα δραχμές γιά νά πάω στήν Ἐκκλησία». Ἔ, ντρέπεται πῶς νά τό κάνωμε; Εἶναι ἑπόμενον. Ντρέπεται νά ἀνοίξη τό ψυγεῖο νά φάη κάτι. Πολλές φορές πρέπει νά κάνη δίαιτα -οἱ ἡλικιωμένοι ἄνθρωποι κάνουνε δίαιτα- καί δέν ἔχει τόν τρόπο νά ἀγοράση κάτι, διότι δέν κόβει στό μυαλό τῶν παιδιῶν ὅτι οἱ γέροντες πρέπει νά φᾶνε κάτι τό ἰδιαίτερο διότι κάνουν δίαιτα διότι ἔχουν μία ἀρρώστια καί πρέπει νά μποῦν κάτω ἀπό κάποιο διαιτολόγιο˙ καί ἀναγκάζονται οἱ ἄνθρωποι νά τρῶνε ὁ,τιδήποτε εἰς βάρος τῆς ὑγιείας των μόνον καί μόνον γιατί δέν ἔχουν αὐτόν τόν τρόπον νά ψωνίσουν κάτι μέ δικά τους χρήματα· ντρέπονται.

   Βλέπετε πόσα πράγματα βγαίνουν καί ἄν τό θέλετε δέν εἶναι προσωπική μου γνώμη, ὁπωσδήποτε βγαίνουν ἀπό τήν πεῖρα˙ ἀλλά ὁδηγός μας ὅμως ἐδῶ πέρα ποιός εἶναι; Εἶναι ἡ Ἁγία Γραφή. Τί λέει ὁ Ραγουήλ; Ὁ Ραγουήλ λέει: «Θά σοῦ δώσω τά ὑπόλοιπα ὅταν πεθάνω καί ἐγώ καί ἡ γυναῖκα μου». Ἰδού, παρακαλῶ, θεοπνεύστως… θεοπνεύστως πῶς τοποθετοῦνται τά πράγματα!

   Καί προχωροῦμε τώρα εἰς τό ἑπόμενο κεφαλαῖο, τό ἔνατο κεφάλαιον, τό ὁποῖον εἶναι πολύ μικρό. Ἒχει μόνον ἕξι χωρία καί ἀναφέρεται εἰς τό ταξίδι τοῦ Ἀζαρία τοῦ συνοδοῦ εἰς τούς Ράγους τῆς Μηδίας. Αὐτός ἔφυγε ἐπῆγε στούς Ράγους γιά νά πάρη τό ἀργύριο. Μόνο γιά τήν ἱστορία θά σᾶς τό πῶ αὐτό τό σημεῖο, ἔτσι γιά λόγους ἐγκυκλοπαιδικῆς γνώσεως -μόνο- πῶς ἐγίνετο τότε ἡ συναλλαγή. «Καί ἐπορεύθη Ραφαήλ καί ηὐλίσθη παρά Γαβαήλ, καί ἔδωκεν αὐτῷ τό χειρόγραφον˙» προσέξτε ἐδῶ «ὅς δέ προήνεγκε τά θυλάκια ἐν ταῖς σφραγίσι καί ἔδωκεν αὐτῷ.» (Τωβ. 9, 5)

   Πῶς ἐγίνετο ἡ συναλλαγή τότε; Ἡ ἐμπιστοσύνη ὅτι τό χαρτί εἶναι ἡ ἀπόδειξις, εἶναι ἔγκυρος καί τά λοιπά, καί τά λοιπά. Θά δοῦμε λίγο πιό κάτω ὅτι ἀπ’ τήν ἀργοπορία αὐτή ὁ Τωβίτ ἀνησυχεῖ καί λέγει: «μήπως πέθανε ὁ Γαβαήλ;», «μήπως δέν τά δίνει τά χρήματα;», «τά ἀρνεῖται;» καί αὐτό σύνηθες˙ πού σοῦ λέει ὁ ἄλλος: «δέ σέ ξέρω, δέ σέ εἶδα», «δέ σέ χρωστάω τίποτα»· σοῦ ἀρνεῖται.

    Ἐδῶ πέρα λοιπόν γίνεται ὡς ἑξῆς τό πρᾶγμα. Βλέπετε ὅτι δέν εἶναι ὁ ἴδιος ἐκεῖνος πού δανείζει τά χρήματα, ὁ Τωβίτ, εἶναι ὁ γιός του, ἀλλά ἐκ τῶν γεγονότων δέν εἶναι οὔτε ὁ γιός του ὁ Τωβίας, εἶναι ὁ Ἀζαρίας ὁ συνοδός. Φυσικά κρατάει μία ἀπόδειξι. Ἡ ἀπόδειξις μποροῦσε νά πλαστογραφηθῆ. Τί ἐγίνετο; Ὅταν ἐγίνετο μία συμφωνία, ἕνας δανεισμός χρημάτων ἢ μία συμφωνία σέ κάτι -αὐτό ἐγίνετο καί στά ἔγγραφα, ἐγίνετο… ἐγίνετο καί εἰς τήν ἀλληλογραφία, τά γράμματα- ἒπαιρναν μία σφραγῖδα· μία σφραγῖδα καί τήν ἔκοβαν· τήν ἔκοβαν -ἄς ποῦμε στργγυλή σφραγῖδα- τήν ἔκοβαν κατά τέτοιο τρόπο, ὥστε νά μή εἶναι στή μέση ἀκριβῶς, σ’ ἄλλο σχῆμα, ἕνας τομεύς τοῦ κύκλου, ἀλλά σ’ ἕνα ἀνώμαλο τμῆμα, ἔτσι ἀνώμαλο κομμένο, ὄχι εὐθύγραμμο. Τό ἔπαιρνε ὁ ἕνας τό ἕνα κομμάτι κι ὁ ἄλλος ἔπαιρνε τό ἄλλο κομμάτι. Ἔτσι μποροῦσε νά στείλη ὁ ἕνας εἰς τόν ἄλλον αὐτό τό κομμάτι τῆς σφραγῖδος, ὅπως τώρα γίνεται ἐδῶ. Κρατάει ὄχι μόνο τό χειρόγραφο, τήν ἀπόδειξι, ἀλλά κρατάει καί τήν σφραγῖδα, τό κομματάκι ὁ Ἀζαρίας˙ καί τό παίρνει ὁ Γαβαήλ, τό ταιριάζει. Βλέπει· ταιριάζει; Καί ἅμα ταίριαζε, τότε ἔλεγε: «εἶναι γνήσιο τό πρᾶγμα», δηλαδή τό πρόσωπο τό ὁποῖον ἦρθε νά μοῦ ζήτηση τά χρήματα, εἶναι τό πρόσωπο πού πρέπει νά πάρη καί τά χρήματα, δέν εἶναι ἀπαταιών.

    Ἔτσι ἦταν δυό πράγματα λοιπόν. Ἤτανε ἡ σφραγῖδα, ἤτανε καί τό χειρόγραφο. Τό χειρόγραφο μποροῦσε γίνει νά μέ τή βοήθεια ἑνός μολυβιοῦ ὡς ἑξῆς. Ἔπαιρναν ἕνα ξύλο, ἕνα ξύλο στρογγυλό ἤ τετράγωνο καί ἐπάνω ἐδῶ ἐχάρασαν διάφορα σχέδια καί κατόπιν τό κόβανε αὐτό τό ξύλο· ὄχι ἔτσι τομή, ἀλλά κατά ἕνα τρόπο πού θά μοροῦσε νά μπαίνη τό ἕνα κομμάτι μέσα στό ἄλλο, καί τό ἕνα… τό ἕνα κομμάτι -προσέξτε τί λέξι θά πῶ τώρα- νά συμβάλη μέ τό ἄλλο καί ἐγίνετο μεταξύ τῶν δύο συμβολή. Τί θά πῆ συμβολή; Συμβολή θά πῆ μία ἕνωσις. Λέμε -ἀπό πλευρᾶς τώρα τροχαίας- λέμε εἰς τήν συμβολή τῶν ὁδῶν τάδε καί τάδε. Τί θά πῆ στή συμβολή τῶν ὁδῶν τάδε καί τάδε; Ἡ συμβολή τῶν ὁδῶν τάδε καί τάδε, στούς ἕξι δρόμους, δηλαδή ἐκεῖ πού καταλήγουν οἱ ἕξι δρόμοι, στήν πλατεία τῶν ἕξι δρόμων. Αὐτό θά πῆ συμβολή, θά πῆ ταίριασμα. Ἔτσι, ἀπό ’κεῖ πῆρε μετά τό ὄνομα τό σύμβολο τῆς πίστεως, πού σημαίνει τό ταίριασμα τῆς πίστεως. Ὁ ὄρος σύμβολον τῆς πίστεως, ὅπως καί συμβολικά μνημεῖα τῆς πίστεως, ἀπό ’κεῖ προέρχεται· ἀπό τή συμφωνία τοῦ ἑνός κομματιοῦ μέ τό ἄλλο καί ἑνώνουν καί λέμε συμφωνοῦμε. Καί ὀνομάστηκε αὐτή ἡ συμφωνία σύμβολον ἀπό τήν συμβολή τήν ἕνωσι. Τό καταλάβατε; Αὐτό βεβαίως κατ’ ἐπέκτασιν σᾶς τό λέγω.

   Ταίριαξαν λοιπόν οἱ σφραγῖδες μία χαρά στόν Ἀζαρία καί τοῦ δίνει τά δέκα τάλαντα. Ἐπῆρε μαζί του καί τόν Γαβαήλ καί ἔρχονται πίσω εἰς τόν γάμον.

   «Καί εὐλόγησε ὁ Τωβίας τήν γυναῖκα αὐτοῦ» (Τωβ. 9, 6) Ἔτσι τελειώνει τό ἔνατον κεφάλαιον μέ αὐτή τή μικρή προτασούλα, ἡ ὁποία μᾶς εἶναι ἐνδιαφέρουσα πολύ. Εὐλόγησε θά πῆ ἐπήνεσε. Ὅτι ἐπήνεσε ὁ Τωβίας τήν γυναῖκα του. Τί θά πῆ ἐπήνεσε; Εἶναι ἡ περίπτωσι πού ὁ σύζυγος, ἄς ποῦμε, ἀνεβάζει ψηλά τή γυναῖκα του, ὅπως καί ἡ σύζυγος δύναται νά ἀνεβάση ψηλά τόν ἄνδρα της. Γιατί συμβαίνει καί τό ἀντίθετον. Εἶναι ἡ ὑποτίμησις, νά ὑποτιμήση ὁ ἕνας τόν ἄλλον.

   Κάποτε ἡ ἀδελφή μου, μικρή ἦταν, εἶχε βρεθεῖ σ’ ἕνα γάμο συμπτωματικά· ὄχι γνωστός γάμος, στήν ἐνορία μας βρέθηκε ἐκεῖ. Καί ἐπερίμενε ὁ γαμπρός τή νύφη. Ἔ, ἡ νύφη καμμιά φορά ἀργεῖ νά ἔρθη στήν Ἐκκλησία -τήν στολίζουν καί τά λοιπά- ἀργεῖ νά ’ρθη. Καί τότε αὐτός σ’ ἕνα κύκλο ἀνθρώπων πολλῶν, τοῦ γαμπροῦ καί τῆς νύφης, φυσικά γνωστοί, βλέποντας τό ρολοϊ του ὅτι ἄργησε ἡ νύφη λέει: «Μμ..., μεγάλης ὄρνιθας αὐγό!» -γιά τή γυναῖκα του, τή μέλλουσα γυναῖκα του- «μεγάλης ὄρνιθας αὐγό!» δηλαδή «σπουδαία! Ἄργησε!» Αὐτό τί ἦταν; Φοβερό˙ φοβερό!

   Ποτέ δέν πρέπει νά ὑποτιμήση ὁ ἕνας σύζυγος τόν ἄλλο. Ποτέ, μά ποτέ! Ἄν ἔχουνε μία διάφορα -θά ’χουνε ἄνθρωποι εἶναι- ὁπωσδήποτε θά ἔχουν πολλές φορές, οἱ διάφορές τους πρέπει νά λύωνται μεταξύ τους. Ποτέ δέν πρέπει αὐτές οἱ διαφορές νά βγοῦν ἔξω ἀπό τόν κλειόν τῆς συζυγίας. Καί ποτέ δέν πρέπει νά μάθη ὁ ἔξω κόσμος τίποτα. Μά ποτέ τίποτα! Ἔξω βέβαια ἀπό τό νά εἶναι ἕνα σοβαρό πρόβλημα ἐνδεχομένως. Ἀλλά θά πᾶμε σέ εἰδικόν ἄνθρωπο νά μᾶς τό λύση τό πρόβλημα καί ὄχι στόν ὃποιον ὃποιον. Καί ὅταν θά πᾶμε δέν θά ἀρχίση ὁ ἕνας σύζυγος νά κατηγορῆ τόν ἄλλον καί νά λέη ἔτσι… ἔτσι. Ὄχι. Ἐάν ἔχουνε μάθη οἱ σύζυγοι ὁ ἕνας νά ἐπαινῆ τόν ἄλλον, τότε ὁπωσδήποτε εἰς αὐτό τό κλῖμα τοῦ ἐπαίνου θά φθάνουν: ποτέ νά μή βρεθοῦν σέ κατάστασι συγκρούσεων καί παραξηγήσεων.

   Αὐτά παιδιά συμβαίνουν στά Ἐκβάτανα.

    Γυρίζει πίσω ὁ Ἀζαρίας μέ τά χρήματα καί μέ τόν Γαβαήλ. Ὁ Τωβίας καί ἡ Σάρρα εἶναι μέσα στίς χαρές τοῦ γάμου, ὅλοι ξεφαντώνουν καί ὅλοι εἶναι εὐχαριστημένοι καί χαρούμενοι.

     Ἐνῶ αὐτά συμβαίνουν πολύ εὐχάριστα καί πολύ ὡραῖα στά Ἐκβάτανα, ὅμως στή Νινευή ἔχει πέσει θλῖψις καί πένθος καί ἀνησυχία -«τί ἔγινε ὁ Τωβίας;»- στό σπίτι τοῦ Τωβίτ καί τῆς γυναίκας του τῆς Ἄννας.

   Πέρασαν οἱ ἡμέρες· διότι προφανῶς καθυστέρησαν θά λέγαμε δεκατέσσερις μέρες. Διότι ὑπελόγιζαν ὅτι τόσο εἶναι τό ταξίδι νά πᾶνε, τόσο νά γυρίσουν, ἔπρεπε νά ’χανε γυρίση.

   Πρῶτος εἶναι ὁ Τωβίτ ἐκεῖνος πού ἄρχισε νά ἀνησυχῆ. «Καί Τωβίτ ὁ πατήρ αὐτοῦ ἐλογίσατο ἑκάστης ἡμέρας˙» ἄρχισε νά μετράη τίς ἡμέρες «καί ὡς ἐπληρώθησαν αἱ ἡμέραι τῆς πορείας καί οὐκ ἢρχοντο, εἶπε˙» (Τωβ. 10, 1) Συνεπληρώθηκε ὁ χρόνος, ἔπρεπε νά εἴχανε γυρίσει. «μήποτε κατῄσχυνται; ἤ μήποτε ἀπέθανε Γαβαήλ καί οὐδείς αὐτῷ δίδωσι τό ἀργύριον; καί ἐλυπεῖτο λίαν» (Τωβ. 10, 2-3) «Μήποτε κατῄσχυνται», μήπως πῆγαν καί τούς εἶπε: «δέν σᾶς ξέρω, φύγετε ἀπό ’δῶ πέρα;». Μήπως μ’ ἀλλά λόγια ντροπιάστηκαν καί ντροπιαζόμενοι ντρέπονται νά γυρίσουν πίσω; Μήπως πέθανε ὁ Γαβαήλ καί τώρα ἡ οἰκογένειά του, τά παιδιά του, ἀγνοεῖ ἤ ἀρνεῖται νά δώση τό χρέος; Σάν τί μπορεῖ νά συμβαίνη;  

   Βλέπετε, χίλιες σκέψεις καί ὑπόνοιες μποροῦν νά μποῦν στό μυαλό, ὅταν ὑπάρχη μία ἀργοπορία. Σήμερα θά λέγαμε: «μήπως ἔγινε ἕνα δυστύχημα;» «Μήπως τοῦτο; Μήπως ἐκεῖνο;» Βλέπετε πόσο ἀνησυχοῦμε! «Καί ἐλυπεῖτο» καί ἐλυπεῖτο βεβαίως. Τί εἶχε εὐχηθεῖ ὁ Τωβίτ; «Παιδί μου, λέγει, Ἂγγελος νά ’ναι μπροστά σας» -χωρίς νά ὑπονοῆ. Ποῦ νά τό ξέρη ὅτι ὁ ὁδηγός Ἂγγελος ἦταν!- «Ἂγγελος παιδί μου, λέγει, νά ’ναι μπροστά σας νά σᾶς ὁδηγῆ στό δρόμο».

   Αὐτό βεβαίως ἦταν μία εὐχή· ὅπως καί ἐμεῖς λέμε ἕνας πού ταξιδεύει νά πάη καί νά γυρίση καλά. Ἀλλά ὅμως τί θά ἐπιτρέψη ὁ Θεός, μποροῦμε νά τό ξέρωμε αὐτό;

   Καί μέ τήν εὐκαιρία θά σᾶς ἔλεγα τό ἑξῆς. Ὅταν ἐμεῖς φεύγωμε ἀπό τό σπίτι μας, νά κάνωμε τό σταυρό μας, νά κάνωμε μία σύντομη προσευχή, δύο λόγια μόνο˙ νά μᾶς φύλαξη ὁ Θεός ἀπό ἀτυχήματα, ἀπό ἀτυχήματα τῆς ψυχῆς, μή στό δρόμο συναντήσωμε πράγματα τά ὁποῖα μπορεῖ νά μᾶς ρίξουν στήν ἁμαρτία· ἀλλά καί ἀτυχήματα τοῦ σώματος -ὀχήματα θά ἀνεβοῦμε… καί πεζοί πού θά εἴμεθα μπορεῖ ἕνα αὐτοκίνητο ν’ ἀνεβῆ πάνω σ’ ἕνα πεζοδρόμιο…, ἢ νά σπάσωμε τό ποδάρι μας ἐκεῖ πού περπατᾶμε…, ἢ… χίλια ἢ· νά πέση ἀπό μία πολυκατοικία μιά γλάστρα νά μᾶς σπάση τό κεφάλι… ἢ νά πέση ἕνα δοκάρι ἀπό μία οἰκοδομή…, χίλια πράγματα- Δρόμος εἶναι. Βγαίνομε ἔξω. Ξέρομε τί μπορεῖ νά συμβῆ;

   Νά παρακαλᾶμε τό Θεό νά μᾶς φυλάη παιδιά· νά μᾶς φυλάη καί νά μᾶς προστατεύη. Ἀλλά, ὅταν θά γυρίσωμε πίσω, μόλις μποῦμε στό σπίτι μας τό πρῶτο πού θά κάνωμε, θά κάνωμε προσευχή εὐχαριστήρια καί θά κάνωμε καί τρεῖς ματάνοιες, ἄν μποροῦμε· καί πρίν φύγωμε καί μετά. «Θεέ μου, σέ εὐχαριστοῦμε πού γυρίσαμε. Μᾶς φύλαξες, σέ εὐχαριστοῦμε πολύ». Νά τό ξέρετε, ὅταν ἀσφαλίζωμε τή ζωή μας μέ τόν σταυρόν καί τήν προσευχή, τότε ὁ Θεός θά μᾶς φυλάττη. Νά τό ξέρετε.

   Βεβαίως ὁ σταυρός μας δέν γίνεται ἔτσι... Νά γίνεται κανονικά. Σήμερα ἕνα μικρό τοῦ ἔδωσα μία εὐχή, κάτι. Τοῦ λέγω: «Θές νά μή σέ πειράζη ποτέ τό κακό; Κάνε σωστά τό σταυρό σου!». Ὑπάρχει ἡ ἀντίληψις, καί δέν εἶναι ἐσφαλμένη, ὅτι μετά τό βάπτισμα πολλές φορές ἔχομε ἀνθρώπους πού πειράζονται ἀπό τόν σατανᾶ. Καί ἐάν μέν πειράζωνται διότι ἔχουν ἁμαρτήσει οἱ ἴδιοι, μέ γειά τους μέ χαρά τους. Ἀλλά πολλάκις ἔχομε νήπια πού πειράζονται, ἔχομε μικρά παιδιά πού ἀκόμη δέν ἔχουν ἁμαρτήσει τά μικρά παιδιά, ὥστε ὁ διάβολος, ὁ σατανᾶς νά ἐπικρατῆ στήν ὕπαρξί τους καί να τά ταλαιπωρῆ τά παιδιά. Καθαρά καθαρά τό βλέπομε ὅτι ἔχομε μία δαιμονοκράτησιν. Ὑπάρχει ἡ ἑξῆς ἀντίληψις, ὁ λαός τή γνωρίζει: δέν βαφτίστηκαν σωστά. Δέν βαφτίστηκαν σωστά! Ὑπάρχει μία σχετική παροιμία, ἄς μή τήν πῶ.

    Ἐγώ θά ἔλεγα καί κάτι ἀκόμη συμπληρωματικό, ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλά ὅταν κάνωμε καί στραβά τόν σταυρό μας. Ὁ σταυρός μας θά γίνεται μετ’ εὐλαβείας καί σωστά. Θά εἶναι ὁ σταυρός τοῦ Χριστοῦ πάνω στόν ὁποῖον σταυρώθηκε ὁ Χριστός καί μᾶς ἔδωσε τήν σωτηρία. Ὅταν ἔτσι θά πιστεύωμε καί θά κάνωμε σωστά τό σταυρό μας, τότε πράγματι ὁ σταυρός γίνεται φυγαδευτήριον, ἀλεξιτήριον τῶν δαιμόνων. Ἄν δέν γίνη σωστά ὁ σταυρός ἤ δέν ξέρομε ἤ δέν πιστεύομε ἤ δέν ὑπονοοῦμε τί σημαίνει ὁ σταυρός, τό ὄργανον ἐπί τοῦ ὁποίου ἐσταυρώθηκε ὁ Χριστός, τότε συμβαίνει ἐκεῖνο τό φοβερό: μάγοι νά κρατοῦν τόν σταυρό ἤ εἰκόνες -πολλοί μάγοι στήν ἐποχή μας ἔχουνε εἰκόνες, δέν εἶναι ἐξ ἄλλου καινούριο πρᾶγμα εἶναι πανάρχαιο αὐτό, εἰκόνες καί σταυρό- καί πλανοῦν τούς ἀνθρώπους, καί λέγουν οἱ ἄνθρωποι, «μά ἔχει εἰκόνες, ἔχει σταυρό γιατί δέν φεύγει ὁ διάβολος;». Διότι καί ὁ σταυρός καί ἡ εἰκόνα δέον νά λογισθοῦν σκέτα ξύλα, ἐάν δέν ὑπάρχη ἡ πίστις πού ἀντιπροσωπεύεται ἀπό τίς εἰκόνες καί τόν σταυρόν. 

     Ἐκεῖ λοιπόν, οὔτε ἀπό τόν μάγο ὑπάρχη αὐτή ἡ πίστις εἰς τόν Θεόν, οὔτε ἀπό ’κείνους πού προσέρχονται εἰς τόν μάγον, διότι ἄν εἶχαν πίστι σωστή οὐδέποτε θά προσήρχοντο στόν μάγον πού ἔχει τίς εἰκόνες καί σταυρώνει μέ τόν σταυρό. Γι’ αὐτό ἐπιτρέπει ὁ Θεός νά δαιμονοκρατοῦνται οἱ ἄνθρωποι, ἔστω καί ἄν χρησιμοποιοῦνται οἱ εἰκόνες καί ὁ σταυρός.

   Θέλετε ἕνα μικρό παράδειγμα; Τ’ ἀναστενάρια πού γίνονται στή Χαλκιδική κάθε χρόνο, «πῶς γίνονται;» Κρατοῦν εἰκόνες τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου καί τῆς Ἅγιας Ἑλένης, πού οἱ εἰκόνες ἔχουν μέσα καί τόν σταυρόν. Πῶς συμβαίνουν αὐτά, πού εἶναι καθαρά πνευματιστικά φαινόμενα, πῶς συμβαίνουν αὐτά; πῶς τά ἐπιτρέπει ὁ Θεός; Διότι δέν πιστεύουν οἱ ἄνθρωποι σ’ ἐκεῖνο πού κρατοῦν, τήν εἰκόνα. Δέν πιστεύουν! Γι’ αὐτό πρέπει νά γίνεται σωστά ὁ σταυρός καί πρέπει νά ξέρωμε καί νά πιστεύωμε αὐτό τό ὁποῖον κάμνομε: ὅτι ὁ σταυρός εἶναι ἀποτρόπαιον τοῦ σατανᾶ· ἀπομακρύνει. Καί ἀλεξιτήριον καί φυγαδευτήριον τοῦ σατανᾶ.

   Μετέδωσε ὅμως ὁ καημένος ὁ Τωβίτ, ὁ ταλαιπωρημένος αὐτός ἄνθρωπος, ὁ τυφλός, ὁ φτωχός ἀλλά ὁ δίκαιος καί ὁ ἀκέραιος αὐτός χαρακτήρας, μετέδωσε τήν λύπη του εἰς τήν γυναῖκα του τήν Ἄννα καί ἡ ὁποία ὅταν εἶδε ὅτι ὁ σύζυγος της ἀνησυχεῖ πολύ, ηὐξήθη μέσα της ἡ ἀγωνία κι ἄρχισε νά φωνάζη καί νά λέγη -ὄχι φωνές βέβαια δυνατές, ἀλλά μονολογοῦσε- «ἀπώλετο τό παιδίον, διότι κεχρόνικε˙» χάθηκε τό παιδί· χάθηκε, γιατί πέρασε ὁ καιρός, δέ γύρισε πίσω. «καί ἤρξατο θρηνεῖν αὐτόν καί εἶπεν˙» (Τωβ. 10, 4) Ἄρχισε νά κλαίη καί νά θρηνῆ καί εἶπε: «οὐ μέλει μοι, τέκνον, ὅτι ἀφῆκά σε τό φῶς τῶν ὀφθαλμῶν μου;» (Τωβ. 10,5) Εἶναι ὁ καημός τῆς μάνας πού ἔλεγε: «Τί νά τά κάνω τά λεφτά, παιδάκι μου, ἐσύ πού ἤσουνα τό φῶς τῶν ὀφθαλμῶν μου» -τό λέμε καί σήμερα σάν ἔκφρασι αὐτό, εἶσαι τό φῶς τῶν ματιῶν μου, εἶσαι ἡ βακτηρία μου, τό μπαστούνι μου- «τί νά τά κάνω τά χρήματα; Σ’ ἔχασα παιδί μου». Καί τί ἔκανε ἡ καημένη ἡ Ἄννα; Ἔβγαινε ἔξω καί πήγαινε στό δρόμο πού εἶχαν πάρει γιά νά φύγουν γιά τούς Ράγους τῆς Μηδίας, ὁ γιός της καί ὁ ὁδηγός. Ἔβγαινε ἔξω μήπως τούς δεῖ καί ἔρχονται· μήπως τούς δεῖ. Τήν ἡμέρα της λοιπόν, τήν περνοῦσε στό δρόμο περιμένοντας καί τή νύχτα δέν ἔκλεινε μάτι θρηνῶντας. 

    Ἀλήθεια βλέπετε πῶς οἱ γονεῖς μποροῦν νά αἰσθάνωνται γιά τά παιδιά τους; Γι’ αὐτό παιδιά -μόνο γι’ αὐτό;- σκεφθεῖτε μία γυναῖκα γιά νά φέρη ἕνα παιδί στόν κόσμο, ὅπως λέγεται, τό ἕνα της πόδι εἶναι στόν λάκκο. Τί πόνους, τί κινδύνους  περνᾶ! Πολλές φορές παθαίνει σοβαρές ἀρρώστιες μέχρι πού νά φθάση νά φέρη ἕνα παιδί στόν κόσμον ἤ παιδιά νά φέρη στόν κόσμον. Καί τά παιδιά αὐτά, ὅταν μεγαλώσουν νά περιφρονοῦν τή μάνα τους καί τόν πατέρα τους. Γι’ αὐτό εἶναι πολλή μεγάλη ἁμαρτία· γι’ αὐτό ὁ νόμος προέβλεπε ἡ παράβασι τῆς ἐντολῆς «τίμα τόν πατέρα σου καί τήν μητέρα σου» -τί προέβλεπε;- λιθοβολισμόν. Δηλαδή προέβλεπε καταδίκην εἰς θάνατον. Πότε; Ὄχι, ὅταν ἔδερνες τόν πατέρα σου ἢ τή μάνα σου, ἐάν κακολογοῦσες τόν πατέρα σου καί τή μάνα σου. Λέγει ὁ νόμος ὁ παλαιός «ὁ κακολογῶν -ὄχι ὁ δέρνων!- «ὁ κακολογῶν πατέρα ἤ μητέρα θανάτῳ θανατούσθω». Βλέπετε; Τί θά πῆ κακολογῶν; Αὐτός πού βρίζει τή μάνα του καί τόν πατέρα του, αὐτός πού λέγει πικρά λόγια· βρίζει, λέει βλασφημίες στή μάνα του καί στόν πατέρα του. Εἶναι φοβερό πρᾶγμα, εἶναι φοβερό πρᾶγμα! Ναί! Ναί! Ναί!

    Καί τότε ἀγανακτοῦν οἱ γονεῖς, ἐπειδή περνοῦν τήν ἀγωνία νά μεγαλώσουν τά παιδιά τους, ἀγανακτοῦν οἱ γονεῖς καί δυστυχῶς, βρίσκονται -ἐδῶ ἁμαρτάνουν καί οἱ ἴδιοι- βρίσκονται σέ θέσι νά καταρασθοῦν τά παιδιά τους˙ καί νά ποῦνε καί οἱ γονεῖς μέ βαριά ψυχή, βαριές κουβέντες. Καί τότε γίνεται ἕνας φοβερός κύκλος, φαῦλος κύκλος. Τά μέν παιδιά κάτω ἀπό τήν κατάρα τῶν γονιῶν δυστυχοῦν, οἱ δέ γονεῖς κάτω ἀπό τήν δυστυχία τῶν παιδιῶν γιά τίς κατάρες πού ἔχουν δώσει καί αὐτοί βρίσκονται σέ μία κατάστασι πολύ ἄσχημη. Γιατί εἶναι δυνατόν ποτέ νά εὐτυχοῦν γονεῖς, ὅταν τά παιδιά τους δέν πηγαίνουν καλά;   

    Ἐνθυμοῦμαι κάποτε ἦρθε ἕνας ἄνθρωπος νά μοῦ πῆ τό ἑξῆς˙ ὅτι εἶχε κάνει κάμποσα παιδιά, ἴσως κάπου λιγότερα ἀπό δέκα· κάπου λιγότερα ἀπό δέκα! -τρόμαξε μιά κοπέλα ἃμα ἄκουσε τόν ἀριθμόν δέκα!- Λοιπόν· ὃταν μεγάλωσαν κάπως τά παιδιά -εἶχε καί κορίτσια, ἔπρεπε νά τά παντρέψη, ἦταν φτωχός ἄνθρωπος- λέει στό μεγάλο του τό γιό: «παιδί μου, κοίταξε νά ἰδῆς νά βοηθήσης καί ἐσύ λιγάκι νά παντρέψωμε κάποια ἀδελφή σου, κάποιο κορίτσι· νά βοηθήσης καί ἐσύ λιγάκι». Καί τότε ἐκεῖνος λέγει: «Ἐμένα μέ ρώτησες ὅταν ἔκανες τόσα παιδιά; Νά μή ἔκανες τόσα παιδιά, νά μ’ ἀφήσης ἥσυχο» μέ ἀγανάκτησι ὁ γιός, μέ ἀναίδεια μᾶλλον. Καί ὁ πατέρας τί εἶπε; «Παιδί μου, μέ κατηγορεῖς γιατί ἔκανα παιδιά; Ἔ, λοιπόν, ὁ Θεός ἐσένα νά μή σοῦ δώση παιδιά». Καί παντρεύτηκε ὁ μεγάλος καί δέν ἔκανε παιδιά. Ἒμεινε ἄκληρος. Ὁρίστε! ὁρίστε! θά μοῦ πῆτε: «τυχαῖον;» Μόνο τυχαῖο, παιδιά, δέν εἶναι. Εἶναι φοβερό πρᾶγμα ἡ κατάρα τῶν γονιῶν, ἡ βαρυγκώμια τῶν γονιῶν. Ἀνοῖξτε τήν Ἁγία Γραφή. Τό μαρτυρᾶ ἡ ἰδία ἡ Ἁγία Γραφή διά τήν εὐχήν τῶν γονέων, ἀλλά καί διά τήν κατάρα τῶν γονέων. Ἀλλά καί ἡ πεῖρα αὐτό ἐπιμαρτυρεῖ. Τό ξέρομε πολύ καλά. Γι’ αὐτό θέλει παρά πολλή προσοχή στό σημεῖο αὐτό, νά μή λυπήσωμε τούς γονεῖς μας.

   Σᾶς εἶπα, ὅτι ὁ Τωβίας ἦταν καλό παιδί.

   Βέβαια, ἐλησμόνησα νά σᾶς πῶ, ὁ Τωβίτ προσπαθοῦσε νά παρηγορήση τή γυναῖκα του ὅτι, «ἔ, σιώπα» τῆς λέει «σίγα, μή λόγον ἔχε, ὑγιαίνει». Σιώπα τῆς λέει μή φωνάζεις, μή θρηνεῖς, καλά εἶναι τό παιδί μας, θά ’ρθῆ. Ἐλπίζει, ἀγωνιᾶ ἀπό μέσα του, ἀλλά παρηγορεῖ τήν γυναῖκα του.

    Ὁ Τωβίας αἰσθάνεται ὅτι οἱ γονεῖς του πρέπει νά ἀνησυχοῦν, γιατί πέρασαν οἱ ἡμέρες. Καί ἐδῶ εἶναι τώρα ὁ διακριτικός καί θαυμάσιος νέος. Δέν θέλει νά λυπήση τόν πεθερό του, ὁρκίζοντας τον νά μή πάη εἰς τούς Ράγους τῆς Μηδίας καί τόν ἀκούει τόν πεθερό του γιατί δέν θέλει νά τόν λυπήση. Ὅταν ὅμως τοῦ λέει ὁ πεθερός του «μεῖνε ἀκόμη μερικές ἡμέρες» -ἦταν ἑπόμενο νά τό ζητάη αὐτό ὁ Ραγουήλ διότι εἶχε τήν κόρη του· ὅσο πιό πολύ θά μέναν, θά ἔβλεπε καί πιό πολύ τήν κόρη του. Ἑπόμενον ἤτανε-. Καί τί λέγει ὁ Τωβίας; «ἐξαπόστειλόν με». Ὂχι, σέ παρακαλῶ πολύ, ἄφησέ με νά φύγω, «ὅτι ὁ πατήρ καί ἡ μήτηρ μου οὐκέτι ἐλπίζουσιν ὄψεσθαί με» (Τωβ. 10, 7) Ἔχασαν τήν ἐλπίδα τους πιά ὅτι θά μέ δοῦν. Δηλαδή λυποῦνται πολύ, λυποῦνται πάρα πολύ, σέ παρακαλῶ λοιπόν, ἄφησέ με. Βλέπετε, οὔτε τόν πεθερό λύπησε μέ τό να μήν πάη στούς Ράγους -δέν πῆγε- ἀλλά καί τώρα ὅμως δέν θέλει νά λυπήση τούς γονεῖς του.

   Εἶναι ἡ θαυμασία θέσι τήν ὁποία μπορεῖ νά ἔχη ἤ ὁ ἄνδρας ἤ ἡ γυναῖκα νά κινεῖται ἀνάμεσα στούς δικούς του συγγενεῖς καί εἰς τούς συγγενεῖς τοῦ ἑτέρου συζύγου. Εἶναι τό μεγάλο μυστικό τῆς ἁρμονίας τῶν συζύγων. Αὐτό εἶναι τό μυστικό! Προσέξατε ἐδῶ! αὐτό εἶναι τό μυστικό. Ἀλλά τί γίνεται δυστυχῶς; Νά τί γίνεται. Οἱ μέν γονεῖς τῆς κόρης παίρνουν τό μέρος τῆς κόρης καί οἱ γονεῖς τοῦ γαμπροῦ παίρνουν τό μέρος τοῦ γαμπροῦ καί τότε αὐτομάτως γίνεται ἕνας χωρισμός. Καί τότε μπαίνουνε μέσα οἱ συγγενεῖς καί δημιουργεῖται ἐκεῖνο πού δημιουργεῖται.

    Ὅταν ὅμως οἱ γονεῖς ἤ οἱ συγγενεῖς τῆς κόρης, τῆς κοπέλας ὑπερασπίζουν καί ἀγαποῦν τούς συγγενεῖς τοῦ γαμπροῦ καί ἀντιστρόφως κατ’ ἕνα χιαστί τρόπο, τότε ὑπάρχει μία ἕνωσις ἀνάμεσα στό ζεῦγος. Ἂν μάλιστα τό ζεῦγος εἶχε κάποιες διαφορές, τότε αὐτές ἐξομαλύνονται, καί δέν λέει ἡ γυναῖκα «ἡ μάνα σου» καί δέ λέει ὁ σύζυγος στή γυναῖκα του «ἡ μάνα  σου κι ὁ πατέρας σου», ἀλλά μιλοῦνε μέ καλό τρόπο. Καί ὅταν μάλιστα ἡ γυναῖκα φροντίζη διά τούς συγγενεῖς -ἰδιαίτερα τώρα ἡ γυναῖκα- δηλαδή τώρα ἀνάμεσα στό ζεῦγος φροντίζει ἡ γυναῖκα γιά τούς συγγενεῖς τοῦ ἀνδρός της καί ὁ ἄνδρας γιά τούς συγγενεῖς τῆς  γυναικός του, αὐτό τό πρᾶγμα πῶς νά τό ποῦμε, εἶναι ὑπέροχο.

    Ὅταν βλέπη ἡ γυναῖκα ὅτι ὁ σύζυγος της ἀγαπᾶ τούς γονεῖς της, μέ τήν καλή σημασία τῆς λέξεως, κολακεύεται, ἀνακουφίζεται. Κι ὅταν βλέπη ἀκόμη καί ὁ σύζυγος ὅτι ἡ γυναῖκα του ἀγαπάει τούς γονεῖς του, κι ἐκεῖνος ἀνακουφίζεται. Ἔ, πέστε μου κάτω ἀπό τό κλῖμα αὐτό, εἶναι δυνατόν ποτέ νά δημιουργηθῆ ρήξι σοβαρή ἀνάμεσα εἰς τό ζεῦγος; Ποτέ, ποτέ. Κι ἄν ποτέ… κι ἄν ποτέ τά πράγματα δέν εἶναι ἔτσι, ὁ ἕνας ἐκ τῶν δύο, ἄν καταλαβαίνη μερικά πράγματα, ὅπως τώρα ἐδῶ ὁ Τωβίας, δύναται νά περισσώση τήν κατάστασι. Κι ἔτσι ἕνας νέος πού παντρεύεται -γιατί θά πάρη τώρα τή γυναῖκα του τή Σάρρα νά φύγη, νά πάη στό σπίτι του- μπορεῖ τώρα ἡ γυναῖκα του νά μαλώνη μέ τά πεθερικά της. Τί θέσι θά πάρη τώρα ὁ Τωβίας; Θά ὑπερασπίζεται τούς γονεῖς του; Τή γυναῖκα του; Τί πρέπει νά κάνη; Οὔτε τούς γονεῖς του, οὔτε τή γυναῖκα του. Θά πάρη μία τέτοια στάσι, πού θά πρέπη νά ἐξομαλύνη κάθε τραχύτης πού δημιουργήθηκε, καί ἀκόμη νά μή δημιουργηθῆ σχῖσμα.

    Ὅπως ἀντιλαμβάνεσθε, ὁ γάμος εἶναι ἕνα μεγάλο θέμα, ἕνα μεγάλο πρόβλημα, εἶναι μία μεγάλη δυσκολία, εἶναι ἕνα μεγάλο σκάμμα μέσα στό ὁποῖο μπαίνουν οἱ σύζυγοι νά ἀγωνισθοῦν. Ἐάν δέν ἦταν σκάμμα, δέν θά ἐγράφετο ἕνα βιβλίο πού νά ἀναφέρεται εἰς τόν τρόπο τῆς οἰκογενειακῆς συμβιώσεως. Εἶναι μία ἐπιστήμη, εἶναι καί μία τεχνική, ἄν τό θέλετε. Ἀπαιτεῖ ὄχι ἁπλές γνώσεις, τίς ὁποῖες πολλές φορές διαβάζομε σέ περιοδικά καί ἐφημερίδες. Ἀπαιτεῖ καλλιέργεια ψυχῆς, νά μπορῆ κανείς νά μπῆ μέσα σ’ αὐτό τό σκάμμα καί νά βγῆ νικητής. Γι’ αὐτό λοιπόν τό λόγο, θά παρακαλέσω πολύ πού ἡ σειρά τῶν θεμάτων μας φέτος εἶναι γύρω ἀπό τά θέματα αὐτά, νά τά προσέχετε, νά κρατᾶτε, ἄν θέλετε, ἀκόμη καί σημειώσεις, ὥστε «καιρῷ τῷ δέοντι» νά σᾶς φανοῦν χρήσιμα εἰς τήν ζωή σας καί νά νικήσετε εἰς τόν στίβον τοῦ γάμου.

 
14η ομιλία στο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης « Τωβίτ ».

►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
"Τωβίτ. (Ὁμιλίες βασισμένες στό βιβλίο τῆς Π. Διαθήκης Τωβίτ).

" εδώ ⬇️
http://arnion.gr/index.php/p-thanasios-mytilina-os/milies-p-thanasiou/palaia-diauhkh/vivlion-tovit
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40oED0GDYsRHnrDdY5_m61pt

Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Καραμίντζα.

Ψηφιοποίηση και επιμέλεια κειμένου δια χειρός του αξιοτίμου κ. Γεωργίου Μαλούση.

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️
https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__
https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.

Περί δαιμόνων.

†.Ἐνθυμεῖσθε ὅτι ὁ Τωβίας μέ τόν Ραφαήλ τόν ἄγγελο, ἐδέχθησαν τό τραπέζι πού ἔκανε ὁ Ραγουήλ πρός τιμήν τους καί κατά τήν διάρκεια τοῦ τραπεζιοῦ ἐζητήθη ἡ κόρη τοῦ Ραγουήλ, ἡ Σάρρα - ἡ ὁποία ἦτο καί συγγενής τοῦ Τωβία-εἰς γάμον, ἀφοῦ βεβαίως ὁ Ραγουήλ, μετά πολλῆς εἰλικρινείας ἀνέφερε, ἐκεῖνο τό ἄς τό ποῦμε «κουσούρι» τῆς Σάρρας, ὅτι εἶχε ἐκεῖνο τό φοβερό δαιμόνιο, πού ἔπνιγε, ἐφόνευε, ὅποιον ἄνδρα ἐπαντρεύετο ἡ κοπέλα αὐτή. Καί εἶχε ἑπτά ἄνδρες μέχρι τότε παντρευτεῖ, καί οἱ ἑπτά εἶχαν πεθάνει. Καί φυσικά ἐφόσον τώρα ὄγδοος ζητᾶ σέ γάμον τήν κοπέλα, ὤφειλε -ἐδῶ εἶναι ἡ μεγάλη εἰλικρίνεια τοῦ Ραγουήλ- ὤφειλε; ὤφειλε, νά δείξη εἰλικρίνεια καί νά πεῖ, παιδί μου ἄκουσε νά σοῦ πῶ, θέλεις νά πάρης τήν κόρη μου·  ναί, ἀλλά θά σοῦ πῶ τήν ἀλήθεια. Εἶναι αὐτή κι αὐτή. Καί φυσικά ἐπειδή εἶχε κατά νοῦν ὅτι θά συντελοῦσε -ὁ Τωβίας- στήν θεραπεία τοῦ κοριτσιοῦ ἐπιμένει νά τήν πάρει. Καί ἀφοῦ ἔγινε ὁ γάμος μ’ ἐκεῖνα τά τρία «σημεῖα»· ἡ ἄρμοσις τῶν χειρῶν, το βιβλίον τοῦ γάμου, ἐν ἀντιθέσει μέ τό βιβλίον τοῦ ἀποστασίου πού εἴχαμε πεῖ, τοῦ διαζυγίου, καί ἡ εὐλογία. Αὐτά τά τρία σημεῖα τά ὁποῖα εἶναι τά μοναδικά εἰς τήν Παλαιάν Διαθήκην, τά μοναδικά, καί τά ὁποῖα ἀποτελοῦν καί τά τρία αὐτά, στοιχεῖα ἐκ τοῦ χριστιανικοῦ γάμου, τοῦ γάμου πλέον ὡς μυστηρίου. Διότι ὁ γάμος εἰς τήν Παλαιά Διαθήκη, δέν ἀποτελεῖ μυστήριον.

    Μετά φυσικά ἀπό ὅλα αὐτά, ἐκάθισαν νά φᾶνε. Πρέπει νά θυμόσαστε ὅτι ὁ Τωβίας, ἐπέμενε ὅτι δέν θά καθήση νά φάει, ἐάν προηγουμένως ὅλα αὐτά δέν τελειώσουν. Ἐτελείωσαν καί κάθισαν νά φᾶνε. Ὅταν ἐτελείωσε τό τραπέζι … «ὅτε δὲ συνετέλεσαν δειπνοῦντες, τότε, εἰσήγαγον Τωβίαν πρὸς αὐτήν», διότι ἐνθυμεῖσθε ἀπ’ τό περασμένο θέμα, τό ὄγδοο κεφάλαιο, ὅτι ἡ Ἔδνα (ἡ μητέρα τῆς Σάρρας) ἑτοίμασε ἕνα διαμέρισμα καί ἐκεῖ ὁδήγησε τήν Σάρρα, ὅπως μετά καί τόν Τωβία. «ὁ δὲ πορευόμενος ἐμνήσθη τῶν λόγων Ραφαὴλ καὶ ἔλαβε τὴν τέφραν τῶν θυμιαμάτων καὶ ἐπέθηκε τὴν καρδίαν τοῦ ἰχθύος καὶ τὸ ἧπαρ καὶ ἐκάπνισεν.» (Τωβ. 8, 1-2) Αὐτό τό «ἐμνήσθη» σημαίνει ὅτι ἦταν ἀνά πᾶσα στιγμή στό μυαλό του, ἐκεῖνο τό ὁποῖο τοῦ εἶχε πεῖ ὁ ἄγγελος. Καί πράγματι, ἐπῆρε τήν καρδιά τοῦ ψαριοῦ, ἐπῆρε καί τό συκώτι -τά ὁποῖα εἶχαν πλέον ξεραθεῖ- καί ἐπῆρε τό θυμιατό, ἔβαλε μέσα κάρβουνα ἀναμμένα, ἔριξε αὐτά ἐπάνω, καί μέ τόν καπνόν ἐθυμίασε τήν Σάρρα. Δέν θά μείνω ἄλλο πιά σ’ αὐτό τό σημεῖο. Τό θυμόσαστε ὅτι εἴχαμε πεῖ πολλά, εἰς τό σημεῖο αὐτό τοῦ θυμιάματος. Ἴσως ἡ μισή ὥρα, ὁ μισός χρόνος εἶχε  στό περασμένο μας θέμα γι’ αὐτό τό σημεῖο, τό πολύ σημαντικό.

    «ὅτε δὲ ὠσφράνθη τὸ δαιμόνιον τῆς ὀσμῆς, ἔφυγεν εἰς τὰ ἀνώτατα Αἰγύπτου καὶ ἔδησεν αὐτὸ ὁ ἄγγελος». (Τωβ. 8, 3). Ἐδῶ τώρα ἔχουμε ἕνα ἄλλο χωρίο τό ὁποῖο ὁμολογουμένως ἔχει πολλήν ἀποκάλυψιν. Διότι ὅπως εἶναι γνωστό, πράγματα τά ὁποῖα ἀναφέρονται, πέραν ἀπό τόν φυσικόν κόσμον, ἀλλά ἀνήκουν εἰς τόν πνευματικόν κόσμον, εἰς τόν μεταφυσικόν κόσμον, δέν μποροῦμε ἐμεῖς νά ἔχωμε γνῶσιν σαφῆ. Αὐτήν γνῶσιν δυνάμεθα νά τήν ἔχωμε μόνον ἐξ ἀποκαλύψεως, καί φυσικά ἡ Ἁγία Γραφή μᾶς ἀποκαλύπτει πολλές πτυχές τοῦ πνευματικοῦ κόσμου. Ἐδῶ λέγει ὅτι ὅταν ὠσφράνθηκε τό δαιμόνιο τήν ὀσμήν ἀπό τόν καπνόν … Τό δαιμόνιο ὀσφραίνεται;  δέν εἶναι πνεῦμα ὁ δαίμων; Τί σχέση ἔχει τό πνεῦμα μέ τόν καπνόν;  … ἴσως κάποιος θά πεῖ. Εἶναι γνωστή ἡ παροιμία ὅτι ὁ διάβολος φεύγει ἅμα μυρίζει λιβάνι. Τό λέει ὁ λαός αὐτό. Ἀλλά τό λιβάνι εἶναι, πραγματικά, ὡς μυρωδιά, πού φυγαδεύει τόν διάβολο; Τότε νά ‘χεις ἕνα θυμιατό καί ὅπου πᾶς νά συναντᾶς … καί παίρνω τά κάρβουνα τά τσιρίζω καί ρίχνω λιβάνι. Ἐρωτῶ· εἶναι πράγματι τώρα αὐτή ἡ ἄσχημη μυρωδιά τοῦ λιβανιοῦ πού θά διώξη τόν διάβολο; Φυσικά ὄχι! Διότι δέν ἔχει καμία σχέση τό πνεῦμα, εἶτε ἀγαθόν εἶναι, εἴτε πονηρόν εἶναι, μέ μίαν ὀσμήν καθαρῶς ὑλικήν. Ἐκεῖνο πού φυγαδεύει τόν διάβολο εἶναι ὅτι τό λιβάνι πού μπαίνει στό θυμιατό, συνοδεύεται μετά προσευχῆς, κι ἀποτείνεται πρός τόν Θεό. Τό «κατευθυνθήτω ἡ προσευχή μου ὡς θυμίαμα ἐνώπιόν σου», δείχνει ἀκριβῶς ὅτι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ κατευθύνεται, ἡ προσευχή σάν τό θυμίαμα, καί τό θυμίαμα σάν τήν προσευχή. Διότι αὐτή ἡ κατεύθυνσις πρός τά πάνω τοῦ θυμιάματος … ἄν θέλετε ἀπό φυσικῆς πλευρᾶς πόσο φτάνει; δέκα μέτρα, φτάνει; Ἀλλά τί εἶναι στήν πραγματικότητα; Εἶναι ἡ λατρεία τοῦ Θεοῦ διά τοῦ ἀρωματικοῦ καπνοῦ. Ἡ λατρεία αὐτή προσφέρεται ὡς θυσία, ἀφενός, διότι καίεται αὐτό τό πρᾶγμα καί ὡς προσευχή, ἀφετέρου. Ἐκεῖνο λοιπόν πού φυγαδεύει τόν διάβολο, δέν εἶναι αὐτή αὔτη ἡ ὑλική ὀσμή, ἀλλά ἡ λατρεία καί ἡ προσευχή. Ἴσως τό καταλάβατε. Ἐδῶ λοιπόν τώρα τί συμβαίνει; Ἐπειδή ἦτο ἡ ἐντολή τοῦ Θεοῦ νά καπνιστεῖ τό δαιμόνιο,  μέ τόν καπνό τοῦ συκωτιοῦ καί τῆς καρδιᾶς ἀπό τό ψάρι, γι’ αὐτό φεύγει τό δαιμόνιο. Τί ὀσφραίνεται; Δέν ὀσφραίνεται αὐτόν τοῦτον τόν καπνόν, ἀλλά αὐτήν τήν ἀπειλή τοῦ Θεοῦ: ’’Φύγε ἀπό δῶ! Φύγε ἀπό δῶ!’’, καί ὅτι φυγαδεύει, ὄχι αὐτή αὔτη ἡ ὀσμή, ἀλλά τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ὁ διάβολος μπροστά εἰς τόν Θεόν, πραγματικά τήκεται. Πῶς ἔτρεμε ὁ διάβολος μπροστά εἰς τόν Χριστόν; Ἤ ἀκόμα ἄν θέλετε, νά πάρουμε σύγχρονες περιπτώσεις, δαιμονισμένων ἀνθρώπων καί τούς πηγαίνουμε στόν Ἄγιο Γεράσιμο, ἄς ποῦμε, ἤ εἰς τόν Ἅγιο Διονύσιο ἤ στόν Ἅγιο Σπυρίδωνα. Ξέρετε τί φωνάζουν; ‘’Μ’ ἔκαψες! Μ’ ἔκαψες! Μ’ἔκαψες!’’ φωνάζουν οἱ δαίμονες, μπροστά στόν Ἅγιο. Μ’ἔκαψες! Γιατί τόν ἔκαψε, τί τόν ἔκαψε; Ἔβαλε καμιά φωτιά ὁ Ἅγιος, τίποτε; Ὄχι. Ὅπως καί οἱ δαίμονες μπροστά στόν Χριστό· ἡ ἀκτινοβολία τῆς θείας δόξης … ἐδῶ πρέπει νά σᾶς πῶ ὅτι τά Ἅγια λείψανα μέ τά ἱερά σκηνώματα τῶν ἁγίων - κατά συγκυρία, καί τά τρία αὐτά τά ἀναφερθέντα, εἶναι ὁλόκληρα τά σώματα- εἶναι κατοικητήριο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, εἶναι ὁ Θεός … εἶναι ὑλικές ἐστίες θείας δόξης. Σάν τή δόξα ἐκείνη πού εἶδαμε μέ τόν Χριστό στό Θαβώρ. Ἀλλά αὐτή ἡ δόξα πού λαμπρύνει τούς εὐσεβεῖς, εἶναι ὁ Θεός. Διά δέ τούς ἀσεβεῖς -πολλῷ μᾶλλον διά τούς δαίμονας- εἶναι πῦρ. Ἀλλά τό πρῶτον εἶναι φῶς ἄ-πυρον καί τό δεύτερον εἶναι πῦρ ἄ-φωτον. Εἶναι αὐτό τό πῦρ τῆς κολάσεως, τό ὁποῖο ἐνῶ θά ὑπάρχει, δέν θά φωτίζει, γι’ αὐτό ὁμιλεῖ ὁ Κύριος γιά δυό ἀντιφατικά πράγματα· εἰς τό πῦρ τό ἐξώτερον καί εἰς τό σκότος τό ἐξώτερον. Πῶς εἶναι πῦρ καί σκότος; Τό πῦρ ὁπωσδήποτε δέν δίνει ἕναν φωτισμόν; Εἶναι τό ἀφεγγές πῦρ. Εἶναι τό πῦρ τῆς Θείας δόξης … ἤ καλύτερα, εἶναι ἡ Θεία δόξα ἡ ὁποία εἰς μέν τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ φθάνει ὡς φῶς καί φωτίζει τούς δικαίους, εἰς δέ τήν κόλασιν φθάνει ὡς πῦρ καί κατακαίει τούς ἁμαρτωλούς καί τούς δαίμονες.

    Αὐτό ὠσφράνθηκε τό δαιμόνιο. Καί λέω «ὠσφράνθηκε» διότι ἔχουμε καπνό. Δέν μποροῦσε νά πεῖ «εἶδε» ἤ «ἄκουσε», διότι ἡ ὀσμή ἀναφέρεται στήν ὄσφρηση. Ἀλλά στήν πραγματικότητα -εἶναι δηλαδή κάτι πολύ … ἄς τό ποῦμε ἀνθρωπομορφικόν- φυγαδεύει τόν διάβολο ἡ Θεία δόξα. Κι ἀκόμη, εἶναι παρών ὁ ἄγγελος. Ὁ διάβολος βλέπει τόν ἄγγελο. Δέν εἶδε βεβαίως τίποτε ὁ Τωβίας ἀπό τόν ἄγγελο, ἀλλά βλέπει ὅμως ὁ δαίμων καί φυγαδεύεται. Ἕνα σημεῖο· ὅτι «ἔφυγεν εἰς τὰ ἀνώτατα Αἰγύπτου». Τί σημαίνει ἐδῶ; Πραγματικά ὅλο αὐτό τό χωρίο εἶναι πάρα πολύ περίεργο. Ἀλλά καί ἐδῶ θά σᾶς δείξω τώρα τή συμφωνία Παλαιᾶς καί Καινῆς Διαθήκης. Κατ’ ἀρχάς ἀπό τά Ἐκβάτανα ἕως τά ἀνώτατα τῆς Αἰγύπτου, πόσο μακριά δηλαδή, εἶναι γιά τό πνεῦμα σχεδόν τίποτα. Εἶναι περίπου ἀκαριαία ὑπόθεσις. Ἀλλά ἡ ἀπόσταση αὐτή θέλει νά δείξη, ὅτι εἶναι τόσο μακριά -πάλι ἀπό ἀνθρωπίνης τοποθετήσεως- ὥστε δέν πρόκειται νά ξαναγυρίση τό πονηρό πνεῦμα πίσω, καί πῆγε πολύ μακριά. Γιατί στά «ἀνώτατα τῆς Αἰγύπτου» κι ὄχι κάπου ἀλλοῦ; Δύο λόγοι. Ὅταν λέγει «ἀνώτατα» δέν εἶναι παρά ἡ ἄνω Αἴγυπτος καί βαίνει ἀπό τή Θηβαΐδα. Εἶναι ἡ ἔρημος τῆς Αἰγύπτου, ἡ Θηβαΐς. Προσέξτε αὐτό τό σημεῖο, Θηβαΐς, κρατῆστε το στό μυαλό σας. Κατ’ ἀρχάς εἶναι γνωστό … πᾶρτε ἕναν χάρτη τοῦ ἀρχαίου κόσμου, θά δεῖτε ὅτι τά ἀνώτατα τῆς Αἰγύπτου, ἦταν τά ὅρια τοῦ κόσμου, τοῦ τότε, τοῦ παλαιοῦ κόσμου, τοῦ τότε γνωστοῦ κόσμου, ἀπό πλευρᾶς Νότου. Δέν εἶχαν πάει οἱ ἄνθρωποι παραπέρα ἀπό αὐτήν τήν ἔρημον. Εἶναι γνωστό ὅτι οἱ ἐκβολές (;) (μάλλον θέλει νά πεῖ πηγές) τοῦ Νείλου ποταμοῦ ἀνεκαλύφθησαν τόν περασμένον αἰῶνα, ἄν δέν κάνω λάθος. Συνεπῶς ἐκεῖ ἐθεωρεῖτο ὅτι εἶναι τά ὅρια τοῦ κόσμου. Ὅπως καί τό Γιβραλτάρ, οἱ στῆλες τοῦ Ἡρακλέους (ἔτσι δέν λέγονται;), ἦταν τά ὅρια τοῦ κόσμου. Ὁ Ἀτλαντικός ὠκεανός ἦταν τά ὅρια τοῦ κόσμου. Θέλει νά δείξη λοιπόν ὅτι ὁ διάβολος πῆγε στό ἄκρον τοῦ κόσμου, δέν ἔχει πιά καμία σχέση, ἀλλά ἔχει ὅμως … εἶναι σχηματικό αὐτό, προσέξτε, εἶναι ἐντελῶς σχηματικό. Θέλει νά δείξη τήν ἀπομάκρυνση. Καί κάτι ἀκόμα. Ὅταν λέγει, εἰς τά ἀνώτατα τῆς Αἰγύπτου, θέλει νά δείξη τήν Θηβαΐδα, πού ἦταν ἔρημος. Καί τί σχέση ἔχει ἡ ἔρημος μέ τόν διάβολον; Ἔχει πολλή σχέση. Ἡ Παλαιά Διαθήκη σέ πολλά της σημεῖα, μᾶς ἀποκαλύπτει ὅτι ἡ ἔρημος εἶναι ἡ κατοικία τῶν δαιμόνων. Καί τό βιβλίο τοῦ Ἡσαΐου κλπ. μᾶς τό δείχνουν αὐτό.

    Ἀλλά καί ὁ Κύριος στήν Καινή Διαθήκη μᾶς τό δείχνει. Σᾶς διαβάζω ἀπό τό «Κατά Ματθαῖον» Εὐαγγέλιο: «Ὅταν δὲ τὸ ἀκάθαρτον πνεῦμα ἐξέλθῃ ἀπὸ τοῦ ἀνθρώπου, -δεῖτε συμφωνία παρακαλῶ!- διέρχεται δι᾿ ἀνύδρων τόπων ζητοῦν ἀνάπαυσιν, καὶ οὐχ εὑρίσκει».(Μτθ ιβ΄, 43) Ποιοί εἶναι οἱ ἄνυδροι τόποι; Εἶναι ἡ ἔρημος. Ὄχι, ἡ ἔρημος ἀπό ἀνθρώπους· ἡ ἔρημος ὅ,τι λέει ἡ λέξη· ἡ ἔρημος Σαχάρα. Ὥστε ἡ ἔρημος εἶναι κατοικητήριο τῶν δαιμόνων; Ἔχει καμία σχέση ὁ τόπος μέ τά πνεύματα; Ἐκεῖνο πού δέν μποροῦμε νά καταλάβουμε, ἦταν πού δέν θέλαμε νά καταλάβουμε καί τοῦτο γιατί μέσα μας ὑπάρχει -εἰδικά σέ μᾶς τούς Ἕλληνες, γενικότερα εἰς τόν Δυτικόν κόσμον- καί εἴμεθα διαρκῶς -εἴτε τό θέλουμε εἴτε δέν θέλουμε, εἴτε τό καταλαβαίνουμε εἴτε ὄχι- κάτω ἀπό τήν Πλατωνική φιλοσοφία, πού δέν μποροῦμε νά καταλάβουμε, δέν χωράει τό μυαλό μας, ὅτι μπορεῖ νά συνδέονται τό πνεῦμα καί ἡ ὕλη. Αὐτό εἶναι καθαρά Πλατωνικό, δέν εἶναι Χριστιανικό. Γι’ αὐτό, ὅτι θά τοποθετοῦσε ἡ Ἁγία Γραφή τό πνεῦμα σέ σχέση μέ τήν ὕλη, αὐτό τό ἀπορρίπτουμε. Δέν τό καταλαβαίνουμε. Ὁ Πλατωνισμός, νά τό ξέρετε πολύ καλά δέν ἔκανε καμία σύνδεση τοῦ πνεύματος μέ τήν ὕλη. Καί ἤτανε μάλιστα φυλακή ἡ ὕλη, τοῦ πνεύματος. Ἤτανε φυλακισμένο τό πνεῦμα, ἡ ψυχή, μέσα στήν ὕλη, μέσα στό σῶμα, μέσα στόν παρόντα κόσμον. Κι ἤθελε μία ἀπελευθέρωση. Ἐδῶ ὅμως βλέπουμε ὅτι ὁ Χριστιανισμός μᾶς ἀποκαλύπτει ἄλλα πράγματα. Ἔχει σχέση ὁ πνευματικός κόσμος μέ τόν ὑλικόν, τόσο πολύ, οἵαν σχέσιν  ἔχει ἡ ψυχή μέ τό σῶμα. Ὄχι σχέσις φυλακῆς πρός φυλακισμένον, ἀλλά σχέσις κατοικίας μέ νοικοκύρη· τόσο πολύ, πού ὅπως ὁ νοικοκύρης χάνει τό σπίτι του καί τό ζητάει  -ποιός ἅμα χάσει στό σπίτι του δέν τό το ζητάει;- πέστε μου ἅμα τελειώσουμε ἀπό δῶ πού θά πᾶμε; Ὅπου ἀλλοῦ, δέν μποροῦμε νά φανταστοῦμε, ἐκτός ἀπό τό σπίτι μας, σπίτι μας θά πᾶμε. Σπίτι μας θά πᾶμε! Εἶναι ὁ πιό ἀγαπητός μας τόπος! Ὅταν οἱ ψυχές φύγουν ἀπό τά σώματα, φεύγουνε δραματικά. Γι’ αὐτό εἶναι πικρός ὁ θάνατος. Ἄν ἤτανε ἐχθρική, ἡ θέσις, ἡ στάσις, ἡ σχέση ψυχῆς-σώματος δέν θά ἐλυπεῖτο ἡ ψυχή φεύγουσα. Θά ἐχαίρετο. Κι ἐδῶ εἶναι Πλατωνικό πού πολλοί πιστεύουν … ἄ, λέει ἔφυγε ἡ ψυχή, ἐλευθερώθηκε. Τί ἐλευθερώθηκε; ἀπό ποῦ ἐλευθερώθηκε; Ἀπό τό ἄρρωστο σῶμα; Μά εἶναι ἄρρωστο γιατί ἔχει  … τό σῶμα. Ἀλλά τότε; ἡ ψυχή δέν βρίσκει ἀνάπαυση ἕως ὅτου ξαναβρεῖ τό σῶμα της. Γι’ αὐτό οἱ μάρτυρες … καί οἱ μάρτυρες, δέν βοοῦν οἱ μάρτυρες στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ; Ὄχι ἀκόμη στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, εἶναι στόν Παράδεισο. Ἄλλο πρᾶγμα εἶναι ὁ Παράδεισος, κι ἄλλο πρᾶγμα εἶναι ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ὁ Παράδεισος εἶναι μιά πρόγευσις τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Τί λένε; «ἕως πότε, ἐκδικεῖς τὸ αἷμα ἡμῶν τό ἐπὶ τῆς γῆς ἐκχυθέν;» Ἕως πότε; Πόσο θά περιμένουμε ἀκόμα; Περιμένετε ἀκόμα, λέει, τό ἐσφαγμένον ἀρνίον, περιμένετε, ἕως ὅτου προστεθοῦν κι ἄλλοι ἀδελφοί σας, γιά τήν μαρτυρίαν τοῦ ἐσφαγμένου ἀρνίου. Κι ἄλλοι μάρτυρες δηλαδή θά προστεθοῦν. Καί τούς δόθηκε, παρηγορία· χιτών λευκός καί κλαδί φοίνικος. Σύμβολα νίκης. Ἀλλά γιατί ἀναμένουν; -κάτω ἀπό τόν θρόνον, λέει, τοῦ ἐσφαγμένου ἀρνίου- κάτω ἀπό τόν θρόνο, βοοῦν· ἕως πότε; δέν μπορεῖ ἡ ψυχή νά μένει χωρίς τό σῶμα της. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στήν «πρός Ρωμαίους» (8ο κεφ.) … δέν ζητᾶμε, λέγει, νά ἀπεκδυθοῦμε τό σῶμα, ἀλλά ζητᾶμε νά ἐνδυθῆ τό σῶμα αὐτό ἀθανασία. Εἶναι χαρακτηριστικό, ὅποια σχέση λοιπόν, ὑπάρχει στήν ψυχή μέ τό σῶμα, τέτοια σχέση ὑπάρχει καί τῶν πνευμάτων μέ τήν Ὕλη. Ἰδίᾳ τῶν πονηρῶν πνευμάτων πού ἔπεσαν ἀπό τήν φωτοφορίαν, ἐπάνω σ’ αὐτόν τόν ὑλικόν κόσμον, ἰδίως ἐπάνω στή γῆ μας. Καί οἱ δαίμονες ἐδῶ κυκλοφοροῦν, ἐπάνω στή γῆ. Ὄχι οἱ ψυχές τῶν ἀνθρώπων … -οἱ ψυχές τῶν ἀνθρώπων πηγαίνουν εἰς τόν οἰκεῖον τόπον- οἱ δαίμονες κυκλοφοροῦν ἐδῶ καί ἀγαποῦν πολύ, ἰδιαιτέρως, νά βρίσκονται μέσα στόν ἄνθρωπο. Τό χωρίο πού σᾶς διάβασα ἀπό τό κατά Ματθαῖον (12 κεφάλαιο) … καὶ οὐχ εὑρίσκει ἀνάπαυσιν, καί ξαναγυρίζει, λέγει, τό πνεῦμα στόν ἄνθρωπο, καί ζητάει νά ξανακατοικήσει· βρίσκει, λέγει, σεσαρωμένη τήν ψυχή, τήν κατοικία της τήν παλιά, τήν φωλιά καί φέρει, λέει, … ἕτερα πνεύματα πονηρότερα ἑαυτοῦ  κλπ. Ἀλλά καί ὁ δαιμονισμένος τῶν Γερσεσηνῶν δέν ἦταν παρά ἡ φωλιά τῶν δαιμόνων, διότι οἱ δαίμονες ἀγαποῦν νά μένουν εἰς τούς ἀνθρώπους. Τό θέλουν, τό ἐπιθυμοῦν, γιά νά κάνουν ἀκόμα πιό πολύ κακό κι ἔχουνε μιά σχέση μέ τόν ἄνθρωπο γιά τήν κόλαση, διότι οἱ δαίμονες γιά νά γλυτώνουν ἀπό τό πῦρ τῆς κολάσεως, θά προσπαθοῦν νά μποῦν μέσα εἰς τούς ἀνθρώπους, πού θά εἶναι καί ἐκεῖνοι στήν κόλαση -σῶμα καί ψυχή θά εἶναι ἔ; μετά τήν ἀνάσταση, σῶμα καί ψυχή- καί τότε οἱ μέν δαίμονες θά προσπαθοῦν νά βροῦν, ἕνα καταφύγιο μέσα εἰς στούς ἀνθρώπους, οἱ δέ ἄνθρωποι θά ὑφίστανται διπλοῦν μαρτύριον, διότι θά ἔχουν, τήν τιμωρία τῆς κολάσεως καί τήν παρουσία τῶν δαιμόνων μέσα τους. Εἶναι φρικῶδες! Εἶναι πραγματικά φρικῶδες! Ἐκεῖνο πού θέλω νά σᾶς πῶ εἶναι ὅτι οἱ δαίμονες ἔχουνε σχέση μέ τήν ὕλη, κι ὅτι ἡ ἔρημος πάντα ἐθεωρεῖτο ἡ κατοικία τῶν δαιμόνων. Γιατί ἡ ἔρημος; Διότι ἐκεῖ φυγαδεύει ὁ Θεός τούς δαίμονες, γιά μήν προκαλοῦν πάντοτε τό πολύ κακό εἰς τούς ἀνθρώπους. Ἐάν ἀγαπητοί μου, οι ἄγγελοι δέν φυλοῦσαν τόν κόσμον -διότι ξέρετε τόν προστατεύουν τόν κόσμον οἱ ἄγγελοι- οἱ δαίμονες μέσα σέ κλάσμα τοῦ λεπτοῦ, θά εἴχανε κυριολεκτικά καταστρέψει τή γῆ καί τόν κόσμον ὁλόκληρον. Ψυχή ζῶσα δέν θά εἶχε μείνει ἐπάνω στόν πλανήτη μας, οὔτε καί ζωντανά, οὔτε καί φυτά τίποτα. Θά ἤτανε πλήρης ἡ καταστροφή. Οἱ ἄγγελοι φυλοῦν τούς δαίμονες νά μήν πλησιάζουν.

    Ἀλλά ἀφοῦ οἱ δαίμονες κατοικοῦν στήν ἔρημον, τότε κι ἐκεῖνος πού θέλει νά νικήσει τόν διάβολον, θά πάει καί στήν ἔρημο. Ὁ Χριστός πῆγε στήν ἔρημο φερόμενος ὑπό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Γιατί; Πειρασθῆναι ὑπό τοῦ διαβόλου. Ἔτσι δέν λέει τό 4ο κεφάλαιο κατά Ματθαῖον; ἀνήχθη εἰς τὴν ἔρημον ὑπὸ τοῦ Πνεύματος πειρασθῆναι ὑπὸ τοῦ διαβόλου,(Μτθ δ΄ 1-4) · δέν πῆγε στήν ἐρημιά, νά ‘χει ἡσυχία, νά προσευχηθεῖ (αὐτό εἶναι ἄλλο στοιχεῖο), πῆγε, πειρασθῆναι ὑπὸ τοῦ διαβόλου. Καί οἱ ἀσκητές γι’ αὐτό πήγαιναν στήν Θηβαΐδα. Ἄραγε εἶναι τυχαῖο -δέν νομίζω- τό γεγονός ὅτι ὁ δαίμονας δέθηκε ἐκεῖ στήν Θηβαΐδα εἰς τά ἀνώτατα τῆς Αἰγύπτου, μέ τό γεγονός ὅτι οἱ ἀσκητές πήγαιναν στήν ἔρημο τῆς Θηβαΐδος; Δέν εἶναι τυχαῖο. Βεβαίως ὁ μοναχισμός παντοῦ ὑπῆρχε, καί ὁ ἀσκητισμός. Εἴδαμε, εἶναι γνωστό ὅτι ἡ κοιτίς τοῦ ἀσκητισμοῦ εἶναι ἡ Θηβαΐς. Ἐκεῖ καί ὁ μέγας Ἀντώνιος ἐκεῖ καί ἡ γένεσις τοῦ ἰδιορύθμου ἀσκητισμοῦ, ἐκεῖ καί ἡ γένεσις τοῦ κοινοβιακοῦ ασκητισμοῦ. Ἐκεῖ, στή Θηβαΐδα. Ὥστε ἔχει σημασία.

    Ἀλλά κι ἕνα ἄλλο χωρίο θά σᾶς διαβάσω, εἶναι ἀπό τήν Ἀποκάλυψη. Λέγει ἐκεῖ ὁ ἄγγελος, φωνάζει· ἔπεσεν, ἔπεσε Βαβυλὼν ἡ μεγάλη, καὶ ἐγένετο κατοικητήριον δαιμονίων καὶ φυλακὴ παντὸς πνεύματος ἀκαθάρτου καὶ μεμισημένου·(Ἀπ  ιη΄ 2) Γιατί αὐτό, κατοικητήριον δαιμονίων, καὶ φυλακὴ παντὸς πνεύματος ἀκαθάρτου καὶ μεμισημένου; Εἰς τήν Βαβυλών α ἡ ὁποία ἔπεσε καί ἔπεσε, καί σέ ἐρείπια. Συνεπῶς ἐπί τῶν ἐρειπίων της κατοικοῦν δαίμονες; Ἄραγε εἶναι τόσο τυχαῖο; Θά μοῦ πεῖτε τώρα … πάτερ μου, τέτοιες παραδοξότητες, παραμύθια μεσσαιωνικῶν τόμων;  Ἄραγε εἶναι τυχαῖο τό ὅτι ὁ λαός πιστεύει ὅτι στά ἐρείπια κατοικοῦν δαίμονες; Νά ἔγινε τυχαῖα; Δέν εἶναι τυχαῖο. Σέ τί ἐρείπια; Ὄχι ἀπλῶς ἐρείπια. Ἀγαπητοί μου, ἐγώ ἔχω μία συγκεκριμένη περίπτωση τήν ὁποία ὑποπτεύομαι καί φοβοῦμαι. Καί σ’ αὐτήν τήν περίπτωση νά κάνω ἁγιασμό. Δέν θά σᾶς τήν πῶ ὅμως. Ἔτσι λοιπόν στούς τόπους ἐκείνους πού ἐρήμωσαν ἐν ἁμαρτίαις, κατοικοῦν δαίμονες. Αὐτό πού λέμε «στοιχειωμένο». Δηλαδή γιά νά καταλάβετε· τά κόκαλα τῶν ἁγίων, γίνονται κατοικητήρια θείας δόξης; Γι’ αὐτό καί θαυματουργοῦν. Ἔτσι καί ὁ τόπος καί τά κόκαλα ἀνθρώπων ἐν ἁμαρτίαις ἀποβιωσάντων γίνονται κατοικητήρια δαιμόνων. Κατοικητήρια δαιμόνων! Φοβερόν; Φοβερόν! Εἶναι σᾶς λέω μία περίπτωση καί συμπτωματικά τήν ἐπεσήμανα ἐγώ μόνος μου, καί οἱ πατέρες μετά τήν παρατήρησαν μόνοι τους, καί μοῦ λένε, ξέρετε… ‘’αὐτό τό πρᾶγμα’’, καί λέω· ‘’ξέρετε, κι ἐγώ τό σκέφθηκα’’. Λοιπόν νά κατοικεῖ ὁ δαίμων μέχρι κυριαρχίας. Μένει σ’ αὐτόν τόν τόπο, μόνον ἐδῶ, νά, ἀλλά νά μήν ἔχει ἐδῶ. Εἶναι φοβερό! Θά σᾶς τό ἀποδείξω καί μ’ ἕνα τελευταῖο γεγονός πού διάβασα πάλι ἀπόψε σ’ αὐτό τό σημεῖο εἶναι πολύ ἐνδιαφέρον. Στήν Βάπτιση γίνονται δύο πράξεις· εἶναι τά «κατηχούμενα» τά ὁποία λέγονται ἐκεῖ στήν εἴσοδο τοῦ ναοῦ, εἰς τό παιδί πού θά βαπτιστεῖ ἤ στόν ἄνθρωπο τόν μεγάλο. Τά «κατηχούμενα» δέν εἶναι παρά, τρεῖς εὐχές ἐξορκισμοῦ. Πᾶτε νά παρακολουθῆστε βάπτιση, ἐκεῖ στά κατηχούμενα, θά δεῖτε καί θά τό ἀκούσετε αὐτό. Τρεῖς εὐχές ἐξορκισμοῦ, μέ σκοπό τήν ἀπέλαση τοῦ διαβόλου. ‘’Φύγε, λέει ὁ ἱερεύς, πονηρόν πνεῦμα πού ἐμφωλεύεις σ’ αὐτόν τόν ἄνθρωπο· ποιός ἄνθρωπος; αὐτός πού εἶναι ὑπό βάπτιση· γιατί; γιατί μέχρι τότε εἶναι παιδί τοῦ παλαιοῦ Ἀδάμ καί συνεπῶς κατοικητήριον δαιμόνων. Ὁ ἄνθρωπος! κατοικητήριον δαιμόνων! Καί φυγαδεύει ὁ ἱερεύς μέ τήν εὐχή τοῦ ἐξορκισμοῦ ἤ ἀφορκισμοῦ. Ἡ μία πράξις. Τελείωσε ἀπό κεῖ, ἐρχόμαστε στήν κολυμβῆθρα. Ἐδῶ τώρα ὁ ἱερεύς τί κάνει; Ἀφορκίζει τό νερό, διότι τό νερό εἶναι δαιμονοκρατούμενον. Καί τό ἀφορκίζει διά νά ἐπιτελέση τή βάφτιση. Τί θά πεῖ ἁγιασμός; Λέμε· νερό ἁγιασμός. Σημαίνει, ἐφυγαδεύσαμε τήν ἐπικράτηση τοῦ διαβόλου σ’ αὐτό τό νερό καί ἐγκαταστήσαμε τή χάρη τοῦ Θεοῦ. Ἡ Ἐκκλησία μας εἶναι γεμᾶτη ἀπό τέτοιες πράξεις. Κι ἔτσι νομίζω δέν κατοχύρωσα ἕναν μῦθο, ἀλλά κατοχύρωσα μία πραγματικότητα, πού εἶναι πράξις καί παράδοσις τῆς Ἐκκλησίας μας, καί πού ἔχει τήν ἀφετηρία της  εἰς αὐτήν τήν Ἁγίαν Γραφήν.

    Ἀλλά καί ἕνα ἀκόμη σημεῖο ἐκεῖ πού λέει ὅτι ὁ ἄγγελος ἔδησεν. Ποιός ἄγγελος κατ’ ἀρχάς; Εἶναι ὁ Ραφαήλ πού εἶναι μαζί μέ τόν Τωβία. Εἶναι ἄγγελος. Εἶναι κατά τό φαινόμενον ἄνθρωπος. Αὐτός, ὁ ἄγγελος, βλέπει τόν διάβολο -ὅπως καί ὁ διάβολος βλέπει τόν ἄγγελο- καί τόν περιάδραξε, -νά μέ συγχωρέσετε- τόν βούτηξε, ὁ ἄγγελος, προσέξτε ἀφοῦ σᾶς εἶπα τόν βούτηξε, τόν περιάδραξε, δηλαδή τόν φούχτιασε … εἶναι  χαρακτηριστικό διότι γίνεται μάχη μεταξύ τῶν δαιμόνων καί τῶν ἀγγέλων. Μπορεῖτε νά τό καταλάβετε αὐτό; Γίνεται μάχη πραγματική. Καί τόν ἀπώθησε ἐκεῖ,  μακριά, καί τόν ἔδηεσε. Μέ τί τόν ἔδεσε; Μέ σκοινιά, μέ ἀλυσίδες; Ὄχι. Τῷ ὀνόματι Κυρίου. Αὐτά εἶναι τά δεσμά. Ὁ ἱερεύς λέγει στίς ευχές τοῦ ἐξορκισμοῦ· σέ ἐξορκίζω, δαιμόνιον παμπόνηρον … κλπ. κλπ. … εἰς τό ὄνομα Ἐκείνου ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ Παντοκράτωρ, ὁ Δημιουργός τοῦ παντός ὁ … ὁ … ὁ … ὁ, Ἐκεῖνος πού εἶπε ν’ ἀνοίξουν τά μάτια τῶν τυφλῶν, Ἐκεῖνος πού περπάτησε ἐπάνω στή θάλασσα, Ἐκεῖνος πού  κτλ … στό ὄνομα τοῦ Θεοῦ ἤ στό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ … αὐτός ὁ ὁρκισμός εἰς τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ ἤ τοῦ Χριστοῦ, εἶναι τό δέσιμο. Κι ἐπειδή ὁ διάβολος φοβεῖται τόν Θεόν, μένει ἐκεῖ, ἀκινητοποιεῖται. Τόν ἀκινητοποιεῖ αὐτός ὁ Θεός. Κι ὕστερα, ἀγαπητοί μου, μυστήρια ὑπάρχουνε γύρω μας, τά ὁποῖα δέν μποροῦμε νά τά καταλάβουμε. Μόνο ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ μᾶς τά ἀποκαλύπτει.
Εἶναι καταπληκτικά πράγματα.


Απόσπασμα από την 13η ομιλία στο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης « Τωβίτ ».

►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
"Τωβίτ. (Ὁμιλίες βασισμένες στό βιβλίο τῆς Π. Διαθήκης Τωβίτ).

" εδώ ⬇️
http://arnion.gr/index.php/p-thanasios-mytilina-os/milies-p-thanasiou/palaia-diauhkh/vivlion-tovit
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40oED0GDYsRHnrDdY5_m61pt

Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Καραμίντζα.

Ψηφιοποίηση και επιμέλεια κειμένου δια χειρός του αξιοτίμου κ. Γεωργίου Μαλούση.

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️
https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__
https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.

Ὁ Γάμος Τωβία – Σάρρας καί ἡ προσευχή των.

†.Ἐνθυμεῖσθε ὅτι ὁ Τωβίας μέ τόν Ραφαήλ τόν ἄγγελο, ἐδέχθησαν τό τραπέζι πού ἔκανε ὁ Ραγουήλ πρός τιμήν τους καί κατά τήν διάρκεια τοῦ τραπεζιοῦ ἐζητήθη ἡ κόρη τοῦ Ραγουήλ, ἡ Σάρρα - ἡ ὁποία ἦτο καί συγγενής τοῦ Τωβία-εἰς γάμον, ἀφοῦ βεβαίως ὁ Ραγουήλ, μετά πολλῆς εἰλικρινείας ἀνέφερε, ἐκεῖνο τό ἄς τό ποῦμε «κουσούρι» τῆς Σάρρας, ὅτι εἶχε ἐκεῖνο τό φοβερό δαιμόνιο, πού ἔπνιγε, ἐφόνευε, ὅποιον ἄνδρα ἐπαντρεύετο ἡ κοπέλα αὐτή. Καί εἶχε ἑπτά ἄνδρες μέχρι τότε παντρευτεῖ, καί οἱ ἑπτά εἶχαν πεθάνει. Καί φυσικά ἐφόσον τώρα ὄγδοος ζητᾶ σέ γάμον τήν κοπέλα, ὤφειλε -ἐδῶ εἶναι ἡ μεγάλη εἰλικρίνεια τοῦ Ραγουήλ- ὤφειλε; ὤφειλε, νά δείξη εἰλικρίνεια καί νά πεῖ, παιδί μου ἄκουσε νά σοῦ πῶ, θέλεις νά πάρης τήν κόρη μου·  ναί, ἀλλά θά σοῦ πῶ τήν ἀλήθεια. Εἶναι αὐτή κι αὐτή. Καί φυσικά ἐπειδή εἶχε κατά νοῦν ὅτι θά συντελοῦσε -ὁ Τωβίας- στήν θεραπεία τοῦ κοριτσιοῦ ἐπιμένει νά τήν πάρει. Καί ἀφοῦ ἔγινε ὁ γάμος μ’ ἐκεῖνα τά τρία «σημεῖα»· ἡ ἄρμοσις τῶν χειρῶν, το βιβλίον τοῦ γάμου, ἐν ἀντιθέσει μέ τό βιβλίον τοῦ ἀποστασίου πού εἴχαμε πεῖ, τοῦ διαζυγίου, καί ἡ εὐλογία. Αὐτά τά τρία σημεῖα τά ὁποῖα εἶναι τά μοναδικά εἰς τήν Παλαιάν Διαθήκην, τά μοναδικά, καί τά ὁποῖα ἀποτελοῦν καί τά τρία αὐτά, στοιχεῖα ἐκ τοῦ χριστιανικοῦ γάμου, τοῦ γάμου πλέον ὡς μυστηρίου. Διότι ὁ γάμος εἰς τήν Παλαιά Διαθήκη, δέν ἀποτελεῖ μυστήριον.

    Μετά φυσικά ἀπό ὅλα αὐτά, ἐκάθισαν νά φᾶνε. Πρέπει νά θυμόσαστε ὅτι ὁ Τωβίας, ἐπέμενε ὅτι δέν θά καθήση νά φάει, ἐάν προηγουμένως ὅλα αὐτά δέν τελειώσουν. Ἐτελείωσαν καί κάθισαν νά φᾶνε. Ὅταν ἐτελείωσε τό τραπέζι … «ὅτε δὲ συνετέλεσαν δειπνοῦντες, τότε, εἰσήγαγον Τωβίαν πρὸς αὐτήν», διότι ἐνθυμεῖσθε ἀπ’ τό περασμένο θέμα, τό ὄγδοο κεφάλαιο, ὅτι ἡ Ἔδνα (ἡ μητέρα τῆς Σάρρας) ἑτοίμασε ἕνα διαμέρισμα καί ἐκεῖ ὁδήγησε τήν Σάρρα, ὅπως μετά καί τόν Τωβία. «ὁ δὲ πορευόμενος ἐμνήσθη τῶν λόγων Ραφαὴλ καὶ ἔλαβε τὴν τέφραν τῶν θυμιαμάτων καὶ ἐπέθηκε τὴν καρδίαν τοῦ ἰχθύος καὶ τὸ ἧπαρ καὶ ἐκάπνισεν.» (Τωβ. 8, 1-2) Αὐτό τό «ἐμνήσθη» σημαίνει ὅτι ἦταν ἀνά πᾶσα στιγμή στό μυαλό του, ἐκεῖνο τό ὁποῖο τοῦ εἶχε πεῖ ὁ ἄγγελος. Καί πράγματι, ἐπῆρε τήν καρδιά τοῦ ψαριοῦ, ἐπῆρε καί τό συκώτι -τά ὁποῖα εἶχαν πλέον ξεραθεῖ- καί ἐπῆρε τό θυμιατό, ἔβαλε μέσα κάρβουνα ἀναμμένα, ἔριξε αὐτά ἐπάνω, καί μέ τόν καπνόν ἐθυμίασε τήν Σάρρα. Δέν θά μείνω ἄλλο πιά σ’ αὐτό τό σημεῖο. Τό θυμόσαστε ὅτι εἴχαμε πεῖ πολλά, εἰς τό σημεῖο αὐτό τοῦ θυμιάματος. Ἴσως ἡ μισή ὥρα, ὁ μισός χρόνος εἶχε  στό περασμένο μας θέμα γι’ αὐτό τό σημεῖο, τό πολύ σημαντικό.

    «ὅτε δὲ ὠσφράνθη τὸ δαιμόνιον τῆς ὀσμῆς, ἔφυγεν εἰς τὰ ἀνώτατα Αἰγύπτου καὶ ἔδησεν αὐτὸ ὁ ἄγγελος». (Τωβ. 8, 3). Ἐδῶ τώρα ἔχουμε ἕνα ἄλλο χωρίο τό ὁποῖο ὁμολογουμένως ἔχει πολλήν ἀποκάλυψιν. Διότι ὅπως εἶναι γνωστό, πράγματα τά ὁποῖα ἀναφέρονται, πέραν ἀπό τόν φυσικόν κόσμον, ἀλλά ἀνήκουν εἰς τόν πνευματικόν κόσμον, εἰς τόν μεταφυσικόν κόσμον, δέν μποροῦμε ἐμεῖς νά ἔχωμε γνῶσιν σαφῆ. Αὐτήν γνῶσιν δυνάμεθα νά τήν ἔχωμε μόνον ἐξ ἀποκαλύψεως, καί φυσικά ἡ Ἁγία Γραφή μᾶς ἀποκαλύπτει πολλές πτυχές τοῦ πνευματικοῦ κόσμου. Ἐδῶ λέγει ὅτι ὅταν ὠσφράνθηκε τό δαιμόνιο τήν ὀσμήν ἀπό τόν καπνόν … Τό δαιμόνιο ὀσφραίνεται;  δέν εἶναι πνεῦμα ὁ δαίμων; Τί σχέση ἔχει τό πνεῦμα μέ τόν καπνόν;  … ἴσως κάποιος θά πεῖ. Εἶναι γνωστή ἡ παροιμία ὅτι ὁ διάβολος φεύγει ἅμα μυρίζει λιβάνι. Τό λέει ὁ λαός αὐτό. Ἀλλά τό λιβάνι εἶναι, πραγματικά, ὡς μυρωδιά, πού φυγαδεύει τόν διάβολο; Τότε νά ‘χεις ἕνα θυμιατό καί ὅπου πᾶς νά συναντᾶς … καί παίρνω τά κάρβουνα τά τσιρίζω καί ρίχνω λιβάνι. Ἐρωτῶ· εἶναι πράγματι τώρα αὐτή ἡ ἄσχημη μυρωδιά τοῦ λιβανιοῦ πού θά διώξη τόν διάβολο; Φυσικά ὄχι! Διότι δέν ἔχει καμία σχέση τό πνεῦμα, εἶτε ἀγαθόν εἶναι, εἴτε πονηρόν εἶναι, μέ μίαν ὀσμήν καθαρῶς ὑλικήν. Ἐκεῖνο πού φυγαδεύει τόν διάβολο εἶναι ὅτι τό λιβάνι πού μπαίνει στό θυμιατό, συνοδεύεται μετά προσευχῆς, κι ἀποτείνεται πρός τόν Θεό. Τό «κατευθυνθήτω ἡ προσευχή μου ὡς θυμίαμα ἐνώπιόν σου», δείχνει ἀκριβῶς ὅτι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ κατευθύνεται, ἡ προσευχή σάν τό θυμίαμα, καί τό θυμίαμα σάν τήν προσευχή. Διότι αὐτή ἡ κατεύθυνσις πρός τά πάνω τοῦ θυμιάματος … ἄν θέλετε ἀπό φυσικῆς πλευρᾶς πόσο φτάνει; δέκα μέτρα, φτάνει; Ἀλλά τί εἶναι στήν πραγματικότητα; Εἶναι ἡ λατρεία τοῦ Θεοῦ διά τοῦ ἀρωματικοῦ καπνοῦ. Ἡ λατρεία αὐτή προσφέρεται ὡς θυσία, ἀφενός, διότι καίεται αὐτό τό πρᾶγμα καί ὡς προσευχή, ἀφετέρου. Ἐκεῖνο λοιπόν πού φυγαδεύει τόν διάβολο, δέν εἶναι αὐτή αὔτη ἡ ὑλική ὀσμή, ἀλλά ἡ λατρεία καί ἡ προσευχή. Ἴσως τό καταλάβατε. Ἐδῶ λοιπόν τώρα τί συμβαίνει; Ἐπειδή ἦτο ἡ ἐντολή τοῦ Θεοῦ νά καπνιστεῖ τό δαιμόνιο,  μέ τόν καπνό τοῦ συκωτιοῦ καί τῆς καρδιᾶς ἀπό τό ψάρι, γι’ αὐτό φεύγει τό δαιμόνιο. Τί ὀσφραίνεται; Δέν ὀσφραίνεται αὐτόν τοῦτον τόν καπνόν, ἀλλά αὐτήν τήν ἀπειλή τοῦ Θεοῦ: ’’Φύγε ἀπό δῶ! Φύγε ἀπό δῶ!’’, καί ὅτι φυγαδεύει, ὄχι αὐτή αὔτη ἡ ὀσμή, ἀλλά τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ὁ διάβολος μπροστά εἰς τόν Θεόν, πραγματικά τήκεται. Πῶς ἔτρεμε ὁ διάβολος μπροστά εἰς τόν Χριστόν; Ἤ ἀκόμα ἄν θέλετε, νά πάρουμε σύγχρονες περιπτώσεις, δαιμονισμένων ἀνθρώπων καί τούς πηγαίνουμε στόν Ἄγιο Γεράσιμο, ἄς ποῦμε, ἤ εἰς τόν Ἅγιο Διονύσιο ἤ στόν Ἅγιο Σπυρίδωνα. Ξέρετε τί φωνάζουν; ‘’Μ’ ἔκαψες! Μ’ ἔκαψες! Μ’ἔκαψες!’’ φωνάζουν οἱ δαίμονες, μπροστά στόν Ἅγιο. Μ’ἔκαψες! Γιατί τόν ἔκαψε, τί τόν ἔκαψε; Ἔβαλε καμιά φωτιά ὁ Ἅγιος, τίποτε; Ὄχι. Ὅπως καί οἱ δαίμονες μπροστά στόν Χριστό· ἡ ἀκτινοβολία τῆς θείας δόξης … ἐδῶ πρέπει νά σᾶς πῶ ὅτι τά Ἅγια λείψανα μέ τά ἱερά σκηνώματα τῶν ἁγίων - κατά συγκυρία, καί τά τρία αὐτά τά ἀναφερθέντα, εἶναι ὁλόκληρα τά σώματα- εἶναι κατοικητήριο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, εἶναι ὁ Θεός … εἶναι ὑλικές ἐστίες θείας δόξης. Σάν τή δόξα ἐκείνη πού εἶδαμε μέ τόν Χριστό στό Θαβώρ. Ἀλλά αὐτή ἡ δόξα πού λαμπρύνει τούς εὐσεβεῖς, εἶναι ὁ Θεός. Διά δέ τούς ἀσεβεῖς -πολλῷ μᾶλλον διά τούς δαίμονας- εἶναι πῦρ. Ἀλλά τό πρῶτον εἶναι φῶς ἄ-πυρον καί τό δεύτερον εἶναι πῦρ ἄ-φωτον. Εἶναι αὐτό τό πῦρ τῆς κολάσεως, τό ὁποῖο ἐνῶ θά ὑπάρχει, δέν θά φωτίζει, γι’ αὐτό ὁμιλεῖ ὁ Κύριος γιά δυό ἀντιφατικά πράγματα· εἰς τό πῦρ τό ἐξώτερον καί εἰς τό σκότος τό ἐξώτερον. Πῶς εἶναι πῦρ καί σκότος; Τό πῦρ ὁπωσδήποτε δέν δίνει ἕναν φωτισμόν; Εἶναι τό ἀφεγγές πῦρ. Εἶναι τό πῦρ τῆς Θείας δόξης … ἤ καλύτερα, εἶναι ἡ Θεία δόξα ἡ ὁποία εἰς μέν τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ φθάνει ὡς φῶς καί φωτίζει τούς δικαίους, εἰς δέ τήν κόλασιν φθάνει ὡς πῦρ καί κατακαίει τούς ἁμαρτωλούς καί τούς δαίμονες.

    Αὐτό ὠσφράνθηκε τό δαιμόνιο. Καί λέω «ὠσφράνθηκε» διότι ἔχουμε καπνό. Δέν μποροῦσε νά πεῖ «εἶδε» ἤ «ἄκουσε», διότι ἡ ὀσμή ἀναφέρεται στήν ὄσφρηση. Ἀλλά στήν πραγματικότητα -εἶναι δηλαδή κάτι πολύ … ἄς τό ποῦμε ἀνθρωπομορφικόν- φυγαδεύει τόν διάβολο ἡ Θεία δόξα. Κι ἀκόμη, εἶναι παρών ὁ ἄγγελος. Ὁ διάβολος βλέπει τόν ἄγγελο. Δέν εἶδε βεβαίως τίποτε ὁ Τωβίας ἀπό τόν ἄγγελο, ἀλλά βλέπει ὅμως ὁ δαίμων καί φυγαδεύεται. Ἕνα σημεῖο· ὅτι «ἔφυγεν εἰς τὰ ἀνώτατα Αἰγύπτου». Τί σημαίνει ἐδῶ; Πραγματικά ὅλο αὐτό τό χωρίο εἶναι πάρα πολύ περίεργο. Ἀλλά καί ἐδῶ θά σᾶς δείξω τώρα τή συμφωνία Παλαιᾶς καί Καινῆς Διαθήκης. Κατ’ ἀρχάς ἀπό τά Ἐκβάτανα ἕως τά ἀνώτατα τῆς Αἰγύπτου, πόσο μακριά δηλαδή, εἶναι γιά τό πνεῦμα σχεδόν τίποτα. Εἶναι περίπου ἀκαριαία ὑπόθεσις. Ἀλλά ἡ ἀπόσταση αὐτή θέλει νά δείξη, ὅτι εἶναι τόσο μακριά -πάλι ἀπό ἀνθρωπίνης τοποθετήσεως- ὥστε δέν πρόκειται νά ξαναγυρίση τό πονηρό πνεῦμα πίσω, καί πῆγε πολύ μακριά. Γιατί στά «ἀνώτατα τῆς Αἰγύπτου» κι ὄχι κάπου ἀλλοῦ; Δύο λόγοι. Ὅταν λέγει «ἀνώτατα» δέν εἶναι παρά ἡ ἄνω Αἴγυπτος καί βαίνει ἀπό τή Θηβαΐδα. Εἶναι ἡ ἔρημος τῆς Αἰγύπτου, ἡ Θηβαΐς. Προσέξτε αὐτό τό σημεῖο, Θηβαΐς, κρατῆστε το στό μυαλό σας. Κατ’ ἀρχάς εἶναι γνωστό … πᾶρτε ἕναν χάρτη τοῦ ἀρχαίου κόσμου, θά δεῖτε ὅτι τά ἀνώτατα τῆς Αἰγύπτου, ἦταν τά ὅρια τοῦ κόσμου, τοῦ τότε, τοῦ παλαιοῦ κόσμου, τοῦ τότε γνωστοῦ κόσμου, ἀπό πλευρᾶς Νότου. Δέν εἶχαν πάει οἱ ἄνθρωποι παραπέρα ἀπό αὐτήν τήν ἔρημον. Εἶναι γνωστό ὅτι οἱ ἐκβολές (;) (μάλλον θέλει νά πεῖ πηγές) τοῦ Νείλου ποταμοῦ ἀνεκαλύφθησαν τόν περασμένον αἰῶνα, ἄν δέν κάνω λάθος. Συνεπῶς ἐκεῖ ἐθεωρεῖτο ὅτι εἶναι τά ὅρια τοῦ κόσμου. Ὅπως καί τό Γιβραλτάρ, οἱ στῆλες τοῦ Ἡρακλέους (ἔτσι δέν λέγονται;), ἦταν τά ὅρια τοῦ κόσμου. Ὁ Ἀτλαντικός ὠκεανός ἦταν τά ὅρια τοῦ κόσμου. Θέλει νά δείξη λοιπόν ὅτι ὁ διάβολος πῆγε στό ἄκρον τοῦ κόσμου, δέν ἔχει πιά καμία σχέση, ἀλλά ἔχει ὅμως … εἶναι σχηματικό αὐτό, προσέξτε, εἶναι ἐντελῶς σχηματικό. Θέλει νά δείξη τήν ἀπομάκρυνση. Καί κάτι ἀκόμα. Ὅταν λέγει, εἰς τά ἀνώτατα τῆς Αἰγύπτου, θέλει νά δείξη τήν Θηβαΐδα, πού ἦταν ἔρημος. Καί τί σχέση ἔχει ἡ ἔρημος μέ τόν διάβολον; Ἔχει πολλή σχέση. Ἡ Παλαιά Διαθήκη σέ πολλά της σημεῖα, μᾶς ἀποκαλύπτει ὅτι ἡ ἔρημος εἶναι ἡ κατοικία τῶν δαιμόνων. Καί τό βιβλίο τοῦ Ἡσαΐου κλπ. μᾶς τό δείχνουν αὐτό.

    Ἀλλά καί ὁ Κύριος στήν Καινή Διαθήκη μᾶς τό δείχνει. Σᾶς διαβάζω ἀπό τό «Κατά Ματθαῖον» Εὐαγγέλιο: «Ὅταν δὲ τὸ ἀκάθαρτον πνεῦμα ἐξέλθῃ ἀπὸ τοῦ ἀνθρώπου, -δεῖτε συμφωνία παρακαλῶ!- διέρχεται δι᾿ ἀνύδρων τόπων ζητοῦν ἀνάπαυσιν, καὶ οὐχ εὑρίσκει».(Μτθ ιβ΄, 43) Ποιοί εἶναι οἱ ἄνυδροι τόποι; Εἶναι ἡ ἔρημος. Ὄχι, ἡ ἔρημος ἀπό ἀνθρώπους· ἡ ἔρημος ὅ,τι λέει ἡ λέξη· ἡ ἔρημος Σαχάρα. Ὥστε ἡ ἔρημος εἶναι κατοικητήριο τῶν δαιμόνων; Ἔχει καμία σχέση ὁ τόπος μέ τά πνεύματα; Ἐκεῖνο πού δέν μποροῦμε νά καταλάβουμε, ἦταν πού δέν θέλαμε νά καταλάβουμε καί τοῦτο γιατί μέσα μας ὑπάρχει -εἰδικά σέ μᾶς τούς Ἕλληνες, γενικότερα εἰς τόν Δυτικόν κόσμον- καί εἴμεθα διαρκῶς -εἴτε τό θέλουμε εἴτε δέν θέλουμε, εἴτε τό καταλαβαίνουμε εἴτε ὄχι- κάτω ἀπό τήν Πλατωνική φιλοσοφία, πού δέν μποροῦμε νά καταλάβουμε, δέν χωράει τό μυαλό μας, ὅτι μπορεῖ νά συνδέονται τό πνεῦμα καί ἡ ὕλη. Αὐτό εἶναι καθαρά Πλατωνικό, δέν εἶναι Χριστιανικό. Γι’ αὐτό, ὅτι θά τοποθετοῦσε ἡ Ἁγία Γραφή τό πνεῦμα σέ σχέση μέ τήν ὕλη, αὐτό τό ἀπορρίπτουμε. Δέν τό καταλαβαίνουμε. Ὁ Πλατωνισμός, νά τό ξέρετε πολύ καλά δέν ἔκανε καμία σύνδεση τοῦ πνεύματος μέ τήν ὕλη. Καί ἤτανε μάλιστα φυλακή ἡ ὕλη, τοῦ πνεύματος. Ἤτανε φυλακισμένο τό πνεῦμα, ἡ ψυχή, μέσα στήν ὕλη, μέσα στό σῶμα, μέσα στόν παρόντα κόσμον. Κι ἤθελε μία ἀπελευθέρωση. Ἐδῶ ὅμως βλέπουμε ὅτι ὁ Χριστιανισμός μᾶς ἀποκαλύπτει ἄλλα πράγματα. Ἔχει σχέση ὁ πνευματικός κόσμος μέ τόν ὑλικόν, τόσο πολύ, οἵαν σχέσιν  ἔχει ἡ ψυχή μέ τό σῶμα. Ὄχι σχέσις φυλακῆς πρός φυλακισμένον, ἀλλά σχέσις κατοικίας μέ νοικοκύρη· τόσο πολύ, πού ὅπως ὁ νοικοκύρης χάνει τό σπίτι του καί τό ζητάει  -ποιός ἅμα χάσει στό σπίτι του δέν τό το ζητάει;- πέστε μου ἅμα τελειώσουμε ἀπό δῶ πού θά πᾶμε; Ὅπου ἀλλοῦ, δέν μποροῦμε νά φανταστοῦμε, ἐκτός ἀπό τό σπίτι μας, σπίτι μας θά πᾶμε. Σπίτι μας θά πᾶμε! Εἶναι ὁ πιό ἀγαπητός μας τόπος! Ὅταν οἱ ψυχές φύγουν ἀπό τά σώματα, φεύγουνε δραματικά. Γι’ αὐτό εἶναι πικρός ὁ θάνατος. Ἄν ἤτανε ἐχθρική, ἡ θέσις, ἡ στάσις, ἡ σχέση ψυχῆς-σώματος δέν θά ἐλυπεῖτο ἡ ψυχή φεύγουσα. Θά ἐχαίρετο. Κι ἐδῶ εἶναι Πλατωνικό πού πολλοί πιστεύουν … ἄ, λέει ἔφυγε ἡ ψυχή, ἐλευθερώθηκε. Τί ἐλευθερώθηκε; ἀπό ποῦ ἐλευθερώθηκε; Ἀπό τό ἄρρωστο σῶμα; Μά εἶναι ἄρρωστο γιατί ἔχει  … τό σῶμα. Ἀλλά τότε; ἡ ψυχή δέν βρίσκει ἀνάπαυση ἕως ὅτου ξαναβρεῖ τό σῶμα της. Γι’ αὐτό οἱ μάρτυρες … καί οἱ μάρτυρες, δέν βοοῦν οἱ μάρτυρες στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ; Ὄχι ἀκόμη στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, εἶναι στόν Παράδεισο. Ἄλλο πρᾶγμα εἶναι ὁ Παράδεισος, κι ἄλλο πρᾶγμα εἶναι ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ὁ Παράδεισος εἶναι μιά πρόγευσις τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Τί λένε; «ἕως πότε, ἐκδικεῖς τὸ αἷμα ἡμῶν τό ἐπὶ τῆς γῆς ἐκχυθέν;» Ἕως πότε; Πόσο θά περιμένουμε ἀκόμα; Περιμένετε ἀκόμα, λέει, τό ἐσφαγμένον ἀρνίον, περιμένετε, ἕως ὅτου προστεθοῦν κι ἄλλοι ἀδελφοί σας, γιά τήν μαρτυρίαν τοῦ ἐσφαγμένου ἀρνίου. Κι ἄλλοι μάρτυρες δηλαδή θά προστεθοῦν. Καί τούς δόθηκε, παρηγορία· χιτών λευκός καί κλαδί φοίνικος. Σύμβολα νίκης. Ἀλλά γιατί ἀναμένουν; -κάτω ἀπό τόν θρόνον, λέει, τοῦ ἐσφαγμένου ἀρνίου- κάτω ἀπό τόν θρόνο, βοοῦν· ἕως πότε; δέν μπορεῖ ἡ ψυχή νά μένει χωρίς τό σῶμα της. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στήν «πρός Ρωμαίους» (8ο κεφ.) … δέν ζητᾶμε, λέγει, νά ἀπεκδυθοῦμε τό σῶμα, ἀλλά ζητᾶμε νά ἐνδυθῆ τό σῶμα αὐτό ἀθανασία. Εἶναι χαρακτηριστικό, ὅποια σχέση λοιπόν, ὑπάρχει στήν ψυχή μέ τό σῶμα, τέτοια σχέση ὑπάρχει καί τῶν πνευμάτων μέ τήν Ὕλη. Ἰδίᾳ τῶν πονηρῶν πνευμάτων πού ἔπεσαν ἀπό τήν φωτοφορίαν, ἐπάνω σ’ αὐτόν τόν ὑλικόν κόσμον, ἰδίως ἐπάνω στή γῆ μας. Καί οἱ δαίμονες ἐδῶ κυκλοφοροῦν, ἐπάνω στή γῆ. Ὄχι οἱ ψυχές τῶν ἀνθρώπων … -οἱ ψυχές τῶν ἀνθρώπων πηγαίνουν εἰς τόν οἰκεῖον τόπον- οἱ δαίμονες κυκλοφοροῦν ἐδῶ καί ἀγαποῦν πολύ, ἰδιαιτέρως, νά βρίσκονται μέσα στόν ἄνθρωπο. Τό χωρίο πού σᾶς διάβασα ἀπό τό κατά Ματθαῖον (12 κεφάλαιο) … καὶ οὐχ εὑρίσκει ἀνάπαυσιν, καί ξαναγυρίζει, λέγει, τό πνεῦμα στόν ἄνθρωπο, καί ζητάει νά ξανακατοικήσει· βρίσκει, λέγει, σεσαρωμένη τήν ψυχή, τήν κατοικία της τήν παλιά, τήν φωλιά καί φέρει, λέει, … ἕτερα πνεύματα πονηρότερα ἑαυτοῦ  κλπ. Ἀλλά καί ὁ δαιμονισμένος τῶν Γερσεσηνῶν δέν ἦταν παρά ἡ φωλιά τῶν δαιμόνων, διότι οἱ δαίμονες ἀγαποῦν νά μένουν εἰς τούς ἀνθρώπους. Τό θέλουν, τό ἐπιθυμοῦν, γιά νά κάνουν ἀκόμα πιό πολύ κακό κι ἔχουνε μιά σχέση μέ τόν ἄνθρωπο γιά τήν κόλαση, διότι οἱ δαίμονες γιά νά γλυτώνουν ἀπό τό πῦρ τῆς κολάσεως, θά προσπαθοῦν νά μποῦν μέσα εἰς τούς ἀνθρώπους, πού θά εἶναι καί ἐκεῖνοι στήν κόλαση -σῶμα καί ψυχή θά εἶναι ἔ; μετά τήν ἀνάσταση, σῶμα καί ψυχή- καί τότε οἱ μέν δαίμονες θά προσπαθοῦν νά βροῦν, ἕνα καταφύγιο μέσα εἰς στούς ἀνθρώπους, οἱ δέ ἄνθρωποι θά ὑφίστανται διπλοῦν μαρτύριον, διότι θά ἔχουν, τήν τιμωρία τῆς κολάσεως καί τήν παρουσία τῶν δαιμόνων μέσα τους. Εἶναι φρικῶδες! Εἶναι πραγματικά φρικῶδες! Ἐκεῖνο πού θέλω νά σᾶς πῶ εἶναι ὅτι οἱ δαίμονες ἔχουνε σχέση μέ τήν ὕλη, κι ὅτι ἡ ἔρημος πάντα ἐθεωρεῖτο ἡ κατοικία τῶν δαιμόνων. Γιατί ἡ ἔρημος; Διότι ἐκεῖ φυγαδεύει ὁ Θεός τούς δαίμονες, γιά μήν προκαλοῦν πάντοτε τό πολύ κακό εἰς τούς ἀνθρώπους. Ἐάν ἀγαπητοί μου, οι ἄγγελοι δέν φυλοῦσαν τόν κόσμον -διότι ξέρετε τόν προστατεύουν τόν κόσμον οἱ ἄγγελοι- οἱ δαίμονες μέσα σέ κλάσμα τοῦ λεπτοῦ, θά εἴχανε κυριολεκτικά καταστρέψει τή γῆ καί τόν κόσμον ὁλόκληρον. Ψυχή ζῶσα δέν θά εἶχε μείνει ἐπάνω στόν πλανήτη μας, οὔτε καί ζωντανά, οὔτε καί φυτά τίποτα. Θά ἤτανε πλήρης ἡ καταστροφή. Οἱ ἄγγελοι φυλοῦν τούς δαίμονες νά μήν πλησιάζουν.

    Ἀλλά ἀφοῦ οἱ δαίμονες κατοικοῦν στήν ἔρημον, τότε κι ἐκεῖνος πού θέλει νά νικήσει τόν διάβολον, θά πάει καί στήν ἔρημο. Ὁ Χριστός πῆγε στήν ἔρημο φερόμενος ὑπό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Γιατί; Πειρασθῆναι ὑπό τοῦ διαβόλου. Ἔτσι δέν λέει τό 4ο κεφάλαιο κατά Ματθαῖον; ἀνήχθη εἰς τὴν ἔρημον ὑπὸ τοῦ Πνεύματος πειρασθῆναι ὑπὸ τοῦ διαβόλου,(Μτθ δ΄ 1-4) · δέν πῆγε στήν ἐρημιά, νά ‘χει ἡσυχία, νά προσευχηθεῖ (αὐτό εἶναι ἄλλο στοιχεῖο), πῆγε, πειρασθῆναι ὑπὸ τοῦ διαβόλου. Καί οἱ ἀσκητές γι’ αὐτό πήγαιναν στήν Θηβαΐδα. Ἄραγε εἶναι τυχαῖο -δέν νομίζω- τό γεγονός ὅτι ὁ δαίμονας δέθηκε ἐκεῖ στήν Θηβαΐδα εἰς τά ἀνώτατα τῆς Αἰγύπτου, μέ τό γεγονός ὅτι οἱ ἀσκητές πήγαιναν στήν ἔρημο τῆς Θηβαΐδος; Δέν εἶναι τυχαῖο. Βεβαίως ὁ μοναχισμός παντοῦ ὑπῆρχε, καί ὁ ἀσκητισμός. Εἴδαμε, εἶναι γνωστό ὅτι ἡ κοιτίς τοῦ ἀσκητισμοῦ εἶναι ἡ Θηβαΐς. Ἐκεῖ καί ὁ μέγας Ἀντώνιος ἐκεῖ καί ἡ γένεσις τοῦ ἰδιορύθμου ἀσκητισμοῦ, ἐκεῖ καί ἡ γένεσις τοῦ κοινοβιακοῦ ασκητισμοῦ. Ἐκεῖ, στή Θηβαΐδα. Ὥστε ἔχει σημασία.

    Ἀλλά κι ἕνα ἄλλο χωρίο θά σᾶς διαβάσω, εἶναι ἀπό τήν Ἀποκάλυψη. Λέγει ἐκεῖ ὁ ἄγγελος, φωνάζει· ἔπεσεν, ἔπεσε Βαβυλὼν ἡ μεγάλη, καὶ ἐγένετο κατοικητήριον δαιμονίων καὶ φυλακὴ παντὸς πνεύματος ἀκαθάρτου καὶ μεμισημένου·(Ἀπ  ιη΄ 2) Γιατί αὐτό, κατοικητήριον δαιμονίων, καὶ φυλακὴ παντὸς πνεύματος ἀκαθάρτου καὶ μεμισημένου; Εἰς τήν Βαβυλών α ἡ ὁποία ἔπεσε καί ἔπεσε, καί σέ ἐρείπια. Συνεπῶς ἐπί τῶν ἐρειπίων της κατοικοῦν δαίμονες; Ἄραγε εἶναι τόσο τυχαῖο; Θά μοῦ πεῖτε τώρα … πάτερ μου, τέτοιες παραδοξότητες, παραμύθια μεσσαιωνικῶν τόμων;  Ἄραγε εἶναι τυχαῖο τό ὅτι ὁ λαός πιστεύει ὅτι στά ἐρείπια κατοικοῦν δαίμονες; Νά ἔγινε τυχαῖα; Δέν εἶναι τυχαῖο. Σέ τί ἐρείπια; Ὄχι ἀπλῶς ἐρείπια. Ἀγαπητοί μου, ἐγώ ἔχω μία συγκεκριμένη περίπτωση τήν ὁποία ὑποπτεύομαι καί φοβοῦμαι. Καί σ’ αὐτήν τήν περίπτωση νά κάνω ἁγιασμό. Δέν θά σᾶς τήν πῶ ὅμως. Ἔτσι λοιπόν στούς τόπους ἐκείνους πού ἐρήμωσαν ἐν ἁμαρτίαις, κατοικοῦν δαίμονες. Αὐτό πού λέμε «στοιχειωμένο». Δηλαδή γιά νά καταλάβετε· τά κόκαλα τῶν ἁγίων, γίνονται κατοικητήρια θείας δόξης; Γι’ αὐτό καί θαυματουργοῦν. Ἔτσι καί ὁ τόπος καί τά κόκαλα ἀνθρώπων ἐν ἁμαρτίαις ἀποβιωσάντων γίνονται κατοικητήρια δαιμόνων. Κατοικητήρια δαιμόνων! Φοβερόν; Φοβερόν! Εἶναι σᾶς λέω μία περίπτωση καί συμπτωματικά τήν ἐπεσήμανα ἐγώ μόνος μου, καί οἱ πατέρες μετά τήν παρατήρησαν μόνοι τους, καί μοῦ λένε, ξέρετε… ‘’αὐτό τό πρᾶγμα’’, καί λέω· ‘’ξέρετε, κι ἐγώ τό σκέφθηκα’’. Λοιπόν νά κατοικεῖ ὁ δαίμων μέχρι κυριαρχίας. Μένει σ’ αὐτόν τόν τόπο, μόνον ἐδῶ, νά, ἀλλά νά μήν ἔχει ἐδῶ. Εἶναι φοβερό! Θά σᾶς τό ἀποδείξω καί μ’ ἕνα τελευταῖο γεγονός πού διάβασα πάλι ἀπόψε σ’ αὐτό τό σημεῖο εἶναι πολύ ἐνδιαφέρον. Στήν Βάπτιση γίνονται δύο πράξεις· εἶναι τά «κατηχούμενα» τά ὁποία λέγονται ἐκεῖ στήν εἴσοδο τοῦ ναοῦ, εἰς τό παιδί πού θά βαπτιστεῖ ἤ στόν ἄνθρωπο τόν μεγάλο. Τά «κατηχούμενα» δέν εἶναι παρά, τρεῖς εὐχές ἐξορκισμοῦ. Πᾶτε νά παρακολουθῆστε βάπτιση, ἐκεῖ στά κατηχούμενα, θά δεῖτε καί θά τό ἀκούσετε αὐτό. Τρεῖς εὐχές ἐξορκισμοῦ, μέ σκοπό τήν ἀπέλαση τοῦ διαβόλου. ‘’Φύγε, λέει ὁ ἱερεύς, πονηρόν πνεῦμα πού ἐμφωλεύεις σ’ αὐτόν τόν ἄνθρωπο· ποιός ἄνθρωπος; αὐτός πού εἶναι ὑπό βάπτιση· γιατί; γιατί μέχρι τότε εἶναι παιδί τοῦ παλαιοῦ Ἀδάμ καί συνεπῶς κατοικητήριον δαιμόνων. Ὁ ἄνθρωπος! κατοικητήριον δαιμόνων! Καί φυγαδεύει ὁ ἱερεύς μέ τήν εὐχή τοῦ ἐξορκισμοῦ ἤ ἀφορκισμοῦ. Ἡ μία πράξις. Τελείωσε ἀπό κεῖ, ἐρχόμαστε στήν κολυμβῆθρα. Ἐδῶ τώρα ὁ ἱερεύς τί κάνει; Ἀφορκίζει τό νερό, διότι τό νερό εἶναι δαιμονοκρατούμενον. Καί τό ἀφορκίζει διά νά ἐπιτελέση τή βάφτιση. Τί θά πεῖ ἁγιασμός; Λέμε· νερό ἁγιασμός. Σημαίνει, ἐφυγαδεύσαμε τήν ἐπικράτηση τοῦ διαβόλου σ’ αὐτό τό νερό καί ἐγκαταστήσαμε τή χάρη τοῦ Θεοῦ. Ἡ Ἐκκλησία μας εἶναι γεμᾶτη ἀπό τέτοιες πράξεις. Κι ἔτσι νομίζω δέν κατοχύρωσα ἕναν μῦθο, ἀλλά κατοχύρωσα μία πραγματικότητα, πού εἶναι πράξις καί παράδοσις τῆς Ἐκκλησίας μας, καί πού ἔχει τήν ἀφετηρία της  εἰς αὐτήν τήν Ἁγίαν Γραφήν.

    Ἀλλά καί ἕνα ἀκόμη σημεῖο ἐκεῖ πού λέει ὅτι ὁ ἄγγελος ἔδησεν. Ποιός ἄγγελος κατ’ ἀρχάς; Εἶναι ὁ Ραφαήλ πού εἶναι μαζί μέ τόν Τωβία. Εἶναι ἄγγελος. Εἶναι κατά τό φαινόμενον ἄνθρωπος. Αὐτός, ὁ ἄγγελος, βλέπει τόν διάβολο -ὅπως καί ὁ διάβολος βλέπει τόν ἄγγελο- καί τόν περιάδραξε, -νά μέ συγχωρέσετε- τόν βούτηξε, ὁ ἄγγελος, προσέξτε ἀφοῦ σᾶς εἶπα τόν βούτηξε, τόν περιάδραξε, δηλαδή τόν φούχτιασε … εἶναι  χαρακτηριστικό διότι γίνεται μάχη μεταξύ τῶν δαιμόνων καί τῶν ἀγγέλων. Μπορεῖτε νά τό καταλάβετε αὐτό; Γίνεται μάχη πραγματική. Καί τόν ἀπώθησε ἐκεῖ,  μακριά, καί τόν ἔδηεσε. Μέ τί τόν ἔδεσε; Μέ σκοινιά, μέ ἀλυσίδες; Ὄχι. Τῷ ὀνόματι Κυρίου. Αὐτά εἶναι τά δεσμά. Ὁ ἱερεύς λέγει στίς ευχές τοῦ ἐξορκισμοῦ· σέ ἐξορκίζω, δαιμόνιον παμπόνηρον … κλπ. κλπ. … εἰς τό ὄνομα Ἐκείνου ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ Παντοκράτωρ, ὁ Δημιουργός τοῦ παντός ὁ … ὁ … ὁ … ὁ, Ἐκεῖνος πού εἶπε ν’ ἀνοίξουν τά μάτια τῶν τυφλῶν, Ἐκεῖνος πού περπάτησε ἐπάνω στή θάλασσα, Ἐκεῖνος πού  κτλ … στό ὄνομα τοῦ Θεοῦ ἤ στό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ … αὐτός ὁ ὁρκισμός εἰς τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ ἤ τοῦ Χριστοῦ, εἶναι τό δέσιμο. Κι ἐπειδή ὁ διάβολος φοβεῖται τόν Θεόν, μένει ἐκεῖ, ἀκινητοποιεῖται. Τόν ἀκινητοποιεῖ αὐτός ὁ Θεός. Κι ὕστερα, ἀγαπητοί μου, μυστήρια ὑπάρχουνε γύρω μας, τά ὁποῖα δέν μποροῦμε νά τά καταλάβουμε. Μόνο ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ μᾶς τά ἀποκαλύπτει. Εἶναι καταπληκτικά πράγματα. Ἀλλά κάποιος μοῦ εἶπε ὅτι λέγοντας πολλά ξεχνᾶμε τήν ἱστορία τοῦ Τωβία (μειδίαμμα ….Χμ… γέλια) κι ἐπειδή γιά νά μήν τήν ξεχάσουμε τήν ἱστορία τοῦ Τωβία, προχωροῦμε λίγο πιό κάτω.

    Ὡς δὲ συνεκλείσθησαν ἀμφότεροι, ἀνέστη Τωβίας ἀπὸ τῆς κλίνης καὶ εἶπεν· ἀνάστηθι, ἀδελφή, καὶ προσευξώμεθα, ἵνα ἐλεήσῃ ἡμᾶς ὁ Κύριος. Ὅλο τό βιβλίο δέν εἶναι παρά μία θεώρησις, ἀπό πνευματικῆς πλευρᾶς, τοῦ γάμου. Γι αὐτό κάθε ἔγγαμος  ἄνθρωπος νομίζω ὅτι πολλές φορές στή ζωή του πρέπει νά διαβάζει τό βιβλίον τοῦ Τωβίτ. Νά τό διαβάζωμε μετά πολλῆς προσοχῆς καί μετά πολλῆς μελέτης. ὡς δὲ συνεκλείσθησαν ἀμφότεροι, ἔμειναν μόνοι τους, ὁ Τωβίας μέ τή Σάρρα. Εἶναι ἡ γυναῖκα του. Ἀνέστη Τωβίας ἀπὸ τῆς κλίνης καὶ εἶπεν στή γυναῖκα· σήκω, ἀδελφή, καί ἄς προσευχηθοῦμε, γιά νά μᾶς ἐλεήση ὁ Κύριος. Ξέρετε, ὡς πρώτη πρόταση τοῦ γάμου νά εἰπωθῆ αὐτό· ‘’σήκω, ἀδελφή, νά προσευχηθοῦμε’’. Τί ὡραῖο πρᾶγμα! Εἶναι ὑπέροχο! Τί εἶναι ἐκεῖνο τό ὁποῖο ἄφησε -θά τό ξαναπῶ ἄλλη μία φορά- παράθυρα νά μπεῖ ὁ Ἀσμοδαῖος καί νά φονεύει καί νά κακοποιεῖ τούς ἄνδρες πού θά ἐπαντρεύοντο τήν Σάρρα; Ἦτο ἡ σαρκικότητα τῶν γαμπρῶν. Ἡ σαρκικότητα! Αὐτή ἐπέτρεψε νά δράσει ὁ Ἀσμοδαῖος, ὁ διάβολος, ἐπάνω εἰς τούς ὑποψηφίους γαμπρούς. Ἐδῶ ὅμως τώρα δέν ὑπάρχει σαρκικότης, θά τό δοῦμε λίγο πιό κάτω νά τό ὁμολογεῖ ὁ Τωβίας. Ὑπάρχει πνευματικότης. Κι αὐτή ἀκριβῶς ἡ πνευματικότης σώζει τόν Τωβία. Τό ἕνα σημεῖο λοιπόν εἶναι ἡ πνευματικότητά του. Σκέφτεται πνευματικά, ὁ Τωβίας. Τό δεύτερον εἶναι ἡ προσευχή. Καί τό τρίτον, σάν ἕνα ὑλικό σημάδι, ὑλική ἔκφραση, εἶναι ἡ ὑπακοή στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, πού ἦταν … τί; Τό νά καπνίσει τή Σάρρα μ’ αὐτά τά δύο ὑλικά πού εἶχε πάρει ἀπό τό ψάρι. Συνεπῶς ἡ ὑπακοή.

    Ἄς προσευχηθοῦμε. Γιατί τήν λέει ἀδελφή; Διότι ἦτο συγγενής του. Ἀλλά καί ὡς γυναῖκα του ἐλέγετο ἀδελφή. Ὁ Ἀβραάμ ὠνόμαζε τή γυναῖκα του τή Σάρρα, ‘’ἀδελφή μου’’. Ἦτο ἀδελφή του πράγματι. Δηλαδή ἦτο ἑτεροθαλής ἀδελφή. Μήν σᾶς κάνει ἐντύπωση ὅτι ἐπαντρεύοντο συγγενεῖς. Ἄλλη περίπτωσις ἐκεῖ, ἄλλη περίπτωσις ἐδῶ τώρα στήν Καινή Διαθήκη, ἤ καλύτερα καί εἰδικότερα μετά τόν Νόμον καί ἀκόμη πιό εἰδικότερα στήν Καινή Διαθήκη. Μήν σᾶς πειράζει αὐτό δέν εἶναι τῆς στιγμῆς νά τό ἐξηγήσουμε. Ἄλλά καί γι’ αὐτόν, ἐκείνη δέ τόν ἀποκαλεῖ κύριον, τόν Ἀβραάμ. Γενικά ὅμως ἡ σύζυγος ἀπεκαλεῖτο ἀπό τόν σύζυγον, ἀδελφή, καί ὁ σύζυγος γενικά ἀπεκαλεῖτο κύριος. Κι αὐτός, λέγει, θά σέ ἐξουσιάσει. Δηλαδή λέγει ὁ Θεός εἰς τήν Εὔα. Γι’ αὐτό πάντα ἡ γυναῖκα ἀποκαλεῖ τόν ἄνδρα της κύριον. Κύριε … κλπ. Ὅπως κύριος, ἀποκαλεῖτο καί ὁ μεγαλύτερος ἀδελφός, μεταξύ πολλῶν ἄλλων ἀδελφῶν. Ὁ Ἰακώβ, ἄν καί δίδυμος μέ τόν Ἡσαῦ, ἀλλά εὐθύς μετά γεννηθείς, γιά νά τόν ἐξευμενίσει, ἀλλά ἐκεῖ πού ἔπρεπε τόν ἀποκαλεῖ τόν ἀδελφό του ‘’κύριε’’, ὅταν συναντήθηκαν μετά ἀπό τήν αὐτοεξορία του.

    Τί νά προσευχηθοῦμε; Νά μᾶς ἐλεήση ὁ Κύριος. Δέν λέει, νά μᾶς φωτίση, δέν λέει, νά μᾶς εὐλογήση, λέει, νά μᾶς ἐλεήση. Γιατί; Εἶναι εἰδική περίπτωσις. Διότι ἐδῶ, ἐσύ μέν ἔχεις τό δαιμόνιο, ἐγώ δέ ὑπόκειμαι εἰς τόν κίνδυνον νά πεθάνω. Καί ἔτσι, νά μᾶς ἐλεήση ὁ Θεός, ὥστε καί ἐσύ μέν νά ἐλευθερωθῆς ἀπό τό δαιμόνιο καί ἐγώ νά μήν πεθάνω.

    Καί τώρα ἀγαπητοί μου, ἀρχίζει ἡ προσευχή τοῦ Τωβία· καὶ ἤρξατο Τωβίας λέγειν·  γιατί, σ’ αὐτή θά μείνω ἀπόψε μόνο. Δέν θά κάνωμε ὅλο τό κείμενο. Θέλω νά τό φυλάξετε, τήν ἐρχομένη Πέμπτη, νά ποῦμε τό ὑπόλοιπον. Ἡ προσευχή τοῦ Τωβία εἶναι μόνο τρία χωρία. Εἶναι μία ἀπό τίς πέντε προσευχές πού περιέχει τό βιβλίον «Τωβίτ» καί εἶναι ἡ καρδία ὁλοκλήρου τοῦ βιβλίου καί ἀποτελεῖ ἡ προσευχή αὐτή τήν ὡραιοτέρα προσευχή ἀπό τίς πέντε, ἡ μία ἀπό τίς ὡραιότερες, ἀλλά καί θεολογικότερες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Εἶναι ὡραιοτάτη προσευχή! Μοῦ φαίνεται ὅτι πολλές φορές σᾶς ἔχω πεῖ γι’ αὐτήν τήν προσευχή, πόσο ὡραία εἶναι! καί τουλάχιστον δυό φορές ἔχω ἀναφερθεῖ στήν προσευχή αὐτή, περασμένα χρόνια, στίς ὀμιλίες τοῦ Ἁγίου Ἀχιλλίου.

    Καὶ ἤρξατο Τωβίας λέγειν· εὐλογητὸς εἶ, ὁ Θεὸς τῶν πατέρων ἡμῶν, καὶ εὐλογητὸν τὸ ὄνομά σου  τὸ ἅγιον καὶ ἔνδοξον εἰς τοὺς αἰῶνας· εὐλογησάτωσάν σε οἱ οὐρανοὶ καὶ πᾶσαι αἱ κτίσεις σου. (Τωβ. 8,5) Τό πρῶτο χωρίο ἀναφέρεται στή δοξολογία τοῦ Θεοῦ. Τό δεύτερο χωρίο ἀναφέρεται εἰς τήν θεολογία τοῦ αἰτήματός του πού ἀποβαίνει καί αὐτό εἰς τήν δοξολογίαν τοῦ Θεοῦ καί τό τρίτο χωρίο ἀποβαίνει στό αἴτημα. Νά σᾶς τό ξαναπῶ ἄλλη μία φορά. Ἔχει μία θαυμασία δομή. Τό πρῶτο χωρίο … ἄ, πρέπει νά σᾶς πῶ ὅτι εἶναι περίληψις αὐτή ἡ προσευχή ἔ; Δέν ξέρω ἄν καταλαβαίνετε, πάρα πολλά πράγματα καί στήν Παλαιά Διαθήκη καί τήν Καινή Διαθήκη, εἶναι περιλήψεις. Ἔχουμε βέβαια σημεῖα πού εἶναι λεπτομερῆ, ἀλλά ὡς ἐπί τό πλεῖστον ἔχομε περιλήψεις. Λοιπόν, τό πρῶτο χωρίο εἶναι δοξολογία πρός τόν Θεό. Τό δεύτερο χωρίο εἶναι ἡ θεολογία τοῦ  αἰτήματός του, αὐτό πού θά ζητήση. Τό τοποθετεῖ, τό κατοχυρώνει θεολογικά αὐτό πού θά ζητήσει, ἀλλά θεολογικῶς τοποθετούμενον τό αἴτημά του, δέν εἶναι παρά μία ἔμμεση δοξολογία πρός τόν Θεό. Καί τό τρίτο χωρίο ἀναφέρεται εἰς αὐτό τοῦτο τό αἴτημά του. Γιά νά τό δοῦμε παρακάτω. Γιατί ἀρχίζει μέ δοξολογία; Ὅπως κάθε προσευχή. Προκειμένου νά ξεκινήσουμε κάτι πού ἀναφέρεται  εἰς τόν Θεόν, πρέπει μέ δοξολογία ν’ ἀρχίζουμε. Ὅλες οἱ ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας μας ἀρχίζουν μέ τό «εὐλογητός ὁ Θεός». Ἀλλά τό «εὐλογητός» πού ἀκοῦμε  σημαίνει, εὐλογῶ καί δοξάζω. Στή Θεία Λειτουργία μέ τό «Εὐλογημένη (δοξασμένη) ἡ Βασιλεία, τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος». Ὥστε πάντοτε ἀρχίζομε μέ μία δοξολογία. Εἶναι σπουδαῖο; Σπουδαῖο! Γι’ αὐτό ὁ Θεός εἶναι ἀνά πᾶσα στιγμή ὁ ἀεί δεδοξασμένος. Πρέπει λοιπόν νά ἀναφερθοῦμε εἰς τήν δόξαν τοῦ Θεοῦ. Εἰς αὐτήν πρέπει νά ἀναφερθοῦμε, εἰς τήν δόξαν τοῦ Θεοῦ. Ἐδῶ λοιπόν δοξάζει ὁ Τωβίας τόν Θεό καί λέγει ὅτι εἶσαι εὐλογητός … ποῖος; Σύ ὁ Θεός τῶν Πατέρων μας. Ἄς μείνω λίγο ἐδῶ. Ὁ Ἐλεάζαρος ἐπί παραδείγματι, ὅταν πηγαίνει νά ζητήση, νά βρεῖ νύφη, καί εἶδε μιά κοπέλα ἐκεῖ, ἤ μᾶλλον πολλές κοπέλες στό πηγάδι, στήν πηγή, πού πῆγαν νά νά ποτίσουν τά πρόβατά τους καί λέγει: «γιά νά δῶ, ποιά θά μοῦ δώσει νερό γιά τίς καμῆλες μου; Ἐκείνη πού θά μοῦ δώσει νερό θά εἶναι καί ἡ κατάλληλη γυναῖκα γιά τόν Ἰσαάκ, τόν υἱόν τοῦ κυρίου μου Ἀβραάμ». Κάνει προσευχή καί λέγει· Κύριε τοῦ κυρίου μου Ἀβραάμ- σύ πού εἶσαι ὁ Κύριος τοῦ κυρίου μου Ἀβραάμ- βάζω αὐτό σημάδι· ὅποια κοπέλα μοῦ δώση νερό, αὐτή θά εἶναι ἡ κοπέλα πού κάνει γιά σύζυγος τοῦ Ἰσαάκ. Λοιπόν, βάλε τό χέρι σου. Πῶς ἀποκαλεῖ τόν Θεόν ὁ Ἐλεάζαρος; Κύριε, τοῦ κυρίου μου Ἀβραάμ. Εἶναι ταπείνωσις! Καλά, δέν ἦταν ὁ Ἐλεάζαρος μονοθεϊστής; Ἦταν. Γιατί λοιπόν ἐπικαλεῖται τόν Θεόν τοῦ Ἀβραάμ καί δέν ἐπικαλεῖται τόν Θεόν κατευθεῖαν, διότι καί ὁ ἴδιος ἐπίστευε στόν Θεόν; Ἄς τό ἀκούσουν αὐτό καί οἱ Προτεστάντες, πῶς μποροῦμε νά βάζουμε τά ὀνόματα τῶν ἁγίων, εἴτε κεκοιμημένων, εἴτε ζώντων. Ὁ Ἀβραάμ ζοῦσε, καί λέγει Κύριε, τοῦ κυρίου μου Ἀβραάμ. Ἔ, λοιπόν, ὁ Θεός δέν ἔχει ὄνομα. Ὅταν ἐζήτησε ὁ Μωϋσῆς: ‘’ποῖον τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ;’’  καί εἶπε· ‘’ὁ Ὠν’’, εἶπε καί κάτι ἄλλο ὁ Θεός. Ἐγώ εἶμαι ὁ Θεός τοῦ Ἀβραάμ … εἶμαι ὁ Θεός τῶν Πατέρων σου, λέγει, εἶμαι ὁ Θεός τοῦ Ἰσαάκ, ὁ Θεός τοῦ Ἰακώβ. Νά τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ὁ Θεός πού πίστευε ὁ Ἀβραάμ, εἶναι ὁ Θεός πού πίστευε ὁ Ἰσαάκ, εἶναι ὁ Θεός πού πίστευε ὁ Ἰακώβ. Γιατί ὅμως βάζει καί τούς τρεῖς; Ἀφοῦ εἶναι πάρα πολύ σπουδαῖοι γενικά Πατριάρχες, θά μποροῦσε νά πεῖ· ὁ Θεός τῶν 12 Πατριαρχῶν. Ὄχι! Θέλει νά ὑποδηλώσει ὅτι ὁ Θεός εἶναι Τριαδικός. Δηλώνει μόνο τούς τρεῖς, Ἀβραάμ, Ἰσαάκ, καί  Ἰακώβ. Μόνο! Δέν λέγει ὅτι εἶναι τρεῖς θεοί, ὁ Θεός τοῦ Ἀβραάμ, ὁ ἴδιος ὁ Θεός τοῦ Ἰσαάκ, ὁ ἴδιος ὁ Θεός τοῦ Ἰακώβ. Ὁ Θεός εἶναι ἕνας, ἀλλά μέ τήν τριπλῆν ἐπανάληψιν εἶναι τό τριπρόσωπον τοῦ Θεοῦ, τό τρισυπόστατον τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ, ὁ Θεός τοῦ Ἀβραάμ, ὁ Θεός τοῦ Ἰσαάκ, ὁ Θεός τοῦ Ἰακώβ, εἶναι ὁ Θεός τῆς ἀποκαλύψεως. Καί λέει ὁ Pascal: δέν πιστεύω στό Θεό τῶν ἐπιστημόνων. Ποιός εἶναι ὁ Θεός τῶν ἐπιστημόνων; Ἀλλοίμονο! Ξέρετε μερικές φορές ἀνεβάζουμε τούς ἐπιστήμονες μέχρι ἑβδόμου οὐρανοῦ καί λέμε ὅτι εἶναι θρησκευτικοί ἄνθρωποι καί πνευματικοί ἄνθρωποι. Οἱ πιό πολλοί ἀπ’ αὐτούς ξέρετε τί λένε; -πού τούς ἀνεβάζουμε μέχρι τρίτου οὐρανοῦ!- ὅτι πιστεύουν σέ μία ἀνωτέρα δύναμη. Δέν πιστεύω, λέγει, στό Θεό τῶν ἐπιστημόνων, δηλαδή σέ μιά ἀνωτέρα δύναμη· ἐγώ πιστεύω -λέει ὁ Pascal- εἰς τόν Θεό τοῦ Ἀβραάμ, εἰς τόν Θεό τοῦ Ἰσαάκ, εἰς τόν Θεό τοῦ Ἰακώβ. Εἶναι ὁ Θεός τῆς ἀποκαλύψεως. Εἶναι ὁ Ζῶν Θεός. Ὁ ἀληθινός Θεός. Αὐτός εἶναι. Αὐτός πού ἀπεκαλύφθη στόν Ἀβραάμ, τόν Ἰσαάκ, στόν Ἰακώβ. Αὐτός πού ἀπεκαλύφθη στόν Μωϋσῆ, αὐτός πού ἀπεκαλύφθη εἰς τό Σινᾶ, εἰς τήν βάτον, αὐτός ἐπ' ἐσχάτου τῶν ἡμερῶν τούτων ἐλάλησεν ἡμῖν ἐν υἱῷ (Εβρ α΄ 1) δηλαδή ἀπεκαλύφθη διά τοῦ Υἱοῦ Του. Δέν λέει, «διά τοῦ υἱοῦ». Ἐν υἱῷ, ἔχει πολύ σημασία αὐτό. Ὥστε βλέπομε ὅτι Αὐτός εἶναι ὁ Θεός ὁ ἀληθινός, ὁ Θεός τῆς ἀποκαλύψεως. Αὐτός ὁ Θεός πού παραδίδεται ἀπό γενεά σέ γενεά, ἄρα ὁ Θεός τῶν Πατέρων, ὁ Θεός ὁ παραδοσιακός. Ὄχι μέ τήν ἔννοια αὐτό πού βρῆκα, ἀλλά μέ τήν ἔννοια πού μοῦ παρεδόθη καί τό συνειδητοποιῶ καί ἐγώ. Κι ὁ Θεός θά ἐμφανιστῆ στόν πατέρα μου, θά ἐμφανιστῆ καί σέ μένα, θά ἐμφανιστῆ καί στό παιδί μου, εἰς τήν γενιά πού πέρασε καί στή γενιά πού ἔρχεται. Μή γυρεύουμε ἀλλοτρίους θεούς. Εἴδατε ἡ ἐποχή μας, ὅπως καί κάθε ἐποχή γυρεύει ἀλλοτρίους θεούς. Ψάχνει νά βρῆ, ποιός εἶναι ὁ θεός; εἶναι ἡ φύσις ὁ θεός; εἶναι ὁ κεραυνός ὁ θεός; ἄνθρωπος εἶναι ὁ θεός; Ποιός εἶναι ὁ θεός; Ὁ Θεός τῆς ἀποκαλύψεως. Ὁ Θεός τοῦ Ἀβραάμ, ὁ Θεός τοῦ Ἰσαάκ, ὁ Θεός τοῦ Ἰακώβ. Ἄρα ὅταν λέγει· ὁ Θεὸς τῶν πατέρων ἡμῶν, εἶναι μία ὁμολογία θεολογική. Ὡραιοτάτη καί βαθυτάτη!

    Καὶ εὐλογητὸν τὸ ὄνομά σου  τὸ ἅγιον καὶ ἔνδοξον. Γιατί εἶναι ἅγιον; Ἄς μή μείνουμε γιατί θ’ ἀργήσουμε πολύ. Γιατί εἶναι ἔνδοξον; Ἔκανε ἔνδοξα πράγματα ὁ Θεός. Μόνο πού καί τόσες φορές μνημονεύεται ἡ διάβασις τῆς Ἐρυθρᾶς Θαλάσσης, μόνον αὐτό, καθιστᾶ τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ ἔνδοξο, εἰς τούς αἰῶνας, πάντοτε. Δέν ἀρκεῖται ὅμως ὁ Τωβίας, εἰς τόν ὕμνο του πρός τό Θεό, μέ τό στόμα του. Θά ἤθελε νά μιμηθῆ (εἶναι πρωθύστερο) … τήν ἴδια ἐποχή αἰχμάλωτοι στή Βαβυλών α εἶναι οἱ τρεῖς παῖδες, κι ὁ Δανιήλ. Κι ὅταν τούς πέταξε ὁ Ναβουχοδονόσορ , τούς τρεῖς, μέσα στό καμίνι καί ἔψαλαν τήν ὠδή τους -εἶναι ἀπό τίς ὠδές πού ἔχουμε πλέον ἀπό ἐκκλησιαστικῆς πλευρᾶς, εἶναι ἡ ἑβδόμη καί ἡ ὀγδόη ὠδή- ἐκεῖ οἱ τρεῖς παῖδες ὑμνοῦν τόν Θεόν ἐπικαλούμενοι … ἤ μᾶλλον κάνοντες προσκλητήριο ὁλοκλήρου τῆς δημιουργίας, ἀλλά ἄς μοῦ ἐπιτραπεῖ νά πῶ, «κατ’ ὄνομα», νά δοξασθεῖ ὁ Θεός. Ἔλα χιόνι, νά δοξάσουμε τό Θεό, ἔλα βροχή, νά δοξάσουμε τό Θεό, ἔλα ἄνεμε, νά δοξάσουμε τό Θεό. Ἔλα ἥλιε, νά δοξάσουμε τό Θεό, ἔλα φεγγάρι, νά δοξάσουμε τό Θεό. Ἐπικαλεῖται τή συμφωνία τῆς δημιουργίας. Ὅλοι μέ ἕνα στόμα -προσωποποιοῦμε ἐδῶ τά κτίσματα- τά προσωποποιεῖ … γιατί τά προσωποποιεῖ; γιατί αὐτά εἶναι ἡ μαρτυρία τῆς σοφίας τοῦ Θεοῦ καί συνεπῶς μέ τήν παρουσία τους, δέν εἶναι παρά ἕνας ὕμνος πρός τόν Θεόν καί ἔτσι προσφέρεται ὁ ὕμνος πρός τόν Θεό ἀπό ὁλόκληρη τήν κτίση. Μήν ξεχνᾶμε δέ ὅτι ὅταν ὁ ἄνθρωπος ὑμνεῖ τό Θεό, ὑμνεῖ καί ἀπό προσώπου τῆς δημιουργίας. Μήν τό ξεχνᾶμε αὐτό.

    Ἐδῶ ὁ Τωβίας, μέ δυό μόνο λέξεις θά κλείση αὐτούς τούς πελώριους, αὐτούς ὕμνους τῶν τριῶν παίδων. Τούς δύο αὐτούς ὕμνους. Νά πῶς θά τό πῆ: εὐλογησάτωσάν σε οἱ οὐρανοὶ καὶ πᾶσαι αἱ κτίσεις σου.  Ἄς σέ δοξάσουν οἱ οὐρανοί καί ὅλα τά δημιουργήματά σου. Δέν κάνει ἐδῶ ἰδιαίτερη ἀναφορά. Στήν πραγματική του προσευχή μπορεῖ νά ἔγινε πραγματική ἔτσι ἀναφορά, στό χιόνι …  αὐτό πού λέει, χιόνι-χιόνι, ἀναφέρει χιόνι, στό χιόνι, στήν ἡμέρα, στόν ἥλιο, στή βροχή, στόν ἄνεμο, στ’ ἀστέρια, στά δημιουργήματα στούς ἀνθρώπους, στούς νέους, στά παιδιά, ἀλλά ἐδῶ ὅμως ἐπειδή ἔχομε περίληψη, λέγει καί πᾶσαι αἱ κτίσεις σου. Αὐτό λοιπόν τό χωρίο εἶναι δοξολογικό.

    Τό δεύτερο χωρίο. Εἴπαμε εἶναι ἡ θεολογική τοποθέτησις τοῦ αἰτήματός του. σὺ ἐποίησας ᾿Αδὰμ καὶ ἔδωκας αὐτῷ βοηθὸν Εὔαν στήριγμα τὴν γυναῖκα αὐτοῦ· ἐκ τούτων ἐγεννήθη τὸ ἀνθρώπων σπέρμα. σὺ εἶπας· οὐ καλὸν εἶναι τὸν ἄνθρωπον μόνον, ποιήσωμεν αὐτῷ βοηθὸν ὅμοιον αὐτῷ. (Τωβ. 8,6) Γιατί παίρνει ἀπό τό βιβλίο τῆς Γενέσεως τό ὑλικό του, γιά νά κάνει θεολογική τοποθέτηση τοῦ αἰτήματός του ὁ Τωβίας καί δέν παίρνει ἕνα …κάτι ἄλλο; Μά ἀναφέρεται εἰς τόν Λόγο καί φυσικά πρέπει νά πάρεις συγγενές βιβλίον, συγγενές ἔδαφος. Πῶς θά αναπτύξει τό αἴτημά του, ποιά θά εἶναι ἡ θεολογική τοποθέτησις, πρέπει νά εἶναι συγγενής. Προφανῶς. Γι’ αὐτό παίρνει ἀπό τό βιβλίο τῆς Γενέσεως. Αὐτό τό χωρίο τί περιέχει; Ὤ τί περιέχει! Ἀλλά ἄς μείνωμε σέ μερικά κύρια σημεῖα κι ὅ,τι μποροῦμε νά ποῦμε. Σύ ἔκανες τόν Ἀδάμ καί ἔδωκες εἰς αὐτόν βοηθόν, Εὔα. Δέν λέει, σύ ἔκανες τόν Ἀδάμ καί τήν Εὔα, ἀλλά λέει, σύ ἔκανες τόν Ἀδάμ. Ἀποσιωπᾶ τήν δημιουργία τῆς Εὔας, διότι ἡ δημιουργία τῆς Εὔας εἶναι δευτερογενής. Ἡ δημιουργία τοῦ Ἀδάμ εἶναι πρωτογενής. Ὁ Ἀδάμ εἶναι ὁ πρῶτος ἄνθρωπος. Ἡ Εὔα εἶναι ἐκ τοῦ πρῶτου ἀνθρώπου. Εἶναι δευτερογενής. Θά λέγαμε ὅπως ὁ Κάϊν εἶναι δευτερογενής ἄνθρωπος. Ἄλλο τώρα ὅτι ὁ Κάϊν ἐγεννήθη. Διά τῆς γνωστῆς μεθόδου, ὅπως γεννᾶται ἕνας ἄνθρωπος, καί ἡ Εὔα ἐξήχθη ἀπό τήν πλευρά τοῦ Ἀδάμ. Δηλαδή ἔγινε … ὠκοδομήθη, λέει, ἡ πλευρά τοῦ Ἀδάμ. Δέν ἔχει σημασία. Καί ὁ Κάϊν ἀπό τόν Ἀδάμ ἔφυγε, καί ἡ Εὔα ἀπό τόν Ἀδάμ ἔφυγε, συνεπῶς ὁ Ἀδάμ εἶναι ὁ πρωτογενής ἄνθρωπος. Γι’ αὐτό τονίζει χαρακτηριστικά καί λέει: ‘’Σύ ἔκανες τόν Ἀδάμ’’. Ἡ Εὔα τώρα τί εἶναι; Εἶναι βοηθός. Καί ποῦ τήν δίνεις αὐτήν τήν βοηθόν; Εἰς τόν Ἀδάμ. Λέει ὅτι ἡ Εὔα εἶναι βοηθός καί στήριγμα αὐτοῦ. Ποίου αὐτοῦ; Τοῦ Ἀδάμ. Τί θά πεῖ βοηθός καί τί θά πεῖ στήριγμα; Ἄλλο βοηθός καί ἄλλο στήριγμα; Βέβαια ἡ Ἁγία Γραφή, ἀγαπᾶ πολύ -εἶναι ἀπό λογοτεχνικῆς πλευρᾶς αὐτό, εἶναι στήν ἑβραϊκή λογοτεχνία- νά βάζει δύο ρήματα ἤ δύο ἐπίθετα ἤ δύο οὐσιαστικά πού ἔχουνε τήν αὐτήν ἔννοιαν. ἡ ράβδος σου καὶ ἡ βακτηρία σου, αὗταί με παρεκάλεσαν. (Ψλ κβ΄ 4) Δέν μποροῦμε ὅμως νά ποῦμε ὅτι μέσα σ’ αὐτήν τήν διαφοροποίηση πού ὁπωσδήποτε ἔχει φιλολογικόν χαρακτῆρα, λογοτεχνικόν χαρακτῆρα, ὅτι δέν ὑπάρχει ὄντως καί μία ἑρμηνευτική διαφορά. Δέν μποροῦμε νά τό ποῦμε αὐτό, δέν ὑπάρχει. Καί ἐδῶ θά δοῦμε κάτι πολύ ὡραῖο! Ἄλλο βοηθός καί ἄλλο στήριγμα. Γιατί ἀποκαλεῖ βοηθόν; Ἐπειδή ὅμως μίλησα μόνος μου τόση ὥρα πέστε μου κι ἐσεῖς λίγο τή γνώμη σας γιά νά μέ ξεκουράσετε. Γιατί βοηθόν καί διατί στήριγμα; Τί ἔχετε νά προτείνετε; … Κάποιος ἀκροατής:

-Εἶναι ἀπό τήν Γένεση, πῶς τό λέει δέν θυμᾶμαι, ἀλλά τό λέει πάντως.

-Γέροντας: Ναί ἀλλά ἐκεῖ δέν λέει στήριγμα …

-Ἀκροατής: βοηθόν πάντως λέει.

-Γέροντας: Ναί …

    Ἀλλά τό πρόβλημά μας εἶναι νά ἑρμηνεύσουμε αὐτήν τήν διαφοροποίησιν, κι ὅπως θά ξέρετε, ὁ βοηθός καί τό στήριγμα, εἶναι περίπου τό ἴδιο. Ἀλλά περίπου, δέν εἶναι ἀκριβῶς. Ἄλλο πρᾶγμα … τό στήριγμα βοηθάει ἔτσι; καί ὁ βοηθός στηρίζει, ἀλλά ἐν τούτοις ἄλλο βοηθός καί ἄλλο στήριγμα. Φέρ’ εἰπεῖν ἔχω ἕνα κατσαβίδι καί μέ βοηθάει νά ξεβιδώσω μία βίδα, ἀλλά δέν στηρίζομαι ἐπάνω στό κατσαβίδι, μέ βοηθάει τό κατσαβίδι. Στήριγμα θά πεῖ, στηρίζομαι, ἀκουμπῶ. Λοιπόν τί θά ‘χατε νά πεῖτε ἐδῶ;

-Ὁρίστε κύριε Τιμολέων.

- ... (δέν ἀκούγεται καθαρά)

-Γέροντας.  Συγγνώμη, ἕνα λεπτό νά σᾶς πῶ λιγάκι.

    Τό πρῶτο, βοηθός, ἀναφέρεται εἰς τόν σκοπόν δι’ ὅν ἐπλάσθη ὁ Ἀδάμ. Καί ὁ σκοπός δέν εἶναι παρά ἡ θέωσις. Συνεπῶς εἶναι βοηθός διά τόν σκοπόν τῆς θεώσεως. Τό στήριγμα, εἶναι στήριγμα ψυχολογικόν καί τοῦτο τό βλέπομε ἀπό τό ἐξῆς. Ὅταν ὁ Θεός λέγει· οὐ καλὸν εἶναι τὸν ἄνθρωπον μόνον·  δέν εἶναι καλό πρᾶγμα νά εἶναι ὁ ἄνθρωπος μόνος του. Καί ὁ Ἀδάμ -φαίνεται λιγάκι περίεργο, ἀλλά ἄς μοῦ ἐπιτραπεῖ νά τό πῶ ἔτσι, … ἴσως νά τό τονίσω λίγο- στόν Παράδεισο μελαγχόλησε (γέλια). Εἶναι γνωστό, τό λέει ὁ λαός αὐτό: ‘’μόνος  σου; -λέει ὁ λαός- οὔτε στόν Παράδεισο!’’ Συνεπῶς ξέρετε τί κάνει τόν Παράδεισο; Ἡ κοινωνία. Δηλαδή ἡ κοινωνία τῶν προσώπων. Αὐτό κάνει τόν παράδεισο, παράδεισο. Ξέρετε τί κάνει τήν κόλαση, κόλαση; Εἶναι ἡ ἀπουσία τῆς κοινωνίας. Σᾶς ἔχω πεῖ ἕνα ὡραῖο ἀνέκδοτο, πού ρώτησε κάποιον ἕνας ἀσκητής, τί εἶναι ἐκεῖνο πού θά ὑπάρχει στήν κόλαση; Λέει, πῶς θά εἶναι στήν κόλαση; Οἱ ἄνθρωποι, λέει, θά εἶναι πλάτη μέ πλάτη. Δηλαδή δέν θά βλέπει ὁ ἕνας τό πρόσωπο τοῦ ἀλλουνοῦ. Εἶναι ἡ ἀπουσία τῆς κοινωνίας. Εἶναι φοβερό πρᾶγμα! Ὁ Sartr ξέρετε τί ἔλεγε; Ὁ ἄλλος ἄνθρωπος, εἶναι ἡ κόλασίς μου. Φοβερό πρᾶγμα! Πόσο οἱ ἄνθρωποι ἔχουνε χάσει τόν προσανατολισμό τους! Λοιπό, εἶναι ὁ σκοπός τῆς θεώσεως. Τό στήριγμα; οὐ καλὸν εἶναι τὸν ἄνθρωπον μόνον· Ὅταν ὁ Θεός ἔβαλε μπροστά τά ζῶα, νά περάσουν ἀπό τόν Ἀδάμ, ἐξυπηρέτησε δύο σκοπούς, ἄν ὄχι περισσοτέρους. Ὁ ἕνας ἤτανε νά δώση ὀνόματα, ἔτσι; Ὁπότε νά ἀποδειχθῆ ἐδῶ -ὤ ἡ Γραφή! Ὤ τή σοφία τῆς Γραφῆς!- ἤξερε ὅτι θά ‘ρθη μιά ἐποχή πού οἱ ἄνθρωποι θά ποῦν ὅτι ὁ ἄνθρωπος γεννήθηκε ἀπ’ τόν πίθηκο. Εἶναι προϊόν ἐξελίξεως. Καί προλαβαίνει ἡ Γραφή νά παρουσιάση τόν πρῶτον ἄνθρωπον μέ νόησιν. Δηλαδή τότε μόνον μποροῦμε νά δώσουμε ὄνομα, ὅταν ἔχομε τήν ἱκανότητα τοῦ νά δίνουμε, καί τοῦ δημιουργεῖν ἐννοίας. Γι’ αὐτό λοιπόν ἔδωσε ὀνόματα, πού βλέπουμε ὅτι ὁ Ἀδάμ ἔχει λογικήν, ἄρα δέν εἶναι προϊόν ἐξελίξεως. Ἔδωσε ὀνόματα! Δεύτερον, εἶδε ὅτι δέν ὑπῆρχε τίποτε ὅμοιό του, ἀπό τά ζῶα. Καί ἐκεῖ ἐμελαγχόλησε. Γι’ αὐτό ὁ Θεός ἔφερε τά ζῶα μπροστά του. Νά γίνει αἰσθητή ἡ ἀπουσία ὁμοίου συντρόφου. Καί ὅταν γεννήθηκε αὐτή ἡ ἀπουσία, μέσ’ στήν ψυχή τοῦ Ἀδάμ, γιατί μποροῦσε νά δεῖ τήν Εὔα, καί νά μή δώση προσοχή, νά φαίνεται αὐτάρκης. Τότε τοῦ δημιουργεῖ τήν ἀνάγκη, ποίαν; Τήν ψυχολογικήν ἀνάγκην. Καί παρουσιάζει μετά τήν Εὔα. Ὁπότε τό στήριγμα ἀναφέρεται εἰς τήν ψυχολογικήν ἀνάγκην, τόσο, πού ὁ μέν ἱερός Χρυσόστομος, ὁμιλεῖ περί τῶν συζύγων ὅτι εἶναι δύο ἡμίτομα. Δύο ἡμίτομα! Ἕν δεύτερον (½) καί ἕν δεύτερον (½ ) ἴσον ἕνα. Ἡ δέ σύγχρονη ψυχολογία ὁμιλεῖ περί ἀναπληρώσεων. Γιατί οἱ ἀναπληρώσεις δέν εἶναι παρά ἑκατοστιαῖες! (Χά, χά χά! …γέλια … ἔτσι δέν εἶναι; τό ξέρετε αὐτό ἔ; ἄν δέν κάνω λάθος! εἶναι ἑκατοστιαῖες. Τόσο ποσοστό, λέει, ἄνδρας (;) καί τόσο ποσοστό … ἔλειμμα (;). Δηλαδή αὐτή ἡ ἀναπλήρωσις πού ὁ ἄνδρας αἰσθάνεται ἔναντι γυναικός ἀπό ψυχολογικῆς πλευρᾶς. Ὁπότε νά ἡ διαφοροποίησις τοῦ «βοηθός» καί τοῦ «στήριγμα». Ἐνῶ βλέπομε ὅτι ἀπό φιλολογικῆς πλευρᾶς (λογοτεχνικῆς) εἶναι ἕνα παιχνίδισμα τῶν λέξεων, μάλιστα στούς ἀλλοδαπούς γίνεται αὐτό τό παιχνίδισμα πολύ ὡραῖα. Ἀπό τήν ἄλλη δέ μεριά, ἐξυπηρετεῖ αὐτές τίς ἔννοιες. Ἀλλά, ἐδῶ βέβαια ἀνοίγει ἕνα μεγάλο κεφάλαιο, δέν θά ‘θελα πιό πολύ, παρά μόνο-μόνο, νά τό θίξω. Μόνο, μόνο. Καί ἕνας ἄγαμος ἄνθρωπος, εἶναι κανένα παράξενο ὄν; Πληροῖ τάς προϋποθέσεις τῆς δημιουργίας πού ὁ Θεός ἔκανε ἐπί τῆς γῆς; (Χί! Χί! Χί!) Ὄχι, δέν εἶναι κανένα παράξενο ὄν. Καί ἐδῶ ὑπάρχει ἀναπλήρωσις. Ἀλλά αὐτή ἡ ἀναπλήρωσις ἀναφέρεται πλέον εἰς αὐτόν τόν Ἰησοῦν Χριστόν. Γι’ αὐτό ἀποκαλεῖται ὁ Χριστός, ὁ Νυμφίος τῆς ψυχῆς. Ὅπότε κι ἐδῶ ἔχουμε ἀναπλήρωσιν.

    Ἀλλά νά προχωρήσουμε. ἐκ τούτων ἐγεννήθη τὸ ἀνθρώπων σπέρμα. σὺ εἶπας· Ἐκ ποίων τούτων; Τοῦ Ἀδάμ καί τῆς Εὔας. Συνεπῶς ὁ τρίτος ἄνθρωπος τώρα ποιός εἶναι; Ὁ Ἀδάμ; Ὄχι. Ἡ Εὔα; Ὄχι. Ἀλλά τί; Εἶναι ὁ τρίτος ἄνθρωπος ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα καί ταυτοχρόνως ἕνας καινούριος ἄνθρωπος. Ὅταν παρακαλῶ κάνετε τά παιδιά σας, μπορεῖ κανείς πατέρας νά πεῖ: ’’τό παιδί μου’’; Ποιό παιδί σου; Μπορεῖ καμία μητέρα νά πεῖ: ’’τό παιδί μου’’; Ποιό παδί σου; Θά πεῖτε: ’’τό παιδί μας’’. Ἡ παρουσία τοῦ παιδιοῦ ἐκφράζει κατά ἕναν αἰσθητόν τρόπον καί μεγαλειώδη τήν ἕνωση τῶν συζύγων. Ἐκφράζει αὐτά τά «ἡμίτομα», ἕν δεύτερον (½) καί τό ἕν δεύτερον (½ ). Πόσο θά χαρῶ ὅταν τά νέα μας παιδιά μποροῦν νά τά καταλάβουν αὐτά πού λέμε καί νά ἀνεβάσουν πολύ ψηλά τό γάμο. Μά πολύ ὑψηλά! Ποτέ νά μήν κατεβάσουν τό γάμο. Στή χαμέρπεια τῆς πορνείας. Θά τό δοῦμε νά τό λέει αὐτό πιό κάτω ὁ Τωβίας, αὐτό τό σημεῖο. Λοιπόν, καί ταυτόχρονα αὐτός ὁ ἄνθρωπος ὁ καινούριος, εἶναι μιά ἀνεξάρτητη προσωπικότης. Εἶναι ὁ πατέρας καί ἡ μητέρα μαζί  καί ταυτόχρονα ἕνας καινούριος ἄνθρωπος. Εἶναι πραγματικά ἕνα βαθύ μυστήριο. Εἶναι ὑπέροχο! Ἄν ἔχει κάτι νά δείξη ὁ κτιστός, ὁ ὁρατός κόσμος, εἶναι ἡ δημιουργία ἑνός ἀνθρώπου.

(Ἐδῶ γίνεται ἕνας διάλογος μέ κάποιον ἀκροατή περί τοῦ τρίτου ἀνθρώπου, τοῦ παιδιοῦ, πού προέρχεται ἀπό τόν πατέρα καί τή μητέρα)

    Γέροντας: Ναί ἔχετε δίκιο. Συνεπῶς εἶναι ἕνας ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος δέν εἶναι παρά ὁ τρίτος ἄνθρωπος ὁ ἀπόγονος τοῦ Ἀδάμ, εἴτε ἄμεσα εἴτε ἔμμεσα. Ὁ ἀπόγονος τοῦ Ἀδάμ. Εἶναι χαρακτηριστικό αὐτό πού λέτε, νά τό πῶ ὡς ἐξῆς. Οἱ γενεές ἀπό τοῦ Ἀδάμ μέχρι τοῦ Χριστοῦ, ὅπως τίς γράφει ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς, εἶναι πραγματικές; Ἔ; Εἶναι πραγματικές γενεές; Δέν εἶναι πραγματικές. Καί ἡ Γένεσις ἅμα ἀναφέρει, ὅτι ὁ τάδε γέννησε τόν τάδε, εἶναι πραγματικές γενεές; Ξέρετε τί μεσολαβεῖ; Δυνατόν, νά μεσολαβεῖ μεταξύ τοῦ πατρός καί τοῦ υἱοῦ ὅπως φαίνεται στήν Παλαιά Διαθήκη, μπορεῖ καί δέκα γενεές. Ἀλλά ἀναφέρεται σ’ ἕναν ἀπόγονο ὁ ὁποῖος νά ἦταν ἀξιόλογο πρόσωπο, ἐνῶ οἱ μεσολαβήσασες, θά λέγαμε, γενεές, δέν ἔπαιξαν σπουδαῖο, σημαντικό ρόλο, ἱστορικόν, καί τίς πηδάει. Καί τί λέει; Ὅτι ὁ τάδε γέννησε τόν τάδε, ἀλλά ὁ τάδε γέννησε τόν τάδε νά μήν εἶναι ἄμεσος ἀπόγονος ὅπως εἶναι ἡ περίπτωσις τοῦ Ἀβραάμ ἐγέννησε τόν Ἰσαάκ. Ἐκεῖ ἔχουμε ἄμεσον περίπτωσιν. Ἀλλά ἐδῶ νά ἔχουμε ἔμμεσον περίπτωσιν. Καί ἐκφράζει ἀκριβῶς αὐτό πού λέει ὁ κύριος Σχοινᾶς.

Ἄλλη παρέμβαση-ἀπορία … μᾶλλον ἀπό τόκ Κύριο Σχοινᾶ·

-Γιατί ἀναφέρει γενεές δεκατέσσερες;

-Γέροντας: Ναί, ἐκεῖ δέν ξέρομε, ἄν διαβᾶστε τό ὑπόμνημα, γιατί ὁ Εὐαγγελιστής Ματθαῖος χρησιμοποιεῖ τά τρία δεκατεσσάρια. Δέν τό ξέρουμε. Ὑπάρχουν διάφορες ἑρμηνεῖες ὅτι αὐτά τά τρία δεκατεσσάρια, εἶναι ἕξι ἑφτάρια, καί ὁ ἀριθμός ἑπτά εἶχε κάποια σημασία, γιατί τό δεκατέσσερα εἶναι τό δίς ἑπτά. Καί ὁ ἀριθμός ἑπτά εἶναι ἀριθμός ἱερός κλπ. Φροντίζει μετά πολλῆς ἐπιμελείας ὁ Ματθαῖος νά παρουσιάσει αὐτά τά τρία δεκατεσσάρια. Μετά πολλῆς ἐπιμελείας! Ἀλλά τό γιατί τό ἔκανε, δέν τό ξέρομε σήμερα. Ὑπάρχουν διάφορες ἑρμηνεῖες, ἑρμηνευτικές θεωρίες. Αὐτά.

    Λοιπόν νά προχωρήσουμε. … γιατί, λέει, Ἐσύ εἶπες ὅτι δέν εἶναι καλόν ὁ ἄνθρωπος νά εἶναι μόνος του, ποιήσωμεν αὐτῷ βοηθὸν ὅμοιον αὐτῷ. Θά μείνω στό ὅμοιον αὐτῷ καί θά φύγω ἀπό τό χωρίο αὐτό τό δεύτερο.  Γιατί λέγει ὅμοιον; Εἶναι αὐτό κάτι πού μᾶς πού εἶπε προηγουμένως ὁ κύριος Τιμολέων. Αὐτό τό ὅμοιον αὐτῷ θά πεῖ ὅτι αὐτός ὁ βοηθός θά εἶναι ὅμοιος μέ τόν πρῶτον ἄνθρωπο. Συνεπῶς τί θά εἶναι καί ὁ βοηθός; Ἄνθρωπος. Εἶναι σπουδαῖο αὐτό; Τρομακτικά σπουδαῖο! Διότι ἡ Γραφή, λίαν πρωΐμως, μᾶς ἀποκάλυψε -καί σέ τί ἐποχή παρακαλῶ ἔ; γιατί εἶναι πρῶτα-πρῶτα π.Χ. πῶς ἐκινεῖτο ἡ γυναῖκα τότε, πῶς ἦταν ἡ πολιτική κατάστασις κλπ. κλπ.- μᾶς ἀποκάλυψε (ἀληθινή ἀποκάλυψιςεἶναι αὐτό!) ὅτι ἡ γυναῖκα εἶναι ἄν-θρω-πος! Δέν εἶναι ress, πρᾶγμα. Δέν εἶναι ἀντικείμενο ἀπολαύσεων ἤ ἀντικείμενον κακοποιήσεων ἤ ἀντικείμενον … δέν ξέρω τι. Εἶναι ἄν-θρω-πος! Εἶναι σπουδαῖο αὐτό. Σπουδαῖο.

    Τώρα θά ζητήση κάτι γιά τόν ἑαυτόν του, καί   γι’ αὐτό ἀναφέρθηκε στό γάμο. Γι’ αὐτό ἔκανε αὐτήν τήν θεολογικήν τοποθέτησιν. Εἶναι σπουδαῖο πρᾶγμα νά κάνομε θεολογική τοποθέτηση τῶν προβλημάτων μας, καί τῶν θεμάτων μας … κλπ.; Βεβαίως. Καί ξέρετε ὅτι ὅταν ἑρμηνεύωμε τήν Γραφή πάντα πρέπει νά ἀναζητοῦμε τό δόγμα. Εἶναι θεμελίωση. Εἶναι τό θεμέλιο. Δέν εἶναι τό ἰκρίωμα πού λέει ὁ Τσάτσος. Τά δόγματα, λέει, τά ἰκριώματα τῆς θρησκείας, ἡ κρεμάλα τῆς θρησκείας. Δι’ ὄνομα τοῦ Θεοῦ! Δι’ ὄνομα τοῦ Θεοῦ! Ἀλλά ὅταν ἀναφερόμεθα εἰς τό δόγμα, αὐτό, καί ἐφόσον εἶναι ὀρθόδοξον δόγμα εἶναι μιά ἀλήθεια. Ἀφοῦ ἡ ἀλήθεια πηγάζει ἀπό τό Θεό. Κι ἅμα λέμε κάτι πού ἀναφέρεται στό Θεό σάν ἀλήθεια, τί εἶναι; Δοξολογία Του. Ὅταν πῶ, σέ ἕνα πρόσωπο πού προσφωνῶ, σ’ ἕνα στρατηγό: ‘’σύ πού στάθηκες ἀναρριχητής στή δύση καί ρίχτηκες κι ἔκανες … καί στήν Πίνδο καί στό Τεπελένι καί στήν Κορυτσά … καί δέν ξέρω τί … καί πῆγες μέ τούς Ἰταλούς, κι ἔκανες, καί ἔδειξες  αὐτά πού λέω τί εἶναι; ἱστορικά σημεῖα. Ταυτόχρονα τί εἶναι; Ἔπαινος καί φήμη τοῦ προσώπου. Ἔ, ὅταν λέω, σύ ὁ ὁποῖος εἶπες, οὐ καλὸν εἶναι τὸν ἄνθρωπον μόνον, ποιήσωμεν αὐτῷ βοηθὸν ὅμοιον αὐτῷ, αὐτό τί εἶναι; Δόξα τοῦ Θεοῦ. Δοξολογία τοῦ θεοῦ. Ἄρα τά δόγματα, εἶναι δοξολογία. Ἐάν τώρα τά δόγματα δέν εἶναι ὀρθά τί εἶναι; Βλασφημία. Νά γιατί ἡ αἵρεσις εἶναι βλασφημία. Τό καταλάβατε; Νά γιατί ἡ Ἐκκλησία μας πολέμησε τήν αἵρεσιν. Διότι εἶναι βλασφημία κατά τοῦ Θεοῦ. Εἶναι καί κάτι ἄλλο. Ἐάν τό δόγμα, τό ὀρθόδοξον δόγμα· ἕνα δεύτερο σημεῖο, προσέξτε: Ἐάν τό ὀρθόδοξον δόγμα θά δώση ὀρθόδοξον ζωήν. Διότι τό τρίτο χωρίο σέ τί θά ἀναφερθῆ; Στό πρόβλημά του. Σέ τί; Στό συγκεκριμένο· αὐτός καί ἡ Σάρρα· ὁ Τωβίας καί ἡ Σάρρα· συγκεκριμένο πρᾶγμα. Τό θεμελιώνει ἐπί τοῦ δόγματος. Θά βγῆ λοιπόν, ἡ ὀρθή πρᾶξις τῆς περιπτώσεώς του ἀπό τό ὀρθόν δόγμα. Ἐάν τώρα τό δόγμα δέν εἶναι ὀρθόδοξον, εἶναι αἱρετικόν, τί θά βγῆ; Στραβό βίωμα. Δυό πράγματα, λοιπόν, βγαίνουν ἀπό τήν αἵρεσι: ἡ βλασφημία ὡς μή δοξολογίαν καί ἡ στραβή βίωσις, ἡ στραβή βίο θεωρία. Ἡ στραβή βίωσις, δηλαδή ἡ ἀντορθόδοξος. Τό καταλάβατε;

   Νά πᾶμε τώρα στό κύριο σημεῖο. Τό κύριο θέμα τῆς προσευχῆς του εἶναι τό τρίτο χωρίον: «καί νῦν, Κύριε» τό «καί νῦν» εἶναι εἰσαγωγικό τοῦ κυρίου θέματος· μπαίνομε στό κύριο θέμα· καί νῦν καί τώρα, «καί νῦν, Κύριε, οὐ διά πορνείαν ἐγώ λαμβάνω τήν ἀδελφή μου ταύτην, ἀλλά ἐπ’ ἀληθείας ἐπίταξον ἐλεῆσαι μέ καί αὐτή συγκαταγηρᾶσαι.» (Τωβ. 8, 7) Πώ! πώ! τί ὡραῖο χωρίον! Καί τώρα Κύριε, ἐγώ λαμβάνω, παντρεύομαι τήν ἀδελφή μου αὐτή «οὐ διά πορνείαν».

  Γιατί λέγει «οὐ διά πορνείαν»; Ἐδῶ ὅταν λέγει «οὐ διά πορνείαν» ἐννοεῖ τήν πορνείαν ὅπως τήν ξέρομε; Λοιπόν ἀκοῦστε!

  Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέει τό ἑξῆς: -ἐδῶ θά δοῦμε τό κλειδί- στό ἕβδομο κεφάλαιο Α΄ Κορινθίους λέει: «περί δέ ὧν ἐγράψατέ μοι καλόν ἐστί ἀνθρώπῳ γυναικός μή ἄπτεσθαι. Διά δέ τάς πορνείας ἕκαστος τήν ἑαυτοῦ γυναῖκα ἐχέτω, καί ἑκάστη τόν ἴδιον ἄνδραν ἐχέτω» (Α΄ Κορ. 7, 1-2) «Διά δέ τάς πορνείας ἕκαστος τήν ἑαυτοῦ γυναῖκα ἐχέτω». Ἐνῶ ἀναφέρεται εἰς τόν γάμον, γιατί ἀναφέρεται στήν ὀνομασία πορνεία; Ἡ πορνεία καθ’ αὑτό εἶναι… εἶναι: ἡ ἱκανοποίησις τῆς ἐπιθυμίας ἄνευ τεκνογονίας· λέγεται πορνεία. Τοῦτο μέσα στό γάμο ἐπιτρέπεται ὄχι μέ τήν παρεμπόδισι τῆς συλλήψεως -ἄπαγε!... ἄπαγε!- ἀλλά ὡς ἕνα ἀντιστάθμισμα τοῦ κινδύνου ὁ ἄνθρωπος νά πέση εἰς τήν ἀνηθικότητα τήν ἐκτός τοῦ γάμου. Γι’ αὐτό καί ἀποτελεῖ τό δεύτερον στοιχεῖον τοῦ γάμου· τό δεύτερον μετά ἀπό τό πρῶτον πού εἶναι ἡ ἀλληλοβοήθεια διά τήν θέωσι. Καί τό τρίτον εἶναι ἡ τεκνογονία. Τό τρίτο! Στήν δογματική μέσα ἔτσι εἶναι τοποθετημένα.

   Λοιπόν· καί λέγει τώρα ἐδῶ ὁ Ἀπόστολος: νά ἀποφευχθῆ ἡ ἀνηθικότητα, ἡ μοιχεία δηλαδή ἡ ἐκτός γάμου πρᾶξις. «Διά δέ τάς πορνείας ἕκαστος τήν ἑαυτοῦ γυναῖκα ἐχέτω». Δηλαδή προκειμένου νά θέλη κανείς νά ἱκανοποιήση ἁπλῶς τήν ἐπιθυμία -ὄχι ὅμως μέ προφύλαξι, μέ παρεμπόδισι συλλήψεως· ὄχι! τό ξαναλέγω γιά  μιά δεύτερη φορά- τότε λέγει δέν ἔχει παρά νά ἔχη μόνον τήν γυναῖκα του καί ἡ γυναῖκα μόνον τόν ἄνδρα της. Τίποτε ἄλλο. Ὥστε ἐδῶ πορνεία θά πῆ: ἐπιθυμία ἄνευ τεκνογονίας.

   Ἐρχόμεθα τώρα στό χωρίο μας: ὅτι ἐγώ παντρεύομαι αὐτήν, τήν ἀδελφή μου τήν Σάρρα, ὄχι διά τήν ἐπιθυμία τῆς σαρκός ἄνευ τεκνογονίας. Δηλαδή μέ ἄλλα λόγια ὁ κύριος, ὁ ἀντικειμενικός μου σκοπός τοῦ γάμου δέν ἦταν νά ἱκανοποιήσω τήν σαρκική μου ἐπιθυμία. Κάτι πού τό ἔκαναν οἱ ἄλλοι ἑπτά καί ἐδαιμονίσθησαν καί ἀπέθαναν. Ἀλλά τί; ἄρα λοιπόν παντρεύομαι νά μείνωμε ἔτσι; Ὄχι! διά τεκνογονίαν! Γιατί; Διότι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι ἡ ἱκανοποίησι τῆς ἐπιθυμίας ἄνευ τεκνογονίας· αὐτό εἶναι συγκατάβασις καί εἶναι μετά τήν πτώσιν πού τό συγχωρεῖ. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ξέρετε πῶς τό λέει αὐτό; «οὐ κατ’ ἐπιταγήν ἀλλά κατά συγγνώμην, κατά παραχώρησιν». «Διά τήν ἀκρασίαν ὑμῶν» θά πῆ «ἵνα μή πειράζη ὑμᾶς ὁ σατανᾶς», «διά τούς κινδύνους πού ὑφίστασθε νά πέσετε παρά πέρα....» Γι’ αὐτό τελικά μπαίνει αὐτό τό σημεῖο· ἀλλά τό κύριο θέλημα τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ τεκνογονία. Ἡ τεκνογονία ὅμως ἦτο ἐπιθυμητή εἰς τόν Ἰσραήλ ὡς θέλημα τοῦ Θεοῦ. Γιά ποιό σκοπό; Γιά τόν ἐρχομό τοῦ Μεσσία. Καί οἱ πάντες ἔκαναν παιδιά διά νά ὑπηρετήσουν τό σχέδιο τοῦ Θεοῦ εἰς τόν ἐρχομό τοῦ Μεσσία. Αὐτό ἤτανε σύμφωνο μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ πού ἔκανε ὁ Τωβίας. Αὐτό, λέει, θέλω νά κάνω· καί στό ἐγγυῶμαι, στό βεβαιώνω, ὅτι δέν παντρεύομαι γιά νά ἱκανοποιήσω προσωπικές μου ἐπιθυμίες· ἀλλά τό δικό σου σχέδιο: νά ἔρθη ὁ Μεσσίας.

   Ὡραία προσευχή! πραγματικά ὡραία προσευχή! Γι’ αὐτό, ἀφοῦ δέν παντρεύομαι δι’ ἐπιθυμίαν ἀλλά διά τεκνογονίαν, τότε «ἐπίταξον ἐλεῆσαί με», δῶσε ἐντολή νά ἐλεηθῶ, νά μήν πεθάνω «καί αὐτή συγκαταγηρᾶσαι», καί μέ αὐτή τήν γυναῖκα μου νά ζήσωμε πολλά χρόνια καί νά γεράσωμε μαζί. Τί ὡραῖο αὐτό! Καί νά γεράσωμε μαζί! τί ὡραῖο! Ὡς ἀγαθό δέ στήν Παλαιά Διαθήκη ἤτανε ἡ παροῦσα ζωή, διότι ἀκόμη δέν……… οἱ ἄνθρωποι βγαίνουν εἰς τάς ἐρήμους νά παλέψουν μέ τούς δαίμονες.

   Ἀλλά ἄς προχωρήσωμε. Σᾶς εἶπα ὅτι ἐκεῖνο τό ὁποῖον ἔδωσε δύναμι εἰς τό νά φύγη τό δαιμόνιο ἀπό τή Σάρρα, βεβαίως ἤτανε ἡ ἐντολή τοῦ Θεοῦ, ἤτανε ἡ ἐπιθυμία τοῦ Θεοῦ, ὄχι αὐτός ὁ καπνός ἑνός συκωτιοῦ ψαριοῦ καί τῆς καρδιᾶς του, ἀλλά ἤτανε αὐτό τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Αὐτά ὅμως ἀπό πλευρᾶς Θεοῦ.

   Ὑπάρχει καί ἡ ἀνθρωπίνη πλευρά, ἐκείνη ἡ ὁποία θά βοηθοῦσε ἤ μᾶλλον θά συζευγνύετο, θά ἡνοῦτο, ὥστε νά δώση τό ἀγαθόν ἀποτέλεσμα νά δεθῆ ὁ διάβολος. Ποιό εἶναι αὐτό; Εἶναι ἡ προσευχή τοῦ Τωβία μέ τήν Σάρρα! εἶναι ἡ προσευχή· αὐτό εἶναι ἐκεῖνο πού πραγματικά ἔβαλε τήν σφραγῖδα σέ ἐκεῖνο πού ὁ Θεός θέλησε νά γίνη: νά δεθῆ ὁ σατανᾶς.

  Καί νά! ὅταν, λέει, ἔμειναν μόνοι τους, εἶπε ὁ Τωβίας στή Σάρρα  «ἀνάστηθι, ἀδελφή, καί προσευξώμεθα, ἵνα ἐλεήση ἡμᾶς ὁ Κύριος». (Τωβ. 8, 4) Σήκω ἀδελφή! βλέπετε τήν ἀποκαλεῖ ἀδελφή. Ὂχι διότι μόνο εἶναι Ἑβραῖοι καί οἱ δυό, ὄχι διότι μόνο εἶναι ἀπό τήν αὐτήν φυλήν, ὄχι διότι πιθανῶς ἦτο καί συγγενεῖς ἐξ αἵματος -πιό στενή συγγένεια- ἀλλά καί διότι οἱ σύζυγοι ἐλέγοντο ἀδελφοί. Σήκω λοιπόν ἀδελφή, λέγει, νά προσευχηθοῦμε γιά νά μᾶς ἐλεήση ὁ Θεός. Εἴδατε; ἡ προσευχή! Εἶναι ἡ ἐπισφράγισις ὅτι ὁ Θεός τό θέλει.

  «Καί ἤρξατο Τωβίας λέγειν». (Τωβ. 8, 5) Καί τώρα ὁ Τωβίας, ἀφοῦ σηκώθηκαν καί οἱ δυό νά προσευχηθοῦν -μόλις μπῆκαν μέσα στό δωμάτιο, αὐτό ἔγινε- ἀμέσως ἐθυμίασε ὁ Τωβίας καί ἀμέσως ἔγινε ἡ προσευχή.

  Κάτι πού κάνομε καί ἐμεῖς ὅταν ἑτοιμαζώμαστε νά κάνωμε τήν προσευχή μας. Ἑτοιμάζομε τό καρβουνάκι μας, βάζομε ἐπάνω τό θυμίαμα, θυμιάζομε τόν χῶρον καί ἀρχίζομε νά προσευχώμαστε. Καί σᾶς τό συνιστῶ πολύ νά τό κάνετε αὐτό, νά ἔχετε αὐτή τήν προπαρασκευή. Νά ἀνάβετε τό κανδήλι σας. Νά ’ναι πάντοτε ἀναμμένο, μήν κάνετε ποτέ οἰκονομία παιδιά στό κανδήλι, μήν πῆτε ὅτι ξοδεύομε λάδι. Εἶναι ἁμαρτία νά τό ποῦμε αὐτό· εἶναι ἁμαρτία. Ὅταν ξοδεύωμε τόσα καί τόσα χρήματα γιά τόσα καί τόσα πράγματα, νά ποῦμε ὅτι θά κάναμε οἰκονομία μέ τό νά μή καίγαμε τό κανδήλι μας. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι, γυναῖκες πού ἀνάβουν τό κανδήλι τους -δέν λέω γιά ἐκεῖνες πού δέν ἀνάβουν ποτέ- πού ἀνάβουν τό Σάββατο τό βράδυ μόνο ἤ ἄλλες κάθε βράδυ ὅσο κρατήση· τήν ἡμέρα δέν τό ἀνάβουν. Τό κανδήλι νά εἶναι ἀναμμένο μέρα-νύχτα. Ὁποιαδήποτε στιγμή τή νύχτα σηκωθήκατε, γιά κάποιο λόγο καί ἀντιληφθήκατε ὅτι τό κανδήλι εἶναι σβηστό, τήν ἴδια στιγμή χωρίς ἄλλη δουλειά θά τό ἀνάψετε ἀμέσως. Ἔρχεστε ἀπ’ ἔξω ἀπό τήν ἀγορά καί μπαίνετε στό σπίτι σας καί βλέπετε τό κανδήλι νά εἶναι σβηστό, τήν ἴδια στιγμή χωρίς ἄλλη ἐργασία θά ἀνάψετε τό κανδήλι. Πρέπει νά εἶναι ἀναμμένο μέρα νύχτα· μία διαρκής θυσία καί προσφορά στό Θεό γιά ὅλες τίς χάριτες καί τίς δωρεές Του. Εἶναι τό σύμβολο τῆς θυσίας τῆς ψυχῆς μας πρός τό Θεό. Μόνο νά τό ἀσφαλίζετε, νά εἶναι ἀσφαλισμένο γιά νά μήν ὑπάρχη κίνδυνος φωτιᾶς· αὐτό εἶναι στοιχειῶδες νά τό προσέχη κανείς.

  Ὅταν λοιπόν θέλωμε νά κάνωμε τήν προσευχή μας, ἔτσι θά κινηθοῦμε. Θά ἀνάψωμε τό κανδήλι -ἄν θέλετε νά ἀνάψωμε κι ἕνα κερί ἐπιπλέον δηλαδή ἀπό τό κανδήλι, αὐτό δικό σας θέμα- ἕνα καρβουνάκι κι ἕνα λιβανάκι καί νά θυμιάσετε καί νά κάνετε τήν προσευχή σας. Θά δημιουργήση ὅπως λέμε κλῖμα· κλῖμα προσευχῆς. Διότι ἡ ἀτμόσφαιρα ὅταν πληρωθῆ, γεμίση, ἀπό τό ἄρωμα ἀπό τήν εὐωδία τοῦ θυμιάματος, τό φωτάκι τοῦ κανδηλιοῦ ἤ τοῦ κεριοῦ καί λοιπά, ὅλα αὐτά προδιαθέτουν τήν ψυχή. Κι ἄν ἀκόμη ἡ ψυχή εἶχε μία ὀκνηρία φυσική ἤ δαιμονική, ὅλα αὐτά πᾶνε στήν μπάντα, ὑποχωροῦν κι ἔτσι ἡ ψυχή μας προσεύχεται καλύτερα καί αἰσθάνεται καί καλύτερα. Ἐξ ἄλλου πάνω ἀκριβῶς σέ αὐτή τήν εἰκόνα, στηρίζεται ἐκεῖνος ὁ ὡραῖος, ὁ πολύ ὡραῖος στίχος: «κατευθυνθήτω ἡ προσευχή μου ὡς θυμίαμα ἐνώπιόν σου». Ἄς κατευθυνθεῖ, ἄς ἀνεβεῖ δηλαδή πρός Ἐσένα ἡ προσευχή μου ὅπως ὁ καπνός τοῦ θυμιάματος ἀνέρχεται πρός τά ὑψηλά.

 
13η ομιλία στο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης « Τωβίτ ».

►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
"Τωβίτ. (Ὁμιλίες βασισμένες στό βιβλίο τῆς Π. Διαθήκης Τωβίτ).

" εδώ ⬇️
http://arnion.gr/index.php/p-thanasios-mytilina-os/milies-p-thanasiou/palaia-diauhkh/vivlion-tovit
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40oED0GDYsRHnrDdY5_m61pt

Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Καραμίντζα.

Ψηφιοποίηση και επιμέλεια κειμένου δια χειρός του αξιοτίμου κ. Γεωργίου Μαλούση.

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️
https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__
https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.