13 Απριλίου 2021

Χριστιανική Ἀνθρωπολογία. 3/59. Ἡ δημιουργία τῶν δύο φύλων. Τό καθ᾿ ὁμοίωσιν εἰς τόν ἄνθρωπον.

†.Εἴχαμε ἀναφερθεῖ τήν περασμένη φορά στήν κατασκευή τοῦ ἀνθρώπου. «καί ἐποίησεν ὁ Θεός τόν ἄνθρωπον κατ΄ εἰκόνα Θεοῦ ἐποίησεν αὐτόν ἄρσεν καί θῆλυ ἐποίησεν αὐτούς». (Γένεσις, κεφ. 1, 27)

   Ἐδῶ ἔχουμε μία ἰδιαίτερη κατασκευή, πού λέγει ὅτι ὁ Θεός ἔκανε τόν ἄνθρωπον ἄρσεν καί θῆλυ.

Ἡ ἰσότητα τῶν δύο φύλων.

   Κάνει ἐντύπωση ἡ διατύπωση. Ὅτι ὁ Θεός ἐποίησε τόν ἄνθρωπον ἄρσεν καί θῆλυ. Πού σημαίνει, ὅτι ὁ ἄνθρωπος φέρεται ὑπό δύο μορφές. Ὑπό δύο φύλα. Τό ἄρσεν καί τό θῆλυ. Ἀλλά ἐκφράζει ὅμως τοῦτο: ὅτι καί τό ἄρσεν εἶναι ἄνθρωπος καί τό θῆλυ ἄνθρωπος. Ὥστε, λοιπόν, καί ὁ ἄνδρας εἶναι ἄνθρωπος καί ἡ γυναῖκα εἶναι ἄνθρωπος. Ἔτσι, ἄν βλέπαμε κάποτε ἕναν ἄνδρα στόν δρόμο, θά λέγαμε: ἕνας ἄνθρωπος. Ἄν βλέπαμε μιά γυναῖκα, θά λέγαμε πάλι, ἕνας ἄνθρωπος. Ὥστε καί ὁ ἄνδρας εἶναι ἄνθρωπος καί ἡ γυναῖκα εἶναι ἄνθρωπος. Αὐτό ἔχει πάρα πολύ μεγάλη σημασία, διότι ὑπῆρξαν ἐποχές, πού ἀμφισβητήθηκε ἄν ἡ γυναῖκα εἶναι ἄνθρωπος. Βλέπετε ὅμως ἐδῶ, πρός τιμήν τῆς Ἁγίας Γραφῆς, νά καθορίζεται ἀπό τόν 15ον αἰῶνα πρό Χριστοῦ, ὅτι καί ἡ γυναῖκα εἶναι ἄνθρωπος. Ἄν διαβάσετε τήν Ἱστορία τοῦ 15ου αἰῶνος π.Χ., γιά νά μήν σᾶς πῶ καί τήν ἱστορία τῶν χρόνων τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, 15 αἰῶνες μετά ἀπό τήν συγγραφή τούτου τοῦ βιβλίου, θά βλέπατε ποιά εἶναι ἡ θέση τῆς γυναίκας. Ἐπειδή ἔγιναν ἀκριβῶς αὐτές οἱ καταχρήσεις, ἐπειδή ὁ ἄνθρωπος ἔχασε τόν προορισμό του, δέν εἶχε τόν γνώμονα τῆς ἀποκαλύψεως τοῦ Θεοῦ, γι’ αὐτό ἔβλεπε τήν γυναῖκα ὡς ἀντικείμενο, ὄχι ὡς ἄνθρωπο. Τό δυστύχημα εἶναι ὅτι σήμερα, ἐνῶ ὁ Χριστιανισμός ἀπεκάλυψε τήν ἰσότητα τῶν δύο φύλων, πετάξαμε τόν Χριστιανισμό, ὡς νά ἔλεγε ὁ Χριστιανισμός τό ἀντίθετο. Καί ὅμως βλέπει κανείς πῶς εἶναι αὐτά τοποθετημένα. Θά λέγαμε, τό πρῶτο στοιχεῖο ὅτι ὁ ἄνδρας καί ἡ γυναῖκα εἶναι ἰσότιμοι εἶναι αὐτό: ὅτι καί οἱ δύο εἶναι ἄνθρωποι. Αὐτό ἔχει πάρα πολλά νά πεῖ. Ἕνα δεύτερο στοιχεῖο, τό ὁποῖο δέν θά ἀναλύσω αὐτή τή στιγμή αλλά λίγο πιό κάτω, εἶναι ὅτι καί ὁ ἄνδρας καί ἡ γυναῖκα εἶναι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Ἄν τό θέλετε μιά πού ἀναφέραμε τά σημεῖα αὐτά, ἐκεῖ εἶναι ἡ ἰσότητα ἀνδρός καί γυναικός. Ὅτι δηλ. καί ὁ ἄνδρας καί ἡ γυναῖκα εἶναι ἄνθρωποι καί οἱ δύο ἀποτελοῦν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Τώρα, ἐφόσον τά φῦλα εἶναι διαφορετικά, διαφορετικός θά εἶναι καί ὁ ρόλος καί ἡ θέση τοῦ καθενός. Εἶναι πάρα πολύ φυσικό. Ἐπί παραδείγματι, τό ὅτι ἐγώ, ἄς ὑποθέσουμε, πώς εἶμαι δάσκαλος καί ἐσεῖς μαθητές. Τό ὅτι ἐγώ ἔρχομαι καί καταλαμβάνω αὐτή ἐδῶ τή θέση ἐπάνω στήν ἕδρα καί ἐσεῖς καταλαμβάνετε τά θρανία, δέν σημαίνει μέ αὐτή τήν διαφοροποίηση ὅτι ἐγώ εἶμαι κάτι παραπάνω ἀπό σᾶς: Ὅτι ἐσεῖς εἶστε κάτι παρακάτω ἀπό μένα. Ἁπλῶς ἡ διαφοροποίηση ἀναφέρεται σ’ ἕνα ρόλο. Σέ μία στάση, σ’ ἕνα θέμα, σέ μιά διακονία. Βλέπετε ὅμως πόσο τἄχουμε μπερδεμένα; Ὅταν δέν ἔχομε τόν γνώμονα τῆς ἀποκαλύψεως τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, φθάνομε νά λέμε, τί φοράει ὁ ἄνδρας; Παντελόνια. Κι’ ἐγώ ἡ γυναῖκα, παντελόνια. Ὁ ἄνδρας κόβει τά μαλλιά του; Κ’ ἐγώ ἡ γυναῖκα θά κόψω τά μαλλιά μου. Ἡ γυναῖκα ἔχει λόγους νά διακρίνεται ἀπό τόν ἄνδρα. Ἔχει λόγους. Ὅπως καί ὁ ἄνδρας ἔχει λόγους νά διακρίνεται ἀπό τήν γυναῖκα. Τά ἔχουμε μπερδεμένα; Καί βλέπετε ποῦ θέλομε νά ἐπιβάλουμε ἰσότητες; Σέ πράγματα τά ὁποῖα εἶναι κυριολεκτικά ἐπουσιώδη. Καί ἐπιζήμια. Νά ἦταν ἁπλῶς ἐπουσιώδη; Ἀλλά εἶναι καί ἐπιζήμια. Αὐτό εἶναι τό φοβερό. Διότι ὅταν ἡ γυναῖκα χάσει τόν ρόλο της, ἐνῶ εἶναι φτιαγμένη γιά νά εἶναι αὐτό πού εἶναι, τότε γιά κείνη τί ἐπιπτώσεις θά ὑπάρχουν; Μία γυναῖκα πού θά παίζει στό ρόλο ἑνός ἀνδρός, τί ἐπιπτώσεις μπορεῖ νά ἔχει αὐτή ἡ στάση της, στή ψχολογία της, στήν ψυχή της; Καί ἄν τό θέλετε, βέβαια καί ὁ ἄνδρας ζημιώνει, σ’ αὐτή τήν ἱστορία, ἀλλά πιό πολύ ὅμως ζημιώνει καί ἡ γυναῖκα. Ὁ ἄνδρας ζημιώνει ἀπό τοῦτο, τό ὅτι στό τέλος ἔχει μία γυναῖκα δίπλα του ἡ ὁποία ἀνδροφέρνει. Γιά νά μήν πῶ βέβαια ὅτι στήν ἐποχή μας ἔχομε καί ἄνδρες οἱ ὁποῖοι γυναικοφέρνουν. Καί ἄν τό θέλετε, ἄν ὑποτεθεῖ ὅτι ἔχομε, μία ἀπόσταση δύο μέτρων, μεταξύ ἄνδρα καί γυναίκας – σχηματικό αὐτό πού λέω – λέει ἡ γυναῖκα: θά κάνω ἕνα βῆμα μπροστά νά γίνω λίγο ἄνδρας. Λέει, ἕνα βῆμα, ἕνα μέτρο. Λέει ὁ ἄνδρας: Θά κάνω ἕνα μέτρο μπροστά, νἆμαι λίγο γυναῖκα, ὁπότε ταυτοχρόνως οἱ δύο τους συναντήθηκαν. Καί δέν ἔχομε διαφορά. Γι’ αὐτό βλέπετε καί στό ντύσιμο, καί στήν συμπεριφορά ἀκόμη, βλέπετε οἱ γυναῖκες νά ἀνδροφέρνουν καί ἄνδρες νά γυναικοφέρνουν. Καί αὐτό λέγεται ἰσότητα τῶν φύλων; Αὐτό δέν εἶναι ἰσότητα τῶν φύλων. Αὐτό εἶναι μιά καρικατούρα. Εἶναι κάτι τό ἀδιανόητο, κάτι τό φοβερό, τό ὁποῖο ἔχει ἐπιπτώσεις στή ζωή καί τοῦ ἄνδρα καί τῆς γυναίκας.

Ὁ λόγος τῆς δημιουργίας τῶν δύο φύλων.

   Ξαναγυρίζω λοιπόν. Ὁ Θεός ἔκανε τόν ἄνθρωπο ἄρσεν καί θήλυ. Κοιτάξτε τί λέγει: «Ἐποίησεν ὁ Θεός τόν ἄνθρωπον». «Ἀρσεν καί θῆλυ ἐποίησεν αὐτούς». Τώρα βάζει ἕναν πληθυντικό. Αὐτούς. Ξέρετε τί θέλει νά πεῖ αὐτό; Θέλει νά πεῖ ὅτι τόν ἄνθρωπο ὁ Θεός τόν ἔκανε ἄρσεν καί θῆλυ. Ὄχι αὐτό πού λέμε ἀρσενικοθήλυκο. Καί τό κατανοοῦμε γιατί δέν λέει αὐτόν, ἀλλά λέει αὐτούς. Πού σημαίνει ἄλλος εἶναι ὁ ἄνδρας καί ἄλλη εἶναι ἡ γυναῖκα. Θά μοῦ πεῖτε, θά ὑπῆρχε ἡ περίπτωση νά εἶναι τό ἴδιο πρόσωπο ἄρσεν καί θῆλυ; Τό συναντοῦμε αὐτό στά φυτά. Τά λεγόμενα – ἀπό τήν φυτολογία θά τό ξέρετε – τά λεγόμενα φερ’ εἰπεῖν ὁμόκλινα φυτά. Ὄχι δίκλινα, ἀλλά ὁμόκλινα φυτά. Στό λουλούδι μέσα, στό ἕνα μόνο λουλούδι ὑπάρχουν καί τά ἀρσενικά χαρακτηριστικά καί τά θηλυκά χαρακτηριστικά. Στό ἕνα καί μόνο λουλούδι! Σᾶς θυμίζω ἀπό τή φυτολογία, εἶναι πάρα πολύ ἁπλό. Ὅταν ἔχουμε τόν ὕπερο καί τήν ὠοθήκη, ἔχομε θά λέγαμε, τό θηλυκό μέρος τοῦ φυτοῦ. Ὅταν ἔχουμε τούς στήμονες καί τήν γύρη, ἔχομε τό ἀρσενικό μέρος τοῦ φυτοῦ. Τό ἴδιο, λοιπόν, φυτό φέρει καί τά δύο. Ἀλλά ἑνῶ στό φυτό ὑπάρχουν καί τά δύο, στόν ἄνθρωπο δέν ὑπάρχει αὐτό. Γιατί ἄραγε δέν ὑπάρχει; Ἐδῶ θά δεῖτε κάτι πάρα πολύ σπουδαῖο. Ὁ Θεός ἔκανε τά δύο φῦλα χωριστά γιά νά θεσμοθετήσει τό γάμο! Ἐνόψει βεβαίως τῆς πτώσης, ἀλλά καί διότι ἤθελε ὁ Θεός μέ τόν τρόπο αὐτό νά δημιουργήσει ἀνάμεσα σέ δύο ἀνθρώπους αὐτό πού λέγεται «κοινωνία ἀγάπης». Διότι ἄν στόν κάθε ἄνθρωπο ὑπῆρχε μία αὐτοτέλεια νά γεννᾶ, τότε ὁ κάθε ἄνθρωπος θά ἦταν μόνος του. Ἀλλά ὅταν δημιουργεῖται ἡ ἀνάγκη νά ὑπάρξουν δυό ἄνθρωποι γιά νά ἔλθει ἕνας τρίτος ἄνθρωπος στόν κόσμο, αὐτό γεννάει τό αἴσθημα τῆς κοινωνίας. Τῆς ἀγάπης. Πόσο μεγάλο εἶναι αὐτό; Νά σᾶς πῶ πόσο μεγάλο εἶναι αὐτό.

Τό μυστήριο τοῦ γάμου.

   Αὐτό βεβαίως δέν εἶναι τό μοναδικό μέσα στή δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά ἐν τοιαύτη περιπτώσει εἶναι πάρα πολύ κτυπητό. Ὁ ἄνθρωπος ἀπό τήν κοινωνία του μέσα στόν γάμο, ἔπρεπε νά ἔχει μία ἀναγωγή. Νά ἀνεβεῖ σέ μία ἄλλη κοινωνία. Στήν κοινωνία μέ τόν Θεό. Γι’ αὐτό τό λόγο στήν Π.Δ., ὄχι λιγότερο καί στήν Κ.Δ., ἀναφέρεται ὅτι ὁ Θεός εἶναι ὁ Νυμφίος, ὁ γαμπρός καί ὁ λαός του, ὁ Ἰσραήλ, εἶναι ἡ νύμφη. Καθ’ ἡμᾶς, ἡ Ἐκκλησία. Δηλ. ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ νύμφη, ὁ Χριστός εἶναι ὁ Νυμφίος. Θυμηθεῖτε τήν παραβολή τῶν 10 παρθένων. Tί λέγει; «Ἰδού ὁ νυμφίος ἔρχεται, ἑτοιμαστεῖτε νά τόν προϋπαντήσετε. » Ἡ Ἐκκλησία μας θαυμάσια κινεῖται τίς πρῶτες τρεῖς ἡμέρες τῆς Μ. Ἑβδομάδος, μέ τό «ἰδού ὁ νυμφίος ἔρχεται ἐν τῷ μέσω τῆς νυκτός». Ποιός νυμφίος; Ὁ νυμφίος τῆς Ἐκκλησίας. Γιατί αὐτή ἡ σχέση; Γιατί εἶναι σχέση ἀγάπης. Σχέση κοινωνίας. Γι’ αὐτό τό λόγο λέγει καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ὅτι τό μυστήριο τοῦ γάμου, ὅτι ἀναφέρεται στό μυστήριο τῆς ἕνωσης Χριστοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας, καί εἶναι μυστήριο μέγα. «’Εγώ δέ λέγω ὅτι τό μυστήριον τοῦτο μέγα ἐστί». (Πρός Ἐφεσίους, κεφ. 5, 32) Εἶναι μέγα. «Εἰς Χριστόν καί εἰς τήν Ἐκκλησίαν». Τύπος δέ αὐτοῦ τοῦ μυστηρίου τῆς ἕνωσης τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ἡ ἕνωση τοῦ ἄνδρα καί τῆς γυναίκας. Αὐτή, λοιπόν, ἡ ἕνωση πού εἶναι μία κοινωνία ἀγάπης, ἔχει σκοπό της νά μήν μείνει ἐκεῖ, άλλά νά δημιουργήσει μία ἀναγωγή στήν ἀγάπη μέ τόν Θεό. Γιατί ἡ κάθε ψυχή εἶναι μία νύμφη. Εἶναι ἡ νύμφη ψυχή. Πού πρέπει νά συνδεθεῖ μέ τό νυμφίον της Χριστό. Καί προσέξτε. Ἡ ψυχή – θά τό δοῦμε παρακάτω ὅταν θά μιλήσουμε γιά τήν ψυχή καί τό σῶμα – στήν Ἑλληνική γλῶσσα ἐκφράζεται μέ θηλυκό γένος καί γιά τόν ἄνδρα καί γιά τή γυναῖκα. Πού δείχνει ὅτι καί ἡ ψυχή μου καί ἡ ψυχή σου, ἀδιάφορο ἄν ἐγώ εἶμαι ἄνδρας καί σύ γυναῖκα, δέν διακρίνεται σέ φῦλο. Μόνο τό σῶμα διακρίνεται σέ φῦλο. Ἡ ψυχή εἶναι ἄνευ φύλου. Καί λέγεται, ἐκφέρεται μέ θηλυκό γένος γιά νά δείξει τήν ἕνωσή της μέ τόν Ἰησοῦ Χριστό, μέ τό νυμφίο Χριστό. Αὐτό, λοιπόν, εἶναι πάρα πολύ σπουδαῖο καί θά ἔπρεπε νά τό μάθουμε, νά τό καταλάβουμε καί νά τό ζήσουμε. Ὁ γάμος δέν ἀποτελεῖ ἕνα σκοπό στή ζωή, ἀλλά ἕνα μέσο γιά κάποιο ἀνώτερο σκοπό. Πάρα πολλοί ἄνθρωποι, μά πάρα πολλοί ἄνθρωποι, μορφωμένοι καί ἀμόρφωτοι θεωροῦν ὅτι ὁ γάμος ἀποτελεῖ ἕνα ὁροθέσιο καί ἕνα σκοπό στή ζωή τους. Καί ὅτι θά δημιουργηθεῖ μία πληρότητα στή ζωή τους. Θεωροῦν ὅτι ἐξεπλήρωσαν ὅ,τι εἶχαν νά κάνουν στή ζωή τους, ἄν παντρευτοῦν. Καί ἀκόμη καί κάτι ἄλλο, ἄν πετύχουν καί στόν ἐπαγγελματικό τους τομέα. Ἄν αὐτά τά δύο τά πετύχουν, τότε ἐπέτυχαν τό πᾶν. Λένε· νῦν ἀπολύεις τόν δοῦλον σου δέσποτα, τώρα ἄς πεθάνω πιά, γιατί εἶμαι πολύ εὐχαριστημένος στή ζωή μου, ἔκανα οἰκογένεια, ἔκανα παιδιά, τά μεγάλωσα, εἶχα ἐπαγγελματικές ἐπιτυχίες, τί ἄλλο θέλω στή ζωή μου; Ταλαίπωροι ἄνθρωποι! Ταλαίπωροι ἄνθρωποι! Αὐτά ἀποτελοῦν τόν σκοπό τῆς ζωῆς; Αὐτά εἶναι στοιχεῖα πρόσκαιρα, τοῦ παρόντος αἰῶνος. Εἶναι στοιχεῖα ἀναγωγικά. Ὁ Θεός δέν ἔκανε αὐτά τά πράγματα γιά νά ξεχάσει ὁ ἄνθρωπος τό Θεό. Ἀλλά τά ἔκανε γιά νά σταθοῦν κλίμακα ν’ ἀνεβεῖ ὁ ἄνθρωπος σέ Ἐκεῖνον. Διά τοῦ γάμου ν’ ἀνεβεῖ σέ μιά ἄλλη σχέση, ἔχοντας βοηθό τόν ἄλλον ἄνθρωπο. Ἐκεῖνο πού λέγει ἕνα πολύ ὡραῖο ποίημα τοῦ Βερίτη «πιασμένοι χέρι - χέρι πού στή θέωση θά μᾶς φέρει». Αὐτό εἶναι. Πιασμένοι χέρι - χέρι, εἴτε στό γάμο, εἴτε σέ μιά κοινωνία ἀνθρώπων, πού στή θέωση θά μᾶς φέρει. Νά φθάσουμε νά ἔχουμε κοινωνία μέ τό Θεό. Γιατί αὐτό θά μείνει. Ὅλα τ’ ἄλλα δέν θά μείνουν. Μέ τό θάνατο ὁ γάμος διαλύεται. Αὐτό τό πρᾶγμα εἶναι γνωστό. Τί σημαίνει; Ὅτι εἶναι ἕνα σχῆμα. Ὅπως ἀκριβῶς ἔχομε τίς νιφάδες τοῦ χιονιοῦ. Ἔχουνε σχήματα. Πέφτουν αὐτά πάνω καί κάνουν τίς μάζες τοῦ χιονιοῦ, εἶναι κρύσταλλα γεωμετρικά, καί ὅταν βγεῖ ὁ ἥλιος λιώνουν καί περνοῦν. Ἔτσι εἶναι αὐτά πού λέμε τώρα. Αὐτό τό θέμα «ἄρσεν-θῆλυ» εἶναι ἕνα σχῆμα. Θά μοῦ πεῖτε, τί σχῆμα εἶναι αὐτό; Τοῦ παρόντος αἰῶνος. Δηλ. ὁ Θεός ἐγνώριζε ὅτι αὐτό τό πλᾶσμα πού θά ἔκανε κατά τήν εἰκόνα του, αὐτό τό πλᾶσμα θἄπεφτε. Θά ἁμάρτανε. Θά ἀστοχοῦσε. Καί θά ξέφευγε ἀπό τόν προορισμό του. Καί συνεπῶς θά ἀπέθνησκε. Θά εἰσήγετο ὁ θάνατος. Κι’ ἐπειδή τό σύμπαν ἔγινε γιά τόν ἄνθρωπο, καταλαβαίνετε ὅτι ὁλόκληρη ἡ δημιουργία θά ματαιοῦτο. Ἀλλά ὁ Θεός δέν θέλει νά ματαιωθεῖ ἐκεῖνο τό ὁποῖο δημιουργεῖ. Δέν θέλει ὅμως καί νά ἀλλάξει. Πώ, πώ, καταπληκτικό, σέ ποιό βαθμό φτάνει, αὐτό πού λέμε, ὁ Θεός ἀφήνει τά περιθώρια τῆς ἐλευθερίας. Εἶναι κάτι πού δέν μποροῦμε νά τό συλλάβουμε. Δέν περιορίζει τήν ἐλευθερία. Ἐνῶ ὁ Θεός γνωρίζει ὅτι ὁ Ἀδάμ θά πέσει, τί κάνει; Οἰκονομεῖ ἕνα ἄλλο σχέδιο. Τί οἰκονομεῖ; Οἰκονομεῖ τό σχῆμα «ἄρσεν-θῆλυ». Καί φυσικά μέ τό σχῆμα «ἄρσεν-θῆλυ» μπαίνει μιά ὁλόκληρη περιπέτεια. Εἶναι ἡ περιπέτεια τῆς Ἱστορίας! Ὅ,τι λέμε Ἱστορία. Τί εἶναι ἡ Ἱστορία; Πόλεμοι, ἀνακατοσοῦρες, ἀνακατατάξεις τῶν λαῶν, ὅλα αὐτά. Ὅλη ἡ περιπέτεια τῆς Ἱστορίας ἀρχίζει ἀπό τό στοιχεῖο τῆς ἐλευθερίας. Δέν τό βγάζει ὁ Θεός, τό ἀφήνει. Εἶναι καταπληκτικό! Ἀλλά, αὐτό τό σχῆμα «γάμος», «ἄρσεν-θῆλυ», δέν μπορεῖ νά μείνει γιά πάντα. Θά περάσει. Γι’ αὐτό, ὅταν θ’ ἀναστηθοῦν οἱ νεκροί καί θά κρίνει ὁ Θεός τόν κόσμο, τούς ἀνθρώπους, τότε δέν θά ὑπάρχει πιά ὁ γάμος. Τό σχῆμα αὐτό «ἄρσεν-θῆλυ», μέ τήν χρήση του, ἐννοεῖτε, δέν θά ὑπάρχει. Γι’ αὐτό σαφῶς ὁ Κύριος εἶπε, ὅτι στήν βασιλεία τοῦ Θεοῦ, οὔτε παντρεύονται, οὔτε νυμφεύονται. Ἀλλά εἶναι ὅπως οἱ ἄγγελοι. Ὅταν λέγει «ὅπως οἱ ἄγγελοι» δέν ἐννοεῖ ὅτι δέν θά ἔχουμε ἀνθρώπινο σῶμα. Διότι οἱ ἄγγελοι δέν ἔχουνε σῶμα. Θά ἔχουμε σῶμα, θ’ ἀναστηθεῖ τό σῶμα μας. Ἀλλά θά ζοῦμε ὅπως οἱ ἄγγελοι. Κι’ ἐνῶ οἱ ἄγγελοι δέν ἔχουν φῦλο, γιατί δέν ἔχουν σῶμα, σημαίνει, κι’ ἐμεῖς θά ζοῦμε σάν νά μήν ὑπάρχει τό φῦλο. Αὐτό τό φῦλο «ἄρσεν-θῆλυ». Σάν νά μήν ὑπάρχει αὐτό τό σχῆμα. Στήν βασιλεία τοῦ Θεοῦ, λοιπόν, δέν θά ὑπάρχει. Εἶναι φανερό συνεπῶς ὅτι ὁ γάμος εἶναι ἕνα σχῆμα. Ἀφοῦ μέ τήν περιπέτεια αὐτή ξαναγυρίζομε σέ κεῖνο πού ἀρχικά ὁ Θεός θά ἔκανε τόν ἄνθρωπο ἐάν δέν ἔπεφτε. Ποιό; Τοῦ νά μήν ὑπάρχει ὁ γάμος. Ἄν μοῦ πεῖτε, καί πῶς θά ἐπολλαπλασιάζοντο οἱ ἄνθρωποι; Ἄ, στό θέμα αὐτό ἐρωτοῦμε πάντοτε ὑπό τό πρίσμα τῆς πτώσεως. Ὅπως ὁ Θεός ἔκανε τόν πρῶτο ἄνθρωπο, ὅπως ἔκανε καί τό δεύτερο ἄνθρωπο, θά μποροῦσε νά κάνει ὅλους τούς ἀνθρώπους. Ὅπως ἔγιναν καί οἱ ἄγγελοι. Οἱ ἄγγελοι δέν γεννήθηκαν ὁ ἕνας ἀπό τόν ἄλλον. Οἱ ἄγγελοι δημιουργήθηκαν. Γιά τόν Θεό ὑπάρχει κάτι πού εἶναι δύσκολο; Ἤ ἀδύνατο; Ἄρα, ἐάν οἱ ἄνθρωποι δέν ἔπεφταν, ὁ γάμος δέν θά ὑπῆρχε. Νά γιατί, ἀφοῦ εἶναι σχῆμα τοῦ παρόντος αἰῶνος, δέν πρέπει νά στηριζόμαστε καί νά λέμε ὅτι εἶναι τό πᾶν στή ζωή μας. Εἶναι λάθος αὐτό, ὅταν τό κάνουμε. Ἀλλά, καί κάτι ἀκόμη. Κάτι πού εἶναι πολύ μεγάλο, καί τό ὁποῖο, ἐάν καταλάβουμε, τότε θά βλέπουμε τόν ἄλλον ἄνθρωπον πολύ διαφορετικά. Καί τόν ἑαυτό μας τόν ἴδιο. «Καί ἐποίησεν ὁ Θεός τόν ἄνθρωπον, κατ’ εἰκόνα Θεοῦ ἐποίησεν αὐτόν». Τό τεράστιο αὐτό θέμα, τό κεντρικό, τό θεμελιῶδες, τό βασικόν θέμα! Ὅτι ὁ Θεός ἔκανε τόν ἄνθρωπο κατ’ εἰκόνα δική του. Τό ἄρσεν καί θῆλυ δέν ἔχει καί πάρα πολύ ἀξία καί σημασία. Αὐτό ἔχει ἀξία καί σημασία. Τό κατ’ εἰκόνα! Τί σημαίνει «κατ’ εἰκόνα;». Ἤ μᾶλλον πρίν προχωρήσουμε νά δοῦμε τί σημαίνει «κατ’ εἰκόνα», γιά νά δοῦμε πῶς τό ἐκφράζει ἐδῶ ἡ Ἁγία Γραφή, γιατί κάτι λέει, τό ὁποῖον ὅμως παρακάτω παραλείπει. Ὅταν ὁ Θεός τρόπον τινά ἀποφασίζει νά κάνει τόν ἄνθρωπο λέει: «ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ’ εἰκόνα ἡμετέραν καί καθ’ ὁμοίωσιν». (Γένεσις, κεφ. 1, 26) Ἄς δημιουργήσουμε ἄνθρωπον, πού νά εἶναι σύμφωνα μέ τή δική μας εἰκόνα καί μέ τή δική μας ὁμοίωση. Αὐτό ἀναφέρεται στήν «σκέψη» τοῦ Θεοῦ. Τή λέξη «σκέψη» τήν βάζω ἐντός εἰσαγωγικῶν. Γιατί σᾶς εἶπα ὅτι ὁ Θεός δέν ἔχει σκέψη. Εἶναι ἐντελῶς ἀνθρωποπαθής ἔκφραση. Παρακάτω βρίσκομε τήν ἐκτέλεση τῆς σκέψης τοῦ Θεοῦ. «Καί ἐποίησεν ὁ Θεός τόν ἄνθρωπον κατ’ εἰκόνα Θεοῦ ἐποίησεν αὐτόν». Ἄ, κατ’ εἰκόνα Θεοῦ. Τό «καθ’ ὁμοίωσιν;». Τό «καθ’ ὁμοίωσιν» δέν ἀναφέρεται. Γιατί; Μήπως μετενόησε ἐν τῶ μεταξύ ὁ Θεός, καί ἀντί νά δημιουργήσει μέ αὐτά τά δύο στοιχεῖα, ἔβαλε μόνο τό ἕνα καί ἀφήρεσε τό ἄλλο; Ὄχι. Γιά νά τό δοῦμε, λοιπόν, αὐτό, πού εἶναι τόσο σπουδαῖο καί τόσο μεγάλο θέμα.

Τί σημαίνει τό «καθ’ ὁμοίωσιν».

  Τί εἶναι τό «καθ’ ὁμοίωσιν;». Τό ὁποῖον μοιάζει ὅτι παραλείπεται. Δέν παραλείπεται. Ἁπλῶς δέν ἀναφέρεται. Καί δέν ἀναφέρεται διότι ἀποτελεῖ μιά δυνατότητα στόν ἄνθρωπο, ὥστε ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος νά δουλέψει πάνω σ’ αὐτό. Ἐνῶ τό «κατ’ εἰκόνα» εἶναι δεδομένο, χωρίς νά χρειάζεται ὁ ἄνθρωπος νά δουλέψει πάνω σ’ αὐτό. Γιά νά τό καταλάβετε. Ὁ πατέρας σας σᾶς χαρίζει ἕνα χωράφι. Τό χωράφι αὐτό ἔχει τήν δυνατότητα νά καρποφορήσει. Ἐάν ὅμως ἐσεῖς τό καλλιεργήσετε καί τό σπείρετε. Τοῦ ὅτι σᾶς χαρίζεται τό χωράφι, εἶναι κάτι πού ἀνήκει στόν πατέρα σας. Εἶναι θέμα τοῦ πατέρα σας. Δέν δουλέψατε γιά νά τό ἀποκτήσετε τό χωράφι ἐσεῖς. Τό νά καλλιεργηθεῖ τό χωράφι καί νά ἀποδώσει καρπό εἶναι θέμα δικό σας. Ὁ Θεός σέ κάθε βῆμα προσφέρει. Πάντοτε ὅμως ἀφήνει ἕνα περιθώριο νά προσφέρει καί ὁ ἄνθρωπος. Παιδαγωγικό στοιχεῖο αὐτό. Σήμερα οἱ γονεῖς θέλουν νά προσφέρουν τά πάντα στά παιδιά τους καί τά παιδιά νά μήν προσφέρουν τίποτε. Ὅταν βλέπω καμμιά φορά, ὅταν βλέπω, τόν μπαμπά, νά πηγαίνει τό παιδί του στό σχολεῖο, καί νά κρατάει τήν τσάντα ὁ μπαμπάς! Ἄνθρωπε τοῦ Θεοῦ, δῶσε τήν τσάντα στό παιδί σου νά τήν κρατήσει καί νά τό χαρεῖ. Δέν τοῦ εἶναι ἀρκετό τό ὅτι τοῦ ἀγόρασες τήν τσάντα; Τώρα δικό του θέμα εἶναι νά κρατήσει τήν τσάντα. Τήν κρατᾶς ἐσύ; Κοιτάξτε στοιχεῖο! Λεπτό, θά μοῦ πεῖτε, ε; Παρονυχίδα. Ἐνδεικτικό ὅμως. Ἔ, λοιπόν, ὁ Θεός, ποτέ, μά ποτέ δέν προσφέρει τίποτε χωρίς νά μήν ζητήσει καί κάτι ἀπό τόν ἄνθρωπο. Ὅταν δίδει ὅλα τά φροῦτα τοῦ παραδείσου καί τούς καρπούς, τί λέγει; Ἀπ’ αὐτό τό δένδρο δέν θά δοκιμάσεις. Ἀλλά, σᾶς εἶπα εἶναι πολλά. Ἕνα θά σᾶς πῶ στήν Κ.Δ. πού εἶναι θεμελιῶδες. Εἶναι κεντρικό. Λέγει θά σοῦ δώσω τό σῶμα μου καί τό αἷμα μου νά κοινωνήσεις. Ἄκουσε! Τό σῶμα μου καί τό αἷμα μου. Εἶναι μεγάλο αὐτό; Τρομακτικά μεγάλο. Ἀπέραντα μεγάλο. Ἀσύλληπτα μεγάλο. Θέλω ἀπό σένα κάτι. Νά ζυμώσεις πρόσφορο. Καί νά πατήσεις σταφύλια στό λινό, στό πατητήρι, νά μοῦ φέρεις κρασί. Εἶναι δύσκολο; Μπροστά σέ κεῖνο πού σοῦ δίνω ἐγώ; Ἔ, λοιπόν, δέν θά σοῦ δώσω τό σῶμα μου καί τό αἷμα μου, ἐάν δέν μοῦ φέρεις κρασί καί ψωμί, πού θά κοπιάσεις. Λοιπόν. Ἐγώ θά σοῦ δώσω τό «κατ’ εἰκόνα». Εἶναι ἡ προῖκα σου. Ὅταν λέμε, γεννήθηκε ἕνας ἄνθρωπος, σημαίνει εἶναι κατ’ εἰκόνα Θεοῦ. Θέλει δέν θέλει. Τό «καθ’ ὁμοίωσιν;». Τό «καθ’ ὁμοίωσιν» εἶναι δικό σου τώρα θέμα. Σοῦ δίνει τήν δυνατότητα νά δουλέψεις ἐσύ ἐπάνω στό χωράφι τοῦ «κατ’ εἰκόνα», γιά νά ὁμοιάσεις τοῦ πρωτοτύπου σου. Τίνος; Τοῦ Θεοῦ. Αὐτό θά πεῖ «καθ’ ὁμοίωσιν». Νά ὁμοιάσω τοῦ Θεοῦ. Λέγει ὁ Μ. Βασίλειος: «Τό μέν γάρ κατ’ εἰκόνα φύσει δέδοται ἡμῖν (διότι τό κατ’ εἰκόνα σέ μᾶς ἐδόθη φύσει, ἀπό φυσικοῦ), τό δέ καθ’ ὁμοίωσιν ἐκ προαιρέσεως καί οἴκοθεν κατορθοῦμεν ὕστερον». (Τό καθ’ ὁμοίωσιν, μέ τήν δική μας τήν προαίρεση, μέ τήν ἐλευθερία μας δηλ. τό κατορθώνομε κατοπινά). Εἶναι αὐτό πού ζητάει ὁ Θεός ἀπό μᾶς. Στήν Κ.Δ. αὐτό τό συναντοῦμε ὡς ἑξῆς. Ὁ Κύριος στήν ἐπί τοῦ ὄρους ὀμιλία του λέγει: «Ἔσεσθε οὖν ὑμεῖς τέλειοι, ὥσπερ ὁ πατήρ ὑμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς τέλειός ἐστιν». (Κατά Ματθαῖον, κεφ. 5, 48) Ἔσεσθε οὖν ὑμεῖς τέλειοι. Κοιτάξτε. Ζητάει νά γίνουμε τέλειοι. Ὅπως ὁ πατήρ σας στόν οὐρανό εἶναι τέλειος. Τί σημαίνει αὐτό; Σημαίνει πρέπει νά ὁμοιάσετε τοῦ Θεοῦ. Ὅπως ὁ πατήρ σας. Ἄρα λοιπόν, τό καθ’ ὁμοίωσιν εἶναι κάτι πού ζητάει ὁ Θεός. πραγματικά ἀπό μᾶς. Εἶναι ἔργο δικό μας. Ὀφείλομε ἐμεῖς πραγματικά νά δουλέψουμε στόν τομέα αὐτό. Μήν νομίσετε ὅτι αὐτά πού λέμε ἐδῶ εἶναι θεωρία. Αὐτό πού λέμε «δογματική πορεία, δογματικό ἔδαφος», μήν νομίσετε πώς εἶναι μιά κατάσταση πού ἁπλῶς θά πρέπει νά ξέρουμε. Τό δόγμα καθορίζει τήν πράξη. Ὅπως καί ἡ θεωρία εἶναι καθοδηγητική. Μᾶς δείχνει τό δρόμο τί πρέπει νά πράξουμε, τί πρέπει νά κάνουμε. Ὅταν, λοιπόν, λέμε ἐδῶ ὅτι τό «καθ’ ὁμοίωσιν» ἀνήκει σέ μᾶς, καταλαβαίνετε τί σημαίνει αὐτό; Πρέπει ν’ ἀγωνιζόμαστε νά ὁμοιάσουμε τοῦ Θεοῦ. Νά γίνουμε Χριστομίμητοι. Νά μιμηθοῦμε τό Χριστό. Λέγει ὁ Ἀπ. Παῦλος: «Μιμηταί μου γίνεσθε καθώς κἀγώ Χριστοῦ». (Α΄Πρός Κορινθίους, κεφ. 11, 1) Νά μέ μιμηθεῖτε ὅπως κι’ ἐγώ μιμοῦμαι τόν Χριστόν. Αὐτό θά πεῖ ἀγωνίζομαι πραγματικά νά φθάσω στό καθ’ ὁμοίωσιν. Ἔχοντας τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ δέν ἐξασφαλίζω τήν βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Διότι ὅλοι οἱ κολασμένοι δέν θά φέρουν τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ; Θά εἶναι ὅμως στήν κόλαση. Ἐκεῖνο πού μοῦ ἐξασφαλίζει τήν βασιλεία τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι τό κατ’ εἰκόνα ἀλλά τό καθ’ ὁμοίωσιν. Διότι τό κατ’ εἰκόνα εἶναι κάτι πού μοῦ δόθηκε, ἐνῶ τό καθ’ ὁμοίωσιν εἶναι κάτι πού τό κέρδισα. Κάτι πού τό δούλεψα. Γι’ αὐτό ἄς προσέξουμε ὅλα αὐτά πού ἀκοῦμε νά τά κάνουμε πράξη. Ἀλλοιώτικα ὅλα αὐτά μένουν στεῖρα πράγματα γιά μᾶς.

Μέγα μυστήριο τό «κατ’ εἰκόνα».

   Καί ἔρχομαι τώρα στό «κατ’ εἰκόνα». Τί εἶναι τό «κατ’ εἰκόνα;» Μᾶλλον, ποῦ ἀναφέρεται τό κατ’ εἰκόνα Θεοῦ; Ἐδῶ θἄθελα νά προσέξετε λίγο, διότι ἴσως νά ὑπάρχει καί μία σύγχυση. Ὅταν λέμε τό κατ’ εἰκόνα στόν ἄνθρωπο, ποῦ ἀναφέρεται αὐτό τό κατ’ εἰκόνα; Διότι ἄν δοῦμε ποῦ ἀναφέρεται, ἴσως κάτι μποροῦμε νά ποῦμε, τί εἶναι. Ἀναφέρεται στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου; Ἀναφέρεται στό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου; Ἀναφέρεται καί στήν ψυχή καί στό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου; Ποῦ ἀναφέρεται; Ἐκεῖνο τό ὁποῖο ἴσως μπερδεύει πολλές φορές εἶναι τοῦτο: τό κατ’ εἰκόνα ἀποτελεῖ ἕνα μυστήριο. Ἕνα μυστήριο τό ὁποῖο δέν μποροῦμε εὔκολα νά τό ἐπισημάνουμε, σάν μυστήριο πού εἶναι. Λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης: «Ἀθεώρητος ἡ τοῦ ἀνθρώπου φύσις». Ἡ φύσις, λέγει, τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἀθεώρητος. Δηλ.; Δέν μπορούμε νά τή δοῦμε. Λέμε σ’ ἕναν ἄνθρωπο, μέ βλέπεις; Καί μᾶς λέει, σέ βλέπω. Τοῦ λέμε κι’ ἐμεῖς, σέ βλέπω κι’ ἐγώ. Καί τί βγῆκε ἀπ’ αὐτό; Τίποτα! Ὅταν ἔχω ἕνα ἀντικείμενο, πάρετε ἕνα μέταλλο, τό βλέπομε; Τό βλέπομε. Τί εἶναι αὐτό; Εἶναι ἕνα μέταλλο. Εἶναι σίδηρος. Δέν τό βλέπεις! Διότι δέν βλέπεις τίποτα ἀπ’ αὐτό πού εἶναι ὁ σίδηρος. Ἐάν θἄπρεπε νά ἐρευνήσει, νά ἰδεῖ, τί εἶναι, τότε θά ἔλεγες πράγματι ὅτι δέν βλέπεις τίποτα. Διότι αὐτό, ὁ σίδηρος, ἀποτελεῖται ἀπό ἄτομα τῆς ὕλης. Ὁ σίδηρος εἶναι ἁπλοῦν σῶμα. Καί ἀποτελεῖται ἀπό τόν πυρῆνα καί τά ἠλεκτρόνια πού γυρίζουν γύρω ἀπό τόν πυρῆνα. Ὑπάρχουν τρομακτικά κενά, καί ἀκόμη, ἐνῶ μοιάζει ὅτι ἡ σύνδεση τῶν ἀτόμων εἶναι σκληρή, διότι δέν μπορῶ νά σπάσω ἕνα σίδηρο ὅμως ὑπάρχει μία χαλαρή, ὀπτικῶς, σχέση ἀνάμεσα σ’ αὐτά. Δηλ. τό ἕνα εἶναι πάρα πολύ μακριά ἀπό τό ἄλλο. Ἐκεῖνο πού τό κάνει νά εἶναι δεμένο καί νά εἶναι σκληρό, εἶναι οἱ ἑλκτικές δυνάμεις πού ὑπάρχουν. Αὐτά δέν τά βλέπω. Οὔτε τά εἶδα ποτέ. Δέν ὑπάρχει δυνατότητα μικροσκοπίου νά τά δῶ. Διότι καί τό μικροσκόπιο εἶναι φτιαγμένο μέ ὕλη καί δέν μπορῶ ποτέ νά φθάσω νά ἰδῶ τήν ὕλη. Ἐάν, λοιπόν, λέγω, τό εἶδα τό σίδηρο, δέν εἶδα τίποτα. Πόσο περισσότερο ὅταν λέω, τόν βλέπω τόν ἄνθρωπο. Δέν εἶδα τίποτε ἀπό τόν ἄνθρωπο. Ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά δει τόν ἑαυτό του. Ξέρετε τί λέμε; Ὑπάρχει ψυχή; Ἤ δέν ὑπάρχει ψυχή; Κι’ ἄν ὑπάρχει εἶναι θνητή ἤ ἀθάνατη; Κι’ ἄν εἶναι ἀθάνατη, τί γίνεται; Ἀδελφέ μου, σύ πού φέρεις τήν ψυχή, δέν καταλαβαίνεις, δέν ξέρεις τί μπορεῖ νά συμβαίνει μέ τόν ἑαυτόν σου; Δέν ξέρουμε. Νά γιατί εἶναι μυστήριο ὁ ἄνθρωπος. Εἶναι μυστήριο. Βέβαια, ὅπως θά δοῦμε, καί τό σῶμα του εἶναι πολυπλοκότατο. Ὁ ἄνθρωπος ὅσο νά ἀσχοληθεῖ μέ τό ἀνθρώπινο σῶμα, ὅσα πράγματα κι’ ἄν μάθει, πάντα θά μένει ἕνα μυστήριο τό ἀνθρώπινο σῶμα. Στήν Ἰατρική ἐννοῶ. Πόσο μᾶλλον αὐτός οὗτος ὁ ἄνθρωπος, ὁλόκληρος μέ τήν ψυχή του. Πάντα ἕνα μυστήριο. Εἶναι ἀκριβέστατο αὐτό πού εἶπε ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης. «Ἀθεώρητος ἡ τοῦ ἀνθρώπου φύσις». Εἶναι πραγματικά ἀθεώρητη. Ὄχι δυσθεώρητη· ἀθεώρητη. Δέν μπορεῖς νά τήν δεῖς τήν ἀνθρώπινη φύση. Ἀφοῦ, λοιπόν, δέν μπορεῖς νά τήν δεῖς, τότε πῶς μπορεῖς νά κρίνεις, τί εἶναι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ; Ξέρετε, γιατί ξέρομε ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ; Μᾶς ἀπεκαλύφθη! Ἐμεῖς οὐδέποτε θά τό βρίσκαμε. Ξέρετε, γιατί ξέρομε ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἔχει ψυχή; Μᾶς ἀπεκαλύφθη. Ξέρετε, γιατί ξέρομε ὅτι ἡ ἀνθρώπινη ψυχή εἶναι ἀθάνατη; Μᾶς ἀπεκαλύφθη. Ἀλλοιώτικα, ποιός μπορεῖ ν’ ἀπαντήσει ἄν ἔχω ἤ δέν ἔχω ψυχή, κι’ ἄν αὐτή ἡ ψυχή εἶναι θνητή ἤ ἀθάνατη. Μᾶς ἀπεκαλύφθησαν αὐτά. Καί δέν μπορῶ ποτέ πραγματικά νά τά μάθω ἐάν δέν μοῦ τά ἀποκαλύψει ὁ Θεός. Ποιός; Ὁ Θεός! Γιατί ὁ Θεός; Διότι ὁ Θεός εἶπε νά γίνω. Συνεπῶς μόνο ὁ Θεός γνωρίζει ποιός εἶμαι ἐγώ. Κανείς δέν μπορεῖ νά μοῦ πεῖ ποιός εἶμαι, παρά μόνο ὁ Θεός. Μόνο ἐκεῖνος μπορεῖ νά δεῖ τήν ἀνθρώπινη μου φύση, ἡ ὁποία εἶναι σ’ αὐτόν γνωστή. Σέ μένα, ἀθεώρητος! Ἄγνωστη! Τότε, λοιπόν, τί εἶναι τό «κατ’ εἰκόνα;». Καί ποῦ ἀναφέρεται; Στούς πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας καί μέ βάση πάντα τήν Ἁγία Γραφή, ἄλλοτε μέν ἀναφέρεται ἡ εἰκόνα στήν ψυχή· καί εἶναι ἡ λογική καί ἡ ἐλευθερία. Ἄλλοτε ἀναφέρεται στό σῶμα. Καί ἄλλοτε ἀναφέρεται καί στά δύο. Δηλ. σ’ ὁλόκληρο τόν ἄνθρωπο. Ἄν ὅμως θέλετε νά προσέξουμε λιγάκι τό κείμενο, θά μᾶς τό πεῖ. Ἀκούσατέ το: «Καί ἐποίησεν ὁ Θεός τόν ἄνθρωπον, κατ’ εἰκόνα Θεοῦ ἐποίησεν αὐτόν».Ἔκανε ὁ Θεός τόν ἄνθρωπο σύμφωνα μέ τήν δική του εἰκόνα! Ἄ, λοιπόν, τόν ἄνθρωπο ἔκανε σύμφωνα μέ τήν δική του εἰκόνα. Δέν λέγει, τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου. Δέν λέγει, τό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου. Ἀλλά λέγει τόν ἄνθρωπο. Ὥστε, λοιπόν, ἡ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ εἶναι σέ ὁλόκληρο τόν ἄνθρωπο. Αὐτό βέβαια, θά παραξενεύει ἐκείνους πού ἔχουν μελετήσει το θέμα. Θἄλεγε κάποιος δηλ., ὅταν λέγει ὅτι ὁ Θεός ἔκανε τόν ἄνθρωπο κατ’ εἰκόνα Θεοῦ ἐποίησεν αὐτόν, ἡ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ εἶναι στόν ἄνθρωπο, καί στό σῶμα καί στήν ψυχή; Ὁ Θεός ἔχει σῶμα; Ἐδῶ τώρα εἶναι ἡ ἀπορία. Ὁ Θεός ἔχει σῶμα. Λοιπόν ὁ Θεός δέν ἔκανε τόν ἄνθρωπο κατά τήν δική του εἰκόνα ἁπλῶς, ἀλλά κατά τήν εἰκόνα τήν Θεανθρωπίνη του. Ἐδῶ εἶναι το θέμα. Προσέξτε! Ποιός μᾶς ἔφτιαξε; Μᾶς ἔφτιαξε ὁ Θεός Λόγος! Χωρίς αὐτοῦ, λέγει ὁ Εὐάγγ. Ἰωάννης, «οὐδέ ἕν γέγονεν ὅ γέγονεν». Τίποτα δέν ἔγινε ἀπ’ ὅτι ἔγινε στόν κόσμο αὐτό χωρίς τόν Χριστό. Πολύ παραπάνω ἐγώ ὁ ἄνθρωπος. Ποιός μ’ ἔφτιαξε; Ὁ Θεός Λόγος. Ὅταν μέ ἔφτιαξε, τί μοντέλο εἶχε; Τόν ἑαυτό του! Ἐκεῖνο πού θά ἔπαιρνε κάποτε. Ἀνεξάρτητα ἄν ὁ ἄνθρωπος ἁμάρτανε ἤ δέν ἁμάρτανε. Καί ποιό εἶναι τό μοντέλο αὐτό; Εἶναι αὐτό πού ἔκανε τόν Ἀδάμ. Δέν ἔχει καμμία σχέση ὅτι ὁ Ἀδάμ προηγεῖται ἱστορικά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Αὐτό τό μοντέλο πού εἶχε στό νοῦ του, ἄς μοῦ ἐπιτραπεῖ νά τό πῶ ἔτσι, ὁ Θεός Λόγος τό πῆρε ἀργότερα. Ὥστε δέν ἔγινε ὁ Ἰησοῦς Χριστός κατά τήν εἰκόνα τοῦ Ἀδάμ ἄνθρωπος, ἀλλά ἔγινε ὁ Ἀδάμ κατά τήν εἰκόνα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Κατά τό μοντέλο ἐκεῖνο πού θά ἐγίνετο ὁ Θεός Λόγος ἄνθρωπος. Ὥστε, λοιπόν, νά γιατί ἀναφέρεται ἡ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ σ’ ὁλόκληρο τόν ἄνθρωπο. Μέ ἄλλα λόγια εἴμαστε ἡ εἰκόνα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ! Λέγει ἡ Ἁγία Γραφή: «... τοῦ Χριστοῦ, ὅς ἐστιν εἰκών τοῦ Θεοῦ». (Β΄ Πρός Κορινθίους, κεφ 4, 4) Εἴμεθα ἐμεῖς εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος Χριστός εἶναι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Ἄρα ἐμεῖς τί εἴμαστε; Εἰκόνα εἰκόνος! Ἀλλά ἡ Ἁγία Γραφή λέγει ὅτι γινήκαμε κατά τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Κατ’ εἰκόνα Θεοῦ ἐποίησεν αὐτόν. Αὐτό πῶς τό ἐννοοῦμε; Θέλω νά προσέξετε πολύ στό σημεῖο τί θά πεῖ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο. Θά δοῦμε τρία πράγματα, τά ὁποῖα θά ἀναλύσουμε λεπτομερῶς. Τήν δομή τοῦ ἀνθρώπου, τόν προορισμό τοῦ ἀνθρώπου καί τήν καταγωγή τοῦ ἀνθρώπου. Καί αὐτά εἶναι τά τεράστια καί τά μεγάλα, Τά ὁποῖα ἀναδεικνύουν τή βασιλική γενιά τοῦ ἀνθρώπου.

13-2-1983


15η ομιλία στην κατηγορία « Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία ».

Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
" Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία " εδώ ⬇️
http://arnion.gr/index.php/p-thanasios-mytilina-os/milies-p-thanasiou/palaia-diauhkh/xristianikh-kosmologia-anurvpologia
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40pgmRsIiRCioth8a5E4bM7r

🔸Λίστα ομιλιών της σειράς «Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία.».🔻
https://drive.google.com/file/d/1PKTpnYb1nptUbWKH5jo6DJwk7IVel9BA/view?usp=drivesdk

🔸📜 Απομαγνητοφωνημενες ομιλίες της σειράς «Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία.».🔻
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/search/label/%F0%9F%94%B9%CE%A7%CF%81%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B9%CE%B1%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%AE%20%CE%9A%CE%BF%CF%83%CE%BC%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1%20~%20%CE%91%CE%BD%CE%B8%CF%81%CF%89%CF%80%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1.?m=1

🔸Επεξηγηματικό βίντεο Ασπάλαθου.
https://youtu.be/8tNfAHRkTCk

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️
https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__
https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ!