10 Δεκεμβρίου 2021

Ὁ χιαστί τρόπος τῶν συζύγων. Ἡ ἐπέμβασις τῶν γονέων στά νέα ζεύγη.

†.Ὁ Τωβίας καί ἡ Σάρρα ἔκαναν ἐκείνη τήν θαυμασίαν προσευχήν, βεβαίως περίληψις εἶναι ὅπως μᾶς τήν καταγράφη ἐδῶ ὁ ἱερός συγγραφεύς καί ἡ ὁποία μᾶς δίδει ἕνα σκελετό θαυμασίων θέσεων ἁγιογραφικῶν, θεολογικῶν, ἀνθρωπολογικῶν, πῶς ἀκριβῶς δύναται νά κινῆται ὁ γάμος, δηλαδή ἕνας γάμος ἐν Θεῷ· διότι ἕνας γάμος πού δέν εἶναι ἐν Θεῷ, τότε ἑπόμενον εἶναι νά ἀναζητήση κανείς πολύ γρήγορα τά στοιχεῖα τῆς φθορᾶς καί τῆς διαλύσεως. Γι’ αὐτό ἀκριβῶς αὐτή ἡ προσευχή τοῦ ζεύγους Τωβία καί Σάρρας θά μποροῦσε νά γραφῆ σ’ ἕνα χαρτί καί νά γίνη κορνίζα καί νά μπῆ μέσα σέ κάθε οἰκογένεια νά τήν μελετοῦν συχνά οἱ σύζυγοι καί νά βλέπουν σάν ἕνα εἶδος ὁδηγοῦ πλεύσεως εἰς τό πέλαγος τοῦ βίου τούτου.

    Καί ἀφοῦ ἔκαναν τήν προσευχή τους καί εἶπε ἡ Σάρρα τό «ἀμήν» καί πού στό τέλος ἐζήτησε ὁ Τωβίας νά συγκαταγηράση μαζί της, ἔπεσαν καί κοιμήθηκαν ἥσυχα καί εἰρηνικά˙ καί ἐκοιμήθησαν ἀμφότεροι τήν νύχτα βέβαιοι ὅτι ὁπωσδήποτε ὁ Θεός θά τούς ἐλεοῦσε. Διότι τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ ἐπεκλήθησαν καί εἶχαν ἐμπιστοσύνη στήν ἀγάπη Του καί στήν πρόνοιά Του.

   Ἀλλά ἐνῶ εἶχε δείξει μία κάποια πίστι καί ὁ Ραγουήλ ὁ πατέρας τῆς Σάρρας καί εἶχε εὐχηθεῖ καί εἶχε πεῖ «παιδί μου, εὔχομαι ὁ Θεός νά σᾶς ἐλέηση» καί τά λοιπά, ἀφοῦ εἶχε πεῖ βεβαίως τήν ἀλήθεια τῆς περιπετείας τῆς κόρης του, ὅμως χωρίς νά θέλωμε νά τόν κατηγορήσωμε ὅτι ἔδειξε μίαν ἀπιστία -ὅμως ὁ ἄνθρωπος ἤτανε παθών, σκεφθεῖτε πόσοι ἐπέρασαν καί ὅλοι εἶχαν πεθάνει- γι’ αὐτό ἀκριβῶς τό λόγο χωρίς καθόλου νά μᾶς παραξενέψη ἤ νά τόν κατηγορήσωμε, ὅπως σᾶς εἶπα, ἐσηκώθηκε ξημερώματα καί λέγει εἰς τήν γυναῖκα του: «Στεῖλε μία ὑπηρέτρια νά κοιτάξη στό δωμάτιο, τί γίνεται; Πέθανε;» «καί ἰδέτωσαν εἰ ζῇ˙ εἰ δέ μή, ἵνα θάψωμεν αὐτόν, καί μηδείς γνῷ.» (Τωβ. 8, 12)

   Διότι πραγματικά τί ἔκανε ὁ Ραγουήλ; Μόλις αὐτοί ἐκοιμήθηκαν ἐπῆρε κάποιους δούλους του καί πῆγαν ἔξω στόν κῆπο κι ἔσκαψε ἕνα λάκκο λέγοντας ὅτι ὅ,τι συνέβη καί εἰς τό παρελθόν, θά συμβῆ τώρα καί μέ τόν Τωβία. Βεβαίως σήμερα αὐτό τό πρᾶγμα δέν μποροῦμε εὔκολα νά τό καταλάβωμε: πῶς ἕνας ἐπισκέπτης μας μπορεῖ νά πεθάνη καί νά τόν θάψωμε καί νά μή πάρη κανείς εἴδησι. Ἄν λάβετε ὅμως ὑπ’ ὄψιν τήν ἐποχή ἐκείνη, καί μάλιστα ἕνας ἐπισκέπτης ὁ ὁποῖος μποροῦσε νά ἐμφανισθῆ σέ μία πόλι τήν προτεραία, τήν προηγούμενη μέρα καί τήν ἑπομένη νά ἐξαφανισθῆ. Ὑποτίθεται ὅτι μπῆκε στήν πόλι, ἔφυγε· ποιός τόν εἶδε, ποιός τόν ξέρει καί τά λοιπά. Ἔτσι ὁ θάνατός του θά ἔμενε μυστικό, θά τόν ἔθαπταν καί τίποτα ἄλλο. Καί τοῦτο διότι πλέον εἶχαν οἱ ἄνθρωποι ἀπαυδήσει βλέποντας ὅτι πεθαίνουν οἱ γαμπροί. Καί γιά νά μή δυσφημισθοῦν περισσότερο ὁ Ραγουήλ ἔτσι ἐσκέφθηκε: «Ἂν τόν βροῦν τό πρωΐ πεθαμένο τόν Τωβία, νά σκάψουν καί νά τόν θάψουν».

    Ὅταν ὅμως πῆγε ἡ ὑπηρέτρια τά ξημερώματα -ὁ λάκκος ἕτοιμος!- ἀντελήφθη ὅτι κοιμόντουσαν καί ἀνέπνεαν καί οἱ δυό. Καί τότε «ἀνοίξασα ἡ παιδίσκη τήν θύραν εὗρε τούς δύο καθεύδοντας˙» (Τωβ. 8, 13) καί βγῆκε καί λέγει ὅτι «ζεῖ ὁ Τωβίας».

    Ὅταν τό ἄκουσε αὐτό ὁ Ραγουήλ, διότι ἐκείνη ἡ βραδιά ἦταν ἡ κρίσιμη βραδιά, τότε δόξασε τόν Θεόν καί εἶπε τά ἑξῆς λόγια, τήν ἑξῆς προσευχή: «εὐλογητός εἶ σύ, ὁ Θεός, ἐν πάσῃ εὐλογίᾳ καθαρᾷ καί ἁγίᾳ, καί εὐλογείτωσάν σε οἱ ἅγιοί σου καί πᾶσαι αἱ κτίσεις σου, καί πάντες οἱ ἄγγελοί σου καί οἱ ἐκλεκτοί σου εὐλογείτωσάν σε εἰς τούς αἰῶνας. Εὐλογητός εἶ ὅτι ηὔφρανάς με, καί οὐκ ἐγένετό μοι καθώς ὑπενόουν, ἀλλά κατά τό πολύ ἔλεός σου ἐποίησας μεθ’ ἡμῶν. Εὐλογητός εἶ ὅτι ἠλέησας δύο μονογενεῖς˙ ποίησον αὐτοῖς, δεσπότα, ἔλεος, συντέλεσον τήν ζωήν αὐτῶν ἐν ὑγείᾳ μετ’ εὐφροσύνης καί ἐλέους.» (Τωβ. 8, 15-17)

   Αὐτήν τήν προσευχή εἶπε, παιδιά, ὁ Ραγουήλ. Εἶναι πολύ ὡραία προσευχή. Εἶναι μία δοξολογία πρός τόν Θεόν. Ὅταν λέγει: «σέ εὐλογῶ Κύριε, ἐν πάσῃ εὐλογίᾳ καθαρᾷ καί ἁγίᾳ» ἐννοεῖ μέ μία δοξολογικήν διάθεσιν ἐκ βαθέων. Εἶναι ἀκριβῶς ὅταν πηγαίνωμε νά ποῦμε τό «εὐχαριστῶ» μας εἰς τόν Θεόν γιά κάτι πού περάσαμε μεγάλη ἀγωνία, πολύ μεγάλη ἀγωνία. Καί ἐδῶ ἔρχεται ὁ Θεός νά γλιτώση. Καί ζῶντας αὐτά τά βιώματα τῆς ἀγωνίας καί τῆς σωτηρίας, δοξάζομε τόν Θεόν ἐκ βαθέων. Αὐτό θά πῆ ὅτι «ηὐλόγησεν τόν Θεόν μέ εὐλογία καθαρά καί ἁγία», δηλαδή εἶναι μία βαθιά δοξολογία. Καί ἀναφέρεται εἰς τό θέμα ὅτι καί οἱ δύο ἦταν μονογενεῖς. Καί ὁ Τωβίας ἦταν μονογενής καί θά πενθοῦσαν φυσικά οἱ γονεῖς του ἐάν ἐχάνετο, ἀλλά καί ἡ Σάρρα ἦταν μονογενής κόρη, μονογενές παιδί, ὁπότε θά ἔμεναν καί οἱ γονεῖς της στή θλίψι, ὅτι τελικά δέν μποροῦσε νά παντρευτῆ καί συνέβαινε αὐτό τό φοβερό δυστύχημα. Καί τώρα ἀφοῦ εὐχαριστεῖ τόν Θεόν, τόν παρακαλεῖ νά συντελέση εἰς τήν ζωήν τους, ὥστε νά τήν περάσουν μέ ὑγεία καί εὐφροσύνη καί ἔλεος.

   Βλέπετε τό θέμα τῆς ὑγείας καί τῆς εὐφροσύνης καί τοῦ ἐλέους εἶναι ὁπωσδήποτε πολύ ἀγαθά στοιχεῖα καί πολύ καλά. Εἶναι στοιχεῖα τά ὁποῖα δυνάμεθα νά ζητᾶμε εἰς τήν προσευχή μας. Μία οἰκογένεια ἡ ὁποία ξεκινάει νά συμπήξη τό πρόγραμμα καί τήν πορεία τῆς ζωῆς της ὁπωσδήποτε πρέπει νά ἔχη καί μία καλή ὑγεία.

   Μοῦ φαίνεται, σᾶς τό εἶχα πεῖ αὐτό, ὅτι ἄν δέν ὑπάρχη μία καλή ὑγεία ἤ τέλος πάντων ὑποφερτή ὑγεία, νά μήν ἀποφασίζωμε ποτέ ἕναν γάμον, διότι ὁ γάμος ἔχει φορτίο. Ἔχει φορτίο. Καί τόν ἑαυτό μας πρέπει νά σηκώσωμε, ἀλλά κι ἄλλα πράγματα πρέπει νά σηκώσωμε μέσα εἰς τόν γάμον. Κι ὅταν δέν ὑπάρχη μία σχετικῶς… σχετικῶς καλή ὑγεία, βέβαια ἀπόλυτη ὑγεία δέν θά βρῆ πουθενά κανείς, ἀλλά μία σχετικῶς καλή ὑγεία, ἐάν δέν ὑπάρχη αὐτή, σᾶς εἶπα, νά μή ἀποφασίζωμε ἕναν γάμον. Καί τό νά ζητοῦμε τήν ὑγείαν μέσα εἰς τόν γάμον ὁπωσδήποτε εἶναι ἕνα σπουδαῖο στοιχεῖο καί ἐπιζητητέο.

   Καί τότε ἔδωσε διαταγή ὁ Ραγουήλ νά χώσουν τόν λάκκον, νά τόν γεμίσουν, διότι ὁπωσδήποτε ὁ Θεός ἔδωσε τό ἔλεός Του. Καί τότε… ὤ! τί χαρά σέ ’κεῖνο τό σπίτι τοῦ Ραγουήλ! «καί ἐποίησεν αὐτοῖς» στούς νεονύμφους «γάμον ἡμερῶν δεκατεσσάρων.» (Τωβ. 8, 19)

   Γνωρίζομε ἀπό ἄλλα βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ὅτι ἡ ἑορτή τοῦ γάμου κρατοῦσε συνήθως ἑπτά ἡμέρες. Καί σέ μᾶς ἐδῶ στήν Ἑλλάδα ἀκόμη, ἴσως στά χωριά στήν ἐπαρχία γενικά -ὅταν λέμε ἐπαρχία ὄχι τίς  ἐπαρχιακές πόλεις, ἄλλα ἐννοοῦμε στά χωριά καί κυρίως πιό πολύ ἴσως στά ὀρεινά χωριά, καί μπορεῖ ἀκόμη στά νησιά- μπορεῖ ἀκόμη ὁ γάμος νά κρατάη κάπου τρεῖς μέρες συνήθως. Ξεκινάει ἀπό Παρασκευή, κάπου ἐκεῖ, καί τελειώνει Δευτέρα· ἄν γίνη βέβαια ὁ γάμος κάπου Κυριακή. Εἶναι δηλαδή ἕνα ἀρχαῖο ἔθιμο πού τό εἶχαν οἱ λαοί, ὄχι μόνον οἱ Ἑβραῖοι˙ οἱ Ἑβραῖοι τό εἴχανε ἑπτά ἡμέρες.

    Ἄλλα ἀπό τή μεγάλη του χαρά ὁ Ραγουήλ διπλασιάζει τίς ἡμέρες καί τίς κάνει ἀπό ἑπτά τίς κάνει δεκατέσσερες. Ἄλλα ὅμως, ὄχι μόνο θέλει νά χαρῆ τό γεγονός μένοντας ὁ γαμπρός στίς μέρες τῆς ἑορτῆς, ἄλλα ἤθελε καί κάτι ἄλλο. Διατηρεῖ κάποιους φόβους, ἴσως ἀδιοράτους φόβους ὁ Ραγουήλ. Δέν ξέρομε πολύ. Τό γεγονός εἶναι ὅτι ἐζήτησε ἀπό τόν Τωβία ἐνόρκως -τόν ὅρκισε- τί; Νά μή πάη αὐτός νά ζητήση τά χρήματα ἀπό τούς Ράγους τῆς Μηδίας, πού ἦταν καί ὁ ἀντικειμενικός σκοπός, ὁ τελικός σκοπός τοῦ ταξιδιοῦ. Διότι μή ξεχνᾶμε ὅτι ἐνῶ περνοῦσαν ἀπό τά Ἐκβάτανα γιά νά πᾶνε εἰς τούς Ράγους τῆς Μηδίας ἐκεῖ ἐστάθμευσαν, πού τοῦ εἶπε ὁ Ἀζαρίας, ὁ συνοδός, ὅτι ἐδῶ εἶναι κάποιοι συγγενεῖς σου καί θά μείνωμε καί λοιπά καί τοῦ εἶπε, τοῦ ἔκανε τό συνοικέσιο γιά τήν κοπέλα, ἄλλα ὁ τελικός σκοπός ἦταν νά φθάσουν εἰς τούς Ράγους τῆς Μηδίας, εἰς τόν Γαβαήλ, τόν συγγενή τοῦ πατέρα του καί νά πάρουν ἐκεῖνο τό ποσόν πού τοῦ εἶχε δώσει ὡς δανεικά, τά δέκα ἀργυρά τάλαντα. Τώρα τί κάνει ὁ Ραγουήλ; Διατηρεῖ φόβους. Εἶναι ἀκριβῶς αὐτό πού πολλές φορές λέμε, ὅταν κανείς εἶναι καμμένος ἀπό δυστυχήματα καί τά λοιπά, νά φοβᾶται… νά φοβᾶται καί τή σκιά του. Καί δέν τόν ἀφήνει τόν Τωβία νά πάη στό ταξίδι αὐτό. Καί τόν παρακαλεῖ πολύ καί τοῦ λέγει: «Στεῖλε τόν συνοδό σου, ὥστε ἐκεῖνος νά φέρη τά χρήματα, ἐσύ κάτσε ἐδῶ» καί τόν ἐδέσμευσε μέ τόν ὅρκον. Βεβαίως δέν ὁρκίστηκε ὁ Τωβίας. Τόν ὅρκισε ὁ Ραγουήλ, ὅπως εἶχε ὁρκίσει ὁ Ἀβραάμ τόν δοῦλο του τόν Ἐλεάζαρο ὅτι δέν θά ἔφερνε γυναῖκα ἀπό τήν γύρω περιοχή, ἀπό τήν Χαναάν, ἄλλα ἀπό τήν πατρίδα τους τήν γῆ Χαράν.

    Ὡστόσο, γιά νά μή τόν δυσαρεστήση τόν πεθερό του ὁ Τωβίας, ὁ ὁποῖος ἦταν ἕνα θαυμάσιο παιδί, ὅπως θά δοῦμε παρακάτω, πού θά φανῆ ἀκόμη περισσότερο ὁ χαρακτῆρας τοῦ Τωβία -θαυμάσιο παιδί!- γιά νά μή λυπήση, λοιπόν, τόν πεθερό του παρέμεινε, καί ἀνέθεσε εἰς τόν Ἀζαρια τόν συνοδό του καί τόν παρεκάλεσε καί τοῦ εἶπε: «Σέ παρακαλῶ πολύ, πάρε ἐσύ τό ἔγγραφον, δηλαδή ἐκείνη τήν ἀπόδειξι πού ἔχομε ἀπό τόν Γαβαήλ, καί πάρε καί δυό καμῆλες, πάρε καί ἕναν συνοδόν καί πηγαίνετε νά φορτώσετε τά χρήματα. Καί σέ παρακαλῶ πολύ, πάρε μαζί σου καί τόν Γαβαήλ, νά ’ρθη στό γάμο». Ἦταν συγγενής. Σημειώσατε δέ τό ταξίδι ἀπό τά Ἐκβάτανα μέχρι τούς Ράγους ἤτανε μόλις δύο ἡμέρες· μέ καμήλα δύο ἡμέρες. Δύο νά πᾶνε, δύο νά γυρίσουν καί μία ἡμέρα νά μείνουν, πού θά ἔμεινε ἐκεῖ ὁ συνοδός ὁ Ἀζαρίας, πέντε ἡμέρες ὅλο ὅλο. Πρέπει νά τοῦ εἶπε νά πάη στούς Ράγους τή δεύτερη μέρα τῶν γάμων. Ἡ ὅλη ἡ ἑορτή ἦταν δεκατέσσερες ἡμέρες, συνεπῶς θά ἐπρολάβαινε ἀρκετά ὁ Γαβαήλ νά ἔρθη στούς γάμους τοῦ ἀνεψιοῦ του.

    Ἔτσι κι ἔγινε˙ ὁ δέ πεθερός λέγει εἰς τόν γαμπρό του τόν Τωβία: «Ἔτσι νά κάμης παιδί μου, ὅπως σοῦ εἶπα, νά μείνης ἐδῶ· καί νά πάη ὁ συνοδός σου ἐκεῖ στούς Ράγους˙ καί ἀφοῦ πάρεις ἐκεῖνα πού θά σοῦ δώσω σάν προῖκα τότε νά πᾶς στό καλό, στόν πατέρα σου. «Καί τότε λαβόντα τό ἥμισυ τῶν ὑπαρχόντων αὐτοῦ πορεύεσθαι μεθ’ ὑγιείας πρός τόν πατέρα˙ καί τά λοιπά, ὅταν ἀποθάνω καί ἡ γυνή μου» (Τωβ. 8, 21)

   Γιά νά μείνωμε λίγο ἐδῶ εἰς τό σημεῖο αὐτό. Εἶναι ἕνα πάρα πάρα πολύ ἐνδιαφέρον σημεῖο. Ἀπ’ ὅ,τι εἴδαμε σ’ ὅλη τήν περικοπή δέν ἀντιληφθήκαμε πουθενά ὁ Τωβίας νά ζητήση προῖκα· πουθενά! Βλέπομε ὅμως ἐδῶ τόν Ραγουήλ ἀπό μόνος του νά δίδη τά μισά ὑπάρχοντά του. Φυσικά δέν εἶχε ἄλλα παιδιά, εἶχε μόνο τήν Σάρρα˙ καί συνεπῶς, ἀφοῦ εἶχε μόνο τήν Σάρρα, ὅλη ἡ διανομή δέν ἤτανε παρά ὅ,τι θά ἀφοροῦσε μόνο τήν κόρη του.

     Ἐδῶ παρατηροῦμε ὅτι αὐτό τό φαινόμενο τῆς προικοθηρίας εἶναι ἕνα φαινόμενο πού τά παλαιότερα χρόνια ἀπασχολοῦσε βεβαίως περισσότερο. Δυστυχῶς ὅμως καί στήν ἐποχή μας δέν ἔχει μειωθεῖ πολύ ἡ ἔντασίς του. Ὅταν ὁ γαμπρός ζητάη προῖκα καί ζητάη μάλιστα κάποτε πολλή μεγάλη προῖκα, ὅταν ἀντιληφθῆ ὅτι ὁ πεθερός δύναται νά δώση. Κι ἔτσι δίνει τήν ἐντύπωσι ὅτι δέν ἐνδιαφέρεται διά τήν κοπέλα, ἐνδιαφέρεται ὅμως γιά τά χρήματά της, αὐτό πληγώνει τήν κοπέλα. Ἒχω ἀκούσει πολλές φορές αὐτή τήν ἱστορία. Πολλές φορές! Καί βλέπετε νά σοῦ λέγη ἡ κοπέλα ὅτι -ὅταν μάλιστα παντρευτοῦν καί προχωρήσει ὁ γάμος των καί ἡ ζωή των καί ὑπάρχει κανένα συννεφάκι στόν ὁρίζοντα τῆς οἰκογενειακῆς ζωῆς, τότε ἡ γυναῖκα ἀναθυμᾶται τό -ὅτι ὁ σύζυγός της δέν τήν πῆρε αὐτήν γιατί τήν ἀγαποῦσε, ἄλλα διότι ἀπέβλεπε εἰς τά χρήματά της. Εἶναι… εἶναι φοβερό! εἶναι φοβερό! Διότι μιά κοπέλα αἰσθάνεται ὑποτιμητικά, αἰσθάνεται ὅτι αὐτή ἡ ἰδία δέν βρῆκε θέσι μέσα στήν καρδιά τοῦ συζύγου της, ἄλλα τά χρήματά της βρῆκαν θέσι στήν καρδιά τοῦ συζύγου. Ὑποτιμᾶται καί πληγώνεται· καί πολύ δικαιολογημένα.

   Δέν θά ἤθελα ποτέ νά πῶ νά ὑπάρχη ἤ νά μή ὑπάρχη ἡ προῖκα· αὐτό εἶναι ἕνα ἄλλο θέμα. Ἀλλά ἄν θά ἔπρεπε κάτι νά ποῦμε, θά λέγαμε ὅτι -χωρίς κανείς νά πῆ νά καταργηθῆ ὁλότελα ἡ προῖκα- δέν πρέπει ὅμως αὐτή νά ἀποτελῆ τό πρῶτο στοιχεῖο καί τό κριτήριο ἑνός γάμου· δέν πρέπει. Ἁπλούστατα ὅταν ἕνας νέος ἐνδιαφέρεται γιά μία κοπέλα, ἁπλῶς θέλει τήν κοπέλα. Τώρα κατά δικαιοσύνη ὁ πατέρας τί θά δώση εἰς τήν κοπέλα, σάν παιδί του πού εἶναι, αὐτό εἶναι ἕνα ἄλλο θέμα˙ καί βεβαίως ἐπειδή εἶναι παιδί του καί κοντά στό παιδί του ἀποκτᾶ κι ἄλλο ἕνα παιδί, τόν γαμπρόν, θά δώση φυσικά κατά δικαιοσύνη ἐκεῖνα πού θά ἀνήκουν στό παιδί του. Βεβαίως ἐάν ὁ γαμπρός ἔτσι πρέπει νά κινηθῆ, μέ μία ἀνωτερότητα θά πρέπη καί ὁ πεθερός νά κινηθῆ κατά μία ἀνωτερότητα καί δέν θά ἐκμεταλευτῆ τόν χαρακτῆρα τοῦ γαμπροῦ νά πῆ: «ἄ! αὐτός δέν ζήτησε, δέν βαριέσαι, ἄσε»· κι ἄν ἔχη κι ἄλλα παιδιά, νά φυλάξη τήν περιουσία μήπως οἱ ὑπόλοιποι γαμπροί ζητήσουν. Ὁπότε αὐτός θά εἶναι ἕνα θῦμα οὕτως εἰπεῖν, θά ἀδικηθῆ˙ αὐτό δέν εἶναι τίμιο.

    Ἕνας σωστός πατέρας πρέπει νά κρίνη σωστά καί πρέπει μᾶλλον νά ἐκτιμηθῆ ἡ συμπεριφορά ἑνός τέτοιου γαμπροῦ. Καί πρέπει ἀπό φιλοτιμία ἀκόμη ἔτσι τό πρᾶγμα νά γίνη· καί κατά δικαιοσύνη παιδιά, ἔτσι πρέπει.

   Γι’ αὐτό καί λέγει μόνος του ἐδῶ ὁ Ραγουήλ εἰς τόν Τωβία ὅτι θά σοῦ δώσω τά μισά ὑπάρχοντά μου, τή μισή μου περιουσία. Κάνει ἐντύπωσι πού λέγει τό ἤμισι τῶν ὑπαρχόντων; γιατί; Ἐδῶ ὑπάρχει φρόνησι. Διότι πρῶτα πρῶτα θά ἔφευγαν, δέν θά ἔμενε μαζί τους ἄν καί λίγο πιό κάτω βλέπομε ὅτι ἐκεῖνος, ὁ Ραγουήλ ὁ πεθερός του, ἤθελε νά μείνη, ἄλλα ἐπιμένει ὅμως ὁ Τωβίας νά φύγη. Καλῶς ἔπραξε. Ἦταν λόγοι συναισθηματικοί πού ἔπρεπε νά πάη στόν πατέρά του, ἄλλα καί διότι δέν ἔπρεπε νά μείνη ἐκεῖ μέ τόν πεθερό.

   Σᾶς εἶπα, ὑπάρχει πάντα ἕνας κίνδυνος, ὅταν ὁ γαμπρός μπαίνη μέσα στό σπίτι, ἐάν εἶναι βουλητικοί οἱ γονεῖς, εἶναι βουλητικοί ἄνθρωποι, ἔχουνε δηλαδή μεγάλην βουλητικότητα, τότε κυβερνοῦν οἱ γονεῖς τό σπίτι καί ὁ γαμπρός εἶναι τίποτα, δηλαδή εἶναι σάν νά μήν ὑπάρχη μέσα, δέν κυβερνάει ὁ γαμπρός. Τό νά μείνη ὁ γαμπρός μέσα στό σπίτι τῆς νύφης, ἄλλα οἱ γονεῖς νά μήν κυβερνοῦν τό σπίτι, νά εἶναι οἱ γονεῖς, ἁπλῶς οἱ γονεῖς πού θά ἔχουνε τήν πολυθρόνα τους καί τή γωνιά τους, αὐτό εἶναι πάρα πολύ σπουδαῖο καί δίκαιο καί σωστό. Δέν θά πεταχτοῦν φυσικά οἱ γονεῖς, ἄλλα νά μή κυβερνοῦν οἱ γονεῖς.

   Φέρ’ εἰπεῖν, τά χρήματα τοῦ ἀνδρός, κι ἄν δουλεύη καί ἡ γυναῖκα καί τῆς κόρης, τῆς γυναικός, νά τά εἰσπράττη ὅλα ὁ μπαμπάς, ὁ πεθερός ἤ ἡ μαμά, ἡ πεθερά καί αὐτοί νά κάνουν κουμάντο καί νά δίνουν: «πόσα θές νά πᾶς στήν Ἐκκλησία ἔ; πάρε ἕνα δεκάρικο». Τί πράγματα εἶναι αὐτά; τί πράγματα; Τό λέγω, νά τό ξέρετε αὐτό τό πρᾶγμα, διότι τά πεθερικά, οἱ γονεῖς κυβέρνησαν κάποτε τό σπίτι. Ἡ σειρά τους τελείωσε. Τώρα ἔρχεται ἡ σειρά κάποιων ἄλλων, τῶν παιδιῶν τους. Αὐτοί πρέπει νά κυβερνήσουν τώρα τό σπίτι τους· ὄχι πλέον αὐτοί οἱ γονεῖς· τέλειωσε ἐκεῖ πέρα. Δημιουργεῖ πάρα πολλά προβλήματα, μά πάρα πολλά, τά ὁποῖα σᾶς λέγω προβλήματα πολλάκις ἔχω ἀντιληφθεῖ, ἔχω ἀντιμετωπίσει καί βλέπω ὅτι εἶναι πολλάκις καί ἀκανθώδη. Δέν ὑποχωροῦν οἱ γονεῖς· δέν ὑποχωροῦν. Γι’ αὐτό βρισκόμεθα πολλές φορές στήν ἀνάγκη νά συμβουλέψωμε μακριά ἀπό τούς γονεῖς, διότι ἄν οἱ γονεῖς ἔφθαναν νά συμπεριφέρωνται ἔτσι, τότε… τότε δικαιολογημένα τά παιδιά θά σηκωθοῦν νά φύγουν.

   Ἀφοῦ λοιπόν, θά ἔμεναν οἱ γονεῖς μόνοι, ὁ Ραγουήλ καί ἡ Ἔδνα, ἤτανε πολύ φυσικό νά κρατήσουνε μία περιουσία, νά μπορέσουνε νά ζήσουνε καί αὐτοί. Πῶς θά ζοῦσαν; Ἀλλά δέν εἶναι μόνον αὐτό. Καί δίπλα τους νά ἤτανε τά παιδιά τους -προσέξτε! καί νά συγκατοικοῦσαν μαζί, καί νά συγκατοικοῦσαν μαζί!- θά ἔπρεπε οἱ γονεῖς νά κρατήσουν ἕνα μέρος τῆς περιουσίας. Εἶναι ἀφροσύνη -ἀκούσατέ το καλά αὐτό!- εἶναι ἀφροσύνη οἱ γονεῖς νά δώσουν ὁλόκληρη τήν περιουσία τους στά παιδιά τους. Εἶναι τό ἄλλο ἄκρο τώρα αὐτό, ὄχι ὅταν πιά κυβερνοῦν οἱ γονεῖς, εἶναι τώρα τό ἄλλο ἄκρο· νά δώσουν ὁλόκληρη τή διαχείρισι, τά πάντα εἰς τό γαμπρό καί τήν κόρη καί τά λοιπά καί δέν ἔχουν αὐτοί τίποτα στά χεριά τους˙ ἤ εἰς τόν γιό καί τήν νύφη, ἄν ἔχουνε γιό, καί αὐτοί δέν ἔχουνε τίποτα. Τίποτα! Τίποτα! Τίποτα! Τότε, ἐπειδή δυστυχῶς πάρα πολλά παιδιά δέν βλέπουν τόν νόμο τοῦ Θεοῦ μπροστά τους «τίμα τόν πατέρα σου καί τή μητέρα σου», ἄλλα τά συμφέροντά τους, αἰσθάνονται πλέον ὅτι ἐκεῖνα πού πῆραν ἀπό τούς γονεῖς εἶναι κατάδικά τους καί συνεπῶς οἱ γονεῖς εἶναι ἕνα βάρος, τούς ὁποίους πετοῦν.

   Διάβαζα τελευταῖα ὅτι ἕνα εἶδος ἱδρυμάτων πού ἀνθεῖ στήν ἐποχή μας εἶναι τά γηροκομεῖα. Ἐνῶ τά οἰκοτροφεῖα ἔχουνε μία παρακμή -παλαιότερα εἶχαν μεγάλη ἀκμή, φέρ’ εἰπεῖν κάθε Μητρόπολις ἔκανε ἕνα, δυό, τρία οἰκοτροφεῖα καί τά λοιπά- ἐνῶ τά οἰκοτροφεῖα τώρα εἶναι ἐν παρακμῇ, τά παιδιά προτιμοῦν νά μή πηγαίνουν σέ οἰκοτροφεῖο· βλέπετε οἱ μαθηταί πλέον δέν θέλουν νά ἔχουν ζυγόν πάνω ἀπό τόν σβέρκο τους καί πᾶνε καί νοικιάζουν δωμάτιο νά κινοῦνται ὅπως τούς ἀρέσει- ἐνῶ λοιπόν αὐτά τά ἱδρύματα εἶναι σέ παρακμή, τά γηροκομεῖα ἀντιθέτως εἶναι σέ ἀκμή. Καί πολλαπλασιάζονται τά γηροκομεῖα. Γιατί; ἐνῶ θά ’λεγε κανένας ὅτι σήμερα οἱ ἄνθρωποι εὐποροῦν λίγο πολύ. Οἱ πτωχοί εἶναι ἐλάχιστοι. Εἶναι ἐλάχιστοι. Καί ἴσως καί αὐτοί πού εἶναι πτωχοί, ἄν πρόσεχαν μερικά πράγματα, ἴσως δέν θά ἦσαν τοὐλάχιστον γιά γηροκομεῖο· ἔξω ἀπό μιά περίπτωσι πού κανείς, πέθαναν τά παιδιά του, δέν ξέρω πῶς ἦρθαν τά πράγματα ἔτσι στή ζωή, καί τελικά καταλήγει στό γηροκομεῖο. Ἄλλη παράγραφος αὐτό. Ἄλλα τό νά ἀνθῆ τό εἶδος εἶναι ἐνδεικτικόν ὅτι κάτι συμβαίνει. Ἁπλούστατα· ὑπάρχει ἡ σκληρότης σήμερα στά παιδιά.

    Λέγει κάπου ὁ Ἄπ. Παῦλος στήν πρός Ρωμαίους «θά ‘ρθη ἐποχή πού οἱ ἄνθρωποι θά εἶναι ἄστοργοι». Ἔ, αὐτή ἡ ἀστοργία ἐπικρατεῖ καί αὐξάνει καί τῶν παιδιῶν πρός τούς γονεῖς καί τῶν γονέων πρός τά παιδιά πολλάκις, ἄλλα προπαντός τῶν παιδιῶν πρός τούς γονεῖς. Γι’ αὐτό τό λόγο εἶναι θέμα φρονήσεως. Οἱ γονεῖς πρέπει νά κρατοῦν ἕνα μέρος τῆς περιουσίας. Καί τί θά ποῦν; Λοιπόν, θά ποῦν τό ἑξῆς: «Παιδιά, σᾶς μοιράσαμε τήν περιουσία, πήρατε ἐκεῖνο πού ἔχετε νά ζήσετε -ξέρω ’γώ τό ἀγόρι νά ἀνοίξη μία δουλεία, ἕνα μαγαζί, ἕνα κάτι· τό κορίτσι προῖκα καί τά λοιπά- ἐκεῖνα τά χωράφια ἤ δέν ξέρω τί, ἐκεῖνα τά χρήματα, αὐτά εἶναι δικά μου. Ὅταν θά πεθάνωμε καί οἱ δύο, εἶναι δικά σας, θά τά μοιράσετε».  

   Κοιτάξτε τί λέει: «ὅταν ἀποθάνω καί ἡ γυνή μου». Ὄχι, νά πεθάνη ὁ σύζυγος, ὁ πατέρας καί ἡ μάνα νά εἶναι στό ἔλεος τῶν παιδιῶν, νά τήν πετάξουνε στό δρόμο τή μάνα˙ ἄλλα πέθανε ὁ πατέρας, θά εἶναι διαχειρίστρια ἡ μητέρα σ’ αὐτό τό ὑπόλοιπο τῆς περιουσίας πού ἄφησε ὁ σύζυγος. Καί ὅταν πεθάνη καί ἡ μητέρα τότε τά παιδιά θά μοιράσουνε αὐτό τό ὑπόλοιπο πού ἔχουν, ὥστε καί οἱ γονεῖς νά ἔχουνε μέσα τους ἕνα αἴσθημα ὅτι τέλος πάντων δέν εἶναι κάτω ἀπό τήν κυριαρχία τῶν παιδιῶν των. Ξέρετε εἶναι πολύ ἄσχημο, εἶναι ὀδυνηρό αἴσθημα.

    Ἔχω καί ἡλικιωμένες κυρίες ἐδῶ ἀκροάτριες, θυμῶνται βέβαια ἴσως ὅτι κάποτε δέν πῆγαν στό κατηχητικό σχολεῖο γιατί στήν ἐποχή τους μπορεῖ νά μή ὑπῆρχε κατηχητικό σχολεῖο καί ἀναπληρώνουν τώρα τίς καρέκλες τοῦ κατηχητικοῦ σχολείου. Χρήσιμο καί αὐτό· πολύ χρήσιμο! Γι’ αὐτό θά μέ θυμηθοῦν καί θά μέ καταλάβουν οἱ ἡλικιωμένες κυρίες ὅτι εἶναι ὀδυνηρό νά αἰσθάνεσαι ὅτι δέν ἔχεις τίποτα καί ὑπάρχει μία, ἐπιτρέψατέ μου νά πῶ, εἶναι καλῆς ποιότητας ὑπερηφάνεια, μία ἀξιοπρέπεια εἶναι· ντρέπεται, ντρέπεται τόν γαμπρό, ντρέπεται ἀκόμη καί τήν κόρη ἤ τό γιό, ντρέπεται ἡ μητέρα ἤ ὁ πατέρας˙ νά πῆ «παιδί μου, ξέρεις δός μου δέκα δραχμές γιά νά πάω στήν Ἐκκλησία». Ἔ, ντρέπεται πῶς νά τό κάνωμε; Εἶναι ἑπόμενον. Ντρέπεται νά ἀνοίξη τό ψυγεῖο νά φάη κάτι. Πολλές φορές πρέπει νά κάνη δίαιτα -οἱ ἡλικιωμένοι ἄνθρωποι κάνουνε δίαιτα- καί δέν ἔχει τόν τρόπο νά ἀγοράση κάτι, διότι δέν κόβει στό μυαλό τῶν παιδιῶν ὅτι οἱ γέροντες πρέπει νά φᾶνε κάτι τό ἰδιαίτερο διότι κάνουν δίαιτα διότι ἔχουν μία ἀρρώστια καί πρέπει νά μποῦν κάτω ἀπό κάποιο διαιτολόγιο˙ καί ἀναγκάζονται οἱ ἄνθρωποι νά τρῶνε ὁ,τιδήποτε εἰς βάρος τῆς ὑγιείας των μόνον καί μόνον γιατί δέν ἔχουν αὐτόν τόν τρόπον νά ψωνίσουν κάτι μέ δικά τους χρήματα· ντρέπονται.

   Βλέπετε πόσα πράγματα βγαίνουν καί ἄν τό θέλετε δέν εἶναι προσωπική μου γνώμη, ὁπωσδήποτε βγαίνουν ἀπό τήν πεῖρα˙ ἀλλά ὁδηγός μας ὅμως ἐδῶ πέρα ποιός εἶναι; Εἶναι ἡ Ἁγία Γραφή. Τί λέει ὁ Ραγουήλ; Ὁ Ραγουήλ λέει: «Θά σοῦ δώσω τά ὑπόλοιπα ὅταν πεθάνω καί ἐγώ καί ἡ γυναῖκα μου». Ἰδού, παρακαλῶ, θεοπνεύστως… θεοπνεύστως πῶς τοποθετοῦνται τά πράγματα!

   Καί προχωροῦμε τώρα εἰς τό ἑπόμενο κεφαλαῖο, τό ἔνατο κεφάλαιον, τό ὁποῖον εἶναι πολύ μικρό. Ἒχει μόνον ἕξι χωρία καί ἀναφέρεται εἰς τό ταξίδι τοῦ Ἀζαρία τοῦ συνοδοῦ εἰς τούς Ράγους τῆς Μηδίας. Αὐτός ἔφυγε ἐπῆγε στούς Ράγους γιά νά πάρη τό ἀργύριο. Μόνο γιά τήν ἱστορία θά σᾶς τό πῶ αὐτό τό σημεῖο, ἔτσι γιά λόγους ἐγκυκλοπαιδικῆς γνώσεως -μόνο- πῶς ἐγίνετο τότε ἡ συναλλαγή. «Καί ἐπορεύθη Ραφαήλ καί ηὐλίσθη παρά Γαβαήλ, καί ἔδωκεν αὐτῷ τό χειρόγραφον˙» προσέξτε ἐδῶ «ὅς δέ προήνεγκε τά θυλάκια ἐν ταῖς σφραγίσι καί ἔδωκεν αὐτῷ.» (Τωβ. 9, 5)

   Πῶς ἐγίνετο ἡ συναλλαγή τότε; Ἡ ἐμπιστοσύνη ὅτι τό χαρτί εἶναι ἡ ἀπόδειξις, εἶναι ἔγκυρος καί τά λοιπά, καί τά λοιπά. Θά δοῦμε λίγο πιό κάτω ὅτι ἀπ’ τήν ἀργοπορία αὐτή ὁ Τωβίτ ἀνησυχεῖ καί λέγει: «μήπως πέθανε ὁ Γαβαήλ;», «μήπως δέν τά δίνει τά χρήματα;», «τά ἀρνεῖται;» καί αὐτό σύνηθες˙ πού σοῦ λέει ὁ ἄλλος: «δέ σέ ξέρω, δέ σέ εἶδα», «δέ σέ χρωστάω τίποτα»· σοῦ ἀρνεῖται.

    Ἐδῶ πέρα λοιπόν γίνεται ὡς ἑξῆς τό πρᾶγμα. Βλέπετε ὅτι δέν εἶναι ὁ ἴδιος ἐκεῖνος πού δανείζει τά χρήματα, ὁ Τωβίτ, εἶναι ὁ γιός του, ἀλλά ἐκ τῶν γεγονότων δέν εἶναι οὔτε ὁ γιός του ὁ Τωβίας, εἶναι ὁ Ἀζαρίας ὁ συνοδός. Φυσικά κρατάει μία ἀπόδειξι. Ἡ ἀπόδειξις μποροῦσε νά πλαστογραφηθῆ. Τί ἐγίνετο; Ὅταν ἐγίνετο μία συμφωνία, ἕνας δανεισμός χρημάτων ἢ μία συμφωνία σέ κάτι -αὐτό ἐγίνετο καί στά ἔγγραφα, ἐγίνετο… ἐγίνετο καί εἰς τήν ἀλληλογραφία, τά γράμματα- ἒπαιρναν μία σφραγῖδα· μία σφραγῖδα καί τήν ἔκοβαν· τήν ἔκοβαν -ἄς ποῦμε στργγυλή σφραγῖδα- τήν ἔκοβαν κατά τέτοιο τρόπο, ὥστε νά μή εἶναι στή μέση ἀκριβῶς, σ’ ἄλλο σχῆμα, ἕνας τομεύς τοῦ κύκλου, ἀλλά σ’ ἕνα ἀνώμαλο τμῆμα, ἔτσι ἀνώμαλο κομμένο, ὄχι εὐθύγραμμο. Τό ἔπαιρνε ὁ ἕνας τό ἕνα κομμάτι κι ὁ ἄλλος ἔπαιρνε τό ἄλλο κομμάτι. Ἔτσι μποροῦσε νά στείλη ὁ ἕνας εἰς τόν ἄλλον αὐτό τό κομμάτι τῆς σφραγῖδος, ὅπως τώρα γίνεται ἐδῶ. Κρατάει ὄχι μόνο τό χειρόγραφο, τήν ἀπόδειξι, ἀλλά κρατάει καί τήν σφραγῖδα, τό κομματάκι ὁ Ἀζαρίας˙ καί τό παίρνει ὁ Γαβαήλ, τό ταιριάζει. Βλέπει· ταιριάζει; Καί ἅμα ταίριαζε, τότε ἔλεγε: «εἶναι γνήσιο τό πρᾶγμα», δηλαδή τό πρόσωπο τό ὁποῖον ἦρθε νά μοῦ ζήτηση τά χρήματα, εἶναι τό πρόσωπο πού πρέπει νά πάρη καί τά χρήματα, δέν εἶναι ἀπαταιών.

    Ἔτσι ἦταν δυό πράγματα λοιπόν. Ἤτανε ἡ σφραγῖδα, ἤτανε καί τό χειρόγραφο. Τό χειρόγραφο μποροῦσε γίνει νά μέ τή βοήθεια ἑνός μολυβιοῦ ὡς ἑξῆς. Ἔπαιρναν ἕνα ξύλο, ἕνα ξύλο στρογγυλό ἤ τετράγωνο καί ἐπάνω ἐδῶ ἐχάρασαν διάφορα σχέδια καί κατόπιν τό κόβανε αὐτό τό ξύλο· ὄχι ἔτσι τομή, ἀλλά κατά ἕνα τρόπο πού θά μοροῦσε νά μπαίνη τό ἕνα κομμάτι μέσα στό ἄλλο, καί τό ἕνα… τό ἕνα κομμάτι -προσέξτε τί λέξι θά πῶ τώρα- νά συμβάλη μέ τό ἄλλο καί ἐγίνετο μεταξύ τῶν δύο συμβολή. Τί θά πῆ συμβολή; Συμβολή θά πῆ μία ἕνωσις. Λέμε -ἀπό πλευρᾶς τώρα τροχαίας- λέμε εἰς τήν συμβολή τῶν ὁδῶν τάδε καί τάδε. Τί θά πῆ στή συμβολή τῶν ὁδῶν τάδε καί τάδε; Ἡ συμβολή τῶν ὁδῶν τάδε καί τάδε, στούς ἕξι δρόμους, δηλαδή ἐκεῖ πού καταλήγουν οἱ ἕξι δρόμοι, στήν πλατεία τῶν ἕξι δρόμων. Αὐτό θά πῆ συμβολή, θά πῆ ταίριασμα. Ἔτσι, ἀπό ’κεῖ πῆρε μετά τό ὄνομα τό σύμβολο τῆς πίστεως, πού σημαίνει τό ταίριασμα τῆς πίστεως. Ὁ ὄρος σύμβολον τῆς πίστεως, ὅπως καί συμβολικά μνημεῖα τῆς πίστεως, ἀπό ’κεῖ προέρχεται· ἀπό τή συμφωνία τοῦ ἑνός κομματιοῦ μέ τό ἄλλο καί ἑνώνουν καί λέμε συμφωνοῦμε. Καί ὀνομάστηκε αὐτή ἡ συμφωνία σύμβολον ἀπό τήν συμβολή τήν ἕνωσι. Τό καταλάβατε; Αὐτό βεβαίως κατ’ ἐπέκτασιν σᾶς τό λέγω.

   Ταίριαξαν λοιπόν οἱ σφραγῖδες μία χαρά στόν Ἀζαρία καί τοῦ δίνει τά δέκα τάλαντα. Ἐπῆρε μαζί του καί τόν Γαβαήλ καί ἔρχονται πίσω εἰς τόν γάμον.

   «Καί εὐλόγησε ὁ Τωβίας τήν γυναῖκα αὐτοῦ» (Τωβ. 9, 6) Ἔτσι τελειώνει τό ἔνατον κεφάλαιον μέ αὐτή τή μικρή προτασούλα, ἡ ὁποία μᾶς εἶναι ἐνδιαφέρουσα πολύ. Εὐλόγησε θά πῆ ἐπήνεσε. Ὅτι ἐπήνεσε ὁ Τωβίας τήν γυναῖκα του. Τί θά πῆ ἐπήνεσε; Εἶναι ἡ περίπτωσι πού ὁ σύζυγος, ἄς ποῦμε, ἀνεβάζει ψηλά τή γυναῖκα του, ὅπως καί ἡ σύζυγος δύναται νά ἀνεβάση ψηλά τόν ἄνδρα της. Γιατί συμβαίνει καί τό ἀντίθετον. Εἶναι ἡ ὑποτίμησις, νά ὑποτιμήση ὁ ἕνας τόν ἄλλον.

   Κάποτε ἡ ἀδελφή μου, μικρή ἦταν, εἶχε βρεθεῖ σ’ ἕνα γάμο συμπτωματικά· ὄχι γνωστός γάμος, στήν ἐνορία μας βρέθηκε ἐκεῖ. Καί ἐπερίμενε ὁ γαμπρός τή νύφη. Ἔ, ἡ νύφη καμμιά φορά ἀργεῖ νά ἔρθη στήν Ἐκκλησία -τήν στολίζουν καί τά λοιπά- ἀργεῖ νά ’ρθη. Καί τότε αὐτός σ’ ἕνα κύκλο ἀνθρώπων πολλῶν, τοῦ γαμπροῦ καί τῆς νύφης, φυσικά γνωστοί, βλέποντας τό ρολοϊ του ὅτι ἄργησε ἡ νύφη λέει: «Μμ..., μεγάλης ὄρνιθας αὐγό!» -γιά τή γυναῖκα του, τή μέλλουσα γυναῖκα του- «μεγάλης ὄρνιθας αὐγό!» δηλαδή «σπουδαία! Ἄργησε!» Αὐτό τί ἦταν; Φοβερό˙ φοβερό!

   Ποτέ δέν πρέπει νά ὑποτιμήση ὁ ἕνας σύζυγος τόν ἄλλο. Ποτέ, μά ποτέ! Ἄν ἔχουνε μία διάφορα -θά ’χουνε ἄνθρωποι εἶναι- ὁπωσδήποτε θά ἔχουν πολλές φορές, οἱ διάφορές τους πρέπει νά λύωνται μεταξύ τους. Ποτέ δέν πρέπει αὐτές οἱ διαφορές νά βγοῦν ἔξω ἀπό τόν κλειόν τῆς συζυγίας. Καί ποτέ δέν πρέπει νά μάθη ὁ ἔξω κόσμος τίποτα. Μά ποτέ τίποτα! Ἔξω βέβαια ἀπό τό νά εἶναι ἕνα σοβαρό πρόβλημα ἐνδεχομένως. Ἀλλά θά πᾶμε σέ εἰδικόν ἄνθρωπο νά μᾶς τό λύση τό πρόβλημα καί ὄχι στόν ὃποιον ὃποιον. Καί ὅταν θά πᾶμε δέν θά ἀρχίση ὁ ἕνας σύζυγος νά κατηγορῆ τόν ἄλλον καί νά λέη ἔτσι… ἔτσι. Ὄχι. Ἐάν ἔχουνε μάθη οἱ σύζυγοι ὁ ἕνας νά ἐπαινῆ τόν ἄλλον, τότε ὁπωσδήποτε εἰς αὐτό τό κλῖμα τοῦ ἐπαίνου θά φθάνουν: ποτέ νά μή βρεθοῦν σέ κατάστασι συγκρούσεων καί παραξηγήσεων.

   Αὐτά παιδιά συμβαίνουν στά Ἐκβάτανα.

    Γυρίζει πίσω ὁ Ἀζαρίας μέ τά χρήματα καί μέ τόν Γαβαήλ. Ὁ Τωβίας καί ἡ Σάρρα εἶναι μέσα στίς χαρές τοῦ γάμου, ὅλοι ξεφαντώνουν καί ὅλοι εἶναι εὐχαριστημένοι καί χαρούμενοι.

     Ἐνῶ αὐτά συμβαίνουν πολύ εὐχάριστα καί πολύ ὡραῖα στά Ἐκβάτανα, ὅμως στή Νινευή ἔχει πέσει θλῖψις καί πένθος καί ἀνησυχία -«τί ἔγινε ὁ Τωβίας;»- στό σπίτι τοῦ Τωβίτ καί τῆς γυναίκας του τῆς Ἄννας.

   Πέρασαν οἱ ἡμέρες· διότι προφανῶς καθυστέρησαν θά λέγαμε δεκατέσσερις μέρες. Διότι ὑπελόγιζαν ὅτι τόσο εἶναι τό ταξίδι νά πᾶνε, τόσο νά γυρίσουν, ἔπρεπε νά ’χανε γυρίση.

   Πρῶτος εἶναι ὁ Τωβίτ ἐκεῖνος πού ἄρχισε νά ἀνησυχῆ. «Καί Τωβίτ ὁ πατήρ αὐτοῦ ἐλογίσατο ἑκάστης ἡμέρας˙» ἄρχισε νά μετράη τίς ἡμέρες «καί ὡς ἐπληρώθησαν αἱ ἡμέραι τῆς πορείας καί οὐκ ἢρχοντο, εἶπε˙» (Τωβ. 10, 1) Συνεπληρώθηκε ὁ χρόνος, ἔπρεπε νά εἴχανε γυρίσει. «μήποτε κατῄσχυνται; ἤ μήποτε ἀπέθανε Γαβαήλ καί οὐδείς αὐτῷ δίδωσι τό ἀργύριον; καί ἐλυπεῖτο λίαν» (Τωβ. 10, 2-3) «Μήποτε κατῄσχυνται», μήπως πῆγαν καί τούς εἶπε: «δέν σᾶς ξέρω, φύγετε ἀπό ’δῶ πέρα;». Μήπως μ’ ἀλλά λόγια ντροπιάστηκαν καί ντροπιαζόμενοι ντρέπονται νά γυρίσουν πίσω; Μήπως πέθανε ὁ Γαβαήλ καί τώρα ἡ οἰκογένειά του, τά παιδιά του, ἀγνοεῖ ἤ ἀρνεῖται νά δώση τό χρέος; Σάν τί μπορεῖ νά συμβαίνη;  

   Βλέπετε, χίλιες σκέψεις καί ὑπόνοιες μποροῦν νά μποῦν στό μυαλό, ὅταν ὑπάρχη μία ἀργοπορία. Σήμερα θά λέγαμε: «μήπως ἔγινε ἕνα δυστύχημα;» «Μήπως τοῦτο; Μήπως ἐκεῖνο;» Βλέπετε πόσο ἀνησυχοῦμε! «Καί ἐλυπεῖτο» καί ἐλυπεῖτο βεβαίως. Τί εἶχε εὐχηθεῖ ὁ Τωβίτ; «Παιδί μου, λέγει, Ἂγγελος νά ’ναι μπροστά σας» -χωρίς νά ὑπονοῆ. Ποῦ νά τό ξέρη ὅτι ὁ ὁδηγός Ἂγγελος ἦταν!- «Ἂγγελος παιδί μου, λέγει, νά ’ναι μπροστά σας νά σᾶς ὁδηγῆ στό δρόμο».

   Αὐτό βεβαίως ἦταν μία εὐχή· ὅπως καί ἐμεῖς λέμε ἕνας πού ταξιδεύει νά πάη καί νά γυρίση καλά. Ἀλλά ὅμως τί θά ἐπιτρέψη ὁ Θεός, μποροῦμε νά τό ξέρωμε αὐτό;

   Καί μέ τήν εὐκαιρία θά σᾶς ἔλεγα τό ἑξῆς. Ὅταν ἐμεῖς φεύγωμε ἀπό τό σπίτι μας, νά κάνωμε τό σταυρό μας, νά κάνωμε μία σύντομη προσευχή, δύο λόγια μόνο˙ νά μᾶς φύλαξη ὁ Θεός ἀπό ἀτυχήματα, ἀπό ἀτυχήματα τῆς ψυχῆς, μή στό δρόμο συναντήσωμε πράγματα τά ὁποῖα μπορεῖ νά μᾶς ρίξουν στήν ἁμαρτία· ἀλλά καί ἀτυχήματα τοῦ σώματος -ὀχήματα θά ἀνεβοῦμε… καί πεζοί πού θά εἴμεθα μπορεῖ ἕνα αὐτοκίνητο ν’ ἀνεβῆ πάνω σ’ ἕνα πεζοδρόμιο…, ἢ νά σπάσωμε τό ποδάρι μας ἐκεῖ πού περπατᾶμε…, ἢ… χίλια ἢ· νά πέση ἀπό μία πολυκατοικία μιά γλάστρα νά μᾶς σπάση τό κεφάλι… ἢ νά πέση ἕνα δοκάρι ἀπό μία οἰκοδομή…, χίλια πράγματα- Δρόμος εἶναι. Βγαίνομε ἔξω. Ξέρομε τί μπορεῖ νά συμβῆ;

   Νά παρακαλᾶμε τό Θεό νά μᾶς φυλάη παιδιά· νά μᾶς φυλάη καί νά μᾶς προστατεύη. Ἀλλά, ὅταν θά γυρίσωμε πίσω, μόλις μποῦμε στό σπίτι μας τό πρῶτο πού θά κάνωμε, θά κάνωμε προσευχή εὐχαριστήρια καί θά κάνωμε καί τρεῖς ματάνοιες, ἄν μποροῦμε· καί πρίν φύγωμε καί μετά. «Θεέ μου, σέ εὐχαριστοῦμε πού γυρίσαμε. Μᾶς φύλαξες, σέ εὐχαριστοῦμε πολύ». Νά τό ξέρετε, ὅταν ἀσφαλίζωμε τή ζωή μας μέ τόν σταυρόν καί τήν προσευχή, τότε ὁ Θεός θά μᾶς φυλάττη. Νά τό ξέρετε.

   Βεβαίως ὁ σταυρός μας δέν γίνεται ἔτσι... Νά γίνεται κανονικά. Σήμερα ἕνα μικρό τοῦ ἔδωσα μία εὐχή, κάτι. Τοῦ λέγω: «Θές νά μή σέ πειράζη ποτέ τό κακό; Κάνε σωστά τό σταυρό σου!». Ὑπάρχει ἡ ἀντίληψις, καί δέν εἶναι ἐσφαλμένη, ὅτι μετά τό βάπτισμα πολλές φορές ἔχομε ἀνθρώπους πού πειράζονται ἀπό τόν σατανᾶ. Καί ἐάν μέν πειράζωνται διότι ἔχουν ἁμαρτήσει οἱ ἴδιοι, μέ γειά τους μέ χαρά τους. Ἀλλά πολλάκις ἔχομε νήπια πού πειράζονται, ἔχομε μικρά παιδιά πού ἀκόμη δέν ἔχουν ἁμαρτήσει τά μικρά παιδιά, ὥστε ὁ διάβολος, ὁ σατανᾶς νά ἐπικρατῆ στήν ὕπαρξί τους καί να τά ταλαιπωρῆ τά παιδιά. Καθαρά καθαρά τό βλέπομε ὅτι ἔχομε μία δαιμονοκράτησιν. Ὑπάρχει ἡ ἑξῆς ἀντίληψις, ὁ λαός τή γνωρίζει: δέν βαφτίστηκαν σωστά. Δέν βαφτίστηκαν σωστά! Ὑπάρχει μία σχετική παροιμία, ἄς μή τήν πῶ.

    Ἐγώ θά ἔλεγα καί κάτι ἀκόμη συμπληρωματικό, ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλά ὅταν κάνωμε καί στραβά τόν σταυρό μας. Ὁ σταυρός μας θά γίνεται μετ’ εὐλαβείας καί σωστά. Θά εἶναι ὁ σταυρός τοῦ Χριστοῦ πάνω στόν ὁποῖον σταυρώθηκε ὁ Χριστός καί μᾶς ἔδωσε τήν σωτηρία. Ὅταν ἔτσι θά πιστεύωμε καί θά κάνωμε σωστά τό σταυρό μας, τότε πράγματι ὁ σταυρός γίνεται φυγαδευτήριον, ἀλεξιτήριον τῶν δαιμόνων. Ἄν δέν γίνη σωστά ὁ σταυρός ἤ δέν ξέρομε ἤ δέν πιστεύομε ἤ δέν ὑπονοοῦμε τί σημαίνει ὁ σταυρός, τό ὄργανον ἐπί τοῦ ὁποίου ἐσταυρώθηκε ὁ Χριστός, τότε συμβαίνει ἐκεῖνο τό φοβερό: μάγοι νά κρατοῦν τόν σταυρό ἤ εἰκόνες -πολλοί μάγοι στήν ἐποχή μας ἔχουνε εἰκόνες, δέν εἶναι ἐξ ἄλλου καινούριο πρᾶγμα εἶναι πανάρχαιο αὐτό, εἰκόνες καί σταυρό- καί πλανοῦν τούς ἀνθρώπους, καί λέγουν οἱ ἄνθρωποι, «μά ἔχει εἰκόνες, ἔχει σταυρό γιατί δέν φεύγει ὁ διάβολος;». Διότι καί ὁ σταυρός καί ἡ εἰκόνα δέον νά λογισθοῦν σκέτα ξύλα, ἐάν δέν ὑπάρχη ἡ πίστις πού ἀντιπροσωπεύεται ἀπό τίς εἰκόνες καί τόν σταυρόν. 

     Ἐκεῖ λοιπόν, οὔτε ἀπό τόν μάγο ὑπάρχη αὐτή ἡ πίστις εἰς τόν Θεόν, οὔτε ἀπό ’κείνους πού προσέρχονται εἰς τόν μάγον, διότι ἄν εἶχαν πίστι σωστή οὐδέποτε θά προσήρχοντο στόν μάγον πού ἔχει τίς εἰκόνες καί σταυρώνει μέ τόν σταυρό. Γι’ αὐτό ἐπιτρέπει ὁ Θεός νά δαιμονοκρατοῦνται οἱ ἄνθρωποι, ἔστω καί ἄν χρησιμοποιοῦνται οἱ εἰκόνες καί ὁ σταυρός.

   Θέλετε ἕνα μικρό παράδειγμα; Τ’ ἀναστενάρια πού γίνονται στή Χαλκιδική κάθε χρόνο, «πῶς γίνονται;» Κρατοῦν εἰκόνες τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου καί τῆς Ἅγιας Ἑλένης, πού οἱ εἰκόνες ἔχουν μέσα καί τόν σταυρόν. Πῶς συμβαίνουν αὐτά, πού εἶναι καθαρά πνευματιστικά φαινόμενα, πῶς συμβαίνουν αὐτά; πῶς τά ἐπιτρέπει ὁ Θεός; Διότι δέν πιστεύουν οἱ ἄνθρωποι σ’ ἐκεῖνο πού κρατοῦν, τήν εἰκόνα. Δέν πιστεύουν! Γι’ αὐτό πρέπει νά γίνεται σωστά ὁ σταυρός καί πρέπει νά ξέρωμε καί νά πιστεύωμε αὐτό τό ὁποῖον κάμνομε: ὅτι ὁ σταυρός εἶναι ἀποτρόπαιον τοῦ σατανᾶ· ἀπομακρύνει. Καί ἀλεξιτήριον καί φυγαδευτήριον τοῦ σατανᾶ.

   Μετέδωσε ὅμως ὁ καημένος ὁ Τωβίτ, ὁ ταλαιπωρημένος αὐτός ἄνθρωπος, ὁ τυφλός, ὁ φτωχός ἀλλά ὁ δίκαιος καί ὁ ἀκέραιος αὐτός χαρακτήρας, μετέδωσε τήν λύπη του εἰς τήν γυναῖκα του τήν Ἄννα καί ἡ ὁποία ὅταν εἶδε ὅτι ὁ σύζυγος της ἀνησυχεῖ πολύ, ηὐξήθη μέσα της ἡ ἀγωνία κι ἄρχισε νά φωνάζη καί νά λέγη -ὄχι φωνές βέβαια δυνατές, ἀλλά μονολογοῦσε- «ἀπώλετο τό παιδίον, διότι κεχρόνικε˙» χάθηκε τό παιδί· χάθηκε, γιατί πέρασε ὁ καιρός, δέ γύρισε πίσω. «καί ἤρξατο θρηνεῖν αὐτόν καί εἶπεν˙» (Τωβ. 10, 4) Ἄρχισε νά κλαίη καί νά θρηνῆ καί εἶπε: «οὐ μέλει μοι, τέκνον, ὅτι ἀφῆκά σε τό φῶς τῶν ὀφθαλμῶν μου;» (Τωβ. 10,5) Εἶναι ὁ καημός τῆς μάνας πού ἔλεγε: «Τί νά τά κάνω τά λεφτά, παιδάκι μου, ἐσύ πού ἤσουνα τό φῶς τῶν ὀφθαλμῶν μου» -τό λέμε καί σήμερα σάν ἔκφρασι αὐτό, εἶσαι τό φῶς τῶν ματιῶν μου, εἶσαι ἡ βακτηρία μου, τό μπαστούνι μου- «τί νά τά κάνω τά χρήματα; Σ’ ἔχασα παιδί μου». Καί τί ἔκανε ἡ καημένη ἡ Ἄννα; Ἔβγαινε ἔξω καί πήγαινε στό δρόμο πού εἶχαν πάρει γιά νά φύγουν γιά τούς Ράγους τῆς Μηδίας, ὁ γιός της καί ὁ ὁδηγός. Ἔβγαινε ἔξω μήπως τούς δεῖ καί ἔρχονται· μήπως τούς δεῖ. Τήν ἡμέρα της λοιπόν, τήν περνοῦσε στό δρόμο περιμένοντας καί τή νύχτα δέν ἔκλεινε μάτι θρηνῶντας. 

    Ἀλήθεια βλέπετε πῶς οἱ γονεῖς μποροῦν νά αἰσθάνωνται γιά τά παιδιά τους; Γι’ αὐτό παιδιά -μόνο γι’ αὐτό;- σκεφθεῖτε μία γυναῖκα γιά νά φέρη ἕνα παιδί στόν κόσμο, ὅπως λέγεται, τό ἕνα της πόδι εἶναι στόν λάκκο. Τί πόνους, τί κινδύνους  περνᾶ! Πολλές φορές παθαίνει σοβαρές ἀρρώστιες μέχρι πού νά φθάση νά φέρη ἕνα παιδί στόν κόσμον ἤ παιδιά νά φέρη στόν κόσμον. Καί τά παιδιά αὐτά, ὅταν μεγαλώσουν νά περιφρονοῦν τή μάνα τους καί τόν πατέρα τους. Γι’ αὐτό εἶναι πολλή μεγάλη ἁμαρτία· γι’ αὐτό ὁ νόμος προέβλεπε ἡ παράβασι τῆς ἐντολῆς «τίμα τόν πατέρα σου καί τήν μητέρα σου» -τί προέβλεπε;- λιθοβολισμόν. Δηλαδή προέβλεπε καταδίκην εἰς θάνατον. Πότε; Ὄχι, ὅταν ἔδερνες τόν πατέρα σου ἢ τή μάνα σου, ἐάν κακολογοῦσες τόν πατέρα σου καί τή μάνα σου. Λέγει ὁ νόμος ὁ παλαιός «ὁ κακολογῶν -ὄχι ὁ δέρνων!- «ὁ κακολογῶν πατέρα ἤ μητέρα θανάτῳ θανατούσθω». Βλέπετε; Τί θά πῆ κακολογῶν; Αὐτός πού βρίζει τή μάνα του καί τόν πατέρα του, αὐτός πού λέγει πικρά λόγια· βρίζει, λέει βλασφημίες στή μάνα του καί στόν πατέρα του. Εἶναι φοβερό πρᾶγμα, εἶναι φοβερό πρᾶγμα! Ναί! Ναί! Ναί!

    Καί τότε ἀγανακτοῦν οἱ γονεῖς, ἐπειδή περνοῦν τήν ἀγωνία νά μεγαλώσουν τά παιδιά τους, ἀγανακτοῦν οἱ γονεῖς καί δυστυχῶς, βρίσκονται -ἐδῶ ἁμαρτάνουν καί οἱ ἴδιοι- βρίσκονται σέ θέσι νά καταρασθοῦν τά παιδιά τους˙ καί νά ποῦνε καί οἱ γονεῖς μέ βαριά ψυχή, βαριές κουβέντες. Καί τότε γίνεται ἕνας φοβερός κύκλος, φαῦλος κύκλος. Τά μέν παιδιά κάτω ἀπό τήν κατάρα τῶν γονιῶν δυστυχοῦν, οἱ δέ γονεῖς κάτω ἀπό τήν δυστυχία τῶν παιδιῶν γιά τίς κατάρες πού ἔχουν δώσει καί αὐτοί βρίσκονται σέ μία κατάστασι πολύ ἄσχημη. Γιατί εἶναι δυνατόν ποτέ νά εὐτυχοῦν γονεῖς, ὅταν τά παιδιά τους δέν πηγαίνουν καλά;   

    Ἐνθυμοῦμαι κάποτε ἦρθε ἕνας ἄνθρωπος νά μοῦ πῆ τό ἑξῆς˙ ὅτι εἶχε κάνει κάμποσα παιδιά, ἴσως κάπου λιγότερα ἀπό δέκα· κάπου λιγότερα ἀπό δέκα! -τρόμαξε μιά κοπέλα ἃμα ἄκουσε τόν ἀριθμόν δέκα!- Λοιπόν· ὃταν μεγάλωσαν κάπως τά παιδιά -εἶχε καί κορίτσια, ἔπρεπε νά τά παντρέψη, ἦταν φτωχός ἄνθρωπος- λέει στό μεγάλο του τό γιό: «παιδί μου, κοίταξε νά ἰδῆς νά βοηθήσης καί ἐσύ λιγάκι νά παντρέψωμε κάποια ἀδελφή σου, κάποιο κορίτσι· νά βοηθήσης καί ἐσύ λιγάκι». Καί τότε ἐκεῖνος λέγει: «Ἐμένα μέ ρώτησες ὅταν ἔκανες τόσα παιδιά; Νά μή ἔκανες τόσα παιδιά, νά μ’ ἀφήσης ἥσυχο» μέ ἀγανάκτησι ὁ γιός, μέ ἀναίδεια μᾶλλον. Καί ὁ πατέρας τί εἶπε; «Παιδί μου, μέ κατηγορεῖς γιατί ἔκανα παιδιά; Ἔ, λοιπόν, ὁ Θεός ἐσένα νά μή σοῦ δώση παιδιά». Καί παντρεύτηκε ὁ μεγάλος καί δέν ἔκανε παιδιά. Ἒμεινε ἄκληρος. Ὁρίστε! ὁρίστε! θά μοῦ πῆτε: «τυχαῖον;» Μόνο τυχαῖο, παιδιά, δέν εἶναι. Εἶναι φοβερό πρᾶγμα ἡ κατάρα τῶν γονιῶν, ἡ βαρυγκώμια τῶν γονιῶν. Ἀνοῖξτε τήν Ἁγία Γραφή. Τό μαρτυρᾶ ἡ ἰδία ἡ Ἁγία Γραφή διά τήν εὐχήν τῶν γονέων, ἀλλά καί διά τήν κατάρα τῶν γονέων. Ἀλλά καί ἡ πεῖρα αὐτό ἐπιμαρτυρεῖ. Τό ξέρομε πολύ καλά. Γι’ αὐτό θέλει παρά πολλή προσοχή στό σημεῖο αὐτό, νά μή λυπήσωμε τούς γονεῖς μας.

   Σᾶς εἶπα, ὅτι ὁ Τωβίας ἦταν καλό παιδί.

   Βέβαια, ἐλησμόνησα νά σᾶς πῶ, ὁ Τωβίτ προσπαθοῦσε νά παρηγορήση τή γυναῖκα του ὅτι, «ἔ, σιώπα» τῆς λέει «σίγα, μή λόγον ἔχε, ὑγιαίνει». Σιώπα τῆς λέει μή φωνάζεις, μή θρηνεῖς, καλά εἶναι τό παιδί μας, θά ’ρθῆ. Ἐλπίζει, ἀγωνιᾶ ἀπό μέσα του, ἀλλά παρηγορεῖ τήν γυναῖκα του.

    Ὁ Τωβίας αἰσθάνεται ὅτι οἱ γονεῖς του πρέπει νά ἀνησυχοῦν, γιατί πέρασαν οἱ ἡμέρες. Καί ἐδῶ εἶναι τώρα ὁ διακριτικός καί θαυμάσιος νέος. Δέν θέλει νά λυπήση τόν πεθερό του, ὁρκίζοντας τον νά μή πάη εἰς τούς Ράγους τῆς Μηδίας καί τόν ἀκούει τόν πεθερό του γιατί δέν θέλει νά τόν λυπήση. Ὅταν ὅμως τοῦ λέει ὁ πεθερός του «μεῖνε ἀκόμη μερικές ἡμέρες» -ἦταν ἑπόμενο νά τό ζητάη αὐτό ὁ Ραγουήλ διότι εἶχε τήν κόρη του· ὅσο πιό πολύ θά μέναν, θά ἔβλεπε καί πιό πολύ τήν κόρη του. Ἑπόμενον ἤτανε-. Καί τί λέγει ὁ Τωβίας; «ἐξαπόστειλόν με». Ὂχι, σέ παρακαλῶ πολύ, ἄφησέ με νά φύγω, «ὅτι ὁ πατήρ καί ἡ μήτηρ μου οὐκέτι ἐλπίζουσιν ὄψεσθαί με» (Τωβ. 10, 7) Ἔχασαν τήν ἐλπίδα τους πιά ὅτι θά μέ δοῦν. Δηλαδή λυποῦνται πολύ, λυποῦνται πάρα πολύ, σέ παρακαλῶ λοιπόν, ἄφησέ με. Βλέπετε, οὔτε τόν πεθερό λύπησε μέ τό να μήν πάη στούς Ράγους -δέν πῆγε- ἀλλά καί τώρα ὅμως δέν θέλει νά λυπήση τούς γονεῖς του.

   Εἶναι ἡ θαυμασία θέσι τήν ὁποία μπορεῖ νά ἔχη ἤ ὁ ἄνδρας ἤ ἡ γυναῖκα νά κινεῖται ἀνάμεσα στούς δικούς του συγγενεῖς καί εἰς τούς συγγενεῖς τοῦ ἑτέρου συζύγου. Εἶναι τό μεγάλο μυστικό τῆς ἁρμονίας τῶν συζύγων. Αὐτό εἶναι τό μυστικό! Προσέξατε ἐδῶ! αὐτό εἶναι τό μυστικό. Ἀλλά τί γίνεται δυστυχῶς; Νά τί γίνεται. Οἱ μέν γονεῖς τῆς κόρης παίρνουν τό μέρος τῆς κόρης καί οἱ γονεῖς τοῦ γαμπροῦ παίρνουν τό μέρος τοῦ γαμπροῦ καί τότε αὐτομάτως γίνεται ἕνας χωρισμός. Καί τότε μπαίνουνε μέσα οἱ συγγενεῖς καί δημιουργεῖται ἐκεῖνο πού δημιουργεῖται.

    Ὅταν ὅμως οἱ γονεῖς ἤ οἱ συγγενεῖς τῆς κόρης, τῆς κοπέλας ὑπερασπίζουν καί ἀγαποῦν τούς συγγενεῖς τοῦ γαμπροῦ καί ἀντιστρόφως κατ’ ἕνα χιαστί τρόπο, τότε ὑπάρχει μία ἕνωσις ἀνάμεσα στό ζεῦγος. Ἂν μάλιστα τό ζεῦγος εἶχε κάποιες διαφορές, τότε αὐτές ἐξομαλύνονται, καί δέν λέει ἡ γυναῖκα «ἡ μάνα σου» καί δέ λέει ὁ σύζυγος στή γυναῖκα του «ἡ μάνα  σου κι ὁ πατέρας σου», ἀλλά μιλοῦνε μέ καλό τρόπο. Καί ὅταν μάλιστα ἡ γυναῖκα φροντίζη διά τούς συγγενεῖς -ἰδιαίτερα τώρα ἡ γυναῖκα- δηλαδή τώρα ἀνάμεσα στό ζεῦγος φροντίζει ἡ γυναῖκα γιά τούς συγγενεῖς τοῦ ἀνδρός της καί ὁ ἄνδρας γιά τούς συγγενεῖς τῆς  γυναικός του, αὐτό τό πρᾶγμα πῶς νά τό ποῦμε, εἶναι ὑπέροχο.

    Ὅταν βλέπη ἡ γυναῖκα ὅτι ὁ σύζυγος της ἀγαπᾶ τούς γονεῖς της, μέ τήν καλή σημασία τῆς λέξεως, κολακεύεται, ἀνακουφίζεται. Κι ὅταν βλέπη ἀκόμη καί ὁ σύζυγος ὅτι ἡ γυναῖκα του ἀγαπάει τούς γονεῖς του, κι ἐκεῖνος ἀνακουφίζεται. Ἔ, πέστε μου κάτω ἀπό τό κλῖμα αὐτό, εἶναι δυνατόν ποτέ νά δημιουργηθῆ ρήξι σοβαρή ἀνάμεσα εἰς τό ζεῦγος; Ποτέ, ποτέ. Κι ἄν ποτέ… κι ἄν ποτέ τά πράγματα δέν εἶναι ἔτσι, ὁ ἕνας ἐκ τῶν δύο, ἄν καταλαβαίνη μερικά πράγματα, ὅπως τώρα ἐδῶ ὁ Τωβίας, δύναται νά περισσώση τήν κατάστασι. Κι ἔτσι ἕνας νέος πού παντρεύεται -γιατί θά πάρη τώρα τή γυναῖκα του τή Σάρρα νά φύγη, νά πάη στό σπίτι του- μπορεῖ τώρα ἡ γυναῖκα του νά μαλώνη μέ τά πεθερικά της. Τί θέσι θά πάρη τώρα ὁ Τωβίας; Θά ὑπερασπίζεται τούς γονεῖς του; Τή γυναῖκα του; Τί πρέπει νά κάνη; Οὔτε τούς γονεῖς του, οὔτε τή γυναῖκα του. Θά πάρη μία τέτοια στάσι, πού θά πρέπη νά ἐξομαλύνη κάθε τραχύτης πού δημιουργήθηκε, καί ἀκόμη νά μή δημιουργηθῆ σχῖσμα.

    Ὅπως ἀντιλαμβάνεσθε, ὁ γάμος εἶναι ἕνα μεγάλο θέμα, ἕνα μεγάλο πρόβλημα, εἶναι μία μεγάλη δυσκολία, εἶναι ἕνα μεγάλο σκάμμα μέσα στό ὁποῖο μπαίνουν οἱ σύζυγοι νά ἀγωνισθοῦν. Ἐάν δέν ἦταν σκάμμα, δέν θά ἐγράφετο ἕνα βιβλίο πού νά ἀναφέρεται εἰς τόν τρόπο τῆς οἰκογενειακῆς συμβιώσεως. Εἶναι μία ἐπιστήμη, εἶναι καί μία τεχνική, ἄν τό θέλετε. Ἀπαιτεῖ ὄχι ἁπλές γνώσεις, τίς ὁποῖες πολλές φορές διαβάζομε σέ περιοδικά καί ἐφημερίδες. Ἀπαιτεῖ καλλιέργεια ψυχῆς, νά μπορῆ κανείς νά μπῆ μέσα σ’ αὐτό τό σκάμμα καί νά βγῆ νικητής. Γι’ αὐτό λοιπόν τό λόγο, θά παρακαλέσω πολύ πού ἡ σειρά τῶν θεμάτων μας φέτος εἶναι γύρω ἀπό τά θέματα αὐτά, νά τά προσέχετε, νά κρατᾶτε, ἄν θέλετε, ἀκόμη καί σημειώσεις, ὥστε «καιρῷ τῷ δέοντι» νά σᾶς φανοῦν χρήσιμα εἰς τήν ζωή σας καί νά νικήσετε εἰς τόν στίβον τοῦ γάμου.

 
14η ομιλία στο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης « Τωβίτ ».

►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
"Τωβίτ. (Ὁμιλίες βασισμένες στό βιβλίο τῆς Π. Διαθήκης Τωβίτ).

" εδώ ⬇️
http://arnion.gr/index.php/p-thanasios-mytilina-os/milies-p-thanasiou/palaia-diauhkh/vivlion-tovit
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40oED0GDYsRHnrDdY5_m61pt

Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Καραμίντζα.

Ψηφιοποίηση και επιμέλεια κειμένου δια χειρός του αξιοτίμου κ. Γεωργίου Μαλούση.

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️
https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__
https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.