01 Δεκεμβρίου 2024

Ἡ καταδίκη τῆς γυναίκας.

†.Καὶ τῇ γυναικὶ εἶπε· πληθύνων πληθυνῶ τὰς λύπας σου καὶ τὸν στεναγμόν σου· ἐν λύπαις τέξῃ τέκνα, καὶ πρὸς τὸν ἄνδρα σου ἡ ἀποστροφή σου, καὶ αὐτός σου κυριεύσει.» (Γέν. 3, 16)

   Αὐτά τά λόγια εἶπε ὁ Θεός πρός τήν Εὔα, παιδιά, μετά τήν καταδίκη τοῦ ὄφεως-διαβόλου, πού ἀποτελοῦν καί τήν καταδίκη τῆς Εὔας. Νά σᾶς τά ἀποδώσω: Καί στή γυναίκα εἶπε ὁ Θεός: Θά πληθύνω ὑπερβολικά τίς λύπες σου καί τούς στεναγμούς σου· μέ ὠδίνες καί πόνους θά γεννᾶς τά παιδιά σου, καί ἀπό τόν ἄνδρα σου θά εἶναι ἡ ἐξάρτησή σου, καί αὐτός θά εἶναι ὁ κύριος καί ἐξουσιαστής σου, θα σε κυριεύσει.

   Εἴδαμε ὅτι στήν Εὔα δόθηκε ευκαιρία μετανοίας. Αλλά ἡ Εὔα δέν μετανόησε καί ἀπέδωσε τήν εὐθύνη στο φίδι, ὅπως ὁ Ἀδάμ στήν Εὔα, καί ἔτσι τώρα καταδικάζεται. Καί καταδικάζεται πρώτη.

   Μάλιστα, ὁ Θεός πρῶτα ζητᾶ τήν ἀπολογία του Ἀδάμ, κατά τάξη θα λέγαμε ἱεραρχική, μετά τῆς Εὔας, μετά τοῦ φιδιοῦ. Ἀπό τό φίδι βέβαια δέν ζητάει ἀπολογία, καί ἐξηγήσαμε το γιατί· μόνο επιφέρει τήν καταδίκη του. Τώρα όμως κινεῖται ἀντιστρόφως, διά τῆς αὐτῆς ὁδοῦ καταδικάζει τόν ὄφι, καταδικάζει τήν Εὔα, καταδικάζει τόν Αδάμ. Ἔτσι, πρώτη από τους ανθρώπους, καταδικάζεται ἡ Εὔα.

   Καί ποιά εἶναι ἡ καταδίκη της; «πληθύνων πληθυνῶ τὰς λύπας σου καὶ τὸν στεναγμόν σου».

   Αὐτό τό «πληθύνων πληθυνῶ», πού εἶναι μετοχή καί ρῆμα μαζί, εἶναι ἑβραϊσμός. Σᾶς τό λέω, γιατί στήν ελληνική σύνταξη δέν ἔχουμε ρῆμα καί μετοχή μαζί, πού νά εἶναι μάλιστα τοῦ ἴδιου ρήματος. Εἶναι ἑβραϊσμός, καί σημαίνει υπερβολικά θά πληθύνω τίς λύπες σου καί τόν στεναγμό σου.

   Πράγματι, θα λέγαμε, ἕνα ἀποτέλεσμα τῆς διακοπῆς τῆς σχέσεως ανάμεσα στόν Θεό καί τήν ψυχή, λόγω τῆς ἁμαρτίας, είναι καί ἡ χαλάρωση τῶν σχέσεων σώματος καί ψυχῆς, πού ἐκδηλώνεται μέ πόνους καί μέ στεναγμούς.

   Δηλαδή, γιά νά τό καταλάβετε, θά σᾶς πῶ ἕνα παράδειγμα ἀπό τή Φυσική, ὅσοι τουλάχιστον τό γνωρίζετε, ἀπό τόν μαγνητισμό.

   Ὅταν ἕνας μαγνήτης ἕλκει ένα σίδερο, τότε και αὐτό τό σίδερο γίνεται μαγνήτης καί ἕλκει ἀπό κάτω καί ἕνα ἄλλο σίδερο. Αν υποτεθεῖ ὅτι ὁ μαγνήτης είναι ηλεκτρομαγνήτης, αμα διακοπεί το ηλεκτρικό ρεύμα, τότε σταματάει πιά να είναι μαγνήτης. Τότε όμως καί ὁ σίδηρος πού ἕλκεται από κάτω παύει κι αυτός να είναι μαγνήτης, καί πάει να πέσει. Αλλά τήν ὥρα πού πάει να πέσει, ξεκολλάει κι ἕνα ἄλλο σίδερο παρακάτω πού ἕλκεται ἀπό τό πιό πάνω, καί πέφτει κι ἐκεῖνο· δηλαδή όλα μαζί πιά διαλύονται. (Το φαινόμενο αυτό οφείλεται στην μαγνήτιση ἐξ ἐπαφῆς, δηλαδή στην μετάδοση τῶν μαγνητικών ιδιοτήτων ενός μαγνήτη (φυσικοῦ, τεχνητού ή ηλεκτρικού) σε ένα σιδηρομαγνητικό υλικό με επαφή. Η μαγνήτιση αυτή οφείλεται στον προσανατολισμό των στοιχειωδῶν μαγνητῶν τοῦ σιδηρομαγνητικού υλικού, οἱ ὁποῖοι και το συναποτελούν)

   Ἔτσι κι ἐδῶ. Δημιουργείται μία κακή σχέση ανάμεσα στόν ἄνθρωπο καί τόν Θεό –κυρίως στην ψυχή τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό. Μόλις υπάρξει κάποια κακή σχέση, ἔχουμε μιά διακοπή. Αλλά μόλις γίνει αυτή ή διακοπή της σχέσεως, ἀμέσως ἔχουμε καί μία άλλη διακοπή· τώρα τοῦ σώματος μέ τήν ψυχή. Αφού διακόπηκε δηλαδή η σχέση ανάμεσα στόν Θεό καί τήν ψυχή, τώρα διακόπτεται καί ἡ σχέση ανάμεσα στην ψυχή και τό σῶμα, χαλαρώνεται. Μάλιστα ή πλήρης και τέλεια διακοπή είναι ο θάνατος. Αὐτό θά πεῖ θάνατος· χωρίστηκε ἡ ψυχή ἀπό τόν Θεό, καί τό σῶμα ἀπό τήν ψυχή.

   Αλλά μέχρι πού να χωριστεῖ ἡ ψυχή ἀπό τό σῶμα ὑπάρχει μία χαλαρή σχέση μεταξύ τους. Αυτή η σχέση ἐκδηλώνεται μέ τούς πόνους, μέ τίς θλίψεις καί μέ τίς ἀρρώστιες· τόσο, πού πολλές φορές αἰσθανόμαστε ὅτι θα βγεῖ ἡ ψυχή μας! Σέ ένα μικρό παιδί ἴσως δέν εἶναι αὐτό ἔντονο, ὅσο μπορεῖ νά εἶναι σ' ἕναν μεγαλύτερο. Αἰσθάνεται κανείς ὅτι θά πεθάνει, ἐπειδή έκανε κάτι, κουράστηκε ἤ κάτι συνέβη, και νομίζει ὅτι ἔφθασε στο χεῖλος να πεθάνει. Γιατί; διότι υπάρχει αὐτή ἡ χαλαρότητα σχέσεως ανάμεσα στην ψυχή καί στό σῶμα, καί ἔχουμε, ὅπως σᾶς εἶπα, τούς πόνους, τίς ἀρρώστιες και τούς στεναγμούς.

   Οἱ πόνοι καί οἱ θλίψεις, στην Εὔα τουλάχιστον, εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς ἐπιθυμίας της πρός τόν ἀπαγορευμένο καρπό. Αὐτό τό βλέπουμε καί σήμερα· δηλαδή οἱ ἡδονὲς ἐπιφέρουν τήν ὀδύνη, ἐπιφέρουν τον πόνο. Το λέγαμε σε κάποια προηγούμενα μαθήματά μας, ὅτι ἡδονή καί ὀδύνη συμπορεύονται. (Βλ. π. Αθανασίου Μυτιληναίου, Ἡ Γένεσις, Τόμος Ε΄, Μαθήματα 52ο καί 53ο, ἐκδ. Ι. Μ. Κομνηνείου, Στόμιον 2021) Αὐτό δέν πρέπει να το ξεχάσετε ποτέ στη ζωή σας. Από τη στιγμή πού ὁ ἄνθρωπος θά ἀναζητήσει τήν ἡδονή, θα νιώσει καί τήν ὀδύνη. Μάλιστα, πολλοί νέοι, ἰδίως κοπέλες –όχι λιγότερο καί ἄνδρες· αλλά ἰδίως κοπέλες– από τη στιγμή πού θά δοκιμάσουν αυτό το στοιχεῖο, τῆς ἡδονῆς, θά μπεῖ στή ζωή τους ἡ ὀδύνη, θά μπεῖ δηλαδή ὁ πόνος, θά μπεῖ ἡ θλίψη, ἡ στενοχώρια. Καί νομίζουν ὅτι ὅλη αὐτή ἡ κατάσταση τις φέρνει εμπειρία, τίς φέρνει χαρά, εὐτυχία... ἐνῶ δέν εἶναι ἔτσι.

   Θυμηθεῖτε ἕνα παλιό παράδειγμα πού σᾶς ἔλεγα, μέ τή γάτα πού γλείφει μία λίμα. Κάτι βρῆκε ἐκεῖ πάνω νά φάει πού τῆς ἄρεσε. Καί γλείφει συνέχεια πάνω στη λίμα, γιατί τῆς ἄρεσε ἐκεῖνο τό κάτι λίγο πού δοκίμασε. Τώρα ὅμως ἡ λίμα τῆς τραυματίζει τή γλώσσα καί βγαίνει αίμα· ὅμως δέν τό καταλαβαίνει. Καί ἔτσι ἡ γάτα, γλείφοντας τό ἴδιο της τό αἷμα, νομίζει ὅτι εἶναι κάτι ἄλλο, πολύ γλυκό καί πολύ ὡραῖο, ἐνῶ εἶναι τό ἴδιο της το αίμα! («Καὶ ἵνα μὲ ὁμοίωσιν ἐδικήν μου καὶ ἐγὼ εἴπω: ἡ ἡδονὴ ὁμοιάζει μὲ τὸ ῥινὶ τὸ ἀλειμμένον μὲ ἔλαιον, τὸ ὁποῖον λείχουσα ἡ γαλῇ, ἔλειχεν ἐν ταυτῷ καὶ τὸ αἷμα τῆς γλώσσης της.» (Αγ. Νικοδήμου Αγιορείτου, Συμβουλευτικὸν Εγχειρίδιον, σ. 46))

   Αὐτό εἶναι τό ζεῦγος ἡδονή- οδύνη. Βλέπετε πῶς αὐτά τά δύο συμπορεύονται; Αλλά ας συνεχίσουμε.

   Ο πόνος στη γυναίκα εἰσέρχεται κυρίως μέ τό θέμα τῆς τεκνογονίας. Ὄχι ὅτι δέν θά ὑπάρχει καί στόν ἄνδρα ὁ πόνος. Αλλά τώρα στη γυναίκα λέει ὁ Θεός «πληθύνων πληθυνῶ τὰς λύπας σου καὶ τὸν στεναγμόν σου» γενικά, καί πιό εἰδικά «ἐν λύπαις τέξη τέκνα», ὅτι μέ λύπες θά γεννᾶς τά παιδιά σου. Αυτό, ειδικά στο θέμα τῆς τεκνογονίας, τό ὅτι θά γεννά μέ πόνους καί μέ στενοχώριες, μπαίνει σάν ἕνα σημάδι, πού ἔρχεται να ὑπενθυμίζει στη γυναίκα μιά προγονική ἁμαρτία.

   Γιά νά τό καταλάβετε αυτό, σᾶς ὑπενθυμίζω ἐκεῖνο το σημάδι πού ὁ Θεός ἔβαλε μετά τόν κατακλυσμό· ποιό ἦταν; τό ουράνιο τόξο. Βεβαίως, το ουράνιο τόξο ὑπῆρχε καί πρό τοῦ κατακλυσμοῦ· δέν τό δημιούργησε τότε ὁ Θεός τό φαινόμενο αυτό, ὅτι ἐφεξῆς δέν θά καταστρέψει τον κόσμο με κατακλυσμό. Σας ξαναλέω ὅτι αὐτό δέν εἶναι τίποτα άλλο παρά σταγονίδια νεροῦ μετά τή βροχή πού ὑπάρχουν στόν χῶρο, καί τό ηλιακό φῶς, πέφτοντας πλαγίως, προκαλεῖ τό φαινόμενο τοῦ οὐρανίου τόξου, φαινόμενο συνηθέστατο καί εὔκολα παραγόμενο. Αν κανείς τό ἀπόγευμα ἤ τό πρωί ἔχει ἔνα λάστιχο ποτίσματος καί ἐκτοξεύει ψηλά σταγονίδια νεροῦ, ἀμέσως παράγει τό ουράνιο τόξο. Το φαινόμενο είναι συνηθισμένο καί ἐντελῶς φυσικό. Αλλά ὁ Θεός λέει ὅταν θά βλέπετε αυτό το σημάδι, να θυμᾶστε ὅτι δέν θά κάνω κατακλυσμό ξανά. (Βλ. Γέν. 9, 14-15) Δηλαδή εἶναι ἕνα ἁπλό σημάδι, ἐλπιδοφόρο, ὅτι δέν θά ξαναγίνει κατακλυσμός.

   Ἔτσι κι ἐδῶ τώρα, σημάδι στη γυναίκα ὅτι ὑπῆρξε μια προγονική ἁμαρτία είναι ο πόνος στον τοκετό της.

   Ὁ πόνος αὐτός τοῦ τοκετοῦ ἀναφέρεται στήν ἰδιότητα τῆς μητρότητος τῆς γυναίκας, ὅταν δηλαδή ή γυναίκα γίνει μητέρα.

   Ας δοῦμε τί λέει πάνω σ' αυτό ὁ ἱερός Χρυσόστομος..

   Βλέπετε, ἀναφέρω τούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας για μια κατοχύρωση, γιά νά μή νομισθεῖ ὅτι αὐτά πού λέμε εἶναι ἁπλῶς κάτι πού μόνοι μας τά σκεφτόμαστε. Ὄχι· εἶναι μία κατοχύρωση, ἑρμηνευτική κατοχύρωση τῆς Ἁγίας Γραφῆς.

   Λέει λοιπόν ὁ ἱερός Χρυσόστομος: «...ἵνα διηνεκή ἔχῃς καὶ αὐτὴ τὴν ὑπόμνησιν διὰ τὸν καθ᾿ ἕκαστον καιρὸν ὠδίνων, πόσον τῆς ἁμαρτίας ταύτης καὶ τῆς παρακοῆς τὸ μέγεθος, καὶ μὴ τοῦ χρόνου προϊόντος λήθῃ παραδῷς τὸ γεγενημένον» (Ὁμιλίαι εἰς τὴν Γένεσιν, ΙΖ΄, ζ΄, PG 53, 143). Γιά νά ἔχεις μπροστά σου διαρκῶς τήν ὑπόμνηση, τη θύμηση, κάθε φορά πού θά ἔχεις τίς ὠδίνες τοῦ τοκετοῦ, ὅταν πρόκειται να γεννήσεις, πόσο μεγάλο πράγμα ἦταν ἡ ἁμαρτία αὐτή, πόσο μεγάλο ήταν τῆς παρακοῆς τό μέγεθος, ὥστε μέ τόν καιρό νά μήν τό παραδώσεις στη λήθη καί τό ξεχάσεις. Σου βάζει λοιπόν ὁ Θεός ἕνα σημάδι, τόν πόνο, ὅτι ἡ Εὔα ἀπέναντι στον Θεό στάθηκε παραβάτις.

   Ὅμως εἶναι φανερό ὅτι οἱ συνεχεῖς αὐτές θλίψεις θά ἐπέφεραν μία κάμψη τῆς ἀντοχῆς, καί θά ὁδηγοῦσαν σέ ἀπελπισία. Σήμερα βλέπετε ὅτι οἱ γυναῖκες δέν κάνουν πολλά παιδιά· ἕνα μέ δύο παιδιά κάνουν. Αὐτό βέβαια, στην πραγματικότητα, εἶναι ἕνας εὐτελισμός, μήν τό ξεχνᾶμε αὐτό, διότι ἡ γυναίκα θέλει νά ἀποφύγει πολλά πράγματα. Τόν παλαιό καιρό όμως γεννοῦσαν πολλά παιδιά ·για μια ζωή ολόκληρη ή γυναίκα μπορούσε να είναι μητέρα. Εται θα μπορούσε γρήγορα να καμφθεῖ ἡ ἀντοχή της καί νά ἔλθει σε κάποια ἀδυναμία καί ἀπόγνωση, ὅτι ἐπιτέλους δέν μπορῶ πιά. Γι' αὐτό ὁ Θεός συγκερνά μαζί μέ τίς θλίψεις καί μερικές χαρές.

   Θά σᾶς διαβάσω τί λέει ἐπάνω σ' αυτό ὁ ἱερός Χρυσόστομος καί θά σᾶς τό ἀποδώσω: «Αλλ' ὅμως τοσαύτην ὁ φιλάνθρωπος Θεὸς παρέσχε μετὰ τῶν λυπηρῶν τὴν παραμυθίαν, ὡς ἰσόῤῥοπον εἶναι τὴν διὰ τὸ τεχθὲν βρέφος εὐφροσύνην... Τοῦτο τοίνυν καὶ ὁ Χριστὸς διαλεγόμενος τοῖς μαθηταῖς καὶ δεικνὺς καὶ τῆς ὠδίνης τὸ μέγεθος καὶ τῆς εὐφροσύνης τὴν ὑπερβολήν, ἔλεγεν· Ἡ γυνὴ ὅταν τίκτῃ λύπην ἔχει, ὅτι ἦλθεν ἡ ὥρα αὐτῆς ... ὅταν δὲ γεννήσῃ τὸ παιδίον, οὐκέτι μνημονεύει τῆς θλίψεως διὰ τὴν χαράν, ὅτι ἐγεννήθη ἄνθρωπος εἰς τὸν κόσμον» (Ὁμιλίαι εἰς τὴν Γένεσιν, ΙΖ΄, η΄, PG 53, 144. Βλ. Ιωάν. 16, 21).

   Λέει λοιπόν ὁ ἱερός Χρυσόστομος ὅτι ὁ Θεός εἶναι τόσο φιλάνθρωπος, ὥστε μαζί μέ τά λυπηρά ἔβαλε καί τήν παρηγορία, γιά νά ἐπιφέρει μιά ισορροπία. Καί ἡ ισορροπία εἶναι ὅτι ναί μέν πονάει ἡ γυναίκα, ἀλλά θά ἔχει τή χαρά ὅτι ἔφερε ἕνα παιδί στον κόσμο. Γι' αὐτόν τόν λόγο καί ὁ Κύριος, στην Καινή Διαθήκη, δείχνοντας ὅτι τά δυό αυτά πράγματα ἔρχονται σε συνδυασμό, λέει: Ἡ γυναίκα, ὅταν γεννᾶ, ἔχει λύπη, διότι ἦρθε ἡ ὥρα της να γεννήσει· ἀλλά ὅταν γεννήσει το παιδί, τότε ξεχνάει τη λύπη της γιατί γεννήθηκε ἕνας ἄνθρωπος στον κόσμο. (Ἰωάν. 16, 21)

   Ἔτσι, βλέπουμε ὅτι ἡ λύπη καί ἡ χαρά εἶναι συγκερασμένα, εἶναι δηλαδή καί τά δύο ανακατεμένα.

   Στην Θεοτόκο, τη Νέα Εὔα, δέν ὑπῆρχε πόνος τοκετοῦ, ὄχι μόνο ἐπειδή ἡ σύλληψη τῆς Θεοτόκου ἦταν ὑπερφυής, ἀφοῦ ἦταν παρθένος καί κατόπιν ἐπισκιάσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος συνέλαβε, ἀλλά καί διότι καθαρίστηκε ἀπό τήν προγονική κατάρα. Γι' αὐτόν τόν λόγο ή Θεοτόκος γέννησε ἀνωδίνως. Δέν ὑπάρχουν δηλαδή ὠδῖνες τοκετοῦ στήν ὑπεραγία Θεοτόκο· εἶναι ἡ νέα Εὔα. (Αὐτό ὑποστηρίζουν πολλοί Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας. Ο ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός λέει: «Τίκτεται (ὁ Χριστός) ... άνωδίνως, ὑπὲρ θεσμὸν γεννήσεως· ἧς γὰρ ἡδονὴ οὐ προηγήσατο, οὐδὲ ὠδῖν ἐπηκολούθησε, κατὰ τὸν προφήτην τὸν λέγοντα· Πρὶν ὠδίνησεν, ἔτεκε", καὶ πάλιν· "Πρὶν ἐλθεῖν τὸν καιρὸν τῶν ὠδίνων, ἐξέφυγε καὶ ἔτεκεν ἄρσεν" (Ησ. 66, 7)» (Έκδοσις ἀκριβὴς τῆς ὀρθοδόξου πίστεως, κεφ. 87, PG 94, 1160D), καί ἀλλοῦ: «Αὕτη ἡ μακαρία ... τὰς ὠδῖνας, ἃς διέφυγε τίκτουσα», PG 94, 1161D). Ὁ ἅγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης: «ἡ δὲ κατάρα τοῦ "Εν λύπαις τέξη τέκνα" διελύθη· ἐπειδὴ καὶ ἡ Παρθένος γεννήσασα τὸν Κύριον, χωρὶς πόνους καὶ λύπας αὐτὸν ἐγέννησε» (Εορτοδρόμιον, τόμ. Α΄, σσ. 133-134). Βέβαια, ὁ ἅγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας καί ὁ ἱερός Χρυσόστομος, στην προσπάθειά τους να διαφυλάξουν το μυστήριο τῆς ἐνσαρκώσεως ἀπό τήν Δόκηση, πού ἀμφισβητοῦσε τήν ὀντολογική σάρκωση τοῦ Λόγου, ὑποστηρίζουν τήν συνύπαρξη ὠδίνων καί παρθενίας. Ωστόσο υπάρχει καί ἡ θέση τοῦ ἁγίου Γρηγορίου Νύσσης, ὁ ὁποῖος ὁμιλεῖ περί ἀνωδύνου ὠδίνης: «ἀμόλυντος δὲ ἡ λοχεία, ανώδυνος δὲ ἡ ὠδίς» (PG 44, 1052D - 1053Α). Αλλά καί Ὑμνολογία τῆς Ἐκκλησίας ἀποφαίνεται σαφῶς ὅτι ἡ Θεοτόκος ἔτεκε ἀνωδίνως: «Σὺ Μήτηρ Θεοῦ, ἀσυνδυάστως γεγένησαι, τοῦ ἐξ ἀκηράτου Πατρὸς ἐκλάμψαντος, ἄνευθεν ὠδίνων μητρικῶν, ὅθεν σε Θεοτόκον, σεσαρκωμένον γὰρ ἐκύησας Λόγον ὀρθοδόξως κηρύττομεν» (Κανών Αναστάσιμος, Ἦχος Γ΄, Ὠδή γ΄), «Ἐπὶ τῷ ξένῳ σου τόκῳ, τὰς ὠδῖνας φυγοῦσα ὑπερφυώς» (Κανών Μ. Σαββάτου, Ωδή Θ΄), «Ἄχραντε, ἀκόπως βαστάσασα...» (Κανών Ακαθίστου, Ὠδή Δ΄) κ.ά)

   Ἡ Θεοτόκος ὅμως πόνεσε στον Σταυρό. Ἐκεῖ πόνεσε, ὅταν εἶδε τόν Υιό της πάνω στον Σταυρό, κατά τήν προφητεία τοῦ Συμεών τοῦ Θεοδόχου. Ὅταν ἡ Θεστόκος καί ὁ Ἰωσήφ εἶχαν ἐπισκεφθεῖ τόν Ναό γιά νά ἀφιερώσουν τόν Ἰησοῦ, πού ἦταν σαράντα ἡμερῶν, τῆς εἶχε πεῖ ὁ Συμεών: «Ἰδοὺ οὗτος κεῖται εἰς πτῶσιν καὶ ἀνάστασιν πολλῶν ἐν τῷ Ἰσραὴλ καὶ εἰς σημεῖον ἀντιλεγόμενον. καὶ σοῦ δὲ αὐτῆς τὴν ψυχὴν διελεύσεται ῥομφαία» (Λουκά 2, 34-35). Αὐτός θά εἶναι ἡ αἰτία να πέσουν καί νά σηκωθοῦν πολλοί στόν Ἰσραήλ, στον λαό τοῦ Θεοῦ, καί τό σημάδι διαφωνίας γιά τούς ἀπίστους. Καί ἀπό τήν καρδιά σου μέσα θα περάσει μεγάλο καί ὀδυνηρό μαχαίρι, σπαθί κοφτερό, φοβερό! δηλαδή θα πονέσεις πολύ! Καί ὁ πόνος τῆς Θεοτόκου ἦταν ὁ σταυρικός θάνατος τοῦ Υἱοῦ της.

   Σκεφθεῖτε· ἐδῶ τό παιδί σου πεθαίνει κάποτε στο κρεβάτι, ἀπό μιά ἀρρώστια, καί πονᾶς καί κλαῖς καί ὀδύρεσαι· πόσο περισσότερο θα πονᾶς ὅταν γνωρίζεις ὅτι τό παιδί σου εἶναι ἀθῶο, καί πηγαίνουν νά τό κρεμάσουν σαν κακούργο, καί μάλιστα σάν παράδειγμα πρός ἀποφυγήν, για παραδειγματισμό τῶν ἄλλων, ὅτι ἄν κανείς πεῖ τοῦτα ἢ ἐκεῖνα, ἀπειλεῖται μέ θάνατο, και μάλιστα σταυρικό, ανάμεσα σε δύο κακούργους!... Φοβερό πράγμα αυτό... φοβερό! Ο πόνος λοιπόν τῆς Θεοτόκου ἦταν ψυχικός.

   Προσέξτε ὅμως· αὐτός ὁ πόνος τῆς Θεοτόκου στον σταυρό –ἀφοῦ γέννησε χωρίς ὠδῖνες τοκετού, διότι εἶναι ἡ Νέα Εὔα– δέν ἔχει καμμία σχέση μέ τήν προγονική κατάρα, ἀλλά εἶναι ὁ πόνος τῆς μετοχῆς της στο μυστήριο του Σταυρού του Χριστού. Είναι ένας πόνος τόν ὁποῖο ἔχουν δοκιμάσει ὅλοι οἱ δίκαιοι τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, καί ὅλοι οἱ ἅγιοι τῆς Καινῆς Διαθήκης, μέχρι πού να τελειώσει ὁ κόσμος, θά δοκιμάζουν.

   Ὁ Κύριος λέει ὅτι δέν μπορεῖ κάποιος νά μπεῖ στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, δέν μπορεῖ νά γίνει μαθητής Του, ἐάν δέν σηκώσει τόν σταυρό του, ἐάν δέν γίνει μέτοχος τῆς σταυρικῆς Του θυσίας. (Βλ. Ματθ. 16, 24-26. Μαρκ. 8, 34-37. Λουκά 9, 23-25) Καί αὐτό, τό ὅτι θά πρέπει να γίνουμε μέτοχοι τῆς σταυρικῆς θυσίας τοῦ Χριστοῦ, αὐτό δέν ἔχει καμμία σχέση μέ τήν κατάρα πού τουλάχιστον ὁ Θεός ἔδωσε στην Εὔα. Αὐτό ἐδῶ θά λέγαμε ὅτι εἶναι μία επιστροφή, διά τοῦ πόνου τοῦ Σταυροῦ, στη Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, γενόμενοι μέτοχοι τοῦ πόνου τοῦ Χριστοῦ.

   Ἀκοῦστε πῶς τό λέει στους Κολασσαεῖς ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «Ανταναπληρῶ τὰ ὑστερήματα τῶν θλίψεων τοῦ Χριστοῦ ἐν τῇ σαρκί μου ὑπὲρ τοῦ σώματος αὐτοῦ, ὅ ἐστιν ἡ ἐκκλησία.» (Κολ. 1, 24). Ἀνταναπληρῶ (ἀντί- ἀνά-πληρῶ) τά ὑστερήματα, συμπληρώνω στη σάρκα μου ὅσα ὁ Κύριος, οὕτως εἰπεῖν, δέν πρόλαβε ἐπί τοῦ σταυροῦ πάνω στη σάρκα του να υποφέρει. Εγώ, λέει ὁ Παῦλος, στο δικό μου τό σῶμα, παίρνω πάνω μου τούς πόνους τοῦ σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ γιά χάρη τοῦ σώματός Του, πού εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Δηλαδή, οἱ κακοπάθειες καί τά παθήματα τοῦ ἀποστόλου Παύλου δέν εἶναι παρά ἡ συνέχεια τῶν σταυρικῶν παθημάτων τοῦ Χριστοῦ. (Ὁ ἀπόστολος Παῦλος, σέ ὅλες τίς ἐπιστολές του, μιλάει μέ χαρά καί ἐνθουσιασμό για όλα τα παθήματα καί τίς θλίψεις πού ὑπέστη γιά χάρη τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας Του, καί μάλιστα καυχιέται ἐν Κυρίῳ γι' αυτά. Βλ. ἱεροῦ Χρυσοστόμου, Εἰς τὸν ἅγιον ἀπόστολον Παῦλον, Ὁμιλίαι 1-7, PG 50, 473-514)

   Θέλετε νά σᾶς πῶ κάτι ακόμα; Τί ἔννοια ἔχει ἡ Μεγάλη Σαρακοστή, που αυτήν τη στιγμή περνάμε; Η Μεγάλη Τεσσαρακοστή, μέ τίς πενήντα ημέρες της και μέ ἀποκορύφωμα τη Μεγάλη Εβδομάδα, ξέρετε τί εἶναι; Είναι μία μικρογραφία τῆς εὐαγγελικῆς πορείας, πού εἶναι σταυρική πορεία, καί πού πρέπει να ζήσουμε στη ζωή μας ολόκληρη. Στην πραγματικότητα ή πορεία τοῦ Χριστιανοῦ εἶναι μία Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Αυτήν λοιπόν τή λύπη, αὐτόν τόν πόνο δοκιμάζει τώρα ή Θεοτόκος, καί ὄχι τόν πόνο, ὅπως σᾶς ἐξήγησα, τοῦ τοκετοῦ.

   Ἀλλά αὐτός ὁ πόνος, ἡ θλίψη, εἶναι καί τῶν δικαίων τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Οἱ δίκαιοι –προσέξτε– έζησαν τόν Σταυρό πρό τοῦ ἱστορικοῦ σταυροῦ! Βεβαίως!

   Ἄν προσέξατε στην αποστολική περικοπή τῆς Α΄ Κυριακῆς τῶν Νηστειῶν πού διαβάσαμε σήμερα, λέει ὅτι ὁ Μωυσῆς προτίμησε τόν ὀνειδισμόν τοῦ Χριστοῦ –ποιόν ὀνειδισμόν τοῦ Χριστοῦ;... ὁ Μωυσῆς ἔζησε χίλια πεντακόσια χρόνια πρό τοῦ Χριστοῦ!– ἀρνούμενος να λέγεται υἱός τῆς θυγατρός τοῦ Φαραώ. Προτίμησε δηλαδή τόν ὀνειδισμό τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ, περιφρονώντας ὅλους τούς θησαυρούς τῆς Αἰγύπτου, τήν καλοπέραση καί τήν πρόσκαιρη απόλαυση τῆς ἁμαρτίας. Βλέπετε; Προτίμησε να συγκακουχεῖται μέ τόν λαό τοῦ Θεοῦ, λέει, χάριν τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ! (Βλ. Εβρ. 11, 24-26) Αυτός εἶναι πόνος πού ἐξαγιάζει, εἶναι πόνος σπουδαῖος, εἶναι πόνος που πραγματικά τόν ἔχουν μόνο οἱ ἅγιοι.

   Σήμερα ὅμως, θά μοῦ πεῖτε, ὁ πολιτισμός έκανε τόν τοκετό ἀνώδυνο. Σήμερα μία γυναίκα πού πάει να γεννήσει δεν πονάει. Μπορείτε νά ἰσχυριστεῖτε αὐτό.

   Ναί, παιδιά· ἀλλά ἐδῶ ἔχουμε δύο σημεῖα.

   Ὅταν ἡ γυναίκα πού πρόκειται να γεννήσει δέν πονάει, σημαίνει ὅτι τῆς δίνεται ἕνα περιθώριο, μία δυνατότητα να ξεχάσει ὅτι ἀπώλεσε τόν παράδεισο, γιατί εἴπαμε ὅτι ὁ πόνος μπῆκε σαν σημάδι αὐτῆς τῆς ὑπομνήσεως. Εἶναι σημαντικό αὐτό.

   Γι' αὐτόν τόν λόγο σήμερα, ὅσο σε καμμιά ἄλλη ἐποχή, ἔχουμε ξεχάσει ὅτι δέν ἔχουμε ἐδῶ μόνιμη πατρίδα. Τό λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «Οὐ γὰρ ἔχομεν ὧδε μένουσαν πόλιν, ἀλλὰ τὴν μέλλουσαν ἐπιζητοῦμεν» (Έβρ. 13, 14). Δέν ἔχουμε ἐδῶ μόνιμη πόλη, μόνιμη πατρίδα, αλλά ζητάμε μέ λαχτάρα τήν μελλοντική.

   Τί σημαίνει αὐτό; Πότε θα μπορεῖς νά θυμᾶσαι ὅτι δέν ἔχεις μόνιμη πατρίδα;

   Θά σᾶς πῶ ἕνα παράδειγμα.

   Ὅταν οἱ Ἑβραῖοι σύρθηκαν αιχμάλωτοι στη Βαβυλώνα, καί ἐκεῖ βέβαια υπέφεραν, μποροῦσαν νά μή θυμοῦνται τήν πατρίδα τους; Αναμφισβήτητα.

   Ὁ 136ος ψαλμός ξέρετε τί λέει; Πῶς νά ψάλουμε σε ξένη γῆ ὕμνους καί ωδές και ψαλμούς, ἀφοῦ εἶμαστε μακριά ἀπό τήν πατρίδα; Καθήσαμε στήν ὄχθη τοῦ ποταμοῦ Εὐφράτη καί κρεμάσαμε τά ὄργανά μας ἐπάνω στα κλαδιά τῶν ἰτιῶν, ἐκεῖ νά ψάλλουμε. Αλλά πως να ψάλλουμε; Καί τί νά ποῦμε; Ἄχ, Ἱερουσαλήμ... ἄν σε ξεχάσω, να με ξεχάσει ή γλώσσα, να με ξεχάσει το δεξί μου χέρι, δηλαδή νά παραλύσει. Ἄχ, Ἱερουσαλήμ, ἄν σε ξεχάσω, να κολλήσει ή γλώσσα μου στον λάρυγγά μου! (Ψαλμ. 136, 3-6)

   Ἄρα λοιπόν θυμοῦνται τήν Ἱερουσαλήμ. Γιατί τήν θυμοῦνται; Γιατί εἶναι μακριά, καί ὑποφέρουν.

   Ἔτσι κι ἐμεῖς· πότε θα θυμούμαστε τη Βασιλεία τοῦ Θεοῦ; Ὅταν ζοῦμε τόν Σταυρό, ὅταν ζοῦμε τήν κακοπάθεια· τότε θυμούμαστε ὅτι δέν ἔχουμε ἐδῶ πατρίδα. Ὅταν ὅμως ὅλα ἐδῶ εἶναι πολύ ὡραῖα, πολύ βολικά, καί τά κάνει πολύ άνετα και βολικά ὁ πολιτισμός, τότε βεβαίως ξεχνᾶμε ὅτι ἔχουμε ἄλλη πατρίδα, καί κάνουμε τήν ἐδῶ πατρίδα μας μόνιμη. Καί τί λέμε; Εδῶ εἶναι ὁ Παράδεισος!

   Ἀλλά καί ὅλα τά κοινωνικά συστήματα –προσέξτε το αὐτό τό σημεῖο– ὅλα, λίγο ή πολύ, αὐτό ἐπιδιώκουν· ἐπιδιώκουν νά μεταφέρουν τον Παράδεισο τοῦ Θεοῦ στή γῆ, ἀπό τόν Οὐρανό στή γῆ, καί λένε θα κάνουμε τή γῆ Παράδεισο! Ακόμη, ᾶς μοῦ ἐπιτραπεῖ νά πῶ, ἀκόμη καί τά λεγόμενα χριστιανικά κόμματα, κυρίως αὐτά, στο βάθος-βάθος αὐτό ἐπιδιώκουν.

   Σᾶς τά λέω αυτά γιά νά σᾶς δείξω πόσο ἐπικίνδυνο πράγμα εἶναι νά κάνουμε τη ζωή μας πάρα πολύ ἄνετη· ξεχνᾶμε πιά τήν οὐράνια πατρίδα! Δέν θέλω να πῶ λοιπόν ὅτι δέν θά ἦταν καλό να δίδεται μία αγωγή στή γυναίκα ὥστε νά μήν πονᾶ ὅταν θά πάει νά γεννήσει· ἁπλῶς σᾶς ἑρμηνεύω τό φαινόμενο, τονίζοντας ὅτι ξεχάσαμε πιά πώς δέν εἶναι ἐδῶ ἡ πατρίδα μας. (Βλ. π. Αθανασίου Μυτιληναίου, Ἡ Γένεσις, Τόμος Γ΄, Μαθήματα 25ο, 26ο, 27ο καί 33ο, ἐκδ. Ι. Μ. Κομνηνείου, Στόμιον 2019. Πρβλ. Ἐπιστολὴ πρὸς Διόγνητον, MG 2, 1167-1186)

   Θὰ ἤθελα ἀκόμη, ἐπάνω σ' αυτό, νά σᾶς ἀναφέρω καί τό δεύτερο σημεῖο. Εἶναι μέν ἀνώδυνος ὁ τοκετός, ἀλλά εἶναι ἐπώδυμη η αγωγή των παιδιών. Μπορεί γεννάει σήμερα ἡ γυναίκα πολύ εὔκολα τα παιδιά της, ἀλλά δέν τά μεγαλώνει καθόλου εύκολα. Ὄχι βέβαια γιατί δέν ἔχει γάλα Νουνοῦ καί δέν ξέρω τί ἄλλο· ὅλες τίς ἀνέσεις ἔχει· ἀλλά δέν μεγαλώνουν εὔκολα από πλευρᾶς ἀγωγῆς τά παιδιά σήμερα. Καί πληρώνει από ἐκεῖ ἡ μητέρα. Αυτό είναι το φοβερό.

   Αλλά ὑπάρχει καί ἄλλη μία πλευρά τῆς καταδίκης τῆς Εὔας. Λέει ὁ Θεός: «καὶ πρὸς τὸν ἄνδρα σου ἡ ἀποστροφή σου, καὶ αὐτός σου κυριεύσει»· ἡ ἐξάρτησή σου θά εἶναι ἀπό τόν ἄνδρα σου, καί αὐτός θα γίνει κύριός σου, θά σέ κυριεύσει.

   Ἡ ἐξάρτηση αυτή τῆς γυναίκας ἀπό τόν ἄνδρα, πρῶτα - πρῶτα, εἶναι βιολογική, γιατί αὐτός θά τῆς ἀποδώσει ἀπογόνους. Μάλιστα, ἂν θέλετε να δεῖτε μέ ποιόν δραματικό τρόπο υπάρχει αυτό, θά σᾶς θύμιζα τόν Ἰακώβ, πού εἶχε δύο γυναῖκες, καί ἦταν ἀδελφές, τή Λεία καί τή Ραχήλ. Ἡ Λεία ήταν πολύτοκη, ἡ Ραχήλ ήταν άτεκνη, δέν ἔκανε παιδιά. (Η στειρότητα, καί ἡ ἐξ αὐτῆς ἀτεχνία, ἦταν συχνό φαινόμενο στις γυναίκες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, καί μείωνε τήν κοινωνική τους θέση σε σχέση μέ ὅσες εἶχαν παιδιά. Αυτό φαίνεται καθαρά στον τρόπο πού αντιμετώπισε την στειρότητά της ή Σάρα, γυναίκα τοῦ Ἀβραάμ (Γέν. 16, 2), ή Ραχήλ, γυναίκα τοῦ Ἰακώβ (Γέν. 30, 14-15), ἡ Ἄννα, γυναίκα τοῦ Ἑλκανά (Α' Βασ. 1, 6), κ.ά)

   Κάποτε οἱ δυό ἀδελφές είχαν μαλώσει φοβερά ἐξ αἰτίας αὐτοῦ. Ἔγινε ἕνα ἐπεισόδιο με κάποιο παιδί τῆς Λείας, πού αὐτό εἶχε φέρει από τα χωράφια ένα φυτό πού λέγεται μανδραγόρας. Καί τήν ἐποχή ἐκείνη πίστευαν ὅτι αὐτό τό φυτό έχει ιδιότητες τέτοιες πού ἄν το φάει μία γυναίκα μπορεῖ νά κάνει παιδιά. Είναι όλα ἐκεῖνα τά βοτάνια πού καί σήμερα ακόμα λένε στη γυναίκα να πάρει για να κάνει παιδί, και μάλιστα να κάνει αρσενικό παιδί... ὅλα αὐτά πού λένε. Βλέπετε, εἶναι ἀπό παλιά ἡ ἱστορία αυτή.

   Ἔτσι, ἡ Ραχήλ ζήτησε να της δώσει τον μανδραγόρα ὁ γιός τῆς Λείας. Τό ἀντελήφθη ἡ Λεία καί τῆς εἶπε θυμωμένα: Τό παιδί μου ἔφερε γιά ἐμένα τόν μανδραγόρα ἀπό τά χωράφια. Δεν φτάνει πού μοῦ πῆρες τόν σύζυγο, θέλεις τώρα να μου πάρεις καί τόν μανδραγόρα;... Μάλωσαν οἱ δύο ἀδελφές.

   Ὅταν γύρισε το βράδυ ὁ Ἰακώβ, ἄρχισε νά κλαίει ἡ Ραχήλ καί νά τοῦ λέει: Δέν μ' ἀγαπᾶς, δέν μέ θέλεις! Γιατί δέν μοῦ δίνεις παιδιά; Θύμωσε ὁ Ἰακώβ μέ τή σειρά του, λέγοντας: Καί τί εἶμαι ἐγώ; Θεός εἶμαι, να σοῦ δώσω παιδιά, ἐάν ἐσύ δέν κάνεις παιδιά;... (Βλ. Γέν. 30, 1-2)

   Εἴδατε; Σᾶς εἶπα τό περιστατικό αυτό γιά νά σᾶς δείξω ὅτι ὑπάρχει μία βιολογική εξάρτηση τῆς γυναίκας ἀπό τόν ἄνδρα, γιά νά δοθοῦν ἀπόγονοι.

   Ὑπάρχει ὅμως καί ἡ ψυχολογική εξάρτηση· διότι ἡ γυναίκα αἰσθάνεται ἀσφάλεια κοντά στον σύζυγό της. Ὅταν ἡ γυναίκα δέν παντρευτεῖ, καί μάλιστα ἄν δέν μπόρεσε να παντρευτεῖ, νιώθει μιά ἀνασφάλεια.

   Δεν μιλάω βέβαια γιά τήν περίπτωση χαρίσματος, Προσέξτε. Ἐκτός ἀπό τόν γάμο, ἔχουμε καί τό χάρισμα τῆς παρθενίας, τῆς ἀγαμίας. Χάρισμα εἶναι! Καί ἄν τό θέλετε, τό χάρισμα αὐτό εἶναι ἀνώτερο καί ξεπερνάει τον γάμο. (Αναμφίβολα, ἡ παρθενία προβάλλεται ἀπό τήν Ἐκκλησία μας ὡς ἀνώτερη κατάσταση, χωρίς όμως νά ὑποτιμᾶται ἤ καταδικάζεται ποτέ ὁ γάμος. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ἐνῶ χαρακτηρίζει τόν γάμο ὡς μυστήριον μέγα, κάνει σαφή τήν προτίμησή του γιά τήν παρθενία, τήν ὁποία τηροῦσε καί ὁ ἴδιος: «Θέλω γὰρ πάντας ἀνθρώπους εἶναι ὡς καὶ ἐμαυτόν ... Λέγω δὲ τοῖς ἀγάμοις καὶ ταῖς χήραις, καλὸν αὐτοῖς ἐστιν ἐὰν μείνωσιν ὡς καγώ.» (Α' Κορ. 7, 7-8). Αλλά καί ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος λέει: «Πείθομαι πολλῷ τιμιωτέραν εἶναι τοῦ γάμου τὴν παρθενίαν.» (Περὶ παρθενίας 9, PG 48, 539; SC 125, ΙΧ, 1,4, σ. 120). Φθάνει μάλιστα ὁ ἱερός πατήρ νά ὑποστηρίζει ὅτι ἡ παρθενία εἶναι ἀνώτερη, ὄχι μόνο τοῦ γάμου, ἀλλά ἀκόμη καί τῆς ἀγγελικής φύσεως: «Καλὸν ἡ παρθενία σύμφημι καγώ· ἀλλὰ καὶ τοῦ γάμου κρείττων· καὶ τοῦτο συνομολογώ. Καὶ εἰ βούλει, καὶ τὸ ὅσον κρείττων προστίθημι, ὅσον τῆς γῆς ὁ οὐρανὸς, ὅσον τῶν ἀνθρώπων οἱ ἄγγελοι· εἰ δὲ χρή τι καὶ βιασάμενον εἰπεῖν, καὶ πλέον.» (Περὶ παρθενίας 10, PG 48, 540, SC 125, X, 3,22-25, σ. 124)) Δεν πρέπει να ξεχνάμε ποτέ ὅτι ὁ γάμος εἶναι ἕνα σχῆμα τοῦ παρόντος αἰῶνος. (Βλ. Α΄ Κορ. 7, 39. Ματθ. 22, 30-32)

   Ξέρετε, μέσα στον παράδεισο δέν ὑπῆρξε γάμος· τό εἴχαμε πεῖ σέ μιά πολύ περασμένη φορά αυτό· στη γῆ ὑπάρχει ὁ γάμος. Ὅταν τούς ἔβγαλε ὁ Θεός ἀπό τόν παράδεισο –θά τό δοῦμε λίγο πιο κάτω– τότε μόνο ἀπέκτησαν παιδιά. Ὅταν θά ξαναγυρίσουμε στη Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, πάλι μέ τά σώματά μας, αναστημένα, ἄνδρες καί γυναῖκες, δέν θά ὑπάρχει πιά ὁ γάμος. Καί αὐτό γιά νά δειχθεῖ ὅτι ὁ γάμος δέν θά ὑπῆρχε, ἄν δέν ὑπῆρχε ἡ πτώση. Συνεπῶς, ὁ γάμος εἶναι ἕνα σχῆμα τοῦ παρόντος αἰῶνος. (Βλ. Ματθ. 22, 30. «Μετὰ γὰρ τὴν παράβασιν τὰ τῆς συνουσίας γέγονεν· ἐπεὶ μέχρις ἐκείνου καθάπερ ἄγγελοι οὕτω διητῶντο ἐν τῷ παραδείσῳ, οὐχ ὑπὸ ἐπιθυμίας φλεγόμενοι, οὐχ ὑπὸ ἑτέρων παθῶν πολιορκούμενοι, οὗ ταῖς ἀνάγκαις τῆς φύσεως υποκείμενοι, ἀλλὰ δι᾿ ὅλου ἄφθαρτοι κτισθέντες καὶ ἀθάνατοι, ὅπου γε οὐδὲ τῆς τῶν ἱματίων περιβολῆς ἐδέοντο.» (άγ. Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Ὁμιλίαι εἰς τὴν Γένεσιν, ΙΕ', PG 53, 123). «Ἡ δὲ παράβασις τῆς ἐντολῆς τὸν γάμον εἰσήγαγε διὰ τὸ ἀνομῆσαι τὸν Ἀδάμ, τουτέστιν ἀθετῆσαι τὸν ἐκ Θεοῦ δοθέντα αὐτῷ νόμον» (Μ. Αθανασίου, Ἐξηγήσεις εἰς Ψαλμούς, 50, 7, PG 27, 240CD))

   Ἔτσι, ἡ γυναίκα, ὅταν δέν παντρευτεῖ, ὅταν ἔχει χάρισμα καί μένει ἄγαμος, ξεπερνάει τα πράγματα καί γεύεται αὐτήν τήν κατάσταση τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ἐκείνη όμως πού θέλει καί παντρεύεται αἰσθάνεται μία ασφάλεια κοντά στον σύζυγό της.

   Στον Ηρόδοτο ή λέξη αποστροφή σημαίνει καταφύγιο. Θα λέγαμε λοιπόν ὅτι ἡ φράση ή αποστροφή σου θά εἶναι ὁ ἄνδρας σου σημαίνει το καταφύγιό σου το βιολογικοψυχολογικό θά εἶναι ὁ ἄνδρας σου. Εἶναι πάρα πολύ σπουδαῖο αὐτό. (Βλ. ἱεροῦ Χρυσοστόμου, Εἰς τὴν Γένεσιν, Λόγος Δ΄, PG 54, 594: «Ἐποίησά σε, φησίν, ὁμότιμον οὐκ ἐχρήσω καλῶς τῇ ἀρχῇ μετάβηθι πρὸς τὴν ὑποταγήν ... Καὶ ὅρα Θεοῦ ἐνταῦθα φιλανθρωπίαν. Πρὸς τὸν ἄνδρα σου ἡ ἀποστροφή σου, τουτέστιν, Ἡ καταφυγή σου καὶ ὁ λιμὴν καὶ ἡ ἀσφάλεια ἐκεῖνος ἔσται σοι.»)

   Ὑπάρχει ἕνα ευφυέστατο παράδειγμα τοῦ ἁγίου Ἐφραίμ τοῦ Σύρου, πού τό διηγεῖται ὁ ἴδιος, καί θά σᾶς τό πῶ μέ δύο λόγια.

   Κάποτε ὁ ἅγιος κοιτούσε μία πόρνη γυναίκα, ἔτσι ἀφελῶς, καί δέν ἔπαιρνε τά μάτια του ἀπό πάνω της. Ἀλλά καί αὐτή τόν κοιτοῦσε, καί δέν ἔπαιρνε τά μάτια της ἀπό πάνω του. Γιά μιά στιγμή τῆς λέει ὁ ἅγιος Εφραίμ: Γιατί μέ κοιτᾶς; Λέει κι ἐκείνη: Ἐσύ γιατί μέ κοιτᾶς; ἔκανε αὐτήν τή συνηθισμένη ερώτηση. Ἀκοῦστε λοιπόν τί τοῦ ἀπάντησε: Εγώ σε κοιτάζω διότι ὁ Θεός εἶπε σ' ἐμένα τή γυναίκα ὅτι ὁ ἄνδρας θά εἶναι ἡ ἀποστροφή σου. Εγώ βγήκα ἀπό σένα, ἀπό τήν πλευρά σου· γι' αυτό σέ κοιτάζω· ἐπειδή ἔχω αὐτήν τήν ἐντολή, νά εἶσαι σύ ἡ ἀποστροφή μου, δηλαδή ή ροπή μου, ἡ ἐξάρτησή μου. Ἐσύ ὅμως πρέπει να κοιτάζεις χάμω, γιατί ἐσύ δημιουργήθηκες ἀπό τό χῶμα κατ᾿ εὐθεῖαν, ἀπό ὅπου σ' ἔκανε ὁ Θεός. Εγώ λοιπόν θα κοιτάζω ἐσένα, καί ἐσύ θά κοιτᾶς χάμω. (Βλ. Μικρός Ευεργετινός, ἐπιμελείᾳ Καλλινίκου Ἱερομονάχου Αγιορείτου, κεφ. 6ο, Ἅγιον Ὄρος - Ἀθῆναι 2002), σσ. 89-90)

   Ἦταν εὐφυέστατο, καί ἄν θέλετε καί δογματικότατο, αὐτό πού μᾶς διηγεῖται ὁ ἅγιος Εφραίμ ὁ Σύρος.

   Ἡ τιμωρία αὐτή τῆς ἐξαρτήσεως ὀφείλεται στο ὅτι ζήτησε ἡ Εὔα να αυτοθεωθεῖ, ἀφοῦ ἄνοιξε διάλογο μέ τόν διάβολο, ἐνῶ ἀπουσίαζε ὁ Ἀδάμ· τό εἴχαμε πεῖ σέ ἕνα παλιότερο μάθημα. Κυριεύω σημαίνει γίνομαι κύριος ενός πράγματος ἢ ἑνός προσώπου. Καί ὁ Ἀδάμ, στη συζυγία, γίνεται ὁ κύριος τῆς Εὔας· ἡ γυναίκα εἶναι πλέον ὑπό τήν ἐξουσία τοῦ ἄνδρα.

   Απολογούμενος τρόπον τινά ὁ Θεός λέει στήν Εὔα: «Εγώ μὲν ἐξ ἀρχῆς ὁμότιμόν σε ἐδημιούργησα, καὶ τῆς αὐτῆς ἀξίας ἐν ἅπασιν αὐτῷ κοινωνεῖν ἠβουλήθην»· ἐγώ ἀπό τήν ἀρχή σε δημιούργησα ὁμότιμον, δηλαδή τῆς ἴδιας ἀξίας, μέ τόν ἄνδρα, καί νά ἔχεις κοινωνία σέ ὅλα ἐλεύθερα «καὶ ὥσπερ τῷ ἀνδρί, οὕτω καὶ σοὶ τὴν κατὰ πάντων ἀρχὴν ἐνεχείρισα», καί ὅπως στόν ἄνδρα, ἔτσι καί σ' ἐσένα σοῦ ἔδωσα ὅλη τήν ἐξουσία «ἀλλ' ἐπειδὴ οὐκ ἐχρήσω εἰς δέον τῇ ὁμοτιμία, διὰ τοῦτό σε ὑποτάττω τῷ ἀνδρί», ἐπειδή ὅμως δέν ἔκανες καλή χρήση αὐτῆς τῆς ὁμοτιμίας σου, τῆς ἰσότητος πού λέμε σήμερα, γι' αυτό σέ ὑποτάσσω στον ἄνδρα· «καὶ ἐπειδὴ οὐκ ἔγνως ἄρχειν, μάθε καλῶς ἄρχεσθαι», καί ἐπειδή δέν ἔμαθες νά ἐξουσιάζεις, μάθε τώρα καλά νά ἐξουσιάζεσαι. «Βέλτιόν σε ὑπὸ τοῦτον εἶναι, καὶ ὑπὸ τούτου τὴν δεσποτείαν τυγχάνειν, ἢ ἀδείας ἀπολαύουσαν καὶ ἐξουσίας κατὰ κρημνών φέρεσθαι» (Ὁμιλίαι εἰς τὴν Γένεσιν, ΙΖ΄, PG 53, 144-145), εἶναι καλύτερο για σένα νά εἶσαι κάτω ἀπό τήν κυριαρχία τοῦ ἄνδρα, παρά νά ἔχεις τήν ἄνεση καί νά ἀπολαμβάνεις τήν ἐξουσία, καί τελικά νά ὁδηγεῖσαι στον γκρεμό, δηλαδή να γκρεμιστεῖς καί νά χαθεῖς· καλύτερα λοιπόν νά εἶσαι κάτω ἀπό τήν ἐξουσία τοῦ ἄνδρα. Αὐτά λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, βάζοντάς τα στο στόμα τοῦ Θεοῦ.

   Ἀλλά καί στήν Καινή Διαθήκη, παιδιά, ὁ ἄνδρας παραμένει ἡ κεφαλή τῆς γυναίκας καί ὁ κυρίαρχός της. Ἡ κυριαρχία τοῦ ἄνδρα δέν εἶναι δεσποτική· παραμένει ὅμως κυριαρχία.

   Κοιτάξτε τί λέει ἐδῶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «ἡ δὲ γυνὴ ἵνα φοβῆται τὸν ἄνδρα» (Ἐφεσ. 5, 33), καί ἡ γυναίκα να φοβᾶται τόν ἄνδρα. Ξέρετε πόση προσπάθεια ἔγινε να ἑρμηνευθεῖ ἐκεῖνο τό «ἵνα φοβήται»;... Καμμία όμως προσπάθεια δεν πρέπει να γίνει· τό ρήμα ἐκφράζει ὅ,τι λέει τό ἴδιο, «ἵνα φοβήται».

   Δηλαδή να φοβαμαι τόν ἄνδρα μου;... θά ἔλεγε μια γυναίκα.

   Ναί. Τί εἴδους φόβος θά εἶναι αὐτός, θά τό δοῦμε. Καί μάλιστα αὐτό τό σημεῖο, ὡς περικοπή αποστολική, ὑπενθυμίζεται στο μυστήριο τοῦ Γάμου. Ἡ Ἐκκλησία το τοποθέτησε στο μυστήριο τοῦ Γάμου σάν ἕνα ὁροθέσιο υπομνηματικό γιά τήν γυναίκα γιά τό πῶς πρέπει να κινεῖται.

   Καί ὅτι πρόκειται για μια υποτέλεια μέσα στόν χῶρο τῆς ἀγάπης, καί ὄχι μέσα στόν χῶρο τοῦ φόβου και τῆς αὐταρχικότητος, ἀκοῦστε τί λέει γιά τόν ἄνδρα: «Πλὴν καὶ ὑμεῖς οἱ καθ᾿ ἕνα ἕκαστος τὴν ἑαυτοῦ γυναῖκα οὕτως ἀγαπάτω ὡς ἑαυτόν, ἡ δὲ γυνὴ ἵνα φοβήται τὸν ἄνδρα» καί τά λοιπά.

   Δηλαδή τό «ἵνα φοβῆται» δέν θά εἶναι μέσα σέ ἕναν χώρο ἀνδρικῆς αὐταρχικότητος, ἀλλά μέσα σ' ἕναν  χῶρο ἀγάπης τοῦ ἄνδρα πρός τή σύζυγο. Ἐδῶ εἶναι τό μεγαλεῖο. Ὁ σύζυγος ὀφείλει νά ἀγαπᾶ τήν γυναίκα του, ἀλλά ἐκείνη ὀφείλει νά φοβᾶται τόν ἄνδρα της. Καί αὐτό εἶναι ἐκεῖνο πού θά τήν κρατήσει από το να πέσει ἔξω· γιατί ἅμα αὐτό τό ξεπεράσει ἡ γυναίκα, τότε θα πέσει ἔξω, θα πάει κατά κρημνών. Ναί, ναί, ἡ πεῖρα τό διδάσκει αυτό συνεχῶς καί συνεχώς. Συνεπώς ὁ ἄνδρας ὀφείλει νά ἀγαπᾶ τή σύζυγο.

   Κοιτάξτε ἕνα σημεῖο, πού λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «Οὐδεὶς γάρ ποτε τὴν ἑαυτοῦ σάρκαν ἐμίσησεν, ἀλλ᾽ ἐκτρέφει καὶ θάλπει αὐτήν» (Έφεσ. 5, 29). Κανείς ποτέ δέν μίσησε τη σάρκα του, αλλά τήν τρέφει καί τή θάλπει. Ἡ γυναίκα σου είναι σάρκα σου· καί ἀφοῦ εἶναι σάρκα σου ή γυναίκα σου, ὀφείλεις νά τήν προσέχεις, καί ἐκείνη ὀφείλει ὑπακοή καί φόβο. (Βλ. άγ. Νεκταρίου, Μητροπολίτου Πενταπόλεως, Περὶ τοῦ τίς ἡ ἀληθὴς ἑρμηνεία περὶ τῆς ῥήσεως τοῦ Ἀποστόλου Παύλου «ή δὲ γυνὴ ἵνα φοβῆται τὸν ἄνδρα», ἐκδ. Ἀνάπλασις, Ἀθῆναι 1902)

   Καί τί ἀπάντηση δίνει ἡ σύγχρονη γυναίκα σ' αὐτά πού σᾶς εἶπα, καί πού τά λέει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ καί ἡ πατερική επίσημη ἑρμηνεία τῆς Ἐκκλησίας, σε αυτό πού ὁ Θεός ὁρίζει;

   Πρῶτον. Στρέφεται, ή γυναίκα, πρός τόν πολιτικό γάμο, καί ὄχι πρός τόν θρησκευτικό, γιά νά μήν ακούσει τό «ἡ δὲ γυνὴ ἵνα φοβῆται τὸν ἄνδρα»! Τό εἶδα δημοσιευμένο στήν ἐφημερίδα από μία φεμινιστική προσπάθεια, ἐδῶ στη Λάρισα. Ἐπιτέλους, λέει, δέν θά ἀκοῦμε πιά ἐκεῖνο τό φοβερό, «ἡ δὲ γυνὴ ἵνα φοβῆται τὸν ἄνδρα»! Εἴδατε; Καί στρέφεται πρός τόν πολιτικό γάμο ή γυναίκα γιατί δέν θέλει νά τό ἀκούσει αυτό! Δεύτερον. Ζητάει ισοτιμία τῶν φύλων, μέ τήν κατάργηση τῆς ἀνδρικῆς ἐξουσίας ὡς κεφαλῆς τῆς οἰκογενείας. Πῶς ἐκφράζεται αὐτό; μέ τή διατήρηση τοῦ πατρικοῦ ἐπιθέτου. Ὄχι, λέει. Γιατί να πάρω τό ἐπίθετο τοῦ ἄνδρα μου; Θά ἔχω τὸ ἐπίθετο τῆς μάνας μου καί τοῦ πατέρα μου, ἤ τοῦ πατέρα μου τό ἐπίθετο, και ἔτσι δέν εἶμαι κάτω ἀπό τήν ἐξουσία τοῦ ἄνδρα. Η θά φορέσω και παντελόνια, βρέ ἀδελφέ, νὰ ἐξισωθῶ μέ τόν ἄνδρα, γιά νά μή δείξω πουθενά τή δική μου υποτέλεια κάτω ἀπό τή δική του ἐξουσία.

   Τρίτον. Ζητᾶ ἡ γυναίκα ἐλεύθερες καί μή ἐλεγχόμενες σχέσεις μέ ἄλλα ἀνδρικά πρόσωπα μέσα στον γάμο της! Θυμηθεῖτε ὅμως ἐκεῖνο πού γράφει ἡ Πρός Διόγνητον ἐπιστολή, ὅτι οἱ Χριστιανοί «τράπεζαν κοινὴν παρατίθενται, ἀλλ' οὐ κοίτην» (Προς Διόγνητον, V, 7, PG 2, 1173C). Οἱ Χριστιανοί παραθέτουν κοινό τραπέζι, ἀλλά ὄχι κοινό κρεβάτι. Σήμερα ἡ γυναίκα λέει: Ὄχι! Καί κοινό τραπέζι, καί κοινό κρεβάτι!... Ἔκφραση αὐτῆς τῆς ἀντιλήψεως, ἡ ἀποποινικοποίηση τῆς μοιχείας. Τί θά πεῖ ὅτι πρέπει να τιμωρηθῶ γιατί ἔχω ἕναν φίλο; λέει ἡ γυναίκα, γιατί ἔχω μία φίλη; λέει ὁ ἄνδρας. Αποποινικοποίηση λοιπόν τῆς μοιχείας, δηλαδή μή τιμωρούμενη πιά ἡ ἁμαρτία, ἡ ἐνοχή τῆς μοιχείας! Κοινή λοιπόν κοίτη, κοινό κρεββάτι!

   Τέταρτον. Ἐλεύθερες προγαμιαίες σχέσεις. Λένε: Τί θά πεῖ ἁγνότητα; Αὐτά εἶναι προλήψεις τοῦ παρελθόντος. Θα προχωρήσουν οἱ σχέσεις καί πρό τοῦ γάμου... καί τά λοιπά!

   Πέμπτον... Ἕκτον... Εβδομον ... Πέρασε ἡ ὥρα!

   Ἀκοῦστε τώρα τίς συνέπειες, πού αναφέρει ὁ ἱερός Χρυσόστομος. Τό ἀποτέλεσμα ξέρετε ποιό εἶναι, ὅταν ἡ γυναίκα δίνει τέτοια απάντηση στον Θεό, πού τή βάζει σε κάποια όρια υποτελείας κάτω από τόν ἄνδρα; Αὐτό πού εἴπαμε· τό «κατὰ κρημνῶν φέρεσθαι», θα φέρεται κατά κρημνών! Και πράγματι, ἡ σύγχρονη γυναίκα, ἤ τό δέχεται ἤ δέν τό δέχεται, ὁδηγεῖται στόν γκρεμό!

   Επειδή λοιπόν τά πράγματα εἶναι σοβαρά, θα πρέπει να σημειώσουμε και κάτι ακόμη πριν τελειώσουμε.

   Ἡ σύγχρονη γυναίκα, ἡ σύγχρονη χριστιανή τώρα γυναίκα, βεβαίως δέν θά ἤθελε νά ζεῖ τέτοιες θέσεις· παρά ταῦτα, ἀναπνέει τον φεμινιστικό αέρα, καί δέν παραιτεῖται ἀπό τόν ἐγωισμό καί τή στάση της για μια ἀπόλυτη χειραφέτηση! Γι' αυτό, παιδιά, –μέ λύπη μου σᾶς τό λέω αὐτό– ἔχουμε φοβερές συγκρούσεις τῶν συζύγων, τῶν χριστιανῶν συζύγων, μέσα στα χριστιανικά σπίτια, ἐπειδή ή γυναίκα αναπνέει αὐτόν τόν φεμινιστικό αέρα, καί ἔχει πάρει το μυαλό της αέρα! Εἶναι ἀληθινή συμφορά!

   Πιστέψτε με –έκκληση κάνω στήν ἀντίληψή σας, πρός τις κοπέλες– ἐάν ἡ χριστιανή σύζυγος καί ἡ χριστιανή μητέρα δέν ὑποταχθεῖ στόν ἄνδρα της μέ τήν ὑποταγή πού θέλει ὁ Χριστός, δέν θά μπορέσει ποτέ να εἶναι εὐτυχισμένη καί ποτέ ἐπιτυχημένη. Καί γιά νά εἶναι ἐπιτυχημένη καί εὐτυχισμένη, θά πρέπει νά ἀκολουθήσει ἐκεῖνο πού λέει ὁ Θεός –καί ὅ,τι θέτει τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀμετάθετο: «ἵνα φοβῆται τὸν ἄνδρα»!

   Τότε ἡ γυναίκα, ἡ χριστιανή σύζυγος, πού θά ἔχει τήν ἀγάπη της, θά ἔχει καί τόν λόγο της, θά πεῖ καί τή γνώμη της –δέν θά εἶναι σκλάβα... πρός Θεοῦ! ἔχουμε δυστυχῶς μία πολύ άσχημη εἰκόνα τῆς χριστιανῆς συζύγου μέσα στο σπίτι– τότε ἡ γυναίκα, ἄν τό καταλάβει αὐτό καί τό διασαφήσει μέσα της καί τό βάλει σάν πρόγραμμα στη ζωή της, τότε θά ἔχει τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ. Καί τό σπουδαιότερο· τότε καί μόνο ή χριστιανή σύζυγος καί μητέρα θα σωθεῖ!

   Κυριακή, 3 Μαρτίου 1985


67η ομιλία στην κατηγορία « Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία ».

►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
" Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία " εδώ ⬇️
https://arnion.gr/index.php/palaia-diauhkh/xristianikh-kosmologia-anurvpologia
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40pgmRsIiRCioth8a5E4bM7r

Απομαγνητοφώνηση :
Ιερά μονή Κομνηνείου.
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

🔸Λίστα ομιλιών της σειράς «Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία.».🔻
https://drive.google.com/file/d/1PKTpnYb1nptUbWKH5jo6DJwk7IVel9BA/view?usp=drivesdk

🔸📜 Απομαγνητοφωνημενες ομιλίες της σειράς «Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία.».🔻
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/search/label/%F0%9F%94%B9%CE%A7%CF%81%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B9%CE%B1%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%AE%20%CE%9A%CE%BF%CF%83%CE%BC%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1%20~%20%CE%91%CE%BD%CE%B8%CF%81%CF%89%CF%80%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1.?m=1

🔸Επεξηγηματικό βίντεο Ασπάλαθου.
https://youtu.be/8tNfAHRkTCk

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️ https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__ 

https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου. https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.

30 Νοεμβρίου 2024

Ἡ καταδίκη τοῦ ὄφεως - διαβόλου.

†.Καὶ εἶπε Κύριος ὁ Θεὸς τῷ ὄφει· ὅτι ἐποίησας τοῦτο, ἐπικατάρατος σὺ ἀπὸ πάντων τῶν κτηνῶν καὶ ἀπὸ πάντων τῶν θηρίων τῶν ἐπὶ τῆς γῆς· ἐπὶ τῷ στήθει σου καὶ τῇ κοιλίᾳ πορεύσῃ καὶ γῆν φαγῇ πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς σου.» (Γέν. 3, 14)

   Καί εἶπε ὁ Κύριος ὁ Θεός στο φίδι: ἐπειδή τό ἔκανες αὐτό, καταραμένο θά εἶσαι ἐσύ ἀπό ὅλα τά ζῶα καί ἀπό ὅλα τά θηρία πού ὑπάρχουν στή γῆ· μέ τό στηθος σου καί τήν κοιλιά σου θά περπατᾶς καί θά τρῶς σ' ὅλη σου τή ζωή χῶμα, γῆ.

   Θα θυμόσαστε ὅτι ὁ Θεός, μετά τήν ἀπολογία καί τῆς Εὔας, στρέφεται πρός τό φίδι, δηλαδή πρός τόν διάβολο. Ὡστόσο ὅμως φαίνεται ἕνα φίδι. Αλλά ἐφόσον εἶναι ἕνα φίδι, δέν ζητάει ὁ Θεός ἀπ' αὐτό καμμία ἀπολογία. Διότι τό μέν φίδι ἦταν ἕνα ζῶο ἄβουλο, ὄργανο τοῦ διαβόλου, ὁ δέ διάβολος εἶχε ἤδη ἐκπέσει ἀπό τήν ἄνω φωτοφορία, (Βλ. Μικρὸν Εὐχολόγιον, Α' εὐχή Ἐξορκισμῶν Μ. Βασιλείου, ἔκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ᾿Αθῆναι 1956, σ. 262, Αποκ. 12, 9, κ.ά) ἀπό τόν οὐρανό, καί συνεπῶς ἦταν πλέον παγιωμένος, στερεωμένος στο κακό. Ἄρα δέν ὑπῆρχε λόγος νά τοῦ ζητηθεῖ ἀπολογία. Απολογία ζητήθηκε μόνο ἀπό τόν Ἀδάμ καί τήν Εὔα.

   Καί ἐνῶ ἀπό τόν Ἀδάμ καί τήν Εὔα ζητᾶ ὁ Θεός τήν ἀπολογία –ἡ ὁποία δέν ἦταν παρά μία αφορμή για να μετανοήσουν οἱ πρωτόπλαστοι– δέν ξεκινᾶ τήν καταδίκη ἀπό τόν Ἀδάμ –ἀπό ὅπου καί ξεκίνησε τήν ἀπολογία– αλλά ξεκινάει τήν καταδίκη από τον διάβολο. Δηλαδή τώρα κινεῖται ὁ Θεός ἀντίστροφα. Κινεῖται δηλαδή καταδικάζοντας τόν διάβολο, μετά τήν Εὔα και τελευταῖο τόν Αδάμ. Αλλά, ὅπως σᾶς εἶπα, ὁ διάβολος ἔχει ἤδη κατακριθεῖ καί ἔχει ξεπέσει ἀπό τόν οὐρανό· περιμένει μόνο τήν τελική Κρίση γιά νά ὑποστεῖ τήν τιμωρία πού τοῦ ἀνήκει.

   Η τιμωρία πού ἀνήκει στον Σατανᾶ εἶναι ἡ αἰώνια Κόλαση. Ἡ αἰώνια Κόλαση ἑτοιμάστηκε γι' αυτόν. Βεβαίως δέν ἑτοιμάστηκε γιά τούς ἀνθρώπους. Εφόσον ὅμως οἱ ἄνθρωποι ἐπιμένουν νά ἀκολουθοῦν αὐτά πού ἐπιτάσσει ὁ διάβολος, τότε αναμφισβήτητα πηγαίνουν καί αὐτοί μαζί του στην Κόλαση. Ξαναλέω ἄλλη μία φορά· ὁ Θεός δέν ἔκανε τήν Κόλαση γιά τούς ἀνθρώπους· ἡ Κόλαση εἶναι μόνο γιά τόν Σατανά.

   Προσέξατε σήμερα τήν εὐαγγελική περικοπή τῆς Κρίσεως; Ὁ Κύριος θά πεῖ τότε, στην τελική Κρίση, στούς ἀμετανοήτους: «πορεύεσθε ἀπ᾿ ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον τὸ ἡτοιμασμένον τῷ διαβόλῳ καὶ τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ» (Ματθ. 25, 41) Πηγαίνετε μακριά μου κι ἐσεῖς οἱ καταραμένοι στο πυρ το αιώνιο, πού ἔχει ἑτοιμαστεῖ γιά τόν διάβολο καί τούς δαίμονές του, τούς ἀγγέλους του –τούς σκοτεινούς ἐννοεῖται. Οπότε βλέπετε ὅτι ἡ Κόλαση είναι μόνο γιά τόν διάβολο· δέν εἶναι γιά τούς ἀνθρώπους. Εν τούτοις ὅμως, ἐφόσον οἱ ἄνθρωποι προτιμοῦν νά πᾶνε στην Κόλαση, πηγαίνουν μαζί μέ τόν διάβολο.

   Ὁ διάβολος ἔχει ἤδη κατακριθεῖ· πρός τί νά τοῦ ζητήσει λοιπόν ὁ Θεός ἀπολογία;

   Δεῖτε ἀκόμα τί γράφει ἡ Ἀποκάλυψη: «Καὶ ὁ διάβολος ὁ πλανῶν αὐτοὺς –τοὺς ἀνθρώπους– ἐβλήθη εἰς τὴν λίμνην τοῦ πυρὸς καὶ τοῦ θείου», δηλαδή πετάχτηκε, ρίχτηκε, βλήθηκε στη λίμνη μέ τή φωτιά καί τό θειάφι. Είναι μία εικόνα τῆς Κολάσεως. Ὅπως θα ξέρετε, εἰκόνα τῆς Κολάσεως εἶναι καί τά Σόδομα καί τά Γόμορρα, πού καταστράφηκαν μέ πῦρ καί θεῖον, δηλαδή με φωτιά καί θειάφι. «ὅπου καὶ τὸ θηρίον καὶ ὁ ψευδοπροφήτης», ὅπου ἐκεῖ βρίσκονται καί τό θηρίον, πού εἶναι ὁ Ἀντίχριστος, καί ὁ ψευδοπροφήτης –πού θά εἶναι, ἐννοεῖται, στο μέλλον. «Καὶ βασανισθήσονται ἡμέρας καὶ νυκτὸς εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων», καί θά βασανίζονται μέρα και νύχτα, δηλαδή αἰωνίως. Αὐτό τό «ἡμέρας καὶ νυκτός» –φυσικά ἐκεῖ δέν θά ὑπάρχει ἡμέρα καί νύχτα– εἶναι μία έκφραση, μία εἰκόνα, για νά δείξει τό ἀδιάκοπο, τό αἰώνιο· ἐξ ἄλλου ἔχει καί τήν ἔκφραση «εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων». (Αποκ. 20, 10)

   Επίσης, ὅταν ὁ Κύριος ἐλευθέρωσε ἐκεῖνον τόν δυστυχισμένο ἄνθρωπο, τον Γεργεσηνό, τῆς πόλεως Γέργεσα, θυμόσαστε πῶς παρακαλοῦσαν οἱ δαίμονες τόν Κύριο καί τί ἔλεγαν; «ἦλθες ὧδε πρὸ καιροῦ βασανίσαι ἡμᾶς;» (Ματθ. 8, 29)· ἦρθες ἐδῶ πρίν τήν ὥρα μας νά μᾶς βασανίσεις; Ά στε λοιπόν περιμένουν την ώρα τους! Καί ζήτησαν παρακαλώντας νά μήν τούς στείλει ὁ Χριστός στην Κόλαση, ἀλλά νά τούς ἐπιτρέψει νά καταφύγουν στους χοίρους, οἱ ὁποῖοι, ἀφοῦ δαιμονίστηκαν, ἔπεσαν μέσα στη λίμνη καί πνίγηκαν.

   Ὥστε λοιπόν οἱ δαίμονες γνωρίζουν την τιμωρία τους. Δέν μποροῦν ὅμως καθόλου να μετανοήσουν. Ἐδῶ εἶναι καί τό μαρτύριό τους. Οὔτε νά ἀγαπήσουν μποροῦν, οὔτε καί νά μετανοήσουν. Πιστεύουν ὅμως. Καί μάλιστα, παρεμπιπτόντως, λέει ἡ Ἁγία Γραφή: Τί λές ὅτι ἔχεις πίστη; καί οἱ δαίμονες πιστεύουν· καί ὄχι μόνο πιστεύουν, ἀλλά καί φρίττουν! (Ἰακ. 2, 19)

   Πράγματι, παιδιά, οἱ δαίμονες πιστεύουν στην Κόλαση στήν ὁποία ἀκόμα δέν ἔχουν πάει· γι' αὐτό καί εἶπαν στόν Χριστό, μέ τό στόμα του Γεργεσηνοῦ, ἦλθες πρίν τήν ὥρα μας νά μᾶς βασανίσεις;... Δέν μποροῦν να μετανοήσουν οἱ δαίμονες διότι ἔχουν ἁμαρτήσει πρωτογενῶς. Διότι οἱ ἴδιοι, ὁ ἴδιος ὁ διάβολος σκέφθηκε τό κακό. Ἐνῶ οἱ ἄνθρωποι μποροῦν νά μετανοήσουν διότι ἐξαπατήθηκαν και δευτερογενῶς ἔπραξαν το κακό. Γι' αὐτό ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ ἔγινε ἄνθρωπος. Δέν ἔγινε ἄγγελος γιά νά σώσει τους δαίμονες, ἀλλά ἔγινε ἄνθρωπος γιά νά σώσει τούς ἀνθρώπους. (Πρβλ. Ψαλμ. 106, 20. Ήσ. 63, 9)

   Παρατηροῦμε ὅμως ἀκόμη καί κάτι ἄλλο ὅτι ὁ Θεός καταρᾶται τόν ὄφι, δηλαδή τόν διάβολο, τόν νοητό ὄφι· διότι ὅ,τι μένει παγιωμένο στο κακό, αυτό καί ἀλλοτριώνεται ὁριστικά από τόν Θεό. Κατάρα σημαίνει μιά αλλοτρίωση, μιά ἀποξένωση από τόν Θεό, μία ἀπομάκρυνση, χωρίς να υπάρχει ποτέ πιά ἐλπίδα νά ξαναγυρίσει κανείς κοντά στον Θεό. Αυτό προσέξτε το, ἔχει σημασία. Γι' αὐτό ἀκριβῶς καταρᾶται τό φίδι ὁ Θεός.

   Δέν καταρᾶται ὅμως τούς πρωτοπλάστους. Θά πεῖ στον Αδάμ: «ἐπικατάρατος ἡ γῆ ἐν τοῖς ἔργοις σου». (Γέν. 3, 17) Αὐτό σημαίνει ὅτι ὁ Θεός –θά τό δοῦμε λίγο πιο κάτω αὐτό, ἀλλά τό λέω μιά πού μιλᾶμε γιά τήν κατάρα– δέν καταρᾶται οὔτε τόν Ἀδάμ οὔτε τή γῆ. Προσέξτε οὔτε τόν Ἀδάμ οὔτε τή γῆ! Αλλά λέει ἐπικατάρατη νά εἶναι ἡ γῆ στά ἔργα σου. Τί θά πεῖ αὐτό; Ὅταν ἐσύ θά πιάνεις να καλλιεργήσεις τή γῆ, τά πράγματα δέν θά ἔρχονται καλά· μ' ἄλλα λόγια, δέν θά ἔχεις μιά εὐλογία. Ἔτσι, δέν καταρῶμαι οὔτε ἐσένα τόν ἄνθρωπο οὔτε τή γῆ, ἀλλά ἡ κατάρα βρίσκεται πάνω στήν ἐργασία σου, πάνω στη χρήση τῆς γῆς.

   Αὐτό ἔχει πολλή σημασία! Αργότερα βεβαίως ή ἐργασία θά εὐλογηθεῖ. Ὅμως θέλω νά σᾶς δείξω τί σημαίνει ὅτι ὁ Θεός καταρᾶται. Δέν καταρᾶται λοιπόν ἐδῶ ὁ Θεός παρά μόνο τόν ὄφι, τό φίδι, καί πίσω ἀπ' αὐτό καταρᾶται τόν διάβολο.

   Ὅταν ὅμως καί οἱ ἄνθρωποι, δηλαδή οἱ ἀπόγονοι τοῦ Ἀδάμ καί τῆς Εὔας, δέν θέλουν νά ἀκούσουν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά θέλουν να μένουν στο θέλημα τοῦ Σατανᾶ, τότε τί θά πεῖ ὁ Θεός; Μᾶς τό λέει ὁ Χριστός στη σημερινή εὐαγγελική περικοπή: «πορεύεσθε ἀπ᾿ ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι» (Ματθ. 25, 41). Τότε μόνο καταρᾶται ἀνθρώπους ὁ Θεός· αλλά πλέον τούς καταρᾶται γιατί δέν ὑπάρχει οὐδεμία ελπίδα οἱ ἄνθρωποι αὐτοί νά ἐπιστρέψουν πίσω στον Θεό. Βλέπετε λοιπόν ὅτι τό θέμα κατάρα, ἰδίως ἐκ μέρους τοῦ Θεοῦ, εἶναι πολύ σημαντικό καί πάρα πολύ φειδωλό.

   Αλλά τί λέει ἐδῶ ὁ Θεός στόν ὄφι; Δέχεσαι τήν κατάρα, «ὅτι ἐποίησας τοῦτο». Τί ἔκανε ὁ διάβολος; Ἔκανε ὅλο τό κακό στούς πρωτοπλάστους, κινούμενος ἀπό φθόνο. Διότι τό ἐλατήριο τοῦ Σατανᾶ δέν ἦταν παρά ὁ φθόνος. (Βλ. Σοφ. Σολ. 2, 24) Γιατί ἐγώ να πέσω ἀπό τήν εὔνοια του Θεοῦ, καί ὁ ἄνθρωπος νά εἶναι στήν εύνοιά Του;

   Βλέπετε πόσο κακό πράγμα εἶναι ὁ φθόνος; Αν θέλετε ἀκόμη, εἶναι τό πλέον παράλογο πράγμα μέσα στη δημιουργία. Ὁ φθόνος ἀλλοτριώνει τόν ἄνθρωπο ἀπό τήν ἀγάπη. Δέν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά ἀγαπήσει ὅταν ἔχει φθόνο.

   Πολλές φορές αναρωτιέστε καί λέτε: Γιατί μου κάνει κακό ἐκεῖνος ὁ ἄνθρωπος; Εγώ τί τοῦ ἔκανα;... Τίποτα δέν τοῦ ἔκανες· ἀλλά δέν μπορεῖ νά σέ βλέπει, δέν μπορεῖ νά σέ χωνέψει, δέν ὑποφέρει να σε βλέπει νά εἶσαι καλός μαθητής, καλή μαθήτρια, νά ἔχεις μιά προκοπή, δέν τό ὑποφέρει, δέν τό ἀντέχει. (Πρβλ. Σοφ. Σολ. 2, 12-20) Ἐσεῖς θά πεῖτε: μά γιατί; Αὐτό εἶναι ὁ παραλογισμός. Δέν ὑπάρχει λογική απάντηση· ὁ φθόνος δέν ἔχει λογική. Διότι ἄν μου κάνεις κάτι κακό καί σου κάνω κάτι κακό, αυτό ἔχει μία λογική απάντηση· τό νά μή σου κάνω ὅμως κακό καί ἐσύ νά μοῦ κάνεις κακό, ποῦ εἶναι ἡ λογική απάντηση; Δέν ὑπάρχει.

   Γι' αὐτό, παιδιά, ας προσέξουμε πάρα πολύ τόν φθόνο· εἶναι ἕνα φοβερό σαράκι... φοβερό! Μάλιστα, ἀνάμεσα στον μαθητόκοσμο, εκδηλώνεται κυρίως μέ τόν συναγωνισμό γύρω ἀπό τά μαθήματα. Καί ὁ συναγωνισμός δέν εἶναι γιατί θα θέλατε να μάθετε πιό πολλά γράμματα –ἐκεῖ δέν ὑπάρχει θέμα– αλλά γιατί θέλετε νά ἔχετε το προβάδισμα, θέλετε νά ἔχετε τό πρωτεῖο, νά ποῦν ὅτι ὁ τάδε, ἡ τάδε εἶναι ὁ πρῶτος μέσα στην τάξη, εἶναι ἡ πρώτη... θέλετε τα πρωτεία!

   Καί τό χειρότερο ακόμη, σέ μιά παρέλαση ἄς ποῦμε, θέλουμε νά εἴμαστε σημαιοφόροι, ὅταν θά βγοῦμε στον δρόμο, νά ἐπιδειχθοῦμε, ὅτι ἐμεῖς εἴμαστε κάτι... καί νά ἔρθουν καί οἱ γονεῖς μας νά μᾶς καμαρώσουν! Καί ὅταν λέω να καμαρώσουν, ἐννοεῖται νά κενοδοξήσουν. Διότι ἐδῶ δέν πρόκειται για κάποιο καμάρωμα νόμιμο, ἠθικό, πνευματικό, ὅπως να καμαρώσει κανείς τό παιδί του ὅταν ἔχει μία προκοπή, ἀλλά ἐδῶ εἶναι μία κενοδοξία.

   Γι' αυτό καί βλέπετε πολλές φορές οἱ ἴδιοι οἱ γονεῖς σας, ἀκριβῶς γιά νά ἔχουν ὑλικό κενοδοξίας, σᾶς πιέζουν νά εἴσαστε πρῶτοι μαθητές, μόνο καί μόνο για νά ἔχουν αὐτοί κάποιον λόγο κενοδοξίας! Καί πολλές φορές πιέζουν τα παιδιά τους, αυτά δέν μποροῦν πάντοτε νά ἀνταποκριθοῦν, ἄν δέν ἔχουν καί πολλές δυνατότητες ἀποδόσεως, καί τότε τά παιδιά πλέον σπάζουν ὅπως λέμε. Προσέξτε αὐτό τό σημεῖο.

   Θυμᾶμαι, κάποτε, ὄχι στην πόλη μας, μοῦ ἔλεγε μιά μητέρα ὅτι ὁ γιός της ήταν στην τελευταία τάξη τοῦ Λυκείου, καί σέ μιά γιορτή ἔδιναν κάποια βραβεία. Αὐτός εἶχε ἔλθει δεύτερος, καί ἡ μάνα είχε καταπικραθεῖ γιατί δέν πῆρε ο γιός της βραβεῖο! Καί ὁ γιός ἔλεγε στη μάνα: Δέν μπορῶ νά καταλάβω γιατί σκέπτεσαι ἔτσι. Δέν σοῦ εἶναι ἀρκετό τό ὅτι εἶμαι καλός μαθητής; Καί ἡ μάνα, πικραμένη, ἦλθε νά μοῦ πεῖ τήν κατάστασή της. Τῆς λέω: Λυποῦμαι πολύ, ἀλλά ὁ γιός σας εἶναι πιο σοφός ἀπό σᾶς!

   Προσέξτε λοιπόν αὐτό τό σημεῖο, μήν παρασυρθεῖτε ἀπό μία κενοδοξία τῶν γονιών σας, καί φτάσετε στο σημεῖο νά θέλετε τα πρωτεία, καί τελικά πάθετε καμμιά ζημία. Κάποτε, μάλιστα, ὄχι μόνο πνευματική ζημία, ἀλλά καί σωματική. Μπορεί δηλαδή ἡ ὑγεία σας να ραγίσει, καί τό νευρικό σας σύστημα νά μήν μπορεί να αντέξει σ' αὐτήν τή μεγάλη πίεση, τήν προσπάθεια, γιά νά φανεῖτε οἱ πρῶτοι μαθητές.

   Ἕως ἐδῶ λοιπόν εἴδαμε ὅτι ὁ διάβολος εἶναι ἤδη καταραμένος. Πῶς ὅμως τώρα ὁ Θεός καταρᾶται ἕνα ἄλογο ζώο, τό φίδι; Ἴσως να τεθεῖ τό ἐρώτημα: Καί τό φίδι σε τί θα μπορούσε να φταίει;

   Βεβαίως καταράστηκε τό φίδι, καί ἔχει σημασία, ἐπειδή αὐτό ἔγινε ὄργανο καταστροφῆς τοῦ ἀνθρώπου. Προσέξτε· ἔγινε ὄργανο καταστροφῆς.

   Θά μοῦ πεῖτε: Καί τί σημασία ἔχει αὐτό;

   Ἔχει ἕνα ὡραῖο καί πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα ἐπάνω στο σημεῖο αὐτό ὁ ἱερός Χρυσόστομος. Λέει: Ἐάν ἕνας πατέρας ἔχει ἕνα παιδί, καί κατά κάποιον τρόπο το παιδί του σκοτώθηκε ἀπό ἕνα ξίφος, τότε, τί θά κάνει; μέσα στήν ὁρμή του και μέσα στη λύπη του, θα πάει να σπάσει ἐκεῖνο το ξίφος. Το ξίφος δέν ἔφταιγε σε τίποτα· ἕνα ξίφος ήταν, ἕνα μαχαίρι· θα πάει όμως να το σπάσει. («Καθάπερ γὰρ πατὴρ φιλόστοργος τὸν ἀπεκτακότα τὸν υἱὸν τὸν ἑαυτοῦ τιμωρούμενος, καὶ τὴν μάχαιραν καὶ τὸ ξίφος, δι' οὐ τὸν φόνον εἰργάσατο, διασπᾷ, καὶ εἰς πολλὰ κατατέμνει μέρη· τὸν αὐτὸν δὴ τρόπον καὶ ὁ ἀγαθὸς Θεός, ἐπειδὴ ὥσπερ μάχαιρά τις υπηρετήσατο τὸ θηρίον τοῦτο τῇ τοῦ διαβόλου πανουργία, ἐπάγει αὐτῷ διηνεκῇ τὴν τιμωρίαν, ἵνα διὰ τοῦ αἰσθητοῦ τούτου καὶ ὁρωμένου λογιζώμεθα ἐν ὅσῃ ἀτιμίᾳ κἀκεῖνος τυγχάνει.» (Εἰς τὴν Γένεσιν, Ομιλία ΙΖ΄, Γ΄, PG 53, 141))

   Αὐτό ἔκανε καί ὁ Θεός. Τό φίδι δέν ἔχει λογική, δέν ἔχει εὐθύνη· ὅμως ὁ Θεός πατάσσει το φίδι, τό καταρᾶται, ἀκριβῶς γιατί ὑπῆρξε ὄργανο τοῦ Σατανᾶ γιά τό κακό τοῦ ἀνθρώπου.

   Αλλά ὑπάρχει και κάτι περισσότερο. Ὅταν ὁ Θεός καταριέται τό φίδι, δέν καταριέται μόνο τόν διάβολο, πού κρύβεται πίσω από τό φίδι, αλλά καταριέται καί αὐτό τοῦτο τό φίδι, το ζώο δηλαδή. Αὐτό τό κάνει ἀπό μία φιλάνθρωπη διάθεση απέναντι στόν ἄνθρωπο, διότι ὁ Θεός θέλει να κάνει τό φίδι σύμβολο τοῦ κακοῦ καί τῆς ἁμαρτίας. Ἔτσι, ὅταν ὁ ἄνθρωπος βλέπει πιά το φίδι στη ζωή του, να αισθάνεται φρίκη, να θυμᾶται τόν ἀρχαῖο πτερνιστή, (Ἀρχαῖος πτερνιστής ἀποκαλεῖται ὁ διάβολος, παραπέμποντας στον διάλογο τοῦ Θεοῦ μέ τόν ὄφι-διάβολο, μετά την πτώση τῶν πρωτοπλάστων (Γέν. 3, 15). Πτερνιστής εἶναι ἀπό τό πτερνίζω, κυριολεκτικά παρακινῶ ἄλογο μέ χτύπημα τῆς πτέρνας, καί μεταφορικά υποσκελίζω με δόλο, ὑποκαθιστῶ, ἐξαπατῶ. Βλ. προφητεία Ἰακώβ πρός τόν Δάν, τόν υἱό του, (Γέν. 49,17) καί Ιππολύτου πάπα Ρώμης: «Ώσπερ γὰρ ἐκ τῆς Ἰούδα φυλῆς ὁ Χριστὸς γεννᾶται, οὕτως ἐκ τῆς Δὰν φυλῆς ὁ Ἀντίχριστος γεννηθήσεται. Ότι δὲ οὔτως ἔχει, φησὶν ὁ Ἰακώβ· Γεννηθήτω Δὰν ὄφις, ἐπὶ τὴν γῆν καθήμενος, δάκνων πτέρναν ἵππου. Ὄφις οὖν τίς, ἀλλ᾽ ἢ ὁ Ἀντίχριστος, πλάνος ὁ ἐν τῇ Γενέσει εἰρημένος, ὁ πλανήσας τὴν Εὔαν καὶ πτερνίσας τὸν Ἀδάμ» (Περὶ Χριστοῦ καὶ Ἀντιχρίστου, ΡG 10, 737BC). Στην περίπτωση τοῦ Χριστοῦ, πτερνιστής εἶναι ὁ Ἰούδας ὁ Ἰσκαριώτης, καταγόμενος ἀπό τήν φυλή του Δάν (Ψαλμ. 40, 10). Ἐπ' αὐτοῦ γράφει ὁ ἱερός Χρυσόστομος: «Ὁ τρώγων μετ' ἐμοῦ τὸν ἄρτον, δεικνὺς ἐκείνῳ τῷ ταλαιπώρῳ, ὅτι οὐκ ἀγνοῶν συλλαμβάνεται, ἀλλὰ καὶ σφόδρα εἰδώς· ὃ καὶ αὐτὸ μάλιστα πάντων ἱκανὸν ἦν αὐτὸν κατασχεῖν. Καὶ οὐκ εἶπε, Παραδίδωσιν ἐμὲ, ἀλλ, Ἧρεν ἐπ' ἐμὲ πτερνισμόν· τὸ δολερὸν καὶ ὕπουλον καὶ λαθραῖον τῆς ἐπιβουλῆς παραστῆσαι βουλόμενος.» (PG 59, 387). Πρβλ. «Μετὰ τῶν κακούργων, ὡς κακοῦργος, Χριστέ, ἐλογίσθης δικαιῶν ἡμᾶς ἅπαντας κακουργίας τοῦ ἀρχαίου πτερνιστοῦ.» (Όρθος Μ. Σαββάτου, Ἐγκώμια, Στάσις Α΄)) όπως λέγεται ὁ διάβολος, να θυμᾶται τήν ἁμαρτία, τό κακό, τόν διάβολο, την πτώση μέσα στον παράδεισο. Γι' αὐτόν τόν λόγο, από φιλανθρωπία ὁ Θεός καταρᾶται τό φίδι.

   Τό φίδι ἐφεξῆς, ὅπως εἶπε ὁ Θεός, θά ξεχωρίζει ἀπό ὅλα τά ζῶα τῆς δημιουργίας. Θα λάβει δηλαδή τό σημάδι τῆς κατάρας, καί θά σέρνεται μέ τήν κοιλιά του πάντοτε. Το σημάδι αὐτό, ὅπως σᾶς ἐξήγησα, θά βοηθήσει τόν ἄνθρωπο νά θυμᾶται τήν ἀρχέγονη πτώση του.

   Ἐδῶ βλέπουμε τήν ἀξία τῆς μνήμης· ὅτι ὁ Θεός θέλει πάντα κάτι να θυμόμαστε. Καί ἐπιθυμεῖ ὁ Θεός να μείνει ἡ μνήμη αὐτῆς τῆς πτώσεως ἀνεξίτηλη μέσα στόν ἄνθρωπο. Γιατί; Διότι ὁ διάβολος δέν θά περιορισθεῖ ἀκόμα, ἀλλά ἐν καιρῷ θά βληθεῖ στήν Κόλαση. Θά ἀναπτυχθεῖ τό ἀνθρώπινο γένος, καί ἐν καιρῷ ὁ Θεός θα περιορίσει τον διάβολο.

   Ἴσως μοῦ πεῖτε: Γιατί δέν τόν περιόρισε τότε, να γλυτώναμε μια για πάντα;

   Σ' αυτό φταίμε πάλι ἐμεῖς, παιδιά. Διότι, ἐάν οἱ πρωτόπλαστοι νικούσαν τον διάβολο μέσα στον παράδεισο, τότε δέν θά ἐτίθετο θέμα, ὁ διάβολος θα πήγαινε κατευθείαν στην Κόλαση, θα κρινόταν πλέον τότε. Διότι οἱ ἄνθρωποι δέν θά ἁμάρταναν, ὄχι γιατί δέν θά εἶχαν τή δυνατότητα, αλλά γιατί δέν θά ἤθελαν νά ἀμαρτήσουν.

   Ὅπως καί οἱ ἄγγελοι· ἔχουν μέν τή δυνατότητα να ἁμαρτήσουν, ἀλλά δέν θέλουν. Ο μόνος ἀναμάρτητος ἐκ φύσεως εἶναι ὁ Θεός. Αλλά εἶναι καί ἄτρεπτος, ὅπως λέγεται. Δέν ὑπάρχει δηλαδή περίπτωση ὁ Θεός νά ἀλλάξει κάτι στόν ἑαυτό του. Οἱ ἄγγελοι ὅμως, ὡς κτίσματα, εἶναι τρεπτοί, δηλαδή αλλάζουν, καί μποροῦν, ἄν θέλουν, καί τώρα, αυτή τη στιγμή, ἄν θέλουν, μποροῦν νά ἁμαρτήσουν· ἀλλά δέν θέλουν. (Βλ. ἁγ. Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ. Ἔκδοσις ἀκριβὴς τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως, ΙΖ΄, Περὶ ἀγγέλων, PG 94, 865-873)

   Γιά νά τό καταλάβετε αυτό, εἶναι σάν νά σᾶς φέρνουν ένα πιάτο φαγητό ὡραιότατο καί ἕνα πιάτο χαρούπια· τί θά προτιμήσετε; Δέν εἶναι ἀπαραίτητο να κάνετε καμμιά ἰδιαίτερη σκέψη γιά νά ἀποφασίσετε· πᾶτε στο καλό φαγητό. Γιατί να φάτε τά χαρούπια; τά ξυλοκέρατα; για ποιόν λόγο να τα προτιμήσετε;

   Ἔτσι λοιπόν καί οἱ ἄγγελοι· δέν θέλουν νά ἁμαρτήσουν. Αλλά τό ἴδιο καί οἱ ἄνθρωποι, οἱ ἀπόγονοι τοῦ Ἀδάμ θά λέγαμε, ἀπό μιά κληρονομιά ἀπό τόν πρόγονό τους τόν Ἀδάμ, δέν θά ἤθελαν νά ἁμαρτήσουν, καί θά ἔμεναν στον παράδεισο για να βελτιώνονται καί νά ἀσκοῦν τήν ἀρετή.

   Τώρα ὅμως τά πράγματα ἄλλαξαν. Ὁ ἄνθρωπος, τρόπον τινά, μέ τήν παράβασή του, μέ τό νά ἀκούσει τον διάβολο, χαρίστηκε σ' αυτόν καί μπήκε κάτω από τὴν ἐξουσία του.

   Αφήνει ὁ Θεός τόν διάβολο· δέν τόν καταδικάζει. Θὰ τὸν καταδικάσει ἐν καιρῷ. Πότε; Ὅταν θα κρίνει καὶ τοὺς ἀνθρώπους, τους απογόνους τοῦ Ἀδάμ. Εφόσον λοιπόν τα πράγματα εἶναι ἔτσι, καί ὁ διάβολος μένει στο προσκήνιο καί μπορεῖ, θα λέγαμε, νά ἐμποδίσει (ἐν + ποδίζω), δηλαδή να τρικλοποδίσει τόν ἄνθρωπο, νὰ τόν ρίξει κάτω, γι' αυτόν τον λόγο ὁ Θεός βάζει στὸν ἄνθρωπο τή μνήμη, να θυμᾶται ὅτι τό φίδι στάθηκε το όργανο τοῦ κακοῦ, τῆς ἁμαρτίας, τῆς πτώσεως· να βλέπει τό ὁρατό, το αισθητό φίδι, καί νά θυμᾶται τό νοητό φίδι, τον διάβολο.

   Αὐτός εἶναι ὁ λόγος, παιδιά, πού ὁ Θεός θέλει να θυμόμαστε· γιά νά ἔχουμε μία ἔχθρα πρός τό φίδι, ἕνα μίσος, πού δέν πρέπει ποτέ να φύγει. Διότι, εάν πιάσουμε φιλία μέ τόν διάβολο, τότε καταλαβαίνετε ὅτι τά πράγματα εἶναι πολύ άσχημα γιά ἐμᾶς.

   Σας ρωτάω: ἄν ἕνας ἄνθρωπος ἔχει μῖσος ἐναντίον τοῦ διαβόλου, εἶναι ποτέ δυνατόν να μετέλθει τίς τέχνες τοῦ διαβόλου; Καί ποιές εἶναι οἱ τέχνες τοῦ διαβόλου, πού λέγονται καί κακοτεχνίες; (Η λέξη κακοτεχνία χρησιμοποιείται ἤδη ἀπό τούς ἀρχαίους Έλληνες συγγραφεῖς ὡς ἡ φαύλη και διεφθαρμένη τέχνη, ή ψευδής μαρτυρία, τό δόλιο τέχνασμα (Liddell & Scott). Αλλά καί οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας αναφέρουν τη λέξη αυτή με παραπλήσια έννοια, χαρακτηρίζοντας ἔτσι κάθε ενέργεια τοῦ διαβόλου, σε αντίθεση με την καλλιτεχνία τοῦ Θεοῦ (Γέν. 1, 31) Πρῶτα πρῶτα εἶναι ἡ μαγεία, εἶναι ὁ πνευματισμός, τά μέντιουμ. Μόνο ὁ ἄνθρωπος πού θά ἀποκτήσει φιλία μέ τόν διάβολο μετέρχεται τις τέχνες αὐτές τοῦ διαβόλου. Ὁ Θεός ὅμως τί λέει; Ὄχι! (Βλ. Εξοδ. 20, 2-3. Δευτ. 18, 10-14. Λευιτ. 19, 26· 31. 20, 6· 26. Σ. Σειρ. 34, 5. Αποστ. Διατ. 7, 3. Α' Παραλ. 10, 13-14 κ.α. Αγ. Ἰγνατίου Θεοφόρου, Φιλαδελφεῦσιν: «Φεύγετε τὰς κακοτεχνίας καὶ ἐνέδρας τοῦ ἄρχοντος τοῦ αἰῶνος τούτου» (PG 5, 701Β))

   Ξέρετε μάλιστα πως ἐκφράζεται αὐτό μέ ἕναν καταπληκτικό στίχο στους Ψαλμούς; Ακούστε τον στίχο: «Τέλειον μῖσος ἐμίσουν αὐτούς» (Ψαλμ. 138, 22), με τέλειο μῖσος τούς μισούσα! Τί σημαίνει τέλειον μῖσος; Ἕνας ἄνθρωπος, ὅσο καί νά μισεῖ κάποιον άλλον, θα λέγαμε ὅτι κάπου στη γωνίτσα τῆς καρδιᾶς του θα υπάρχει και ἕνα ἔλεος, ἕνα κάτι, μία ευσπλαχνία, κάτι ελάχιστο. Ὅταν λέει ὁ στίχος μέ τέλειο μῖσος τους μισούσα, θέλει νά δείξει ὅτι δέν πρέπει να αφήσεις περιθώρια και νά πεῖς ἔ, μπορῶ λιγάκι νά μήν ἔχω τόσο μῖσος. Όχι. Καί ποιοί εἶναι αὐτοί πού ὁ ψαλμωδός τους μισούσε μέ τέλειον μῖσος; Εἶναι οἱ δαίμονες. «Τέλειον μῖσος ἐμίσουν αὐτούς»! Νά μήν τόν ξεχάστε ποτέ αυτόν τον στίχο.

   Αλλά τίθεται τό ἐρώτημα: Το φίδι μετά τήν καταδίκη του ἔχασε τα πόδια του; Εἶχε πρῶτα πόδια, και ὅταν ὁ Θεός τό καταράστηκε τά ἔχασε; Χάθηκαν τα πόδια του; Πῶς χάθηκαν; τί ἔγινε;

   Το φίδι, παιδιά, στη φυσιολογία του ἔμεινε τό ἴδιο· ὁ Θεός τό είχε κάνει ἀπ' ἀρχῆς χωρίς πόδια· τό ἔκανε ὅπως τό βλέπουμε μέχρι σήμερα. Δέν χάθηκαν τα πόδια· δηλαδή δέν ήταν τό φίδι κάποτε σαύρα.

   Εἶναι γνωστό ὅτι ἡ σαύρα ἔχει πόδια· ἀλλά τό φίδι δέν ἔχει· κινεῖται μέ τά λέπια του καί μέ τούς μύες που ἔχει στο σώμα του, μάλιστα κατά έναν καταπληκτικό τρόπο. Θὰ σᾶς ἔλεγα ότι κινεῖται πολύ καλύτερα από μία σαύρα, πού ἔχει πόδια. Τό εἶδα μέ τά μάτια μου, πολλές φορές. Εἶδα φίδια να αναρριχώνται σε ψηλούς τοίχους κατά ἕναν καταπληκτικό τρόπο! Και στα δένδρα ἀναρριχώνται –ὄχι ὅλα τά φίδια–, ὅπως κάνει ἡ δενδρογαλή· ἀναρριχάται. Πήγα κάποτε να κόψω ἕνα μῆλο, καί ἐκεῖ ἀκριβῶς ἦταν μία δενδρογαλή· δηλαδή πλησίασα λίγους πόντους να κόψω τό μῆλο, καί ἀπό πάνω ήταν τό φίδι! Πραγματικά, ἔχει μία πάρα πολύ μεγάλη ευλυγισία τό φίδι.

   Δέν εἶχε πρῶτα λοιπόν πόδια το φίδι.

   Ὁ Σεβηριανός λέει: «οὐχ ὡς ποσὶ κεχρημένου τὸ πρότερον» (Εἰς τὴν ἕκτην ἡμέραν τῆς κοσμοποιΐας καὶ εἰς τοὺς πρωτοπλάστους καὶ εἰς τὸν ὄφιν, PG 56, 495), δέν ἔκανε χρήση ποδιών πιό μπροστά. Κι ἕνας ἄλλος ἀρχαῖος σχολιαστής λέει: «οὐ πόδας ἔχων πρὸ τούτου» (Βλ. Αρχιμ. Ἰωήλ Γιαννακοπούλου, Η Γένεσις, ἔκδ. Βασ. Ρηγοπούλου, Θεσσαλονίκη 1976, σ. 60), δέν είχε πόδια προηγουμένως. Τότε τί;

   Προσέξτε. Μερικά πράγματα, ὅταν τα διαβάζουμε στην Αγία Γραφή, ιδίως στα τρία πρώτα κεφάλαια, ἐάν δέν ἔχουμε τόν τρόπο να τα καταλάβουμε, μπορεῖ ἴσως να τα παρεξηγήσουμε. (Το φυσικό περιβάλλον τῆς Ἁγίας Γραφῆς εἶναι ἡ Ἐκκλησία, ὁ στύλος και τό ἑδραίωμα τῆς ἀληθείας (Α΄ Τιμ. 3, 15), καί μόνο στο πλαίσιο τῆς Ἐκκλησίας ή Αγία Γραφή αποβαίνει αλάθητος οδηγός σωτηρίας. Ἡ Ἐκκλησία είναι αυτή που συνέγραψε, διά τῶν ἁγίων Αποστόλων, αλλά και ερμήνευσε, διά τῶν ἁγίων Πατέρων, την Αγία Γραφή. Διαφορετικά, διαβάζοντας κάποιος τήν Αγία Γραφή καί ἑρμηνεύοντάς την μέ τόν δικό του τρόπο, αυθαίρετα καί υποκειμενικά, διατρέχει τον μέγα κίνδυνο να πλανηθεί)

   Παράδειγμα. Ὅταν τελείωσε ὁ κατακλυσμός και αποσύρθηκαν τά νερά, βγήκε ο Νώε ἀπό τήν κιβωτό καί εἶδε τό ουράνιο τόξο. Τό ἔχετε δεῖ ὅλοι το ουράνιο τόξο, ξέρετε τί εἶναι. Εμφανίζεται μετά τή βροχή, όταν ἡ ἀτμόσφαιρα εἶναι γεμάτη από σταγονίδια. Ὅταν πανε νά ἀραιώσουν τα σύννεφα καί φαίνεται ὁ ἥλιος κάπως πλάγια, ἐκεῖ ἐμφανίζεται τό ουράνιο τόξο. Αυτό δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά τό φῶς τοῦ ἡλίου που πέφτει στα σταγονίδια που υπάρχουν στήν ἀτμόσφαιρα, καί δημιουργεῖται τό φαινόμενο τῆς ἀναλύσεως τοῦ φωτός. Καί ἐσεῖς, ἂν πάρετε ἕνα λάστιχο ποτίσματος μέ νερό καί κρατήσετε το χέρι σας μπροστά και κάνετε ψιλά σταγονίδια πρός τά πάνω, καί εἶναι κατάλληλος βέβαια ὁ φωτισμός πού θά πέσει, ἀμέσως θά δεῖτε στό νερό αὐτό, στα σταγονίδια, να σχηματίζεται το ουράνιο τόξο· εἶναι γνωστό. (Τό ηλιακό φῶς, ἄν καί φαίνεται λευκό, στην πραγματικότητα εἶναι μίγμα πολλῶν χρωμάτων. Τό λευκό φῶς, μπαίνοντας μέσα σε μια σταγόνα νερού, διαθλάται, κατόπιν ἀνακλάται στο πίσω μέρος τῆς σταγόνας, ἐνῶ στή συνέχεια, καθώς ἐξέρχεται ἀπό τήν σταγόνα, διαθλᾶται ἐκ νέου. Το ουράνιο τόξο στηρίζεται πάνω σ' αὐτή τήν ἀρχή στην ανάλυση πού ὑφίσταται το ηλιακό φως. Τό τοξοειδές σχήμα του ἐξηγεῖται ἀπό τήν διαφορετικότητα τῆς γωνίας διαθλάσεως τοῦ κάθε μήκους κύματος (χρώματος), την θέση τοῦ παρατηρητοῦ, ἀλλά καί τό σφαιρικό σχῆμα τῶν σταγονιδίων)

   Ἐμφανίσθηκε λοιπόν τό ουράνιο τόξο. Καί εἶπε ὁ Θεός: Αὐτό εἶναι τό σημεῖο ὅτι δέν θά ξανακαταστρέψω τόν κόσμο μέ νερό. Τό ἔβαλε λοιπόν σαν σημάδι στον Νῶε· τό ξέρετε ὅλοι σας αὐτό τό περιστατικό. Θα βλέπετε τό ουράνιο τόξο, εἶπε, καί θά θυμόσαστε ὅτι ἐγώ ὑποσχέθηκα πώς δέν θά ξαναχαλαστεῖ ὁ κόσμος πιά με νερό. (Γέν. 9, 13-15)

   Ἕνας πού διαβάζει τό ἱερό κείμενο, ἔχει τήν ἐντύπωση ὅτι ὁ Θεός δημιουργεῖ τό οὐράνιο τόξο τήν ὥρα ἐκείνη· ὅτι δηλαδή ἐκείνη τήν ὥρα εμφανίζεται τό φαινόμενο, τό χρησιμοποιεῖ καί τό ἀνακοινώνει στον Νῶε. Ὄχι, παιδιά· τό ουράνιο τόξο ὑπῆρχε καί πρίν ἀπό τόν κατακλυσμό, ἀφοῦ εἶναι ἐντελῶς φυσικό φαινόμενο. Αλλά τί; ἐπάνω σ' αυτό τό φυσικό φαινόμενο ὁ Θεός βάζει ένα σημάδι, καί λέει: Αὐτό τό σημάδι βάζω, ὅτι δέν θά ξανακάνω κατακλυσμό.

   Ἔτσι τώρα καί στο φίδι, παιδιά βάζει ένα σημάδι· καί ἐνῶ ποτέ δέν είχε πόδια, λέει ὅτι θά σέρνεται. Δηλαδή εἶναι σάν νά σημαδεύει τό ζῶο αυτό καί νά λέει: Αὐτό τό ζῶο εἶναι ἐκεῖνο πού θά σᾶς θυμίζει ὅτι σᾶς παρέσυρε στήν ἁμαρτία. Ὄχι λοιπόν ὅτι τό φίδι πρῶτα είχε πόδια και κατόπιν ἀπώλεσε τα πόδια του αυτά. Ἔτσι λοιπόν ὁ Θεός βάζει σαν σημάδι τῆς κατάρας στο φίδι νά ἔρπει.

   Ἀκοῦστε πῶς τό λέει αὐτό ὁ ἱερός Χρυσόστομος: «Ἀλλ᾿ ἐπειδὴ τὸ τῆς κατάρας οὐκ ἦν αἰσθητόν, οὐδὲ ὀφθαλμοῖς φαινόμενον, διὰ τοῦτο καὶ αἰσθητὴν αὐτῷ τιμωρίαν ἐπάγει, ἵνα διηνεκῶς πρὸ τῶν ὀφθαλμῶν ἔχωμεν ὁρᾶν τῆς τιμωρίας αὐτοῦ τὰ ὑπομνήματα» (Ὁμιλίαι εἰς τὴν Γένεσιν, ΙΖ΄, PG 53, 142. Βλ. Προκοπίου Γαζαίου, Εἰς τήν Γένεσιν Ερμηνεία, PG 87A, 201D: «... Τὸν μὲν οὖν ἀόρατον δαίμονα ἀοράτῳ μαστίζει πληγῇ· τὸ δὲ ὁρώμενον ὄργανον ὁρωμένῃ ὑποβάλλει τιμωρία...»). Επειδή δέν ἦταν αἰσθητή ἡ κατάρα οὔτε θα ήταν φανερή αυτή στα μάτια –καί δέν θά ξέραμε τί καταράστηκε ὁ Θεός– γι' αὐτό καί κάνει αισθητή την τιμωρία στο φίδι, γιά νά ἔχουμε παντοτινά μπροστά στα μάτια μας, να βλέπουμε τῆς τιμωρίας τίς ὑπενθυμίσεις. Παίρνει τῆς τιμωρίας τοῦ φιδιοῦ τά σημάδια, τά ὑπομνήματα, για να θυμόμαστε τί εἶπε ὁ Θεός. Καί τοῦτο γιά νά θυμόμαστε ὅτι δέν πρέπει να ανοίγουμε φιλίες μέ τόν διάβολο.

   Τί ἐννοεῖ ἐδῶ ὁ Θεός, ὅταν λέει «καὶ γῆν φαγῇ πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς σου», καί ὅλες τίς ἡμέρες τῆς ζωῆς σου, ὅσο ζεῖς, ὦ φίδι, ὦ διάβολε, νοητό φίδι, θά τρῶς χῶμα, γῆ;

   Εἶναι γνωστό ὅτι τό φίδι δεν τρώει χῶμα· τρώει καρπούς, ἔντομα, σάρκες, βατράχια, τρώει αυγά, ἅμα βρεθεῖ σέ καμμιά φωλιά, τρώει καί πουλάκια το φίδι... Ξέρετε πῶς ἁρπάζει τα πουλάκια τό φίδι; Είναι καταπληκτικό! Ὥστε λοιπόν ἐννοεῖ ἐδῶ κάτι ἄλλο ὄχι ὅτι θα τρώει χῶμα. Εξηγώ.

   Εἶναι γνωστό ὅτι ὅταν θέλουμε νά ποῦμε σὲ κάποιον ὅτι νικήθηκε, χρησιμοποιοῦμε μία λαϊκή έκφραση. Τα μικρά παιδιά –τό θυμᾶμαι ἀπό τήν ἐποχή μου αὐτό– ἔλεγαν τό ἕνα στό ἄλλο: παλεύεις; σε νικάω. Οταν πάλευαν τα παιδιά, προσπαθοῦσαν –ὅπως εἶναι, ἄν δέν κάνω λάθος, καί στούς παλαιστές ἐπισήμως– να ρίξουν ὁ ἕνας τόν ἄλλο κάτω, ὥστε νά ἀκουμπήσει ἡ πλάτη τους στο χώμα, να φάει ἡ πλάτη χώμα! Ὅταν ὅμως λέμε ἡ πλάτη θά φάει χῶμα, τρώει χῶμα ἡ πλάτη;... Ἔκφραση εἶναι. Λέμε ἀκόμη: ἔφαγε ἢ θα φάει ἡ μούρη σου –ἡ μούρη σου, υποτιμητικά– θα φάει ἡ μούρη σου χῶμα! Πῶς ἡ μούρη, τό πρόσωπο, θα φάει χῶμα;... Ξέρετε τί δείχνει αὐτό; ταπείνωση, ἐξευτελισμό!

   Μέ ἄλλα λόγια, τό ἐσύ, φίδι, θὰ τρῶς χῶμα σέ ὅλη σου τή ζωή, σημαίνει, πρώτα-πρώτα, θά γίνεσαι πρόξενος κακοῦ· θά εἶσαι αηδιαστικό ζῶο στόν ἄνθρωπο· θα προκαλεῖς τόν φόβο –ποιός δέν φοβᾶται τό φίδι;– ἀκόμα καί στά ζῶα. Διάβαζα προχθές σ' ἕνα βιβλίο ὅτι οἱ πίθηκοι φοβοῦνται πάρα πολύ τα φίδια φοβερά!... Τρέπονται σε φυγή οἱ πίθηκοι, ὅταν δοῦν φίδι!

   Ακόμη, θά προκαλεῖς παγερά αἰσθήματα. Λέμε στη γλώσσα μας: κρύο πράγμα το φίδι· ἅμα τό δοῦμε, ἀνατριχιάζουμε... αἰσθανόμασθε πολύ άσχημα, παγερά. Ἄν μᾶς ποῦν ὅτι κάτω ἀπό ἕνα ἔπιπλο στο σπίτι μας μέσα εἶναι ἕνα φίδι, πώ-πώ... αἰσθανόμαστε πάρα πολύ άσχημα.

   Τί σημαίνει αὐτό; Γιατί δέν τό αἰσθανόμαστε αυτό για ἄλλα ζώα, καί τό αἰσθανόμαστε γιά τό φίδι; Ακριβῶς ὁ Θεός ἔχει τόν σκοπό του· ὅπως σᾶς εἶπα, θέλει να νιώθουμε αυτή την απέχθεια, τήν ἀποκρουστικότητα, καί στο νοητό φίδι, τόν διάβολο.

   Πῶς ὅμως μπορεῖ νά τρώει χῶμα ὁ διάβολος; Τό νὰ τρῶς χῶμα σ' ὅλη σου τη ζωή πῶς θά τό ἐννοήσουμε στο νοητό φίδι, τόν διάβολο; Πῶς θά τρώει χῶμα ὁ διάβολος σ' ὅλη του τή ζωή; Ναί, πάντα θά τρώει χῶμα! Χώμα;... Ακούστε πῶς.

   Ὁ ἅγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, στο Συμβουλευτικόν Εγχειρίδιον, λέει –θά σᾶς τό διαβάσω πρῶτα καί μετά θά σᾶς τό ἐξηγήσω: «Διότι, καίτοι ἀσώματος ὢν (ὁ διάβολος), μετὰ τοῦ σώματος ὅμως συναπολαμβάνει καὶ ἐκεῖνος τῶν τοῦ σώματος ἡδονῶν, καθὼς λέγουσιν οἱ θεῖοι Πατέρες. Καὶ αὐταὶ (οἱ ἡδονές) εἶναι ὁ χοῦς καὶ ἡ γῆ, τὰ ὁποῖα κατεκρίθη νὰ τρώγῃ διὰ μέσου τοῦ Ὄφεως. "Καὶ γῆν φαγῇ πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς σου"».

   Καί συνεχίζει στην υποσημείωσή του: «Διὰ τοῦτο εἶπεν ὁ Σιναΐτης θεῖος Γρηγόριος· "Επειδὴ γὰρ καὶ αὐτοὶ (οἱ δαίμονες δηλ.) κατὰ ἄνθρωπον, τὴν ἀγγελικὴν ἡδονὴν ἀπωλέσαντες, καὶ τρυφῆς θείας στερηθέντες, χοῦν καθάπερ καὶ ἡμεῖς καὶ αὐτοὶ τρυφῶν πάσχουσιν, ὑλώδεις πως καὶ αὐτοὶ γεγονότες ταῖς τῶν ὑλικῶν παθῶν ἕξεσιν (Κφ. ρκγ'.)⟩ (Εγχειρίδιον Συμβουλευτικόν, κεφ. Β΄, Διατί ὁ νοῦς ἐδουλώθη εἰς τὰς αἰσθητὰς ἡδονάς, ἐκδ. Υπακοή, 2013, σ. 40. Βλ. ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Σιναΐτου, 137 ὠφέλιμα κεφάλαια, 123, Φιλοκαλία τῶν Ἱερῶν Νηπτικών, τόμ. Δ΄, μετάφρ. Αντώνιος Γαλίτης, Α΄ ἔκδ. Τό περιβόλι τῆς Παναγίας, Θεσσαλονίκη 1987¹, σ. 203).

   Ἀκοῦστε ἐδῶ, παιδιά. Ο Θεός κάνει ὅλα τά δημιουργήματά του εὐτυχισμένα. Ὅλα. Οἱ ἄγγελοι εἶναι εὐτυχισμένοι. Καί τά ζῶα εἶναι εὐτυχισμένα. Ὅταν τά ζῶα τρῶνε, αὐτό πού τρῶνε τό ἀπολαμβάνουν. Ἐμεῖς ὅμως ὅταν βλέπουμε μιά αγελάδα να τρώει τό ἄχυρο, λέμε πώ-πώ, ἄχυρο τρώει... ἤ ἕνα σκουλήκι νά εἶναι μέσα στό ἔδαφος, να τρυπάει και να τρώει σάπια φύλλα... Ὁ Θεός δέν κάνει δυστυχισμένα πλάσματα. Αυτό τό ζώο, πού τρώει ὅ,τι τρώει, εἶναι πολύ ευχαριστημένο, εἶναι εὐτυχισμένο. Συνεπῶς, ὅλα τά δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ αἰσθάνονται μία τρυφή, μία απόλαυση.

   Ἐάν εἶναι λογικά ὄντα, ὅπως εἶναι οἱ ἄγγελοι καί οἱ ἄνθρωποι, τό βάρος αὐτῆς τῆς ἀπολαύσεως πέφτει ὄχι στά υλικά, αλλά στα πνευματικά. Εἰδικά ὁ ἄνθρωπος ἔχει καί τίς ὑλικές απολαύσεις. Τρώμε ἕνα ὡραῖο φαγητό, ἕνα ὡραῖο φροῦτο, ἢ ἀπολαμβάνουμε κάτι. Αὐτό ὁπωσδήποτε μᾶς εὐχαριστεῖ, μᾶς δίνει μιά θαλπωρή, μια ζεστασιά, ὅταν μάλιστα ἔξω κάνει κρύο... Ὅλα αὐτά εἶναι εὐχάριστα πράγματα, αναμφισβήτητα· ἀλλά τό βάρος δέν πέφτει ἐκεῖ, ὅσο πέφτει στήν πνευματική ικανοποίηση, τήν τρυφή τήν πνευματική.

   Οἱ δαίμονες ἦταν ἀγαθοί ἄγγελοι, καί κάποτε εἶχαν κι αυτοί μία τρυφή, μία απόλαυση· βέβαια πνευματική απόλαυση, γιατί είναι πνεύματα. Καί θά λέγαμε, ἡ κύρια απόλαυσή τους ἦταν ἡ θέα τῆς θείας δόξας, να βλέπουν τη δόξα τοῦ Θεοῦ. Τώρα ὅμως τήν ἔχασαν τή θεία δόξα, καί συνεπῶς ἔχασαν αὐτή τήν τρυφή, αὐτήν τήν ἀπόλαυση. Ποῦ θά τή βροῦν; Μέ ποιόν τρόπο τώρα θὰ ἀπολαμβάνουν ευχαρίστηση; Ακούστε.

   Λένε οἱ Πατέρες, κατά τόν ἅγιο Νικόδημο, ὅτι οἱ δαίμονες μπαίνουν μέσα στον ταλαίπωρο ἄνθρωπο και τόν βάζουν νά ἁμαρτάνει στα σαρκικά πάθη, πορνείες, μέθες... καί λοιπά, καί νά ἀπολαμβάνει ὁ ἄνθρωπος μέ τίς αἰσθήσεις του, παράνομα πιά, κατά ἕναν σπάταλο τρόπο, τίς ἡδονές τοῦ σώματος. Καί οἱ δαίμονες, πού εἶναι μέσα στόν ἄνθρωπο, συναπολαμβάνουν τις ήδονές πού ἀπολαμβάνει ὁ ἄνθρωπος! Φοβερό πράγμα!

   Αυτές λοιπόν οἱ ἡδονές, τά πάθη, εἶναι τό χῶμα, εἶναι ἡ γῆ. Αὐτήν, εἶπε ὁ Θεός στον διάβολο, θα τρῶς σ' όλη σου τή ζωή· δηλαδή δέν θά ἔχεις τή δυνατότητα να σηκώσεις το κεφάλι σου καί νά δεῖς τή δική μου τή δόξα, διότι δέν μπορεῖς, δέν θέλεις πιά. Συνεπώς, θα καταφεύγεις να τρῶς καί νά ἀπολαμβάνεις, διά μέσου τῶν αἰσθήσεων τῶν ἀνθρώπων, μέσα στον βούρκο τῆς ἁμαρτίας.

   Γι' αυτό βάζει ὁ διάβολος τούς ἀνθρώπους να ἁμαρτάνουν, ὄχι μόνο γιατί τούς φθονεῖ καί θέλει να τούς ἀποκόψει ἀπό τόν Θεό, ἀλλά καί γιά νά ἀπολαμβάνει καί ὁ ἴδιος τίς παράνομες ήδονές, παρότι εἶναι ἀσώματος, διά μέσου τῶν αἰσθήσεων τῶν ἀνθρώπων. Είναι πραγματικά καταπληκτικό!

   Παιδιά, πρέπει να προσέχουμε. Η σκηνή της καταδίκης, μέσα στον παράδεισο, ἔχει ἀφήσει τά κατάλοιπά της στή ζωή τῶν ἀνθρώπων. Ὁ διάβολος καί οἱ δαίμονές του εἶναι διάχυτοι· ἐμεῖς εἴμαστε οἱ ἀπόγονοι τοῦ Ἀδάμ. Οφείλουμε λοιπόν να προσέχουμε πολύ την πνευματική μας ζωή. Νά μήν ἀνεχόμαστε τον διάβολο νά ἀπολαμβάνει διά μέσου τῶν δικών μας ἡδονῶν· ἀλλά θα πρέπει τόν διάβολο, αὐτόν πού νίκησε τους προγόνους μας, τούς πρωτοπλάστους, θα πρέπει ἐμεῖς νά τόν νικήσουμε, θα πρέπει νά τόν πατήσουμε. Καί αὐτό εἶναι τό μεγάλο προνόμιο πού μᾶς ἔχει δώσει ὁ Χριστός. Γι' αὐτό ἦλθε στον κόσμο ὁ Χριστός γιά νά συντρίψουμε ἐμεῖς τώρα τόν διάβολο, ἀφοῦ Ἐκεῖνος, ὁ Χριστός, τόν συνέτριψε.

   Ἀκοῦστε τί γράφει στούς Ρωμαίους ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «Ὁ δὲ Θεὸς τῆς εἰρήνης συντρίψει τὸν σατανὰν ὑπὸ τοὺς πόδας ὑμῶν ἐν τάχει» (Ρωμ. 16, 20). Θα συντρίψει γρήγορα τόν Σατανᾶ κάτω ἀπό τά πόδια σας. (Βλ. «Σὺ συνέτριψας τὰς κεφαλὰς τῶν δρακόντων...» (Ψαλμ. 73, 13. Πρβλ. Ψαλμ. 106, 16). «Συ ... καὶ τὰς κεφαλὰς τῶν ἐκεῖσε εμφωλευόντων συνέτριψας δρακόντων» (Εὐχή Μεγάλου Αγιασμοῦ). «Ἀδὰμ τὸν φθαρέντα ἀναπλάττει, ρείθροις Ἰορδάνου καὶ δρακόντων κεφαλὰς ἐμφωλευόντων διαθλάττει, ὁ Βασιλεὺς τῶν αἰώνων Κύριος· ὅτι δεδόξασται.» (Ὄρθρος Θεοφανείων, τροπάριον τῆς α΄ Ὠδῆς τοῦ Α΄ Κανόνος), ὅπως καί Α΄ Ἰωάν. 3, 8)

   Μᾶς εἶπε ἀκόμα ὁ Κύριος: «Ἰδοὺ δίδωμι ὑμῖν τὴν ἐξουσίαν τοῦ πατεῖν ἐπάνω ὄψεων καὶ σκορπίων καὶ ἐπὶ πᾶσαν τὴν δύναμιν τοῦ ἐχθροῦ, καὶ οὐδὲν ὑμᾶς οὐ μὴ ἀδικήσῃ» (Λουκά 10, 19). Σας δίνω ὅλη τήν ἐξουσία να πατάτε πάνω ἀπό τά φίδια καί τούς σκορπιούς καί πάνω από ὅλη τή δύναμη τοῦ ἐχθροῦ, καί τίποτα νά μή σᾶς κάνει κακό.

   Μή νομισθεῖ δέ, ὅπως λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος πού ἑρμηνεύει τό χωρίο αὐτό, ὅτι πρόκειται για φίδια αἰσθητά ἢ σκορπιούς· εἶναι κι' αὐτά· ἀλλά κυρίως πίσω ἀπ' αὐτά εἶναι ὁ διάβολος, διότι λέει παρακάτω: «καὶ ἐπὶ πᾶσαν τὴν δύναμιν τοῦ ἐχθροῦ» («Ὅρα, ἀγαπητέ, διὰ τῆς κατὰ τοῦ θηρίου τούτου τιμωρίας, ὄσὴν ἡμῖν ἐνδείκνυται τὴν κηδεμονίαν, ἣν περὶ τῆς τῶν ἀνθρώπων φύσιν ἔχει. Καὶ ταῦτα μὲν περὶ τοῦ αἰσθητοῦ ὄψεως· ἔξεστι δὲ τῷ βουλομένῳ μετὰ τοῦτο τηρεῖν τῶν ἐγγεγραμμένων τὴν ἀκολουθίαν, καὶ εἰδέναι ὅτι, εἰ περὶ τοῦ αἰσθητοῦ ταῦτα εἴρηται, πολλῷ μᾶλλον ἐκλαμβάνειν τὰ εἰρημένα δεῖ καὶ περὶ τοῦ νοητοῦ ὄψεως» (άγ. Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Ὁμιλίαι εἰς τὴν Γένεσιν, IZ', PG 53, 143). Ποιός εἶναι ὁ ἐχθρός; Εἶναι ὁ διάβολος. Εἴδατε τί λέει ὁ Κύριος; Σᾶς δίνω ὅλη τήν ἐξουσία να πατᾶτε πάνω στα φίδια, και τά αἰσθητά καί τά νοητά, καί σέ ὅλη τήν δύναμη τοῦ ἐχθροῦ.

   Θά μοῦ πεῖτε: ἐννοεῖ καί τά αἰσθητά φίδια;

   Ναί, ναί! Κάπου πρός τό τέλος τοῦ Κατά Μάρκον εὐαγγελίου, λέει ὁ Κύριος: «κἂν θανάσιμόν τι πίωσιν, οὐ μὴ αὐτοὺς βλάψει» (Μάρκ. 16, 18). Ακόμα κι ἂν πιεῖτε κάτι τό δηλητηριώδες, μπεῖ δηλητήριο μέσα σας, τίποτα δέν θά πάθετε. Ἴσως μοῦ πεῖτε: Ἐμεῖς ὅμως παθαίνουμε!... Μά δέν εἴμαστε τόσο πιστοί άνθρωποι.

   Σᾶς θυμίζω τόν ἀπόστολο Παύλο, παιδιά, ὅταν ἦτων ναυαγός στη νήσο Μελίτη, στη Μάλτα Προκομμένος ἄνθρωπος καθώς ἦταν, δεν κάθησε να τον περιποιηθοῦν, ἀλλὰ πῆγε ὁ ἴδιος να περιποιηθεῖ τοὺς ὑπόλοιπους ναυαγούς. Πήγε και πήρε φρύγανα από ένα μέρος ἐκεῖ, μιά ἀποθήκη, γιά νά βάλει φωτιά να ζεσταθοῦν καί νά στεγνώσουν τα βρεγμένα τους ρούχα. Και τότε, παιδιά, καθώς κρατούσε τα φρύγανα να τα ρίξει στή φωτιά, ἕνα φίδι πού ἦταν μέσα, μία σχιά, που ζεστάθηκε ἀπό τή φωτιά, αισθάνθηκε τή ζέστη, καί ἀμέσως ζωντάνεψε καί άρπαξε τόν Παύλο ἀπό τό δάχτυλο! Κρεμάστηκε το θηρίο, λέει στο βιβλίο των Πράξεων, κρεμάστηκε από το δάκτυλό του! Καί τότε ὁ ἀπόστολος Παῦλος πέταξε το φίδι μέσα στη φωτιά.

   Καί εἶπαν τότε οἱ βάρβαροι, οἱ Μελιτινοί: Πώ πώ... ἔστι δίκης ὀφθαλμός! Εἴδατε; κακούργος ἄνθρωπος πρέπει νά εἶναι αὐτός. Γλύτωσε από το ναυάγιο, ἀλλά τόν κυνηγάει ή θεία Δίκη, τόν δάγκωσε το φίδι! Καί περίμεναν να πρηστεῖ, να πέσει χάμω ξερός. Ὁ Παῦλος ὅμως κινήθηκε σάν νά μή συνέβαινε τίποτα. Καί τότε αὐτοί, αλλάζοντας γνώμη, εἶπαν: Δεν πρέπει νά εἶναι κακοῦργος, ἀλλὰ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ. (Πράξ. 28, 1-6)

   Ἔτσι, κατά αἰσθητόν ακόμη τρόπο, παιδιά, ἰσχύει αὐτό πού λέει ὁ Κύριος· πολύ παραπάνω όμως κατά νοητό τρόπο. Αλλά από μᾶς ἐξαρτᾶται. Αν γινόμαστε πνευματικοί ἄνθρωποι, ὁ Χριστός μᾶς ἔδωσε τήν ἐξουσία να πατοῦμε ἐπάνω στα φίδια καί στούς σκορπιούς καί σ' ὅλη τή δύναμη τοῦ ἐχθροῦ, χωρίς να παθαίνουμε τίποτα! Ἡ δύναμη τοῦ ἐχθροῦ ξέρετε ποιά εἶναι; ἡ μαγεία –ἀκούσατε τί εἶπα;– ἡ μαγεία, ἡ μαντεία καί ὅλος ἐκεῖνος ὁ συρφετός τῆς κακοτεχνίας τοῦ διαβόλου! Τίποτα δέν μπορεῖ νά μᾶς βλάψει! Πότε; Ὅταν ἀνήκουμε στόν Ἰησοῦ Χριστό. Τότε ὁ διάβολος ἔχει πραγματικά συντριβεῖ.

   Κυριακή, 17 Φεβρουαρίου 1985


66η ομιλία στην κατηγορία « Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία ».

►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
" Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία " εδώ ⬇️
https://arnion.gr/index.php/palaia-diauhkh/xristianikh-kosmologia-anurvpologia
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40pgmRsIiRCioth8a5E4bM7r

Απομαγνητοφώνηση :
Ιερά μονή Κομνηνείου.
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

🔸Λίστα ομιλιών της σειράς «Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία.».🔻
https://drive.google.com/file/d/1PKTpnYb1nptUbWKH5jo6DJwk7IVel9BA/view?usp=drivesdk

🔸📜 Απομαγνητοφωνημενες ομιλίες της σειράς «Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία.».🔻
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/search/label/%F0%9F%94%B9%CE%A7%CF%81%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B9%CE%B1%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%AE%20%CE%9A%CE%BF%CF%83%CE%BC%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1%20~%20%CE%91%CE%BD%CE%B8%CF%81%CF%89%CF%80%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1.?m=1

🔸Επεξηγηματικό βίντεο Ασπάλαθου.
https://youtu.be/8tNfAHRkTCk

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️ https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__ 

https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου. https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.

29 Νοεμβρίου 2024

Ἡ ἀπολογία τῆς Εὔας. Περί ἀπάτης.

†.Μετά τήν ἀπολογία τοῦ Ἀδάμ, παιδιά, ἦρθε ἡ σειρά να ανακριθεί η Εὔα. Αυτή ανακρίνεται με μία μόνο ἁπλῆ ἐρώτηση, ἐφόσον ὁ Ἀδάμ εἶπε ὅτι αἰτία τῆς παραβάσεως στάθηκε ἡ Εὔα. Ὄχι ἐγώ, εἶπε ὁ Ἀδάμ, ἀλλά ἡ γυναίκα πού μοῦ ἔδωκες, αυτή μοῦ ἔδωσε καί ἔφαγα, καί ἔτσι παρέβηκα τήν ἐντολή Σου.

   «Καὶ εἶπε Κύριος ὁ Θεὸς τῇ γυναικί· τί τοῦτο ἐποίησας; καὶ εἶπεν ἡ γυνή· ὁ ὄφις ἠπάτησέ με, καὶ ἔφαγον.» (Γέν. 3,13) Καί εἶπε ὁ Κύριος ὁ Θεός πρός τήν γυναίκα: Τί εἶναι αὐτό πού ἔκανες; Καί ἡ γυναίκα απάντησε: Ὁ ὄφις μέ ἐξαπάτησε, καί ἔφαγα.

   Αὐτό τό «τί τοῦτο ἐποίησας;», τί εἶναι αὐτό πού ἔκανες; τό ἀναλύει θαυμαστά ὁ ἱερός Χρυσόστομος ὡς ἑξῆς: «Τίνος οὖν ἕνεκεν τοῦτο ἐποίησας, ὦ γύναι;» για ποιόν λόγο λοιπόν τό ἔκανες αυτό, ὦ γυναίκα; «καὶ διὰ τί καὶ σαυτῇ καὶ τῷ ἀνδρὶ τοσαύτης αἰσχύνης αἰτία κατέστης;»· και γιατί καί γιά σένα τήν ἴδια, ἀλλά καί γιά τόν ἄνδρα σου, ἔγινες αἰτία μιᾶς τόσο μεγάλης ντροπῆς; «Τί σοι τὸ ὄφελος γέγονεν ἀπὸ τῆς τοσαύτης ἀκρασίας;». Ποιό ήταν για σένα το κέρδος από αυτήν τήν τόσο μεγάλη ακράτεια; Σε τι ὠφελήθηκες μέ τό να σταθεῖς τόσο ἀκρατής καί νά μήν ἐγκρατευτεῖς γιά νά μή δοκιμάσεις τον καρπό; «Τί σοι τῆς ἀπάτης τὸ κέρδος, ἣν ἐκοῦσα ἐπατήθης, καὶ τὸν ἄνδρα κοινωνὸν τῆς ἀπάτης εἰργάσω;» (Ὁμιλίαι εἰς τὴν Γένεσιν, ΙΖ΄, ε΄, PG 53, 140). Ποιό ήταν το κέρδος τῆς ἀπάτης πού ὑπέστης ἀπό τόν διάβολο, γιά τό ὁποῖο θεληματικά ἄφησες τόν ἑαυτό σου νά ἐξαπατηθεῖ, καί ἔκανες και τόν ἄνδρα σου κοινωνό, μέτοχο αὐτῆς τῆς ἀπάτης;

   Πράγματι, ὁ ἱερός Χρυσόστομος, μέ αὐτές τίς ωραῖες ἐρωτήσεις που θέτει, μας δείχνει ὅτι δέν βγῆκε κανένα κέρδος από τη διαβολική απάτη ή, καλύτερα, βγῆκε κάτι πολύ μεγάλο, βγήκε ζημία.

   Μπορούμε λοιπόν νά ποῦμε –καί ὅποιος δέν τό ἔχει καταλάβει εἶναι ἀκόμα νήπιο– ὅτι ἡ ἁμαρτία εἶναι ἕνας παραλογισμός, καί συνεπώς, σ' αὐτά τά ἐρωτήματα πού θέτει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, ὅπου ἀναλύει τό ἐρώτημα τοῦ Θεοῦ, δέν ὑπάρχει ἀπάντηση.

   Ὅταν ποῦμε σε κάποιον Γιατί έκανες αυτό το κακό; τί μπορεῖ νά απαντήσει; Λίγο παρακάτω θα ρωτήσει ὁ Θεός τόν Κάιν: Γιατί φόνευσες τόν ἀδελφό σου; Τι απάντηση μπορεῖ νά δοθεῖ σ' αυτό;

   Ἔτσι καί σήμερα, σε κάθε κακό πού γίνεται, σε κάθε ἁμαρτία πού γίνεται, ἐπειδή είναι παραλογισμός ἡ ἁμαρτία, απάντηση δεν υπάρχει. Βέβαια, όταν λέμε ὅτι δέν ὑπάρχει ἀπάντηση, ἐννοοῦμε λογική απάντηση. Δέν ὑπάρχει. Αυτό δείχνει ότι πραγματικά ή ἁμαρτία εἶναι ἕνας παραλογισμός, εἶναι ἔξω ἀπό τή φύση τοῦ ἀνθρώπου, ἔξω ἀπό τή φύση γενικά, τήν δημιουργία ολόκληρη.

   Είναι τόσο κακό πράγμα ή ἁμαρτία; Ναί, παιδιά, εἶναι τόσο κακό πράγμα ἡ ἁμαρτία! Ναί, τόσο κακό!... Ας το καταλάβουμε κάποτε! Εάν δέν ήταν τόσο κακό, δέν θά ἔφθανε ὁ ἄνθρωπος να αρρωστήσει, όπως λέγαμε στα δυο τελευταία μας μαθήματα. Διότι, ὅταν εἰναι ἔνοχος, ὅταν δέν ὁμολογεῖ τήν ἐνοχή του, ὅταν, ὅταν, ὅταν... τότε φθάνει ακόμη να αρρωστήσει, βεβαίως ψυχικά, αλλά και σωματικά.

   Ὅταν ὅμως ἡ Εὔα λέει ὅτι ἐξαπατήθηκε ἀπό τόν διάβολο, φυσικά αὐτό δέν εἶναι δικαιολογία. Γι' αυτό σᾶς εἶπα ὅτι δέν ὑπάρχει λογική απάντηση. Τί εἶπε; Ὁ ὄφις μέ ἐξαπάτησε. Αὐτό ὅμως ὁπωσδήποτε δέν είναι ἀπάντηση. Ἐδῶ ἔχουμε μία μετάθεση τῆς ἐνοχῆς ἀπό τήν Εὔα στόν ὄφι, στον διάβολο. Ὅπως ἀκριβῶς καί ὁ Αδάμ μετέθεσε τήν ἐνοχή του σ' ἐκείνη. Δηλαδή ὁ ᾿Αδάμ στήν Εὔα, καί ἡ Εὔα στον ὄφι.

   Μ' αὐτές τίς ἀλλεπάλληλες μεταθέσεις τῆς ἐνοχῆς, ἔχουμε δημιουργία υποσυνειδήτου, τόσο στον Αδάμ, ὅσο καί στήν Εὔα, διότι καί ὁ ἕνας καί ἡ ἄλλη ἀπωθοῦν τήν ἐνοχή τους σ' ἕναν χώρο που γιά πρώτη φορά δημιουργεῖται, ἕναν χώρο παρά τήν συνείδηση, πέρα καί ἔξω ἀπό τήν συνείδηση, σ' ἕναν χώρο όπου διώχνουμε τήν ἐνοχή μας γιά νά ξεχάσουμε τήν ἐνοχή. Αλλά αυτή δέν ξεχνιέται, ἐπειδή δέν τήν ξεχνᾶ ἐκεῖνος πού προσεβλήθη, ὁ Θεός.

   Ὅπως λέγαμε, ὁ ἄνθρωπος εἶναι μία μεταφυσική ὕπαρξη, μία θεολογική ύπαρξη. (Βλ. άγ. Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, Λόγος εἰς τὰ Θεοφάνεια, PG 36, 321D-324ΑΒ: «Τοῦτο δὴ βουληθεὶς ὁ τεχνίτης ἐπιδείξασθαι Λόγος, καὶ ζῷον ἓν ἐξ ἀμφοτέρων, ἀοράτου τε λέγω καὶ ορατῆς φύσεως, δημιουργεῖ τὸν ἄνθρωπον· καὶ παρὰ μὲν τῆς ὕλης λαβὼν τὸ σῶμα ἤδη προϋποστάσης, παρ' ἑαυτοῦ δὲ πνοὴν ἐνθεὶς (ὃ δὴ νοερὰν ψυχὴν καὶ εἰκόνα Θεοῦ οἶδεν ὁ λόγος), οἷόν τινα κόσμον δεύτερον, ἐν μικρῷ μέγαν, ἐπὶ τῆς γῆς ἴστησιν, ἄγγελον ἄλλον, προσκυνητὴν μικτόν, ἐπόπτην τῆς ὁρατῆς κτίσεως, μύστην τῆς νοουμένης, βασιλέα τῶν ἐπὶ γῆς, βασιλευόμενον ἄνωθεν, ἐπίγειον καὶ οὐράνιον, πρόσκαιρον καὶ ἀθάνατον, ὁρατὸν καὶ νοούμενον, μέσον μεγέθους καὶ ταπεινότητος· τὸν αὐτόν, πνεῦμα καὶ σάρκα... ζῷον ἐνταῦθα οἰκονομούμενον, καὶ ἀλλαχοῦ μεθιστάμενον, καὶ πέρας τοῦ μυστηρίου τῇ πρὸς Θεὸν νεύσει θεούμενον». Πρβλ. καί τοῦ ἰδίου Λόγος εἰς τὸ Πάσχα, PG 36, 632BC) Η ηθική συνείδηση συνδέεται μέ τόν Θεό, εἴτε τό θέλει ὁ ἄνθρωπος εἴτε δέν τό θέλει. Εἶναι ἐκ κατασκευῆς ἔτσι. Ὅπως δέν μπορῶ νά μιλάω γιά ἕναν ἄνθρωπο ἄν δέν ἔχει χέρια, μάτια, πόδια, κεφάλι, ἔτσι δέν μπορῶ νά μιλάω για ἕναν ἄνθρωπο ἐάν δέν ἔχει ηθική συνείδηση, άμεσα συνδεδεμένη μέ τόν Θεό.

   Ἔτσι, ἀπό τή στιγμή πού ἡ ἠθική συνείδηση στον ἄνθρωπο συνδέεται μέ τόν Θεό, τότε ἡ ἐνοχή δέν σβήνεται. Πρέπει νά τή σβήσει ὁ Θεός· διαφορετικά δέν σβήνεται. Καί ὁ Θεός τή σβήνει μόνο όταν υπάρξει μετάνοια καί ἐπιστροφή σ' Αυτόν· ὁμολογία τῆς ἐνοχῆς, μετάνοια, καί μή ἐπανάληψη. Τότε συγχωρεῖ ὁ Θεός. Καί αὐτό συμβαίνει μόνο μέσα στο μυστήριο τῆς ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως, πού, πρέπει νά τό ξαναπούμε, ἔχει μοναδικότητα. Διότι ἡ ψυχιατρική δέν μπορεῖ νά συγχωρήσει, νά ἐξαλείψει δηλαδή μιά ενοχή. Δέν μπορεῖ. Μπορεῖ νά δώσει φάρμακα, να δώσει ὅ,τι θέλει κανείς, ἀλλά τήν ἐνοχή δέν μπορεῖ νά τήν ἐξαλείψει, γιατί δέν μπορεῖ ὁ γιατρός να παίξει τον ρόλο τοῦ Θεοῦ, δέν εἶναι δυνατόν.

   Διάβαζα μόλις χθές το βράδυ γιά ἕναν μεγάλο ψυχίατρο, Αμερικανό, ὁ ὁποῖος ἔχει μεγάλες επιτυχίες, ἀλλά εἶχε καί τήν ειλικρίνεια νά πεῖ: Ὁ κόσμος θεωρεῖ ἐμᾶς τούς ψυχιάτρους ὅτι εἴμαστε θεοί, γιατί κατά κάποιον τρόπο πετυχαίνουμε σπουδαία πράγματα. Τίποτα όμως δέν πετυχαίνουνε, παρά μόνο να βάζουμε τα πράγματα στη θέση τους το υπόλοιπο μένει γιά τόν ἄνθρωπο.

   Ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος λοιπόν ὀφείλει να συνειδητοποιήσει ὅτι ἡ ἐνοχή του έχει σχέση μέ τόν Θεό. Ὄχι τόσο μέ τόν ἄλλο ἄνθρωπο· μέ τόν ἄλλο ἄνθρωπο εἶναι δευτερογενές στοιχεῖο. Αν κάποιος με βρίσει, αὐτό εἶναι δευτερογενές· τό πρωτογενές εἶναι ὅτι προσβάλλει τόν Θεό. Πρώτα τόν Θεό, μετά ἐμένα. (Ὁ λόγος τοῦ Κυρίου «ἐφ᾽ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου, ἐμοὶ ἐποιήσατε» (Ματθ. 25, 40) υποδηλώνει τήν ἀμεσότατη σχέση ἀνθρώπου καί Θεοῦ, σχέση εἰκόνος καί πρωτοτύπου, ἀφοῦ, κατά τόν μέγα Βασίλειο, καί ἄλλους Πατέρες, «ἡ τῆς εἰκόνος τιμὴ ἐπὶ τὸ πρωτότυπον διαβαίνει» (PG 32, 149C). Βλ. «Εἶδες γὰρ τὸν ἀδελφόν σου; εἶδες Κύριον τὸν Θεόν σου.» (Απόφθέγματα ἁγίων Γερόντων, Περὶ τοῦ ἀββᾶ Ἀπολλώ, 3, PG 65, 136Β). Πρβλ. Α΄ Ἰωάν. 4, 20. Α' Κορ. 12, 12, άγ. Κλήμεντος Αλεξανδρέως, Στρωματέων, PG 1,19.94.5.1 και 2, 152, 70.5.2, ἀββᾶ Δωροθέου, Ἔργα Ασκητικά, Λόγος Γ΄, 181,5, κ. ά)

   Καταλαβαίνετε τώρα πόσο εσφαλμένη εἶναι ἐκείνη ἡ ἀντίληψη, ὅταν κάποιοι λένε δέν ἔβλαψα κανέναν ἤ μπορεῖ νά ἔβλαψα τόν ἑαυτό μου, αλλά δέν ἔχω βλάψει κανέναν ἄλλο. Αλλά, εάν βλάπτεις τόν ἑαυτό σου, βλάπτεις τρόπον τινά, προσβάλλεις τόν Θεό! Δεν μπορεῖς νά λές δέν ἔβλαψα κανέναν, καί ἔτσι εἶμαι ἐντάξει ἀπέναντι στόν Θεό.

   Αλλά τίθεται ἕνα ἐρώτημα: Μήπως ὁ Ἀδάμ, ὅταν ἔκανε τήν παράβαση, εξαναγκάστηκε ἀπό τήν Εὔα; Δηλαδή, μήπως ή Εὔα τοῦ ἔδωσε μέ τό ζόρι τόν καρπό; Ἤ, ἀκόμα, μήπως ἐξαναγκάστηκε ἡ Εὔα ἀπό τόν διάβολο, ἀπό τόν ὄφι;

   Βέβαια, οὔτε τό ἕνα συνέβη οὔτε τὸ ἄλλο.

   Θά ἤθελα νά προσέξετε αυτό το σημεῖο, γιατί εἶναι θεμελιώδους σημασίας, ὅπως θὰ δεῖτε στην ανάλυση πού θά κάνουμε λίγο πιο κάτω.

   Λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος: «Σκόπει γὰρ καὶ τὸν ἄνδρα λέγοντα», ἐξέτασε καί τόν ἄνδρα πού λέει, «ὅτι Ἡ γυνὴ ἣν ἔδωκας μετ᾿ ἐμοῦ, αὕτη μοι ἔδωκε, καὶ ἔφαγον. Οὐδαμοῦ ἀνάγκη, οὐδαμοῦ βία, ἀλλὰ προαίρεσις καὶ γνώμη· ἔδωκε μόνον, οὐκ ἠνάγκασεν, οὐκ ἐβιάσατο». Εἶδες, μοῦ ἔδωσε ἡ γυναίκα, λέει, καί ἔφαγα. Δέν ὑπῆρξε ἐδῶ κάτι ἄλλο· καμμία ἀνάγκη δέν ὑπῆρχε –νά πεῖ κανείς ὅτι ὁ Ἀδάμ πεινούσε· είχε και ἄλλα δένδρα δίπλα για να φάει– πουθενά βία· μόνο προαίρεση. Κανείς δέν ἐξανάγκασε, κανείς δέν βίασε κανέναν.

   »Καὶ αὐτὴ πάλιν ἀπολογίαν συντιθεῖσα, οὐκ εἶπεν· Ὁ ὄφις ἠνάγκασέ με, καὶ ἔφαγον. Ἀλλὰ τί; Ὁ ὄφις ἠπάτησέ με· τοῦ δὲ ἀπατηθῆναι, καὶ μὴ ἀπατηθῆναι κυρία ἦν» (Ὁμιλίαι εἰς τὴν Γένεσιν, ΙΖ΄, ε΄, PG 53, 140). Δηλαδή ἡ Εὔα, ὅταν ἔρχεται ἡ σειρά της γιά να συνθέσει τήν ἀπολογία της, δέν εἶπε ὁ ὄφις μέ ἐξανάγκασε καί ἔφαγα, αλλά τί εἶπε; ὁ ὄφις μέ ἐξαπάτησε. Ἐδῶ φαίνεται ὅτι ἡ ἴδια ἦταν κυρία τοῦ ἑαυτοῦ της νά ἐξαπατηθεῖ ἤ νά μήν ἐξαπατηθεῖ.

   Ἔτσι, πολλές φορές τίθεται ἡ δικαιολογία στη διάπραξη τῆς ἁμαρτίας, ὅταν λέμε ὅτι ὁ διάβολος μᾶς ἀναγκάζει νά ἁμαρτήσουμε, ἢ ἀκόμη ὅταν λέμε ὅτι δέν ὑπάρχει ἐλευθερία βουλήσεως. Ἐδῶ τώρα θέλω να προσέξετε.

   Ὁ διάβολος δέν ἐξαναγκάζει κανέναν, μά κανέναν, ἐάν ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος δέν ἀποδεχθεῖ ἐκεῖνο πού αὐτός τόν προτρέπει, τοῦ λέει, τοῦ ὑποβάλλει.

   Προσέξτε· ὁ διάβολος κανέναν δέν ἐξαναγκάζει. Δέν θά ἄφηνε ποτέ ὁ Θεός τόν διάβολο νά ἐξαναγκάσει. Ὁ διάβολος κάποτε πνίγει τόν ἄνθρωπο, αλλά μόνον ὅταν ὁ ἄνθρωπος τοῦ δώσει τό ναί του, δηλαδή του πεῖ ναί, τοῦ δώσει το πράσινο φῶς, ὅπως λέμε μέ μιά σύγχρονη ἔκφραση, δηλαδή τόν ἀφήνει να περάσει. Άμα πεῖς στον διάβολο πέρασε, τότε βεβαίως ὁ διάβολος γίνεται βασανιστικός. Αλλά χωρίς τήν προαίρεση τοῦ ἀνθρώπου, ὁ διάβολος δέν ἐξαναγκάζει κανέναν ποτέ να ἁμαρτήσει.

   Ἐδῶ ὅμως τίθεται τό ἐρώτημα: ὑπάρχει ἐλευθερία τῆς βουλήσεως ἤ δέν ὑπάρχει; (βούληση εἶναι ἡ θέληση, ή προαίρεση). Δηλαδή, εἶμαι ἐλεύθερος νά ἐπιλέγω; ἤ μήπως δεσμεύομαι από κάποια δεσμά, πού δέν μπορῶ νά γνωρίζω ποιά εἶναι; Ἔχω ἐλευθερία βουλήσεως ἤ δέν ἔχω;

   Αὐτό τό ἐρώτημα είναι ένα πολύ μεγάλο καί ἄλυτο φιλοσοφικό πρόβλημα. Εἶπα φιλοσοφικό... Το πρόβλημα ὅμως εἶναι ἤδη λυμένο. Από τον λόγο τοῦ Θεοῦ, ἀπό τήν ἀποκάλυψη, δηλαδή την Αγία Γραφή, τό θέμα εἶναι λυμένο· ἀλλά γιά τήν φιλοσοφία εἶναι ἕνα προβλημα ἄλυτο.

   Ἔτσι, στή φιλοσοφία, στόν χῶρο τῆς φιλοσοφίας, ὑποστηρίζονται δύο θέσεις. Η μία θέση εἶναι ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἐλεύθερος· ἡ ἄλλη θέση ὅτι δέν εἶναι ἐλεύθερος. Βέβαια, είναι καί μία τρίτη θέση, που συνδυάζει αὐτά τά δυό· ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἐλεύθερος, ἀλλά κάτω από προϋποθέσεις.

   Βέβαια, ὅταν ἡ φιλοσοφία ψάχνει να δώσει απάντηση σ' αὐτό τό θέμα, δέν πρέπει να ξεχνάμε ὅτι τά πορίσματά της δέν θά εἶναι ἀληθῆ, διότι τό ἀντικείμενο πού ἐξετάζει, ὁ ἄνθρωπος, δέν εἶναι ὁ ἀρχικός, ὁ πρό τῆς πτώσεως ἄνθρωπος. Αὐτό συμβαίνει καί στήν ψυχολογία. Ὅταν δηλαδή παίρνουμε τόν ἄνθρωπο ὡς ἀντικείμενο γιά νά τόν ἐρευνήσουμε, αὐτό τό ἀντικείμενο τῆς ἐπιστήμης ἤ τῆς φιλοσοφίας μας πού ἔχουμε μπροστά μας είναι μία μεταπτωτική ὕπαρξη. Εἶναι πολύ φυσικό λοιπόν να βγάλουμε ἐσφαλμένα συμπεράσματα. Είναι πάρα πολύ φυσικό.

   Γι' αὐτόν λοιπόν τόν λόγο ἔχουμε αυτές τις δύο θέσεις· ἄλλοι μέν νά λένε ὅτι ὑπάρχει ἐλευθερία, ἄλλοι δέ νά λένε ὅτι δέν ὑπάρχει. Καί τοῦτο διότι, από παρατηρήσεις που γίνονται στόν ἄνθρωπο, βγαίνουν αυτά τα συμπεράσματα, πού ἄλλοτε μέν εἶναι ἔτσι, ἄλλοτε δέ εἶναι ἀλλιῶς, ἤ σ' ἐκείνη τήν περίπτωση εἶναι ἔτσι καί στήν ἄλλη ἀλλιῶς. Πάντα ὅμως, ξαναλέω, τό ἀντικείμενο εἶναι ὁ μεταπτωτικός ἄνθρωπος.

   Ἡ ἀπάντηση ὅμως στο ερώτημα αὐτό εἶναι πολύ απλή από χριστιανικῆς πλευρᾶς. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἐλεύθερος· αὐτό λέει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. (Γιά τήν Ἁγία Γραφή, αλλά καί τούς Πατέρες, ἡ ἐλευθερία ἀποτελεῖ θεῖο χαρακτηριστικό, πού ἐμφαίνει τό κατ᾿ εἰκόνα Θεοῦ στόν ἄνθρωπο. Ἐφ᾿ ὅσον ἡ ἐλευθερία -ἢ αὐτεξούσιο- ἀποτελεῖ χαρακτηριστικό τῆς θείας φύσεως (Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητού, Γενομένη συζήτησις..., PG 91, 301C), θά ἀποτελεῖ χαρακτηριστικό καί τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος δημιουργήθηκε κατ' εἰκόνα τοῦ Δημιουργού του (Γέν. 1, 27) ως λογική καί αὐτεξούσια φύση (άγ. Γρηγορίου Παλαμᾶ, Κεφάλαια φυσικά... 47, PG 150, 1150Α). Σύμφωνα μέ τόν ἅγιο Γρηγόριο Νύσσης, ὁ ἄνθρωπος «θεοειδὴς ἐγένετο καὶ μακάριος τῷ αὐτεξουσίῳ τετιμημένος, τὸ γὰρ αὐτοκρατές τε καὶ ἀδέσποτον ἴδιον ἐστι τῆς θείας μακαριότητος, ἰσόθεον γάρ ἐστι τὸ αὐτεξούσιον» (Λόγος περὶ τῶν κεκοιμημένων, PG 44, 145BC καί 180D). Ὁ ἅγ. Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός υποστηρίζει πώς τό κατ' εἰκόνα τοῦ ἀνθρώπου «τὸ νοερὸν δηλοῖ καὶ τὸ αὐτεξούσιον» (Εκδοσις ἀκριβὴς τῆς ὀρθοδόξου πίστεως, 2, 12, PG 94, 320). Ὁ ἴδιος λέει πώς ἡ ἐλευθερία, πού ἀνακλάται στο κατ' εἰκόνα Θεοῦ τοῦ ἀνθρώπου, ἔχει τις απαρχές του στη θεία φύση καί άποτελεῖ δωρεά τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο (PG 94, 924B). Ὁ δέ ἅγ. Νικόλαος Καβάσιλας ταυτίζει τό αὐτεξούσιο τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν ἴδιο τόν ἄνθρωπο, ἀφοῦ εἶναι τό ἴδιο να λέει κάποιος ὅτι ἔχασε τήν ἐλευθερία του καί ἔχασε τόν ἄνθρωπο· «ταὐτὸν γὰρ ἐστιν εἰπεῖν ἀπολέσαι τὸ αὐτεξούσιον καὶ ἀπολέσαι τὸν ἄνθρωπον» (Περὶ τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς, Λόγος Ε΄, PG 150, 638C) Δέν τριγυρίζει σέ ὅλα ἐκεῖνα τά μονοπάτια τῆς ἔρευνας τοῦ νοῦ, ἄν ὁἄνθρωπος εἶναι ἢ δέν εἶναι ἐλεύθερος.

   Ἄν θέλετε μάλιστα, πολλές φορές, δικαιολογούμαστε γιά ἕνα λάθος μας ἤ γιά μιά ἀδυναμία μας, λέγοντας δέν μπόρεσα, καί ἔκανα αὐτό τό λάθος. Ὅμως, μέ τό δέν μπόρεσα, αποτινάζουμε τήν εὐθύνη ἀπό πάνω μας, σάν νά θέλαμε νά ποῦμε ὅτι βρεθήκαμε σέ μιά κατάσταση πού ἦταν ἔξω ἀπό τή δύναμή μας. Ἐκείνη τήν στιγμή θέλουμε να παρουσιάσουμε ὅτι δέν ὑπάρχει στόν ἑαυτό μας ἐλευθερία βουλήσεως· καί συνεπῶς, ἀφοῦ δέν ὑπάρχει, δέν ἔχουμε καί καμμία ευθύνη.

   Αλλά εἶναι λανθασμένο αυτό, εἶναι λάθος. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, ξαναλέω, μᾶς ἀποκαλύπτει ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἐλεύθερος, καί συνεπῶς ὑπεύθυνος. Εἶναι ἐλεύθερος γιά τίς ἐπιλογές πού κάνει, καί θά πρέπει να ὑποστεῖ τίς συνέπειες τῶν ἐπιλογών του αὐτῶν.

   Τίθεται τό ἐρώτημα: Ἐάν ὁ ἄνθρωπος δέν ἦταν ἐλεύθερος, δέν εἶχε δηλαδή ελευθερία βουλήσεως, τότε πῶς μποροῦμε νά ἐννοήσουμε, νά ἐξηγήσουμε τήν ἔννοια τῆς δικαιοσύνης, τοῦ ἐπαίνου καί τῆς τιμωρίας; Εἶναι πράγματα ἀνυπόστατα καί ἄδικα.

   Θά μποροῦσε δηλαδή νά πεῖ ἕνας κατηγορούμενος στο δικαστήριο: Μά, ἐπειδή κινήθηκα ἀπό τά όρμέμφυτά μου, δηλαδή από δυνάμεις εσωτερικές, για τίς ὁποῖες δέν εἶμαι ὑπεύθυνος, διότι αὐτές ὑπάρχουν σ' ἐμένα ὅπως καί σ' ἐσᾶς, κύριοι δικαστές, ἐκ κατασκευῆς μας, ἀπό τή φύση μας, τότε γιατί τώρα με κρίνετε ὅτι εἶμαι ένοχος; Δέν ἔχει ἔννοια πια ἐδῶ ἡ δικαιοσύνη καί ἡ τιμωρία. Αν θέλατε να πάμε και πιο κάτω, δὲν ἔχει τότε ἔννοια καί ἡ Κόλαση.

   Ὅταν ὁ ἄνθρωπος δέν θά μπορούσε να ξεφύγει ἀπό την τροχιά πού ὁ Θεός τόν ἔβαλε ἐκ κατασκευῆς, τότε θα μποροῦσε νά πεῖ στόν Θεό: Γιατί, Κύριε, φτιάχνεις τήν Κόλαση για να τιμωροῦμαι, ἀφοῦ ἐγώ δέν μπορῶ νά ἐνεργήσω διαφορετικά;

   Καταλαβαίνετε ὅτι αὐτά εἶναι πράγματα που δέν θα συνέβαιναν καί στόν πιο ανόητο νομοθέτη! Πῶς θά μποροῦσε ποτέ ὁ Θεός νά μιλάει για Κόλαση, τη στιγμή πού θά μᾶς ἔκανε χωρίς ἐλευθερία βουλήσεως; Τό καταλαβαίνει κανείς και λογικά.

   Ἀλλά καί ἀκόμη, ἀπό τήν πλευρά τῆς δομῆς τῆς κοινωνίας μας, μπορείτε να φανταστείτε τί θά γινόταν ἄν ὁ καθένας ἔκανε ὅ,τι ἤθελε, μέ τόν ισχυρισμό ὅτι ἔτσι εἶναι φτιαγμένος; Μπορείτε να φανταστείτε τί κοινωνία θά εἴχαμε; Σίγουρα μία αναρχούμενη κοινωνία.

   Κι ἂν θέλετε, καί σήμερα ἔχουμε ἀναρχία. Καί ἀναρχία δέν εἶναι μόνο όταν πηγαίνω να βάλω μία βόμβα σ' ἕνα κτήριο γιά νά τό τινάξω στον αέρα. Αὐτό εἶναι μία μορφή τῆς ἀναρχίας. Αναρχία ξέρετε τί θά πεῖ; Αναρχία θά πεῖ ὅτι δέν δέχομαι νά ὑπάρχει καμμία αὐθεντία, οὔτε στον Θεό οὔτε στούς ἀνθρώπους· ὅτι δέν υπάρχει αυθεντία σ' ἐκεῖνον πού διοικεῖ μία πόλη ή ἕνα κράτος, δέν ὑπάρχει αυθεντία στον δάσκαλο, δέν ὑπάρχει αυθεντία στον γονιό, δέν ὑπάρχει αυθεντία στον συνάνθρωπο. Τότε που ὑπάρχει ἡ αὐθεντία; Επιτρέψτε μου νά τό πῶ ἔτσι απλοελληνικά: στην αφεντιά μου! Εγώ εἶμαι ἡ αὐθεντία. Αὐτό πού ἐγώ θά σκεφτῶ, αυτό είναι το γνήσιο, το σωστό. Όχι αυτό που λες εσύ, αλλά αυτό που λέω εγώ! Μπορείτε να φανταστείτε όμως μία κοινωνία πού ὁ κάθε ἄνθρωπος θεωρεῖ τόν ἑαυτό του αυθεντία; Πῶς μπορεῖ νὰ σταθεῖ αὐτή ἡ κοινωνία, πού ἀρνεῖται κάθε αυθεντία, κάθε αρχή; Αυτό εἶναι ἡ ἀναρχία.

   Ἂν το θέλετε, πάρα πολλά παιδιά μας, –ίσως και ἀπό τά παρόντα, πού ἀκοῦτε τώρα τον λόγο του Θεού, καί ὄχι μόνο ἀπ' αὐτά πού βρίσκουμε έξω στους δρόμους και στα σχολεία–  πολλοί από σᾶς ἐδῶ νὰ ἔχετε τέτοιες αρχές πού δέν εἶναι ἀρχές, δηλαδή νά ἔχετε αναρχικές αρχές! Ναί, ναί μή σας κάνει ἐντύπωση διότι ζείτε σ' ένα κλίμα ανάλογο, καί ἀναπνέετε αυτό που υπάρχει στό περιβάλλον μας. Βέβαια μπορεί να μήν πήγατε πουθενά να κάνετε τίποτα σαματάδες... Ὅταν ὅμως κάποιος δεν δέχετε την αυθεντία του πατέρα του καί τῆς μάνας του, την αυθεντία τοῦ ἱερέως τοῦ Θεοῦ ἤ τῶν νόμων τῆς πολιτείας, τότε; Τότε εἶναι σε κατάσταση αναρχίας, είναι αναρχικός άνθρωπος.

   Ἔτσι λοιπόν, παιδιά, ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἐλεύθερος καί ἡ ἐλευθερία του αυτή αναφέρεται στην προαίρεση. Μπορεῖ νά μήν εἶμαι ἐλεύθερος ἂν μέ κλειδώσουν ἐδῶ μέσα, καθώς δέν θά ἔχω τή δυνατότητα να διαφύγω οὔτε ἀπό τίς χαραμάδες... ἀλλά ἡ ἐλευθερία μου βρίσκεται στήν προαίρεση. Δέν θέλω να προχωρήσω στο τί εἶπαν γιά τό θέμα αυτό οι φιλόσοφοι... εἶναι μεγάλη πελαγοδρομία, πραγματικά· αλλά σᾶς λέω μόνο τοῦτο, ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἐλεύθερος, ὑπεύθυνος τῶν πράξεών του. Είναι μάλιστα τόσο ελεύθερος, ὥστε μπορεί να φτάσει μέχρι θανάτου και μέχρι μαρτυρίου!

   Ἡ γάτα μου ὅμως δέν εἶναι ἐλεύθερη. Ὅταν τῆς μυρίσουν ψάρια, τότε αρχίζει να νιαουρίζει... καί ὅταν πεινάει πολύ, δεν θα διστάσει –δεν δεσμεύεται από τίποτα· ἡ δομή της εἶναι νά εἶναι ἀνελεύθερη– νά ὁρμήσει, να πηδήσει πάνω στο τραπέζι καί νά ἁρπάξει ἕνα ψάρι, γιατί πεινάει πολύ. Ούτε βεβαίως τίθεται θέμα γιά τή γάτα μου ἂν σήμερα εἶναι Παρασκευή καί δέν τρώμε ψάρια. Ὅταν ὅμως ἐγώ ὁ ἄνθρωπος, ὅσο καί ἄν μου μυρίζουν τά ψάρια, δέν θά τά φάω ἐπειδή εἶναι Παρασκευή, σημαίνει ὅτι μπορῶ καί δεσμεύω τήν ἐλευθερία τῆς προαιρέσεώς μου. Καί ἄν ἀκόμη μοῦ ἔβαζαν τό φαγητό ἐδῶ μπροστά μου, δέν θά ἔτρωγα!

   Τό ἴδιο ἔκαναν καί οἱ τρεῖς παῖδες στη Βαβυλώνα, πού οἱ συμμαθητές τους τούς ἔβαζαν τα γουρουνόπουλα, φρεσκοψημένα καί ροδοκοκκινισμένα, ἐδῶ στή μύτη τους μπροστά και στο στόμα, κι ἐκεῖνοι ἐπ᾽ οὐδενί λόγῳ δέν ἤθελαν νά τά γευθοῦν. (Βλ. Δαν. 1, 8)

   Καί μάλιστα οἱ τρεῖς παῖδες, ἀκριβῶς ἐπειδή εἶχαν χαλυβδώσει τὴν ἐλευθερία τῆς προειρέσεώς τους και δέν ἦταν κάτω από τά πάθη τους, ὅταν ἦλθε ἡ ὥρα να προσκυνήσουν τήν χρυσή εἰκόνα τοῦ Μαρδούχ, τοῦ θεοὗ τῆς Βαβυλῶνος, τότε εἶπαν τό ὄχι, καί προτίμησαν τόν θάνατο! Σαφῶς εἶχε πεῖ ὁ Ναβουχοδονόσορ ὅτι ὅποιος δέν προσκυνήσει τη χρυσή εικόνα, θά ριχτεῖ στό καμίνι του πυρός. Ναί, βασιλιά... στο καμίνι του πυρός! (Βλ. Δαν. 3, 6· 11· 15)

   Βλέπετε μέχρι που φτάνει ἡ προαίρεση τοῦ ἀνθρώπου; Μέχρι θανάτου! μέχρι μαρτυρίου! Δέν τό δέχομαι, δέν τό θέλω, δεν προδίδω τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ! Νά τί μᾶς ἀποκαλύπτει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ!

   Γι' αυτό, στην πρακτική μας ζωή τώρα, μήν πούμε ποτέ ὅτι ὁ διάβολος μ' ἔβαλε νά τό κάνω αυτό ἢ ἐκεῖνο. Μή τό ποῦμε ποτέ αὐτό, το ξαναλέω, γιατί ἐμεῖς οἱ ἴδιοι διαλέγουμε τό ἀγαθό ἤ τό πονηρό.

   Θυμᾶστε ἴσως ένα σχετικό ανέκδοτο πού υπάρχει, ὅτι ὅταν ὁ διάβολος ἐμφανίσθηκε στον μέγα Αντώνιο καί τοῦ εἶπε Αντώνιε, οἱ ἄνθρωποι με κατηγοροῦν ὅτι ἐγώ τούς βάζω νά ἁμαρτάνουν, ὅτι παντοῦ ἐγώ φταίω, ὁ μέγας Ἀντώνιος τοῦ ἀπάντησε: Σατανᾶ, ἔχεις δίκαιο, λές ἀλήθεια· δέν τούς βάζεις ἐσύ ὅλους νὰ ἁμαρτάνουν. (Νά μήν τά φορτώνουμε όλα στον πειρασμό. Ένας υποτακτικός, πού ζοῦσε σέ μιά Καλύβη μέ τόν Γέροντά του, μια φορά που ἔμεινε για λίγο μόνος του, πῆρε ἕνα αυγό, τό ἔβαλε πάνω σέ ἕνα κλειδί –ἦταν ἀπό ἐκεῖνα τά μεγάλα, τα παλιά κλειδιά– καί άναψε ἀπό κάτω ἕνα κερί γιά νά τό ψήσει! Μπαίνει ξαφνικά ὁ Γέροντας καί τόν βλέπει. «Τί κάνεις ἐκεῖ;» τοῦ λέει. «Νά, Γέροντα, ὁ πειρασμός μέ ἔβαλε να ψήσω ἐδῶ ἕνα αὐγό» τοῦ λέει ὁ ὑποτακτικός του. Καί τότε ἀκούστηκε μιά ἄγρια φωνή: «Αὐτήν τήν τέχνη ἐγώ δέν τήν ἤξερα· ἀπό αὐτόν τήν ἔμαθα»! (αγ. Παϊσίου Αγιορείτου, Λόγοι Γ΄, Πνευματικός Αγώνας, ἐκδ. Ἱεροῦ Ἡσυχαστηρίου Εὐαγγελιστής Ἰωάννης ὁ Θεολόγος, Σουρωτή 2001, σ. 71))

   Πράγματι, παιδιά. Εγώ θά σᾶς πῶ κάτι, καί ἄν θέλετε δεχθεῖτε το· ἤδη σᾶς τό ἀπέδειξα, αλλά θά τό ξαναπῶ ἄλλη μία φορά. Ὅταν σᾶς ἔρθει νά κάνετε κάτι κακό –ἔστω κι ἄν σᾶς ἔβαλε ὁ Σατανᾶς– ποτέ μήν πεῖτε μέ ἔβαλε ὁ διάβολος να το κάνω... μα ποτέ! Παρότι ξέρουμε ὅτι ὁ διάβολος εἶναι κακοποιός, παρότι ξέρουμε ὅτι, ὡς φθονερός, ζητάει τήν καταστροφή μας καί μᾶς βάζει νά ἁμαρτάνουμε, ποτέ μήν πεῖτε ὁ διάβολος μέ ἔβαλε να κάνω τοῦτο τὸ κακό. Αλλά τί νά λέμε; ἐγώ τό ἤθελα· διότι, σε τελευταία ανάλυση, περί αὐτοῦ πρόκειται.

   Ὁ διάβολος, ὅπως σᾶς εἶπα προηγουμένως, δέν θά μποροῦσε καθόλου νά μέ ἐκβιάσει, ἐάν ἐγώ δέν τό ήθελα. Αποδέχθηκα την πρόσκλησή του, την υποβολή του, καί ἔφτασα στο τέλος να δεχθῶ τόν πειρασμό και να πέσω στήν ἁμαρτία. Ἔτσι, θα λέγαμε, ὁ διάβολος εἶναι ὁ μεγάλος ἀπατεώνας!

   Καί τί κάνει τώρα ὁ διάβολος; Ξέρει ὅτι ἡ ἐλευθερία τῆς βουλήσεως εἶναι κάτι σημαντικό και σπουδαῖο –ἐξ ἄλλου καί ὁ ἴδιος μέ τήν ἴδια του τήν προαίρεση ἔπεσε. Πῶς θά ἐνεργήσει στους πρωτοπλάστους; Θα πρέπει να θέσει ὑπό δοκιμασίαν τήν προαίρεσή τους. Μέχρι τώρα ὅμως οἱ πρωτόπλαστοι ποτέ δέν εἶχαν ἀμαρτήσει· ἦταν ἡ νέα κατασκευή, τό νεόκοπο νόμισμα θα λέγαμε· δέν ὑπῆρχε τίποτα τό ἄσχημο στήν κατασκευή τους. Πῶς θά τά κατάφερνε λοιπόν τώρα ὁ διάβολος νά τούς κάνει νά ἁμαρτήσουν ἀπό μόνοι τους; Δέν θά τά κατάφερνε· γι' αυτό μετέρχεται μία μέθοδο, τήν ἀπάτη.

   Ἡ ἀπάτη, ὅπως θα ξέρετε, στο τέλος ἐξουδετερώνει τή βούληση. Εγώ δέν ἤθελα τό κακό· αλλά, χωρίς νά τό καταλάβω, τό ἔκανα, δηλαδή ἐξαπατήθηκα. Ὥστε λοιπόν ἡ ἀπάτη εἶναι κάτι πού ἐκφεύγει ἀπό τήν βούλησή μου· διότι ἡ βούληση εἶναι μία ἐλεύθερη ενέργειά μου. Γι' αὐτό ἡ Εὔα εἶπε ὁ ὄφις μέ ἐξαπάτησε, ἐπειδή ὁ διάβολος μετῆλθε τήν ἀπάτη. Εἶναι ὁ μεγάλος ἀπατεώνας, ὅπως σᾶς εἶπα.

   Ὁ ἀπατεώνας εἶναι ὁ ψεύτης· ἔτσι; καὶ ὁ ψεύτης εἶναι ὁ ἀπατεώνας· ψεῦδος καί ἀπάτη είναι συνώνυμα. Γι' αυτό λέει ὁ Κύριος γιά τόν διάβολο, «ὅταν λαλῇ τὸ ψεῦδος, ἐκ τῶν ἰδίων λαλεῖ». Εἴδατε; τό ψέμα το λέει ἀπό τόν ἑαυτό του. Δεν τον βάζει κανείς να λέει ψέματα, γιατί καί αὐτός εἶναι ἐλεύθερος. «ὅτι ψεύστης ἐστὶ καὶ ὁ πατὴρ αὐτοῦ» (Ἰωάν. 8, 44), γιατί είναι ψεύτης, καί μάλιστα ό πατέρας τοῦ ψεύδους.

   Από τότε, παιδιά, πού ἔπεσαν οἱ πρωτόπλαστοι, ὅ,τι δέν μπορεῖ ὁ διάβολος να πετύχει προβάλλοντας τό κακό στήν ἐλεύθερη προαίρεση τοῦ ἀνθρώπου, το πετυχαίνει μέ τήν ἀπάτη. Ἔκτοτε ὁ ἄνθρωπος ἀπατᾶται· εὔκολα ἀπατᾶται.

   Προσέξτε τώρα νά δεῖτε σέ τί μπορεῖ νά ἀπατηθεῖ.

   Ὑπάρχει ἡ ἀπάτη τῶν αἰσθήσεων. Καί ἐδῶ δέν μιλῶ γιά τήν ἀπάτη τῶν αἰσθήσεων από γνωσιολογικής πλευρᾶς, φιλοσοφικῆς, δηλαδή ἂν αὐτό πού βλέπω εἶναι ὅπως τό βλέπω καί τί χρῶμα ἔχει καί ποιά εἶναι ἡ πραγματική δομή του. Διότι, ἂν μπορούσαμε νά δοῦμε τήν ὕλη, τόν κόσμο ἔχοντας κάποια ἄλλα μάτια, θά ἦταν κάτι πολύ διαφορετικό. Τα μάτια που διαθέτουμε εἶναι κατασκευασμένα γιά νά μᾶς δώσουν μία άλφα εἰκόνα. Αν εἴχαμε μιά βήτα κατασκευή ματιῶν, θά εἶχαμε μία βῆτα εἰκόνα. Καί ἄν εἴχαμε μιά άπειρη, θά λέγαμε, κατασκευή ματιῶν, θά εἴχαμε καί μιά άπειρη προσφορά εἰκόνων. Αὐτό εἶναι ἀληθές. (Κάποιοι ἐρευνητές, για να διερευνήσουν τον ρόλο τῆς ὅράσης στόν ἄνθρωπο καί τά ζώα, συνέκριναν τήν ὀπτική ικανότητά τους. Ἔπειτα δημιούργησαν ψηφιακές εικόνες που προσομοίωναν πῶς μπορεῖ νά βλέπουν διάφορα ζώα τήν ἴδια σκηνή. Ὁ κατάλογος περιλάμβανε 600 είδη ζώων (θηλαστικά, πτηνά, έντομα, ψάρια, καί πολλά άλλα). Ἡ μελέτη ἐξετάζει πῶς ἡ ἀνθρώπινη ὅραση συγκρίνεται μέ τήν ὅραση άλλων ζώων καί ἐντόμων. Πηγή: Caves, Ε. M. Bradley, N. C., & Johnsen, S. (2018). Visual acuity and the evolution of signals. Trends in ecology & evolution)

   Καί τότε τίθεται τό ἐρώτημα: ποιό εἶναι τό ἀληθές; Ἄρα λοιπόν οἱ αἰσθήσεις μᾶς ἀπατοῦν. (Ὅ,τι ἀντιλαμβάνονται οἱ αισθήσεις μας ἀποτελεῖ ἕνα Matrix, μηδέ ἐξαιρουμένης τῆς ἀνθρώπινης ύπαρξης. Το Σύμπαν τῶν μετρήσεων καί τῶν παρατηρήσεών μας είναι μια απλή καί στρεβλή ἀπεικόνιση πάνω σέ ἕναν Ευκλείδειο τρισδιάστατο και Νευτώνειο παραμορφωτικό καθρέφτη, πού ή Θεωρία τῆς Σχετικότητος ονομάζει "χώρο Μινκόφσκι". Το Σύμπαν καί ὁ Ἄνθρωπος είναι κάτι πολύ μεγαλύτερο και περισσότερο από αυτό πού ἀντιλαμβάνονται οἱ ἀτελεῖς αἰσθήσεις μας. (Δρ. Μάνου Δανέζη, καθηγητοῦ Αστροφυσικής, Το σύμπαν που αγάπησα, Ἡ πλάνη τῶν αἰσθήσεων. (Ανάκτηση 13 Απριλίου 2022 από το https://mikropragmata. lifo.gr/zoi/oti-antilamvanontai-oi-aisthiseis-mas-apotelei-ena-matrix) Πρβλ. Σπήλαιο του Πλάτωνα (Πολιτεία 514a-520e)

   Δέν ἐξετάζουμε τώρα αὐτό. Δεν πηγαίνουμε δηλαδή στη φιλοσοφική ἐκείνη θέση, ἤ καί τήν ἐπιστημονικἡ ἀκόμη, γιά τό πῶς μποροῦμε νά μάθουμε τό ἀληθές ἑνός ἀντικειμένου, αλλά μιλάω ἀπό ἠθικῆς πλευρᾶς, γιά τό πῶς οἱ αἰσθήσεις μας μποροῦν νά μᾶς ἐξαπατήσουν καί νά μᾶς παρουσιάσουν ἕνα πράγμα ὅτι εἶναι ἑλκυστικό καί ὡραῖο καί ἐπιθυμητό, ἐνῶ δέν εἶναι.

   Ἔτσι, ὅταν βλέπουμε ἕνα πρόσωπο, ἀμέσως τό ἐρωτευόμαστε τό πρόσωπο αυτό, καί λέμε: ἄ, ἔκπληξη! καί ἀμέσως ἡ καρδιά μας χτυπάει αλλιώτικα, καί οὕτω καθ᾿ ἑξῆς. Ἄν ὅμως ἐξετάσουμε καλύτερα τό πρόσωπο αὐτό, τότε θὰ δοῦμε ὅτι εἶναι διαφορετικό ἀπ' ὅ,τι το εἴχαμε δεῖ στήν ἀρχή. Πόσες φορές οἱ ἄνθρωποι ἐξαπατήθηκαν μέ μόνη την πρώτη ματιά...

   Λέει πολύ ὡραῖα ὁ μέγας Βασίλειος: Θέλεις να ἀπαλλαγεῖς ἀπό τήν ἀπάτη τῶν αἰσθήσεων, ὅταν οἱ αἱσθήσεις σέ ὁδηγοῦν στήν ἁμαρτία; Σκέψου πως αὐτό το ὡραῖο δέρμα που βλέπεις, ἂν τό δεῖς ἀπό κοντά, πόσες λακκούβες ἔχει... –καί μάλιστα τόν καιρό ἐκεῖνο δέν εἶχαν οὔτε φακούς, πολύ παραπάνω οὔτε μικροσκόπια. Πράγματι, ἄν δεῖ κανείς κάτω ἀπό ἕναν φακό ἐκεῖνο πού θαυμάζει ὡς πολύ ὡραῖο καί πολύ δροσερό, θά ἐκπλαγεῖ... θα τρομάξει!

   Λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος: Θέλεις νά ἰδεῖς κάτι περισσότερο; Σκίσε λίγο το δέρμα να δεῖς ἀπό μέσα τί ὑπάρχει... Θα σιχαθεῖς, ἐσὺ ὁ ἴδιος. Βέβαια, είναι μία συμβουλή του γιά νά βοηθήσει τόν ἄνθρωπο ἀπό πνευματικῆς πλευρᾶς καί νά ξεφύγει ἀπό τήν ἀπάτη τῶν αἰσθήσεων. («Ὅταν ἴδῃς γυναῖκα εύμορφον, λάμποντα ἔχουσαν ὀφθαλμόν, φαιδρόν, στίλβουσαν ἀπὸ τῆς ὄψεως, ἀμήχανόν τινα ὥραν ἐπὶ τῆς ὄψεως φέρουσαν, φλέγουσαν σου τὸν λογισμόν, καὶ τὴν ἐπιθυμίαν αὔξουσαν, εννόησον ὅτι γῆ τὸ θαυμαζόμενον, ὅτι ἀποδὸς τὸ ἐκκαῖον, καὶ παύσεται λυττῶσα ἡ ψυχή ανακάλυψον αὐτῆς τὸ δέρμα τῆς ὄψεως, καὶ τότε πᾶσαν ὄψει τῆς εὐμορφίας τὴν εὐτέλειαν. Μὴ στῆς μέχρι τῆς ἐπιφανείας, ἀλλ᾽ ἐνδοτέρω διάβηθι τῷ λογισμῷ, καὶ οὐδὲν ἕτερον εὑρήσεις, ἀλλ᾽ ἡ ὀστᾶ καὶ νεῦρα καὶ φλέβας ... Ἡ γὰρ τοῦ βλεπομένου κάλλους ὑπόστασις οὐδὲν ἔτερόν ἐστιν, ἢ φλέγμα καὶ ῥεῦμα καὶ αἷμα καὶ τροφῆς διαμασηθείσης χυλός ... Μὴ τοίνυν μηδὲ ἐνταῦθα τῷ ἄνθει πρόσεχε, ἀλλ᾽ ἐνδοτέρω διάβηθι τῇ διανοίᾳ, καὶ τὸ δέρμα τὸ καλὸν ἐκεῖνο περιελὼν τῷ λογισμῷ, περιεργάζου τὰ ὑπὸ τοῦτο κείμενα...» (Περὶ γυναικῶν καὶ κάλλους, Λόγος ΙΔ', PG 63, 658))

   Ἔτσι λοιπόν, παιδιά, οἱ αισθήσεις ἀπατῶνται, καί ἀπατώμενες μᾶς ἀπατοῦν.

   Ακόμη μία απάτη εἶναι ἡ ἡδονή. Νά τό προσέξτε αὐτό· ἡ ἡδονή. Ποτέ κανείς δέν μετῆλθε μιά ἡδονή, εἴτε τό ὁμολογεῖ εἴτε δέν τό ὁμολογεῖ, πού εὐθύς μετά τήν ἡδονή –πολύ παραπάνω ἐάν εἶναι παράνομη– νά  μήν ἔχει μετανοήσει. Γιατί ἄραγε μετανοεῖ; Διότι ἐδῶ βλέπει κανείς ὅτι ἡ ὑφή τῆς ἡδονῆς ἔχει τήν ἀπάτη. Σε ἐξαπάτησε να κάνεις κάτι, ἱκανοποιήθηκε ή ήδονή, ἀλλά σοῦ ἀφήνει ἕνα κενό, σ' αφήνει ἄδειο, καί λές: Τώρα, τί εἶναι αὐτό;

   Ὁμοίως, ὁ πλοῦτος εἶναι μία απάτη. Ἡ Καινή Διαθήκη μιλάει γιά τήν ἀδηλότητα τοῦ πλούτου, τό ἀφανέρωτο, το κούφιο, δηλαδή τό ἀπατηλό τοῦ πλούτου. (Α΄ Τιμ. 6, 17)

   Ὁ κόσμος, ἐπίσης, εἶναι μία απάτη· νά πᾶμε, να διασκεδάσουμε, νά βγοῦμε, νά μᾶς δοῦν, νά τούς δοῦμε... Σκέφτομαι πολλές φορές ἐκείνη τή φοβερή κενοδοξία, τί θά λένε γιά μᾶς οἱ ἄνθρωποι!...(Μέ τή λέξη κόσμος ἐννοῦνται οἱ ἄνθρωποι καί ὁ τρόπος ζωῆς τους, ὅταν δέν ἔχουν ἀναγεννηθεῖ ἐν Χριστῷ, ἀλλά ἐπικρατεῖ τό σαρκικό φρόνημα. Βλ. Γέν. 6, 3. Ἰωάν. 14, 17. Α΄ Ἰωάν. 5, 19. 2,16. Α' Κορ. 2, 12. Βλ. άββᾶ Ἰσαάκ Σύρου, Ασκητικά, Λόγος Α΄, ΕΠΕ 8Β, 52, 54: «Κόσμος ἐστὶν ὄνομα περιεκτικὸν ἐπιπίπτον ἐπὶ τὰ εἶρημένα πάθη», «καὶ ὅτε θέλωμεν ὀνομάσαι ὁλικῶς τὰ πάθη, όνομάζομεν αὐτὰ κόσμον», «ὁ κόσμος πόρνη ἐστίν, ἥτις τῇ ἐπιθυμίᾳ τοῦ κάλλους αὐτῆς ἕλκει τοὺς ὁρῶντας εἰς τὸν πόθον αὐτῆς», «Καὶ ἵνα συντόμως εἴπω, ὁ κόσμος ἐστὶν ἡ διαγωγὴ ἡ σαρκικὴ καὶ τὸ φρόνημα τῆς σαρκός») Αλλά τί λέγανε στήν ἐποχή τοῦ πατέρα μου ἤ τοῦ παππού μου; Ξεχάστηκαν αὐτά· ὅλα ξεχάστηκαν! Ποιοί ἔζησαν τότε; ποῦ; πῶς;

   Αγαπητά μου παιδάκια, εἶναι ἀληθινά μιά ἀπάτη ἡ κενοδοξία τοῦ κόσμου... αληθινή ἀπάτη! Ὁ ἀληθινά φιλόσοφος, μέ χριστιανική ἔννοια, κάθεται καί τά σκέφτεται αὐτά, καί δέν παρασύρεται ποτέ, νά πεῖ θά ἐπιδειχθῶ, θά κάνω, θα δείξω, γιατί ὅλα εἶναι ἀπατηλά. Γενικά ἡ ἁμαρτία εἶναι μία απάτη.

   Γι' αυτόν τον λόγο αναλαμβάνει ὁ ἄνθρωπος ἕναν ἀγώνα, για να μπορέσει να πολεμήσει ἐναντίον αὐτῆς τῆς ἀπάτης τῶν αἰσθήσεων, καί ὄχι μόνο να πολεμήσει κατά πρόσωπο τόν διάβολο τόν ἴδιο. Ἔχουμε λοιπόν ἔναν διπλό αγώνα· ἐναντίον τοῦ σατανᾶ καί ἐναντίον τοῦ διεφθαρμένου ἑαυτοῦ μας, ὁ ὁποῖος μᾶς δημιουργεῖ πολλές ψευδαισθήσεις.

   Εἴτε λοιπόν ἔχουμε ἀναθυμιάσεις τῆς φθαρμένης μας φύσεως, εἴτε ὁ διάβολος ἐνεργεῖ σέ βάρος μας, πρέπει νά ἀντιτάξουμε τέσσερις ἀρετές. Προσέξτε τις τέσσερις αὐτές ἀρετές, ὅπως μᾶς τίς ἀναφέρει ὁ ὅσιος Ἡσύχιος ὁ Πρεσβύτερος: «ταπείνωσιν, προσοχήν τε ἄκραν, ἀντίρρησιν καὶ προσευχήν» (Πρὸς Θεόδουλον, Λόγος περὶ νήψεως καὶ ἀρετῆς, κ', Φιλοκαλία, Α΄, ἐκδ. Παναγ. Αθ. Τζελάτη, Ἐν Αθήναις 1893, σ. 84). Προσέξτε: ταπείνωση, ἄκρα προσοχή, αντίρρηση καί προσευχή. Γιά νά τά δοῦμε αὐτά.

   Τί εἶναι ἡ ταπείνωση; τό πρῶτο - πρῶτο -πρῶτο!

   Χρειάζεται ἡ ταπείνωση, γιατί μ' αυτήν γινόμαστε σύμμαχοι μέ τόν Θεό. Ὁ Θεός ἀγαπᾶ τόν ταπεινό και τόν προστατεύει καί τόν ὑπερασπίζεται, ἐνῶ, ἀντίθετα, τόν ὑπερήφανο καί τόν αλαζόνα τόν κλωτσάει ὁ Θεός· «ὁ Θεὸς ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται, ταπεινοῖς δὲ δίδωσι χάριν» (Ιακ. 4, 6). Ἄν ξεκινᾶμε γιά ἀγώνα πνευματικό, τό πρῶτο μέλημά μας, γιά νά μήν ἀπατηθοῦμε ἀπό τόν διάβολο ἤ ἀπό τή διεφθαρμένη φύση μας, εἶναι ἡ ταπείνωση. Καί ταπείνωση ἔχω ὅταν πῶ: Τί λέει ὁ Θεός; Πάνω σ' αυτό τί ἔχει νά πεῖ ὁ Θεός; Ἡ ταπείνωση κατακαίει τον διάβολο καί μᾶς σώζει από παγίδες.

   Σᾶς θυμίζω ἕνα πολύ ὡραῖο περιστατικό που λέει το Γεροντικό μέ τόν μέγα Αντώνιο. Εἶδε, λέει, μία πεδιάδα ἁπλωμένη μέ παγίδες. Καί τότε αναστέναξε ὁ μέγας Ἀντώνιος καί εἶπε: Καί ποιός μπορεῖ νά σωθεῖ; Ἄκουσε τότε μία φωνή ἀπό τόν οὐρανό: Ὁ ταπεινόφρων... ὁ ταπεινός! (Εἶπε Γέρων... ζ΄, ἐκδ. οἶκος Αστήρ, Ἀθῆναι 1974, σ. 10) Αυτός μόνο μπορεῖ νά σωθεῖ. Περνάει μέσα από παγίδες, καί δέν συλλαμβάνεται, δέν ἀπατᾶται, δέν πέφτει, γιατί εἶναι ταπεινός καί τόν σώζει ὁ Θεός.

   Λέει πάλι ὁ ἅγιος Ἡσύχιος: «Ὁ εἰς ἑαυτὸν θαρρῶν πεσεῖται πτῶμα ἐξαίσιον» (Πρὸς Θεόδουλον, Λόγος περὶ νήψεως καὶ ἀρετῆς, κς, Φιλοκαλία, Α΄, ἐκδ. Παναγ. Αθ. Τζελάτη, Εν Αθήναις 1893, σ. 84). Ἐκεῖνος πού ἐμπιστεύεται στόν ἑαυτό του θα πέσει πτώμα φοβερό. Εμπιστεύθηκες στόν ἑαυτό σου; Πόσες κοπέλες και πόσα ἀγόρια λένε Μπορῶ νά πάω σ' ἕνα ραντεβοῦ· δέν ἔχω να πάθω τίποτα. Μπορῶ νά πάω σ' ἕνα πάρτι· τί ἔχω να πάθω; Θα προσέχω. Τα μάτια μου γιατί τά ἔχω;...

   Ἐάν κανείς τό πεῖ αὐτό, σημαίνει ὅτι ἔχει ὑπερηφάνεια, γιατί νομίζει ὅτι δέν θά πέσει, θέλοντας να δοκιμάσει το κακό. Θά τόν ἐγκαταλείψει ὁ Θεός, γιατί «ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται», καί τότε θα πέσει πτώμα ἐξαίσιον. Ποτέ μή πεῖτε, ποτέ, θά πάω σ' ἕνα πάρτι, θα πάω να δοκιμάσω, ἔτσι, ἀκροθιγώς τήν ἁμαρτία, αλλά δέν θά πέσω. Θα πέσετε! Καί ἂν ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ κάποτε σᾶς γλυτώσει, γιατί δέν ξέρω πῶς τό κρίνει, μέ θλίψη θά βλέπετε ἔστω κι ἐκείνη τή μικρή πτώση, ἐάν δέν εἶναι μεγάλη καί θανάσιμη.

   Τό δεύτερο ἡ ἄκρα προσοχή. Τί εἶναι αὐτό;

   Ἄκρα προσοχή εἶναι αὐτό πού δυστυχῶς δέν τό ἔχουμε ὑποψιαστεῖ, μᾶς εἶναι ἀνύποπτο· δέν μποροῦμε να φανταστούμε δηλαδή ότι πρέπει να προσέχουμε. Εἶναι ἡ διαρκής νήψη νοῦ καί καρδιᾶς. Νήψη θά πεῖ ἐγρήγορση καί καθαρότητα. Θα πρέπει νά ἔχουμε μία διαρκή περιπόληση τῆς φαντασίας μας. Κάτι πού ἦρθε στο μυαλό μας νά τό ἐλέγχουμε. Ὅπως, θα λέγαμε, ἕνα τελωνεῖο ἐρευνᾶ αὐτούς πού διέρχονται τά σύνορα ἔνθεν-κακεῖθεν, αὐτούς πού φεύγουν ἀπό τά σύνορα κι αὐτούς πού ἔρχονται ἀπό αὐτά· τούς ψάχνει ὅλους.

   Ἔτσι λοιπόν θα πρέπει να περιπολούμε τη φαντασία μας· αὐτό πού μπήκε μέσα μας ως σκέψη τί ἀκριβῶς εἶναι; πῶς κινεῖται; τί αἰσθήματα μᾶς φέρνει; Ὅταν ανά πάσα στιγμή, μέ πολλή προσοχή, ερευνούμε το ἐσωτερικό μας, τότε δέν θά ἀφήσουμε περιθώρια να μᾶς ἐξαπατήσει ὁ διάβολος, γιατί θά ἔχουμε αὐτή τήν ἄκρα προσοχή.

   Τρίτο· εἶναι ἡ ἀντίρρηση.

   Τί εἶναι ἡ ἀντίρρηση; Είναι αυτό που λέει καί ἡ λέξη· ἔχω τήν ἀντίρρησή μου. Εἶναι ὅταν σταθεῖ ἕνας ἄνθρωπος μέ ὀργή, μέ θυμό, ἐναντίον αὐτοῦ πού πάει να τόν προσβάλει. Δηλαδή ἔρχεται ὁ διάβολος, ἢ ἡ διεφθαρμένη μου φύση, καί μοῦ λέει κάνε αὐτό, πήγαινε ἐκεῖ. Ἀφοῦ ἔδειξα ταπείνωση και προσοχή, θά πῶ ὄχι. Ἀκοῦστε: ὄχι! Μέ θυμό, μέ ὀργή. Ὄχι!

   Πῶς, φαντάζεστε, ὁ Χριστός θά εἶπε στον διάβολο στήν ἔρημο ἐκεῖνο τό «ὕπαγε ὀπίσω μου, σατανά» (Ματθ. 4, 10) ; Θά τό εἶπε, ἔτσι, μαλακά-μαλακά καί ὡραῖα; ἢ θά τό εἶπε μέ νεῦρο ψυχῆς; Παιδιά, τό εἶπε μέ νεῦρο ψυχῆς. Τό νεύρο αὐτό τῆς ψυχῆς, δηλαδή τόν θυμό, ὁ Θεός τό ἔβαλε μέσα μας· ὄχι γιά νά ὀργιζόμαστε ἐναντίον τῶν ἄλλων, ἀλλά ἐναντίον τοῦ κακοῦ καί τοῦ Σατανᾶ. Γιά νὰ μποροῦμε νά λέμε με νεύρο αυτό τό ὄχι, χωρίς να ἀμφιταλαντευόμαστε καί νά λέμε νά τό κάνω αὐτό; νά μην το κάνω;... Θά λέμε όχι!

   Κι ἀκόμη ἕνα, τελευταῖο, εἶναι ἡ προσευχή. Ἀφοῦ θα μετέλθουμε τα τρία πρώτα, τελευταῖο εἶναι ἡ προσευχή.

   Λέει πάλι ὁ ἅγιος Ἡσύχιος: «ἵνα κραυγάσῃ ὁ πιστὸς πρὸς Χριστὸν στεναγμῷ ἀλαλήτω» (Πρὸς Θεόδουλον, Λόγος περὶ νήψεως καὶ ἀρετῆς, κ', Φιλοκαλία, Α΄, ἐκδ. Παναγ. Αθ. Τζελάτη, Εν Αθήναις 1893, σ. 84). Δηλαδή, να φωνάξει ὁ πιστός Χριστέ μου!... μ' ἕναν στεναγμό πού δέν βγαίνει ἀπό τά χείλη. Κάποτε βγαίνει από τα χείλη, ὅταν κανείς εἶναι μόνος του· κάποτε ὅμως, ὅταν εἶναι στο λεωφορείο, στον δρόμο, βγαίνει μια σιωπηλή κραυγή, μιά ἱκεσία, κραυγάζουσα ἱκεσία: Κύριε, σῶσε με! Κύριε, βοήθησέ με!... Πόσο ὡραῖο εἶναι νά πεῖ κανείς ἁπλᾶ-ἁπλᾶ ἐκεῖνο τό Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με! (Πρβλ. Ρωμ. 8,26, Α' Θεσ. 5, 17, άγ. Γρηγορίου Θεολόγου, Κατὰ Ευνομιανῶν προδιάλεξις, PG 36, 166C, ἁγ. Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, Ἱερὰ Παράλληλα, PG 95, 1357, καί PG 96, 228: «Μνημονευτέον Θεοῦ μᾶλλον ἢ ἀναπνευστέον», ἱεροῦ Χρυσοστόμου, Ἐπιστολὴ πρὸς μοναχούς, 28-31: «Αδελφοί, βοᾶτε ἀπὸ πρωί ἕως ἐσπέρας, εἰ δυνατόν, καὶ ὅλην τὴν νύκτα, τό Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με· καὶ βιάσασθε τὸν νοῦν ὑμῶν εἰς τὸ ἔργον τοῦτο ἕως θανάτου», καί ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Σιναΐτου, Κλίμαξ, Λόγος Κ΄, ΣΤ΄: «Ἰησοῦ ὀνόματι μάστιζε πολεμίους· οὐ γάρ ἐστιν ἐν τῷ οὐρανῷ καὶ ἐπὶ γῆς ἰσχυρότερον ὅπλον»)

   Μάλιστα ὁ ἴδιος πατέρας λέει: «Κρεῖττον βοήθημα, πάρεξ Ἰησοῦ, οὐχ εὑρήσεις ἐν ὅλῃ τῇ ζωῇ σου.» (Πρὸς Θεόδουλον, Λόγος περὶ νήψεως καὶ ἀρετῆς, λθ', Φιλοκαλία, Α΄, ἐκδ. Παναγ. Αθ. Τζελάτη, Εν Αθήναις 1893, σ. 86). Καλύτερο βοήθημα, ἐκτός ἀπό τόν Ἰησοῦ Χριστό, στή ζωή σου ολόκληρη δέν θά βρεῖς. Ὅταν λοιπόν κανείς πεῖ Χριστέ μου!... ἤ Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με, ἐλέησον ἡμᾶς!... γρήγορα θά δεῖ πράγματι τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ. (Πρβλ. Πράξ. 2, 19-21)

   Αὐτά εἴχαμε νά ποῦμε, παιδιά, γιά τήν ἀπάτη πού χρησιμοποίησε ὁ διάβολος γιά νά ἐξαπατήσει τήν Εὔα.

   Ξέρετε ὅτι ὁ Ἀδάμ δέν ἐξαπατήθηκε ἡ Εὔα ἐξαπατήθηκε. Αὐτό τό χρησιμοποιεῖ ὁ ἀπόστολος Παῦλος καί λέει: Ἡ γυναίκα νά μήν ἔχει λόγο διδασκαλίας στη δημόσια λατρεία, ἀλλά ὁ ἄνδρας· διότι δέν ἐξαπατήθηκε ὁ Ἀδάμ, ἀλλά ἡ Εὔα. (Α΄ Τιμ. 2, 11-15) Το λέει αὐτό ὁ ἀπόστολος Παῦλος πιά στην Καινή Διαθήκη.

   Μή σᾶς πειράζουν αὐτά. Καί ἄν σᾶς πειράζουν, φταίει ὁ φεμινισμός, αὐτό τό αρνητικό πράγμα, πού ἔχει ἀναπτυχθεῖ μέσα μας καί γύρω μας, καί δέν μποροῦμε νά καταλάβουμε σωστά πια τον λόγο τοῦ Θεοῦ.

   Σᾶς εἶπα γιά τή γυναίκα, παιδιά, και μπορεῖ νά προσβληθήκατε. Ὅμως ἔχετε γιά λογαριασμό σας ένα μεγάλο προνόμιο· εἶναι ἡ Θεοτόκος, ἡ ὁποία ἀνήκει στο γυναικεῖο φύλο. Η Θεοτόκος στάθηκε το μέγα και μοναδικό αντίρροπο τῆς Εὔας· οὔτε ἀπατήθηκε ἀπό τήν ἁμαρτία, οὔτε ἀπό τόν κόσμο, οὔτε ἀπό τόν διάβολο. Μία γυναίκα πάλι, ἡ νέα Εὔα, ἡ Θεοτόκος, είναι αὐτή πού μᾶς ἔσωσε.

   Θά δοῦμε ἀργότερα ὅτι τό ὄνομα τῆς Εὔας, πού δόθηκε ἀπό τόν Ἀδάμ, ἦταν Ζωή. Καί πράγματι, ή Θεστόκος εἶναι ἡ ζωή τῶν ἀνθρώπων, γιατί εἶναι ἡ πηγή τῆς ζωῆς, γιατί μᾶς ἔδωσε τήν ἀληθινή ζωή, πού εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός. (Βλ. Ἰωάν. 1, 4. Α΄ Ἰωάν. 1, 2. 5, 11. 5, 20. Αποκ. 1, 18. κ.ά)

   Ὅταν λοιπόν ἔχουμε ὡς αἰώνιο υπόδειγμά μας τήν ὑπεραγία Θεοτόκο, τότε θα πρέπει να προσέχουμε πάρα πολύ, ὥστε ποτέ νά μή μᾶς ἐξαπατήσει οὔτε ὁ κόσμος, οὔτε οἱ αἰσθήσεις μας, οὔτε ὁ διάβολος. Θά πρέπει να μένουμε πάντοτε ἄγρυπνοι, ἔχοντας αὐτά τά τέσσερα πού λέει ὁ ὅσιος Ἡσύχιος, μέ τήν ταπείνωση, τήν προσοχή, τήν ἀντίρρηση καί τήν προσευχή, γιά νά μπορέσουμε να φθάσουμε σ' ἐκεῖνο πού δέν ἔφθασε ὁ Αδάμ στη Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.

   Τώρα ὁ δρόμος μᾶς ἀνοίχθηκε πάλι γιά νά φθάσουμε ἐκεῖ. Καί πρέπει, μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ, γιατί εἶναι τό ἅγιο θέλημά Του, νά φθάσουμε στη Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.

   Κυριακή, 10 Φεβρουαρίου 1985


65η ομιλία στην κατηγορία « Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία ».

►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
" Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία " εδώ ⬇️
https://arnion.gr/index.php/palaia-diauhkh/xristianikh-kosmologia-anurvpologia
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40pgmRsIiRCioth8a5E4bM7r

Απομαγνητοφώνηση :
Ιερά μονή Κομνηνείου.
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

🔸Λίστα ομιλιών της σειράς «Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία.».🔻
https://drive.google.com/file/d/1PKTpnYb1nptUbWKH5jo6DJwk7IVel9BA/view?usp=drivesdk

🔸📜 Απομαγνητοφωνημενες ομιλίες της σειράς «Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία.».🔻
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/search/label/%F0%9F%94%B9%CE%A7%CF%81%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B9%CE%B1%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%AE%20%CE%9A%CE%BF%CF%83%CE%BC%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1%20~%20%CE%91%CE%BD%CE%B8%CF%81%CF%89%CF%80%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1.?m=1

🔸Επεξηγηματικό βίντεο Ασπάλαθου.
https://youtu.be/8tNfAHRkTCk

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️ https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__ 

https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου. https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.