†. Η αγάπη του Θεού μάς έφερε τον εαυτό Του ανάμεσά μας, αγαπητοί μου. Μας το είχε υποσχεθεί εις τον Παράδεισον εκείνο το μοιραίο δειλινό, όταν οι Πρωτόπλαστοι αναχωρούσαν από αυτόν. Και εκείνη η υπόσχεσις ήταν η κρυφή ελπίδα ότι μια μέρα τα πράγματα θα άλλαζαν. Είχε πει τότε ο Θεός εις τους Πρωτοπλάστους: «Καὶἔχθραν θήσω ἀνὰ μέσον σοῦκαὶἀνὰ μέσον τῆς γυναικὸς καὶἀνὰ μέσον τοῦ σπέρματός σου καὶἀνὰ μέσον τοῦ σπέρματος αὐτῆς· αὐτός σου τηρήσει κεφαλήν, καὶ σὺ τηρήσεις αὐτοῦ πτέρναν».
Δηλαδή, με απλά λόγια, αποτεινόμενος προς την Εύα λέγει ότι «θα βάλω έχθρα ανάμεσα εις το σπέρμα το δικό σου και εις το σπέρμα του διαβόλου». Βέβαια, ο διάβολος δεν έχει σπέρμα, αλλά, εννοείται, το πράγμα τίθεται, το πώς θα ενεργήσει ο διάβολος- ο διάβολος είναι ένας, ε; Και οι δαίμονες. Και δεύτερον, όταν αναφέρεται εις το σπέρμα της γυναικός κάνει εντύπωση ότι δεν αναφέρεται εις τον άντρα ο Θεός, αλλά αναφέρεται εις τη γυναίκα. Η γυναίκα δεν έχει σπέρμα, αλλά εδώ υπάρχει ένας σαφής υπαινιγμός ότι εκείνος ο οποίος θα ήρχετο από τη γυναίκα, θα ήτο εκ Παρθένου. Όπως εκ παρθένου ήταν ο Αδάμ, από πού; Ποιαν παρθένον; Από την παρθένον γη.
Έτσι εδώ υπάρχει αυτό που οι Πατέρες το ονόμασαν Πρωτευαγγέλιον. Δηλαδή το πρώτο χαρούμενο μήνυμα. Και μάλιστα, όταν αναφέρεται σε αυτά ο Θεός και λέγει ότι Εκείνος, το σπέρμα της γυναικός, και είναι ο Ενανθρωπήσας Θεός Λόγος, «θα σου συντρίψει την κεφαλήν». Είναι γνωστό ότι η συντριβή της κεφαλής στο φίδι είναι ένα τελειωτικό χτύπημα. «Σὺ δε τηρήσεις αὐτοῦ πτέρναν». «Εσύ, θα του επιφέρεις μίαν βλάβην σαν να του χτύπησες τη φτέρνα». Και είναι αγαπητοί μου, είναι ο σταυρός· ότι «θα του επιφέρεις εσύ τον θάνατον με τον σταυρόν, αλλά, μην ξεχνάς ότι θα αναστηθεί. Και συνεπώς, το πλήγωμα της φτέρνας είναι τίποτα, είναι μια άκρη, ενώ η δική σου η κεφαλή θα συντριβεί». Και το πιο καταπληκτικό ξέρετε ποιο είναι; Αυτό που θέλω διαρκώς στις ομιλίες μου να το δείχνω και που ειλικρινά το συναντούμε σε κάθε μας βήμα: Εκείνος που μιλούσε τότε εις τους Πρωτοπλάστους, δηλαδή ο Θεός, ήταν ο Θεός Λόγος. Δεν ήταν ο Θεός Πατήρ. Ήτανε ο ίδιος δηλαδή Εκείνος στο πρόσωπο του Οποίου θα συνέβαιναν αυτά που σας διηγήθηκα. Ο Ίδιος. Δηλαδή είναι ο μετέπειτα Ενανθρωπήσας Θεός Λόγος, δηλαδή ο Ιησούς Χριστός.
Ποίοι όμως θα ήσαν μάρτυρες, αυτόπται και μάρτυρες, όλων εκείνων τα οποία είπε ο Θεός εις τους Πρωτοπλάστους; Και δια μεν το ξεκίνημα, μάρτυρες ήσαν οι Πρωτόπλαστοι. Αυτοί άκουσαν τα λόγια αυτά. Όταν όμως θα επραγματοποιούντο αυτά όλα, ποιοι θα ήσαν μάρτυρες; Αγαπητοί μου, θα ήσαν η Θεοτόκος, ο Ιωσήφ, οι ποιμένες, ο Συμεών ο Θεοδόχος, η Άννα η προφήτις, «οἱ προσδεχόμενοι», όπως λέει ο Λουκάς, «λύτρωσιν εἰς Ἱερουσαλήμ» και οι μάγοι. Όλοι αυτοί θα ήσαν αυτόπται και μάρτυρες ότι εκείνα τα οποία υπεσχέθη ο Θεός εις τον Παράδεισον ήδη προβαίνουν εις πραγμάτωσιν. Πραγματοποιήθηκαν δηλαδή. Όλοι αυτοί είχαν ένα κοινό γνώρισμα: την πίστιν. Αυτή η οποία μας προλαβαίνει και μας υπερκαλύπτει όλα τα γνωστικά εμπόδια. Γνωστικά εμπόδια… Πώς μπορώ εγώ να ξέρω τι θα γίνει ύστερα από ένα λεπτό, από ένα δευτερόλεπτο… Κι όμως αιώνες ολόκληροι μεσολαβούν. Όταν ο Θεός λέγει κάτι, ο άνθρωπος στηρίζεται σε αυτό το κάτι. Πώς στηρίζεται; Δια της πίστεως.
Έτσι λοιπόν επίστεψαν εις την υπόσχεσιν αυτή του Θεού και να τώρα που έρχεται η πραγμάτωσις όλων αυτών. Οι άνθρωποι αυτοί ακόμη διέθεταν μια καθαρή καρδιά και ετήρουν τις εντολές του Θεού· διότι εάν δεν τηρούμε τις εντολές του Θεού, δεν είναι δυνατόν να βρεθούμε ποτέ μέσα εις τον χώρον της πραγματώσεως της πίστεως. Έτσι, προσήγγισαν, τα ονόματα που σας είπα και θα τα αναλύσουμε παρακάτω, το μυστήριο του Θεού με πολλή χαρά, που τώρα γέμιζαν και οι αισθήσεις τους και τα μάτια τους και τα αυτιά τους από την πληροφορία ότι η υπόσχεσις του Θεού έβρισκε επιτέλους την πλήρωσή της.
Και πρώτα η Θεοτόκος. Όταν εδέχθη την επίσκεψη του Γαβριήλ και της επροτάθη το μέγα γεγονός, εκείνη το απεδέχθη, με πολλή πίστη και με πολλή ταπείνωση. Γι΄αυτό, αγαπητοί μου, πάντοτε όταν ευχαριστούμε τον Θεόν για τις ευεργεσίες Του, θα πρέπει ευθύς αμέσως να αποτεινόμεθα προς την Θεοτόκον και να την ευχαριστούμε. Συγκεκριμένα. Κοινώνησες; Ποιον θα ευχαριστήσεις; Βεβαίως τον Άγιον Τριαδικόν Θεόνγιατί Αυτόν επεκαλέσθημεν να αγιάσει το κρασί και το ψωμί σε Σώμα και Αίμα Χριστού. Ευθύς μετά να ευχαριστούμε την Θεοτόκον. Πάντοτε να ευχαριστούμε την Θεοτόκον. Γιατί τι λέμε εις την Θεία Λειτουργία: «Ἐξαιρέτως τῆς Παναγίας Ἀχράντου», που θα πει, εξαιρέτως, «όλως εξαιρετικά οφείλουμε να ευχαριστήσομεν την Υπεραγίαν Θεοτόκον». Όποτε λοιπόν ευχαριστούμε τον Θεόν, θα ευχαριστούμε και την Παναγία, διότι εκείνη έδωσε τον εαυτό της, συνετέλεσε η συμβολή της, είναι εκείνη η οποία μας έδωσε τελικά εκείνο το οποίο είχαμε ανάγκη, μην το ξεχνάμε αυτό ποτέ.
Η Θεοτόκος, λοιπόν, είναι η πρώτη που εδέχθη τα σκιρτήματα του νηπιάσαντος Λόγου στα σπλάχνα της. Είναι η πρώτη που Τον είδε όταν γεννήθηκε. Στο προηγούμενο μάλιστα, ότι στα σπλάχνα της δέχτηκε τα σκιρτήματα, αυτό κάθε γυναίκα που εγκυμονεί το ξέρει. Πολλές φορές, το έμβρυον κλωτσάει μέσα στην μήτρα της μάνας του, το ξέρομε αυτό. Οι γυναίκες το ξέρουνε πάρα πολύ καλά. Είναι εκείνο που λέγεται με την έκφραση: «Το ακούω το παιδί». Όταν αντιθέτως δεν το «ακούει» το παιδί- το «ακούει», εννοείται, εντός εισαγωγικών- σημαίνει, κάτι συμβαίνει· πιθανώς το έμβρυο να πέθανε· γιατί δεν το ακούμε. Έτσι λοιπόν έχουμε αυτά τα σκιρτήματα. Είναι η πρώτη και η μοναδική που δέχεται αυτά τα σκιρτήματα.
Και η Ελισάβετ, η μητέρα του Ιωάννου, εδέχθηκε αυτά τα σκιρτήματα, όλοι το ξέρουμε, μας τα περιγράφει αυτά ο Λουκάς, όταν η Θεοτόκος επεσκέφθη τη συγγενή της, ξαδέρφη πιθανώς, παρά το ότι είχαν πολύ μεγάλη διαφορά στην ηλικία και τότε η ίδια το ομολογεί, η Ελισάβετ, ότι άκουσε τα σκιρτήματα του παιδιού της –τίνος; Του Ιωάννου- όταν αντίκρυσε η μητέρα, η Ελισάβετ, την Θεοτόκον. Και το ομολογεί. Οπότε βλέπει κανένας ότι ο Ιωάννης είχε το προφητικό χάρισμα από τα σπλάχνα της μάνας του. Και εκ του Ιωάννου επήρε η Ελισάβετ το προφητικό χάρισμα και είπε ό,τι είπε εις την Θεοτόκον. Μάλιστα αυτή η φράση «Πώς ήταν το καλό», λέμε κι εμείς στη γλώσσα μας, «να με επισκεφτεί η μητέρα του Κυρίου μου; Η μητέρα, η Παναγία, του Κυρίου μου -γιατί είναι Κύριός μου Αυτός τον Οποίον έχεις εσύ, η Μαρία, μέσα στα σπλάχνα τα δικά σου». Είναι λοιπόν εκείνη που Τον είδε πρώτη όταν γεννήθηκε.
Είναι η μόνη που Τον θήλασε και είδε όλα τα θαυμαστά των κινήσεών του· ώστε να γράφει ο ευαγγελιστής Λουκάς: «Ἡ δὲ Μαριὰμ πάντα συνετήρει τὰῥήματα ταῦτα –δηλαδή τα γεγονότα αυτά- συμβάλλουσα ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτῆς». Και όλα αυτά τα συνέκρινε. Είναι η πρώτη και η μόνη. Η Θεοτόκος εγνώριζε Ποιος ήταν ο Ιησούς και προσήγγιζε τα μυστήρια με όλη της την ύπαρξη. Το είχε πει ο άγγελος εις την Θεοτόκον: «Θα γεννήσεις τον Υιόν του Θεού». Τι σήμαινε αυτό; Είναι η πρώτη και η μόνη που το προσεγγίζει το μυστήριο της Ενανθρωπήσεως όσο κανείς άλλος άνθρωπος. Πάντως, η Θεοτόκος, προς τιμήν της οποίας, ξέρετε, σήμερα οι πιστοί συνήχθησαν, δεύτερη μέρα των Χριστουγέννων, για να την τιμήσουν- κι αυτό λέγεται Σύναξις της Θεοτόκου, έτσι θα δείτε στο ημερολόγιο, Σύναξις της Θεοτόκου. Τι θα πει αυτό; Θα πει ότι οι πιστοί συνάχθηκαν στον ναό του Θεού για να τιμήσουν την Θεοτόκον, που υπούργησε το μυστήριον της Ενανθρωπήσεως. Το έλεγα και χθες αυτό, όπως λέμε Σύναξις του αγίου Ιωάννου του Προδρόμου που γιορτάζουμε τη δεύτερη μέρα από τα Θεοφάνεια -και είναι η 7η Ιανουαρίου. Δεν είναι τότε η εορτή του αγίου Ιωάννου, αλλά είναι σύναξις, των πιστών σύναξις, για να τιμήσουν τον Ιωάννη τον Βαπτιστή που υπούργησε στο μυστήριο της Βαπτίσεως του Θεού Λόγου του Ενανθρωπήσαντος. Αυτό θα πει σύναξις. Συγκέντρωσις των πιστών προς τιμήν ενός προσώπου. Κι εδώ έχομε προς τιμήν του προσώπου της Υπεραγίας Θεοτόκου.Έτσι, αγαπητοί, είναι η μόνη και πρώτη μάρτυς, που είδε, άκουσε και έζησε την Ενανθρώπηση του Θεού Λόγου.
Κατόπιν είναι ο Ιωσήφ. Αυτός δεν εγνώριζε το μυστήριον διότι η Θεοτόκος, στη βαθιά της ταπείνωση, δεν του το απεκάλυψε· δεν είπε τίποτε. Όταν όμως είδε ο Ιωσήφ ότι εγκυμονεί η μνηστή του- όχι η γυναίκα του, ποτέ γυναίκα-της Μαρίας ο Ιωσήφ, τότε άρχισε να υποψιάζεται. Εκείνη όμως δεν τον βγάζει από την υποψία του, γιατί άφησε το θέμα- τεράστιο θέμα,ε;- στα χέρια του Θεού. Και πράγματι ο Ιωσήφ παίρνει την πληροφορία από τον άγγελον, από τον ίδιον άγγελον, τον Γαβριήλ, περί τίνος πρόκειται. Μάλιστα, λέει εδώ, του λέγει ο αρχάγγελος τα εξής: «Ιωσήφ, υιός Δαυίδ, συ που είσαι απόγονος του Δαβίδ–απόγονος του Δαβίδ ήταν και ο Ιωσήφ και η Θεοτόκος. Σημειώσατε ότι ναι μεν η Θεοτόκος έπρεπε να είναι από τη γενιά του Δαβίδ, αλλά κατά την νομικήν τοποθέτησιν, έπρεπε να είναι και ο Ιωσήφ· διότι ο άντρας υπερέχει, είναι γνωστό. Έτσι λοιπόν ήσαν και οι δύο από τη γενεά του Δαβίδ, και συνεπώς πληρούται η προφητεία ότι θα είναι απόγονος του Δαβίδ και από τα δύο πρόσωπα. Νομικώς στον Ιωσήφ, αλλά πραγματικώς εις την Θεοτόκον. Γι΄αυτό του λέει ο άγγελος: «Ἰωσὴφ υἱὸς Δαυΐδ – ω υιέ Δαβίδ, δηλαδή-, μὴ φοβηθῇς παραλαβεῖν Μαριὰμ τὴν γυναῖκά σου· τὸ γὰρ ἐν αὐτῇ γεννηθὲν ἐκ Πνεύματός ἐστιν Ἁγίου. Τέξεται δὲ υἱὸν καὶ καλέσεις τὸὄνομα αὐτοῦἸησοῦν· αὐτὸς γὰρ σώσει τὸν λαὸν αὐτοῦἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν».Ιησούς είναι το αντίστοιχο το ελληνικό που λέμε Σωτήρης. Σωτήρης… Αυτό θα πει Ιησούς. Ο Σωτήρας. Και καθορίζει εδώ μάλιστα το είδος της σωτηρίας, ότι είναι «ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν». Έτσι ο Ιωσήφ, αγαπητοί, αποκτά πολύ σαφή γνώση περί του Ιησού, παρά το ότι πάλι τίθεται η ανάγκη της πίστεως όταν μετά από λίγο θα πρέπει να φεύγει για την Αίγυπτο και θα ήρχετο ο λογισμός μπροστά στην «ασθένεια» του Θεού- «ασθένεια», βάζω εντός εισαγωγικών τη λέξη «ασθένεια», δηλαδή αδυναμία του Θεού, που θα έπρεπε Αυτός να σώσει τον Ιωσήφ, και όχι ο Ιωσήφ να σώσει τον Θεόν. Ακούστε, ο Ιωσήφ να σώσει, να σώσει τον Θεόν. Δηλαδή, αυτή είναι και η ζωή, ξέρετε, του πιστού· όλο προσκόμματα, όλο δυσκολίες. Προσκρούουν εις τον ορθολογισμόν του ανθρώπου. «Εγώ θα σώσω το νήπιον Ιησούς; Αν είναι ο Ενανθρωπήσας Θεός Λόγος, αν είναι ο Υιός του Θεού, γιατί τώρα μου λέει ο άγγελος να πάρω το νήπιον αυτό και να καταφύγω εις την Αίγυπτον- δεν μπορεί να το προστατέψει ο Θεός; Τον εαυτό Του ο Ίδιος… Ο ίδιος ο Θεός. Εγώ θα γίνω προστάτης και σωτήρας του Ιησού;». Πόσα τέτοια προβάλλουν και είναι χρήσιμο να τα ξέρομε, γιατί, αγαπητοί, σας λέγω αλήθεια, καθ’ όλο το μήκος της ζωής μας αυτά τίθενται. Είτε τα καταλαβαίνουμε, είτε δεν τα καταλαβαίνουμε· είτε πιάνουμε ολόκληρο το νόημα του πράγματος.
Ωστόσο, ο Ιωσήφ, προσφέρει στον Ιησούν, όπως σας είπα προηγουμένως, απόγονος του Δαβίδ – ο Δαβίδ είχε ζήσει χίλια χρόνια προ του Ιωσήφ· εκρατούντο δε κατάλογοι ακριβώς, ακριβώς γιατί περίμεναν, περίμεναν τον Σωτήρα και ότι θα ήταν εκ της ρίζης Ιεσσαί– προσφέρει τη γενεαλογική του καταγωγή ο Ιωσήφ, όπως και η Θεοτόκος. Και έτυχε ευλογίας εκ μέρους του Συμεών του Θεοδόχου και λέγει «καί εὐλόγησεν αὐτούς»– αυτούς! Και τους δυο! Και την Θεοτόκον! Και τον Ιωσήφ. Συμεών κ.λπ. κ.λπ. Ο Ιωσήφ, λοιπόν, είναι ένας θεατής της Ενανθρωπήσεως του Λόγου και ταυτόχρονα ένας μάρτυς του γεγονότος. Θα το πω ξανά, ποτέ δεν υπήρξε σύζυγος της Παναγίας μας, της Μαρίας, απλώς ήταν νομικός αλλά και πραγματικός προστάτης-μία γυναίκα εις τον κόσμον πώς να εκινείτο και μάλιστα την εποχή εκείνη. Θα έλεγαν οι Εβραίοι: «Έχεις παιδί; Πού είναι ο άνδρας σου; Άρα είσαι κλεψίγαμος». Και θα την λιθοβολούσαν. Την Παναγία θα την λιθοβολούσαν. Είναι λοιπόν ο Ιωσήφ νομικά φαινόμενος ανήρ της Μαρίας. Γι΄αυτό λέει ο άγγελος: «Πάρε τη γυναίκα σου και πήγαινε στην Αίγυπτο». Αυτό για να μη σκανδαλίζονται πολλοί γιατί νομίζουν ότι η Θεοτόκος τον είχε σύζυγον και ότι, όπως λένε οι Προτεστάντες και οι ασεβείς άνθρωποι, ότι «είχε και άλλα παιδιά, η Θεοτόκος»… Μπερδεύουν το πράγμα με –αλλά ανοίγω μεγάλη ιστορία…
Οι ποιμένες, που δέχτηκαν το μήνυμα του αγγέλου τώρα, και είδαν το εξαίσιον όραμα των υμνούντων αγγέλων- είναι καταπληκτικό!- είναι οι χρονικά κατοπινοί μάρτυρες και θεαταί της Ενανθρωπήσεως του Θεού Λόγου. Εκείνοι έβοσκαν τα πρόβατά τους ανύποπτα εκείνο το βράδυ της Γεννήσεως. Και έλαβαν τη βεβαίωση του αγγέλου ως εξής: «Μὴ φοβεῖσθε· ἰδοὺ γὰρ εὐγγελίζομαι ὑμῖν χαρὰν μεγάλην, ἥτις ἔσται παντὶ τῷ λαῷ, ὅτι ἐτέχθη ὑμῖν σήμερον σωτήρ, ὅς ἐστι Χριστὸς Κύριος, ἐν πόλει Δαυΐδ.Καὶ τοῦτο ὑμῖν τὸ σημεῖον (:το σημάδι)· εὑρήσετε βρέφος ἐσπαργανωμένον, κείμενον ἐν φάτνῃ». Πολλά στοιχεία. Παίρνουν, εδώ, πολύ σαφείς εξηγήσεις ώστε έχουν μίαν σαφήνειαν περί του προσώπου του Ιησού. Άφησαν τα πρόβατά τους και έτρεξαν –ήταν έξω από την Βηθλεέμ, στα χωράφια της Βηθλεέμ- έτρεξαν να ιδούν· και είδαν, και θαύμασαν! Όλα αυτά, τα κρατούσε η Θεοτόκος, ότι οι ποιμένες έτσι, αυτό είπε ο Συμεών ο Θεοδόχος, εκείνο το άλλο, εκείνο το άλλο, και τα επληροφόρησε όλα αυτά εις τον Λουκάν, ο οποίος μας τα περιέγραψε. Και τα έχομε. Η Θεοτόκος όλα αυτά τα μάζευε. Της έκαναν εντύπωση! Όταν επισκέφτηκαν τον Ιησούν, λέγει εδώ ο Λουκάς, συγνώμη ο Ματθαίος –αυτοί οι δύο ευαγγελισταί μάς είπαν όλα αυτά· τους ποιμένες τους περιγράφει ο Λουκάς· τους μάγους τους περιγράφει ο Ματθαίος- «ἰδόντες –οι ποιμένες- διεγνώρισαν περὶ τοῦῥήματος τοῦ λαληθέντος αὐτοῖς περὶ τοῦ παιδίου τούτου – γνώρισαν-. Καὶὑπέστρεψαν οἱ ποιμένες δοξάζοντες καὶ αἰνοῦντες τὸν Θεὸν ἐπὶ πᾶσιν οἷς ἤκουσαν καὶ εἶδον –όσα άκουσαν και όσα είδαν– καθὼς ἐλαλήθη πρὸς αὐτούς». Ώστε οι ποιμένες, αγαπητοί μου, «ἤκουσαν καὶ εἶδον»– αυτό, έχει σημασία- τον Μεσσία και περί του Μεσσίου.
Σαράντα μέρες μετά, θεατής και μάρτυς γίνεται ο Συμεών ο Θεοδόχος. Όταν ανέβησαν εις τα Ιεροσόλυμα, δια την νομικήν ευλογίαν το παιδί που θα σαράντιζε κ.λπ. κ.λπ. Αυτό λέγεται «νομική», του νόμου δηλαδή, η ευλογία. Και κατά προφητικήν θέσιν, υμνεί ο Συμεών τον Θεόν, γιατί τα μάτια του είδαν, όπως έλεγε, «τό σωτήριον τοῦ Θεοῦ»· δηλαδή Αυτόν που έστειλε ως Σωτήρα εις τον κόσμον αυτόν ο Θεός. Και μάλιστα καθορίζει την πορεία του βρέφους, δηλαδή το μέλλον, ότι δηλαδή «Οὗτος –και το είπε εις τον Ιωσήφ και εις την Θεοτόκον- κεῖται εἰς πτῶσιν καὶἀνάστασιν πολλῶν ἐν τῷἸσραὴλ- όσοι πιστέψουν θα είναι εἰς ἀνάστασιν· όσοι δεν πιστέψουν θα είναι εἰς πτῶσιν–καὶ εἰς σημεῖον ἀντιλεγόμενον».Και πράγματι ο Ιησούς, μέχρι σήμερα, 2000 χρόνια, είναι «σημεῖον ἀντιλεγόμενον». «Ποιος είναι ο Ιησούς;». Εδώ είναι το ερώτημα. «Ποιος είναι ο Ιησούς;».
Και η Άννα η προφήτις, μία γυναίκα, η οποία ήτανε εκεί δίπλα κάπου και άκουγε όλα αυτά- «καὶ αὕτη αὐτῇ τῇὥρᾳἐπιστᾶσα ἀνθωμολογεῖτο τῷ Κυρίῳ καὶἐλάλει περὶ αὐτοῦ πᾶσι τοῖς προσδεχομένοις λύτρωσιν ἐν Ἱερουσαλήμ».Υπήρχε μια ομάδα που είχαν σωστή αντίληψη περί Μεσσίου· και ήρχοντο, βέβαια, να προσκυνήσουν στον ναό και τους το ΄λεγε: «Ήρθε ο Μεσσίας! Ήρθε ο Μεσσίας!». Και αυτή η γυναίκα ήτανε ογδόντα τόσο χρονών, περνούσε τον καιρό της με προσευχές και νηστείες κ.λπ. κ.λπ. Οπότε και εκείνοι οι «προσδεχόμενοι», θα λέγαμε, «τήν λύτρωσιν ἐν Ἱερουσαλήμ», και αυτοί πιθανότατα να έγιναν και μάρτυρες με τα μάτια τους· να είδαν.
Τέλος, είναι οι μάγοι· οι μάγοι, που φτάνουν στην Ιερουσαλήμ μετά από ένα περίπου χρόνο να προσκυνήσουν τον Κύριο που έγινε άνθρωπος. Δεν έχω πιο πολύ χρόνο να σας πω γιατί μετά από ένα χρόνο· τα περί των μάγων είναι πολλά· που μας περιγράφει, όπως σας είπα, ο Ματθαίος. Μας εντυπωσιάζει τούτο: «Ἰδόντες», λέει, «τὸν ἀστέρα ἐχάρησαν χαρὰν μεγάλην σφόδρα –και χαρά και χαρά μεγάλη, και μάλιστα σφόδρα χαρά μεγάλη· βεβαίως- καὶἐλθόντες εἰς τὴν οἰκίαν εἶδον τὸ παιδίον μετὰ Μαρίας τῆς μητρὸς αὐτοῦ, καὶ πεσόντες προσεκύνησαν αὐτῷ». Η χαρά τους αγαπητοί μου, ήταν απέραντη· ό,τι και να τους χάριζαν τίποτα δεν θα τους χαροποιούσε όπως το ότι είδαν τον Μεσσία του κόσμου· διότι, όπως λέει ένα ωραίο τροπάριο, ο Ιησούς προσεκάλεσε τους μάγους· και οι μάγοι είναι τα πρωτόλεια των εθνικών, δηλαδή των ειδωλολατρών.
Αγαπητοί. Όλοι αυτοί στάθηκαν οι πρώτοι θεαταί και οι πρώτοι μάρτυρες του Ενανθρωπήσαντος Λόγου. Και αυτούς τους θεατάς και μάρτυρας, τους προσκαλεί, όπως σας είπα, ο Ίδιος, το νήπιον Ιησούς, ο Συμεών χρηματίζεται από το Πνεύμα το Άγιον, η Άννα το ίδιο, οι ποιμένες δέχονται τη μαρτυρία του ουρανού και τους δίνεται το σημείο της αναγνωρίσεως, οι μάγοι έρχονται από πολύ μακριά, καλεσμένοι και αυτοί του Θεού Λόγου. Αναφέρει σχετικά ένα ιδιόμελο των ημερών: «Μάγους προσκαλεῖται ὁ Νυμφίος τῆς Ἐκκλησίας.Δῶρα τούτων αἴρει, ὁ Υἱὸς τῆς Παρθένου-και παίρνει δώρα ο υιός της Παρθένου».
Αγαπητοί, ας προσέξουμε. Ο κάθε πιστός έχει εσωτερική την πληροφορία και έχοντας το Πνεύμα το Άγιον, ο κάθε πιστός, ομολογεί τον Ιησούν, Τον ομολογεί Κύριον, δηλαδή Θεόν. Μόνον όσοι Τον είδαν με τα μάτια της πίστεως, θα Τον δουν όταν θα ξαναέλθει κατά τη Δευτέρα Του Παρουσία. Και τότε όλοι μαζί, σύγχρονοι και παλαιοί, άνθρωποι και άγγελοι, θα δοξάσουν και θα υμνήσουν τον Κύριον. Αμήν.
†. Όταν ο Θεός Λόγος, αγαπητοί μου, εδημιούργει το σύμπαν, όρισε μια χρονική στιγμή που θα το επεσκέπτετο ο Ίδιος εμφανώς. Και αυτή η μεγάλη επίσκεψις είναι η Ενανθρώπησις του Θεού Λόγου. Και η παρουσία Του στη γη την κατέστησε τη γη μας το κέντρον του κτιστού ορατού κόσμου. Είναι το πιο μεγάλο γεγονός στον ορατόν και εις τον αόρατον κτιστόν κόσμον, μπροστά στον οποίο έμεινε έκπληκτος και αυτός ακόμη ο αγγελικός κόσμος. Και όλα αυτά τα εκπληκτικά έγιναν μέσα στην ησυχία μιας νύκτας. Αν ο Θεός είπε στην έναρξη της Δημιουργίας Του: «Γενηθήτω φῶς» -και «ἐγένετο φῶς»-, όμως εις το σκότος των βουλών Του υπήρχε η μεγάλη πρόθεσις της Ενανθρωπήσεως.
Η νύκτα των Χριστουγέννων. Η πιο μεγάλη και αγία νύκτα από όλες τις νύχτες της Δημιουργίας. Νύκτα ο Υιός του Θεού έκανε την παρουσία Του εις την γη. Αλλά γιατί; Διότι αυτή στάθηκε το μεγάλο πλαίσιο και το μεγάλο σκηνικό των επιμέρους γεγονότων της Ενανθρωπήσεως. Γιατί σε αυτήν έγινε ο τοκετός· η ανάκλισις εις την φάτνην· ο ευαγγελισμός των ποιμένων από τον άγγελο· ο ύμνος των αγγέλων στο μεσουράνημα· η επίσκεψις των ποιμένων. Γιατί λοιπόν νύκτα; Αν το φως είναι γλυκύ, το σκότος είναι γεμάτο από μυστήρια. Το φως φανερώνει, η νύκτα κρύβει. Δημιουργεί κλίμα στον άνθρωπο. Ετυμολογεί μάλιστα ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός τη λέξη νύξ, νύκτα, τη λέξη ἡ νύξ – τῆςνυκτός και λέγει: «Νύξ λέγεται επειδή νύττει, τρυπάει, νύττει τον άνθρωπον·ἡ γάρ νύξ κατανυγή ἐστίν · διότι η νύχτα», λέει, «είναι κατανυγή, τρύπημα· τρύπημα της καρδιάς…». Και δεν γνωρίζω βέβαια εάν αυτή η απόδοση της ετυμολογίας του αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού είναι ακριβής, δεν γνωρίζω, αλλά είναι ακριβές ό,τι πράγματι συμβαίνει.
Ωστόσο, τη νύχτα έγινε η Γέννησις του Χριστού. Και πληροφορεί ο Λουκάς και μας λέγει: «Καί ποιμένες ἦσαν ἐν τῇ χώρᾳ τῇ αὐτῇἀγραυλοῦντες καί φυλάσσοντες φυλακάς τῆς νυκτός»-δηλαδή σκοπιές της νυκτός- «ἐπί τήν ποίμνην αὐτῶν». Δεν μπορούσε ένας άνθρωπος, βέβαια, να αγρυπνά όλη νύχτα για τα πρόβατα που βόσκουν πολλές φορές το βράδυ τα πρόβατα, αλλά είχανε σκοπιές. Τη νύχτα λοιπόν εγίνετο αυτή η όλη φροντίδα του ποιμνίου. Είναι γνωστό ότι στις θερμές χώρες τα πρόβατα την ημέρα δεν βόσκουν -κάνει ζέστη- και βόσκουν συνήθως τη νύχτα. Το ξέρετε αυτό…
Πρέπει, όμως, να ερευνήσομε γιατί έλαβε χώρα ο τοκετός εν καιρώ νυκτός. Λέγει ο άγιος Ιγνάτιος Αντιοχείας ότι «τρία μυστήρια κραυγῆς ἅτινα ἐν ἡσυχίᾳ Θεοῦἐπράχθη». Τρία, λέει, μυστήρια κραυγής, δηλαδή ηχηρά, τα οποία όμως πραγματοποιήθηκαν μέσα στην ησυχία και δη της νυκτός· αλλά γενικά στην ησυχία, χωρίς τη δημοσιοποίηση. Τρία πράγματα του Θεού. Και ποια είναι αυτά; Λέει: «Ἔλαθεν τόν ἄρχοντα τοῦ αἰῶνος τούτου» -«ξέφυγε από τη γνώση» – ποιος είναι ο άρχοντας του αιώνος τούτου; Είναι ο διάβολος. «Ξέφυγε», λέγει, «από την παρατήρηση και από τη γνώση του άρχοντος του αιώνος τούτου, τι; Η παρθενία Μαρίας και ο τοκετός αυτής. Ομοίως και ο θάνατος του Κυρίου». Αυτά τα τρία· τα οποία έγιναν, ήταν κραυγαλέα και έγιναν εν ησυχία.
Μια μικρή ανάλυση να σας κάνω. Κάνει εντύπωση ότι όταν ο Θεός δικάζει τους πρωτοπλάστους, αποτείνεται προς την Εύα και της λέει: «Από το δικό σου σπέρμα θα γεννηθεί Εκείνος που θα σε σώσει». Καταρχάς, Ποιος ομιλεί; Ομιλεί ο Θεός Λόγος. Εκείνος που προσωπικά θα ήρχετο να ενανθρωπήσει. Τι καταπληκτικό πράγμα! Γιατί αποτείνεται όμως προς την Εύα; Είναι γνωστό ότι έπρεπε να αποτανθεί εις τον Αδάμ. Η γυναίκα δεν έχει σπέρμα. Και λέει «ἐκ τοῦ σπέρματός σου»· σπέρμα έχει ο Αδάμ. Εδώ υπαινίσσεται την εκ Παρθένου γέννησιν του Ιδίου που λέγει αυτά· του Θεού Λόγου. Από τότε ο διάβολος έψαχνε τας παρθένους να ανακαλύψει ποια θα μπορούσε να είναι αυτή, η οποία θα συνέτριβε, θα γεννούσε Υιόν και θα συνέτριβε το κεφάλι του όφεως· δηλαδή του διαβόλου. Οπότε αυτό έγινε μέσα στην ησυχία του Θεού· ο διάβολος δεν το πήρε είδηση.
Ναι. Αλλά και ο θάνατος του Κυρίου, που εδώ δεν είναι αυτός καθ’ εαυτόν, δηλαδή ο σταυρικός θάνατος, αλλά είναι η Ανάστασις του Χριστού· διότι, τι ώρα έγινε η Ανάσταση του Χριστού; Ποιος το ξέρει; Συμβατικά, αγαπητοί μου, επειδή ο Κύριος είπε: «Θα αναστηθεί την τρίτη ημέρα» και το μέτρημα του εικοσιτετραώρου αρχίζει από το απόγευμα, με τη δύση του ηλίου, αυτό που λέμε εσπερινός, με τον εσπερινό αρχίζει η άλλη ημέρα. Συνεπώς, Σάββατο απόγευμα ο Κύριος είναι εις τον τάφο· αλλά μετά, ο Κύριος ανεστήθη-τι ώρα; Βέβαια, περάσαμε προς την Κυριακήν, για να κλείσουνε οι τρεις ημέρες: Παρασκευή, Σάββατο-ολόκληρο- και Κυριακή. Τι ώρα; Αυτό είναι άγνωστο. Τι ώρα, δηλαδή, ο Χριστός ανεστήθη- συμβατικά σας είπα, λέμε «μετά τις 12»για να έχομε τις τρεις ημέρες.
Έτσι η νύκτα, γίνεται, αγαπητοί, το σύμβολο των μυστηρίων του Θεού. Είναι η νύκτα τοσύμβολο της σιγής του Θεού· και το κατεξοχήν μυστήριον είναι η Ενανθρώπησις. Είναι το «σεσιγημένον μυστήριον» που λέγει στην Προς Ρωμαίους ο Απόστολος Παύλος· «σεσιγημένον μυστήριον», δηλαδή εκείνο που δεν δημοσιεύτηκε, «χρόνοις αἰωνίοις», στα πρότερα χρόνια, δεν δημοσιεύτηκε. Εγίνετο υπαινιγμός, χωρίς όμως μια γνώση σαφή· «φανερωθέντος δέ νῦν», λέει ο Απόστολος Παύλος· «τώρα δε, φανερώθηκε». Και ποιο είναι το «σεσιγημένον μυστήριον»; Η Ενανθρώπησις του Θεού Λόγου. Και όπως λέει ο άγιος Ιγνάτιος, «μυστήριον σεσιγημένον μέν, κραυγαλέον δέ».
Ένα άλλο μυστήριο που έλαβε χώρα εν καιρώ νυκτός είναι- ήδη σας το ‘πα- η εκ νεκρών Ανάστασις του Χριστού. Νύκτα ακόμα εβγήκε από την μήτρα της Παρθένου, νύκτα εξήλθε από την νοητήν μήτρα του τάφου, για να μας δώσει τον καινούριο άνθρωπο, τον αθάνατο, τον αναπλασμένο και αιώνιο και ευτυχή άνθρωπο. Η νύκτα είναι λοιπόν σύμβολο του παρόντος αιώνος, αλλά και του παρόντος βίου· εν αντιθέσει με τον μέλλοντα και φωτεινόν αιώνα της Βασιλείας του Θεού. Είναι ο αιών της αβεβαιότητος και της αμφιβολίας ο παρών αιών. Γι΄αυτό εισάγεται- προκειμένου να φτάσουμε να ξεπεράσουμε όλα αυτά και να γνωρίσουμε – εισάγεται η πίστις.
Αν έπρεπε να μιλήσω για την πίστη, θα έπρεπε ώρα πολλή να μιλάω. Μάλιστα αρκεί να σας πω ότι ο Αβραάμ σώθηκε και θεωρείται, όχι γιατί είναι γενάρχης – γενάρχης είναι και ο Αδάμ- αλλά… δυστυχώς· ο Αβραάμ σώθηκε διότι επίστευσε, όπως το λέει η Γραφή. Και το χρησιμοποιεί αυτό ατόφιο το χωρίο ο Απόστολος Παύλος: ότι «ἐλογίσθη αὐτῷἡ πίστις» – εις τον Αβραάμ- «ἐλογίσθη εἰς δικαιοσύνην». «Λογαριάστηκε αρετή, μεγάλο πράγμα»! Διότι η πίστις γεννάει την υπακοή και την προσδοκία. Το είπε ο Θεός. Θα γίνει. Αφού το είπε ο Θεός, δεν υπάρχει θέμα. Είπε στον Αβραάμ: «Θα αφήσεις απόγονο». Ξέρετε πότε του το είπε αυτό; Όταν ο Αβραάμ ήταν 75 χρονών· και περίμενε άλλα 25 χρόνια. Πού ο διάδοχος; Πουθενά! Κι όμως- ήταν δε πλούσιος ο Αβραάμ, είχε πολλά… «Κύριε, πού θα τα αφήσω αυτά;» και το σπουδαιότερον, του λέγει ο Θεός: «Αυτή τη γη θα σου τη δώσω όλη-την Παλαιστίνη». «Τι θα μου δώσεις, Κύριε; Εγώ είμαι γέρος, εγώ πεθαίνω και μου λες ότι θα μου δώσεις αυτά όλα; Αφού δεν έχω διάδοχο, ποιος θα με κληρονομήσει;».Το είπε ο Θεός; Τελείωσε. Κι όταν ο Θεός δίνει τον Ισαάκ, τον υιό της επαγγελίας- της υποσχέσεως- ο Αβραάμ ήταν 100 χρονών· και η Σάρα ήταν 90 χρονών! Δεν παραλείπει η Γραφή να μας πει ότι «ἐξέλιπον τά γυναικεῖα της Σάρρας» -δηλαδή δεν είχε πλέον γονιμότητα. Αυτό θα πει πίστις! Απλώς ένα μικρό δείγμα σας έδωσα να καταλάβετε. Μήπως η ανάσταση των νεκρών δεν είναι θέμα πίστεως; «Το είπε ο Χριστός», θα λέμε. «Αφού το είπε ο Χριστός, τελείωσε. Το είπε ο Χριστός».
Πιστεύομε, λοιπόν, αυτό που δεν βλέπομε· γιατί δεν βλέπομε; Γιατί είναι νύκτα· δηλαδή νοητή νύκτα, έχομε άγνοια και τη νύκτα δεν γίνεται ορατό το είδος. Το «εἶδος», ακούστε για να το καταλάβετε αυτό, ένα ωραίο χωρίο που έχει στη Β΄ προς Κορινθίους ο Απόστολος: «Διά πίστεως γάρ περιπατοῦμεν, οὐ διά εἴδους». Το «εἶδος» στην αρχαία ελληνική θα πει: η όψις. Θα πει όψις. Λοιπόν περπατάμε-ζούμε- «πολιτευόμεθα διά τῆς πίστεως, οὐ διά εἴδους» · «δεν έχομε τα πράγματα, δεν έχομε τα αντικείμενα φανερά μπροστά μας». Αρκεί να σας πω ότι αυτό το εκφράζει και ο Πλάτων· ο παρ’ ημίν Πλάτων· ο Έλληνας Πλάτων, ο φιλόσοφος, όταν θέλει να δείξει ότι η γνώσις είναι αινιγματώδης και αναφέρεται σε εκείνο το λεγόμενο «σκοτεινό σπήλαιον». Αξίζει με δύο λόγια να σας το πω. Προσέξτε. Λέει: «Άνθρωπος είναι στραμμένος προς το βάθος ενός σπηλαίου. Είναι κοντά στην είσοδο του σπηλαίου, αλλά εστραμμένος πάντοτε προς το βάθος. Πίσω από τον άνθρωπο υπάρχει μία φωτιά. Και προ της φωτιάς περνούν τα γεγονότα. Αλλά, περνώντας τα γεγονότα, ρίχνουν τη σκιά τους στο βάθος του σπηλαίου, χωρίς ποτέ ο άνθρωπος να μπορέσει να γυρίσει να ιδεί τα αντικείμενα, τα γεγονότα από μόνα τους. Δεν μπορεί να τα δει. Κι εκείνα που υπάρχουν, κι εκείνα που θα υπάρξουν. Τότε, τι βλέπει; Βλέπει απλώς τη σκιά των αντικειμένων, τη σκιά των γεγονότων. Ασαφώς…». Αυτό δείχνει ότι εις τον παρόντα κόσμο δεν ξέρομε παρά μόνο ελάχιστα πράγματα· ό,τι μας αποκαλύψει, αγαπητοί μου, ο Θεός, ξαναγυρίζοντας εις τον χώρον του Χριστιανισμού, της αποκαλύψεως- έχομε αποκάλυψη.
Όλος, λοιπόν, ο αρχαίος κόσμος ζούσε τη νύκτα της αγνοίας- τη νύκτα της αγνοίας του Θεού. Γράφει –δεν θα ερμηνεύσω γιατί πέρασε η ώρα- γράφει ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς: «Ἡλίου μέν, ἡλίου μή ὄντος(:δεν υπάρχει ήλιος)νύξ ἄν ἦν τά πάντα (:όλα είναι σκοτάδι)· οὕτως ἤ μή τόν λόγον ἔγνωμεν καί τούτῳ κατηυγάσθημεν οὐδέν ἄν τῶν σιτευομένων ὀρνίθων ἐλειπόμεθα». Αν ο Θεός Λόγος δεν μας απεκάλυπτε, δεν θα ξέραμε τίποτα· όσο ξέρουνε οι κότες μας στο κοτέτσι- σιτευόμενες ὂρνιθες -, άλλο τόσο θα ξέραμε κι εμείς. Τι ξέρουν οι κότες μας; Τίποτα δεν ξέρουν οι κότες μας! Και συνεχίζει: «ἐν σκότει πηαινόμενοι καί θανάτῳ τρεφόμενοι». Αυτή είναι η πραγματικότητα. Τίποτα δεν μπορούμε να ξέρουμε, εάν δεν μας απεκάλυπτε ο ίδιος ο Θεός Λόγος. Κι ο Χριστός, που είναι το φως των ανθρώπων, και ήρθε μέσα στο σκοτάδι του αιώνος μας,θέλει να γίνει φως στα μάτια μας και στη ζωή μας να βλέπομε και να καταλαβαίνομε-αλλά διά της πίστεως πάντοτε. Γι΄αυτό αναφωνεί ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς: «Ἀπόλαβε τόν Χριστόν, ἀπόλαβε τό βλέπειν, ἀπόλαβέ σου τό φῶς». «Πάρε», λέει, «τον Χριστόν, πάρε τη δυνατότητα να βλέπεις, πάρε το φως».
Και ο Άδης, αγαπητοί μου, είναι σκοτεινός. Και όπως κατέβηκε νύχτα στη γη, έτσι κατέβηκε και στον σκοτεινό Άδη, για να τον μεταβάλει- στους δικαίους μόνον- σε φως, σε παράδεισον. Και όλη η γη ήταν σκοτεινή. Και η ειδωλολατρία έκανε τη γη σκοτεινή. Δυστυχώς επανερχόμεθα εις την ειδωλολατρία… Και μάλιστα εμείς οι Έλληνες, οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί Έλληνες, επανερχόμεθα εις την ειδωλολατρία-κάποτε ας το καταλάβομε αυτό· οι οποίοι ειδωλολάτραι, νεοειδωλολάτραι κάνουν και προσηλυτισμό. Δεν μιλώ για τον Μασονισμό, ο οποίος είναιπέρα για πέρα, εκατό τοις εκατό ειδωλολατρία, αλλά και εκτός του Μασονισμού γίνεται απόπειρα να αναβιώσει η ειδωλολατρία. Δηλαδή, το δωδεκάθεο του Ολύμπου. Το καταλάβατε αυτό;
Έτσι όλη η γη μας ήταν σκοτεινή κάποτε. Έγινε χριστιανική και πάλι ξαναγυρίζει στο σκοτάδι. Σημειώνει ο Ματθαίος και λέγει: «ἵνα πληρωθῇ τὸ ρηθὲν διὰ῾Ησαΐου τοῦ προφήτου λέγοντος· γῆ Ζαβουλὼν καὶ γῆ Νεφθαλείμ, ὁδὸν θαλάσσης, πέραν τοῦ᾿Ιορδάνου, Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν – σ’ αυτή την Γαλιλαία των Εθνών είχαν κατοικήσει κάποιοι απόγονοι του Μεγάλου Αλεξάνδρου· σας το λέω για την ιστορία-, ὁ λαὸς ὁ καθήμενος ἐν σκότει – ήταν το σκοτάδι της ειδωλολατρίας- εἶδε φῶς μέγα καὶ τοῖς καθημένοις ἐν χώρᾳ καὶ σκιᾷ θανάτου φῶς ἀνέτειλεν αὐτοῖς». Και αυτή η προφητεία αναφέρεται εις τον Ιησούν Χριστόν. «᾿Απὸ τότε ἤρξατο ὁ᾿Ιησοῦς κηρύσσειν καὶ λέγειν· μετανοεῖτε· ἤγγικε γὰρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν».
Σκότος λοιπόν παντού, νύχτα παντού! Γι΄αυτό ο Υιός του Θεού ήλθε νύχτα, για να μας κάνει αισθητό ότι βρισκόμαστε εις το σκοτάδι. Υπάρχει όμως και κάτι βαθύτερο: ήθελε να δείξει ο Ιησούς ότι είναι ο Δημιουργός όχι μόνο του φωτός, αλλά και του σκότους. Μην σας κάνει εντύπωση αυτό -διότι τι θα πει σκότος; Απουσία φωτός! Το λέμε πολύ απλά· διότι τότε οι άνθρωποι πίστευαν ότι είναι δύο ξεχωριστά πράγματα το φως από το σκοτάδι. Και είχαν εισαγάγει τη δυαρχία. Ο θεός του φωτός, ο Απόλλων, και ο θεός του σκότους! Σε όλες τις χώρες της Μεσογείου έχομε αυτήν την δυαρχίαν -δεν σας λέγω πιο πολλά. Κι όμως λέει ο Ησαΐας: «Ἐγώ ὁ κατασκευάσας φῶς καί ποιήσας σκότος». «Εγώ, ο Ένας Θεός. Εγώ είμαι Εκείνος ο Οποίος έκανα το φως, έκανα και το σκοτάδι». Σήμερα μπορούμε να το πούμε πολύ απλά, σας είπα απουσία φωτός είναι το σκότος. «Ἐγώ Κύριος ὁ Θεός ὁ ποιῶν πάντα ταῦτα», λέει στο 45ο κεφάλαιο του Ησαΐου ο ίδιος ο Θεός. Για μας είναι πολύ κατανοητό αυτή τη στιγμή. Κι όμως, δεν ήτανε κατανοητό στους παλαιούς.
Και η νύκτα του ανήκει του Θεού, είναι δική Του, είναι δική Του! Δεν ανήκει σε κάποιον άλλον θεόν· είναι η νύκτα το κάτοπτρον, ο καθρέφτης του ενάστρου ουρανού. Κι αυτός, τη νύκτα της Γεννήσεως, δοξάζει τον Δημιουργό του. Τα αστέρια είναι έργα των δακτύλων Του. Και βλέπομε όλα τα θαυμάσια εκείνα μέσα στην νύκτα, ιδίως τον έναστρον ουρανόν. Έπρεπε κι αυτά να δώσουν την δοξολογική τους μαρτυρία, και ιδιαίτερα το μεγάλο αστέρι της Γεννήσεως. Για να πει ο Ψαλμωδός: «Σή ἐστίν ἡἡμέρα, καί σή ἐστίν ἡ νύξ, καὶ νὺξ νυκτὶἀναγγέλλει γνῶσιν».
Για να σας – δεν ξέρω αν έχετε απορία, αν έχετε διαβάσει- τι ήταν το αστέρι αυτό; Το αστέρι της Γεννήσεως, αγαπητοί μου, ήταν αστέρι, αλλά δεν ήταν φυσικό αστέρι· διότι η περιγραφή που μας κάνει ο Ματθαίος είναι τέτοια που δεν μπορούμε να πούμε ότι ήταν κάποιο αστέρι, όπως οι αστρονόμοι μέχρι σήμερα –μέχρι σήμερα!- ότι «έχομε σύνοδο αστέρων» – ξέρετε τι θα πει «σύνοδος αστέρων»- και εδόθηκε πολλή λαμπρότης», τίποτα από όλα αυτά. Η περιγραφή δείχνει ότι δεν είναι τα πράγματα έτσι. Τι; «Όταν», λέγει, ότι «το αστέρι εξαφανίστηκε, όταν οι μάγοι μπήκαν στα Ιεροσόλυμα, επανεμφανίστηκε όταν οι μάγοι βγήκαν από τα Ιεροσόλυμα και έλεγαν:«Τώρα πού θα πάμε; Πού θα πάμε;». Το είχαν οδηγό το αστέρι· αλλά κάποια φορά το ξαναείδαν το αστέρι και μάλιστα», λέγει εκεί ο ευαγγελιστής Ματθαίος, «ἐχάρησαν χαρὰν μεγάλην σφόδρα». Πολύ μεγάλη χαρά! Θα πήγαινε αλλιώτικα το ταξίδι τους χαράμι! «Ταξιδέψαμε» – ύστερα από έναν χρόνο, ξέρετε, ήρθαν οι μάγοι να προσκυνήσουν τον Βασιλέα, βλέποντας την ανατολή του αστέρος. Δεν ήταν ότι ήταν στην Ανατολή, αλλά την ανατολή, όλα τα αστέρια, όλος ο ουρανός, γιατί γυρίζει η γη έτσι; Έχουμε, έχουμε -ανατέλλουν και δύουν τα αστέρια. Γιατί γυρίζει η γη, το ξαναλέω άλλη μία φορά. «Λοιπόν, οπότε, όταν έφτασαν στη Βηθλεέμ, το αστέρι», λέει, «στάθηκε πάνω από το σπίτι» –δεν ήταν πια στάβλος, γιατί βρήκανε τόπο να παν να μείνουν μετά την απογραφήν. «Το αστέρι στάθηκε πάνω από το σπίτι που ήτο ο Ιησούς, το βρέφος». Ερωτώ: Ποιο αστέρι στέκεται πάνω από την ταράτσα ενός σπιτιού; Δεν μπορεί να το προσδιορίσεις όταν είναι πολύ ψηλά. Τι ήταν λοιπόν αυτό το αστέρι; Δεν ήταν όπως σήμερα και μέχρι σήμερα, σας είπα, οι αστρονόμοι προσπαθούν να δώσουν μία εξήγηση· ήταν άγγελος υπό μορφήν αστέρος. Έτσι μας λέγουν οι Πατέρες της Εκκλησίας μας.
Αγαπητοί. Μέσα στη νύκτα αναζητά η ψυχή Εκείνον που έχει αγαπήσει. Όπως λέει το «Ἆσμα Ἀσμάτων»: «Ἐπί κοίτην μου – στο κρεβάτι μου– ἐν νυξί – τη νύκτα– ἐζήτησα ὅν ἠγάπησεν ἡ ψυχή μου». «Εκεί αναζήτησα Εκείνον που αγάπησε η ψυχή μου». Η νύχτα, τόσο για τον Θεό, όσο και για τον άνθρωπο, αποτελεί ένα σπουδαίο στοιχείο. Και η νύκτα των Χριστουγέννων ομοίως συνιστά ένα ουσιώδες στοιχείο. Γι’ αυτό η Εκκλησία μας στην εορτή των Χριστουγέννων διατηρεί την νύκτα. Είδατε τι ώρα αρχίσαμε; Στις 5 το πρωί. Όπως και όλες οι εκκλησίες. Δείχνει ότι το σκοτάδι, παρότι πέρασαν είκοσι αιώνες, ακόμη διατηρείται εις τους ανθρώπους, και μάλιστα εις τους ακατηχήτους Χριστιανούς μας. Γι΄αυτό, το σκοτάδι θυμίζει ότι πρέπει διαρκώς να αναζητούμε τον Χριστόν. «Δεῦτε ἴδωμεν πιστοί– λέγει ένα τροπάριο των ημερών-, ποῦἐγεννήθη ὁ Χριστός· ἀκολουθήσωμεν λοιπόν, ἔνθα ὁδεύει ὁἀστήρ», που μας οδηγεί, που περπατάει το αστέρι.
Ο Σωτήρας μας εγεννήθη, αλλά για πάμπολλους Χριστιανούς μας είναι σαν να μη γεννήθηκε. Μετέβαλαν την εορτή της Γεννήσεως σε ευκαιρία καταναλωτισμού και αμαρτωλών διασκεδάσεων… Τι κρίμα, αλήθεια! Πόση αδικία! Αδικούν τον εαυτό τους οι άνθρωποι αυτοί…
Ας το φωνάξουμε σε όλους τους τόνους: Ο Χριστός γεννήθηκε! Ο Θεός Λόγος έγινε άνθρωπος και ήλθε ανάμεσά μας· και ήλθε για να μας σώσει. Η αγάπη Του Τον έφερε στη γη. Και «ὁ Λόγος σάρξ ἐγένετο», θα καταγράψει αργότερα ο Ευαγγελιστής Ιωάννης,«καί ἐσκήνωσεν» –έβαλε τη σκηνή Του, την κατοικία Του– «ἐν ἡμῖν» – ανάμεσά μας. «Ὅσοι δέ ἔλαβον αὐτόν» –συνεχίζει ο Ιωάννης– «ἔδωκεν αὐτοῖς ἐξουσίαν τέκνα Θεοῦ γενέσθαι – όσοι Τον πήραν, διά της πίστεως, τους αξιώνει ότι να γίνουν παιδιά του Θεού. Εύχομαι σε όλους σας, αγαπητοί μου, αληθινά Χριστούγεννα.
†. Το μήνυμα, αγαπητοί μου, του αρχαγγέλου Γαβριήλ προς τον απορούντα Ιωσήφ περί της Μαρίας της μνηστής του ήτο: «Ἰωσὴφ υἱὸς Δαυΐδ, μὴ φοβηθῇς παραλαβεῖν Μαριὰμ τὴν γυναῖκά σου· τὸ γὰρ ἐν αὐτῇ γεννηθὲν ἐκ Πνεύματός ἐστιν Ἁγίου. Τέξεται δὲ υἱὸν καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν· αὐτὸς γὰρ σώσει τὸν λαὸν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν».
Το μήνυμα αυτό, αγαπητοί μου, του αρχαγγέλου Γαβριήλ προς τον Ιωσήφ ήταν θεμελιακή. «Αὐτὸς», λέγει, «σώσει τὸν λαὸν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν». «Σώσει». Θα είναι Σωτήρας. «Σώσει». Ή, όπως ακριβώς ο άγγελος είπε στους ποιμένας, όπως μας περιγράφει ο Ευαγγελιστής Λουκάς, ότι «ἐτέχθη ὑμῖν σήμερον Σωτήρ». Σωτήρ! Και ετέχθη αυτός ο Σωτήρ σήμερον.
Βέβαια, το θέμα του σωτήρος δεν ήταν άγνωστο εις τον κόσμο τον αρχαίον. Αυτός ούτος ο αυτοκράτωρ ελέγετο «σωτήρ». Αλλά κατά πόσο βεβαίως ο αυτοκράτωρ ήταν σωτήρας, μόλις και ανάγκη να το πούμε· εφόσον γνωρίζομε από την Ιστορία ότι βασικά άνθρωποι δεν μπορούν να σταθούν σωτήρες, πολύ δε παραπάνω αυτοκράτορες και δη Ρωμαίοι αυτοκράτορες, οι οποίοι ήσαν οι εξουσιασταί των ζωών των υπηκόων των. Τι είδους λοιπόν σωτήρες μπορούσαν να υπάρχουν; Εντούτοις, κάποιοι από αυτούς έπαιρναν και την προσωνυμία πλάι στο όνομά τους, και την προσωνυμία «σωτήρ». Όπως και οι βασιλείς της Αιγύπτου, οι Πτολεμαίοι· έπαιρναν πλάι τους και την προσωνυμία «σωτήρ».
Όμως, όταν ο άγγελος είπε γι’ Αυτόν τον Σωτήρα που θα ‘ρθει στον κόσμον, αυτός ο Σωτήρ ήταν μοναδικός. Ήταν ιδιάζων Σωτήρ. Όχι όπως ακριβώς θα πίστευαν ή θα ενόμιζαν οι άνθρωποι. Ή ακόμη, άνθρωποι που θα απαιτούσαν από τους άλλους να τους προσφωνούν ως σωτήρες.
Αλλά όταν λέμε ότι ο Χριστός είναι Σωτήρας, τι σημαίνει σωτήρας; Σημαίνει ότι είναι κομιστής μιας σωτηρίας. Αλλά τι σημαίνει αυτή η σωτηρία; Σήμερα για τους πάρα πολλούς Χριστιανούς μας κατά δυστυχίαν, σωτηρία σημαίνει κάλυψις υλικών αναγκών. Όπως και υπάρχει η κοινοτάτη έκφρασις, όταν λέμε ότι «πήρα μεγάλο μισθό και σώθηκα». Ή «μπήκα σε μία θέση και πληρώνομαι και σώθηκα». Ή ακόμα ότι «ο τάδε γιατρός ή η επιστήμη με έσωσε». Ή ό,τι άλλες τέτοιες εκφράσεις γύρω από τις ανάγκες τις βιολογικές μας, τις υλικές μας ανάγκες, μπορούμε να λέμε με κάποια ευκολία ότι «έχομε σωθεί». Ή ακόμη προς πρόσωπα, να τα λέμε ότι είναι οι σωτήρες μας. Ότι «αυτός είναι ο σωτήρας μου».
Βέβαια, αν θα έπρεπε να πούμε ότι ο όρος είναι καταχρηστικός, ότι καταχρηστικά μπορούμε να λέμε ότι όλοι αυτοί είναι σωτήρες μας και όλα αυτά τα άλλα πράγματα είναι η σωτηρία μας, ε, δεν θα είχε και πάρα πολλή σημασία. Εάν όμως ξεχωρίζαμε την πραγματική σωτηρία, αλλά όμως, αλλά όμως δεν ξεχωρίζουμε, και το δυστύχημα είναι ότι τον Χριστόν κάποτε τον βάζομε πιο κάτω από αυτούς τους σωτήρες μας. Διότι αν πούμε ότι «ο Χριστός είναι ο Σωτήρας του σώματός σου», «καί αὐτός ἐστίν», λέει ο Απόστολος Παύλος, «ὁ σωτήρ τοῦ σώματος», «και αυτός είναι», λέγει, «ο σωτήρ του σώματος» , ο Χριστός, αλλά εγώ ποτέ δεν θα θεωρούσα μέσα μου ότι μπορεί να είναι σωτήρας μου ο Χριστός, όσο ο γιατρός, άρα τότε δεν είναι μία απλή καταχρηστική έκφρασις· είναι μία πεποίθησις. Γι΄αυτό τον λόγο θα πρέπει να βγούμε από αυτήν την αντίληψιν.
Γιορτάζομε σε λίγες μέρες το γεγονός της Γεννήσεως του Χριστού, ως τι; Ως Σωτήρος. Διότι όπως σας είπα, αυτό ανηγγέλθη από τον ουρανόν, ότι είναι Σωτήρ. Αν θέλετε ακόμη και το όνομα «Ιησούς» το οποίον προκαθορίστηκε, ο άγγελος είπε στον Ιωσήφ: «Καί καλέσεις τό ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν». Το όνομα Ιησούς μεταφράζεται «Σωτήρ» ελληνικά. Ό,τι θα λέγαμε σήμερα «ο Σωτήρης», να το πω στην απλοελληνική. Ο Σωτήριος, ο Σωτήρης. Αυτό θα πει Ιησούς. Αυτός ο Οποίος σώζει. Συνεπώς θα πρέπει να δούμε πια στο πρόσωπο του Χριστού τον αληθινό Σωτήρα.
Αλλά πώς θα Τον δούμε; Πώς θα μπορούμε να διακρίνουμε ότι πράγματι ο Χριστός είναι ο Σωτήρας; Καταρχάς, ο Χριστός δίδει απάντηση σε όλα τα μεταφυσικά προβλήματα. Όχι «δίδει απάντηση»· είναι η απάντησις. Είναι και τα δυο. Διότι ποιος θα μπορούσε να γνωρίζει ποιο είναι το νόημα της υπάρξεως του ανθρώπου, ή, αν θέλετε, αυτός ούτος ο άνθρωπος; Ξέρετε ότι έξω από τον Θεό, έξω από τη μαρτυρία του Ιησού Χριστού, δεν γνωρίζομε τι είναι ο άνθρωπος. Είναι εκείνο που παλεύει η φιλοσοφία και η Επιστήμη εν τινι μέτρω, να ανακαλύψουν και να βρουν τι είναι ο άνθρωπος. Έχομε εκφράσεις, φιλότιμες ίσως, της σοφίας, όπως και από την αρχαιότητα, «να, ο άνθρωπος». Κάποτε, λέγεται για τον Αριστοτέλη, που πήρε έναν μαδημένο κόκορα και είπε: «Να, ο άνθρωπος!». Δηλαδή; Δηλαδή ότι είναι μια ύπαρξις που έχει δύο ποδάρια και δύο χέρια. Ωραία απάντησις, θα μου πείτε, ε; Ωραία απάντησις... Πάντως είναι η προσπάθεια του ανθρώπου να γνωρίσει τον εαυτό του. Ποτέ δεν θα μπορούσε να γνωρίσει ο άνθρωπος ποιος είναι ο εαυτός του, εάν δεν του απεκαλύπτετο εν Χριστώ Ιησού. Και, αποκαλυπτομένης της αληθείας περί του ανθρώπου, ο άνθρωπος αναφέρεται πλέον, ανάγεται εις αυτόν τον ουρανόν. Γίνεται παιδί του Θεού κατά χάριν. Μπαίνει μέσα στη θεία δόξα.
Ερωτώ, σας παρακαλώ: Ποιος θα μου το πει αυτό; Υπάρχει…,τι υπάρχει μετά θάνατον; Γιατί να υπάρχει κάτι μετά θάνατον, κι αυτό που υπάρχει, τι είναι; Η ψυχή; Υπάρχει ψυχή; Έχομε φθάσει στο σημείο, από τον περασμένο ήδη αιώνα, που ξεκίνησε η επιστήμη της Ψυχολογίας, να μιλάμε για ψυχολογία χωρίς ψυχή. Δεν δεχόμεθα πνευματική ψυχή. Εννοείται, οι γιατροί εκείνοι, οι Ψυχολόγοι, οι οποίοι έχονται υλιστικών αντιλήψεων. Δεν γνωρίζομε… έχει ο άνθρωπος ψυχή, δεν έχει; Μην το πάρετε ότι είναι αυτονόητο. Δεν είναι καθόλου αυτονόητο. Ο Κύριος θα μας απαντήσει σε αυτό. «Τί γάρ ὠφελήσει ἄνθρωπον, ἐάν τόν κόσμον ὅλον κερδήσῃ τόν κόσμον ὅλον, καί ζημιωθῇ τήν ψυχήν αὐτοῦ;»· κ.ο.κ. Και του λέγει του ληστού: «Σε βεβαιώνω, σήμερα θα είσαι μαζί μου…». Πού; Ένας που πεθαίνει, εκεί τελειώνει; Πού; Θα είσαι μαζί μου; Στον τάφον;
Αντιλαμβάνεστε λοιπόν, αγαπητοί μου, ότι ο Χριστός δίδει την απάντηση σε όλα αυτά τα μεγάλα αγωνιώδη μεταφυσικά προβλήματα. Όχι «δίδει την απάντηση». Είναι η απάντησις. Διότι αν ο Χριστός δεν σημείωνε τον μεγάλον σταθμόν της Ενανθρωπήσεώς Του και τους επιμέρους σταθμούς της επιγείου ζωής Του, όπως είναι η Σταύρωσις, η Ανάστασις και η Ανάληψις, δεν θα μπορούσαμε ποτέ να βαδίσομε τον δρόμον αυτού του μεγάλου προορισμού μας που είναι ο ουρανός. Έτσι ο Χριστός έρχεται να απαντήσει σε όλα αυτά. Μάλιστα ο Ίδιος είπε: «Ἐγώ εἰμί ἡ Ζωή». Είπε: «Ἐγώ εἰμί ἡ Ἀνάστασις». Είπε: «Ἐγώ εἰμί ἡ ἀλήθεια». Είπε: «Ἐγώ εἰμί ἡ ἀνάπαυσις». Όταν είπε: «Δεῦτε πρός μέ πάντες οἱ κοπιῶντες καί πεφορτισμένοι κἀγώ ἀναπαύσω ὑμᾶς». Πώς «ἐγώ ἀναπαύσω ὑμᾶς»; Γιατί Εγώ είμαι η ανάπαυσις. Προηγουμένως που κάναμε το μνημόσυνον, που λέγει εκεί: «Συ είσαι η ανάπαυσις και η ζωή και η ανάστασις». Ναι! Προσέξτε. Δεν ήρθε να πει: «Ήρθα να σας πω την αλήθεια, ήρθα να σας πω να κατακτήσετε τη ζωή σας, ήρθα να σας πω να βρείτε τον τρόπο με τον οποίον θα αναπαυθείτε». Όχι. «Εγώ είμαι η Ζωή, Εγώ είμαι η Αλήθεια, Εγώ είμαι η Ανάστασις». Θυμηθείτε τι είπε στις αδελφές του Λαζάρου ο Κύριος. «Δεν πιστεύεις ότι ο αδελφός σου θα αναστηθεί;». «Ξέρω», λέει, «Κύριε, ότι κάποτε, στο τέλος της Ιστορίας, θα γίνει η ανάστασις των νεκρών». «Εγώ είμαι η Ανάστασις», λέει ο Κύριος. «Κι αφού εγώ είμαι η Ανάστασις, όποιος ενσωματούται σε μένα, θα αναστηθεί εις ζωήν αιώνιον».
Αντιλαμβάνεστε, λοιπόν, αγαπητοί μου, Ποιο είναι το πρόσωπον του Ιησού Χριστού; Μπορεί να συγκριθεί με τους σωτήρες αυτοκράτορες της Ρώμης ή τους όποιους άλλους της Ιστορίας σωτήρες, που υπόσχονται την σωτηρία και επαγγέλλονται την σωτηρίαν εις τους ανθρώπους; Φτώχεια, αλήθεια, φτώχεια που υπάρχει, όταν στον άνθρωπο αποδίδεται ένας τέτοιος τίτλος, που ανήκει μόνον εις τον Χριστόν.
Αλλά ακόμη ο Χριστός είναι Σωτήρ γιατί διαλύει την ενοχήν. Είδατε τι είπει ο άγγελος εις τον Ιωσήφ; «Αὐτός γάρ σώσει τόν λαόν αὐτοῦ ἀπό τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν». «Αυτός θα σώσει τον λαό Του, από τις αμαρτίες του». Δηλαδή; Είναι εκείνο που είπε αργότερα ο Κύριος: «Εάν δεν πιστεύσετε ότι Εγώ είμαι…-Τι;- θα πεθάνετε στις αμαρτίες σας». «Εγώ είμαι». Τι; «Ο Κύριος. Εκείνος που συγχωρεί τις αμαρτίες». Συνεπώς είναι Εκείνος που πραγματικά συγχωρεί τις αμαρτίες. Όταν λέμε «συγχωρεί» σημαίνει ότι δεν υπάρχει πια για τον Θεό όρασις αμαρτιών. «Μακάριοι», λέει, «ὧν ἀφέθησαν αἱ ἀνομίαι καί ὧν ἐπεκαλύφθησαν αἱ ἁμαρτίαι». «Ἐπικαλύπτω»: σκεπάζω. Αν βάλω σε μία πληγή έναν επίδεσμο, η πληγή δεν φαίνεται. Αλλά για τον Θεό, κάθε κτίσις είναι γυμνή και τετραχηλισμένη. Πώς λοιπόν ο Θεός δεν θα έβλεπε τι υπάρχει κάτω από τον επίδεσμον; Όταν, λοιπόν, λέγει ότι στα μάτια του Θεού είναι σκεπασμένες οι αμαρτίες, σημαίνει ότι δεν τις βλέπει. Αλλά…δεν τις βλέπει, σημαίνει δεν υπάρχουν πια. Αφού ο Θεός όλα τα βλέπει. Δεν υπάρχουν διαχωριστικά σώματα που να κρύπτουν ένα αντικείμενο από τα μάτια, την όραση του Θεού. Άρα δεν υπάρχει ενοχή. Το συλλάβατε αυτό; Γνωρίζετε παρακαλώ ότι ο πυρήν όλων των ψυχολογικών προβλημάτων είναι η ενοχή; Το γνωρίζετε αυτό; Εκείνα από όλα που πάσχει ο άνθρωπος και δεν λέω μόνο τις ποικίλες αρρώστιες αλλά λέγω τις ψυχολογικές, τις ψυχικές αρρώστιες, και εντοπίζω το θέμα, είναι για όλα αλλά μένω σ’ αυτό ιδιαίτερα, ξέρετε ότι ο πυρήνας όλων αυτών των ασθενειών των ψυχικών, είναι η ενοχή; Δεν το λέγω εγώ. Το λέγει η Ψυχολογία. Αν λοιπόν την ενοχή, με κάποιο τρόπο την εξαλείψουμε, δεν θα έχομε προβλήματα ψυχολογικά. Ή αρρώστιες ψυχικές.
Πώς όμως θα εξαλειφθεί η ενοχή, αφού η ενοχή, είτε το θέλομε είτε δεν το θέλομε, έχει μίαν μεταφυσικήν διάστασιν; Δεν είναι δυνατόν λοιπόν ποτέ να μπορέσομε να την εξαλείψουμε παρά μόνον εάν την εξαλείψει ο Θεός. Και ο Θεός έρχεται δι' εκείνου του φιλανθρωποτάτου μυστηρίου της Εξομολογήσεως. Για να δώσει άφεση αμαρτιών. Με τόσο εύκολο τρόπο. Αρκεί να υπάρξει από την πλευρά του ανθρώπου ένα «μετανοώ», ένα εκ καρδίας «μετανοώ». Και «μετανοώ» θα πει αλλάζω νοοτροπία. Μετά-νοῶ. Αλλάζω τρόπον σκέψεως. Αλλάζω τρόπον ζωής. Πλέον δεν ξαναγυρίζω σε ό,τι παλιό. Να γιατί λοιπόν είναι τόσο φιλάνθρωπον μυστήριον το μυστήριον της Εξομολογήσεως. Διότι δημιουργεί την εξάλειψιν των αμαρτιών, το σβήσιμο των αμαρτιών. Αυτό κάνει τον Χριστόν, Σωτήρα. Ήρθε προχθές κάποιος νεαρός, ο οποίος άρχισε να χάνει την πίστη του στο Θεανθρώπινο πρόσωπο του Χριστού. Του λέγω: «Αχ, καημένο παιδί, μου έδεσες τα χέρια· διότι μόνο αν πιστεύεις ότι ο Ιησούς είναι ο Θεός που ενηνθρώπησε, θα μπορεί να ενεργήσει το μυστήριον της αφέσεως των αμαρτιών σου. Τώρα λες και επιμένεις και μάλιστα, εντόνως επιμένεις ότι δεν πιστεύεις ότι ο Χριστός είναι ο Ενανθρωπήσας Θεός. Λυπούμαι. Δεν είναι δυνατόν να σου δοθεί άφεσις αμαρτιών». Απήλθε... Αυτό είναι... Έφυγε. Έτσι, όπως ήρθε, έφυγε... Δεν υπάρχει άφεσις αμαρτιών αν δεν πιστέψεις. Έτσι, αγαπητοί μου, έρχεται ο Χριστός και διαλύει την ενοχήν, την πηγή και το κέντρον και την αφετηρία όλων των ψυχολογικών, σας είπα, προβλημάτων και ψυχικών ασθενειών.
Ακόμη ο Χριστός είναι Σωτήρ του σώματος κατά οντολογικόν τρόπον. Το σκεφθήκατε αυτό; Όπως λέει, σας είπα προηγουμένως, ο Απόστολος Παύλος: «Καί Αὐτός ἐστίν σωτήρ τοῦ σώματος». Πώς είναι σωτήρ του σώματος; Σημαίνει αυτό το ταλαίπωρο σώμα, που είναι εικόνα του Ενανθρωπήσαντος Υιού του Θεού, είναι εικόνα του Ενανθρωπήσαντος Υιού του Θεού, διότι δεν πήρε ο Χριστός την εικόνα μας, αλλά πήραμε εμείς τη δική Του εικόνα, δεν έγινε άνθρωπος κατά την εικόνα του Αδάμ, αλλά ο Αδάμ έγινε κατά την εικόνα του Χριστού, έστω κι αν ο Αδάμ ο παλιός ιστορικά προηγείται. Έστω και αν έχομε αυτό το μεθύστερον σχήμα. Όμως προηγείται ο Χριστός, ως μοντέλο. Αυτό το σχήμα που λέγεται «άνθρωπος», αυτό το σχήμα ήταν ενόψει να γίνει ο Υιός του Θεού. Και κάνει, κατά την εικόνα Του και κατά την ιδέα Του, τον Αδάμ. Και όταν θα γεννηθεί το πρώτο παιδί του Αδάμ, θα είναι κατά την εικόνα και κατά την ιδέα του πατέρα του, του Αδάμ. Ώστε λοιπόν το ανθρώπινο σώμα είναι κατά την εικόνα του Χριστού. Αυτό το σώμα η αμαρτία το κατήντησε εις τον θάνατον, εις τον τάφον. Και γίνεται εξ ων συντίθεται. Δηλαδή χώμα. Διαλύεται. Συνεπώς αυτό το σώμα δεν δύναται να μείνει ανορθωμένο και συντεθειμένον. Αλλά μία των ημερών θα γίνει διάλυσις από εκείνα που συνετέθη. Ποιος θα επανοικοδομήσει αυτό το σώμα; Όχι με την έννοια ότι έρχεται η καινούρια γενεά και επανοικοδομείται το ανθρώπινον γένος. Εγώ, επί παραδείγματι, δίνω την ύπαρξή μου, δίνω την ουσία μου να γίνει ένα καινούριο παιδί, ένας καινούριος άνθρωπος. Αυτός είναι εγώ; Αυτός δεν είμαι εγώ. Αλλά αυτός είναι μία καινούρια ύπαρξις. Έδωσα τα υλικά εκείνα που χρειάζεται για να δομηθεί αυτός ο άνθρωπος. Εγώ όμως, πηγαίνω εις την φθοράν.
Για μένα η σωτηρία πώς νοείται; Όχι ότι αναστήνομαι εγώ εν τω προσώπω του παιδιού μου. Κι εκείνο το… βέβαια συναισθηματικό είναι, δεν βαριέστε, άντε, ας το πάρομε κι έτσι, αλλά ανόητο, αν φθάνομε να μαλώνομε, να δώσω το όνομά μου στο εγγόνι μου για να… μείνω. Πού να μείνεις, φτωχέ άνθρωπε! Θα ονομάσεις τον εγγονό σου Αθανάσιον; Ε, πόσοι άλλοι Αθανάσιοι υπάρχουν και τι βγήκε απ’ αυτό; Ύστερα, δεν είσαι εσύ ο εγγονός σου. Εσύ είσαι ανεπανάληπτος ύπαρξις, ανεπανάληπτος προσωπικότης. Για σένα ο Χριστός πώς μπορεί να είναι Σωτήρας; Με το να σου αναστήσει αυτό το σώμα το δικό σου. Γι΄αυτό ο Χριστός είναι Σωτήρ, οντολογικά Σωτήρ. Έρχεται να αναστήσει αυτή την ίδια την ύπαρξή μου. Εγώ είμαι άλλος, το παιδί μου είναι άλλο και ο εγγονός μου είναι άλλο. Είμεθα τρία πρόσωπα. Τέσσερα, εκατό, ένα εκατομμύριο. Αλλά εν τοιαύτη περιπτώσει έχομε την ατομικήν, την προσωπικήν σωτηρία και όχι την γενικήν, την ονομαστικήν, θα λέγαμε, σωτηρίαν. Όχι. Ο κάθε άνθρωπος έχει τον προσωπικό του σωτήρα, τον Ιησούν Χριστόν. Όλοι εν Χριστώ Ιησού, ευσεβείς και ασεβείς, θα αναστηθούμε.
Ώστε, λοιπόν, αγαπητοί μου, ο Χριστός είναι ο οντολογικός Σωτήρ. Δυνάμει τίνος; Δυνάμει της Αναστάσεώς Του. Δεν είναι λόγια. Είναι πραγματικότητα. Όπως ο Χριστός έγινε άνθρωπος και ανεστήθη, αφού απέθανε, παίρνοντας τη δική μου φύσιν την θνητήν, και τώρα της δίδει ζωήν, δυνάμει αυτού του γεγονότος, εγώ θα αναστηθώ.
Εάν λοιπόν, αγαπητοί μου, η ανθρωπότητα δεχθεί έτσι τον Χριστόν, τότε και όλα τα άλλα αγαθά, στα οποία δίνομε διαστάσεις σωτηρίας, μπορούμε να τα έχομε. Λέμε «το ψωμί μου, σωτηρία, το επάγγελμά μου, σωτηρία…». Όλα αυτά τα αγαθά, τα δίδει ο Θεός, εφόσον όμως έχομε τοποθετηθεί σωστά, το τι είναι σωτηρία. Αυτές τις μέρες θα γιορτάσομε τον Ιησούν Χριστόν, Σωτήρα του κόσμου. Πώς θα γιορταστεί; Με ένα χριστουγεννιάτικο δένδρον; Με ένα πλούσιο τραπέζι; Με διακοπές; Με χρήματα; Με διασκεδάσεις; Με χορούς; Αν θέλετε ακόμη, και με πορνείες και αμαρτίες ποικίλες; Θα πάει να βρει ο άλλος τη φιλενάδα του να κάνει Χριστούγεννα. Τι οξύμωρα πράγματα! Τι αντιφατικά πράγματα! Θα πάει να βρει τη φιλενάδα του, για να κάνει Χριστούγεννα... Αντιλαμβάνεστε, λοιπόν, αγαπητοί μου, πώς ο κόσμος γιορτάζει; Απλώς παίρνει την αφορμή μιας διακοπής, τίποτε άλλο. Κατά τα άλλα; Δεν έχει ουδεμίαν γνώσιν περί της εορτής των Χριστουγέννων. Δηλαδή περί του γεγονότος της Ενανθρωπήσεως του Σωτήρος Χριστού. Ας αφήσομε λοιπόν αυτές τις αντιλήψεις. Όσο για τα νόμιμα εκείνα, «τόν ἄρτον ἡμῶν τόν ἐπιούσιον δός ἡμῖν σήμερον» που λέμε εις την Κυριακήν προσευχήν, αυτά θα μας δοθούν. Αρκεί να βάλομε κορυφαίο γεγονός τον Σωτήρα Χριστόν. Λέγει ο ίδιος ο Θεός στην Παλαιά Διαθήκη: «Εάν με ακούσετε, θα φάτε τα αγαθά της γης». Θα το μετατρέπαμε λιγάκι και θα λέγαμε: «Εάν κατά κάποιον τρόπον, εννοήσετε το νόημα των γεγονότων, των εορτών που είναι πίσω από αυτές κάποια γεγονότα, τότε τα αγαθά της γης θα φάτε». Αλλά εάν εννοήσετε. Μη λοιπόν ειδωλολοποιούμε τα πράγματα του κόσμου τούτου. Μη ειδωλοποιούμε το σώμα μας, την υγεία μας, τα αγαθά μας και να νομίζομε ότι αυτά είναι οι σωτήρες μας. Σωτήρας μας είναι μόνος ο Χριστός και μόνος Αυτός.
Λέει ένα τροπάριο των ημερών: «Δεῦτε ἴδωμεν, πιστοί, ποῦ ἐγεννήθη ὁ Χριστός». Είναι τόσο χαριτωμένο! Μάλιστα όλη η υμνολογία των ημερών, όπως και όλου του έτους η υμνολογία, είναι χαριτωμένη. Είναι τόσο χαριτωμένη! Είναι τόσο ανθρώπινη! Είναι τόσο συναισθηματική! Είναι τόσο ποιητική! Που, αν κανείς ξαναγυρίσει και γίνει ένα παιδί στην καρδιά, αλλά με σώας τας φρένας και πλήρεις, δηλαδή με σοφό μυαλό, τότε χαίρεται αυτές τις εκφράσεις. «Δεῦτε ἴδωμεν, πιστοί, ποῦ ἐγεννήθη ὁ Χριστός». «Ελάτε, πιστοί, να δούμε πού εγεννήθη ο Χριστός». Σκεφτείτε μία ομάδα μικρών παιδιών, που λέει το ένα στο άλλο: «Ελάτε, παιδιά, να δούμε πού είναι ο κρυμμένος θησαυρός». Με εκείνο το γνωστό παιχνίδι. «Ελάτε παιδιά…». Μόνο άμα είναι κανείς παιδί μπορεί να νιώσει αυτή τη φράση: «Ελάτε παιδιά». Και με όλη εκείνη την ευχαρίστηση που νιώθει το κάθε παιδί, άμα του πει το άλλο: «Πάμε να δούμε…». Τι να δούμε; Έτσι, γι΄αυτό σας είπα, έχει τόσο αίσθημα η υμνολογία μας. Ε, «δεῦτε», λοιπόν, «ἴδωμεν, πιστοί», ελάτε πιστοί να δούμε, πού εγεννήθη ο Χριστός».
Αλήθεια,να μάθομε δηλαδή με άλλα λόγια, ποιο είναι το νόημα της Ενανθρωπήσεως. Πού εγεννήθη ο Χριστός; Στην Βηθλεέμ; Αυτό έγινε εφάπαξ. Αν πάω στη Βηθλεέμ και προσκυνήσω τούτες τις μέρες, θα εκπληρώσω αυτό το «Δεῦτε ἴδωμεν,πιστοί, ποῦ ἐγεννήθη ὁ Χριστός»; Κι εκείνοι οι οποίοι δεν θα πάνε, θα λέγαμε, στον τόπον εκείνον, δεν θα το μάθουν αυτό; Δεν θα γνωρίσουν ποτέ τίποτε; Όχι, αγαπητοί. Πολλοί είναι εκείνοι οι προσκυνηταί, χωρίς βέβαια να προσβάλω την έννοια της προσκυνήσεως, οι οποίοι πηγαίνουν, αλλά μένουν πάντως ανύποπτοι, στο πού γεννήθηκε ο Χριστός. Έτσι, είτε πάω είτε δεν πάω, το θέμα είναι…πρέπει να μάθω πού εγεννήθη ο Χριστός.
Και ο Χριστός εγεννήθη, αγαπητοί μου…, πού εγεννήθη; Εφάπαξ στη Βηθλεέμ. Αλλά πάντοτε μέσα στην κάθε ανθρώπινη καρδιά. Δεν είναι σχήμα λόγου. Δεν είναι ποιητικό σχήμα, να πούμε ότι γεννιέται ο Χριστός μέσα στην καρδιά. Είναι μία πραγματικότητα. Όταν λέμε ότι ο Χριστός γεννήθηκε σε μία φάτνη, σε ένα παχνί, δηλαδή ζώων, και ότι η καρδιά γίνεται ένα παχνί, δεν είναι ένα σχήμα λόγου. Είναι μία μεταφορά. Αν το θέλετε, το πρώτο, δεν έχει και πολλή αξία και σημασία, το ότι εγεννήθη σε ένα παχνί. Εδώ έχει σημασία. Αν ο Χριστός γεννηθεί μέσα στη δική μου την καρδιά. Και την κάνει παχνί Του. Με άλλα λόγια, πραγματικά να γεννηθεί ο Χριστός μέσα στην καρδιά μου. Και γεννιέται με τη γνώση, με την κατανόηση τη θεολογική. Γεννιέται ακόμη με το να έρθει να μείνει μέσα μου με την Ενανθρώπησή Του την πλήρη· το σώμα Του και το αίμα Του. Γιατί, τι σημαίνει ότι ανεκλήθη σε μία φάτνη; Σημαίνει ότι εκεί τοποθετήθηκε. Όταν λοιπόν κοινωνώ, τι σημαίνει; Σημαίνει ότι τοποθετώ τον Σωτήρα μου Χριστό μέσα μου. Για να με κάνει αιώνιον, να με κάνει αθάνατον, να μου διαλύσει την ενοχή. Να μου απαντήσει σε όλα τα αγωνιώδη προβλήματα της υπάρξεως και του προορισμού μου.
Το μήνυμα, αγαπητοί μου, του αρχαγγέλου Γαβριήλ προς τον απορούντα Ιωσήφ περί της Μαρίας της μνηστής του ήτο: «Ἰωσὴφ υἱὸς Δαυΐδ, μὴ φοβηθῇς παραλαβεῖν Μαριὰμ τὴν γυναῖκά σου· τὸ γὰρ ἐν αὐτῇ γεννηθὲν ἐκ Πνεύματός ἐστιν Ἁγίου.Τέξεται δὲ υἱὸν καὶ καλέσεις τὸὄνομα αὐτοῦἸησοῦν· αὐτὸς γὰρ σώσει τὸν λαὸν αὐτοῦἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν».
Το μήνυμα αυτό, αγαπητοί μου, του αρχαγγέλου Γαβριήλ προς τον Ιωσήφ ήταν θεμελιακό. «Αὐτὸς», λέγει, «σώσει τὸν λαὸν αὐτοῦἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν». «Σώσει». Θα είναι Σωτήρας. «Σώσει». Ή, όπως ακριβώς ο άγγελος είπε στους ποιμένας, όπως μας περιγράφει ο Ευαγγελιστής Λουκάς, ότι «ἐτέχθη ὑμῖν σήμερον Σωτήρ». Σωτήρ! Και ετέχθη αυτός ο Σωτήρ σήμερον.
Βέβαια, το θέμα του σωτήρος δεν ήταν άγνωστο εις τον κόσμο τον αρχαίον. Αυτός ούτος ο αυτοκράτωρ ελέγετο «σωτήρ». Αλλά κατά πόσο βεβαίως ο αυτοκράτωρ ήταν σωτήρας, μόλις και ανάγκη να το πούμε· εφόσον γνωρίζομε από την Ιστορία ότι βασικά άνθρωποι δεν μπορούν να σταθούν σωτήρες, πολύ δε παραπάνω αυτοκράτορες και δη Ρωμαίοι αυτοκράτορες, οι οποίοι ήσαν οι εξουσιασταί των ζωών των υπηκόων των. Τι είδους λοιπόν σωτήρες μπορούσαν να υπάρχουν; Εντούτοις, κάποιοι από αυτούς έπαιρναν και την προσωνυμία πλάι στο όνομά τους, και την προσωνυμία «σωτήρ». Όπως και οι βασιλείς της Αιγύπτου, οι Πτολεμαίοι· έπαιρναν πλάι τους και την προσωνυμία «σωτήρ».
Όμως, όταν ο άγγελος είπε γι’ Αυτόν τον Σωτήρα που θα ‘ρθει στον κόσμον, αυτός ο Σωτήρ ήταν μοναδικός. Ήταν ιδιάζων Σωτήρ. Όχι όπως ακριβώς θα πίστευαν ή θα ενόμιζαν οι άνθρωποι. Ή ακόμη, άνθρωποι που θα απαιτούσαν από τους άλλους να τους προσφωνούν ως σωτήρες.
Αλλά όταν λέμε ότι ο Χριστός είναι Σωτήρας, τι σημαίνει σωτήρας; Σημαίνει ότι είναι κομιστής μιας σωτηρίας. Αλλά τι σημαίνει αυτή η σωτηρία; Σήμερα για τους πάρα πολλούς Χριστιανούς μας κατά δυστυχίαν, σωτηρία σημαίνει κάλυψις υλικών αναγκών. Όπως και υπάρχει η κοινοτάτη έκφρασις, όταν λέμε ότι «πήρα μεγάλο μισθό και σώθηκα». Ή «μπήκα σε μία θέση και πληρώνομαι και σώθηκα». Ή ακόμα ότι «ο τάδε γιατρός ή η επιστήμη με έσωσε». Ή ό,τι άλλες τέτοιες εκφράσεις γύρω από τις ανάγκες τις βιολογικές μας, τις υλικές μας ανάγκες, μπορούμε να λέμε με κάποια ευκολία ότι «έχομε σωθεί». Ή ακόμη προς πρόσωπα, να τα λέμε ότι είναι οι σωτήρες μας. Ότι «αυτός είναι ο σωτήρας μου».
Βέβαια, αν θα έπρεπε να πούμε ότι ο όρος είναι καταχρηστικός, ότι καταχρηστικά μπορούμε να λέμε ότι όλοι αυτοί είναι σωτήρες μας και όλα αυτά τα άλλα πράγματα είναι η σωτηρία μας, ε, δεν θα είχε και πάρα πολλή σημασία. Εάν όμως ξεχωρίζαμε την πραγματική σωτηρία, αλλά όμως, αλλά όμως δεν ξεχωρίζουμε, και το δυστύχημα είναι ότι τον Χριστόν κάποτε τον βάζομε πιο κάτω από αυτούς τους σωτήρες μας. Διότι αν πούμε ότι «ο Χριστός είναι ο Σωτήρας του σώματός σου», «καί αὐτός ἐστίν», λέει ο Απόστολος Παύλος,«ὁ σωτήρ τοῦ σώματος», «και αυτός είναι», λέγει, «ο σωτήρ του σώματος» , ο Χριστός,αλλά εγώ ποτέ δεν θα θεωρούσα μέσα μου ότι μπορεί να είναι σωτήρας μου ο Χριστός, όσο ο γιατρός, άρα τότε δεν είναι μία απλή καταχρηστική έκφρασις· είναι μία πεποίθησις. Γι΄αυτό τον λόγο θα πρέπει να βγούμε από αυτήν την αντίληψιν.
Γιορτάζομε σε λίγες μέρες το γεγονός της Γεννήσεως του Χριστού, ως τι; Ως Σωτήρος. Διότι όπως σας είπα, αυτό ανηγγέλθη από τον ουρανόν, ότι είναι Σωτήρ. Αν θέλετε ακόμη και το όνομα «Ιησούς» το οποίον προκαθορίστηκε, ο άγγελος είπε στον Ιωσήφ: «Καί καλέσεις τό ὄνομα αὐτοῦἸησοῦν». Το όνομα Ιησούς μεταφράζεται «Σωτήρ» ελληνικά. Ό,τι θα λέγαμε σήμερα «ο Σωτήρης», να το πω στην απλοελληνική. Ο Σωτήριος, ο Σωτήρης. Αυτό θα πει Ιησούς. Αυτός ο Οποίος σώζει. Συνεπώς θα πρέπει να δούμε πια στο πρόσωπο του Χριστού τον αληθινό Σωτήρα.
Αλλά πώς θα Τον δούμε; Πώς θα μπορούμε να διακρίνουμε ότι πράγματι ο Χριστός είναι ο Σωτήρας; Καταρχάς, ο Χριστός δίδει απάντηση σε όλα τα μεταφυσικά προβλήματα. Όχι «δίδει απάντηση»· είναι η απάντησις. Είναι και τα δυο. Διότι ποιος θα μπορούσε να γνωρίζει ποιο είναι το νόημα της υπάρξεως του ανθρώπου, ή, αν θέλετε, αυτός ούτος ο άνθρωπος; Ξέρετε ότι έξω από τον Θεό, έξω από τη μαρτυρία του Ιησού Χριστού, δεν γνωρίζομε τι είναι ο άνθρωπος. Είναι εκείνο που παλεύει η φιλοσοφία και η Επιστήμη εν τινι μέτρω, να ανακαλύψουν και να βρουν τι είναι ο άνθρωπος. Έχομε εκφράσεις, φιλότιμες ίσως, της σοφίας, όπως και από την αρχαιότητα, «να, ο άνθρωπος». Κάποτε, λέγεται για τον Αριστοτέλη, που πήρε έναν μαδημένο κόκορα και είπε: «Να, ο άνθρωπος!». Δηλαδή; Δηλαδή ότι είναι μια ύπαρξις που έχει δύο ποδάρια και δύο χέρια. Ωραία απάντησις, θα μου πείτε, ε; Ωραία απάντησις… Πάντως είναι η προσπάθεια του ανθρώπου να γνωρίσει τον εαυτό του. Ποτέ δεν θα μπορούσε να γνωρίσει ο άνθρωπος ποιος είναι ο εαυτός του, εάν δεν του απεκαλύπτετο εν Χριστώ Ιησού. Και, αποκαλυπτομένης της αληθείας περί του ανθρώπου, ο άνθρωπος αναφέρεται πλέον, ανάγεται εις αυτόν τον ουρανόν. Γίνεται παιδί του Θεού κατά χάριν. Μπαίνει μέσα στη θεία δόξα.
Ερωτώ, σας παρακαλώ: Ποιος θα μου το πει αυτό; Υπάρχει…,τι υπάρχει μετά θάνατον; Γιατί να υπάρχει κάτι μετά θάνατον, κι αυτό που υπάρχει, τι είναι; Η ψυχή; Υπάρχει ψυχή; Έχομε φθάσει στο σημείο, από τον περασμένο ήδη αιώνα, που ξεκίνησε η επιστήμη της Ψυχολογίας, να μιλάμε για ψυχολογία χωρίς ψυχή. Δεν δεχόμεθα πνευματική ψυχή. Εννοείται, οι γιατροί εκείνοι, οι Ψυχολόγοι, οι οποίοι έχονται υλιστικών αντιλήψεων. Δεν γνωρίζομε… έχει ο άνθρωπος ψυχή, δεν έχει; Μην το πάρετε ότι είναι αυτονόητο. Δεν είναι καθόλου αυτονόητο. Ο Κύριος θα μας απαντήσει σε αυτό. «Τί γάρ ὠφελήσει ἄνθρωπον, ἐάν τόν κόσμον ὅλον κερδήσῃ τόν κόσμον ὅλον, καί ζημιωθῇ τήν ψυχήν αὐτοῦ;»· κ.ο.κ. Και του λέγει του ληστού: «Σε βεβαιώνω, σήμερα θα είσαι μαζί μου…». Πού; Ένας που πεθαίνει, εκεί τελειώνει; Πού; Θα είσαι μαζί μου; Στον τάφον;
Αντιλαμβάνεστε λοιπόν, αγαπητοί μου, ότι ο Χριστός δίδει την απάντηση σε όλα αυτά τα μεγάλα αγωνιώδη μεταφυσικά προβλήματα. Όχι «δίδει την απάντηση». Είναι η απάντησις. Διότι αν ο Χριστός δεν σημείωνε τον μεγάλον σταθμόν της Ενανθρωπήσεώς Του και τους επιμέρους σταθμούς της επιγείου ζωής Του, όπως είναι η Σταύρωσις, η Ανάστασις και η Ανάληψις, δεν θα μπορούσαμε ποτέ να βαδίσομε τον δρόμον αυτού του μεγάλου προορισμού μας που είναι ο ουρανός. Έτσι ο Χριστός έρχεται να απαντήσει σε όλα αυτά. Μάλιστα ο Ίδιος είπε: «Ἐγώ εἰμί ἡ Ζωή». Είπε: «Ἐγώ εἰμί ἡἈνάστασις». Είπε: «Ἐγώ εἰμί ἡἀλήθεια». Είπε:«Ἐγώ εἰμί ἡἀνάπαυσις». Όταν είπε: «Δεῦτε πρός μέ πάντες οἱ κοπιῶντες καί πεφορτισμένοι κἀγώ ἀναπαύσω ὑμᾶς». Πώς «ἐγώ ἀναπαύσω ὑμᾶς»; Γιατί Εγώ είμαι η ανάπαυσις. Προηγουμένως που κάναμε το μνημόσυνον, που λέγει εκεί: «Συ είσαι η ανάπαυσις και η ζωή και η ανάστασις». Ναι! Προσέξτε. Δεν ήρθε να πει: «Ήρθα να σας πω την αλήθεια, ήρθα να σας πω να κατακτήσετε τη ζωή σας, ήρθα να σας πω να βρείτε τον τρόπο με τον οποίον θα αναπαυθείτε». Όχι. «Εγώ είμαι η Ζωή, Εγώ είμαι η Αλήθεια, Εγώ είμαι η Ανάστασις». Θυμηθείτε τι είπε στις αδελφές του Λαζάρου ο Κύριος. «Δεν πιστεύεις ότι ο αδελφός σου θα αναστηθεί;». «Ξέρω», λέει, «Κύριε, ότι κάποτε, στο τέλος της Ιστορίας, θα γίνει η ανάστασις των νεκρών». «Εγώ είμαι η Ανάστασις», λέει ο Κύριος. «Κι αφού εγώ είμαι η Ανάστασις, όποιος ενσωματούται σε μένα, θα αναστηθεί εις ζωήν αιώνιον».
Αντιλαμβάνεστε, λοιπόν, αγαπητοί μου, Ποιο είναι το πρόσωπον του Ιησού Χριστού; Μπορεί να συγκριθεί με τους σωτήρες αυτοκράτορες της Ρώμης ή τους όποιους άλλους της Ιστορίας σωτήρες, που υπόσχονται την σωτηρία και επαγγέλλονται την σωτηρίαν εις τους ανθρώπους; Φτώχεια, αλήθεια, φτώχεια που υπάρχει, όταν στον άνθρωπο αποδίδεται ένας τέτοιος τίτλος, που ανήκει μόνον εις τον Χριστόν.
Αλλά ακόμη ο Χριστός είναι Σωτήρ γιατί διαλύει την ενοχήν. Είδατε τι είπει ο άγγελος εις τον Ιωσήφ; «Αὐτός γάρ σώσει τόν λαόν αὐτοῦἀπό τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν». «Αυτός θα σώσει τον λαό Του, από τις αμαρτίες του». Δηλαδή; Είναι εκείνο που είπε αργότερα ο Κύριος: «Εάν δεν πιστεύσετε ότι Εγώ είμαι…-Τι;- θα πεθάνετε στις αμαρτίες σας». «Εγώ είμαι». Τι; «Ο Κύριος. Εκείνος που συγχωρεί τις αμαρτίες». Συνεπώς είναι Εκείνος που πραγματικά συγχωρεί τις αμαρτίες. Όταν λέμε «συγχωρεί» σημαίνει ότι δεν υπάρχει πια για τον Θεό όρασις αμαρτιών. «Μακάριοι», λέει, «ὧν ἀφέθησαν αἱἀνομίαι καί ὧν ἐπεκαλύφθησαν αἱἁμαρτίαι». «Ἐπικαλύπτω»: σκεπάζω.Αν βάλω σε μία πληγή έναν επίδεσμο, η πληγή δεν φαίνεται. Αλλά για τον Θεό, κάθε κτίσις είναι γυμνή και τετραχηλισμένη. Πώς λοιπόν ο Θεός δεν θα έβλεπε τι υπάρχει κάτω από τον επίδεσμον; Όταν, λοιπόν, λέγει ότι στα μάτια του Θεού είναι σκεπασμένες οι αμαρτίες, σημαίνει ότι δεν τις βλέπει. Αλλά…δεν τις βλέπει, σημαίνει δεν υπάρχουν πια. Αφού ο Θεός όλα τα βλέπει. Δεν υπάρχουν διαχωριστικά σώματα που να κρύπτουν ένα αντικείμενο από τα μάτια, την όραση του Θεού. Άρα δεν υπάρχει ενοχή. Το συλλάβατε αυτό; Γνωρίζετε παρακαλώ ότι ο πυρήν όλων των ψυχολογικών προβλημάτων είναι η ενοχή; Το γνωρίζετε αυτό; Εκείνα από όλα που πάσχει ο άνθρωπος και δεν λέω μόνο τις ποικίλες αρρώστιες αλλά λέγω τις ψυχολογικές, τις ψυχικές αρρώστιες, και εντοπίζω το θέμα, είναι για όλα αλλά μένω σ’ αυτό ιδιαίτερα, ξέρετε ότι ο πυρήνας όλων αυτών των ασθενειών των ψυχικών, είναι η ενοχή; Δεν το λέγω εγώ. Το λέγει η Ψυχολογία. Αν λοιπόν την ενοχή, με κάποιο τρόπο την εξαλείψουμε, δεν θα έχομε προβλήματα ψυχολογικά. Ή αρρώστιες ψυχικές.
Πώς όμως θα εξαλειφθεί η ενοχή, αφού η ενοχή, είτε το θέλομε είτε δεν το θέλομε, έχει μίαν μεταφυσικήν διάστασιν; Δεν είναι δυνατόν λοιπόν ποτέ να μπορέσομε να την εξαλείψουμε παρά μόνον εάν την εξαλείψει ο Θεός. Και ο Θεός έρχεται δι΄εκείνου του φιλανθρωποτάτου μυστηρίου της Εξομολογήσεως. Για να δώσει άφεση αμαρτιών. Με τόσο εύκολο τρόπο. Αρκεί να υπάρξει από την πλευρά του ανθρώπου ένα «μετανοώ», ένα εκ καρδίας «μετανοώ». Και «μετανοώ» θα πει αλλάζω νοοτροπία. Μετά-νοῶ.Αλλάζω τρόπον σκέψεως. Αλλάζω τρόπον ζωής. Πλέον δεν ξαναγυρίζω σε ό,τι παλιό. Να γιατί λοιπόν είναι τόσο φιλάνθρωπον μυστήριον το μυστήριον της Εξομολογήσεως. Διότι δημιουργεί την εξάλειψιν των αμαρτιών, το σβήσιμο των αμαρτιών. Αυτό κάνει τον Χριστόν, Σωτήρα. Ήρθε προχθές κάποιος νεαρός, ο οποίος άρχισε να χάνει την πίστη του στο Θεανθρώπινο πρόσωπο του Χριστού. Του λέγω: «Αχ, καημένο παιδί, μου έδεσες τα χέρια· διότι μόνο αν πιστεύεις ότι ο Ιησούς είναι ο Θεός που ενηνθρώπησε, θα μπορεί να ενεργήσει το μυστήριον της αφέσεως των αμαρτιών σου. Τώρα λες και επιμένεις και μάλιστα, εντόνως επιμένεις ότι δεν πιστεύεις ότι ο Χριστός είναι ο Ενανθρωπήσας Θεός. Λυπούμαι. Δεν είναι δυνατόν να σου δοθεί άφεσις αμαρτιών». Απήλθε… Αυτό είναι… Έφυγε. Έτσι, όπως ήρθε, έφυγε… Δεν υπάρχει άφεσις αμαρτιών αν δεν πιστέψεις. Έτσι, αγαπητοί μου, έρχεται ο Χριστός και διαλύει την ενοχήν, την πηγή και το κέντρον και την αφετηρία όλων των ψυχολογικών, σας είπα, προβλημάτων και ψυχικών ασθενειών.
Ακόμη ο Χριστός είναιΣωτήρ του σώματος κατά οντολογικόν τρόπον. Το σκεφθήκατε αυτό; Όπως λέει, σας είπα προηγουμένως, ο Απόστολος Παύλος: «Καί Αὐτός ἐστίν σωτήρ τοῦ σώματος». Πώς είναι σωτήρ του σώματος; Σημαίνει αυτό το ταλαίπωρο σώμα, που είναι εικόνα του Ενανθρωπήσαντος Υιού του Θεού, είναι εικόνα του Ενανθρωπήσαντος Υιού του Θεού, διότι δεν πήρε ο Χριστός την εικόνα μας, αλλά πήραμε εμείς την δική Του εικόνα, δεν έγινε άνθρωπος κατά την εικόνα του Αδάμ, αλλά ο Αδάμ έγινε κατά την εικόνα του Χριστού, έστω κι αν ο Αδάμ ο παλιός ιστορικά προηγείται. Έστω και αν έχομε αυτό το μεθύστερον σχήμα. Όμως προηγείται ο Χριστός, ως μοντέλο. Αυτό το σχήμα που λέγεται «άνθρωπος», αυτό το σχήμα ήταν ενόψει να γίνει ο Υιός του Θεού. Και κάνει, κατά την εικόνα Του και κατά την ιδέα Του, τον Αδάμ. Και όταν θα γεννηθεί το πρώτο παιδί του Αδάμ, θα είναι κατά την εικόνα και κατά την ιδέα του πατέρα του, του Αδάμ. Ώστε λοιπόν το ανθρώπινο σώμα είναι κατά την εικόνα του Χριστού. Αυτό το σώμα η αμαρτία το κατήντησε εις τον θάνατον, εις τον τάφον. Και γίνεται εξ ων συντίθεται. Δηλαδή χώμα. Διαλύεται. Συνεπώς αυτό το σώμα δεν δύναται να μείνει ανορθωμένο και συντεθειμένον. Αλλά μία των ημερών θα γίνει διάλυσις από εκείνα που συνετέθη. Ποιος θα επανοικοδομήσει αυτό το σώμα; Όχι με την έννοια ότι έρχεται η καινούρια γενεά και επανοικοδομείται το ανθρώπινον γένος. Εγώ, επί παραδείγματι, δίνω την ύπαρξή μου, δίνω την ουσία μου να γίνει ένα καινούριο παιδί, ένας καινούριος άνθρωπος. Αυτός είναι εγώ; Αυτός δεν είμαι εγώ. Αλλά αυτός είναι μία καινούρια ύπαρξις. Έδωσα τα υλικά εκείνα που χρειάζεται για να δομηθεί αυτός ο άνθρωπος. Εγώ όμως, πηγαίνω εις την φθοράν.
Για μένα η σωτηρία πώς νοείται; Όχι ότι αναστήνομαι εγώ εν τω προσώπω του παιδιού μου. Κι εκείνο το… βέβαια συναισθηματικό είναι, δεν βαριέστε, άντε, ας το πάρομε κι έτσι, αλλά ανόητο, αν φθάνομε να μαλώνομε, να δώσω το όνομά μου στο εγγόνι μου για να… μείνω. Πού να μείνεις, φτωχέ άνθρωπε! Θα ονομάσεις τον εγγονό σου Αθανάσιον; Ε, πόσοι άλλοι Αθανάσιοι υπάρχουν και τι βγήκε απ’ αυτό; Ύστερα, δεν είσαι εσύ ο εγγονός σου. Εσύ είσαι ανεπανάληπτος ύπαρξις, ανεπανάληπτος προσωπικότης. Για σένα ο Χριστός πώς μπορεί να είναι Σωτήρας; Με το να σου αναστήσει αυτό το σώμα το δικό σου. Γι΄αυτό ο Χριστός είναι Σωτήρ, οντολογικά Σωτήρ. Έρχεται να αναστήσει αυτή την ίδια την ύπαρξή μου. Εγώ είμαι άλλος, το παιδί μου είναι άλλο και ο εγγονός μου είναι άλλο. Είμεθα τρία πρόσωπα. Τέσσερα, εκατό, ένα εκατομμύριο. Αλλά εν τοιαύτη περιπτώσει έχομε την ατομικήν, την προσωπικήν σωτηρία και όχι την γενικήν, την ονομαστικήν, θα λέγαμε, σωτηρίαν. Όχι. Ο κάθε άνθρωπος έχει τον προσωπικό του σωτήρα,τον Ιησούν Χριστόν. Όλοι εν Χριστώ Ιησού, ευσεβείς και ασεβείς, θα αναστηθούμε.
Ώστε, λοιπόν, αγαπητοί μου, ο Χριστός είναι ο οντολογικός Σωτήρ. Δυνάμει τίνος; Δυνάμει της Αναστάσεώς Του. Δεν είναι λόγια. Είναι πραγματικότητα. Όπως ο Χριστός έγινε άνθρωπος και ανεστήθη, αφού απέθανε, παίρνοντας τη δική μου φύσιν την θνητήν, και τώρα της δίδει ζωήν, δυνάμει αυτού του γεγονότος, εγώ θα αναστηθώ.
Εάν λοιπόν, αγαπητοί μου, η ανθρωπότητα δεχθεί έτσι τον Χριστόν, τότε και όλα τα άλλα αγαθά, στα οποία δίνομε διαστάσεις σωτηρίας, μπορούμε να τα έχομε. Λέμε «το ψωμί μου, σωτηρία, το επάγγελμά μου, σωτηρία…». Όλα αυτά τα αγαθά, τα δίδει ο Θεός, εφόσον όμως έχομε τοποθετηθεί σωστά, το τι είναι σωτηρία. Αυτές τις μέρες θα γιορτάσομε τον Ιησούν Χριστόν, Σωτήρα του κόσμου. Πώς θα γιορταστεί; Με ένα χριστουγεννιάτικο δένδρον; Με ένα πλούσιο τραπέζι; Με διακοπές; Με χρήματα; Με διασκεδάσεις; Με χορούς; Αν θέλετε ακόμη, και με πορνείες και αμαρτίες ποικίλες; Θα πάει να βρει ο άλλος τη φιλενάδα του να κάνει Χριστούγεννα. Τι οξύμωρα πράγματα! Τι αντιφατικά πράγματα! Θα πάει να βρει τη φιλενάδα του, για να κάνει Χριστούγεννα… Αντιλαμβάνεστε, λοιπόν, αγαπητοί μου, πώς ο κόσμος γιορτάζει; Απλώς παίρνει την αφορμή μιας διακοπής, τίποτε άλλο. Κατά τα άλλα; Δεν έχει ουδεμίαν γνώσιν περί της εορτής των Χριστουγέννων. Δηλαδή περί του γεγονότος της Ενανθρωπήσεως του Σωτήρος Χριστού. Ας αφήσομε λοιπόν αυτές τις αντιλήψεις. Όσο για τα νόμιμα εκείνα, «τόν ἄρτον ἡμῶν τόν ἐπιούσιον δός ἡμῖν σήμερον» που λέμε εις την Κυριακήν προσευχήν, αυτά θα μας δοθούν. Αρκείνα βάλομε κορυφαίο γεγονός τον Σωτήρα Χριστόν. Λέγει ο ίδιος ο Θεός στην Παλαιά Διαθήκη: «Εάν με ακούσετε, θα φάτε τα αγαθά της γης». Θα το μετατρέπαμε λιγάκι και θα λέγαμε: «Εάν κατά κάποιον τρόπον, εννοήσετε το νόημα των γεγονότων, των εορτών που είναι πίσω από αυτές κάποια γεγονότα, τότε τα αγαθά της γης θα φάτε». Αλλά εάν εννοήσετε. Μη λοιπόν ειδωλολοποιούμε τα πράγματα του κόσμου τούτου. Μη ειδωλοποιούμε το σώμα μας, την υγεία μας, τα αγαθά μας και να νομίζομε ότι αυτά είναι οι σωτήρες μας. Σωτήρας μας είναι μόνος ο Χριστός και μόνος Αυτός.
Λέει ένα τροπάριο των ημερών: «Δεῦτε ἴδωμεν, πιστοί, ποῦἐγεννήθη ὁ Χριστός». Είναι τόσο χαριτωμένο! Μάλιστα όλη η υμνολογία των ημερών, όπως και όλου του έτους η υμνολογία, είναι χαριτωμένη. Είναι τόσο χαριτωμένη! Είναι τόσο ανθρώπινη! Είναι τόσο συναισθηματική! Είναι τόσο ποιητική! Που, αν κανείς ξαναγυρίσει και γίνει ένα παιδί στην καρδιά, αλλά με σώας τας φρένας και πλήρεις, δηλαδή με σοφό μυαλό, τότε χαίρεται αυτές τις εκφράσεις. «Δεῦτε ἴδωμεν,πιστοί, ποῦἐγεννήθη ὁ Χριστός». «Ελάτε, πιστοί, να δούμε πού εγεννήθη ο Χριστός». Σκεφτείτε μία ομάδα μικρών παιδιών, που λέει το ένα στο άλλο: «Ελάτε, παιδιά, να δούμε πού είναι ο κρυμμένος θησαυρός». Με εκείνο το γνωστό παιχνίδι. «Ελάτε παιδιά…». Μόνο άμα είναι κανείς παιδί μπορεί να νιώσει αυτή τη φράση: «Ελάτε παιδιά». Και με όλη εκείνη την ευχαρίστηση που νιώθει το κάθε παιδί, άμα του πει το άλλο: «Πάμε να δούμε…». Τι να δούμε; Έτσι, γι΄αυτό σας είπα, έχει τόσο αίσθημα η υμνολογία μας. Ε, «δεῦτε», λοιπόν, «ἴδωμεν,πιστοί», ελάτε πιστοί να δούμε, πού εγεννήθη ο Χριστός».
Αλήθεια,να μάθομε δηλαδή με άλλα λόγια, ποιο είναι το νόημα της Ενανθρωπήσεως. Πού εγεννήθη ο Χριστός; Στην Βηθλεέμ; Αυτό έγινε εφάπαξ. Αν πάω στη Βηθλεέμ και προσκυνήσω τούτες τις μέρες, θα εκπληρώσω αυτό το «Δεῦτε ἴδωμεν,πιστοί, ποῦἐγεννήθη ὁ Χριστός»; Κι εκείνοι οι οποίοι δεν θα πάνε, θα λέγαμε, στον τόπον εκείνον, δεν θα το μάθουν αυτό; Δεν θα γνωρίσουν ποτέ τίποτε; Όχι, αγαπητοί. Πολλοί είναι εκείνοι οι προσκυνηταί, χωρίς βέβαια να προσβάλω την έννοια της προσκυνήσεως, οι οποίοι πηγαίνουν, αλλά μένουν πάντως ανύποπτοι, στο πού γεννήθηκε ο Χριστός. Έτσι, είτε πάω είτε δεν πάω, το θέμα είναι…πρέπει να μάθω πού εγεννήθη ο Χριστός.
Και ο Χριστός εγεννήθη, αγαπητοί μου…, πού εγεννήθη; Εφάπαξ στη Βηθλεέμ. Αλλά πάντοτε μέσα στην κάθε ανθρώπινη καρδιά. Δεν είναι σχήμα λόγου. Δεν είναι ποιητικό σχήμα, να πούμε ότι γεννιέται ο Χριστός μέσα στην καρδιά. Είναι μία πραγματικότητα. Όταν λέμε ότι ο Χριστός γεννήθηκε σε μία φάτνη, σε ένα παχνί, δηλαδή ζώων, και ότι η καρδιά γίνεται ένα παχνί, δεν είναι ένα σχήμα λόγου. Είναι μία μεταφορά. Αν το θέλετε, το πρώτο, δεν έχει και πολλή αξία και σημασία, το ότι εγεννήθη σε ένα παχνί. Εδώ έχει σημασία. Αν ο Χριστός γεννηθεί μέσα στη δική μου την καρδιά. Και την κάνει παχνί Του. Με άλλα λόγια, πραγματικά να γεννηθεί ο Χριστός μέσα στην καρδιά μου. Και γεννιέται με τη γνώση, με την κατανόηση τη θεολογική. Γεννιέται ακόμη με το να έρθει να μείνει μέσα μου με την Ενανθρώπησή Του την πλήρη· το σώμα Του και το αίμα Του. Γιατί, τι σημαίνει ότι ανεκλήθη σε μία φάτνη; Σημαίνει ότι εκεί τοποθετήθηκε. Όταν λοιπόν κοινωνώ, τι σημαίνει; Σημαίνει ότι τοποθετώ τον Σωτήρα μου Χριστό μέσα μου. Για να με κάνει αιώνιον, να με κάνει αθάνατον, να μου διαλύσει την ενοχή. Να μου απαντήσει σε όλα τα αγωνιώδη προβλήματα της υπάρξεως και του προορισμού μου.
Αυτός είναι ο Σωτήρας του κόσμου. Αυτού την Γέννησιν, την Ενανθρώπηση γιορτάζομε, αγαπητοί μου, τούτες τις μέρες. Γι΄αυτό ας συλλάβομε το νόημα του μεγάλου αυτού γεγονότος. Και συλλαμβάνοντες το νόημα αυτό, τότε μπορούμε να γιορτάζομε το γεγονός σαν το πιο μεγάλο και κεντρικότερο της Ιστορίας.