26 Νοεμβρίου 2024

Ἡ φιλαυτία τοῦ Ἀδάμ. Δημιουργία ὑποσυνειδήτου στόν Ἀδάμ (Α΄).

†.Εἴδαμε ὅτι ὁ Ἀδάμ ἄρχισε νά κατηγορεῖ τήν Εὔα στόν Θεό ὅτι αὐτή φταίει. Πόσο μᾶς θυμίζει ἐκεῖνη τή συμπεριφορά που συναντάμε στα μικρά παιδιά, πού ὅταν τά μαλώσουμε γιά ἕνα παράπτωμά τους, σπεύδουν ἀμέσως νά ποῦν δέν φταίω ἐγώ· αὐτός, αὐτή...! Θα λέγαμε ὅτι ἔχουμε πλήρη τήν εἰκόνα τοῦ Αδάμ σ' ἕνα μικρό παιδί. (Κάποιοι ἐκκλησιαστικοί Πατέρες πιθανολογοῦν ὅτι ἡ ἡλικία τῶν πρωτοπλάστων ἦταν ἡ νηπιακή. Βλ. ἁγ. Εἰρηναίου Λυῶνος, Κατὰ Αἱρέσεων, Ἔλεγχος καὶ Ἀνατροπὴ τῆς Ψευδωνύμου Γνώσεως, Βιβλίο 40, PG 7, 1105CD: «Εἰ δὲ λέγει τις ... οὐκ ἠδύνατο ὁ Θεὸς ἀπ' ἀρχῆς τέλειον ἀναδείξει τὸν ἄνθρωπον ... ὁ δὲ ἄνθρωπος ἀδύνατος λαβεῖν αὐτό· νήπιος γὰρ ἦν.», Θεοφίλου Αλεξανδρείας, Πρὸς Αὐτόλυκον 2, 25, PG 6, 1092AB: «Τῇ δὲ οὔσῃ ἡλικίᾳ ὅδε Ἀδὰμ ἔτι νήπιος ἦν.», καί π. Αθανασίου Μυτιληναίου, Ἡ Γένεσις, Τόμος Γ΄, Μάθημα 31ο, ἐκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Κομνηνείου, Στόμιον Λαρίσης 2018, σ. 156 κ. έ.)

   Ὁ Ἀδάμ λοιπόν ἄρχισε νά κατηγορεῖ τή γυναίκα πού τοῦ ἔδωσε ὡς συντροφιά ὁ Θεός –γιά τήν ὁποία μάλιστα εἶχε πέσει σε μελαγχολία, ὅταν ὁ Θεός δέν τήν εἶχε δημιουργήσει ἀκόμη– καί τώρα εἶναι ἕτοιμος νά τήν ἀποπέμψει! Δηλαδή, μέ ἄλλα λόγια, ὁ Ἀδάμ παρουσιάζει μία ανωριμότητα ἀγάπης, ὅπως λέγαμε τήν περασμένη φορά. Καί ἐξηγούσαμε καί λέγαμε ὅτι ἡ ἀγάπη, ὅπως σημειώνει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, «οὐ ζητεῖ τὰ ἑαυτῆς» (Α΄ Κορ. 13, 5), ἡ ἀγάπη δέν ζητάει τα δικά της· ἡ ἀγάπη θυσιάζεται.

   Θά μποροῦσε δηλαδή ὁ Ἀδάμ, παρότι ἔφταιγε και ἡ Εὔα, ἀναμφισβήτητα, θα μποροῦσε νά πεῖ στόν Θεό: Ἐγώ φταίω. Ἐγώ! Δεν φταίει ἡ γυναίκα μου· μόνο ἐγώ φταίω!... Τί λέτε; δέν θά συγκινούσε τόν Θεό αὐτή του ἡ συμπεριφορά;

   Ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού ἔχουν μιά ωριμότητα· κι αὐτή τήν ὡριμότητα βεβαίως δέν τήν προβάλλουν μόνο στο θέμα τῆς συζύγου, ἤ τοῦ συζύγου ἀντίστοιχα, αλλά καί γενικότερα ὅταν ἀναλαμβάνουν μια γενική κατακραυγή προκειμένου να περισώσουν τόν ἄλλο ἄνθρωπο. Αυτό δείχνει μία ωριμότητα συναισθηματική, μιά ὡριμότητα ἀγάπης, καί εἶναι πάρα πολύ σημαντικό.

   Αλλά, ἐπίσης, ὁ Ἀδάμ εἶναι ἀδικαιολόγητος γιά ὅ,τι εἶπε στόν Θεό, γιατί θεώρησε τά λόγια τῆς Εὔας πιό ἀξιόπιστα ἀπό τά λόγια τοῦ Θεοῦ. Αὐτό εἶναι κάτι πού τόν καθιστᾶ τελείως αδικαιολόγητο. Ὄφειλε ὁ Ἀδάμ νά διορθώσει τή γυναίκα του καί νά τῆς ὑπενθυμίσει τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ· νά τῆς πεῖ: Τί εἶπε ὁ Θεός;... Αλλά, δυστυχῶς, αὐτό ὁ Ἀδάμ δέν τό ἔκανε. Καί ἐνῶ εἶχε εἰδοποιηθεῖ νά μή γευθεῖ ἀπό τόν καρπό, γνωρίζοντας τις συνέπειες τῆς παραβάσεως, βρέθηκε σε μία ἀδυναμία, τό λησμόνησε, καί ἔφθασε να παρασυρθεῖ ἀπό τήν Εὔα.

   Ακόμη, ὁ Ἀδάμ λησμόνησε ὅτι ἦταν ἡ κεφαλή τῆς γυναίκας· γι' αυτό, και επειδή αφέθηκε να παρασυρθεί ἀπό τήν Εὔα, ἀνατράπηκε ἡ φύση τῶν πραγμάτων.

   Ὁ ἱερός Χρυσόστομος λέει πάνω σέ αὐτό τό σημεῖο: «Διὰ τοῦτο, ἐπειδὴ τὴν τάξιν ἅπασαν ἀνέστρεψας, ἐν τούτοις εἶ νῦν, ὁ πρὸ τούτου τοσαύτη δόξῃ περιβεβλημένος.» (Ὁμιλίαι εἰς τὴν Γένεσιν, ΙΖ΄, δ΄, PG 53, 139). Γι' αὐτό, ἐπειδή ἐσύ ἀνέστρεψες, ἀναποδογύρισες ὅλη ἐκείνη τήν τάξη πού ὁ Θεός εἶχε ὁρίσει, ὅτι ἐσύ εἶσαι ἡ κεφαλή τῆς γυναίκας, γι' αυτόν τόν λόγο εἶσαι τώρα ἔτσι, βρίσκεσαι στην κατάσταση πού βρίσκεσαι· καί ἔτσι εἶσαι πράγματι ὑπεύθυνος, πού πρίν ἀπό αὐτό εἶχες περιβληθεῖ μέ τόση δόξα. Δέν λογάριασες ὅτι ἔπρεπε νά κρατήσεις τή θέση σου. 

   Πολλές φορές νομίζουμε ὅτι ἂν κρατήσουμε τή θέση μας, ὅποια καί ἄν εἶναι, αὐτό εἶναι ὑπερηφάνεια· καί γιά νά δείξουμε δῆθεν ταπεινοφροσύνη, αλλάζουμε ρόλους στη θέση πού κατέχουμε.

   Σκεφτεῖτε δηλαδή μία μητέρα να ξεχάσει ὅτι εἶναι μητέρα καί νά ἀρχίσει να παίρνει ἕναν ἄλλο ρόλο απέναντι στα παιδιά της. Λέμε πολλές φορές ὅτι ἡ μητέρα καί ὁ πατέρας πρέπει νά εἶναι φίλοι μέ τά παιδιά. Ναί, αλλά αὐτό τό φίλοι θά τό βάζαμε εντός εἰσαγωγικῶν. Διότι, ἄν ὁ πατέρας σας καί ἡ μητέρα σας σταθοῦν φίλοι ἀπέναντί σας, ἐσεῖς οἱ ἴδιοι, τά παιδιά τά ἴδια, θά ξεράσετε τούς γονεῖς σας, δηλαδή θά τούς ἀποδοκιμάσετε. Διότι τό παιδί θέλει τή μάνα του μάνα, καί τόν πατέρα του πατέρα, θέλει μιά αὐθεντία· θέλει να αισθάνεται ὅτι οἱ γονεῖς του εἶναι γονεῖς του. Φίλους ἔχει, ἢ μπορεῖ νά βρεῖ πολλούς· γονεῖς ὅμως ὄχι. Τό παιδί λοιπόν θέλει να αἰσθάνεται ἕνα αἴσθημα ὅτι ἔχει γονεῖς· γι᾿ αὐτό βάζω τη λέξη φίλος ἐντός εισαγωγικῶν. Ἄλλο τώρα ὅτι ὁ πατέρας καί ἡ μητέρα θά ἀκούσουν τα παιδιά τους μέ ἕναν φιλικό τρόπο· αναμφισβήτητα. Ὅμως ἄλλο εἶναι τό ἕνα καί ἄλλο τό ἄλλο.

   Θυμᾶμαι, κάποτε –μέ τ' αυτιά μου τό εἶχα ακούσει αὐτό– πού ἕνας πατέρας ἔλεγε: ἐγώ βγαίνω περίπατο ἀγκαζέ μέ τόν γιό μου! Καί ἔβγαιναν περίπατο οἱ δυό τους καί σαχλαμαρίζανε στον δρόμο –καταλαβαίνετε– χαζομαρίζανε, πηγαίνοντας ἀπό 'δῶ κι από κεῖ! Πατέρας καί γιός! Γιατί; ἐν ὀνόματι μιᾶς φιλίας, ὅτι ὁ πατέρας εἶναι φίλος μέ τόν γιό του!

   Αν λοιπόν ξεχάσουμε τον ρόλο μας, τη θέση μας, τα πράγματα δέν θά πάνε καλά. Ἄν ὁ καθηγητής ἤ ὁ δάσκαλος –ὁ ὁποῖος, βεβαίως, πρέπει να φέρεται μέ πολλή αγάπη στούς μαθητές του– ξεχάσει τον ρόλο, τή θέση τοῦ δασκάλου, ἢ ὁ ἱερέας τή δική του, ὅτι εἶναι ἱερέας –πού βεβαίως θα πρέπει να συγκαταβαίνει, να κατανοεί– τότε, καταλαβαίνετε, τα πράγματα αναποδογυρίζονται.

   Πιστεύω ὅτι κατανοήσατε τί θέλω να πω. Μή παρανοηθῶ ὅτι λέω πώς πρέπει κανείς νά ἔχει ἕνα τουπέγια να κρατάει τή θέση του... Ἡ θέση δέν εἶναι οὔτε μιά καρέκλα οὔτε μια στολή, ἀλλά εἶναι μία κατάσταση ἀπέναντι στούς ἄλλους ἀνθρώπους. Καί ἄν αὐτό τό καταλάβουμε, τότε τα πράγματα πηγαίνουν πολύ καλά. 

   Ἡ διατήρηση μιας θέσεως, ενός ρόλου, δέν καταστρέφει, δεν λυμαίνεται τὴν ἀγάπη, την οικειότητα, καί οὕτω καθ᾿ ἑξῆς. Ξέρω πόση οικειότητα θα δείξω σ' ἕνα παιδί. Ἐάν δείξω παραπάνω, το παιδί είναι ανώριμο καί θά ἀνεβεί στο σβέρκο μου. Είτε μάνα εἶμαι, εἴτε πατέρας εἶμαι, εἴτε ἱερέας εἶμαι, εἴτε δάσκαλος εἶμαι, θά ἀνεβεῖ στό σβέρκο μου τό παιδί! Καί τότε τί γίνεται; Πῶς μπορῶ ἐγώ πιά να βοηθήσω το παιδί παραπέρα; Διότι τό θέμα δέν εἶναι ὅτι μοῦ πῆρε τόν ἀέρα τό παιδί, καί βέβαια δέν χάλασε καί ὁ κόσμος, ἀλλά εἶναι ὅτι οφείλω να βοηθήσω. Ἐάν ἐγώ χάσω τη θέση μου απέναντι στο παιδί, πῶς τώρα θά τό βοηθήσω; Εἶναι δυνατόν;

   Να λοιπόν τώρα ἐδῶ, ὁ Ἀδάμ χάνει τη θέση του. Διότι ἔπρεπε νά πεῖ στή σύζυγό του, στη γυναίκα του, στήν Εὔα: Ὄχι!... Τί εἶπε ὁ Θεός; Ὅ,τι εἶπε ὁ Θεός θά κάνουμε! Χωρίς δεύτερη κουβέντα. Εἶπε ὁ Θεός αυτό! Δέν ἦταν κεφαλή τῆς γυναίκας; (Βλ. Εφ. 5,23. Καλ. 3, 18. Τίτ. 2,5. Α' Πέτρ. 3,1. Α΄ Κορ. 11,3) Όφειλε λοιπόν, ὡς κεφαλή, νά ὑποτάξει τό σῶμα. Αὐτό ὄφειλε νά κάνει ὁ Αδάμ. Δέν τό ἔκανε.

   Τό ἴδιο πράγμα συμβαίνει καί σήμερα δυστυχῶς, γιατί εἴμαστε ἀπόγονοι τοῦ Ἀδάμ καί κληρονόμοι  ὅλων ἐκείνων τῶν τερτιπιῶν, καί τοῦ Ἀδάμ καί τῆς Εὔας, μέ αὐτόν τόν διαβόητο φεμινισμό, ὁ ὁποῖος στήν ἐποχή μας, εἰλικρινά, ἔχει ἀναποδογυρίσει τίς ἀνθρώπινες κοινωνίες. 

   Ἄκουσα, ἐπί παραδείγματι, να λέγεται ὅτι θά γινόταν ἕνας πολιτικός γάμος, διότι ἡ σύζυγος, καί μάλιστα μέ πανεπιστημιακό πτυχίο, δέν ἤθελε νὰ ἀκούσει στήν ἐκκλησία ἐκεῖνον τόν λόγο τοῦ ἀποστόλου Παύλου, πού εἶναι στήν ἀποστολική περικοπή τοῦ Γάμου, «ἡ δὲ γυνὴ ἵνα φοβῆται τὸν ἄνδρα» (Έφεσ. 5, 33). Δέν τό ἀνεχόταν αὐτό. Αλλά αυτό σημαίνει ὅτι τό σῶμα δέν ἀνέχεται τήν κεφαλή που το κυβερνά, και τότε έχουμε τα πάνω κάτω.

   Βέβαια, πρέπει νά σᾶς πῶ ὅτι καί ὁ ἄνδρας, από κεφαλή τῆς γυναικός, ἐπηρεασμένος από τέτοιες καταστάσεις ὅπως ὁ φεμινισμός, κατάντησε άθυρμα τῆς γυναίκας, παιχνίδι, ἄβουλος. Καί βλέπετε σήμερα, στούς πολύ κοσμικούς κύκλους, –δεν ξέρω ἂν ἔχετε βρεθεῖ ποτέ σέ πολύ ἐξεζητημένους κοσμικούς κύκλους, πού συνήθως εἶναι σε μεγάλα αστικά κέντρα– τί καμώματα κάνει μία γυναίκα, τί ἐγωίστρια εἶναι καί τί ἀπαιτήσεις ἔχει ἀπό τόν ἄνδρα της! Ὁ ἄνδρας της γίνεται ἕνα τίποτα, ἕνα σκουπίδι... πού τήν ὑπηρετεῖ ἀπό τό πρωί μέχρι το βράδυ, καί ἀπό τό βράδυ μέχρι το πρωί! Εἶναι φοβερό πράγμα αυτό... εἶναι φοβερό! Γι' αυτό λοιπόν τελικά ὁ ἄνδρας γίνεται ἕνα παιχνίδι στα χέρια τῆς γυναίκας.

   Ἡ Εὔα πλάστηκε ὡς βοηθός του Αδάμ. Αὐτό δέν πρέπει ποτέ νά τό ξεχνάει ἡ γυναίκα. Αλλά βοηθός σε τί; Ὄχι, βεβαίως, για να πλένουν μαζί τα πιάτα καί νά σκουπίζουν μαζί το σπίτι... Προσέξτε· αὐτό δέν εἶναι ἀνάγκη νά ἔρθει ὁ φεμινισμός γιά νά μᾶς τό πεῖ. Ἄλλο τώρα τό ὅτι ὑπῆρξαν καί κάποιες καταστάσεις τραβηγμένες, δηλαδή αποκλίσεις από μία σωστή τοποθέτηση τῶν πραγμάτων, ὅτι τάχα δέν πρέπει ὁ ἄνδρας νά βοηθάει στο σπίτι...

   Μάλιστα, ἄς μοῦ ἐπιτραπεῖ ἐδῶ νά πῶ –γιατί δέν το λέω ἐγώ το λέει ὁ μέγας Βασίλειος, το λέει η Αγία Γραφή, η Σοφία Σειράχ– δέν ἔχουμε παρά να κοιτάξουμε τα ζώα τι κάνουν σ' αυτές τις περιπτώσεις. (Βλ. Σοφ. Σειράχ 26, 13-21, Μ. Βασιλείου, Εἰς τὴν ἑξαήμερον, Ομιλία Ζ΄, PG 29, 160-161, ὅπως καί π. Αθανασίου Μυτιληναίου, Ἡ Γένεσις, Τόμος Α΄, Μάθημα 100, ἐκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Κομνηνείου, Στόμιον Λαρίσης 2017)

   Βλέπουμε τα χελιδόνια, ἐπί παραδείγματι, μαζί να κτίζουν τη φωλιά τους, μαζί να τη στρώνουν με πούπουλα, καί μαζί να κουβαλούν καί νερό –γιατί δίνουν στα μικρά τους και νερό, βάζοντάς τους στο στόμα και κρατώντας το ἐκεῖ– καί φαγητό. Καί ὁ πατέρας καί ἡ μητέρα κουβαλούν στα χελιδονάκια, στα παιδιά τους, τα δέοντα, τα χρειώδη, τά ἀναγκαῖα. Καί οἱ δυό οἱ γονεῖς, ὅταν θά ἔρθει ὁ καιρός τά παιδιά, τα πουλάκια, να πετάξουν, τα γυμνάζουν, τα βγάζουν ἀπό τή φωλιά, τα σπρώχνουν να φύγουν από τη φωλιά, καί αὐτοί πᾶνε σε παρακείμενα σημεῖα νὰ σταθοῦν. Πετάνε ἀπό τή φωλιά σέ ἕνα κοντινό σημεῖο, ἕνα μέτρο, δύο μέτρα, καί σιγά-σιγά βοηθοῦν τά μικρά τους να αναλάβουν τόν ἀγώνα τῆς ζωῆς.

   Εἴδατε; καί οἱ δύο οἱ γονεῖς! Δέν ἔχουμε λοιπόν παρά να κοιτάξουμε σ' αὐτά τά ἴδια τά ζῶα, καί θά μάθουμε πολλά.

   Ὅπως ἔχουμε καί τό ἀντίστροφο παράδειγμα. Ἔχουμε ζῶα στά ὁποῖα τό αρσενικό δέν ἐνδιαφέρεται ποσῶς γιά τό τί θα γίνει παρακάτω... τίποτα, καί ἔτσι ὅλη τή φροντίδα τήν ἀναλαμβάνει μόνο τό θηλυκό ζώο. Ἔχουμε ἀκόμη καί μία χειρότερη κατάσταση, ὅταν τό θηλυκό ζώο πρέπει να φροντίσει να προστατεύσει τά μικρά του ἀπό τόν πατέρα, από το αρσενικό ζώο, όπως εἶναι τό κουνέλι, ὁ λαγός, πού μπορεί κάποτε να πνίξει τα μικρά... καί οὕτω καθ' ἑξῆς. 

   Τί σημαίνει αυτό; Ὁ Θεός μᾶς ἔδωσε ὅλες αυτές τις καταστάσεις για να βλέπουμε ἐμεῖς οἱ λογικοί ἄνθρωποι, ἐάν δέν μπορέσαμε να καταλάβουμε τον νόμο τοῦ Θεοῦ, πῶς πρέπει να μεγαλώνουμε τα παιδιά μας, πῶς πρέπει να κινούμαστε. Αναμφισβήτητα λοιπόν θα πρέπει καί οἱ δυό οἱ γονεῖς νά βοηθούν στο σπιτικό τους. Δέν μπορεῖ ὅμως ἡ γυναίκα να διατάζει τόν ἄνδρα να κάνει κάποιες δουλειές. Δέν διατάζει ὁ ἕνας τόν ἄλλο· συνεργάζονται, κατανοοῦν, καί δουλεύουν μαζί μέσα στο σπιτικό τους. (Κάποτε ἕνας προσκυνητής ρώτησε τόν ἅγιο Παΐσιο τον Άγιορείτη: Γέροντα, ποιός πρέπει να κάνει τις δουλειές του σπιτιοῦ, ἡ γυναίκα ἢ ὁ ἄνδρας; για να πάρει την απάντηση: Ὅποιος προλάβει πρῶτος... Αυτός θά ἔχει καί τόν μεγαλύτερο μισθό!)

   Αλλά ή Εὔα δέν εἶναι γι' αυτό βοηθός τοῦ Ἀδάμ· εἶναι βοηθός για τον σκοπό πού πλάστηκε ὁ Ἀδάμ· καί ὁ σκοπός αὐτός εἶναι ἡ θέωση. (Βλ. π. Αθανασίου Μυτιληναίου, Η Γένεσις, Τόμος Β΄, Μαθήματα 18ο-21ο, ἐκδ. Ι. Μονή Κομνηνείου, Στόμιον Λαρίσης, 2018, Όπως γράφει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, ὁ ἄνθρωπος εἶναι «ζῶον ... τῇ πρὸς Θεὸν νεύσει θεούμενον» (PG 36, 324). Ὁ Θεοδώρητος Κύρου αιτιολογεῖ: «Οὕτω καὶ θεὸς ὁ ἄνθρωπος ὠνομάσθη, ἐπειδὴ εἰκὼν προσηγορεύθη Θεοῦ» (PG 80, 105D). Ὁ δέ μέγας Αθανάσιος λέει: «αὐτὸς γὰρ ἐνηνθρώπησε, ἵνα ἡμεῖς θεοποιηθώμεν» (PG 25, 96). Κατά τον μεγάλο Ρώσο θεολόγο π. Γεώργιο Φλωρόφσκι, θέωση σημαίνει υιοθεσία από τόν Θεό (Οι Ανατολικοί Πατέρες του 4ου αἰώνα, ἐκδ. Πουρναράς, Θεσ/νίκη 1991, σ. 69). Ὁ ἅγ. Γρηγόριος Νύσσης μάλιστα χρησιμοποιεῖ τόν ὅρο ανάκρασις για να περιγράψει την ένωση τοῦ ἀνθρώπου με τον Θεό (PG 44, 25). Βλ. Ρωμ. 8, 15. Γαλ. 4, 5. Έφεσ. 1, 4. Επίσης βλ. π. Αθανασίου Μυτιληναίου. Το μυστήριο τοῦ Γάμου, Ὁμιλία 4η, ἐκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη, Θεσσαλονίκη 2011, όπου αναφέρονται αναλυτικά οἱ τρεῖς βασικοί σκοποί του γάμου)

   Γιατί ὁ Θεός έκανε τόν Αδάμ; Γιά νά θεωθεῖ ὁ Αδάμ. Και τώρα χρειάζεται έναν βοηθό για να φθάσει σ' αὐτή τή θέωση. Τό δυστύχημα ὅμως εἶναι ὅτι τώρα πιά ἡ Εὔα, ἡ γυναίκα, αντί να βοηθάει τόν ἄνδρα στη θέωσή του –καί φυσικά καί τόν ἑαυτό της να βοηθά στη θέωση, γιατί κι ἀπό ἐκεῖνον βοηθιέται ἡ γυναίκα– αντί γι' αὐτό, τήν βλέπουμε να γίνεται σκάνδαλο, εμπόδιο στη θέωση τοῦ ἄνδρα της.

   Ἔτσι, ὁ γάμος, ἀντί νά γίνεται –ἄς μοῦ ἐπιτραπεῖ νά τό πῶ μέ μία σύγχρονη έκφραση– ένα λιμάνι ὑπήνεμο, ἀντί νά γίνεται ἕνας χώρος ἱερός πού θα βοηθήσει ὁ ἕνας τόν ἄλλο να φθάσουν στη σωτηρία –γιατί αυτή εἶναι ἡ θέωση– δυστυχώς γίνεται ἕνας χώρος ὅπου ὁ ἕνας ἐμποδίζει, ἤ καλύτερα σκανδαλίζει τόν ἄλλο, για να μή φθάσουν στη σωτηρία! Ὥστε λοιπόν φθάνω να παντρευτώ για να χάσω τη σωτηρία μου;... Είναι δυστύχημα· εἶναι αὐτόχρημα δυστύχημα!

   Γι' αὐτό ας προσέξουμε, γιατί όλα αυτά συμβαίνουν ἐπειδή καί ὁ ἄνδρας δέν ξέρει τη θέση του, καί ἡ γυναίκα δέν ξέρει τη δική της τή θέση. Ὁ μέν ἄνδρας ἀφήνει μέρος τῶν δικαιωμάτων του, ἡ δέ γυναίκα ύπερβαίνει τα δικά της τά όρια, και ξεχνᾶ ὅτι αὐτή ἔχει κεφαλή της τόν ἄνδρα.

   Ὁ ἱερός Χρυσόστομος λέει ὅτι ἡ Εὔα ἦταν «οὐκ ἀνασχομένη μεῖναι ἐπὶ τῶν οἰκείων ὅρων» (Ὁμιλίαι εἰς τὴν Γένεσιν, IC', γ', PG 53, 129), δέν ἀνεχόταν να μείνει μέσα στά ὅρια πού τήν ἔβαλε ὁ Θεός. Δέν ἀνεχόταν! Από αὐτό τό «οὐκ ἀνασχομένη», από μία αλαζονεία δηλαδή, ἔφθασε ἡ γυναίκα να ὑπερβεῖ τα όριά της. Βέβαια, αυτό συμβαίνει ὄχι μόνο στη γυναίκα, ἀλλά γενικά καί στόν κάθε ἄνθρωπο, ἢ ἄνδρας εἶναι ἢ γυναίκα· πάντα υπάρχουν ὅρια.

   Ὅπως λέει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, «εἴσω τῶν ἡμετέρων ὅρων φιλοσοφώμεν» (Λόγος ΚΖ΄, Θεολογικός Πρώτος, Κατὰ Ευνομιανῶν προδιάλεξις, PG 36, 17Α), πρέπει νά φιλοσοφοῦμε μέσα στα όριά μας. Ἔχουμε ἕναν κύκλο μέσα στόν ὁποῖο κινούμαστε. Δεν πρέπει νά ὑπερβοῦμε αὐτήν τήν περιφέρεια τοῦ κύκλου. Αν τήν ὑπερβοῦμε, θά ἔχουμε ζημιά.

   Σημειῶστε δέ ὅτι αὐτή ἡ ὑπέρβαση πολλές φορές ἔχει γίνει θεότητα! Πῶς ἔχει γίνει; ἐν ὀνόματι τῆς προόδου! Αὐτή ὅμως ἡ ὑπέρβαση γίνεται καί καταστροφή τοῦ ἀνθρώπου.

   Θά πεῖ κάποιος: Το να μένω μέσα στά ὅρια ἑνός κύκλου –ας πάρουμε αυτό το σχῆμα– εἶναι κάτι πολύ ἀναχρονισμένο. Τέλος πάντων, δέν μπορῶ νά βγῶ ἔξω ἀπό τά ὅρια τοῦ κύκλου; Δέν ἔχω τήν δυνατότητα να ἐξερευνήσω κάτι πιο πέρα από τά ὅρια αὐτά;

   Ναί, αλλά πρόσεξε· ἂν ὑπερβεῖς τά ὅριά σου, θά τό πληρώσεις ἀκριβά.

   Δέν ἔχω τό δικαίωμα να εξερευνήσω τό σύμπαν; ὅλη τή φύση;

   Ἔχεις τό δικαίωμα αυτό, ἅμα θέλεις.

   Ἢ ἀκόμη, τό νά κατεβῶ μέσα σ' αυτή τή δομή του ατόμου, καί νά πάω στους μακρινούς γαλαξίες για να μάθω και να γνωρίσω, δέν ἔχω τό δικαίωμα; 

   Ἐπιτρέψατέ μου ἐδῶ νά πῶ, χωρίς νά μέ κατηγορήσετε: Γνώρισες, ἄνθρωπε, πρῶτα τὸν ἑαυτό σου; Γνώρισες τά τοῦ οἴκου σου, δηλαδή αὐτά πού εἶναι κοντά σου; Τέλος πάντων. Θέλεις νά πᾶς πιο μακριά; Θέλεις νά ἐρευνήσεις; Καλά, κάν' το καί αυτό. Δεν θα κάνεις κάτι κακό· θά βγεῖ κάτι καλό ἀπ' αὐτό, ἀπωσδήποτε· θά δοξασθεῖ ὁ Θεός, θά δεῖς τὰ θαυμάσια τοῦ Θεοῦ. Πρόσεξε όμως· στις γνώσεις αυτές μπορείς να ἐπεκταθεῖς. Ἄν ἤθελες ὅμως νά χρησιμοποιήσεις αυτές τις γνώσεις για κάποιους σκοπούς τῆς ζωής σου, πρόσεξε ποιοί εἶναι αὐτοί οἱ σκοποί, γιατί κινδυνεύεις νακαταστραφεῖς.

   Ἕνα τυπικό παράδειγμα, σύγχρονο, πολυσυζητημένο κατά κόρον στήν ἐποχή μας, εἶναι καί ἡ ἀτομική ἐνέργεια –τήν ὁποία βεβαίως δέν είχαμε ἐλευθερώσει παλαιότερα· τώρα τήν ἐλευθερώσαμε ἀπό τήν ύλη– τήν κρατάμε στα χέρια μας, και χαριεντιζόμαστε καί παίζουμε καί λέμε: Μή μου κάνεις τον σπουδαῖο –μέ συγχωρεῖτε πού μιλάω ἔτσι– μή μοῦ κάνεις τον καμπόσο, γιατί σου πετάω τήν ατομική ενέργεια στα μούτρα και σέ διαλύω! Ναί, ἀλλά ἂν διαλύσεις τόν ἄλλον –εἶπα, μέ συγχωρεῖτε πού μιλάω ἔτσι· τό κάνω γιά νά ζωντανέψω τόν λόγο– ἂν πετάξεις τήν ἀτομική ενέργεια στα μουτρα τοῦ ἄλλου, τά σκάγια θα πάρουν καί τά δικά σου τά μοῦτρα... Διότι ἡ Γῆ εἶναι περιορισμένη τί θά κάνεις; Ἅμα λοιπόν μολύνεις τή Γῆ μέ τήν ἀτομική ενέργεια, θά καταστραφεῖς κι ἐσύ,

   Σήμερα αναρωτιόμαστε: Να φάμε ψάρια ή όχι; Νὰ φᾶμε κρέας ἤ ὄχι; Τί να φάμε; Τί νὰ πιοῦμε; Τί να ἀναπνεύσουμε;... Τί νά σᾶς πῶ; Σας βεβαιώνω ότι όλα γύρω μας έχουν μέσα ἐκεῖνα τά στοιχεία που δημιουργοῦν ἀρρώστιες στούς ἀνθρώπους. Εἶναι ἢ δέν εἶναι για την καταστροφή τοῦ ἀνθρώπου αυτά;

   Ναί λοιπόν, νὰ ἐξερευνήσεις, ἀλλά νά γίνεις ἅγιος πρῶτα. Ἐάν δέν εἶσαι ἅγιος καί κάνεις ἐξερευνήσεις, αὐτὰ ποὺ θὰ βρεῖς θά εἶναι γιά τή ζημιά σου. Εάν το θέλετε, εἶναι ἀκριβῶς ὁ καρπός τοῦ δένδρου τῆς γνώσεως τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ. Πρόθεση τοῦ Θεοῦ δέν ἦταν νὰ μή δοκιμάσουν ποτέ οἱ πρωτόπλαστοι τόν καρπό ἐκεῖνον, ἀλλά νά δοκιμάσουν ἐφόσον θά ὡρίμαζαν. Αὐτοί ὅμως δοκίμασαν πρίν ωριμάσουν. (Γιά τήν προσωρινότητα τῆς ἀπαγορεύσεως τοῦ συγκεκριμένου καρποῦ λόγω ανωριμότητος τῶν πρωτοπλάστων, βλ. άγ. Θεοφίλου Αντιοχείας, Πρὸς Αὐτόλυκον, 2.25, PG 6, 1092AB, καί ἁγίου Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, Ἔκδοσις ἀκριβὴς τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως, Περὶ Παραδείσου, κεφ. ΚΕ', PG 94, 916D-917BC. Επίσης βλ. π. Αθανασίου Μυτιληναίου, Η Γένεσις, Τόμος Δ', Μαθήματα 39ο - 41ο, ἐκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Κομνηνείου, Στόμιον Λαρίσης 2020)

   Ἔτσι καί ἡ ἀνθρωπότητα· δοκιμάζει πρίν ωριμάσει. Ἔτσι καί ἡ νεολαία μας· δοκιμάζει μερικά πράγματα πρίν ώριμάσει. Μια κοπέλα σήμερα βγαίνει στο πεζοδρόμιο γιατί ζηλεύει καί θέλει νά ἀποκτήσει φίλο. Ένας νεαρός, ἕνα παιδί, ἕνας ἔφηβος, κινεῖται στο πεζοδρόμιο γιατί θέλει να πάει σε τόπους να γνωρίσει κοπέλες, να αποκτήσει φίλη. Μά αὐτά ζημιώνουν. Δέν καταλαβαίνει ὅτι αὐτό τό πράγμα είναι ζημιά; Διότι ύπάρχει ἡ ἀνωριμότητα. Τί θά κάνει παρακάτω; Δέν θά πετύχει τίποτα ἄλλο, παρά να πέσει στήν ἁμαρτία. Καί μετά;...

   Ἂν ἔχετε δεῖ κάτι κασιδιάρικες κότες, πού τούς πέφτουν τα φτερά, ξεπουπουλιασμένες... ἔτσι μοιάζει μιά κοπέλα, ὄχι λιγότερο καί ἕνα ἀγόρι, που δυστυχώς ἔπεσαν στήν ἁμαρτία. Ἔφυγε πιά από πάνω τους όλη ἡ ζωηρότητα καί ὅλη ἡ ικμάδα, ή φρεσκάδα της νεότητος!

   Καί μάλιστα τό δυστύχημα εἶναι ὅτι ὄχι μόνο πέφτουν πιά οἱ σωματικές τους δυνάμεις, αλλά ὑπάρχει ἕνα κατάντημα, υπάρχει μια κατάσταση αξιοθρήνητη, ὅταν βλέπεις από μακριά τέτοια πρόσωπα, τέτοια ἄτομα νεαρά, να είναι γερασμένα πρίν ἀπό τά εἴκοσι πέντε τους χρόνια... γέροντες, σε τόσο νεαρή ηλικία! Δέν εἶναι μόνο τό σῶμα· ἔχει γεράσει καί ἡ ψυχή τους, καί πέφτουν σέ μιά απογοήτευση. Καί ἐνῶ θά ἔπρεπε ἕνας νέος νά ἔχει ζωτικότητα ψυχῆς, μέσα του νά ἔχει τάσεις καί ἐφέσεις δημιουργικότητος, ὅλα αὐτά τά πράγματα τινάζονται στον αέρα, επειδή πολύ πρώιμα δοκίμασε... τή ζωή!

   Καί ἔτσι ποιός πληρώνει; Πληρώνει καί ὁ νέος, πληρώνει καί ὁλόκληρη ή κοινωνία, μέ ὅλη αὐτή τήν κατάσταση. Γι' αὐτό σᾶς λέω ἂς προσέξουμε· πρέπει να μάθουμε τά ὅριά μας. Θά ἐπαναλάβω τό τοῦ ἁγίου Γρηγορίου: «εἴσω τῶν ἡμετέρων ὅρων φιλοσοφώμεν»· να φιλοσοφοῦμε, να κινούμαστε ἐντός τῶν ὁρίων ποὺ ὁ Θεός μᾶς ἔχει ὁρίσει.

   Αλλά, γιά νά ἐπανέλθω, νομίζω ὅτι ὁ φεμινισμός τά πάντα, σήμερα ἰδίως, τά ἔχει ἀνατρέψει. Κι ἐκεῖνο πού φοβᾶμαι –μακάρι νά βγῶ ψεύτης, ἂν κι αὐτά εἶναι μακροπρόθεσμα πράγματα– είναι ότι ἴσως γιά πάντα θά ὑπάρχει αὐτή ἡ κατάσταση τῆς ἀνατροπῆς. Διότι, ὅταν κάποια μερίδα ἀνθρώπων, μάλιστα ὁ μισός πληθυσμός τῆς γῆς, οἱ γυναῖκες, ἔχουν κατακτήσει κάποια παραπάνω δικαιώματα, δέν ξέρω εάν θά δέχονταν να ἐπιστρέψουν πάλι στη θέση τους ἐκείνη τήν σωστή, ἀλλά καί οἱ ἄνδρες να καταλάβουν μερικά πράγματα, ὥστε νὰ μποροῦσε ἡ κοινωνία να γίνει σωστή. Πολύ φοβάμαι μήπως αὐτή ἡ ἀνατροπή εἶναι γιά πάντα.

   Πάντως, για να ξαναγυρίσω στο θέμα μας, ὁ Ἀδάμ ἔχει ἀκέραιη τήν εὐθύνη γιά ὅλη αὐτή τήν κατάσταση.

   Ὁ ἱερός Χρυσόστομος, ζωντανεύοντας τον λόγο του, λέει στον Αδάμ: «Λοιπὸν μηδὲ τῇ γυναικὶ μόνῃ τὴν αἰτίαν ἐπίγραφε, ἀλλὰ καὶ τῇ ῥαθυμίᾳ τῇ σεαυτοῦ. (Ὁμιλία εἰς τὴν Γένεσιν, ΙΖ΄, δ΄, PG 53, 139). Νά μήν ἀποδίδεις λοιπόν τήν αἰτία τῆς ὅλης καταστάσεως μόνο στη γυναίκα, ἀλλά καί στή δική σου ἀνεμελιά, στη δική σου οκνηρία.

   Ἀλλά ὁ Ἀδάμ, μέ τό νά μεταθέτει τήν εὐθύνη στον Θεό –τί τοῦ εἶπε; ή γυναίκα πού μοῦ ἔδωσες, αυτή φταίει– αλλά καί ταυτοχρόνως μέ τό νά προσβάλλει καί τήν Εὔα ὅτι αυτή φταίει, τήν ὥρα ἐκείνη ὁ Ἀδάμ δείχνει ὅτι δέν ἀναγνωρίζει τήν ἐνοχή του. Ὅμως, μέ τήν μετάθεση τῆς εὐθύνης στον Θεό καί στήν Εὔα, τήν στιγμή ἐκείνη, για πρώτη φορά στην ιστορία τῆς ἀνθρωπότητος, δημιουργείται το υποσυνείδητο. Ὁ Ἀδάμ τήν στιγμή εκείνη ἀποκτοῦσε ὑποσυνείδητο.

   Τί εἶναι αὐτό τό ὑποσυνείδητο;

   Ἐδῶ θέλω τώρα πάρα πολύ να προσέξετε μερικά πράγματα πού θά ποῦμε, ὅσο βέβαια μας πάρει ὁ χρόνος.

   Για να κατανοήσουμε το υποσυνείδητο, θα πρέπει βέβαια να αναλύσουμε μερικούς όρους καί μερικές ἕννοιες, πού ἴσως σκόρπια νά σᾶς εἶναι γνωστές, ἐπειδή λίγο-πολύ τίς ἀκοῦμε ἤ τίς διαβάζουμε.

   Εἴπαμε ὅτι ὁ Ἀδάμ ἀρνήθηκε τήν ἐνοχή του. Δέν φταίω ἐγώ· ἡ γυναίκα πού μοῦ ἔδωσες. Καί τό βάρος πέφτει στη φράση πού μοῦ ἔδωσες. Δηλαδή, φταῖς ἐσύ, ὁ Θεός. Αλλά μέ τό νά μεταθέσει την ευθύνη καί μέ τό νά ἀποκτήσει υποσυνείδητο, δημιουργούσε στον ἑαυτό του καί στούς ἀπογόνους του μία τραγωδία. Αὐτή ἡ τραγωδία υπάρχει μέχρι σήμερα· καί ὅσο προχωρεῖ ἡ ἀνθρωπότητα, τόσο περισσότερο θα γίνεται βαθύτερη καί πλατύτερη, σε βαθμό μάλιστα πού ὁ ἄνθρωπος πιά δέν ξέρω ἄν θά μπορεῖ νά τήν ἀντέξει. Θά τό δεῖτε στό τέλος τοῦ θέματος πόσο μεγάλωσε αὐτή ἡ ἀνθρώπινη τραγωδία.

   Ὅταν ὁ Θεός δημιούργησε τόν ἄνθρωπο, τοῦ ἔβαλε τη γνωστική συνείδηση αὐτή εἶναι ἔμφυτη. Καί πλάι τοῦ ἔβαλε τήν ἠθική συνείδηση καί αὐτή εἶναι ἔμφυτη, 

   Τί εἶναι ἡ γνωστική συνείδηση;

   Τα μεγάλα παιδιά, πού πηγαίνετε στις τελευταίες τάξεις τοῦ Λυκείου, ἴσως θά τό ἔχετε κάνει σαν θέμα. Ἡ γνωστική συνείδηση εἶναι ἡ αὐτοσυνείδηση, ὅτι ἐγώ εἶμαι ἐγώ, καθώς καί ὁ τρόπος να γνωρίσω ὅ,τι θά γνωρίσω. Αυτό λέγεται γνωστική συνείδηση. (Βλ. π. Αθανασίου Μυτιληναίου. Η Γένεσις, Τόμος Ε΄, Μάθημα 59ο, ἐκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Κομνηνείου, Στόμιον Λαρίσης 2021)

   Ἡ λέξη συνείδηση παράγεται ἀπό τό ρῆμα σύνοιδα (σύν + οἶδα, πού εἶναι ἕνα ἀπό τά ανώμαλα ρήματα τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς γλώσσας, πού θά πεῖ γνωρίζω) καί σημαίνει γνώση· αλλά γνώση τοῦ ἑαυτοῦ μου, γνώση τῆς ἴδιας τῆς ὑπάρξεώς μου.

   Ὅταν, ἐπί παραδείγματι, λέει ὁ Θεός «ἐγώ εἰμι ὁ ῶν» (Ἔξοδ. 3, 14), ἐγώ εἶμαι ὁ ὑπάρχων, ἐκεῖνο τό «ἐγώ εἰμι» εἶναι σπουδαῖο, γιατί δείχνει ὅτι ἔχουμε ἕναν Θεό ὁ ὁποῖος ἔχει καί πρόσωπο καί αὐτοσυνειδησία. Δέν μποροῦμε νὰ ἐννοήσουμε πρόσωπο χωρίς αὐτοσυνειδησία, ὅτι δηλαδή αυτό τό πρόσωπο δεν γνωρίζει τόν ἑαυτό του· εἶναι ἀκατανόητο πράγμα. Διότι, ἄν δέν εἴχαμε αὐτοσυνειδησία τοῦ προσώπου, δέν θά εἴχαμε πρόσωπο.

   Ἔτσι, ἔχουμε τήν γνωστική συνείδηση, ὅτι ἐγώ εἶμαι ἐγώ, ἐσεῖς εἴσαστε σεῖς, καί ὅτι ἐγώ δέν μπερδεύω τό δικό μου ἐγώ μέ τό δικό σας. Αυτή λοιπόν ἡ αὐτοσυνειδησία εἶναι κυριότατο και σπουδαιότατο στοιχεῖο ἀπό ὅ,τι ἔχει χαρίσει ὁ Θεός στό ἀνθρώπινο πρόσωπο.

   Αλλά σᾶς εἶπα ὅτι ὁ Θεός δημιούργησε στόν ἄνθρωπο καί τήν ἠθική συνείδηση. Τί εἶναι αὐτή ἡ ἠθική συνείδηση; Εἶναι ἡ γνώση της σχέσεως μέ τόν Θεό, ἀγαθῆς ἢ κακῆς, ὁμαλῆς ἢ ἀνώμαλης· τό νά γνωρίζω δηλαδή ἄν ἔχω καλές ή κακές σχέσεις μέ τόν Θεό. Ἡ ἠθική λοιπόν συνείδηση εἶναι αὐτό.

   Ξέρετε, ἡ ἠθική συνείδηση εἶναι ἡ ἀφετηρία ὅλου τοῦ κακοῦ. Όχι βεβαίως ότι φταίει ή ήθική συνείδηση· αλλά από αυτήν ξεκινᾶ ἡ ἐπίγνωση τῶν κακῶν μου σχέσεων μέ τόν Θεό, πού σε συνδυασμό μέ τήν ἐπιμονή μου νά μή διορθώνω τα πράγματα, φτάνω στην τραγωδία πού σᾶς εἶπα προηγουμένως. Ὥστε λοιπόν τί εἶναι ή ηθική συνείδηση, το να έχω μια πληροφορία μέσα μου γιά τό ἄν ἔχω καλές ή κακές σχέσεις μέ τόν Θεό. 

   Αὐτό, εἴτε τό θέλουμε εἴτε δέν τό θέλουμε, εἶναι μία πραγματικότητα. Σήμερα δεχόμαστε τήν ἠθική συνείδηση, ἀλλά δέν θέλουμε να δεχθοῦμε ὅτι αὐτή ἔχει τήν αναφορά της στόν Θεό. Μιλάμε για ένα υπερεγώ, ὅπως μεγάλοι ψυχίατροι τό ὀνομάζουν. Αὐτό ὅμως εἶναι κάτι αφηρημένο. (Τό Ἐκεῖνο, τό Ἐγώ καί τό Ὑπερεγώ (λατ. id, Ego, Superego) εἶναι οἱ τρεῖς συνιστώσες τοῦ μοντέλου γιά τή δομή τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς στα πλαίσια τῆς δεύτερης τοπικής θεωρίας του Σίγκμουντ Φρόυντ. Σύμφωνα μέ αὐτό τό δομικό μοντέλο, τό Ἐκεῖνο ἀντιπροσωπεύει τά κίνητρα, τά ἔνστικτα καί τίς βιολογικές ανάγκες τοῦ ἀτόμου, καί συνεπῶς εἶναι ἔμφυτο· τό Ἐγώ ἀποτελεῖ τό λογικό μέρος, πού, ἄν καί δέν εἶναι ἔμφυτο, αναπτύσσεται και καλλιεργεῖται μέ τήν ἐπίδραση τῆς συσσωρευμένης εμπειρίας· και τέλος τό Ὑπερεγώ ἀντιπροσωπεύει ὅλες τίς θετικές, ηθικές καί κοινωνικές αξίες τοῦ ἀτόμου, αποτελώντας κατά κάποιον τρόπο τήν ἠθική συνείδηση) Ὁ ἄνθρωπος ἔχει τήν αναφορά του στόν Θεό. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι μία θεολογική ύπαρξη, ἔχει μεταφυσικές διαστάσεις· αἰσθάνεται ὅτι κάθε πράξη του ἔχει σχέση μέ τόν Θεό, πού εἴτε τόν ἀπομακρύνει εἴτε τόν πλησιάζει στον Θεό. (Βλ. άγ. Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, Λόγος εἰς τὰ Θεοφάνεια, PG 36, 321D-324ΑΒ: «Τοῦτο δὴ βουληθεὶς ὁ τεχνίτης ἐπιδείξασθαι Λόγος, καὶ ζῷον ἓν ἐξ ἀμφοτέρων, ἀοράτου τε λέγω καὶ ορατῆς φύσεως, δημιουργεῖ τὸν ἄνθρωπον· καὶ παρὰ μὲν τῆς ὕλης λαβὼν τὸ σῶμα ἤδη προϋποστάσης, παρ' ἑαυτοῦ δὲ πνοὴν ἐνθεὶς (ὃ δὴ νοερὰν ψυχὴν καὶ εἰκόνα Θεοῦ οἶδεν ὁ λόγος), οἷόν τινα κόσμον δεύτερον, ἐν μικρῷ μέγαν, ἐπὶ τῆς γῆς ἴστησιν, ἄγγελον ἄλλον, προσκυνητὴν μικτόν, ἐπόπτην τῆς ὁρατῆς κτίσεως, μύστην τῆς νοουμένης, βασιλέα τῶν ἐπὶ γῆς, βασιλευόμενον ἄνωθεν, ἐπίγειον καὶ οὐράνιον, πρόσκαιρον καὶ ἀθάνατον, ὁρατὸν καὶ νοούμενον, μέσον μεγέθους καὶ ταπεινότητος· τὸν αὐτόν, πνεῦμα καὶ σάρκα... ζῷον ἐνταῦθα οἰκονομούμενον, καὶ ἀλλαχοῦ μεθιστάμενον, καὶ πέρας τοῦ μυστηρίου τῇ πρὸς Θεὸν νεύσει θεούμενον». Πρβλ. καί τοῦ ἰδίου Λόγος εἰς τὸ Πάσχα, PG 36, 632BC)

   Ἔτσι, ὅταν ὁ Ἀδάμ ἁμάρτησε απέναντι στον Θεό, τότε δημιουργήθηκε μιά ἐνοχή. Σκέφτηκε, αντελήφθη, ένιωσε ότι τα πράγματα δεν πήγαν καλά μέ τόν ἑαυτό του ἀπέναντι στόν Θεό, γιατί παρέβη τήν ἐντολή Του. Ἔτσι ἡ σχέση ανάμεσα στον Αδάμ καί τόν Θεό χάλασε. Αυτό λέγεται αἴσθημα ἐνοχῆς.

   Ἐλεγχόμενος δέ ὁ Ἀδάμ ἀπό τόν Θεό, Ἀδάμ, που εἶσαι; ἀπάντησε: Ἄκουσα τή φωνή σου και κρύφτηκα, γιατί φοβήθηκα, ἐπειδή εἶμαι γυμνός... Ποιός σοῦ εἶπε ὅτι εἶσαι γυμνός; και γιατί φοβήθηκες; Πήγες να κρυφτεῖς για ποιόν λόγο;... Ὅλα αὐτά δείχνουν καταστάσεις ἐνοχῆς. Ὁ φόβος, ἡ σύγχυση, καί ἀργότερα, ἅμα χρονίσουν αὐτά, τό ἄγχος –ἔννοιες που τίς γνωρίζετε πολύ καλά–, ὅλα αὐτά δημιουργήθηκαν ἀμέσως μέσα στον Αδάμ· ἀπό ποῦ; ἀπό τήν ἐνοχή.

   Ἔτσι, ὅταν ὁ Θεός εἶπε Ἀδάμ, ποῦ εἶσαι; τή στιγμή ἐκείνη ὁ Ἀδάμ βρέθηκε σ' ἕνα σταυροδρόμι. Ὑπῆρχαν δύο ἐπιλογές. Ὅπως, σ' ἕνα σταυροδρόμι, λέμε: Τώρα ποιόν δρόμο να πάρουμε; Να πάρουμε αυτόν ἤ να πάρουμε ἐκεῖνον; Η θά ἀποδεχόταν τήν ἐνοχή του, θά τήν ὁμολογοῦσε καί θά ζητοῦσε συγνώμη ἀπό τόν Θεό –Ναί, Κύριε, παρέβηκα τήν ἐντολή Σου. Δέν ξέρω πῶς τά κατάφερα... Συγχώρεσέ με!– ή θά ἀρνιόταν τήν ενοχή του καί θά τήν ἐπέρριπτε στον Θεό ἤ στόν πλησίον του.

   Στην προκειμένη περίπτωση, ὁ Ἀδάμ αὐτό ἔκανε· δέν ἀκολούθησε τόν πρῶτο δρόμο, αλλά τόν δεύτερο· δηλαδή δέν αναγνώρισε τήν ἐνοχή του, ἀλλά τήν ἀρνήθηκε, καί εἶπε στον Θεό: Δεν φταίω εγώ· φταῖς ἐσύ, πού μοῦ ἔδωσες τή γυναίκα· καί συνεπῶς, ἄν δέν εἶχα τούτην, τή γυναίκα, ἐγώ δέν θά εἶχα ὑποστεῖ αὐτήν τή ζημιά. Ἔτσι, ἐπιρρίπτει τήν εὐθύνη καί στόν Θεό και στη γυναίκα.

   Ἀλλά ὁ Ἀδάμ ἀρνήθηκε την ενοχή του, ἄν κι αυτή ἦταν σαφής. Αὐτό τό βλέπουμε καί σ' ἕναν ἄνθρωπο πού ξέρουμε ὅτι ἔχει κάνει κάτι κακό, αλλά σου λέει Ὄχι ἐγώ· ἰδέα σου εἶναι... Δέν τό ἔκανα ἐγώ αὐτό τό πράγμα! Μά ἀφοῦ τό ἔκανες! Εγώ δέν τό 'κανα... Δέν φταίω ἐγώ σ' αυτό!... Αρνηση ἐνοχῆς –ἕνα σύνηθες φαινόμενο, συνηθέστατο!

   Θέλετε νά σᾶς πῶ ἕνα παράδειγμα, πάλι ἀπό τά μικρά παιδάκια; Προσέξτε. Συνήθως λέμε ότι το μικρό παιδί εἶναι ἀθῶο. Ὁ Χριστός βέβαια εἶπε ὅτι ἄν δέν γίνουμε σάν τά παιδιά, δέν μπαίνουμε στη Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. (Βλ. Ματθ. 18, 3) Τό παιδί ὅμως εἶναι καί εἰκόνα καὶ ὁμοίωση τοῦ παλαιοῦ Ἀδάμ!

   Τότε πῶς προβάλλεται ὡς πρότυπο;

   Ἔ, βέβαια, δέν ἀναφέρεται στο σημεῖο αὐτό ὁ Χριστός, αλλά στο γεγονός ὅτι τό παιδί γρήγορα ξεχνάει το κακό. Δηλαδή, ἄν τό πειράξεις, θα κλάψει, θα σέ κάνει ἐχθρό γιά μιά στιγμή· ὕστερα ὅμως ἀπό λίγο θά τό ξεχάσει και θα παίζει μαζί σου. Δηλαδή έχει μία ἀφέλεια. Τό παιδί δέν κρατάει μέσα του το κακό. Γι' αὐτό ὁ Κύριος εἶπε ἄν δέν γίνετε σάν τά παιδιά, σᾶς βεβαιώνω ὅτι στη Βασιλεία τοῦ Θεοῦ δὲν θὰ μπεῖτε. (Βλ. Α΄ Κορ. 14, 20: «Ἀδελφοί, μὴ παιδία γίνεσθε ταῖς φρεσίν, ἀλλὰ τῇ κακία νηπιάζετε, ταῖς δὲ φρεσὶ τέλειοι γίνεσθε»)

   Κατά τά ἄλλα; τό παιδί εἶναι ἐγωκεντρικότατο! Σᾶς εἶπα, εἶναι εἰκόνα καί ὁμοίωση τοῦ παλαιοῦ Αδάμ. Ἅμα πείτε σ' ἕνα μικρό παιδάκι ὅτι ἔκανε μιά ζημιά, θά τήν ἀρνηθεῖ.

   Προσωπικά, μοῦ φέρνουν γιά ἐξομολόγηση μικρά παιδάκια, τεσσάρων, πέντε χρονῶν –ὄχι παραπάνω, γιατί μετά αρχίζει νά ὑπάρχει κάποια ωριμότητα στο παιδί, καταλαβαίνει μερικά πράγματα– γιά νά μάθουν, να συνηθίσουν στο κλίμα τῆς Ἐξομολογήσεως. Κάποτε ρωτάω ἐγώ τό μικρό παιδάκι, ἐάν οἱ γονεῖς δέν τό ἔχουν βοηθήσει, ἐννοεῖται, νά πεῖ τά ἁμαρτήματά του. Συνήθως οἱ γονεῖς προετοιμάζουν τό παιδί: Θά πεῖς ὅτι λές ψέματα... ὅτι μαλώνεις μέ τά ἀδελφάκια σου... τά γνωστά. Ἄν ὅμως τό παιδί δέν ἔχει καθοδηγηθεῖ ἀπό τούς γονεῖς, τότε το ρωτάω εγώ: Μήπως, παιδάκι μου, λές κανένα ψεματάκι;... Ὄχι ἐγώ, μοῦ ἀπαντάει· ἡ ἀδελφή μου λέει ψέματα!... Εγώ χαμογελώ, γιατί βλέπω μπροστά μου τόν Ἀδάμ!

   Δέν θά ἦταν ἀρκετό νά πεῖ λέω ἤ δέν λέω ψέματα καί νά περιοριστεῖ στόν ἑαυτό του; Γιατί νά πεῖ ὄχι ἐγώ ἀλλά ἡ ἀδελφή μου; Γιατί νά ἐπιρρίψει τήν εὐθύνη σέ ἄλλον; Νά εἶστε σίγουροι δέ ὅτι ὅταν ὁ ἄλλος ἐπιρρίπτει τήν εὐθύνη στόν ἄλλο, κάνοντας μετάθεση τῆς ἐνοχῆς του, ὅπως τό μικρό αυτό παιδάκι πού λέει ὄχι ἐγώ ἀλλά ἡ ἀδελφή μου, σίγουρα λέει ψέματα.

   Ἄλλο παράδειγμα. Πάτε στο σχολεῖο μεθαύριο, παίζετε μπάλα, πέφτει πάνω σ' ἕνα τζάμι καί τό σπάζει. Δέν αντελήφθη ἡ διεύθυνση του σχολείου ποιός ἔσπασε τό τζάμι. Ἐκ τῶν ὑστέρων γίνεται ανάκριση, ποιός ἔσπασε τό τζάμι; ἀλλά κανείς δεν μιλάει. Εάν ρωτήσει δέ ὁ καθηγητής, ὁ διευθυντής, ἕνα παιδί Ἐσύ τό ἔσπασες; ἡ ἀπάντηση είναι: Ὄχι ἐγώ, ἀλλά ὁ τάδε! Αμέσως πᾶμε νά μαρτυρήσουμε. Καί πολλές φορές, το δυστύχημα, ἐνῶ τό σπάσαμε ἐμεῖς, λέμε τόν ἄλλον! Κι ἐκεῖνος ὅμως πού θά ἀκούσει τό ὄνομά του, καί θά εἶναι ἀνεύθυνος, θά πεῖ ἀμέσως: Ὄχι ἐγώ, κύριε καθηγητά αὐτός τό ἔσπασε τό τζάμι! Αντε μετά νά βρεῖς ἄκρη...

   Τί βλέπουμε λοιπόν ἐδῶ; Μετάθεση τῆς ἐνοχῆς.

   Ἔτσι, γιά νά φθάσει ὁ Ἀδάμ νά ἀρνηθεῖ τήν ἐνοχή του, μέσα του κάτι πρέπει νά ἔγινε, ἀφοῦ αὐτή, οὕτως ἤ ἄλλως, φανερώθηκε. Δηλαδή αὐτή ἡ ἐνοχή απωθήθηκε (ἀπό τό ρῆμα ἀπωθῶ, πού σημαίνει σπρώχνω), μετατοπίστηκε ἀπό τόν χῶρο τῆς συνειδήσεως, ἀπό τήν ἠθική συνείδηση, σέ ἕναν ἄλλο χώρο. 

   Αὐτό συμβαίνει διότι ἡ ἠθική μου συνείδηση δέν θά ἤθελε νά δεχθεῖ... δέν τό θέλει, βρέ ἀδελφέ, δέν τό ἀνέχεται, ὅτι ἐγώ ἔκανα τή ζημιά, ὅτι ἐγώ εἶμαι ἔνοχος. Ἔτσι, παίρνω τήν ενοχή από τήν ἠθική μου συνείδηση καί πηγαίνω καί τήν τοποθετῶ σ' ἕναν χώρο κάτω από τή συνείδηση, ἤ πλάι στη συνείδηση, δηλαδή σ' αὐτό πού στην ψυχολογία ὀνομάσαμε ὑπο-συνείδητο. Αυτό εἶναι μία παρασυνείδηση, εἶναι κάτι ἄλλο, ἕνας ἄλλος χῶρος, καί δέν εἶναι ἡ ἠθική συνείδηση.

   Ἔτσι ὁ Ἀδάμ, τή στιγμή ἐκείνη, ὅταν ἀρνιόταν τήν ἐνοχή του απέναντι στον Θεό, αρνούμενος νά τή δεχθεῖ, ἀπωθοῦσε τήν ἐνοχή του στο υποσυνείδητό του.

   Τί εἶναι λοιπόν τό ὑποσυνείδητο; Αὐτό δέν εἶναι τί ἄλλο ἀπό αὐτό πού δέν θά ἤθελε ή συνείδηση νά ἀναγνωρίσει ἤ νά δεχθεῖ ὡς ἐνοχή. Δέν ἀναγνωρίζει ὅτι αὐτό εἶναι ἐνοχή. Ἀπό τή στιγμή πού ἡ συνείδηση ἀρνεῖται αὐτό τό πράγμα, αυτό κατεβαίνει στο υπόγειο τοῦ σπιτιοῦ.

   Γιατί τό εἶπα ὑπόγειο; Διότι παρομοιάζεται με μία εἰκόνα ὅλο αὐτό τό θέμα πού λέμε τώρα. Η συνείδηση μὲ τὸ ὑποσυνείδητο θεωρεῖται ὡς μία οικοδομή μέ δύο πατώματα· ἕνα ισόγειο καί ἕνα ὑπόγειο.

   Το ισόγειο φωτίζεται, καί εἶναι ὁ χῶρος τῆς συνειδήσεως, τῆς ἠθικῆς συνειδήσεως. Ἄν συμβεῖ κάποια ἐνοχή, ἀμέσως ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά κρίνει καί νά πεῖ ὅτι αὐτό δέν εἶναι σωστό. Υπό τό φῶς λοιπόν τῆς ἠθικῆς συνειδήσεως, τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ καί τά λοιπά, καταλαβαίνουμε ὅτι αὐτό δέν εἶναι σωστό. Ἄν ὅμως δέν μᾶς ἀρέσει αὐτό καί τό ἀρνούμαστε, ἐνῶ τό διαπράξαμε, τότε ἀνοίγουμε μία καταπακτή, ἁρπάζουμε τήν ἐνοχή ἀπό τά μαλλιά... θέλει δέ θέλει, τήν πετᾶμε μέσα στο υπόγειο, καί κλείνουμε από πάνω τήν καταπακτή· δηλαδή τήν βάζουμε στο υπόγειο τῆς οἰκοδομῆς πού ἀναφέραμε, στο υποσυνείδητο.

   Ὅταν κοιμόμαστε, ἡ συνείδηση εἶναι χαλαρή. Τότε ἐκεῖνο πού ἀρνήθηκα τήν ἡμέρα ὡς ἁμαρτία, αυτό πού ἅρπαξα καί τό πέταξα στο υπόγειο, στο υποσυνείδητο, καί μετά ἔκλεισα ἑρμητικά τήν καταπακτή, κατά τήν νύχτα, ἐκεῖ πού κοιμάμαι με χαλαρή τή συνείδηση, αὐτό ἔρχεται δειλά-δειλά, σηκώνει τήν καταπακτή, βγαίνει στόν χῶρο τῆς συνειδήσεως, καί βλέπω ὄνειρα πού δέν εἶναι παρά ή φωνή τοῦ ὑποσυνειδήτου. Φοβερό πράγμα.

   Ἔτσι, βλέπει κανείς ὄνειρα βασανιστικά· κι αυτά δέν εἶναι τίποτα άλλο παρά με συμβολικό τρόπο –προσέξτε τί εἶπα· μέ συμβολικό τρόπο– τά τοῦ ὑποσυνειδήτου, πού ἐμφανίζονται στη συνείδηση μέσα ἀπό τά ὄνειρα.

   Γι᾿ αὐτό, ἕνα ὄνειρο δέν ἔχει ἀξία μέ τήν ἔννοια τοῦ ὀνειροκρίτη, δηλαδή είδα ένα βάτραχο, καί συνεπῶς θά βρέξει... αλλά ἔχουν μια αξία τά ὄνειρα γιατί, ὅπως τό λέει καί ἡ Σοφία Σολομώντος, (Βλ. Σοφ. Σολ. 18, 17. 19) αντικατοπτρίζουν τόν ἔσω ἄνθρωπο· ὄχι τόν ἄνθρωπο τῆς συνειδήσεως, ἀλλά τόν ἄνθρωπο τοῦ ὑποσυνειδήτου. (Ἡ Ψυχολογία ἀσχολεῖται μέ τήν ἀνάλυση καί τήν ἑρμηνεία τῶν ὀνείρων στο πλαίσιο τῆς Ψυχαναλυτικής ψυχοθεραπείας και προσπαθεῖ νά φωτίσει μέσα ἀπό αὐτά τόν ἐσωτερικό κόσμο που πάσχει, νά ἀνακαλύψει τις βαθύτερες αιτίες κάποιου προβλήματος καί νά ἀνοίξει μια δίοδο στη θεραπευτική διαδικασία. Ὁ Sigmund Freud υποστήριζε πώς τά ὄνειρα ἀποτελοῦν βασιλική οδό πρός κατανόησιν τοῦ ἀσυνειδήτου, δηλαδή αὐτοῦ τοῦ μέρους τῆς προσωπικότητός μας πού δέν είναι προσβάσιμο σ' ἐμᾶς καὶ δὲν τελεῖ ὑπό τόν ἔλεγχό μας. Στο βιβλίο του Ερμηνευτική τῶν ὀνείρων πραγματεύεται ἔννοιες ὅπως οἱ συνειρμοί, οι συμβολισμοί, το λανθάνον καί τό ἔκδηλο περιεχόμενο τοῦ ὀνείρου, οἱ ὁποῖοι ἔπαιζαν πρωτεύοντα ρόλο στον τρόπο πού ἀνέλυε τά ὄνειρα. Μετέπειτα, πολλοί θεωρητικοί τῆς ἐπιστήμης τῆς Ψυχολογίας ἀσχολήθηκαν μέ τά ὄνειρα καί τή σημασία τους για την θεραπευτική διαδικκασία, ὅπως ὁ Jung καί ὁ Lewin. Ορισμένοι από αυτούς διαφώνησαν μέ τίς ἀπόψεις τοῦ Freud καί διαφοροποιήθηκαν ἐντελῶς, ἐνῶ ἄλλοι προχώρησαν ἕνα βήμα παραπέρα τις σκέψεις του, δομώντας νέες θεωρίες ἢ ἐπεκτείνοντας τίς ὑπάρχουσες)

   Αλλά επειδή ὅμως ἡ ὥρα πέρασε, καί τό θέμα εἶναι πολύ σημαντικό, θα παρακαλέσω να έρθετε ὅλοι τήν ἐρχόμενη φορά, ὥστε νά τό τελειώσουμε.

   Κυριακή, 27 Ιανουαρίου 1985


63η ομιλία στην κατηγορία « Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία ».

►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
" Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία " εδώ ⬇️
https://arnion.gr/index.php/palaia-diauhkh/xristianikh-kosmologia-anurvpologia
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40pgmRsIiRCioth8a5E4bM7r

Απομαγνητοφώνηση :
Ιερά μονή Κομνηνείου.
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

🔸Λίστα ομιλιών της σειράς «Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία.».🔻
https://drive.google.com/file/d/1PKTpnYb1nptUbWKH5jo6DJwk7IVel9BA/view?usp=drivesdk

🔸📜 Απομαγνητοφωνημενες ομιλίες της σειράς «Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία.».🔻
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/search/label/%F0%9F%94%B9%CE%A7%CF%81%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B9%CE%B1%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%AE%20%CE%9A%CE%BF%CF%83%CE%BC%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1%20~%20%CE%91%CE%BD%CE%B8%CF%81%CF%89%CF%80%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1.?m=1

🔸Επεξηγηματικό βίντεο Ασπάλαθου.
https://youtu.be/8tNfAHRkTCk

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️ https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__ 

https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου. https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.

21 Νοεμβρίου 2024

Το κριτήριο τοῦ Θεοῦ. Ἀναφορά στην ελευθερία τοῦ Ἀδάμ. Ἡ ἀπολογία τοῦ Ἀδάμ..

†.Μετά τήν πτώση τῶν πρωτοπλάστων, παιδιά, ἀνοίγεται ἕνας διάλογος ανάμεσα στόν Θεό καί τούς πρωτοπλάστους, αρχικά μέ τόν Αδάμ και κατόπιν μέ τήν Εὔα. Ακούει ὁ Ἀδάμ τά βήματα τοῦ Θεοῦ, μετά τήν πτώση, καί σπεύδει να κρυφτεῖ. Καί ὁ Θεός τοῦ λέει: Ἀδάμ, ποῦ εἶσαι; Κι ἐκεῖνος ἀπαντᾶ: Ἄκουσα τήν φωνή σου· γι' αὐτό ἔσπευσα να κρυφτώ, ἐπειδή εἶμαι γυμνός. 

   «Καὶ εἶπεν αὐτῷ ὁ Θεός· τίς ἀνήγγειλέ σοι ὅτι γυμνὸς εἶ, εἰ μὴ ἀπὸ τοῦ ξύλου, οὗ ἐνετειλάμην σοι τούτου μόνου μὴ φαγεῖν, ἀπ' αὐτοῦ ἔφαγες;» (Γέν. 3, 11). Δηλαδή τοῦ λέει ὁ Θεός: Ποιός σοῦ ἀνήγγειλε ὅτι εἶσαι γυμνός; Μήπως ἀπό τό δένδρο ἐκεῖνο, τό μόνο πού σᾶς εἶπα τούς καρπούς του νά μή φᾶτε, μήπως ἀπ' αὐτό ἔφαγες; 

   Ὅπως ἀντιλαμβανόμαστε, ὁ Θεός ἔστησε ἕνα δικαστήριο μέσα στον παράδεισο, καί ὑπόδικοι εἶναι ὁ Ἀδάμ, ἡ Εὔα καί ὁ ὄφις. 

   Παρατηροῦμε ἀκόμη ὅτι ἡ δίκη ἀρχίζει μέ ἐρωτήσεις, ὅπως κάθε δίκη, μέ τή διαφορά μόνο ὅτι ἐδῶ οἱ ἐρωτήσεις που τίθενται ἀπό τόν δικαστή Θεό ἔχουν μία ἠπιότητα, μία τρυφερότητα, καί ζητάει ὁ Θεός διευκρινίσεις, όπως κάθε δικαστής, για το όλο θέμα. (Βλ. ἱεροῦ Χρυσοστόμου, Ὁμιλίαι εἰς τὴν Γένεσιν, ΙΖ΄, δ΄, PG 53, 138: «Σκόπει, ἀγαπητέ, τῆς ἀγαθότητος τοῦ Θεοῦ τὴν ὑπερβολήν, όπως καθάπερ φίλος φίλω διαλεγόμενος, καὶ ἐγκαλῶν ὡς παραβάντι τὰ παρ᾿ αὐτοῦ ἐνταλθέντα, οὕτω πρὸς αὐτὸν τὴν διάλεξιν ποιεῖται»)

   Μήπως ἀγνοοῦσε ὁ Θεός ὅ,τι εἶχε συμβεῖ στόν Αδάμ; Ἀσφαλῶς ὄχι. Μάλιστα, ἂν θέλετε, ὁ Θεός γνώριζε πρό καταβολής κόσμου ὅτι ὁ Ἀδάμ θά ἔπεφτε. Αὐτά ὅλα εἶναι στήν αἰώνια γνώση τοῦ Θεοῦ! Καί ὁ Θεός, ἀκριβῶς ἐπειδή γνώριζε ὅτι ὁ Ἀδάμ θά ἔπεφτε ἐντελῶς ἐλεύθερα στήν ἁμαρτία, γι' αυτό τελικά δημιούργησε τόν ἄνθρωπο μέ τήν μορφή τοῦ ἄρρενος καί τοῦ θήλεως, ὥστε νά μή ματαιωθεῖ ἡ δημιουργία τοῦ Θεοῦ ἕνεκα τῆς εἰσαγωγῆς τοῦ θανάτου ὡς τιμωρία τῶν πρωτοπλάστων, γιατί είχε πεῖ ὁ Θεός τήν ἡμέρα πού θά φάτε θα πεθάνετε.

   Ἀλλά ὁ Θεός, ἐπειδή προγνώριζε την πτώση, ἤδη κατασκευάζει τήν φύση τῶν ἀνθρώπων, ἀλλά καί τῶν ἄλλων ἐμβίων, δηλαδή τῶν φυτῶν καί τῶν ζώων, μέ τήν μορφή τῶν δύο φύλων. Καί μάλιστα εὐλογεῖ αὐτό τό σχῆμα, τοῦ ἄρρενος καί θήλεως, μόνο και μόνο γιά νά ευοδωθεῖ ὅλη αὐτή ἡ ὑπόθεση, επειδή ὁ ἴδιος, ὁ Θεός, θά γινόταν ἄνθρωπος –καί αυτό γνωστό στον Θεό πρό καταβολς κόσμου- καί θά ἐρχόταν να διορθώσει τήν ὅλη αὐτήν κατάσταση, γιά νά δικαιωθεῖ τελικά ὁ ἄνθρωπος καί νά φθάσει στη Βασιλεία τοῦ Θεοῦ –γιά τήν ὁποία ἔγινε ὁ ἄνθρωπος, ή καλύτερα ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἔγινε γιά τόν ἄνθρωπο. (Εἶναι ἀσύλληπτη ή γνώση τοῦ Θεοῦ ἀπό τόν δικό μας νοῦ. Εἰναι άπειρη, περιλαμβάνει ὅλα τὰ ὄντα, ὁρατά καί ἀόρατα, ἔσχατα καί ἀρχαῖα. Τά γνωρίζει ὁ Θεός ὅλα μέ ἀκρίβεια, σε όλο το βάθος καί τό πλάτος τους. Ὁ Κύριος γνωρίζει ἐμᾶς πριν γνωρίσουμε ἐμεῖς τόν ἑαυτό μας. Γνωρίζει τις διαθέσεις μας καί τήν παραμικρή μας σκέψη, τούς λογισμούς, τις αποφάσεις μας, πριν νά τίς πάρουμε. Αλλά καί πρό τῆς συλλήψεώς μας καί πρό καταβολῆς κόσμου μᾶς γνώριζε καλά. Γι' αυτό ὁ Δαβίδ θαυμάζει και φωνάζει: «Κύριε, ἐδοκίμασάς με καὶ ἔγνως με... σὺ συνήκας τοὺς διαλογισμούς μου ἀπὸ μακρόθεν... τὴν τρίβον μου... ἐξιχνίασας καὶ πάσας τὰς ὁδούς μου προείδες... σὺ ἔγνως πάντα τὰ ἔσχατα καὶ τὰ ἀρχαῖα... ἰδού, Κύριε, σὺ ἔγνως πάντα· σὺ ἔπλασας με καὶ ἔθηκας ἐπ᾿ ἐμὲ τὴν χεῖρά σου.» (Ψαλμ. 138, 1-5). Ὁ Θεός, ἐν τῇ παντοδυναμία Του και παγγνωσία Του, γνωρίζει τα πάντα, και τα μέλλοντα να συμβούν... Γιά τόν Θεό δεν υπάρχει παρελθόν, παρόν καί μέλλον. Ὅλα εἶναι γυμνά καί ξεσκεπασμένα ἐνώπιόν Του. «Πάντα δὲ γυμνὰ καὶ τετραχηλισμένα τοῖς ὀφθαλμοῖς αὐτοῦ» (Εβρ. 4, 13). Ὁ Θεός, ἐν τῇ παντογνωσία Του, γνωρίζει με ὅλη τήν ἀκρίβεια, ὄχι ἁπλῶς ἀπό πριν, αλλά πρό καταβολής κοσμου. (Αγ. Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Βίος καί λόγοι, ἐκδ. Ίερᾶς Μονῆς Χρυσοπηγής, Χανιά 2015.) Βλ. π. Αθανασίου Μυτιληναίου, Η Γένεσις, Τόμος Β΄, Μάθημα 15ο, ἐκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Κομνηνείου, Στόμιον Λαρίσης 2018, σσ. 74-76, καί Τόμος Α΄, Μάθημα 12ο, Στόμιον Λαρίσης 2017, σ. 288 κ.έ.)

   Ὁ σκοπός λοιπόν τῶν ἐρωτήσεων τοῦ Θεοῦ δέν ἦταν νά μάθει τί συνέβη, όπως κάνει ἕνας δικαστής στο δικαστήριο, αλλά γιά νά δώσει τήν εὐκαιρία στον Αδάμ, μέ τίς κατάλληλες βεβαίως ερωτήσεις, νά συναισθανθεῖ τήν πτώση του και να μετανοήσει. 

   Μετανόησε ὁ Ἀδάμ; Θά τό δοῦμε στη συνέχεια. 

   Τί λέει ὁ Θεός στον Αδάμ, ὅταν τοῦ εἶπε ὅτι κρύφτηκε ἐπειδή ἦταν γυμνός; «Τις ανήγγειλέ σοι ὅτι γυμνός εἶ;». Ποιός σοῦ ἀνήγγειλε ὅτι εἶσαι γυμνός; Δηλαδή, ποιός θὰ μποροῦσε νὰ τοῦ πεῖ ὅτι εἶναι γυμνός; Ὑπῆρχε κανείς ἄλλος; Η Εὔα γυμνή, ὁ Ἀδάμ γυμνός, καί οἱ δύο ἔσπευσαν να κρυφτοῦν καί ἔραψαν φύλλα συκιάς να καλύψουν τη γύμνωσή τους· ποιος θα μποροῦσε νὰ τοὺς πεῖ ὅτι είναι γυμνοί, νά τούς ἀναγγείλει τη γύμνωσή τους;

   Παιδιά, κανένας. 

Αλλά τότε πως το κατάλαβαν;

   Μόνοι τους τό είδαν. Καί ἐν προκειμένῳ, ἐπειδή ἐδῶ μιλᾶμε γιά τόν Ἀδάμ, μόνος του εἶδε καί ἀντελήφθη τήν γύμνωσή του, γιατί ὑπῆρχε ἡ αἰδώς, ἡ ντροπή. Ὁ ἴδιος ὁ Θεός ἔβαλε τη ντροπή μέσα στόν ἄνθρωπο, ὥστε, ἂν ὑποτεθεῖ ὅτι θά συνέβαινε ποτέ κάποια πράξη ἐνοχῆς, να ντρέπεται ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος· καί αἱσθανόμενος αὐτήν τήν ντροπή, να προστατευθεί στη συνέχεια ἀπό ἕναν κατήφορο ἁμαρτίας. 

   Σημειώστε, ὅπως εἴχαμε πεῖ σέ ἕνα προηγούμενο μάθημα, οἱ πρωτόπλαστοι ήσαν γυμνοί «καὶ οὐκ ἠσχύνοντο», καί δέν ντρέπονταν.(Βλ. Γέν. 2, 25, καί π. Αθανασίου Μυτιληναίου, Η Γένεσις, Χριστιανική Ανθρωπολογία, Τόμος Γ΄, Μάθημα 33ο, ἐκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Κομνηνείου, Στόμιον Λαρίσης 2019, σ. 216 κ.ε.) Ο Θεός όμως τούς ἔβαλε την ντροπή ἐπειδή ὅλα στον άνθρωπο θά ἔπαιρναν τόν κατήφορο, προπαντός όμως ή γενετήσια συμπεριφορά. Προσέξτε αυτό το σημείο· τον κατήφορο θά τόν ἔπαιρνε κυρίως ή γενετήσια συμπεριφορά. Καί τί δέν πῆρε τόν κατήφορο στόν ἄνθρωπο... οἱ αισθήσεις; ή νόηση; τα συναισθήματα; ή βούληση;... ὅλα πῆραν κατήφορο· προπαντός όμως –προσέξτε, θά τό πῶ για τρίτη φορά– ή γενετήσια συμπεριφορά!

   Καταλαβαίνετε λοιπόν τί θά γινόταν, ἄν δέν ὑπῆρχε ἕνας φραγμός στο θέμα αὐτό; Ὅ,τι ἀκριβῶς συνέβη –καί τό ἔχουμε ὡς ἱστορική εικόνα- στα Σόδομα καί τά Γόμορρα... πού δέν ντρέπονταν οἱ ἄνθρωποι αὐτοί τίποτα, τίποτα, τίποτα! Ζούσαν σε μία φρικτή ἁμαρτία, μεγάλοι- μικροί, ανακατεμένοι! 

   Γιά νά προστατεύσει λοιπόν ὁ Θεός τόν ἄνθρωπο ἀπό αὐτόν τόν κατήφορο, ἔβαλε ἔμφυτη τήν αἰδώ, τήν ντροπή, ὥστε ἀμέσως να ντυθεῖ, ὄχι γιατί ζεσταίνεται η κρυώνει, αλλά γιατί ντρέπεται. Βλέπετε κι ένα μικρό παιδάκι, δεν ντρέπεται. Μόλις όμως αρχίσει να καταλαβαίνει μερικά πράγματα, ντρέπεται. Γιατί ντρέπεται; Εἶναι ἔμφυτο. Κι αὐτό εἶναι ἀπό τόν Θεό, ἀκριβῶς γιά να παρεμποδισθεῖ ἕνα παραπέρα κατρακύλισμα τοῦ ἀνθρώπου, ἕνεκα αὐτῆς τῆς ἐξαχρειώσεως στην γενετήσια συμπεριφορά του. (Βλ. Γενναδίου Κων/πόλεως, Αποσπάσματα εἰς τὴν Γένεσιν: «Ἐγὼ νομίζω τὸν Δεσπότην Θεὸν ἐνθεῖναι αὐτοῖς τὴν αἰσχύνην μετὰ τὴν παράβασιν, ὡς ἂν καὶ ταύτῃ πρὸς τὴν τῶν ἁμαρτημάτων ἀνακόπτωνται ἐπίδοσιν.» (PG 85, 1637C), καί π. Αθανασίου Μυτιληναίου, Ἡ Γένεσις, Τόμος Ε΄, Μάθημα 58ο, ἐκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Κομνηνείου, Στόμιον Λαρίσης 2021, σσ. 237-238)

   Ὁ Ἀδάμ εἶπε κρύφτηκα γιατί είμαι γυμνός. Αλλά τό εἶμαι γυμνός εἶναι ἕνας ἄλλος τρόπος ἐκφράσεως τοῦ ντρέπομαι. Θά μποροῦσε νά πεῖ ντρέπομαι. Ἀντί δηλαδή νά πεῖ κρύφτηκα γιατί είμαι γυμνός, νά ἔλεγε κρύφτηκα γιατί ντρέπομαι. Ἔτσι, ἡ ντροπή γεννήθηκε ἀπό τήν ἐνοχή. Επειδή λοιπόν ἡ ἐνοχή θα ήταν πια μία μόνιμη κατάσταση στόν ἄνθρωπο, ἔτσι καί ἡ ντροπή θά ἦταν μία μόνιμη κατάσταση.

   Τὸ αἴσθημα αὐτό τῆς γυμνότητος προηγεῖται βεβαίως ἐσωτερικά σαν μια γύμνωση τῆς ψυχῆς ἀπό τήν παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

   Σᾶς εἶπα σ' ἕνα περασμένο μας μάθημα ὅτι οἱ πρωτόπλαστοι εἶχαν τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ· μόλις ὅμως ἁμάρτησαν Τό ἔχασαν καί ἀμέσως ἔνιωσαν αὐτήν τή γύμνωση εσωτερικά. Διότι ἡ ζωή τοῦ ἀνθρώπου εἶναι τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο· μή τό ξεχνάμε. Αυτό δίνει ζωή, ὄχι μόνο πνευματική ζωή, αλλά καί αὐτό πού λέμε βιολογική ζωή. (Βλ. π. Αθανασίου Μυτιληναίου, Η Γένεσις, Τόμ. Β΄, Μάθημα 58ο, ἐκδ. Ι. Μ. Κομνηνείου, Στόμιον Λαρίσης 2021, σσ. 233-234)

   Τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ μᾶς δίνει τή ζωή. Ὅ,τι ζεῖ ζεῖ γιατί υπάρχει τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, πού δίνει τή ζωή. Ξαναλέω, κάθε ζωή· ὄχι μόνο τή ζωή τῆς ψυχῆς, ἀλλά καί πᾶσα πνοή που υπάρχει· κάθε πνοή σ' ὅλη τήν κτίση είναι γιατί τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ δίνει αὐτήν τή ζωή. Μή ξεχνᾶτε ὅτι «καὶ πνεῦμα Θεοῦ ἐπεφέρετο ἐπάνω τοῦ ὕδατος» (Γέν. 1, 2), εφέρετο πάνω ἀπό τά νερά. Γιατίἐπάνω τῶν ὑδάτων, καί ὄχι ἐπάνω τῆς ξηρᾶς; Διότι ἡ πρώτη ζωή ἐμφανίστηκε μέσα στα ὕδατα, στα νερά.

   Φανερό λοιπόν εἶναι ὅτι τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ ἐπώαζε, οὕτως εἰπεῖν, τή ζωή μέσα στα νερά· εἶναι Ἐκεῖνο πού δίνει ζωή. (Βλ. π. Αθανασίου Μυτιληναίου, Ἡ Γένεσις, Τόμ. Α΄, Μάθημα 4ο, ἐκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Κομνηνείου, Στόμιον Λαρίσης 2017)

   Ἔτσι, οἱ πρωτόπλαστοι ἔνιωσαν αὐτή τή γύμνωση πρῶτα ἐσωτερικά, ὡς ἀπουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. (Βλ. ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ, Λόγος εἰς τὴν ξηρανθεῖσα συκήν, PG 96, 581Α: «Παρακούσαντες δέ, ἐμακρύνθησαν τῆς σκεπούσης αὐτοὺς χάριτος. Ἐγυμνώθησαν τῆς πρὸς Θεὸν ἐκστάσεως καὶ θεωρίας.»)

   Ἀλλά ἄς προσέξουμε στην ερώτηση πού κάνει ὁ Θεός: «Εἰ μὴ ἀπὸ τοῦ ξύλου, οὗ ἐνετειλάμην σοι τούτου μόνου μὴ φαγεῖν, ἀπ' αὐτοῦ ἔφαγες;» (Γέν. 3, 11). Μήπως ἔφαγες ἀπό αὐτό τό μοναδικό δένδρο πού σοῦ ἔδωσα ἐντολή νά μή φᾶς; Ποῦ πέφτει ὅλο τό βάρος αὐτῆς τῆς ἐρωτήσεως; τό ἀντιλαμβάνεσθε; Τό βάρος εἶναι ἐπάνω στο «τούτου μόνου». Τί σημαίνει αυτό;

   Ὅπως λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, «Οὐ μικρὰν ἔμφασιν ἔχει καὶ τὸ λέγειν· Τούτου μόνου» (Ὁμιλίαι εἰς τὴν Γένεσιν, ΙΖ΄, δ΄, PG 53, 138). Δέν ἔχει μικρή σημασία τό ὅτι ὁ Θεός τονίζει αὐτό τό σημεῖο στήν ἐρώτησή Του. Γιατί τονίζει το ἀπό αὐτό μόνο πού σᾶς εἶπα νά μή φάτε φάγατε; Γίνεται σαφής υπαινιγμός τῆς ἐλευθερίας που απολάμβανε ὁ Ἀδάμ, καί ὅτι ὁ περιορισμός πού εἶχε θέσει ὁ Θεός στους πρωτοπλάστους ήταν μηδαμινός.

   Σάν νά τούς ἔλεγε: Είχατε ὅλα τά δένδρα τοῦ παραδείσου νά ἀπολαύσετε, ὅλα ἦσαν δικά σας· ἕνα μόνο δένδρο σᾶς εἶπα νά μή δοκιμάσετε. Ἄρα εἴχατε ἐλευθερία. Αλλά ἡ ἐλευθερία σας ήταν κάτω ἀπό ἕναν ὅρο· ὁ ὅρος αὐτός ἦταν ἐξαιρετικά μικρός, μηδαμινός. Ἄς ὑποθέσουμε ὅτι τό δένδρο ἦταν μηλιά –δέν τό λέει ἡ Ἁγία Γραφή. Μήπως δέν εἶχε κι ἄλλες μηλιές ὁ κήπος; ὁ παράδεισος; Γιατί τάχα θά ἔπρεπε νά δοκιμάσει κανείς ἀπό τό συγκεκριμένο δένδρο;

   Ἔτσι βλέπουμε σαφῶς ὅτι ἡ ἐλευθερία τους ταν εξαρτημένη· ἀλλά ἦταν τόσο εξαρτημένη, πού σάν νά μήν ἦταν, διότι ὁ περιορισμός ήταν μηδαμινός, ὅπως θὰ δοῦμε καί λίγο πιο κάτω.

   Ρωτάει ὁ ἱερός Χρυσόστομος: «Μὴ γὰρ ἐστενοχώρησά σου, φησί, τὴν ἀπόλαυσιν; Οὐχὶ πᾶσαν ἄδειάν σοι παρέσχον, καὶ πάντων τῶν ἐν τῷ παραδείσῳ τὴν ἐξουσίαν δεδωκώς;» (Ὁμιλίαι εἰς τὴν Γένεσιν, ΙΖ΄, δ΄, PG 53, 138). Μήπως σου στέρησα τήν ἀπόλαυση; Δὲν σοῦ πρόσφερα όλη την άνεση, καί δέν σοῦ ἔχω δώσει τήν ἐξουσία όλων όσων ὑπάρχουν μέσα στον παράδεισο; Εγώ σοῦ τήν ἔδωσα τήν ἐξουσία αὐτή. Γιατί λοιπόν πήγες ἐκεῖ πού σοῦ εἶπα ἕνα ὄχι;

   Πραγματικά, παιδιά, είναι ακατανόητο μυστήριο ή ἐλευθερία!

   Αλλά γιατί τέθηκε αὐτός ὁ περιορισμός; Πρίν σᾶς πῶ γιατί τέθηκε ὁ περιορισμός (παρότι ἀρκετά ἔχουμε πεῖ μέχρι τώρα στα μαθήματά μας για τήν ἐλευθερία πού ὁ Θεός έδωσε στους πρωτοπλάστους, πού τούς δημιούργησε μάλιστα κατ᾿ εἰκόνα δική Του)(Βλ. π. Αθανασίου Μυτιληναίου, Η Γένεσις, Τόμ. Β΄, Μάθημα 17ο, ἐκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Κομνηνείου, Στόμιον Λαρίσης 2018) θά ἤθελα νά σᾶς πῶ ὅτι πολλοί νομίζουν ὅτι ἡ αἰτία τῆς πτώσεως τῶν πρωτοπλάστων ήταν αὐτός ὁ περιορισμός που τέθηκε. Απεναντίας, ὄχι μόνο δέν ἦταν ἡ αἰτία τῆς πτώσεως αυτός ο περιορισμός, αλλά αυτός τέθηκε, ὅπως θὰ δοῦμε, σαν μια πρόληψη ἑνός ανεπανόρθωτου κακού. Θέλησε να προλάβει ὁ Θεός ἕνα κακό πού θά γινόταν, ἀλλά κακό ανεπανόρθωτο. Ἐνῶ ἡ πτώση τῶν πρωτοπλάστων δέν ἦταν ἀνεπανόρθωτο κακό αλλά επανορθώσιμο.

   Γιά νά τό καταλάβετε, θά σᾶς πῶ ἕνα ἐπιχείρημα ἀπό τό λεγόμενο γλωσσικό θέμα τῆς φωνητικῆς ὀρθογραφίας. Ὅπως θα ξέρετε, ἕνα προσεχές βῆμα, όπως  φημολογεῖται, ἔτσι λένε, μετά τό μονοτονικό σύστημα θὰ πᾶμε στο ατονικό, καί μετά τό ἀτονικό θά πᾶμε στήν φωνητική ορθογραφία. Τουλάχιστον ἐγώ κατέχω στη βιβλιοθήκη μου δύο βιβλία με αυτή τή γραφή, τῆς φωνητικῆς ὀρθογραφίας.

   Φωνητική ορθογραφία είναι να γράφουμε ὅπως ἀκοῦμε. Δηλαδή λέμε ἔχω, καί γράφουμε έχο (ἔψιλον, χι, όμικρον). Ἄν ἔχουμε δυό γράμματα, ὅπως εἶναι τό ὄμικρον καί τό ὠμέγα, διαλέγουμε το συντομότερο –μή τυχόν ξοδεύουμε bic παραπάνω... Η, ἀκόμη, ἄν ἔχουμε διφθόγγους, τέτοια πράγματα, αυτά πᾶνε περίπατο! Τό ου σημειώνεται μέ ἕνα ύψιλον μόνο, σκέτο (υ), γιά νά ἀποφύγουμε να βάλουμε δύο γράμματα.

   Τό ἕνα λοιπόν ἀπ' αὐτά τά βιβλία πού ἔχω –μία ταξιδιωτική περιπέτεια στην Αμερική– καί εἶναι γραμμένο με φωνητική ορθογραφία, ἅμα τό δεῖτε, θά παραξενευτεῖτε· θά πεῖτε ἑλληνικά εἶναι αὐτά;... Ας εἶναι. Τό ἐπιχείρημα τοῦ βιβλίου ξέρετε ποιό είναι; Ἰσχυρίζεται ὅτι μέχρι τώρα οι μαθητές του σχολείου ἔκαναν λάθη ὀρθογραφικά γιατί υπάρχουν ὀρθογραφικοί κανόνες. Ὅταν δέν θά ὑπάρχει θέμα κανόνων, δέν θά ὑπάρχει καί ἡ περίπτωση λάθους! Ἀφοῦ θά γράφονται ὅλα ὅπως τ᾿ ἀκοῦμε, τότε πιά οἱ μαθητές δέν θά κάνουν λάθη, δέν θά πέφτουν σε λάθη! Πέφτω ὅμως σημαίνει ὅτι είμαι κάπου ψηλά καί πέφτω κάτω. Ὅταν ὅμως εἶμαι κάτω στο έδαφος, που παρακάτω να πέσω; Ποῦ νά πάω, ἀφοῦ εἶμαι στό ἔδαφος, κάτω-κάτω;

   Ἔτσι κι ἐδῶ θα λέγαμε, μήπως αἰτία τῆς πτώσεως ὑπῆρξε κάποια απαγόρευση; μήπως γι᾿ αὐτόν τόν λόγο ἔπεσαν οἱ πρωτόπλαστοι;

   Ὄχι, παιδιά, δέν εἶναι αὐτό. Φυσικά δέν γνωρίζουμε, ἄν δέν ἔπεφταν οι πρωτόπλαστοι, τί θά γινόταν. Δέν μποροῦμε νά τό ποῦμε μέ μία βεβαιότητα· μιλάμε με μία πιθανότητα. Ὑπῆρχε κίνδυνος, ἄν δέν ἔμπαινε αὐτός ὁ περιορισμός, οι πρωτόπλαστοι πάλι νά ἔπεφταν, ἀλλά νά ἔπεφταν από μία υπερηφάνεια. Ὅπως ἀκριβῶς ἔπεσε καί ὁ διάβολος. Ὁ διάβολος ἔπεσε από μία ὑπερηφάνεια. ( Ἒπεσε «ἐκ τῆς ἄνω φωτοφορίας» (Μικρὸν Εὐχολόγιον, Α' ευχή Εξορκισμῶν μεγ. Βασιλείου, ἐκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας, ᾿Αθῆναι 1956, σ. 262). Επεσε στόν ὁρατό κτιστό κόσμο, καί βρέθηκε σ' αὐτόν ὡς ὑπόδικος, γκρεμίστηκε! Βλ. Λουκά 10, 18. Ήσ. 14, 12. Πρβλ. Ἰωάν. 12, 31. 16, 11. Αποκ. 12, 7-9) Αυτό θα μπορούσε να συμβεῖ καί στους πρωτοπλάστους, να πέσουν από μία ὑπερηφάνεια.

   Θα μου πείτε: Τό ότι παρέβησαν τήν ἐντολή του Θεοῦ, αὐτό δέν ὑπῆρξε υπερηφάνεια ἐκ μέρους τους; Δέν ὑπερηφανεύθηκαν καί δέν σκέφτηκαν ὅτι μπορούσαν, για μια στιγμή, να γίνουν θεοί, πέρα από τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ;

   Ναί, ἀλλά μέ τήν ἑξῆς λεπτή διαφορά· ὅτι θά μποροῦσε νά εἶχαν σκεφτεί από μόνοι τους τό θέμα τῆς ὑπερηφανείας τῆς αὐτοθεώσεως. Τώρα ὅμως δέν τό σκέφτηκαν από μόνοι τους, αλλά τούς ὑποβλήθηκε από τόν διάβολο. Συνεπῶς ἡ αἰτία ἦρθε ἀπ᾿ ἔξω, ἦρθε ἀπό τον διάβολο. Τί διαφορά ὑπάρχει ἂν ἡ αἰτία ερχόταν από μέσα; Ακοῦστε τί διαφορά υπάρχει. 

   Ὁ διάβολος σκέφτηκε κάποτε το κακό. Αλλά δέν ὑπῆρξε κάποιος άλλος διάβολος πού νά τοῦ τό εἶπε· το σκέφτηκε μόνος του. Επειδή τό σκέφτηκε μόνος του, ύπῆρξε διαστροφή του προσώπου του σε βαθμό πού δέν θα μποροῦσε πιά νά μετανοήσει. Γι' αὐτό, παιδιά, ὁ διάβολος δέν μπορεῖ νά μετανοήσει. Γι' αὐτό καί δέν ἔγινε ἄγγελος ὁ Θεός γιά νά σώσει τους αγγέλους τους πεσμένους, τούς πεπτωκότες, αλλά ἔγινε ἄνθρωπος, ἐπειδή σ' ἐκεῖνον ἦλθε ἀπ᾽ ἔξω ὁ πειρασμός, δηλαδή παρασύρθηκε. Δεν το σκέφτηκε μόνος του τό κακό ό ἄνθρωπος, δέν ἔπαθε διαστροφή τῆς ψυχῆς του, καί γι᾿ αὐτό μπορεῖ νά θεραπευτεί. Γι' αὐτό ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ δέν ἔγινε ἄγγελος, ἀλλά ἐνανθρώπησε, ἔγινε ἄνθρωπος, γιά νά σώσει τόν ἄνθρωπο, ἐπειδή ὑπῆρχε αὐτή ἡ δυνατότητα να σωθεῖ ὁ ἄνθρωπος, ἕνεκα τοῦ ὅτι δέν διαστράφηκε. (Βλ. Μ. Βασιλείου, Εἰς τὸν Ἡσαΐαν, 14, 279, PG 30, 609BC, και ἁγ. Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, Εκδ. Ὀρθ. Πίστεως 2,4, PG 94,877)

   Ὁ Θεός λοιπόν βάζει ἐδῶ τόν περιορισμό, ὥστε, ἄν ἔπεφταν οἱ πρωτόπλαστοι, νά ἔπεφταν ἀπό μία έξωτερική υποβολή –υπάρχει καί ἄλλος λόγος, πού θά δοῦμε λίγο πιο κάτω. Ὑπερηφανεύτηκαν, ναί, ἀλλά ὄχι μόνοι τους· τούς το σφύριξε ὁ διάβολος στ' αυτί αὐτό, καί ἔτσι θα μπορούσαν να διορθωθοῦν. Κοιτάξτε τη σοφία τοῦ Θεοῦ... τήν πολυποίκιλη σοφία τοῦ Θεοῦ! Συνεπῶς αὐτή ἡ ἀπαγόρευση, ὁ ὅρος, δέν ἦταν αἰτία να πέσουν, αλλά αἰτία να προστατευθοῦν καί τελικά να σωθοῦν.

   Θα λέγαμε ἀκόμη πώς ὁ Θεός, ἐκτός ἀπό τό ὅτι προστατεύει την κατάσταση με τον τρόπο πού σᾶς ἐξήγησα, ἔρχεται να βάλει κι έναν όρο, ἕναν περιορισμό, για να μάθει ὁ Ἀδάμ ὅτι οφείλει να ἐξαρτᾶται ἀπό τόν Θεό, αὐτός καί ἡ ἐλευθερία του.

   Ἐδῶ τώρα ἐρχόμαστε σέ ἕνα ἄλλο σημεῖο. Επρεπε νά τό μάθει αὐτό ὁ Ἀδάμ. Ναί. Σάν νά τοῦ ἔλεγε ὁ Θεός: Κοίταξε, Ἀδάμ Μποροῦσα νά σοῦ ἀφήσω τά πάντα ἐλεύθερα. Ὅμως κάτι κρατῶ για λογαριασμό μου· καί αὐτό τό κάτι είναι τό ὅτι ἀπ' αὐτό τό δένδρο δὲν θὰ δοκιμάσεις. Αὐτό σημαίνει πώς ἡ ἐλευθερία σου μπαίνει κάτω ἀπό ἕναν περιορισμό δηλαδή εξαρτᾶσαι ἀπό μένα. Εἶναι σπουδαῖο αὐτό; Ναί.

   Ἔχουμε προσέξει, παιδιά, ὅτι μέσα σ' ὅλο τό μήκος τῆς ἀποκαλύψεως τοῦ Θεοῦ στήν ἀνθρώπινη ἱστορία ὁ Θεός πάντα βάζει ἕναν όρο, ἕνα κάτι, ἕναν περιορισμό· πάντα!

   Θὰ σᾶς ἀναφέρω ὅτι ὅταν ἔγινε ὁ κατακλυσμός καί ἐπαναλαμβάνει ὁ Θεός τίς εὐλογίες πού εἶχε δώσει στους πρωτοπλάστους τώρα στον Νῶε καί τήν οἰκογένειά του, στα παιδιά του καί τούς ἀπογόνους του, λέει: Μπορείτε να φάτε ὅ,τι θέλετε... Κοιτάξτε ἐπανάληψη τοῦ θέματος· ὅ,τι εἶχε πεῖ καί στούς πρωτοπλάστους. Θυμᾶστε τί τούς εἶχε πεῖ; Φάτε ὅ,τι θέλετε ἀπό τόν παράδεισο, εκτός από τον καρπό τούτου τοῦ δένδρου. Τώρα στον Νῶε; Μπορείτε να φάτε ὅ,τι θέλετε, ὅ,τι υπάρχει πάνω στή γῆ καί τά ζῶα ἀκόμα μπορείτε να φάτε, εκτός από το αίμα τους. Αὐτό δέν τό εἶχε πεῖ στον Αδάμ' αυτός τρεφόταν μόνο από το φυτικό βασίλειο.

   Με την ευκαιρία, σᾶς ὑπενθυμίζω κάτι πού εἴχαμε πεῖ, (Βλ. π. Αθανασίου Μυτιληναίου, Η Γένεσις, Τόμος Γ΄, Μάθημα 28ο, ἐκδ. Ι. Μ. Κομνηνείου, Στόμιον Λαρίσης 2019) ὅτι ἡ τροφή του Αδάμ, δηλαδή τῶν ἀνθρώπων, ἦταν ἀπό τό φυτικό βασίλειο. Απόδειξη, ὅτι ἡ Ἰατρική συνεχῶς ἐπανέρχεται και λέει ότι η ζωική τροφή, το κρέας δηλαδή, εἶναι ἀφύσικο. Ακόμη καί τά δόντια μας δέν εἶναι κατασκευασμένα για να τρώνε κρέας. Απόδειξη ὅτι ὅταν φᾶμε κρέας, μᾶς ἐνοχλεῖ τό κρέας πού μπῆκε ἀνάμεσα στα δόντια, καί χρησιμοποιούμε τίς οδοντογλυφίδες. Οι γάτες, ξέρετε, δέν χρησιμοποιοὖν ὀδοντογλυφίδες... οὔτε οἱ σκύλοι... Προσέξτε τα δόντια τῶν δύο αὐτῶν ζώων πού σᾶς εἶπα· τό στόμα καί τά δόντια τους εἶναι κατασκευασμένα γιά νά τρῶνε κρέας· ὄχι ὅμως τοῦ ἀνθρώπου. Συνεπῶς ὁ ἄνθρωπος ἀρχικά ἦταν φυτοφάγος· κατοπινά ἔγινε καί κρεοφάγος.

   Ὁ Θεός τό συγχωρεῖ, τό παραχωρεῖ, καί λέει στον Νῶε: Ἔχετε τήν εὐλογία να τρώτε κρέας. Ὅπως εὐλόγησα τό φυτικό βασίλειο, ἔτσι εὐλογῶ καί τό ζωικό· μπορεῖτε νὰ τρῶτε ὅ,τι θέλετε. Προσέξτε όμως· όταν θα τρώτε ἕνα ζῶο, ὁποιοδήποτε ζώο, δέν θά τρῶτε τό αἷμα του. Βάζει κι ἐδῶ ἕναν περιορισμό· δέν θά τρῶτε τό αἷμα του. Δηλαδή, ἅμα σφάζετε το ζώο, τό αἷμα του θά τό χύνετε, καί θά τρώτε μόνο το κρέας. (Βλ. Γέν. 9, 3-4. Λευιτ. 3, 17. 7, 25. 17, 14. Πράξ. 15, 29)

   Τί εἶχε πεῖ στούς πρωτοπλάστους; «ᾗ δ᾿ ἂν ἡμέρᾳ φάγητε ἀπ' αὐτοῦ, θανάτῳ ἀποθανεῖσθε» (Γέν. 2, 17). Τό ἴδιο λέει καί στόν Νῶε: Ἄν φάτε αἷμα –ζώο δηλαδή μέ τό αἶμα του–, τότε θα ζητήσω ἀπό τό χέρι τῶν ζώων τό αἷμα το δικό σας, δηλαδή μ' άλλα λόγια θα κατασπαραχθείτε ἀπό τά ζώα, ἀπό τά ἄγρια θηρία. (Βλ. Γέν. 9, 5)

   Ώστε ὁ Θεός πάντα βάζει ἕναν όρο. Γιατί βάζει αὐτόν τόν ὅρο; Κοιτάξτε ἐδῶ· δέν θά φᾶτε αμα· ζητά κάτι μηδαμινό, τιποτένιο. Το κάνει αυτό γιατί θέλει μέ αὐτόν τόν τρόπο να διδάξει τόν ἄνθρωπο ὅτι πρέπει να ἐξαρτᾶται ἀπό τόν Θεό, ἀπό τήν ἐντολή Του, καί αὐτός καί ἡ ἐλευθερία του.

   Καί ὅπως λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, «ἑνὸς τούτου μόνου ἀπέχεσθαι ἐνετειλάμην, ἵνα εἰδέναι ἔχῃς ὅτι ὑπὸ δεσπότην εἰ καὶ ὀφείλεις ὑπακοήν τινα ἐπιδεικνύναι» (Ὁμιλίαι εἰς τὴν Γένεσιν, ΙΖ΄, δ΄, PG 53, 138). Από ένα καί μόνο σου παρήγγειλα νά ἀπέχεις, γιά νά γνωρίζεις ὅτι εἶσαι κάτω από κύριο, καί ὀφείλεις να δείχνεις ὑπακοή. Σοφό καί αυτό!

   Ὁ ἄνθρωπος, ὅταν καταλάβει ὅτι εἶναι μόνος του, αἰσθάνεται πολύ άσχημα. Σᾶς εἶχα πει στο παρελθόν ἕνα παράδειγμα· θά σᾶς τό ἐπαναλάβω. Ὑποθέστε ὅτι, στην ηλικία πού εἴσαστε –πού δέν εἴσαστε νήπια, αλλά ολόκληρα παιδιά–, πήγατε κάποτε ἐκδρομή στο βουνό, ἄς ποῦμε στον Ὄλυμπο. Γιά μιά στιγμή, χάνετε τούς δικούς σας καί μένετε μόνοι σας. Αρχίζει να νυχτώνει, καί φωνάζετε τούς γονεῖς σας, τούς φίλους σας, ἀλλά πουθενά ἐκεῖνοι... κανείς! Ἐν τῷ μεταξύ βλέπετε να ἔρχεται καταιγίδα ἤ χιονοθύελλα... Πείτε μου· πῶς θά νιώσετε; Φοβερά ἄσχημα! Γιατί; Γιατί αἰσθάνεστε ὅτι εἴσαστε μόνοι σας.

   Ὁ ἄνθρωπος, μέσα στο σύμπαν, ἄν δέν πιστεύει στόν Θεό καί δέν ἐξαρτᾶται ἀπό τόν Θεό, αἰσθάνεται μόνος· αὐτή εἶναι ἡ μοναξιά. Θά ἔχετε ἀκούσει ἤ θά ἔχετε διαβάσει, σέ ὅλο τό μῆκος τῆς λογοτεχνίας, στα πεζά και στα ποιήματα, γι' αυτήν τη μοναξιά τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι ἕνα στοιχεῖο πού τόσο πολύ τονίζεται γιατί ὁ ἄνθρωπος έχει βγάλει τόν Θεό από τη ζωή του, καί αἰσθάνεται ἔντονη τη μοναξιά. Εἶναι ἕνα αἴσθημα πού γεννάει πολλές ψυχικές αρρώστιες. Ἔχουμε λοιπόν ἀνάγκη ἀπό παρουσία, από κοινωνία, ὄχι μόνο ανθρώπων, ἀλλά καί τοῦ Θεοῦ, προπαντός τοῦ Θεοῦ.

   Σκεφτεῖτε· ἐάν ἔχω αὐτή τήν αἴσθηση τῆς κοινωνίας μέ τόν Θεό, τότε μπορῶ νά ζήσω καί στόν Ὄλυμπο. Απόδειξη; χιλιάδες ἀσκητές ἔχουν ζήσει στήν ἔρημο, χωρίς νά δοῦν στή ζωή τους ἄνθρωπο. Πῶς ἔζησαν; Τί ἦσαν; θηρία; Ὄχι είχαν τήν αἴσθηση τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ, τῆς ἐξαρτήσεως ἀπό τόν Θεό. 

   Θέλετε ἀπόδειξη ὅτι τό πράγμα εἶναι ἔτσι καί ὅτι δέν εἶναι ἀρκετό νά ἔχεις κοινωνία μέ τούς ἀνθρώπους μόνο; Οἱ ἄνθρωποι που δεν πιστεύουν στον Θεό, παρότι ἔχουν κοινωνία μέ πλῆθος ἀνθρώπων γύρω τους, αισθάνονται μοναξιά. Κάνε παρέα όσο θέλεις μέ τούς φίλους σου, μέ τούς γύρω σου, λέμε· τό αἴσθημα τῆς μοναξιᾶς ἐξακολουθεῖ νά ὑπάρχει. Γιατί; Είναι μεταφυσικό τό φαινόμενο· δέν είναι φυσικό.

   Γι' αὐτόν λοιπόν τόν λόγο ἡ ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου πρέπει νά εἶναι ἐξαρτημένη ἀπό τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ· νά αἰσθάνομαι ὅτι ἔχω Κύριο στον Ουρανό, ο Ὁποῖος μοῦ λέει ἕνα ὄχι, ἀλλά καί ταυτόχρονα είναι Πατέρας μου, πού μέ γνωρίζει, μέ βλέπει, μέ προστατεύει. Σπουδαίο αυτό!

   Ἔτσι, ἡ ἐξαρτημένη ἐλευθερία δέν εἶναι ἀπώλεια ἐλευθερίας, ἀλλά εἶναι διάσωση ἐλευθερίας. Καί το λέμε αυτό σέ μιά ἐποχή πού μοῦ φαίνεται ότι την βγάλαμε στο σφυρί τήν ἐλευθερία! Που να ακούσουν για εξαρτημένη ελευθερία σήμερα οἱ ἄνθρωποι...

   Αυτή, ἀκόμη, ἀποτελεῖ καί διάσωση της προσωπικότητος. Μή ξεχνάμε ὅτι ἡ ἐλευθερία σε τοῦτο ἀποβλέπει· στη διάσωση τῆς ὑπάρξεως ἀλλά καί τῆς προσωπικότητος. Ὄχι μόνο τῆς ὑπάρξεως· γιατί μπορεῖ νά εἶμαι δοῦλος, καί νά διασώζω την ύπαρξη, ἀλλά νά μή διασώζω την προσωπικότητά μου. Πρέπει λοιπόν να το καταλάβουμε αὐτό.

   Ἡ ἐλευθερία, λοιπόν, ἡ ἀπό τόν Θεό εξαρτημένη, διασώζει καί τήν ὕπαρξη, διασώζει καί τήν προσωπιότητα. Ὅτι τό ἀντίθετο είναι ἀνάποδο, απόδειξη ἀποτελεῖ ὁ Ἀδάμ, ὁ ὁποῖος, μέ τό νά μήν μείνει στήν ἐξαρτημένη ελευθερία αλλά να ζητήσει τήν ἀπόλυτη έλευθερία, μπήκε στην γνωστή περιπέτεια, στην περιπέτεια τῆς πτώσεως και στην περιπέτεια τοῦ θανάτου –ἄχ, αὐτός ὁ θάνατος...

   Παιδιά, μή μοῦ πεῖτε πώς επειδή έχω ήδη ἄσπρα μαλλιά, γι' αυτό καί βλέπω ὅτι εἶναι ἐγγύς ὁ θάνατος. Ὄχι βέβαια ὅτι δέν μπορεῖ νά πεθάνω καί αύριο, σήμερα, απόψε, σέ μιά ώρα, νά μήν προλάβω να τελειώσω το μάθημά μου αυτό· ὄχι γι' αυτό. Αυτό τό αἴσθημα τό ἔχω ἀπὸ ἔφηβος· ὄχι ὅμως μέ μιά απαισιόδοξη τοποθέτηση, ἀλλά μέ τήν ἔννοια ὅτι αὐτή ἡ μνήμη του θανάτου δέν σ' αφήνει να πλουτίσεις, να φτιάξεις μεγάλα πράγματα, παρά μόνο ὅ,τι εἶναι ἐν Θεῷ. Προσέξτε· μόνο ὅ,τι εἶναι γιά τόν Θεό! Μπορεῖς νά φτιάξεις μεγάλα πράγματα, ἀρκεῖ νά ὑπηρετήσουν τό ἔργο τοῦ Θεοῦ. Τότε μάλιστα,

   Σας βεβαιώνω ότι, παρότι ἀγαπῶ τα λουλούδια, καί τ' ἀγαπῶ πάρα πολύ, σας βεβαιώνω ὅτι, ἄν ἔβλεπα στο γραφείο μου ἐπάνω ἕνα βαζάκι με λουλούδια, κάτι θα με συγκρατούσε· υπάρχει ὁ θάνατος! 

   Μήν το πάρετε ὅτι εἶναι μιά στάση απαισιοδοξίας. Αὐτό τό αἴσθημα, ὅτι ὑπάρχει ὁ θάνατος, πρέπει να μᾶς συνοδεύει σέ ὅλη μας τή ζωή, ἄν πραγματικά θέλουμε να αναπτύξουμε πνευματική ζωή· διαφορετικά ξεχνιόμαστε.

   Τί σημαίνει ἡ αἴσθηση του θανάτου; Εἶναι ἐκεῖνο τό «μιμνήσκου τὰ ἔσχατά σου, καὶ εἰς τὸν αἰῶνα οὐχ ἁμαρτήσεις» (Σοφ. Σειράχ 7, 36), πού λέει ή Παλαιά Διαθήκη στη Σοφία Σειράχ· νά θυμᾶσαι ὅτι θά πεθάνεις, καί δέν θά ἁμαρτήσεις στον αιώνα. Αυτό βοηθάει στό νά μήν ἁμαρτάνουμε. Το σπουδαῖο: νά μή προσκολλόμαστε σ' αὐτόν τόν κόσμο. Τό ἀκόμη σπουδαιότερο: νά μή γινόμαστε ζητητές τῆς ἀπόλυτης ελευθερίας, αλλά τῆς ἐξαρτημένης ἀπό τόν Θεό. Εξαρτώμαι από τον Θεό, είμαι στα χέρια τοῦ Θεοῦ.

   Ὅταν ὁ Χριστός ὡς ἄνθρωπος πέθαινε στον σταυρό, εἶπε: «πάτερ, εἰς χεῖράς σου παρατίθεμαι τὸ πνεῦμα μου» (Λουκά 23, 46). Τί σημαίνει στα χέρια σου παραθέτω το πνεῦμα μου; Σημαίνει ὅτι Ἐσύ εἶσαι ὁ ἐξουσιαστής μου, εἶσαι ὁ Κύριός μου· πάρε λοιπόν τό πνεῦμα μου στα χέρια τα δικά Σου. Αν αὐτό τό ἔλεγε κάθε πιστός, Κύριε, τὸ πνεῦμα μου, την ύπαρξή μου, τήν τωρινή και τήν μελλοντική, πού μέ τήν ἀνάστασή μου θα μου δώσεις, ὅλα τά βάζω στα δικά Σου χέρια... Εἶναι πολύ σπουδαῖο αὐτό! Παιδιά, προσέξτε το! Ξαναλέω ἄλλη μία φορά: ἡ ἐξαρτημένη από τόν Ἰησοῦ Χριστό ἐλευθερία διασώζει ύπαρξη και προσωπικότητα!

   Αλλά επειδή ὁ Ἀδάμ ζήτησε αλλότρια, ξένα πράγματα, επειδή ζήτησε απόλυτη ελευθερία, ἦλθε ἡ πεῖρα, ἡ γεύση αὐτῆς τῆς χειραφετημένης του καταστάσεως. Και λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος: «Ἰδοὺ διὰ τῆς πείρας ὧν πέπονθας, ἔμαθες ὅσον τῆς συμβουλῆς ἐκείνης τὸ ὀλέθριον.» (Ὁμιλίαι εἰς τὴν Γένεσιν, ΙΖ΄, δ΄, PG 53, 138). Από τήν πεῖρα αὐτῶν πού ἔπαθες, ἔμαθες πόσο καταστρεπτική ἦταν ἡ συμβουλή ἐκείνη γιά τήν ἀπόλυτη ελευθερία, γιά τήν αὐτοθέωση.

   Ξέρετε, παρακάτω –θά τό δοῦμε σ' ένα μεταπροσεχές μάθημά μας– λέει ὁ Θεός: «ἰδοὺ Ἀδὰμ γέγονεν ὡς εἰς ἐξ ἡμῶν» (Γέν. 3, 22), νά, ὁ Ἀδάμ ἔγινε σάν ἕνας ἀπό μᾶς. Εἴδατε, εἶναι σέ Πληθυντικό ἐδῶ, γιατί μιλοῦν τά τρία πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος μεταξύ τους. (Περισσότερα για κάποιους μυστηριώδεις Πληθυντικούς στην Γένεση, βλ. π. Αθανασίου Μυτιληναίου, Η Γένεσις, Τόμος Β΄, Μάθημα 13ο, ἐκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Κομνηνείου, Στόμιον 2018, όπως καί Νικολάου Σωτηροπούλου, Αντιχιλιαστικόν Ἐγχειρίδιον, ἐκδ. Ο Σταυρός, Ἀθῆναι 1978, σσ. 27-30) Ἔγινε σάν ἕνας ἀπό μᾶς. Μήπως εἶναι μία, θα λέγαμε, ὑψηλή εἰρωνεία; Δέν θά ἤθελα νά τό πῶ ἔτσι. Βέβαια δέν θέλω νά τό σχολιάσω τώρα, γιατί θα φθάσουμε ἐκεῖ καί θά δοῦμε τό θέμα ἀπό κοντά· ἀλλά ἐδῶ –ἄς τό ποῦμε ἔτσι– ἔχουμε μιά υψηλή ειρωνεία, πολύ λεπτή... ὅτι νά, ὁ Αδάμ αναζήτησε την απόλυτη ελευθερία, καί ἔγινε σάν ἕνας ἀπό μας, ἔγινε θεός!

   Εἶναι ὅμως ἀπό τήν ἀνάποδη πλευρά. Εἶναι αὐτό πού εἶπε ὁ Πιλάτος, βλέποντας τόν Ἰησοῦ Χριστό, πού ἐκείνη τήν ὥρα αντιπροσώπευε ολόκληρη τήν άνθρωπότητα· «ἴδε ὁ ἄνθρωπος», νά ὁ ἄνθρωπος· πῶς; καθημαγμένος, καταματωμένος, και μάλιστα ντυμένος μέ τήν ψευδή πορφύρα! δηλαδή μία καρικατούρα βασίλική, ἕνα ὑποκατάστατο, μία γελοιογραφία βασιλέως, μιά κατάσταση πού δέν ἦταν αὐθεντική. Ἔτσι καταντά ὁ ἄνθρωπος πού ζητά την απόλυτη ελευθερία. 

   Προσέξτε, παιδιά· δέν χρειάζονται παραδείγματα πρακτικά· εἴσαστε μεγάλα παιδιά, καί καταλαβαίνετε. Ἐάν λέτε στούς γονεῖς σας, ἐπί παραδείγματι, ἐγώ θά κάνω ὅ,τι θέλω, θά πάω ὅπου θέλω, θα γυρίσω ὅ,τι ρα ἐγώ θέλω στο σπίτι... ἂν θέλω θα πάω στο σχολείο ἤ ὅποια ρα θέλω θά φύγω από το σχολεῖο, τότε οὔτε γράμματα θα μάθετε, οὔτε καλοί ἄνθρωποι θά γίνετε, οὔτε θα προκόψετε, αλλά θά ἐφαρμόσετε στον εαυτό σας αὐτό τό «ἰδοὺ Ἀδὰμ γέγονεν ὡς εἰς ἐξ ἡμῶν» εἰρωνικά, ὅπως καί τό «ἴδε ὁ ἄνθρωπος», καθημαγμένοι, μέ κομμένα τα φτερά, όπως λέει καί ὁ Λαπαθιώτης σε ἕνα ποίημά του... Καί ἀφοῦ ξεκινήσαμε φουσκωμένοι σαν διάνοι, γυρίσαμε το βράδυ με καταματωμένα τα φτερά! (Βλ. Ναπολέοντος Λαπαθιώτη (1893-1943) Ποιήματα. Οι νικημένοι τῆς ζωῆς, ἐκδ. Μαλλιάρης, Αθήνα 2016: Ἐμεῖς ἐμεῖς, τῆς ζωῆς οἱ νικημένοι / μέ τά βασιλεμένα ιδανικά... | Κι ἐμεῖς, ἕνα πρωί, εἴχαμε κινήσει | μόλις ὁ κάμπος είχε κοκκινίσει | με μάτια πού τά φλόγιζε ή χαρά / κι ὅλοι γεροί καί ἀγέρωχοι σαν Κροῖσου. Μά τά μεσάνυχτα εἴχαμε γυρίσει | με καταματωμένα τα φτερά..)

   Λοιπόν, παιδιά, προσέξτε τα κηρύγματα τῆς ἀπόλυτης ελευθερίας. Ζητήστε τήν ἐξαρτημένη ἀπό τόν Θεό ἐλευθερία... ἐξαρτώμαι ἀπό τόν Θεό!

   «Καὶ εἶπεν ὁ Ἀδάμ· ἡ γυνή, ἣν ἔδωκας μετ᾿ ἐμοῦ, αὕτη μοι ἔδωκεν ἀπὸ τοῦ ξύλου, καὶ ἔφαγον.» (Γέν. 3, 12) Τί βλέπουμε ἐδῶ; Ὁ διάλογος συνεχίζεται. Αδάμ, μήπως ἔφαγες ἀπό τόν καρπό ἐκείνου τοῦ μοναδικοῦ δένδρου ποὺ σᾶς εἶπα νά μή φᾶτε; Καί λέει ὁ Ἀδάμ: Η γυναίκα πού μοῦ ἔδωσες νὰ εἶναι μαζί μου, συντρόφισσά μου, αὐτή μοῦ ἔδωσε καί ἔφαγα ἀπό τόν καρπό ἐκείνου του δένδρου.

   Ἐδῶ βλέπουμε τόν Ἀδάμ νά ἔχει μιά δυνατότητα ἀπολογίας.

   Βλέπετε; γίνεται διάλογος· ρωτάει ὁ Θεός, άπαντάει ὁ Ἀδάμ. Βλέπετε τήν ὀρθή ἔννοια τῆς ἐλευθερίας, τὸ νὰ μπορεῖς νὰ μιλᾶς, να δικαιολογεῖσαι, καί νά σέ ἀκούει ὁ Θεός! Μήπως δεν ξέρει ὁ Θεός ποιός εἶσαι, τί κάνεις; Καί ὅμως σε ακούει ὅταν δικαιολογεῖσαι!

   Ὄχι ὅπως συμβαίνει πολλές φορές στα ανθρώπινα δικαστήρια, ὅπου θά σοῦ ἔλεγαν: Δεν θέλουμε νά ἀκούσουμε τίποτα. Σέ ἁρπάζουμε καί σέ πηγαίνουμε ἤ στη φυλακή ἢ στὴν ἐκτέλεση· δεν χρειαζόμαστε τήν ἀπολογία σου! Αυτά τα καμώματα μόνο οἱ ἄνθρωποι τά κάνουν. Καί μάλιστα κάποιοι ἄνθρωποι πού πολλές φορές φωνασκούν σαν τους βατράχους περί ελευθερίας, αὐτοί εἶναι οἱ πιό στυγνοί θα λέγαμε δικτάτορες! Ἐκεῖνοι πού οἱ ἴδιοι εἶναι ἀνελεύθεροι, σκλάβοι τῶν παθών τους, σκλαβώνουν καί τούς ἄλλους ἀνθρώπους.

   Είδατε τί κάνει ὁ Θεός; ἀνοίγει διάλογο. Τί ώραο! Σήμερα μιλάμε για διάλογο καί πάλι γιά διάλογο, κι όμως είναι φτιαχτό πράγμα. Νομίζουμε ότι μπορούμε να λέμε τη γνώμη μας. Κατά πόσο λαμβάνεται ὑπ' ὄψιν ἡ γνώμη μας είναι ἄλλη παράγραφος. Καί ἄν ἀκόμη λ αμβάνεται υπόψη ή γνώμη μας, είναι πολλές φορές γιά τήν καταστροφή μας. Ο Θεός ὅμως ἀνοίγει διάλογο γιά τήν ἐπανόρθωσή μας. 

   Καί τί εἶπε ὁ Ἀδάμ; Μήπως είπε συγγνώμη, Κύριε, ἔπεσα, ἁμάρτησα; Τίποτα απ' αυτά. Αλλά τί εἶπε; 

   Λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος: «Ελεεινὰ τὰ ῥήματα, καὶ πολλοῦ τοῦ οἴκτου γέμοντα». Ελεεινές κουβέντες καί γεμᾶτες ἀπό πολύ οίκτο. Ε, βέβαια· ὅταν λές στον Θεό ή γυναίκα πού μοῦ ἔδωσες, αυτή με μπέρδεψε, τί ἄλλο εἶναι, παρά αναίδεια, απουσία μετανοίας φυσικά καί λόγια ἐλεεινά καί τρισάθλια.

   Τί ἀπολογήθηκε ὁ Ἀδάμ; Ακούστε πῶς τό λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος ἀριστοτεχνικότατα: «Οἶδα, φησίν, ἡμαρτηκώς, ἀλλ᾿ ἡ γυνὴ ἦν ἔδωκας μετ᾿ ἐμοῦ, περὶ ἧς αὐτὸς εἶπας, Ποιήσωμεν αὐτῷ βοηθὸν κατ᾿ αὐτόν, αὕτη μοι αἰτία τοῦ ὀλίσθου γέγονεν. Ἡ γυνὴ ἦν ἔδωκας μετ᾿ ἐμοῦ. Πότε γὰρ προσεδόκησα ταύτην τῇ αἰσχύνῃ με ταύτῃ περιβαλεῖν, τὴν διὰ τοῦτο δημιουργηθεῖσαν, ἵνα μοι τὴν παρ' ἑαυτῆς παραμυθίαν εἰσαγάγῃ;» (Ὁμιλίαι εἰς τὴν Γένεσιν, ΙΖ΄, δ΄, PG 53, 139). Δηλαδή: Γνωρίζω, εἶπε ὁ Ἀδάμ, ὅτι ἔχω ἁμαρτήσει· ἀλλά ἡ γυναίκα πού μοῦ ἔδωσες να ζω μαζί της, γιά τήν οποία εἶπες ἂς κάνουμε σ' αυτόν, τόν Ἀδάμ, βοηθό που νά τοῦ μοιάζει, νά εἶναι καί αὐτή δηλαδή ἄνθρωπος, αυτή στάθηκε ἡ αἰτία να γλιστρήσω. Η γυναίκα που μοῦ ἔδωσες νά εἶναι μαζί μου. Γιατί δέν περίμενα ποτέ νά μέ περιβάλει με τόση ντροπή ἐκείνη που δημιουργήθηκε γι' αὐτόν τόν σκοπό, γιά νά μοῦ προσφέρει την παρηγοριά της.

   Αὐτὰ ἀπολογήθηκε ὁ Ἀδάμ, ὅμως τά πλαταίνει γλαφυρότατα ὁ ἱερός Χρυσόστομος, κατηγορώντας τόν Θεό ότι η γυναίκα πού τοῦ ἔδωσε μαζί του, αυτή του έδωσε να φάει.

   Καὶ ὁ φτωχὸς Ἀδάμ νομίζει ότι δικαιολογήθηκε, ἐπιρρίπτοντας τήν ὅλη ευθύνη τόσο στη γυναίκα, την σύντροφό του, ὅσο καί στόν Θεό. Αυτό είναι δεῖγμα μιᾶς φοβερῆς φιλαυτίας· τόσο φοβερῆς φιλαυτίας, στε να λέει κανείς ὅτι ὁ Ἀδάμ ἔδειξε ἐδῶ μία ἔλλειψη ριμότητος, καί λογικῆς καί συναισθηματικῆς, ἀπέναντι στη γυναίκα, τήν ὁποία τώρα εγκαταλείπει μόνο και μόνο για να σωθεῖ ἀπό τήν καταδίκη τοῦ Θεοῦ.

   Ποιόν ἐγκαταλείπεις, Αδάμ; τήν γυναίκα, πού ἡ ἀπουσία της, όταν ακόμη ὁ Θεός δέν τήν είχε πλάσει, σοῦ εἶχε προκαλέσει μελαγχολία;... τότε πού εἶχες δεῖ να υπάρχουν ὅλα τά ζώα μέσα σε μία κοινωνία, κι ἐσύ δέν εἶχες κοινωνία;... Ὁ Θεός ἀπό τό σῶμα σου, ἀπό τὴν ὕπαρξή σου, ἀπό τά πλευρά σου, ἔπλασε ἕναν ἄνθρωπο όμοιο μ' ἐσένα, νά εἶναι συντροφιά σου και τώρα, με τόση ευκολία, με τόση φιλαυτία, ἔρχεσαι καί ἐπιρρίπτεις τίς εὐθύνες σ' ἐκείνη, λέγοντας αὐτά πού είπες μόνο καί μόνο γιά νά ἀπαλλαγεῖς ἀπό τήν καταδίκη τοῦ Θεοῦ;... Δηλαδή, ἐκείνη να καταδικαστεί, καί ἐσύ να σωθεῖς;...

   Να γιατί σᾶς εἶπα ὅτι ὑπῆρξε ἔλλειψη ωριμότητος, λογικῆς καί συναισθηματικῆς.

   Ὁ γάμος δυό ἀνθρώπων, παιδιά, ὀφείλει νά ἑδράζεται πάνω στην ωριμότητα τῆς ἀγάπης. Αν δέν ὑπάρχει ωριμότητα αγάπης μέσα στον γάμο, ὁ γάμος αὐτός εἶναι ἀθεμελίωτος. Ὅταν ἕκαστος ζητεῖ τά ἑαυτοῦ, (Πρβλ. Α΄ Κορ. 10, 24)ὅταν ὁ καθένας μέσα στον γάμο ζητά τα δικά του, τότε λείπει ἡ ἀγάπη. Ὁ ἀπόστολος Παύλος, στην Α΄ Προς Κορινθίους ἐπιστολή του, λέει «ἡ ἀγάπη οὐ ζητεῖ τὰ ἐαυτῆς» (Α΄ Κορ. 13, 5), ἡ ἀγάπη δεν γυρεύει τα δικά της. Βεβαίως! Συνεπῶς ἐδῶ ὁ Ἀδάμ ἔδειχνε απουσία ἀγάπης, δηλαδή καθαρή φιλαυτία.

   Αλλά ὑπάρχουν καί ἄλλοι λόγοι πού ὁ Ἀδάμ εἶπε ἡ γυναίκα πού μοῦ ἔδωσες, αυτή φταίει, δεν φταίω ἐγώ.

   Πρῶτα ὁ Θεός, ὅμως, θα συνεχίσουμε τήν ἐρχόμενη Κυριακή.

   Κυριακή, 20 Ιανουαρίου 1985


62η ομιλία στην κατηγορία « Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία ».

►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
" Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία " εδώ ⬇️
https://arnion.gr/index.php/palaia-diauhkh/xristianikh-kosmologia-anurvpologia
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40pgmRsIiRCioth8a5E4bM7r

Απομαγνητοφώνηση :
Ιερά μονή Κομνηνείου.
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

🔸Λίστα ομιλιών της σειράς «Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία.».🔻
https://drive.google.com/file/d/1PKTpnYb1nptUbWKH5jo6DJwk7IVel9BA/view?usp=drivesdk

🔸📜 Απομαγνητοφωνημενες ομιλίες της σειράς «Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία.».🔻
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/search/label/%F0%9F%94%B9%CE%A7%CF%81%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B9%CE%B1%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%AE%20%CE%9A%CE%BF%CF%83%CE%BC%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1%20~%20%CE%91%CE%BD%CE%B8%CF%81%CF%89%CF%80%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1.?m=1

🔸Επεξηγηματικό βίντεο Ασπάλαθου.
https://youtu.be/8tNfAHRkTCk

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️ https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__ 

https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου. https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.

20 Νοεμβρίου 2024

«Αδάμ, ποῦ εἶ;» - Πρόκληση μετανοίας. Ὁ φόβος ἀπό τήν ἐνοχή καί ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ.

†.Βρισκόμαστε στο σημεῖο πού οἱ πρωτόπλαστοι κάνουν τήν παράβαση απέναντι στόν Θεό. Ἄκουσαν λοιπόν τα βήματα τοῦ Θεοῦ στόν παράδεισο καί ἔσπευσαν να κρυφτοῦν ἀνάμεσα στα δένδρα.

   «Καὶ ἐκάλεσε Κύριος ὁ Θεὸς τὸν Ἀδὰμ καὶ εἶπεν αὐτῷ· Ἀδάμ, ποῦ εἶ;» (Γέν. 3, 9). Καί κάλεσε ὁ Κύριος ὁ Θεός τόν Ἀδάμ καί τοῦ εἶπε: Ἀδάμ, ποῦ εἶσαι;

   Ὁ Θεός καλεῖ τόν Αδάμ. Πῶς τόν καλεῖ; Τόν καλεῖ ὡς κατηγορούμενο; Ὄχι, παιδιά· τόν καλεῖ ὡς πλάσμα Του, τόν καλεῖ σαν παιδί Του.

   Ἐπειδή ἀκριβῶς εἶναι πλάσμα τῶν χεριῶν Του, γι' αὐτό καί τόν καλεῖ καί αὐτοπροσώπως. Ποιός δημιούργησε τόν Ἀδάμ; Ὁ Θεός. «Αἱ χεῖρές σου ἐποίησάν με καὶ ἔπλασάν με» (Ψαλμ. 118, 73) λέει ὁ ψαλμωδός· τά χέρια Σου μέ ἔφτιαξαν καί μέ ἔπλασαν. Ἀφοῦ λοιπόν ὁ ἴδιος ὁ Θεός εἶναι ὁ δημιουργός μας καί ὁ πλάστης μας, Αὐτός τώρα αὐτοπροσώπως ἔρχεται να διορθώσει τήν κατάσταση.

   Λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος: «Αὐτὸς δι᾿ ἑαυτοῦ καλεῖ»· δηλαδή προσωπικά, ὁ ἴδιος ὁ Θεός καλεῖ τόν Αδάμ. «Ὅρα πόση δύναμις ἐναπόκειται ἐν τῇ βραχείᾳ ταύτῃ λέξει... πολλὴν ἔχει τὴν ἰσχὺν μετὰ τῆς φιλανθρωπίας» (Ὁμιλίαι εἰς τὴν Γένεσιν, ΙΖ΄, PG 53, 137). Κοίταξε πόσο νόημα, πόση δύναμη κρύβεται μέσα σ' αὐτή τήν μικρή προτασούλα· «Ἀδάμ ποῦ εἶ», Ἀδάμ, ποῦ εἶσαι; Ἔχει πολλή ισχύ, μαζί μέ φιλανθρωπία.

   Πῶς μποροῦμε νά ἀποκρυπτογραφήσουμε αὐτό τό ὕφος τοῦ Θεοῦ μέσα ἀπ' αὐτή τήν παχύτητα τῶν λέξεων; διότι ὁ Θεός ὁμιλεῖ, καί φυσικά χρησιμοποιεῖ τό λεξιλόγιο τῶν ἀνθρώπων. Πῶς ὅμως μποροῦμε, μέσα ἀπό μιά ἀνθρώπινη ατελή γλώσσα, νά ἀποκρυπτογραφήσουμε, να διαισθανθοῦμε πῶς ἀκριβῶς αἰσθανόταν ὁ Θεός; Εἶναι γνωστό ὅτι πάντοτε ὁ λόγος, ἡ ὁμιλία, ἐκφράζει τά αἰσθήματα. Αλλά ἡ γλώσσα εἶναι ἀτελής· πῶς θά ἐκφρασθοῦν τά αἰσθήματα τοῦ Θεοῦ; Πῶς λοιπόν ἐμεῖς, μέσα ἀπ' αὐτές τίς ἀνθρώπινες λέξεις, μποροῦμε νά δοῦμε πῶς αἰσθανόταν ὁ Θεός γιά τούς πρωτοπλάστους;

   Απ' ὅ,τι μποροῦμε νά καταλάβουμε, ἡ μικρή αὐτή φρασούλα, Ἀδάμ, ποῦ εἶσαι; περιέχει ὕφος πολύ οἰκεῖο, δηλαδή ἕνα ύφος γεμάτο από φιλανθρωπία, ἀπό αἰσθήματα φιλάνθρωπα. Προσέξατε; τόν καλεῖ μέ τ' ὄνομά του!

   Βέβαια, κατά τήν συνήθεια τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τά ὀνόματα δίδονται ἀπό κάποιο περιστατικό, ἀπό κάποιο γεγονός, ἀπό κάποια ιδιότητα, καί οὕτω καθ᾿ ἑξῆς.

   Ἀδάμ σημαίνει χοϊκός. (Βλ. π. Ἀθανασίου Μυτιληναίου, Ἡ Γένεσις, Τόμος Β΄, Μάθημα 21ο, ύποσ. 11, ἐκδ. Ι. Μ. Κομνηνείου, Στόμιον Λαρίσης, 2018) Συνεπῶς: Χοϊκέ, ποῦ εἶσαι; Αλλά το χοϊκέ ὑπέχει πιά θέση ὀνόματος. Ὅπως καί ἡ Εὔα, πού σημαίνει ἀνδρίς, (Βλ. ἔνθ' άνωτ. Μάθημα 14ο, υποσημ. 23) μεταφράζεται ἐπίσης καί ὡς Ζωή –ὅπως και σήμερα πού δίνουμε ὄνομα σέ μιά κοπέλα καί τή λέμε Ζωή. Τί σχέση ἔχει ἡ Εὔα μέ τήν ζωή; Βεβαίως καί ἔχει κάποια σχέση μέ τή ζωή· γι' αὐτο καί πῆρε αὐτό τό ὄνομα. (Βλ. Γέν. 3, 20, καί Φλαβίου Ἰωσήπου, Ἰουδαϊκή Αρχαιολογία, Λόγοι Κ΄, 1, 36, 3: «Ἔσσα δὲ καθ᾽ Ἑβραίων διάλεκτον καλεῖται γυνή, τὸ δ' ἐκείνης ὄνομα τῆς γυναικὸς Εὔα ἦν· σημαίνει δὲ τοῦ το πάντων μητέρα») Ἔτσι λοιπόν ἡ ἰδιότητα μεταβάλλεται σε ὄνομα.

   Ἀδάμ, ποῦ εἶσαι;... Εἴδατε πῶς τόν καλεῖ; Μέ τό ὄνομά του!

   Ἐάν εἴχαμε δικαστές, παιδιά, καί εἴχαμε ἕναν κατηγορούμενο στο εδώλιο, στο σκαμνί τοῦ κατηγορουμένου, ὁ δικαστής τί θά ἔλεγε; πῶς θά τοῦ ἀπευθυνόταν; Θά ἔλεγε: ὁ κατηγορούμενος τί ἔχει νά πεῖ; Ἄν πᾶτε ποτέ σέ δικαστήριο, αυτό ακούτε. Δέν λένε τό όνομα στο δικαστήριο, ἀλλά τήν ἰδιότητά του· ὁ κατηγορούμενος.

   Ἐδῶ ὅμως βλέπουμε ὅτι ὁ Θεός δέν ἀποκαλεῖ τόν Ἀδάμ κατηγορούμενο. Δέν λέει: κατηγορούμενε, ποῦ εἶσαι; Ὄχι· ἀλλά: Ἀδάμ, ποῦ εἶσαι; Ἔτσι, ὁ Θεός καλεῖ τόν Ἀδάμ κατά τρόπο πολύ οἰκεῖο, πολύ συμπαθῆ, πού δείχνει ὅτι ὁ Θεός ἀγαπάει τόν ἄνθρωπο, παρά τήν πτώση του.

   Αλλά γιατί ὁ Θεός ρωτάει τόν Ἀδάμ ποῦ εἶναι;

   Αυτό δείχνει ότι θα περίμενε ὁ Θεός νά τόν βρεῖ σ' ένα σημεῖο γνωστό· αλλά δέν τόν βρίσκει, καί τόν φωνάζει. Σκεφτείτε τήν εἰκόνα αυτή, τήν τόσο ανθρώπινη, που κι ἐμεῖς, ὅταν δεν βρίσκουμε τόν ἄνθρωπό μας, τον φίλο μας ἐκεῖ πού θέλουμε, ἐκεῖ πού έχουμε ὁρίσει, τοῦ φωνάζουμε· πάμε στην πόρτα τοῦ σπιτιοῦ και φωνάζουμε: Γιάννη, Κώστα, Μαρία, ποῦ εἶσαι;

   Σε μια πρώτη κίνηση λοιπόν θα λέγαμε ὅτι ὁ Θεός καλεῖ τόν Αδάμ γιατί δέν τόν βρήκε ἐκεῖ πού ἔπρεπε νὰ τόν βρεῖ, κάπου μέσα στον παράδεισο. Ποῦ ἦταν ὁ Αδάμ; Ήταν κρυμμένος. Ὅμως ὁ Θεός ἀγνοεῖ ποῦ εἶναι ὁ Ἀδάμ; Ἀσφαλῶς ὄχι. (Ὁ ἅγ. Νεόφυτος ὁ Ἔγκλειστος βάζει στο στόμα τοῦ Θεοῦ τά ἑξῆς λόγια: «Σὺ θέασαι ποῦ εἶ καὶ ἀπὸ ποίου ὕψους ἐν ποίῳ χάσματι κατηνέχθης· ἐγὼ γὰρ εἶδον καὶ ὁρῶ ποῦ εἰ καὶ ποῦ κατακρύπτη καὶ ἥκω ἀπεριγράπτως πρὸς σὲ κράζων· Ἀδάμ, ποῦ εἰ;» (Σωζόμενα Έργα, Ερμηνεία τῆς Ἐξαημέρου, 8, 8, ἐκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Νεοφύτου τοῦ Ἐγκλείστου, Πάφος 1996-2008, σ. 201)) Αλλά, μέ τήν ἐρώτηση που θέτει, θέλει να μάθει από το ίδιο το στόμα τοῦ Ἀδάμ τήν ὅλη υπόθεση, τό τί συνέβη, νά πεῖ ὁ ἴδιος ὁ Ἀδάμ συνέβη αὐτό καί αὐτό. Συνεπῶς ἡ ἐρώτηση τοῦ Θεοῦ είχε μία πρόκληση μετανοίας, παρακινούσε τόν Ἀδάμ σε μετάνοια.

   Ὅλη αὐτή ἡ σκηνή θυμίζει ἀγαθόν πατέρα, πού θέλει να βοηθήσει τό παιδί του πού ἔχει παρεκτραπεί. 

   «Ἀδάμ, ποῦ εἶ;» ἡ ἐρώτηση αυτή μπορεῖ ἀκόμα να δημιουργήσει και μια βαθιά αυτογνωσία.

   Δέν ξέρω ἄν τό καταλαβαίνουμε αυτό. Ὅταν κάποιος ἄνθρωπος ἔχει πέσει πολύ χαμηλά, μπορούμε κάποτε νά τόν φωνάξουμε μέ ἕναν τέτοιο τρόπο, πού καί μόνο ὁ τόνος τῆς φωνῆς μας μπορεῖ νά δημιουργήσει ὁλόκληρη ἐπανάσταση καί σφοδρό ἔλεγχο μέσα στην ψυχή αὐτοῦ τοῦ πεσμένου ἀνθρώπου.

   Ὅταν ὁ Θεός λέει ποῦ εἶσαι, Αδάμ; θέλει νά τοῦ πεῖ: Τώρα πού εἶσαι; Εγώ περίμενα νά σέ βρῶ ἐδῶ· ὅμως ποῦ εἶσαι; Μ' ἄλλα λόγια: Ποῦ ἤσουν πρώτα; καί ποῦ εἶσαι τώρα; Πρῶτα δεν κρυβόσουν· τώρα όμως κρύβεσαι. Αλλά γιατί εἶσαι κρυμμένος; Πῶς κατάντησες, Ἀδάμ, ἔτσι;...(«Ὤ φιλανθρωπίας Δεσπότου! ὡς ἀγνοῶν ζητεῖ, ἦν αὐτὸς ἐφυγάδευσε, καὶ ὡς οὐχ ὁρῶν καλεῖ ὁ τοῖς πᾶσι παρών. Ἀδάμ, Αδάμ, ποῦ εἶ; Ποῦ μοι τῶν ἐμῶν χειρῶν τὸ πλαστούργημα; ποῦ τῆς ἐμῆς ἀξίας ὁ ἔμψυχος ἀνδριάς; ποῦ τῆς ἐμῆς φυτουργίας ὁ φύλαξ; Αδάμ, Ἀδάμ, ποῦ εἶ; Θρηνώδης ἐκ φιλοστοργίας ή κλήσις· Ποῦ εἶ; Ποῦ σοι τῆς ἐμῆς ὁμιλίας ή παρρησία; ποῦ σοι τῆς πρὸς ἐμὲ συνηθείας τὸ θάρσος; ποῦ σοι τὸ τῆς ἀξίας ὕψος; ἀντὶ φίλου δραπέτης; φάνηθι καλοῦντι. Δεῖξον τῷ ἰατρῷ τὸ τῆς παραβάσεως ἕλκος· δεῖξον τὴν πληγὴν τῆς γυμνώσεως· ἔχω γὰρ φάρμακα τοῦ τραύματος ἰσχυρότερα, ἔχω βοηθήματα, δι᾿ ὧν θεραπεύω τὰ τοῦ ὄφεως δήγματα...» (Βασιλείου Σελευκείας, Λόγοι, PG 85, 60BC)

   Θά ἀπαντήσει ὁ Ἀδάμ σε λίγο: Είμαι γυμνός, γι' αὐτό καί κρύφτηκα. Θα τοῦ πεῖ πάλι ὁ Θεός: Εγώ σέ ἔντυσα· ἐσύ πῶς λές ὅτι εἶσαι γυμνός...

   Πῶς εἶχε ντύσει αρχικά ὁ Θεός τόν Ἀδάμ; Τόν εἶχε ντύσει μέ τή θεία δόξα, ὅπως εἴχαμε πεῖ σέ κάποια πολύ παλιά μαθήματα. (Βλ. Ἡ Γένεσις, Τόμ. Γ', Μαθήματα 33ο και 34ο, εκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Κομνηνείου, Στόμιον Λαρίσης 2019, καί Τόμ Δ΄, Μάθημα 48ο, ἐκδ. Ἱ. Μονῆς Κομνηνείου, 2020, καί ἱεροῦ Χρυσοστόμου, Εἰς τὴν Γένεσιν, Ὁμιλία IC', PG 53, 131; «οὐδὲ γὰρ ἦσαν γυμνοί· ἡ γὰρ ἄνωθεν δόξα παντὸς ἱματίου μᾶλλον αὐτοὺς περιέσκεπε ... τὸ ἱμάτιον ἐκεῖνο τὸ καινὸν καὶ παράδοξον, τὸ τῆς δόξης λέγω καὶ τῆς ἄνωθεν εὐνοίας...») Ὅπως ἀκριβῶς καί στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, παιδιά, ὅταν θά ἐπανέλθουμε, ἂν μᾶς ἀξιώσει ὁ Θεός, μετά την ανάσταση των νεκρών, φυσικὰ δὲν θὰ φορᾶμε αυτά τα ρούχα που φοράμε τώρα.

   Αὐτά τά ροῦχα, σέ μιά πρώτη διάσταση, εἶναι οἱ δερμάτινοι χιτῶνες, πού ὁ Θεός έκανε, καί δέν εἶναι παρά δανεικά· δέν εἶναι δικά μας αυτά τα ρούχα. Αὐτό το ροῦχο ἐδῶ πού φορῶ τώρα είναι μάλλινο, καί εἶναι ἀπό τό τρίχωμα ἑνός προβάτου. Δηλαδή ἔχω ντυθεῖ, ἔχω δανειστεῖ ξένα πράγματα, ξένα στοιχεία, γιά νά ντυθῶ ἐγώ. Ὁ Θεός ἐνέδυσε, λέει, ἔντυσε τούς πρωτοπλάστους με δερμάτινους χιτώνες. Ὅμως δεν πρόκειται γι' αυτό· κατοπινά τούς έντυσε. Μέχρι τώρα τούς εἶχε ντυμένους μέ θεία δόξα· αὐτήν πού θά ἔχουμε στη Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Στη Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, φυσικά, δέν θά φορᾶμε ροῦχα· ὅμως θά εἴμαστε ντυμένοι· θά είμαστε ντυμένοι μέ θεία δόξα!

   Αν θέλετε, καί ὁ Χριστός, πού ἀναστήθηκε από τόν τάφο, δέν φοροῦσε ρούχα. Βέβαια, στα μάτια τῶν μαθητῶν Του, ὅπου ἐμφανίσθηκε, φαινόταν ὅτι φοροῦσε ρούχα· στην πραγματικότητα όμως δέν φοροῦσε. Τα ροῦχα μέ τά ὁποῖα τόν είχαν θάψει, τα σάβανα, τά νεκρικά ἱμάτια, παρέμειναν στον τάφο· δέν τά πῆρε μαζί Του, ἀφοῦ ὁ Κύριος βγῆκε ἀπ' αὐτά καί ἀναστήθηκε. Οι μαθητές βρῆκαν τά ρούχα αυτά, τα σάβανα, μέσα στο μνημεῖο. (Λουκά 24, 12. Ιωάν. 20, 4-7) Ὁ ἀναστηθείς Κύριος λοιπόν δέν φορούσε ρούχα. Επειδή όμως οἱ μαθητές σ' αὐτόν τόν κόσμο ήταν συνηθισμένοι να βλέπουν ὅπως βλέπουμε κι ἐμεῖς, γι' αυτό κατ' οἰκονομίαν ἔβλεπαν τόν Χριστό να φοράει ροῦχα. Ὁ Χριστός εἶχε τό ἔνδυμα τῆς θείας δόξης.

   Συνεπῶς, ἔτσι ήταν ντυμένος καί ὁ Ἀδάμ μέσα στον παράδεισο· δέν ἦταν γυμνός. Αυτή όμως ή στολή ἐξαφανίστηκε ἀμέσως, ἔφυγε, ὅταν οἱ πρωτόπλαστοι ἁμάρτησαν· τότε είδαν τη γύμνωσή τους, τότε κατάλαβαν ὅτι κάτι τούς ἔλειπε.

   Θυμηθεῖτε, στην παραβολή τοῦ ἀσώτου υἱοῦ, ἐκεῖ πού ὁ πατέρας, ὅταν γυρίζει πίσω το παιδί του τό νεώτερο, ρακένδυτο, βρώμικο, κουρελιασμένο, λέει στους ὑπηρέτες: φέρετε την στολήν τήν πρώτην. (Βλ. Λουκά 15, 22) Ποιά εἶναι αὐτή ἡ στολή ἡ πρώτη; Εἶναι ἐκείνη πού εἶχε ὁ ἄνθρωπος στον παράδεισο πρίν ἁμαρτήσει. Αὐτήν ἀποκτοῦμε πάλι στο Βάπτισμα. Μόνο πού ἐκεῖ πιά, ξαναλέω, δέν φαίνεται αὐτή ἡ στολή.

   Ὁ Χριστός ἐπίσης, ὅταν μεταμορφώθηκε στό ὄρος Θαβώρ, αὐτήν τή στολή είχε, τή θεία δόξα. Τι συνέβη τότε μέ τούς μαθητές; Ἄνοιξαν τά μάτια τους καί εἰδαν. Ὄχι ὅτι ὁ Χριστός απέκτησε τη θεία δόξα ἐκείνη τήν ὥρα· τήν είχε πάντοτε ὁ Χριστός· αλλά τά μάτια τῶν μαθητῶν ἀνοίχθηκαν καί εἶδαν αὐτό τό ἔνδυμα τοῦ Χριστοῦ. (Βλ. ἁγίου Γρηγορίου Νύσσης. Εἰς τὰ Ἄσματα τῶν ἀσμάτων, PG 44, 1005C: «Τὸν ἥλιοειδῆ τοῦ Κυρίου χιτῶνα, τὸν διὰ καθαρότητος καὶ ἀφθαρσίας αὐτῷ περιτεθέντα, οἷον ἐπὶ τῆς τοῦ ὅρους μεταμορφώσεως ἔδειξεν.») Συνεπῶς αὐτή εἶναι ἡ στολή ἡ πρώτη πού παίρνουμε κατά τήν Βάπτισή μας. Σύμβολο αὐτῆς τῆς πρώτης στολῆς εἶναι τά λευκά ρούχα, ὁ λευκός χιτώνας πού φοροῦμε ὅταν βαπτιζόμαστε. (Ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης θεωρεῖ τόν λευκό χιτῶνα τῶν νεοφωτίστων ὡς σύμβολο τῆς ἐπανακτήσεως τοῦ ἐνδύματος τοῦ φωτός, τοῦ προπτωτικοῦ ἐνδύματος τοῦ Ἀδάμ (Εἰς τὴν Κυριακὴν προσευχήν, PG 44, 1184Β), ὁ δέ ἅγ. Κύριλλος Ἱεροσολύμων ζητά ἀπό τούς νεοφωτίστους τήν περιβολή μέ τά ὄντως λευκά και λαμπρά πνευματικά ενδύματα (Κατήχησις Μυσταγωγική Δ΄, PG 33, 1104Β: «Ἀποδυσάμενον δὲ τὰ παλαιὰ ἱμάτια, καὶ ἐνδυσάμενον τὰ πνευματικῶς λευκά, χρὴ λευχειμονεῖν διαπαντός. Οὐ πάντως τοῦτο λέγομεν, ὅτι σε δεῖ λευκὰ ἱμάτια προβεβλῆσθαι ἀεί, ἀλλὰ τὰ ὄντως λευκὰ καὶ λαμπρὰ καὶ πνευματικά»))

   Ἔτσι, ὁ Θεός, μέ τό ποῦ εἶσαι; εἶναι σάν νά λέει στον Αδάμ: Είπες ότι είσαι γυμνός, γι' αυτό κρύφτηκες· εγώ όμως σε έντυσα, Ὕστερα λες ότι είσαι γυμνός· ἀφοῦ ἐγώ σε έντυσα, ποιός σέ ἔγδυσε; Εγώ σου έδωσα απλότητα, σοῦ ἔδωσα οικειότητα νά μέ συναντὰς· τώρα ἐσύ γιατί κρύβεσαι; Σκέψου ποιός ἤσουν πριν παραβεῖς τὴν ἐντολή. Δεν σου λέω ἂν τήν παρέβῆς ἢ δέν τήν παρέβης· θά σοῦ τό πῶ λίγο αργότερα· ἀλλά σκέψου ποιός ήσουν πρίν και ποιός εἶσαι τώρα, αὐτήν τή στιγμή. Αν θέλεις ακόμη, σκέψου τί μπορεῖς να γίνεις, ἐάν μετανοήσεις.

   Ὅλα αὐτὰ ὑπονοεῖ τό ἐρώτημα Ἀδάμ, ποῦ εἶσαι; Ἰσχυρό, πολύ ἰσχυρό! Ἄν ζήσετε στή ζωή σας μερικές ἄσχημες καταστάσεις καί ἐπαναλάβετε αὐτό τό ἐρώτημα στόν ἑαυτό σας, τότε θά ἀντιληφθεῖτε πόσο ἰσχυρό ἐρώτημα εἶναι.

   Αλλά θα λέγαμε ἀκόμη ὅτι ὅπως εἶχε ἐμφανισθεῖ ὁ Ἀδάμ, ὁ κρυμμένος πιά ἄνθρωπος, ὁ μή δυνάμενος νὰ ἀντέξει τό βλέμμα τοῦ Θεοῦ, γι' αὐτό καί κρυβόταν, ἔτσι ἀκριβῶς θά ἐμφανισθεῖ καί ὁ νέος Ἀδάμ, ὡς πεσμένος ἄνθρωπος, τόν ὁποῖο θὰ δείξει ὁ Πιλάτος στο πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καί θά πεῖ νά ὁ ἄνθρωπος!... νά ὁ βασιλιάς σας!...

   Ὁ Πιλάτος θα βγεῖ στόν ἐξώστη τοῦ δικαστικοῦτου μεγάρου καί θά δείξει τόν Ἰησοῦ νά φοράει ἐκεῖνον τόν κόκκινο χιτώνα, ὡς παρωδία της πορφύρας τῆς βασιλικῆς, ὡς κοροϊδία, ἀφοῦ εἶχε πεῖ ὅτι ἦταν βασιλιάς. Ἔτσι εἶχε πεῖ, ὅτι ἦταν βασιλιάς. Ἔντυσαν λοιπόν τόν Χριστό μέ μιά πορφύρα, γιά νά Τόν κοροϊδέψουν ὡς ψευτοβασιλιά. Εἶπε ὅτι εἶναι βασιλιάς, καί θά ἔπρεπε νά φοράει ένα στεφάνι, ἕνα στέμμα. Τοῦ ἔβαλαν λοιπόν ένα στεφάνι, ἀλλά ἀπό ἀγκάθια! Βλέπετε ὅτι ἡ ὅλη ἐμφάνισή Του είναι μία παρωδία. Επίσης, ὁ βασιλιάς κρατάει καί ἕνα σκῆπτρο·  Τοῦ ἔδωσαν κι ἕνα καλάμι! Ἔτσι, σιγά-σιγά, συμπληρώνεται ἡ εἰκόνα τῆς παρωδίας. Ὁ Πιλάτος βγάζει τόν Ἰησοῦ ἔξω στο πραιτώριο, καί σ᾽ ἐκεῖνο τό μαινόμενο πλῆθος, πού ζητοῦσε τήν θανατική Του καταδίκη, λέει: «ἴδε ὁ ἄνθρωπος», νά ὁ ἄνθρωπος... κοιτάξτε τον! (Ιωάν. 19, 4-16)

   Γιατί τό ἔκανε αυτό ο Πιλάτος; Τό ἔκανε φυσικά γιά νά ταπεινώσει τόν Χριστό, καί ἔτσι νά Τόν λυπηθοῦν ἐκεῖνοι πού ζητοῦσαν τή θανατική Του καταδίκη. Σάν νά τούς ἔλεγε: Γιά κοιτάξτε που κατάντησε αυτός ὁ ἄνθρωπος... Κοιτάξτε ἐξευτελισμός!... Θα μπορούσε ποτέ –ὅπως εἴπατε ἐσεῖς ὅτι δέν ἔχετε βασιλέα παρά τόν Καίσαρα– θά ἦταν δυνατόν ποτέ αὐτός, μέσα σ' αὐτή τήν παρωδία βασιλικῆς ἐξουσίας, νά εἶναι ὁ βασιλιάς σας;... Κοιτάξτε τόν ἄνθρωπο αὐτόν, κοιτάξτε το κατάντημά του!... Στο βάθος όμως, παιδιά, στην πραγματικότητα ὁ Πιλάτος ἔδειχνε τόν ἄνθρωπο, τόν πεπτωκότα ἄνθρωπο –συνεπῶς καί τόν ἑαυτό του– πῶς κατάντησε!

   Ἔτσι, θά μπορούσαμε νά ποῦμε ὅτι τό κατάντημα τοῦ πεσμένου Αδάμ μέσα στον παράδεισο τό παίρνει πάνω του ὁ Ἰησοῦς Χριστός στο πραιτώριο του Πιλάτου, και με το δάκτυλο και το στόμα του Πιλάτου δείχνεται καί προσφωνείται; «ἴδε ὁ ἄνθρωπος», να ποιός εἶναι ὁ ἄνθρωπος, δηλαδή ὁ παλαιός Ἀδάμ!

   Όταν βεβαίως ὁ Χριστός θά ἀναστηθεῖ, τότε θά δείξει ποιός εἶναι ὁ νέος Αδάμ. Ὄχι πιά ἐκεῖνος πού ἔχασε τη θεία δόξα, ἀλλά ἐκεῖνος ὁ Ἀδάμ πού ἔχει τώρα αναφαίρετα τη θεία δόξα, αὐτός πού ἔχει κοινωνία πιά μέ τόν Θεό. Γι' αὐτό ὁ Ἰησοῦς Χριστός πραγματικά εἶναι ὁ Σωτήρας μας, εἶναι ἀληθινά Σωτήρας μας. Δέν εἶναι κατ᾽ ἀπομίμησιν, δέν εἶναι κατά φαντασίαν· εἶναι ὀντολογικός, είναι πραγματικός Σωτήρας μας! (Βλ. άγ. Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, Ἐπιστολὴ ρα', Πρὸς Κληδόνιον, PG 37, 181C: «Τὸ ἀπρόσληπτον, ἀθεράπευτον· ὃ δὲ ἥνωται τῷ Θεῷ, τοῦτο καὶ σώζεται.»)

   Ακόμα, ἡ παραβολή τοῦ καλοῦ Σαμαρείτου (Βλ. Λουκά 10, 30-37) δείχνει θαυμάσια τήν κατάσταση του Αδάμ. Ὅταν ὁ ἱερέας καί ὁ λευίτης περνοῦν καί βλέπουν ἐκεῖνον τόν πληγωμένο ἄνθρωπο πού κατέβαινε ἀπό τά Ἱεροσόλυμα στην Ιεριχώ καί ἀδιαφοροῦν, αὐτός ὁ πληγωμένος καί μισοπεθαμένος ἄνθρωπος εἶναι ὁ Ἀδάμ, εἶναι ἡ ἀνθρωπότητα. Βλέπετε πως διαζωγραφίζεται, παιδιά, ὁ πεσμένος πιά ἄνθρωπος!

   Αλλά προσέξτε. Στην ερώτηση τοῦ Θεοῦ, Ἀδάμ, ποῦ εἶσαι; ὑπονοεῖται καί μία ἄλλη ἐρώτηση· καί αὐτή βγαίνει ἀπό τόν διάλογο που σε λίγο θά διαμειφθεί. Θά πεῖ ὁ Ἀδάμ: Ὄχι, δεν φταίω εγώ· ἡ γυναίκα πού μοῦ ἔδωσες! Θά πεῖ καί ἡ Εὔα: Δεν φταίω ἐγώ· φταίει τό φίδι· ὁ ὄφις μέ ἐξαπάτησε! Συνεπῶς ἐδῶ ἔχουμε κάποιον ἀπατεώνα, κι αὐτός εἶναι ὁ διάβολος.

   Ρωτάει λοιπόν ὁ Κύριος, ὁ Θεός, –στό ποῦ εἶσαι; περιέχονται ὅλα αὐτά: Αδάμ, εἶσαι σέ ἄθλια κατάσταση. Κάποιος σοῦ εἶπε ὅτι θά μπορούσες να γίνεις ανώτερος ἀπό αὐτό πού σ' έκανα εγώ, δηλαδή να αυτοθεωθεῖς. Ὅμως σέ ἐξαπάτησε. Ποῦ εἶναι αὐτός πού σέ ἐξαπάτησε; Εξαφανίστηκε!

   Παιδιά, καί σήμερα τό ἴδιο φαινόμενο ἐπαναλαμβάνεται. Θα μπορούσαμε να πούμε, για παράδειγμα, πόσους καί πόσους δέν ἐξαπατᾶ ὁ διάβολος μέ τή λογοτεχνία... 

   Πολλοί από σᾶς μέ ρωτᾶτε: Να διαβάσω λογοτεχνία; Πολλές φορές μάλιστα σᾶς ἐπιβάλλεται κι ἀπό τό σχολείο στο μάθημα τῶν Νεοελληνικῶν. Να διαβάσω λογοτεχνία; Σᾶς ἀπαντῶ ὅτι στο μεγαλύτερο μέρος της ἡ λογοτεχνία εἶναι ἐπικίνδυνη. Διότι ὁ τεχνημένος λόγος –αὐτό θά πεῖ λογοτεχνία· ὁ λόγος πού εἶναι ὅμορφα φτιαγμένος– στην πραγματικότητα δέν εἶναι παρά ἕνας φορέας ἰδεῶν. Ἄν λοιπόν μέ τόν ὡραῖο αὐτόν φορέα, το ὡραῖο δοχεῖο, παίρνεις καί ἕνα περιεχόμενο σάπιο, παίρνεις προσανατολισμό πού θά σέ ἀποκλίνει ἀπό τόν ἀληθινό σου προορισμό, τότε τί γίνεται; Τότε δέν εἶναι ἡ λογοτεχνία πραγματικά ένας μεγάλος ἀπατεώνας; Προσέξτε τη λογοτεχνία, παιδιά! Ἡ λογοτεχνία, πραγματικά, ἐξαπατά πολλούς.

   Μήπως καί ἡ φιλοσοφία; δέν ἐξαπατά πολλούς ἀνθρώπους; Ἡ μαγεία; Πόσοι σήμερα καταφεύγουν στη μαγεία... Καί ἐκεῖ ἀπό πίσω, ὁ διάβολος κρύβεται. Ὅπως ἀκριβῶς κρύβεται και στη νομιζόμενη ἐλευθερία μέσα στη ζωή μας· μιά ἐλευθερία πού δέν εἶναι βεβαίως πιά ἐλευθερία· εἶναι ἀσυδοσία. Στην πραγματικότητὰ ὁ διάβολος αυτό είχε υποβάλει στους πρωτοπλάστους· να κινηθούν προς μια αυτοθέωση, χωρίς τήν ἀνάγκη τοῦ Θεοῦ, ἐλεύθεροι πιά! (Τήν χωρίς Θεό θέωση ὁ ἅγ. Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός τήν όνομάζει ψευδῆ θέωση: «ἐν τούτῳ γὰρ ὁ ὄφις οὐκ ἔσχε παρείσδυσιν, οὐ τῆς ψευδοῦς ὀρεχθέντες θεώσεως, τοῖς ἀνοήτοις συμπαρεβλήθημεν κτήνεσιν» (PG 96, 725Α). Βλ. π. Αθανασίου Μυτιληναίου, Ἡ Γένεσις, Τόμος Δ', Μάθημα 48ο, ἐκδ. Ιερ. Μονῆς Κομνηνείου, Στόμιον Λαρίσης 2020)

   Ξέρετε, για μια στιγμή, όταν κανείς πεῖ δεν υπάρχει ο Θεός, δεν έχω τα δεσμά Του, ὁ πατέρας μου δέν είναι παρών, ή μάνα μου δεν είναι παρούσα, αισθάνεται ελεύθερος άνθρωπος. Έτσι νομίζει· ὅτι εἶναι ἐλεύθερος άνθρωπος. Αυτό όμως είναι απάτη· διότι ἐκεῖνος ποὺ σοῦ ἐμπνέει τη δήθεν ελευθερία θα σε αφήσει τελικά καί ἕνα αἴσθημα ανασφαλείας. Ἐξηγώ.

   Ἔχω μπροστά μου νέα παιδιά, νέους και νέες. Πόσες φορές, ὅταν οἱ γονεῖς σας σας επέπληξαν για κάτι ἢ σᾶς περιόρισαν, σᾶς εἶπαν δὲν θὰ πᾶς ἐκεῖ, δέν θά κάνεις ἐκεῖνο, δέν αἰσθανθήκατε μέσα σας ἕνα ἄσχημο αίσθημα... Καί ἄν, για μια στιγμή, καταφέρνατε να ἐλευθερωθεῖτε ἀπό τούς γονεῖς σας, θα λέγατε; , τώρα δέν εἶναι οἱ γονεῖς μου ἐδῶ· θα κάνω ὅ,τι θέλω. ραῖο αὐτό τό αἴσθημα τῆς ἐλευθερίας! Ἄν ὅμως σᾶς ἔλεγαν, εὐθύς μετά, ξέρετε, οἱ γονεῖς σας ἔχουν πεθάνει, τούς ἀπήγαγαν, ἐξαφανίστηκαν, τί αἴσθημα θά εἴχατε; Ἕνα αἴσθημα ανασφαλείας. Καί τώρα, πῶς θά ζήσω; πῶς θά φάω; πῶς θά κινηθῶ;... Θά αἰσθανόσασταν μετέωροι, ὅτι εἴσαστε σε έναν κόσμο ἄξενο, ἀφιλόξενο. Τώρα ποιός θά μέ προστατεύσει; ὁ γείτονας; ἡ πολιτεία; ποιός; οἱ γονεῖς μου δέν ὑπάρχουν!

   Αὐτό τό αἴσθημα τῆς ἀνασφαλείας, παιδιά, αἰσθάνεται ὁ ἄνθρωπος ἀπό τήν στιγμή πού ἐν ὀνόματι τῆς ἐλευθερίας δολοφονεί μέσα στην ψυχή του τήν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ. Λέει: Δέν θέλω να πιστεύω στον Θεό. Ο Θεός δέν εἶναι Πατέρας. Ὁ Θεός δέν εἶναι τίποτα. Δέν ὑπάρχει ὁ Θεός. Μόλις τό πεῖ, αἰσθάνεται ἄνετα· αλλά σέ λίγο αἰσθάνεται ὅτι εἶναι ἕνας ἄνθρωπος μόνος μέσα στη δημιουργία, μέ αὐτά τά αἰσθήματα τῆς ἀνασφαλείας.

   Ἡ ἐποχή μας, ὅσο καμμιά άλλη εποχή, ἐπειδή ἔχει μία έξαρση στήν ἀθεΐα, έχει καί τό αἴσθημα αὐτῆς τῆς ἀνασφαλείας. Φυσικά αὐτή ἡ ἀνασφάλεια μεταφράζεται μέ πολλούς τρόπους. Ἕνας απειλούμενος πόλεμος στην πραγματικότητα μου δημιουργεῖ ἕνα αἴσθημα ἀνασφαλείας. Τί εἶναι ἐκεῖνο πού θά μέ ἔκανε ἐμένα νά νιώθω ασφαλής, ὅταν ξέρω πώς ὁ ἄλλος θα μποροῦσε νά μοῦ κηρύξει τόν πόλεμο, να πατήσει ένα κουμπί και νά μοῦ ἐξαπολύσει μία ατομική βόμβα; Τί εἶναι ἐκεῖνο; Τη στιγμή πού δέν ἔχει Θεό, τί τόν ἐμποδίζει νά τό κάνει; Δέν τόν ἐμποδίζει τίποτε ἀπολύτως. (Βλ. "Χωρίς Θεό, ὅλα ἐπιτρέπονται" (Φιόντορ Ντοστογιέφσκι, Αδελφοί Καραμαζώφ)

   Ποιός λοιπόν θά μέ ἀσφαλίσει ἐμένα; Μήπως ὁ γείτονάς μου πού δέν ἔχει Θεό;... πού ὅταν ἐγώ λείψω γιά λίγο από το σπίτι μου, θα μου κάνει διάρρηξη καί θα μου ξεγυμνώσει ολόκληρο το σπίτι μου;... Μπορώ ἐγώ νά ἔχω κάπου ἐμπιστοσύνη; Γιατί; Διότι λείπει ὁ Θεός.

   Βλέπετε, αὐτό τό αἴσθημα τῆς ἀνασφαλείας μεταφέρεται σέ ὅλες τίς πτυχές τῆς ζωῆς μας· γιατί; διότι δολοφονήσαμε τον Θεό, ὡς προστάτη, ως πατέρα, ὡς πρόσωπο πού εἶναι πάνω ἀπό τό δικό μας πρόσωπο, ὡς πρόσωπο αυθεντίας, ὡς πρόσωπο κύρους. Τόν δολοφονήσαμε, για να εμφανίσουμε την αυθεντία τῆς ἀφεντιᾶς μας, τῆς ἀφεντομουτσουνάρας μας... –νά σᾶς τὸ πῶ ἔτσι–, για να δείξουμε ὅτι ἐμεῖς μόνον εἴμαστε, καὶ δὲν ὑπάρχει τίποτε ἄλλο, ὁ Θεός γιά μᾶς δέν ὑπάρχει! Τί ταλαίπωρος πού εἶναι ὁ ἄνθρωπος...

   Ἔτσι λοιπόν, παιδιά, θά ἔλεγε ἐδῶ ὁ Θεός στόν ἄνθρωπο, στον Αδάμ: Ἀδάμ, αὐτός πού σέ ἐξαπάτησε ποῦ εἶναι τώρα; ποῦ πῆγε; Σέ ἐγκατέλειψε. Εἶδες τόν ἀπατεώνα;...

   Παιδιά, τό ἐρώτημα τοῦ Θεοῦ «Ἀδάμ, ποῦ εἶ;», τό Ἀδάμ, ποῦ εἶσαι, θα πρέπει πολύ συχνά νά τό θέτουμε καί στόν ἑαυτό μας. Ὅταν κάποια στιγμή δέν πηγαίνουμε καλά, δέν μελετάμε σωστά τα μαθήματά μας,τεμπελιάζουμε, ἔχουμε βάλει νερό  στο κρασί μας ὡς προς τις σχέσεις μας μέ τήν Ἐκκλησία, ἤ μέ τούς γονεῖς μας ἢ μέ τό περιβάλλον μας γενικά, πρέπει να θέτουμε τὸ ἐρώτημα Ἀδάμ, ποῦ εἶσαι; Γιάννη, Κώστα, Πέτρο, Μαρία, Κατίνα... ποῦ εἶσαι; τί κάνεις; ποῦ πᾶς; τί φτιάχνεις;... Ξέρετε πόσο σπουδαῖο εἶναι; Εἶναι σπουδαιότατο, γιατί γεννάει τήν αὐτογνωσία, ὅπως εἴπαμε, καί αὐτό ἀκριβῶς σώζει.

   «Καὶ εἶπεν αὐτῷ· τῆς φωνῆς σου ἤκουσα περιπατοῦντος ἐν τῷ παραδείσῳ καὶ ἐφοβήθην, ὅτι γυμνός εἰμι, καὶ ἐκρύβην.» (Γέν. 3, 10) Καί ἀπαντάει ὁ Ἀδάμ: Ἄκουσα τήν φωνή Σου, καθώς περπατούσες στον παράδεισο, καί φοβήθηκα, γιατί είμαι γυμνός, και κρύφτηκα.

   Ὅλα τά σημεῖα αὐτοῦ τοῦ στίχου τά ἔχουμε ἀναλύσει σε περασμένα μας μαθήματα. (Βλ. Ἡ Γένεσις, Τόμος Ε΄, Μαθήματα 59ο και 60ό, ἐκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Κομνηνείου, Στόμιον Λαρίσης 2021) Μόνο ένα σημείο δέν ἀναλύσαμε, μόνο μία λέξη, ἐκεῖνο τό «ἐφοβήθην». 

   Βλέπετε, ἡ ἐνοχή αμέσως γεννάει τόν φόβο· ὁ ἔνοχος πάντα φοβάται. Αλλά ἡ ἐνοχή προϋποθέτει ἔνοχον ἔναντι κάποιου. Ἔχω ἐνοχή, εἶμαι ἔνοχος· αλλά απέναντι σέ ποιόν; Πάντοτε, ὅταν λέμε ὅτι κάποιος εἶναι ἔνοχος, πρέπει νά ποῦμε σε ποιόν, πρέπει νά ὑπάρχει κάποιος. Αὐτός ὁ κάποιος ἐδῶ εἶναι ὁ Θεός. 

   Προσέξτε όμως· κάθε ἄνθρωπος φοβάται. Ἔκτοτε, μετά τήν πτώση τοῦ Ἀδάμ, ὁ κάθε ἄνθρωπος φοβάται. Αὐτό πιά εἶναι μία ψυχολογική καί μία ἠθική απόδειξη ὅτι ὑπάρχει Θεός κριτής, Θεός προσβληθείς.

   Ὅταν ἐγώ φοβᾶμαι, σημαίνει ὅτι εἶμαι ἔνοχος ἀπέναντι σε κάποιον, ὁπωσδήποτε, είτε αυτή ἡ ἐνοχή εἶναι στή συνείδησή μου εἴτε εἶναι στο υποσυνείδητό μου. Ἄν γιά μιά στιγμή, όπως λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, ξέρεις ότι σε κυνηγάει ἡ Ἀστυνομία καί είσαι στο σπίτι σου, ἀκόμα καί ὁ πιό μικρός θόρυβος, ένας χτύπος στην πόρτα, θα σε βάλει ἀμέσως σε έναν μεγάλο φόβο, ὅτι νά, ήρθαν να με πιάσουν... ήρθαν!... Ἔναντι τίνος εἶναι αὐτή ἡ ἐνοχή; Ἔναντι κάποιου πρός τόν ὁποῖο ἐσύ ἔχεις κάνει κάτι κακό. Ὥστε αυτό δείχνει ὅτι, ἀφοῦ ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἔχουμε τον φόβο μέσα μας, αὐτός ὁ φόβος ἀποτείνεται στον Θεό.

   Ο φόβος κάποτε μπορεῖ νά προέρχεται ἀπό ἄλλους ἀνθρώπους. Μπορεῖ νά προέρχεται κι ἀπό τά ζῶα –φοβόμαστε ένα σκυλί, φοβόμαστε τα θηρία σ' ἕνα δάσος. Μπορεῖ ἀκόμη να προέρχεται καί ἀπό τήν ἄψυχη φύση, δηλαδή ἀπό έναν σεισμό, ἀπό μία πλημμύρα, ἀπό έναν κεραυνό. Γιατί όμως φοβόμαστε; Στην πραγματικότητα, στο βάθος, φοβόμαστε τόν Θεό.

   Ἔτσι, ὁ φόβος, μετά την πτώση τοῦ Ἀδάμ, ἔγινε συμφυής μέ τόν ἄνθρωπο, μπῆκε στο κύτταρο του μέσα.

   Θυμᾶμαι πού κάποτε ήμασταν πολλοί ἱερεῖς στην Αθήνα σέ μιά αἴθουσα, κάναμε ἕνα θέμα, καί ἀκούστηκε μία φοβερή έκρηξη. Φυσικά, όλοι τρομάξαμε, πεταχτήκαμε! Ὅπως καί τώρα, εάν, μή γένοιτο, γίνει μία έκρηξη, καί ποιός δέν θά φοβηθεῖ; Καί ὁ ὁμιλητής, κληρικός καί αὐτός, σταμάτησε καί μᾶς εἶπε: Εἴδατε, πατέρες, εἴμαστε ὅλοι ἔνοχοι. Ὅλοι μέσα μας ἔχουμε τὸ αἴσθημα τῆς ἐνοχῆς· ὅλοι τρομάζουμε.

   Αὐτό εἶναι ἀλήθεια, γιατί μπήκε ὁ φόβος μέσα στο κύτταρό μας, ἔγινε ἕνα μέ τή φύση μας. Ὁ ἄνθρωπος ὅμως δέν ἔγινε γιά νά φοβάται. Ο φόβος εἶναι μεταπτωτικό φαινόμενο. Ἔτσι, βλέπουμε ὅτι ὁ φόβος στην πραγματικότητα ἔχει μία μεταφυσική διάσταση. Γι' αὐτὸ ὁ ἄνθρωπος τρομάζει ὄχι μόνο όταν κάτι συμβαίνει μέσα στη φύση, αλλά τρομάζει και από κάτι πού εἶναι ὑπερφυσικό.

   Τώρα μπορείτε να κάνετε μία υπόθεση, χωρίς να σᾶς ὑποβάλλω, γιά νά καταλάβετε ὅσα σᾶς λέω. 

   Αν πηγαίνατε στο σπίτι σας καί μένατε στο δωμάτιό σας μόνοι σας, καί γιά μιά στιγμή εμφανιζόταν ὁ διάβολος μπροστά σας, τί θά κάνατε; Ἄν ἐμφανιζόταν ἕνας ἄγγελος μπροστά σας, τί θά κάνατε; Δέν θά τρομάζατε; Ὅ,τι καί ἄν ἐμφανισθεῖ, κάτι πού εἶναι ξένο στή φυσική μας διάσταση, μας τρομάζει. Γιατί; Διότι ἐρχόμαστε σε μία μεταφυσική θα λέγαμε ἐπαφή. 

   Ὁ Ἀδάμ, ρωτάω, φοβόταν ὅταν ἐρχόταν ὁ Θεός καί τόν συναντούσε; Ὄχι. Τώρα ὅμως φοβάται. Πότε; Ὅταν κατέστη ἔνοχος απέναντι στόν Θεό. Πρίν, ὅταν δέν ἦταν ἔνοχος, δέν φοβόταν. Ἐρχόταν μέ τόση οἰκειότητα ὁ Θεός, μέ τόση φυσικότητα, ὅπως ἀκριβῶς ἕνας ἄνθρωπος κάνει επίσκεψη στον φίλο του· τόσο απλά. 

   Ἐν τούτοις θα λέγαμε ὅτι ὅπως ὁ θάνατος είναι ταυτόχρονα και τιμωρία καί εὐεργεσία –θά τό δοῦμε αὐτό πιό κάτω σέ ἕνα ἑπόμενο μάθημά μας– ἔτσι εἶναι καί ὁ φόβος.

   Γιατί εἶναι τιμωρία ὁ θάνατος; Ὁ Θεός εἶπε: «ᾗ δ᾿ ἂν ἡμέρᾳ φάγητε ἀπ᾿ αὐτοῦ, θανάτῳ ἀποθανεῖσθε» (Γέν. 2, 17), τήν ἡμέρα πού θά φᾶτε θα πεθάνετε, δηλαδή θα τιμωρηθεῖτε. Τί σημαίνει θα πεθάνετε; Σημαίνει: Εγώ ἔκανα με δυό στοιχεία τήν ύπαρξή σας, σῶμα καί ψυχή. Αὐτά τά στοιχεῖα θα χωρισθοῦν· τό ἕνα θα διαλυθεῖ, τό ἄλλο δέν θά διαλυθεῖ. Αυτό βεβαίως εἶναι μία τιμωρία· ταυτοχρόνως ὅμως ὁ θάνατος είναι καί μία ευεργεσία. Δέν σᾶς λέω τό γιατί· θά τό ποῦμε ὅταν φθάσουμε στο οἰκεῖο σημείο.

   Ἔτσι κι ἐδῶ, παιδιά, ὁ φόβος, ἐνῶ εἶναι ἕνα πτωτικό φαινόμενο, καί συνεπῶς ἕνα κακό στοιχεῖο, ταυτοχρόνως ὅμως εἶναι καί ἕνα ἀγαθό στοιχεῖο, ἕνα ευεργετικό στοιχεῖο. Είναι πολύ ευεργετικό στοιχεῖο ὁ φόβος· ᾶς τό δοῦμε αὐτό. (Βλ. ἱερ. Χρυσοστόμου, Ὁμιλίαι εἰς τὴν Γένεσιν, Θ΄, δ΄, PG 53, 79: «Εἰ δὲ μετὰ ταῦτα εἰσῆλθεν ὁ φόβος, καὶ τοῦτο τῆς τοῦ Θεοῦ φιλανθρωπίας μέγιστον τεκμήριον»)

   Βλέπουμε τον φόβο όπωσδήποτε να απομακρύνει τὸν ἄνθρωπο ἀπό τόν Θεό. Ὁ Ἀδάμ κρύφτηκε γιατί φοβήθηκε. Ταυτοχρόνως όμως ο φόβος κρατάει τόν άνθρωπο να είναι πλάι στον Θεό. Όταν φοβάμαι, που καταφεύγω; στον Θεό. Ο φόβος λοιπόν γίνεται ἕνα στοιχεῖο πού μέ απομακρύνει από τόν Θεό καί ταυτό χρονα μέ ἐλκύει, με τραβάει προς τόν Θεό, καί ἔτσι μέ προστατεύει. Ἐάν ὁ φόβος δεν είχε αυτή την ιδιότητα,νὰ ἀπομακρύνει ἀλλά καί νά ἑλκύει τόν ἄνθρωπο ὥστε να καταφεύγει τελικά στον Θεό επειδή φοβάται, τότε ό ἄνθρωπος θά ἔπεφτε σε μυρίους γκρεμούς!... Εἶναι ὁ περίφημος φόβος τοῦ Θεοῦ!

   Αλλά, θα ρωτούσαμε, γιατί κρύφτηκε ὁ Ἀδάμ;

   Διότι απέκτησε φόβο Θεού.

   Τόν είχε πρώτα;

   Σᾶς εἶπα, ὄχι.

   Αὐτός ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ εἶναι κάτι κακό;

   Εἶναι καί κακό, εἶναι καί καλό. Κακό γιατί δείχνει ὅτι εἶναι πεσμένος ὁ ἄνθρωπος· καλό γιατί δείχνει ὅτι ὁ ἄνθρωπος, ἐπειδή φοβάται τον Θεό, τόν πλησιάζει. Μάλιστα, όσο λιγότερο ἁμαρτάνει ὁ ἄνθρωπος, τόσο περισσότερο καί δέν φοβᾶται καί φοβᾶται· καί τά δυό αυξάνονται. Καί δέν φοβάται τόν Θεό –γιατί λέει είναι Πατέρας μου ὁ Θεός– καί ταυτόχρονα αὐξάνεται ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ· αὐξάνεται σε πολύ μεγάλο βαθμό.

   Τόν φόβο αυτόν –μή σᾶς κάνει ἐντύπωση– τόν γεννᾶ καί τόν διατηρεῖ τό Ἅγιο Πνεῦμα. Εἶναι ἐκεῖνο πού σᾶς εἶπα στήν ἀρχή, ὅταν σας ευχήθηκα για την καινούργια χρονιά, καί εἶναι σ' ἕνα ιδιόμελο του Μεγάλου Ἁγιασμοῦ τῶν Θεοφανίων: «Φωνή Κυρίου ἐπὶ τῶν ὑδάτων βοᾶ λέγουσα· Δεῦτε λάβετε πάντες Πνεύμα σοφίας, Πνεύμα συνέσεως, Πνεῦμα φόβου Θεού, τοῦ ἐπιφανέντος Χριστού.». Φωνή Κυρίου πάνω από τα νερά φωνάζει λέγοντας ἐλᾶτε ὅλοι να πάρετε πνεύμα σοφίας, πνεύμα συνέσεως, και πνεῦμα φόβου Θεοῦ, τοῦ Χριστοῦ πού ἐμφανίστηκε. Το Πνεύμα τό Ἅγιο εἶναι ἐκεῖνο πού ἐμπνέει τον φόβο τοῦ Θεοῦ· ἐκεῖνον τόν φόβο μᾶς δίνει ὡς δῶρο τό Ἅγιο Πνεῦμα, πού ἔρχεται νά μᾶς δώσει ὅ,τι θά μᾶς δώσει ἐπειδή «ἐπεφάνη», ἐπειδή παρουσιάστηκε ὁ Χριστός.

   Αὐτός ὁ φόβος εἶναι γονιμοποιός.

   Ὁ Ἡσαΐας, στην Ὠδή του, λέει: «Διὰ τὸν φόβον σου, Κύριε, ἐν γαστρὶ ἐλάβομεν καὶ ὠδινήσαμεν καὶ ἐτέκομεν πνεῦμα σωτηρίας.» ('Hσ. 26, 17-18). Ἐξ αἰτίας τοῦ φόβου Σου, Κύριε, ἐγκυμονήσαμε, πονέσαμε και γεννήσαμε πνεῦμα σωτηρίας· δηλαδή μπήκε ο φόβος μέσα στα σπλάχνα μας, όπως ἀκριβῶς ὑπάρχει τό ἔμβρυο στα σπλάχνα τῆς μάνας του. 

   Δέν θά μπορέσεις ποτέ, παιδί μου, νά ἀποκτήσεις πνεῦμα σωτηρίας, ἐάν δέν κυοφορήσεις στα σπλάχνα σου τόν φόβο τοῦ Θεοῦ! 

   Θυμηθείτε τί συνέβη ανάμεσα στους δύο ληστές στόν σταυρό, ὅταν ἄνοιξαν διάλογο μεταξύ τους. Ενώ ὁ ἕνας συνέχιζε νά βλασφημεῖ, ὁ ἄλλος τοῦ λέει: Γιατί βλασφημᾶς; «οὐδὲ φοβῇ σὺ τὸν Θεόν;». Δεν φοβᾶσαι σύ τόν Θεό;... Γιά τήν ἴδια αἰτία εἴμαστε ἐμεῖς στόν σταυρό μέ τοῦτον τὸν ἀθῶο; Τί τόν βλασφημᾶς;...

   Είδατε τή φράση «οὐδὲ φοβῇ σὺ τὸν Θεόν;», δέν φοβᾶσαι τόν Θεό; Καί κοιτάξτε πῶς αὐτός ὁ φόβος γέννησε τη σωτηρία· στράφηκε προς τον Χριστό και είπε: «μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου» (Λουκά 23, 40-42).

   Γιατί τό εἶπε αὐτό; Γιατί μέσα του γεννήθηκε ο φόβος τοῦ Θεοῦ. Νωρίτερα, σαν ληστής, είχε τον φόβο τοῦ Θεοῦ; Δέν τόν εἶχε. Αυτό είναι τό θαῦμα· ἐκείνη την στιγμή γεννήθηκε μέσα του ο φόβος τοῦ Θεοῦ. Ποιός γέννησε τον φόβο τοῦ Θεοῦ μέσα στην καρδιά τοῦ ληστοῦ; Το Πνεῦμα τὸ Ἅγιο. Καί σώθηκε ὁ ληστής. Αντίθετα, θα λέγαμε, ὁ ἄλλος ληστής ἔμεινε ἀ-θεόφοβος, χωρίς φόβο Θεοῦ. Εἶναι αὐτό πού τό λέμε καί ύβριστικά σε κάποιον ἄνθρωπο, ὅτι εἶναι ἀθεόφοβος, δηλαδή δέν ἔχει μέσα του τον φόβο τοῦ Θεοῦ,

   Ακόμη, παιδιά, ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ διατηρεῖ τά κεκτημένα, ἐκεῖνα πού ἔχουμε ἀποκτήσει. Ποιά είναι τα κεκτημένα; Εἶναι ἡ ἀρετή, ἡ σοφία, ὅ,τι ἀγαθό ἔχουμε μέσα μας. Αὐτά τά διατηρεῖ ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ. Λέει ὁ απόστολος Παῦλος: «μετά φόβου καὶ τρόμου τὴν ἑαυτῶν σωτηρίαν κατεργάζεσθε»  (Φιλιπ. 2, 12), μέ φόβο καί τρόμο να κατεργάζεστε την δική σας σωτηρία. Αν θέλετε, αὐτός εἶναι ὁ φόβος τῶν ἁγίων. Οἱ ἅγιοι ἔχουν ἕναν μεγάλο φόβο· ποιόν φόβο; μή πέσουν, μή χάσουν τόν Θεό, μή χάσουν τήν ἀρετή, μή χάσουν τα κεκτημένα. 

   Αν με ρωτήσετε γιά ἐκεῖνο τό χωρίο πού λέει ὁ ευαγγελιστής Ιωάννης ὅτι «η τελεία ἀγάπη ἔξω βάλλει τον φόβον,» (Α΄ Ιωάν, 4, 18) αυτό, παιδιά, αναφέρεται στον ἔνοχο φόβο, καί ὄχι στον γονιμοποιό φόβο. Μήπως δέν ἦταν ὁ απόστολος Παῦλος, παρακαλῶ, ἐκεῖνος πού είχε σε ὕψιστο βαθμό τήν τελεία ἀγάπη, πού «έξω βάλλει τον φόβον»; Ὅμως ὁ ἴδιος ὁ Ἀπόστολος λέει «μετα φόβου καὶ τρόμου τὴν ἑαυτῶν σωτηρίαν κατεργάζεσθε», που σημαίνει ὅτι ἡ τέλεια αγάπη βγάζει ἔξω τόν ἔνοχο φόβο, τόν φόβο πού γεννιέται από την ενοχή, καί ὄχι αυτόν τόν γονιμοποιό φόβο.

   Τέλος, παιδιά, ο φόβος τοῦ Θεοῦ ὁδηγεῖ σ' αυτήν τή σοφία τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι ὁ ἐνάρετος βίος. 

   Από τίς Παροιμίες, διαβάζουμε: «Ἀρχὴ σοφίας, φόβος Κυρίου» (Παρ. 1, 7). Ἡ ἀρχή τῆς σοφίας εἶναι ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἀρχή δηλαδή τοῦ ἐναρέτου βίου –σοφία θά πεῖ ἐνάρετος βίος– είναι ο φόβος τοῦ Θεοῦ. Θες να ξεκινήσεις να κτίζεις τό οικοδόμημα τῆς ἀρετῆς μέσα σου; Βάλε μέσα σου τον φόβο τοῦ Θεοῦ. Θέλεις νά ἐπιτύχεις στο τέλος τῆς χρονιᾶς, τῆς σχολικής χρονιάς, καί μάλιστα με πολύ καλό βαθμό; Βάλε τόν φόβο των ἐξετάσεων. Βάλε τόν φόβο από τον Σεπτέμβριο, και πές; Τί θά κάνω τόν Ἰούνιο; πῶς θά γράψω; Ο φόβος θα σε κάνει να καθήσεις να διαβάζεις. Βλέπετε λοιπόν τί εἶναι αὐτός ὁ γονιμοποιός φόβος, ο σπουδαῖος αὐτός φόβος;...

   Καί ἐπειδή ή Σοφία, στην Παλαιά Διαθήκη, παιδιά, εἶναι ὁ ἐνυπόστατος Λόγος τοῦ Θεοῦ, δηλαδή αὐτός ὁ Ἰησοῦς Χριστός, τότε ἡ ἀρχὴ σοφίας, που τίθεται ἀπό τόν Χριστό στην κάθε ψυχή ὡς ἀρχή πνευματικοῦ βίου, εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Ὁ Χριστός θά ἔρθει νά σου βάλει αὐτόν τόν φόβο. Βλέπετε λοιπόν ὅτι πρέπει να κρατήσουμε, παρακαλῶ, αὐτόν τόν φόβο;

   Ἀλλά θά μοῦ πεῖτε ὅτι στήν ἐποχή μας θεωρούμε τόν φόβο σάν νά εἶναι μία κατάσταση συμπλεγματική, κομπλεξική. Ὅλοι σήμερα λένε, ἰδίως οἱ ψυχολόγοι, μακριά ὁ φόβος ἀπό τό παιδί, ἀπό τόν ἄνθρωπο. Ναί, ἀλλά τόν ἔνοχο φόβο· ὄχι τον γονιμοποιό. Τό δυστύχημα εἶναι ὅτι ταυτίζουμε τόν γονιμοποιό μέ τόν ἔνοχο φόβο, καί ἔτσι μαζί μέ τό κακό πετοῦμε καί τό καλό. Αὐτό ὅμως εἶναι λάθος.

   Ὁ φόβος ὁ σωστός εἶναι στεφάνι στόν ἄνθρωπο. Ἡ Σοφία Σειράχ λέει: «φόβος Κυρίου δόξα καὶ καύχημα καὶ εὐφροσύνη καὶ στέφανος ἀγαλλιάματος» και «φόβος Κυρίου τέρψει καρδίαν, καὶ δώσει εὐφροσύνην καὶ χαρὰν καὶ μακροημέρευσιν» (Σοφ. Σειρ. 1, 11-12). Ὁ φόβος Κυρίου εἶναι δόξα καί καύχημα καί στεφάνι ἀγαλλιάσεως· ὁ φόβος Κυρίου θά γεμίζει μέ εὐχαρίστηση τήν καρδιά καί θά δίνει εὐφροσύνη καί χαρά και μακροζωία.

   Βλέπετε λοιπόν, ὁ Ἀδάμ φοβήθηκε και κρύφτηκε· αὐτός ἦταν ὁ ἔνοχος φόβος. Ἔκτοτε ὅμως, ἐκεῖνος πού πλησιάζει τόν Θεό αποκτάει αὐτόν τόν γονιμοποιό φόβο, γιά νά μή χάσει τόν Θεό, ἀλλά καί τά κεκτημένα από Αὐτόν. Ἀλλά θά συνεχίσουμε, πρῶτα ὁ Θεός, τήν ἐρχόμενη Κυριακή.

Κυριακή, 13 Ἰανουαρίου 1985


61η ομιλία στην κατηγορία « Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία ».

►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
" Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία " εδώ ⬇️
https://arnion.gr/index.php/palaia-diauhkh/xristianikh-kosmologia-anurvpologia
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40pgmRsIiRCioth8a5E4bM7r

Απομαγνητοφώνηση :
Ιερά μονή Κομνηνείου.
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

🔸Λίστα ομιλιών της σειράς «Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία.».🔻
https://drive.google.com/file/d/1PKTpnYb1nptUbWKH5jo6DJwk7IVel9BA/view?usp=drivesdk

🔸📜 Απομαγνητοφωνημενες ομιλίες της σειράς «Χριστιανική Κοσμολογία - Ἀνθρωπολογία.».🔻
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/search/label/%F0%9F%94%B9%CE%A7%CF%81%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B9%CE%B1%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%AE%20%CE%9A%CE%BF%CF%83%CE%BC%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1%20~%20%CE%91%CE%BD%CE%B8%CF%81%CF%89%CF%80%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1.?m=1

🔸Επεξηγηματικό βίντεο Ασπάλαθου.
https://youtu.be/8tNfAHRkTCk

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️ https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__ 

https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου. https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.