†.Εὑρισκόμεθα, ἀγαπητοί, εἰς τό βιβλίον τῆς Σοφίας Σειράχ εἰς τό 24ον κεφ. Κι ὅπως λέγαμε τήν περασμένη φορά, ὅτι τό κεφάλαιο αὐτό, ἐξ’ ὁλοκλήρου εἶναι ἀφιερωμένο εἰς τήν Ἐνυπόστατον Σοφίαν τοῦ Θεοῦ. Ἐνυπόστατος, ὑπενθυμίζω πάλι, θά πεῖ προσωπική, πού ἔχει ὑπόσταση, πρόσωπον. Δέν εἶναι δηλ. ἡ Σοφία τοῦ Θεοῦ κάτι τό ἀφηρημένο, ὅπως λέμε ὅτι αὐτός ὁ ἄνθρωπος εἶναι σοφός, ὅπως σέ μᾶς τούς Ἕλληνες εἶναι γνωστό τό ὅτι εἶναι μία ἀφηρημένη ἔννοια, εἶναι αὐτός πού ξέρει πολλά, εἶναι αὐτός τοῦ ὁποίου τό μυαλό κόβει κλπ., λέμε ὅτι αὐτός εἶναι σοφός ἄνθρωπος. Δέν εἶναι, ἐδῶ, ἡ σοφία μία ὑπόθεσις νοητική ἤ γενικά ἀφηρημένη, ἀλλά ἐδῶ ἡ ἔννοια τῆς Σοφίας, εἶναι πρόσωπον. Καί εἶναι τό 2ον πρόσωπον τῆς Ἁγίας Τριάδος. Πατήρ, Υἱός καί Ἅγιον Πνεῦμα. Ἔτσι ἀγαπητοί, ἔχομε τό ὄνομα αὐτό, «Σοφία τοῦ Θεοῦ», κάπου-κάπου θά λέγω «Ἐνυπόστατη», νά μήν τό λέγω κάθε φορά, ἔχομε τό ὄνομα αὐτό διάσπαρτο μέσα εἰς τήν Π. Δ. Τό ἔχομε καναδυό φορές καί μέσα στήν Κ. Δ., καί ἀναφέρεται εἰς τόν Ἰησοῦν Χριστόν, τόν μετέπειτα Ἐνανθρωπήσαντα Θεοῦ Λόγον ἤ ἡ Σοφία πού Ἐνηνθρώπησε, ἔγινε δηλ. ἄνθρωπος. Ὁ Κύριος ἡμών Ἰησοῦς Χριστός.
Εἴδαμε τήν περασμένη φορά, ποιά βιβλία κατά πλησμονήν ἀναφέρονται εἰς τήν Ἐνυπόστατον Σοφίαν τοῦ Θεοῦ. Εἴδαμε τό βιβλίο τοῦ Ἰώβ, εἴδαμε τό βιβλίο τοῦ Βαρούχ τοῦ προφήτου καί γραμματέως τοῦ προφήτου Ἱερεμίου. Τώρα μᾶς μένει νά δοῦμε τό βιβλίο τῶν Παροιμιῶν, καί μετά, τό βιβλίον τῆς Σοφίας Σολομῶντος, ἐκτός βεβαίως ἀπό τό βιβλίο τῆς Σοφίας Σειράχ, ὅπου καί ἡ ἀναφορά τοῦ πράγματος, ἀπ’ ὅπου παίρνουμε καί τό κύριό μας θέμα. Γιά νά κάνουμε λοιπόν τώρα μία ἀναφορά εἰς τό βιβλίο τῶν Παροιμιῶν, τό ὁποῖο εἶναι κυριολεκτικῶς, θά τό δεῖτε - παραλείπω καί πολλά, γιά νά μήν φορτώσω πάρα πολύ τό θέμα μου - εἶναι κατάφορτον, κατάφορτον ἀπό τήν ἀναφοράν του στήν Ἐνυπόστατον Σοφίαν. Ἀλλά τό ἴδιο κατάφορτον καί περισσότερον εἶναι στό βιβλίο Σοφία Σολομῶντος ἡ ἀναφορά εἰς τήν Ἐνυπόστατον Σοφίαν. Μή λησμονοῦμε δέ ὅτι ὁ μέγιστος καί μεγαλοπρεπέστατος ναός τῆς Ὀρθοδοξίας, εἶναι ὁ ναός τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίας, εἰς τήν Κωνσταντινούπολην.
Ἡ γνωστή μας Ἁγια - Σοφιά. Δέν ξέρω ἄν κανείς ποτέ ὑποπτεύθηκε ὅτι δέν πρόκειται περί τῆς ἁγίας Σοφίας, δηλ. ἡ γνωστή μάρτυς, μέ τά τρία της κορίτσια, πού ἐμαρτύρησε. Ὁ ναός αὐτός ἀφιερώθηκε ἀκριβῶς εἰς τήν Ἐνυπόστατον Σοφίαν τοῦ Θεοῦ. Ὅταν ἔγινε ὁ ἔξω κόσμος πιά - ὁ ἔξω τῶν ὁρίων τῆς Παλαιστίνης κόσμος - χριστιανικός, κι ὁ Ἑλληνικός κόσμος ὁμοίως ἔγινε χριστιανικός, τότε ἔχομε καί τήν περίπτωσιν τῆς δημιουργίας τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας καί τότε βέβαια βγήκαμε ἀπό τόν ζυγόν κατοχῆς, πού εἴχαμε ἀπό τούς Ρωμαίους, καί τότε ἀναπτύχθηκε τό ἀνατολικόν τμῆμα τοῦ Ρωμαϊκοῦ κράτοῦς, ὡς Βυζαντινή Αὐτοκρατορία, πού εἶχε ἔντονη τήν Ἑλληνική σφραγίδα. Κι ἀφοῦ ἔγινε βεβαίως ὁ χῶρος αὐτός χριστιανικός καί ἐπειδή μπῆκαν μετά αἱρέσεις, λέμε «ὁ Ὀρθόδοξος ἀνατολικός κόσμος», πρός τιμήν λοιπόν τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίας, ἐκτίσθη αὐτός ὁ ναός, τοῦ Ἰουστινιανοῦ, ὁ ὁποῖος ἦτο ὁ μεγαλύτερος ναός τῆς ἐποχῆς ἐκείνης. Δέν ξέρω λοιπόν ἄν μπορέσαμε νά ἀντιληφθοῦμε ὅτι αὐτός ὁ ναός, ἀφιερώθηκε εἰς τήν Ἐνανθρωπήσασα Σοφία τοῦ Θεοῦ, δηλ. τόν Ἰησοῦν Χριστόν. Καί βέβαια ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι Ἕλληνες χριστιανοί, θά θέλαμε νά ἐπανακτήσωμε τήν Πόλιν, τήν Κωνσταντινούπολη καί τόν περιώνυμον ναόν τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίας. Ἀσφαλῶς.
Ὅσοι πηγαίνουν ἐκεῖ ὡς προσκυνηταί, μέ συγκίνηση μπαίνουν μέσα στό ναό· δέν λειτουργεῖ βέβαια, οἱ Τοῦρκοι τόν ἔχουν μεταβάλλει σέ μουσεῖον. Ἀλλά εἴτε αὐτό ἀποτελεῖ ἕνα ὄνειρο, εἴτε εἶναι δύσκολο, ἀπό τίς ποικίλες θά λέγαμε ἱστορικές συγκυρίες τίς ὁποῖες, στίς ἡμέρες μας ἰδιαίτερα ζοῦμε, μέ τίς σχέσεις μας μέ τήν Τοῦρκία, ἕνα προέχει. Ὄχι βεβαίως ἡ ἐπαναπόκτηση τοῦ ναοῦ, ὅσο κυρίως, ἡ κατανόησις τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας, πού οἱ Πατέρες μᾶς ὕψωσαν καί ἀφιέρωσαν πρός τιμήν της τόν ὁμώνυμον ναόν. Θά ἐπαναλάβω· δέν ἔχει σημασία ἄν θά ξαναπάρωμε πίσω τήν Πόλη καί τήν Ἁγιά Σοφιά. Τό θέλουμε. Δέν ξέρομε ὅμως. Ὁ Θεός τό ξέρει αὐτό. Ἀλλά ἐκεῖνο πού προέχει, ἐπαναλαμβάνω, εἶναι νά κατανοήσωμε Ἐκεῖνον στόν ὁποῖον ἀφιερώθηκε ὁ ναός αὐτός. Νά κατανοήσωμε δηλ. τόν Ἰησοῦν Χριστόν.
Πρέπει ἀκόμη νά παρακολουθοῦμε τά θέματα αὐτά, τά ὁποία, πιστέψτε με, δέν πρωτοτυποῦμε - Ἁγία Γραφή εἶναι - ἀλλά συνήθως δέν λέγονται αὐτά τά θέματα· πρέπει νά προσέχομε αὐτά τά ἱερά κείμενα, ὅπως σᾶς εἶπα πόσα βιβλία τῆς Π. Δ. ἀναφέρονται εἰς τήν Σοφία τοῦ Θεοῦ, ἀκριβῶς καί μόνο γιά νά κατανοήσωμε τόν Ἰησοῦν Χριστόν. Ἄν θέλετε, ἴσως, ὅταν φθάσωμε εἰς αὐτήν τήν κατανόηση καί τή βίωση τῆς Ἐνυποστάτοῦ Σοφίας, ἴσως τότε νά μᾶς χαρισθῆ κι αὐτός ὁ λαμπρός ἅγιος ναός της, στήν Κων/πολη. Ἴσως. Τίποτα δέν εἶναι ἀδύνατον στό χέρι τοῦ Θεοῦ. Κι ἔτσι νά πραγματοποιηθῆ ἐκεῖνο τό ὄνειρο «πάλι μέ χρόνους μέ καιρούς πάλι δικά μας θά ’ναι». Ἔτσι λέει ἡ λαϊκή δημοτική μας παράδοση, ὅταν χάσαμε ὅ,τι χάσαμε, ὅταν ἀλώθηκε ἡ Πόλις, στίς 29 τοῦ Μαΐου, σάν κι αὐτόν τόν μήνα πού περνᾶμε, τό 1453. Μή λησμονοῦμε ὅμως, καί δέν πρέπει ποτέ αὐτό νά τό λησμονοῦμε, ὅτι καί τήν Πόλη καί τήν Ἁγιά Σοφιά χάσαμε ἀπό τίς ἁμαρτίες μας. Μήν τό ξεχνοῦμε. Ἄν λοιπόν προσέξουμε, στραφοῦμε πίσω στίς ρίζες μας καί γίνωμε πνευματικότερος λαός, ἴσως, ὁ Θεός μᾶς ξαναχαρίσει τήν Πόλη μέ τό ναό της. Μή λησμονοῦμε ἀκόμη ὅτι τότε, τόν 15ον αἰῶνα, οἱ βλέψεις τῆς σωτηρίας μας ἐστρέφοντο στήν ἐκκλησιαστικά παρηκμασμένη Δύση, πού τελικά ἡ Δύσις μᾶς πρόδωσε. Ἐκεῖ ἐστρέφαμε τήν προσοχή μας. Ἀπό ἐκεῖ περιμέναμε τήν βοήθειά μας. Ἐνῶ διάσημοι ἱεροκήρυκες τῆς ἐποχῆς ἐκείνης φώναζαν, διέτρεχαν τούς δρόμους τῆς Κων/πόλεως, ὅτι πρέπει νά μετανοήσωμε, νά ἐξαλειφθῆ ἡ ἁμαρτία ἀπό τήν Πόλη· ἤτανε διάχυτη, ξέχειλη ἡ ἁμαρτία εἰς τήν Πόλιν, ἀλλά δέν τούς ἄκουσαν. Καί εἰδοποίησαν οἱ τότε, νά μήν ἀναφέρω ὀνόματα, ὅτι θά πέσει ἡ Πόλις, ἐπειδή δέν ὑπῆρχε διάθεσις διορθώσεως τοῦ λαοῦ. Ἔγιναν πολλές ἁμαρτίες σ’ αὐτή τήν Βυζαντινή Αὐτοκρατορία. Πολλές φορές νομίζομε ὅτι περιβάλλεται μ’ ἕνα φωτοστέφανο ἁγιότητος· δέν εἶναι ἔτσι τά πράγματα. Μπορεῖ μέν νά ἀπεδέχθη τόν Χριστιανισμόν, κι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ἐπέτρεψε τήν Ἐκκλησία ν’ ἀνεβῆ ἀπό τίς κατακόμβες στήν ἐπιφάνεια ἦταν ὁ Μ. Κωνσταντῖνος. Ἀλλά ἡ ἁμαρτία πάντοτε ὑπῆρχε. Ἡ δέ εἰδωλολατρεία πάντοτε ὑπέβοσκε. Ἕνας καρπός τῆς εἰδωλολατρείας, κατά τήν διάρκεια τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας, ὅλοι τό ξέρετε, εἶναι ὁ Ἰουλιανός ὁ Παραβάτης.
Ἔτσι λοιπόν, δέν ἦσαν οἱ βλέψεις μας εἰς τόν Ἰησοῦν Χριστόν, ἡ ἐνατένισή μας εἰς τόν Ἰησοῦν Χριστόν, τότε. Ἀλλά ἦταν εἰς τήν Δύσιν. Καί τότε ἦταν οἱ Πάπαι εἰς τήν Ρώμην, πού ποτέ δέν θά συγχωροῦσαν τό ἁμάρτημα τῆς Ἀνατολῆς, ὅτι μεταφέρθηκε ἡ πρωτεύουσα τῆς Αὐτοκρατορίας ἀπό τήν πολιάν Ρώμην εἰς τήν νέαν Ρώμην, τήν Κων/πολη. Αὐτό οὔτε τό συνεχώρησαν τότε, οὔτε μέχρι σήμερα, οὔτε ποτέ θά τό συγχωρήσουν αὐτό, οἱ Πάπαι τῆς Ρώμης. Ποτέ. Καί πάντοτε ζητοῦσαν τήν καταστροφή τοῦ Ἀνατολικοῦ κράτους, τῆς νέας πόλεως, τῆς νέας Ρώμης, τῆς Κων/πόλεως, κάτι πού τό πέτυχαν μέ τίς σταυροφορίες τους κυρίως, ἀλλά καί μέχρι σήμερα μᾶς ἐποφθαλμιοῦν. Ζητούσαμε βοήθεια ἀλλά ἡ βοήθεια δέν ἤρχετο. Ὅπως μέχρι πρότινος
μέ τό θέμα τῆς Μ. Ἀσίας τό 1922. Ἔδειξαν τήν ἀγάπη τους εἰς τούς Τούρκους, ὄχι σέ μᾶς. Εἰς τούς Μωαμεθανούς, ὄχι εἰς τούς Χριστιανούς. Κάτι πού μέχρι σήμερα γίνεται, φερ’ εἰπεῖν μέ τή Βοσνία· καί γενικά μέ τόν Δυτικόν κόσμον, πού ἔχουν στραφεῖ ὑπέρ τοῦ Μωαμεθανισμοῦ καί προσπαθοῦν νά ζουλήξουν τούς Ὀρθόδοξους λαούς τῆς Ἀνατολικῆς Εὐρώπης. Ἄς τό καταλάβωμε αὐτό. Ναί ἄς τό καταλάβωμε. Κι ἔχουν αὐτήν τήν περίεργη συμπεριφορά, πού ἐκ’ πρώτης ὄψεως μοιάζει σάν ἀκατανόητη. Δέν εἶναι ἀκατανόητη. Εἶναι τό παλιό σχέδιο, νά ὑποδουλώσουν τήν Ὀρθοδοξία. Ναί. Ἔχουν συμφέροντα· καί πρός τοῦτο χαϊδεύουν τούς Ἰσλαμιστάς. Εὔχομαι νά ζήσετε, τό πόσο ἀκριβά θά πληρώσει ἡ «Δύσις» - κι ἅμα λέγω «Δύσις» ἐννοῶ Εὐρώπη καί Ἀμερική - τό πόσο ἀκριβά, πανάκριβα θά πληρώσει τίμημα γι’ αὐτή της τήν προδοσία ἡ Δύσις, ἔ, εὔχομαι νά ζήσετε καί θά τό ἰδῆτε. Δέν χαρίζουν κάστανα, οἱ Ἰσλαμισταί, δέν χαρίζουν κάστανα. Ἡ ψυχολογία τοῦ Ἰσλαμιστοῦ εἶναι φοβερή. Ἡ Ἀραβική ψυχολογία καί ἡ Ἰσλαμική ψυχολογία εἶναι φοβερή. Πιστεύω μ’ αὐτά πού σᾶς λέγω, δέν λέγω καινούρια πράγματα, δέν κομίζω γλαύκας εἰς Ἀθήνας, νομίζω λίγο ἤ πολύ, τά ἔχετε αὐτά ὑπ’ ὄψη σας. Ἐπειδή λοιπόν δέν βλέπαμε πρός τόν Ἰησοῦν Χριστόν, τή βοήθειά του, ἀλλά πρός τήν Δύσιν, ἐδῶ ὁ Χριστός μᾶς «ἐξεδικήθη» (τήν λέξιν τήν βάζω ἐντός εἰσαγωγικῶν). Ὅ,τι ἀκριβῶς συνέβη καί μέ τόν παλιό Ἰσραήλ. Δέν ἐπρόσεχαν τόν Θεόν· πού εἶναι ὁ ἴδιος, ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία, τό ἴδιο πρόσωπον εἶναι, ὅπως σᾶς εἶπα προηγουμένως, ἀλλά τί; ἐστρέφοντο σέ διάφορες συμμαχίες ἄλλοτε Αἰγυπτίων, ἄλλοτε Ἀσσυρίων, Σύρων κλπ. κλπ. Καί ἐδιαμαρτύρετο ὁ Θεός διά τῶν προφητῶν. Καί λέγει: « Ἐγώ δέν εἶμαι ἱκανός νά σᾶς ὑπερασπιστῶ;
Γιατί φοβόσαστε; Γιατί στρέφεσθε καί συμμαχεῖτε μέ ἀλλοεθνεῖς, ἀνθρώπους πού δέν γνωρίζουν τόν ἀληθινό Θεό»;. Καί ὅσες φορές τό ἔκαναν αὐτό οἱ Ἑβραῖοι, καί τό ἔκαναν πάντοτε, κατά κανόνα, γιατί ὑπῆρχε ἀπιστία, ἤ ἵσως ὀλιγοπιστία, ὅτι «Θά μᾶς βοηθήσει ὁ Θεός; Ἄς συμμαχήσουμε μ’ ἐτοῦτον ἤ μ’ ἐκεῖνον» καί πάντοτε τήν πάθαιναν οἱ Ἑβραῖοι. Τό ἴδιο πρᾶγμα παθαίνομε κι ἐμεῖς. Καί τό τραγικότερο ἀπ’ ὅλα εἶναι ὅτι καί σήμερα ἐπαναλαμβάνεται, σέ μᾶς τούς Ἕλληνες τουλάχιστον, τό ἴδιο λάθος. Καί βλέπομε τήν προδοσία τῆς Δύσεως, ὅπως προηγουμένως σᾶς εἶπα. Δηλ. ἀναμένομε ἀπό κεῖ τή σωτηρία μας καί κινδυνεύομε, τό χειρότερο ἀκόμα, νά χάσωμε ὅτι ἀπόμεινε, ἀπ’ ὅ,τι εἴχαμε. Καί αὐτο, ἀκόμα, κινδυνεύομε νά τό χάσωμε. Ἔτσι ὁ Θεός, πολλές φορές διεμαρτυρήθη, ὅπως σᾶς εἶπα, στόν παλαιόν Ἰσραήλ, ἀλλά καί ἐμεῖς τό καταλαβαίνομε, μελετώντας τό λόγο τοῦ Θεοῦ, ὅτι ὁ Θεός διαμαρτύρεται, ὅτι σ’ Ἐκεῖνον πρέπει νά ἀποτείνωμε τήν προσοχή μας καί ὄχι σέ ἀνθρώπους.
Γράφει ὁ ἱστορικός μας ὁ Παπαρηγόπουλος ὅτι
«ὅλα τά ἔθνη, γιά νά προκόψουν χρειάζονται νά κοιτοῦν μπροστά. Τό Ἑλληνικόν Ἔθνος, λέγει, γιά νά μεγαλουργήση, πρέπει νά κοιτάζει πίσω, στίς ρίζες του». Πρέπει δηλ. νά αὐτοανακαλυφθοῦμε, δηλ. νά ἀνακαλύψωμε τόν ἑαυτόν μας, τήν ἱστορία μας, τίς ρίζες μας. Μήν κοιτᾶμε μπροστα· ἄν θέλωμε προκοπή, ἐπαναλαμβάνω, πίσω νά κοιτάξουμε. Ποιές εἶναι οἱ ρίζες μας. Δέν θά μᾶς σώσουν τά computers καί τά ὅποια-ὅποια, χωρίς νά θέλω νά πῶ ὅτι δέν μποροῦμε νά χρησιμοποιήσωμε τήν σύγχρονη τεχνική. Ἀλλά δέν πρέπει νά ἀπεμπολήσουμε, δέν πρέπει νά προδώσουμε τίς ρίζες μας. Νά κατανοήσω με, τουλάχιστον σάν Ὀρθόδοξος Χριστιανικός λαός περισσότερον παρά σάν ἀρχαῖοι Ἕλληνες,
- γιατί ὄχι ὅμως; - τί εἶναι ἐκεῖνο πού μᾶς ἔκανε νά μεγαλουργήσουμε. Κι αὐτό βέβαια εἶναι ἡ πίστις μας εἰς τήν Ἐνυπόστατον Σοφία τοῦ Θεοῦ, πού ἐκήρυξε ὁ Παῦλος στή χώρα μας, στήν πατρίδα μας. Γι’ αὐτό καί στόν Παῦλον εἴμεθα πολύ ὑπόχρεοι, πού κήρυξε σέ μᾶς, τόν Κύριό μας Ἰησοῦν Χριστον, ὅπου καί ἀργότερα τοῦ ἀφιερώσαμε αὐτόν τόν μεγαλοπρεπῆ ναό τῆς Κων/πόλεως. Ὁ Χριστός λοιπόν πρέπει νά ξαναμπεῖ στίς καρδιές μας. Πρέπει νά γίνει ὁ Κύριος τῶν ἀρχόντων μας. Πρέπει νά γίνει ὁ Κύριος τοῦ λαοῦ μας. Γι’ αὐτό ἀγαπητοί, ἄς μελετήσωμε καί ἄς βαθύνουμε σέ τοῦτα τά ἱερά κείμενα πού ἀκολουθοῦν, ἀπό τή Σοφία Σειράχ, πού ἀναλύομε, γιά νά καταλάβωμε ποιός εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός.
Ἔτσι, ἐπιτρέψατε νά πῶ, ἐκτελοῦμε ἕνα ἔργο ἄκρως πνευματικόν, γιατί ὄχι καί ἐθνικό.
Εἴπαμε ὅτι τό βιβλίο τῶν Παροιμιῶν εἶναι κατάφορτο ἀπό κείμενα πού ἀναφέρονται εἰς τήν Ἐνυπόστατον Σοφίαν. Κάνω μία μικρή ἐπιλογή, γιά νά σᾶς τό καταδείξω αὐτό. Στό 8ο κεφάλαιο λέγει: «ἐγὼ ἡ σοφία κατεσκήνωσα βουλήν, καὶ γνῶσιν καὶ ἔννοιαν ἐγὼ ἐπεκαλεσάμην».
Ἐγώ, λέγει, ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία, ἐγκαθιστῶ στήν καρδιά τῶν καλοπροαιρέτων ἀνθρώπων, ὀρθές σκέψεις καί ἀγαθή θέληση. Πιό κάτω, εἰς τόν μεθεπόμενον στίχον: «ἐμὴ βουλὴ καὶ ἀσφάλεια, ἐμὴ φρόνησις, ἐμὴ δὲ ἰσχύς·» (Παρ. Σολ. 8, 12&14) δική μου, λέει, εἶναι ἡ ὀρθή συμβουλή καί κρίσις, ὅπως καί ἡ ἀσφάλεια τῶν ἀνθρώπων. Δική μου εἶναι ἡ σύνεσις καί ἡ δύναμις, ὥστε παντοῦ ἐγώ νά ὑπερισχύω. Σᾶς ὑπενθυμίζω, σᾶς λέγω, ὅτι μόλις ἐσεῖς ἀκοῦτε ὅ,τι ἐγώ λέγω γιά τήν Ἐνυπόστατον Σοφίαν, τό μυαλό σας ἀμέσως νά πηγαίνει εἰς τόν Ἰησοῦν Χριστόν. Γιατί αὐτός εἶναι. Στόν παρακάτω στίχο τοῦ ἰδίου κεφαλαίου λέγει: «ἡνίκα ἡτοίμαζε τὸν οὐρανόν, συμπαρήμην αὐτῆ, ἤμην παρ’ αὐτῷ ἁρμόζουσα. ἐγώ ἤμην ᾗ προσέχαιρε, καθ’ ἡμέραν δὲ εὐφραινόμην ἐν προσώπῳ αὐτοῦ ἐν παντὶ καιρῷ, ὅτε ἐνευφραίνετο τὴν οἰκουμένην συντελέσας, καὶ ἐνευφραίνετο ἐν υἱοῖς ἀνθρώπων». (Αὐτόθι 8, 27-31)
Νά ἐξηγήσουμε. Ὅταν, λέει, δημιουργοῦσε καί ἐνηρμόνιζε τό οὐράνιο σύμπαν καί τή γῆ φυσικά, Ἐγώ, λέει, ἡ Σοφία, ἤμουνα μαζί του. Ἐδῶ, νά σᾶς παραπέμψω στόν Ἰωάννη, τόν Εὐαγγελιστή, γιατί, θά κάνωμε αὐτό συνεχῶς, θά ἀναφερόμεθα καί στά Εὐαγγέλια, γιά νά κάνωμε καλήν κατοχύρωσιν τῶν ὅσων λέμε. Καταγράφει ὁ Εὐαγγ. Ἰωάννης τήν Ἀρχιερατική προσευχή τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Σ’ ἕνα σημεῖο λέει ὁ Χριστός πρός τόν Πατέρα, - γιατί ἐδῶ λέει, ὅταν ἑτοίμαζε ὁ Πατήρ τόν οὐρανό, ἤμουνα μαζί του -, ὁ Ἰωάννης τώρα γράφει, αὐτό πού λέει ὁ Χριστός στόν Πατέρα (ὡς ἄνθρωπος τώρα): «καὶ νῦν δόξασόν με σύ, πάτερ, παρὰ σεαὐτῷ τῇ δόξῃ ᾗ εἶχον πρὸ τοῦ τὸν κόσμον εἶναι παρά σοί». (Ἰωάν. 12, 5) Πατέρα μου, δόξασε με, ἐκείνη τή δόξα πού εἶχα, πρίν ἀκόμη δημιουργηθῆ ὁ κόσμος, ὅταν ἤμουν πλάι σου, καί δημιουργοῦσες τόν κόσμον.
Ἀλλά νά μεταφράσω αὐτό πού λέγει ἐδῶ τό βιβλίο τῶν Παροιμιῶν: Ἐγώ, λέει, εὑρισκόμουν πλησίον του καί ἐνηρμόνιζα τά πάντα, ἐγώ ὑπῆρξα πάντοτε γι’ αὐτόν ἡ μόνιμη χαρά καί μακαριότητά του· προαιώνια καί εἰδικότερα, κατά τήν διάρκεια τῆς δημιουργίας, ἐγώ ἀπελάμβανα τή χαρά καί τήν τέρψη τοῦ προσώπου Σου. Μάλιστα τότε, πού εἶχε ἀποπερατώσει τή δημιουργία καί τήν οἰκουμένη καί εὐφραίνετο βλέποντας «τά πάντα λίαν καλά» καί πάνω ἀπ’ ὅλα εὐφραίνετο βλέποντας τούς υἱούς τῶν ἀνθρώπων ἐπάνω στή γῆ. Αὐτή ἡ ἰδιαίτερη χαρά τοῦ Ἁγίου τριαδικοῦ Θεοῦ, γιά τή δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτή ἡ ἰδιαίτερη χαρά καί ἰδιαίτερη ἀγάπη ἔκανε τόν Πατέρα νά στείλη τόν Υἱόν, νά Ἐνανθρωπήση ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ γιά νά σώση τούς ἀνθρώπους. Μία ἀγάπη πού μᾶς εἶναι ἀπερινόητη, ἀκατανόητη. Τόσο, λέει, πολύ, γράφει ὁ Εὐαγγ. Ἰωάννης στό 3ο κεφ. τοῦ Εὐαγγελίου του, ἠγάπησε ὁ Θεός τόν κόσμον, ὥστε νά δώση τόν Υἱόν Του τόν μονογενῆ, ὥστε ἐκεῖνος πού πιστεύει σ’ αὐτόν, νά σωθῆ. Τόσο πολύ. Ἀπροσμέτρητο γιά τήν ἀνθρώπινη νόηση.
Καί συνεχίζει τό βιβλίο τῶν Παροιμιῶν: «Ἡ σοφία ᾠκοδόμησεν ἑαυτῇ οἶκον καὶ ὑπήρεισε στύλους ἑπτά·». Ἡ σοφία, λέγει, ἔκτισε τό σπίτι της καί τό στερέωσε ἐπάνω σέ ἑπτά κολῶνες. «..ἀπέστειλε τοὺς ἑαυτῆς δούλους συγκαλοῦσα μετὰ ὑψηλοῦ κηρύγματος ἐπὶ κρατήρα λέγουσα·», ἔστειλε τούς δούλους της μέ ὑψηλόν κήρυγμα, ποιοτικῶς καί ποσοτικῶς. Ποσοτικῶς θά πῆ μέ δυνατή φωνή. Ποιοτικῶς θά πῆ μέ βαθύ περιεχόμενον κήρυγμα, πού ἔλεγε τό κήρυγμα αὐτό ἐπί κρατήρα: «..ἔλθετε φάγετε τῶν ἐμῶν ἄρτων καὶ πίετε οἶνον,ὅν ἐκέρασα ὑμίν·» (Παρ. Σολ. 9, 1-5) ἐλᾶτε νά φᾶτε τούς δικούς μου ἄρτους καί νά πιῆτε τό δικό μου κρασί.
Θά ’χετε ἀκούσει - γιά νά σᾶς προσεγγίσω - στήν ἐκκλησιαστική μας, λειτουργική μας πραγματικότητα, ὅτι ὅποτε ἔχομε θεομητορικήν ἑορτήν, τῆς Παναγίας ἡ Κοίμηση κλπ. στόν Ἑσπερινό συνήθως διαβάζομε μόνιμα αὐτή τήν περικοπή ἀπό τό βιβλίο τῶν Παροιμιῶν. Πού λέει ὅτι «Ἡ σοφία ᾠκοδόμησεν ἐαυτῇ οἶκον…», ἀλλά δέν τά καταλαβαίνομε ὅμως. Γι’ αὐτό εἶναι ἀπαραίτητο νά ἀκοῦμε τό λόγο τοῦ Θεοῦ, πού μᾶς ἑρμηνεύει. Ποιός εἶναι αὐτός ὁ οἶκος τῆς Σοφίας; Εἶναι ἡ Θεοτόκος! Γι’ αὐτό λέμε τήν περικοπή αὐτή, παραμονή θεομητορικῆς γιορτῆς. Γιατί λέει ἡ σοφία ἔκτισε τό σπίτι της; Δηλ. θά πῆ προετοίμαζε τήν Θεοτόκον, γιά νά τοῦ δώσει τή σάρκα της, γιά νά γίνει ἄνθρωπος. Ἡ Σοφία, ἡ Ἐνυπόστατος, ὁ Θεός Λόγος. Εἶναι καταπληκτικόν; Κι ἐπειδή ἐνοίκησε μέσ’ στά σπλάχνα τῆς Θεοτόκου, τῆς μητέρας του, ἔγινε γιά μᾶς «Υἱός ἀνθρώπου», ὁ ἴδιος τό λέγει, πόσες φορές ἀναφέρεται στόν ἑαυτό του ὡς «Υἱός ἀνθρώπου», δηλ. ἄνθρωπος, ἀναφέρεται εἰς τήν Θεοτόκον τήν μητέρα του, καί ἔμεινε σ’ αὐτήν κατά ἕναν πολύ στενό τρόπο, ἐννέα μῆνες, ὅπως κάθε ἔμβρυο μένει μέσα εἰς τά σπλάχνα τῆς μητέρας του. Ἔτσι οἶκος, λοιπόν, τῆς Σοφίας εἶναι ἡ Θεοτόκος. Ἑτοίμασε λοιπόν, ἐδῶ δηλ. ὑπαινίσσεται περίτρανα τό θέμα τῆς Ἐνανθρωπήσεως, προφανῶς. Ποιοί εἶναι οἱ ἀποστελλόμενοι; Εἶναι οἱ Ἀπόστολοι. Καί ποιό εἶναι τό ὑψηλό κήρυγμα; Αὐτό τό «ἐλᾶτε, ἐλάτε», τό προσκλητήριο εἰς τόν Ἰσραήλ καί εἰς τά Ἔθνη, διά τῶν Ἀποστόλων. Τί; «ἔλθετε φάγετε τῶν ἐμῶν ἄρτων καὶ πίετε οἶνον». Ἔχομε δηλ. τό «εὐχαριστιακόν δεῖπνον»! Ἐλᾶτε νά φᾶτε τό σῶμα μου, ἐλᾶτε νά πιῆτε τό αἷμα μου. Εἴδατε παρακαλῶ; Παλαιά Διαθήκη - Καινή Διαθήκη. Ἀλλά γιά νά μήν μείνωμε καί χρονοτριβοῦμε περισσότερο, μία ματιά καί εἰς τό βιβλίον τῆς Σοφίας Σολομῶντος, ἀφήνοντας τό βιβλίο τῶν Παροιμιῶν. Καί νά σᾶς πῶ, ὅταν ἑτοίμαζα αὐτά ὅλα πού σᾶς λέγω τώρα, λυπόμουνα αὐτό πού ἄφηνα, λυπόμουν ἐκείνο πού ἄφηνα ἀλλά θά ἔπρεπε νά φᾶμε πολύ χρόνο. Ὡστόσο, μία ἁπλή γεῦσις καί τίποτε ἄλλο.
Στό βιβλίο τῆς Σοφίας Σολομῶντος ἔχει κι ἐκεῖ καταπληκτικές θέσεις, γιά τήν Ἐνυπόστατη Σοφία. Γράφει ἐκεῖ: «Λαμπρά καὶ ἀμάραντος ἐστιν ἡ σοφία καὶ εὐχερῶς θεωρεῖται ὑπὸ τῶν ἀγαπώντων αὐτὴν». (Σ. Σολ. 6, 12) Εἶναι, λέει, λαμπρά ἡ σοφία· εἶναι, λέγει, ἀμάραντος. Ἔχετε ὑπ’ ὄψη σας μία εἰκόνα «τό ἀμάραντον ρόδον»; Δηλ. τό τριαντάφυλλο πού δέν μαραίνεται ποτέ. Κοιτάξτε· γιά νά δεῖτε σχέση ἀκόμα ὄχι λειτουργική, ἐδῶ λέγει ἀναγνωρίζεται μέ εὐκολία ἀπό ἐκείνους πού τήν ἀγαποῦν. Θά μοῦ πεῖτε, πῶς εἶναι δυνατόν αὐτό; Ἀκοῦστε. Ἐννοεῖται διά τῶν ἔργων της καί θεωρεῖται βεβαίως εὐχερῶς. Ὅταν κανείς βλέπει ότι τά ἔργα τῆς Σοφίας, εἶναι ὅλο τό σύμπαν, ὅλη ἡ κτίσις! Τί λέει ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης, τό ἐνθυμεῖστε; Εἶναι στούς πρώτους στίχους, 2ο , 3ο, τοῦ ὁμώνυμου Εὐαγγελίου. Τί λέγει; «καὶ χωρὶς αὐτοῦ, τοῦ Θεοῦ Λόγου, ἐγένετο οὐδὲ ἕν ὅ γέγονεν» καί χωρίς αὐτοῦ - τοῦ Θεοῦ Λόγου - τίποτε δέν ἔγινε, ἀπ’ ὅ,τι ἔχει γίνει. Δηλ. μ’ ἄλλα λόγια, δέν ὑπάρχει τό πιό ἐλάχιστο, τό τελευταῖο κύτταρο, τό τελευταῖο μόριο, ἄτομο τῆς ὕλης, δέν ὑπάρχει, οὔτε τά ὑπατομικά στοιχεῖα, γιά νά προχωρήσω πιό κάτω, δέν ὑπάρχει τίποτα ἀπολύτως, πού νά μήν ἔγινε ἀπό τήν Ἐνυπόστατον Σοφίαν. Ἔτσι, ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος μπορεῖ νά ἰδεῖ αὐτά, καί νά κατανοεῖ, ἀγαπάει τή Σοφία τοῦ Θεοῦ. Τήν ἀγαπᾶ θά μοῦ πεῖτε, θά σᾶς πῶ ὅτι ὅταν γνωρίζω ποιός τά ἐδημιούργησε ὅλα αὐτά, κι εἶμαι ὁ παρατηρητικός ἄνθρωπος, πού τά πάντα βλέπω μεσ’ τήν δημιουργία, δέν μπορεῖ παρά θά ἀγαπῶ τήν Ἐνυπόστατον Σοφίαν, τόν Ἰησοῦν Χριστόν. Ἄς μοῦ ἐπιτραπεῖ νά πῶ, δέν ξέρω ἄν εἶναι τολμηρόν, ὅτι καί ὁ ἀρχαῖος ἐθνικός κόσμος, τουλάχιστον οἱ σοφοί, μποροῦσαν νά βλέπουν πολλά πράγματα· ἔλεγαν γιά τό Θεό. Δέν μποροῦσαν νά διακρίνουν φυσικά τό Τριαδικόν τοῦ Θεοῦ. Αὐτό ἀπεκαλύφθη πλέον εἰς τήν Κ. Δ. Ὅταν ὅμως μπορεῖ νά λένε, οἱ Πυθαγόρειοι ἄς τό ποῦμε, παρά τά λάθη τους, παρά τίς πλάνες τους, δέν εἶχαν τό φῶς τοῦ Εὐαγγελίου, δικαιολογημένα, ὅτι «ὁ Θεός ἀεί γεωμετρεῖ», ὁ Θεός πάντοτε γεωμετρεῖ, καί τό βλέπουν αὐτό, ὅπως σᾶς ἔλεγα καί τήν περασμένη φορά, σέ ὅ,τι κρυσταλλοῦται· εὐχερέστατα τό βλέπομε στό νερό, ὅταν γίνονται οἱ κρύσταλλοι, ἔχουμε ἐκεῖνα τά ἀστεροειδῆ σχήματα, πάντοτε γεωμετρικά, καί κάθε ὑλικό πού πήγνυται καί κρυσταλλοῦται δίνει κρυστάλλους, δηλ. δίνει σχήματα. Καί κάθε κρύσταλλος τοῦ Α,Β,Γ,Δ, ὑλικοῦ, ἔχει εἰδικούς κρυστάλλους. Ἔτσι σήμερα, στήν Κρυσταλλογραφία, ὅταν βλέπομε τί ὑπάρχει, θά λέγαμε «ὁ Θεός ἀεί γεωμετρεῖ». Ὁ Θεός ὅμως ἐδῶ εἶναι ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία τοῦ Θεοῦ. Καί εἶναι κάτι καταπληκτικό. Γι’ αὐτό λέγει «εὐχερῶς θεωρεῖται» μέ εὐκολία βλέπεται, ἀπό ἐκείνους πού τήν ἀγαποῦν, «καὶ εὑρίσκεται ὑπὸ τῶν ζητούντων αὐτήν,», καί βρίσκεται ἀπό κείνους πού τή ζητοῦν. Γι’ αὐτό μεγάλοι φιλόσοφοι, ἀληθινοί φιλόσοφοι, δέν ἦσαν ποτέ ἄθεοι. Μή μοῦ πεῖτε γιά τούς Ἐπικουρείους, μή μοῦ πεῖτε γιά κάποιους φιλοσόφους πού μποροῦσαν νά λατρεύουν τήν ὕλη, τήν ἡδονή, τή σάρκα· ἐκεῖνοι ἔβαζαν τυφλοπάνι στά μάτια τους καί δέν μποροῦσαν νά ἰδοῦν τήν Σοφία τοῦ Θεοῦ. Ἔστω, ἔστω κατά μίαν προσέγγισιν οἱ σοφοί τῆς γής. Γι’ αὐτό καί ὁ ἅγιος Ἰουστίνος μίλησε γιά τόν σπερματικόν λόγον, ὅτι μέσα εἰς τά σοφά συγγράμματα τῶν πρό Χριστοῦ σοφῶν, βρίσκομε ἐν σπέρματι τόν Θεόν Λόγον. Ναί. Εἶπα, ἴσως εἶναι τολμηρό, ἀλλά δέν εἶναι τόσο τολμηρό αὐτό πού σᾶς ἀνέφερα. Καί λέγει στή συνέχεια: «φθάνει τοὺς ἐπιθυμοῦντας προγνωσθῆναι» προλαβαίνει ἐκείνους πού ἐπιθυμοῦν νά τήν γνωρίσουν καί νά τήν κατανοήσουν. «ὁ ὀρθρίσας πρὸς αὐτὴν οὐ κοπιάσει, πάρεδρον γὰρ εὐρήσει τῶν πυλῶν αὐτοῦ».(Σ. Σολ. 6, 13-16) κι αὐτός πού ὀρθρίζει, αὐτός πού σηκώνεται ξημερώματα γιά νά τή γνωρίσει, νά τή μελετήση - τώρα πάρτε το ἀκραιφνῶς χριστιανικά, μέσα στό χῶρο τῆς πίστεώς μας - αὐτός, λέει, δέν θά κοπιάση, γιατί θά τήν κάνει πάρεδρον πρό τῶν πυλῶν αὐτοῦ. Θά ’ρθη στήν πόρτα του! Ἐσύ ὀρθρίζεις γι’ Αὐτήν, κι Ἐκείνη ἔρχεται καί πέφτει στά σκαλοπάτια τοῦ σπιτιοῦ σου. Ὡραία εἰκόνα! Ἔ! Πολύ ὡραία. Δηλ. θά στήση τήν ἕδρα της στίς πύλες τοῦ οἴκου τῆς ὑπάρξεως σου, ἤ τῆς διανοίας σου. Καί συνεχίζει: «…καὶ ὁ ἀγρυπνήσας δι’ αὐτὴν ταχέως ἀμέριμνος ἔσται·» κι αὐτός πού ἀγρύπνησε γι’ αὐτήν, γρήγορα θά φύγη ἀπό μία μέριμνα. Ποιά μέριμνα;
Τῶν προβλημάτων. Ποιῶν προβλημάτων; τῶν ὑπαρξιακῶν, καί τῶν κοσμολογικῶν! «ὅτι τοὺς ἀξίους αὐτῆς αὔτη περιέρχεται ζητοῦσα…», γυρίζει νά βρῆ τούς ἀξίους Της, καί νά τούς δώσει ὅ,τι θά τούς δώσει, ὅ,τι ἔχει ἡ ἰδία.
Ἀλλά τώρα ἀκοῦστε ἐδῶ ἕναν κατάλογο πού παρέχει, καταγράφει ἡ Σοφία Σολομῶντος, πού εἶναι καταπληκτικός. Θά τό δῆτε. Καταπληκτικός σᾶς λέγω! πού ἀναφέρεται εἰς τίς ἰδιότητες τῆς Ἐνυπόστατοῦ Σοφίας, τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, πρίν Ἐνανθρωπήση. Ἀκοῦστε: «τί δέ ἐστι σοφία…», τί εἶναι ἡ σοφία; ρωτάει ὁ Σολομών,
«…ἀπαγγελῶ καὶ οὐκ ἀποκρύψω ὑμῖν μυστήρια» (Σ. Σολ. 6, 22) Θά σᾶς πῶ· καί δέν θά κρύψω μυστήρια Θεοῦ. «Ἔστι γὰρ ἐν αὐτῇ, γιατί ὑπάρχει σ’ αὐτήν (ποίαν; τήν σοφίαν) πνεῦμα νοερόν, δηλ. πνεῦμα ἀπολύτου νοήσεως, ἅγιον, μονογενές, δηλ. μοναδικόν, πολυμερές, δηλ. πολυτρόπων ἐνεργειῶν, λεπτόν», δηλ. ἄϋλον.
Ξέρετε πόσο χονδρική εἶναι ἡ κατασκευή τῶν ἀγγέλων; Τό περιεχόμενό τους. Λέμε «πνευματικά ὄντα». Τό πνεῦμα τῶν ἁγίων ἀγγέλων ἤ ἡ ψυχή μας, εἶναι χονδροειδεστάτη μπροστά στήν πνευματικότητα τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό καί δέν εἶναι ὁρατός ὁ Θεός. Οὔτε εἶναι δυνατόν ἀπό τά κτίσματα νά ὁραθῆ, παρά μόνο διά τῶν ἐνεργειῶν του ὁρᾶται ὁ Θεός.
Ἐδῶ λοιπόν λέγει «λεπτόν» δηλ. ἄϋλον. Ὅλα αὐτά τά ἀναπτύσσει καί τά κάνει «λιανά» ὁ ἅγιος Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης. «εὐκίνητον, κινεῖται εὐκόλως, τρανόν», γιά νά μήν πῶ ἐκεῖνο πού ἔλεγαν οἱ ἀρχαῖοι: ἀκίνητον! Γι’ αὐτό σας εἶπα πολλά πράγματα βρίσκομε στούς ἀρχαίους πού μᾶς καταπλήσσουν. Εἶναι, λέει, «τό πρῶτον κινοῦν ἀκίνητον». Ἐάν ὁ Θεός φύγη ἀπό δῶ καί πάει ἐκεῖ, εὐκινήτως, σημαίνει ὅτι εἶναι ἐδῶ ἀλλά δέν εἶναι ἐκεῖ. Ἀλλά ὁ Θεός εἶναι πανταχοῦ παρών, καί συνεπῶς δέν μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι κινεῖται, μέ αὐτήν τήν ἔννοιαν, καί πηγαίνει σ’ ἕνα σημεῖο, πού μέχρι πρό ὀλίγου δέν ἦταν ἐκεῖ. Εἶναι λοιπόν ἐκεῖνο πού κινεῖ τά πάντα ἀλλά καί ταυτόχρονα εἶναι ἀκίνητον. Ἐδῶ λέει «εὐκίνητον». Ἔχει εἰδική σημασία. Τρανόν ~ ἀπειρομέγεθες. Ὅταν λέει κανείς «ποιό εἶναι τό σύμπαν; Θεέ μου, Θεέ μου, ποιός τότε εἶσαι Ἐσύ, πού τό κατασκεύασες»! Ἐάν ξέρουμε τί ἐνέργεια περιέχει τό σύμπαν θά λέμε: Πώ! πώ! Θεέ μου, ποιός εἶσαι Ἐσύ! Γι’ αὐτό τό λιγότερο, τί νά πῶ; ἄγνοια, νά πῶ ἀνοησία; ἔχει ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος μπορεῖ νά ὑβρίζει τόν Θεόν. Ὅταν δέ γνωρίζει ποιός εἶναι ὁ Θεός. Καί νά τόν γνωρίση ἀπό ποῦ; Ἔμμεσα· ἀπό τό σύμπαν, καί τήν ἐνέργειά του. «ἀμόλυντον, δέν ὑπάρχει μόλυσμα, σαφές, ἀπήμαντον, πού θά πῆ ἀπρόσβλητον καί ἄτρωτον ἀπό ὁποιαδήποτε ἀτέλεια, φιλάγαθον, ὀξύ, - ὅλα ἀναφέρονται εἰς τήν Ἐνυπόστατον Σοφίαν ἔ; - διεισδυτικόν, ἀκώλυτον, ἀπό τίποτα δέν ἐμποδίζεται, εὐεργετικόν, φιλάνθρωπον, βέβαιον», δηλ. σταθερόν.
Ὁ Χριστός εἶπε: Δέν εἶμαι τό «ναί» καί «ὄχι». Εἶμαι τό «ναί» καί τό «ἀμήν». Δέν λέει στήν Ἀποκάλυψη; «Ἐγώ εἶμαι, λέγει, ὁ βέβαιος, ὁ ἀμήν». Δέν εἶμαι δηλ. νά βρίσκομαι μία ἀπό δῶ καί μία ἀπό κεῖ. «ἀσφαλές, δηλ. ἀλάθητον, ἀμέριμνον, μή πιεζόμενον ἀπό μέριμνα, δηλ. ἀνενδεές, δέν ἔχει ἀνάγκες· ἐμεῖς ἔχομε ἀνάγκες, παντοδύναμον, πανεπίσκοπον, ὅλα τά βλέπει, ὅλα τά ἐποπτεύει, ὅλα τά κατευθύνει, καὶ διὰ πάντων χωροῦν πνευμάτων νοερῶν καθαρῶν λεπτοτάτων». (Σ. Σολ. 7, 22-23) Ὁρίστε! Αὐτό πού σᾶς εἶπα προηγουμένως. Ποιά εἶναι τά ἄλλα πνεύματα; Εἶναι οἱ ἄγγελοι. Οἱ ἄνθρωποι ἔχουν τήν ψυχή τους, τό πνεῦμα τους. Δηλ. εἰσχωρεῖ σέ ὅλα τά πνεύματα, καί τῶν ἀγγέλων καί τῶν ἀνθρωπίνων ψυχῶν, τά νοερά καί τά καθαρά καί τά λεπτότατα, γιατί εἶναι πάνω - τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ - ἀπό τά πνεύματα τά κτιστά. Ὁ Θεός εἶναι ἄκτιστος. Ἔτσι βλέπει καί τίς προαιρέσεις καί γνωρίζει τά πάντα. Ὄχι ἐκεῖνο πού αὐτή τή στιγμή σκέπτομαι ἀλλά κι αὐτό πού θά σκεφθῶ. Καί μάλιστα πρό καταβολῆς κόσμου. Πρίν κἄν γίνει ἡ δημιουργία, ὁ Θεός ξέρει τόν κάθε ἄνθρωπο τί θά κάνη. Πάρτε γιά παράδειγμα τόν Ἰούδα. «Ἐγώ, λέει, ξέρω ποιούς ἐξέλεξα. Δέν μέ ξεγέλασε ὁ Ἰούδας. Ξέρω, ποιούς ἐξέλεξα», κ.ο.κ. «πάσης γὰρ κινήσεως κινητικώτερον σοφία». Ἡ σοφία εἶναι πιό κινητική ἀπό κάθε κίνηση πού ὑπάρχει· δηλ. εἶναι αὐτοκίνητος. Δέν κινεῖται, ἀπό μία κίνηση ἀπ’ ἔξω. Ἡ ἴδια κινεῖ. Δέν κινεῖται, καί τά πάντα κινοῦσα. Εἶναι ἡ πηγή τῆς κινήσεως, εἶναι ἡ ἀρχή τοῦ χώρου, εἶναι ἡ ἀρχή τοῦ χρόνου. Θά δοῦμε λίγο πιό κάτω, ἴσως τή μεθεπόμενη φορά, ὅτι εἶναι «ἀρχή τῆς κτίσεως τοῦ Θεοῦ». Τί θά πεῖ «ἀρχή»; Σᾶς τό λέω προκαταβολικῶς: Εἶμαι ἡ ἀρχή ἀπ’ ὅπου ξεκινοῦν ὅλες οἱ κτιστές δημιουργίες, ὅλα τά κτιστά πράγματα. Ὄχι μέ τήν ἔννοια «τό ξεκίνημα», ὅτι ἐγώ πρῶτος δημιουργήθηκα ἀπό τό Θεό. Ἄπαγε! Εἶναι αὐτό πού ἔλεγε ὁ Ἄρειος. Ἀλλά ἡ ἀρχή τῶν ὄντων ξεκινᾶ ἀπό μένα. Ἀκόμα «διήκει δὲ καὶ χωρεῖ διὰ πάντων διὰ τὴν καθαρότητα·», ὡς ἀμόλυντο πνεῦμα εἰσδύει παντοῦ, εἶναι πανταχοῦ παρών - ἀκοῦστε τώρα! - «ἀπαύγασμα γαρ ἔστι φωτός ἀϊδίου», φῶς πού δέν ἔχει οὔτε ἀρχή, οὔτε τέλος. Ὁ ἥλιος ἔχει ἀρχή καί τέλος!
«καὶ ἔσοπτρον ἀκηλίδωτον τῆς τοῦ Θεοῦ ἐνεργείας καί εἰκών τῆς ἀγαθότητος αὐτοῦ». (Σ. Σολ. 7, 24&26)
Αὐτά λέει ἡ Σοφία Σολομῶντος.
Ἐδῶ ἄς κάνωμε μία ἀντιπαραβολή. Τό λέγει ὁ ἀπ. Παῦλος στούς Κολασσαεῖς, 1ο κεφ. καί ἀναφέρεται εἰς τόν Ἰησοῦν Χριστόν. Ἀκοῦστε τί λέγει τώρα διά τόν Ἰησοῦν Χριστόν ὁ ἀπ. Παῦλος: «ὅς - ὁ ὁποῖος Χριστός - ἐστιν εἰκών τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀοράτου, πρωτότοκος πάσης κτίσεως, ὅτι ἐν αὐτῷ, ἐκτίσθη τὰ πάντα, τὰ ἐν τοῖς οὐρανοῖς καὶ τὰ ἐπὶ τῆς γῆς, τὰ ὁρατὰ καὶ τὰ ἀόρατα, εἴτε θρόνοι εἴτε κυριότητες εἴτε ἀρχαὶ εἴτε ἐξουσίαι· - ἄγγελοι εἶναι αὐτά - τὰ πάντα δι’ αὐτοῦ καὶ εἰς αὐτὸν ἔκτισται,ὅλα ἔγιναν ἀπ’ Αὐτόν καί γιά λογαριασμό Του, καὶ αὐτός ἐστι πρὸ πάντων, αὐτός εἶναι μπροστά ἀπ’ ὅλους, καί χρονικῶς καί ποιοτικῶς, καὶ τὰ πάντα ἐν αὐτῷ συνέστηκε, καί τά πάντα εἰς Αὐτόν συντηροῦνται καί κυβερνῶνται, καὶ αὐτός ἐστιν ἡ κεφαλὴ τοῦ σώματος, τῆς ἐκκλησίας·» (Κολ. 1, 15-18)
ὁ Χριστός. Βλέπετε, παρακαλῶ, περιγραφή τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας ἀπό τήν Π. Δ.; Λένε μερικοί, τί νά πῶ, δέν ξέρω : «καί πού γράφει ἡ Π. Δ. διά τόν Ἰησοῦν Χριστόν καί ὅτι αὐτός κυβερνοῦσε τόν Ἰσραήλ»; Θά τό δοῦμε αὐτό, λίγο πιό κάτω. Ἐκεῖ, ἡ στήλη, ἀπό νεφέλη. Θά μᾶς πῆ πιό κάτω ὅτι «Ἐγώ ἔβαλα τήν ἕδρα μου, τόν θρόνο μου, ἐπάνω ἐκεῖ καί καθοδηγοῦσα τό λαό μου». Πώ! πώ! πώ! παντοῦ ὁ Θεός Λόγος! Ἀκόμη παραβάλατε, συγκρίνατε, αὐτό πού λέγει ἐδῶ ἡ Σοφία Σολομῶντος, ὅτι εἶναι ἀπαύγασμα φωτός ἀϊδίου.
Ὁ ἀπ. Παῦλος λέει εἰς τήν πρός Ἑβραίους Ἐπιστολή του: «ὅς ὤν - ὁ ὁποῖος ὑπάρχων - ἀπαύγασμα τῆς δόξης καὶ χαρακτήρ τῆς ὑποστάσεως αὐτοῦ» (Εβρ. 1, 3) Τίνος αὐτοῦ; τοῦ Πατρός.
Καί συνεχίζει ἡ Σοφία Σολομῶντος: «μία δὲ οὖσα πάντα δύναται καὶ μένουσα ἐν αὐτῇ, κι ἐνῶ εἶναι μία μόνη, δύναται νά κάνει τά πάντα ὡς παντοδύναμος, μένει καθ’ ἑαυτήν ἀναλλοίωτος, τὰ πάντα, καινίζει καὶ κατὰ γενεὰς εἰς ψυχὰς ὁσίας μεταβαίνουσα φίλους Θεοῦ καί προφήτας κατασκευάζει·» (Σ. Σολ. 7, 27)
Ξέρετε ὅτι ὅλοι οἱ προφῆται εἶδαν τόν Θεόν Λόγον; Ἀλλά καί ἐκεῖνοι πού δέν εἶναι στήν χορεία τῶν προφητῶν, ὅπως φερ’ εἰπεῖν ὁ Ἁβραάμ, ὁ Ἰσαάκ, ὁ Ἰακώβ, ξέρετε ὅτι ὅλοι εἶχαν πείρα, ἐμπειρία, γεύση τοῦ Θεοῦ Λόγου, τῆς Ἐνυποστάτοῦ Σοφίας;
Ἔτσι, γρήγορα-γρήγορα σᾶς λέγω, θυμηθεῖτε ὅταν ἐπιστρέφει ὁ Ἰακώβ ἀπό τήν αὐτοεξορία του ἀπό τή γῆ τῆς Μεσσοποταμίας, ἀπό τήν Οὔρ, πρίν περάσει ἕνα ποταμάκι, παραπόταμος τοῦ Ἰορδάνου, - Ἰαβώκ ἐλέγετο - γιά νά ἔρθη εἰς τήν γῆν Χαναάν, ἐκεῖνο τό βράδυ εἶδε τό ἑξῆς ὄνειρο, ἄν μποροῦμε νά τό ποῦμε ὄνειρο. Εἶδε κάποιον μέ τόν ὁποῖον ἐπάλαιε (πάλευε). Κι ἔλεγε τώρα ὁ Ἰακώβ: «Δώσ’ μου τήν εὐλογία σου.. ». Δέν ἀπαντοῦσε αὐτός. «Δώσ μου τήν εὐλογία σου.. », κι ἄρχισε νά παλεύει. Τόν κρατοῦσε καί δέν ἔφευγε. Ὥρα πολλή. Τοῦ λέγει: «Δέν θά σ’ ἀφήσω νά φύγεις». «Ἄφησε με νά φύγω». «Δέν θά σ’ ἀφήσω νά φύγεις ἐάν δέν μοῦ δώσεις τήν εὐλογία σου». «Καλά τοῦ λέει, θά σοῦ δώσω τήν εὐλογία μου. Ἀπό δῶ καί μπρός δέν θά λέγεσαι Ἰακώβ ἀλλά θα λέγεσαι Ἰσραήλ, δηλ. ἀγαπημένος». Ποιός ἦταν αὐτός μέ τόν ὁποῖον πάλευε; Ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία, ὁ Θεός Λόγος, ὁ πρό τῆς Ἐνανθρωπήσεως Ἰησοῦς Χριστός.
Εἶναι συγκλονιστικό! Εἶναι συγκλονιστικό σᾶς λέγω! Μόνο ἐκεῖνος πού συγκλονίζεται μπορεῖ κάτι νά ἀρχίζη νά ψαύει, νά καταλαβαίνει, νά ἐγγίζει. Ὅλοι οἱ προφῆται εἶδαν τόν Θεόν Λόγον. Ἄλλο ἕνα παραδειγματάκι, ἐπιτρέψατέ μου. Ὁ Ἁβραάμ. Ξέρετε ὅτι ὅταν ὁ Χριστός μιλοῦσε εἰς τούς Ἑβραίους, τοῦ λένε: «Καί τί εἶσαι ἐσύ; πιό μεγάλος ἀπό τόν πρόγονό μας τόν Ἁβραάμ»; Ὁ ὁποῖος εἶχε ζήσει 2.000 χρόνια πρό Χριστοῦ. Εἶσαι, λέγει, πιό σπουδαῖος ἐσύ ἀπό τόν Ἁβραάμ τόν πρόγονό μας; Ἀκοῦστε τόν μυστηριώδη λόγο τοῦ Ἰησοῦ, γιά μᾶς δέν εἶναι τώρα μυστηριώδης. Εἶπε: «Ὁ Ἁβραάμ πού λέτε; Ὁ Ἁβραάμ, λέει, ζήτησε νά δή τή δόξα μου, καί τήν εἶδε καί χάρηκε». Τήν ἡμέρα τή δική μου ζήτησε νά δή. Δηλ. ποιά ἡμέρα; Τήν ἡμέρα τῆς Ἐνανθρωπήσεώς μου. Καί γιατί χάρηκε; Γιατί ἦρθε, κατά τίς ὑποσχέσεις του, Ἐκεῖνος πού ἔλεγε ὅτι θά ’ρθῆ, καί θά ἔσωζε ὅλη τήν ἀνθρωπότητα, βεβαίως καί τόν Ἁβραάμ. Γι’ αὐτό χάρηκε. «Τί; τοῦ λένε οἱ Ἑβραῖοι, δέν εἶσαι οὔτε 50 χρονῶν ἄνθρωπος, καί εἶδε τή δική σου τήν ἡμέρα, τήν ἐπιφάνεια τήν παρουσία, δηλ. ὁ Ἁβραάμ, πού πέθανε 2.000 χρόνια πρίν ἀπό σήμερα»; Καί ὁ Χριστός εἶπε αὐτόν τόν λόγον: «…ἀμὴν, ἀμὴν λέγω ὑμῖν, σᾶς βεβαιώνω, πρὶν Ἀβραὰμ γενέσθαι ἐγώ εἰμι». ( Ἰωάν. 8, 58)
Πρίν γίνη ὁ Ἁβραάμ, ἐγώ ὑπάρχω! Ὄχι, ἤμουν ἤ θά εἶμαι. Ἐγώ εἰμι, Ἐγώ ὑπάρχω, συνεχῶς ὑπάρχω. Ἔτσι ὅταν διαβάζουμε τήν Ἁγία Γραφή, τήν Κ. Δ. τώρα κι ἔχομε ὑπ’ ὄψη μας αὐτά τά πράγματα, ἀγαπητοί μου, ὅλο καί περισσότερο βεβαίως κατανοοῦμε.
Καί λέει στή συνέχεια: «οὐθὲν γὰρ ἀγαπᾶ ὁ Θεός εἰ μὴ τὸν σοφίᾳ συνοικοῦντα, δέν ἀγαπάει κανέναν ὁ Θεός, παρά μόνον ἐκεῖνον πού ἡ σοφία συνοικεῖ, κατοικεῖ μέσα εἰς αὐτόν τόν ἄνθρωπον· θυμηθῆτε, ὁ Χριστός τί εἶπε; «καὶ πρὸς αύτόν ἐλευσόμεθα, θά ἔλθωμεν, καὶ μονὴν παρ’ αὐτῷ ποιήσομεν» ( Ἰωάν. 14, 23) καί θά κάνομε κατοικία εἰς αὐτόν τόν ἄνθρωπον. Ὁρίστε· δέν ἀγαπᾶ ὁ Πατέρας κανέναν, ἐάν δέν ἔχει προσλάβει τήν Ἐνυπόστατον Σοφίαν, τόν Υἱόν Σου. Συνεχίζει ἡ Σοφία Σολομῶντος: «ἔστι γὰρ αὔτη εὐπρεπεστέρα ἡλίου καὶ ὑπὲρ πάσαν ἄστρων θέσιν, φωτὶ συγκρινομένη, εὑρίσκεται προτέρα·», ὅτι εἶναι εὐπρεπεστέρα, λέει, ἀπό τόν ἥλιον καί πάνω ἀπό κάθε ἀστέρι πού λάμπει. Κι ἄν ἔπρεπε νά συγκριθῆ, τότε αὐτή εὑρίσκεται χρονικῶς καί ποιοτικῶς προτέρα. Ναί. «τοῦτο, λέει συνέχεια, δηλ. τό ἡλιακόν φῶς, μέν γὰρ διαδέχεται νύξ, σοφίας δὲ οὐ κατισχύει κακία» (Σ. Σολ. 7, 28-30) δέν κατισχύει ἡ κακία στή σοφία. Δηλ. χρονικά καί ποιοτικά προηγεῖται τοῦ ἡλιακοῦ φωτός. Εἶναι πάρα πολύ φυσικό. Γιατί Ἐκείνη, ἔκανε τόν ἥλιο. «…τί σοφίας πλουσιώτερον τῆς τά πάντα ἐργαζομένης·»; (Σ. Σολ. 8, 5)
Τί πλουσιώτερο πρᾶγμα ὑπάρχει ἀπό τήν Σοφία, ἀπό τόν Ἰησοῦν Χριστόν, πού τά πάντα ἐργάζεται; Καί θά ἀναφωνήσει ἀγαπητοί μου ὁ Σολομών: «Ταύτην, - ποιά; τήν Σοφίαν - ἐφίλησα, ἀγάπησα, καὶ ἐξεζήτησα ἐκ νεότητός μου καὶ ἐζήτησα νύμφην ἀγαγέσθαι ἐμαυτῷ», ἀπό τά νιάτα μου τήν ἀγάπησα καί τή ζήτησα νά γίνει νύφη μου, «καὶ ἐραστὴς ἐγενόμην τοῦ κάλλους αὐτῆς», καί ἔγινα, λέει, ἐραστής τῆς ὀμορφιᾶς της. «…μύστις γὰρ ἔστι τῆς τοῦ Θεοῦ ἐπιστήμης, διότι εἶναι μύστις, εἰσαγάγει εἰς τήν ἐπιστήμη τοῦ Θεοῦ, εἰς τήν γνώση τοῦ Θεοῦ, καὶ αἱρετίς τῶν ἔργων αὐτοῦ» καί αὐτή πού ἐπιλέγει «καὶ εἰ δικαιοσύνην ἀγαπᾶ τις - δικαιοσύνη θα πεῖ ἁγιότητα, ἀρετή - οἱ πόνοι ταύτης εἰσὶν ἀρεταί·» (Σ. Σολ. 8, 2&4&7) δηλ. οἱ κόποι της, οἱ καρποί της, εἶναι ἀρετές. Καί ἐδῶ βρίσκωμε τό τετραμερές τῶν ἀρετῶν, πού τό εἴχανε καί οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες. Καί φυσικά πέρασε ἀπό τήν Π. Δ., προσέξτε, εἰς τούς Ἕλληνας καί αὐτό μετά στούς Πατέρες τῆς ἐκκλησίας μας· καί ἀπό τούς Ἕλληνας καί ἀπό τήν Ἁγίαν Γραφήν. Ἀκούσατέ το. Ποιές εἶναι οἱ ἀρετές. «σωφροσύνην γὰρ καὶ φρόνησιν ἐκδιδάσκει, δικαιοσύνην καὶ ἀνδρείαν, ὧν χρησιμώτερον οὐδέν ἐστιν ἐν βίῳ ἀνθρώποις». Οἱ τέσσερις αρετές, σωφροσύνη, φρόνησις, δικαιοσύνη, καί ἀνδρεία πού δέν ὑπάρχει πιό πολύτιμο, λέγει ἐδῶ, ἀπ’ αὐτές τίς τέσσερις ἀρετές. Ἡ φρόνησις ἀναφέρεται εἰς τόν νοῦν. Ἡ σωφροσύνη εἰς τήν καρδίαν, καί ἡ ἀνδρεία ἀναφέρεται εἰς τήν βούλησιν. Ἡ δέ δικαιοσύνη - δέν εἶναι ἡ κοινή δικαιοσύνη - εἶναι ἡ ἀρετή τῆς διακρίσεως, πού ρυθμίζει τίς τρεῖς αὐτές ἀρετές, νά μήν ὑπερέχει ἡ μία τῆς ἄλλης. Νά εἶναι κάποιος πολύ βουλητικός ἤ νά εἶναι πολύ νοητικός καί νά στερεῖται μίας ἄλλης δυνάμεως τῆς ψυχῆς. Τό τετραμερές τῶν ἀρετῶν! Ἄν ἀγαπητοί μου, ποῦμε κι ἐμεῖς, μαζί μέ τόν Σολομώντα, ἐκείνη τήν ὡραία προσευχή πού εἶπε, καί παίρνω μόνο τρεῖς στίχους, γιατί εἶναι μεγάλη ἡ προσευχή του αὐτή: «Θεέ πατέρων καὶ Κύριε τοῦ ἐλέους ὁ ποιήσας τὰ πάντα ἐν λόγῳ σου (μέ τό (Λ)λόγο Σου) καί τῇ σοφίᾳ σου, - τό ἴδιο πρόσωπο, ὁ Θεός Λόγος - διά τῆς Σοφίας Σου· δηλ. διά τοῦ δευτέρου προσώπου τῆς Ἁγίας Τριάδος, κατασκευάσας ἄνθρωπον, ἵνα δεσπόζῃ τῶν ὑπὸ σοῦ γενομένων κτισμάτων.. δός μοι - λέει ὁ σοφός Σολομών - τὴν τῶν σῶν θρόνων πάρεδρον σοφίαν, αὐτήν πού εἶναι δίπλα στό δικό σου τό θρόνο καί κάθεται εἰς τό δικό της τον θρόνο, δῶσε μου την, καὶ μή με ἀποδοκιμάσῃς ἐκ παίδων σου». (Αὐτόθι 9, 1-4)
Ἀπό τούς δούλους σου, μή μέ ἀποδοκιμάσεις. Γιατί εἶχε κατανοήσει τί ἦταν ἡ σοφία τοῦ Θεοῦ. Κι ἐμεῖς, μελετώντας ὅλα αὐτά, ἀγαπητοί μου, πρέπει ν’ ἀρχίσωμε νά κατανοοῦμε, γιατί τότε ἀκόμη, δέν εἶχε Ἐνανθρωπήσει ὁ Θεός Λόγος, τώρα Ἐνηνθρώπησε. Εἴμεθα σέ πολύ πλεονεκτικωτέρα θέση, ἀπ’ ὅτι οἱ Προφῆται, ἀπ’ ὅτι ὁ Σολομών, ἀπ’ ὅτι ὅσοι ἔγραψαν γιά τήν Ἐνυπόστατον Σοφίαν.
Εἴμεθα πολύ περισσότερον ἐγγύτερα καί σέ πλεονεκτικωτέρα θέση. Εἶναι ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός. Δέν ἔχομε παρά ν’ ἀρχίσωμε νά τόν ἀναζητοῦμε, γιά νά τόν ἀναγνωρίσωμε. Εὐχαριστῶ πού μέ ἀκούσατε.
195η ομιλία στο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης « Σοφία Σειράχ ».
►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
" Σοφία Σειράχ " εδώ ⬇️
http://arnion.gr/index.php/p-thanasios-mytilina-os/milies-p-thanasiou/palaia-diauhkh/sofia-seirax
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40oRvQcJSffpry9_VIhWtola
🔸Λίστα ομιλιών της σειράς
«Σοφία Σειράχ».🔻
https://drive.google.com/file/d/15yPd5yULQpwqBdVJzrpusJNL6wa2BczM/view?usp=drivesdk
🎥 Βιντεοσκοπημένες ομιλίες της σειράς «Σοφία Σειράχ».🔻
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40o1lCOake2wwX61iRYZNi-M
🔸📜 Απομαγνητοφωνημενες ομιλίες της σειράς «Σοφία Σειράχ».🔻
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/search/label/%F0%9F%94%B9%CE%A3%CE%BF%CF%86%CE%AF%CE%B1%20%CE%A3%CE%B5%CE%B9%CF%81%CE%AC%CF%87.?m=1
🔸Επεξηγηματικό βίντεο Ασπάλαθου.
https://youtu.be/8tNfAHRkTCk
__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0
📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1
📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️
https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0
__⬇️ Facebook ⬇️__
https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share
Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk
†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.