25 Φεβρουαρίου 2022

Οἱ ἐλάχιστοι ἀδελφοί. Τῶν Ἀπόκρεω. (Ματθ. 25, 31-46)

†.Το βιβλίον της Παλαιάς Διαθήκης, αγαπητοί μου, που λέγεται «Ἑκκλησιαστής», τελειώνει με τη φράση: «ὅτι σύμπαν τὸ ποίημα ὁ Θεὸς ἄξει ἐν κρίσει, ἐν παντὶ παρεωραμένῳ,  ἐὰν ἀγαθὸν καὶ ἐὰν πονηρόν».  Δηλαδή: «Ο Θεός, ολόκληρον τον άνθρωπο, τον όλον άνθρωπον, ‘’σύμπαν τό ποίημα’’, δηλαδή τόσο με την ψυχή του, όσο και με το σώμα του, θα οδηγήσει εις την κρίσιν και οτιδήποτε είναι, αγαθόν ή πονηρόν, όσο και αν είναι κρυμμένο και παρεωραμένο», όπως λέγει εδώ, δηλαδή κάπου κρυμμένο, «κάπου σε ένα περιθώριο, θα το βγάλει στο φανερόν». «Σύμπαν τό ποίημα». Ολόκληρο τον άνθρωπο. Τόσο με την ψυχή του, όσο και με το σώμα του. Και επιμένω εις αυτό. Ο όλος λοιπόν άνθρωπος θα οδηγηθεί εις την κρίσιν. Εξάλλου,  αφού θα γίνει ανάστασις νεκρών, θα κριθούμε μετά την ανάσταση των νεκρών, αφού φυσικά θα έχομε πάρει τα καινούρια μας σώματα· εννοείται τα παλαιά μας σώματα ανακαινισμένα. Ό,τι και αν διέπραξε ο άνθρωπος, ξεχασμένο, μικρό, παραθεωρημένο, είτε αυτό είναι αγαθόν, είτε αυτό είναι κακόν.  Λέγει ο άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων ότι: «Ενήστευσες; Θα σου λογαριαστεί. Δεν ενήστευσες; Θα σου λογαριαστεί». Οτιδήποτε. Ο πιο μικρός λόγος. Ο ίδιος ο Κύριος δεν μας είπε: «Σας βεβαιώνω ότι θα δώσετε λόγον δια πάντα αργόν λόγον». Και «αργός λόγος» είναι επιτρέψατέ μου, οι σαχλαμάρες. Καθόμαστε και λέμε σαχλαμάρες και περνάει η ώρα κ.λπ. Αυτά λέγονται «αργός λόγος». Και λέει ο Κύριος: «… και γι’ αυτά θα δώσουμε λόγο».

    Και πράγματι· ότι θα κριθεί ο όλος άνθρωπος, μας το πληροφορεί και ο Παύλος. Λέει στη Β΄προς Κορινθίους επιστολή του: «Τούς γάρ πάντας ἡμᾶς φανερωθῆναι δεῖ (: Όλοι πρέπει να φανερωθούμε, να σταθούμε)  ἔμπροσθεν τοῦ βήματος τοῦ Χριστοῦ, ἵνα κομίσηται  ἕκαστος τά διά τοῦ σώματος πρός ἅ ἔπραξεν, εἴτε ἀγαθόν, εἴτε κακόν». «Για να πάρει ο καθένας την αμοιβή του. Ό, τι διέπραξεν με το σώμα του». Το προσέξατε; Με το σώμα του. Βέβαια πολύ παραπάνω με το πνεύμα του. Είτε αγαθόν αυτό είναι, είτε κακόν.

    Και η κρίσις ανήκει εις τον Χριστόν. Γιατί Αυτός μας εδημιούργησε, ως Θεός Λόγος. Αυτός έκανε τον Αδάμ και την Εύα. Αυτός και τώρα μας αναδημιουργεί ως Θεάνθρωπος.  Έρχεται για να μας αναπλάσει. Λέγει ο Ίδιος: «Οὐδέ γάρ ὁ Πατήρ κρίνει οὐδένα, ἀλλά τήν κρίσιν πᾶσαν δέδωκε τῷ Υἱῷ». «Ο Πατήρ δεν κρίνει κανέναν. Όλη την κρίσιν την έχει δώσει εις τα χέρια του Υιού». Γιατί; Εκείνος μας εδημιούργησε, Εκείνος μας αναδημιουργεί. Τρόπον τινά, σαν να είναι, όπως λέγει ο άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων, σαν να είναι ο υπεύθυνος απέναντι στον Πατέρα, δια την πορεία του πλάσματός Του, που λέγεται άνθρωπος. Και επιπλέον, ο Ίδιος ο Κύριος είπε: «Ἐδόθη μοι πᾶσα  ἐξουσία ἐν οὐρανῷ καί ἐπί γῆς». Και συνεπώς και η εξουσία της Κρίσεως.

    Και πράγματι, ακούσαμε στη σημερινή ευαγγελική περικοπή να λέγει ο Κύριος ότι θα επανέλθει  «ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου», λέει, «ἐν τῇ δόξῃ αὐτοῦ, καί πάντες οἱ  ἅγιοι ἄγγελοι μετ΄αυτοῦ, τότε καθίσει ἐπί θρόνου δόξης αὐτοῦ, καί συναχθήσεται ἔμπροσθεν αὐτοῦ πάντα τά ἔθνη». Όλοι οι άνθρωποι. Μηδενός εξαιρουμένου. Και ο Αδάμ. Και η Εύα. Άπαντες.

    Αυτήν την εικόνα που μας δείχνει ο Κύριος, την είπε ήδη από τον 6ο αιώνα ο προφήτης Δανιήλ, ευρισκόμενος αιχμάλωτος εις την Βαβυλώνα. Είπε τα εξής καταπληκτικά, που είναι όλα καταπληκτικά βεβαίως είναι του Δανιήλ, αλλά εκεί στο 7ο κεφάλαιο, είναι κάτι το…, κάτι το άλλο. Λέγει: «Ἐθεώρουν  (:Έβλεπα· λέει ο Δανιήλ) καί παλαιός ἡμερῶν ἐκάθητο - Και παλαιός ἡμερῶν θα πει… είναι ο γέρων κατά λέξη· αλλά είναι ο μεγάλης ηλικίας ή ακριβέστερα αυτός που δεν έχει αρχήν, ο άναρχος-. Ὁ θρόνος αὐτοῦ φλόξ πυρός (:ο θρόνος Του ήταν πύρινος). Ποταμός πυρός εἷλκεν  ἔμπροσθεν αὐτοῦ(:ποτάμι πύρινο εξεχύνετο από τον θρόνον Του). Χίλιαι χιλιάδες  ἐλειτούργουν αὐτῷ (:Τον υπηρέτουν χίλιαι χιλιάδες άγγελοι) καί μύριαι μυριάδες παρειστήκεσαν αὐτῷ (:και παρεστέκοντο. -Αυτό που είπε ο Χριστός: «Θα έλθω με όλη τη δύναμη του ουρανού· δηλαδή με όλους τους αγίους αγγέλους»).  Κριτήριον, ἐκάθισε καί βίβλοι  ἠνεώχθησαν (:Στήθηκε δικαστήριον και ανοίχτηκαν οι φάκελοι, βιβλία, λέει, ἠνεώχθησαν, ανοίχτηκαν οι ποινικοί φάκελοι)».

    Αυτά μας λέγει ο Δανιήλ. Εξάλλου, πολλά σημεία της διδασκαλίας του Κυρίου μας αναφέρονται εις την Δευτέρα Του Παρουσία. Όπως και στην Κρίσιν. Βέβαια ευγνωμονούμε τον Ματθαίον -κατά θείαν πρόνοιαν κατεγράφησαν αυτά. Αλλά εάν δεν κατεγράφοντο αυτά, έχομε πλείστα πλείστα όσα σημεία μέσα εις την αυτήν την Καινή Διαθήκη αν θέλετε, εκτός από την Παλαιά Διαθήκη, που μας αναφέρουν την Κρίσιν που θα κάνει ο Θεός. Επί παραδείγματι, λέγει εις τον Ματθαίον, το καταγράφει ο Ματθαίος:  «Περί δέ τῆς ἡμέρας  ἐκείνης καί τῆς ὥρας» κ.τ.λ. προϋποθέτει τον ερχομό του Χριστού. Ακόμη είπε την παραβολή των δέκα παρθένων. Και συμπεραίνει: «Γρηγορεῖτε οὖν (:Μένετε λοιπόν ξύπνιοι, πνευματικά ξύπνιοι) ὅτι οὐκ οἴδατε τήν ἡμέραν (:δεν γνωρίζετε την ημέραν) οὐδέ τήν ὥραν  ἐν ἡ ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου  ἔρχεται (:Κατά την οποία ο υιός του ανθρώπου έρχεται)». Λέγεται «Υἱός τοῦ ἀνθρώπου» είναι εβραϊσμός, σημαίνει άνθρωπος.  Και σημαίνει ότι πήρε την ανθρωπίνη φύση εκατό τοις εκατό. Είναι τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος.

    Αν θέλετε ακόμα, εις την παραβολή των ταλάντων. «Μετά δέ πολύν χρόνον -αφού μοίρασε τα τάλαντα-  ἔρχεται ὁ κύριος τῶν δούλων ἐκείνων (:έρχεται) καί συναίρει μετ' αὐτῶν λόγον(:και λογαριάζεται μαζί τους)». Όλα δείχνουν την κρίσιν. Όλη λοιπόν η Καινή Διαθήκη κινείται στον άξονα της πρώτης και της δευτέρας παρουσίας του Χριστού. Ο Χριστός θα ξανάρθει. Και θα κρίνει τον κόσμον. Αποτελεί δε αυτό, δόγμα πίστεως, θεμελιώδες δόγμα πίστεως. «Καί πάλι  ἐρχόμενον μετά δόξης -λέμε στο Πιστεύω- κρῖναι ζῶντας καί νεκρούς». «Να κρίνει και ζωντανούς, δηλαδή τους υπάρχοντας τότε, και τους κεκοιμημένους που θα αναστηθούν».

      Ας δούμε όμως κάτι από το περιεχόμενον του Κριτηρίου.  Λέγει εις τους «δικαίους», εις τους ευσεβείς. «Δίκαιος» είναι μία ονομασία του αγίου, που αναφέρεται κυριότατα εις την Παλαιά Διαθήκη: «Ἐπείνασα γάρ καί ἐδώκατέ μοΙ φαγεῖν, ἐδίψησα καί ἐποτίσατέ μοί, ξένος ἤμην καί συνηγάγετέ με» κ.λπ. «Ήμουνα πεινασμένος, μου δώσατε να φάω, ήμουν διψασμένος, μου δώσατε να πιω, ήμουνα ξένος και με μαζέψατε, κ.ο.κ. Ήμουν ασθενής, ήμουν ἐν φυλακῇ» κ.λπ.  Αναφέρεται δηλαδή εδώ, βλέπομε, εις την αντίληψιν του πλησίον. Κατά πόσο έχετε γίνει αντιλήπτορες του πλησίον. Κατά πόσο τον αντιληφθήκατε τον πλαϊνό σας. Και του συμπαρασταθήκατε. Και μάλιστα αναφέρεται ο Κύριος σε κατώτερα ή, καλύτερα, σε απλοϊκότερα επίπεδα ελεημοσύνης. Τι απλούστερον; Πεινάει κάποιος και του δίνομε ένα κομμάτι ψωμί. Ή, διψάει και του δίνομε ένα ποτήρι νερό. Θυμηθείτε εκείνο που είπε ο Κύριος ότι: «Σας βεβαιώνω, ένα ποτήρι νερό που θα δώσετε εις το όνομά μου -το υπογραμμίζω· κάτι θα πούμε παρακάτω- θα έχετε τον μισθό σας». Άλλος Ευαγγελιστής:  «Ποτήριον νεαροῦ -δηλαδή φρέσκο νερό- ὕδατος». «Νεαροῦ ὕδατος» … Έφυγε το «ὕδωρ»,  έμεινε το «νεαρόν», συγκόπηκε αυτό και έγινε «νερό». Δηλαδή το νερό δεν είναι ουσιαστικό· είναι επίθετο.  Είναι ουσιαστικοποιημένο επίθετο. Λοιπόν. Γιατί λέει «φρέσκο νερό»; Μη βαρεθείς να πας στο πηγάδι να αντλήσεις, δροσερό νερό να δώσεις στον άλλον. Όχι από τη βρύση της κουζίνας που είναι ζεστό, άμα είναι καλοκαίρι. Δηλαδή να το δώσεις με την καρδιά σου. «Βεβαιώνω», λέει ο Κύριος, «θα έχεις τον μισθό σου». Και τούτο γιατί ο Κύριος ξεκινά σαν εύκολη δυνατότητα για όλους να προσφέρουν την ελεημοσύνη τους. Εύκολη δυνατότητα. Δεν μπορείς να δώσεις ένα ποτήρι νερό; Μπορείς να πεις ότι ο Κύριος σου είπε να δώσεις στους φτωχούς, στον κάθε φτωχό από ένα εκατομμύριο δραχμές; «Κύριε, δεν έχω». Θα σου ζητήσει ο Κύριος να θεραπεύσεις τους ασθενείς;  «Κύριε, δεν έχω το χάρισμα αυτό». Αλλά τι σου λέει; «Με επισκεφθήκατε». Δεν έχεις τίποτα να ξοδέψεις, όταν επισκεφθείς τον ασθενή· κ.ο.κ. Δηλαδή παίρνει την πιο απλή μορφή ελεημοσύνης που θα εκδηλώσεις την αγάπη σου εις τον συνάνθρωπο.

     Ψάχνομε να βρούμε την πίστη σε αυτά τα λόγια που είπε ο Χριστός. Ψάχνομε. Δεν μίλησε τίποτα για την πίστη. Αλλά μίλησε για την αγάπη στη μορφή της ελεημοσύνης και αυτή, όπως σας είπα και το ξαναείπα, σε μία κατώτερη μορφή. Στοιχειώδη δηλαδή μορφή. Απλοϊκή μορφή. Ψάχνομε λοιπόν να βρούμε την πίστη αλλά δεν τη βρίσκομε. Δεν γίνεται λόγος γι' αυτήν. Δηλαδή η πίστις δεν θα είναι στοιχείον που θα κριθεί; Η πίστις είναι σπουδαιοτάτη. Αφού ο ληστής με την πίστη… -γιατί τι είπε ο ληστής; «Μνήσθητί μου, Κύριε, ἐν τῇ βασιλείᾳ Σου». «Είσαι ο Υιός του Θεού. Θυμήσου με»- αυθημερόν εκέρδισε τον Παράδεισον. Ο ληστής δεν έκανε κανένα έργον επί του σταυρού. Έδειξε μόνον πίστη. Δεν αναφέρεται η πίστις, γιατί προϋποτίθεται. Γι΄αυτό όταν ο Απόστολος λέει: «Πίστις,  ἐλπίς, ἀγάπη». Η ελπίδα προϋποθέτει την πίστιν. Γιατί τι είναι η ελπίδα; Είναι τονισμένη πίστις. Και η αγάπη προϋποθέτει και την ελπίδα και την πίστη.  Έτσι, στην έκπληξη των ακουόντων αυτά που ο Κύριος είπε: «Δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ Πατρός μου, διότι … έτσι κι έτσι, ήμουν πεινασμένος, διψασμένος» κ.τ.λ. στην έκπληξή τους, ο Κύριος προσθέτει: «Ἀμήν λέγω ὑμῖν (:Σας βεβαιώνω)  ἐφόσον ἐποιήσατε ἑνί τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν  ἐλαχίστων, ἐμοί ἐποίησατε». «Εφόσον», λέει, «προσφέρατε αυτά στ’ αδέλφια μου τα ελάχιστα, σε μένα τα προσφέρατε». Αυτή είναι η έκπληξις. Τι; Ταυτίζει ο Κύριος τον εαυτόν Του με τον κάθε άνθρωπον. Δεν είναι απλώς η αγάπη προς τον πλησίον. Αλλά είναι η αγάπη εν ονόματι του Χριστού προς τον πλησίον. Να το ξαναπώ: Εν ονομάτι του Χριστού προς τον πλησίον. Γιατί αυτό αποκαλύπτει την πίστη στον Χριστό. Να πού είναι κρυμμένη η πίστις. Εκεί είναι κρυμμένη η πίστις.

     Αντίθετα, ένας φιλοσοφικός ανθρωπισμός, ένας αλτρουισμός, ένα απ’ όλα εκείνα τα οποία λέμε, και δικαιώματα ανθρώπων, δεν ξέρω τι και δεν ξέρω τι, αυτά ποτέ δεν δικαιώνονται, όταν απουσιάζει ο Χριστός. Ένας που τρέχει, μέρα- νύχτα, οργώνει τους δρόμους, να μαζέψει χρήματα για κείνους, για κείνους κ.λπ. εάν αυτό δεν το κάνει εν ονόματι του Χριστού, ματαιοπονεί. Γιατί η πράξη του αυτή είναι μία πράξη που δεν έχει τη σφραγίδα της πίστεως. Και είναι γνωστό ότι λέει ο Απόστολος Παύλος ότι:  «Πᾶν ὃ  οὐκ ἐκ πίστεως ἁμαρτία ἐστίν».  Όχι μόνο πέφτει στο κενό και δεν θα λογαριαστεί εν ημέρα κρίσεως, αλλά είναι και αμαρτία· διότι εκείνο το οποίον ο Θεός θέλει να προσφέρεις εν ονόματι του Χριστού δεν το κάνεις, αυτό είναι αμαρτία. Είδατε; Πᾶν, οτιδήποτε, που γίνεται, ὃ οὐκ ἐκ πίστεως, που δεν γίνεται εν ονόματι της πίστεως, είναι αμαρτία. Και ακόμη θα πει στην προς Εβραίους ο Απόστολος: «Χωρίς δέ πίστεως,  ἀδύνατον εὐαρεστῆσαι (: Είναι αδύνατον να ευαρεστήσεις εις τον Θεόν, χωρίς την πίστιν) πιστεῦσαι γάρ δεῖ τόν προσερχόμενον τῷ Θεῷ ὅτι ἔστι (: πρώτα πρώτα πρέπει να πιστεύεις στην ύπαρξη του Θεού, ότι υπάρχει, ὅτι ἔστι)  καί τοῖς ἐκζητούσιν αὐτόν μισθαποδότης γίνεται». «Κι εκείνοι οι οποίοι Τον εκζητούν», δηλαδή ψάχνουν να μάθουν, να ζήσουν κάτι βαθύτερο και βαθύτερο από τον Θεό. Να θεώνονται διαρκώς. «Γίνεται εις αυτούς μισθαποδότης». Εις αυτούς θα πει: «Δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ Πατρός μου» κ.λπ. Ώστε η αγάπη από φιλάνθρωπα αισθήματα ή φιλοσοφική διάθεση- προσέξατε, μη χάσομε τον μισθό μας- πέφτει στο κενό. Δεν έχει αξία. Δεν αντέχει στην αιωνιότητα. Είναι εκείνο που λένε…: «Κάνε μια καλή πράξη κάθε μέρα». Το λένε και οι Πρόσκοποι και δεν ξέρω ποιοι άλλοι. Εν ονόματι τίνος; «Εν ονόματι του εαυτού μου», θα σου απαντήσουν. «Για να νιώσω καλύτερα. Να νιώσω καλύτερα. Να νιώσω εσωτερικά ότι είμαι άνθρωπος». Δεν έχει αξία. Σαφώς δεν έχει αξία.

    Αλλά και η γενικοτέρα ηθική μοιάζει να λείπει από το Κριτήριον που στήνεται, από το περιεχόμενον του Κριτηρίου που στήνεται στα έσχατα, την ημέρα τη μεγάλη εκείνη. Δεν λείπει. Διότι αυτός που αγαπά, ούτε θα κλέψει, ούτε θα φονεύσει, ούτε θα αδικήσει, ούτε θα πορνεύσει, ούτε θα μοιχεύσει. Παίρνω τις εντολές:  «Οὐ κλέψεις, οὐ  ψευδομαρτύρησεις, οὐ  μοιχεύσεις». Διότι αν αγαπάς, θα τα κάνεις αυτά; Προφανώς όχι. Συνεπώς περιττό να τα αναφέρει ο Κύριος. Περιέχονται μέσα εις το περιεχόμενον του Κριτηρίου. Και όλα αυτά γιατί; Γιατί η αγάπη είναι το πλήρωμα, το γέμισμα του Νόμου. Γι΄αυτό και οι δύο εντολές της αγάπης στον Θεό και της αγάπης στον πλησίον, περιέχουν τα πάντα. Είπα: της αγάπης στον Θεό και της αγάπης στον πλησίον. Ναι.  Γιατί η δευτέρα, η αγάπη προς τον πλησίον, έχει κριτήριο την αγάπη την πρώτη, προς τον Θεό. Απλούστατα, μόνη η πρώτη αγάπη, εάν δεν έχεις αγάπη στον πλησίον, μένει άκαρπη· αλλά και μόνη η δευτέρα αγάπη προς τον πλησίον, εάν δεν ξεκινάει από τον Θεό, από την αγάπη προς τον Θεό, ξεκινάει από τον Ουμανισμόν. Και ο Ουμανισμός, ο Ανθρωπισμός δεν σώζει.

     Γιατί ο Κύριος, αγαπητοί μου, απεκάλεσε τους ευεργετηθέντας, αυτούς που θα δώσουμε εμείς κάτι, τους απεκάλεσε «ἀδελφούς»; Γιατί κι Εκείνος έχει τον Θεόν βέβαια φύσει Πατέρα, κι εμείς έχομε τον Θεόν Πατέρα κατά χάριν. Κατά το ανθρώπινον εις τον Ιησούν Χριστόν. Αλλά και κατά το θείον, είναι Υιός του Θεού, αλλά είναι όμως ομοούσιος με τον Πατέρα. Κληρονόμος Εκείνος; Γιατί τα παιδιά κληρονομούν τον Πατέρα. Κληρονόμος Εκείνος; Κατά το ανθρώπινον, κληρονόμοι κι εμείς. Θέλετε; Όπως λέει ο Απόστολος Παύλος, «συγκληρονόμοι κι εμείς, μαζί με Εκείνον». Γιατί ακόμη είναι αδελφός μας, επειδή έλαβε την ανθρώπινη φύση. Γιατί  «Αὐτός πρῶτος ἀνεστήθη καί γίνεται πρωτότοκος ἐκ τῶν νεκρῶν, ἐν πολλοῖς ἀδελφοῖς».

     Αλλά γιατί και τους αδελφούς τους απεκάλεσε «ἐλαχίστους»; «Ἐλάχιστος» θα πει «ο τιποτένιος». Είναι οι κατά κόσμον άσημοι άνθρωποι. Είναι οι περιφρονημένοι. Είναι οι περιθωριακοί. Όχι γιατί άλλο, γιατί αυτοί οι ίδιοι αμαρτάνοντες γίνονται περιθωριακοί αλλά γιατί…έντιμοι άνθρωποι είναι, καλοί άνθρωποι είναι, αλλά οι άνθρωποι οι υψηλά ιστάμενοι, δεν τους δίνουν σημασία. Αυτοί που στερούνται την κοσμικήν επιφάνειαν, την δόξα, τον πλούτο, τις κοσμικές προβολές και τα αξιώματα. Αυτοί, ως περιφρονημένοι, λέγονται  «ἐλάχιστοι». Δεν είναι  «ἐλάχιστοι». Όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι. Επειδή όλοι έχομε το κατ’ εικόνα. Και είμεθα όλοι άνθρωποι. Δεν υπάρχει διαφορά. Οι άνθρωποι δίνουν διαβαθμίσεις και διαφορές. Ο Κύριος όμως κατά τα ανθρώπινα κριτήρια τοποθετεί και λέγει: «Οἱ ἀδελφοί μου οἱ ἐλάχιστοι».

     Δεν πρέπει ακόμα να μας διαφεύγει ότι καθετί που πράττομε εις τον άλλον άνθρωπον, είτε αυτό είναι καλό, είτε αυτό είναι κακό, στον Θεό αποτείνεται. Γιατί αποτελεί το πρωτότυπό μας ο Χριστός. Προσέξατέ το: Ο Θεός. Επί παράδειγματι, βρίζεις τον συνάνθρωπό σου; «Εάν προσκυνώ την εικόνα της Παναγίας, του Χριστού», λέγει, δογματική θέση, «ότι η τιμή διαβαίνει επί το πρωτότυπον». Προσκυνώ το ξύλον με τις μπογιές. Έχει το σχήμα του προσώπου του Χριστού. Μάλιστα. Διαβαίνει, περνάει επί το πρωτότυπον. Αλλά ζώσα εικόνα είναι ο πιστός. Γι'αυτό και τους θυμιάζομε τους πιστούς. Είναι εικόνες του Θεού. Θυμιάζομε τις εικόνες και μετά τις ζώσες εικόνες που είναι οι πιστοί. Τον Επίσκοπο, τον ιερέα.  Βγαίνει ο διάκονος, ο ιερεύς, να θυμιάσει τον επίσκοπον τους πιστούς όλους. Τι σημαίνει αυτό; Θυμιάζει  την εικόνα του Χριστού. Και η τιμή διαβαίνει επί το πρωτότυπον. Έτσι εδώ, ό,τι κάνεις, αν φερειπείν του Προέδρου της Δημοκρατίας κατεβάσεις την εικόνα και την ποδοπατήσεις, το πρόσωπό του δεν έπαθε τίποτα. Είναι εκεί που είναι ο άνθρωπος. Όμως θεωρείται προσβολή. Κι έχεις κυρώσεις. Έτσι κι εδώ, εάν προσβάλεις τον συνάνθρωπό σου, είναι προσβολή κατά του Θεού. Κι έχει κυρώσεις. Εάν περιποιηθείς τον συνάνθρωπό σου, κι αυτό έχει τις επιπτώσεις του. Φθάνει στον Θεό η τιμή αυτή.

     Λοιπόν· κάτι περισσότερο: Εάν είναι ο άλλος βαπτισμένος, δεν με συνδέει μόνο το κατ’ εικόνα, αλλά και η οντολογική μου ένωση, ως μέλη Χριστού που είμεθα όλοι. Κάτι πολύ περισσότερο από το κατ’ εικόνα.

     Έτσι ο Θεός, καθ’ όλο το μήκος της Αγίας Γραφής, αγαπητοί, βρίσκεται πίσω από τον κάθε άνθρωπο. Λέγει η Γραφή ότι  «εκείνος που ελεεί τον φτωχόν - είναι στην Παλαιά Διαθήκη-  δανείζει τον Θεόν». Μα πώς; Γιατί πίσω από τον φτωχόν είναι ο Θεός. «Αυτός που παίρνει διαζύγιο ή πέφτει στη μοιχεία, προσβάλλει το μεγάλο μυστήριο της ενώσεως Χριστού και Εκκλησίας». Ή: «Αυτός που αμαρτάνει με σαρκικά αμαρτήματα, πορνεία, μοιχεία κ.τ.λ. προσβάλλει το σώμα του Χριστού. Προσβάλλει και τον ναόν του Αγίου Πνεύματος. Γιατί το σώμα μας είναι ναός του Αγίου Πνεύματος. Με τον Θεό δηλαδή έχομε μία οντολογική σχέση και διάσταση. Οντολογική. Όχι ηθική. Οντολογική. Όχι καθ’ ομοιότητα. Οντολογική. Πραγματική. Κι αυτό φαίνεται ακόμη στη συσταύρωσή μας με τον Χριστόν, που θα μας δώσει και τη συνανάστασή μας.

     Αγαπητοί, η Κρίσις είναι γεγονός. Εξάλλου, καθημερινά κρινόμεθα. Και ο απερχόμενος από τον κόσμον αυτόν, κρίνεται. Με μία διάκριση. Το είπε ο Κύριος: «Ο ευσεβής», λέει, «δεν έρχεται σε κρίση, δεν κρίνεται».  «Εἰς κρίσιν», λέγει, «οὐκ ἔρχεται  ἀλλά μεταβέβηκεν ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τήν ζωήν». Ο ευσεβής. Και προσθέτει ο Κύριος μετά την Κρίση: «Καί ἀπελεύσονται οὗτοι εἰς κόλασιν αἰώνιον, οἱ δέ δίκαιοι εἰς ζωήν αἰώνιον». Πρέπει να συλλάβομε, αγαπητοί, και να συνειδητοποιήσουμε αυτό το «αἰώνιον». Είναι…, είναι, είναι συγκλονιστικό. Αν προσπαθήσουμε να το καταλάβουμε, αυτό που δεν έχει τέλος, θα καταληφθούμε από έναν ίλιγγο. Όπως δεν μπορούμε να συλλάβουμε την έννοια του μηδενός. Και την έννοια του απείρου. Έτσι δεν μπορούμε να συλλάβουμε και την έννοια του αιωνίου. Μας αποκαλύπτεται. Και το πιστεύουμε. Δεν το συλλαμβάνομε. Δεν μπορούμε. Και είναι πραγματικότης.

     Λοιπόν, αγαπητοί, ας αρχίσομε να ζούμε όπως ο Κύριος θέλει. Γιατί ο Κύριος «ἔρχεται κρῖναι ζῶντας καί νεκρούς». Και ακολουθεί η αιωνιότης· είτε της Βασιλείας του Θεού, είτε της κολάσεως. Ο Κύριος μάς θέλει να Του ανήκομε. Από μας εξαρτάται. Εμείς τι θα κάνομε;


665η ομιλία στην κατηγορία 
« Ομιλίες Κυριακών ».

Όλες οι ομιλίες της κατηγορίας " Ομιλίες Κυριακών " 🔻
http://arnion.gr/index.php/p-thanasios-mytilina-os/milies-p-thanasiou/diafora-uemata/omiliai-kyriakvn
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40r0WAxMpRb0tx6ts1zsQWMh

Πηγές:
Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.

Μεταφορά της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας σε ηλεκτρονικό κείμενο και επιμέλεια: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος.

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️
https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

__⬇️ Facebook ⬇️__
https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.

22 Φεβρουαρίου 2022

Μνήμη Ἁγίου Πολυκάρπου Σμύρνης. Ἐγκώμια καί προτροπές.

†.Σήμερα, αγαπητοί μου, η Εκκλησία μας τιμά την μνήμην του αποστολικού Πατρός και ιερομάρτυρος αγίου Πολυκάρπου. Ο άγιος Πολύκαρπος εγεννήθη κατά το τρίτον τέταρτον του 1ου αιώνος στη Σμύρνη της Μικράς Ασίας. Την ελληνική Σμύρνη· γι΄αυτό και το όνομα είναι ελληνικόν: Σμύρνη. Εχειροτονήθη επίσκοπος Σμύρνης υπό του ευαγγελιστού Ιωάννου.

    Αγωνίστηκε δε πάρα πολύ εναντίον των αιρέσεων και μάλιστα κατά των Γνωστικών. Οι Γνωστικοί ήσαν εκείνοι οι οποίοι ήθελαν να ενώσουν όλες τις θρησκείες. Δηλαδή, ένας συγκρητισμός. Πανομοιοτύπως πανομοιότυπα ό,τι έχουμε σήμερα. Σήμερα επικρατεί ο Γνωστικισμός. Σημειώσατε- εάν το θέλετε να το ξέρετε και αυτό- ότι το κυριότερο σύμβολο των Μασόνων είναι το λατινικό G. Και δεν είναι παρά το πρώτο γράμμα της ελληνικής λέξεως «Γνώσις». Της ελληνικής λέξεως «Γνώσις». Προσέξατέ το. Δηλαδή ο Μασωνισμός είναι στηριγμένος επάνω στον Γνωστικισμόν· που σήμερα χρησιμοποιούμε βέβαια τη λέξη Γνωστικισμός, που δεν είναι τίποτε άλλο παρά ο Συγκρητισμός, γιατί χρησιμοποιούμε και αυτή τη λέξη- το «κρη» με ήτα, Συγ-κρη-τισμός· όχι από το συγ-κρίνω, αλλά από το συγ-Κρήτες, είναι μια ιστορία ολόκληρη αυτό, οπότε είναι η ένωσις όλων των θρησκειών. Πιστεύω, στην εφημερίδα δεν διαβάζετε ούτε πολλά πράγματα, να δείτε πραγματικά τι είναι ο Γνωστικισμός.

   Και ο άγιος Πολύκαρπος ήταν εκείνος που πολέμησε τον Γνωστικισμόν. Ένας κύριος θα λέγαμε, εισηγητής του Γνωστικισμού μέσα στην Εκκλησία μας ήταν ο Μαρκίων. Και να φανταστείτε ότι ήταν γιος επισκόπου...

    Ο άγιος Πολύκαρπος εμαρτύρησε στη Σμύρνη, επί ανθυπάτου Ασίας Στατίου Κοδράτου και αυτοκράτορος Αντωνίνου Πίου κατά το 156 στις 23 Φεβρουαρίου. Σώζεται μια δική του επιστολή προς Φιλιππησίους. Εγράφη ακόμη και το μαρτυρολόγιό του, που είναι το πρώτο στο είδος του.  Μέσα σ’ αυτό, στο μαρτυρολόγιο, βλέπει κανείς το πνευματικόν ύψος του ανδρός. Εγράφη ακόμη και μία επιστολή προς αυτόν, προς τον άγιον Πολύκαρπον, από τον άγιον Ιγνάτιον, επίσκοπον Αντιοχείας, καθ’ οδόν του αγίου Ιγνατίου προς Ρώμην, για να μαρτυρήσει· που ερίφθη εις τα θηρία κ.λπ.

    Όταν πλησίαζε στη Σμύρνη, εκεί του έστειλε μίαν επιστολήν, που ήταν ο επίσκοπος Σμύρνης, όπως σας είπα. Η επιστολή αυτή του αγίου Ιγνατίου του Θεοφόρου προς τον άγιον Πολύκαρπον είναι γεμάτη από εγκωμιασμόν απόλυτα δίκαιον προς το πρόσωπον του αγίου πατρός, αλλά και από παραινέσεις. Θαυμάσια επιστολή! Σας συνιστώ, αν κάπου τη βρείτε, να τη διαβάσετε. Είναι στον τόμο των αποστολικών πατέρων. «Αποστολικοί πατέρες» λέγονται εκείνοι οι οποίοι στάθηκαν κοντά, στην εποχή δηλαδή, των Αποστόλων. Αποστολικοί πατέρες. Μετά έχομε απλώς τους Πατέρες της Εκκλησίας.

     Ως προς τους εγκωμιασμούς που του γράφει ο άγιος Ιγνάτιος, ακούστε: «Ἰγνάτιος, ὁ καὶ Θεοφόρος, Πολυκάρπῳ ἐπισκόπῳ ἐκκλησίας Σμυρναίων, μᾶλλον ἐπισκοπημένῳ ὑπὸ Θεοῦ Πατρὸς καὶ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ». Δηλαδή «Εγώ ο Ιγνάτιος, ο και Θεοφόρος, γράφω σε σένα»- είδατε, είναι ο γνωστός τύπος αρχαίας επιστολής, από το σχολείο το ξέρομε αυτό, σας θυμίζω: «Ἀλέξανδρος Ἀριστοτέλει χαίρειν»· αυτός είναι ο επιστολικός τύπος. «Και ο οποίος επίσκοπος συ που είσαι επίσκοπος, αλλά μάλλον επισκοπείσαι από τον Θεόν»· δηλαδή «μάλλον είσαι εκείνος ο οποίος επισκοπείσαι από τον Θεόν, δηλαδή είσαι εις την δική Του την εύνοιαν».

    Ακόμα του γράφει: «Κατά πάντα σοῦ ἀντίψυχον ἐγώ καί τά δεσμά μου, ἅ ἠγάπησας». «Είσαι μες στην καρδιά μου» δηλαδή, «και τα δεσμά μου, δηλαδή που είμαι κρατούμενος, φυλακισμένος, που τόσο πολύ έχεις αγαπήσει». Ακόμη τον αποκαλεί «θεομακαριστότατον». «Πολύκαρπε», του γράφει, «θεομακαριστότατε». Αυτά είναι τα εγκώμια μέσα στην επιστολή του αγίου Ιγνατίου υπέρ του προσώπου του αγίου Πολυκάρπου. Όμως, του γράφει όχι λίγες παραινέσεις- δεν ήταν κάτι που θα λέγαμε, θα μπορούσε να παρεξηγηθεί ο άγιος Πολύκαρπος, επειδή ένας άλλος επίσκοπος του δίνει παραινέσεις- συμβουλές δηλαδή. Κάθε άλλο. Είχαν ταπείνωση και όταν ο άλλος ήταν έτοιμος να δώσει μια παραίνεση, μια συμβουλή ο αποδέκτης απεδέχετο ευχαρίστως. Και έχει πάρα πολύ σπουδαίες και ωραίες παραινέσεις και επιτρέψατε μερικές από αυτές να δούμε και να αναλύσουμε.

     Του γράφει: «Ὁ καιρὸς ἀπαιτεῖ σε»· δηλαδή, «Ο καιρός σε χρειάζεται, η εποχή μας σε απαιτεί, σε χρειάζεται». Οι δύσκολοι καιροί πράγματι απαιτούν τους θαυμαστούς και πνευματικούς ανθρώπους να στέκονται όρθιοι για να μπορούν να στηρίζουν και τους άλλους. Σας είπα η τότε εποχή με τη σημερινή εποχή είναι αντίγραφον. Ποιοι θα είναι εκείνοι οι άντρες οι οποίοι θα σηκωθούν – εκ των κληρικών εννοείται- και να μιλήσουν εναντίον του Γνωστικισμού, εναντίον του Συγκρητισμού; Αλλά βλέπετε, κοινές προσευχές, κοινές συναντήσεις, λέμε «διαθρησκειακές συναντήσεις»… Τι πράγματα είναι αυτά; Τι πράγματα είναι αυτά; «Σε απαιτεί» λοιπόν «ο καιρός. Η εποχή μας σε απαιτεί». Η τότε. Και η τώρα! Ποιοι θα είναι εκείνοι οι οποίοι θα ορθώσουν πραγματικά το ανάστημά τους; Ποιοι θα είναι εκείνοι οι οποίοι δεν θα έχουν εκκοσμικευμένον φρόνημα;

      Και προχωρούμε: «Τοὺς καιροὺς καταμάνθανε. Τὸν ὑπὲρ καιρὸν προσδόκα, τὸν ἄχρονον, τὸν ἀόρατον, τὸν δι ̓ ἡμᾶς ὁρατόν, τὸν ἀψηλάφητον, τὸν ἀπαθῆ, τὸν δι ̓ ἡμᾶς παθητόν, τὸν κατὰ πάντα τρόπον δι ̓ ἡμᾶς ὑπομείναντα». Δηλαδή όχι «μάνθανε», αλλά «καταμάνθανε». Δηλαδή «να μελετάς πολύ επισταμένα», τι; Τους καιρούς. Μελέτα τους καιρούς. Επισταμένα. Και Εκείνον που είναι πάνω από τους καιρούς, πάνω από τον χρόνον, που είναι ο Χριστός, προσδόκα. Να Τον περιμένεις.  «Τὸν ἄχρονον», Αυτόν ο Οποίος ως Λόγος του Θεού, Υιός του Θεού είναι έξω από τον χρόνον,  «τὸν ἀόρατον», Αυτόν ο Οποίος έγινε για μας ορατός· δηλαδή έγινε άνθρωπος. Αυτός που είναι αψηλάφητος· Αυτός που είναι απαθής και για μας έγινε παθητός· «τὸν κατὰ πάντα τρόπον δι ̓ ἡμᾶς ὑπομείναντα», «και υπέμεινε για μας με κάθε τρόπο».

     Πράγματι, αγαπητοί μου, η μελέτη των πνευματικών καιρών είναι αναγκαιοτάτη. Αυτή η εσχατολογική ενατένισις σήμερα λείπει από τους Χριστιανούς μας. Κι όταν κανείς ασχολείται με αυτήν την –σας είπα- εσχατολογικήν ενατένισιν, οι άλλοι τον λέγουν υπερβολικόν, τον λέγουν φανατικόν ή ό,τι άλλο. Πρώτα πρώτα, εκείνος ο οποίος ενατενίζει τα έσχατα δεν αμαρτάνει, αποφεύγει την αμαρτίαν. Και ύστερα είναι σε κατάστασιν αφυπνίσεως, σε κατάστασιν εγρηγόρσεως, και είναι πολύ απαραίτητο αυτό. Ο ίδιος ο Κύριος, πάνω σ’ αυτό το σημείο, είπε τα εξής, είναι στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον. «Ὑποκριταί, τὸ μὲν πρόσωπον τοῦ οὐρανοῦ γινώσκετε διακρίνειν - δηλαδή τον μετεωρολογικό καιρό. «Να! Το πρωί» - λέει και πιο πολλά εκεί-« το πρωί λέτε είναι κόκκινη η ανατολή, θα ‘χομε καλό καιρό ή θα ΄χομε κακό καιρό»- κι εμείς το κοιτάζουμε αυτό· όταν η δύσις είναι κόκκινη και δεν έχει σύννεφα κ.λπ. λέμε: «Αύριο θα έχομε ωραίο καιρό!»-, τὰ δὲ σημεῖα τῶν καιρῶν οὐ δύνασθε γνῶναι;». «Τα σημεία όμως των καιρών δεν μπορείτε να τα γνωρίζετε; Δηλαδή δεν έχετε εσχατολογικήν ενατένισιν;». Ελέγχει ο Κύριος. Οι καιροί λοιπόν είναι έσχατοι, περισσότερον έσχατοι από χθες. Κάθε μέρα που περνά είναι μία μέρα κοντύτερα εις το τέλος. Το ακούσατε; Κάθε μέρα που περνάει είναι μία μέρα κοντύτερα εις το τέλος. Έχουν περάσει 2000 χρόνια. Η αυριανή μέρα είναι ακόμη πιο κοντά εις το τέλος. Αυτοί λέγονται «έσχατοι καιροί». Πρέπει λοιπόν να ατενίζομε πάντοτε προς τα έσχατα, για να διατηρούμε ακμαία την πνευματικότητά μας. Και να περιμένομε τον Κύριο να έλθει. Εκείνοι που θα Τον υποδεχτούν, θα είναι εκείνοι που θα έχουν ακέραιο το φρόνημά τους για τον Κύριο και θα είναι άγρυπνοι. Κι αυτό είναι σπουδαίο. Σε πολλά σημεία η Αγία Γραφή το λέει. Μάλιστα ιδιαίτερα στο βιβλίο της Αποκαλύψεως ότι «Ο Κύριος έρχεται» ή «Ὁ Κύριος ἐγγύς».

    Αλλά ας δούμε, όμως, και μερικές ακόμα παραινέσεις. Είναι μια δέσμη, μεγάλη δέσμη, από ωραίες προτροπές. Γράφει στον άγιο Πολύκαρπο ο άγιος Ιγνάτιος: «Πάντας παρακαλεῖν, ἵνα σώζονται»· του λέγει «Φρόντιζε» - τώρα βέβαια αυτό το απαρέμφατο που έχει εκεί είναι γιατί έχει κάποια προηγούμενα εις την σύνταξη του λόγου- ότι δηλαδή «Όλους να τους παρακαλείς να σωθούν». Πουθενά βία. Καμία βία. Αλλά πάντοτε το στοιχείον της παρακλήσεως. «Σε παρακαλώ, άνθρωπέ μου, αδελφέ μου, πρόσεξε να δεις λιγάκι, θέλω να σωθείς, πρέπει να σωθείς». Τι θα πει να σωθώ; Εξηγούμαι. Αλλά όλα αυτά όμως πάντοτε με το στοιχείο της παρακλήσεως.

    Πολλές φορές ο απόστολος Παύλος χρησιμοποιεί την παράκλησιν στο ποιμαντικό του έργο. «Παρακαλῶ οὖν ὑμᾶς ἀδελφοί,-είδατε «παρακαλῶ» σπανίως θα βάλει τη λέξη «ἐντέλλομαι», δηλαδή «σας παραγγέλλω»- πάντοτε βάζει την παράκλησιν· με σκοπό βέβαια τη σωτηρία των άλλων. Κι ο άλλος το καταλαβαίνει αυτό, το βλέπει και πείθεται περισσότερο εάν εννοήσει ότι εμείς κινούμεθα απέναντί του για το δικό του βέβαια το συμφέρον.

     Ακόμη γράφει: «Πάντας βάστασαι ὡς καί σε ὁ Κύριος». «Όλους να τους κρατάς, όπως και σε σένα σε κρατάει ο Κύριος». Όταν βάζουμε το ρήμα «βαστάζω» πάντοτε υπονοούμε ότι πρόκειται περί βάρους. Δεν λέμε «σηκώνω»· το «σηκώνω» απλώς ή παίρνω ένα ποτήρι στα χέρια μου, δεν είναι τίποτε αυτό, δεν καταβάλλω κανένα κόπο. Ποτέ δεν λέμε «βαστάζω ένα ποτήρι» με την έννοια που δείχνει κόπο, δείχνει βάρος. Τι σημαίνει αυτό; Ότι ο άλλος άνθρωπος, που παίρνω την παραγγελία να τον βαστάζω, είναι βαρύς. Έχει τα προβλήματά του, έχει τις αμαρτίες του και αυτόν πρέπει εγώ τώρα να τον βαστάξω. Και αυτό λέει τώρα ο άγιος Ιγνάτιος στον Άγιο Πολύκαρπον. «Εξάλλου», του γράφει, «και ο Κύριος είναι Εκείνος που βαστάζει εσένα»· διότι πράγματι, αγαπητοί μου, τον καθένα από μας ο Κύριος μάς βαστάζει. Κι εμείς οφείλομε να βαστάζομε τους αδελφούς. Είναι μια ωραία μορφή αγάπης.

     Εξάλλου ευθύς θα πει: «Πάντων ἀνέχου –το λέει λίγο πιο κάτω- ἐν ἀγάπῃ». «Όλους», λέει, «να τους ανέχεσαι με αγάπη». Ο καθένας έχει τις ιδιοτροπίες του, τον τρόπο του. «Όλους», λέγει, «να τους ανέχεσαι με αγάπη». «Ὥσπερ καί ποιεῖς» · «όπως και το κάνεις»· λέγει εις τον άγιον Πολύκαρπον.

     Και ακόμη πιο κάτω θα γράψει: «Τάς νόσους βάσταζε». Έχομε νοσηρούς ανθρώπους. Όχι με την κοινή αρρώστια, αλλά να έχουν νοσηρό χαρακτήρα, να είναι άνθρωποι κακότροποι. «Όλους αυτούς», λέγει, «να τους βαστάζεις, να τους ανέχεσαι». Με ποιαν έννοια; Να τους βοηθήσεις να σωθούν.

    Ακόμη του γράφει ο άγιος Ιγνάτιος του αγίου Πολυκάρπου: «Προσευχαῖς- δοτική πληθυντικού- σχόλαζε ἀδιαλείπτοις». Δηλαδή «να καταγίνεσαι χωρίς διάλειμμα με τις προσευχές». Γιατί; Διότι η προσευχή είναι η κινητήριος δύναμις όλων των προτροπών. Θες να πετύχεις κάτι από μια προτροπή που πήρες; Με την προσευχή θα την πραγματοποιήσεις. Θα κάνεις προσευχή. Γι΄αυτό, όταν δεν έχουμε τίποτα να προσφέρουμε στους άλλους ανθρώπους, εμείς, σήμερα, ξέρετε τι λέμε; Έρχεται κάποιος και μου λέει ένα σωρό προβλήματά του. Δεν έχω τίποτε να του προσφέρω ιδιαίτερο παρά μόνο αυτό: «Αδελφέ μου, θα προσευχηθώ για σένα». Μην το πάρετε ότι είναι μικρό αυτό. Είναι πολύ μεγάλο. Αφού δεν έχω τίποτε άλλο… «Ὅ ἔχω, τοῦτο σοί δίδωμι»,  που είπε κάποτε ο απόστολος Πέτρος σε εκείνον τον κουτσό άνθρωπο που ήταν στα σκαλοπάτια του ναού του Σολομώντος. «Εκείνο που έχω, σου δίνω». Τι είχε ο απόστολος Πέτρος; «Ε, εις το όνομα του Ιησού Χριστού», του λέει, «σήκω και περπάτα». Δεν είναι πολύ πιο πάνω από το να έδινε ένα νόμισμα, έστω και χρυσούν; Κι εμείς δεν έχομε τίποτε άλλο, παρά να του πούμε: «Θα προσευχηθούμε εις τον Κύριον για σένα να σε βοηθήσει και να σε ελεήσει ο Κύριος».

    Γι΄αυτό, όπως λέγει ένας Πατέρας, ότι «θεωρώ αμαρτία να μην προσευχηθώ για σας». «Το θεωρώ αμαρτία να μην προσευχηθώ για σας». Πρέπει λοιπόν να προσευχόμεθα για τους άλλους ανθρώπους. Εκείνο δε το «ἀδιαλείπτοις», δηλαδή αδιάλειπτα, χωρίς διάλειμμα, πάντα, διαρκώς, να προσευχόμεθα για τους άλλους ανθρώπους. Οι άνθρωποι έχουνε πολλές ανάγκες. Βρίσκονται μέσα σε ένα όχι πέλαγος, ωκεανό καταστάσεων και παλεύουν εκεί μέσα, μες στα κύματα και μέσα στις τρικυμίες της κοινωνικής ζωής. Με τα πάθη τους, με τα πάθη των άλλων ανθρώπων…Υποφέρουν οι άνθρωποι. Εμείς οφείλομε γι’αυτούς πάντοτε να προσευχόμεθα.

    Ακόμη του λέγει: «Αἰτοῦ σύνεσιν πλείονα ᾗς ἔχεις». «Να ζητάς από τον Κύριον να σου δίνει σύνεσιν, περισσότερη από εκείνη την οποία έχεις». Ε, βέβαια, ο άγιος Πολύκαρπος είχε σύνεση, δεν είναι δυνατόν να μην είχε σύνεση. «Ε», του λέει, «να ζητάς πάντοτε να έχεις σύνεση, πιο πολλή και πιο πολλή από εκείνη την οποία έχεις». Είναι μια πολύ ωραία προτροπή να αποκτάει κανείς περισσοτέρα και περισσοτέρα σύνεσιν. Αγαπητοί μου, η σύνεσις είναι καρπός της διακρίσεως· και της φυσικής διακρίσεως αλλά και της πνευματικής διακρίσεως, που η διάκρισις η πνευματική είναι δώρον του Αγίου Πνεύματος.

    Κάποτε ο Κύριος επέπληξε τους μαθητάς Του που παρατήρησε εις αυτούς να μην έχουν σύνεσιν. Τους δώδεκα μαθητάς Του. Και ξέρετε τι τους είπε; «Ἀκμήν καί ὑμεῖς ἀσύνετοι ἐστέ;». «Ώστε λοιπόν και εσείς», λέγει, «είσαστε άμυαλοι; Ασύνετοι; Δεν μπορείτε να καταλάβετε;».  Χριστιανός, αγαπητοί μου, και ασύνετος είναι ποσά ασυμβίβαστα. Δεν μπορείς να είσαι Χριστιανός και να μην έχεις σύνεση, είναι αδύνατον. Ύστερα, έγινες Χριστιανός, γιατί ξεκινούσες να έχεις μίαν σύνεσιν. Και η χριστιανική σου ιδιότητα σου αυξάνει και σου αυξάνει διαρκώς την σύνεσιν. Και έτσι πρέπει να καταλάβομε ότι η σύνεσις ακόμα ή προστίθεται ή αφαιρείται. Δεν μας συμφέρει να αφαιρείται η σύνεσις. Μας συμφέρει να προστίθεται η σύνεσις. Και να γινόμεθα συνετότεροι και συνετότεροι, περισσότερο και περισσότερο κάθε μέρα.

     Ακόμη κάτι. Λέει μια ακόμη προτροπή. Έκανα μία επιλογή. Έχει πάρα πολλές προτροπές. «Ὅπου πλείων κόπος, πολύ κέρδος». Δηλαδή «Όπου υπάρχει περισσότερος κόπος, εκεί υπάρχει και περισσότερον κέρδος». Ναι, δεν υπάρχει αντίρρησις ότι η διακονία των αδελφών έχει πολύ κόπον. Να διακονείς τους άλλους, να διακονείς τον Κύριον, διακονώντας τους αδελφούς Του, εκείνο που είπε ο Χριστός εις τον Απόστολον Πέτρον: «Μ΄αγαπάς  πλεῖον τούτων; Μ’ αγαπάς πιο πολύ από τους άλλους συμμαθητάς σου, όπως κάποτε καυχήθηκες ότι έτσι σου συμβαίνει; Ποίμαινε τα πρόβατά μου. Ποίμαινε τα αρνία μου». Ενθυμείσθε, παρά τῇ λίμνῃ Γεννησαρέτ το είπε αυτό, μετά την Ανάστασή Του. Μπορείς, λοιπόν, να διακονείς τους αδελφούς του Κυρίου, δηλαδή τον Κύριον να διακονείς, είναι το ίδιο, αυτό σημαίνει ότι έχει πολύν κόπο, μα πάρα πολύ κόπο. Αλλά όπου υπάρχει ο πολύς κόπος, εκεί υπάρχει και το πολύ κέρδος… Αχ να μπορούσαμε να το ξέρουμε αυτό, να το ξέρουμε όλοι μας ότι θα πρέπει να διακονούμε τους άλλους, έστω κι αν κουραζόμαστε· κουραζόμαστε, δεν υπάρχει αντίρρησις, να μην αγανακτούμε, απλώς, σαν άνθρωποι, έχουμε όρια αντοχής και κουραζόμαστε. Αλλά όμως να μην αγανακτήσουμε εναντίον των άλλων ανθρώπων. Μην τους διώξουμε. Μην πούμε: «Αχ, φύγε από δω πέρα! Δεν φτάνει που έχω εγώ τα δικά μου προβλήματα, να κουβαλάω και τα δικά σου προβλήματα. Άφησέ με ήσυχο!». Όχι. Όπου λοιπόν είναι πολύς ο κόπος, είναι και πολύ το κέρδος. Πόσο ωραία είπε όλα αυτά τα πράγματα.

     Αγαπητοί, τι να πω… Ο άγιος ιερομάρτυς Πολύκαρπος είναι μια μεγάλη και συμπαθεστάτη μορφή της αρχεγόνου Εκκλησίας. Όταν του εζητήθη να αρνηθεί τον Χριστόν μέσα εις το στάδιον της Σμύρνης, είπε: «Ὀγδοήκοντα καί ἕξ ἔτη δουλεύω αὐτῷ καί οὐδέν μοί ἠδίκησεν». «Υπηρετώ», λέει, «τον Χριστόν, ογδονταέξι χρόνια» - τώρα από τον καιρό που γνώρισε τον Χριστόν ή από τη γέννησή του; Αυτό είναι ένα προβληματάκι… «Σε τίποτε, λέει, ο Κύριος δεν με αδίκησε»· «καί πῶς δύναμαι βλασφημῆσαι τόν βασιλέα μου, τόν σώσαντά με;»· «και πώς μπορώ τώρα εγώ όπως εσείς μου ζητάτε να βλασφημήσω τον Κύριό μου τον Ιησού Χριστό, ο Οποίος με έχει σώσει;». Αυτό είναι γραμμένο στο Μαρτυρολόγιο εις την ενάτη παράγραφό του.

    Και για να σταθούμε κι εμείς, αγαπητοί μου, σήμερα –σας είπα, οι καιροί είναι όχι παράλληλοι, ταυτόσημοι με την εποχή του αγίου Πολυκάρπου – σήμερα πρέπει να έχομε το μαρτυρικό πνεύμα, αλλά και τη συνείδηση ότι ο Κύριος όχι μόνο δεν μας έβλαψε σε τίποτε, -γιατί αυτό πιστεύουμε, ξέρετε· ότι ήρθε εδώ ο απόστολος Παύλος –ακούστε, ακούστε, ακούστε!-  αυτός ο «κακομούτσουνος άνθρωπος»(λένε τον απόστολο Παύλο…), εμείς που αρχίζουμε να γινόμαστε νεοειδωλολάτρες, «ήρθε» λέει «ο κακομούτσουνος άνθρωπος, ο Παύλος, και μας χάλασε την ωραία μας θρησκεία- λέει την ειδωλολατρία- τον δε Ιησού Χριστόν Τον βάζουμε στην άκρη. Δεν Τον χρειαζόμαστε! Θα ξαναγυρίσομε εις τους θεούς του Ολύμπου». Πράγματα που τα ακούτε ευκαίρως ακαίρως. Αυτό θα πούμε; Ο Κύριός μας, ο Οποίος μας ευηργέτησε, γνωρίσαμε την αλήθεια, τον αληθινόν Θεόν, και μας έδωσε τη σωτηρία, που σημαίνει ακεραιότης και μετά θάνατον, αφού έχουμε την ανάσταση των νεκρών, τότε, πώς μπορούμε να υβρίζουμε τον Κύριον, πώς μπορούμε να Τον εγκαταλείψουμε;

     Λοιπόν. Μιμηταί του αγίου ιερομάρτυρος Πολυκάρπου, αγαπητοί μου· που σαν κατάκαρπη ελαία στέκεται ανάμεσά μας στην Εκκλησία του Χριστού. Αμήν.


47η ομιλία στην κατηγορία 
« Μνήμη Αγίων ».

Όλες οι ομιλίες της κατηγορίας
" Μνήμη Αγίων " εδώ ↓.
http://arnion.gr/index.php/p-thanasios-mytilina-os/milies-p-thanasiou/diafora-uemata/mnhmh-agivn
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40qFnx_UZ0gQ-sphclbJ6E6y

Απομαγνητοφώνηση και ηλεκτρονική επιμέλεια κειμένου:Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος.

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️
https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

__⬇️ Facebook ⬇️__
https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.

20 Φεβρουαρίου 2022

Ἀπόδημοι τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ. Τοῦ Ἀσώτου. (Λουκ. 15, 11-32)


†.«Εὐαγγέλιον ἐν Εὐαγγελίῳ» εχαρακτηρίσθη, αγαπητοί μου, η παραβολή του Ασώτου Υιού, που ακούσαμε σήμερα. Και τούτο γιατί δείχνει την πτώση του ανθρώπου και την αποστασία του από τον Θεό, αλλά και την αγάπη του Θεού για την επιστροφή και σωτηρία του ανθρώπου.

    Και η αγάπη του Πατρός εξεδηλώθη σε όλο της το μεγαλείο. Δηλαδή με την προσφορά του Υιού Του, χάριν των ανθρώπων. Και η αγάπη και προσφορά εκφράζεται με τούτα τα λόγια, όπως μας διασώζει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης: «Οὕτω γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ  πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ  ἀπόληται, ἀλλ' ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον». Και η όλη η διαδικασία της σωτηρίας είναι η πίστις εις το θεανθρώπινον πρόσωπον του Ιησού Χριστού. Είδατε; «Πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν» θα σωθεί. Δεν θα χαθεί. Δηλαδή ο Θεός οικονομεί την Ενανθρώπηση, που είναι το μέγιστον και ζητά από τον άνθρωπον την πίστιν, που είναι το ελάχιστον. Πρέπει πάντως να υπάρχει αυτή η αμοιβαία προσφορά.

     Ένα μικρό παράδειγμα που πολλάκις το έχομε πει. Θέλεις να κοινωνήσεις; Τι θα πάρεις; Το Σώμα και το Αίμα του Χριστού. Είναι μέγιστον; Σίγουρα. Θα πας όμως το πρόσφορό σου το πρωί. Κι ένα πρόσφορο τι τιμή έχει; Ελαχίστη. Έτσι, θα δώσεις και θα πάρεις. Όχι μόνον απλώς θα πάρεις. Θα δώσεις και θα πάρεις. Θέλεις τη σωτηρία σου; Μάλιστα. Δώσε την πίστη σου. Αμοιβαία, βλέπετε, η προσφορά. Ο Θεός δίδει τη χάρη Του κι εμείς δίδομε την πίστη μας. Μάλιστα, αν έχετε προσέξει, ο Κύριος, από εκείνους που ηδύναντο να ομολογήσουν την πίστη των, τους ερωτούσε: «Εάν πιστεύεις, πάντα δυνατά τῷ πιστεύοντι». Βλέπετε, πρέπει να προσφέρομε. Θα μου πείτε, είναι τόσο απλό; Θα έλεγα πάρα πολύ απλό. Βέβαια, πρέπει να είναι εκ βαθέων αυτό το πιστεύω. Είναι πολύ απλό, είναι δυσκολότατον.

      Ένα μικρό παράδειγμα. Λέγει ότι εκείνος που έχει το Πνεύμα του Θεού, λέγει: «Ἀββᾶ, ὁ Πατήρ». «Ἀββᾶ» θα πει «πατήρ». Αλλά εις την συριακήν γλώσσα. Το ίδιο πράγμα σε δύο γλώσσες. Πείτε σε κάποιον άνθρωπο να πει: «Ἀββᾶ, ὁ Πατήρ». Να πει τον Θεό: «Πατέρα». Δεν μπορεί να το πει εάν δεν έχει το Πνεύμα το Άγιον. Σαφώς το λέγει αυτό ο λόγος του Θεού. Κανείς δεν μπορεί να πει τον Θεόν Πατέρα, εάν δεν έχει το Πνεύμα το Άγιον. Είναι λοιπόν εύκολο; «Κανείς», λέγει ο Απόστολος Παύλος, «δεν μπορεί να πει τον Χριστόν ‘’Κύριον’’», δηλαδή «Θεόν», «εἰ μή ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ». Είναι δύσκολο; Φοβερά δύσκολο. Έτσι, φοβερά απλό, φοβερά δύσκολο. Αναλόγως ρυθμίζεται το πράγμα από την προαίρεση του ανθρώπου. Έτσι ο άνθρωπος γίνεται απόδημος της Χάριτος του Θεού. Απόδημος. Αποδημεί. Και, αν θέλει να σωθεί, πρέπει να επιστρέψει. Και η επιστροφή πραγματοποιείται με την πίστη και τη μετάνοια.

     Όλα αυτά, κατά θαυμάσιον φιλολογικόν τρόπον, εικονίζονται με την παραβολή του ασώτου υιού. Αυτή μας διαγράφει την πτώση, την αποστασία, την αποδημία του ανθρώπου από τον Θεό και την επιστροφή του. Η παραβολή του ασώτου υιού. Γι΄αυτό σας είπα ότι είναι  «Εὐαγγέλιον ἐν Εὐαγγελίῳ»  η παραβολή του Ασώτου Υιού.

     Ο δε συμβολισμός αυτής της παραβολής είναι άφθαστος. Άφθαστος. Και η κάθε λέξις έχει πολλά να πει μέσα εις την απλότητά της η παραβολή και μέσα εις την λιτότητά της. Ο άνθρωπος, ζητώντας την κατάχρηση της ελευθερίας του, αποδημεί από τον Θεόν. Αισθάνεται τον εαυτόν του δέσμιον κοντά στον Θεό. Όπως και το παιδί αισθάνεται ότι είναι δέσμιο της οικογενείας του. Ενώ αν ζυγίσει καλά ο άνθρωπος, θα δει ότι μόνο δέσμευσις δεν είναι αυτό. Είναι ελευθερία. Έτσι λοιπόν ο άνθρωπος, δεν μπορεί να αισθάνεται κοντά στον Θεό ελεύθερος. Όπως τουλάχιστον καταλαβαίνει και κατανοεί την έννοια της ελευθερίας. Και τι κάνει; Αποδημεί. Φεύγει. Και όπως περιγράφει ο Ψαλμωδός, είναι στον 2ον Ψαλμόν: «Καὶ οἱ ἄρχοντες συνήχθησαν ἐπὶ τὸ αὐτὸ κατὰ τοῦ Κυρίου καὶ κατὰ τοῦ χριστοῦ αὐτοῦ». «Οι άρχοντες, αλλά και πας άνθρωπος, στρέφεται κατά του Κυρίου», εννοεί τον Πατέρα, «και κατά του Χριστού», εννοεί του κεχρισμένου, δηλαδή του Υιού. «Διαῤῥήξωμεν τοὺς δεσμοὺς αὐτῶν καὶ ἀποῤῥίψωμεν ἀφ᾿ ἡμῶν τὸν ζυγὸν αὐτῶν». «Τοὺς δεσμοὺς αὐτῶν». Μας δεσμεύουν ο Πατήρ και ο Υιός. «Και ελάτε λοιπόν να διαρρήξομε, να κάνομε διάρρηξη αυτής της δεσμεύσεως. Και να απορρίψομε από πάνω μας τον ζυγόν των». Τι ταλαίπωρος που είναι ο άνθρωπος! Τι φτωχός που είναι ο άνθρωπος! Είναι η χειραφέτησις του ανθρώπου από τον Θεό και την αποστασία Του. Δηλαδή η απομάκρυνσή του. Ενώ υπάρχει τόση ασφάλεια, υπάρχει τόση σιγουριά εις την πίστη και εις τη σκέπη του Αγίου Τριαδικού Θεού.

     Και γίνεται ο άνθρωπος…, τι γίνεται; Ο άσωτος υιός· που ζητά την «οὐσίαν» του Πατρός, δηλαδή την περιουσία. Λέει: «Δός μοι τό ἐπιβάλλον …». Ποιο «ἐπιβάλλον»; «Δηλαδή είμαι υποχρεωμένος, παιδί μου, να σου δώσω περιουσία;». Το «ἐπιβάλλον»! «Αυτό που μου ανήκει! Δώσε μου το». Και εν προκειμένω τι είναι η περιουσία αυτή; Είναι, αγαπητοί μου, το κατ΄εικόνα. Αυτό που πήραμε από τον Θεόν. Το κατ’ εικόνα. Αυτή είναι η «οὐσία» που έρχεται να μας δώσει ο Θεός. Παίρνει λοιπόν ο άνθρωπος το κατ’ εικόνα και απομακρύνεται διαρκώς και διαρκώς από τον Θεό.

     Και αυτό το κατ’ εικόνα ζητά τώρα να το σπαταλήσει στην ασωτία του νου. Μάλιστα με το να σκέφτεται και να γράφει, αν είναι συγγραφεύς κ.τ.λ., τα πιο φοβερά πράγματα εναντίον του Θεού. Έτσι λοιπόν θέλει να σπαταλήσει -και σπαταλά- την «οὐσίαν» του Θεού, δηλαδή το κατ’ εικόνα που έχει ο άνθρωπος στον νου, στην καρδιά, στη βούληση. Σκέπτεται, σχεδιάζει, ιδίως ο σύγχρονος άνθρωπος, ερήμην τα πάντα του Θεού. Στήνοντας το είδωλον της επιστήμης και της τεχνολογίας. «Δεν έχω ανάγκη, δεν σε έχω ανάγκη», έλεγε ένας Γερμανός ποιητής, άπιστος, παρελθόντων χρόνων, «δεν σε έχω ανάγκη, Θεέ μου! Δεν σε έχω ανάγκη, δεν σε θέλω. Είμαι αυτάρκης». Και προσκυνώντας αυτό το είδωλον ο άνθρωπος, ενθουσιάζεται και αυτοθαυμάζεται. «Είδες τι επέτυχα; Είδες;». Επενέβη ακόμη και εις την γενετικήν του ανθρώπου. «Είδες τι επέτυχα;».

     Σύντομα όμως θα αντιληφθεί ο ταλαίπωρος άνθρωπος ότι ο δρόμος που επέλεξε, θα τον οδηγήσει στον «λιμό»-με γιώτα. Και βάζω τη λέξη μέσα σε εισαγωγικά. Στον λιμό τον πνευματικό. Όσο ο άνθρωπος αλαζονεύεται, τόσο πιο πολύ φτωχαίνει. Και αν θέλετε, σαν αποτέλεσμα αυτού του πνευματικού λιμού, είναι και ο σωματικός λιμός. Όταν γίνονται πόλεμοι και ακαταστασίες, θα έχομε άφθονο το ψωμί να το φάμε; Θα αρχίσει ο άνθρωπος, σε αυτήν του την πείνα, θα αρχίσει να τρώει τα ξυλοκέρατα. Έτσι μας λέει η παραβολή. «Και ήθελε να χορτάσει», λέει, «με τα ξυλοκέρατα». Ποια είναι αυτά τα «ξυλοκέρατα»; Είναι τα χαρούπια, τα κοινώς χαρούπια. Τα ξυλοκέρατα της απιστίας και της φθοράς του ήθους. Εκεί προσπαθεί να βρει μια ικανοποίηση, αλλά, δυστυχώς, είναι γνωστόν, το χαρούπι είναι γλυκό, αλλά μετά είναι στυφό… Έτσι ο άνθρωπος ζει την παρακμή του.

   Eίναι η χώρα όπου «λιμός ἰσχυρός» λέγει, αναμένεται στη χώρα που λέγεται- μη σας σοκάρει- «δυτικός πολιτισμός». Αυτή είναι η χώρα του λιμού. Σε εκείνη, λέγει, τη χώρα, «ἐνέσκηψεν λιμός». Δεν ήταν μόνον ένα φαινόμενο προσωπικό, ατομικό του ασώτου υιού, που κατεδαπάνησε την περιουσία την πατρική και τώρα πέφτει στον λιμόν, στην πείνα. Αλλά είναι και ένα εξωτερικόν από τον άσωτον υιόν, φαινόμενον.

    «Σε εκείνη τη χώρα», λέγει, «ἐνέσκηψεν λιμός». Και σας ξαναλέγω, δεν διστάζω να το πω και θα είχα πολλά να σας πω και να σας το δείξω ότι αυτή η χώρα του λιμού του πνευματικού είναι η Δύσις. Η Δύσις όχι γεωγραφικώς μόνον. Αλλά η Δύσις σαν τρόπος του σκέπτεσθαι, σαν τρόπος του ζην, σαν πολιτισμός. Ο άνθρωπος της Δύσεως είναι χρεωκοπημένος, βαθιά χρεωκοπημένος. Αλλά ας είναι.

    Έτσι, ο απόδημος της χάριτος του Θεού, ο απόδημος άνθρωπος, βρίσκεται στο σταυροδρόμι της ιστορικής του πορείας. Τι πρέπει να κάνει; Ο άσωτος υιός της παραβολής μάς λέγει ότι «εἰς ἑαυτὸν δὲ ἐλθὼν εἶπε· πόσοι μίσθιοι τοῦ πατρός μου περισσεύουσιν ἄρτων, ἐγὼ δὲ λιμῷ ἀπόλλυμαι;». «Πόσοι», λέγει, «από τους δούλους, τους μισθωτούς του πατέρα μου χορταίνουν ψωμί, εγώ όμως που είμαι ο γιος, λιμῷ ἀπόλλυμαι , χάνομαι από πείνα!». Αλήθεια, κοιτάξτε εδώ τι λέγει: ότι «εἰς ἑαυτὸν ἐλθὼν». Ήλθε στον εαυτό του. Μπα! Δεν ήταν στον εαυτόν του; Ο κάθε άνθρωπος δεν είναι στον εαυτόν του; Αλλά όταν λέγει εδώ η παραβολή  «εἰς ἑαυτὸν ἐλθὼν». Ήλθε στον εαυτόν του. Μπα! Δεν ήταν στον εαυτόν του; Ο κάθε άνθρωπος δεν είναι στον εαυτόν του; Αλλά όταν λέγει εδώ η παραβολή «εἰς ἑαυτὸν ἐλθὼν», πού ευρίσκετο; Προφανώς εκτός εαυτού. Όταν ο άνθρωπος σκέπτεται, λογίζεται, πράματα που δεν ανήκουν στην ίδια του τη φύση, είναι εκτός εαυτού. Ο αποδημών από τον Θεόν, πρώτιστα αποδημεί από τον εαυτόν του. Απόδημος του εαυτού του. Γιατί τι άλλο είναι; Το «γνῶθι σαὐτόν» είναι. Δεν ξέρεις, άνθρωπε, ποιος είσαι; Γιατί αλαζονεύεσαι; «Είμαι Θεός!», λέει ο άνθρωπος. Αλαζονεύεσαι. Και όπως λέγει ο Δίδυμος ο Αλεξανδρεύς: «ὁ γινώσκων ἑαυτόν εἰς ἑαυτόν ἐστίν». «Αυτός ο οποίος γνωρίζει τον εαυτόν του, ποιος είναι, οι δυνατότητές του και τα όριά του, είναι στον εαυτόν του. Όταν όμως ξεπεράσει τα όριά του, τότε είναι εκτός εαυτού». Βέβαια λέμε σε μία κοινή έκφραση τον τρελόν άνθρωπον ότι είναι εκτός εαυτού. Ή τον θυμώδη άνθρωπο λέμε: «Κοίταξε, έγινε αυτός ο άνθρωπος εκτός εαυτού». Κι αυτός που γνωρίζει λοιπόν τον εαυτό του, τι κάνει; Γνωρίζει τον Θεό. Και έτσι ποτέ, μα ποτέ δεν αποδημεί.

     Αλλά ο άσωτος της παραβολής παίρνει τη μεγάλη απόφαση. Και μετά την αυτογνωσία του -«ἐλθὼν εἰς ἑαυτὸν»- θέλει να γυρίσει πίσω. Είναι η επάνοδος στον Θεό. Είναι η μετάνοια. «Καί ἀναστὰς- λέγει η παραβολή- πορεύσομαι πρὸς τὸν πατέρα μου-αυτά τα σκέπτεται. Τώρα όμως τα σκέπτεται. Και μάλιστα εμπειρικά- καὶ ἐρῶ αὐτῷ(:και θα του πω)· πάτερ, ἥμαρτον(:έχω αμαρτήσει) εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου. Οὐκέτι εἰμὶ ἄξιος κληθῆναι υἱός σου». «Καὶ ἀναστὰς ἦλθε πρὸς τὸν πατέρα αὐτοῦ». «Και αφού σηκώθηκε κι έφυγε από την χώρα αυτή, ήρθε στον πατέρα του».

    Παρατηρούμε ότι η μετάνοια στον άσωτο υιό είχε - προσέξτε-  συμφεροντολογικόν χαρακτήρα. Γιατί; Τι είπε; «Λιμῷ ἀπόλλυμαι». «Πεθαίνω από την πείνα. Θα γυρίσω πίσω εις τον πατέρα μου». Ώστε λοιπόν επειδή πεινούσε, γι΄αυτό γυρίζει πίσω; Δεν είχε δηλαδή αυτό το «θα επιστρέψω εις τον πατέρα μου», δεν είχε πνευματικό βάθος. Ότι ελύπησε τον πατέρα του ή ότι αναστάτωσε με τη φυγή του το πατρικό σπίτι. Τίποτε από αυτά. «Ἐγώ λιμῷ  ἀπόλλυμαι». «Εγώ πεθαίνω από την πείνα. Θα γυρίσω να πάγω να φάω». Εσκέφτηκε δηλαδή μόνον τον εαυτόν του. Τίποτε άλλο. Εντούτοις, εδώ είναι το καταπληκτικό, γίνεται δεκτή η επιστροφή του. Και πώς γίνεται, δηλαδή; Πανηγυρικά! Και όμως εσκέφθη συμφεροντολογικά. Όμως είναι ο πρώτος βαθμός μετανοίας. Από καθαρώς συμφεροντολογικής μορφής διάσταση. Μια μετάνοια που χαρακτηρίζει μόνον τον σαρκικόν άνθρωπο. Κατά τον Απόστολο Παύλο έχομε - προσέξτε- έχομε τον ψυχικό, τον σαρκικό και τον πνευματικό άνθρωπο.

     Άλλος λόγος μετανοίας είναι και ο φόβος της τιμωρίας. «Μη με τιμωρήσει ο Θεός. Πρέπει λοιπόν εγώ να γυρίσω πίσω. Μην πεταχτώ στην κόλαση». Ο φόβος είναι εκείνος που πιέζει τον άνθρωπο, πιέζει για να μετανοήσει. Κι αυτό, αυτός ο φόβος, δεν είναι βέβαια γνήσιο στοιχείο. Παρά ταύτα, είναι ανώτερο του «λιμῷ ἀπόλλυμαι» και ακόμη, φυσικά, πολύ περισσότερο από την πρώτη περίπτωση, γίνεται δεκτή η μετάνοια ενός τέτοιου ανθρώπου.

     Και τέλος είναι η μετάνοια γιατί ελύπησε τον Θεό. Αυτό είναι το υπέροχον. «Προσέβαλα την αγάπη του Θεού. Εκείνος που τόσο με αγαπά, εγώ Τον προσέβαλα.» Αυτή η λύπη. Ούτε η πείνα, ούτε η κόλασις, τίποτα. Θα μπορούσε να πει ο άνθρωπος που αγαπάει τον Χριστόν, να πει: «Χριστέ μου, με έβαλες στην κόλαση, γιατί είσαι δίκαιος. Το αποδέχομαι. Αλλά σε αγαπώ». Μπορείς να το πεις αυτό αν είσαι στην κόλαση; «Χριστέ μου, σε αγαπώ»; Αυτό είναι το γνήσιο, αγαπητοί. Βέβαια, εάν φθάσεις εκεί, δεν θα πας ποτέ εις την κόλαση. Αναμφίσβητητα. Γιατί έχεις την υψίστη ποιότητα μετανοίας. Και μια τέτοια μετάνοια, είναι χαρακτηριστικό, ότι δεν ξαναγυρίζει πίσω εις το ίδιον «ἐξέραμα». «Ἐξέραμα» θα πει «ξερατί, ξερατιά». Η φράσις δεν είναι δική μου. Είναι της Καινής Διαθήκης. «Εκείνος», λέει, «ο οποίος επανέρχεται εις την αμαρτίαν, μοιάζει με το σκυλί, λέει η Καινή Διαθήκη, που γυρίζει πίσω στα ξερατιά του». Είναι γνωστό ότι το σκυλί τρώει, τρώει λαίμαργα, σαν ζώο που είναι, και η γάτα, τρώει, τρώει λαίμαργα και τότε κάπου ξερνά. Και όταν ξαναπεινάσει, γυρίζει πίσω, με συμπαθάτε για την εικόνα, αλλά είναι αγιογραφική, για να φάει τα ξερατιά του. Πότε γυρίζει πίσω να φάει εκείνα που ξέρασε; Όταν επανέλθει εις την αμαρτίαν.

    Έτσι λοιπόν, μια τέτοια μετάνοια που είναι γεμάτη από λύπη γιατί προσέβαλε τον Θεό, δεν ξαναγυρίζει στα ξερατιά της. Δηλαδή δεν ξανααμαρτάνει κανείς. Πάντως και οι τρεις αυτές μορφές γίνονται δεκτές. Γιατί; Γιατί ο Θεός είναι φιλάνθρωπος. Είναι φιλάνθρωπος, όπως λέει εκεί η ωραία ευχή, ο Κατηχητικός λόγος το Πάσχα, του Ιερού Χρυσοστόμου, «δέχεται» λέει, «και τον πρώτον, δέχεται και τον έσχατον». Δέχεται δηλαδή της καλής ποιότητος την μετάνοιαν, δέχεται και της πολύ χαμηλής ποιότητος την μετάνοιαν.

   Πάντως, αγαπητοί μου, να θέλομε να επανερχόμεθα εις τον Θεόν με ανιδιοτέλεια. Αυτή είναι ωραία αγάπη. «Όχι, Κύριε, γιατί σε φοβάμαι ή δεν σε φοβάμαι. Γιατί σε λύπησα».

     Και ο Πατέρας μεγαλόκαρδα, δεν εξετάζει, όπως είπαμε, την ποιότητα της μετανοίας, αποδέχεται, γιατί το παιδί του, ο άνθρωπος, επέστρεψε στο πατρικό σπίτι. Και ο πατέρας, λέγει η παραβολή, «εὐσπλαχνίσθη, καί δραμών ἐπέπεσεν ἐπί τόν τράχηλον αὐτοῦ καί κατεφίλησεν αὐτόν». Κοιτάξτε: «Δραμών». Όχι δραμών ο άσωτος. Δραμών ο πατήρ. Πιο πάνω μας είπε η παραβολή ότι διαρκώς παρατηρούσε πότε θα γυρίσει το παιδί του. Δεν έχασε ποτέ την ελπίδα της επιστροφής του ανθρώπου. Ποτέ. Και εδώ, αυτό το «εὐσπλαχνίσθη», στη συνέχεια, ποιος μπορεί να το προσμετρήσει; «Εὐσπλαχνίσθη». Πώς; Πόσο; Εδώ φαίνεται όλη η μεγαλοσύνη του Θεού και όλο το έλεός Του.

    «Καί δραμών…». Είναι πόδες οικτιρμών του Θεού. Τα πόδια του Θεού. Προσέξτε, ανθρωπομορφικά. Είναι τα πόδια του Θεού που δράμουν και είναι πόδια ευσπλαχνίας, πόδια οικτιρμών.

    Και μετά, «ἐπέπεσεν», λέει, ««ἐπί τόν τράχηλον αὐτοῦ». «Ἐπέπεσεν». Ξέρετε, άλλο το «πίπτω» και άλλο το «ἐπιπίπτω. Ἐπιπίπτω θα πει «με ορμή πέφτω». Έπεσεν εις τον τράχηλον του παιδιού. Γιατί στον τράχηλον και όχι στο πρόσωπον; Γιατί ο υιός δεν είχε κουράγιο να σηκώσει το κεφάλι του. Ήταν σκυμμένο το κεφάλι. Συνεπώς εκρύπτετο το πρόσωπον, προεβάλλετο ο τράχηλος. «Καί κατεφίλησεν», λέει,  «τόν τράχηλον αὐτοῦ». Αγκάλες και χέρια οικτιρμών του Θεού. «Καί κατεφίλησεν αὐτόν». Προσέξτε, εδώ έχομε χείλη ελέους και οικτιρμών. Δεν λέει «ἐφίλησεν», λέει «κατεφίλησεν». Τον γέμισε με φιλιά. «Καταφιλῶ» θα πει «κατά κράτος, φιλώ». Είναι το φίλημα του Πατρός. Ότι… «Πάρε παιδί μου, τη βεβαίωση ότι είσαι, ό,τι  και να’ κανες, ότι είσαι αποδεκτός».

     Αλλά δεν σταματάει εδώ ο Πατήρ Θεός. Επιλέγει η παραβολή: «Εἶπε δέ ὁ Πατήρ πρός τούς δούλους αὐτοῦ· ἐξενέγκατε τήν στολήν τήν πρώτην καί ἐνδύσατε αὐτόν». «Ἐκφέρω», «ἐξενέγκατε», δηλαδή «βγάλτε από το ντουλάπι», να το πούμε έτσι απλά, «βγάλτε από την ιματιοθήκη την πρώτη στολή και ντύσατέ τον». Είναι η στολή του Βαπτίσματος, που αντικατέστησε την δερματίνη στολή, που ήταν στολή ντροπής, που είχε ντύσει ο Θεός τους πρωτοπλάστους. Και έκτοτε ο άνθρωπος φορά την δερματίνη στολή. Είναι μεγάλος ο πλούτος της ερμηνείας του θέματος.  Η στολή η πρώτη όμως ποια είναι; Η στολή η πρώτη είναι η στολή του Βαπτίσματος. Αυτή που είχε ο Αδάμ πριν πέσει. Και την οποία επαναποκτούμε με το Άγιον Βάπτισμα. Τώρα αυτή η στολή είναι και στολή χάριτος. Προσπορίζεται ο άνθρωπος τη χάρη του Θεού. Είναι το καταλληλότατον ιμάτιον των βασιλικών γάμων που θα φορέσομε, της ομωνύμου παραβολής. Ποιοι είναι οι γάμοι του υιού του βασιλέως; Είναι η Βασιλεία του Θεού. «Ἑταῖρε»,  λέει εκεί στην παραβολή «φίλε, πώς μπήκες εδώ; Μή ἔχων ἔνδυμα γάμου;». Αυτή είναι η πρώτη στολή. Είναι η στολή της μετανοίας, είναι η στολή της χάριτος. Είναι το ένδυμα για τη Βασιλεία του Θεού.

    Και στη συνέχεια μας αναφέρει ο ιερός Ευαγγελιστής, λέγει ο Πατήρ εις τους δούλους: «Καί δότε δακτύλιον εἰς τήν χείραν αὐτοῦ». «Δώσατέ του», λέγει, «δακτυλίδι». Δείγμα εξουσίας. Γιατί; Γιατί επί του δακτυλίου στον αρχαίο κόσμο, ιδίως στην Ανατολή, Παλαιστίνη, Βαβυλώνα, στην Ασσυρία, υπήρχε εκεί μια εγχάρακτη σφραγίδα. Κρατούσες τη σφραγίδα, να το πω έτσι, τη μεγάλη σφραγίδα του κράτους. Την κρατάς στα χέρια σου. Το δακτυλίδι. Με το οποίο δακτυλίδι εσφράγιζες ένα έγγραφο. Συνεπώς τι σημαίνει; Εξουσία. Τι είπε ο Χριστός εις τους μαθητάς Του; «Θα καθίσετε επάνω δώδεκα θρόνων». Δηλαδή εξουσία. «Κρίνοντες τις δώδεκα φυλές του Ισραήλ».

   «Καί ὑποδήματα εἰς τούς πόδας». «Δώσατέ του και παπούτσια στα πόδια του». Γιατί; Σημείον αληθούς ελευθερίας· διότι τον καιρόν εκείνον οι δούλοι δεν φορούσαν υποδήματα. Παρά μόνον οι ελεύθεροι· που σημαίνει ότι «πια είσαι ελεύθερος». Να η αληθινή ελευθερία. Κοντά στον Χριστόν. Και τέλος η θυσία του μόσχου του σιτευτού· που είναι η θυσία του Χριστού επί του Σταυρού, για τη σωτηρία του κόσμου· που είπε: «Να θυσιάσετε τον μόσχον τον σιτευτόν» κλπ.

    Αγαπητοί, μεγάλη υπόθεσις η μετάνοια. Και όπως στο Βάπτισμά μας «Χριστόν ἐνεδύθημεν», όπως λέγει ο Απόστολος Παύλος, τώρα με τη μετάνοια, που είναι το δεύτερον βάπτισμα, πάλι τον Χριστό ενδυόμεθα. Όταν αμαρτάνομε, θα έλεγα, να μελετούμε την παραβολή του ασώτου υιού, για να μην απελπιζόμεθα. Καλόν θα είναι να διατηρούμε βεβαίως τη λαμπρότητα της πρώτης στολής, του Βαπτίσματός μας. Αλλά, αν απροσεκτήσομε, τότε να τρέξομε στη μετάνοια, που είναι η αποκατάστασις της πρώτης στολής. Οι ημέρες που ακολουθούν, αυτές οι ημέρες, ανοίγουν δύο δρόμους. Τον δρόμον της επιτάσεως της αμαρτίας με τις ποικίλες ασωτίες που ξεχυλάν στους δρόμους. Τώρα, τις λεγόμενες «Απόκριες».

    Αλλά έχομε και τον άλλον τον δρόμον, τον δρόμον της μετανοίας. Όσοι αληθινά ποθούμε την επιστροφή μας, ας αρχίσομε την κάθαρση νου και καρδιάς, δια της μετανοίας και εξομολογήσεως. Και ας επαναλάβομε το κοντάκιον της ημέρας: «Τῆς πατρῴας, δόξης σου, ἀποσκιρτήσας ἀφρόνως, ἐν κακοῖς ἐσκόρπισα, ὅν μοι παρέδωκας πλοῦτον· ὅθεν σοι τὴν τοῦ Ἀσώτου, φωνὴν κραυγάζω· Ἥμαρτον ἐνώπιόν σου Πάτερ οἰκτίρμον, δέξαι με μετανοοῦντα, καὶ ποίησόν με, ὡς ἕνα τῶν μισθίων σου». Αμήν.


745η ομιλία στην κατηγορία 
« Ομιλίες Κυριακών ».

Όλες οι ομιλίες της κατηγορίας " Ομιλίες Κυριακών " 🔻
http://arnion.gr/index.php/p-thanasios-mytilina-os/milies-p-thanasiou/diafora-uemata/omiliai-kyriakvn
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40r0WAxMpRb0tx6ts1zsQWMh

Πηγές:
Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.

Μεταφορά της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας σε ηλεκτρονικό κείμενο και επιμέλεια: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος.

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️
https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

__⬇️ Facebook ⬇️__
https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.

15 Φεβρουαρίου 2022

Ἡ συμπεριφορά μας εἰς τόν Ναόν τοῦ Θεοῦ. «Πῶς δεῖ ἐν οἴκῳ Θεοῦ ἀναστρέφεσθαι;» (Λουκ. 13, 10-17)

†.Σήμερα, αγαπητοί μου, ο Ευαγγελιστής Λουκάς μάς περιγράφει ένα περιστατικό που έλαβε χώρα μέσα σε μία Συναγωγή. Επήγε ο Κύριος να διδάξει και ήταν ημέρα Σάββατο. Εκεί ευρίσκετο μία γυναίκα συγκύπτουσα. Δηλαδή, είχε καμπούρα. Συγκύπτουσα· επί δεκαοκτώ ολόκληρα χρόνια, που δεν μπορούσε τελείως να ανορθωθεί. Όταν ο Ιησούς την είδε, της είπε: «Γύναι, ἀπολέλυσαι τῆς ἀσθενείας σου». Δηλαδή: «Ελευθερώνεσαι από την ασθένειά σου». Και έθεσε τα χέρια Του επάνω της. Και αμέσως η γυναίκα αυτή ανορθώθηκε. Και εδόξαζε βέβαια τον Θεόν.

    Δεν συνέβη όμως το ίδιο και με τον αρχισυνάγωγο, που αμέσως εφθόνησε. Έκρυψε όμως τον φθόνο του με μια δήθεν αγανάκτηση, ότι ο Ιησούς εθεράπευσε σε ημέρα Σαββάτου. Και στρεφόμενος στα πλήθη, τους έλεγε ότι να αποφεύγουν θεραπείες τους και τέτοια την ημέρα του Σαββάτου, γιατί ήταν αργία. Γιατί εφθόνησε; Ω αγαπητοί μου! Γιατί αυτός, ως αρχισυνάγωγος, κατά κάποιο τρόπο εσκιάζετο από την παρουσία του Ιησού… Αλλά ο Κύριος τον αποκαλύπτει. Πράγματι ήταν φθονερός. Και του λέει ο Κύριος: «Ὑποκριτά –αποκάλυψις· πλήρης!-· ἕκαστος ὑμῶν τῷ Σαββάτῳ οὐ λύει τόν βοῦν αὐτοῦ ἤ τόν ὄνον ἀπό τῆς φάτνης καί ἀπαγαγών ποτίζει; - «Το Σάββατο», λέει, «δεν παίρνει το υποζύγιό του να το πάει στο πηγάδι, στη βρύση να πιει νερό;»- ταύτην δέ, θυγατέρα Ἀβραάμ οὖσαν –«Αυτή δε υπάρχουσα θυγατέρα του Αβραάμ» –όχι του Αδάμ· αλλά του Αβραάμ-, ἥν ἔδησεν ὁ σατανᾶς ἰδού δέκα καί ὀκτώ ἔτη, οὐκ ἔδει λυθῆναι ἀπό τοῦ δεσμοῦ τούτου τῇ ἡμέρᾳ τοῦ Σαββάτου; -Δεν έπρεπε λοιπόν αυτή να θεραπευτεί την ημέρα του Σαββάτου;». Και ενώ έλεγε αυτά, αυτοί που αντετίθεντο, για φανταστείτε, εις τον Ιησούν και το έργον Του, γιατί, φαίνεται, ήσαν αρκετοί, πίσω από τον αρχισυνάγωγο, ντροπιάστηκαν. Όχι όμως και ο λαός, που χαιρόταν και εδόξαζε τον Θεόν.

    Στον χώρο της συναγωγής παρατηρούμε, αγαπητοί, ότι τα πρόσωπα είχαν διαφορετική συμπεριφορά. Ο Κύριος διδάσκει, θεραπεύει, τοποθετεί σωστά την έννοια της αργίας του Σαββάτου. Η θεραπευθείσα γυναίκα, σιωπηλή, ακούει τη διδασκαλία του  Κυρίου, χαίρεται, και βέβαια καθόλου δεν υποπτεύεται τη μεγάλη ευεργεσία που σε λίγη ώρα θα εδέχετο. Δηλαδή, να θεραπευθεί. Το εκκλησίασμα ακούει, χαίρεται, αλλά όχι όλοι. Ο αρχισυνάγωγος αισθάνεται, όπως είπαμε, φθόνο, γιατί επεσκιάζετο η παρουσία του από την παρουσία του Ιησού Χριστού. Δεν μπορεί όμως να κρύψει τον φθόνο του. Και με προσωπείο δήθεν αγανακτήσεως, περί της μη τηρήσεως της αργίας του Σαββάτου, εκφράζει την πικρία του. Εδώ είναι… Πόσες φορές υποκριτικότατα οι άνθρωποι καλύπτουν τάχα σαν θρησκευτικοί που είναι, μια παράβαση δήθεν κ.λπ.! Είναι και κάποιοι άλλοι που έχουν διεφθαρμένο βίο. Και συμφωνούν βεβαίως με τη στάση του αρχισυναγώγου και αντιτίθενται και αυτοί στον Κύριον· γιατί δεν θέλουν να μη συνεχίσουν τη ζωή τη διεφθαρμένη που κάνουν. Είναι και ο λαός. Ο εκκλησιαζόμενος λαός· που διετήρει μία αγαθή προαίρεση και χαίρεται για ό,τι συνέβη μέσα εις την συναγωγή. Στερεότυπη αυτή η εικόνα. Όπου ο Κύριος επήγαινε, στερεότυπη σας είπα. Έχομε τον καταμερισμό του όχλου, της ομάδος των ανθρώπων, πώς οι μεν από τους δε κινούνται, αισθάνονται, διαφέρουν.

    Όλοι αυτοί ήσαν στον χώρο της συναγωγής. Και πήγαν, βέβαια, να προσευχηθούν· διότι κάθε Σάββατο εγίνετο προσευχή εις την όχι λατρεία, αλλά προσευχή. Η λατρεία εγίνετο μόνο εις τον ναόν που ήταν εις τα Ιεροσόλυμα· διότι είναι γνωστό ότι ποτέ δεν επετρέπετο μία θυσία να γίνει στον χώρο της συναγωγής. Και η θυσία είναι πάντοτε λατρεία. Συνεπώς δεν έχομε τη λατρεία εις την συναγωγή, παρά μόνο προσευχή.

     Αυτή η ποικίλη και διαφορετική συμπεριφορά, μας θέτει ένα ερώτημα, σε μας. Εμείς, στον χριστιανικό μας ναό, πώς κινούμεθα; Πώς αισθανόμεθα; Πώς συμπεριφερόμεθα; Είσαστε κάποιοι άνθρωποι εδώ. Ο ένας για τον άλλον, πώς αισθάνεσθε; Ο καθένας πώς κινείται εις τον χώρον του ναού; Ο Απόστολος Παύλος, γράφοντας την πρώτη του επιστολή στον επίσκοπο της Εφέσου, τον Τιμόθεο, σημειώνει: «Ταῦτά σοι γράφω(:αυτά σου γράφω), ἵνα εἰδῇς(:για να μάθεις, να γνωρίσεις) πῶς δεῖ ἐν οἴκῳ Θεοῦ ἀναστρέφεσθαι(:πώς πρέπει κανείς μέσα εις τον οίκον του Θεού, εις τον χώρον αυτόν· που εμείς δεν έχομε μόνο προσευχή, έχομε και λατρεία. Και μάλιστα το κατεξοχήν μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Έχομε λατρεία), ἥτις ἐστὶν ἐκκλησία Θεοῦ ζῶντος». Δηλαδή πρέπει να μάθει ο καθένας πώς κινείται εις τον χώρον του ναού, που…- θα το επαναλάβω- προπαντός και κυρίως, τελείται όχι η προσευχή μόνον, αλλά και η λατρεία. Δηλαδή θέτει το θέμα της συμπεριφοράς των Χριστιανών, μέσα εις τον χώρον του ναού. Και αυτό το θέμα, λίγο ας μας απασχολήσει.

    Αλήθεια, ποια είναι η συμπεριφορά μας; Πρέπει να πούμε ότι δεν είναι καθόλου καλή. Ἡμῶν, των Χριστιανών... Στερούμεθα μιας λειτουργικής αγωγής. Όλα τα πράγματα, μέσα εις τον χώρον της ζωής μας, χρήζουν μιας αγωγής. Φερειπείν, δεν πρέπει να έχω μία αγωγή τηλεφώνου; Έτσι, για παράδειγμα, σας το είπα. Και μάλιστα από τα ελάχιστα. Τα ελάχιστα… Ότι… πώς θα τηλεφωνήσω; Θα περιμένω να μου πει ο άλλος το όνομά του ή θα πω πρώτος εγώ το όνομά μου; Έχετε προσέξει πόσος χρόνος «τρώγεται» προκειμένου να διασαφησθεί τέλος πάντων ποιος είναι αυτός που τηλεφωνεί; Αυτό παθαίνομε όλοι. Ποιος είναι αυτός που τηλεφωνεί; Γιατί δεν έμαθε να λέει πρώτα το όνομά του. Στο λεωφορείο…· γιατί του αρέσει του αλλουνού να καπνίζει, και βγάζει να καπνίσει. Μα ενοχλείται ο άλλος. Ή θέλει να ανοίξει το παράθυρο γιατί ζεστάθηκε. Ή γιατί θέλει να κλείσει το παράθυρο, γιατί κρυώνει. Δηλαδή καταλαβαίνετε, σε όλους τους τομείς της ζωής μας πρέπει να έχομε μία ανάλογη συμπεριφορά. Όταν δεν είμαστε μόνοι μας· είναι μαζί μας και άλλοι άνθρωποι.

      Έτσι, πρέπει να έχομε, αγαπητοί μου, μίαν αγωγήν. Από το σπίτι μας θα πάρομε αυτήν για τον ναό, από το σχολείο μας, αλλά και από αυτήν την ίδια την Εκκλησία. Φερειπείν αυτά τα οποία λέμε σήμερα. Ο καθένας πρέπει να συμμορφωθεί, να μάθει ποια πρέπει να είναι η αγωγή του μέσα εις τον χώρο του ναού. Αν στον χώρο του ναού δεν προσέχομε, αυτό σημαίνει ότι έχομε χάσει το νόημα της λατρείας, αλλά και της φοβερότητος του χώρου του ναού, που τελείται το μυστήριον –κατεξοχήν- της Θείας Ευχαριστίας. Έχετε προσέξει πόσες φορές οι ιερείς κάνουν παρατήρηση όταν γίνεται ένας γάμος, μια βάπτιση· προπαντός ένας γάμος. Πόσες φορές ο ιερεύς να λέγει: «Παρακαλώ ησυχία, παρακαλώ μη γελάτε»· «παρακαλώ τούτο», «παρακαλώ εκείνο». Και να θέλει να επαναφέρει εις την τάξιν τους καλεσμένους που είναι παρόντες εις το μυστήριον του γάμου. Γιατί όλα αυτά κάθε φορά; Γιατί μας λείπει αυτή η αγωγή που πρέπει να έχομε μέσα εις τον ναόν του Θεού. Αν ο Μωυσής, αγαπητοί, διετάχθη να αποβάλει τα υποδήματά του -του ειπώθηκε όταν είδε εκείνη την βάτον να καίεται χωρίς να κατακαίεται… - «Μπα,  πάω να δω τι συμβαίνει». Και αμέσως ακούει μίαν φωνήν. «Βγάλε τα υποδήματά σου. Ο χώρος είναι ιερός». Πόσο περισσότερο, αγαπητοί μου, εμείς, που δεν είμεθα προ μιας καιομένης βάτου, αλλά είμεθα εις τον χώρον του ναού, που τελείται το μυστήριον, κατεξοχήν το μυστήριον της Θείας Ευχαριστίας; Πόσο περισσότερο;

      Έτσι, στερούμενοι μιας λειτουργικής αγωγής και συναισθήσεως της παρουσίας του φοβερού Θεού, συζητούμε, γελάμε, κατακρίνομε τον πλαϊνό μας, έτοιμοι να κάνομε κριτική προς όλους, ακόμα και στον ιερέα και να το πούμε και εις τον πλαϊνό μας. Δεν έχομε ευλαβή στάση. Αναιδώς κινούμεθα. Πολλές φορές μπαίνομε στον ναό με τα χέρια στις τσέπες. Ναι, ναι, Και προκλητικώς. Όταν μπαίνει μία γυναίκα, ας πούμε, με ανδρική αμφίεση –παντελόνια- δεν είναι μία πρόκληση; Και όταν φθάνουν προ της πύλης του μοναστηριού και σου λέει: «Έχετε καμία φούστα να μου δώσετε;». Εμείς θα δώσουμε φούστα, να βάλεις εσύ, όταν έφυγες από το σπίτι σου, και ήξερες πως θα πας να επισκεφθείς ένα μοναστήρι, θα σου δώσω εγώ φούστα, γιατί φοράς παντελόνια; Ορίστε, παρακαλώ. Τόσο συναίσθηση, παρακαλώ, έχουν εκείνοι που καταστρατηγούν τον χώρον του ναού με τον τρόπο που κινούνται. Έτσι σκανδαλίζουν, σκανδαλίζονται, ενοχλούν τους πάντας, τα πάντα. Έχομε την αίσθηση ότι ο χώρος του ναού είναι αγορά, είναι πεζοδρόμιο. Βγήκαμε στα καταστήματα για να πάμε να ψωνίσουμε… Έτσι κάπως αισθανόμεθα ότι είναι ο ναός του Θεού. Όλα αυτά όμως χαρακτηρίζουν μίαν ασεβή, ασεβή διάθεση. Και όμως. Η βαθεία συναίσθηση το φοβερού χώρου πρέπει να μας κάνει να είμεθα ευλαβέστατοι. Να λέμε μέσα μας: «Κύριε, σε φοβάμαι. Μπαίνω στον ναό Σου». Θα κάνομε τον σταυρό μας, θα προσκυνήσομε στο προσκυνητάρι. Η αμφίεσή μας θα είναι σωστή· κ.λπ.

    Ένα πρόχειρο σταχυολόγημα, θα έλεγα, από  τις διατάξεις της Θείας Λειτουργίας του αγίου Κλήμεντος Ρώμης, μία από τις αρχαιότερες Λειτουργίες, βλέπομε να διατυπούνται αυτές, ή αυτό το σταχυολόγημα που θα σας πω τώρα, σ’ αυτό το βιβλίο που λέγεται «Διαταγαί Ἀποστόλων». Και βρίσκονται εις το 8ον κεφάλαιον. Πολύ παλιό βιβλίο. Λέει: «Διάκονοι περιπατείτωσαν καί σκοπείτωσαν τούς ἄνδρας καί τάς γυναῖκας(:Να κινούνται οι διάκονοι -υπήρχαν πολλοί διάκονοι- να κινούνται μέσα στο πλήθος του λαού και να βλέπουν και να παρατηρούν και να εξετάζουν πώς κινούνται οι άντρες και οι γυναίκες) ὅπως μή θόρυβός τις γένηται (:να μη γίνει κανένας θόρυβος. Εδώ, πολλές φορές, αγαπητοί μου, δεν ξέρω πώς γίνεται με τον αέρα, δεν ξέρω… και, όπως μπαίνετε απ’ την πόρτα…’’μπαπ’’ χτυπάει η πόρτα...! Ξέρετε ότι οποιαδήποτε κίνησις, θόρυβος, κρότος που μπορεί ο εκκλησιαζόμενος να τρομάξει, προσβάλλει την ευλάβεια, προσβάλλει την συγκέντρωση που μπορεί ο καθένας να διαθέτει όταν προσεύχεται. Το ξέρετε αυτό; Και ακόμη λέγει:) καί μή τίς νεύσῃ ἤ ψιθυρίσῃ ἤ νυστάξῃ-Επιτηρούν ακόμη οι διάκονοι-«νεύω»-συνεννοούνται από μακριά με τα μάτια τους για κάτι. Όχι! Ή: «ψιθυρίσῃ». Όχι! Ή: «νυστάξῃ», τον παίρνει ο ύπνος στην καρέκλα επάνω. Όχι!) ὅπως μή τίς ἐξέλθοι μήτε ἀνοιχθείη ἡ θύρα(:ούτε να ανοίξει, να κλείσει η πόρτα, να γίνει θόρυβος), κἄν πιστός τίς ᾖ, κατά τόν καιρόν τῆς ἀναφορᾶς -Ο καιρός της αναφοράς είναι η Θεία Λειτουργία, η αγία αναφορά-. Ὀρθοί πρός Κύριον μετά φόβου καί τρόμου ἑστῶτες ὦμεν προσφέρειν». Όχι μετά φόβου, αλλά και τρόμου, που είναι η επίτασις του φόβου, πρέπει να στεκόμαστε στην τέλεση του μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας.

    Και συνεχίζει ο άγιος Κλήμης Ρώμης: «Τά παιδία προσλαμβάνεσθε, αἱ μητέρες». Τ’ ακούτε; «Να κρατάτε κοντά σας τα παιδάκια». Να μην τα ξαμολάτε-συγχωρήσατέ με για τη λέξη πώς την είπα-μέσα στην Εκκλησία και γυρίζουν από δω και από κει κι ενοχλούν, τρέχουν. Όχι... Το παιδάκι από μικρό θα μάθει πώς να στέκεται εις οίκον Κυρίου. Δεν μπορούμε να πιάσομε καρέκλα για το παιδάκι. Όχι. Θα έχομε από κείνα τα σκαμνάκια, τα πτυσσόμενα. Θα το παίρνομε πάντα μαζί μας, όταν έχομε τα παιδιά μας και πηγαίνομε στην Εκκλησία. Θα ανοίγομε το σκαμνάκι και το παιδί θα κάθεται μπροστά μας. Ούτε στασίδι, ούτε καρέκλα. Αυτά είναι για κάποιον μεγάλο.

    Σημειώσατε δε ότι, όπως και σήμερα, στην αρχαία Εκκλησία, σε κάποια σημεία της Θείας Λειτουργίας ο λαός εκάθητο. Γι΄αυτό έχομε και τα παραγγέλματα: «Ὀρθοί. -Τελεία-. Μεταλαβόντες τῶν θείων καί ἀχράντων Μυστηρίων…». Δηλαδή, «τώρα σηκωθείτε». Γιατί όσο να κοινωνήσουν όλοι, οι άλλοι περίμεναν. Και βέβαια μπορούσαν να καθίσουν. Και έτσι θα περνούσε πολλή ώρα. Εκάθηντο. Γύριζε ο καθένας στη θέση του και εκάθητο. Τώρα τελειώσαν όλοι. «Ὀρθοί - δηλαδή, «τώρα όρθιοι»-. Μεταλαβόντες…». Αλλά το λέμε εμείς: «Ὀρθοί μεταλαβόντες...». Και αλλάζομε το νόημα της φράσεως. Όρθιοι λοιπόν. Εκείνοι που μεταλάβανε να σηκωθούν, διότι θα συνεχίσομε ό,τι είχαμε προηγουμένως κατά τη Θεία Λειτουργία.

      Ώστε λοιπόν «τά παιδία προσλαμβάνεσθε αἱ μητέρες». Να τα κρατάτε κοντά σας τα παιδιά. «Καί μετά τοῦτο μεταλαμβανέτω ὁ ἐπίσκοπος, ἔπειτα οἱ πρεσβύτεροι – εδώ, σειρά πώς θα κοινωνήσει ο λαός, όλοι- καί οἱ διάκονοι καί οἱ ὑποδιάκονοι καί οἱ ἀναγνῶσται, καί οἱ ψάλται καί οἱ ἀσκηταί, καί ἐν ταῖς γυναιξίν, αἱ διάκονοι καί αἱ παρθένοι καί αἱ χῆραι - μια διαφοροποίηση της τάξεως των γυναικών-·  εἶτα τά παιδία- ύστερα τα παιδιά-, καί τότε πᾶς ὁ λαός κατά τάξιν μετά αἰδοῦς καί εὐλαβείας- να κοινωνήσουν όλοι με τάξη, με σεβασμό, με ντροπή, με ευλάβεια- ἄνευ θορύβου». Είδατε; Μάλιστα τέτοιες μέρες, δόξα τω Θεώ, δεν το έχομε εμείς εδώ, έχετε πάρει αρκετή αγωγή από δω, δόξα τω Θεώ, δείτε στους ναούς, όχι της Λαρίσης, κάθε πόλεως, μόλις πει το «Μετά φόβου Θεοῦ, πίστεως…» τρέχουν όλοι- μπουλούκι!- μπροστά εδώ στον σολέα για να κοινωνήσουν. Και ο ένας σπρώχνεται με τον άλλον. Ήμουνα λαϊκός, όταν κάποτε μία κυρία, όταν έκανε ο ιερεύς παρατήρηση να μην είναι μπουλούκι, ακούστε τι λέει μία κυρία σε μίαν άλλη κυρία δίπλα της: «Ο σιχαμένος -ο ιερεύς!-· ο σιχαμένος με σύγχυσε!». Επειδή είπε ο άνθρωπος να μην είναι μπουλούκια. Αλλά να είναι σε μία σειρά. Είδατε, παρακαλώ; Αποκαλεί τον ιερέα, απ’ το χέρι του οποίου θα κοινωνήσει, τον αποκαλεί «σιχαμένον». «Ταῦτα περί τῆς μυστικῆς λατρείας- συνεχίζει ο άγιος Κλήμης- διατασσόμεθα ἡμεῖς οἱ ἀπόστολοι».

    Όλα τα πιο πάνω εκφράζουν την αποστολική διαταγή, επιταγή που γράφει ο Απόστολος Παύλος και είναι: «Πάντα εὐσχημόνως καί κατά τάξιν γινέσθω». Όλα να γίνονται ευσχήμονα, όχι άσχημα, αλλά ευσχήμονα, δηλαδή να έχουν καλό σχήμα. Γιατί «άσχημο» τι θα πει; Δεν έχει καλό σχήμα. «Καί κατά τάξιν γινέσθω». «Και να γίνονται όλα με τάξη». «Οὐ γάρ ἐστίν ἀκαταστασίας ὁ Θεός, ἀλλά εἰρήνης», γράφει στην Α΄Κορινθίους ο Απόστολος Παύλος στο 14ο κεφάλαιο. Ότι ο Θεός δεν είναι Θεός ακαταστασίας, αλλά ειρήνης. Και πρέπει να συμμορφωθούμε κι εμείς έτσι να κινούμεθα.

     Όμως δεν εξαντλείται η καλή μας αναστροφή εις τον χώρο του ναού με την ευλάβεια. Χρειάζεται και η ζωντανή μας συμμετοχή στη Θεία λατρεία. Ο ανελλιπής εκκλησιασμός μας. Αυτή η καημένη η γυναικούλα, η καμπουριασμένη, αν δεν πήγαινε εκείνο το Σάββατο, θα την έκανε καλά ο Κύριος; Πήγαινε όμως ανελλιπώς κάθε Σάββατο. Και κάποιο Σάββατο την ετίμησε ο Κύριος και την έκανε καλά. Αυτήν τη συγκύπτουσα γυναίκα. Και πρέπει να έχομε ανελλιπή εκκλησιασμό. Όχι μία Κυριακή να πηγαίνομε και μία Κυριακή να μην πηγαίνομε.Ανήκει δε ως καθήκον εις τα δικαιώματα του Θεού. Και τούτο γιατί ο σκοπός του εκκλησιασμού είναι η «θεραπεία τοῦ θείου», δηλαδή όταν λέμε «θεραπεία» εννοούμε λατρεία, δηλαδή, Θεία Λειτουργία. Γι΄αυτό γράφει ο Απόστολος Παύλος: «Μή ἐγκαταλιπόντες τήν ἐπισυναγωγήν ἑαυτῶν- «ἐπισυναγωγή» είναι αυτή η συγκέντρωσις. Μην αφήνομε την συγκέντρωση αυτή- καθώς ἔθος τισίν – «όπως είναι συνήθεια», λέει, «σε μερικούς. Μια να πηγαίνουν και μια να μην πηγαίνουν»- ἀλλά παρακαλοῦντες καὶ τοσούτῳ μᾶλλον, ὅσῳ βλέπετε ἐγγίζουσαν τὴν ἡμέραν». Ποια «ἡμέρα»; Το τέλος της Ιστορίας. Πλησιάζει, ὁ Κύριος ἐγγύς. Πότε θα συνέλθομε; Η συγκύπτουσα, παρά τη σωματική της ταλαιπωρία, όπως είπαμε, δεν αμελούσε να φοιτά ανελλιπώς εις την συναγωγήν. Γι’ αυτό και την ετίμησε βέβαια ο Κύριος.

   Ακόμη η παρουσία μας στη λατρεία να είναι παρουσία αγαθής καρδίας, γεμάτη από πίστη και αγάπη προς τον Θεόν και τους γύρω μας εκκλησιαζομένους. Να μη λέμε ότι «με ενοχλεί ο άλλος». Γιατί; «Γιατί έτσι μ’ αρέσει εμένα. Να λέω ότι μ’ ενοχλεί ο άλλος». Όχι, αγαπητοί μου! «Ἒχοντες οὖν ἀδελφοί - λέει στην προς Εβραίους ο Απόστολος- ἱερέα μέγαν ἐπί τόν οἶκον τοῦ Θεοῦ, προσερχώμεθα –ας προσερχόμεθα- μετά ἀληθινῆς καρδίας, ἐν πληροφορίᾳ πίστεως, ἐρραντισμένοι τὰς καρδίας ἀπὸ συνειδήσεως πονηρᾶς· καί κατανοῶμεν ἀλλήλους εἰς παροξυσμόν ἀγάπης καί καλῶν ἔργων». «Παροξυσμός;». Λέμε: «Αυτός έχει παροξυσμό πυρετού». Κάτι πολύ θερμό. Εδώ έχομε τον παροξυσμό της αγάπης. Κάτι πολύ ζεστό. Εκεί, στη θεία λατρεία. Αυτό και το σημαντικότατο: Προσφέρεται ο Αμνός του Θεού. Μόνον αυτό, μόνον αυτό, αν κατανοήσομε τι είναι αυτό που κοινωνούμε, τι είναι αυτό που τελεσιουργείται, θα πρέπει να είμεθα ιστάμενοι μετά φόβου και τρόμου μέσα εις τον ναόν του Θεού.

    «Παρακαλῶ οὖν ὑμᾶς –λέει ο Απόστολος Παύλος-, ἀδελφοί δια τῶν οἰκτιρμῶν τοῦ Θεοῦ, παραστῆσαι τά σώματα ὑμῶν θυσίαν ζῶσαν- τα σώματά σας. Σαν να μπαίνει το κάθε σώμα επάνω σε μία εσχάρα, προκειμένου να θυσιασθεί. Τα σώματα-ἁγίαν, εὐάρεστον τῷ Θεῷ, τήν λογικήν λατρείαν ὑμῶν». Όταν ταυτόχρονα κι εγώ ο ίδιος προσφέρομαι, όπως προσφέρεται ο Χριστός, για τη σωτηρίαν του λαού Του. Δηλαδή μία συμμετοχή, μία πραγματική συμμετοχή. Αν μάθομε τι σημαίνει αυτό, ότι έχομε πραγματικά το Σώμα και το Αίμα του Χριστού. Όχι εικονικά, όχι μεταφορικά, όχι συμβολικά, αλλά πραγματικά, τότε όντως συγκλονιζόμαστε.

    Να ευχαριστούμε πάντα τον Άγιον Τριαδικόν Θεόν, πάντοτε, όταν κατανοούμε όλα αυτά τα πράγματα. Να ευχαριστούμε όταν κοινωνούμε, προσέξτε, και την Υπεραγίαν Θεοτόκον, η οποία έδωσε το σώμα της στον Υιόν της, το οποίο σώμα κοινωνούμε εμείς. Η Παναγία Του το έδωσε, Του το εδάνεισε. Ας μην εξηγήσω πιο πολύ, γιατί το εδάνεισε. Θα αργήσομε πολύ. Και πρέπει λοιπόν να ευχαριστήσομε και την Υπεραγίαν Θεοτόκον. Γι΄αυτό και το μυστήριον της Θείας Κοινωνίας, λέγεται: «το μυστήριον της Θείας Ευχαριστίας».

     Αγαπητοί, η συναγωγή που ο Κύριος βρέθηκε, υπέστη μία βαθιά τομή. Εκείνοι που δέχτηκαν την ευεργεσία και χάρηκαν με την παρουσία του Κυρίου και εκείνοι που φθόνησαν και αντιστάθηκαν στην παρουσία του Κυρίου. Έτσι πάντα γίνεται. Δυστυχώς, έτσι πάντα γίνεται. Η παρουσία του Κυρίου δημιουργεί δύο στρατόπεδα. Των δικών Του ανθρώπων και των εχθρών Του. Και πολλές φορές συνυπάρχουν στον ίδιο χώρο της λατρείας, μέσα στον ναό. Γι΄αυτό «ὁ καιρός -λέει ο Απόστολος Πέτρος στην Α΄του επιστολή- τοῦ ἄρξασθαι τό κρίμα ἀπό τοῦ οἴκου τοῦ Θεοῦ· εἰ δέ πρῶτον ἀφ' ἡμῶν- εάν από μας αρχίζει-, τί τό τέλος τῶν ἀπειθούντων τῷ τοῦ Θεοῦ εὐαγγελίῳ; -Τι θα γίνουν εκείνοι οι οποίοι απειθούν στο Ευαγγέλιο του Θεού; Αν αρχίζει το κρίμα, η καταδίκη, από μας;».

     Έτσι, ας μάθομε, επαναλαμβάνω, όπως γράφει ο Απόστολος Παύλος, «πῶς δεῖ ἐν οἴκῳ Θεοῦ ἀναστρέφεσθαι». Να μάθομε. Είδατε; Να μάθομε. Πώς πρέπει να συμπεριφερόμεθα μέσα εις τους χώρους της λατρείας του Θεού. Αμήν.

463η ομιλία στην κατηγορία 
« Ομιλίες Κυριακών ».

Όλες οι ομιλίες της κατηγορίας " Ομιλίες Κυριακών " 🔻
http://arnion.gr/index.php/p-thanasios-mytilina-os/milies-p-thanasiou/diafora-uemata/omiliai-kyriakvn
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40r0WAxMpRb0tx6ts1zsQWMh

Πηγές:
Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.

Μεταφορά της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας σε ηλεκτρονικό κείμενο και επιμέλεια: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος.

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️
https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

__⬇️ Facebook ⬇️__
https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.

03 Φεβρουαρίου 2022

Εἰς τόν Εὐαγγελισμόν τῆς Θεοτόκου.

†.Αύριο έχουμε του Ευαγγελισμού. Πότε συνελήφθη ο Χριστός; Εις τα σπλάχνα της Παναγίας μας; Συνελήφθη μόλις πήρε ο άγγελος την απάντησιν της Θεοτόκου ότι είναι δεκτική εις την πρόταση του Θεού. «Ιδού η δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά το ρήμα Σου». Να, εγώ προσφέρομαι. Είμαι δούλη του Κυρίου και ας γίνει όπως το είπες. Από την στιγμή, λοιπόν που αποδέχεται η Θεοτόκος το μήνυμα αυτό του Θεού, διά του αγγέλου, έγινε η σύλληψις εις τα σπλάχνα της Υπεραγίας Θεοτόκου! Δηλ. ο Θεός Λόγος πήρε την ανθρώπινη φύση. Την πήρε απ’ ό,τι εκλεκτότερο και αντιπροσωπευτικότερο από τους ανθρώπους, από την ανθρωπίνη φύση. Και αυτή ήτο η Θεοτόκος. Δεν μπορούμε να συλλάβωμε, αγαπητοί, το μέγεθος, το βάθος και το ύψος της αγιότητος της Θεοτόκου. Δεν μπορούμε να το συλλάβωμε. Όση προσπάθεια κι αν κάνομε, δεν μπορούμε. Γι’ αυτό ακριβώς δεν είναι ένας λεκτισμός, ένας τριτονισμός, όταν λέμε ότι η Θεοτόκος είναι πλατυτέρα των ουρανών, υψηλοτέρα, καθαρωτέρα λαμπηδόνων ηλιακών, Χερουβείμ και Σεραφείμ. Δεν είναι ρητορισμοί. Δεν είναι φιλολογικά άνθη. Είναι μια πραγματικότητα. Κι αυτό δεν μπορούμε να το συλλάβωμε. Δεν μπορούμε.

     Κι όμως η Θεοτόκος ήτο φοβερά ρεαλίστρια. Ζούσε στην εποχή της κατά ρεαλιστικότατον τρόπον. Είχε το σπίτι της, είχε το νοικοκυριό της. Μάλιστα υπάρχουν και κάποιες εικόνες, που την παρουσιάζουν, όταν έρχεται ο Αρχάγγελος Γαβριήλ, να κρατάη τη ρόκα της! Θα το έχετε δει αυτό. Ήτο νοικοκυρά. Και όταν επεσκέφθη την συγγενή της, πιθανότατα εξαδέλφη της, αλλά πολύ μεγαλυτέρα στην ηλικία, την Ελισσάβετ, για να της πη τα «κατ’ αυτήν», και εκείνη τα «κατ’ αυτήν», και έμεινε κάπου τρεις μήνες μαζί της, η Θεοτόκος έφυγε, όπως μας λέγει ο Λουκάς, και εγύρισε εις το σπίτι της. Είναι ένας ρεαλισμός πέρα για πέρα. Δεν ήτο ένα πλάσμα η Θεοτόκος που αιωρείτο, που δεν έτρωγε. Τίποτε. Πέρα για πέρα ένας ρεαλισμός. αυτό είναι εκείνο που μας τρομάζει. Κυριολεκτικά μας τρομάζει. Πώς, αυτό το πρόσωπο της Υπεραγίας Θεοτόκου, που ζη μέσα σ’ αυτόν τον ρεαλισμόν της εποχής της, κατοικεί στην Ναζαρέτ η Ναζαρέτ είναι μια …κωμόπολις ήταν την εποχή εκείνη, εξαιρετικά διεφθαρμένη. Εξαιρετικά. Όπως μάλιστα λέγει ο Ναθαναήλ στον Φίλιππο «βγήκε τίποτα καλό από την Ναζαρέτ;»

     Δεν ξέρω ποια πόλη έχομε, ποιο χωριό, αγαπητοί μου, που να μας δείχνει εδώ στην Ελλάδα, αλλά και να ξέρομε, δεν λέμε τώρα, που να μας δείχνει  την κακότητα των κατοίκων της. Αλλά εάν στο μυαλό σας τρέχει κάποια περιοχή με κακότητα των ανθρώπων, ε, τέτοια ήταν στην Παλαιστίνη, τι ήταν; Ήταν παρακαλώ η Ναζαρέτ. Και ζούσε σ’ αυτό το περιβάλλον. Το κακοποιόν. Και διεφθαρμένο. Θυμηθήτε, αργότερα, όταν ο Κύριος μίλησε εις την Ναζαρέτ, τον έπιασαν, τον συνέλαβαν δηλαδή και πήγαν να τον γκρεμίσουν από μίαν οφρύν, από ένα βράχο που εξείχε εκεί, κάτω στο βάραθρο. Σ’ αυτή την εποχή και εις αυτή την πόλη μεγάλωσε η Θεοτόκος. Σας κάνει εντύπωση; Γιατί; Γιατί απλούστατα δείχνει σαφώς ότι μπορεί κανείς να ζήση την πραγματική ζωή.

     Βέβαια σας είπα, η ζωή της ήταν ακατανόητη, ασύλληπτη. Όμως ρεαλιστική. Μη νομισθή ότι το Πνεύμα το Άγιον, ότι ο Θεός ο ίδιος την προστατεύει και δεν μπορεί να εκτίθεται σε τυχόν κινδύνους. Αν έπρεπε να αναλύσωμε την περικοπή του Λουκά, θα λέγαμε πολλά πράγματα. Μάλιστα ένα τροπάριο εκφράζει το εξής: Ότι η Θεοτόκος, όταν εδέχθη την επίσκεψη του Γαβριήλ, ο ποιητής βάζει στο στόμα της, «μη με ξεγελάσεις όπως ο διάβολος ξεγέλασε την Εύα, μ’ αυτά που μου λες. Μη με ξεγελάσεις.» Θα το έχετε συναντήσει αυτό το τροπάριο, λυπάμαι που δεν το θυμάμαι στο πρωτότυπο, σας το λέγω έτσι περιφραστικά τώρα, απλά.

     Συνεπώς η Θεοτόκος ζούσε στην εποχή της. Όπως ήταν η εποχή της. Έτσι πολλές φορές λέμε στις κοπέλλες, που ντύνονται περίεργα και παράξενα, κοπέλλα μου λες ότι ευλαβείσαι την Παναγία η Παναγία θα ντυνότανε όπως ντύνεσαι εσύ; Η Παναγία θα πήγαινε στο πάρτυ, όπως πηγαίνεις εσύ; Η Παναγία θα είχε φίλο, όπως έχεις εσύ; κ.ο.κ. Γι’ αυτό λοιπόν αγαπητοί μου, ας συλλάβωμε τα πράγματα, όσο μπορούν να συλληφθούν είναι ασύλληπτα στο ανθρώπινο μυαλό.

     Κι ένα ακόμη να σας πω, που το είπα σ’ αυτήν την κυρία, ότι, όταν συνελήφθη ο Θεός Λόγος ως άνθρωπος, στην ανθρωπίνη φύση, εδώ δε έχομε πλήθος, πλήθος, πλήθος, θα λέγαμε θέσεων ακατανοήτων. Φερ’ ειπείν, πώς χωρά ο αχώρητος; Τέτοιες θέσεις βρίσκομε πολλές στην ακολουθία του Ακαθίστου Ύμνου. Ο αχώρητος! Και εκείνο που λέγει ο Παύλος και η ακολουθία του Ακαθίστου «όλος ην εν τοις κάτω, και τοις άνω ουδόλως απήν». Η θεία φύσις ήτο όλη κάτω. Δεν είναι κανένα κομματάκι του Θεού Λόγου. Αλλά όλος ο Θεός Λόγος. Και ταυτόχρονα ο Θεός Λόγος είναι ηνωμένος με τον Πατέρα και το Πνεύμα το Άγιον! Μυστήρια. Ασύλληπτα μυστήρια. κ. ο. κ.

     Λοιπόν, αυτή η ανθρώπινη φύσις, που συνελήφθη στα σπλάχνα της Θεοτόκου, την ιδίαν στιγμήν με την σύλληψιν έτυχε και θεώσεως. Η ανθρωπίνη φύσις ήτο θεωμένη άμα συλλήψει. Θα το ξαναπώ: ήταν θεωμένη άμα συλλήψει. Η ανθρωπίνη λοιπόν φύσις του Χριστού, καθ’ όλο το μήκος της ζωής Του, τριάκοντα τριών ετών επάνω εις την γην, ήτο πάντοτε η φύσις αυτή, ήτο θεωμένη.

     Θέλετε ακόμη μια προέκταση; Και η Θεοτόκος ήτο θεωμένη. Πότε θεώθηκε; Την ώρα που κάνει την πρόταση ο αρχάγγελος κι εκείνη λέει το «ιδού η δούλη Κυρίου». Θεωμένη. Δηλ. τι; Το Πνεύμα του Θεού θεώνει την ανθρωπίνη φύση και της Θεοτόκου! Όπως ακριβώς η μητέρα του Ιωάννου, η Ελισσάβετ, μετέχει του προφητικού χαρίσματος του υιού της του Ιωάννου, τον οποίον κυοφορεί, και λέγει εκείνο το φοβερό, ασύλληπτο  ασύλληπτο δηλ. με την έννοια αν δεν είχε προφητικό πνεύμα πώς θα το έλεγε αυτό, «πώς ήταν, λέει στην συγγενή της την Θεοτόκο, να με επισκεφθεί η μητέρα του Κυρίου μου;!» Πού ήταν ο Κύριός της; Στα σπλάχνα της Παναγίας. Είδατε πώς αποκαλεί το έμβρυο της Θεοτόκου η Ελισσάβετ; Κύριον! Και εξηγεί: «Διότι μόλις άκουσα τον χαιρετισμό σου, τότε, το βρέφος που έχω μέσα μου, στην κοιλιά μου, ο Ιωάννης χοροπήδησε. Για να υποδεχθεί τον Κύριο που έχεις εσύ, εις τα σπλάχνα σου.» Καταπληκτικό. Και όπως λέγουν οι Πατέρες, ερμηνευταί κ.λ.π., πήρε, μετείχε του προφητικού χαρίσματος του Ιωάννου, που το είχε από τα σπλάχνα της Ελισσάβετ, της μητέρας του, μετείχε και η ίδια, η Ελισσάβετ.

     Έτσι λοιπόν, αυτό βέβαια είναι κατώτερο της θεώσεως, και η Παναγία μετείχε της θεώσεως του εμβρύου, δηλ. της θεωμένης σαρκός. Ό,τι λοιπόν παρακάτω ο Χριστός θα κάνη εις την ζωή του, πάντοτε είναι θεωμένη η ανθρωπίνη του φύσις. Δεν υπάρχει ούτε μια στιγμή, να μην είναι θεωμένη η ανθρωπίνη του φύσις. Η ανθρωπίνη, δεν πρόκειται περί του Θεού. Της θείας φύσεως, αλλά της ανθρωπίνης φύσεως. Πού είναι εκείνα, και μάλιστα κάποιος αρχιεπίσκοπος το είπε αυτό, δεν λέω το όνομα, όσοι διαβάζετε θα καταλάβετε, όχι ο δικός μας αρχιεπίσκοπος, ότι, αρχαία αίρεσις είναι αυτή, δεν είναι καινούρια, ότι ο Χριστός έγινε θεωμένος κατά προκοπήν. Δηλ. έδειξε προκοπήν και εθεώθηκε. Ο Θεός να φυλάξη. Ότι θεώθηκε η ανθρωπίνη του φύσις κατά προκοπήν. Εν τούτοις εκείνο το «εκένωσεν» που λέγει ο Απόστολος Παύλος, δείχνει ότι και ο θάνατος ακόμα του Χριστού ήταν πραγματικός, αλλά κατά παραχώρησιν. Γιατί θα λέγαμε, κάτι το θεωμένο πέρα για πέρα, πώς θα μπορούσε να υποστή ό,τι θα υφίστατο; Και όμως γίνεται αυτή η παραχώρησις, παίρνοντας την δική μας τη φύση, κ.λ.π., κ.λ.π.

     Κι άλλοτε σας είπα, μάλιστα προ τινός, δεν είναι πολύς καιρός, ότι κάποιοι πατέρες, όχι λίγοι, έχουνε γράψει για την Θεοτόκον λόγους, ομιλίες, λόγους που δεν είναι λίγοι αυτοί οι λόγοι, που αναφέρονται σε πλήθος τέτοια θέματα, σε σχέση με την Θεοτόκον και την σύλληψη και την κύηση και την γέννηση κ.τ.λ. Πάρα πολλοί λόγοι έχουν θεολογικό βάθος δυσθεώρητον. Αν έπρεπε να μαζέψει κανείς όλες αυτές τις ομιλίες και να τις διαβάση, να τις μελετήση θα είχε να κάνη αγαπητοί μου, πάμπολλες, πάμπολλες ομιλίες. Ναι. Το λέει ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός και ο Νικόλαος Καβάσιλας, και εκείνος, και εκείνος, πάρα πολλοί.

     Έτσι η Παναγία μας είναι ένα πρόσωπον πάρα πολύ μεγάλο. Κι όπως λέγει ένα τροπάριον, κατέχει τα «δευτερεία» της Τριάδος. Υπήρχε μια εικόνα στον παλιό Άγιο Αχίλλειο, δεν την ξαναείδα την εικόνα αυτή, μπαίνοντας, ήταν αριστερά η εικόνα, ήταν η κοίμησις νομίζω, αλλά πάνω ψηλά ήτανε η Αγία Τριάς και ακριβώς από κάτω ήτο η Θεοτόκος. Που έδειχνε αυτό που σας είπα. Ότι κατέχει η Παναγία τα δευτερεία της Τριάδος. Δηλ. είναι το πρόσωπον μετά την Αγία Τριάδα.

   «Υπεραγία Θεοτόκε σώσον ημάς» Η Υπεραγία Θεοτόκος σώζει;

     Φθάνομε ακόμη να πούμε, είναι μερικοί που δεν το καταλαβαίνουν αυτό, ορθόδοξοι δεν το καταλαβαίνουν, λέμε, στο «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με», λέμε εναλλάσσουμε όταν κάνομε κομποσχοίνι, λέμε «Υπεραγία Θεοτόκε σώσον ημάς». Αυτό το   «Υπεραγία Θεοτόκε σώσον ημάς» πώς μπορούμε να το καταλάβωμε; Η Υπεραγία Θεοτόκος σώζει; Αυτό είναι το ερώτημα πολλών. Δεν είναι εκείνη που πρεσβεύει υπέρ ημών; Όπως και οι Άγιοι; Όχι. Όχι. Και το δείχνει αυτό η πράξη. Διότι αν δεν ήτανε σωστή αυτή η θέσις «Υπεραγία Θεοτόκε σώσον ημάς», που την λέγουν μάλιστα οι θεολόγοι μοναχοί, ποιοι θεολόγοι μοναχοί; Οι θεολογήσαντες μοναχοί μέσα στους αιώνες. Δεν θα το διόρθωναν αυτό; Θα ήταν τεράστιο λάθος. Η Υπεραγία Θεοτόκος σώζει; Σώζει! Και πώς σώζει; Σώζει όχι δια πρεσβειών, όπως οι Άγιοι, όπως λέμε «Άγιε του Θεού, Άγιε Γεώργιε, Άγιε Δημήτριε, πρέσβευε υπέρ ημών» ακούστε: πρέσβευε υπέρ ημών. Εδώ λέμε «σώσον» στην Παναγία. Η σωτηρία που η Παναγία μας δίνει, όσο κι αν φαίνεται εκ πρώτης όψεως σκανδαλώδες και μάλιστα στους αιρετικούς, και μάλιστα σ’ εκείνους που δεν πολυγνωρίζουν την Ορθοδοξία, λυπούμαι, είναι οντολογική! Τι θα πει οντολογική; Δεν είναι πρεσβεία λόγων. Αλλά πρεσβεία προσώπου και παρουσίας. Δηλ. εφόσον το πρόσωπο αυτό ,η Μαρία, έδωσε την ανθρωπίνη φύση εις τον Θεόν Λόγον, και η ανθρωπίνη φύσις του Χριστού είναι εκείνη η οποία στέκεται οντολογική πρεσβεία, δηλ. ως άνθρωπος ο Θεός Λόγος πρεσβεύει στον Άγιον Τριαδικόν Θεόν, δεν είπα στον πατέρα και το Πνεύμα το Άγιον, είπα στον Άγιον Τριαδικόν Θεόν, προσέξατέ το, η ανθρωπίνη φύσις βρίσκεται και πρεσβεύει, δηλ. ο Πατήρ βλέπει την ανθρωπίνη φύση του Υιού και χαρίζεται εις τους ανθρώπους. Γι’ αυτό ο Χριστός είπε, «σας συμφέρει εγώ να φύγω». Τι εννοεί «σας συμφέρει εγώ να φύγω;» Πρέπει να ανεβή η ανθρωπίνη φύση παρά τω Πατρί. Ώστε ο Πατήρ, που ο Υιός κάθεται στα δεξιά του Θεού Πατρός-αυτό το «δεξιά»… αλλά πάμε πολύ μακριά- θα δει την δική μου ανθρωπίνη φύση, και βλέποντας εμένα, θα στείλει το Πνεύμα το Άγιον εις τον κόσμον κ.λ.π., κ.λ.π. Γι’ αυτό λέγει ότι «σας συμφέρει εγώ να φύγω», γιατί αν εγώ δεν φύγω, δεν θα έλθει ο Παράκλητος, ο άλλος Παράκλητος, το Πνεύμα το Άγιον. Εδώ κανείς έχει μια απορία. Γιατί έπρεπε ν’ ανεβή ο Υιός για να κατέβη το Πνεύμα το Άγιον; Τι εμπόδιζε; Αυτό είναι. Τούτο εμπόδιζε. Εμπόδιζε το ότι η ανθρωπίνη φύσις ήτο κατάδικος. Όταν λοιπόν ο Υιός την ανεβάζει έως τον Πατέρα, την ανθρωπίνη φύση, τότε δικαιώνει ο Πατήρ τους ανθρώπους, βλέποντας την ανθρωπίνη φύση του Υιού Του, τον οποίον αγαπά. Το καταλάβαμε;

     Τώρα αυτή η ανθρωπίνη φύσις του Χριστού, πούθε; Από την Παναγία! Συνεπώς αν η ανθρωπίνη φύσις του Χριστού είναι μεσιτεία, το λέμε αυτό, μεσιτεύει ο Υιός στον ουρανό για μας, τι μεσιτεύει με λόγια; Λεκτικώς; Δεν είναι αυτό. Αυτό δε θα’ χε πάρα πολύ σημασία. Σημασία έχει αυτή αύτη η ανθρωπίνη φύσις του Υιού. Εάν λοιπόν η ανθρωπίνη φύσις του Υιού είναι πρεσβευτική, όχι λεκτικά-το είπα τρεις φορές-αλλά η παρουσία της ανθρωπίνης φύσεως, την οποία παίρνει από την  Θεοτόκον, έτσι και η ανθρωπίνη φύσις της Παναγίας μας, που πιστεύει η εκκλησία, δέχεται την μετάστασή της, είναι πρεσβεία οντολογική. Δεν είναι λεκτική. Μπορεί να υπάρχει στην Παναγία μας και υπάρχει, έχομε πολλές μαρτυρίες, και η λεκτική πρεσβεία, αλλά είναι κυριότατα αυτή η ανθρωπίνη φύσις, που θεώθηκε από τον παρόντα κόσμον και είναι η φύση που έδωσε εις τον Θεόν Λόγον και έγινε άνθρωπος. Γι’ αυτό λέμε λοιπόν, εάν ο Υιός σώζει, και η Παναγία σώζει! Και ασφαλέστατα θα λέγαμε η ευαισθησία, η θεολογική ευαισθησία της Ορθοδόξου Εκκλησίας λέγει «Υπεραγία Θεοτόκε σώσον ημάς!». Είναι σπουδαία πράγματα, παρακαλώ, αυτά.

     Αυτά που σας είπα, τα λίγα, εξ αφορμής της απορίας, θα έλεγα, ας είναι μια μικρή συμβολή, ένα λουλουδάκι του αγρού, στην εορτή του Ευαγγελισμού, προς τιμήν της Υπεραγίας Θεοτόκου.


OMIΛΙΑ ΕΙΣ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΓΙΑΝ ΘΕΟΤΌΚΟΝ. ΔΕΥΤΕΡΑ 24-3-1997

Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας " Ὁμιλίες εἰς τὴν Ὑπεραγίαν Θεοτόκον " εδώ ↓.
http://arnion.gr/index.php/p-thanasios-mytilina-os/milies-p-thanasiou/diafora-uemata/omilies-eis-thn-ueotokon
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40q2nQUztSMBV9bwJSxpjwda

Πηγές:
Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.

Μεταφορά της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας σε ηλεκτρονικό κείμενο και επιμέλεια: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος.

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️
https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

__⬇️ Facebook ⬇️__
https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.

01 Φεβρουαρίου 2022

Σχετικά με την Υπαπαντή του Κυρίου.

†.«Καὶ ὅτε ἐπλήσθησαν αἱ ἡμέραι τοῦ καθαρισμοῦ αὐτῶν κατὰ τὸν νόμον Μωϋσέως, ἀνήγαγον αὐτὸν εἰς Ἱεροσόλυμα παραστῆσαι τῷ Κυρίῳ». «Όταν επληρώθησαν –δεύτερη πράξις τώρα- το πρώτο ἐπλήσθησαν  αναφέρεται εις τις οκτώ ημέρες. Τώρα έχομε ένα δεύτερο ἐπλήσθησαν - δηλαδή συνεπληρώθησαν- τι; Οι σαράντα ημέρες του καθαρισμού. Τώρα, αυτός ο καθαρισμός αναφέρεται εις την μητέρα. Όχι εις το παιδί πλέον. Η μητέρα θεωρείται ακάθαρτος έως την τεσσαρακοστήν ημέραν, εφόσον το παιδί που θα γεννούσε θα ήτο αγόρι. Εάν ήτο κορίτσι, ο καθαρισμός της επληρούτο την ογδοηκοστήν ημέραν. Δηλαδή σε ογδόντα ημέρες. Διπλάσια απ’ ό,τι εις το αγόρι. Στις ογδόντα μέρες έπαιρνε η γυναίκα τον καθαρισμό της.

     Εδώ μας κάνει πάλι εντύπωση αυτό το σημείο, τι έννοια θα είχε αυτός ο καθαρισμός. Αγαπητοί μου, νομίζω σας απασχολεί πολύ, ιδίως τις γυναίκες, όχι λιγότερο και τους άντρες. Έχουν πολλά ειπωθεί γύρω από το θέμα αυτό. Το γιατί τελικά ο Θεός έχει προτείνει τα πράγματα έτσι εις τον παλαιόν νόμον, που μερικά έχουνε ήδη εισαχθεί και εις την Καινή Διαθήκη –γιατί και σήμερα οι γυναίκες παίρνουν σαραντισμόν- ακριβώς δεν μπορούμε να απαντήσουμε. Εντούτοις, αφήνει πολλά σημεία ο λόγος του Θεού να κατανοήσουμε και η πατερική σοφία έρχεται να βοηθήσει εις το σημείο αυτό, άλλος μεν με τούτη τη γνώμη, άλλος με εκείνη, να σχηματίσουμε μία περίπου εικόνα. Είπα «περίπου». Είπα περίπου. Σας βεβαιώνω, έχω απορία αν θα έπρεπε το θέμα να το δούμε από πάσης πλευράς- δεν ξέραμε τι θα απαντήσουμε.

    Το Λευιτικόν- βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης- ένα από τα πέντε πρώτα βιβλία της Πεντατεύχου δηλαδή, από του ενδεκάτου  έως του δεκάτου έκτου κεφαλαίου του, μας δίνει αυτήν την εικόνα της εννοίας του «καθαρού» και του «ακαθάρτου». Βέβαια, αυτή η εικόνα είναι ευρεία. Αναφέρεται σε πολλά πράγματα. Στις τροφές, στα αντικείμενα, στον άνθρωπο. Τροφές, αντικείμενα, άνθρωπος. Αν θα ‘πρεπε να δούμε αν όντως όλα αυτά τα οποία αναφέρει το βιβλίον αυτό, το Λευιτικόν, είναι βρώμικα, βέβηλα - «ακάθαρτο» θα πει βέβηλο- αν όντως είναι βέβηλα, τότε θα βλέπαμε ότι προσκρούουμε σε άλλα σημεία της Αγίας Γραφής, και της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, ότι δεν υπάρχει στην πραγματικότητα, απ΄ό,τι ο Θεός έχει κάνει, τίποτα το βέβηλον. Στην Καινή Διαθήκη, επί παραδείγματι, θα μας πει ο Απόστολος Παύλος ότι «πᾶν κτίσμα Θεοῦ καλόν, καὶ οὐδὲν ἀπόβλητον». «Κάθε κτίσμα του Θεού είναι καλό και δεν είναι κανένα απόβλητο». Συνεπώς το «βέβηλον» δεν είναι οντολογικόν. Φερειπείν, το αίμα της γυναικός, το μηναίον, η έμμηνος ρύσις, δεν είναι βρώμικο, οντολογικό, δεν είναι κάτι που θα λέγαμε «Μην πας στην εκκλησία γιατί είσαι ακάθαρτη». Δηλαδή τι είναι το ακάθαρτον; Υπάρχει οντολογική ακαθαρσία, πραγματική δηλαδή; Δηλαδή εκείνο το αίμα υπέστη μίαν αλλοίωσιν τέτοια, που επιτέλους επιτέλους είναι έτσι ακάθαρτο που να απαγορεύεται; Η ύλη υφίσταται ακαθαρσία οντολογική που στον Θεό δημιουργεί δυσάρεστο αίσθημα; Όχι, αγαπητοί μου. Όχι! Θα το πω άλλη μία φορά: Όχι!

     Ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης απορεί γιατί οι γυναίκες είναι ακάθαρτες κάθε μήνα. Λέγει ίσως –βάζει ένα ίσως- ίσως, είναι στο Πηδάλιο σελίδα 22,  ίσως δια την σκληροτραχηλίαν - σκληρότητα- των αντρών, που δεν μπορούσαν να καταλάβουν τι σημαίνει εγκράτεια, δια να προστατεύσει ο Θεός τη γυναίκα, καθιστά τον άντρα ακάθαρτον, αφού κατέστησε τη γυναίκα ακάθαρτον νομικώς και ότι θα έπρεπε να τύχουν καθαρισμού κτλ. από νομικής πλευράς». Δηλαδή ένα είδος πες, αναρίσματος, δια την ακράτεια που θα υπήρχε μέσα εις τον γάμον. Αυτό λέγει ο άγιος Νικόδημος. Και βάζει ένα ίσως. Διότι δεν δικαιολογείται οντολογικώς να είναι κάτι ακάθαρτο στα μάτια του Θεού.

     Ακόμη, στο πρώτο βιβλίο της Γενέσεως, τρίτο κεφάλαιο , στίχος 31, διαβάζουμε: «Τὰ πάντα, ὅσα  ὁ Θεὸς ἐποίησε, καὶ ἰδοὺ καλὰ λίαν»· ότι ο Θεός έκανε όλα είναι καλά, πολύ καλά μάλιστα. Και εις την Καινήν Διαθήκην πάλι ξαναγυρίζω: «Πάντα δια τοῦ λόγου ἐγένετο, καί χωρίς αὐτοῦ –του Λόγου, του δευτέρου προσώπου της Αγίας Τριάδος-  οὐδέ ἕν γέγονεν, ὃ γέγονεν». «Από ό,τι έχει γίνει, δεν έχει γίνει τίποτε που να μην το ΄κανε ο Θεός».

    Ώστε λοιπόν η έννοια του καθαρού και του ακαθάρτου δεν ευρίσκεται εις την φύσιν των όντων, αλλά ευρίσκεται εις τον καθορισμόν που πάντοτε ο Θεός ανά πάσα στιγμή θέτει. Το αντελήφθητε; Όχι εις την φύσιν των όντων, αλλά εις τον καθορισμόν που ο Θεός ανά πάσα στιγμή θέτει. Εάν δηλαδή ο Θεός πει ότι «το τραπέζι αυτό είναι ακάθαρτο», είναι ακάθαρτο γιατί ο Θεός το καθορίζει να είναι ακάθαρτο· διότι ύστερα από λίγο θα πει ο Θεός: «Το τραπέζι αυτό είναι καθαρό». Η ύλη του- εδώ με ενδιαφέρει, για την ύλη του- ούτε την πρώτη φορά ήτο ακάθαρτος, ούτε τη δευτέρα φορά καθαρίστηκε. Όχι. Παρέμεινε η ιδία. Αλλά καθορίζεται καθαρόν ή ακάθαρτον από το πώς θα το καθορίσει ο Θεός.

    Από τη Σοφία Σειράχ έχομε το εξής σημείον. Είναι από το 18ον κεφάλαιον, ότι «ὁ Ζῶν εἰς τόν αἰῶνα ἔκτισε τά πάντα κοινῇ». «Ο Θεός που ζει εις τον αιώνα, αιωνίως, έκτισε απολύτως όλα ο Ίδιος μόνος Του». Είναι, λοιπόν, ο Θεός δημιουργός των πάντων. Παρακάτω: «Αὐτὸς γὰρ βασιλεὺς πάντων ἐν κράτει αὐτοῦ, διαστέλλων ἐν αὐτοῖς ἅγια ἀπὸ βεβήλων». «Ο Θεός» λέει «είναι Εκείνος ο Οποίος διαστέλλει, ξεχωρίζει, τα άγια από τα βέβηλα, τα καθαρά από τα ακάθαρτα». Ώστε καθαρά βλέπομε εδώ ότι δεν υπάρχει ακάθαρτο τίποτε. Οντολογικώς. Κάνομε, επί παραδείγματι, τα εγκαίνια εις τον Ναό. Εδώ πέρα τώρα δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι το ακάθαρτο. Δεν μπορούμε. Βλέπουμε να μπαίνει ένα σκυλί μέσα. Το θεωρούμε αμαρτία. «Μπήκε σκυλί!». Και τρέχουμε να το κυνηγήσουμε. Το σκυλί είναι ακάθαρτον. Όχι! Δεν είναι κτίσμα του Θεού; Βεβαίως. Γιατί; Διότι καθορίζεται ότι ο τόπος αυτός δεν πρέπει να δεχτεί σκυλιά. Καθορίζεται από τον Θεόν. Ώστε δεν υπάρχει το ακάθαρτον οντολογικά. Είναι κατά καθορισμόν αυτού τούτου του Θεού. Έχει αξία αυτό; Βεβαίως! Προσέξτε παρακάτω να δείτε. Διατί ο Θεός το θέτει έτσι.

    Όπως θα γνωρίζετε, το καθαρόν και το ακάθαρτον μέσα στην Παλαιά Διαθήκη, είναι θα λέγαμε, ένα Άλφα και Ωμέγα. Τόσο μάλιστα που οι Εβραίοι, όταν πήγαιναν στην αγορά και γύριζαν σπίτι τους, δεν έτρωγαν ψωμί, εάν δεν έπλεναν τα χέρια τους καλά καλά. Πλέναν πιάτα, πλέναν κρεβάτια, τα πάντα πλέναν, όχι πλένοντας, όπως, θα λέγαμε, γιατί το πιάτο φάγαμε και είναι βρώμικο ή γιατί το κρεβάτι θέλει ξεσκόνισμα ή πλύσιμο, όχι καθαρισμός νομικός. Ο Χριστός αυτήν την υπερβολή τούς την κατακρίνει γιατί θέλει να δώσει μίαν άλλην εικόνα των πραγμάτων. Δηλαδή τι ακριβώς; Θέλει να βοηθήσει τους ανθρώπους του παλαιού νόμου να αντιληφθούν ότι μέσα από τον καθαρισμόν αυτόν υπάρχει κάτι άλλο.

    Στην Παλαιά, λοιπόν, Διαθήκη επικρατούν τρία σημεία ακάθαρτα. Εκτός από τα ζώα ως προς το φαγητό. Όσον αφορά εις τον άνθρωπον. Ποία είναι αυτά; Το πρώτον είναι η γέννησις. Η γυναίκα θεωρείται ακάθαρτη όταν γεννήσει παιδί. Οι καημένες οι γυναίκες διαμαρτύρονται και λένε: «Είμαι ακάθαρτη; Γιατί;», ρωτάνε. Είναι κάτι που το αισθάνονται πολύ άσχημα. Γιατί είναι ακάθαρτο. Μετά, θεωρείται ακάθαρτη η ασθένεια, από νομικής πλευράς, και μάλιστα το αποκορύφωμά της, η λέπρα. Θυμηθείτε όταν οι δέκα λεπροί συναντούν τον Χριστόν. Υπήρχαν ορισμένοι τόποι στους οποίους σύχναζαν οι λεπροί. Και οι τόποι αυτοί ήταν εις το ύπαιθρον. Ποτέ μέσα στις πόλεις. Εθεωρούντο νομικώς ακάθαρτοι.

    Και τρίτον, ο θάνατος. Εάν πέθαινε κάποιος άνθρωπος, εκεί εις το σπίτι μέσα, εθεωρείτο το σπίτι ακάθαρτον και ο νεκρός ακάθαρτος. Εκείνοι που τον επεριποιούνταν να τον πλύνουν, να τον καθαρίσουν, να τον θάψουν, έπρεπε μετά ταύτα να υποστούν νομικόν καθαρισμόν. Ήταν ακάθαρτοι, αν πέθαινε το πρωί ο άνθρωπος, μέχρι το βράδυ ακάθαρτοι. Ο «ναζιραίος», ο αφιερωμένος στον Θεό, δεν έπρεπε να δει ούτε νεκρόν. Όχι να αγγίξει, ούτε να δει. Εάν του ‘λεγαν: «Πέθανε ο πατέρας σου», δεν έπρεπε να πάει να δει τον πατέρα του νεκρόν· διότι, ως αφιερωμένος στον Θεό, δεν χωρούσε τίποτε το ακάθαρτον μέσα σε μια αφιέρωση. Θυμηθείτε όταν οι Εβραίοι, δεν ήθελαν να μπουν παραμονή του Πάσχα εις το Πραιτώριον· «ἵνα μή μιανθῶσιν», όπως λέει ο ευαγγελιστής, Ιωάννης μου φαίνεται. Για να μη μιανθούν, βεβηλωθούν, για να μπορέσουν να φαν το Πάσχα. Αλλιώς δεν μπορούσανε να φάνε το Πάσχα. Εθεωρούντο ακάθαρτοι. Έπρεπε να υποστούν νομικόν καθαρισμόν. Αλλά δεν έμεναν περιθώρια για νομικόν καθαρισμόν και για να μην μιανθούν και μείνουν χωρίς να φάγουν το Πάσχα, μένουν έξω από το Πραιτώριον. Έξω από το δικαστήριο.

     Ώστε η γέννησις, η αρρώστια και ο θάνατος. Γιατί; Και αυτά αναφέρονται στον άνθρωπον. Ο Χριστός, όπως ξέρετε, όταν κλήθηκε από τον Ιάειρον, δεν είπε κανένα λόγον εις την κόρη του να αναστηθεί, όπως είπε εις τον Λάζαρον. Εις τον Λάζαρον είπε: «Έλα έξω». Δεν τον ήγγισε τον Λάζαρον. Την κόρη του Ιαείρου όμως την ήγγισε. Την έπιασε από το χέρι. Θα μπορούσαν να πουν οι Εβραίοι για μια στιγμή: «Ήτο ακάθαρτος ο Χριστός· γιατί ήγγισε νεκρόν». Αλλά εφόσον ο νεκρός έγινε ζωντανός, πώς θα ‘τανε πια νεκρός, θα ΄ταν ακάθαρτος; Το σημαντικό όμως είναι ότι ο Χριστός πιάνοντας από το χέρι νεκρό άνθρωπο, πτώμα, καταργεί την έννοια του ακαθάρτου. Καταργεί την έννοια του ακαθάρτου!

    Αλλά τι έννοια είχε αυτή; Ιδού, αγαπητοί μου. Η γέννησις του ανθρώπου συνοδεύεται με την επιθυμία. Αλλά η επιθυμία είναι ο πυρήν του προπατορικού αμαρτήματος. Ενθυμείσθε φέτος είχαμε κάνει ανάλυση της εννοίας της επιθυμίας. Συνεπώς, όταν καθορίζεται η γυναίκα με τη γέννηση ότι είναι ακάθαρτος, σημαίνει: πρέπει να έχει μπροστά στα μάτια της και αυτή και οι άλλοι, ότι είναι κάτω από το προπατορικόν αμάρτημα. Δεύτερον. Πρώτη συνέπεια αυτής της καταστάσεως του προπατορικού αμαρτήματος είναι η αρρώστια. Διότι ο Θεός δεν έκανε ούτε τον θάνατον, ούτε την ασθένεια. Συνεπώς πρώτος καρπός του προπατορικού αμαρτήματος είναι η αρρώστια. Την καθορίζει ως ακαθαρσία και λέγει- μάλιστα ακόμη και την ονείρωξιν, και την ονείρωξιν τη θεωρεί ακάθαρτο πράγμα. Μία ημέρα θεωρείται ακάθαρτος. Η γυναίκα που έχει την έμμηνο ροή και στην καρέκλα που θα καθίσει, η καρέκλα θεωρείται ακάθαρτος. Δηλαδή αυτή η έντονος εικόνα μπροστά στον άνθρωπο ότι είναι κάτω από το προπατορικόν αμάρτημα. Και το άλλο το μεγάλο αποτέλεσμα του προπατορικού αμαρτήματος είναι ο θάνατος. Διότι, επειδή ημάρτησαν οι πρωτόπλαστοι, εισήχθη ο θάνατος. Συνεπώς, τονίζεται η ακαθαρσία του νεκρού για να τονιστεί το προπατορικό αμάρτημα.

    Και γιατί τόσο έντονα τονίζεται το προπατορικόν αμάρτημα; Δια να τονιστεί έντονα η ανάγκη του Λυτρωτού. Πότε κάναμε, παρακαλώ, ή μάλλον, πότε βοηθάμε τον άρρωστο να πει: «Θέλω γιατρό» · όταν του παραστήσομε ότι η αρρώστιά του είναι πολύ σοβαρή. Τότε τι λέγει; «Τον γιατρό!». Έτσι κι εδώ. Πότε ο άνθρωπος θα ζητούσε την λύτρωση; Όταν θα καταλάβαινε ότι είναι βαριά άρρωστος. Γι΄αυτό τόσο έντονα προβάλλεται το προπατορικόν αμάρτημα. Να γίνει αισθητή η παρουσία και η ανάγκη του Μεσσίου, του Λυτρωτού. Αλλά θα μου πείτε, αφού έτσι έχουν τα πράγματα, γιατί ο άνθρωπος να μπερδεύεται και θέλει να κολλάει σε μερικά πράγματα;

    Αγαπητοί μου. Είναι μία αρρώστια της διανοίας, και αυτή αποτέλεσμα του προπατορικού αμαρτήματος. Το μυαλό του ανθρώπου κολλάει- περίεργο πράγμα- κολλάει· όπως κολλάει η βελόνα πάνω στην πλάκα του γραμμοφώνου, του πικάπ, και παίζει το ίδιο πράγμα· και δεν θέλει να ξεκολλήσει ο άνθρωπος από αυτό που βλέπει έτσι. Γιατί; Διότι ο άνθρωπος, έπαθε, το κατ΄εικόνα, έπαθε μία φθορά. Μόνος του δε, δεν θέλει να απαλλαγεί από τη φθορά αυτή. Και μέσα σε αυτή τη φθορά, κινείται και έτσι δεν μπορεί να συλλάβει την εικόνα των πραγμάτων καθαρή. Καθαρή.  Και εδώ θα είχε αξία η περίπτωση του σπηλαίου του Πλάτωνος, που έχει φαίνεται κάποια παράδοση και ότι ο Πλάτων δεν είπε το παράδειγμα αυτό τυχαία, ότι οι άνθρωποι πάντα θέλουν να βλέπουν τη σκιά των όντων, χωρίς να μπορούν να ίδουν την εικόνα των όντων, όπως έχει. Αυτό εις τον πνευματικό τομέα και στον θρησκευτικό τομέα είναι σε πολύ μεγάλο βαθμό. Είναι δυστύχημα.

     Ευθύς παρακάτω, ευθύς παρακάτω, θα δούμε μία μορφή, τον Συμεών, τον γέροντα, ο οποίος είχε καθαρή αντίληψη των πραγμάτων και τίθεται το ερώτημα: «Γιατί;». Αλλά θα το δούμε στη συνέχεια του πράγματος.

   Πάντως, να τελειώσουμε από το χωρίον αυτό, η Θεοτόκος δεν υπέκειτο εις την ανάγκη τέτοιου καθαρισμού, διότι δεν συνέλαβε κατόπιν επιθυμίας, δεν υπήρξε σύλληψις κατά φύσιν, ώστε να υπεισέλθει το προπατορικόν αμάρτημα. Ήτο λοιπόν η Θεοτόκος καθαρή. Η ιδία δε, ως φέρουσα το προπατορικόν αμάρτημα, το έφερε η Παναγία, εκαθαρίσθη με την έλευσιν του Αγίου Πνεύματος. Όταν δηλαδή, είπε ο άγγελος «Καί πνεῦμα ἅγιον ἐπισκιάσει σοι», «θα σε επισκιάσει», εκεί γίνεται και η κάθαρσις της Θεοτόκου ώστε και η ιδία καθαρή και ο τόκος της καθαρός. Συνεπώς δεν αναφερόμεθα πια εις την Θεοτόκον. Αλλά και αυτό γίνεται για να μην σκανδαλιστούν οι γύρω. Και η Παναγία πληροί τον νόμον· αν και δεν είχε ανάγκη. Πληροί τον νόμον· όμως, εις τον στίχον αυτόν, έχομε πάλι δύο σημεία. Όπως στο προηγούμενο, στην περιτομή και το όνομα, και για τον Χριστόν η περιτομή ήτο περιττή, το όνομα έπρεπε να μπει, εδώ έχομεν τον καθαρισμόν και την παράστασιν. Ο καθαρισμός περιττός, η Θεοτόκος δεν είναι ακάθαρτος. Έχομεν την παράστασιν. Τίνος; Του Ιησού εις τον ναόν. Έφερε η Θεοτόκος τον Ιησούν εις τον ναόν, για να Τον παραστήσουν, λέγει, εις τον ναόν. Να τον παραστήσουν. Τι σημαίνει αυτό; «Παραστῆσαι τῷ Κυρίῳ». «Ἀνήγαγον αὐτόν εἰς Ἱεροσόλυμα, παραστῆσαι τῷ Κυρίῳ». «Να παρουσιάσουν». Αυτό το «να παρουσιάσουν», αναφέρεται εις την Παλαιά Διαθήκη ως εξής: Για να μην ξεχάσουν οι Εβραίοι, ως άνθρωποι επιλήσμονες την ευεργεσία που τους έκανε ο Θεός, να τους βγάλει από την Αίγυπτο κατά τόσον καταπληκτικόν τρόπον, με τις δέκα πληγές του Φαραώ κ.λ.π. τους είπε εις ανάμνηση της τελευταίας πληγής, εις την οποίαν, έπεσαν μεν οι Αιγύπτιοι, απηλλάγησαν όμως οι Εβραίοι, ότι, θα το διαβάσω καλύτερα· είναι από το «Ἔξοδος»: «Ἁγίασόν μοί πᾶν πρωτότοκον, πρωτογενές, πᾶσαν μήτραν διανοῖγον ἐν τοῖς υἱοῖς Ἰσραήλ». Δηλαδή, «κάθε πρωτότοκο παιδί θα έρχεσαι να μου το αφιερώνεις. Θα το πάρεις πίσω σπίτι σου, αφού θα μου δώσεις αντάλλαγμα», λέει ο Θεός. Μία θυσία. Ένα πρόβατο, αν ήσουν πλούσιος· εάν δεν ήσουν, ένα ζευγάρι περιστέρια, ένα ζευγάρι τρυγόνια. Αυτό, αν θα σε ρωτήσει, λέει, το παιδί σου τι είναι, θα πεις: «Επειδή ο Κύριος μάς απήλλαξε από τους Αιγυπτίους και τα πρωτότοκά μας δεν πέθαναν, του τα αφιερώνουμε». Δηλαδή είναι μία τελετή αναμνήσεως του θαύματος. Αναμνήσεως του ευχαριστώ, της ευγνωμοσύνης. Έχομε λοιπόν μία παράσταση. Αλλά αυτή η παράστασις ταυτοχρόνως είναι και μία προσφορά· διότι προσφέρει ο πατέρας το πρωτότοκο παιδί του, το αγόρι του. Το προσφέρει.

    Αλλά, γιατί εδώ προσάγεται ο Ιησούς; Προσφέρεται ως δώρο· διότι για να το πάρεις πίσω, πρέπει να προσφέρεις την αξία του δώρου. Γι'αυτό έδιναν εκείνο το οποίο έδιναν. Για τη θυσία του δώρου. Μάλιστα, από τα δύο πουλιά, τα δύο τρυγόνια ας πούμε, τα δύο περιστέρια, το ένα το έσφαζε ο ιερεύς για τον καθαρισμό της γυναικός, της μητέρας του. Και το άλλο το άφηνε ελεύθερο να φύγει ως δώρον δια το παιδί. Έχομε λοιπόν το στοιχείο της προσφοράς. Ο Χριστός δυο φορές προσεφέρθη εις τον Πατέρα. Δύο φορές.  Άνθρωπος. Η μία είναι εις τον ναόν και η άλλη είναι εις τον Γολγοθά. Αυτό, αυτή η διπλή προσφορά του Χριστού επαναλαμβάνεται μέσα εις την Θείαν Λειτουργίαν. Όταν με το πρόσφορό μας, που χαράξαμε τον Αμνόν, υψώνομε, προσάγομε, προσκομιδή- προσαγωγή, προσκομιδή, προσφορά· είδατε; Σηκώνομε την προσφορά· είναι δώρον προς τον Πατέρα, δηλαδή ο Ιησούς είναι δώρο στον Πατέρα. Δεν προσφέρομε το ψωμί εις τον Πατέρα, αλλά ο Ιησούς αντιπροσωπεύεται από τον Άρτον και προσφέρεται ο Ιησούς ως δώρο για τον Πατέρα. Γι΄αυτό εις την προσκομιδή βάζουν άλλοι μεν την εικόνα της κενώσεως, της ταπεινώσεως, άλλοι δε της Γεννήσεως. Και οι δύο είναι σωστές. Η Γέννησις ως προσφορά· θα μου πείτε γιατί δεν βάζουμε την Υπαπαντή; Διότι και η Γέννησις είναι προσφορά στον Πατέρα. Αλλά και η κένωσις το ίδιο, γιατί εκεί όταν χαράζουμε πάνω εις τον Αμνόν, κάνομε προκαταρκτικά του Πάθους. «Θύεται ὁ Ἀμνός τοῦ Θεοῦ, ὁ αἴρων τήν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου· ὅτι αἴρεται  ἡ ζωή Αὐτοῦ ἀπό τῆς γῆς» κ.τ.λ. Είναι λοιπόν προκαταρκτικά της θυσίας. Και γίνεται την ώρα που προσφέρεται το δώρον. Όταν λέμε: «Τά Σά ἐκ τῶν Σῶν Σοί προσφέρομεν», προσφέρομεν δώρον. Κατόπιν, θα προσφερθεί ο Χριστός ως θυσία εις τον Πατέρα. Όταν θα πει ο ιερεύς: «Καί ποίησον, τόν μέν Ἄρτον τοῦτον, Τίμιον Σῶμα τοῦ Χριστοῦ Σου», εκεί έχομε ταυτοχρόνως μεταβολή της θείας προσφοράς. Ταυτοχρόνως. Ενθυμείσθε τα λέγαμε πρόπερσι αυτά. Ώστε έχομε δύο προσφορές. Τη μία ως δώρον και την άλλη ως θυσία. Η μία στην προσκομιδή και η άλλη μέσα στη Θεία Λειτουργία. Αυτό επαναλαμβάνεται στη Θεία Λειτουργία όπως σας είπα και είναι ακριβώς όπως ο Χριστός προσεφέρθη προς τον Πατέρα.

    23 στίχος: «Καθὼς γέγραπται ἐν νόμῳ Κυρίου ὅτι πᾶν ἄρσεν διανοῖγον μήτραν ἅγιον τῷ Κυρίῳ κληθήσεται». Εδώ δικαιολογεί αυτό που προηγουμένως σας είπα ως προς την Παλαιά Διαθήκη. 24: «καὶ τοῦ δοῦναι θυσίαν κατὰ τὸ εἰρημένον ἐν νόμῳ Κυρίου, ζεῦγος τρυγόνων ἢ δύο νεοσσοὺς περιστερῶν». Και αυτό το αναλύσαμε. «Και θα δώσουν θυσία». Εάν λοιπόν εδώ αναφέρονται τα περιστέρια και τα τρυγόνια, πρέπει η προσφορά του Χριστού να ήτανε η προσφορά των πτωχών. Η προσφορά των πτωχών… Επτώχευσε δι’ ημάς ο Χριστός.

     Και τώρα μπαίνουμε σε μία νέα σκηνή. Θα το ξέρετε πάντοτε, ο Ευαγγελιστής Λουκάς, όταν θέλει να εισαγάγει μια νέα σκηνή, συχνά χρησιμοποιεί το «Ιδού». Θέλει να ελκύσει την προσοχή. Και λέει ο στίχος 25: «Καὶ ἰδοὺ ἦν ἄνθρωπος ἐν Ἱεροσολύμοις ᾧ ὄνομα Συμεών, καὶ ὁ ἄνθρωπος οὗτος, δίκαιος καὶ εὐλαβής, προσδεχόμενος παράκλησιν τοῦ Ἰσραήλ, καὶ Πνεῦμα ἦν Ἅγιον ἐπ᾿ αὐτόν». «Ήταν», λέγει, «κάποιος άνθρωπος εις τα Ιεροσόλυμα». Ο άνθρωπος αυτός δεν ήτο ιερεύς. Προσέξτε, υπογραμμίζω: Δεν ήτο ιερεύς. Υπάρχει ίσως η ευρεία αντίληψις ότι ο Συμεών ήτο ιερεύς. Όχι. Αν ήτο ιερεύς, θα μας το έλεγε ο Ευαγγελιστής Λουκάς αυτό. Δεν ευρίσκετο εις το ιερόν. Πρέπει να σας πω ακόμη ότι το όλο κτίσμα διαιρείτο σε δύο γενικά μέρη· εις το ιερόν και εις τον ναόν. Όταν λέγει ιερόν εννοεί τις αυλές και όλες τις οικοδομές που ευρίσκοντο εις τας αυλάς. Είχε πολλές αυλές ο ναός του Σολομώντος. Πολλές αυλές. Αν έχετε δει αναπαράσταση του ναού, θα το έχετε αντιληφθεί αυτό. Συνεπώς, ιερόν λέγεται όλα τα εξωτερικά κτίσματα, τα εκτός του κυρίως ναού, και οι αυλές· και ναός λέγεται το κύριον κτίσμα, μέσα εις το οποίον εγίνετο η λατρεία. Ο ναός τώρα είχε ιδιαίτερα χωρίσματα, δεν μένω εκεί· όταν λέγει εδώ ότι ήρθε εις το ιερόν ο άνθρωπος αυτός, ήρθε εις την αυλήν, έξω από τον ναό. Απηγορεύετο δε να μπει εθνικός και εις το ιερόν, δηλαδή και εις την αυλήν, όχι μόνο εις τον ναόν.

   Και ο άνθρωπος αυτός έρχεται, το όνομά του Συμεών, όπως είδαμε, κάτω από το Πνεύμα το Άγιον. Από την έμπνευση του Αγίου Πνεύματος. Να μια προώθησις. Το Πνεύμα το Άγιον τού λέγει: «Πήγαινε εις τον ναόν· πήγαινε εις τον ναόν». Όπως ακριβώς συνέβη με τον Φίλιππον τον διάκονον, όταν το Πνεύμα το Άγιον του λέγει: «Σήκω, πήγαινε ‘’κατά μεσημβρίαν’’ - δηλαδή προς νότον- στον δρόμο που πάει προς την Γάζα». Πάλι το Πνεύμα το Άγιον τού λέει, όταν περνούσε το αμάξι του Αιθίοπος- πώς το λέγει; Δεν μπορώ να σας πω, δεν ξέρω, δεν ξέρω πώς… Ωθεί, εμπνέει: «Κάνε αυτό». «Προσκολλήθητι», λέει, «τῷ ἅρματι». «Κόλλησε, άρπαξε, γαντζώσου από το άρμα».

     Βλέπετε λοιπόν ότι κάτω από την επίδραση και έμπνευση και ώθηση του Αγίου Πνεύματος, ο Συμεών αφήνει το σπίτι του, θα ‘λεγε κανείς, κάπως ξαφνικά, φυσικά πήγαν ο Ιωσήφ και η Θεοτόκος με το βρέφος Ιησούν, δεν θα ‘ταν πολλή ώρα, θα ‘καναν το έργο τους και θα έφευγαν, πολύ λίγη ώρα, ελαχίστη. Συνεπώς ξαφνικά πρέπει να φεύγει ο άνθρωπος από το σπίτι του, να πηγαίνει κατευθείαν για τον ναό.

     Έχει πολύ σημασία αυτό. Αλλά, σε λίγο, θα εμφανιστεί μία γυναίκα. Είναι η Άννα η προφήτις. Τόσο ο Συμεών- που θα το αναλύσουμε ιδιαιτέρως αυτό- όσο και η Άννα η προφήτις, ομολογούν θαυμαστά πράγματα. Λέγει ο  Συμεών μόλις είδε το βρέφος: «Νῦν ἀπολύεις τὸν δοῦλόν σου, δέσποτα, κατὰ τὸ ῥῆμά σου ἐν εἰρήνῃ». «Τώρα να πεθάνω. Όπως είμαι. Είδαν τα μάτια μου το σωτήριόν σου». Η Άννα να βεβαιώνει και να λέγει ότι «Αυτός είναι σπουδαίος· είναι ο Μεσσίας». Και λέγει εις την Θεοτόκον ότι «οὗτος κεῖται εἰς πτῶσιν καὶ ἀνάστασιν πολλῶν ἐν τῷ Ἰσραὴλ». Γιατί; Διότι εδώ, αγαπητοί μου, εις μίαν πράξιν ασημότητος, έρχεται μία πράξις επισημότητος, για να μας βγάλει από έναν ενδεχόμενον σκανδαλισμόν. Ενθυμείσθε στην Γέννησιν; Σε ένα στάβλο, σε ένα παχνί, ανακλίνεται ο Υιός του Θεού· που έγινε άνθρωπος. Κι όμως. Ενώ κανείς δεν παίρνει είδηση ότι κάποιο παιδάκι γεννήθηκε εκείνη τη νύχτα, όλος ο ουράνιος κόσμος, όλοι οι άγγελοι, υμνούν και δοξολογούν τον Θεόν. Μέσα εις την ασημότητα και την ταπείνωση, έρχεται μία πράξις επισημότητος, δια να υπογραμμίσει ότι εδώ κρύπτεται μυστήριον καταπληκτικόν. Τώρα, εις την πράξιν αυτήν της ασημότητος, ότι μια γυναίκα, από ‘κείνες τις χιλιάδες γυναίκες που ποτέ πέρασαν από τον ναόν, έρχεται σε μία πράξη τόσο συνηθισμένη, όπως και παρ’ ημίν, που οι γυναίκες πάνε να πάρουν σαραντισμόν· κάποιο απόγευμα θα πάνε στον Εσπερινό να πάρουν τον σαραντισμό. Ποιος θα ανοίξει; Ποιος είναι στον ναό; Είναι κανείς; Ασημότης λοιπόν. Μέσα σ’ αυτήν την ασημότητα έρχεται μία επιβεβαίωσις προφητική, ότι αυτό το νήπιον είναι ο Μεσσίας του κόσμου.

      Αλλά ο άνθρωπος αυτός ήτο δίκαιος· ήτο και ευλαβής. Ανήκε εις το λήμμα του λαού του Θεού. Εις το λήμμα. Εις το κατάλοιπον· διότι οι Εβραίοι δεν είχαν πλέον ακριβή αντίληψη περί του Μεσσίου. Κάτω από τις αναθυμιάσεις των ιδίων των επιθυμιών έχασαν την εικόνα του αληθούς Μεσσίου. Είναι εκείνο που προηγουμένως σας είπα: Γιατί  χάνομε την εικόνα την αληθινή των πραγμάτων; Διότι μπαίνει το στοιχείο επιθυμία. Παντού εισχωρεί το προπατορικόν αμάρτημα. Δεν αφήνει τον άνθρωπο να αντιληφθεί τα πράγματα στην αλήθειά τους, στη γυμνή τους αλήθεια. Όταν όμως ο άνθρωπος θα θέσει τον εαυτόν του κάτω από την υπακοή του Θεού και την πίστη του Θεού, τότε καθαρίζεται το εσωτερικό του, βλέπει όσο δυνατόν να δει.

     Αυτός λοιπόν ο άνθρωπος, καθορίζεται, ήτο δίκαιος και ευλαβής. Συνεπώς είχε προϋποθέσεις καθαρότητος. Θα πει –δεν θα το πούμε σήμερα- ότι ο Μεσσίας είναι «φῶς εἰς ἀποκάλυψιν ἐθνῶν». Μεγάλης σημασίας αυτό. Δεν είναι εις αποκάλυψιν Ισραήλ, αλλά είναι εις δόξαν του Ισραήλ. «Εἰς ἀποκάλυψιν ἐθνῶν». Ξέρετε τι σήμαινε αυτό; Ότι αυτό που είπε ο Συμεών ήταν πέρα για πέρα αντισοβινιστικόν. Οι Εβραίοι λέγανε: «Ο Μεσσίας είναι δικός μας. Δεν ανήκει σε κανέναν άλλον!».  Ο Συμεών λέγει: «Ο Μεσσίας είναι μεσσίας των εθνών, όλου του κόσμου». Αυτό είναι όμως μια αλήθεια που βγαίνει από μια καθαρότητα. Κανείς δεν θα μπορούσε να το πει αυτό. Κι όμως το λέγει ο Συμεών. Γιατί; Κάτω από το Πνεύμα το Άγιον εμπνευσμένος, επειδή ήτο δίκαιος και ευλαβής.

    Ο Συμεών, αγαπητοί μου, ανήκε εις την τάξιν εκείνων των ανθρώπων που έμεναν πιστοί εις το θέλημα του Θεού. Ήταν η οικογένεια του Ζαχαρίου και της Ελισάβετ, ήτο η οικογένεια της Θεοτόκου, ήτο η οικογένεια της Άννας της Προφήτιδος, ήτο η οικογένεια του Συμεών – αυτούς τουλάχιστον που αναφέρει η Αγία Γραφή-· ήταν λίγοι αυτοί που είχαν καθαρή εικόνα περί του Μεσσίου. Εκείνοι που μπορούσαν να μελετούν την Αγίαν Γραφήν και να βλέπουν ορθά τα πράγματα.

     Αλλά – επιτρέψατέ μου μια μικρή παρένθεση και θα τελειώσουμε- εδώ λέγει ότι «προσεδέχετο παράκλησιν τοῦ Ἰσραήλ», έτσι λέγει το ιερόν κείμενον, ότι «προσδεχόμενος παράκλησιν τοῦ Ἰσραήλ». «Παράκλησις» θα πει παρηγορία· «προσδεχόμενος» θα πει αναμένων· περίμενε παράκληση. Δηλαδή ότι ο Μεσσίας θα ήτο η παράκλησις, θα ήτο η παρηγορία του λαού. Να γιατί ο Χριστός είπε στους μαθητάς Του: «Συμφέρει», λέει, «Εγώ να φύγω. Θα σας στείλω άλλον Παράκλητον, το Πνεύμα της Αληθείας». Όταν λέγει «άλλον Παράκλητον» σημαίνει ότι ομιλεί και  έχει υπόψιν για έναν ομοίως δεύτερον. Ποιος είναι ο άλλος; Το ένα είναι το Πνεύμα το Άγιον και ο άλλος; Είναι ο Ίδιος. Βλέπετε πώς ονομάζει ο Χριστός τον εαυτόν Του; Παράκλητον. Βλέπετε πώς ο Συμεών αποκαλεί τον Μεσσίαν; Παράκλησιν εις τον Ισραήλ. Περίμενε παράκληση· παρηγορίαν. Δηλαδή ο Μεσσίας είναι Παράκλητος· παρηγορία, παρήγορος.Το Πνεύμα το Άγιον λέγεται Παράκλητος. Γιατί; Διότι μένει και μας βοηθά, μας παρηγορεί, μας ενισχύει. Κι ο Χριστός λοιπόν Παράκλητος· και το Πνεύμα το Άγιον Παράκλητος.

     Αλλά εκείνο το «προσδεχόμενος», το οποίο θα είναι και το τελευταίο της αναλύσεώς μας, είναι το εξής. Προσδέχομαι σημαίνει περιμένω. Περιμένω σημαίνει ότι ερευνώ· ερευνώ. Επί παραδείγματι, αν περιμένω κάθε μέρα να δω να δημοσιεύεται μια είδησις που τη θέλω να είναι έτσι, συγκεκριμένη· την περιμένω την είδηση αυτή, αλλά από πού θα τη μάθω; Πρέπει να διαβάζω τις εφημερίδες. Κάθε μέρα λοιπόν παίρνω όλες τις εφημερίδες, κάθομαι και ψάχνω από τα χοντρά μέχρι τα ψιλά γράμματα, να δω αυτό που περιμένω. Γιατί δεν ξέρω πού θα είναι γραμμένο. Στα μεγάλα, τα χονδρικά ή στα ψιλά. Δηλαδή κάνω έρευνα. Ε λοιπόν, ερευνούσε ο Συμεών. Τι ερευνούσε; Την Αγίαν Γραφήν. Ποιες ήταν οι προϋποθέσεις της ερεύνης του; Το ότι ήτανε δίκαιος και ευλαβής. Ποιον είχε βοηθό στην έρευνα; Το Πνεύμα το Άγιον. Και ψάχνει…

    Εμείς ψάχνομε; Ακούστε πώς το λέγει αυτό ο Απόστολος Πέτρος: «περὶ ἧς –της οποίας- σωτηρίας ἐξεζήτησαν καὶ ἐξηρεύνησαν προφῆται». Ἐξεζήτησαν. Ακούτε; Το ρήμα ἐκ- ζητῶ σημαίνει «ζητώ από». Συνεπώς σαν να λέγω:  «Τι έχεις εδώ; Τι έχει εδώ μέσα; Θα το ανοίξω να δω τι έχει εδώ μέσα». Αυτό θα πει «ἐκ- ζητῶ». «Ἐξεζήτησαν» λοιπόν «προφῆται καὶ ἐξηρεύνησαν». «Ἐρευνῶ ἐκ»· είναι έντονο. «Οἱ περί εἰς ἡμᾶς χάριτος προφητεύσαντες ἐρευνῶντες, εἰς τίνα ἤ ποῖον καιρόν ἐδήλουν τό ἐν αὐτοῖς Πνεῦμα Χριστοῦ». Είδατε; «Που θα φανέρωνε», λέει, «το Πνεύμα του Χριστού εις τίνα και εις ποίον καιρόν θα εγίνοντο αυτά». Ώστε λοιπόν ερευνούσε.

    Και τον πληροφορεί το Πνεύμα του Θεού τον Συμεών: «Δεν θα πεθάνεις, έως ότου δεις το σωτήριον του Θεού». «Σωτήριον τοῦ Θεοῦ» είναι ο Σωτήρ, δηλαδή ο Μεσσίας. Δεν θα πεθάνεις. Πόσο ετών να ήτο; Ογδόντα; Ενενήντα; Εκατό; Εκατόν είκοσι; Εκατόν πενήντα; Δεν μας λέει η Αγία Γραφή. Ο λόγος του Θεού δεν μας λέγει. Ένα μας λέγει μόνο. Ότι ερευνούσε ανά πάσα στιγμή πότε θα έρθει ο Μεσσίας. Είχε άραγε υπόψη ο Συμεών τις περίφημες εβδομάδες του Δανιήλ; Οι περίφημες εβδομήντα εβδομάδες του Δανιήλ συμπίπτουν ακριβώς με τη Γέννηση του Χριστού. Εβδομήντα εβδομάδες. 490 χρόνια. 7 x 7 = 49.  490 χρόνια. Είναι ο Δανιήλ ο μόνος που ορίζει επακριβέστατα το έτος Γεννήσεως του Μεσσίου. Τι έκανε λοιπόν ο Συμεών; Έψαχνε.

     Ο άγιος Ιγνάτιος, ο αποστολικός αυτός πατήρ, επίσκοπος Αντιοχείας, ο Θεοφόρος, πηγαίνοντας στη Ρώμη, στέλνει μια επιστολή στον άγιο Πολύκαρπο –που τον γιορτάζουμε σήμερα- κι αυτός αποστολικός πατήρ, επίσκοπος Σμύρνης. Στην επιστολή αυτή που του στέλνει, στον δρόμο τη γράφει την επιστολή, έγραψε κι άλλες επιστολές, στον δρόμο, γράφει το εξής πολύ σπουδαίο: Λέει σαν επίσκοπος που ήτο και υπεύθυνος συνεπώς του λαού του, του λαού της Σμύρνης, στον Πολύκαρπον: «Τούς καιρούς καταμάνθανε». «Μανθάνω κατά». Μαθαίνω συνεπώς πολύ καλά. Αυτό θα πει καταμανθάνω. «Τους καιρούς», λέει, «μελέτα τους και μάθαινέ τους καλά. Τα μάτια σου ανοιχτά. Μελέτα την εποχή. Μελέτα τις εποχές. Μελέτα τους χρόνους». «Τὸν ὑπὲρ καιρὸν προσδόκα»

   «Εκείνον που είναι πέρα από τους καιρούς, περίμενέ τον». Δηλαδή; Τη Δευτέρα του Χριστού παρουσία. Μ’ άλλα λόγια: «Βλέπε, μελέτα τα σημάδια που ο Χριστός έρχεται. Περίμενε Εκείνον που είναι πέρα από τους χρόνους, από πλευράς ουσίας». «Τόν ἄχρονον, τόν ἀόρατον, τόν δι' ἡμᾶς ὁρατόν πού ἔγινε ἄνθρωπος· τόν ἀψηλάφητον, τόν ἀπαθῆ, τόν δι' ἡμᾶς παθητόν, τόν κατά πάντα τρόπον δι' ἡμᾶς ὑπομείναντα». Αλλά όταν λέγει εις τον Πολύκαρπον, τον άγιον Πολύκαρπον ο άγιος Ιγνάτιος: «Τούς καιρούς καταμάνθανε», ποιος θα μπορούσε να βοηθήσει και εμάς να αποκρυπτογραφούμε τους καιρούς; Η αποκρυπτογράφησις του καιρού είναι πάλι έργο του προφήτου. Πρέπει να έχεις Πνεύμα Θεού, δεν δύνασαι να αποκρυπτογραφήσεις.

    Ο Συμεών είναι ο πρώτος που δείχνει τον Χριστόν.  Είναι πιο δύσκολο από του να πεις μια γυναίκα φτωχιά, η Θεοτόκος, με μια μαντήλα στο κεφάλι της, και ένας γέροντας δίπλα της, ο Ιωσήφ, κρατούν ένα μωρό, σαράντα ημερών. Κοινή, κοινοτάτη εικόνα. Θέλω να σας μεταφέρω στον ρεαλισμό των πραγμάτων, για να μπούμε στο πνεύμα. Ανεβαίνουν τα σκαλοπάτια του ναού κι άλλες μανάδες, κι άλλες γυναίκες με τους άντρες τους πάνε στον ναό. Για την ίδια δουλειά. Έρχεται ο άνθρωπος ο Συμεών να πει: «Αυτός είναι ο Μεσσίας. Αυτό το μωρό είναι ο Μεσσίας». Το παίρνει στην αγκαλιά του. Ω εκείνη η αγκαλιά…

   […] Ότι όσο μένει η χείρα ανοιχτή, έχομε το έλεος του Θεού. Όταν κλείσει η χείρα, τότε έχομε την κρίση του Θεού. «Κρίσις και έλεος», όπως λέγει ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, «δεν συνυπάρχουν, δεν συλλειτουργούν, όπως λέγει. Δεν συλλειτουργούν τον αυτόν χρόνον». Γι΄αυτό ο Θεός κατένειμε την κρίσιν και την μακροθυμίαν εις διάφορον χρόνον. Προηγείται το έλεος, ακολουθεί η κρίσις.

   […] χρόνια μετά. Είναι τρομακτικά δύσκολο. Αυτό έκανε τον Ιωάννη  μέγα προφήτη. Όχι μόνο ο τρόπος της ζωής του, όχι μόνο η καθαρότητά του, αλλά και ως μέγιστος των προφητών, διότι έδειξε τον Μεσσία. Πολύ δύσκολο πράγμα. Τι λέγει ο αρχιερεύς, ο Καϊάφας,. Επίσημο πρόσωπο. Προφητεύει και αυτός. Ήτανε προφητεία αυτό που είπε ότι συμφέρει να πεθάνει ένας υπέρ του λαού. Και προφητεύει ως αρχιερεύς. Είχε εκείνο το εφώδ, το επιτραχήλιον θα λέγαμε για μας τους κληρικούς, χωρίς το οποίο δεν προφήτευε ο αρχιερεύς. Ηδύνατο λοιπόν να προφητεύει εάν ήτο τίμιος άνθρωπος και θα μπορούσε στο ερώτημα που έκανε στον Χριστόν: «Σε εξορκίζω, εις το όνομα του Ζωντανού Θεού, πες μας, εσύ είσαι ο Μεσσίας;». Και όταν ο Χριστός του λέγει: «Σύ εἶπας». «Είναι όπως το λες. Εγώ είμαι». Κι όταν λέει «Σε εξορκίζω», σημαίνει μεθ’ όρκου η βεβαίωσις. Μεθ’ όρκου η βεβαίωσις. Ο υποκριτής Καϊάφας ξεσκίζει τα ρούχα του. Γιατί; Είναι το Πνεύμα του Θεού, δεν μπορούσε να μείνει σε έναν τέτοιον άνθρωπο. Θα ηδύνατο να αποκρυπτογραφήσει. Και να πει και ο αρχιερεύς. «Αδερφοί μου στο συνέδριο, ξέρετε Ποιον έχουμε μπροστά μας; Πρέπει, πρέπει να γίνουμε σκόνη και καπνός μπροστά σε Εκείνον που έχουμε μπροστά μας τώρα. Και σπεύδουμε να δικάσουμε;». Αλλά δεν βλέπει ο Καϊάφας. Βλέπει όμως ο Συμεών. Λάθεψε; Οι αιώνες το απέδειξαν. Οι αιώνες το απέδειξαν! Δεν λάθεψε.

     Λοιπόν. Ο προφήτης αποκρυπτογραφεί τους καιρούς. Πότε έρχεται ο Αντίχριστος; Προφήτης θα ‘ρθει να μας πει: «Αυτός είναι ο Αντίχριστος». Προφήτης θα ‘ρθει να μας το πει. Ποιος θα ‘ναι αυτός ο προφήτης; Πρέπει να σας πω ότι το προφητικό χάρισμα υπήρχε, υπάρχει και θα υπάρχει μέσα στην Εκκλησία. Εκείνο το «μετά Χριστόν πας προφήτης κ.τ.λ.» που λένε, είναι ανόητο· για να μην πω και ασεβές. Το προφητικό χάρισμα υπάρχει. Λέγει ο Απόστολος ότι θέλει να προφητεύουν όλοι. Η προφητεία είναι βασικό στοιχείο μέσα στην Εκκλησία. Ο πνευματικός άνθρωπος βλέπει τους καιρούς. Μπορεί να μην έχει ίσως μεγάλη διάκριση, εξαρτάται από τον τρόπο της ζωής του, την πνευματικότητά του κτλ., όταν ερευνά όμως και έχει καθαρή καρδιά απέναντι στον Θεό, βλέπει τα σημάδια.

     Όπως ξέρετε, ο ιστορικός δεν μπορεί να κρίνει την εποχή του· γιατί είναι βυθισμένος μέσα στην εποχή του και πρέπει να περάσει να βγει απέξω. Δεν μπορείς να βγεις στη θάλασσα, αν είσαι μέσα στη θάλασσα. Πρέπει να βγεις από τη θάλασσα, για να δεις τη θάλασσα. Πρέπει να βγεις από την εποχή σου, για να δεις την εποχή σου. Τώρα πώς ο Χριστιανός καλείται να δει την εποχή του, να τη χαρακτηρίσει και να πει: «Τα σημάδια αυτά, α,β,γ,δ, βάσει του λόγου του Θεού: «Ἐνστήσονται καιροί χαλεποί» θα πει ο Απόστολος στον Τιμόθεο: «Θα ‘ρθουν δύσκολοι καιροί που έτσι κι έτσι κι έτσι κι έτσι… Λάβε τα υπόψη σου αυτά», λέει στον Τιμόθεο. Δηλαδή «καταμάνθανε τους χρόνους» που ο πνευματικός άνθρωπος έρχεται να πει: «Αυτό το σημάδι βάσει του λόγου του Θεού είναι σημάδι ότι …αυτό συνέβη. Έρχεται εκείνο ή έρχεται εκείνο». Πείτε το ίδιο πράγμα που το βλέπετε, που το βλέπει ο πνευματικός άνθρωπος, πείτε το σε έναν ασεβή. Σε έναν μη πνευματικό. Δεν βλέπει τίποτα. Δεν καταλαβαίνει τίποτα. Η όρασις αυτή λοιπόν δεν ανήκει παρά μόνον εις τον πιστόν άνθρωπον.

    Όταν ο καθένας μας, αγαπητοί μου, γίνει ένας Συμεών και προσδοκά και προσδέχεται και αναμένει και ερευνά τον λόγον του Θεού. Κατακλυσμός αμαρτίας υπάρχει. Κατακλυσμός ιδεών και αντιλήψεων αντιχριστιανικών υπάρχει. Αφελληνιζόμεθα ημέρα τη ημέρα! Αποχριστιανιζόμεθα ημέρα τη ημέρα! Σαν Έλληνες μιλώ. Και σαν Χριστιανοί Ορθόδοξοι. Συνεχώς χάνομε έδαφος. Συνεχώς ξεφτίζουμε. Και ερωτούμε: Πού πάμε; Μελετάμε, βλέπουμε τους καιρούς; Πού θα φτάσουμε; Πού θα φτάσουμε; Τι θα γίνει; Και βλέποντες, τι μπορούμε να κάνουμε;

    Αγαπητοί μου, μία έκκληση από τον Θεό, να αρχίσουμε να βλέπουμε. Όχι σαν τον Καϊάφα που ήθελε να εθελοτυφλεί. Όχι σαν τον Συμεών, που ήθελε να διακρίνει. Και διακρίνοντες, τουλάχιστον να πούμε την εσχάτη στιγμή: «Κύριε, λυπήσου τον λαό και ξαναφέρε μας πάλι πίσω. Ξεφτίσαμε φοβερά! Και πάμε να χαθούμε. Και σαν Εκκλησία, και σαν πολιτεία. Πάμε να χαθούμε». Οι εχθροί γύρω, έτοιμοι να κατασπαράξουν. Ο εχθρός όμως είναι μέσα. Δεν είναι στα σύνορα. Είναι μέσα. Τον έχομε μέσα μας. Εμείς οι Νεοέλληνες χάσαμε την πίστη μας. Ξεφτίσαμε. Χάσαμε την πίστη μας και στον Θεό και στην πατρίδα. Και στον Θεό και στην πατρίδα. Δεν πιστεύομε πια στην πατρίδα. Δεν πιστεύουμε πια. Ούτε πιστεύουμε εις τον Θεόν πια. Και πρέπει να Τον παρακαλέσουμε τον Θεό να μας ανοίξει τα μάτια, να μας ανοίξει τα μάτια, τουλάχιστον σε λίγους ανθρώπους, να φωνάξουμε, και να σταθούμε μία πέδη, ένα φρενάρισμα εις το φοβερό αυτό κατρακύλισμα. Ας γίνουμε, αγαπητοί μου, νέοι Συμεώνες.


Ομιλίες εις το κατά Λουκάν Ευαγγέλιο, ομιλία 6η, από το 1΄έως το 52.31΄΄.

Από την ερμηνεία του γέροντος στο Κατά Λουκάν Ευαγγέλιο, κεφ.Β΄,εδάφια 22 - 26 [σχετικά με την Υπαπαντή του Κυρίου].

   Ψηφιοποίηση και επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος.