†.Βρισκόμαστε στό 10ο κεφάλαιο ἀπό τό βιβλίο τοῦ «Τωβίτ» πού μᾶς λέγει τήν μεγάλη ἀνησυχία τήν ὁποία εἶχε πέρασει τό ζεῦγος Τωβίτ καί Ἄννα μέ τήν ἀργοπορία, τήν κάποια ἀργοπορία τοῦ γιοῦ τους τοῦ Τωβία, ὁ ὁποῖος φυσικά δέν εἶχε προβλέψει ὅτι θά συνέβαινε αὐτή ἡ κάποια ἀλλαγή τοῦ προγράμματος, ἡ ὁποία ὅπως εἴδαμε ἀπό την ὅλη ἀφήγησι ἦταν μέσα εἰς τό σχέδιο τοῦ Θεοῦ, ἐφ’ ὅσον συνοδόν εἶχε αὐτόν τόν Ἄγγελον τόν Ραφαήλ.
Τότε «εἶπε δέ αὐτῷ ὁ πενθερός˙ μεῖνον παρ’ ἐμοί, κἀγώ ἐξαποστελῶ πρός τόν πατέρα σου καί δηλώσουσιν αὐτῷ τά κατά σέ.» (Τωβ. 10, 8) Μεῖνε κοντά μου, παιδί μου -τοῦτο διότι θά ἤθελε ὁπωσδήποτε νά ἔχη κοντά του καί τήν κόρη του, ἡ ὁποία ἦταν μοναχοπαίδι, μοναχοκόρη- καί ἐγώ θά στείλω εἰς τόν πατέρα σου νά εἰδοποιήσω νά μήν ἀνησυχοῦν ἀπό τήν ἀργοπορία σου αὐτή, καί ὅτι θά μείνης μαζί μου. Καί τότε λέγει ὁ Τωβίας πρός τόν πεθερόν του «ἐξαπόστειλόν με πρός τόν πατέρα μου.» (Τωβ. 10, 9) Δέν θά μπορέσω, θά σέ παρακαλέσω πολύ πρέπει νά πάω στόν πατέρα μου.
Ἔτσι βλέπομε ὁ Τωβίας νά κινῆται ἀνάμεσα σέ δύο συναισθηματικούς πόλους. Ὁ ἕνας πόλος εἶναι ὁ πατέρας του -πού ἤδη εἶχε ἀργήσει καί ἔπρεπε νά εἶχε ἐπιστρέψη- καί ὁ ὁποῖος ἀνησυχεῖ, καί ἡ μητέρα του· ὁ ἄλλος πόλος εἶναι ὁ πεθερός του. Δέν πρέπει ὅμως νά δυσαρεστήση οὔτε τόν ἕναν οὔτε τόν ἄλλον, καί κατά κάποιο τρόπο μοιράζει τά συναισθήματα στή μέση. Εἶναι πραγματικά μία σοφή τοποθέτησις αὐτή πού, ὅταν δύο ἄνθρωποι παντρεύωνται -ὅταν παντρεύωνται δυό ἄνθρωποι, ἀντιλαμβάνεσθε ὅτι εἶναι ἀπό δύο διαφορετικά σπιτικά- καί ἀφοῦ εἶναι ἀπό δυό διαφορετικά σπιτικά ἑπόμενον εἶναι νά ὑπάρχουνε δύο θά λέγαμε ὄψεις συναισθηματικές, δύο κόσμοι συναισθηματικοί.
Πῶς τώρα θά μπόρεση ὁ σύζυγος καί ἡ σύζυγος πού μπαίνουν στό καινούριο σπιτικό τους νά ἱκανοποιήσουν καί τούς δύο αὐτούς συναισθηματικούς κόσμους; Εἶναι πολύ δύσκολο. Θά πρέπη οὔτε νά δυσαρεστήσουν τόν ἕναν οὔτε τόν ἄλλον˙ καί τόν ἕναν νά ἱκανοποιοῦν καί τόν ἄλλον κατά ἕναν τρόπον πού ἡ διάκρισί τους, ἡ σοφία τους, ἡ ἀγάπη τους θά μπορῆ ἀνά πᾶσα στιγμή νά διακρίνη πῶς πρέπει νά κινοῦνται.
Ἔτσι λοιπόν, ἀφοῦ ἐλήφθη ἡ ἀπόφασις, βλέπομε ὅτι ὁ Ραγουήλ δέν ἐπιμένει. Δέν εἶναι ἐκεῖνος ὁ πεισματάρης ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος δημιουργεῖ προβλήματα. Εἶναι -τί τά θέλετε!- εἶναι αὐτό τό μεγάλο θέμα τῆς ἐκτιμήσεως τῆς ἐλευθερίας τοῦ ἄλλου. Εἶναι μεγάλο κεφάλαιο αὐτό. Ἂν ἀγαπητοί μου, μπορούσαμε νά ἐκτιμήσωμε τήν ἐλευθερία τοῦ ἄλλου ἀνθρώπου, ποτέ δέν θα γινώμεθα οὔτε φορτικοί, οὔτε ἐνοχλητικοί, οὔτε ἀνεπιθύμητοι, ὅταν ξέρωμε τά ὅριά μας μέσα εἰς τά ὁποῖα πρέπει νά κινούμεθα. Ἔτσι ὁ Ραγουήλ προτείνει, ἀλλά δέν ἐπιμένει. Δηλαδή ἰδεώδεις καταστάσεις, πραγματικά. Καί μή νομίσετε ὅτι αὐτές οἱ ἰδεώδεις καταστάσεις εἶναι ἐκτός πραγματικότητος. Ὅταν εἴμεθα καλλιεργημένοι ἄνθρωποι, δυνάμεθα νά ζοῦμε αὐτές τίς ἰδεώδεις καταστάσεις, οἱ ὁποῖες βεβαίως γίνονται μέ πολλήν θυσίαν, πλήν ὅμως ἐπιτυγχάνονται.
Τότε λοιπόν λέγει ὁ Ραγουήλ ὁ πεθερός στόν γαμπρό: πάρε παιδί μου, τή γυναῖκα σου τήν Σάρραν· θά σοῦ δώσω καί τά μισά ἀπ’ τά ὑπάρχοντά μου, ἀπ’ ὅ,τι ἔχω, «σώματα καί κτῆνοι καί ἀργύριον», ἤτοι ὑπηρέτες, δούλους -ἦταν ἡ ἐποχή πού ὑπῆρχε ἡ δουλεία- δούλους, ζωντανά καί χρήματα· κινητή περιουσία. Διότι, ἀφοῦ θά ἔφευγε δέν μποροῦσε νά πάρη ἀκίνητη. Ἑπόμενον ἤτανε, θά ἔπαιρνε κινητή περιουσία.
Καί τοῦ ἔδωσε τά μισά ἀπό τά ὑπάρχοντά του! Ἐνθυμεῖσθε πού εἴχαμε πεῖ πολλά γιά τό θέμα τῆς προίκας τήν περάσμενη φορά, ὅπως καί ὅτι δέν τά ἔδωσε ὅλα, διότι ἡ φρόνησις αὐτό ἀπαιτεῖ. Ἒπρεπε καί ἐκεῖνοι νά κρατήσουνε κάποια περιουσία νά ζήσουν, νά κινηθοῦν, νά μή εἶναι ὑποτελεῖς τῶν παιδιῶν των. Γιατί οἱ γονεῖς ἔχουνε μία ἰδιαίτερη λεπτή ψυχολογία, πού ἑπόμενον εἶναι ἀφοῦ προηγοῦνται χρονικά καί ἀπό πλευρᾶς θέσεως εἶναι πιό μεγάλοι ἀπ’ τά παιδιά τους καί εἶναι… εἶναι οἱ γονεῖς, τούς πάει στραβά, τούς πάει ἄσχημα, τούς πληγώνει ὅταν πρέπη νά εἶναι κάτω ἀπό τίς διαταγές τῶν παιδιῶν των. Εἶναι κάτι παρά πολύ ἄσχημο. Καί ὅλα αὐτά τά παθαίνουν οἱ γονεῖς, ὅταν δέν κρατοῦν κάτι γιά τόν ἑαυτόν τους, ἀλλά τά δίδουν χωρίς ὅρους στά παιδιά τους καί λένε: «τώρα κυβερνῆστε ἐσεῖς!» Ναί. Θά κυβερνήσουν τά παιδιά. Εἶναι δυό διαφορετικά πράγματα. Τό σπίτι τους θά τό κυβερνήσουν ἐκεῖνοι, ἀλλά μία οἰκονομική ὅμως ἀνεξαρτησία τῶν γονέων εἶναι «ἐκ τῶν ὧν οὐκ ἄνευ», εἶναι πολύ σπουδαῖο στοιχεῖο.
«Καί εὐλογήσας αὐτούς ἐξαπέστειλε λέγων˙ εὐοδώσει ὑμᾶς τέκνα, ὁ Θεός τοῦ Οὐρανοῦ πρό τοῦ με ἀποθανεῖν.» (Τωβ. 10,11) Εὐλογήσας αὐτούς˙ εἶναι ἡ εὐλογία τῶν γονέων. Ἂ! παιδάκια, ἂν ξέρετε τί εἶναι αὐτή ἡ εὐλογία τῶν γονέων!.. Ἂν τό ξέρατε!.. Κι ἄν ξέρατε τούς ἀντίποδες τῆς εὐλογίας, τήν κατάρα τῶν γονέων!.. Αὐτή ἡ ἰδία ἡ Ἁγία Γραφή μᾶς ὁμιλεῖ καί γιά τήν εὐλογία καί γιά τήν κατάρα. Ὅτι ἡ εὐλογία, λέγει, θεμελειώνει σπίτια παιδιῶν, ἐνῶ ἀντιθέτως ἡ κατάρα «ἐκριζεῖ», ξεριζώνει σπίτια παιδιῶν. Καί ἡ εὐλογία πιάνει καί ἡ κατάρα. Γιατί, θά ρωτήσετε, «πιάνει ἡ κατάρα;» Ἐάν πιάνη ἡ εὐλογία, πιάνη καί ἡ κατάρα. Πιάνει ἡ εὐλογία; Τότε ὡς πρός τί νά λέγεται ἡ εὐλογία, νά δίδεται ἡ εὐλογία, ἐάν δέν πιάνη;
Ὅταν ὁ Κύριος λέγει: «εὐλογεῖτε καί μή καταρᾶσθε», σημαίνει ὅτι πρέπει νά εὐλογοῦμε διότι ἡ εὐλογία εἶναι κάτι πού ἀκριβῶς βρίσκει ἀπήχησι, ἐφ’ ὅσον φυσικά ἀπέναντί μας ὑπάρχει υἱός εὐλογίας.
Γιά να τό καταλάβετε αὐτό προσέξατε νά τό ἰδῆτε. Ὅταν ὁ Κύριος ἔστελνε τούς ἑβδομήκοντα μαθητάς καί τούς δώδεκα πρό προσώπου αὐτοῦ, δηλαδή νά κηρύξουν εἰς τίς πόλεις καί τά χωριά τήν Βασίλεια τοῦ Θεοῦ, τούς εἶπε: μπαίνοντας σ’ ἕνα σπίτι θά λέτε «Εἰρήνη τῷ οἲκῳ τούτῳ», εἰρήνη σ’ αὐτό τό σπιτικό. Εἰρήνη βεβαίως εἶναι φορεύς καί τῆς εὐλογίας· ἀλλά ἐάν, λέγει, στό σπίτι ἐκεῖνο ὑπάρχη υἱός εἰρήνης -υἱός λέγεται τώρα ἐδῶ ὁ νοικοκύρης- υἱός εἰρήνης, παιδί τῆς εἰρήνης δηλαδή οἰκογενειάρχης ἄξιος νά ἀποδεχθῆ τήν εἰρήνη τήν ὁποία τοῦ δίδετε, τότε ἡ εἰρήνη σας θά ἀναπαυθῆ εἰς τό σπίτι ἐκεῖνο. Ἐάν ἀντιθέτως ἡ εἰρήνη σας δέν βρῆ ἀπήχησι, διότι δέν ὑπάρχει ἐκεῖ υἱός εἰρήνης, ὑπάρχει ἄνθρωπος ἀτσούμπαλος, ἄνθρωπος περίεργος, τότε ἡ εἰρήνη σας θά ἐπιστρέψη σέ σᾶς.
Βλέπετε λοιπόν, ὅτι ἡ εἰρήνη ἐπιστρέφει ὅταν δέν βρῆ πεδίον προσγειώσεως· γυρίζει πίσω. Γι’ αὐτό, ὅταν εὐλογοῦμε ἐμεῖς τούς ἀνθρώπους καί αὐτοί δέν δέχονται τήν εὐλογία μας, γυρίζει ἡ εὐλογία στό κεφάλι μας. Καί τό ἀντίθετο· ὃταν δίνωμε κατάρα, ἀλλά δέν εἶναι ἐκεῖ οἱ ἄνθρωποι ἄξιοι κατάρας, εἶναι ἄνθρωποι ἄξιοι εὐλογίας -διότι πόσες φορές καταρῶνται οἱ ἄνθρωποι ἀνθρώπους ἀξίους εὐλογίας, δηλαδή ἄδικες κατάρες!- τότε οἱ κατάρες πέφτουν στό κεφάλι ἐκεινοῦ, ὁ ὁποῖος τίς ἐκφέρει. Γι’ αὐτό θέλει πάρα πολλή προσοχή στό σημεῖο αὐτό. Ἔτσι, δέν εἶναι δέ καί ἴδιον τοῦ ἀνθρώπου τοῦ πνευματικοῦ, τοῦ καλλιεργημένου, τοῦ χριστιανικά καλλιεργημένου νά καταρᾶται. Ἀπό τό στόμα τοῦ Χριστιανοῦ δέν πρέπει νά βγαίνη κατάρα· πρέπει νά βγαίνη εὐλογία. Γι’ αὐτό τό λόγο ὁ Κύριος εἶπε «εὐλογεῖτε καί μή καταρᾶσθε».
Βλέπομε συνεπῶς ὅτι αὐτά βρίσκουν ἀπήχησι, παιδιά, κατά μείζονα λόγο, ὅταν ἡ εὐλογία ἢ ἡ κατάρα βγαίνουν ἀπό ἀνθρώπους πού ἔχουνε φύσει-θέσει κοπιάσει ἀπέναντί μας. Καί αὐτοί οἱ ἄνθρωποι πού φύσει-θέσει κοπιάζουν ἀπεναντί μας εἶναι τρεῖς· εἶναι οἱ γονεῖς, εἶναι οἱ ἱερεῖς καί οἱ δάσκαλοι. Οἱ γονεῖς, οἱ ἱερεῖς καί οἱ δάσκαλοι. Οἱ διδάσκαλοι ἐν εὐρείᾳ ἐννοίᾳ διδάσκαλοι· ὄχι ὁ δημοδιδάσκαλος, οἱ διδάσκαλοι αὐτοί πού μᾶς διδάσκουν, αὐτοί οἱ ὁποῖοι μᾶς ἔχουν βοηθήσει.
Ἔτσι, ἐάν σκάσωμε τούς γονεῖς μας, δέν τούς ἀκοῦμε, ἢ τούς πνευματικούς μας ἢ τούς διδασκάλους μας γενικά, εἴμεθα ὑπόλογοι ἀπέναντι στό Θεό.
Ξέρετε τί λέγει ὁ Ἀπ. Παῦλος εἰς τήν πρός Ἑβραίους ἐπιστολήν του; «Πείθεσθε τοῖς ἡγουμένοις ὑμῶν καί ὑπείκετε˙» (Ἑβρ. 13,17) «τοῖς ἡγουμένοις» αὐτοί πού εἶναι οἱ προϊστάμενοί σας. Τώρα, μπορεῖ αὐτοί νά εἶναι οἱ γονεῖς σας -ἐν εὐρείᾳ ἐννοίᾳ ἡγούμενοι- νά εἶναι οἱ γονεῖς σας, νά εἶναι οἱ διδάσκαλοί σας, ἢ οἱ πνευματικοί σας. Στήν προκειμένη περίπτωσι ὁ Ἀπόστολος ὁμιλεῖ συγκεκριμένα γιά τούς πνευματικούς ἡγουμένους, δηλαδή διά τούς ἱερεῖς, τούς προϊσταμένους. Διότι λέγει, ἄν δέν ἀκούσετε, αὐτοί θά στενάζουν, θά κάμνουν τό ἔργο τους μέ στεναγμό· δηλαδή «ἄχ!» θά λένε· ὅπως τό λένε καί οἱ γονεῖς αὐτό πολλές φορές, τό κάνουν κι οἱ γονεῖς· «ἄχ!» λένε, «ἄχ!». Αὐτό τό «ἄχ»! Καί λέγει στή συνέχεια ὁ Ἀπ. Παῦλος: «προσέξτε, μή στενάζουν οἱ ἡγούμενοί σας, οἱ προϊστάμενοί σας, διότι τοῦτο εἶναι σέ σᾶς ἁλυσιτελές». Τί θά πῆ ἁλυσιτελές; -σέ λίγο δέν θά ξέρωμε καί ἀρχαῖα, θά πρέπει νά μεταφράζωμε αὐτά πού λέμε- θά πῆ ἀσύμφορον· εἶναι ἀσύμφορο, δέν σᾶς συμφέρει. Δέν σᾶς συμφέρει νά βαρυγκομάη ὁ ἄλλος, γιατί ἔχει δίκαιο· ἔχει δίκαιο.
Βλέπετε λοιπόν παιδιά ἐδῶ; ἡ εὐλογία τῶν γονέων! Ἔτσι πολλές φορές, ὅταν μία κοπέλα ἀποφασίζη νά παντρευτῆ, ἀφοῦ κλεφτεῖ -νά τά λέμε ἴσια! ἔτσι; νά τά λέμε ἴσια! νά τά λέμε ἴσια, γιατί ὑπόκειστε σ’ ὅλους τούς κινδύνους- αὐτό τό ξέρετε τί σημαίνει; Σημαίνει ὅτι δέν ξεκινάει μέ εὐλογία ὁ γάμος αὐτός. Ἤ ἄλλες ποικίλες περιπέτειες ἄσχημες καί περίεργες καί παράξενες, σημαίνει: δέν ξεκινάει μέ εὐλογία ὁ γάμος αὐτός! Πρέπει νά ξεκινάη μέ εὐλογία. Προσέξτε κοπέλες! πρέπει νά ξεκινάη μέ εὐλογία τῶν γονέων. Κι ὅπως λέγει ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος Ἀντιοχείας, πρέπει νά ξεκινάη καί μέ τήν εὐλογία τῆς Ἐκκλησίας γιά νά εἶναι ὁ γάμος κατά Θεόν καί νά μή εἶναι κατά σάρκα, κατά κόσμον· κατά σάρκα, σαρκικός γάμος. Καί ξέρετε τί ἐπικρατεῖ στό σαρκικόν γάμον; Ὁ Ἀσμοδαῖος! ἐκεῖνος ὁ φθοροποιός δαίμων, περί τοῦ ὁποίου εἴχαμε κάνει λόγο μιά περάσμενη φορά.
Τούς εὐλογεῖ. Καί τί λέγει; Λέγει: «παιδάκια μου,παιδιά μου, εἴθε ὁ Θεός νά σᾶς εὐοδώση, νά δῶ παιδιά ἀπό σᾶς πρίν πεθάνω». Ἤτανε μία εὐλογία στήν Παλαιά Διαθήκη νά δοῦν παιδιά παιδιῶν. Ἐκεῖνος ὁ θαυμάσιος ψαλμός ὁ 127ος, ὁ ὁποῖος παρουσιάζει αὐτές τίς τρεῖς πηγές χαρᾶς. Ἐκεῖ λέγει: «καί ἲδεις τέκνα τέκνων, υἱούς υἱῶν σου». Νά δεῖς λέγει, παιδιά τῶν παιδιῶν σου. Εἶναι δηλαδή αὐτή ἡ εὐλογία τῆς μακροζωΐας, νά γεράση κανείς νά δῆ ἐγγόνια. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού βλέπουν καί δισέγγονα καί κάποτε τρισέγγονα… κάποτε - σπάνιο, πολύ σπάνιο· τά δισέγγονα δέν εἶναι σπάνιο- κάποτε… κάποτε νά προσεγγίζουν πρός τά τρισέγγονα. Αὐτό εἶναι σπάνιο. Θεωρεῖτο δέ στήν Παλαιά Διαθήκη πολύ μεγάλη εὐλογία.
Στήν Καινή Διαθήκη ἔχομε ἄλλες εὐλογίες. Ἒχομε καί τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Προσέξτε! ἄν πεθάνωμε νέοι ἢ γέροι –προσέξτε!- ἄν πεθάνωμε νέοι ἢ γέροι, ἄν παντρευτοῦμε ἢ δέν παντρευτοῦμε, ἐάν κάνωμε παιδιά ἢ δέν κάνομε παιδιά, αὐτά εἶναι πολύ μικρῆς σημασίας, γιατί ἔχομε τό maximum, τό μέγιστον· τήν Βασίλεια τοῦ Θεοῦ. Εἶναι πλέον ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ μία πραγματικότητα πού δέν ἦτο εἰς τήν Παλαιά Διαθήκη. Καί συνεπῶς φεύγοντας ὁ ἄνθρωπος ἀπό τόν κόσμον αὐτό, πήγαινε εἰς τόν σκοτεινόν Ἅδη. Δέν εἶχε τίποτα νά ἀπολαύση. Ἦταν ὁ ζοφερός Ἅδης. Γι’ αὐτό ζητάει ὁ ἄνθρωπος τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης τήν μακροζωΐα· κι εἶναι εὐλογία ἡ μακροζωΐα, γιά νά ἀπολαύση κάποιες χαρές πάνω στή γῆ.
Αὐτές τώρα οἱ χαρές πάνω στή γῆ γιά τήν Καινή πιά Διαθήκη εἶναι σκιώδεις, δέν ἔχουνε πιά πολύ βάθος. Βεβαίως εἶναι κάποιες χαρές, ἀλλά ἄν τό θέλετε… ἄν τό θέλετε πολύ πολύ, θά λέγαμε χαρές-σχήματα. Περνᾶνε… περνᾶνε -δέ βαριέστε!- δέν ἔχουν καί πολλή σημασία.
«Καί εἶπε τῇ θυγατρί αὐτοῦ» Ἐδῶ τώρα θέλω νά προσέξτε, παιδιά, ἕνα ἀληθινά πελώριο κεφάλαιον. Ἐδῶ τώρα ἔχομε κάποιες ὑποθῆκες. Ἡ κόρη φεύγει. Φεύγει ἀπό τό σπίτι. Τήν παίρνει ὁ γαμπρός καί φεύγουν καί πᾶνε στό σπίτι τοῦ γαμπροῦ. Ὁ πατέρας εὐλογεῖ, ἀλλά θά δώση ὅμως καί τίς ὑποθῆκες του· ὅπως καί ἡ μητέρα κι ἐκείνη θά εὐλογήση καί θά δώση τίς ὑποθῆκες της. Ὁ πατέρας στό κείμενό μας δίνει τίς ὑποθῆκες του στήν κόρη του καί ἡ μητέρα ἡ Ἔδνα δίνει τίς ὑποθῆκες της εἰς τόν γαμπρόν.
Ἔτσι, βλέπομε νά ὑπάρχη μία τρόπον τινά διασταύρωσις. Κι ἀπό τίς δυό πλευρές ἔχομε αὐτές τίς ὑποθῆκες. Δηλαδή, δέν εἶναι μόνον ἡ κοπέλα ἡ ὁποία πρέπει νά προσέξη μερικά πράγματα· πρέπει νά προσέξη καί ὁ γαμπρός. Ὁπωσδήποτε.
«Καί εἶπε τῇ θυγατρί αὐτοῦ˙ τίμα τούς πενθερούς σου αὐτοί νῦν γονεῖς σου εἰσιν˙» (Τωβ. 10, 12) Αὐτή ἡ φράσις -δέν ξέρω, δέν ἔχω ἐρευνήσει ὅλη τήν Παλαιά Διαθήκη- ἀλλά μοῦ φαίνεται ὅτι εἶναι ἡ μοναδική πρότασις ἐδῶ εἰς τό ἱερό αὐτό κείμενο πού ἀναφέρεται σ’ αὐτό τό πολύ… παρά πολύ σπουδαῖο θέμα: «τίμα τούς πενθερούς σου» λέει στήν κοπέλα, «τώρα αὐτοί εἶναι οἱ γονεῖς σου».
Ἄν αὐτό τό καταλάβαιναν… τό καταλάβαιναν οἱ κοπέλες, πιστέψτε με, ἕνα πάρα πολύ μεγάλο ποσοστό ἀπό τίς προστριβές πού ὑπάρχουν ἀνάμεσα εἰς τό ζεῦγος, θά εἴχανε ἐκλείψει. Γιατί λέτε; Διότι πάρα πολλές κοπέλες, ὅταν παντρευτοῦν, συνεχίζουν νά ἔχουν ἐξάρτησι ἀκόμη ἀπό τή μαμά καί τό μπαμπά καί δέν μποροῦν νά δοῦν μπροστά τους τόν πεθερό καί τήν πεθερά.
Αὐτή ἡ ἐξάρτησις τοῦ μπαμπᾶ καί τῆς μαμᾶς πρέπει νά σᾶς πῶ ὅτι ἤδη ἔχει καλλιεργηθεῖ ἀπό τούς ἰδίους τούς γονεῖς πρός τήν κόρη τους· καί τό χειρότερο ὑποθάλπεται αὐτή ἡ κατάστασις καί μέσα εἰς τόν γάμο τῆς κόρης. Ὑποθάλπεται. Καί τό ἀποτέλεσμα ξέρετε ποιό εἶναι; Νά δημιουργεῖται μία διάστασι ἀνάμεσα στήν κόρη, στήν κοπέλα καί τά πεθερικά της. Καί αὐτό ἔχει σάν συνέπεια μία διάστασι ἀνάμεσα στήν κοπέλα καί τόν ἄνδρα της. Κι ἔτσι μέσα τό σπίτι παθαίνει ἀλλοιώσεις, παθαίνει κακό, παθαίνει φθορά. Αὐτό συμβαίνει, ξαναλέγω, ὅταν οἱ γονεῖς καλλιεργοῦν στά παιδιά τους αὐτήν τήν ἐξάρτησιν. Πρέπει νά σᾶς πῶ, κι ἄν οἱ γονεῖς σας δέν τό ἔχουν κάνει μέχρι σήμερα, βοηθήσατέ τους νά τό κάνουνε τώρα σέ σᾶς.
Τί εἴδους ἐξαρτήσεις μποροῦμε νά ἔχωμε ἀπό τούς γονεῖς μας; Ἠθικές ἢ ψυχολογικές; Λέγει… λέγει… λέγει κάπου ἡ Ἁγία Γραφή, εἶναι μία ὁλόκληρη ἐντολή: «τίμα τόν πατέρα σου καί τή μητέρα σου ἵνα εὖ σοι γένηται καί ἔση μακροχρόνιος ἐπί τῆς γῆς τῆς ἀγαθῆς». Κάπου λέει ἡ Ἁγία Γραφή πάλι τό ἑξῆς, πάλι ἡ Παλαιά Διαθήκη: «διά τοῦτο καταλείψει ἄνθρωπος τόν πατέρα αὐτοῦ καί τήν μητέρα» -καταλείψει! ἄνθρωπος, καταλείψει! ὑπογραμμίζω τό ρῆμα, ἄνθρωπος τόν πατέρα αὐτοῦ καί τήν μητέρα- «καί προσκολληθήσεται τῇ ἰδίᾳ γυναικί, καί ἔσονται οἱ δύο εἰς σάρκαν μία... καί οὕς ὁ Θεός συνέζευξεν ἄνθρωπος μή χωριζέτω»
Τό ἕνα λέγει: «τίμα τόν πατέρα σου καί τή μητέρα σου», ἐντολή. Τό ἄλλο λέγει: «καταλείψει ἄνθρωπος τόν πατέρα αὐτοῦ καί τήν μητέρα». Τό ἕνα λέει θά ἐγκαταλείψη καί τό ἄλλο λέει νά τιμᾶς˙ πῶς γίνεται αὐτό; Εἶναι ἀντιφατικό; Ὄχι! παιδιά. Ἐδῶ θέτει ἀκριβῶς ἕνα ξεχώρισμα, μία διάκρισι. Τό «τίμα τόν πατέρά σου καί τή μητέρα σου» ἀναφέρεται εἰς τάς ἠθικάς σχέσεις τοῦ ἀνθρώπου ἔναντι τῶν γονέων του. Ἔχει ὁ ἄνθρωπος ἠθικήν ὑποχρέωσιν ἔναντι τῶν γονιῶν του. Τό «καταλείψει» -ἐγκαταλείψει- αὐτό τό ἐγκαταλείψει δέν ἀναφέρεται εἰς τάς ἠθικάς ὑποχρεώσεις, ἀλλά ἀναφέρεται εἰς τήν ψυχολογικήν κατάστασιν. Δηλαδή· δέν πρέπει νά ὑπάρχη ψυχολογικός σύνδεσμος, ὅταν συμβῆ ὁ γάμος. Ὁ ψυχολογικός αὐτός σύνδεσμος ὀφείλει νά ραγῆ. Προσέξτε! Ψυχολογικός. Γιατί ἄν ὑπάρχη αὐτός ὁ ψυχολογικός σύνδεσμος τῆς κοπέλας πρός τούς γονεῖς της -ἄν τό θέλετε δυστυχῶς… δυστυχέστατα, ὄχι σπάνια καί ψυχολογική σύνδεσις τοῦ ἀγοριοῦ, τοῦ νέου μέ τούς γονεῖς του, τή μάνα του κυρίως· κυρίως τή μάνα του!- τότε ἔχομε τραγικά ἀποτελέσματα.
Δέν μπορεῖ νά καταλάβη πιά ὁ ἕνας σύζυγος τόν ἄλλον καί δέν μποροῦν νά ἑνωθοῦν οὔτε ἠθικά οὔτε ψυχολογικά, οὔτε συναισθηματικά. Γιατί; Γιατί ὑπάρχει αὐτή ἡ ἐξάρτησις ἡ ψυχολογική ἀπό τούς γονεῖς. Καί βλέπετε -ἐγώ τοὐλάχιστον ἔχω ἀντιμετωπίσει πλῆθος περιπτώσεων, σᾶς τό λέγω μέ θλίψι μου αὐτό τό πρᾶγμα, εἶναι κάτι τό ὁποῖο καί ἐσεῖς πιστεύω θά τό ἔχετε γνωρίση, ἴσως θά ἀκοῦτε ἱστορίες ἀνθρώπων γύρω ἀπό τό θέμα αὐτό- νά ἀκούη ὁ ἄνδρας τή μάνα του καί ὄχι τή γυναῖκα του. Νά δίνη λογαριασμό στή μάνα του καί ὄχι στή γυναῖκα του καί κάθε ἀπόφασι πού θά λαμβάνεται σύμβουλος θά εἶναι ἡ μάνα καί ὄχι ποτέ ἡ γυναῖκα.
Ἀντίθετα καί ἡ γυναῖκα, νά ’ναι δεμένη μέ τή μάνα της καί νά μή ἀκούη τόν ἄνδρα της ἐκεῖνο τό ὁποῖο τῆς λέγει, ἀλλά νά ἀκούη καί νά ἐφαρμόζη ἐκεῖνο πού τῆς λέει ἡ μάνα της. Περιττόν νά σᾶς πῶ, καταλαβαίνετε μόνοι σας, τί ὀλέθριο εἶναι αὐτό μέσα εἰς τόν γάμον. Ὀλέθριον!
Γι’ αὐτό τό λόγο θά πρέπη νά προσέξωμε στό σημεῖο αὐτό, χωρίς νά παραβοῦμε τήν ἐντολήν -εἶναι ξεχωριστά πράγματα- «τίμα τόν πατέρα σου καί τήν μητέρα σου», δηλαδή τίς ἠθικές μας ὑποχρεώσεις, πρέπει νά ρήξωμε, νά σπάσωμε… νά σπάσωμε αὐτούς τούς ψυχολογικούς -ψυχολογικούς ὄχι συναισθηματικούς, ἁπλῶς ψυχολογικούς- δεσμούς μέ τούς γονεῖς μας. Τό θέλετε; Στήν περίπτωσι πού ὁ νέος ἢ ἡ νέα δέν κατάφεραν νά σπάσουν αὐτούς τούς ψυχολογικούς δεσμούς μέ τούς γονεῖς των, ἀπερίφραστα θά ἐλέγαμε τοῦτο: «εἶναι ἀνώριμοι»· κι εἶναι ἀνώριμοι πρῶτα πρῶτα γιά τόν γάμο. Ἔχω ἀκούσει αὐτή τή φράσι -τήν ἔχω ἀκούσει ἐγώ αὐτή τή φράσι ἀπό κοπέλα… ἀπό κοπέλες: «Ὁ ἄνδρας μου εἶναι ἀνώριμος, πάτερ μου».
Ὅταν, ἄς ποῦμε, δέν πᾶνε καλά, ἑτοιμάζονται νά πάρουν διαζύγιο. Προχθές συνέπεσε νά βρεθῶ στό γραφεῖο τῆς Μητροπόλεως καί εἶδα ἕνα παιδί, πού εἶχα πολύ καιρό νά τό δῶ. Ἦταν κατηχητόπουλο κάπου. «Ἒ…, τοῦ λέω, πολλά χρόνια ἔχω νά σέ δῶ. Τί κάνεις; πῶς περνᾶς; πῶς ἐδῶ στή Μητρόπολι; παντρεύεσαι;» Κουνάει τό κεφάλι. «Τό ἀντίθετο!». «Δηλαδή;» Μοῦ λέει: «παίρνω διαζύγιο». Λέω: «γιατί;» -Ἐγώ εἶχα μία δουλειά ἐκεῖ μέ τόν γραμματέα, ὣσπου νά τελειώσω τή δουλειά, τόν ἔχασα. Πήγανε στό μέσα γραφεῖο γιά συμβιβασμόν. Αὐτός ὁ συμβιβασμός ἔχει ἐπιτυχία 1%... οὐσιαστικά, καί ἀφοῦ ἔχει προχωρήσει μέ τούς δικηγόρους καί τά δικαστήρια ἡ ὑπόθεσις τοῦ διαζυγίου· συνεπῶς ἔτσι τά ἔκανε ὁ νόμος, ἔτσι τά κατάφερε ἡ πολιτεία, ὁ νόμος τῆς πολιτείας, νά φθάνουν τά πράγματα στόν ἐπίσκοπο τελευταῖα, γιά νά βάλη τήν ὑπογραφή του ὁ ἐπίσκοπος ὅτι χωρίζουν, ὃτι δέν μποροῦν νά συμβιβαστοῦν. Φοβερό πρᾶγμα αὐτό. Φοβερό πρᾶγμα ἀπό πλευρᾶς πλέον νομοθεσίας.- Καί βγαίνει γιά μία στιγμή ὁ νέος καί μοῦ λέει: «μπορεῖτε νά ’ρθῆτε λιγάκι μέσα;» Πάω μέσα… -αὐτό ἀκριβῶς ἀντιμετώπιζα!- μία κοπέλα ἡ ὁποία πάνω κάτω αὐτό ἤθελε νά πῆ˙ δέν τό εἶπε, δέν ἤξερε γράμματα, δέν ἤξερε νά πῆ τήν λέξι ἀνώριμος, ἀλλά ἐκεῖνα τά ὁποῖα εἶπε, αὐτό ἀκριβῶς ἤθελαν νά τονίσουν· ὅτι αὐτό τό παιδί ἦταν ἀνώριμο, δέν ἔπρεπε νά παντρευτῆ. Κι ὅμως δέν ἤτανε μικρός, ἀριθμοῦσε τρεῖς δεκαετίες στή ράχη του!
Λοιπόν… λοιπόν· ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού ἀριθμοῦν καί τέσσερις καί πέντε καί ἑπτά δεκαετίες στή ράχη τους κι ἀκόμη δέν ἔχουν ὡριμάσει. Ναί! δέν ἔχουν ὡριμάσει. Καί βλέπετε αὐτή ἡ ὡριμότητα εἶναι μεγάλη ὑπόθεσις. Ἄν τό θέλετε, εἶναι σέ πολλούς τομεῖς αὐτή ἡ ὡριμότης· εἶναι σέ πολλούς τομεῖς. Ναί! ναί! ναί.
Θά σᾶς πῶ μία ἱστορία δική μου, προσωπική. Νά μέ συγχωρέσετε, ἀλλά ἒ… τή θυμήθηκα τώρα. Ἤμουνα πολύ πολύ μικρός, πρέπει νά ’μουνα κάτω τῶν δέκα ἐτῶν ὅταν ἡ μητέρα μου μ’ ἔστειλε στήν λαϊκή ἀγορά νά πάρω κρέας. Βέβαια ἕνα μικρό παιδί νά ψωνίση κρέας εἶναι πολύ δύσκολο, δέν ξέρει τί θά διαλέξη. Εἶδα λοιπόν σ’ ἐκεῖνο τό κούτσουρο, πού ὁ χασάπης ἔκοβε τό κρέας, εἶδα κάτι νεῦρα πού τά χώριζε, τά ἔκοβε ἀπό τό καθαρό τό καλό τό κρέας. Ἡ μητέρα μου μοῦ εἶχε πεῖ: «πρόσεξε νά μήν ἔχη κόκαλα. Τά εἶδα ἐγώ αὐτά τά μαλακά, δέν εἴχανε κόκαλα· ἤτανε νεῦρα ὅμως. Καί λέω στόν χασάπη: «αὐτά θέλω νά μοῦ δώσης». Μέ κοιτάζει… μοῦ λέει: «δέν θά μοῦ τά φέρης πίσω!». «Ὄχι, τοῦ λέω· δέν θά σοῦ τά φέρω πίσω. Αὐτά θέλω νά μοῦ δώσης». Τά ζύγισε, τά ἔβαλε στό χαρτί, τά πῆρα. Πάω στό σπίτι, τά εἶδε ἡ μητέρα μου…
Τί θά ἐνομίζατε ὅτι θά ἔπρεπε νά κάνη τώρα; Νά μέ δείρη; Ἀλλά γιατί νά μέ δείρη; Ἒπρεπε ἐκείνη νά φάη ξύλο, διότι… ἀφοῦ μ’ ἔστειλε τόσο μικρό νά ψωνίσω κρέας! Φυσικά δέν μ’ ἔδειρε. Ἒχω φάει πολύ ξύλο ἀπό τή μητέρα μου, τό λέω αὐτό γιά νά τό ξέρετε, ἔχω φάει πάρα πολύ ξύλο˙ ἀπό τόν πατέρα μου ἔτρωγα μία φορά τήν ἑβδομάδα καί ἀπ’ τή μητέρα μου κάθε μέρα. Ἀλλά ἤμουνα ὅμως καί καλό παιδί. Αὐτό ἦταν τό σπουδαῖο. Ὄχι, δέν τό λέω γιά ἔπαινο, ἀλλά ἔτρωγα ξύλο. Ἒτρωγα ξύλο.
Λοιπόν· ἡ μητέρα μου δέν μ’ ἔδειρε -ὄχι ἀπό ἀδυναμία- γιατί δέν ἔπρεπε νά μέ δείρη. Οὔτε μέ μάλωσε, παρά μόνον μοῦ λέει: «κοίταξε νά δῆς, αὐτά τά λέμε νεῦρα, καί αὐτό δέν εἶναι κρέας». Τίποτα ἄλλο. Τί τό ἔκανε ἐκεῖνο ἐκεῖ, δέν ξέρω τί ἀπέγινε.
Ἀλλά θά μοῦ πῆτε: «γιατί σᾶς εἶπα τήν ἱστορία;» Δέν τελείωσε ἡ ἱστορία. Πέρασαν μερικές μέρες κι ἦρθε μία φιλενάδα της στό σπίτι μας καί ἄρχισαν νά κουβεντιάζουν. Λέγανε διάφορα. Πῶς τό αὐτί μου πῆρε δέν ξέρω -περνοῦσα ἐκείνη τήν ὥρα- δέν ξέρω πῶς ἄκουσα τήν ἑξῆς στιχομυθία: «ὅτι ἔστειλα τό γιό μου νά πάρη κρέας καί ἔφερε αὐτό κι αὐτό τό κρέας, ἀλλά δέν τόν ἐμάλωσα γιά νά ἔχη τό θάρρος τῆς ζωῆς». Ἀκούσατε; Τό συμπέρασμα! Νά ἔχη τό θάρρος τῆς ζωῆς. Δηλαδή νά βγαίνη ἔξω νά ψωνίζη. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού δέν μποροῦν νά βγοῦν ἔξω νά ψωνίσουν. Δέν ξέρουνε. Δέν μποροῦν. Τί σημαίνει αὐτό; Ἤθελε ἡ μητέρα μου νά ἀποκτήσω ὡριμότητα ὡς πρός τίς σχέσεις μου μέ τούς ἄλλους ἀνθρώπους.
Ἔτσι τό θέμα τῆς ὡριμότητας εἶναι σέ πολλούς τομεῖς, εἶναι σέ πάρα πολλούς τομεῖς. Ἀλλά ἐκεῖνο ὅμως πού εἶναι πάρα πολύ σπουδαῖο εἶναι μέσα εἰς τόν γάμον. Εἶναι ἕνα εὐπαθές σημεῖο. Ἐπιτέλους ἐπιτέλους ἄν δέν ἤξερα νά ψωνίζω στή ζωή μου, θά ψώνιζε κάποιος ἄλλος γιά μένα… Γιά σύζυγος, στά τελευταῖα, ὅταν εἶναι ἀνώριμοι οἱ ἄνθρωποι τί γίνεται μετά;
Γι’ αὐτό λοιπόν τό λόγο, ἄς τό προσέξωμε. Ἐάν δῆτε στούς γονεῖς σας ὅτι σᾶς καλλιεργοῦν αὐτήν τήν προσκόλλησιν -ὄχι τήν ἀγάπη· ἄλλο εἶναι ἡ ἀγάπη κι ἄλλο εἶναι ἡ προσκόλησις. Ἡ προσκόλησις εἶναι μία νοσηρή κατάστασις. Ἡ ἀγάπη εἶναι ἡ σωστή. Καί ἐκεῖνος πού ἀγαπάει σωστά, μιλάει ὅπως μιλάει ἐδῶ ὁ Ραγουήλ. Καί τί λέει; -γιατί ἀγαπάει τήν κόρη του, πραγματικά τήν ἀγαπάει- καί τί λέει: «παιδί μου, τώρα γονεῖς σου θά εἶναι τά πεθερικά σου». Ὅταν τό λέγη αὐτό, τό λέει μέ πίκρα; Τό σάλιο του στέγνωσε στό στόμα; Κατάπιε ἕναν κόμπο ἐδῶ στόν λαιμό; Ὄχι! τό λέει ἀνέτως ὁ ἄνθρωπος: «παιδί μου, τώρα οἱ γονεῖς σου εἶναι τά πεθερικά σου». Δέν ἀποξενοῦται ὁ ἴδιος ἀπό τοῦ νά εἶναι ὁ πατέρας τῆς Σάρρας, ἀλλά ἁπλούστατα ξέρει νά τοποθετῆ σωστά τά πράγματα. Κι ἄν οἱ γονεῖς σας, δῆτε… δῆτε νά μή ἐννοοῦν ψυχολογικά νά σᾶς χειραφετήσουν, δηλαδή ἐπιμένουν νά εἴσαστε κάτω ἀπό τόν ποδόγυρό τους καί τά πάντα νά ἐξαρτῶνται ἀπ’ αὐτές τίς μητέρες σας -«μή πλένεις τά πιάτα, θά τά πλύνω ἐγώ» νά λέει ἡ μητέρα, «κάτσε παιδί μου νά διαβάσης», «μην τό κάνης αὐτό, θά τό κάνω ἐγώ»…- γιά ὄνομα τοῦ Θεοῦ! πότε θά ὡριμάση ἡ κοπέλα, πότε θά ὡριμάση ἡ κοπέλα; πρέπει νά ὡριμάση ἡ κοπέλα! πρέπει νά ὡριμάση ἡ κοπέλα!- νά πῆτε: «ἄκουσε μητέρα, πότε θά μάθω ἐγώ νά πλένω τά πιάτα; Καί πότε θά μάθω νά μαγειρεύω; Πρέπει νά μάθω κάποτε; θά τό κάψω τό φαγητό μία δυό φορές, μετά ὅμως θά μάθω. Τί θές; νά μπῶ στό γάμο καί νά μή ξέρω νά μαγειρεύω; Νά μή ξέρω νά ράψω ἕνα κουμπί ἢ νά ψήσω ἕναν καφέ; Εἶναι καλό αὐτό;». Θά τό μάθετε ἐσεῖς στούς γονεῖς σας αὐτό· στίς μητέρες σας.
Ἐάν παντρευτῆτε καί ἀνακατεύεται ἡ μητέρα σας στό σπίτι σας, μέ τήν ἔννοια νά ἐπιμένη νά δημιουργῆ προσκολλήσεις, ἄς μοῦ ἐπιτραπεῖ νά τό πῶ, δέν εἶναι καθόλου ἀσέβεια: «ἄκουσε, μητέρα, σέ παρακαλῶ πολύ κάτσε στή γωνιά σου, κάτσε στή γωνιά σου τώρα. Τώρα ἐγώ μέ τόν ἄνδρα μου θά συνεννοοῦμαι γιά ὅλα τά πράγματα τοῦ σπιτιοῦ. Ἔχεις νά μοῦ δώσης μία καλή συμβουλή; δῶσε μοῦ τηνε. Ἓως ἐκεῖ. Δέν θά κάνης τίποτα ἄλλο· οὔτε θά παρεμβαίνης, οὔτε τίποτε ἄλλο». Αὐτά τά πράγματα, παιδιά μου, προσέξατέ τα γιατί γίνονται πηγές πολλοῦ κακοῦ.
Λέει κι ἕνα δεύτερο ὁ Ραγουήλ εἰς τήν κόρη του: «ἀκούσαιμί σου ἀκοήν καλήν,» (Τωβ. 10, 12) «Ἀκούσαιμί σου» -εὐκτική· εἴθε- καί εἴθε νά ἀκούσω καλά λόγια γιά σένα· «ἀκοήν καλήν». Δηλαδή νά φτάσουνε καλές εἰδήσεις γιά σένα. Ξέρετε οἱ ἄνθρωποι πᾶνε κι ἔρχονται. Ἒτσι δέν εἶναι; Κάποιοι ἄνθρωποι θά φύγουν ἀπό τήν Νινευή, θά ’ρθοῦν στά Ἐκβάτανα. Θά μάθω νέα σου, θά μάθω. Πρόσεξε! νά ἀκούσω καλά λόγια γιά ’σένα.
Αὐτό τώρα, ποῦ ἐπεκτείνεται; Ὄχι, φυσικά στό ὅτι σοῦ ἔδωσα τήν πρώτη συμβουλή νά ἀγαπᾶς τά πεθερικά σου· αὐτό εἶναι μία θέσις. Εἶναι ὅμως καί πλῆθος ἄλλες θέσεις. Πρόσεξε! νά εἶσαι τίμια γυναῖκα, μή ἀκούσω ὅτι ἀπατᾶς τόν ἄνδρα σου. Πρόσεξε! νά εἶσαι καλή νοικοκυρά, μή μάθω ὅτι εἶσαι τσαπατσούλα. Πρόσεξε! νά μάθω ὅτι εἶσαι σώφρων καί ὄχι ἄμυαλη καί γλωσσοῦ! Πρόσεξε! νά μάθω ὅτι εἶσαι ἰδεώδης σύζυγος καί μητέρα.
Εἴδατε; Τί ὡραῖα λόγια! νά μάθω καλά λόγια γιά ’σένα. Πιό μεγάλη ἱκανοποίησι γιά τούς γονεῖς ὑπάρχει ἀπό τοῦ νά ἀκοῦνε καλά λόγια γιά τά παιδιά τους; Εἶναι ὁ πραγματικός ἔπαινος τῶν γονέων τά καλά παιδιά.
Ναί! γι’ αὐτό βλέπετε πολλές φορές, βγαίνουν στήν ἀγορά οἱ γονεῖς, οἱ ἄνδρες, καί λέγουν: «Ξέρεις τό παιδί μου ἐπέτυχε σ’ ἐκείνη τή σχολή»... «Ξέρεις τό παιδί μου πῆρε ἐκεῖνο τό πτυχίο»... «Ξέρεις τό παιδί μου εἶναι τοῦτο καί ἐκεῖνο…, τοῦ στείλανε ἐκεῖνο τό ἔγγραφο τό ἐπαινετικόν»…, ἐτοῦτο… ἐκεῖνο… καί τά λοιπά. Γιατί βγαίνουν καί τά λένε οἱ γονεῖς καί καμαρώνουν; Γιατί ἁπλούστατα, τά καλά παιδιά εἶναι τό στεφάνι τῶν γονιῶν· τά κακά παιδιά εἶναι ἡ ἀτιμία τῶν γονέων. Γι’ αὐτό γονεῖς πού ἔχουνε παιδιά διεφθαρμένα, κακά παιδιά δέν ξέρουν πού νά κρύψουν τό πρόσωπό τους ἀπό ντροπή μέσα εἰς τήν κοινωνία.
«Καί ἐφίλησεν αὐτήν», τήν ἀσπάσθηκε. Εἴδατε εἰς τόν γάμον -τί ὡραῖο αὐτό!- ὅταν οἱ γονεῖς πρῶτοι… πρῶτοι θά φιλήσουν τά παιδιά τους. Παντρεύτηκαν, καί τώρα οἱ γονεῖς πρῶτοι θά φιλήσουν τά παιδιά! Εἶναι θά λέγαμε ὁ θαυμασιότερος ἀσπασμός πού ἔχει νά γίνη ἀπό τούς γονεῖς πρός τά παιδιά καί τῶν παιδιῶν πρός τούς γονεῖς. Καί μάλιστα κατά κανόνα αὐτό τό φίλημα ἐκεῖ στόν γάμον εἶναι γεμᾶτο ἀπό δάκρυα… γεμᾶτο ἀπό δάκρυα, ἀλλά εἶναι δάκρυα συγκινήσεως καί χαρᾶς˙ ἕνα μεῖγμα πού δυσκολεύεται κανείς νά προσδιορίση τί ἀκριβῶς εἶναι.
«Καί Ἔδνα εἶπε πρός Τωβίαν» Καί τώρα ἡ σειρά τῆς Ἔδνας, τῆς μητέρας νά ἀποτείνη καί αὐτή κάποιον λόγον παρακαταθήκης εἰς τόν γαμπρό της, τόν ἄνδρα τῆς κόρης της. «ἀδελφέ ἀγαπητέ» Εἴδατε πῶς τόν προσφωνεῖ; «ἀδελφέ ἀγαπητέ»! ἀγαπητέ μου ἀδελφέ· ὡραία προσφώνησις! Ἢ θά μπορούσαμε νά ποῦμε, «ἀγαπητό μου παιδί». Ἀμέσως δημιουργεῖται μία συγγένεια, διότι ὅταν ἕνας γονιός ἔχει ἕνα παιδί, ὅταν παντρεύεται, τότε ἔχει δύο παιδιά.
Ἐπιμένουν πολλοί γονεῖς νά μαθαίνουν νά βλέπουν τόν σύζυγον ἢ τήν σύζυγον τῆς κόρης ἢ τοῦ γιοῦ ξένον ἄνθρωπο. Ἄς ποῦμε τήν κοπέλα πού παίρνει ὁ γιός νά θεωρῆται ξένη. «Εἶναι κόρη σου, κυρά μου!», «εἶναι κόρη σου, δέν εἶναι μόνον ὁ γιός σου». Καί αὐτό προϊόν αὐτῆς τῆς ψυχολογικῆς προσκολλήσεως, πού εἶναι τόσο ὀλεθρία.
Καί τί λέγει τώρα ἐδῶ ἡ Ἔδνα: «ἀποκαταστήσαι σε ὁ Κύριος τοῦ οὐρανοῦ καί δῴη μοι ἰδεῖν σου παιδία ἐκ Σάρρας τῆς θυγατρός μου, ἵνα εὐφρανθῶ ἐνώπιον τοῦ Κύριου˙» (Τωβ. 10, 12) Λέγει τήν ἰδία συμβουλή σάν εὐχή μᾶλλον ὄχι συμβουλή, σάν εὐχή εἰς τόν γαμπρό της, ὅτι «εἴθε, λέγει, νά σέ ἀποκαταστήση ὁ Κύριος, τοῦ Οὐρανοῦ ὁ Κύριος ὥστε νά δώση σέ μένα νά δῶ παιδιά ἀπό τήν κόρη μου». Εἶναι, ὅπως σᾶς εἶπα καί προηγουμένως, αὐτή ἡ εὐλογία τῶν ἐγγονῶν!
Καί μιά δεύτερη θέσις· «καί ἰδού παρατίθεμαί σοι τήν θυγατέρα μου ἐν παρακαταθήκῃ, μή λυπήσης αὐτήν» (Τωβ. 10, 13) Τί ὡραῖο πρᾶγμα! θά ’πρεπε, σᾶς εἶπα, κορνίζα νά τά ’χουν ἐκεῖ οἱ ἔγγαμοι ἄνθρωποι καί νά τά διαβάζουν μέρα νύχτα. Σοῦ δίνω, λέγει, τήν κόρη μου «ἐν παρακαταθήκῃ»· πρόσεξε! ἀναλαμβάνεις κάτι στά χέρια σου.
Γιά νά καταλάβετε αὐτό τό «ἐν παρακαταθήκῃ»· Ὅταν χειροτονούμεθα ἱερεῖς, στή χειροτονία μας γίνεται τό ἑξῆς πάρα πολύ σπουδαῖο. Ὅταν γίνη ὁ καθαγιασμός τῶν Τιμίων Δώρων, ὁ Ἐπίσκοπος δίδει στόν πρεσβύτερον πού χειροτονήθηκε, τοῦ δίδει τόν Ἀμνόν, τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τόν Ἀμνόν -τετράγωνος εἶναι, ἐπάνω στό Ἃγιο δισκάριο- τόν δίδει δέ ὡς ἑξῆς: Ὁ ἱερεύς βάζει τό δεξί χέρι πάνω ἀπό τό ἀριστερό σάν θρόνο, μ’ αὐτή τήν ἔννοια, καί πάνω ἐδῶ τοποθετεῖται ὁ Ἀμνός· ὁ Χριστός, τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Καί τοῦ λέγει ὁ Ἐπίσκοπος: «λάβε τήν παρακαταθήκην ταύτην καί φύλαξον αὐτήν ἕως τῆς δευτέρας τοῦ Χριστοῦ ἐπιφάνειας». Ποιά εἶναι αὐτή ἡ παρακαταθήκη; Τί τοῦ ἔδωσε; Τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Ποῖον εἶναι τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ; ἡ Ἐκκλησία. Τήν Ἐκκλησία αὐτή, λέγει ὁ Ἐπίσκοπος, τώρα σοῦ τήν ἐμπιστεύεται ὁ Χριστός στά χέρια σου. Φύλαξέ την ἕως τῆς δευτέρας ἐπιφανείας τοῦ Χριστοῦ· ἕως ὅτου ἔλθη ὁ Χριστός, δηλαδή μέχρι θανάτου σου, φύλαξε αὐτό πού παίρνεις. Μή τό σπαταλήσης, μή τό κακοποίησης, μή τό προδώσης. Πρόσεξε! Αὐτή εἶναι ἡ μεγάλη παρακαταθήκη στή χειροτονία μας, ὅταν παίρνωμε τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τήν Ἐκκλησία.
Καί ἐδῶ τώρα τί λέγει; «Σοῦ δίνω, παιδί μου, τήν κόρη μου ἐν παρακαταθήκῃ, πρόσεξέ την». Ὄχι, ἐκεῖνο τό ὁποῖον θά ἔλεγε μία μάνα γιατί ἁπλῶς συναισθηματικά πονάει τήν κόρη της, πού θά ἔλεγε στό γαμπρό «νά μοῦ προσέχης τό κορίτσι μου». Ὄχι, αὐτό τό ἔτσι τό ξερό, ἀλλά διότι ἡ γυναῖκα μέσα εἰς τό γάμον εἶναι ἡ ἀδύνατη πλευρά.
Καί ἐκεῖνο τό «μή τήν λυπήσης», αὐτό τό θαυμάσιο «μή λυπήσης αὐτήν»! δηλαδή μή φθάσης ἡ ζωή σου νά γίνη τέτοια, πού ἐκείνη νά λυπᾶται. Πρῶτα πρῶτα, μή γίνης ἄσωτος ἄνθρωπος καί ἀνήθικος. Μή πατήσης ἐσύ τό στεφάνι σου, καί πέσεις στή μοιχεία καί τήν λυπήσης, ὅταν ξέρη ὅτι γυρίζεις μέ μία ξένη γυναῖκα. Ἀκόμη μή τή λυπήσης -ἄς μοῦ ἐπιτρέψετε νά πῶ μερικά σύγχρονα πράγματα, ἔ;- μή τήν λυπήσης παίζοντας χαρτιά καί γυρίζοντας στό σπίτι σου τίς πρωϊνές ὧρες, καί τρώγοντας ὅλο τό μεροκάματο καί τή δούλεψί σου στά χαρτιά, καί ἡ γυναῖκά σου δέν ξέρει πῶς νά ζήση τά παιδιά σου. Μή τήν λυπήσης πίνοντας κρασί, καί γυρίζεις στό σπίτι σου μπεκρής καί μεθυσμένος καί δίνεις ξύλο, καί τά παιδιά σου ἀποκτοῦνε τρόμο μέ τή φοβερή ἐκείνη παρουσία σου. Μή τή λυπήσης μέ τό θυμό σου καί μέ τίς βλασφημίες σου. Μή τήν λυπήσης τήν γυναῖκα σου μέ τήν ζηλοτυπία σου. Μή τή λυπήσης τήν γυναῖκα σου μέ μία ἀνοίκεια συμπεριφορά πού μπορεῖς νά ἔχης ἀπέναντί της.
Ὅλα αὐτά θά τήν λυπήσουν πολύ, πού σημαίνει: φρόντισε νά τήν ἀγαπήσης· φρόντισε νά τήν τιμήσης· φρόντισε ἡ γυναῖκα σου νά γίνη ὁ σύντροφός σου, νά γίνη τό πλευρό σου. Γιατί ὁ Θεός ἀπό τόν Ἀδάμ ὅταν πῆρε νά κάνη τήν γυναῖκα, δέν πῆρε οὔτε ἀπό τό κεφάλι γιά νά διαφεντεύη τοῦ ἀνδρός, οὔτε ἀπό τά πόδια γιά νά εἶναι ἡ γυναῖκα τό ὑποπόδιον τῶν ποδῶν τοῦ ἀνδρός. Ἐπῆρε ἀπό τήν πλευρά γιά νά δείξη ὅτι ἡ γυναῖκα εἶναι στό πλάϊ τοῦ ἀνδρός· οὔτε πιό πάνω, οὔτε πιό κάτω. Ὁ ἄνδρας εἶναι ἡ κεφαλή τῆς οἰκογενείας γιά νά κυβερνᾶ τό σπίτι. Ἀπό πλευρᾶς ὅμως ἀξίας, ἀπό πλευρᾶς πτυχῶν ἀπέναντι στό Θεό, ἀπό πλευρᾶς ἀνθρωπίνης ἰδιότητος εἶναι ἴσοι. «Οὐκ ἔνει ἄρσεν καί θῆλυ˙» Δέν ὑπάρχει λέει τό ἀρσενικό καί τό θηλυκό, λέει ὁ Ἀπ. Παῦλος, «ἀλλά τά πάντα καί ἐν πᾶσι Χριστός»· τά πάντα καί ἐν πᾶσι Χριστός.
Αὐτό λοιπόν θέλει νά πῆ τώρα ἐδῶ πέρα ἡ Ἔδνα πρός τόν γαμβρό της, ὅταν τοῦ δίνη ἐν παρακαταθήκῃ τήν κόρη της.
Ὡραῖες συμβουλές! θαυμάσιες. Ἀλήθεια, ξεχαστήκαμε, δέν ἀκούσαμε καμμιά φράσι νά λέη: «κοίταξε, γαμπρέ, νά κάνετε οἰκονομίες, νά κάνετε σπίτια, νά κάνετε διαμερίσματα, νά πάρετε χωράφια καί τρακτέρια γιά νά γίνεται πλούσιοι. Κοίταξε, γαμπρέ, νά τή βγάζης τήν γυναῖκα σου καί περίπατο, στά κέντρα νά διασκεδάζη. Κοίταξε, γαμπρέ, τό καί τό...» Ἀκούσατε τέτοια πράγματα; Ἀκούσατε; Ὄχι. Ὄχι.
Κι ὅμως, παιδιά μου, τά κριτήρια τῶν συγχρόνων γονέων εἶναι αὐτά, ὅταν λέγουν στά παιδιά τους, ὅτι πρέπει νά προσέχουν. Κάτι τέτοια. Καί οἱ γονεῖς μετά διαμαρτύρονται ὅτι -ἄν ἄλλος σύζυγος μάλιστα ἕνας συγκρατημένος ἄνθρωπος, ὄχι τσιγγούνης, συγκρατημένος ἄνθρωπος- ὅτι ἡ κόρη ὑποφέρει στά χεριά ἑνός τέτοιου ἀνδρός γιατί δέν τήν βγάζει τήν γυναῖκα του στά κέντρα πολύ συχνά νά τρῶνε καί νά πίνουν. Φοβερά πράγματα! Φοβερά. Δηλαδή, ἄν θέλετε νά ἀναζητήσετε τά αἴτια τῶν διαλυμένων οἰκογενειῶν, θά τά βρεῖτε εἰς τούς γονεῖς· τό πῶς μεγαλώνουν τά παιδιά τους, καί τί συμβουλές τους δίνουν, καί πῶς σκέπτονται, καί πῶς μεταβιβάζουν αὐτή τή δική τους τή νοοτροπία στά παιδιά τους. Εἶναι φοβερό πρᾶγμα!
«Μετά ταῦτα ἐπορεύετο καί Τωβίας εὐλογῶν τόν Θεόν ὅτι εὐώδωσε τήν ὁδόν αὐτοῦ, καί κατευλόγει Ραγουήλ καί Ἔδναν τήν γυναῖκα αὐτοῦ.» (Τωβ. 10, 13) Ἦρθε καί ἡ σειρά τοῦ Τωβία. Τί ἔκανε ὁ Τωβίας; Ἄκουσε τόν πεθερό του, ἄκουσε τήν πεθερά του˙ ἡ νύφη ἄκουσε κι ἐκείνη τόν πατέρα της, ἄκουσε τήν μάνα της. Τί ἔχει τώρα νά πῆ ὁ Τωβίας; Ὁ Τωβίας εὐλόγησε τόν Θεόν. «Εὐλογῶν τόν Θεόν» λέγει «ὅτι εὐώδωσε τήν ὁδόν αὐτοῦ», τόν δοξάζει τόν Θεό γιά τόν ἐπιτυχημένο του γάμο.
Ἀλήθεια ἕνας ἐπιτυχημένος γάμος εἶναι μία μεγάλη εὐλογία, πού ἀνήκει δόξα καί εὐλογία καί τιμή εἰς τόν Θεόν. Ναί! Ἀκοῦμε πολλές φορές: «δόξα τῷ Θεῷ, ἡ γυναῖκα μου εἶναι πάρα πολύ καλός ἄνθρωπος!», «δόξα τῷ Θεῷ, ὁ σύζυγός μου εἶναι πάρα πολύ καλός ἄνθρωπος!». Πολλές φορές τό ἀκοῦμε αὐτό. Προσέξτε, δέν σημαίνει ἀπουσία ἐλαττωμάτων, διότι ὁ γάμος, ἄν θέλετε, εἶναι ἕνας συνεταιρισμός ἐλαττωμάτων. Ἀλλά ἐν τούτοις ὅμως, δέν εἶναι τόσα καί τέτοια τά ἐλαττώματα πού νά δημιουργοῦν προβλήματα μέσα εἰς τό σπίτι. Δέν εἶναι χαρτοπαιξία, ἀνηθικότης, καί μπεκρολόγημα, ἤ βαναυσότης καί δέν ξέρω τι. Ἀλλά τί εἶναι; Ἐκεῖνα τά ὁποῖα μπορεῖ νά ἔχη ἕνας ἄνθρωπος, ἂ.., συνηθισμένα μικρά ἐλαττώματα· ἰδιοτροπίες μικρές, συνηθισμένες ἀνθρώπινες. Καί βλέπετε νά δοξολογοῦν τόν Θεό οἱ ἄνθρωποι, γιατί ἔχουν ἕναν ἐπιτυχημένο γάμο.
Ἀλλά μόνον δοξάζει τόν Θεόν ὁ Τωβίας διότι τοῦ εὐώδωσε τόσο πολύ τόν γάμο του; «κατευλόγει Ραγουήλ καί Ἔδναν τήν γυναῖκα αὐτοῦ» κατευλόγει Ραγουήλ καί Ἔδναν, θά πῆ: εὐχαριστοῦσε τά πεθερικά του, εὐχαριστοῦσε τόν πεθερό του καί τήν πεθερά του. Ἔχετε ποτέ ἐσεῖς δεῖ -βεβαίως γίνεται ἀλλά εἶναι λιγάκι σπάνιο- νά εὐχαριστῆ ὁ γαμπρός τά πεθερικά του; Τό ’χετε δεῖ αὐτό;
Ἄν ρωτήσετε «σέ τί νά πρέπη νά εὐχαριστήση τώρα ὁ γαμπρός τά πεθερικά του;» Πρῶτα πρῶτα γιά τήν περιουσία. «Μπά;» θά ’λεγε ἕνας, «ἢτανε ὑποχρεωμένοι νά δώσουνε εἰς τήν κόρη τους ἐκεῖνα κι ἐκεῖνα;». Καί μάλιστα μ’ ἐκεῖνο τό «ἦσαν ὑποχρεωμένοι ἤ εἶναι ὑποχρεωμένοι» βλέπετε πολλές φορές δημιουργοῦνται ρήξεις ἀνάμεσα στά πεθερικά καί τό γαμπρό γιατί πολλάκις θέλει περισσότερα αὐτός καί δέν ξέρω τί ἀλλά.
Εἶναι εὐχαριστημένος καί εὐχαριστεῖ τόν πεθερό του καί τήν πεθερά του. Εἶναι εὐχαριστημένος, ἀλλά μόνον αὐτό; Αὐτό εἶναι τό λιγότερο, παιδιά. Μποροῦσε καί νά μή πάρη καί καθόλου προῖκα. Νά ’τανε πολύ πτωχή κοπέλα καί τελικά ὁ Θεός νά ἤθελε ἔτσι νά παντρευτῆ ἡ Σάρρα χωρίς προῖκα.
Θέλετε νά σᾶς πῶ ἕνα παράδειγμα; Ὅταν ὁ Ἰωσήφ, ὁ μνήστωρ, ἑτοιμάζεται νά παντρευτῆ τήν Θεοτόκον κατά φύσιν -ἀνύποπτα πράγματα τί θά συνέβαιναν στό σχέδιο τοῦ Θεοῦ, ἀνύποπτα ἀκόμα, ἔτσι; Ἁπλῶς ἀρραβωνίζεται τήν Θεοτόκον- ἡ Θεοτόκος ἀπ’ ὅ,τι τοὐλάχιστον μποροῦμε, δέν ἔχομε βέβαια πληροφορίες στήν Ἁγία Γραφή, ἄλλα ἀπ’ ὅ,τι μποροῦμε νά ἀντιλαμβανώμεθα στήν Ναζαρέτ ἔμενε, ὅπως καί ὁ Ἰωσήφ στή Ναζαρέτ ἔμενε, σημειῶστε δέ ὅτι ἡ Ναζαρετ ἦταν ἕνα… ἕνα παλιοχώρι, ἕνα παλιοχώρι. Βεβαίως καί ἡ Θεοτόκος καί ὁ Ἰωσήφ δέν ἦσαν ἐκ Ναζαρέτ, ἦσαν ἐκ τῆς Ἰουδαίας· κατήγοντο καί οἱ δύο ἀπό βασιλικήν γενεάν, ἀπό τόν Δαυΐδ, ἀπό τήν Βηθλεέμ. Ἄλλο θέμα τώρα ὃτι ὁ Δαυΐδ ὁ πρόγονος ἤτανε πόσο λέτε; Χίλια χρόνια πίσω, χίλια ἑκατό χρόνια πίσω. Δέν μποροῦσε νά σώζεται πιά τίποτε, ἔξω ἀπό μία παλαιά αἴγλη, ὅτι εἴχαμε πρόγονο τόν Δαυΐδ. Ζώντας σ’ ἐκεῖνο τό παλιοχώρι τήν Ναζαρέτ -«δύναταί τι ἀγαθόν εἶναι ἐκ Ναζαρέτ;» εἶπε ὁ Ναθαναήλ εἰς τόν Φίλιππον, «δύναταί τι;» μπορεῖ νά βγῆ κάτι ἀγαθό ἀπό τήν Ναζαρέτ; Τί θά πιστεύατε, ἐμμέσως τό βγάζομε ὅτι εἶχαν περιούσιες; Ὄχι. Δέν εἶχαν περιούσια. Ἡ Θεοτόκος πρέπει νά ἦταν μία πολύ πτωχή καί πολλές φορές θά ’χετε διαβάσει θά ’χετε ἀκούσει στίς ὁμιλίες «ἡ πτωχή κόρη τῆς Ναζαρέτ». Ἔ, τί θά πιστεύατε, ἔπρεπε λοιπόν νά ἔχη προῖκα ἡ Παναγία γιά νά παντρευτῆ;
Ἄρα, ὅταν εὐχαριστεῖ ὁ Τωβίας τά πεθερικά του δέν εὐχαριστεῖ διότι πῆρε περιούσια. Συνέπεσε νά εἶναι πλούσια τά πεθερικά του. Συνέπεσε· ἁπλῶς συνέπεσε. Ἀλλά τί εὐχαριστεῖ λέτε; Διότι ἔφτιαξαν μία κοπέλα τέτοια πού νά εἶναι κατάλληλη γιά σύζυγος.
Ἐνθυμεῖσθε στό προηγούμενο κεφάλαιο θά σᾶς τό διαβάσω τήν φράσιν «καί ηὐλόγησεν Τωβίας τήν γυναῖκα αὐτοῦ» τήν ἐπαινοῦσε. Γιατί τήν ἐπαινοῦσε; Εἶχε ἀξία. Πῶς ἔγινε ἡ Σάρρα μία ἀξία, πῶς ἔγινε μία προσωπικότης; Τήν ἔφτιαξαν οἱ γονεῖς της. Βεβαίως, ὁπωσδήποτε ὑπάρχει καί ὁ προσωπικός λόγος. Ἀλλά ἐν τοιαύτῃ περίπτωσει ὅμως, τόν πρῶτον λόγον τόν ἔχουν οἱ γονεῖς.
Ἔτσι λοιπόν παιδιά, ὅταν εὐχαριστῆ ὁ γαμπρός τά πεθερικά, τά εὐχαριστεῖ τά πεθερικά του γιατί φτιάξανε μία καλή κοπέλα, πού τώρα αὐτή ἡ καλή κοπέλα θά γίνη ἡ καλή σύζυγος αὐτοῦ τοῦ γαμπροῦ. Ἔτσι, ἄν θέλετε, ὁ ὑποψήφιος γαμπρός σας, ἄνδρας σας, σύζυγός σας, ἄν ὁ Θεός τό κρίνη καί τό θέλει νά παντρευτῆτε, ἄν ὁ Θεός τό κρίνη καί τό θέλει, εἴπαμε κι ἄλλοτε τό θέμα αὐτό, καί νά ἐπαινέση τούς γονεῖς σας καί νά τούς εὐχαριστῆ καί νά τούς ἔχη σέ ὑψηλήν τιμήν καί νά μή τούς περιφρονῆ, φροντίστε νά γίνετε καλές κοπέλες γιά νά τιμήσετε τούς γονεῖς σας. Ἢ οἱ γονεῖς σας νά φροντίσουν -οἱ μητέρες, προπαντός οἱ μητέρες, ὄχι ὀλιγότερο οἱ πατέρες, ἀλλά προπαντός οἱ μητέρες- μέ κάθε τρόπο νά βοηθήσουν τίς κοπέλες τους νά γίνουν καλές κοπέλες, εὐλαβεῖς κοπέλες, νοικοκυρές κοπέλες, μέ τιμή κοπέλες, μέ εὐλάβεια κοπέλες, μέ σεβασμό κοπέλες, ὥστε καί ὁ γάμος τους νά εἶναι εὐτυχισμένος καί εὐλογημένος. Ἀλλά καί ὁ ὑποψήφιος γαμπρός νά ἐπαινέση τά πεθερικά καί νά τά εὐλογῆ καί δι’ αὐτῶν νά εὐλογῆ καί νά δοξάζη τόν Θεόν.
Πρῶτα ὁ Θεός θά συνεχίσωμε τήν μεθεπομένη Κυριακή.
15η ομιλία στο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης « Τωβίτ ».
►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
"Τωβίτ. (Ὁμιλίες βασισμένες στό βιβλίο τῆς Π. Διαθήκης Τωβίτ).
" εδώ ⬇️
http://arnion.gr/index.php/p-thanasios-mytilina-os/milies-p-thanasiou/palaia-diauhkh/vivlion-tovit
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40oED0GDYsRHnrDdY5_m61pt
Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Καραμίντζα.
Ψηφιοποίηση και επιμέλεια κειμένου δια χειρός του αξιοτίμου κ. Γεωργίου Μαλούση.
__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0
📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1
📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️
https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0
__⬇️ Facebook ⬇️__
https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share
Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk
†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.