13 Απριλίου 2021

Ἀνάγκη νά ἐξιχνιάσωμε τήν ταυτότητα τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας. ~ 11/14 ~

†.Ἀγαπητοί, εὐρισκόμεθα πάντοτε εἰς τό βιβλίον τῆς Σοφίας Σειράχ εἰς τό 24ον κεφάλαιον, εἰς τόν 18ον στίχον: «ἐγώ, μήτηρ της ἀγαπήσεως της καλῆς, καὶ φόβου καὶ γνώσεως καὶ της ὁσίας ἐλπίδος, δίδομαι οὗν πάσι τοῖς τέκνοις μου, ἀειγενὴς τοῖς λεγομένοις ὑπ’ αὐτοῦ».

Εγώ, ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία, εἶμαι ἡ μητέρα τῆς καλῆς καί ἁγνῆς καί ἀνιδιοτελοῦς ἀγάπης, τοῦ θείου φόβου, τῆς ὀρθῆς γνώσεως, τῆς ἁγίας ἐλπίδος. Ἐγώ λοιπόν χαρίζομαι ὑπό τοῦ Θεοῦ σέ ὅλα τά τέκνα μου, γεννωμένη διαρκῶς - δηλ. ἀναγεννιέμαι - ἀπό τήν διδασκαλία πού παρέχουν τά λόγια τοῦ Θεοῦ». Εἶναι ἕνα πολύ ὡραῖος στίχος, πολύ ὡραῖος!

Ἐδῶ ἐνθυμεῖσθε, μέχρι τώρα εἴχαμε κάποιες εἰκόνες παρμένες ἀπό τήν φύση· τή φύση τῆς Παλαιστίνης, ἀπό τό φυτικό κυρίως βασίλειο, πού ἐκεῖ ἔδειχνε τή μεγαλοπρέπεια, τήν ὠφελιμότητα, χρησιμότητα τῆς Σοφίας, τήν ὡραιότητα, ἀπό τό φυτικό αὐτό βασίλειο τῆς Παλαιστίνης. Τώρα μεταφέρεται ἀπό τίς εἰκόνες τῶν φυτῶν, στήν εἰκόνα τῆς μητέρας. Ὅλα εἶναι εἰκόνες. Καί εἶναι ὄντως ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία ἡ μητέρα τῆς ἀγάπης, τοῦ φόβου τοῦ Θεοῦ, τῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ καί τῆς ἐλπίδος, ἐφόσον ὅλα αὐτά ἀποτελοῦν τίς ἄκτιστες ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ. Ἄκτιστες ἐνέργειες! Πολλές φορές ἔχομε μιλήσει γιά τίς ἄκτιστες ἐνέργειες. Φερ’ εἰπεῖν ἡ ἀγάπη. Ἡ ἀγάπη πηγή της ἔχει τό Θεό. Φεύγει ἀπό κεῖ ὡς ἐνέργεια, ἀπό τήν θεία οὐσία γι’ αὐτό καί οἱ ἐνέργειες εἶναιλ θεῖες καί λέγονται ἄκτιστες, ὅπως καί ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἄκτιστος, μόνο πού οἱ ἐνέργειες αὐτές ἔρχονται σέ ἐπαφή μέ ὅ,τι κτιστόν, ἐνῶ ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ δέν ἔχει οὐδεμίαν σχέση μέ ὅ,τι κτιστόν. Φεύγουν λοιπόν ἀπό τήν ἄκτιστην οὐσία τοῦ Θεοῦ - οἱ ἄκτιστες ἐνέργειες - καί ἔρχονται ἐδῶ εἰς τόν κόσμον, εἰς τούς ἀνθρώπους. Ὁ Θεός, διά τῶν ἀκτίστων ἐνεργειῶν ἐπικοινωνεῖ μέ τόν κτιστόν κόσμον. Ἔτσι ἡ ἀγάπη δέν εἶναι ἕνα φαινόμενο αὐτοφυές εἰς τόν ἄνθρωπο. Ἔρχεται ἔξωθεν. Στόν ἄνθρωπο εἶναι ἡ περίπτωσις τῆς ἀνταποκρίσεως. Ἐάν δηλ. ὁ ἄνθρωπος θ’ ἀνταποκριθῆ στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ἔρχεται λοιπόν ἀπ’ ἔξω, ἔρχεται ἀπό τό Θεό. Ἀνακλᾶ ἡ ἀνθρώπινη προαίρεσις τήν θεία ἐνέργεια. Ὅταν λέγω «ἀνακλᾶ» σημαίνει, ἀποδέχομαι καί ἐπιστρέφω - ὄχι κατά βλάσφημον τρόπον - ἀλλά κατά τρόπον πού δείχνω τήν ἀποδεκτικότητά μου στό Θεό, δηλ. ἀνταποκρίνομαι. Στέλνει ὁ Θεός τήν ἄκτιστον ἐνέργεια τῆς ἀγάπης Του, ἀποδέχομαι ἐγώ καί ἀνταποδίδω, ἀνακλῶ, δηλ. ἀγαπῶ τό Θεό. Αὐτή ἡ ἀγάπη στόν Θεό, δέν εἶναι αὐτογενής, ἀλλά ἔρχεται ἀπ’ ἔξω καί ἀποτείνεται πρός τό Θεό. Ὅπως καί ἡ πίστις. Ὅταν θά ἔπρεπε νά πιστέψω, ἡ πίστις εἶναι ἐνέργεια ἄκτιστος, ἔρχεται ἀπό τό Θεό. Ἐγώ ἐκεῖνο πού ’ναι δικό μου, εἶναι κατά πόσο θ’ ἀνταποκριθῶ, μέ τήν ἐλευθέρα μου προαίρεση εἰς αὐτήν τήν ἄκτιστον ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ δηλαδή αὐτή τή συμπεριφορά τοῦ Θεοῦ κ.ο.κ.

Ἐδῶ λοιπόν ὁμιλεῖ περί ἀγάπης, ὁμιλεῖ περί θείου φόβου, περί ὀρθῆς γνώσεως, περί ἁγίας ἐλπίδος. Ὅλα αὐτά ἔρχονται ἀπό τόν Θεό. Ἄκτιστες ἐνέργειες. Ἀλλά ὅταν λέγει, ὅτι αὐτές οἱ ἐνέργειες φεύγουν ἀπό μένα - λέει ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία, ὅτι Ἐγώ εἶμαι ἡ μητέρα αὐτῶν τῶν ἄκτιστων ἐνεργειῶν - δείχνει καθαρά ὅτι ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία εἶναι ὁμοούσιος μέ τόν Πατέρα. Ἀφοῦ φεύγουν ἀπό τήν οὐσία τοῦ Θεοῦ τήν ἄκτιστη; Ἄρα λοιπόν ἐδῶ σαφῶς ἀφοῦ φεύγουν καί ἀποτελοῦν τή μητέρα πού εἶναι ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία ἄρα λοιπόν ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία εἶναι ὁμοούσιος μέ τόν Πατέρα. Μιάς οὐσίας. Φαίνεται ἀπό δῶ καθαρά. Ξέρετε πόσες καί πόσες τέτοιες περιπτώσεις ἔχομε, σημεῖα, Π. καί Κ. Δ. πού δείχνουν τό Τριαδικόν τοῦ Θεοῦ, τό ὁμοούσιον τῶν τριῶν προσώπων, κ.ο.κ.; Πράγματι λοιπόν ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία τοῦ Θεοῦ, δηλ. ὁ Θεός Λόγος, εἶναι, ἀφοῦ λέγει, ἀπό μένα φεύγει ἡ ἀγάπη, ἀπό μένα φεύγει ἡ ἐλπίδα, εἶναι ἡ Αὐτοζωή, εἶναι τό Αὐτοφῶς, ἡ Αὐτοδικαιοσύνη, ἡ Αὐτοαλήθεια, ἡ Αὐτοαθανασία. Δηλ. ὅτι ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία, ὁ Θεός Λόγος, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, εἶναι αὐτό, πού εἶναι, ὡς πηγή. Ἐγώ δέν ἔχω τήν ἀλήθειαν. Ἐγώ εἶμαι ἀποδέκτης τῆς ἀλήηθείας. Ἐγώ δέν ἔχω τήν ζωή, ἀλλά εἶμαι ἀποδέκτης τῆς ζωῆς, κ.ο.κ. Τώρα μποροῦμε νά καταλάβωμε πιό καίρια ἐκεῖνο πού λέγει ἡ Κ. Δ., τό λέγει ὁ Ἰησοῦς Χριστός: «ἐγώ εἰμι τὸ φῶς τοῦ κόσμου·» ( Ἰωάν. 8, 12) Κατ’ ἀπόλυτον ἐκτίμησιν. «ἐγώ εἰμι ἡ ἀλήθεια». Κατ’ ἀπόλυτον ἐκτίμησιν. «ἐγώ εἰμι ἡ ἀνάστασις καὶ ἡ ζωή» ( Ἰωάν. 11, 25)

ἤ «ἐγώ εἰμι ἡ ὁδὸς» ( Ἰωάν. 14, 6) Δηλ. εἶμαι καί τό τέρμα καί ὁ τρόπος γιά τό τέρμα. Μ’ ἄλλα λόγια, «ἐγώ εἰμι ἡ ἀλήθεια» σημαίνει «ἐγώ εἶμαι τό τέρμα». Διότι ἐκεῖ θά καταλήξωμε, στήν ἀλήθεια. Ἀλλά ἐάν λέγη «ἐγώ εἰμι ἡ ὁδός», λέει ὁ Χριστός, σημαίνει ὅτι ὁ Χριστός εἶναι καί ὁ τρόπος νά φθάσω στήν ἀλήθεια. Καί τό τέρμα καί ἡ ὁδός. «Ἐγώ εἰμι ἡ ὁδός καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή» νά τά βάλω ὅλα μαζί αὐτά, ὅπως ἀκριβῶς διατυπώνονται. Ὅλα αὐτά ἀναφέρονται στόν χαρακτηρισμό ἐδῶ τῆς Σοφίας Σειράχ, πού λέει «ἐγώ μήτηρ». Ἐγώ εἶμαι ἡ μητέρα, δηλ. καί τοῦ φωτός καί τῆς ζωῆς καί τῆς ἀγάπης κλπ. Ἐγώ. Εἶναι πάρα πολύ σπουδαῖο. Πάρα πολύ σπουδαῖο.

Ἀλλά ἐνῶ εἶναι μήτηρ ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία αὐτῶν τῶν ἀγαθῶν, τῶν ἀκτίστων ἐνεργειῶν, ταυτόχρονα εἶναι καί θυγατέρα. Προσέξτε. Αὐτό τό δίπολο, μήτηρ - θυγάτηρ, εἶναι συνηθέστατο σάν σχῆμα στόν ἅγιο Ἰωάννη τῆς Κλίμακος. Ἄν διαβάσετε ἐκεῖ τίς ὁμιλίες του, θά δῆτε ὅτι αὐτή ἡ ἀρετή γεννάει ἐκείνη τήν ἀρετή, ἤ ἡ ἐναλλαγή μεταξύ μητρός καί θυγατρός. Δηλ. ἐκεῖνο πού εἶναι μάνα εἶναι καί κόρη, γίνεται θυγατέρα, κι αὐτό πού εἶναι θυγατέρα, γίνεται μάνα. Αὐτό τό σχῆμα, αὐτό τό δίπολο «μήτηρ - θυγάτηρ», σᾶς εἶπα εἶναι συνηθέστατο εἰς τόν ἅγιον Ἰωάννη τῆς Κλίμακος καί ὅσοι τόν διαβάζετε, πρέπει νά τό ἔχετε παρατηρήσει.

Ἔτσι κι ἐδῶ. Ὅταν ὁ Πατήρ ἀναφέρεται εἰς τούς λόγους τοῦ Υἱοῦ, κι αὐτοί γίνονται ἀποδεκτοί ἀπό τά τέκνα τοῦ Θεοῦ - οἱ λόγοι - τότε ὁ Υἱός «γεννᾶται ἀεί», πάντοτε, στίς καρδιές τῶν τέκνων. Θά σᾶς ξαναδιαβάσω τό χωρίον, τή μετάφρασή του. «Ἐγώ λοιπόν χαρίζομαι ὑπό τοῦ Θεοῦ σέ ὅλα τά τέκνα μου». Χαρίζομαι, μέ κάνουν ἰδιοκτησία τους, μέ κάνουν κτῆμα τους. Ἐγώ γεννῶ, ἀλλά καί ταυτόχρονα γεννῶμαι, γεννιέμαι. Γεννωμένη διαρκῶς - στήν μετάφραση πάντα - ἀπό τήν διδασκαλία πού παρέχουν τά λόγια τοῦ Θεοῦ - σᾶς διαβάζω τή μετάφραση τοῦ χωρίου πού σᾶς εἶπα - ἔτσι ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία, γεννᾶ (μήτηρ) καί γεννᾶται (θυγάτηρ). Ποιόν γεννᾶ; Τόν πιστόν ἄνθρωπον. Ποῦ γεννᾶται; στόν πιστόν ἄνθρωπον!

Τό θέμα αὐτό θυμίζει τούς στίχους τῆς ὠδῆς τοῦ Ἠσαΐου, πού λέγαμε τό χειμώνα, θά ἐνθυμεῖσθε, αὐτή ἡ θαυμασία ὠδή. Λέγει: «καὶ ὡς ἡ ὠδίνουσα ἐγγίζει τοῦ τεκεῖν καὶ ἐπί τῆ ὠδῖνι αὐτῆς ἐκέκραξεν, οὕτως ἐγενήθημεν τῷ ἀγαπητῷ σου διά τὸν φόβον σου, Κύριε, - ἀποτεινόμενοι στόν Πατέρα, ἀναφερόμενοι στόν Υἱόν - ἔτσι, λέει γινήκαμε εἰς τόν ἀγαπημένο σου, τόν Υἱό σου, ἐν γαστρὶ ἐλάβομεν καὶ ὠδινήσαμεν», ποιόν ἐλάβαμε ἐν γαστρί; δηλ. πήραμε τρόπον τινά ἕνα σπέρμα, γιά νά ἐγκυμονήσωμε. Ποιόν; Τόν Θεόν Λόγον. Ἐκεῖνος μᾶς γέννησε, τώρα θά τόν γεννήσομε ἐμεῖς. Τόν προσλαμβάνομε δίκην σπέρματος. Εἴδατε; Ἐν γαστρὶ ἐλάβομεν. Τόν πήραμε στήν κοιλιά μας, στά σπλάχνα μας, κι ὠδινήσαμε. Ἄρχισε νά ’ναι ζωντανό πρᾶγμα αὐτό, γιατί ὅταν μεγαλώνει τό ἔμβρυον, τότε ἀναμφισβήτητα προκαλεῖται πόνος στή γυναίκα. Ὅταν ἑτοιμάζεται ἰδίως νά γεννήση, «καὶ ἐτέκομεν· καί γεννήσαμε, πνεῦμα σωτηρίας σου ἐποιήσαμεν ἐπὶ τῆς γῆς…» ( Ἡσ. 26, 17-18)

Βλέπει λοιπόν κανένας σαφῶς ὅτι ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία μᾶς γεννᾶ καί τή γεννᾶμε. Μᾶς δίνει καί τῆς δίνομε. Αὐτό ὅμως εἶναι μία πάρα πολύ στενή σχέσις ἀνάμεσα στήν Ἐνυπόστατο Σοφία τοῦ Θεοῦ, τόν Ἰησοῦν Χριστόν - διαρκῶς σᾶς τό ὑπενθυμίζω αὐτό - καί ἡμῶν τῶν πιστῶν. Εἴμαστε τέκνα Του καί μητέρες Του.

Θά σᾶς θυμίσω ἀκόμη κάτι ἄλλο, - τώρα τό θυμήθηκα - ὅταν κάποτε ἡ Θεοτόκος, μέ τά ὑπόλοιπα ἐκεῖνα παιδιά τοῦ Ἰωσήφ - δέν ἦταν δικά της παιδιά - κάπου πῆγαν, ἀναζητοῦντες τόν Κύριον. Ἤτανε σ’ ἕνα σπίτι καί δίδασκε. Ἤτανε τόσος κόσμος, ἦταν ἀδύνατον νά προσεγγίση ἡ Θεοτόκος, καί τότε τοῦ λέγουν ὅτι «ἡ μητέρα σου ἀπ’ ἔξω σέ ζητάει καί τ’ ἀδέλφια σου». (Μάρκ. 3, 32)

Κι ὁ Κύριος ἀπήντησε - ὄχι ὅτι ἀρνεῖται τή μητέρα του ἀλλά γιά νά δείξη αὐτό τό σχῆμα πού λέμε ἐδῶ - καί μάλιστα αὐτή ἡ περικοπή ἀναφέρεται καί τώρα στό Δεκαπενταύγουστο, ὡς Εὐαγγελική περικοπή: «Ποιά εἶναι ἡ μητέρα μου καί τά’ ἀδέλφια μου; Νά ἡ μητέρα μου, ὁ καθένας ἀπό σᾶς, λέει, εἶναι μητέρα μου καί ὁ καθένας ἀπό σᾶς εἶναι ἀδέλφια μου, ἐάν τηρῆτε τό λόγο μου». Ὥστε τί εἶπε; Ὁ καθένας ἀπό σᾶς εἶναι μάνα μου. Δέν ὑποτιμᾶ τήν Θεοτόκον. Ἀλλά θέλει ν’ ἁπλώση νά ἐπεκτείνη τό πρᾶγμα, μ’ αὐτό τό σχῆμα πού σᾶς εἶπα. Ὅ Ἰησοῦς Χριστός γεννᾶ καί γεννᾶται. Ἔτσι, λέμε ὅτι γεννιέται μεσ’ τήν καρδιά μας ὁ Χριστός, ἐκεῖνος μᾶς γέννησε, δηλ. μᾶς δημιούργησε, Ἐκεῖνος τώρα γίνεται παιδί μας καί τόν γεννᾶμε ἐμεῖς. Γιά νά ἐννοήσωμε καί νά καταλάβωμε αὐτό τό ἀμοιβαῖον τοῦ σχήματος.

   Καί προχωροῦμε εἰς τόν ἑπόμενον στίχον, τόν 19ον:

«προσέλθετε πρός με, οἱ ἐπιθυμοῦντές μου, καὶ ἀπὸ τῶν γεννημάτων μου ἐμπλήσθητε·». Λέγει ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία, - πάντοτε στό α΄ ἑνικόν πρόσωπον - δηλ. πλησιάσατέ με ὅσοι μέ ἐπιθυμεῖτε, καί χορτάσατε ἀπό τούς καρπούς καί τά γεννήματά μου. Μετά ἀπό τίς εἰκόνες - θά ξαναποῦμε - τοῦ φυτικοῦ βασιλείου τῆς Παλαιστίνης, πού εἴπαμε καί προηγουμένως, ἐδῶ προβαίνει ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία, σέ μία πρόσκληση. Προσέξτε, σέ μία πρόσκληση. Ὕστερα ἀπό τήν αὐτοσύστασή Της καί τή θαυμαστή αὐτοπροβολή της, θυμόσαστε πώς ἄρχισε τό κεφάλαιο, «Ἐγώ ἡ Σοφία θά ἐγκωμιαστῶ, θά ἐγκωμιάσω τόν Ἑαυτό μου, κ.ο.κ»., καί λέμε ἀπό τήν αὐτοπροβολή της ἐλπίζει ὅτι κάποιοι θά τήν ἐπιθυμούσαν νά τήν καταστήσουνε κοινωνό τους. Τό ἐλπίζει αὐτό ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία. Ξέρετε, ὅπως καί κάθε φιλόσοφος, ὅταν πῆ ὡραία πράγματα, κι ἄν ζῆ σέ μία ἐποχή πού δέν τόν καταλαβαίνει ἡ ἐποχή του, ὅμως ἄν αὐτά γραφτοῦν, κάποτε μέσα στούς αἰῶνες, θά ἔχει ὁ φιλόσοφος αὐτός τούς θαυμαστάς του. Σίγουρα. Ἔτσι καί δῶ, μέσα στούς αἰῶνες, θά ἔχη ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία τούς θαυμαστάς της. Εἶναι πάρα πολύ ὡραῖο αὐτό. Γι’ αὐτό λοιπόν ἔρχεται ἐδῶ νά δημιουργήση μίαν πρόσκλησιν. Προβαίνει λοιπόν στήν ἑξῆς πρόσκληση: «προσέλθετε πρός με, οἱ ἐπιθυμοῦντές μου», ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι μέ ἐπιθυμεῖτε. Ἐκεῖνοι πού στήν καρδιά τους γεννήθηκε ἡ ἐπιθυμία ἡ δική μου, δηλ. μέ ἐπεθύμησαν. Αὐτοί, ἐλᾶτε σ’ ἐμένα. Ὁ καλύτερος τρόπος, ὅπως βλέπομε ἐδῶ, νά πλησιάση ὁ ἄνθρωπος τό Θεό, εἶναι νά τόν ἐπιθυμήση. Αὐτό τό καταλαβαίνομε μέ πάρα - πάρα πολλά γήϊνα πράγματα. Μιά κοπέλα πού γνώρισες καί τήν ἐπεθύμησες προκειμένου νά τήν παντρευτῆς, τήν ἀγαπᾶς, ἀφοῦ προηγουμένως τήν ἐπεθύμησες, κ.ο.κ. Μύρια παραδείγματα ἀπό τήν καθημερινότητα, δέ χρειάζεται νά ἐξηγήσωμε πιό πολύ, ὅτι ὁ καλύτερος τρόπος νά πλησιάσει κανείς τό Θεό, εἶναι νά τόν ἐπιθυμήση. Κι ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἐπιθυμεῖ τόν Θεό, τότε καί ὁ Θεός ἐπιθυμεῖ τόν ἄνθρωπο. Καί τότε γίνεται μία συνάντηση θείας καί ἀνθρωπίνης ἐπιθυμίας, μία συνάντησις ἀμοιβαίας ἐπιθυμίας. Μία σειρά θέσεων ἀγάπης καί ἐπιθυμίας τῆς Σοφίας - τῆς Ἐνυποστάτου πάντοτε - παραθέτει ἡ Σοφία Σολομῶντος. Ἀκοῦστε τί γράφει, ἡ Σοφία Σολομῶντος: «ἐπιθυμήσατε οὖν τῶν λόγων μου, ποθήσατε καὶ παιδευθήσεσθε», λέγει, ἐπιθυμήσατε τά λόγια μου, ποθήσατε τά λόγια μου καί θά παιδαγωγηθεῖτε. «Λαμπρὰ καὶ ἀμάραντος ἐστιν ἡ σοφία καὶ εὐχερῶς θεωρεῖται, - λέει ἐδῶ ὁ ἱερός συγγραφεύς - ὅτι εἶναι λαμπρά καί ἀμάραντη, λέγει, ἡ σοφία, δέν μαραίνεται ποτέ καί θεωρεῖται (βλέπεται) - ἀπό τό θεωρῶ (βλέπω) - μέ εὐχέρεια, ὑπὸ τῶν ἀγαπώντων αὐτὴν - ἀπό ποιούς; - ἀπό κείνους πού τήν ἀγαποῦν, καὶ εὑρίσκεται ὑπό τῶν ζητούντων αὐτήν» (Σ. Σολ. 6, 11-12) καί βρίσκεται ἀπό κείνους πού τήν ζητοῦν. Τί νά σᾶς θυμίσω ἀπό τήν Κ. Δ.; νά σᾶς θυμίσω τήν Μαρία τήν Μαγδαληνή; Δέ μποροῦσε νά ἡσυχάση. Δέ μποροῦσε! Πῆγε στό μνημεῖον ἔκλαιγε. «Γύναι, τί κλαίεις; τίνα ζητεῖς»; ποιόν ζητᾶς; νόμισε ὅτι εἶναι ὁ κηπουρός. Λέει τόν «Ἰησοῦν». Ἤξερε βέβαια ὅτι εἶχε πεθάνει. Διότι τόν εἴχανε θάψει ἐκεῖ, ἐνταφιάσει ἐκεῖ, ἤτανε παροῦσα, τά παρακολουθοῦσε ὅλα. Κι ἐκεῖνο τό «Μαρία…». Γυρίζει νά δῆ καλύτερα· γιατί ἀκόμα ἤτανε καί αὐγή, δέν εἶχε φωτίσει καλά. «Ραββουνί»!( Ἰωάν. 20, 16) Διδάσκαλε! Πότε τόν εὑρίσκ юει; Ὅταν ἔχει δείξει τόν πόθο της, τόν πόθο της. Ναί. Τήν ἀγάπη της. Καί πόσα ἄλλα μπορεῖ νά πῆ κανένας! Ἔτσι «εὑρίσκεται ὑπὸ τῶν ζητούντων αὐτήν, φθάνει τοὺς ἐπιθυμοῦντας προγνωσθῆναι, καταφθάνει αὐτούς πού ἐπιθυμοῦν νά τή γνωρίσουν καί νά τήν κατανοήσουν, ὅτι τοὺς ἀξίους αὐτῆς αὕτη περιέρχεται ζητοῦσα» (Σ. Σολ. 6, 16) γιατί τούς ἄξιους γι’ αὐτήν περιέρχεται, γυρίζει, τριγυρνᾶ καί τούς ζητάει. Γι’ αὐτό καί ὁ σοφός Σολομών ἔφθασε νά λέγει ὅτι: «ὑπέρ ὑγίειαν καὶ εὐμορφίαν ἠγάπησα αὐτὴν καὶ προειλόμην αὐτὴν ἀντὶ φωτός ἔχειν, ὅτι ἀκοίμητον τὸ ἐκ ταύτης φέγγος» (Σ. Σολ. 7, 10) Πιό πάνω ἀπ’ τήν ὑγεία, πιό πάνω ἀπό τήν ὀμορφιά, ἀγάπησα τήν Ἐνυπόστατον Σοφία τοῦ Θεοῦ. «καί προειλόμην», τήν προτίμησα ἀντί ἀκόμη τοῦ φωτός, γιατί λέγει εἶναι ἀκοίμητο, δέν σβήνει ποτέ τό φέγγος, τό φεγγοβόλημα τό δικό της. Μάλιστα ἐδῶ γιά νά δεῖτε πόσο ἀμοιβαία εἶναι τά πράγματα, χρησιμοποιώντας τό ρῆμα «ἐπιθυμῶ», (ἀγαπῶ - ἐπιθυμῶ), ὁ Χριστός εἶπε στούς μαθητᾶς του - πιστεύω ὅτι καταλάβατε μέχρι τώρα, ὅτι κινοῦμαι παράλληλα ἀνάμεσα στήν Ἐνυπόστατο Σοφία τῆς Π. Δ. καί μέ τόν Ἰησοῦν Χριστόν τῆς Κ. Δ. γιά νά δείχνεται ἀνά πάσα στιγμή ἡ ταυτότητα· ὅτι εἶναι ἕνα πρόσωπο. Πιστεύω ἔχω γίνει ἀντιληπτός σ’ αὐτό τό σημεῖο - λοιπόν ὁ Χριστός εἶπε λίγο πρό τοῦ Πάσχα: «ἐπιθυμίᾳ ἐπεθύμησα, τοῦτο το πάσχα φαγεῖν μεθ’ ὑμῶν.. ». «ἐπιθυμίᾳ ἐπεθύμησα», ἑβραϊσμός. «χαίρω χαρά». «Ἐπιθυμῶ ἐπιθυμία», δίνει τόνο στήν ἐπιθυμία, ἀφοῦ μπαίνει καί τό ρῆμα, πού εἶναι τό ἴδιο. Τί; Νά φάγω, λέει, τό Πάσχα, δηλ. νά σταθῶ ὁμοτράπεζος μέ σᾶς μαζί σας. Γιατί; Ἀλλοῦ λέει ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης ὅτι τούς ἠγάπησε μέχρι τέλους. Τούς μαθητᾶς του. Κι ἐκεῖνοι τόν ἀγάπησαν. Κι ἔτσι βλέπει κανείς, μέσα σ’ αὐτήν τήν ἀγάπη, τήν ἀμοιβαία, κινεῖται μία ἀμοιβαία ἐπιθυμία. Εἶναι πάρα πολύ σπουδαία πράγματα αὐτά. Ἐδῶ μποροῦμε νά μιλᾶμε, ἀγαπητοί μου, γιά πνευματική ζωή.

Τί νομίζετε; νά μήν πῶ ψέματα, νά μήν κλέψω; Δέν σᾶς μοιάζουν πολύ χοντρά αὐτά τά πράγματα; Τώρα.. νά κλέψω; Νά πῶ ψέματα; Δέν εἶναι χοντρά αὐτά τά πράγματα; Αὐτό θά μέ κάνει Χριστιανό, νά μήν πῶ ψέματα καί νά μή κλέψω; Μοῦ τό λένε καί οἱ φιλόσοφοι αὐτό θά ἔλεγα σέ τελευταία ἀνάλυση. Μοῦ τό λέει καί ἡ ἀνάγκη ἡ κοινωνική. Νά μήν εἶμαι ἕνας ψεύτης μέσα στήν κοινωνία καί ἕνας κλέφτης. Ἀλλά ἐκεῖνο πού μοῦ λέει ἡ Κ. Δ., αὐτή ἡ ἀμοιβαία ἀγάπη μέ τόν Ἰησοῦν Χριστόν, ἀφοῦ ἀνακαλύψω ποιός εἶναι.

Ἀκόμα ἡ Σοφία ἡ Ἐνυπόστατος θά πῆ: «ἐγώ τοὺς ἐμὲ φιλοῦντας ἀγαπῶ, οἱ δὲ ἐμὲ ζητοῦντες εὐρήσουσι χάριν»

(Παρ. Σολ. 8, 17)

Ἐγώ, λέει, ἀγαπάω ἐκείνους πού μέ ἀγαποῦν, κι ἐκεῖνοι πού μέ ζητοῦν, θά βροῦν χάρη. Ἔτσι, μία εἰκόνα προσκλήσεως, ἐπειδή μᾶς τό εἶπε τό χωρίον πού διαβάσαμε, σᾶς τό ξαναθυμίζω «προσέλθετε πρός με, οἱ ἐπιθυμοῦντές μου» κλπ., πρόσκληση. Ἔτσι, μία εἰκόνα προσκλήσεως μᾶς παρέχει ἀγαπητοί τό βιβλίο τῶν Παροιμιῶν. Εἶναι πασίγνωστο αὐτό τό χωρίον καί μάλιστα τό ἀκοῦμε συνήθως τίς παραμονές τῶν μεγάλων γιορτῶν τῶν Θεομητορικῶν. Ὅποτε γιορτάζομε τήν Παναγία μας, στόν Ἑσπερινό, ἔχομε στερεότυπα αὐτήν τήν περικοπή, τή γνωρίζετε. «Ἡ σοφία, λέγει, ᾠκοδόμησεν ἐαυτῇ οἶκον». Ἔκτισε τό σπίτι της, ἔκτισε γιά τόν ἑαυτό της σπίτι, καί ξέρετε ποιό εἶναι τό σπίτι τῆς Σοφίας. Ἔκτισε, προσέξτε, γιατί εἶναι κτιστό. Εἶναι ἡ Θεοτόκος καί βεβαίως σάν ἄνθρωπος εἶναι κτιστή. Τήν προετοίμασε γιά νά γίνη τό κατοικητήριο τῆς Σοφίας, ἡ Θεοτόκος! «καὶ ὑπήρεισε στύλους ἑπτά·» καί τή στερέωσε τήν οἰκία της, τόν οἶκον αὐτῆς, ἐπάνω σέ ἑπτά στύλους. Δηλ. τό 7, ἀριθμός ἀπέραντος, δείχνει ὅτι ἐδῶ ἡ Σοφία στερεώνεται ἐπάνω σ’ ἕνα πρόσωπο, τήν Παναγία, ἡ ὁποία εἶναι τόσο στερεωμένη στήν ἁγιότητα<, «ἔσφαξε τὰ ἑαυτῆς θύματα, ἐκέρασεν, (κεράννυμι ~ ἀναμιγνύω) ἀνέμειξε, νερό μέ κρασί - δέν ἔπιναν οἱ ἀρχαῖοι τό κρασί ἄκρατον ἀλλά κεκραμμένον, τό ξέρετε αὐτό - εἰς κρατήρα, σ’ ἕνα ποτήρι μεγάλο, τὸν ἑαυτῆς οἶνον, τό δικό της κρασί, καὶ ἡτοιμάσατο τὴν ἑαυτῆς τράπεζαν·», ποιά εἶναι ἡ τράπεζα; Εἶναι ἡ μυστική τράπεζα. Ποιό εἶναι τό κρασί; Εἶναι τό αἷμα τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας, ὅταν θά Ἐνηνθρώπιζε. Ποιά εἶναι τά ἑαυτῆς σφάγια; Εἶναι τό καθαυτό σφάγιον, ὁ μόσχος ὁ σιτευτός, ἡ ἴδια Σοφία, ὁ Ἰησοῦς Χριστός ἐπί τοῦ Σταυροῦ ὡς θυσία. «ἀπέστειλε τοὺς ἑαυτῆς  δούλους

συγκαλοῦσα  μετὰ ὑψηλοῦ κηρύγματος ἐπὶ κρατήρα λέγουσα·», κι ἔστειλε, λέει, τούς δούλους Της, μέ ὑψηλόν κήρυγμα, δηλ. κήρυγμα πού δέν ἀκούστηκε ἄλλοτε στή γῆ. Θά τό ἔχετε δεῖ πολλές φορές, σέ μία πρόποση, σηκώνει κανείς τό ποτήρι, μάλιστα ὁ οἰκοδεσπότης, τυχόν ἕνα τιμώμενον πρόσωπον, κρατάει τό ποτήρι κι ἐκεῖ λέει κάποια πράγματα, μία προσφώνηση. Αὐτό θά πῆ «ἐπὶ κρατήρα λέγουσα», τί; «ὅς ἐστιν ἄφρων, ἐκκλινάτω πρός με, ὅποιος δέν ἔχει πολύ μυαλό, ἄς ἀλλάξη κατεύθυνση δρόμου καί νά ’ρθῆ σέ μένα, καὶ τοῖς ἐνδεέσι φρενῶν εἶπεν· κι ἐκεῖνοι πού εἶναι φτωχοί στό μυαλό τούς εἶπε, ἔλθετε φάγετε τῶν ἐμῶν ἄρτων καὶ πίετε οἶνον, τούς ἄρτους μου, τό κρασί μου, ὅν ἐκέρασα ὑμίν·»

(Παρ. Σολ. 9, 1)

πού ἔχω ἀναμείξει μέ νερό γιά σᾶς. Βλέπετε λοιπόν ὅτι ἔχομε ἐδῶ ἕνα θαυμάσιον προσκλητήριον τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας. Θαυμάσιο!

Καί συνεχίζει τό χωρίον ἀπό τήν Σοφίαν Σειράχ, «καὶ ἀπὸ τῶν γεννημάτων μου ἐμπλήσθητε·» καί ἀπ’ τά γεννήματά μου νά χορτάσετε. Καί ποιά εἶναι αὐτά τά γεννήματα; Ὅπως λέμε - οἱ χωρικοί τό λένε - «πῶς πῆγαν φέτος τά γεννήματά σου»; λέει ὁ ἕνας στόν ἄλλον. δηλ. ἡ καρποφορία. Εἶχες καρποφορία; Ποιά εἶναι τά γεννήματα; Θά μᾶς ἀπαντήση ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία: «τὰ δὲ ἐμὰ γεννήματα κρείσσω ἀργυρίου ἐκλεκτοῦ», εἶναι πιό καλύτερα κι ἀπ’ τό πιό καλό ἀσήμι, τά δικά μου γεννήματα. Γιατί, θά πῆ στή συνέχεια «βέλτιον ἐμὲ καρπίζεσθαι ὑπέρ χρυσίον καὶ λίθον»

(Παρ. Σολ. 8, 19)

γιατί εἶναι πολύ - πολύ καλύτερο νά καρπίζεσθε ἐμένα ἀπό τό χρυσάφι καί τούς πολυτίμους λίθους.

Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἔχει τήν Ἐνυπόστατον Σοφίαν, δηλ. τόν Ἰησοῦν Χριστόν, ὄντως τά ἔχει ὅλα. Καί ὑλικά καί πνευματικά. Λέγει ὁ Παῦλος: «ἐν ᾧ, ἐν τῷ ὁποίῳ, Χριστῷ δηλ., εἰσι πάντες οἱ θησαυροὶ τῆς σοφίας καὶ τῆς γνώσεως ἀπόκρυφοι»

(Κολ. 2, 3)

ἐκεῖ εἶναι κρυμμένοι, λέει, ὅλοι οἱ θησαυροί τῆς σοφίας καί τῆς γνώσεως. Στόν Ἰησοῦν Χριστόν. Ἔχεις τόν Χριστό; Ἔχεις τόν θησαυρόν αὐτόν τόν ἀπόκρυφον. Πράγματι ὡς πρός τήν πρόσκλησιν, ἀκοῦμε τώρα τόν Ἰησοῦν Χριστόν, νά λέγει, στήν Κ. Δ. : «Δεῦτε πρὸς με πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι, κἀγὼ ἀναπαύσω ὑμᾶς»

(Ματθ. 12, 28)

Ἐλᾶτε σέ μένα ὅλοι ἐκεῖνοι πού κοπιάζετε, ἐκεῖνοι πού εἴσαστε φορτωμένοι, ὄχι μόνο ἀπό τή ζωή ἀλλά καί ἀπό τίς ἁμαρτίες καί ἀπό τά ὑπαρξιακά σας, λεγόμενα προβλήματα, κι ἐγώ θά σᾶς ἀναπαύσω. Εἴδατε; Θά σᾶς ἀναπαύσω. Προσκλητήριον, πρόσκλησις. Ἐξ ἄλλου, ὁλόκληρο τό Εὐαγγέλιον, ὅπου φθάση, εἶναι ἕνα προσκλητήριον σέ ἀνθρώπους, λαούς καί ἔθνη, σέ ὅλους τους αἰῶνες, ἕως τό τέλος τῆς Ἱστορίας. Αὐτό εἶναι τό Εὐαγγέλιον. Ἕνα διαρκές προσκλητήριον, ἐννοεῖται, προσκλητήριον, πάντοτε σωτηρίας. Γι’ αὐτό Ἐνηνθρώπησε, γιά νά κάνη αὐτό τό προσκλητήριο τῆς σωτηρίας αἰσθητότερον. Πάντως διακρίνομε, καί πάλι θά πῶ καί θά ξαναπῶ, τήν ταύτιση τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας, μέ τόν Ἰησοῦν Χριστόν. Γι’ αὐτό κάνομε τά θέματα αὐτά, γι’ αὐτό ἐπιμένω πολύ. Εἶναι τό ἴδιο πρόσωπο, πάντα τό ἴδιο πρόσωπο. Ἔτσι, θά λέγαμε γιά τόν ἑαυτό μας, τί πλοῦτος καί τί εὐτυχία, γιά τόν ἑαυτό μας, πού πιστέψαμε εἰς τόν Ἰησοῦν Χριστόν! Πόσο δυστυχισμένοι ἐκεῖνοι πού τόν ἀπέπεμψαν το Χριστό ἀπ’ τή ζωή τους, τοῦ γύρισαν τήν πλάτη τους. Τί κρίμα!

   Καί πηγαίνομε εἰς τόν 20ον στίχον:

«το γάρ μνημόσυνόν μου ὑπὲρ το μέλι γλυκύ, καὶ ἡ κληρονομία μου ὑπὲρ μέλιτος κηρίον».

Γιατί καί μόνη ἡ θύμισή μου, εἶναι γλυκύτερη ἀπό τό μέλι καί ἡ κληρονομία πού χαρίζω εἶναι γλυκύτερη ἀπό ὁλόκληρη τήν κηρήθρα τοῦ μελιοῦ. Ἐδῶ δικαιολογεῖ ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία, τήν πρόσκλησή της, σ’ ἐκείνους πού τήν ἐπιθυμοῦν. Τό γιατί δηλ. τούς καλεῖ. Λέγει ὅτι καί μόνη - ἐδῶ νά προσέξουμε, κι εἶναι τόσο ἀληθινό - ἡ θύμισή της, δίδει γλυκύτητα καί μακαριότητα.

Πράγματι τό βεβαιώνει αὐτό ὁ ψαλμωδός: «Ἐπιθυμητά - ἐννοεῖται τά δικαιώματα τοῦ Κυρίου - ὑπέρ χρυσίον καὶ λίθον τίμιον πολὺν καὶ γλυκύτερα ὑπὲρ μέλι καὶ κηρίον» (Ψαλμ. 18ος , 11) Κηρίον θά πῆ κηρύθρα, πού ἔχει μέσα τό μέλι. Ἀκόμη θά πῆ, στόν ἴδιο ψαλμό. «τὰ δικαιώματα Κυρίου εὐθέα, εὐφραίνοντα καρδίαν», πού εὐφραίνουν τήν καρδιά. Καί θά πῆ στόν 118ον ψαλμό: «ὡς γλυκέα τῷ λάρυγγί μου τά λόγιὰ σου, ὑπέρ μέλι τῷ στόματί μου» (Ψαλμ. 118, 103) Πόσο γλυκά, λέει, τά λόγια σου στό στόμα μου ἤ στό λάρυγγά μου καί τό στόμα μου. Πιό πάνω ἀπό τό μέλι. Κι αὐτό εἶναι μία ἀλήθεια. Ἄν δῆτε, πολλές προσευχές ἁγίων καί στήν Π. Δ. θά δῆτε, ναί, προσευχές ἁγίων, προφητῶν, τοῦ Δαυΐδ, ἐκεῖνο πού σᾶς ἔλεγα μία περασμένη φορά, μ’ ἐκείνη τήν διπλήν ἐπανάληψιν «Κύριέ μου, Κύριε, Κύριέ μου Κύριε» γεμάτη γλυκύτητα προσευχή. Γιατί; γιατί αἰσθάνεται ὁ Δαυΐδ πάρα πολλή γλυκύτητα. Ἔχομε λοιπόν προσευχές προφητῶν, δικαίων τῆς Π. Δ. ἀλλά καί τῆς Κ. Δ., ἔχομε στούς ἁγίους μέσα στήν Ἐκκλησία προσευχές τους πού εἶναι γλυκύτατες, πού ἐκφράζουν τή γλυκύτητά τους πρός τόν Ἰησοῦν Χριστόν. Ναί! Ἐδῶ, θά λέγαμε, ὅτι, αὐτό πού λέγει ὁ ψαλμωδός εἰς τόν 118ον ψαλμόν, ὅτι εἶναι πιό πάνω ἀπό τό μέλι στό στόμα μου, «γλυκέα τῷ λάρυγγί μου τά λόγιὰ σου», αὐτό ἀγαπητοί μου, θά μοῦ ἐπιτρέψετε νά σᾶς πῶ ὅτι δέν εἶναι μία ἁπλή εἰκόνα ἀλλά εἶναι καί μία, πολλάκις πραγματικότητα. Σᾶς τό ἔχω ξαναπεῖ αὐτό. Κάτι ἀνάλογο λέγει ὁ ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σύρος. Ὅταν αἰσθάνεται ὁ ἄνθρωπος τήν γλυκύτητα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Οὔτε, λέει, κοιμᾶται, οὔτε εἶναι ξύπνιος! Εἶναι σέ μία κατάσταση ἡμιεγρηγόρσεως, λέγει ὁ ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σύρος, ὅταν αἰσθάνεται αὐτή τήν γλυκύτητα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ - προσέξτε - χωρίς εἰκόνες. Χωρίς εἰκόνες! Τίποτα ἀπό εἰκόνες, γιατί οἱ εἰκόνες εἶναι πολλές φορές ἐπικίνδυνες. Ἔτσι κι ἐδῶ, νά αἰσθάνεται κανείς γλυκύτητα. Πῶς καμμιά φορά τό στόμα μας εἶναι λιγάκι στυφό, καί παίρνομε καμμία καραμέλα καί γλυκαινόμαστε, ἔτσι, ὀντολογικά, πραγματικά, ὄχι εἰκονικά, ὄχι μεταφορικά, νά γλυκαθῆ ὁ λάρυγγας τοῦ μελετητοῦ τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, ἀπό τή μνήμη τοῦ Θεοῦ, ἀπό τό λόγο τοῦ Θεοῦ. Νά αἰσθανθῆ ἐδῶ στό λαιμό του μία γλυκύτητα. Αὐτό λοιπόν πού γράφει ὁ ψαλμωδός, εἶναι πραγματικότης. Μεσ’ τούς αἰῶνες, πολλοί εἶναι ἐκεῖνοι πού ἔχουν αἰσθανθεῖ αὐτήν τήν γλυκύτητα καί δέν διαψεύδουν τόν ὑμνογράφο, τόν Δαυΐδ. Δέν τόν διαψεύδουν.

Ἀλλά καί μόνη ἡ μνήμη τοῦ Θεοῦ, φέρει χαρά. Καί μόνη ἡ μνήμη τοῦ Θεοῦ! Λέγει πάλι ὁ ψαλμωδός στόν 76ον ψαλμόν του: «ἐμνήσθην τοῦ Θεοῦ καὶ εὐφράνθην·» (Ψαλμ. 76ος, 4) Πόσο ὡραῖο εἶναι αὐτό! Μποροῦμε ὅλοι μας, ἀγαπητοί μου νά τό ἀποκτήσωμε. Ὅλοι μας, ὅλοι μας! Προσέξτε! Ὅπως ὅταν ἔχομε τήν μνήμη ἑνός πολύ ἀγαπημένου μας προσώπου, ὁποιοδήποτε εἶναι αὐτό τό πρόσωπο, ἔχομε τήν μνήμη αὐτοῦ τοῦ ἀγαπημένου μας προσώπου, πού δέν εἶναι παρών καί αἰσθανόμεθα μία χαρά. Ἔτσι αἰσθάνεται χαρά ὁ ἄνθρωπος ὅταν ἔχει βαθύνει μεσ’ τόν Θεό, ὅταν τόν ἔχει ποθήσει, ἐπιθυμήσει. Καί μόνη ἡ μνήμη τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ φέρει χαρά.

Νά τώρα θυμήθηκα, στό Ὡρολόγιο τό μεγάλο εἶναι μία ἀκολουθία στόν Ἰησοῦν Χριστόν. Ἕνας Κανόνας εἰς τόν Ἰησοῦν Χριστόν. Ἐκεῖ λέει συνέχεια «Ἰησοῦ μου γλυκύτατε, γλυκύτατε Ἰησοῦ μου κλπ., κλπ»., εἶναι στό μεγάλο Ὡρολόγιο πηγαίνετε σπίτι σας νά τό βρεῖτε αὐτό. Ὁ συντάκτης αὐτοῦ τοῦ Κανόνος δέν ἦταν ἔξω ἀπ’ αὐτή τή γλυκύτητα, κι ἄπ’ αὐτή τήν χαρά, ἐπί τῆ μνήμῃ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἀλήθεια λοιπόν πρέπει ἡ γνώση τοῦ Θεοῦ σέ μᾶς νά γίνη ἀγάπη, καί τότε ἡ ἀγάπη δίνει χαρά, ἡ μνήμη ἀπό τήν ἀγάπη, δίνει χαρά. Ἐμεῖς πολλές φορές ἔχομε μόνο μία γνώση, δέν προχωρήσαμε στήν ἀγάπη. Δέν θά ὑπῆρχε πιό ψυχρό πρᾶγμα ἀπό κάτι τέτοιο. Ὅπως - νά μέ συμπαθᾶτε γιά τά παραδείγματα ἀλλά τά χρησιμοποιεῖ καί ἡ ἰδία ἡ Ἁγία Γραφή - κάποιος νέος γνώρισε μία κοπέλα. Ὄχι ἁπλῶς τή γνώρισε ἀλλά καί ζήτησε καί ἔμαθε κι ἀπό δῶ κι ἀπό κεῖ, ἄν εἶναι καλή, ἄν εἶναι τίμια, ἄν εἶναι σπουδαία, ἔμαθε πολλά. Ἀλλοίμονο ὅμως, δέν γεννήθηκε μέσα στήν καρδιά του ἡ ἀγάπη. Ὡς πρός τί λοιπόν αὐτή ἡ γνῶσις; Τό καταλαβαίνομε; Πρέπει αὐτή ἡ γνώση νά μᾶς ὁδηγήση στήν ἀγάπη, κι ὅταν ἀκόμη ἀπουσιάζει τό ἀγαπώμενον πρόσωπον, ἀκόμη καί τότε νά μᾶς δίνη χαρά. Αὐτό σημαίνει «ἐμνήσθην τοῦ Θεοῦ καί εὐφράνθην».

Ἀλλά καί ἡ μνήμη τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, σάν κληρονομία του, γιατί λέει ἐδῶ «καὶ ἡ κληρονομία μου ὑπέρ μέλιτος κηρίον». Τά ἐγκόσμια φέρουν μία πρόσκαιρη χαρά. Μοῦ χάρισαν ἕνα κοστούμι, ἕνα αὐτοκίνητο, ἕνα ταξίδι, ἕνα σπίτι, πολλά χρήματα, ὅλα αὐτά δίνουν βέβαια μιά εὐχαρίστηση, μιά χαρά ἄς τό ποῦμε, ἀλλά εἶναι πρόσκαιρα ὅμως. Ἐνῶ τά οὐράνια καί αἰώνια δίνουν μία ἀληθινή χαρά. Ἀκόμη καί τήν ὥρα τοῦ φρικτοῦ μαρτυρίου! Ἀκόμα κι ἐκείνη τήν ὥρα.

Εἶναι δέ ἰδιαίτερον χάρισμα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Μόνο, γιά ὅλα αὐτά χρειάζεται πνεῦμα ἡρωϊκό, ὄχι πνεῦμα δειλίας. Πνεῦμα ἡρωϊκό. Γιά νά μήν ἐμπλεκόμεθα εἰς τήν κοσμικότητα. Γιατί ἡ κοσμικότητα κατακαλύπτει ὅλες αὐτές τίς πραγματικότητες. Πάντως ἄς ξεκινήσουμε. Δέν εἶναι οὐτοπίες. Ὄχι. Οὔτε ἄπιαστα πράγματα. Ν’ ἀποκτοῦμε βέβαια πρῶτες αὐτές τίς γεύσεις, κι αὐτές οἱ γεύσεις, θά φέρουν βαθύτερες καί βαθύτερες καί μονιμότερες γεύσεις.

   Καί πηγαίνομε εἰς τόν ἑπόμενον στίχον τόν 21ον: «οἱ ἐσθίοντες μέ ἔτι πεινάσουσι, καὶ οἱ πίνοντές μέ ἔτι διψήσουσιν». Δέν ὑπάρχει κόρος, μπούχτισμα. Ὅσοι μέ τρώγουν, θά πεινάσουν περισσότερο, κι ὅσοι μέ πίνουν θά διψάσουν πιό πολύ. Καί προσθέτει ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία ἐδῶ ὅτι ἡ ἐπιθυμία της πού προκαλεῖται εἰς τούς ἀνθρώπους εἶναι ἀκόρεστος, ἀχόρταστη. Εἶναι ἕνα σχῆμα, γιά νά δείξη αὐτήν τήν διαρκῶς αὐξανόμενη ἐπιθυμία. Ὄχι μόνο ἐδῶ εἰς τήν γῆν ἀλλά καί εἰς τήν αἰωνιότητα. Πρό παντός εἰς τήν αἰωνιότητα. Δέν θά ὑπάρχει κορεσμός τῆς θεωρίας τοῦ προσώπου τοῦ Χριστοῦ. Εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ποτέ. Ἐξ ἄλλου οἱ ἄγγελοι, ὅταν λέγουν τόν γνωστόν ὕμνον πού μᾶς ἀποκαλύπτει ὁ προφήτης Ἠσαΐας «ἅγιος,ἅγιος, ἅγιος Κύριος σαβαώθ»

( Ἡσ. 6, 3)

πού ἀναφέρονται εἰς τό πρόσωπον τοῦ καθημένου ἐπί τοῦ θρόνου, κι αὐτός εἶναι ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία, ἡ μετέπειτα Ἐνανθρωπήσασα, ὁ Θεός Λόγος, ὅπως μᾶς τό ἀποκαλύπτει ὁ Ἰωάννης, - δέν θά παύσω συνεχῶς νά τά λέω καί νά τά ξαναλέω αὐτά τά σημεῖα - ἐκεῖ δέν βαρύνονται τά Σεραφίμ νά ὑμνοῦν.., νά ὑμνοῦν.., νά ὑμνοῦν, ἀκορέστως. Γιατί; ἀκοῦστε γιατί. Ὅταν ὑμνήσουν καί τελειώση ὁ ὕμνος, ἔχουν μία ἀποκάλυψιν, ἀποκάλυψιν γνώσεως τοῦ καθημένου ἐπί τοῦ θρόνου. Τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας. Ὁπότε αὐτή ἡ ἀποκάλυψη ἡ καινούρια ἐπιφέρει, γεννᾶ, δημιουργεῖ, προκαλεῖ μία δοξολογία αὐθόρμητη. Καί τί καλύτερο νά πῆ κανείς παρά τόν ἴδιον ὕμνο. «ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος …». Ὅταν τελειώση ὁ ὕμνος ἔχομε νέα ἀποκάλυψη γνώσεως τοῦ θεανθρωπίνου προσώπου τοῦ Χριστοῦ. Καί πάλιν ἐπανάληψη τοῦ ὕμνου, εἰς τό διηνεκές. Δέν ὑπάρχει κόρος, δέν ὑπάρχει χορτασμός. «Κόρος», τό μπούχτισμα, (ὤχ!, τά ἴδια θά λέω;) δέν ὑπάρχει. Ἀνανέωσις αὐτῆς τῆς πείνας καί τῆς δίψας καί τῆς ἐπιθυμίας. Εἶναι πάρα πολύ ὡραῖο πρᾶγμα. Γι’ αὐτό στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ δέν ὑπάρχει κορεσμός, ἐδῶ στή γῆ ὑπάρχει τό μπούχτισμα, ὁ κορεσμός.

Ὑπάρχει ὅμως καί τό ἀντίθετον σχῆμα. Ὄχι γιά νά καταστρατεύση αὐτό πού εἴπαμε ἀλλά γιά νά τό ἐπιρρώση, γιά νά δειχθῆ ἐδῶ ἡ ἀπόλυτος πληρότητα. Ἀντίθετο σχῆμα. Λέγει στήν Σαμαρείτιδα γυναίκα ὁ Χριστός : «ὅς δ’ ἄν πίῃ ἐκ τοῦ ὕδατος οὗ ἐγὼ δώσω αὐτῷ, οὐ μή διψήσῃ εἰς τὸν αἰῶνα» ( Ἰωάν. 4, 14)

Τό νερό πού θά δώσω ἐγώ, σ’ ἐκεῖνον, πού θά τό πιῆ, δέν θά διψάση ποτέ. «ἀλλά τό ὕδωρ ὅ δώσω αὐτῷ, γενήσεται, θά γίνη, ἐν αὐτῷ πηγὴ ὕδατος ἁλλομένου εἰς ζωὴν αἰώνιον». Ἐδῶ τί ὑπάρχει; Ὑπάρχει ἀγαπητοί μου, πίνω καί δέν ξαναδιψῶ πιά, ἐνῶ προηγουμένως πίνω καί ξαναδιψῶ. Ἐδῶ δείχνει μία ἀπολυτότητα, μία πληρότητα. Καί λέγει ὅτι αὐτός πού θά πιῆ ἀπ’ τό δικό μου τό νερό δέν θά ξαναδιψάση ποτέ. Δέν εἶναι ἀντίθετο. Εἶναι ἕνα ἄλλο σχῆμα, γιά νά στερεώση τό πρῶτο σχῆμα.

Ἀκόμα ὑπάρχει ἕνα τρίτο σχῆμα, πού δείχνει τό σχῆμα αὐτό τήν ἀπουσία τῶν ἀναγκῶν. Σημειώνει ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης (ὁ Χριστός τό λέει) στήν Ἀποκάλυψη : «οὐ πεινάσουσιν ἔτι οὐδέ διψήσουσιν ἔτι, … ὅτι τὸ ἀρνίον τὸ ἀνά μέσον τοῦ θρόνου ποιμαίνει αὐτούς, καὶ ὁδηγήσει αὐτοὺς ἐπί ζωῆς πηγὰς ὑδάτων …» ( Ἀποκ. 7, 16-17)

δηλ. ἐδῶ ἀπουσία ἀναγκῶν. Καί τά τρία σχήματα δείχνουν τήν ἀπολυτότητα καί τήν πληρότητα καί τή μακαριότητα.

Κι ἐνῶ λέγει αὐτά ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία, ὁ Ἰησοῦς Σριστός βεβαιώνει: «ἐγώ τῷ διψῷντι, δώσω ἐκ τῆς πηγῆς τοῦ ὕδατος τῆς ζωῆς δωρεάν»

( Ἀποκ. 21, 6)

στην Ἀποκάλυψη λίγο πρίν τό τέλος. Ἐγώ, λέει, θά δώσω εἰς τόν διψώντα νερό, πηγή ὕδατος ζῶντος. Τί λέει στήν Π. Δ. ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία; τί λέει ἐδῶ ὁ Χριστός; Τό ἴδιο πρᾶγμα. Τολμᾶ νά πῆ ἄνθρωπος, ὅτι «ἐγώ ἔχω τό νερό πού δέν διψᾶ ποτέ ἄν κανείς τό πιῆ, καί θά ἔχη πληρότητα, μακαριότητα ἐπάνω στά ὑπαρξιακά του προβλήματα; Τολμάει αὐτό νά τό πῆ ὁ πιό τρανός, ὁ πιό σπουδαῖος ἄνθρωπος τῆς γῆς, ὁ πιό φιλόσοφος, ὁ φιλόσοφος τῶν φιλοσόφων; Τολμάει κανείς αὐτό νά τό πῆ; Ἀλλά καί εἰς τούς Καπερναΐτας εἶπε ὁ Χριστός: «ἐγώ εἰμι ὁ ἄρτος τῆς ζωῆς· ὁ ἐρχόμενος πρός με οὐ μή πεινάσῃ, καὶ ὁ πιστεύων εἰς ἐμὲ οὐ μὴ διψήσῃ πώποτε» ( Ἰωάν. 6, 35)

ἐκεῖνος πού ἔρχεται σέ μένα, οὔτε θά πεινάση, οὔτε θά διψάση ποτέ. Αὐτές δέ οἱ φράσεις, «οὐ μή πεινάσῃ, οὐ μή διψήσῃ» δέν ἐκφράζουν αὐτήν τήν ἀπόλυτη πνευματική ἱκανοποίηση καί στόν παρόντα αἰῶνα καί εἰς τόν μέλλοντα; Δέν εἶναι τά ἴδια λόγια τοῦ ἰδίου προσώπου;

Καί ἡ Κ. Δ. τελειώνει, βέβαια μέ τό βιβλίο τῆς Ἀποκαλύψεως, τώρα στό 22ον κεφάλαιο τό τελευταῖο - τελευταῖο, στόν 17ον στίχον, τελειώνει μ’ ἕνα προσκλητήριο. Γιατί ὁ λόγος περί προσκλητηρίου.

Λέει ὁ Χριστός: «καὶ ὁ διψῶν ἐρχέσθω, καὶ ὁ θέλων λαβέτω ὕδωρ ζωῆς δωρεάν», αὐτός πού διψάει ἄς ἔλθη. Προσκαλῶ. Καί προσκαλεῖ ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, μέσα εἰς τούς αἰῶνες διαρκῶς πιστούς ἀνθρώπους. Ἐν τούτοις οἱ ἄνθρωποι.. ἐκεῖ τό λέει νομίζω εἰς τόν προφήτη Ἱερεμία. «Δύο κακά, λέει, ἔκανε ὁ ἀγαπημένος μου λαός. Τό ἕνα εἶναι ὤρυξεν - ἔσκαψεν - φρέαρ συντετριμμένον, δηλ. ἕνα πηγάδι πού δέν βρῆκε καλό νερό, καί ἀπό ἐκεῖ πίνει» ( Ἱερ. 2, 13) Αὐτή μάλιστα ἡ προφητεία, ἀκόμη καί σέ τροπάρια λέγεται τή Μ. Ἑβδομάδα. Φρέαρ συντετριμμένον. Δηλ. πηγάδι, ἄς τό ποῦμε κατά λέξη κατακομματιασμένο. Ἀκριβέστερα νά τό ποῦμε ἔτσι. Δέν ἔχει καλό νερό, βρωμάει τό νερό. Καί πάει ὁ κάθε.. νά πῶ ἄνθρωπος; Ἀλλά λέω κάθε Χριστιανός. Γιατί δέν γνώρισε τήν πηγή τῆς ζωῆς, καί πηγαίνει νά πιῆ νερό καί νά ξεδιψάση, καί νά λύση τά ὑπαρξιακά του προβλήματα, νά λύση τό θέμα τοῦ θανάτου ἀπό φρέατα συντετριμμένα. Δέν εἶναι κρίμα; Ἰδίως οἱ Μασσῶνοι, ἄφησαν τόν Χριστό καί πῆγανε στή Μασσωνία! Οἱ ταλαίπωροι αὐτοί ἄνθρωποι, καί πᾶνε σέ φρέατα συντετριμμένα. Ἀλλά καί ἐκεῖνοι πού κυνηγᾶνε τίς ἡδονές, σέ φρέατα συντετριμμένα δέν τρέχουν νά πιοῦν νερό; Τί κρίμα!

Ἔτσι ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία εἶναι ἡ ἀκόρεστος θεωρία (ἀπό τό βλέπω= θεωρῶ), πού καλύπτει κάθε ἀνάγκη, σωματική καί πνευματική, καί εἰς τόν παρόντα καί εἰς τόν μέλλοντα αἰῶνα.  Ἀγαπητοί μου, ἄν καί πέρασε ἡ ὥρα, ἀλλά ἄς ξεκινήσωμε κάτι, καί μάλιστα αὐτό τό κάτι εἶναι τό τελευταῖο χωρίο. Ὄχι τοῦ κεφαλαίου. Τό τελευταῖο χωρίο τῶν ὅσων λέγει ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία γιά τόν ἑαυτό της. Λοιπόν 22ον χωρίον:

«ὁ ὑπακούων μου οὐκ αἰσχυνθήσεται, καὶ οἱ ἐργαζόμενοι ἐν ἐμοὶ οὐχ ἁμαρτήσουσι».

ποιος μέ προσέχει καί ὑπακούει στούς λόγους μου, ποτέ δέν θά νροπιαστῆ, κι ὅσοι ἐργάζονται ὑπό τήν ἔμπνευσή μου, δέν θά περιπέσουν σέ σφάλματα.

Ἀκόμη λοιπόν ἕνας στίχος ὁμολογίας καί βεβαιώσεως τῆς Ἐνυποστάτου Σοφίας. Σᾶς εἶπα, εἶναι ὁ τελευταῖος στίχος. Κατακλείεται μέ αὐτόν τόν στίχο, ὅ,τι προβάλλει ἡ Ἐνυπόστατος Σοφία. Οἱ ὑπόλοιποι στίχοι τοῦ κεφαλαίου, δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά προτροπές τοῦ ἱεροῦ συντάκτου τοῦ Σειράχ, πού λέγει: «νά τί σᾶς παρουσίασα· ἐγώ δοκίμασα αὐτή τή χαρά εὔχομαι λοιπόν νά μήν κρατήσω γιά τόν ἑαυτό μου ἐκεῖνα πού δοκίμασα, κι ἔρχομαι τώρα νά σᾶς τά δώσω κι ἐσᾶς». Εἶναι ἐκεῖνο πού λέγει ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης στήν Α΄ του Ἐπιστολή. Ὅτι ἐμεῖς δοκιμάσαμε τή χαρά τοῦ Χριστοῦ, τήν μακαριότητα τοῦ Χριστοῦ. Δέν θέλομε νά κρατήσομε γιά τόν ἑαυτόν μας αὐτή τή μακαριότητα ἀλλά ἐρχόμαστε νά γίνωμε κοινωνοί σέ σᾶς, δηλ. νά γίνετε ἐσεῖς κοινωνοί σέ μᾶς, ἀπ’ τή χαρά τήν δική μας, τή μακαριότητα τήν δική μας. Αὐτό εἶναι. Δέν κρατῶ γιά τόν ἑαυτόν μου, λέω καί σέ σᾶς. Ὡστόσο, πλημμυρισμένος μάλιστα ἀπό τόν θαυμασμόν ὁ Σειράχ γιά ὅ,τι ἀνεκάλυψε ἀπό τήν Ἐνυπόστατο Σοφία, ἔρχεται νά τά θέση ὅλα αὐτά στήν δημοσιότητα. Γιά εὐρύτερη ὠφέλεια. Ἐδῶ πάντως ὁμιλεῖ ἡ Σοφία, σ’ αὐτό τό χωρίο, καί βεβαιώνει ὅτι ὅποιος προσέχει καί ἐφαρμόζει ὅ,τι λέγει Ἐκείνη, ποτέ στή ζωή του δέν θά ντροπιαστῆ. Ἀλήθεια ποιός πίστεψε εἰς τόν Χριστόν καί ντροπιάστηκε; Ποιός ἔζησε τό Εὐαγγελικόν ἦθος καί ἐζημίωσε; Ποιός κατηγορήθηκε γιατί ἡ ἐλπίδα του ἦταν ὁ Θεός; Ποιός χάθηκε γιατί ἔδεσε στό λιμάνι τῆς πίστεως στό Θεό, τήν ὕπαρξή του; Κοντά στό Θεό ὑπάρχει πλήρης ὑπαρξιακή ἱκανοποίησις.

Ὅ,τι ἀφορά δηλ. τήν ὕπαρξή μου. Ἔξω ἀπ’ τό Θεό ὑπάρχει τό ἀνικανοποίητον τῆς ζωῆς, καί τό ἀκατανόητον τῆς ἀνθρωπίνης ὑπάρξεως. Ἄν ντρεπόμαστε τόν Χριστό, εἶναι γιατί ἀκόμη δέν κατανοήσαμε τίποτε ἀπό Ἐκεῖνον. Γιά μᾶς ὁ κόσμος στέκεται θησαυρός καί ὁ Χριστός στέκεται σκύβαλα. Αὐτό εἶναι ἡ τραγικότητά μας!

Ἀλλά πρῶτα ὁ Θεός, ἀγαπητοί μου, θά συνεχίσωμε τήν ἐρχομένη Τρίτη.


204η ομιλία στο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης 
« Σοφία Σειράχ ».

►Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
" Σοφία Σειράχ " εδώ ⬇️
http://arnion.gr/index.php/p-thanasios-mytilina-os/milies-p-thanasiou/palaia-diauhkh/sofia-seirax
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40oRvQcJSffpry9_VIhWtola

🔸Λίστα ομιλιών της σειράς
«Σοφία Σειράχ».🔻
https://drive.google.com/file/d/15yPd5yULQpwqBdVJzrpusJNL6wa2BczM/view?usp=drivesdk

🎥 Βιντεοσκοπημένες ομιλίες της σειράς «Σοφία Σειράχ».🔻
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40o1lCOake2wwX61iRYZNi-M

🔸📜 Απομαγνητοφωνημενες ομιλίες της σειράς «Σοφία Σειράχ».🔻
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/search/label/%F0%9F%94%B9%CE%A3%CE%BF%CF%86%CE%AF%CE%B1%20%CE%A3%CE%B5%CE%B9%CF%81%CE%AC%CF%87.?m=1

🔸Επεξηγηματικό βίντεο Ασπάλαθου.
https://youtu.be/8tNfAHRkTCk

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️
https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__
https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.