11 Απριλίου 2021

«Μακάριοι οἱ πενθοῦντες, ὅτι αὐτοί παρακληθήσονται».

†.Τήν περασμένη φορά εἴχαμε ἀναφερθεῖ στόν πρῶτο μακαρισμό, καί ἀπόψε, μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ, θά μιλήσουμε γιά τόν δεύτερο.

   Ὁ Κύριος λέει: «Μακάριοι οἱ πενθοῦντες, ὅτι αὐτοί παρακληθήσονται» (Ματθ.5,4') Εἶναι εὐτυχισμένοι ἐκεῖνοι πού πενθοῦν, γιατί αὐτοί θά παρηγορηθοῦν. Ὁμολογουμένως ὑπάρχουν παράδοξα σχήματα μέσα στόν λόγο τοῦ Θεοῦ. Εἶναι εὐτυχεῖς, λέει, ἐκεῖνοι πού πενθοῦν. Δέν εἶναι ἀντιφατικό; Πῶς μπορεῖ κανείς νά εἶναι εὐτυχισμένος, ὅταν πενθεῖ, ὅταν λυπᾶται; Ἡ λύπη, ὁ πόνος, τό πένθος εἶναι στοιχεῖα πού ἀντιστρατεύονται στή μακαριότητα, δηλαδή στήν εὐτυχία. Καί,ἀκόμα, πῶς μακαρίζει ὁ Κύριος τό πένθος– ἡ λέξη πένθος ἔχει εὐρεῖα σημασία–ὅταν ὁ ἴδιος ἔχει φυτέψει μέσα στήν ἀνθρώπινη ψυχή τήν ἀναζήτηση τῆς εὐτυχίας; Ὁ ἄνθρωπος φύσει, δηλαδή ἀπό τή φύση του, ἀναζητᾶ τήν εὐτυχία, γιατί ἀκριβῶς αὐτή ἡ ἀναζήτηση εἶναι φυτεμένη μέσα του. Μή ξεχνᾶμε βέβαια ὅτι καί ὁ παλιός Παράδεισος, ὁ ἀρχαῖος, δέν ἦταν παρά ἕνας τόπος εὐτυχίας. Ὡστόσο ἐδῶ ὁ Κύριος ἐπιμένει, καί δοῦμε γιατί ἀκριβῶς ἐπιμένει. Ὅπως ὁ πρῶτος μακαρισμός εἶναι παρεξηγημένος –«μακάριοι οἱ πτωχοί τῷ πμνεύματι»– ἔτσι ἔχει παρεξηγηθεῖ καί αὐτός ἐδῶ ὁ μακαρισμός. Πῶς εἶναι δυνατόν νά εἶναι κανείς εὐτυχισμένος, ὅταν πενθεῖ; Θά τό δοῦμε αὐτό στή συνέχεια τοῦ θέματός μας.

   Ἐδῶ ἔχουμε δύο κατηγορίες λύπης ἤ πένθους. Ἡ μία κατηγορία εἶναι ἡ κατά κόσμον λύπη, καί ἡ ἄλλη εἶναι ἡ κατά Θεόν. Καί γιά τίς δύο αὐτές ἁπαντᾶ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, στήν Β΄Πρός Κορινθίους ἐπιστολή του, καί μᾶς λέει: «Ἡ κατά Θεόν λύπη μετάνοιαν εἰς σωτηρίαν ἀμεταμέλητον κατεργάζεται, ἡ δέ τοῦ κόσμου λύπη θάνατον κατεργάζεται» (Β' Κορ.7,10') Δηλαδή: Ἡ κατά Θεόν λύπη ὁδηγεῖ στή σωτηρία· ἀντίθετα ἡ κοσμική λύπη ἐπεξεργάζεται, προετοιμάζει, τόν θάνατο, τή συμφορά, τή δυστυχία, καί ὄχι βέβαια τή μακαριότητα. Ἀλλά γιά νά τά καταλάβουμε αὐτά τά δύο –γιατί εἶναι οὐσιώδους σημασίας γιά μικρούς καί μεγάλους– πρέπει νά δοῦμε πῶς ἔχουν, καί τό ἕνα καί τό ἄλλο. Καί ἄς δοῦμε πρῶτα τήν κατά κόσμον λύπη: Αὐτή εἶναι ἡ κοσμική λύπη, ἡ λύπη ἐκείνη πού εἶναι χωρισμένη ἀπό τήν ἐλπίδα μας πρός τόν Θεό καί ἀπό τήν ὑπομονή. Εἶναι ἡ λύπη πού ὁδηγεῖ στήν ἀπόγνωση, δηλαδή στήν ἀπελπισία, στήν ἀπώλεια τῆς ἐλπίδας. Εἶναι ἐκείνη πού προκαλεῖται ἀπό ποικίλες δυσκολίες τῆς ζωῆς μας. Ἡ λύπη πού προέρχεται ἀπό ἀτυχήματα, ἀπό οἰκονομικές δυσχέρειες, φτωχεία, διάφορες ἀποτυχίες, ὅπως μία ἀποτυχία στό σχολεῖο ἤ στίς λεγόμενες πανελλήνιες ἐξετάσεις. Λύπη ἔχουμε καί ἀπό τή ματαίωση κοσμικῶν ἐλπίδων καί ὀνείρων καί προσδοκιῶν, ἐπίσης ἀνικανοποίητων ἐπιθυμιῶν καί ἀνεκπλήρωτων πόθων πού εἴχαμε στή ζωή μας καί δέν τούς πραγματοποιήσαμε.

   Ἡ κατά κόσμον λύπη γεννιέται ἀκόμα καί ἀπό ἕναν πληγωμένο ἐγωισμό, ἐξαιτίας μιᾶς προσβολῆς πού μᾶς κάνουν οἱ ἄλλο. Ἀκόμη μπορεῖνά ἔχουμε λύπη, πάντα κοσμική, καί ἀπό τόν φθόνο ἤ ἀπό μία τυχόν ἐχθρότητα πού θά μᾶς δείξουν οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι. Σύντροφος μιᾶς τέτοιας λύπης εἶναι ἡ ἀπόγνωση, ἡ ἀπελπισία, καί ὄχι σπάνια, ἡ αὐτοκτονία. Κανείς δέν αὐτοκτονεῖ, ἄν δέν ἔχει αὐτοῦ τοῦ εἴδους τή λύπη. Ἄρα ἡ κατά κόσμον λύπη εἶναι πέρα γιά πέρα κοσμικῶν διαστάσεων. Συνήθως, τά τελευταῖα χρόνια, –παλιότερα αὐτό δέν συνέβαινε– βλέπουμε στό τέλος τῶν πανελληνίων ἐξετάσεων Λυκείου καμιά φορά καί Γυμνασίου, νά αὐτοκτονοῦν μέ διάφορους τρόπους, μαθήτριες καί μαθητές! Ἔχουμε, δυστυχῶς, αὐτό τό φαινόμενο στά παιδιά μας, πού ἀπελπίζονται ἀπό τήν ἀποτυχία. Πρέπει λοιπόν νά μάθουμε νά ξεχωρίζουμε τήν κατά κόσμον λύπη ἀπό τήν κατά Θεόν.

   Ἀκόμα ἡ κοσμική λύπη καταστρέφει καί τήν ψυχοσωματική μας ὑγεία. Αὐτό εἶναι ἕνα πολύ σπουδαῖο στοιχεῖο, πού πρέπει νά τό προσέξουμε. Γιά παράδειγμα, μία ἀπό τίς αἰτίες τοῦ καρκίνου –ἔχουμε καί πολλές ἄλλες βέβαια– εἶναι ἡ ἀξεπέραστη λύπη, ὅπως μᾶς λέει σήμερα ἡ ἰατρική ἐπιστήμη. Ἡ κατά κόσμον λύπη δημιουργεῖ καί νευρώσεις στό στομάχι. Πολλές φορές, χωρίς νά ὑπάρχει αἰτία, τό στομάχι ἔχει δυσλειτουργία, δέν μπορεῖ νά χωνέψει τό φαγητό, ἔχει πόνους, καί ὁ γιατρός μᾶς λέει ὅτι εἶναι νεύρωση. Ἡ νεύρωση, κυριότατα, ἔχει ψυχολογική αἰτία, καί συνήθως εἶναι κάποια λύπη, κάποια στενοχώρια, καί ἀδιέξοδο πού μπορεῖ νά ἔχει κανείς σέ κάποιο πρόβλημά του. Ἀκόμη μπορεῖ νά ἔχουμε καί κακή λειτουργία τῆς καρδιᾶς ἀλλά καί δυσλειτουργία τῶν ἐκκρίσεων τῶν ἀδένων. Μία ἀπό αὐτές τίς δυσλειτουργίες, πού εἶναι καί πάρα πολύ φανερή καί γνωστή ἡ ἐνέργειά της, εἶναι στούς σιελογόνους ἀδένες, μέσα στό στόμα μας. Ὅταν βλέπουμε ἕνα ὡραῖο φαγητό, αὐτό ἀμέσως προκαλεῖ τούς ἀδένες αὐτούς καί βγάζουν σάλιο. Τό σάλιο εἶναι πεπτικό ὑγρό. Ἡ πέψη ἀρχίζει στό στόμα μέ τό σάλιο, συνεχίζεται στό στομάχι καί ὁλοκληρώνεται στό λεπτό ἔντερο, μέ τή βοήθεια καί ἄλλων πεπτικῶν ὑγρῶν. Τό σάλιο εἶναι χωνευτικό, καί ἐάν δέν τό ἔχουμε, τότε δυσκολεύεται ἡ πέψη. Ὅταν εἴμαστε στενοχωρημένοι –τό ἔχετε προσέξει; – δέν ἔχουμε ἔκκριση ἀπό τούς σιελογόνους ἀδένες, καί λέμε ὅτι στέγνωσε τό στόμα μας ἀπό τή στενοχώρια. Εἴδατε πῶς ἀναστέλλεται ἡ ἔκκριση τῶν ἀδένων ἀπό τήν στενοχώρια; Τό λέω γιατί ἔχουμε κι ἄλλους ἀδένες στόν ὀργανισμό μας, τούς ὁποίους βεβαίως δέν μποροῦμε νά ἐλέγξουμε. Μέσα στό στομάχι ἐκκρίνονται διάφορα πεπτικά ὑγρά γιά νά γίνει ἡ χώνευση. Αὐτό ὅμως δέν συμβαίνει ὅταν, ἀπό μία στενοχώρια, ἀπό μία λύπη, αὐτά τά ὑγρά, οἱ ἐκκρίσεις, δέν παράγονται. Τότε πέφτει σάν μολύβι τό φαγητό μέσα μας.

   Ἡ λύπη, ἐπίσης, πολύ συχνά, εἶναι ὑπεύθυνη καί γιά ἐγκεφαλικά ἐπεισόδεια. Ὅλα λοιπόν αὐτά δείχνουν ὅτι ἡ κατά κόσμον λύπη ὁδηγεῖ σέ πράγματα ἀνεπιθύμητα, καί δέν θά μποροῦσε βέβαια αὐτό νά μήν ἀπασχολήσει καί τόν λόγο τοῦ Θεοῦ. Γι᾿ αὐτό στή Σοφία Σειράχ, στό 30ο κεφάλαιο, διαβάζουμε: «Μή δῷς εἰς λύπην τήν ψυχήν σου καί μή θλίψῃς σεαυτόν, ἐν βουλῇ σου… λύπην μακράν ἀπόστησον ἀπό σοῦ· πολλούς γάρ ἀπώλεσεν ἡ λύπη, καί οὐκ ἔστιν ὠφέλεια ἐν αὐτῇ » (Σοφ.Σειρ.30,21'/23') Μήν παραδώσεις τόν ἑαυτό σου σέ θλίψη καί μή τόν πιέσεις… Νά ἀπομακρύνεις ἀπό κοντά σου τή λύπη, διότι κατέστρεψε πολλούς, καί δέν κερδίζεις τίποτα ἀπό αὐτήν. Πενθεῖς, ἄς ποῦμε, ἀλλά θλίβεσαι πάρα πολύ· καί πᾶς καί βρίσκεις, ἀπό τή λύπη σου, τόν μακαρίτη! Τί κέρδισες; Τόν ἔφερες πίσω; Ὄχι· ἀλλά, ἀντίθετα, μᾶλλον ἄνοιξες τόν δρόμο γιά νά πᾶς καί ἐσύ ἐκεῖ πού εἶναι ἐκεῖνος.

   Ἀκόμη, συνεχίζει ἡ Σοφία Σειράχ στό 38ο κεφάλαιο: «ἀπό λύπης γάρ ἐκβαίνει θάνατος, καί λύπη καρδίας κάμψει ἰσχύν» (Σοφ.Σειρ.38,18') γιατί ἀπό τή λύπη ξεπηδᾶ ὁ θάνατος, καί ἡ λύπη τῆς καρδιᾶς θά λυγίσει τή δύναμη, πού ἔχει μέσα του ὁ ἄνθρωπος γιά νά ἀντέξει.

   Στό 30ο κεφάλαιο ὅμως τοῦ ἴδιου βιβλίου λέει: «Εὐφροσύνη καρδίας ζωή ἀνθρώπου, καί ἀγαλλίαμα ἀνδρός μακροημέρευσις» (Σοφ.Σειρ.30,22') Ἡ χαρά καί ἡ εὐφροσύνη τῆς καρδιᾶς εἶναι ζωή γιά τόν ἄνθρωπο, καί ἡ ἀγαλλίασή του εἶναι ἡ μακροημέρευση, τό νά ζήσει πολλά χρόνια. Ἐνῶ ὅταν δέν ἔχει κανείς αὐτή τήν ἀγαλλίαση, δηλαδή δέν ζεῖ χαρούμενα, ζεῖ θλιμμενα καί ζορισμένα, τότε αὐτό τοῦ λιγοστεύει τή ζωή. Αὐτοί πού ἔχουν τήν κατά κόσμον λύπη ζοῦν σάν νά μήν ὑπάρχει ὁ Θεός. Γι᾿ αὐτό καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γράφει: «Οὐ θέλομεν ὑμᾶς ἁγνοεῖν, ἀδελφοί, περί τῶν κεκοιμημένων, ἵνα μή λυπῆσθε καθώς καί οἱ λοιποί οἱ μή ἔχοντες ἐλπίδα» (Α' Θεσσ.4,13') Δέν θέλουμε, ἀδελφοί, ἐσεῖς νά ἔχετε ἄγνοια γιά τούς πεθαμένους, γιά νά μή λυπᾶστε ὅπως αὐτοί πού δέν ἔχουν τήν ἐλπίδα τῆς ἀναστάσεως τῶν νεκρῶν, πού εἶναι ἔξω ἀπό τόν χῶρο τοῦ Χριστιανισμοῦ. Ἔτσι, ἡ πίστη μας στήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν δέν εἶναι ἕνας μῦθος, πού νά μποροῦμε ἁπλῶς νά τόν προβάλλουμε γιά νά παρηγορήσουμε τόν συνάνθρωπό μας, ἀλλά εἶναι μία πραγματικότητα. Ἀναστήθηκε ὁ Χριστός, θά ἀναστηθοῦν καί οἱ νεκροί.

   Πρέπει νά γνωρίζουμε ἀκόμη ὅτι ἐφόσον ἡ κατά κόσμον λύπη ὁδηγεῖ καί στόν βιολογικό ἀλλά καί στόν πνευματικό θάνατο –τό ὑπογραμμίζω– εἶναι ἑπόμενο νά συνιστᾶ θανάσιμο ἁμάρτημα. Ὄντως οἱ Πατέρες ἔχουν κατατάξει τήν κατά κόσμον λύπη ἀνάμεσα στά ἑπτά θάνάσιμα ἁμαρτήματα! Αὐτή εἶναι ἡ κατά κόσμον λύπη, ἡ ὁποία εἶναι ἰδιαίτερα καταστρεπτική, καί πνευματικά καί σωματικά.

   Ἀλλά ἄς δοῦμε καί τήν κατά Θεόν λύπη, πού ἐδῶ μακαρίζεται. Ἡ κατά Θεόν λύπη λοιπόν συνδέεται πάντοτε ἄμεσα μέ τόν πρῶτο μακαρισμό. Δηλαδή ἡ συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητος δημιουργεῖ στήν ψυχή μία λύπη. Οἱ «πτωχοί τῷ πνεύματι», αὐτοί πού εἶναι φτωχοί μέ δική τους προαίρεση, αὐτοί πού εἶναι ταπεινοί, αὐτοί πού βλέπουν τόν πραγματικό τους ἑαυτό, λυποῦνται. Γι᾿ αὐτό σᾶς εἶπα ὅτι ὁ δεύτερος μακαρισμός συνδέεται μέ τόν πρῶτο. Ἀλλά αὐτή ἡ λύπη, πού μακαρίζεται ἐδῶ, εἶναι λύπη δημιουργική, εἶναι λύπη γόνιμη. Θά πάρω ἕνα παράδειγμα, πού τό χρησιμοποιεῖ ὁ ἴδιος ὁ Κύριος: Ὅταν ἡ γυναίκα ἑτοιμάζεται νά γεννήσει, λέει, λυπᾶται· ἀλλά αὐτή ἡ λύπη της εἶναι «πρός ζωήν», διότι μετά τόν τοκετό θά ἔχει χαρά. Νά πῶς τό λέει αὐτό ὁ Κύριος: «Οὐκέτι μνημονεύει τῆς θλίψεως διά τήν χαράν ὅτι ἐγεννήθη ἄνθρωπος εἰς τόν κόσμον» (Ιω.16,21') Δηλαδή ἡ γυναίκα δέν θυμᾶται πιά τή θλίψη πού πέρασε προηγουμένως, γιατί ὅταν γεννηθεῖ τό παιδί τήν ξεχνάει, καί χαίρεται πού ἦρθε στόν κόσμο ἕνας καινούργιος ἄνθρωπος. Αὐτό δέ τό παράδειγμα ὁ Κύριος τό εἶπε στούς μαθητές Του ἐπειδή θά συνέβαινε καί σ᾿ αὐτούς τό ἴδιο. Τούς εἶπε: «Καί ἐσεῖς θά ἔχετε λύπη πού θά σταυρωθῶ· ἀλλά ὅταν ἐγώ θά ἀναστηθῶ καί θά μέ ξαναδεῖτε, τότε θά ἔχετε χαρά, ἐνῶ ὁ κόσμο, πού χαιρόταν πρίν μέ τή δική σας λύπη, γιατί κατάφερε νά μέ σταυρώσει, τώρα θά λυπᾶται». Εἶναι λοιπόν μία λύπη , ἡ κατά Θεόν, πού γρήγορα ὁδηγεῖ στή χαρά. Ἔτσι εἶναι καί ὁ πνευματικός τοκετός, πού ἰδιαιτέρως μάλιστα ἀναλύεται ἀπό τούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας.

   Μιά πολύ-πολύ ὡραία ἀνάλυση κάνει ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης στό Ἑορτοδρόμιο· ἀλλά καί στήν Ἁγία Γραφή ἀναφέρεται ἀπό τήν ὠδή τοῦ Ἡσαΐου ὡς ἑξῆς: «Διά τόν φόβον σου, Κύριε, ἐν γαστρί ἐλάβομεν καί ὠδινήσαμεν καί ἐτέκομεν· πνεῦμα σωτηρίας σου ἐποιήσαμεν ἐπί τῆς γῆς» (Ησαΐας.26,18') Δηλαδή: Πήραμε τόν φόβο τοῦ Θεοῦ, τόν βάλαμε μέσα μας, σάν σπέρμα, κοιλοπονήσαμε –ὡδινήσαμε εἶναι οἱ ὠδίνες τοῦ τοκετοῦ, οἱ πόνοι πού ἔχει ἡ γυναίκα ὅταν πλησιάζει ἡ ὥρα νά γεννήσει– καί γεννήσαμε πνεῦμα σωτηρίας. Εἶναι περίφημο αὐτό, εἶναι ὁ λεγόμενος πνευματικός τοκετός· εἶναι πάρα πολύ σπουδαῖος! Ἕνας πού συλλαμβάνει τόν φόβο τοῦ Θεοῦ ἔχει ὠδίνες, ἔχει μεγάλους πόνους. Αὐτά ὅλα πού αἰσθάνεται δέν εἶναι εὐχάριστα· ἔχει πένθος, ἔχει λύπη... Στό τέλος ὅμως γεννάει τό πνεῦμα τῆς σωτηρίας, πού εἶναι θαυμάσιο!

    Ἄς θυμηθοῦμε ἀκόμα τόν ἄσωτο υἱό. Λυπήθηκε, πένθησε, ὅταν εἶπε «πόσοι μίσθιοι τοῦ πατρός μου περισσεύουσιν ἄρτων, ἐγώ δέ λιμῷ ἀπόλλυμαι!» (Λουκ.15,17') δηλαδή οἱ ἐργάτες τοῦ πατέρα μου ἔχουν νά φᾶνε ψωμί, ἐγώ ὅμως πεθαίνω ἀπό τήν πείνα! Λυπήθηκε, ἔκλαψε, καί αὐτή ἡ λύπη τόν ὁδήγησε πίσω στόν πατέρα του, δηλαδή τοῦ προκάλεσε τήν ἐπιστροφή.

   Ἡ κατά Θεόν λύπη γεννάει δάκρυα· ἀλλά εἶναι δάκρυα ἀγαλλιάσεως, σωτηρίας. Ἀναφέρεται ὡραιότατα στόν 125ο Ψαλμό: «Οἱ σπείροντες ἐν δάκρυσιν ἐν ἀγαλλιάσει θερισοῦσι» αὐτοί πού σπέρνουν μέ δάκρυα, θά θερίσουν μέ αἰσθήματα χαρᾶς, ἀγαλλιάσεως. Σπέρνουν! Φανταστεῖτε νά ἔχουμε τό δισάκι μέ τόν σπόρο –εἶναι μιά παλιά εἰκόνα σπορᾶς– καί νά σπέρνουμε τό χωράφι. Καί αὐτό εἶναι μία μεταφορική εἰκόνα γά ἐκείνους πού κάνουν προσπάθειες γιά ὁτιδήποτε, καί ἀπό τόν κόπο τους ἔχουν πένθος, ἔχουν λύπη στήν καρδιά τους· ὅταν ὅμως τελεσφορήσει ὁ κόπος τους, τότε θά θερίσουν τούς καρπούς μέ πολλή ἀγαλλίαση καί χαρά. Καί ὁ Ἀπόστολος Πέτρος λυπήθηκε καί «ἔκλαυσε πικρῶς» (Λουκ.22,62') καί μέ τό κλάμα του αὐτό σώθηκε.

   Ἀκόμα, ἡ κατά Θεόν λύπη βοηθάει τόν ἄνθρωπο νά ἐπιστρέψει στόν Παράδεισο πού ἔχασε. Ἕνα ὡραῖο τροπάριο – τῆς Κυριακῆς τῆς Τυρινῆς – πού δέν τό ἀναφέρει βέβαια ἡ Ἁγία Γραφή, λέει ὅτι ὁ Ἀδάμ κάθισε ἀπέναντι ἀπό τόν Παράδεισο καί θρηνοῦσε φωνάζοντας: «Σέ ἔχασα, Παράδεισε, σέ ἔχασα! Αὐτά τά δάκρυα τοῦ Ἀδάμ ἔφεραν καί τόν ἴδιο καί τούς ἀπογόνους του πίσω στόν Παράδεισο, ἀλλά σέ ἕναν κρείτονα Παράδεισο, καλύτερον ἀπό τόν ἀρχαῖο Παράδεισο, γιατί ἦλθε ἐδῶ ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ μέ τήν ἀνθρώπινη φύση Του. (Βλ. Τριώδιον, Δοξαστικό Ἐσπερινοῦ. «Ἐκάθισεν Ἀδάμ ἀπέναντι τοῦ Παραδείσου, καί τήν ἰδίαν γύμνωσιν θρηνῶν ὠδύρετο.» καί Οἶκος τῆς Κυριακῆς τῆς Τυρινῆς. «'Εκάθισεν Ἀδάμ τότε, καί ἔκλαυσε ἀπέναντι τῆς τρυφῆς τοῦ Παραδείσου, χερσί τύπτων τάς ὄψεις...»)

   Ἡ κατά Θεόν λύπη ἐπίσης εἶναι τό προοίμιο καί τῆς μετάνοιας καί τῆς σωτηρίας. Ὅταν κάποιος κλάψει γι᾿ αὐτό πού ἔκανε, δέν ὁδηγεῖται στή σωτηρία;

   Ἀκόμη τό κατά Θεόν πένθος ὁδηγεῖ καί στήν ἀπόκτηση τῆς ἀρετῆς καί τῆς εἰδικῆς θεολογικῆς γνώσεως, ἀλλά καί τῆς γενικότερης γνώσεως, δηλαδή τῆς ἐπιστήμης, τῶν γραμμάτων. Τό βιβλίο τῶν Παροιμιῶν ἀναφέρει ὅτι ἡ ρίζα τοῦ δέντρου τῶν ἀρετῶν καί τῆς γνώσεως εἶναι βέβαια πικρή, ἀλλά οἱ καρποί της εἶναι γλυκεῖς. Ὅταν βάλω στόχο νά διαβάζω, ἤ βάλω στόχο νά ἀποκτήσω μιά ἀρετή, αὐτή ἡ ἄσκηση βέβαια, αὐτός ὁ κόπος, ὁπωσδήποτε εἶναι κάτι κουραστικό, πικρό· ὅμως οἱ καρποί μετά εἶναι πραγματικά γλυκεῖς. Ἀκόμη ὁ Θεός ἀγαπᾶ τό πένθος, ὅταν ὁ ἄνθρωπος πενθεῖ γιά λογαριασμό ἄλλων, κυρίως ὅταν οἱ ἄλλοι ἁμαρτάνουν. Γράφει ὁ Ἀπόστολος Πέτρος, πάνω σ᾿ αὐτό τό σημεῖο, ὅτι ὁ Λώτ ἦταν “καταπονούμενος” καί παρακάτω λέει ὅτι “βασανιζόταν ἡ ψυχή του” (Β΄ Πέτρ. 2 : 7-8). Προσέξτε: βασανιζόταν καθημερινά ὁ Λώτ στά Σόδομα! Τό λέει αὐτό ὁ Ἀπόστολος Πέτρος. Βασανιζόταν γιατί ἔβλεπε αὐτή τήν πόλη, τούς κατοίκους αὐτῆς τῆς πόλεως, νά ἁμαρτάνουν. Ἔβλεπε γύρω του φοβερή ἔκλυση ἠθῶν, κάτι φρικτό καί φοβερό, αὐτό πού σήμερα ἔμεινε παροιμιῶδες, καί τό λέμε: Σόδομα καί Γόμορρα! Ἀλλά ὅλες οἱ πόλεις, καί ἀνάλογα μέ τήν ἐποχή, ἰδίως στήν ἐποχή μας, μεταβάλλονται σέ Σόδομα καί Γόμορρα. 

   Μποροῦμε νά κλάψουμε γιά τούς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς μας; Μποροῦμε νά πονέσουμε; Μποροῦμε νά πενθήσουμε, καί μάλιστα σήμερα πού ὁ κόσμος ὁδηγεῖται στήν καταστροφή μέ μαθηματική ἀκρίβεια, καί προπαντός ἡ νέα γενεά μας; Τό λέω αὐτό γιατί ἀπευθύνομαι σέ νέους ἀνθρώπους αὐτή τή στιγμή. Ξέρετε πόσοι εἶναι οἱ νέοι ἐκεῖνοι πού πῆραν τόν δρόμο τῆς καταστροφῆς; Μπορεῖ λοιπόν νά μήν κλάψει κανείς, νά μήν πενθήσεις; Πενθεῖ ἡ καρδιά, καί ὄχι σπάνια, ἀπό τά μάτια τρέχουν δάκρυα. Λέει λοιπόν ἐδῶ ὅτι εἶναι μακάριος ὅποιος πενθεῖ γιά ὅ,τι κακό συμβαίνει στούς ἄλλους ἀνθρώπους, ἀλλά καί γενικά στήν κτίση. Τό λέει πολύ ὡραῖα αὐτό ὁ ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σύρος, ἰδίως γιά τήν κτίση. (Βλ. Ἅγ. Ἰσαάκ ὁ Σύρος, Εὑρεθέντα Ἀσκητικά, Λόγος ΠΑ΄, 7,)

   Ὅταν βλέπει κανείς τήν καταστροφή τῆς κτίσεως, γιά παράδειγμα, νά κόβονται τά δέντρα, νά καταστρέφεται τό περιβάλλον γενικά, λυπᾶται!
Ὅταν βλέπει νά ἀναποδογυρίζεται ἡ ἰσορροπία τῆς δημιουργίας καί νά γίνεται καταστροφή, καί στό φυτικό καί στό ζωϊκό βασίλειο, ὄχι λιγότερο ὅμως καί στόν ἄνθρωπο, λυπᾶται, πενθεῖ. Αὐτό εἶναι τό κατά Θεόν πένθος. Αὐτό ὁ Κύριος τό μακαρίζει, καί λέει: «μακάριοι οἱ πενθοῦντες», διότι, ἁπλούστατα, δείχνει ὅτι αὐτοί οἱ ἄνθρωποι ἔχουν εὐαισθησία· δέν εἶναι ἀναίσθητοι, δέν γελοῦν. Βλέπετε ἴσως κάποιους ἀνθρώπους πού γελοῦν ὅταν βλέπουν μία κηδεία ἤ κάποια καταστροφή. Εἶναι ἀναίσθητοι μπροστά στό κακό πού γίνεται, εἶναι πορωμένοι. Ὅταν ὅμως μπορεῖ κανείς νά πενθεῖ, αὐτό δείχνει εὐαισθησία συναισθηματική καί λογική, δείχνει εὐαισθησία τῆς ψυχῆς. Σ᾿ ὅλα αὐτά βέβαια ὑπάρχουν καί κάποιες ἐπικίνδυνες ἀκρότητες, πού θά τίς ἀναφέρουμε μέ συντομία. Ἄν προσέξουμε, ὁ Κύριος λέει «μακάριοι οἱ πενθοῦντες»· δέν λέει «οἱ πενθήσαντες». Αὐτό δείχνει διάρκεια, εἶναι χρόνος Ἐνεστώτας, πού δηλώνει διάρκεια· δηλαδή εἶναι κάτι πού πρέπει νά ὑπάρχει σέ ὅλη μας τή ζωή. Ἐδῶ ὅμως ὑπάρχει καί μία ἐπικίνδυνη ἀκρότητα· εἶναι ἡ ὑπερβολική λύπη. Αὐτή εἶναι μία ἀκρότητα, εἶναι τό παραπάνω θά λέγαμε πένθος. Αὐτό φανερώνει ὅτι δέν ὑπολογίζει κανείς τή χάρη καί τήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ἔχει καί κάποια ἴσως ἀπιστία, σάν νά πρόκειται νά σηκώσει ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος τό βάρος τοῦ κακοῦ! Θά πενθήσουμε, ἀλλά ὄχι ἐρήμην τοῦ Θεοῦ. Εἶναι σάν νά ἐνεργοῦμε χωρίς τή δύναμη καί χωρίς τήν ἀγάπη καί τή σοφία τοῦ Θεοῦ. Αὐτό συνήθως γίνεται στίς προσωπικές μας πτώσεις, τότε πού δέν μποροῦμε μέ τίποτα νά παρηγορηθοῦμε. Ὅταν λέμε «Μά ἐγώ νά πέσω!...», στό βάθος ὑπάρχει κάποιος ἐγωισμός· προσβλήθηκε ἡ ὑπερηφάνειά μας, ὁ ἐγωισμός μας. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, γιά κάποιον πού ἁμάρτησε στήν Κόρινθο, ἐπέβαλε κυρώσεις· ἀλλά μετά συνέστησε στούς Χριστιανούς τήν παύση τῶν κυρώσεων αὐτών, γιατί σκέφτηκε «μήπως τῇ περισσοτέρᾳ λύπῃ καταποθῇ ὁ τοιοῦτος», (Β΄ Κορ. 2 : 7.) δηλαδή μήπως τόν καταπιεῖ ἡ λύπη, ἡ περισσότερη λύπη. Ὁ Ἰούδας, ὅπως ξέρετε, ἔφθασε στήν αὐτοκτονία, ἐπειδή ἡ λύπη του οὐσιαστικά ἤτανε χωρίς ἐλπίδα. Ἀντίθετα, ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ναί μέν δίωκε τήν Ἐκκλησία, ἀλλά ἀργότερα μετανόησε, δέν ἀπελπίστηκε, καί σώθηκε, παρηγορήθηκε ἡ λύπη του.

   Στό βάθος τῆς κατά Θεόν λύπης ὑπάρχει ἡ χαρά. Γι᾿ αὐτό οἱ Πατέρες δημιούργησαν μία σύνθετη λέξη, τή χαρμολύπη, αὐτήν πού στό τέλος φέρνει χαρά. Οἱ καρποί, τέλος, τοῦ κατά Θεόν πένθους εἶναι οἱ ἑξῆς: Ἕνας πρῶτος καρπός εἶναι ἡ εἰρήνη. Μία καρδιά πού τήν παρηγορεῖ ὁ Θεός ἔχει εἰρήνη, τήν ἀναφαίρετη εἰρήνη τοῦ Θεοῦ. Ἀκόμα, ἕνας δεύτερος καρπός, εἶναι καί ἡ χαρά, ἡ ἀναφαίρετη χαρά τοῦ Χριστοῦ. Ἕνας τρίτος καρπός εἶναι ἡ ἐλπίδα. Ναί, τό κατά Θεόν πένθος εἶναι γεμᾶτο καί ἀπό ἐλπίδα. Αὐτό τό πένθος, ἐπίσης, ἐκλεπτύνει τήν ψυχή, τό συναίσθημα καί τή σκέψη. Συγκεντρώνει τίς δυνάμεις τῆς ψυχῆς, σπάζει ἐκείνη τήν ξέχειλη ἐξωστρέφεια, πού καταστρέφει τήν ψυχή. Ἀλλά καί στόν Οὐρανό ἔχουν παράκληση, δηλαδή παρηγοριά, αὐτοί πού πένθησαν. Ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης λέει στήν Ἀποκάλυψη ὅτι εἶδε κάποιος σπουδαίους, μέ λευκούς χιτῶνες, πού γι᾿ αὐτούς πληροφορήθηκε πώς ἦταν «αὐτοί πού προέρχονται ἀπό τή μεγάλη θλίψη». (Ἀποκ. 7 : 14.) Καί ὁ ἱερός Χρυσόστομος λέει:«Ὅτι αὐτοί παρακληθήσονται, φησίν. Ποῦ παρακληθήσονται; εἰπέ μοι. Καί ἐνταῦθα καί ἐκεῖ». (Ἅγ. Ἰωάννης Χρυσόστομος, Εἰς τό Κατά Ματθαῖον, Ὁμιλία ιε΄, γ΄MPG 57, 226, 8.) Αὐτοί θά παρηγορηθοῦν καί ἐδῶ στή γῆ καί στόν Οὐρανό. 

   Ἀγαπητοί μου, μαζί μέ τόν πρῶτο μακαρισμό, ἄς ἀποκτήσουμε καί τόν δεύτερο, πού εἶναι τό κατά Θεόν πένθος, γιά νά ἔχουμε τήν ἀληθινή παράκληση.

2α ομιλία στην κατηγορία « Οἱ Μακαρισμοί ».

Όλες οι ομιλίες της Κατηγορίας :
" Οἱ Μακαρισμοί " εδώ ⬇️
http://arnion.gr/index.php/p-thanasios-mytilina-os/milies-p-thanasiou/diafora-uemata/oi-makarismoi
↕️
https://youtube.com/playlist?list=PLxBsMI6pr40rwQxy-UBSPhmJGutrTEIRl

🔸Επεξηγηματικό βίντεο Ασπάλαθου.
https://youtu.be/8tNfAHRkTCk

__⬇️Playlist "Ασπάλαθου".⬇️__
https://aspalathos21.blogspot.com/2021/07/blog-post_83.html?m=0

📃Απομαγνητοφωνημένες ομιλίες του πατρός Αθανασίου. ⬇️
https://athanasiosamvonas.blogspot.com/2021/04/blog-post_15.html?m=1

📜 Αποσπάσματα ομιλιών πατρός Αθανασίου ⬇️
https://athanasioslogos.blogspot.com/?m=0

__⬇️ Facebook ⬇️__
https://www.facebook.com/groups/1637818926362004/?ref=share

Κατάλογος ομιλιών πατρός Αθανασίου Μυτιληναίου.
https://drive.google.com/file/d/1JmrxaObMVyTA4_pS5yuMaQdoBf8-LwBP/view?usp=drivesdk

†.Πρός Δόξαν τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ.